EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52006IR0038

Γνωμοδοτηση της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα Η πολιτική συνοχής και οι πόλεις: η συμβολή τους στην οικονομική ανάπτυξη και στην απασχόληση στις περιφέρειες

ΕΕ C 206 της 29.8.2006, p. 17–22 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

29.8.2006   

EL

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 206/17


Γνωμοδοτηση της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα «Η πολιτική συνοχής και οι πόλεις: η συμβολή τους στην οικονομική ανάπτυξη και στην απασχόληση στις περιφέρειες»

(2006/C 206/04)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

EΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την επιστολή που απηύθυνε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 25 Ιανουαρίου 2006 στον Πρόεδρο κ. Straub ζητώντας τη γνωμοδότηση της ΕΤΠ με θέμα «Η πολιτική συνοχής και οι πόλεις: η συμβολή τους στην οικονομική ανάπτυξη και στην απασχόληση στις περιφέρειες»·

EΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση του προέδρου της στις 10 Νοεμβρίου 2005 να αναθέσει στην επιτροπή «Πολιτική εδαφικής συνοχής» να επεξεργαστεί γνωμοδότηση για το θέμα αυτό·

EΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής με θέμα «Η πολιτική συνοχής και οι πόλεις: η αστική συμβολή στην οικονομική μεγέθυνση και την απασχόληση στις περιφέρειες»·

EΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της (CdR 232/2004 fin) (1) για την «Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής» (COM(2004) 492 τελικό – 2004/0163 (AVC))·

EΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της (CdR 233/2004 fin) (1) για την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης» (COM(2004) 495 τελικό – 2004/0167 (COD))·

EΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της (CdR 140/2005 fin) για την Ανακοίνωση της Επιτροπής «Πολιτική της συνοχής για την ενίσχυση της ανάπτυξης και της απασχόλησης: Στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας. 2007-2013» (COM(2005) 299 τελικό)·

EΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τα συμπεράσματα του άτυπου Συμβουλίου Υπουργών με θέμα τις βιώσιμες κοινότητες, που πραγματοποιήθηκε στο Bristol στις 6 και 7 Δεκεμβρίου 2005·

EΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την Αστική διάσταση στο πλαίσιο της διεύρυνσης (2004/2258)·

EΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το σχέδιο γνωμοδότησής της (CdR 38/2006 rev. 1) που υιοθετήθηκε από την επιτροπή «Πολιτική εδαφικής συνοχής» στις 23 Φεβρουαρίου 2006 (εισηγητής: ο Δρ. Michael Häupl (AT/SPE), Δήμαρχος της Βιέννης)·

υιοθέτησε κατά την 64η σύνοδο ολομέλειάς της, που πραγματοποιήθηκε στις 26 και 27 Απριλίου 2006 (συνεδρίαση της 26ης Απριλίου), την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Οι θέσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Η Επιτροπή των Περιφερειών

1.1

υπενθυμίζει καταρχάς ότι το 78% του πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζει στις πόλεις, σε μεγάλα αστικά κέντρα ή σε αστικές περιοχές. Περισσότερο από το 60% του πληθυσμού κατοικεί σε αστικές περιοχές άνω των 50.000 κατοίκων. Στα αστικά κέντρα συγκεντρώνονται μεγάλες δυνατότητες, αλλά αντιμετωπίζονται και πολύπλοκα προβλήματα·

1.2

με βάση τα παραπάνω υπενθυμίζει, επίσης, την πρόθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως είχε διατυπωθεί στην «Τρίτη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή: Νέα εταιρική σχέση για τη συνοχή: σύγκλιση, ανταγωνιστικότητα, συνεργασία» (2), να ενισχύσει τη σημασία των ζητημάτων που αφορούν τις αστικές περιοχές, μέσω της πλήρους ενσωμάτωσής τους στα περιφερειακά προγράμματα δράσεων·

1.3

υπογραμμίζει την καθοριστική σημασία της αστικής διάστασης για όλες τις κοινοτικές πολιτικές και όχι μόνο για την ευρωπαϊκή πολιτική συνοχής. Μόνον εφόσον καταστούν ορατές και απτές οι θετικές επιδράσεις της πολιτικής αυτής για τον αστικό πληθυσμό, θα ανακτήσει η ΕΕ τον βαθμό αποδοχής που είναι απαραίτητος για την επιτυχημένη περαιτέρω ανάπτυξη των κοινών μας σχεδίων·

1.4

υποστηρίζει την πρωτοβουλία που υιοθέτησε το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο στην έκθεσή του σχετικά με την «Αστική διάσταση στο πλαίσιο της διεύρυνσης» (3) με στόχο την ενίσχυση της αστικής διάστασης όλων των κοινοτικών πολιτικών, αλλά και των πολιτικών των κρατών μελών, και υποστηρίζει επίσης τα αιτήματα της έκθεσης αυτής·

1.5

τονίζει ότι οι πόλεις συμβάλλουν ουσιαστικά στην υλοποίηση του νέου προσανατολισμού που δόθηκε στη στρατηγική της Λισαβόνας το 2005. Η οικονομική ανάπτυξη δεν αποτελεί, ωστόσο, αυτοσκοπό. Είναι περισσότερο το μέσον που θα συμβάλει στην αύξηση της απασχόλησης, της κοινωνικής συνοχής και της οικολογικής βιωσιμότητας. Η οικονομική ανάπτυξη συμβάλλει στη διατήρηση του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου και διασφαλίζει κατ’ αυτόν τον τρόπο την ποιότητα ζωής των πολιτών της Ευρώπης. Το σημαντικότερο θέμα για τους πολίτες της ΕΕ είναι η απασχόληση. Ωστόσο, η νέα επικέντρωση στην οικονομική ανάπτυξη και στην αύξηση της παραγωγικότητας δεν θα πρέπει να παραγκωνίσει τις άλλες διαστάσεις της στρατηγικής της Λισαβόνας·

