ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 350

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

51ό έτος
30 Δεκεμβρίου 2008


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1353/2008 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2008, που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 74/2004 για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές βαμβακερών πανικών κρεβατιού καταγωγής Ινδίας

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1354/2008 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2008, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1628/2004 για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές ορισμένων συστημάτων ηλεκτροδίων γραφίτη καταγωγής Ινδίας και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1629/2004 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων συστημάτων ηλεκτροδίων γραφίτη καταγωγής Ινδίας

24

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1355/2008 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2008, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και για την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων παρασκευασμένων ή διατηρημένων εσπεριδοειδών (συγκεκριμένα μανταρινιών κ.λπ.) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

35

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1356/2008 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2007 για τα τέλη και τα δικαιώματα που εισπράττονται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Ασφάλειας της Αεροπορίας ( 1 )

46

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΥΙΟΘΕΤΗΘΕΙΣΕΣ ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

 

*

Απόφαση αριθ. 1357/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 1720/2006/ΕΚ για τη θέσπιση προγράμματος δράσης στον τομέα της διά βίου μάθησης ( 1 )

56

 

*

Απόφαση αριθ. 1358/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 1904/2006/ΕΚ για τη θέσπιση του προγράμματος Ευρώπη για τους πολίτες για την περίοδο 2007-2013 με σκοπό την προώθηση της ενεργού συμμετοχής του ευρωπαίου πολίτη στα κοινά

58

 

 

III   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει της συνθήκης ΕΕ

 

 

ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ VI ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

 

*

Απόφαση πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2008, για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις

60

 

*

Απόφαση πλαίσιο 2008/978/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων προς λήψη αντικειμένων, εγγράφων και δεδομένων για χρήση σε ποινικές διαδικασίες

72

 

 

 

*

Σημείωση για τον αναγνώστη (βλέπε σελίδα 3 του εξωφύλλου)

s3

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

30.12.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 350/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1353/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 18ης Δεκεμβρίου 2008

που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 74/2004 για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές βαμβακερών πανικών κρεβατιού καταγωγής Ινδίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2026/97 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (ο «βασικός κανονισμός»), και ιδίως τα άρθρα 15 και 18,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή ύστερα από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.1.   Προηγούμενη έρευνα και ισχύοντα μέτρα

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 74/2004 (2), το Συμβούλιο επέβαλε οριστικό αντισταθμιστικό δασμό στις εισαγωγές κλινοσκεπασμάτων από ίνες βαμβακιού που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 6302 21 00, ex 6302 22 90, ex 6302 31 00 και ex 6302 32 90, καταγωγής Ινδίας. Ο δασμολογικός συντελεστής κυμαίνεται μεταξύ 4,4 % και 10,4 % για την κάθε εταιρεία που συμπεριλήφθηκε στο δείγμα, με μέσο συντελεστή για τις συνεργαζόμενες εταιρείες 7,6 % και υπόλοιπο δασμολογικό συντελεστή 10,4 %.

1.2.   Αυτεπάγγελτη έναρξη της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης

(2)

Μετά την επιβολή του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού, η κυβέρνηση της Ινδίας δήλωσε ότι οι περιστάσεις που συνδέονται με τα δύο καθεστώτα επιδότησης [το καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών (DΕΡΒS) και το καθεστώς απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος (ITES) σύμφωνα με το άρθρο 80 HHC του νόμου περί φόρου εισοδήματος] είχαν μεταβληθεί και ότι οι εν λόγω μεταβολές είχαν διαρκή χαρακτήρα. Επομένως, υποστήριξε ότι το επίπεδο της επιδότησης πιθανόν να έχει μειωθεί και ότι, κατά συνέπεια, τα μέτρα που είχαν θεσπιστεί, εν μέρει βάσει αυτών των καθεστώτων, πρέπει να επανεξεταστούν.

(3)

Η Επιτροπή εξέτασε τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε η κυβέρνηση της Ινδίας και τα έκρινε επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη επανεξέτασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του βασικού κανονισμού. Ύστερα από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή, η Επιτροπή κίνησε αυτεπάγγελτη μερική ενδιάμεση επανεξέταση των ισχυόντων μέτρων με δημοσίευση κοινοποίησης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (3).

(4)

Σκοπός της εν λόγω έρευνας μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης είναι η αξιολόγηση της ανάγκης συνέχισης, ανάκλησης ή τροποποίησης των ισχυόντων μέτρων αναφορικά με τις εταιρείες που επωφελήθηκαν από το ένα ή και τα δύο υποτιθέμενα τροποποιημένα καθεστώτα επιδότησης, στις περιπτώσεις όπου υπήρχαν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τις σχετικές απαιτήσεις της ανακοίνωσης έναρξης μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης. Αναλόγως των πορισμάτων, η έρευνα επανεξέτασης θα αξιολογήσει επίσης την ανάγκη αναθεώρησης των μέτρων που ισχύουν για άλλες συνεργαζόμενες εταιρείες κατά την αρχική έρευνα ή/και το μέτρο για τον υπόλοιπο δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για όλες τις άλλες εταιρείες.

1.3.   Περίοδος έρευνας επανεξέτασης

(5)

Η έρευνα κάλυψε την περίοδο από την 1η Οκτωβρίου 2006 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2007 (εφεξής «περίοδος της έρευνας επανεξέτασης» ή «ΠΕΕ»).

1.4.   Μέρη που σχετίζονται με την έρευνα

(6)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα την κυβέρνηση της Ινδίας για την έναρξη της έρευνας μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης, καθώς και τους ινδούς παραγωγούς-εξαγωγείς που συνεργάστηκαν κατά την προηγούμενη έρευνα και, όπως διαπιστώθηκε, επωφελούνταν από το ένα ή και τα δύο υποτιθέμενα τροποποιημένα καθεστώτα επιδότησης και οι οποίοι ήταν καταχωρημένοι στην ανακοίνωση έναρξης της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης, καθώς και τους εκπροσώπους του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους γραπτώς και να ζητήσουν ακρόαση. Τα γραπτά και προφορικά σχόλια που υπέβαλαν τα μέρη εξετάστηκαν και ελήφθησαν υπόψη, σε όσες περιπτώσεις κρίθηκε σκόπιμο.

(7)

Λόγω του φαινομενικά μεγάλου αριθμού μερών που σχετίζονται με την εν λόγω επανεξέταση, προτάθηκε η χρήση τεχνικών δειγματοληψίας για την έρευνα της επιδότησης, σύμφωνα με το άρθρο 27 του βασικού κανονισμού.

(8)

Για να μπορέσει η Επιτροπή να επιλέξει ένα δείγμα, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, οι εξαγωγείς και οι εκπρόσωποί τους που ενεργούν για λογαριασμό τους κλήθηκαν να αναγγελθούν εντός τριών εβδομάδων μετά την έναρξη της διαδικασίας και να παράσχουν βασικές πληροφορίες σχετικά με τον κύκλο εργασιών στην εγχώρια αγορά και τον κύκλο εργασιών που προέρχεται από εξαγωγές, στα πλαίσια ορισμένων συγκεκριμένων καθεστώτων επιδότησης, καθώς και επωνυμίες και τις δραστηριότητες όλων των συνδεόμενων εταιρειών. Ενημερώθηκαν επίσης οι αρχές της Ινδίας.

(9)

Πάνω από 80 εταιρείες αναγγέλθηκαν και παρείχαν τις απαιτούμενες πληροφορίες για τη δειγματοληψία. Αυτές οι εταιρείες αντιπροσώπευαν το 95 % των συνολικών εξαγωγών της Ινδίας στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια της περιόδου δειγματοληψίας.

(10)

Δεδομένου του μεγάλου αριθμού εταιρειών, επιλέχθηκε ένα δείγμα από 11 εξαγωγικές εταιρείες και ομίλους με το μεγαλύτερο όγκο εξαγωγών προς την Κοινότητα, σε διαβούλευση με τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, την ινδική ένωση κλωστοϋφαντουργίας Texprocil και την κυβέρνηση της Ινδίας.

(11)

Το δείγμα αντιπροσώπευε το 64 % των συνολικών εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από την Ινδία προς την ΕΕ κατά την περίοδο δειγματοληψίας (1η Απριλίου 2006 έως 31 Μαρτίου 2007). Σύμφωνα με το άρθρο 27 του βασικού κανονισμού, το δείγμα που επιλέχθηκε κάλυπτε τον μεγαλύτερο δυνατό αντιπροσωπευτικό όγκο εξαγωγών που θα μπορούσε εύλογα να ερευνηθεί εντός του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος.

(12)

Αιτήσεις για τον καθορισμό ενός ατομικού περιθωρίου επιδότησης σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού υποβλήθηκαν από τέσσερις εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα. Ωστόσο, λόγω του μεγάλου αριθμού αιτήσεων και του μεγάλου αριθμού εταιρειών που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, θεωρήθηκε ότι αυτές οι ατομικές εξετάσεις θα ήταν αδικαιολόγητα επαχθείς κατά την έννοια του άρθρου 27 παράγραφος 3, και θα εμπόδιζαν την έγκαιρη ολοκλήρωση της έρευνας. Κατά συνέπεια, απορρίφθηκαν οι αιτήσεις για τον καθορισμό ατομικών περιθωρίων από τις τέσσερις εταιρείες που δεν συμπεριλαμβάνονταν στο δείγμα.

(13)

Κατά τη διάρκεια της έρευνας προσδιορίστηκε ότι δύο συνδεόμενες εταιρείες δύο εταιρειών εξαγωγής που συμπεριλαμβάνονταν στο δείγμα δεν προέβαιναν σε παραγωγή, εξαγωγή ή πώληση στην εγχώρια αγορά του εν λόγω προϊόντος που παράχθηκε κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας επανεξέτασης. Δεν εξέφρασαν οποιαδήποτε πρόθεση για σχετική μελλοντική δραστηριοποίηση. Κατά συνέπεια, αποφασίστηκε να αφαιρεθούν αυτές οι συνδεόμενες εταιρείες από το δείγμα και τον υπολογισμό των ατομικών περιθωρίων επιδότησης.

(14)

Οι εταιρείες που δεν επιλέχθηκαν να συμπεριληφθούν στο δείγμα πληροφορήθηκαν ότι οποιοσδήποτε δασμός αντεπιδότησης επί των εξαγωγών τους θα υπολογιστεί σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, δηλαδή χωρίς να υπερβαίνει τον σταθμισμένο μέσο όρο του ύψους των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων που έχει προκύψει για τις εταιρείες του δείγματος.

(15)

Οι εταιρείες που δεν αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που ορίστηκε στην ανακοίνωση έναρξης της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης δεν θεωρήθηκαν ενδιαφερόμενα μέρη.

(16)

Ελήφθησαν απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο από όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος της Ινδίας.

(17)

Η Επιτροπή ερεύνησε και εξακρίβωσε όσες πληροφορίες έκρινε ότι ήταν αναγκαίες για τον καθορισμό της επιδότησης. Πραγματοποιήθηκαν επιτόπιες επισκέψεις ελέγχου στις εγκαταστάσεις των παρακάτω ενδιαφερόμενων μερών:

 

Κυβέρνηση της Ινδίας

Υπουργείο Εμπορίου, Νέο Δελχί

 

Παραγωγοί-εξαγωγείς στην Ινδία

Anunay Fab. Limited, Αχμενταμπάντ

Brijmohan Purusottamdas, Βομβάη και Incotex Impex Pvt. Limited, Βομβάη

Divya Global Pvt. Ltd, Βομβάη

Intex Exports, Pattex Exports και Sunny Made-ups, Βομβάη

Jindal Worldwide Ltd, Progressive Enterprise και Texcellence Overseas, Αχμενταμπάντ και Βομβάη

Madhu Industries Limited και Madhu International, Αχμενταμπάντ

Mahalaxmi Exports και Mahalaxmi Fabric Mills Pvt. Ltd, Αχμενταμπάντ

Prakash Cotton Mills Pvt., Ltd, Βομβάη

Prem Textiles, Ιντόρ

The Bombay Dyeing and Manufacturing Co. Ltd, NW Exports Limited και Nowrosjee Wadia & Sons Limited, Βομβάη

Vigneshwara Exports Limited, Βομβάη

1.5.   Ενημέρωση των μερών και σχόλια σχετικά με τη διαδικασία

(18)

Η κυβέρνηση της Ινδίας και τα λοιπά ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με ουσιώδη γεγονότα και εκτιμήσεις βάσει των οποίων υπήρχε η πρόθεση υποβολής πρότασης τροποποίησης των ισχυόντων δασμολογικών συντελεστών και συνέχισης της εφαρμογής των ισχυόντων μέτρων. Επίσης, τους δόθηκε επαρκές χρονικό περιθώριο για να υποβάλουν τα σχόλιά τους. Όλες οι προτάσεις και τα σχόλια λήφθηκαν δεόντως υπόψη όπως διατυπώνεται κατωτέρω.

2.   ΤΟ ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ

(19)

Το υπό επανεξέταση προϊόν είναι τα κλινοσκεπάσματα από ίνες βαμβακιού, αγνές ή σύμμεικτες με συνθετικές ίνες ή λινάρι (όπου δεν κυριαρχεί η ίνα από λινάρι), λευκασμένα, βαμμένα ή τυπωμένα, καταγωγής Ινδίας («το υπό εξέταση προϊόν»), τα οποία επί του παρόντος κατατάσσονται στους κωδικούς ΣΟ ex 6302 21 00, ex 6302 22 90, ex 6302 31 00 και ex 6302 32 90, και όπως ορίζεται στην αρχική έρευνα.

3.   ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ

3.1.   Εισαγωγή

(20)

Βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών και των απαντήσεων που δόθηκαν στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής, ερευνήθηκαν τα παρακάτω καθεστώτα που υποστηρίζεται ότι χορηγούν επιδοτήσεις:

 

Καθεστώτα επιδότησης που ερευνήθηκαν κατά την αρχική έρευνα:

1.

Καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών (DEPBS)

2.

Καθεστώς πιστοποιητικού ατελούς ανεφοδιασμού (DRFC)/Καθεστώς έγκρισης ατελούς εισαγωγής (DFIA)

3.

Καθεστώς προώθησης των εξαγωγών που αφορούν κεφαλαιουχικά αγαθά (EPCG)

4.

Καθεστώς προηγούμενης άδειας (ALS)/Καθεστώς προηγούμενης έγκρισης (AAS)

5.

Ελεύθερες βιομηχανικές ζώνες εξαγωγών/μονάδες με εξαγωγικό προσανατολισμό (EPZs/EOUs)

6.

Καθεστώς απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος (ITES)

 

Καθεστώτα επιδότησης που δεν ερευνήθηκαν κατά την αρχική έρευνα:

7.

Καθεστώς επιστροφής δασμών (DDS)

8.

Καθεστώς χρηματοδότησης τεχνολογικής αναβάθμισης (TUFS)

9.

Καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων (πριν από την αποστολή και μετά την αποστολή) (ECS)

(21)

Τα ανωτέρω καθεστώτα 1 έως 5 βασίζονται στον νόμο του 1992 περί αναπτύξεως και ρυθμίσεως του εξωτερικού εμπορίου (αριθ. 22 του 1992) που τέθηκε σε ισχύ στις 7 Αυγούστου 1992 («Νόμος περί εξωτερικού εμπορίου»). Ο νόμος περί εξωτερικού εμπορίου εξουσιοδοτεί την κυβέρνηση της Ινδίας να εκδίδει ανακοινώσεις που αφορούν την πολιτική στον τομέα των εισαγωγών και των εξαγωγών. Οι ανακοινώσεις αυτές συνοψίζονται στα έγγραφα με τίτλο «Πολιτική εξαγωγών και εισαγωγών», τα οποία εκδίδονται από το υπουργείο εμπορίου ανά πενταετία και ενημερώνονται τακτικά. Ένα έγγραφο πολιτικής εξαγωγών και εισαγωγών σχετίζεται με την παρούσα περίοδο της έρευνας επανεξέτασης, το πενταετές σχέδιο σχετικά με την περίοδο από την 1η Σεπτεμβρίου 2004 έως τις 31 Μαρτίου 2009 (πολιτική EXIM 04-09). Επιπλέον, η κυβέρνηση της Ινδίας ορίζει επίσης τις διαδικασίες που διέπουν την πολιτική ΕΧΙΜ 04-09 σε ένα «Εγχειρίδιο Διαδικασιών – 1η Σεπτεμβρίου 2004 έως 31 Μαρτίου 2009, τόμος Ι» («HOP I 04-09»). Το εγχειρίδιο διαδικασιών επίσης ενημερώνεται τακτικά.

(22)

Το καθεστώς απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος βασίζεται στον νόμο περί φόρου εισοδήματος του 1961, που τροποποιείται σε ετήσια βάση από τον νόμο περί προϋπολογισμού.

(23)

Το καθεστώς επιστροφής δασμών (DDS) βασίζεται στο άρθρο 75 του νόμου περί τελωνείων του 1962, στην ενότητα 37 παράγραφος 2 σημείο xvi του νόμου περί ειδικού φόρου κατανάλωσης του 1944 και στα άρθρα 93Α και 94 του νόμου περί προϋπολογισμού του 1994. Πρόκειται για νέο καθεστώς επιδότησης το οποίο δεν έχει διερευνηθεί προηγουμένως.

(24)

Το καθεστώς χρηματοδότησης τεχνολογικής αναβάθμισης βασίζεται σε ένα ψήφισμα του Υπουργείου Κλωστοϋφαντουργίας, της κυβέρνησης της Ινδίας, που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ινδίας, έκτακτο μέρος Ι, ενότητα Ι, στις 31 Μαρτίου 1999. Πρόκειται για νέο καθεστώς που δεν είχε διερευνηθεί προηγουμένως.

(25)

Το καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων βασίζεται στις ενότητες 21 και 35Α του νόμου περί τραπεζικού κανονισμού του 1949, που επιτρέπει στην Κεντρική Τράπεζα της Ινδίας («ΚΤΙ») να διευθύνει τις εμπορικές τράπεζες στον τομέα των εξαγωγικών πιστώσεων.

(26)

Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή κάλεσε την κυβέρνηση της Ινδίας να συμμετάσχει σε πρόσθετες διαβουλεύσεις αναφορικά με τα τροποποιημένα και μη τροποποιημένα καθεστώτα, καθώς και αυτά που δεν έχουν ερευνηθεί στο παρελθόν, με σκοπό τη διασαφήνιση της πραγματικής κατάστασης όσον αφορά τα υποτιθέμενα καθεστώτα και την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής λύσης. Ύστερα από αυτές τις διαβουλεύσεις και απουσία αμοιβαίας αποδεκτής λύσης σε σχέση με τα εν λόγω καθεστώτα, η Επιτροπή τα συμπεριέλαβε όλα στην έρευνα επιδότησης.

3.2.   Συγκεκριμένα καθεστώτα επιδοτήσεων

3.2.1.   Καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών (DEPB)

3.2.1.1.   Νομική βάση

(27)

Η λεπτομερής περιγραφή του καθεστώτος DEPB περιλαμβάνεται στην παράγραφο 4.3 της πολιτικής EXIM 04-09 και στο κεφάλαιο 4 του HOP I 04-09.

3.2.1.2.   Επιλεξιμότητα

(28)

Κάθε κατασκευαστής-εξαγωγέας ή έμπορος-εξαγωγέας είναι επιλέξιμος στα πλαίσια αυτού του καθεστώτος.

3.2.1.3.   Πρακτική εφαρμογή

(29)

Ένας επιλέξιμος εξαγωγέας μπορεί ζητήσει πιστώσεις DEPB οι οποίες υπολογίζονται ως ποσοστό της αξίας των προϊόντων που εξάγονται στα πλαίσια αυτού του καθεστώτος. Αυτοί οι συντελεστές DEPB καθορίστηκαν από τις ινδικές αρχές για τα περισσότερα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του υπό εξέταση προϊόντος. Καθορίζονται με βάση τους συνήθεις κανόνες εισαγωγών/εξαγωγών (SIONs), με την υπόθεση ότι το εξαγόμενο προϊόν περιέχει εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής και λαμβανομένης υπόψη της επίπτωσης του τελωνειακού δασμού σε αυτές τις υποτιθέμενες εισαγωγές, ανεξάρτητα από το αν έχουν πράγματι καταβληθεί οι εισαγωγικοί δασμοί ή όχι.

(30)

Για να είναι μια εταιρεία επιλέξιμη στα πλαίσια αυτού του καθεστώτος, πρέπει να εξάγει προϊόντα. Κατά τη χρονική στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής, ο εξαγωγέας πρέπει να υποβάλει δήλωση στις ινδικές αρχές στην οποία θα αναφέρει ότι η εξαγωγή πραγματοποιείται βάσει του καθεστώτος DEPB. Για την εξαγωγή των προϊόντων, οι ινδικές τελωνειακές αρχές εκδίδουν, κατά τη διαδικασία αποστολής, τιμολόγιο για φορτωθέντα προς εξαγωγή εμπορεύματα. Στο τιμολόγιο αναφέρεται το ποσό της πίστωσης DEPB που πρόκειται να χορηγηθεί για την εν λόγω εξαγωγική συναλλαγή· συνεπώς, στη φάση αυτή της εξαγωγής, ο εξαγωγέας γνωρίζει το κέρδος που θα έχει.

(31)

Ύστερα από την έκδοση τιμολογίου από τις τελωνειακές αρχές για φορτωθέντα προς εξαγωγή εμπορεύματα, η κυβέρνηση της Ινδίας δεν έχει δικαίωμα χορήγησης πίστωσης DEPB. Ο σχετικός συντελεστής DEPB για τον υπολογισμό του οφέλους είναι εκείνος που εφαρμόζεται κατά τη στιγμή της υποβολής της δήλωσης εξαγωγής. Μια ασυνήθιστη αναδρομική αύξηση των συντελεστών DEPB πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας επανεξέτασης, αυξάνοντας το όφελος DEPB για εξαγωγές από την 1η Απριλίου 2007 έως τις 12 Ιουλίου 2008. Ωστόσο, δεν είναι δυνατόν να υποθέσουμε ότι θα μπορούσε να εφαρμοστεί αναδρομική μείωση των συντελεστών DEPB σύμφωνα με την αρχή της ασφάλειας δικαίου ως αρνητική διοικητική απόφαση. Κατά συνέπεια, συμπεραίνεται ότι η ικανότητα της κυβέρνησης της Ινδίας να τροποποιήσει αναδρομικά το επίπεδο του κέρδους είναι περιορισμένη.

(32)

Οι πιστώσεις DEPB μπορούν να μεταβιβάζονται ελεύθερα και ισχύουν για περίοδο 12 μηνών από την ημερομηνία εκδόσεως. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την πληρωμή τελωνειακών δασμών επί μεταγενέστερων εισαγωγών όλων των εμπορευμάτων που μπορούν να εισάγονται άνευ περιορισμών, εκτός των κεφαλαιουχικών αγαθών. Τα εμπορεύματα που εισάγονται έναντι των εν λόγω πιστώσεων μπορούν να πωληθούν στην εγχώρια αγορά (υποκείμενα σε φόρο επί των πωλήσεων) ή να χρησιμοποιηθούν κατά διαφορετικό τρόπο.

(33)

Οι αιτήσεις για πιστώσεις DEPB συμπληρώνονται και αποστέλλονται σε ηλεκτρονική μορφή και μπορούν να καλύψουν απεριόριστο αριθμό εξαγωγικών συναλλαγών. Δεν υπάρχουν αυστηρές προθεσμίες για την υποβολή αιτήσεων για πιστώσεις DEPB οι οποίες πρέπει να τηρούνται de facto. Το ηλεκτρονικό σύστημα που χρησιμοποιείται για τη διαχείριση του καθεστώτος DEPB δεν αποκλείει αυτόματα τις εξαγωγικές συναλλαγές που υποβάλλονται μετά το πέρας των προθεσμιών υποβολής αιτήσεων που αναγράφονται στο κεφάλαιο 4.47 HOP I 04-09. Επιπλέον, όπως ορίζεται σαφώς στο κεφάλαιο 9.3 HOP I 04-09, οι αιτήσεις που παραλαμβάνονται μετά τη λήξη των προθεσμιών υποβολής αιτήσεων μπορούν, παρ’ όλα αυτά, να εξετάζονται αφού επιβληθεί ένα μικρό πρόστιμο (10 % του δικαιώματος).

(34)

Ενώ οι συντελεστές DEPB για εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος κατά την περίοδο της αρχικής έρευνας επανεξέτασης ήταν 8 %, στις αρχές της παρούσας περιόδου έρευνας επανεξέτασης ήταν μόλις 3,7 % και αναθεωρήθηκαν κατά τη διάρκεια της εν λόγω ΠΕΕ σε 6,7 % (στις 12 Ιουλίου 2007)· αυτή η αναθεώρηση είχε, κατ’ ασυνήθη τρόπο, αναδρομική ισχύ στις εξαγωγές από την 1η Απριλίου 2007.

3.2.1.4.   Σχόλια σχετικά με την ενημέρωση των μερών

(35)

Η κυβέρνηση της Ινδίας και η Texprocil ισχυρίστηκαν ότι δεν πραγματοποιήθηκε διαγραφή ποσού μεγαλύτερου του κανονικού κατά την εφαρμογή του καθεστώτος DEPB και υποστήριξαν ότι, κατά συνέπεια, το καθεστώς δεν ήταν αντισταθμίσιμο. Το επιχείρημα αυτό απορρίφθηκε λαμβάνοντας υπόψη το συμπέρασμα της αιτιολογικής έκθεσης 38 ότι το εν λόγω καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του παραρτήματος Ι, σημείο i) και των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Επομένως, το συνολικό ποσό των διαφυγόντων δασμών είναι αντισταθμίσιμο.

3.2.1.5.   Συμπέρασμα

(36)

Το καθεστώς DEPB χορηγεί επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Μια πίστωση DEPB αφορά χρηματοδοτική συνεισφορά της κυβέρνησης της Ινδίας, εφόσον η πίστωση θα χρησιμοποιηθεί τελικά για την αντιστάθμιση των εισαγωγικών δασμών, μειώνοντας έτσι τα έσοδα από δασμούς της κυβέρνησης της Ινδίας που θα καταβάλλονταν διαφορετικά. Επιπλέον, η πίστωση DEPB προσπορίζει όφελος στον εξαγωγέα, καθώς βελτιώνει τη ρευστότητά του.

(37)

Το καθεστώς DEPB εξαρτάται διά νόμου από την επίτευξη εξαγωγικών επιδόσεων· και, επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμο, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(38)

Αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν είναι σύμφωνο με τους αυστηρούς κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i, στο παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών) και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού. Ένας εξαγωγέας δεν υποχρεούται να καταναλώσει πραγματικά τα εμπορεύματα που εισάγονται ατελώς στην παραγωγική διαδικασία και το ποσό της πίστωσης δεν υπολογίζεται σε σχέση με τους πραγματικούς συντελεστές παραγωγής που έχουν χρησιμοποιηθεί. Επιπλέον, δεν εφαρμόζεται κάποιο σύστημα ή διαδικασία για να επιβεβαιωθεί ποιοι συντελεστές παραγωγής καταναλώνονται στην παραγωγική διαδικασία του εξαγόμενου προϊόντος ή για να διαπιστωθεί κατά πόσον έχει καταβληθεί ποσό μεγαλύτερο του κανονικού κατά την έννοια του σημείου i) του παραρτήματος Ι και των παραρτημάτων ΙΙ και III του βασικού κανονισμού. Τέλος, ένας εξαγωγέας είναι επιλέξιμος να αποκομίσει οφέλη στα πλαίσια του καθεστώτος DEPB, ανεξάρτητα από το εάν εισάγει συντελεστές παραγωγής ή όχι. Προκειμένου ένας εξαγωγέας να αποκομίσει το όφελος, αρκεί απλώς να εξάγει εμπορεύματα χωρίς να αποδεικνύει ότι έγινε εισαγωγή κάποιου συντελεστή παραγωγής. Έτσι, ακόμη και οι εξαγωγείς που προμηθεύονται όλους τους συντελεστές παραγωγής τους από την τοπική αγορά και δεν εισάγουν εμπορεύματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως συντελεστές παραγωγής έχουν το δικαίωμα να επωφεληθούν από το καθεστώς DEPB.

3.2.1.6.   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(39)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 και το άρθρο 5 του βασικού κανονισμού, το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων υπολογίστηκε με βάση το κέρδος που προσπορίστηκε ο δικαιούχος, το οποίο διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας επανεξέτασης. Ως προς αυτό, θεωρήθηκε ότι ο δικαιούχος προσπορίζεται όφελος κατά τη στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής βάσει αυτού του καθεστώτος. Αυτή τη στιγμή, η κυβέρνηση της Ινδίας δύναται να παραιτηθεί από τους τελωνειακούς δεσμούς, κάτι που αποτελεί χρηματοδοτική συνεισφορά κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Μόλις οι τελωνειακές αρχές εκδώσουν τιμολόγιο για φορτωθέντα προς εξαγωγή εμπορεύματα που αναφέρει, μεταξύ άλλων, το ποσό της πίστωσης DEPB που πρόκειται να χορηγηθεί για την εν λόγω εξαγωγική συναλλαγή, η κυβέρνηση της Ινδίας δεν έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει για τη χορήγηση ή μη της επιδότησης. Επιπλέον, οι συνεργαζόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς καταλόγισαν τις πιστώσεις DEPB βάσει της αυτοτέλειας των χρήσεων ως έσοδο στο στάδιο της εξαγωγικής συναλλαγής.

(40)

Για να ληφθεί υπόψη ο αντίκτυπος της αναδρομικής αύξησης στους συντελεστές, η αξία της πίστωσης DEPB που καταχωρήθηκε για εξαγωγές που πραγματοποιήθηκαν από 1ης Απριλίου έως 12 Ιουλίου 2007 αυξήθηκε όποτε κρίθηκε αναγκαίο, καθώς το πραγματικό όφελος που θα δικαιούνται να αποκομίσουν οι εταιρείες κατά τη λήψη της πίστωσης από την κυβέρνηση της Ινδίας είναι υψηλότερο από αυτό που ζητείται επίσημα κατά τη στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής.

(41)

Στις περιπτώσεις όπου υποβλήθηκαν αιτιολογημένες αιτήσεις, τα έξοδα που προέκυψαν αναγκαστικά για την απόκτηση της επιδότησης αφαιρέθηκαν από τις πιστώσεις που χορηγήθηκαν, ώστε να υπολογιστεί στο ποσό της επιδότησης ως αριθμητής, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, αυτό το ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε επί του συνολικού κύκλου εργασιών των εξαγωγών κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης ως κατάλληλος παρονομαστής, γιατί η επιδότηση εξαρτάται από τις εξαγωγικές επιδόσεις και δεν χορηγήθηκε σε συνάρτηση με τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(42)

Υποβλήθηκαν διάφορα σχόλια σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες υπολογισμού του κέρδους στα πλαίσια του καθεστώτος DEPB. Στις περιπτώσεις που κρίθηκε δικαιολογημένο, οι υπολογισμοί ως αποτέλεσμα προσαρμόστηκαν.

(43)

Αντίθετα προς την άποψη ορισμένων παραγωγών-εξαγωγέων, ακόμη και η πίστωση DEPB που προέκυψε από εξαγωγικά προϊόντα εκτός του υπό εξέταση προϊόντος έπρεπε να εξεταστεί κατά τον καθορισμό του ποσού της αντισταθμίσιμης πίστωσης DEPB. Στα πλαίσια του καθεστώτος DEPB, δεν υπάρχει υποχρέωση που περιορίζει τη χρήση των πιστώσεων για την εισαγωγή ατελώς των συντελεστών παραγωγής που συνδέονται με συγκεκριμένο προϊόν. Αντίθετα, οι πιστώσεις DEPB μπορούν να μεταβιβάζονται ελεύθερα, μπορούν ακόμη και να πωλούνται και να χρησιμοποιούνται για εισαγωγές οποιωνδήποτε εμπορευμάτων που μπορούν να εισάγονται άνευ περιορισμών (οι συντελεστές παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος ανήκουν στην κατηγορία αυτή), εκτός των κεφαλαιουχικών αγαθών. Κατά συνέπεια, το υπό εξέταση προϊόν μπορεί να επωφεληθεί από όλες τις πιστώσεις DEPB που προκύπτουν.

(44)

Πέντε εταιρείες του δείγματος επωφελήθηκαν από το καθεστώς DEPB κατά τη διάρκεια της έρευνας επανεξέτασης με τα περιθώρια επιδότησης να κυμαίνονται μεταξύ 0,15 % και 3,96 %.

3.2.2.   Καθεστώς έγκρισης ατελούς εισαγωγής (DFIA)/Καθεστώς πιστοποιητικού ατελούς ανεφοδιασμού (DRFC)

3.2.2.1.   Νομική βάση

(45)

Η λεπτομερής περιγραφή του DFIA περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο 4 της πολιτικής ΕΧΙΜ 04-09 και στο κεφάλαιο 4 του HOP I 04-09. Το καθεστώς τέθηκε σε ισχύ την 1η Μαΐου 2006 και αντικαταστάθηκε από το καθεστώς DFRC, το οποίο αντισταθμίστηκε από τον αρχικό κανονισμό.

3.2.2.2.   Επιλεξιμότητα

(46)

Από το καθεστώς DFIA επωφελείται κάθε έμπορος-εξαγωγέας ή κατασκευαστής-εξαγωγέας για τις εισαγωγές συντελεστών παραγωγής που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή εμπορευμάτων προς εξαγωγή τα οποία δεν υποβάλλονται σε βασικό τελωνειακό δασμό και ειδικό πρόσθετο τελωνειακό δασμό, φόρο εκπαίδευσης, δασμό αντιντάμπινγκ και δασμό διασφάλισης, κατά περίπτωση.

3.2.2.3.   Πρακτική εφαρμογή

(47)

Το DFIA είναι ένα καθεστώς που εφαρμόζεται πριν και μετά τις εξαγωγές και επιτρέπει τις εισαγωγές εμπορευμάτων που καθορίζονται σύμφωνα με τους κανόνες SION, αλλά που, σε περίπτωση μεταβιβάσιμων DFIA, δεν χρειάζεται απαραίτητα να χρησιμοποιούνται στην κατασκευή ενός εξαγόμενου προϊόντος.

(48)

Το DFIA καλύπτει μόνο τις εισαγωγές συντελεστών παραγωγών όπως ορίζεται στους κανόνες SION. Το δικαίωμα εισαγωγής περιορίζεται στην ποσότητα και την αξία που αναφέρεται στους κανόνες SION, αλλά μπορεί να αναθεωρηθεί από τις περιφερειακές αρχές κατόπιν αιτήσεως.

(49)

Η υποχρέωση εξαγωγής υπόκειται στην απαίτηση ελάχιστης προστιθέμενης αξίας 20 %. Οι εξαγωγές μπορούν να εκτελούνται πριν από τη λήψη της έγκρισης DFIA και σε αυτή την περίπτωση το δικαίωμα εισαγωγής ορίζεται αναλογικά προς τις προσωρινές εξαγωγές.

(50)

Αφού εκπληρώσει την υποχρέωση εξαγωγής, ο εξαγωγέας μπορεί να ζητήσει τη μεταβιβασιμότητα της έγκρισης DFIA, που στην πράξη σημαίνει το δικαίωμα πώλησης στην αγορά της άδειας εισαγωγής άνευ δασμού.

3.2.2.4.   Σχόλια σχετικά με την ενημέρωση των μερών

(51)

Η κυβέρνηση της Ινδίας και η Texprocil ισχυρίστηκαν ότι το καθεστώς DFRC είναι ένα νόμιμο σύστημα επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης, εφόσον το καθεστώς προβλέπει ανεφοδιασμό συντελεστών παραγωγής που χρησιμοποιούνται στο εξαγόμενο προϊόν και θεωρήθηκε λογικό, αποτελεσματικό και στηριζόμενο στις γενικά αποδεκτές εμπορικές πρακτικές στην Ινδία. Λόγω του ότι η ποσότητα, η ποιότητα και τα τεχνικά χαρακτηριστικά και προδιαγραφές ανταποκρίνονται στους συντελεστές παραγωγής που χρησιμοποιούνται στο εξαγόμενο προϊόν, το καθεστώς θα ήταν, κατά την άποψη της κυβέρνησης της Ινδίας και της Texprocil, επιτρεπόμενο σύμφωνα με τη συμφωνία για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα (ASCM). Η κυβέρνηση της Ινδίας και η Texprocil υποστήριξαν επίσης ότι, κατά την αξιολόγηση του κατά πόσο πρόκειται για νόμιμο σύστημα επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης, η σχετική προϋπόθεση είναι να εξεταστεί τι εισάγεται και όχι ποιος το εισάγει. Υποστήριξαν περαιτέρω ότι όσον αφορά την κυβέρνηση, δεν χορηγείται πρόσθετο κέρδος. Υποστήριξαν ότι το καθεστώς δεν ήταν επομένως αντισταθμίσιμο. Δεν προσκομίστηκαν νέα αποδεικτικά στοιχεία για την υποστήριξη αυτών των επιχειρημάτων και, συνεπώς, τα εν λόγω επιχειρήματα απορρίπτονται λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματα των αιτιολογικών σκέψεων 52 έως 55 ότι κανένα από τα επιμέρους καθεστώτα δεν θεωρείται επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii), του παραρτήματος Ι σημείο i) και των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Επομένως, το συνολικό ποσό του κέρδους είναι αντισταθμίσιμο.

3.2.2.5.   Συμπέρασμα

(52)

Αν και υπάρχουν ορισμένες διαφορές όσον αφορά την εφαρμογή του νέου καθεστώτος DFIA σε σύγκριση με το προηγούμενο καθεστώς DFRC, το νέο DFIA πρέπει να θεωρείται ως προέκταση του καθεστώτος DFRC, γιατί περιλαμβάνει όλα τα βασικά στοιχεία του DFRC.

(53)

Τόσο το DFRC όσο και το DFIA είναι επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημεία i) και ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, δηλαδή αποτελούν χρηματοδοτική συνεισφορά υπό τη μορφή επιχορήγησης. Αφορούν άμεση μεταφορά κεφαλαίων, καθώς μπορούν να πωλούνται και να μετατρέπονται σε μετρητά ή να χρησιμοποιούνται για την αντιστάθμιση των εισαγωγικών δασμών, κάνοντας την κυβέρνηση της Ινδίας να παραιτείται από έσοδα που διαφορετικά θα οφείλονταν. Επιπλέον, τα καθεστώτα DFRC και DFIA προσπορίζουν όφελος στον εξαγωγέα, καθώς βελτιώνουν τη ρευστότητά του.

(54)

Τόσο το DFRC όσο και το DFIA εξαρτώνται διά νόμου από την επίτευξη εξαγωγικών επιδόσεων· επομένως, θεωρείται ότι έχουν ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμα, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(55)

Επιπλέον, κανένα από τα δύο καθεστώτα δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν είναι σύμφωνα με τους αυστηρούς κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i), στο παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών) και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού. Συγκεκριμένα: i) επιτρέπουν την εκ των υστέρων επιστροφή των εισαγωγικών επιβαρύνσεων επί των συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται στην παραγωγική διαδικασία άλλου προϊόντος· ii) δεν εφαρμόζεται κάποιο σύστημα ή διαδικασία για να επιβεβαιωθεί εάν και ποιοι συντελεστές παραγωγής καταναλώνονται στην παραγωγική διαδικασία του εξαγόμενου προϊόντος ή για να διαπιστωθεί κατά πόσον έχει καταβληθεί ποσό μεγαλύτερο του κανονικού κατά την έννοια του σημείου i) του παραρτήματος Ι και των παραρτημάτων ΙΙ και III του βασικού κανονισμού· και iii) η μεταβιβασιμότητα των πιστοποιητικών/εγκρίσεων συνεπάγεται ότι ένας εξαγωγέας που επωφελείται από το καθεστώς DFRC ή DFIA δεν υποχρεούται ουσιαστικά να χρησιμοποιήσει το πιστοποιητικό για να εισάγει συντελεστές παραγωγής.

3.2.2.6.   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(56)

Για τον καθορισμό του κέρδους, θεωρήθηκε ότι, αντίθετα προς το DEPB, οι άδειες των DFRC και DFIA δεν έχουν πλασματική αξία ή συντελεστές πίστωσης. Η άδεια αναφέρει τη συνολική ποσότητα των επιτρεπόμενων συντελεστών παραγωγής που πρόκειται να εισαχθούν και τη μέγιστη συνολική τιμή CIF αυτών των εισαγωγών. Κατά συνέπεια, το κέρδος δεν είναι γνωστό κατά τη στιγμή των εξαγωγικών συναλλαγών και μπορεί να καθοριστεί και να καταλογιστεί στους λογαριασμούς μόνο όταν η άδεια χρησιμοποιηθεί για εισαγωγή ή πώληση.

(57)

Επομένως, στις περιπτώσεις όπου οι άδειες χρησιμοποιήθηκαν για εισαγωγές, το κέρδος για τις εταιρείες υπολογίστηκε βάσει του ποσού των διαφυγόντων εισαγωγικών δασμών. Στις περιπτώσεις όπου οι άδειες μεταβιβάστηκαν (πωλήθηκαν), το κέρδος υπολογίστηκε βάσει των εσόδων από αυτές τις πωλήσεις κατά τη διάρκεια της έρευνας επανεξέτασης.

(58)

Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι πέντε εταιρείες που εξάγουν εμπορεύματα στα πλαίσια του καθεστώτος DFRC ή/και DFIA πώλησαν τις εγκρίσεις/τα πιστοποιητικά τους σε τρίτα πρόσωπα.

(59)

Ένας παραγωγός-εξαγωγέας δήλωσε ότι είχε χρησιμοποιήσει μία από τις εγκρίσεις DFI για επιστροφή δασμών σε περίπτωση υποκατάστασης και ότι δεν πραγματοποιήθηκε διαγραφή ποσού εισαγωγικών δασμών μεγαλύτερου του κανονικού δυνάμει της συγκεκριμένης άδειας. Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι οι ποσότητες εισαγωγής και εξαγωγής βάσει της συγκεκριμένης άδειας δεν είχαν εξαντληθεί και ότι η άδεια δεν είχε ακόμη οριστικοποιηθεί και ελεγχθεί σύμφωνα με τους κανόνες της πολιτικής EXIM. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψη επίσης τα πορίσματα της αιτιολογικής σκέψης 55, η έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εταιρεία δεν μπορεί να αποδείξει ότι δεν πραγματοποιήθηκε διαγραφή ποσού εισαγωγικών δασμών μεγαλύτερου του κανονικού δυνάμει της συγκεκριμένης άδειας. Το συνολικό ποσό των εισαγωγικών δασμών που διαγράφηκαν δυνάμει της εν λόγω άδειας θεωρούνται επομένως επιδότηση και η σχετική αίτηση απορρίφθηκε.

(60)

Στις περιπτώσεις όπου υποβλήθηκαν αιτιολογημένες αιτήσεις, τα έξοδα που προέκυψαν αναγκαστικά για την απόκτηση της επιδότησης αφαιρέθηκαν από κέρδη που αποκομίσθηκαν, ως αριθμητής του συντελεστή, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, αυτό το ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε επί του συνολικού κύκλου εργασιών των εξαγωγών κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης ως παρονομαστής, γιατί η επιδότηση εξαρτάται από τις εξαγωγικές επιδόσεις και δεν χορηγήθηκε σε συνάρτηση με τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(61)

Υποβλήθηκαν διάφορα σχόλια σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες υπολογισμού του κέρδους στα πλαίσια του καθεστώτος DFRC/DFIA. Στις περιπτώσεις που κρίθηκε δικαιολογημένο, οι υπολογισμοί ως αποτέλεσμα προσαρμόστηκαν.

(62)

Αντίθετα προς την άποψη ορισμένων παραγωγών-εξαγωγέων, ακόμη και η πίστωση DFRC/DFIA που προέκυψε από εξαγωγικά προϊόντα εκτός του υπό εξέταση προϊόντος έπρεπε να εξεταστεί κατά τον καθορισμό του ποσού του αντισταθμίσιμου κέρδους DFRC/DFIA. Στα πλαίσια του καθεστώτος DFRC/DFIA, δεν υπάρχει υποχρέωση που περιορίζει τη χρήση των πιστώσεων για την εισαγωγή ατελώς των συντελεστών παραγωγής που συνδέονται με συγκεκριμένο προϊόν. Αντίθετα, οι πιστώσεις DFRC/DFIA μπορούν να μεταβιβάζονται ελεύθερα, μπορούν ακόμη και να πωλούνται και να χρησιμοποιούνται για εισαγωγές οποιωνδήποτε εμπορευμάτων που μπορούν να εισάγονται άνευ περιορισμών (οι συντελεστές παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος ανήκουν στην κατηγορία αυτή), εκτός των κεφαλαιουχικών αγαθών. Κατά συνέπεια, το υπό εξέταση προϊόν μπορεί να επωφεληθεί από όλα τα κέρδη DFRC/DFIA που προκύπτουν.

(63)

Διαπιστώθηκε ότι τέσσερις εταιρείες του δείγματος επωφελήθηκαν από αυτά τα καθεστώτα κατά τη διάρκεια της έρευνας επανεξέτασης με τα περιθώρια επιδότησης να κυμαίνονται μεταξύ 0,11 % και 2,08 %.

3.2.3.   Καθεστώς προώθησης των εξαγωγών που αφορούν κεφαλαιουχικά αγαθά (EPCG)

3.2.3.1.   Νομική βάση

(64)

Η λεπτομερής περιγραφή του καθεστώτος EPCG περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο 5 της πολιτικής EXIM 04-09 και στο κεφάλαιο 5 του HOP I 04-09.

3.2.3.2.   Επιλεξιμότητα

(65)

Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς και οι έμποροι-εξαγωγείς που είναι «υποχρεωμένοι» να υποστηρίζουν τους κατασκευαστές και τους φορείς παροχής υπηρεσιών είναι επιλέξιμοι στα πλαίσια αυτού του καθεστώτος.

3.2.3.3.   Πρακτική εφαρμογή

(66)

Με την επιφύλαξη υποχρέωσης εξαγωγής, η κυβέρνηση της Ινδίας θα χορηγεί άδεια EPCG, κατόπιν υποβολής αίτησης και καταβολής τέλους. Αυτή η άδεια επιτρέπει σε μια εταιρεία να εισάγει κεφαλαιουχικά αγαθά (νέα και –από τον Απρίλιο του 2003– μεταχειρισμένα κεφαλαιουχικά αγαθά έως 10 ετών) με μειωμένο δασμολογικό συντελεστή. Μέχρι τις 31 Μαρτίου 2000, εφαρμοζόταν ένας πραγματικός δασμολογικός συντελεστής της τάξεως του 11 % (συμπεριλαμβανομένης πρόσθετης επιβάρυνσης 10 %) και σε περίπτωση εισαγωγής μεγάλης αξίας, μηδενικός δασμολογικός συντελεστής. Από τον Απρίλιο του 2000, το καθεστώς προβλέπει έναν μειωμένο δασμολογικό συντελεστή εισαγωγών της τάξεως του 5 % για όλα τα κεφαλαιουχικά αγαθά που εισάγονται στα πλαίσια αυτού του καθεστώτος. Προκειμένου να εκπληρώνεται η υποχρέωση εξαγωγών, τα εισαγόμενα κεφαλαιουχικά αγαθά πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ορισμένης ποσότητας προϊόντων εξαγωγής κατά τη διάρκεια συγκεκριμένης περιόδου. Στις 9 Μαΐου 2008, δηλαδή μετά το πέρας της περιόδου της έρευνας επανεξέτασης, η κυβέρνηση της Ινδίας ανακοίνωσε ότι ο καταβλητέος δασμός επί των εισαγωγών στα πλαίσια του EPCG μειώθηκε στο 3 %.

(67)

Ο κάτοχος άδειας EPCG μπορεί επίσης να εφοδιάζεται με τα κεφαλαιουχικά αγαθά στην εγχώρια αγορά. Στην περίπτωση αυτή, ο κάτοχος άδειας EPCG υποβάλλει αίτηση ακύρωσης της άδειας EPCG. Ο εγχώριος κατασκευαστής κεφαλαιουχικών αγαθών που προσδιορίζεται στην επιστολή ακύρωσης έχει το δικαίωμα να προσπορίζεται το όφελος που συνδέεται με την προβλεπόμενη εξαγωγή, καθώς και το όφελος για την εισαγωγή με δασμολογική απαλλαγή των συστατικών μερών που απαιτούνται για την παραγωγή των εν λόγω κεφαλαιουχικών αγαθών. Ωστόσο, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που καταβάλλεται για μια εγχώρια αγορά του κεφαλαιουχικού αγαθού από τον κάτοχο άδειας EPCG μπορεί να επιστραφεί ή να μην επιβληθεί. Ο κάτοχος άδειας EPCG είναι ωστόσο υποχρεωμένος να εκπληρώσει την υποχρέωση εξαγωγής, η οποία ορίζεται σε συνάρτηση με τους πλασματικούς τελωνειακούς δασμούς που διαγράφηκαν επί της τιμής FOB των εισαγόμενων εμπορευμάτων.

3.2.3.4.   Σχόλια σχετικά με την ενημέρωση των μερών

(68)

Η κυβέρνηση της Ινδίας υποστήριξε ότι δεν προέκυψε κέρδος σε περιπτώσεις όπου ο κάτοχος άδειας EPCG υποβάλει αίτηση ακύρωσης της άδειας EPCG και αγοράζει κεφαλαιουχικά αγαθά στην εγχώρια αγορά, καθώς δεν έχει εκδοθεί αντίστοιχος κυβερνητικός κανονισμός που παραχωρεί απαλλαγή από την καταβολή ειδικών φόρων κατανάλωσης για τέτοιες αγορές. Ωστόσο, επιβεβαιώθηκε επίσης από την κυβέρνηση της Ινδίας ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, ο κάτοχος της άδειας EPCG θα μπορούσε να αγοράσει κεφαλαιουχικά αγαθά χωρίς να καταβάλει ειδικό φόρο κατανάλωσης, δηλαδή σε περιπτώσεις όπου ο εν λόγω φόρος δεν θα έχει συμψηφιστεί σύμφωνα με το πιστωτικό σύστημα CENVAT. Επιπλέον, ο εγχώριος προμηθευτής κεφαλαιουχικών αγαθών είναι επιλέξιμος σε αυτές τις περιπτώσεις για φορολογικά οφέλη που θα αντικατοπτρίζονται στην τιμή των παρεχόμενων κεφαλαιουχικών αγαθών. Λόγω του ότι πρόκειται για κέρδος που θα μπορούσε να προκύψει υπό τον όρο της εξαγωγής και καθώς δεν υπάρχουν αλλαγές στην υποχρέωση εξαγωγής του κατόχου άδειας EPCG σε περίπτωση ακύρωσης, θεωρήθηκε ότι το επιχείρημα πρέπει να απορριφθεί και τα πορίσματα παραμένουν ως έχουν.

3.2.3.5.   Συμπέρασμα

(69)

Το καθεστώς EPCG χορηγεί επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Η μείωση δασμών, ή στην περίπτωση εγχώριου εφοδιασμού, η επιστροφή των φόρων ή η απαλλαγή από αυτούς αποτελεί χρηματοδοτική συνεισφορά της κυβέρνησης της Ινδίας, εφόσον κάτι τέτοιο μειώνει τα έσοδα της κυβέρνησης της Ινδίας που σε διαφορετική περίπτωση θα οφείλονταν.

(70)

Επιπλέον, η μείωση δασμών προσπορίζει όφελος στον εξαγωγέα, στο μέτρο που οι δασμοί που εξοικονομούνται επί της εισαγωγής βελτιώνουν τα ρευστά του διαθέσιμα. Σε περίπτωση επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης ή απαλλαγής από αυτόν, αυτή η επιστροφή ή η απαλλαγή προσπορίζει όφελος στον εξαγωγέα, καθώς η διαγραφή των δασμών επί της αγοράς των κεφαλαιουχικών αγαθών βελτιώνει τη ρευστότητά του.

(71)

Επιπλέον, το καθεστώς EPCG εξαρτάται διά νόμου από την επίτευξη εξαγωγικών επιδόσεων, εφόσον αυτές οι άδειες δεν μπορούν να αποκτηθούν χωρίς τη δέσμευση εξαγωγής. Επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμο σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(72)

Αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα διαγραφής πληρωμής που παραχωρείται σε σχέση με προανακύψαντες σωρευτικούς έμμεσους φόρους ή επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Τα κεφαλαιουχικά αγαθά δεν υπάγονται στα επιτρεπόμενα συστήματα που καθορίζονται στο παράρτημα Ι στοιχεία η) και θ) του βασικού κανονισμού, καθώς δεν καταναλώνονται κατά την παραγωγή των εξαγομένων προϊόντων. Σε περίπτωση διαγραφής πληρωμής που παραχωρείται σε σχέση με προανακύψαντες σωρευτικούς έμμεσους φόρους, πρέπει να σημειωθεί ότι οι εξαγωγείς δεν θα είχαν το δικαίωμα αυτής της διαγραφής αν δεν δεσμεύονταν από την υποχρέωση εξαγωγής.

