EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62012CJ0412

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 18ης Ιουλίου 2013.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Κυπριακής Δημοκρατίας.
Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 1999/31/ΕΚ - Υγειονομική ταφή αποβλήτων - Λειτουργία χωρίς σχέδιο διευθετήσεως του χώρου - Υποχρέωση τερματισμού της.
Υπόθεση C-412/12.

Συλλογή της Νομολογίας 2013 -00000

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2013:506

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)

της 18ης Ιουλίου 2013 (*)

«Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγία 1999/31/ΕΚ – Υγειονομική ταφή αποβλήτων – Λειτουργία χωρίς σχέδιο διευθετήσεως του χώρου – Υποχρέωση τερματισμού της»

Στην υπόθεση C‑412/12,

με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως δυνάμει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ, η οποία ασκήθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 2012,

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους Γ. Ζαββό και D. Düsterhaus, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

προσφεύγουσα,

κατά

Κυπριακής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από τους M. Χατζηγεωργίου και K. Λυκούργο,

καθής,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. Berger, πρόεδρο τμήματος, A. Borg Barthet και J.‑J. Kasel (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Mengozzi

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Με την προσφυγή της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Κυπριακή Δημοκρατία, παραλείποντας να θέσει εκτός λειτουργίας όλες τις χωματερές ανεξέλεγκτης διαθέσεως αποβλήτων (ΧΑΔΑ) στην επικράτειά της ή να διασφαλίσει ότι αυτές πληρούν τις απαιτήσεις της οδηγίας 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων (ΕΕ L 182, σ. 1), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 14 της οδηγίας αυτής.

 Το νομικό πλαίσιο

2        Το άρθρο 14 της οδηγίας 1999/31, το οποίο επιγράφεται «Υφιστάμενοι χώροι υγειονομικής ταφής», ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για να διασφαλίζουν ότι η συνέχιση της λειτουργίας χώρων υγειονομικής ταφής για τους οποίους έχει χορηγηθεί άδεια ή οι οποίοι λειτουργούν ήδη κατά το χρόνο [μεταφοράς] της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο επιτρέπεται μόνον εφόσον ληφθούν τα παρακάτω μέτρα το ταχύτερο δυνατόν και το αργότερο εντός οκτώ ετών μετά την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1·

α)      εντός ενός έτους μετά την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1 [ήτοι το αργότερο στις 16 Ιουλίου 2001], ο φορέας εκμεταλλεύσεως χώρου ταφής καταρτίζει και υποβάλλει προς έγκριση στην αρμόδια αρχή σχέδιο διευθετήσεως του χώρου, το οποίο περιλαμβάνει τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 8 καθώς και όλα τα επανορθωτικά μέτρα τα οποία κρίνει ότι θα απαιτηθούν προκειμένου να συμμορφωθεί προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, εξαιρουμένων των απαιτήσεων του παραρτήματος I, σημείο 1·

β)      μετά την υποβολή του σχεδίου διευθετήσεως, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν οριστική απόφαση σχετικά με τη συνέχιση της λειτουργίας βάσει του εν λόγω σχεδίου και της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την παύση της λειτουργίας το συντομότερο δυνατόν, βάσει του άρθρου 7, στοιχείο στ΄, και του άρθρου 13, των χώρων ταφής που δεν έχουν λάβει, σύμφωνα με το άρθρο 8, άδεια συνέχισης της λειτουργίας·

γ)      βάσει του εγκεκριμένου σχεδίου διευθετήσεως του χώρου, οι αρμόδιες αρχές χορηγούν άδεια για την εκτέλεση των αναγκαίων έργων και καθορίζουν μεταβατική περίοδο για την ολοκλήρωση του σχεδίου. Όλοι ανεξαιρέτως οι υφιστάμενοι χώροι υγειονομικής ταφής αποβλήτων τηρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, εξαιρουμένων των απαιτήσεων του παραρτήματος I, σημείο 1, εντός οκτώ ετών μετά την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1 [ήτοι το αργότερο στις 16 Ιουλίου 2009]·

[…]»

 Η διαδικασία πριν από την άσκηση της προσφυγής

3        Στις 15 Ιουλίου 2009 η Επιτροπή απέστειλε στην Κυπριακή Δημοκρατία επιστολή με την οποία της υπενθύμισε την υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 14 της οδηγίας 1999/31, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων, καθώς και την υποχρέωση να τεθούν εκτός λειτουργίας, το αργότερο στις 16 Ιουλίου 2009, οι χώροι οι οποίοι δεν πληρούν τις απαιτήσεις της εν λόγω οδηγίας. Με την ίδια επιστολή, η Επιτροπή ζήτησε από την Κυπριακή Δημοκρατία να την ενημερώσει με ποιον τρόπο συμμορφώθηκε προς την περιβαλλοντική ρύθμιση του δικαίου της Ένωσης ή πότε θεωρούσε ότι θα συμμορφωνόταν προς αυτήν.

