EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32001L0065

Οδηγία 2001/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 2001, για την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ, 83/349/ΕΟΚ και 86/635/ΕΟΚ όσον αφορά τους κανόνες αποτίμησης για τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς εταιρειών ορισμένων μορφών καθώς και τραπεζών και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων

ΕΕ L 283 της 27.10.2001, p. 28–32 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 18/07/2013; καταργήθηκε εμμέσως από 32013L0034

ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/2001/65/oj

32001L0065

Οδηγία 2001/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 2001, για την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ, 83/349/ΕΟΚ και 86/635/ΕΟΚ όσον αφορά τους κανόνες αποτίμησης για τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς εταιρειών ορισμένων μορφών καθώς και τραπεζών και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 283 της 27/10/2001 σ. 0028 - 0032


Οδηγία 2001/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

της 27ης Σεπτεμβρίου 2001

για την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ, 83/349/ΕΟΚ και 86/635/ΕΟΚ όσον αφορά τους κανόνες αποτίμησης για τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς εταιρειών ορισμένων μορφών καθώς και τραπεζών και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 44 παράγραφος 2 στοιχείο ζ),

την πρόταση της Επιτροπής(1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

Ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία και του άρθρου 251 της συνθήκης(3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Το άρθρο 32 της τέταρτης οδηγίας 78/660/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1978, περί των ετήσιων λογαριασμών εταιρειών ορισμένων μορφών(4) ορίζει ότι τα στοιχεία που εμφανίζονται στους ετήσιους λογαριασμούς πρέπει να αποτιμώνται με βάση την αρχή της τιμής κτήσεως ή του κόστους παραγωγής.

(2) Το άρθρο 33 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ εξουσιοδοτεί τα κράτη μέλη να επιτρέπουν ή να επιβάλλουν στις επιχειρήσεις να αναπροσαρμόζουν ορισμένα στοιχεία του ενεργητικού, να αποτιμούν ορισμένα στοιχεία του ενεργητικού με βάση το κόστος αντικατάστασης ή να εφαρμόζουν άλλες μεθόδους που συνυπολογίζουν τις επιπτώσεις του πληθωρισμού στα στοιχεία τα οποία εμφανίζονται στους ετήσιους λογαριασμούς.

(3) Το άρθρο 29 της έβδομης οδηγίας 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1983, για τους ενοποιημένους λογαριασμούς(5) ορίζει ότι τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού που περιλαμβάνονται στους ενοποιημένους λογαριασμούς πρέπει να αποτιμώνται σύμφωνα με τα άρθρα 31 έως 42 και 60 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ.

(4) Το άρθρο 1 της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 1986, για τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς των τραπεζών και των λοιπών άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων(6) επιβάλλει να αποτιμώνται τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 31 έως 42 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, εκτός των περιπτώσεων που η οδηγία 86/635/ΕΟΚ προβλέπει άλλως.

(5) Οι ετήσιοι και ενοποιημένοι λογαριασμοί των ασφαλιστικών επιχειρήσεων καταρτίζονται σύμφωνα με την οδηγία 91/674/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1991, για τους ετήσιους και τους ενοποιημένους λογαριασμούς των ασφαλιστικών επιχειρήσεων(7). Οι τροποποιήσεις των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ δεν αφορούν τις διατάξεις της οδηγίας 91/674/ΕΟΚ, αλλά η Επιτροπή μπορεί να υποβάλει παρόμοιες προτάσεις για την τροποποίηση της συγκεκριμένης οδηγίας, αφού πρώτα συμβουλευθεί την αρμόδια συμβουλευτική επιτροπή.

(6) Η δυναμική φύση των διεθνών χρηματοοικονομικών αγορών επέφερε ευρεία χρησιμοποίηση όχι μόνο των παραδοσιακών πρωτογενών χρηματοπιστωτικών μέσων, όπως είναι οι μετοχές και οι ομολογίες, αλλά επίσης και άλλων μορφών παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων, όπως είναι τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, οι προαιρέσεις, οι προθεσμιακές συμβάσεις και οι ανταλλαγές.

