EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52000PC0027

Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τον καθορισμό του καταλόγου των τρίτων χωρών, οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων, και τον καθορισμό του καταλόγου των χωρών, οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή

/* COM/2000/0027 τελικό - CNS 2000/0030 */

ΕΕ C 177E της 27.6.2000, p. 66–69 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

52000PC0027

Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τον καθορισμό του καταλόγου των τρίτων χωρών, οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων, και τον καθορισμό του καταλόγου των χωρών, οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή /* COM/2000/0027 τελικό - CNS 2000/0030 */

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 177 E της 27/06/2000 σ. 0066 - 0069


Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τον καθορισμό του καταλόγου των τρίτων χωρών, οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων, και τον καθορισμό του καταλόγου των χωρών, οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Γενικά θέματα και ιστορικό

Θεσμικό πλαίσιο:

Με τη συνθήκη του Άμστερνταμ σημειώνεται σημαντική πρόοδος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στον τομέα της πολιτικής των θεωρήσεων σε σχέση με τη συνθήκη του Μάαστριχτ. Η τελευταία εισάγοντας το άρθρο 100Γ στη Συνθήκη ΕΚ (ΣΕΚ) κοινοτικοποίησε δύο μόνο πτυχές της πολιτικής των θεωρήσεων (αφενός τον καθορισμό των τρίτων χωρών, των οποίων οι υπήκοοι πρέπει να διαθέτουν θεώρηση για να διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών και αφετέρου την καθιέρωση θεώρησης ενιαίου τύπου).

Αντίθετα, η συνθήκη του Άμστερνταμ κοινοτικοποίησε όλες τις άλλες πτυχές της πολιτικής των θεωρήσεων, ενσωματώνοντάς τις στο νέο τίτλο IV της ΣΕΚ «Θεωρήσεις, άσυλο, μετανάστευση και άλλες πολιτικές σχετικές με την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων » που αφορά την εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Ταυτόχρονα, ένα πρωτόκολλο που προσαρτήθηκε στη συνθήκη του Άμστερνταμ ενσωμάτωσε στην Ένωση το κεκτημένο του Σένγκεν, το οποίο περιλαμβάνει όλη την εναρμόνιση στην οποία κατέληξαν τα κράτη Σένγκεν στον τομέα των θεωρήσεων.

Το υφιστάμενο δίκαιο:

1. Το κοινοτικό δίκαιο:

Βάσει του άρθρου 100Γ, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2317/95 [1] της 25ης Σεπτεμβρίου 1995, ο οποίος αφού ακυρώθηκε με απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Ιουνίου 1997, αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 574/99 [2] για τον καθορισμό των τρίτων χωρών, οι υπήκοοι των οποίων πρέπει να διαθέτουν θεώρηση κατά τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών.

[1] ΕΕ L 234, 3.10.1995, σ. 1.

[2] ΕΕ L 72, 18.3.1999, σ. 2.

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 574/99, όπως και ο προηγούμενος κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2317/95, περιλαμβάνει μόνο τον κοινό κατάλογο τρίτων χωρών, οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης. Για τις τρίτες χώρες που δεν περιλαμβάνονται στον κοινό κατάλογο, τα κράτη μέλη έχουν ευχέρεια είτε να επιβάλουν στους υπηκόους των χωρών αυτών υποχρέωση θεώρησης είτε να τους απαλλάξουν από την υποχρέωση αυτή.

2. Το δίκαιο που προκύπτει από τη διακυβερνητική συνεργασία του Σένγκεν:

Στο πλαίσιο του Σένγκεν, ορισμένα κράτη μέλη ανέπτυξαν στενότερη συνεργασία στον τομέα των θεωρήσεων. Η νομιμότητα της συνεργασίας αυτής έναντι του κοινοτικού δικαίου επιβεβαιώθηκε με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 2317/95 και 574/99 που διευκρίνιζαν ότι δεν εμποδίζουν την μεγαλύτερη, και πέραν του κοινού καταλόγου, εναρμόνιση μεταξύ των κρατών μελών.

Τα κράτη Σένγκεν πέτυχαν τη μεγαλύτερη αυτή εναρμόνιση έναντι τρίτων χωρών που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2317/95 και 574/99. Η εναρμόνιση έγινε προοδευτικά και η τελική κατάστασή της, τη στιγμή της ενσωμάτωσης του Σένγκεν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήταν:

α) ένας κατάλογος 32 τρίτων χωρών που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 574/99 και οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης από όλα τα κράτη Σένγκεν·

β) ένας κατάλογος 44 τρίτων χωρών, οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης από όλα τα κράτη Σένγκεν (δεν υπήρχε αντίστοιχο στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 574/99 που δεν περιελάμβανε τέτοιο κατάλογο) ·

Πρέπει να σημειωθεί ότι τα κράτη Σένγκεν δεν κατέληξαν σε εναρμονισμένη θέση έναντι μόνο μίας τρίτης χώρας.

Αυτό το κεκτημένο του Σένγκεν αποτελεί, από την έναρξη ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ, αναπόσπαστο μέρος του κοινοτικού δικαίου και εξακολουθεί να εφαρμόζεται μεταξύ των κρατών Σένγκεν. Τέλος πρέπει να προστεθεί ότι, δυνάμει του Πρωτοκόλλου Σένγκεν, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία μπορούν ανά πάσα στιγμή να ζητήσουν να συμμετάσχουν εν όλω ή εν μέρει στο κεκτημένο Σένγκεν. Η αίτηση, που υπέβαλε σχετικά στον Πρόεδρο του Συμβουλίου το Ηνωμένο Βασίλειο με τις επιστολές της 20ής Μαΐου 1999, 9ης Ιουλίου 1999 και 6ης Οκτωβρίου 1999, δεν αφορά θέματα θεωρήσεων.

Ένας νέος κανονισμός, γιατί και με ποιο περιεχόμενο;

Η ανάγκη θέσπισης νέου κανονισμού προκύπτει κυρίως από την έναρξη ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ.

Πλήρης εναρμόνιση όσον αφορά τους καταλόγους των τρίτων χωρών:

Μεταξύ των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 62 2) β της ΣΕΚ με τίτλο «κανόνες για τις θεωρήσεις, όταν υπάρχει πρόθεση διαμονής όχι άνω των τριών μηνών» συγκαταλέγεται ρητά «ο κατάλογος των τρίτων χωρών, οι υπήκοοι των οποίων υποχρεούνται να διαθέτουν θεώρηση προκειμένου να διέλθουν τα εξωτερικά σύνορα, και των χωρών, οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή». Ο προτεινόμενος κανονισμός απαντά στο άρθρο 62 παράγραφος 2) β και περιλαμβάνει σε παράρτημα δύο εξαντλητικούς καταλόγους τρίτων χωρών. Μια τρίτη χώρα εμφαίνεται υποχρεωτικά είτε στο παράρτημα 1 (υποχρέωση θεώρησης) είτε στο παράρτημα 2 (απαλλαγή από τη θεώρηση). Όταν εκδοθεί ο κανονισμός, το καθεστώς των θεωρήσεων που εφαρμόζεται στους υπηκόους τρίτων χωρών θα εναρμονιστεί πλήρως : η δυνατότητα μονομερούς καθορισμού από ένα κράτος μέλος του εφαρμοστέου καθεστώτος θεώρησης αποκλείεται έναντι όλων των τρίτων χωρών χωρίς εξαίρεση.

