ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)

της 18ης Δεκεμβρίου 2014 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή — Οδηγία 2008/98/ΕΚ — Άρθρο 15 — Διαχείριση αποβλήτων — Δυνατότητα του παραγωγού αποβλήτων να προβεί ο ίδιος στην επεξεργασία τους — Εθνικός νόμος εκδοθείς για τη μεταφορά της οδηγίας στην εθνική έννομη τάξη, ο οποίος δεν έχει όμως τεθεί ακόμα σε ισχύ — Λήξη της προθεσμίας μεταφοράς — Άμεσο αποτέλεσμα»

Στην υπόθεση C‑551/13,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε η Commissione tributaria provinciale di Cagliari (Ιταλία) με απόφαση της 17ης Μαΐου 2013, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 25 Οκτωβρίου 2013, στο πλαίσιο της δίκης

Società Edilizia Turistica Alberghiera Residenziale (SETAR) SpA

κατά

Comune di Quartu S. Elena,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. Borg Barthet, ασκούντα καθήκοντα προέδρου του έκτου τμήματος, E. Levits και F. Biltgen (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: Y. Bot

γραμματέας: L. Carrasco Marco, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 8ης Οκτωβρίου 2014,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Società Edilizia Turistica Alberghiera Residenziale (SETAR) SpA, εκπροσωπούμενη από τους A. Fantozzi, R. Altieri και G. Mameli, avvocati,

η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από την C. Colelli, avvocato dello Stato,

η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την E. Sanfrutos Cano καθώς και από τις L. Cappelletti και D. Loma-Osorio Lerena,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία της οδηγίας 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (ΕΕ L 312, σ. 3).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Società Edilizia Turistica Alberghiera Residenziale (SETAR) SpA (στο εξής: SETAR), ιδιοκτήτριας ξενοδοχειακού τουριστικού συγκροτήματος στην τοποθεσία S’Oru e Mari (Ιταλία), στην Comune di Quartu S. Elena ως προς την άρνηση της εταιρίας αυτής να καταβάλει το δημοτικό τέλος για τη διάθεση των στερεών αστικών αποβλήτων (tassa per lo smaltimento dei rifiuti solidi urbani, στο εξής: TARSU).

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

3

Οι αιτιολογικές σκέψεις 25, 28 και 41 της οδηγίας 2008/52 ορίζουν τα εξής:

«(25)

Είναι σκόπιμο να επιμερίζεται το κόστος κατά τρόπον που να αντιπροσωπεύει το πραγματικό κόστος που έχουν για το περιβάλλον η παραγωγή και η διαχείριση των αποβλήτων.

[…]

(28)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμβάλει ώστε η ΕΕ να έρθει πιο κοντά σε μια “κοινωνία ανακύκλωσης”, που θα επιδιώκει την αποφυγή της δημιουργίας αποβλήτων και τη χρησιμοποίηση των αποβλήτων ως πόρου. Ειδικότερα, το έκτο κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον ζητεί τη λήψη μέτρων για την εξασφάλιση του διαχωρισμού των πηγών των αποβλήτων, της συλλογής και της ανακύκλωσης των ρευμάτων αποβλήτων που παρουσιάζουν προτεραιότητα. Σύμφωνα με τον στόχο αυτό και ως μέσο διευκόλυνσης ή βελτίωσης των δυνατοτήτων ανάκτησης, τα απόβλητα θα πρέπει να συλλέγονται χωριστά εάν αυτό είναι τεχνικά, περιβαλλοντικά και οικονομικά εφικτό, πριν να υποστούν εργασίες ανάκτησης που θα έχουν τα καλύτερα συνολικά περιβαλλοντικά αποτελέσματα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν το διαχωρισμό των επικίνδυνων συστατικών από τις ροές αποβλήτων, εάν είναι απαραίτητο για να επιτευχθεί μια περιβαλλοντικώς υγιής διαχείριση.

[...]

(41)

Για τη μετάβαση σε μια [ε]υρωπαϊκή [κ]οινωνία [α]νακύκλωσης με υψηλό επίπεδο αποδοτικότητας των πόρων, θα πρέπει να τεθούν στόχοι για την προετοιμασία για επαναχρησιμοποίηση και για την ανακύκλωση των αποβλήτων. Τα κράτη μέλη διατηρούν διαφορετικές προσεγγίσεις για τη συλλογή των οικιακών αποβλήτων και αποβλήτων της ίδιας φύσεως και συνθέσεως. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο οι εν λόγω στόχοι να λαμβάνουν υπόψη τα διαφορετικά συστήματα συλλογής στα διάφορα κράτη μέλη. Ροές αποβλήτων άλλης προέλευσης παρόμοιας με τα οικιακά απόβλητα περιλαμβάνουν τα απόβλητα που αναφέρονται στο σημείο 20 του [κ]αταλόγου ο οποίος θεσπίσθηκε με την απόφαση 2000/532/ΕΚ [της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 2000, για αντικατάσταση της απόφασης 94/3/ΕΚ για τη θέσπιση καταλόγου αποβλήτων κατά το άρθρο 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου, για τα απόβλητα, και της απόφασης 94/904/ΕΚ του Συμβουλίου για την κατάρτιση καταλόγου επικίνδυνων αποβλήτων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τα επικίνδυνα απόβλητα (ΕΕ L 226, σ. 3)].»

4

Κατά το άρθρο 1 της οδηγίας 2008/98:

«Η παρούσα οδηγία θεσπίζει μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας εμποδίζοντας ή μειώνοντας τις αρνητικές επιπτώσεις της παραγωγής και της διαχείρισης αποβλήτων, και περιορίζοντας τον συνολικό αντίκτυπο της χρήσης των πόρων και βελτιώνοντας την αποδοτικότητά της.»

5

Το άρθρο 4 της οδηγίας αυτής προβλέπει:

«1.   Στη νομοθεσία και την πολιτική για την πρόληψη και τη διαχείριση των αποβλήτων ισχύει ως τάξη προτεραιότητας η ακόλουθη ιεράρχηση όσον αφορά τα απόβλητα:

α)

πρόληψη,

β)

προετοιμασία για επαναχρησιμοποίηση,

γ)

ανακύκλωση,

δ)

άλλου είδους ανάκτηση, π.χ. ανάκτηση ενέργειας, και

ε)

διάθεση.»

