ISSN 1725-2415

doi:10.3000/17252415.C_2011.216.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

54ό έτος
22 Ιουλίου 2011


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

 

ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

 

Συμβούλιο

2011/C 216/01

Σύσταση του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2011, σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Πορτογαλίας για το 2011

1

2011/C 216/02

Σύσταση του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2011, για το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Φινλανδίας για το 2011 και για έκδοση γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας της Φινλανδίας για την περίοδο 2011-2014

3

2011/C 216/03

Σύσταση του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2011, σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων 2011 της Ρουμανίας και έκδοσης γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης της Ρουμανίας, για την περίοδο 2011-2014

6

 

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

 

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων

2011/C 216/04

Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών

9

 

II   Ανακοινώσεις

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ, ΤΑ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2011/C 216/05

Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την αρχή που είναι εξουσιοδοτημένη για την έκδοση πιστοποιητικών γνησιότητας στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 620/2009

17

2011/C 216/06

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.6151 — PetroChina/INEOS/JV) ( 1 )

18

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ, ΤΑ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

2011/C 216/07

Ρύθμιση σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου — Απόφαση του Προεδρείου, της 28ης Νοεμβρίου 2001

19

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2011/C 216/08

Ισοτιμίες του ευρώ

25

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

2011/C 216/09

Ενημέρωση του καταλόγου των αδειών διαμονής στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 2 παράγραφος 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 562/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (EE C 247 της 13.10.2006, σ. 1EE C 153 της 6.7.2007, σ. 5ΕΕ C 192 της 18.8.2007, σ. 11ΕΕ C 271 της 14.11.2007, σ. 14ΕΕ C 57 της 1.3.2008, σ. 31ΕΕ C 134 της 31.5.2008, σ. 14ΕΕ C 207 της 14.8.2008, σ. 12ΕΕ C 331 της 21.12.2008, σ. 13ΕΕ C 3 της 8.1.2009, σ. 5ΕΕ C 64 της 19.3.2009, σ. 15ΕΕ C 198 της 22.8.2009, σ. 9ΕΕ C 239 της 6.10.2009, σ. 2ΕΕ C 298 της 8.12.2009, σ. 15ΕΕ C 308 της 18.12.2009, σ. 20ΕΕ C 35 της 12.2.2010, σ. 5ΕΕ C 82 της 30.3.2010, σ. 26ΕΕ C 103 της 22.4.2010, σ. 8ΕΕ C 108 της 7.4.2011, σ. 6ΕΕ C 157 της 27.5.2011, σ. 5ΕΕ C 201 της 8.7.2011, σ. 1)

26

2011/C 216/10

Πληροφορίες που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη για τις κρατικές ενισχύσεις οι οποίες χορηγούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1857/2006 της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης EK στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001

29

2011/C 216/11

Ανακοίνωση της Επιτροπής δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κοινούς κανόνες εκμετάλλευσης των αεροπορικών γραμμών στην Κοινότητα — Υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας σε τακτικές αεροπορικές γραμμές ( 1 )

31

 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2011/C 216/12

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.6313 — Ashland/International Specialty Products) ( 1 )

32

2011/C 216/13

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.6276 — AIF VII Euro Holdings/Ascometal) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

33

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

Συμβούλιο

22.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/1


ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 12ης Ιουλίου 2011

σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Πορτογαλίας για το 2011

2011/C 216/01

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 121 παράγραφος 2 και 148 παράγραφος 4,

Έχοντας υπόψη τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής Απασχόλησης,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 26 Μαρτίου 2010, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε με την πρόταση της Επιτροπής για την δρομολόγηση της στρατηγικής για την Ευρώπη 2020, μιας νέας στρατηγικής για την ανάπτυξη και την απασχόληση, η οποία, βασιζόμενη στο μεγαλύτερο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών, θα εστιαστεί σε νευραλγικούς τομείς στους οποίους απαιτείται δράση ώστε να ενισχυθεί το δυναμικό βιώσιμης ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης.

(2)

Στις 13 Ιουλίου 2010, το Συμβούλιο εξέδωσε σύσταση σχετικά με τους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής των κρατών μελών και της Ένωσης (2010 έως 2014) και στις 21 Οκτωβρίου 2010 το Συμβούλιο εξέδωσε απόφαση σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών (1), οι οποίες από κοινού αποτελούν τις «ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές». Τα κράτη μέλη καλούνταν να λαμβάνουν τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές υπόψη στις εθνικές οικονομικές πολιτικές και πολιτικές απασχόλησης.

(3)

Στις 12 Ιανουαρίου 2011 η Επιτροπή εξέδωσε την πρώτη Ετήσια Επισκόπηση Ανάπτυξης, η οποία σηματοδοτεί την έναρξη ενός νέου κύκλου οικονομικής διακυβέρνησης στην ΕΕ και του πρώτου Ευρωπαϊκού Εξαμήνου εκ των προτέρων και ολοκληρωμένου συντονισμού πολιτικής, το οποίο εντάσσεται στη στρατηγική «Ευρώπη 2020».

(4)

Στις 25 Μαρτίου 2011, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προσυπέγραψε τις προτεραιότητες για τη δημοσιονομική εξυγίανση και τη διαρθρωτική μεταρρύθμιση (σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 15ης Φεβρουαρίου και της 7ης Μαρτίου 2011 και κατόπιν της Ετήσιας Επισκόπησης της Ανάπτυξης που εκπόνησε η Επιτροπή). Τόνισε ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην αποκατάσταση υγιών προϋπολογισμών και στη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, στη μείωση της ανεργίας μέσω μεταρρυθμίσεων της αγοράς εργασίας και στην καταβολή νέων προσπαθειών για την ενίσχυση της οικονομικής μεγέθυνσης. Ζήτησε από τα κράτη μέλη να ενσωματώσουν αυτές τις προτεραιότητες σε συγκεκριμένα μέτρα που θα ενταχθούν στα αντίστοιχά τους προγράμματα σταθερότητας ή σύγκλισης και στα εθνικά τους προγράμματα μεταρρυθμίσεων.

(5)

Στις 25 Μαρτίου 2011, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε επίσης τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στο Σύμφωνο για το Ευρώ + να υποβάλουν εγκαίρως τις δεσμεύσεις τους, που θα περιληφθούν στα δικά τους προγράμματα σταθερότητας ή σύγκλισης και στα εθνικά τους προγράμματα μεταρρυθμίσεων. Οι συγκεκριμένες δεσμεύσεις και δράσεις για το 2011 δεν έχουν ανακοινωθεί ρητά στο πλαίσιο του πορτογαλικού εθνικού προγράμματος μεταρρυθμίσεων, αλλά αναμένεται να υποβληθούν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.

(6)

Στις 23 Μαρτίου 2011, η πορτογαλική κυβέρνηση υπέβαλε ένα πρόγραμμα σταθερότητας για την περίοδο 2011-2014 στο εθνικό κοινοβούλιο, το οποίο το απέρριψε. Στις 19 Απριλίου 2011, η πορτογαλική κυβέρνηση υπέβαλε ένα εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων. Τα προταθέντα μακροοικονομικά και δημοσιονομικά σενάρια, καθώς και οι συστάσεις πολιτικής έχουν ξεπεραστεί σε σχέση με το Μνημόνιο Συναντίληψης που υπογράφηκε στις 17 Μαΐου 2011.

(7)

Στις 17 Μαΐου 2011, το Συμβούλιο ενέκρινε την εκτελεστική απόφαση αριθ. 2011/344/ΕΕ προκειμένου να διατεθεί στην Πορτογαλία μεσοπρόθεσμη χρηματοδοτική βοήθεια για την τριετή περίοδο 2001-2014, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 407/2010 του Συμβουλίου της 11ης Μαΐου 2010 για τη θέσπιση ευρωπαϊκού μηχανισμού χρηματοοικονομικής σταθεροποίησης (2). Το συνοδευτικό Μνημόνιο Συναντίληψης υπογράφηκε την ίδια ημέρα και τα διαδοχικά συμπληρώματά του καθορίζουν τους όρους οικονομικής πολιτικής υπό τους οποίους εκταμιεύεται η οικονομική βοήθεια.

