EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52012AE1299

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020» [COM(2011) 398 τελικό — 2011/0177 (APP)] — «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Προϋπολογισμός για την “Ευρώπη 2020” » [COM(2011) 500 τελικό]

ΕΕ C 229 της 31.7.2012, p. 32–38 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

31.7.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 229/32


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020»

[COM(2011) 398 τελικό — 2011/0177 (APP)]

«Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Προϋπολογισμός για την “Ευρώπη 2020”»

[COM(2011) 500 τελικό]

2012/C 229/06

Εισηγητής: ο κ. PALMIERI

Συνεισηγητής: ο κ. KRAWCZYK

Στις 29 Ιουνίου 2011, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωση, αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την:

Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Προϋπολογισμός για την «Ευρώπη 2020»

COM(2011) 500 final.

Στις 19 Οκτωβρίου 2011, και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την:

Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020

COM(2011) 398 final — 2011/0177 (APP).

Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και νομισματική ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 7 Μαΐου 2012.

Κατά την 481η σύνοδο ολομέλειάς της, της 23 και της 24 Μαΐου 2012 (συνεδρίαση της 24 Μαΐου 2012), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε, με 165 ψήφους υπέρ, 9 ψήφους κατά και 5 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η ΕΟΚΕ κατανοεί τη δέσμευση που αναλαμβάνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην προσπάθειά της να επιτύχει συμβιβασμό μεταξύ δύο αντικρουόμενων απαιτήσεων σχετικά με το νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ) σε μια περίπλοκη κοινωνική, οικονομική και πολιτική συγκυρία. Η πρώτη από τις απαιτήσεις αυτές αφορά τη συμμόρφωση προς την υπαγορευόμενη από την κρίση ηθική και πολιτική επιταγή για την επιβολή λιτότητας, η οποία αναπόφευκτα θα επηρεάσει την πορεία των συζητήσεων και το περιεχόμενο της τελικής συμφωνίας. Η δεύτερη απαίτηση έγκειται στην ανάγκη ενδεδειγμένης και αποτελεσματικής αντιμετώπισης των σοβαρών προκλήσεων που τίθενται ενώπιον της ΕΕ, οι οποίες απορρέουν τόσο από τη Συνθήκη της Λισαβόνας όσο και από τη στρατηγική «Ευρώπη 2020».

1.2   Η Ευρώπη βρίσκεται σε δύσκολη θέση τόσο εξαιτίας της χρηματοπιστωτικής κρίσης που πλήττει τις χώρες της Ευρωζώνης όσο και ελλείψει συναινετικής αντιμετώπισης εκ μέρους των διαφόρων κρατών μελών, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος να τεθούν υπό αμφισβήτηση ακόμη και η ίδια η λειτουργία και οι προοπτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).

1.3   Η ΕΟΚΕ έχει ήδη δηλώσει σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της και επαναλαμβάνει και στην παρούσα γνωμοδότηση –σε σύμπνοια με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Επιτροπή των Περιφερειών– ότι οι φιλόδοξες προκλήσεις της ΕΕ καθιστούν την αύξηση των κονδυλίων του ενωσιακού προϋπολογισμού όχι μόνον επιθυμητή αλλά και αναγκαία για την ανάκαμψη της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης. Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την άποψη σύμφωνα με την οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται «περισσότερη (και καλύτερη) και όχι λιγότερη Ευρώπη». Αντίθετα, το «πάγωμα» του ΠΔΠ στο σημερινό του επίπεδο, σε πραγματικές τιμές, θα αντιστοιχούσε σε παραίτηση από πολλές από τις προκλήσεις που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η ΕΕ κατά τα προσεχή έτη.

1.4   Η πρόταση της Επιτροπής φαίνεται συνεπώς να προσανατολίζεται υπερβολικά προς τη διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης, από την άποψη τόσο των χορηγούμενων πόρων όσο της δομής του προϋπολογισμού, η οποία οδηγεί σε αναντιστοιχία μεταξύ της έκτασης και της μορφής των νέων προκλήσεων που τίθενται για την ΕΕ, αφενός, και των διαθέσιμων πόρων, αφετέρου, δηλαδή με άλλα λόγια μεταξύ των φιλοδοξιών και των μέσων υλοποίησής τους.

1.5   Επιπλέον, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η συζήτηση σχετικά με την αναθεώρηση του προϋπολογισμού της ΕΕ απαιτείται να επικεντρωθεί στην αποτελεσματικότητά του έναντι του πολιτικού σχεδίου της ΕΕ, το οποίο τίθεται επί του παρόντος υπό σοβαρή αμφισβήτηση λόγω της κρίσης. Το κριτήριο στο οποίο θα πρέπει να βασιστεί η αξιολόγηση του ΠΔΠ είναι η επάρκειά του ώστε να διασφαλίσει στην ΕΕ τα απαιτούμενα μέσα για την υλοποίηση των στρατηγικών προτεραιοτήτων της, χωρίς αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των πολιτών και των επιχειρήσεων, δηλαδή η ικανότητά του να προσδώσει «προστιθέμενη αξία» (1) σε ευρωπαϊκή κλίμακα, με ίση κατανομή των δαπανών στους ευρωπαίους πολίτες.

1.6   Κατά τη λεπτομερή εξέταση της πρότασης, η ΕΟΚΕ τάσσεται σθεναρά υπέρ της βελτίωσης και της απλοποίησης της δομής του προϋπολογισμού της ΕΕ, κατά τρόπο ώστε να μετριασθεί αισθητά η ενασχόληση με το ζήτημα της δίκαιης επιστροφής και της οριζόντιας ισότητας μεταξύ των κρατών μελών και να επικεντρωθεί αντ’ αυτού το ενδιαφέρον στην αποτελεσματική υλοποίηση των ευρωπαϊκών στρατηγικών στόχων.

1.7   Όσον αφορά τα έσοδα, διαπιστώνεται ένα ισχυρό στοιχείο καινοτομίας που συνίσταται στην πρόταση για την καθιέρωση ενός νέου συστήματος ιδίων πόρων, προερχόμενων τόσο από την μετατροπή του πόρου ΦΠΑ όσο και από την επιβολή φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών (ΦΧΣ), την οποία η ΕΟΚΕ έχει ήδη υποστηρίξει με στόχο την επάνοδο στο αρχικό πνεύμα της Συνθήκης της Ρώμης (2) που είναι σε θέση να προσφέρει πραγματική δημοσιονομική αυτονομία στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

1.7.1   Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της μετατροπής του ίδιου πόρου ΦΠΑ, εφόσον αυτή θα συμβάλει στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ με την αποτροπή δυνητικών οικονομικών στρεβλώσεων στο εσωτερικό των κρατών μελών. Επισημαίνει, ωστόσο, ότι από την πρόταση της Επιτροπής απουσιάζουν επακριβή στοιχεία σχετικά τόσο με τις αλλαγές που επέρχονται στη δομή του ΦΠΑ όσο και με τις διαφορές ως προς το ύψος των δημοσιονομικών πόρων που συνεπάγονται οι εν λόγω αλλαγές για κάθε κράτος μέλος. Η ΕΟΚΕ, παρότι τονίζει εκ νέου την ανάγκη επιβολής του ΦΧΣ σε παγκόσμια κλίμακα, εκτιμά ότι εφαρμογή του εν λόγω φόρου σε ευρωπαϊκό επίπεδο (με την καθιέρωση ενός κατώτατου συντελεστή για όλα τα κράτη μέλη) θα μπορούσε να μεγιστοποιήσει τη συμβολή του χρηματοπιστωτικού τομέα τόσο στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και στους προϋπολογισμούς των κρατών μελών και να περιορίσει την οικονομική αστάθεια που οφείλεται σε αμιγώς κερδοσκοπικές ενέργειες.

