EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52008AE1203

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση των οδηγιών 85/337/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 COM(2008) 18 τελικό — 2008/0015 (COD)

ΕΕ C 27 της 3.2.2009, p. 75–80 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

3.2.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 27/75


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση των οδηγιών 85/337/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006»

COM(2008) 18 τελικό — 2008/0015 (COD)

(2009/C 27/17)

Στις 8 Φεβρουαρίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 175 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να γνωμοδοτήσει για την:

«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση των οδηγιών 85/337/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006».

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 4 Ιουνίου 2008 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. WOLF.

Κατά την σύνοδο της ολομέλειάς της, που πραγματοποιήθηκε στις 9 και 10 Ιουλίου 2008 (συνεδρίαση της 9ης Ιουλίου), η ΕΟΚΕ υιοθέτησε με 138 ψήφους υπέρ, 1 κατά και 4 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

Περιεχόμενο

1.

Περίληψη και συμπεράσματα

2.

Εισαγωγή

3.

Πρόταση της Επιτροπής

4.

Γενικές παρατηρήσεις

5.

Ειδικές παρατηρήσεις

1.   Περίληψη και συμπεράσματα

1.1

Η δέσμευση και η μακροπρόθεσμη αποθήκευση (CCS) του διοξειδίου του άνθρακα (CO2) που απελευθερώνεται από τη χρήση (καύση) των ορυκτών καυσίμων θα βοηθούσε ουσιαστικά στην προστασία του κλίματος. Επομένως, η τεχνολογία πρέπει να αναπτυχθεί ταχύτερα και να τεθεί σε εφαρμογή το συντομότερο δυνατόν.

1.2

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρόταση οδηγίας της Επιτροπής ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη και τη χρήση CCS, και στηρίζει, σε γενικές γραμμές, το περιεχόμενό της.

1.3

Η οδηγία εξετάζει τις σημαντικότερες πτυχές του θέματος και προτείνει σχετικά νομοθετικά μέτρα. Ειδικότερα, εξετάζονται τα ζητήματα ανθρώπινης και περιβαλλοντικής ασφάλειας και οι σχετικές αρμοδιότητες έτσι ώστε να διασφαλιστεί δημόσια αποδοχή της οδηγίας και να αντιμετωπιστούν οι ανησυχίες των απλών πολιτών όσον αφορά την ασφάλεια.

1.4

Η ανάπτυξη της συνολικής αλυσίδας προστιθεμένης αξίας CCS, που περιλαμβάνει τη δέσμευση, τη μεταφορά και την αποθήκευση του CO2, παραμένει σε πρώιμο και ακόμη, σε ορισμένες περιπτώσεις, σε διερευνητικό στάδιο. Το γεγονός αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη στις διατάξεις της οδηγίας και να προσαρμοστούν ορισμένα σημεία.

1.5

Για να καταστεί δυνατή η ταχεία εφαρμογή των αρχικών προγραμμάτων, ορισμένα τμήματα της οδηγίας πρέπει να τροποποιηθούν έτσι ώστε να καταστούν πιο εύχρηστα τόσο από τις αρμόδιες εθνικές αρχές όσο και από τους πιθανούς επενδυτές, προσφέροντάς τους προγραμματική ασφάλεια καθώς και κίνητρα για δράση. Αυτό αφορά για παράδειγμα τα ζητήματα ευθύνης και τη φύση και το μέγεθος της χρηματοοικονομικής εγγύησης.

2.   Εισαγωγή

2.1

Ύστερα από τις αποφάσεις που έλαβε το Συμβούλιο το Μάρτιο του 2007 σχετικά με την κλιματική αλλαγή και την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, η Επιτροπή πρότεινε δέσμη μέτρων με τη μορφή χωριστών εγγράφων, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι που έθεσε το Συμβούλιο στις αποφάσεις του. Τα μέτρα επικεντρώνονται στην ενεργειακή αποδοτικότητα, την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και την ανάπτυξη και χρήση των ανάλογων καινοτόμων τεχνολογιών. Η ΕΟΚΕ έχει επεξεργαστεί ειδικές γνωμοδοτήσεις για κάθε μέτρο (1).

2.2

Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι προσπάθειες ανάπτυξης μεθόδων για τη σταθερή μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που οφείλονται στη χρήση ορυκτών καυσίμων. Τούτο είναι συγκεκριμένα το αντικείμενο της παρούσας γνωμοδότησης, η οποία εξετάζει την πρόταση οδηγίας της Επιτροπής σχετικά με τη αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς.

2.3

Η γνωμοδότηση αυτή συνδέεται με μια άλλη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ σχετικά με την ίδια τεχνολογία, όπου εξετάζεται η Ανακοίνωση της Επιτροπής (2) με θέμα την Υποστήριξη της έγκαιρης επίδειξης της αειφόρου ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα.

3.   Η πρόταση της Επιτροπής

3.1

Λαμβάνοντας υπόψη ότι, πρώτον, η αυξανόμενη ζήτηση ενέργειας σε διεθνές επίπεδο είναι πιθανό να ικανοποιηθεί κυρίως με την χρήση ορυκτών καυσίμων και, δεύτερον, το στόχο συνολικής μείωσης των εκπομπών CO2 ανά το παγκόσμιο κατά 50 % μέχρι το 2050 και κατά 60 έως 80 % στα βιομηχανικά κράτη, η Επιτροπή θεωρεί ουσιαστικό να αξιοποιηθούν όλες οι δυνατότητες μείωσης των εκπομπών. Συνεπώς, τα σημεία που έχουν ιδιαίτερη σημασία είναι η δέσμευση και η αποθήκευση του CO2 (CCS σε συντομία) (3).