(8)

Το 2010, το ΑΕΠ της Πορτογαλίας αυξήθηκε κατά 1,3 %. Μαζί με την ισχυρή αύξηση των εξαγωγών, ο εν λόγω θετικός ρυθμός ανάπτυξης οφειλόταν ωστόσο σε εξαιρετικούς παράγοντες που αύξησαν την ιδιωτική κατανάλωση. Οι εξελίξεις των τιμών και του κόστους ήταν σαφώς ανεπαρκείς για να τονώσουν την ανταγωνιστικότητα σε ρυθμό επαρκώς ταχύ ώστε να μειωθεί το υψηλό έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της, το οποίο το 2010 ανερχόταν στο 10 % του ΑΕΠ. Η ασθενής σε γενικές γραμμές οικονομία και η απότομη αύξηση της ανεργίας (11,2 % στα τέλη του 2010), οδήγησαν σε μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα, που υπερέβησαν το 10 % του ΑΕΠ το 2009 και το 9 % το 2010, σημειώνοντας άνοδο από το 3,5 % του 2008. Οι δυσμενείς εξελίξεις των δημοσίων οικονομικών σε συνδιασμό με τις δυσμενείς προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης οδήγησαν πρόσφατα σε επιδείνωση της εμπιστοσύνης και σε αυξανόμενες πιέσεις στις αγορές κρατικών ομολόγων εντείνοντας τις ανησυχίες για τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών της. Μετά από διαδοχικές υποβαθμίσεις των πορτογαλικών ομολόγων από τους οίκους πιστοληπτικής διαβάθμισης, η χώρα κατέστη αδύνατο να αναχρηματοδοτηθεί με επιτόκια που θα επέτρεπαν μακροπρόθεσμη δημοσιονομική βιωσιμότητα Παράλληλα, ο τραπεζικός κλάδος, ο οποίος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εξωτερική χρηματοδότηση, ιδιαίτερα εντός της ευρωζώνης, ήταν όλο και περισσότερο αποκομμένος από την χρηματοδότηση στις αγορές.

(9)

Η Πορτογαλία δεσμεύτηκε να εφαρμόσει το πρόγραμμα οικονομικής και δημοσιονομικής προσαρμογής με στόχο την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους της και στον τραπεζικό κλάδο και τη στήριξη της ανάπτυξης και της απασχόλησης. Το πρόγραμμα προβλέπει την ανάληψη ολοκληρωμένης δράσης προς τρεις κατευθύνσεις: (i) αξιόπιστη και ισορροπημένη στρατηγική δημοσιονομικής εξυγίανσης, υποστηριζόμενη από διαρθρωτικά δημοσιονομικά μέτρα και καλύτερο δημοσιονομικό έλεγχο, (ii) εμπροσθοβαρείς και σε βάθος διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και στις αγορές εργασίας και προϊόντων, και (iii) προσπάθειες για την προστασία του χρηματοπιστωτικού τομέα έναντι άτακτης απομόχλευσης μέσω μηχανισμών της αγοράς με την υποστήριξη εφεδρικών διευκολύνσεων.

(10)

Η Επιτροπή έχει αξιολογήσει το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων. Έχει λάβει υπόψη όχι μόνο τη σημασία του για τη βιώσιμη δημοσιονομική και κοινωνικοοικονομική πολιτική στην Πορτογαλία, αλλά και την συμμόρφωση προς τους κανόνες και τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ, δεδομένης της ανάγκης να ενισχυθεί η γενική οικονομική διακυβέρνηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω της συνεκτίμησης στοιχείων σε επίπεδο ΕΕ κατά τη διαμόρφωση των μελλοντικών εθνικών αποφάσεων. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή τονίζει ότι επείγει η εφαρμογή των προγραμματισμένων μέτρων με σκοπό την συμμόρφωση προς την εκτελεστική απόφαση 2011/344.

ΣΥΝΙΣΤΑ να αναλάβει η Πορτογαλία δράση ώστε:

Να εφαρμοστούν τα μέτρα που προβλέπονται στην εκτελεστική απόφαση 2011/344 και εξειδικεύονται περαιτέρω στο Μνημόνιο Συναντίληψης της 17ης Μαΐου 2011 και στα μεταγενέστερα συμπληρώματά του.

Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2011.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. VINCENT-ROSTOWSKI


(1)  Διατηρούνται για το 2011 με την απόφαση 2011/308/ΕΕ του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2011, για τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών (ΕΕ L 138 της 26.5.2011, σ. 56).

(2)  ΕΕ L 118 της 12.5.2010, σ. 1


22.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/3


ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 12ης Ιουλίου 2011

για το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Φινλανδίας για το 2011 και για έκδοση γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας της Φινλανδίας για την περίοδο 2011-2014

2011/C 216/02

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως τα άρθρα 121 παράγραφος 2 και 148 παράγραφος 4,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (1) και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 3,

Έχοντας υπόψη τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής Απασχόλησης,

Αφού ζήτησε τη γνώμη της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 26 Μαρτίου 2010, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε με την πρόταση της Επιτροπής για τη δρομολόγηση της στρατηγικής για την Ευρώπη 2020, μιας νέας στρατηγικής για την ανάπτυξη και την απασχόληση, η οποία, βασιζόμενη στον μεγαλύτερο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών, θα εστιαστεί σε νευραλγικούς τομείς στους οποίους απαιτείται δράση ώστε να ενισχυθεί το δυναμικό βιώσιμης ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης.

(2)

Στις 13 Ιουλίου 2010, το Συμβούλιο εξέδωσε σύσταση σχετικά με τους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής των κρατών μελών και της Ένωσης (2010 έως 2014) και, στις 21 Οκτωβρίου 2010, το Συμβούλιο εξέδωσε απόφαση σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών (2), οι οποίες από κοινού αποτελούν τις «ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές». Τα κράτη μέλη καλούνταν να λαμβάνουν τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές υπόψη στις εθνικές οικονομικές πολιτικές και πολιτικές απασχόλησης.

(3)

Στις 12 Ιανουαρίου 2011 η Επιτροπή εξέδωσε την πρώτη Ετήσια Επισκόπηση Ανάπτυξης, η οποία σηματοδοτεί την έναρξη ενός νέου κύκλου οικονομικής διακυβέρνησης στην ΕΕ και του πρώτου Ευρωπαϊκού Εξαμήνου εκ των προτέρων και ολοκληρωμένου συντονισμού πολιτικής, το οποίο εντάσσεται στη στρατηγική Ευρώπη 2020.

(4)

Στις 25 Μαρτίου 2011, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προσυπέγραψε τις προτεραιότητες για τη δημοσιονομική εξυγίανση και τη διαρθρωτική μεταρρύθμιση (σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 15ης Φεβρουαρίου και της 7ης Μαρτίου 2011 και κατόπιν της Ετήσιας Επισκόπησης της Ανάπτυξης που εκπόνησε η Επιτροπή). Τόνισε ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην αποκατάσταση υγιών προϋπολογισμών και στη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών, στη μείωση της ανεργίας μέσω μεταρρυθμίσεων της αγοράς εργασίας και στην καταβολή νέων προσπαθειών για την ενίσχυση της οικονομικής μεγέθυνσης. Ζήτησε από τα κράτη μέλη να ενσωματώσουν αυτές τις προτεραιότητες σε συγκεκριμένα μέτρα που θα ενταχθούν στα αντίστοιχά τους προγράμματα σταθερότητας ή σύγκλισης και στα εθνικά τους προγράμματα μεταρρυθμίσεων.

(5)

Στις 25 Μαρτίου 2011, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε επίσης τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στο Σύμφωνο για το Ευρώ + να υποβάλουν εγκαίρως τις δεσμεύσεις τους, προκειμένου να περιληφθούν στα αντίστοιχά τους προγράμματα σταθερότητας ή σύγκλισης και στα εθνικά τους προγράμματα μεταρρυθμίσεων.

(6)

Στις 6 Απριλίου 2011, η Φινλανδία υπέβαλε το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας για το 2011 που κάλυπτε το χρονικό διάστημα 2011-2014 και το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για το 2011. Για να ληφθεί υπόψη η αλληλεξάρτησή τους, τα δύο προγράμματα αξιολογήθηκαν ταυτόχρονα.

(7)

Στο ναδίρ της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, η Φινλανδία σημείωσε μια άκρως απότομη μείωση του ΑΕΠ, δεδομένου ότι παραδοσιακά η οικονομία της εξαρτάται από τις εξαγωγικές επιδόσεις της βιομηχανίας της χώρας. Το 2009 το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 8,2 % λόγω της εξαιρετικά απότομης πτώσης των εξαγωγών (μείωση κατά 20 %), προκαλώντας έλλειψη εμπιστοσύνης και αντίστοιχο αρνητικό αντίκτυπο στις επενδύσεις. Ο δείκτης ανεργίας αυξήθηκε κατά 2 περίπου ποσοστιαίες μονάδες, από 6,4 % του εργατικού δυναμικού το 2008 σε 8,3 % το 2010. Η οικονομική ανάκαμψη ήταν έντονη και το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 3,1 % το 2010, υποστηριζόμενο τόσο από την εγχώρια ζήτηση όσο και την ανάκαμψη των εξαγωγών. Μετά από σύντομη ύφεση το 2009, οι τιμές ακίνητης περιουσίας και ο όγκος της κατασκευής κατοικιών επανήλθαν ταχέως και μάλιστα σε ανώτερα επίπεδα σε σχέση με την περίοδο πριν από την κρίση, προκαλώντας και κάποιες ανησυχίες για την υπέρμετρη αύξηση της αγοράς ακινήτων. Η Φινλανδία ανεδύθη από την οικονομική κρίση με ένα γενικό δημόσιο έλλειμμα της τάξης του 2,5 % του ΑΕΠ το 2010 και δημόσιο χρέος 48,5 % του ΑΕΠ.

