EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31993D0175

93/175/ΕΟΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 23ης Δεκεμβρίου 1992 περί του εθνικού προγράμματος ΑΙΜΑ σχετικά με τη χορήγηση ενισχύσεων στους συναλλασσόμενους στο γεωργικό τομέα για την εξαγωγή εσπεριδοειδών στην Σοβιετική Ένωση και στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (Το κείμενο στην ιταλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

ΕΕ L 74 της 27.3.1993, p. 84–86 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/1993/175/oj

31993D0175

93/175/ΕΟΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 23ης Δεκεμβρίου 1992 περί του εθνικού προγράμματος ΑΙΜΑ σχετικά με τη χορήγηση ενισχύσεων στους συναλλασσόμενους στο γεωργικό τομέα για την εξαγωγή εσπεριδοειδών στην Σοβιετική Ένωση και στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (Το κείμενο στην ιταλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 074 της 27/03/1993 σ. 0084 - 0086


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 23ης Δεκεμβρίου 1992 περί του εθνικού προγράμματος ΑΙΜΑ σχετικά με τη χορήγηση ενισχύσεων στους συναλλασσόμενους στο γεωργικό τομέα για την εξαγωγή εσπεριδοειδών στην Σοβιετική Ένωση και στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (Το κείμενο στην ιταλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(93/175/ΕΟΚ)Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1035/72 του Συμβουλίου της 18ης Μαΐου 1972 περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των οπωροκηπευτικών (1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1754/92 (2), και ιδίως το άρθρο 31,

Αφού έταξε στους ενδιαφερομένους προθεσμία προκειμένου να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 2 της συνθήκης (3),

Εκτιμώντας ότι:

Ι 1. Η Μόνιμη Ιταλική Αντιπροσωπεία στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες κοινοποίησε στην Επιτροπή, με την επιστολή αριθ. 3857, της 3ης Απριλίου 1991 η οποία καταχωρήθηκε στις 18 Απριλίου 1991, τις ενισχύσεις που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 3 της συνθήκης.

2. Το εν λόγω πρόγραμμα εκπονήθηκε με βάση την απόφαση της διυπουργικής επιτροπής για τον οικονομικό προγραμματισμό (CIPE) που ελήφθη στις 24 Μαΐου 1990.

3. Τα σχετικά μέτρα προβλέπουν τη χορήγηση ενισχύσεων ύψους 150 ιταλικών λιρών ανά χιλιόγραμμο εξαγομένων εσπεριδοειδών, για συνολική ποσότητα 200 000 εκατόκιλων.

Οι δικαιούχοι είναι οι μεμονωμένοι συναλλασσόμενοι στο γεωργικό τομέα καθώς και αυτοί που είναι μέλη συνεταιρισμών.

Η ενίσχυση έχει προβλεφθεί προκειμένου να διευκολυνθεί εμπορία των εσπεριδοειδών στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και στη Σοβιετική Ένωση.

ΙΙ 1. Με την επιστολή αριθ. SG(91)D/12651 της 3ης Ιουλίου 1991 προς την ιταλική κυβέρνηση, η Επιτροπή γνωστοποίησε ότι, όσον αφορά την ενίσχυση αυτή, αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο 93 παράγραφος 2 της συνθήκης.

2. Με την επιστολή της αυτή, η Επιτροπή ενημέρωσε τις ιταλικές αρχές ότι θεωρεί την ενίσχυση αυτή ως ενίσχυση λειτουργίας η οποία αντιβαίνει στην πάγια πρακτική της Επιτροπής όσον αφορά την εφαρμογή των άρθρων 92, 93 και 94 της συνθήκης. Ένα τέτοιου είδους μέτρο οδηγεί άμεσα στην τεχνητή μείωση των τιμών κόστους και στη βελτίωση των συνθηκών παραγωγής και των δυνατοτήτων διάθεσης που έχουν οι ενδιαφερόμενοι παραγωγοί σε σχέση με άλλους παραγωγούς των υπολοίπων κρατών μελών στους οποίους δεν χορηγούνται παρόμοιες ενισχύσεις.