1.6

εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι οι πόλεις λειτουργούσαν πάντα ως φυτώρια διαφόρων εξελίξεων: οι περισσότερες κοινωνικές και τεχνολογικές εξελίξεις ξεκίνησαν από τις πόλεις. Αυτές οι χαρακτηριστικές για τις πόλεις μεταβολές περικλείουν ευκαιρίες αλλά και κινδύνους, τόσο για κάθε άτομο όσο και για την κοινωνία συνολικά. Οι πόλεις έμαθαν να προσαρμόζονται και να αντιδρούν. Έμαθαν να αντισταθμίζουν τις δυσλειτουργίες της αγοράς, οι οποίες οφείλονται εν μέρει σε αυτές τις μεταβολές. Συνεπώς, οι πόλεις διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο, δεδομένου ότι χρειάζεται η προσαρμογή πολλών τομέων στις νέες προκλήσεις για την επίτευξη των στόχων της Λισαβόνας·

1.7

επικρίνει το γεγονός ότι, λόγω της προσέγγισης «από τη βάση προς τα άνω», που υιοθετήθηκε κατά την ανάπτυξη και την υλοποίηση της στρατηγικής της Λισαβόνας, η πλειονότητα των ευρωπαϊκών πόλεων δεν συμμετείχε στην προετοιμασία των εθνικών προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι πόλεις συμμετείχαν τυπικά, όχι όμως πρακτικά. Σχετική έρευνα έδειξε ότι, γενικά, οι πόλεις συμμετείχαν κυρίως όταν το αντίστοιχο κράτος μέλος διέθετε ειδικό υπουργείο αρμόδιο για τις πόλεις (π.χ. Κάτω Χώρες), ή όταν οι πόλεις ήταν ταυτόχρονα περιφέρειες (Βερολίνο, Αμβούργο, Βιέννη κλπ.). Το αποτέλεσμα ήταν να παραμείνουν εν μέρει αναξιοποίητες οι δυνατότητες που προσφέρουν οι πόλεις και η μεγάλη τους ικανότητα να δημιουργούν δεσμούς συνεργασίας μεταξύ των δημοσίων και ιδιωτικών παραγόντων και των κοινωνικών φορέων. Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει ουσιαστικά και μια έρευνα που εκπόνησε η ΕΤΠ με τίτλο «Εφαρμογή της εταιρικής σχέσης της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση: Η συμβολή των περιφερειών και των πόλεων» (4). Σύμφωνα με την έρευνα αυτή, μόνο το 17% των πόλεων και περιφερειών εξέφρασε την ικανοποίησή του σχετικά με τη συμμετοχή του στην προετοιμασία των εθνικών προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων·

1.8

διαπιστώνει ότι, σύμφωνα με τα άρθρα 25 και 26 της πρότασης κανονισμού περί γενικών διατάξεων για τα Διαρθρωτικά Ταμεία (5), οι πόλεις συμμετείχαν αναλογικά σε μεγαλύτερο βαθμό στην προετοιμασία των εθνικών στρατηγικών πλαισίων αναφοράς. Ωστόσο, η ρητή αναφορά της αστικής διάστασης σε αυτά τα στρατηγικά πλαίσια και στα επιχειρησιακά προγράμματα που ακολούθησαν δεν αποτελεί ακόμη γενικό κανόνα·

1.9

επικρίνει το γεγονός ότι το υφιστάμενο σχέδιο στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών της Κοινότητας για την περίοδο 2007-2013 (6) δεν αναφέρεται σχεδόν καθόλου στην αστική διάσταση της πολιτικής συνοχής. Η αστική διάσταση εξετάζεται μόνο στο πλαίσιο των «εδαφικών ιδιαιτεροτήτων». Την παράλειψη αυτή έδειξαν σαφώς και τα αποτελέσματα της διαβούλευσης σχετικά με τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές 2007-2013. Σε πολλές περιπτώσεις ζητήθηκε να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζουν οι πόλεις για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης. Οι κατευθυντήριες γραμμές θα πρέπει να αναγνωρίσουν ρητά τη ζωτική σημασία των πόλεων. Εάν δεν υπάρξει σαφής ευρωπαϊκή ρύθμιση η οποία να προβλέπει την υποχρεωτική συμμετοχή των πόλεων, υπάρχει κίνδυνος να μην ενισχυθεί, αλλά να περιοριστεί η αστική διάσταση της πολιτικής συνοχής για την περίοδο 2007-2013·

1.10

συνεπώς, επιδοκιμάζει την πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως διατυπώνεται στο έγγραφο εργασίας της με τίτλο «Η πολιτική συνοχής και οι πόλεις: η αστική συμβολή στην οικονομική μεγέθυνση και την απασχόληση στις περιφέρειες» (7), να λάβει υπόψη την κριτική που εκφράστηκε και να ενισχύσει τελικά την αστική διάσταση στην μελλοντική πολιτική συνοχής. Το έγγραφο περιγράφει με εξαιρετικό τρόπο την καθοριστική σημασία που έχουν οι πόλεις για την περαιτέρω ανάπτυξη της Ευρώπης, των κρατών μελών και των περιφερειών. Υπογραμμίζει σαφώς την ουσιαστική συμβολή των πόλεων στην οικονομική μεγέθυνση, στην απασχόληση, στην κοινωνική συνοχή και στην αειφόρο ανάπτυξη·

