5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/428


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Ίδρυση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο ***I

P6_TA(2009)0379

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (COM(2009)0066 – C6-0071/2009 – 2009/0027(COD))

2010/C 212 E/54

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2009)0066),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, το άρθρο 63 παράγραφοι 1 και 2 και το άρθρο 66 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0071/2009),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A6-0279/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

τονίζει ότι οι διατάξεις του σημείου 47 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (1) ισχύουν για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο· υπογραμμίζει δε ότι, εάν η νομοθετική αρχή ταχθεί υπέρ της ίδρυσης μιας τέτοιας υπηρεσίας, το Κοινοβούλιο θα ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με το άλλο σκέλος της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής προκειμένου να επιτευχθεί έγκαιρα συμφωνία ως προς τη χρηματοδότηση της εν λόγω υπηρεσίας σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της διοργανικής συμφωνίας·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1.


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2009)0027

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 63 σημεία 1 και 2 και το άρθρο 66,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής ║,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης  (3),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Η κοινοτική πολιτική σχετικά με το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου έχει ως στόχο, βάσει του προγράμματος της Χάγης, να εγκαθιδρύσει έναν κοινό χώρο ασύλου, μέσω της αποτελεσματικής εναρμονισμένης διαδικασίας σύμφωνα με τις αξίες και την ανθρωπιστική παράδοση της Ένωσης.

(2)

Κατά τα τελευταία έτη έχει πραγματοποιηθεί πρόοδος σε πολλούς τομείς, χάρη στην εφαρμογή ελάχιστων κοινών κανόνων, προς την κατεύθυνση της εγκαθίδρυσης ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλες ανισότητες από το ένα κράτος μέλος στο άλλο όσον αφορά την παροχή της προστασίας και τις μορφές που αυτή λαμβάνει.

(3)

Η Επιτροπή, στο σχέδιο δράσης της για το άσυλο ║, που εγκρίθηκε τον Ιούνιο 2008, ανακοίνωσε την πρόθεσή της να εργαστεί για την ανάπτυξη του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου αφενός, προτείνοντας αναθεώρηση των ισχυουσών νομοθετικών πράξεων ώστε να επιτευχθεί μεγαλύτερη εναρμόνιση των ισχυόντων κανόνων και αφετέρου ενισχύοντας τη στήριξη της πρακτικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, ιδίως μέσω της υποβολής νομοθετικής πρότασης με στόχο την ίδρυση ευρωπαϊκής υπηρεσίας υποστήριξης για το άσυλο, που θα παρέχει τη δυνατότητα μεγαλύτερου συντονισμού της επιχειρησιακής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, ώστε να τεθούν αποτελεσματικά σε εφαρμογή οι κοινοί κανόνες.

(4)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπενθύμισε επίσημα με την έγκριση τον Σεπτέμβριο 2008 του ευρωπαϊκού συμφώνου για την μετανάστευση και το άσυλο ║ ότι κάθε διωκόμενος αλλοδαπός δικαιούται να λαμβάνει βοήθεια και προστασία στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατ’ εφαρμογή της σύμβασης της Γενεύης, της 28ης Ιουλίου 1951, περί της νομικής κατάστασης των προσφύγων, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης, της 31ης Ιανουαρίου 1967, και των άλλων σχετικών συνθηκών. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε εξάλλου ρητά «να συγκροτηθεί το 2009 ευρωπαϊκό γραφείο στήριξης το οποίο θα έχει αποστολή να διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών, αναλύσεων και εμπειριών μεταξύ των κρατών μελών και να αναπτύσσει συγκεκριμένες συνεργασίες μεταξύ των αρμοδίων για την εξέταση των αιτήσεων ασύλου διοικήσεων».

(5)

Η πρακτική συνεργασία στον τομέα του ασύλου έχει ως στόχο την αύξηση της σύγκλισης και της ποιότητας των διαδικασιών λήψης αποφάσεως των κρατών μελών στο θέμα αυτό, εντός του ευρωπαϊκού νομοθετικού πλαισίου. Πολλά μέτρα πρακτικής συνεργασίας έχουν ήδη ληφθεί τα τελευταία έτη, ιδίως η έγκριση μιας κοινής προσέγγισης των πληροφοριών σχετικά με τις χώρες καταγωγής και της εκπόνησης ενός κοινού ευρωπαϊκού προγράμματος κατάρτισης όσον αφορά το άσυλο.

(6)

Για τα κράτη μέλη των οποίων το εθνικό σύστημα ασύλου υφίσταται ειδικές και δυσανάλογες πιέσεις, λόγω ειδικότερα της γεωγραφικής τους θέσης ή της δημογραφικής τους κατάστασης, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξη για το Άσυλο θα πρέπει να υποστηρίζει, όσον αφορά τα την εφαρμογή δεσμευτικών μηχανισμών αλληλεγγύης που θα έχουν ως στόχο να προωθήσουν ▐ την καλύτερη κατανομή των απολαυόντων διεθνούς προστασίας αυτών των κρατών μελών προς άλλα κράτη μέλη βάσει κανόνων μη εισαγόντων διακρίσεις, διαφανών και σαφών , με ταυτόχρονη μέριμνα ώστε τα συστήματα ασύλου να μην αποτελέσουν αντικείμενο κατάχρησης.

(7)

Για να υπάρξει ενίσχυση και ανάπτυξη των μηχανισμών αυτών, θα πρέπει να δημιουργηθεί μια ειδική δομή με σκοπό τη στήριξη και τον συντονισμό, υπό τη μορφή Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας υποστήριξης για το Άσυλο (που καλείται στο εξής «Υπηρεσία»).

(8)

Η Υπηρεσία για να εκπληρώσει την αποστολή της κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη στους τεχνικούς τομείς και να απολαύει νομικής, διοικητικής και οικονομικής αυτονομίας. Για τον σκοπό αυτό, η Υπηρεσία θα πρέπει να αποτελεί οργανισμό της Κοινότητας με νομική προσωπικότητα και να ασκεί τις εκτελεστικές εξουσίες που της χορηγεί ο παρών κανονισμός.

(9)

Η Υπηρεσία για να επωφεληθεί από την τεχνογνωσία και τη στήριξη της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) και των μη κυβερνητικών οργανώσεων, θα πρέπει να δρα σε στενή συνεργασία με αυτές . Για τον σκοπό αυτό, ο ρόλος της UNHCR και των μη κυβερνητικών οργανώσεων θα πρέπει να αναγνωρισθεί πλήρως, ▐ θα πρέπει δε αυτές να συνδεθούν πλήρως με τις εργασίες της Υπηρεσίας. Η Υπηρεσία θα πρέπει επίσης να δρα σε στενή συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες πληρούν αποστολή στον τομέα του ασύλου, με τις εθνικές υπηρεσίες μετανάστευσης και ασύλου ή άλλες υπηρεσίες και να χρησιμοποιεί τις ικανότητες και την τεχνογνωσία των υπηρεσιών αυτών, καθώς και με την Επιτροπή. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται με την Υπηρεσία προς εξασφάλιση της εκπλήρωσης της αποστολής της.

(10)

Η Υπηρεσία θα πρέπει να αποτελεί ευρωπαϊκό κέντρο τεχνογνωσίας όσον αφορά το άσυλο και να αναλαμβάνει τη διευκόλυνση, τον συντονισμό και την ενίσχυση της πρακτικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών σε θέματα ασύλου, υπό τις διάφορες μορφές τους. Η Υπηρεσία θα πρέπει να έχει εντολή προσανατολιζόμενη προς τρία κύρια καθήκοντα, ήτοι προς τη στήριξη της πρακτικής συνεργασίας σε θέματα ασύλου, τη στήριξη των κρατών μελών που υφίστανται ιδιαίτερες πιέσεις και τη συμβολή στην εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου.

(11)

Η Υπηρεσία δεν θα πρέπει να διαθέτει καμία άμεση ή έμμεση εξουσία ως προς τη λήψη αποφάσεων από μέρους των αρχών των κρατών μελών, σχετικά με τις ατομικές αιτήσεις διεθνούς προστασίας.

(12)

Η Υπηρεσία για να προσφέρει ταχεία και αποτελεσματική επιχειρησιακή στήριξη στα κράτη μέλη που υφίστανται ισχυρές πιέσεις στα συστήματα ασύλου τους, θα πρέπει να συντονίζει την αποστολή στην επικράτεια των αιτούντων κρατών μελών, ομάδων υποστήριξης για το άσυλο που θα αποτελούνται από ειδικούς στο θέμα αυτό. Οι ομάδες αυτές θα πρέπει ειδικότερα να παρέχουν την τεχνογνωσία τους σε θέματα διερμηνείας, γνώσης των πληροφοριών σχετικά με τις χώρες καταγωγής και γνώσης της εξέτασης και διαχείρισης των φακέλων ασύλου. Το καθεστώς των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο θα πρέπει να διέπεται από τον παρόντα κανονισμό ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα της αποστολής τους.

(13)

Η Υπηρεσία θα πρέπει να εκτελεί την αποστολή της υπό όρους που να της επιτρέπουν να εξασφαλίζει έναν ρόλο αναφοράς μέσω της ανεξαρτησίας και της επιστημονικής και τεχνικής ποιότητας της συνδρομής που παρέχει και των πληροφοριών που διαδίδει, μέσω της διαφάνειας των διαδικασιών της και των τρόπων λειτουργίας της, και της επιμέλειάς της κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται.

(14)

Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη για να ελέγχουν αποτελεσματικά τη λειτουργία της Υπηρεσίας θα πρέπει να εκπροσωπούνται σε διοικητικό συμβούλιο. Στο μέτρο του δυνατού, το διοικητικό αυτό συμβούλιο θα πρέπει, να αποτελείται από επικεφαλής διαχείρισης των εθνικών υπηρεσιών που είναι αρμόδιες για την πολιτική ασύλου ή των εκπροσώπων τους. Θα πρέπει να διαθέτει τις απαιτούμενες εξουσίες για να καταρτίζει τον προϋπολογισμό να ελέγχει την εκτέλεσή του, να εγκρίνει τους κατάλληλους δημοσιονομικούς κανόνες, να θέτει σε εφαρμογή διαφανείς διαδικασίες εργασίας για τις αποφάσεις της Υπηρεσίας και να διορίζει τον εκτελεστικό διευθυντή. Για να συνδεθεί πλήρως η UNHCR με τις εργασίες της Υπηρεσίας και λαμβανομένης υπόψη της τεχνογνωσίας της σε θέματα ασύλου, η UNHCR θα πρέπει να είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου χωρίς δικαίωμα ψήφου. Δεδομένης της φύσης των καθηκόντων της Υπηρεσίας και του ρόλου του εκτελεστικού διευθυντή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να συμμετέχει στην επιλογή των προτεινόμενων για την θέση αυτή υποψηφίων.

