EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52007PC0671

Tροποποιημένη πρόταση κανονισμου του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για αρτύματα και ορισμένα συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες που χρησιμοποιούνται εντός και επί των τροφίμων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1601/91 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2232/96 και της οδηγίας 2000/13/ΕΚ (υποβληθείσα από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ)

/* COM/2007/0671 τελικό - COD 2006/0147 */

52007PC0671

Tροποποιημένη πρόταση κανονισμου του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για αρτύματα και ορισμένα συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες που χρησιμοποιούνται εντός και επί των τροφίμων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1601/91 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2232/96 και της οδηγίας 2000/13/ΕΚ (υποβληθείσα από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ) /* COM/2007/0671 τελικό - COD 2006/0147 */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 24.10.2007

COM(2007) 671 τελικό

2006/0147 (COD)

Tροποποιημένη πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για αρτύματα και ορισμένα συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες που χρησιμοποιούνται εντός και επί των τροφίμων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1601/91 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2232/96 και της οδηγίας 2000/13/ΕΚ

(υποβληθείσα από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 250,παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

I. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1. Στις 28 Ιουλίου 2006, η Επιτροπή εξέδωσε την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για αρτύματα και ορισμένα συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες που χρησιμοποιούνται εντός και επί των τροφίμων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1601/91 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2232/96 και της οδηγίας 2000/13/ΕΚ [COM(2006)427 τελικό], στο πλαίσιο ενός πακέτου τεσσάρων προτάσεων για βελτιωτικά τροφίμων. Η πρόταση υποβλήθηκε στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 28 Ιουλίου 2006.

2. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή εξέδωσε γνώμη στις 25 Απριλίου 2007.

3. Η γενική προσέγγιση που συμφωνήθηκε στο Συμβούλιο, στη συνεδρίαση EPSCO της 31ης Μαΐου 2007, για το άλλο κείμενο του πακέτου, δεν ισχύει για το κείμενο σχετικά με τα αρτύματα.

4. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σε πρώτη ανάγνωση, γνωμοδότησε θετικά για την πρόταση της 9ης Ιουλίου 2007.

5. Η παρούσα πρόταση τροποποιεί την αρχική πρόταση [COM(2006)427 – 2006/0147(COD)] ώστε να συνεκτιμηθούν οι τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που αποδέχθηκε η Επιτροπή.

6. Όσον αφορά την αρχική πρόταση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε 43 τροπολογίες. Ο Επίτροπος κ. Κυπριανού δήλωσε στη συνεδρίαση της ολομέλειας της 9ης Ιουλίου 2007 ότι η Επιτροπή μπορούσε να αποδεχθεί πολλές από τις τροπολογίες, στο συνόλο τους ή εν μέρει, και ύστερα από αναδιατύπωση. Από τις τροπολογίες που εγκρίθηκαν, οι ακόλουθες δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές από την Επιτροπή: 2, 11, 13, 16, 17, 19, 20, 21, 23, 26, 31 (δεύτερο μέρος), 32, 37, 40, 43, 44, 46, 49, 52.

7. Οι τροποποιήσεις στην τροποποιημένη πρόταση εμφανίζονται με παχείς και υπογραμμισμένους χαρακτήρες. Μια σειρά τροπολογιών αναδιατυπώθηκαν, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται συνοχή όσον αφορά την ορολογία που χρησιμοποιείται στην πρόταση και στις άλλες προτάσεις του πακέτου ή για να εναρμονιστεί το κείμενο με την προσέγγιση του Συμβουλίου όπου προτάθηκαν παρόμοιες τροπολογίες.

8. Η αρίθμηση των άρθρων προσαρμόστηκε ώστε να συνεκτιμηθούν μια σειρά τροπολογίες.

II. ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

9. Η πρόταση κανονισμού αποσκοπεί στην αντικατάσταση της ισχύουσας οδηγίας 88/388/ΕΚ του Συμβουλίου ώστε να συνεκτιμηθούν οι τεχνολογικές και επιστημονικές εξελίξεις στον τομέα των αρτυμάτων καθώς και οι εξελίξεις στη νομοθεσία για τα τρόφιμα στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

Οι κύριοι στόχοι είναι οι εξής:

( η διασαφήνιση του πεδίου της νομοθεσίας για τα αρτύματα·

( ο εκσυγχρονισμός και η προσαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας για τα αρτύματα στις τεχνολογικές και επιστημονικές εξελίξεις·

( η θέσπιση σαφών διαδικασιών αξιολόγησης και έγκρισης·

( η καλύτερη ενημέρωση του καταναλωτή σχετικά με τη χρήση φυσικών αρτυμάτων·

( η προσαρμογή των απαιτήσεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων.

III. ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΩΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

10. Τεχνικές/συντακτικές τροπολογίες

Οι τροπολογίες 4, 5, 6, 7, 8, 9, 12, 15, 27, 28, 29, 30, 31 (πρώτο μέρος), 35, 36, 39, 41, 42 και 45 αποσκοπούν στη βελτίωση της πρότασης από τεχνικής και συντακτικής πλευράς και έγιναν αποδεκτές από την Επιτροπή, σε ορισμένες περιπτώσεις ύστερα από κάποιες συντακτικές αλλαγές.

11. Νομική βάση

Το άρθρο 37 διαγράφεται ως νομική βάση του κανονισμού. Ισχύει η ίδια αιτιολόγηση με αυτήν για τα ένζυμα, για την οποία το Κοινοβούλιο ψήφισε υπέρ της εν λόγω διαγραφής, αφού οι γεωργικές πτυχές της πρότασης (τροποποιήσεις σε οριζόντια γεωργικά κείμενα) αποτελούν δευτερεύοντες μόνον στόχους της πρότασης κανονισμού.

12. Επιτροπολογία

Επειδή το πακέτο εγκρίθηκε περίπου κατά τη χρονική στιγμή της έκδοσης της απόφασης 2006/512/ΕΚ για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/468/ΕΚ για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή, η πρόταση της Επιτροπής αφορούσε τη συνήθη κανονιστική διαδικασία. Επομένως, η Επιτροπή είναι γενικά υπέρ της ευθυγράμμισης της τροποποιημένης πρότασης με την απόφαση 2006/512/ΕΚ.

Οι τροπολογίες 11, 23 και 32 αφορούν την εφαρμογή της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο. Οι αποφάσεις στις οποίες γίνεται αναφορά στις εν λόγω τροπολογίες δεν προσθέτουν νέα στοιχεία στον κανονισμό, επομένως δεν χρειάζεται έλεγχος.

Η τροπολογία 16 καταργεί τη δυνατότητα απόφασης (με την υποστήριξη της μόνιμης επιτροπής) σχετικά με την κατηγορία στην οποία ανήκει ένα άρτυμα και, επομένως, δεν γίνεται αποδεκτή, αφού η Επιτροπή είναι της άποψης ότι ενδεχομένως να χρειάζεται η λήψη τέτοιας απόφασης.

Οι τροπολογίες 24, 33 και 34 γίνονται αποδεκτές εν μέρει, ωστόσο η διαδικασία του κατεπείγοντος πρέπει να επιτρέπεται σε περίπτωση κινδύνου για την ασφάλεια του καταναλωτή.

13. Ορισμοί (Άρθρο 3)

Η τροπολογία 14 ορίζει ότι συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες συμβάλλουν σημαντικά στην παρουσία των ουσιών του παραρτήματος ΙΙΙ μέρος Β. Πρακτικά μπορεί αυτό να ισχύει, ωστόσο, το εννοιολογικό αυτό πλαίσιο δεν ανήκει στο νομικό κείμενο και αναφέρεται ήδη στην αιτιολογική σκέψη 5.

Η τροπολογία 13 αλλάζει τον όρο «άλλο άρτυμα» σε «αρτύματα που δεν ορίζονται αλλού» . Παρ’ ότι οι δύο όροι έχουν την ίδια σημασία, προτιμάται ο πρώτος.

Η τροπολογία 49 περιορίζει την παραγωγή «αρτυματικών ουσιών» στις κατάλληλες «φυσικές» διεργασίες ή χημικές συνθέσεις. Ωστόσο, μπορεί να υπάρχουν άλλοι τρόποι για την παραγωγή αρτυματικών ουσιών, π.χ. η εκχύλιση από συμπυκνώματα καπνού ή από αρτύματα θερμικής μεταποίησης. Επομένως, η τροπολογία δεν γίνεται δεκτή.

14. Απαγόρευση μη συμμορφούμενων αρτυμάτων

Η εν λόγω τροπολογία εισάγεται για να εναρμονιστεί το κείμενο με τις τροποποιημένες προτάσεις για τα πρόσθετα τροφίμων και τα ένζυμα τροφίμων. Το προτεινόμενο κείμενο διασαφηνίζει ότι ένα άρτυμα ή τρόφιμο στο οποίο χρησιμοποιείται ένα άρτυμα δεν πρέπει να διατίθεται στην αγορά όταν το άρτυμα ή η χρήση του δεν συμμορφώνεται με τον προτεινόμενο κανονισμό. Η διασαφήνιση αυτή εισάγεται στην τροποποιημένη πρόταση με τη συμπερίληψη του άρθρου 5.

15. Γενικοί όροι χρήσης

Η πρόταση της Επιτροπής θεσπίζει γενικούς όρους χρήσης αρτυμάτων ή συστατικών τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες. Πρέπει να είναι ασφαλή και η χρήση τους δεν πρέπει να παραπλανά τον καταναλωτή. Στην αιτιολογική σκέψη 6 εισάγεται μια διασαφήνιση με την οποία εξηγείται τι θεωρείται παραπλανητικό για τον καταναλωτή (τροπολογία 1 ).

Η τροπολογία 19 απαιτεί η χρήση αρτυμάτων να προσφέρει πλεονεκτήματα και οφέλη για τον καταναλωτή και η τροπολογία 20 απαιτεί την ύπαρξη τεχνολογικής ανάγκης. Οι εν λόγω τροπολογίες δεν χρειάζονται, αφού η τεχνολογική ανάγκη και το όφελος για τον καταναλωτή περιλαμβάνονται στον ορισμό των αρτυμάτων.

