EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32001R2419

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2419/2001 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2001, τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου για ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92

ΕΕ L 327 της 12.12.2001, p. 11–32 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 06/05/2004; καταργήθηκε από 32004R0796

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2001/2419/oj

32001R2419

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2419/2001 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2001, τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου για ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 327 της 12/12/2001 σ. 0011 - 0032


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2419/2001 της Επιτροπής

της 11ης Δεκεμβρίου 2001

τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου για ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1992 για τη θέσπιση ενός ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου σχετικά με ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων(1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 495/2001 της Επιτροπής(2), και ιδίως το άρθρο 12,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Αποδείχθηκε ότι το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου ορισμένων καθεστώτων κοινοτικών ενισχύσεων που ορίζεται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92 (στο εξής καλούμενο "ολοκληρωμένο σύστημα") είναι ένα αποτελεσματικό και επαρκές μέσο για την εφαρμογή των καθεστώτων άμεσων ενισχύσεων που εισήχθησαν για πρώτη φορά ως αποτέλεσμα της μεταρρύθμισης της κοινής γεωργικής πολιτικής του 1992 και εξελίχθηκαν περαιτέρω στο πλαίσιο των μέτρων του Προγράμματος Δράσης 2000. Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3887/92 της Επιτροπής της 23ης Δεκεμβρίου 1992 για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου σχετικά με ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων(3), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2721/2001(4), υπέστη τροποποποιήσεις με διάφορες ευκαιρίες από τη θέση του σε ισχύ. Εξάλλου, η πείρα και, ιδίως, η εισαγωγή ηλεκτρονικών εργαλείων για τη διαχείριση των καθεστώτων έδειξαν ότι πρέπει να αναθεωρηθούν ορισμένες διατάξεις του εν λόγω κανονισμού. Δεδομένου ότι απαιτούνται περαιτέρω τροποποιήσεις, ο κανονισμός ΕΟΚ) αριθ. 3887 πρέπει να αντικατασταθεί από τον παρόντα κανονισμό για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού.

(2) Για λόγους αποτελεσματικού ελέγχου και για να αποτραπεί η υποβολή πολλαπλών αιτήσεων ενίσχυσης σε διάφορους οργανισμούς πληρωμής στο ίδιο κράτος μέλος, τα κράτη μέλη πρέπει να προβλέψουν ενιαίο σύστημα καταγραφής της ταυτότητας των γεωργών που υποβάλλουν αιτήσεις ενίσχυσης στο πλαίσιο του ολοκληρωμένου συστήματος. Πρέπει, ωστόσο, να δοθεί στα κράτη μέλη μεταβατική περίοδος ενός ακόμη έτους για την εισαγωγή του συστήματος αυτού.

(3) Λαμβανομένης υπόψη της ύπαρξης διαφόρων συστημάτων αναγνώρισης στην Κοινότητα, πρέπει να επιτραπεί τα κράτη μέλη να δημιουργούν τα δικά τους συστήματα για την αναγνώριση των εκτάσεων με τη βοήθεια άλλων μονάδων εκτός των αγροτεμαχίων. Η δυνατότητα αυτή πρέπει να συνοδεύεται από ορισμένες υποχρεώσεις, ώστε να εξασφαλίζεται ότι η αναγνώριση είναι αξιόπιστη. Εξάλλου, με σκοπό τον αποτελεσματικό έλεγχο, κάθε κράτος μέλος πρέπει να καθορίζει το ελάχιστο μέγεθος του αγροτεμαχίου που μπορεί να δηλώνεται σε μια αίτηση ενίσχυσης βάσει της έκτασης.

(4) Πρέπει να αποσαφηνισθούν οι έννοιες του αγροτεμαχίου και της κτηνοτροφικής έκτασης, ώστε να εξασφαλισθεί η ορθή δήλωση και αναγνώριση των αγροτεμαχίων.

(5) Πρέπει να προβλεφθεί διάταξη σχετικά με το περιεχόμενο των αιτήσεων ενίσχυσης βάσει της έκτασης. Με σκοπό τους αποτελεσματικούς ελέγχους, είναι αναγκαίο να απαιτείται να δηλώνεται στην αίτηση ενίσχυσης βάσει της έκτασης κάθε είδος χρήσης της έκτασης. Ωστόσο, εφόσον τα κράτη μέλη έχουν καθιερώσει συστήματα διαχείρισης και ελέγχου για άλλα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων βάσει της έκτασης, που είναι συμβατά με το ολοκληρωμένο σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 9α του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92, τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παρεκκλίνουν από την εν λόγω απαίτηση.

(6) Εξάλλου, χρειάζεται να θεσπιστούν ειδικές διατάξεις για την ειδική κατάσταση των ομάδων παραγωγών του τομέα πρόβειου και αιγείου κρέατος όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3493/90 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1990, για τον καθορισμό των γενικών κανόνων σχετικά με τη χορήγηση της πριμοδότησης στους παραγωγούς προβείου και αιγείου κρέατος(5), όπως τροποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2825/2000(6).

(7) Αίτηση ενίσχυσης βάσει της έκτασης που υποβάλλεται αποκλειστικά για τη δήλωση μόνιμων βοσκοτόπων δεν πρέπει απαραιτήτως να υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή εντός των ιδίων προθεσμιών όπως οι εν γένει αιτήσεις ενίσχυσης βάσει της έκτασης, κυρίως διότι η διαχείριση του προγράμματος ελέγχου των μόνιμων βοσκοτόπων δεν χρειάζεται να εφαρμοσθεί σύμφωνα με το ίδιο χρονοδιάγραμμα όπως για τις εκτάσεις αροτραίων καλλιεργειών. Κατά συνέπεια, πρέπει τα κράτη μέλη να έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν ημερομηνία υποβολής των ανωτέρω αιτήσεων ενίσχυσης βάσει της έκτασης μεταγενέστερη σε σχέση με αυτή που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92. Εντούτοις, η ημερομηνία που πρόκειται να καθορισθεί από τα κράτη μέλη δεν πρέπει να είναι αργότερα από την 1η Ιουλίου.

(8) Οι παραγωγοί πρέπει να έχουν το δικαίωμα να τροποποιούν τις αιτήσεις ενίσχυσης βάσει της έκτασης μέχρι την τελευταία ημερομηνία που έχει προβλεφθεί για τη σπορά σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1251/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, για τη θέσπιση καθεστώτος στήριξης των παραγωγών ορισμένων αροτραίων καλλιεργειών(7), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1038/2001(8), υπό τον όρο ότι τηρούνται όλες οι απαιτήσεις σύμφωνα με την τομεακή νομοθεσία και ότι η αρμόδια αρχή δεν έχει ακόμη ενημερώσει τον γεωργό σχετικά με σφάλματα στην αίτηση ενίσχυσης ούτε έχει κοινοποιήσει τη διεξαγωγή επιτοπίων ελέγχων, από τους οποίους ενδέχεται να προκύψουν σφάλματα σε σχέση με το μέρος που αφορά η τροποποίηση.

(9) Οι παραγωγοί που υποβάλλουν αίτηση μόνον για ενίσχυση που δεν συνδέεται με την έκταση πρέπει να απαλλάσσονται από την απαίτηση υποβολής αίτησης ενίσχυσης βάσει της έκτασης.

(10) Προκειμένου να διευκολυνθεί η διαχείριση των διαφόρων σχετικών καθεστώτων ενίσχυσης για ζώα, πρέπει να προβλεφθούν κοινές διατάξεις όσον αφορά τα λεπτομερή στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνονται στις αιτήσεις ενίσχυσης για ζώα.

(11) Το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2000, για τη θέσπιση συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών και την επισήμανση του βοείου κρέατος και των προϊόντων με βάση το βόειο κρέας, καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 820/97 του Συμβουλίου(9), απαιτεί να ανακοινώνουν οι κάτοχοι βοοειδών τα δεδομένα που αφορούν αυτά τα ζώα σε μηχανογραφημένη βάση δεδομένων. Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του βοείου κρέατος(10), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1512/2001(11), ορίζει ότι οι ενισχύσεις μπορούν να καταβάλλονται μόνο για ζώα που έχουν αναγνωριστεί και καταγραφεί ορθά σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1760/2000. Η μηχανογραφημένη βάση δεδομένων απέκτησε εξαιρετικά μεγάλη σημασία και όσον αφορά τη διαχείριση των καθεστώτων ενίσχυσης. Επομένως, πρέπει να παρέχεται εγκαίρως πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες στους παραγωγούς που υποβάλουν αιτήσεις στο πλαίσιο των σχετικών καθεστώτων ενίσχυσης.

(12) Επιπλέον, πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στη μηχανογραφημένη βάση δεδομένων, με σκοπό την εισαγωγή απλουστευμένων διαδικασιών υποβολής αίτησης, υπό τον όρο ότι η μηχανογραφημένη βάση δεδομένων είναι αξιόπιστη. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην μηχανογραφημένη βάση δεδομένων αποτελούν μέρος της αίτησης ενίσχυσης.

(13) Λαμβανομένων υπόψη των νέων μορφών επικοινωνίας ανακοίνωσης, πρέπει να δοθεί η ευκαιρία στα κράτη μέλη να θεσπίσουν εθνικές διατάξεις που να επιτρέπουν να υποβάλλονται ηλεκτρονικώς οι ανακοινώσεις που πρέπει να γίνονται από τον παραγωγό στο πλαίσιο του ολοκληρωμένου συστήματος.

(14) Όταν οι αιτήσεις ενίσχυσης περιέχουν προφανή σφάλματα, πρέπει να μπορούν να διορθώνονται οποιαδήποτε στιγμή.

(15) Η τήρηση των προθεσμιών για την υποβολή των αιτήσεων ενίσχυσης και για την τροποποίηση των αιτήσεων ενίσχυσης βάσει της έκτασης είναι απαραίτητη, για να μπορούν οι εθνικές διοικήσεις να προγραμματίζουν και στη συνέχεια να διενεργούν αποτελεσματικούς ελέγχους της ορθότητας των αιτήσεων ενίσχυσης. Πρέπει επομένως να προβλεφθεί εντός ποίων χρονικών ορίων είναι αποδεκτές οι εκπρόθεσμες αιτήσεις. Επιπλέον, πρέπει να εφαρμόζεται μείωση, για να ενθαρρύνονται οι γεωργοί να τηρούν τις προθεσμίες. Αν ο γεωργός έχει να δηλώσει μόνο μόνιμους βοσκότοπους και επομένως πρέπει να υποβάλει αίτηση ενίσχυσης βάσει της έκτασης, οι έλεγχοι μπορούν να προγραμματισθούν με διαφορετικό τρόπο. Για τις περιπτώσεις αυτές μπορούν να ισχύουν μικρότερες μειώσεις και πρέπει να προβλέπεται μεγαλύτερη προθεσμία. Αν τα κράτη μέλη κάνουν χρήση της δυνατότητας καθορισμού μεταγενέστερης ημερομηνίας για την υποβολή αίτησης στρεμματικής ενίσχυσης, η οποία έχει αποκλειστικά σχέση με μόνιμο βοσκότοπο, η υποβολή αιτήσεων μετά την καθορισθείσα από τα κράτη μέλη ημερομηνία δεν θα πρέπει, ωστόσο να γίνεται πλέον αποδεκτή.

(16) Οι παραγωγοί πρέπει να έχουν το δικαίωμα να αποσύρουν τις αιτήσεις ενίσχυσης ή μέρη αυτών οποιαδήποτε στιγμή, υπό τον όρο ότι η αρμόδια αρχή δεν έχει ακόμη ενημερώσει τον γεωργό σχετικά με σφάλματα που περιέχονται στην αίτηση ενίσχυσης ούτε έχει κοινοποιήσει τη διεξαγωγή επιτόπου ελέγχου, από τον οποίο προκύπτουν σφάλματα σε σχέση με το μέρος το οποίο αφορά η απόσυρση.

(17) Πρέπει να ελέγχεται αποτελεσματικά η συμμόρφωση προς τις διατάξεις για τα καθεστώτα ενίσχυσης που υπάγονται στο ολοκληρωμένο σύστημα. Για το σκοπό αυτό και προκειμένου να υπάρξει ένα εναρμονισμένο επίπεδο παρακολούθησης σε όλα τα κράτη μέλη, είναι αναγκαίο να καθοριστούν λεπτομερώς τα κριτήρια και οι τεχνικές διαδικασίες για την διεξαγωγή των διοικητικών και επιτόπιων ελέγχων, όσον αφορά τόσο την ενίσχυση βάσει της έκτασης όσο και την ενίσχυση για ζώα. Όπου ενδείκνυται, τα κράτη μέλη πρέπει να συνδυάζουν ταυτόχρονα τους διαφόρους ελέγχους που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό με αυτούς που προβλέπονται από άλλες κοινοτικές διατάξεις.

(18) Πρέπει να καθοριστεί ο ελάχιστος αριθμός γεωργών που πρέπει να ελέγχεται επιτόπου στο πλαίσιο των διαφόρων καθεστώτων ενίσχυσης. Σε σχέση με τους γεωργούς που υποβάλλουν αιτήσεις ενίσχυσης στο πλαίσιο των διαφόρων καθεστώτων για τα βοοειδή, πρέπει να προβλεφθεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση με βάση την εκμετάλλευση.

(19) Το δείγμα του ελάχιστου ποσοστού επιτόπιων ελέγχων πρέπει να καθορίζεται εν μέρει βάσει ανάλυσης κινδύνων και εν μέρει τυχαία. Πρέπει να προσδιορισθούν οι βασικοί παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την ανάλυση κινδύνων.

(20) Πρέπει να προβλεφθεί ότι η διαπίστωση σημαντικών παρατυπιών απαιτεί αύξηση του επιπέδου των επιτόπιων ελέγχων κατά τη διάρκεια του τρέχοντος και του επομένου έτους, για να επιτευχθεί ένα αποδεκτό επίπεδο βεβαιότητας όσον αφορά την ορθότητα των σχετικών αιτήσεων ενίσχυσης.

(21) Οι επιτόπιοι έλεγχοι των γεωργών που υποβάλλουν αιτήσεις ενίσχυσης δεν χρειάζεται να διενεργούνται απαραίτητα σε κάθε μεμονωμένο ζώο ή αγροτεμάχιο. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούν να διενεργούνται έλεγχοι δειγματοληπτικά. Εντούτοις, όπου αυτό επιτρέπεται, είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται ότι το δείγμα πρέπει να επεκτείνεται σε βαθμό που να εγγυάται αξιόπιστο και αντιπροσωπευτικό επίπεδο βεβαιότητας. Σε ορισμένες περιπτώσεις το δείγμα πιθανόν να χρειαστεί να επεκταθεί σε πλήρη έλεγχο. Τα κράτη μέλη πρέπει να ορίζουν τα κριτήρια για την επιλογή του δείγματος που θα ελεγχθεί.

(22) Προκειμένου να διενεργούνται αποτελεσματικοί επιτόπιοι έλεγχοι, είναι σημαντικό να ενημερώνεται στο προσωπικό που διενεργεί τους ελέγχους για το λόγο της επιλογής του επιτόπιου ελέγχου. Τα κράτη μέλη πρέπει να τηρούν αρχεία με αυτές τις πληροφορίες.

(23) Για να είναι σε θέση οι εθνικές αρχές καθώς και κάθε αρμόδια κοινοτική αρχή να παρακολουθούν τους διενεργούμενους επιτόπιους ελέγχους, είναι αναγκαίο να συντάσσεται μια έκθεση ελέγχου, η οποία περιλαμβάνει τις λεπτομέρειες των ελέγχων. Πρέπει να δίνεται η ευκαιρία στον κάτοχο εκμετάλλευσης να υπογράψει την έκθεση. Εντούτοις, σε περίπτωση ελέγχων με τηλεπισκόπηση πρέπει να επιτραπεί στα κράτη μέλη να παρέχουν το δικαίωμα αυτό μόνο στις περιπτώσεις που ο έλεγχος αποκαλύπτει παρατυπίες. Επιπλέον, ανεξάρτητα από το είδος του διενεργούμενου επιτόπιου ελέγχου, στην περίπτωση που διαπιστώνονται παρατυπίες, ο γεωργός ή ο αντιπρόσωπός του πρέπει να λαμβάνει αντίγραφο της έκθεσης.