(8)

Βασιζόμενο στην αξιολόγηση του επικαιροποιημένου προγράμματος σταθερότητας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97, το Συμβούλιο είναι της γνώμης ότι το μακροοικονομικό σενάριο στο οποίο στηρίζονται οι προβλέψεις του προγράμματος σταθερότητας είναι ρεαλιστικό για την περίοδο 2011-2012, αλλά ελαφρά ευνοϊκότερο για τη μετέπειτα περίοδο. Για την περίοδο 2011-2012, το μακροοικονομικό σενάριο συμβαδίζει με τις εαρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής. Για την περίοδο 2013-2015, το πρόγραμμα σταθερότητας προβλέπει ανάπτυξη περίπου 2 % του ΑΕΠ, δηλαδή ελαφρά μεγαλύτερη από την εκτίμηση της δυνητικής ανάπτυξης του 1,5 %, και συνεπώς μπορεί να εγκυμονεί κάποιους κινδύνους δυσμενούς εξέλιξης. Στόχος της δημοσιονομικής στρατηγικής είναι να μειωθεί το έλλειμμα στο 0,9 % του ΑΕΠ για το 2011 και στο 0,7 % για το 2012, αντικατοπτρίζοντας την κυκλική βελτίωση της οικονομίας και το αποτέλεσμα ορισμένων μέτρων εξυγίανσης που είχαν ληφθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση. Εντούτοις, το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας δεν προβλέπει περαιτέρω δημοσιονομική εξυγίανση μετά την περίοδο 2013-2015. Οι κίνδυνοι που περιβάλλουν τους δημοσιονομικούς στόχους φαίνεται ότι είναι ισορροπημένοι. Ο σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου προέρχεται από το παγκόσμιο μακροοικονομικό περιβάλλον, που παραδοσιακά έχει εντονότερο αντίκτυπο στη φινλανδική οικονομία η οποία εξαρτάται από τις εξαγωγές.

(9)

Η πρόσφατη επικαιροποίηση του προγράμματος σταθερότητας δεν περιλαμβάνει μεσοπρόθεσμα χρήση των βελτιωμένων προβλέψεων στις οικονομικές προϋποθέσεις για εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών. Ενώ ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος (ΜΔΣ), ο οποίος έχει τεθεί από τη φινλανδική κυβέρνηση, για διαρθρωτικό πλεόνασμα ύψους 0,5 % του ΑΕΠ, αναμένεται ότι θα επιτευχθεί το 2011, για τα επόμενα έτη το διαρθρωτικό ισοζύγιο αναμένεται ότι δεν θα επιτύχει τον προκαθορισμένο στόχο.

(10)

Σύμφωνα με την τελευταία εκτίμηση της Επιτροπής, οι κίνδυνοι σχετικά με τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών φαίνονται ότι είναι μέτριοι. Αν και μία από τις προτεραιότητες διαδοχικών κυβερνήσεων της Φινλανδίας είναι η λήψη μέτρων για να αντιμετωπιστεί ο αντίκτυπος της δημογραφικής γήρανσης, η χώρα αντιμετωπίζει ισχυρή και άμεση δημογραφική μεταβολή και υφίσταται ακόμα εμφανές κενό ως προς τη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Η πρόκληση αυτή έχει επιπτώσεις σε πολλούς τομείς πολιτικής. Η γήρανση του πληθυσμού θα οδηγήσει στη σημαντική αύξηση της ζήτησης υπηρεσιών που συνδέονται με το γήρας, οι οποίες, στη Φινλανδία παρέχονται, κατά κύριο λόγο, από την τοπική αυτοδιοίκηση. Από διάφορες μελέτες έχει προκύψει ότι, κατά τα τελευταία έτη, η βελτίωση της παραγωγικότητας στις δημόσιες υπηρεσίες ήταν πενιχρή. Οι φινλανδικές αρχές έχουν ήδη θέσει σε εφαρμογή διάφορα μεταρρυθμιστικά μέτρα για την αναδιάρθρωση των δημόσιων υπηρεσιών και την τόνωση της παραγωγικότητας, τόσο στο κεντρικό όσο και στο τοπικό επίπεδο. Οι σχετικά μεγάλες επενδύσεις στις τεχνολογίες της πληροφορίας στον δημόσιο τομέα δεν έχουν αποφέρει ακόμη εμφανή αποτελέσματα στη βελτίωση της παραγωγικότητας, γεγονός που σημαίνει ότι χρειάζονται διαρθρωτικές και διοικητικές αλλαγές που θα συνοδεύσουν τις επενδύσεις. Γενικά, υπάρχουν ακόμη περιθώρια για πρόσθετα μέτρα ώστε να επιτευχθούν κέρδη στην παραγωγικότητα και εξοικονόμηση κόστους στην παροχή δημόσιων υπηρεσιών.

(11)

Η σημερινή αύξηση της μακρόχρονης ανεργίας προκαλεί ανησυχία. Μεταξύ 2005 και 2008, η μακρόχρονη ανεργία είχε μειωθεί σημαντικά· άρχισε όμως πάλι να αυξάνεται το 2009. Στο τέλος Μαρτίου του 2011, ο αριθμός των επί μακρόν ανέργων έφθανε τους 57 400, δηλαδή αύξηση κατά 12 400 έναντι του προηγούμενου έτους. Πολλοί από τους επί μακρόν άνεργους ευρίσκονται σήμερα στην ομάδα ηλικίας 55-64 ετών. Λόγω των μοντέλων συνταξιοδότησης, η μεγαλύτερη αύξηση ανεργίας θα σημειωθεί στην ομάδα ηλικίας 45-54 ετών. Αν και ο δείκτης μακρόχρονης ανεργίας στη Φινλανδία ευρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, το θέμα πρέπει να εξεταστεί υπό το πρίσμα της εξασφάλισης εργατικού δυναμικού στο μέλλον καθώς και υπό το πρίσμα της κοινωνικής ένταξης. Η πείρα έχει καταδείξει ότι η μακρόχρονη ανεργία, μεταξύ άλλων, αυξάνει τον κίνδυνο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Παρά το γεγονός ότι οι φινλανδικές αρχές αναγνωρίζουν ότι η μακρόχρονη ανεργία αποτελεί επείγον ζήτημα, μέχρι στιγμής δεν έχει σχεδιαστεί καμία ολοκληρωμένη στρατηγική προς καταπολέμησή της. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, η Φινλανδία προεξέτεινε αποτελεσματικά τα μέτρα της ενεργούς πολιτικής της αγοράς εργασίας της (ΕΠΑΕ) για να καταπολεμήσει την ανεργία των νέων. Αν και αυτό συνέβαλε στη μείωση της ανεργίας των νέων κατά την περίοδο 2010-2011, αυτή παραμένει πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ, και ίσως να χρειαστεί η λήψη νέων μέτρων. Κατά τον ίδιο τρόπο, η ενίσχυση και η καλύτερη στοχοθέτηση των μέτρων της ΕΠΑΕ θα συνέβαλε στην αναστροφή της αρνητικής τάσης που σημειώνει η μακρόχρονη ανεργία.

(12)

Ενόψει δημογραφικών αλλαγών, ο μεγαλύτερος δείκτης απασχόλησης εργαζόμενων μεγαλύτερης ηλικίας είναι σημαντικός για τα δημόσια οικονομικά και καθοριστικός προκειμένου για την κάλυψη της προσφοράς εργατικού δυναμικού στο μέλλον. Το συνταξιοδοτικό σύστημα της Φινλανδίας έτυχε μεταρρύθμισης το 2005 και το 2009 οι συνταξιοδοτικές παροχές εξαρτήθηκαν από συντελεστή προσδόκιμου ζωής. Εντούτοις, η νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης δεν συνδέεται επί του παρόντος με το προσδόκιμο ζωής. Δεδομένης της συνεχούς αύξησης του προσδόκιμου ζωής, μια τέτοια εξάρτηση θα συνέβαλε όχι μόνο στην προσφορά εργασίας αλλά και στην εξασφάλιση επαρκών συντάξεων. Κατά τα τελευταία έτη μειώθηκαν τα προγράμματα πρόωρης συνταξιοδότησης, αλλά υπάρχει ακόμα περιθώριο για περαιτέρω μέτρα που θα τονώσουν τα κίνητρα απασχόλησης των μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενων. Για παράδειγμα, το επίδομα ανεργίας για τους μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενους λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό κατά τον ίδιο τρόπο όπως η καταργηθείσα σύνταξη ανεργίας. Παρά τις βελτιώσεις που σημειώθηκαν κατά την τελευταία δεκαετία, ο δείκτης απασχόλησης ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας και η ηλικία πραγματικής εξόδου από την εργασία είναι πολύ χαμηλός. Η αναπηρία είναι πολύ συχνά η αιτία πρόωρης συνταξιοδότησης. Η αύξηση της ηλικίας πραγματικής εξόδου από την εργασία απαιτεί μέτρα που θα λαμβάνουν υπόψη την ποιότητα του εργασιακού βίου, και μεταξύ άλλων την ευημερία και υγεία των εργαζομένων. Αυτό έχει σημασία, ειδικότερα υπό το πρίσμα του μεγάλου αριθμού ατόμων με αναπηρικές συντάξεις. Από το 2009, η Φινλανδία έχει δαπανήσει περίπου 21 εκατομμύρια EUR σε έργα για την βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος. Ο αντίκτυπος αυτών των πρωτοβουλιών χρήζει εκτίμησης. Η συμμετοχή στη διά βίου μάθηση ήταν ανέκαθεν πολύ μεγάλη στη Φινλανδία και θα συνεχίσει να παραμένει στα ίδια υψηλά επίπεδα λόγω των απαιτήσεων για νέες ειδικότητες που ανακύπτουν καθώς και λόγω των δημογραφικών αλλαγών.