(7) Οι κυριότεροι φορείς καθορισμού λογιστικών προτύπων παγκοσμίως απομακρύνονται από το σύστημα του ιστορικού κόστους για την αποτίμηση των χρηματοπιστωτικών αυτών μέσων και τείνουν προς την αποτίμηση στην εύλογη αξία.

(8) Η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της με τίτλο "Λογιστική εναρμόνιση: μια νέα στρατηγική απέναντι στη διεθνή εναρμόνιση" κάλεσε την Ευρωπαϊκή Ένωση να εργαστεί με στόχο τη διατήρηση της συνοχής μεταξύ των κοινοτικών λογιστικών οδηγιών και των εξελίξεων στον καθορισμό διεθνών λογιστικών προτύπων, ιδίως στα πλαίσια της επιτροπής διεθνών λογιστικών προτύπων (IASC).

(9) Για να διατηρηθεί η συνοχή μεταξύ των διεθνώς αναγνωρισμένων λογιστικών προτύπων και των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ, 83/349/ΕΟΚ και 86/635/ΕΟΚ, κρίνεται αναγκαία η τροποποίηση των οδηγιών αυτών, ούτως ώστε να καταστεί δυνατή η αποτίμηση ορισμένων χρηματοοικονομικών στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού στην εύλογη αξία τους. Έτσι, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα μπορούν να εμφανίζουν τις λογιστικές τους καταστάσεις προσαρμοσμένες προς τις τρέχουσες διεθνείς εξελίξεις.

(10) Η παρούσα τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ, 83/349/ΕΟΚ και 86/635/ΕΟΚ είναι σύμφωνη με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, της 13ης Ιανουαρίου 2000, για τη στρατηγική χρηματοοικονομικής πληροφόρησης της ΕΕ στην οποία προτείνεται η χρήση αναγνωρισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων κατά την προετοιμασία των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων των εισηγμένων εταιρειών. Σκοπός της τροποποίησης αυτής είναι η εφαρμογή του διεθνούς λογιστικού προτύπου για τον καταλογισμό και τη μέτρηση των χρηματοπιστωτικών μέσων.

(11) Η συγκρισιμότητα των χρηματοοικονομικών πληροφοριών σε ολόκληρη την Κοινότητα καθιστά αναγκαία την εισαγωγή από τα κράτη μέλη ενός συστήματος λογιστικής αποτίμησης ορισμένων χρηματοπιστωτικών μέσων στην εύλογη αξία. Τα κράτη μέλη πρέπει να επιτρέπουν την υιοθέτηση του συστήματος αυτού από όλες τις επιχειρήσεις ή ορισμένες κατηγορίες επιχειρήσεων που εμπίπτουν στις οδηγίες 78/660/ΕΟΚ, 83/349/ΕΟΚ και 86/635/ΕΟΚ για τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς ή μόνο για τους ενοποιημένους λογαριασμούς. Επιπλέον, τα κράτη μέλη πρέπει να μπορούν να επιβάλλουν την υιοθέτηση του συστήματος αυτού από όλες τις επιχειρήσεις ή ορισμένες κατηγορίες επιχειρήσεων για τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς, ή μόνο για τους ενοποιημένους λογαριασμούς.

(12) Η λογιστική αποτίμηση στην εύλογη αξία θα πρέπει να είναι δυνατή μόνο για τα στοιχεία εκείνα για τα οποία υπάρχει επαρκώς ανεπτυγμένη διεθνής συναίνεση σχετικά με την καταλληλότητά της. Η σημερινή συναίνεση είναι ότι η εν λόγω μέθοδος δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα χρηματοοικονομικά στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού, για παράδειγμα δεν πρέπει να εφαρμόζεται στα περισσότερα από τα στοιχεία του βιβλίου τραπεζικών εργασιών (Banking book).