(24) Κατά γενικό κανόνα, οι επιτόπιοι έλεγχοι των εκτάσεων αποτελούνται από δύο μέρη, το πρώτο από τα οποία αφορά τις εξακριβώσεις και τις μετρήσεις των δηλωθέντων αγροτεμαχίων βάσει γραφικού υλικού, αεροφωτογραφιών κλπ. Το δεύτερο μέρος αποτελείται από επιθεώρηση των αγροτεμαχίων, ώστε να εξακριβωθεί η δηλωθείσα καλλιέργεια και η ποιότητά της, καθώς και οι πραγματικές διαστάσεις των αγροτεμαχίων. Όταν είναι αναγκαίο, πρέπει να πραγματοποιούνται μετρήσεις. Η επιθεώρηση στο αγρόκτημα μπορεί να πραγματοποιείται βάσει δείγματος.

(25) Πρέπει να θεσπιστούν οι λεπτομερείς κανόνες για τον καθορισμό των εκτάσεων και τις μεθόδους μέτρησης. Σε σχέση με τον καθορισμό της έκτασης των αγροτεμαχίων που είναι επιλέξιμη για ενισχύσεις βάσει έκτασης, η πείρα έδειξε ότι είναι αναγκαίο να καθοριστεί το αποδεκτό πλάτος ορισμένων στοιχείων των αγρών, όπως φράκτες, τάφροι ή τοιχία. Λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων περιβαλλοντικών αναγκών, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ορισμένος βαθμός ευελιξίας εντός των ορίων που έχουν ληφθεί υπόψη για τον καθορισμό των περιφερειακών αποδόσεων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1251/1999.

(26) Πρέπει να καθοριστούν οι όροι για τη χρήση τηλεπισκόπησης για τους επιτόπιους ελέγχους και πρέπει να προβλεφθεί η διενέργεια φυσικών ελέγχων σε περιπτώσεις που από τη φωτογραφική ερμηνεία δεν προκύπτουν σαφή αποτελέσματα.

(27) Πρέπει να καθοριστούν ο χρόνος και το ελάχιστο περιεχόμενο των επιτόπιων ελέγχων των παραγωγών που υποβάλλουν αίτηση ενίσχυσης για ζώα, προκειμένου να εξασφαλισθεί ένα εναρμονισμένο επίπεδο σε όλα τα κράτη μέλη. Για να ελέγχεται αποτελεσματικά η ορθότητα των δηλώσεων που περιέχονται στις αιτήσεις ενίσχυσης και των ανακοινώσεων στη μηχανογραφημένη βάση δεδομένων, είναι αναγκαίο να διεξάγεται το μεγαλύτερο μέρος αυτών των επιτόπιων ελέγχων, ενόσω τα ζώα βρίσκονται ακόμη στην εκμετάλλευση κατά τη διάρκεια της περιόδου υποχρεωτικής κατοχής.

(28) Η σωστή αναγνώριση και καταγραφή των βοοειδών είναι προϋπόθεση επιλεξιμότητας σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999. Ως εκ τούτου πρέπει να εξασφαλίζεται ότι η κοινοτική ενίσχυση χορηγείται μόνο για βοοειδή, που έχουν αναγνωριστεί και καταγραφεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1760/2000. Οι έλεγχοι αυτοί πρέπει επίσης να διενεργούνται όσον αφορά βοοειδή, για τα οποία δεν έχει ακόμη υποβληθεί αίτηση, αλλά που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αίτησης ενίσχυσης στο μέλλον. Λόγω της διαμόρφωσης ορισμένων από τα καθεστώτα ενίσχυσης βοοειδών, για τα βοοειδή αυτά σε πολλές περιπτώσεις θα υποβληθούν αιτήσεις για ενίσχυση μόνο μετά την αναχώρησή τους από την εκμετάλλευση.

(29) Πρέπει να υπάρξει ειδική πρόβλεψη για τη διενέργεια ελέγχων στα σφαγεία προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσο τα ζώα, για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση για ενίσχυση είναι επιλέξιμα και κατά πόσο οι πληροφορίες που περιέχονται στην μηχανογραφημένη βάση είναι ορθές. Πρέπει να επιτραπεί στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν δύο διαφορετικές βάσεις για την επιλογή των σφαγείων για τη διεξαγωγή αυτών των ελέγχων.

(30) Όσον αφορά την πριμοδότηση σφαγής που χορηγείται μετά την εξαγωγή των βοοειδών, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν ειδικές διατάξεις παράλληλα με τις κοινοτικές διατάξεις ελέγχου που αφορούν τις εξαγωγές εν γένει, λόγω των διαφορών που υφίστανται όσον αφορά τους σκοπούς των ελέγχων.

(31) Οι διατάξεις ελέγχου που προβλέπονται σε σχέση με τις ενισχύσεις για ζώα πρέπει επίσης ενδεχομένως να εφαρμόζονται και στις πρόσθετες ενισχύσεις βάσει του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999.

(32) Για την αποτελεσματική προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας πρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για την καταπολέμηση των παρατυπιών και των περιπτώσεων απάτης. Πρέπει να θεσπιστούν χωριστές διατάξεις για τα καθεστώτα ενίσχυσης βάσει της έκτασης αφενός και για τα καθεστώτα ενίσχυσης για ζώα αφετέρου, λόγω της διαφορετικής φύσης των εν λόγω καθεστώτων ενισχύσεων.

(33) Πρέπει να θεσπιστούν μειώσεις και αποκλεισμοί, λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της αναλογικότητας και τα ειδικά προβλήματα που συνδέονται με περιπτώσεις ανωτέρας βίας καθώς και με έκτακτες και φυσικές συνθήκες. Τέτοιες μειώσεις και αποκλεισμοί πρέπει να κλιμακώνονται ανάλογα με τη βαρύτητα της διαπραχθείσας παρατυπίας και πρέπει να φθάνουν μέχρι τον πλήρη αποκλεισμό από ένα ή περισσότερα καθεστώτα ενισχύσεων για καθορισμένο χρόνο.

(34) Η πρόβλεψη μειώσεων και αποκλεισμών πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες των διαφόρων καθεστώτων ενίσχυσης που υπάγονται στο ολοκληρωμένο σύστημα. Όσον αφορά τις αιτήσεις ενισχύσεων βάσει έκτασης, οι παρατυπίες αφορούν συνήθως τμήματα εκτάσεων, και η δήλωση εκτάσεων μεγαλύτερων των πραγματικών σε σχέση με ένα αγροτεμάχιο μπορεί να εξουδετερωθεί από τη δήλωση εκτάσεων μικρότερων των πραγματικών για άλλα αγροτεμάχια της ίδιας ομάδας καλλιεργειών. Όσον αφορά τις αιτήσεις ενισχύσεων για ζώα, οι παρατυπίες οδηγούν σε άρση της επιλεξιμότητας των σχετικών ζώων. Όσον αφορά τις αιτήσεις ενισχύσεων βάσει έκτασης, όταν διαπιστώνονται παρατυπίες, πρέπει να προβλέπεται ότι εντός ενός ορισμένου ορίου ανοχής πρέπει απλώς να προσαρμόζονται οι αιτήσεις ενισχύσεων και να αρχίζουν να εφαρμόζονται οι μειώσεις, μόνο εφόσον υπάρξει υπέρβαση του εν λόγω ορίου. Για τις αιτήσεις ενισχύσεων για ζώα, θα πρέπει να προβλέπονται μειώσεις από το πρώτο ζώο σχετικά με το οποίο διαπιστώνονται παρατυπίες αλλά, ανεξάρτητα από το επίπεδο της μείωσης θα πρέπει να εφαρμόζεται λιγότερο αυστηρή κύρωση σε περίπτωση που διαπιστώνονται παρατυπίες σε σχέση με τρία ή λιγότερα ζώα. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις το βάρος της κύρωσης εξαρτάται από το ποσοστό ζώων σχετικά με το οποίο διαπιστώνονται παρατυπίες.

(35) Είναι αναγκαίες ειδικές διατάξεις, που λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες των γεωργών που υποβάλλουν αίτηση ενίσχυσης για ζώα και για το σκοπό αυτό δηλώνουν κτηνοτροφική έκταση. Όταν η δήλωση έκτασης μεγαλύτερης της πραγματικής στην περίπτωση αυτή δεν οδηγεί σε υψηλότερη ενίσχυση για ζώα, δεν πρέπει να προβλέπονται κυρώσεις.

(36) Πρέπει να επιτραπεί στους γεωργούς να αντικαθιστούν τις θηλάζουσες αγελάδες, τις δαμαλίδες και τις αγελάδες γαλακτοπαραγωγής εντός των επιτρεπομένων ορίων σύμφωνα με τους ισχύοντες κατά τομέα κανόνες.

(37) Σε σχέση με τα καθεστώτα ενίσχυσης για βοοειδή και τη συμμόρφωση προς το σύστημα αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών που θεσπίζονται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1760/2000, πρέπει να θεσπιστεί διάταξη για τα βοοειδή, για τα οποία έχει ήδη υποβληθεί αίτηση ενίσχυσης αφενός και αφετέρου για τα βοοειδή, για τα οποία δεν έχει ακόμη υποβληθεί αίτηση, αλλά που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αίτησης ενίσχυσης στο μέλλον. Τα εν λόγω βοοειδή, για τα οποία δεν έχει ακόμη υποβληθεί αίτηση, συνιστούν ένα δυνάμει κίνδυνο για το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (εφεξής: ΕΓΤΠΕ). Λόγω της διάρθρωσης των καθεστώτων ενίσχυσης, μόλις τα ζώα αυτά αποτελέσουν αντικείμενο αίτησης ενίσχυσης, η μη συμμόρφωση προς το σύστημα συχνά δεν μπορεί πλέον να ανιχνευθεί. Επιπλέον, η συμμόρφωση προς το σύστημα για την αναγνώριση και την καταγραφή των βοοειδών είναι απαραίτητη για την καθιέρωση απλουστευμένων διαδικασιών αίτησης που να στηρίζονται στην μηχανογραφημένη βάση δεδομένων. Επομένως, η συμμόρφωση προς το εν λόγω σύστημα πριν υποβληθεί πράγματι η αίτηση ενίσχυσης είναι απαραίτητη για την αποτελεσματική προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας. Η αρχή ότι τα προφανή σφάλματα μπορούν να διορθωθούν ανά πάσα στιγμή, πρέπει ωστόσο να εφαρμόζεται και σε εσφαλμένες ανακοινώσεις ή εγγραφές στα στοιχεία του συστήματος.

(38) Εάν, λόγω φυσικών συνθηκών, ο γεωργός δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του ως προς την υποχρεωτική κατοχή βάσει των κλαδικών κανόνων, δεν πρέπει να επιβάλλονται μειώσεις και αποκλεισμοί.

(39) Λόγω της σημασίας των σφαγείων για την ορθή λειτουργία ορισμένων καθεστώτων ενίσχυσης για βοοειδή, πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη για τις περιπτώσεις που τα σφαγεία από σοβαρή αμέλεια ή από πρόθεση εκδίδουν ψευδή πιστοποιητικά ή δηλώσεις.

(40) Όσον αφορά τις παρατυπίες σε σχέση με τις πρόσθετες ενισχύσεις που προβλέπονται από το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999, τα κράτη μέλη πρέπει να προβλέπουν, κυρώσεις οι οποίες πρέπει να είναι ισοδύναμες με τις προβλεπόμενες σε σχέση με τα καθεστώτα ενίσχυσης βάσει έκτασης και για ζώα, εκτός εάν αυτό δεν ενδείκνυται. Στην τελευταία περίπτωση, τα κράτη μέλη πρέπει να προβλέπουν κατάλληλες ισοδύναμες κυρώσεις.

(41) Κατά γενικό κανόνα, δεν πρέπει να επιβάλλονται μειώσεις ή αποκλεισμοί στις περιπτώσεις που ο γεωργός έχει υποβάλει ορθές πληροφορίες από την άποψη των πραγματικών στοιχείων ή μπορεί να αποδείξει διαφορετικά ότι δεν συντρέχει υπαιτιότητά του.

(42) Οι γεωργοί που ενημερώνουν τις αρμόδιες εθνικές αρχές οποτεδήποτε για εσφαλμένες αιτήσεις ενισχύσεων δεν πρέπει να υπόκεινται σε μειώσεις ή αποκλεισμούς, ανεξάρτητα από τον λόγο του σφάλματος, υπό τον όρο ότι ο γεωργός δεν έχει ενημερωθεί για την πρόθεση της αρμόδιας αρχής να διενεργήσει επιτόπιο έλεγχο και ότι η αρχή δεν έχει ήδη πληροφορήσει τον γεωργό σχετικά με οποιαδήποτε παρατυπία που έχει διαπιστωθεί στην αίτηση. Το ίδιο πρέπει να ισχύει σε σχέση με εσφαλμένα δεδομένα που περιέχονται στη μηχανογραφημένη βάση δεδομένων.

(43) Εάν πρέπει να εφαρμοσθούν περισσότερες μειώσεις για τον ίδιο γεωργό, πρέπει να εφαρμόζονται ανεξάρτητα η μια από την άλλη και χωριστά. Επιπλέον, οι μειώσεις και οι αποκλεισμοί που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό πρέπει να εφαρμόζονται χωρίς να θίγουν τις πρόσθετες κυρώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με οποιεσδήποτε άλλες κοινοτικές διατάξεις ή την εθνική νομοθεσία.

(44) Η διαχείριση μικρών ποσών επιβαρύνει το έργο των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να επιτραπεί στα κράτη μέλη να μην πληρώνουν ποσά ενισχύσεων που είναι κατώτερα από ένα ορισμένο ελάχιστο όριο και μην απαιτούν την ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων, όταν τα σχετικά ποσά είναι ελάχιστα.

(45) Εάν, συνεπεία ανωτέρας βίας ή εκτάκτων περιστάσεων, ο γεωργός δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από τους τομεακούς κανόνες, πρέπει να διατηρεί το δικαίωμά του στην καταβολή της ενίσχυσης. Πρέπει να προσδιορισθεί ποιες περιπτώσεις μπορούν, ειδικότερα, να αναγνωρισθούν από τις αρμόδιες αρχές ως περιπτώσεις έκτακτων περιστάσεων.

(46) Για να εξασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή σε όλη την Κοινότητα της αρχής της καλής πίστης στην περίπτωση της ανάκτησης αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, θα πρέπει να θεσπιστούν οι όροι υπό τους οποίους θα είναι δυνατόν να επικαλείται κανείς αυτή την αρχή, με την επιφύλαξη της αντιμετώπισης των σχετικών δαπανών στο πλαίσιο της εκκαθάρισης των λογαριασμών σύμφωνα τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου περί χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής(12).

(47) Πρέπει να θεσπιστούν κανόνες που καθορίζουν τον δικαιούχο της ενίσχυσης σε ορισμένες περιπτώσεις μεταβίβασης εκμεταλλεύσεων.

(48) Ως γενικός κανόνας, ότι τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν περαιτέρω μέτρα απαραίτητα για τη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας του παρόντος κανονισμού. Εφόσον είναι αναγκαίο, τα κράτη μέλη πρέπει να παρέχουν αμοιβαία συνδρομή.