1.8   Η επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» θα απαιτήσει πολύ περισσότερους πόρους από όσους προβλέπονται στο ΠΔΠ· ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ συνιστά να διερευνηθεί ενδελεχέστερα η δυνατότητα θέσπισης καινοτόμων δημοσιονομικών μηχανισμών με στόχο την κάλυψη τέτοιου είδους επενδύσεων (όσον αφορά τα ομόλογα έργου), αφού προηγουμένως αξιολογηθούν εις βάθος τόσο οι πιθανές συνέπειες όσο και η ενδεχόμενη μετάθεση του κινδύνου προς τον δημόσιο τομέα.

1.9   Όσον αφορά τις δαπάνες, η υλοποίηση των προτεραιοτήτων που υποδεικνύονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή προϋποθέτει την ανάληψη δράσης αποκλειστικά και μόνο σε ενωσιακό επίπεδο, προσδίδοντας έτσι πραγματικά ευρωπαϊκή «προστιθέμενη αξία» εκεί όπου ένα ευρώ που δαπανάται σε ενωσιακό επίπεδο είναι πιο αποτελεσματικό από ένα ευρώ που δαπανάται σε εθνικό επίπεδο. Πρόκειται για τα «ευρωπαϊκά δημόσια αγαθά» των οποίων η παροχή σε εθνικό επίπεδο δεν είναι η βέλτιστη δυνατή (εξαιτίας ανεπαρκειών της αγοράς ή λόγω οικονομιών κλίμακας μη δυνάμενων να επιτευχθούν σε εθνικό επίπεδο), με αποτέλεσμα να απαιτείται μια αποτελεσματική παρέμβαση εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

1.10   Υπό αυτό το πρίσμα, η ΕΟΚΕ επικροτεί την έναρξη της μεταρρύθμισης της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής (ΚΓΠ), η οποία αποσκοπεί στη διαφύλαξη ενός αποδοτικού και αποτελεσματικού ευρωπαϊκού γεωργικού προτύπου διασφαλίζοντας συγχρόνως πραγματική προστιθέμενη αξία για την ΕΕ. Η ΕΟΚΕ έχει ήδη εκφράσει και τονίζει εκ νέου την πεποίθησή της ότι ο σχεδιασμός της ΚΓΠ – όπως και της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) – πρέπει να προάγει τη σχέση μεταξύ της γεωργίας, της δασοκομίας και της αλιείας, αφενός, και της προστασίας του περιβάλλοντος και της βιωσιμότητας των φυσικών πόρων, αφετέρου. Η προσέγγιση αυτή θα ευνοήσει την ανάδειξη των ορθών περιβαλλοντικών πρακτικών, χωρίς ωστόσο να παραμεληθεί η στήριξη της οικονομικής ευρωστίας και της ανταγωνιστικότητας των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και του αλιευτικού κλάδου, εντός ενός πλαισίου χαρακτηριζόμενου από την υψηλή αστάθεια των τιμών των βασικών πρωτογενών προϊόντων.

1.11   Ως προς το σύστημα άμεσων ενισχύσεων, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι ο στόχος που συνίσταται στην εναρμόνιση των όρων ανταγωνισμού μεταξύ των ευρωπαίων γεωργών και στην ενίσχυση της ενσωμάτωσης των νέων κρατών μελών πρέπει να υλοποιηθεί έπειτα από προσεκτική εκτίμηση των επιπτώσεων που ενδέχεται να προκύψουν σε όλα τα κράτη μέλη. Προκειμένου να αποφευχθούν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που θα είχαν κοινωνικές συνέπειες, ιδιαίτερα στις Βαλτικές Χώρες, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι κατά τη λήξη του επόμενου δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020, καμία χώρα δεν θα βρίσκεται κάτω από το 90 % του μέσου όρου των 27 κρατών μελών της ΕΕ όσον αφορά τις άμεσες ενισχύσεις

1.12   Το άρθρο 174 της Συνθήκης της Λισαβόνας θα πρέπει να αποτελεί την κατευθυντήρια αρχή για το μέλλον της πολιτικής συνοχής: «Η Ένωση αποσκοπεί […] στη μείωση των διαφορών μεταξύ των επιπέδων ανάπτυξης των διαφόρων περιοχών και στη μείωση της καθυστέρησης των πλέον μειονεκτικών περιοχών»·

1.13   Όσον αφορά την πολιτική συνοχής, η ΕΟΚΕ –παρότι θεωρεί πειστική την εστίασή της σε περιορισμένο αριθμό σημαντικών προτεραιοτήτων της ΕΕ– αντιτίθεται ωστόσο στην επιβολή μακροοικονομικών όρων ως προϋπόθεση για την εκταμίευση των κονδυλίων που προορίζονται για την πολιτική συνοχής. Η ΕΟΚΕ είναι επίσης της γνώμης ότι η εισαγωγή της νέας κατηγορίας των περιφερειών «μετάβασης» στη θέση των περιφερειών «σταδιακής ένταξης» (phasing in) και «σταδιακής εξόδου» (phasing out) δεν πρέπει να αποβεί εις βάρος των πόρων που διατίθενται στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες και θεωρεί μη ενδεδειγμένη την καταχρηστική χρήση του Ταμείου Συνοχής για άλλους σκοπούς που δεν εμπίπτουν στο αρχικό πεδίο δράσης του. Ωστόσο, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, τα εναπομείναντα κεφάλαια του δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013 θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν με σκοπό τη χρηματοδότηση ενός ευρωπαϊκού σχεδίου για την ανάπτυξη προς ανάληψη από την Ένωση. Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί, για περιορισμένο χρονικό διάστημα όπως παραδείγματος χάρη για τα πρώτα 3 χρόνια, και όσον αφορά τα κεφάλαια του επόμενου δημοσιονομικού πλαισίου 2014-2020.

1.14   Για την απτή υλοποίηση των στόχων του νέου ΠΔΠ, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι ο προϋπολογισμός της ΕΕ θα πρέπει να είναι υποδειγματικός, αποδοτικός, αποτελεσματικός και διαφανής, προκειμένου να καταστεί αξιόπιστος στα μάτια των ευρωπαίων πολιτών και να τους βοηθήσει να αντιληφθούν ευχερώς τα πλεονεκτήματα της Ευρώπης και το κόστος της μη Ευρώπης. Προς το σκοπό αυτό, η ΕΟΚΕ κρίνει αναγκαία τη δημιουργία ή την εφαρμογή συστημάτων για την παρακολούθηση των αποτελεσμάτων των πολιτικών της ΕΕ, με στόχο τη διερεύνηση των κοινωνικών, οικονομικών και περιφερειακών επιπτώσεών τους.

1.15   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η πρόταση της Επιτροπής συνιστά μια διαπραγματευτική βάση στην οποία στηρίχθηκε η έναρξη των τρεχουσών διαπραγματεύσεων και δεσμεύεται εφεξής –σύμφωνα με τις παρατηρήσεις που διατυπώνονται στην παρούσα γνωμοδότηση – να παρακολουθεί την εν λόγω διαδικασία και να παρεμβαίνει όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα μπορέσουν να επέλθουν συγκεκριμένες νομοθετικές τροποποιήσεις.

2.   Πρόταση της Επιτροπής σχετικά με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο για την περίοδο 2014-2020

2.1   Η παρούσα γνωμοδότηση αφορά την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου [έγγρ. COM (2011) 398 τελικό] η οποία –με τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020– συνιστά τη νομοθετική μεταφορά της ανακοίνωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής [COM (2011) 500 τελικό, της 29ης Ιουνίου 2011], με θέμα «Προϋπολογισμός για την “Ευρώπη 2020” ».