3.2.3.6.   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(73)

Το ποσό της επιδότησης υπολογίστηκε, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, με βάση τους μη καταβληθέντες τελωνειακούς δασμούς για τα εισαχθέντα κεφαλαιουχικά αγαθά ή τον μη καταβληθέντα/επιστραφέντα ειδικό φόρο κατανάλωσης επί αγαθών που αγοράστηκαν στην εγχώρια αγορά, κατά περίπτωση, κατά τη διάρκεια περιόδου που αντιστοιχεί στην πραγματική περίοδο απόσβεσης των εν λόγω κεφαλαιουχικών αγαθών. Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, το ποσό που υπολογίζεται κατ’ αυτό τον τρόπο και καταλογίζεται στην περίοδο της έρευνας επανεξέτασης προσαρμόστηκε με την προσθήκη του τόκου που αντιστοιχεί στην εν λόγω περίοδο, έτσι ώστε να αντικατοπτρίζεται η συνολική αξία του οφέλους που χορηγήθηκε κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Το εμπορικό επιτόκιο που ίσχυε στην Ινδία κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας επανεξέτασης θεωρήθηκε κατάλληλο για το σκοπό αυτό. Τα αναγκαία τέλη που καταβλήθηκαν για τη λήψη της επιδότησης αφαιρέθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού από το εν λόγω ποσό, έτσι ώστε να υπολογιστεί στο ποσό της επιδότησης ως αριθμητής. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3 του βασικού κανονισμού, αυτό το ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε επί του κύκλου εργασιών των εξαγωγών κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης ως κατάλληλος παρονομαστής, γιατί η επιδότηση εξαρτάται από τις εξαγωγικές επιδόσεις και δεν χορηγήθηκε σε συνάρτηση με τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(74)

Υποβλήθηκαν διάφορα σχόλια σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες υπολογισμού του κέρδους στα πλαίσια του καθεστώτος EPCG. Στις περιπτώσεις που κρίθηκε δικαιολογημένο, οι υπολογισμοί ως αποτέλεσμα προσαρμόστηκαν.

(75)

Αντίθετα προς την άποψη ορισμένων παραγωγών-εξαγωγέων, ακόμη και το κέρδος EPCG που προέκυψε από εξαγωγικά προϊόντα εκτός του υπό εξέταση προϊόντος έπρεπε να εξεταστεί κατά τον καθορισμό του ποσού του αντισταθμίσιμου κέρδους. Στα πλαίσια του καθεστώτος EPCG, δεν υπάρχει υποχρέωση που περιορίζει τη χρήση του κέρδους για την εισαγωγή ατελώς των συντελεστών παραγωγής που συνδέονται με συγκεκριμένο προϊόν. Κατά συνέπεια, το υπό εξέταση προϊόν μπορεί να επωφεληθεί από όλα τα κέρδη EPCG που προκύπτουν.

(76)

Τέσσερις εταιρείες του δείγματος επωφελήθηκαν από αυτό το καθεστώς κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας επανεξέτασης, με περιθώρια επιδότησης έως 2,61 %, ενώ για μία εταιρεία το όφελος ήταν αμελητέο.

3.2.4.   Καθεστώς προηγούμενης άδειας (ALS)/Καθεστώς προηγούμενης έγκρισης (AAS)

3.2.4.1.   Νομική βάση

(77)

Η λεπτομερής περιγραφή του καθεστώτος περιλαμβάνεται στις παραγράφους 4.1.1 έως 4.1.14 της πολιτικής EXIM 04-09 και στα κεφάλαια 4.1 έως 4.30 του HOP I 04-09. Αυτό το καθεστώς ονομαζόταν «καθεστώς προηγούμενης άδειας» κατά τη διάρκεια της προηγούμενης έρευνας επανεξέτασης που οδήγησε στην επιβολή του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού που ισχύει σήμερα.

3.2.4.2.   Επιλεξιμότητα

(78)

Το καθεστώς AAS αποτελείται από έξι επιμέρους καθεστώτα, όπως περιγράφεται λεπτομερέστερα στην αιτιολογική σκέψη 1.7.4.3. Αυτά τα επιμέρους καθεστώτα διαφέρουν μεταξύ άλλων ως προς την επιλεξιμότητα. Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς και οι έμποροι-εξαγωγείς που είναι «υποχρεωμένοι» να υποστηρίζουν τους κατασκευαστές έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν το καθεστώς AAS για τις πραγματικές εξαγωγές και το AAS για τις ετήσιες ανάγκες. Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς που προμηθεύουν τον τελευταίο εξαγωγέα είναι επιλέξιμοι για το καθεστώς AAS όσον αφορά τις ενδιάμεσες προμήθειες. Οι κύριες επιχειρήσεις που προμηθεύουν το προϊόν στις κατηγορίες «προβλεπόμενων εξαγωγών» που αναφέρονται στην παράγραφο 8.2 της πολιτικής EXIM 04-09, ως προμηθευτές μιας μονάδας εξαγωγικού προσανατολισμού, είναι επιλέξιμοι για προβλεπόμενες εξαγωγές υπό καθεστώς AAS. Τέλος, οι ενδιάμεσοι προμηθευτές των κατασκευαστών-εξαγωγέων είναι επιλέξιμοι ως αποδέκτες των οφελών που προκύπτουν από «προβλεπόμενες εξαγωγές» στο πλαίσιο των επιμέρους καθεστώτων προκαταβολικών εντολών παράδοσης (ARO) και τριγωνικών εγχώριων πιστώσεων.

3.2.4.3.   Πρακτική εφαρμογή

(79)

Προκαταβολικές άδειες δύνανται να εκδοθούν στις ακόλουθες περιπτώσεις:

 

Πραγματικές εξαγωγές: Πρόκειται για το κύριο επιμέρους καθεστώς. Προβλέπει την εισαγωγή με δασμολογική απαλλαγή των συντελεστών παραγωγής για την παραγωγή συγκεκριμένου προϊόντος εξαγωγής. Η εξαγωγή πρέπει να είναι «πραγματική», με την έννοια ότι το εξαγόμενο προϊόν εγκαταλείπει την επικράτεια της Ινδίας. Οι όροι για τις επιτρεπόμενες εισαγωγές και η υποχρέωση για εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένου του τύπου του προϊόντος εξαγωγής, διευκρινίζονται στην άδεια.

 

Ετήσιες ανάγκες: Αυτή η άδεια δεν αφορά συγκεκριμένο προϊόν εξαγωγής, αλλά ευρύτερη ομάδα προϊόντων (π.χ. χημικά και συναφή προϊόντα). Ο κάτοχος της άδειας μπορεί, έως ένα συγκεκριμένο όριο αξίας που καθορίζεται βάσει της προηγούμενης εξαγωγικής επίδοσής του, να εισάγει ατελώς οποιοδήποτε συντελεστή παραγωγής πρόκειται να χρησιμοποιήσει στην παραγωγή οποιουδήποτε είδους που υπάγεται στην εν λόγω ομάδα προϊόντων. Μπορεί να επιλέξει να εξάγει οποιοδήποτε προϊόν που υπάγεται στην ομάδα προϊόντων όπου χρησιμοποιούνται συντελεστές παραγωγής απαλλαγμένοι δασμών.

 

Ενδιάμεσες προμήθειες: Αυτό το επιμέρους καθεστώς καλύπτει περιπτώσεις όπου δύο κατασκευαστές σκοπεύουν να παράγουν ενιαίο εξαγωγικό προϊόν και να μοιραστούν τη διαδικασία παραγωγής. Ο κατασκευαστής-εξαγωγέας παράγει το ενδιάμεσο προϊόν. Μπορεί να εισάγει συντελεστές παραγωγής ατελώς και για τον σκοπό αυτό μπορεί να εξασφαλίζει AAS για τις ενδιάμεσες προμήθειες. Ο τελικός εξαγωγέας ολοκληρώνει την παραγωγή και είναι υποχρεωμένος να εξάγει το τελικό προϊόν.

 

Προβλεπόμενες εξαγωγές: Αυτό το επιμέρους καθεστώς επιτρέπει στην κύρια επιχείρηση να εισάγει ατελώς συντελεστές παραγωγής που είναι απαραίτητοι για να κατασκευαστούν προϊόντα που θα πωληθούν ως «προβλεπόμενες εξαγωγές» στις κατηγορίες πελατών που αναγράφονται στην παράγραφο 8.2 σημεία β) έως στ), ζ), θ) και ι) της πολιτικής EXIM 04-09. Σύμφωνα με την κυβέρνηση της Ινδίας, οι προβλεπόμενες εξαγωγές αναφέρονται στις συναλλαγές κατά τις οποίες τα αγαθά που προμηθεύονται δεν εγκαταλείπουν τη χώρα. Ορισμένες κατηγορίες προμήθειας θεωρούνται προβλεπόμενες εξαγωγές, με την προϋπόθεση ότι τα αγαθά παρασκευάζονται στην Ινδία, π.χ. προμήθεια αγαθών σε μια μονάδα εξαγωγικού προσανατολισμού ή σε μια εταιρεία που βρίσκεται σε ειδική οικονομική ζώνη.

 

Προκαταβολικές εντολές παράδοσης (ARO): Ο κάτοχος άδειας AAS που σκοπεύει να προμηθευτεί τους συντελεστές παραγωγής από εγχώριες πηγές και όχι με απευθείας εισαγωγή, έχει τη δυνατότητα να τους προμηθεύεται με ARO. Στις περιπτώσεις αυτές, οι προκαταβολικές άδειες επικυρώνονται ως ARO και οπισθογραφούνται για τον εγχώριο προμηθευτή κατά την παράδοση των συντελεστών παραγωγής που αναφέρονται σε αυτές. Η οπισθογράφηση των ARO παρέχει το δικαίωμα στον εγχώριο προμηθευτή να συμμετάσχει στα οφέλη των προβλεπόμενων εξαγωγών, όπως ορίζεται στην παράγραφο 8.3 της πολιτικής EXIM 04-09 (ήτοι καθεστώς AAS για τις ενδιάμεσες προμήθειες/προβλεπόμενες εξαγωγές, επιστροφή για τις προβλεπόμενες εξαγωγές και επιστροφή του τελικού ειδικού φόρου κατανάλωσης). Ο μηχανισμός ARO επιστρέφει φόρους και δασμούς στον προμηθευτή αντί να τους επιστρέφει στον τελευταίο εξαγωγέα υπό μορφή επιστροφής δασμών. Η επιστροφή φόρων/δασμών ισχύει τόσο για τους εγχώριους συντελεστές παραγωγής όσο και για τους εισαγόμενους.

 

Τριγωνικές εγχώριες πιστώσεις: Το εν λόγω επιμέρους καθεστώς καλύπτει επίσης εγχώριες προμήθειες σε κάτοχο άδειας AAS. Ο κάτοχος άδειας AAS μπορεί να απευθύνεται σε τράπεζα για το άνοιγμα εγχώριας πιστώσεως προς όφελος εγχώριου προμηθευτή. Η άδεια επικυρώνεται από την τράπεζα για άμεση εισαγωγή, μόνον όσον αφορά την αξία και τον όγκο των συντελεστών παραγωγής που προμηθεύονται από εγχώρια πηγή αντί να εισαχθούν. Ο εγχώριος προμηθευτής θα έχει τη δυνατότητα να αποκομίσει οφέλη από την προβλεπόμενη εξαγωγή, όπως ορίζεται στην παράγραφο 8.3 της πολιτικής EXIM 04-09 (ήτοι καθεστώς AAS για τις ενδιάμεσες προμήθειες/προβλεπόμενες εξαγωγές, επιστροφή για τις προβλεπόμενες εξαγωγές και επιστροφή του τελικού ειδικού φόρου κατανάλωσης).

(80)

Διαπιστώθηκε ότι, κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης, δύο συνεργαζόμενοι εξαγωγείς αποκόμισαν οφέλη στα πλαίσια δύο εκ των ανωτέρω επιμέρους καθεστώτων σε σχέση με το υπό εξέταση προϊόν, δηλαδή: i) ALS/AAS για πραγματικές εξαγωγές και ii) ALS για ενδιάμεσες προμήθειες. Συνεπώς, δεν ήταν απαραίτητο να διαπιστωθεί ο αντισταθμιστικός χαρακτήρας των υπόλοιπων επιμέρους καθεστώτων.

(81)

Ύστερα από την επιβολή του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού που ισχύει σήμερα, η κυβέρνηση της Ινδίας τροποποίησε το σύστημα επαλήθευσης που εφαρμόζεται στο ALS/AAS. Για λόγους επαλήθευσης από τις ινδικές αρχές, ένας κάτοχος AAS είναι υποχρεωμένος από το νόμο να τηρεί «πραγματικές και σύμφωνα με τον οριζόμενο τύπο καταχωρήσεις για την κατανάλωση και χρησιμοποίηση των εισαγόμενων εμπορευμάτων/των εμπορευμάτων που προμηθεύονται από την εγχώρια αγορά», με συγκεκριμένη μορφή (κεφάλαια 4.26, 4.30 και προσάρτημα 23 HOP I 04-09), δηλαδή ένα μητρώο πραγματικής κατανάλωσης. Αυτό το μητρώο πρέπει να ελέγχεται από εξωτερικό ορκωτό λογιστή, ο οποίος εκδίδει ένα πιστοποιητικό όπου δηλώνεται ότι τα συγκεκριμένα μητρώα και οι σχετικές καταχωρίσεις ελέγχθηκαν και ότι οι πληροφορίες που δόθηκαν σύμφωνα με το προσάρτημα 23 είναι αληθείς και σωστές από κάθε άποψη. Ωστόσο, οι ανωτέρω διατάξεις ισχύουν μόνο για AAS που εκδόθηκαν από τις 13 Μαΐου 2005 και μετά. Όσον αφορά όλες τις AAS ή ALS που εκδόθηκαν πριν από αυτή την ημερομηνία, οι κάτοχοι καλούνται να τηρούν τις διατάξεις επαλήθευσης που ίσχυαν προηγουμένως, δηλαδή να τηρούν πραγματικές και σύμφωνα με τον οριζόμενο τύπο καταχωρίσεις για την κατανάλωση και χρησιμοποίηση των εισαγόμενων εμπορευμάτων σε σχέση με κάθε άδεια, με τη μορφή που προσδιορίζεται στο προσάρτημα 18 (κεφάλαιο 4.30 και προσάρτημα 18 του HOP I 02-07).

(82)

Όσον αφορά τα επιμέρους καθεστώτα που χρησιμοποιήθηκαν κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης από τους δύο εξαγωγείς-παραγωγούς του δείγματος, δηλαδή τις πραγματικές εξαγωγές και τις ενδιάμεσες προμήθειες, τόσο οι επιτρεπόμενες εισαγωγές όσο και η υποχρέωση εξαγωγών καθορίζονται κατ’ όγκο και κατ’ αξία από την κυβέρνηση της Ινδίας και αναγράφονται στις άδειες. Επιπλέον, κατά την εισαγωγή και εξαγωγή, οι αντίστοιχες συναλλαγές πρέπει να αναγράφονται από τους κρατικούς υπαλλήλους στην άδεια. Ο όγκος των εισαγωγών που επιτρέπεται στα πλαίσια αυτού του καθεστώτος καθορίζεται από την κυβέρνηση της Ινδίας με βάση τους συνήθεις κανόνες εισαγωγών-εξαγωγών («SION»). Οι κανόνες SION εφαρμόζονται στα περισσότερα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του υπό εξέταση προϊόντος, και δημοσιεύονται στο HOP II 04-09.

(83)

Οι εισαγόμενοι συντελεστές παραγωγής δεν μπορούν να μεταβιβαστούν και πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος. Η υποχρέωση εξαγωγών πρέπει να εκπληρώνεται εντός προκαθορισμένης προθεσμίας μετά την έκδοση της άδειας (24 μήνες με δύο δυνατές παρατάσεις έξι μηνών η καθεμία).

3.2.4.4.   Σχόλια σχετικά με την ενημέρωση των μερών

(84)

Η κυβέρνηση της Ινδίας ισχυρίστηκε ότι διέθετε κατάλληλο σύστημα επαλήθευσης για το καθεστώς σύμφωνα με το προσάρτημα 23 του HOP I 04-09 και ότι δεν πραγματοποιήθηκε διαγραφή ποσού μεγαλύτερου του κανονικού στα πλαίσια εφαρμογής του ALS/AAS. Υποστήριξε ότι, κατά συνέπεια, το καθεστώς δεν ήταν αντισταθμίσιμο. Δεν προσκομίστηκαν νέα αποδεικτικά στοιχεία για την υποστήριξη των ισχυρισμών αυτών και, επομένως, το εν λόγω επιχείρημα απορρίφθηκε λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματα ότι κανένα επιμέρους καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού, καθώς δεν εφαρμοζόταν κατάλληλο σύστημα επαλήθευσης.

(85)

Επιπλέον, σύμφωνα με το παράρτημα II σημείο II.5 και το παράρτημα III σημείο II.3 του βασικού κανονισμού, στις περιπτώσεις όπου έχει διαπιστωθεί ότι δεν εφαρμόζεται κατάλληλο σύστημα επαλήθευσης, κάτι τέτοιο μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη διεξαγωγή περαιτέρω εξέτασης από τη χώρα εξαγωγής ώστε να αποδειχθεί κατά πόσο καταβλήθηκε ποσό μεγαλύτερο του κανονικού. Καθώς καμία τέτοια εξέταση δεν πραγματοποιήθηκε πριν από τις επισκέψεις επιτόπιου ελέγχου και καθώς δεν αποδείχθηκε ότι ελήφθησαν πληρωμές ποσού μεγαλύτερου του κανονικού, τα επιχειρήματα απορρίπτονται.

3.2.4.5.   Συμπέρασμα

(86)

Η απαλλαγή από τους εισαγωγικούς δασμούς ισοδυναμεί με επιδότηση κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, δηλαδή με χρηματοδοτική συνεισφορά της κυβέρνησης της Ινδίας που προσπόρισε όφελος στους εξαγωγείς.

(87)

Επιπλέον, τόσο το ALS/AAS, για τις πραγματικές εξαγωγές, όσο και το ALS, για τις ενδιάμεσες προμήθειες, εξαρτώνται διά νόμου από την επίτευξη εξαγωγικών επιδόσεων· και, επομένως, θεωρείται ότι έχουν ατομικό χαρακτήρα και είναι δυνατόν να αντισταθμιστούν, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Χωρίς δέσμευση για εξαγωγές, μια εταιρεία δεν μπορεί να αποκομίσει οφέλη από αυτά τα καθεστώτα.

(88)

Κανένα από τα δύο επιμέρους καθεστώτα που χρησιμοποιήθηκαν στην παρούσα περίπτωση, το ALS/AAS για πραγματικές εξαγωγές και το ALS για ενδιάμεσες προμήθειες, δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής σε περίπτωση υποκατάστασης, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν συμμορφώνονται με τους αυστηρούς κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i), στο παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών) και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού.

(89)

Όσον αφορά τον παραγωγό-εξαγωγέα που χρησιμοποίησε AAS, προέκυψε από την έρευνα ότι οι νέες απαιτήσεις επαλήθευσης που όρισαν οι ινδικές αρχές δεν είχαν ακόμη δοκιμαστεί στην πράξη, καθώς οι άδειες δεν είχαν ακόμη οριστικοποιηθεί κατά τη στιγμή της επαλήθευσης, και συνεπώς δεν ελέγχθηκαν σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζει η πολιτική EXIM. Επομένως, η εν λόγω εταιρεία δεν μπορούσε να αποδείξει ότι δεν πραγματοποιήθηκε διαγραφή ποσού εισαγωγικών δασμών μεγαλύτερου του κανονικού δυνάμει της συγκεκριμένης άδειας. Το συνολικό ποσό των εισαγωγικών δασμών που διαγράφηκαν δυνάμει της εν λόγω άδειας θεωρούνται επομένως επιδότηση.

(90)

Η κυβέρνηση της Ινδίας δεν εφάρμοσε αποτελεσματικά το σύστημα ή τη διαδικασία επαλήθευσης για να επιβεβαιωθεί εάν και σε ποιο βαθμό καταναλώθηκαν συντελεστές παραγωγής κατά την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος (παράρτημα ΙΙ σημείο II.4 του βασικού κανονισμού και, στην περίπτωση καθεστώτων επιστροφής λόγω υποκατάστασης, παράρτημα ΙΙΙ σημείο II.2 του βασικού κανονισμού). Οι κανόνες SION αυτοί καθ’ εαυτούς δεν μπορούν να θεωρηθούν σύστημα επαλήθευσης της πραγματικής κατανάλωσης, εφόσον οι συντελεστές παραγωγής που εισήχθησαν ατελώς δυνάμει εγκρίσεων/αδειών με διαφορετικές αποδόσεις SION αναμειγνύονται στην ίδια παραγωγική διαδικασία για ένα εξαγόμενο προϊόν. Αυτού του είδους η διαδικασία δεν επιτρέπει στην κυβέρνηση της Ινδίας να επαληθεύσει με αρκετή ακρίβεια το ποσό των συντελεστών παραγωγής που καταναλώθηκαν στην παραγωγή εξαγωγής και με ποιους κανόνες SION αναφοράς πρέπει να συγκρίνονται.

(91)

Επιπλέον, η κυβέρνηση της Ινδίας δεν διενήργησε ούτε έχει ακόμη ολοκληρώσει έναν αποτελεσματικό έλεγχο, με βάση ένα βιβλίο πραγματικής κατανάλωσης που έχει τηρηθεί ορθά. Επίσης, η κυβέρνηση της Ινδίας δεν διεξήγαγε περαιτέρω εξέταση με βάση τους πραγματικούς συντελεστές παραγωγής, παρόλο που κάτι τέτοιο θα έπρεπε κανονικά να γίνει εφόσον δεν εφαρμοζόταν αποτελεσματικά ένα σύστημα επαλήθευσης (παράρτημα II σημείο II.5 και παράρτημα III σημείο II.3 του βασικού κανονισμού).

(92)

Επομένως, αυτά τα δύο επιμέρους καθεστώτα είναι αντισταθμίσιμα.

3.2.4.6.   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(93)

Δεδομένου ότι δεν εφαρμόζεται επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμών ή επιστροφής σε περίπτωση υποκατάστασης, το αντισταθμίσιμο όφελος είναι το ποσό των συνολικών εισαγόμενων δασμών που διαγράφηκαν και κανονικά οφείλονται κατά την εισαγωγή των συντελεστών παραγωγής. Ως προς αυτό, σημειώνεται ότι ο βασικός κανονισμός δεν προβλέπει μόνο την αντιστάθμιση μιας διαγραφής ποσού εισαγωγικών δασμών μεγαλύτερου του κανονικού. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και το παράρτημα Ι σημείο i) του βασικού κανονισμού μόνο μια διαγραφή ποσού εισαγωγικών δασμών μεγαλύτερου του κανονικού μπορεί να αντισταθμιστεί, με την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι όροι των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Ωστόσο, αυτοί οι όροι δεν εκπληρώθηκαν στην παρούσα περίπτωση. Έτσι, αν δεν εφαρμόζεται επαρκής διαδικασία παρακολούθησης, η ανωτέρω εξαίρεση για τα καθεστώτα επιστροφής δασμών δεν εφαρμόζεται και ισχύει ο συνήθης κανόνας της αντιστάθμισης του ποσού των μη καταβεβλημένων δασμών (διαφυγόντων εσόδων), αντί οποιασδήποτε διαγραφής ποσού μεγαλύτερου του κανονικού. Όπως ορίζεται στα παραρτήματα ΙΙ σημείο II και ΙΙΙ σημείο II του βασικού κανονισμού, δεν είναι υποχρεωμένη η αρχή που πραγματοποιεί την έρευνα να υπολογίσει αυτή τη διαγραφή ποσού μεγαλύτερου του κανονικού. Αντίθετα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού, οφείλει μόνο να παρουσιάσει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για να αντικρούσει την καταλληλότητα ενός υποτιθέμενου συστήματος επαλήθευσης.

(94)

Το ποσό της επιδότησης υπολογίζεται με βάση το ποσό των διαφυγόντων εισαγωγικών δασμών (βασικός τελωνειακός δασμός και ειδικός πρόσθετος τελωνειακός δασμός) επί των εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής στα πλαίσια των δύο επιμέρους καθεστώτων που χρησιμοποιούνται για το υπό εξέταση προϊόν κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, τα έξοδα που προέκυψαν αναγκαστικά για την απόκτηση της επιδότησης μειώθηκαν από το ποσό της επιδότησης, στις περιπτώσεις όπου υποβλήθηκαν αιτιολογημένες αιτήσεις. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, αυτό το ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε επί του κύκλου εργασιών των εξαγωγών που προέκυψε από το υπό εξέταση προϊόν κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης ως κατάλληλος παρονομαστής, γιατί η επιδότηση εξαρτάται από τις εξαγωγικές επιδόσεις και δεν χορηγήθηκε σε συνάρτηση με τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(95)

Υποβλήθηκαν διάφορα σχόλια σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες υπολογισμού του κέρδους στα πλαίσια του καθεστώτος ALS/AAS. Στις περιπτώσεις που τα σχόλια αυτά κρίθηκαν δικαιολογημένα, οι υπολογισμοί προσαρμόστηκαν αντίστοιχα

(96)

Αντίθετα προς την άποψη ορισμένων παραγωγών-εξαγωγέων, ακόμη και το κέρδος ALS/AAS που προέκυψε από εξαγωγικά προϊόντα εκτός του υπό εξέταση προϊόντος έπρεπε να εξεταστεί κατά τον καθορισμό του ποσού του αντισταθμίσιμου κέρδους. Στα πλαίσια του καθεστώτος ALS/AAS, δεν υπάρχει υποχρέωση που περιορίζει τη χρήση του κέρδους για την εισαγωγή ατελώς των συντελεστών παραγωγής που συνδέονται με συγκεκριμένο προϊόν. Κατά συνέπεια, το υπό εξέταση προϊόν μπορεί να επωφεληθεί από όλα τα κέρδη ALS/AAS που προκύπτουν.

(97)

Δύο εταιρείες του δείγματος επωφελήθηκαν από το ALS ή το AAS, με το όφελος να κυμαίνεται μεταξύ 0,21 % και 1,74 %.

3.2.5.   Ελεύθερες βιομηχανικές ζώνες εξαγωγών/μονάδες με εξαγωγικό προσανατολισμό (ΕΒΖΕ/ΜΕΠ)

(98)

Διαπιστώθηκε ότι κανένας από τους συνεργαζόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν βρίσκεται σε ειδική οικονομική ζώνη ή σε ΕΒΖΕ ή είχε καθεστώς ΜΕΠ. Επομένως, δεν ήταν απαραίτητη η περαιτέρω ανάλυση αυτού του καθεστώτος στα πλαίσια αυτής της έρευνας.

3.2.6.   Καθεστώς απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος (ITES)

(99)

Σύμφωνα με αυτό το καθεστώς, οι εξαγωγείς μπορούν να αποκομίσουν το όφελος μιας μερικής απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος επί των κερδών που προέρχονται από εξαγωγικές πωλήσεις. Η νομική βάση για αυτή την απαλλαγή ορίστηκε στο άρθρο 80HHC του νόμου περί φόρου εισοδήματος (ITA).

(100)

Αυτή η διάταξη καταργήθηκε για το έτος αξιολόγησης 2005-2006 (δηλαδή το οικονομικό έτος από την 1η Απριλίου 2004 έως τις 31 Μαρτίου 2005) και τα επόμενα και, συνεπώς, το 80HHC του νόμου περί φόρου εισοδήματος δεν παρέχει οποιαδήποτε οφέλη μετά τις 31 Μαρτίου 2004. Κανένας από τους συνεργαζόμενους εξαγωγείς-παραγωγούς αποκόμισε οφέλη στα πλαίσια αυτού του καθεστώτος κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας επανεξέτασης. Επομένως, δεν ήταν απαραίτητη η περαιτέρω ανάλυση αυτού του καθεστώτος στα πλαίσια αυτής της έρευνας.

3.2.7.   Καθεστώς επιστροφής δασμών (DDS)

3.2.7.1.   Νομική βάση

(101)

Το πρόγραμμα βασίζεται στην Ενότητα 75 του Τελωνειακού Νόμου του 1962, στην ενότητα 37 παράγραφος 2 σημείο xvi) του νόμου περί ειδικού φόρου κατανάλωσης του 1944 και στις ενότητες 93A και 94 του νόμου περί προϋπολογισμού του 1994.

3.2.7.2.   Επιλεξιμότητα

(102)

Κάθε εξαγωγέας είναι επιλέξιμος στα πλαίσια αυτού του καθεστώτος.

3.2.7.3.   Πρακτική εφαρμογή

(103)

Υπάρχουν δύο είδη συντελεστών επιστροφής δασμών που όρισε η κυβέρνηση της Ινδίας – οι συντελεστές που ισχύουν για το σύνολο των βιομηχανικών κλάδων, οι οποίοι εφαρμόζονται αυτοτελώς σε όλους τους εξαγωγείς ενός συγκεκριμένου προϊόντος και οι συντελεστές που ισχύουν για ένα εμπορικό σήμα, οι οποίοι εφαρμόζονται σε εταιρική βάση για προϊόντα που δεν καλύπτονται από τους συντελεστές που ισχύουν για το σύνολο των βιομηχανικών κλάδων. Το πρώτο είδος (συντελεστής που ισχύει για το σύνολο των βιομηχανικών κλάδων) είναι αυτό που σχετίζεται με το υπό εξέταση προϊόν.

(104)

Οι συντελεστές επιστροφής δασμών που ισχύουν για το σύνολο των βιομηχανικών κλάδων υπολογίζονται ως ποσοστό της αξίας των προϊόντων που εξάγονται στα πλαίσια του εν λόγω καθεστώτος. Αυτοί οι συντελεστές επιστροφής δασμών που ισχύουν για το σύνολο των βιομηχανικών κλάδων καθορίστηκαν από τις ινδικές αρχές για διάφορα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του υπό εξέταση προϊόντος. Καθορίζονται με βάση τους υποτιθέμενους έμμεσους φόρους και τις εισαγωγικές επιβαρύνσεις επί αγαθών και υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγική διαδικασία του εξαγόμενου προϊόντος (εισαγωγικοί δασμοί, ειδικός φόρος κατανάλωσης, φόρος παροχής υπηρεσιών κ.λπ.), συμπεριλαμβανομένων των υποτιθέμενων έμμεσων φόρων και εισαγωγικών επιβαρύνσεων επί αγαθών και υπηρεσιών για την κατασκευή συντελεστών παραγωγής, ανεξάρτητα από το αν αυτοί οι φόροι έχουν πράγματι καταβληθεί ή όχι. Το ποσό του DDS υπόκειται σε μέγιστο ανώτατο όριο τιμής του εξαγόμενου προϊόντος ανά μονάδα. Αν η εταιρεία μπορεί να ανακτήσει κάποιους από τους εν λόγω δασμούς από το σύστημα CENVAT, τότε ο συντελεστής επιστροφής είναι χαμηλότερος.

(105)

Οι συντελεστές επιστροφής δασμών επί του υπό εξέταση προϊόντος αναθεωρήθηκαν πολλές φορές κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης. Μέχρι την 1η Απριλίου 2007, οι ισχύοντες συντελεστές κυμαίνονταν μεταξύ 6,4 % και 6,9 % ανάλογα με τον τύπο προϊόντος, ενώ μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου 2007 μεταξύ 9,1 % και 9,8 %. Στις 13 Δεκεμβρίου 2007, δηλαδή μετά τη λήξη της περιόδου της έρευνας επανεξέτασης, οι συντελεστές επιστροφής αυξήθηκαν και κυμαίνονταν μεταξύ 10,1 % και 10,3 % και αυτή η αύξηση εφαρμόστηκε αναδρομικά σε εισαγωγές από την 1η Σεπτεμβρίου 2007, δηλαδή εντός της περιόδου της έρευνας επανεξέτασης.

(106)

Για να είναι μια εταιρεία επιλέξιμη στα πλαίσια αυτού του καθεστώτος, πρέπει να εξάγει προϊόντα. Ο εξαγωγέας πρέπει να υποβάλει δήλωση στις ινδικές αρχές στην οποία θα αναγράφεται ότι η εξαγωγή πραγματοποιείται στα πλαίσια του DDS κατά την εξαγωγική συναλλαγή. Για την εξαγωγή των προϊόντων, οι ινδικές τελωνειακές αρχές εκδίδουν, κατά τη διαδικασία αποστολής, τιμολόγιο για φορτωθέντα προς εξαγωγή εμπορεύματα. Το έγγραφο αυτό αναφέρει, μεταξύ άλλων, το ποσό του DDS που πρόκειται να χορηγηθεί για την εν λόγω εξαγωγική συναλλαγή. Έτσι ο εξαγωγέας γνωρίζει το κέρδος που θα αποκομίσει και το καταλογίζει στους λογαριασμούς ως απαίτηση. Ύστερα από την έκδοση τιμολογίου για φορτωθέντα προς εξαγωγή εμπορεύματα από τις τελωνειακές αρχές, η κυβέρνηση της Ινδίας δεν έχει δικαίωμα χορήγησης DDS. Ο σχετικός συντελεστής DDS για τον υπολογισμό του οφέλους είναι συνήθως εκείνος που εφαρμόζεται κατά τη στιγμή της υποβολής της δήλωσης εξαγωγής. Μια αναδρομική αύξηση των συντελεστών επιστροφής πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης, η οποία ελήφθη υπόψη κατά τον υπολογισμό του ποσού της επιδότησης.

3.2.7.4.   Σχόλια σχετικά με την ενημέρωση των μερών

(107)

Διάφορα μέρη υποστήριξαν ότι το DDS δεν μπορεί να αντισταθμιστεί κατά την έρευνα αυτή γιατί δεν αναγράφεται συγκεκριμένα στα ερωτηματολόγια αντεπιδοτήσεων που δημοσιεύτηκαν κατά την έναρξη της έρευνας. Το εν λόγω επιχείρημα απορρίπτεται για τους παρακάτω λόγους. Σκοπός της παρούσας έρευνας επανεξέτασης σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση έναρξης είναι το «επίπεδο επιδότησης» που έχει προσπορίσει κέρδος στους παραγωγούς-εξαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος, δηλαδή περιλαμβάνει όλα τα καθεστώτα επιδότησης που διαχειρίζεται η κυβέρνηση της Ινδίας.

(108)

Υποστήριξαν ότι το DDS δεν εξαρτιόταν από την επίτευξη εξαγωγικών επιδόσεων γιατί το κέρδος που προκύπτει στα πλαίσια του εν λόγω καθεστώτος δεν σχετιζόταν με το επίπεδο εξαγωγών που πραγματοποιούνται από τους εξαγωγείς. Το επιχείρημα αυτό απορρίπτεται, γιατί το κέρδος στα πλαίσια του DDS δύναται να ζητηθεί μόνο αν τα εμπορεύματα εξάγονται, πράγμα το οποίο επαρκεί για την εκπλήρωση του κριτηρίου επίτευξης εξαγωγικής επίδοσης που διατυπώνεται στο άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Σύμφωνα με το συμπέρασμα αυτό, δεν είναι απαραίτητη η ανάλυση του επιχειρήματος ότι το DDS δεν είναι έχει ατομικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφοι 2 και 3 του βασικού κανονισμού.

(109)

Η κυβέρνηση της Ινδίας ισχυρίστηκε ότι το DDS είναι ένα σύστημα επιστροφής δασμού που συμμορφώνεται προς τις διατάξεις του βασικού κανονισμού, η διαδικασία καθορισμού των συντελεστών επιστροφής δασμών που ισχύουν για το σύνολο των βιομηχανικών κλάδων ήταν λογική, αποτελεσματική και στηριζόμενη σε γενικά αποδεκτές εμπορικές πρακτικές στη χώρα εξαγωγής σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ παράγραφος 4 και το παράρτημα ΙΙΙ παράγραφος 2. Όπως διατυπώνεται επίσης στην ανωτέρω αιτιολογική σκέψη 103, η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει μια επί του συνόλου των βιομηχανικών κλάδων εκτίμηση των συντελεστών παραγωγής που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή και των εισαγωγικών δασμών και έμμεσων φόρων που καταβλήθηκαν. Ωστόσο, η διαδικασία αυτή δεν ήταν επαρκώς ακριβής ακόμη και κατά την άποψη της κυβέρνησης της Ινδίας. Πράγματι, η κυβέρνηση της Ινδίας επιβεβαίωσε ότι υπήρχε ένα στοιχείου καθορισμού μέσης τιμής, πράγμα το οποίο θα μπορούσε να συνεπάγεται ότι το πραγματικό ποσό επιστροφής που καταβλήθηκε ήταν μεγαλύτερο από το ποσό των δασμών που καταβλήθηκαν πραγματικά. Επίσης, η κυβέρνηση της Ινδίας δεν διεξήγαγε περαιτέρω εξέταση με βάση τους πραγματικούς συντελεστές παραγωγής, παρόλο που κάτι τέτοιο θα έπρεπε κανονικά να γίνει εφόσον δεν εφαρμοζόταν αποτελεσματικά ένα σύστημα επαλήθευσης (παράρτημα II σημείο II.5 και παράρτημα III σημείο II.3), ούτε απέδειξε ότι δεν πραγματοποιήθηκε διαγραφή ποσού μεγαλύτερου του κανονικού. Η υποτιθέμενη παράλληλη επαλήθευση των τεχνικών δειγματοληψίας που διατυπώνονται στο βασικό κανονισμού δεν θεωρείται σχετική προς το θέμα, καθώς αναφέρεται σαφώς στις έρευνες αντεπιδοτήσεων και δεν αποτελεί μέρος των κριτηρίων που διατυπώνονται στα παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ. Επομένως, τα επιχειρήματα αυτά απορρίπτονται.

(110)

Εκφράστηκε επίσης η άποψη ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι πραγματοποιήθηκε διαγραφή ποσού μεγαλύτερου του κανονικού λόγω του ότι στο καθεστώς DDS η κυβέρνηση της Ινδίας δεν συμπεριέλαβε όλους τους έμμεσους φόρους που καταβάλλονται στην Ινδία στα πλαίσια του DDS αλλά μόνο τους κεντρικούς έμμεσους φόρους. Το επιχείρημα αυτό απορρίπτεται, γιατί σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ σημείο II.4 και το παράρτημα ΙΙΙ σημείο II.2, οι διαγραφές ποσού μεγαλύτερου του κανονικού πρέπει να αξιολογούνται στα πλαίσια συγκεκριμένου καθεστώτος επιδότησης.

3.2.7.5.   Συμπέρασμα

(111)

Το DDS χορηγεί επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Το ποσό της επιστροφής δασμών ισοδυναμεί με τα διαφυγόντα έσοδα του κράτους, που σε διαφορετική περίπτωση θα συλλέγονταν και θα καταβάλλονταν στην κυβέρνηση της Ινδίας. Επιπλέον, το DDS στις εξαγωγές προσπορίζει όφελος στον εξαγωγέα.

(112)

Το DDS εξαρτάται διά νόμου από την επίτευξη εξαγωγικών επιδόσεων· επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμο, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α του βασικού κανονισμού.

(113)

Διάφορα μέρη που συμμετείχαν στη διαδικασία υποστήριξαν ότι το DDS είναι ένα σύστημα επιστροφής δασμών που συνάδει με τις διατάξεις του βασικού κανονισμού και κατά συνέπεια το σχετικό όφελος που αποκομίζεται δεν πρέπει να αντισταθμίζεται.

(114)

Από την έρευνα προέκυψε ότι αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα διαγραφής πληρωμής που παραχωρείται σε σχέση με προανακύψαντες σωρευτικούς έμμεσους φόρους ή επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν είναι σύμφωνο με τους αυστηρούς κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι στοιχεία η) και θ), στο παράρτημα ΙΙ (κατευθυντήριες γραμμές για την κατανάλωση των συντελεστών παραγωγής), και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού. Ένας εξαγωγέας δεν υποχρεούται: i) να τηρεί λογαριασμό των δασμών και φόρων που καταβλήθηκαν επί αγαθών που εισήγαγε ή αγόρασε στην εγχώρια αγορά ή επί ενσωματωμένων υπηρεσιών, ή ii) να καταναλώνει πράγματι αυτά τα αγαθά και τις υπηρεσίες στην παραγωγική διαδικασία, και iii) το ποσό της επιστροφής δεν υπολογίζεται σε σχέση με τους πραγματικούς συντελεστές παραγωγής που χρησιμοποιήθηκαν από τον εξαγωγέα και τους δασμούς και φόρους που πραγματικά καταβλήθηκαν.

(115)

Επιπλέον, δεν εφαρμόζεται κάποιο σύστημα ή διαδικασία ώστε να επιβεβαιώνεται ποιοι συντελεστές παραγωγής καταναλώνονται στην παραγωγική διαδικασία του εξαγόμενου προϊόντος ή κατά πόσο έχει επιστραφεί ποσό μεγαλύτερο του κανονικού για τους εγχώριους έμμεσους φόρους, κατά την έννοια του στοιχείου η) του παραρτήματος Ι και του παραρτήματος ΙΙ του βασικού κανονισμού ή για τους εισαγωγικούς δασμούς, κατά την έννοια του στοιχείου θ) του παραρτήματος Ι και των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού.

(116)

Τέλος, ένας εξαγωγέας είναι επιλέξιμος να επωφελείται από το DDS, ανεξάρτητα από το εάν εισάγει ή αγοράζει στην εγχώρια αγορά οποιουσδήποτε συντελεστές παραγωγής ή όχι και από το αν έχει καταβάλει δασμούς ή φόρους επί αυτών των αγορών. Προκειμένου ένας εξαγωγέας να επωφεληθεί από το καθεστώς, αρκεί απλώς να εξάγει εμπορεύματα χωρίς να αποδεικνύει ότι έγινε εισαγωγή κάποιου συντελεστή παραγωγής ή ότι αγοράστηκε στην εγχώρια αγορά οποιοσδήποτε συντελεστής παραγωγής ή υπηρεσία και ότι έχουν καταβληθεί εισαγωγικοί δασμοί ή εγχώριοι έμμεσοι φόροι. Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει διαφορά στον συντελεστή επιστροφής αν μια εταιρεία αναλαμβάνει όλα τα στάδια παραγωγής των συντελεστών παραγωγής και του υπό εξέταση προϊόντος ή αν είναι απλώς έμπορος-εξαγωγέας.

3.2.7.6.   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(117)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 και το άρθρο 5 του βασικού κανονισμού, το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων υπολογίστηκε με βάση το κέρδος που προσπορίστηκε ο δικαιούχος, το οποίο διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας επανεξέτασης. Ως προς αυτό, θεωρήθηκε ότι ο δικαιούχος προσπορίζεται όφελος κατά τη στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής βάσει αυτού του καθεστώτος. Από εκείνη τη στιγμή, η κυβέρνηση της Ινδίας υποχρεούται να καταβάλει το ποσό της επιστροφής στους αντίστοιχους εξαγωγείς, πράγμα το οποίο αποτελεί χρηματοδοτική συνεισφορά κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) του βασικού κανονισμού. Από τη στιγμή που οι τελωνειακές αρχές εκδώσουν τιμολόγιο για φορτωθέντα προς εξαγωγή εμπορεύματα, το οποίο αναφέρει, μεταξύ άλλων, το ποσό του DDS που πρόκειται να χορηγηθεί για την εν λόγω εξαγωγική συναλλαγή, η κυβέρνηση της Ινδίας δεν έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει για τη χορήγηση ή μη της επιδότησης. Επιπλέον, οι συνεργαζόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς καταλόγισαν το DDS βάσει της αυτοτέλειας των χρήσεων ως έσοδο κατά τη στιγμή κάθε εξαγωγικής συναλλαγής.

(118)

Για να ληφθεί υπόψη ο αντίκτυπος της αναδρομικής αύξησης στους συντελεστές, η αξία της πίστωσης DDS που καταχωρήθηκε για εξαγωγές που πραγματοποιήθηκαν από 1 έως 30 Σεπτεμβρίου 2007 αυξήθηκε όποτε κρίθηκε αναγκαίο, καθώς το πραγματικό όφελος που θα δικαιούνται να αποκομίσουν οι εταιρείες από την κυβέρνηση της Ινδίας είναι υψηλότερο από αυτό που ζητείται επίσημα κατά τη στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής.

(119)

Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, αυτό το ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε επί του συνολικού κύκλου εργασιών των εξαγωγών κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης ως παρονομαστής, γιατί η επιδότηση εξαρτάται από τις εξαγωγικές επιδόσεις και δεν χορηγήθηκε σε συνάρτηση με τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(120)

Επτά εταιρείες του δείγματος υπέβαλαν αιτήσεις, καθώς αν και επωφελήθηκαν από το DDS, δεν πραγματοποιήθηκε καμία διαγραφή ποσού μεγαλύτερου του κανονικού, διότι το ποσό των φόρων ή των εισαγωγικών δασμών που συγκέντρωσαν ήταν μεγαλύτερο των ποσών επιστροφής. Αποφασίστηκε η απόρριψη αυτών των αιτήσεων. Στις αιτιολογικές σκέψεις 0 και 0, το συμπέρασμα ήταν ότι η κυβέρνηση της Ινδίας δεν διέθετε επαρκές σύστημα επαλήθευσης όπως ορίζεται στα παραρτήματα Ι, ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Η έρευνα έδειξε επίσης ότι οι εταιρείες δεν τηρούσαν οποιαδήποτε μητρώα κατανάλωσης ή οποιοδήποτε άλλο σύστημα εσωτερικής αναφοράς ώστε να δικαιολογήσουν πιθανές διαγραφές ποσού μεγαλύτερου του κανονικού. Αυτές οι εκθέσεις δημιουργήθηκαν από τις εταιρείες κατά τη διάρκεια επισκέψεων επιτόπιου ελέγχου και σε μεγάλο βαθμό περιλαμβάνουν τους φόρους που καταβλήθηκαν γενικά από τις εταιρείες.

(121)

Δεδομένου ότι δεν εφαρμόζεται επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμών ή επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης, το αντισταθμίσιμο όφελος είναι η διαγραφή του συνολικού ποσού της επιστροφής δασμών που συγκεντρώθηκε στα πλαίσια του DDS. Αντίθετα προς την άποψη που εξέφρασε η κυβέρνηση της Ινδίας, η Texprocil και ορισμένοι εξαγωγείς, ο βασικός κανονισμός δεν προβλέπει μόνο την αντιστάθμιση μιας διαγραφής ποσού εισαγωγικών δασμών μεγαλύτερου του κανονικού. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και το παράρτημα Ι σημείο i) του βασικού κανονισμού, μόνο μια διαγραφή ποσού εισαγωγικών δασμών μεγαλύτερου του κανονικού μπορεί να αντισταθμιστεί, με την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι όροι των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Ωστόσο, αυτοί οι όροι δεν εκπληρώθηκαν στην παρούσα περίπτωση. Έτσι, αν δεν εφαρμόζεται επαρκής διαδικασία επαλήθευσης, η ανωτέρω εξαίρεση για τα καθεστώτα επιστροφής δασμών δεν εφαρμόζεται και ισχύει ο συνήθης κανόνας της αντιστάθμισης του ποσού της επιστροφής δασμών, αντί οποιασδήποτε διαγραφής ποσού μεγαλύτερου του κανονικού. Όπως ορίζεται στα παραρτήματα ΙΙ σημείο II και ΙΙΙ σημείο II του βασικού κανονισμού, δεν είναι υποχρεωμένη η αρχή που πραγματοποιεί την έρευνα να υπολογίσει αυτή τη διαγραφή ποσού μεγαλύτερου του κανονικού. Αντίθετα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού, οφείλει μόνο να παρουσιάσει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για να αντικρούσει την καταλληλότητα ενός υποτιθέμενου συστήματος επαλήθευσης. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι, εφόσον δεν εφαρμόζεται αποτελεσματικά ένα σύστημα επαλήθευσης, οι ινδικές αρχές πρέπει να διεξάγουν πρόσθετη εξέταση εγκαίρως, δηλαδή κανονικά πριν από την επιτόπια επαλήθευση κατά τη διάρκεια έρευνας αντισταθμιστικού δασμού.

(122)

Αντίθετα προς την άποψη ορισμένων παραγωγών-εξαγωγέων, ακόμη και το κέρδος DDS που προέκυψε από εξαγωγικά προϊόντα εκτός του υπό εξέταση προϊόντος έπρεπε να εξεταστεί κατά τον καθορισμό του ποσού του αντισταθμίσιμου κέρδους. Στα πλαίσια του DDS, δεν υπάρχει υποχρέωση που περιορίζει τη χρήση του κέρδους σε συγκεκριμένο προϊόν. Κατά συνέπεια, το υπό εξέταση προϊόν μπορεί να επωφεληθεί από όλα τα κέρδη DDS που προκύπτουν.

(123)

Όλες οι εταιρείες του δείγματος επωφελήθηκαν από το DDS κατά τη διάρκεια της έρευνας επανεξέτασης με τα περιθώρια επιδότησης να κυμαίνονται μεταξύ 1,45 % και 7,64 %.

3.2.8.   Καθεστώς χρηματοδότησης τεχνολογικής αναβάθμισης (TUFS)

3.2.8.1.   Νομική βάση

(124)

To TUFS υιοθετήθηκε με ψήφισμα του Υπουργείου Κλωστοϋφαντουργίας, της κυβέρνησης της Ινδίας, που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ινδίας, έκτακτο μέρος Ι, ενότητα Ι, στις 31 Μαρτίου 1999 («ψήφισμα»). Το καθεστώς εγκρίθηκε για ισχύ από 1ης Απριλίου 1999 έως 31 Μαρτίου 2004. Η διάρκεια ισχύος του παρατάθηκε μέχρι τις 31 Μαρτίου 2007 και στη συνέχεια παρατάθηκε εκ νέου μέχρι το τέλος της περιόδου της έρευνας επανεξέτασης.

3.2.8.2.   Επιλεξιμότητα

(125)

Οι υπάρχοντες ή οι νέοι παραγωγοί στον τομέα της επεξεργασίας βαμβακιού, κλωστοϋφαντουργίας και βιομηχανίας γιούτας έχουν το δικαίωμα να επωφεληθούν από το εν λόγω καθεστώς.

3.2.8.3.   Πρακτική εφαρμογή

(126)

Σκοπός του καθεστώτος είναι η παροχή ενίσχυσης για τον εκσυγχρονισμό της τεχνολογίας στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας και της βιομηχανίας γιούτας, συμπεριλαμβανομένων μονάδων για την επεξεργασία ινών, νημάτων, υφασμάτων, ενδυμάτων και έτοιμων ειδών κλωστοϋφαντουργίας. Το καθεστώς προβλέπει διάφορα είδη οφελών υπό τη μορφή επιδότησης κεφαλαίου, επιδότησης επιτοκίου ή κάλυψης διακύμανσης τιμών συναλλάγματος για δάνεια σε ξένο νόμισμα. Τα προγράμματα που περιλαμβάνει το καθεστώς διαφοροποιούνται μεταξύ των τομέων κλωστοϋφαντουργίας και βιομηχανίας γιούτας και των τομέων μηχανοκίνητου και χειροκίνητου αργαλειού. Το TUFS περιλαμβάνει τα παρακάτω προγράμματα:

α)

5 % επιστροφή του κανονικού επιτοκίου που επιβάλλεται από το πιστωτικό ίδρυμα σε δάνειο σε ρουπίες· ή

β)

κάλυψη κατά 5 % της διακύμανσης των τιμών συναλλάγματος (τόκος και επιστροφή) από το βασικό επιτόκιο σε δάνειο σε ξένο νόμισμα· ή

γ)

15 % πίστωση συνδεδεμένη με επιδότηση κεφαλαίου για τον τομέα κλωστοϋφαντουργίας και γιούτας· ή

δ)

20 % πίστωση συνδεδεμένη με επιδότηση κεφαλαίου για τον τομέα μηχανοκίνητου αργαλειού· ή

ε)

5 % επιστροφή επιτοκίου και 10 % επιδότηση κεφαλαίου, για συγκεκριμένα μηχανήματα επεξεργασίας· και

στ)

25 % επιδότηση κεφαλαίου επί αγοράς νέων μηχανημάτων και εξοπλισμού για τις λειτουργίες πριν από τη χρήση και μετά τη χρήση του αργαλειού, των χειροκίνητων αργαλειών/αναβάθμισης χειροκίνητων αργαλειών και εξοπλισμών δοκιμών και ελέγχου ποιότητας, για μονάδες παραγωγής χειροκίνητων αργαλειών.

(127)

Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι δύο εταιρείες του δείγματος επωφελήθηκαν από το TUFS για την αγορά μηχανημάτων που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος. Αυτές οι εταιρείες χρησιμοποίησαν, αντίστοιχα, τα δάνεια με επιστροφή επιτοκίου [καθεστώς (α)] και την επιδότηση κεφαλαίου 10 % για μηχανήματα επεξεργασίας σε συνδυασμό με την επιστροφή επιτοκίου 5 % [καθεστώς (ε)].

(128)

Το ψήφισμα παρέχει έναν κατάλογο με τα είδη μηχανημάτων, η αγορά των οποίων επιδοτείται στα πλαίσια του TUFS. Για να επωφεληθούν οι εταιρείες από το TUFS, υποβάλλουν αίτηση σε εμπορικές τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα, που χορηγούν δάνεια σε εταιρείες βάσει της δικής τους ανεξάρτητης αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας των δανειοληπτών. Αν ο δανειολήπτης δικαιούται επιδότηση επιτοκίου σύμφωνα με το καθεστώς, οι εμπορικές τράπεζες παραπέμπουν την αίτηση σε μια «κομβική υπηρεσία» που εν συνεχεία στέλνει το παρεχόμενο ποσό σε κάθε εμπορική τράπεζα. Τέλος, οι εμπορικές τράπεζες πιστώνουν τον λογαριασμό του δανειολήπτη με τα ποσά που λήφθηκαν κατά αυτόν τον τρόπο. Οι «κομβικές υπηρεσίες» αποζημιώνονται από το Υπουργείο Κλωστοϋφαντουργίας, της κυβέρνησης της Ινδίας. Η κυβέρνηση της Ινδίας θέτει τα απαιτούμενα κεφάλαια στη διάθεση των κομβικών υπηρεσιών σε τριμηνιαία βάση.

3.2.8.4.   Σχόλια σχετικά με την ενημέρωση των μερών

(129)

Δεν ελήφθησαν σχόλια από ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με το καθεστώς αυτό.

3.2.8.5.   Συμπέρασμα

(130)

Το TUFS συνιστά επιδότηση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i), καθώς αφορά άμεση μεταφορά κεφαλαίων από την κυβέρνηση υπό τη μορφή επιχορήγησης. Η επιδότηση προσπορίζει όφελος μειώνοντας τα έξοδα χρηματοδότησης και επιτοκίου για την αγορά του μηχανήματος.