(49) Η Επιτροπή πρέπει, κατά περίπτωση, να ενημερώνεται για τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη για την τροποποίηση του ολοκληρωμένου συστήματος. Για να επιτραπεί στην Επιτροπή να παρακολουθεί αποτελεσματικά το ολοκληρωμένο σύστημα, τα κράτη μέλη πρέπει να της διαβιβάζουν στην Επιτροπή ορισμένες ετήσιες στατιστικές ελέγχου.

(50) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής του ταμείου,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

TΙΤΛΟΣ I

ΓΕΝΙΚΑ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου ("ολοκληρωμένο σύστημα"), που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που περιέχουν οι κανονισμοί που καλύπτουν τα μεμονωμένα καθεστώτα ενισχύσεων.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α) "Σύστημα αναγνώρισης και καταγραφής βοοειδών": το σύστημα αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1760/2000·

β) "Ενώτιο": το ενώτιο για την ατομική αναγνώριση των ζώων, όπως αναφέρεται στο στοιχείο α) του άρθρου 3 και στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000·

γ) "Μηχανογραφημένη βάση δεδομένων": η μηχανογραφημένη βάση δεδομένων όπως αναφέρεται στο στοιχείο β) του άρθρου 3 και στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000·

δ) "Διαβατήριο ζώου": το διαβατήριο ζώου που πρέπει να εκδίδεται όπως αναφέρεται στο στοιχείο γ) του άρθρου 3 και το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000·

ε) "Μητρώο": το μητρώο που τηρείται από τους κατόχους των ζώων σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 92/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου(13) ή το στοιχείο δ) του άρθρου 3 και το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000 αντιστοίχως·

στ) "Στοιχεία του συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής βοοειδών": τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000·

ζ) "Κωδικός αναγνώρισης": ο κωδικός αναγνώρισης που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000·

η) "Παρατυπίες": οποιαδήποτε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τους κανόνες που αφορούν τη χορήγηση της συγκεκριμένης ενίσχυσης·

θ) "Αίτηση ενίσχυσης βάσει της έκτασης": η αίτηση για την πληρωμή ενισχύσεων στο πλαίσιο των καθεστώτων ενισχύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στοιχείο β), σημείο iii) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92 και η οποία περιλαμβάνει τη δήλωση των άλλων χρήσεων της έκτασης, ιδίως τη δήλωση κτηνοτροφικής έκτασης για τους σκοπούς των αιτήσεων ενίσχυσης για ζώα·

ι) "Αίτηση ενίσχυσης για ζώα": οι αιτήσεις για την πληρωμή ενισχύσεων στο πλαίσιο των καθεστώτων ενισχύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i) και ii) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92·

ια) "Χρήση": η χρήση έκτασης από την άποψη του είδους της καλλιέργειας ή της φυτικής κάλυψης ή η απουσία καλλιέργειας·

ιβ) "Καθεστώτα ενισχύσεων για τα βοοειδή": τα καθεστώτα ενισχύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92·

ιγ) "Καθεστώς ενισχύσεων για τα πρόβατα και τις αίγες": το καθεστώς ενισχύσεων που αναφέρεται στο άρθρο, 1 παράγραφος 1, στοιχείο β) σημείο ii) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92·

ιδ) "Βοοειδή για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση": τα βοοειδή που αποτελούν αντικείμενο αίτησης ενισχύσεων για ζώα στο πλαίσιο των καθεστώτων ενισχύσεων·

ιε) "Βοοειδή για τα οποία δεν έχει υποβληθεί αίτηση": τα βοοειδή τα οποία δεν αποτελούν ακόμη αντικείμενο αίτησης ενισχύσεων για ζώα, αλλά είναι δυνητικά επιλέξιμα για ενίσχυση στο πλαίσιο των καθεστώτων ενισχύσεων·

ιστ) "Περίοδος υποχρεωτικής κατοχής": η περίοδος κατά την οποία ένα ζώο που αποτελεί αντικείμενο αίτησης ενίσχυσης πρέπει να κρατείται στην εκμετάλλευση, όπως προβλέπεται στις ακόλουθες διατάξεις:

- άρθρο 5 και άρθρο 9, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2342/1999 της Επιτροπής(14), σε σχέση με την ειδική πριμοδότηση για τα αρσενικά βοοειδή·

- άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2342/1999 σε σχέση με την πριμοδότηση για τη θηλάζουσα αγελάδα·

- άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2342/1999 σε σχέση με την πριμοδότηση σφαγής·

- άρθρο 1 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2700/93 της Επιτροπής(15), σε σχέση με τις ενισχύσεις που καταβάλλονται για τα αιγοπρόβατα·

ιζ) "Κάτοχος ζώων": κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για ζώα είτε σε μόνιμη είτε σε προσωρινή βάση, καθώς επίσης και κατά τη διάρκεια της μεταφοράς ή στην αγορά·

ιη) "Καθορισθείσα έκταση": η έκταση, για την οποία έχουν εκπληρωθεί όλοι οι όροι που περιλαμβάνονται στους κανόνες για τη χορήγηση της ενίσχυσης·

ιθ) "Καθορισμένο ζώο": το ζώο, για το οποίο έχουν εκπληρωθεί όλοι οι όροι που περιλαμβάνονται στους κανόνες για τη χορήγηση της ενίσχυσης·

κ) "Περίοδος πριμοδότησης": η περίοδος στην οποία αναφέρονται οι αιτήσεις ενίσχυσης, ανεξάρτητα από τη στιγμή της υποβολής τους.

Άρθρο 3

Προσδιορισμός της ταυτότητας των κατόχων εκμετάλλευση που υποβάλλουν αιτήσεις για τις ενισχύσεις στο πλαίσιο του ολοκληρωμένου συστήματος

Τα κράτη μέλη οφείλουν να καθιερώσουν ενιαίο σύστημα καταγραφής της ταυτότητας κάθε γεωργού που υποβάλλει αίτηση ενίσχυσης στο πλαίσιο του ολοκληρωμένου συστήματος.

Άρθρο 4

Αναγνώριση και ελάχιστο μέγεθος των αγροτεμαχίων

1. Το σύστημα αναγνώρισης που αναφέρεται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92 λειτουργεί σε επίπεδο αγροτεμαχίου. Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιήσουν άλλη μονάδα μέτρησης εκτός από το αγροτεμάχιο, όπως το ενταγμένο στο κτηματολόγιο αγροτεμάχιο ή το γεωτεμάχιο καλλιέργειας. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την αξιόπιστη αναγνώριση των αγροτεμαχίων, απαιτώντας ιδίως οι αιτήσεις ενισχύσεων βάσει της έκτασης να συνοδεύονται από στοιχεία ή έγγραφα τα οποία έχει καθορίσει η αρμόδια αρχή και τα οποία θα επιτρέπουν τον εντοπισμό και τη μέτρηση κάθε αγροτεμαχίου.

2. Κάθε κράτος μέλος καθορίζει το ελάχιστο μέγεθος των αγροτεμαχίων, για τα οποία μπορεί να υποβληθεί αίτηση. Ωστόσο, το ελάχιστο μέγεθος δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 0,3 εκτάρια.

Άρθρο 5

Γενικές αρχές για τα αγροτεμάχια

1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:

α) κάθε γεωτεμάχιο στο οποίο υπάρχουν δένδρα και καλλιέργεια που προβλέπεται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92, θεωρείται ως αγροτεμάχιο, εφόσον η καλλιέργεια αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί με συνθήκες αντίστοιχες με εκείνες των γεωτεμαχίων της ίδιας περιοχής, στα οποία δεν υπάρχουν δένδρα·

β) όταν οι κτηνοτροφικές εκτάσεις χρησιμοποιούνται από κοινού, οι αρμόδιες αρχές προβαίνουν στην κατά ιδανικά μερίδια κατανομή τους μεταξύ των ενδιαφερομένων κατόχων εκμετάλλευσης, ανάλογα με το βαθμό που τις χρησιμοποιούν ή ανάλογα με το δικαίωμα χρησιμοποίησης των εκτάσεων αυτών·

γ) κάθε κτηνοτροφική έκταση πρέπει να είναι διαθέσιμη για την κτηνοτροφία για ελάχιστη περίοδο 7 μηνών που αρχίζει από την ημερομηνία που θα ορισθεί από το κράτος μέλος, μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου και της 31ης Μαρτίου.

2. Όταν μια κτηνοτροφική έκταση βρίσκεται σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο στο οποίο βρίσκεται η έδρα του κατόχου της εκμετάλλευσης, η εν λόγω έκταση θεωρείται, μετά από αίτηση του κατόχου, ότι αποτελεί τμήμα της εκμετάλλευσης του εν λόγω κατόχου, υπό τον όρο ότι:

α) βρίσκεται πολύ κοντά στην εκμετάλλευση αυτή και

β) το μεγαλύτερο μέρος των γεωργικών εκτάσεων που χρησιμοποιεί ο εν λόγω παραγωγός βρίσκεται στο κράτος μέλος στο οποίο έχει την έδρα του.

TΙΤΛΟΣ II

ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι:

Αιτήσεις ενίσχυσης βάσει της έκτασης

Άρθρο 6

Απαιτήσεις σχετικές με τις αιτήσεις ενίσχυσης βάσει της έκτασης

1. Η αίτηση για τη χορήγηση ενίσχυσης βάσει της έκτασης περιέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για τη διαπίστωση της επιλεξιμότητας για την ενίσχυση, και ειδικότερα:

α) τα στοιχεία του κατόχου της εκμετάλλευσης·

β) τα στοιχεία τα οποία επιτρέπουν την αναγνώριση όλων των αγροτεμαχίων της εκμετάλλευσης, την έκτασή τους εκπεφρασμένη σε εκτάρια με ακρίβεια δύο δεκαδικών ψηφίων, την ακριβή θέση τους, τη χρήση τους, το κατά πόσον πρόκειται για αρδευόμενο αγροτεμάχιο καθώς και το σχετικό καθεστώς ενίσχυσης·

γ) δήλωση του παραγωγού ότι έχει λάβει γνώση των απαιτήσεων για τη χορήγηση των σχετικών ενισχύσεων.

2. Η αίτηση ενίσχυσης βάσει της έκτασης που υποβάλλεται από τον κάτοχο της εκμετάλλευσης, ο οποίος συμμετέχει σε ομάδα παραγωγών, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3493/90, και ο οποίος, για το ίδιο ημερολογιακό έτος, υποβάλλει αίτηση τόσο για ενίσχυση στο πλαίσιο του καθεστώτος ενισχύσεων για αιγοπρόβατα όσο και για ενίσχυση στο πλαίσιο άλλου κοινοτικού καθεστώτος, αναφέρει όλα τα αγροτεμάχια που χρησιμοποιεί αυτή η ομάδα παραγωγών. Στις περιπτώσεις αυτές, η κτηνοτροφική έκταση κατανέμεται σε ιδανικά μέρη μεταξύ αυτών των κατόχων εκμετάλλευσης αυτών ανάλογα με το ατομικό τους όριο, όπως ορίζεται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2467/98 του Συμβουλίου(16), που ίσχυε την 1η Ιανουαρίου του συγκεκριμένου έτους.

3. Αν μία αίτηση ενίσχυσης βάσει της έκτασης αφορά μόνον μόνιμο βοσκότοπο, το οικείο κράτος μέλος κάνει χρήση της δυνατότητας υποβολής της σε μεταγενέστερη ημερομηνία από την καθορισθείσα σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92, η οποία όμως δεν δύναται να είναι αργότερα από την 1η Ιουλίου.

Το τρίτο εδάφιο του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92 εφαρμόζεται αναλόγως.

Άρθρο 7

Δηλώσεις σε σχέση με ιδιαίτερες χρήσεις

1. Οι χρήσεις εκτάσεων που απαριθμούνται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92 δηλώνονται χωριστά.

2. Οι χρήσεις εκτάσεων που δεν απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 ούτε στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92 δηλώνονται σε μια ή περισσότερες στήλες "λοιπές χρήσεις".

3. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που οι πληροφορίες αυτές είναι στη διάθεση των αρμοδίων αρχών στο πλαίσιο άλλων συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου που εγγυώνται το συμβιβάσιμο με το ολοκληρωμένο σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 9α του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92.

Άρθρο 8

Τροποποιήσεις των αιτήσεων ενίσχυσης βάσει της έκτασης

1. Με την επιφύλαξη της παράγραφου 3, μετά τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή των αιτήσεων ενίσχυσης βάσει της έκτασης, μπορούν να προστεθούν μεμονωμένα αγροτεμάχια που δεν έχουν ακόμη δηλωθεί στην αίτηση ενίσχυσης και να γίνουν τροποποιήσεις που αφορούν τη χρήση ή το καθεστώς ενίσχυσης, υπό τον όρο ότι τηρούνται οι απαιτήσεις των εφαρμοζόμενων στο συγκεκριμένο καθεστώς ενίσχυσης κλαδικών κανόνων.

2. Η προσθήκη αγροτεμαχίων και οι τροποποιήσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 κοινοποιούνται στην αρμόδια αρχή εγγράφως, το αργότερο κατά την ημερομηνία που έχει προβλεφθεί για την σπορά ή που έχει καθορισθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1251/1999.

Εφαρμόζεται αναλόγως το τρίτο εδάφιο του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92.

3. Αν η αρμόδια αρχή έχει ήδη ενημερώσει τον κάτοχο της εκμετάλλευσης για παρατυπίες στην αίτηση ενίσχυσης ή εάν τον έχει ειδοποιήσει κάτοχος της εκμετάλλευσης για την πρόθεσή του να πραγματοποιήσει επιτόπιο έλεγχο και ο εν λόγω επιτόπιος έλεγχος αποκαλύψει παρατυπίες, προσθήκες και τροποποιήσεις σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 δεν επιτρέπονται για τα αγροτεμάχια που αφορούν οι παρατυπίες.

Άρθρο 9

Απαλλαγή από τις αιτήσεις ενίσχυσης βάσει της έκτασης

Εξαιρούνται από την υποχρέωση υποβολής αίτησης ενίσχυσης βάσει της έκτασης, οι κάτοχοι εκμεταλλεύσεων που υποβάλλουν αίτηση για μία από τις ακόλουθες ενισχύσεις για ζώα:

α) την πριμοδότηση για σφαγή εκτός εποχής που προβλέπεται απο το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999·

β) την πριμοδότηση σφαγής εποχής που προβλέπεται απο το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999·

γ) την ειδική πριμοδότηση για τα αρσενικά βοοειδή ή/και την πριμοδότηση για τις θηλάζουσες αγελάδες, όταν ο γεωργός εξαιρείται από τον συντελεστή πυκνότητας σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999, υπό τον όρο ότι ο γεωργός δεν υποβάλλει αίτηση πριμοδότησης για εκτατικοποίηση που προβλέπεται απο το άρθρο 13 του εν λόγω κανονισμού·

δ) την ενίσχυση που προβλέπεται στο πλαίσιο του καθεστώτος ενισχύσεων για αιγοπρόβατα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ:

Αιτήσεις ενίσχυσης για ζώα

Άρθρο 10

Απαιτήσεις σχετικές με τις αιτήσεις ενίσχυσης για ζώα

1. Η αίτηση για τη χορήγηση ενίσχυσης για ζώα περιέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για τη διαπίστωση της επιλεξιμότητας της ενίσχυσης, και ειδικότερα:

α) τα στοιχεία του κατόχου της εκμετάλλευσης·

β) αναφορά στην αίτηση ενίσχυσης βάσει της έκτασης, εάν αυτή έχει ήδη υποβληθεί·

γ) τον αριθμό των ζώων κάθε είδους για τα οποία ζητείται ενίσχυση και, για τα βοοειδή, τον κωδικό αναγνώρισης των ζώων·

δ) ενδεχομένως, τη δέσμευση του κατόχου της εκμετάλλευσης να διατηρήσει τα ζώα που αναφέρονται στο στοιχείο (γ) στην εκμετάλλευσή του κατά την περίοδο υποχρεωτικής κατοχής, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τον ή τους τόπους κατοχής των ζώων και, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών περιόδων·

ε) ενδεχομένως, το ατομικό όριο ή το ατομικό ανώτατο όριο για τα εν λόγω ζώα·

στ) ενδεχομένως, την ατομική ποσότητα αναφοράς γάλακτος την οποία διαθέτει ο παραγωγός στις 31 Μαρτίου ή, αν το οικείο κράτος μέλος αποφασίσει να χρησιμοποιήσει την παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 44α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2342/1999, την 1η Απριλίου του αντίστοιχου ημερολογιακού έτους σε περίπτωση που η εν λόγω ποσότητα δεν είναι γνωστή κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, ανακοινώνεται στην αρμόδια αρχή με την πρώτη ευκαιρία·

ζ) δήλωση του κατόχου της εκμετάλλευσης ότι έχει λάβει γνώση των απαιτήσεων για τη χορήγηση των σχετικών ενισχύσεων.

