23.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 318/39


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Βελτίωση των πολιτικών και των προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης από τους τελικούς καταναλωτές» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

2009/C 318/08

Εισηγητής: ο κ. CAPPELLINI

Στις 10 Ιουλίου 2008, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 29,§2, του Εσωτερικού της Κανονισμού, να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:

«Βελτίωση των πολιτικών και των προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης από τους τελικούς καταναλωτές» (Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 8 Σεπτεμβρίου 2009, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. CAPPELLINI.

Κατά την 456η σύνοδο ολομέλειας της 30ής Σεπτεμβρίου και 1ης Οκτωβρίου 2009 (συνεδρίασης της 1ης Οκτωβρίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 126 ψήφους υπέρ και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) κατά την τελευταία θητεία της ασχολήθηκε με τις διάφορες θεματικές των ευρωπαϊκών πολιτικών όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση στις διάφορες διαστάσεις της (εξωτερική διάσταση, ενεργειακές προκλήσεις σε βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βάση, πολιτικές για την ασφάλεια του εφοδιασμού) στο πλαίσιο μιας ενεργειακής πολιτικής με κριτήρια το κόστος και τη βιωσιμότητα. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει τη σημασία που έχει η προώθηση και η αξιοποίηση των αποτελεσμάτων των ημερών ενεργειακής απόδοσης, που προωθεί η ίδια, με τη συνεργασία όλων των ενδιαφερόμενων φορέων, των τελικών καταναλωτών και των κρατών μελών. Στη βάση αυτή, συνιστά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο νέο Κοινοβούλιο να λάβουν σοβαρά υπόψη τις προτάσεις που περιλαμβάνονται σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της (1).

1.2

Η ΕΟΚΕ θεωρεί εξάλλου ότι η εφαρμογή μιας ενεργειακής πολιτικής για τη βελτίωση της απόδοσης και των νέων «καθαρών» τεχνολογιών μπορεί να αποτελέσει όχι μόνο λύση στο περιβαλλοντικό πρόβλημα, αλλά και να συμβάλει στη μείωση της εξάρτησης του ενεργειακού εφοδιασμού, και να αποτελέσει απάντηση στο υψηλό κόστος των πρώτων υλών και στις πιθανές συνέπειες στους τελικούς καταναλωτές.

Η ΕΟΚΕ συνιστά να ενταθούν οι προσπάθειες που αποσκοπούν στη συστηματική συμμετοχή των τελικών χρηστών (ιδιαίτερα των καταναλωτών και των μικρών επιχειρήσεων) όσον αφορά τις νέες δεσμεύσεις που όρισε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Μάρτιο του 2007 για την αντιμετώπιση της τρέχουσας οικονομικής κρίσης.

1.3

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η σύμπραξη των κοινωνικών φορέων σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο μπορεί να ενθαρρύνει τη μεγαλύτερη συμμετοχή των τελικών καταναλωτών ενέργειας, ιδίως των μικρών επιχειρήσεων, των ενώσεών τους, των ιδιωτικών και δημόσιων συλλόγων τους σε τοπικό επίπεδο και των συνεταιρισμών τους, ώστε να συμβάλλουν πιο ενεργά στην επίτευξη των ευρωπαϊκών στόχων ενεργειακής απόδοσης και της «πράσινης οικονομίας». Το έργο αυτό, εάν ενταχθεί με την κατάλληλη μορφή, π.χ. στην ατζέντα του ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου, έστω και ανά τομέα, μπορεί να συμβάλει αποτελεσματικά στην αύξηση της απασχόλησης και στη δημιουργία νέων επαγγελμάτων εξειδικευμένων στον τομέα της ενέργειας, καθώς και στη διάδοση νέων υπηρεσιών.

1.4

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η επιλογή που αφορά την ενίσχυση της ευρωπαϊκής διάστασης των ενεργειακών πολιτικών θα πρέπει να προωθήσει και την ενίσχυση, εντός της εσωτερικής αγοράς και των εγχώριων αγορών, μιας στρατηγικής αειφόρου ανάπτυξης και μιας ευρύτερης συνεργασίας σε επιστημονικό και τεχνολογικό επίπεδο, ικανής να προωθήσει τις ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις ακόμη και σε τομείς όπου υπάρχουν «ενισχυμένες συνεργασίες» μεταξύ κρατών μελών.

