32000R1897

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1897/2000 της Επιτροπής, της 7ης Σεπτεμβρίου 2000, για εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 577/98 του Συμβουλίου για τη διενέργεια δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα, όσον αφορά τον λειτουργικό ορισμό της ανεργίας

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 228 της 08/09/2000 σ. 0018 - 0021


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1897/2000 της Επιτροπής

της 7ης Σεπτεμβρίου 2000

για εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 577/98 του Συμβουλίου για τη διενέργεια δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα, όσον αφορά τον λειτουργικό ορισμό της ανεργίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 577/98 του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1998, για τη διενέργεια δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα(1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 577/98, πρέπει να θεσπιστεί ο ορισμός των μεταβλητών, καθώς και ένας κατάλογος αρχών για τη διατύπωση ερωτήσεων σχετικά με την κατάσταση όσον αφορά την απασχόληση.

(2) Εν όψει της διεθνούς συγκρισιμότητας των στατιστικών της εργασίας, τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα της Κοινότητας πρέπει να μετρούν την απασχόληση για την ανεργία εφαρμόζοντας τον ορισμό της απασχόλησης και της ανεργίας του διεθνούς γραφείου εργασίας (ΔΓΕ).

(3) Η Επιτροπή έχει ανάγκη από συγκρίσιμους δείκτες για να παρακολουθεί και να αξιολογεί τις προόδους που επιτυγχάνονται κατά την εφαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών για την απασχόληση(2).

(4) Κατά συνέπεια, θα πρέπει να διατυπωθεί ένας ορισμός της ανεργίας που θα είναι κοινός για όλα τα κράτη μέλη και θα εναρμονιστούν περαιτέρω τα ερωτηματολόγια των ερευνών εργατικού δυναμικού.

(5) Τα μέτρα που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής στατιστικού προγράμματος που συστήθηκε με την απόφαση 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου(3),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Ο ορισμός της ανεργίας παρουσιάζεται στο παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού.

2. Οι αρχές που θα ακολουθούνται κατά τη διατύπωση των ερωτήσεων για την κατάσταση απασχόλησης παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙ του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

1. Οι ερωτήσεις για την κατάσταση απασχόλησης, που υποβάλλονται για τους σκοπούς της δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα θα τηρούν τις αρχές που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙ του παρόντος κανονισμού και θα επιτρέπουν τη μέτρηση της ανεργίας όπως ορίζεται στο παράρτημα Ι.

2. Εν τούτοις, η πρώτη παράγραφος μπορεί να αγνοηθεί για το χρονικό διάστημα που είναι απαραίτητο για την αναπροσαρμογή της δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού. Στην περίπτωση αυτή, κατά τη διαβίβαση στη Eurostat των δεδομένων της δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα, τα κράτη μέλη πρέπει να αναφέρουν σαφώς τις αποκλίσεις σε σχέση με τον ορισμό και τις αρχές που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 7 Σεπτεμβρίου 2000.

Για την Επιτροπή

Pedro Solbes Mira

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ L 77 της 14.3.1998, σ. 3.

(2) ΕΕ C 69 της 12.3.1999, σ. 2.

(3) ΕΕ L 181 της 28.6.1989, σ. 47.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Έρευνα εργατικού δυναμικού: ορισμός της ανεργίας

1. Σύμφωνα με τους κανόνες που θέσπισε το ΔΓΕ κατά την 13η και 14η διεθνή διάσκεψη των στατιστικών της εργασίας (CIST) για τους σκοπούς της δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα, οι άνεργοι είναι τα άτομα ηλικίας 15 έως 74 ετών τα οποία:

α) δεν είχαν εργασία κατά την εβδομάδα αναφοράς, δηλαδή δεν είχαν ούτε μισθωτή εργασία ούτε μη μισθωτή εργασία (για μία ώρα τουλάχιστον)·

β) ήταν διαθέσιμα για εργασία, δηλαδή για έναρξη δραστηριότητας ως μισθωτοί ή μη μισθωτοί εντός δύο εβδομάδων από την εβδομάδα αναφοράς·

γ) αναζητούσαν ενεργά απασχόληση, δηλαδή είχαν πραγματοποιήσει συγκεκριμένες ενέργειες με σκοπό την εξεύρεση μισθωτής ή μή μισθωτής απασχόλησης για περίοδο τεσσάρων εβδομάδων που λήγει στο τέλος της εβδομάδας αναφοράς, ή τα οποία είχαν βρει εργασία και θα την άρχιζαν εντός τριών μηνών το πολύ.