2.2   Συνολικά, το ΠΔΠ περιλαμβάνει 1,025 δισ. ευρώ, ήτοι ποσοστό 1,05 % του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος (ΑΕΕ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), ποσό στο οποίο προστίθενται 58,5 δισ. ευρώ για άλλες δαπάνες που δεν εμπίπτουν στο ΠΔΠ (δηλ. για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση). Το συνολικό ποσό είναι περίπου ισοδύναμο, μετά την αφαίρεση του πληθωρισμού, με το ΠΔΠ της προηγούμενης περιόδου (2007-2013) το οποίο είχε καθοριστεί σε 994 δισ. ευρώ.

2.3   Όσον αφορά τις δαπάνες, οι αλλαγές συνίστανται στα εξής:

στην επίτευξη απλούστευσης, μέσω περιορισμένου αριθμού προγραμμάτων και στόχων, προκειμένου να μειωθούν οι διοικητικές επιβαρύνσεις των δικαιούχων και να διευκολυνθεί η αξιολόγηση αντικτύπου·

στη μείωση των πόρων που διατίθενται για τα διαρθρωτικά ταμεία (ΕΤΠΑ, ΕΚΤ, Ταμείο Συνοχής) –εξαιρουμένης της διευκόλυνσης «Συνδέοντας την Ευρώπη»– από 355 δισ. ευρώ σε 336 δισ. ευρώ, με την καθιέρωση μιας νέας κατηγορίας περιφερειών μετάβασης προς αντικατάσταση του ισχύοντος συστήματος σταδιακής κατάργησης και σταδιακής εφαρμογής·

στη διαμόρφωση κοινού στρατηγικού πλαισίου για τα διαρθρωτικά ταμεία, την αγροτική ανάπτυξη και την αλιεία, καθώς και του κοινού στρατηγικού πλαισίου «Horizon 2020», το οποίο θα καλύπτει την έρευνα και την καινοτομία με την ανάθεση πρωταρχικού ρόλου στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τεχνολογίας·

στη νέα διευκόλυνση «Συνδέοντας την Ευρώπη» για τις μεταφορές ευρείας κλίμακας, την ενέργεια και τα δίκτυα ΤΠΕ (40 δισ. ευρώ + 10 δισ. ευρώ προερχόμενα από το Ταμείο Συνοχής)·

στη δρομολόγηση της μεταρρύθμισης της ΚΓΠ με ελαφρά μείωση των πόρων της, ως ποσοστό του συνολικού προϋπολογισμού (60 δισ. ευρώ ετησίως) και σε πραγματικές τιμές (3), και στη στενότερη σύνδεσή της με τις περιβαλλοντικές επιταγές (οικολογικός προσανατολισμός) και παράλληλη ανάληψη δέσμευσης για ενισχυμένη ευελιξία·

στην αύξηση των πόρων που διατίθενται για την έρευνα και καινοτομία, την εκπαίδευση και την κατάρτιση (80 δισ. ευρώ).

2.4   Όσον αφορά τα έσοδα, προτείνεται η σταδιακή μετάβαση από έναν προϋπολογισμό που κυριαρχείται από συνεισφορές βασιζόμενες στο ακαθάριστο εθνικό εισόδημα (ΑΕΕ) σε έναν απλοποιημένο προϋπολογισμό βασισμένο σε αμιγώς ιδίους πόρους ο οποίος θα διαθέτει συγχρόνως αναπροσαρμοσμένους διορθωτικούς μηχανισμούς. Ειδικότερα, η Επιτροπή προτείνει να καταργηθεί ο ισχύων ίδιος πόρος που βασίζεται στον ΦΠΑ και να αντικατασταθεί –το αργότερο αρχής γενομένης από το 2018– από ένα σύστημα βασιζόμενο στην επιβολή φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και σε έναν νέο πόρο ΦΠΑ, με στόχο να ενισχυθεί η εναρμόνιση των διαφόρων εθνικών συστημάτων και να εξαλειφθούν οι απαλλαγές και οι παρεκκλίσεις.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1   Είναι προφανές ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή οφείλει να επιδιώξει την επίτευξη ισορροπίας σχετικά με το νέο ΠΔΠ σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία για τη λειτουργία και τις προοπτικές της ΕΕ, τόσο εξαιτίας της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης που πλήττει την Ευρώπη όσο και ελλείψει συναίνεσης εκ μέρους των κρατών μελών όσον αφορά την ευρωπαϊκή πολιτική απάντηση. Το ζητούμενο είναι η επίτευξη ισορροπίας μεταξύ δύο αντικρουόμενων και συγχρόνως επιτακτικών απαιτήσεων: αφενός της επιβολής λιτότητας, η οποία αποτελεί επιταγή υπαγορευόμενη από την κρίση και της επακόλουθης βούλησης περιορισμού της δέσμευσης δημόσιων πόρων που θα συνεχίσει αναπόφευκτα να επηρεάζει την πορεία των συζητήσεων και το περιεχόμενο της τελικής συμφωνίας, και αφετέρου της επίδειξης αποτελεσματικότητας για την αντιμετώπιση των σοβαρών προκλήσεων που τίθενται ενώπιον της ΕΕ.

3.2   Ως εκ τούτου, η πρόταση της Επιτροπής με θέμα «Προϋπολογισμός για την “Ευρώπη 2020” » οφείλει απαραιτήτως να αναπροσαρμοστεί στις επικρατούσες οικονομικές και πολιτικές συνθήκες. Ενώ από τη μία πλευρά ο ρόλος που διαδραματίζει επί του παρόντος η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δεν μπορεί να αγνοηθεί στο πλαίσιο καμίας συζήτησης σχετικά με τη μορφή που θα πρέπει να λάβει ο προϋπολογισμός της ΕΕ προκειμένου να καταστεί δυνατή η επιτυχής αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων που τίθενται σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο, από την άλλη πλευρά απαιτείται να κατανοηθούν οι πραγματικές προθέσεις των κρατών μελών όσον αφορά την αναγνώριση και την ανάληψη αυτού του ρόλου εκ μέρους της ΕΕ.

3.2.1   Η επίπονη πορεία των διαπραγματεύσεων που οδήγησαν στον καθορισμό του ΠΔΠ για την περίοδο 2007-2013, καθώς και οι δυσκολίες που ανέκυψαν κατά την έγκριση του προϋπολογισμού της ΕΕ για το 2011, αλλά και η επιστολή που διαβιβάστηκε το καλοκαίρι του 2011 στον Πρόεδρο της Επιτροπής κ. Barroso υπογεγραμμένη από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων εννέα κρατών μελών (4), αφήνουν να διαφανεί ότι –τουλάχιστον σε έναν σημαντικό αριθμό χωρών– επικρατεί μια τάση για την ανάληψη μιας περιορισμένης στο ελάχιστο ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής δέσμευσης, πράγμα το οποίο προοιωνίζει –για άλλη μια φορά– τη διεξαγωγή ευαίσθητων και πολύπλοκων διαπραγματεύσεων.

