EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52007IE1456

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Η εξέλιξη των αντισταθμιστικών αποζημιώσεων υπέρ των μειονεκτικών περιοχών από το 2010 και εξής

ΕΕ C 44 της 16.2.2008, p. 56–59 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

16.2.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 44/56


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η εξέλιξη των αντισταθμιστικών αποζημιώσεων υπέρ των μειονεκτικών περιοχών από το 2010 και εξής»

(2008/C 44/16)

Στις 16 Φεβρουαρίου 2007, η σύνοδος ολομέλειας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2, του ΕΚ, την κατάρτιση γνωμοδότησης πρωτοβουλίας με θέμα: «Η εξέλιξη των αντισταθμιστικών αποζημιώσεων υπέρ των μειονεκτικών περιοχών από το 2010 και εξής».

Το τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του την 1η Οκτωβρίου 2007, με εισηγητή τον κ. KIENLE.

Κατά την 439η σύνοδο της ολομέλειας της της 24ης και 25ης Οκτωβρίου 2007 ( συνεδρίαση της 24ης Οκτωβρίου 2007), η ΕΟΚΕ υιοθέτησε με 143 ψήφους υπέρ και 3 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υποστηρίζει την άποψη ότι οι περιοχές που χαρακτηρίζονται από φυσικά μειονεκτήματα χρειάζονται και αξίζουν ιδιαίτερη προσοχή σε δημόσιο και πολιτικό επίπεδο. Το ίδιο ισχύει, ανεξαιρέτως, και για τις περιοχές οι οποίες στην παρούσα γνωμοδότηση αναφέρονται ως «λοιπές μειονεκτικές περιοχές» (ενδιάμεσες περιοχές).

1.2

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι αντισταθμιστικές αποζημιώσεις, οι οποίες συγχρηματοδοτούνται από την ΕΕ και τα κράτη μέλη, αποτελούν ένα απαραίτητο μέσο που επιτρέπει την διαφύλαξη του ανθρωπογενούς τοπίου (cultural landscape) και της γεωργίας σε περιοχές οι οποίες είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες από οικονομική, οικολογική, αλλά και κοινωνική άποψη.

1.3

Στόχος των αντισταθμιστικών αποζημιώσεων δεν είναι, απλά και μόνον, η διατήρηση των παραδοσιακών συστημάτων εκμετάλλευσης. H αντιστάθμιση των οικονομικών μειονεκτημάτων των οποίων τις αρνητικές συνέπειες υφίστανται οι γεωργοί θα πρέπει, και στο μέλλον, να εξακολουθήσει να αποτελεί τον πυρήνα της προσέγγισης των μειονεκτικών περιοχών.

1.4

Σε σχέση με τις εκκρεμείς προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον επαναπροσδιορισμό των προς υποστήριξη περιοχών, η ΕΟΚΕ συνιστά να καθορίσει η ΕΕ το πλαίσιο και τις εναλλακτικές μεθοδολογικές προσεγγίσεις για την οριοθέτηση των περιοχών. Η επιλογή του σχετικού συστήματος και ο προσδιορισμός των περιοχών θα πρέπει να εξακολουθήσουν να υπάγονται στην αρμοδιότητα των κρατών μελών και των περιφερειών.

1.5

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι είναι απαραίτητο να ενισχυθεί μακροπρόθεσμα η αξιοπιστία του συστήματος χορήγησης αποζημιώσεων. Θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξουν φαινόμενα ασυνέχειας, από διαρθρωτική άποψη, σε περίπτωση αλλαγής των προς υποστήριξη περιοχών.

1.6

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι όροι «μειονεκτικές περιοχές» ή «αντισταθμιστική αποζημίωση» είναι πολύ δυσνόητοι για το ευρύ κοινό και, ως εκ τούτου, θα επιθυμούσε την αντικατάστασή τους.

2.   Αφορμή και ιστορικό της γνωμοδότησης

2.1

Σύμφωνα με τον χάρτη πορείας του Συμβουλίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να υποβάλει το 2008 μία πρόταση αναθεώρησης της οριοθέτησης των λεγόμενων «λοιπών μειονεκτικών περιοχών (ενδιαμέσων περιοχών)», η εφαρμογή της οποίας θα ισχύσει το 2010.

