EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 02018R1672-20181112

Consolidated text: Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1672 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την Ένωση και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1889/2005

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2018/1672/2018-11-12

02018R1672 — EL — 12.11.2018 — 000.002


Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/1672 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 23ης Οκτωβρίου 2018

σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την Ένωση και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1889/2005

(ΕΕ L 284 της 12.11.2018, σ. 6)


Διορθώνεται από:

►C1

Διορθωτικό, ΕΕ L 203, 1.8.2019, σ.  10 (2018/1672)

►C2

Διορθωτικό, ΕΕ L 435, 23.12.2020, σ.  79 (2018/1672)




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/1672 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 23ης Οκτωβρίου 2018

σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την Ένωση και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1889/2005



Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός προβλέπει τη θέσπιση συστήματος ελέγχων όσον αφορά τα ρευστά διαθέσιμα που εισέρχονται ή εξέρχονται από την Ένωση, με σκοπό τη συμπλήρωση του νομικού πλαισίου για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που προβλέπεται στην οδηγία (ΕΕ) 2015/849.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.  

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«ρευστά διαθέσιμα» :

i) 

μετρητά·

ii) 

διαπραγματεύσιμοι τίτλοι στον κομιστή·

iii) 

αγαθά που χρησιμοποιούνται ως ιδιαίτερα ρευστοποιήσιμα μέσα αποθήκευσης αξίας·

iv) 

προπληρωμένες κάρτες·

β)

«που εισέρχεται ή εξέρχεται από την Ένωση» : άφιξη από έδαφος εκτός του εδάφους που καλύπτεται από το άρθρο 355 ΣΛΕΕ στο έδαφος που καλύπτεται από το εν λόγω άρθρο, ή αναχώρηση από το έδαφος που καλύπτεται από το εν λόγω άρθρο·

γ)

«μετρητά» : χαρτονομίσματα και κέρματα που είναι σε κυκλοφορία ως μέσο συναλλαγής ή που ήταν σε κυκλοφορία ως μέσο συναλλαγής και μπορούν ακόμη να αποτελέσουν αντικείμενο συναλλαγής, μέσω χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ή κεντρικών τραπεζών, έναντι χαρτονομισμάτων και κερμάτων που είναι σε κυκλοφορία ως μέσο συναλλαγής·

δ)

«διαπραγματεύσιμοι τίτλοι στον κομιστή» :

μέσα εκτός των μετρητών που παρέχουν στους κατόχους τους το δικαίωμα αξίωσης χρηματικού ποσού με την προσκόμιση του τίτλου, χωρίς αυτοί να είναι υποχρεωμένοι να αποδείξουν την ταυτότητά τους ή το δικαίωμα αξίωσης του ποσού αυτού. Τα εν λόγω μέσα είναι:

i) 

οι ταξιδιωτικές επιταγές, και

ii) 

οι επιταγές, τα γραμμάτια ή οι εντολές πληρωμής είτε στον κομιστή, με υπογραφή αλλά με παράλειψη του ονόματος του δικαιούχου, είτε με οπισθογράφηση χωρίς περιορισμό, είτε έχοντας εκδοθεί σε διαταγή εικονικού δικαιούχου, είτε άλλως διαμορφωμένοι κατά τρόπον ώστε η κατοχή να συνεπάγεται κυριότητα·

ε)

«αγαθά που χρησιμοποιούνται ως ιδιαίτερα ρευστοποιήσιμα μέσα αποθήκευσης αξίας» : αγαθά, όπως απαριθμούνται στο σημείο 1 του παραρτήματος I, τα οποία χαρακτηρίζονται από υψηλό δείκτη αξίας προς όγκο και τα οποία μπορούν να μετατραπούν εύκολα σε μετρητά μέσω προσβάσιμων αγορών διαπραγμάτευσης, με χαμηλό κόστος συναλλαγής·

στ)

«προπληρωμένη κάρτα» : μη ονομαστική κάρτα, όπως απαριθμείται στο σημείο 2 του παραρτήματος I, στην οποία είναι δυνατή η αποθήκευση νομισματικής αξίας ή κεφαλαίων ή η οποία παρέχει πρόσβαση σε νομισματική αξία ή κεφάλαια που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για συναλλαγές πληρωμών, για αγορά αγαθών ή υπηρεσιών ή για εξόφληση σε μετρητά, και η οποία δεν είναι συνδεδεμένη με τραπεζικό λογαριασμό·