2.   Όταν εφαρμόζουν την ιεράρχηση των αποβλήτων η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα ώστε να προωθούν τις εναλλακτικές δυνατότητες που παράγουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα από περιβαλλοντική άποψη. Αυτό ενδέχεται να απαιτεί την παρέκκλιση από την ιεράρχηση για ορισμένες ειδικές ροές αποβλήτων εφόσον αυτό δικαιολογείται από τον κύκλο ζωής, λαμβάνοντας υπόψη τις συνολικές επιπτώσεις της παραγωγής και της διαχείρισης τέτοιων αποβλήτων.

[...]»

6

Το άρθρο 13 της εν λόγω οδηγίας προβλέπει:

«Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι η διαχείριση των αποβλήτων πραγματοποιείται χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η ανθρώπινη υγεία και χωρίς να βλάπτεται το περιβάλλον, και ιδίως:

α)

χωρίς να δημιουργείται κίνδυνος για το νερό, τον αέρα ή το έδαφος, ούτε για την πανίδα και τη χλωρίδα·

β)

χωρίς να προκαλείται όχληση από θόρυβο ή οσμές, και

γ)

χωρίς να επηρεάζεται δυσμενώς το τοπίο ή οι τοποθεσίες ιδιαίτερου ενδιαφέροντος.»

7

Το άρθρο 14 της οδηγίας 2008/98 ορίζει:

«1.   Σύμφωνα με την αρχή “ο ρυπαίνων πληρώνει”, το κόστος διαχείρισης των αποβλήτων βαρύνει τον αρχικό παραγωγό αποβλήτων, τον τρέχοντα ή τους προηγούμενους κατόχους αποβλήτων.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι το κόστος διαχείρισης των αποβλήτων βαρύνει εν μέρει ή πλήρως τον παραγωγό του προϊόντος από το οποίο προέρχονται τα απόβλητα και ότι οι διανομείς αυτού του προϊόντος μπορούν να μοιράζονται το σχετικό κόστος.»

8

Κατά το άρθρο 15 της οδηγίας αυτής:

«1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι οι αρχικοί παραγωγοί ή άλλοι κάτοχοι αποβλήτων πραγματοποιούν οι ίδιοι την επεξεργασία των αποβλήτων ή αναθέτουν την επεξεργασία σε έμπορο ή σε οργανισμό ή σε επιχείρηση που εκτελεί εργασίες επεξεργασίας αποβλήτων ή μέσω διακανονισμού με δημόσιο ή ιδιωτικό οργανισμό συλλογής αποβλήτων σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 13.

2.   Όταν τα απόβλητα μεταφέρονται από τον αρχικό παραγωγό ή κάτοχο σε ένα ή περισσότερα νομικά πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 για προκαταρκτική επεξεργασία, αυτό δεν συνεπάγεται, κατά γενικό κανόνα, απαλλαγή από την ευθύνη για τη διεξαγωγή μιας εργασίας πλήρους ανάκτησης ή διάθεσης.

Εξάλλου, με την επιφύλαξη εφαρμογής των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) 1013/2006 [του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για τις μεταφορές αποβλήτων (ΕΕ L 190, σ. 1)], η διάταξη αυτή επιτρέπει στα κράτη μέλη να προσδιορίζουν τις προϋποθέσεις στοιχειοθέτησης της ευθύνης και να αποφασίζουν σε ποιες περιπτώσεις ο αρχικός παραγωγός διατηρεί την ευθύνη για το σύνολο της αλληλουχίας επεξεργασίας ή σε ποιες περιπτώσεις η ευθύνη του παραγωγού και του κατόχου μπορεί να κατανεμηθεί ή να εκχωρηθεί μεταξύ των εμπλεκομένων στην αλληλουχία της επεξεργασίας.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν, σύμφωνα με το άρθρο 8, ότι την ευθύνη για τη διαχείριση των αποβλήτων φέρει, πλήρως ή εν μέρει, ο παραγωγός του προϊόντος από το οποίο προέρχονται τα απόβλητα και ότι οι διανομείς των προϊόντων αυτών μπορούν να μοιράζονται την ευθύνη αυτήν.

[...]»

Το ιταλικό δίκαιο

9

Το άρθρο 188, παράγραφος 2, του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 152 σχετικά με τους κανόνες σε περιβαλλοντικά θέματα (decreto legislativo n. 152 — Norme in materia ambientale), της 3ης Απριλίου 2006 (τακτικό συμπλήρωμα GURI αριθ. 88, της 14ης Απριλίου 2006, στο εξής: νομοθετικό διάταγμα 152/2006), προβλέπει:

«Ο παραγωγός ή ο κάτοχος ειδικών αποβλήτων εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του βάσει της ακόλουθης σειράς προτεραιότητας:

a)

διάθεση των αποβλήτων από τον ίδιο·

b)

παράδοση των αποβλήτων σε εξουσιοδοτημένους τρίτους κατά την έννοια των ισχυουσών διατάξεων·

c)

παράδοση των αποβλήτων σε οργανισμούς που διαχειρίζονται τη δημόσια υπηρεσία συλλογής των αστικών αποβλήτων, με τους οποίους έχει συναφθεί σχετική σύμβαση·

d)

χρησιμοποίηση των σιδηροδρομικών γραμμών για τη μεταφορά των επικίνδυνων αποβλήτων σε αποστάσεις άνω των τριακοσίων πενήντα χιλιομέτρων και για ποσότητες υπερβαίνουσες τους εικοσιπέντε τόνους·

e)

εξαγωγή των αποβλήτων του σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που προβλέπονται στο άρθρο 194.»