(13)

Ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός, ιδίως στον τομέα της παροχής υπηρεσιών, έχει αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία για την τόνωση της παραγωγικότητας και την ενδυνάμωση της δυνητικής οικονομικής ανάπτυξης. Η απομακρυσμένη θέση της Φινλανδίας και η χαμηλή πυκνότητα του πληθυσμού της αποδυναμώνουν τον επιχειρηματικό ανταγωνισμό, και έχουν συνέπεια τον σχετικά χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης της ανταγωνιστικότητας στους τομείς μη εμπορευσίμων. Οι υφιστάμενες επιχειρησιακές δομές παρουσιάζουν μερικές φορές ιδιαίτερα υψηλό βαθμό συγκέντρωσης, ιδίως στη βιομηχανία τροφίμων ή στο χονδρικό ή λιανικό εμπόριο. Αυτό μπορεί να έχει συμβάλει στο σχετικά υψηλό επίπεδο των τιμών καταναλωτικών αγαθών, αν και οι μακρές αποστάσεις των μεταφορών μπορεί, και αυτές, να παίζουν κάποιο ρόλο. Οι λιανικές τιμές ευρίσκονται μεταξύ των υψηλοτέρων στην ΕΕ. Ο ανταγωνισμός στο λιανικό εμπόριο εξακολουθεί να εμποδίζεται εν μέρει από κανονιστικές ρυθμίσεις, παρά τη σχετική πρόσφατη χαλάρωση, και από φραγμούς στις ξένες και εγχώριες επιχειρήσεις που εισέρχονται στην αγορά και εξέρχονται από αυτή.

(14)

Στο πρόγραμμα σταθερότητας και στο εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Φινλανδίας δεν καθορίζονται ρητά ειδικές δεσμεύσεις στο πλαίσιο του Συμφώνου για το Ευρώ +, αλλά αναμένεται ότι θα υποβληθούν αμέσως μόλις σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση.

(15)

Η Επιτροπή έχει αξιολογήσει το πρόγραμμα σταθερότητας και το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνο τη σημασία τους για μια διατηρήσιμη δημοσιονομική και κοινωνικοοικονομική πολιτική στη Φινλανδία αλλά και την εκ μέρους τους τήρηση των ενωσιακών κανόνων και κατευθύνσεων, δεδομένης της ανάγκης ενδυνάμωσης της όλης οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ. Θεωρεί ότι μεσοπρόθεσμα θα πρέπει να οριστούν μέτρα εξυγίανσης και ότι θα χρειαστεί περαιτέρω δράση για να βελτιωθεί η διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών, συμπεριλαμβανομένης και της ώθησης της παραγωγικότητας του δημόσιου τομέα. Θα πρέπει επίσης να ληφθούν περαιτέρω μέτρα ώστε αφενός να αυξηθούν τα κίνητρα εργασίας και η ηλικία πραγματικής εξόδου από την αγορά εργασίας, και αφετέρου να ενδυναμωθεί η παραγωγικότητα και ο ανταγωνισμός στις αγορές του τομέα της παροχής υπηρεσιών.

(16)

Βάσει της αξιολόγησης αυτής και λαμβάνοντας υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 2ας Ιουνίου 2010, το Συμβούλιο εξέτασε την επικαιροποίηση για το 2011 του προγράμματος σταθερότητας της Φινλανδίας και η γνώμη του (3) αντικατοπτρίζεται ειδικότερα στις συστάσεις του αριθ. (1) και (2) κατωτέρω. Λαμβάνοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 25ης Μαρτίου 2011, το Συμβούλιο εξέτασε το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Φινλανδίας,

ΣΥΝΙΣΤΑ να αναλάβει η Φινλανδία δράση κατά την περίοδο 2011-2012 ώστε:

1.

Να συνεχιστεί η δημοσιονομική εξυγίανση κάνοντας χρήση τυχόν απροσδόκητων εσόδων για να μειωθεί το έλλειμμα και παράλληλα λαμβάνοντας πρόσθετα μέτρα για να διατηρήσει τη δημοσιονομική θέση πάνω από τον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο, ιδίως μέσω της συμμόρφωσης προς τον δείκτη αναφοράς των μεσοπρόθεσμων δαπανών.

2.

Να λάβει περαιτέρω μέτρα ώστε να επιτευχθεί αύξηση της παραγωγικότητας και μείωση του κόστους ως προς την παροχή δημόσιων υπηρεσιών, περιλαμβανόμενων και διαρθρωτικών αλλαγών, για να υπάρξει απόκριση στις προκλήσεις που απορρέουν από τη γήρανση του πληθυσμού.

3.

Να στοχοθετήσει καλύτερα τα μέτρα υπέρ της ενεργού αγοράς εργασίας προς τους επί μακρόν άνεργους και τους νέους.

4.

Να λάβει μέτρα ώστε να βελτιωθεί η δυνατότητα πρόσληψης μεγαλύτερης ηλικίας ατόμων και η συμμετοχή τους στη δια βίου μάθηση. Να λάβει περαιτέρω μέτρα, σε συνεννόηση με τους κοινωνικούς εταίρους και σύμφωνα με τις εθνικές πρακτικές, ώστε να ενθαρρυνθούν ιο εργαζόμενοι μεγαλύτερης ηλικίας να παραμείνουν στην αγορά εργασίας, μέσω μέτρων για τη μείωση της προώρης εξόδου και την αύξηση της ηλικίας πραγματικής συνταξιοδότησης. Εν όψει του ήδη υπάρχοντος συστήματος που συνδέει τις συνταξιοδοτικές παροχές με το προσδόκιμο ζωής, να εξετάσει το ενδεχόμενο συνδέσμου μεταξύ της νόμιμης ηλικίας συνταξιοδότησης και του προσδόκιμου ζωής.

5.

Να λάβει περαιτέρω μέτρα ώστε να προωθηθεί ο τομέας της παροχής υπηρεσιών με νέο σχεδιασμό του ρυθμιστικού πλαισίου και με άρση των περιορισμών για να διευκολυνθεί η είσοδος στις αγορές του τομέα παροχής υπηρεσιών, ιδίως στον τομέα λιανικού εμπορίου.

Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2011.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. VINCENT-ROSTOWSKI


(1)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1.

(2)  Διατηρούνται για το 2011 με την απόφαση 2011/308/ΕΕ του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2011, για τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών (ΕΕ L 138, 26.5.2011, σ. 56).

(3)  Προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97.


22.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/6


ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 12ης Ιουλίου 2011

σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων 2011 της Ρουμανίας και έκδοσης γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης της Ρουμανίας, για την περίοδο 2011-2014

2011/C 216/03

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 121 παράγραφος 2 και το άρθρο 148 παράγραφος 4,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 3,

Έχοντας υπόψη τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της επιτροπής απασχόλησης,

Έπειτα από διαβουλεύσεις με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 6 Μαΐου 2009, το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση 2009/459/ΕΚ (2) να τεθεί στη διάθεση γης Ρουμανίας μεσοπρόθεσμη χρηματοδοτική συνδρομή για περίοδο τριών ετών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 143 της Συνθήκης. Το συνοδευτικό μνημόνιο συναντίληψης που υπεγράφη στις 23 Ιουνίου 2009 και οι διαδοχικές του προσθήκες θέτουν τους όρους οικονομικής πολιτικής στη βάση των οποίων εκταμιεύθηκε η χρηματοδοτική συνδρομή. Η απόφαση 2009/459/ΕΚ τροποποιήθηκε στις 16 Μαρτίου 2010 με την απόφαση 2010/183/ΕΕ (3). Μετά την επιτυχή υλοποίηση του προγράμματος από τη Ρουμανία, και δεδομένης της μερικής προσαρμογής του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών λόγω των εναπομενουσών διαρθρωτικών αδυναμιών στις αγορές προϊόντων και εργασίας της Ρουμανίας, οι οποίες καθιστούν τη χώρα ευαίσθητη σε διεθνείς διαταραχές των τιμών, το Συμβούλιο εξέδωσε, στις 12 Μαΐου 2011, την απόφαση 2011/288/ΕΕ (4) να τεθεί στη διάθεση της Ρουμανίας προληπτική μεσοπρόθεσμη χρηματοδοτική συνδρομή για περίοδο τριών ετών βάσει του άρθρου 143 της Συνθήκης. Το συνοδευτικό μνημόνιο συναντίληψης υπεγράφη στις 29 Ιουνίου 2011.

(2)

Στις 26 Μαρτίου 2010, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε στην πρόταση της Επιτροπής να δρομολογηθεί μια νέα στρατηγική για την απασχόληση και την ανάπτυξη, με την ονομασία «Ευρώπη 2020», βασισμένη στον ενισχυμένο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών, η οποία θα επικεντρωθεί στους κρίσιμους τομείς στους οποίους απαιτείται η ανάληψη δράσης με σκοπό την τόνωση του δυναμικού της Ευρώπης για βιώσιμη ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα.