1.11

εκτιμά ιδιαίτερα το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσιάζει την αστική διάσταση με όλη της την πολυπλοκότητα. Η ολοκληρωμένη αυτή προσέγγιση αποτελεί καθοριστικό πλεονέκτημα του εγγράφου και πρέπει οπωσδήποτε να διατηρηθεί. Η πολυπλοκότητα αυτή, που αποδεικνύεται με απτά παραδείγματα και στοιχεία, μπορεί να συνεκτιμηθεί μόνο μέσω μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης που να καλύπτει όλες τις πολιτικές. Συνεπώς, η αστική διάσταση δεν περιορίζεται μόνο στην πολιτική για τη συνοχή, αλλά θα πρέπει να λαμβάνεται ρητά υπόψη σε όλες τις κοινοτικές πολιτικές·

1.12

υπογραμμίζει ιδιαίτερα το γεγονός ότι στο έγγραφο η συμβολή των πόλεων περιορίζεται σε 50 συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές για την ανάληψη δράσης. Οι πόλεις μπορούν να στηριχθούν σε αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές για τον μελλοντικό προσανατολισμό συγκεκριμένων μέτρων·

1.13

στηρίζει τη διαδικασία διαβούλευσης που ξεκίνησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με το έγγραφο εργασίας, καθώς και την πρόθεσή της να συνεκτιμήσει τα σημαντικότερα αποτελέσματα της διαδικασίας αυτής στην τελική διαμόρφωση των στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών για τη συνοχή και να δημοσιεύσει το αναθεωρημένο έγγραφο εργασίας με τη μορφή ανακοίνωσης·

1.14

συμμετέχει στην περαιτέρω ενίσχυση της αστικής διάστασης μέσω της διοργάνωσης του Φόρουμ των Πόλεων, στις 25 Απριλίου 2006, από κοινού με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Επιτροπή Περιφερειακής Ανάπτυξης του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου·

1.15

επικροτεί το γεγονός ότι η πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη σύσταση του Ταμείου Συνοχής επιτρέπει στο Ταμείο αυτό να χρηματοδοτεί οικολογικούς τρόπους αστικών μεταφορών.

2.   Οι συστάσεις της Επιτροπής των Περιφερειών σχετικά με το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής «Η πολιτική συνοχής και οι πόλεις: η αστική συμβολή στην οικονομική μεγέθυνση και την απασχόληση στις περιφέρειες»

Η Επιτροπή των Περιφερειών

2.1

συγχαίρει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την ακρίβεια και τη λεπτομέρεια με την οποία αναφέρεται στα θέματα: Βιώσιμη αστική ανάπτυξη στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής περιφερειακής πολιτικής, Ο ρόλος των πόλεων: Η σημασία των πόλεων, Ελκυστικές πόλεις, Η ενίσχυση της καινοτομίας, της επιχειρηματικής πρωτοβουλίας και της οικονομίας της γνώσης, Περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας, Οι διαφορές μεταξύ των πόλεων, Διακυβέρνηση και χρηματοδότηση της ανανέωσης των πόλεων·

2.2

επιδοκιμάζει το γεγονός ότι οι κατευθυντήριες γραμμές δράσης καλούν τα κράτη μέλη να στηρίξουν τα μέτρα που λαμβάνουν οι πόλεις·

2.3

ζητεί να προστεθεί μια τέταρτη προτεραιότητα στις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας, η οποία να εστιάζεται ειδικότερα στις πόλεις και στις αστικές περιοχές με σκοπό τη δημιουργία ασφαλών, συνεκτικών και βιώσιμων (από οικονομική, κοινωνική, περιβαλλοντική και εμπορική άποψη) κοινοτήτων ακόμα και στις πλέον μειονεκτικές αστικές ζώνες·

2.4

εφιστά την προσοχή στη διαφορετική κατάσταση των πόλεων, η οποία εξαρτάται από το μέγεθός τους, τη γεωγραφική τους θέση (αν βρίσκονται π.χ. σε απόκεντρες περιφέρειες), το εθνικό καθεστώς καταμερισμού των εξουσιών, καθώς και από το αν πρόκειται για πόλεις που βρίσκονται στα νέα ή στα παλαιά κράτη μέλη. Συνιστά, επιπλέον, να συνυπολογιστεί ένα σημαντικό κριτήριο, συγκεκριμένα οι διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των πόλεων κάθε κράτους μέλους, οι οποίες προκύπτουν από τα διαφορετικά επίπεδα αστικοποίησης και οικονομικής ανάπτυξης εντός του εν λόγω κράτους·

2.5

συμφωνεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι η γενική ενίσχυση των αρμοδιοτήτων των πόλεων αποτελεί προϋπόθεση για την επιτυχημένη ανάπτυξή τους και τους δίνει τη δυνατότητα να συμβάλλουν σημαντικά στην περιφερειακή ανάπτυξη. Για τον σκοπό αυτό, οι πόλεις θα πρέπει να διαθέτουν, αφενός, συστήματα και μέσα που θα τους επιτρέπουν να αντιδρούν στις οικονομικές και κοινωνικές μεταβολές και, αφετέρου, μια κρίσιμη μάζα οικονομικών πόρων, οι οποίοι θα μπορούσαν να τους χορηγούνται με τη μορφή συνολικών επιχορηγήσεων και τη μεταβίβαση των σχετικών αρμοδιοτήτων διαχείρισης όπως προβλέπεται στον νέο κανονισμό για το ΕΤΠΑ (άρθρα 36, 41 και 42)·

2.6

τονίζει ότι, προκειμένου να υλοποιηθεί η στρατηγική της Λισαβόνας με ταχείς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης και ανταγωνιστικότητας, είναι ζωτικό να αναγνωριστεί η σημασία των πόλεων και των αστικών ζωνών όσον αφορά την επίτευξη των στόχων, λόγω της κρίσιμης μάζας του πληθυσμού τους, των κέντρων αριστείας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και της ικανότητάς τους να αξιοποιούν τα αποτελέσματα της έρευνας σε βιομηχανική κλίμακα. Κατά συνέπεια, ζητεί να προβλεφθεί μια αστική διάσταση της πολιτικής συνοχής, η οποία να αναγνωρίζει το δυναμικό των πόλεων ως κινητήριας δύναμης για μια οικονομία της καινοτομίας και της γνώσης·