Μολονότι η υποχρέωση έκδοσης νέου κανονισμού αποτελεί τυπικά συνέπεια της έναρξης ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ, εντάσσεται επίσης στη συνέχεια του αρχικού στόχου του άρθρου 100Γ. Υπενθυμίζεται πράγματι ότι, όταν η Επιτροπή παρουσίασε, στις 10 Δεκεμβρίου 1993, την πρόταση κανονισμού βάσει του άρθρου 100Γ, έδωσε στη διάταξη αυτή την ερμηνεία ότι συνεπάγεται αναγκαστικά ότι το Συμβούλιο θα προσδιορίσει επίσης τις τρίτες χώρες, οι υπήκοοι των οποίων δεν υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης.

Σημειώνεται επίσης ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατά τη νέα διαβούλευση μετά την ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2317/95, έλαβε σαφή θέση υπέρ των τροποποιήσεων ουσίας όσον αφορά τόσο τις διατάξεις όσο και το παράρτημα (διαγραφή της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας από τον κοινό κατάλογο). Με τη ευκαιρία αυτή, η Επιτροπή είχε εκφράσει την επιθυμία της να υποβάλει νέα πρόταση κανονισμού μετά την έναρξη ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ και την πρόθεσή της να λάβει υπόψη, σε εύθετο χρόνο, ορισμένες από τις υποδείξεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Διατήρηση περιορισμένου αριθμού παρεκκλίσεων και εξαιρέσεων:

Ωστόσο, φαίνεται απαραίτητο να συνεχίσουν τα κράτη μέλη να έχουν τη δυνατότητα πρόβλεψης παρεκκλίσεων και εξαιρέσεων όσον αφορά ορισμένες κατηγορίες προσώπων, ειδικότερα για λόγους που απορρέουν από το διεθνές ή το εθιμικό δίκαιο.

Επικουρικότητα και αναλογικότητα

Το άρθρο 62 παράγραφος 2 β) i αναθέτει αποκλειστική αρμοδιότητα στην Κοινότητα για τον καθορισμό του καταλόγου τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στη υποχρέωση θεώρησης και των χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή.

Η επιλογή κανονισμού αντί οδηγίας οφείλεται σε διάφορους λόγους : ο καθορισμός καταλόγων χωρών, οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης ή απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή, δεν αφήνει περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στα κράτη μέλη σχετικά με τη «μεταφορά στο εθνικό δίκαιο» των καταλόγων αυτών. Επιπλέον, η καθυστέρηση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο εκ μέρος κράτους μέλους θα συνεπαγόταν πολλές πρακτικές δυσκολίες, μερικές εκ των οποίων θα μπορούσαν να παραβλάψουν τη λειτουργία του καθεστώτος των θεωρήσεων που προκύπτει από την ενσωμάτωση του κεκτημένου του Σένγκεν στην Ένωση.

Ένας νέος κανονισμός, πότε;

Το άρθρο 62 της ΣΕΚ ορίζει ότι όλα τα μέτρα που αναφέρονται σε αυτό (ειδικότερα ο κατάλογος των τρίτων χωρών που υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης και αυτών που απαλλάσσονται) πρέπει να θεσπιστούν από το Συμβούλιο εντός πέντε ετών από την έναρξη ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ.

Το σχέδιο δράσης του Συμβουλίου και της Επιτροπής της 3ης Δεκεμβρίου 1998 (ΕΕ C 19, 23.1.1999) που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βιέννης, της 11ης και 12ης Δεκεμβρίου 1998, «συντόμευσε», σε σχέση με τη συνθήκη, το χρονοδιάγραμμα ορισμένων από τα προς θέσπιση μέτρα στο πλαίσιο του Τίτλου IV της ΣΕΚ. Έτσι, η θέσπιση κανονισμού σχετικά με τις τρίτες χώρες των οποίων οι υπήκοοι υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης και αυτών που απαλλάσσονται από αυτή την υποχρέωση συγκαταλέγεται, στο σχέδιο δράσης, μεταξύ των «μέτρων εντός διετίας».

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε της 15ης και 16ης Οκτωβρίου 1999 υπενθύμισε σχετικά ότι είναι ανάγκη να εφαρμοστεί πλήρως και αμέσως η συνθήκη του Άμστερνταμ, βάσει του σχεδίου δράσης της Βιέννης.

Ένας κανονισμός με ποια κράτη μέλη;

Το θέμα της υποχρέωσης θεώρησης ή της απαλλαγής από τη θεώρηση για τους αλλοδαπούς ήταν ήδη στο παρελθόν θέμα μεταβλητής αντιμετώπισης, εφόσον, για τις τρίτες χώρες των οποίων οι υπήκοοι δεν υπείχαν υποχρέωση θεώρησης δυνάμει των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2317/95 και 574/99, τα κράτη μέλη μπορούσαν να προχωρήσουν σε μεγαλύτερη εναρμόνιση (Σένγκεν). Αυτή η μεταβλητή αντιμετώπιση διατηρείται, με ακόμη μεγαλύτερη πολυπλοκότητα, από τη συνθήκη του Άμστερνταμ και τα διάφορα πρωτόκολλά της. Το θέμα αφορά τρία κράτη μέλη:

Τη Δανία:

Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο που προσαρτάται στη συνθήκη του Άμστερνταμ σχετικά με τη θέση της Δανίας, αυτό το κράτος μέλος δεν συμμετέχει στη θέσπιση από το Συμβούλιο μέτρων υπαγόμενων στον Τίτλο IV της ΣΕΚ, εκτός των «μέτρων που καθορίζουν τις τρίτες χώρες, οι υπήκοοι των οποίων πρέπει να διαθέτουν θεώρηση κατά τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών και των μέτρων που αφορούν την καθιέρωση ενιαίας θεώρησης».

Αυτό το απόσπασμα του Πρωτοκόλλου αντικατοπτρίζει τη βούληση της Δανίας να διατηρήσει τις κοινοτικές δεσμεύσεις τις οποίες ανέλαβε στο πλαίσιο της συνθήκης του Μάαστριχτ (κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 1683/95 και 574/99). Η Επιτροπή, βασιζόμενη στην ερμηνεία της σχετικά με το άρθρο 100Γ, θεωρεί ότι το άρθρο 62 2 β) i της ΣΕΚ δεν καινοτομεί σε σχέση με το άρθρο 100Γ, αλλά απλώς παγιώνει το στόχο που αναφερόταν σε αυτό, διευκρινίζοντάς τον καλύτερα. Υπό τις συνθήκες αυτές, η Δανία πρέπει να συμμετέχει πλήρως στις νομοθετικές εργασίες που ακολούθησαν την παρουσίαση αυτής της πρότασης κανονισμού βάσει του άρθρου 62 2 β) i.

Το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία:

Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο που προσαρτάται στη συνθήκη του Άμστερνταμ σχετικά με τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, αυτά τα κράτη μέλη δεν συμμετέχουν καταρχήν στη θέσπιση μέτρων υπαγόμενων στον Τίτλο IV της ΣΕΚ. Ωστόσο, διαθέτουν ευχέρεια συμμετοχής ανάλογα με την κάθε περίπτωση. Η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο μπορούν έτσι, δυνάμει του άρθρου 3 του εν λόγω Πρωτοκόλλου, εντός τριών μηνών μετά την υποβολή της πρότασης κανονισμού για τις θεωρήσεις στο Συμβούλιο, να κοινοποιήσουν την επιθυμία τους να μετάσχουν στη θέσπιση και την εφαρμογή αυτού του μέτρου. Έτσι μπορούν, ανά πάσα στιγμή μετά τη θέσπιση του κανονισμού από το Συμβούλιο, να κοινοποιήσουν την πρόθεσή τους να αποδεχθούν τον κανονισμό αυτόν.