(3)

Στις 13 Ιουλίου 2010, το Συμβούλιο ενέκρινε σύσταση σχετικά με τους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών και της Ένωσης (2010 έως 2014) και, στις 21 Οκτωβρίου 2010, το Συμβούλιο εξέδωσε απόφαση σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση των κρατών μελών (5), οι οποίες συνιστούν ομού τις «ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές». Τα κράτη μέλη κλήθηκαν να λαμβάνουν υπόψη τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές στις οικονομικές τους πολιτικές και στις πολιτικές για την απασχόληση.

(4)

Στις 12 Ιανουαρίου 2011, η Επιτροπή εξέδωσε την πρώτη Ετήσια Επισκόπηση της Ανάπτυξης, σηματοδοτώντας την έναρξη ενός νέου κύκλου οικονομικής διακυβέρνησης στην ΕΕ και το πρώτο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο εκ των προτέρων και ολοκληρωμένου συντονισμού πολιτικής, που εδράζεται στην στρατηγική «Ευρώπη 2020».

(5)

Στις 25 Μαρτίου 2011, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενέκρινε τις προτεραιότητες για δημοσιονομική εξυγίανση και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (σε συμφωνία με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 15ης Φεβρουαρίου και της 7ης Μαρτίου 2011 και σε συνέχεια της Ετήσιας Επισκόπησης της Ανάπτυξης που διενήργησε η Επιτροπή). Επεσήμανε την ανάγκη να δοθεί προτεραιότητα στην επάνοδο σε υγιείς προϋπολογισμούς και δημοσιονομική διατηρησιμότητα, στη μείωση της ανεργίας μέσω μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας και στην καταβολή νέων προσπαθειών για την ενίσχυση της ανάπτυξης. Ζήτησε από τα κράτη μέλη να μετατρέψουν τις προτεραιότητες αυτές σε συγκεκριμένα μέτρα που θα περιληφθούν στα προγράμματα σταθερότητας ή σύγκλισης και στα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων.

(6)

Στις 25 Μαρτίου 2011, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε επίσης τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στο Σύμφωνο για το Ευρώ + να υποβάλουν εγκαίρως τις δεσμεύσεις τους προκειμένου να περιληφθούν στα προγράμματα σταθερότητας ή σύγκλισης και στα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων.

(7)

Στις 2 Μαΐου 2011, η Ρουμανία υπέβαλε το επικαιροποιημένο της πρόγραμμα σύγκλισης για το 2011, που καλύπτει την περίοδο 2011-2014, και το εθνικό της πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για το 2011. Τα δύο προγράμματα αυτά αξιολογήθηκαν συγχρόνως.

(8)

Μεταξύ των ετών 2002 και 2008 η ρουμανική οικονομία κατέγραψε ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης, με αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της τάξης του 6,3 % κατά μέσον όρο, που υπερέβαινε το επίπεδο δυνητικής ανάπτυξης. Η οικονομική ανάπτυξη στηρίχθηκε πρωτίστως στην εγχώρια ζήτηση, καθώς οι έντονες πιστωτικές και μισθολογικές εξελίξεις τόνωσαν την ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις. Η υψηλή αυτή ώθηση, που τροφοδοτήθηκε επίσης από εισροές ξένων κεφαλαίων, οδήγησε σε υπερθέρμανση και μη διατηρήσιμες εξωτερικές και δημοσιονομικές ανισορροπίες. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών κορυφώθηκε στο 13,4 % του ΑΕΠ το 2007 και υποχώρησε οριακά σε 11,6 % του ΑΕΠ το 2008. Κατά την τελευταία εκτίμηση της Επιτροπής για την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα, οι κίνδυνοι για την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών φαίνονται μεγάλοι. Πάντως η εκτίμηση δεν συνεκτιμά ακόμα τα γενικά μέτρα αναμόρφωσης του συνταξιοδοτικού συστήματος που ελήφθησαν το 2010 και βελτίωσαν σημαντικά την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του συστήματος αυτού. Ο υψηλός εξωτερικός δανεισμός οφείλεται σε φιλοκυκλική δημοσιονομική πολιτική, με αύξηση των ονομαστικών ελλειμμάτων από 1,2 % του ΑΕΠ το 2005 σε 5,7 % του ΑΕΠ το 2008 ως αποτέλεσμα επανειλημμένων δημοσιονομικών εκτροχιασμών, κυρίως σε σχέση με τις τρέχουσες δαπάνες. Η χρηματοπιστωτική κρίση και η επακόλουθη παγκόσμια οικονομική ύφεση αύξησαν την αποστροφή ανάληψης κινδύνων εκ μέρους των επενδυτών, οδηγώντας σε σημαντικό περιορισμό των κεφαλαιακών ροών προς τη Ρουμανία. Η συμμετοχή στην αγορά εργασίας δεν αυξήθηκε παρά τις ευνοϊκές οικονομικές συνθήκες, ενώ το ποσοστό απασχόλησης μεταβλήθηκε πολύ λίγο κατά τη διάρκεια της έντονης οικονομικής ανάπτυξης. Το ποσοστό απασχόλησης έπεσε στη συνέχεια σε 63,3 % το 2010, ενώ το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε από 5,8 % το 2008 σε 7,3 % το 2010 ως αποτέλεσμα της κάμψης της οικονομικής δραστηριότητας. Η ανεργία παραμένει ιδιαίτερα υψηλή μεταξύ των ευαλώτων πληθυσμιακών ομάδων, πχ των Ρομ. Στις συνθήκες αυτές, και αντιμέτωπες με τις πιεστικές ανάγκες ιδιωτικής χρηματοδότησης, οι ρουμανικές αρχές ζήτησαν διεθνή και ενωσιακή χρηματοδοτική συνδρομή τον Μάιο του 2009.

(9)

Μετά την επιτυχή εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής ΕΕ-ΔΝΤ και προκειμένου να παγιωθούν τα θετικά αυτά αποτελέσματα, έγινε διαπραγμάτευση ενός προληπτικού προγράμματος ΕΕ-ΔΝΤ με τις αρχές για την περίοδο 2011-2013. Το νέο πρόγραμμα συνεχίζει τη δημοσιονομική εξυγίανση, τις μεταρρυθμίσεις της δημοσιονομικής διακυβέρνησης και τη διαφύλαξη της δημοσιονομικής σταθερότητας που ξεκίνησε στο πλαίσιο του προγράμματος 2009-2011. Παράλληλα, δίνει μεγάλη έμφαση στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις των αγορών προϊόντων (στους τομείς της ενέργειας και των μεταφορών) και εργασίας οι οποίες είναι αναγκαίες ώστε να απελευθερωθεί το αναπτυξιακό δυναμικό της Ρουμανίας, να ισχυροποιηθεί η δημιουργία θέσεων απασχόλησης και να αυξηθεί η απορρόφηση ενωσιακών κονδυλίων. Η Ρουμανία παραμένει στη σωστή πορεία για την επίτευξη του στόχου του 4,4 % του ΑΕΠ όσον αφορά το ταμειακό έλλειμμα το 2011 (κάτω του 5 % του ΑΕΠ σε όρους ΕΣΛ). Το γεγονός αυτό θα αποτελέσει επίσης κατάλληλη βάση για την επίτευξη του στόχου για έλλειμμα κάτω του 3 % του ΑΕΠ το 2012, μολονότι θα πρέπει ίσως να ληφθούν περαιτέρω μέτρα σύμφωνα με τις εαρινές οικονομικές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2011. Οι αρχές έχουν επίσης λάβει μέτρα για την επίτευξη των στόχων των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων του νέου προγράμματος και εξακολουθούν να διατηρούν τη δημοσιονομική σταθερότητα.

(10)

Βάσει της αξιολόγησης του επικαιροποιημένου προγράμματος σύγκλισης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97, το Συμβούλιο είναι της γνώμης ότι οι μακροοικονομικές παραδοχές στις οποίες στηρίζονται οι προβολές στο πρόγραμμα είναι ευλογοφανείς. Το πρόγραμμα σύγκλισης αποσκοπεί στη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος έως το 2012, προθεσμία την οποία όρισε το Συμβούλιο στη σύστασή του της 16ης Φεβρουαρίου 2010. Οι στόχοι του προγράμματος για το ονομαστικό έλλειμμα είναι 2,6 % του ΑΕΠ το 2013 και 2,1 % του ΑΕΠ το 2014, με την επιδιωκόμενη εξυγίανση να βασίζεται κυρίως στο σκέλος των δαπανών. Σύμφωνα με το διαρθρωτικό ισοζύγιο που υπολόγισαν εκ νέου οι υπηρεσίες της Επιτροπής, ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος (ΜΔΣ) ) δεν θα επιτευχθεί κατά τη διάρκεια της προγραμματικής περιόδου. Η στρατηγική εξυγίανσης φαίνεται να είναι εμπροσθοβαρής, με τις διαρθρωτικές βελτιώσεις να είναι συγκεντρωμένες στα έτη 2011 και 2012. Αντίθετα, δεν υπάρχει βελτίωση στο διαρθρωτικό ισοζύγιο το 2013 και 2014. Η προβλεπόμενη πορεία για το έλλειμμα φαίνεται ορθή το 2011 και 2012, όχι όμως το 2013 και 2014. Οι κυριότεροι κίνδυνοι για τους δημοσιονομικούς στόχους αφορούν την υλοποίηση, τις ληξιπρόθεσμες οφειλές των κρατικών επιχειρήσεων που αντιπροσωπεύουν σοβαρή ενδεχόμενη υποχρέωση για τον προϋπολογισμό, και τις επιφυλάξεις που εξέφρασε η Επιτροπή (Eurostat) όσον αφορά την κοινοποίηση της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (6) της Ρουμανίας. Εν όψει αυτού, η Ρουμανία δεσμεύθηκε να δώσει προτεραιότητα στην συλλογή στατιστικών στοιχείων για τα δημόσια οικονομικά σε ESA 95, στα πλαίσια του Εθνικού ιδρύματος στατιστικής.