1.5

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την απογοήτευση και την ανησυχία της για την έλλειψη ομοιογενών και λεπτομερών πληροφοριών και στοιχείων όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση κατά την τελική χρήση, με αποτέλεσμα να προκύπτουν δυσκολίες κατά την επεξεργασία στατιστικά αξιόπιστων και εναρμονισμένων δεικτών, λόγω του περιορισμένου και μη προσιτού στους τελικούς χρήστες αριθμού των χρονολογικών σειρών που υπάρχουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει την ανησυχία της όσον αφορά τα κράτη μέλη τα οποία δεν προετοίμασαν εγκαίρως τα εθνικά σχέδια δράσης ενεργειακής απόδοσης (ΣΔΕΑ), όπως προβλέπεται στην υπό εξέταση οδηγία.

1.6

Ωστόσο, για να προωθηθεί πλήρως μια ολοκληρωμένη, ομοιογενής και πιο αποφασιστική εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο των ευρωπαϊκών πολιτικών για την ενεργειακή απόδοση, η ΕΟΚΕ κρίνει απαραίτητο και επείγον να θεσπιστεί, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τους εκπροσώπους των τελικών καταναλωτών, ένα κοινό και έγκυρο ευρωπαϊκό σύστημα παρακολούθησης, ικανού να συνδυάζει ισότητα, διαφάνεια και συγκρισιμότητα των λογαριασμών ενέργειας.

1.7

Η ΕΟΚΕ θεωρεί εξάλλου ότι για μια καλύτερη εφαρμογή των ευρωπαϊκών πολιτικών ενεργειακής απόδοσης πρέπει να ενισχυθεί η τομεακή πτυχή των πολιτικών αυτών προκειμένου να καταστεί δυνατή μια πιο σημαντική δράση παρακολούθησης και ανάλυσης του αντικτύπου. Πράγματι, οι ενεργειακές πολιτικές επηρεάζουν διαφορετικά τις επιμέρους οικονομικές δραστηριότητες τόσο στην περίπτωση των επιχειρήσεων που καταναλώνουν ενέργεια (οι οποίες έχουν διαφορετικές προβληματικές ανάλογα με τον όγκο της κατανάλωσης, την τυπολογία των διαδικασιών, κλπ), όσο και στην περίπτωση των επιχειρήσεων που λειτουργούν στους διάφορους κλάδους του τομέα της ενέργειας (για παράδειγμα, παραγωγοί και εταιρείες εγκατάστασης εξοπλισμού, φορείς παροχής ενεργειακών υπηρεσιών, επιχειρήσεις που παράγουν υλικά για τον οικοδομικό τομέα, κλπ.) στις οποίες υπάρχει τεράστιο αναξιοποίητο δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας.

1.8

Επίσης, η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι τα ευρωπαϊκά προγράμματα (το πρόγραμμα - πλαίσιο για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία (ΠΠΑΚ), το πρόγραμμα «Ευφυής ενέργεια - Ευρώπη» (EN) και άλλα) χρήζουν άμεσης και επείγουσας απλοποίησης, απαιτούν δε τη μεγαλύτερη συμμετοχή των τελικών χρηστών και ένα πιο ολοκληρωμένο και λιγότερο διάσπαρτο πλαίσιο παρεμβάσεων (όπως γίνεται για παράδειγμα στο πρόγραμμα ECAP-). Προτείνεται συνεπώς ένα νέο ολοκληρωμένο πρόγραμμα με στόχο τον καλύτερο συντονισμό των δράσεων αυτών προς όφελος των τελικών καταναλωτών.

Η ΕΟΚΕ καλεί την ΕΕ, τα κράτη μέλη και τις επιχειρήσεις να επενδύσουν επαρκείς πόρους στην εφαρμοσμένη έρευνα και τη μεταφορά της προς τους τελικούς καταναλωτές, στην εξοικονόμηση πόρων που προκύπτουν από τις νέες τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ) στους προηγμένους τεχνικούς και επαγγελματικούς κλάδους, στην ανάπτυξη και στην καινοτομία στον τομέα της ενέργειας, συνιστά δε μια πιο εκτεταμένη συνεργασία στον εν λόγω τομέα.