(131)

Η επιδότηση θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και κατά συνέπεια είναι αντισταθμίσιμη σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, εφόσον παρέχεται συγκεκριμένα σε έναν τομέα βιομηχανίας ή σε μια ομάδα βιομηχανικών κλάδων, συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής του υπό εξέταση προϊόντος.

3.2.8.6.   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(132)

Το ποσό της επιδότησης κεφαλαίου υπολογίστηκε, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, με βάση το ποσό που αποταμιεύθηκε από τους δικαιούχους επί του μηχανήματος που αγοράστηκε, κατά τη διάρκεια περιόδου που αντιστοιχεί στην πραγματική περίοδο απόσβεσης των εν λόγω κεφαλαιουχικών αγαθών. Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, το ποσό που υπολογίζεται κατ’ αυτό τον τρόπο και καταλογίζεται στην περίοδο της έρευνας επανεξέτασης προσαρμόστηκε με την προσθήκη του τόκου που αντιστοιχεί στην εν λόγω περίοδο, έτσι ώστε να αντικατοπτρίζεται η συνολική αξία του οφέλους που χορηγήθηκε κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Το εμπορικό επιτόκιο που ίσχυε στην Ινδία κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας επανεξέτασης θεωρήθηκε κατάλληλο για το σκοπό αυτό. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, αυτό το ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε επί του συνολικού κύκλου εργασιών στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης ως κατάλληλος παρονομαστής, γιατί η επιδότηση δεν χορηγείται σε συνάρτηση με τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(133)

Το ποσό της επιδότησης επιτοκίου υπολογίστηκε, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, με βάση το ποσό που πράγματι αποδόθηκε κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης στις σχετικές εταιρείες και συνδέεται με το επιτόκιο που καταβλήθηκε επί των εμπορικών δανείων που συνάφθηκαν για την αγορά του εν λόγω μηχανήματος. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, αυτό το ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε επί του συνολικού κύκλου εργασιών στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης ως κατάλληλος παρονομαστής, γιατί η επιδότηση δεν χορηγείται σε συνάρτηση με τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(134)

Δύο εταιρείες του δείγματος επωφελήθηκαν από αυτό το καθεστώς κατά τη διάρκεια της έρευνας επανεξέτασης με τα περιθώρια επιδότησης να κυμαίνονται μεταξύ 0,03 % και 0,3 %.

3.2.9.   Καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων (πριν από την αποστολή και μετά την αποστολή) (ECS)

3.2.9.1.   Νομική βάση

(135)

Οι λεπτομέρειες του καθεστώτος ορίζονται στη Βασική Εγκύκλιο IECD αριθ. 02/04.02.02/2006-07 (εξαγωγικές πιστώσεις σε ξένο νόμισμα), στη Βασική Εγκύκλιο IECD αριθ. 01/04.02.02/2006-07 (εξαγωγικές πιστώσεις σε ρουπίες) και στη Βασική Εγκύκλιο DBOD.DIR (Exp.) αριθ. 01/04.02.02/2007-08 (για εξαγωγικές πιστώσεις σε ξένο νόμισμα και ρουπίες) της Κεντρικής Τράπεζας της Ινδίας (ΚΤΙ), που διαβιβάστηκαν σε όλες τις εμπορικές τράπεζες στην Ινδία κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης. Οι βασικές εγκύκλιοι αναθεωρούνται και ενημερώνονται τακτικά.

3.2.9.2.   Επιλεξιμότητα

(136)

Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς και οι έμποροι-εξαγωγείς είναι επιλέξιμοι στα πλαίσια αυτού του καθεστώτος.

3.2.9.3.   Πρακτική εφαρμογή

(137)

Σύμφωνα με αυτό το καθεστώς, η Κεντρική Τράπεζα της Ινδίας ορίζει υποχρεωτικά ένα μέγιστο όριο επιτοκίων που ισχύουν για τις εξαγωγικές πιστώσεις, τόσο σε ρουπίες Ινδίας όσο και σε ξένο νόμισμα, το οποίο μπορούν να επιβάλουν οι εμπορικές τράπεζες σε έναν εξαγωγέα. Το ECS αποτελείται από δύο επιμέρους καθεστώτα, το καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων πριν από την αποστολή («packing credit»), που καλύπτει πιστώσεις που παρέχονται σε εξαγωγέα για τη χρηματοδότηση της αγοράς, της επεξεργασίας, της παρασκευής, της συσκευασίας ή/και της αποστολής των εμπορευμάτων πριν από την εξαγωγή, και το καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων μετά την αποστολή, που προβλέπει δάνεια για κεφάλαια κίνησης με σκοπό τη χρηματοδότηση των εξαγωγικών αναγκών. Η ΚΤΙ συνιστά επίσης στις τράπεζες να διαθέσουν ένα ποσό από τις καθαρές πιστώσεις τους για τη χρηματοδότηση των εξαγωγών.

(138)

Από τις βασικές εγκυκλίους της ΚΤΙ προκύπτει ότι οι εξαγωγείς μπορούν να εξασφαλίσουν εξαγωγικές πιστώσεις με προτιμησιακό επιτόκιο σε σύγκριση με τα επιτόκια για τις συνήθεις εμπορικές πιστώσεις («ταμειακές πιστώσεις»), που έχουν απλώς καθοριστεί από τις συνθήκες της αγοράς.

3.2.9.4.   Σχόλια σχετικά με την ενημέρωση των μερών

(139)

Η κυβέρνηση της Ινδίας ισχυρίστηκε ότι αναφορικά με το ECS, η Επιτροπή δεν εξέτασε το καθεστώς σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος Ι σημείο κ) της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα (ASCM) και υποστήριξε ότι οι εξαγωγικές πιστώσεις, τόσο σε ρουπίες Ινδίας όσο και σε ξένο νόμισμα, δεν ήταν αντισταθμίσιμες, ιδίως γιατί στα δάνεια σε ξένο νόμισμα, επιτρεπόταν στις τράπεζες να δανείζονται κεφάλαια σε «διεθνώς ανταγωνιστικές τιμές».

(140)

Πρέπει να σημειωθεί ότι τα καθεστώτα εξαγωγικών πιστώσεων που αναφέρονται στην αιτιολογική έκθεση 3.2.9.1 δεν εμπίπτουν στην εφαρμογή του παραρτήματος Ι στοιχείο κ) της ASCM, γιατί μόνο η χρηματοδότηση εξαγωγών με διάρκεια δύο ετών ή περισσότερο μπορεί κανονικά να θεωρείται «εξαγωγικές πιστώσεις» κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης, εφόσον αυτός είναι ο ορισμός του διακανονισμού περί των κατευθυντηρίων γραμμών στον τομέα των εξαγωγικών πιστώσεων οι οποίες τυγχάνουν δημόσιας στήριξης του ΟΟΣΑ. Επομένως, το επιχείρημα αυτό απορρίπτεται.

3.2.9.5.   Συμπέρασμα

(141)

Τα προτιμησιακά επιτόκια που καθόρισαν οι βασικές εγκύκλιοι της ΚΤΙ για τις πιστώσεις που χορηγούνται στα πλαίσια του ECS, τα οποία αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 1.7.9.1, μπορούν να μειώσουν το κόστος επιτοκίου ενός εξαγωγέα σε σχέση με το κόστος της πίστωσης που έχει καθοριστεί αποκλειστικά με βάση τις συνθήκες της αγοράς, παρέχοντας έτσι όφελος στον εν λόγω εξαγωγέα, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Η χρηματοδότηση εξαγωγών αυτή καθ’ αυτή δεν είναι πιο ασφαλής από την εγχώρια χρηματοδότηση. Στην πραγματικότητα, συνήθως θεωρείται πιο ριψοκίνδυνη και ο βαθμός ασφάλειας που απαιτείται για συγκεκριμένη πίστωση, ανεξάρτητα από το αντικείμενο χρηματοδότησης, αποτελεί καθαρά εμπορική απόφαση μιας δεδομένης εμπορικής τράπεζας. Οι διαφορές επιτοκίου στις διάφορες τράπεζες είναι το αποτέλεσμα της μεθοδολογίας της ΚΤΙ να ορίζει μέγιστα επιτόκια δανεισμού για κάθε εμπορική τράπεζα ξεχωριστά. Επιπλέον, οι εμπορικές τράπεζες δεν θα ήταν υποχρεωμένες να παρέχουν στους δανειολήπτες χρηματοδότησης εξαγωγών πιο προνομιούχα επιτόκια για εξαγωγικές πιστώσεις σε ξένο νόμισμα.

(142)

Παρά το γεγονός ότι οι προτιμησιακές πιστώσεις βάσει του ECS χορηγούνται από εμπορικές τράπεζες, αυτό το όφελος συνιστά χρηματοδοτική συνεισφορά της κυβέρνησης, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv) του βασικού κανονισμού. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, πρέπει να σημειωθεί ότι ούτε το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv) του βασικού κανονισμού ούτε η συμφωνία για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα (ASCM) του ΠΟΕ απαιτούν δημοσιονομική επιβάρυνση, δηλαδή αποζημίωση των εμπορικών τραπεζών από την κυβέρνηση της Ινδίας, για την καθιέρωση μιας επιδότησης, αλλά μόνο κυβερνητική κατεύθυνση για την εκτέλεση των όσων ορίζονται στα σημεία i), ii) ή iii) του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Η ΚΤΙ είναι δημόσιος φορέας και, συνεπώς, υπάγεται στον ορισμό του «δημοσίου» όπως περιγράφεται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Ανήκει κατά 100 % στο κράτος, επιδιώκει στόχους δημόσιας πολιτικής, π.χ. νομισματικής πολιτικής, και τα διευθυντικά στελέχη διορίζονται από την κυβέρνηση της Ινδίας. Η ΚΤΙ διευθύνει ιδιωτικούς φορείς, δεδομένου ότι οι εμπορικές τράπεζες τηρούν τους όρους που επιβάλλει, μεταξύ άλλων, τα ανώτατα όρια επιτοκίου, που καθορίζονται στις βασικές εγκυκλίους της ΚΤΙ για τις εξαγωγικές πιστώσεις, καθώς και τις διατάξεις της ΚΤΙ σύμφωνα με τις οποίες οι εμπορικές τράπεζες οφείλουν να διαθέσουν ένα ποσό των καθαρών πιστώσεών τους για τη χρηματοδότηση των εξαγωγών. Αυτή η απαίτηση υποχρεώνει τις εμπορικές τράπεζες να ασκούν τα όσα ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) του βασικού κανονισμού, στην προκειμένη περίπτωση, δάνεια υπό μορφή προτιμησιακής χρηματοδότησης εξαγωγών. Αυτή η άμεση μεταφορά κεφαλαίων υπό μορφή δανείων, κάτω από ορισμένες συνθήκες, υπάγεται κανονικά στην αρμοδιότητα της κυβέρνησης, και η πρακτική δεν διαφέρει ουσιαστικά από τις πρακτικές που ακολουθούν κανονικά οι κυβερνήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv) του βασικού κανονισμού.

(143)

Η εν λόγω επιδότηση θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμη, δεδομένου ότι τα προτιμησιακά επιτόκια εφαρμόζονται μόνο στη χρηματοδότηση των εξαγωγών, και συνεπώς εξαρτώνται από τις εξαγωγικές επιδόσεις σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α του βασικού κανονισμού.

3.2.9.6.   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(144)

Το ποσό της επιδότησης υπολογίστηκε με βάση τη διαφορά μεταξύ του τόκου που καταβλήθηκε για τις εξαγωγικές πιστώσεις που χρησιμοποιήθηκαν κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης και του ποσού που θα έπρεπε να είχε καταβληθεί εάν εφαρμόζονταν τα επιτόκια για τις συνήθεις εμπορικές πιστώσεις. Αυτό το ποσό της επιδότησης (αριθμητής) κατανεμήθηκε επί του συνολικού κύκλου εργασιών των εξαγωγών κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης ως παρονομαστής, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, γιατί η επιδότηση εξαρτάται από τις εξαγωγικές επιδόσεις και δεν χορηγήθηκε σε συνάρτηση με τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(145)

Υποβλήθηκαν διάφορα σχόλια σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες υπολογισμού του κέρδους στα πλαίσια του καθεστώτος ECS. Στις περιπτώσεις που κρίθηκε δικαιολογημένο, οι υπολογισμοί ως αποτέλεσμα προσαρμόστηκαν.

(146)

Όλες οι εταιρείες και οι όμιλοι του δείγματος απέκτησαν επιδοτήσεις από αυτό το καθεστώς κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης έως 1,9 %, ενώ για μία εταιρεία το όφελος ήταν αμελητέο.

3.3.   Ποσό αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων

(147)

Το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του βασικού κανονισμού, εκφρασμένο κατ’ αξίαν, για τους παραγωγούς-εξαγωγείς που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας κυμάνθηκε μεταξύ 5,2 % και 9,7 %.

(148)

Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, το περιθώριο επιδότησης για τις συνεργαζόμενες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, που υπολογίστηκε με βάση τον σταθμισμένο μέσο όρο του ύψους των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων που προέκυψε για τις συνεργαζόμενες εταιρείες του δείγματος, είναι 7,7 %. Δεδομένου του ότι το επίπεδο της συνολικής συνεργασίας για την Ινδία ήταν υψηλό (95 %), το υπόλοιπο περιθώριο επιδότησης για όλες τις άλλες εταιρείες ορίστηκε στο επίπεδο της εταιρείας με το υψηλότερο ατομικό περιθώριο, δηλαδή 9,7 %.

Καθεστώς επιδότησης →

Εταιρεία/Όμιλος ↓

DEPBS

DFRC/DFIA

EPCGS

ALS/AAS

EPZs/EOUs

ITES

ECS

DDS

TUFS

Σύνολο

Anunay Fab. Ltd

0,15 %

2,03 %

 

 

 

 

1,05 %

4,58 %

 

7,8 %

The Bombay Dyeing and Manufacturing Co. Ltd

NW Exports Limited

Nowrosjee Wadia & Sons Limited

1,65 %

 

1,45 %

1,74 %

 

 

0,11 %

4,15 %

0,31 %

9,4 %

Brijmohan Purusottamdas

Incotex Impex Pvt. Ltd

 

 

 

 

 

 

0,94 %

7,39 %

 

8,3 %

Divya Global Pvt. Ltd

 

0,94 %

 

 

 

 

0,04 %

7,26 %

 

8,2 %

Intex Exports

Pattex Exports

Sunny Made-Ups

 

 

 

 

 

 

0,08 %

7,57 %

 

7,6 %

Jindal Worldwide Ltd

Texcellence Overseas

1,44 %

 

1,25 %

 

 

 

0,76 %

4,57 %

 

8 %

Madhu Industries Ltd

3,96 %

 

 

 

 

 

αμελ.

1,45 %

 

5,4 %

Mahalaxmi Fabric Mills Pvt. Ltd

Mahalaxmi Exports

 

 

 

 

 

 

0,07 %

7,41 %

0,01 %

7,5 %

Prakash Cotton Mills Pvt. Ltd

 

1,41 %

1,17 %

 

 

 

0,34 %

6,78 %

 

9,7 %

Prem Textiles

 

 

 

 

 

 

0,88 %

7,48 %

 

8,3 %

Vigneshwara Exports Ltd

0,5 %

0,09 %

αμελ.

0,17 %

 

 

0,61 %

3,84 %

 

5,2 %

4.   ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

(149)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του βασικού κανονισμού και την αιτιολόγηση της παρούσας μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης που αναγράφεται στο σημείο 3 της ανακοίνωσης έναρξης της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης, διαπιστώνεται ότι το επίπεδο επιδότησης των συνεργαζόμενων παραγωγών έχει μεταβληθεί και, κατά συνέπεια, ο συντελεστής του αντισταθμιστικού δασμού, που επιβλήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 74/2004, πρέπει να τροποποιηθεί αντίστοιχα.

(150)

Ο οριστικός δασμός που ισχύει σήμερα θεσπίστηκε με βάση τα αντισταθμιστικά περιθώρια, καθώς το επίπεδο εξουδετέρωσης της ζημίας ήταν υψηλότερο. Καθώς τα περιθώρια επιδότησης που καθιερώθηκαν σε αυτή την επανεξέταση επίσης δεν υπερέβησαν το επίπεδο εξουδετέρωσης της ζημίας, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, οι δασμοί καθορίζονται βάσει των περιθωρίων επιδότησης.

(151)

Το περιθώριο επιδότησης για την εταιρεία Pasupati Fabrics, που δεν αποτέλεσε αντικείμενο αυτής της επανεξέτασης, διατηρήθηκε στο επίπεδο που καθορίστηκε κατά την αρχική έρευνα, καθώς διαπιστώθηκε ότι επωφελούνταν από ένα καθεστώς που δεν έγινε αντικείμενο επανεξέτασης κατά τη διάρκεια της παρούσας έρευνας.

(152)

Οι εταιρείες που, όπως διαπιστώθηκε, σχετίζονταν μεταξύ τους θεωρήθηκαν ως ενιαία νομική οντότητα (όμιλος) για τους σκοπούς της συλλογής δασμών και επομένως υποβλήθηκαν στον ίδιο αντισταθμιστικό δασμό. Οι ποσότητες εξαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης αυτών των ομίλων χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου να εξασφαλιστεί σωστή στάθμιση.

(153)

Η εταιρεία Prem Textiles, που συμπεριλήφθηκε στο δείγμα, κατέθεσε πληροφορίες κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης, σύμφωνα με τις οποίες είχε αλλάξει την επωνυμία της σε «Prem Textiles (International) Pvt. Ltd». Αφού εξετάστηκαν οι πληροφορίες και διαπιστώθηκε ότι η αλλαγή της επωνυμίας δεν επηρεάζει τα πορίσματα της παρούσας επανεξέτασης, αποφασίστηκε η ικανοποίηση του αιτήματος και η αναφορά τους ως «Prem Textiles (International) Pvt. Ltd» στον παρόντα κανονισμό.

(154)

Δεδομένου του ότι το επίπεδο της συνολικής συνεργασίας για την Ινδία ήταν υψηλό (95 %), ο υπόλοιπος αντισταθμιστικός δασμός για όλες τις άλλες εταιρείες ορίστηκε στο επίπεδο της εταιρείας με το υψηλότερο ατομικό περιθώριο, δηλαδή 9,7 %.

(155)

Συνεπώς, ισχύουν οι κάτωθι δασμοί:

Εταιρεία/όμιλος

Δασμολογικός συντελεστής (%)

Anunay Fab. Limited, Αχμενταμπάντ

7,8

The Bombay Dyeing and Manufacturing Co. Ltd, Βομβάη

NW Exports Limited, Βομβάη

Nowrosjee Wadia & Sons Limited, Βομβάη

9,4

Brijmohan Purusottamdas, Βομβάη

Incotex Impex Pvt. Limited, Βομβάη

8,3

Divya Global Pvt. Ltd, Βομβάη

8,2

Intex Exports, Βομβάη

Pattex Exports, Βομβάη

Sunny Made-Ups, Βομβάη

7,6

Jindal Worldwide Ltd, Αχμενταμπάντ

Texcellence Overseas, Βομβάη

8

Madhu Industries Limited, Αχμενταμπάντ

5,4

Mahalaxmi Fabric Mills Pvt. Ltd, Αχμενταμπάντ

Mahalaxmi Exports, Αχμενταμπάντ

7,5

Prakash Cotton Mills Pvt. Ltd, Βομβάη

9,7

Prem Textiles, Ιντόρ

8,3

Vigneshwara Exports Limited, Βομβάη

5,2

Συνεργαζόμενες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα

7,7

Όλες οι άλλες εταιρείες

9,7

(156)

Οι ατομικοί εταιρικοί συντελεστές αντισταθμιστικού δασμού που προσδιορίζονται στον παρόντα κανονισμό θεσπίστηκαν με βάση τα πορίσματα της παρούσας έρευνας. Συνεπώς, αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια αυτής της έρευνας αναφορικά με τις εν λόγω εταιρείες. Επομένως, αυτοί οι δασμολογικοί συντελεστές (σε αντιδιαστολή με το μέσο δασμό που εφαρμόζεται στις εταιρείες του παραρτήματος Ι και με τον ισχύοντα δασμό σε όλη τη χώρα που εφαρμόζεται σε «όλες τις άλλες εταιρείες») εφαρμόζονται αποκλειστικά σε εισαγωγές προϊόντων, καταγωγής Ινδίας, που παράγονται από τις εταιρείες και κατά συνέπεια από τις συγκεκριμένες νομικές οντότητες που αναφέρονται. Τα εισαγόμενα προϊόντα που παράγονται από οποιαδήποτε άλλη εταιρεία η οποία δεν προσδιορίζεται συγκεκριμένα στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού με αναγραφή της ονομασίας και της διεύθυνσής της, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων που σχετίζονται με αυτές που προσδιορίζονται συγκεκριμένα, δεν μπορούν να επωφελούνται από αυτούς τους συντελεστές και υπόκεινται στο δασμολογικό συντελεστή που εφαρμόζεται σε «όλες τις άλλες εταιρείες».

(157)

Όλες οι αιτήσεις που αφορούν την εφαρμογή αυτών των ατομικών αντισταθμιστικών δασμών στις επιμέρους εταιρείες (που έχουν, παραδείγματος χάριν, σχέση με αλλαγή της επωνυμίας ή με την ίδρυση νέων εγκαταστάσεων παραγωγής ή πωλήσεων) θα πρέπει να αποστέλλονται στην Επιτροπή πάραυτα με όλες τις σχετικές πληροφορίες, όσον αφορά ειδικότερα την τροποποίηση των δραστηριοτήτων της εταιρείας που συνδέονται με την παραγωγή και εξαγωγικές πωλήσεις σε συνδυασμό με την αλλαγή της επωνυμίας ή με την αλλαγή των οντοτήτων παραγωγής και πωλήσεων. Η Επιτροπή, κατά περίπτωση, ύστερα από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή, θα τροποποιήσει τον κανονισμό αντίστοιχα, ενημερώνοντας τον κατάλογο των εταιρειών που επωφελούνται από ατομικούς δασμολογικούς συντελεστές,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 74/2004 αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

«Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές κλινοσκεπασμάτων από ίνες βαμβακιού, είτε αμιγείς είτε σύμμεικτες με τεχνητές ίνες ή λινάρι (χωρίς να κυριαρχεί η ίνα από λινάρι), λευκασμένων, βαμμένων ή τυπωμένων, καταγωγής Ινδίας, τα οποία υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 6302 21 00 (κωδικοί TARIC 6302210081 και 6302210089), ex 6302 22 90 (κωδικός TARIC 6302229019), ex 6302 31 00 (κωδικός TARIC 6302310090) και ex 6302 32 90 (κωδικός TARIC 6302329019).

2.   Ο δασμός που επιβάλλεται στην καθαρή τιμή, “ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας”, πριν από την καταβολή δασμού, για τα προϊόντα που παράγονται από τις ακόλουθες εταιρείες, καθορίζεται ως εξής:

Εταιρεία

Δασμολογικός συντελεστής (%)

Πρόσθετος κωδικός TARIC

Anunay Fab. Limited, Αχμενταμπάντ

7,8

A902

The Bombay Dyeing and Manufacturing Co. Ltd, Βομβάη

9,4

A488

NW Exports Limited, Βομβάη

9,4

A489

Nowrosjee Wadia & Sons Limited, Βομβάη

9,4

A490

Brijmohan Purusottamdas, Βομβάη

8,3

A491

Incotex Impex Pvt. Limited, Βομβάη

8,3

A903

Divya Global Pvt. Ltd, Βομβάη

8,2

A492

Intex Exports, Βομβάη

7,6

A904

Pattex Exports, Βομβάη

7,6

A905

Sunny Made-Ups, Βομβάη

7,6

A906

Jindal Worldwide Ltd, Αχμενταμπάντ

8

A494

Texcellence Overseas, Βομβάη

8

A493

Madhu Industries Limited, Αχμενταμπάντ

5,4

A907

Mahalaxmi Fabric Mills Pvt. Ltd, Αχμενταμπάντ

7,5

A908

Mahalaxmi Exports, Αχμενταμπάντ

7,5

A495

Pasupati Fabrics, Νέο Δελχί

8,5

A496

Prakash Cotton Mills Pvt. Ltd, Βομβάη

9,7

8048

Prem Textiles (International) Pvt. Ltd, Ιντόρ

8,3

A909

Vigneshwara Exports Limited, Βομβάη

5,2

A497

3.   Ο δασμός που επιβάλλεται στην καθαρή τιμή, “ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας”, πριν από την καταβολή δασμού, για τα προϊόντα που παράγονται από τις εταιρείες που απαριθμούνται στο παράρτημα, καθορίζεται σε 7,7 % (πρόσθετος κωδικός TARIC A498).

4.   Ο δασμός που επιβάλλεται στην καθαρή τιμή, “ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας”, πριν από την καταβολή δασμού, για τα προϊόντα που παράγονται από τις εταιρείες που δεν κατονομάζονται στις παραγράφους 2 και 3, καθορίζεται σε 9,7 % (πρόσθετος κωδικός TARIC A999).

5.   Εκτός εάν ορίζεται άλλως, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους δασμούς.»

Άρθρο 2

Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 74/2004 αντικαθίσταται από το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Δεκεμβρίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. BARNIER


(1)  ΕΕ L 288 της 21.10.1997, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 12 της 17.1.2004, σ. 1.

(3)  ΕΕ C 230 της 2.10.2007, σ. 5.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πρόσθετος κωδικός TARIC: A498

Ajit Impex

Βομβάη

Alok Industries Limited

Βομβάη

Alps Industries Ltd

Ghaziabad

Ambaji Marketing Pvt. Ltd

Αχμενταμπάντ

Anglo French textiles

Pondicherry

Anjal Garments

Ghaziabad

Anjani Synthetics Limited

Αχμενταμπάντ

Aravali

Jaipur

Ashok Heryani Exports

Νέο Δελχί

At Home India Pvt. Ltd

Νέο Δελχί

Atul Impex Pvt Ltd

Dombivli

Balloons

Νέο Δελχί

Beepee Enterprise

Βομβάη

Bhairav India International

Αχμενταμπάντ

Bunts Exports Pvt. Ltd

Βομβάη

Chemi Palace

Βομβάη

Consultech Dynamics

Βομβάη

Cotfab Exports

Βομβάη

Country House

Νέο Δελχί

Creative Mobus Fabrics Limited

Βομβάη

Deepak Traders

Βομβάη

Dimple Impex (India) Pvt. Ltd

Νέο Δελχί

Eleganza Furnishings Pvt. Ltd

Βομβάη

Emperor Trading Company

Tirupur

Estocorp (India) Pvt. Ltd

Νέο Δελχί

Exemplar International

Hyderabad

Falcon Finstock Pvt. Ltd

Αχμενταμπάντ

G-2 International export Ltd

Αχμενταμπάντ

Gauranga Homefashions

Βομβάη

GHCL Ltd

Gujarat

Good Shepherd Health Education & Dispensary

Tamilnadu

Harimann International Private Limited

Βομβάη

Heirloom Collections (P) Ltd

Νέο Δελχί

Hemlines Textile Exports Pvt. Ltd

Βομβάη

Himalaya Overseas

Νέο Δελχί

Home Fashions International

Kerala

Ibats

Νέο Δελχί

Indian Arts and Crafts Syndicate

Νέο Δελχί

Indian Craft Creations

Νέο Δελχί

Indo Euro Textiles Pvt. Ltd

Νέο Δελχί

Kabra Brothers

Βομβάη

Kalam Designs

Αχμενταμπάντ

Kanodia Fabrics (International)

Βομβάη

Karthi Krishna Exports

Tirupur

Kaushalya Export

Αχμενταμπάντ

Kirti Overseas

Αχμενταμπάντ

La Sorogeeka Incorporated

Νέο Δελχί

Lalit & Company

Βομβάη

Manubhai Vithaldas

Βομβάη

Marwaha Exports

Νέο Δελχί

Milano International (India) Pvt. Ltd

Chennai

Mohan Overseas (P) Ltd

Νέο Δελχί

M/s. Opera Clothing

Βομβάη

M/S Vijayeswari Textiles Limited

Coimbatore

Nandlal & Sons

Βομβάη

Natural Collection

Νέο Δελχί

Oracle Exports Home Textiles Pvt. Ltd

Βομβάη

Pacific Exports

Αχμενταμπάντ

Petite Point

Νέο Δελχί

Pradip Exports

Αχμενταμπάντ

Pradip Overseas Pvt. Ltd

Αχμενταμπάντ

Punch Exporters

Βομβάη

Radiant Expo Global Pvt. Ltd

Νέο Δελχί

Radiant Exports

Νέο Δελχί

Raghuvir Exim Limited

Αχμενταμπάντ

Ramesh Textiles India Pvt. Ltd

Ιντόρ

Ramlaks Exports Pvt. Ltd

Βομβάη

Redial Exim Pvt. Ltd

Βομβάη

S.D. Entreprises

Βομβάη

Samria Fabrics

Ιντόρ

Sanskrut Intertex Pvt. Ltd

Αχμενταμπάντ

Sarah Exports

Βομβάη

Shades of India Crafts Pvt. Ltd

Νέο Δελχί

Shanker Kapda Niryat Pvt. Ltd

Baroda

Shetty Garments Pvt. Ltd

Βομβάη

Shivani Exports

Βομβάη

Shivani Impex

Βομβάη

Shrijee Enterprises

Βομβάη

S.P. Impex

Ιντόρ

Starline Exports

Βομβάη

Stitchwell Garments

Αχμενταμπάντ

Sumangalam Exports Pvt. Ltd

Βομβάη

Summer India Textile Mills (P) Ltd

Salem

Surendra Textile

Ιντόρ

Suresh & Co.

Βομβάη

Synergy Lifestyles Pvt. Ltd

Βομβάη

Syntex Corporation Pvt. Ltd

Βομβάη

Texel Industries

Chennai

Texmart Import export

Αχμενταμπάντ

Textrade International Private Limited

Βομβάη

The Hindoostan Spinning & Weaving Mills Ltd

Βομβάη

Trend Setters

Βομβάη

Trend Setters K.F.T.Z.

Βομβάη

Utkarsh Exim Pvt Ltd

Αχμενταμπάντ

V & K Associates

Βομβάη

Valiant Glass Works Private Ltd

Βομβάη

Visma International

Tamilnadu

VPMSK A Traders

Karur

V.S.N.C. Narasimha Chettiar Sons

Karur

Welspun India Limited

Βομβάη

Yellows Spun and Linens Private Limited

Βομβάη»


30.12.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 350/24


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1354/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 18ης Δεκεμβρίου 2008

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1628/2004 για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές ορισμένων συστημάτων ηλεκτροδίων γραφίτη καταγωγής Ινδίας και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1629/2004 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων συστημάτων ηλεκτροδίων γραφίτη καταγωγής Ινδίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2026/97 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής «ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως τα άρθρα 15 και 19,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

I.   Προηγούμενη έρευνα και ισχύοντα μέτρα

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1628/2004 (2), το Συμβούλιο επέβαλε οριστικό αντισταθμιστικό δασμό στις εισαγωγές ηλεκτροδίων από γραφίτη του είδους που χρησιμοποιούνται για ηλεκτρικές καμίνους, με φαινόμενη πυκνότητα 1,65 g/cm3 ή μεγαλύτερη και με ηλεκτρική αντίσταση 6,0 μΩ.m ή μικρότερη, τα οποία υπάγονται στον κωδικό ΣΟ ex 8545 11 00, και θηλών που χρησιμοποιούνται για τέτοια συστήματα ηλεκτροδίων, οι οποίες υπάγονται στον κωδικό ΣΟ ex 8545 90 90, είτε εισάγονται από κοινού είτε χωριστά, καταγωγής Ινδίας. Ο συντελεστής του δασμού κυμαίνεται από 7,0 % έως 15,7 % για μεμονωμένους εξαγωγείς, με συντελεστή δασμού υπόλοιπων εταιρειών 15,7 % επί των εισαγωγών άλλων εξαγωγέων.

(2)

Συγχρόνως, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1629/2004 (3), το Συμβούλιο επέβαλε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές του ίδιου προϊόντος καταγωγής Ινδίας.

II.   Έναρξη μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης

(3)

Μετά την επιβολή του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού, οι δημόσιες αρχές της Ινδίας (εφεξής «ΔΑΙ») υπέβαλαν παρατηρήσεις αναφέροντας ότι έχουν μεταβληθεί οι περιστάσεις όσον αφορά δύο καθεστώτα επιδοτήσεων [το καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών («DEPBS») και το καθεστώς απαλλαγής φόρου εισοδήματος σύμφωνα με το τμήμα 80 HHC του νόμου περί φόρου εισοδήματος («ITES»)] και ότι οι αλλαγές αυτές είναι διαρκούς χαρακτήρα. Για τον λόγο αυτό, υποστηρίχθηκε ότι το επίπεδο επιδότησης ενδέχεται να έχει μειωθεί και ότι τα μέτρα που θεσπίστηκαν εν μέρει βάσει αυτών των καθεστώτων πρέπει κατά συνέπεια να αναθεωρηθούν.

(4)

Η Επιτροπή εξέτασε τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλαν οι ΔΑΙ και έκρινε ότι ήταν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη διαδικασίας επανεξέτασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων. Κατόπιν διαβούλευσης με τη συμβουλευτική επιτροπή, η Επιτροπή κίνησε αυτεπαγγέλτως μερική ενδιάμεση επανεξέταση των ισχυόντων μέτρων με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (4).

(5)

Σκοπός αυτής της εν λόγω ενδιάμεσης επανεξέτασης είναι να αξιολογηθεί η ανάγκη συνέχισης, κατάργησης ή τροποποίησης των ισχυόντων μέτρων όσον αφορά τις εταιρείες οι οποίες έχουν επωφεληθεί από ένα ή και τα δύο καθεστώτα επιδότησης που τροποποιήθηκαν συμπεριλαμβανομένων, όσον αφορά τις εν λόγω εταιρείες, άλλων καθεστώτων εφόσον υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας.

III.   Περίοδος έρευνας

(6)

Η έρευνα κάλυψε την περίοδο από 1ης Οκτωβρίου 2006 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2007 (εφεξής «περίοδος έρευνας της επανεξέτασης» ή «ΠΕΕ»).

IV.   Μέρη τα οποία αφορά η έρευνα

(7)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τις ΔΑΙ, τους δύο ινδούς παραγωγούς-εξαγωγείς που αναφέρονται στην ανακοίνωση για την έναρξη της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης, καθώς και τους κοινοτικούς παραγωγούς, σχετικά με την έναρξη της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους γραπτώς και να ζητήσουν ακρόαση. Οι προφορικές και γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν τα μέρη εξετάσθηκαν και, κατά περίπτωση, ελήφθησαν υπόψη.

(8)

Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγια σε δύο συνεργαζόμενους εξαγωγείς-παραγωγούς και στις ΔΑΙ. Έλαβε απαντήσεις από τους δύο συνεργαζόμενους εξαγωγείς-παραγωγούς και από τις ΔΑΙ.

(9)

Η Επιτροπή αναζήτησε επίσης και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε απαραίτητες για τον προσδιορισμό των επιδοτήσεων. Πραγματοποιήθηκαν επιτόπιοι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων ενδιαφερομένων μερών:

1.

Δημόσιες αρχές της Ινδίας

Υπουργείο Εμπορίου, Νέο Δελχί·

2.

Παραγωγοί-εξαγωγείς στην Ινδία

Graphite India Limited (GIL), Kolkatta,

Hindustan Electro Graphite (HEG) Limited, Noida.

V.   Ενημέρωση και σχόλια επί της διαδικασίας

(10)

Οι ΔΑΙ και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα βασικά πραγματικά περιστατικά και τις παρατηρήσεις βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η τροποποίηση του δασμολογικού συντελεστή που εφαρμόζεται στους δύο συνεργαζόμενους ινδούς εξαγωγείς-παραγωγούς και η διατήρηση των ισχυόντων μέτρων για όλες τις άλλες εταιρείες οι οποίες δεν συνεργάσθηκαν με την παρούσα μερική ενδιάμεση επανεξέταση. Τους δόθηκε επίσης εύλογη προθεσμία για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Όλες οι παρατηρήσεις και τα σχόλια λήφθηκαν δεόντως υπόψη όπως αναφέρεται παρακάτω.

Β.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ

(11)

Το προϊόν που καλύπτει η παρούσα επανεξέταση είναι το ίδιο με εκείνο στο οποίο αναφέρεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1628/2004 του Συμβουλίου, ήτοι ηλεκτρόδια από γραφίτη του είδους που χρησιμοποιούνται για ηλεκτρικές καμίνους, με φαινόμενη πυκνότητα 1,65 g/cm3 ή μεγαλύτερη και με ηλεκτρική αντίσταση 6,0 μΩ.m ή μικρότερη, που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ ex 8545 11 00, και θηλές που χρησιμοποιούνται για τέτοια συστήματα ηλεκτροδίων, που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ ex 8545 90 90, είτε εισάγονται από κοινού είτε χωριστά, καταγωγής Ινδίας.

Γ.   ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ

I.   Εισαγωγή

(12)

Με βάση τις πληροφορίες που υπέβαλαν οι ΔΑΙ και οι συνεργαζόμενοι ινδοί εξαγωγείς-παραγωγοί και τις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής, η Επιτροπή εξέτασε τα ακόλουθα καθεστώτα, τα οποία, κατά τους ισχυρισμούς, συνεπάγονται τη χορήγηση επιδοτήσεων:

α)

Advance Authorization Scheme (καθεστώς προκαταβολικής εξουσιοδότησης, προηγουμένως ονομαζόταν «Advance Licence Scheme»)·

β)

Duty Entitlement Passbook Scheme (καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών)·

γ)

Export Promotion Capital Goods Scheme (σύστημα προώθησης των εξαγωγών που αφορούν κεφαλαιουχικά αγαθά)·

δ)

απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος·

ε)

απαλλαγή από τα τέλη ηλεκτρισμού της πολιτείας Madhya Pradesh.

(13)

Τα καθεστώτα α) έως γ) που προσδιορίζονται ανωτέρω, βασίζονται στον νόμο περί εξωτερικού εμπορίου (ανάπτυξη και ρύθμιση, αριθ. 22 του 1992) που τέθηκε σε ισχύ στις 7 Αυγούστου 1992 («νόμος περί εξωτερικού εμπορίου»). Ο νόμος περί εξωτερικού εμπορίου εξουσιοδοτεί τις ΔΑΙ να προβαίνουν σε ανακοινώσεις που αφορούν την πολιτική στον τομέα των εισαγωγών και των εξαγωγών. Οι ανακοινώσεις αυτές συνοψίζονται στα έγγραφα με τίτλο «Πολιτική εισαγωγών και εξαγωγών», που εκδίδονται από το Υπουργείο Εμπορίου ανά πενταετία και αναπροσαρμόζονται τακτικά στην τρέχουσα κατάσταση. Ένα έγγραφο με τίτλο «Πολιτική εισαγωγών και εξαγωγών» αφορά την ΠΕΕ της παρούσας υπόθεσης: πρόκειται για το έγγραφο που καλύπτει την περίοδο από 1ης Σεπτεμβρίου 2004 έως τις 31 Μαρτίου 2009 («Πολιτική ΕΞ/ΕΙΣ 04-09»). Επιπλέον, οι ΔΑΙ εκθέτουν επίσης τις διαδικασίες που διέπουν την πολιτική ΕΞ/ΕΙΣ 04-09 στο Εγχειρίδιο Διαδικασιών – 1η Σεπτεμβρίου 2004 έως τις 31 Μαρτίου 2009, τόμος I («ΕΔ I 04-09»). Το εγχειρίδιο διαδικασιών αναπροσαρμόζεται επίσης τακτικά.

(14)

Το καθεστώς απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος που αναφέρεται στο σημείο δ) παραπάνω, βασίζεται στον νόμο περί φόρου εισοδήματος του 1961, ο οποίος τροποποιείται ετησίως με τον νόμο περί οικονομικών.

(15)

Το καθεστώς απαλλαγής από τα τέλη ηλεκτρισμού που αναφέρεται στο στοιχείο ε) παραπάνω βασίζεται στο τμήμα 3-B του νόμου περί τελών ηλεκτρισμού της πολιτείας Madhya Pradesh του 1949.

(16)

Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, η Επιτροπή προσκάλεσε τις ΔΑΙ για πρόσθετες διαβουλεύσεις σχετικά τόσο με τα τροποποιημένα όσο και με τα μη τροποποιημένα καθεστώτα με σκοπό να αποσαφηνισθούν τα πραγματικά δεδομένα της υπόθεσης όσον αφορά την καταγγελία σχετικά με τα καθεστώτα και να εξευρεθεί αμοιβαία συμφωνημένη λύση. Μετά τις εν λόγω διαβουλεύσεις, και ελλείψει αμοιβαία συμφωνημένης λύσεως σχετικά με τα εν λόγω καθεστώτα, η Επιτροπή συμπεριέλαβε αυτά τα καθεστώτα στην έρευνα για επιδότηση.

II.   Καθεστώτα με ατομικό χαρακτήρα

1.   Καθεστώς προκαταβολικής εξουσιοδότησης («AAS»)

α)   Νομική βάση

(17)

Η λεπτομερής περιγραφή του καθεστώτος βρίσκεται στις παραγράφους 4.1.1 έως 4.1.14 των εγγράφων πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 και στα κεφάλαια 4.1 έως 4.30 του ΕΔ I 04-09. Το καθεστώς αυτό ονομαζόταν «Advance Licence Scheme» («καθεστώς προκαταβολικής άδειας») κατά την προηγούμενη έρευνα επανεξέτασης η οποία κατέληξε στην επιβολή του ισχύοντος οριστικού αντισταθμιστικού δασμού με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1628/2004.

β)   Επιλεξιμότητα

(18)

Το AAS αποτελείται από έξι επιμέρους καθεστώτα, όπως περιγράφονται λεπτομερέστερα παρακάτω. Αυτά τα επιμέρους καθεστώτα διαφέρουν, μεταξύ άλλων, όσον αφορά την επιλεξιμότητα. Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς και οι έμποροι-εξαγωγείς οι οποίοι είναι «συνδεδεμένοι» με κατασκευαστές που τους υποστηρίζουν, έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν το καθεστώς AAS για τις πραγματικές εξαγωγές και το AAS για τις ετήσιες ανάγκες. Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς που προμηθεύουν το προϊόν στον τελευταίο εξαγωγέα είναι επιλέξιμοι για το καθεστώς AAS όσον αφορά τις ενδιάμεσες προμήθειες. Οι κύριες επιχειρήσεις που προμηθεύουν το προϊόν στις κατηγορίες «προβλεπομένων εξαγωγών» που αναφέρονται στην παράγραφο 8 σημείο 2 του εγγράφου της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 04-09, όπως π.χ. οι προμηθευτές μιας μονάδας εξαγωγικού προσανατολισμού (ΜΕΠ), είναι επιλέξιμοι για προβλεπόμενες εξαγωγές υπό καθεστώς AAS. Ενδεχομένως, οι ενδιάμεσοι προμηθευτές των κατασκευαστών-εξαγωγέων είναι επιλέξιμοι ως αποδέκτες των οφελών που προκύπτουν από «προβλεπόμενες εξαγωγές» στο πλαίσιο των επιμέρους καθεστώτων προκαταβολικών εντολών παράδοσης («ARO») και τριγωνικών εγχώριων πιστώσεων.

γ)   Πρακτική εφαρμογή

(19)

Προκαταβολικές εξουσιοδοτήσεις δύνανται να εκδοθούν στις ακόλουθες περιπτώσεις:

i)

Πραγματικές εξαγωγές: Πρόκειται για το κύριο επιμέρους καθεστώς. Προβλέπει την εισαγωγή με δασμολογική απαλλαγή των συντελεστών παραγωγής για την παραγωγή συγκεκριμένου προϊόντος εξαγωγής. Ο όρος «πραγματικές» στο πλαίσιο αυτό σημαίνει ότι το προϊόν εξαγωγής πρέπει να εγκαταλείψει το ινδικό έδαφος. Οι επιτρεπόμενες εισαγωγές και η υποχρέωση για εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένου του τύπου του προϊόντος εξαγωγής, διευκρινίζονται στην άδεια.

ii)

Ετήσιες ανάγκες: Αυτή η άδεια δεν αφορά συγκεκριμένο προϊόν εξαγωγής, αλλά ευρύτερη ομάδα προϊόντων (π.χ. χημικά και συναφή προϊόντα). Ο κάτοχος της άδειας μπορεί –μέχρι συγκεκριμένου ορίου αξίας που καθορίζεται βάσει της προηγούμενης εξαγωγικής επίδοσής του– να εισαγάγει ατελώς οποιονδήποτε συντελεστή παραγωγής χρειάζεται να χρησιμοποιήσει στην παραγωγή οποιουδήποτε είδους υπάγεται στην εν λόγω ομάδα προϊόντων. Μπορεί να επιλέξει να εξαγάγει οποιοδήποτε προϊόν υπάγεται στην ομάδα προϊόντων όπου χρησιμοποιούνται συντελεστές παραγωγής απαλλαγμένοι δασμών.

iii)

Ενδιάμεσες προμήθειες: Αυτό το επιμέρους καθεστώς καλύπτει περιπτώσεις όπου δύο κατασκευαστές προτίθενται να παραγάγουν ενιαίο εξαγωγικό προϊόν και να μοιρασθούν τη διαδικασία παραγωγής. Ο κατασκευαστής-εξαγωγέας παράγει το ενδιάμεσο προϊόν. Μπορεί να εισαγάγει συντελεστές παραγωγής ατελώς και, για το σκοπό αυτό, μπορεί να εξασφαλίσει AAS για τις ενδιάμεσες προμήθειες. Ο τελικός εξαγωγέας ολοκληρώνει την παραγωγή και είναι υποχρεωμένος να εξαγάγει το τελικό προϊόν.

iv)

Προβλεπόμενες εξαγωγές: Αυτό το επιμέρους καθεστώς επιτρέπει στην κύρια επιχείρηση να εισάγει ατελώς συντελεστές παραγωγής που είναι απαραίτητοι για να κατασκευασθούν προϊόντα που θα πωληθούν ως «προβλεπόμενες εξαγωγές» στις κατηγορίες πελατών που αναφέρονται στην παράγραφο 8 σημείο 2 στοιχεία β) έως στ), ζ), θ) και ι), του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 04-09. Σύμφωνα με τις ΔΑΙ, οι προβλεπόμενες εξαγωγές αφορούν τις συναλλαγές για τις οποίες τα παρεχόμενα προϊόντα δεν εγκαταλείπουν τη χώρα. Ορισμένες κατηγορίες προμήθειας θεωρούνται «προβλεπόμενες εξαγωγές» υπό τον όρο ότι τα προϊόντα παρασκευάζονται στην Ινδία· αυτό ισχύει π.χ. για την προμήθεια προϊόντων σε ΜΕΠ ή σε εταιρεία που βρίσκεται σε ειδική οικονομική ζώνη.

v)

Προκαταβολικές εντολές παράδοσης (ARO): Ο κάτοχος άδειας AAS που σκοπεύει να προμηθευτεί τους συντελεστές παραγωγής από εγχώριες πηγές, και όχι με απευθείας εισαγωγή, έχει τη δυνατότητα να τους προμηθεύεται με ARO. Στις περιπτώσεις αυτές, οι προκαταβολικές εξουσιοδοτήσεις επικυρώνονται ως ARO και οπισθογραφούνται για τον εγχώριο προμηθευτή κατά την παράδοση των συντελεστών παραγωγής που αναφέρονται σε αυτές. Η οπισθογράφηση των ARO παρέχει στον προμηθευτή το δικαίωμα να συμμετάσχει στα οφέλη των προβλεπομένων εξαγωγών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 8 σημείο 3 του εγγράφου της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 04-09 (ήτοι καθεστώς AAS για τις ενδιάμεσες προμήθειες/προβλεπόμενες εξαγωγές, επιστροφή των εξαγωγικών δασμών για τις προβλεπόμενες εξαγωγές και επιστροφή του τελικού ειδικού φόρου κατανάλωσης). Ο μηχανισμός ARO επιστρέφει φόρους και δασμούς στον προμηθευτή αντί να τους επιστρέφει στον τελικό εξαγωγέα υπό μορφήν επιστροφής δασμών. Η επιστροφή φόρων/δασμών ισχύει τόσο για τους εγχώριους συντελεστές παραγωγής όσο και για τους εισαγόμενους.

vi)

Τριγωνικές εγχώριες πιστώσεις: Το εν λόγω επιμέρους καθεστώς καλύπτει εκ νέου εγχώριες προμήθειες σε κάτοχο προκαταβολικής εξουσιοδότησης (AAS). Ο κάτοχος προκαταβολικής εξουσιοδότησης AAS μπορεί να απευθύνεται σε τράπεζα για το άνοιγμα εγχώριας πιστώσεως προς όφελος εγχώριου προμηθευτή. Η άδεια επικυρώνεται από την τράπεζα για άμεση εισαγωγή, μόνον όσον αφορά την αξία και τον όγκο των συντελεστών παραγωγής που αντλούνται από εγχώρια πηγή αντί να εισαχθούν. Ο εγχώριος προμηθευτής θα έχει τη δυνατότητα να αποκομίζει οφέλη από την προβλεπόμενη εξαγωγή, όπως ορίζει η παράγραφος 8 σημείο 3 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 04-09 (ήτοι καθεστώς AAS για ενδιάμεσες προμήθειες/προβλεπόμενη εξαγωγή, επιστροφή εξαγωγικών δασμών για προβλεπόμενη εξαγωγή και επιστροφή τελικού ειδικού φόρου κατανάλωσης).

(20)

Διαπιστώθηκε ότι κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ ένας από τους συνεργαζόμενους εξαγωγείς λάμβανε παραχωρήσεις στο πλαίσιο του πρώτου επιμέρους καθεστώτος, δηλαδή του «ΑΑS πραγματικές εξαγωγές». Επομένως, δεν είναι αναγκαίο να καθοριστεί η αντισταθμισιμότητα των υπολοίπων επιμέρους καθεστώτων.

(21)

Μετά την επιβολή του ισχύοντος οριστικού αντισταθμιστικού δασμού με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1628/2004, οι ΔΑΙ τροποποίησαν το σύστημα επαλήθευσης που εφαρμόζεται για το AAS. Συγκεκριμένα, για λόγους επαλήθευσης από τις ινδικές αρχές, ο κάτοχος προκαταβολικής εξουσιοδότησης υποχρεούται δια νόμου να τηρεί «πραγματικές και σύμφωνα με τον οριζόμενο τύπο καταχωρίσεις για την κατανάλωση και χρησιμοποίηση των εισαγόμενων εμπορευμάτων/των εμπορευμάτων που προμηθεύεται από την εγχώρια αγορά» με συγκεκριμένη μορφή (κεφάλαια 4.26, 4.30 και προσάρτημα 23 του ΕΔ I 2004-2009), δηλαδή ένα βιβλίο πραγματικής κατανάλωσης. Το εν λόγω βιβλίο πρέπει να ελέγχεται από ορκωτό λογιστή/λογιστή ειδικευμένο στην κοστολόγηση και τη διοικητική λογιστική, ο οποίος εκδίδει πιστοποιητικό που δηλώνει ότι εξετάσθηκαν τα προβλεπόμενα βιβλία και τα σχετικά αρχεία και διαπιστώθηκε ότι οι πληροφορίες που υποβάλλονται βάσει του προσαρτήματος 23 είναι ακριβείς και ορθές από κάθε άποψη. Ωστόσο, οι ανωτέρω διατάξεις ισχύουν μόνο για τις προκαταβολικές εξουσιοδοτήσεις που εκδόθηκαν από τις 13 Μαΐου 2005 και μετά. Για όλες τις προκαταβολικές εξουσιοδοτήσεις ή άδειες που εκδόθηκαν πριν από αυτή την ημερομηνία, οι κάτοχοι καλούνται να ακολουθήσουν τις προηγουμένως ισχύουσες διατάξεις επαλήθευσης, δηλαδή να τηρούν ακριβείς και σύμφωνες με τον οριζόμενο τύπο καταχωρίσεις για την κατανάλωση και χρησιμοποίηση των εισαγόμενων εμπορευμάτων με τη μορφή που προβλέπεται στο προσάρτημα 18 (κεφάλαιο 4.30 και προσάρτημα 18 του ΕΔ I 02-07).

(22)

Όσον αφορά το επιμέρους καθεστώς που χρησιμοποιήθηκε κατά την ΠΕΕ από τον συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα, δηλαδή τις πραγματικές εξαγωγές, τόσο οι επιτρεπόμενες εισαγωγές όσο και η υποχρέωση εξαγωγών καθορίζονται κατ’ όγκο και κατ’ αξία από τις ΔΑΙ και αναγράφονται στην εξουσιοδότηση. Επιπλέον, κατά τη στιγμή της εισαγωγής και της εξαγωγής, οι αντίστοιχες συναλλαγές πρέπει να αναγράφονται στην εξουσιοδότηση από τους κρατικούς υπαλλήλους. Ο όγκος των εισαγωγών υπό το εν λόγω καθεστώς καθορίζεται από τις ΔΑΙ με βάση τα συνήθη πρότυπα εισαγωγών-εξαγωγών («SION»). Πρότυπα SION υπάρχουν για τα περισσότερα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του υπό εξέταση προϊόντος, και δημοσιεύονται στο ΕΔ II 04-09.

(23)

Οι εισαγόμενοι συντελεστές παραγωγής δεν είναι μεταβιβάσιμοι και πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του προκύπτοντος προϊόντος εξαγωγής. Η υποχρέωση εξαγωγών πρέπει να τηρείται εντός της προκαθορισθείσας προθεσμίας μετά την έκδοση της άδειας (24 μήνες με δύο δυνατές παρατάσεις έξι μηνών η καθεμία).