4        Στο πλαίσιο της αλληλογραφίας που ακολούθησε, η Κυπριακή Δημοκρατία πληροφόρησε την Επιτροπή ότι, από τις 115 χωματερές αποδοχής οικιακών αποβλήτων για τις οποίες είχε χορηγηθεί άδεια ή οι οποίες λειτουργούσαν ήδη στην κυπριακή επικράτεια κατά τον χρόνο μεταφοράς της οδηγίας 1999/31 στο εσωτερικό δίκαιο, οι 52, στις επαρχίες Πάφου, Λάρνακας και Αμμοχώστου, είχαν τεθεί εκτός λειτουργίας. Η διαδικασία αποκαταταστάσεως αυτών των χωματερών θα ξεκινούσε, κατά το εν λόγω κράτος μέλος, για τις μεν επαρχίες Λάρνακας και Αμμοχώστου το δεύτερο εξάμηνο του 2011, για τη δε επαρχία της Πάφου το πρώτο εξάμηνο του ίδιου έτους. Οι 63 χωματερές οι οποίες εξακολουθούσαν να λειτουργούν προς εξυπηρέτηση των επαρχιών Λευκωσίας και Λεμεσού επρόκειτο να τεθούν εκτός λειτουργίας το 2015.

5        Δεδομένου ότι δεν ικανοποιήθηκε από την απάντηση αυτή, η Επιτροπή απηύθυνε στις 20 Μαΐου 2011 έγγραφο οχλήσεως στην Κυπριακή Δημοκρατία, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 258 ΣΛΕΕ.

6        Κατόπιν νέας αλληλογραφίας σχετικά με την προθεσμία απαντήσεως στο ως άνω έγγραφο οχλήσεως, οι κυπριακές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή με επιστολή της 12ης Σεπτεμβρίου 2011 ότι, από τις 63 χωματερές ανεξέλεγκτης διαθέσεως αποβλήτων στις οποίες αναφερόταν το έγγραφο οχλήσεως, εξακολουθούσαν να λειτουργούν μόνον 6, συγκεκριμένα δε 3 στην επαρχία Λεμεσού και 3 στην επαρχία Λευκωσίας. Οι υπόλοιπες 57 είχαν τεθεί εκτός λειτουργίας και εξυπηρετούνταν πλέον από τις προαναφερθείσες 6 χωματερές. Η Κυπριακή Δημοκρατία επισήμανε ότι όλες οι χωματερές θα κλείσουν, άπαξ και αρχίσουν να λειτουργούν τα κέντρα ολοκληρωμένης διαχείρισης αστικών απορριμμάτων, κατά το 2015 ή το 2016.

7        Η Επιτροπή, θεωρώντας ότι οι απαντήσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας ήσαν ανεπαρκείς, απηύθυνε στο εν λόγω κράτος μέλος, στις 27 Ιανουαρίου 2012, αιτιολογημένη γνώμη με την οποία το κάλεσε να συμμορφωθεί εντός προθεσμίας δύο μηνών.

8        Η Κυπριακή Δημοκρατία απάντησε στην ως άνω αιτιολογημένη γνώμη με έγγραφο της 6ης Απριλίου 2012, σημειώνοντας ότι, από τις 6 χωματερές που λειτουργούσαν κατά τον χρόνο της απαντήσεως στο έγγραφο οχλήσεως, οι τέσσερις είχαν εν τω μεταξύ τεθεί εκτός λειτουργίας και οι δύο εναπομείνασες θα έκλειναν μόλις ολοκληρωνόταν η κατασκευή και ξεκινούσε η λειτουργία των κέντρων ολοκληρωμένης διαχείρισης αποβλήτων για τις επαρχίες Λευκωσίας και Λεμεσού.

9        Κρίνοντας μη ικανοποιητικές τις εξαγγελίες της Κυπριακής Δημοκρατίας όσον αφορά την πορεία της συμμόρφωσής της προς την περιβαλλοντική ρύθμιση του δικαίου της Ένωσης και διαπιστώνοντας ότι η παράβαση της οδηγίας 1999/31 δεν είχε παύσει, η Επιτροπή άσκησε την υπό κρίση προσφυγή.

 Επί της προσφυγής

10      Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 14 της οδηγίας 1999/31, οι χωματερές οι οποίες λειτουργούσαν ήδη κατά τον χρόνο της μεταφοράς της οδηγίας αυτής στο εθνικό δίκαιο μπορούσαν να συνεχίσουν να λειτουργούν μόνον αν εφαρμόζονταν πριν τις 16 Ιουλίου 2009 τα μέτρα που απαιτούσε η ρύθμιση του δικαίου της Ένωσης. Σε αντίθετη περίπτωση, έπρεπε να τεθούν εκτός λειτουργίας. Επομένως, εν προκειμένω, δεν τέθηκαν εμπροθέσμως εκτός λειτουργίας όλες οι χωματερές οι οποίες βρίσκονταν στην κυπριακή επικράτεια και λειτουργούσαν ήδη κατά τον χρόνο μεταφοράς της οδηγίας 1999/31 στο εθνικό δίκαιο.