3.3   Ωστόσο, σε μια συγκυρία η οποία τείνει να μεγεθύνει τις διαστάσεις των ποσοτικών και ποιοτικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ΕΕ (οικονομική, χρηματοπιστωτική και κοινωνική κρίση, ανταγωνιστικότητα, κλιματική αλλαγή, κλπ.), η πρόταση της Επιτροπής φαίνεται να προσανατολίζεται υπερβολικά προς τη διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης. Η πρόταση φαίνεται λοιπόν να αντικατοπτρίζει την ύπαρξη αναντιστοιχίας μεταξύ της έκτασης και της μορφής των νέων προκλήσεων που τίθενται για την ΕΕ, αφενός, και των διαθέσιμων πόρων, αφετέρου, δηλαδή με άλλα λόγια μεταξύ των φιλοδοξιών και των μέσων υλοποίησής τους.

3.4   Η ΕΟΚΕ έχει ήδη δηλώσει (5) και επαναλαμβάνει ότι η αύξηση του προϋπολογισμού της ΕΕ είναι όχι μόνον επιθυμητή αλλά και αναγκαία, ενόψει του μεγέθους των νέων προκλήσεων που απαιτούν από κοινού αντιμετώπιση: «η επανεξέταση του προϋπολογισμού της ΕΕ δεν είναι ζήτημα αριθμών αλλά εργαλείο για τη στήριξη ενός πολιτικού σχεδίου. Σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν διαθέτει τα δημοσιονομικά μέσα που θα της επιτρέψουν να υλοποιήσει την πολιτική της στρατηγική ή να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που της αναθέτει η νέα Συνθήκη της Λισαβόνας».

3.4.1   Υπενθυμίζεται εν προκειμένω η θέση που εξέφρασε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατά το οποίο η διευθέτηση της κρίσης και των προκλήσεων που έχει ενώπιον της η ΕΕ «θα προέλθει από περισσότερη και όχι από λιγότερη Ευρώπη». Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι της γνώμης ότι το «πάγωμα» του ΠΔΠ, σε πραγματικές τιμές, στο σημερινό του επίπεδο –όπως προτείνεται από την Επιτροπή– συνεπάγεται παραίτηση από πολλές από τις προκλήσεις που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η ΕΕ κατά τα προσεχή έτη. Γι’ αυτό τον λόγο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε την αύξηση του επιπέδου των πόρων για το επόμενο ΠΔΠ κατά 5 %, καλώντας το Συμβούλιο –σε περίπτωση που δεν συμμερίζεται αυτή την προσέγγιση– να προσδιορίσει τις πολιτικές προτεραιότητες και τα προγράμματα που θα πρέπει να εγκαταλειφθούν, παρά την αποδεδειγμένη ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία τους, κατά την περίοδο 2014 -2020 (6).

3.4.2   Ομοίως, η Επιτροπή των Περιφερειών «είναι της γνώμης ότι το επίπεδο της προτεινόμενης χρηματοδότησης θα πρέπει επομένως να θεωρηθεί ως το απολύτως ελάχιστο ποσό που απαιτείται για την υλοποίηση των φιλόδοξων σχεδίων που συμφωνήθηκαν για την Ένωση», διότι «θεωρεί ότι απαιτείται να επικρατήσει μια διαφορετική αντίληψη, ιδίως μεταξύ των εθνικών δημόσιων ταμείων, προκειμένου τα βασικά καθήκοντα της ΕΕ να εκλαμβάνονται περισσότερο ως επένδυση παρά ως δαπάνη» (7).

3.4.3   Επιπλέον, χάρη στις αλλαγές που εισήχθησαν από τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο καθορισμός του ΠΔΠ για την περίοδο 2014-2020 δεν τελεί υπό την αποκλειστική αρμοδιότητα της Επιτροπής και των κυβερνήσεων των κρατών μελών, καθώς ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενισχύθηκε με σκοπό την ανάληψη αυξημένης δημοκρατικής ευθύνης. Υπό τις παρούσες συνθήκες, διανοίγονται νέες δυνατότητες για την παρακολούθηση της διαδικασίας διαμόρφωσης του νέου ΠΔΠ από την κοινωνία των πολιτών και ειδικότερα από την ΕΟΚΕ, καθώς και για την ενεργό συμμετοχή τους στη συζήτηση επί του θέματος, σε στενή συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

3.5   Η ΕΟΚΕ δεσμεύεται, κατά συνέπεια, να παρακολουθεί την πορεία των τρεχουσών διαπραγματεύσεων και να παρεμβαίνει όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα μπορέσουν να επέλθουν συγκεκριμένες νομοθετικές τροποποιήσεις. Το ΠΔΠ έχει ως αποστολή να προσφέρει στην ΕΕ τα απαιτούμενα μέσα για την υλοποίηση των προτεραιοτήτων της, χωρίς αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των πολιτών και των επιχειρήσεων, και υπό αυτό ακριβώς το πρίσμα θα πρέπει να αξιολογηθεί.

3.6   Ο περαιτέρω προσανατολισμός προς την επίτευξη αποτελεσμάτων θα πρέπει συνεπώς να οδηγήσει σε μετατόπιση της προσοχής από την τυπική τήρηση των κανόνων –με βασική εστίαση στο ύψος των δαπανών– στον ουσιαστικό έλεγχο της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας ως προς τη χρήση των πόρων και την επίτευξη αποτελεσμάτων, ιδίως στην περίπτωση της πολιτικής συνοχής και της ΚΓΠ. Αυτή η αλλαγή οπτικής γωνίας, η οποία συνάγεται από την έννοια της μεγιστοποίησης της προστιθέμενης αξίας των δαπανών της ΕΕ, προϋποθέτει κατά συνέπεια μια συνεκτική προσέγγιση, από την άποψη τόσο της διαχείρισης όσο και των ελέγχων.

3.7   Δεν πρέπει βεβαίως να λησμονηθεί ότι, αν και ο προϋπολογισμός της ΕΕ αντιστοιχεί περίπου σε 1 % του ΑΕΠ της ΕΕ κατά την περίοδο 2007-2013, αποτελεί ωστόσο μια ακόμη σημαντική πηγή πόρων για επενδύσεις η οποία, εάν χρησιμοποιηθεί σωστά, μπορεί να λειτουργήσει ως θεμελιώδης μοχλός για την οικονομική ανάπτυξη της ΕΕ. Γι’ αυτό το λόγο, η ΕΟΚΕ θεωρεί σκόπιμη την ενίσχυση των ενδεδειγμένων συνεργιών μεταξύ του προϋπολογισμού της ΕΕ και των εθνικών προϋπολογισμών για την υλοποίηση των κυριότερων στρατηγικών στόχων της Ευρώπης.

3.8   Η ΕΟΚΕ θεωρεί κεφαλαιώδους σημασίας κατά τη διαδικασία καθορισμού του ΠΔΠ για την περίοδο 2014-2020 την κατάκτηση της εμπιστοσύνης των ευρωπαίων πολιτών και την απόκτηση αξιοπιστίας στα μάτια τους, με παράλληλη προβολή των πλεονεκτημάτων της Ευρώπης και του κόστους της μη Ευρώπης. Προς το σκοπό αυτό, ο προϋπολογισμός της ΕΕ απαιτείται να είναι:

ορθά διαχειριζόμενος, χωρίς να επιφέρει υπερβολικές διοικητικές επιβαρύνσεις·

αποδοτικός από πλευράς εξοικονομούμενων πόρων σε σύγκριση με το τρέχον ΠΔΠ·

αποτελεσματικός ως προς την ευχερέστερη υλοποίηση των προκαθορισθέντων στόχων και ως προς την επίτευξη απτού αντικτύπου στη ζωή των ευρωπαίων πολιτών·

διαφανής και ελεγχόμενος από κάθε άποψη όσον αφορά τις πραγματοποιούμενες δαπάνες, τους χρησιμοποιούμενους πόρους και τα επιτευχθέντα αποτελέσματα·

προσανατολισμένος στις ενωσιακές αρχές της αλληλεγγύης, του θεμιτού ανταγωνισμού και της ανταγωνιστικότητας.