(24)

Από την έρευνα επανεξέτασης προέκυψε ότι οι προκαταβολικές άδειες που χρησιμοποιήθηκαν για την εισαγωγή πρώτων υλών κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ είχαν εκδοθεί πριν από τις 13 Μαΐου 2005. Επομένως, οι νέες απαιτήσεις επαλήθευσης που έχουν ορίσει οι ινδικές αρχές στο ΕΔ I 04-09, όπως περιγράφεται παραπάνω στο σημείο 21, δεν είχαν ακόμη δοκιμαστεί στην πράξη. Επιπλέον, η εταιρεία δεν ήταν σε θέση να αποδείξει ότι είχαν τηρηθεί τα αναγκαία βιβλία κατανάλωσης και αποθεμάτων με τη μορφή που προβλέπεται στο κεφάλαιο 4.30 και στο προσάρτημα 18 του ΕΔ I 02-07, όπως εφαρμόζεται για τις προκαταβολικές άδειες που εκδόθηκαν πριν από τις 13 Μαΐου 2005. Λαμβάνοντας υπόψη τα εν λόγω στοιχεία, θεωρείται ότι ο εξαγωγέας που αποτέλεσε αντικείμενο της έρευνας δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι τηρήθηκαν οι σχετικές διατάξεις της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ.

δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(25)

Ο συνεργαζόμενος εξαγωγέας που είχε κάνει χρήση του AAS κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ υποστήριξε ότι είχε υποβάλει εκουσίως τις προκαταβολικές άδειες που χρησιμοποίησε, μολονότι αυτές είχαν εκδοθεί πριν από τις 13 Μαΐου 2005, για επαλήθευση από ορκωτό λογιστή σύμφωνα με το ΕΔ I 04-09, τότε το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι υπάρχει τώρα ένα κατάλληλο σύστημα επαλήθευσης όπως προβλέπουν οι νέες διατάξεις του ΕΔ.

(26)

Πράγματι, πιστοποιητικό στο έντυπο του παραρτήματος 23 του ΕΔ, υπογεγραμμένο από ορκωτό λογιστή με ημερομηνία 1η Φεβρουαρίου 2008, είχε υποβληθεί στις υπηρεσίες της Επιτροπής κατά τον έλεγχο των εγκαταστάσεων της επιχείρησης. Ωστόσο, δεδομένου ότι προκαταβολικές άδειες είχαν ημερομηνία του 2004, και ότι οι νέες διατάξεις του ΕΔ δεν ίσχυαν για αυτές, συνάγεται το συμπέρασμα ότι πρόκειται για εκούσια ενέργεια της επιχείρησης, η οποία δεν αποδεικνύει ότι όντως είχε εφαρμοσθεί αποτελεσματικό σύστημα επαλήθευσης από τις ΔΑΙ. Επιπλέον, δεν αποδείχθηκε ότι η διαγραφή του καθ’ υπέρβαση δασμού, όπως υπολογίσθηκε από τον ορκωτό λογιστή, επεστράφη πραγματικά στο Δημόσιο.

ε)   Συμπέρασμα

(27)

Η απαλλαγή από τους δασμούς εισαγωγής ισοδυναμεί με επιδότηση κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, δηλαδή με χρηματοδοτική συνεισφορά των ΔΑΙ που παρείχε όφελος στους εξαγωγείς οι οποίοι αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας.

(28)

Επιπλέον, το καθεστώς «AAS για πραγματικές εξαγωγές» εξαρτάται εκ του νόμου σαφώς από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και, επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμο βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Χωρίς δέσμευση για εξαγωγές, μια εταιρεία δεν μπορεί να αποκομίζει οφέλη από αυτά τα καθεστώτα.

(29)

Το επιμέρους καθεστώς που χρησιμοποιήθηκε στην παρούσα υπόθεση, δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν είναι σύμφωνο με τους αυστηρούς κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i), στο παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών) και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή φόρων σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού. Οι ΔΑΙ δεν εφήρμοσαν αποτελεσματικό σύστημα ή διαδικασία επαλήθευσης για να επιβεβαιώσουν εάν και σε ποιο βαθμό καταναλώθηκαν συντελεστές παραγωγής κατά την παραγωγή του εξαχθέντος προϊόντος (παράρτημα II σημείο II παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, και για τα καθεστώτα επιστροφής λόγω υποκατάστασης, παράρτημα III σημείο II παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού). Τα ίδια τα πρότυπα SION δεν μπορούν να θεωρηθούν από μόνα τους σύστημα επαλήθευσης της πραγματικής κατανάλωσης, δεδομένου ότι δεν επιτρέπουν στις ΔΑΙ να επαληθεύουν με αρκετή ακρίβεια το ποσό των συντελεστών παραγωγής που καταναλώθηκαν κατά την παραγωγή του προϊόντος προς εξαγωγή. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ δεν πραγματοποιήθηκε αποτελεσματικός έλεγχος από τις ΔΑΙ με βάση ορθά τηρούμενο βιβλίο πραγματικής κατανάλωσης. Πέραν τούτου, οι ΔΑΙ δεν προέβησαν σε περαιτέρω εξέταση βάσει των πραγματικών συντελεστών παραγωγής που χρησιμοποιήθηκαν, παρόλο που αυτό θα έπρεπε να γίνει κανονικά λόγω μη αποτελεσματικής εφαρμογής του συστήματος επαλήθευσης (παράρτημα II σημείο II παράγραφος 5 και παράρτημα III σημείο II παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού).

(30)

Επομένως, το εν λόγω επιμέρους καθεστώς είναι αντισταθμίσιμο.

στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(31)

Ελλείψει επιτρεπόμενων καθεστώτων επιστροφής των δασμών ή καθεστώτων επιστροφής λόγω υποκατάστασης, το αντισταθμίσιμο όφελος είναι η διαγραφή των συνολικών εισαγωγικών δασμών που ήταν κανονικά απαιτητοί κατά την εισαγωγή των συντελεστών παραγωγής. Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνεται ότι ο βασικός κανονισμός δεν προβλέπει μόνο την «καθ’ υπέρβασιν» διαγραφή δασμών. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και το παράρτημα Ι σημείο i) του βασικού κανονισμού, η καθ’ υπέρβασιν διαγραφή των δασμών μπορεί να αντισταθμίζεται μόνον εφόσον πληρούνται οι όροι των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού, πράγμα που δεν συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση. Συνεπώς, εάν διαπιστωθεί έλλειψη ικανοποιητικής διαδικασίας παρακολούθησης, η παραπάνω εξαίρεση για τα καθεστώτα επιστροφής δεν ισχύει, ενώ ισχύει αντίθετα ο συνήθης κανόνας, δηλαδή αντισταθμίζεται το ποσό των μη καταβληθέντων δασμών (διαφυγόντα έσοδα), και όχι η διατεινόμενη καθ’ υπέρβασιν διαγραφή. Όπως αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙ παράγραφος ΙΙ και στο παράρτημα ΙΙΙ παράγραφος ΙΙ του βασικού κανονισμού, δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της αρχής που διεξάγει την έρευνα να υπολογίζει την εν λόγω καθ’ υπέρβασιν διαγραφή. Αντίθετα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού, η εν λόγω αρχή πρέπει απλώς να συγκεντρώσει επαρκή στοιχεία για την αμφισβήτηση της καταλληλότητας του συστήματος επαλήθευσης που αναφέρει ο ισχυρισμός.

(32)

Το ποσό της επιδότησης των εξαγωγέων που χρησιμοποίησαν το καθεστώς AAS υπολογίσθηκε βάσει των μη εισπραχθέντων εισαγωγικών δασμών (βασικός δασμός και ειδικός πρόσθετος τελωνειακός δασμός) επί των εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής στο πλαίσιο του επιμέρους καθεστώτος που χρησιμοποιήθηκε για το υπό εξέταση προϊόν κατά την ΠΕΕ (αριθμητής). Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, τα αναγκαία έξοδα που πραγματοποιήθηκαν με σκοπό την εξασφάλιση του δικαιώματος προς επιδότηση αφαιρέθηκαν από τα ποσά της επιδότησης όταν υποβλήθηκαν δικαιολογημένα αιτήματα. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, αυτό το ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε στον αντίστοιχο κύκλο εργασιών κατά την ΠΕΕ ως ο κατάλληλος παρονομαστής, διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(33)

Το ποσοστό επιδότησης που ορίστηκε σχετικά με το εν λόγω καθεστώς κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ για τον σχετικό συνεργαζόμενο παραγωγό ανέρχεται σε 0,3 %.

2.   Καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών («DEPBS»)

α)   Νομική βάση

(34)

Η λεπτομερής περιγραφή του καθεστώτος DERBS βρίσκεται στην παράγραφο 4 σημείο 3 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 04-09 και στο κεφάλαιο 4 του ΕΔ I 04-09.

β)   Επιλεξιμότητα

(35)

Όλοι οι κατασκευαστές-εξαγωγείς ή έμποροι-εξαγωγείς μπορούν να επωφεληθούν από αυτό το καθεστώς.

γ)   Πρακτική εφαρμογή του καθεστώτος DEPBS (Πιστώσεις εισαγωγικών δασμών)

(36)

Κάθε επιλέξιμος εξαγωγέας μπορεί να αιτηθεί πιστώσεις DEPBS, οι οποίες υπολογίζονται ως ποσοστό της αξίας των εξαγόμενων προϊόντων στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος. Αυτά τα ποσοστά DEPBS καθορίσθηκαν από τις αρχές της Ινδίας για τα περισσότερα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του υπό εξέταση προϊόντος. Καθορίζονται με βάση τα πρότυπα SION, λαμβάνοντας υπόψη ότι το εξαγόμενο προϊόν περιέχει εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής και την επίπτωση του τελωνειακού δασμού σε αυτές τις υποτιθέμενες εισαγωγές, ανεξάρτητα από το αν έχουν πράγματι καταβληθεί οι εισαγωγικοί δασμοί ή όχι.

(37)

Για να είναι μια εταιρεία επιλέξιμη να τύχει ωφελημάτων βάσει αυτού του καθεστώτος, πρέπει να εξάγει προϊόντα. Κατά τη χρονική στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής, ο εξαγωγέας πρέπει να υποβάλει δήλωση στις αρχές της Ινδίας στην οποία θα αναφέρει ότι η εξαγωγή πραγματοποιείται βάσει του καθεστώτος DEPBS. Για την εξαγωγή των προϊόντων, οι ινδικές τελωνειακές αρχές εκδίδουν, κατά τη διαδικασία αποστολής, τιμολόγιο για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, το ποσό της πίστωσης DEPBS που πρέπει να χορηγηθεί για την εν λόγω εξαγωγική συναλλαγή. Σε αυτή τη φάση της εξαγωγής, ο εξαγωγέας γνωρίζει το όφελος το οποίο θα προσπορισθεί. Ύστερα από την έκδοση τιμολογίου για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή από τις τελωνειακές αρχές, οι ΔΑΙ δεν έχουν πλέον την ευχέρεια να αποφασίσουν σχετικά με τη χορήγηση ή μη πίστωσης DEPBS. Το σχετικό ποσοστό DEPBS για τον υπολογισμό του οφέλους είναι εκείνο που εφαρμόζεται κατά τη στιγμή της υποβολής της δήλωσης εξαγωγής.

(38)

Οι πιστώσεις DEPBS μπορούν να μεταβιβάζονται ελεύθερα και ισχύουν για περίοδο 12 μηνών από την ημερομηνία εκδόσεως. Αυτές οι πιστώσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την πληρωμή τελωνειακών δασμών επί μεταγενέστερων εισαγωγών όλων των εμπορευμάτων που μπορούν να εισάγονται άνευ περιορισμών, εκτός των κεφαλαιουχικών αγαθών. Τα εμπορεύματα που εισάγονται έναντι των εν λόγω πιστώσεων μπορούν να πωλούνται στην εγχώρια αγορά (υποκείμενα σε φόρο πωλήσεων) ή να χρησιμοποιούνται κατά διαφορετικό τρόπο.

(39)

Οι αιτήσεις για πιστώσεις DEPBS υποβάλλονται με ηλεκτρονική μορφή και μπορούν να καλύπτουν απεριόριστο αριθμό εξαγωγικών συναλλαγών. Εκ των πραγμάτων δεν ισχύουν αυστηρές προθεσμίες για την υποβολή των αιτήσεων για πιστώσεις DEPBS. Το ηλεκτρονικό σύστημα που χρησιμοποιείται για τη διαχείριση του DEPBS δεν αποκλείει αυτομάτως εξαγωγικές συναλλαγές που πραγματοποιούνται μετά την πάροδο των προθεσμιών υποβολής που αναφέρονται στο κεφάλαιο 4.47 του ΕΔ I 04-09. Επιπλέον, στο κεφάλαιο 9.3 του ΕΔ I 04-09 προβλέπεται σαφώς ότι οι αιτήσεις που παραλαμβάνονται μετά την πάροδο των προθεσμιών υποβολής μπορούν να εξετασθούν αφού επιβληθεί πρόστιμο (ύψους 10 % επί της πίστωσης).

δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(40)

Ένας συνεργαζόμενος εξαγωγέας υποστήριξε ότι όλες οι πιστώσεις DEPBS που έλαβε η επιχείρησή του είχαν διατεθεί για την εισαγωγή υλικών που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος, παρόλο που κατ’ αρχήν επιτρέπεται η χρήση τους για άλλους σκοπούς, όπως αναφέρεται ανωτέρω. Για τον λόγο αυτόν, ο εν λόγω εξαγωγέας υποστήριξε ότι η πραγματική χρήση της πίστωσης DEPBS για τον προαναφερόμενο σκοπό ήταν σύμφωνη με ένα κανονικό σύστημα επιστροφής δασμών και ότι, ως εκ τούτου, μόνον η καθ’ υπέρβασιν διαγραφή, στον βαθμό που υπάρχει, πρέπει να αντισταθμιστεί. Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και το παράρτημα Ι σημείο i) του βασικού κανονισμού, η καθ’ υπέρβασιν διαγραφή των δασμών μπορεί να αντισταθμίζεται μόνον εφόσον πληρούνται οι όροι των παραρτημάτων II και III του βασικού κανονισμού. Οι όροι αυτοί, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 43, δεν πληρούνται στη συγκεκριμένη περίπτωση. Κατά συνέπεια, ισχύει ο συνήθης κανόνας, δηλαδή αντισταθμίζεται το ποσό των μη καταβληθέντων δασμών (διαφυγόντα έσοδα), και όχι η διατεινόμενη καθ’ υπέρβασιν διαγραφή.

ε)   Συμπεράσματα σχετικά με το DEPBS

(41)

Το καθεστώς DEPBS παρέχει επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Μια πίστωση DERBS αποτελεί οικονομική συνεισφορά των ΔΑΙ, δεδομένου ότι η πίστωση θα χρησιμοποιηθεί τελικά για να εξουδετερώσει τους εισαγωγικούς δασμούς, μειώνοντας έτσι τα έσοδα των ΔΑΙ από τον δασμό που θα ήταν κανονικά απαιτητός. Επιπλέον, η πίστωση για το καθεστώς DERBS αποφέρει όφελος στον εξαγωγέα, διότι βελτιώνει τα ρευστά διαθέσιμά του.

(42)

Το καθεστώς DEPBS εξαρτάται εκ του νόμου από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και, επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμο βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(43)

Αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν είναι σύμφωνο με τους αυστηρούς κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i), στο παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών) και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή φόρων σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού. Ο εξαγωγέας δεν έχει υποχρέωση να καταναλώσει πραγματικά τα εμπορεύματα που εισάγονται με δασμολογική ατέλεια κατά τη διαδικασία παραγωγής και το ποσό της πίστωσης δεν υπολογίζεται ανάλογα με τους πραγματικά χρησιμοποιηθέντες συντελεστές παραγωγής. Επίσης, δεν υπάρχουν άλλα καθεστώτα ή διαδικασίες ώστε να επιβεβαιώνεται ποιοι συντελεστές παραγωγής καταναλώνονται πραγματικά κατά τη διαδικασία παραγωγής του εξαγόμενου προϊόντος ή αν προέκυψε επιπλέον πληρωμή εισαγωγικών δασμών κατά την έννοια του σημείου i) του παραρτήματος Ι και των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Τέλος, κάθε εξαγωγέας είναι επιλέξιμος για τα οφέλη που παρέχει το καθεστώς DEPBS, ανεξάρτητα από το αν εισάγει συντελεστές παραγωγής. Για να προσπορισθεί το όφελος ένας εξαγωγέας, αρκεί να εξάγει απλώς εμπορεύματα, χωρίς να πρέπει να αποδείξει ότι έχει εισαγάγει υλικό για την παραγωγή τους. Συνεπώς, ακόμη και οι εξαγωγείς που προμηθεύονται όλους τους συντελεστές παραγωγής από την εγχώρια αγορά και δεν εισάγουν προϊόντα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως συντελεστές παραγωγής, δικαιούνται επίσης να προσπορισθούν τα οφέλη που παρέχει το καθεστώς DEPBS.

στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(44)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 και το άρθρο 5 του βασικού κανονισμού, το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων υπολογίσθηκε με βάση το όφελος που προσπορίζεται ο δικαιούχος, το οποίο διαπιστώνεται κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Ως προς αυτό, θεωρήθηκε ότι ο δικαιούχος προσπορίσθηκε όφελος κατά τη στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής βάσει αυτού του καθεστώτος. Αυτή τη στιγμή, οι ΔΑΙ δύνανται να παραιτηθούν από τους τελωνειακούς δασμούς, πράξη που αποτελεί χρηματοδοτική συνεισφορά κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Μόλις οι τελωνειακές αρχές εκδώσουν τιμολόγιο για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή που αναφέρει, μεταξύ άλλων, το ποσό της πίστωσης DEPBS η οποία πρέπει να χορηγηθεί για την εν λόγω εξαγωγική συναλλαγή, οι ΔΑΙ δεν έχουν την ευχέρεια να αποφασίσουν σχετικά με τη χορήγηση ή μη της επιδότησης ούτε να ορίσουν το ποσό της επιδότησης. Επιπλέον, οι συνεργαζόμενοι εξαγωγείς-παραγωγοί εξέλαβαν τις πιστώσεις DEPBS βάσει της αυτοτέλειας των χρήσεων ως έσοδο στο στάδιο της εξαγωγικής συναλλαγής.

(45)

Όταν υποβλήθηκαν δεόντως αιτιολογημένες αιτήσεις, κάθε αναγκαίο έξοδο που προέκυψε με σκοπό τη λήψη της επιδότησης αφαιρέθηκε από τις πιστώσεις που υπολογίσθηκαν, ώστε να καθοριστούν τα ποσά της επιδότησης ως αριθμητής, δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, αυτό το ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε στον συνολικό κύκλο εργασιών κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης ως ο κατάλληλος παρονομαστής, διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(46)

Οι συντελεστές επιδότησης που καθορίσθηκαν για το συγκεκριμένο καθεστώς κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ για τους συνεργαζόμενους εξαγωγείς-παραγωγούς ανέρχονται σε 6,2 % και 5,7 %.

3.   Καθεστώς προώθησης των εξαγωγών κεφαλαιουχικών αγαθών («EPCGS»)

α)   Νομική βάση

(47)

Η λεπτομερής περιγραφή του καθεστώτος EPCGS παρατίθεται στο κεφάλαιο 5 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 04-09 και στο κεφάλαιο 5 του ΕΔ I 04-09.

β)   Επιλεξιμότητα

(48)

Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς, οι έμποροι-εξαγωγείς οι οποίοι είναι «συνδεδεμένοι» με κατασκευαστές που τους υποστηρίζουν και οι πάροχοι υπηρεσιών είναι επιλέξιμοι για το εν λόγω καθεστώς.

γ)   Πρακτική εφαρμογή

(49)

Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης εξαγωγής, επιτρέπεται στις εταιρείες να εισάγουν κεφαλαιουχικά αγαθά (νέα και –από τον Απρίλιο 2003– μεταχειρισμένα κεφαλαιουχικά αγαθά μέχρι δέκα ετών) με μειωμένο δασμό. Προς τον σκοπό αυτό, οι ΔΟΙ χορηγούν άδεια EPCGS, μετά από αίτηση και καταβολή ενός τέλους. Ως τις 31 Μαρτίου 2000, εφαρμοζόταν πραγματικός δασμός 11 % (συμπεριλαμβανομένου συμπληρωματικού τέλους 10 %) και, στην περίπτωση εισαγωγών υψηλής αξίας, μηδενικός δασμός. Από τον Απρίλιο του 2000, το καθεστώς αυτό προβλέπει την εφαρμογή μειωμένου εισαγωγικού δασμού ύψους 5 % σε όλα τα κεφαλαιουχικά αγαθά που εισάγονται στο πλαίσιό του. Για την εκπλήρωση της υποχρέωσης εξαγωγής, τα εισαγόμενα κεφαλαιουχικά αγαθά πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ορισμένης ποσότητας εξαγωγικών προϊόντων εντός καθορισμένης περιόδου.

(50)

Ο κάτοχος άδειας EPCGS μπορεί επίσης να εφοδιάζεται με τα κεφαλαιουχικά αγαθά στην εγχώρια αγορά. Στην περίπτωση αυτή, ο εγχώριος κατασκευαστής κεφαλαιουχικών αγαθών μπορεί να προσπορισθεί το όφελος για την εισαγωγή με δασμολογική απαλλαγή των συστατικών μερών που απαιτούνται για την παραγωγή των εν λόγω κεφαλαιουχικών αγαθών. Εναλλακτικά, ο εγχώριος παραγωγός μπορεί να ζητεί από έναν κάτοχο άδειας EPCGS να προσπορισθεί για την προμήθεια κεφαλαιουχικών αγαθών το όφελος που συνδέεται από την προβλεπόμενη εξαγωγή.

δ)   Συμπέρασμα σχετικά με το καθεστώς EPCG

(51)

Το καθεστώς EPCGS χορηγεί επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Η δασμολογική μείωση συνιστά χρηματοδοτική συνεισφορά των ΔΑΙ, δεδομένου ότι με αυτή την παραχώρηση μειώνονται τα έσοδα των ΔΑΙ από τον δασμό που θα ήταν κανονικά απαιτητός. Εξάλλου, η δασμολογική μείωση παρέχει όφελος στους εξαγωγείς στον βαθμό που οι δασμοί που εξοικονομούνται επί της εισαγωγής βελτιώνουν τα ρευστά τους διαθέσιμα.

(52)

Επιπλέον, το καθεστώς EPCGS εξαρτάται εκ του νόμου από την εξαγωγική επίδοση, δεδομένου ότι οι εν λόγω άδειες δεν μπορούν να χορηγούνται χωρίς δέσμευση για εξαγωγή. Συνεπώς, το καθεστώς αυτό θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμο δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(53)

Τέλος, αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Τα κεφαλαιουχικά αγαθά δεν υπάγονται στα επιτρεπόμενα συστήματα που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i) του βασικού κανονισμού, διότι δεν καταναλώνονται κατά τη διαδικασία παραγωγής των εξαγόμενων προϊόντων.

ε)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(54)

Το ποσό της επιδότησης υπολογίσθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, με βάση τους μη καταβληθέντες δασμούς για τα εισαχθέντα κεφαλαιουχικά αγαθά κατά τη διάρκεια της περιόδου που αντιστοιχεί στην κανονική περίοδο απόσβεσης των εν λόγω κεφαλαιουχικών αγαθών. Σύμφωνα με πάγια πρακτική, το ποσό που υπολογίζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο και καταλογίζεται στην ΠΕΕ προσαρμόσθηκε με την προσθήκη του τόκου που αντιστοιχεί στην εν λόγω περίοδο, έτσι ώστε να αντικατοπτρίζεται η συνολική αξία του οφέλους που χορηγήθηκε κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου. Το εμπορικό μακροπρόθεσμο επιτόκιο κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης στην Ινδία θεωρήθηκε κατάλληλο προς τον σκοπό αυτό. Στις περιπτώσεις που υποβλήθηκε αιτιολογημένη αίτηση, τα αναγκαία τέλη που καταβλήθηκαν για τη λήψη της επιδότησης αφαιρέθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού από το εν λόγω ποσό, έτσι ώστε να υπολογιστεί το ποσό της επιδότησης ως αριθμητής. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3 του βασικού κανονισμού, το εν λόγω ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε στον κύκλο εργασιών εξαγωγών κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης ως ο κατάλληλος παρονομαστής διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(55)

Οι συντελεστές επιδότησης που καθορίσθηκαν για το συγκεκριμένο καθεστώς κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ για τους συνεργαζόμενους εξαγωγείς-παραγωγούς ανέρχονται σε 0,7 % και 0,3 %.

στ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(56)

Ένας συνεργαζόμενος εξαγωγέας υπέδειξε ένα σφάλμα στη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε στην αρχή για τον υπολογισμό των οφελών του EPCG, ιδίως όσον αφορά το ποσό του επιτοκίου που εφαρμόσθηκε. Το σφάλμα αυτό, το οποίο επηρέασε και τους δύο συνεργαζόμενους εξαγωγείς, διορθώθηκε.

4.   Καθεστώς απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος («ITES»)

(57)

Στο πλαίσιο του καθεστώτος αυτού, οι εξαγωγείς μπορούσαν να τύχουν μερικής απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος επί των κερδών από εξαγωγικές πωλήσεις. Αυτή η απαλλαγή έχει ως νομική βάση το τμήμα 80HHC του ITA.

(58)

H διάταξη αυτή καταργήθηκε για το φορολογικό έτος 2005-2006 (ήτοι για το οικονομικό έτος από 1ης Απριλίου 2004 έως τις 31 Μαρτίου 2005) και εξής και, ως εκ τούτου, το τμήμα 80HHC του ITA δεν παρέχει πλέον οφέλη μετά τις 31 Μαρτίου 2004. Οι συνεργαζόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν προσπορίσθηκαν οφέλη από το εν λόγω καθεστώς κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Κατά συνέπεια, εφόσον το καθεστώς έχει καταργηθεί, δεν θα αντισταθμιστεί, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

α)   Νομική βάση

(59)

Το καθεστώς βασίζεται στο τμήμα 80 I A του ITA. Η εν λόγω διάταξη περιλήφθηκε στον ITA μέσω του νόμου περί οικονομικών (Finance Act) του 2001.

β)   Επιλεξιμότητα

(60)

Το τμήμα 80 I A του ITA εφαρμόζεται για τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην κατασκευή εγκαταστάσεων υποδομών, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, οπουδήποτε στην Ινδία.

γ)   Πρακτική εφαρμογή

(61)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του τμήματος 80 I A του ITA, ένα ποσό που αντιστοιχεί στο κέρδος που προκύπτει από τις δραστηριότητες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας απαλλάσσεται του φόρου επί των κερδών επί δέκα συναπτά έτη κατά την πρώτη δεκαπενταετία λειτουργίας της μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η εν λόγω μονάδα πρέπει να είναι νέα και να έχει τεθεί σε λειτουργία από την 1η Απριλίου 2003 έως την 31η Μαρτίου 2010.

(62)

Ο υπολογισμός του ποσού που απαλλάσσεται του φόρου επί των κερδών αποτελεί μέρος της ετήσιας φορολογικής δήλωσης της εταιρείας, ο δε λογιστικός έλεγχος αυτού διενεργείται ταυτόχρονα με τον έλεγχο των κερδών, των ζημιών και των λοιπών οικονομικών καταστάσεων της εταιρείας. Πρέπει να είναι σύμφωνος με τους κανόνες που ορίζονται στον ITA, δηλαδή ότι η λογιστική αποτίμηση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να αντανακλά την αγοραία αξία της. Οι φορολογικές αρχές αναλαμβάνουν να επαληθεύσουν εάν ο υπολογισμός του ποσού που απαλλάσσεται του φόρου επί των κερδών είναι σύμφωνος με τους κανόνες που ορίζονται στον ITA και με τους ελεγμένους λογαριασμούς της επιχείρησης. Από στοιχεία που εντοπίστηκαν κατά την έρευνα προκύπτει ότι οι αρχές είχαν επαληθεύσει στην πράξη τον υπολογισμό και είχαν πραγματοποιήσει τροποποιήσεις στους υπολογισμούς όποτε αυτό ήταν δικαιολογημένο.

(63)

Από την έρευνα προέκυψε ότι και οι δύο εξαγωγείς-παραγωγοί που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας είχαν δημιουργήσει στις μονάδες παραγωγής γραφίτη των εταιρειών τους μονάδες παραγωγής ενέργειας για δεσμευμένη κατανάλωση. Ως εκ τούτου, αιτήθηκαν την αντίστοιχη απαλλαγή φόρου επί των κερδών, σύμφωνα με τις διατάξεις του ITA.

δ)   Συμπέρασμα σχετικά με το ITES (καθεστώς απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος) σύμφωνα με το τμήμα 80 I A του ITA

(64)

Η απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος ισοδυναμεί με επιδότηση κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, δηλαδή με χρηματοδοτική συνεισφορά των ΔΑΙ η οποία παρείχε όφελος στους εξαγωγείς που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας.

(65)

Ωστόσο, από την έρευνα προέκυψε ότι η πρόσβαση στο ITES σύμφωνα με το τμήμα 80 I A του ITA δεν περιορίζεται σε ορισμένες επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Το καθεστώς αυτό φαίνεται ότι είναι διαθέσιμο για όλες τις επιχειρήσεις βάσει αντικειμενικών κριτηρίων. Επίσης, στην υπόθεση αυτή δεν βρέθηκαν άλλες ενδείξεις ότι το καθεστώς έχει ατομικό χαρακτήρα.

(66)

Επιπλέον, είναι συνδεδεμένο με προϊόν (ηλεκτρική ενέργεια) διαφορετικό από το υπό εξέταση προϊόν και, ως εκ τούτου, τα οφέλη από το καθεστώς προκύπτουν από δραστηριότητα διαφορετική από την παραγωγή ή την πώληση του υπό εξέταση προϊόντος. Υπό αυτές τις περιστάσεις, θεωρείται ότι δεν πρέπει να αντισταθμιστούν τα οφέλη που αποκομίζουν οι εξαγωγείς τους οποίους αφορά εν λόγο καθεστώς.

5.   Απαλλαγή από τα τέλη ηλεκτρισμού («EDΕ»)

(67)

Στο πλαίσιο της πολιτικής για την προώθηση της βιομηχανίας του 2004, η πολιτεία Madhya Pradesh (εφεξής «MP») προσφέρει απαλλαγή από τα τέλη ηλεκτρισμού σε βιομηχανικές επιχειρήσεις οι οποίες επενδύουν στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας για δεσμευμένη κατανάλωση.

α)   Νομική βάση

(68)

Η περιγραφή του καθεστώτος απαλλαγής από τα τέλη ηλεκτρισμού που εφάρμοσε η κυβέρνηση του MP παρατίθεται στο τμήμα 3-B του νόμου περί τελών ηλεκτρισμού του 1949.

β)   Επιλεξιμότητα

(69)

Κάθε βιομηχανία η οποία βρίσκεται στη δικαιοδοσία της κυβέρνησης του MP και επενδύει σε νέες μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για δεσμευμένη κατανάλωση.

γ)   Πρακτική εφαρμογή

(70)

Σύμφωνα με ανακοίνωση που έκανε η κυβέρνηση του MP στις 29 Σεπτεμβρίου 2004, η Επιθεώρηση Ηλεκτρικής Ενέργειας του MP μπορεί να χορηγήσει πιστοποιητικό απαλλαγής από τα τέλη ηλεκτρικής ενέργειας στις επιχειρήσεις ή τα πρόσωπα που επενδύουν σε νέες μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για δεσμευμένη κατανάλωση με δυναμικό άνω των 10 kW. Η απαλλαγή χορηγείται αποκλειστικά για την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται για ίδια κατανάλωση και μόνον εάν η νέα μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για δεσμευμένη κατανάλωση δεν αντικαθιστά παλαιότερη μονάδα. Η απαλλαγή χορηγείται για πενταετή περίοδο.

(71)

Με μια ανακοίνωση της κυβέρνησης του MP με ημερομηνία 5 Απριλίου 2005 χορηγήθηκε απαλλαγή δεκαετούς διάρκειας από τα τέλη ηλεκτρικής ενέργειας στη νέα μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας την οποία κατασκεύασε ένας από τους συνεργαζόμενους εξαγωγείς-παραγωγούς που αποτέλεσε αντικείμενο της έρευνας.

δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(72)

Ο συνεργαζόμενος εξαγωγέας στον οποίο χορηγήθηκε απαλλαγή από τα τέλη ηλεκτρισμού υποστήριξε ότι το καθεστώς EDE δεν είναι ατομικό, και εφαρμόζεται άνευ διακρίσεων σε όλες τις επιλέξιμες εταιρείες. Σύμφωνα με τον εν λόγω εξαγωγέα, η αρχική πολιτική να χορηγείται απαλλαγή για περίοδο πέντε ετών αναθεωρήθηκε μεταγενέστερα από την κυβέρνηση της πολιτείας Madhya Pradesh ώστε η απαλλαγή να χορηγείται για περίοδο δέκα ετών. Ωστόσο, δεν υποβλήθηκε ουδεμία δημοσιευθείσα κοινοποίηση αυτής της τροποποίησης, ούτε από τον συνεργαζόμενο εξαγωγέα ούτε από τις ΔΑΙ στις απαντήσεις που υπέβαλαν.

ε)   Συμπέρασμα σχετικά με το καθεστώς EDE

(73)

Το εν λόγω καθεστώς συνιστά επιδότηση κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Αποτελεί χρηματοδοτική συνεισφορά της κυβέρνησης του MP, δεδομένου ότι το εν λόγω κίνητρο μειώνει τα έσοδα που θα έπρεπε κανονικά να καταβληθούν στην πολιτεία του MP. Επιπλέον, παρέχει όφελος στην αποδέκτρια εταιρεία.

(74)

Μολονότι η πολιτική για την προώθηση της βιομηχανίας του 2004 και η ανακοίνωση της 29ης Σεπτεμβρίου 2004 της κυβέρνησης του MP προβλέπουν περίοδο απαλλαγής πενταετούς διάρκειας, στον συγκεκριμένο εξαγωγέα-παραγωγό χορηγήθηκε απαλλαγή δεκαετούς διάρκειας. Ως εκ τούτου, το εν λόγω κίνητρο δεν φαίνεται να χορηγείται σύμφωνα με κριτήρια και όρους που προβλέπονται σαφώς βάσει νόμου, κανονισμού ή άλλου δημοσίου εγγράφου.

στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(75)

Το όφελος που απεκόμισε ο παραγωγός-εξαγωγέας υπολογίσθηκε με βάση το ποσό του δασμού για την ηλεκτρική ενέργεια που οφειλόταν κανονικά κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης, αλλά που δεν είχε εξοφληθεί στο πλαίσιο του εν λόγω καθεστώτος. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, το ποσό της επιδότησης (αριθμητής) κατανεμήθηκε στις συνολικές πωλήσεις κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης (παρονομαστής), διότι αναφέρεται σε όλες τις πωλήσεις, εγχώριες και εξαγωγικές, και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις ποσότητες που κατασκευάσθηκαν, παρήχθησαν, εξήχθησαν ή μεταφέρθηκαν.

(76)

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, διαπιστώθηκε περιθώριο επιδότησης 0,7 % για μία εταιρεία που απεκόμισε οφέλη στο πλαίσιο του EDE.

III.   Ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων

(77)

Υπενθυμίζεται ότι στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1628/2004, το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, εκφραζόμενο κατ’ αξίαν, διαπιστώθηκε ότι ήταν 15,7 % και 7 % αντιστοίχως για τους δύο εξαγωγείς-παραγωγούς που συνεργάστηκαν στην παρούσα μερική ενδιάμεση επανεξέταση.

(78)

Κατά τη διάρκεια της παρούσας μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, εκφραζόμενο κατ’ αξίαν, διαπιστώθηκε ότι ήταν όπως εμφαίνεται στον παρακάτω πίνακα:

Εταιρεία

ALS

DEPB

EPCG

EDE

Σύνολο

Graphite India Ltd

μηδέν

6,2 %

0,1 %

μηδέν

6,3 %

HEG Ltd

0,3 %

5,7 %

0,5 %

0,7 %

7,2 %

IV.   Αντισταθμιστικά μέτρα

(79)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων και σύμφωνα με τους λόγους της παρούσας μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης που εκτίθενται στο σημείο 3 της ανακοίνωσης έναρξης της διαδικασίας, διαπιστώνεται ότι το περιθώριο επιδότησης σε σχέση με τους συνεργαζόμενους παραγωγούς μεταβλήθηκε και, συνεπώς, ο συντελεστής του αντισταθμιστικού δασμού που επιβλήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1628/2004 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(80)

Ο αντισταθμιστικός δασμός που αποτέλεσε αντικείμενο της επανεξέτασης προέκυψε από παράλληλες έρευνες αντιντάμπινγκ και κατά επιδοτήσεων («οι αρχικές έρευνες»). Σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού και με το άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (5), οι δασμοί αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1629/2004 τροποποιήθηκαν στον βαθμό που τα ποσά των επιδοτήσεων και τα περιθώρια ντάμπινγκ προέκυψαν από την ίδια κατάσταση.

(81)

Τα καθεστώτα επιδοτήσεων που εξετάστηκαν και διαπιστώθηκε ότι είναι αντισταθμίσιμα στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας επανεξέτασης, με εξαίρεση το EDE, συνιστούσαν εξαγωγικές επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(82)

Ως εκ τούτου, κρίνεται σκόπιμο να αναπροσαρμοσθεί ο δασμός αντιντάμπινγκ ώστε να αντανακλά τα νέα επίπεδα επιδότησης που διαπιστώθηκαν κατά την παρούσα επανεξέταση, όσον αφορά τις εξαγωγικές επιδοτήσεις. Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, το επίπεδο αντισταθμιστικών δασμών δεν πρέπει να υπερβαίνει το περιθώριο εξάλειψης της ζημίας που διαπιστώθηκε κατά την αρχική έρευνα. Όπως και στην αρχική έρευνα, δεδομένου ότι το επίπεδο συνεργασίας ήταν υψηλό (100 %), το υπόλοιπο περιθωρίου επιδότησης καθορίσθηκε στο επίπεδο της εταιρείας με το υψηλότερο ατομικό περιθώριο.

(83)

Συνεπώς, τα επίπεδα των αντισταθμιστικών δασμών και των δασμών αντιντάμπινγκ πρέπει να προσαρμοσθούν ως εξής:

Εταιρεία

Περιθώριο επιδότησης

Περιθώριο ντάμπινγκ

Περιθώριο εξάλειψης ζημίας

Αντισταθμιστικός δασμός

Δασμός αντιντάμπινγκ

Graphite India Ltd

6,3 %

31,1 %

15,7 %

6,3 %

9,4 %

HEG Ltd

7,2 %

24,4 %

7,0 %

7,0 %

0 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

7,2 %

31,1 %

15,7 %

7,2 %

8,5 %

(84)

Ένας συνεργαζόμενος εξαγωγέας υποστήριξε ότι εφόσον η παρούσα ενδιάμεση μερική επανεξέταση περιοριζόταν στο επίπεδο της επιδότησης, οι δασμοί αντιντάμπινγκ δεν έπρεπε να τροποποιηθούν.

(85)

Υπενθυμίζεται, στο πλαίσιο αυτό, ότι στην ανακοίνωση για την έναρξη της παρούσας επανεξέτασης αναφέρεται ότι «για αυτές τις εταιρείες που υπόκεινται τόσο σε μέτρα αντιντάμπινγκ όσο και σε μέτρα αντιστάθμισης, τα μέτρα αντιντάμπινγκ μπορούν να προσαρμοστούν αναλόγως αν υπάρχει αλλαγή στο μέτρο αντιστάθμισης». Η τροποποίηση στον δασμό αντιντάμπινγκ δεν αποτελεί απόρροια νέων ευρημάτων σχετικά με το επίπεδο του ντάμπινγκ, αλλά εφαρμόζεται αυτομάτως εκ του γεγονότος ότι τα αρχικά περιθώρια ντάμπινγκ είχαν προσαρμοστεί ώστε να αντανακλούν το επίπεδο των εξαγωγικών επιδοτήσεων που διαπιστώθηκαν και ότι οι επιδοτήσεις αυτές έχουν τώρα αναθεωρηθεί.

(86)

Οι μεμονωμένοι εταιρικοί συντελεστές αντισταθμιστικού δασμού που παρατίθενται στον παρόντα κανονισμό αντανακλούν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης. Συνεπώς, εφαρμόζονται μόνον στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος που παράγεται από αυτές τις εταιρείες. Οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος που παράγεται από κάθε άλλη εταιρεία η οποία δεν κατονομάζεται ρητώς στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων που συνδέονται με τις εταιρείες που κατονομάζονται ρητώς, δεν μπορούν να τύχουν αυτών των συντελεστών και υπόκεινται στον δασμολογικό συντελεστή που εφαρμόζεται για «όλες τις άλλες εταιρείες».

(87)

Κάθε αίτηση για την εφαρμογή των ως άνω ατομικών συντελεστών αντισταθμιστικού δασμού (π.χ. λόγω αλλαγής επωνυμίας της οντότητας ή μετά τη συγκρότηση νέων οντοτήτων παραγωγής ή πωλήσεων) υποβάλλεται αμέσως στην Επιτροπή (6) μαζί με όλα τα σχετικά στοιχεία, ιδίως δε κάθε αλλαγή των δραστηριοτήτων της εταιρείας που αφορούν την παραγωγή και τις εγχώριες και εξαγωγικές πωλήσεις η οποία συνδέεται π.χ. με την εν λόγω αλλαγή επωνυμίας ή τη μεταβολή των οντοτήτων παραγωγής και πωλήσεων. Εάν θεωρηθεί σκόπιμο, κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να τροποποιήσει τον κανονισμό αναλόγως, αναπροσαρμόζοντας τον κατάλογο των εταιρειών που τυγχάνουν ατομικών δασμολογικών συντελεστών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1628/2004 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ο οριστικός αντισταθμιστικός δασμός που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή “ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας”, πριν από την καταβολή του δασμού, για τα προϊόντα που παράγονται από τις ακόλουθες εταιρείες, καθορίζεται ως εξής:

Εταιρεία

Οριστικός δασμός

Πρόσθετος κωδικός TARIC

Graphite India Limited (GIL), 31 Chowringhee Road, Kolkatta – 700016, West Bengal

6,3 %

A530

Hindustan Electro Graphite (HEG) Limited, Bhilwara Towers, A-12, Sector 1, Noida – 201301, Uttar Pradesh

7,0 %

A531

Όλες οι άλλες εταιρείες

7,2 %

A999»

Άρθρο 2

Το άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1629/2004 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ο οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή “ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας”, πριν από την καταβολή του δασμού, για τα προϊόντα που παράγονται από τις ακόλουθες εταιρείες, καθορίζεται ως εξής:

Εταιρεία

Οριστικός δασμός

Πρόσθετος κωδικός TARIC

Graphite India Limited (GIL), 31 Chowringhee Road, Kolkatta – 700016, West Bengal

9,4 %

A530

Hindustan Electro Graphite (HEG) Limited, Bhilwara Towers, A-12, Sector 1, Noida – 201301, Uttar Pradesh

0 %

A531

Όλες οι άλλες εταιρείες

8,5 %

A999»

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Δεκεμβρίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. BARNIER


(1)  ΕΕ L 288 της 21.10.1997, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 295 της 18.9.2004, σ. 4.

(3)  ΕΕ L 295 της 18.9.2004, σ. 10.

(4)  ΕΕ C 230 της 2.10.2007, σ. 9.

(5)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1.

(6)  European Commission, Directorate General for Trade, Directorate H, Office N-105 4/92, 1049 Brussels, Βέλγιο.


30.12.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 350/35


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1355/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 18ης Δεκεμβρίου 2008

για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και για την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων παρασκευασμένων ή διατηρημένων εσπεριδοειδών (συγκεκριμένα μανταρινιών κ.λπ.) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (ο «βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 9,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή ύστερα από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α.   ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΜΕΤΡΑ

(1)

Στις 20 Οκτωβρίου 2007 η Επιτροπή, με ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανήγγειλε την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα ορισμένων παρασκευασμένων ή διατηρημένων εσπεριδοειδών (συγκεκριμένα μανταρινιών κ.λπ.) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας («ΛΔΚ») (2). Στις 4 Ιουλίου 2008 η Επιτροπή, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 642/2008 (3) (ο «προσωρινός κανονισμός»), επέβαλε προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων παρασκευασμένων ή διατηρημένων εσπεριδοειδών καταγωγής ΛΔΚ.

(2)

Η καταγγελία υποβλήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 2007 από την Ισπανική Εθνική Ομοσπονδία Ενώσεων Επεξεργασμένων Φρούτων και Λαχανικών (FNACV) (εφεξής «ο καταγγέλλων») εξ ονόματος παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το 100 % της κοινοτικής παραγωγής ορισμένων παρασκευασμένων ή διατηρημένων εσπεριδοειδών (συγκεκριμένα μανταρινιών κ.λπ.). Η καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία όσον αφορά, αφενός, την ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ σε σχέση με το υπό εξέταση προϊόν και, αφετέρου, τη συνακόλουθη σημαντική ζημία, τα οποία θεωρήθηκαν επαρκή ώστε να δικαιολογείται η έναρξη διαδικασίας.

(3)

Όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 12 του προσωρινού κανονισμού, η έρευνα αναφορικά με το ντάμπινγκ και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από 1ης Οκτωβρίου 2006 έως 30 Σεπτεμβρίου 2007 («ΠΕ»). Η εξέταση των συναφών τάσεων για την εκτίμηση της ζημίας κάλυψε το διάστημα από την 1η Οκτωβρίου 2002 έως το τέλος της περιόδου έρευνας («εξεταζόμενη περίοδος»).

(4)

Στις 9 Νοεμβρίου 2007 η Επιτροπή πραγματοποίησε εισαγωγές του ιδίου προϊόντος καταγωγής ΛΔΚ οι οποίες υπόκεινται σε καταγραφή βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1295/2007 (4).

(5)

Υπενθυμίζεται ότι κατά του ιδίου προϊόντος ίσχυαν έως τις 8 Νοεμβρίου 2007 μέτρα διασφάλισης. Η Επιτροπή επέβαλε προσωρινά μέτρα διασφάλισης που επιβλήθηκαν στις εισαγωγές ορισμένων παρασκευασμένων και διατηρημένων εσπεριδοειδών (συγκεκριμένα μανταρινιών κ.λπ.) με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1964/2003 (5). Ακολούθησαν τα οριστικά μέτρα διασφάλισης με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 658/2004 (ο «κανονισμός για τις διασφαλίσεις») (6). Τόσο τα προσωρινά όσο και τα οριστικά μέτρα διασφάλισης προέβλεπαν την επιβολή δασμολογικών ποσοστώσεων, δηλαδή την επιβολή δασμού όταν οι εισαγωγές υπερέβαιναν μια καθορισμένη ποσότητα που μπορούσε να εισάγεται χωρίς δασμούς.

Β.   ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(6)

Μετά την επιβολή προσωρινών δασμών αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΛΔΚ, ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη υπέβαλαν παρατηρήσεις γραπτώς. Δεκτά σε ακρόαση έγιναν επίσης όλα τα μέρη που υπέβαλαν σχετικό αίτημα.

(7)

Η Επιτροπή συνέχισε την αναζήτηση και επαλήθευση όλων των πληροφοριών που έκρινε αναγκαίες για τα οριστικά πορίσματά της. Ειδικότερα, η Επιτροπή συνέχισε την έρευνα όσον αφορά τις πτυχές που αφορούν το συμφέρον της Κοινότητας. Από την άποψη αυτή, πραγματοποιήθηκαν επιτόπιοι έλεγχοι επαλήθευσης στις έδρες των ακόλουθων μη συνδεδεμένων εισαγωγέων στην Κοινότητα:

Wünsche Handelsgesellschaft International (GmbH & Co. KG), Hamburg, Γερμανία,

Hüpeden & Co. (GmbH & Co.), Hamburg, Γερμανία,

I. Schroeder KG (GmbH & Co.), Hamburg, Γερμανία,

Zumdieck GmbH, Paderborn, Γερμανία,

Gaston spol. s r.o., Zlin, Τσεχική Δημοκρατία.

(8)

Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και για το σκεπτικό βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΛΔΚ και η οριστική είσπραξη των ποσών που είχαν καταβληθεί ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού δασμού. Επίσης, τους παραχωρήθηκε προθεσμία εντός της οποίας μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την εν λόγω κοινοποίηση.

(9)

Ορισμένοι εισαγωγείς πρότειναν να πραγματοποιηθεί κοινή συνεδρίαση όλων των ενδιαφερομένων, βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού· ωστόσο, το αίτημα δεν έγινε δεκτό από έναν εξ αυτών.

(10)

Τα προφορικά και γραπτά σχόλια που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη εξετάστηκαν με προσοχή και ελήφθησαν υπόψη όπου ήταν σκόπιμο.

Γ.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

(11)

Οι δύο μη συνδεδεμένοι κοινοτικοί εισαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι ορισμένα είδη μανταρινιών πρέπει να αποκλειστούν από τον ορισμό του προϊόντος είτε εξαιτίας του βαθμού γλυκύτητάς τους είτε λόγω της συσκευασίας με την οποία εξάγονται. Ως προς αυτό, επισημαίνεται ότι οι δύο αυτοί ισχυρισμοί δεν συνοδεύονταν από εξακριβώσιμες πληροφορίες ή στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι τα είδη αυτά έχουν χαρακτηριστικά που τα διαφοροποιούν από το υπό εξέταση προϊόν. Επισημαίνεται επίσης ότι οι διαφορές στη συσκευασία δεν μπορούν να θεωρηθούν ως καθοριστικό στοιχείο για τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος, ιδιαίτερα όταν οι μορφές συσκευασίες έχουν ήδη ληφθεί υπόψη κατά τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 16 του προσωρινού κανονισμού. Επομένως, τα επιχειρήματα αυτά απορρίπτονται.

Δ.   ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ

1.   Δειγματοληψία όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς στη ΛΔΚ

(12)

Δύο μη συνδεδεμένοι κοινοτικοί εισαγωγές αμφισβήτησαν ότι οι κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς που επιλέχθηκαν για το δείγμα αντιπροσωπεύουν το 60 % των συνολικών εισαγωγών στην Κοινότητα. Ωστόσο, δεν ήταν σε θέση να παράσχουν εξακριβώσιμα στοιχεία που να θέτουν εν αμφιβόλω την ακρίβεια των στοιχείων δειγματοληψίας που υπέβαλαν οι συνεργασθέντες κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς και τα οποία, σε μεγάλο βαθμό, επιβεβαιώθηκαν κατά την πορεία της έρευνας. Άρα, το επιχείρημα απορρίπτεται.

(13)

Τρεις κινέζοι συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς υπέβαλαν παρατηρήσεις ισχυριζόμενοι ότι οι συνδεδεμένες εταιρείες ήταν παραγωγοί-εξαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος και, κατά συνέπεια, έπρεπε να συμπεριληφθούν στο παράρτημα με τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς. Οι ισχυρισμοί αυτοί θεωρήθηκαν δικαιολογημένοι και αποφασίστηκε να αναθεωρηθεί αναλόγως το σχετικό παράρτημα. Ένας μη συνδεδεμένος κοινοτικός εισαγωγέας ισχυρίστηκε ότι οι εξαγωγές που έγιναν προς την ΕΚ μέσω εμπόρων πρέπει να μπορούν αυτομάτως να επωφελούνται από τα μέτρα που εφαρμόζονται στους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς. Ως προς αυτό, επισημαίνεται ότι τα μέτρα αντιντάμπινγκ επιβάλλονται σε προϊόντα που κατασκευάζονται από παραγωγούς-εξαγωγείς στη χώρα η οποία αποτελεί αντικείμενο της έρευνας και εξάγονται στην ΕΚ (ανεξάρτητα από ποια εταιρεία τα εμπορεύεται) και όχι σε επιχειρήσεις που αναπτύσσουν μόνον εμπορικές δραστηριότητες. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

Ε.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

1.   Καθεστώς οικονομίας της αγοράς (ΚΟΑ)

(14)

Μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, δεν υποβλήθηκαν παρατηρήσεις από τον κινέζο συνεργασθέντα παραγωγό-εξαγωγέα όσον αφορά τα πορίσματα για την ΚΟΑ. Ελλείψει σχετικών παρατηρήσεων, επιβεβαιώνονται οι αιτιολογικές σκέψεις 29 έως 33 του κανονισμού περί του προσωρινού δασμού.

2.   Ατομική μεταχείριση

(15)

Ελλείψει σχετικών παρατηρήσεων, επιβεβαιώνονται οι αιτιολογικές σκέψεις 34 έως 37 του κανονισμού περί του προσωρινού δασμού όσον αφορά την ατομική μεταχείριση.

3.   Κανονική αξία

(16)

Υπενθυμίζεται ότι ο καθορισμός της κανονικής αξίας βασίστηκε στα στοιχεία που παρείχε ο κοινοτικός κάδος παραγωγής. Τα εν λόγω στοιχεία επαληθεύτηκαν στις εγκαταστάσεις των συνεργασθέντων κοινοτικών παραγωγών.

(17)

Μετά την επιβολή προσωρινών μέτρα, και οι τρεις κινέζοι συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς που συμμετείχαν στο δείγμα καθώς και δύο μη συνδεδεμένοι κοινοτικοί εισαγωγείς αμφισβήτησαν τη χρήση των τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής για τον υπολογισμό της κανονικής αξίας. Υποστηρίχθηκε η άποψη ότι η κανονική αξία έπρεπε να υπολογιστεί με βάση το κόστος παραγωγής στη ΛΔΚ λαμβανομένων υπόψη των ενδεχόμενων κατάλληλων αναπροσαρμογών όσον αφορά τις διαφορές μεταξύ των αγορών της ΕΚ και της ΛΔΚ. Ως προς αυτό, επισημαίνεται ότι η χρήση στοιχείων από χώρα που δεν αποτελεί οικονομία της αγοράς και, συγκεκριμένα, από εταιρείες στις οποίες δεν έχει χορηγηθεί ΚΟΑ θα ήταν αντίθετη με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Άρα, το επιχείρημα απορρίπτεται. Υποστηρίχθηκε επίσης ότι τα στοιχεία για τις τιμές από όλες τις άλλες χώρες εισαγωγής ή σχετικές δημοσιευθείσες πληροφορίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιούνται ως μια λογική λύση λαμβανομένης υπόψη της έλλειψης συνεργασίας από ανάλογη χώρα. Εντούτοις, τέτοιες γενικές πληροφορίες, σε αντίθεση με τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή, δεν μπορούσαν να εξακριβωθούν και να επαληθευθούν ως προς την ακρίβειά τους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού. Άρα, το επιχείρημα απορρίπτεται. Δεν υποβλήθηκε κανένα άλλο επιχείρημα που θα μπορούσε να θέσει εν αμφιβόλω το γεγονός ότι η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε από την Επιτροπή συνάδει με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού και, ιδιαίτερα, το γεγονός ότι αποτελεί εν προκειμένω τη μόνη εναπομείνασα λογική βάση για τον υπολογισμό της κανονικής αξίας.

