ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 29ης Ιανουαρίου 2020 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Γεωργία – Προστασία γεωγραφικών ενδείξεων και ονομασιών προελεύσεως γεωργικών προϊόντων και τροφίμων – Προστατευόμενη ονομασία προελεύσεως “Comté” – Ήσσονος σημασίας τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος – Αίτηση τροποποιήσεως κατά της οποίας έχει ασκηθεί προσφυγή ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων – Νομολογία των εθνικών δικαστηρίων κατά την οποία η προσφυγή καθίσταται άνευ αντικειμένου εφόσον η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εγκρίνει την τροποποίηση – Αποτελεσματική δικαστική προστασία – Υποχρέωση εκδικάσεως της προσφυγής»

Στην υπόθεση C-785/18,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας, Γαλλία) με απόφαση της 14ης Νοεμβρίου 2018, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 14 Δεκεμβρίου 2018, στο πλαίσιο της δίκης

GAEC Jeanningros

κατά

Institut national de l’origine et de la qualité (INAO),

Ministre de l’Agriculture et de l’Alimentation,

Ministre de l’Économie et des Finances,

παρισταμένης της:

Comité interprofessionnel de gestion du Comté,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους Μ. Βηλαρά, πρόεδρο τμήματος, S. Rodin (εισηγητή), D. Šváby, K. Jürimäe και N. Piçarra, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Campos Sánchez-Bordona

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον D. Colas, καθώς και από τις A.-L. Desjonquères και C. Mosser,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους D. Bianchi και I. Naglis,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2019,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 53 του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (ΕΕ 2012, L 343, σ. 1), του άρθρου 6 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 664/2014 της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2013, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 (ΕΕ 2014, L 179, σ. 17), και του άρθρου 10 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 668/2014 της Επιτροπής, της 13ης Ιουνίου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού 1151/2012 (ΕΕ 2014, L 179, σ. 36), σε συνδυασμό με το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της GAEC Jeanningros, γεωργικής συνεταιριστικής ενώσεως, αφενός, και του Institut national de l’origine et de la qualité (INAO) (Εθνικού Ινστιτούτου Ονομασιών Προελεύσεως και Ποιότητας, Γαλλία), του ministre de l’Agriculture et de l’Alimentation (Υπουργού Γεωργίας και Τροφίμων, Γαλλία) και του ministre de l’Économie et des Finances (Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, Γαλλία), αφετέρου, σχετικά με την τροποποίηση των προδιαγραφών της προστατευόμενης ονομασίας προελεύσεως (ΠΟΠ) «Comté».

Το νομικό πλαίσιο

3

Η αιτιολογική σκέψη 58 του κανονισμού 1151/2012 έχει ως εξής:

«Προκειμένου να διασφαλισθεί ότι οι ονομασίες που καταχωρίζονται ως ονομασίες προέλευσης, γεωγραφικές ενδείξεις και εγγυημένα παραδοσιακά ιδιότυπα προϊόντα πληρούν τους όρους του παρόντος κανονισμού, οι αιτήσεις θα πρέπει να εξετάζονται από τις εθνικές αρχές του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, σύμφωνα με ελάχιστες κοινές διατάξεις που περιλαμβάνουν εθνική διαδικασία ενστάσεων. Η Επιτροπή θα πρέπει κατόπιν να εξετάζει ενδελεχώς τις αιτήσεις ώστε να εξασφαλίζει ότι δεν υπάρχουν πρόδηλα σφάλματα και ότι έχουν ληφθεί υπόψη η νομοθεσία της Ένωσης και τα συμφέροντα των ενδιαφερομένων που βρίσκονται εκτός του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.»

4

Το άρθρο 7 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Προδιαγραφές προϊόντος», ορίζει, στην παράγραφο 1, τα ακόλουθα:

«1.   Η προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη είναι σύμφωνη με προδιαγραφές οι οποίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

α)

την ονομασία που πρέπει να προστατεύεται ως ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη, όπως χρησιμοποιείται, είτε στο εμπόριο είτε στην καθομιλουμένη γλώσσα, και μόνο στις γλώσσες οι οποίες κατά παράδοση χρησιμοποιούνται ή χρησιμοποιήθηκαν για την περιγραφή του συγκεκριμένου προϊόντος στην οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή·

β)

περιγραφή του προϊόντος, συμπεριλαμβανομένων των πρώτων υλών, κατά περίπτωση, καθώς και των κύριων φυσικών, χημικών, μικροβιολογικών ή οργανοληπτικών χαρακτηριστικών του·

γ)

τον καθορισμό της γεωγραφικής περιοχής που οριοθετείται σε σχέση με τον δεσμό που αναφέρεται στο σημείο i) ή ii) του στοιχείου στ) της παρούσας παραγράφου και, κατά περίπτωση, λεπτομέρειες από τις οποίες προκύπτει η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του άρθρου 5, παράγραφος 3·

δ)

στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το προϊόν προέρχεται από την οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή που αναφέρεται στο άρθρο 5, παράγραφος 1 ή 2·

ε)