ζ)

«αρμόδιες αρχές» : οι τελωνειακές αρχές των κρατών μελών και οποιεσδήποτε άλλες αρχές που είναι επιφορτισμένες από τα κράτη μέλη με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού·

η)

«μεταφορέας» : κάθε φυσικό πρόσωπο που εισέρχεται ή εξέρχεται από την Ένωση και μεταφέρει ρευστά διαθέσιμα είτε μαζί του, είτε στις αποσκευές του, είτε στο μεταφορικό του μέσο·

θ)

«ασυνόδευτα ρευστά διαθέσιμα» : ρευστά διαθέσιμα που αποτελούν μέρος αποστολής χωρίς μεταφορέα·

ι)

«εγκληματική δραστηριότητα» : οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες που απαριθμούνται στο άρθρο 3 σημείο 4) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849·

ια)

«μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ)» : η οντότητα που συγκροτείται σε ένα κράτος μέλος για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 32 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849.

2.  
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 15 του παρόντος κανονισμού με σκοπό την τροποποίηση του παραρτήματος Ι του παρόντος κανονισμού, ώστε να λαμβάνονται υπόψη νέες τάσεις στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όπως ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 3 και 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, ή στη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 της εν λόγω οδηγίας, ή ώστε να λαμβάνονται υπόψη βέλτιστες πρακτικές για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή να προλαμβάνεται η χρήση αγαθών που χρησιμοποιούνται ως ιδιαίτερα ρευστοποιήσιμα μέσα αποθήκευσης αξίας και προπληρωμένων καρτών από εγκληματίες για την παράκαμψη των υποχρεώσεων που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Υποχρέωση δήλωσης συνοδευόμενων ρευστών διαθεσίμων

1.  
Μεταφορείς που μεταφέρουν ρευστά διαθέσιμα αξίας ίσης ή μεγαλύτερης των 10 000  EUR δηλώνουν τα εν λόγω ρευστά διαθέσιμα στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους μέσω του οποίου εισέρχονται ή εξέρχονται από την Ένωση και τα καθιστούν διαθέσιμα προς έλεγχο. Η υποχρέωση δήλωσης ρευστών διαθεσίμων θεωρείται ότι δεν έχει εκπληρωθεί αν οι παρεχόμενες πληροφορίες είναι ανακριβείς ή ελλιπείς ή αν τα ρευστά διαθέσιμα δεν καθίστανται διαθέσιμα προς έλεγχο.
2.  

Η δήλωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 παρέχει στοιχεία όσον αφορά τα ακόλουθα:

α) 

τον μεταφορέα, μεταξύ των οποίων το ονοματεπώνυμο, τα στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης, την ιθαγένεια και τον αριθμό του εγγράφου ταυτότητας·

β) 

τον κύριο των ρευστών διαθεσίμων, μεταξύ άλλων το ονοματεπώνυμο, τα στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης, την ιθαγένεια και τον αριθμό του εγγράφου ταυτότητας όταν ο κύριος είναι φυσικό πρόσωπο, ή το ονοματεπώνυμο, τα στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης, τον αριθμό καταχώρισης και, εφόσον υπάρχει, τον αριθμό φορολογικού μητρώου φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), όταν ο κύριος είναι νομικό πρόσωπο·

γ) 

εφόσον υπάρχει, τον τελικό αποδέκτη των ρευστών διαθεσίμων, μεταξύ των οποίων το ονοματεπώνυμο, τα στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης, την ιθαγένεια και τον αριθμό του εγγράφου ταυτότητας όταν ο τελικός αποδέκτης είναι φυσικό πρόσωπο, ή το ονοματεπώνυμο, τα στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης, τον αριθμό καταχώρισης και, εφόσον υπάρχει, τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ, όταν ο τελικός αποδέκτης είναι νομικό πρόσωπο·

δ) 

το είδος και το ποσό ή την αξία των ρευστών διαθεσίμων·

ε) 

την οικονομική προέλευση των ρευστών διαθεσίμων·

στ) 

τη σκοπούμενη χρήση των ρευστών διαθεσίμων·

ζ) 

τη διαδρομή, και

η) 

το μεταφορικό μέσο.