(18)

Ελλείψει άλλων σχετικών παρατηρήσεων και αποδεικτικών στοιχείων, επιβεβαιώνονται οι αιτιολογικές σκέψεις 38 έως 45 του προσωρινού κανονισμού.

4.   Τιμή εξαγωγής

(19)

Μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων, ένας κινέζος συνεργασθείς παραγωγός-εξαγωγέας που συμμετείχε στο δείγμα υποστήριξε ότι η τιμή εξαγωγής που εφαρμόζει πρέπει να αναπροσαρμοστεί ώστε να ληφθούν υπόψη ορισμένα στοιχεία του κόστους (συγκεκριμένα οι θαλάσσιοι ναύλοι). Ως προς αυτό, επισημαίνεται ότι το θέμα αυτό αντιμετωπίστηκε κατά την επιτόπια επαλήθευση τόσο σε σχέση με τη συγκεκριμένη εταιρεία όσο και σε σχέση με άλλες εταιρείες που συμμετείχαν στο δείγμα. Με αυτή την ευκαιρία, όλες οι εταιρείες υπέβαλαν στοιχεία όσον αφορά το εν λόγω κόστος. Το ποσό που ζητά τώρα η εταιρεία είναι σημαντικά υψηλότερο από το ποσό που υποβλήθηκε αρχικά. Επισημαίνεται ότι ο νέος αυτός ισχυρισμός βασίζεται απλά και μόνον σε μία δήλωση του μεταφορέα και δεν αντιστοιχεί σε στοιχεία που συνδέονται με μια πραγματική συναλλαγή. Κανένας από τους άλλους παραγωγούς-εξαγωγείς που συμμετείχαν στο δείγμα δεν αμφισβήτησε τα αριθμητικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν όσον αφορά τους θαλάσσιους ναύλους. Επιπλέον, δεδομένης της τελευταίας αυτής παρατήρησης, ο εν λόγω ισχυρισμός δεν είναι δυνατόν να επαληθευτεί. Ειδικότερα, η αναπροσαρμογή που ζητείται δεν προκύπτει από κανένα στοιχείο που ήδη περιέχεται στο φάκελο. Ύστερα από το αίτημα αυτό, η Επιτροπή αναθεώρησε, παρά ταύτα, το ποσό του εν λόγω κόστους λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία του συγκεκριμένου κόστους στις συναλλαγές εξαγωγών στην ΕΕ όπως ανέφερε η εν λόγω εταιρεία. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είναι πιο σωστό να χρησιμοποιήσει το μέσο κόστος των θαλάσσιων ναύλων που εξακριβώνεται επιτόπου για όλες τις κινεζικές εταιρείες που συμμετείχαν στο δείγμα. Επομένως, η τιμή εξαγωγής της εταιρείες προσαρμόστηκε αναλόγως.

(20)

Ένας άλλος κινέζος συνεργασθείς παραγωγός-εξαγωγέας που συμμετείχε στο δείγμα επεσήμανε δύο λογιστικά σφάλματα κατά τον υπολογισμό της τιμής εξαγωγής του σε ό,τι αφορά τις τιμές εξαγωγών που είχε υποβάλει. Ο ισχυρισμός κρίθηκε δικαιολογημένος και η αντίστοιχη τιμή εξαγωγής του παραγωγού αναθεωρήθηκε αναλόγως.

(21)

Ελλείψει άλλων σχετικών παρατηρήσεων, επιβεβαιώνεται η αιτιολογική σκέψη 46 του κανονισμού περί του προσωρινού δασμού.

5.   Σύγκριση

(22)

Ελλείψει σχετικών παρατηρήσεων, επιβεβαιώνονται οι αιτιολογικές σκέψεις 47 και 48 του κανονισμού περί του προσωρινού δασμού.

6.   Περιθώρια ντάμπινγκ

(23)

Με βάση τα παραπάνω, τα οριστικά περιθώρια ντάμπινγκ, εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, καθορίζονται ως εξής:

Yichang Rosen Foods Co., Ltd, Yichang, Zhejiang 139,4 %,

Huangyan No.1 Canned Food Factory, Huangyan, Zhejiang 86,5 %,

Zhejiang Xinshiji Foods Co., Ltd, Sanmen, Zhejiang και ο συνδεδεμένος παραγωγός του Hubei Xinshiji Foods Co., Ltd, Dangyang City, Hubei Province 136,3 %,

Συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς μη περιλαμβανόμενοι στο δείγμα 131 %.

Όλες οι λοιπές εταιρείες 139,4 %.

ΣΤ.   ΖΗΜΙΑ

1.   Κοινοτική παραγωγή και κοινοτικός κλάδος παραγωγής

(24)

Ελλείψει τεκμηριωμένων σχολίων, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα όπως καθορίζονται στις αιτιολογικές σκέψεις 52 έως 54 του κανονισμού προσωρινού δασμού.

2.   Κοινοτική κατανάλωση

(25)

Ένας από τους εξαγωγείς ισχυρίστηκε ότι υπάρχει αναντιστοιχία μεταξύ του επιπέδου κατανάλωσης όπως καθορίζεται στον κανονισμό αριθ. 658/2004 για τις διασφαλίσεις και του επιπέδου που καθορίζεται στον προσωρινό κανονισμό. Επισημαίνεται ότι η διαφορά ως προς το επίπεδο κατανάλωσης οφειλόταν βασικά στο διαφορετικό πεδίο κάλυψης του προϊόντος στην τρέχουσα έρευνα και στο διαφορετικό αριθμό κρατών μελών που συμμετείχαν στις δύο έρευνες. Καμία νέα και τεκμηριωμένη πληροφορία δεν προέκυψε για το εν λόγω ζήτημα. Συνεπώς, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα των αιτιολογικών σκέψεων 55 έως 57 του κανονισμού για τον προσωρινό δασμό. Κατά συνέπεια, τα επακόλουθα μέρη της ανάλυσης που αφορούν την κατανάλωση επιβεβαιώνεται και ως προς αυτό το σημείο.

3.   Εισαγωγές από την υπό εξέταση χώρα

α)   Όγκος και μερίδιο αγοράς των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος

(26)

Όσον αφορά το μερίδιο αγοράς, ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη διαφώνησαν με τη δήλωση της Επιτροπής στην αιτιολογική σκέψη 58 σύμφωνα με την οποία υπήρξε αύξηση του μεριδίου αγοράς των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ. Ισχυρίστηκαν ότι, σε αντίθεση με τα πορίσματα της Επιτροπής, το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από την Κίνα μειώθηκε. Η εκτίμηση του όγκου των εισαγωγών από την ΛΔΚ και του μεριδίου αγοράς επαληθεύθηκε. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 58 του προσωρινού κανονισμού, το μερίδιο αγοράς των κινεζικών εισαγωγών μειώθηκε μόνον για ένα έτος. Κατά το υπόλοιπο της υπό εξέτασης περιόδου, το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από την Κίνα παραμένει σταθερά υψηλό. Επομένως, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα που παρουσιάστηκαν κατά το προσωρινό στάδιο.

(27)

Ορισμένα μέρη ισχυρίστηκαν ότι πρέπει επίσης να εξεταστούν οι όγκοι μετά την ΠΕ για να εκτιμηθεί εάν αυξάνονται οι κινεζικές εισαγωγές. Επισημαίνεται ότι οι τάσεις των εισαγωγών από την Κίνα αξιολογήθηκαν για την περίοδο 2002/2003 έως 2006/2007 και παρατηρήθηκε σαφής αύξηση. Σύμφωνα με τις διατάξεις του βασικού κανονισμού, γεγονότα που συμβαίνουν μετά το πέρας της ΠΕ δεν λαμβάνονται υπόψη, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις. Πάντως, όπως αναφέρεται παρακάτω στην αιτιολογική σκέψη 48, το επίπεδο των εισαγωγών μετά την ΠΕ εξετάστηκε και διαπιστώθηκε ότι ήταν σημαντικό.

β)   Εφαρμογή τιμών κατώτερων από τις κοινοτικές

(28)

Τρεις συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς αμφισβήτησαν τα πορίσματα της Κοινότητας σχετικά με την εφαρμογή τιμών κατώτερων από τις κοινοτικές. Ένας από τους παραγωγούς-εξαγωγείς αμφισβήτησε τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε για να υπολογιστεί το ποσοστό κατά το οποίο οι τιμές αυτές ήταν χαμηλότερες των κοινοτικών και ζήτησε αναπροσαρμογή για να αντανακλάται το κόστος που επιβαρύνει τους εμπόρους για τις έμμεσες πωλήσεις που πραγματοποιούν. Όπου ήταν δικαιολογημένο, έγινε αναπροσαρμογή των υπολογισμών. Από την αναθεωρημένη σύγκριση φάνηκε ότι κατά τη διάρκεια της ΠΕ, το εισαγόμενο υπό εξέταση προϊόν πωλούνταν στην Κοινότητα σε τιμές που υπολείπονταν των τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά 18,4 % έως 35,2 % με βάση τα στοιχεία που υποβλήθηκαν από τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος.

4.   Κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(29)

Δύο εισαγωγείς και ενώσεις εισαγωγέων αμφισβήτησαν τη διάρκεια της εποχής συσκευασίας που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 79 του προσωρινού κανονισμού. Υποστήριξαν ότι η εποχή συσκευασίας στην Ισπανία διαρκεί μόνον τρεις μήνες και όχι τέσσερις έως πέντε όπως αναφέρεται στον προσωρινό κανονισμό. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός συνδέεται με τη συγκομιδή (μεταβλητή από τη φύση της) και με την παραγόμενη ποσότητα και, σε κάθε περίπτωση, δεν επηρεάζει τους παράγοντες ζημίας όπως αναλύθηκαν από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

(30)

Ελλείψει άλλων τεκμηριωμένων στοιχείων ή επιχειρημάτων όσον αφορά την κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, επιβεβαιώνονται οι αιτιολογικές σκέψεις 63 έως 86 του κανονισμού για τον προσωρινό δασμό.

5.   Συμπέρασμα σχετικά με τη ζημία

(31)

Μετά την κοινοποίηση του προσωρινού κανονισμού, ορισμένοι εισαγωγείς και ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν, σχετικά με τις αιτιολογικές σκέψεις 83 έως 86 του κανονισμού για τον προσωρινό δασμό, ότι τα στοιχεία που χρησιμοποίησε η Επιτροπή για να καθορίσει το επίπεδο ζημίας ούτε είναι σωστά ούτε αξιολογήθηκαν αντικειμενικά. Υποστήριξαν ότι σχεδόν όλοι οι δείκτες που συνδέονται με τη ζημία εμφάνισαν θετικές τάσεις και, συνεπώς, δεν μπορούν να βρεθούν αποδείξεις περί ζημίας.

(32)

Ως προς αυτό, επισημαίνεται ότι ακόμα και αν ορισμένοι δείκτες εμφανίζουν μικρές βελτιώσεις, η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής πρέπει να αξιολογηθεί στο σύνολό της και με βάση το γεγονός ότι τα μέτρα διαφύλαξης ίσχυαν έως το τέλος της περιόδου έρευνας. Αυτό εξηγείται λεπτομερώς στις αιτιολογικές σκέψεις 51 και 86 του προσωρινού κανονισμού. Η διαδικασία ριζικής αναδιάρθρωσης που κατέστη δυνατή χάρη στα εν λόγω μέτρα, η οποία είχε ως συνέπεια τη σημαντική μείωση της παραγωγής και της παραγωγικής ικανότητας, θα είχε οδηγήσει, υπό κανονικές συνθήκες, σε σημαντική βελτίωση της γενικής κατάστασης των κοινοτικών παραγωγών, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής, της χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας, των πωλήσεων και των διαφορών τιμής/κόστους. Αντιθέτως, οι δείκτες του όγκου παρέμειναν χαμηλοί, τα αποθέματα αυξήθηκαν σημαντικά και οι οικονομικοί δείκτες εξακολούθησαν να είναι αρνητικοί –ορισμένοι μάλιστα επιδεινώθηκαν.

(33)

Βάσει αυτών των στοιχείων, θεωρείται ότι δεν αλλάζουν τα συμπεράσματα σχετικά με τη σημαντική ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, όπως ορίζεται στον κανονισμό περί προσωρινού δασμού. Επομένως επιβεβαιώνονται, ελλείψει νέων και τεκμηριωμένων στοιχείων ή επιχειρημάτων.

Ζ.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

1.   Συνέπειες των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(34)

Ορισμένα μέρη ισχυρίστηκαν ότι ο όγκος των κινεζικών εισαγωγών ήταν σταθερός από το 1982 και ότι, κατά συνέπεια, δεν μπορεί να προκάλεσε ζημία όπως αναλύεται στον προσωρινό κανονισμό (βλέπε αιτιολογική σκέψη 58). Πράγματι, όπως εξηγείται παραπάνω στην αιτιολογική σκέψη 26, οι εισαγωγές από την Κίνα κατά την υπό εξέταση περίοδο αυξήθηκαν σημαντικά σε βάρος του μεριδίου αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Επιπλέον, το επιχείρημα αναφέρεται στην τάση των εισαγωγών που υπερβαίνει κατά πολύ την υπό εξέταση περίοδο· συνεπώς, το επιχείρημα απορρίπτεται.

(35)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 28 ανωτέρω, συνάγεται οριστικά το συμπέρασμα ότι κατά τη διάρκεια της ΠΕ, οι τιμές των εισαγωγών από τους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς που συμμετείχαν στο δείγμα ήταν χαμηλότερες των μέσων τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά 18,4 % έως 35,2 %. Η αναθεώρηση του περιθωρίου κατά το οποίο οι τιμές εισαγωγής υπολείπονται των αντίστοιχων κοινοτικών τιμών δεν επηρεάζει τα συμπεράσματα σχετικά με την επίδραση των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 100 έως 101 του προσωρινού κανονισμού.

2.   Διακυμάνσεις της τιμής συναλλάγματος

(36)

Μετά την επιβολή των προσωρινών δασμών, ορισμένοι εισαγωγείς επικαλέστηκαν επίσης την αρνητική επίδραση της συναλλαγματικής ισοτιμίας στο επίπεδο των τιμών. Ισχυρίστηκαν ότι οι συναλλαγματικές ισοτιμίες αποτελούν τον κύριο παράγοντα ζημίας. Παρά ταύτα, η αξιολόγηση της Επιτροπής αναφέρεται απλώς σε διαφορά μεταξύ των επιπέδων τιμών και δεν απαιτείται ανάλυση των παραγόντων που επηρεάζουν το επίπεδο αυτών των τιμών. Κατά συνέπεια, διαπιστώθηκε ότι υπάρχει σαφής αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του υψηλού επιπέδου ντάμπινγκ και της ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και, επομένως, μπορεί να επιβεβαιωθεί η αιτιολογική σκέψη 95 του προσωρινού κανονισμού.

3.   Προσφορά και τιμή των πρώτων υλών

(37)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η ζημία δεν προκλήθηκε από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ αλλά αντίθετα, από την ελλιπή προσφορά φρέσκων φρούτων, δηλαδή της πρώτης ύλης για τα μανταρίνια σε κονσέρβα.

(38)

Ωστόσο, τα επίσημα στοιχεία από το ισπανικό Υπουργείο Γεωργίας επιβεβαιώνουν ότι η διαθέσιμη ποσότητα για την κονσερβοποιία είναι περισσότερο από επαρκής για να καλύψει όλη την παραγωγική ικανότητα των ισπανών παραγωγών.

(39)

Οι παραγωγοί ανταγωνίζονται σε ένα ορισμένο βαθμό για φρέσκα φρούτα με την άμεση καταναλωτική αγορά νωπών προϊόντων. Ωστόσο, ο ανταγωνισμός αυτός δεν αναιρεί την αιτιώδη συνάφεια. Ένας σαφής, ουσιαστικός λόγος για τη σχετικά χαμηλή παραγωγή του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, των χαμηλών πωλήσεων και του μικρού μεριδίου αγοράς είναι μάλλον η πίεση που ασκούν οι μαζικές εισαγωγές από την Κίνα σε πολύ χαμηλές τιμές. Εν προκειμένω, και δεδομένου ότι η αγοραία τιμή καθορίζεται από τις εισαγωγές που καλύπτουν περισσότερο από το 70 % της αγοράς και οδηγούν σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, συμπίεση των τιμών και ύφεση, δεν θα ήταν λογικό από οικονομική άποψη να παράγουμε περισσότερο χωρίς εύλογες προσδοκίες πώλησης του προϊόντος σε τιμές που να επιτρέπουν ένα κανονικό κέρδος. Συνεπώς, ο ισπανικός κλάδος παραγωγής θα μπορούσε λογικά να παράσχει σημαντικά υψηλότερες ποσότητες υπό την προϋπόθεση ότι η αγοραία τιμή δεν θα οδηγούσε σε αρνητικά οικονομικά αποτελέσματα.

(40)

Ένα άλλο γεγονός που επιβεβαιώνει την ανάλυση αυτή είναι η συνεχής ύπαρξη σημαντικών αποθεμάτων των κοινοτικών παραγωγών, γεγονός που καταδεικνύει ότι η επιζήμια θέση στην οποία έχει περιέλθει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής οφείλεται όχι μόνον σε ανεπαρκή παραγωγή αλλά και σε παραγωγή που δεν μπορεί να πωληθεί λόγω της πίεσης που ασκούν οι κινεζικές εισαγωγές.

(41)

Δεδομένου ότι πρόκειται για γεωργικό προϊόν, η τιμή της πρώτης ύλης εξαρτάται από εποχικές διακυμάνσεις λόγω της φύσης των γεωργικών προϊόντων. Εντούτοις, κατά την πενταετή περίοδο που εξετάστηκε, η οποία περιελάμβανε συγκομιδές με χαμηλότερες και υψηλότερες τιμές, η Επιτροπή παρατηρεί ότι η ζημία (π.χ. υπό τη μορφή οικονομικών απωλειών) προκλήθηκε ανεξάρτητα από τις διακυμάνσεις αυτές και, συνεπώς, τα οικονομικά αποτελέσματα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν συνδέονται με τέτοιες εποχικές διακυμάνσεις.

4.   Διαφορές ως προς την ποιότητα

(42)

Ορισμένα μέρη ισχυρίστηκαν ότι το κινεζικό προϊόν ήταν καλύτερης ποιότητας από το προϊόν κοινοτικής παραγωγής. Ωστόσο, καμία διαφορά στην τιμή για το λόγο αυτό δεν τεκμηριώνεται επαρκώς, και δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η εικαζόμενη προτίμηση του καταναλωτή για το κινεζικό προϊόν είναι τόσο σημαντική που να αποτελεί την αιτία για την επιδείνωση της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Σε κάθε περίπτωση, αυτές οι εικαζόμενες διαφορές στην τιμή θα ευνοούσαν το κινεζικό προϊόν, αυξάνοντας το περιθώριο των πωλήσεων σε τιμές χαμηλότερες των κοινοτικών. Ελλείψει οιασδήποτε ουσιαστικής νέας πληροφορίας ή επιχειρήματος, επιβεβαιώνεται η αιτιολογική σκέψη 99 του κανονισμού για τον προσωρινό δασμό.

5.   Αυξήσεις του κόστους

(43)

Ορισμένα μέρη ισχυρίστηκαν ότι αιτία της ζημίας ήταν οι έκτακτες αυξήσεις κόστους από ορισμένους παραγωγούς. Οι ισχυρισμοί αυτοί δεν θεμελιώθηκαν επαρκώς. Κατά την ανάλυση της Επιτροπής δεν διαπιστώθηκαν τέτοιες περιπτώσεις που θα μπορούσαν να ανατρέψουν την αξιολόγηση της αιτιώδους συνάφειας ή να επηρεάσουν τον υπολογισμό του επιπέδου εξουδετέρωσης της ζημίας.

(44)

Ορισμένα μέρη υπέβαλαν σχόλια σχετικά με την αύξηση του κόστους παραγωγής και την ανικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να το μειώσει. Ορισμένα στοιχεία κόστους (όπως η ενέργεια) αυξήθηκαν, αλλά ο αντίκτυπός τους δεν είναι τόσο μεγάλος που να αναιρεί την αιτιώδη συνάφεια σε συνθήκες όπου πολύ σημαντικός όγκος κινεζικών εξαγωγών σε τιμές ντάμπινγκ συμπιέζουν τις πωλήσεις και την παραγωγή (αυξάνοντας έτσι το κόστος παραγωγής ανά μονάδα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής) και οδηγούν σε συμπίεση και μείωση των τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

6.   Καθεστώτα ενισχύσεων

(45)

Υποστηρίχθηκε ότι τα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων προκάλεσαν τεχνητή αύξηση της επεξεργασίας στην ΕΚ και έτσι ενθάρρυναν τη μείωση της προσφοράς πρώτης ύλης για το υπό εξέταση προϊόν. Ο ισχυρισμός αυτός ήταν γενικός και όχι επαρκώς τεκμηριωμένος. Σε κάθε περίπτωση, τα εν λόγω καθεστώτα ενισχύσεων τροποποιήθηκαν το 1996 όταν η ενίσχυση χορηγήθηκε στους αγρότες και όχι στις εταιρείες επεξεργασίας του υπό εξέταση προϊόντος. Σύμφωνα με την ανάλυση της Επιτροπής δεν διαπιστώθηκαν εναπομείναντα αποτελέσματα κατά την περίοδο έρευνας τα οποία θα μπορούσαν να αναιρέσουν την αιτιώδη συνάφεια. Όσον αφορά την προσφορά, γίνεται παραπομπή στις αιτιολογικές σκέψεις 40 και 41 ανωτέρω.

7.   Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

(46)

Ελλείψει οιασδήποτε ουσιαστικής νέας πληροφορίας ή επιχειρήματος, επιβεβαιώνονται οριστικά οι αιτιολογικές σκέψεις 87 έως 101 του προσωρινού κανονισμού.

(47)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η προσωρινή διαπίστωση της ύπαρξης αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της υλικής ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και των κινεζικών εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ επιβεβαιώνονται.

Η.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

1.   Εξελίξεις μετά την περίοδο έρευνας

(48)

Από τις 9 Νοεμβρίου 2007 και μετά, οι εισαγωγές από την ΛΔΚ υπόκειντο σε καταγραφή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1295/2007 της Επιτροπής, της 5ης Νοεμβρίου 2007, για την καταγραφή των εισαγωγών ορισμένων παρασκευασμένων ή διατηρημένων εσπεριδοειδών (συγκεκριμένα μανταρινιών κ.λπ.) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας («κανονισμός για την καταγραφή») (7). Αυτό έγινε με σκοπό την ενδεχόμενη αναδρομική επιβολή των δασμών αντιντάμπινγκ. Συνεπώς και κατ’ εξαίρεση, αναλύθηκαν επίσης οι εξελίξεις μετά την ΠΕ. Τα στοιχεία της Eurostat επιβεβαιώνουν ότι οι εισαγωγές από την Κίνα παραμένουν σημαντικές και αυτό επιβεβαιώνουν και ορισμένοι εισαγωγείς. Ο όγκος για τους τελευταίους δέκα μήνες μετά το πέρας της ΠΕ έφθασε τους 74 000 τόνους σε σταθερές χαμηλές τιμές.

2.   Ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών να εφοδιάσουν την κοινοτική αγορά

(49)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη σχολίασαν το χαμηλό επίπεδο της ισπανικής παραγωγής, η οποία, όπως υποστηρίζουν, δεν μπορεί να εξασφαλίσει τον πλήρη εφοδιασμό της κοινοτικής αγοράς. Αν και μπορεί να υποστηριχθεί ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, στην παρούσα κατάστασή του, δεν εφοδιάζει το σύνολο της κοινοτικής αγοράς, πρέπει να τονιστεί ότι το γεγονός αυτό συνδέεται με το αποτέλεσμα των επιβλαβών εισαγωγών, όπως εξηγείται ανωτέρω. Πάντως, το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα των μέτρων δεν είναι να αποκλειστούν οι κινεζικές αγορές από την κοινοτική αγορά αλλά να αρθούν τα αποτελέσματα του επιζήμιου ντάμπινγκ. Δεδομένης, μεταξύ άλλων, της ύπαρξης μόνον δύο πηγών προμήθειας των εν λόγω προϊόντων, θεωρείται ότι στην περίπτωση επιβολής οριστικών μέτρων, θα εξακολουθήσει να υπάρχει μεγάλη ζήτηση στην Κοινότητα για τα κινεζικά προϊόντα.

3.   Το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και των προμηθευτών

(50)

Μία ένωση εισαγωγέων ισχυρίστηκε ότι κάθε μέτρο αντιντάμπινγκ χωρίς ποσοτικό περιορισμό δεν θα συνέβαλε στην προστασία του ισπανικού κλάδου παραγωγής, αλλά θα οδηγούσε, αυτόματα, σε παράνομες εμπορικές δραστηριότητες. Αυτό είναι ένα επιχείρημα μάλλον υπέρ της ανάγκης να εξασφαλιστεί από τα θεσμικά όργανα η σωστή παρακολούθηση της επιβολής των μέτρων και όχι κατά του οφέλους που τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να έχουν για τους κοινοτικούς παραγωγούς.

(51)

Ένας άλλος εισαγωγέας ισχυρίστηκε ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ δεν θα βελτίωνε την κατάσταση των ισπανών παραγωγών, εξαιτίας της ύπαρξης μεγάλων αποθεμάτων που έχουν συσσωρευτεί από τους εισαγωγείς στην ΕΕ, τα οποία θα μπορούσαν να καλύψουν τη ζήτηση της αγοράς στο προσεχές μέλλον. Και άλλος εισαγωγέας επικαλέστηκε το μέγεθος των αποθεμάτων και το φαινόμενο της δημιουργίας αποθεμάτων. Τα σχόλια αυτά επιβεβαιώνουν την ανάλυση της Επιτροπής στον κανονισμό για τον προσωρινό δασμό και στον παρόντα κανονισμό. Ωστόσο, υπενθυμίζεται ότι τα μέτρα αποσκοπούν στην άμβλυνση των αποτελεσμάτων του ζημιογόνου ντάμπινγκ για μία περίοδο πέντε ετών –όχι μόνον ενός έτους.

(52)

Ελλείψει νέων και τεκμηριωμένων πληροφοριών ή επιχειρημάτων για το θέμα αυτό, επιβεβαιώνεται το συμπέρασμα που συνάγεται στις αιτιολογικές σκέψεις 103 έως 106 και 115 του προσωρινού κανονισμού σχετικά με το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

4.   Το συμφέρον των μη συνδεδεμένων εισαγωγέων/εμπόρων στην Κοινότητα

(53)

Οι συνεργασθέντες εισαγωγείς εξέφρασαν γενικό ενδιαφέρον για τη διατήρηση δύο πηγών εφοδιασμού του υπό εξέταση προϊόντος, συγκεκριμένα της Ισπανίας και της Κίνας, ώστε να διατηρηθεί η ασφάλεια του εφοδιασμού σε ανταγωνιστικές τιμές.

(54)

Ωστόσο, η πλειονότητα των εισαγωγέων, στην περίπτωση που επιβληθούν οριστικά μέτρα, θα προτιμούσε ένα μέτρο που να περιέχει επίσης ποσοτικά στοιχεία. Αυτό δεν θεωρήθηκε σωστό, όπως εξηγείται παρακάτω στην αιτιολογική σκέψη 68.

(55)

Στοιχεία από τους συνεργασθέντες εισαγωγείς που συμμετείχαν στη δειγματοληψία εξακριβώθηκαν και επιβεβαιώθηκε ότι ο κλάδος των μανταρινιών σε κονσέρβα αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 6 % του συνολικού κύκλου εργασιών τους και ότι επέτυχαν, κατά μέσο όρο, επίπεδο κερδοφορίας που υπερβαίνει το 10 % τόσο κατά την περίοδο έρευνας όσο και κατά την περίοδο 2004-2008.

(56)

Τα παραπάνω καταδεικνύουν ότι, σε τελική ανάλυση, ο πιθανός αντίκτυπος των μέτρων στους εισαγωγείς/εμπόρους δεν θα ήταν δυσανάλογος προς τα θετικά αποτελέσματα που θα προέκυπταν από αυτά.

5.   Συμφέρον των χρηστών/εμπόρων λιανικής πώλησης

(57)

Ένας χρήστης, που αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 1 % της κατανάλωσης, υπέβαλε γενικές παρατηρήσεις σχετικά με τη μειωμένη διαθεσιμότητα μανταρινιών στην ΕΕ και την ανώτερη ποιότητα του κινεζικού προϊόντος. Κλήθηκε να συνεργαστεί περαιτέρω παρέχοντας ατομικά στοιχεία αλλά αρνήθηκε και δεν τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς του. Ένας άλλος έμπορος λιανικής, μέλος της κύριας ένωσης εισαγωγέων, αντιτάχθηκε γενικά στην αύξηση των τιμών. Δεν ελήφθη καμία άλλη παρατήρηση σχετικά με το συμφέρον των χρηστών/εμπόρων λιανικής κατά τη διάρκεια της έρευνας. Υπό τις συνθήκες αυτές και ελλείψει τεκμηριωμένων σχολίων από τους χρήστες/εμπόρους λιανικής, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα που περιέχονται στις αιτιολογικές σκέψεις 109 έως 112 του προσωρινού κανονισμού.

6.   Συμφέρον των καταναλωτών

(58)

Σε αντίθεση με τα όσα υποστήριξε ένας εισαγωγέας, το συμφέρον των καταναλωτών ελήφθη υπόψη κατά το προσωρινό στάδιο. Τα πορίσματα της Επιτροπής περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις 113 και 114 του προσωρινού κανονισμού. Άλλα μέρη υποστήριξαν ότι ο αντίκτυπος για τους καταναλωτές θα είναι σημαντικός. Ωστόσο, δεν δόθηκε καμία πληροφορία που να θέτει εν αμφιβόλω τα πορίσματα που διατυπώνονται στις προαναφερθείσες αιτιολογικές σκέψεις. Ακόμα και αν οι δασμοί οδηγούσαν σε αύξηση των τιμών καταναλωτή, κανένας δεν αμφισβήτησε το γεγονός ότι το εν λόγω προϊόν αντιστοιχεί σε πολύ μικρό ποσοστό των δαπανών ενός νοικοκυριού για τρόφιμα. Συνεπώς, ελλείψει παρατηρήσεων από τους καταναλωτές και άλλων νέων τεκμηριωμένων πληροφοριών, επιβεβαιώνονται οι εν λόγω αιτιολογικές σκέψεις.

7.   Συμπέρασμα σχετικά με το κοινοτικό συμφέρον

(59)

Η ανωτέρω πρόσθετη ανάλυση σχετικά με τα διακυβευόμενα συμφέροντα δεν αλλάζει τα προσωρινά συμπεράσματα από αυτή την άποψη. Επαληθεύτηκαν ορισμένα στοιχεία που παρείχαν συνεργασθέντες εισαγωγείς που συμμετείχαν στο δείγμα και επιβεβαιώθηκε ότι ο κλάδος των μανταρινιών σε κονσέρβα αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 6 % του συνολικού κύκλου εργασιών και ότι επέτυχαν, κατά μέσο όρο, ένα άνετο αποτέλεσμα τόσο κατά την περίοδο έρευνάς όσο και κατά την περίοδο 2004-2008, άρα ο αντίκτυπος των μέτρων όπως εισαγωγείς θα είναι ελάχιστος. Επιβεβαιώθηκε όπως ότι ο χρηματοοικονομικός αντίκτυπος στον τελικό καταναλωτή θα ήταν αμελητέος, λαμβάνοντας υπόψη ότι πωλούνται όπως χώρες κατανάλωσης οριακές ποσότητες κατά κεφαλή. Με βάση τα στοιχεία αυτά, θεωρείται ότι τα συμπεράσματα σχετικά με το συμφέρον όπως Κοινότητας, όπως αναφέρονται στον προσωρινό κανονισμό, δεν αλλάζουν. Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, τα συμπεράσματα που διατυπώνονται στον προσωρινό κανονισμό επιβεβαιώνονται οριστικά με το παρόν.

Θ.   ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

1.   Επίπεδο εξάλειψης της ζημίας

(60)

Ένας εισαγωγέας ισχυρίστηκε ότι το περιθώριο κέρδους της τάξης του 6,8 % που χρησιμοποιήθηκε ως αναφορά στο προσωρινό στάδιο ήταν υπερεκτιμημένο. Ως προς αυτό, επισημαίνεται ότι το ίδιο περιθώριο κέρδους χρησιμοποιήθηκε και έγινε δεκτό για τα μέτρα διασφάλισης ως πραγματικό κέρδος που επέτυχε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατά την περίοδο 1998/1999 έως 2001/2002. Αφορά κέρδη των κοινοτικών παραγωγών κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις πριν από την αύξηση των εισαγωγών που οδήγησαν σε ζημία του κλάδου. Άρα, το επιχείρημα απορρίπτεται.

(61)

Οι κοινοτικοί παραγωγοί ισχυρίστηκαν ότι οι προσωρινοί δασμοί δεν έλαβαν υπόψη την ιδιαίτερη περίπτωση της αγοράς μανταρινιών σε κονσέρβα, όπου η παραγωγή συγκεντρώνεται σε μία μόνον χώρα και οι περισσότερες πωλήσεις και εισαγωγές συγκεντρώνονται σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Για το λόγο αυτό, ζητήθηκε να ληφθεί υπόψη στους τελικούς υπολογισμούς το κόστος μεταφοράς από τη χώρα παραγωγής στη χώρα κατανάλωσης. Ο ισχυρισμός ήταν δικαιολογημένος και οι υπολογισμοί προσαρμόστηκαν ανάλογα για να λαμβάνεται υπόψη η συγκέντρωση των πωλήσεων στις σχετικές περιοχές της Κοινότητας.

(62)

Ένα μέρος διατύπωσε παρατηρήσεις σχετικά με τον υπολογισμό του ποσοστού κατά το οποίο οι τιμές πώλησης ήταν χαμηλότερες από τις κοινοτικές ή τις τιμές της αγοράς. Στις περιπτώσεις που δικαιολογείται έγιναν αναπροσαρμογές στο τελικό στάδιο.

(63)

Τα περιθώρια ζημίας που προέκυψαν, λαμβανομένων υπόψη, όπου ήταν δικαιολογημένο, των αιτημάτων των ενδιαφερόμενων μερών, εκφρασμένα ως ποσοστό της συνολικής αξίας των εισαγωγών cif για κάθε κινέζο εξαγωγέα που συμμετείχε στο δείγμα ήταν χαμηλότερα από τα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν, και είχαν ως εξής:

Yichang Rosen Foods Co., Ltd, Yichang, Zhejiang 100,1 %,

Huangyan No 1 Canned Food Factory, Huangyan, Zhejiang 48,4 %,

Zhejiang Xinshiji Foods Co., Ltd και ο συνδεδεμένος παραγωγός Hubei Xinshiji Foods Co., Ltd, Sanmen 92,0 %,

Συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς μη περιλαμβανόμενοι στο δείγμα 90,6 %.

Όλες οι άλλες εταιρείες 100,1 %.

2.   Αναδρομική ισχύς

(64)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 4, στις 9 Νοεμβρίου 2007, η Επιτροπή πραγματοποίησε εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΛΔΚ το οποίο υπόκειται σε καταγραφή βάσει αιτήματος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Το αίτημα αυτό αποσύρθηκε και, συνεπώς, το ζήτημα αυτό δεν εξετάστηκε περαιτέρω.

3.   Οριστικά μέτρα

(65)

Λαμβάνοντας υπόψη τα συμπεράσματα που συνάγονται όσον αφορά την πρακτική ντάμπινγκ, τη ζημία, την αιτιώδη συνάφεια και το συμφέρον της Κοινότητας, και σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, πρέπει να επιβληθεί οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στο επίπεδο του χαμηλότερου των περιθωρίων πρακτικής ντάμπινγκ και ζημίας που διαπιστώθηκαν, σύμφωνα με τον κανόνα χαμηλότερου δασμού. Στην προκειμένη περίπτωση, ο δασμολογικός συντελεστής πρέπει να οριστεί στο επίπεδο της διαπιστωθείσας ζημίας.

(66)

Με βάση τα παραπάνω και σύμφωνα με το διορθωτικό που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα L 258 (8), το ύψος του οριστικού δασμού είναι το εξής:

Yichang Rosen Foods Co., Ltd, Yichang, Zhejiang 531,2 EUR/τόνο,

Huangyan No 1 Canned Food Factory, Huangyan, Zhejiang 361,4 EUR/τόνο,

Zhejiang Xinshiji Foods Co., Ltd, Sanmen, Zhejiang και ο συνδεδεμένος παραγωγός του Hubei Xinshiji Foods Co., Ltd, Dangyang City, Hubei Province 490,7 EUR/τόνο,

Συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς που δεν περιλήφθηκαν στο δείγμα 499,6 EUR/τόνο.

Όλες οι άλλες εταιρείες 531,2 EUR/τόνο.

4.   Μορφή των μέτρων

(67)

Ορισμένα μέρη ζήτησαν μέτρα που να συνδυάζουν τιμές και ποσοτικά στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία για έναν αρχικό όγκο εισαγωγών δεν χρειαζόταν να καταβληθεί δασμός ή θα καταβαλλόταν μειωμένος δασμός. Σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτό συνδέθηκε με ένα σύστημα αδειών.

(68)

Η επιλογή αυτή εξετάστηκε αλλά απορρίφθηκε, ιδιαίτερα για τους ακόλουθους λόγους. Οι δασμοί αντιντάμπινγκ επιβλήθηκαν, διότι η τιμή εξαγωγής είναι χαμηλότερη από την κανονική τιμή. Οι ποσότητες που εξάγονται στην Κοινότητα έχουν σημασία για να εξεταστεί εάν οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ προκαλούν ζημία. Ωστόσο, οι ποσότητες αυτές δεν έχουν, υπό κανονικές συνθήκες, σημασία για το επίπεδο του δασμού που πρέπει να επιβληθεί. Με άλλα λόγια, εάν διαπιστωθεί ότι οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ προκαλούν ζημία, το ντάμπινγκ μπορεί να αντισταθμιστεί με δασμό που επιβάλλεται από την πρώτη αποστολή που εισάγεται μετά την έναρξη ισχύος του δασμού. Τέλος, στο βαθμό που διαπιστωθεί ότι είναι προς όφελος της Κοινότητας να μπορούν να εισάγονται, για μια ορισμένη περίοδο, προϊόντα χωρίς την επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ, το άρθρο 11 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού προβλέπει την αναστολή υπό ορισμένες προϋποθέσεις

(69)

Ορισμένα μέρη υποστήριξαν ότι οποιαδήποτε μορφή μέτρων χωρίς ποσοτικό περιορισμό θα οδηγήσει σε μη καταβολή δασμών. Τα μέρη αυτά αναφέρθηκαν και πάλι στη συσσώρευση αποθεμάτων μετά τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης την 1η Μαΐου 2004. Η ανάλυση των υπηρεσιών της Επιτροπής επιβεβαίωσε ότι αυτό ήταν σαφής απόπειρα αποφυγής των δασμών. Δεδομένων των δηλώσεων αυτών και των γεγονότων που περιγράφονται στον προσωρινό κανονισμό στις αιτιολογικές σκέψεις 123 και 125, η Επιτροπή θα παρακολουθήσει τις εξελίξεις για να πράξει τα δέοντα για τη σωστή επιβολή των μέτρων.

(70)

Άλλα μέρη ισχυρίστηκαν ότι από τα μέτρα πρέπει να αποκλείονται οι όγκοι που ήδη αποτελούν αντικείμενο υφιστάμενων συμβάσεων πώλησης. Αυτό θα αποτελούσε στην πράξη εξαίρεση από δασμούς που θα υπονόμευε την επανορθωτική δράση των μέτρων και, κατά συνέπεια, απορρίπτεται. Γίνεται επίσης παραπομπή στις αιτιολογικές σκέψεις 51 και 52 ανωτέρω.

(71)

Ο προσωρινός κανονισμός επέβαλε δασμό αντιντάμπινγκ υπό τη μορφή ειδικού δασμού για κάθε εταιρεία ο οποίος προκύπτει από την εφαρμογή του περιθωρίου εξάλειψης ζημίας στις τιμές εξαγωγής που χρησιμοποιήθηκαν στον υπολογισμό του ντάμπινγκ κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Η μεθοδολογία αυτή επιβεβαιώθηκε από τα οριστικά μέτρα.

5.   Αναλήψεις υποχρεώσεων

(72)

Σε μεταγενέστερο στάδιο της έρευνας αρκετοί παραγωγοί-εξαγωγείς της ΛΔΚ πρότειναν αναλήψεις υποχρεώσεων. Οι αναλήψεις αυτές θεωρήθηκαν αποδεκτές εξαιτίας της σημαντικής μεταβλητότητας των τιμών του εν λόγω προϊόντος, της αποφυγής πληρωμής δασμών και της καταστρατήγησης για το εν λόγω προϊόν (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 124 και 125 του προσωρινού κανονισμού), καθώς και λόγω του ότι η προσφορά των κινεζικών αρχών δεν περιείχε εγγυήσεις που να επιτρέπουν επαρκή παρακολούθηση στο πλαίσιο των εταιρειών στις οποίες δεν είχε χορηγηθεί καθεστώς οικονομίας της αγοράς.

Ι.   ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΥ ΔΑΣΜΟΥ

(73)

Λόγω του εύρους του περιθωρίου ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε και με δεδομένο το επίπεδο της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, θεωρείται ότι τα ποσά που κατατέθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ, που επιβλήθηκε με τον προσωρινό κανονισμό, πρέπει να εισπραχθούν οριστικά μέχρι του ποσού των προσωρινά επιβαλλόμενων δασμών. Όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς για τους οποίους ο οριστικός δασμός είναι ελαφρώς υψηλότερος από τον προσωρινό δασμό, πρέπει να εισπραχθούν τα ποσά που κατατέθηκαν ως εγγύηση στο επίπεδο που καθορίζεται στον προσωρινό κανονισμό, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές παρασκευασμένων ή διατηρημένων μανταρινιών (στα οποία περιλαμβάνονται τα είδη tangerines και satsumas), κλημεντινών, wilkings και άλλων παρόμοιων υβριδίων εσπεριδοειδών, χωρίς προσθήκη αλκοόλης, με ή χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλης γλυκαντικής ύλης, όπως ορίζονται στη ΣΟ κωδικός 2008, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 2008 30 55, 2008 30 75 και ex 2008 30 90 (κωδικοί TARIC 2008309061, 2008309063, 2008309065, 2008309067, 2008309069).

2.   Το ποσό του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται στα προϊόντα που περιγράφονται στο άρθρο 1 και παράγονται τις κατωτέρω εταιρείες είναι:

Εταιρεία

Ευρώ/τόνο

βάρος καθαρού προϊόντος

Πρόσθετος κωδικός TARIC

Yichang Rosen Foods Co., Ltd, Yichang, Zhejiang

531,2

A886

Huangyan No 1 Canned Food Factory, Huangyan, Zhejiang

361,4

A887

Zhejiang Xinshiji Foods Co., Ltd, Sanmen· Zhejiang και ο συνδεδεμένος παραγωγός του Hubei Xinshiji Foods Co., Ltd, Dangyang City, Hubei Province

490,7

A888

Συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα σύμφωνα με το παράρτημα

499,6

A889

Όλες οι άλλες εταιρείες

531,2

A999

Άρθρο 2

1.   Σε περίπτωση ζημίας των εμπορευμάτων πριν από τη θέση τους σε ελεύθερη κυκλοφορία και επομένως όταν η πράγματι καταβληθείσα ή καταβλητέα τιμή υπολογίζεται κατ’ αναλογία για τον προσδιορισμό της δασμολογητέας αξίας σύμφωνα με το άρθρο 145 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής (9), το ποσό του δασμού αντιντάμπινγκ, υπολογιζόμενο με βάση το ανωτέρω άρθρο 1, μειώνεται κατά ένα ποσοστό που αντιστοιχεί στην αναλογική κατανομή της πράγματι καταβληθείσας ή καταβλητέας τιμής.

2.   Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους δασμούς.

Άρθρο 3

1.   Εισπράττονται οριστικά τα ποσά που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινών δασμών αντιντάμπινγκ δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 642/2008, στο επίπεδο του συντελεστού του προσωρινού δασμού.

2.   Για τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς που κατά λάθος δεν περιλήφθηκαν στο παράρτημα με τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 642/2008, συγκεκριμένα τις εταιρείες Ningbo Pointer Canned Foods Co., Ltd, Xiangshan, Ningbo, Ninghai Dongda Foodstuff Co., Ltd, Ningbo, Zhejiang και Toyoshima Share Yidu Foods Co., Ltd, Yidu, Hubei, τα ποσά που κατατέθηκαν πέραν του προσωρινού δασμού που εφαρμόζεται στους συνεργασθέντες παραγωγούς που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα αποδεσμεύονται.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Δεκεμβρίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. BARNIER


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 246 της 20.10.2007, σ. 15.

(3)  ΕΕ L 178 της 5.7.2008, σ. 19.

(4)  ΕΕ L 288 της 6.11.2007, σ. 22.

(5)  ΕΕ L 290 της 8.11.2003, σ. 3.

(6)  ΕΕ L 104 της 8.4.2004, σ. 67.

(7)  ΕΕ L 288 της 6.11.2007, σ. 22.

(8)  ΕΕ L 258 της 26.9.2008, σ. 74.

(9)  ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς που δεν περιλαμβάνονταν στο δείγμα (πρόσθετος κωδικός TARIC A889)

 

Hunan Pointer Foods Co., Ltd, Yongzhou, Hunan

 

Ningbo Pointer Canned Foods Co., Ltd, Xiangshan, Ningbo

 

Yichang Jiayuan Foodstuffs Co., Ltd, Yichang, Hubei

 

Ninghai Dongda Foodstuff Co., Ltd, Ningbo, Zhejiang

 

Huangyan No 2 Canned Food Factory, Huangyan, Zhejiang

 

Zhejiang Xinchang Best Foods Co., Ltd, Xinchang, Zhejiang

 

Toyoshima Share Yidu Foods Co., Ltd, Yidu, Hubei

 

Guangxi Guiguo Food Co., Ltd, Guilin, Guangxi

 

Zhejiang Juda Industry Co., Ltd, Quzhou, Zhejiang

 

Zhejiang Iceman Group Co., Ltd, Jinhua, Zhejiang

 

Ningbo Guosheng Foods Co., Ltd, Ninghai

 

Yi Chang Yin He Food Co., Ltd, Yidu, Hubei

 

Yongzhou Quanhui Canned Food Co., Ltd, Yongzhou, Hunan

 

Ningbo Orient Jiuzhou Food Trade & Industry Co., Ltd, Yinzhou, Ningbo

 

Guangxi Guilin Huangguan Food Co., Ltd, Guilin, Guangxi

 

Ningbo Wuzhouxing Group Co., Ltd, Mingzhou, Ningbo


30.12.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 350/46


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1356/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Δεκεμβρίου 2008

σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2007 για τα τέλη και τα δικαιώματα που εισπράττονται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Ασφάλειας της Αεροπορίας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 216/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Φεβρουαρίου 2008 για τη θέσπιση κοινών κανόνων στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και για την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφαλείας της Αεροπορίας, καθώς και για την κατάργηση της οδηγίας 91/670/ΕΟΚ του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1592/2002 και της οδηγίας 2004/36/ΕΚ (1), και ιδίως το άρθρο 64 παράγραφος 1,

Μετά από διαβούλευση με το διοικητικό συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Αεροπορίας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι κανόνες υπολογισμού των τελών και των δικαιωμάτων που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 593/2007 της Επιτροπής, της 31ης Μαΐου 2007, για τα τέλη και τα δικαιώματα που εισπράττονται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Ασφάλειας της Αεροπορίας (2), πρέπει να επανεξετάζονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα ώστε το ύψος των τελών και των δικαιωμάτων που πρέπει να καταβάλλει ο αιτών να ανταποκρίνεται στο σύνθετο έργο που επιτελεί ο Οργανισμός και στον συνεπαγόμενο πραγματικό φόρτο εργασίας. Με μελλοντική τροποποίηση του κανονισμού θα τελειοποιηθούν οι κανόνες αυτοί, με βάση επίσης τα δεδομένα που θα διαθέτει ο ίδιος ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας (εφεξής «Οργανισμός») ως επακόλουθο της εφαρμογής του επιχειρησιακού συστήματος προγραμματισμού των πόρων του.

(2)

Οι συμφωνίες που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008 πρέπει να αποτελέσουν τη βάση αξιολόγησης του πραγματικού φόρτου εργασίας που συνεπάγεται η πιστοποίηση προϊόντων τρίτων χωρών. Καταρχήν, η διαδικασία που ακολουθεί ο Οργανισμός για την επικύρωση πιστοποιητικών που εκδίδονται από τρίτη χώρα, με την οποία η Κοινότητα έχει σχετική συμφωνία, περιγράφεται στις συμφωνίες αυτές και πρέπει να συνεπάγεται διαφορετικό φόρτο εργασίας σε σύγκριση με τη διαδικασία που απαιτείται για δραστηριότητες πιστοποίησης του Οργανισμού.

(3)

Είναι αναγκαίο να εξασφαλισθεί ισοσκελισμός μεταξύ των συνολικών δαπανών που αναλαμβάνει ο Οργανισμός για να φέρει σε πέρας τις εργασίες πιστοποίησης και των συνολικών εσόδων του από τα τέλη και τα δικαιώματα που εισπράττει, ενώ ταυτόχρονα οι κανόνες υπολογισμού των τελών και των δικαιωμάτων πρέπει να παραμείνουν αποτελεσματικοί και δίκαιοι για όλους τους αιτούντες. Αυτό πρέπει να ισχύει και για τα έξοδα ταξιδίου εκτός του εδάφους των κρατών μελών. Ο υφιστάμενος μαθηματικός τύπος υπολογισμού πρέπει να τελειοποιηθεί ώστε να αφορά αποκλειστικά το άμεσο κόστος αυτών των ταξιδίων.

(4)

Από την πείρα που έχει αποκτηθεί από την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2007 κρίνεται αναγκαίο να καθορισθεί πότε μπορεί ο Οργανισμός να τιμολογεί το οφειλόμενο τέλος και να προσδιορισθεί η μέθοδος υπολογισμού του επιστρεπτέου ποσού σε περίπτωση που διακοπεί η εργασία πιστοποίησης. Παρόμοιοι κανόνες πρέπει να προβλεφθούν σε περίπτωση παράδοσης ή αναστολής του πιστοποιητικού.

(5)

Για τεχνικούς λόγους, πρέπει να εισαχθούν αλλαγές στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2007, ώστε να βελτιωθούν ορισμένοι ορισμοί ή ταξινομήσεις.

(6)

Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 593/2007 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(7)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 65 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 593/2007 τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Άρθρο 6

Με την επιφύλαξη του άρθρου 4, σε περίπτωση διεξαγωγής μέρους ή ολόκληρης της εργασίας πιστοποίησης εκτός του εδάφους των κρατών μελών, τα έξοδα ταξιδίου εκτός του εδάφους περιλαμβάνονται στα τέλη που τιμολογούνται στον αιτούντα σύμφωνα με τον εξής μαθηματικό τύπο:

d = f + v + h – e

όπου:

d

=

τα οφειλόμενα τέλη

f

=

το τέλος που αντιστοιχεί στην πραγματοποιηθείσα εργασία, όπως ορίζεται στο παράρτημα

v

=

έξοδα ταξιδίου

h

=

ο χρόνος που δαπάνησαν οι εμπειρογνώμονες για τη μετακίνησή τους, τιμολογούμενος με τέλος ανά ώρα, όπως ορίζεται στο παράρτημα II

e

=

μέσο κόστος ταξιδίου εντός του εδάφους των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένου του μέσου χρόνου που αναλώθηκε για τη μετακίνηση εντός του εδάφους των κρατών μελών επί το οριζόμενο στο παράρτημα II τέλος ανά ώρα.»

2.

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«2.   Η έκδοση, η διατήρηση ή η τροποποίηση πιστοποιητικού υπόκειται στην εκ των προτέρων καταβολή όλων των οφειλόμενων τελών, εκτός εάν ο Οργανισμός έχει συμφωνήσει διαφορετικά με τον αιτούντα. Ο Οργανισμός μπορεί να τιμολογήσει τα τέλη σε μία δόση μετά την παραλαβή της αίτησης ή στην αρχή της ετήσιας περιόδου ή της περιόδου εποπτείας. Σε περίπτωση που τα τέλη δεν καταβληθούν, ο Οργανισμός μπορεί να απορρίψει το σχετικό πιστοποιητικό ή να το ανακαλέσει, αφού προηγουμένως ειδοποιήσει επίσημα τον αιτούντα.»

β)

Η παράγραφος 3 διαγράφεται.

γ)

Η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«7.   Εάν ο Οργανισμός πρέπει να διακόψει μια εργασία πιστοποίησης διότι ο αιτών δεν διαθέτει αρκετούς πόρους ή δεν συμμορφώνεται προς τις ισχύουσες απαιτήσεις, ή διότι ο αιτών αποφάσισε να αποσύρει την αίτησή του ή να αναβάλει το έργο του, το υπόλοιπο των οφειλόμενων τελών, τα οποία έχουν υπολογισθεί ανά ώρα για την τρέχουσα δωδεκάμηνη περίοδο αλλά δεν υπερβαίνουν το κατ’αποκοπήν τέλος, καταβάλλεται πλήρως κατά τη στιγμή διακοπής της εργασίας του Οργανισμού, μαζί με άλλα εκείνη τη στιγμή οφειλόμενα ποσά. Ο αντίστοιχος αριθμός ωρών τιμολογείται με τέλος ανά ώρα, όπως καθορίζει το μέρος II του παραρτήματος. Όταν, κατ’αίτηση του αιτούντος, ο Οργανισμός επαναλάβει εργασίες πιστοποίησης που είχε διακόψει, η εργασία χρεώνεται ως νέα.»