2.2

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή εξέδωσε ήδη στις 13 Σεπτεμβρίου 2006 γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα «Οι μελλοντικές προοπτικές της γεωργίας στις περιοχές με ειδικά φυσικά μειονεκτήματα» (1). Η γνωμοδότηση αυτή αναφερόταν, συγκεκριμένα, στις ορεινές και στις νησιωτικές περιοχές καθώς και στις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες, όχι όμως στις περιοχές της κατηγορίας «λοιπές μειονεκτικές περιοχές (ενδιάμεσες περιοχές)» και της κατηγορίας «περιοχές με ειδικά μειονεκτήματα (μικρές περιοχές)».

2.3

Για το λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ είχε τονίσει ρητώς ότι θα εξέταζε την περίπτωση των περιοχών αυτών σε ιδιαίτερη γνωμοδότηση, πράγμα που πράττει με το παρόν έγγραφο. Η παρούσα γνωμοδότηση πρωτοβουλίας εντάσσεται, συνεπώς, στο πλαίσιο της συζήτησης για έναν πιθανό επαναπροσδιορισμό των μειονεκτικών περιοχών.

2.4

Η απαίτηση της επανεξέτασης των ορίων των περιοχών αυτών απορρέει και από την Ειδική έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου αριθ. 4/2003. Οι κριτικές παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν στο έγγραφο αυτό αφορούσαν κυρίως τα εξής: Τα κράτη μέλη μεταχειρίζονται ένα ευρύ φάσμα ποικίλων δεικτών για την κατάταξη μιας μειονεκτικής περιοχής· δεν υπάρχουν διαθέσιμες επαρκείς αξιόπιστες πληροφορίες για την επίδραση των μέτρων· οι «ορθές γεωργικές πρακτικές» δεν εφαρμόζονται κατά τρόπο ενιαίο. Τα βασικά πορίσματα του Ελεγκτικού Συνεδρίου στοχεύουν στην οριοθέτηση των «λοιπών μειονεκτικών περιοχών» και σε θέματα που σχετίζονται με τις αντισταθμιστικές αποζημιώσεις.

2.5

Η ΓΔ «Γεωργία» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπέβαλε, τον Νοέμβριο του 2006, μία έκθεση αξιολόγησης του Ινστιτούτου Ευρωπαϊκής Πολιτικής Περιβάλλοντος (ΙΕΠΠ) σχετικά με τις αντισταθμιστικές αποζημιώσεις υπέρ των μειονεκτικών περιοχών.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, οι περιοχές που αντιμετωπίζουν φυσικά μειονεκτήματα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του «Ευρωπαϊκού γεωργικού προτύπου». Οι εν λόγω περιοχές χρήζουν ιδιαίτερης δημόσιας και πολιτικής προσοχής, έτσι ώστε να μπορέσουν να θεσπισθούν συγκεκριμένα μέτρα τα οποία να είναι προσαρμοσμένα στις πραγματικές ανάγκες των περιοχών αυτών.

3.2

Η οριοθέτηση των «μειονεκτικών περιοχών» επιτρέπει τον προσδιορισμό των περιοχών στις οποίες απειλείται η γεωργική εκμετάλλευση της γης εξαιτίας φυσικών μειονεκτημάτων που την καθιστούν δυσχερή. Με αυτόν τον τρόπο αναγνωρίζεται εμμέσως το γεγονός ότι η βιώσιμη γεωργική εκμετάλλευση συνιστά σημαντική προϋπόθεση για την ελκυστικότητα των γεωργικών εκτάσεων. Στο πλαίσιο δηλαδή της πολυλειτουργικότητας, ο γεωργοί δεν ασκούν μόνον την επαγγελματική τους δραστηριότητα, αλλά συμβάλλουν, ταυτόχρονα, στην προώθηση του δημόσιου συμφέροντος, μέσω της διαφύλαξης και της φροντίδας του τοπίου.

3.3

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι ο όρος «μειονεκτικές περιοχές» είναι εξόχως διφορούμενος, δεδομένου ότι πολύ συχνά χρησιμοποιείται για περιοχές των οποίων η φύση και το τοπίο παρουσιάζουν ιδιαίτερο πλούτο και ποικιλία και των οποίων οι πληθυσμοί διακρίνονται για τις ιδιαίτερες ικανότητες και παραδόσεις τους. Η εκμετάλλευση εντούτοις του δυναμικού αυτού καθίσταται συχνά αδύνατη εξαιτίας των δυσχερών μορφολογικών και τοπικών συνθηκών. Όσον δε αφορά τους γεωργούς, οι εναλλακτικές οικονομικές λύσεις που τους παρέχονται, τόσο εντός όσο και εκτός του κλάδου, είναι άκρως ανεπαρκείς.

