ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 195

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

47ό έτος
2 Ιουνίου 2004


Περιεχόμενα

 

Διορθωτικά

Σελίδα

 

*

Διορθωτικό στην απόφαση αριθ. 845/2004/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, περί τροποποίησης της απόφασης αριθ. 163/2001/ΕΚ, περί της εφαρμογής προγράμματος κατάρτισης για τους επαγγελματίες της ευρωπαϊκής βιομηχανίας οπτικοακουστικών προγραμμάτων (Media - Κατάρτιση) (2001-2005) (EE L 157 της 30.4.2004)

1

 

*

Διορθωτικό στην απόφαση αριθ. 846/2004/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, περί τροποποίησης της απόφασης 2000/821/ΕΚ του Συμβουλίου για την εφαρμογή προγράμματος για την ενθάρρυνση της ανάπτυξης, της διανομής και της προώθησης των ευρωπαϊκών οπτικοακουστικών έργων (Media Plus - Ανάπτυξη, διανομή και προώθηση) (2001-2005) (EE L 157 της 30.4.2004)

2

 

*

Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 847/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διαπραγμάτευση και εφαρμογή των συμφωνιών περί αεροπορικών μεταφορών μεταξύ των κρατών μελών και τρίτων χωρών (EE L 157 της 30.4.2004)

3

 

*

Διορθωτικό στην απόφαση αριθ. 848/2004/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη θέσπιση προγράμματος κοινοτικής δράσης για την προώθηση οργανώσεων που δραστηριοποιούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο στον τομέα της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών (EE L 157 της 30.4.2004)

7

 

*

Διορθωτικό στην οδηγία 2004/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για την κατάργηση ορισμένων οδηγιών σχετικών με την υγιεινή των τροφίμων και τους υγειονομικούς όρους για την παραγωγή και διάθεση στην αγορά ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση και για την τροποποίηση των οδηγιών 89/662/ΕΟΚ και 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης 95/408/EK του Συμβουλίου (EE L 157 της 30.4.2004)

12

 

*

Διορθωτικό στην οδηγία 2004/48/ΕK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (ΕΕ L 157 της 30.4.2004)

16

 

*

Διορθωτικό στην οδηγία 2004/74/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τροποποίηση της οδηγίας 2003/96/ΕΚ σχετικά με τη δυνατότητα για ορισμένα κράτη μέλη να εφαρμόζουν, όσον αφορά τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια, προσωρινές απαλλαγές ή μειώσεις των επιπέδων φορολογίας (EE L 157 της 30.4.2004)

26

 

*

Διορθωτικό στην οδηγία 2004/75/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/96/ΕΚ όσον αφορά τη δυνατότητα για την Κύπρο να εφαρμόζει, ως προς τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια, προσωρινές απαλλαγές ή μειώσεις των επιπέδων φορολογίας (EE L 157 της 30.4.2004)

31

 

*

Διορθωτικό στην οδηγία 2004/76/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/49/ΕΚ με στόχο τη δυνατότητα για ορισμένα κράτη μέλη να επιβάλλουν μεταβατικές περιόδους όσον αφορά την εφαρμογή του κοινού συστήματος φορολόγησης των τόκων και δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών διαφορετικών κρατών μελών (EE L 157 της 30.4.2004)

33

 

*

Διορθωτικό στην απόφαση 2004/465/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για κοινοτική χρηματοδοτική συμμετοχή στα προγράμματα ελέγχου της αλιείας των κρατών μελών (EE L 157 της 30.4.2004)

36

 

*

Διορθωτικό στην απόφαση 2004/466/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση του κοινού εγχειριδίου προκειμένου να συμπεριληφθεί διάταξη για επιλεκτικούς ελέγχους στα σύνορα όσον αφορά τους ανηλίκους που συνοδεύονται (EE L 157 της 30.4.2004)

44

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


Διορθωτικά

2.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 195/1


Διορθωτικό στην απόφαση αριθ. 845/2004/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, περί τροποποίησης της απόφασης αριθ. 163/2001/ΕΚ, περί της εφαρμογής προγράμματος κατάρτισης για τους επαγγελματίες της ευρωπαϊκής βιομηχανίας οπτικοακουστικών προγραμμάτων (Media - Κατάρτιση) (2001-2005)

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 157 της 30ής Απριλίου 2004 )

Το κείμενο της απόφασης αριθ. 854/2004/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΑΠΟΦΑΣΗ αριθ. 845/2004/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 29ης Απριλίου 2004

για την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 163/2001/ΕΚ περί της εφαρμογής προγράμματος κατάρτισης για τους επαγγελματίες της ευρωπαϊκής βιομηχανίας οπτικοακουστικών προγραμμάτων (Media-Κατάρτιση) (2001-2005)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 150 παράγραφος 4,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με την απόφαση αριθ. 163/2001/ΕΚ (4) εφάρμοσαν το πρόγραμμα Media - Κατάρτιση που αφορά τους επαγγελματίες της ευρωπαϊκής βιομηχανίας οπτικοακουστικών προγραμμάτων, για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2001 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2005.

(2)

Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί η συνέχεια της κοινοτικής πολιτικής για την υποστήριξη του ευρωπαϊκού οπτικοακουστικού τομέα λόγω των στόχων που ακολουθεί η Κοινότητα σύμφωνα με το άρθρο 150 της συνθήκης.

(3)

Είναι επίσης σημαντικό να παράσχει εγκαίρως η Επιτροπή πλήρη και λεπτομερή έκθεση αξιολόγησης του προγράμματος Media - Κατάρτιση το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2005, ώστε η νομοθετική αρχή να είναι σε θέση να εξετάσει την πρόταση για το νέο MEDIA — Κατάρτιση που προγραμματίζεται να αρχίσει το 2007 και η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή να μπορέσει να αξιολογήσει την ανάγκη για νέο χρηματοδοτικό πλαίσιο,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ:

Άρθρο 1

Η απόφαση αριθ. 163/2001/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο άρθρο 1, η ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2005» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2006».

2.

Στο άρθρο 4 παράγραφος 5, το ποσό «52 εκατομμύρια ευρώ»πουέχειορισθείωςχρηματοδοτικόπλαίσιο αντικαθίσταται από το ποσό «59,4 εκατομμύρια ευρώ», σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 786/2004/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσαρμογή των ποσών αναφοράς, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στρασβούργο, 29 Απριλίου 2004.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

P. COX

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. McDOWELL


(1)  ΕΕ C 10 της 14.1.2004, σ. 8.

(2)  ΕΕ C 23 της 27.1.2004, σ. 24.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 26ης Απριλίου 2004.

(4)  ΕΕ L 26 της 27.1.2001, σ. 1· απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση αριθ. 786/2004/ΕΚ (ΕΕ L 138 της 30.4.2004, σ. 7).


2.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 195/2


Διορθωτικό στην απόφαση αριθ. 846/2004/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, περί τροποποίησης της απόφασης 2000/821/ΕΚ του Συμβουλίου για την εφαρμογή προγράμματος για την ενθάρρυνση της ανάπτυξης, της διανομής και της προώθησης των ευρωπαϊκών οπτικοακουστικών έργων (Media Plus - Ανάπτυξη, διανομή και προώθηση) (2001-2005)

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 157 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η απόφαση αριθ. 846/2004/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΑΠΟΦΑΣΗ αριθ. 846/2004/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 29ης Απριλίου 2004

για την τροποποίηση της απόφασης 2000/821/ΕΚ του Συμβουλίου για την εφαρμογή προγράμματος για την ενθάρρυνση της ανάπτυξης, της διανομής και της προώθησης των ευρωπαϊκών οπτικοακουστικών έργων (Media Plus - Ανάπτυξη, διανομή και προώθηση) (2001-2005)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 157

παράγραφος 3, την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το Συμβούλιο, με την απόφασή του 2000/821/ΕΚ (4), εφάρμοσε το πρόγραμμα Media Plus που σκοπεί να ενθαρρύνει την ανάπτυξη, τη διανομή και την προώθηση των ευρωπαϊκών οπτικοακουστικών έργων, για τη χρονική περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2001 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2005.

(2)

Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί η συνέχεια της κοινοτικής πολιτικής για την υποστήριξη του ευρωπαϊκού οπτικοακουστικού τομέα λόγω των στόχων που ακολουθεί η Κοινότητα σύμφωνα με το άρθρο 157 της συνθήκης.

(3)

Είναι επίσης σημαντικό να παράσχει εγκαίρως η Επιτροπή πλήρη και λεπτομερή έκθεση αξιολόγησης του προγράμματος Media Plus, και δη το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2005, ώστε η νομοθετική αρχή να είναι σε θέση να εξετάσει την πρόταση για το νέο Media Plus που προγραμματίζεται να αρχίσει το 2007, και η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή να μπορέσει να αξιολογήσει την ανάγκη για νέο χρηματοδοτικό πλαίσιο,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 2000/821/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο άρθρο 1 παράγραφος 1, η ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2005» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2006».

2.

Στο άρθρο 5 παράγραφος 2, το ποσό «350 εκατομμύριαευρώ»που έχει ορισθεί ως χρηματοδοτικό πλαίσιο αντικαθίσταται από το ποσό «453,60 εκατομμύρια ευρώ», περιλαμβανομένης της αναπροσαρμογής, κατόπιν της αναθεώρησης των δημοσιονομικών προοπτικών, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η διεύρυνση.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στρασβούργο, 29 Απριλίου 2004.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

P. COX

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. McDOWELL


(1)  ΕΕ C 10 της 14.1.2004, σ. 8.

(2)  ΕΕ C 23 της 27.1.2004, σ. 24.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 26ης Απριλίου 2004.

(4)  ΕΕ L 336 της 30.12.2000, σ. 82.


2.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 195/3


Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 847/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διαπραγμάτευση και εφαρμογή των συμφωνιών περί αεροπορικών μεταφορών μεταξύ των κρατών μελών και τρίτων χωρών

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 157 της 30ής Απριλίου 2004 )

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 847/2004 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 847/2004 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 29ης Απριλίου 2004

για τη διαπραγμάτευση και εφαρμογή των συμφωνιών περί αεροπορικών μεταφορών μεταξύ των κρατών μελών και τρίτων χωρών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 80 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής,

την γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι σχέσεις στον τομέα των διεθνών αερομεταφορών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών διέπονται παραδοσιακά από διμερείς συμφωνίες περί αεροπορικών μεταφορών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών, τα παραρτήματά τους και άλλες διμερείς και πολυμερείς διευθετήσεις.

(2)

Σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις υποθέσεις C-466/98, C-467/98, C-468/98, C-469/98, C-471/98, C-472/98, C-475/98 και C-476/98 η Κοινότητα έχει αποκλειστική αρμοδιότητα ως προς ορισμένες πτυχές των εν λόγω συμφωνιών.

(3)

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο διασαφήνισε επίσης το δικαίωμα των κοινοτικών αερομεταφορέων να επωφελούνται από το δικαίωμα εγκατάστασης εντός της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος πρόσβασης στην αγορά χωρίς διακρίσεις.

(4)

Όταν είναι προφανές ότι το αντικείμενο μιας συμφωνίας εμπίπτει εν μέρει στην αρμοδιότητα της Κοινότητας και εν μέρει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, είναι ουσιαστικό να διασφαλίζεται η στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και των κοινοτικών θεσμικών οργάνων, τόσο κατά τη διαδικασία διαπραγμάτευσης και σύναψής τους, όσο και κατά την εκπλήρωση των δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται. Η εν λόγω υποχρέωση συνεργασίας απορρέει από την απαίτηση ενότητας κατά την διεθνή εκπροσώπηση της Κοινότητας. Τα κοινοτικά όργανα και τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν εν προκειμένω τη βέλτιστη δυνατή συνεργασία.

(5)

Η διαδικασία συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών και Επιτροπής η οποία θεσπίζεται με τον παρόντα κανονισμό δεν θα πρέπει να θίγει την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Κοινότητας και των κρατών μελών, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, όπως ερμηνεύεται από το Δικαστήριο.

(6)

Όλες οι υφιστάμενες διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών, οι οποίες περιλαμβάνουν διατάξεις αντίθετες προς το κοινοτικό δίκαιο, θα πρέπει να τροποποιηθούν ή να αντικατασταθούν από νέες συμφωνίες οι οποίες συνάδουν πλήρως με το κοινοτικό δίκαιο.

(7)

Χωρίς να θίγονται οι διατάξεις της συνθήκης, και ειδικότερα το άρθρο 300, τα κράτη μέλη μπορούν, ενδεχομένως, να θελήσουν να τροποποιήσουν υφιστάμενες συμφωνίες και να λάβουν μέτρα για την διασφάλιση της εφαρμογής τους, έως ότου τεθεί σε ισχύ συμφωνία συναφθείσα από την Κοινότητα.

(8)

Είναι ουσιαστικό να διασφαλιστεί ότι το κράτος μέλος το οποίο διεξάγει διαπραγματεύσεις λαμβάνει υπόψη το κοινοτικό δίκαιο, τα ευρύτερα κοινοτικά συμφέροντα και τις εν εξελίξει κοινοτικές διαπραγματεύσεις.

(9)

Εάν κράτος μέλος επιθυμεί να εμπλέξει τους αερομεταφορείς στη διαπραγματευτική διαδικασία, όλοι οι αερομεταφορείς που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτεια του συγκεκριμένου κράτους μέλους πρέπει να τύχουν ίσης μεταχείρισης.

(10)

Η εγκατάσταση στην επικράτεια ενός κράτους μέλους υποδηλώνει την αποτελεσματική και πραγματική άσκηση της δραστηριότητας του αερομεταφορέα μέσω σταθερών διακανονισμών. Η νομική μορφή της εν λόγω εγκατάστασης, είτε πρόκειται για υποκατάστημα είτε για θυγατρική με νομική προσωπικότητα δεν θα πρέπει να αποτελεί εν προκειμένω τον καθοριστικό παράγοντα. Όταν επιχείρηση εγκαθίσταται στην επικράτεια πλειόνων κρατών μελών, όπως ορίζεται από τη συνθήκη, θα πρέπει να διασφαλίζει ότι, προκειμένου να αποφεύγεται η καταστρατήγηση του εθνικού δικαίου, εκάστη των εγκαταστάσεων αυτών πληροί τις προϋποθέσεις που μπορεί, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, να επιβάλλει το εθνικό δίκαιο που διέπει τις δραστηριότητές της.

(11)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα δικαιώματα των κοινοτικών αερομεταφορέων δεν περιορίζονται αδικαιολόγητα, δεν θα πρέπει να εισάγονται στις διμερείς αεροπορικές συμφωνίες νέες ρυθμίσεις που να μειώνουν τον αριθμό των κοινοτικών αερομεταφορέων που μπορούν να ορισθούν για την παροχή αεροπορικών υπηρεσιών σε δεδομένη αγορά.

(12)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν διαφανείς διαδικασίες μη εισάγουσες δυσμενείς διακρίσεις για την κατανομή των μεταφορικών δικαιωμάτων μεταξύ κοινοτικών αερομεταφορέων. Κατά την εφαρμογή των διαδικασιών αυτών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη την ανάγκη να διατηρηθεί η συνέχεια των αεροπορικών μεταφορών.

(13)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (3).

(14)

Κάθε κράτος μέλος μπορεί να επικαλεστεί το απόρρητο των διατάξεων των διμερών συμφωνιών που έχει διαπραγματευθεί και να ζητήσει από την Επιτροπή να μη δώσει τις πληροφορίες σε άλλα κράτη μέλη.

(15)

Στις 2 Δεκεμβρίου 1987, το Βασίλειο της Ισπανίας και το Ηνωμένο Βασίλειο συμφώνησαν στο Λονδίνο σε κοινή δήλωση των υπουργών εξωτερικών των δύο χωρών ρυθμίσεις για την τόνωση της συνεργασίας ως προς τη χρήση του αεροδρομίου του Γιβραλτάρ. Οι εν λόγω ρυθμίσεις δεν έχουν ακόμη τεθεί σε εφαρμογή.

(16)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, κυρίως ο συντονισμός των διαπραγματεύσεων με τρίτες χώρες με σκοπό τη σύναψη συμφωνιών περί αεροπορικών μεταφορών, η αναγκαιότητα διασφάλισης εναρμονισμένης προσέγγισης κατά την υλοποίηση και εφαρμογή των εν λόγω συμφωνιών καθώς και η εξακρίβωση της συμμόρφωσής τους προς το κοινοτικό δίκαιο δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, και κατά συνέπεια, λόγω του ότι το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού καλύπτει ολόκληρη την Κοινότητα, μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα, σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα δύναται να θεσπίζει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή θεσπίζεται στο προαναφερθέν άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν προχωρεί πέραν των αναγκαίων για την επίτευξη των εν λόγω στόχων,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Κοινοποίηση στην Επιτροπή

1.   Ένα κράτος μέλος δύναται, με την επιφύλαξη των σχετικών αρμοδιοτήτων της Κοινότητας και των κρατών μελών, να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τρίτη χώρα για τη σύναψη νέας συμφωνίας ή την τροποποίηση υφιστάμενης συμφωνίας περί αεροπορικών μεταφορών, των παραρτημάτων της ή άλλου σχετικού διμερούς ή πολυμερούς διακανονισμού, το αντικείμενό των οποίων εμπίπτει εν μέρει στην αρμοδιότητα της Κοινότητας, υπό τον όρο ότι:

στις διαπραγματεύσεις περιλαμβάνονται και τυχόν συναφείς τυποποιημένες ρήτρες, τις οποίες έχουν εκπονήσει και θεσπίσει από κοινού η Κοινότητα και τα κράτη μέλη

και

τηρείται η διαδικασία κοινοποίησης των παραγράφων 2, 3 και 4.

Κατά περίπτωση, η Επιτροπή καλείται να συμμετάσχει ως παρατηρητής στις διαπραγματεύσεις αυτές.

2.   Όταν κράτος μέλος προτίθεται να αρχίσει διαπραγματεύσεις, γνωστοποιεί γραπτώς την πρόθεσή του στην Επιτροπή. Η γνωστοποίηση αυτή περιλαμβάνει αντίγραφο της υφιστάμενης συμφωνίας, εφόσον είναι διαθέσιμο, τυχόν άλλα συναφή έγγραφα, αναφορά των διατάξεων που θα συζητηθούν στις διαπραγματεύσεις, τους στόχους των διαπραγματεύσεων, καθώς και οποιεσδήποτε άλλες σχετικές πληροφορίες. Η Επιτροπή διαβιβάζει την εν λόγω γνωστοποίηση στα κράτη μέλη και, μετά από αίτησή τους, τα συνοδευτικά έγγραφα, εφόσον τηρούνται οι απαιτήσεις του απορρήτου.

Η πληροφορία διαβιβάζεται τουλάχιστον ένα ημερολογιακό μήνα πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία για την έναρξη των επίσημων διαπραγματεύσεων με την τρίτη χώρα. Εάν, λόγω εξαιρετικών περιστάσεων, οι επίσημες διαπραγματεύσεις πρόκειται να αρχίσουν νωρίτερα από την προθεσμία του ενός μηνός, το κράτος μέλος διαβιβάζει τη σχετική πληροφορία το ταχύτερο δυνατό.

3.   Τα κράτη μέλη δύνανται να διαβιβάσουν τις παρατηρήσεις τους στο κράτος μέλος το οποίο γνωστοποίησε την πρόθεσή του να αρχίσει διαπραγματεύσεις σύμφωνα με την παράγραφο 2. Κατά τη διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων, το εν λόγω κράτος μέλος λαμβάνει υπόψη του, στο μέτρο του δυνατού, τις συγκεκριμένες παρατηρήσεις.

4.   Αν, μέσα σε δεκαπέντε εργάσιμες ημέρες από την παραλαβή της γνωστοποίησης της παραγράφου 2, η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι διαπραγματεύσεις ενδέχεται:

να υπονομεύσουν τους στόχους των διαπραγματεύσεων που έχει αναλάβει η Κοινότητα με την εν λόγω τρίτη χώρα,

ή/και

να οδηγήσουν σε συμφωνία μη συμβατή με το κοινοτικό δίκαιο,

ενημερώνει σχετικά το κράτος μέλος.

Άρθρο 2

Διαβουλεύσεις με τους άμεσα ενδιαφερομένους και συμμετοχή στις διαπραγματεύσεις

Καθόσον οι αερομεταφορείς και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη πρόκειται να εμπλακούν στις διαπραγματεύσεις του άρθρου 1, τα κράτη μέλη μεταχειρίζονται ισότιμα όλους τους κοινοτικούς αερομεταφορείς που είναι εγκατεστημένοι στα εδάφη τους, στα οποία ισχύει συνθήκη.

Άρθρο 3

Απαγόρευση εισαγωγής πλέον περιοριστικών ρυθμίσεων

Κανένα κράτος μέλος δεν συμφωνεί με τρίτη χώρα νέες ρυθμίσεις που να μειώνουν, είτε ως προς το σύνολο της αγοράς αερομεταφορών μεταξύ των δύο μερών είτε ως προς συγκεκριμένα ζεύγη πόλεων, τον αριθμό των κοινοτικών μεταφορέων οι οποίοι μπορούν, σύμφωνα με τις ισχύουσες ρυθμίσεις, να διοριστούν για την παροχή υπηρεσιών μεταξύ της επικράτειάς τους και της εν λόγω τρίτης χώρας.

Άρθρο 4

Σύναψη συμφωνιών

1.   Μόλις υπογραφεί η συμφωνία, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος γνωστοποιεί στην Επιτροπή το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων μαζί με τα τυχόν συναφή έγγραφα.

2.   Εφόσον οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν σε συμφωνία περιλαμβάνουσα τις τυποποιημένες συναφείς ρήτρες του άρθρου 1 παράγραφος 1, το κράτος μέλος είναι εξουσιοδοτημένο να συνάψει τη συμφωνία.

3.   Εάν οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν σε συμφωνία μη περιλαμβάνουσα τις οικείες τυποποιημένες ρήτρες του άρθρου 1 παράγραφος 1, το κράτος μέλος εξουσιοδοτείται, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 2, να συνάψει τη συμφωνία εφόσον αυτό δεν θίγει το αντικείμενο και το σκοπό της κοινής πολιτικής μεταφορών της Κοινότητας. Το κράτος μέλος μπορεί να εφαρμόσει προσωρινά τη συμφωνία, μέχρις ότου περατωθεί η διαδικασία.

4.   Ανεξαρτήτως των παραγράφων 2 και 3, εάν η Επιτροπή διαπραγματεύεται ενεργά με την εν λόγω τρίτη χώρα βάσει ειδικής εντολής ως προς τη χώρα, ή βάσει απόφασης του Συμβουλίου, με την οποία εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τρίτες χώρες για την αντικατάσταση ορισμένων διατάξεων σε υφιστάμενες διμερείς συμφωνίες από συμφωνία της Κοινότητας, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να εξουσιοδοτηθεί, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 2, να εφαρμόσει προσωρινά, ή/και να συνάψει τη συμφωνία.

