EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 51999PC0709

Πρόταση ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ περί ευρωπαϊκής συνεργασίας για την αξιολόγηση της ποιότητας στη σχολική εκπαίδευση

/* COM/99/0709 τελικό - COD 2000/0022 */

51999PC0709

Πρόταση ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ περί ευρωπαϊκής συνεργασίας για την αξιολόγηση της ποιότητας στη σχολική εκπαίδευση /* COM/99/0709 τελικό - COD 2000/0022 */


Πρόταση ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ περί ευρωπαϊκής συνεργασίας για την αξιολόγηση της ποιότητας στη σχολική εκπαίδευση

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Εισαγωγή

Η ποιότητα στη σχολική εκπαίδευση αποτελεί προτεραιότητα για τα κράτη μέλη, κάθε σχολείο στην Ευρώπη ασχολείται ουσιαστικά με το θέμα της ποιότητας και κύρια προτεραιότητα κάθε εκπαιδευτικού είναι η ποιότητα της διδασκαλίας των μαθητών. Όπως αναφέρεται στο άρθρο 149, η Κοινότητα συμβάλλει στην ανάπτυξη μιας ποιοτικής εκπαίδευσης, ενθαρρύνοντας τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών. Η ενθάρρυνση, η παροχή υποστήριξης και η διευκόλυνση ανταλλαγής πληροφοριών και εμπειριών εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας μπορεί να παροτρύνει τη θέσπιση καινοτόμων μέτρων για τη βελτίωση της ποιότητας στον τομέα αυτό.

Κατά την περίοδο 1995-1998 έχουν αναληφθεί πολλές ενέργειες για να ενισχυθεί η συνεργασία σε ευρωπαϊκό επίπεδο στον τομέα της αξιολόγησης της ποιότητας της σχολικής εκπαίδευσης. Ανώτεροι εκπαιδευτικοί συναντήθηκαν δύο φορές κατά τη διάρκεια του 1995 για να συζητήσουν το θέμα της αξιολόγησης της ποιότητας στη σχολική εκπαίδευση. Σε συνέχεια τεσσάρων προσκλήσεων υποβολής προτάσεων που δημοσιεύθηκαν το 1995, 1996, 1997 και 1998, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρείχε οικονομική υποστήριξη για τη διεξαγωγή μελετών, επισκέψεων μελέτης και διασκέψεων με θέμα την ποιότητα της σχολικής εκπαίδευσης.

Η δήλωση πρόθεσης εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να θέσει σε εφαρμογή ένα δοκιμαστικό σχέδιο για την αξιολόγηση της ποιότητας στη σχολική εκπαίδευση, στις αρχές του 1997, είχε την ισχυρή υποστήριξη των Υπουργών Παιδείας, στα πλαίσια του Συμβουλίου που συνήλθε στις 6 Μαΐου 1996. Οι Υπουργοί επεσήμαναν την ανάγκη αύξησης της συνεργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σε αυτόν τον ζωτικό τομέα. Αργότερα, το Συμβούλιο Υπουργών που συνήλθε στις Βρυξέλλες στις 20 Νοεμβρίου 1997, υπογράμμισε και πάλι τη σημασία που έχει η βελτίωση της ποιότητας της σχολικής εκπαίδευσης, εγκρίνοντας συμπεράσματα του Συμβουλίου στον εν λόγω τομέα [1].

[1] Συμπεράσματα του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1997 σχετικά με την αξιολόγηση της ποιότητας της σχολικής εκπαίδευσης (98/C 1/03).

Το δοκιμαστικό σχέδιο για την ποιοτική αξιολόγηση της σχολικής εκπαίδευσης άρχισε να εφαρμόζεται το 1997 και το 1998 σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Στόχος του δοκιμαστικού σχεδίου ήταν η περαιτέρω ευαισθητοποίηση όσον αφορά την ανάγκη αξιολόγησης της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ευρώπη, η ενίσχυση των υφιστάμενων εθνικών διαδικασιών, η πρόσδωση μιας ευρωπαϊκής διάστασης στην αξιολόγηση της ποιότητας και η υποστήριξη της ανταλλαγής πληροφοριών και εμπειριών [2].