3.2

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των Βρυξελλών του Μαρτίου 2007 ζήτησε την ανάπτυξη του αναγκαίου τεχνικού, οικονομικού και κανονιστικού πλαισίου για να προχωρήσει η περιβαλλοντικά ασφαλής CCS σε φάση καθιέρωσης. Η υπό εξέταση πρόταση αποτελεί ένα από τα μέσα επίτευξης του στόχου. Η πρόταση αφορά, κυρίως, τη θέσπιση ρυθμιστικού πλαισίου βάσει του άρθρου 175 παράγραφος 1 της Συνθήκης ΕΚ. Επίσης, προβλέπει απλούστευση της νομοθεσίας και των διοικητικών διαδικασιών για τις δημόσιες αρχές, είτε ευρωπαϊκές, είτε εθνικές.

3.3

Η υφιστάμενη νομοθεσία, όπως εκείνη που ορίζεται με βάση τις οδηγίες 96/61/EK, 85/337/EOK, 2004/35/EK και 2003/87/EK, λαμβάνεται υπόψη ή τροποποιείται από την πρόταση όπου είναι απαραίτητο.

3.4

Περιεχόμενο της πρότασης της Επιτροπής

3.4.1

Το Κεφάλαιο 1 καλύπτει το περιεχόμενο, το αντικείμενο και το πεδίο εφαρμογής της πρότασης. Δίνονται επίσης ορισμοί εννοιών.

3.4.2

Το Κεφάλαιο 2 καλύπτει την επιλογή των περιοχών αποθήκευσης και τις άδειες εξερεύνησης. Τα κράτη μέλη θα καθορίσουν τις περιοχές που προσφέρονται για αποθήκευση και τους κανόνες που διέπουν τη χορήγηση των αδειών εξερεύνησης.

3.4.3

Το Κεφάλαιο 3 καλύπτει τις άδειες αποθήκευσης, τους όρους χορήγησης των αδειών αυτών καθώς και τις σχετικές αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Σημαντικό στοιχείο είναι η αξιολόγηση του περιβαλλοντικού αντικτύπου, η οποία περιλαμβάνει εκτίμηση των επιπτώσεων και δημόσιες ακροάσεις.

3.4.4

Το Κεφάλαιο 4 καλύπτει την περίοδο εκμετάλλευσης, το κλείσιμο εγκαταστάσεων και τις μετέπειτα υποχρεώσεις, συμπεριλαμβανομένων κριτηρίων αποδοχής CO2, υποχρεώσεων παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων, επιθεωρήσεων, μέτρων σε περίπτωση ανωμαλιών ή/και διαρροής, καθώς και παροχής χρηματικής εγγύησης.

3.4.5

Το Κεφάλαιο 5 ορίζει διατάξεις σχετικά με την πρόσβαση στη μεταφορά και αποθήκευση.

3.4.6

Το Κεφάλαιο 6 καλύπτει γενικές διατάξεις σχετικά με την αρμόδια αρχή, τη διασυνοριακή συνεργασία, τις κυρώσεις, την υποβολή εκθέσεων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τις τροποποιήσεις και τις συναφείς διαδικασίες επιτροπολογίας.

3.4.7

Το Κεφάλαιο 7 συγκεντρώνει τις απαιτούμενες τροποποιήσεις άλλων νομοθετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των αναγκαίων προσαρμογών στη νομοθεσία για τα ύδατα και τα απόβλητα. Καθορίζονται επίσης οι πρόσθετοι όροι για την έγκριση των νέων σταθμών παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος.

3.4.8

Στο παράρτημα I ορίζονται λεπτομερή κριτήρια για τις απαιτήσεις σχετικά με το χαρακτηρισμό και την εκτίμηση επικινδυνότητας του τόπου. Στο παράρτημα ΙΙ ορίζονται λεπτομερή κριτήρια για την παρακολούθηση. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να τροποποιήσει τα παραρτήματα, και στην περίπτωση αυτή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει δικαίωμα συναπόφασης.

4.   Γενικές παρατηρήσεις

4.1

Η ΕΟΚΕ έχει επανειλημμένα επιστήσει την προσοχή (4) στο γεγονός ότι η προσφορά ενέργειας σε προσιτές τιμές είναι η κινητήρια δύναμη των σύγχρονων κοινωνικών οικονομιών της αγοράς και απαραίτητη προϋπόθεση για την παροχή όλων των βασικών υπηρεσιών. Συνεπώς, έχει ιδιαίτερη σημασία να ενισχυθεί η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών (5).

4.2

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρόταση οδηγίας της Επιτροπής ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη και τη χρήση CCS, και στηρίζει κατά το μεγαλύτερο μέρος το περιεχόμενό της.

4.3

Σχετικά, η ΕΟΚΕ έχει επιστήσει την προσοχή (6) στο γεγονός ότι τα ορυκτά καύσιμα: άνθρακας, πετρέλαιο και φυσικό αέριο συνιστούν τον ακρογωνιαίο λίθο (7) τόσο του ευρωπαϊκού, όσο και του παγκόσμιου ενεργειακού εφοδιασμού και θα διατηρήσουν μάλλον τη σημασία τους κατά τις προσεχείς δεκαετίες.

4.4

Τούτο δεν έρχεται σε αντίθεση με το δηλωμένο στόχο να αυξηθεί δραστικά το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ακόμα και αν ληφθεί υπόψη ο στόχος της ΕΕ για επίτευξη ενός μεριδίου ανανεώσιμων μορφών ενέργειας τουλάχιστον 20 % στη γενική κατανάλωση ενέργειας της ΕΕ μέχρι το 2020 (8), θα υπάρχει, για πολλές δεκαετίες ακόμη, σημαντική ανάγκη για ενέργεια που προέρχεται από άλλες πηγές, προκειμένου να καλυφθεί το υπόλοιπο 80 % —και μέχρι το 2050 περίπου το 50 %— της κατανάλωσης.