Οι τροπολογίες 2 και 17 απαιτούν να βασίζεται η έγκριση αρτυμάτων στην αρχή της προφύλαξης. Η αρχή της προφύλαξης και οι όροι εφαρμογής της ορίζονται ήδη στη γενική νομοθεσία για τα τρόφιμα [κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002) και δεν χρειάζεται η επανάληψή τους στην πρόταση κανονισμού για τα αρτύματα.

16. Παρουσία ορισμένων ουσιών

Η τροπολογία 46 αφορά τα ανώτατα όρια για ουσίες τοξικολογικής σημασίας στο παράρτημα ΙΙΙ μέρος Β. Αυτά τα ανώτατα όρια δεν ισχύουν για σύνθετα τρόφιμα στα οποία δεν έχουν προστεθεί αρτύματα και στα οποία τα μόνα συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες είναι καρυκεύματα και βότανα. Αυτό είναι απαράδεκτο, αφού δεν μπορεί να αποκλειστεί ο κίνδυνος για την ασφάλεια.

Οι τροπολογίες 21 και 40 εισαγάγουν ένα κενό παράρτημα ΙΙΙ μέρος Β και μόνον εφόσον υπάρξουν αιτιολογημένες επιστημονικές επιφυλάξεις μπορούν να περιληφθούν ανώτατα όρια, μέσω της επιτροπολογίας. Η τροπολογία αυτή δεν είναι σύμφωνη με τις πρόσφατες επιστημονικές γνώμες, οι οποίες επιβεβαιώνουν την ανάγκη για ανώτατα όρια, όπως προτείνεται στο παράρτημα ΙΙΙ μέρος Β.

17. Σχέση με τον κανονισμό 1829/2003 για τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές (άρθρο 12)

Αρτύματα ή αρχικά υλικά που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 υπόκεινται στον εν λόγω κανονισμό, όσον αφορά την αξιολόγηση της ασφάλειας της γενετικής τροποποίησης, ενώ οι υπόλοιπες πτυχές της ασφάλειας, η εξέταση των άλλων κριτηρίων και η τελική έγκριση θα υπόκεινται στον κανονισμό για τα αρτύματα, όπου κρίνεται σκόπιμο. Οι δύο αξιολογήσεις και οι δύο εγκρίσεις μπορούν να διενεργούνται παράλληλα.

Οι τροπολογίες 41 και 42 διασαφηνίζουν ότι οι δύο διαδικασίες μπορούν να εκτελούνται ταυτόχρονα, σύμφωνα με την ορθή διοικητική πρακτική. Η προτεινόμενη διασαφήνιση εγκρίνεται από την Επιτροπή, με ορισμένες συντακτικές αλλαγές, ώστε να καταστεί η διάταξη συμβατή με τον κανονισμό 1829/2003.

Η τροπολογία 52 εισαγάγει τον ορισμό του όρου « παράγεται από ΓΤΟ ». Εάν χρειάζεται ο ορισμός αυτός, πρέπει να καλύπτεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1829/2003.

18. Επισήμανση

Η τροπολογία 29 αφορά την επισήμανση φυσικών αρτυμάτων, όπου το ποσοστό 90% αντικαθίσταται από το ποσοστό 95% όταν πρόκειται για φυσική πηγή. Η προτεινόμενη αλλαγή είναι αποδεκτή, αφού αντιστοιχεί καλύτερα στις προσδοκίες των καταναλωτών, και θα έχει περιορισμένο αντίκτυπο στις τρέχουσες πρακτικές.

Η τροπολογία 26 απαιτεί ότι για το εμπόριο μεταξύ υπεύθυνων επιχειρήσεων τροφίμων πρέπει να παρέχεται μια διεύθυνση στην ΕΕ. Αυτό δεν γίνεται αποδεκτό, διότι θα μπορούσε να δημιουργήσει εμπόδια στο εμπόριο με τρίτες χώρες.

Δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η περιγραφή των αρτυμάτων καπνιστών τροφίμων, όπως «άρτυμα καπνιστού σολωμού» (τροπολογία 37 ) αφού μπορεί να παραπλανήσει τον καταναλωτή. Στην πράξη, το άρτυμα μπορεί να είναι ένα μείγμα αρτύματος καπνιστών τροφίμων με άρτυμα σολωμού.

Η επισήμανση αρτυμάτων που προέρχονται από ΓΤΟ πρέπει να καλύπτεται από τον κανονισμό 1829/2003 και όχι από τον παρόντα κανονισμό (τροπολογία 38 ).

Τέλος, η Επιτροπή δεν μπορεί να αποδεχτεί την τροπολογία 43 , διότι αποτελεί βασική αρχή της πρότασης να κατονομάζεται η πηγή του φυσικού αρτύματος ώστε να εξασφαλίζεται η ορθή ενημέρωση του καταναλωτή.

Στην αρχική της πρόταση, η Επιτροπή ευθυγράμμιζε επίσης τις διατάξεις επισήμανσης αρτυμάτων με αυτές για τα πρόσθετα και τα ένζυμα. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έκανε μια σειρά τροποποιήσεων στις τελευταίες προτάσεις, με σκοπό να εξασφαλιστεί μια νέα παρουσίαση και η απλούστευση των διαδικασιών επισήμανσης για πρόσθετα και ένζυμα που πωλούνται μεταξύ επιχειρήσεων ή προς τον τελικό καταναλωτή. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή συμφώνησε με το πνεύμα αυτών των τροποποιήσεων και στην παρούσα πρόταση για τα αρτύματα.

19. Υποβολή εκθέσεων από τους υπευθύνους επιχειρήσεων τροφίμων

Εγκρίνεται εν μέρει η τροπολογία 31 , αφού ο παραγωγός ή ο χρήστης μιας αρτυματικής ουσίας πρέπει να κοινοποιεί αμέσως στην Επιτροπή κάθε νέα επιστημονική ή τεχνική πληροφορία που ενδεχομένως επηρεάζει την αξιολόγηση της ασφάλειας της αρτυματικής ουσίας. Η προσθήκη της φράσης « της οποίας λαμβάνει γνώση και στην οποία έχει πρόσβαση » δεν εγκρίνεται, διότι περιορίζει την ευθύνη του παραγωγού.

Η δεύτερη παράγραφος της τροπολογίας 31 , στην οποία καθορίζεται το είδος της απαιτούμενης πληροφορίας, δεν γίνεται αποδεκτή διότι περιορίζει την πρόταση της Επιτροπής και προδικάζει το περιεχόμενο του μέτρου εφαρμογής.

20. Σύμφωνα με το άρθρο 250 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ, η Επιτροπή τροποποιεί τις προτάσεις της σύμφωνα με τους άξονες που προαναφέρθηκαν.

2006/0147 (COD)

Tροποποιημένη πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για αρτύματα και ορισμένα συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες που χρησιμοποιούνται εντός και επί των τροφίμων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1601/91 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2232/96 και της οδηγίας 2000/13/ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 37 και 95,

την πρόταση της Επιτροπής[1],

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[2],

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1. Η οδηγία 88/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών στον τομέα των αρτυμάτων που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στα τρόφιμα και των βασικών υλικών από τα οποία παρασκευάζονται[3] πρέπει να επικαιροποιηθεί υπό το πρίσμα των τεχνικών και επιστημονικών εξελίξεων. Για λόγους σαφήνειας και αποτελεσματικότητας, η οδηγία 88/388/ΕΟΚ πρέπει να αντικατασταθεί από τον παρόντα κανονισμό.

2. Η απόφαση 88/389/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1988, σχετικά με την κατάρτιση, από την Επιτροπή, καταλόγου ουσιών και βασικών υλικών που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή αρωματικών υλών[4] προβλέπει την κατάρτιση αυτού του καταλόγου εντός 24 μηνών από την έκδοση της εν λόγω απόφασης. Η απόφαση αυτή είναι πλέον περιττή και πρέπει να καταργηθεί.

3. Η οδηγία 91/71/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 16ης Ιανουαρίου 1991, που συμπληρώνει την οδηγία 88/368/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών στον τομέα των αρωματικών υλών που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στα τρόφιμα και των βασικών υλικών από τα οποία παρασκευάζονται[5] καθορίζει κανόνες για την επισήμανση αρτυμάτων. Οι κανόνες αυτοί αντικαθίστανται από τον παρόντα κανονισμό και η οδηγία πρέπει πλέον να καταργηθεί.

4. Η ελεύθερη κυκλοφορία ασφαλών και υγιεινών τροφίμων είναι θεμελιώδης πτυχή της εσωτερικής αγοράς και συμβάλλει σημαντικά στην υγεία και την ευημερία των πολιτών και διασφαλίζει τα κοινωνικά και οικονομικά τους συμφέροντα.

5. Με σκοπό την προστασία της ανθρώπινης υγείας, το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού πρέπει να καλύπτει αρτύματα, αρχικά υλικά για αρτύματα και τρόφιμα που περιέχουν αρτύματα. Πρέπει επίσης να καλύπτει ορισμένα συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες, τα οποία προστίθενται στο τρόφιμο με κύριο σκοπό την πρόσδοση γεύσης και τα οποία συμβάλλουν σημαντικά στην παρουσία στο τρόφιμο ορισμένων φυσικώς απαντώμενων ανεπιθύμητων ουσιών («συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες»), τα αρχικά τους υλικά και τα τρόφιμα που τα εμπεριέχουν.

6. Αρτύματα και συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο εάν ικανοποιούν τα κριτήρια που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Πρέπει να είναι ασφαλή κατά τη χρήση και, επομένως, ορισμένα αρτύματα πρέπει να υποβάλλονται σε αξιολόγηση κινδύνου πριν εγκριθεί η χρήση τους σε τρόφιμα. Δεν πρέπει να παραπλανούν τον καταναλωτή και η παρουσία τους σε τρόφιμα πρέπει, ως εκ τούτου, να επισημαίνεται πάντοτε με κατάλληλη επισήμανση. Παραπλανητικά για τον καταναλωτή μπορεί να είναι, μεταξύ άλλων, θέματα που αφορούν τη φύση, τη φρεσκάδα, την ποιότητα των χρησιμοποιούμενων συστατικών, το φυσικό χαρακτήρα ενός προϊόντος ή της διαδικασίας παραγωγής, ή τη διατροφική ποιότητα του προϊόντος.