Αν το ζώο μετακινηθεί σε άλλο τόπο κατά τη διάρκεια της περιόδου υποχρεωτικής κατοχής, ο γεωργός υποχρεούται προηγουμένως να ενημερώσει εγγράφως την αρμόδια αρχή.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν για κάθε κάτοχο ζώων το δικαίωμα να λαμβάνει από την αρμόδια αρχή δίχως περιορισμό σε εύλογα διαστήματα και χωρίς υπερβολική καθυστέρηση πληροφορίες για τα δεδομένα που αφορούν τον ίδιο και τα ζώα του και που περιλαμβάνονται στη μηχανογραφημένη βάση δεδομένων. Κατά την υποβολή της αίτησης ενίσχυσής του, ο γεωργός δηλώνει ότι τα δεδομένα αυτά είναι ορθά και πλήρη ή διορθώνει τα εσφαλμένα ή προσθέτει τα ελλείποντα δεδομένα.

3. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι ορισμένα από τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν χρειάζεται να αναφέρονται στην αίτηση ενίσχυσης, στην περίπτωση που έχουν ήδη κοινοποιηθεί στην αρμόδια αρχή.

Τα κράτη μέλη μπορούν ειδικότερα να εισαγάγουν διαδικασίες, βάσει των οποίων τα δεδομένα που περιέχονται στη μηχανογραφημένη βάση δεδομένων μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αίτηση ενίσχυσης, υπό τον όρο ότι η μηχανογραφημένη βάση δεδομένων παρέχει το επίπεδο βεβαιότητας και υλοποίησης που είναι αναγκαίο για την ορθή διαχείριση των σχετικών καθεστώτων ενίσχυσης.

4. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέπψουν ότι ορισμένα από τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν ή πρέπει να διαβιβάζονται μέσω ενός ή περισσοτέρων οργανισμών που είναι εγκεκριμένοι από αυτά. Ωστόσο, ο κάτόχος της εκμετάλλευσης είναι πάντοτε υπεύθυνος για τα στοιχεία που έχουν διαβιβασθεί.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ:

Κοινές διατάξεις

Άρθρο 11

Ηλεκτρονική διαβίβαση

1. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν να διαβιβάζονται ηλεκτρονικώς οι ανακοινώσεις που απαιτούνται βάσει του παρόντος κανονισμού από τον κάτοχο εκμετάλλευσης προς τις αρμόδιες αρχές. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλισθεί ότι:

α) ο κάτοχος εκμετάλλευσης προσδιορίζεται σαφώς και πληροί όλες τις απαιτήσεις·

β) όλα τα αναγκαία συνοδευτικά έγγραφα λαμβάνονται από τις αρμόδιες αρχές, εντός των ίδιων προθεσμιών που ισχύουν και στην περίπτωση διαβίβασης με μη ηλεκτρονικό τρόπο·

γ) δεν γίνεται καμία διάκριση μεταξύ των γεωργών που χρησιμοποιούν την μη ηλεκτρονική μέθοδο υποβολής και εκείνων που επιλέγουν την ηλεκτρονική διαβίβαση.

2. Οι ανακοινώσεις στη μηχανογραφημένη βάση δεδομένων ισοδυναμούν με ηλεκτρονική διαβίβαση κατά την έννοια της παραγράφου 1, υπό τον όρο ότι η μηχανογραφημένη βάση δεδομένων παρέχει το επίπεδο βεβαιότητας και υλοποίησης που είναι αναγκαίο για την ορθή διαχείριση των σχετικών καθεστώτων ενίσχυσης.

Άρθρο 12

Διορθώσεις προφανών σφαλμάτων

Με την επιφύλαξη των άρθρων 6 έως 11, μια αίτηση ενίσχυσης μπορεί να διορθωθεί οποιαδήποτε στιγμή μετά την υποβολή της, σε περιπτώσεις προφανών σφαλμάτων που αναγνωρίζονται από την αρμόδια αρχή.

Άρθρο 13

Εκπρόθεσμη υποβολή

1. Εκτός περιπτώσεων ανωτέρας βίας και εκτάκτων περιστάσεων κατά την έννοια του άρθρου 48, η υποβολή μιας αίτησης ενίσχυσης βάσει έκτασης ή για ζώα, μετά τη λήξη των προθεσμιών που προβλέπονται στους αντίστοιχους τομεακούς κανόνες οδηγεί σε μείωση κατά 1 % ανά εργάσιμη ημέρα των ποσών που ο κάτοχος εκμετάλλευσης θα είχε δικαίωμα να λάβει, εάν η αίτηση ενίσχυσης είχε υποβληθεί εμπρόθεσμα.

Σε περίπτωση καθυστέρησης μεγαλύτερης των 25 ημερών, η αίτηση θεωρείται απαράδεκτη.

Η εκπρόθεσμη υποβολή μιας αίτησης ενίσχυσης βάσει της έκτασης που αφορά μόνο μόνιμους βοσκοτόπους οδηγεί σε μείωση κατά μισή εκατοστιαία μονάδα ανά εργάσιμη ημέρα των ποσών που ο κάτοχος εκμετάλλευσης θα είχε δικαίωμα να λάβει στο πλαίσιο των σχετικών καθεστώτων ενίσχυσης. Σε περίπτωση που η εν λόγω αίτηση ενίσχυσης υποβάλλεται μετά την 1η Ιουλίου, θεωρείται απαράδεκτη.

Εντούτοις, εφόσον τα κράτη μέλη κάνουν χρήση της δυνατότητας που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3, δεν εφαρμόζονται μειώσεις όσον αφορά τις αιτήσεις ενίσχυσης, η υποβολή των οποίων έχει λάβει χώρα πριν από την καθορισθείσα από τα κράτη μέλη ημερομηνία. Οι αιτήσεις ενίσχυσης που υποβάλλονται μετά την ημερομηνία αυτή θεωρούνται απαράδεκτες, και δεν χορηγείται ενίσχυση.

2. Η υποβολή μιας τροποποίησης σε αίτηση ενίσχυσης βάσει της έκτασης μετά τη λήξη των προθεσμιών για τη σπορά που αναφέρεται στο άρθρο 8, παράγραφος 2, οδηγεί σε μείωση κατά 1 % ανά εργάσιμη ημέρα των ποσών που σχετίζονται με την πραγματική χρήση των σχετικών αγροτεμαχίων.

Οι τροποποιήσεις σε μια αίτηση ενίσχυσης βάσει της έκτασης είναι παραδεκτές μόνο μέχρι την καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή αίτησης ενίσχυσης βάσει της έκτασης που ορίζεται στην παράγραφο 1. Εντούτοις, στις περιπτώσεις που η ημερομηνία αυτή είναι προγενέστερη από ή ταυτίζεται με την καταληκτική ημερομηνία για τη σπορά που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2, οι τροποποιήσεις σε μια αίτηση ενίσχυσης βάσει της έκτασης θεωρούνται απαράδεκτες μετά την εν λόγω καταληκτική ημερομηνία για τη σπορά.

3. Η εκπρόθεσμη υποβολή μιας αίτησης ενίσχυσης βάσει της έκτασης δεν συνεπάγεται μειώσεις ή αποκλεισμούς από τις ενισχύσεις για ζώα που αναφέρονται στο άρθρο 9.

4. Όσον αφορά τις κτηνοτροφικές εκτάσεις, όταν η αίτηση ενίσχυσης βάσει της έκτασης υποβάλλεται εκπρόθεσμα, η προκύπτουσα μείωση επιβάλλεται επιπροσθέτως προς κάθε άλλη μείωση που εφαρμόζεται στην περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής των αιτήσεων για τις ενισχύσεις που αναφέρονται στα άρθρα 12 και 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999.

Άρθρο 14

Απόσυρση των αιτήσεων ενίσχυσης

1. Μία αίτηση ενίσχυσης μπορεί να αποσυρθεί εν όλω ή εν μέρει ανά πάσα στιγμή.

Εντούτοις, εάν η αρμόδια αρχή έχει ήδη ενημερώσει τον κάτοχο της εκμετάλλευσης για παρατυπίες στην αίτηση ενίσχυσης ή εάν η αρμόδια αρχή έχει ειδοποιήσει τον κάτοχο της εκμετάλλευσης για την πρόθεσή της να πραγματοποιήσει επιτόπιο έλεγχο και ο εν λόγω επιτόπιος έλεγχος αποκαλύψει παρατυπίες, οι αποσύρσεις δεν επιτρέπονται για τα μέρη της αίτησης ενίσχυσης που αφορούν οι παρατυπίες.

2. Οι αποσύρσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 επαναφέρουν τον αιτούντα στη θέση που βρισκόταν πριν υποβάλει την εν λόγω αίτηση ενίσχυσης ή μέρος της αίτησης ενίσχυσης.

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ:

ΕΛΕΓΧΟΙ

Άρθρο 15

Γενικές αρχές

Οι διοικητικοί και οι επιτόπιοι έλεγχοι πραγματοποιούνται κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική εξακρίβωση της τήρησης των όρων για την παροχή των ενισχύσεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι:

Διοικητικοί έλεγχοι

Άρθρο 16

Διασταυρούμενοι έλεγχοι

Οι διοικητικοί έλεγχοι που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92 περιλαμβάνουν ιδίως:

α) διασταυρούμενους ελέγχους στα δηλωθέντα αγροτεμάχια και ζώα, ώστε να αποφεύγεται η αδικαιολόγητη πολλαπλή χορήγηση της ίδιας ενίσχυσης για το ίδιο ημερολογιακό έτος ή την ίδια περίοδο εμπορίας και να προλαμβάνεται η αδικαιολόγητη σώρευση ενισχύσεων που χορηγούνται βάσει κοινοτικών καθεστώτων ενίσχυσης που προϋποθέτουν δηλώσεις εκτάσεων·

β) διασταυρούμενους ελέγχους με τη βοήθεια της μηχανογραφημένης βάσης δεδομένων, για να επαληθεύεται η επιλεξιμότητα για την ενίσχυση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ:

Επιτόπιοι έλεγχοι

Τμήμα Ι

Κοινές διατάξεις

Άρθρο 17

Γενικές αρχές

1. Οι επιτόπιοι έλεγχοι πραγματοποιούνται αιφνιδιαστικά. Εντούτοις, είναι δυνατόν να υπάρξει προειδοποίηση περιορισμένη στο απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα, υπό τον όρο ότι δεν τίθεται σε κίνδυνο ο σκοπός του ελέγχου. Η προειδοποίηση αυτή δεν μπορεί να υπερβεί τις 48 ώρες, με εξαίρεση δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις.

2. Εάν είναι δυνατόν, οι επιτόπιοι έλεγχοι βάσει του παρόντος κανονισμού, καθώς και οι λοιποί έλεγχοι που προβλέπονται από τους κοινοτικούς κανόνες, πραγματοποιούνται ταυτόχρονα.

3. Η σχετική αίτηση ή αιτήσεις απορρίπτονται, εάν ο κάτοχος της εκμετάλλευσης ή ο αντιπρόσωπός του παρεμποδίζουν την διεξαγωγή ενός επιτόπιου ελέγχου.

Άρθρο 18

Ποσοστό ελέγχων

1. Το σύνολο των επιτόπιων ελέγχων που διεξάγονται ετησίως καλύπτει τουλάχιστον:

α) το 5 % όλων των κατόχων εκμετάλλευσης που υποβάλλουν αιτήσεις ενίσχυσης βάσει της έκτασης·

β) το 5 % όλων των κατόχων εκμετάλλευσης που υποβάλλουν αιτήσεις ενίσχυσης για ζώα στο πλαίσιο των καθεστώτων ενίσχυσης για βοοειδή, εκτός αν η μηχανογραφημένη βάση δεδομένων δεν παρέχει το επίπεδο βεβαιότητας και υλοποίησης που είναι αναγκαίο για την ορθή διαχείριση των σχετικών καθεστώτων ενίσχυσης, οπότε το ποσοστό αυξάνεται σε 10 %. Αυτοί οι επιτόπιοι έλεγχοι πρέπει να καλύπτουν επίσης τουλάχιστον το 5 % όλων των ζώων ανά καθεστώς ενίσχυσης για τα οποία ζητείται ενίσχυση·

γ) το 10 % όλων των κατόχων εκμετάλλευσης που υποβάλλουν αιτήσεις ενίσχυσης για ζώα στο πλαίσιο του καθεστώτος ενίσχυσης για αιγοπρόβατα.

2. Εάν οι επιτόπιοι έλεγχοι αποκαλύψουν σημαντικές παρατυπίες στο πλαίσιο συγκεκριμένου καθεστώτος ενίσχυσης ή σε μια περιφέρεια ή τμήμα περιφέρειας, η αρμόδια αρχή αυξάνει καταλλήλως τον αριθμό των επιτόπιων ελέγχων κατά τη διάρκεια του έτους αυτού και, επιπλέον, αυξάνει καταλλήλως το ποσοστό των γεωργών που θα υπόκεινται σε επιτόπιο έλεγχο το επόμενο έτος.

3. Στις περιπτώσεις που προβλέπεται ότι ιδιαίτερα στοιχεία ενός επιτόπιου ελέγχου μπορούν να πραγματοποιηθούν βάσει δείγματος, το δείγμα αυτό πρέπει να εξασφαλίζει αξιόπιστο και αντιπροσωπευτικό επίπεδο ελέγχου. Τα κράτη μέλη ορίζουν τα κριτήρια για την επιλογή του δείγματος. Εάν οι έλεγχοι σε εκείνο το δείγμα αποκαλύψουν παρατυπίες, το μέγεθος και το εύρος του δείγματος επεκτείνονται κατάλληλα.

Άρθρο 19

Επιλογή των αιτήσεων που ελέγχονται επιτόπου

1. Οι κάτοχοι εκμετάλλευσης που υποβάλλονται σε επιτόπιους ελέγχους επιλέγονται από την αρμόδια αρχή βάσει ανάλυσης κινδύνου και βάσει ενός στοιχείου αντιπροσωπευτικότητας των αιτήσεων ενίσχυσης που υποβλήθηκαν. Για την ανάλυση κινδύνου λαμβάνονται υπόψη:

α) το ποσό της ενίσχυσης·

β) ο αριθμός των αγροτεμαχίων και η έκταση ή ο αριθμός ζώων για τα οποία ζητείται ενίσχυση·

γ) οι μεταβολές σε σχέση με το προηγούμενο έτος·

δ) οι διαπιστώσεις των ελέγχων που διενεργήθηκαν τα προηγούμενα έτη·

ε) οι περιπτώσεις μη συμφωνίας με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1760/2000·

στ) οι κάτοχοι εκμετάλλευσης οι οποίοι είτε μόλις υπερβαίνουν τα ανώτατα όρια ή όρια σχετικά με τη χορήγηση των ενισχύσεων είτε μόλις υπολείπονται αυτών·

ζ) οι αντικαταστάσεις ζώων σύμφωνα με το άρθρο 37·

η) άλλοι παράγοντες που καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

Για την εξασφάλιση της αντιπροσωπευτικότητας, τα κράτη μέλη επιλέγουν τυχαία ποσοστό μεταξύ 20 % και 25 % του ελάχιστου αριθμού των κατόχων εκμετάλλευσης που θα υποβληθούν σε επιτόπιους ελέγχους.