δ)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 8 και 9:

«8.   Εάν ο κάτοχος πιστοποιητικού παραδώσει το αντίστοιχο πιστοποιητικό ή εάν ο Οργανισμός το ανακαλέσει, το υπόλοιπο τυχόν οφειλόμενων τελών, τα οποία έχουν υπολογισθεί ανά ώρα για την τρέχουσα δωδεκάμηνη περίοδο αλλά δεν υπερβαίνουν το κατ’αποκοπήν τέλος, καταβάλλεται πλήρως κατά τη στιγμή της παράδοσης ή της ανάκλησης, μαζί με άλλα εκείνη τη στιγμή οφειλόμενα ποσά. Ο αντίστοιχος αριθμός ωρών τιμολογείται με τέλος ανά ώρα, όπως καθορίζει το μέρος II του παραρτήματος.

9.   Εάν ο Οργανισμός αναστείλει ένα πιστοποιητικό, το υπόλοιπο τυχόν οφειλόμενων τελών, τα οποία έχουν υπολογισθεί κατά χρονική αναλογία, καταβάλλεται πλήρως κατά τη στιγμή της αναστολής, μαζί με άλλα εκείνη τη στιγμή οφειλόμενα ποσά. Εάν το πιστοποιητικό αποκατασταθεί εκ νέου, αρχίζει νέα δωδεκάμηνη περίοδος από την ημερομηνία αποκατάστασής του.»

3.

Στο άρθρο 12, διαγράφεται η πέμπτη παράγραφος.

4.

Στο άρθρο 14, διαγράφεται η παράγραφος 3.

5.

Το παράρτημα τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2009.

Εφαρμόζεται με τους εξής όρους:

α)

τα τέλη που αναφέρονται στους πίνακες 1 έως 5 του μέρους I του παραρτήματος ισχύουν για κάθε αίτηση εργασίας πιστοποίησης που θα παραληφθεί μετά την 1η Ιανουαρίου 2009.

β)

τα τέλη που αναφέρονται στον πίνακα 6 του μέρους I του παραρτήματος ισχύουν για τα ετήσια τέλη που θα εισπράττονται μετά την 1η Ιανουαρίου 2009.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Δεκεμβρίου 2008

Για την Επιτροπή

Antonio TAJANI

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 79 της 19.3.2008, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 140 της 1.6.2007, σ. 3.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2007 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Η επεξηγηματική σημείωση 7 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«(7)

Ως “παράγωγο” νοείται τροποποιημένο πιστοποιητικό τύπου, όπως αυτό καθορίζεται και εφαρμόζεται από τον κάτοχο του πιστοποιητικού»

(2)

Η επεξηγηματική σημείωση 9 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«(9)

Στους πίνακες 3 και 4 του μέρους I, οι χαρακτηρισμοί “απλό”, “κανονικό” και “σύνθετο” αντιστοιχούν στα εξής:

 

Απλό

Κανονικό

Σύνθετο

Συμπληρωματικά πιστοποιητικά τύπου του EASA (STC)

Μείζονος σημασίας αλλαγές στον σχεδιασμό από τον EASA

Μείζονος σημασίας επισκευές του EASA

STC, μείζονος σημασίας αλλαγή στο σχεδιασμό, ή επισκευή, οι οποίες συνεπάγονται μόνον χρησιμοποιούμενες και αποδεδειγμένες μεθόδους αιτιολόγησης, για κάθε πλήρες σύνολο δεδομένων (περιγραφή, κατάλογος ελέγχου της συμμόρφωσης και έγγραφα συμμόρφωσης) είναι δυνατόν να κοινοποιούνται κατά την υποβολή της αίτησης, και για τις οποίες ο αιτών έχει αποδεδειγμένα πείρα που μπορεί να εκτιμηθεί μόνον από τον διαχειριστή πιστοποίησης του έργου, ή με την περιορισμένη συμμετοχή ειδικού επί του θέματος

Όλες οι άλλες STC, μείζονος σημασίας αλλαγές στο σχεδιασμό ή επισκευές

Σημαντική (1) STC ή μείζονος σημασίας αλλαγή στον σχεδιασμό.

Επικυρωμένη STC βάσει διμερούς ρύθμισης

Βασικό (2)

Μη βασικό (2)

Μη βασική STC (2) όταν η πιστοποιούσα αρχή (2) έχει ταξινομήσει την αλλαγή ως “σημαντική” (1)

Επικυρωμένη μείζονος σημασίας αλλαγή στο σχεδιασμό βάσει διμερούς ρύθμισης

Μείζονος σημασίας αλλαγές στον σχεδιασμό επιπέδου 2 (2) όταν δεν γίνονται αυτόματα δεκτές (3).

Επίπεδο 1 (2)

Μείζονος σημασίας αλλαγή στον σχεδιασμό επιπέδου 1 (2) όταν η πιστοποιούσα αρχή (2) έχει ταξινομήσει την αλλαγή ως “σημαντική” (1)

Επικυρωμένη σημασίας επισκευή βάσει διμερούς ρύθμισης

ΑΑ

(αυτόματη αποδοχή)

Επισκευές κρίσιμου δομικού στοιχείου (2)

ΑΑ

(3)

Στο μέρος Ι, οι πίνακες 1 και 6 αντικαθίστανται από τους ακόλουθους:

«Πίνακας 1:   Πιστοποιητικά τύπου και περιορισμένα πιστοποιητικά τύπου [που αναφέρονται στο τμήμα Β και στο τμήμα ΙΕ του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1702/2003 (4)]

EUR

 

Εφάπαξ τέλος

Αεροσκάφη σταθερών πτερύγων

Άνω των 150 000 kg

2 600 000

Άνω των 50 000 kg και έως 150 000 kg

1 330 000

Άνω των 22 000 kg και έως 50 000 kg

1 060 000

Άνω των 5 700 kg και έως 22 000 kg

410 000

Άνω των 2 000 kg και έως 5 700 kg

227 000

Έως 2 000 kg

12 000

Πολύ ελαφρά αεροπλάνα, μοτοανεμόπτερα, ανεμόπτερα

6 000

Στροφόπτερο

Μεγάλο

525 000

Μεσαίο

265 000

Μικρό

20 000

Λοιπά

Αερόστατα

6 000

Πρόωση

Στροβιλοκινητήρες με ώση απογείωσης άνω των 25 KN ή ισχύ απογείωσης άνω των 2 000 kW

365 000

Στροβιλοκινητήρες με ώση απογείωσης έως 25 KN ή ισχύ απογείωσης έως 2 000 kW

185 000

Κινητήρες πλην των στροβιλοκινητήρων

30 000

Κινητήρες πλην των στροβιλοκινητήρων CS 22 H, CS VLR App. B

15 000

Έλικα για αεροσκάφη μέγιστου βάρους απογείωσης (MTOW) άνω των 5 700 kg

10 250

Έλικα για αεροσκάφη μέγιστου βάρους απογείωσης (MTOW) έως 5 700 kg

2 925

Μέρη

Αξίας άνω των 20 000 EUR

2 000

Αξίας από 2 000 έως 20 000 EUR

1 000

Αξίας κάτω των 2 000 EUR

500


Πίνακας 2:   Παράγωγα υπαγόμενα σε πιστοποιητικά τύπου ή περιορισμένα πιστοποιητικά τύπου

EUR

 

Εφάπαξ τέλος (5)

Αεροσκάφη σταθερών πτερύγων

Άνω των 150 000 kg

1 000 000

Άνω των 50 000 kg και έως 150 000 kg

500 000

Άνω των 22 000 kg και έως 50 000 kg

400 000

Άνω των 5 700 kg και έως 22 000 kg

160 000

Άνω των 2 000 kg και έως 5 700 kg

80 000

Έως 2 000 kg

2 800

Πολύ ελαφρά αεροπλάνα, μοτοανεμόπτερα, ανεμόπτερα

2 400

Στροφόπτερο

Μεγάλο

200 000

Μεσαίο

100 000

Μικρό

6 000

Λοιπά

Αερόστατα

2 400

Πρόωση

Στροβιλοκινητήρες με ώση απογείωσης άνω των 25 KN ή ισχύ απογείωσης άνω των 2 000 kW

100 000

Στροβιλοκινητήρες με ώση απογείωσης άνω των 25 KN ή ισχύ απογείωσης άνω των 2 000 kW

50 000

Κινητήρες πλην των στροβιλοκινητήρων

10 000

Κινητήρες πλην των στροβιλοκινητήρων CS 22 H, CS VLR App. B

5 000

Έλικα για αεροσκάφη μέγιστου βάρους απογείωσης (MTOW) άνω των 5 700 kg

2 500

Έλικα για αεροσκάφη μέγιστου βάρους απογείωσης (MTOW) έως 5 700 kg

770

Μέρη

Αξίας άνω των 20 000 EUR

1 000

Αξίας από2 000 έως 20 000 EUR

600

Αξίας κάτω των 2 000 EUR

350


Πίνακας 3:   Συμπληρωματικά πιστοποιητικά τύπου [που αναφέρονται στο τμήμα Ε του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1702/2003]

EUR

 

Εφάπαξ τέλος (6)

Σύνθετα

Κανονικά

Απλά

Αεροσκάφη σταθερών πτερύγων

Άνω των 150 000 kg

25 000

6 000

3 000

Άνω των 50 000 kg και έως 150 000 kg

13 000

5 000

2 500

Άνω των 22 000 kg και έως 50 000 kg

8 500

3 750

1 875

Άνω των 5 700 kg και έως 22 000 kg

5 500

2 500

1 250

Άνω των 2 000 kg και έως 5 700 kg

3 800

1 750

875

Έως 2 000 kg

1 600

1 000

500

Πολύ ελαφρά αεροπλάνα, μοτοανεμόπτερα, ανεμόπτερα

250

250

250

Στροφόπτερο

Μεγάλο

11 000

4 000

2 000

Μεσαίο

5 000

2 000

1 000

Μικρό

900

400

250

Λοιπά

Αερόστατα

800

400

250

Πρόωση

Στροβιλοκινητήρες με ώση απογείωσης άνω των 25 KN ή ισχύ απογείωσης άνω των 2 000 kW

12 000

5 000

2 500

Στροβιλοκινητήρες με ώση απογείωσης έως 25 KN ή ισχύ απογείωσης έως 2 000 kW

5 800

2 500

1 250

Κινητήρες πλην των στροβιλοκινητήρων

2 800

1 250

625

Κινητήρες πλην των στροβιλοκινητήρων CS 22 H, CS VLR App. B

1 400

625

300

Έλικα για αεροσκάφη μέγιστου βάρους απογείωσης (MTOW) άνω των 5 700 kg

2 000

1 000

500

Έλικα για αεροσκάφη μέγιστου βάρους απογείωσης (MTOW) έως 5 700 kg

1 500

750

375


Πίνακας 4:   Μείζονος σημασίας αλλαγές και επισκευές [που αναφέρονται στα τμήματα Δ και ΙΓ του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1702/2003]

EUR

 

Εφάπαξ τέλος (7)  (8)

Σύνθετα

Κανονικά

Απλά

Αεροσκάφη σταθερών πτερύγων

Άνω των 150 000 kg

20 000

6 000

3 000

Άνω των 50 000 kg και έως 150 000 kg

9 000

4 000

2 000

Άνω των 22 000 kg και έως 50 000 kg

6 500

3 000

1 500

Άνω των 5 700 kg και έως 22 000 kg

4 500

2 000

1 000

Άνω των 2 000 kg και έως 5 700 kg

3 000

1 400

700

Έως 2 000 kg

1 100

500

250

Πολύ ελαφρά αεροπλάνα, μοτοανεμόπτερα, ανεμόπτερα

250

250

250

Στροφόπτερο

Μεγάλο

10 000

4 000

2 000

Μεσαίο

4 500

2 000

1 000

Μικρό

850

400

250

Λοιπά

Αερόστατα

850

400

250

Πρόωση

Στροβιλοκινητήρες με ώση απογείωσης άνω των 25 KN ή ισχύ απογείωσης άνω των 2 000 kW

5 000

2 000

1 000

Στροβιλοκινητήρες με ώση απογείωσης έως 25 KN ή ισχύ απογείωσης έως 2 000 kW

2 500

1 000

500

Κινητήρες πλην των στροβιλοκινητήρων

1 300

600

300

Κινητήρες πλην των στροβιλοκινητήρων CS 22 H, CS VLR App. B

600

300

250

Έλικα για αεροσκάφη μέγιστου βάρους απογείωσης (MTOW) άνω των 5 700 kg

250

250

250

Έλικα για αεροσκάφη μέγιστου βάρους απογείωσης (MTOW) έως 5 700 kg

250

250

250


Πίνακας 5:   Τροποποιήσεις και επισκευές ελάσσονος σημασίας [που αναφέρονται στα τμήματα Δ και ΙΓ του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1702/2003]

EUR

 

Εφάπαξ τέλος (9)  (10)

Αεροσκάφη σταθερών πτερύγων

Άνω των 150 000 kg

500

Άνω των 50 000 kg και έως 150 000 kg

500

Άνω των 22 000 kg και έως 50 000 kg

500

Άνω των 5 700 kg και έως 22 000 kg

500

Άνω των 2 000 kg και έως 5 700 kg

250

Έως 2 000 kg

250

Πολύ ελαφρά αεροπλάνα, μοτοανεμόπτερα, ανεμόπτερα

250

Στροφόπτερο

Μεγάλο

500

Μεσαίο

500

Μικρό

250

Λοιπά

Αερόστατα

250

Πρόωση

Στροβιλοκινητήρες

500

Κινητήρες πλην των στροβιλοκινητήρων

250

Έλικα

250


Πίνακας 6:   Ετήσια τέλη για κατόχους πιστοποιητικών τύπου και περιορισμένων πιστοποιητικών τύπου του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Αεροπορίας (EASA) και άλλων πιστοποιητικών τύπου που κρίνονται αποδεκτά δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1592/2002

EUR

 

Εφάπαξ τέλος (11)  (12)  (13)

 

Σχεδιασμός ΕΕ

Σχεδιασμός εκτός ΕΕ

Αεροσκάφη σταθερών πτερύγων

Άνω των 150 000 kg

270 000

90 000

Άνω των 50 000 kg και έως 150 000 kg

150 000

50 000

Άνω των 22 000 kg και έως 50 000 kg

80 000

27 000

Άνω των 5 700 kg και έως 22 000 kg

17 000

5 700

Άνω των 2 000 kg και έως 5 700 kg

4 000

1 400

Έως 2 000 kg

2 000

670

Πολύ ελαφρά αεροπλάνα, μοτοανεμόπτερα, ανεμόπτερα

900

300

Στροφόπτερο

Μεγάλο

65 000

21 700

Μεσαίο

30 000

10 000

Μικρό

3 000

1 000

Λοιπά

Αερόστατα

900

300

Πρόωση

Στροβιλοκινητήρες με ώση απογείωσης άνω των 25 KN ή ισχύ απογείωσης άνω των 2 000 kW

40 000

13 000

Στροβιλοκινητήρες με ώση απογείωσης έως 25 KN ή ισχύ απογείωσης έως 2 000 kW

6 000

2 000

Κινητήρες πλην των στροβιλοκινητήρων

1 000

350

Κινητήρες πλην των στροβιλοκινητήρων CS 22 H, CS VLR App. B

500

250

Έλικα για αεροσκάφη μέγιστου βάρους απογείωσης (MTOW) άνω των 5 700 kg

750

250

Μέρη

Αξίας άνω των 20 000 EUR

2 000

700

Αξίας από 2 000 έως 20 000 EUR

1 000

350

Αξίας κάτω των 2 000 EUR

500

250

(4)

Στο μέρος ΙΙ, το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.

Χρεωση ανα ωρα αναλογα με τισ αντιστοιχεσ εργασιεσ:

Απόδειξη ικανότητας σχεδιασμού με εναλλακτικές διαδικασίες

Πραγματικός αριθμός ωρών

Παραγωγή χωρίς έγκριση

Πραγματικός αριθμός ωρών

Εναλλακτικά μέσα συμμόρφωσης στις οδηγίες αξιοπλοΐας

Πραγματικός αριθμός ωρών

Υποστήριξη επικύρωσης (αποδοχή πιστοποιητικών ξένων αρχών από τον EASA)

Πραγματικός αριθμός ωρών

Τεχνική συνδρομή κατ’αίτηση ξένων αρχών

Πραγματικός αριθμός ωρών

Αποδοχή από τον EASA των εκθέσεων του MRB (Συμβουλίου Επανεξέτασης της Συντήρησης)

Πραγματικός αριθμός ωρών

Μεταβίβαση πιστοποιητικών

Πραγματικός αριθμός ωρών

Έγκριση συνθηκών πτήσης για την έκδοση αδείας πτήσης

3 ώρες

Διοικητική επανέκδοση εγγράφων

1 ώρα

Πιστοποιητικό αξιοπλοΐας προς εξαγωγή (E-Α) για αεροσκάφη CS 25

6 ώρες

Πιστοποιητικό αξιοπλοΐας προς εξαγωγή (E-Α) για άλλα αεροσκάφη

22 ώρες»


(1)  Ο χαρακτηρισμός “σημαντική” ορίζεται στην παράγραφο 21A.101 (β) του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1702/2003.

(2)  Για τους ορισμούς των εννοιών “βασική”, “μη βασική”, “επίπεδο 1”, “επίπεδο 2”, “κρίσιμο δομικό στοιχείο” και “πιστοποιούσα αρχή”, βλ. την ισχύουσα διμερή συμφωνία με βάση την οποία έγινε η επικύρωση.

(3)  Τα κριτήρια αυτόματης αποδοχής του EASA για μείζονος σημασίας αλλαγές του επιπέδου 2 καθορίζονται στην απόφαση 2004/04/CF του Διοικητή του EASA, ή στην ισχύουσα διμερή συμφωνία, με βάση την οποία έγινε η επικύρωση.»

(4)  ΕΕ L 243 της 27.9.2003, σ. 6.

(5)  Για παράγωγα που συνεπάγονται μείζονος σημασίας αλλαγή(ές) του τύπου σχεδιασμού, όπως περιγράφεται στο τμήμα Β του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1702/2003, ισχύουν τα τέλη για τα αντίστοιχα πιστοποιητικά τύπου ή περιορισμένα πιστοποιητικά τύπου που καθορίζονται στον πίνακα 1.

(6)  Για συμπληρωματικά πιστοποιητικά τύπου που συνεπάγονται μείζονος σημασίας αλλαγή(ές) του τύπου σχεδιασμού, όπως περιγράφεται στο τμήμα Β του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1702/2003, ισχύουν τα τέλη για τα αντίστοιχα πιστοποιητικά τύπου ή περιορισμένα πιστοποιητικά τύπου που καθορίζονται στον πίνακα 1.

(7)  Για συμπληρωματικά πιστοποιητικά τύπου που συνεπάγονται μείζονος σημασίας αλλαγή(ές) του τύπου σχεδιασμού, όπως περιγράφεται στο τμήμα Β του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1702/2003, ισχύουν τα τέλη για τα αντίστοιχα πιστοποιητικά τύπου ή περιορισμένα πιστοποιητικά τύπου που καθορίζονται στον πίνακα 1.

(8)  Οι αλλαγές και επισκευές της εφεδρικής μονάδας παραγωγής ισχύος (APU) χρεώνονται ως αλλαγές και επισκευές κινητήρων της ίδιας παραγωγής ισχύος.

(9)  Για μείζονος σημασίας αλλαγή(ές) που συνεπάγονται ουσιαστική(ές) αλλαγή(ές), όπως περιγράφεται στο τμήμα Β του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1702/2003, ισχύουν τα τέλη για τα αντίστοιχα πιστοποιητικά τύπου ή περιορισμένα πιστοποιητικά τύπου που καθορίζονται στον πίνακα 1.

(10)  Οι αλλαγές και επισκευές της εφεδρικής μονάδας παραγωγής ισχύος (APU) χρεώνονται ως αλλαγές και επισκευές κινητήρων της ίδιας παραγωγής ισχύος.

(11)  Για εκδόσεις αεροσκαφών εμπορευματικών μεταφορών με δικά τους πιστοποιητικά τύπου, εφαρμόζεται συντελεστής 0,85 επί του τέλους που ισχύει για τα ισοδύναμα επιβατικά αεροσκάφη.

(12)  Για τους κατόχους πολλαπλών πιστοποιητικών τύπου ή/και πολλαπλών περιορισμένων πιστοποιητικών τύπου, προβλέπεται έκπτωση επί του ετησίου τέλους για το δεύτερο και τα επόμενα πιστοποιητικά τύπου της ιδίας κατηγορίας προϊόντων, όπως εμφαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί:

Προϊόν της ιδίας κατηγορίας

Έκπτωση επί του εφάπαξ τέλους

1ο

0 %

2ο

10 %

3ο

20 %

4ο

30 %

6ο

40 %

6ο

50 %

7ο

60 %

8ο

70 %

9ο

80 %

10ο

90 %

11ο και επόμενα προϊόντα

100 %

(13)  Για αεροσκάφη των οποίων λιγότερες από 50 μονάδες είναι ακόμη νηολογημένες παγκοσμίως, οι δραστηριότητες διαρκούς αξιοπλοΐας χρεώνονται σε ωριαία βάση, με τέλος ανά ώρα όπως καθορίζεται στο μέρος ΙΙ του παραρτήματος, μέχρι του ύψους του τέλους που ισχύει για την αντίστοιχη κατηγορία προϊόντος αεροσκάφους. Για προϊόντα, εξαρτήματα και εξοπλισμό που δεν συνιστούν αεροσκάφη, ο περιορισμός αφορά τον αριθμό των αεροσκαφών στα οποία εγκαθίσταται το σχετικό προϊόν, εξάρτημα ή εξοπλισμός.»


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΥΙΟΘΕΤΗΘΕΙΣΕΣ ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

30.12.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 350/56


ΑΠΌΦΑΣΗ αριθ. 1357/2008/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 16ης Δεκεμβρίου 2008

σχετικά με την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 1720/2006/ΕΚ για τη θέσπιση προγράμματος δράσης στον τομέα της διά βίου μάθησης

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 149 παράγραφος 4 και το άρθρο 150 παράγραφος 4,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η απόφαση αριθ. 1720/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Νοεμβρίου 2006 (3), θέσπισε το πρόγραμμα δράσης στον τομέα της διά βίου μάθησης για την περίοδο 2007-2013.

(2)

Το άρθρο 9 παράγραφος 2 της απόφασης αριθ. 1720/2006/ΕΚ προβλέπει ότι τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του προγράμματος, πέραν εκείνων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1, θεσπίζονται κατά τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 10 παράγραφος 3 της εν λόγω απόφασης, δηλαδή τη διαδικασία συμβουλευτικής επιτροπής που θεσπίστηκε με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, περί καθορισμού των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (4).

(3)

Η διατύπωση της απόφασης αριθ. 1720/2006/ΕΚ υποδηλώνει ιδίως ότι οι αποφάσεις επιλογής, πέραν όσων προβλέπει το άρθρο 9 παράγραφος 1 της εν λόγω απόφασης, υπάγονται στη διαδικασία συμβουλευτικής επιτροπής και στο δικαίωμα ελέγχου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

(4)

Οι εν λόγω διαδικαστικοί όροι παρατείνουν κατά δύο έως τρεις μήνες την προθεσμία χορήγησης των επιδοτήσεων στους υποψηφίους. Προκαλούν πολλές καθυστερήσεις όσον αφορά τη χορήγηση των επιδοτήσεων στους δικαιούχους, επιβαρύνουν με δυσανάλογο φόρτο τη διαχείριση του προγράμματος και, δεδομένης της φύσης των χορηγούμενων επιδοτήσεων, δεν δημιουργούν προστιθέμενη αξία.

(5)

Για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη εφαρμογή των αποφάσεων επιλογής απαιτείται η αντικατάσταση της συμβουλευτικής διαδικασίας με την υποχρέωση της Επιτροπής να ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη για μέτρα που λαμβάνονται με στόχο την εφαρμογή της απόφασης αριθ. 1720/2006/ΕΚ χωρίς την αρωγή επιτροπής,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ:

Άρθρο 1

Η απόφαση αριθ. 1720/2006/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 9 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση την επιτροπή του άρθρου 10 και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με όλες τις άλλες αποφάσεις επιλογής που έλαβε για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, εντός δύο εργάσιμων ημερών από την έγκριση των εν λόγω αποφάσεων. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει περιγραφές και ανάλυση των αιτήσεων που ελήφθησαν, περιγραφή της διαδικασίας αξιολόγησης και επιλογής, καθώς και καταλόγους των προτεινόμενων προς χρηματοδότηση σχεδίων και των σχεδίων των οποίων έχει απορριφθεί η χρηματοδότηση.».

2.

Το άρθρο 10 παράγραφος 3 διαγράφεται.

Άρθρο 2

Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τον αντίκτυπο της παρούσας απόφασης έως τις 30 Ιουνίου 2010.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στρασβούργο, 16 Δεκεμβρίου 2008.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

B. LE MAIRE


(1)  ΕΕ C 224 της 30.8.2008, σ. 115.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Σεπτεμβρίου 2008 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Νοεμβρίου 2008.

(3)  ΕΕ L 327 της 24.11.2006, σ. 45.

(4)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.


30.12.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 350/58


ΑΠΌΦΑΣΗ αριθ. 1358/2008/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 16ης Δεκεμβρίου 2008

σχετικά με την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 1904/2006/ΕΚ για τη θέσπιση του προγράμματος «Ευρώπη για τους πολίτες» για την περίοδο 2007-2013 με σκοπό την προώθηση της ενεργού συμμετοχής του ευρωπαίου πολίτη στα κοινά

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 151 και 308,

την πρόταση της Επιτροπής,

Κατόπιν διαβούλευσης με την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή,

Κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η απόφαση αριθ. 1904/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2006 (2) θέσπισε το πρόγραμμα «Ευρώπη για τους πολίτες» για την περίοδο 2007-2013.

(2)

Το άρθρο 8 παράγραφος 3 της απόφασης αριθ. 1904/2006/ΕΚ προβλέπει ότι τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του προγράμματος, πέραν όσων απαριθμούνται στην παράγραφο 2, θεσπίζονται κατά τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 9 παράγραφος 3, της εν λόγω απόφασης, δηλαδή τη διαδικασία συμβουλευτικής επιτροπής που θεσπίστηκε με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, περί καθορισμού των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (3).

(3)

Η διατύπωση της απόφασης αριθ. 1904/2006/ΕΚ υποδηλώνει ιδίως ότι οι αποφάσεις επιλογής, πέραν όσων προβλέπει το άρθρο 8 παράγραφος 2 της εν λόγω απόφασης, υπάγονται στη διαδικασία συμβουλευτικής επιτροπής και στο δικαίωμα ελέγχου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

(4)

Οι εν λόγω αποφάσεις επιλογής αφορούν ιδίως επιδοτήσεις που αντιστοιχούν σε χαμηλά ποσά και δεν συνεπάγονται τη λήψη πολιτικά σημαντικών αποφάσεων.

(5)

Οι εν λόγω διαδικαστικοί όροι παρατείνουν κατά δύο έως τρεις μήνες την προθεσμία χορήγησης των επιδοτήσεων στους υποψηφίους. Προκαλούν πολλές καθυστερήσεις όσον αφορά τη χορήγηση των επιδοτήσεων στους δικαιούχους, επιβαρύνουν με δυσανάλογο φόρτο τη διαχείριση του προγράμματος και, δεδομένης της φύσης των χορηγούμενων επιδοτήσεων, δεν δημιουργούν προστιθέμενη αξία.

(6)

Για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη εφαρμογή των αποφάσεων επιλογής απαιτείται η αντικατάσταση της συμβουλευτικής διαδικασίας με την υποχρέωση της Επιτροπής να ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη για οποιαδήποτε μέτρα λαμβάνονται με στόχο την εφαρμογή της απόφασης αριθ. 1904/2006/ΕΚ χωρίς την αρωγή επιτροπής,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ:

Άρθρο 1

Η απόφαση αριθ. 1904/2006/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 8 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η Επιτροπή ενημερώνει την επιτροπή του άρθρου 9 και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με όλες τις άλλες αποφάσεις επιλογής που έλαβε για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, εντός δύο εργάσιμων ημερών από τη έγκριση των εν λόγω αποφάσεων. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει περιγραφές και ανάλυση των αιτήσεων που ελήφθησαν, περιγραφή της διαδικασίας αξιολόγησης και επιλογής, καθώς και καταλόγους των προτεινόμενων προς χρηματοδότηση σχεδίων και των σχεδίων των οποίων έχει απορριφθεί η χρηματοδότηση.»

2.

Το άρθρο 9 παράγραφος 3 διαγράφεται.

Άρθρο 2

H Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τον αντίκτυπο της παρούσας απόφασης μέχρι τις 30 Ιουνίου 2010.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στρασβούργο, 16 Δεκεμβρίου 2008.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρο

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

B. LE MAIRE


(1)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Σεπτεμβρίου 2008 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Νοεμβρίου 2008.

(2)  ΕΕ L 378 της 27.12.2006, σ. 32.

(3)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.


III Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει της συνθήκης ΕΕ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ VI ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

30.12.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 350/60


ΑΠΌΦΑΣΗ ΠΛΑΊΣΙΟ 2008/977/ΔΕΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 27ης Νοεμβρίου 2008

για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως τα άρθρα 30, 31 και το άρθρο 34 παράγραφος 2 στοιχείο β),

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει ως στόχο τη διατήρηση και την ανάπτυξη της Ένωσης ως χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης εντός του οποίου πρέπει να εξασφαλίζεται στους πολίτες υψηλό επίπεδο ασφάλειας με την εκπόνηση κοινής δράσης μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις.

(2)

Η κοινή δράση στον τομέα της αστυνομικής συνεργασίας δυνάμει του άρθρου 30 παράγραφος 1 στοιχείο β) της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και η κοινή δράση στους τομείς της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις δυνάμει του άρθρου 31 παράγραφος 1 στοιχείο α) της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση συνεπάγονται την ανάγκη επεξεργασίας των συναφών πληροφοριών, τηρουμένων των σχετικών διατάξεων περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(3)

Η νομοθεσία που εμπίπτει στον Τίτλο VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να προωθήσει την αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις όσον αφορά την αποτελεσματικότητα, τη νομιμότητα και τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ιδίως των δικαιωμάτων της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Οι κοινοί κανόνες όσον αφορά την επεξεργασία και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας με σκοπό την πρόληψη και την καταπολέμηση του εγκλήματος συμβάλλουν στην επίτευξη αμφότερων των στόχων αυτών.

(4)

Το πρόγραμμα της Χάγης για την ενίσχυση της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 4 Νοεμβρίου 2004, τόνισε την ανάγκη καινοτόμου προσέγγισης της διασυνοριακής ανταλλαγής πληροφοριών στον τομέα της επιβολής του νόμου, με την αυστηρή τήρηση ορισμένων βασικών όρων στον τομέα της προστασίας των δεδομένων, η δε Επιτροπή κλήθηκε να υποβάλει σχετικές προτάσεις το αργότερο έως τα τέλη του 2005. Τούτο αντικατοπτρίστηκε στο σχέδιο δράσης του Συμβουλίου και της Επιτροπής με σκοπό την εφαρμογή του προγράμματος της Χάγης για την ενίσχυση της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2).

(5)

Η ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, ιδίως βάσει της αρχής της διαθεσιμότητας των πληροφοριών όπως αυτή ορίζεται στο πρόγραμμα της Χάγης, θα πρέπει να υποστηριχθεί με σαφείς κανόνες που να ενισχύουν την αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των αρμοδίων αρχών και να κατοχυρώνουν ότι οι σχετικές πληροφορίες προστατεύονται κατά τρόπο που αποκλείει οποιαδήποτε διάκριση σε σχέση με τέτοιου είδους συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, εξασφαλίζοντας παράλληλα στο ακέραιο τα θεμελιώδη δικαιώματα των ατόμων. Οι ισχύουσες πράξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν επαρκούν. Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (3) δεν εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία πραγματοποιείται στο πλαίσιο δραστηριοτήτων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, όπως οι δραστηριότητες που προβλέπονται στις διατάξεις του Τίτλου VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ούτε, σε κάθε περίπτωση, στην επεξεργασία δεδομένων σχετικά με τη δημόσια ασφάλεια, την εθνική άμυνα, την ασφάλεια του κράτους ή τις δραστηριότητες του κράτους σε τομείς του ποινικού δικαίου.

(6)

Η παρούσα απόφαση πλαίσιο εφαρμόζεται μόνο στα δεδομένα που έχουν συγκεντρωθεί ή τύχει επεξεργασίας από τις αρμόδιες αρχές για το σκοπό της πρόληψης, της διερεύνησης, της διαπίστωσης ή της δίωξης αξιόποινων πράξεων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων. Η παρούσα απόφαση πλαίσιο αφήνει τα κράτη μέλη να καθορίζουν με μεγαλύτερη ακρίβεια σε εθνικό επίπεδο ποιοι άλλοι σκοποί πρέπει να θεωρούνται ασυμβίβαστοι με το σκοπό για τον οποίον συγκεντρώθηκαν αρχικά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Σε γενικές γραμμές η περαιτέρω επεξεργασία για ιστορικούς, στατιστικούς ή επιστημονικούς σκοπούς δεν θα πρέπει να θεωρείται ασυμβίβαστη με τον αρχικό σκοπό της επεξεργασίας.

(7)

Το πεδίο εφαρμογής της απόφασης πλαισίου περιορίζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάζονται ή διατίθενται μεταξύ των κρατών μελών. Ουδέν συμπέρασμα δύναται να εξαχθεί από αυτόν τον περιορισμό όσον αφορά την αρμοδιότητα της Ένωσης να θεσπίζει πράξεις που αφορούν τη συλλογή και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων σε εθνικό επίπεδο ή όσον αφορά τη σκοπιμότητα θέσπισης τέτοιων πράξεων από την Ένωση στο μέλλον.

(8)

Προς διευκόλυνση της ανταλλαγής των δεδομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα κράτη μέλη σκοπεύουν να εξασφαλίζουν ότι οι κανόνες για την προστασία των δεδομένων που ισχύουν κατά την επεξεργασία δεδομένων σε εθνικό επίπεδο συνάδουν με αυτούς που προβλέπονται από την παρούσα απόφαση πλαίσιο. Η παρούσα απόφαση πλαίσιο δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να προβλέπουν, όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων σε εθνικό επίπεδο, διασφαλίσεις αυστηρότερες από εκείνες που η ίδια θεσπίζει.

(9)

Η παρούσα απόφαση πλαίσιο δεν θα πρέπει να ισχύει για προσωπικά δεδομένα που έχει αποκτήσει κράτος μέλος στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της παρούσας απόφασης πλαισίου και τα οποία προέρχονται από αυτό το κράτος μέλος.

(10)

Η προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών δεν θα πρέπει να οδηγήσει στην αποδυνάμωση της προστασίας των δεδομένων την οποία παρέχουν, αλλά αντίθετα πρέπει να στοχεύει στην κατοχύρωση υψηλού επιπέδου προστασίας εντός της Ένωσης.

(11)

Είναι αναγκαίο να διευκρινισθούν οι στόχοι της προστασίας των δεδομένων στο πλαίσιο αστυνομικών και δικαστικών δραστηριοτήτων και να καθορισθούν οι κανόνες σχετικά με το σύννομο της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οποιαδήποτε ανταλλάξιμη πληροφορία έχει τύχει απολύτως σύννομης επεξεργασίας, τηρουμένων των θεμελιωδών αρχών σχετικά με την ποιότητα των δεδομένων. Παράλληλα οι νόμιμες δραστηριότητες των αστυνομικών, τελωνειακών, δικαστικών και λοιπών αρμοδίων αρχών δεν θα πρέπει να διακυβεύονται με κανένα τρόπο.

(12)

Η αρχή της ορθότητας των δεδομένων πρέπει να εφαρμόζεται λαμβανομένων υπόψη της φύσεως και του σκοπού της συγκεκριμένης επεξεργασίας. Για παράδειγμα, στις δικαστικές ιδίως διαδικασίες, τα δεδομένα βασίζονται στην υποκειμενική αντίληψη των προσώπων, σε ορισμένες δε περιπτώσεις δεν χωρεί εξακρίβωση των δεδομένων αυτών. Έτσι, η απαίτηση για ορθότητα δεν μπορεί να αφορά την ορθότητα της δήλωσης αλλά μόνο το γεγονός ότι έγινε μια συγκεκριμένη δήλωση.

(13)

Η αρχειοθέτηση σε ξεχωριστή συλλογή δεδομένων θα πρέπει να επιτρέπεται μόνον εφόσον τα δεδομένα έχουν πλέον πάψει να ζητούνται και να χρησιμοποιούνται για την πρόληψη, τη διερεύνηση, τη διαπίστωση ή τη δίωξη αξιόποινων πράξεων ή για την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων. Η αρχειοθέτηση σε ξεχωριστή συλλογή δεδομένων θα πρέπει επίσης να επιτρέπεται εφόσον τα αρχειοθετημένα δεδομένα έχουν αποθηκευτεί σε τράπεζα δεδομένων μαζί με άλλα δεδομένα κατά τρόπον ώστε να μην μπορούν να χρησιμοποιηθούν πλέον για την πρόληψη, τη διερεύνηση, τη διαπίστωση ή τη δίωξη αξιόποινων πράξεων ή για την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων. Η καταλληλότητα της περιόδου αρχειοθέτησης θα πρέπει να εξαρτάται από τους στόχους της αρχειοθέτησης και τα έννομα συμφέροντα των υποκειμένων των δεδομένων. Στην περίπτωση αρχειοθέτησης για ιστορικούς σκοπούς μπορεί να προβλεφθεί πολύ μακρά περίοδος.

(14)

Τα δεδομένα μπορούν επίσης να διαγράφονται με την καταστροφή του υποθέματος των δεδομένων.

(15)

Όσον αφορά εσφαλμένα, ελλιπή δεδομένα ή δεδομένα που δεν είναι πλέον ενημερωμένα, τα οποία διαβιβάσθηκαν ή είναι διαθέσιμα σε άλλα κράτη μέλη και έτυχαν περαιτέρω επεξεργασίας από οιονεί δικαστικές αρχές, δηλαδή από αρχές που έχουν την αρμοδιότητα λήψεως αποφάσεων με δεσμευτική ισχύ, η διόρθωσή τους, η διαγραφή ή το κλείδωμα θα πρέπει να πραγματοποιούνται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

(16)

Η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των προσώπων απαιτεί κοινές διατάξεις για τον καθορισμό του σύννομου και της ποιότητας των δεδομένων που τυγχάνουν επεξεργασίας από τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών.

(17)

Πρέπει να καθορισθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο οι όροι βάσει των οποίων θα επιτρέπεται στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να διαβιβάζουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που παρέλαβαν από άλλα κράτη μέλη σε αρχές και ιδιώτες σε κράτη μέλη και να τα θέτουν στη διάθεσή τους. Σε πολλές περιπτώσεις η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις δικαστικές, τις αστυνομικές ή τις τελωνειακές αρχές σε ιδιώτες είναι απαραίτητη για τη δίωξη του εγκλήματος ή την αποτροπή άμεσης και σοβαρής απειλής κατά της δημόσιας ασφάλειας και σοβαρού κινδύνου για τα δικαιώματα των προσώπων, π.χ. προκειμένου να ειδοποιούνται τράπεζες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για την πλαστογράφηση τίτλων ή, όσον αφορά τα εγκλήματα που σχετίζονται με οχήματα, προκειμένου να διαβιβάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στις ασφαλιστικές εταιρείες για την πρόληψη της παράνομης διακίνησης κλεμμένων μηχανοκίνητων οχημάτων ή για τη βελτίωση των όρων ανάκτησης κλεμμένων μηχανοκίνητων οχημάτων από το εξωτερικό. Αυτό δεν ισοδυναμεί με μετάθεση αστυνομικών ή δικαστικών καθηκόντων σε ιδιώτες.

(18)

Οι κανόνες της παρούσας απόφασης πλαισίου που διέπουν τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις δικαστικές, τις αστυνομικές ή τις τελωνειακές αρχές σε ιδιώτες δεν εφαρμόζονται στη γνωστοποίηση δεδομένων σε ιδιώτες (όπως δικηγόρους υπεράσπισης και θύματα) στο πλαίσιο ποινικών δικών.

(19)

Η περαιτέρω επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία έχουν διαβιβασθεί ή τεθεί στη διάθεση της αρμόδιας αρχής άλλου κράτους μέλους, και δη η περαιτέρω διαβίβαση ή διάθεση των δεδομένων αυτών, θα πρέπει να διέπεται από κοινούς κανόνες σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

(20)

Σε περίπτωση που η περαιτέρω επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι δυνατή κατόπιν προηγούμενης συναινέσεως του κράτους μέλους από το οποίο παρελήφθησαν τα δεδομένα, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να μπορεί να καθορίζει τις λεπτομέρειες αυτής τη συναίνεσης, μεταξύ άλλων, για παράδειγμα με γενική συναίνεση για κατηγορίες πληροφοριών ή κατηγορίες περαιτέρω επεξεργασίας.

(21)

Σε περίπτωση που η περαιτέρω επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι δυνατή για διοικητικές διαδικασίες, οι διαδικασίες αυτές περιλαμβάνουν επίσης δραστηριότητες εκ μέρους ρυθμιστικών φορέων και φορέων ελέγχου.

(22)

Οι νόμιμες δραστηριότητες των αστυνομικών, τελωνειακών, δικαστικών και άλλων αρμόδιων αρχών ενδέχεται να απαιτούν την αποστολή δεδομένων σε αρχές τρίτων χωρών ή διεθνείς φορείς που έχουν αναλάβει καθήκοντα πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης αξιόποινων πράξεων ή εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων.

(23)

Σε περίπτωση διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από ένα κράτος μέλος σε τρίτες χώρες ή διεθνείς φορείς, τα δεδομένα αυτά θα πρέπει καταρχήν να τυγχάνουν του κατάλληλου επιπέδου προστασίας.

(24)

Σε περίπτωση διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από ένα κράτος μέλος σε τρίτες χώρες ή διεθνείς φορείς, η εν λόγω διαβίβαση θα πρέπει να γίνεται, καταρχήν, μόνον έπειτα από προηγούμενη συναίνεση του κράτους μέλους από το οποίο παρελήφθησαν τα δεδομένα. Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να μπορεί να καθορίζει τις λεπτομέρειες αυτής τη συναίνεσης, μεταξύ άλλων, για παράδειγμα με γενική συναίνεση για κατηγορίες πληροφοριών ή για συγκεκριμένες τρίτες χώρες.

(25)

Για την αποτελεσματική συνεργασία στον τομέα της επιβολής του νόμου επιβάλλεται, στις περιπτώσεις που η φύση της απειλής για τη δημόσια ασφάλεια κράτους μέλους ή τρίτου κράτους είναι τόσο άμεση ώστε να καθιστά αδύνατη την έγκαιρη εκ των προτέρων συναίνεση, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να δύναται να διαβιβάζει τα σχετικά προσωπικά δεδομένα στο συγκεκριμένο τρίτο κράτος χωρίς αυτήν την εκ των προτέρων συναίνεση. Το ίδιο ισχύει και στις περιπτώσεις στις οποίες διακυβεύονται άλλα ίσης σπουδαιότητας ζωτικά συμφέροντα κράτους μέλους, για παράδειγμα στην περίπτωση που κρίσιμοι τομείς της υποδομής ενός κράτους μέλους ενδέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο άμεσης απειλής ή στην περίπτωση που το χρηματοπιστωτικό σύστημα κράτους μέλους κινδυνεύει να υποστεί σοβαρή διατάραξη.

(26)

Η ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων που το αφορούν ενδέχεται να είναι επιβεβλημένη, ιδίως στην περίπτωση πολύ σοβαρής καταπάτησης των δικαιωμάτων του λόγω των μέτρων μυστικής συλλογής δεδομένων, προκειμένου να παρασχεθεί στο υποκείμενο των δεδομένων η δυνατότητα πραγματικής έννομης προστασίας.

(27)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν την ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων για την πραγματική ή ενδεχόμενη συλλογή, επεξεργασία ή διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε άλλο κράτος μέλος για σκοπούς πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης και δίωξης αξιόποινων πράξεων ή εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων. Οι λεπτομέρειες όσον αφορά το δικαίωμα ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων και οι σχετικές εξαιρέσεις θα πρέπει να ορίζονται από το εθνικό δίκαιο. Αυτή η υποχρέωση μπορεί να λάβει γενική μορφή, φερ’ ειπείν μέσω του νόμου ή με τη δημοσίευση καταλόγου των πράξεων επεξεργασίας.

(28)

Για να διασφαλισθεί η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα χωρίς να διακυβεύεται ο σκοπός των ποινικών ερευνών, είναι απαραίτητο να καθορισθούν τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων.

(29)

Ορισμένα κράτη μέλη έχουν προβλέψει το δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων σε ποινικές υποθέσεις μέσω συστήματος κατά το οποίο η εθνική αρχή ελέγχου ενεργεί αντί του υποκειμένου των δεδομένων και έχει απεριόριστη πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το υποκείμενο, μπορεί δε επίσης να διορθώνει, να διαγράφει ή να ενημερώνει τα ανακριβή δεδομένα. Σε τέτοια περίπτωση έμμεσης πρόσβασης, το εθνικό δίκαιο αυτών των κρατών μελών μπορεί να προβλέψει ότι η εθνική αρχή ελέγχου απλώς θα πληροφορεί το υποκείμενο των δεδομένων ότι πραγματοποιήθηκαν όλες οι απαραίτητες εξακριβώσεις. Ωστόσο, αυτά τα κράτη μέλη προβλέπουν επίσης σε ειδικές περιπτώσεις δυνατότητες άμεσης πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων, όπως πρόσβαση στο ποινικό μητρώο, παραλαβή αποσπάσματος του οικείου ποινικού μητρώου ή της οικείας κατάθεσης από τις αστυνομικές υπηρεσίες.

(30)

Πρέπει να καθορισθούν κοινοί κανόνες περί του απορρήτου και της ασφάλειας της επεξεργασίας, της ευθύνης και των κυρώσεων για παράνομη χρήση από τις αρμόδιες αρχές, καθώς και τα ένδικα μέσα που διατίθενται στο υποκείμενο των δεδομένων. Ωστόσο, επαφίεται σε κάθε κράτος μέλος να καθορίσει τη φύση των κανόνων περί αδικοπραξιών και των κυρώσεων που εφαρμόζονται στις παραβάσεις των εσωτερικών διατάξεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων.

(31)

Η παρούσα απόφαση πλαίσιο δεν παρακωλύει την τήρηση της αρχής της δημόσιας πρόσβασης σε επίσημα έγγραφα κατά την εφαρμογή των αρχών που ορίζονται στην παρούσα απόφαση πλαίσιο.

(32)

Όταν είναι αναγκαία η προστασία προσωπικών δεδομένων σε σχέση με την επεξεργασία τους η οποία, λόγω της έκτασής της ή του είδους της, ενέχει ιδιαίτερους κινδύνους για τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες, π.χ. αν πρόκειται για επεξεργασία με νέες τεχνολογίες, μηχανισμούς ή διαδικασίες, επιβάλλεται να κατοχυρωθεί ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές ελέγχου καλούνται να γνωμοδοτήσουν πριν από τη συγκρότηση των αρχείων με σκοπό την επεξεργασία αυτών των δεδομένων.

(33)

Η σύσταση αρχών ελέγχου στα κράτη μέλη, οι οποίες ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία, αποτελεί βασική προϋπόθεση για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών.

(34)

Οι αρχές ελέγχου που έχουν ήδη συσταθεί στα κράτη μέλη δυνάμει της οδηγίας 95/46/ΕΚ θα πρέπει να μπορούν να αναλάβουν επίσης την ευθύνη των καθηκόντων που θα ανατεθούν στις εθνικές αρχές ελέγχου, οι οποίες πρόκειται να συσταθούν δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

(35)

Οι αρχές ελέγχου θα πρέπει να διαθέτουν τα απαραίτητα μέσα για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, είτε πρόκειται για εξουσίες έρευνας και παρέμβασης, ιδίως στην περίπτωση καταγγελιών εκ μέρους ιδιωτών, είτε πρόκειται για την εξουσία κίνησης δικαστικών διαδικασιών. Οι εν λόγω αρχές ελέγχου οφείλουν να συμβάλλουν στη διαφάνεια της επεξεργασίας των δεδομένων στα κράτη μέλη στα οποία υπάγονται. Πάντως, οι εξουσίες των αρχών αυτών δεν θα πρέπει να συγκρούονται με τους ειδικούς κανόνες που διέπουν τις ποινικές διαδικασίες ούτε με την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας.

(36)

Το άρθρο 47 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση προβλέπει ότι καμία διάταξη της παρούσας συνθήκης δεν θίγει τις συνθήκες για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ούτε και τις μετέπειτα συνθήκες και πράξεις που τις έχουν τροποποιήσει ή συμπληρώσει. Αντιστοίχως, η παρούσα απόφαση πλαίσιο δεν θίγει την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που προβλέπει το κοινοτικό δίκαιο και, ειδικότερα, η οδηγία 95/46/ΕΚ, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (4), καθώς και η οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (5).

(37)

Η παρούσα απόφαση πλαίσιο δεν θίγει τις διατάξεις περί παρανόμου προσβάσεως στα δεδομένα οι οποίες περιέχονται στην απόφαση πλαίσιο 2005/222/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 24ης Φεβρουαρίου 2005, για τις επιθέσεις κατά των συστημάτων πληροφοριών (6).

(38)

Η παρούσα απόφαση πλαίσιο δεν θίγει τις ανειλημμένες υποχρεώσεις και δεσμεύσεις των κρατών μελών ή της Ένωσης που απορρέουν από διμερείς ή/και πολυμερείς συμφωνίες με τρίτα κράτη. Οι μελλοντικές συμφωνίες θα πρέπει να συνάδουν με τους κανόνες περί ανταλλαγών με τρίτα κράτη.

(39)

Διάφορες πράξεις που θεσπίσθηκαν βάσει του τίτλου VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση περιέχουν ειδικές διατάξεις σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία ανταλλάσσονται ή υφίστανται άλλως επεξεργασία δυνάμει των πράξεων αυτών. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι διατάξεις αυτές συνιστούν πλήρη και συνεκτική σειρά κανόνων οι οποίοι καλύπτουν όλες τις κρίσιμες πτυχές της προστασίας των δεδομένων (αρχές ποιότητας των δεδομένων, κανόνες περί ασφάλειας των δεδομένων, ρύθμιση των δικαιωμάτων και διασφαλίσεων των υποκειμένων των δεδομένων, οργάνωση της εποπτείας και ευθύνη) και ρυθμίζουν τα θέματα αυτά πολύ διεξοδικότερα από την παρούσα απόφαση πλαίσιο. Η οικεία σειρά διατάξεων περί προστασίας δεδομένων των πράξεων αυτών, ιδίως εκείνων που ρυθμίζουν τη λειτουργία της Ευρωπόλ, της Eurojust, του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) και του Τελωνειακού Συστήματος Πληροφοριών (ΤΣΠ), καθώς και εκείνων που προβλέπουν την άμεση πρόσβαση των αρχών των κρατών μελών σε ορισμένα συστήματα δεδομένων άλλων κρατών μελών, δεν θίγονται από την παρούσα απόφαση πλαίσιο. Το αυτό ισχύει για τις διατάξεις προστασίας δεδομένων που διέπουν την αυτοματοποιημένη διαβίβαση, μεταξύ κρατών μελών, προφίλ DNA, δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων και εθνικών δεδομένων σχετικά με άδειες κυκλοφορίας οχημάτων δυνάμει της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, για την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (7).

(40)

Σε άλλες περιπτώσεις οι διατάξεις περί προστασίας δεδομένων σε πράξεις που έχουν θεσπισθεί δυνάμει του τίτλου VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν πιο περιορισμένο πεδίο εφαρμογής. Συχνά επιβάλλουν ειδικούς όρους στο κράτος μέλος που λαμβάνει πληροφορίες εμπεριέχουσες προσωπικά δεδομένα από άλλα κράτη μέλη όσον αφορά τους σκοπούς για τους οποίους μπορεί να χρησιμοποιήσει τα δεδομένα αυτά, αλλά για άλλα θέματα προστασίας δεδομένων παραπέμπουν στη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 28ης Ιανουαρίου 1981, για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα ή και στο εθνικό δίκαιο. Στο βαθμό που οι διατάξεις των εν λόγω πράξεων οι οποίες επιβάλλουν όρους στα κράτη μέλη που λαμβάνουν τις πληροφορίες όσον αφορά τη χρήση ή περαιτέρω διαβίβαση των προσωπικών δεδομένων είναι πιο περιοριστικές από τις αντίστοιχες διατάξεις της απόφασης πλαισίου, δεν θίγονται ούτε οι διατάξεις αυτές. Ωστόσο, για όλα τα λοιπά θέματα θα πρέπει να ισχύουν οι κανόνες της απόφασης πλαισίου.

(41)

Η παρούσα απόφαση πλαίσιο δεν θίγει τις διατάξεις της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των προσώπων έναντι της αυτοματοποιημένης επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή του πρόσθετου πρωτοκόλλου αυτής της σύμβασης, της 8ης Νοεμβρίου 2001, ή τις συμβάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις.

(42)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας απόφασης πλαισίου, ήτοι ο καθορισμός κοινών κανόνων για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, είναι αδύνατον να επιτευχθεί επαρκώς από κάθε κράτος μέλος χωριστά και συνεπώς είναι δυνατόν, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να εκδώσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας την οποία ορίζει το άρθρο 5 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και προβλέπει το άρθρο 2 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δυνάμει της αρχής της αναλογικότητας του άρθρου 5 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η παρούσα απόφαση πλαίσιο δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για επίτευξη του στόχου αυτού.