(15)

Για να εξασφαλιστεί η ταχεία και αποτελεσματική διαχείριση της Υπηρεσίας, αυτή θα πρέπει να επικουρείται από μια εκτελεστική επιτροπή που θα αποτελείται από εκπροσώπους των κρατών μελών, καθήκον των οποίων θα είναι η παροχή συμβουλών στον εκτελεστικό διευθυντή της Υπηρεσίας και η γνωμοδότηση στο διοικητικό συμβούλιο.

(16)

Για να εξασφαλιστεί η πλήρης αυτονομία και ανεξαρτησία της Υπηρεσίας, θα πρέπει αυτή να έχει δικό της προϋπολογισμό, που θα τροφοδοτείται κατά το κύριο μέρος του από τη συνεισφορά της Κοινότητας. Η χρηματοδότηση της Υπηρεσίας θα πρέπει να υπόκειται σε συμφωνία με την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή όπως ορίζεται στο σημείο 47 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (4). Η κοινοτική διαδικασία του προϋπολογισμού θα πρέπει να εφαρμόζεται στο μέτρο που το θέμα αφορά τη συνεισφορά της Κοινότητας, καθώς και κάθε επιχορήγηση που καταλογίζεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εξακρίβωση των λογαριασμών θα πρέπει να εξασφαλίζεται από το ║ Ελεγκτικό Συνέδριο.

(17)

Η Υπηρεσία προς εκπλήρωση της αποστολής της, και στον βαθμό που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων της θα πρέπει να συνεργάζεται με τους άλλους κοινοτικούς οργανισμούς, ιδίως με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRONTEX), που έχει ιδρυθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 του Συμβουλίου  (5) και τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA), που έχει ιδρυθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 168/2007 του Συμβουλίου  (6). Θα πρέπει επίσης να συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές των τρίτων χωρών, τους διεθνείς οργανισμούς που είναι αρμόδιοι στους τομείς που διέπονται από τον παρόντα κανονισμό και τις τρίτες χώρες, στο πλαίσιο συμφωνιών εργασίας που έχουν συναφθεί σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της Συνθήκης με στόχο τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τα διεθνή και τα κοινοτικά νομικά πρότυπα στον τομέα του ασύλου .

(18)

Η Υπηρεσία για να φέρει εις πέρας την αποστολή της, θα πρέπει να επιτρέπει τη συμμετοχή των χωρών που έχουν συνάψει με την ║ Κοινότητα συμφωνίες βάσει των οποίων έχουν εγκρίνει και εφαρμόζουν την κοινοτική νομοθεσία στον τομέα που καλύπτει ο παρών κανονισμός, όπως ║ η Νορβηγία, η Ισλανδία και η Ελβετία. Η Υπηρεσία μπορεί επίσης, κατόπιν διαβουλεύσεων με την Επιτροπή, να συνάψει συμφωνίες εργασίας, με στόχο τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τα διεθνή και τα κοινοτικά νομικά πρότυπα για το άσυλο, με χώρες άλλες πλην εκείνων που έχουν συνάψει με την ║ Κοινότητα συμφωνίες βάσει των οποίων έχουν εγκρίνει και εφαρμόζουν την κοινοτική νομοθεσία. Ωστόσο, η Υπηρεσία δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να αναπτύξει αυτόνομη εξωτερική πολιτική.

(19)

Ο κανονισμός (ΕΚ, ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ. 1605/2002, του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, σχετικά με το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (7) (Δημοσιονομικός Κανονισμός), και συγκεκριμένα το άρθρο του 185, θα πρέπει να εφαρμόζεται για την Υπηρεσία.

(20)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που διεξάγονται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης (OLAF) (8), θα πρέπει να εφαρμόζεται χωρίς περιορισμούς στην Υπηρεσία, η οποία θα πρέπει να προσχωρήσει στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιεί η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης (OLAF) (9).

(21)

Θα πρέπει να εφαρμόζεται στην Υπηρεσία ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (10).

(22)

Όσον αφορά την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Υπηρεσία, ισχύει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (11).

(23)

Οι απαραίτητες διατάξεις όσον αφορά τη στέγαση της Υπηρεσίας στο κράτος μέλος υποδοχής, καθώς και οι ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται στο σύνολο του προσωπικού της Υπηρεσίας και στα μέλη των οικογενειών τους θα πρέπει να καθορισθούν σε μία συμφωνία περί της έδρας. Εξάλλου, το κράτος μέλος υποδοχής θα πρέπει να εξασφαλίσει τις καλύτερες δυνατές συνθήκες για την εύρυθμη λειτουργία της Υπηρεσίας, και όσον αφορά τη σχολική φοίτηση των παιδιών και τις συγκοινωνίες, ώστε η Υπηρεσία να μπορεί να προσελκύσει ανθρώπινους πόρους υψηλής ποιότητας σε μία όσο το δυνατόν ευρύτερη γεωγραφική βάση.

(24)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, ήτοι η ║ διευκόλυνση και ενίσχυση της πρακτικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών σε θέματα ασύλου, καθώς και η συμβολή στην καλύτερη εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορούν συνεπώς να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως προβλέπεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτών των στόχων.

(25)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη συνθήκη ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν, ούτε υποχρεούται να τον εφαρμόσει.

(26)

Στον παρόντα κανονισμό τηρούνται τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 18 του Χάρτησχετικά με το δικαίωμα ασύλου,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΣΥΛΟ

Άρθρο 1

Ίδρυση της ευρωπαϊκής υπηρεσίας υποστήριξης για το άσυλο

Ιδρύεται Ευρωπαϊκή Υπηρεσία υποστήριξης για το Άσυλο (που καλείται στο εξής: «Υπηρεσία»), για να συμβάλλει στην εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου και να ενισχύει την πρακτική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών σε θέματα ασύλου.

Άρθρο 2

Αποστολές της ευρωπαϊκής υπηρεσίας υποστήριξης για το άσυλο

1.   Η Υπηρεσία διευκολύνει, συντονίζει και ενισχύει την πρακτική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών σε θέματα ασύλου, υπό τις διάφορες μορφές τους, ώστε να συμβάλλει στην καλύτερη εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, συμπεριλαμβανομένων και των εξωτερικών του πτυχών.

2.   Η Υπηρεσία παρέχει επιχειρησιακή στήριξη στα κράτη μέλη που υφίστανται ισχυρές πιέσεις στα συστήματα ασύλου τους, ιδίως μέσω του συντονισμού των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο που συγκροτούνται από ειδικούς σε θέματα ασύλου.

3.   Η Υπηρεσία παρέχει επιστημονική και τεχνική συνδρομή στην πολιτική και τη νομοθεσία της Κοινότητας σε όλους τους τομείς που έχουν άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στο άσυλο, ώστε αυτή να είναι σε θέση να παράσχει την πλήρη υποστήριξή της στην πρακτική συνεργασία σε θέματα ασύλου και να εκπληρώσει τα καθήκοντά της κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Αποτελεί ανεξάρτητη πηγή πληροφοριών για όλα τα θέματα που υπάγονται στους τομείς αυτούς.

4.   Η Υπηρεσία εκτελεί την αποστολή της υπό συνθήκες που της επιτρέπουν να αποτελεί σημείο αναφοράς μέσω της ανεξαρτησίας και της επιστημονικής και τεχνικής ποιότητας της συνδρομής που παρέχει και των πληροφοριών που διαδίδει, της διαφάνειας των διαδικασιών και μεθόδων λειτουργίας της, της επιμέλειας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί και της ηλεκτρονικής υποστήριξης που απαιτείται για την εκπλήρωση της αποστολής της.

5.   Η Υπηρεσία εκτελεί τα καθήκοντά της με την επιφύλαξη εκείνων που έχουν ανατεθεί στον Οργανισμό θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA) και συνεργάζεται στενά με αυτόν, καθώς και με την UNHCR.

6.     Η Υπηρεσία δεν διαθέτει καμία αρμοδιότητα, άμεση ή έμμεση, όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων εκ μέρους των αρχών των κρατών μελών σχετικά με μεμονωμένες αιτήσεις διεθνούς προστασίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΣΥΛΟ

Τμήμα 1

Στήριξη της πρακτικής συνεργασίας σε θέματα ασύλου

Άρθρο 3

Ανταλλαγή πληροφοριών και βέλτιστες πρακτικές

Η Υπηρεσία διοργανώνει, διευκολύνει και συντονίζει όλες τις δράσεις που επιτρέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών, καθώς και τον προσδιορισμό και την ανταλλαγή ορθών πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών σε θέματα ασύλου.

Άρθρο 4

Πληροφορίες σχετικά με τις χώρες καταγωγής

Η Υπηρεσία διοργανώνει, διευκολύνει και συντονίζει τις δράσεις σχετικά με τις πληροφορίες για τις χώρες καταγωγής, και ειδικότερα:

α)

τη συγκέντρωση σχετικών, αξιόπιστων, ορθών και επικαιροποιημένων πληροφοριών σχετικά με τις χώρες καταγωγής των αιτούντων άσυλο και των ατόμων που ζητούν διεθνή προστασία με διαφανή και αμερόληπτο τρόπο , με χρησιμοποίηση όλων των κατάλληλων πηγών πληροφόρησης, ιδίως των κρατικών και μη κρατικών οργανώσεων , των διεθνών οργανισμών και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ,

β)

τη διαχείριση και την ανάπτυξη μιας δικτυακής πύλης όπου θα συγκεντρώνονται οι πληροφορίες σχετικά με τις χώρες καταγωγής και τη συντήρηση της πύλης αυτής, καθώς και τη διασφάλιση της προσβασιμότητας και της διαφάνειάς της,

γ)

την εκπόνηση ενός κοινού προτύπου και κοινής μεθόδου για την υποβολή, επαλήθευση και χρησιμοποίηση των πληροφοριών σχετικά με τη χώρα καταγωγής,

δ)

την αμερόληπτη ανάλυση των πληροφοριών σχετικά με τις χώρες καταγωγής και την κατάρτιση εκθέσεων για τις χώρες αυτές σύμφωνα με το στοιχείο α), τείνοντας προς την υιοθέτηση κοινών κριτηρίων αξιολόγησης .

Άρθρο 5

Στήριξη της ενδοκοινοτικής μεταφοράς των προσώπων που απολαύουν διεθνούς προστασίας

Για τα κράτη μέλη το εθνικό σύστημα ασύλου των οποίων υφίσταται ειδικές και δυσανάλογες πιέσεις, λόγω ειδικότερα της γεωγραφικής τους θέσης ή της δημογραφικής τους κατάστασης, η Υπηρεσία συντονίζει τις ανταλλαγές πληροφοριών και όλες τις άλλες δράσεις που συνδέονται με την εφαρμογή των μέσων και μηχανισμών για την ▐ ενδοκοινοτική μεταφορά των προσώπων που απολαύουν διεθνούς προστασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Άρθρο 6

Στήριξη της κατάρτισης

1.   Η Υπηρεσία καταρτίζει και αναπτύσσει , σε στενή συνεργασία με την UNHCR και τις σχετικές ΜΚΟ, προγράμματα κατάρτισης που προορίζονται για τα μέλη όλων των διοικητικών και δικαστικών υπηρεσιών, καθώς και των εθνικών υπηρεσιών ή άλλων φορέων που εμπλέκονται επισήμως στη διαδικασία ασύλου των κρατών μελών ▐.