Ένας κανονισμός που δεν περιορίζεται στα κράτη μέλη:

Δυνάμει του άρθρου 6 πρώτο εδάφιο του Πρωτοκόλλου Σένγκεν, το Συμβούλιο συνήψε με την Ισλανδία και τη Νορβηγία, στις 17 Μαΐου 1999, συμφωνία για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών με τη θέση σε εφαρμογή, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν (ΕΕ (ΕΚ) αριθ. L176, σ. 35). Σύμφωνα με το άρθρο 1 της εν λόγω συμφωνίας, η Ισλανδία και η Νορβηγία συμμετέχουν στις δραστηριότητες της ΕΚ και της ΕΕ στους τομείς που καλύπτονται από τις αναφερόμενες στα παραρτήματα A και B διατάξεις της συμφωνίας, καθώς και από αυτές που θα τις διαδεχθούν. Στο παράρτημα B αναγράφεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 574/99. Έτσι, η παρούσα πρόταση θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο της Μικτής Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 2 σημείο 3 της συμφωνίας· ιδίως τα άρθρα 4 και 8 της εν λόγω συμφωνίας θα εφαρμοστούν κατά τη θέσπισή του από το Συμβούλιο.

Τι δεν είναι ο νέος κανονισμός:

1. Ο προτεινόμενος κανονισμός, που βασίζεται στο άρθρο 62 παράγραφος 2 β) i, δεν μπορεί:

- να εφαρμοστεί σε πράξεις που δεν διέπονται από αυτή τη νομική βάση, όπως η θεώρηση μακράς διαμονής ή η θεώρηση διέλευσης αεροδρομίων,

- να καθορίσει τις λεπτομέρειες και τους όρους χορήγησης των θεωρήσεων, που διέπονται από το άρθρο 62 παράγραφος 2 β) ii,

- να προσδιορίσει τους όρους ενδοκοινοτικής κυκλοφορίας των κατόχων θεωρήσεων ή των προσώπων που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, διότι αυτό θα καθοριστεί με πράξη που θα βασίζεται στο άρθρο 62 παράγραφος 3,

- να περιλαμβάνει διατάξεις που εντάσσονται στους όρους διέλευσης των εξωτερικών συνόρων (π.χ.: μη αποδοχή στα σύνορα ή κατ' εξαίρεση αποδοχή για ανθρωπιστικούς λόγους· έκδοση θεωρήσεων στα σύνορα).

2. Ο προτεινόμενος κανονισμός δεν θίγει τη δυνατότητα λήψης έκτακτων μέτρων σε ειδικές περιπτώσεις. Σχετική αναφορά γίνεται στο άρθρο 64 παρ. 2 της ΣΕΚ που προβλέπει τη διάρκεια και τις προϋποθέσεις που επιτρέπουν τέτοια μέτρα («έκτακτη κατάσταση που χαρακτηρίζεται από αιφνίδια εισροή υπηκόων τρίτων χωρών») και καθορίζει την εφαρμοστέα διαδικασία.

3. Ο προτεινόμενος κανονισμός δεν επηρεάζει τις διάφορες διατάξεις του ενσωματωμένου κεκτημένου του Σένγκεν που αφορούν τις θεωρήσεις αλλά οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (για παράδειγμα την αμοιβαία αναγνώριση των θεωρήσεων, την ισοδυναμία μεταξύ τίτλου διαμονής και θεώρησης).

2. Σχολιασμός των άρθρων

Άρθρο 1:

- Οι παράγραφοι 1 και 2, που αντικατοπτρίζουν το άρθρο 62 2 β) i της ΣΕΚ, παγιώνουν την πλήρη εναρμόνιση της πολιτικής θεωρήσεων όσον αφορά τους καταλόγους των χωρών. Οι υπήκοοι των τρίτων χωρών είτε θα υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης (παράρτημα 1) ή θα απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή (παράρτημα 2). Αντίθετα από την κατάσταση που επικρατούσε με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 2317/95 και 574/99, δεν υπάρχουν πλέον τρίτες χώρες για τις οποίες τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν μονομερώς να υποβάλουν ή όχι τους υπηκόους τους στην υποχρέωση θεώρησης.

- Η παράγραφος 3, που εμπνέεται από το άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 574/99, αναφέρεται στις συνέπειες των ιδιαίτερων εξελίξεων του διεθνούς δικαίου, στις περιπτώσεις διαδοχής κρατών. Η αρχή που λήφθηκε υπόψη στο άρθρο αυτό είναι να συνεχιστεί προσωρινά η εφαρμογή του καθεστώτος θεώρησης που εφαρμοζόταν στους υπηκόους του προηγούμενου κράτους, ενόσω το Συμβούλιο δεν έχει αποφανθεί για το καθεστώς θεώρησης που πρέπει να εφαρμόζεται στο νέο κράτος (ή στα νέα κράτη).

Άρθρο 2:

Ο ορισμός του τί νοείται ως θεώρηση είναι αναγκαίος για την πλήρη εφαρμογή του κανονισμού. Ο προτεινόμενος ορισμός επαναλαμβάνει εκείνον του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 574/99.

Η απαλλαγή από τη θεώρηση για τους υπηκόους των τρίτων χωρών που παρατίθενται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ ισχύει μόνο για τις σύντομες περιόδους διαμονής και τις διελεύσεις, όπως αυτές περιγράφονται στον ορισμό.

Οι θεωρήσεις μακράς διαμονής δεν μπορούν να καλυφθούν από τον παρόντα κανονισμό, διότι υπάγονται στο άρθρο 63 3 α) της ΣΕΚ. Οι θεωρήσεις διέλευσης αεροδρομίων δεν μπορούν ούτε και αυτές να καλυφθούν από τον παρόντα κανονισμό: σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου (υπόθεση C-170/96), οι θεωρήσεις «για τη διέλευση εξωτερικών συνόρων» (διατύπωση του άρθρου 100Γ που επαναλαμβάνεται στο άρθρο 62 2 β) i της ΣΕΚ) δεν μπορούν να περιλαμβάνουν τις θεωρήσεις διέλευσης αεροδρομίων.

Τέλος, σημειώνεται ότι η αναφορά, στο άρθρο 2, σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη αφήνει ανοικτό το θέμα της γεωγραφικής ισχύος της θεώρησης. Πράγματι, το ζήτημα της αμοιβαίας αναγνώρισης των θεωρήσεων δεν μπορεί να εξεταστεί στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού διότι υπάγεται στους «κανόνες για την ενιαία θεώρηση» όπως αναφέρονται σε άλλη διάταξη της ΣΕΚ, το άρθρο 62 παράγραφος 2 β) iv. Οι διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν που αφορούν την αμοιβαία αναγνώριση των θεωρήσεων δεν επηρεάζονται από τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 3:

Αυτό το άρθρο αναφέρεται στους υπηκόους τρίτων χωρών που υπόκεινται καταρχήν στην υποχρέωση θεώρησης λόγω της ιθαγενείας τους, αλλά η περίπτωσή τους διαφέρει, διότι κατοικούν νόμιμα σε ένα κράτος μέλος. Τα κριτήρια που αποτελούν τη βάση της υπαγωγής στην υποχρέωση θεώρησης των υπηκόων κάποιας τρίτης χώρας δεν έχουν πλέον λόγο ύπαρξης στην περίπτωση που οι υπήκοοι αυτοί κατοικούν ήδη σε ένα κράτος μέλος και διαθέτουν τίτλο διαμονής χορηγηθέντα από αυτό το κράτος, όπου για τη χορήγηση αυτού του τίτλου διαμονής χρειάστηκε να υποβληθούν στους διάφορους ελέγχους που απαιτούνται για τη χορήγηση θεώρησης.