7. Από το 1999 και μετά, η επιστημονική επιτροπή τροφίμων και στη συνέχεια η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων έχουν εκδώσει γνώμες για μια σειρά ουσιών που απαντώνται φυσικώς σε αρχικά υλικά αρτυμάτων και συστατικών τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες[6] που, σύμφωνα με την επιτροπή εμπειρογνωμόνων για τις αρτυματικές ύλες του Συμβουλίου της Ευρώπης, έχουν τοξικολογική σημασία. Ουσίες για τις οποίες η τοξικολογική τους σημασία έχει επιβεβαιωθεί από την επιστημονική επιτροπή τροφίμων πρέπει να θεωρούνται ανεπιθύμητες ουσίες που δεν πρέπει να προστίθενται ως τέτοιες στα τρόφιμα.

8. Λόγω της φυσικής τους παρουσίας σε φυτά, ανεπιθύμητες ουσίες μπορεί να υπάρχουν σε παρασκευάσματα αρτυμάτων και συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες. Τα φυτά χρησιμοποιούνται παραδοσιακά ως τρόφιμα ή συστατικά τροφίμων. Πρέπει να θεσπιστούν κατάλληλα ανώτατα επίπεδα για την παρουσία ανεπιθύμητων ουσιών σε τρόφιμα που συμβάλλουν περισσότερο στην ανθρώπινη πρόσληψη αυτών των ουσιών, συνεκτιμώντας τόσο την ανάγκη προστασίας της ανθρώπινης υγείας όσο και την αναπόφευκτη παρουσία τους σε παραδοσιακά τρόφιμα.

9. Πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις σε κοινοτικό επίπεδο ώστε να απαγορευτεί ή να περιοριστεί η χρήση ορισμένων υλικών φυτικής ή ζωικής προέλευσης που δημιουργούν ανησυχίες για την ανθρώπινη υγεία, στην παρασκευή αρτυμάτων και συστατικών τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες καθώς και στις εφαρμογές τους στην παραγωγή τροφίμων.

10. Πρέπει να διενεργούνται αξιολογήσεις κινδύνου από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων, στη συνέχεια «η Αρχή», η οποία ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων[7].

11. Με σκοπό την εξασφάλιση εναρμόνισης, οι αξιολογήσεις κινδύνου και η έγκριση αρτυμάτων και αρχικών υλικών που πρέπει να υποβάλλονται σε αξιολόγηση πρέπει να διενεργούνται σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. […] για τη θέσπιση κοινής διαδικασίας έγκρισης για πρόσθετα τροφίμων, ένζυμα τροφίμων και αρτύματα τροφίμων[8].

12. Οι αρτυματικές ουσίες αποτελούν ουσίες καθορισμένης χημικής σύστασης με αρτυματικές ιδιότητες. Βρίσκεται σε εξέλιξη ένα πρόγραμμα αξιολόγησης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2232/96 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Οκτωβρίου 1996, σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικής διαδικασίας για τις αρωματικές ύλες που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν εντός ή επί των τροφίμων[9]. Σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό, εντός πέντε ετών από την έγκριση αυτού του προγράμματος, πρέπει να εγκριθεί ένας κατάλογος αρτυματικών ουσιών. Πρέπει να οριστεί νέα προθεσμία για την έγκριση αυτού του καταλόγου. Ο κατάλογος αυτός θα προταθεί για ενσωμάτωση στον κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […].

13. Τα αρτυματικά παρασκευάσματα αποτελούν αρτύματα άλλα από τις ουσίες καθορισμένης χημικής σύστασης, που λαμβάνονται από υλικά φυτικής, ζωικής ή ορυκτής προέλευσης με κατάλληλες φυσικές, ενζυματικές ή μικροβιολογικές μεθόδους, είτε ως έχουν είτε αφού υποστούν μεταποίηση, για την ανθρώπινη κατανάλωση. Αρτυματικά παρασκευάσματα που παράγονται από τρόφιμα δεν χρειάζεται να υποβάλλονται σε διαδικασία αξιολόγησης ή έγκρισης για χρήση εντός ή επί τροφίμων, εκτός αν υπάρχει αμφιβολία όσον αφορά την ασφάλειά τους. Ωστόσο, η ασφάλεια αρτυματικών παρασκευασμάτων που παράγονται από μη εδώδιμα υλικά πρέπει να αξιολογούνται πριν την έγκρισή τους.

14. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 ορίζει ως τρόφιμο κάθε ουσία ή προϊόν, είτε έχουν υποστεί πλήρη ή μερική επεξεργασία είτε όχι, που προορίζεται για βρώση από τον άνθρωπο ή αναμένεται ευλόγως ότι θα χρησιμεύσει για τον σκοπό αυτό. Υλικά φυτικής, ζωικής ή μικροβιολογικής προέλευσης, για τα οποία υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις χρήσης για την παρασκευή αρτυμάτων, θεωρούνται για το σκοπό αυτό εδώδιμα υλικά, ακόμη και αν ορισμένα από αυτά τα αρχικά υλικά, όπως η ξυλεία τριανταφυλιάς, τα κομμάτια ξυλείας βαλανιδιάς και τα φύλλα φράουλας, ενδεχομένως δεν έχουν χρησιμοποιηθεί αυτά καθ’ εαυτά ως τρόφιμα. Δεν χρειάζεται να αξιολογούνται.

15. Ομοίως, αρτύματα θερμικής μεταποίησης που παράγονται υπό εγκεκριμένους όρους δεν χρειάζεται να υποβάλλονται σε διαδικασία αξιολόγησης ή έγκρισης για χρήση εντός ή επί τροφίμων, εκτός αν υπάρχει αμφιβολία όσον αφορά την ασφάλειά τους. Ωστόσο, η ασφάλεια αρτυμάτων θερμικής μεταποίησης που παράγονται από μη εδώδιμο υλικό ή υπό μη εγκεκριμένους όρους πρέπει να αξιολογούνται πριν την έγκρισή τους.

16. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2065/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Νοεμβρίου 2003, για τα αρτύματα καπνιστών τροφίμων που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν μέσα ή πάνω στα τρόφιμα[10], ορίζει διαδικασία για την αξιολόγηση της ασφάλειας και την έγκριση αρτυμάτων καπνιστών τροφίμων και αποσκοπεί στην κατάρτιση ενός καταλόγου πρωτογενών συμπυκνωμάτων καπνού και πρωτογενών κλασμάτων πίσσας, των οποίων η χρήση εγκρίνεται με εξαίρεση όλων των άλλων.

17. Οι πρόδρομες αρτυματικές ουσίες προσδίδουν γεύση σε τρόφιμα με χημικές αντιδράσεις που λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας του τροφίμου. Οι πρόδρομες αρτυματικές ουσίες δεν χρειάζεται να υποβάλλονται σε διαδικασία αξιολόγησης ή έγκρισης για χρήση εντός ή επί τροφίμων, εκτός αν υπάρχει αμφιβολία όσον αφορά την ασφάλειά τους. Ωστόσο, η ασφάλεια πρόδρομων αρτυματικών ουσιών που παράγονται από μη εδώδιμο υλικό πρέπει να αξιολογούνται πριν την έγκρισή τους.

18. Άλλα αρτύματα που δεν εμπίπτουν στους ορισμούς των προαναφερθέντων αρτυμάτων μπορούν να χρησιμοποιούνται εντός και επί τροφίμων αφού υποβληθούν σε διαδικασία αξιολόγησης και έγκρισης.

19. Υλικό φυτικής, ζωικής, μικροβιολογικής ή ορυκτής προέλευσης, εκτός τροφίμων, μπορεί να εγκριθεί για την παρασκευή αρτυμάτων μόνο ύστερα από επιστημονική αξιολόγηση της ασφάλειάς του. Ενδέχεται να χρειαστεί η έγκριση χρήσης ορισμένων μόνο μερών του υλικού ή ο καθορισμός όρων χρήσης.

20. Ένα άρτυμα ή ένα αρχικό υλικό που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές[11] θα πρέπει να υπόκειται στη διαδικασία έγκρισης στο πλαίσιο του εν λόγω κανονισμού όσον αφορά την αξιολόγηση της ασφάλειας της γενετικής τροποποίησης, ενώ η τελική έγκριση θα πρέπει να χορηγείται δυνάμει του παρόντος κανονισμού. να εγκρίνεται σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό, πριν την έγκρισή του στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού.

21. Αρτυματικές ουσίες ή αρτυματικά παρασκευάσματα πρέπει να επισημαίνονται ως «φυσικά» μόνο αν ικανοποιούν ορισμένα κριτήρια που εξασφαλίζουν τη μη παραπλάνηση των καταναλωτών.

22. Ειδικές απαιτήσεις πληροφόρησης πρέπει να εξασφαλίζουν τη μη παραπλάνηση των καταναλωτών όσον αφορά το αρχικό υλικό που χρησιμοποιείται για την παρασκευή φυσικών αρτυμάτων. Για παράδειγμα, πρέπει να αναφέρεται η πηγή βανιλίνης που λαμβάνεται από ξύλο.

23. Τα αρτύματα πρέπει να εξακολουθήσουν να υπόκεινται στις γενικές υποχρεώσεις επισήμανσης, όπως προβλέπεται στην οδηγία 2000/13/ΕΚ και, κατά περίπτωση, στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1829/2003. Επίσης, στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να περιλαμβάνονται ειδικές διατάξεις για την επισήμανση αρτυμάτων που πωλούνται ως τέτοια στον παρασκευαστή ή στον τελικό καταναλωτή.