4.5

Στην περίπτωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, μέχρι τώρα είναι δυνατή μόνο η χρήση υδροηλεκτρικής ενέργειας και βιομάζας για την παραγωγή ηλεκτρισμού στο επίπεδο που υπαγορεύεται από την ζήτηση, ενώ η αιολική και η ηλιακή ενέργεια χαρακτηρίζονται από περιορισμένη διαθεσιμότητα (9) που εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες. Εντούτοις, πρέπει να καταβληθούν σημαντικές προσπάθειες για τη συνεχή ανάπτυξη και χρήση τέτοιων πηγών ενέργειας και για την ανάπτυξη επαρκών και οικονομικών επιλογών αποθήκευσης. Το θέμα αυτό όμως αποτελεί αντικείμενο χωριστών γνωμοδοτήσεων της ΕΟΚΕ.

4.6

Συνεπώς, για να εξασφαλιστεί το βασικό φορτίο —ως συμπλήρωμα ή/και ως υποκατάστατο (10) της πυρηνικής ενέργειας— ένας μεγάλος αριθμός μονάδων ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα θα παραμείνει αναγκαίος. Επιπλέον, για να έχουμε την κατάλληλη —θετική ή αρνητική— εφεδρική ισχύ, χρειάζονται περισσότερες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, των οποίων η παραγωγή να μπορεί να ρυθμιστεί αρκετά γρήγορα για να αντισταθμίζει τις διακυμάνσεις της παραγωγής ηλεκτρισμού από αιολική ενέργεια.

4.7

Όσον αφορά την παροχή της μέγιστης και της εφεδρικής ισχύος, οι κύριες επιλογές είναι οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής που λειτουργούν με φυσικό αέριο και οι υδροηλεκτρικοί σταθμοί με αντλιοστάσια. Εντούτοις, υπάρχουν περιορισμένες δυνατότητες ανάπτυξης υδροηλεκτρικών σταθμών με αντλιοστάσια, δεδομένου ότι απαιτούνται τοποθεσίες με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, οι περισσότερες από τις οποίες έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί.

4.8

Για το βασικό και το ενδιάμεσο φορτίο, εκτός από τους πυρηνικούς σταθμούς, χρησιμοποιούνται κυρίως σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής που λειτουργούν με άνθρακα. Στα κράτη μέλη που αποφάσισαν να μην παράγουν τα ίδια πυρηνική ενέργεια, η χρήση του άνθρακα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία για αυτό το είδος ηλεκτροπαραγωγής.

4.9

Επομένως, υπάρχει ανάγκη μείωσης των εκπομπών CO2 στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο, και στην περίπτωση χρήσης σταθμών ηλεκτροπαραγωγής που λειτουργούν με άνθρακα. Για την επίτευξη του στόχου αυτού ακολουθούνται δύο μέθοδοι που διαφέρουν από άποψης τεχνικών δυνατοτήτων και επιπτώσεων: αναπτύσσονται, αφενός, σταθμοί με ακόμη μεγαλύτερη αποδοτικότητα, και, αφετέρου, σταθμοί με CCS (11). Στην περίπτωση των τελευταίων, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των εκπομπών CO2 δεν εκλύεται πλέον στην ατμόσφαιρα, η διαδικασία περιλαμβάνει αναπόφευκτα σημαντική απώλεια αποδοτικότητας, προκειμένου να καλυφθούν οι πρόσθετες ανάγκες σε ενέργεια που οφείλονται σε CCS. Ακόμη, υπάρχει ανάγκη για συνεχή ανάπτυξη των τεχνολογιών δέσμευσης CO2 κατά την βιομηχανική παραγωγική διαδικασία.

4.10

Η ανάπτυξη της CCS, με τη δέσμευση, τη μεταφορά και την αποθήκευση του CO2, παραμένει σε πρώιμο ή ακόμη και, σε ορισμένες περιπτώσεις, διερευνητικό στάδιο. Μπορεί μεν η αύξηση της αποδοτικότητας των συμβατικής τεχνολογίας σταθμών ηλεκτροπαραγωγής να σημειώνει βαθμιαία πρόοδο, θα φτάσει όμως σύντομα τα όρια του εφικτού. Λαμβάνοντας υπόψη την επείγουσα ανάγκη υποκατάστασης της ικανότητας των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής την προσεχή δεκαετία, η ΕΟΚΕ συστήνει μια πραγματιστική προσέγγιση σύμφωνα με την οποία οι δύο τεχνολογίες θα αναπτύσσονται παράλληλα. Ενώ η αύξηση της αποδοτικότητας υποκινείται σε μεγάλο βαθμό από την αγορά, οι τεχνολογίες CCS —τόσο για τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής όσο και για την υποδομή— απαιτούν πρόσθετη υποστήριξη στα στάδια επίδειξης και μάρκετινγκ.

4.11

Η τεχνολογία CCS αναπτύσσεται με διάφορες μεθόδους: πρώτον, η ολοκληρωμένη τεχνολογία σταθμών ηλεκτροπαραγωγής, όπου κατά τη διαδικασία εξαέρωσης άνθρακα το CO2 δεσμεύεται πριν από την καύση, ενώ στη μέθοδο της καύσης με οξυγόνο, το CO2 εμπλουτίζεται πριν από τη δέσμευση και, δεύτερον, η τεχνολογία μετάκαυσης, όπου καθαρίζονται τα καπναέρια από το CO2 μετά την καύση (καθαρισμός CO2). Μόλις αναπτυχθεί επαρκώς, η μέθοδος μετάκαυσης θα μπορέσει να εφαρμοστεί σε ιδιαίτερα αποδοτικούς νέους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, εφόσον αυτοί θα έχουν σχεδιαστεί ανάλογα («με ικανότητα δέσμευσης»). Ένα κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτών των διαφόρων μεθόδων είναι το γεγονός ότι το CO2 που δεσμεύεται με τον τρόπο αυτό, πρέπει να μεταφερθεί από το σταθμό ηλεκτροπαραγωγής στον κατάλληλο τόπο αποθήκευσης.