Η αρχή της μη εφαρμογής της υποχρέωσης θεώρησης για αυτούς τους υπηκόους τρίτων χωρών ισχύει στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, δηλαδή για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων, χωρίς να θίγει τις άλλες προϋποθέσεις της διέλευσης αυτής, όπως καθορίζονται ιδίως από το κεκτημένο του Σένγκεν. Ο παρών κανονισμός δεν μπορεί να ρυθμίσει την ενδοκοινοτική κυκλοφορία των προσώπων αυτών, η οποία υπάγεται στο άρθρο 62 παράγραφος 3 και θα εξεταστεί στο πλαίσιο αυτό.

Άρθρο 4:

Η έννοια του υπηκόου τρίτης χώρας, στην οποία αναφέρεται το άρθρο 62 2 β) i της ΣΕΚ, καλύπτει επίσης κατηγορίες προσώπων που τελούν υπό ειδικό καθεστώς για λόγους διεθνούς δικαίου. Πρόκειται για πρόσωπα τα οποία είναι απίθανο να ζητήσουν την προστασία του κράτους του οποίου έχουν την ιθαγένεια (τελούντα υπό καθεστώς πρόσφυγα) ή για πρόσωπα που έχουν απολέσει κάθε δεσμό με συγκεκριμένο κράτος (απάτριδες).

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 574/99 άφηνε τα κράτη μέλη ελεύθερα να καθορίζουν εάν υποβάλλουν ή όχι στην υποχρέωση θεώρησης αυτές τις δύο κατηγορίες προσώπων. Στο νέο προτεινόμενο καθεστώς, η υποχρέωση ή η απαλλαγή από την υποχρέωση θεώρησης των προσφύγων και απατρίδων συνάγεται από ένα αντικειμενικό κριτήριο.

Για τους απάτριδες κατά την έννοια της σύμβασης της Νέας Υόρκης της 28ης Σεπτεμβρίου 1954 και για τους τελούντες υπό το καθεστώς του πρόσφυγα κατά την έννοια της σύμβασης της Γενεύης της 28ης Ιουλίου 1951, η υποχρέωση ή η απαλλαγή από την υποχρέωση θεώρησης προϋποθέτει ένα ιδιαίτερο μηχανισμό αναφοράς. Για τους απάτριδες, η αναφορά στο καθεστώς μιας συγκεκριμένης χώρας αποκλείεται εξ ορισμού, εφόσον ο άπατρις δεν έχει συνδετικό δεσμό με καμία χώρα. Για τους τελούντες υπό το καθεστώς του πρόσφυγα, η αναφορά στη χώρα καταγωγής δεν είναι επίσης δυνατή, εφόσον ο πρόσφυγας αυτός έχει σχεδόν απολέσει κάθε δεσμό με τη χώρα καταγωγής του και δεν μπορεί να ζητήσει την προστασία της.

Αντίθετα, οι απάτριδες και οι πρόσφυγες έχουν ως κοινή ιδιαιτερότητα ότι απολαύουν της προστασίας της χώρας στην οποία κατοικούν νόμιμα. Το άρθρο 28 των δύο προαναφερθεισών συμβάσεων προβλέπει ότι « τα συμβαλλόμενα κράτη θα χορηγούν στους απάτριδες [πρόσφυγες] που κατοικούν νομίμως στο έδαφός τους τους τίτλους ταξιδίου που θα τους επιτρέπουν να ταξιδεύουν εκτός του εδάφους αυτού ». Υπό τους όρους αυτούς φαίνεται ότι η υποχρέωση ή η απαλλαγή από την υποχρέωση θεώρησης για τους απάτριδες και τους πρόσφυγες θα μπορούσε να έχει ως υπόδειγμα το καθεστώς που εφαρμόζεται στους υπηκόους του κράτους, το οποίο παρέχει την προστασία του στους εν λόγω απάτριδες και πρόσφυγες.

Ο προτεινόμενος μηχανισμός, που θα αποτελούσε πρόοδο εναρμόνισης, έχει το πλεονέκτημα της απλότητας. Επιπλέον είναι λογικός : η κατάσταση των απατρίδων και των προσφύγων σε σχέση με το τρίτο κράτος που τους παρέχει προστασία μπορεί να συγκριθεί σε μεγάλο βαθμό με την κατάσταση των υπηκόων τους κράτους αυτού, όσον αφορά την υποχρέωση επανεισδοχής και την ασφάλεια των ταξιδιωτικών εγγράφων.

Άρθρο 5:

Παράγραφος 1:

Σύμφωνα με το διεθνές και το εθιμικό δίκαιο, ειδικά καθεστώτα όσον αφορά τις θεωρήσεις εφαρμόζονται έναντι προσώπων τα οποία, λόγω των καθηκόντων τους, φέρουν ιδιαίτερα ταξιδιωτικά έγγραφα ή ασκούν ιδιαίτερα επαγγέλματα ή καθήκοντα. Παρά το στόχο επίτευξης υψηλού βαθμού εναρμόνισης όσον αφορά τις θεωρήσεις, πρέπει ωστόσο να γίνει δεκτό ότι σε ορισμένους τομείς εξακολουθούν να παίζουν ρόλο οι εθνικές εκτιμήσεις, που προσιδιάζουν σε ένα κράτος μέλος. Σχετικά φαίνεται σκόπιμο να διατηρήσει κάθε κράτος μέλος ορισμένο περιθώριο ευελιξίας που θα του επιτρέψει να αποφασίζει το καθεστώς θεώρησης το οποίο εφαρμόζει σε υπηκόους τρίτων χωρών που υπάγονται στις κατηγορίες αυτές.

Αυτή η παράγραφος 1 εμπνέεται από το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 574/99. Ωστόσο, διαφέρει από αυτό σε δύο σημεία. Αφενός, αντικατοπτρίζει στη διατύπωσή της το γεγονός ότι ο προτεινόμενος κανονισμός καθορίζει τους καταλόγους των τρίτων χωρών που υπόκεινται σε θεώρηση και αυτών που απαλλάσσονται από τη θεώρηση. Υπό τους όρους αυτούς, η ευχέρεια παρέκκλισης που καταλείπει στα κράτη μέλη πρέπει να είναι αμφίδρομη: παρέκκλιση από την υποχρέωση θεώρησης ή παρέκκλιση από την απαλλαγή θεώρησης. Αφετέρου, συμπληρώνει τον κατάλογο των πιθανών δικαιούχων απαλλαγής προσθέτοντας δύο κατηγορίες για να ληφθούν υπόψη τα έθιμα στον τομέα της εσωτερικής ναυσιπλοΐας καθώς και οι διεθνείς οργανισμοί, τόσο όσον αφορά τα έγγραφα που αυτοί χορηγούν στο προσωπικό τους όσο και αυτά που χορηγούν σε πρόσωπα τελούντα υπό την προστασία τους.