Δεδομένου ότι τα προϊόντα αυτά αποτελούν αντικείμενο ενδοκοινοτικών συναλλαγών (βλέπε σημείο V), το μέτρο αυτό ενδέχεται, συνεπώς να νοθεύσει τους όρους του ανταγωνισμού και να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, πληροί δε τους όρους του άρθρου 92 παράγραφος 1 της συνθήκης, χωρίς όμως να μπορεί να τύχει των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του εν λόγω άρθρου.

Εξάλλου, η Επιτροπή επεσήμανε ότι η κοινοτική ρύθμιση για την κοινή οργάνωση της αγοράς στον τομέα των οπωροκηπευτικών [κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1035/72] αποτελεί ολοκληρωμένο και πλήρες σύστημα που αποκλείει κάθε δυνατότητα των κρατών μελών να λαμβάνουν αυτόνομα συμπληρωματικά μέτρα.

Η εν λόγω ενίσχυση συνιστά, ως εκ τούτου, παράβαση έναντι των κοινοτικών διατάξεων.

3. Η Επιτροπή, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, έταξε προθεσμία στην ιταλική κυβέρνηση προκειμένου να υποβάλει τις παρατηρήσεις της.

Η Επιτροπή έταξε επίσης προθεσμία στα υπόλοιπα κράτη μέλη, καθώς και στους άλλους εκτός των κρατών μελών ενδιαφερομένους, προκειμένου να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

ΙΙΙ Η ιταλική κυβέρνηση με την επιστολή της 5ης Αυγούστου 1991, απάντησε στην προειδοποιητική επιστολή της Επιτροπής και διατύπωσε τις ακόλουθες παρατηρήσεις:

α) μολονότι, από νομική άποψη, δεν μπορούν να αμφισβητηθούν τα όσα βεβαιώνει η Επιτροπή, πρέπει να υπογραμιστεί ότι το μέτρο είναι περιορισμένο τόσο ποσοτικά (200 000 εκατόκιλα) όσο και χρονικά-

β) πρέπει να επισημανθεί ο κατ' εξαίρεση και προσωρινός χαρακτήρας του μέτρου, το οποίο έχει ως σκοπό την εξεύρεση λύσης ενόψει της υπερβολικά δύσκολης συγκυριακής κατάστασης στην οποία βρίσκεται η ιταλική αγορά-

γ) τέλος, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το ποσό της ενίσχυσης είναι πολύ περιορισμένο (3 δισεκατομμύρια λίρες) και ότι, άρα, δεν μπορεί να θεωρηθεί ικανό να νοθεύσει τους όρους του ανταγωνισμού.

IV Όσον αφορά τα επιχειρήματα των ιταλικών αρχών, πρέπει να τονισθούν τα εξής:

Προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι δυσκολίες της αγοράς των εσπεριδοειδών, κάθε αναγκαίο μέτρο πρέπει να λαμβάνεται στο πλαίσιο της κοινής οργάνωσης αγοράς προς αποφυγή ιδίως περαιτέρω δυσχεριών εξαιτίας της λήψης μονομερών εθνικών μέτρων μέσω των οποίων τα προβλήματα που υφίστανται στις περιοχές που επωφελούνται από τέτοια μέτρα ενδέχεται αν μεταφερθούν σε άλλες περιοχές παραγωγής εσπεριδοειδών όπου δεν προβλέπεται παρόμοια στήριξη.

Οι δυσκολίες της αγοράς των εσπεριδοειδών δεν είναι καινούργιες για πολυάριθμα προϊόντα, η αγορά αυτή χαρακτηρίζεται πράγματι από μακροπρόθεσμα διαρθρωτικά πλεονάσματα, τα οποία δεν έχουν ακόμη απορροφηθεί παρά τα κοινοτικά προγράμματα διαρθρωτικής εξυγίανσης τα οποία εφαρμόζονται στον τομέα των εσπεριδοειδών στην Ιταλία. Η εν λόγω ενίσχυση αποσκοπεί στην προώθηση της εμπορίας των ιταλικών εσπεριδοειδών και άρα αποτελεί κίνητρο για την παραγωγή των προϊόντων για τα οποία χορηγείται η ενίσχυση. Η ενίσχυση αυτή αντίκειται λοιπόν στα διαρθρωτικά μέτρα που προβλέπονται από τα κοινοτικά προγράμματα τα οποία αποσκοπούν στην οριστική επίλυση αυτών των ενδημικών δυσχερειών που διαπιστώνονται στην Ιταλία.

