23.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 218/126


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου περί των ελέγχων, εκ μέρους των κρατών μελών, των πράξεων που αποτελούν μέρος του συστήματος χρηματοδοτήσεως από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων»

COM(2010) 761 τελικό — 2010/0366 (COD)

2011/C 218/26

Μόνος εισηγητής: ο κ. Νικόλαος ΛΙΟΛΙΟΣ

Την 1η Φεβρουαρίου και στις 18 Ιανουαρίου 2011, σύμφωνα με το άρθρα 42, 43(2) και 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αντίστοιχα αποφάσισαν να ζητήσουν τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την:

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου περί των ελέγχων, εκ μέρους των κρατών μελών, των πράξεων που αποτελούν μέρος του συστήματος χρηματοδοτήσεως από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων

COM(2010) 761 τελικό — 2010/0366 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 6 Απριλίου 2011.

Κατά την 471η σύνοδο ολομέλειας, της 4ης και 5ης Μαΐου 2011 (συνεδρίαση της 4ης Μαΐου 2011), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 149 ψήφους υπέρ, 3 κατά και 13 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και Συστάσεις

1.1

Με σκοπό την εναρμόνιση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου περί των ελέγχων, εκ μέρους των κρατών μελών, των πράξεων που αποτελούν μέρος του συστήματος χρηματοδοτήσεως από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων με τη Συνθήκη της Λισσαβώνας προτείνεται η προσαρμογή των εκτελεστικών εξουσιών της Επιτροπής που προβλέπονται στον κανονισμό 485/2008 στη διάκριση μεταξύ ανατιθέμενων εξουσιών και εκτελεστικών εξουσιών της Επιτροπής, η οποία θεσπίστηκε με τα άρθρα 290 και 291 ΣΛΕΕ.

1.2

Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ των διαδικασιών διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και της συγκέντρωσης και χρήσης εμπειρογνωμοσύνης κατά την κατάρτιση των πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

1.3

Όσον αφορά την εναρμόνιση του κανονισμού 485/2008 με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η πρόταση της Επιτροπής πληροί τα ουσιαστικά όρια της εξουσιοδότησης, όπως αυτά τίθενται από τον νομοθέτη στο άρθρο 290 παρ. 1 εδ. 2 ΣΛΕΕ. Η πρόταση της Επιτροπής για το νέο περιεχόμενο του άρθρου 1 παρ. 2 προτ. 2 του προτεινόμενου κανονισμού οριοθετεί σαφώς τους στόχους, το περιεχόμενο και την έκταση της εξουσιοδότησης.

1.4

Αντίθετα, η ΕΟΚΕ δεν θεωρεί πως η Επιτροπή πληροί τα χρονικά όρια της εξουσιοδότησης, όπως αυτά τίθενται από τον νομοθέτη στο άρθρο 290 παρ. 1 εδ. 2 ΣΛΕΕ. Η πρόταση της Επιτροπής, όπως τίθεται στο άρθρο 13α του προτεινόμενου νέου κανονισμού, κατά την οποία οι εξουσίες για την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθενται στην Επιτροπή επ’ αόριστον, ξεπερνά την πρόβλεψη του νομοθέτη για σαφή οριοθέτηση της διάρκειας της εξουσιοδότησης, έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της αναλογικότητας και εγείρει θέματα που αφορούν την αρχή της νομιμότητας. Η ΕΟΚΕ θεωρεί πως η διάρκεια ανάθεσης εξουσιών στην Επιτροπή πρέπει να είναι σαφώς ορισμένη, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.

1.5

Η ΕΟΚΕ αποδέχεται τη σύντμηση της προθεσμίας μέσα στην οποία το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να διατυπώσουν αντιρρήσεις για την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη από τρεις μήνες, κατά το προηγούμενο σύστημα, σε δύο μήνες, εφ’ όσον η παράταση της προθεσμίας αυτής ανέρχεται σε δύο μήνες.