Παράλληλα με αυτή την προσθήκη, η παράγραφος 1 εισάγει μία διευκρίνιση σε σχέση με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 574/99 : εφόσον υπάρχει πρόθεση διαφύλαξης των ιδιαίτερων καθεστώτων που βασίζονται στο διεθνές και το εθιμικό δίκαιο, και οι αναφερόμενες κατηγορίες προσώπων αντιστοιχούν ακριβώς σε αυτά τα ιδιαίτερα καθεστώτα, πρέπει να διαγραφεί η λέξη «ιδίως» (που υπήρχε στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 574/99), διότι αυτό θα άφηνε να εννοηθεί ότι υπάρχουν και άλλες κατηγορίες προσώπων που καλύπτονται από το διεθνές και το εθιμικό δίκαιο.

Παράγραφος 2:

Η κοινή δράση της 30ής Νοεμβρίου 1994, όσον αφορά τις διατυπώσεις ταξιδίου, για μαθητές υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν σε κράτος μέλος (ΕΕ L 327 της 19.12.1994), προβλέπει, σύμφωνα με ορισμένες λεπτομέρειες, την απαλλαγή από τη θεώρηση για τους μαθητές υπηκόους τρίτων χωρών που κατοικούν σε κράτος μέλος όταν μετακινούνται προς άλλο κράτος μέλος στο πλαίσιο οργανωμένου σχολικού ταξιδίου. Ανάλογη διευκόλυνση των σχολικών ταξιδίων θα μπορούσε να προβλεφθεί επίσης όταν πρόκειται για ομάδες μαθητών από τρίτες χώρες, οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από τη θεώρηση, καθώς η απαλλαγή από τη θεώρηση θα εφαρμόζεται στους μαθητές των ομάδων αυτών που δεν είναι υπήκοοι του κράτους προέλευσης και οι οποίοι κατ' αρχήν υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης.

Η παράγραφος 2 παρέχει σε αυτή την κατηγορία μαθητών τη δυνατότητα εξαίρεσης από τη θεώρηση. Η δυνατότητα αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει στο μέλλον αφενός στην υποβολή πρότασης ειδικής νομοθετικής πράξης, εμπνεόμενης από την κοινή δράση "μαθητές", η οποία θα έθετε την αρχή της απαλλαγής από τη θεώρηση για τους μαθητές, υπηκόους τρίτων χωρών του παραρτήματος 1, οι οποίοι κατοικούν σε τρίτη χώρα του παραρτήματος 2, και η οποία θα καθόριζε τις λεπτομέρειες της απαλλαγής αυτής, και αφετέρου στη διαπραγμάτευση κοινοτικών συμφωνιών για την εφαρμογή της διευκόλυνσης αυτής με μία ή άλλη τρίτη χώρα.

Άρθρο 6:

Ο μηχανισμός πληροφόρησης και δημοσιότητας, που προβλέπεται από το άρθρο 6 όσον αφορά τόσο τους τίτλους διαμονής που απαλλάσσουν από τις θεωρήσεις όσο και το ειδικό καθεστώς που εφαρμόζεται σε ιδιαίτερες κατηγορίες προσώπων, ανταποκρίνεται στην ανάγκη για διαφάνεια και αποβλέπει στη διευκόλυνση του έργου των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών (καθώς και των αεροπορικών εταιριών) κατά τρόπο που να διαθέτουν ακριβείς και ενημερωμένες πληροφορίες που τους είναι αναγκαίες.

Τα άρθρα 2 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 574/99 προέβλεπαν ανάλογο μηχανισμό για τους μη εναρμονισμένους τομείς.

Άρθρο 7:

Η επιλεγείσα διατύπωση, που δεν είναι ακριβώς ίδια με εκείνη της συνηθισμένης διάταξης που χρησιμοποιείται σε περίπτωση κατάργησης προηγούμενου κανονισμού, αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι ο προτεινόμενος κανονισμός έχει διπλή εμβέλεια λόγω του θεσμικού πλαισίου που απορρέει από την έναρξη ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ: πρόκειται ταυτόχρονα για κανονισμό που καταργεί τον προηγούμενο κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 574/99 αλλά και για κανονισμό που καταργεί ένα μέρος του κεκτημένου του Σένγκεν στον τομέα των θεωρήσεων.

Άρθρο 8:

Πρόκειται για τυπική διάταξη που χρησιμοποιείται σε περίπτωση που μία πράξη δεν εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη μέλη (βλ. Απόφαση του Συμβουλίου της 31ης Μαΐου 1999 περί εγκρίσεως του εσωτερικού του κανονισμού, ΕΕ L 147 της 12.6.1999).

Τα Παραρτήματα:

Κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν για να καθορισθεί αν μία τρίτη χώρα ανήκει στο παράρτημα Ι ή στο παράρτημα ΙΙ.

Για να καθοριστεί αν οι υπήκοοι τρίτης χώρας υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης, ή αντίθετα απαλλάσσονται από τη θεώρηση, πρέπει να ληφθεί υπόψη ένα σύνολο κριτηρίων που μπορούν να υπαχθούν σε τρεις κύριες κατηγορίες:

- παράνομη μετανάστευση: το καθεστώς θεωρήσεων είναι ένα ουσιώδες μέσο ελέγχου των μεταναστευτικών ρευμάτων. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να ληφθούν υπόψη ορισμένες κατάλληλες πληροφορίες ή στατιστικοί δείκτες για την εκτίμηση του κινδύνου παράνομων μεταναστευτικών ρευμάτων (π.χ. οι πληροφορίες ή/και στατιστικές που αφορούν την παράνομη διαμονή, την άρνηση εισόδου στην επικράτεια, τα μέτρα απομάκρυνσης, τα κυκλώματα παράνομης μετανάστευσης ή παράνομης εργασίας), πρέπει να αξιολογηθεί η ασφάλεια των ταξιδιωτικών εγγράφων που χορηγεί η οικεία τρίτη χώρα και τέλος να ληφθεί υπόψη η ύπαρξη και η λειτουργία των συμφωνιών επανεισδοχής που έχουν συναφθεί από αυτή τη χώρα·

- δημόσια τάξη: οι διαπιστώσεις που έχουν γίνει ειδικότερα στο πλαίσιο της αστυνομικής συνεργασίας μπορούν να φέρουν στην επιφάνεια τα χαρακτηριστικά ορισμένων τύπων εγκληματικότητας. Ανάλογα με τη βαρύτητα, τη διάρκεια και τη γεωγραφική διάσταση των σχετικών εγκλημάτων, η χρησιμοποίηση της υποχρέωσης θεώρησης μπορεί να είναι ένα από τα προβλεπόμενα μέσα αντιμετώπισης. Οι απειλές για τη δημόσια τάξη μπορεί να είναι σε ορισμένες περιπτώσεις τόσο σοβαρές, ώστε να θέτουν σε κίνδυνο την εσωτερική ασφάλεια ακόμη και ενός ή περισσότερων κρατών μελών. Η χρησιμοποίηση του μέσου της υποχρέωσης θεώρησης, την οποία θα αναλάβουν αλληλέγγυα τα άλλα κράτη μέλη, μπορεί να είναι ένα από τα πρόσφορα προς εφαρμογή μέτρα αντιμετώπισης·