3.  
Οι πληροφορίες της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου παρέχονται γραπτώς ή ηλεκτρονικώς, με τη χρήση του εντύπου της δήλωσης που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο α). Επικυρωμένο αντίγραφο της δήλωσης χορηγείται στον δηλούντα κατόπιν σχετικής αίτησης.

Άρθρο 4

Υποχρέωση γνωστοποίησης ασυνόδευτων ρευστών διαθεσίμων

1.  
Σε περίπτωση που ασυνόδευτα ρευστά διαθέσιμα αξίας ίσης ή μεγαλύτερης των 10 000  EUR εισέρχονται ή εξέρχονται από την Ένωση, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μέσω των οποίων τα ρευστά διαθέσιμα εισέρχονται ή εξέρχονται από την Ένωση μπορούν να απαιτούν από τον αποστολέα ή τον αποδέκτη των ρευστών διαθεσίμων ή τον εκπρόσωπό τους, ανάλογα με την περίπτωση, να υποβάλει δήλωση γνωστοποίησης, εντός προθεσμίας που δεν υπερβαίνει τις 30 ημέρες. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να δεσμεύσουν τα ρευστά διαθέσιμα έως ότου ο αποστολέας ή ο αποδέκτης ή ο εκπρόσωπός του προβεί στη δήλωση γνωστοποίησης. Η υποχρέωση γνωστοποίησης ασυνόδευτων ρευστών διαθεσίμων θεωρείται ότι δεν έχει εκπληρωθεί αν η δήλωση δεν έχει υποβληθεί πριν από τη λήξη της προθεσμίας, αν οι παρεχόμενες πληροφορίες είναι ανακριβείς ή ελλιπείς ή αν τα ρευστά διαθέσιμα δεν καθίστανται διαθέσιμα προς έλεγχο.
2.  

Η δήλωση γνωστοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 παρέχει στοιχεία σχετικά με τα ακόλουθα:

α) 

τον δηλούντα, μεταξύ των οποίων το ονοματεπώνυμο, τα στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης, την ιθαγένεια και τον αριθμό του εγγράφου ταυτότητας·

β) 

τον κύριο των ρευστών διαθεσίμων, μεταξύ άλλων το ονοματεπώνυμο, τα στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης, την ιθαγένεια και τον αριθμό του εγγράφου ταυτότητας, όταν ο κύριος είναι φυσικό πρόσωπο, ή το ονοματεπώνυμο, τα στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης, τον αριθμό καταχώρισης και, εφόσον υπάρχει, τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ, όταν ο κύριος είναι νομικό πρόσωπο·

γ) 

τον αποστολέα των ρευστών διαθεσίμων, μεταξύ άλλων το ονοματεπώνυμο, τα στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης, την ιθαγένεια και τον αριθμό του εγγράφου ταυτότητας, όταν ο αποστολέας είναι φυσικό πρόσωπο, ή το ονοματεπώνυμο, τα στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης, τον αριθμό καταχώρισης και, εφόσον υπάρχει, τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ, όταν ο αποστολέας είναι νομικό πρόσωπο·

δ) 

τον αποδέκτη ή τον τελικό αποδέκτη των ρευστών διαθεσίμων, μεταξύ άλλων το ονοματεπώνυμο, τα στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης, την ιθαγένεια και τον αριθμό του εγγράφου ταυτότητας, όταν ο αποδέκτης ή ο τελικός αποδέκτης είναι φυσικό πρόσωπο, ή το ονοματεπώνυμο, τα στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης, τον αριθμό καταχώρισης και, εφόσον υπάρχει, τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ, όταν ο αποδέκτης ή ο τελικός αποδέκτης είναι νομικό πρόσωπο·

ε) 

το είδος και το ποσό ή την αξία των ρευστών διαθεσίμων·

στ) 

την οικονομική προέλευση των ρευστών διαθεσίμων, και

ζ) 

τη σκοπούμενη χρήση των ρευστών διαθεσίμων.

3.  
Οι πληροφορίες που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου παρέχονται γραπτώς ή ηλεκτρονικώς, με τη χρήση του εντύπου γνωστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο α). Επικυρωμένο αντίγραφο της δήλωσης γνωστοποίησης χορηγείται στον δηλούντα κατόπιν σχετικής αίτησης.