1.6

Η ΕΟΚΕ εκφράζει επιφύλαξη για την κρίση επί των ρυθμίσεων που αφορούν τις εκτελεστικές εξουσίες της Επιτροπής, όπως αυτές εντοπίζονται στο προτεινόμενο άρθρο 13δ. Το άρθρο αυτό παραπέμπει στον κανονισμό 1290/2005 (1), ο οποίος βρίσκεται σε στάδιο τροποποίησης (2). Το περιεχόμενο του τροποποιούμενου κανονισμού 1290/2005, αν και εξαιρετικής σημασίας για τον κανονισμό 485/2008, είναι άγνωστο (3). Λαμβάνοντας όμως υπ’ όψιν, ότι το σχετικό άρθρο του τροποποιούμενου κανονισμού 1290/2005 παραπέμπει με την σειρά του στη νέα διαδικασία Επιτροπολογίας, όπως αυτή προβλέπεται στον νέο κανονισμό (ΕΕ) 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2011 για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (4) και καθώς η νέα αυτή διαδικασία απλουστεύει το προϊσχύον καθεστώς, το προτεινόμενο νέο άρθρο 13δ δεν προκαλεί προβλήματα εφαρμογής κατά την άποψη της ΕΟΚΕ.

2.   Γενικό Πλαίσιο Γνωμοδότησης

2.1

Στην πρόταση για την τροποποίηση του σχετικού κανονισμού, η Επιτροπή υποστηρίζει, ότι οι εκτελεστικές εξουσίες της Επιτροπής που προβλέπονται στον κανονισμό 485/2008 του Συμβουλίου πρέπει να προσαρμοστούν στη διάκριση μεταξύ ανατιθέμενων εξουσιών και εκτελεστικών εξουσιών της Επιτροπής, η οποία θεσπίστηκε με τα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.2

Το νέο άρθρο 291 ΣΛΕΕ βασίζεται στα πρώην άρθρα 202 εδ. 3 και 211 εδ. 4 της Συνθήκης για την Ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με τα οποία ανατίθεντο στην Επιτροπή ή, υπό όρους, στο Συμβούλιο εξουσίες για την άσκηση εκτελεστικών αρμοδιοτήτων. Το άρθρο 290 ΣΛΕΕ αντίθετα, ιδρύει μια νέα εξουσία έκδοσης μη νομοθετικών πράξεων γενικής ισχύος που συμπληρώνουν ή τροποποιούν ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία μιας νομοθετικής πράξης από την Επιτροπή. Το άρθρο 291 ΣΛΕΕ ρυθμίζει την άσκηση εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή ή, σε ειδικές περιπτώσεις, από το Συμβούλιο.

2.3

Στην πρόταση της Επιτροπής η εναρμόνιση του κανονισμού 485/2008 με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ εντοπίζεται ιδιαίτερα στο νέο άρθρο 1 παρ. 2 καθώς και στα νέα άρθρα 13α, 13β και 13γ του προτεινόμενου κανονισμού. Η εναρμόνιση με το άρθρο 291 ΣΛΕΕ εντοπίζεται ιδιαίτερα στο νέο άρθρο 13δ του προτεινόμενου κανονισμού.

3.   Γενικές Παρατηρήσεις

3.1

Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ των διαδικασιών διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και της συγκέντρωσης και χρήσης εμπειρογνωμοσύνης κατά την κατάρτιση των πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατά την ΕΟΚΕ αυτές οι διαδικασίες είναι ιδιαίτερα σημαντικές κατά την παρούσα πρόταση εναρμόνισης του κανονισμού 485/2008 με τη συνθήκη της Λισσαβώνας, καθώς θεωρεί πως οι τροποποιήσεις που αποβλέπουν στην απλούστευση δεν έχουν περιορισμένο πεδίο εφαρμογής και καθαρά τεχνικό χαρακτήρα. Αφορούν τον τομέα της Γεωργίας, ο οποίος επειδή αποτελεί συντρέχουσα αρμοδιότητα (άρθρο 4 παρ. 2 περ. δ ΣΛΕΕ) και υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 43 ΣΛΕΕ είναι ένας ιδιαίτερα ευαίσθητος τομέας.