3.4

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, οι αντισταθμιστικές αποζημιώσεις υπέρ των μειονεκτικών περιοχών αποτελεί ένα μοναδικό, όσο και απαραίτητο, εργαλείο για την διαφύλαξη του ανθρωπογενούς τοπίου και της γεωργίας σε περιοχές οι οποίες είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες από οικονομική, οικολογική, αλλά και κοινωνική άποψη. Οι αντισταθμιστικές αποζημιώσεις αποσκοπούν στην αξιοποίηση του σημαντικού δυναμικού των ευρωπαϊκού ανθρωπογενούς τοπίου που παρουσιάζει ενδιαφέρον από αισθητική άποψη, μέσω της προώθησης μίας ενεργού και προσανατολισμένης στην αγορά γεωργίας. Ως εκ τούτου, οι αντισταθμιστικές αποζημιώσεις δεν περιορίζονται απλά και μόνον για τη διατήρηση των παραδοσιακών συστημάτων εκμετάλλευσης. H αντιστάθμιση των οικονομικών μειονεκτημάτων των οποίων τις αρνητικές συνέπειες υφίστανται οι γεωργοί σε περιοχές με ιδιαίτερα δυσχερείς συνθήκες αγροτικής εκμετάλλευσης, θα πρέπει και στο μέλλον να εξακολουθήσει να αποτελεί τον πυρήνα της προσέγγισης των μειονεκτικών περιοχών. Πέραν δε τούτου, το 2007 θεσπίστηκε και η εξάρτηση των αντισταθμιστικών αποζημιώσεων από την τήρηση των κανονιστικών ρυθμίσεων σχετικά τόσο με την ασφάλεια των τροφίμων, όσο και με την προστασία του περιβάλλοντος και των ζώων (πολλαπλή συμμόρφωση — Cross Compliance).

3.5

Από το έτος 1975 και εξής, και με αφετηρία τις ορεινές περιοχές, έχει αναπτυχθεί ένα ολοκληρωμένο ευρωπαϊκό σύστημα για την οριοθέτηση των μειονεκτικών περιοχών. Σήμερα υφίστανται τριών ειδών μειονεκτικές περιοχές: οι ορεινές περιοχές, οι λοιπές μειονεκτικές περιοχές (ενδιάμεσες περιοχές) και οι περιοχές με ειδικά μειονεκτήματα (μικρές περιοχές). Αναφορικά με τα δύο τελευταία είδη περιοχών, παρατηρούνται αισθητές διαφορές και διαφοροποιήσεις μεταξύ των κρατών μελών, σε σχέση τόσο με την οριοθέτηση των περιοχών, όσο και με το ύψος των χορηγούμενων πληρωμών. Χάρη στους σημαντικούς οικονομικούς πόρους που διατίθενται για αντισταθμιστικές αποζημιώσεις κατέστη, σε μεγάλο βαθμό, δυνατό να διατηρηθεί μία ζωντανή γεωργία, ακόμα και σε ευαίσθητες γεωργικές περιοχές.

3.6

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, οι αντισταθμιστικές αποζημιώσεις υπέρ των μειονεκτικών περιοχών αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα των προγραμμάτων για την αγροτική ανάπτυξη (του αποκαλούμενου ΕΓΤΑΑ, σύμφωνα με τον κανονισμό 1698/2005). Το γεγονός δε ότι οι αντισταθμιστικές αποζημιώσεις για τις μειονεκτικές περιοχές χρηματοδοτούνται από κοινού από την ΕΕ και τα κράτη μέλη, καταδεικνύει ότι κατά τον αναλυτικό σχεδιασμό αυτών των μέτρων είναι αναγκαίο να συνδυαστούν κατάλληλα ένα ενιαίο ευρωπαϊκό πλαίσιο με την ευελιξία που χαρακτηρίζει το εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο.