- διεθνείς σχέσεις: η επιλογή του εφαρμοστέου καθεστώτος θεωρήσεων έναντι μιας τρίτης χώρας μπορεί να είναι ένα από τα μέσα που τονίζουν την ποιότητα των σχέσεων τις οποίες προτίθεται να δημιουργήσει ή να διατηρήσει η Ένωση με αυτή τη χώρα. Εν προκειμένω, σπάνια πρόκειται για σχέσεις της Ένωσης με μεμονωμένη χώρα. Συχνότερα, πρόκειται για σχέσεις της Ένωσης με ιδιαίτερες ομάδες χωρών και η επιλογή ενός καθεστώτος θεώρησης έχει επίσης συνέπειες από άποψη περιφερειακής συνοχής. Η επιλογή ενός καθεστώτος θεώρησης μπορεί επίσης να αντικατοπτρίζει αρχικά την ιδιαίτερη θέση ενός κράτους μέλους έναντι μιας τρίτης χώρας, θέση την οποία συμμερίζονται τα άλλα κράτη μέλη ως έκφραση της αλληλεγγύης των κρατών μελών. Το κριτήριο της αμοιβαιότητας, στο οποίο προσέφευγαν τα κράτη μέλη ατομικά και χωριστά στο πλαίσιο των παραδοσιακών σχέσεων του δημοσίου διεθνούς δικαίου, πρέπει στο εξής να χρησιμοποιείται λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις των εξωτερικών σχέσεων της ΕΕ με τις τρίτες χώρες.

Λαμβανομένης υπόψη της εξαιρετικής ποικιλίας των καταστάσεων που χαρακτηρίζουν τις τρίτες χώρες καθώς και των σχέσεων που αυτές διατηρούν με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη, τα απαριθμούμενα κριτήρια δεν μπορούν να εφαρμόζονται αυτόματα, βάσει προκαθορισμένων συντελεστών. Τα κριτήρια αυτά πρέπει να θεωρούνται ως μέσα στήριξης της απόφασης που πρέπει να εφαρμοστεί ευέλικτα και πραγματιστικά, μετά από κατάλληλες σταθμίσεις για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση.

Παράρτημα Ι:

Ο προταθείς κατάλογος τρίτων χωρών, οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται σε θεώρηση, διαφέρει από τον κατάλογο του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 574/99 ως προς τα ακόλουθα σημεία:

- Δύο τρίτες χώρες, η Βουλγαρία και η Ρουμανία, δεν περιλαμβάνονται πλέον στο παράρτημα των τρίτων χωρών που υπόκεινται σε θεώρηση (βλ. παρακάτω).

- Η υποσημείωση για την Κίνα, που αφορά την κατάσταση των κατόχων διαβατηρίων της Ειδικής Διοικητικής Περιοχής (ΕΔΠ) του Χονγκ Κονγκ διαγράφηκε, εφόσον αυτή η οντότητα περιλαμβάνεται στο παράρτημα ΙΙ.

- Προστίθενται 35 τρίτες χώρες οι οποίες δεν περιλαμβάνονταν στον κατάλογο του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 574/99. Η προσθήκη λαμβάνει υπόψη το κεκτημένο του Σένγκεν που ενσωματώθηκε στην Ένωση και τα προαναφερθέντα κριτήρια.

- Το Ανατολικό Τιμόρ προστίθεται στο παράρτημα 1 μεταξύ των εδαφικών οντοτήτων και αρχών που δεν αναγνωρίζονται ως κράτη από ένα τουλάχιστον κράτος μέλος.

Ο προταθείς κατάλογος τρίτων χωρών, οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται σε θεώρηση, περιλαμβάνει την Κολομβία και επομένως αποκλίνει από την τελευταία κατάσταση του αντίστοιχου καταλόγου του Σένγκεν.

Παράρτημα ΙΙ:

Ο προταθείς κατάλογος τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από τη θεώρηση περιλαμβάνει 48 τρίτες χώρες. Ο κατάλογος αυτός χρήζει δύο παρατηρήσεων:

1. Η Βουλγαρία και η Ρουμανία: Η πρόταση να συμπεριληφθούν η Βουλγαρία και η Ρουμανία στο παράρτημα ΙΙ στηρίζεται σε δύο λόγους:

- αφενός, αυτές οι δύο χώρες έδωσαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών μεγάλη προσοχή σε διάφορους τομείς υψίστης σημασίας για τον προσδιορισμό του εφαρμοστέου καθεστώτος θεώρησης (π.χ. όσον αφορά τους ελέγχους στα εξωτερικά σύνορα, την ασφάλεια των ταξιδιωτικών εγγράφων, τη σύναψη νέων συμφωνιών επανεισδοχής και την εφαρμογή υφισταμένων συμφωνιών) και επιτέλεσαν, με διαφορετικούς ρυθμούς, προόδους που μπορούν γενικά να θεωρηθούν ικανοποιητικές,

- αφετέρου, η διαδικασία διεύρυνσης εισέρχεται σε αποφασιστική φάση, εφόσον το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ελσίνκι της 10ης και 11ης Δεκεμβρίου 1999, ακολουθώντας σχετική σύσταση της Επιτροπής, αποφάσισε να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις προσχώρησης, μεταξύ άλλων, και με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία Αυτή η νέα κατάσταση, που αντικατοπτρίζει το ποιοτικό άλμα των δεσμών της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, αποτελεί νέο καθοριστικό παράγοντα σε σχέση με το κριτήριο των διεθνών σχέσεων.

Για τους διάφορους αυτούς λόγους, η Επιτροπή προτείνει να απαλλάσσονται στο μέλλον οι υπήκοοι της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας από τη θεώρηση. Με την πρόταση αυτή, η Επιτροπή ανταποκρίνεται επίσης στην επιθυμία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (βλ. το ψήφισμά του, του Νοεμβρίου 1995, καθώς και το νομοθετικό του ψήφισμα του Φεβρουαρίου 1999 στο πλαίσιο της νέας διαβούλευσης για τον κανονισμό "θεωρήσεις").

2. Η ΕΔΠ του Χονγκ Κονγκ και η ΕΔΠ του Μακάο: στον προτεινόμενο κανονισμό περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙ. Η επιλογή αυτή εκφράζει την έννοια «μία χώρα δύο συστήματα» και αντικατοπτρίζει την εκτίμηση της Επιτροπής για τις δύο αυτές οντότητες σε σχέση με τα διάφορα κρίσιμα κριτήρια που προαναφέρθηκαν. Το νομικό καθεστώς τους και τα μέτρα που έλαβαν στο θέμα της μεταναστευτικής πολιτικής, των ελέγχων στα σύνορα, της ασφάλειας των ταξιδιωτικών εγγράφων και των εγγράφων ταυτότητας, οδήγησαν την Επιτροπή στο να προτείνει την απαλλαγή από την υποχρέωση θεώρησης των κατόχων διαβατηρίων χορηγούμενων από την ΕΔΠ του Χονγκ Κονγκ και την ΕΔΠ του Μακάο.

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για τον καθορισμό του καταλόγου των τρίτων χωρών, οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων, και τον καθορισμό του καταλόγου των χωρών, οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 62, σημείο 2, στοιχείο α), περίπτωση i),

την πρόταση της Επιτροπής [3],

[3] ΕΕ C

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου [4],

[4] ΕΕ C

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Από το άρθρο 62, σημείο 2, στοιχείο β) της συνθήκης, προκύπτει ότι το Συμβούλιο θεσπίζει κανόνες για τις θεωρήσεις, όταν υπάρχει πρόθεση διαμονής όχι άνω των τριών μηνών και ότι δυνάμει της ίδιας διατάξεως καθορίζει τον κατάλογο των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υποχρεούνται να διαθέτουν θεώρηση προκειμένου να διέλθουν τα εξωτερικά σύνορα καθώς και τον κατάλογο των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή [5]. Το άρθρο 61 συγκαταλέγει τον καθορισμό αυτών των καταλόγων μεταξύ των συνοδευτικών μέτρων τα οποία συνδέονται άμεσα με την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων σε χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης.