3.2

Όσον αφορά την προσαρμογή των εκτελεστικών εξουσιών της Επιτροπής που προβλέπονται στον κανονισμό 485/2008 στη διάκριση μεταξύ ανατιθέμενων εξουσιών και εκτελεστικών εξουσιών της Επιτροπής, πρέπει να καταστεί ευκρινής η διάκριση ανάμεσα στις «οιονεί νομοθετικές» πράξεις του άρθρου 290 ΣΛΕΕ και τις εκτελεστικές πράξεις του άρθρου 291 ΣΛΕΕ. Η Επιτροπή αναφέρει στην Ανακοίνωσή της για την Εφαρμογή του άρθρου 290 ΣΛΕΕ (5) ότι ο Νομοθέτης αναθέτει στην Επιτροπή για λόγους αποτελεσματικότητας την εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις. Με αυτόν τον τρόπο της επιτρέπεται να συμπληρώνει ή να τροποποιεί το έργο του νομοθέτη. Μια τέτοια εξουσιοδότηση είναι πάντα προαιρετική και πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις της Συνθήκης. Αντίθετα, το άρθρο 291 ΣΛΕΕ επιτρέπει στην Επιτροπή να εκδίδει πράξεις εκτελεστικής και όχι νομοθετικής φύσης. Σύμφωνα με το άρθρο 291 παρ. 1 ΣΛΕΕ σε συνδυασμό με το άρθρο 4 παρ. 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) τα κράτη μέλη θεσπίζουν όλα τα μέτρα εσωτερικού δικαίου που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των νομικά δεσμευτικών πράξεων της Ένωσης και, κατά συνέπεια, ασκούν τις δικές τους αρμοδιότητες και όχι εκείνες της Ένωσης. Αυτή η εξουσία των Κρατών Μελών μπορεί τότε μόνο να περιοριστεί, όταν η εκτέλεση των νομικά δεσμευτικών πράξεων της Ένωσης απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις. Μόνο τότε η Επιτροπή πρέπει να ασκήσει την εκτελεστική αρμοδιότητά της κατά το άρθρο 291 ΣΛΕΕ. Η αρμοδιότητά της σε αυτήν την περίπτωση είναι υποχρεωτική (6).

3.3

Όταν ο νομοθέτης αναθέτει στην Επιτροπή την αρμοδιότητα να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, πρέπει να ορίζει το πλαίσιο άσκησης της αρμοδιότητας αυτής σε κάθε πράξη. Το άρθρο 290 παρ. 1 εδ. 2 ΣΛΕΕ απαιτεί από τον νομοθέτη να οριοθετεί σαφώς τους στόχους, το περιεχόμενο, την έκταση και τη διάρκεια της εξουσιοδότησης. Κατ' αυτόν τον τρόπο ορίζονται δυο είδη ορίων στην εξουσιοδότηση: ουσιαστικά και χρονικά όρια (7).

3.4

Εν προκειμένω πρέπει να εξεταστεί αν ο νομοθέτης στον παρόντα προτεινόμενο κανονισμό τηρεί τα προβλεπόμενα ουσιαστικά και χρονικά όρια.

3.5

Τα ουσιαστικά όρια της εξουσιοδότησης εντοπίζονται στο άρθρο 1 παρ. 2 του προτεινόμενου κανονισμού και αφορούν την κατάρτιση από την Επιτροπή καταλόγου των μέτρων που από τη φύση τους δεν επιδέχονται εκ των υστέρων έλεγχο μέσω της εξέτασης των εμπορικών εγγράφων και στα οποία δεν εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός.

3.6

Η συγκεκριμένη εξουσιοδότηση είναι όντως σαφής και ορισμένη. Δεν προσκρούει στο άρθρο 290 ΣΛΕΕ καθώς αφορά πράγματι μη ουσιώδη στοιχεία της νομοθετικής πράξης και οι στόχοι, το περιεχόμενο και η έκταση της εξουσιοδότησης είναι επαρκώς ορισμένα.

3.7

Όσον αφορά τα χρονικά όρια της εξουσιοδότησης η Επιτροπή προτείνει στο άρθρο 13α του προτεινόμενου κανονισμού οι εξουσίες για την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό να ανατίθενται στην Επιτροπή επ’ αόριστον. Αυτή η πρόταση της Επιτροπής προσκρούει κατ’ αρχάς στο άρθρο 290 παρ. 1 εδ. 2 ΣΛΕΕ, που ορίζει ότι οι νομοθετικές πράξεις οριοθετούν σαφώς μεταξύ άλλων τη διάρκεια της εξουσιοδότησης.