περιγραφή της μεθόδου παραγωγής του προϊόντος και, κατά περίπτωση, των γνήσιων και πάγιων τοπικών μεθόδων, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τη συσκευασία, εφόσον το αποφασίσει η αιτούσα ομάδα και αιτιολογήσει επαρκώς γιατί το συγκεκριμένο προϊόν πρέπει να συσκευάζεται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής, προκειμένου να διασφαλισθεί η ποιότητα, η καταγωγή ή ο έλεγχος, λαμβανομένου υπόψη του δικαίου της Ένωσης, ιδίως όσον αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών και την ελεύθερη παροχή των υπηρεσιών·

στ)

λεπτομέρειες που αποδεικνύουν τα εξής:

i)

τον δεσμό μεταξύ της ποιότητας ή των χαρακτηριστικών του προϊόντος και του γεωγραφικού περιβάλλοντος που αναφέρεται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, ή

ii)

αναλόγως των περιπτώσεων, τον δεσμό μεταξύ δεδομένης ποιότητας, της φήμης ή άλλου χαρακτηριστικού του προϊόντος και της γεωγραφικής προέλευσης κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 2·

ζ)

το όνομα και τη διεύθυνση των αρχών ή, κατά περίπτωση, των οργανισμών που ελέγχουν την τήρηση των διατάξεων των προδιαγραφών προϊόντος δυνάμει του άρθρου 37, καθώς και τα συγκεκριμένα καθήκοντά τους·

η)

τυχόν ειδικούς κανόνες επισήμανσης σχετικά με το συγκεκριμένο προϊόν.»

5

Το άρθρο 49 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αίτηση καταχώρισης ονομασιών», ορίζει στις παραγράφους 2 έως 4 τα εξής:

«2.   […]

Το κράτος μέλος εξετάζει την αίτηση με τον ενδεδειγμένο τρόπο, προκειμένου να εξακριβώσει εάν είναι αιτιολογημένη και εάν πληροί τους όρους του αντίστοιχου συστήματος.

3.   Στο πλαίσιο της εξέτασης που προβλέπεται στην παράγραφο 2, δεύτερο εδάφιο, του παρόντος άρθρου, το κράτος μέλος κινεί εθνική διαδικασία ενστάσεων που εξασφαλίζει την επαρκή δημοσιότητα της εν λόγω αίτησης και προβλέπει εύλογο χρονικό διάστημα, κατά τη διάρκεια του οποίου κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον και είναι εγκατεστημένο ή διαμένει στην επικράτειά του μπορεί να υποβάλει ένσταση κατά της αίτησης.

[…]

4.   Εάν, μετά την αξιολόγηση των υποβληθεισών ενστάσεων, το κράτος μέλος θεωρεί ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, μπορεί να λάβει ευνοϊκή απόφαση και να καταθέσει στην Επιτροπή το φάκελο της αίτησης. Στην περίπτωση αυτή γνωστοποιεί στην Επιτροπή τις παραδεκτές ενστάσεις που έχει λάβει από φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο έχει διαθέσει νόμιμα στην αγορά τα συγκεκριμένα προϊόντα, χρησιμοποιώντας τις σχετικές ονομασίες αδιαλείπτως επί πέντε τουλάχιστον έτη πριν από την ημερομηνία της δημοσιοποίησης που προβλέπεται στην παράγραφο 3.

Το κράτος μέλος εξασφαλίζει τη δημοσιοποίηση της ευνοϊκής του απόφασης και τη δυνατότητα προσφυγής κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου που έχει σχετικό έννομο συμφέρον.

[…]»

6

Το άρθρο 50, παράγραφος 1, του ιδίου κανονισμού προβλέπει τα ακόλουθα:

«Η Επιτροπή εξετάζει, με τον ενδεδειγμένο τρόπο, οποιαδήποτε αίτηση λαμβάνει σύμφωνα με το άρθρο 49, προκειμένου να εξακριβώσει εάν είναι αιτιολογημένη και εάν πληροί τους όρους του αντίστοιχου συστήματος. […]»

7

Το άρθρο 53 του κανονισμού 1151/2012, το οποίο φέρει τον τίτλο «Τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος», ορίζει στις παραγράφους 1 και 2 τα εξής:

«1.   Μια ομάδα που έχει έννομο συμφέρον μπορεί να υποβάλει αίτηση για την έγκριση τροποποίησης των προδιαγραφών ενός προϊόντος.

Οι αιτήσεις περιγράφουν και αιτιολογούν τις ζητούμενες τροποποιήσεις.

2.   Εάν πρόκειται για μία ή περισσότερες τροποποιήσεις των προδιαγραφών που δεν είναι ήσσονος σημασίας, η αίτηση τροποποίησης υποβάλλεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 49 έως 52.

Ωστόσο, εάν οι προτεινόμενες τροποποιήσεις είναι ήσσονος σημασίας, η Επιτροπή εγκρίνει ή απορρίπτει την αίτηση. Σε περίπτωση έγκρισης τροποποιήσεων που συνεπάγονται αλλαγή των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 50, παράγραφος 2, η Επιτροπή δημοσιεύει τα στοιχεία αυτά στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Μια τροποποίηση θεωρείται ήσσονος σημασίας στην περίπτωση του συστήματος ποιότητας που περιγράφεται στον τίτλο ΙΙ, όταν:

α)

δεν αφορά τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του προϊόντος·

β)

δεν αλλοιώνει τον δεσμό που αναφέρεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο στ), σημείο i) ή σημείο ii)·

γ)

δεν περιλαμβάνει αλλαγή της ονομασίας του προϊόντος ή τμήματος αυτής·

δ)

δεν επηρεάζει την οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή· ή

ε)

δεν αυξάνει τους περιορισμούς στην εμπορία του προϊόντος ή των πρώτων υλών του.