2. Η αρμόδια αρχή τηρεί αρχείο με τους λόγους για την επιλογή κάθε κατόχου εκμετάλλευσης για επιτόπιο έλεγχο. Ο επιθεωρητής που πραγματοποιεί τον επιτόπιο έλεγχο ενημερώνεται σχετικά πριν από την έναρξη του επιτόπιου ελέγχου.

Άρθρο 20

Έκθεση ελέγχου

1. Για κάθε επιτόπιο έλεγχο συντάσσεται έκθεση, η οποία καθιστά δυνατή την επισκόπηση των λεπτομερειών των ελέγχων που διενεργούνται. Η έκθεση πρέπει να αναφέρει ιδίως:

α) τα καθεστώτα ενίσχυσης και τις αιτήσεις που έχουν ελεγχθεί·

β) τα άτομα που ήσαν παρόντα·

γ) τα αγροτεμάχια που ελέγχθηκαν, τα αγροτεμάχια στα οποία πραγματοποιήθηκε μέτρηση, τα αποτελέσματα των μετρήσεων για κάθε μετρηθέν αγροτεμάχιο και τις χρησιμοποιηθείσες μεθόδους μέτρησης·

δ) τον αριθμό και το είδος των ζώων που βρέθηκαν και, ενδεχομένως, τους αριθμούς των ενωτίων, τις εγγραφές στο μητρώο και στη μηχανογραφημένη βάση δεδομένων και τα δικαιολογητικά έγγραφα που ελέγχθηκαν, καθώς και τα αποτελέσματα των ελέγχων και, ενδεχομένως, ιδιαίτερες παρατηρήσεις για μεμονωμένα ζώα ή/και τους κωδικούς αναγνώρισής τους·

ε) εάν η επίσκεψη έγινε κατόπιν προειδοποίησης του κατόχου της εκμετάλλευσης και, εάν ναι, το διάστημα που μεσολάβησε από την προειδοποίηση·

στ) αναφορά των τυχόν περαιτέρω μέτρων ελέγχου που υλοποιήθηκαν.

2. Στον κάτοχο της εκμετάλλευσης ή στον αντιπρόσωπό του πρέπει να δίνεται η ευκαιρία να υπογράψει την έκθεση, για να βεβαιώσει την παρουσία του στον έλεγχο και να προσθέσει παρατηρήσεις. Σε περίπτωση που έχουν διαπιστωθεί παρατυπίες, ο κάτοχος της εκμετάλλευσης λαμβάνει αντίγραφο της έκθεσης ελέγχου.

Εάν ο επιτόπιος έλεγχος διενεργείται με τηλεπισκόπηση σύμφωνα με το άρθρο 23, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μη δώσουν στον κάτοχο της εκμετάλλευσης ή στον αντιπρόσωπό του την ευκαιρία να υπογράψουν την έκθεση ελέγχου, εάν δεν αποκαλυφθούν παρατυπίες κατά τον έλεγχο με τηλεπισκόπηση.

Τμήμα ΙΙ:

Επιτόπιοι έλεγχοι των αιτήσεων ενίσχυσης βάσει της έκτασης

Άρθρο 21

Στοιχεία των επιτόπιων ελέγχων

Οι επιτόπιοι έλεγχοι καλύπτουν όλα τα αγροτεμάχια, για τα οποία ζητείται ενίσχυση στο πλαίσιο καθεστώτων ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92. Ωστόσο, η πραγματική επιθεώρηση στους αγρούς στο πλαίσιο του επιτόπιου ελέγχου μπορεί να περιορισθεί σε δείγμα που περιλαμβάνει τουλάχιστον τα μισά αγροτεμάχια για τα οποία έχουν υποβληθεί αιτήσεις.

Άρθρο 22

Καθορισμός των εκτάσεων

1. Ο καθορισμός της έκτασης των αγροτεμαχίων πραγματοποιείται με κάθε πρόσφορο μέσο που ορίζει η αρμόδια αρχή και που εξασφαλίζει ακρίβεια μέτρησης τουλάχιστον ισοδύναμη με εκείνη που απαιτείται για τις επίσημες μετρήσεις σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις. Η αρμόδια αρχή καθορίζει ένα περιθώριο ανοχής, λαμβάνοντας υπόψη τη χρησιμοποιούμενη μέθοδο μέτρησης, την ακρίβεια των διαθέσιμων επίσημων εγγράφων, την τοπική κατάσταση, όπως η κλίση ή το σχήμα του αγροτεμαχίου, και τις διατάξεις της παραγράφου 2.

2. Η συνολική έκταση ενός αγροτεμαχίου μπορεί να ληφθεί υπόψη, υπό τον όρο ότι χρησιμοποιείται εξ ολοκλήρου σύμφωνα με τους συνήθεις κανόνες του εν λόγω κράτους μέλους ή περιφέρειας. Στις άλλες περιπτώσεις, λαμβάνεται υπόψη η πραγματικά χρησιμοποιούμενη έκταση.

Όσον αφορά τις περιφέρειες όπου ορισμένα στοιχεία, όπως φράκτες, τάφροι ή τοιχία, εντάσσονται παραδοσιακά στο πλαίσιο των ορθών γεωργικών μεθόδων συγκομιδής ή εκμετάλλευσης, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι η αντίστοιχη επιφάνεια την οποία καλύπτουν αποτελεί τμήμα της πλήρως χρησιμοποιούμενης έκτασης, υπό τον όρο ότι δεν υπερβαίνει ένα συνολικό πλάτος που θα καθοριστεί από τα κράτη μέλη. Το πλάτος αυτό πρέπει να αντιστοιχεί στο παραδοσιακό πλάτος στην εν λόγω περιφέρεια και να μην υπερβαίνει τα δύο μέτρα.

Τα κράτη μέλη μπορούν, εφόσον το κοινοποιήσουν εκ των προτέρων στην Επιτροπή, να επιτρέψουν πλάτος άνω των δύο μέτρων, εάν οι εκτάσεις αυτές έχουν ληφθεί υπόψη για τον καθορισμό των αποδόσεων στις εν λόγω περιφέρειες.

3. Η επιλεξιμότητα των αγροτεμαχίων εξακριβώνεται με κάθε πρόσφορο τρόπο. Για το σκοπό αυτό, ζητείται, εάν χρειάζεται, η προσκόμιση συμπληρωματικών αποδείξεων.

Άρθρο 23

Τηλεπισκόπηση

1. Εάν ένα κράτος μέλος χρησιμοποιεί την τηλεπισκόπηση στο σύνολο ή σε μέρος του δείγματος που αναφέρεται το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο α), εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

α) οι περιοχές που ελέγχονται με τηλεπισκόπηση επιλέγονται, στο μέτρο του δυνατού, λαμβάνοντας υπόψη τους κατάλληλους παράγοντες κινδύνου που καθορίζονται από το κράτος μέλος·

β) οι διατάξεις του άρθρου 19 εφαρμόζονται μόνον όταν οι κάτοχοι εκμετάλλευσης που υποβάλλουν αιτήσεις ενίσχυσης και εμπίπτουν στην αντίστοιχη περιοχή δεν υποβάλλονται όλοι σε επιτόπιο έλεγχο.

2. Όσον αφορά τους ελέγχους με τηλεπισκόπηση, το κράτος μέλος προβαίνει σε:

α) φωτογραφική ερμηνεία δορυφορικών εικόνων ή αεροφωτογραφιών με σκοπό την αναγνώριση της φυτικής κάλυψης και τη μέτρηση της έκτασης όλων των αγροτεμαχίων στα οποία θα πραγματοποιηθεί έλεγχος·

β) επιτόπιο έλεγχο όλων των αιτήσεων, για τις οποίες η φωτογραφική ερμηνεία δεν επιτρέπει να εξακριβωθεί η ακρίβεια της δήλωσης, κατά τρόπο που να ικανοποιεί την αρμόδια αρχή.

3. Εάν ένα κράτος μέλος διενεργεί έλεγχο με τηλεπισκόπηση, οι συμπληρωματικοί έλεγχοι που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 διενεργούνται με τον παραδοσιακό επιτόπιο έλεγχο, εάν δεν είναι πλέον δυνατόν να διενεργηθούν με τηλεπισκόπηση κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου έτους.

Τμήμα ΙΙΙ

Επιτόπιοι έλεγχοι των αιτήσεων ενίσχυσης για ζώα

Άρθρο 24

Χρόνος των επιτόπιων ελέγχων

1. Το ελάχιστο ποσοστό επιτόπιων ελέγχων που προβλέπεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1, στοιχείο β) για τα καθεστώτα ενίσχυσης πλην αυτών που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 6 και το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999, διενεργείται κατά τη διάρκεια της περιόδου υποχρεωτικής κατοχής για τουλάχιστον ένα από τα σχετικά καθεστώτα ενίσχυσης.

2. Τουλάχιστον το 50 % του ελάχιστου ποσοστού επιτόπιων ελέγχων που προβλέπεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο γ) διενεργείται κατά τη διάρκεια της περιόδου υποχρεωτικής κατοχής. Εντούτοις, το ελάχιστο ποσοστό των επιτόπιων ελέγχων διενεργείται εξ ολοκλήρου κατά τη διάρκεια της περιόδου υποχρεωτικής κατοχής στα κράτη μέλη, όπου το σύστημα που θεσπίστηκε με την οδηγία 92/102/ΕΟΚ όσον αφορά τα αιγοπρόβατα, ιδίως σε σχέση με την αναγνώριση των ζώων και την επιμελή τήρηση μητρώων, δεν έχει πλήρως υλοποιηθεί και εφαρμοσθεί.

Άρθρο 25

Στοιχεία των επιτόπιων ελέγχων

1. Οι επιτόπιοι έλεγχοι καλύπτουν όλα τα ζώα για τα οποία έχουν υποβληθεί αιτήσεις ενίσχυσης δυνάμει των καθεστώτων ενίσχυσης που ελέγχονται και, στην περίπτωση ελέγχων των καθεστώτων ενίσχυσης για βοοειδή, επίσης τα βοοειδή για τα οποία δεν έχει υποβληθεί αίτηση.

2. Οι επιτόπιοι έλεγχοι περιλαμβάνουν ιδίως:

α) έλεγχο για να εξακριβωθεί ότι ο συνολικός αριθμός των ζώων που βρίσκονται στην εκμετάλλευση, για τα οποία έχουν υποβληθεί αιτήσεις ή, ο αριθμός των βοοειδών για τα οποία δεν έχουν υποβληθεί αιτήσεις, αντιστοιχεί προς τον αριθμό των ζώων που είναι εγγεγραμμένα στα μητρώα, και στην περίπτωση των βοοειδών, προς τον αριθμό των ζώων που έχουν δηλωθεί στη μηχανογραφημένη βάση δεδομένων·

β) σε σχέση με τα καθεστώτα ενισχύσεων για τα βοοειδή, ελέγχους

- της ορθότητας των εγγραφών στο μητρώο και των δηλώσεων στη μηχανογραφημένη βάση δεδομένων βάσει δείγματος των δικαιολογητικών εγγράφων, όπως τα τιμολόγια αγορών και πωλήσεων, τα πιστοποιητικά σφαγής, τα κτηνιατρικά πιστοποιητικά και, εφόσον παρίσταται ανάγκη, τα διαβατήρια, σε σχέση με τα ζώα, για τα οποία υποβλήθηκαν αιτήσεις ενίσχυσης κατά το δωδεκάμηνο πριν από τον επιτόπιο έλεγχο·

- του ότι οι πληροφορίες που τηρούνται στη μηχανογραφημένη βάση δεδομένων αντιστοιχούν στις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο μητρώο, βάσει δείγματος, σε σχέση με τα ζώα, για τα οποία υποβλήθηκαν αιτήσεις ενίσχυσης κατά το δωδεκάμηνο πριν από τον επιτόπιο έλεγχο·

- του ότι όλα τα ζώα που είναι παρόντα στην εκμετάλλευση και τα οποία ακόμη διανύουν το διάστημα υποχρεωτικής κατοχής είναι επιλέξιμα για την ενίσχυση που ζητείται·

- του ότι όλα τα βοοειδή τα οποία βρίσκονται στην εκμετάλλευση αναγνωρίζονται με τη βοήθεια ενωτίων και, εφόσον παρίσταται ανάγκη, έχουν ταυτοποιηθεί με διαβατήρια και έχουν εγγραφεί στο μητρώο και έχουν δεόντως δηλωθεί στη μηχανογραφημένη βάση δεδομένων. Οι έλεγχοι αυτοί πραγματοποιούνται ατομικά σε κάθε ένα αρσενικό βοοειδές που διανύει ακόμη το διάστημα υποχρεωτικής κατοχής, για το οποίο έχει υποβληθεί αίτηση ειδικής πριμοδότησης για το βόειο κρέας, με εξαίρεση τις αιτήσεις που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, ο έλεγχος της ορθής εγγραφής στο διαβατήριο ζώου και της δήλωσης στη βάση δεδομένων μπορούν να γίνουν βάσει δείγματος·

γ) σε σχέση με το καθεστώς ενίσχυσης για τα αιγοπρόβατα, έλεγχο βάσει του μητρώου ότι όλα τα ζώα, για τα οποία υποβλήθηκαν αιτήσεις ενίσχυσης κατά το δωδεκάμηνο πριν από τον επιτόπιο έλεγχο, έχουν παραμείνει στην εκμετάλλευση καθόλη τη διάρκεια της περιόδου υποχρεωτικής κατοχής, καθώς και έλεγχο της ορθότητας των εγγραφών στο μητρώο βάσει δείγματος των δικαιολογητικών εγγράφων, όπως τα τιμολόγια αγορών και πωλήσεων και τα κτηνιατρικά πιστοποιητικά.

Άρθρο 26

Μέτρα ελέγχου όσον αφορά τους επιτόπιους ελέγχους στα σφαγεία

1. Όσον αφορά την ειδική πριμοδότηση για το βόειο κρέας σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999 και την πριμοδότηση σφαγής σύμφωνα με το άρθρο 11 του ίδιου κανονισμού, διενεργούνται επιτόπιοι έλεγχοι και στα σφαγεία. Στην περίπτωση αυτή τα κράτη μέλη πραγματοποιούν επιτόπιους ελέγχους:

α) είτε στο 30 % τουλάχιστον των σφαγείων και έχουν επιλεγεί βάσει ανάλυσης κινδύνου. Στην περίπτωση αυτή, οι έλεγχοι καλύπτουν δείγμα ίσο με το 5 % του συνολικού αριθμού των βοοειδών που έχουν σφαγεί στο συγκεκριμένο σφαγείο κατά το δωδεκάμηνο πριν από τον επιτόπιο έλεγχο·

β) είτε στο 20 % τουλάχιστον εκείνων των σφαγείων, τα οποία έχουν εγκριθεί εκ των προτέρων σύμφωνα με ιδιαίτερα κριτήρια αξιοπιστίας που καθορίζονται από τα κράτη μέλη και έχουν επιλεγεί βάσει ανάλυσης κινδύνου. Στην περίπτωση αυτή, οι έλεγχοι καλύπτουν δείγμα ίσο με το 2 % του συνολικού αριθμού των βοοειδών που έχουν σφαγεί στο συγκεκριμένο σφαγείο κατά το δωδεκάμηνο πριν από τον επιτόπιο έλεγχο.