3.9   Για τη διεξαγωγή συζήτησης σχετικά με τη βασιμότητα της πρότασης της Επιτροπής, η ΕΟΚΕ θεωρεί σκόπιμη την αξιολόγησή της προκειμένου να διερευνηθεί εάν είναι σε θέση να διασφαλίσει τα εξής:

την παροχή ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας και τον προσδιορισμό ενδεδειγμένων στρατηγικών προτεραιοτήτων·

την αντιμετώπιση των προκλήσεων που θέτει η κρίση και να προσανατολίσει την Ευρώπη σε μια αλληλέγγυα αναπτυξιακή στρατηγική για την αντιστάθμιση της τάσης των κρατών μελών να περιστέλλουν τις εθνικές δημόσιες δαπάνες τους.

3.9.1   Όσον αφορά την παροχή ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας, η πρόταση της Επιτροπής υποδεικνύει ορισμένες σημαντικές προτεραιότητες των οποίων η υλοποίηση προϋποθέτει την ανάληψη δράσης αποκλειστικά και μόνο σε ενωσιακό επίπεδο. Οι εν λόγω προτεραιότητες αφορούν ό,τι μπορεί να εκληφθεί ως «ευρωπαϊκό δημόσιο αγαθό» και, ειδικότερα, τους τομείς παρέμβασης στους οποίους ένα ευρώ που δαπανάται σε ενωσιακό επίπεδο είναι πιο αποτελεσματικό από ένα ευρώ που δαπανάται σε εθνικό επίπεδο.

3.9.2   Μεταξύ των «ευρωπαϊκών δημόσιων αγαθών» περιλαμβάνεται η έρευνα και η ανάπτυξη, η κοινή άμυνα, η επισιτιστική ασφάλεια, η μετανάστευση και το άσυλο, η αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, οι επενδύσεις σε υποδομές πανευρωπαϊκής εμβέλειας για την ενέργεια, την επικοινωνία και την εσωτερική αγορά (η οποία απομένει ακόμη να ολοκληρωθεί). Σε αυτούς τους στρατηγικούς τομείς, το ΠΔΠ για την περίοδο 2014-2020 προβλέπει αξιοσημείωτη αύξηση των πιστώσεων του προϋπολογισμού σε σχέση με το ΠΔΠ για την περίοδο 2007-2013, παρά τους αυστηρούς δημοσιονομικούς περιορισμούς.

3.9.3   Η ΕΟΚΕ, παρότι αναγνωρίζει το σημαντικό στοιχείο καινοτομίας που εμπεριέχει η πρόταση της Επιτροπής, οφείλει ωστόσο να επισημάνει την παντελή απουσία συζήτησης επί των εν λόγω προτεραιοτήτων, γεγονός το οποίο ενέχει τον κίνδυνο ο προϋπολογισμός της ΕΕ να μην καταφέρει να αντιμετωπίσει τα κρίσιμα ζητήματα που ανακύπτουν λόγω της παρούσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, και να εξακολουθήσει να υφίσταται πιέσεις από ομάδες ειδικών συμφερόντων.

3.10   Σε αυτήν την ιδιαίτερα ρευστή συγκυρία, η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει (8) ότι η χάραξη της ευρωπαϊκής δημοσιονομικής πολιτικής πρέπει να είναι συνεπής προς τη θεμελιώδη επιλογή μεταξύ ομοσπονδιακού και διακυβερνητικού συστήματος και, άρα, προς τον επιδιωκόμενο βαθμό ολοκλήρωσης. Ειδικότερα, η αρχή της δίκαιης επιστροφής για τα μεμονωμένα κράτη μέλη απορρέει από τη λογιστική καταχώριση των δημοσιονομικών πόρων σε συνάρτηση με το εθνικό ΑΕΠ, η οποία είναι αντίθετη και προς το γράμμα και προς το πνεύμα των Συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.10.1   Το ισχύον σύστημα όσον αφορά τους πόρους, το οποίο βασίζεται στις συνεισφορές των κρατών μελών, είναι πράγματι πολύπλοκο και ελάχιστα διαφανές με αποτέλεσμα να αποδυναμώνεται η άσκηση δημοκρατικού ελέγχου επί του συστήματος αυτού καθ’ εαυτού· το σύστημα αυτό δεν ευνοεί τη δέουσα προβολή της δέσμευσης που έχει αναληφθεί προς όφελος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης· δημιουργεί δε την εντύπωση ότι η εκάστοτε συνεισφορά προς την ΕΕ αποτελεί πρόσθετη επιβάρυνση για τους εθνικούς προϋπολογισμούς, με συνακόλουθο περιορισμό των πόρων που διατίθενται για τις ενωσιακές πολιτικές· και, τέλος, δεν ανταποκρίνεται στην ανάγκη δημιουργίας μιας άμεσης σχέσης μεταξύ της ΕΕ και των πολιτών της.

3.11   Αντ’ αυτού, η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει (9) ότι το νέο σύστημα –χωρίς να αυξήσει τη συνολική φορολογική επιβάρυνση που επωμίζονται οι πολίτες και οι επιχειρήσεις– οφείλει να συνδέσει τα έσοδα και τις δαπάνες του προϋπολογισμού της ΕΕ με την ανάληψη δέσμευσης εκ μέρους της ΕΕ για την εφαρμογή ίδιας πολιτικής στρατηγικής, καθώς και για την ανταπόκρισή της στις υποχρεώσεις που της αναθέτει η νέα Συνθήκη της Λισαβόνας, προκειμένου να διασφαλίσει την ισότιμη μεταχείριση των κρατών μελών και να καταστεί διαφανέστερο, απλούστερο και ευχερέστερα κατανοητό από τους πολίτες.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1   Με το νέο ΠΔΠ η Επιτροπή, προτείνει τη σημαντική διαφοροποίηση του τρόπου χρηματοδότησης του προϋπολογισμού της ΕΕ που βασίζεται κατά κύριο λόγο στην ενίσχυση της δημοσιονομικής αυτονομίας, μέσω της καθιέρωσης ενός νέου συστήματος ιδίων πόρων ικανού να διασφαλίσει μια πιο ισότιμη μεταχείριση των κρατών μελών. Με τη νέα πρόταση επέρχεται αλλαγή προτύπου, με στόχο να καταλυθεί η εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τις συνεισφορές των κρατών μελών και να επιτευχθεί η σταδιακή μετάβαση προς τη δημοσιονομική αυτάρκεια.

4.1.1   Στο επίκεντρο του «νέου συστήματος ιδίων πόρων» τίθεται η μετατροπή του πόρου ΦΠΑ και η επιβολή του ΦΧΣ. Το σύστημα αυτό, όταν θα τεθεί σε πλήρη εφαρμογή, θα συμβάλει στην περαιτέρω εξισορρόπηση του προϋπολογισμού της ΕΕ, έτσι ώστε να χρηματοδοτείται σχεδόν κατά 40 % από τους νέους ιδίους πόρους, κατά 20 % από τους παραδοσιακούς ιδίους πόρους και κατά 40 % από τα κράτη μέλη, βάσει του ΑΕΕ (10). Το πλεονέκτημα του νέου συστήματος έγκειται στη διασφάλιση του γεγονότος ότι οι εθνικές συνεισφορές δεν θα εκλαμβάνονται πλέον από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών ως φόρος επί του εθνικού τους προϊόντος, εγείροντας αξιώσεις για δίκαιη επιστροφή και επιτυγχάνοντας την επανεξισορρόπηση των οικονομικών οφελών.