2.7

επισημαίνει ότι, ειδικά σε ό,τι αφορά τη βελτίωση των βασικών προϋποθέσεων για την ανάπτυξη του επιχειρηματικού κλίματος και της καινοτομίας, οι πόλεις θα μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτό τον σημαντικό ρόλο, μόνον εάν διαθέτουν ικανοποιητικούς οικονομικούς πόρους. Αυτό αφορά, βέβαια, όλους τους προαναφερθέντες τομείς·

2.8

υπογραμμίζει τη σημασία μιας συντονισμένης προσέγγισης που να συνεκτιμά την πραγματικότητα στις «λειτουργικές περιφέρειες», προκειμένου να επιτευχθεί αειφόρος βελτίωση μέσω της εφαρμογής των προαναφερόμενων κατευθυντήριων γραμμών. Μόνο μέσω της συνεργασίας στο πλαίσιο μιας εταιρικής σχέσης πέραν διοικητικών συνόρων μπορούν να επιτευχθούν λύσεις και δυνατότητες αξιοποίησης του διαθέσιμου δυναμικού. Επειδή αυτή η μορφή συνεργασίας δεν είναι πάντα εύκολη στην πράξη, οι ευρωπαϊκές πολιτικές θα πρέπει να δημιουργήσουν ειδικά κίνητρα για την ενθάρρυνσή της, όπως η προώθηση σχεδίων στρατηγικής ανάπτυξης για τις μεγάλες περιοχές. Ιδιαίτερη σημασία έχει η δημιουργία νέων δικτύων συνεργασίας μεταξύ μητροπολιτικών και αστικών περιοχών, καθώς και η ενίσχυση των ήδη υφιστάμενων. Χωριστή μνεία αξίζει η συνεργασία που αναπτύσσεται επί του παρόντος στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Interreg III και η οποία θα συνεχιστεί κατά την περίοδο 2007-2013 στο πλαίσιο του Στόχου «Εδαφική συνεργασία»·

2.9

τονίζει τον σημαντικό ρόλο των πόλεων στην καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος, λόγω του μεγέθους του πληθυσμού τους και της ικανότητάς τους να δημιουργούν αλλαγές σε μεγάλη κλίμακα, για παράδειγμα σε τομείς όπως οι υπηρεσίες δημοσίων συγκοινωνιών και η καινοτόμος χρήση της ενέργειας στα κτίρια· κατά συνέπεια, προτείνει να εισαχθεί μια περιβαλλοντική διάσταση στα προγράμματα των Διαρθρωτικών Ταμείων·

2.10

τονίζει τη σημασία της ανάπλασης και της πολεοδομικής ανάπτυξης εγκαταλελειμμένων βιομηχανικών περιοχών και δημόσιων χώρων ως συμβολής στην ανακαίνιση επεκτεινόμενων πόλεων και στον περιορισμό την άναρχης αστικής εξάπλωσης. Για να επιτύχουν τον στόχο αυτό, οι πόλεις χρειάζονται τη στήριξη των εθνικών και των ευρωπαϊκών αρχών. Για να αντιμετωπίσουν τα ειδικά προβλήματά τους, οι μητροπολιτικές και οι αστικές περιοχές χρειάζονται, συνεπώς, κοινοτική στήριξη μέσω της δημιουργίας εξειδικευμένων προγραμμάτων αναζωογόνησης των αστικών περιοχών σε παρακμή και της ενίσχυσης πρωτοβουλιών που συνεχίζουν το έργο που ξεκίνησε το URBAN·

2.11

έχει επίγνωση της σημασίας μιας ποικιλόμορφης πολιτικής που να καλύπτει όλους τους τομείς της δημόσιας διοίκησης. Η πολιτική αυτή αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την πλήρη αξιοποίηση του ειδικού δυναμικού που προσφέρουν άτομα που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών και το οποίο παραμένει σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητο·

2.12

επισημαίνει ιδιαίτερα ότι οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας καθορίζουν την αποτελεσματικότητα των αστικών συστημάτων και την ελκυστικότητα των πόλεων. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να ληφθεί ιδιαίτερα υπόψη το δικαίωμα των τοπικών και περιφερειακών αρχών να επιλέγουν ελεύθερα τη μορφή παροχής των υπηρεσιών κοινής (οικονομικής) ωφέλειας, ως έκφραση της αρχής της επικουρικότητας. Ζητεί να επιτρέπει το ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο και στο μέλλον τη δυνατότητα ίδιας παραγωγής ή άμεσης ανάθεσης σε εγχώριες επιχειρήσεις. Η νομοθεσία περί δημοσίων συμβάσεων και κρατικών ενισχύσεων χρειάζεται να είναι ιδιαίτερα ελαστική σε ό,τι αφορά τις πόλεις και τις περιφέρειες·

2.13

συνιστά να λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη, σε όλους τους τομείς δράσης, οι ανάγκες των γυναικών, των νέων, των ηλικιωμένων και των ατόμων με ειδικές ανάγκες·

2.14

φρονεί ότι οι πόλεις πρέπει να καταστούν τόποι πιο «φιλικοί για τις γυναίκες» μέσω της υποστήριξης του επιχειρηματικού πνεύματος των γυναικών, καθώς και μέσω μέτρων ανάπτυξης και υποστήριξης των γυναικών ως ηγετικών και διαχειριστικών στελεχών στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα των πόλεων μέσω κατάλληλων υπηρεσιών εγγύτητας και ευημερίας·