[2] Οι μέθοδοι αξιολόγησης που χρησιμοποιήθηκαν στο δοκιμαστικό σχέδιο περιγράφονται στις "κατευθυντήριες γραμμές για τα συμμετέχοντα ιδρύματα" και στον "πρακτικό οδηγό για την αυτοαξιολόγηση", που μεταφράστηκαν σε όλες τις κοινοτικές γλώσσες και διανεμήθηκαν και στα 101 σχολεία που συμμετείχαν στο δοκιμαστικό σχέδιο.

Τα αποτελέσματα του δοκιμαστικού σχεδίου δημοσιεύτηκαν σε μια ενδιάμεση έκθεση [3] και σε μια τελική έκθεση [4]. Στα πλαίσια εθνικών εκθέσεων αξιολογήθηκε ο αντίκτυπος του σχεδίου σε σχολεία διαφόρων χωρών. Σε ορισμένα κράτη, το δοκιμαστικό σχέδιο οδήγησε στη θέσπιση νέων νόμων, κυρίως στις Κάτω Χώρες, την Αυστρία και την Ελλάδα. Στην Ιταλία, το δοκιμαστικό σχέδιο συνέβαλε στην υλοποίηση της αυτονομίας των σχολείων. Η Πορτογαλία συνεχίζει την εφαρμογή του δοκιμαστικού σχεδίου, συμπεριλαμβάνοντας σταδιακά όλο και περισσότερα σχολεία στην προσπάθεια αυτή. Στη Νορβηγία, το δοκιμαστικό σχέδιο ενέπνευσε την έκδοση ενός λευκού βιβλίου για την αξιολόγηση της ποιότητας. Τα γερμανόφωνα κράτη (Γερμανία, Αυστρία, Λουξεμβούργο και Λίχτενσταϊν) συνεχίζουν τις επαφές μεταξύ σχολείων, σε διακρατικό επίπεδο.

[3] Αξιολογώντας την ποιότητα στη σχολική εκπαίδευση·Ευρωπαϊκό δοκιμαστικό σχέδιο·Ενδιάμεση έκθεση. Μάιος 1998.

[4] Αξιολογώντας την ποιότητα στη σχολική εκπαίδευση· Ευρωπαϊκό δοκιμαστικό σχέδιο· Τελική έκθεση. Ιούνιος 1999.

2. Πλαίσιο

Το άρθρο 149 της συνθήκης ΕΚ ορίζει ότι η Κοινότητα συμβάλλει στην ανάπτυξη παιδείας υψηλού επιπέδου, ενθαρρύνοντας τη συνεργασία μεταξύ κρατών μελών και, αν αυτό απαιτείται, υποστηρίζοντας και συμπληρώνοντας τη δράση τους, σεβόμενη ταυτόχρονα πλήρως την αρμοδιότητα των κρατών μελών για το περιεχόμενο της διδασκαλίας και την οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος καθώς και την πολιτιστική και γλωσσική τους πολυμορφία.

Η ποιότητα στην εκπαίδευση διαθέτει πολλές πτυχές. Η ποιότητα ενός συστήματος ή μιας ρύθμισης δεν μπορεί να οριστεί σε απόλυτους όρους. Η ποιότητα εξαρτάται από τους στόχους που τίθενται, τα μέσα που χρησιμοποιούνται για την επίτευξη των στόχων αυτών και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες επιτυγχάνονται οι εν λόγω στόχοι. Η εξέλιξη της κοινωνίας απαιτεί αλλαγές στις απαιτήσεις όσον αφορά την ποιότητα των εκπαιδευτικών διατάξεων. Η ποιότητα στην εκπαίδευση εξαρτάται από το ενδιαφέρον του εμπλεκομένου (που αξιολογεί την ποιότητα των εκπαιδευτικών διατάξεων: του σπουδαστή, του καθηγητή ή του γονέα).