4.1.2   Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι «συμφωνεί με τη δημιουργία αυτού του νέου πόρου ΦΠΑ που αντικαθιστά τον υφιστάμενο» (11), εφόσον θα συμβάλει στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ με την αποτροπή δυνητικών οικονομικών στρεβλώσεων στο εσωτερικό των κρατών μελών. Επισημαίνει, ωστόσο, ότι από την πρόταση της Επιτροπής απουσιάζουν επακριβή στοιχεία σχετικά τόσο με τις αλλαγές που επέρχονται στη δομή του ΦΠΑ όσο και με τις διαφορές ως προς το ύψος των δημοσιονομικών πόρων που συνεπάγονται οι εν λόγω αλλαγές για κάθε κράτος μέλος. Επίσης, η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαίο συμπλήρωμα την υιοθέτηση μέτρων με σκοπό την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ.

4.1.3   Η πρόταση της Επιτροπής, παρότι τελεί ακόμη υπό συζήτηση, εισάγει ένα ενδιαφέρον νέο στοιχείο, τον ΦΧΣ. Η ΕΟΚΕ, τονίζοντας εκ νέου ότι απαιτείται η επιβολή του ΦΧΣ σε παγκόσμια κλίμακα, τάχθηκε υπέρ της καθιέρωσης φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών σε ευρωπαϊκό επίπεδο (12). Η ΕΟΚΕ προβάλλει την ανάγκη προσεκτικής αντιμετώπισης των μακροοικονομικών και μικροοικονομικών επιπτώσεων που συνεπάγεται η εφαρμογή του ΦΧΣ και αιτείται, ως εκ τούτου, την αδιάλειπτη παρακολούθηση και την επακόλουθη ετήσια εκτίμηση των επιπτώσεων της εφαρμογής του.

4.1.4   Ο ΦΧΣ θα καθιστούσε δυνατή την επίτευξη τουλάχιστον των ακόλουθων τριών στόχων:

την αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης που επιβάλλεται στις χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες με στόχο μια πιο ισότιμη συμβολή των δραστηριοτήτων αυτών τόσο στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και στους προϋπολογισμούς των κρατών μελών (εκτιμάται ότι η εφαρμογή αυτού του συστήματος φορολογικής εισφοράς θα αποφέρει περίπου 57 δισ. ευρώ) (13)·

την αλλαγή της συμπεριφοράς των χρηματοπιστωτικών φορέων, με αποτέλεσμα τη μείωση του όγκου των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών υψηλής συχνότητας (high frequency) και χαμηλού χρόνου αναμονής (low latency), των οποίων το ποσοστό επί του όγκου των συναλλαγών που πραγματοποιούνται εντός των κρατών μελών της ΕΕ κυμαίνεται μεταξύ 13 % και 40 % (14)·

την εναρμόνιση της φορολόγησης των χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων όλων των κρατών μελών.

4.1.5   Η μεταρρύθμιση των διορθωτικών μηχανισμών και η αντικατάσταση των ήδη υφιστάμενων μηχανισμών με ένα σύστημα κατ’ αποκοπή ποσών βαίνουν επίσης προς την κατεύθυνση της επιθυμητής απλούστευσης και της επίτευξης μεγαλύτερης διαφάνειας, λαμβανομένου ιδίως υπόψη του γεγονότος ότι επί του παρόντος οι οικονομικές συνθήκες στα κράτη μέλη είναι εντελώς διαφορετικές από εκείνες που επικρατούσαν το 1984, όταν τέθηκε σε εφαρμογή το σύστημα αυτό. Όπως έχει ήδη επισημάνει η ΕΟΚΕ (15), παραμένει, ωστόσο, η ανάγκη να διευκρινιστούν με μεγαλύτερη ακρίβεια οι επιπτώσεις αυτής της μεταρρύθμισης, δεδομένου ότι προς το παρόν δεν είναι σαφής ούτε ο όγκος των πόρων που εμπλέκονται, ούτε η σύγκριση μεταξύ της υφιστάμενης κατάστασης και του προτεινόμενου συστήματος.

4.2   Η ΕΟΚΕ θεωρεί εξαιρετικά θετική τη βελτίωση της δομής του προϋπολογισμού της ΕΕ, με ίση κατανομή των δαπανών στους ευρωπαίους πολίτες, η οποία καθιστά δυνατό να μετριασθεί αισθητά η ενασχόληση με το ζήτημα της δίκαιης επιστροφής και της οριζόντιας ισότητας μεταξύ των κρατών μελών και να επικεντρωθεί αντ’ αυτού το ενδιαφέρον στην αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των δαπανών της ΕΕ (με στόχο τόσο την κάλυψη των αναγκών των πολιτών και των επιχειρήσεων στην Ευρώπη όσο και τη σύνδεση των αποκομιζόμενων οφελών με τις πραγματοποιούμενες δαπάνες). Ωστόσο, η ΕΟΚΕ εκφράζει εκ νέου (16) τη λύπη της για το γεγονός ότι η πρόταση της Επιτροπής επικεντρώνεται αποκλειστικά στην εσωτερική δομή του προϋπολογισμού, χωρίς να στηρίζεται στους νέους ιδίους πόρους για την εξέταση του βασικού ζητήματος του μεγέθους του, ως ένα μέσο στην υπηρεσία ενός πολιτικού σχεδίου, των φιλοδοξιών δηλαδή της ΕΕ.

4.3   Όπως επισημάνθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, «ο προϋπολογισμός της ΕΕ είναι κατά κύριο λόγο επενδυτικός προϋπολογισμός, ο οποίος μπορεί να εξασφαλίσει περισσότερες επενδύσεις προερχόμενες από δημόσιες ή ιδιωτικές πηγές» (17). Υπό αυτό το πρίσμα και με στόχο την υπέρβαση των ποσοτικών και κανονιστικών περιορισμών που τίθενται στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, η ΕΟΚΕ θεωρεί σκόπιμο να προκριθούν δοκιμαστικά ορισμένες μορφές ομολόγων έργου (project bonds) προκειμένου να χρηματοδοτηθούν συγκεκριμένα έργα στον τομέα των υποδομών και της κατάρτισης (18), σύμφωνα με την πρωτοβουλία για τα ομόλογα χρηματοδότησης έργων που ξεκίνησε η Επιτροπή (19).

4.3.1   Τα ομόλογα έργου θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικό μοχλό για την οικονομική ανάπτυξη της ΕΕ με τις δευτερογενείς επιπτώσεις (spillover) που θα επέφεραν, χωρίς να προσκρούουν όπως συμβαίνει σήμερα στην ακαμψία των προϋπολογισμών των κρατών μελών που πασχίζουν να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης και να τηρήσουν το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ).

4.3.2   Η ΕΟΚΕ θεωρεί, ωστόσο, επιβεβλημένη την ενδελεχή διερεύνηση νέων δυνατοτήτων χρηματοδότησης πέραν του ΠΔΠ, δεδομένου ότι η κτηθείσα εμπειρία από τις συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα καταδεικνύει ότι υπάρχει τρόπος μετάθεσης του κινδύνου προς τον δημόσιο τομέα (20).

4.4   Στην πρόταση της Επιτροπής δεν τίθενται υπό αμφισβήτηση οι παραδοσιακοί τομείς δαπανών της ΕΕ, δηλαδή η πολιτική συνοχής και η Κοινή Γεωργική Πολιτική (ΚΓΠ), ενώ συγχρόνως επιδιώκεται να υποστηριχθεί περαιτέρω –στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»– τόσο η διασφάλιση μιας αποδοτικής και αποτελεσματικής πολιτικής δαπανών όσο και η παροχή προστιθέμενης αξίας στα ήδη υφιστάμενα μέσα δαπανών.