3.7

Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι το έγγραφο εργασίας που εξέδωσε η Επιτροπή το 2005 και έφερε τον τίτλο «Μέθοδος επαναπροσδιορισμού των μειονεκτικών περιοχών (ενδιάμεσες περιοχές)» οδήγησε σε σημαντικές παρανοήσεις και απορρίφθηκε από πολλές περιφέρειες των κρατών μελών. Στο επίκεντρο των τότε συζητήσεων βρέθηκε η πρόταση υιοθέτησης ενός ενιαίου κεντρικού ορισμού των μειονεκτικών περιοχών με βάση τα κριτήρια της ύπαρξης λειμώνων και της απόδοσης σε σιτηρά, χωρίς ωστόσο να παρέχεται η δυνατότητα να συνυπολογίζονται οι περιφερειακές ιδιαιτερότητες. Οι μαζικές επιφυλάξεις και τα αντεπιχειρήματα που διατυπωθήκαν τότε κατά της μεθόδου αυτής πρέπει να ληφθούν υπόψη στις νέες συζητήσεις.

3.8

Στην έκθεση αξιολόγησης του ΙΕΠΠ του Νοεμβρίου 2006 υπογραμμίζεται το γεγονός ότι το μέσο στήριξης που συνιστούν οι αντισταθμιστικές αποζημιώσεις πρέπει να εξετασθεί υπό το πρίσμα των αλληλοεπιδράσεων του με το καθεστώς ενιαίας ενίσχυσης και με τα γεωργοπεριβαλλοντικά μέτρα. Παράλληλα, προτείνεται η περαιτέρω προβολή του ρόλου των εν λόγω αποζημιώσεων στην αντιστάθμιση των μειονεκτημάτων που οφείλονται σε ιδιαιτερότητες του εδάφους και δεν επιτρέπουν την πλήρη αξιοποίησή του από γεωργική άποψη. Το ύψος της χορηγούμενης αποζημίωσης θα πρέπει δε να προσαρμόζεται καλύτερα στο μειονέκτημα του οποίου η αντιστάθμιση επιδιώκεται.

3.9

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι ο κίνδυνος μίας ενδεχόμενης «υπεραντιστάθμισης», τον οποίο προβλέπει το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, δεν αναφέρεται διόλου στην έκθεση αξιολόγησης του ΙΕΠΠ. Η σημαντική απόκλιση που παρατηρείται μεταξύ του εισοδήματος των γεωργών στις μειονεκτικές περιοχές και του αντίστοιχου εισοδήματος στις μη μειονεκτικές περιοχές μπορεί μεν να περιοριστεί μέσω των αντισταθμιστικών αποζημιώσεων, όχι όμως και να ακυρωθεί. Ανάλογα με το κράτος μέλος, οι ειδικοί αναλυτές εκτιμούν ότι οι αντισταθμιστικές αποζημιώσεις συμβάλλουν στο γεωργικό εισόδημα κατά ποσοστό που κυμαίνεται μεταξύ 10 % και 50 %.

3.10

Κατά την γνώμη της ΕΟΚΕ, οι αντισταθμιστικές αποζημιώσεις συμβάλλουν επίσης σημαντικά και στην διαφύλαξη της γεωργίας τόσο στις ελάχιστα παραγωγικές όσο και στις αραιοκατοικημένες περιοχές. Η βιωσιμότητα των γεωργικών επιχειρήσεων εξαρτάται, καταρχάς, από την παραγωγή των γεωργικών καλλιεργειών και την διάθεση της στην αγορά, κατά δεύτερο λόγο από τα έσοδα που προέρχονται από την διαφοροποίηση και, τέλος, από τα μέτρα της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Προκειμένου μάλιστα να ενθαρρυνθούν οι νέοι κυρίως αγρότες κατά την έναρξη των γεωργικών τους δραστηριοτήτων στις μειονεκτικές περιοχές, πρέπει απαραιτήτως να κατοχυρωθεί η μακροπρόθεσμη πολιτική αξιοπιστία του συστήματος των αντισταθμιστικών αποζημιώσεων.