Ο ορισμός της ποιότητας στην εκπαίδευση αποτελεί αντικείμενο πολιτικής συζήτησης και μέρος της δημοκρατικής διαδικασίας. Η συζήτηση εντοπίζεται στους στόχους, στα μέσα για την επίτευξή τους, στις οικονομικές προτεραιότητες, στις γνώσεις γύρω από την εκπαίδευση και τις διαδικασίες εκμάθησης και στις ανάγκες και επιθυμίες των πολιτών.

Στα διάφορα επίπεδα του εκπαιδευτικού συστήματος, η αξιολόγηση της ποιότητας λειτουργεί ως μηχανισμός μέτρησης και αξιολόγησης του κατά πόσον το εκπαιδευτικό σύστημα ανταποκρίνεται στους στόχους που έχουν τεθεί. Η αξιολόγηση επιβάλλει το διάλογο μεταξύ όλων των ενδιαφερόμενων πλευρών και, μέσω της κατάλληλης παρακολούθησης, την προσαρμογή για να υπάρξει ανταπόκριση στα νέα ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια.

Τα περισσότερα ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά συστήματα έχουν υποστεί σημαντικές αλλαγές κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά είναι η αποκέντρωση. Ένα μεγάλο μέρος των εξουσιών λήψης αποφάσεων έχει εκχωρηθεί σε τοπικά επίπεδα του εκπαιδευτικού συστήματος και τα ιδρύματα αποκτούν μεγαλύτερη αυτονομία. Από μια άποψη, η αποκέντρωση αποτελεί ένα μηχανισμό για τη μεταφορά της πολιτικής συζήτησης ή της δημοκρατικής διαδικασίας, σχετικά με το τι είναι ποιοτικό, στα κατώτερα επίπεδα του εκπαιδευτικού συστήματος.

Υπάρχουν βασικά δύο τρόποι ποιοτικής αξιολόγησης: η εξωτερική αξιολόγηση και η αυτοαξιολόγηση. Η εξωτερική αξιολόγηση συνιστά μια προσπάθεια της κεντρικής κυβέρνησης να εξασφαλίσει την ποιότητα στην εκπαίδευση και την αποτελεσματική χρήση των πόρων από τα σχολεία. Η εξωτερική αξιολόγηση αποτελεί ένα μέσο κεντρικού ελέγχου και καθοδήγησης των σχολείων. Στα πλαίσια της μεταφοράς της δημοκρατικής συζήτησης σχετικά με την ποιότητα στην εκπαίδευση σε τοπικό επίπεδο, η αυτοαξιολόγηση δίνει τη δυνατότητα στα σχολεία να αναλάβουν τα ίδια αυτήν την εργασία. Η αυτοαξιολόγηση αποτελεί ένα μέσο για την οργάνωση σε τοπικό επίπεδο της δημοκρατικής συζήτησης σχετικά με το τι σημαίνει ποιότητα στη σχολική εκπαίδευση. Η αυτοαξιολόγηση συχνά απαιτεί τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων και παρέχει μηχανισμούς για την υποστήριξη της λήψης αποφάσεων και της εκμάθησης.

Οι δείκτες ποιότητας ή σύγκρισης αποτελούν στοιχεία που βοηθούν τους εταίρους σε όλα τα επίπεδα, κατά την αξιολόγηση της ποιότητας των εκπαιδευτικών διατάξεων. Οι οργανισμοί, οι επιχειρήσεις, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια μπορούν να εξάγουν καλύτερα συμπεράσματα όταν έχουν στη διάθεσή τους στοιχεία που τους δίνουν μια καλύτερη εικόνα της κατάστασης. Η ύπαρξη στοιχείων δίνει τη δυνατότητα εκτίμησης της κατάστασης στο σχολείο και τις τάξεις.