Άρθρο 5

Εξουσίες των αρμόδιων αρχών

1.  
Για την εξακρίβωση της τήρησης της υποχρέωσης δήλωσης συνοδευόμενων ρευστών διαθεσίμων που προβλέπεται στο άρθρο 3, οι αρμόδιες αρχές έχουν την εξουσία να υποβάλλουν σε έλεγχο τα φυσικά πρόσωπα, τις αποσκευές τους και τα μεταφορικά μέσα τους, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που τίθενται στο εθνικό δίκαιο.
2.  
Για τους σκοπούς της εφαρμογής της υποχρέωσης γνωστοποίησης ασυνόδευτων ρευστών διαθεσίμων που προβλέπεται στο άρθρο 4, οι αρμόδιες αρχές έχουν την εξουσία να υποβάλλουν σε έλεγχο κάθε αποστολή, συσκευασία ή μέσο μεταφοράς που ενδέχεται να περιέχει ασυνόδευτα ρευστά διαθέσιμα, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που τίθενται στο εθνικό δίκαιο.
3.  
Σε περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης δήλωσης συνοδευόμενων ρευστών διαθεσίμων του άρθρου 3 ή της υποχρέωσης γνωστοποίησης ασυνόδευτων ρευστών διαθεσίμων του άρθρου 4, οι αρμόδιες αρχές προβαίνουν σε αυτεπάγγελτη δήλωση, γραπτώς ή σε ηλεκτρονική μορφή, η οποία περιλαμβάνει, στο μέτρο του δυνατού, τα λεπτομερή στοιχεία που απαριθμούνται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 ή στο άρθρο 4 παράγραφος 2, ανάλογα με την περίπτωση.
4.  
Οι έλεγχοι βασίζονται κατά κύριο λόγο στην ανάλυση κινδύνων, με σκοπό τον προσδιορισμό και την αξιολόγηση των κινδύνων και την ανάπτυξη των απαιτούμενων αντίμετρων, και διεξάγονται εντός κοινού πλαισίου διαχείρισης των κινδύνων σύμφωνα με τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο β), το οποίο λαμβάνει επίσης υπόψη τις αξιολογήσεις κινδύνων που έχουν θεσπίσει η Επιτροπή και οι FIU στο πλαίσιο της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849.
5.  
Για τους σκοπούς του άρθρου 6, οι αρμόδιες αρχές ασκούν επίσης τις εξουσίες που ανατίθενται σε αυτές βάσει του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 6

Ποσά μικρότερα από το κατώτατο όριο για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι συνδέονται με εγκληματική δραστηριότητα

1.  
Σε περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές εντοπίσουν μεταφορέα με ποσό ρευστών διαθεσίμων μικρότερο από το κατώτατο όριο που αναφέρεται στο άρθρο 3 και διαπιστώσουν ότι υπάρχουν ενδείξεις σύνδεσης των ρευστών διαθεσίμων με εγκληματική δραστηριότητα, καταχωρίζουν τις σχετικές πληροφορίες και τα στοιχεία που απαριθμούνται στο άρθρο 3 παράγραφος 2.
2.  
Σε περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές διαπιστώσουν ότι εισέρχεται ή εξέρχεται από την Ένωση ποσό ασυνόδευτων ρευστών διαθεσίμων μικρότερο από το κατώτατο όριο που αναφέρεται στο άρθρο 4 και ότι υπάρχουν ενδείξεις σύνδεσης των ρευστών διαθεσίμων με εγκληματική ενέργεια, καταχωρίζουν τις σχετικές πληροφορίες και τα στοιχεία που απαριθμούνται στο άρθρο 4 παράγραφος 2.

Άρθρο 7

Προσωρινή δέσμευση ρευστών διαθεσίμων από τις αρμόδιες αρχές

1.  

Οι αρμόδιες αρχές δύνανται προσωρινά να δεσμεύουν ρευστά διαθέσιμα μέσω διοικητικής απόφασης, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που τίθενται στο εθνικό δίκαιο, όταν:

α) 

δεν έχει τηρηθεί η υποχρέωση δήλωσης συνοδευόμενων ρευστών διαθεσίμων του άρθρου 3 ή η υποχρέωση γνωστοποίησης ασυνόδευτων ρευστών διαθεσίμων του άρθρου 4, ή

β) 

υπάρχουν ενδείξεις ότι τα ρευστά διαθέσιμα συνδέονται, ανεξάρτητα από το ύψος του ποσού, με εγκληματική δραστηριότητα.