[…]»

8

Το άρθρο 6 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 664/2014, το οποίο φέρει τον τίτλο «Τροποποιήσεις των προδιαγραφών προϊόντος», προβλέπει στις παραγράφους 1 και 2 τα ακόλουθα:

«1.   Η αίτηση τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 53, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 που δεν είναι ήσσονος σημασίας περιέχει αναλυτική περιγραφή και τους συγκεκριμένους λόγους που δικαιολογούν κάθε τροποποίηση. Η περιγραφή συγκρίνει λεπτομερώς, για κάθε τροποποίηση, τις αρχικές προδιαγραφές προϊόντος και, κατά περίπτωση, το αρχικό ενιαίο έγγραφο με την προτεινόμενη τροποποιημένη έκδοση.

Η εν λόγω αίτηση είναι αυτόνομη. Περιέχει όλες τις τροποποιήσεις των προδιαγραφών προϊόντος και, ανάλογα με την περίπτωση, του ενιαίου εγγράφου για τα οποία ζητείται έγκριση.

[…]

2.   Αιτήσεις για ήσσονος σημασίας τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος που αφορούν προστατευόμενες ονομασίες προέλευσης ή προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις υποβάλλονται στις αρχές του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται η γεωγραφική περιοχή της ονομασίας ή της ένδειξης. […] Εάν το κράτος μέλος θεωρεί ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 και των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει αυτού, μπορεί να υποβάλει φάκελο αίτησης για ήσσονος σημασίας τροποποίηση στην Επιτροπή.

[…]

Η αίτηση για ήσσονος σημασίας τροποποίηση αφορά μόνον ήσσονος σημασίας τροποποιήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 53, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012. Περιγράφει τις εν λόγω ήσσονος σημασίας τροποποιήσεις, περιέχει σύνοψη του λόγου για τον οποίο απαιτείται τροποποίηση και καταδεικνύει ότι οι προτεινόμενες τροποποιήσεις θεωρούνται ήσσονος σημασίας σύμφωνα με το άρθρο 53, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012. Συγκρίνει, για κάθε τροποποίηση, τις αρχικές προδιαγραφές προϊόντος και, κατά περίπτωση, το αρχικό ενιαίο έγγραφο με την προτεινόμενη τροποποιημένη έκδοση. Η αίτηση είναι αυτόνομη και περιέχει όλες τις τροποποιήσεις των προδιαγραφών προϊόντος και, ανάλογα με την περίπτωση, του ενιαίου εγγράφου για τις οποίες ζητείται έγκριση.

Οι ήσσονος σημασίας τροποποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 53, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 θεωρείται ότι έχουν εγκριθεί εάν η Επιτροπή δεν διαβιβάσει πληροφορίες για το αντίθετο στον αιτούντα εντός τριών μηνών από την παραλαβή της αίτησης.

Αίτηση για ήσσονος σημασίας τροποποίηση που δεν συμμορφώνεται με το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν γίνεται δεκτή. Η σιωπηρή έγκριση που αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζεται στις αιτήσεις αυτές. Η Επιτροπή ενημερώνει τον αιτούντα σε περίπτωση που η αίτηση κρίνεται απαράδεκτη εντός τριών μηνών από την παραλαβή της αίτησης.

Η Επιτροπή δημοσιοποιεί την εγκεκριμένη ήσσονος σημασίας τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος που δεν συνεπάγεται τροποποίηση των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 50, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012.»

9

Το άρθρο 10, παράγραφοι 1 και 2, του εκτελεστικού κανονισμού 668/2014, το οποίο φέρει τον τίτλο «Διαδικαστικές απαιτήσεις για την τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος», ορίζει τα εξής:

«1.   Οι αιτήσεις για έγκριση τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης ή προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης η οποία δεν είναι ήσσονος σημασίας συντάσσονται σύμφωνα με το έντυπο του παραρτήματος V. Οι αιτήσεις αυτές συμπληρώνονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012. Το τροποποιημένο ενιαίο έγγραφο συντάσσεται σύμφωνα με το έντυπο του παραρτήματος I του παρόντος κανονισμού. Η παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών προϊόντος που περιέχεται στο τροποποιημένο ενιαίο έγγραφο παραπέμπει στην επικαιροποιημένη εκδοχή των προτεινόμενων προδιαγραφών προϊόντος.

[…]

2.   Οι αιτήσεις για έγκριση τροποποίησης ήσσονος σημασίας που αναφέρονται στο άρθρο 53, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 συντάσσονται σύμφωνα με το έντυπο του παραρτήματος VII του παρόντος κανονισμού.