Οι εν λόγω επιτόπιοι έλεγχοι περιλαμβάνουν εκ των υστέρων εξέταση των εγγράφων, σύγκριση με τα στοιχεία της μηχανογραφημένης βάσης δεδομένων και ελέγχους των περιλήψεων που αφορούν τα πιστοποιητικά σφαγής (ή αντίστοιχες πληροφορίες) που έχουν αποσταλεί στα άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2342/1999.

2. Οι επιτόπιοι έλεγχοι στα σφαγεία περιλαμβάνουν φυσικούς ελέγχους των διαδικασιών σφαγής που πραγματοποιούνται την ημέρα του επιτόπιου ελέγχου βάσει δείγματος. Εφόσον είναι αναγκαίο, ελέγχεται κατά πόσον τα σφάγια που προσκομίζονται για ζύγιση είναι επιλέξιμα για ενίσχυση.

Άρθρο 27

Μέτρα ελέγχου όσον αφορά την πριμοδότηση που χορηγείται μετά την εξαγωγή

1. Όσον αφορά την πριμοδότηση σφαγής που χορηγείται για τα βοοειδή που εξάγονται σε τρίτες χώρες σύμφωνα με το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999, όλες οι εργασίες φόρτωσης υπόκεινται σε επιτόπιους ελέγχους, οι οποίοι πραγματοποιούνται υπό τους ακόλουθους όρους:

α) τη στιγμή της φόρτωσης, εξακριβώνεται ότι όλα τα βοοειδή ταυτοποιούνται με ενώτια. Επιπλέον, τουλάχιστον το 10 % των βοοειδών που αποτέλεσαν αντικείμενο της εξακρίβωσης αυτής ελέγχεται ατομικά με σκοπό να επαληθευθεί η ταυτοποίησή τους·

β) τη στιγμή της αναχώρησης από το κοινοτικό έδαφος,

- εάν έχει τοποθετηθεί επίσημη τελωνειακή σφραγίδα στο μεταφορικό μέσο, ελέγχεται εάν η σφραγίδα είναι άθικτη. Εάν η σφραγίδα είναι άθικτη, πραγματοποιείται δειγματοληπτικός έλεγχος μόνον εάν υπάρχουν αμφιβολίες ως προς την κανονικότητα του φορτίου,

- εάν δεν έχει τοποθετηθεί επίσημη τελωνειακή σφραγίδα στο μεταφορικό μέσο ή εάν η τελωνειακή σφραγίδα έχει παραβιασθεί, τουλάχιστον το 50 % των βοοειδών που ελέγχθηκαν ατομικά τη στιγμή της φόρτωσης ελέγχεται και πάλι.

2. Τα διαβατήρια των ζώων παραδίδονται στην αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000.

3. Ο οργανισμός πληρωμής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 που είναι υπεύθυνος για την πληρωμή της πριμοδότησης ελέγχει εξονυχιστικά όλες τις αιτήσεις ενίσχυσης βάσει των φακέλων πληρωμής και των άλλων διαθέσιμων πληροφοριών, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στα έγγραφα τα σχετικά με την εξαγωγή και στις παρατηρήσεις των αρμόδιων αρχών ελέγχου και ελέγχει κατά πόσο τα διαβατήρια των ζώων έχουν παραδοθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Άρθρο 28

Ειδικές διατάξεις όσον αφορά τις πρόσθετες καταβολές

Όσον αφορά τις πρόσθετες καταβολές που προβλέπονται απο το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999, το κράτος μέλος, κατά περίπτωση, εφαρμόζει τις διατάξεις ελέγχου του παρόντος τίτλου. Εάν η εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων δεν είναι πρόσφορη λόγω της διάρθρωσης του καθεστώτος πρόσθετων ενισχύσεων, τα κράτη μέλη προβλέπουν ελέγχους που εξασφαλίζουν επίπεδο ελέγχου ισότιμο με εκείνο που ορίζεται στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 29

Ειδικές διατάξεις όσον αφορά την έκθεση ελέγχου

1. Όταν τα κράτη μέλη πραγματοποιούν επιτόπιους ελέγχους σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό σε συνδυασμό με επιθεωρήσεις σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2630/97 της Επιτροπής(17), η έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 20 συμπληρώνεται από τις εκθέσεις που συντάσσονται σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 5 του εν λόγω κανονισμού.

2. Όσον αφορά τους ελέγχους στα σφαγεία που προβλέπονται απο το άρθρο 26 παράγραφος 1, η έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 20 μπορεί να συνίσταται σε μνεία στα λογιστικά βιβλία του σφαγείου για το ποια ζώα έχουν υποβληθεί σε έλεγχο.

Όσον αφορά τους ελέγχους που προβλέπονται στο άρθρο 26 παράγραφος 2, η έκθεση περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τους αριθμούς αναγνώρισης, το βάρος των σφαγίων και την ημερομηνία σφαγής για όλα τα ζώα που εσφάγησαν και ελέγχθηκαν την ημέρα του επιτόπιου ελέγχου.

3. Όσον αφορά τους ελέγχους που προβλέπονται στο άρθρο 27, η έκθεση ελέγχου μπορεί να συνίσταται μόνο σε μνεία των ζώων που ελέγχθηκαν.

4. Εάν, κατά τους επιτόπιους ελέγχους οι οποίοι διενεργούνται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, αποκαλυφθούν περιπτώσεις μη συμμόρφωσης προς τις διατάξεις του Τίτλου Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000, αποστέλλεται χωρίς καθυστέρηση αντίγραφο της έκθεσης που προβλέπεται στο άρθρο 20 στις αρχές που είναι αρμόδιες για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2630/97.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ, ΤΩΝ ΜΕΙΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι:

Διαπιστώσεις σε σχέση με αιτήσεις ενίσχυσης βάσει της έκτασης

Άρθρο 30

Γενικές αρχές

Για το σκοπό του παρόντος κεφαλαίου, διακρίνονται οι ακόλουθες ομάδες καλλιεργειών:

α) κτηνοτροφικές εκτάσεις που δηλώνονται για τους σκοπούς του άρθρου 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999·

β) κτηνοτροφικές εκτάσεις, πλην των βοσκοτόπων και των εκτάσεων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αροτραίων καλλιεργειών κατά την έννοια του στοιχείου β) του άρθρου 13 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999, που δηλώνονται για τους σκοπούς του άρθρου 13 του εν λόγω κανονισμού·

γ) βοσκότοποι κατά την έννοια του άρθρου 13, παράγραφος 3, στοιχείο (γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999 που δηλώνονται για τους σκοπούς του ίδιου κανονισμού·

δ) μόνιμοι βοσκότοποι που δηλώνονται για τους σκοπούς του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου(18)·

ε) εκτάσεις φυτικών καλλιεργειών για τις οποίες ισχύει διαφορετικό ποσοστό ενίσχυσης·

στ) εκτάσεις υπό καθεστώς παύσης καλλιέργειας και, ενδεχομένως, εκτάσεις υπό καθεστώς παύσης καλλιέργειας για τις οποίες ισχύει διαφορετικό ποσοστό ενίσχυσης.

Άρθρο 31

Βάση υπολογισμού

1. Εάν η καθορισθείσα έκταση μιας ομάδας καλλιεργειών ευρεθεί μεγαλύτερη από τη δηλωθείσα στην αίτηση ενίσχυσης, η δηλωθείσα έκταση χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό της ενίσχυσης.

2. Με την επιφύλαξη των μειώσεων και των αποκλεισμών σύμφωνα με τα άρθρα 32 έως 35, εάν η δηλωθείσα έκταση σε μια αίτηση ενίσχυσης βάσει της έκτασης υπερβαίνει την καθορισθείσα έκταση για την εν λόγω ομάδα καλλιεργειών κατόπιν διοικητικών ή επιτόπιων ελέγχων, για τον υπολογισμό της ενίσχυσης χρησιμοποιείται η καθορισθείσα έκταση για την εν λόγω ομάδα καλλιεργειών.

3. Ο υπολογισμός της μέγιστης επιλέξιμης έκτασης για τις ενισχύσεις βάσει της έκτασης προς τους παραγωγούς αροτραίων καλλιεργειών γίνεται βάσει της καθορισθείσας έκτασης των γαιών υπό καθεστώς παύσης καλλιέργειας και κατ' αναλογία για κάθε καλλιέργεια. Εντούτοις, πληρωμές στους παραγωγούς αροτραίων καλλιεργειών σε σχέση με την καθορισθείσα έκταση των γαιών υπό καθεστώς παύσης καλλιέργειας, μειώνονται μόνο κατά το μέτρο που αντιστοιχεί στην έκταση που θα μαπορούσε να είναι αναγκαία για την παραγωγή 92 τόνων σιτηρών, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 7 του κανονισμού αριθ. 1251/1999.

4. Εάν ο κάτοχος της εκμετάλλευσης δεν κατέστη δυνατόν να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του λόγω ανωτέρας βίας ή εκτάκτων περιστάσεων κατά την έννοια του άρθρου 48, διατηρεί το δικαίωμά του να λάβει ενίσχυση για την έκταση που ήταν επιλέξιμη κατά τη στιγμή που προέκυψαν οι λόγοι ανωτέρας βίας ή οι έκτακτες περιστάσεις.

Άρθρο 32

Μειώσεις και αποκλεισμοί σε περιπτώσεις δήλωσης έκτασης μεγαλύτερης της πραγματικής

1. Εάν, όσον αφορά μια ομάδα καλλιεργειών, η δηλωθείσα έκταση υπερβαίνει την καθορισθείσα σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 2, η ενίσχυση υπολογίζεται με βάση την καθορισθείσα έκταση γι'αυτή την ομάδα καλλιεργειών μειωμένη κατά το διπλάσιο της διαπιστωθείσας διαφοράς, εφόσον αυτή υπερβαίνει το 3 % ή τα δύο εκτάρια, αλλά δεν υπερβαίνει το 20 % της καθορισθείσας έκτασης.

Εάν η διαφορά υπερβαίνει το 20 % της καθορισθείσας έκτασης, δεν χορηγείται καμία συνδεμένη με την έκταση ενίσχυση για τη σχετική ομάδα καλλιεργειών.

2. Εάν, για τη συνολική καθορισθείσα έκταση που καλύπτεται από αίτηση ενίσχυσης στο πλαίσιο των καθεστώτων ενίσχυσης που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92, η δηλωθείσα έκταση υπερβαίνει την καθορισθείσα σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 2 κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 30 %, δεν χορηγείται η ενίσχυση, την οποία θα εδικαιούτο ο κάτοχος της εκμετάλλευσης βάσει του άρθρου 31, παράγραφος 2, για το εν λόγω ημερολογιακό έτος στο πλαίσιο αυτών των καθεστώτων ενίσχυσης.

Εάν η διαφορά υπερβαίνει το 50 %, ο κάτοχος της εκμετάλλευσης, αποκλείεται και πάλι από τη λήψη ενισχύσεων μέχρι ποσού ίσου προς το ποσό που πρέπει να απορριφθεί δυνάμει του πρώτου εδαφίου. Το ποσό αυτό συμψηφίζεται με τις πληρωμές ενισχύσεων στο πλαίσιο άλλων καθεστώτων ενισχύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92, τις οποίες δικαιούται ο κάτοχος της εκμετάλλευσης βάσει των αιτήσεων που υποβάλλει κατά τη διάρκεια των τριών ετών που έπονται του έτους της διαπίστωσης.

Άρθρο 33

Μη συμμόρφωση εκ προθέσεως

Εάν διαπιστώνονται διαφορές μεταξύ της δηλωθείσας και της καθορισθείσας έκτασης σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 2 οφείλονται σε παρατυπίες που διαπράχθηκαν εκ προθέσεως, δεν χορηγείται η ενίσχυση, την οποία θα εδικαιούτο ο γεωργός σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 2 για το εν λόγω ημερολογιακό έτος στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος ενίσχυσης.

Επιπλέον, εάν η εν λόγω διαφορά υπερβαίνει το 20 % της καθορισθείσας έκτασης, ο γεωργός αποκλείεται και πάλι από τη λήψη ενισχύσεων μέχρι ποσού ίσου προς το αυτό που δεν χορηγήθηκε δυνάμει του πρώτου εδαφίου. Το ποσό αυτό συμψηφίζεται με τις πληρωμές ενισχύσεων στο πλαίσιο άλλων καθεστώτων ενισχύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92, τις οποίες δικαιούται ο γεωργός βάσει των αιτήσεων που υποβάλλει κατά τη διάρκεια των τριών ημερολογιακών ετών που έπονται του ημερολογιακού έτους της διαπίστωσης.

Άρθρο 34

Υπολογισμός των κτηνοτροφικών εκτάσεων για τις πριμοδοτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999

1. Το άρθρο 31, το άρθρο 32 παράγραφος 1 και το άρθρο 33 εφαρμόζονται στον υπολογισμό της κτηνοτροφικής έκτασης για τη χορήγηση των ενισχύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999.

2. Όταν μεταξύ της δηλωθείσας και της καθορισθείσας έκτασης διαπιστώνεται διαφορά που υπερβαίνει το 50 % σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 2, ο κάτοχος της εκμετάλλευσης, στο πλαίσιο των αιτήσεων ενίσχυσης που υποβάλλει κατά τη διάρκεια των τριών ημερολογιακών ετών που έπονται του ημερολογιακού έτους της διαπίστωσης, αποκλείεται και πάλι για κτηνοτροφική έκταση ίση προς την έκταση για την οποία απορρίπτεται η ενίσχυση δυνάμει του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 32 παράγραφος 1.

3. Οι μειώσεις και οι αποκλεισμοί σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 εφαρμόζονται μόνον εάν η δηλωθείσα έκταση οδήγησε ή θα είχε οδηγήσει σε υψηλότερη ενίσχυση.

Άρθρο 35

Υπολογισμός της κτηνοτροφικής έκτασης για την ενίσχυση εκτατικοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999

1. Δεν μπορούν να καταβληθούν ενισχύσεις εκτατικοποίησης που προβλέπονται από το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999 για αριθμό ζώων μεγαλύτερο από αυτόν, για τον οποίο μπορούν να καταβληθούν οι πριμοδοτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 12 του εν λόγω κανονισμού μετά την εφαρμογή του άρθρου 34 του παρόντος κανονισμού.

2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, η σχετική κτηνοτροφική έκταση καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 31.

Εάν δεν υπάρχει υπέρβαση του ανωτάτου ορίου του συντελεστή πυκνότητας σε σχέση με την έκταση που καθορίστηκε με τον τρόπο αυτό, η καθορισθείσα έκταση αποτελεί τη βάση για τον υπολογισμό της ενίσχυσης εκτατικοποίησης.

Αν υπάρχει υπέρβαση του ανωτάτου ορίου, το συνολικό ποσό ενίσχυσης, το οποίο δικαιούται ο κάτοχος της εκμετάλλευσης κατόπιν της υποβολής κατά το εν λόγω ημερολογιακό έτος αιτήσεων ενίσχυσης στο πλαίσιο των καθεστώτων ενίσχυσης που αναφέρονται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999, μειώνεται κατά το 50 % του ποσού που ο κάτοχος της εκμετάλλευσης έχει λάβει ή διαφορετικά θα είχε λάβει ως ενίσχυση εκτατικοποίησης.

3. Όταν η διαφορά μεταξύ της δηλωθείσας και της καθορισθείσας έκτασης απορρέει από παρατυπίες που διαπράχθηκαν εκ προθέσεως και εφόσον υπάρχει υπέρβαση του ανωτάτου ορίου του συντελεστή πυκνότητας σε σχέση με την καθορισθείσα έκταση, απορρίπτεται το συνολικό ποσό της ενίσχυσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζεται αναλόγως το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 33.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ:

Διαπιστώσεις σε σχέση με αιτήσεις ενίσχυσης για ζώα

Άρθρο 36

Βάση υπολογισμού

1. Στην περίπτωση που εφαρμόζεται ατομικό όριο ή ατομικό ανώτατο όριο, ο αριθμός των ζώων που αναφέρονται στις αιτήσεις ενίσχυσης περιορίζεται στο όριο ή στο ανώτατο όριο που έχει καθοριστεί για τον οικείο κάτοχο εκμετάλλευσης.