2.   Η Υπηρεσία διαχειρίζεται και αναπτύσσει ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα για θέματα ασύλου, το οποίο προβλέπει, τουλάχιστον, την κατάρτιση σχετικά με το διεθνές δίκαιο και τα διεθνή πρότυπα για τους πρόσφυγες και τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κοινοτικό κεκτημένο περί ασύλου.

3.   Τα προγράμματα κατάρτισης που προτείνει η Υπηρεσία μπορεί να είναι γενικά, ειδικά ή θεματικά.

4.   Τα ειδικά ή θεματικά προγράμματα κατάρτισης έχουν κυρίως ως στόχο:

α)

τα θέματα που συνδέονται με την εξέταση των αιτήσεων ασύλου ανηλίκων, ευάλωτων ατόμων και ατόμων με ειδικές ανάγκες,

β)

τον προσδιορισμό των σημείων και συμπτωμάτων βασανιστηρίων,

γ)

τις τεχνικές συνέντευξης,

δ)

τη χρήση ιατρικών και νομικών εκθέσεων στις διαδικασίες ασύλου,

ε)

τα θέματα που συνδέονται με την παραγωγή, και τη χρησιμοποίηση πληροφοριών για τις χώρες καταγωγής,

στ)

τα ειδικά νομικά θέματα ή θέματα νομολογίας.

5.   Τα προτεινόμενα προγράμματα κατάρτισης έχουν ιδίως ως στόχο την εξασφάλιση της υψηλής ποιότητας της κατάρτισης των φορέων στους οποίους απευθύνονται, καθώς και τον καθορισμό των αρχών-κλειδιών και των υποδειγματικών ορθών πρακτικών, ώστε αυτά να συμβάλλουν στη σύγκλιση των πρακτικών, των διοικητικών μεθόδων και των εθνικών νομολογιών.

6.   Για τους ειδικούς που αποτελούν τμήμα των δυνάμεων επέμβασης για το άσυλο που αναφέρεται στο άρθρο 15 , η Υπηρεσία διοργανώνει ειδικά προγράμματα κατάρτισης σε σχέση με τα καθήκοντα που καλούνται να επιτελέσουν και τις αρμοδιότητες που καλούνται να αναλάβουν, καθώς και περιοδικές ασκήσεις για τους εν λόγω ειδικούς σύμφωνα με ένα χρονοδιάγραμμα προγραμμάτων ειδικής κατάρτισης και ασκήσεων που αναφέρεται στο ετήσιο πρόγραμμα εργασίας τους.

7.   Η Υπηρεσία μπορεί να διοργανώνει δραστηριότητες κατάρτισης σε συνεργασία με κράτη μέλη και ΜΚΟ στην επικράτειά τους.

Άρθρο 7

Στήριξη των εξωτερικών πτυχών της πολιτικής ασύλου

Από εξωτερική άποψη, η Υπηρεσία κατόπιν συμφωνίας με την Επιτροπή συντονίζει τις ανταλλαγές πληροφοριών, καθώς και κάθε άλλη αναλαμβανόμενη δράση σχετικά με τα θέματα που έχουν σχέση με την εφαρμογή των μέσων και των μηχανισμών που αφορούν την εξωτερική διάσταση του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου.

Η Υπηρεσία συντονίζει τις ανταλλαγές πληροφοριών και κάθε άλλη δράση που αναλαμβάνεται σχετικά με την επανεγκατάσταση των προσφύγων στην Ευρωπαϊκή Ένωση , λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές της αλληλεγγύης και του επιμερισμού των βαρών .

Η Υπηρεσία στο πλαίσιο της εντολής της, και σύμφωνα με το άρθρο 49, μπορεί να προωθήσει την ενίσχυση της ικανότητας των τρίτων χωρών στο πλαίσιο των περιφερειακών προγραμμάτων προστασίας.

Τμήμα 2

Στήριξη των κρατών μελών που υφίστανται ιδιαίτερες πιέσεις

Άρθρο 8

Ιδιαίτερες πιέσεις

Η Υπηρεσία συντονίζει και στηρίζει κάθε κοινή δράση υπέρ των κρατών μελών που υφίστανται ιδιαίτερες πιέσεις, λόγω της γεωγραφικής τους θέσης ή δημογραφικής τους κατάστασης ή λόγω καταστάσεων που χαρακτηρίζονται από απότομη άφιξη μεγάλου αριθμού υπηκόων τρίτων χωρών που μπορεί να έχουν ανάγκη διεθνούς προστασίας.

Άρθρο 9

Συγκέντρωση και ανάλυση των πληροφοριών

1.   Η Υπηρεσία για να είναι σε θέση να αξιολογήσει τις ανάγκες των κρατών μελών που υφίστανται ιδιαίτερες πιέσεις, βάσει ιδίως των πληροφοριών που της παρέχουν τα κράτη μέλη, η UNHCR και άλλες σχετικές οργανώσεις, συγκεντρώνει κάθε χρήσιμη πληροφορία που επιτρέπει τον προσδιορισμό, την προετοιμασία και τον καθορισμό επειγόντων μέτρων με στόχο την αντιμετώπιση ιδιαίτερων πιέσεων, ιδίως στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της … για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (12).

2.   Η Υπηρεσία καταγράφει και αναλύει συστηματικά, βάσει των πληροφοριών που παρέχουν τα κράτη μέλη, τις διαθέσιμες δομές και προσωπικό, ιδίως όσον αφορά τη μετάφραση και τη διερμηνεία και την παροχή συνδρομής κατά την αρχική συλλογή πληροφοριών ώστε να παρασχεθεί υποστήριξη στα κράτη μέλη κατά την προσπάθειά τους να καθορίσουν το καθεστώς , καθώς και τις ικανότητες υποδοχής όσον αφορά το άσυλο στα κράτη μέλη, ώστε να παρέχει ταχεία και αξιόπιστη αμοιβαία ενημέρωση των διαφόρων αρμόδιων για θέματα ασύλου εθνικών αρχών.

Άρθρο 10

Στήριξη στα κράτη μέλη

Η Υπηρεσία συντονίζει τις δράσεις στήριξης των κρατών μελών που υφίστανται ιδιαίτερες πιέσεις και ιδίως:

α)

θέτει σε εφαρμογή σύστημα έγκαιρου συναγερμού που έχει ως στόχο να ειδοποιεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή για ενδεχόμενες μαζικές αφίξεις αιτούντων διεθνούς προστασίας,

β)

εφαρμόζει, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής, δεσμευτικό μηχανισμό αλληλεγγύης για την ανακατανομή των απολαυόντων διεθνούς προστασίας από κράτη μέλη των οποίων το εθνικό σύστημα ασύλου υφίσταται ειδικές και δυσανάλογες πιέσεις, κατόπιν διαβουλεύσεως με την UNHCR, βάσει κανόνων μη εισαγόντων διακρίσεις, διαφανών και σαφών,

γ)

συντονίζει τις προς διεξαγωγή δράσεις υπέρ των κρατών μελών που υφίστανται πιέσεις προς διευκόλυνση της πρώτης ανάλυση των αιτήσεων ασύλου που έχουν εξετάσει οι αρμόδιες εθνικές αρχές,

δ)

συντονίζει τις δράσεις που επιτρέπουν την ταχεία οργάνωση κατάλληλων δομών υποδοχής από το κράτος μέλος που υφίσταται πιέσεις, ειδικότερα επείγουσας στέγασης, μέσων μεταφοράς και ιατρικής βοήθειας,

ε)

συντονίζει τις ομάδες υποστήριξης για το άσυλο, οι λεπτομέρειες λειτουργίας των οποίων καθορίζονται στο κεφάλαιο 3.

Τμήμα 3

Συμβολή στην εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου

Άρθρο 11

Συλλογή και ανταλλαγές πληροφοριών

1.   Η Υπηρεσία διοργανώνει, συντονίζει και διευκολύνει τις ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ των αρμοδίων για το άσυλο εθνικών αρχών, καθώς και μεταξύ της Επιτροπής και των αρχών αυτών, όσον αφορά την εφαρμογή όλων των κατάλληλων μέσων του κοινοτικού κεκτημένου για το άσυλο. Για τον σκοπό αυτό, μπορεί να δημιουργήσει βάσεις δεδομένων όσον αφορά τα περιστατικά, τα νομικά θέματα και τη νομολογία που αφορούν τα μέσα σχετικά με το άσυλο σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.

2.   Ειδικότερα η Υπηρεσία συγκεντρώνει τις ακόλουθες πληροφορίες για:

α)

║ την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας στο πλαίσιο των εθνικών διοικήσεων και αρχών.

β)

║ τις εθνικές νομοθεσίες και την εξέλιξή τους όσον αφορά το άσυλο, συμπεριλαμβανομένης και της νομολογίας.

Άρθρο 12

Εκθέσεις και άλλα έγγραφα της Υπηρεσίας

1.   Η Υπηρεσία προετοιμάζει ανά τριετία έκθεση για την κατάσταση του ασύλου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο πλαίσιο της έκθεσης αυτής, η Υπηρεσία αξιολογεί ιδίως τα αποτελέσματα των δράσεων που πραγματοποιούνται βάσει του παρόντος κανονισμού και πραγματοποιεί μια σφαιρική συγκριτική ανάλυση, ώστε να διευκολύνει την καλύτερη γνώση από μέρους των κρατών μελών των ορθών εφαρμοζόμενων πρακτικών και να βελτιώνει την ποιότητα, τη συνοχή και την αποτελεσματικότητα του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου. Η έκθεση παρουσιάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Επιτροπή.

2.   Η Υπηρεσία μπορεί να προετοιμάσει, κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής, βάσει γνωμοδότησης της εκτελεστικής επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 32 και σε στενή συνεργασία με τις ομάδες εργασίας της και με την Επιτροπή, τεχνικά έγγραφα σχετικά με την εφαρμογή των κοινοτικών πράξεων όσον αφορά το άσυλο, όπως ιδίως κατευθυντήριες γραμμές ή λειτουργικά εγχειρίδια. Η UNHCR θα πρέπει να συμμετέχει ενεργά στην εκπόνηση των κατευθυντηρίων γραμμών της ΕΕ για να εξασφαλίζεται η συνοχή με τα διεθνή πρότυπα. Για θέματα όπου υπάρχουν ήδη κατευθυντήριες γραμμές της UNHCR, αυτές θα πρέπει να αποτελούν το σημείο εκκίνησης για την πρακτική συνεργασία ώστε να μειωθούν οι διαφορές που παρατηρούνται στην πράξη.