Οι αιτήσεις για έγκριση τροποποίησης ήσσονος σημασίας που αφορούν προστατευόμενες ονομασίες προέλευσης ή προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις συνοδεύονται από το ενημερωμένο ενιαίο έγγραφο, εφόσον έχει τροποποιηθεί, το οποίο συντάσσεται σύμφωνα με το έντυπο του παραρτήματος I. Η παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών του προϊόντος στο τροποποιημένο ενιαίο έγγραφο παραπέμπει στην επικαιροποιημένη εκδοχή των προτεινόμενων προδιαγραφών προϊόντος.

Για τις αιτήσεις που προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν δήλωση ότι, κατά την κρίση τους, η αίτηση πληροί τους όρους του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 και των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει αυτού και αναφέρουν την παραπομπή στη δημοσίευση των επικαιροποιημένων προδιαγραφών προϊόντος Για τις αιτήσεις που προέρχονται από τρίτες χώρες, η οικεία ομάδα ή οι αρχές της τρίτης χώρας εσωκλείουν τις επικαιροποιημένες προδιαγραφές του προϊόντος. Οι αιτήσεις για τροποποίηση ήσσονος σημασίας στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6, παράγραφος 2, πέμπτο εδάφιο, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 664/2014 περιλαμβάνουν τα στοιχεία της παραπομπής στη δημοσίευση των επικαιροποιημένων προδιαγραφών του προϊόντος, για τις αιτήσεις που προέρχονται από τα κράτη μέλη, και τις επικαιροποιημένες προδιαγραφές του προϊόντος, για τις αιτήσεις που προέρχονται από τρίτες χώρες.

[…]»

10

Αίτηση ήσσονος σημασίας τροποποιήσεως των προδιαγραφών της ΠΟΠ «Comté» εγκρίθηκε με απόφαση της Επιτροπής της 1ης Ιουνίου 2018 (ΕΕ 2018, C 187, σ. 7).

11

Κατά το σημείο 5.1.18. των προδιαγραφών της ΠΟΠ «Comté»:

«Το άρμεγμα πρέπει να γίνεται δύο φορές την ημέρα, το πρωί και το βράδυ, σε τακτές ώρες. Επομένως, δεν επιτρέπεται το άρμεγμα με σύστημα αυτοεξυπηρέτησης. Απαγορεύεται η χρήση αρμεκτικού ρομπότ.

[…]»

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

12

Στις 8 Σεπτεμβρίου 2017, ο Υπουργός Γεωργίας και Τροφίμων και ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών εξέδωσαν απόφαση περί εγκρίσεως των προδιαγραφών προϊόντος της ΠΟΠ «Comté», όπως αυτές τροποποιήθηκαν κατόπιν προτάσεως του INAO, προκειμένου οι προδιαγραφές αυτές να διαβιβασθούν προς έγκριση στην Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 53 του κανονισμού 1151/2012.

13

Η χαρακτηριζόμενη ως ήσσονος σημασίας τροποποίηση αυτή των εν λόγω προδιαγραφών είχε ως σκοπό, μέσω προσθήκης στο σημείο 5.1.18, την απαγόρευση της χρήσεως αρμεκτικού ρομπότ για την παραγωγή γάλακτος προοριζομένου για την παρασκευή του τυριού Comté.

14

Με δικόγραφο που κατέθεσε στις 16 Νοεμβρίου 2017 ενώπιον του Conseil d’État (Συμβουλίου της Επικρατείας, Γαλλία), η GAEC Jeanningros ζήτησε την ακύρωση της ως άνω κοινής υπουργικής αποφάσεως της 8ης Σεπτεμβρίου 2017, καθόσον με την απόφαση αυτή εγκρίνεται η επίμαχη απαγόρευση.

15

Εκκρεμούσης της δίκης αυτής, η Επιτροπή, με απόφαση που δημοσιεύθηκε την 1η Ιουνίου 2018 (ΕΕ 2018, C 187, σ. 7), ενέκρινε, βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 664/2014, την επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης αίτηση τροποποιήσεως ήσσονος σημασίας των προδιαγραφών του προϊόντος ΠΟΠ «Comté», σύμφωνα με το άρθρο 53, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1151/2012.

16

Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η εκ μέρους της Επιτροπής έγκριση, σύμφωνα με το άρθρο 53, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1151/2012, αιτήσεως για ήσσονος σημασίας τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος ΠΟΠ έχει ως συνέπεια να καθιστά άνευ αντικειμένου ένδικο βοήθημα ασκηθέν ενώπιον του δικαστηρίου αυτού κατά της πράξεως με την οποία οι αρμόδιες εθνικές αρχές διαβίβασαν προς έγκριση στην Επιτροπή τις νέες προδιαγραφές προϊόντος που περιλαμβάνουν την εν λόγω ήσσονος σημασίας τροποποίηση.

17

Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει συναφώς ότι η ερμηνεία αυτή, η οποία προκύπτει από πάγια νομολογία του, συνεπάγεται ότι δεν εξετάζεται το ζήτημα της νομιμότητας των οικείων προδιαγραφών.

18

Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, ωστόσο, αν η νομολογία του είναι συμβατή με το δίκαιο της Ένωσης, ιδίως δε με το άρθρο 47 του Χάρτη, λαμβανομένων υπόψη των συνεπειών που θα είχε ενδεχόμενη ακύρωση αποφάσεως των εθνικών αρχών περί αιτήσεως τροποποιήσεως των προδιαγραφών προϊόντος ΠΟΠ ως προς το κύρος της καταχωρίσεως εκ μέρους της Επιτροπής.