10

Προς διασφάλιση της μεταφοράς της οδηγίας 2008/98 στο εθνικό δίκαιο, το άρθρο 16, παράγραφος 1, του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 205, περί των διατάξεων εφαρμογής της οδηγίας 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (decreto legislativo n. 205 — Disposizioni di attuazione delle direttiva 2008/98/CE del Parlamento europeo e del Consiglio del 19 novembre 2008 relativa ai rifiuti e che abroga alcune direttive), της 3ης Δεκεμβρίου 2010 (τακτικό συμπλήρωμα GURI αριθ. 288, της 10ης Δεκεμβρίου 2010, στο εξής: νομοθετικό διάταγμα 205/2010), τροποποίησε το άρθρο 188, παράγραφος 1, του νομοθετικού διατάγματος 152/2006 ως εξής:

«1. Ο αρχικός παραγωγός ή ο κάτοχος αποβλήτων πραγματοποιεί απευθείας την επεξεργασία τους ή τα παραδίδει σε ενδιάμεσο, έμπορο, οργανισμό ή επιχείρηση που εκτελεί τις εργασίες επεξεργασίας των αποβλήτων ή σε δημόσιο ή ιδιωτικό οργανισμό συλλογής αποβλήτων, σύμφωνα με τα άρθρα 177 και 179. Επιφυλασσομένων των διατάξεων των επόμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου, ο αρχικός παραγωγός ή κάτοχος παραμένει υπεύθυνος για ολόκληρη την αλυσίδα επεξεργασίας, υπό την έννοια ότι η ευθύνη αυτή συνεχίζει να υφίσταται κατά κανόνα κατά τη μεταφορά και παράδοση των αποβλήτων από τον αρχικό παραγωγό ή τον κάτοχο για προκαταρκτική επεξεργασία σε κάποιον από τους οργανισμούς της παρούσας παραγράφου.»

11

Περαιτέρω, το άρθρο 16, παράγραφος 1, του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 205/2010 προσέθεσε, μετά το άρθρο 188 του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 152/2006, τα άρθρα 188 bis και 188 ter, με τίτλο «Έλεγχος της ιχνηλασιμότητας των αποβλήτων» και «Σύστημα ελέγχου της ιχνηλασιμότητας των αποβλήτων (Sistri)», αντιστοίχως.

12

Το άρθρο 188 bis του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 152/2006 ορίζει:

«1.   Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 177, παράγραφος 4, η ιχνηλασιμότητα των αποβλήτων πρέπει να διασφαλίζεται από την παραγωγή έως τον τελικό προορισμό τους.

2.   Προς τον σκοπό αυτόν, η διαχείριση των αποβλήτων πρέπει να πραγματοποιείται:

a)

με σεβασμό των υποχρεώσεων τις οποίες δημιουργεί το σύστημα ελέγχου της ιχνηλασιμότητας των αποβλήτων (Sistema di controllo della Tracciabilità dei Rifiuti — Sistri), το οποίο θεσπίστηκε με το άρθρο 14 bis του νομοθετικού διατάγματος 78 της 1ης Ιουλίου 2009 που μετατράπηκε σε νόμο, κατόπιν τροποποιήσεων, με τον νόμο 102 της 3ης Αυγούστου 2009, καθώς και με το διάταγμα του Ministro dell’ambiente e della tutela del territorio e del mare (Υπουργού περιβάλλοντος και προστασίας του εδάφους και της θάλασσας), της 17ης Δεκεμβρίου 2009 [τακτικό συμπλήρωμα GURI αριθ. 9, της 13ης Ιανουαρίου 2010, σ. 1], ή

b)

με σεβασμό των υποχρεώσεων των συναφών με την τήρηση των αρχείων φορτώσεων και εκφορτώσεων και του εντύπου αναγνωρίσεως, για τα οποία γίνεται λόγος στα άρθρα 190 και 193.

[...]»

13

Το άρθρο 16, παράγραφος 2, του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 205/2010 προβλέπει ότι οι διατάξεις του «παρόντος άρθρου τίθενται σε ισχύ από την επομένη της παρόδου της προθεσμίας του άρθρου 12, παράγραφος 2, του διατάγματος [του Υπουργού περιβάλλοντος και προστασίας του εδάφους και της θάλασσας] της 17ης Δεκεμβρίου 2009».

14

Κατά το άρθρο 12, παράγραφος 2, του διατάγματος του Υπουργού περιβάλλοντος και προστασίας του εδάφους και της θάλασσας της 17ης Δεκεμβρίου 2009, «προς διασφάλιση της τηρήσεως των νομίμων υποχρεώσεων και προς εξασφάλιση της ορθής λειτουργίας του Sistri, οι οντότητες τις οποίες αφορούν τα ίδια αυτά άρθρα υποχρεούνται ωστόσο να τηρούν τις διατάξεις για τις οποίες γίνεται λόγος στα άρθρα 190 και 193 του νομοθετικού διατάγματος [αριθ. 152/2006] κατά τη διάρκεια ενός μηνός μετά τη θέση σε εφαρμογή του Sistri, όπως αναφέρεται στα άρθρα 1 και 2.»

15

Το άρθρο 1, παράγραφοι 1 και 4, του διατάγματος του Υπουργού περιβάλλοντος και προστασίας του εδάφους και της θάλασσας της 17ης Δεκεμβρίου 2009 ορίζει:

«1.   Το σύστημα ελέγχου της ιχνηλασιμότητας των αποβλήτων, αποκαλούμενο εφεξής και Sistri, το οποίο διαχειρίζεται το τμήμα της αστυνομίας το επιφορτισμένο με την προστασία του περιβάλλοντος (Comando carabinieri per la Tutela dell’Ambiente), καθίσταται λειτουργικό:

a)

την εκατοστή ογδοηκοστή ημέρα από την έναρξη ισχύος του παρόντος διατάγματος για τους αρχικούς παραγωγούς επικίνδυνων αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων του άρθρου 212, παράγραφος 8, του νομοθετικού διατάγματος [αριθ. 152/2006], που απασχολούν προσωπικό άνω των πενήντα εργαζομένων, για τις επιχειρήσεις και οργανισμούς αρχικούς παραγωγούς μη επικίνδυνων αποβλήτων του άρθρου 184, παράγραφος 3, στοιχεία c, d και g, του ίδιου νομοθετικού διατάγματος [αριθ. 152/2006] που απασχολούν προσωπικό άνω των πενήντα εργαζομένων, για τους εμπόρους και τους ενδιαμέσους, για τις κοινοπραξίες που ιδρύονται για την ανάκτηση και την ανακύκλωση ειδικών τύπων αποβλήτων και οργανώνουν τη διαχείριση των εν λόγω αποβλήτων για λογαριασμό των κοινοπρακτούντων, καθώς και για τις επιχειρήσεις του άρθρου 212, παράγραφος 5, του νομοθετικού διατάγματος [αριθ. 152/2006] που συλλέγουν και μεταφέρουν ειδικά απόβλητα, για τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς που προβαίνουν σε πράξεις ανακτήσεως και διαθέσεως αποβλήτων και για τους οργανισμούς του άρθρου 5, παράγραφος 10, του παρόντος διατάγματος,

b)