2.  

Η διοικητική απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υπόκειται σε αποτελεσματική προσφυγή σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο. Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν την αιτιολόγηση της διοικητικής απόφασης:

α) 

στο πρόσωπο που υποχρεούται να προβεί σε δήλωση σύμφωνα με το άρθρο 3 ή σε δήλωση γνωστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 4, ή

β) 

στο πρόσωπο που υποχρεούται να παράσχει τις πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 ή 2.

3.  
Η περίοδος προσωρινής δέσμευσης περιορίζεται αυστηρά, δυνάμει του εθνικού δικαίου, στον χρόνο που απαιτείται ώστε οι αρμόδιες αρχές να προσδιορίσουν αν οι περιστάσεις της υπόθεσης αιτιολογούν περαιτέρω δέσμευση. Η περίοδος προσωρινής δέσμευσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 30 ημέρες. Αφού οι αρμόδιες αρχές διεξάγουν διεξοδική αξιολόγηση της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας μιας περαιτέρω προσωρινής δέσμευσης, μπορούν να αποφασίσουν να παρατείνουν την περίοδο προσωρινής δέσμευσης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες.

Όταν εντός της εν λόγω περιόδου δεν ληφθεί απόφαση σχετικά με περαιτέρω δέσμευση των ρευστών διαθεσίμων ή αν αποφασιστεί ότι οι περιστάσεις της υπόθεσης δεν αιτιολογούν περαιτέρω δέσμευση, τα ρευστά διαθέσιμα τίθενται αμέσως στη διάθεση:

α) 

του προσώπου από το οποίο δεσμεύτηκαν προσωρινά τα ρευστά διαθέσιμα στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 ή 4, ή

β) 

του προσώπου από το οποίο δεσμεύτηκαν προσωρινά τα ρευστά διαθέσιμα στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 ή 2.

Άρθρο 8

Εκστρατείες ενημέρωσης

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα που εισέρχονται ή φεύγουν από την Ένωση ή τα πρόσωπα που αποστέλλουν ασυνόδευτα ρευστά διαθέσιμα από την Ένωση ή λαμβάνουν ασυνόδευτα ρευστά διαθέσιμα στην Ένωση είναι ενήμερα για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού και, σε συνεργασία με την Επιτροπή, καταρτίζουν κατάλληλο ενημερωτικό υλικό που απευθύνεται στα εν λόγω πρόσωπα.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι διατίθεται επαρκής χρηματοδότηση για τις εν λόγω εκστρατείες ενημέρωσης.

Άρθρο 9

Παροχή πληροφοριών στη FIU

1.  
Οι αρμόδιες αρχές καταχωρίζουν τις πληροφορίες που λαμβάνουν δυνάμει των άρθρων 3 και 4, του άρθρου 5 παράγραφος 3 ή του άρθρου 6 και τις διαβιβάζουν στη FIU του κράτους μέλους στο οποίο ελήφθησαν, σύμφωνα με τους τεχνικούς κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο γ).
2.  
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η ΜΧΠ του εν λόγω κράτους μέλους να ανταλλάσσει τέτοιες πληροφορίες με τις σχετικές ΜΧΠ των λοιπών κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849.
3.  
Οι αρμόδιες αρχές διαβιβάζουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 το συντομότερο δυνατό, και σε κάθε περίπτωση το αργότερο 15 εργάσιμες ημέρες μετά την ημερομηνία κατά την οποία οι πληροφορίες ελήφθησαν.

Άρθρο 10

Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών και με την Επιτροπή

1.  

Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους διαβιβάζει, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές όλων των υπόλοιπων κρατών μελών τις ακόλουθες πληροφορίες:

α) 

τις αυτεπάγγελτες δηλώσεις που συντάσσονται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3·

β) 

τις πληροφορίες που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 6·

γ) 

τις δηλώσεις που παραλαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 3 ή 4, σε περίπτωση που υπάρχουν ενδείξεις ότι τα ρευστά διαθέσιμα συνδέονται με εγκληματική δραστηριότητα·

δ) 

τις ανωνυμοποιημένες πληροφορίες κινδύνων και τα αποτελέσματα της ανάλυσης κινδύνων.