Το ζητούμενο κατά τη θέσπιση μιας συνεργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όσον αφορά την αξιολόγηση της ποιότητας και τους δείκτες ποιότητας, δεν είναι η παραγωγή προτύπων αξιολόγησης που μπορούν να εισαχθούν γενικά. Η πολυμορφία και η καταλληλότητα των μεθόδων και των προσεγγίσεων που χρησιμοποιούνται σε εθνικό επίπεδο είναι αυτές που θα οδηγήσουν σε μια εποικοδομητική ανταλλαγή πληροφοριών, που μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση των υφιστάμενων διαδικασιών αξιολόγησης. Επομένως κάθε ενέργεια σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να βασίζεται στα διαφορετικά εθνικά πλαίσια και στην ιστορική, κοινωνική, πολιτιστική και πολιτική κατάσταση κάθε χώρας.

3. Νομικη βαση της συστασης

Για τους τομείς της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, τα άρθρα 149 και 150 της συνθήκης του Άμστερνταμ ορίζουν ότι η Κοινότητα συμβάλλει στην ανάπτυξη παιδείας υψηλού επιπέδου, ενθαρρύνοντας τη συνεργασία μεταξύ κρατών μελών και, αν αυτό απαιτείται, υποστηρίζοντας και συμπληρώνοντας τη δράση τους, σεβόμενη ταυτόχρονα πλήρως την αρμοδιότητα των κρατών μελών για το περιεχόμενο της διδασκαλίας και την οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος καθώς και την πολιτιστική και γλωσσική τους πολυμορφία.

Η σύσταση σέβεται την πολυμορφία που υπάρχει στα ευρωπαϊκά συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης και βασίζεται στην εθελοντική συνεργασία και προσαρμογή. Η ανάληψη κοινοτικής δράσης στον τομέα αυτό μπορεί να έχει προστιθέμενη αξία, στο βαθμό που, μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών και εμπειριών, καθιστά δυνατή τη σύγκριση του εθνικού συστήματος με άλλα και δίνει ερέθισμα για καινοτομίες.

2000/0022 (COD)

Πρόταση

ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

περί ευρωπαϊκής συνεργασίας για την αξιολόγηση της ποιότητας στη σχολική εκπαίδευση

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 149 παράγραφος 4 και το άρθρο 150 παράγραφος 4,

την πρόταση της Επιτροπής [5],

[5] ΕΕ C

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [6],

[6] ΕΕ C

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών [7],

[7] ΕΕ C

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο 251 της συνθήκης,

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Όλα τα κράτη μέλη έχουν ως στόχο την υψηλού επιπέδου εκπαίδευση.

(2) Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών έχουν αυξηθεί οι πόροι που διατίθενται από τις βιομηχανικές χώρες για την εκπαίδευση. Η εκπαίδευση θεωρείται η λύση των προβλημάτων στον τομέα της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής. Η δια βίου μάθηση αποτελεί το κλειδί για τη μελλοντική εξέλιξη του ατόμου σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο. Η υψηλής ποιότητας εκπαίδευση είναι σημαντική υπό το πρίσμα των πολιτικών για την αγορά εργασίας και την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

(3) Στον τομέα των πολιτικών για την αγορά εργασίας, κάθε έτος το Συμβούλιο εκδίδει ένα σύνολο κατευθυντήριων γραμμών βάσει ποσοτικών στόχων και δεικτών. Η 7η από τις κατευθυντήριες γραμμές για το 1999 [8] αναφέρει ότι τα κράτη μέλη θα βελτιώσουν την ποιότητα του σχολικού τους συστήματος, κατά τρόπο ώστε να μειωθεί ουσιαστικά ο αριθμός των νέων που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολικό σύστημα. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει επίσης να δοθεί στους νέους που αντιμετωπίζουν δυσκολίες μάθησης στην όγδοη από τις κατευθυντήριες γραμμές [9] για την απασχόληση που προτείνονται για το 2000, η Επιτροπή προτείνει να γίνει ειδική αναφορά στην ανάπτυξη της εκπαίδευσης σε θέματα υπολογιστών, στον εξοπλισμό των σχολείων με υπολογιστές και στη διευκόλυνση της πρόσβασης των σπουδαστών στο Internet, έως το 2002, κάτι που θα επιδράσει θετικά στην ποιότητα της εκπαίδευσης και θα προετοιμάσει τους νέους για τη ψηφιακή εποχή.