4.12

Το CO2 μπορεί μόνο να αποθηκευτεί σε κατάλληλους, ασφαλείς γεωλογικούς σχηματισμούς. Οι μέχρι σήμερα έρευνες θεωρούν ότι οι καλύτερες επιλογές είναι οι μεγάλου βάθους αλατούχοι υδροφόροι ορίζοντες και τα εξαντλημένα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, ενώ τα εγκαταλειμμένα ανθρακωρυχεία είναι πιθανώς λιγότερο κατάλληλα. Προκειμένου να αποτραπούν οι διαρροές, είναι ζωτικής σημασίας να υπάρξει κατά ένα μεγάλο μέρος εγκλωβισμός του CO2 με μεγάλης έκτασης αδιαπέρατο υπερκείμενο πέτρωμα και όσο το δυνατόν λιγότερες επιφανειακές εξόδους.

4.13

Όταν, σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας, επιλεγεί ένας τόπος αποθήκευσης και τηρηθούν οι ανάλογοι επαγγελματικοί κανόνες, οι κίνδυνοι που συνδέονται με την αποθήκευση πρέπει να κριθούν ελάχιστοι. Στην περίπτωση κατάλληλων σχηματισμών αποθήκευσης, η ξαφνική διαρροή μεγάλων ποσοτήτων CO2 είναι σχεδόν αδύνατη (12). Πρέπει επίσης να καθοριστεί ότι οι σεισμικές δονήσεις δεν αποτελούν απειλή, και ότι επιλέγεται η μέγιστη πίεση αποθήκευσης έτσι ώστε να μη καταστρέφονται (13) τα αδιαπέραστα υπερκείμενα πετρώματα που χρησιμοποιούνται για αποθήκευση και σφράγιση, δεδομένου ότι είναι απαραίτητα για να διασφαλιστεί η αποθήκευση.

4.14

Το ζήτημα της ασφαλούς, μακρόχρονης αποθήκευσης του CO2 είναι καίριο για να υπάρξει κοινωνική και πολιτική αποδοχή.

4.15

Η ΕΟΚΕ θεωρεί επομένως πολύ σημαντικό να ενημερωθούν πλήρως οι πολίτες από την Επιτροπή και, ιδίως, από τα κράτη μέλη και τους δυνητικούς φορείς, για όλες τις πτυχές αυτής της νέας τεχνολογίας, και να συμμετάσχουν, μέσω διαφανούς διαλόγου, στη σχετική διαδικασία λήψης αποφάσεων. Για το λόγο αυτό, πρέπει να αναπτυχθούν οι κατάλληλες διαδικασίες.

4.16

Στο τέλους του κεφαλαίου αυτού, η ΕΟΚΕ θα ήθελε να προτείνει ακόμη ένα προληπτικό μέτρο. Αφορά τις ενδεχόμενες αυξανόμενες ανάγκες σε CO2 στο απώτερο μέλλον, είτε με τη μορφή βασικής χημικής ουσίας, μιας χρήσης που δεν μπορεί να προβλεφθεί σήμερα, είτε ως κανονική μεταβλητή στο πλαίσιο του «φυσικού» μακροπρόθεσμου κύκλου του κλίματος (14). Για το λόγο αυτό, συνιστά να εφαρμοστεί οπωσδήποτε η αποθήκευση CO2 ως πρόσθετο προληπτικό μέτρο για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας αλλά να προβλεφθεί συγχρόνως η δυνατότητα μιας —έστω μερικής— επανάκτησης του CO2 στα πλαίσια των σχεδίων κλεισίματος εγκαταστάσεων ή να προβλεφθεί η τεκμηρίωση σχετικά με ενδεχόμενες δυνατότητες επανάκτησης από συγκεκριμένα συγκροτήματα αποθήκευσης. Φυσικά, εκείνο που προέχει είναι να εξασφαλιστεί ότι οι περιοχές αποθήκευσης είναι απολύτως ασφαλείς και στεγανές.

4.17

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρόταση οδηγίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και λαμβάνει θέση σχετικά με συγκεκριμένα σημεία της πρότασης στο επόμενο κεφάλαιο.

5.   Ειδικές παρατηρήσεις

5.1

Η πρόταση περιέχει τις θεμελιώδεις διατάξεις που είναι απαραίτητες για να παρασχεθεί στους φορείς εκμετάλλευσης εγκαταστάσεων CCS το απαιτούμενο νομικό πλαίσιο, αν και σε έναν μικρό αριθμό περιπτώσεων υπερβαίνουν ό,τι είναι απαραίτητο για την επίτευξη του στόχου αυτού.

5.2

Ωστόσο, ορισμένα σημεία της πρότασης χρειάζονται διευκρινίσεις, προκειμένου να καταστεί δυνατή η εφαρμογή των διατάξεων και να εξασφαλιστεί η νομική βεβαιότητα.

5.3

Σύμφωνα με την πρόταση της Επιτροπής, το δεσμευμένο και αποθηκευμένο CO2 πιστώνεται ότι «δεν έχει εκπεμφθεί» σύμφωνα με σύστημα για την εμπορία εκπομπών (ETS)· συνεπώς, κανένα δικαίωμα εκπομπής CO2 δεν επιστρέφεται στην περίπτωση αυτή (βλ. αιτιολογική σκέψη 23 όπου περιλαμβάνεται αναφορά στην οδηγία 2003/87/EK). Κατά συνέπεια, υπάρχει ένα αγοραστικό κίνητρο υπέρ των επενδύσεων σε εγκαταστάσεις CCS, αν και μέχρι τώρα αποδείχθηκε ανεπαρκές κατά τη φάση επίδειξης.

5.3.1

Επομένως, η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρόταση συμπερίληψης των μέτρων αυτών στο ETS· μια προσέγγιση βασισμένη στην αγορά είναι σαφώς προτιμότερη από ένα υποχρεωτικό CCS, και εάν ληφθεί υπόψη το τρέχον στάδιο ανάπτυξης της τεχνολογίας CCS, μια υποχρέωση όσον αφορά το CCS είναι σαφώς πρώιμη.