19

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Έχουν το άρθρο 53 του κανονισμού [1151/2012], το άρθρο 6 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού [664/2014] και το άρθρο 10 του εκτελεστικού κανονισμού [668/2014], σε συνδυασμό με το άρθρο 47 του [Χάρτη], την έννοια ότι, ειδικώς στην περίπτωση κατά την οποία η […] Επιτροπή αποδεχθεί την αίτηση αρχών κράτους μέλους για την τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος ονομασίας και την καταχώριση της [ΠΟΠ], ενώ κατά της αιτήσεως αυτής εξακολουθεί να εκκρεμεί προσφυγή ασκηθείσα ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων του εν λόγω κράτους, τα εθνικά δικαστήρια μπορούν να αποφασίσουν ότι παρέλκει η έκδοση αποφάσεως επί της υπό κρίση διαφοράς ή εάν, λαμβανομένων υπόψη των αποτελεσμάτων που θα είχε ενδεχόμενη ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως ως προς τη νομιμότητα της καταχωρίσεως από την[…] Επιτροπή, οφείλουν να αποφανθούν επί της νομιμότητας της πράξεως αυτής των εθνικών αρχών;»

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

20

Με το προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν να διευκρινισθεί αν το άρθρο 53, παράγραφος 2, του κανονισμού 1151/2012, το άρθρο 6 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 664/2014 και το άρθρο 10 του εκτελεστικού κανονισμού 668/2014, ερμηνευόμενα σε συνδυασμό με το άρθρο 47 του Χάρτη, έχουν την έννοια ότι, σε περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή δέχθηκε αίτηση των αρχών κράτους μέλους για τροποποίηση ήσσονος σημασίας των προδιαγραφών προϊόντος ΠΟΠ, τα εθνικά δικαστήρια που έχουν επιληφθεί προσφυγής σχετικής με τη νομιμότητα της αποφάσεως την οποία έλαβαν οι αρχές αυτές επί της αιτήσεως, προκειμένου η εν λόγω αίτηση να διαβιβασθεί στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 53, παράγραφος 2, του κανονισμού 1151/2012, δύνανται να αποφασίσουν ότι παρέλκει η έκδοση αποφάσεως επί της εκκρεμούσας ενώπιόν τους διαφοράς.

21

Επισημαίνεται καταρχάς ότι οι προδιαγραφές προϊόντος βάσει των οποίων καταχωρίζεται ΠΟΠ, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπουν προς τούτο τα άρθρα 49 έως 52 του κανονισμού 1151/2012, μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο τροποποιήσεως τηρουμένων όσων επιτάσσει το άρθρο 53 του κανονισμού αυτού. Το εν λόγω άρθρο διακρίνει, στην παράγραφο 2, μεταξύ των τροποποιήσεων «που δεν είναι ήσσονος σημασίας», στην περίπτωση των οποίων έχει εφαρμογή η διαδικασία καταχωρίσεως ΠΟΠ που προβλέπουν τα άρθρα 49 έως 52 του εν λόγω κανονισμού, και των τροποποιήσεων «ήσσονος σημασίας», οι οποίες ορίζονται στο άρθρο 53, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του ιδίου κανονισμού και οι οποίες υπάγονται στην απλουστευμένη διαδικασία που προβλέπει η διάταξη αυτή.

22

Δεν αμφισβητείται εν προκειμένω ότι η επίμαχη απόφαση αφορά αίτηση τροποποιήσεως ήσσονος σημασίας των προδιαγραφών, κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διατάξεως.

23

Στο πλαίσιο της εκτιμήσεως των συνεπειών που έχει η εκ μέρους της Επιτροπής έγκριση τέτοιας τροποποιήσεως επί της εκκρεμούσης ενώπιον εθνικού δικαστηρίου προσφυγής με αίτημα την ακύρωση της αποφάσεως των εθνικών αρχών σχετικά με την τροποποίηση αυτή, διαπιστώνεται ότι ο κανονισμός 1151/2012 προβαίνει σε επιμερισμό των αρμοδιοτήτων μεταξύ του ενδιαφερομένου κράτους μέλους και της Επιτροπής (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 6ης Δεκεμβρίου 2001, Carl Kühne κ.λπ., C-269/99, EU:C:2001:659, σκέψη 50).

24

Πράγματι, το Δικαστήριο έκρινε ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ) 2081/92 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουλίου 1992, για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων (ΕΕ 1992, L 208, σ. 1), ο οποίος προέβλεπε διαδικασία καταχωρίσεως αντίστοιχη, κατ’ ουσίαν, της διαδικασίας καταχωρίσεως κατά τα άρθρα 49 έως 52 του κανονισμού 1151/2012, καθιέρωνε σύστημα επιμερισμού αρμοδιοτήτων, υπό την έννοια ότι, ειδικότερα, η Επιτροπή μπορούσε να λάβει απόφαση περί καταχωρίσεως ονομασίας ως ΠΟΠ μόνον εφόσον το κράτος μέλος είχε διακριβώσει ότι η αίτηση ήταν δικαιολογημένη. Το σύστημα αυτό επιμερισμού των αρμοδιοτήτων οφείλεται ιδίως στο γεγονός ότι η καταχώριση προϋποθέτει τον έλεγχο περί του ότι πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, στοιχείο που απαιτεί, σε μεγάλο βαθμό, επισταμένη γνώση ζητημάτων τα οποία συνδέονται με το συγκεκριμένο κράτος μέλος και για τη διακρίβωση των οποίων καταλληλότερες είναι οι αρμόδιες αρχές του κράτους αυτού (βλ., κατ’ αναλογία, αποφάσεις της 6ης Δεκεμβρίου 2001, Carl Kühne κ.λπ., C-269/99, EU:C:2001:659, σκέψη 53, και της 2ας Ιουλίου 2009, Bavaria και Bavaria Italia, C-343/07, EU:C:2009:415, σκέψη 66).

25

Επιπλέον, λαμβανομένης υπόψη της εξουσίας λήψεως αποφάσεων που καταλείπεται κατά τα ανωτέρω στις εθνικές αρχές στο πλαίσιο του συστήματος επιμερισμού των αρμοδιοτήτων, απόκειται αποκλειστικώς στα εθνικά δικαστήρια να αποφαίνονται επί της νομιμότητας των πράξεων που εκδίδουν οι εν λόγω αρχές, όπως είναι οι πράξεις που αφορούν αιτήσεις καταχωρίσεως ονομασίας, οι οποίες αποτελούν αναγκαίο στάδιο της διαδικασίας εκδόσεως πράξεως της Ένωσης, δεδομένου ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης διαθέτουν σχετικά με τις πράξεις αυτές μόνον περιορισμένο ή και ανύπαρκτο περιθώριο εκτιμήσεως, ενώ οι πράξεις των θεσμικών οργάνων, όπως οι αποφάσεις περί καταχωρίσεως, υπόκεινται στον έλεγχο του Δικαστηρίου (βλ., κατ’ αναλογία, αποφάσεις της 6ης Δεκεμβρίου 2001, Carl Kühne κ.λπ., C-269/99, EU:C:2001:659, σκέψεις 57 και 58, και της 2ας Ιουλίου 2009, Bavaria και Bavaria Italia, C-343/07, EU:C:2009:415, σκέψεις 70 και 71).

26

Ως εκ τούτου, στα εθνικά δικαστήρια απόκειται να αποφαίνονται επί των παρατυπιών που ενδεχομένως ενέχει εθνική πράξη, όπως η σχετική με αίτηση καταχωρίσεως ονομασίας, υποβάλλοντας στο Δικαστήριο, εφόσον παρίσταται ανάγκη, αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, υπό τις αυτές προϋποθέσεις ελέγχου που ισχύουν για κάθε οριστική πράξη η οποία, εκδιδόμενη από την ίδια εθνική αρχή, μπορεί να θίξει δικαιώματα τρίτων (πρβλ. αποφάσεις της 3ης Δεκεμβρίου 1992, Oleificio Borelli κατά Επιτροπής, C-97/91, EU:C:1992:491, σκέψεις 11 έως 13, της 6ης Δεκεμβρίου 2001, Carl Kühne κ.λπ., C-269/99, EU:C:2001:659, σκέψη 58, και της 2ας Ιουλίου 2009, Bavaria και Bavaria Italia, C-343/07, EU:C:2009:415, σκέψη 57).

27

Πράγματι, το δικαιοδοτικό όργανο της Ένωσης δεν είναι αρμόδιο, στο πλαίσιο προσφυγής ασκηθείσας βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, να αποφαίνεται επί της νομιμότητας πράξεως εκδοθείσας από εθνική αρχή, η δε διαπίστωση αυτή δεν αναιρείται σε περίπτωση κατά την οποία η επίμαχη πράξη εντάσσεται στο πλαίσιο διαδικασίας λήψεως αποφάσεως της Ένωσης (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 3ης Δεκεμβρίου 1992, Oleificio Borelli κατά Επιτροπής, C-97/91, EU:C:1992:491, σκέψεις 9 και 10).

28

Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 51 έως 59 των προτάσεών του, η νομολογία αυτή, η οποία αφορά τη διαδικασία καταχωρίσεως ΠΟΠ, δύναται να τύχει εφαρμογής και στις διαδικασίες τροποποιήσεως, τόσο ήσσονος όσο και μη ήσσονος σημασίας, που εκτέθηκαν στη σκέψη 21 της παρούσας αποφάσεως.

29

Συναφώς, όσον αφορά τις αιτήσεις για μη ήσσονος σημασίας τροποποιήσεις των προδιαγραφών προϊόντος ΠΟΠ, στην εν λόγω σκέψη 21 επισημάνθηκε ότι, βάσει της παραπομπής εκ μέρους του άρθρου 53, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1151/2012, αυτές υπόκεινται στην ίδια διαδικασία με εκείνη που ισχύει για την καταχώριση ΠΟΠ.