2. Σε καμία περίπτωση δεν χορηγείται ενίσχυση για αριθμό ζώων μεγαλύτερο από τον αναφερόμενο στην αίτηση ενίσχυσης.

3. Με την επιφύλαξη των άρθρων 38 και 39, εάν ο αριθμός των ζώων που έχει δηλωθεί σε μια αίτηση ενίσχυσης υπερβαίνει εκείνον που έχει καθοριστεί κατόπιν διοικητικών ή επιτόπιων ελέγχων, η ενίσχυση υπολογίζεται βάσει του αριθμού των καθορισμένων ζώων.

Εντούτοις, εάν ο κάτοχος της εκμετάλλευσης δεν μπόρεσε να εκπληρώσει την υποχρέωσή του σχετικά με την υποχρεωτική κατοχή των ζώων λόγω ανωτέρας βίας ή εκτάκτων περιστάσεων κατά την έννοια του άρθρου 48, διατηρεί το δικαίωμα ενίσχυσης για τον αριθμό των ζώων που ήσαν επιλέξιμα τη στιγμή που προέκυψαν οι λόγοι ανωτέρας βίας ή οι έκτακτες περιστάσεις.

4. Στις περιπτώσεις μη συμβατότητας με το σύστημα αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών, εφαρμόζονται τα ακόλουθα:

α) ένα βοοειδές το οποίο έχει απολέσει ένα από τα δύο ενώτια θεωρείται καθορισμένο, υπό τον όρο ότι σαφώς αναγνωρίζεται ατομικά βάσει των άλλων στοιχείων του συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών·

β) όταν οι διαπιστωθείσες παρατυπίες αφορούν εσφαλμένες καταχωρήσεις στο μητρώο ή τα διαβατήρια των ζώων, το συγκεκριμένο ζώο θεωρείται μη καθορισμένο, μόνον εάν τα εν λόγω σφάλματα διαπιστωθούν τουλάχιστον σε δύο ελέγχους εντός διαστήματος 24 μηνών. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις τα συγκεκριμένα ζώα θεωρούνται μη καθορισμένα ήδη μετά την πρώτη διαπίστωση.

Οι διατάξεις του άρθρου 12 εφαρμόζονται στις καταχωρήσεις και τις δηλώσεις στο σύστημα αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών.

Άρθρο 37

Αντικατάσταση

1. Τα βοοειδή που είναι παρόντα στην εκμετάλλευση θεωρούνται καθορισμένα, μόνον εάν προσδιορίζονται στην αίτηση ενίσχυσης. Ωστόσο, οι θηλάζουσες αγελάδες και δαμαλίδες, για τις οποίες ζητείται ενίσχυση σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 ή το άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999, και οι γαλακτοπαραγωγές αγελάδες, για τις οποίες ζητείται ενίσχυση σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού, μπορεί να αντικατασταθούν κατά την περίοδο υποχρεωτικής κατοχής εντός των ορίων που προβλέπονται στα εν λόγω άρθρα χωρίς να επιφέρουν απώλεια του δικαιώματος καταβολής της ενίσχυσης για την οποία έχει υποβληθεί αίτηση.

2. Οι αντικαταστάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 διενεργούνται εντός είκοσι ημερών από το συμβάν που κατέστησε αναγκαία την αντικατάσταση, και καταχωρούνται στο μητρώο το αργότερο τρεις ημέρες μετά την ημέρα της αντικατάστασης. Η αρμόδια αρχή στην οποία υποβλήθηκε η αίτηση ενίσχυσης ενημερώνεται εντός δέκα εργασίμων ημερών από την αντικατάσταση.

Άρθρο 38

Μειώσεις και αποκλεισμοί σε σχέση με τα βοοειδή για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση ενίσχυσης

1. Εάν, σε σχέση με μια αίτηση ενίσχυσης στο πλαίσιο των καθεστώτων ενισχύσεων για τα βοοειδή, διαπιστωθεί διαφορά μεταξύ της δηλωθείσας και της καθορισθείσας έκτασης σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 3, το συνολικό ποσό της ενίσχυσης το οποίο δικαιούται ο κάτοχος της εκμετάλλευσης στο πλαίσιο αυτών των καθεστώτων για τη σχετική περίοδο πριμοδότησης μειώνεται κατά το ποσοστό που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, εάν οι παρατυπίες δεν αφορούν περισσότερα από τρία ζώα.

2. Εάν οι παρατυπίες αφορούν περισσότερα από τρία ζώα, το συνολικό ποσό της ενίσχυσης το οποίο δικαιούται ο κάτοχος της εκμετάλλευσης στο πλαίσιο αυτών των καθεστώτων για τη σχετική περίοδο πριμοδότησης μειώνεται κατά:

α) κατά το ποσοστό που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, εάν αυτό δεν υπερβαίνει το 10 %, ή

β) κατά το διπλάσιο του ποσοστού που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, εάν αυτό υπερβαίνει το 10 %, αλλά δεν υπερβαίνει το 20 %.

Εάν το ποσοστό που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 υπερβαίνει το 20 %, δεν χορηγείται η ενίσχυση, την οποία θα εδικαιούτο ο κάτοχος της εκμετάλλευσης σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 3 δυνάμει αυτών των καθεστώτων για τη σχετική περίοδο πριμοδότησης.

Εάν το ποσοστό που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 υπερβαίνει το 50 %, ο κάτοχος της εκμετάλλευσης επιπλέον, αποκλείεται και πάλι από τη λήψη ενισχύσεων, μέχρι ποσού ίσου με το ποσό που πρέπει να απορριφθεί σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο. Το ποσό αυτό συμψηφίζεται με τις πληρωμές ενισχύσεων στο πλαίσιο των καθεστώτων ενισχύσεων για τα βοοειδή, τις οποίες δικαιούται ο κάτοχος της εκμετάλλευσης βάσει των αιτήσεων που υποβάλλει κατά τη διάρκεια των τριών ημερολογιακών ετών που έπονται του ημερολογιακού έτους της διαπίστωσης.

3. Για να καθοριστούν τα ποσοστά που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, τα βοοειδή για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση στο πλαίσιο όλων των καθεστώτων ενισχύσεων για τα βοοειδή κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου πριμοδότησης και για τα οποία διαπιστώθηκαν παρατυπίες διαιρούνται με το σύνολο των βοοειδών που καθορίστηκαν για τη σχετική περίοδο πριμοδότησης.

4. Εάν οι διαφορές μεταξύ της δηλωθείσας και της καθορισθείσας έκτασης σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 3 οφείλονται σε παρατυπίες που διαπράχθηκαν εκ προθέσεως, απορρίπτεται η ενίσχυση, την οποία θα εδικαιούτο ο κάτοχος της εκμετάλλευσης βάσει του άρθρου 36 παράγραφος 3 για την εν λόγω περίοδο πριμοδότησης στο πλαίσιο του σχετικού καθεστώτος ή των σχετικών καθεστώτων ενίσχυσης για βοοειδή.

Επιπλέον, αν η εν λόγω διαφορά υπερβαίνει το 20 % του ποσοστού που πρόκειται να καθορισθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3, ο κάτοχος της εκμετάλλευσης αποκλείεται και πάλι από την είσπραξη ενισχύσεων μέχρι ποσού ίσου προς αυτό που απορρίπτεται δυνάμει του πρώτου εδαφίου. Το ποσό αυτό συμψηφίζεται με τις πληρωμές ενισχύσεων στο πλαίσιο των καθεστώτων ενισχύσεων για τα βοοειδή, τις οποίες δικαιούται ο κάτοχος της εκμετάλλευσης βάσει των αιτήσεων που υποβάλλει κατά τη διάρκεια των τριών ημερολογιακών ετών που έπονται του ημερολογιακού έτους της διαπίστωσης.

Άρθρο 39

Μη συμμόρφωση με τις διατάξεις που αφορούν την αναγνώριση και καταγραφή βοοειδών για τα οποία δεν έχει υποβληθεί αίτηση ενίσχυσης

1. Εάν, κατόπιν επιτόπιων ελέγχων που αφορούν βοοειδή για τα οποία δεν έχει υποβληθεί αίτηση ενίσχυσης, διαπιστωθούν περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τις διατάξεις του συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής βοοειδών, το συνολικό ποσό της ενίσχυσης το οποίο δικαιούται ο γεωργός σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 3 στο πλαίσιο των καθεστώτων ενίσχυσης για τα βοοειδή για τη σχετική περίοδο πριμοδότησης, ενδεχομένως μετά την εφαρμογή των μειώσεων σύμφωνα με το άρθρο 38, μειώνεται, πλην περιπτώσεων ανωτέρας βίας ή έκτακτων περιστάσεων κατά την έννοια του άρθρου 48, κατά ένα ποσό που υπολογίζεται βάσει του τύπου που παρατίθεται στην παράγραφο 2.

Το ίδιο ισχύει όταν έχουν εγγραφεί ή κοινοποιηθεί στα στοιχεία του συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών περισσότερα βοοειδή από όσα είναι παρόντα στην εκμετάλλευση.

Το άρθρο 36 παράγραφος 4 εφαρμόζεται αναλόγως.

2. Ο υπολογισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πραγματοποιείται σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:

>PIC FILE= "L_2001327EL.002601.TIF">

Στον τύπο αυτό τα σύμβολα σημαίνουν:

α= ο αριθμός των περιπτώσεων μη συμμόρφωσης με το σύστημα αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών·

β= ο αριθμός των βοοειδών που είναι παρόντα στην εκμετάλλευση κατά τη στιγμή του επιτόπιου ελέγχου·

γ= ο μέσος αριθμός των βοοειδών που βρίσκονται στην εκμετάλλευση κατά τη διάρκεια του έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε ο επιτόπιος έλεγχος με την κατ' αναλογία εφαρμογή της μεθόδου που χρησιμοποιείται για τους σκοπούς του άρθρου 32 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2342/1999·

δ= το συνολικό ποσό ενίσχυσης το οποίο δικαιούται ο γεωργός σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 3 στο πλαίσιο των καθεστώτων ενισχύσεων για τα βοοειδή για τη σχετική περίοδο πριμοδότησης, ενδεχομένως μετά την εφαρμογή των μειώσεων σύμφωνα με το άρθρο 38.

3. Εάν διενεργούνται περισσότεροι επιτόπιοι έλεγχοι στον ίδιο γεωργό κατά τη διάρκεια ενός έτους, οι τυχόν μειώσεις που πρέπει να εφαρμοστούν σύμφωνα με την παράγραφο 1 υπολογίζονται βάσει του αριθμητικού μέσου όρου των αποτελεσμάτων κάθε επιτόπιου ελέγχου.

4. Εάν η μη συμμόρφωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 διαπράττεται εκ προθέσεως, δεν χορηγείται καμία ενίσχυση στο πλαίσιο του ή των σχετικών καθεστώτων ενίσχυσης για την εν λόγω περίοδο πριμοδότησης.

Άρθρο 40

Μειώσεις και αποκλεισμοί σε σχέση με αιγοπρόβατα για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση ενίσχυσης

Εάν, σε σχέση με αιτήσεις ενίσχυσης στο πλαίσιο του καθεστώτος ενισχύσεων για τα αιγοπρόβατα, διαπιστωθεί διαφορά σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 3, εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 38 παράγραφοι 2, 3 και 4 από το πρώτο ζώο για το οποίο διαπιστώθηκαν παρατυπίες.

Άρθρο 41

Φυσικές συνθήκες

Οι μειώσεις και οι αποκλεισμοί που προβλέπονται στα άρθρα 38 και 40 δεν εφαρμόζονται σε περιπτώσεις όπου, για λόγους σχετιζόμενους με τις φυσικές συνθήκες διαβίωσης της αγέλης ή του κοπαδιού, ο κάτοχος της εκμετάλλευσης δεν μπορεί να εκπληρώσει την υποχρέωσή του να διατηρήσει στην κατοχή του, κατά τη διάρκεια της υποχρεωτικής περιόδου, τα ζώα για τα οποία έχει υποβάλει αίτηση ενίσχυσης, υπό τον όρο ότι έχει ενημερώσει εγγράφως την αρμόδια αρχή εντός δέκα εργασίμων ημερών από τη διαπίστωση της μείωσης του αριθμού των ζώων.

Με την επιφύλαξη των πραγματικών περιστάσεων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στις μεμονωμένες περιπτώσεις, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αναγνωρίσουν, ειδικότερα, τα ακόλουθα φυσικά περιστατικά διαβίωσης της αγέλης ή του κοπαδιού:

α) θάνατος ζώου συνεπεία ασθενείας·

β) θάνατος ζώου συνεπεία ατυχήματος για το οποίο δεν ευθύνεται ο κάτοχος της εκμετάλλευσης.

Άρθρο 42

Ψευδή πιστοποιητικά και δηλώσεις που εκδίδονται από σφαγεία

Όσον αφορά τις δηλώσεις ή τα πιστοποιητικά που εκδίδονται από σφαγεία σε σχέση με την πριμοδότηση σφαγής, σύμφωνα με το άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2342/1999, εάν διαπιστωθεί ότι το σφαγείο χορήγησε ψευδές πιστοποιητικό ή ψευδή δήλωση συνεπεία σοβαράς αμέλειας ή εκ προθέσεως, το κράτος μέλος επιβάλλει τις κατάλληλες εθνικές κυρώσεις. Εάν επαναληφθούν οι παρατυπίες αυτές για δεύτερη φορά, το εμπλεκόμενο σφαγείο αποκλείεται για περίοδο τουλάχιστον ενός έτους από το δικαίωμα κατάρτισης δηλώσεων ή έκδοσης πιστοποιητικών που ισχύουν για σκοπούς πριμοδοτήσεων.

Άρθρο 43

Διαπιστώσεις σε σχέση με τις πρόσθετες ενισχύσεις

Όσον αφορά τις πρόσθετες ενισχύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999, τα κράτη μέλη προβλέπουν μειώσεις και αποκλεισμούς που είναι, κατ'ουσία, ισοδύναμοι προς αυτούς που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ:

Κοινές διατάξεις

Άρθρο 44

Εξαιρέσεις από την επιβολή μειώσεων και αποκλεισμών

1. Οι μειώσεις και οι αποκλεισμοί που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που ο κάτοχος της εκμετάλλευσης έχει υποβάλει ορθές πληροφορίες από την άποψη των πραγματικών στοιχείων ή μπορεί να αποδείξει διαφορετικά ότι δεν συντρέχει υπαιτιότητά του.

2. Οι μειώσεις και οι αποκλεισμοί που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο δεν εφαρμόζονται, σε σχέση με τα μέρη της αίτησης ενίσχυσης για τα οποία ο κάτοχος της εκμετάλλευσης ενημερώνει εγγράφως την αρμόδια αρχή ότι η αίτηση ενίσχυσης είναι εσφαλμένη ή έχει καταστεί εσφαλμένη μετά την υποβολή της, υπό τον όρο ότι ο κάτοχος της εκμετάλλευσης δεν έχει ενημερωθεί για την πρόθεση της αρμόδιας αρχής να διενεργήσει επιτόπιο έλεγχο ή ότι η αρχή δεν έχει ήδη ενημερώσει τον γεωργό για οποιαδήποτε παρατυπία στην αίτηση.

Η ενημέρωση εκ μέρους του κατόχου της εκμετάλλευσης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο έχει ως αποτέλεσμα την προσαρμογή της αίτησης ενίσχυσης στην πραγματική κατάσταση.