1.9

Η ΕΟΚΕ θεωρεί επιτακτικά αναγκαίο να αποκτήσει η ΕΕ τα μέσα και τις φορολογικές πολιτικές και πολιτικές πρόσβασης σε πιστώσεις προκειμένου να στηρίξει την εξοικονόμηση ενέργειας διευκολύνοντας όλους τελικούς καταναλωτές, ειδικότερα δε τις ΜΜΕ και τις συμπράξεις ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, οι οποίες, ατομικά ή συλλογικά, εφαρμόζουν περισσότερο αποδοτικά και βιώσιμα πρότυπα παραγωγής.

Η ΕΟΚΕ, με πλήρη συνείδηση του καθοριστικής σημασίας ρόλου της εκπαίδευσης και της κατάρτισης για τη διάδοση ενός πνεύματος ενεργειακής απόδοσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προτείνει την έναρξη έκτακτης διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους και με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο για τον επαναπροσανατολισμό των διαθέσιμων χρηματοοικονομικών πόρων της ΕΕ μέσω της ενοποίησης επαγγελματικών χαρακτηριστικών και δεξιοτήτων όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση, ώστε να προαχθεί περαιτέρω η πληροφόρηση και η ευαισθητοποίηση του ευρέος κοινού.

2.   Στόχοι της οδηγίας 2006/32/ΕΚ

2.1

Η ευρωπαϊκή οδηγία 2006/32/EC έχει ως στόχο

«να ενισχυθεί η οικονομικώς αποτελεσματική βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση» με σκοπό τη βελτίωση της ασφάλειας του εφοδιασμού ενέργειας·

τον περιορισμό των εκπομπών CO2 και άλλων αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου για να αντιμετωπιστεί η αλλαγή του κλίματος· την εκμετάλλευση του εξοικονομούμενου ενεργειακού κόστους με οικονομικά αποτελεσματικό τρόπο· την προώθηση της καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας.

Για την επίτευξη του σκοπού αυτού προβλέπονται στην οδηγία ορισμένοι γενικοί στόχοι, όπως:

η παροχή στα κράτη μέλη ενδεικτικών στόχων εξοικονόμησης ενέργειας και κατάλληλα μέσα για την επίτευξή τους·

ο καθορισμός του θεσμικού, χρηματοδοτικού και νομικού πλαισίου για την εξάλειψη των εμποδίων και των ατελειών της αγοράς που παρεμποδίζουν την αποτελεσματική τελική χρήση της ενέργειας,

η δημιουργία προϋποθέσεων για την ανάπτυξη της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών, ιδίως για τις ΜΜΕ.

η επίτευξη ενός εθνικού ενδεικτικού στόχου εξοικονόμησης ενέργειας 9 % για το ένατο έτος εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, με τη βοήθεια ενεργειακών υπηρεσιών και άλλων μέτρων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1   Η φάση εφαρμογής της οδηγίας 2006/32/ΕΚ αποδείχτηκε ακατάλληλη σε σχέση με τους φιλόδοξους αρχικούς στόχους που είχε θέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, λόγω:

των ελάχιστα δεσμευτικών μέτρων τα οποία παρακάμπτονται εύκολα κατά τις διαδικασίες μεταφοράς της οδηγίας σε εθνικό επίπεδο·

των εθνικών σχεδίων δράσης και των εθνικών διατάξεων μεταφοράς που στερούνται συνοχής και σθένους σε σχέση με τα όσα ορίζει η οδηγία·

των μη συντονισμένων και κατακερματισμένων συνοδευτικών μέτρων και προγραμμάτων·

της έλλειψης ομοιογενών στοιχείων και πληροφοριών που χρειάζονται για την άσκηση μιας δραστηριότητας παρακολούθησης και ανάλυσης του αντικτύπου της οδηγίας αυτής στους τελικούς καταναλωτές, με αποτέλεσμα την πλήρη αδυναμία παροχής χρήσιμων στοιχείων για μια συνεκτική και βιώσιμη ανάπτυξη της ενεργειακής απόδοσης στην ΕΕ.

Η μέχρι τούδε εμπειρία δείχνει ότι ορισμένα μόνο από τα 27 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν εφαρμόσει ενεργειακές πολιτικές με στόχο την ενεργειακή απόδοση και την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, μέσω μιας διαδικασίας ανάπτυξης νέων κλάδων που συνδέονται με τις προαναφερθείσες τεχνολογίες, συμβάλλοντας παράλληλα στη μείωση του κόστους της ενέργειας για τις μικρές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.