Σε σχέση με αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), θεωρούνται ως συγκεκριμένες ενέργειες:

- το γεγονός της επαφής με ένα δημόσιο γραφείο απασχόλησης με σκοπό την εξεύρεση εργασίας, ασχέτως του από ποια πλευρά προήλθε η πρωτοβουλία (η ανανέωση της εγγραφής για καθαρά διοικητικούς λόγους δεν αποτελεί ενεργή πράξη),

- το γεγονός της επαφής με ιδιωτικό γραφείο (πρακτορείο προσωρινής εργασίας, επιχείρηση που ειδικεύεται στις προσλήψεις, κ.λπ.) με σκοπό την εξεύρεση εργασίας,

- η αποστολή αίτησης πρόσληψης απευθείας σε εργοδότες,

- οι έρευνες μέσω γνωριμιών, μέσω συνδικάτων, κ.λπ,

- η δημοσίευση αγγελιών σε εφημερίδες ή η απάντηση σε αγγελίες,

- η μελέτη των προσφορών θέσεων απασχόλησης,

- η συμμετοχή σε δοκιμασία, σε διαγωνισμό ή σε συνέντευξη στο πλαίσιο διαδικασίας πρόσληψης,

- η αναζήτηση γηπέδων, κτιρίων ή υλικού,

- οι ενέργειες για την εξασφάλιση επαγγελματικών αδειών, άλλων αδειών ή χρηματοδοτικών πόρων.

2. Η εκπαίδευση και η κατάρτιση θεωρούνται ως μέσα βελτίωσης της απασχολησιμότητας, αλλά δεν αποτελούν μεθόδους αναζήτησης εργασίας. Τα άτομα χωρίς εργασία που συμμετέχουν σε σπουδές ή σε κύκλους κατάρτισης δεν θεωρούνται άνεργοι παρά μόνον εάν είναι "διαθέσιμα για εργασία" και "σε αναζήτηση εργασίας", σύμφωνα με τους ορισμούς των σημείων 1 στοιχείο β) και στοιχείο γ).

3. Τα άτομα που έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα θεωρούνται άνεργα εάν δεν λαμβάνουν σημαντική (δηλαδή >= 50 %) αμοιβή ή μισθό από τον εργοδότη τους και εάν είναι "διαθέσιμα για εργασία" και "σε αναζήτηση εργασίας". Τα άτομα σε διαθεσιμότητα εξομοιώνονται με τους εργαζομένους που βρίσκονται σε αργία χωρίς αμοιβή με πρωτοβουλία του εργοδότη (περιλαμβάνεται και η περίπτωση της χρηματοδότησης της αργίας από το δημόσιο ή από σχετικά ταμεία - 16η CIST). Στην περίπτωση αυτή, τα άτομα σε διαθεσιμότητα θεωρούνται ενεργά άτομα εάν έχει συμφωνηθεί μια ημερομηνία επανέναρξης των δραστηριοτήτων και εάν η ημερομηνία αυτή είναι προγραμματισμένη εντός τριών μηνών.

4. Κατά τη νεκρή περίοδο, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι οι εποχιακοί εργαζόμενοι διατηρούν επίσημη σχέση με την απασχόληση που έχουν κατά την περίοδο αιχμής. Πράγματι, δεν εισπράττουν πλέον μισθό ή αμοιβή εκ μέρους του εργοδότη τους, ακόμη κι αν έχουν την εξασφάλιση ότι θα ξαναβρούν εργασία. Εάν δεν εργάζονται κατά τη νεκρή περίοδο, δεν θεωρούνται άνεργοι παρά μόνο εάν είναι "διαθέσιμοι για εργασία" και "σε αναζήτηση εργασίας", σύμφωνα με τους ορισμούς των σημείων 1 στοιχείο β) και στοιχείο γ).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Έρευνα εργατικού δυναμικού: αρχές για τη διατύπωση ερωτήσεων σχετικά με την κατάσταση όσον αφορά την απασχόληση

1. Οι ερωτήσεις σχετικά με την κατάσταση απασχόλησης με βάση τον ορισμό του ΔΓΕ (απασχολούμενος, άνεργος ή ανενεργός) αποτελούν γενικά την εισαγωγή του ατομικού ερωτηματολογίου. Οι ερωτήσεις αυτές τίθενται αμέσως μετά τις ερωτήσεις για τα δημογραφικά χαρακτηριστικά των μελών των νοικοκυριών. Συγκεκριμένα, πριν από αυτές δεν μπορούν να τίθενται αιτήσεις για πληροφορίες σχετικά με την κύρια ή την συνήθη δραστηριότητα (φοιτητής, οικιακά, συνταξιούχος, κ.λπ.) ή το διοικητικό καθεστώς μιας εγγραφής σε δημόσιο γραφείο απασχόλησης με σκοπό την εξασφάλιση επιδομάτων ανεργίας εάν αυτό κινδυνεύει να θέσει σε κίνδυνο τις απαντήσεις σχετικά με την κατάσταση απασχόλησης σύμφωνα με το ΔΓΕ.

Στο πλαίσιο της διαδικασίας του "dependent interviewing" κατά τις επόμενες έρευνες, αν η κατάσταση απασχόλησης ενός απασχολουμένου ή ανενεργού ατόμου φαίνεται μόνιμη ή σταθερή, μπορεί να ελεγχθεί γρήγορα με βάση την κατάσταση κατά την προηγούμενη έρευνα.

2. Οι ερωτήσεις για την απασχόληση είναι τουλάχιστον δύο: η μια αφορά το γεγονός ότι το άτομο εργάζεται και η άλλη το γεγονός ότι το άτομο έχει απασχόληση, αν και απουσιάζει προσωρινά από την εργασία του (= άτομα σε αργία). Η ερώτηση σχετικά με το γεγονός ότι το άτομο εργάζεται τίθεται πριν από την ερώτηση σχετικά με το γεγονός ότι το άτομο έχει απασχόληση, πράγμα που επιτρέπει να υπάρχει αντίθεση ανάμεσα στις δύο ερωτήσεις και, επομένως, να διευκολυνθεί ο πλήρης εντοπισμός των ατόμων που απουσιάζουν προσωρινά.

Ο εντοπισμός των ατόμων σε διαθεσιμότητα (αργία χωρίς αμοιβή με πρωτοβουλία του εργοδότη) και η ταξινόμησή τους στην κατηγορία των ενεργών ατόμων (ή των ανέργων) εξαρτάται από δύο προϋποθέσεις της επίσημης σχέσης με την απασχόληση: την εξασφάλιση της επιστροφής στην εργασία και τη μικρή διάρκεια (<= 3 μήνες) της διακοπής της σύμβασης εργασίας. Αυτές οι δύο προϋποθέσεις καθορίζονται χάρη σε μια ερώτηση που τίθεται αμέσως μετά τις ερωτήσεις προς τα άτομα αυτά σχετικά με την προσωρινή απουσία τους ή τον λόγο για τον οποίο δεν αναζήτησαν εργασία κατά τις τέσσερις τελευταίες εβδομάδες, ή ακόμη με την παρουσίαση κατηγοριών απαντήσεων στις ερωτήσεις αυτές.

3. Οι ερωτήσεις για την απασχόληση και την αναζήτηση εργασίας περιέχουν ένα κριτήριο προσανατολισμού που επιτρέπει τον εντοπισμό των ατόμων που ασκούν μικρής σημασίας δραστηριότητα μερικών ωρών, ή ακόμη μίας μόνο ώρας.

4. Οι ερωτήσεις για την απασχόληση περιλαμβάνουν ένα κριτήριο προσανατολισμού που επιτρέπει τον εντοπισμό των μη αμειβομένων συμβοηθούντων μελών οικογενειών. Τα άτομα αυτά μπορούν επίσης να ορισθούν με μια ξεχωριστή ερώτηση σχετικά με το γεγονός ότι εργάζονται.

5. Οι ερωτήσεις για την απασχόληση δείχνουν σαφώς ότι μόνο η εργασία που πραγματοποιείται έναντι αμοιβής ή με σκοπό το κέρδος θεωρείται οικονομική δραστηριότητα στο πλαίσιο του ΔΓΕ.

6. Η περίοδος εργασίας αναφοράς πρέπει να ορίζεται με ακρίβεια. Η ερώτηση για την απασχόληση αναφέρεται γενικά στην τελευταία εβδομάδα (περίοδος "από Δευτέρα ως Παρασκευή") και παρέχει τις ακριβείς ημερομηνίες. Πρέπει να οριοθετούνται σαφώς οι περίοδοι αναφοράς για την αναζήτηση απασχόλησης και τη διαθεσιμότητα για εργασία. Οι δύο ερωτήσεις σχετικά με την αναζήτηση απασχόλησης και τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτό αναφέρονται στις τέσσερις τελευταίες εβδομάδες, περιλαμβανόμενης της εβδομάδας αναφοράς, και η ερώτηση σχετικά με τη διαθεσιμότητα για εργασία στις δύο εβδομάδες που ακολουθούν την εβδομάδα αναφοράς.