(13) Το προσάρτημα των λογαριασμών θα πρέπει να περιλαμβάνει ορισμένες πληροφορίες για τα χρηματοπιστωτικά μέσα που εμφανίζονται στον ισολογισμό αποτιμημένα στην εύλογη αξία. Η ετήσια έκθεση πρέπει να περιλαμβάνει ενδείξεις σχετικά με τους στόχους διαχείρισης του κινδύνου εκ μέρους της επιχείρησης και σχετικά με τις πολιτικές της όσον αφορά τη χρησιμοποίηση χρηματοπιστωτικών μέσων.

(14) Τα παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων. Η πληροφόρηση για τα παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα και την εύλογη αξία τους θεωρείται σκόπιμη ακόμα κι αν η επιχείρηση δεν χρησιμοποιεί λογιστική αποτίμησης στην εύλογη αξία. Προκειμένου να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος για τις μικρές επιχειρήσεις, τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν την ευχέρεια να εξαιρούν τις μικρές επιχειρήσεις από αυτή την απαίτηση παροχής πληροφοριών.

(15) Η λογιστική των χρηματοπιστωτικών μέσων αποτελεί έναν ταχέως εξελισσόμενο τομέα της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης και για τον λόγο αυτό επιβάλλεται να προβεί η Επιτροπή σε επισκόπηση της πείρας που έχουν αποκομίσει τα κράτη μέλη από την πρακτική εφαρμογή της λογιστικής αποτίμησης στην εύλογη αξία,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 78/660/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:

1. Προστίθεται το ακόλουθο τμήμα: "ΤΜΗΜΑ 7α

Αποτίμηση στην εύλογη αξία

Άρθρο 42α

1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 32 και με την επιφύλαξη των όρων των παραγράφων 2 έως 4 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη επιτρέπουν ή επιβάλλουν σε όλες τις επιχειρήσεις ή σε ορισμένες κατηγορίες επιχειρήσεων την αποτίμηση των χρηματοπιστωτικών μέσων, συμπεριλαμβανομένων των παράγωγων, στην εύλογη αξία.

Η εν λόγω άδεια ή απαίτηση μπορεί να περιορίζεται στους ενοποιημένους λογαριασμούς όπως ορίζονται στην οδηγία 83/349/ΕΟΚ.

2. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, oι συμβάσεις επί εμπορευμάτων που παρέχουν σε οποιοδήποτε των συμβαλλομένων το δικαίωμα διακανονισμού με μετρητά ή με άλλο χρηματοπιστωτικό μέσο θεωρούνται παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα, εκτός εάν:

α) έχουν συναφθεί, για τις ανάγκες της επιχείρησης σε σχέση με μια προβλεπόμενη αγορά, πώληση ή χρήση και εξακολουθούν να τις καλύπτουν·

β) καταρτίστηκαν εξ αρχής για αυτό το σκοπό και

γ) αναμένεται να διακανονισθούν με την παράδοση των εμπορευμάτων.

3. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνο σε στοιχεία του παθητικού που:

α) ανήκουν σε χαρτοφυλάκιο συναλλαγών ή

β) είναι παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα.

4. Η αποτίμηση κατά την παράγραφο 1 δεν εφαρμόζεται επί:

α) μη παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων που διατηρούνται μέχρι τη λήξη τους·

β) δανείων και χρεογράφων που εκδίδονται από την ίδια την επιχείρηση και δεν προορίζονται για διαπραγμάτευση, και

γ) συμμετοχών σε θυγατρικές, συνδεδεμένες και κοινές επιχειρήσεις, τίτλων συμμετοχής στο κεφάλαιο που εκδίδονται από την ίδια την επιχείρηση, συμβάσεων για ενδεχόμενες αντιπαροχές στα πλαίσια συμπράξεων επιχειρήσεων, καθώς και άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων με τέτοια ειδικά χαρακτηριστικά που σύμφωνα με τα γενικώς ισχύοντα να πρέπει να τυγχάνουν διαφορετικής μεταχείρισης, από τα υπόλοιπα χρηματοπιστωτικά μέσα.

5. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 32, τα κράτη μέλη μπορούν, όσον αφορά τυχόν στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού θεωρούμενα ως αντισταθμισμένα στα πλαίσια λογιστικού συστήματος αντιστάθμισης με βάση την εύλογη αξία, ή συγκεκριμένα τμήματα τέτοιων στοιχείων, να επιτρέπουν την αποτίμηση βάσει συγκεκριμένου ποσού που απαιτείται από το σύστημα.

Άρθρο 42β

1. Η εύλογη αξία κατ' άρθρο 42α καθορίζεται σε συνάρτηση με:

α) την τρέχουσα αξία, για τα χρηματοπιστωτικά εκείνα μέσα για τα οποία μπορεί να προσδιοριστεί ευχερώς μια αξιόπιστη αγορά. Εάν η τρέχουσα αξία δεν είναι άμεσα προσδιορίσιμη για ένα χρηματοπιστωτικό μέσο, πλην όμως μπορεί να προσδιοριστεί για τις συνιστώσες του ή για ένα παρεμφερές μέσο, η τρέχουσα αξία είναι δυνατόν να προκύψει από εκείνη των συνιστωσών του ή του παρεμφερούς μέσου ή

β) την αξία που προκύπτει από γενικής αποδοχής υποδείγματα και τεχνικές αποτίμησης, για τα μέσα εκείνα για τα οποία δεν μπορεί ευχερώς να προσδιοριστεί αξιόπιστη αγορά. Τα εν λόγω υποδείγματα και τεχνικές αποτίμησης πρέπει να εξασφαλίζουν μια λογική προσέγγιση της τρέχουσας αξίας.

2. Τα χρηματοπιστωτικά εκείνα μέσα τα οποία δεν μπορούν να μετρηθούν αξιόπιστα με κάποια από τις μεθόδους της παραγράφου 1, μετρώνται σύμφωνα με τα άρθρα 34 έως 42.

Άρθρο 42γ

1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 31 παράγραφος 1 στοιχείο γ), όταν ένα χρηματοπιστωτικό μέσο αποτιμάται κατ' άρθρο 42β, η μεταβολή της αξίας του πρέπει να περιλαμβάνεται στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως. Όμως, η μεταβολή αυτή περιλαμβάνεται απευθείας στην καθαρά θέση, σε αποθεματικό εύλογης αξίας, όταν:

α) το μέσο αυτό λογίζεται ως μέσο αντιστάθμισης δυνάμει λογιστικού συστήματος αντιστάθμισης που επιτρέπει να μην εμφανίζονται στο λογαριασμό αποτελεσμάτων ορισμένες ή όλες οι μεταβολές της αξίας ή

β) η μεταβολή της αξίας συνδέεται με συναλλαγματική διαφορά που προκύπτει από κάποιο νομισματικό στοιχείο το οποίο αποτελεί μέρος της καθαρής επένδυσης της επιχείρησης σε αλλοδαπή επιχείρηση.

2. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν ή να επιβάλλουν να περιλαμβάνεται απευθείας στην καθαρά θέση η μεταβολή της αξίας ενός διαθέσιμου προς πώληση χρηματοοικονομικού στοιχείου του ενεργητικού, πλην των παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων.

3. Το αποθεματικό εύλογης αξίας αναπροσαρμόζεται εφόσον τα ποσά τα οποία περιλαμβάνει δεν θεωρούνται πλέον απαραίτητα για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2.