24. Οι καταναλωτές πρέπει να πληροφορούνται αν η καπνιστή γεύση ενός συγκεκριμένου τροφίμου οφείλεται στην προσθήκη αρτύματος καπνιστών τροφίμων. Σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2000/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2000, για προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την επιεπισήμανση, την παρουσίαση και τη διαφήμιση των τροφίμων[12], η ονομασία με την οποία πωλείται το προϊόν δεν πρέπει να δημιουργεί σύγχυση στον καταναλωτή για το κατά πόσον το προϊόν έχει καπνιστεί συμβατικά με φρέσκο καπνό ή έχει υποστεί επεξεργασία με αρτύματα καπνιστών τροφίμων. Η οδηγία αυτή πρέπει να προσαρμοστεί στους ορισμούς των αρτυμάτων, των αρτυμάτων καπνιστών τροφίμων και στον όρο «φυσικό» για την περιγραφή αρτυμάτων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

25. Για την αξιολόγηση της ασφάλειας αρτυματικών ουσιών όσον αφορά την ανθρώπινη υγεία, οι πληροφορίες σχετικά με την κατανάλωση και τη χρήση αρτυματικών ουσιών είναι αποφασιστικής σημασίας. Πρέπει λοιπόν να ελέγχονται σε τακτική βάση οι ποσότητες αρτυματικών ουσιών που προστίθενται σε τρόφιμα.

26. Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[13].

27. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να τροποποιεί τα παραρτήματα του παρόντος κανονισμού και να θεσπίζει τα κατάλληλα μεταβατικά μέτρα για την κατάρτιση του κοινοτικού καταλόγου. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβέλειας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιαστικών στοιχείων του παρόντος κανονισμού ή/και τη συμπλήρωσή του με την προσθήκη μη ουσιωδών στοιχείων, πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

28. Τα παραρτήματα ΙΙ έως V του παρόντος κανονισμού πρέπει να προσαρμόζονται στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο.

29. Για την ανάπτυξη και την επικαιροποίηση της κοινοτικής νομοθεσίας για τα αρτύματα, κατά τρόπο αναλογικό και αποτελεσματικό, είναι αναγκαία η συλλογή στοιχείων, η ανταλλαγή πληροφοριών και ο συντονισμός της εργασίας μεταξύ των κρατών μελών. Για το σκοπό αυτό μπορεί να είναι χρήσιμη η διενέργεια μελετών για την εξέταση ειδικών θεμάτων με σκοπό τη διευκόλυνση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων. Ενδείκνυται η χρηματοδότηση παρόμοιων μελετών από την Κοινότητα, στο πλαίσιο της διαδικασίας της επί του προϋπολογισμού. Η χρηματοδότηση παρόμοιων μέτρων καλύπτεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων[14] και ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 882/2004 θα αποτελέσει τη νομική βάση για τη χρηματοδότηση των προαναφερθέντων μέτρων.

30. Έως ότου καταρτιστεί ο κοινοτικός κατάλογος, πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη για την αξιολόγηση και την έγκριση αρτυματικών ουσιών που δεν καλύπτονται από το πρόγραμμα αξιολόγησης που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2232/96. Πρέπει λοιπόν να θεσπιστεί ένα μεταβατικό καθεστώς. Στο πλαίσιο του καθεστώτος αυτού, οι εν λόγω αρτυματικές ουσίες θα αξιολογούνται και θα εγκρίνονται με τη διαδικασία που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [διαδικαστικός κανονισμός]. Ωστόσο, δεν πρέπει να ισχύουν οι χρονικές περίοδοι που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό για την έκδοση γνώμης από την Αρχή καθώς επίσης και για την υποβολή από την Επιτροπή σχεδίου κανονισμού για την επικαιροποίηση του κοινοτικού καταλόγου προς τη μόνιμη επιτροπή για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων, αφού πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στο πρόγραμμα αξιολόγησης που βρίσκεται σε εξέλιξη.

31. Επειδή ο στόχος της δράσης που πρόκειται να αναληφθεί, δηλαδή η θέσπιση κοινοτικών κανόνων για τη χρήση αρτυμάτων και ορισμένων συστατικών τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες εντός και επί τροφίμων, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί επομένως, για λόγους ομοιομορφίας της αγοράς και επίτευξης ενός υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη αυτών των στόχων.

32. Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για τη θέσπιση των γενικών κανόνων σχετικά με τον ορισμό, το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών[15] και ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1601/91 του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 1991, για τη θέσπιση των γενικών κανόνων σχετικά με τον ορισμό, τον χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αρωματισμένων οίνων, των αρωματισμένων ποτών με βάση τον οίνο και των αρωματισμένων κοκτέιλ[16] αμπελοοινικών προϊόντων πρέπει να προσαρμοστούν σε ορισμένους νέους ορισμούς που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό.

33. Οι κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89, (ΕΟΚ) αριθ. 1601/91 και (ΕΚ) αριθ. 2232/96 και η οδηγία 2000/13/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθούν ανάλογα,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1 Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες για αρτύματα και συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες για χρήση εντός και επί τροφίμων ώστε να εξασφαλίζεται ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του καταναλωτή και η αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας και των καταναλωτών .

Για τους σκοπούς αυτούς, ο παρών κανονισμός προβλέπει:

α) κοινοτικό κατάλογο αρτυμάτων και αρχικών υλικών εγκεκριμένων για χρήση εντός και επί τροφίμων, που παρατίθεται στο παράρτημα Ι («ο κοινοτικός κατάλογος»)·

β) όρους χρήσης αρτυμάτων και συστατικών τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες εντός και επί τροφίμων·

γ) κανόνες επισήμανσης αρτυμάτων.

Άρθρο 2 Πεδίο εφαρμογής

1. Ο παρών κανονισμός ισχύει για τα ακόλουθα:

α) αρτύματα που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν εντός ή επί τροφίμων, με την επιφύλαξη των ειδικότερων διατάξεων που ορίζονται στον με την εξαίρεση αρτυμάτων καπνιστών τροφίμων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2065/2003·

β) συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες·

γ) τρόφιμα που περιέχουν αρτύματα ή/και συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες·

δ) αρχικά υλικά για αρτύματα και συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες.

2. Ο παρών κανονισμός δεν ισχύει για τα ακόλουθα:

α) ουσίες με αποκλειστικά γλυκειά, όξινη ή αλμυρή γεύση·

β) ωμά τρόφιμα·

γ) μη σύνθετα τρόφιμα και μείγματα καρυκευμάτων ή/και βοτάνων, μείγματα τεΐου και μείγματα για αφεψήματα ως έχουν, εφόσον δεν έχουν χρησιμοποιηθεί ως συστατικά τροφίμων.

β) ωμά ή σύνθετα τρόφιμα.

3. Όπου χρειάζεται, μπορεί να αποφασίζεται, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 18 20 παράγραφος 2, κατά πόσον μια δεδομένη ουσία ή μείγμα ουσιών, υλικό ή είδος τροφίμου εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3 Ορισμοί

1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ορισμοί που θεσπίζονται στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 178/2002 και 1829/2003.

2. Ισχύουν επίσης οι ακόλουθοι ορισμοί:

α) «αρτύματα», προϊόντα που:

i) δεν προορίζονται για κατανάλωση ως έχουν και τα οποία προστίθενται σε τρόφιμα ώστε να προσδώσουν άρωμα ή/ και γεύση·

ii) έχουν παρασκευαστεί ή αποτελούνται από τις ακόλουθες κατηγορίες: αρτυματικές ουσίες, αρτυματικά παρασκευάσματα, αρτύματα θερμικής μεταποίησης, αρτύματα καπνιστών τροφίμων, πρόδρομες αρτυματικές ουσίες ή άλλα αρτύματα ή μείγματα αυτών·

(iii) είναι δυνατόν να περιέχουν τρόφιμα, συμπεριλαμβανομένων των πρόσθετων ουσιών που επιτρέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. XXX/2007[17] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, για τα πρόσθετα τροφίμων·

β) «αρτυματική ουσία», ουσία καθορισμένης χημικής σύστασης με αρτυματικές ιδιότητες·

γ) «φυσική αρτυματική ουσία», αρτυματική ουσία που λαμβάνεται από κατάλληλες φυσικές, ενζυματικές ή μικροβιολογικές διεργασίες από υλικό φυτικής, ζωικής ή μικροβιολογικής προέλευσης, είτε σε πρωτογενή κατάσταση είτε μετά από επεξεργασία για ανθρώπινη κατανάλωση από μια ή περισσότερες από τις παραδοσιακές διαδικασίες παρασκευής τροφίμων που παρατίθενται στο παράρτημα II·

δ) «αρτυματικό παρασκεύασμα», προϊόν, πλην αρτυματικών ουσιών, που λαμβάνεται από:

i) τρόφιμο με κατάλληλες φυσικές, ενζυματικές ή μικροβιολογικές διεργασίες από υλικό φυτικής, ζωικής ή μικροβιολογικής προέλευσης, είτε σε πρωτογενή κατάσταση είτε μετά από επεξεργασία για ανθρώπινη κατανάλωση από μια ή περισσότερες από τις παραδοσιακές διαδικασίες παρασκευής τροφίμων που παρατίθενται στο παράρτημα II ή/ και κατάλληλες φυσικές διεργασίες·

και/ή

ii) υλικό φυτικής, ζωικής ή μικροβιολογικής προέλευσης, πλην τροφίμου, που λαμβάνεται από μια ή περισσότερες από τις διαδικασίες παρασκευής παραδοσιακών τροφίμων που παρατίθενται στο παράρτημα ή/ και κατάλληλες φυσικές, ενζυματικές ή μικροβιολογικές διεργασίες·

ε) «άρτυμα θερμικής μεταποίησης» , προϊόν που λαμβάνεται ύστερα από θερμική επεξεργασία από μείγμα συστατικών που δεν έχουν κατ' ανάγκη αρτυματικές ιδιότητες και από τα οποία ένα τουλάχιστον περιέχει άζωτο (αμινική ομάδα) και ένα άλλο είναι αναγωγικό σάκχαρο· τα συστατικά για την παρασκευή αρτυμάτων θερμικής μεταποίησης μπορεί να είναι:

i) τρόφιμο·

και/ή

ii) αρχικό υλικό πλην τροφίμου·

στ) «άρτυμα καπνιστών τροφίμων», προϊόν που λαμβάνεται με κλασματοποίηση και καθαρισμό συμπυκνωμένου καπνού δημιουργώντας πρωτογενή συμπυκνώματα καπνού, πρωτογενή κλάσματα πίσσας ή/ και παράγωγα αρωμάτων καπνιστών τροφίμων, όπως ορίζονται στις πραγράφους 1, 2 και 4 του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2065/2003·