[8] Ψήφισμα του Συμβουλίου της 22ας Φεβρουαρίου 1999. EE C 69, 12.3.1999, σ. 2.

[9] COM(1999) 0441 τελικό

(4) Για την επίτευξη εκπαίδευσης υψηλής ποιότητας είναι διαθέσιμο ένα ευρύ φάσμα μέσων. Η αξιολόγηση της ποιότητας αποτελεί μια μέθοδο παρακολούθησης και δημιουργίας σχολείων τα οποία θα είναι σε θέση να αποτελούν εκμανθάνοντες και βελτιωνόμενους οργανισμούς, να παρέχουν γνώσεις και να εφοδιάζουν τους νέους σπουδαστές στην Κοινότητα με τα κατάλληλα προσόντα, ειδικότητες και κανόνες συμπεριφοράς για την αντιμετώπιση μελλοντικών προκλήσεων.

(5) Η Επιτροπή έχει εφαρμόσει ένα δοκιμαστικό σχέδιο για την αξιολόγηση της ποιότητας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, το 1994 και το 1995. Στις 24 Σεπτεμβρίου 1998, το Συμβούλιο εξέδωσε σύσταση 98/561/ΕΚ για την ευρωπαϊκή συνεργασία με σκοπό τη διασφάλιση της ποιότητας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση [10] στην οποία υπογραμμίζεται η σημασία της ανταλλαγής πληροφοριών και εμπειριών και η συνεργασία με άλλα κράτη μέλη για την εξασφάλιση της ποιότητας.

[10] ΕΕ L 270, 7.10.1998, σ. 56.

(6) Το πρόγραμμα ΣΩΚΡΑΤΗΣ και ιδίως η δράση ΙΙΙ.3.1 αυτού καλεί την Επιτροπή να προωθήσει την ανταλλαγή πληροφοριών και εμπειριών σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος. Η αξιολόγηση της σχολικής εκπαίδευσης είναι ένα από τα θέματα προτεραιότητας της εν λόγω δράσης.

(7) Η Επιτροπή, από το Μάρτιο του 1996 και μετά, έχει προβεί σε διάφορες μελέτες και επιχειρησιακές ενέργειες για τη διερεύνηση του θέματος της αξιολόγησης από διαφορετικές πλευρές, με στόχο την περιγραφή των διαφόρων προσεγγίσεων και μεθόδων αξιολόγησης που χρησιμοποιούνται σε διάφορα επίπεδα.

(8) Η Επιτροπή έχει εφαρμόσει ένα δοκιμαστικό σχέδιο κατά τη διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους 1997/98 σε 101 σχολεία ανώτερης και κατώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στα κράτη που συμμετέχουν στο πρόγραμμα ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Η συμβουλευτική ομάδα εργασίας, στην οποία συμμετείχαν εμπειρογνώμονες σε θέματα αξιολόγησης που είχαν ορίσει τα κράτη μέλη, βοήθησε την Επιτροπή στην εφαρμογή του σχεδίου.

(9) Οι συμμετέχοντες στο σχέδιο, συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων από τα 101 σχολεία, αρμόδιων για τη λήψη αποφάσεων από εθνικές αρχές, ερευνητών και ενδιαφερόμενων μερών των σχολείων, εξέδωσαν μια διακήρυξη κατά τη διάρκεια της τελικής διάσκεψης που έγινε στη Βιέννη στις 20-21 Νοεμβρίου 1998. Στη διακήρυξη αυτή αναφέρεται ότι "Tο δοκιμαστικό σχέδιο αύξησε την ευαισθητοποίηση σχετικά με το θέμα της ποιότητας στα σχολεία μας και, στη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής του, βοήθησε στη βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης σε όλα σχεδόν τα σχολεία μας. [11]"

[11] Στην τελική διάσκεψη που έγινε για το δοκιμαστικό σχέδιο στη Βιέννη, στις 20-21 Νοεμβρίου 1998, οι συμμετέχοντες ενέκριναν μια διακήρυξη.