(11)

Η Ρουμανία ανέλαβε τις δεσμεύσεις της βάσει του Συμφώνου για το Ευρώ+ στο εθνικό της πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και στο πρόγραμμα σύγκλισης, που υποβλήθηκαν στις 2 Μαΐου 2011. Οι περισσότερες από τις δεσμεύσεις αυτές έχουν υλοποιηθεί ή υλοποιούνται στο πλαίσιο του προγράμματος μεσοπρόθεσμης χρηματοδοτικής συνδρομής και κρίνονται γενικά κατάλληλες για την αντιμετώπιση των υφιστάμενων προκλήσεων βάσει του Συμφώνου.

(12)

Η Επιτροπή αξιολόγησε το πρόγραμμα σύγκλισης και το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένων των δεσμεύσεων του Συμφώνου για το Ευρώ+. Έλαβε υπόψη όχι μόνον τη συνάφειά τους με τη διατηρήσιμη δημοσιονομική και κοινωνικοοικονομική πολιτική στη Ρουμανία, αλλά επίσης τη συμμόρφωση με τους κανόνες και τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ, δεδομένης της ανάγκης να ενισχυθεί η συνολική οικονομική διακυβέρνηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την παροχή συνεισφορών σε επίπεδο ΕΕ σε μελλοντικές εθνικές αποφάσεις.

(13)

Βάσει της αξιολόγησης αυτής, και λαμβάνοντας υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2010 δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο εξέτασε την επικαιροποίηση για το 2011 του προγράμματος σύγκλισης της Ρουμανίας και η γνώμη του (7) αποτυπώνεται στην κατωτέρω σύσταση. Λαμβάνοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 25ης Μαρτίου 2011, το Συμβούλιο εξέτασε το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Ρουμανίας.

ΣΥΝΙΣΤΑ ότι η Ρουμανία:

Πρέπει να εφαρμόσει τα μέτρα που προβλέπονται στην απόφαση 2009/459/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2010/183/ΕΕ, μαζί με τα μέτρα που προβλέπονται στην απόφαση 2011/288/ΕΕ και προσδιορίζονται περαιτέρω στο μνημόνιο συναντίληψης της 23ης Ιουνίου 2009 και στις μεταγενέστερες προσθήκες του, και στο μνημόνιο συναντίληψης της 29ης Ιουνίου 2011 και στις μεταγενέστερες προσθήκες του.

Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2011.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. VINCENT-ROSTOWSKI


(1)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 150 της 13.6.2009, σ. 8.

(3)  ΕΕ L 83 της 30.3.2010, σ. 19.

(4)  ΕΕ L 132 της 19.5.2011, σ. 15.

(5)  Διατηρήθηκαν για το 2011 με την απόφαση 2011/308/ΕΕ του Συμβουλίου της 19ης Μαΐου 2011, για τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών (ΕΕ L 138 της 26.5.2011, σ. 56).

(6)  Η Eurostat εξέφρασε επιφυλάξεις ως προς την ποιότητα των στοιχείων που διαβίβασε η Ρουμανία στο πλαίσιο της ΔΥΕ λόγω

(i)

της αβεβαιότητας των επιπτώσεων ορισμένων δημόσιων επιχειρήσεων στο δημόσιο έλλειμμα,

(ii)

της αναφοράς των κατηγοριών ΕΣΛ95 «λοιποί εισπρακτέοι και πληρωτέοι λογαριασμοί»,

(iii)

της φύσης και του αντίκτυπου ορισμένων χρηματοοικονομικών συναλλαγών και

(iv)

της ενοποίησης ροών εντός του δημόσιου τομέα.

(7)  Όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97.


ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων

22.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/9


Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών

2011/C 216/04

Ο ΕΥΡΩΠΑΙΟΣ ΕΠΟΠΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 16,

Έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρα 7 και 8,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (1),

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (2), και ιδίως το άρθρο 41,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ:

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΉ

1.

Στις 15 Σεπτεμβρίου 2010 η Επιτροπή εξέδωσε πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (στο εξής «η πρόταση») (3). Ο κύριος στόχος της πρότασης είναι η θέσπιση κοινών κανόνων για την ενίσχυση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας της αγοράς εξωχρηματιστηριακών παραγώγων.

2.

Η Επιτροπή δεν ζήτησε τη γνώμη του ΕΕΠΔ, παρότι αυτό προβλέπεται από το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 [«κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001»]. Ως εκ τούτου, ο ΕΕΠΔ εξέδωσε με δική του πρωτοβουλία την παρούσα γνωμοδότηση δυνάμει του άρθρου 41 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

3.

Ο ΕΕΠΔ γνωρίζει ότι η παρούσα γνωμοδότηση εκδίδεται σε σχετικά όψιμο στάδιο της νομοθετικής διαδικασίας. Ωστόσο, κρίνει την έκδοσή της ορθή και χρήσιμη. Σε πρώτη φάση, ο ΕΕΠΔ τονίζει τις δυνητικές συνέπειες της πρότασης ως προς την προστασία δεδομένων. Στη συνέχεια, η ανάλυση στην οποία προβαίνει μέσω της παρούσας γνωμοδότησης συνδέεται άμεσα με την εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας και με άλλες εκκρεμείς και πιθανές μελλοντικές προτάσεις που θα περιέχουν παρόμοιες διατάξεις, όπως εξηγείται στην ενότητα 3.4 της γνωμοδότησης.

2.   ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΚΥΡΙΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

4.

Την επαύριο της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η Επιτροπή εγκαινίασε επανεξέταση του υφιστάμενου νομικού πλαισίου χρηματοπιστωτικής εποπτείας ώστε να αντιμετωπιστούν οι σημαντικές αδυναμίες που εντοπίστηκαν στον εν λόγω τομέα, τόσο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις όσο και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα εν γένει. Διάφορες νομοθετικές προτάσεις εκδόθηκαν πρόσφατα στον τομέα αυτό με σκοπό την ενίσχυση των υφιστάμενων μέσων εποπτείας και τη βελτίωση του συντονισμού και της συνεργασίας σε επίπεδο ΕΕ.

5.

Με τη μεταρρύθμιση θεσπίστηκε ιδίως ένα ενισχυμένο ευρωπαϊκό πλαίσιο χρηματοπιστωτικής εποπτείας που απαρτίζεται από ένα Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (4) και ένα Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας (ΕΣΧΕ). Το ΕΣΧΕ περιλαμβάνει ένα δίκτυο εθνικών αρχών χρηματοπιστωτικής εποπτείας που εργάζονται από κοινού με τις τρεις νέες Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, και συγκεκριμένα την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (5) (ΕΑΤ), την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (6) (ΕΕΑΕΣ) και την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) (7). Επιπλέον, η Επιτροπή πρότεινε μια σειρά ειδικών πρωτοβουλιών για την εφαρμογή της κανονιστικής μεταρρύθμισης σε ό,τι αφορά ειδικούς τομείς ή χρηματοπιστωτικά προϊόντα.

6.

Μία από τις πρωτοβουλίες αυτές είναι και η παρούσα πρόταση σχετικά με τα «εξωχρηματιστηριακά παράγωγα», δηλαδή τα παράγωγα εκείνα προϊόντα (8) των οποίων η διαπραγμάτευση δεν γίνεται σε χρηματιστήρια, αλλά απευθείας μεταξύ δύο ιδιωτών αντισυμβαλλομένων. Η πρόταση θεσπίζει την υποχρέωση όλων των χρηματοοικονομικών και μη αντισυμβαλλομένων που πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις ως προς τα ισχύοντα κατώφλια να εκκαθαρίζουν όλα τα τυποποιημένα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα μέσω κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Επιπλέον, ο προτεινόμενος κανονισμός θα υποχρεώνει όλους αυτούς τους χρηματοοικονομικούς και μη αντισυμβαλλομένους να αναφέρουν σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών λεπτομερείς πληροφορίες για κάθε σύμβαση παραγώγων που έχουν συνάψει, καθώς και κάθε τροποποίησή της. Η πρόταση προβλέπει επίσης εναρμονισμένες απαιτήσεις οργάνωσης και προληπτικής εποπτείας για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και απαιτήσεις οργάνωσης και λειτουργίας για τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών. Ενώ οι εθνικές αρμόδιες αρχές διατηρούν την ευθύνη για όλες τις πτυχές της άδειας λειτουργίας και της εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, η εγγραφή και εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών ανατίθεται, σύμφωνα με το προτεινόμενο κανονισμό, εξολοκλήρου στην ΕΑΚΑΑ.