2.15

προτείνει να συμπληρωθεί το έγγραφο με ένα ειδικό κεφάλαιο για την υγεία. Μολονότι το θέμα αυτό εξετάζεται και στο πλαίσιο των τριών βασικών αξόνων – προσπελασιμότητα και κινητικότητα, πρόσβαση στις υπηρεσίες και στους οργανισμούς, φυσικό περιβάλλον – θα πρέπει, λόγω της ιδιαίτερης σημασίας του, να αποτελέσει αντικείμενο ειδικών κατευθυντήριων γραμμών δράσης·

2.16

υπογραμμίζει την ιδιαίτερη σημασία της εξασφάλισης προσιτών δομών φύλαξης των παιδιών, σε όλες τις περιφέρειες, που να λειτουργούν με ωράρια προσαρμοσμένα στις ανάγκες του πληθυσμού. Οι δομές αυτές προσφέρουν στους γονείς και στους κηδεμόνες τη δυνατότητα να έχουν επαγγελματική δραστηριότητα, δημιουργούν σημαντικές προϋποθέσεις για την περαιτέρω εκπαίδευση των παιδιών και συμβάλλουν στην κοινωνική ένταξη διαφόρων πολιτισμικών ομάδων και παιδιών με ειδικές ανάγκες·

2.17

επικρίνει το γεγονός ότι, στο κεφάλαιο «Μέτρα για τις ΜΜΕ και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις» των κατευθυντήριων γραμμών δράσης, η απλούστευση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση μέσω του επιμερισμού των κινδύνων θα πρέπει να εφαρμόζεται σε περιορισμένο βαθμό και με βάση πολύ αυστηρά κριτήρια. Υπογραμμίζει την ανάγκη αύξησης των επιχορηγήσεων των πολύ μικρών επιχειρήσεων·

2.18

επισημαίνει ότι η παιδεία και η εκπαιδευτική πολιτική, σε όλη τους την έκταση, συμπεριλαμβανομένης της «δια βίου μάθησης», δεν θα πρέπει να εξετάζονται μόνο υπό το πρίσμα της επίδρασής τους στην οικονομική μεγέθυνση και στην απασχόληση, αλλά και υπό το πρίσμα μιας κοινωνίας χαρακτηριζόμενης από κοινωνική αλληλεγγύη που προωθεί τη συμμετοχή όλων των πολιτών σε όλες τις κοινωνικές και όχι μόνο στις οικονομικές διεργασίες·

2.19

έχει επίγνωση του γεγονότος ότι η αύξηση του ποσοστού των ηλικιωμένων θα συντελέσει στη μεγαλύτερη ανάπτυξη τομέων όπως η περίθαλψη, η φροντίδα και οι «κοινωνικές» υπηρεσίες. Αυτές οι μεταβολές που σημειώνονται στην πυραμίδα των ηλικιών περικλείουν μεγάλες προκλήσεις για το μέλλον των πόλεων. Προσφέρουν, ωστόσο, και ευκαιρίες για οικονομική ανάπτυξη και ενίσχυση της απασχόλησης, π.χ. στον τομέα της περίθαλψης·

2.20

τονίζει ότι οι πολυάριθμοι μετανάστες που ζουν στις μητροπολιτικές και αστικές περιοχές της Ευρώπης αποτελούν σημαντική πρόκληση για τις περιοχές αυτές, αλλά και μια νέα αγορά όπου οι εν λόγω περιοχές θα πρέπει να αναζητήσουν νέες ευκαιρίες ανάπτυξης. Οι διάφορες δημόσιες διοικήσεις θα πρέπει να προωθήσουν την αξιοποίηση των εν λόγω ευκαιριών·

2.21

υπογραμμίζει την αυξανόμενη σημασία, ιδίως για τις πόλεις, της κοινωνικής οικονομίας ως αναπτυσσόμενης αγοράς εργασίας, παράλληλα με την πρώτη (την ιδιωτική) και τη δεύτερη (τη δημόσια) αγορά. Ζητεί να συνεκτιμηθεί ρητά στις κατευθυντήριες γραμμές δράσης η ανάγκη προώθησης των δυνατοτήτων που παρέχουν στην αγορά οι επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας (του «τρίτου τομέα»), όπως π.χ. η πρόσβαση στην ανάληψη δανείων μέσω κρατικών εγγυήσεων·

2.22

τονίζει με έμφαση ότι η δημιουργία βιώσιμων θέσεων εργασίας και η καταπολέμηση της ανεργίας έχει εξαιρετική σημασία για την περαιτέρω ανάπτυξη της ΕΕ γενικά. Μόνον με την προϋπόθεση ότι θα επιτευχθούν απτά αποτελέσματα στον τομέα αυτό, μπορεί να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη του πληθυσμού στην ΕΕ. Οι πόλεις βρίσκονται στο επίκεντρο των αναδιαρθρώσεων και, συνεπώς, πλήττονται ιδιαίτερα από το πρόβλημα της ανεργίας·

2.23

ζητεί να προσανατολιστεί η πολιτική των κρατών μελών για την αγορά εργασίας περισσότερο προς τις ανάγκες των αστικών περιοχών και να αναπτυχθούν για τον σκοπό αυτό κατάλληλα σχέδια, παράλληλα με τους καθιερωμένους τομείς αστικής απασχόλησης. Τούτο μπορεί να πραγματοποιηθεί με βάση τις επίσημες συμφωνίες και σύμφωνα για την κατάρτιση εθνικής, περιφερειακής ή τοπικής πολιτικής για την απασχόληση, π.χ. κατά το πρότυπο των τοπικών συμφώνων για την απασχόληση. Μέσω αυτών των συμφώνων, επιτυγχάνεται στενότερη σύνδεση μεταξύ της οικονομικής και της περιφερειακής πολιτικής και της πολιτικής στον τομέα της αγοράς εργασίας. Προτείνεται να αναπτυχθούν περαιτέρω και να χρηματοδοτούνται με πόρους της ΕΕ·