3.11

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, θα έπρεπε εφεξής η ανάπτυξη του συστήματος των αντισταθμιστικών αποζημιώσεων υπέρ των μειονεκτικών περιοχών να πάψει να συσχετίζεται με τα γεωργοπεριβαλλοντικά μέτρα, ούτως ώστε να προβληθούν με σαφήνεια τα χαρακτηριστικά αυτών των αποζημιώσεων. Χρειάζεται επίσης να διασαφηνισθεί μεσοπρόθεσμα ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να εξελιχθεί το σύστημα αυτό στις περιοχές με περιβαλλοντικούς περιορισμούς. Η επισημανθείσα στην έκθεση αξιολόγησης του ΙΕΠΠ περιορισμένη εφαρμογή των συγκεκριμένων μέτρων οφείλεται, κατά την ΕΟΚΕ, και στο γεγονός ότι πολλά κράτη μέλη ή περιφέρειες προτιμούν να κάνουν στις περιοχές αυτές χρήση γεωργοπεριβαλλοντικών μέτρων.

Παρατηρήσεις σχετικά με τον επαναπροσδιορισμό των επιλέξιμων για υποστήριξη περιοχών

3.12

Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι κατά τον επαναπροσδιορισμό των γεωγραφικών ζωνών που θα δικαιούνται να λάβουν αντισταθμιστική αποζημίωση λόγω μειονεκτημάτων, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ακόλουθοι παράγοντες:

3.12.1

Οι αντισταθμιστικές αποζημιώσεις υπέρ των μειονεκτικών περιοχών θα πρέπει εφεξής να συναρτώνται με την διατήρηση μίας ζωντανής και προσαρμοσμένης στις τοπικές συνθήκες γεωργικής δραστηριότητας, ακόμα και σε περιοχές με δυσμενείς συνθήκες εκμετάλλευσης.

3.12.2

Βάσει των μέχρι σήμερα συζητήσεων, η επικειμένη επανεξέταση του συστήματος θα πρέπει να περιορισθεί στο ζήτημα των «λοιπών μειονεκτικών περιοχών» (ενδιάμεσων περιοχών). Δεδομένου ότι ειδικά οι ορεινές περιοχές οριοθετούνται εκ των πραγμάτων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να διασαφηνίσει ακόμη μία φορά — προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν αμφιβολίες για τους γεωργούς — την έκταση που θα έχει ο επαναπροσδιορισμός των μειονεκτικών περιοχών.

3.12.3

Οι μειονεκτικές περιοχές θα πρέπει να οριοθετηθούν βάσει αντικειμενικών και σαφών κριτηρίων, αλλά εντός πλαισίου που θα διασφαλίζει ότι λαμβάνονται πλήρως υπόψη οι τοπικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε κράτος μέλος.

3.12.4

Η εμπειρία της αναθεώρησης του συστήματος αντισταθμιστικών αποζημιώσεων, η οποία επιχειρήθηκε το 2005, κατέδειξε την ακαταλληλότητα μίας κεντρικής προσέγγισης της οριοθέτησης των μειονεκτικών περιοχών, κυρίως εξαιτίας της έλλειψης ενός ενιαίου ευρωπαϊκού συστήματος ταξινόμησης της παραγωγικότητας των γεωργικών εκτάσεων.

3.12.5

Για αυτόν τον λόγο προτείνεται μία προσέγγιση σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας: ως εκ τούτου, η ΕΕ οφείλει να καθορίσει το πλαίσιο και τις εναλλακτικές μεθοδολογικές προσεγγίσεις για την οριοθέτηση των περιοχών. Η επιλογή του σχετικού συστήματος και ο προσδιορισμός των περιοχών θα πρέπει να εξακολουθήσει να αποτελεί αρμοδιότητα των κρατών μελών ή των περιφερειών. Θα πρέπει επίσης να συνεχισθεί η μέχρι σήμερα εφαρμοζόμενη διαδικασία συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των κρατών μελών.

3.12.6

Κατά την οριοθέτηση των περιοχών, τα κράτη μέλη ή οι περιφέρειες θα πρέπει, καταρχάς, να βασίζονται σε κριτήρια φυσικών, μορφολογικών ή κλιματικών μειονεκτημάτων που επηρεάζουν αρνητικά την γεωργική εκμετάλλευση. Επιπλέον, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, μπορούν να ληφθούν υπόψη και κοινωνικοοικονομικά κριτήρια σε περίπτωση που αντανακλούν κοινωνικά ή διαρθρωτικά προβλήματα της γεωργίας στο εκάστοτε τοπικό πλαίσιο (π.χ. υψηλά ποσοστά μετανάστευσης, σημαντική γήρανση του τοπικού πληθυσμού και κυρίως των αγροτών, ιδιαίτερα δυσχερής πρόσβαση στις κρατικές υποδομές, χαμηλή πυκνότητα πληθυσμού). Θα πρέπει εξάλλου να εξεταστεί κατά πόσον λαμβάνονται υπόψη τα εδάφη που βρίσκονται κοντά σε αεροδρόμια, σε αποθήκες πετρελαίου, σε χωματερές, σε στρατιωτικές ζώνες, καθώς και τα εδάφη που βρίσκονται σε ζώνες προστασίας των ηλεκτρικών γραμμών υψηλής τάσεως.