ζ) «πρόδρομη αρτυματική ουσία», προϊόν, που δεν έχει κατ’ ανάγκη αρτυματικές ιδιότητες, που προστίθεται σκοπίμως σε τρόφιμο με μοναδικό σκοπό την παραγωγή γεύσης, με διάσπαση ή αντίδραση με άλλα συστατικά κατά την επεξεργασία τροφίμου· μπορεί να ληφθεί από:

i) τρόφιμο·

και/ή

ii) αρχικό υλικό πλην τροφίμου·

η) «άλλο άρτυμα», άρτυμα που προστίθεται ή προορίζεται να προστεθεί σε τρόφιμο με σκοπό να προσδώσει άρωμα ή/ και γεύση και το οποίο δεν εμπίπτει στους ορισμούς (β) έως (ζ)·

θ) «συστατικό τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες», συστατικό τροφίμων πλην των αρτυμάτων, το οποίο μπορεί να προστεθεί σε τρόφιμο με κύριο σκοπό την πρόσδωση γεύσης σε αυτό ή την τροποποίηση της γεύσης του·

ι) «αρχικό υλικό», υλικό φυτικής, ζωικής, μικροβιολογικής ή ορυκτής προέλευσης από το οποίο παρασκευάζονται αρτύματα ή συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες· μπορεί να είναι:

i) τρόφιμο·

ή

ii) αρχικό υλικό πλην τροφίμου·

ια) «κατάλληλη φυσική διεργασία», φυσική διεργασία που δεν τροποποιεί σκοπίμως τη χημική φύση των συστατικών του αρτύματος, με την επιφύλαξη της απαρίθμησης των διαδικασιών παρασκευής παραδοσιακών τροφίμων στο παράρτημα ΙΙ και δεν εμπεριέχει χρήση μονατομικού οξυγόνου, όζοντος, ανόργανων καταλυτών, μεταλλικών καταλυτών, οργανομεταλλικών αντιδραστηρίων ή/ και υπεριώδους ακτινοβολίας.

3. Για τους σκοπούς των ορισμών που παρατίθενται στην παράγραφο 2 σημεία δ), ε), ζ) και ι), αρχικά υλικά για τα οποία υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις χρήσης για την παρασκευή αρτυματων, θεωρούνται τρόφιμα.

4. Όπου χρειάζεται μπορεί, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 18 20 παράγραφος 2, να αποφασίζεται κατά πόσον μια δεδομένη ουσία εμπίπτει σε μια συγκεκριμένη κατηγορία που καταγράφεται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) έως ι).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ ΑΡΤΥΜΑΤΩΝ, ΣΥΣΤΑΤΙΚΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΜΕ ΑΡΤΥΜΑΤΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΚΩΝ ΥΛΙΚΩΝ

Άρθρο 4 Γενικοί όροι χρήσης αρτυμάτων ή συστατικών τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες

Μπορούν να χρησιμοποιούνται σε τρόφιμα μόνο αρτύματα ή συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες που ικανοποιούν τους ακόλουθους όρους:

α) με βάση τα διαθέσιμα επιστημονικά στοιχεία, δεν προκαλούν ανησυχία για την ασφάλεια της υγείας του καταναλωτή·

β) η χρήση τους δεν παραπλανεί τον καταναλωτή.

Άρθρο 5 Απαγόρευση μη συμμορφούμενων αρτυμάτων ή/και μη συμμορφούμενων τροφίμων

Δεν επιτρέπεται η διάθεση στην αγορά αρτύματος ή/ και τροφίμου που περιέχει παρόμοιο άρτυμα εάν το άρτυμα ή η χρήση του δεν είναι σύμφωνη με τον παρόντα κανονισμό και τα μέτρα εφαρμογής του.

Άρθρο 5 6 Παρουσία ορισμένων ουσιών

1. Οι ουσίες που καταγράφονται στο μέρος Α του παραρτήματος ΙΙΙ δεν προστίθενται ως έχουν σε τρόφιμα.

2. Δεν πρέπει να υπερβαίνονται οι ανώτατες τιμές για ορισμένες ουσίες, που απαντώνται φυσικώς σε αρτύματα και συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες, στα σύνθετα τρόφιμα που καταγράφονται στο μέρος Β του παραρτήματος ΙΙΙ, ως επακόλουθο της χρήσης αρτυμάτων και συστατικών τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες εντός και επί τροφίμων.

Τα ανώτατα επίπεδα ισχύουν για σύνθετα τρόφιμα που προσφέρονται έτοιμα για κατανάλωση ή που παρασκευάζονται σύμφωνα με τις οδηγίες του παρασκευαστή.

3. Μπορούν να θεσπίζονται λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή της παραγράφου 2 σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 18 20 παράγραφος 2.

Άρθρο 6 7 Χρήση ορισμένων αρχικών υλικών

1. Αρχικά υλικά που καταγράφονται στο μέρος Α του παραρτήματος IV δεν χρησιμοποιούνται στην παρασκευή αρτυμάτων και συστατικών τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες.

2. Αρτύματα και συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες που παρασκευάζονται από αρχικά υλικά που καταγράφονται στο μέρος Β του παραρτήματος IV μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο υπό τους όρους που αναφέρονται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 7 8 Αρτύματα για τα οποία δεν απαιτείται αξιολόγηση και έγκριση

1. Τα ακόλουθα αρτύματα μπορούν να χρησιμοποιούνται εντός ή επί τροφίμων χωρίς έγκριση στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, υπό τον όρο ότι συμμορφώνονται με το άρθρο 4:

α) αρτυματικά παρασκευάσματα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο δ) στοιχείο i)·

β) αρτύματα θερμικής μεταποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο ε) στοιχείο (i) και τα οποία είναι σύμμορφα με τους όρους παρασκευής αρτυμάτων θερμικής μεταποίησης και τα ανώτατα επίπεδα για την παρουσία ορισμένων ουσιών σε αρτύματα θερμικής μεταποίησης που ορίζονται στο παράρτημα V·

γ) πρόδρομες αρτυματικές ουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο ζ) στοιχείο (i)·

δ) συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες.

2. Με επιφύλαξη της παραγράφου 1, αν η Επιτροπή, ένα κράτος μέλος ή η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων («η Αρχή») εκφράσουν αμφιβολίες όσον αφορά την ασφάλεια ενός αρτύματος ή συστατικού τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Αρχή διενεργεί αξιολόγηση κινδύνου αυτού του αρτύματος ή συστατικού τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες. Στην περίπτωση αυτήν, εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών τα άρθρα 4 έως 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. [διαδικαστικός κανονισμός].

Εφόσον απαιτείται, η Επιτροπή θεσπίζει, ύστερα από γνωμοδότηση της Αρχής μέτρα, τα οποία αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με συμπλήρωσή του, σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που ορίζεται στο άρθρο 20 παράγραφος 3. που ορίζεται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 . Τα μέτρα αυτά καταχωρούνται στα παραρτήματα III, IV ή/ και V κατά περίπτωση. Για λόγους επιτακτικής ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να εφαρμόζει τη διαδικασία επείγουσας ανάγκης που προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφος 4.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΑΡΤΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΡΧΙΚΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ ΓΙΑ ΧΡΗΣΗ ΕΝΤΟΣ Ή ΕΠΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Άρθρο 8 9 Αρτύματα και αρχικά υλικά για τα οποία δεν απαιτείται αξιολόγηση και έγκριση

Το παρόν κεφάλαιο ισχύει για:

α) αρτυματικές ουσίες·

β) αρτυματικά παρασκευάσματα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο δ) στοιχείο (ii)·

γ) αρτύματα θερμικής μεταποίησης που λαμβάνονται από τη θέρμανση συστατικών που εμπίπτουν μερικώς ή ολικώς στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο ε) στοιχείο (ii) ή για τα οποία δεν ικανοποιούνται οι όροι παρασκευής αρτυμάτων θερμικής μεταποίησης και τα ανώτατα επίπεδα για ορισμένες ανεπιθύμητες ουσίες που καθορίζονται στο παράρτημα V·

δ) πρόδρομες αρτυματικές ουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο ζ) στοιχείο (ii)·

ε) άλλα αρτύματα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο η)·

στ) αρχικά υλικά πλην τροφίμων που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο ι) στοιχείο (ii).

Άρθρο 9 10 Κοινοτικός κατάλογος αρτυμάτων και αρχικών υλικών

Από τα αρτύματα και τα αρχικά υλικά που αναφέρονται στο άρθρο 8 9 , μόνο αυτά που περιλαμβάνονται στον κοινοτικό κατάλογο μπορούν να διατίθενται στην αγορά ως έχουν και να χρησιμοποιούνται εντός ή επί τροφίμων.

Άρθρο 10 11 Καταχώριση αρτυμάτων και αρχικών υλικών στον κοινοτικό κατάλογο

1. Ένα άρτυμα ή αρχικό υλικό μπορεί να καταχωριστεί στον κοινοτικό κατάλογο, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [ενιαία διαδικασία], μόνο αν συμμορφώνεται με τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 4.

2. Στην εγγραφή ενός αρτύματος ή αρχικού υλικού στον κοινοτικό κατάλογο ορίζονται:

α) η αναγνώριση του αρτύματος ή του αρχικού προϊόντος που εγκρίνεται·

β) όπου χρειάζεται, οι όροι υπό τους οποίους το άρτυμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί.

3. Ο κοινοτικός κατάλογος τροποποιείται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. […] για τη θέσπιση ενιαίας διαδικασίας έγκρισης για τα πρόσθετα τροφίμων, τα ένζυμα τροφίμων και τα αρτύματα τροφίμων.