3.     Με αίτημα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Υπηρεσία μπορεί να εκπονεί εκθέσεις επί συγκεκριμένων πτυχών της εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου για το άσυλο σε θέματα διεθνούς προστασίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΟΜΆΔΕΣ ΥΠΟΣΤΉΡΙΞΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΆΣΥΛΟ

Άρθρο 13

Συντονισμός

1.     Το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη που υφίστανται ιδιαίτερες πιέσεις μπορούν να ζητήσουν από την Υπηρεσία να τους αποστείλει ομάδα υποστήριξης για το άσυλο . Το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη που υποβάλλει το αίτημα αυτό περιγράφει την κατάσταση και προσδιορίζει τυχόν στόχους καθώς και αναμενόμενες απαιτήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 18, παράγραφος 1.

2.     Ανταποκρινόμενη στο αίτημα αυτό, η Υπηρεσία μπορεί να συντονίσει την αναγκαία τεχνική και επιχειρησιακή βοήθεια προς κράτος μέλος ή κράτη μέλη καθώς και την αποστολή, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, της ομάδας υποστήριξης για το άσυλο στο έδαφος του αιτούντος κράτους μέλους ή κρατών μελών, βάσει επιχειρησιακού σχεδίου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18.

Άρθρο 14

Τεχνική συνδρομή.

Οι ομάδες υποστήριξης για το άσυλο, παρέχουν την τεχνογνωσία τους, κατά τα συμπεφωνημένα στο επιχειρησιακό σχέδιο που αναφέρεται στο άρθρο 18, ειδικότερα σε θέματα διερμηνείας, γνώσης των πληροφοριών σχετικά με τις χώρες καταγωγής και γνώσης της εξέτασης και διαχείρισης των φακέλων ασύλου, στο πλαίσιο των δράσεων στήριξης στα κράτη μέλη που διενεργεί η Υπηρεσία σύμφωνα με το άρθρο 10.

Άρθρο 15

Δύναμη επέμβασης για το άσυλο

1.   Κατόπιν προτάσεως του εκτελεστικού διευθυντή της Υπηρεσίας, η εκτελεστική της επιτροπή αποφασίζει με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών της για τα προσόντα και τον συνολικό αριθμό των ειδικών που διατίθενται για τη συγκρότηση των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο (Δυνάμεων επέμβασης για το άσυλο). Η ίδια διαδικασία εφαρμόζεται για οποιαδήποτε μεταγενέστερη μεταβολή όσον αφορά τα προσόντα και τον συνολικό αριθμό των ειδικών της δύναμης επέμβασης για το άσυλο.

2.   Τα κράτη μέλη συμβάλλουν στη δύναμη επέμβασης μέσω πυρήνα εθνικών ειδικών που συγκροτείται βάσει των διαφόρων απαιτούμενων προσόντων, με διορισμό των ειδικών που ανταποκρίνονται στα προσόντα αυτά.

Άρθρο 16

Αποστολή

1.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν αμέσως, κατόπιν αιτήσεως της Υπηρεσίας, τον αριθμό, τα ονόματα και τα προσόντα των ειδικών που περιλαμβάνονται στην εθνική τους δύναμη και που είναι σε θέση να κινητοποιήσουν εντός πέντε ημερών ως μέλη της ομάδας υποστήριξης για το άσυλο. Κατόπιν αιτήσεως της Υπηρεσίας, τα κράτη μέλη διαθέτουν τους ειδικούς, εκτός εάν αντιμετωπίζουν εξαιρετική κατάσταση η οποία επηρεάζει σοβαρά την εκτέλεση εθνικών καθηκόντων. Το κράτος μέλος καταγωγής διατηρεί την αυτονομία του όσον αφορά την επιλογή του προσωπικού και τη διάρκεια της αποστολής του.

2.     Στην περίπτωση που τα κράτη μέλη αδυνατούν να διαθέσουν την εμπειρογνωμοσύνη που θεωρείται απαραίτητη για τη λειτουργία της, η Υπηρεσία μπορεί να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για να αντλήσει την εμπειρογνωμοσύνη αυτή από κατάλληλους ειδικούς και οργανώσεις, βασιζόμενη στην εμπειρογνωμοσύνη του Συμβουλευτικού Φόρουμ.

3.   Ο εκτελεστικός διευθυντής, κατά τον καθορισμό της σύνθεσης μιας ομάδας ενόψει της αποστολής της, λαμβάνει υπόψη του τις ειδικές περιστάσεις που αντιμετωπίζει το αιτούν κράτος μέλος. Η ομάδα υποστήριξης για το άσυλο συγκροτείται σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο που καθορίζεται βάσει του άρθρου 18.

Άρθρο 17

Διαδικασία της απόφασης αποστολής

1.   Στην αίτηση αποστολής των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο, σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1, περιλαμβάνεται περιγραφή της κατάστασης, των ενδεχόμενων στόχων, καθώς και των κατ’ εκτίμηση αναγκών για την αποστολή. Κατά περίπτωση, ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να αποστείλει ειδικούς της Υπηρεσίας για να αξιολογήσουν την κατάσταση του αιτούντος κράτους μέλους.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής ενημερώνει πάραυτα την εκτελεστική επιτροπή για την αποστολή των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο.

3.   Ο εκτελεστικός διευθυντής αποφασίζει σχετικά με την αίτηση αποστολής ομάδων το συντομότερο δυνατό και το αργότερο εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της. Ο εκτελεστικός διευθυντής κοινοποιεί την απόφασή του γραπτώς στο αιτούν κράτος μέλος και ταυτόχρονα στο διοικητικό συμβούλιο. Στην απόφαση προσδιορίζει τους κύριους λόγους.

4.   Εάν ο εκτελεστικός διευθυντής αποφασίσει να αποστείλει μία ή περισσότερες ομάδες υποστήριξης για το άσυλο, καταρτίζεται αμέσως επιχειρησιακό σχέδιο από την Υπηρεσία και το αιτούν κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 18.

5.   Μετά την έγκριση του εν λόγω σχεδίου, ο εκτελεστικός διευθυντής ενημερώνει τα κράτη μέλη οι ειδικοί των οποίων θα σταλούν στο πλαίσιο των ομάδων υποστήριξης για τον ζητούμενο αριθμό και προσόντα. Η πληροφορία αυτή παρέχεται γραπτώς στα εθνικά σημεία επαφής που προβλέπονται στο άρθρο 19 και αναφέρει την προβλεπόμενη ημερομηνία της αποστολής. Επίσης τους παρέχεται αντίγραφο του επιχειρησιακού σχεδίου.

6.   Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος του εκτελεστικού διευθυντή, τις αποφάσεις σχετικά με την αποστολή των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο λαμβάνει ο προϊστάμενος της διοικητικής μονάδας που τον αντικαθιστά.

Άρθρο 18

Επιχειρησιακό σχέδιο

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής και το αιτούν κράτος μέλος εγκρίνουν επιχειρησιακό σχέδιο, όπου καθορίζονται με ακρίβεια οι συνθήκες αποστολής των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο. Το επιχειρησιακό σχέδιο περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

την περιγραφή της κατάστασης, του τρόπου δράσης και του σκοπού της αποστολής, καθώς και του επιχειρησιακού στόχου,

β)

την προβλεπόμενη διάρκεια της αποστολής των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο,

γ)

τη γεωγραφική περιοχή ευθύνης στο αιτούν κράτος μέλος, όπου θα αποσταλούν οι ομάδες,

δ)

την περιγραφή των καθηκόντων και των ειδικών οδηγιών, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αφορούν τις βάσεις δεδομένων που τα μέλη των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο έχουν άδεια να συμβουλεύονται, καθώς και τον εξοπλισμό που έχουν άδεια να χρησιμοποιούν στο κράτος μέλος υποδοχής,

ε)

τη σύνθεση των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο.

2.   Οποιεσδήποτε τροποποιήσεις ή προσαρμογές του επιχειρησιακού σχεδίου αποφασίζονται από κοινού από τον εκτελεστικό διευθυντή και το αιτούν κράτος μέλος. Η Υπηρεσία αποστέλλει πάραυτα αντίγραφο του τροποποιημένου ή προσαρμοσμένου επιχειρησιακού σχεδίου στα συμμετέχοντα κράτη μέλη.

Άρθρο 19

Εθνικό σημείο επαφής

Κάθε κράτος μέλος ορίζει ένα εθνικό σημείο επαφής που αναλαμβάνει την επικοινωνία με την Υπηρεσία σχετικά με όλα τα θέματα που αφορούν τις ομάδες υποστήριξης για το άσυλο. Το εθνικό σημείο επαφής πρέπει να είναι προσιτό ανά πάσα στιγμή.

Άρθρο 20

Κοινοτικό σημείο επαφής

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής ορίζει έναν ή περισσότερους ειδικούς της Υπηρεσίας, οι οποίοι δρουν ως κοινοτικό σημείο επαφής που αναλαμβάνει τον συντονισμό. Ο γενικός διευθυντής ενημερώνει το κράτος μέλος υποδοχής για τον διορισμό αυτό.

2.   Το κοινοτικό σημείο επαφής παρεμβαίνει εξ ονόματος της Υπηρεσίας για όλες τις πτυχές της αποστολής των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο. Αναλαμβάνει ιδίως:

α)

να διαμεσολαβεί μεταξύ της Υπηρεσίας και του κράτους μέλους υποδοχής,

β)

να διαμεσολαβεί μεταξύ της Υπηρεσίας και των μελών των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο και να παρέχει τη συνδρομή του, εξ ονόματος της Υπηρεσίας, για όλα τα θέματα που αφορούν τους όρους της αποστολής των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο,

γ)

να ελέγχει την ορθή εφαρμογή του επιχειρησιακού σχεδίου,

δ)

να δίνει αναφορά στην Υπηρεσία για όλες τις πτυχές της αποστολής των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο.

3.   Ο εκτελεστικός διευθυντής της Υπηρεσίας μπορεί να εξουσιοδοτήσει το σημείο επαφής να συμβάλει στην επίλυση των διαφορών όσον αφορά την εκτέλεση του επιχειρησιακού σχεδίου και την αποστολή των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο.

4.   Το κοινοτικό σημείο επαφής κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του λαμβάνει οδηγίες μόνο από την Υπηρεσία.

Άρθρο 21

Αστική ευθύνη

1.     Όταν τα μέλη ομάδας υποστήριξης για το άσυλο αναλαμβάνουν δράση σε κράτος μέλος υποδοχής, το κράτος μέλος αυτό φέρει την ευθύνη σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του για οιαδήποτε ζημία προκαλέσουν κατά τη διάρκεια τω επιχειρήσεών τους.

2.     Όταν η ζημία αυτή προκαλείται από βαριά αμέλεια ή εκούσια παράβαση, το κράτος μέλος υποδοχής έρχεται σε επαφή με το κράτος μέλος καταγωγής προκειμένου το τελευταίο να επιστρέψει πλήρως στο κράτος μέλος υποδοχής τα τυχόν ποσά που κατέβαλε στα θύματα ή στους δικαιούχους τους.

3.     Με την επιφύλαξη της άσκησης των δικαιωμάτων του έναντι τρίτων, κάθε κράτος μέλος παραιτείται όλων των απαιτήσεών του έναντι του κράτους μέλους υποδοχής ή οιουδήποτε άλλου κράτους μέλους για οιαδήποτε ζημία την οποία έχει υποστεί, εκτός από περιπτώσεις βαριάς αμέλειας ή εκούσιας παράβασης.

4.     Οιαδήποτε διαφωνία μεταξύ κρατών μελών σχετικά με την εφαρμογή των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου, που δεν μπορεί να επιλυθεί με διαπραγματεύσεις, παραπέμπεται στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σύμφωνα με το άρθρο 239 της Συνθήκης.

5.     Με την επιφύλαξη της άσκησης των δικαιωμάτων της έναντι τρίτων, οι δαπάνες για ζημίες που προκλήθηκαν στον εξοπλισμό της Υπηρεσίας κατά τη διάρκεια της αποστολής καλύπτονται από την Υπηρεσία, εκτός εάν η ζημία προκλήθηκε από βαριά αμέλεια ή εκούσια παράβαση.

Άρθρο 22

Ποινική ευθύνη

Κατά την αποστολή ομάδας υποστήριξης για το άσυλο, τα μέλη της ομάδας τυγχάνουν της αυτής μεταχείρισης με τους αξιωματούχους του κράτους μέλους υποδοχής όσον αφορά τυχόν ποινικά αδικήματα των οποίων ενδέχεται να είναι θύματα ή δράστες.

Άρθρο 23

Έξοδα

Η Υπηρεσία καλύπτει εξ ολοκλήρου τα ακόλουθα έξοδα τα οποία πραγματοποιούν τα κράτη μέλη όταν θέτουν τους ειδικούς τους στη διάθεσή της με σκοπό την αποστολή των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο:

α)

δαπάνες ταξιδίου από το κράτος μέλος καταγωγής προς το κράτος μέλος υποδοχής και από το κράτος μέλος υποδοχής προς το κράτος μέλος καταγωγής,

β)

δαπάνες εμβολιασμού,

γ)

δαπάνες που συνδέονται με ειδικές ασφαλιστικές ανάγκες,

δ)

δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης,

ε)

ημερήσιες αποζημιώσεις, συμπεριλαμβανομένων και των δαπανών διαμονής,

στ)

δαπάνες που έχουν σχέση με τον τεχνικό εξοπλισμό της Υπηρεσίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Άρθρο 24

Όργανα της Υπηρεσίας

Η δομή της διεύθυνσης και διαχείρισης της Υπηρεσίας αποτελείται από:

α)

διοικητικό συμβούλιο,

β)

εκτελεστικό διευθυντή και το προσωπικό του,

γ)

συμβουλευτική επιτροπή,

δ)

συμβουλευτικό φόρουμ.

Άρθρο 25

Σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου.

1.   Το διοικητικό συμβούλιο αποτελείται από ένα μέλος που διορίζεται από κάθε κράτος μέλος και από δύο μέλη που διορίζονται από την Επιτροπή.

2.   Ένα αναπληρωματικό μέλος μπορεί να εκπροσωπεί ή να συνοδεύει κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου. Στην περίπτωση που συνοδεύει κάποιο μέλος, το αναπληρωματικό μέλος παρίσταται χωρίς δικαίωμα ψήφου.

3.   Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου διορίζονται βάσει της πείρας τους και των υψηλού επιπέδου προσόντων τους στον τομέα του ασύλου.

4.   Η UNHCR αποτελεί αυτοδικαίως μέλος του διοικητικού συμβουλίου, χωρίς δικαίωμα ψήφου.

5.   Η διάρκεια της θητείας των μελών του διοικητικού συμβουλίου είναι τριετής. Η θητεία μπορεί να ανανεωθεί. Κατά τη λήξη της θητείας τους ή σε περίπτωση παραίτησής τους, τα μέλη εξακολουθούν να ασκούν καθήκοντα έως ότου ανανεωθεί η θητεία τους ή αντικατασταθούν.

Άρθρο 26

Προεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου

1.   Το διοικητικό συμβούλιο εκλέγει ένα πρόεδρο και έναν αντιπρόεδρο από τα μέλη του. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά αυτοδικαίως τον πρόεδρο όταν αυτός δεν είναι σε θέση να εκτελέσει τα καθήκοντά του.

2.   Η εντολή του προέδρου και του αντιπροέδρου είναι τριετούς διάρκειας και ανανεώσιμες άπαξ. Ωστόσο, εάν ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος απολέσουν την ιδιότητα των μελών του διοικητικού συμβουλίου σε οιαδήποτε στιγμή της θητείας τους, η θητεία αυτή λήγει την ίδια στιγμή αυτομάτως.

Άρθρο 27

Συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου

1.   Το διοικητικό συμβούλιο συγκαλείται από τον πρόεδρό του. Ο εκτελεστικός διευθυντής της Υπηρεσίας συμμετέχει στη λήψη των αποφάσεων.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο πραγματοποιεί τουλάχιστον δύο τακτικές συνεδριάσεις τον χρόνο. Συνέρχεται επίσης με πρωτοβουλία του προέδρου ή εφόσον το ζητήσει τουλάχιστον το ένα τρίτο των μελών του. Ο πρόεδρος συγκαλεί τις έκτακτες συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου εφόσον το ζητήσει τουλάχιστον το ένα τρίτο των μελών του.

3.   Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να προσκαλεί οποιοδήποτε άτομο, η γνώμη του οποίου παρουσιάζει ενδιαφέρον, να συμμετάσχει στις συνεδριάσεις του ως παρατηρητής.

4.   Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου μπορούν, υπό τους όρους του εσωτερικού του κανονισμού, να επικουρούνται από συμβούλους ή ειδικούς.

5.   Η γραμματεία του διοικητικού συμβουλίου εξασφαλίζεται από την Υπηρεσία

Άρθρο 28

Λεπτομέρειες ψηφοφορίας

1.   Το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει τις αποφάσεις του με απόλυτη πλειοψηφία όλων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου. Κάθε μέλος με δικαίωμα ψήφου έχει μια ψήφο. Κατά την απουσία μέλους, το δικαίωμα ψήφου του δικαιούται να ασκήσει ο αναπληρωτής του.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής της Υπηρεσίας δεν έχει δικαίωμα συμμετοχής στην ψηφοφορία.

3.   Ο πρόεδρος συμμετέχει στην ψηφοφορία.

4.   Τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν πλήρως στο κοινοτικό κεκτημένο περί ασύλου δεν συμμετέχουν στη ψηφοφορία όταν το διοικητικό συμβούλιο καλείται να αποφασίσει, στο πλαίσιο των διαχειριστικών εξουσιών της Υπηρεσίας, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 29, ή βάσει κοινοτικών πράξεων στις οποίες δεν συμμετέχουν.

5.   Ο εσωτερικός κανονισμός καθορίζει τις λεπτομερείς ρυθμίσεις της ψηφοφορίας, ιδίως τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα μέλος μπορεί να ενεργεί για λογαριασμό άλλου μέλους, καθώς και τις απαιτήσεις απαρτίας, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 29

Καθήκοντα του διοικητικού συμβουλίου:

Το Διοικητικό Συμβούλιο διασφαλίζει ότι η Υπηρεσία εκτελεί τα καθήκοντα που της έχουν ανατεθεί. Αποτελεί το όργανο προγραμματισμού και εποπτείας της Υπηρεσίας. Ειδικότερα:

α)

Θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

β)

Διορίζει τον εκτελεστικό διευθυντή υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 30, ασκεί την πειθαρχική εξουσία επί του εκτελεστικού διευθυντή και κατά περίπτωση, αναστέλλει τα καθήκοντά του ή τον ανακαλεί.

γ)

Εγκρίνει τη γενική ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες της Υπηρεσίας και τη διαβιβάζει στις 15 Ιουνίου του επόμενου έτους ║ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και στο ║ Ελεγκτικό Συνέδριο. Η γενική έκθεση δημοσιεύεται.

δ)

Εγκρίνει, με πλειοψηφία τριών τετάρτων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου, πριν από τις 30 Σεπτεμβρίου κάθε έτους, βάσει ║ σχεδίου που υποβάλλει ο εκτελεστικός διευθυντής ║ και αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής, το πρόγραμμα εργασίας της Υπηρεσίας για το επόμενο έτος και το διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή. Το πρόγραμμα εργασίας εγκρίνεται σύμφωνα με την ετήσια διαδικασία του προϋπολογισμού και το πρόγραμμα νομοθετικής εργασίας της Κοινότητας στον σχετικό τομέα του ασύλου.

ε)

Ασκεί τα καθήκοντά του σε σχέση με τον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας κατ’ εφαρμογή του κεφαλαίου 5.

στ)

Θεσπίζει τις πρακτικές λεπτομέρειες για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43 του παρόντος κανονισμού.

ζ)

Καθορίζει το γλωσσικό καθεστώς της Υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 42 ║.

η)

Καθορίζει την οργανωτική δομή της Υπηρεσίας και χαράσσει την πολιτική της όσον αφορά το προσωπικό, σύμφωνα με το άρθρο 39.

θ)

Εγκρίνει αφού έχει ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής, το πολυετές σχέδιο όσον αφορά την πολιτική του προσωπικού.

ι)

Λαμβάνει όλες τις αποφάσεις για την εφαρμογή της εντολής της Υπηρεσίας όπως αυτή ορίζεται στον παρόντα κανονισμό.

ια)

Λαμβάνει όλες τις αποφάσεις σχετικά με τη δημιουργία και εφόσον χρειάζεται την εξέλιξη των συστημάτων πληροφοριών που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και ιδίως την πύλη πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 4 στοιχείο β).

ιβ)

Λαμβάνει όλες τις αποφάσεις σχετικά με τη δημιουργία και εφόσον χρειάζεται την εξέλιξη των εσωτερικών δομών εργασίας της Υπηρεσίας.

ιγ)

Ασκεί πειθαρχική εξουσία επί του εκτελεστικού διευθυντή.

ιδ)

Καταρτίζει τον εσωτερικό της κανονισμό βάσει σχεδίου που έχει υποβάλει ο εκτελεστικός διευθυντής, κατόπιν γνωμοδότησης της Επιτροπής.

Άρθρο 30

Διορισμός του εκτελεστικού διευθυντή

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής της Υπηρεσίας διορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο για πενταετή χρονική περίοδο σύμφωνα με την διαδικασία συνεργασίας που προβλέπει το παρόν άρθρο. Ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται με κριτήρια τα ατομικά προσόντα, την εμπειρία σε ζητήματα ασύλου και τις διοικητικές και διαχειριστικές του ικανότητες. Η διαδικασία συνεργασίας έχει ως εξής:

α)

βάσει του καταλόγου που συνέταξε η Επιτροπή εν συνεχεία της πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος και μιας διαφανούς διαδικασίας επιλογής, οι υποψήφιοι καλούνται, πριν πραγματοποιηθεί οιοσδήποτε διορισμός, να εμφανισθούν ενώπιον του Συμβουλίου και της αρμόδιας επιτροπής ή επιτροπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσουν σε ερωτήσεις·

β)

το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εκφράζουν εν συνεχεία τη γνώμη τους και καθορίζουν τη σειρά προτίμησής τους·

γ)

το διοικητικό συμβούλιο διορίζει τον εκτελεστικό διευθυντή λαμβάνοντας υπόψη τις εν λόγω γνώμες.