Αντιστρόφως, τα κοινωνικοοικονομικά κριτήρια — στην περίπτωση, λ.χ., των περιφερειών με υψηλή τουριστική προστιθέμενη αξία — δεν πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα να μην ταξινομούνται ως μειονεκτικές περιοχές οι γεωργικές εκείνες εκτάσεις που χαρακτηρίζονται όντως από μειονεκτήματα από πλευράς γεωργικής εκμετάλλευσης.

3.12.7

Η υποστήριξη και η ειδίκευση του ανθρώπινου κεφαλαίου αποτελεί καίριο ζήτημα κάθε τόπου δραστηριότητας, κυρίως μάλιστα στις μειονεκτικές περιοχές. Τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες οφείλουν, συνεπώς, κατά την χάραξη πολιτικών στήριξης, να μεριμνούν για την συμπλήρωση των μέτρων στήριξης συγκεκριμένων περιοχών με μέτρα κατάρτισης και διαβούλευσης κατά τρόπο ωφέλιμο για τις αγροτικές περιοχές.

3.12.8

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες καλούνται να καταδεικνύουν καλύτερα από ό,τι στο παρελθόν τη συμβολή που έχουν οι αντισταθμιστικές αποζημιώσεις υπέρ των μειονεκτικών περιοχών στην επίτευξη του στόχου της διατήρησης μίας ενεργού γεωργίας σε ένα ελκυστικό περιβάλλον. Θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα σύστημα παρακολούθησης, πράγμα το οποίο δεν υφίσταται σήμερα.

3.12.9

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλείται να εξακολουθήσει να εξετάζει κατά πόσο τα φαινόμενα των κλιματικών αλλαγών μπορούν να έχουν επιπτώσεις στις μειονεκτικές περιοχές.

Παρατηρήσεις σχετικά με την χορήγηση αντισταθμιστικών αποζημιώσεων υπέρ των μειονεκτικών περιοχών

3.13

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει ακόμα αποσαφηνίσει κατά πόσον προβλέπονται, στο πλαίσιο της επανεξέτασης του συστήματος αντισταθμιστικών αποζημιώσεων, και άλλες αλλαγές όσον αφορά την χορήγηση των εν λόγω αποζημιώσεων, πέραν αυτών που αφορούν την οριοθέτηση των μειονεκτικών περιοχών.

Εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει όντως αυτήν την πρόθεση, πρέπει τότε, κατά την ΕΟΚΕ, να δοθεί προσοχή στα εξής:

3.13.1

Η χορήγηση αντισταθμιστικών αποζημιώσεων με τη μορφή ενισχύσεων βάσει της έκτασης είναι μεν καταρχήν θεμιτή. Ωστόσο, σε ορισμένες αιτιολογημένες περιπτώσεις θα πρέπει να θεσπιστούν ρυθμίσεις για την εκτροφή ζώων, όπως λ.χ. στην περίπτωση κατά την οποία σε μία συγκεκριμένη περιοχή η εκτροφή ζώων αποτελεί χαρακτηριστικό μέσο διατήρησης της γεωργικής της δραστηριότητας (π.χ. εκτροφή προβάτων ή βοοειδών σε περιοχές βοσκής).

3.13.2

Κατά την χορήγηση των αντισταθμιστικών αποζημιώσεων θα πρέπει να επιδιώκεται ο κατάλληλος συνδυασμός μεταξύ, αφενός, του ευρωπαϊκού πλαισίου και, αφετέρου, των εθνικών ή περιφερειακών ρυθμίσεων, προκειμένου να λαμβάνονται επαρκώς υπόψη οι τοπικές ιδιαιτερότητες.