3.8

Δικαιολογία αυτής της πρότασης, όπως διαφαίνεται από την Ανακοίνωσή της Επιτροπής για την Εφαρμογή του άρθρου 290 ΣΛΕΕ (8), είναι η άποψη ότι η απαίτηση για την σαφή οριοθέτηση της διάρκειας της εξουσιοδότησης από τον νομοθέτη «δεν παγιώνει την πρακτική των λεγόμενων “ρητρών λήξης ισχύος” (“sunset clauses”) οι οποίες, όταν περιληφθούν σε μια νομοθετική πράξη, θέτουν αυτομάτως χρονικό όριο στις εξουσίες που ανατέθηκαν στην Επιτροπή, υποχρεώνοντάς την, στην πράξη, να υποβάλει νέα νομοθετική πρόταση όταν εκπνεύσει η προθεσμία που έχει επιβληθεί από το νομοθέτη. Το άρθρο 290 απαιτεί πάνω από όλα να θεσπίζεται ένα πλαίσιο σαφές και προβλέψιμο για τις εξουσιοδοτήσεις· αντίθετα, δεν επιβάλλει να υπόκειται η Επιτροπή σε αυστηρές προθεσμίας». Για τον λόγο αυτό, πρέπει κατά την Επιτροπή, οι εξουσιοδοτήσεις να είναι κατ’ αρχήν αορίστου χρόνου. Ως περαιτέρω δικαιολόγηση αυτής της άποψης η Επιτροπή υπενθυμίζει πως κατά το άρθρο 290 παρ. 2 περ. α ΣΛΕΕ το Συμβούλιο ή το Κοινοβούλιο μπορεί να αποφασίσει την ανάκληση της εξουσιοδότησης: «Από νομική άποψη, τα αποτελέσματα μιας ανάκλησης είναι πανομοιότυπα με τα αποτελέσματα μιας ρήτρας λήξης ισχύος· και οι δύο [συνεπάγονται] παύση των εξουσιών που ανατέθηκαν στην Επιτροπή, στην οποία εναπόκειται πλέον να υποβάλει αργότερα νομοθετική πρόταση, εάν τούτο είναι σκόπιμο και αναγκαίο. Αυτό σημαίνει ότι, αν ο νομοθέτης εκτιμά ότι σε ορισμένους τομείς είναι αναγκαίο να αποφευχθεί να μετατραπεί η εξουσιοδότηση σε μόνιμη εντολή, μπορεί να προβλέψει το δικαίωμα ανάκλησης, το οποίο μπορεί να αποδειχθεί πιο ευέλικτο μέσο από ό,τι μια ρήτρα αυτόματης λήξης ισχύος».

3.9

Στο Παράρτημα της Ανακοίνωσής της η Επιτροπή προβλέπει υποδείγματα εφαρμογής του νέου άρθρου της Συνθήκης. Όσον αφορά τα χρονικά πλαίσια της εξουσιοδότησης η Επιτροπή προτείνει είτε την επ’ αόριστον διάρκεια είτε τον καθορισμό μιας περιόδου ισχύος της εξουσιοδότησης, η οποία σε περίπτωση μη ανάκλησής της από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ή το Κοινοβούλιο ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας (9).

3.10

Η επ’ αόριστον ανάθεση εξουσιών στην Επιτροπή για την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση σαφή οριοθέτηση της διάρκειας της εξουσιοδότησης. Η Συνθήκη απαιτεί ρητά την σαφή οριοθέτηση της διάρκειας της εξουσιοδότησης έτσι ώστε να είναι εφικτός ο τακτικός και αποτελεσματικός έλεγχος της Επιτροπής από τον νομοθέτη. Η πρόβλεψη στο άρθρο 290 παρ. 2 περ. 1 ΣΛΕΕ του δικαιώματος ανάκλησης της εξουσιοδότησης από το Συμβούλιο ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν μπορεί να αποτελέσει υποκατάσταση της πρόβλεψης του νομοθέτη για σαφή οριοθέτηση της διάρκειας της εξουσιοδότησης. Το δικαίωμα ανάκλησης αποτελεί μια πρόσθετη δικλείδα ασφαλείας, έτσι ώστε να μην θίγονται τα δικαιώματα του νομοθέτη. Η επ’ αόριστον ανάθεση εξουσιών στην Επιτροπή αποτελεί υπέρβαση των χρονικών ορίων της εξουσιοδότησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 290 ΣΛΕΕ και υπέρβαση της αρμοδιότητας εκ μέρους της Επιτροπής.