2.24

συμφωνεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι οι μεγάλοι αριθμοί αλλοδαπών που κατοικούν στις πόλεις παρέχουν ευκαιρίες και ότι οι πόλεις, για να είναι αποτελεσματικές, πρέπει να προσελκύουν και να υποστηρίζουν άτομα με μεγάλη ποικιλία δεξιοτήτων, συχνά δε οι μετανάστες καλύπτουν χρήσιμα κενά. Προσυπογράφει, συνεπώς, τη σύσταση που διατυπώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην πρόσφατη έκθεσή της σχετικά με την εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων όσον αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, ήτοι «συνιστά στα κράτη μέλη να εξετάσουν προσεκτικά αν είναι αναγκαία η συνέχιση των περιορισμών αυτών, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της αγοράς εργασίας τους και τα στοιχεία της παρούσας έκθεσης»·

2.25

τονίζει με έμφαση ότι η ποιότητα των νέων θέσεων εργασίας έχει καθοριστική σημασία. Οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν την τελευταία περίοδο οφείλονται κυρίως στην αύξηση των θέσεων εργασίας με μερική απασχόληση και στην ανάπτυξη νέων μορφών απασχόλησης. Σε ορισμένους κλάδους η ποιότητα των διαθέσιμων θέσεων εργασίας επιδεινώνεται ή/και προσφέρονται σχέσεις εργασίας που δεν ανταποκρίνονται στα νόμιμα πρότυπα. Αυτές οι νέες μορφές απασχόλησης, που συνήθως δεν εξασφαλίζουν οικονομική σταθερότητα στον εργαζόμενο, δημιουργούν νέες κοινωνικές ανισότητες. Η ιδιωτική οικονομία και οι επιχειρήσεις καλούνται να προσφέρουν βιώσιμες θέσεις εργασίας. Η ελαστικότερη οργάνωση της αγοράς εργασίας σε βάρος της εργασιακής και κοινωνικής ασφαλείας, δεν αποτελεί βιώσιμο πρότυπο και, γι’ αυτό, οι διάφορες δημόσιες διοικήσεις οφείλουν να αποτρέψουν την υλοποίησή της·

2.26

υπογραμμίζει ότι η εξάλειψη του κοινωνικού αποκλεισμού και των προβλημάτων που συνεπάγεται, από την περιθωριοποίηση έως την εγκληματικότητα, αποτελούν ουσιαστική προϋπόθεση για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής στο αστικό περιβάλλον. Οι δημόσιες διοικήσεις οφείλουν να αποδώσουν ιδιαίτερη σημασία σε εκείνες τις ομάδες που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο κοινωνικού αποκλεισμού και προπαντός στους μετανάστες·

2.27

τονίζει ότι η συμπερίληψη κοινοτικών πρωτοβουλιών, όπως το Urban και το Equal, στα Εθνικά και στα Περιφερειακά Λειτουργικά Προγράμματα δεν πρέπει να υπονομεύσει τον καινοτόμο χαρακτήρα των προγραμμάτων και των πρωτοβουλιών της ΕΕ. Είναι, αντιθέτως, σκόπιμο να ενθαρρυνθεί ο καινοτόμος χαρακτήρας των αστικών πρωτοβουλιών στη νέα πολιτική συνοχής και να προωθηθεί η δικτύωση των ιδεών και της πρακτικής εφαρμογής τους·

2.28

προς τούτο, ζητεί από την Επιτροπή να είναι οι πρωτοβουλίες που αφορούν τις πόλεις συγκρίσιμες μεταξύ τους όταν πρόκειται για την εφαρμογή μιας κατευθυντήριας γραμμής της ΕΕ και να είναι η αποτελεσματικότητά τους μετρήσιμη ποιοτικά και ποσοτικά, δεδομένου του εμβληματικού και του μεταβιβάσιμου χαρακτήρα τους που είναι σκόπιμο να διατηρηθεί και κατά την επόμενη περίοδο προγραμματισμού.

3.   Οι συστάσεις της επιτροπής των περιφερειών

Η επιτροπή των περιφερειών

3.1

καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λαμβάνει υπόψη της την αστική διάσταση στο πλαίσιο όλων των κοινοτικών πολιτικών. Προς τούτο απαιτείται μια προσέγγιση η οποία να εντοπίζει, να αναλύει και να συνεκτιμά τα συγκεκριμένα προβλήματα του αστικού περιβάλλοντος και να αξιολογεί τον αντίκτυπο των κοινοτικών πολιτικών στις πόλεις. Προκειμένου να επιτευχθεί μια τέτοια προσέγγιση, έχει ζωτική σημασία η συμμετοχή των δημοτικών αρχών σε όλα τα στάδια της χάραξης, της εφαρμογής και της αξιολόγησης των πολιτικών και των προγραμμάτων·

3.2

επισημαίνει ότι είναι αναγκαίο να βελτιωθεί ο συντονισμός μεταξύ όλων των υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ιδιαίτερα μεταξύ της ΓΔ «Περιφερειακή Πολιτική», της ΓΔ «Περιβάλλον», της ΓΔ «Μεταφορές», της ΓΔ «Απασχόληση» και της ΓΔ «Δημόσια υγεία» όσον αφορά την αστική διάσταση. Η αστική διάσταση θα πρέπει να συνεκτιμάται καλύτερα σε όλα τα προγράμματα της ΕΕ, τόσο από οικονομική όσο και από εδαφική άποψη·

3.3

τονίζει, επίσης, την ανάγκη μεγαλύτερου συντονισμού μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και του συμβουλίου, προκειμένου να επιτευχθεί ένας σαφής προγραμματισμός των μέτρων της ΕΕ για τις πόλεις·