3.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΑΡΧΕΙΑ ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΩΝ ΚΛΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

3.1.   Γενικές παρατηρήσεις

7.

Το άρθρο 61 παράγραφος 2 στοιχείο δ) της πρότασης εξουσιοδοτεί την ΕΑΚΑΑ να «ζητεί αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων» (η έμφαση δική μας). Όπως εξηγείται λεπτομερέστερα παρακάτω, το πεδίο εφαρμογής της διάταξης, και ιδίως το ακριβές νόημα των «αρχείων τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων», δεν είναι σαφές. Ωστόσο, μοιάζει πιθανό –ή τουλάχιστον δεν μπορεί να αποκλειστεί– ότι τα εν λόγω αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων περιέχουν προσωπικά στοιχεία κατά την έννοια της οδηγίας 95/46/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και, στον σχετικό βαθμό, της οδηγίας 2002/58/ΕΚ [η οποία ονομάζεται πλέον, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2009/136/EK, οδηγία για την ηλ-ιδιωτικότητα (e-Privacy)], δηλαδή στοιχεία σχετικά με τηλεφωνικές κλήσεις και διαβίβαση δεδομένων από φυσικά πρόσωπα των οποίων η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί (9). Εφόσον ισχύει κάτι τέτοιο, πρέπει να διασφαλίζεται ότι τηρούνται στο ακέραιο οι προϋποθέσεις για θεμιτή και νόμιμη επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως ορίζονται στις οδηγίες και στον κανονισμό.

8.

Τα δεδομένα που συνδέονται με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας ενδέχεται να φέρουν σημαντικό αριθμό πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα, όπως η ταυτότητα των προσώπων που πραγματοποιούν και λαμβάνουν την κλήση, ο χρόνος και η διάρκεια της κλήσης, το δίκτυο που χρησιμοποιείται, η γεωγραφική θέση του χρήστη σε περίπτωση χρήσης φορητών συσκευών, κλπ. Ορισμένα δεδομένα κίνησης που αφορούν χρήση του Διαδικτύου και του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (για παράδειγμα, ο κατάλογος των δικτυακών τόπων που έχει επισκεφθεί κανείς) ενδέχεται επίσης να αποκαλύπτουν σημαντικές λεπτομέρειες σχετικά με το περιεχόμενο της επικοινωνίας. Επίσης, η επεξεργασία δεδομένων κίνησης αντιβαίνει στην αρχή του απορρήτου της αλληλογραφίας. Ως προς αυτό, η οδηγία 2002/58/ΕΚ έχει θεσπίσει την αρχή ότι τα δεδομένα κίνησης πρέπει να απαλείφονται ή να καθίστανται ανώνυμα όταν δεν είναι πλέον απαραίτητα για το σκοπό της μετάδοσης μιας επικοινωνίας (10). Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν παρεκκλίσεις στην εθνική νομοθεσία τους για συγκεκριμένους θεμιτούς σκοπούς, οι οποίες πρέπει ωστόσο να συνιστούν αναγκαία, κατάλληλα και ανάλογα μέτρα σε μια δημοκρατική κοινωνία για την επίτευξη των εν λόγω σκοπών (11).

9.

Ο ΕΕΠΔ αναγνωρίζει ότι οι σκοποί που επιδιώκει η Επιτροπή στην προκειμένη περίπτωση είναι θεμιτοί. Κατανοεί την ανάγκη ανάληψης πρωτοβουλιών για την ενίσχυση της εποπτείας των χρηματοπιστωτικών αγορών ώστε να διαφυλαχθεί η αξιοπιστία τους και να προστατευθούν καλύτερα οι επενδυτές και η οικονομία γενικότερα. Ωστόσο, οι εξουσίες έρευνας που συνδέονται άμεσα με τα δεδομένα κίνησης, λόγω του δυνητικά παρεμβατικού χαρακτήρα τους, πρέπει να συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας, δηλαδή πρέπει να περιορίζονται σε αυτό που είναι κατάλληλο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου και να μην υπερβαίνουν αυτό που είναι αναγκαίο για την επίτευξή του (12). Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό από την άποψη αυτή οι εν λόγω εξουσίες να ορίζονται με σαφήνεια όσον αφορά το προσωπικό και το καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής τους, καθώς και τις περιστάσεις και προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιούνται. Επιπλέον, πρέπει να προβλέπονται οι κατάλληλες διασφαλίσεις έναντι ενδεχόμενης κατάχρησης.

3.2.   Το πεδίο εφαρμογής της εξουσίας της ΕΑΚΑΑ είναι ασαφές

10.

Το άρθρο 61 παράγραφος 2 στοιχείο δ) ορίζει ότι «για την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στα άρθρα 51 έως 60, 62 και 63 (δηλαδή των καθηκόντων που αφορούν την εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών), η ΕΑΚΑΑ διαθέτει (μεταξύ άλλων εξουσιών) τη δυνατότητα να ζητεί αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων». Λόγω της ευρείας διατύπωσής της, η εν λόγω διάταξη εγείρει σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με τον προσωπικό χαρακτήρα και το καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της.

11.

Καταρχάς, το νόημα της φράσης «αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων» δεν είναι απολύτως σαφές και χρήζει αποσαφήνισης. Η διάταξη ενδέχεται να αναφέρεται σε αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων, τα οποία πρέπει να διατηρούνται από τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων τους. Ορισμένες διατάξεις του προτεινόμενου κανονισμού αφορούν απαιτήσεις τήρησης αρχείων εκ μέρους των αρχείων καταγραφής συναλλαγών (13). Ωστόσο, καμία από τις διατάξεις αυτές δεν ορίζει εάν πρέπει να διατηρούνται από τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων και ποια πρέπει να είναι τα αρχεία αυτά (14). Ως εκ τούτου, σε περίπτωση που η διάταξη αναφέρεται στα αρχεία που τηρούνται από τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, είναι σημαντικό να οριστούν επακριβώς οι κατηγορίες τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων που πρέπει να διατηρούνται και μπορούν να ζητούνται από την ΕΑΚΑΑ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, τα δεδομένα αυτά πρέπει να είναι κατάλληλα, συναφή και όχι υπερβολικά σε σχέση με τους εποπτικούς σκοπούς για τους οποίους συλλέγονται και υφίστανται επεξεργασία (15).

12.

Περισσότερη ακρίβεια απαιτείται ιδίως στην προκείμενη περίπτωση, δεδομένων των υψηλών προστίμων και των περιοδικών χρηματικών ποινών που μπορούν να επιβάλλονται στα αρχεία καταγραφής συναλλαγών και σε άλλα σχετικά πρόσωπα (συμπεριλαμβανομένων και των φυσικών προσώπων όσον αφορά τις περιοδικές χρηματικές ποινές) σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του προτεινόμενου κανονισμού (βλ. άρθρα 55 και 56). Τα πρόστιμα αυτά μπορούν να φτάνουν στο 20 % του ετήσιου εισοδήματος ή κύκλου εργασιών του αρχείου καταγραφής συναλλαγών κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος. Πρόκειται δηλαδή για όριο το οποίο είναι δύο φορές υψηλότερο από το μέγιστο όριο που προβλέπεται για παραβάσεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας περί ανταγωνισμού.

13.

Επισημαίνεται επίσης ότι το προαναφερθέν άρθρο 67 παράγραφος 4 εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να εκδίδει κανονιστικά πρότυπα που διευκρινίζουν τις λεπτομέρειες των πληροφοριών που τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών πρέπει να θέτουν υποχρεωτικά στη διάθεση της ΕΑΚΑΑ και άλλων αρχών. Ως εκ τούτου, η εν λόγω διάταξη θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την περαιτέρω αποσαφήνιση των απαιτήσεων τήρησης αρχείων των εκ μέρους των αρχείων καταγραφής συναλλαγών και, κατά συνέπεια, έμμεσα, της εξουσίας που δίνεται στην ΕΑΚΑΑ να έχει πρόσβαση σε αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων. Το άρθρο 290 ΣΛΕΕ ορίζει ότι με νομοθετική πράξη μπορεί να ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης μη νομοθετικών πράξεων γενικής ισχύος που συμπληρώνουν ή τροποποιούν ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία της νομοθετικής πράξης. Κατά την άποψη του ΕΕΠΔ, η ακριβής οριοθέτηση της δυνατότητας πρόσβασης σε δεδομένα κίνησης δεν μπορεί να θεωρείται μη ουσιώδες στοιχείο του κανονισμού. Το καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της πρέπει επομένως να διευκρινίζεται απευθείας στο κείμενο του κανονισμού και να μην παραπέμπεται σε μελλοντικές κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις.

14.