7. Η ερώτηση σχετικά με την αναζήτηση απασχόλησης τίθεται σε όλα τα άτομα στα οποία έχουν τεθεί οι ερωτήσεις για την απασχόληση και των οποίων η απάντηση τα επισημαίνει ως άτομα χωρίς εργασία. Πριν από την ερώτηση αυτή δεν υποβάλλεται καμία ερώτηση-φίλτρο. Στο πλαίσιο της διαδικασίας του "dependent interviewing" κατά τις επόμενες έρευνες, αν η κατάσταση απασχόλησης ενός απασχολουμένου ή ανενεργού ατόμου φαίνεται μόνιμη ή σταθερή, μπορεί να ελεγχθεί γρήγορα με βάση την κατάσταση κατά την προηγούμενη έρευνα.

8. Η ερώτηση σχετικά με την αναζήτηση απασχόλησης αποσκοπεί στον προσδιορισμό των προσπαθειών, ακόμη και των ανορθόδοξων, που καταβάλλει το ερωτώμενο άτομο για την εξεύρεση απασχόλησης ή για την έναρξη αυτοαπασχόλησης. Η ερώτηση είναι διατυπωμένη έτσι ώστε να αποφεύγεται να θεωρούνται επαρκής συνθήκη για την αναζήτηση απασχόλησης μόνο οι συνεχείς ενέργειες για περίοδο πολλών εβδομάδων.

9. Η ερώτηση σχετικά με τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την εξεύρεση απασχόλησης περιλαμβάνει ενεργητικές και παθητικές μεθόδους έρευνας. Ενεργητικές μέθοδοι θεωρούνται οι εξής:

- το γεγονός της επαφής με ένα δημόσιο γραφείο απασχόλησης με σκοπό την εξεύρεση εργασίας,

- το γεγονός της επαφής με ιδιωτικό πρακτορείο με σκοπό την εξεύρεση εργασίας,

- η αποστολή αίτησης πρόσληψης απευθείας σέ εργοδότες,

- οι έρευνες μέσω γνωριμιών, μέσω συνδικάτων, κ.λπ,

- η δημοσίευση αγγελιών σε εφημερίδες ή η απάντηση σε αγγελίες,

- η μελέτη των προσφορών θέσεων απασχόλησης,

- η συμμετοχή σε δοκιμασία, σε διαγωνισμό ή σε συνέντευξη στο πλαίσιο διαδικασίας πρόσληψης,

- η αναζήτηση γηπέδων, κτιρίων ή υλικού,

- οι ενέργειες για την εξασφάλιση επαγγελματικών αδειών, άλλων αδειών ή χρηματοδοτικών πόρων.

10. Η "επαφή με το δημόσιο γραφείο απασχόλησης με σκοπό την εξεύρεση εργασίας" είναι διμερής. Πραγματοποιείται με πρωτοβουλία του εγγεγραμμένου ανέργου ή του γραφείου και αντιπροσωπεύει την πρώτη (κατηγορία απάντησης στην) ερώτηση για τις μεθόδους αναζήτησης απασχόλησης. Πρέπει να γίνεται διάκριση από την ανανέωση της διοικητικής εγγραφής που αποσκοπεί στην εξασφάλιση επιδομάτων ανεργίας (εάν δεν προηγείται μια περίοδος απασχόλησης ή αδράνειας) αλλά και από τη βοήθεια που χορηγεί το γραφείο απασχόλησης με σκοπό τη βελτίωση της απασχολησιμότητας του εγγεγραμμένου ανέργου. Η "επαφή με το δημόσιο γραφείο απασχόλησης" ως ενεργητική μέθοδος συνίσταται μόνο στα εξής:

- "εγγραφή, για πρώτη φορά, του ονόματος του ατόμου στο αρχείο του γραφείου (μετά από μια περίοδο απασχόλησης ή αδράνειας)",

- "ενημέρωση για ενδεχόμενες προσφορές απασχόλησης" ή

- "μια πρόταση εργασίας εκ μέρους του γραφείου", την οποία το άτομο που αναζητεί απασχόληση μπορεί να δεχθεί ή να αρνηθεί.

11. Παρατίθενται οι μέθοδοι αναζήτησης απασχόλησης μέχρι να αναφερθούν τουλάχιστον τρεις ενεργητικές μέθοδοι.

12. Τα άτομα που είναι προς το παρόν χωρίς εργασία και τα οποία δεν αναζητούν απασχόληση επειδή έχουν ήδη βρει μια -που θα αρχίσει εντός τριών μηνών το πολύ- επισημαίνονται και κατατάσσονται σε ξεχωριστή κατηγορία.