Άρθρο 5

Κατανομή μεταφορικών δικαιωμάτων

Όταν κράτος μέλος συνάπτει συμφωνία ή τροποποιεί συμφωνία ή τα παραρτήματά της, με τα οποία προβλέπονται περιορισμοί στη χρήση των μεταφορικών δικαιωμάτων ή στον αριθμό των κοινοτικών αερομεταφορέων που είναι επιλέξιμοι για να μπορούν να επωφεληθούν από τα μεταφορικά δικαιώματα, το εν λόγω κράτος μέλος διασφαλίζει την κατανομή των μεταφορικών δικαιωμάτων μεταξύ των επιλέξιμων κοινοτικών αερομεταφορέων βάσει διαφανούς διαδικασίας που δεν εισάγει δυσμενείς διακρίσεις.

Άρθρο 6

Δημοσίευση των διαδικασιών

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν αμελλητί την Επιτροπή σχετικά με τις διαδικασίες που θα εφαρμόζουν για τους σκοπούς του άρθρου 5 και, κατά περίπτωση, του άρθρου 2. Για λόγους ενημέρωσης, η Επιτροπή διασφαλίζει ότι οι διαδικασίες αυτές δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντός οκτώ εβδομάδων από τη γνωστοποίησή τους. Τυχόν νέες διαδικασίες και μεταγενέστερες αλλαγές των διαδικασιών γνωστοποιούνται στην Επιτροπή οκτώ τουλάχιστον εβδομάδες πριν τεθούν σε ισχύ, ώστε να μπορέσει η Επιτροπή να εξασφαλίσει τη δημοσίευσή τους στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσα στο εν λόγω διάστημα.

Άρθρο 7

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που συγκροτείται βάσει του άρθρου 11 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1992, για την πρόσβαση των κοινοτικών αερομεταφορικών σε δρομολόγια ενδοκοινοτικών αεροπορικών γραμμών (4).

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 3 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ιδίας απόφασης.

3.   Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 8

Απόρρητο

Κατά την κοινοποίηση στην Επιτροπή των διαπραγματεύσεων και της έκβασής τους, όπως προβλέπεται στα άρθρα 1 και 4, τα κράτη μέλη ενημερώνουν σαφώς την Επιτροπή εάν κάποιες πληροφορίες που περιέχονται στις κοινοποιήσεις πρέπει να θεωρηθούν απόρρητες και εάν μπορούν να ανακοινωθούν στα άλλα κράτη μέλη. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πληροφορίες που χαρακτηρίζονται απόρρητες να αντιμετωπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (5).

Άρθρο 9

Γιβραλτάρ

1.   Η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού στο αεροδρόμιο του Γιβραλτάρ νοείται ως μη θίγουσα τις αμοιβαίες νομικές θέσεις του Βασιλείου της Ισπανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου όσον αφορά τις διαφορές τους στο θέμα της κυριαρχίας επί του εδάφους στο οποίο βρίσκεται το αεροδρόμιο.

2.   Η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού στο αεροδρόμιο του Γιβραλτάρ αναστέλλεται μέχρις ότου τεθούν σε εφαρμογή οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στην κοινή δήλωση των υπουργών εξωτερικών του Βασιλείου της Ισπανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της 2ας Δεκεμβρίου 1987. Οι κυβερνήσεις της Ισπανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου θα ενημερώσουν το Συμβούλιο για την ημερομηνία έναρξης της εν λόγω εφαρμογής.

Άρθρο 10

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τριακοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 29 Απριλίου 2004.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

P. COX

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. McDOWELL


(1)  ΕΕ C 234 της 30.9.2003, σ. 21.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Σεπτεμβρίου 2003 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 5ης Δεκεμβρίου 2003 (ΕΕ C 54 Ε της 2.3.2004, σ. 33), θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 30ής Μαρτίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 14ης Απριλίου 2004.

(3)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(4)  ΕΕ L 240 της 24.8.1992, σ. 8· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(5)  ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43.


2.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 195/7


Διορθωτικό στην απόφαση αριθ. 848/2004/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη θέσπιση προγράμματος κοινοτικής δράσης για την προώθηση οργανώσεων που δραστηριοποιούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο στον τομέα της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 157 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η απόφαση αριθ. 848/2004/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΑΠΟΦΑΣΗ αριθ. 848/2004/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 29ης Απριλίου 2004

για τη θέσπιση προγράμματος κοινοτικής δράσης για την προώθηση οργανώσεων που δραστηριοποιούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο στον τομέα της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 13 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η αρχή της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών αποτελεί θεμελιώδη αρχή του κοινοτικού δικαίου, που καθορίζεται στο άρθρο 2 και στο άρθρο 3 παράγραφος 2 της συνθήκης και έχει διασαφηνισθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Σύμφωνα με τη συνθήκη, η ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών αποτελεί ένα από τα ιδιαίτερα καθήκοντα και στόχους της Κοινότητας, η οποία έχει την υποχρέωση να την προωθεί σε όλα τα πεδία κοινοτικής δράσης.

(2)

Το άρθρο 13 παράγραφος 1 της συνθήκης εξουσιοδοτεί το Συμβούλιο να αναλάβει κατάλληλη δράση για την καταπολέμηση όλων των διακρίσεων λόγω, μεταξύ άλλων, φύλου. Δυνάμει του άρθρου 13 παράγραφος 2, όταν το Συμβούλιο θεσπίζει κοινοτικά μέτρα ενθάρρυνσης, εκτός από την εναρμόνιση των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών, προς υποστήριξη των δράσεων των κρατών μελών οι οποίες αναλαμβάνονται για να συμβάλλουν στην υλοποίηση του στόχου αυτού, αποφασίζει σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 251 της συνθήκης.

(3)

Το άρθρο 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης απαγορεύει κάθε διάκριση λόγω φύλου, ενώ το άρθρο 23 θεσπίζει την αρχή της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών σε όλους τους τομείς.

(4)

Η εμπειρία της δράσης σε κοινοτικό επίπεδο κατέδειξε ότι η προαγωγή της ισότητας των φύλων απαιτεί, στην πράξη, ένα συνδυασμό μέτρων, και ιδίως νομοθετικών πράξεων και πρακτικών δράσεων που αλληλοενισχύονται.

(5)

Η Λευκή Βίβλος της Επιτροπής για την ευρωπαϊκή διακυβέρνηση τονίζει τη συμμετοχή των πολιτών στη χάραξη και εφαρμογή των πολιτικών, της συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών και των οργανώσεων που την απαρτίζουν και την πιο αποτελεσματική και διάφανη διαβούλευση των ενδιαφερομένων μερών.

(6)

Η τέταρτη παγκόσμια διάσκεψη για τις γυναίκες που έγινε στο Πεκίνο ενέκρινε, στις 15 Σεπτεμβρίου 1995, διακήρυξη και πλατφόρμα δράσης που καλούν τις κυβερνήσεις, τη διεθνή κοινότητα και την κοινωνία των πολιτών να λάβουν στρατηγικά μέτρα για την εξάλειψη των διακρίσεων έναντι των γυναικών καθώς και των εμποδίων στην ισότητα των φύλων.

(7)

Το Συμβούλιο, με την απόφαση 2001/51/ΕΚ (3), θέσπισε ένα πρόγραμμα κοινής δράσης σχετικά με την κοινοτική στρατηγική για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών. Οι δράσεις αυτές θα πρέπει να συμπληρωθούν από μέτρα υποστήριξης στους σχετικούς τομείς.

(8)

Οι θέσεις του προϋπολογισμού Α-3 0 3 7 (αριθ. ΑΒΒ 040501) και Α-3 0 4 6 (αριθ. ΑΒΒ 040503) του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το έτος 2003 και για τα προηγούμενα έτη προορίζονταν για την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Λόμπι Γυναικών και των γυναικείων οργανώσεων που εργάζονται για την προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών.

(9)

Ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (4), στο εξής καλούμενος «δημοσιονομικός κανονισμός», απαιτεί να θεσπισθεί βασική νομική πράξη για την κάλυψη των υφιστάμενων μέτρων υποστήριξης, η οποία να ευθυγραμμίζεται προς τις διατάξεις του.

(10)

Οι δραστηριότητες ορισμένων οργανώσεων συμβάλλουν στην προώθηση της ισότητας των φύλων, ιδίως στην περίπτωση των κοινοτικών μέτρων που απευθύνονται ειδικά στις γυναίκες.

(11)

Ειδικότερα, το Ευρωπαϊκό Λόμπι Γυναικών, το οποίο περιλαμβάνει τις περισσότερες γυναικείες οργανώσεις που υπάρχουν στα δεκαπέντε κράτη μέλη και το οποίο αριθμεί περισσότερα από τρεις χιλιάδες μέλη, διαδραματίζει πρωταρχικό ρόλο όσον αφορά την προώθηση, την παρακολούθηση και τη διάδοση των κοινοτικών μέτρων που απευθύνονται στις γυναίκες και αποσκοπούν στην επίτευξη της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών. Η δράση του εντάσσεται σε μια προοπτική γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος.

(12)

Επομένως, θα πρέπει να εγκριθεί ένα διαρθρωμένο πρόγραμμα με σκοπό την οικονομική υποστήριξη των οργανώσεων αυτών, με τη μορφή επιδότησης λειτουργίας για δραστηριότητες με στόχους γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος στον τομέα της ισότητας των φύλων ή ενός στόχου ο οποίος εντάσσεται στο πλαίσιο της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα αυτόν και με τη μορφή επιδοτήσεων για δράση.

(13)

Το παρόν πρόγραμμα προσφέρει ευρεία γεωγραφική κάλυψη λόγω του ότι η νέα συνθήκη προσχώρησης υπεγράφη στις 16 Απριλίου 2003 και του ότι η συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (συμφωνία ΕΟΧ) προβλέπει αυξημένη συνεργασία στον τομέα της ισότητας των φύλων, μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και των χωρών της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ), αφετέρου. Στη συμφωνία ΕΟΧ καθορίζονται οι διαδικασίες συμμετοχής των κρατών της ΕΖΕΣ, που αποτελούν μέρος της συμφωνίας ΕΟΧ, στα κοινοτικά προγράμματα του τομέα αυτού. Εξάλλου, θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα συμμετοχής της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας στο παρόν πρόγραμμα, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στις ευρωπαϊκές συμφωνίες, στα πρόσθετα πρωτόκολλά τους και στις αποφάσεις των αντίστοιχων συμβουλίων σύνδεσης, και της Τουρκίας, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Τουρκίας, με την οποία θεσπίζονται οι γενικές αρχές για τη συμμετοχή της Δημοκρατίας της Τουρκίας στα κοινοτικά προγράμματα (5).

(14)

Κατά τον καθορισμό των διαδικασιών χορήγησης τέτοιας ενίσχυσης, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο ιδιαίτερος χαρακτήρας των οργανώσεων που δραστηριοποιούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο στον τομέα της προώθησης της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών.

(15)

Η παρούσα απόφαση καθορίζει, για όλη τη διάρκεια του προγράμματος, ένα χρηματοδοτικό πλαίσιο που αποτελεί την προνομιακή αναφορά, κατά την έννοια του σημείου 33 της διοργανικής συμφωνίας, της 6ης Μαΐου του 1999, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού (6), για την αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή μέσα στα πλαίσια της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού.

(16)

Η κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, της 24ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με τις βασικές πράξεις για τις επιδοτήσεις, προβλέπει, κατ’ εξαίρεσιν, την εισαγωγή στο παρόν πρόγραμμα μεταβατικών ρητρών για την περίοδο επιλεξιμότητας της δαπάνης,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ:

Άρθρο 1

Στόχος του προγράμματος

1.   Η παρούσα απόφαση θεσπίζει πρόγραμμα κοινοτικής δράσης (εφεξής «το πρόγραμμα»), για την προώθηση οργανώσεων που δραστηριοποιούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο στον τομέα της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών.

2.   Ο γενικός στόχος του προγράμματος είναι η υποστήριξη των δραστηριοτήτων τέτοιων οργανώσεων, το μόνιμο πρόγραμμα εργασίας ή μια συγκεκριμένη δράση των οποίων εξυπηρετεί στόχο γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος στον τομέα της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών ή επιδιώκει στόχο ο οποίος εντάσσεται στο πλαίσιο της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα αυτόν.

3.   Το πρόγραμμα αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2004 και λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2005.

Άρθρο 2

Πρόσβαση στο πρόγραμμα

1.   Για να είναι επιλέξιμη για επιδότηση, μία οργάνωση που δραστηριοποιείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο στον τομέα της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών, πρέπει να πληροί τις διατάξεις του παραρτήματος και οι δραστηριότητές της πρέπει:

α)

να συμβάλλουν στην ανάπτυξη και στην εφαρμογή κοινοτικών δράσεων για την προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών·

β)

να συμφωνούν με τις αρχές στις οποίες βασίζεται, και με τις νομικές διατάξεις από τις οποίες διέπεται, η κοινοτική δράση στον τομέα της πολιτικής για την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών·

γ)

να έχουν διεθνική διάσταση.

2.   Η εν λόγω οργάνωση πρέπει να έχει συσταθεί νομικά περισσότερο από ένα χρόνο πριν και να ενεργεί μόνη της ή με τη μορφή διαφόρων συντονιστικών ενώσεων.

Άρθρο 3

Συμμετοχή τρίτων χωρών

Εκτός από τις οργανώσεις που είναι εγκατεστημένες στα κράτη μέλη, η συμμετοχή στο πρόγραμμα είναι ανοικτή και σε οργανώσεις που δραστηριοποιούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο στον τομέα της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών που είναι εγκατεστημένες:

α)

στα προσχωρούντα κράτη που υπέγραψαν τη συνθήκη προσχώρησης στις 16 Απριλίου 2003·

β)

στις χώρες ΕΖΕΣ/ΕΟΧ, σύμφωνα με τους όρους που προσδιορίζονται στη συμφωνία ΕΟΧ·

γ)

στη Ρουμανία και στη Βουλγαρία, εφόσον οι όροι της συμμετοχής τους καθορισθούν σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές συμφωνίες, τα πρόσθετα πρωτόκολλά τους και τις αποφάσεις των αντίστοιχων συμβουλίων σύνδεσης·

δ)

στην Τουρκία, εφόσον οι όροι της συμμετοχής της καθορισθούν σύμφωνα με τη συμφωνία-πλαίσιο μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Τουρκίας, με την οποία θεσπίζονται οι γενικές αρχές για τη συμμετοχή της Δημοκρατίας της Τουρκίας στα κοινοτικά προγράμματα.

Άρθρο 4

Επιλογή δικαιούχων

1.   Οι επιδοτήσεις λειτουργίας χορηγούνται απευθείας στους δικαιούχους που αναφέρονται στο σημείο 2.1 του παραρτήματος.

2.   Η χορήγηση επιδότησης λειτουργίας βάσει ενός μόνιμου προγράμματος εργασίας ή η χορήγηση επιδότησης για μια συγκεκριμένη δράση, σε οργάνωση που επιδιώκει στόχο γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ο οποίος εντάσσεται στο πλαίσιο της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών, πρέπει να πληροί τα γενικά κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα. Οι οργανώσεις που δικαιούνται να λάβουν επιδοτήσεις σύμφωνα με τα σημεία 2.2 και 2.3 του παραρτήματος επιλέγονται κατόπιν πρόσκλησης υποβολής προτάσεων.

Άρθρο 5

Χορήγηση της επιδότησης

1.   Επιδοτήσεις λειτουργίας που χορηγούνται σύμφωνα με τα σημεία 2.1 και 2.2 του παραρτήματος σε οργανώσεις που δραστηριοποιούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο στον τομέα της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών μπορούν να καλύπτουν μόνο το 80 % κατ’ανώτατο όριο του συνόλου των επιλέξιμων δαπανών της οργάνωσης για το ημερολογιακό έτος για το οποίο χορηγούνται.

2.   Σύμφωνα με το άρθρο 113 παράγραφος 2 του δημοσιονομικού κανονισμού και λόγω της φύσης των οργανώσεων τις οποίες αφορά η παρούσα απόφαση, ισχύει παρέκκλιση από την αρχή της βαθμιαίας μείωσης για τις επιδοτήσεις που χορηγούνται στο πλαίσιο του προγράμματος.

Άρθρο 6

Χρηματοδοτικές διατάξεις

1.   Το χρηματοδοτικό πλαίσιο για την εκτέλεση του προγράμματος για την περίοδο από το 2004 έως το 2005 είναι 2,2 εκατομμύρια ευρώ.

2.   Η αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή εγκρίνει τις ετήσιες πιστώσεις μέσα στα όρια των δημοσιονομικών προοπτικών.

Άρθρο 7

Μεταβατικές ρήτρες

Για τις επιδοτήσεις που χορηγούνται το 2004, η περίοδος επιλεξιμότητας των δαπανών μπορεί να αρχίσει την 1η Ιανουαρίου 2004, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω δαπάνες δεν είναι προγενέστερες της ημερομηνίας κατάθεσης της αίτησης για χορήγηση επιδότησης, ούτε της έναρξης του δημοσιονομικού έτους του δικαιούχου.

Κατά το 2004, στην περίπτωση δικαιούχων το δημοσιονομικό έτος των οποίων αρχίζει πριν από την 1η Μαρτίου, παρέχεται δυνατότητα εξαίρεσης από την υποχρέωση να έχει υπογραφεί η συμφωνία επιδότησης εντός των πρώτων τεσσάρων μηνών από την έναρξη του δημοσιονομικού έτους του δικαιούχου, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 112 παράγραφος 2 του δημοσιονομικού κανονισμού. Σε αυτή την περίπτωση, η συμφωνία επιδότησης θα πρέπει να έχει υπογραφεί το αργότερο μέχρι τις 30 Ιουνίου 2004.

Άρθρο 8

Παρακολούθηση και αξιολόγηση

Το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2006, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την επίτευξη των στόχων του προγράμματος. Η εν λόγω έκθεση βασίζεται στα αποτελέσματα που επέτυχαν οι δικαιούχοι και αξιολογεί, ιδίως, την αποτελεσματικότητά τους όσον αφορά την επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στο άρθρο 1 και στο παράρτημα.

Άρθρο 9

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2004.

Στρασβούργο, 29 Απριλίου 2004.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

P. COX

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. McDOWELL

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

1.   Δραστηριότητες προς υποστήριξη

Ο γενικός στόχος που καθορίζεται στο άρθρο 1 αποσκοπεί στην ενίσχυση της κοινοτικής δράσης στον τομέα της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών και στην αύξηση της αποτελεσματικότητας της δράσης αυτής, μέσω της οικονομικής υποστήριξης οργανώσεων που δραστηριοποιούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο στον τομέα της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών, συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Λόμπι Γυναικών.

1.1.   Στις δραστηριότητες των οργανώσεων που εργάζονται στον τομέα της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών, που μπορούν να συμβάλουν στην ενίσχυση και αύξηση της αποτελεσματικότητας της κοινοτικής δράσης, περιλαμβάνονται οι ακόλουθες:

αντιπροσώπευση ενδιαφερομένων μερών σε κοινοτικό επίπεδο,

ενέργειες ευαισθητοποίησης με σκοπό την προώθηση της ισότητας των φύλων, ιδίως μέσω μελετών, εκστρατειών και σεμιναρίων,

διάδοση πληροφοριών σχετικά με την κοινοτική δράση στον τομέα της ισότητας των φύλων,

δράση που ευνοεί, μεταξύ άλλων, τον συνδυασμό του οικογενειακού και επαγγελματικού βίου, τη συμμετοχή των γυναικών στη λήψη των αποφάσεων, την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών, των στερεότυπων που βασίζονται στο φύλο και των διακρίσεων στο χώρο εργασίας,

μέτρα για την ενθάρρυνση της συνεργασίας με γυναικείες οργανώσεις στις τρίτες χώρες και για την αύξηση της ευαισθητοποίησης σχετικά με την κατάσταση των γυναικών παγκοσμίως.

1.2.   Στις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Λόμπι Γυναικών, στο πλαίσιο της αντιπροσώπευσης και του συντονισμού των μη κυβερνητικών γυναικείων οργανώσεων και της ενημέρωσης των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και των μη κυβερνητικών οργανώσεων, για θέματα που αφορούν τις γυναίκες, περιλαμβάνονται οι ακόλουθες:

παρακολούθηση της πλατφόρμας δράσης του Πεκίνου (Ηνωμένα Έθνη),

εργασίες για τη βελτίωση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας όσον αφορά την ισότητα των φύλων και για την ένταξη των γυναικών σε όλους τους τομείς της πολιτικής,

συμμετοχή σε συνεδριάσεις και συνέδρια για την ισότητα των φύλων,

ανάληψη δράσης προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι απόψεις και τα συμφέροντα των γυναικών περιλαμβάνονται στις εθνικές και ευρωπαϊκές πολιτικές, ενθαρρύνοντας ιδίως τη συμμετοχή τους στη λήψη των αποφάσεων,

ενίσχυση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών στη διαδικασία της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ανάπτυξη της συνεργασίας με τις γυναικείες οργανώσεις στα προσχωρούντα κράτη μέλη.

2.   Εφαρμογή των προς υποστήριξη δραστηριοτήτων

Οι δραστηριότητες που διεξάγονται από τις οργανώσεις που είναι επιλέξιμες να λάβουν επιδότηση από την Κοινότητα δυνάμει του προγράμματος, εμπίπτουν σε ένα από τα ακόλουθα μέρη:

2.1.   Μέρος 1: μόνιμες δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Λόμπι Γυναικών, τα μέλη του οποίου είναι, μεταξύ άλλων, γυναικείες οργανώσεις στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι ακόλουθες αρχές:

πρέπει να είναι ελεύθερη να επιλέγει τα μέλη της,

πρέπει να είναι ελεύθερη να διεξάγει τις δραστηριότητές της σύμφωνα με το σημείο 1.2.

2.2.   Μέρος 2: μόνιμες δραστηριότητες μιας οργάνωσης με σκοπό την επίτευξη ενός στόχου γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος στον τομέα της ισότητας των φύλων ή ενός στόχου ο οποίος εντάσσεται στο πλαίσιο της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα αυτόν.

Σύμφωνα με το άρθρο 2, αυτό αφορά μια μη κερδοσκοπική οργάνωση η οποία αναπτύσσει δραστηριότητες αποκλειστικά προκειμένου να επιτευχθεί η ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών ή μια οργάνωση με ευρύτερο σκοπό, μέρος των δραστηριοτήτων της οποίας διεξάγεται αποκλειστικά υπέρ της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών.

Μια ετήσια επιδότηση λειτουργίας είναι δυνατόν να χορηγείται για την υποστήριξη της υλοποίησης του μονίμου προγράμματος εργασίας μιας τέτοιας οργάνωσης.

2.3.   Μέρος 3: συγκεκριμένες δράσεις μιας οργάνωσης με σκοπό την επίτευξη ενός στόχου γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος στον τομέα της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών ή ενός στόχου ο οποίος εντάσσεται στο πλαίσιο της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα αυτόν.