τη διακοσιοστή δέκατη ημέρα από την έναρξη ισχύος του παρόντος διατάγματος για τις επιχειρήσεις και οργανισμούς αρχικούς παραγωγούς επικίνδυνων αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων του άρθρου 212, παράγραφος 8, του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 152/2006, που απασχολούν προσωπικό έως πενήντα εργαζόμενους και για τους αρχικούς παραγωγούς μη επικίνδυνων αποβλήτων του άρθρου 184, παράγραφος 3, στοιχεία c, d και g, του ίδιου νομοθετικού διατάγματος [αριθ. 152/2006] που απασχολούν προσωπικό από ένδεκα έως πενήντα εργαζόμενους.

[...]

4.   Οι επιχειρήσεις και οργανισμοί αρχικοί παραγωγοί μη επικίνδυνων αποβλήτων του άρθρου 184, παράγραφος 3, στοιχεία c, d και g, του νομοθετικού διατάγματος [αριθ. 152/2006] που απασχολούν προσωπικό έως δέκα εργαζόμενους, οι επιχειρήσεις που συλλέγουν και μεταφέρουν ίδια μη επικίνδυνα απόβλητα κατά την έννοια του άρθρου 212, παράγραφος 8, του νομοθετικού διατάγματος [αριθ. 152/2006], οι γεωργικές επιχειρήσεις του άρθρου 2135 του αστικού κώδικα που παράγουν μη επικίνδυνα απόβλητα, καθώς και οι επιχειρήσεις και οργανισμοί αρχικοί παραγωγοί μη επικίνδυνων αποβλήτων που προκύπτουν από την άσκηση δραστηριοτήτων πλην εκείνων του άρθρου 184, παράγραφος 3, στοιχεία c, d και g, του νομοθετικού διατάγματος [αριθ. 152/2006] μπορούν να ενταχθούν σε προαιρετική βάση στο σύστημα Sistri από την προβλεπόμενη στην παράγραφο 1, στοιχείο b, ημερομηνία.»

16

Στη συνέχεια, η προθεσμία για την εφαρμογή του Sistri, την οποία αφορά το διάταγμα του Υπουργού περιβάλλοντος και προστασίας του εδάφους και της θάλασσας, της 17ης Δεκεμβρίου 2009, καθορίστηκε στις 30 Ιουνίου 2012 με το νομοθετικό διάταγμα αριθ. 138, της 13ης Αυγούστου 2011 (GURI αριθ. 188, της 13ης Αυγούστου 2011, σ. 1), που μετατράπηκε σε νόμο, κατόπιν τροποποιήσεων, με τον νόμο αριθ. 148, της 14ης Σεπτεμβρίου 2011 (GURI αριθ. 216, της 16ης Σεπτεμβρίου 2011, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με το νομοθετικό διάταγμα αριθ. 216, της29ης Δεκεμβρίου 2011 (GURI αριθ. 302, της 29ης Δεκεμβρίου 2011, σ. 8), που μετατράπηκε σε νόμο, κατόπιν τροποποιήσεων, με τον νόμο αριθ. 14, της 24ης Φεβρουαρίου 2012 (τακτικό συμπλήρωμα GURI αριθ. 48, της 27ης Φεβρουαρίου 2012).

17

Το άρθρο 52, παράγραφοι 1 και 2, του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 83, σχετικά με τη λήψη επειγόντων μέτρων για την ανάπτυξη της χώρας (νομοθετικό διάταγμα αριθ. 83 — Misure urgenti per la crescita del Paese), της 22ας Ιουνίου 2012 (τακτικό συμπλήρωμα GURI αριθ. 147, της 26ης Ιουνίου 2012), που μετατράπηκε σε νόμο, κατόπιν τροποποιήσεων, με τον νόμο αριθ. 134 της 7ης Αυγούστου 2012 (τακτικό συμπλήρωμα GURI αριθ. 187, της 11ης Αυγούστου 2012), ανέστειλε την προθεσμία εφαρμογής του Sistri μέχρι τις 30 Ιουνίου 2013 και επέβαλε τον καθορισμό της νέας αυτής προθεσμίας με διάταγμα του Υπουργού περιβάλλοντος και προστασίας του εδάφους και της θάλασσας.

18

Το άρθρο 1 του διατάγματος του Υπουργού περιβάλλοντος και προστασίας του εδάφους και της θάλασσας σχετικά με τις προθεσμίες για τη διαδοχική εκ νέου εφαρμογή του Sistri (decreto — Termini di riavvio progressivo del Sistri), της 20ής Μαρτίου 2013 (GURI αριθ. 92, της 19ης Απριλίου 2013, σ. 16), καθόρισε την 1η Οκτωβρίου 2013 την προθεσμία εφαρμογής του Sistri για τους αρχικούς παραγωγούς επικίνδυνων ειδικών αποβλήτων που απασχολούν άνω των δέκα εργαζομένων, καθώς και τους οργανισμούς και τις επιχειρήσεις που διαχειρίζονται τα επικίνδυνα ειδικά απόβλητα (παράγραφος 1) και την 3η Μαρτίου 2014 για τους λοιπούς οργανισμούς ή επιχειρήσεις που υποχρεούνται να εγγραφούν στο Sistri (παράγραφος 2)· ωστόσο, αυτοί μπορούν να ενταχθούν σε προαιρετική βάση στο σύστημα Sistri από την 1η Οκτωβρίου 2013.