5.3.2

Αντιθέτως, θα ήταν ορθό να υποχρεωθούν οι νέοι σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας να διαθέτουν επαρκή χώρο για την υποδομή που απαιτείται για τη δέσμευση και την συμπίεση του CO2 (άρθρο 32, προσαρμογή του άρθρου 9 α) στην Οδηγία 2001/80/EΚ). Ωστόσο, τα μέτρα αυτά, τα οποία κατά κανόνα επιφέρουν αύξηση του κόστους, θα πρέπει να συνδυάζονται με τα κατάλληλα κίνητρα αγοράς (15) (π.χ. ευνοϊκά πιστοποιητικά CO2, χρήση ενός τμήματος των εσόδων από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής για CCS).

5.4

Προκειμένου να αποφευχθεί ο άσκοπος περιορισμός των δυνατοτήτων αποθήκευσης, θα πρέπει η απαγόρευση, που διατυπώνεται στο άρθρο 2, παρ. 3 της πρότασης της Επιτροπής, να μην αναφέρεται στην «αποθήκευση σε γεωλογικούς σχηματισμούς» αλλά στους «τόπους αποθήκευσης». Τούτο, διότι οι γεωλογικοί σχηματισμοί ενδέχεται συχνά, σύμφωνα με τον ορισμό στο άρθρο 3, παρ. 4, να υπερβαίνουν το χώρο που καθορίζεται στο άρθρο 2, παρ. 1, ενώ αντιθέτως η έκταση ενός τόπου αποθήκευσης είναι αισθητά μικρότερη. Επιπλέον δυνατότητες αποθήκευσης θα μπορούσαν να δημιουργηθούν μέσω μίας ρήτρας επιφύλαξης, η οποία θα προβλέπει αξιόπιστες συμβατικές συμφωνίες με κράτη εκτός της ΕΕ.

5.5

Ο προσδιορισμός του «τόπου αποθήκευσης» σύμφωνα με το άρθρο 3 (3), θα πρέπει απλά και μόνον να αναφέρεται σε εκείνο το «τμήμα» του «ειδικού γεωλογικού σχηματισμού»«χρησιμοποιούμενου για την αποθήκευση CO2». (Ένας γεωλογικός σχηματισμός ενδέχεται να εκτείνεται —σε ότι αφορά την επιφάνεια— σε εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα, ενώ ως «τόπος αποθήκευσης» μπορεί επομένως να προσδιορισθεί μόνο ένα τμήμα του πρώτου). Ως εκ τούτου, είναι όχι μόνο δυνατό, αλλά και πιθανό, να υπάρχουν πράγματι περισσότεροι τόποι αποθήκευσης σε έναν γεωλογικό σχηματισμό.

5.6

Σύμφωνα με το άρθρο 4, παρ. 1 της πρότασης της Επιτροπής, τα κράτη μέλη διατηρούν το δικαίωμα ορισμού των περιοχών από τις οποίες μπορεί να επιλέγονται τόποι αποθήκευσης. Εν προκειμένω, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι οι περιοχές που είναι κατ' αρχήν κατάλληλες για την αποθήκευση CO2, θα πρέπει πράγματι να ορίζονται από τα κράτη μέλη, εφόσον δεν υπάρχουν σημαντικοί λόγοι που να παρεμποδίζουν το παραπάνω.

5.7

Η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι με την προτεινόμενη ρύθμιση προωθείται η μέγιστη δυνατή ασφάλεια. Τούτο είναι απαραίτητο τόσο για την προστασία του ανθρώπου, του περιβάλλοντος και του κλίματος (16), όσο και για τη διασφάλιση της ακεραιότητας της εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών.

5.7.1

Τούτο θα πρέπει να εξασφαλισθεί μέσω της χρήσης κατάλληλων και σύγχρονης τεχνολογίας συστημάτων παρακολούθησης. Η απαίτηση αυτή θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την χορήγηση των αντιστοίχων αδειών εκ μέρους των κρατών μελών (17).

5.7.2

Τα συστήματα παρακολούθησης προϋποθέτουν και πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες στον καθαυτό τόπο αποθήκευσης θα πρέπει να κατανοούνται και να μοντελοποιούνται κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο (οι μετρήσεις που πραγματοποιούνται πάνω ή κοντά στη γήινη επιφάνεια δεν είναι από μόνες τους επαρκώς αξιόπιστες). Για αυτόν το λόγο, τα μοντέλα που χρησιμοποιούνται θα πρέπει, κατά το δυνατόν, να έχουν βεβαιωθεί η να έχουν πιστοποιηθεί βάσει δύο ανεξαρτήτων συστημάτων προσομοίωσης ή μοντελοποίησης.

5.7.3

Ως «διαρροή» θα πρέπει να νοείται η «διαρροή CO2 από το συγκρότημα αποθήκευσης, η οποία ανιχνεύεται μέσω των τελευταίας τεχνολογίας συστημάτων παρακολούθησης». Τούτο διότι, αφενός δεν υφίσταται απόλυτη (δηλαδή κατά 100 %) στεγανότητα, αφετέρου μία τέτοια στεγανότητα δεν θα μπορούσε να αποδειχθεί εξαιτίας της φυσικής αποδέσμευσης CO2 από το έδαφος. Επιπλέον, η στεγανότητα αυτή δεν είναι απαραίτητη ούτε για λόγους ασφαλείας, ούτε για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος (18). Ο ορισμός αυτός, που συνδέεται με την εκάστοτε πιο προηγμένη τεχνολογία, θα είχε ως συνέπεια τη διαρκή τελειοποίηση των συστημάτων παρακολούθησης —τα οποία μεταξύ άλλων θα προάγονταν περαιτέρω χάρη στην εξέλιξη της CCS— συμβάλλοντας έτσι δυναμικά στην περαιτέρω αύξηση της ασφάλειας.