30

Όσον αφορά τις αιτήσεις για τροποποιήσεις ήσσονος σημασίας, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 53, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1151/2012, αυτές υπάγονται, βάσει των διατάξεων του άρθρου 6, παράγραφος 2, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 664/2014 και του άρθρου 10, παράγραφος 2, του εκτελεστικού κανονισμού 668/2014, σε απλουστευμένη μεν διαδικασία, πλην όμως κατ’ ουσίαν παρεμφερή με την εν λόγω διαδικασία καταχωρίσεως, καθόσον και σε αυτήν την περίπτωση καθιερώνεται σύστημα επιμερισμού των αρμοδιοτήτων μεταξύ των αρχών του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους και της Επιτροπής όσον αφορά, αφενός, τον έλεγχο του σύμφωνου χαρακτήρα της αιτήσεως τροποποιήσεως με τις απαιτήσεις εκ των κανονισμών αυτών, καθώς και εκ του κανονισμού 1151/2012, και, αφετέρου, την έγκριση της αιτήσεως αυτής.

31

Εκ των προεκτεθέντων συνάγεται ότι, σύμφωνα με τη νομολογία που υπομνήσθηκε στη σκέψη 26 της παρούσας αποφάσεως, απόκειται στα εθνικά δικαστήρια να επιλαμβάνονται των παρατυπιών που ενδεχομένως ενέχει εθνική πράξη σχετική με αίτηση για ήσσονος σημασίας τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος ΠΟΠ, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης υπουργική απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2017.

32

Στο πλαίσιο αυτό, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, απόκειται στα δικαστήρια των κρατών μελών, δυνάμει της διαλαμβανόμενης στο άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ αρχής της καλόπιστης συνεργασίας, να διασφαλίζουν τη δικαστική προστασία των δικαιωμάτων τα οποία οι ιδιώτες αντλούν από το δίκαιο της Ένωσης, το δε άρθρο 19, παράγραφος 1, ΣΕΕ επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να προβλέπουν τα ένδικα βοηθήματα και μέσα που είναι αναγκαία για να διασφαλίζεται η αποτελεσματική δικαστική προστασία στους τομείς που διέπονται από το δίκαιο της Ένωσης (αποφάσεις της 8ης Νοεμβρίου 2016, Lesoochranárske zoskupenie VLK, C-243/15, EU:C:2016:838, σκέψη 50, και της 26ης Ιουλίου 2017, Sacko, C-348/16, EU:C:2017:591, σκέψη 29).

33

Η επιβαλλόμενη στα κράτη μέλη υποχρέωση αυτή αντιστοιχεί στο δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον αμερόληπτου δικαστηρίου που κατοχυρώνεται με το άρθρο 47 του Χάρτη, το οποίο επιβεβαιώνει την αρχή της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας (πρβλ. αποφάσεις της 26ης Ιουλίου 2017, Sacko, C‑348/16, EU:C:2017:591, σκέψεις 30 και 31, και της 26ης Ιουνίου 2019, Craeynest κ.λπ., C-723/17, EU:C:2019:533, σκέψη 54) και το οποίο μνημονεύεται, άλλωστε, όσον αφορά τη διαδικασία καταχωρίσεως, στο άρθρο 49, παράγραφος 4, του κανονισμού 1151/2012.

34

Επομένως, εν προκειμένω, πρέπει να εξετασθεί με γνώμονα την αρχή αυτήν αν εθνικό δικαστήριο το οποίο έχει επιληφθεί προσφυγής ασκηθείσας κατά πράξεως των εθνικών αρχών σχετικής με αίτηση για ήσσονος σημασίας τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος ΠΟΠ, κατά την έννοια του άρθρου 53, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1151/2012, δύναται να κρίνει ότι παρέλκει η έκδοση αποφάσεως επί της εκκρεμούσας ενώπιόν του διαφοράς, για τον λόγο ότι η Επιτροπή δέχθηκε την αίτηση αυτή τροποποιήσεως.

35

Συναφώς, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 58 των προτάσεών του, οι αποφάσεις των εθνικών αρχών σχετικά με ήσσονος σημασίας τροποποιήσεις εκφεύγουν της αποκλειστικής αρμοδιότητας του δικαιοδοτικού οργάνου της Ένωσης, δεδομένου ότι πρόκειται για αυτοτελείς πράξεις οι οποίες είναι απαραίτητες προκειμένου να δύναται η Επιτροπή να αποφανθεί εν συνεχεία επ’ αυτών. Λαμβανομένου, όμως, υπόψη του ιδιαιτέρως περιορισμένου περιθωρίου εκτιμήσεως που διαθέτει συναφώς η Επιτροπή, οι αποφάσεις που έλαβαν όντως υπόψη όλα τα στοιχεία τα οποία δικαιολογούν την έγκριση των εν λόγω τροποποιήσεων των προδιαγραφών προϊόντος είναι εκείνες των εθνικών αρχών.