2.  
Σε περίπτωση που υπάρχουν ενδείξεις ότι τα ρευστά διαθέσιμα συνδέονται με εγκληματική δραστηριότητα η οποία θα μπορούσε να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διαβιβάζονται επίσης στην Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία από τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στην ενισχυμένη συνεργασία δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939 και στις περιπτώσεις που έχει αρμοδιότητα δράσης βάσει του άρθρου 22 του εν λόγω κανονισμού, και την Ευρωπόλ στις περιπτώσεις που έχει αρμοδιότητα δράσης βάσει του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794.
3.  
Η αρμόδια αρχή διαβιβάζει τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 σύμφωνα με τους τεχνικούς κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και χρησιμοποιώντας το έντυπο που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ).
4.  
Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α), β) και γ) και στην παράγραφο 2 διαβιβάζονται το συντομότερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση το αργότερο 15 εργάσιμες ημέρες μετά την ημερομηνία κατά την οποία ελήφθησαν οι εν λόγω πληροφορίες.
5.  
Οι πληροφορίες και τα αποτελέσματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) διαβιβάζονται σε εξαμηνιαία βάση.

Άρθρο 11

Ανταλλαγή πληροφοριών με τρίτες χώρες

1.  

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη ή η Επιτροπή δύνανται, στο πλαίσιο της αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής, να διαβιβάζουν σε τρίτες χώρες τις ακόλουθες πληροφορίες, κατόπιν γραπτής έγκρισης από την αρμόδια αρχή που έλαβε αρχικά τις εν λόγω πληροφορίες, εφόσον η εν λόγω διαβίβαση συμμορφώνεται με το σχετικό εθνικό και ενωσιακό δίκαιο σχετικά με τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες:

α) 

τις αυτεπάγγελτες δηλώσεις που συντάσσονται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3·

β) 

τις πληροφορίες που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 6·

γ) 

τις δηλώσεις που παραλαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 3 ή 4, σε περίπτωση που υπάρχουν ενδείξεις ότι τα ρευστά διαθέσιμα συνδέονται με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή με χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

2.  
Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για κάθε διαβίβαση πληροφοριών σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Άρθρο 12

Επαγγελματικό απόρρητο και εμπιστευτικότητα και ασφάλεια των δεδομένων

1.  
Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν την ασφάλεια των δεδομένων που έχουν ληφθεί σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 4, το άρθρο 5 παράγραφος 3, και το άρθρο 6.
2.  
Όλες οι πληροφορίες που λαμβάνονται από τις αρμόδιες αρχές καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο.

Άρθρο 13

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και περίοδοι διατήρησής τους

1.  
Οι αρμόδιες αρχές ενεργούν ως υπεύθυνοι επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που έχουν λάβει κατ’ εφαρμογή των άρθρων 3 και 4, του άρθρου 5 παράγραφος 3 και του άρθρου 6.
2.  
Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού πραγματοποιείται μόνο για τους σκοπούς της πρόληψης και της καταπολέμησης εγκληματικών δραστηριοτήτων.
3.  
Η πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν ληφθεί κατ’ εφαρμογή των άρθρων 3 και 4, του άρθρου 5 παράγραφος 3 και του άρθρου 6 επιτρέπεται μόνο σε δεόντως εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους των αρμόδιων αρχών και προστατεύονται επαρκώς από τη μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση ή διαβίβασή τους. Δεν επιτρέπεται η γνωστοποίηση ή διαβίβαση των δεδομένων χωρίς τη ρητή έγκριση της αρμόδιας αρχής που τα έλαβε αρχικά, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στα άρθρα 9, 10 και 11. Ωστόσο, η έγκριση αυτή δεν είναι απαραίτητη σε περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές υποχρεούνται να γνωστοποιήσουν ή να διαβιβάσουν τα εν λόγω δεδομένα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους, κυρίως στο πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών.
4.  
Οι αρμόδιες αρχές και η ΜΧΠ αποθηκεύουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν ληφθεί κατ’ εφαρμογή των άρθρων 3 και 4, του άρθρου 5 παράγραφος 3, και του άρθρου 6 για χρονική περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία κατά την οποία ελήφθησαν τα δεδομένα. Τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαγράφονται, όταν παρέλθει η περίοδος αυτή.
5.  