(10) Τα 18 κράτη (τα κράτη μέλη της ΕΕ και η Νορβηγία, η Ισλανδία και το Λίχτενσταϊν) που συμμετείχαν στο δοκιμαστικό σχέδιο συνέταξαν εθνικές εκθέσεις για τον αντίκτυπο των ενεργειών και τις εμπειρίες που αποκόμισαν κατά τη διάρκεια του δοκιμαστικού σχεδίου. Οι εθνικές αυτές εκθέσεις είναι κατά κύριο λόγο θετικές και επισημαίνουν τη σημασία του να μαθαίνει ο ένας από τον άλλο σε διεθνές επίπεδο, μέσω της ανταλλαγής εμπειριών και ορθών πρακτικών.

(11) Η τελική ευρωπαϊκή έκθεση [12] τονίζει μια σειρά μεθοδολογικών στοιχείων, ως ιδιαίτερα σημαντικά για την αυτοαξιολόγηση. Τα στοιχεία αυτά περιλαμβάνουν τη δικτύωση σε εθνικό και διεθνές επίπεδο και την παροχή υποστήριξης και την ενθάρρυνση σε εθνικό επίπεδο.

[12] Αξιολόγηση της ποιότητας στη σχολική εκπαίδευση. Ευρωπαϊκό δοκιμαστικό σχέδιο. Τελική έκθεση. Ιούνιος 1999.

(12) Στα συμπεράσματά του της 16ης Δεκεμβρίου 1997 [13] το Συμβούλιο αναφέρει ότι η αξιολόγηση αποτελεί σημαντικό στοιχείο για την εξασφάλιση και, όπου χρειάζεται, τη βελτίωση της ποιότητας.

[13] ΕΕ C 1, 3.1.1998, σ.4.

(13) Είναι αναγκαίο να ληφθεί υπόψη η αρχή της επικουρικότητας καθώς και η αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών για την οργάνωση και τη διάρθρωση των εκπαιδευτικών τους συστημάτων και την αυτονομία ή/και ανεξαρτησία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων,

I. ΣΥΝΙΣΤΟΥΝ:

ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΝΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΟΥΝ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΜΕΣΩ:

1. Της υποστήριξης και, εάν χρειάζεται, της δημιουργίας διαφανών συστημάτων αξιολόγησης της ποιότητας, με στόχο:

α) να διαφυλάξουν την ποιότητα της σχολικής εκπαίδευσης, ως βάση για τη δια βίου μάθηση, σύμφωνα με τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές συνθήκες κάθε κράτους μέλους, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την ευρωπαϊκή διάσταση,

β) να ενθαρρύνουν την αυτοαξιολόγηση των σχολείων, ως μέθοδο δημιουργίας σχολείων που θα αποτελούν εκμανθάνοντες και βελτιούμενους οργανισμούς, στα πλαίσια μιας ισορροπημένης αυτοαξιολόγησης του σχολείου και εξωτερικής αξιολόγησης,

γ) να διασαφηνίσουν το σκοπό και τους όρους της αξιολόγησης και να εξασφαλίσουν ότι η προσέγγιση που ακολουθεί η αυτοαξιολόγηση είναι σύμφωνη με άλλες κανονιστικές μορφές.

2. Της υποστήριξης και όπου χρειάζεται της ανάπτυξης συστημάτων εξωτερικής αξιολόγησης με στόχο:

α) να παρακολουθούν και να παρέχουν μεθοδολογική υποστήριξη και ενθάρρυνση για την αυτοαξιολόγηση των σχολείων,

β) να παρέχουν μια εκ των έξω άποψη του σχολείου, εξασφαλίζοντας τη συνεχή του βελτίωση.

3. Της ενθάρρυνσης και της υποστήριξης της συμμετοχής όλων των ενδιαφερομένων του σχολείου στην πλήρη διαδικασία αξιολόγησης του σχολείου, με στόχο:

α) να προσδώσουν ένα αποφασιστικό και δημιουργικό στοιχείο στην αυτοαξιολόγηση του σχολείου,

β) να εξασφαλίσουν μια αίσθηση συνυπευθυνότητας για τις βελτιώσεις στο σχολείο.

4. Της υποστήριξης της κατάρτισης σε θέματα διαχείρισης και στη χρήση της αυτοαξιολόγησης, με στόχο:

α) να καταστήσουν την αυτοαξιολόγηση έναν αποτελεσματικό μηχανισμό που θα ενισχύει τη δυνατότητα βελτίωσης του σχολείου,

β) να εξασφαλίσουν την αποτελεσματική διάδοση παραδειγμάτων ορθής πρακτικής και νέων μηχανισμών στα πλαίσια της αυτοαξιολόγησης.

5. Της υποστήριξης των σχολείων για να μαθαίνουν το ένα από το άλλο σε εθνική και ευρωπαϊκή κλίμακα, με στόχο:

α) τον εντοπισμό ορθών πρακτικών, αποτελεσματικών μέσων και συγκριτικών σημείων,

β) τη δημιουργία δικτύων για την παροχή αλληλοϋποστήριξης και την πρόσδωση μιας εξωτερικής ώθησης στη διαδικασία αξιολόγησης.

6. Της ενθάρρυνσης της συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών για την ποιότητα στη σχολική εκπαίδευση και την προώθηση της δικτύωσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η συνεργασία αυτή μπορεί να καλύψει τους ακόλουθους τομείς:

α) τη διευκόλυνση και την ανάπτυξη της ανταλλαγής πληροφοριών και εμπειριών, ιδίως σχετικά με τις μεθοδολογικές εξελίξεις και τα παραδείγματα ορθής πρακτικής,

β) την ανάπτυξη συγκρίσιμων στοιχείων, δεικτών και συγκριτικών σημείων για τα εθνικά συστήματα εκπαίδευσης, προκειμένου να συγκρίνονται τα πλεονεκτήματα και οι αδυναμίες με σκοπό την ανταλλαγή ορθών πρακτικών,

γ) την δημιουργία ευρωπαϊκής εμπειρίας στον εν λόγω τομέα, η οποία θα μπορεί να αξιοποιηθεί από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών,

δ) την προώθηση επαφών μεταξύ εμπειρογνωμόνων σε διεθνές επίπεδο.

II. ΚΑΛΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ:

1) να προωθήσει, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, και με βάση τα υφιστάμενα προγράμματα και σύμφωνα με τους στόχους και τις συνήθεις ανοικτές και διαφανείς διαδικασίες των προγραμμάτων αυτών, τη συνεργασία, που αναφέρεται στο σημείο 6, μεταξύ των αρμόδιων αρχών για την ποιότητα στη σχολική εκπαίδευση, και να μεριμνήσει ώστε να συμπράξουν στη συνεργασία αυτή οι οργανώσεις και οι ενώσεις ιδρυμάτων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ευρωπαϊκής αρμοδιότητας που έχουν την απαιτούμενη πείρα στον τομέα της αξιολόγησης και της διασφάλισης της ποιότητας,

2) να δημιουργήσει βάση δεδομένων για τη διάδοση των μέσων και των μηχανισμών αυτοαξιολόγησης των σχολείων. Η βάση δεδομένων πρέπει επίσης να περιέχει παραδείγματα ορθής πρακτικής στα πλαίσια της αξιολόγησης των σχολείων. Η βάση δεδομένων πρέπει να είναι διαθέσιμη στο διαδίκτυο,