36

Ως εκ τούτου, η απόφαση με την οποία η Επιτροπή εγκρίνει τέτοια αίτηση τροποποιήσεως στηρίζεται στην απόφαση που λαμβάνουν επί της αιτήσεως αυτής οι αρχές του ενδιαφερομένου κράτους μέλους και, συνεπώς, εξαρτάται κατ’ ανάγκην από την τελευταία αυτή απόφαση, τούτο δε κατά μείζονα λόγο αν ληφθεί υπόψη ότι το περιθώριο εκτιμήσεως που καταλείπεται στην Επιτροπή κατά την έγκριση περιορίζεται, κατ’ ουσίαν, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 58 του κανονισμού 1151/2012, στη διακρίβωση ότι η αίτηση περιλαμβάνει τα απαιτούμενα στοιχεία και ότι δεν προκύπτει ότι ενέχει πρόδηλα σφάλματα (βλ., κατ’ αναλογία, αποφάσεις της 6ης Δεκεμβρίου 2001, Carl Kühne κ.λπ., C‑269/99, EU:C:2001:659, σκέψη 54, και της 2ας Ιουλίου 2009, Bavaria και Bavaria Italia, C-343/07, EU:C:2009:415, σκέψη 67).

37

Υπό τις συνθήκες αυτές, εάν εθνικό δικαστήριο το οποίο έχει επιληφθεί προσφυγής κατά της νομιμότητας αποφάσεως των εθνικών αρχών σχετικής με αίτηση για ήσσονος σημασίας τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος ΠΟΠ έκρινε ότι δεν συντρέχει πλέον λόγος να αποφανθεί επί της προσφυγής, με την αιτιολογία ότι η Επιτροπή ενέκρινε την επίμαχη αίτηση, θα υπονομευόταν η δικαστική προστασία την οποία οφείλει να διασφαλίζει το δικαστήριο αυτό όσον αφορά τέτοιες αιτήσεις τροποποιήσεως.

38

Τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο δεδομένου ότι η διαδικασία σχετικά με αίτηση ήσσονος σημασίας τροποποιήσεως των προδιαγραφών, κατά το άρθρο 53, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1151/2012, αντιθέτως προς ό,τι προβλέπεται στην περίπτωση μη ήσσονος σημασίας τροποποιήσεως των προδιαγραφών προϊόντος, δεν προβλέπει τη δυνατότητα υποβολής ενστάσεων κατά της προτεινόμενης τροποποιήσεως. Υπό τις συνθήκες αυτές, η προσφυγή που βάλλει κατά της νομιμότητας αποφάσεως των εθνικών αρχών εγκρίνουσας την εν λόγω αίτηση για ήσσονος σημασίας τροποποίηση αποτελεί τη μοναδική δυνατότητα των φυσικών και νομικών προσώπων που θίγονται από την επίμαχη απόφαση να αντιταχθούν σε αυτήν.

39

Η ενδεχόμενη ακύρωση τέτοιας αποφάσεως των εθνικών αρχών θα καθιστούσε άνευ ερείσματος την απόφαση της Επιτροπής και θα συνεπαγόταν, ως εκ τούτου, την εκ μέρους της Επιτροπής επανεξέταση της υποθέσεως (πρβλ. απόφαση της 26ης Οκτωβρίου 2017, Global Steel Wire κ.λπ. κατά Επιτροπής, C-454/16 P έως C-456/16 P και C-458/16 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2017:818, σκέψη 31 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

40

Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 53, παράγραφος 2, του κανονισμού 1151/2012, το άρθρο 6 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 664/2014 και το άρθρο 10 του εκτελεστικού κανονισμού 668/2014, ερμηνευόμενα σε συνδυασμό με το άρθρο 47 του Χάρτη, έχουν την έννοια ότι, σε περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή δέχθηκε αίτηση των αρχών κράτους μέλους για τροποποίηση ήσσονος σημασίας των προδιαγραφών προϊόντος ΠΟΠ, τα εθνικά δικαστήρια που έχουν επιληφθεί προσφυγής σχετικής με τα νομιμότητα της αποφάσεως την οποία έλαβαν οι αρχές αυτές επί της αιτήσεως, προκειμένου η εν λόγω αίτηση να διαβιβασθεί στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 53, παράγραφος 2, του κανονισμού 1151/2012, δεν δύνανται να αποφασίσουν, αποκλειστικώς και μόνον εξ αυτού του λόγου, ότι παρέλκει η έκδοση αποφάσεως επί της εκκρεμούσας ενώπιόν τους διαφοράς.

Επί των δικαστικών εξόδων

41

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 53, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων, το άρθρο 6 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 664/2014 της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2013, για τη συμπλήρωση του κανονισμού 1151/2012, και το άρθρο 10 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 668/2014 της Επιτροπής, της 13ης Ιουνίου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού 1151/2012, ερμηνευόμενα σε συνδυασμό με το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν την έννοια ότι, σε περίπτωση κατά την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δέχθηκε αίτηση των αρχών κράτους μέλους για τροποποίηση ήσσονος σημασίας των προδιαγραφών προϊόντος προστατευόμενη ονομασίας προελεύσεως, τα εθνικά δικαστήρια που έχουν επιληφθεί προσφυγής σχετικής με τα νομιμότητα της αποφάσεως την οποία έλαβαν οι αρχές αυτές επί της αιτήσεως, προκειμένου η εν λόγω αίτηση να διαβιβασθεί στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 53, παράγραφος 2, του κανονισμού 1151/2012, δεν δύνανται να αποφασίσουν, αποκλειστικώς και μόνον εξ αυτού του λόγου, ότι παρέλκει η έκδοση αποφάσεως επί της εκκρεμούσας ενώπιόν τους διαφοράς.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.