5.7.4

Εάν, στο πλαίσιο της μελλοντικής συνήθους λειτουργίας, χρειαστεί να τεθούν ανώτατα επιτρεπτά όρια διαρροής, θα μπορούσε να επιλεγεί το επίπεδο εκείνο, στο οποίο αποκλείονται ενδεχόμενες επιπτώσεις στην ασφάλεια και στο κλίμα και, κατά παρέκταση, στα πιστοποιητικά εκπομπών, παραδείγματος χάρη να τεθεί το όριο της διαρροή στο 0,1 %/100a.

5.8

Η διάρκεια ισχύος των αδειών εξερεύνησης την οποία προτείνει η Επιτροπή στο άρθρο 5, παρ. 3 είναι εξαιρετικά σύντομη. Η πείρα διδάσκει ότι απαιτούνται —ακόμα και υπό τις καλύτερες συνθήκες— τουλάχιστον τέσσερα χρόνια, προκειμένου να εφαρμοσθεί το πρόγραμμα εργασίας της εξερεύνησης. Δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να χρειασθεί να διακοπεί μία εξερεύνηση, εξαιτίας της εκπνοής της χορηγηθείσας προθεσμίας εξερεύνησης, συμπεριλαμβανομένης τυχόν παράτασης, ακόμα και εάν λείπουν λίγα μόνον στοιχεία. Για αυτό το λόγο, θα πρέπει να προβλεφθεί μία ευέλικτη ρύθμιση, η οποία θα λαμβάνει υπόψη τις εκάστοτε τοπικές συνθήκες, απαιτώντας όμως ταυτόχρονα από τους φορείς εκμετάλλευσης μία επικεντρωμένη προσέγγιση στα προγράμματα εξερεύνησης, προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν αποκλεισμός ενδεχόμενων τόπων αποθήκευσης, εξαιτίας καθυστερημένων εξερευνήσεων.

5.9

Η εξερεύνηση ενός πιθανού τόπου αποθήκευσης απαιτεί τεχνογνωσία, εξειδικευμένο προσωπικό, χρόνο και χρήμα. Εντούτοις η επιτυχία δεν είναι σε καμία περίπτωση εξασφαλισμένη. Ως εκ τούτου, θα εξέλιπε ένα αποφασιστικό κίνητρο για εξερεύνηση, εάν η δέσμευση αυτή εκ μέρους των επιχειρήσεων δεν συνδυαζόταν με ένα προνόμιο για τη χρήση του τόπο αποθήκευσης. Η ρύθμιση, την οποία προτείνει η Επιτροπή στο άρθρο 5, παρ 4, θα πρέπει επομένως να συμπληρωθεί με την αναγνώριση του δικαιώματος πρώτης πρόσβασης στην αποθήκευση, π.χ. με την εξής πρόταση (που ήδη συζητείται): «μετά το χρονικό αυτό διάστημα, η άδεια εξερεύνησης του δυνητικού συγκροτήματος αποθήκευσης CO2 είτε θα μετατρέπεται σε άδεια αποθήκευσης CO2,, είτε θα παραχωρείται για όλη την καλυπτόμενη περιοχή».

5.10

Η πρόταση εκπόνησης σχεδίου διορθωτικών μέτρων είναι ορθή. Εντούτοις, το εν λόγω σχέδιο διορθωτικών μέτρων (άρθρο 9, παρ. 6 και άρθρο 16, παρ. 1) θα πρέπει να εφαρμοσθεί σε αντιστοιχία με την αναπροσδιοριστέα έννοια της διαρροής (άρθρο 3, παρ. 5).

5.11

Στα άρθρα 6 έως 9, η Επιτροπή προτείνει διατάξεις σχετικά με την αίτηση αδειών αποθήκευσης, όπως επίσης σχετικά με τις προϋποθέσεις και το περιεχόμενο των αδειών αποθήκευσης. Από τις διατάξεις αυτές συμπεραίνεται με σαφήνεια ότι σε ένα γεωλογικό σχηματισμό ενδέχεται να δραστηριοποιούνται περισσότεροι φορείς εκμετάλλευσης.

5.11.1

Κατά βάση, η ΕΟΚΕ επικροτεί την αρχή της πρόσβασης χωρίς διακρίσεις. Σε ό,τι αφορά ωστόσο την ευθύνη σε περίπτωση διαρροών και τη μετατόπιση της ευθύνης στο κράτος, ενδέχεται να προκύψουν σοβαρά προβλήματα οριοθέτησης.

5.11.2

Για αυτόν το λόγο θα πρέπει να ισχύει ο κανόνας ότι σε ένα συγκρότημα αποθήκευσης θα μπορεί να χορηγηθεί αδεία σε έναν μόνον φορέα εκμετάλλευσης. Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται ένας σαφής επιμερισμός της ευθύνης. Η πρόσβαση στον τόπο αποθήκευσης χωρίς διακρίσεις μπορεί να διασφαλισθεί εξίσου δυνάμει του άρθρου 20.

5.12

Σύμφωνα με την πρόταση της Επιτροπής, μία εθνική αρχή οφείλει, πριν την τελική χορήγηση άδειας (άρθρα 10 και 18), να ενημερώσει την Επιτροπή και, στη συνέχεια, να περιμένει τη γνωμοδότηση της τελευταίας εντός έξι μηνών. Η γνωμοδότηση της Επιτροπής θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την έγκριση, σε περίπτωση δε απόκλισης από την γνωμοδότηση, θα πρέπει να ανακοινωθούν στην Επιτροπή οι λόγοι της εν λόγω απόκλισης.

5.12.1

Η προτεινόμενη ρύθμιση ενδέχεται να οδηγήσει σε καθυστερήσεις και σε αυξημένες διοικητικές επιβαρύνσεις. Επιπλέον, αντίκειται στην αρχή της επικουρικότητας.