Άρθρο 45

Τροποποιήσεις και προσαρμογές των καταχωρήσεων στη μηχανογραφημένη βάση δεδομένων

1. Για τα βοοειδή που αποτελούν αντικείμενο αίτησης ενίσχυσης, το άρθρο 44 εφαρμόζεται από τη στιγμή της υποβολής της αίτησης ενίσχυσης και για τα σφάλματα και τις παραλείψεις σε σχέση με καταχωρήσεις στη μηχανογραφημένη βάση δεδομένων.

2. Για τα βοοειδή για τα οποία δεν έχει υποβληθεί αίτηση ενίσχυσης, οι μειώσεις και οι αποκλεισμοί που προβλέπονται από το άρθρο 39 δεν εφαρμόζονται, εάν ο κάτοχος της εκμετάλλευσης διαβιβάσει στην αρμόδια αρχή τροποποιήσεις και προσαρμογές των καταχωρήσεων στη μηχανογραφημένη βάση δεδομένων, υπό τον όρο ότι ο κάτοχος της εκμετάλλευσης δεν έχει ενημερωθεί για την πρόθεση της αρμόδιας αρχής να διενεργήσει επιτόπιο έλεγχο.

ΤΙΤΛΟΣ V

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 46

Ελάχιστες πληρωμές

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην χορηγούν καμία ενίσχυση, εάν το ποσό ανά αίτηση ενίσχυσης δεν υπερβαίνει τα 50 ευρώ.

Άρθρο 47

Σώρευση κυρώσεων

1. Οι μειώσεις και οι αποκλεισμοί δυνάμει του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται ανεξάρτητα η μια από την άλλη και χωριστά.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2988/95 του Συμβουλίου(19), οι μειώσεις και οι αποκλεισμοί δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν θίγουν τις πρόσθετες κυρώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με οποιεσδήποτε άλλες διατάξεις του κοινοτικού ή του εθνικού δικαίου.

Άρθρο 48

Ανωτέρα βία και έκτακτες περιστάσεις

1. Οι περιπτώσεις ανωτέρας βίας και των έκτακτων περιστάσεων με τις σχετικές αποδείξεις που κρίνονται ικανοποιητικές από την αρμόδια αρχή, πρέπει να κοινοποιούνται εγγράφως στην εν λόγω αρχή εντός 10 εργασίμων ημερών από τη στιγμή που ο κάτοχος της εκμετάλλευσης είναι σε θέση να το πράξει.

2. Έκτακτες περιστάσεις μπορούν να αναγνωρίζονται από την αρμόδια αρχή σε περιπτώσεις όπως για παράδειγμα:

α) θάνατο του κατόχου της εκμετάλλευσης·

β) ανικανότητα του κατόχου εκμετάλλευσης να ασκήσει το επάγγελμά του για μεγάλο χρονικό διάστημα·

γ) σοβαρή φυσική καταστροφή που προκάλεσε σημαντική ζημία στη γεωργική έκταση της εκμετάλλευσης·

δ) απροσδόκητη καταστροφή των κτιρίων της εκμετάλλευσης που προορίζονται για την κτηνοτροφία·

ε) επιζωοτία που προσβάλλει το σύνολο ή τμήμα της αγέλης του κατόχου της εκμετάλλευσης.

Άρθρο 49

Ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων

1. Σε περίπτωση αχρεώστητης πληρωμής, ο κάτοχος της εκμετάλλευσης επιστρέφει το εν λόγω ποσό, προσαυξημένο κατά τους τόκους που υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3.

2. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι η ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού πραγματοποιείται με αφαίρεση του ποσού αυτού από τις προκαταβολές ή τις πληρωμές στο πλαίσιο των καθεστώτων ενίσχυσης που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92, οι οποίες καταβάλλονται στον κάτοχο της εκμετάλλευσης μετά την ημερομηνία της απόφασης ανάκτησης. Εντούτοις, ο κάτοχος της εκμετάλλευσης μπορεί να επιστρέψει το εν λόγω ποσό χωρίς να αναμείνει την αφαίρεση.

3. Ο τόκος υπολογίζεται για την περίοδο που μεσολαβεί μεταξύ της κοινοποίησης στον κάτοχο της εκμετάλλευσης της υποχρέωσης επιστροφής και της επιστροφής ή της αφαίρεσης.

Το εφαρμοστέο επιτόκιο υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, αλλά δεν είναι δυνατόν να είναι χαμηλότερο από το επιτόκιο που εφαρμόζεται για την ανάκτηση ποσών βάσει των εθνικών διατάξεων.

4. Η υποχρέωση επιστροφής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν εφαρμόζεται αν η πληρωμή οφείλεται σε σφάλμα της ίδιας της αρμόδιας αρχής ή άλλης αρχής και αν δεν ήταν ευλόγως δυνατό να εντοπιστεί το σφάλμα από τον κάτοχος της εκμετάλλευσης.

Εντούτοις, σε περίπτωση που το σφάλμα συνδέεται με πραγματικά στοιχεία που έχουν σημασία για τον υπολογισμό της οικείας πληρωμής, το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται μόνον εάν η απόφαση ανάκτησης δεν είχε κοινοποιηθεί εντός δωδεκαμήνου από την πληρωμή.

5. Η υποχρέωση επιστροφής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν ισχύει, εάν το διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της ημέρας πληρωμής της ενίσχυσης και της ημέρας της πρώτης κοινοποίησης στον δικαιούχο από την αρμόδια αρχή σχετικά με τη φύση της σχετικής πληρωμής ως αχρεώστητης υπερβαίνει τα δέκα έτη.

Εντούτοις, το διάστημα που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο περιορίζεται σε τέσσερα έτη, εάν ο δικαιούχος ενήργησε καλόπιστα.

6. Τα ποσά που πρέπει να ανακτηθούν λόγω της επιβολής μειώσεων και αποκλεισμών σύμφωνα με το άρθρο 13 και τον τίτλο IV υπόκεινται σε τετραετή περίοδο παραγραφής.

7. Στην περίπτωση των προκαταβολών, δεν εφαρμόζονται οι παράγραφοι 4 και 5.

8. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην ανακτούν ποσά ίσα με 100 EUR ή μικρότερα, μη συμπεριλαμβανομένων των τόκων, για κάθε κάτοχο εκμετάλλευσης και ανά περίοδο πριμοδότησης, εφόσον η εθνική τους νομοθεσία δεν προβλέπει ανάκτηση σε τέτοιες περιπτώσεις.

Άρθρο 50

Μεταβίβαση εκμεταλλεύσεων

1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:

α) ως "μεταβίβαση εκμετάλλευσης" νοείται η πώληση, η εκμίσθωση ή οποιοδήποτε παρόμοιο είδος συναλλαγής σε σχέση με τις σχετικές μονάδες παραγωγής·

β) ως "μεταβιβάζων" νοείται ο κάτοχος της εκμετάλλευσης του οποίου η εκμετάλλευση μεταβιβάζεται σε άλλον γεωργό·

γ) ως "εκδοχέας" θεωρείται ο κάτοχος της εκμετάλλευσης στον οποίον μεταβιβάζεται η εκμετάλλευση.

2. Στην περίπτωση που μετά την υποβολή αίτησης ενίσχυσης και πριν πληρωθούν όλοι οι όροι για τη χορήγηση της ενίσχυσης, μια εκμετάλλευση μεταβιβαστεί εξ ολοκλήρου από ένα κάτοχο εκμετάλλευσης σε άλλον γεωργό, δεν χορηγείται ενίσχυση στον μεταβιβάζοντα για την εκμετάλλευση που έχει μεταβιβασθεί.

3. Η ενίσχυση για την οποία έχει υποβληθεί αίτηση από τον μεταβιβάζοντα χορηγείται στον εκδοχέα εάν:

α) εντός προθεσμίας που ορίζεται από τα κράτη μέλη, ο εκδοχέας ενημερώνει την αρμόδια αρχή για την μεταβίβαση και ζητεί την πληρωμή της ενίσχυσης·

β) ο εκδοχέας υποβάλλει τα αποδεικτικά στοιχεία που απαιτεί η αρμόδια αρχή·

γ) πληρούνται όλοι οι όροι για τη χορήγηση της ενίσχυσης όσον αφορά την εκμετάλλευση που έχει μεταβιβαστεί.

4. Μόλις ο εκδοχέας ενημερώσει την αρμόδια αρχή για τη μεταβίβαση της εκμετάλλευσης και ζητήσει την πληρωμή της ενίσχυσης σύμφωνα με το στοιχείο α) της παραγράφου 3:

α) όλα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του μεταβιβάζοντος, τα οποία προκύπτουν από τη νομική σχέση μεταξύ του μεταβιβάζοντα και της αρμόδιας αρχής που δημιουργείται από την αίτηση ενίσχυσης, παρέχονται στον εκδοχέα·

β) όλες οι αναγκαίες ενέργειες για τη χορήγηση της ενίσχυσης και όλες οι δηλώσεις που έγιναν από τον μεταβιβάζοντος πριν από τη μεταβίβαση, αποδίδονται στον εκδοχέα για τους σκοπούς της εφαρμογής των σχετικών κοινοτικών κανόνων·

γ) η εκμετάλλευση που μεταβιβάζεται θεωρείται, ενδεχομένως, χωριστή εκμετάλλευση για τη σχετική περίοδο εμπορίας ή πριμοδότησης.

5. Στην περίπτωση που η αίτηση ενίσχυσης υποβάλλεται μετά την πραγματοποίηση των αναγκαίων ενεργειών για τη χορήγηση της ενίσχυσης και μια εκμετάλλευση μεταβιβαστεί εξ ολοκλήρου από ένα κάτοχος εκμετάλλευσης σε άλλον γεωργό, αφού έχουν αρχίσει οι ενέργειες αυτές, αλλά πριν από την εκπλήρωση όλων των όρων για τη χορήγηση της ενίσχυσης, η ενίσχυση μπορεί να χορηγηθεί στον εκδοχέα, υπό τον όρο ότι πληρούνται οι όροι των στοιχείων α) και β) της παραγράφου 3. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζεται το στοιχείο β) της παραγράφου 4.

6. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν, ενδεχομένως, να χορηγήσουν την ενίσχυση στον μεταβιβάζοντα. Στην περίπτωση αυτή:

α) δεν χορηγείται καμία ενίσχυση στον εκδοχέα και

β) τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την ανάλογη εφαρμογή των απαιτήσεων που ορίζονται στις παραγράφους 2 έως 5.

Άρθρο 51

Συμπληρωματικά μέτρα και αμοιβαία συνδρομή μεταξύ των κρατών μελών

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία συμπληρωματικά μέτρα για την ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και παρέχουν την αμοιβαία συνδρομή που είναι αναγκαία για τους σκοπούς των ελέγχων που απαιτούνται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης, όπου ο παρών κανονισμός δεν προβλέπει κατάλληλες μειώσεις και αποκλεισμούς, να προβλέψουν κατάλληλες εθνικές κυρώσεις έναντι παραγωγών ή άλλων συμμετεχόντων, όπως τα σφαγεία ή οι ενώσεις που εμπλέκονται στη διαδικασία χορήγησης ενισχύσεων, για να εξασφαλισθεί η τήρηση των απαιτήσεων ελέγχου, όπως το μητρώο αγέλης της εκμετάλλευσης ή η τήρηση των υποχρεώσεων κοινοποίησης.

2. Εφόσον είναι αναγκαίο ή έχει προβλεφθεί, τα κράτη μέλη αλληλοβοηθούνται για να εξασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα των ελέγχων και να διασφαλιστεί η γνησιότητα των υποβαλλόμενων εγγράφων ή/και η ακρίβεια των ανταλλαγέντων στοιχείων.

Άρθρο 52

Κοινοποιήσεις

1. Όταν τα κράτη μέλη εισάγουν τροποποιήσεις στην εφαρμογή του ολοκληρωμένου συστήματος, ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή.

2. Τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή το αργότερο στις 31 Μαρτίου κάθε έτους, για τις αροτραίες καλλιέργειες, και το αργότερο στις 31 Αυγούστου κάθε έτους, για τις πριμοδοτήσεις ζώων, έκθεση η οποία καλύπτει το προηγούμενο ημερολογιακό έτος, και ιδίως αφορά τα ακόλουθα θέματα:

α) την κατάσταση της εφαρμογής του ολοκληρωμένου συστήματος·

β) τον αριθμό των αιτήσεων, καθώς και τη συνολική έκταση και το συνολικό αριθμό ζώων που κατανέμονται ανά μεμονωμένο καθεστώς ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92·

γ) τον αριθμό των αιτήσεων, καθώς και τη συνολική έκταση και το συνολικό αριθμό των ζώων που καλύπτονται από τους ελέγχους·

δ) το αποτέλεσμα των ελέγχων που διενεργήθηκαν, αναφέροντας τις μειώσεις και τους αποκλεισμούς που εφαρμόστηκαν σύμφωνα με τον τίτλο IV.

Συγχρόνως με την αποστολή στην Επιτροπή των κοινοποιήσεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σε σχέση με τις πριμοδοτήσεις ζώων, τα κράτη μέλη κοινοποιούν επίσης το συνολικό αριθμό των δικαιούχων οι οποίοι έλαβαν ενισχύσεις στο πλαίσιο καθεστώτων ενισχύσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ολοκληρωμένου συστήματος.

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις τα κράτη μέλη μπορούν, σε συμφωνία με την Επιτροπή, να παρεκκλίνουν από τις ημερομηνίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

3. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τα εθνικά μέτρα που ελήφθησαν κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

4. Η μηχανογραφημένη βάση δεδομένων που καθιερώνεται στο πλαίσιο του ολοκληρωμένου συστήματος χρησιμεύει για την υποστήριξη των ειδικών πληροφοριών των τομεακών κανόνων που υποχρεούνται τα κράτη μέλη να κοινοποιούν στην Επιτροπή.

ΤΙΤΛΟΣ VΙ

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 53

Κατάργηση

1. Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3887/92 καταργείται. Ωστόσο, εξακολουθεί να εφαρμόζεται στις αιτήσεις ενίσχυσης που αφορούν τις περιόδους εμπορίας ή τις περιόδους πριμοδότησης που λήγουν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2002.

2. Οι παραπομπές στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3887/92 νοούνται ότι γίνονται στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που περιέχεται στο παράρτημα.

Άρθρο 54

Έναρξη ισχύος

1. Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

2. Εφαρμόζεται στις αιτήσεις ενίσχυσης που αφορούν τις περιόδους εμπορίας ή τις περιόδους πριμοδότησης που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2002.

Το άρθρο 3 και το άρθρο 52, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2003.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 11 Δεκεμβρίου 2001.

Για την Επιτροπή

Franz Fischler

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ L 355 της 5.12.1992, σ. 1.

(2) ΕΕ L 72 της 14.3.2001, σ. 6.

(3) ΕΕ L 391 της 31.12.1992, σ. 36.

(4) ΕΕ L 314 της 14.12.2000, σ. 8.

(5) ΕΕ L 337 της 4.12.1990, σ. 7.

(6) ΕΕ L 328 της 23.12.2000, σ. 1.

(7) ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 1.

(8) ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 16.

(9) ΕΕ L 204 της 11.8.2000, σ. 1.

(10) ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 21.

(11) ΕΕ L 201 της 26.7.2001, σ. 1.

(12) ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 103.

(13) ΕΕ L 355 της 5.12.1992, σ. 32.

(14) ΕΕ L 281 της 4.11.1999, σ. 30.

(15) ΕΕ L 245 της 1.10.1993, σ. 99.

(16) ΕΕ L 312 της 20.11.1998, σ. 1.

(17) ΕΕ L 354 της 30.12.1997, σ. 23.

(18) ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48.

(19) ΕΕ L 312 της 23.12.1995, σ. 1.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Top