3.   Επιλογή των δικαιούχων

3.1.   Επιδότηση λειτουργίας μπορεί να χορηγείται απευθείας στο Ευρωπαϊκό Λόμπι Γυναικών σύμφωνα με το μέρος 1 του προγράμματος, κατόπιν έγκρισης κατάλληλου σχεδίου εργασιών και προϋπολογισμού.

3.2.   Οι οργανώσεις που δικαιούνται να λάβουν επιδότηση λειτουργίας σύμφωνα με το μέρος 2 του προγράμματος επιλέγονται κατόπιν πρόσκλησης υποβολής προτάσεων.

3.3.   Οι οργανώσεις που δικαιούνται να λάβουν επιδότηση για συγκεκριμένη δράση σύμφωνα με το μέρος 3 του προγράμματος επιλέγονται κατόπιν πρόσκλησης υποβολής προτάσεων.

4.   Έλεγχοι και λογιστικοί έλεγχοι

4.1.   Ο δικαιούχος επιδότησης λειτουργίας πρέπει να είναι σε θέση να θέτει στη διάθεση της Επιτροπής όλα τα δικαιολογητικά για τις δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους για το οποίο χορηγήθηκε η επιδότηση, συμπεριλαμβανομένης της επαληθευμένης κατάστασης των λογαριασμών, για μια περίοδο πέντε ετών η οποία υπολογίζεται από την τελευταία πληρωμή. Ο δικαιούχος επιδότησης φροντίζει ώστε, εφόσον χρειασθεί, τα δικαιολογητικά που βρίσκονται στην κατοχή των εταίρων ή των μελών των οργανώσεων να τίθενται στη διάθεση της Επιτροπής.

4.2.   Η Επιτροπή, είτε άμεσα μέσω του προσωπικού της είτε μέσω κάθε άλλου ειδικευμένου εξωτερικού οργανισμού της επιλογής της, δικαιούται να πραγματοποιεί λογιστικό έλεγχο σχετικά με τον τρόπο που χρησιμοποιήθηκε η επιδότηση. Οι έλεγχοι αυτοί είναι δυνατόν να πραγματοποιούνται οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια ισχύος της συμφωνίας επιδότησης, καθώς και κατά τη διάρκεια της περιόδου των πέντε ετών που υπολογίζεται από την ημερομηνία πληρωμής του υπολοίπου της επιδότησης. Τα αποτελέσματα του λογιστικού αυτού ελέγχου μπορούν, ενδεχομένως, να οδηγήσουν σε αποφάσεις για ανάκτηση από την Επιτροπή.

4.3.   Το προσωπικό της Επιτροπής καθώς και το εντεταλμένο από την Επιτροπή εξωτερικό προσωπικό πρέπει να έχει κατάλληλο δικαίωμα πρόσβασης, ιδίως στα γραφεία του δικαιούχου, καθώς και σε όλες αυτές τις πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σε ηλεκτρονική μορφή, όπως, ενδεχομένως, απαιτείται για την διεξαγωγή των λογιστικών αυτών ελέγχων.

4.4.   Το Ελεγκτικό Συνέδριο καθώς και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) έχουν τα ίδια δικαιώματα με την Επιτροπή, ιδιαίτερα όσον αφορά την πρόσβαση.

4.5.   Προκειμένου να προστατεύει τα οικονομικά συμφέροντα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από την απάτη και τις λοιπές παρατυπίες, η Επιτροπή είναι εξουσιοδοτημένη να πραγματοποιεί ελέγχους και επαληθεύσεις επιτοπίως, στο πλαίσιο του προγράμματος, σύμφωνα με τον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου (7). Εφόσον χρειασθεί, διεξάγονται έρευνες από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), οι οποίες διέπονται από τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8).


(1)  ΕΕ C 80 της 30.3.2004, σ. 115.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 20ής Νοεμβρίου 2003 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 6ης Φεβρουαρίου 2004 (ΕΕ C 95 Ε της 20.4.2004, σ. 1), θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 30ής Μαρτίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Απριλίου 2004.

(3)  ΕΕ L 17 της 19.1.2001, σ. 22.

(4)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 61 της 2.3.2002, σ. 29.

(6)  ΕΕ C 172 της 18.6.1999, σ. 1· συμφωνία όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 2003/429/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 147 της 14.6.2003, σ. 25).

(7)  ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2.

(8)  ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1.


2.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 195/12


Διορθωτικό στην οδηγία 2004/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για την κατάργηση ορισμένων οδηγιών σχετικών με την υγιεινή των τροφίμων και τους υγειονομικούς όρους για την παραγωγή και διάθεση στην αγορά ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση και για την τροποποίηση των οδηγιών 89/662/ΕΟΚ και 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης 95/408/EK του Συμβουλίου

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 157 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η οδηγία 2004/41/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΟΔΗΓΙΑ 2004/41/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 21ης Απριλίου 2004

για την κατάργηση ορισμένων οδηγιών σχετικών με την υγιεινή των τροφίμων και τους υγειονομικούς όρους για την παραγωγή και διάθεση στην αγορά ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση και για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 89/662/ΕΟΚ και 92/118/ΕΟΚ και της απόφασης 95/408/EK του Συμβουλίου

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 37, 95 και το άρθρο 152 παράγραφος 4 στοιχείο β),

την πρόταση της Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Διάφορες οδηγίες καθορίζουν κανόνες για τη δημόσια υγεία και την υγεία των ζώων και για την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά των προϊόντων ζωικής προέλευσης.

(2)

Οι ακόλουθες πράξεις περιέχουν νέους κανόνες που αναδιατυπώνουν και επικαιροποιούν τους κανόνες των οδηγιών αυτών:

κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 852/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την υγιεινή των τροφίμων (4),

κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης (4),

κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 854/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών διατάξεων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (4)

και

οδηγία 2002/99/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για τους κανόνες υγειονομικού ελέγχου που διέπουν την παραγωγή, μεταποίηση, διανομή και εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση (5).

(3)

Είναι επομένως σκόπιμο να καταργηθούν οι προηγούμενες οδηγίες. Δεδομένου ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 852/2004 προβλέπει την κατάργηση της οδηγίας 93/43/EOK του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, για την υγιεινή των τροφίμων (6), η παρούσα οδηγία καταργεί μόνον τις οδηγίες σχετικά με τα προϊόντα ζωικής προέλευσης.

(4)

Οι απαιτήσεις της οδηγίας 72/462/ΕΟΚ του Συμβουλίου (7) θα πρέπει να συνεχίζουν εφαρμοζόμενες μόνον επί των εισαγωγών ζώντων ζώων επειδή οι νέοι κανόνες υγιεινής και η οδηγία 2002/99/ΕΚ θα την αντικαταστήσουν όσον αφορά το νωπό κρέας και τα προϊόντα αυτού.

(5)

Είναι, εντούτοις, απαραίτητο να προβλεφθεί να παραμείνουν σε ισχύ ορισμένοι εκτελεστικοί κανόνες εν αναμονή της λήψης των απαραίτητων μέτρων στο νέο νομικό πλαίσιο.

(6)

Τροποποιήσεις στις οδηγίες του Συμβουλίου 89/662/EOK (8) και 92/118/EOK (9) και στην απόφαση 95/408/EK του Συμβουλίου (10) είναι επίσης απαραίτητες για να ληφθεί υπόψη η αναδιατύπωση,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως «σχετική ημερομηνία» νοείται η ημερομηνία εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 852/2004, (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και (ΕΚ) αριθ. 854/2004.

Άρθρο 2

Οι ακόλουθες οδηγίες καταργούνται από τη σχετική ημερομηνία:

1.

οδηγία 64/433/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1964, περί υγειονομικών προβλημάτων στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών νωπών κρεάτων (11)·

2.

οδηγία 71/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 1971, περί υγειονομικών προβλημάτων στον τομέα των συναλλαγών νωπών κρεάτων πουλερικών (12)·

3.

οδηγία 72/461/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1972, περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών νωπών κρεάτων (13)·

4.

οδηγία 77/96/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1976, περί αναζητήσεως τριχινών κατά τις εισαγωγές από τρίτες χώρες νωπών κρεάτων που προέρχονται από χοιροειδή κατοικίδια (14)·

5.

οδηγία 77/99/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1976, περί υγειονομικών προβλημάτων στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών προϊόντων με βάση το κρέας (15)·

6.

οδηγία 80/215/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιανουαρίου 1980, περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών προϊόντων με βάση το κρέας (16)·

7.

οδηγία 89/362/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 26ης Μαΐου 1989, για τις γενικές συνθήκες υγιεινής στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις παραγωγής γάλακτος (17)·

8.

οδηγία 89/437/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 1989, σχετικά με τα προβλήματα υγείας και υγιεινής όσον αφορά την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά των προϊόντων αυγών (18)·

9.

οδηγία 91/492/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, περί καθορισμού των υγειονομικών κανόνων που διέπουν την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά ζώντων διθύρων μαλακίων (19)·

10.

οδηγία 91/493/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 1991, περί καθορισμού των υγειονομικών κανόνων που διέπουν την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά των αλιευτικών προϊόντων (20)·

11.

οδηγία 91/494/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1991, σχετικά με τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και τις εισαγωγές νωπών κρεάτων πουλερικών από τρίτες χώρες (21)·

12.

οδηγία 91/495/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1990, για τα υγειονομικά προβλήματα και τα προβλήματα υγειονομικού ελέγχου σχετικά με την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά του κρέατος κουνελιών και του κρέατος εκτρεφόμενων θηραμάτων (22)·

13.

οδηγία 92/45/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 1992, για τα υγειονομικά προβλήματα και τα προβλήματα υγειονομικού ελέγχου σχετικά με τη θανάτωση άγριων θηραμάτων και την εμπορία κρέατός των (23)·

14.

οδηγία 92/46/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 1992, για τη θέσπιση των υγειονομικών κανόνων για την παραγωγή και την εμπορία νωπού γάλακτος, θερμικά επεξεργασμένου γάλακτος και προϊόντων με βάση το γάλα (24)·

15.

οδηγία 92/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 1992, για τον καθορισμό των ελάχιστων κανόνων υγιεινής που εφαρμόζονται σε ορισμένα αλιευτικά προϊόντα που λαμβάνονται σε αλιευτικά σκάφη σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) της οδηγίας 91/493/ΕΟΚ (25)

και

16.

οδηγία 94/65/ΕΚ του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 1994, περί καθορισμού των υγειονομικών κανόνων για την παραγωγή και τη θέση στην αγορά κιμάδων και παρασκευασμάτων κρέατος (26).

Άρθρο 3

Η οδηγία 92/118/EOK τροποποιείται ως εξής από τη σχετική ημερομηνία:

1.

όλες οι αναφορές στα «παραρτήματα Ι και ΙΙ» αντικαθίστανται από αναφορές στο «παράρτημα Ι»·

2.

στο άρθρο 4 παράγραφος 1, οι λέξεις «και του παραρτήματος ΙΙ όσον αφορά τα θέματα δημόσιας υγείας» διαγράφονται

και

3.

το παράρτημα ΙΙ καταργείται.

Άρθρο 4

1.   Από τη σχετική ημερομηνία, οι παραπομπές στις οδηγίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 ή στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 92/118/EOK νοούνται, αναλόγως των συμφραζομένων, ως παραπομπές στις ακόλουθες πράξεις:

α)

κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

β)

κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 854/2004,

ή

γ)

οδηγία 2002/99/ΕΚ.

2.   Εν αναμονή της θέσπισης μικροβιολογικών κριτηρίων και απαιτήσεων ελέγχου της θερμοκρασίας σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004, όλα τα τοιαύτα κριτήρια ή απαιτήσεις που καθορίζονται στις οδηγίες οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 2 ή στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 92/118/EOK, ή στους κανόνες εφαρμογής τους, θα συνεχίσουν να ισχύουν.

3.   Εν αναμονή της θέσπισης των αναγκαίων διατάξεων βάσει του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004 ή της οδηγίας 2002/99/ΕΚ, οι κατωτέρω πράξεις θα συνεχίσουν να ισχύουν τηρουμένων των αναλογιών:

α)

κανόνες εφαρμογής που θεσπίζονται βάσει των οδηγιών που αναφέρονται στο άρθρο 2·

β)

κανόνες εφαρμογής που θεσπίζονται βάσει του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 92/118/EOK, με εξαίρεση την απόφαση 94/371/EK (27)·

γ)

κανόνες εφαρμογής που θεσπίζονται βάσει της οδηγίας 72/462/ΕΟΚ

και

δ)

προσωρινοί κατάλογοι τρίτων χωρών και εγκαταστάσεων τρίτων χωρών που καταρτίζονται σύμφωνα με την απόφαση 95/408/EK.

Άρθρο 5

1.   Από την 1η Ιανουαρίου 2005, οι κανόνες υγείας των ζώων της οδηγίας 72/462/ΕΟΚ θα συνεχίζουν εφαρμοζόμενοι μόνον επί της εισαγωγής ζώντων ζώων.

2.   Από την σχετική ημερομηνία, η οδηγία 72/462/ΕΟΚ θα συνεχίσει εφαρμοζόμενη μόνον επί της εισαγωγής ζώντων ζώων.

Άρθρο 6

Η οδηγία 89/662/EOK τροποποιείται ως εξής από τη σχετική ημερομηνία.

1.

Οι παραπομπές:

α)

στο άρθρο 1, σε «προϊόντα ζωικής προέλευσης που καλύπτονται από τις οδηγίες που απαριθμούνται στο παράρτημα Α»

και

β)

στο άρθρο 4 παράγραφος 1, σε «προϊόντα, που λαμβάνονται σύμφωνα με τις οδηγίες που αναφέρονται στο παράρτημα Α»,

αντικαθίστανται από τους όρους «προϊόντα ζωικής προέλευσης που καλύπτονται από τις πράξεις που αναφέρονται στο παράρτημα Α».

2.

Το παράρτημα Α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

Οδηγία 2002/99/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για τους κανόνες υγειονομικού ελέγχου που διέπουν την παραγωγή, μεταποίηση, διανομή και εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση (28).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης (29).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

Οδηγία 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 1992, για τον καθορισμό των όρων υγειονομικού ελέγχου καθώς και των υγειονομικών όρων που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα προϊόντων που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους προαναφερόμενους όρους, στις ειδικές κοινοτικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο κεφάλαιο Ι του παραρτήματος Α της οδηγίας 89/662/ΕΟΚ και, όσον αφορά τους παθογόνους παράγοντες, της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ (30).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 2002, για τον καθορισμό υγειονομικών κανόνων σχετικά με τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (31).

Άρθρο 7

Στην απόφαση 95/408/EK, το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας:

«Άρθρο 9

Η παρούσα απόφαση ισχύει μέχρι τη “σχετική ημερομηνία”, όπως καθορίζεται στο άρθρο 1 της οδηγίας 2004/41/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για την κατάργηση ορισμένων οδηγιών σχετικών με την υγιεινή των τροφίμων και τους υγειονομικούς όρους για την παραγωγή και διάθεση στην αγορά ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση (32).

Άρθρο 8

Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία έως τη σχετική ημερομηνία το αργότερο. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, οι διατάξεις αυτές παραπέμπουν στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο ακριβής τρόπος αυτής της παραπομπής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 9

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 10

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 21 Απριλίου 2004.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

P. COX

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. McDOWELL


(1)  ΕΕ C 365 E της 19.12.2000, σ. 132.

(2)  ΕΕ C 155 της 29.5.2001, σ. 39.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 3ης Ιουνίου 2003 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2003 (ΕΕ C 48 E της 24.2.2004, σ. 131) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 30ής Μαρτίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004.

(5)  ΕΕ L 18 της 23.1.2003, σ. 11.

(6)  ΕΕ L 175 της 19.7.1993, σ. 1.

(7)  Οδηγία 72/462/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1972, περί των υγειονομικών προβλημάτων και των υγειονομικών μέτρων κατά τις εισαγωγές ζώων του βοείου και χοιρείου είδους και νωπών κρεάτων προελεύσεως τρίτων χωρών (ΕΕ L 302, της 31.12.1972, σ. 28)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 36).

(8)  Οδηγία 89/662/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1989, σχετικά με τους κτηνιατρικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (ΕΕ L 395 της 30.12.1989, σ. 13)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1).

(9)  Οδηγία 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 1992, για τον καθορισμό των όρων υγειονομικού ελέγχου καθώς και των υγειονομικών όρων που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα προϊόντων που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους προαναφερόμενους όρους, στις ειδικές κοινοτικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο κεφάλαιο Ι του παραρτήματος Α της οδηγίας 89/662/ΕΟΚ και, όσον αφορά τους παθογόνους παράγοντες, της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ (ΕΕ L 62 της 15.3.1993, σ. 49)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 2003/42/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 13 της 18.1.2003, σ. 24).

(10)  Απόφαση 95/408/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1995, σχετικά με τις λεπτομέρειες κατάρτισης, για μια μεταβατική περίοδο, προσωρινών πινάκων εγκαταστάσεων τρίτων χωρών, από τις οποίες επιτρέπεται στα κράτη μέλη να εισάγουν ορισμένα προϊόντα ζωικής προέλευσης, προϊόντα αλιείας ή ζώντα δίθυρα μαλάκια (ΕΕ L 243 της 11.10.1995, σ. 17)· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003.

(11)  ΕΕ L 121 της 29.7.1964, σ. 2012/64· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 95/23/ΕΚ (ΕΕ L 243 της 11.10.1995, σ. 7).

(12)  ΕΕ L 55 της 8.3.1971, σ. 23· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003.

(13)  ΕΕ L 302 της 31.12.1972, σ. 24· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003.

(14)  ΕΕ L 26 της 31.1.1977, σ. 67· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003.

(15)  ΕΕ L 26 της 31.1.1977, σ. 85· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003.

(16)  ΕΕ L 47 της 21.2.1980, σ. 4· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003.

(17)  ΕΕ L 156 της 8.6.1989, σ. 30.

(18)  ΕΕ L 212 της 22.7.1989, σ. 87· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003.

(19)  ΕΕ L 268 της 24.9.1991, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003.

(20)  ΕΕ L 268 της 24.9.1991, σ. 15· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003.

(21)  ΕΕ L 268 της 24.9.1991, σ. 35· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 1999/89/ΕΚ (ΕΕ L 300 της 23.11.1999, σ. 17).

(22)  ΕΕ L 268 της 24.9.1991, σ. 41· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003.

(23)  ΕΕ L 268 της 14.9.1992, σ. 35· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003.

(24)  ΕΕ L 268 της 14.9.1992, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003.

(25)  ΕΕ L 187 της 7.7.1992, σ. 41.

(26)  ΕΕ L 368 της 31.12.1994, σ. 10· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003.

(27)  ΕΕ L 168 της 2.7.1994, σ. 34.

(28)  ΕΕ L 18 της 23.1.2003, σ. 11.

(29)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004.

(30)  ΕΕ L 62 της 15.3.1993, σ. 49· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 2003/42/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 13 της 18.1.2003, σ. 24).

(31)  ΕΕ L 273 της 10.10.2002, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 808/2003 της Επιτροπής (ΕΕ L 117 της 13.5.2003, σ. 1).»

(32)  ΕΕ L 157 της 30.4.2004


2.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 195/16


Διορθωτικό στην οδηγία 2004/48/ΕK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας

( Επίσημε Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 157 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η οδηγία 2004/48/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΟΔΗΓΙΑ 2004/48/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 29ης Απριλίου 2004

σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η δημιουργία της εσωτερικής αγοράς προϋποθέτει την εξάλειψη των περιορισμών της ελεύθερης κυκλοφορίας και των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, δημιουργώντας συγχρόνως περιβάλλον που ευνοεί την καινοτομία και τις επενδύσεις. Στο πλαίσιο αυτό, η προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας αποτελεί ουσιώδες στοιχείο για την επιτυχία της εσωτερικής αγοράς. Η προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας είναι σημαντική όχι μόνο για την προώθηση της καινοτομίας και της δημιουργικότητας, αλλά και για την ανάπτυξη της απασχόλησης και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.

(2)

Η προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας θα πρέπει να δίνει τη δυνατότητα στον εφευρέτη ή στον δημιουργό να αποκομίζει νόμιμο κέρδος από την εφεύρεση ή τη δημιουργία του. Θα πρέπει επίσης να επιτρέπει την ευρύτερη δυνατή διάδοση των νέων έργων, ιδεών και γνώσεων. Συγχρόνως, δεν θα πρέπει να παρακωλύει την ελευθερία της έκφρασης, την ελεύθερη κυκλοφορία των πληροφοριών ή την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένου του Διαδικτύου.

(3)

Ωστόσο, χωρίς αποτελεσματικά μέσα επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, η καινοτομία και η δημιουργικότητα αποθαρρύνονται και οι επενδύσεις μειώνονται. Κατά συνέπεια, είναι αναγκαίο να ληφθεί μέριμνα ώστε το ουσιαστικό δίκαιο της διανοητικής ιδιοκτησίας, το οποίο σήμερα εμπίπτει σε μεγάλο βαθμό στο κοινοτικό κεκτημένο, να εφαρμόζεται αποτελεσματικά εντός της Κοινότητας. Από την άποψη αυτή, τα μέσα επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας αποκτούν κεφαλαιώδη σημασία για την επιτυχία της εσωτερικής αγοράς.

(4)

Σε διεθνές επίπεδο, όλα τα κράτη μέλη, καθώς και η ίδια η Κοινότητα για τα θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της, δεσμεύονται από τη συναφθείσα στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου συμφωνία για τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου («συμφωνία TRIPS»), η οποία εγκρίθηκε, ως τμήμα των πολυμερών συμφωνιών του Γύρου της Ουρουγουάης, με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου (3).

(5)

Η συμφωνία TRIPS περιέχει, ειδικότερα, διατάξεις σχετικές με τα μέσα επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, οι οποίες αποτελούν κοινούς κανόνες που ισχύουν σε διεθνές επίπεδο και εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη μέλη. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις διεθνείς υποχρεώσεις των κρατών μελών, περιλαμβανομένων των προβλεπομένων στη συμφωνία TRIPS.

(6)

Υπάρχουν, εξάλλου, διεθνείς συμβάσεις στις οποίες όλα τα κράτη μέλη είναι συμβαλλόμενα μέρη και οι οποίες περιέχουν επίσης διατάξεις σχετικές με τα μέσα επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Πρόκειται, ειδικότερα, για τη σύμβαση των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας, για τη σύμβαση της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων, και για τη σύμβαση της Ρώμης για την προστασία των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών, των παραγωγών φωνογραφημάτων και των οργανισμών ραδιοφωνίας και τηλεόρασης.

(7)

Από τις διαβουλεύσεις που πραγματοποίησε η Επιτροπή για το θέμα αυτό προκύπτει ότι, παρά τις διατάξεις της συμφωνίας TRIPS, στα κράτη μέλη εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές όσον αφορά τα μέσα επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Για παράδειγμα, οι ρυθμίσεις περί εφαρμογής προσωρινών μέτρων που χρησιμοποιούνται ειδικότερα για τη διασφάλιση των αποδεικτικών στοιχείων, ο υπολογισμός της αποζημίωσης ή οι ρυθμίσεις περί εφαρμογής προσωρινών διαταγών ποικίλλουν σημαντικά από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Σε ορισμένα κράτη μέλη, δεν υπάρχουν μέτρα, διαδικασίες και μέτρα αποκατάστασης, όπως το δικαίωμα ενημέρωσης και η απόσυρση, δαπάναις του παραβάτη, των επίμαχων εμπορευμάτων που έχουν διατεθεί στην αγορά.

(8)

Οι διαφορές μεταξύ των συστημάτων που ισχύουν στα κράτη μέλη όσον αφορά τα μέσα επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας υπονομεύουν την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και δεν επιτρέπουν τη διασφάλιση ισοδύναμου επιπέδου προστασίας εντός της Κοινότητας. Η εν λόγω κατάσταση δεν ευνοεί την ελεύθερη κυκλοφορία εντός της εσωτερικής αγοράς ούτε δημιουργεί περιβάλλον ευνοϊκό για τον υγιή ανταγωνισμό.

(9)

Οι υπάρχουσες διαφορές οδηγούν επίσης σε αποδυνάμωση του ουσιαστικού δικαίου διανοητικής ιδιοκτησίας και σε κατακερματισμό της εσωτερικής αγοράς στον τομέα αυτόν. Η εν λόγω κατάσταση έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια της εμπιστοσύνης των επιχειρηματικών κύκλων στην εσωτερική αγορά και, κατά συνέπεια, τη μείωση των επενδύσεων στην καινοτομία και τη δημιουργία. Οι προσβολές των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας φαίνεται ότι συνδέονται ολοένα και περισσότερο με το οργανωμένο έγκλημα. Η αυξημένη χρήση του Διαδικτύου καθιστά δυνατή την άμεση διανομή των πειρατικών προϊόντων παγκοσμίως. Η αποτελεσματική τήρηση του ουσιαστικού δικαίου διανοητικής ιδιοκτησίας θα πρέπει να διασφαλιστεί με ειδική δράση σε κοινοτικό επίπεδο. Κατά συνέπεια, η προσέγγιση των σχετικών νομοθεσιών των κρατών μελών είναι ουσιώδης προϋπόθεση για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(10)

Στόχος της παρούσας οδηγίας είναι η προσέγγιση των νομοθετικών συστημάτων προκειμένου να διασφαλιστεί υψηλό, ισοδύναμο και ομοιογενές επίπεδο προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας στην εσωτερική αγορά.

(11)

Η παρούσα οδηγία δεν σκοπεί να θεσπίσει εναρμονισμένους κανόνες στους τομείς της δικαστικής συνεργασίας, της δικαιοδοσίας ή της αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, ούτε ασχολείται με το εφαρμοστέο δίκαιο. Υπάρχουν κοινοτικά κείμενα που διέπουν τα θέματα αυτά σε γενικό επίπεδο και εφαρμόζονται, κατ’ αρχήν, και στον τομέα της διανοητικής ιδιοκτησίας.

(12)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού, ιδίως των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης. Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον αδικαιολόγητο περιορισμό του ανταγωνισμού κατά τρόπο αντίθετο προς τη συνθήκη.

(13)

Είναι σκόπιμο να ορισθεί το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας με τον ευρύτερο δυνατό τρόπο, ούτως ώστε να συμπεριλάβει το σύνολο των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας που καλύπτονται από τις σχετικές κοινοτικές διατάξεις και/ή από την εθνική νομοθεσία του συγκεκριμένου κράτους μέλους. Ωστόσο, η εν λόγω απαίτηση δεν επηρεάζει τη δυνατότητα των κρατών μελών που το επιθυμούν να επεκτείνουν, για εσωτερικούς σκοπούς, την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας σε πράξεις αθέμιτου ανταγωνισμού, συμπεριλαμβανομένων των παρασιτικών αντιγράφων, ή σε παρόμοιες δραστηριότητες.

(14)

Τα μέτρα του άρθρου 6 παράγραφος 2, του άρθρου 8 παράγραφος 1 και του άρθρου 9 παράγραφος 2, θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνον σε πράξεις που διενεργήθηκαν σε εμπορική κλίμακα. Αυτό δεν επηρεάζει τη δυνατότητα των κρατών μελών να εφαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα και σε άλλες πράξεις. Πράξεις που διενεργούνται σε εμπορική κλίμακα είναι οι πράξεις που αποσκοπούν σε άμεσο ή έμμεσο οικονομικό ή εμπορικό όφελος· εξαιρούνται συνεπώς, κατά κανόνα, οι πράξεις των τελικών καταναλωτών που ενεργούν καλόπιστα.

(15)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να επηρεάζει το ουσιαστικό δίκαιο διανοητικής ιδιοκτησίας, την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (4), την οδηγία 1999/93/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με τη θέσπιση ενός κοινοτικού πλαισίου για τις ηλεκτρονικές υπογραφές (5) και την οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά (6).

(16)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να θίγουν τις ειδικές διατάξεις για την επιβολή των δικαιωμάτων και τις εξαιρέσεις στον τομέα των δικαιωμάτων του δημιουργού και των συγγενικών δικαιωμάτων που προβλέπονται από κοινοτικά κείμενα, και ιδίως τις διατάξεις της οδηγίας 91/250/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Μαΐου 1991, για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών (7) ή της οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (8).

(17)

Τα μέτρα, οι διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης που προβλέπει η παρούσα οδηγία θα πρέπει να προσδιορίζονται σε κάθε περίπτωση κατά τρόπον ώστε να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης περίπτωσης, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών χαρακτηριστικών κάθε δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας και, κατά περίπτωση, του εσκεμμένου ή μη εσκεμμένου χαρακτήρα της προσβολής.

(18)

Τα πρόσωπα που νομιμοποιούνται να ζητούν την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων, διαδικασιών και μέτρων αποκατάστασης δεν θα πρέπει να είναι μόνο οι δικαιούχοι δικαιωμάτων, αλλά και πρόσωπα με άμεσο συμφέρον και ικανότητα διαδίκου, εφόσον το επιτρέπει η εφαρμοστέα νομοθεσία και σύμφωνα με αυτήν, μεταξύ των οποίων μπορούν να περιλαμβάνονται οι επαγγελματικές οργανώσεις διαχείρισης των εν λόγω δικαιωμάτων ή προάσπισης των συλλογικών και ατομικών συμφερόντων τα οποία έχουν αναλάβει να προστατεύουν.

(19)

Δεδομένου ότι το δικαίωμα του δημιουργού υφίσταται από τη δημιουργία του έργου και δεν προϋποθέτει επίσημη καταχώριση, είναι σκόπιμο να υιοθετηθεί η διάταξη του άρθρου 15 της σύμβασης της Βέρνης, που θεσπίζει το τεκμήριο ότι δημιουργός ενός λογοτεχνικού ή καλλιτεχνικού έργου είναι εκείνος του οποίου το όνομά εμφανίζεται επί του έργου. Παρόμοιο τεκμήριο θα πρέπει να ισχύει και για τους κατόχους συγγενικών δικαιωμάτων, δεδομένου ότι συχνά οι δικαιούχοι συγγενικού δικαιώματος, για παράδειγμα παραγωγοί φωνογραφημάτων, θα επιδιώξουν να προασπίσουν τα δικαιώματά τους και να στραφούν κατά πράξεων πειρατείας.

(20)

Δεδομένου ότι τα αποδεικτικά στοιχεία είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την τεκμηρίωση της προσβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, προσήκει να διασφαλιστεί ότι όντως διατίθενται αποτελεσματικά μέσα παρουσίασης, συλλογής και προστασίας των αποδεικτικών στοιχείων. Οι διαδικασίες θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα δικαιώματα της υπεράσπισης και να παρέχουν τις αναγκαίες εγγυήσεις, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των εμπιστευτικών πληροφοριών. Όσον αφορά προσβολές που διαπράττονται σε εμπορική κλίμακα, έχει επίσης σημασία να μπορούν τα δικαστήρια να διατάσσουν την πρόσβαση, εφόσον ενδείκνυται, σε τραπεζικά, χρηματοοικονομικά ή εμπορικά έγγραφα που βρίσκονται υπό τον έλεγχο του φερόμενου ως παραβάτη.

(21)

Σε ορισμένα κράτη μέλη υπάρχουν άλλα μέτρα που σκοπούν να διασφαλίσουν υψηλό επίπεδο προστασίας και που θα πρέπει να είναι διαθέσιμα σε όλα τα κράτη μέλη. Τούτο ισχύει για το δικαίωμα ενημέρωσης, που επιτρέπει τη λήψη συγκεκριμένων πληροφοριών ως προς την προέλευση των παρανόμων εμπορευμάτων ή υπηρεσιών, τα κυκλώματα διανομής και την ταυτότητα κάθε τρίτου που εμπλέκεται στην προσβολή.

(22)

Είναι επίσης απαραίτητο να προβλεφθούν προσωρινά μέτρα για την άμεση παύση της προσβολής πριν από την έκδοση αποφάσεως επί της ουσίας, χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα της υπεράσπισης, διασφαλίζοντας τον αναλογικό χαρακτήρα των προσωρινών μέτρων εν σχέσει με τις ιδιαιτερότητες της εκάστοτε περίπτωσης και αφού παρασχεθούν οι αναγκαίες εγγυήσεις για την κάλυψη των εξόδων και της ζημίας του εναγομένου από αδικαιολόγητη αίτηση. Τα μέτρα αυτά δικαιολογούνται ιδίως όταν οποιαδήποτε καθυστέρηση θα ήταν δυνατόν να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στον δικαιούχο δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας.

(23)

Με την επιφύλαξη παντός άλλου διαθέσιμου μέτρου, διαδικασίας και μέτρου αποκατάστασης οι δικαιούχοι θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων κατά ενδιαμέσου, οι υπηρεσίες του οποίου χρησιμοποιούνται από τρίτον για την προσβολή των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας του δικαιούχου. Οι όροι και οι διαδικασίες για τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να καθορίζονται από την εθνική νομοθεσία των κρατών μελών. Όσον αφορά τις προσβολές του δικαιώματος του δημιουργού και των συγγενικών δικαιωμάτων, προβλέπεται ήδη υψηλό επίπεδο εναρμόνισης με την οδηγία 2001/29/ΕΚ. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει, συνεπώς, να θίξει τη διάταξη του άρθρου 8 παράγραφος 3 της οδηγίας 2001/29/ΕΚ.

(24)

Κατά περίπτωση και αν οι περιστάσεις το δικαιολογούν, τα μέτρα, οι διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης που θα προβλεφθούν θα πρέπει να περιλαμβάνουν μέτρα απαγόρευσης, στόχος των οποίων θα είναι η παρεμπόδιση περαιτέρω προσβολών των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Επιπλέον, θα πρέπει να υπάρχουν διορθωτικά μέτρα, δαπάναις του παραβάτη εφόσον ενδείκνυται, όπως η ανάκληση, η οριστική απόσυρση από τους εμπορικούς διαύλους ή η καταστροφή των παρανόμων εμπορευμάτων και, εφόσον απαιτείται, των υλικών και των εργαλείων που κυρίως χρησίμευσαν στη δημιουργία ή την κατασκευή των εν λόγω εμπορευμάτων. Τα εν λόγω διορθωτικά μέτρα θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα συμφέροντα τρίτων, συμπεριλαμβανομένων, ιδίως, των καλοπίστων καταναλωτών και ιδιωτών.

(25)

Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η προσβολή διαπράχθηκε χωρίς δόλο ή αμέλεια και όπου τα διορθωτικά ή τα προσωρινά μέτρα που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία θα ήταν δυσανάλογα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν προαιρετικά να προβλέπουν τη δυνατότητα να επιδικάζεται εναλλακτικώς, εφόσον ενδείκνυται, χρηματική αποζημίωση προς τον ζημιωθέντα. Ωστόσο, εφόσον η εμπορική χρήση απομιμήσεων και η παροχή υπηρεσιών συνιστούν παράβαση νομοθεσίας άλλης από τη νομοθεσία περί διανοητικής ιδιοκτησίας ή ενδέχεται να θίξουν τους καταναλωτές, η εν λόγω χρήση ή παροχή θα πρέπει να παραμένει απαγορευμένη.

(26)

Για την αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε εξαιτίας προσβολής από παραβάτη, ο οποίος επιδόθηκε, εν γνώσει του ή ενώ μπορούσε ευλόγως να το γνωρίζει, σε δραστηριότητα στοιχειοθετούσα τέτοια προσβολή, το ποσό της αποζημίωσης που επιδικάζεται στον δικαιούχο θα πρέπει να καθορίζεται λαμβανομένων υπόψη όλων των ενδεδειγμένων ζητημάτων, όπως το διαφυγόν κέρδος για τον δικαιούχο ή τα αθέμιτα κέρδη που αποκομίζει ο παραβάτης και, εφόσον συντρέχει λόγος, οποιαδήποτε ηθική βλάβη προξενείται στον δικαιούχο. Εναλλακτικώς, και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες, για παράδειγμα, θα ήταν δυσχερής ο υπολογισμός του ποσού της πραγματικής ζημίας, το ύψος της αποζημίωσης μπορεί να συνάγεται από στοιχεία όπως τα δικαιώματα ή οι αμοιβές που θα οφείλονταν αν ο παραβάτης είχε ζητήσει την άδεια να χρησιμοποιεί το επίμαχο δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας. Το ζητούμενο δεν είναι η θέσπιση υποχρέωσης καταβολής ποινικής ρήτρας, αλλά να καταστεί δυνατή η αποζημίωση βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, λαμβανομένων, συγχρόνως, υπόψη των δαπανών στις οποίες υποβλήθηκε ο δικαιούχος, όπως οι δαπάνες έρευνας και εντοπισμού.

(27)

Είναι σκόπιμο να δημοσιεύονται αποφάσεις επί υποθέσεων προσβολής δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, ως συμπληρωματικό αποτρεπτικό μέτρο για μελλοντικούς παραβάτες και προκειμένου να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση του κοινού.

(28)

Εκτός από τα μέτρα, τις διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης αστικής και διοικητικής φύσεως που προβλέπει η παρούσα οδηγία, οι ποινικές κυρώσεις αποτελούν επίσης, εφόσον ενδείκνυται, μέσο που διασφαλίζει την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.

(29)

Η βιομηχανία θα πρέπει να συμμετάσχει ενεργά στην καταπολέμηση της πειρατείας και των απομιμήσεων. Η κατάρτιση κωδίκων δεοντολογίας από τους αμέσως ενδιαφερομένους κύκλους αποτελεί συμπληρωματικό μέσο ενίσχυσης του κανονιστικού πλαισίου. Τα κράτη μέλη, σε συνεργασία με την Επιτροπή, θα πρέπει να ενθαρρύνουν την κατάρτιση κωδίκων δεοντολογίας εν γένει. Ο έλεγχος της κατασκευής των οπτικών δίσκων, κυρίως μέσω κωδικού αναγνώρισης ενσωματωμένου στους δίσκους που κατασκευάζονται εντός της Κοινότητας, συμβάλλει στον περιορισμό των προσβολών των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας στον τομέα αυτόν, ο οποίος πλήττεται από πειρατεία μεγάλης έκτασης. Ωστόσο, τα εν λόγω τεχνικά μέσα προστασίας δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται καταχρηστικά με σκοπό την προστασία των αγορών και την πρόληψη των παράλληλων εισαγωγών.

(30)

Για να διευκολυνθεί η ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, είναι σκόπιμο να προβλεφθούν συστήματα συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, αφενός, και μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, αφετέρου, ιδίως μέσω της δημιουργίας δικτύου ανταποκριτών διοριζομένων από τα κράτη μέλη και με την περιοδική υποβολή εκθέσεων αξιολόγησης της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και της αποτελεσματικότητας των μέτρων που ελήφθησαν από τις διάφορες εθνικές υπηρεσίες.

(31)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας δεν μπορούν, για τους προαναφερθέντες λόγους, να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη και μπορούν συνεπώς να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ίδιου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(32)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η παρούσα οδηγία αποσκοπεί συγκεκριμένα στη διασφάλιση του πλήρους σεβασμού της διανοητικής ιδιοκτησίας, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 του εν λόγω χάρτη,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία αφορά τα μέτρα, τις διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης που είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ο όρος «δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας» εμπεριέχει τα δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Με την επιφύλαξη των μέσων που προβλέπονται ή ενδέχεται να προβλεφθούν με την κοινοτική ή την εθνική νομοθεσία, καθόσον τα εν λόγω μέσα μπορεί να είναι ευνοϊκότερα για τους δικαιούχους, τα μέτρα, οι διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία εφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρθρο 3, σε οποιαδήποτε προσβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας όπως προβλέπεται από την κοινοτική νομοθεσία ή/και την εθνική νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις ειδικές διατάξεις για την επιβολή των δικαιωμάτων και τις εξαιρέσεις που προβλέπει η κοινοτική νομοθεσία για το δικαίωμα του δημιουργού και τα συγγενικά προς αυτό δικαιώματα, ιδίως δε την οδηγία 91/250/ΕΟΚ, και ιδίως το άρθρο της 7 ή την οδηγία 2001/29/ΕΚ, και ιδίως τα άρθρα της 2 έως 6 και 8.

3.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει:

α)

τις κοινοτικές διατάξεις που διέπουν το ουσιαστικό δίκαιο διανοητικής ιδιοκτησίας, την οδηγία 95/46/ΕΚ, την οδηγία 1999/93/ΕΚ ή την οδηγία 2000/31/ΕΚ, εν γένει, και ειδικότερα τις διατάξεις των άρθρων 12 έως 15 της οδηγίας 2001/31/ΕΚ·

β)

τις υποχρεώσεις που υπέχουν τα κράτη μέλη από διεθνείς συμβάσεις, και ιδίως από τη συμφωνία TRIPS, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων που αφορούν ποινικές διαδικασίες και ποινές·

γ)

οποιεσδήποτε εθνικές διατάξεις ισχύουν στα κράτη μέλη και αφορούν ποινικές διαδικασίες ή κυρώσεις λόγω προσβολής δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΜΕΤΡΑ, ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ

Τμήμα 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 3

Γενική υποχρέωση

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν τα μέτρα, τις διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης που απαιτούνται για τη διασφάλιση της επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας που ρυθμίζονται με την παρούσα οδηγία. Τα εν λόγω μέτρα, οι διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης πρέπει να είναι θεμιτά και δίκαια, να μην είναι περίπλοκα και δαπανηρά άνευ λόγου και να μην προβλέπουν παράλογες προθεσμίες ούτε να συνεπάγονται αδικαιολόγητες καθυστερήσεις.

2.   Τα εν λόγω μέτρα, διαδικασίες και μέτρα αποκατάστασης πρέπει επίσης να είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά και να εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να αποτρέπεται η δημιουργία εμποδίων στο νόμιμο εμπόριο και να προβλέπονται εγγυήσεις κατά της κατάχρησής τους.

Άρθρο 4

Πρόσωπα που νομιμοποιούνται να ζητούν την εφαρμογή των μέτρων, διαδικασιών και μέτρων αποκατάστασης

Τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν ως πρόσωπα που έχουν δικαίωμα να ζητούν την εφαρμογή των μέτρων, διαδικασιών και μέτρων αποκατάστασης του παρόντος κεφαλαίου:

α)

τους δικαιούχους δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, σύμφωνα με τις διατάξεις της εφαρμοστέας νομοθεσίας·

β)

κάθε άλλο πρόσωπο που έχει εξουσιοδοτηθεί να χρησιμοποιεί τα εν λόγω δικαιώματα, ιδίως οι κάτοχοι άδειας εκμετάλλευσης, εφόσον το επιτρέπουν οι διατάξεις της εφαρμοστέας νομοθεσίας και σύμφωνα με αυτές·

γ)

τους οργανισμούς διαχείρισης συλλογικών δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας στους οποίους αναγνωρίζεται συνήθως το δικαίωμα να εκπροσωπούν δικαιούχους δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, εφόσον το επιτρέπουν οι διατάξεις της εφαρμοστέας νομοθεσίας και σύμφωνα με αυτές·

δ)

τους οργανισμούς προάσπισης επαγγελματικών συμφερόντων στους οποίους αναγνωρίζεται συνήθως το δικαίωμα να εκπροσωπούν τους δικαιούχους δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, εφόσον το επιτρέπουν οι διατάξεις της εφαρμοστέας νομοθεσίας και σύμφωνα με αυτές.

Άρθρο 5

Τεκμήριο πνευματικής ιδιοκτησίας ή κατοχής συγγενικών δικαιωμάτων

Για τους σκοπούς της εφαρμογής των μέτρων, των διαδικασιών και μέτρων αποκατάστασης που προβλέπει η παρούσα οδηγία:

α)

για να θεωρείται ο δημιουργός λογοτεχνικού ή καλλιτεχνικού έργου ως δημιουργός, και για να έχει κατά συνέπεια το δικαίωμα προσφυγής κατά των παραβατών, αρκεί να εμφανίζεται το όνομά του επί του έργου κατά τον συνήθη τρόπο·

β)

η διάταξη του στοιχείου α) εφαρμόζεται κατ’ αναλογία στους δικαιούχους συγγενικών προς το δικαίωμα του δημιουργού δικαιωμάτων ως προς το προστατευόμενο αντικείμενό τους.

Τμήμα 2

Αποδεικτικά στοιχεία

Άρθρο 6

Αποδεικτικά στοιχεία

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, κατόπιν αιτήσεως του διαδίκου ο οποίος έχει προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία ευλόγως διαθέσιμα και επαρκή προς τεκμηρίωση των ισχυρισμών του και ο οποίος, τεκμηριώνοντας τους ισχυρισμούς του, έχει προβάλλει αποδεικτικά στοιχεία ευρισκόμενα υπό τον έλεγχο του αντιδίκου, οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να δύνανται να διατάσσουν την προσκόμιση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων από τον αντίδικο, με την επιφύλαξη ότι διασφαλίζεται η προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι αρμόδιες δικαστικές αρχές πρέπει να θεωρούν ότι ικανό δείγμα σημαντικού αριθμού αντιγράφων ενός έργου ή οποιουδήποτε άλλου προστατευομένου αντικειμένου συνιστά βάσιμο αποδεικτικό στοιχείο.

2.   Υπό τους ίδιους όρους, σε περίπτωση προσβολής του δικαιώματος σε εμπορική κλίμακα, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα μέτρα που απαιτούνται ώστε οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να έχουν τη δυνατότητα, εφόσον ενδείκνυται, κατόπιν αιτήσεως ενός διαδίκου, να διατάσσουν την κοινοποίηση τραπεζικών, χρηματοοικονομικών ή εμπορικών εγγράφων ευρισκομένων υπό τον έλεγχο του αντιδίκου, με την επιφύλαξη ότι διασφαλίζεται η προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών.

Άρθρο 7

Μέτρα προστασίας των αποδεικτικών στοιχείων

1.   Ακόμη και πριν από την εξέταση της αγωγής επί της ουσίας, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να δύνανται, κατόπιν αιτήσεως του μέρους που προσκόμισε ευλόγως διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία προς τεκμηρίωση των ισχυρισμών του περί προσβολής ή επικείμενης προσβολής του δικαιώματός του διανοητικής ιδιοκτησίας, να διατάσσουν την άμεση και αποτελεσματική λήψη προσωρινών μέτρων για την προστασία των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων που αφορούν την εικαζόμενη προσβολή, με την επιφύλαξη ότι διασφαλίζεται η προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών. Τα εν λόγω μέτρα μπορούν να περιλαμβάνουν τη λεπτομερή περιγραφή, με ή χωρίς λήψη δειγμάτων, ή την πραγματική κατάσχεση των παράνομων εμπορευμάτων και, εφόσον ενδείκνυται, των υλικών και εργαλείων που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή ή/και τη διανομή των εμπορευμάτων αυτών καθώς και των σχετικών εγγράφων. Τα μέτρα αυτά λαμβάνονται, εφόσον απαιτείται, και χωρίς να ακουστεί η άλλη πλευρά, ιδίως όταν κάθε καθυστέρηση ενδέχεται να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στον δικαιούχο ή όταν υπάρχει αποδεδειγμένος κίνδυνος καταστροφής των αποδεικτικών στοιχείων.

Σε περίπτωση λήψης μέτρων προστασίας των αποδεικτικών στοιχείων χωρίς να ακουστεί η άλλη πλευρά, τα θιγόμενα μέρη ενημερώνονται αμελλητί, το αργότερο κατόπιν της εκτελέσεως των μέτρων. Η επανεξέταση των μέτρων, περιλαμβανομένου και του δικαιώματος ακροάσεως, λαμβάνει χώρα κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων μερών, προκειμένου να αποφασιστεί, εντός ευλόγου προθεσμίας από την κοινοποίησή τους, αν θα τροποποιηθούν, θα ανακληθούν ή θα επιβεβαιωθούν.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα μέτρα προστασίας των αποδεικτικών στοιχείων να μπορούν να εξαρτηθούν από τη σύσταση κατάλληλης ασφάλειας ή ισοδύναμης εγγύησης από τον αιτούντα, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποκατάσταση της ζημίας που θα υποστεί ενδεχομένως ο καθού, όπως προβλέπει η παράγραφος 4.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα μέτρα προστασίας των αποδεικτικών στοιχείων να ανακαλούνται ή να παύει άλλως το αποτέλεσμά τους κατόπιν αιτήσεως του καθού, με την επιφύλαξη των αποζημιώσεων που μπορούν να ζητηθούν, εάν ο αιτών δεν ασκήσει, ενώπιον της αρμόδιας δικαστικής αρχής, την επί της ουσίας αγωγή εντός ευλόγου προθεσμίας η οποία θα καθορίζεται από τη δικαστική αρχή που διατάσσει τα μέτρα, εφόσον η νομοθεσία ενός κράτους μέλους το επιτρέπει, ή σε περίπτωση που δεν ορίσθηκε προθεσμία, εντός χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει τις 20 εργάσιμες ημέρες ή τις 31 ημερολογιακές ημέρες, αναλόγως του ποιο χρονικό διάστημα είναι μεγαλύτερο.

4.   Εάν τα μέτρα προστασίας των αποδεικτικών στοιχείων ανακληθούν ή παύσουν να ισχύουν εξαιτίας οποιασδήποτε πράξης ή παράλειψης του αιτούντος ή αν διαπιστωθεί εκ των υστέρων ότι δεν υπήρξε προσβολή ή απειλή προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, οι αρμόδιες δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάξουν τον αιτούντα, αιτήσει του καθού, να καταβάλει στον καθού τη δέουσα αποζημίωση για κάθε ζημία που υπέστη εξαιτίας των εν λόγω μέτρων.

5.   Τα κράτη μέλη δύνανται να λαμβάνουν μέτρα για την προστασία της ταυτότητας των μαρτύρων.

Τμήμα 3

Δικαίωμα ενημέρωσης

Άρθρο 8

Δικαίωμα ενημέρωσης

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, στο πλαίσιο διαδικασίας που αφορά προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας και κατόπιν αιτιολογημένου και αναλογικού αιτήματος του προσφεύγοντος, οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να δύνανται να διατάσσουν την παροχή πληροφοριών για την προέλευση και για τα δίκτυα διανομής των εμπορευμάτων ή παροχής των υπηρεσιών, που προσβάλλουν δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας, από τον παραβάτη ή/και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο το οποίο:

α)

βρέθηκε να κατέχει τα παράνομα εμπορεύματα σε εμπορική κλίμακα·

β)

βρέθηκε να χρησιμοποιεί τις παράνομες υπηρεσίες σε εμπορική κλίμακα·

γ)

διαπιστώθηκε ότι παρείχε, σε εμπορική κλίμακα, υπηρεσίες χρησιμοποιούμενες για την προσβολή δικαιώματος,

ή

δ)

υποδείχθηκε, από το πρόσωπο των στοιχείων α), β) ή γ), ως εμπλεκόμενο στην παραγωγή, κατασκευή ή διανομή των εμπορευμάτων ή στην παροχή των υπηρεσιών.

2.   Οι πληροφορίες της παραγράφου 1 περιλαμβάνουν, εφόσον ενδείκνυται:

α)

τα ονοματεπώνυμα και τις διευθύνσεις των παραγωγών, κατασκευαστών, διανομέων, προμηθευτών και λοιπών προηγούμενων κατόχων του προϊόντος ή της υπηρεσίας, καθώς και των παραληπτών χονδρεμπόρων και των εμπόρων λιανικής·

β)

πληροφορίες για τις ποσότητες που παρήχθησαν, κατασκευάστηκαν, παραδόθηκαν, παραλήφθηκαν ή παραγγέλθηκαν, καθώς και για το τίμημα που εισπράχθηκε για τα εν λόγω εμπορεύματα ή υπηρεσίες.

3.   Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη άλλων κανονιστικών διατάξεων οι οποίες:

α)

παρέχουν στον δικαιούχο δικαιώματα πληρέστερης ενημέρωσης·

β)

διέπουν τη χρήση, στο πλαίσιο αστικής ή ποινικής διαδικασίας, των πληροφοριών που γνωστοποιούνται βάσει του παρόντος άρθρου·

γ)

διέπουν την ευθύνη για καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος ενημέρωσης,

ή

δ)

παρέχουν τη δυνατότητα άρνησης της παροχής πληροφοριών που θα υποχρέωναν το κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 πρόσωπο να παραδεχθεί τη συμμετοχή του ιδίου ή των στενών συγγενών του στην προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας,

ή

ε)

διέπουν την προστασία της εμπιστευτικότητας των πηγών πληροφοριών ή την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων.

Τμήμα 4

Προσωρινά και συντηρητικά μέτρα

Άρθρο 9

Προσωρινά και συντηρητικά μέτρα

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να δύνανται, κατόπιν αιτήσεως του ενάγοντος:

α)

να εκδίδουν κατά του φερόμενου ως παραβάτη προσωρινή διαταγή, με σκοπό να προλάβουν κάθε επικείμενη προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας ή να απαγορεύσουν, προσωρινώς και, εφόσον απαιτείται, υπό την προϋπόθεση επαναληπτικής καταβολής προστίμου, εφόσον προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία, τη συνέχιση των προσβολών του εν λόγω δικαιώματος ή να εξαρτήσουν τη συνέχιση της εν λόγω προσβολής από την παροχή εγγύησης με σκοπό να διασφαλισθεί η αποζημίωση του δικαιούχου· μπορεί επίσης να εκδίδεται προσωρινή διαταγή υπό τους ιδίους όρους κατά ενδιαμέσου, οι υπηρεσίες του οποίου χρησιμοποιούνται από τρίτον για την προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας· οι προσωρινές διαταγές κατά ενδιαμέσων, οι υπηρεσίες των οποίων χρησιμοποιούνται από τρίτον για την προσβολή του δικαιώματος του δημιουργού ή συγγενικού δικαιώματος, διέπονται από την οδηγία 2001/29/ΕΚ·

β)

να διατάσσουν την κατάσχεση ή την απόδοση των εμπορευμάτων για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι προσβάλλουν δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας, προκειμένου να εμποδίσουν την είσοδο ή την κυκλοφορία τους στους εμπορικούς διαύλους.

2.   Στις περιπτώσεις προσβολών που διαπράττονται σε εμπορική κλίμακα, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να δύνανται να διατάσσουν, εφόσον ο ζημιωθείς διάδικος αποδεικνύει την ύπαρξη περιστάσεων που είναι δυνατόν να θέσουν σε κίνδυνο την καταβολή της αποζημίωσης, τη συντηρητική κατάσχεση των κινητών και ακινήτων αγαθών του φερόμενου ως παραβάτη, περιλαμβανομένης της δέσμευσης των τραπεζικών του λογαριασμών και των λοιπών περιουσιακών του στοιχείων. Προς τούτο, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να ζητούν την κοινοποίηση τραπεζικών, χρηματοοικονομικών ή εμπορικών εγγράφων ή την προσήκουσα πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες.

3.   Οι δικαστικές αρχές έχουν, ως προς τα μέτρα που μνημονεύονται στις παραγράφους 1 και 2, την εξουσία να απαιτούν από τον αιτούντα να προσκομίσει κάθε ευλόγως διαθέσιμο αποδεικτικό στοιχείο για να σχηματίσουν με επαρκή βεβαιότητα την πεποίθηση ότι είναι ο δικαιούχος του δικαιώματος και ότι το δικαίωμά του προσβάλλεται ή ότι επίκειται προσβολή.

4.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η απόφαση περί των προσωρινών μέτρων των παραγράφων 1 και 2 να μπορεί να λαμβάνεται, εφόσον ενδείκνυται, χωρίς να ακουστεί η άλλη πλευρά, ιδίως όταν τυχόν καθυστέρηση θα μπορούσε να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στον δικαιούχο του δικαιώματος. Στην περίπτωση αυτή, οι διάδικοι ενημερώνονται αμελλητί το αργότερο κατόπιν της εκτελέσεως των μέτρων.

Η επανεξέταση των μέτρων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ακροάσεως, λαμβάνει χώρα κατόπιν αιτήσεως του καθού, προκειμένου να αποφασιστεί, εντός ευλόγου προθεσμίας από την κοινοποίηση των μέτρων, αν τα μέτρα τροποποιούνται, ανακαλούνται ή επιβεβαιώνονται.

5.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα προσωρινά μέτρα των παραγράφων 1 και 2 να ανακαλούνται, ή να παύει άλλως το αποτέλεσμά τους, κατόπιν αιτήσεως του καθού, αν ο αιτών δεν ασκήσει την επί της ουσίας αγωγή ενώπιον της αρμόδιας δικαστικής αρχής εντός ευλόγου προθεσμίας η οποία ορίζεται από τη δικαστική αρχή που διατάσσει τα μέτρα, όταν η νομοθεσία του κράτους μέλους το επιτρέπει, ή, εάν δεν ορισθεί προθεσμία, εντός χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει τις 20 εργάσιμες ημέρες ή τις 31 ημερολογιακές ημέρες, αναλόγως του ποιο διάστημα είναι μεγαλύτερο.

6.   Οι αρμόδιες δικαστικές αρχές δύνανται να εξαρτούν τα προσωρινά μέτρα των παραγράφων 1 και 2 από τη σύσταση κατάλληλης ασφάλειας ή ισοδύναμης εγγύησης από τον αιτούντα, προκειμένου να διασφαλισθεί η ενδεχόμενη αποκατάσταση της ζημίας που θα υποστεί ο καθού, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 7.

7.   Εάν τα προσωρινά μέτρα καταργηθούν ή παύσουν να ισχύουν εξαιτίας οποιασδήποτε πράξης ή παράλειψης του αιτούντος ή αν διαπιστωθεί εκ των υστέρων ότι δεν υπήρξε προσβολή ή απειλή προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, οι αρμόδιες δικαστικές αρχές διαθέτουν την εξουσία να διατάξουν τον αιτούντα, αιτήσει του καθού, να καταβάλει στον καθού προσήκουσα αποζημίωση για κάθε ζημία που υπέστη εξαιτίας των εν λόγω μέτρων.

Τμήμα 5

Μέτρα που απορρέουν από απόφαση επί της ουσίας

Άρθρο 10

Διορθωτικά μέτρα

1.   Με την επιφύλαξη οποιασδήποτε αποζημίωσης που οφείλεται στον δικαιούχο του προσβαλλόμενου δικαιώματος και χωρίς άλλου είδους αποζημίωση, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να δύνανται να διατάσσουν, αιτήσει του προσφεύγοντος, τη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων σχετικά με τα εμπορεύματα που κρίθηκε ότι προσβάλλουν δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας και, εφόσον απαιτείται, σχετικά με τα υλικά και τα εργαλεία που κυρίως χρησίμευσαν στη δημιουργία ή την κατασκευή των εν λόγω εμπορευμάτων. Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν:

α)

απόσυρση από το εμπόριο·

β)

οριστική απομάκρυνση από το εμπόριο,

ή

γ)

καταστροφή.

2.   Οι δικαστικές αρχές διατάσσουν την εκτέλεση των εν λόγω μέτρων δαπάναις του παραβάτη, εκτός εάν συνηγορούν ειδικοί λόγοι για το αντίθετο.

3.   Κατά την εξέταση αιτήσεως λήψεως διορθωτικών μέτρων λαμβάνονται υπόψη η ανάγκη αναλογίας μεταξύ της σοβαρότητας της προσβολής και των μέτρων αποκατάστασης καθώς και τα συμφέροντα τρίτων.

Άρθρο 11

Απαγορευτική διάταξη δικαστηρίου

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, όταν έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση που διαπιστώνει προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να δύνανται να απαγορεύουν στον παραβάτη τη συνέχιση της εν λόγω προσβολής στο μέλλον. Εφόσον το προβλέπει η εθνική νομοθεσία, η μη συμμόρφωση προς την απαγόρευση αυτή υπόκειται, εφόσον απαιτείται, σε επαναληπτικές χρηματικές ποινές, προκειμένου να διασφαλισθεί η συμμόρφωση. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι δικαιούχοι να δύνανται να στραφούν κατά ενδιαμέσου, οι υπηρεσίες του οποίου χρησιμοποιούνται από τρίτον για την προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, με την επιφύλαξη του άρθρου 8 παράγραφος 3 της οδηγίας 2001/29/ΕΚ.

Άρθρο 12

Εναλλακτικά μέτρα

Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι, εφόσον ενδείκνυται και κατόπιν αιτήσεως του προσώπου έναντι του οποίου ενδέχεται να ληφθούν τα μέτρα του παρόντος τμήματος, οι αρμόδιες δικαστικές αρχές μπορούν, αντί της εφαρμογής των προαναφερόμενων μέτρων, να διατάσσουν την καταβολή χρηματικής αποζημίωσης στον ζημιωθέντα αν το εν λόγω πρόσωπο ενήργησε χωρίς δόλο ή αμέλεια, εφόσον η εκτέλεση των εν λόγω μέτρων θα του προκαλούσε δυσανάλογη ζημία και εφόσον η καταβολή χρηματικής αποζημίωσης στον ζημιωθέντα διάδικο κρίνεται επαρκώς ικανοποιητική.

Τμήμα 6

Αποζημίωση και δικαστικά έξοδα

Άρθρο 13

Αποζημίωση

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες δικαστικές αρχές, κατόπιν αιτήσεως του ζημιωθέντος, να καταδικάζουν τον παραβάτη ο οποίος προέβη σε προσβολή του δικαιώματος από δόλο ή βαριά αμέλεια, να καταβάλει στον δικαιούχο του δικαιώματος αποζημίωση αντίστοιχη προς την πραγματική ζημία που υπέστη ο δικαιούχος εξαιτίας της προσβολής του δικαιώματός του διανοητικής ιδιοκτησίας.

Όταν οι δικαστικές αρχές καθορίζουν την αποζημίωση:

α)

λαμβάνουν υπόψη όλα τα συναφή ζητήματα, όπως τις αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένης της απώλειας κερδών, τις οποίες υφίσταται ο ζημιωθείς διάδικος, και τα τυχόν αδικαιολόγητα κέρδη που αποκόμισε ο παραβάτης και, εφόσον ενδείκνυται, άλλα στοιχεία, πέραν των οικονομικών, όπως η ηθική βλάβη που προκάλεσε στον κάτοχο του δικαιώματος η προσβολή

ή

β)

εναλλακτικώς προς το στοιχείο α), δύνανται, εφόσον ενδείκνυται, να καθορίζουν την αποζημίωση ως κατ’ αποκοπή ποσό βάσει στοιχείων όπως τουλάχιστον το ύψος των δικαιωμάτων ή λοιπών αμοιβών που θα οφείλονταν αν ο παραβάτης είχε ζητήσει την άδεια να χρησιμοποιεί το επίμαχο δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας.

2.   Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο παραβάτης προέβη στην προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας εν αγνοία του ή ενώ δεν υπήρχαν βάσιμοι λόγοι να το γνωρίζει, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν τη δυνατότητα των δικαστικών αρχών να διατάσσουν την αναζήτηση των κερδών ή την καταβολή αποζημίωσης, η οποία μπορεί να είναι προκαθορισμένη.

Άρθρο 14

Δικαστικά έξοδα

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα εύλογα και αναλογικά δικαστικά έξοδα και οι λοιπές δαπάνες στις οποίες υπεβλήθη ο νικήσας διάδικος να βαρύνουν κατά κανόνα τον ηττηθέντα διάδικο, εκτός εάν λόγοι επιεικίας επιβάλλουν άλλως.

Τμήμα 7

Μέτρα δημοσιότητας

Άρθρο 15

Δημοσίευση των δικαστικών αποφάσεων

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, στις δικαστικές προσφυγές που ασκούνται για προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, οι δικαστικές αρχές να δύνανται να διατάσσουν, κατόπιν αιτήσεως του προσφεύγοντος και δαπάναις του παραβάτη, ενδεδειγμένα μέτρα για τη διάδοση των πληροφοριών σχετικά με την απόφαση, συμπεριλαμβανομένης της ανάρτησης της απόφασης καθώς και της πλήρους ή μερικής δημοσίευσής της. Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν και άλλα πρόσθετα μέτρα δημοσιότητας, τα οποία ενδείκνυνται για τις συγκεκριμένες περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένης της εμφανούς διαφημίσεως.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

Άρθρο 16

Κυρώσεις από κράτη μέλη

Με την επιφύλαξη των μέτρων, διαδικασιών και μέτρων αποκατάστασης αστικής και διοικητικής φύσεως που προβλέπει η παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη δύνανται να επιβάλλουν κυρώσεις σε περιπτώσεις κατά τις οποίες προσβάλλονται δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΚΩΔΙΚΕΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Άρθρο 17

Κώδικες δεοντολογίας

Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν:

α)

την κατάρτιση, από επιχειρηματικές ή επαγγελματικές ενώσεις ή φορείς, κωδίκων δεοντολογίας σε κοινοτικό επίπεδο, σκοπός των οποίων είναι να συμβάλλουν στην επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, συνιστώντας ειδικότερα τη χρήση κωδικού στους οπτικούς δίσκους που θα επιτρέπει να προσδιορίζεται η προέλευση της κατασκευής τους·

β)

τη διαβίβαση στην Επιτροπή των σχεδίων κωδίκων δεοντολογίας που καταρτίζονται σε εθνικό ή κοινοτικό επίπεδο και των ενδεχόμενων αξιολογήσεων των σχετικών με την εφαρμογή των εν λόγω κωδίκων δεοντολογίας.

Άρθρο 18

Αξιολόγηση

1.   Τρία έτη μετά την ημερομηνία που καθορίζεται με το άρθρο 25 παράγραφος 1, κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει στην Επιτροπή έκθεση για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Βάσει των εν λόγω εκθέσεων, η Επιτροπή καταρτίζει έκθεση για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, περιλαμβανομένης της αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των μέτρων που ελήφθησαν, καθώς και της αξιολόγησης του αντικτύπου της στην καινοτομία και στην ανάπτυξη της κοινωνίας της πληροφορίας. Η έκθεση αυτή διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή. Συνοδεύεται, εφόσον απαιτείται και υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην κοινοτική έννομη τάξη, από προτάσεις τροποποίησης της παρούσας οδηγίας.

2.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τη βοήθεια και την αρωγή που ενδεχομένως χρειάζεται για την κατάρτιση της έκθεσης της παραγράφου 1 δεύτερο εδάφιο.

Άρθρο 19

Ανταλλαγή πληροφοριών και ανταποκριτές

Για το σκοπό της προώθησης της συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής πληροφοριών, μεταξύ κρατών μελών, αφενός, καθώς και μεταξύ κρατών μελών και Επιτροπής, αφετέρου, κάθε κράτος μέλος ορίζει έναν ή πλείονες εθνικούς ανταποκριτές για κάθε ζήτημα εφαρμογής των μέτρων που προβλέπει η παρούσα οδηγία. Κοινοποιεί τα στοιχεία των εθνικών ανταποκριτών στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 20

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία έως τις 29 Απριλίου 2006. Ενημερώνουν αμελλητί την Επιτροπή σχετικά.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, παραπέμπουν στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι τρόποι με τους οποίους γίνεται η εν λόγω παραπομπή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τα κείμενα των διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 21

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 22

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 29 Απριλίου 2004.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

P. COX

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. McDOWELL


(1)  ΕΕ C 32 της 5.2.2004, σ. 15.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Μαρτίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 26ης Απριλίου 2004.

(3)  ΕΕ L 336 της 23.12.1994, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/203 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(5)  ΕΕ L 13 της 19.1.2000, σ. 12.

(6)  ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1.

(7)  EE L 122 της 17.5.1991, σ. 42· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 93/98/ΕΟΚ (ΕΕ L 290 της 24.11.1993, σ. 9).

(8)  ΕΕ L 167 της 22.6.2001, σ. 10.


2.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 195/26


Διορθωτικό στην οδηγία 2004/74/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τροποποίηση της οδηγίας 2003/96/ΕΚ σχετικά με τη δυνατότητα για ορισμένα κράτη μέλη να εφαρμόζουν, όσον αφορά τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια, προσωρινές απαλλαγές ή μειώσεις των επιπέδων φορολογίας

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 157 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η οδηγία 2004/74/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΟΔΗΓΙΑ 2004/74/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 29ης Απριλίου 2004

για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/96/ΕΚ σχετικά με τη δυνατότητα για ορισμένα κράτη μέλη να εφαρμόζουν, όσον αφορά τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια, προσωρινές απαλλαγές ή μειώσεις των επιπέδων φορολογίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (3), αντικαθιστά, από την 1η Ιανουαρίου 2004, την οδηγία 92/81/EΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την εναρμόνιση των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στα πετρελαιοειδή (4) και την οδηγία 92/82/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την προσέγγιση των συντελεστών των ειδικών φόρων κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή (5). Καθορίζει τις φορολογικές δομές και τα επίπεδα φορολογίας που πρέπει να επιβάλλονται στα ενεργειακά προϊόντα και στην ηλεκτρική ενέργεια.

(2)

Οι ελάχιστοι συντελεστές που έθεσε η οδηγία 2003/96/ΕΚ ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές δυσκολίες σε ορισμένα κράτη μέλη, ιδίως στην Εσθονία, στην Κύπρο, στη Λεττονία, στη Λιθουανία, στη Μάλτα, στην Ουγγαρία, στην Πολωνία, στη Σλοβενία, στη Σλοβακία και στην Τσεχική Δημοκρατία, λόγω του συγκριτικά χαμηλού επιπέδου ειδικών φόρων κατανάλωσης που εφήρμοζαν προηγουμένως, της μεταβατικής οικονομικής περιόδου που διανύουν τα εν λόγω κράτη μέλη, των συγκριτικά χαμηλών επιπέδων των εσόδων τους και της περιορισμένης τους ικανότητας για αντιστάθμιση αυτής της επιπλέον φορολογικής επιβάρυνσης με τη μείωση άλλων φόρων. Συγκεκριμένα, οι αυξήσεις των τιμών που επέφερε η εφαρμογή των ελάχιστων συντελεστών που όρισε η οδηγία 2003/96/ΕΚ είναι πιθανόν να έχουν αρνητικές συνέπειες στους πολίτες και στις εθνικές τους οικονομίες, δημιουργώντας, παραδείγματος χάριν, ένα δυσβάσταχτο βάρος για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

(3)

Θα πρέπει, συνεπώς, να επιτρέπεται στα εν λόγω κράτη μέλη, σε προσωρινή βάση, να εφαρμόζουν πρόσθετες απαλλαγές ή μειώσεις των επιπέδων φορολογίας, όταν αυτό δεν είναι εις βάρος της ορθής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και δεν οδηγεί σε στρέβλωση του ανταγωνισμού. Επιπλέον, σύμφωνα με τις αρχές βάσει των οποίων οι μεταβατικές περίοδοι χορηγήθηκαν αρχικά βάσει της οδηγίας 2003/96/ΕΚ, τα μέτρα αυτά θα πρέπει να σχεδιασθούν έτσι ώστε να επιφέρουν σταδιακή ευθυγράμμιση με τους ισχύοντες ελάχιστους κοινοτικούς συντελεστές.

(4)

Η συνθήκη προσχώρησης του 2003 (6) προβλέπει μεταβατικές ρυθμίσεις, στην περίπτωση της Πολωνίας και της Κύπρου, για την εφαρμογή των οδηγιών 92/81/ΕΟΚ και 92/82/ΕΟΚ. Η συνθήκη προβλέπει επίσης ειδικά μέτρα για θέματα που αφορούν την ενέργεια στη Λιθουανία και στην Εσθονία. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη όσον αφορά τη χορήγηση φοροαπαλλαγών.

(5)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να ισχύσει με την επιφύλαξη του αποτελέσματος διαδικασιών που αφορούν στρεβλώσεις της λειτουργίας της ενιαίας αγοράς που μπορεί να εφαρμόζονται, ιδίως βάσει των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης. Δεν θα πρέπει να απαλλάσσει τα κράτη μέλη από την υποχρέωση να επισημαίνουν ενδεχόμενες κρατικές ενισχύσεις στην Επιτροπή βάσει του άρθρου 88 της συνθήκης.

(6)

Ορισμένες διατάξεις της οδηγίας 2003/96/ΕΚ θα πρέπει να αποσαφηνισθούν ως προς τις αναφορές στη μεταβατική περίοδο που ορίζεται εκεί.

(7)

Κατά συνέπεια η οδηγία 2003/96/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 2003/96/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη που ορίζονται στο παράρτημα II εξουσιοδοτούνται να εξακολουθούν να εφαρμόζουν τις μειώσεις στα επίπεδα φορολογίας ή τις απαλλαγές που προβλέπονται στο εν λόγω παράρτημα.»·

β)

στην παράγραφο 2, οι λέξεις «στις παραγράφους 3 έως 12» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στις παραγράφους 3 έως 13».

2.

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 18α

1.   Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη που ορίζονται στο παράρτημα III εξουσιοδοτούνται να εφαρμόζουν τις μειώσεις στα επίπεδα φορολογίας ή τις απαλλαγές που προβλέπονται στο εν λόγω παράρτημα.

Κατόπιν προηγούμενης εξέτασης από το Συμβούλιο, βάσει πρότασης της Επιτροπής, η παρούσα άδεια εκπνέει στις 31 Δεκεμβρίου 2006 ή κατά την ημερομηνία που ορίζεται στο παράρτημα III.

2.   Παρά τις περιόδους που ορίζονται στις παραγράφους 3 έως 11 και εφόσον αυτό δεν οδηγεί σε σημαντική στρέβλωση του ανταγωνισμού, παρέχεται στα κράτη μέλη τα οποία αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εφαρμογή των νέων ελαχίστων επιπέδων φορολογίας μεταβατική περίοδος έως την 1η Ιανουαρίου 2007, ιδίως προκειμένου να μην διαταραχθεί η σταθερότητα των τιμών.

3.   Η Τσεχική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόζει ολικές ή μερικές απαλλαγές ή μειώσεις στο επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας, των στερεών καυσίμων και του φυσικού αερίου, έως την 1η Ιανουαρίου 2008.

4.   Η Δημοκρατία της Εσθονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 330 ευρώ ανά 1 000 λίτρα. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου ντίζελ που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κίνησης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 245 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004.

Η Δημοκρατία της Εσθονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας στην αμόλυβδη βενζίνη που χρησιμοποιείται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 359 ευρώ ανά 1 000 λίτρα. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 287 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004.

Η Δημοκρατία της Εσθονίας δύναται να εφαρμόζει ολική φοροαπαλλαγή του ασφαλτούχου σχιστόλιθου έως την 1η Ιανουαρίου 2009. Επιπλέον, δύναται να εφαρμόζει, έως την 1η Ιανουαρίου 2013, μειωμένο συντελεστή στο επίπεδο φορολογίας του ασφαλτούχου σχιστόλιθου, εφόσον αυτό δεν οδηγεί σε φορολογία κατώτερη του 50 % του αντίστοιχου ελάχιστου κοινοτικού συντελεστή από την 1η Ιανουαρίου 2011.

Η Δημοκρατία της Εσθονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας του ασφαλτούχου σχιστόλιθου που χρησιμοποιείται για τηλεθέρμανση, στο ελάχιστο επίπεδο φορολογίας.

Η Δημοκρατία της Εσθονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για τη μετατροπή του σημερινού της συστήματος φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας στην παραγωγή, σε σύστημα φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας στην κατανάλωση.

5.   Η Δημοκρατία της Λεττονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2011 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και της κηροζίνης που χρησιμοποιούνται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και έως την 1η Ιανουαρίου 2013, ώστε να φτάσει τα 330 ευρώ. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και της κηροζίνης δεν πρέπει να είναι χαμηλότερο από 245 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004 και όχι κατώτερο από 274 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Ιανουαρίου 2008.

Η Δημοκρατία της Λεττονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2011 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 359 ευρώ ανά 1 000 λίτρα. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 287 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004 και κατώτερο από 323 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Ιανουαρίου 2008.

Η Δημοκρατία της Λεττονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας στο βαρύ πετρέλαιο που χρησιμοποιείται για τηλεθέρμανση, στο ελάχιστο επίπεδο φορολογίας.

Η Δημοκρατία της Λεττονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010, ώστε να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας στα συναφή ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 50 % των αντίστοιχων ελάχιστων κοινοτικών συντελεστών από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Η Δημοκρατία της Λεττονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2009 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας του άνθρακα και του οπτάνθρακα στα σχετικά ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας του άνθρακα και του οπτάνθρακα δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 50 % των αντίστοιχων ελάχιστων κοινοτικών συντελεστών από την 1η Ιανουαρίου 2007.

6.   Η Δημοκρατία της Λιθουανίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2011 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και της κηροζίνης που χρησιμοποιούνται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και έως την 1η Ιανουαρίου 2013 ώστε να φτάσει τα 330 ευρώ. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και της κηροζίνης δεν πρέπει να είναι χαμηλότερο από 245 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004 και όχι κατώτερο από 274 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Ιανουαρίου 2008.

Η Δημοκρατία της Λιθουανίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2011 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 359 ευρώ ανά 1 000 λίτρα. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 287 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004 ούτε κατώτερο από 323 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Ιανουαρίου 2008.

7.   Η Δημοκρατία της Ουγγαρίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας, του φυσικού αερίου, του άνθρακα και του οπτάνθρακα που χρησιμοποιούνται για τηλεθέρμανση, στα αντίστοιχα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας.

8.   Η Δημοκρατία της Μάλτας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, τα επίπεδα φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας δεν μπορεί να είναι κατώτερα από 50 % των αντίστοιχων ελάχιστων κοινοτικών συντελεστών από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Η Δημοκρατία της Μάλτας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και της κηροζίνης που χρησιμοποιούνται ως προωθητικό στα ελάχιστα επίπεδα των 330 ευρώ ανά 1 000 λίτρα. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και κηροζίνης που χρησιμοποιούνται ως προωθητικό δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 245 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004.

Η Δημοκρατία της Μάλτας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας στην αμόλυβδη και στην μολυβδούχο βενζίνη που χρησιμοποιούνται ως προωθητικό στα αντίστοιχα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας της αμόλυβδης και της μολυβδούχου βενζίνης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 287 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και από 337 ευρώ ανά 1 000 λίτρα αντίστοιχα από την 1η Μαΐου 2004.

Η Δημοκρατία της Μάλτας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας όσον αφορά το φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται για θέρμανση στα αντίστοιχα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, οι πραγματικοί φορολογικοί συντελεστές που εφαρμόζονται στο φυσικό αέριο δεν πρέπει να είναι κατώτεροι από 50 % των αντίστοιχων ελάχιστων κοινοτικών συντελεστών από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Η Δημοκρατία της Μάλτας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2009 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας όσον αφορά τα στερεά καύσιμα, στα αντίστοιχα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, οι πραγματικοί φορολογικοί συντελεστές που εφαρμόζονται στα εν λόγω ενεργειακά προϊόντα, δεν δύνανται να ανέρχονται σε ποσοστό λιγότερο από 50 % των αντίστοιχων ελάχιστων κοινοτικών συντελεστών από την 1η Ιανουαρίου 2007.

9.   Η Δημοκρατία της Πολωνίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2009 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 359 ευρώ ανά 1 000 λίτρα. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης δεν πρέπει να ανέρχεται σε λιγότερο από 287 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004.

Η Δημοκρατία της Πολωνίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και έως την 1η Ιανουαρίου 2012 ώστε να φτάσει τα 330 ευρώ. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης δεν πρέπει να είναι κατώτερο από 245 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004 και όχι κατώτερο από 274 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Ιανουαρίου 2008.

Η Δημοκρατία της Πολωνίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2008 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας στο βαρύ πετρέλαιο στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 15 ευρώ ανά 1 000 χιλιόγραμμα. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας στο βαρύ πετρέλαιο δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 13 ευρώ ανά 1 000 χιλιόγραμμα από την 1η Μαΐου 2004.

Η Δημοκρατία της Πολωνίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας του άνθρακα και του οπτάνθρακα που χρησιμοποιείται για τηλεθέρμανση, στο σχετικό ελάχιστο επίπεδο φορολογίας.

Η Δημοκρατία της Πολωνίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολόγησης του άνθρακα και του οπτάνθρακα που χρησιμοποιείται για θέρμανση, εκτός της τηλεθέρμανσης, στο σχετικό ελάχιστο επίπεδο φορολογίας.

Η Δημοκρατία της Πολωνίας δύναται να εφαρμόσει ολικές ή μερικές απαλλαγές ή μειώσεις για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται για θέρμανση από σχολεία, νηπιαγωγεία και άλλες εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας, όσον αφορά τις δραστηριότητες ή τις συναλλαγές στις οποίες μετέχουν ως δημόσιες αρχές έως την 1η Ιανουαρίου 2008.

Η Δημοκρατία της Πολωνίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2006 για να ευθυγραμμίσει το εθνικό της σύστημα φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας με το κοινοτικό πλαίσιο.

10.   Η Δημοκρατία της Σλοβενίας δύναται να εφαρμόσει, υπό φορολογικό έλεγχο, ολική ή μερική απαλλαγή ή μείωση του επιπέδου της φορολογίας του φυσικού αερίου. Η ολική ή μερική απαλλαγή ή μείωση δύναται να ισχύει έως το Μάιο του 2014 ή έως ότου το εθνικό μερίδιο φυσικού αερίου στην τελική κατανάλωση ενέργειας αγγίξει ποσοστό 25 %, όποιο από τα δύο συμβεί πρώτα. Ωστόσο, μόλις το εθνικό μερίδιο φυσικού αερίου στην τελική κατανάλωση ενέργειας αγγίξει ποσοστό 20 %, πρέπει να εφαρμόσει ένα αυστηρά θετικό επίπεδο φορολόγησης, που θα αυξάνεται σε ετήσια βάση για να αγγίξει τουλάχιστον τον ελάχιστο συντελεστή στο τέλος της προαναφερόμενης περιόδου.

11.   Η Σλοβακική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας όσον αφορά την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο που χρησιμοποιούνται για θέρμανση στα αντίστοιχα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 50 % των αντίστοιχων ελάχιστων κοινοτικών συντελεστών από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Η Σλοβακική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2009 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας όσον αφορά τα στερεά καύσιμα, στα αντίστοιχα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας των στερεών καυσίμων δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 50 % των αντίστοιχων ελάχιστων κοινοτικών συντελεστών από την 1η Ιανουαρίου 2007.

12.   Εντός των μεταβατικών περιόδων που έχουν ορισθεί, τα κράτη μέλη θα μειώσουν σταδιακά τα αντίστοιχά τους κενά όσον αφορά τα νέα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, όταν η διαφορά μεταξύ του εθνικού επιπέδου και του ελάχιστου επιπέδου δεν υπερβαίνει το 3 % του εν λόγω ελάχιστου επιπέδου, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δύναται να περιμένει έως το τέλος της περιόδου για την προσαρμογή του εθνικού του επιπέδου.»

3.

Προστίθεται το παράρτημα III, το κείμενο του οποίου περιλαμβάνεται στο παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία από τις 2 Μαΐου 2004. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των βασικών διατάξεων του εθνικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που καλύπτει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την 1η Μαΐου 2004.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Λουξεμβούργο, 29 Απριλίου 2004.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. McDOWELL

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Μειωμένοι φορολογικοί συντελεστές και φοροαπαλλαγές που αναφέρονταιστο άρθρο 18α παράγραφος 1

1.

Λεττονία

για ενεργειακά προϊόντα και ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται σε επιβατικά οχήματα δημόσιων μεταφορών σε τοπικό επίπεδο.

2.

Λιθουανία

για τον άνθρακα, τον οπτάνθρακα και το λιγνίτη έως την 1η Ιανουαρίου 2007,

για το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια έως την 1η Ιανουαρίου 2010,

για το μείγμα ύδατος-πίσσας που χρησιμοποιείται για σκοπούς άλλους από αυτούς της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ή της θέρμανσης έως την 1η Ιανουαρίου 2010.

3.

Ουγγαρία

για τον άνθρακα και τον οπτάνθρακα έως την 1η Ιανουαρίου 2009.

4.

Μάλτα

για τα ιδιωτικά σκάφη αναψυχής,

για την αεροπλοΐα, εκτός από τις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2003/96/ΕΚ.

5.

Πολωνία

αεροπορικά καύσιμα και καύσιμα ελικοφόρων κινητήρων και έλαια για αεροπορικούς κινητήρες, που πωλούνται από τον παραγωγό των εν λόγω καυσίμων κατόπιν εντολής του υπουργού Εθνικής Άμυνας ή του αρμόδιου υπουργού Εσωτερικών, για σκοπούς που αφορούν τον κλάδο της αεροπορίας, ή του Οργανισμού αποθεμάτων υλών για τη συμπλήρωση των κρατικών αποθεμάτων, ή μονάδων μέριμνας αεροσκαφών υγειονομικών χρήσεων, για την κάλυψη των αναγκών τους,

πετρέλαιο εσωτερικής καύσης για ναυτικούς κινητήρες και κινητήρες θαλάσσης και λάδια για ναυτικούς κινητήρες και κινητήρες θαλάσσης που πωλούνται από τον παραγωγό των εν λόγω καυσίμων κατόπιν εντολής του Οργανισμού αποθήκευσης αποθεμάτων για τη συμπλήρωση των κρατικών αποθεμάτων ή του υπουργού Εθνικής Άμυνας για να χρησιμοποιηθούν από το ναυτικό ή του αρμόδιου υπουργού Εσωτερικών για τη χρησιμοποίησή τους σε ναυτικές τεχνολογικές εφαρμογές,

αεροπορικά καύσιμα και καύσιμα ελικοφόρων κινητήρων και πετρέλαιο εσωτερικής καύσης για ναυτικούς κινητήρες και κινητήρες θαλάσσης καθώς και λάδια για αεροπορικούς κινητήρες και ναυτικούς κινητήρες και κινητήρες θαλάσσης, που πωλούνται από τον Οργανισμό αποθήκευσης αποθεμάτων κατόπιν εντολής του υπουργού Εθνικής Άμυνας ή του αρμόδιου υπουργού Εσωτερικών».


(1)  Γνώμη που διατυπώθηκε στις 30 Μαρτίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Γνώμη που διατυπώθηκε στις 31 Μαρτίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51.

(4)  ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 12· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 94/74/ΕΚ (EE L 365 της 31.10.1992, σ. 46).

(5)  ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 19· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 94/74/ΕΚ.

(6)  ΕΕ L 236 της 23.9.2003, σ. 17.


2.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 195/31


Διορθωτικό στην οδηγία 2004/75/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/96/ΕΚ όσον αφορά τη δυνατότητα για την Κύπρο να εφαρμόζει, ως προς τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια, προσωρινές απαλλαγές ή μειώσεις των επιπέδων φορολογίας

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 157 της 29ής Απριλίου 2004 )

Η οδηγία 2004/75/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΟΔΗΓΙΑ 2004/75/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 29ης Απριλίου 2004

για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/96/ΕΚ όσον αφορά τη δυνατότητα για την Κύπρο να εφαρμόζει, ως προς τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια, προσωρινές απαλλαγές ή μειώσεις των επιπέδων φορολογίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (3) αντικατέστησε, από την 1η Ιανουαρίου 2004, την οδηγία 92/81/EΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την εναρμόνιση των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στα πετρελαιοειδή (4), και την οδηγία 92/82/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την προσέγγιση των συντελεστών των ειδικών φόρων κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή (5). Καθορίζει τις φορολογικές δομές και τα επίπεδα φορολόγησης που πρέπει να επιβληθούν στα ενεργειακά προϊόντα και στην ηλεκτρική ενέργεια.

(2)

Οι ελάχιστοι συντελεστές που έθεσε η οδηγία 2003/96/ΕΚ ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές δυσκολίες σε ορισμένα κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων η Κύπρος, λόγω του συγκριτικά χαμηλού επιπέδου ειδικού φόρου κατανάλωσης που εφάρμοζαν προηγουμένως, της τρέχουσας οικονομικής μετάβασης των εν λόγω κρατών, των συγκριτικά χαμηλών επιπέδων των εσόδων τους και της περιορισμένης τους ικανότητας αντιστάθμισης της εν λόγω επιπλέον φορολογικής επιβάρυνσης με την μείωση άλλων φόρων. Συγκεκριμένα, οι αυξήσεις των τιμών που επέφερε η εφαρμογή των ελάχιστων συντελεστών που όρισε η οδηγία 2003/96/ΕΚ είναι δυνατόν να έχουν αρνητικές συνέπειες στους πολίτες και στις εθνικές τους οικονομίες, δημιουργώντας, για παράδειγμα, δυσβάσταχτο βάρος για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

(3)

Πρέπει, συνεπώς, να επιτραπεί στην Κύπρο, σε προσωρινή βάση, να εφαρμόζει πρόσθετες απαλλαγές ή μειώσεις των επιπέδων φορολογίας, εάν αυτό δεν θα αποβεί εις βάρος της ορθής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και δεν οδηγεί σε στρέβλωση του ανταγωνισμού. Επιπλέον, σύμφωνα με τις αρχές βάσει των οποίων οι μεταβατικές περίοδοι χορηγήθηκαν αρχικά στο πλαίσιο της οδηγίας 2003/96/ΕΚ, τα μέτρα αυτά πρέπει να σχεδιαστούν έτσι ώστε να επιφέρουν σταδιακή εναρμόνιση με τους ισχύοντες ελάχιστους κοινοτικούς συντελεστές.

(4)

Η εν λόγω οδηγία δεν θίγει το αποτέλεσμα διαδικασιών που αφορούν στρεβλώσεις της λειτουργίας της ενιαίας αγοράς που μπορεί να εφαρμοστούν, ιδίως βάσει των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης. Δεν απαλλάσσει τα κράτη -μέλη από την υποχρέωση να επισημαίνουν ενδεχόμενες κρατικές ενισχύσεις στην Επιτροπή βάσει του άρθρου 88 της συνθήκης.

(5)

Θα πρέπει να διευκρινιστεί η διατύπωση του άρθρου 30 της οδηγίας 2003/96/ΕΚ.

(6)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας πρέπει να ισχύσουν από την ημέρα της προσχώρησης των νέων κρατών μελών. Το επείγον του θέματος δικαιολογεί παρέκκλιση από την περίοδο έξι εβδομάδων που παρέχεται με το σημείο Ι.3 του πρωτοκόλλου για τον ρόλο των εθνικών Κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

(7)

Κατά συνέπεια, η οδηγία 2003/96/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 2003/96/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 18α

1.   Εκτός από τις περιόδους που ορίζονται στην παράγραφο 2 και εφόσον αυτό δεν οδηγεί σε στρέβλωση του ανταγωνισμού, χορηγείται στα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εφαρμογή των νέων ελάχιστων επιπέδων φορολόγησης μεταβατική περίοδος έως την 1η Ιανουαρίου 2007, ιδίως για να μην τεθεί σε κίνδυνο η σταθερότητα των τιμών.

2.   Χορηγείται η άδεια στην Κύπρο να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2008 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου ντίζελ και της κηροζίνης που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κίνησης στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και έως την 1η Ιανουαρίου 2010 ώστε να φτάσει σε 330 ευρώ. Εντούτοις, το επίπεδο φορολογίας για το πετρέλαιο ντίζελ και τη κηροζίνη που χρησιμοποιείται ως καύσιμο δεν θα είναι κατώτερο από 245 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004.

Χορηγείται η άδεια στην Κύπρο να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2010 για την προσαρμογή του εθνικού επιπέδου φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κίνησης στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 359 ευρώ ανά 1 000 λίτρα. Εντούτοις, το επίπεδο φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κίνησης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 287 ευρώ ανά 1 000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004.

3.   Εντός των μεταβατικών περιόδων που έχουν ορισθεί, τα κράτη μέλη θα μειώσουν σταδιακά τις αντίστοιχές τους διαφορές όσον αφορά τα νέα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Εντούτοις, όταν η διαφορά μεταξύ του εθνικού επιπέδου και του ελάχιστου επιπέδου δεν υπερβαίνει το 3 % του εν λόγω ελάχιστου επιπέδου, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος περιμένει έως το τέλος της περιόδου για την προσαρμογή του εθνικού του επιπέδου.»

2.

Στο άρθρο 30 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Οι αναφορές στις καταργηθείσες οδηγίες θεωρούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία.»

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της παρούσας οδηγίας. Κοινοποιούν δε αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των βασικών διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας που εγκρίνουν σχετικά με τον τομέα που καλύπτει η εν λόγω οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει υπό την επιφύλαξη και από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συνθήκης προσχώρησης της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Εσθονίας, της Κύπρου, της Λεττονίας, της Λιθουανίας, της Ουγγαρίας, της Μάλτας, της Πολωνίας, της Σλοβενίας και της Σλοβακίας. Τα κράτη μέλη τη μεταφέρουν στο εσωτερικό τους δίκαιο την ίδια ημέρα. Ενημερώνουν αμελλητί την Επιτροπή σχετικά.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Λουξεμβούργο, 29 Απριλίου 2004.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. McDOWELL


(1)  Γνώμη που διατυπώθηκε στις 20 Απριλίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Γνώμη που διατυπώθηκε στις 31 Μαρτίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51.

(4)  EE L 316 της 31.10.1992, σ. 12· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 94/74/ΕΚ (ΕΕ L 365 της 31.12.1994, σ. 46).

(5)  ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 19· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 94/74/ΕΚ.


2.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 195/33


Διορθωτικό στην οδηγία 2004/76/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/49/ΕΚ με στόχο τη δυνατότητα για ορισμένα κράτη μέλη να επιβάλλουν μεταβατικές περιόδους όσον αφορά την εφαρμογή του κοινού συστήματος φορολόγησης των τόκων και δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών διαφορετικών κρατών μελών

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 157 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η οδηγία 2004/76/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΟΔΗΓΙΑ 2004/76/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 29ης Απριλίου 2004

για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/49/ΕΚ με στόχο τη δυνατότητα για ορισμένα κράτη μέλη να επιβάλλουν μεταβατικές περιόδους όσον αφορά την εφαρμογή του κοινού συστήματος φορολόγησης των τόκων και δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών διαφορετικών κρατών μελών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 94,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2003/49/EΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για την καθιέρωση ενός κοινού καθεστώτος φορολόγησης των τόκων και δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ διαφορετικών κρατών μελών (3), προβλέπει την κατάργηση της φορολόγησης των εν λόγω πληρωμών στα κράτη μέλη στα οποία ανακύπτουν, αλλά διασφαλίζει επίσης ότι οι πληρωμές αυτές θα φορολογούνται μόνον άπαξ σε κάποιο κράτος μέλος.

(2)

Η εφαρμογή της οδηγίας 2003/49/EΚ ενδέχεται να προκαλέσει δημοσιονομικές δυσκολίες στην Τσεχίκή στη Δημοκρατία της Τσεχίας, στη Λεττονία, στη Λιθουανία, στην Πολωνία και στη Σλοβακία, λαμβανομένων υπόψη των συντελεστών για τους φόρους που επιβάλλονται στην πηγή βάσει της εθνικής νομοθεσίας και των φορολογικών συμβάσεων σχετικά με το εισόδημα και την ακίνητη περιουσία και τα σχετικά φορολογικά έσοδα.

(3)

Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να επιτραπεί στα εν λόγω υπό προσχώρηση κράτη, προσωρινά, μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος που προβλέπεται με το άρθρο 17 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 2003/48/EΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τη φορολόγηση των τόκων από τις καταθέσεις (4), να μην εφαρμόζουν ορισμένες από τις διατάξεις της οδηγίας 2003/49/ΕΚ οι οποίες αφορούν, στην περίπτωση της Λεττονίας και της Λιθουανίας, πληρωμές τόκων και δικαιωμάτων και, στην περίπτωση της Τσεχίας, της Πολωνίας και της Σλοβακίας, μόνον πληρωμές σε σχέση με δικαιώματα.

(4)

Το μέτρο που θεσπίζεται με την παρούσα οδηγία δεν αποτελεί προσαρμογή κατά την έννοια του άρθρου 57 της πράξης προσχώρησης του 2003.

(5)

Δεδομένου ότι τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να προβαίνουν σε πίστωση των φόρων που παρακρατούνται από τόκους και δικαιώματα είναι αναγκαίο να διασφαλισθεί ότι η παρούσα οδηγία θα μεταφερθεί στο εσωτερικό δίκαιο έως την έναρξη της ισχύος της πράξης προσχώρησης του 2003.

(6)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας πρέπει να τύχουν εφαρμογής από την ημερομηνία της προσχωρήσεως των νέων κρατών μελών. Το επείγον του θέματος δικαιολογεί την παρέκκλιση από την περίοδο έξι εβδομάδων που προβλέπεται με το σημείο Ι.3 του πρωτοκόλλου σχετικά με το ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το άρθρο 6 της οδηγίας 2003/49/EΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

2.

Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Ελλάδα, η Λεττονία, η Πολωνία και η Πορτογαλία έχουν τη δυνατότητα να μην εφαρμόζουν τις διατάξεις του άρθρου 1 μέχρι την ημερομηνία εφαρμογής που αναφέρει το άρθρο 17 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολογία του εισοδήματος εξ αποταμιεύσεων υπό μορφή τόκων (5). Κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου οκτώ ετών από την ανωτέρω ημερομηνία, ο συντελεστής του φόρου επί των τόκων και των δικαιωμάτων που καταβάλλονται προς συνδεδεμένη εταιρεία άλλου κράτους μέλους ή προς μόνιμη εγκατάσταση, ευρισκόμενη σε άλλο κράτος μέλος, συνδεδεμένης εταιρείας κράτους μέλους δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το 10 % κατά τα πρώτα τέσσερα έτη και το 5 % κατά τα τελευταία τέσσερα έτη.

Η Λιθουανία εξουσιοδοτείται να μην εφαρμόσει τις διατάξεις του άρθρου 1 μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος, που προβλέπεται από το άρθρο 17 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 2003/48/EΚ. Κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου έξι ετών, από την ανωτέρω ημερομηνία, ο συντελεστής του φόρου επί των τόκων και των δικαιωμάτων που καταβάλλονται προς συνδεδεμένη εταιρεία άλλου κράτους μέλους ή προς μόνιμη εγκατάσταση, ευρισκόμενη σε άλλο κράτος μέλος, συνδεδεμένης εταιρίας κράτους μέλους δεν πρέπει να υπερβαίνει το 10 %. Ο συντελεστής του φόρου επί των τόκων που καταβάλλονται προς συνδεδεμένη εταιρία άλλου κράτους μέλους ή προς μόνιμη εγκατάσταση ευρισκόμενη σε άλλο κράτος δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10 % κατά τα τέσσερα πρώτα έτη της μεταβατικής περιόδου των έξι ετών· κατά τα δύο επόμενα έτη, δε, ο συντελεστής του φόρου επί των εν λόγω τόκων δεν πρέπει να υπερβαίνει το 5 %.

Η Ισπανία και η Τσεχική Δημοκρατία, έχουν τη δυνατότητα, όσον αφορά τα δικαιώματα, να μην εφαρμόζουν τις διατάξεις του άρθρου 1 έως την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της οδηγίας 2003/48/EΚ, που προβλέπεται από το άρθρο της 17 παράγραφοι 2 και 3. Κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου διάρκειας έξι ετών από την προαναφερόμενη ημερομηνία, ο συντελεστής του φόρου επί δικαιωμάτων που καταβάλλονται προς συνδεδεμένη εταιρεία άλλου κράτους μέλους ή προς μόνιμη εγκατάσταση, ευρισκόμενη σε άλλο κράτος μέλος, συνδεδεμένης εταιρείας κράτους μέλους δεν πρέπει να υπερβαίνει το 10 %. Η Σλοβακία έχει τη δυνατότητα, όσον αφορά τα δικαιώματα, να μην εφαρμόζει τις διατάξεις του άρθρου 1 κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου δύο ετών, που θα αρχίσει την 1η Μαΐου 2004.

Οι εν λόγω μεταβατικές διατάξεις, εντούτοις, ισχύουν υπό τον όρο ότι θα συνεχίσουν να επιβάλλονται χαμηλότεροι συντελεστές φόρου από τους προβλεπόμενους από την πρώτη, δεύτερη, τρίτη και τέταρτη υποπαράγραφο των διμερών συμβάσεων που έχουν συναφθεί ανάμεσα στην Τσεχία, την Ελλάδα, την Ισπανία, τη Λεττονία, τη Λιθουανία, την Πορτογαλία ή τη Σλοβακία και τα άλλα κράτη μέλη. Πριν από το τέλος των μεταβατικών περιόδων που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο, το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει ομόφωνα, μετά από πρόταση της Επιτροπής, την πιθανή τους παράταση.

2.   Οσάκις εταιρεία κράτους μέλους ή μόνιμη εγκατάσταση, ευρισκόμενη στο εν λόγω κράτος μέλος, εταιρείας κράτους μέλους:

εισπράττει τόκους ή δικαιώματα από συνδεδεμένη εταιρεία της Ελλάδας, της Λεττονίας, της Λιθουανίας, της Πολωνίας ή της Πορτογαλίας,

εισπράττει δικαιώματα από συνδεδεμένη εταιρεία της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Ισπανίας ή της Σλοβακίας,

εισπράττει τόκους ή δικαιώματα από μόνιμη εγκατάσταση, ευρισκόμενη στην Ελλάδα, τη Λεττονία, τη Λιθουανία, την Πολωνία ή την Πορτογαλία, συνδεδεμένης εταιρείας κράτους μέλους,

ή

εισπράττει δικαιώματα από μόνιμη εγκατάσταση ευρισκόμενη στην Τσεχική Δημοκρατία, την Ισπανία ή τη Σλοβακία συνδεδεμένης εταιρείας κράτους μέλους,

το πρώτο κράτος μέλος επιτρέπει την έκπτωση ποσού ίσου προς το φόρο που καταβάλλεται στην Τσεχική Δημοκρατία, την Ελλάδα, την Ισπανία, τη Λεττονία, τη Λιθουανία, την Πολωνία, την Πορτογαλία ή τη Σλοβακία, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1, για το εισόδημα αυτό από τον φόρο εισοδήματος της εταιρείας ή της μόνιμης εγκατάστασης που έλαβε το συγκεκριμένο εισόδημα.

3.   Η έκπτωση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 δεν μπορεί να υπερβαίνει το εκάστοτε χαμηλότερο από τα δύο ποσά:

α)

το φόρο επί του εισοδήματος αυτού που είναι πληρωτέος στην Τσεχική Δημοκρατία, την Ελλάδα, την Ισπανία, τη Λεττονία, τη Λιθουανία, την Πολωνία, την Πορτογαλία ή τη Σλοβακία, βάσει της παραγράφου 1,

ή

β)

το τμήμα εκείνο του φόρου εισοδήματος της εταιρείας ή της μόνιμης εγκατάστασης που εισέπραξε τους τόκους ή τα δικαιώματα, όπως υπολογίζεται πριν από την πραγματοποίηση της έκπτωσης, το οποίο αναλογεί στις συγκεκριμένες πληρωμές βάσει της εσωτερικής νομοθεσίας του κράτους μέλους της εταιρείας ή της μόνιμης εγκατάστασης.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις απαραίτητες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη συμμόρφωσή τους προς την παρούσα οδηγία από την έναρξη της ισχύος της. Διαβιβάζουν αμελλητί στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων αυτών μαζί με πίνακα αντιστοιχίας των εν λόγω διατάξεων προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίσουν τις διατάξεις αυτές, θα περιλαμβάνουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή τις συνοδεύουν με την εν λόγω αναφορά επ’ ευκαιρία της επίσημης δημοσίευσής τους. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες της αναφοράς αυτής.

2.   Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των κυριότερων διατάξεων εθνικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία τίθεται σε ισχύ την ημέρα και υπό τη προϋπόθεση της έναρξης ισχύος της συνθήκης προσχώρησης της Τσεχική Δημοκρατίας, της Εσθονίας, της Κύπρου, της Λεττονίας, της Λιθουανίας, της Ουγγαρίας, της Μάλτας, της Πολωνίας, της Σλοβενίας και της Σλοβακίας.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Λουξεμβούργο, 29 Απριλίου 2004.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. McDOWELL


(1)  Γνώμη που διατυπώθηκε στις 21 Απριλίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Γνώμη που διατυπώθηκε στις 28 Απριλίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  ΕΕ L 157 της 26.6.2003, σ. 49.

(4)  ΕΕ L 157 της 26.6.2003, σ. 38.

(5)  ΕΕ L 157 της 26.6.2003, σ. 38


2.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 195/36


Διορθωτικό στην οδηγία 2004/465/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για κοινοτική χρηματοδοτική συμμετοχή στα προγράμματα ελέγχου της αλιείας των κρατών μελών

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 157 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η απόφαση 2004/465/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 29ης Απριλίου 2004

για κοινοτική χρηματοδοτική συμμετοχή στα προγράμματα ελέγχου της αλιείας των κρατών μελών

(2004/465/EK)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 37,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)(2)(3)(4)(5)(6)(7)(8)(9)(10)(11)(12)(13)(14)(15)

Η κοινή αλιευτική πολιτική καθορίζει γενικούς κανόνες για τη διατήρηση, τη διαχείριση και την υπεύθυνη εκμετάλλευση, καθώς και τη μεταποίηση και εμπορία έμβιων υδρόβιων πόρων.Ειδικοί στόχοι και κανόνες καθορίζονται ιδίως στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής (2).Η ευθύνη για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης των δραστηριοτήτων που διεξάγονται στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής προς τους κανόνες αυτούς βαρύνει κυρίως τα κράτη μέλη.Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαθέτουν τους απαιτούμενους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους για την εκτέλεση των υποχρεώσεών τους όσον αφορά τον έλεγχο των αλιευτικών δραστηριοτήτων και την επιβολή της εφαρμογής των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής.Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 υπογράμμισε την ανάγκη περαιτέρω βελτίωσης του ελέγχου των αλιευτικών δραστηριοτήτων προκειμένου να καταπολεμηθεί με οποιοδήποτε μέσο η παράνομη και αδήλωτη αλιεία εντός και εκτός των κοινοτικών υδάτων. Στον κανονισμό αυτό προσδιορίζονται οι τεχνολογίες τηλεπαρακολούθησης ως μέσα για την καλύτερη επίτευξη των στόχων ελέγχου στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής και επεκτείνεται η υποχρέωση τηλεπαρακολούθησης μέσω συστημάτων παρακολούθησης σκαφών σε σκάφη ολικού μήκους άνω των δεκαπέντε μέτρων.Από την ημερομηνία ένταξης, οι κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής εφαρμόζονται στα νέα κράτη μέλη τα οποία θα πρέπει να μπορούν να τηρούν όλες τις απαιτήσεις που ορίζονται από το κοινοτικό δίκαιο, ιδίως στον τομέα του ελέγχου. Στα νέα αυτά κράτη μέλη θα πρέπει να παρασχεθούν τα μέσα προκειμένου να είναι σε θέση να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.Η Κοινότητα χορηγεί χρηματοδοτική συνδρομή σε κράτη μέλη από το 1990 προκειμένου να καταστούν οι έλεγχοι επαρκέστεροι και αποτελεσματικότεροι, και ιδίως προκειμένου να εισαχθεί και να επεκταθεί η τεχνολογία τηλεπαρακολούθησης και τα δίκτυα πληροφορικής, να βελτιωθούν οι ικανότητες του προσωπικού και να εξοπλιστούν οι αρμόδιες αρχές με περιπολικά πλωτά μέσα και αεροσκάφη επιτήρησης.Το ισχύον καθεστώς χρηματοδότησης δυνάμει της απόφασης 2001/431/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2001, σχετικά με τη χρηματοδοτική συμμετοχή της Κοινότητας σε ορισμένες δαπάνες που αναλαμβάνονται από τα κράτη μέλη για την εφαρμογή καθεστώτων ελέγχου, επιθεώρησης και επιτήρησης στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής (3) έληξε στο τέλος του 2003. Ωστόσο, υπάρχουν στοιχεία ότι οι πόροι των κρατών μελών είναι ακόμη ανεπαρκείς.Είναι πρωταρχικής σημασίας να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής σε ολόκληρη την Κοινότητα. Φαίνεται ότι ορισμένοι από εκείνους που εμπλέκονται στις διοικητικές και ποινικές διαδικασίες δεν είναι πάντοτε ενημερωμένοι σχετικά με την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών κυρώσεων προκειμένου να αποφευχθεί η υπεραλίευση των ιχθυαποθεμάτων. Ως εκ τούτου, ενδείκνυται η προώθηση δράσεων προκειμένου να επικεντρωθεί η προσοχή στο θέμα αυτό.Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 υπογράμμισε την ανάγκη βελτίωσης της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ των κρατών μελών και με την Επιτροπή με στόχο την ενδυνάμωση του ελέγχου και την αποθάρρυνση ενεργειών που είναι αντίθετες προς τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία το 2006 μια δομή που έχει σχεδιαστεί κατά τρόπο ώστε να οργανώσει τη συνεργασία και το συντονισμό των δραστηριοτήτων ελέγχου και των μέσων που διατίθενται για σκοπούς ελέγχου.Ως εκ τούτου, ενδείκνυται να συνεχιστεί μέχρι τότε η παροχή χρηματοδοτικής στήριξης στα κράτη μέλη. Είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική διάθεση της κοινοτικής χρηματοδότησης με σκοπό να περιοριστούν οι διαπιστωθείσες αδυναμίες. Οι χρηματοδοτήσεις θα πρέπει να χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.Ένα ποσό δημοσιονομικής αναφοράς κατά την έννοια του σημείου 34 της διοργανικής συμφωνίας, της 6ης Μαΐου 1999, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού (4) εγγράφεται στην παρούσα απόφαση για όλη τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία θα δίδεται οικονομική ενίσχυση χωρίς να θίγονται οι αρμοδιότητες της αρχής που είναι αρμόδια για τον προϋπολογισμό, όπως καθορίζονται στη συνθήκη.Τα κράτη μέλη πρέπει να αξιολογούν τα προγράμματά τους και τον αντίκτυπο των δαπανών τους στον έλεγχο, την επιθεώρηση και την επιτήρηση, κάθε έτος και για ολόκληρη την περίοδο που καλύπτεται από την παρούσα απόφαση και την απόφαση 2001/431/ΕΚ.Πρέπει να ληφθούν μεταβατικά μέτρα για τις αιτήσεις επιστροφής δαπανών βάσει της απόφασης 2001/431/ΕΚ.Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχεια με τις διατάξεις της απόφασης 2001/431/ΕΚ, η παρούσα απόφαση θα πρέπει να ισχύσει από την 1η Ιανουαρίου 2004,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα απόφαση καθορίζει τους όρους βάσει των οποίων η Κοινότητα μπορεί να παρέχει χρηματοδοτική συμμετοχή σε κράτη μέλη για τα προγράμματα ελέγχου της αλιείας τους.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για το σκοπό της παρούσας απόφασης, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1.

«χρηματοδοτική συμμετοχή»: χρηματοδοτική συμμετοχή που καταβάλλεται από την Κοινότητα σε κράτος μέλος δυνάμει της παρούσας απόφασης·

2.

«πρόγραμμα ελέγχου της αλιείας»: πρόγραμμα που καταρτίζεται από κράτος μέλος για την παρακολούθηση, τον έλεγχο και την επιτήρηση σε τομείς που καλύπτονται από την κοινή αλιευτική πολιτική, όπως απαιτείται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002·

3.

«νέο κράτος μέλος»: χώρα η οποία εντάσσεται στην Κοινότητα την 1η Μαΐου 2004.

Άρθρο 3

Ετήσια προγράμματα ελέγχου της αλιείας

1.   Τα κράτη μέλη που επιθυμούν να λάβουν χρηματοδοτική συμμετοχή, κοινοποιούν στην Επιτροπή ετήσιο πρόγραμμα ελέγχου της αλιείας, το οποίο προσδιορίζει:

α)

τους στόχους του προγράμματος·

β)

τους διαθέσιμους ανθρώπινους πόρους·

γ)

τους διαθέσιμους οικονομικούς πόρους·

δ)

τον αριθμό των διαθέσιμων πλωτών μέσων και αεροσκαφών·

ε)

τον κατάλογο των δράσεων για τις οποίες επιδιώκεται χρηματοδοτική συμμετοχή·

στ)

το σύνολο των δαπανών που έχουν προγραμματιστεί για την υλοποίηση των δράσεων·

ζ)

χρονοδιάγραμμα υλοποίησης κάθε δράσης που περιέχεται στο πρόγραμμα·

η)

μια σειρά από δείκτες που χρησιμοποιούνται για να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα του προγράμματος.

2.   Όλα τα κράτη μέλη υποβάλουν το ετήσιο πρόγραμμα ελέγχου της αλιείας τους μέχρι την 1η Ιουνίου 2004 για το 2004 και μέχρι τις 31 Ιανουαρίου 2005 για το 2005.

3.   Λεπτομερείς κανόνες για το περιεχόμενο του προγράμματος ελέγχου της αλιείας καθορίζονται στο παράρτημα I μέρος A.