5.12.2

Για το λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ συνιστά να τροποποιηθούν οι εν λόγω ρυθμίσεις της οδηγίας κατά τέτοιο τρόπο, ώστε αφενός να διασφαλίζεται μία επαρκής ομοιογένεια στις πρακτικές των κρατών μελών, αφετέρου να αποφεύγονται περιττές καθυστερήσεις και να τηρείται η αρχή της επικουρικότητας. Το παραπάνω θα μπορούσε να επιτευχθεί εάν περιορισθεί η διαδικασία έγκρισης σε μία υποχρέωση ενημέρωσης της Επιτροπής εκ μέρους των εθνικών αρχών. Σε περίπτωση παράβασης, η Επιτροπή θα έχει τη δυνατότητα να προσφύγει στο δοκιμασμένο μέσο μίας διαδικασίας επί παραβάσει σύμφωνα με το άρθρο 226 της Συνθήκης ΕΚ. Η διάταξη του άρθρου 10 θα μπορούσε να διατυπωθεί ως εξής: «Οι αρμόδιες εθνικές αρχές ανακοινώνουν στην Επιτροπή τις αποφάσεις τους σχετικά με την έγκριση αποθήκευσης, οι οποίες υπόκεινται στον έλεγχο της Επιτροπής».

5.13

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την άποψη ότι οι εθνικές αρχές απαιτείται να διαθέτουν αποτελεσματικά μέσα και να διενεργούν τακτικούς ελέγχους, ούτως ώστε να διασφαλίζεται ανά πάσα στιγμή η ασφάλεια των τόπων αποθήκευσης. Εντούτοις, η ΕΟΚΕ αμφιβάλλει κατά πόσο ο προτεινόμενος από την Επιτροπή πρόσθετος έλεγχος των αδειών αποθήκευσης ανά πέντε χρόνια συμβάλει στον παραπάνω στόχο, καθότι αναμένεται να μην επιφέρει κανένα πρόσθετο όφελος, παρά μόνον επιπλέον διοικητικές επιβαρύνσεις για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.

5.14

Στο άρθρο 18 της πρότασης της Επιτροπής θεσπίζονται υψηλές απαιτήσεις για τη μεταβίβαση στο εκάστοτε κράτος της ευθύνης για τον τόπο αποθήκευσης. Η εν λόγω ρύθμιση είναι ορθή και επικροτείται από την ΕΟΚΕ.

5.14.1

Στο άρθρο 18, παρ. 1 ορίζεται ωστόσο ότι όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία θα πρέπει να δείχνουν ότι το CO2, που έχει αποθηκευθεί, θα παραμείνει «πλήρως» απομονωμένο στο αέναο μέλλον. Εντούτοις, δεδομένου ότι δεν μπορεί να υπάρξει απόλυτη στεγανότητα, η ως άνω προϋπόθεση θα πρέπει να παραλειφθεί. Σχετικά με το ζήτημα αυτό, η ΕΟΚΕ παραπέμπει στις απόψεις, τις οποίες παρέθεσε στα σημεία 5.7.3 και 5.7.4.

5.14.2

Προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν ανυπέρβλητα εμπόδια στη μεταβίβαση της ευθύνης, η πρόταση θα πρέπει να αναδιατυπωθεί ως εξής: «… εφόσον δεν αναμένονται διαρροές στο προσεχές μέλλον» (19) (σε αντιστοιχία με τον ορισμό που αναφέρθηκε στο σημείο 5.7.3).

5.15

Σύμφωνα με την πρόταση της Επιτροπής οι επιχειρήσεις, κατά την εγκατάσταση τόπων αποθήκευσης και την έναρξη των εργασιών αποθήκευσης, οφείλουν να καταβάλουν μία χρηματική εγγύηση (άρθρο 19). Η ΕΟΚΕ επικροτεί τη διάταξη αυτή, εκφράζοντας την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η επιλογή της μορφή της εγγύησης αυτής υπάγεται στην αρμοδιότητα των κρατών μελών.

5.15.1

Η ΕΟΚΕ κρίνει ωστόσο μη ενδεδειγμένη την καταβολή πλήρους εγγύησης πριν από την υποβολή της αίτησης για άδεια αποθήκευσης. Αντιθέτως, η εν λόγω παροχή χρηματικής εγγύησης θα πρέπει καταρχήν να συνδέεται με την ασφάλεια που απαιτείται κατά την εξέλιξη του εγχειρήματος. Σε διαφορετική περίπτωση μειώνεται το —ήδη ανεπαρκές— οικονομικό κίνητρο για τις επιχειρήσεις να επενδύσουν στη νέα αυτή τεχνολογία.

5.15.2

Σε περίπτωση διαρροής, που επισύρει επιπτώσεις στο κλίμα, απαιτείται η αγορά πρόσθετων δικαιωμάτων εκπομπών. Μία τέτοια διαρροή είναι ωστόσο απίθανη, δεδομένων των εκτενών ελέγχων που προηγούνται της χορήγησης αδειών αποθήκευσης. Για την περίπτωση αυτή, αρκεί επομένως ως χρηματική εγγύηση η απόδειξη επαρκών στοιχειών ενεργητικού των φορέων εκμετάλλευσης, τα οποία θα είναι διαθέσιμα ακόμα και σε περίπτωση αφερεγγυότητας των τελευταίων. Δεδομένου ότι η πιθανότητα εμφάνισης τέτοιων περιπτώσεων είναι ελάχιστη, τυχόν περαιτέρω απαιτήσεις ενδέχεται να επιβαρύνουν δυσανάλογα την επενδυτική ικανότητα των επιχειρήσεων.

5.16

Οι διαδικασίες που, σύμφωνα με το παράρτημα Ι, απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό και την αξιολόγηση των τόπων αποθήκευσης βρίσκονται ακόμα, κατά ορισμένο βαθμό, στο στάδιο έρευνας και ανάπτυξης. Προς όφελος της πρακτικής εφαρμογής, η τεχνολογική πρόοδος θα πρέπει επομένως να αποτελεί σημείο αναφοράς κατά την κατάρτιση των εγγράφων για την αίτηση.