Στην Πράσινη Βίβλο: Προς ένα ασφαλές, αειφόρο και ανταγωνιστικό ευρωπαϊκό δίκτυο ενέργειας (2), η Επιτροπή προωθεί την ιδέα της καθιέρωσης ενός ενιαίου Ευρωπαϊκού Διαχειριστή Συστημάτων Μεταφοράς.

Σε τρεις πρόσφατες γνωμοδοτήσεις (3), η ΕΟΚΕ εκφράζει την άποψη ότι πρέπει να εκπονηθούν μελέτες σχετικά με τη σκοπιμότητα μιας ευρωπαϊκής υπηρεσίας ενέργειας κοινής ωφέλειας για την αξιοποίηση της κοινής ενεργειακής πολιτικής. Στις εν λόγω γνωμοδοτήσεις, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η συζήτηση επί του θέματος αυτού πρέπει να προηγηθεί, διότι οι υπηρεσίες του είδους θα αποτελέσουν έκφραση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και απάντηση στις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει η Ένωση σε κρίσιμους πολυεθνικούς ή διακρατικούς τομείς, όπως η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, η διαχείριση των υδάτινων πόρων, η προστασία της βιοποικιλότητας, η διαφύλαξη της ποιότητας του αέρα, η εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια κλπ. Η ύπαρξη κοινοτικών υπηρεσιών του είδους αυτού θα συμβάλουν στην ευαισθητοποίηση όλων των χρηστών όσον αφορά τις ευθύνες τους.

3.2   Οι τελικοί καταναλωτές και το ευρωπαϊκό όραμα για την ενεργειακή πολιτική

Η μεγάλη καθυστέρηση που σημειώνεται σε ορισμένα κράτη μέλη όσον αφορά την επίτευξη των στόχων ενεργειακής απόδοσης και η συνέχιση της σοβαρής οικονομικής κρίσης επιβεβαιώνουν την ανάγκη και τον επείγοντα χαρακτήρα πιο συντονισμένων, προγραμματισμένων και διαρθρωμένων παρεμβάσεων για την ανεύρεση πόρων από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τα κράτη μέλη με στόχο την ανάκαμψη των δημόσιων και των ιδιωτικών επενδύσεων. Μια στρατηγική και ένα όραμα αειφόρου ανάπτυξης, με βάση τις αρχές της απόδοσης, την αποκεντρωμένη παραγωγή και τις νέες πηγές «καθαρής ενέργειας» (συμπεριλαμβανομένων των πηγών ενέργειας από βιομάζα), καθώς και η ανταλλαγή των αποτελεσμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο μεταξύ των κρατών μελών και των αντιπροσωπειών των τελικών καταναλωτών, θα μπορούσαν να συμβάλουν στην αποφυγή του κατακερματισμού των απαιτούμενων δραστηριοτήτων έρευνας και των προσπαθειών που καταβάλλονται σε διεθνές επίπεδο.

Για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και τη χάραξη πολιτικών ενεργειακής απόδοσης και συναφών επενδύσεων ενδείκνυται η επανεξέταση των ευρωπαϊκών πολιτικών όσον αφορά τους φόρους και τις πιστώσεις στους τελικούς καταναλωτές, τον πιστωτικό τομέα και τους φορείς ενέργειας και τις τοπικές διοικήσεις με την προώθηση της ανάπτυξης του συστήματος των εταιρειών ενεργειακών υπηρεσιών σε ευρωπαϊκή κλίμακα.

3.3   Το πνεύμα και οι νέες γνώσεις για την ενεργειακή απόδοση από τη σκοπιά των τελικών καταναλωτών.

Είναι σαφής η έλλειψη πληροφόρησης, σε γενικό και τομεακό επίπεδο, και αξιολόγησης του αντικτύπου των πολιτικών ενεργειακής απόδοσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους τελικούς καταναλωτές (ιδίως στις ΜΜΕ και άλλους φορείς), όπως και η απουσία μιας μεθοδολογίας ικανής να ελέγχει τη συνοχή των διεθνών και των ευρωπαϊκών στόχων ή μιας διεργασίας παρακολούθησης των αποτελεσμάτων που επιτυγχάνουν οι εν λόγω καταναλωτές.