3.11

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2 περ. δ ΣΛΕΕ ο τομέας της Γεωργίας αποτελεί άλλωστε συντρέχουσα αρμοδιότητα της Ένωσης. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση ανάληψης πρωτοβουλίας νομοθέτησης από την Ένωση πρέπει να τηρείται η αρχή της επικουρικότητας (άρθρο 5 παρ. 3 ΣΕΕ). Ο παρών τροποποιούμενος κανονισμός αφορά τους ελέγχους, τη συνδρομή και τη συνεργασία μεταξύ των Κρατών Μελών και της Επιτροπής σχετικά με τις πράξεις που αποτελούν μέρος του συστήματος χρηματοδοτήσεως από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων. Η ανάγκη μιας ενιαίας ευρωπαϊκά ομοιόμορφης προσέγγισης σε αυτόν τον τομέα δικαιολογεί την έκδοση ενός κανονισμού εκ μέρους της Ένωσης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 5 παρ. 4 ΣΕΕ), το περιεχόμενο και η μορφή της δράσης της Ένωσης δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα απαιτούμενα για την επίτευξη των στόχων των Συνθηκών. Η επ' αόριστον ανάθεση εξουσιών στην Επιτροπή για την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων υπερβαίνει την απαιτούμενη ορισμένη διάρκεια της εξουσιοδότησης, που αποσκοπεί στον τακτικό και αποτελεσματικό έλεγχο της Επιτροπής κατά την άσκηση «οιονεί νομοθετικών» πράξεων. Για τον λόγο αυτό αποτελεί καταστρατήγηση της αρχής της αναλογικότητας και κατ’ επέκταση της αρχής της επικουρικότητας και θα μπορούσε να θεμελιώσει άσκηση προσφυγής στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης λόγω παραβίασης της αρχής της επικουρικότητας σύμφωνα με το άρθρο 8 του Πρωτοκόλλου σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας (αριθ. 2) (10).

3.12

Η ανάθεση εξουσιών στην Επιτροπή για την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων αφορά άλλωστε τη διάκριση των εξουσιών. Ενώ αρμόδια νομοθετικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, ανατίθεται κατ’ εξαίρεση στην Επιτροπή, όργανο της εκτελεστικής εξουσίας, η έκδοση «οιονεί νομοθετικών» πράξεων. Εν όψει των θεμάτων βασικής δημοκρατικής νομιμοποίησης που θίγονται, πρέπει να τηρούνται οι προβλέψεις του νομοθέτη για σαφή οριοθέτηση των στόχων, του περιεχομένου, της έκτασης και της διάρκειας της εξουσιοδότησης. Επειδή άλλωστε δεν προβλέπεται για το άρθρο 290 ΣΛΕΕ αντίστοιχο με το άρθρο 291 παρ. 3 ΣΛΕΕ καθεστώς ελέγχου των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων της Επιτροπής, το δικαίωμα ελέγχου από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να παραμένει ακέραιο.

3.13

Η εναλλακτική πρόταση της Επιτροπής για αυτόματη ανανέωση της εξουσιοδότησης της Επιτροπής δεν θα αποτελούσε μικρότερη προσβολή του πρωτογενούς Ευρωπαϊκού Δικαίου σε σχέση με την επ’ αόριστον διάρκεια της εξουσιοδότησης.

3.14

Καταλήγοντας, η επ’ αόριστον ανάθεση εξουσιών στην Επιτροπή για την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων δεν αποτελεί ορθή εναρμόνιση με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ. Το δικαίωμα ανάκλησης της εξουσιοδότησης από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ή το Κοινοβούλιο δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον σκοπό ύπαρξης της σαφώς ορισμένης διάρκειας της εξουσιοδότησης, δηλαδή τον τακτικό και αποτελεσματικό έλεγχο των «οιονεί νομοθετικών» πράξεων της Επιτροπής από τον νομοθέτη. Η Επιτροπή κατά την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων δεν ασκεί ίδια αρμοδιότητα αλλά αρμοδιότητα της νομοθετικής εξουσίας. Το δικαίωμα του αρμόδιου οργάνου, δηλαδή του νομοθέτη να ασκεί τακτικό και αποτελεσματικό έλεγχο στην Επιτροπή δεν πρέπει να περιορίζεται. Ενόψει και του γεγονότος ότι ο τομέας της Γεωργίας αποτελεί συντρέχουσα αρμοδιότητα της Ένωσης και άρα οποιαδήποτε νομοθετική πράξη της Ένωσης πρέπει να είναι σύμφωνη με την αρχή της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, η πρόταση της Επιτροπής για επ’ αόριστον ανάθεση εξουσιών στην ίδια για την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων πρέπει να απορριφθεί.