Άρθρο 11 12 Αρτύματα ή αρχικά υλικά που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1829/2003

Ένα άρτυμα ή αρχικό υλικό που υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 μπορεί να περιλαμβάνεται στον κοινοτικό κατάλογο του παραρτήματος Ι σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό μόνον εφόσον καλύπτονται από έγκριση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 . μόνον ύστερα από έγκρισή του σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1829/2003.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ

ΜΕΡΟΣ 1

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΑΡΤΥΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΡΟΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΠΩΛΗΣΗ ΣΤΟΝ ΤΕΛΙΚΟ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ

Άρθρο 12 13 Επισήμανση αρτυμάτων που δεν προορίζονται για πώληση στον τελικό καταναλωτή

1. Η εμπορία αρτυμάτων που δεν προορίζονται για πώληση στον τελικό καταναλωτή επιτρέπεται μόνον εάν συμμορφώνονται με την επισήμανση η συσκευασία, οι περιέκτες ή τα συνοδευτικά τους έγγραφα φέρουν τις πληροφορίες που προβλέπεται στα άρθρα 1 3 4 και 1 4 5 , η οποία πρέπει να είναι ευδιάκριτη, ευανάγνωστη και ανεξίτηλη. Οι πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 14 διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους αγοραστές.

2. Το κράτος μέλος στην αγορά του οποίου διατίθεται το προϊόν, μπορεί, σύμφωνα με τους κανόνες της Συνθήκης, να ορίζει ότι, εντός της επικράτειάς του, οι εν λόγω πληροφορίες παρέχονται σε μία ή περισσότερες από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας, τις οποίες ορίζει το ίδιο. Η παρούσα διάταξη δεν αποκλείει τη δυνατότητα αναγραφής των πληροφοριών σε περισσότερες γλώσσες.

Άρθρο 13 14 Γενικές απαιτήσεις πληροφόρησης για την επισήμανση αρτυμάτων που δεν προορίζονται για πώληση στον τελικό καταναλωτή

1. Όταν αρτύματα που δεν προορίζονται για πώληση στον τελικό καταναλωτή, πωλούνται χωριστά είτε ανάμικτα μεταξύ τους ή/και με άλλα συστατικά τροφίμων ή/και στα οποία προστίθενται άλλες ουσίες, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο iii), η συσκευασία ή οι περιέκτες τους των αρτυμάτων που δεν προορίζονται για πώληση στον τελικό καταναλωτή φέρουν τις ακόλουθες πληροφορίες:

α) την ονομασία πώλησης: είτε τη λέξη «άρτυμα» είτε μια πιο συγκεκριμένη ονομασία ή περιγραφή του αρτύματος·

γ β) τη δήλωση «για χρήση σε τρόφιμα» ή τη δήλωση «περιορισμένη χρήση σε τρόφιμα» ή μια πιο συγκεκριμένη αναφορά στην προοριζόμενη χρήση του·

στ γ) εάν χρειάζεται, τους ειδικούς όρους αποθήκευσης και χρήσης·

η δ) σήμα αναγνώρισης της παρτίδας ή του φορτίου·

δ ε ) κατάλογο κατά φθίνουσα σειρά του βάρους:

i) των κατηγοριών των υπαρχόντων αρτυμάτων· και

ii) των ονομασιών κάθε μιάς από τις άλλες ουσίες ή υλικά που περιέχονται στο προϊόν ή, όπου υφίσταται, των αριθμών Ε αυτών και ένδειξη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1829/2003·

β στ ) το όνομα ή την επιχειρηματική επωνυμία και τη διεύθυνση του παρασκευαστή ή του συσκευαστή ή του πωλητή·

ε ζ ) ένδειξη της μέγιστης ποσότητας κάθε συστατικού ή ομάδας συστατικών που υπόκεινται σε ποσοτικό περιορισμό στα τρόφιμα ή/και κατάλληλες πληροφορίες με σαφείς και εύληπτους όρους που να επιτρέπουν στον αγοραστή να συμμορφώνεται με τον παρόντα κανονισμό ή άλλη σχετική κοινοτική νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένου του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1829/2003·

θ η ) την καθαρή ποσότητα·

ζ θ ) την ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας·

ι) ανάλογα με την περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με άρτυμα ή άλλες ουσίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο και απαριθμούνται στο παράρτημα IIIα της οδηγίας 2000/13/ΕΚ σχετικά με την ένδειξη των συστατικών που περιέχονται στα τρόφιμα.

2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι πληροφορίες που απαιτούνται στα σημεία γ ε) έως ζ) και ι) της παραγράφου αυτής μπορούν να εμφανίζονται μόνο στα έγγραφα που αφορούν το φορτίο, τα οποία πρέπει να υποβάλλονται κατά ή πριν την παράδοση, υπό τον όρο ότι σε ευδιάκριτο μέρος της συσκευασίας ή του περιέκτη του εν λόγω προϊόντος εμφανίζεται η ένδειξη «προορίζεται για την παρασκευή τροφίμων και όχι για λιανική πώληση».

3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, όταν αρτύματα παρέχονται εντός βυτίων, όλες οι πληροφορίες επιτρέπεται να αναγράφονται μόνον στα συνοδευτικά έγγραφα που αφορούν το φορτίο και τα οποία υποβάλλονται κατά την παράδοση.

Άρθρο 14 15 Ειδικές απαιτήσεις πληροφόρησης για ονομασίες πώλησης αρτυμάτων

1. Ο όρος «φυσικό» μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο για την περιγραφή ενός αρτύματος στην ονομασία πώλησης που αναφέρεται στο άρθρο 13 14 παράγραφος 1 σημείο α), όπως προβλέπεται στις παραγράφους 2 έως 6.

2. Ο όρος «φυσικό» για την περιγραφή ενός αρτύματος μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο αν το αρτυματικό συστατικό περιέχει μόνο αρτυματικά παρασκευάσματα ή/ και φυσικές αρτυματικές ουσίες.

3. Ο όρος «φυσική αρτυματική ουσία» μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο για αρτύματα στα οποία το αρτυματικό συστατικό περιέχει αποκλειστικά φυσικές αρτυματικές ουσίες.

4. Ο όρος «φυσικό» μπορεί να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με αναφορά σε τρόφιμο, κατηγορία τροφίμων ή φυτική ή ζωική αρτυματική πηγή, μόνο εάν τουλάχιστον το 90 95 % [ανά w/w] του αρτυματικού συστατικού έχει ληφθεί από το αρχικό υλικό στο οποίο γίνεται αναφορά.

Το αρτυματικό συστατικό μπορεί να περιέχει αρτυματικά παρασκευάσματα ή/ και φυσικές αρτυματικές ουσίες.

Η ονομασία πρέπει να είναι της μορφής «Φυσικό άρτυμα <<τρόφιμο ή κατηγορία τροφίμων ή πηγή>>».

5. Η ονομασία «Φυσικό άρτυμα <<τρόφιμο ή κατηγορία τροφίμων ή πηγή>> με άλλα φυσικά αρτύματα» μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο αν το αρτυματικό συστατικό προέρχεται εν μέρει από το αρχικό υλικό στο οποίο γίνεται αναφορά ή/ και μπορεί να αναγνωριστεί εύκολα.

Το αρτυματικό συστατικό μπορεί να περιέχει αρτυματικά παρασκευάσματα ή/ και φυσικές αρτυματικές ουσίες.

6. Ο όρος «φυσικό» μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο αν το αρτυματικό συστατικό προέρχεται από διαφορετικά αρχικά υλικά και όταν η αναφορά στα αρχικά υλικά δεν αντικατοπτρίζει το άρωμα ή τη γεύση τους.

Το αρτυματικό συστατικό μπορεί να περιέχει αρτυματικά παρασκευάσματα ή/ και φυσικές αρτυματικές ουσίες.

ΜΕΡΟΣ 2

ΣΗΜΑΝΣΗ ΑΡΤΥΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΠΩΛΗΣΗ ΣΤΟΝ ΤΕΛΙΚΟ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ

Άρθρο 15 16 Επισήμανση αρτυμάτων που προορίζονται για πώληση στον τελικό καταναλωτή

1. Με την επιφύλαξη της οδηγίας 2000/13/ΕΚ, της οδηγίας 89/396/EOK και, όπου ενδείκνυται, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 , η εμπορία αρτυμάτων που πωλούνται χωριστά είτε ανάμικτα μεταξύ τους ή/και με άλλα συστατικά τροφίμων ή/και στα οποία προστίθενται άλλες ουσίες και τα οποία προορίζονται για πώληση στον τελικό καταναλωτή επιτρέπεται, μόνον αν στη συσκευασία τους περιέχεται η δήλωση «για τρόφιμα» ή η δήλωση «περιορισμένη χρήση σε τρόφιμα» ή μια πιο συγκεκριμένη αναφορά στην προβλεπόμενη χρήση τους σε τρόφιμα, η οποία πρέπει να είναι ευδιάκριτη, ευανάγνωστη και ανεξίτηλη.

2. Ο όρος «φυσικό» χρησιμοποιείται μόνο για την περιγραφή ενός αρτύματος στην ονομασία πώλησης που αναφέρεται στο άρθρο 1 3 4 παράγραφος 1 σημείο α), όπως προβλέπεται στο άρθρο 1 4 5 .

Άρθρο 17 Άλλες απαιτήσεις επισήμανσης

Τα άρθρα 13 έως 16 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη λεπτομερέστερων ή εκτενέστερων νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων σχετικά με τα μέτρα και τα σταθμά ή όσον αφορά την παρουσίαση, την ταξινόμηση, τη συσκευασία και την επισήμανση επικίνδυνων ουσιών και παρασκευασμάτων ή τη μεταφορά των ουσιών αυτών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Άρθρο 16 18 Υποβολή εκθέσεων από τους υπεύθυνους επιχειρήσεων τροφίμων

1. Ο παραγωγός ή ο χρήστης μιας αρτυματικής ουσίας κοινοποιεί αμέσως στην Επιτροπή κάθε νέα επιστημονική ή τεχνική πληροφορία που ενδεχομένως επηρεάζει την αξιολόγηση της ασφάλειας της αρτυματικής ουσίας.