Άρθρο 42δ

Όταν έχει χρησιμοποιηθεί η αποτίμηση των χρηματοπιστωτικών μέσων στην εύλογη αξία, το προσάρτημα των λογαριασμών πρέπει να περιλαμβάνει:

α) τις κύριες υποθέσεις στις οποίες βασίζονται τα υποδείγματα και οι τεχνικές αποτίμησης, εφόσον η εύλογη αξία έχει προσδιοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 42β παράγραφος 1 στοιχείο β)·

β) ανά κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων, την εύλογη αξία, τις μεταβολές της αξίας που έχουν καταλογιστεί απευθείας στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως, καθώς και τις μεταβολές που έχουν περιληφθεί στο αποθεματικό εύλογης αξίας·

γ) για κάθε κατηγορία παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων, πληροφορίες για την έκταση και τη φύση αυτών, συμπεριλαμβανομένων των σημαντικών όρων και προϋποθέσεων που είναι δυνατό να επηρεάσουν το ποσό, το χρόνο και τη βεβαιότητα των μελλοντικών ταμειακών ροών, και

δ) έναν πίνακα εμφαίνοντα την κίνηση του αποθεματικού εύλογης αξίας κατά τη διάρκεια της χρήσεως."

2. Στο άρθρο 43 παράγραφος 1:

α) στο σημείο 10, η παραπομπή στα "άρθρα 31 και 34 μέχρι 42" αντικαθίσταται από μια παραπομπή στα "άρθρα 31 και 34 έως 42γ" και

β) προστίθεται το ακόλουθο σημείο: "14. Όταν δεν έχει χρησιμοποιηθεί η αποτίμηση των χρηματοπιστωτικών μέσων στην εύλογη αξία σύμφωνα με το τμήμα 7α:

α) για κάθε κατηγορία παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων:

i) την εύλογη αξία των μέσων, εάν αυτή μπορεί να προσδιοριστεί με κάποια από τις μεθόδους που προβλέπονται στο άρθρο 42β παράγραφος 1·

ii) πληροφορίες για την έκταση και τη φύση των μέσων αυτών, και

β) για τα πάγια χρηματοοικονομικά στοιχεία που καλύπτονται από το άρθρο 42α, τα οποία εμφανίζονται με ποσό που υπερβαίνει την εύλογη αξία τους και εφόσον δεν έχει γίνει χρήση της δυνατότητας διόρθωσης της αξίας κατ' άρθρο 35 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο αα):

i) τη λογιστική αξία και την εύλογη αξία είτε των επιμέρους στοιχείων του ενεργητικού είτε των κατάλληλων ομάδων των επιμέρους αυτών στοιχείων·

ii) τους λόγους για τη μη μείωση της λογιστικής αξίας, καθώς και τη φύση των ενδείξεων που οδηγούν στην πεποίθηση για τη δυνατότητα ανάκτησης της λογιστικής αξίας."

3. Το κείμενο του άρθρου 44 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "1. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στις επιχειρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 11 να καταρτίζουν συνοπτικά προσαρτήματα των λογαριασμών τους στα οποία δεν θα περιέχονται οι πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του άρθρου 43 παράγραφος 1 σημεία 5 έως 12 και 14 στοιχείο α). Ωστόσο, τα προσαρτήματα πρέπει να περιλαμβάνουν τις πληροφορίες κατ' άρθρο 43 παράγραφος 1 σημείο 6, συνολικά για όλα τα σχετικά στοιχεία."

4. Στο άρθρο 46 παράγραφος 2 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο: "στ) σε σχέση με τη χρήση χρηματοπιστωτικών μέσων από την επιχείρηση και εφόσον είναι ουσιαστικής σημασίας για την εκτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού, της οικονομικής κατάστασης και του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως:

- τους στόχους και τις πολιτικές της επιχείρησης όσον αφορά τη διαχείριση του χρηματοοικονομικού κινδύνου, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής της για την αντιστάθμιση κάθε σημαντικού τύπου προβλεπόμενης συναλλαγής για την οποία εφαρμόζεται λογιστική αντιστάθμισης, και

- την έκθεση της επιχείρησης στον κίνδυνο μεταβολής των τιμών, στον πιστωτικό κίνδυνο, στον κίνδυνο ρευστότητας και στον κίνδυνο ταμειακών ροών."

5. Στο άρθρο 59 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β), η παραπομπή στα "άρθρα 31 έως 42" αντικαθίσταται από μια παραπομπή στα "τμήματα 7 ή 7α".

6. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο: "Άρθρο 61α

Το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2007, η Επιτροπή θα επανεξετάσει τις διατάξεις των άρθρων 42α έως 42δ, του άρθρου 43 παράγραφος 1 σημεία 10 και 14, του άρθρου 44 παράγραφος 1, του άρθρου 46 παράγραφος 2 στοιχείο στ) και του άρθρου 59 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β), με βάση την κτηθείσα εμπειρία από την εφαρμογή των διατάξεων για την αποτίμηση στην εύλογη αξία και λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς εξελίξεις στον τομέα της λογιστικής, και ενδεχομένως θα υποβάλει πρόταση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την τροποποίηση των εν λόγω άρθρων."

Άρθρο 2

Η οδηγία 83/349/ΕΟΚ τροποποιείται ως ακολούθως:

1. Το κείμενο του άρθρου 29 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "1. Τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού που περιλαμβάνονται στους ενοποιημένους λογαριασμούς αποτιμώνται με ομοιόμορφες μεθόδους και σύμφωνα με τα τμήματα 7 και 7α και το άρθρο 60 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ."

2. Στο άρθρο 34:

α) στο σημείο 10, η παραπομπή στα "άρθρα 31 και 34 μέχρι 42" αντικαθίσταται από μια παραπομπή στα "άρθρα 31 και 34 έως 42γ", και

β) προστίθενται τα ακόλουθα σημεία: "14. Όταν έχει χρησιμοποιηθεί η αποτίμηση των χρηματοπιστωτικών μέσων στην εύλογη αξία σύμφωνα με το τμήμα 7α της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ:

α) τις κύριες υποθέσεις στις οποίες βασίζονται τα υποδείγματα και οι τεχνικές αποτίμησης, εφόσον η εύλογη αξία έχει προσδιοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 42β παράγραφος 1 στοιχείο β) της εν λόγω οδηγίας·

β) ανά κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων, την εύλογη αξία, τις μεταβολές της αξίας που έχουν καταλογιστεί απευθείας στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως, καθώς και, σύμφωνα με το άρθρο 42γ της εν λόγω οδηγίας, τις μεταβολές που έχουν περιληφθεί στο αποθεματικό εύλογης αξίας·

γ) για κάθε κατηγορία παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων, πληροφορίες για την έκταση και τη φύση αυτών, συμπεριλαμβανομένων των σημαντικών όρων και προϋποθέσεων που μπορούν να επηρεάσουν το ποσό, το χρόνο και τη βεβαιότητα των μελλοντικών ταμειακών ροών, και

δ) έναν πίνακα που να δείχνει την κίνηση του αποθεματικού εύλογης αξίας κατά τη διάρκεια της χρήσεως.

15. Όταν δεν έχει χρησιμοποιηθεί η αποτίμηση των χρηματοπιστωτικών μέσων στην εύλογη αξία σύμφωνα με το τμήμα 7α της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ:

α) για κάθε κατηγορία παράγωγων μέσων:

i) την εύλογη αξία των μέσων, εάν η αξία αυτή μπορεί να προσδιοριστεί με κάποια από τις μεθόδους του άρθρου 42β παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας·

ii) πληροφορίες σχετικά με την έκταση και τη φύση των μέσων αυτών, και

β) για τα πάγια χρηματοοικονομικά στοιχεία που καλύπτονται από το άρθρο 42α της εν λόγω οδηγίας, τα οποία εμφανίζονται με ποσό που υπερβαίνει την εύλογη αξία τους και εφόσον δεν έχει γίνει χρήση της δυνατότητας διόρθωσης της αξίας κατ' άρθρο 35, παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο αα) της εν λόγω οδηγίας:

i) τη λογιστική αξία και την εύλογη αξία είτε των επιμέρους στοιχείων του ενεργητικού είτε των κατάλληλων ομάδων των επιμέρους αυτών στοιχείων,

ii) τους λόγους για τη μη μείωση της λογιστικής αξίας, καθώς και τη φύση των ενδείξεων που οδηγούν στην πεποίθηση για τη δυνατότητα ανάκτησης της λογιστικής αξίας."