Κατά τη διάρκεια των εννέα μηνών που προηγούνται του τέλους της πενταετούς αυτής περιόδου, η Επιτροπή προβαίνει σε αξιολόγηση που αφορά ειδικότερα:

την επίδοση του διευθυντή,

την αποστολή και τις ανάγκες της Υπηρεσίας για τα προσεχή έτη.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, λαμβανομένης υπόψη της έκθεσης αξιολόγησης και, μόνο ║ όπου αυτό δικαιολογείται από την αποστολή και τις απαιτήσεις της Υπηρεσίας, δύναται να ανανεώσει τη θητεία του εκτελεστικού διευθυντή άπαξ και για διάστημα όχι μεγαλύτερο των τριών ετών.

3.   Το διοικητικό συμβούλιο γνωστοποιεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την πρόθεσή του να παρατείνει τη θητεία του εκτελεστικού διευθυντή. Κατά τον μήνα που προηγείται της ανανέωσης της θητείας του, ο εκτελεστικός διευθυντής καλείται να προβεί σε δήλωση ενώπιον της ή των αρμόδιων επιτροπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών τους.

Άρθρο 31

Καθήκοντα του εκτελεστικού διευθυντή

1.   Η Υπηρεσία διοικείται από τον εκτελεστικό της διευθυντή, ο οποίος ενεργεί ανεξάρτητα κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Ο εκτελεστικός διευθυντής λογοδοτεί στο διοικητικό συμβούλιο για τις δραστηριότητές του.

2.   Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής και του διοικητικού συμβουλίου, ο εκτελεστικός διευθυντής δεν επιζητεί ούτε λαμβάνει οδηγίες από κυβέρνηση ή από άλλο φορέα.

3.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορούν να καλέσουν τον εκτελεστικό διευθυντή να υποβάλει αναφορά για την εκτέλεση των καθηκόντων του.

4.   Ο εκτελεστικός διευθυντής είναι ο νόμιμος εκπρόσωπος της Υπηρεσίας

5.   Ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να επικουρείται από έναν ή περισσότερους προϊσταμένους διοικητικών μονάδων. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος τον αντικαθιστά ένας προϊστάμενος διοικητικής μονάδας.

6.   Ο εκτελεστικός διευθυντής αναλαμβάνει:

α)

την εξασφάλιση της τρέχουσας διοίκησης της Υπηρεσίας,

β)

την κατάρτιση προτάσεων προγραμμάτων εργασίας της Υπηρεσίας, κατόπιν γνωμοδότησης της Επιτροπής,

γ)

την εκτέλεση των προγραμμάτων εργασίας και των αποφάσεων που εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο,

δ)

την κατάρτιση εκθέσεων για τις χώρες καταγωγής όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 στοιχείο δ),

ε)

την προετοιμασία του σχεδίου δημοσιονομικού κανονισμού της Υπηρεσίας που έχει εγκρίνει το διοικητικό συμβούλιο βάσει του άρθρου 38, καθώς και των εκτελεστικών μέτρων,

στ)

την προετοιμασία ενός σχεδίου κατάστασης προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών της Υπηρεσίας και την εκτέλεση του προϋπολογισμού της,

ζ)

την άσκηση έναντι του προσωπικού της Υπηρεσίας των εξουσιών που καθορίζονται στο άρθρο 39,

η)

τη λήψη όλων των αποφάσεων όσον αφορά τη διαχείριση των συστημάτων πληροφοριών που προβλέπει ο παρών κανονισμός και ιδίως της δικτυακής πύλης πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 4 στοιχείο β), για κάθε θέμα σχετικό με το προσωπικό,

θ)

τη λήψη όλων των αποφάσεων σχετικά με τη διαχείριση των εσωτερικών διοικητικών δομών της Υπηρεσίας.

Άρθρο 32

Εκτελεστική επιτροπή

1.   Η Υπηρεσία για να αυξήσει την αποτελεσματικότητα και ταχύτητα των εργασιών της συνιστά εκτελεστική επιτροπή από οκτώ μέλη, που διορίζονται μεταξύ των μελών του διοικητικού συμβουλίου.

2.   Η Επιτροπή αποτελεί αυτοδικαίως μέλος της εκτελεστικής επιτροπής. Το διοικητικό συμβούλιο της Υπηρεσίας καθορίζει τους κανόνες που εφαρμόζονται για τον διορισμό των άλλων μελών της εκτελεστικής επιτροπής.

3.   Η εκτελεστική επιτροπή συνεδριάζει τακτικά, κατόπιν πρόσκλησης του εκτελεστικού διευθυντή της ή κατόπιν αίτησης τουλάχιστον του ενός τρίτου των μελών της, τουλάχιστον τέσσερις φορές τον χρόνο. Οι λεπτομέρειες λειτουργίας της διευκρινίζονται στον εσωτερικό κανονισμό της Υπηρεσίας και δημοσιεύονται.

4.   Η διάρκεια της θητείας των μελών της εκτελεστικής επιτροπής είναι η ίδια με εκείνη των μελών του διοικητικού συμβουλίου.

5.   Η εκτελεστική επιτροπή συνέρχεται εάν χρειαστεί για ειδικά θέματα.

6.   Η εκτελεστική επιτροπή έχει καθήκον να συμβουλεύει τον εκτελεστικό διευθυντή της Υπηρεσίας και να παρέχει γνωμοδοτήσεις στο διοικητικό συμβούλιο, είτε κατόπιν αιτήσεώς του είτε με δική της πρωτοβουλία, σχετικά με το πρόγραμμα εργασίας της Υπηρεσίας και με όλες τις δραστηριότητές της, καθώς και σε όλες τις καταστάσεις που η Υπηρεσία καλείται να λάβει ταχείες αποφάσεις, ειδικότερα στο πλαίσιο του κεφαλαίου 3 όσον αφορά την αποστολή ομάδων υποστήριξης για το άσυλο στα κράτη μέλη που υφίστανται ιδιαίτερες πιέσεις.

7.   Η Υπηρεσία παρέχει την απαιτούμενη τεχνική και υλικοτεχνική στήριξη στην εκτελεστική επιτροπή και εκτελεί καθήκοντα γραμματείας κατά τις συνεδριάσεις της.

8.   Οι εκπρόσωποι της UNHCR μπορούν να συμμετάσχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου στις εργασίες της εκτελεστικής επιτροπής κατόπιν αίτησής της.

9.   Η εκτελεστική επιτροπή μπορεί να καλέσει να συμμετάσχει στις συνεδριάσεις της κάθε άτομο η γνώμη του οποίου μπορεί να παρουσιάζει ενδιαφέρον.

Άρθρο 33

Ομάδες εργασίες

1.   Η Υπηρεσία στο πλαίσιο της εντολής της όπως αυτή ορίζεται στον παρόντα κανονισμό, μπορεί να συστήσει ομάδες εργασίες που να αποτελούνται από ειδικούς των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών που δρουν στον τομέα του ασύλου, συμπεριλαμβανομένων και ειδικευμένων δικαστών. Οι ειδικοί μπορούν να αντικαθίστανται από αναπληρωματικούς οι οποίοι διορίζονται ταυτόχρονα με αυτούς.

2.   Η Επιτροπή συμμετέχει αυτοδικαίως στις ομάδες εργασίας. Οι εκπρόσωποι της UNHCR μπορούν να συμμετάσχουν στις συνεδριάσεις των ομάδων εργασίας της Υπηρεσίας, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει ανάλογα με τη φύση των εξεταζόμενων θεμάτων.

3.   Οι ομάδες εργασίας μπορούν να καλούν οποιοδήποτε άτομο η γνώμη του οποίου μπορεί να παρουσιάζει ενδιαφέρον, να συμμετάσχει στις συνεδριάσεις και ιδίως εκπροσώπους των μη κυβερνητικών οργανισμών που δρουν στον τομέα του ασύλου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 34

Προϋπολογισμός

1.   Τα έσοδα και τα έξοδα της Υπηρεσίας πρέπει να προβλέπονται για κάθε οικονομικό έτος, το οποίο συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, και να εγγράφονται στον προϋπολογισμό της.

2.   Ο προϋπολογισμός της Υπηρεσίας πρέπει να είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τα έξοδα.

3.   Με την επιφύλαξη άλλων πόρων, οι πόροι της Υπηρεσίας περιλαμβάνουν:

α)

συνεισφορά της Κοινότητας, που εγγράφεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

β)

τυχόν προαιρετικές συνεισφορές από τα κράτη μέλη,

γ)

δικαιώματα που εισπράττει η Υπηρεσία από δημοσιεύσεις, προγράμματα κατάρτισης ή οιαδήποτε άλλες παροχές που εξασφαλίζει.

4.   Οι δαπάνες της Υπηρεσίας περιλαμβάνουν ιδίως την αμοιβή του προσωπικού, τις διοικητικές δαπάνες και τις δαπάνες υποδομής, τα έξοδα λειτουργίας και τις δαπάνες που αφορούν συμβάσεις που έχει συνάψει η Υπηρεσία.

Άρθρο 35

Κατάρτιση του προϋπολογισμού

1.   Κάθε χρόνο, ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει σχέδιο κατάστασης προβλεπομένων εσόδων και δαπανών της Υπηρεσίας για το επόμενο έτος, που περιλαμβάνει και τον πίνακα προσωπικού και τη διαβιβάζει στο διοικητικό συμβούλιο.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο, βάσει του σχεδίου αυτού, καταρτίζει κατάσταση των προβλεπομένων εσόδων και δαπανών της Υπηρεσίας για το επόμενο οικονομικό έτος.

3.   Το σχέδιο της κατάστασης των προβλεπομένων εσόδων και δαπανών της Υπηρεσίας διαβιβάζεται στην Επιτροπή ║ στις 10 Φεβρουαρίου. Η τελική μορφή αυτής της κατάστασης προβλέψεων, που περιλαμβάνει σχέδιο του πίνακα προσωπικού, διαβιβάζεται από το διοικητικό συμβούλιο στην Επιτροπή, ║ μέχρι την 31η Μαρτίου.

4.   Η κατάσταση προβλεπόμενων εσόδων και εξόδων διαβιβάζεται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο («αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή») μαζί με το προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

5.   Βάσει της κατάστασης προβλέψεων, η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προβλέψεις που κρίνει αναγκαίες όσον αφορά τον πίνακα προσωπικού και το ύψος της επιχορήγησης από τον γενικό προϋπολογισμό, και το καταθέτει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα, με το άρθρο 272 της Συνθήκης.

6.   Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εξουσιοδοτεί τις πιστώσεις για την επιχορήγηση που προορίζεται για την Υπηρεσία.