Άρθρο 4

Καλυπτόμενες δράσεις

1.   Τα σχέδια για τα οποία ζητείται χρηματοδοτική συμμετοχή αφορούν μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες δράσεις:

α)

αγορά, εγκατάσταση και τεχνική υποστήριξη για τεχνολογία πληροφορικής και δημιουργία δικτύων τεχνολογίας πληροφοριών προκειμένου να δοθεί δυνατότητα επαρκούς και ασφαλούς ανταλλαγής δεδομένων στον τομέα της παρακολούθησης, του ελέγχου και της επιτήρησης των αλιευτικών δραστηριοτήτων·

β)

αγορά και εξοπλισμός αλιευτικών σκαφών με:

i)

συσκευές ηλεκτρονικού εντοπισμού που καθιστούν δυνατή την τηλεπαρακολούθηση των σκαφών από κέντρο παρακολούθησης της αλιείας μέσω συστήματος παρακολούθησης σκαφών (ΣΠΣ)·

ii)

συσκευές ηλεκτρονικής καταγραφής και διαβίβασης δεδομένων, οι οποίες επιτρέπουν τη διαβίβαση δεδομένων από τα σκάφη·

γ)

πιλοτικά σχέδια που έχουν σχέση με νέες τεχνολογίες και εφαρμογή νέων τεχνολογιών στον τομέα του ελέγχου των αλιευτικών δραστηριοτήτων·

δ)

προγράμματα επιμόρφωσης και ανταλλαγής δημοσίων υπαλλήλων που είναι επιφορτισμένοι με καθήκοντα παρακολούθησης, ελέγχου και επιτήρησης στον τομέα της αλιείας·

ε)

εφαρμογή πιλοτικών συστημάτων επιθεώρησης και παρατηρητών·

στ)

ανάλυση κόστους/οφέλους και αξιολόγηση των συνολικών δαπανών που πραγματοποίησαν οι αρμόδιες αρχές για τη διεξαγωγή δραστηριοτήτων παρακολούθησης, ελέγχου και επιτήρησης της αλιείας·

ζ)

πρωτοβουλίες στις οποίες περιλαμβάνονται σεμινάρια και χρήση μέσων μαζικής ενημέρωσης που έχουν ως στόχο την καλύτερη ενημέρωση των αλιέων και άλλων παραγόντων του κλάδου, όπως είναι οι επιθεωρητές, οι εισαγγελείς και οι δικαστές, καθώς επίσης και του ευρέως κοινού σχετικά με την ανάγκη καταπολέμησης της μη υπεύθυνης και παράνομης αλιείας και την εφαρμογή των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής·

η)

αγορά και εκσυγχρονισμός πλωτών μέσων, αεροσκαφών και ελικοπτέρων που χρησιμοποιούνται για την επιθεώρηση και την επιτήρηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών.

2.   Λεπτομερείς κανόνες για τις καλυπτόμενες δράσεις καθορίζονται στο παράρτημα I μέρος B.

Άρθρο 5

Κοινοτικές πιστώσεις

1.   Το ποσό δημοσιονομικής αναφοράς για την εφαρμογή των δράσεων για τις οποίες παρέχεται χρηματοδοτική συνδρομή ανέρχεται σε 70 εκατομμύρια ευρώ για την περίοδο 2004/05. Οι ετήσιες πιστώσεις εγκρίνονται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός των ορίων των δημοσιονομικών προοπτικών.

2.   Στην απόφαση για τη χορήγηση κοινοτικής χρηματοδοτικής συμμετοχής που προβλέπεται από το άρθρο 6, η Επιτροπή δίδει προτεραιότητα σε δράσεις τις οποίες θεωρεί καταλληλότερες για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δραστηριοτήτων παρακολούθησης, ελέγχου και επιτήρησης, λαμβανομένων επίσης υπόψη των επιδόσεων των κρατών μελών κατά την εφαρμογή ήδη εγκριθέντων προγραμμάτων.

Άρθρο 6

Απόφαση για χρηματοδοτική συμμετοχή

1.   Βάσει των προγραμμάτων ελέγχου της αλιείας που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη, λαμβάνεται κάθε έτος απόφαση σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002. Η απόφαση καθορίζει:

α)

το συνολικό ποσό της χρηματοδοτικής συμμετοχής που χορηγείται σε κάθε κράτος μέλος για τις δράσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4·

β)

το ποσοστό της χρηματοδοτικής συμμετοχής·

γ)

τους όρους που εφαρμόζονται στη χρηματοδοτική συμμετοχή.

2.   Το ποσοστό της χρηματοδοτικής συμμετοχής δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50 % των επιλέξιμων δαπανών. Ωστόσο:

α)

για τις δράσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β), η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει τη χορήγηση ενός κατ’ αποκοπή ποσού ανά συσκευή εντοπισμού σκαφών ή για συσκευή που επιτρέπει την ηλεκτρονική καταγραφή και διαβίβαση δεδομένων·

β)

για τις δράσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και ζ), η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει ποσοστό συμμετοχής μεγαλύτερο από 50 % της επιλέξιμης δαπάνης·

γ)

για τις δράσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο η), το ποσοστό δεν μπορεί να υπερβεί το 50 % της επιλέξιμης δαπάνης για τα νέα κράτη μέλη και το 25 % για τα υφιστάμενα κράτη μέλη.

Άρθρο 7

Προκαταβολές

Κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης κράτους μέλους, η Επιτροπή μπορεί να χορηγήσει προκαταβολή ύψους μέχρι 50 % της χρηματοδοτικής συμμετοχής για ένα έτος. Το ποσό της προκαταβολής αφαιρείται από το τελικό ποσό της χρηματοδοτικής συμμετοχής που καταβάλλεται στο εν λόγω κράτος μέλος.

Εάν δεν αναληφθεί δεσμευτική υποχρέωση από την αρμόδια αρχή εντός της περιόδου που καθορίζεται στο άρθρο 8, οποιαδήποτε χορηγηθείσα προκαταβολή επιστρέφεται αμελλητί.

Άρθρο 8

Ανάληψη υποχρεώσεων δαπανών

Κάθε κράτος μέλος προβαίνει σε νομικές και δημοσιονομικές αναλήψεις υποχρεώσεων εντός δώδεκα μηνών από τη λήξη του έτους κατά το οποίο του κοινοποιήθηκε η απόφαση που αναφέρεται στο άρθρο 6.

Άρθρο 9

Εφαρμογή των σχεδίων

1.   Η έναρξη εφαρμογής των σχεδίων πραγματοποιείται σύμφωνα με χρονοδιάγραμμα που καθορίζεται στο ετήσιο πρόγραμμα ελέγχου της αλιείας και, οπωσδήποτε, εντός έτους από την ημερομηνία της ανάληψης υποχρεώσεων.

2.   Τα σχέδια ολοκληρώνονται σύμφωνα με το εν λόγω χρονοδιάγραμμα.

Άρθρο 10

Μη εφαρμογή των σχεδίων

Στην περίπτωση που ένα κράτος μέλος αποφασίσει να μην εφαρμόσει το σύνολο ή μέρος των σχεδίων για τα οποία του έχει παρασχεθεί χρηματοδοτική συμμετοχή, ενημερώνει αμελλητί την Επιτροπή αναφέροντας τις επιπτώσεις στο πρόγραμμα ελέγχου της αλιείας του.

Άρθρο 11

Επιλέξιμη δαπάνη

1.   Προκειμένου να είναι επιλέξιμη για επιστροφή, η δαπάνη πρέπει:

α)

να προβλέπεται από το πρόγραμμα ελέγχου της αλιείας·

β)

να έχει σχέση με τις δράσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4·

γ)

να αφορά σχέδια με κόστος μεγαλύτερο από 40 000 ευρώ, εκτός εάν πρόκειται για δράση που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία δ) και ζ)·

δ)

να απορρέει από νομικές και δημοσιονομικές αναλήψεις υποχρεώσεων στις οποίες προέβησαν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 8·

ε)

να αφορά έργα που τέθηκαν σε εφαρμογή σύμφωνα με το άρθρο 9.

2.   Ο φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) δεν είναι επιλέξιμος για επιστροφή.

3.   Δεν είναι επιλέξιμες οι δαπάνες για σχέδια τα οποία λαμβάνουν άλλη κοινοτική ενίσχυση.

4.   Για τα νέα κράτη μέλη, οι δαπάνες που πραγματοποιούνται από την 1η Ιανουαρίου 2004 είναι επιλέξιμες για επιστροφή εφόσον τηρούνται οι όροι που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση και στην απόφαση που αναφέρεται στο άρθρο 6.

Άρθρο 12

Αιτήσεις επιστροφής δαπανών

1.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή τις αιτήσεις τους για επιστροφή των δαπανών εντός εννέα μηνών από την ημερομηνία της πραγματοποίησής τους. Οι αιτήσεις δεν πρέπει να αφορούν ποσό μικρότερο από 20 000 ευρώ. Οι αιτήσεις για ποσό μικρότερο από 20 000 ευρώ δεν θα εξετάζονται, εκτός εάν αιτιολογούνται δεόντως.

Λεπτομερείς κανόνες για το περιεχόμενο των αιτήσεων επιστροφής δαπανών καθορίζονται στο παράρτημα I μέρος Γ.

2.   Οι αιτήσεις για σχέδια τα οποία δεν υλοποιήθηκαν σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) μπορούν να γίνονται δεκτές μόνον στην περίπτωση που η καθυστέρηση αιτιολογείται δεόντως. Στην περίπτωση που οι αιτήσεις αυτές δεν γίνονται δεκτές, είναι δυνατή η αποδέσμευση των κοινοτικών πιστώσεων. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, οι κοινοτικές πιστώσεις που αναφέρονται στην παρούσα απόφαση αποδεσμεύονται το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2008.

3.   Κατά την υποβολή αιτήσεων επιστροφής δαπανών, τα κράτη μέλη επαληθεύουν και πιστοποιούν ότι οι δαπάνες πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση, στην απόφαση που προβλέπεται στο άρθρο 6 και σύμφωνα με τους κανόνες για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων. Η αίτηση πρέπει να περιλαμβάνει δήλωση αναφορικά με την ακρίβεια και την ειλικρίνεια των διαβιβασθέντων λογαριασμών, σύμφωνα με το υπόδειγμα που περιέχεται στο παράρτημα II.

4.   Εάν η Επιτροπή θεωρήσει ότι η αίτηση δεν πληροί τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 3, ζητά από το κράτος μέλος να υποβάλει τις παρατηρήσεις του σχετικά με το θέμα. Εάν η εξέταση επιβεβαιώσει τη μη συμμόρφωση, η Επιτροπή απορρίπτει την επιστροφή του συνόλου ή μέρους των σχετικών δαπανών και, κατά περίπτωση, ζητά την επιστροφή των προκαταβολών.

Άρθρο 13

Νόμισμα

Όλα τα προγράμματα ελέγχου της αλιείας, οι αιτήσεις επιστροφής δαπανών και οι αιτήσεις πληρωμής προκαταβολών εκφράζονται σε ευρώ.

Τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στην τρίτη φάση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, προσδιορίζουν τη χρησιμοποιούμενη τιμή συναλλάγματος.

Η επιστροφή πραγματοποιείται σε ευρώ στη συναλλαγματική ισοτιμία του μήνα κατά τον οποίον η Επιτροπή παρέλαβε την αίτηση.

Άρθρο 14

Πληροφορίες

Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή και στο Ελεγκτικό Συνέδριο οποιεσδήποτε πληροφορίες ζητήσουν αναφορικά με την εφαρμογή της παρούσας απόφασης και της απόφασης που προβλέπεται στο άρθρο 6.

Διατηρούν στη διάθεση της Επιτροπής και του Ελεγκτικού Συνεδρίου δικαιολογητικά έγγραφα επί πέντε τουλάχιστον έτη από την ημερομηνία επιστροφής των δαπανών.

Άρθρο 15

Έλεγχοι

1.   Με την επιφύλαξη των ελέγχων που πραγματοποιούνται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους, κανονισμούς και διοικητικές διατάξεις, οι υπάλληλοι της Επιτροπής και του Ελεγκτικού Συνεδρίου μπορούν να διεξάγουν επιτόπιους ελέγχους για σχέδια τα οποία λαμβάνουν χρηματοδοτική συμμετοχή.

Η Επιτροπή μπορεί επίσης να ζητήσει από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να διεξαγάγει επιτόπιους ελέγχους για σχέδια που λαμβάνουν χρηματοδοτική συμμετοχή. Στους ελέγχους αυτούς μπορούν να συμμετέχουν υπάλληλοι της Επιτροπής και του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

2.   Εάν η Επιτροπή θεωρήσει ότι οι κοινοτικοί πόροι δεν χρησιμοποιήθηκαν σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση ή στην απόφαση που προβλέπεται στο άρθρο 6, ενημερώνει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Εάν δεν αντικρουστούν οι εκτιμήσεις της, η Επιτροπή μειώνει ή ακυρώνει τη χρηματοδοτική συμμετοχή για τα εν λόγω σχέδια. Οποιοδήποτε αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό επιστρέφεται στην Επιτροπή εντόκως.

Άρθρο 16

Εκθέσεις των κρατών μελών

Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή πληροφορίες οι οποίες της επιτρέπουν να επαληθεύσει τη χρησιμοποίηση της χρηματοδοτικής συμμετοχής και να αξιολογήσει την επίπτωση των μέτρων που προβλέπονται από την παρούσα απόφαση στις δραστηριότητες ελέγχου, επιθεώρησης και επιτήρησης.

Για το σκοπό αυτό, υποβάλλουν στην Επιτροπή:

α)

πριν από τις 30 Μαρτίου κάθε έτους, ενδιάμεση έκθεση αξιολόγησης σχετικά με το πρόγραμμα ελέγχου της αλιείας τους για το προηγούμενο έτος, η οποία καλύπτει τα ακόλουθα:

i)

υλοποιηθέντα σχέδια·

ii)

κόστος των σχεδίων·

iii)

συνέπειες για τα προγράμματα ελέγχου της αλιείας, με την εφαρμογή των δεικτών που απαριθμούνται στο πρόγραμμα·

iv)

οποιαδήποτε προσαρμογή του αρχικού προγράμματος·

β)

πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2006, τελική έκθεση αξιολόγησης η οποία καλύπτει τα ακόλουθα:

i)

υλοποιηθέντα σχέδια·

ii)

κόστος των σχεδίων·

iii)

συνέπειες για τα προγράμματα ελέγχου της αλιείας, με την εφαρμογή των δεικτών που απαριθμούνται στο πρόγραμμα·

iv)

οποιαδήποτε προσαρμογή του αρχικού προγράμματος·

v)

τον αντίκτυπο της χρηματοδοτικής συμμετοχής στα προγράμματα ελέγχου της αλιείας για ολόκληρη την περίοδο από το 2001 έως το 2005.

Άρθρο 17

Έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο

Βάσει των πληροφοριών που παρέχονται από τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 16, η Επιτροπή, μέχρι τις 30 Ιουνίου 2007 το αργότερο, υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης και της απόφασης 2001/431/ΕΚ.

Άρθρο 18

Μέτρα εφαρμογής

Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, θεσπίζονται λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002.

Άρθρο 19

Μεταβατικές διατάξεις

Από την 1η Μαΐου 2004, οι αιτήσεις επιστροφής που αφορούν τη χρηματοδοτική συμμετοχή για δαπάνες που εγκρίθηκαν βάσει της απόφασης 2001/431/ΕΚ υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 12, το παράρτημα I μέρος Γ και το παράρτημα II της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 20

Εφαρμογή

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2004.

Άρθρο 21

Παραλήπτες

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Λουξεμβούργο, 29 Απριλίου 2004.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. McDOWELL

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΜΕΡΟΣ A

Απαιτήσεις όσον αφορά τις ελάχιστες πληροφορίες για τα ετήσια προγράμματα ελέγχου της αλιείας που αναφέρονται στο άρθρο 3

1.

Για κάθε σχέδιο, το ετήσιο πρόγραμμα ελέγχου της αλιείας πρέπει να προσδιορίζει μία από τις δράσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4, καθώς και το στόχο, την περιγραφή, τον πλοιοκτήτη, τον τόπο, το εκτιμώμενο κόστος, τη διοικητική διαδικασία που πρόκειται να τηρηθεί και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης.

2.

Όσον αφορά τα πλωτά μέσα, τα αεροσκάφη και τα ελικόπτερα που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο η), το ετήσιο πρόγραμμα ελέγχου της αλιείας πρέπει επίσης να προσδιορίζει:

α)

το ποσοστό χρήσης τους από τις αρμόδιες αρχές για σκοπούς ελέγχου κατά τη διάρκεια της συνολικής δραστηριότητας ενός έτους·

β)

τον αριθμό ωρών ή ημερών χρήσης τους για σκοπούς ελέγχου της αλιείας κατά τη διάρκεια ενός έτους·

γ)

στην περίπτωση εκσυγχρονισμού, την προσδοκώμενη διάρκεια ζωής τους.

3.

Οποτεδήποτε είναι δυνατόν, πρέπει να δίδεται δημοσιότητα στη χρηματοδοτική συμμετοχή της Κοινότητας.

ΜΕΡΟΣ B

Λεπτομερείς κανόνες για επιλέξιμες δράσεις που καθορίζονται στο άρθρο 4

1.

Οι συσκευές εντοπισμού σκαφών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i) πρέπει να πληρούν τις διατάξεις που καθορίζονται από τους σχετικούς κοινοτικούς κανόνες.

2.

Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται για τη δράση που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο δ) επιστρέφονται στο βαθμό που είναι επιλέξιμες για επιστροφή σύμφωνα με τους σχετικούς εθνικούς κανόνες.

3.

Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται για την αγορά εξοπλισμού που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο η) μπορούν να επιστραφούν στο βαθμό που ο εξοπλισμός χρησιμοποιείται για τον έλεγχο της αλιευτικής δραστηριότητας, βάσει δηλώσεως του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

ΜΕΡΟΣ Γ

Κανόνες σχετικά με τις αιτήσεις επιστροφής δαπανών που αναφέρονται στο άρθρο 12

Οι αιτήσεις για επιστροφή δαπανών πρέπει να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

1.

παραπομπή στην απόφαση που αναφέρεται στο άρθρο 6 μαζί με το συνημμένο σε αυτήν πίνακα που προσδιορίζει τη χορηγούμενη ενίσχυση·

2.

κατάλογο όλων των δικαιολογητικών εγγράφων για κάθε σχέδιο·

3.

τα ποσά για τα οποία υποβάλλονται οι αιτήσεις χωρίς ΦΠΑ για κάθε σχέδιο·

4.

για κάθε σχέδιο για το οποίο υποβάλλεται αίτηση επιστροφής δαπανών σύντομη περιγραφή των αποτελεσμάτων η οποία να συνοδεύεται από αξιολόγηση των συνεπειών της επένδυσης στις δραστηριότητες παρακολούθησης, ελέγχου και επιτήρησης, καθώς και πρόβλεψη για τη χρήση του.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Image

Image


(1)  Γνώμη που διατυπώθηκε την 1η Απριλίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59.

(3)  ΕΕ L 154 της 9.6.2001, σ. 22.

(4)  ΕΕ C 172 της 18.6.1999, σ. 1· συμφωνία όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 2003/429/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 147 της 14.6.2003, σ. 25).


2.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 195/44


Διορθωτικό στην απόφαση 2004/466/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση του κοινού εγχειριδίου προκειμένου να συμπεριληφθεί διάταξη για επιλεκτικούς ελέγχους στα σύνορα όσον αφορά τους ανηλίκους που συνοδεύονται

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 157 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η απόφαση 2004/466/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 29ης Απριλίου 2004

για την τροποποίηση του κοινού εγχειριδίου προκειμένου να συμπεριληφθεί διάταξη για επιλεκτικούς ελέγχους στα σύνορα όσον αφορά τους ανηλίκους που συνοδεύονται

(2004/466/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 790/2001 του Συμβουλίου, της 24ης Απριλίου 2001, που επιφυλάσσει στο Συμβούλιο εκτελεστικές εξουσίες σχετικά με ορισμένες λεπτομερείς διατάξεις και πρακτικές διαδικασίες διενέργειας συνοριακών ελέγχων και επιτήρησης (1),

την πρωτοβουλία της Ιταλικής Δημοκρατίας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)(2)(3)(4)(5)(6)(7)

Είναι αναγκαίο να θεσπισθούν ειδικές διαδικασίες για τους ελέγχους εισόδου και εξόδου των προσώπων που διέρχονται από τα εξωτερικά σύνορα, συμπεριλαμβανομένων των ανηλίκων που συνοδεύονται, δεδομένου ιδίως ότι τα πρόσωπα που συνοδεύουν ή υποτίθεται ότι συνοδεύουν ανηλίκους στην πράξη είναι συχνά έμποροι ανθρώπινων όντων και θα πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη ώστε οι αρχές ελέγχου των συνόρων να είναι ιδιαίτερα προσεκτικές όσον αφορά όλους τους ανηλίκους που ταξιδεύουν.Στο σημείο 5 της δήλωσης της εκτελεστικής επιτροπής, της 9ης Φεβρουαρίου 1998, σχετικά με την απαγωγή ανηλίκων ορίζεται ότι είναι επίσης απαραίτητο να προβαίνουν οι αρχές που είναι υπεύθυνες για τον έλεγχο των συνόρων με τον συστηματικό έλεγχο των εγγράφων ταυτότητας και των ταξιδιωτικών εγγράφων των ανηλίκων. Αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικό όταν οι ανήλικοι ταξιδεύουν συνοδευόμενοι από έναν μόνο ενήλικο.Δυνάμει των άρθρων 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, το οποίο είναι προσαρτημένο στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτή ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της. Δεδομένου όμως ότι η παρούσα απόφαση αποσκοπεί στην ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν σύμφωνα με τις διατάξεις του τίτλου ΙV του μέρους ΙΙΙ της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία, σύμφωνα με το άρθρο 5 του προαναφερθέντος πρωτοκόλλου, θα αποφασίσει, εντός έξι μηνών αφότου το Συμβούλιο εκδώσει την παρούσα απόφαση, εάν θα την εισαγάγει ή όχι στο εθνικό της δίκαιο.Όσον αφορά την Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας, η παρούσα απόφαση αποτελεί εξέλιξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, κατά την έννοια της συμφωνίας που έχει συναφθεί στις 18 Μαΐου 1999 από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας, για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών, με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν που εντάσσεται στο πλαίσιο του άρθρου 1 σημείο Α της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, σχετικά με ορισμένες διατάξεις για την εφαρμογή της ως άνω συμφωνίας (2).Η παρούσα απόφαση αποτελεί περαιτέρω εξέλιξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στην οποία δεν συμμετέχει το Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με την απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (3). Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει, συνεπώς, στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν υπόκειται στην εφαρμογή της.Η παρούσα απόφαση αποτελεί περαιτέρω εξέλιξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στην οποία δεν συμμετέχει η Ιρλανδία, σύμφωνα με την απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (4). Συνεπώς, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν υπόκειται στην εφαρμογή της.Η παρούσα απόφαση αποτελεί πράξη η οποία αναπτύσσει το κεκτημένο του Σένγκεν ή άλλως πως συνδέεται με αυτό, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 της πράξης προσχώρησης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Στο τμήμα ΙΙ σημείο 6.8.1 δεύτερο εδάφιο του κοινού εγχειριδίου, η πρόταση «Το προσωπικό ελέγχου θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικό ως προς τους ανηλίκους οι οποίοι ταξιδεύουν ασυνόδευτοι», τροποποιείται ως εξής: «Το προσωπικό ελέγχου πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικό ως προς τους ανηλίκους που ταξιδεύουν είτε συνοδεύονται είτε είναι ασυνόδευτοι».

Άρθρο 2

Η απόφαση αρχίζει να ισχύει την επόμενη μέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 3

Η απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Λουξεμβούργο, 29 Απριλίου 2004.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. McDOWELL


(1)  ΕΕ L 116 της 26.4.2001, σ. 5.

(2)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31.

(3)  ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43.

(4)  ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20.