Η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι το προβλεπόμενο μέτρο μπορεί να επιλύσει τις κοινωνικο-διαρθρωτικές δυσχέρειες του σχετικού τομέα δεδομένων της φύσεως της ίδιας της ενίσχυσης και των επιπτώσεων που ενδέχεται να έχει ως προς την εξυγίανση του τομέα.

Η χορήγηση αυτής της ενίσχυσης κατά την εξαγωγή ενθαρρύνει την διατήρηση των υφιστάμενων καλλιεργειών και, ενδεχομένως, την αύξηση της παραγωγής των εσπεριδοειδών. Επίσης, μπορεί αν οδηγήσει στην αύξηση των ποσοτήτων που διατίθενται στην αγορά και να επηρεάσει κατ' αυτό τον τρόπο τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές.

Η εν λόγω ενίσχυση δεν μπορεί να θεωρηθεί συμβατή με την κοινή αγορά, επειδή αντίκειται στο σύστημα που προβλέπεται από την κοινή οργάνωση της αγοράς στον τομέα των οπωροκηπευτικών, η οποία προβλέπει επιστροφή κατά την εξαγωγή στις τρίτες χώρες [άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1035/72]-

Το επιχείρημα όσον αφορά το γεγονός ότι το ποσό της ενίσχυσης είναι μικρό δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη. Πράγματι, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. το σχετικά μικρό ποσό μιας ενίσχυσης δεν αποκλείει a priori το ενδεχόμενο να επηρεαστούν οι συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών: απόφαση της 17ης Σεπτεμβρίου 1980, στην υπόθεση 730/79 (Philip Morris)- απόφαση της 15ης Ιανουαρίου 1986, στην υπόθεση 52/84 (Bosch)- απόφαση της 10ης Ιουλίου 1986, στην υπόθεση 234/84 (Meura)- απόφαση της 11ης Νοεμβρίου 1987, στην υπόθεση 259/85 (Γαλλία, κλωστοϋφαντουργία)- απόφαση της 21ης Μαρτίου 1990, στην υπόθεση C-142/87 (Tubemeuse).

V Κατά την περίοδο εμπορίας 1990/91, η ιταλική παραγωγή εσπεριδοειδών ανήλθε σε 2 930 000 τόνους και η κοινοτική παραγωγή σε 8 965 000 τόνους περίπου. Κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου, οι εισαγωγές εσπεριδοειδών στην Ιταλία από άλλα κράτη μέλη ανήλθαν σε 48 000 τόνους και οι εισαγωγές από τρίτες χώρες ανήλθαν σε 57 000 τόνους. Οι ιταλικές εξαγωγές αυτών των προϊόντων προς τα άλλα κράτη μέλη ανήλθαν σε 162 000 τόνους, ενώ οι εξαγωγές προς τις τρίτες χώρες ανήλθαν σε 170 000 τόνους.

Η ενίσχυση όσον αφορά εξαχθείσα ποσότητα 20 000 τόνων ενδέχεται, ως εκ τούτου, να επηρεάσει αισθητά τις συναλλαγές.

VI 1. Τα άρθρα 92, 93 και 94 της συνθήκης εφαρμόζονται στην παραγωγή και στο εμπόριο των εσπεριδοειδών δυνάμει του άρθρου 31 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1035/72.

Η εν λόγω ενίσχυση ευνοεί άμεσα τους εξαγωγείς και έμμεσα τους παραγωγούς εσπεριδοειδών, παρέχοντας σ' αυτούς με τεχνικό τρόπο την χρηματοοικονομική στήριξη την οποία δεν θα ήταν δυνατόν να εξασφαλίσουν στην αγορά υπό κανονικές συνθήκες. Η ενίσχυση αυτή έχει λοιπόν ως αποτέλεσμα τη νόθευση των όρων του ανταγωνισμού μεταξύ των δικαιούχων της και των άλλων συναλλασσομένων οι οποίοι δεν τυγχάνουν αναλόγων ενισχύσεων στην Ιταλία και στα υπόλοιπα κράτη μέλη.