Από έναν πρώτο έλεγχο που πραγματοποιήθηκε σε ορισμένα κράτη μέλη προκύπτει ότι η ύπαρξη στοιχείων για τη βιομηχανική παραγωγή και την κατανάλωση ενέργειας είναι πολύ περιορισμένη λόγω της απουσίας λεπτομερών πληροφοριών.

Εξ αυτού προκύπτει και η ανάγκη να ξεκινήσουν δειγματοληπτικές έρευνες για τη συλλογή και την επεξεργασία των στοιχείων και των δεικτών που χρειάζονται για τον έλεγχο και την εκτίμηση της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση και την παροχή ενεργειακών υπηρεσιών, με στόχο τον υπολογισμό του αντίκτυπου της οδηγίας στις στρατηγικές και στις δράσεις παρέμβασης που εφαρμόζονται σε κάθε κράτος μέλος.

3.4   Οι δείκτες ενεργειακής απόδοσης και οι ανάγκες των τελικών καταναλωτών

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα μπορούσαν, με τη σύσταση μιας ειδικής ομάδας ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων, να υποστηρίξουν και να προωθήσουν την επεξεργασία εναρμονισμένων και αξιόπιστων δεικτών, ικανών να υπολογίζουν και σταθμίζουν την εξοικονόμηση ενέργειας που μπορεί να επιτευχθεί ακόμη και με τη χρήση των νέων τεχνολογιών πληροφόρησης και επικοινωνίας. Η επεξεργασία των ευκόλως κατανοητών αυτών δεικτών θα μπορούσε να αποτελέσει εγγύηση για τους τελικούς καταναλωτές, οι οποίοι με τη σειρά τους θα μπορούσαν να τους αξιοποιήσουν καταλλήλως. Η προσέγγιση αυτή θα συμβάλει στη μείωση της αυξανόμενης χρήσης, παραπλανητικής ή συγκεχυμένης, των εννοιών της «πράσινης» ή «καθαρής» ενέργειας, ως μιας απλής στρατηγικής μάρκετινγκ χωρίς πραγματική αιτιολόγηση, που μπορεί να αποδειχτεί και να υπολογιστεί ποσοτικά όσον αφορά την εξοικονόμηση ενέργειας και τη μείωση των εκπομπών· με τον τρόπο αυτό θα αποφευχθούν οι αθέμιτες πρακτικές.

3.5   Ένα ολοκληρωμένο και κοινό σε όλα τα κράτη μέλη σύστημα παρακολούθησης και παρατηρητών θα συμβάλει ώστε η ΕΕ και τα κράτη μέλη:

να αξιοποιούν ένα ευρωπαϊκό δίκτυο ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων και οργανισμών για την ενεργειακή απόδοση προς όφελος των τελικών καταναλωτών και ειδικότερα των επιχειρήσεων, κυρίως δε των ΜΜΕ και της βιοτεχνίας·

να εκπονούν περιοδικές εκθέσεις για την εφαρμογή των πολιτικών της ΕΕ με την αξιολόγηση του αντίκτυπου τους στους τελικούς καταναλωτές (ειδικότερα στις ΜΜΕ)·

να διαθέτουν μια εύχρηστη και προσιτή ενημερωτική πλατφόρμα σε περισσότερες της μιας γλώσσες, να εδραιώσουν και να εμβαθύνουν τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών εκπροσώπησης σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο και των κυριότερων φορέων.

3.6   Κάλυψη των καθυστερήσεων και των κενών κατά την προετοιμασία των εθνικών ΣΔΕΑ