(43)

Το Ηνωμένο Βασίλειο συμμετέχει στην παρούσα απόφαση πλαίσιο δυνάμει του άρθρου 5 του πρωτοκόλλου για την ενσωμάτωση του κεκτημένου του Σένγκεν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο έχει προσαρτηθεί στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2 της απόφασης 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (8).

(44)

Η Ιρλανδία συμμετέχει στην παρούσα απόφαση πλαίσιο δυνάμει του άρθρου 5 του πρωτοκόλλου για την ενσωμάτωση του κεκτημένου του Σένγκεν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο έχει προσαρτηθεί στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 2 της απόφασης 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (9).

(45)

Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, η παρούσα απόφαση πλαίσιο συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια της συμφωνίας που συνήφθη από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας όσον αφορά τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (10), πράγμα το οποίο εμπίπτει στον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 1 στοιχεία Η και Θ της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου, σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής της συμφωνίας αυτής (11).

(46)

Όσον αφορά την Ελβετία, η παρούσα απόφαση πλαίσιο συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν κατά την έννοια της συμφωνίας που συνήφθη μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν (12), η οποία εμπίπτει στον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 1 στοιχεία Η και Θ της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου, σε συνδυασμό με το άρθρο 3 της απόφασης 2008/149/ΔΕΥ του Συμβουλίου (13), για τη σύναψη της συμφωνίας αυτής εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(47)

Όσον αφορά το Λιχτενστάιν, η παρούσα απόφαση πλαίσιο συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν υπό την έννοια του πρωτοκόλλου που έχει συναφθεί μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν, η οποία εμπίπτει στον τομέα του άρθρου 1 σημεία Η και Θ της απόφασης 1999/437/ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 3 της απόφασης 2008/262/ΔΕΥ του Συμβουλίου, για την υπογραφή του πρωτοκόλλου αυτού εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (14).

(48)

Η παρούσα απόφαση πλαίσιο σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και ακολουθεί τις αναγνωρισμένες αρχές, και δη του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (15). Η παρούσα απόφαση πλαίσιο στοχεύει να διασφαλίσει τον πλήρη σεβασμό του δικαιώματος για ιδιωτική ζωή και των αρχών της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αντανακλώνται στα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ-ΠΛΑΙΣΙΟ:

Άρθρο 1

Σκοπός και πεδίο εφαρμογής

1.   Σκοπός της παρούσας απόφασης πλαισίου είναι να διασφαλίσει υψηλό επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των φυσικών προσώπων, ιδίως δε του δικαιώματός τους για ιδιωτική ζωή έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, όπως προβλέπεται από τον τίτλο VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, να κατοχυρώσει δε συγχρόνως υψηλό επίπεδο δημόσιας ασφάλειας.

2.   Σύμφωνα με την παρούσα απόφαση πλαίσιο, τα κράτη μέλη προστατεύουν τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες των φυσικών προσώπων, ιδίως δε το δικαίωμά τους για ιδιωτική ζωή, οσάκις για λόγους πρόληψης, διερεύνησης, διαπίστωσης ή δίωξης αξιόποινων πράξεων ή εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα:

α)

διαβιβάζονται ή έχουν διαβιβασθεί ή διατεθεί μεταξύ των κρατών μελών· ή

β)

διαβιβάζονται ή έχουν διαβιβασθεί ή διατεθεί από κράτη μέλη σε αρχές ή συστήματα πληροφοριών τα οποία έχουν συσταθεί δυνάμει του τίτλου VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση· ή

γ)

διαβιβάζονται ή έχουν διαβιβασθεί ή διατεθεί στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών από αρχές ή συστήματα πληροφοριών που έχουν συσταθεί δυνάμει της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση ή της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

3.   Η παρούσα απόφαση πλαίσιο εφαρμόζεται στην εξ ολοκλήρου ή μερικώς αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και στη μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε αρχείο.

4.   Η παρούσα απόφαση πλαίσιο δεν θίγει τα ζωτικά συμφέροντα εθνικής ασφάλειας και τις ειδικές δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών στον τομέα της εθνικής ασφάλειας.

5.   Η παρούσα απόφαση πλαίσιο δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να προβλέπουν αυστηρότερες διασφαλίσεις από εκείνες που θεσπίζει η παρούσα απόφαση πλαίσιο, για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία συλλέγονται ή τυγχάνουν επεξεργασίας σε εθνικό επίπεδο.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης πλαισίου, νοούνται ως:

α)

«δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα», κάθε πληροφορία που αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί («το υποκείμενο των δεδομένων»)· θεωρείται ότι μπορεί να εξακριβωθεί το πρόσωπο που μπορεί να προσδιορισθεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως βάσει αριθμού ταυτότητας ή βάσει ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την υπόστασή του από φυσική, βιολογική, ψυχολογική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική άποψη·

β)

«επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» και «επεξεργασία», κάθε εργασία ή σειρά εργασιών που πραγματοποιείται με ή χωρίς τη χρήση αυτοματοποιημένων διαδικασιών και εφαρμόζεται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή μεταβολή, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η γνωστοποίηση με διαβίβαση, η διάδοση και κάθε άλλη μορφή διάθεσης, η εναρμόνιση ή ο συνδυασμός, καθώς και το κλείδωμα, η διαγραφή ή η καταστροφή·

γ)

«κλείδωμα», η επισήμανση αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό να περιορισθεί η επεξεργασία τους στο μέλλον·

δ)

«αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» και «αρχείο», κάθε διαρθρωμένη συλλογή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι προσιτά υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, χωρίς να έχει σημασία αν η συλλογή αυτή είναι συγκεντρωμένη, αποκεντρωμένη ή κατανεμημένη σε λειτουργική ή γεωγραφική βάση·

ε)

«εκτελών την επεξεργασία», κάθε φορέας που επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για λογαριασμό του υπευθύνου της επεξεργασίας,

στ)

«παραλήπτης», κάθε φορέας στον οποίο γνωστοποιούνται τα δεδομένα·

ζ)

«συναίνεση του υποκειμένου των δεδομένων», κάθε δήλωση βουλήσεως ελευθέρας, ρητής και εν πλήρη επιγνώσει, με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων συναινεί στην επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν·

η)

«αρμόδιες αρχές», οι οργανισμοί ή φορείς που έχουν συσταθεί με νομοθετικές πράξεις του Συμβουλίου δυνάμει του τίτλου VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και οι αστυνομικές, τελωνειακές, δικαστικές και άλλες αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, στις οποίες επιτρέπεται από την εθνική νομοθεσία να επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης πλαισίου·

θ)

«υπεύθυνος της επεξεργασίας», το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή, η υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος φορέας που μόνος ή από κοινού με άλλους καθορίζει τους στόχους και τον τρόπο της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

ι)

«χαρακτηρισμός», η επισήμανση αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, χωρίς σκοπό να περιορισθεί η επεξεργασία τους στο μέλλον·

ια)

«ανωνυμοποίηση», η αλλοίωση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τρόπον ώστε τα μεμονωμένα δεδομένα για προσωπικές ή αντικειμενικές καταστάσεις να μην μπορούν πλέον να αποδοθούν σε συγκεκριμένο ή σε δυνάμενο να αναγνωρισθεί φυσικό πρόσωπο, παρά μόνο με δυσανάλογα μεγάλη δαπάνη χρόνου, χρήματος και εργατικού δυναμικού.

Άρθρο 3

Αρχές του συννόμου, της αναλογικότητας και του περιορισμού του σκοπού

1.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται να συλλέγονται από τις αρμόδιες αρχές μόνο για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς στα πλαίσια των καθηκόντων τους και να υφίστανται επεξεργασία μόνο για τον σκοπό για τον οποίο συλλέχθηκαν. Η επεξεργασία των δεδομένων πρέπει να είναι νόμιμη και κατάλληλη, συναφής προς το θέμα και όχι υπερβολική σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους συλλέχθηκαν.

2.   Η περαιτέρω επεξεργασία για άλλον σκοπό επιτρέπεται εφόσον:

α)

η επεξεργασία αυτή δεν είναι ασύμβατη προς τον σκοπό για τον οποίο έχουν συλλεγεί τα δεδομένα·

β)

οι αρμόδιες αρχές είναι εξουσιοδοτημένες να επεξεργάζονται τα εν λόγω δεδομένα σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις που ισχύουν για αυτόν τον άλλο σκοπό και

γ)

η εν λόγω επεξεργασία είναι απαραίτητη και ανάλογη προς τον σκοπό αυτόν.

Οι αρμόδιες αρχές μπορούν επίσης να επεξεργασθούν περαιτέρω τα διαβιβασθέντα προσωπικά δεδομένα για ιστορικούς, στατιστικούς ή επιστημονικούς σκοπούς, υπό την προϋπόθεση ότι τα κράτη μέλη προβλέπουν τις αναγκαίες διασφαλίσεις, όπως, π.χ., την ανωνυμοποίηση των δεδομένων.

Άρθρο 4

Διόρθωση, διαγραφή και κλείδωμα

1.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διορθώνονται εφόσον είναι ανακριβή και, εφόσον υπάρχει δυνατότητα και ανάγκη, συμπληρώνονται και επικαιροποιούνται αναλόγως.

2.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαγράφονται ή ανωνυμοποιούνται όταν δεν απαιτούνται πλέον για τους σκοπούς για τους οποίους έγινε η σύννομη συλλογή τους ή η σύννομη περαιτέρω επεξεργασία τους. Η αρχειοθέτηση αυτών των δεδομένων σε ξεχωριστή συλλογή δεδομένων για ενδεδειγμένη περίοδο βάσει της εθνικής νομοθεσίας δεν θίγεται από την παρούσα διάταξη.

3.   Εάν συντρέχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρείται ότι η διαγραφή τους θα μπορούσε να παραβλάψει τα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν διαγράφονται αλλ’ απλώς «κλειδώνονται». Τα «κλειδωμένα» δεδομένα υπόκεινται σε επεξεργασία μόνο για το σκοπό για τον οποίο παρεμποδίσθηκε η διαγραφή τους.

4.   Εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα περιέχονται σε δικαστική απόφαση ή ποινικό μητρώο σχετικό με την έκδοση δικαστικής απόφασης, η διόρθωση, η διαγραφή ή το κλείδωμα πρέπει να εκτελούνται σύμφωνα με τους εθνικούς δικονομικούς κανόνες.

Άρθρο 5

Καθορισμός προθεσμιών διαγραφής και εξέτασης

Για τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή για την περιοδική επανεξέταση της αναγκαιότητας αποθήκευσης των δεδομένων προβλέπονται οι δέουσες προθεσμίες. Η μέριμνα για την τήρηση των προθεσμιών αυτών εξασφαλίζεται μέσω δικονομικών μέτρων.

Άρθρο 6

Επεξεργασία που αφορά ειδικές κατηγορίες δεδομένων

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αποκαλύπτουν τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τις φιλοσοφικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, καθώς και την επεξεργασία δεδομένων που αναφέρονται στην υγεία και τη σεξουαλική ζωή επιτρέπεται μόνον εφόσον αυτό είναι αυστηρά απαραίτητο και εφόσον η εσωτερική νομοθεσία προβλέπει τις δέουσες διασφαλίσεις.

Άρθρο 7

Αυτοματοποιημένες ατομικές αποφάσεις

Απόφαση η οποία έχει δυσμενείς νομικές συνέπειες για το υποκείμενο των δεδομένων ή του προξενεί σοβαρή ζημία και η οποία προκύπτει από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προς αξιολόγηση συγκεκριμένων πλευρών της προσωπικότητάς του, επιτρέπεται μόνον εφόσον προβλέπεται από νομοθεσία η οποία ορίζει εγγυήσεις για τη διαφύλαξη των εννόμων συμφερόντων του υποκειμένου.

Άρθρο 8

Εξακρίβωση της ποιότητας των δεδομένων που διαβιβάσθηκαν ή διατέθηκαν

1.   Οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο προκειμένου να προβλεφθεί ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι ανακριβή, ελλιπή ή δεν είναι πλέον ενημερωμένα δεν διαβιβάζονται ή διατίθενται. Για το σκοπό αυτό, οι αρμόδιες αρχές ελέγχουν, στο μέτρο του εφικτού, την ποιότητα των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πριν από τη διαβίβαση ή τη διάθεση των δεδομένων αυτών. Στο μέτρο του δυνατού, σε όλες τις διαβιβάσεις δεδομένων πρέπει να προστίθενται διαθέσιμες πληροφορίες οι οποίες επιτρέπουν στο κράτος μέλος παραλαβής να αξιολογεί το βαθμό ακρίβειας, πληρότητας, επικαιροποίησης και αξιοπιστίας. Εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαβιβάσθηκαν δίχως αίτηση, η παραλήπτρια αρχή εκτιμά πάραυτα εάν τα εν λόγω δεδομένα είναι απαραίτητα για το σκοπό για τον οποίο διαβιβάσθηκαν.

2.   Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι έχουν διαβιβασθεί ανακριβή δεδομένα, ή ότι τα δεδομένα διαβιβάσθηκαν παρανόμως, ο παραλήπτης τους οφείλει να το γνωστοποιήσει πάραυτα. Τα δεδομένα αυτά πρέπει να διορθωθούν, να διαγραφούν ή κλειδωθούν αμέσως σύμφωνα με το άρθρο 4.

Άρθρο 9

Προθεσμίες

1.   Κατά τη διαβίβαση ή τη διάθεση των δεδομένων, η διαβιβάζουσα αρχή μπορεί να ορίσει, στο πλαίσιο του εθνικού της δικαίου και σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 5, τις προθεσμίες για τη φύλαξη των δεδομένων, μετά την παρέλευση των οποίων ο παραλήπτης τους οφείλει να τα διαγράψει ή να τα κλειδώσει, ή να ελέγξει εάν εξακολουθούν να χρειάζονται. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει αν, κατά το χρόνο παρέλευσης αυτών των προθεσμιών, τα δεδομένα ζητούνται για τρέχουσα έρευνα, δίωξη αξιόποινων πράξεων ή επιβολή ποινικών κυρώσεων.

2.   Σε περίπτωση που η διαβιβάζουσα αρχή παρέλειψε να ορίσει προθεσμία σύμφωνα με την παράγραφο 1, ισχύουν οι προθεσμίες σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 5 για τη φύλαξη των δεδομένων οι οποίες προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία του παραλαμβάνοντος κράτους μέλους.

Άρθρο 10

Καταχώριση και τεκμηρίωση

1.   Κάθε διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καταχωρίζεται ή τεκμηριώνεται για τους σκοπούς της εξακρίβωσης της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, της αυτοπαρακολούθησης και της εξασφάλισης της ακεραιότητας και ασφάλειας των δεδομένων.

2.   Καταχωρίσεις ή τεκμηρίωση που ετοιμάσθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1 διαβιβάζονται στην αρμόδια αρχή ελέγχου της προστασίας των δεδομένων κατόπιν αιτήσεως αυτής της τελευταίας. Η αρμόδια αρχή ελέγχου χρησιμοποιεί τις πληροφορίες αυτές μόνο για τον έλεγχο της προστασίας των δεδομένων και για την εξασφάλιση της ορθής επεξεργασίας των δεδομένων καθώς και της ακεραιότητας και ασφάλειάς τους.

Άρθρο 11

Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάσθηκαν ή διατέθηκαν από άλλο κράτος μέλος

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάζονται ή διατίθενται από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους επιτρέπεται, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 παράγραφος 2, να υφίστανται περαιτέρω επεξεργασία μόνο για τους εξής άλλους σκοπούς από εκείνους για τους οποίους διαβιβάσθηκαν ή διατέθηκαν:

α)

για πρόληψη, διερεύνηση, διαπίστωση ή δίωξη αξιόποινων πράξεων ή για εκτέλεση ποινικών κυρώσεων, διαφορετικών από τις αξιόποινες πράξεις ή κυρώσεις για τις οποίες διαβιβάσθηκαν ή διατέθηκαν τα δεδομένα·

β)

για άλλες δικαστικές και διοικητικές διαδικασίες οι οποίες έχουν άμεση συνάφεια με την πρόληψη, διερεύνηση, διαπίστωση ή δίωξη αξιόποινων πράξεων ή με την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων·

γ)

για την αποτροπή άμεσου και σοβαρού κινδύνου για τη δημόσια ασφάλεια· ή

δ)

για κάθε άλλον σκοπό και μόνο με την προηγούμενη συναίνεση του διαβιβάζοντος κράτους μέλους ή με τη συναίνεση του υποκειμένου των δεδομένων, η οποία δίνεται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

Πέραν αυτού, τα διαβιβαζόμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται να τυγχάνουν περαιτέρω επεξεργασίας από τις αρμόδιες αρχές για ιστορικούς, στατιστικούς ή επιστημονικούς σκοπούς, εφόσον τα κράτη μέλη προβλέπουν τις δέουσες εγγυήσεις, όπως π.χ. ανωνυμοποίηση των δεδομένων.

Άρθρο 12

Τήρηση εθνικών περιορισμών όσον αφορά την επεξεργασία

1.   Σε περίπτωση που σύμφωνα με το δίκαιο του διαβιβάζοντος κράτους μέλους ισχύουν σε ειδικές περιστάσεις ειδικοί περιορισμοί επεξεργασίας κατά την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ αρμοδίων αρχών εντός αυτού του κράτους μέλους, η διαβιβάζουσα αρχή επισημαίνει στον παραλήπτη τους ειδικούς περιορισμούς. Ο παραλήπτης εξασφαλίζει ότι τηρούνται αυτοί οι περιορισμοί όσον αφορά την επεξεργασία.

2.   Κατά την εφαρμογή της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη δεν εφαρμόζουν περιορισμούς για τις διαβιβάσεις δεδομένων σε άλλα κράτη μέλη ή σε οργανισμούς ή φορείς που δημιουργήθηκαν βάσει του τίτλου VI της συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτός από αυτούς που αφορούν παρόμοιες διαβιβάσεις δεδομένων σε εθνικό επίπεδο.

Άρθρο 13

Διαβίβαση στις αρμόδιες αρχές τρίτων κρατών ή σε διεθνείς φορείς

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάσθηκαν ή διατέθηκαν από αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους μπορούν να διαβιβάζονται σε τρίτα κράτη ή σε διεθνείς φορείς μόνον αν:

α)

αυτό είναι απαραίτητο για την πρόληψη, τη διερεύνηση, τη διαπίστωση ή τη δίωξη αξιοποίνων πράξεων ή την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων·

β)

η παραλήπτρια αρχή στο τρίτο κράτος ή ο παραλαμβάνων διεθνής φορέας είναι αρμόδιος για την πρόληψη, διερεύνηση, διαπίστωση ή δίωξη αξιοποίνων πράξεων ή την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων·

γ)

το κράτος μέλος από το οποίο παρελήφθησαν τα δεδομένα δίνει τη συγκατάθεσή του για αυτήν τη διαβίβαση σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του και

δ)

το οικείο τρίτο κράτος ή διεθνής φορέας εξασφαλίζει κατάλληλο επίπεδο προστασίας για την επιδιωκόμενη επεξεργασία των δεδομένων.

2.   Η διαβίβαση χωρίς προηγούμενη συναίνεση η οποία προβλέπεται από την παράγραφο 1 στοιχείο γ) επιτρέπεται μόνον εφόσον η διαβίβαση των δεδομένων είναι ουσιώδους σημασίας για την πρόληψη άμεσης και σοβαρής απειλής κατά της δημόσιας ασφάλειας ενός κράτους μέλους ή μιας τρίτης χώρας ή κατά ουσιαστικών συμφερόντων κράτους μέλους, και η προηγούμενη συναίνεση δεν μπορεί να δοθεί εγκαίρως. Η αρμόδια για τη διατύπωση της συναίνεσης αρχή ενημερώνεται αμελλητί.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 στοιχείο δ), τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να διαβιβάζονται εφόσον:

α)

αυτό προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους που διαβιβάζει τα δεδομένα:

i)

λόγω ειδικών εννόμων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων, ή

ii)

όταν προέχουν έννομα συμφέροντα, ιδίως σημαντικά δημόσια συμφέροντα· ή

β)

το τρίτο κράτος ή ο παραλαμβάνων διεθνής φορέας παρέχει διασφαλίσεις οι οποίες κρίνονται επαρκείς από το συγκεκριμένο κράτος μέλος σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία.

4.   Η επάρκεια του βαθμού προστασίας που προβλέπεται από την παράγραφο 1 στοιχείο δ) αξιολογείται με γνώμονα το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλλουν την πράξη διαβίβασης δεδομένων ή μια σειρά πράξεων διαβίβασης δεδομένων. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίδεται στη φύση των δεδομένων, στον σκοπό και τη διάρκεια της προτεινόμενης πράξης ή των πράξεων επεξεργασίας, στο κράτος καταγωγής και το κράτος ή το διεθνή φορέα που αποτελεί τον τελικό προορισμό των δεδομένων, στους κανόνες δικαίου, τόσο γενικούς όσο και τομεακούς, οι οποίοι ισχύουν στην οικεία τρίτη χώρα ή στο πλαίσιο του οικείου διεθνούς φορέα και στους κανόνες δεοντολογίας και τα μέτρα ασφαλείας που εφαρμόζονται στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα ή στο πλαίσιο του συγκεκριμένου διεθνούς φορέα.

Άρθρο 14

Διαβίβαση σε ιδιώτες σε κράτη μέλη

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν παραληφθεί ή διατεθεί από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους μπορούν να διαβιβάζονται σε ιδιώτες μόνον εφόσον:

α)

η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους από το οποίο παρελήφθησαν τα δεδομένα συγκατατίθεται στη διαβίβαση σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία·

β)

η διαβίβαση δεν εμποδίζεται από ειδικά έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων και

γ)

η διαβίβαση είναι σε ιδιαίτερες περιπτώσεις ουσιαστικής σημασίας για την αρμόδια αρχή που διαβιβάζει τα δεδομένα στον ιδιώτη με σκοπό:

i)

την εκπλήρωση καθήκοντος που της έχει νομίμως ανατεθεί,

ii)

την πρόληψη, διερεύνηση, διαπίστωση ή δίωξη αξιοποίνων πράξεων ή την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων,

iii)

την πρόληψη άμεσης και σοβαρής απειλής της δημόσιας ασφάλειας, ή

iv)

την πρόληψη σοβαρής ζημίας των δικαιωμάτων προσώπων.

2.   Η αρμόδια αρχή που διαβιβάζει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε ιδιώτες τους ενημερώνει σχετικά με τους σκοπούς για τους οποίους μπορούν αποκλειστικά να χρησιμοποιηθούν τα δεδομένα.

Άρθρο 15

Ενημέρωση κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής

Ο παραλήπτης ενημερώνει, κατόπιν αιτήσεως, την αρμόδια αρχή από την οποία διαβιβάσθηκαν ή διατέθηκαν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σχετικά με την επεξεργασία τους.

Άρθρο 16

Ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων όσον αφορά τη συλλογή ή την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες αρχές τους, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

2.   Σε περίπτωση διαβίβασης ή διάθεσης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ κρατών μελών, κάθε κράτος μέλος δύναται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού του δικαίου όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1, να ζητεί από το άλλο κράτος μέλος να μην ενημερώσει το υποκείμενο των δεδομένων. Σε αυτή την περίπτωση το δεύτερο κράτος μέλος δεν ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του πρώτου κράτους μέλους.

Άρθρο 17

Δικαίωμα πρόσβασης

1.   Κάθε υποκείμενο των δεδομένων δικαιούται να λαμβάνει, κατόπιν αιτήσεως υποβαλλομένης σε εύλογα διαστήματα, ελεύθερα και απεριόριστα, χωρίς υπερβολική καθυστέρηση ή δαπάνη:

α)

τουλάχιστον την επιβεβαίωση από τον υπεύθυνο της επεξεργασίας ή από την εθνική αρχή ελέγχου ότι έχουν ή όχι διαβιβασθεί ή διατεθεί δεδομένα που το αφορούν καθώς και πληροφορίες σχετικές με τους παραλήπτες ή τις κατηγορίες των παραληπτών στις οποίες έχουν γνωστοποιηθεί τα δεδομένα αυτά, και τη διαβίβαση των υπό επεξεργασία δεδομένων· ή

β)

τουλάχιστον την επιβεβαίωση από την εθνική αρχή ελέγχου ότι έχουν γίνει όλες οι απαραίτητες εξακριβώσεις.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν νομοθετικά μέτρα για τον περιορισμό της πρόσβασης στις πληροφορίες της παραγράφου 1 στοιχείο α), εφόσον ο εν λόγω περιορισμός αποτελεί, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των έννομων συμφερόντων του ενδιαφερόμενου προσώπου, απαραίτητο και αναλογικό μέτρο με σκοπό:

α)

να μην παρεμποδίζονται επίσημες ή νομικές έρευνες ή διαδικασίες·

β)

να μη θίγονται η πρόληψη, διαπίστωση, διερεύνηση και δίωξη αξιοποίνων πράξεων ή η εκτέλεση ποινικών κυρώσεων·

γ)

να προστατεύεται η δημόσια ασφάλεια·

δ)

να προστατεύεται η εθνική ασφάλεια·

ε)

να προστατεύεται το υποκείμενο των δεδομένων ή των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων.

3.   Η άρνηση ή ο περιορισμός της πρόσβασης πρέπει να διατυπώνεται γραπτώς προς το υποκείμενο των δεδομένων. Συγχρόνως πρέπει να του κοινοποιούνται και οι πραγματικοί ή οι νομικοί λόγοι στους οποίους στηρίζεται η απόφαση. Αυτή η κοινοποίηση μπορεί να παραληφθεί εφόσον συντρέχει λόγος προβλεπόμενος από την παράγραφο 2 στοιχεία α) έως ε). Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται ότι μπορεί να ασκήσει προσφυγή ενώπιον της αρμόδιας εθνικής αρχής ελέγχου, ενώπιον δικαστικής αρχής ή ενώπιον δικαστηρίου.

Άρθρο 18

Δικαίωμα διόρθωσης, διαγραφής ή κλειδώματος

1.   Το υποκείμενο των δεδομένων έχει δικαίωμα να απαιτήσει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας να εκτελέσει σύμφωνα με τα άρθρα 4, 8 και 9 τα οικεία καθήκοντα διόρθωσης, διαγραφής ή κλειδώματος δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία απορρέουν από την παρούσα απόφαση πλαίσιο. Τα κράτη μέλη καθορίζουν κατά πόσον το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί να επικαλεσθεί αυτό το δικαίωμα απευθείας έναντι του υπευθύνου επεξεργασίας ή με τη μεσολάβηση της αρμόδιας εθνικής αρχής ελέγχου. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας αρνείται τη διόρθωση, τη διαγραφή ή το κλείδωμα, η άρνηση πρέπει να κοινοποιηθεί εγγράφως στο υποκείμενο των δεδομένων το οποίο πρέπει να ενημερωθεί για τις δυνατότητες που προβλέπει η εθνική νομοθεσία για την κατάθεση καταγγελίας ή προσφυγής. Κατά την εξέταση της προσφυγής ή του ενδίκου μέσου, το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται για το κατά πόσον ο υπεύθυνος της επεξεργασίας ενήργησε ορθώς ή όχι. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέπουν ότι το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται από την αρμόδια εθνική αρχή ελέγχου ότι έχει διενεργηθεί επανεξέταση.

2.   Σε περίπτωση που η ορθότητα δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αμφισβητηθεί από το υποκείμενο των δεδομένων και δεν είναι δυνατόν να γνωστοποιηθεί αν τα δεδομένα είναι ορθά ή όχι, πρέπει να γίνει χαρακτηρισμός των δεδομένων.

Άρθρο 19

Δικαίωμα αποζημίωσης

1.   Κάθε πρόσωπο που έχει υποστεί ζημία εξαιτίας αθέμιτης επεξεργασίας, ή οποιασδήποτε άλλης πράξης ασυμβίβαστης με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου που έχουν εκδοθεί κατ’ εφαρμογή της παρούσας απόφασης πλαισίου, έχει δικαίωμα να ζητήσει αποζημίωση από τον ελεγκτή ή από άλλη αρμόδια σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία αρχή.

2.   Εάν η αρμόδια αρχή κράτους μέλους παρέσχε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, ο παραλήπτης δεν μπορεί να επικαλεσθεί την ανακρίβεια των παρασχεθέντων δεδομένων προκειμένου να αποφύγει την ευθύνη του έναντι του ζημιωθέντος σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Εάν επιδικασθεί αποζημίωση εις βάρος του παραλήπτη λόγω χρήσης ανακριβών δεδομένων τα οποία του διαβιβάσθηκαν, η αρμόδια αρχή που διαβίβασε τα δεδομένα επιστρέφει στον παραλήπτη το ποσό που καταβλήθηκε ως αποζημίωση λαμβάνοντας υπόψη οποιαδήποτε υπαιτιότητα που μπορεί να βαρύνει τον παραλήπτη.

Άρθρο 20

Δικαστική προσφυγή

Υπό την επιφύλαξη διοικητικής προσφυγής η οποία μπορεί να προβλεφθεί ότι θα ασκείται προτού επιληφθεί η δικαστική αρχή, το υποκείμενο των δεδομένων πρέπει να έχει δικαίωμα να προσφύγει ενώπιον δικαστηρίου σε περίπτωση παραβιάσεως δικαιωμάτων κατοχυρωμένων από την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία.

Άρθρο 21

Εμπιστευτικός χαρακτήρας της επεξεργασίας

1.   Κάθε πρόσωπο που έχει πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης πλαισίου, μπορεί να τα επεξεργασθεί μόνον ως υπαγόμενο στην αρμόδια αρχή ή κατ’ εντολή της εν λόγω αρχής, εκτός εάν υπάρχει άλλη πρόβλεψη στο νόμο.

2.   Τα πρόσωπα που καλούνται να συνεργασθούν με την αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους δεσμεύονται από όλους τους κανόνες περί προστασίας των δεδομένων που ισχύουν για την αρμόδια αρχή.

Άρθρο 22

Ασφάλεια της επεξεργασίας

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να εφαρμόζουν τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τυχαία ή παράνομη καταστροφή, τυχαία απώλεια, αλλοίωση, απαγορευμένη διάδοση ή πρόσβαση, ιδίως εάν η επεξεργασία περιλαμβάνει και διαβίβαση των δεδομένων μέσω δικτύου ή τη διάθεση με τη χορήγηση άμεσης αυτοματοποιημένης πρόσβασης, και από κάθε άλλη μορφή παράνομης επεξεργασίας, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τους κινδύνους που συνεπάγεται η επεξεργασία καθώς και τον χαρακτήρα των δεδομένων που πρέπει να προστατευθούν. Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την κατοχύρωση βαθμού ασφάλειας ο οποίος να κρίνεται ικανοποιητικός σε σχέση με τους κινδύνους που συνεπάγεται η επεξεργασία καθώς και με τον χαρακτήρα των δεδομένων που πρέπει να προστατευθούν λαμβάνονται με γνώμονα την τεχνολογική εξέλιξη και το σχετικό κόστος εφαρμογής.

2.   Όσον αφορά την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων, κάθε κράτος μέλος εφαρμόζει μέτρα που προορίζονται για:

α)

την απαγόρευση σε κάθε αναρμόδιο πρόσωπο να έχει πρόσβαση στον εξοπλισμό επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος πρόσβασης στον εξοπλισμό)·

β)

την αποτροπή της άνευ αδείας ανάγνωσης, αντιγραφής, τροποποίησης ή απομάκρυνσης των μέσων αποθήκευσης δεδομένων (έλεγχος των μέσων αποθήκευσης δεδομένων)·

γ)

την αποτροπή της άνευ αδείας εισαγωγής δεδομένων καθώς και του άνευ αδείας ελέγχου, τροποποίησης ή διαγραφής αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος αποθήκευσης)·

δ)

την αποτροπή της χρήσης συστημάτων αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων από αναρμόδια πρόσωπα με τη μέθοδο της διαβίβασης δεδομένων (έλεγχος των χρηστών)·

ε)

τη διασφάλιση ότι οι εξουσιοδοτημένοι χρήστες αυτοματοποιημένων συστημάτων επεξεργασίας δεδομένων δεν διαθέτουν πρόσβαση σε άλλα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πλην εκείνων που καλύπτονται από το δικαίωμα πρόσβασης που τους αναγνωρίζεται (έλεγχος πρόσβασης δεδομένων)·

στ)

τη δυνατότητα να εξακριβώνεται και να διαπιστώνεται σε ποιους φορείς διαβιβάσθηκαν ή ενδέχεται να διαβιβασθούν ή να διατεθούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με τη βοήθεια του εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων (έλεγχος διαβίβασης)·

ζ)

τη δυνατότητα να εξακριβώνεται και να διαπιστώνεται εκ των υστέρων ποια δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εισήχθησαν σε συστήματα αυτοματοποιημένης επεξεργασίας, επίσης δε πότε και από ποιόν εισήχθησαν (έλεγχος της εισαγωγής δεδομένων)·

η)

την αποτροπή της άνευ αδείας ανάγνωσης, αντιγραφής, τροποποίησης ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή κατά τη μεταφορά υποθεμάτων δεδομένων (έλεγχος μεταφοράς)·

θ)

τη διασφάλιση ότι στην περίπτωση βλάβης των λειτουργούντων συστημάτων, θα αποκατασταθεί η εκ νέου λειτουργία τους (αποκατάσταση)·

ι)

τη διασφάλιση ότι το σύστημα λειτουργεί, ότι θα γνωστοποιείται οποιαδήποτε ελαττωματική λειτουργία του (αξιοπιστία) και ότι τα αποθηκευμένα δεδομένα δεν μπορούν να παραποιηθούν από κακή λειτουργία του συστήματος (ακεραιότητα).

3.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο εκτελών την επεξεργασία μπορεί να διορίζεται μόνον εφόσον παρέχει εχέγγυα ότι λαμβάνει τα απαιτούμενα δυνάμει της παραγράφου 1 τεχνικά και οργανωτικά μέτρα και τηρεί τις οδηγίες που προβλέπει το άρθρο 21. Η αρμόδια αρχή οφείλει επίσης να ελέγχει τον εκτελούντα την επεξεργασία.

4.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται να υφίστανται επεξεργασία από τον εκτελούντα μόνο βάσει διατάξεων νομοθετικής πράξης ή γραπτής σύμβασης.

Άρθρο 23

Προηγούμενη διαβούλευση

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές ελέγχου καλούνται να γνωμοδοτήσουν πριν από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία πρόκειται να αποτελέσει μέρος ενός νέου αρχείου που θα δημιουργηθεί:

α)

εφόσον πρόκειται να υποστούν επεξεργασία οι ειδικές κατηγορίες δεδομένων του άρθρου 6· ή

β)

εφόσον το είδος της επεξεργασίας, λόγω ιδίως νέων τεχνολογιών, μηχανισμών ή διαδικασιών, ενέχει διαφορετικά ιδιαίτερους κινδύνους για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες και μάλιστα για την ιδιωτική ζωή των υποκειμένων των δεδομένων.

Άρθρο 24

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της πλήρους εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας απόφασης πλαισίου και θεσπίζουν ιδίως αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις για την περίπτωση παραβίασης των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας απόφασης πλαισίου.

Άρθρο 25

Εθνικές αρχές ελέγχου

1.   Κάθε κράτος μέλος προβλέπει ότι μία ή περισσότερες κρατικές αρχές είναι επιφορτισμένες με την παροχή συμβουλών προς το κράτος μέλος και την εποπτεία της εφαρμογής των ληφθέντων από τα κράτη μέλη μέτρων κατ’ εφαρμογή της παρούσας απόφασης πλαισίου, στο εθνικό του έδαφος. Οι εν λόγω αρχές ενεργούν με απόλυτη ανεξαρτησία κατά την άσκηση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί.

2.   Κάθε αρχή ελέγχου αναλαμβάνει ειδικότερα:

α)

εξουσίες έρευνας, όπως η εξουσία πρόσβασης σε δεδομένα που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας και συλλογής κάθε αναγκαίας πληροφορίας για την εκπλήρωση της αποστολής ελέγχου·

β)

ουσιαστικές εξουσίες παρέμβασης, όπως π.χ. να γνωμοδοτεί πριν από την εκτέλεση επεξεργασιών και να μεριμνά για τη δέουσα δημοσίευση των γνωμοδοτήσεων αυτών, καθώς επίσης να επιτάσσει το κλείδωμα, τη διαγραφή ή την καταστροφή δεδομένων, να απαγορεύει προσωρινά ή οριστικά την επεξεργασία, να απευθύνει προειδοποίηση ή επίπληξη προς τον υπεύθυνο για την επεξεργασία ή να προσφεύγει στα εθνικά κοινοβούλια ή άλλα εθνικά πολιτικά όργανα·

γ)

την εξουσία να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου σε περίπτωση παράβασης των εθνικών διατάξεων που έχουν θεσπισθεί κατ’ εφαρμογή της παρούσας απόφασης πλαισίου ή να επισημαίνει τις παραβάσεις αυτές στις δικαστικές αρχές. Κατά των αποφάσεων της αρχής ελέγχου μπορούν να ασκηθούν ένδικα μέσα.

3.   Οποιοσδήποτε μπορεί να απευθύνει σε αρχή ελέγχου αίτηση για προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών του κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ο αιτών ενημερώνεται σχετικά με τη συνέχεια που δόθηκε στην αίτησή του.

4.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι τα μέλη και το προσωπικό της αρχής ελέγχου δεσμεύονται ωσαύτως από τις διατάξεις περί προστασίας των δεδομένων που ισχύουν για την εκάστοτε αρμόδια αρχή και ότι, ακόμη και μετά την παύση των δραστηριοτήτων τους, δεσμεύονται από την υποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου έναντι των εμπιστευτικών πληροφοριών στις οποίες έχουν πρόσβαση.

Άρθρο 26

Σχέσεις προς τις συμβάσεις με τρίτα κράτη

Η παρούσα απόφαση πλαίσιο δεν θίγει τυχόν υποχρεώσεις και δεσμεύσεις των κρατών μελών ή της Ένωσης που απορρέουν από διμερείς ή/και πολυμερείς συμφωνίες με τρίτα κράτη, οι οποίες ισχύουν κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης πλαισίου.

Κατά την εφαρμογή αυτών των συμφωνιών, η διαβίβαση σε τρίτη χώρα δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αποκτήθηκαν από άλλο κράτος μέλος γίνεται τηρουμένου του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή παράγραφος 2 κατά περίπτωση.

Άρθρο 27

Αξιολόγηση

1.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή μέχρι τις 27 Νοεμβρίου 2013 έκθεση σχετικά με το ποια εθνικά μέτρα θέσπισαν για να εξασφαλισθεί πλήρης συμμόρφωση με την παρούσα απόφαση πλαίσιο, ειδικότερα δε όσον αφορά εκείνες τις διατάξεις οι οποίες θα έπρεπε να εφαρμόζονται ήδη κατά τη συλλογή δεδομένων. Η Επιτροπή εξετάζει, ειδικότερα, τις επιπτώσεις των διατάξεων αυτών για το πεδίο εφαρμογής της απόφασης πλαισίου, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2.

2.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εντός ενός έτους σχετικά με το αποτέλεσμα της αξιολόγησης που προβλέπεται από την παράγραφο 1 και συνοδεύει την έκθεσή της με ενδεδειγμένες προτάσεις τροποποιήσεων της παρούσας απόφασης πλαισίου.

Άρθρο 28

Σχέση με προηγούμενες πράξεις της Ένωσης

Όταν σε πράξεις οι οποίες θεσπίσθηκαν δυνάμει του τίτλου VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης πλαισίου και οι οποίες ρυθμίζουν την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ κρατών μελών ή την πρόσβαση των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών σε συστήματα πληροφοριών που έχουν δημιουργηθεί σύμφωνα με τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, προβλέπονται ειδικοί όροι όσον αφορά τη χρήση των δεδομένων αυτών από το κράτος μέλος που λαμβάνει τις πληροφορίες, οι ειδικοί αυτοί όροι υπερτερούν των διατάξεων της παρούσας απόφασης πλαισίου οι οποίες αφορούν τη χρησιμοποίηση δεδομένων που έχουν ληφθεί ή καταστεί διαθέσιμα από άλλο κράτος μέλος.

Άρθρο 29

Εφαρμογή

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης πλαισίου πριν από τις 27 Νοεμβρίου 2010.

2.   Εντός της ίδιας προθεσμίας τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων με τις οποίες μεταφέρονται στην εθνική τους νομοθεσία οι υποχρεώσεις που επιβάλλει η απόφαση πλαίσιο, καθώς και τις πληροφορίες σχετικά με την αρχή ή τις αρχές ελέγχου που προβλέπει το άρθρο 25. Βάσει εκθέσεως που καταρτίζει η Επιτροπή στηριζόμενη στις πληροφορίες αυτές, το Συμβούλιο εξετάζει, πριν από τις 27 Νοεμβρίου 2011, σε ποιο βαθμό τα κράτη μέλη έλαβαν τα απαραίτητα μέτρα για να συμμορφωθούν προς την παρούσα απόφαση πλαίσιο.

Άρθρο 30

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση πλαίσιο αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 27 Νοεμβρίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

M. ALLIOT-MARIE


(1)  ΕΕ C 125 Ε της 22.5.2008, σ. 154.

(2)  ΕΕ C 198 της 12.8.2005, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(4)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37.

(6)  ΕΕ L 69 της 16.3.2005, σ. 67.

(7)  ΕΕ L 210 της 6.8.2008, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43.

(9)  ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20.

(10)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.

(11)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31.

(12)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 52.

(13)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 50.

(14)  ΕΕ L 83 της 26.3.2008, σ. 5.

(15)  ΕΕ C 303 της 14.12.2007, σ. 1.


30.12.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 350/72


ΑΠΌΦΑΣΗ ΠΛΑΊΣΙΟ 2008/978/ΔΕΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 18ης Δεκεμβρίου 2008

σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων προς λήψη αντικειμένων, εγγράφων και δεδομένων για χρήση σε ποινικές διαδικασίες

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 31 και το άρθρο 34 παράγραφος 2 στοιχείο β),

την πρόταση της Επιτροπής

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ορίσει ως στόχο τη διατήρηση και την ανάπτυξη ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε της 15ης και 16ης Οκτωβρίου 1999, και ιδιαίτερα το σημείο 33, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης θα πρέπει να καταστεί ακρογωνιαίος λίθος της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις στο εσωτερικό της Ένωσης.

(2)

Στις 29 Νοεμβρίου 2000, το Συμβούλιο θέσπισε, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Τάμπερε, ένα πρόγραμμα μέτρων για να θέσει σε εφαρμογή την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των ποινικών αποφάσεων (2). Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο είναι απαραίτητη για να τεθούν σε εφαρμογή τα μέτρα αριθ. 5 και 6 αυτού του προγράμματος, τα οποία αφορούν την αμοιβαία αναγνώριση των αποφάσεων για τη διεξαγωγή αποδείξεων.

(3)

Το πρόγραμμα της Χάγης (3), το οποίο περιλαμβάνεται στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 4ης και 5ης Νοεμβρίου 2004, τονίζει, στο σημείο 3.3.1, τη σημασία της ολοκλήρωσης του συνολικού προγράμματος μέτρων για την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης σε ποινικές υποθέσεις και τονίζει ότι η θέσπιση του ευρωπαϊκού εντάλματος συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων (ΕΕΣΑΣ) αποτελεί προτεραιότητα.

(4)

Η απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και με τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ κρατών μελών (4), υπήρξε το πρώτο συγκεκριμένο μέτρο εφαρμογής της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης στον τομέα του ποινικού δικαίου.

(5)

Η απόφαση-πλαίσιο 2003/577/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, σχετικά με την εκτέλεση στην Ευρωπαϊκή Ένωση των αποφάσεων δέσμευσης περιουσιακών ή αποδεικτικών στοιχείων (5), ανταποκρίνεται στην ανάγκη άμεσης αμοιβαίας αναγνώρισης των αποφάσεων ώστε να προλαμβάνεται η καταστροφή, παραποίηση, μετατόπιση, μεταφορά ή η εξαφάνιση των αποδεικτικών στοιχείων. Εντούτοις, αφορά μέρος μόνο του φάσματος της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις όσον αφορά τη διεξαγωγή αποδείξεων, η δε μεταγενέστερη διαβίβαση των αποδεικτικών στοιχείων έχει αφεθεί στις διαδικασίες αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής.

(6)

Επιβάλλεται επομένως η περαιτέρω βελτίωση της δικαστικής συνεργασίας με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης σε δικαστική απόφαση, υπό τη μορφή ενός ΕΕΣΑΣ για τη συγκέντρωση αντικειμένων, εγγράφων και δεδομένων που θα χρησιμοποιηθούν σε ποινικές διαδικασίες.

(7)

Το ΕΕΣΑΣ μπορεί να χρησιμοποιείται για τη συγκέντρωση αντικειμένων, εγγράφων και δεδομένων με σκοπό τη χρησιμοποίησή τους σε ποινικές διαδικασίες που αφορούν υποθέσεις για τις οποίες επιτρέπεται η έκδοση τέτοιου εντάλματος. Αυτό μπορεί, για παράδειγμα, να συμπεριλαμβάνει αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα προερχόμενα από τρίτο, από έρευνα χώρων, συμπεριλαμβανομένης της έρευνας των ιδιωτικών χώρων του υπόπτου, δεδομένα για τη χρήση υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών συναλλαγών πρακτικά δηλώσεων, ανακρίσεων και ακροάσεων και λοιπά έγγραφα, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσμάτων ειδικών τεχνικών έρευνας.

(8)

Η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης στηρίζεται σε υψηλό βαθμό εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών. Για να προωθηθεί αυτή η εμπιστοσύνη, η παρούσα απόφαση-πλαίσιο θα πρέπει να περιλαμβάνει σημαντικές εγγυήσεις για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Το ΕΕΣΑΣ θα πρέπει κατά συνέπεια να εκδίδεται μόνον από δικαστές, δικαστήρια, ανακριτές, εισαγγελείς και ορισμένες άλλες δικαστικές αρχές όπως ορίζονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα βάσει της παρούσας απόφασης-πλαίσιο.

(9)

Επειδή η παρούσα απόφαση-πλαίσιο εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 31 της συνθήκης και επομένως αφορά τη δικαστική συνεργασία στο πλαίσιο της διάταξης αυτής που αποσκοπεί στη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων για διαδικασίες όπως ορίζονται στο άρθρο 5 της παρούσας απόφασης. Καίτοι στη συλλογή των αποδεικτικών αυτών στοιχείων μπορούν να συμμετέχουν, σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο γ) σημείο ii), και άλλες αρχές πλην δικαστών, δικαστηρίων, ανακριτών και εισαγγελέων, η παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν καλύπτει την αστυνομική, τελωνειακή, συνοριακή και διοικητική συνεργασία που ρυθμίζονται από άλλες διατάξεις των συνθηκών.

(10)

Ο ορισμός του όρου «έρευνα ή κατάσχεση» δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την εφαρμογή οιασδήποτε άλλης πράξης εφαρμοστέας μεταξύ κρατών μελών, ιδίως της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης περί αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις της 20ής Απριλίου 1959, και των πράξεων που τη συμπληρώνουν.

(11)

Το ΕΕΣΑΣ θα πρέπει να εκδίδεται μόνο όταν τα αιτούμενα αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα είναι αναγκαία και ανάλογα προς το σκοπό των οικείων ποινικών ή άλλων διαδικασιών. Επιπλέον, το ΕΕΣΑΣ θα πρέπει να εκδίδεται μόνο όταν τα αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα θα μπορούσαν να συγκεντρωθούν σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους έκδοσης σε παρόμοια περίπτωση. Η ευθύνη της συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις αυτές ανήκει στην αρχή έκδοσης. Επομένως οι λόγοι μη αναγνώρισης ή μη εκτέλεσης δεν θα πρέπει να καλύπτουν τα θέματα αυτά.

(12)

Η αρχή εκτέλεσης χρησιμοποιεί τα λιγότερο επαχθή μέσα για τη συγκέντρωση των αιτουμένων αντικειμένων, εγγράφων ή δεδομένων.

(13)

Η αρχή εκτέλεσης θα πρέπει να υποχρεούται να εκτελέσει το ΕΕΣΑΣ για ηλεκτρονικά δεδομένα ευρισκόμενα εκτός του κράτους εκτέλεσης μόνο στο μέτρο που αυτό είναι δυνατό βάσει της νομοθεσίας του.

(14)

Η αρχή έκδοσης, εφόσον αυτό προβλέπεται από το νόμο που μεταφέρει το άρθρο 12 στην εθνική νομοθεσία του κράτους έκδοσης, θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ζητά από την αρχή εκτέλεσης να ακολουθεί συγκεκριμένες διατυπώσεις και διαδικασίες όσον αφορά νομικές ή διοικητικές διαδικασίες οι οποίες βοηθούν ώστε τα ζητούμενα αποδεικτικά στοιχεία να γίνουν δεκτά στο κράτος έκδοσης, όπως την επίσημη σφράγιση εγγράφου, την παρουσία εκπροσώπου του κράτους έκδοσης ή την καταγραφή ώρας και ημερομηνίας, προκειμένου να δημιουργείται αλυσίδα αποδεικτικών στοιχείων. Οι διατυπώσεις αυτές, όμως, δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν μέτρα αναγκαστικού χαρακτήρα.

(15)

Η εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ θα πρέπει, στον ευρύτερο δυνατό βαθμό, και χωρίς να θίγονται οι θεμελιώδεις εγγυήσεις που προβλέπει το εθνικό δίκαιο, να διενεργείται σύμφωνα με τις διατυπώσεις και διαδικασίες που ορίζει το κράτος έκδοσης.

(16)

Για να διασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, οι δυνατότητες άρνησης της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης του ΕΕΣΑΣ, καθώς και οι λόγοι αναβολής της εκτέλεσης, θα πρέπει να είναι περιορισμένοι. Ειδικότερα, η άρνηση εκτέλεσης του ΕΕΣΑΣ με τη δικαιολογία ότι η πράξη επί της οποίας βασίζεται δεν συνιστά αδίκημα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους εκτέλεσης (διττό αξιόποινο) δεν θα πρέπει να επιτρέπεται για ορισμένες κατηγορίες αδικημάτων.

(17)

Θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα άρνησης ενός ΕΕΣΑΣ, όταν η αναγνώριση ή η εκτέλεσή του στο κράτος εκτέλεσης θα συνεπαγόταν παραβίαση προνομίου ή ασυλίας στο κράτος αυτό. Δεν υπάρχει κοινός ορισμός του τι συνιστά προνόμιο ή ασυλία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και συνεπώς ο ακριβής ορισμός εναπόκειται στο εθνικό δίκαιο. Οι εν λόγω όροι μπορούν να περιλαμβάνουν μέτρα προστασίας που ισχύουν στα ιατρικά και νομικά επαγγέλματα, δεν θα πρέπει όμως να ερμηνεύονται κατά τρόπον ο οποίος αντίκειται στην υποχρέωση κατάργησης ορισμένων λόγων άρνησης στο άρθρο 7 της πράξης του Συμβουλίου, της 16ης Οκτωβρίου 2001, για κατάρτιση, σύμφωνα με το άρθρο 34 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, του πρωτοκόλλου σύμβασης για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (6).

(18)

Θα πρέπει να υπάρχει δυνατότητα άρνησης της αναγνώρισης ή εκτέλεσης ΕΕΣΑΣ στο μέτρο που η εκτέλεσή του θα έβλαπτε ουσιώδη συμφέροντα εθνικής ασφάλειας, θα έθετε σε κίνδυνο την πηγή των πληροφοριών ή θα απαιτούσε τη χρήση διαβαθμισμένων πληροφοριών σχετικών με συγκεκριμένες δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών. Εντούτοις, είναι αποδεκτό ότι ο λόγος αυτός άρνησης της αναγνώρισης ή εκτέλεσης ισχύει μόνον εφόσον και στο μέτρο που τα αντικείμενα, τα έγγραφα ή τα δεδομένα δεν χρησιμοποιούνται για τους ανωτέρω λόγους ως αποδεικτικά στοιχεία σε παρόμοια υπόθεση εσωτερικού δικαίου.

(19)

Οι ειδικές διατάξεις του άρθρου 13 παράγραφος 3 που αφορούν το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο στ) σημείο i) δεν προδικάζουν πώς και κατά πόσον εφαρμόζονται οι λοιποί λόγοι άρνησης του άρθρου 13 παράγραφος 1.

(20)

Απαιτείται η πρόβλεψη χρονικών ορίων για την ταχεία, αποτελεσματική και συνεπή συνεργασία για τη συγκέντρωση αντικειμένων, εγγράφων ή δεδομένων που θα χρησιμοποιούνται σε ποινικές διαδικασίες σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

(21)

Κάθε κράτος μέλος διαθέτει στο δίκαιό του ένδικα μέσα προσφυγής κατά των ουσιαστικών λόγων που οδήγησαν στην έκδοση αποφάσεων για τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων, μεταξύ άλλων αν η απόφαση είναι αναγκαία και αναλογική, αν και τα μέσα αυτά μπορεί να διαφέρουν μεταξύ των κρατών μελών και να ασκούνται σε διαφορετικά στάδια της διαδικασίας.

(22)

Απαιτείται η δημιουργία μηχανισμού για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της παρούσας απόφασης-πλαίσιο.

(23)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας απόφασης-πλαίσιο, ήτοι η αντικατάσταση του συστήματος αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις με σκοπό τη συγκέντρωση αντικειμένων, εγγράφων ή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών, δεν μπορεί να υλοποιηθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη μεμονωμένα και μπορεί κατά συνέπεια, λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, το Συμβούλιο μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στο άρθρο 5 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτού του στόχου.