Μία τέτοιου είδους ενίσχυση μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την ενθάρρυνση των παραγωγών να διατηρήσουν ή ακόμα και να αυξήσουν την παραγωγή εσπεριδοειδών.

Το εν λόγω μέτρο ανταποκρίνεται, επομένως, στα κριτήρια του άρθρου 92 παράγραφος 1 της συνθήκης, το οποίο ορίζει ότι δεν συμβιβάζονται καταρχάς με την κοινή αγορά τέτοιου είδους ενισχύσεις.

2. Εξάλλου, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η ενίσχυση αυτή αφορά προϊόν που υπόκειται σε κοινή οργάνωση αγοράς και ότι υφίστανται όρια στην εξουσία των κρατών μελών να παρεμβαίνουν στη λειτουργία μιας τέτοιας κοινής οργάνωσης αγοράς που, περιλαμβάνει κοινό σύστημα τιμών και υπάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας.

Οι κοινές οργανώσεις της αγοράς πρέπει να θεωρούνται ως πλήρη και ολοκληρωμένα συστήματα τα οποία αποκλείουν οποιαδήποτε εξουσία των κρατών μελών όσον αφορά τη λήψη συμπληρωματικών μέτρων για την αγορά.

Η χορήγηση της εν λόγω ενίσχυσης σε αυτόν τον τομέα δεν πληροί τους όρους που θεσπίζονται από την κοινή οργάνωση της αγοράς του τομέα των οπωροκηπευτικών, η οποία πρέπει να θεωρείται ως ρύθμιση που δεν επιτρέπει τη χορήγηση τέτοιου είδους εθνικής ενίσχυσης.

Η εν λόγω ενίσχυση πρέπει λοιπόν να θεωρείται ότι συνιστά παράβαση της κοινοτικής ρύθμισης.

3. Οι παρεκκλίσεις από το ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 92 παράγραφος 2 της συνθήκης δεν ισχύουν προφανώς για την εν λόγω ενίσχυση. Οι παρεκκλίσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του εν λόγω άρθρου προσδιορίζουν στόχους επιδιωκόμενους προς το συμφέρον την Κοινότητας και όχι μόνο προς όφελος συγκεκριμένων τομέων της εθνικής οικονομίας. Οι παρεκκλίσεις αυτές πρέπει να ερμηνεύονται αυστηρά.

Ειδικότερα, παρεκκλίσεις μπορούν να χορηγούνται μόνον εφόσον η ενίσχυση είναι αναγκαία προς επίτευξη ενός από τους στόχους που προβλέπονται από τις εν λόγω διατάξεις. Η παραχώρηση του ευεργετήματος των παρεκκλίσεων για ενισχύσεις που δεν συνεπάγονται αντιστάθμισμα έχει ως συνέπεια να θίγονται οι συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και να στρεβλώνεται ο ανταγωνισμός χωρίς αυτό να δικαιολογείται από λόγους κοινοτικού συμφέροντος, ενώ συγχρόνως παραχωρούνται αδικαιολογήτως προνόμια στους συναλλασσόμενους ορισμένων κρατών μελών.

Στην προκειμένη περίπτωση, δεν φαίνεται να υφίσταται αντιστάθμισμα αυτής της ενίσχυσης. Πράγματι, η ιταλική κυβέρνηση δεν έχει παράσχει, ούτε η Επιτροπή έχει διαπιστώσει, κανένα στοιχείο που να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η εν λόγω ενίσχυση πληροί τους όρους που απαιτούνται για την εφαρμογή μιας των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στο άρθρο 92 παράγραφος 3 της συνθήκης.

Δεν πρόκειται για μέτρα που αποβλέπουν στην προώθηση της υλοποίησης σημαντικού σχεδίου για το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον κατά την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 3 στοιχείο β), δεδομένου ότι, λόγω των συνεπειών που να ενδέχεται να έχει για τις συναλλαγές, η ενίσχυση αυτή αντίκειται στο κοινό συμφέρον.