4.4.1   Η ΕΟΚΕ επικροτεί την έναρξη της μεταρρύθμισης της ΚΓΠ, η οποία αποσκοπεί στην αναπροσαρμογή του μεριδίου της εν λόγω πολιτικής στον συνολικό προϋπολογισμό της ΕΕ και στη στενότερη σύνδεση των δαπανών της ΕΕ με τα δημόσια αγαθά που παράγει ο γεωργικός τομέας, όπως ζητά και η ίδια η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της με θέμα «Η ΚΓΠ με χρονικό ορίζοντα το 2020» (21). Σε περίπτωση που οι πόροι είναι περιορισμένοι, όπως κατά την παρούσα συγκυρία, η ΚΓΠ –καθώς και η Κοινή Αλιευτική Πολιτική (ΚΑΠ)– θα πρέπει να αξιολογείται σε σχέση με τους στόχους και τις επιδιώξεις που ορίζονται στη Συνθήκη της Λισαβόνας: βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος (βιοποικιλότητα, νερό, έδαφος, αέρας), της προστασίας του τοπίου, της ζωτικότητας των αγροτικών περιοχών, της καλής διαβίωσης των ζώων, της βιωσιμότητας και της ασφάλειας των τροφίμων (22).

4.4.2   Η ΕΟΚΕ έχει ήδη επισημάνει (23) ότι η γεωργία, η δασοκομία και η αλιεία διαδραματίζουν προεξάρχοντα ρόλο για την προστασία του περιβάλλοντος και τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ επικροτεί μεν την προσέγγιση που υιοθετεί η Επιτροπή για τον «οικολογικό προσανατολισμό» της ΚΓΠ, αλλά τονίζει εκ νέου ότι απαιτείται να επιδειχθεί ιδιαίτερη προσοχή κατά τη διαδικασία αναθεώρησης προκειμένου να μην διαταραχθούν οι στόχοι και οι μηχανισμοί χρηματοδότησης της ΚΓΠ που αποσκοπούν στην υποστήριξη των φορέων του κλάδου της γεωργίας, των τροφίμων και του περιβάλλοντος.

4.4.3   Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της σχετικά με την προσπάθεια της Επιτροπής να μειώσει το μερίδιο που αναλογεί στην ΚΓΠ με την ανάθεση σε άλλους φορείς –όπως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση– νέων καθηκόντων σχετικών προς τους επιδιωκόμενους στόχους στον κλάδο της γεωργίας και των τροφίμων.

4.4.4   Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι ο στόχος που συνίσταται στην εναρμόνιση των όρων ανταγωνισμού μεταξύ των ευρωπαίων γεωργών και στην ενίσχυση της ενσωμάτωσης των νέων κρατών μελών, μέσω του συστήματος άμεσων ενισχύσεων, απαιτείται να υλοποιηθεί έπειτα από προσεκτική εκτίμηση των επιπτώσεων που ενδέχεται να προκύψουν σε όλα τα κράτη μέλη. H EOKE υπογραμμίζει τη σημασία των προσπαθειών να μειωθεί το χάσμα μεταξύ των επιπέδων στήριξης που λαμβάνουν οι γεωργοί στα διάφορα κράτη μέλη. Έχει ήδη (24) εκφράσει τη σύσταση να γίνει η ανακατανομή των εθνικών κονδυλίων για τις άμεσες ενισχύσεις βάσει αντικειμενικών και αμερόληπτων κριτηρίων και να προβλεφθεί κατάλληλη μεταβατική περίοδος για τη σχεδιαζόμενη δίκαιη σύγκλιση με εγκατάλειψη της αρχής της ιστορικής αναφοράς, ούτως ώστε κατά τη λήξη του δημοσιονομικού πλαισίου για το διάστημα 2014-2020 καμία χώρα να μην βρίσκεται κάτω από το 90 % του μέσου όρου των 27 κρατών μελών της ΕΕ όσον αφορά τις άμεσες ενισχύσεις.

4.4.5   Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ το νέο ΠΔΠ θα πρέπει να διασφαλίσει μια ΚΓΠ και μια ΚΑΠ ικανές να εγγυηθούν:

την ασφάλεια του εφοδιασμού σε τρόφιμα·

την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία στον τομέα των γεωργικών προϊόντων διατροφής·

την κερδοφορία του γεωργικού και του αλιευτικού τομέα·

την επάρκεια του εισοδήματος των ευρωπαίων γεωργών και αλιέων.

Με την υιοθέτηση των συγκεκριμένων γραμμών δράσης αναμένεται ότι –εντός ενός πλαισίου χαρακτηριζόμενου από μεγάλη αστάθεια των τιμών των βασικών πρωτογενών προϊόντων– θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στη διττή φύση της ΚΓΠ με την ανάδειξη των ορθών περιβαλλοντικών πρακτικών, χωρίς ωστόσο να παραμεληθεί η στήριξη της οικονομικής ευρωστίας και της ανταγωνιστικότητας των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, και να αναβαθμιστεί ως εκ τούτου η ιστορική αποστολή της που συνίσταται στην παραγωγή υγιεινών και θρεπτικών τροφίμων, σε επαρκείς ποσότητες και σε προσιτές τιμές, για τους ευρωπαίους πολίτες.

4.5   Η επιδίωξη της ίδιας μορφής αποτελεσματικότητας θα πρέπει να διαπνέει και τα έργα που χρηματοδοτούνται από την πολιτική συνοχής, η οποία παραμένει ζωτικής σημασίας για την ενίσχυση της ενσωμάτωσης των νέων κρατών μελών, και – όπως υποστηρίζεται στην έκθεση Barca (25)– θα ήταν σκόπιμο να επικεντρωθεί σε περιορισμένο αριθμό βασικών προτεραιοτήτων της ΕΕ, με παράλληλη προσεκτική διερεύνηση των κοινωνικών, οικονομικών και εδαφικών επιπτώσεών τους με τη βοήθεια εκ των προτέρων, ενδιάμεσων και εκ των υστέρων αξιολογήσεων· οι εν λόγω αξιολογήσεις δεν θα πρέπει όμως να επιφέρουν σε καμία περίπτωση πρόσθετο γραφειοκρατικό φόρτο.

4.5.1   Η ΕΟΚΕ αντιτίθεται ωστόσο στην επιβολή μακροοικονομικών όρων ως προϋπόθεση για την εκταμίευση των κονδυλίων που προορίζονται για την πολιτική συνοχής, προκειμένου να αποτραπεί η επιβολή πρόσθετων επιβαρύνσεων στα κράτη μέλη σε μια δύσκολη κοινωνική και οικονομική συγκυρία. Η ΕΟΚΕ είναι επιπλέον της γνώμης ότι η εισαγωγή της νέας κατηγορίας των περιφερειών «μετάβασης» στη θέση των περιφερειών «σταδιακής ένταξης» (phasing in) και «σταδιακής εξόδου» (phasing out) δεν πρέπει να αποβεί εις βάρος των πόρων που διατίθενται στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες. Τέλος, παρότι επικροτεί την πρόταση σχετικά με τη διευκόλυνση «Συνδέοντας την Ευρώπη», επισημαίνει ωστόσο ότι η εν λόγω διευκόλυνση δεν πρέπει να χρηματοδοτηθεί με 10 περίπου δισ. ευρώ προερχόμενα από το Ταμείο Συνοχής, κατά τρόπο ώστε να αποφευχθεί η καταχρηστική χρήση του Ταμείου αυτού για άλλους σκοπούς που δεν εμπίπτουν στο αρχικό πεδίο δράσης του.