(24)

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υφίστανται επεξεργασία στο πλαίσιο της εφαρμογής της παρούσας απόφασης-πλαίσιο προστατεύονται σύμφωνα με τις συναφείς πράξεις, μεταξύ άλλων σύμφωνα με τις αρχές της σύμβασης της 28ης Ιανουαρίου 1981 του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των προσώπων έναντι της αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και επιπλέον σύμφωνα με την παρούσα απόφαση-πλαίσιο, σύμφωνα με το άρθρο 23 της σύμβασης για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 29ης Μαΐου 2000 (7).

(25)

Το ΕΕΣΑΣ θα πρέπει να συνυπάρχει με τις υφιστάμενες διαδικασίες αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής, η συνύπαρξη όμως αυτή θα πρέπει να θεωρείται μεταβατική έως ότου, σύμφωνα με το πρόγραμμα της Χάγης, οι διάφορες μορφές συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων που εξαιρούνται του πεδίου εφαρμογής της παρούσας απόφασης-πλαίσιο ρυθμισθούν και αυτές με πράξη περί αμοιβαίας αναγνώρισης, η θέσπιση της οποίας θα συμπληρώσει το καθεστώς αμοιβαίας αναγνώρισης το οποίο θα αντικαταστήσει τις διαδικασίες αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής.

(26)

Τα κράτη μέλη παροτρύνονται να καταρτίσουν, για λογαριασμό τους και προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πίνακες οι οποίοι δείχνουν κατά το δυνατόν τη σχέση μεταξύ των διατάξεων της παρούσας απόφασης-πλαίσιο και των εθνικών μέτρων εφαρμογής και να τους διαβιβάσουν στην Επιτροπή μαζί με το κείμενο των εθνικών διατάξεων με τις οποίες εφαρμόζεται η παρούσα απόφαση-πλαίσιο.

(27)

Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από το άρθρο 6 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και αντικατοπτρίζονται στο Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως το κεφάλαιο VI. Καμία διάταξη της παρούσας απόφασης-πλαίσιο δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως απαγορεύουσα άρνηση εκτέλεσης ΕΕΣΑΣ όταν υπάρχουν λόγοι, βάσει αντικειμενικών στοιχείων, οι οποίοι οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το ΕΕΣΑΣ εκδόθηκε με σκοπό τη δίωξη ή την τιμωρία προσώπου λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας, γενετήσιου προσανατολισμού ιθαγένειας, γλώσσας ή πολιτικών πεποιθήσεων, ή ότι το πρόσωπο ενδέχεται να περιέλθει σε δυσμενή θέση για οιονδήποτε από τους λόγους αυτούς.

(28)

Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν τους συνταγματικούς τους κανόνες όσον αφορά τη δίκαιη δίκη, την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, την ελευθερία του τύπου και την ελευθερία έκφρασης σε άλλα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

(29)

Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν θίγει την άσκηση των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών όσον αφορά τη διατήρηση της δημόσιας τάξης και τη διασφάλιση της εσωτερικής ασφάλειας σύμφωνα με το άρθρο 33 της συνθήκης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΛΑΙΣΙΟ:

ΤΙΤΛΟΣ I

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ (ΕΕΣΑΣ)

Άρθρο 1

Ορισμός του ΕΕΣΑΣ και υποχρέωση εκτέλεσής του

1.   Το ΕΕΣΑΣ συνίσταται σε μια δικαστική απόφαση εκδιδόμενη από αρμόδια αρχή κράτους μέλους με σκοπό τη συγκέντρωση αντικειμένων, εγγράφων και δεδομένων από άλλο κράτος μέλος για να χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο διαδικασιών αναφερομένων στο άρθρο 5.

2.   Τα κράτη μέλη εκτελούν κάθε ΕΕΣΑΣ με βάση την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης-πλαίσιο.

3.   Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν μεταβάλλει την υποχρέωση σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των θεμελιωδών νομικών αρχών, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 6 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ οι συναφείς υποχρεώσεις που τυχόν βαρύνουν τις δικαστικές αρχές παραμένουν άθικτες.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης-πλαίσιο νοείται ως:

α)

«κράτος έκδοσης»: το κράτος μέλος στο οποίο εκδόθηκε το ΕΕΣΑΣ·

β)

«κράτος εκτέλεσης»: το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου ευρίσκονται τα αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα, ή, σε περίπτωση ηλεκτρονικών δεδομένων, στο έδαφος του οποίου υπάρχει άμεση πρόσβαση σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους εκτέλεσης·

γ)

ως «αρχή έκδοσης» νοείται:

i)

ο δικαστής, το δικαστήριο, ο ανακριτής, ο εισαγγελέας, ή

ii)

οιαδήποτε άλλη δικαστική αρχή όπως ορίζεται από το κράτος έκδοσης η οποία, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ενεργεί υπό την ιδιότητα της ανακριτικής δικαστικής αρχής σε ποινικές διαδικασίες με αρμοδιότητα να εντέλλεται τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων σε διασυνοριακές υποθέσεις σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο·

δ)

«αρχή εκτέλεσης»: η αρχή η οποία σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο διά του οποίου υλοποιείται η παρούσα απόφαση-πλαίσιο είναι αρμόδια να αναγνωρίσει ή να εκτελέσει ΕΕΣΑΣ σύμφωνα με την παρούσα απόφαση-πλαίσιο·

ε)

«έρευνα ή κατάσχεση»: οιαδήποτε μέτρα στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας συνεπεία των οποίων φυσικό ή νομικό πρόσωπο υποχρεούται, με νομικό καταναγκασμό, να προσκομίσει ή να συμμετέχει στην προσκόμιση αντικειμένων, εγγράφων ή δεδομένων και τα οποία, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, μπορούν να εκτελεσθούν χωρίς τη συγκατάθεση του προσώπου αυτού ή να καταλήξουν στην επιβολή κυρώσεων.

Άρθρο 3

Προσδιορισμός των αρμοδίων αρχών

1.   Κάθε κράτος μέλος γνωστοποιεί στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου ποια ή ποιες αρχές είναι σύμφωνα με την εθνική της νομοθεσία αρμόδιες βάσει του άρθρου 2 στοιχεία γ) και δ) όταν αυτό το κράτος μέλος είναι το κράτος έκδοσης ή το κράτος εκτέλεσης.

2.   Τα κράτη μέλη που επιθυμούν να κάνουν χρήση της δυνατότητας ορισμού κεντρικής αρχής ή κεντρικών αρχών σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2, διαβιβάζουν στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου στοιχεία σχετικά με την ορισθείσα κεντρική αρχή ή αρχές. Τα στοιχεία αυτά δεσμεύουν τις αρχές του κράτους έκδοσης.

3.   Η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου καθιστά τα ληφθέντα στοιχεία προσιτά σε όλα τα κράτη μέλη και την Επιτροπή.

Άρθρο 4

Πεδίο εφαρμογής του ΕΕΣΑΣ

1.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, το ΕΕΣΑΣ μπορεί να εκδοθεί, υπό τους όρους του άρθρου 7, για να ληφθούν στο κράτος εκτέλεσης αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα που απαιτούνται στο κράτος έκδοσης ενόψει των διαδικασιών που προβλέπονται από το άρθρο 5. Το ΕΕΣΑΣ καλύπτει τα αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα που αναγράφει.

2.   Το ΕΕΣΑΣ δεν μπορεί να εκδοθεί για να ζητηθεί από την αρχή εκτέλεσης:

α)

η διεξαγωγή ανακρίσεων, η λήψη καταθέσεων ή η έναρξη άλλων ειδών εξετάσεων υπόπτων, μαρτύρων, εμπειρογνωμόνων ή οποιουδήποτε άλλου μέρους·

β)

η διεξαγωγή σωματικής έρευνας ή η συγκέντρωση σωματικού υλικού ή βιομετρικών δεδομένων απευθείας από το σώμα προσώπου, περιλαμβανομένων δειγμάτων DNA ή δακτυλικών αποτυπωμάτων·

γ)

η λήψη πληροφοριών σε πραγματικό χρόνο, όπως, για παράδειγμα, μέσω παρακολούθησης επικοινωνιών, συγκεκαλυμμένης παρακολούθησης ή ελέγχου τραπεζικών λογαριασμών·

δ)

η ανάλυση υπαρχόντων αντικείμενων, έγγραφων ή δεδομένων, και

ε)

η λήψη δεδομένων επικοινωνίας τα οποία φυλάσσονται από παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμων στο κοινό ή δημόσιων δικτύων επικοινωνιών.

3.   Η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με ποινικές καταδίκες από αποσπάσματα ποινικών μητρώων διεξάγεται σύμφωνα με την απόφαση 2005/876/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2005, για την ανταλλαγή πληροφοριών που λαμβάνονται από το ποινικό μητρώο (8), και άλλες συναφείς πράξεις.

4.   Το ΕΕΣΑΣ μπορεί να εκδίδεται με σκοπό τη συγκέντρωση αντικειμένων, εγγράφων ή δεδομένων που εμπίπτουν στην παράγραφο 2, όταν αυτά βρίσκονται ήδη στην κατοχή της αρχής εκτέλεσης πριν από την έκδοση του ΕΕΣΑΣ.

5.   Παρά την παράγραφο 1, το ΕΕΣΑΣ, εφόσον το αναφέρει η αρχή έκδοσης, καλύπτει επίσης κάθε άλλο αντικείμενο, έγγραφο ή δεδομένο το οποίο ανακαλύπτει η αρχή εκτέλεσης κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του εντάλματος και χωρίς περαιτέρω έρευνες θεωρεί ότι είναι συναφές προς τη διαδικασία για την οποία εκδόθηκε το ΕΕΣΑΣ.

6.   Παρά την παράγραφο 2, το ΕΕΣΑΣ μπορεί επίσης να καλύπτει, εφόσον το ζητήσει η αρχή έκδοσης, τις καταθέσεις προσώπων τα οποία είναι παρόντα κατά την εκτέλεση ΕΕΣΑΣ και σχετίζονται άμεσα με το αντικείμενο του ΕΕΣΑΣ. Για τη λήψη των καταθέσεων αυτών εφαρμόζονται οι κανόνες του κράτους εκτέλεσης που ισχύουν για εθνικές υποθέσεις.

Άρθρο 5

Είδος διαδικασιών για τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ΕΕΣΑΣ

Το ΕΕΣΑΣ μπορεί να εκδοθεί:

α)

σε ποινικές διαδικασίες που κινούνται από δικαστική αρχή ή που πρόκειται να αχθούν ενώπιον δικαστικής αρχής όσον αφορά ποινικό αδίκημα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους έκδοσης·

β)

σε διαδικασίες που κινούνται από διοικητικές αρχές όσον αφορά πράξεις κολάσιμες σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους έκδοσης ως παραβάσεις των κανόνων δικαίου και εφόσον η απόφαση μπορεί να δικαιολογήσει προσφυγή ενώπιον δικαστηρίου το οποίο έχει δικαιοδοσία ιδίως σε ποινικές υποθέσεις·

γ)

σε διαδικασίες που κινούνται από δικαστικές αρχές όσον αφορά πράξεις κολάσιμες σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους έκδοσης ως παραβάσεις των κανόνων δικαίου και εφόσον η απόφαση μπορεί να δικαιολογήσει προσφυγή ενώπιον δικαστηρίου το οποίο έχει δικαιοδοσία ιδίως σε ποινικές υποθέσεις και

δ)

σε συνάρτηση με τις διαδικασίες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) και οι οποίες αφορούν αδικήματα ή παραβάσεις που μπορούν να στοιχειοθετήσουν την ευθύνη ή να επισύρουν την τιμωρία νομικού προσώπου στο κράτος έκδοσης.

Άρθρο 6

Περιεχόμενο και μορφή του ΕΕΣΑΣ

1.   Το ΕΕΣΑΣ, όπως εμφαίνεται στο έντυπο Α, συμπληρώνεται και υπογράφεται από την αρχή έκδοσης, η οποία και πιστοποιεί την ακρίβεια του περιεχομένου του.

2.   Το ΕΕΣΑΣ συντάσσεται ή μεταφράζεται από το κράτος έκδοσης στην επίσημη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους εκτέλεσης.

Οποιοδήποτε κράτος μέλος μπορεί, κατά τη στιγμή της έκδοσης της παρούσας απόφασης-πλαίσιο ή μεταγενέστερα, να ορίσει, με δήλωση που θα καταθέσει στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου, ότι θα δέχεται ΕΕΣΑΣ ή μετάφραση ΕΕΣΑΣ σε μία ή περισσότερες άλλες επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ

Άρθρο 7

Προϋποθέσεις έκδοσης του ΕΕΣΑΣ

Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι το ΕΕΣΑΣ εκδίδεται μόνο όταν η αρχή έκδοσης θεωρεί ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τα αιτούμενα αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα είναι αναγκαία και ανάλογα προς τους σκοπούς των διαδικασιών που αναφέρονται στο άρθρο 5·

β)

τα αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα μπορούν να συγκεντρωθούν σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους έκδοσης σε παρόμοια περίπτωση εάν αυτά ήταν διαθέσιμα στο έδαφος του κράτους έκδοσης, ακόμα και αν χρησιμοποιούνται διαφορετικά διαδικαστικά μέτρα.

Οι προϋποθέσεις αυτές αξιολογούνται μόνο στο κράτος έκδοσης σε κάθε περίπτωση.

Άρθρο 8

Διαβίβαση του ΕΕΣΑΣ

1.   Το ΕΕΣΑΣ μπορεί να διαβιβαστεί στην αρμόδια αρχή κράτους μέλους στο οποίο η αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι ευρίσκονται τα συγκεκριμένα αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα ή, εφόσον πρόκειται για ηλεκτρονικά δεδομένα, στο οποίο υπάρχει άμεση πρόσβαση στα δεδομένα αυτά σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους εκτέλεσης. Το ΕΕΣΑΣ διαβιβάζεται αμελλητί από την αρχή έκδοσης στην αρχή εκτέλεσης με οποιοδήποτε μέσο δυνάμενο να παράγει γραπτή απόδειξη υπό προϋποθέσεις που να επιτρέπουν στο κράτος εκτέλεσης να θεμελιώσει τη γνησιότητα. Όλες οι περαιτέρω επίσημες επικοινωνίες γίνονται απευθείας μεταξύ της αρχής έκδοσης και της αρχής εκτέλεσης.

2.   Κάθε κράτος μέλος δύναται να ορίσει μια κεντρική αρχή, ή, εάν προβλέπεται από το νομικό του σύστημα, περισσότερες της μιας κεντρικές αρχές που θα επικουρούν τις αρμόδιες αρχές. Ένα κράτος μέλος δύναται, εάν είναι αναγκαίο λόγω της οργάνωσης του εσωτερικού του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης, να αναθέτει στην ή στις κεντρικές αρχές του τη διοικητική διαβίβαση και παραλαβή του ΕΕΣΑΣ καθώς και κάθε επίσημη αλληλογραφία που την ή τις αφορά.

3.   Εφόσον το επιθυμεί η αρχή έκδοσης, η διαβίβαση μπορεί να πραγματοποιείται μέσω του ασφαλούς συστήματος τηλεπικοινωνιών του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου.

4.   Εάν η αρχή εκτέλεσης είναι άγνωστη, η αρχή έκδοσης προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες έρευνες, περιλαμβανομένων και των σημείων επαφής του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου, για να λάβει αυτή την πληροφορία από το κράτος εκτέλεσης.

5.   Αν η αρχή του κράτους εκτέλεσης, η οποία παραλαμβάνει το ΕΕΣΑΣ, δεν έχει δικαιοδοσία να το αναγνωρίσει και να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για την εκτέλεσή του, διαβιβάζει αυτεπαγγέλτως το ΕΕΣΑΣ στην αρχή εκτέλεσης και ενημερώνει σχετικά την αρχή έκδοσης.

6.   Όλες οι δυσχέρειες κατά τη διαβίβαση ή τη διαπίστωση της γνησιότητας οποιουδήποτε εγγράφου αναγκαίου για την εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ, επιλύονται δι’ άμεσων επαφών μεταξύ των εμπλεκόμενων αρχών έκδοσης και εκτέλεσης, ή, όπου ενδείκνυται, μέσω των κεντρικών αρχών των κρατών μελών.

Άρθρο 9

ΕΕΣΑΣ συνδεδεμένο με προηγούμενο ΕΕΣΑΣ ή εντολή δέσμευσης

1.   Όταν η αρχή έκδοσης εκδίδει ΕΕΣΑΣ το οποίο συμπληρώνει προηγούμενο ΕΕΣΑΣ, ή ακολουθεί εντολή δέσμευσης η οποία διαβιβάσθηκε βάσει της απόφασης-πλαίσιο 2003/577/ΔΕΥ το γεγονός αυτό επισημαίνεται στο ΕΕΣΑΣ, σύμφωνα με το έντυπο που προβλέπεται στο παράρτημα.

2.   Εάν, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, η αρχή έκδοσης συμμετέχει στην εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ στο κράτος εκτέλεσης, μπορεί, με την επιφύλαξη των δηλώσεων που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2, να απευθύνει ΕΕΣΑΣ που συμπληρώνει το προηγούμενο ΕΕΣΑΣ απευθείας στην αρμόδια αρχή εκτέλεσης κατά το διάστημα κατά το οποίο βρίσκεται στο έδαφος αυτού του κράτους.

Άρθρο 10

Προϋποθέσεις χρήσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1.   Το κράτος έκδοσης μπορεί να χρησιμοποιεί τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συγκεντρώνονται δυνάμει της παρούσας απόφασης-πλαίσιο:

α)

για τους σκοπούς διαδικασιών για τις οποίες μπορεί να εκδοθεί το ΕΕΣΑΣ·

β)

για τους σκοπούς άλλων δικαστικών και διοικητικών διαδικασιών που συνδέονται άμεσα με τις διαδικασίες του στοιχείου α)·

γ)

για να αποτρέψει άμεση και σοβαρή απειλή κατά της δημόσιας ασφάλειας.

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συγκεντρώνονται δυνάμει της παρούσας απόφασης-πλαίσιο μπορούν να χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς πλην εκείνων που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) μόνο με την προηγούμενη συναίνεση του κράτους εκτέλεσης, εκτός εάν το κράτος έκδοσης έχει λάβει τη συναίνεση του ενδιαφερόμενου προσώπου.

2.   Ανάλογα με την περίπτωση, το κράτος εκτέλεσης μπορεί να ζητήσει από το κράτος μέλος στο οποίο διαβιβάστηκαν τα δεδομένα να παράσχει πληροφορίες για τη χρήση τους.

3.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συγκεντρώνονται από κράτος μέλος σύμφωνα με την παρούσα απόφαση-πλαίσιο και τα οποία προέρχονται από το εν λόγω κράτος μέλος.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ

Άρθρο 11

Αναγνώριση και εκτέλεση

1.   Η αρχή εκτέλεσης αναγνωρίζει άνευ περαιτέρω διατυπώσεων ένα ΕΕΣΑΣ διαβιβασθέν σύμφωνα με το άρθρο 8 και λαμβάνει αμέσως τα απαραίτητα μέτρα για την εκτέλεσή του υπό τις ίδιες συνθήκες με αυτές που θα ίσχυαν εάν τα αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα επρόκειτο να συγκεντρωθούν από αρχή του κράτους εκτέλεσης, εκτός εάν η αρχή αυτή επικαλεστεί έναν από τους λόγους μη αναγνώρισης ή μη εκτέλεσης του άρθρου 13 ή έναν από τους λόγους αναβολής σύμφωνα με το άρθρο 16.

2.   Το κράτος εκτέλεσης είναι αρμόδιο να επιλέγει τα μέτρα διά των οποίων παρέχονται δυνάμει του εθνικού του δικαίου τα αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα που ζητούνται με το ΕΕΣΑΣ, και να αποφασίζει αν απαιτείται η χρήση μέτρων αναγκαστικού χαρακτήρα για την παροχή της συνδρομής. Οποιοδήποτε τέτοιο μέτρο καταστεί αναγκαίο για την εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ λαμβάνεται σύμφωνα με τους ισχύοντες δικονομικούς κανόνες του κράτους εκτέλεσης.

3.   Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει:

i)

ότι οιαδήποτε μέτρα θα ήταν διαθέσιμα σε παρόμοια εθνική υπόθεση στο κράτος εκτέλεσης είναι επίσης διαθέσιμα και για την εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ,

και

ii)

ότι μέτρα, συμπεριλαμβανομένων έρευνας και κατάσχεσης, είναι διαθέσιμα για την εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ, εφόσον συναρτάται με οποιοδήποτε αδίκημα αναφερόμενο στο άρθρο 14 παράγραφος 2.

4.   Εάν η αρχή έκδοσης δεν είναι δικαστής, δικαστήριο, ανακριτής ή εισαγγελέας και το ΕΕΣΑΣ δεν έχει επικυρωθεί από μια από τις εν λόγω αρχές στο κράτος έκδοσης, η αρχή εκτέλεσης δύναται στη συγκεκριμένη περίπτωση να αποφασίσει να μην εφαρμοσθούν μέτρα έρευνας ή κατάσχεσης προς το σκοπό της εκτέλεσης του ΕΕΣΑΣ. Προτού το αποφασίσει, η αρχή εκτέλεσης συνεννοείται με την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης.

5.   Ένα κράτος μέλος δύναται, κατά το χρόνο έκδοσης της παρούσας απόφασης-πλαίσιο, να προβεί σε δήλωση ή σε μεταγενέστερη κοινοποίηση προς τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου απαιτώντας την επικύρωση σε κάθε περίπτωση που η αρχή έκδοσης δεν είναι δικαστής, δικαστήριο, ανακριτής ή εισαγγελέας και εφόσον για τα μέτρα που χρειάζονται για την εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ θα απαιτείτο απόφαση ή έλεγχος δικαστού, δικαστηρίου, ανακριτού ή εισαγγελέα δυνάμει του δικαίου του κράτους εκτέλεσης σε παρόμοια εθνική υπόθεση.

Άρθρο 12

Διατυπώσεις που πρέπει να τηρούνται στο κράτος εκτέλεσης

Η αρχή εκτέλεσης τηρεί τις διατυπώσεις και διαδικασίες που ορίζονται από την αρχή έκδοσης, εκτός εάν προβλέπεται άλλως στην παρούσα απόφαση-πλαίσιο ή εάν αυτές οι διατυπώσεις και διαδικασίες είναι αντίθετες προς τις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου του κράτους εκτέλεσης. Το παρόν άρθρο δεν γεννά υποχρέωση λήψης μέτρων αναγκαστικού χαρακτήρα.

Άρθρο 13

Λόγοι μη αναγνώρισης ή μη εκτέλεσης

1.   Το ΕΕΣΑΣ μπορεί να μην αναγνωρισθεί ή να μην εκτελεσθεί στο κράτος εκτέλεσης:

α)

εάν η εκτέλεσή του είναι αντίθετη προς την αρχή ne bis in idem·

β)

εάν, σε περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 3, το ΕΕΣΑΣ αφορά πράξεις οι οποίες δεν συνιστούν αδίκημα βάσει της νομοθεσίας του κράτους εκτέλεσης·

γ)

εάν είναι αδύνατη η εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ με τα μέτρα που έχει η αρχή εκτέλεσης στη διάθεσή της στη συγκεκριμένη περίπτωση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3·

δ)

εάν υπάρχει ασυλία ή προνόμιο σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους εκτέλεσης, που καθιστά αδύνατη την εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ·

ε)

εάν σε μια από τις περιπτώσεις που προβλέπονται από τις παραγράφους 4 ή 5 του άρθρου 11 το ΕΕΣΑΣ δεν επικυρώθηκε·

στ)

εάν το ΕΕΣΑΣ σχετίζεται με ποινικά αδικήματα τα οποία:

i)

σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους εκτέλεσης θεωρούνται τελεσθέντα, εν όλω ή κατά μέγα ή ουσιώδες μέρος, στο έδαφός του, ή σε τόπο ισοδύναμο προς αυτό, ή

ii)

έχουν τελεσθεί εκτός του εδάφους του κράτους έκδοσης και το δίκαιο του κράτους εκτέλεσης δεν επιτρέπει δίωξη για τέτοια αδικήματα εάν έχουν τελεσθεί εκτός του εδάφους του εν λόγω κράτους·

ζ)

εάν σε συγκεκριμένη υπόθεση η εκτέλεσή του θα έβλαπτε ουσιώδη συμφέροντα εθνικής ασφάλειας, θα έθετε σε κίνδυνο την πηγή των πληροφοριών ή θα απαιτούσε τη χρήση διαβαθμισμένων πληροφοριών σχετικών με συγκεκριμένες δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών, ή

η)

εάν το έντυπο του παραρτήματος δεν είναι πλήρες ή είναι εμφανώς εσφαλμένο και δεν έχει συμπληρωθεί ή διορθωθεί εντός εύλογης προθεσμίας που τάσσεται από την αρχή εκτέλεσης.

2.   Η απόφαση να μην εκτελεσθεί ή να μην αναγνωρισθεί το ΕΕΣΑΣ σύμφωνα με την παράγραφο 1 λαμβάνεται από δικαστή, δικαστήριο, ανακριτή ή εισαγγελέα στο κράτος εκτέλεσης. Όταν το ΕΕΣΑΣ έχει εκδοθεί από δικαστική αρχή αναφερόμενη στο άρθρο 2 στοιχείο γ) σημείο ii), και το ΕΕΣΑΣ δεν έχει επικυρωθεί από δικαστή, δικαστήριο, ανακριτή ή εισαγγελέα στο κράτος έκδοσης, η απόφαση δύναται επίσης να ληφθεί από οιαδήποτε άλλη αρμόδια δικαστική αρχή σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους εκτέλεσης, εφόσον το εν λόγω δίκαιο το προβλέπει.

3.   Κάθε απόφαση, βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο στ) σημείο i) για αδικήματα θεωρούμενα τελεσθέντα εν μέρει στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης ή σε τόπο εξομοιούμενο προς αυτό, λαμβάνεται από τις αρμόδιες αρχές της παραγράφου 2 σε εξαιρετικές περιστάσεις και κατά περίπτωση, ανάλογα με τις ειδικές περιστάσεις της υπόθεσης και κυρίως αφού εξακριβωθεί αν ένα σημαντικό ή ουσιώδες τμήμα της επίδικης πράξης έλαβε χώρα στο κράτος έκδοσης, αν το ΕΕΣΑΣ αφορά πράξη που δεν αποτελεί ποινικό αδίκημα βάσει του δικαίου του κράτους εκτέλεσης και αν, για να εκτελεσθεί το ΕΕΣΑΣ, απαιτείται έρευνα και κατάσχεση.

4.   Όταν μια αρμόδια αρχή σκέπτεται να χρησιμοποιήσει το λόγο άρνησης της παραγράφου 1 στοιχείο στ) σημείο i), συμβουλεύεται την Eurojust πριν λάβει απόφαση.

Όταν μια αρμόδια αρχή δεν συμφωνεί με τη γνώμη της Eurojust, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αρχή αυτή να αιτιολογήσει την απόφασή της και να ενημερωθεί το Συμβούλιο.

5.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α), ζ) και η), πριν αποφασίσει να μην αναγνωρίσει ή να μην εκτελέσει, εν όλω ή εν μέρει, ένα ΕΕΣΑΣ, η αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης συμβουλεύεται την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης με κάθε πρόσφορο μέσο και αν χρειάζεται της ζητεί να δώσει αμελλητί κάθε απαραίτητη πληροφορία.

Άρθρο 14

Διττό αξιόποινο

1.   Η αναγνώριση ή η εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ δεν υπόκειται στον έλεγχο του διπλού αξιοποίνου εκτός εάν είναι απαραίτητο να διεξαχθεί έρευνα ή κατάσχεση.

2.   Εάν είναι απαραίτητο να διεξαχθεί έρευνα ή κατάσχεση για την εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ, τα ακόλουθα αδικήματα, εφόσον τιμωρούνται στο κράτος έκδοσης με ποινή στερητική της ελευθερίας ή μέτρο ασφαλείας στερητικό της ελευθερίας μέγιστης διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών και όπως αυτά ορίζονται από το δίκαιο του κράτους έκδοσης, ουδέποτε υπόκεινται σε έλεγχο του διπλού αξιοποίνου:

συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση,

τρομοκρατία,

εμπορία ανθρώπων,

σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών και παιδική πορνογραφία,

παράνομη διακίνηση ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών,

παράνομη διακίνηση όπλων, πυρομαχικών και εκρηκτικών,

δωροδοκία,

καταδολίευση, περιλαμβανομένης της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά την έννοια της σύμβασης της 26ης Ιουλίου 1995 σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (9),

νομιμοποίηση προϊόντων εγκλήματος,

παραχάραξη, περιλαμβανομένης της κιβδηλείας του ευρώ,

ηλεκτρονικό έγκλημα,

εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος, περιλαμβανομένου του παράνομου εμπορίου απειλούμενων ζωικών ειδών και του παράνομου εμπορίου απειλούμενων φυτικών ειδών και φυτικών ποικιλιών,

παροχή βοήθειας για την παράνομη είσοδο και διαμονή,

ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, βαριά σωματική βλάβη,

παράνομο εμπόριο ανθρωπίνων οργάνων και ιστών,

απαγωγή, παράνομη κατακράτηση και ομηρία,

ρατσισμός και ξενοφοβία,

οργανωμένες ή ένοπλες ληστείες,

παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών, περιλαμβανομένων των αρχαιοτήτων και των έργων τέχνης,

απάτη,

αθέμιτη προστασία έναντι παρανόμου περιουσιακού οφέλους, εκβίαση,

παράνομη απομίμηση και πειρατεία προϊόντων,

πλαστογραφία δημοσίων εγγράφων και εμπορία πλαστών,

παραχάραξη μέσων πληρωμής,

λαθρεμπόριο ορμονικών ουσιών και άλλων αυξητικών παραγόντων,

λαθρεμπόριο πυρηνικών και ραδιενεργών ουσιών,

εμπορία κλεμμένων οχημάτων,

βιασμός,

εμπρησμός,

εγκλήματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου,

αεροπειρατεία και πειρατεία,

δολιοφθορά.

3.   Εάν το ΕΕΣΑΣ δεν αφορά κανένα εκ των αδικημάτων της παραγράφου 2, και για την εκτέλεσή του απαιτείται η διενέργεια έρευνας ή κατάσχεσης, η αναγνώριση ή η εκτέλεσή του μπορεί να υπαχθεί στην προϋπόθεση του διπλού αξιοποίνου.

Όσον αφορά τα αδικήματα στον φορολογικό, τελωνειακό ή τραπεζικό τομέα, η αναγνώριση ή η εκτέλεση δεν μπορεί να απορριφθεί με τη δικαιολογία ότι η νομοθεσία του κράτους εκτέλεσης δεν επιβάλλει το ίδιο είδος φόρου ή δασμού ή δεν περιλαμβάνει το ίδιο είδος ρύθμισης με το δίκαιο του κράτους έκδοσης όσον αφορά φορολογικά, τελωνειακά ή τραπεζικά ζητήματα.

4.   Η προϋπόθεση του διπλού αξιόποινου που ορίζεται στην παράγραφο 3 θα εξεταστεί εκ νέου από το Συμβούλιο έως τις 19 Ιανουαρίου 2014, ανάλογα με τυχόν πληροφορίες που θα του διαβιβαστούν.

5.   Το Συμβούλιο δύναται να αποφασίσει, ομόφωνα και κατόπιν διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, υπό τους όρους του άρθρου 39 παράγραφος 1 της συνθήκης, να προσθέσει νέες κατηγορίες αδικημάτων στον κατάλογο της παραγράφου 2.

Άρθρο 15

Προθεσμίες αναγνώρισης, εκτέλεσης και διαβίβασης

1.   Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσει την τήρηση των προθεσμιών που ορίζονται στο παρόν άρθρο. Αν η αρχή έκδοσης έχει ορίσει στο ΕΕΣΑΣ ότι, λόγω δικονομικών προθεσμιών ή άλλων ιδιαίτερα επειγουσών συνθηκών, απαιτείται συντομότερη προθεσμία, η αρχή εκτέλεσης λαμβάνει κατά το δυνατόν υπόψη αυτό το αίτημα.

2.   Κάθε απόφαση άρνησης αναγνώρισης ή εκτέλεσης λαμβάνεται το συντομότερο δυνατό και, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4, το αργότερο 30 ημέρες μετά την παραλαβή του ΕΕΣΑΣ από την αρμόδια αρχή εκτέλεσης.

3.   Εάν δεν υφίστανται λόγοι αναβολής σύμφωνα με το άρθρο 16, ή εάν η αρχή εκτέλεσης έχει ήδη στην κατοχή της τα αιτούμενα αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα, τα εν λόγω αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα περιέρχονται στην κατοχή της αρχής εκτέλεσης αμελλητί και, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4, εντός 60 ημερών το αργότερο από την παραλαβή του ΕΕΣΑΣ από την αρμόδια αρχή εκτέλεσης.

4.   Όταν δεν είναι πρακτικά εφικτό σε συγκεκριμένη περίπτωση για την αρμόδια αρχή εκτέλεσης να τηρήσει την προθεσμία των παραγράφων 2 ή 3 αντίστοιχα, ενημερώνει αμελλητί την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης με οποιοδήποτε τρόπο, αναφέροντας τους λόγους της καθυστέρησης και τον χρόνο που εκτιμά ότι θα χρειαστεί για την ανάληψη της δράσης.

5.   Εάν δεν εκκρεμεί ένδικο μέσο σύμφωνα με το άρθρο 18 ή υφίσταται λόγος αναβολής σύμφωνα με το άρθρο 16, το κράτος εκτέλεσης διαβιβάζει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στο κράτος έκδοσης τα αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα που συγκεντρώνονται σύμφωνα με το ΕΕΣΑΣ.

6.   Κατά τη διαβίβαση των συγκεντρωθέντων αντικειμένων, εγγράφων ή δεδομένων η αρχή εκτέλεσης αναφέρει εάν πρέπει να επιστραφούν στο κράτος εκτέλεσης μόλις παύσουν να είναι απαραίτητα στο κράτος έκδοσης.

Άρθρο 16

Λόγοι αναβολής της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης

1.   Η αναγνώριση του ΕΕΣΑΣ μπορεί να αναβληθεί στο κράτος εκτέλεσης όταν:

α)

το έντυπο που προσαρτάται στο παράρτημα χρειάζεται συμπλήρωση ή είναι εμφανώς λανθασμένο, μέχρις ότου συμπληρωθεί ή διορθωθεί·

β)

σε μια από τις περιπτώσεις των παραγράφων 4 ή 5 του άρθρου 11 το ΕΕΣΑΣ δεν έχει επικυρωθεί, μέχρι να γίνει η επικύρωση.

2.   Η εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ μπορεί να αναβληθεί στο κράτος εκτέλεσης όταν:

α)

η εκτέλεσή του μπορεί να προδικάσει εκκρεμούσα ποινική έρευνα ή δίωξη, για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται απαραίτητο από το κράτος εκτέλεσης, ή

β)

τα σχετικά αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα χρησιμοποιούνται ήδη στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας, μέχρις ότου αυτά να μην είναι πλέον απαραίτητα προς τούτο.

3.   Η απόφαση να αναβληθεί η αναγνώριση ή εκτέλεση του εντάλματος συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων σύμφωνα με τις παραγράφους 1 ή 2 λαμβάνεται από δικαστή, δικαστήριο, ανακριτή ή εισαγγελέα στο κράτος εκτέλεσης. Όταν το ΕΕΣΑΣ έχει εκδοθεί από δικαστική αρχή αναφερόμενη στο άρθρο 2 στοιχείο γ) σημείο ii), και το ΕΕΣΑΣ δεν έχει επικυρωθεί από δικαστή, δικαστήριο, ανακριτή ή εισαγγελέα στο κράτος έκδοσης, η απόφαση δύναται να ληφθεί και από οιαδήποτε άλλη αρμόδια δικαστική αρχή σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους εκτέλεσης, εφόσον το εν λόγω δίκαιο προβλέπει τη δυνατότητα αυτή.

4.   Μόλις εκλείψει ο λόγος αναβολής, η αρχή εκτέλεσης λαμβάνει αμελλητί τα απαραίτητα μέτρα για την εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ και ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης με κάθε μέσο που μπορεί να παράγει έγγραφη απόδειξη.

Άρθρο 17

Υποχρέωση ενημέρωσης

Η αρχή εκτέλεσης ενημερώνει την αρχή έκδοσης:

1.

αμελλητί με οποιοδήποτε μέσο:

α)

εάν κατά την εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ η αρχή εκτέλεσης κρίνει, χωρίς περαιτέρω έρευνες, ότι ενδεχομένως χρειασθούν έρευνες οι οποίες δεν είχαν προβλεφθεί αρχικά ή δεν μπόρεσαν να αναφερθούν κατά τη στιγμή έκδοσης του ΕΕΣΑΣ, για να δώσει στην αρχή έκδοσης τη δυνατότητα να δράσει ανάλογα στη συγκεκριμένη υπόθεση·

β)

εάν η αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης διαπιστώσει ότι το ΕΕΣΑΣ δεν εκτελέσθηκε σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους εκτέλεσης·

γ)

εάν η αρχή εκτέλεσης διαπιστώσει ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορεί να τηρήσει τις διατυπώσεις και διαδικασίες που ορίζει η αρχή έκδοσης σύμφωνα με το άρθρο 12.

Κατόπιν αιτήσεως της αρχής έκδοσης, οι πληροφορίες επιβεβαιώνονται αμελλητί με κάθε μέσο που μπορεί να παράγει έγγραφη απόδειξη.

2.

χωρίς καθυστέρηση με κάθε μέσο που μπορεί να παράγει έγγραφη απόδειξη:

α)

για τη διαβίβαση του ΕΕΣΑΣ στην αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την εκτέλεση, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 5·

β)

για κάθε απόφαση ληφθείσα βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2, σχετική με άρνηση αναγνώρισης ή εκτέλεσης του ΕΕΣΑΣ, καθώς και τους λόγους της απόφασης αυτής·

γ)

για την αναβολή της αναγνώρισης ή εκτέλεσης του ΕΕΣΑΣ, τους λόγους της αναβολής και, ει δυνατόν, την αναμενόμενη διάρκεια της·

δ)

την αδυναμία εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος διότι τα αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα έχουν εξαφανιστεί, καταστραφεί ή δεν ανευρίσκονται στην τοποθεσία η οποία αναφέρεται στο ΕΕΣΑΣ ή διότι η αναφερομένη τοποθεσία δεν είναι αρκετά ακριβής, ακόμη και μετά από σχετική διαβούλευση με την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης.

Άρθρο 18

Ένδικα μέσα

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες ρυθμίσεις ώστε κάθε ενδιαφερόμενος, περιλαμβανομένων των καλόπιστων τρίτων, να δικαιούται να ασκήσει ένδικα μέσα κατά της αναγνώρισης και εκτέλεσης ΕΕΣΑΣ σύμφωνα με το άρθρο 11, προκειμένου να διαφυλάξει τα έννομα συμφέροντά του. Τα κράτη μέλη δύνανται να περιορίζουν τα ένδικα μέσα που προβλέπει η παρούσα παράγραφος στις περιπτώσεις που το ΕΕΣΑΣ εκτελείται με χρήση μέτρων αναγκαστικού χαρακτήρα. Το ένδικο μέσο ασκείται ενώπιον δικαστηρίου στο κράτος εκτέλεσης σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους αυτού.

2.   Οι ουσιαστικοί λόγοι της έκδοσης του ΕΕΣΑΣ, περιλαμβανομένης της τήρησης των προϋποθέσεων του άρθρου 7, μπορούν να προσβληθούν μόνο με προσφυγή ενώπιον δικαστηρίου του κράτους έκδοσης. Το κράτος έκδοσης εξασφαλίζει τη δυνατότητα άσκησης των ενδίκων μέσων τα οποία θα ήταν διαθέσιμα και σε παρόμοια υπόθεση εσωτερικού δικαίου.

3.   Το κράτος έκδοσης φροντίζει ώστε οι προθεσμίες άσκησης ενδίκων μέσων που προβλέπονται στην παράγραφο 2 να εφαρμόζονται κατά τρόπο που να διασφαλίζει στους ενδιαφερομένους αποτελεσματική άσκηση ενδίκων μέσων.

4.   Αν το ένδικο μέσο ασκείται στο κράτος εκτέλεσης, η δικαστική αρχή του κράτους έκδοσης ενημερώνεται για την άσκηση και για τους λόγους για τους οποίους ασκείται, ώστε να είναι σε θέση να προβάλλει τους ισχυρισμούς τους οποίους κρίνει απαραίτητους, καθώς και για τα αποτελέσματα του ενδίκου μέσου.

5.   Οι αρχές έκδοσης και εκτέλεσης λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να διευκολυνθεί το προβλεπόμενο στις παραγράφους 1 και 2 δικαίωμα άσκησης ενδίκων μέσων, ιδίως με την κατάλληλη και επαρκή ενημέρωση των ενδιαφερομένων.

6.   Το κράτος εκτέλεσης μπορεί να αναστείλει τη διαβίβαση αντικειμένων, εγγράφων και δεδομένων ενόσω εκκρεμεί η έκδοση απόφασης επί ένδικου μέσου.

Άρθρο 19

Επιστροφή αποζημιώσεων

1.   Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 18 παράγραφος 2, όταν, στις περιπτώσεις που προβλέπονται από το εθνικό του δίκαιο, το κράτος εκτέλεσης είναι υπεύθυνο για ζημία προκληθείσα σε ένα από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 18 λόγω της εκτέλεσης ΕΕΣΑΣ που του έχει διαβιβαστεί σύμφωνα με το άρθρο 8, το κράτος έκδοσης επιστρέφει στο κράτος εκτέλεσης όλα τα ποσά που κατεβλήθησαν στον ενδιαφερόμενο ως αποζημίωση δυνάμει της εν λόγω ευθύνης, εκτός αν και στο μέτρο που η ζημία, ή μέρος της ζημίας, οφείλεται στη συμπεριφορά του κράτους εκτέλεσης.

2.   Η παράγραφος 1 δεν επηρεάζει το εθνικό δίκαιο των κρατών μελών σχετικά με τις αιτήσεις αποζημίωσης που υποβάλλονται από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 20

Έλεγχος της αποτελεσματικότητας της απόφασης-πλαίσιο

1.   Ένα κράτος μέλος το οποίο, κατά την εκτέλεση ΕΕΣΑΣ, έχει αντιμετωπίσει εκ μέρους άλλου κράτους μέλους επανειλημμένα προβλήματα τα οποία δεν μπόρεσε να λύσει μέσω διαβουλεύσεων, ενημερώνει το Συμβούλιο, προκειμένου να το βοηθήσει να αξιολογήσει την εφαρμογή της παρούσας απόφασης-πλαίσιο στο επίπεδο των κρατών μελών.

2.   Το Συμβούλιο επανεξετάζει τις διατάξεις της παρούσας απόφασης-πλαίσιο, ιδίως όσον αφορά την πρακτική εφαρμογή από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 21

Σχέση με άλλα νομικά μέσα

1.   Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2 και ανεξαρτήτως εφαρμογής της υφισταμένης νομοθεσίας στις σχέσεις μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών, η παρούσα απόφαση-πλαίσιο συνυπάρχει με τις ισχύουσες νομικές πράξεις στις σχέσεις μεταξύ των κρατών μελών, στο μέτρο που αυτά τα κείμενα αφορούν αιτήσεις αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σχετικές με τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης-πλαίσιο.

2.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 3 και 4, οι αρχές έκδοσης βασίζονται στο ΕΕΣΑΣ όταν όλα τα αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα που απαιτούνται από το κράτος εκτέλεσης εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της απόφασης-πλαίσιο.

3.   Οι αρχές έκδοσης δύνανται να χρησιμοποιούν αμοιβαία νομική συνδρομή για να προμηθεύονται αντικείμενα, έγγραφα και δεδομένα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της απόφασης-πλαίσιο εάν αποτελούν μέρος ευρύτερης αίτησης συνδρομής ή εάν η αρχή έκδοσης κρίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση ότι αυτό θα διευκόλυνε τη συνεργασία με το κράτος εκτέλεσης.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να συνάπτουν διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή διακανονισμούς μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης-πλαίσιο, στο μέτρο που αυτές οι συμβάσεις και συμφωνίες επιτρέπουν την επέκταση ή διεύρυνση των στόχων της παρούσας απόφασης-πλαίσιο και συμβάλλουν στην απλούστευση ή περαιτέρω διευκόλυνση των διαδικασιών συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης-πλαίσιο.

5.   Οι συμφωνίες και οι διακανονισμοί της παραγράφου 4 δεν επηρεάζουν σε καμία περίπτωση τις σχέσεις με κράτη μέλη που δεν είναι συμβαλλόμενα μέρη αυτών.

6.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, εντός 3 μηνών από την υπογραφή τους, τυχόν νέες συμφωνίες ή διακανονισμούς που έχουν συνάψει σύμφωνα με την παράγραφο 4.

Άρθρο 22

Μεταβατικές ρυθμίσεις

Οι αιτήσεις αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής που έχουν ληφθεί πριν από τις 19 Ιανουαρίου 2011 συνεχίζουν να διέπονται από τις ισχύουσες πράξεις περί αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις.

Άρθρο 23

Εφαρμογή

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα απαραίτητα μέτρα για να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης-πλαίσιο το αργότερο στις 19 Ιανουαρίου 2011.

2.   Το αργότερο στις 19 Ιανουαρίου 2011 τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων με τις οποίες μεταφέρουν στο εθνικό τους δίκαιο τις υποχρεώσεις που τους επιβάλλει η παρούσα απόφαση-πλαίσιο.

3.   Όσα κράτη μέλη προτίθενται να μεταφέρουν στο εθνικό τους δίκαιο τους λόγους άρνησης του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο στ), ενημερώνουν περί αυτού τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου με σχετική δήλωση κατά την έκδοση της παρούσας απόφασης-πλαίσιο.

4.   Η Γερμανία δύναται να δηλώσει ότι επιφυλάσσεται του δικαιώματός της να υπάγει την εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ στον έλεγχο του διπλού αξιοποίνου σε περιπτώσεις αναφερόμενες στο άρθρο 14 παράγραφος 2 που αφορούν τρομοκρατία, ηλεκτρονικό έγκλημα, ρατσισμό και ξενοφοβία, δολιοφθορά, αθέμιτη προστασία έναντι περιουσιακού οφέλους, εκβίαση ή απάτη, εάν για την εκτέλεση του ΕΕΣΑΣ είναι απαραίτητη η διεξαγωγή έρευνας ή κατάσχεσης, εκτός αν η αρχή έκδοσης έχει δηλώσει ότι κατά το δίκαιο του κράτους έκδοσης το οικείο αδίκημα εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των κριτηρίων που περιέχονται στη δήλωση:

Αν η Γερμανία επιθυμεί να κάνει χρήση της παραγράφου αυτής, κοινοποιεί σχετική δήλωση στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου κατά την έκδοση της παρούσας απόφασης-πλαίσιο. Η δήλωση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

5.   Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, το αργότερο στις 19 Ιανουαρίου 2012 έκθεση με την οποία αξιολογείται ο βαθμός στον οποίο τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει τις απαραίτητες διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα απόφαση-πλαίσιο, συνοδευόμενη, εφόσον χρειάζεται, από νομοθετικές προτάσεις.

6.   Η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου ενημερώνει τα κράτη μέλη, την Επιτροπή και την Eurojust για τις δηλώσεις που γίνονται σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 11 και σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Άρθρο 24

Αναθεώρηση

1.   Κάθε κράτος μέλος ενημερώνει κάθε χρόνο πριν από την 1η Μαΐου το Συμβούλιο και την Επιτροπή για κάθε δυσχέρεια που συνάντησε κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος στην εκτέλεση των ΕΕΣΑΣ σε συνάρτηση με το άρθρο 13 παράγραφος 1.

2.   Στην αρχή κάθε ημερολογιακού έτους η Γερμανία γνωστοποιεί στο Συμβούλιο και την Επιτροπή τον αριθμό των περιπτώσεων εφαρμογής, στο προηγούμενο έτος, του λόγου μη αναγνώρισης ή μη εκτέλεσης που προβλέπεται από την παράγραφο 4 του άρθρου 23.

3.   Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση, το αργότερο στις 19 Ιανουαρίου 2014 βάσει των πληροφοριών που έλαβε σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, η οποία συνοδεύεται από πρωτοβουλίες που κρίνει ενδεδειγμένες. Το Συμβούλιο αναθεωρεί την παρούσα απόφαση-πλαίσιο βάσει της εκθέσεως, προκειμένου ενδεχομένως να καταργηθούν ή να τροποποιηθούν οι εξής διατάξεις:

Άρθρο 13 παράγραφοι 1 και 3, και

Άρθρο 23 παράγραφος 4.

Άρθρο 25

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 18 Δεκεμβρίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. BARNIER


(1)  ΕΕ C 103 Ε της 29.4.2004, σ. 452.

(2)  ΕΕ C 12 της 15.1.2001, σ. 10.

(3)  ΕΕ C 53 της 3.3.2005, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 190 της 18.7.2002, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 196 της 2.8.2003, σ. 45.

(6)  ΕΕ C 326 της 21.11.2001, σ. 1.

(7)  ΕΕ C 197 της 12.7.2000, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 322 της 9.12.2005, σ. 33.

(9)  ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 49.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Image

Image

Image

Image

Image

Image

Image

Image


ΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ

Όταν η εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων σύμφωνα με την απόφαση-πλαίσιο 2008/978/ΔΕΥ της 18ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων για τη συγκέντρωση αντικειμένων, εγγράφων και δεδομένων με σκοπό τη χρησιμοποίησή τους στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών (1) απαιτεί έρευνα ή κατάσχεση, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας διατηρεί το δικαίωμα, δυνάμει του άρθρου 23 παράγραφος 4 της εν λόγω απόφασης-πλαίσιο, να υπαγάγει την εκτέλεση στον έλεγχο του διττού αξιόποινου στην περίπτωση εγκλημάτων που συνδέονται με τρομοκρατία, ηλεκτρονικό έγκλημα, ρατσισμό και ξενοφοβία, δολιοφθορά, αθέμιτη προστασία έναντι παρανόμου περιουσιακού οφέλους και εκβίαση και απάτη, που απαριθμούνται στο άρθρο 14 παράγραφος 2 της εν λόγω απόφασης-πλαίσιο, εκτός και εάν η αρχή η οποία εξέδωσε τη δικαστική απόφαση έχει αποφανθεί ότι το συγκεκριμένο έγκλημα ανταποκρίνεται στα κάτωθι κριτήρια δυνάμει της νομοθεσίας της χώρας:

Τρομοκρατία:

πράξη η οποία συνιστά αδίκημα κατά την έννοια και τον ορισμό της Διεθνούς σύμβασης της 13ης Απριλίου 2005 για την εξάλειψη των πράξεων πυρηνικής τρομοκρατίας και της Διεθνούς σύμβασης της 9ης Δεκεμβρίου 1999 για την καταστολή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή κατά την έννοια των συμβάσεων που απαριθμούνται στο παράρτημά της, ή

πράξη η οποία επισύρει ποινή δυνάμει της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2002 για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας (2), ή

πράξη η οποία απαγορεύεται δυνάμει της απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών αριθ. 1624 (2005) της 14ης Σεπτεμβρίου 2005.

Ηλεκτρονικό έγκλημα: Οι αξιόποινες πράξεις που ορίζει η απόφαση-πλαίσιο 2005/222/ΔΕΥ της 24ης Φεβρουαρίου 2005 για τις επιθέσεις κατά των συστημάτων πληροφοριών (3), ή ο τίτλος 1 του Τμήματος 1 της Ευρωπαϊκής σύμβασης για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο της 23ης Νοεμβρίου 2001.

Ρατσισμός και ξενοφοβία: Οι αξιόποινες πράξεις που ορίζει η κοινή δράση 96/443/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 15ης Ιουλίου 1996 σχετικά με την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας (4).

Δολιοφθορά: Πράξη η οποία παρανόμως και εκ προθέσεως προκαλεί ευρείας κλίμακας ζημία σε κρατικές εγκαταστάσεις, σε άλλες δημόσιες εγκαταστάσεις, σε σύστημα δημόσιων μεταφορών ή άλλες υποδομές η οποία επιφέρει ή ενδέχεται να επιφέρει σημαντική οικονομική βλάβη.

Αθέμιτη προστασία έναντι παρανόμου περιουσιακού οφέλους και εκβίαση: Όταν επιδιώκεται με απειλές, χρήση βίας ή με οιαδήποτε άλλη μορφή εκφοβισμού η λήψη αγαθών, υποσχέσεων, η είσπραξη ποσών ή η υπογραφή οιουδήποτε εγγράφου το οποίο περιλαμβάνει ή συνεπάγεται δέσμευση, περιουσιακή διάθεση ή απαλλαγή.

Απάτη: Πλαστοπροσωπία ή χρήση ψευδούς ιδιότητας ή απατηλών μέσων για την κατάχρηση της εμπιστοσύνης ή της ευπιστίας προσώπων προκειμένου να ιδιοποιηθεί ο δράστης αγαθό που ανήκει σε τρίτο.


(1)  ΕΕ L 350 της 30.12.2008, σ. 72.

(2)  ΕΕ L 164 της 22.6.2002, σ. 3.

(3)  ΕΕ L 69 της 16.3.2005, σ. 67.

(4)  ΕΕ L 185 της 24.7.1996, σ. 5.


30.12.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 350/s3


ΣΗΜΕΊΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΑΓΝΏΣΤΗ

Τα θεσμικά όργανα αποφάσισαν να μην εμφανίζουν πλέον στα κείμενά τους τη μνεία της τελευταίας τροποποίησης των πράξεων στις οποίες παραπέμπουν.

Εάν δεν υπάρχει μνεία περί του αντιθέτου, οι πράξεις στις οποίες γίνεται παραπομπή στα κείμενα που δημοσιεύονται στο παρόν τεύχος νοούνται στην εκάστοτε ισχύουσα μορφή τους.