[5] Δυνάμει του άρθρου 1 της συμφωνίας που συνάφθηκε με το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας σχετικά με τη σύνδεση αυτών των δύο κρατών προς τη θέση σε εφαρμογή, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν, η παρούσα πρόταση πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο της Μικτής Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 4 της εν λόγω συμφωνίας.

(2) Ο καθορισμός των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης και των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή γίνεται μέσω σταθμισμένης, ανάλογα με την κάθε περίπτωση, αξιολόγησης διαφόρων κριτηρίων που συνδέονται με την παράνομη μετανάστευση, με τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, καθώς και με τις εξωτερικές σχέσεις της Ένωσης με τις τρίτες χώρες, λαμβάνοντας επίσης υπόψη λόγους περιφερειακής συνοχής και αμοιβαιότητας.

(3) Οι υπήκοοι τρίτων χωρών, που κατοικούν νόμιμα σε ένα από τα κράτη μέλη και διαθέτουν τίτλο διαμονής χορηγηθέντα από αυτό το κράτος, βρίσκονται σε κατάσταση η οποία καθιστά περιττή την απαίτηση νέας θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων. Η αρχή της ισοτιμίας του τίτλου διαμονής προς τη θεώρηση πρέπει να θεσπιστεί για αυτή την κατηγορία προσώπων, χωρίς αυτό να προδικάζει ούτε τις υπόλοιπες προϋποθέσεις εισόδου ούτε τις λεπτομέρειες ενδοκοινοτικής κυκλοφορίας που καλύπτονται από τον τίτλο διαμονής.

(4) Για τους απάτριδες, που απώλεσαν κάθε δεσμό με συγκεκριμένο κράτος, και για τους τελούντες υπό το καθεστώς του πρόσφυγα, που βρίσκονται σε αδυναμία να επικαλεσθούν την προστασία του κράτους του οποίου είναι υπήκοοι, ο προσδιορισμός της υποχρέωσης θεώρησης ή της απαλλαγής από την υποχρέωση αυτή πρέπει να γίνεται σύμφωνα με απλό κριτήριο που αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι το κράτος στο οποίο κατοικούν αυτά τα πρόσωπα τους παρέχει την προστασία του και τους χορηγεί τα ταξιδιωτικά έγγραφα.

(5) Σε ιδιαίτερες περιπτώσεις που δικαιολογούν ειδικό καθεστώς θεωρήσεων, τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν ορισμένες κατηγορίες προσώπων από την υποχρέωση θεώρησης ή αντίθετα να τα υποβάλλουν σε αυτή την υποχρέωση, σύμφωνα ιδίως με το δημόσιο διεθνές ή το εθιμικό δίκαιο.

(6) Προκειμένου να διασφαλίζεται η διαφάνεια του συστήματος και η ενημέρωση των ενδιαφερομένων, τα κράτη μέλη πρέπει να ανακοινώνουν στα υπόλοιπα κράτη μέλη και στην Επιτροπή τα μέτρα που θέσπισαν στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού· για τους ίδιους λόγους, οι πληροφορίες αυτές πρέπει επίσης να δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

(7) Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης, για τη διασφάλιση της χρηστής λειτουργίας του κοινού καθεστώτος θεωρήσεων είναι απαραίτητη και επιβάλλεται η έκδοση κανονισμού για τον καθορισμό του καταλόγου τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων και του καταλόγου των χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή.

(8) Ο παρών κανονισμός προβλέπει πλήρη εναρμόνιση όσον αφορά τις τρίτες χώρες οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων και τις τρίτες χώρες οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται της υποχρέωσης αυτής. Κατά συνέπεια, πρέπει να αντικατασταθεί το κοινοτικό δίκαιο στον τομέα αυτό,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Οι υπήκοοι των τρίτων χωρών οι οποίες περιλαμβάνονται στον κατάλογο του παραρτήματος Ι πρέπει να διαθέτουν θεώρηση κατά τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών.

2. Οι υπήκοοι των τρίτων χωρών οι οποίες περιλαμβάνονται στον κατάλογο του παραρτήματος ΙΙ απαλλάσσονται από την υποχρέωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

3. Οι υπήκοοι τρίτων χωρών προερχόμενων από χώρες αναφερόμενες στους ανωτέρω καταλόγους υπόκεινται στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2, έως ότου το Συμβούλιο αποφασίσει διαφορετικά σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία στην οικεία διάταξη της συνθήκης.

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως «θεώρηση» νοείται η άδεια που εκδίδεται από κράτος μέλος ή η απόφαση που λαμβάνεται από κράτος μέλος και η οποία απαιτείται για την είσοδο στο έδαφός του με σκοπό:

- προβλεπόμενη σε αυτό το κράτος μέλος ή σε διάφορα κράτη μέλη διαμονή, της οποίας η συνολική διάρκεια δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες,

- τη διέλευση μέσω του εδάφους αυτού του κράτους μέλους ή διαφόρων κρατών μελών, με εξαίρεση τη διέλευση από τη διεθνή ζώνη των αεροδρομίων και τις μετακινήσεις μεταξύ αεροδρομίων ενός κράτους μέλους.

Άρθρο 3

Για τους υπηκόους τρίτων χωρών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι, η κατοχή έγκυρου τίτλου διαμονής χορηγηθέντος από κράτος μέλος ισοδυναμεί με την κατοχή θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων.

Άρθρο 4

Οι απάτριδες και τα πρόσωπα που έχουν το καθεστώς του πρόσφυγα υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης ή απαλλάσσονται από αυτή την υποχρέωση υπό τους ίδιους όρους με τους υπηκόους του τρίτου κράτους στο οποίο κατοικούν και το οποίο τους χορήγησε το ταξιδιωτικό τους έγγραφο.

Άρθρο 5

1. Ένα κράτος μέλος μπορεί να προβλέπει εξαιρέσεις από την υποχρέωση θεώρησης που προβλέπεται στο άρθρο 1, παράγραφος 1 ή από την απαλλαγή θεώρησης που προβλέπεται στο άρθρο 1, παράγραφος 2 όσον αφορά:

α) τους κατόχους διπλωματικών διαβατηρίων, υπηρεσιακών διαβατηρίων και άλλων επίσημων διαβατηρίων,

β) τα πολιτικά πληρώματα της αεροπορίας και του ναυτικού,

γ) το πλήρωμα και τους ιπτάμενους συνοδούς βοηθητικών ή σωστικών πτήσεων και λοιπά πρόσωπα που επεμβαίνουν σε περιπτώσεις θεομηνιών και δυστυχημάτων,

δ) το πλήρωμα πλοίων που εκτελούν ταξίδια σε διεθνή ύδατα,

ε) τους κατόχους επισήμων εγγράφων χορηγούμενων από διεθνείς οργανισμούς.