7.   Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τον πίνακα προσωπικού της Υπηρεσίας.

8.   Ο προϋπολογισμός της Υπηρεσίας εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο. Καθίσταται οριστικός ύστερα από την τελική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, προσαρμόζεται αναλόγως.

9.   Το διοικητικό συμβούλιο κοινοποιεί, το συντομότερο δυνατό, στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την πρόθεσή του να υλοποιήσει κάθε σχέδιο που μπορεί να έχει σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού, ιδίως τα σχέδια περί ακινήτων, όπως η μίσθωση ή η αγορά κτηρίων. Ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.

10.   Σε περίπτωση που ένα σκέλος της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής κοινοποιεί την πρόθεσή του για διατύπωση γνώμης, διαβιβάζει τη γνώμη αυτή στο διοικητικό συμβούλιο, εντός προθεσμίας έξι εβδομάδων από την ημερομηνία κοινοποίησης του σχεδίου.

Άρθρο 36

Εκτέλεση του προϋπολογισμού

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής εκτελεί τον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας.

2.   Η εκτελεστικός διευθυντής διαβιβάζει ετησίως στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή κάθε πληροφορία σχετικά με την έκβαση των διαδικασιών αξιολόγησης.

Άρθρο 37

Απόδοση λογαριασμών και απαλλαγή

1.   Ο υπόλογος της Υπηρεσίας κοινοποιεί στον υπόλογο της Επιτροπής, ║ την 1η Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έκλεισε, τους προσωρινούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από την έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους. Ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς των οργάνων και των αποκεντρωμένων οργανισμών σύμφωνα με το άρθρο 128 του δημοσιονομικού κανονισμού ║.

2.   Έως τις 31 Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε, ο υπόλογος της Επιτροπής διαβιβάζει τους προσωρινούς λογαριασμούς της Υπηρεσίας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, συνοδευόμενους από την έκθεση για τη δημοσιονομική και την οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους. Η έκθεση σχετικά με τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση για το εν λόγω οικονομικό έτος διαβιβάζεται επίσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

3.   Μετά τη λήψη των παρατηρήσεων που διατυπώνει το Ελεγκτικό Συνέδριο για τους προσωρινούς λογαριασμούς της Υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 129 του δημοσιονομικού κανονισμού ║, ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει τους τελικούς λογαριασμούς της Υπηρεσίας υπ’ ευθύνη του και τους διαβιβάζει προς γνωμοδότηση στο διοικητικό συμβούλιο.

4.   Το διοικητικό συμβούλιο γνωμοδοτεί επί των οριστικών λογαριασμών της Υπηρεσίας.

5.   Ο εκτελεστικός διευθυντής της Υπηρεσίας διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, το Ελεγκτικό Συνέδριο και την Επιτροπή αυτούς τους οριστικούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από τη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου ║ μέχρι την 1η Ιουλίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε.

6.   Οι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται.

7.   Ο εκτελεστικός διευθυντής αποστέλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση στις παρατηρήσεις του την 30ή Σεπτεμβρίου ║. Επίσης αποστέλλει αυτή την απάντηση στο διοικητικό συμβούλιο.

8.   Ο εκτελεστικός διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατ’ αίτησή του, όπως προβλέπεται από το άρθρο 146 παράγραφος 3 του δημοσιονομικού κανονισμού ║, κάθε πληροφορία που απαιτείται για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας απαλλαγής για το συγκεκριμένο οικονομικό έτος.

9.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έπειτα από σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, προβαίνει έως την 15η Μαΐου του έτους ν+2 στην απαλλαγή του εκτελεστικού διευθυντή της Υπηρεσίας για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους ν.

Άρθρο 38

Δημοσιονομικοί κανόνες

Το διοικητικό συμβούλιο, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής, θεσπίζει τους δημοσιονομικούς κανόνες στους οποίους υπόκειται η Υπηρεσία. Οι κανόνες αυτοί δεν δύνανται να αποκλίνουν από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής ║, της 19ης Νοεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού-πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει τον δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (13), παρά μόνο εάν το απαιτούν οι ειδικές ανάγκες λειτουργίας της Υπηρεσίας και κατόπιν προηγούμενης συμφωνίας της Επιτροπής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ

Άρθρο 39

Προσωπικό

1.   Στο προσωπικό της Υπηρεσίας και στον εκτελεστικό διευθυντή εφαρμόζονται ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και οι ρυθμίσεις που θεσπίστηκαν με κοινή συμφωνία των οργάνων της ΕΕ με στόχο την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του εν λόγω καθεστώτος.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο, κατόπιν συμφωνίας με την Επιτροπή, εγκρίνει τις απαραίτητες λεπτομέρειες εφαρμογής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών.

3.   Η Υπηρεσία ασκεί έναντι του προσωπικού της τις εξουσίες που παρέχονται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης και από το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό.

4.   Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να λαμβάνει μέτρα που να του επιτρέπουν τη χρησιμοποίηση στην Υπηρεσία αποσπασμένων εθνικών εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών.

Άρθρο 40

Προνόμια και ασυλίες

Στην Υπηρεσία εφαρμόζεται το πρωτόκολλο περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 41

Νομική προσωπικότητα

1.   H Υπηρεσία αποτελεί οργανισμό της Κοινότητας που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 185 του Δημοσιονομικού Κανονισμού και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

2.   Σε κάθε κράτος μέλος, η Υπηρεσία έχει την ευρύτερη δυνατή νομική ικανότητα που αναγνωρίζεται από τις εθνικές νομοθεσίες τα νομικά πρόσωπα. Μπορεί ιδίως να αποκτά και να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να προσφεύγει στη δικαιοσύνη.

3.   Η Υπηρεσία εκπροσωπείται από τον εκτελεστικό της διευθυντή.

4.   Ως έδρα της Υπηρεσίας ορίζεται […].

Άρθρο 42

Γλωσσικό καθεστώς

1.   Στην Υπηρεσία εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού αριθ. 1, της 15ης Απριλίου 1958, περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (14).

2.   Με την επιφύλαξη των αποφάσεων βάσει του άρθρου 290 της Συνθήκης, η γενική ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες της Υπηρεσίας και το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας της που αναφέρονται στο άρθρο 29 στοιχεία γ) και δ), συντάσσονται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.

3.   Οι μεταφραστικές υπηρεσίες που απαιτούνται για τη λειτουργία της Υπηρεσίας παρέχονται από το Μεταφραστικό Κέντρο των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4.   Το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει τις πρακτικές λεπτομέρειες όσον αφορά την εφαρμογή του γλωσσικού καθεστώτος.

Άρθρο 43

Πρόσβαση σε έγγραφα

1.    Η Υπηρεσία αναπτύσσει ορθές διοικητικές πρακτικές προκειμένου να διασφαλίζει την ευρύτερη δυνατή διαφάνεια όσον αφορά τις δραστηριότητές της. Στα έγγραφα της Υπηρεσίας εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 ║.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει τις πρακτικές λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, εντός έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

3.   Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από την Υπηρεσία κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο καταγγελίας στον Διαμεσολαβητή ή προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 195 και 230 της Συνθήκης, αντιστοίχως.

4.   Οι δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιεί η Υπηρεσία υπόκεινται στην εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 ║.

Άρθρο 44

Κανόνες ασφαλείας για την προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών και των ευαίσθητων μη διαβαθμισμένων πληροφοριών

1.   Στην Υπηρεσία εφαρμόζονται οι αρχές ασφαλείας που προβλέπονται στην απόφαση 2001/844/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ της Επιτροπής, της 29ης Νοεμβρίου 2001, για την τροποποίηση του εσωτερικού της κανονισμού (15). Τούτο αφορά ιδίως τις διατάξεις που έχουν σχέση με την ανταλλαγή, την επεξεργασία και την αποθήκευση διαβαθμισμένων πληροφοριών.

2.   Η Υπηρεσία εφαρμόζει επίσης τις αρχές ασφαλείας σχετικά με την επεξεργασία των ευαίσθητων μη διαβαθμισμένων πληροφοριών όπως αυτές έχουν εγκριθεί και εφαρμόζονται από την ║ Επιτροπή.

Άρθρο 45

Καταπολέμηση της απάτης

1.     Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων πράξεων, εφαρμόζονται έναντι της Υπηρεσίας χωρίς κανένα περιορισμό οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999.

2.     Η Υπηρεσία προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία της 25 Μαΐου 1999 και εκδίδει, χωρίς καθυστέρηση, τις κατάλληλες διατάξεις που εφαρμόζονται σε όλους τους υπαλλήλους της.

3.     Οι αποφάσεις σχετικά με τη χρηματοδότηση και οι εκτελεστικές συμφωνίες και έγγραφα που απορρέουν από αυτές ορίζουν ρητά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF μπορούν να διενεργήσουν, αν χρειασθεί, επιτόπιους ελέγχους στους δικαιούχους χρηματοδότησης από την Υπηρεσία καθώς και στους υπαλλήλους που είναι υπεύθυνοι για τη χορήγηση της χρηματοδότησης αυτής.

Άρθρο 46

Καθεστώς ευθύνης

1.   Η συμβατική ευθύνη της Υπηρεσίας διέπεται από τη νομοθεσία που εφαρμόζεται στην εκάστοτε σύμβαση.

2.   Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είναι αρμόδιο να αποφαίνεται δυνάμει κάθε ρήτρας διαιτησίας που περιλαμβάνεται σε σύμβαση που συνάπτει η Υπηρεσία.

3.   Σε περίπτωση εξωσυμβατικής ευθύνης, η Υπηρεσία υποχρεούται να αποκαθιστά, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών, τις ζημίες που προξενούν η ίδια ή οι υπάλληλοί της κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

4.   Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είναι αρμόδιο να εκδικάζει τις διαφορές που αφορούν τις αποζημιώσεις για τις ζημίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

5.   Η προσωπική ευθύνη των υπαλλήλων έναντι της Υπηρεσίας διέπεται από τις διατάξεις του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης ή του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό.

Άρθρο 47

Αποτίμηση και αναθεώρηση

1.   Το αργότερο τρία έτη μετά την έναρξη λειτουργίας της Υπηρεσίας, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 54, η Υπηρεσία αναθέτει σε εξωτερικό και ανεξάρτητο φορέα στην αξιολόγηση των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων, βάσει εντολής που έχει χορηγήσει το διοικητικό συμβούλιο κατόπιν συμφωνίας με την Επιτροπή. Η αξιολόγηση αυτή αφορά την επίδραση της Υπηρεσίας στην πρακτική συνεργασία όσον αφορά το άσυλο και το κοινό ευρωπαϊκό καθεστώς ασύλου. Ιδίως, εξετάζει τη σκοπιμότητα ενδεχόμενης τροποποίησης ή διεύρυνσης των καθηκόντων της Υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων και των δημοσιονομικών επιπτώσεων μιας τέτοιας τροποποίησης ή διεύρυνσης. Αυτή η αξιολόγηση εξετάζει επίσης την επάρκεια της διαχειριστικής δομής κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της Υπηρεσίας. Στην αξιολόγηση λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις των ενδιαφερομένων, τόσο σε κοινοτικό όσο και εθνικό επίπεδο.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο, με τη συμφωνία της Επιτροπής, αποφασίζει τον χρόνο διενεργείας των μελλοντικών αξιολογήσεων, λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της έκθεσης αξιολόγησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 48

Διοικητικός έλεγχος

Οι δραστηριότητες της Υπηρεσίας αποτελούν αντικείμενο εποπτείας του Διαμεσολαβητή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 195 της Συνθήκης.