3.15

Όσον αφορά την προθεσμία των δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης που ορίζεται στο νέο άρθρο 13γ του προτεινόμενου κανονισμού για τη διατύπωση αντιρρήσεων από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποτελεί περιορισμό της έως τώρα ισχύουσας προθεσμίας των τριών μηνών. Εν όψει της επιτάχυνσης και της αποτελεσματικότητας της διαδικασίας, η ΕΟΚΕ δεν αντιτάσσεται στην σύντμηση της προθεσμίας αυτής, εφόσον η παράτασή της ανέρχεται σε δύο μήνες.

3.16

Το άρθρο 13δ του προτεινόμενου κανονισμού αφορά την εφαρμογή του άρθρου 291 ΣΛΕΕ και είναι σύμφωνο με το περιεχόμενό του. Εφαρμογή θα βρίσκει πλέον ο νέος κανονισμός 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2011 για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (11), ο οποίος απλουστεύει την προηγούμενη διαδικασία της Επιτροπολογίας, δια της πρόβλεψης δύο μόνο διαδικασιών, της συμβουλευτικής διαδικασίας και της διαδικασίας εξέτασης.

4.   Ειδικές Παρατηρήσεις

4.1

Επισημαίνεται ότι η ΕΟΚΕ καλείται να υποβάλει τη γνωμοδότησή της επί θεμάτων τα οποία δεν είναι ακόμη συγκεκριμένα. Επί παραδείγματι στο σημείο 4 της πρότασης της Επιτροπής γίνεται παραπομπή στο άρθρο 41δ παρ. 1 και το άρθρο 13δ του προτεινόμενου κανονισμού παραπέμπει στο άρθρο 42δ παρ. 2 του κανονισμού 1290/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής (12). Ο κανονισμός αυτός δεν περιέχει άρθρα 41δ και 42δ.

4.2

Έχει υποβληθεί πρόταση τροποποίησης του κανονισμού αυτού από την Επιτροπή (13), αλλά δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη η διαδικασία έκδοσής του. Η πρόταση της Επιτροπής δεν έχει υιοθετηθεί ακόμη από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ακόμη και αν υιοθετηθεί στο μέλλον, τα άρθρα 41δ και 42δ θα αναφέρονται στο νέο περιεχόμενο του κανονισμού 1290/2005, ο οποίος θα έχει νέα αρίθμηση. Άλλωστε κατά το σημείο 26 της πρότασης της Επιτροπής το άρθρο 41 διαγράφεται και δεν προβλέπεται άρθρο 41δ. Είναι, λοιπόν, αξιοπερίεργο πώς η Επιτροπή προχωρά στην διαδικασία τροποποίησης του κανονισμού 485/2008, όταν το βασικό περιεχόμενο της πρότασής της, δηλαδή ο κανονισμός 1290/2005, είναι ουσιαστικά άγνωστο.

Βρυξέλλες, 4 Μαΐου 2011.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΕΕ L 209 της 11.8.2005, σ. 1).

(2)  Πρόταση σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 165/94 και (ΕΚ) αριθ. 78/2008 του Συμβουλίου, COM(2010) 745 τελ.

(3)  Βλ. σημείο 4.2.

(4)  ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13. Ο κανονισμός αυτός καταργεί την απόφαση του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23).

(5)  COM (2009), 673 τελικό.

(6)  COM (2009), 673 τελικό, σ. 3 επ.

(7)  Το ίδιο αναγνωρίζει και η Επιτροπή: COM (2009), 673 τελικό, σ. 5 επ.

(8)  COM (2009), 673 τελικό, σ. 5 επ

(9)  Άρθρο Α, COM (2009), 673 τελικό, σ. 13.

(10)  ΕΕ C 83 της 30.3.2010. σ. 206.

(11)  ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13. Ο κανονισμός αυτός καταργεί την απόφαση του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23).

(12)  ΕΕ L 209 της 11.8.2005, σ. 1.

(13)  Πρόταση σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 165/94 και (ΕΚ) αριθ. 78/2008 του Συμβουλίου, COM(2010) 745 τελ.