19

Τέλος, το άρθρο 11, παράγραφος 3 bis, του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 101, περί επειγουσών διατάξεων για την επίτευξη των σκοπών εξορθολογισμού στη δημόσια διοίκηση (decreto-legge n. 101 — Disposizioni urgenti per il perseguimento di obiettivi di razionalizzazione nelle pubbliche amministrazioni), της 31ης Αυγούστου 2013 (GURI αριθ. 204, της 31ης Αυγούστου 2013, σ. 1), που μετατράπηκε σε νόμο, κατόπιν τροποποιήσεων, με τον νόμο αριθ. 125, της 30ής Οκτωβρίου 2013 (GURI αριθ. 255, της 30ής Οκτωβρίου 2013, σ. 1), ορίζει:

«Κατά τη διάρκεια των δέκα μηνών μετά την 1η Οκτωβρίου 2013, οι διατάξεις και υποχρεώσεις τις οποίες αφορούν τα άρθρα 188, 189, 190 και 193 του νομοθετικού διατάγματος [αριθ. 152/2006] εξακολουθούν να εφαρμόζονται σύμφωνα με το νομοθετικό κείμενο που ίσχυε πριν από τις επελθούσες με το νομοθετικό διάταγμα [αριθ. 205/2010] τροποποιήσεις καθώς και οι συναφείς κυρώσεις. [...]»

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

20

Στις 30 Νοεμβρίου 2010 η SETAR πληροφόρησε την Comune di Quartu S. Elena ότι, από την 1η Ιανουαρίου 2011, δεν θα κατέβαλλε πλέον το TARSU για τη διαχείριση της δημοτικής υπηρεσίας διαθέσεως των αποβλήτων καθόσον, από την ημερομηνία αυτή, θα απευθυνόταν, για τη διάθεση των αποβλήτων τα οποία παράγει το ξενοδοχειακό συγκρότημά της, σε ειδικευμένη επιχείρηση, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 188 του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 152/2006 και του άρθρου 15 της οδηγίας 2008/98.

21

Με απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2010, η Comune di Quartu S. Elena πληροφόρησε τη SETAR ότι εξακολουθούσε να οφείλει το TARSU για το 2011, καθόσον ουδεμία επιρροή ασκούσε το γεγονός ότι η εν λόγω εταιρεία είχε προβεί αυτοτελώς στη διάθεση των αποβλήτων της.

22

Η SETAR άσκησε, για προληπτικούς λόγους, ενώπιον του Tribunale amministrativo regionale per la Sardegna προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως με την οποία η Comune di Quartu S. Elena είχε εγκρίνει την κλίμακα επιβολής TARSU για το 2011. Το δικαστήριο αυτό δέχθηκε το αίτημα της SETAR.

23

Ενώ ήταν εκκρεμής η ενώπιον του Tribunale amministrativo regionale per la Sardegna κινηθείσα διαδικασία, η SETAR έλαβε την πράξη επιβολής φόρου, ποσού 171216 ευρώ, που αποτελούσε το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης και βασιζόταν στην κλίμακα του TARSU για το 2011.

24

Στις 20 Νοεμβρίου 2012 η Comune di Quartu S. Elena ενέκρινε μερική μείωση φόρου της SETAR, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην απόφαση του Tribunale amministrativo regionale per la Sardegna, και μείωσε, με νέα πράξη επιβολής φόρου, το ζητηθέν ποσό κατά 64193 ευρώ.

25

Επί της ουσίας της υποθέσεως, η SETAR άσκησε ενώπιον της Commissione tributaria provinciale di Cagliari προσφυγή ακυρώσεως των πράξεων επιβολής φόρου τις οποίες εξέδωσε η Comune di Quartu S. Elena. Προς στήριξη της προσφυγής της, η SETAR διατείνεται ότι οι εν λόγω πράξεις επιβολής φόρου αντίκεινται, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 15 της οδηγίας 2008/98 και στην αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», η οποία αναγνωρίζεται από το δίκαιο της Ένωσης, και, κατ’ εφαρμογή αυτών, πρέπει να απαλλαγεί της καταβολής του TARSU, εφόσον είχε προβεί στην άμεση διάθεση των παραχθέντων αποβλήτων.

26

Από την απόφαση παραπομπής προκύπτει ότι η Commissione tributaria provinciale di Cagliari κρίνει ότι το άρθρο 15 της οδηγίας 2008/98 έχει αποτελέσει το αντικείμενο μέτρου μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, μολονότι το μέτρο αυτό δεν έχει τεθεί ακόμα σε ισχύ. Εντούτοις, το δικαστήριο αυτό, αφενός, διερωτάται αν το εν λόγω άρθρο 15 μπορεί να θεωρηθεί, βάσει του περιεχομένου του, ως άνευ αιρέσεων και αρκούντως σαφές, ώστε να έχει απευθείας εφαρμογή στη διαφορά της κύριας δίκης. Αφετέρου, διερωτάται αν κανονιστική ρύθμιση όπως αυτή της κύριας δίκης θέτει ορθώς σε εφαρμογή το άρθρο 15 της οδηγίας 2008/98 καθόσον το άρθρο αυτό παρέχει και σε ιδιώτη τη δυνατότητα, χρησιμοποιώντας πρόσφορα μέσα και την επαγγελματική ικανότητα που διαθέτει, να προβεί ο ίδιος στη διάθεση των αποβλήτων του και, επομένως, να απαλλαγεί της καταβολής των σχετικών με τη διάθεση αυτή εξόδων, εξαιρουμένου του κόστους «κοινωνικής διαχειρίσεως», ένα μέρος του οποίου πρέπει, εν πάση περιπτώσει, να φέρει λόγω της υπάρξεως καθολικής υπηρεσίας.