1 2 . Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων ή οι εκπρόσωποί τους αναφέρουν στην Επιτροπή τις ετήσιες ποσότητες αρτυματικών ουσιών που προστίθενται σε τρόφιμα στην Κοινότητα και τα επίπεδα χρήσης για κάθε κατηγορία τροφίμων στην Κοινότητα.

2 3 . Λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή της παραγράφου 1 2 θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 18 20 παράγραφος 2.

Άρθρο 17 19 Επιτήρηση και υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν συστήματα για την επιτήρηση της κατανάλωσης και της χρήσης αρτυμάτων που καταγράφονται στον κοινοτικό κατάλογο και της κατανάλωσης των ουσιών που καταγράφονται στο παράρτημα ΙΙΙ και αναφέρουν κάθε χρόνο τα συμπεράσματά τους στην Επιτροπή και την Αρχή.

2. Ύστερα από διαβούλευση με την Αρχή εγκρίνεται κοινή μεθοδολογία για τη συλλογή πληροφοριών από τα κράτη μέλη σχετικά με την κατανάλωση και τη χρήση αρτυμάτων που καταγράφονται στον κοινοτικό κατάλογο και των ουσιών που καταγράφονται στο παράρτημα ΙΙΙ, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 18 20 παράγραφος 2.

Άρθρο 18 20 Επιτροπή

1. Η Επιτροπή επικουρείται από τη μόνιμη επιτροπή για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων (στη συνέχεια «η επιτροπή»).

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, ισχύουν τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, έχοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 8 της απόφασης αυτής.

Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ καθορίζεται στους τρεις μήνες.

3. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

4. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1, 2, 4 και 6 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

5. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 19 21 Τροποποιήσεις στα παραρτήματα II έως V

Οι τροποποιήσεις των Παραρτημάτων ΙΙ έως V του παρόντος κανονισμού λόγω της επιστημονικής και τεχνικής προόδου για την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, θεσπίζονται με την διαδικασία κανονιστικής επιτροπής με έλεγχο που ορίζεται στο άρθρο 20 παράγραφος 3 θεσπίζονται με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 .

Για λόγους επιτακτικής ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να εφαρμόζει τη διαδικασία επείγουσας ανάγκης που προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφος 4.

Άρθρο 20 22 Κοινοτική χρηματοδότηση εναρμονισμένων πολιτικών

Το άρθρο 66 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 αποτελεί τη νομική βάση για τη χρηματοδότηση των μέτρων που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 21 23 Καταργούμενες διατάξεις

1. Καταργούνται η οδηγία 88/388/ΕΟΚ, η απόφαση 88/389/ΕΟΚ και η οδηγία 91/71/ΕΟΚ.

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2232/96 καταργείται από την ημερομηνία εφαρμογής του καταλόγου που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού.

2. Παραπομπές στις καταργούμενες πράξεις νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 22 24 Κατάρτιση κοινοτικού καταλόγου αρτυμάτων και αρχικών υλικών και μεταβατικό καθεστώς

1. Ο κοινοτικός κατάλογος καταρτίζεται με την ενσωμάτωση του καταλόγου αρτυματικών ουσιών που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96 στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού κατά τη χρονική στιγμή της έκδοσής του.

2. Έως την κατάρτιση του κοινοτικού καταλόγου, ισχύει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. […] [ενιαία διαδικασία] για την αξιολόγηση και την έγκριση αρτυματικών ουσιών που δεν καλύπτονται από το πρόγραμμα αξιολόγησης που προβλέπεται στο αρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96.

Κατά παρέκκλιση από τη διαδικασία αυτή, οι περίοδοι έξι εννέα και εννέα μηνών που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 και στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […] [ενιαία διαδικασία] δεν ισχύουν για την εν λόγω αξιολόγηση και έγκριση.

3. Όλα τα κατάλληλα μεταβατικά μέτρα τα οποία αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, θεσπίζονται με τη διαδικασία κανονιστικής επιτροπής με έλεγχο που ορίζεται στο άρθρο 20 παράγραφος 3. θεσπίζονται με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 18 παράγραφος 3.

Άρθρο 23 25 Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 1 παράγραφος 4 σημείο ιγ) τροποποιείται ως εξής:

α) Στο σημείο 1α), το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται συμπληρωματικά και άλλες αρτυματικές ουσίες, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […] ή/και αρωματικά φυτά ή τμήματα αρωματικών φυτών, αρκεί τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά της αρκεύθου να είναι αισθητά, ακόμη και αν είναι μερικές φορές εξασθενημένα.»

β) Το σημείο 2α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Το ποτό μπορεί να ονομάζεται ‘ gin ’ εφόσον παρασκευάζεται με την αρωμάτιση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης, η οποία έχει τα απαιτούμενα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά, με αρτυματικές ουσίες όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […] ή/ και αρτυματικά παρασκευάσματα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο δ) του εν λόγω κανονισμού, ούτως ώστε να υπερισχύει η γεύση της αρκεύθου.»

γ) Στο σημείο 2β) το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Το ποτό μπορεί να φέρει την ονομασία « αποσταγμένο gin » αν παρασκευάζεται αποκλειστικά με επαναπόσταξη αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης κατάλληλης ποιότητας που παρουσιάζει τα επιθυμητά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά και έχει αρχικό αλκοολικό τίτλο τουλάχιστον 96 % vol, μέσα σε άμβυκες που χρησιμοποιούνται κατά παράδοση για το gin, παρουσία καρπών αρκεύθου και άλλων φυσικών φυτικών προϊόντων, εφόσον υπερισχύει η γεύση της αρκεύθου. Την επωνυμία « αποσταγμένο gin » μπορεί να φέρει και μείγμα του προϊόντος της απόσταξης αυτής με αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης με την ίδια σύνθεση, καθαρότητα και αλκοολικό τίτλο. Για την αρωμάτιση του «αποσταγμένου gin » μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν, αρτυματικές ουσίες όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […] ή/ και αρτυματικά παρασκευάσματα όπως ορίζονται στο στοιχείο α). Το London Gin έιναι ένας τύπος αποσταγμένου gin .»

2. Στο άρθρο 1 παράγραφος 4 σημείο ιδ) σημείο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Και άλλες αρτυματικές ουσίες όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […] ή/ και αρτυματικά παρασκευάσματα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο δ) του εν λόγω κανονισμού, μπορούν να χρησιμοποιηθούν συμπληρωματικά, αλλά η γεύση του κύμινου πρέπει να υπερισχύει.»

3. Στο άρθρο 1 παράγραφος 4 σημείο ιστ), το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Αλκοολούχα ποτά με δεσπόζουσα πικρή γεύση, που λαμβάνεται με αρωμάτιση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης με αρτυματικές ουσίες όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […] ή/ και αρτυματικά παρασκευάσματα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο δ) του εν λόγω κανονισμού.»

4. Στο άρθρο 1 παράγραφος 4 σημείο κα), το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Αλκοολούχο ποτό που παράγεται με αρωματισμό αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης με αρωματικές ύλες καρυόφυλλου και/ή κανέλας, με μία από τις εξής διεργασίες: διαβροχή και/ή απόσταξη, επαναπόσταξη της αλκοόλης παρουσία μερών των προαναφερόμενων φυτών, προσθήκη αρτυματικών ουσιών όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […] αρωματικών υλών καρυόφυλλου ή κανέλας ή συνδυασμός των μεθόδων αυτών.»

5. Στο άρθρο 4 παράγραφος 5, η πρώτη και δεύτερη παράγραφος, εξαιρουμένων των καταλόγων στα σημεία α) και β), αντικαθίστανται από το ακόλουθο:

«Για την παρασκευή των αλκοολούχων ποτών που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4, εκτός από εκείνα που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 στοιχεία ιγ), ιδ) και ιστ), μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο οι φυσικές αρτυματικές ουσίες και τα αρτυματικά παρασκευάσματα, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημεία β γ ) και δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […].

Ωστόσο, αρτυματικές ουσίες όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […] ή/ και αρτυματικά παρασκευάσματα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο δ) του εν λόγω κανονισμού μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται κατά την παρασκευή των λικέρ, εκτός από εκείνα που αναφέρονται κατωτέρω:»

Άρθρο 24 26 Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1601/91

Το άρθρο 2 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

1. Στο σημείο α), η πρώτη υποπερίπτωση της τρίτης περίπτωσης αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

“− αρτυματικές ουσίες ή/ και αρτυματικά παρασκευάσματα, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημεία β) και δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […], ή/ και»

2. Στο σημείο β), η πρώτη υποπερίπτωση της δεύτερης περίπτωσης αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

“− αρτυματικές ουσίες ή/ και αρτυματικά παρασκευάσματα, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημεία β) και δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […], ή/ και»

3. Στο σημείο γ), η πρώτη υποπερίπτωση της δεύτερης περίπτωσης αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

“− αρτυματικές ουσίες ή/ και αρτυματικά παρασκευάσματα, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημεία β) και δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […], ή/ και»

Άρθρο 25 27 Τροπολογία του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96

Στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

“1. Ο κατάλογος των αρωματικών ουσιών που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 θεσπίζεται με τη διαδικασία του άρθρου 7 έως τις 31 Δεκεμβρίου 20 08 το αργότερο.»

Άρθρο 26 28 Τροποποίηση της οδηγίας 2000/13/ΕΚ

Στην οδηγία 2000/13/ΕΚ, το παράρτημα III αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Παράρτημα III

ΑΝΑΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΑΡΩΜΑΤΙΚΩΝ ΥΛΩΝ ΣΤΟΝ ΚΑΤΑΛΟΓΟ ΤΩΝ ΣΥΣΤΑΤΙΚΩΝ

1. Με επιφύλαξη της παραγράφου 2, οι αρωματικές ύλες αναφέρονται με τους όρους

- «αρτύματα» ή με ειδικότερη ονομασία ή περιγραφή της αρτυματικής ύλης αν το αρτυματικό συστατικό περιέχει αρτύματα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημεία β), γ ), δ), ε), στ ), ζ) και η) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […], του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου* [κανονισμός για τα αρτύματα]·

- «αρτύματα καπνιστών τροφίμων» αν το αρτυματικό συστατικό περιέχει αρτύματα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […] [κανονισμός για τα αρτύματα] και προσδίδει καπνιστή γεύση στο τρόφιμο.