11      Η Κυπριακή Δημοκρατία αναγνωρίζει, με το υπόμνημα αντικρούσεως, ότι, από τις 115 χωματερές ανεξέλεγκτης διαθέσεως αποβλήτων που λειτουργούσαν στην κυπριακή επικράτεια και δεν πληρούσαν τα κριτήρια του άρθρου 14 της οδηγίας 1999/31 ώστε να μπορεί να επιτραπεί η συνέχιση της λειτουργίας τους, κατάφερε να θέσει εκτός λειτουργίας τις 113. Η ίδια η Κυπριακή Δημοκρατία έχει θέσει ως στόχο τον τερματισμό της λειτουργίας των υπολοίπων δύο στη διάρκεια του 2015. Εν τω μεταξύ πάντως λαμβάνει, όπως υποστηρίζει, μέτρα για την περιβαλλοντικά ορθότερη λειτουργία των δύο χωματερών που έχουν απομείνει.

12      Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, κατά πάγια νομολογία, η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται με γνώμονα την κατάσταση του κράτους μέλους κατά τη λήξη της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη, το δε Δικαστήριο δεν λαμβάνει υπόψη τις μεταβολές οι οποίες έχουν επέλθει στη συνέχεια (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 2013, C‑473/10, Επιτροπή κατά Ουγγαρίας, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 96 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

13      Εφόσον δεν αμφισβητείται ότι οι δύο εναπομείνασες χωματερές ανεξέλεγκτης διαθέσεως αποβλήτων δεν τέθηκαν εμπροθέσμως εκτός λειτουργίας, διαπιστώνεται ότι εξακολουθεί να υφίσταται παράβαση του άρθρου 14 της οδηγίας 1999/31.

14      Για να δικαιολογήσει τη μη τήρηση του άρθρου 14 της οδηγίας 1999/31, η Κυπριακή Δημοκρατία προβάλλει ως επιχείρημα ότι, λόγω της ιδιαίτερης γεωγραφικής της θέσεως, δεν έχει οποιαδήποτε εναλλακτική πέραν της διαθέσεως των αποβλήτων στο εσωτερικό της χώρας. Κατά συνέπεια, το κλείσιμο των δύο χωματερών ανεξέλεγκτης διαθέσεως αποβλήτων που έχουν απομείνει είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη δημιουργία και τη λειτουργία νέων μονάδων διαχειρίσεως αποβλήτων. Συγκεκριμένα, η Κυπριακή Δημοκρατία αδυνατεί αντικειμενικώς να διοχετεύσει το σύνολο των αποβλήτων που δέχονται οι εναπομείνασες χωματερές σε άλλες μονάδες εντός της χώρας, οι οποίες να είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του άρθρου 14 της οδηγίας 1999/31. Οι μονάδες αυτές, κατόπιν δυσχερειών διοικητικής φύσεως, οι οποίες ανέκυψαν στο πλαίσιο των εργασιών κατασκευής τους, δεν προβλέπεται να περατωθούν πριν το τέλος του 2015.

15      Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι ως άνω δικαιολογητικοί λόγοι δεν μπορούν να γίνουν δεκτοί. Πράγματι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, δεν επιτρέπεται στα κράτη μέλη να επικαλούνται διατάξεις, πρακτικές ή καταστάσεις της εσωτερικής τους έννομης τάξεως για να δικαιολογούν τη μη τήρηση των υποχρεώσεων και των προθεσμιών που θέτει μια οδηγία (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 2013, C‑483/10, Επιτροπή κατά Ισπανίας, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 51 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

16      Επομένως, η προσφυγή της Επιτροπής κρίνεται βάσιμη.

17      Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι η Κυπριακή Δημοκρατία, παραλείποντας να θέσει εκτός λειτουργίας όλες τις χωματερές ανεξέλεγκτης διαθέσεως αποβλήτων στην επικράτειά της ή να διασφαλίσει ότι αυτές πληρούν τις απαιτήσεις της οδηγίας 1999/31, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 14 της οδηγίας αυτής.

 Επί των δικαστικών εξόδων

18      Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η Επιτροπή ζήτησε την καταδίκη της Κυπριακής Δημοκρατίας στα δικαστικά έξοδα και ότι η τελευταία ηττήθηκε, αυτή πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφασίζει:

1)      Η Κυπριακή Δημοκρατία, παραλείποντας να θέσει εκτός λειτουργίας όλες τις χωματερές ανεξέλεγκτης διαθέσεως αποβλήτων (ΧΑΔΑ) στην επικράτειά της ή να διασφαλίσει ότι αυτές πληρούν τις απαιτήσεις της οδηγίας 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 14 της οδηγίας αυτής.

2)      Καταδικάζει την Κυπριακή Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική.

Top