27

Υπό τις συνθήκες αυτές, η Commissione tributaria provinciale di Cagliari αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν της διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Αντίκειται ή όχι προς το κοινοτικό δίκαιο η διάταξη του άρθρου 188 του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 152/2006 και το διάταγμα του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Προστασίας του Εδάφους και της Θάλασσας, της 17ης [Δεκεμβρίου] 2009, σύμφωνα με τα οποία η έναρξη ισχύος της ρυθμίσεως περί μεταφοράς της οδηγίας [2008/98] αναβάλλεται μέχρι την έκδοση του υπουργικού διατάγματος που θα θεσπίσει τις τεχνικές λεπτομέρειες και τις προθεσμίες ενάρξεως ισχύος της εν λόγω ρυθμίσεως περί μεταφοράς;»

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

Επί του παραδεκτού

28

Κατά την Ιταλική Κυβέρνηση, το προδικαστικό ερώτημα είναι απαράδεκτο. Συγκεκριμένα, αφενός, το ερώτημα αυτό αφορά την ερμηνεία των διατάξεων του εθνικού δικαίου και όχι την ερμηνεία διατάξεων του δικαίου της Ένωσης. Αφετέρου, και εν πάση περιπτώσει, το εν λόγω ερώτημα δεν έχει σχέση με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, στο μέτρο που αυτή πρέπει να επιλυθεί βάσει της σχετικής εθνικής νομοθεσίας, σε περίπτωση που η σχετική ρύθμιση του δικαίου της Ένωσης έχει απευθείας εφαρμογή, βάσει της ρυθμίσεως αυτής. Αντιθέτως, το ζήτημα του κατά πόσον, εν προκειμένω, πρέπει να διαπιστωθεί εκπρόθεσμη ή μη μεταφορά της οδηγίας 2008/98 στην εθνική έννομη τάξη δεν επηρεάζει τη λύση της εκκρεμούς ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου διαφοράς.

29

Η Επιτροπή, δεν προβάλλει μεν ότι το προδικαστικό ερώτημα είναι απαράδεκτο, αλλά προτείνει την αναδιατύπωσή του υπό την έννοια ότι το ερώτημα αυτό θέτει κατ’ ουσίαν το ζήτημα αν, αφενός, η οδηγία 2008/98, και πιο συγκεκριμένα το άρθρο της 15, παρέχει σε ιδιώτη τη δυνατότητα να προβαίνει ο ίδιος στη διάθεση των αποβλήτων του και να απαλλάσσεται, επομένως, της καταβολής του συναφούς δημοτικού τέλους και, αφετέρου, αν το δίκαιο της Ένωσης αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση για τη μεταφορά του άρθρου 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98, της οποίας η έναρξη ισχύος έχει αναβληθεί μέχρι την έκδοση νέου εθνικού νομοθετήματος το οποίο θα θεσπίζει τις τεχνικές λεπτομέρειες και την προθεσμία ενάρξεως ισχύος.

30

Προκαταρκτικώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, με το προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο να αποφανθεί επί της συμβατότητας ορισμένων εθνικών διατάξεων με το δίκαιο της Ένωσης.

31

Συναφώς υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο ούτε να αποφαίνεται, στο πλαίσιο διαδικασίας δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, επί της συμβατότητας των κανόνων του εθνικού δικαίου με το δίκαιο της Ένωσης ούτε να ερμηνεύει εθνικές νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις (βλ., συναφώς, μεταξύ άλλων, απόφαση Vueling Airlines, C‑487/12, EU:C:2014:2232, σκέψη 26 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

32

Πάντως, το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να παράσχει στο αιτούν δικαστήριο όλα τα ερμηνευτικά στοιχεία που άπτονται του δικαίου της Ένωσης, ώστε να έχει τη δυνατότητα να εκτιμήσει τη συμβατότητα αυτή προκειμένου να αποφανθεί επί της ενώπιόν του υποθέσεως (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση Lombardini και Mantovani, C‑285/99 και C‑286/99, EU:C:2001:640, σκέψη 27 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

33

Προστίθεται ότι, εν προκειμένω, από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί, μεταξύ άλλων, σε περίπτωση που το δίκαιο της Ένωσης έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση όπως αυτή της κύριας δίκης, κατά πόσον το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98 παρέχει δικαιώματα σε ιδιώτες τα οποία αυτοί μπορούν να επικαλεστούν απευθείας ενώπιον των δικαστηρίων κράτους μέλους. Επομένως, δεν μπορεί βασίμως να υποστηριχθεί ότι η διαφορά δεν έχει καμία σχέση με το δίκαιο της Ένωσης.

34

Υπό τις περιστάσεις αυτές, επιβάλλεται η απόρριψη των ενστάσεων που προέβαλε η Ιταλική Κυβέρνηση ως προς το παραδεκτό της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως.

Επί της ουσίας

35

Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν,

αφενός, το δίκαιο της Ένωσης και η οδηγία 2008/98 έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία όπως αυτή της κύριας δίκης, η οποία μεταφέρει μεν στην εσωτερική έννομη τάξη διάταξη της οδηγίας αυτής, αλλά η έναρξη ισχύος της εξαρτάται από την έκδοση μεταγενέστερης εσωτερικής νομοθετικής πράξεως η οποία θα καθορίσει τις τεχνικές λεπτομέρειες και την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος, ενώ έχει παρέλθει η προθεσμία για τη μεταφορά της εν λόγω οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη, και,

αφετέρου, το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98, σε συνδυασμό με τα άρθρα 4 και 13 αυτής, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία η οποία δεν προβλέπει τη δυνατότητα παραγωγού αποβλήτων ή κατόχου αποβλήτων να προβαίνει ο ίδιος στη διάθεσή τους, ούτως ώστε να απαλλάσσεται της καταβολής δημοτικού τέλους διαθέσεως αποβλήτων.

36

Για να δοθεί απάντηση στο πρώτο μέρος του ούτως αναδιατυπωθέντος ερωτήματος, υπενθυμίζεται ότι η υποχρέωση κράτους μέλους να λαμβάνει όλα τα μέτρα που απαιτούνται προς επίτευξη του επιτασσόμενου από οδηγία αποτελέσματος είναι δεσμευτική υποχρέωση, επιβαλλόμενη από το άρθρο 288, τρίτο εδάφιο, ΣΛΕΕ και από την οδηγία 2008/98. Αυτή την υποχρέωση λήψεως κάθε γενικού ή ειδικού μέτρου υπέχουν όλες οι αρχές των κρατών μελών, περιλαμβανομένων των δικαιοδοτικών αρχών στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση Waddenvereniging και Vogelbeschermingsvereniging, C‑127/02, EU:C:2004:482, σκέψη 65).