3. Στο άρθρο 36 παράγραφος 2 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο: "ε) σε σχέση με τη χρήση χρηματοπιστωτικών μέσων από την επιχείρηση και εφόσον είναι ουσιαστικής σημασίας για την εκτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού, της οικονομικής κατάστασης και του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως:

- τους στόχους και τις πολιτικές της επιχείρησης όσον αφορά τη διαχείριση του χρηματοοικονομικού κινδύνου, συμπεριλαμβανομένων των πολιτικών της για την αντιστάθμιση κάθε σημαντικού τύπου προβλεπόμενης συναλλαγής για την οποία εφαρμόζεται λογιστική αντιστάθμισης, και

- την έκθεση της επιχείρησης στον κίνδυνο μεταβολής των τιμών, στον πιστωτικό κίνδυνο, στον κίνδυνο ρευστότητας και στον κίνδυνο ταμειακών ροών."

4. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο: "Άρθρο 50α

Το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2007, η Επιτροπή θα επανεξετάσει τις διατάξεις του άρθρου 29 παράγραφος 1, του άρθρου 34 παράγραφοι 10, 14 και 15, και του άρθρου 36 παράγραφος 2 στοιχείο ε), με βάση την εμπειρία που αποκτήθηκε από την εφαρμογή των διατάξεων για την αποτίμηση στην εύλογη αξία και λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς εξελίξεις στον τομέα της λογιστικής, και ενδεχομένως, θα υποβάλει πρόταση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την τροποποίηση των εν λόγω άρθρων."

Άρθρο 3

Το κείμενο του άρθρου 1 παράγραφος 1 της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "1. Τα άρθρα 2 και 3, το άρθρο 4 παράγραφοι 1, 3, 4 και 5, τα άρθρα 6, 7, 13 και 14, το άρθρο 15 παράγραφοι 3 και 4, τα άρθρα 16 έως 21, 29 έως 35, 37 έως 41, το άρθρο 42 πρώτη φράση, τα άρθρα 42α έως 42δ, το άρθρο 45 παράγραφος 1, το άρθρο 46 παράγραφοι 1 και 2, τα άρθρα 48, 49 και 50, το άρθρο 50α, το άρθρο 51 παράγραφος 1 και τα άρθρα 56 έως 59 και 61 και 61α της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ ισχύουν για τα ιδρύματα που αναφέρει το άρθρο 2 της παρούσας οδηγίας, εφόσον αυτή δεν προβλέπει άλλως. Ωστόσο, το άρθρο 35 παράγραφος 3, τα άρθρα 36 και 37 και το άρθρο 39 παράγραφοι 1 έως 4 της παρούσας οδηγίας δεν ισχύουν όσον αφορά τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού τα οποία αποτιμώνται σύμφωνα με το τμήμα 7α της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ."

Άρθρο 4

1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία έως την 1η Ιανουαρίου 2004 και ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιλαμβάνουν αναφορά στην εν λόγω οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τις βασικές διατάξεις εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 5

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 27 Σεπτεμβρίου 2001.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Η Πρόεδρος

N. Fontaine

Για το Συμβύλιο

Ο Πρόεδρος

C. Picqué

(1) ΕΕ C 311 Ε της 31.10.2000, σ. 1

(2) ΕΕ C 268 της 19.9.2000, σ. 1.

(3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Μαΐου 2001 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 2001.

(4) ΕΕ L 222 της 14.8.1978, σ. 11· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 1999/60/ΕΚ (ΕΕ L 162 της 26.6.1999, σ. 65).

(5) ΕΕ L 193 της 18.7.1983, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994.

(6) ΕΕ L 372 της 31.12.1986, σ. 1.

(7) ΕΕ L 374 της 31.12.1991, σ. 7.

Top