3.4

συνιστά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ενισχύσει τη μόνιμη διϋπηρεσιακή ομάδα εργασίας μέσω της συμμετοχής εμπειρογνωμόνων σε αστικά θέματα, καθώς και μέσω της δημιουργίας μιας ειδικής διϋπηρεσιακής ομάδας εργασίας, κατά το πρότυπο της κοινής ομάδας εργασίας των πολιτικών ομάδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Επίσης, συνιστάται η διοργάνωση φόρουμ για τη διασφάλιση τακτικού διαλόγου με τις πόλεις σχετικά με τις πολιτικές που τις αφορούν, όπως το φόρουμ που διοργανώνεται ήδη για θέματα περιβάλλοντος·

3.5

καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προτείνουν τη διοργάνωση «εδαφικού διαλόγου», κατά το πρότυπο του κοινωνικού διαλόγου και του διαλόγου με την οργανωμένη κοινωνία των πολιτών, χάρη στον οποίο οι διάφορες περιφερειακές και αστικές αρχές, καθώς και οι εθνικές και περιφερειακές τους ενώσεις, θα έχουν τη δυνατότητα να εκθέτουν τις θέσεις τους κατά την προετοιμασία, τη διαπραγμάτευση και την υιοθέτηση των πολιτικών και των μέτρων που αφορούν τις πόλεις και τις περιφέρειες και, συνεπώς, να συμβάλουν στη διαμόρφωση αυτών των μέτρων και των πολιτικών. Ο διάλογος που άρχισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2003, σε συνεργασία με την Επιτροπή των Περιφερειών, με τις ενώσεις των φορέων τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης σχετικά με τη διαμόρφωση των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (8), αποτελεί μόνο το πρώτο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση·

3.6

ζητεί να διοργανώνεται συνεδρίαση υψηλού επιπέδου, από το συμβούλιο και τα κράτη μέλη, πριν από κάθε εαρινή σύνοδο κορυφής. Στη συνεδρίαση αυτή θα πρέπει να συμμετέχουν, εκτός από τους εκπροσώπους του «εδαφικού διαλόγου», ιδίως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, η επιτροπή των περιφερειών και τα δίκτυα πόλεων. Επίσης, συνιστά την καθιέρωση ετήσιας συνεδρίασης των αρμόδιων για αστικά θέματα υπουργών των κρατών μελών, της οποίας θα πρέπει να προηγείται συνάντηση με εκπροσώπους των δικτύων πόλεων και των ευρωπαϊκών και εθνικών ενώσεων αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης, όπως το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Δήμων και Περιφερειών. Κατά τις συνεδριάσεις αυτές, η μόνιμη διϋπηρεσιακή ομάδα εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα πρέπει να παρουσιάζει έκθεση σχετικά με την πορεία των εργασιών της·

3.7

καλεί τις κυβερνήσεις των κρατών μελών να συνεκτιμούν σε μεγαλύτερο βαθμό την αστική διάσταση στο πλαίσιο των εθνικών πολιτικών τους. Θα πρέπει ιδίως να υπάρξει μέριμνα ώστε οι πόλεις να διαθέτουν τους οικονομικούς πόρους που είναι απαραίτητοι για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Κρίνεται επίσης αναγκαίο να ενταθεί ο διάλογος με τις πόλεις και της ενώσεις τους και να καθιερωθεί ως ειδική διαδικασία επίσημης διαβούλευσης·

3.8

τονίζει την εξαιρετική σημασία που έχει η έρευνα και η ανάπτυξη για την επίτευξη των στόχων της Λισαβόνας. Ζητεί, συνεπώς, να ληφθεί υπόψη στο 7ο πρόγραμμα-πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για την έρευνα, την τεχνολογική ανάπτυξη και την επίδειξη, ο σημαντικός ρόλος των πόλεων στην πολιτική για την έρευνα, με την προσθήκη μιας «αστικής πτυχής». Η αστική διάσταση λαμβάνεται προς το παρόν δεόντως υπόψη μόνο στους τομείς του περιβάλλοντος και των μεταφορών. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να συμπεριληφθούν οι αστικές πτυχές της έρευνας σε όλους τους τομείς και σε όλα τα ειδικά προγράμματα. Στο πλαίσιο αυτό, είναι σημαντικό να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για να ενισχυθεί περισσότερο η δικτύωση των πόλεων με τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά ιδρύματα που λειτουργούν στο έδαφός τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα επιτευχθεί μια συνεργία για την ανάπτυξη των πόλεων και μια ευρύτερη ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης όσον αφορά την έρευνα και την ανάπτυξη. Ένα τέτοιο μέτρο θα μπορούσε να είναι π.χ. η διοργάνωση διαγωνισμού με τίτλο «Ευρωπαϊκή Πόλη της Επιστήμης»·

3.9

το 7ο Πρόγραμμα-Πλαίσιο Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης θα πρέπει να ενισχύει τον ρόλο των πόλεων ως κέντρων ανταλλαγής πληροφοριών και γνώσεων, να εξασφαλίζει ότι η κατανομή των πόρων και των πολιτικών για την καινοτομία ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας γενικά και των πολιτών ειδικότερα και να εγγυάται την υποστήριξη διεθνικών ερευνών σχετικά με την αστική ανάπτυξη·

3.10

τονίζει τη σημασία της επικουρικότητας και τη σκοπιμότητα της συμμετοχής των υποεθνικών βαθμίδων διακυβέρνησης στον προγραμματισμό και στην υλοποίηση της πολιτικής για τη συνοχή. Η αποκέντρωση της διαχείρισης των Διαρθρωτικών Ταμείων δεν πρέπει να οδηγήσει στη συγκέντρωση της πολιτικής συνοχής στο επίπεδο των κρατών μελών·

3.11

καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει υπόψη την αρχή της αναλογικότητας κατά την εφαρμογή των μηχανισμών διαχείρισης και ελέγχου των δράσεων που αναπτύσσουν οι πόλεις·