2. Ο όρος «φυσικό» για την περιγραφή αρτυμάτων χρησιμοποιείται όπως ορίζεται στο άρθρο 14 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […] [κανονισμός για τα αρτύματα].»

* ΕΕ L […], […], […]

Άρθρο 27 29 Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Αρχίζει να εφαρμόζεται από την [ημερομηνία] [ 24 μήνες μετά την έναρξη ισχύος ]. Ωστόσο, τα άρθρα 9 10 , 23 25 και 24 26 ισχύουν από την ημερομηνία εφαρμογής του κοινοτικού καταλόγου.

Τα τρόφιμα που διατίθενται νομίμως στην αγορά ή επισημαίνονται πριν από [24 μήνες πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού] και τα οποία δεν συμμορφώνονται προς τον παρόντα κανονισμό επιτρέπεται να διατίθενται στην αγορά μέχρι την ημερομηνία ελάχιστης διατήρησής τους.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Κοινοτικός κατάλογος αρτυμάτων και αρχικών υλικών εγκεκριμένων για χρήση εντός και επί τροφίμων

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Κατάλογος παραδοσιακών μεθόδων παρασκευής τροφίμων με τις οποίες λαμβάνονται αρτυματικές ουσίες και φυσικά αρτυματικά παρασκευάσματα

Τεμαχισμός | Επικάλυψη |

Βρασμός, ψήσιμο, τηγάνισμα (έως 240°C) | Ψύξη |

Κοπή | Απόσταξη / διύλιση |

Ξήρανση | Γαλακτωματοποίηση |

Εξάτμιση | Εκχύλιση, συμπεριλαμβανομένης της εκχύλισης με διαλύτη |

Ζύμωση | Φιλτράρισμα |

Σύνθλιψη | Θέρμανση |

Έγχυση | Διαβροχή |

Μικροβιολογικές διεργασίες | Ανάμειξη |

Αποφλοίωση | Διήθηση |

Συμπίεση | Ψύξη/ κατάψυξη |

Φρύξη/ Ψήσιμο στη σχάρα | Εξώθηση |

Εμποτισμός |

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Παρουσία ορισμένων ουσιών

Μέρος A: Ουσίες που δεν επιτρέπεται να προστίθενται ως έχουν σε τρόφιμα

Αγαρικό οξύ

Καψαϊκίνη

Υπερικίνη

Β-ασαρόνη

1-αλλυλο-4-μεθοξυβενζόλιο

Υδροκυανικό οξύ

Menthofuran

4-αλλυλο-1,2-διμεθοξυβενζόλιο

Πουλεγόνη

Κασσίνη

1-αλλυλο-3,4-μεθυλοδιοξυβενζόλιο, σαφρόλη

Teucrin A

Thujone (άλφα και βήτα)

Μέρος B: Ανώτατα επίπεδα ορισμένων ουσιών, που απαντώνται φυσικώς σε αρτύματα και συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες, σε ορισμένα σύνθετα τρόφιμα που έχουν προστεθεί αρτύματα ή/ και συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες

Ονομασία της ουσίας | Σύνθετο τρόφιμο στο οποίο περιορίζεται η παρουσία της ουσίας | Μέγιστες τιμές ανοχής [mg/kg] |

Β-ασαρόνη | Αλκοολούχα ποτά | 1.0 |

1-αλλυλο-4-μεθοξυβενζόλιο | Γαλακτοκομικά προϊόντα Μεταποιημένα φρούτα, λαχανικά (συμπεριλαμβανομένων μανιταριών, ριζών, βολβών, ψυχανθών), καρποί με κέλυφος και σπόροι Αλιευτικά προϊόντα Μη αλκοολούχα ποτά | 50 50 50 10 |

Υδροκυανικό οξύ | Νουγκά, αμυγδαλόπαστο ή τα υποκατάστατά του ή παρόμοια προϊόντα Κονσέρβες εμπύρηνων φρούτων Αλκοολούχα ποτά | 50 5 35 |

Menthofuran | Δυόσμος/μέντα που περιέχεται σε ζαχαρώδη, πλην μικροπροϊόντων ζαχαρωδών δροσερής αναπνοής Μικροπροϊόντα ζαχαρωδών δροσερής αναπνοής[18] Τσίχλα Δυόσμος/μέντα που περιέχεται σε αλκοολούχα ποτά | 500 3000 1000 200 |

4-αλλυλο-1,2-διμεθοξυβενζόλιο | Γαλακτοκομικά προϊόντα Κρέας και προϊόντα κρέατος, συμπεριλαμβανομένων πουλερικών και θηραμάτων Ψάρια και προϊόντα αλιείας Σούπες και σάλτσες Έτοιμα ορεκτικά Μη αλκοολούχα ποτά | 20 15 10 60 20 1 |

Πουλεγόνη | Δυόσμος/μέντα που περιέχεται σε ζαχαρώδη, πλην μικροπροϊόντων ζαχαρωδών δροσερής αναπνοής Μικροπροϊόντα ζαχαρωδών δροσερής αναπνοής18 Τσίχλα Δυόσμος/μέντα που περιέχεται σε μη αλκοολούχα ποτά Δυόσμος/μέντα που περιέχεται σε αλκοολούχα ποτά | 250 2000 350 20 100 |

Κασσίνη | Μη αλκοολούχα ποτά Αρτοσκευάσματα Αλκοολούχα ποτά | 0,5 1 1,5 |

1-αλλυλο-3,4-μεθυλοδιοξυβενζόλιο, σαφρόλη | Κρέας και προϊόντα κρέατος, συμπεριλαμβανομένων πουλερικών και θηραμάτων Ψάρια και προϊόντα αλιείας Σούπες και σάλτσες Μη αλκοολούχα ποτά | 15 15 25 1 |

Teucrin A | Αλκοολούχα ποτά | 2 |

Thujone (άλφα και βήτα) | Αλκοολούχα ποτά, πλην αυτών που παράγονται από είδη Artemisia Αλκοολούχα ποτά που παράγονται από είδη Artemisia | 10 35 |

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Κατάλογος αρχικών υλικών για τα οποία ισχύουν περιορισμοί όσον αφορά τη χρήση τους στην παρασκευή αρτυμάτων και συστατικών τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες

Μέρος A: Αρχικά υλικά που δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται στην παρασκευή αρτυμάτων και συστατικών τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες

Αρχικό υλικό |

Λατινική ονομασία | Κοινή ονομασία |

Τετραπλοειδής μορφή του Acorus calamus | Τετραπλοειδής μορφή του καλάμου |

Μέρος B: Όροι χρήσης αρτυμάτων και συστατικών τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες που παρασκευάζονται από ορισμένα αρχικά υλικά

Αρχικό υλικό | Όροι χρήσης |

Λατινική ονομασία | Κοινή ονομασία |

Quassia amara L. και Picrasma excelsa (Sw) | Κάσσια | Αρτύματα και συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες που παρασκευάζονται από το αρχικό υλικό μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για την παρασκευή ποτών και αρτοσκευασμάτων. |

Laricifomes officinales (Vill.: Fr) Kotl. et Pouz ή Fomes officinalis | Λευκό αγαρικό μανιτάρι | Αρτύματα και συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες που παρασκευάζονται από το αρχικό υλικό μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για την παρασκευή αλκοολούχων ποτών. |

Hypericum perforatum | St Johns wort |

Teucrium chamaedrys | Wall germander |

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Όροι παρασκευής αρτυμάτων θερμικής μεταποίησης και ανώτατα επίπεδα για ορισμένες ουσίες σε αρτύματα θερμικής μεταποίησης

Μέρος A: Όροι παρασκευής:

α) Η θερμοκρασία των προϊόντων κατά τη διάκρεια της παρασκευής δεν υπερβαίνει τους 180°C.

β) Η διάρκεια της θερμικής μεταποίησης δεν υπερβαίνει τα 15 λεπτά στους 180°C με αντίστοιχα μεγαλύτερους χρόνους σε μικρότερες θερμοκρασίες, π.χ. διπλασιασμός του χρόνου θέρμανσης για κάθε μείωση της θερμοκρασίας κατά 10°C, με μέγιστο χρόνο τις 12 ώρες.

γ) Η τιμή του pH κατά τη διάρκεια της μεταποίησης δεν πρέπει να υπερβαίνει το 8,0.

Μέρος B: Ανώτατα επίπεδα για ορισμένες ουσίες

Ουσία | Μέγιστες τιμές ανοχής mg/kg |

2-amino-3,4,8-trimethylimidazo [4,5-f] quinoxaline (4,8-DiMeIQx) | 50 |

2-amino-1-methyl-6-phenylimidazol [4,5-b]pyridine (PhIP) | 50 |

[1] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[2] ΕΕ C 168 της 20.7.2007, σ. 34 .

[3] ΕΕ L 184 της 15.7.1988, σ. 61. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

[4] ΕΕ L 184 της 15.7.1988, σ. 67.

[5] ΕΕ L 42 της 15.2.1991, σ. 25.

[6] http://europa.eu.int/comm/food/food/chemicalsafety/flavouring/scientificadvice_en.htm

[7] ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1642/2003 (ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 4).

[8] ΕΕ L […] της […], σ […].

[9] ΕΕ L 299 της 23.11.1996, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

[10] ΕΕ L 309 της 26.11.2003, σ. 1.

[11] ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 1.

[12] ΕΕ L 109 της 6.5.2000, σ. 29. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2003/89/ΕΚ (ΕΕ L 308 της 25.11.2003, σ. 15).

[13] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφασ 2006/512/EΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).

[14] ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1. Διορθωμένη έκδοση (ΕΕ L 191 της 28.5.2004, σ. 1).

[15] ΕΕ L 160 της 12.6.1989, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με την Πράξη προσχώρησης του 2003.

[16] ΕΕ L 149 της 14.6.1991, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003.

[17] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[18] Ζαχαρώδη με έντονη γεύση· βάρος ανά ζαχαρωτό έως 1 g.

Top