31.3.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 87/122


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/569 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Μαΐου 2016

για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την αναστολή και απόσυρση χρηματοπιστωτικών μέσων από τη διαπραγμάτευση

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (1), και ιδίως το άρθρο 32 παράγραφος 2 δέκατο εδάφιο και το άρθρο 52 παράγραφος 2 δέκατο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο στόχος της αναστολής διαπραγμάτευσης ή διαγραφής ενός χρηματοπιστωτικού μέσου δεν επιτυγχάνεται σε ορισμένες περιπτώσεις εκτός εάν η διαπραγμάτευση παραγώγου ενός είδους που αναφέρεται στα σημεία 4) έως 10) του τμήματος Γ του παραρτήματος I της παρούσας οδηγίας 2014/65/ΕΕ το οποίο σχετίζεται με ή έχει ως σημείο αναφοράς το υποκείμενο χρηματοπιστωτικό μέσο, επίσης αναστέλλεται ή το ίδιο διαγράφεται.

(2)

Κατά τον καθορισμό των περιπτώσεων στις οποίες η σύνδεση είναι τέτοια ώστε να είναι αναγκαία η αναστολή διαπραγμάτευσης ή η διαγραφή σχετικών παραγώγων, πρέπει να εξετάζεται πόσο στενή είναι η σύνδεση μεταξύ του παραγώγου και του χρηματοπιστωτικού μέσου η διαπραγμάτευση του οποίου αναστέλλεται ή το ίδιο διαγράφεται. Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ ενός παραγώγου η διαμόρφωση της τιμής ή της αξίας του οποίου εξαρτάται από την τιμή ή την αξία ενός μόνο υποκείμενου χρηματοπιστωτικού μέσου, και των παραγώγων η τιμή ή η αξία των οποίων εξαρτάται από πολλαπλούς συντελεστές της τιμής, για παράδειγμα, παράγωγα που έχουν σχέση με έναν συντελεστή ή με ένα σύνολο χρηματοοικονομικών τίτλων.

(3)

Η αδυναμία σωστής αποτίμησης σχετικών παραγώγων η οποία οδηγεί σε μια μη εύρυθμη αγορά πρέπει να θεωρείται ως μέγιστη σε περιπτώσεις στις οποίες το παράγωγο σχετίζεται με ή έχει ως σημείο αναφοράς ένα και μόνο χρηματοπιστωτικό μέσο. Όταν το παράγωγο σχετίζεται με ή έχει ως σημείο αναφοράς ένα σύνολο χρηματοοικονομικών τίτλων ή έναν δείκτη του οποίου το χρηματοπιστωτικό μέσο που έχει ανασταλεί αποτελεί μόνο ένα μέρος, η ικανότητα των συμμετεχόντων στην αγορά να καθορίσουν τη σωστή τιμή επηρεάζεται λιγότερο. Ως εκ τούτου, τα χαρακτηριστικά της σύνδεσης μεταξύ ενός παραγώγου και του υποκείμενου μέσου πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εξέταση του συνολικού στόχου της αναστολής ή διαγραφής.

(4)

Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι ο διαχειριστής αγοράς πρέπει να διασφαλίζει τη δίκαιη, ομαλή και αποτελεσματική διαπραγμάτευση στην αγορά του. Εκτός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ο διαχειριστής αγοράς πρέπει να αξιολογεί κατά πόσον η αναστολή διαπραγμάτευσης ή η διαγραφή του υποκείμενου χρηματοπιστωτικού μέσου θέτει σε κίνδυνο τη δίκαιη και ομαλή διαπραγμάτευση του παραγώγου στον τόπο διαπραγμάτευσής του, συμπεριλαμβανομένης της λήψης κατάλληλων μέτρων όπως η αναστολή διαπραγμάτευσης ή η διαγραφή σχετικών παραγώγων εξ ιδίας πρωτοβουλίας.

(5)

Το άρθρο 32 παράγραφος 2 και το άρθρο 52 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ θα πρέπει να εφαρμόζονται με συνέπεια σε διάφορα είδη τόπων διαπραγμάτευσης. Είναι άμεσα συνδεδεμένα δεδομένου ότι αφορούν τον καθορισμό των αναστολών και διαγραφών σε διάφορα είδη τόπων διαπραγμάτευσης. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνεπής εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων οι οποίες πρέπει να τεθούν σε ισχύ ταυτόχρονα και να διευκολυνθούν τα ενδιαφερόμενα μέρη, ιδίως αυτά που υπόκεινται στις εν λόγω υποχρεώσεις, είναι αναγκαίο να ενοποιηθούν τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που εκπονούνται σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 2 και το άρθρο 52 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ σε έναν ενιαίο κανονισμό.

(6)

Για λόγους συνέπειας και προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, είναι απαραίτητο οι διατάξεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και οι σχετικές εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά της οδηγίας 2014/65/ΕΕ να εφαρμόζονται από την ίδια ημερομηνία.

(7)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) στην Επιτροπή.

(8)

Η ΕΑΚΑΑ διενήργησε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού σχετικού κόστους/οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Σύνδεση μεταξύ ενός παραγώγου που σχετίζεται με ή έχει ως σημείο αναφοράς χρηματοπιστωτικό μέσο, η διαπραγμάτευση του οποίου αναστέλλεται ή διαγράφεται, και του αρχικού χρηματοπιστωτικού μέσου

O διαχειριστής ρυθμιζόμενης αγοράς και η επιχείρηση επενδύσεων ή ο διαχειριστής αγοράς που διαχειρίζεται έναν πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) ή έναν οργανωμένο μηχανισμό διαπραγμάτευσης (ΟΜΔ) αναστέλλει τη διαπραγμάτευση ή διαγράφει ένα παράγωγο που αναφέρεται στα σημεία 4) έως 10) του τμήματος Γ του παραρτήματος I της οδηγίας 2014/65/ΕΕ όταν το εν λόγω παράγωγο σχετίζεται με ή έχει ως σημείο αναφοράς ένα και μόνο χρηματοπιστωτικό μέσο η διαπραγμάτευση του οποίου αναστέλλεται ή το ίδιο διαγράφεται.

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 3 Ιανουαρίου 2018.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Μαΐου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).