Από τα εθνικά σχέδια δράσης ενεργειακής απόδοσης (ΕΣΔΕΑ) δεν προκύπτει μια σοβαρή και ισχυρή δέσμευση (πολύ συχνά είναι αόριστα, στερούνται στοιχείων και βέλτιστων επιστημονικών δεικτών για μια σωστή αξιολόγηση του πιθανού αντικτύπου των μέτρων που προβλέπονται και είναι ακατάλληλα για την επίτευξη των στόχων της οδηγίας) των κρατών μελών να υλοποιήσουν τους στόχους που θέτει η οδηγία, ιδίως όσον αφορά τη μείωση της κατανάλωσης στους σημαντικότερους τομείς, δηλαδή στις μεταφορές και στις κατοικίες. Για τον λόγο αυτό, πρέπει να αναληφθούν πιο συγκεκριμένες και εφικτές πρωτοβουλίες στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης και να ληφθεί σοβαρά υπόψη η ανάγκη θέσπισης πιο δεσμευτικών μέτρων εξαιτίας της απόκλισης μεταξύ εθνικών σχεδίων και απτών αποτελεσμάτων, όπως έγινε με τις εκπομπές των αυτοκινήτων, τη γενική μείωση του CO2, τις εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Η πρόσφατη σε απευθείας σύνδεση διαβούλευση με θέμα «Δημόσια διαβούλευση σχετικά με την αξιολόγηση και την αναθεώρηση του σχεδίου δράσης για την ενεργειακή απόδοση [COM(2006) 545]» που προωθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταδεικνύει την έλλειψη ποιότητας της διαβούλευσης με τους τελικούς χρήστες της ίδιας της οδηγίας. Μία ετήσια έκθεση στην οποία θα μπορούσε να συμβάλει και η ΕΟΚΕ ενδέχεται, με την κατάλληλη μεθοδολογία διαβούλευσης όλων των τελικών καταναλωτών, να αποτελέσει ένα μέσο ικανό να καλύψει τα κενά που παρατηρούνται κατά την προετοιμασία των ΕΣΔΕΑ.

3.7   «Νέα γενιά» ευρωπαϊκών προγραμμάτων, πιο κατάλληλα για τον τελικό καταναλωτή

Είναι συνεπώς απαραίτητη η απλοποίηση των διαδικασιών πρόσβασης στα προγράμματα (το πρόγραμμα - πλαίσιο για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία (ΠΠΑΚ) και ειδικότερα το πρόγραμμα «Ευφυής ενέργεια - Ευρώπη» (EN)) των μικρότερων επιχειρήσεων και των αντιπροσωπευτικών τους ενώσεων, καθώς και των διοικήσεων. Εξάλλου, ενδείκνυται να προωθηθούν οι συμπράξεις ιδιωτικού και δημόσιου τομέα και οι εταιρείες ενεργειακών υπηρεσιών (ΕΕΥ - Energy Saving Company), ειδικότερα σε ευρωπαϊκό, εθνικό και τοπικό επίπεδο, με την προώθηση της συμμετοχής των ΜΜΕ στην πραγματική άσκηση της ευρωπαϊκής πολιτικής της Green Public Procurement (πράσινης δημόσιας σύμβασης). Εξάλλου, στο πλαίσιο της διαδικασίας απλοποίησης και βελτίωσης της νομοθεσίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλείται να μελετήσει τις αποτελεσματικότερες διαδικασίες και πρακτικές κατά την εφαρμογή των πολιτικών ενεργειακής απόδοσης προς όφελος των τελικών καταναλωτών και των φορέων στους οποίους απευθύνεται η οδηγία.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1   Στην οδηγία αναγνωρίζεται ο ρόλος των φορέων ενέργειας στον τομέα των ενεργειακών υπηρεσιών (άρθρο 6). Η διάταξη είναι ιδιαίτερα προβληματική διότι σε πολλές εθνικές αγορές έχει συμβεί μεγάλοι φορείς του τομέα της ενέργειας να έχουν καταλάβει επωφελώς μερίδια σε μεταγενέστερα στάδια της αγοράς της ενέργειας, όπως οι ενεργειακές υπηρεσίες και οι δραστηριότητες του τύπου «μετρητές εκ των υστέρων», λόγω της δεσπόζουσας θέσης στα άλλα στάδια της αλυσίδας εφοδιασμού (παραγωγή, διανομή και πώληση) με αποτέλεσμα την πρόκληση σημαντικών εμποδίων στην ανάπτυξη του τομέα των ενεργειακών υπηρεσιών για μικρές επιχειρήσεις.

4.1.1

Υπάρχουν, ωστόσο, ακόμη σοβαρά προβλήματα και επίμαχα σημεία κατά τη μεταφορά της οδηγίας όσον αφορά τους τελικούς καταναλωτές, όπως:

η διάθεση και η διαφάνεια των πληροφοριών που αφορούν την παροχή ενεργειακών υπηρεσιών (παραμένουν συχνά στην κατοχή μόνον των φορέων του τομέα της ενέργειας και των αρμόδιων αρχών)- άρθρο 7· και

η ενημέρωση σχετικά με τους μετρητές και τους λογαριασμούς κατανάλωσης ενέργειας.