37

Από τη νομολογία προκύπτει επίσης ότι, ακόμα και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες τα κράτη μέλη διαθέτουν, κατά τη μεταφορά οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη, ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως ως προς την επιλογή των μέσων, έχουν ωστόσο την υποχρέωση να διασφαλίσουν την πλήρη αποτελεσματικότητα της οδηγίας και να τηρήσουν τις προθεσμίες που αυτή θέτει, για να είναι η εκτέλεσή της ομοιόμορφη σε όλη την Ένωση (βλ., συναφώς, απόφαση Επιτροπή κατά Ιταλίας, 10/76, EU:C:1976:125, σκέψη 12).

38

Εν προκειμένω, από το άρθρο 40, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98 προκύπτει ότι τα κράτη μέλη όφειλαν να θέσουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες προκειμένου να συμμορφωθούν προς την εν λόγω οδηγία το αργότερο μέχρι τις 12 Δεκεμβρίου 2010.

39

Προστίθεται ότι η εν λόγω οδηγία δεν προβλέπει ούτε διάταξη εισάγουσα παρέκκλιση ως προς την έναρξη ισχύος των μέτρων που σκοπούν στη διασφάλιση της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο του άρθρου 15, παράγραφος 1, ούτε γενικότερη διάταξη παρέχουσα στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να αναβάλουν νομίμως σε μεταγενέστερη της 12ης Δεκεμβρίου 2010 ημερομηνία την έναρξη ισχύος των μέτρων μεταφοράς που έχουν θεσπισθεί πριν από την ημερομηνία αυτή.

40

Επομένως, στο πρώτο μέρος του υποβληθέντος ερωτήματος πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το δίκαιο της Ένωσης και η οδηγία 2008/98 έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία, όπως αυτή της κύριας δίκης, η οποία μεταφέρει μεν στην εσωτερική έννομη τάξη διάταξη της οδηγίας αυτής, αλλά η έναρξη ισχύος της εξαρτάται από την έκδοση μεταγενέστερης εσωτερικής νομοθετικής πράξεως, αν η εν λόγω έναρξη ισχύος επέρχεται μετά την πάροδο της ταχθείσας με την οδηγία αυτή προθεσμίας για τη μεταφορά της στην εσωτερική έννομη τάξη.

41

Όσον αφορά, δεύτερον, το αν το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να προβλέπουν τη δυνατότητα αρχικού παραγωγού ή κατόχου αποβλήτων να προβαίνει ο ίδιος στη διάθεση των αποβλήτων αυτών, ούτως ώστε να απαλλάσσεται της καταβολής δημοτικού τέλους διαθέσεως αποβλήτων, επισημαίνεται ότι από το γράμμα της εν λόγω διατάξεως προκύπτει σαφώς ότι η διάταξη αυτή δεν επιβάλλει στα κράτη μέλη να προβλέπουν τη δυνατότητα αυτή.

42

Συγκεκριμένα, κατά το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98, τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν τα μέτρα που απαιτούνται προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο αρχικός παραγωγός αποβλήτων ή ο κάτοχος αποβλήτων είτε προβαίνει ο ίδιος στην επεξεργασία τους είτε αναθέτει την επεξεργασία σε έμπορο, σε οργανισμό ή σε επιχείρηση που εκτελεί εργασίες επεξεργασίας αποβλήτων ή σε δημόσιο ή ιδιωτικό οργανισμό συλλογής αποβλήτων σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 13 της οδηγίας αυτής.

43

Επομένως, το άρθρο 15, παράγραφος 1, παρέχει στα κράτη μέλη διάφορες επιλογές και η μνεία των διατάξεων των άρθρων 4 και 13 της οδηγίας 2008/98, αντιθέτως προς όσα διατείνεται η SETAR, δεν έχει την έννοια ότι περιορίζει το περιθώριο εκτιμήσεως που αναγνωρίζεται στα κράτη μέλη, ούτως ώστε να τα υποχρεώνει να αναγνωρίζουν στον αρχικό παραγωγό ή κάτοχο των αποβλήτων το δικαίωμα να προβαίνουν οι ίδιοι στην επεξεργασία των αποβλήτων αυτών και, συνεπώς, να απαλλάσσονται της υποχρεώσεως συνεισφοράς στη χρηματοδότηση του συστήματος διαχειρίσεως των αποβλήτων που έχουν θέσει σε εφαρμογή οι δημόσιες υπηρεσίες.

44

Ειδικότερα, από το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98, το οποίο προβαίνει σε ιεράρχηση των αποβλήτων η οποία πρέπει να εφαρμόζεται στη νομοθεσία και στην πολιτική σε θέματα προλήψεως και διαχειρίσεως των αποβλήτων, δεν μπορεί να συναχθεί ότι πρέπει να δοθεί η προτεραιότητα σε σύστημα βάσει του οποίου οι παραγωγοί αποβλήτων έχουν τη δυνατότητα να προβαίνουν οι ίδιοι στη διάθεσή τους. Αντιθέτως, η διάθεση των αποβλήτων περιλαμβάνεται στην τελευταία θέση της ιεραρχήσεως αυτής.

45

Εξάλλου, η ερμηνεία κατά την οποία το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98 αναγνωρίζει ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως στα κράτη μέλη και δεν τους επιβάλλει να επιτρέπουν στον αρχικό παραγωγό αποβλήτων ή στον κάτοχο των αποβλήτων να προβαίνουν οι ίδιοι στη διάθεση των αποβλήτων αυτών είναι η μόνη, βάσει της οποίας μπορεί βασίμως να ληφθεί υπόψη το γεγονός, για το οποίο γίνεται λόγος στην αιτιολογική σκέψη 41 της οδηγίας 2008/98, ότι τα εν λόγω κράτη μέλη έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις για τη συλλογή των αποβλήτων και το γεγονός ότι τα συστήματά τους συλλογής αποβλήτων διαφέρουν σημαντικά.