Δεν πρόκειται ούτε για μέτρα που αποσκοπούν στην εξομάλυνση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους κατά την έννοια της ίδιας διατάξεως.

Όσον αφορά τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 92 παράγραφος 3 στοιχεία α) και γ) σχετικά με τις ενισχύσεις που έχουν ως στόχο την ενθάρρυνση ή τη διευκόλυνση της οικονομικής ανάπτυξης των περιφερειών καθώς και ορισμένων δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο εν λόγω στοιχείο γ), διαπιστώνεται ότι το μέτρο αυτό δεν μπορεί να βελτιώσει μακροπρόθεσμα τις συνθήκες που επικρατούν στον οικονομικό τομέα για το οποίο χορηγείται αυτή η ενίσχυση επειδή όταν παύσει η χορήγησή της ο τομέας αυτός θα περιπέσει στην διαρθρωτική κατάσταση που προϋπήρχε της εφαρμογής της κρατικής παρέμβασης.

Πράγματι, η εν λόγω ενίσχυση οδηγεί τους εξαγωγείς των εν λόγω προϊόντων να διατηρούν με τεχνητό τρόπο το επίπεδο των εξαγωγών τους ή ακόμη και να αυξάνουν αυτό σε σχέση με το επίπεδο που θα ήταν δυνατόν να επιτευχθεί χωρίς την ενίσχυση αυτή. Εξάλλου, τα εν λόγω μέτρα εξασφαλίζουν με εντελώς προσωρινό τρόπο την προστασία της απασχόλησης στις επιχειρήσεις του τομέα τον οποίο αφορά η ενίσχυση.

Συνεπώς, πρέπει να θεωρηθεί ότι οι εν λόγω ενισχύσεις λειτουργίας για τις επιχειρήσεις τις οποίες αφορούν, είδος ενισχύσεων ως προς το οποίο η Επιτροπή είναι, καταρχάς, αντίθετη, δεδομένου ότι η χορήγησή τους δεν πληροί τους όρους που απαιτούνται για να τύχουν μιας των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στο άρθρο 92 παράγραφος 3 στοιχεία α) και γ) της συνθήκης.

Άλλωστε, ακόμη και αν ήταν δυνατή παρέκκλιση βάσει του άρθρου 92 παράγραφος 3 της συνθήκης για τα γεωργικά προϊόντα, η ενίσχυση αυτή συνιστά παράβαση έναντι της κοινής οργάνωσης αγοράς και αποκλείει έτσι την εφαρμογή τέτοιας παρέκκλισης.

4. Συνάγεται, ως εκ τούτου, ότι η εν λόγω ενίσχυση δεν είναι συμβατή με την κοινή οργάνωση αγοράς κατά την έννοια του άρθρου 92 της συνθήκης και, κατά συνέπεια, το πρόγραμμα δεν είναι δυνατόν να εκτελεσθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Η χορήγηση για την εξαγωγή εσπεριδοειδών στην Σοβιετική Ένωση και στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, που έχει αποφασιστεί από τη διυπουργική επιτροπή για τον οικονομικό προγραμματισμό, όπως προβλέπεται στην απόφαση της ΑΙΜΑ της 23ης Οκτωβρίου 1990 είναι ασυμβίβαστη με την κοινή οργάνωση αγοράς κατά την έννοια του άρθρου 92 της συνθήκης ΕΟΚ και δεν είναι δυνατόν να εκτελεσθεί.

Άρθρο 2

Η Ιταλία ενημερώνει την Επιτροπή, σε προθεσμία δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης, ως προς τα μέτρα που έχουν ληφθεί προκειμένου να συμμορφωθεί με την απόφαση αυτή.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ιταλική Δημοκρατία.

Βρυξέλλες, 23 Δεκεμβρίου 1992.

Για την Επιτροπή

Karel VAN MIERT

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ αριθ. L 118 της 20. 5. 1972, σ. 1.

(2) ΕΕ αριθ. L 180 της 1. 7. 1992, σ. 23.

(3) ΕΕ αριθ. C 251 της 26. 9. 1991, σ. 3.

Top