H αποτελεσματικότητα των ενδείξεων αυτών ενδέχεται να συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη των στόχων εξοικονόμησης ενέργειας· ενδείκνυται, ωστόσο, η ενίσχυση της δράσης εποπτείας, ελέγχου και επιβολής κυρώσεων από τα αρμόδια όργανα των κρατών μελών και τους ΕΕ, καθώς και αποτελεσματικότερη και αυστηρότερη παρακολούθηση των φορέων του τομέα της ενέργειας (βλέπε άρθρα 11 και 13 της οδηγίας).

4.1.2

H αποτελεσματική πρόσβαση στα «Χρηματοοικονομικά μέσα για την εξοικονόμηση ενέργειας» και η λειτουργία των συναφών «μηχανισμών» θα πρέπει να ενισχυθούν και να αναλυθούν περισσότερο από τεχνικής και πολιτικής πλευράς προς όφελος των τελικών καταναλωτών με ειδική αναφορά στη φορολογία της ενέργειας. Ενδείκνυται ένας ειδικός έλεγχος των μέσων αυτών και των αποτελεσμάτων τους σε στενή συνεργασία με τις ευρωπαϊκές και εθνικές ενώσεις των τελικών καταναλωτών, ενώ θα πρέπει να ληφθούν υπόψη κυρίως οι όροι μείωσης των μεταγενέστερων επιδράσεων «rebound effect». Η μεταγενέστερη επίδραση (rebound effect), όπως έχει προκύψει κατά την ακρόαση της ΕΟΚΕ στην CNEL με θέμα «Πολιτικές και προγράμματα για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης στην τελική χρήση» στις 9 Ιουλίου 2009, αναφέρεται στο γεγονός ότι οι παρεμβάσεις που αποσκοπούν στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση και όχι τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας.

4.1.3

Ο ενεργειακός έλεγχος και τα λευκά πιστοποιητικά (άρθρο 12) είναι ιδιαίτερα σημαντικά για την ανάπτυξη των ενεργειακών υπηρεσιών και θα πρέπει να ενισχυθούν περαιτέρω από τα κράτη μέλη.

Εν προκειμένω, ο ευρωπαϊκός κοινωνικός διάλογος, συμπεριλαμβανομένου του διαλόγου σε τομεακό επίπεδο, μπορεί να συμβάλλει ουσιαστικά στην εφαρμογή των πολιτικών ενεργειακής απόδοσης με στόχο τη διευκόλυνση της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας του συστήματος παραγωγής.

4.1.4

Η πρόβλεψη μεθόδων υπολογισμού για τη μέτρηση τους εξοικονόμησης ενέργειας. Οι μέθοδοι αυτές δεν έχουν ακόμη αναπτυχθεί επαρκώς, ούτε είναι εναρμονισμένες. Πρέπει συνεπώς να καθοριστούν και να προσδιοριστούν καλύτερα οι μέθοδοι υπολογισμού που θα πρέπει να χρησιμοποιούνται ομοιόμορφα στα κράτη μέλη και να κοινοποιούνται στους τελικούς καταναλωτές.

Επισημαίνεται, τέλος, ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ξεκινήσει τη διαδικασία υποβολής προσφυγών για τις πολυάριθμες παραβάσεις λόγω ελλιπούς ή μερικής μεταφοράς της οδηγίας, με τις ανάλογες συνέπειες όσον αφορά το κόστος και τα γραφειοκρατικά έξοδα που επιβαρύνουν τους τελικούς καταναλωτές.

Βρυξέλλες, 1η Οκτωβρίου 2009

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  CESE 1513/2008, ΕΕ C 77 της 31.3.2009, σελ. 54·CESE 1913/2008· CESE 621/2009· CESE 52/2009.

(2)  COM(2008) 782 τελικό/2

(3)  Βλ. έγγρ. CESE 1911/2008,ΕΕ C 175 της 28.07.2009, σελ. 43 και τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Πράσινη Βίβλος: Προς ένα ασφαλές, αειφόρο και ανταγωνιστικό ευρωπαϊκό δίκτυο ενέργειας» CESE 1029/2009, εισηγήτρια αμφότερων των γνωμοδοτήσεων:, η κα Batut. Βλ. επίσης τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ «Υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος: πώς κατανέμονται οι αρμοδιότητες μεταξύ ΕΕ και κρατών μελών;» CESE 966/2009 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) – TEN/389, εισηγητής ο κ. Hencks.