2. Ένα κράτος μέλος μπορεί να απαλλάσσει από την υποχρέωση θεώρησης τους μαθητές υπηκόους τρίτης χώρας περιλαμβανόμενης στο παράρτημα Ι, οι οποίοι κατοικούν σε τρίτη χώρα περιλαμβανόμενη στο παράρτημα ΙΙ, όταν αυτοί οι μαθητές συμμετέχουν σε οργανωμένο ταξίδι στο πλαίσιο σχολικής ομάδας συνοδευόμενης από εκπαιδευτικό του ιδρύματος.

Άρθρο 6

1. Εντός προθεσμίας δέκα εργάσιμων ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στα λοιπά κράτη μέλη και στην Επιτροπή τον κατάλογο των οικείων τίτλων διαμονής για την εφαρμογή του άρθρου 3 καθώς και τις εξαιρέσεις που θέσπισαν δυνάμει του άρθρου 5. Οι μεταγενέστερες τροποποιήσεις αυτού του καταλόγου και αυτών των εξαιρέσεων ανακοινώνονται εντός προθεσμίας πέντε εργάσιμων ημερών.

2. Οι ανακοινώσεις, που αναφέρονται στην παράγραφο 1, δημοσιεύονται από την Επιτροπή, για λόγους ενημέρωσης, στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 7

1. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 574/99 του Συμβουλίου [6] αντικαθίσταται από τον παρόντα κανονισμό.

[6] ΕΕ L 72, 18.3.1999, σ. 2.

2. Το παράρτημα των κοινών Κανόνων σχετικά με τις Προξενικές Υπηρεσίες καθώς και το παράρτημα V του κοινού Οδηγού, όπως αυτά προκύπτουν από την απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής του Schengen της 28ης Απριλίου 1999 (SCH/Com-ex(99)13) σχετικά με τις οριστικές εκδόσεις του κοινού Οδηγού και των κοινών Κανόνων σχετικά με τις Προξενικές Υπηρεσίες, αντικαθίστανται από τα παραρτήματα Ι και ΙΙ του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 8

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Βρυξέλλες,

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Κατάλογος που αναφέρεται στο άρθρο 1, παράγραφος 1

1. ΚΡΑΤΗ

Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες νήσοι

Άγιος Χριστόφορος και Νέβις

Αγκόλα

Αζερμπαϊτζάν

Αίγυπτος

Αιθιοπία

Αϊτή

Ακτή Ελεφαντοστού

Αλβανία

Αλγερία

Αντίγκουα και Μπαρμπούντα

Αρμενία

Αφγανιστάν

Βανουάτου

Βιετνάμ

Βιρμανία/Μυανμάρ

Βόρεια Κορέα

Βόρειες Μαριάνες (Νήσοι)

Βοσνία-Ερζεγοβίνη

Γεωργία

Γκάμπια

Γκαμπόν

Γκάνα

Γουιάνα

Γουινέα

Γουινέα Μπισάου

Γρενάδα

Δημοκρατία του Κογκό

Δομίνικα

Δομινικανή Δημοκρατία

Δυτική Σαμόα

Ερυθραία

Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα

Ιαμαϊκή

Ινδία

Ινδονησία

Ιορδανία

Ιράκ

Ιράν

Ισημερινή Γουινέα

Καζακστάν

Καμερούν

Καμπότζη

Κατάρ

Κεντροαφρικανική Δημοκρατία

Κένυα

Κίνα

Κιργιστάν

Κιριμπάτι

Κογκό

Κολομβία

Κομόρες

Κούβα

Κουβέιτ

Λάος

Λεσόθο

Λευκορωσία

Λίβανος

Λιβερία

Λιβύη

Μαδαγασκάρη

Μαλάουι

Μαλδίβες

Μάλι

Μαρόκο

Μάρσαλ (Νήσοι)

Μαυρίκιος

Μαυριτανία

Μικρονησία

Μογγολία

Μοζαμβίκη

Μολδαβία

Μπανγκλαντές

Μπαρμπάντος

Μπαχάμες

Μπαχρέιν

Μπελίζ

Μπενίν

Μποτσουάνα

Μπουρκίνα Φάσο

Μπουρούντι

Μπουτάν

Ναμίμπια

Ναούρου

Νεπάλ

Νίγηρας

Νιγηρία

Νότια Αφρική

Ομάν

Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας (Σερβία και Μαυροβούνιο)

Ουγκάντα

Ουζμπεκιστάν

Ουκρανία

Πακιστάν

Παλάου

Παπουασία - Νέα Γουινέα

Περού

Πράσινο Ακρωτήριο

Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας

Ρουάντα

Ρωσία

Σάντα Λουσία

Σάο Τομέ και Πρίνσιπε

Σαουδική Αραβία

Σενεγάλη

Σεϋχέλλες

Σιέρα Λεόνε

Σολομώντος (Νήσοι)

Σομαλία

Σουαζιλάνδη

Σουδάν

Σουρινάμ

Σρι Λάνκα

Συρία

Ταϊλάνδη

Τανζανία

Τατζικιστάν

Τζιμπουτί

Τόγκα

Τόγκο

Τουβαλού

Τουρκία

Τουρκμενιστάν

Τρινιντάντ και Τομπάγκο

Τσαντ

Τυνησία

Υεμένη

Φιλιππίνες

Φίτζι

Ζάμπια

Ζιμπάμπουε

2. ΕΔΑΦΙΚΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΙ ΩΣ ΚΡΑΤΗ ΑΠΟ ΕΝΑ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ

Αντολικό Τιμόρ

Παλαιστινιακή Αρχή

Ταϊβάν

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Κατάλογος που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2.

1. ΚΡΑΤΗ

Αγία Έδρα

Άγιος Μαρίνος

Ανδόρα

Αργεντινή

Αυστραλία

Βενεζουέλα

Βολιβία

Βουλγαρία

Βραζιλία

Γουατεμάλα

Ελβετία

Εσθονία

Ηνωμένες Πολιτείες

Ιαπωνία

Ισημερινός

Ισραήλ

Καναδάς

Κόστα Ρίκα

Κροατία

Κύπρος

Λετονία

Λιθουανία

Μαλαισία

Μάλτα

Μεξικό

Μονακό

Μπρούνεϊ

Νέα Ζηλανδία

Νικαράγουα

Νότια Κορέα

Ονδούρα

Ουγγαρία

Ουρουγουάη

Παναμάς

Παραγουάη

Πολωνία

Ρουμανία

Σαλβαδόρ

Σιγκαπούρη

Σλοβακία

Σλοβενία

Τσεχική Δημοκρατία

Χιλή

Ισλανδία [7]

[7] Η απαλλαγή από τη θεώρηση που εφαρμόζεται στους υπηκόους αυτής της χώρας δεν βασίζεται στον παρόντα κανονισμό, αλλά στη συμφωνία ΕΟΧ.

Λιχτενστάιν [8]

[8] Η απαλλαγή από τη θεώρηση που εφαρμόζεται στους υπηκόους αυτής της χώρας δεν βασίζεται στον παρόντα κανονισμό, αλλά στη συμφωνία ΕΟΧ.

Νορβηγία [9]

[9] Η απαλλαγή από τη θεώρηση που εφαρμόζεται στους υπηκόους αυτής της χώρας δεν βασίζεται στον παρόντα κανονισμό, αλλά στη συμφωνία ΕΟΧ.

2. ΕΔΑΦΙΚΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΙ ΩΣ ΚΡΑΤΗ ΑΠΟ ΕΝΑ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ

Ειδική Διοικητική Περιοχή (ΕΔΠ) του Μακάο

Ειδική Διοικητική Περιοχή (ΕΔΠ) του Χονγκ Κονγκ

Top