Η περίοδος δέσμευσης μπορεί να παραταθεί μία φορά κατά περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τρία πρόσθετα έτη εάν:

α) 

αφού διενεργηθεί ενδελεχής αξιολόγηση της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας μιας τέτοιας περαιτέρω δέσμευσης και θεωρηθεί ότι είναι αιτιολογημένη για την εκπλήρωση των καθηκόντων της αναφορικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, η ΜΧΠ προσδιορίσει ότι απαιτείται περαιτέρω δέσμευση, ή

β) 

αφού διενεργηθεί ενδελεχής αξιολόγηση της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας μιας τέτοιας περαιτέρω δέσμευσης και θεωρηθεί ότι είναι αιτιολογημένη για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους σχετικά με την παροχή αποτελεσματικών ελέγχων αναφορικά με την υποχρέωση δήλωσης συνοδευόμενων ρευστών διαθεσίμων ή με την υποχρέωση γνωστοποίησης ασυνόδευτων ρευστών διαθεσίμων, οι αρμόδιες αρχές προσδιορίσουν ότι απαιτείται περαιτέρω δέσμευση.

Άρθρο 14

Κυρώσεις

Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει κυρώσεις που εφαρμόζονται στις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης προς την υποχρέωση δήλωσης συνοδευόμενων ρευστών διαθεσίμων όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 ή την υποχρέωση γνωστοποίησης ασυνόδευτων ρευστών διαθεσίμων όπως προβλέπεται στο άρθρο 4. Οι κυρώσεις αυτές είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Άρθρο 15

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.  
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.
2.  
Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από τις 2 Δεκεμβρίου 2018.
3.  
Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην απόφαση αυτή. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.
4.  
Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες οι οποίοι ορίζονται από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.
5.  
Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
6.  
Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 2 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 16

Εκτελεστικές αρμοδιότητες

1.  

Η Επιτροπή θεσπίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τα ακόλουθα μέτρα για τη διασφάλιση της ενιαίας εφαρμογής των ελέγχων από τις αρμόδιες αρχές:

α) 

τα υποδείγματα για το έντυπο της δήλωσης που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 και για το έντυπο της γνωστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3·

β) 

τα κριτήρια του κοινού πλαισίου διαχείρισης κινδύνων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4, και πιο συγκεκριμένα, την καθιέρωση κριτηρίων κινδύνου, προτύπων, και τομέων ελέγχου προτεραιότητας, βάσει των πληροφοριών που ανταλλάσσονται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο δ), και τις ενωσιακές και διεθνείς πολιτικές και βέλτιστες πρακτικές·

γ) 

τους τεχνικούς κανόνες για την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφοι 1 και 3 και του άρθρου 10 του παρόντος κανονισμού, μέσω του CIS, όπως θεσπίστηκε στο άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97·

δ) 

το υπόδειγμα του εντύπου για τη διαβίβαση των πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 3, και

ε) 

τους κανόνες και τον μορφότυπο που πρέπει να χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη για τη διαβίβαση ανωνυμοποιημένων στατιστικών στοιχείων στην Επιτροπή σχετικά με τις δηλώσεις και τις παραβάσεις σύμφωνα με το άρθρο 18.

2.  
Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 2.

Άρθρο 17

Διαδικασία επιτροπής

1.  
Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή ελέγχου των ρευστών διαθεσίμων. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
2.  
Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 18

Διαβίβαση πληροφοριών σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού

1.  

►C1  Έως τις 4 Δεκεμβρίου 2021, τα κράτη μέλη ◄ διαβιβάζουν στην Επιτροπή τις ακόλουθες πληροφορίες:

α) 

τον κατάλογο των αρμόδιων αρχών·

β) 

τα λεπτομερή στοιχεία των κυρώσεων που θεσπίζονται βάσει του άρθρου 14·

γ) 

ανωνυμοποιημένα στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις δηλώσεις, τους ελέγχους και τις παραβάσεις, με τη χρήση του εντύπου που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο ε).

2.  
Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με κάθε μεταγενέστερη αλλαγή που έχει επέλθει στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β) το αργότερο έναν μήνα μετά την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζουν να ισχύουν οι εν λόγω αλλαγές.

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ) παρέχονται στην Επιτροπή τουλάχιστον κάθε έξι μήνες.

3.  
Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση όλων των υπόλοιπων κρατών μελών τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), καθώς και κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση των εν λόγω πληροφοριών σύμφωνα με την παράγραφο 2.
4.  
Η Επιτροπή δημοσιεύει σε ετήσια βάση τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και γ) και κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση των εν λόγω πληροφοριών σύμφωνα με την παράγραφο 2 στον ιστότοπό της και πληροφορεί τους χρήστες με σαφήνεια σχετικά με τους ελέγχους που αφορούν τα ρευστά διαθέσιμα που εισέρχονται ή εξέρχονται από την Ένωση.

Άρθρο 19

Αξιολόγηση

1.  
►C2  Έως τις 3 Ιουνίου 2024, και στη συνέχεια ανά πενταετία, ◄ η Επιτροπή, βάσει των πληροφοριών που λαμβάνει τακτικά από τα κράτη μέλη, υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Στην έκθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο αξιολογείται συγκεκριμένα εάν:

α) 

θα πρέπει να συμπεριληφθούν και άλλα περιουσιακά στοιχεία στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού·

β) 

η διαδικασία γνωστοποίησης για ασυνόδευτα ρευστά διαθέσιμα είναι αποτελεσματική·

γ) 

θα πρέπει να αναθεωρηθεί το κατώτατο όριο για τα ασυνόδευτα ρευστά διαθέσιμα·

δ) 

η ροή των πληροφοριών σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10 και η χρήση του CIS, ειδικότερα, είναι αποτελεσματικά ή εάν υπάρχουν εμπόδια για την έγκαιρη και άμεση ανταλλαγή συμβατών και συγκρίσιμων πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών, καθώς και με τις ΜΧΠ·

ε) 

οι κυρώσεις που θεσπίζονται από τα κράτη μέλη είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές και συνάδουν με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εάν έχουν ισοδύναμο αποτρεπτικό αποτέλεσμα σε ολόκληρη την Ένωση για τυχόν παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού.

2.  

Η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει, εφόσον υπάρχουν:

α) 

συγκεντρωμένες πληροφορίες που έχουν ληφθεί από τα κράτη μέλη όσον αφορά ρευστά διαθέσιμα που συνδέονται με εγκληματικές δραστηριότητες οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, και

β) 

στοιχεία όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών με τρίτες χώρες.

Άρθρο 20

Κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1889/2005

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1889/2005 καταργείται.

Οι παραπομπές στον καταργούμενο κανονισμό νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος II.

Άρθρο 21

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 3 Ιουνίου 2021. Ωστόσο, το άρθρο 16 εφαρμόζεται από τις 2 Δεκεμβρίου 2018.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Αγαθά που χρησιμοποιούνται ως ιδιαίτερα ρευστοποιήσιμα μέσα αποθήκευσης αξίας και προπληρωμένες κάρτες, τα οποία θεωρούνται ρευστά διαθέσιμα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημεία iii) και iv)

1. Αγαθά που χρησιμοποιούνται ως ιδιαίτερα ρευστοποιήσιμα μέσα αποθήκευσης αξίας:

α) 

τα κέρματα με περιεκτικότητα σε χρυσό τουλάχιστον 90 %, και

β) 

οι ράβδοι χρυσού, όπως πλάκες, ψήγματα ή βώλοι με περιεκτικότητα σε χρυσό τουλάχιστον 99,5 %.

2. Προπληρωμένες κάρτες: P.M.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ



Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1889/2005

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 5

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 6

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 7

Άρθρο 8

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 9

Άρθρο 6

Άρθρο 10

Άρθρο 7

Άρθρο 11

Άρθρο 8

Άρθρο 12

Άρθρο 13

Άρθρο 9

Άρθρο 14

Άρθρο 15

Άρθρο 16

Άρθρο 17

Άρθρο 18

Άρθρο 10

Άρθρο 19

Άρθρο 20

Άρθρο 11

Άρθρο 21

Παράρτημα I

Παράρτημα II

Top