46

Επιπλέον, η ερμηνεία αυτή ενισχύεται από το άρθρο 14 της οδηγίας 2008/98, σχετικά με την κατανομή του κόστους διαχειρίσεως των αποβλήτων. Συγκεκριμένα, το άρθρο αυτό, το οποίο είναι κατ’ ουσίαν πανομοιότυπο με το άρθρο 15 της οδηγίας 2006/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2006, περί των στερεών αποβλήτων (ΕΕ L 114, σ. 9), το οποίο αντικατέστησε, επιβάλλει στα κράτη μέλη να προβλέπουν ότι το σύνολο των παραγωγών και κατόχων αποβλήτων φέρουν το σχετικό με το σύστημα διαχειρίσεως των αποβλήτων κόστος (βλ., συναφώς, απόφαση Futura Immobiliare κ.λπ., C‑254/08, EU:C:2009:479, σκέψη 46). Ωστόσο, η προτεινόμενη από τη SETAR ερμηνεία θα στερούσε κάθε πρακτικού αποτελέσματος τη διάταξη αυτή, εφόσον θα είχε ως συνέπεια την παροχή στους παραγωγούς ή κατόχους αποβλήτων της δυνατότητας απαλλαγής από τη χρηματοδότηση του συστήματος διαχειρίσεως των αποβλήτων, το οποίο υποχρεούνται να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη.

47

Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, ελλείψει κανονιστικής ρυθμίσεως του δικαίου της Ένωσης επιβάλλουσας στα κράτη μέλη συγκεκριμένη μέθοδο ως προς τη χρηματοδότηση του κόστους της διαχειρίσεως των αποβλήτων, η χρηματοδότηση αυτή μπορεί, κατ’ επιλογήν του ενδιαφερομένου κράτους μέλους, να διασφαλίζεται αδιακρίτως, με φόρο, με τέλος ή με οιονδήποτε άλλο τρόπο και εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει, για τη χρηματοδότηση της διαχειρίσεως του συστήματος αυτού, παραδείγματος χάρη, την επιβολή φόρου υπολογιζόμενου με βάση την εκτίμηση του παραγομένου όγκου αποβλήτων και όχι με βάση την ποσότητα αποβλήτων που πράγματι παρήχθησαν και παραδόθηκαν, δεν μπορεί να θεωρείται αντίθετη προς την οδηγία 2008/98 (βλ., συναφώς, όσον αφορά την οδηγία 2006/12, απόφαση Futura Immobiliare κ.λπ., EU:C:2009:479, σκέψεις 52 έως 54).

48

Πάντως, καίτοι οι αρμόδιες εθνικές αρχές διαθέτουν ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως όσον αφορά τον καθορισμό των τρόπων υπολογισμού αυτού του φόρου, η καθοριζόμενη με τον τρόπο αυτό φορολογική επιβάρυνση δεν πρέπει εντούτοις να βαίνει πέραν αυτού που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού (βλ., συναφώς, απόφαση Futura Immobiliare κ.λπ., EU:C:2009:479, σκέψη 55).

49

Εν προκειμένω, απόκειται συνεπώς στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει, βάσει των πραγματικών και νομικών στοιχείων που του υποβλήθηκαν, αν το TARSU συνεπάγεται την επιβάρυνση του αρχικού παραγωγού ή κατόχου αποβλήτων, όπως η SETAR, η οποία προβαίνει η ίδια στη διάθεσή τους, με προδήλως δυσανάλογο κόστος σε σχέση με τους όγκους ή τη φύση των παραχθέντων αποβλήτων και/ή εισαχθέντων στο σύστημα διαχειρίσεως των αποβλήτων.

50

Συνεπώς, στο δεύτερο μέρος του υποβληθέντος ερωτήματος πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98, σε συνδυασμό με τα άρθρα 4 και 13 της οδηγίας, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία η οποία δεν προβλέπει τη δυνατότητα του αρχικού παραγωγού ή κατόχου αποβλήτων να προβαίνει ο ίδιος στη διάθεση των αποβλήτων αυτών, ούτως ώστε να απαλλάσσεται της καταβολής δημοτικού τέλους διαθέσεως αποβλήτων, καθόσον η νομοθεσία αυτή πληροί τις απαιτήσεις της αρχής της αναλογικότητας.

51

Κατόπιν του συνόλου των προεκτεθέντων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι:

αφενός, το δίκαιο της Ένωσης και η οδηγία 2008/98 έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία, όπως αυτή της κύριας δίκης, η οποία μεταφέρει μεν στην εσωτερική έννομη τάξη διάταξη της οδηγίας αυτής, αλλά η έναρξη ισχύος της εξαρτάται από την έκδοση μεταγενέστερης εσωτερικής νομοθετικής πράξεως, αν η εν λόγω έναρξη ισχύος επέρχεται μετά την πάροδο της ταχθείσας με την οδηγία αυτή προθεσμίας, και,

αφετέρου, το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98, σε συνδυασμό με τα άρθρα 4 και 13 της οδηγίας αυτής, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία η οποία δεν προβλέπει τη δυνατότητα του αρχικού παραγωγού ή κατόχου αποβλήτων να προβαίνει ο ίδιος στη διάθεση των αποβλήτων αυτών, ούτως ώστε να απαλλάσσεται της καταβολής δημοτικού τέλους διαθέσεως αποβλήτων, καθόσον η νομοθεσία αυτή πληροί τις απαιτήσεις της αρχής της αναλογικότητας.

Επί των δικαστικών εξόδων

52

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το δίκαιο της Ένωσης και η οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών, έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία, όπως αυτή της κύριας δίκης, η οποία μεταφέρει μεν στην εσωτερική έννομη τάξη διάταξη της οδηγίας αυτής, αλλά η έναρξη ισχύος της εξαρτάται από την έκδοση μεταγενέστερης εσωτερικής νομοθετικής πράξεως, αν η εν λόγω έναρξη ισχύος επέρχεται μετά την πάροδο της ταχθείσας με την οδηγία αυτή προθεσμίας.

 

Το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98, σε συνδυασμό με τα άρθρα 4 και 13 της οδηγίας αυτής, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία η οποία δεν προβλέπει τη δυνατότητα του αρχικού παραγωγού ή κατόχου αποβλήτων να προβαίνει ο ίδιος στη διάθεση των αποβλήτων αυτών, ούτως ώστε να απαλλάσσεται της καταβολής δημοτικού τέλους διαθέσεως αποβλήτων, καθόσον η νομοθεσία αυτή πληροί τις απαιτήσεις της αρχής της αναλογικότητας.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική.