EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31996F0700

96/700/ΔΕΥ: Κοινή δράση της 29ης Νοεμβρίου 1996 που θέσπισε το Συμβούλιο βάσει του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την κατάρτιση προγράμματος ενθάρρυνσης και ανταλλαγών μεταξύ των υπευθύνων για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών

ΕΕ L 322 της 12.12.1996, p. 7–10 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 29/11/2001

ELI: http://data.europa.eu/eli/joint_action/1996/700/oj

31996F0700

96/700/ΔΕΥ: Κοινή δράση της 29ης Νοεμβρίου 1996 που θέσπισε το Συμβούλιο βάσει του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την κατάρτιση προγράμματος ενθάρρυνσης και ανταλλαγών μεταξύ των υπευθύνων για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 322 της 12/12/1996 σ. 0007 - 0010


ΚΟΙΝΗ ΔΡΑΣΗ της 29ης Νοεμβρίου 1996 που θέσπισε το Συμβούλιο βάσει του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την κατάρτιση προγράμματος ενθάρρυνσης και ανταλλαγών μεταξύ των υπευθύνων για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών (96/700/ΔΕΥ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο Κ.3 παράγραφος 2 στοιχείο β) και το άρθρο Κ.8 παράγραφος 2,

την πρωτοβουλία του Βασιλείου του Βελγίου,

Εκτιμώντας:

ότι η ενίσχυση της συνεργασίας στους τομείς της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων, όσον αφορά την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, αποτελεί θέμα κοινού ενδιαφέροντος 7

ότι η εμπορία ανθρώπων και η σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών αποτελούν σοβαρή παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ατόμου, και ιδίως της ανθρώπινης αξιοπρέπειας 7

ότι οι πρόσφατες εξελίξεις καταδεικνύουν ότι η εμπορία ανθρώπων και η σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών μπορεί να αποτελέσουν σημαντική μορφή του οργανωμένου εγκλήματος, οι διαστάσεις της οποίας καθίστανται όλο και πιο ανησυχητικές στην Ευρωπαϊκή Ένωση 7

Έχοντας επίγνωση ότι απαιτείται συντονισμένη και πολύπλευρη αντιμετώπιση του προβλήματος 7

Εκτιμώντας:

ότι, προς το σκοπό αυτό, η δημιουργία πλαισίου επιμόρφωσης, ενημέρωσης, μελετών και ανταλλαγών για τους υπεύθυνους καταπολέμησης κάθε μορφής εμπορίας ανθρώπων και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών μπορεί να ενισχύσει και να διευκολύνει την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, και να βελτιώσει την αμοιβαία κατανόηση των νομικών συστημάτων των κρατών μελών, την επίγνωση των κοινών τους σημείων και, ως εκ τούτου, τη μείωση των εμποδίων για μια ενισχυμένη συνεργασία των κρατών μελών σε αυτόν τον τομέα 7

ότι οι στόχοι μπορούν να υλοποιηθούν πιο αποτελεσματικά στο επίπεδο της Ένωσης παρά στο επίπεδο του κάθε κράτους μέλους χάρη στη συγκεκριμένη πείρα που υπάρχει σε ορισμένα κράτη μέλη, καθώς και λόγω των αναμενόμενων οικονομιών και των σωρευτικών αποτελεσμάτων των σχεδιαζομένων δράσεων 7

ότι η παρούσα κοινή δράση δεν θίγει τους ισχύοντες δικονομικούς κανόνες στον τομέα της διεθνούς συνεργασίας,

ΘΕΣΠΙΖΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΟΙΝΗ ΔΡΑΣΗ:

Άρθρο 1

1. Καταρτίζεται, για την περίοδο 1996-2000, πρόγραμμα ανάπτυξης συντονισμένων πρωτοβουλιών σχετικά με την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, τις εξαφανίσεις ανηλίκων και τη χρησιμοποίηση των μέσων τηλεπικοινωνίας για σκοπούς εμπορίας ανθρώπων και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών.

2. Για τους σκοπούς της παρούσας κοινής δράσης νοούνται ως «υπεύθυνοι καταπολέμησης της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών» οι ακόλουθες κατηγορίες, εφόσον έχουν τη σχετική αρμοδιότητα: οι δικαστές, οι εισαγγελείς, οι αστυνομικές υπηρεσίες, οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι δημόσιες υπηρεσίες που είναι υπεύθυνες για θέματα μετανάστευσης και ελέγχου στα σύνορα, κοινωνικής νομοθεσίας, φορολογικού δικαίου, πρόληψης ή καταπολέμησης αυτών των φαινομένων, παροχής βοήθειας στα θύματα ή αντιμετώπισης των δραστών.

3. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει τις εξής κατηγορίες δράσεων:

- επιμόρφωση,

- προγράμματα ανταλλαγών και περιόδων πρακτικής άσκησης,

- διοργάνωση διεπιστημονικών σεμιναρίων και συναντήσεων,

- μελέτες και έρευνες,

- κυκλοφορία πληροφοριών.

Άρθρο 2

Το ποσό δημοσιονομικής αναφοράς για την εκτέλεση του προγράμματος, ανέρχεται σε 6,5 εκατομμύρια Ecu για την περίοδο 1996-2000.

Οι ετήσιες πιστώσεις εγκρίνονται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός των ορίων των δημοσιονομικών προοπτικών.

Άρθρο 3

Για την επιμόρφωση, μπορούν να ληφθούν υπόψη τα σχέδια με στόχο:

- γνώση του νομικού συστήματος των άλλων κρατών μελών, και ειδικότερα του δικαίου περί εμπορίας ανθρώπων και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, γνώση της λειτουργίας των δικαστικών διαδικασιών και των διαδικασιών σε θέματα μετανάστευσης και ελέγχου στα σύνορα, κοινωνικού και φορολογικού δικαίου,

- προετοιμασία ειδικών εκπαιδευτικών μονάδων για δράσεις επιμόρφωσης, ανταλλαγών και περιόδων πρακτικής άσκησης, διασκέψεων ή σεμιναρίων που θα οργανώνονται βάσει του παρόντος προγράμματος,

- ενθάρρυνση της γνώσης, σε επίπεδο εργασίας, των γλωσσών των χωρών καταγωγής των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών.

Άρθρο 4

Για το προγράμματα ανταλλαγών και περιόδων πρακτικής άσκησης, μπορούν να ληφθούν υπόψη τα σχέδια με στόχο:

- διοργάνωση πρακτικής άσκησης περιορισμένης διάρκειας σε δημόσιους οργανισμούς, στους οποίους έχουν ανατεθεί ιδιαίτερες ευθύνες στον τομέα αυτόν,

- διοργάνωση επισκέψεων σε δημόσιους οργανισμούς ή πρόσωπα υπεύθυνα για ειδικές πλευρές του προβλήματος σε πλείονα άλλα κράτη μέλη.

Άρθρο 5

Για τη διοργάνωση συναντήσεων μπορούν να ληφθούν υπόψη σχέδια με στόχο:

- διοργάνωση διμερών ή ευρωπαϊκών διασκέψεων αφιερωμένων σε ειδικές πλευρές του προβλήματος,

- διοργάνωση διεπιστημονικών διασκέψεων.

Άρθρο 6

Για τις μελέτες και έρευνες, μπορούν να ληφθούν υπόψη σχέδια με στόχο:

- διεξαγωγή επιστημονικών, τεχνικών ή συγκριτικών ερευνών αφιερωμένων σε ειδικές πλευρές του προβλήματος ή συντονισμός των σχετικών ερευνών,

- προπαρασκευαστική ανάλυση των θεμάτων που επιλέγονται για την κατάρτιση σχεδίων που οργανώνονται κατ' εφαρμογή του παρόντος προγράμματος, ιδίως:

- μελέτη όσον αφορά τη σκοπιμότητα και τη δυνατότητα δημιουργίας κεντρικού συστήματος συγκέντρωσης, σε διαρθρωτική βάση, πληροφοριών που αφορούν τόσο τους εξαφανισθέντες και τα θύματα εμπορίας ανθρώπων και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, όσο και τους δράστες, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων σχετικά με το DNA, και της εγκληματολογικής ανάλυσης των δεδομένων, λαμβάνοντας υπόψη τις ηθικές πτυχές του θέματος,

- μελέτη μέτρων για την πρόληψη της χρησιμοποίησης των μέσων τηλεπικοινωνίας, και ιδίως του Ιντερνέτ, για σκοπούς εμπορίας ανθρώπων και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών,

- αξιοποίηση εκθέσεων περιόδου πρακτικής άσκησης ή συναντήσεων που οργανώνονται κατ' εφαρμογή του παρόντος προγράμματος.

Άρθρο 7

Για την κυκλοφορία των πληροφοριών, μπορούν να ληφθούν υπόψη σχέδια με στόχο:

- γραπτή ή τηλεματική διαβίβαση ενημερωτικών σημειωμάτων, στο πρωτότυπο ή σε μετάφραση, σχετικά με νομοθετικές τροποποιήσεις ή σχέδια νομοθετικής μεταρρύθμισης,

- διάδοση πληροφοριών σχετικά με τις δράσεις που προβλέπονται στα άρθρα 3, 4 και 5, με τα αποτελέσματα των συναντήσεων κατ' άρθρο 5, ή με τα συμπεράσματα των ερευνών, που διεξάγονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 6, και εφαρμογή αυτών,

- δημιουργία τραπεζών δεδομένων και δικτύων τεκμηρίωσης που περιλαμβάνουν κατάλογο άρθρων, δημοσιεύσεων, μελετών και νομοθετικών ρυθμίσεων σχετικά με την εμπορία ανθρώπων και τη σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών, και ιδίως δημιουργία τράπεζας δεδομένων με τα πρόσφατα στοιχεία της σχετικής νομοθεσίας και νομολογίας στα κράτη μέλη,

- εκπόνηση εγχειριδίων, ιδίως για τις αστυνομικές υπηρεσίες, σχετικά με τις τεχνικές καταπολέμησης της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών.

Άρθρο 8

1. Τα σχέδια που υποβάλλονται για κοινοτική χρηματοδότηση πρέπει να παρουσιάζουν ευρωπαϊκό ενδιαφέρον και να αφορούν περισσότερα του ενός κράτη μέλη.

2. Υπεύθυνοι των σχεδίων μπορούν να είναι δημόσια ή ιδιωτικά ιδρύματα, και δη ιδρύματα νομικής παιδείας και κατάρτισης δικαστών, καθώς και οργανισμοί που έχουν ως αντικείμενο την πρόβλεψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών.

2. Τα προς χρηματοδότηση σχέδια επιλέγονται κυρίως βάσει:

- της εναρμόνισης του αντικειμένου τους με τις εργασίες που έχουν αναληφθεί ή εγγραφεί στα προγράμματα δράσης του Συμβουλίου στους τομείς που υπάγονται στη δικαστική συνεργασία,

- της συμβολής τους στην κατάρτιση ή εφαρμογή νομικών πράξεων του τίτλου VI της συνθήκης,

- της συμπληρωματικότητας των διαφόρων σχεδίων,

- του φάσματος επαγγελμάτων για τα οποία προορίζονται,

- της φύσης του αρμόδιου ιδρύματος,

- του επιχειρησιακού και πρακτικού χαρακτήρα των δράσεων, ιδίως όσον αφορά τη συνεργασία στο πλαίσιο της δημιουργίας κεντρικού συστήματος πληροφοριών σχετικά με τις εγκληματικές δραστηριότητες που αφορά η παρούσα κοινή δράση,

- του βαθμού προπαρασκευής των συμμετεχόντων,

- της δυνατότητας αξιοποίησης των επιτυγχανόμενων αποτελεσμάτων για την πρόοδο στον τομέα της πρόληψης και της καταστολής της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών.

4. Στα σχέδια αυτά μπορούν να συμμετέχουν αρμόδιοι από τα υποψήφια για προσχώρηση κράτη, συμβάλλοντας στην προετοιμασία της προσχώρησης, ή από άλλες τρίτες χώρες, εφόσον αυτό κρίνεται χρήσιμο για την επίτευξη του στόχου των σχεδίων, ιδίως προκειμένου για χώρες προέλευσης των θυμάτων της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών.

5. Στα σχέδια αυτά μπορεί επίσης να συμμετέχει το προσωπικό δημόσιων ή ιδιωτικών οργανισμών οι οποίοι ασχολούνται με την πρόβλεψη ή την καταπολέμηση της εμπορίας των ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών, την παροχή βοήθειας στα θύματα ή την αντιμετώπιση των δραστών, καθώς και το ακαδημαϊκό και επιστημονικό προσωπικό, οσάκις κρίνεται αναγκαίο για το σκοπό των σχεδίων.

Άρθρο 9

Οι αποφάσεις χρηματοδότησης, καθώς και οι οικείες συμβάσεις, προβλέπουν ιδίως την παρακολούθηση και το δημοσιονομικό έλεγχο της Επιτροπής, καθώς και λογιστικό έλεγχο εκ μέρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Άρθρο 10

1. Είναι επιλέξιμοι όλοι οι τύποι δαπανών που αφορούν άμεσα την εφαρμογή της δράσης και έχουν αναληφθεί για ορισμένο και συμβατικά καθορισμένο χρόνο.

2. Το ποσοστό της χρηματοδοτικής ενίσχυσης από τον κοινοτικό προϋπολογισμό δεν μπορεί να υπερβαίνει το 80 % του κόστους της δράσης.

3. Τα έξοδα μεταφράσεως και διερμηνείας, το κόστος πληροφορικής, οι δαπάνες πάγιου ή αναλώσιμου υλικού λαμβάνονται υπόψη μόνον εφόσον αποτελούν αναγκαία υποστήριξη για την υλοποίηση της δράσης και μπορούν να χρηματοδοτηθούν μόνον έως το 50 % της επιδότησης κατ' ανώτατο όριο ή έως το 80 % οσάκις η ίδια η φύση της δράσης το καθιστά αναγκαίο.

4. Οι δαπάνες που αφορούν χώρους και εξοπλισμούς του Δημοσίου, καθώς και μισθούς δημοσίων υπαλλήλων και δημοσίων οργανισμών, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη παρά μόνον εφόσον αντιστοιχούν σε αποσπάσεις και σε καθήκοντα που δεν έχουν σχέση με εθνικό στόχο ή λειτουργία, αλλά συνδέονται ειδικά με την εφαρμογή της κοινής δράσης.

Άρθρο 11

1. Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για την εκτέλεση των δράσεων που προβλέπει η παρούσα κοινή δράση και θεσπίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής της, ιδίως βάσει κριτηρίων επιλεξιμότητας των δαπανών.

2. Η Επιτροπή καταρτίζει, με τη βοήθεια εμπειρογνωμόνων προερχομένων από τους ενδιαφερόμενους επαγγελματικούς κύκλους, σχέδιο ετήσιου προγράμματος εφαρμογής της παρούσας κοινής δράσης όσον αφορά τις θεματικές προτεραιότητες και την τομεακή κατανομή των πιστώσεων.

3. Η Επιτροπή προβαίνει κάθε χρόνο στην αξιολόγηση των δράσεων εφαρμογής του προγράμματος κατά το παρελθόν έτος.

Άρθρο 12

1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή η οποία αποτελείται από έναν αντιπρόσωπο ανά κράτος μέλος και της οποίας προεδρεύει αντιπρόσωπος της Επιτροπής.

2. Η Επιτροπή υποβάλλει στην επιτροπή το σχέδιο ετήσιου προγράμματος, πρόταση κατανομής των διαθέσιμων πιστώσεων μεταξύ τομέων δράσης, καθώς και προτάσεις τρόπων εφαρμογής και αξιολόγησης των δράσεων. Η γνώμη εκδίδεται ομόφωνα από την επιτροπή εντός προθεσμίας δύο μηνών. Η εν λόγω προθεσμία μπορεί να συντομευθεί από τον πρόεδρο για λόγους επείγουσας ανάγκης. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

Εάν δεν δοθεί εμπρόθεσμη ευνοϊκή γνώμη, η Επιτροπή είτε αποσύρει την πρότασή της είτε υποβάλλει πρόταση στο Συμβούλιο, το οποίο και αποφαίνεται ομόφωνα εντός δύο μηνών.

Άρθρο 13

1. Από το δεύτερο οικονομικό έτος, τα σχέδια για τα οποία ζητείται χρηματοδότηση υποβάλλονται προς εξέταση στην Επιτροπή πριν από τις 31 Μαρτίου του οικονομικού έτους στο οποίο καταλογίζονται.

2. Η Επιτροπή εξετάζει τα σχέδια που της υποβάλλονται με τη βοήθεια των εμπειρογνωμόνων που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 2.

3. Για τις χρηματοδοτήσεις που δεν υπερβαίνουν τα 50 000 Ecu, ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει σχέδιο στην επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1. Η επιτροπή, αποφασίζοντας με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο Κ.4 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης, διατυπώνει τη γνώμη της σχετικά με το συγκεκριμένο σχέδιο εντός προθεσμίας την οποία μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος, ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

Η γνώμη καταχωρείται στο πρακτικά 7 εξάλλου, κάθε κράτος μέλος έχει το δικαίωμα να ζητήσει να συμπεριληφθεί η θέση του σε αυτά τα πρακτικά.

Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη που διετύπωσε η επιτροπή. Ενημερώνει δε την επιτροπή για τον τρόπο με τον οποίο έλαβε υπόψη της αυτή τη γνώμη.

4. Όσον αφορά τις χρηματοδοτήσεις που υπερβαίνουν τα 50 000 Ecu, η Επιτροπή υποβάλλει στην επιτροπή του άρθρου 12 παράγραφος 1 κατάλογο των σχεδίων που της έχουν υποβληθεί στο πλαίσιο του ετησίου προγράμματος. Η Επιτροπή ανακοινώνει τα σχέδια τα οποία επιλέγει και αιτιολογεί την επιλογή της. Η επιτροπή εκδίδει τη γνώμη της για τα διάφορα σχέδια εντός προθεσμίας δύο μηνών, αποφασίζοντας με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο Κ.4 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης. Ο πρόεδρος δεν συμμετέχει στην ψηφοφορία.

Εάν δεν υπάρξει εμπρόθεσμη ευνοϊκή γνώμη, η Επιτροπή είτε αποσύρει το (τα) υπόψιν σχέδιο(-α), είτε το (τα) υποβάλλει, μαζί με την ενδεχόμενη γνώμη της επιτροπής, στο Συμβούλιο, το οποίο αποφαίνεται εντός των δύο μηνών με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο Κ.4 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης.

Άρθρο 14

1. Η Επιτροπή διαχειρίζεται τις δράσεις που αφορούν το πρόγραμμα και χρηματοδοτούνται από το γενικό προϋπολογισμό των Κοινοτήτων σύμφωνα με το δημοσιονομικό κανονισμό της 21ης Δεκεμβρίου 1977 που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1).

2. Κατά την υποβολή των προτάσεων χρηματοδότησης που αναφέρονται στο άρθρο 13, καθώς και των αξιολογήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 11, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις αρχές της χρηστής οικονομικής διαχείρισης, και ιδίως τις αρχές της οικονομίας και της σχέσεως κόστους/αποτελεσματικότητας που αναφέρονται στο άρθρο 2 του δημοσιονομικού κανονισμού.

Άρθρο 15

Η Επιτροπή υποβάλλει ετησίως έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του προγράμματος. Η πρώτη έκθεση θα υποβληθεί μετά τη λήξη του οικονομικού έτους 1996.

Άρθρο 16

Η παρούσα δράση τίθεται σε ισχύ την ημέρα της θεσπίσεώς της.

Ισχύει για περίοδο πέντε ετών, μετά το πέρας της οποίας μπορεί να παραταθεί.

Άρθρο 17

Η παρούσα κοινή δράση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα.

Βρυξέλλες, 29 Νοεμβρίου 1996.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

N. OWEN

(1) ΕΕ αριθ. L 356 της 31. 12. 1977, σ. 1 7 δημοσιονομικός κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ) αριθ. 2335/95 (ΕΕ αριθ. L 240 της 7. 10. 1995, σ. 12).

Top