Άρθρο 49

Συνεργασία με τις τρίτες και συνδεδεμένες χώρες

1.   Η Υπηρεσία είναι ανοικτή στη συμμετοχή χωρών που έχουν συνάψει συμφωνίες με την ║ Κοινότητα, δυνάμει των οποίων έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν την κοινοτική νομοθεσία στον τομέα που καλύπτει ο παρών κανονισμός. Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των συμφωνιών αυτών, εκπονούνται διευθετήσεις για να καθοριστεί ιδίως η φύση, η έκταση και οι λεπτομέρειες συμμετοχής των χωρών αυτών στις εργασίες της Υπηρεσίας. Οι διευθετήσεις αυτές περιλαμβάνουν ιδίως διατάξεις σχετικά με τη συμμετοχή στις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει η Υπηρεσία, στις οικονομικές συνεισφορές και το προσωπικό. Στα ζητήματα προσωπικού, στις εν λόγω συμφωνίες τηρείται πάντοτε ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών.

2.   Η Υπηρεσία, για τα θέματα που έχουν σχέση με τις δραστηριότητές της και στον βαθμό που απαιτείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων της, με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής και εντός των ορίων της εντολής της , διευκολύνει την επιχειρησιακή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και των τρίτων χωρών, στο πλαίσιο της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για θέματα εξωτερικών σχέσεων, και μπορεί επίσης να συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές των τρίτων χωρών σχετικά με τεχνικές πτυχές των τομέων που διέπονται από τον παρόντα κανονισμό, στο πλαίσιο συμφωνιών εργασίας που έχουν συναφθεί με τις αρχές αυτές, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της Συνθήκης.

Άρθρο 50

Συνεργασία της Υπηρεσίας με την UNHCR

Η Υπηρεσία συνεργάζεται με την UNHCR στους τομείς που διέπονται από τον παρόντα κανονισμό, στο πλαίσιο συμφωνιών εργασίας που έχουν συναφθεί με την εν λόγω αρχή.

Η Υπηρεσία μπορεί να εγκρίνει επιχορηγήσεις στην UNHCR. Οι επιχορηγήσεις αυτές έχουν στόχο τη χρηματοδότηση δράσεων ώστε η Υπηρεσία να επωφελείται από την τεχνογνωσία της UNHCR σε θέματα ασύλου, σε σταθερή και διαρκή βάση. Εντάσσονται στο πλαίσιο των προνομιακών σχέσεων συνεργασίας που έχουν εγκαθιδρυθεί μεταξύ της Υπηρεσίας και της UNHCR, όπως αυτές ορίζονται στα άρθρα 2 παράγραφος 5, 9 παράγραφος 1, 25 παράγραφος 4, 32 παράγραφος 8, 33 παράγραφος 2 και 51 παράγραφος 4. Σύμφωνα με το άρθρο 75 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002, εφαρμόζονται οι διατάξεις σχετικά με τον δημοσιονομικό κανονισμό ║ καθώς και οι λεπτομέρειες εφαρμογής του.

Άρθρο 51

Συμβουλευτικό φόρουμ

1.     Η Υπηρεσία συνεργάζεται στενά με οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και συναφείς αρμόδιους φορείς που δραστηριοποιούνται στον τομέα της πολιτικής για το άσυλο, σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό, ευρωπαϊκό ή διεθνές επίπεδο και συγκροτεί για τον σκοπό αυτό ένα συμβουλευτικό φόρουμ.

2.     Οι αρχές της τοπικής αυτοδιοίκησης οι οποίες διαδραματίζουν καίριο ρόλο και διαθέτουν σημαντική εμπειρογνωμοσύνη στον τομέα της πολιτικής του ασύλου, συμμετέχουν στο συμβουλευτικό φόρουμ.

3.     Το συμβουλευτικό φόρουμ αποτελεί μέσο ανταλλαγής πληροφοριών και από κοινού έκθεσης των γνώσεων. Εξασφαλίζει στενή συνεργασία μεταξύ της Υπηρεσίας και των ενδιαφερομένων μερών.

4.     Το συμβουλευτικό φόρουμ είναι ανοιχτό σε όλα τα αρμόδια ενδιαφερόμενα μέρη σύμφωνα με την παράγραφο 1. Η Υπηρεσία απευθύνεται στα μέλη του συμβουλευτικού φόρουμ για ειδικές ανάγκες που συνδέονται με τομείς προτεραιότητας των εργασιών της Υπηρεσίας.

Η UNHCR αποτελεί αυτοδικαίως μέλος του συμβουλευτικού φόρουμ.

5.     Η Υπηρεσία απευθύνεται στο συμβουλευτικό φόρουμ ειδικότερα για:

α)

να υποβάλλει υποδείξεις στο διοικητικό συμβούλιο όσον αφορά το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας που πρέπει να εγκριθεί βάσει του άρθρου 29 στοιχείο δ),

β)

να ανατροφοδοτεί με λεπτομέρειες το διοικητικό συμβούλιο και να προτείνει μέτρα παρακολούθησης όσον αφορά την ετήσια έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 29 στοιχείο γ), καθώς και την ετήσια έκθεση για την κατάσταση του ασύλου στην Ευρωπαϊκή Ένωση που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1, και

γ)

να ανακοινώνει στο διοικητικό συμβούλιο και στην εκτελεστική επιτροπή τα συμπεράσματα και τις συστάσεις των διασκέψεων, σεμιναρίων και συνεδριάσεων σχετικών με το έργο της Υπηρεσίας.

6.     Ο συντονισμός του συμβουλευτικού φόρουμ πραγματοποιείται υπό τον έλεγχο του εκτελεστικού διευθυντή.

7.     Το συμβουλευτικό φόρουμ συνέρχεται τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο.

Άρθρο 52

Συνεργασία με τον FRONTEX, FRA και τους άλλους κοινοτικούς οργανισμούς, καθώς και τους διεθνείς οργανισμούς

Η Υπηρεσία συνεργάζεται με τους κοινοτικούς οργανισμούς που έχουν δραστηριότητες οι οποίες συνδέονται με τον τομέα δραστηριότητάς της και ειδικότερα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRONTEX) και τον Οργανισμό θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA), καθώς και με διεθνείς οργανισμούς στους τομείς που διέπονται από τον παρόντα κανονισμό, στο πλαίσιο συμφωνιών εργασίας που έχουν συναφθεί με τους οργανισμούς αυτούς, σύμφωνα με τις διατάξεις της συνθήκης ║ και τις διατάξεις όσον αφορά την αρμοδιότητα των οργανισμών αυτών.

Η συνεργασία επιτρέπει τη δημιουργία συνεργειών μεταξύ των σχετικών οργανισμών προς αποφυγή επικάλυψης ενεργειών και πλεονασμών στις εργασίες που πραγματοποιούνται βάσει εντολών των διαφόρων αυτών οργανισμών.

Άρθρο 53

Συμφωνία για την έδρα και όροι λειτουργίας

Οι απαιτούμενες διατάξεις όσον αφορά τη στέγαση της Υπηρεσίας στο κράτος μέλος υποδοχής και τις εγκαταστάσεις που τίθενται στη διάθεσή της από το κράτος αυτό, καθώς και οι ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται στο κράτος μέλος υποδοχής, στον εκτελεστικό διευθυντή, στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, στο προσωπικό της Υπηρεσίας και στα μέλη των οικογενειών τους, καθορίζονται στη συμφωνία περί έδρας μεταξύ της Υπηρεσίας και του κράτους μέλους υποδοχής, που έχει συναφθεί μετά από έγκριση από το διοικητικό συμβούλιο. Το κράτος μέλος υποδοχής της Υπηρεσίας πρέπει να εξασφαλίζει τις καλύτερες δυνατές συνθήκες για την ορθή λειτουργία της συμπεριλαμβανομένης και της παροχής πολύγλωσσης και ευρωπαϊκού πνεύματος εκπαίδευσης και των κατάλληλων συγκοινωνιακών συνδέσεων.

Άρθρο 54

Έναρξη λειτουργίας της Υπηρεσίας

Η Υπηρεσία αρχίζει να λειτουργεί το αργότερο έναν χρόνο μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Η Επιτροπή αναλαμβάνει την εγκατάσταση και έναρξη λειτουργίας της Υπηρεσίας μέχρι αυτή να αποκτήσει λειτουργική ικανότητα για την εκτέλεση του προϋπολογισμού της.

Για τον σκοπό αυτό:

μέχρι ο εκτελεστικός διευθυντής της Υπηρεσίας να αναλάβει καθήκοντα μετά τον διορισμό του από το διοικητικό συμβούλιο, βάσει των όρων που προβλέπονται στο άρθρο 30, καθήκοντα εκτελεστικού διευθυντή της Υπηρεσίας μπορεί να ασκήσει ως προσωρινός διευθυντής ένας υπάλληλος της Επιτροπής·

οι υπάλληλοι της Επιτροπής μπορούν να ασκήσουν υπό την ευθύνη του προσωρινού διευθυντή ή του εκτελεστικού διευθυντή τα καθήκοντα που έχουν ανατεθεί στην Υπηρεσία.

Ο προσωρινός διευθυντής μπορεί να εγκρίνει όλες τις πληρωμές που καλύπτονται από τις πιστώσεις που προβλέπονται στον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας μετά από έγκριση του διοικητικού συμβουλίου και μπορεί να συνάπτει συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων και των συμβάσεων πρόσληψης προσωπικού, μετά την έγκριση του πίνακα προσωπικού της Υπηρεσίας.

Άρθρο 55

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την […] ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C, ║, σ..

(2)  ΕΕ C, ║, σ..

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009.

(4)   ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 349, ║ 25.11.2004, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 53, ║ 22.2.2007, σ. 1.

(7)   ΕΕ L 248, 16.9.2002, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 136, ║ 31.5.1999, σ. 1.

(9)  ΕΕ L 136, ║ 31.5.1999, σ. 15.

(10)  ΕΕ L 145, ║ 31.5.2001, σ. 43.

(11)  ΕΕ L 8, ║ 12.1.2001, σ. 1.

(12)  ΕΕ L …

(13)   ΕΕ L 357, 31.12.2002, σ. 72.

(14)  ΕΕ 17, ║ 6.10.1958, σ. 385.

(15)   ΕΕ L 317, 3.12.2001, σ. 1.