3.13.3

Παρά το γεγονός ότι τα λογιστικά αποτελέσματα των αγροτικών επιχειρήσεων διαψεύδουν την γενική κατηγορία ότι το εν λόγω σύστημα οδηγεί σε μία «υπεραντιστάθμιση», αποδεικνύεται εντούτοις αναγκαία μία εσωτερική διαφοροποίηση κατά την χορήγηση των αποζημιώσεων αυτών. Εάν το ύψος της ανά εκτάριο αντισταθμιστικής αποζημίωσης υπερβαίνει ένα συγκεκριμένο κατώτατο όριο, τότε τα κράτη μέλη ή οι περιφέρειες οφείλουν να προβαίνουν σε κλιμάκωση του ύψους της αντισταθμιστικής αποζημίωσης ανάλογα με το βαθμό του μειονεκτήματος.

3.13.4

Η διασφάλιση της βιωσιμότητας των γεωργικών επιχειρήσεων απαιτεί το σύστημα χορήγησης των αποζημιώσεων να είναι μακροπρόθεσμα αξιόπιστο. Σε ορισμένα κράτη μέλη παρατηρούνται αποκλίσεις στις πληρωμές από έτος σε έτος ανάλογα με την κατάσταση του εθνικού τους προϋπολογισμού.

3.14

Η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι τυχόν αλλαγές στις προς υποστήριξη περιοχές θα θέσουν ενδεχομένως σε σοβαρό κίνδυνο τη γεωργική διάρθρωση και θα υπονομεύσουν τις προσπάθειες διατήρησης του ανθρωπογενούς τοπίου. Θα πρέπει να διεξαχθούν αναλύσεις κινδύνων και αξιολογήσεις αντίκτυπου για τις περιοχές εκείνες οι οποίες ενδέχεται να παύσουν να είναι επιλέξιμες για την χορήγηση αποζημιώσεων. Οι γεωργοί θα αντιμετωπίσουν γενικά μεγάλες δυσκολίες να αντισταθμίσουν την απώλεια των αποζημιώσεων μέσω άλλων δραστηριοτήτων, π.χ. μέσω της εντατικοποίησης της παραγωγής. Για αυτόν το λόγο θα πρέπει, όχι μόνον να προβλεφθούν οι απαραίτητες μεταβατικές περίοδοι, αλλά και ρήτρες για περιπτώσεις ανωτέρας βίας, ώστε να μην υπάρξουν φαινόμενα ασυνέχειας, από διαρθρωτική άποψη, στις γεωργικές επιχειρήσεις.

3.15

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι ο όρος «μειονεκτικές περιοχές» είναι πολύ δύσκολο να εξηγηθεί στο ευρύ κοινό. Οι «μειονεκτικές περιοχές» μπορούν να αποτελούν ανθρωπογενή τοπία ιδιαίτερης αξίας και ομορφιάς με κοινό χαρακτηριστικό την δύσκολη γεωργική τους εκμετάλλευση. Οι κάτοικοι των μειονεκτικών περιοχών είναι συχνά ιδιαίτερα υπερήφανοι για την ιστορία, τις παραδόσεις και την ομορφιά των τοπίων της περιοχής που αισθάνονται δική τους, γεγονός που διανοίγει μεγάλες δυνατότητες περιφερειακής ανάπτυξης. Ωστόσο, ο όρος «αντισταθμιστική αποζημίωση για τις μειονεκτικές περιοχές» δεν επιτρέπει, δυστυχώς, στους κατοίκους των περιοχών αυτών να ταυτιστούν με τον τόπο τους. Χρειάζεται να εξετασθεί κατά πόσον θα ήταν σκόπιμο να αντικατασταθεί ο όρος «μειονεκτικές περιοχές» με άλλον, ο οποίος να αποδίδει ορθότερα το δυναμικό και τις ιδιαιτερότητες των περιοχών αυτών. Με τον τρόπο αυτό, οι αντισταθμιστικές αποζημιώσεις για τις μειονεκτικές περιοχές θα μπορούσαν ενδεχομένως να γίνουν καλύτερα αποδεκτές.

Βρυξέλλες, 24 Οκτωβρίου 2007

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Δημήτρης ΔΗΜΗΤΡΙΆΔΗΣ


(1)  ΕΕ C 318 της 23ης Δεκεμβρίου 2006, σ. 93.


Top