5.17

Στα παραρτήματα 1-4, όπως επίσης στην αξιολόγηση του κινδύνου των πιθανών τόπων αποθήκευσης, θα πρέπει να διευκρινισθεί η έννοια της βιόσφαιρας. Με τον όρο βιόσφαιρα, ο οποίος δεν θα πρέπει να έχει αρνητική χροιά, θα πρέπει να νοείται όχι μόνον η βιόσφαιρα στην επιφάνεια της γης, αλλά και η βιόσφαιρα έως το επίπεδο πόσιμου νερού (υδροφόροι ορίζοντες πόσιμων υδάτων).

5.18

Επιπλέον θα πρέπει να διευκρινιστούν η σύνθεση και οι μέθοδοι εργασίας των ομάδων εμπειρογνωμόνων, οι οποίες είναι αρμόδιες για την τρέχουσα αναθεώρηση του παρατήματος.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2008.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Δημήτρης ΔΗΜΗΤΡΙΆΔΗΣ


(1)  CESE 1201/2008, CESE 1202/2008, CESE 1203/2008 της 9.7.2008, δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

(2)  COM(2008) 13 τελικό.

(3)  CCS: Carbon Capture and Storage (Δέσμευση και αποθήκευση CO2). Στη γνωμοδότηση TEN/340 — CESE 562/2008 προτείνεται η χρήση του αρκτικόλεξου CCTS: Carbon Capture, Transport and Storage (Δέσμευση, μεταφορά και αποθήκευση CO2). Στην παρούσα γνωμοδότηση χρησιμοποιείται το αρκτικόλεξο CCS.

(4)  Π.χ. ΕΕ C 162 της 25.6.2008, σ. 72.

(5)  Βλ. CESE 1199/2008 της 9.7.2008, δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

(6)  Βλ., CESE 643/2005 και, πιο πρόσφατα, CESE 1246/2007, δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

(7)  Αρχικά, η χρήση CCS σχεδιάζεται κυρίως για την ηλεκτροπαραγωγή από ορυκτά καύσιμα. Στην ΕΕ, το 30 % περίπου της ηλεκτρικής ενέργειας προέρχεται επί του παρόντος από την πυρηνική ενέργεια, με σχεδόν μηδενικές εκπομπές CO2 στην πράξη.

(8)  Βλ. Συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Μαρτίου 2007.

(9)  Η βιομάζα ασκεί μόνο θετική επίδραση στις συνολικές εκπομπές CO2 εάν η ενέργεια που χρησιμοποιείται για την παραγωγή, τη μεταφορά και την επεξεργασία δεν υπερβαίνει την παραγόμενη ενέργεια. Το άρθ. 24 α) της οδηγίας για το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής (ΣΕΔΕ) επιτρέπει την επιλογή της κατάλληλης στήριξης των εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας από βιομάζα που είναι εξοπλισμένες με CCS.

(10)  Στα κράτη μέλη που έχουν αποφασίσει να μην παράγουν πυρηνική ενέργεια.

(11)  Βλ. επίσης CESE 1246/2007, δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

(12)  Μόνο τότε θα υπήρχε κίνδυνος για τον πληθυσμό της άμεσης γειτονικής περιοχής, δεδομένου ότι το CO2, σε αντίθεση με το CO, δεν είναι τοξικό και δεν είναι θανατηφόρο παρά μόνο εάν φτάσει σε συγκέντρωση άνω του 8 % (επί του παρόντος η άμεση συγκέντρωση CO2 στην ατμόσφαιρα είναι περίπου 380 ppm (ppm: εκατομμυριοστά)).

(13)  Σε αντίθεση με τη χρήση της γεωθερμίας.

(14)  Τα δείγματα πυρήνων γεώτρησης του πάγου παρέχουν τα στοιχεία σχετικά με τη συνολική εξέλιξη του κλίματος κατά τη διάρκεια των τελευταίων 600 000 ετών. Αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι στο παρελθόν υπήρξε διαδοχή θερμών περιόδων και παγετώνων, με εναλλαγή ανά τακτά χρονικά διαστήματα 100 000 ετών, με πριονωτή παραλλαγή της θερμοκρασίας με το πέρασμα του χρόνου, και με ανάλογες μεταβολές στα επίπεδα συγκέντρωσης CO2 στην ατμόσφαιρα. Δεδομένου ότι υπήρξε μια παρατεταμένη θερμή περίοδος, με τις θερμοκρασίες στο υψηλότερο σημείο της πριονωτής καμπύλης, και ότι το τέλος της τελευταίας θερμής περιόδου ήταν πάνω από 100 000 έτη πριν, μια βαθμιαία πτώση της θερμοκρασίας του πλανήτη και στο επίπεδο CO2 είναι πιθανά στο εγγύς μέλλον, εκτός εάν οι σημερινές ανθρωποπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έχουν ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα.

(15)  Βλ. σχετικά τις γενικές συστάσεις στο σημείο 3.3 του εγγράφου ΕΕ C 162 της 25.6.2008, σ. 72.

(16)  Συχνά απευθύνεται έκκληση για «υγεία, ασφάλεια και περιβάλλον» (Αγγλικά: «Health, Security, Environment» HSE).

(17)  Βλ. επίσης σχετικά το άρθρο 13(2) της πρότασης οδηγίας και το σχετικό παράρτημα II.

(18)  Σε αντίθετη περίπτωση θα χρειάζονταν πιστοποιητικά εκπομπών: σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής.

(19)  Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η φράση «στο αέναο μέλλον», η οποία χρησιμοποιείται στην πρόταση της Επιτροπής είναι προδήλως παραπλανητική και αντιφατική.


Top