3) να υποβάλλει κάθε τρία χρόνια στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών εκθέσεις για την ανάπτυξη των συστημάτων αξιολόγησης της ποιότητας στα διάφορα κράτη μέλη και για τις δραστηριότητες συνεργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης της προόδου που σημειώνεται όσον αφορά την επίτευξη των προαναφερόμενων στόχων.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

H Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

1. ΤΙΤΛΟΣ ΤΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Σύσταση του Ευρωπαϊκόυ Κοινοβούλιου και του Συμβουλίου περί ευρωπαϊκής συνεργασίας για την αξιολόγηση της ποιότητας στη σχολική εκπαίδευση

2. ΣΧΕΤΙΚΟ ΚΟΝΔΥΛΙΟ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Μέρος Α του γενικού προϋπολογισμού, τμήμα ΙΙΙ (Επιτροπή)

Η δημιουργία της βάσης δεδομένων θα χρηματοδοτηθεί στα πλαίσια του σημείου Β3.1001 του προϋπολογισμού του προγράμματος ΣΩΚΡΑΤΗΣ.

3. ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ

Άρθρα 149 και 150 της συνθήκης ΕΚ

4. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

4.1 Γενικός στόχος

Ιδέα της σύστασης είναι η ανάθεση μιας εντολής για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δικτύου ιδρυμάτων που εργάζονται στον τομέα της αξιολόγησης της εκπαίδευσης, των δεικτών και της συγκριτικής αξιολόγησης.

4.2 Χρονική διάρκεια της ενέργειας και προβλεπόμενες ρυθμίσεις για την ανανέωση ή την παράτασή της

Η διάρκεια της σύστασης είναι απεριόριστη.

5. ΕΙΔΟΣ ΤΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ Ή ΕΣΟΔΩΝ

Η εφαρμογή της σύστασης απαιτεί τη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων για τη διάδοση μέσων και μηχανισμών για την αυτοαξιολόγηση των σχολείων. Η βάση δεδομένων πρέπει επίσης να περιέχει παραδείγματα ορθής πρακτικής στα πλαίσια της αξιολόγησης των σχολείων. Στα πλαίσια της σύστασης προβλέπονται δύο συνεδριάσεις εμπειρογνωμόνων ανά έτος.

6. ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Η εφαρμογή της σύστασης απαιτεί τη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων. Προβλέπεται η δημοσίευση πρόσκλησης υποβολής προτάσεων.

6.1 Αναλυτική κατανομή των στοιχείων του κόστους

Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων σε εκατ. ευρώ (σε τρέχουσες τιμές)

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

6.2 Χρονοδιάγραμμα των πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων και των πιστώσεων πληρωμών

σε εκατ. ευρώ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Η χρηματοδότηση παρέχεται στα πλαίσια των υφιστάμενων πόρων της ΓΔ Εκπαίδευσης και Πολιτισμού.

7. ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ (ΤΜΗΜΑ III, ΜΕΡΟΣ Α ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ)

Η πραγματική διάθεση των αναγκαίων διοικητικών πόρων γίνεται ύστερα από ετήσια απόφαση της Επιτροπής για τη διάθεση των πόρων, λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των υπαλλήλων και τα πρόσθετα ποσά που διατίθενται από τη δημοσιονομική αρχή.

7.1 Επίδραση στον αριθμό των υπαλλήλων

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

7.2 Συνολική δημοσιονομική επίδραση του συμπληρωματικού προσωπικού

σε ευρώ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Η χρηματοδότηση παρέχεται στα πλαίσια των υφιστάμενων πόρων της ΓΔ Εκπαίδευσης και Πολιτισμού.

7.3 Αύξηση άλλων διοικητικών δαπανών ως συνέπεια της ενέργειας

σε ευρώ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Οι δαπάνες που αναφέρονται στον ανωτέρω πίνακα, υπό τον τίτλο Α-7, θα καλυφθούν από πιστώσεις στα πλαίσια του συνολικού προϋπολογισμού της ΓΔ Εκπαίδευσης και Πολιτισμού.

Top