4.6   Το άρθρο 174 της Συνθήκης της Λισαβόνας θα πρέπει να αποτελεί την κατευθυντήρια αρχή για το μέλλον της πολιτικής συνοχής: «Η Ένωση αποσκοπεί […] στη μείωση των διαφορών μεταξύ των επιπέδων ανάπτυξης των διαφόρων περιοχών και στη μείωση της καθυστέρησης των πλέον μειονεκτικών περιοχών […]».

Κατά συνέπεια:

είναι σκόπιμο να διασφαλιστούν και να διευρυνθούν οι επενδύσεις στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής, με εστίαση στον στόχο της σύγκλισης·

για τα κράτη μέλη των οποίων ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης κατά την περίοδο 2007-2009 ήταν αρνητικός και τα οποία παρουσιάζουν ικανοποιητικό ρυθμό απορρόφησης των κονδυλίων κατά την τρέχουσα περίοδο, το ανώτατο όριο θα βρίσκεται τουλάχιστον στο επίπεδο της τρέχουσας περιόδου για την πολιτική συνοχής·

4.7   Η ΕΟΚΕ προσβλέπει στην περαιτέρω ενίσχυση της παρακολούθησης των αποτελεσμάτων των πολιτικών της ΕΕ – και ειδικότερα της ΚΓΠ και του Ταμείου Συνοχής λόγω του ειδικού βάρους που έχουν για τον συνολικό προϋπολογισμό – με στόχο να καταστεί δυνατή η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των δαπανών της ΕΕ και της ικανότητας επίτευξης των μεγάλων στόχων που έχει θέσει η ίδια η ΕΕ, πρωτίστως με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» (26). Ο στόχος αυτός μπορεί επίσης να επιτευχθεί χάρη σε έναν συνδυασμό επιβαλλόμενων κυρώσεων σε περίπτωση μη τήρησης των προκαθορισμένων κριτηρίων αναφοράς και παρεχόμενων οικονομικών κινήτρων προς τα κράτη μέλη που επιτυγχάνουν τα καλύτερα αποτελέσματα.

4.7.1   Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ ευελπιστεί ότι οι τοπικές και περιφερειακές αρχές θα εξακολουθήσουν να υποστηρίζονται και να συμμετέχουν περισσότερο, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προκειμένου να είναι σε θέση να εξασφαλίσουν τις βέλτιστες δυνατές συνθήκες εφαρμογής και εκτέλεσης των προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από την πολιτική συνοχής και την ΚΓΠ, με τη βοήθεια ενδεδειγμένων προγραμμάτων επαγγελματικής επανεκπαίδευσης με αντικείμενο τις ευρωπαϊκές διαδικασίες προγραμματισμού, καθοδήγησης, παρακολούθησης και αξιολόγησης.

Βρυξέλλες, 24 Μαΐου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  «The value resulting from an EU intervention which is additional to the value that would have been otherwise created by Member State action alone» (Η αξία που προκύπτει από την παρέμβαση της ΕΕ, η οποία είναι συμπληρωματική προς την αξία που θα είχε ειδάλλως προκύψει από τη δράση ενός μόνο κράτους μέλους), (COM(2010) 700 final· SEC(2011) 867).

(2)  Άρθρο 201.

(3)  Η ονομαστική αξία των κονδυλίων που προορίζονται για την ΚΓΠ δεν μειώνεται, αλλά παραμένει σταθερή κατά τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού και επομένως, σε πραγματικούς όρους, υπάρχει τάση συρρίκνωσης των κονδυλίων αυτών σε σχέση με το 2012.

(4)  www.euractiv.com/euro-finance/eu-countries-call-slim-eu-budget-news-507532

(5)  ΕΕ C 248 της 25.8.2011, σελ. 75.

(6)  Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 8ης Ιουνίου 2011 με θέμα «Επένδυση στο μέλλον: ένα νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ) για μια ανταγωνιστική και βιώσιμη Ευρώπη χωρίς αποκλεισμούς» (2010/2211(INI)).

(7)  Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών, BUDG-V-002, της 14-15 Δεκεμβρίου 2011.

(8)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Σύστημα των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης», ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σελ. 45.

(9)  ΕΕ C 248 της 25.8.2011, σελ. 75.

(10)  COM (2011) 510 τελικό, σελ 6. Επί του παρόντος, οι συνεισφορές των κρατών μελών βάσει του ΑΕΕ ανέρχονται στο 70 % του συνολικού προϋπολογισμού της ΕΕ, οι παραδοσιακοί ίδιοι πόροι (τελωνειακοί δασμοί και τέλος επί της ζάχαρης) καλύπτουν το 14,1 %, ο φόρος προστιθέμενης αξίας αναλογεί σε 11,2 % και οι λοιποί πόροι (πλεόνασμα εσόδων από προηγούμενα έτη) είναι της τάξεως του 4,7 % (SEC(2011) 876 τελικό).

(11)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Σύστημα των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης», ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σελ. 45.

(12)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για ένα κοινό σύστημα φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και για την τροποποίηση της οδηγίας 2008/7/ΕΚ», ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σελ. 55.

(13)  SEC(2011) 1103 τελικό.

(14)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 8 Δεκεμβρίου 2010, δημόσια διαβούλευση με θέμα την αναθεώρηση της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID), Γενική Διεύθυνση Εσωτερικής Αγοράς και Υπηρεσιών.

SEC(2011) 1226 τελικό.

(15)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Σύστημα των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης», ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σελ. 45.

(16)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Εκτελεστικά μέτρα για το σύστημα των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης», ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σελ. 45.

(17)  Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ό.π.

(18)  Haug J. & al., ό.π., κεφ. 4.

(19)  http://ec.europa.eu/economy_finance/consultation/index_en.htm.

(20)  ΕΕ C 143 της 25.5.2012, σελ. 134

(21)  COM(2010) 672 τελικό.

(22)  Hart K. – Baldock D. (επιμέλεια): What Tools for the European Agricultural Policy to Encourage the Provision of Public Goods (Παροχή δημόσιων αγαθών μέσω της γεωργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση), Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Ιούλιος 2011.

(23)  EE C 132 της l 3.5.2011, σελ. 63.

(24)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ NAT/520 με θέμα «Η ΚΓΠ με χρονικό ορίζοντα το 2020», ΕΕ C 191 της 29.6.2012, σελ. 116.

(25)  Barca F. (επιμέλεια): An Agenda for a Reformed Cohesion Policy. A place-based approach to meeting European Union challenges and expectations, «Πρόγραμμα μεταρρύθμισης για την πολιτική Συνοχής: επιτόπια προσέγγιση για την αντιμετώπιση των προκλήσεων και των προσδοκιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης», έκθεση που εκπονήθηκε για λογαριασμό της ΓΔ REGIO, 2009.

(26)  Chambon N. & Rubio E.: In search of «the best value for money»: analyzing current ideas and proposals to enhance the performance of CAP and cohesion spending (Σε αναζήτηση μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας και οικονομίας: ανάλυση των υφιστάμενων ιδεών και προτάσεων για τη βελτίωση των επιδόσεων της ΚΓΠ και των δαπανών για τη συνοχής)· εργαστήριο με θέμα «The post 2013 financial perspectives: Re-thinking EU finances in times of crisis» (Οι δημοσιονομικές προοπτικές μετά το 2013: επανεξέταση των οικονομικών της ΕΕ σε περιόδους κρίσης), Τορίνο, 7-8 Ιουλίου 2011.


Top