3.12

ζητεί να υπάρχει μεγαλύτερη και πιο διαφανής συμμετοχή των τοπικών αρχών στην προετοιμασία, την κατάρτιση και την εφαρμογή των εθνικών προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων και να συμπεριλαμβάνουν τα κράτη μέλη στις ετήσιες εκθέσεις τους προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ειδικό κεφάλαιο με τα μέτρα εκτέλεσης των εν λόγω προγραμμάτων σε τοπικό επίπεδο·

3.13

επικροτεί τη συνεκτίμηση της αστικής διάστασης στις προτάσεις κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα Διαρθρωτικά Ταμεία και το Ταμείο Συνοχής για την περίοδο 2007-2013·

3.14

ζητεί να ενισχυθεί η αστική διάσταση στις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για τη συνοχή για την περίοδο 2007-2013. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή οφείλει να μεριμνήσει για την πραγματική συνεκτίμηση της αστικής διάστασης, π.χ. μέσω της σαφούς αναφοράς της αστικής διάστασης τόσο στις εκθέσεις εφαρμογής των κρατών μελών όσο και στην ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως προβλέπεται στα άρθρα 27 και 28 της πρότασης περί καθορισμού γενικών διατάξεων για τα διαρθρωτικά ταμεία (9)·

3.15

υπογραμμίζει τον θεμελιώδη ρόλο των διερευνητικών και στρατηγικών πρωτοβουλιών που έχουν τεθεί σε εφαρμογή από τις δημοτικές αρχές, ιδίως με τη μορφή προτάσεων για τη δημιουργία εναλλακτικών θέσεων εργασίας στις αποκαλούμενες «νέες πηγές απασχόλησης», για την αντιμετώπιση των προβλημάτων ανεργίας. Για το λόγο αυτό, ζητεί, κατά τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη των προγραμμάτων για την απασχόληση, όχι μόνο να λαμβάνεται υπόψη η αστική πτυχή, αλλά και να παρέχονται στις πόλεις οι απαραίτητες αρμοδιότητες, μέσα διαχείρισης και δημοσιονομικοί πόροι·

3.16

επιδοκιμάζει τις κοινές πρωτοβουλίες JEREMIE, JASPERS και JESSICA της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ομίλου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕ). Η διασφάλιση ισότιμης πρόσβασης όλων των βαθμίδων διακυβέρνησης σε αυτά τα συστήματα χρηματοδότησης αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση για την επιτυχία τους·

3.17

συνιστά να εκπονούνται, να προσαρμόζονται στην επικαιρότητα και να διαδίδονται στοιχεία και αναλύσεις που απεικονίζουν την πολύπλοκη κατάσταση των πόλεων και διευκολύνουν την εκτίμηση της κατάστασης που επικρατεί στις πόλεις. Επιδοκιμάζονται ιδιαίτερα πρωτοβουλίες όπως τα προγράμματα ESPON ή URBAN AUDIT·

3.18

υποστηρίζει την περαιτέρω ανάπτυξη δικτύων μεταξύ πόλεων με στόχο την ανταλλαγή εμπειριών και βέλτιστων πρακτικών. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να αξιοποιηθούν υφιστάμενα δίκτυα όπως το πρόγραμμα URBACT, το πρότυπο σχέδιο «Ευρωπαϊκό Δίκτυο Γνώσης για τον Αστικό Χώρο» (EUKN: European Urban Knowledge Network), η διαπεριφερειακή αστική συνεργασία σε επιλεγμένους τομείς, το πρόγραμμα Eurocities κ.ά. Αλλά και οι πρωτοβουλίες των εθνικών και ευρωπαϊκών ενώσεων που εκπροσωπούν συμφέροντα των πόλεων θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη·

3.19

καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ζητήσει από τα κράτη μέλη που λαμβάνουν ενισχύσεις από το Ταμείο Συνοχής να αφιερώσουν σημαντικό τμήμα αυτών των ενισχύσεων σε σχέδια που αφορούν βιώσιμες αστικές μεταφορές.

Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2006

Ο Πρόεδρος

της Επιτροπής των Περιφερειών

Michel DELEBARRE


(1)  EE C 231 της 20.09.2005

(2)  Τρίτη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή: Νέα εταιρική σχέση για τη συνοχή: σύγκλιση, ανταγωνιστικότητα, συνεργασία, COM(2004) 107 τελικό της 18ης Φεβρουαρίου 2004.

(3)  Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την αστική διάσταση στο πλαίσιο της διεύρυνσης της 13ης Οκτωβρίου 2005, P6_TA-PROV(2005)0387, εισηγητής: Jean Marie BEAUPUY, δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.

(4)  «Εφαρμογή της εταιρικής σχέσης της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση: Η συμβολή των περιφερειών και των πόλεων. Έρευνα για τη συμμετοχή των περιφερειών και των πόλεων στην προετοιμασία των εθνικών προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισαβόνας», DI CdR 45/2005.

(5)  Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής, COM(2004) 492 της 14ης Ιουλίου 2004.

(6)  Ανακοίνωση της Επιτροπής «Πολιτική της συνοχής για την ενίσχυση της ανάπτυξης και της απασχόλησης: Στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας, 2007-2013», COM(2005) 299 τελικό της 5ης Ιουλίου 2005.

(7)  Έγγραφο εργασίας της Επιτροπής με τίτλο «Η πολιτική συνοχής και οι πόλεις: η αστική συμβολή στην οικονομική μεγέθυνση και την απασχόληση στις περιφέρειες» της 23ης Νοεμβρίου 2005, διατίθεται στα αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά στην ιστοσελίδα http://europa.eu.int/comm/regional_policy/consultation/urban/index_en.htm.

(8)  Ανακοίνωση της Επιτροπής «Διάλογος με τις ενώσεις φορέων τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης σχετικά με τη διαμόρφωση των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης», COM(2003) 811 της 19ης Δεκεμβρίου 2003.

(9)  Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής, COM(2004) 492 της 14ης Ιουλίου 2004.


Top