Παρόμοιες αμφιβολίες εγείρονται επίσης όσον αφορά το προσωπικό πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης. Ειδικότερα, το άρθρο 61 παράγραφος 2 στοιχείο δ) δεν διευκρινίζει τους δυνητικούς αποδέκτες τυχόν αιτήματος για παροχή αρχείων τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων. Πιο συγκεκριμένα, δεν είναι σαφές εάν η δυνατότητα να ζητούνται αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων θα αφορά μόνο τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (16). Καθώς ο σκοπός της διάταξης είναι να μπορεί η ΕΑΚΑΑ να εποπτεύει τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, ο ΕΕΠΔ είναι της άποψης ότι η εν λόγω εξουσία πρέπει να περιορίζεται αποκλειστικά στα αρχεία καταγραφής συναλλαγών.

15.

Τέλος, ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι ο σκοπός του άρθρου 61 παράγραφος 2 στοιχείο δ) δεν είναι να επιτρέπεται στην ΕΑΚΑΑ να έχει πρόσβαση σε δεδομένα κίνησης προερχόμενα απευθείας από παρόχους τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Αυτό προκύπτει ως λογικό συμπέρασμα, ιδίως δεδομένου του γεγονότος ότι η πρόταση δεν αναφέρεται σε όλα τα δεδομένα που φυλάσσουν οι πάροχοι τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών ή στις απαιτήσεις που ορίζονται από την οδηγία για την ηλ-ιδιωτικότητα, όπως έχει προαναφερθεί στο σημείο 8 (17). Ωστόσο, για λόγους σαφήνειας, ο ΕΕΠΔ συνιστά το συμπέρασμα αυτό να αναφέρεται με πιο ρητό τρόπο στο άρθρο 61 παράγραφος 2 ή τουλάχιστον σε αιτιολογική σκέψη του προτεινόμενου κανονισμού.

3.3.   Η πρόταση δεν ορίζει τις περιστάσεις και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να ζητείται πρόσβαση

16.

Το άρθρο 61 παράγραφος 2 στοιχείο δ) δεν ορίζει τις περιστάσεις και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να ζητείται πρόσβαση ούτε και προβλέπει σημαντικές διαδικαστικές εγγυήσεις ή διασφαλίσεις έναντι ενδεχόμενων καταχρήσεων. Στις παραγράφους που ακολουθούν, ο ΕΕΠΔ θα διατυπώσει συγκεκριμένες προτάσεις προς την κατεύθυνση αυτή.

α.

Σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 2, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να ζητεί αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων «για την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στα άρθρα 51 έως 60, 62 και 63». Τα εν λόγω άρθρα καλύπτουν ολόκληρο τον Τίτλο του προτεινόμενου κανονισμού σχετικά με την εγγραφή και εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών. Κατά την άποψη του ΕΕΠΔ, οι περιστάσεις και οι προϋποθέσεις για τη χρήση μιας τέτοιας εξουσίας πρέπει να ορίζονται με μεγαλύτερη σαφήνεια. Ο ΕΕΠΔ συνιστά η πρόσβαση σε αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων να επιτρέπεται μόνο σε περιπτώσεις συγκεκριμένων και σοβαρών παραβιάσεων του προτεινόμενου κανονισμού, καθώς και σε περιπτώσεις όπου υφίσταται εύλογη υποψία (η οποία πρέπει να υποστηρίζεται από συγκεκριμένα αρχικά αποδεικτικά στοιχεία) ότι διαπράχθηκε παράβαση. Ο περιορισμός αυτός είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντικός προκειμένου να αποφεύγεται ενδεχόμενη χρήση της εξουσίας πρόσβασης για σκοπούς ηλεκτρονικού «ψαρέματος», άντλησης δεδομένων ή για διάφορους άλλους σκοπούς.

β.

Η πρόταση δεν προβλέπει προηγούμενη δικαστική εξουσιοδότηση προκειμένου η ΕΑΚΑΑ να ζητά πρόσβαση σε αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων. Ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι η γενική αυτή απαίτηση θα ήταν δικαιολογημένη δεδομένου του δυνητικά παρεμβατικού χαρακτήρα της εν λόγω εξουσίας. Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι οι νομοθεσίες ορισμένων κρατών μελών προβλέπουν προηγούμενη δικαστική εξουσιοδότηση για οποιουδήποτε είδους παρέμβαση στο απόρρητο της αλληλογραφίας και, ως εκ τούτου, αποκλείουν άλλες αρχές επιβολής του νόμου (δηλαδή τις αστυνομικές δυνάμεις) και φορείς διοικητικού χαρακτήρα από τέτοιου είδους παρεμβάσεις χωρίς μια τέτοια αυστηρή εποπτεία (18). Ο ΕΕΠΔ θεωρεί τουλάχιστον αναπόφευκτο να καθίσταται μια τέτοια δικαστική εξουσιοδότηση υποχρεωτική στις περιπτώσεις όπου αυτή απαιτείται από την εθνική νομοθεσία (19).

γ.

Ο ΕΕΠΔ συνιστά να θεσπιστεί απαίτηση που θα προβλέπει ότι η ΕΑΚΑΑ θα μπορεί να ζητά αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων μέσω επίσημης απόφασης, όπου θα διευκρινίζεται η νομική βάση, ο σκοπός του αιτήματος και το είδος των ζητούμενων πληροφοριών, το χρονικό όριο εντός του οποίου πρέπει να παρασχεθούν οι πληροφορίες, καθώς και το δικαίωμα του αποδέκτη να ζητά εξέταση της απόφασης από δικαστήριο. Οποιοδήποτε αίτημα υποβάλλεται χωρίς επίσημη απόφαση, δεν θα είναι δεσμευτικό για τον αποδέκτη.

δ.

Πρέπει να προβλέπονται επαρκείς διαδικαστικές διασφαλίσεις έναντι πιθανών καταχρήσεων. Ως προς αυτό, η πρόταση θα μπορούσε να προβλέπει τη θέσπιση από την Επιτροπή εκτελεστικών μέτρων για τον λεπτομερή καθορισμό των διαδικασιών που πρέπει να ακολουθούνται από τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών και από την ΕΑΚΑΑ κατά την επεξεργασία τέτοιων δεδομένων. Οι πράξεις αυτές πρέπει να προβλέπουν ιδίως κατάλληλα μέτρα ασφάλειας, καθώς και τις αρμόζουσες εγγυήσεις έναντι τυχόν καταχρήσεων, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων των υψηλών επαγγελματικών προδιαγραφών που πρέπει να πληρούν τα πρόσωπα που θα χειρίζονται τα εν λόγω δεδομένα, καθώς και των εσωτερικών διαδικασιών που διασφαλίζουν την τήρηση των διατάξεων περί εμπιστευτικότητας και επαγγελματικού απορρήτου. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας έγκρισης τέτοιων μέτρων, πρέπει να ζητηθεί και η γνώμη του ΕΕΠΔ.

3.4.   Συνάφεια της παρούσας γνωμοδότησης με άλλα νομικά μέσα που περιέχουν παρόμοιες διατάξεις

17.

Η δυνατότητα των εποπτικών αρχών να ζητούν πρόσβαση σε αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων δεν είναι νέο φαινόμενο στην ευρωπαϊκή νομοθεσία, καθώς προβλέπεται ήδη σε διάφορες υπάρχουσες οδηγίες και κανονισμούς που αφορούν τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Ειδικότερα, η οδηγία για την κατάχρηση αγοράς (20), η οδηγία MIFID (21), η οδηγία ΟΣΕΚΑ (22), ο τρέχων κανονισμός για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (23), περιέχουν παρόμοια διατυπωμένες διατάξεις. Το ίδιο ισχύει και για ορισμένες πρόσφατες προτάσεις που έχουν εκδοθεί από την Επιτροπή, και συγκεκριμένα οι προτάσεις οδηγίας σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (24), κανονισμού για την τροποποίηση του υφιστάμενου κανονισμού για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (25), κανονισμού για τις ανοικτές πωλήσεις και ορισμένες πτυχές των συμβάσεων αντιστάθμισης πιστωτικού κινδύνου (26) και κανονισμού για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στην ενεργειακή αγορά (27).

18.

Όσον αφορά τα υφιστάμενα και προτεινόμενα αυτά νομοθετικά μέσα, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των εξουσιών έρευνας που χορηγούνται σε εθνικές αρχές και της χορήγησης τέτοιων εξουσιών στις αρχές της ΕΕ. Διάφορα μέσα υποχρεώνουν τα κράτη μέλη να χορηγούν την εξουσία που επιτρέπει σε κάποιον φορέα να ζητά αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων σε εθνικές αρχές «συμφώνως προς την εθνική νομοθεσία» (28). Κατά συνέπεια, η ουσιαστική εκτέλεση αυτής της υποχρέωσης υπόκειται αναγκαστικά στην εθνική νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένης εκείνης που αφορά τη εφαρμογή των οδηγιών 95/46/ΕΚ και 2002/58/ΕΚ και άλλων εθνικών νόμων που περιλαμβάνουν περαιτέρω διαδικαστικές διασφαλίσεις για τις αρμόδιες για εποπτεία και έρευνα εθνικές αρχές.

19.

Τα μέσα αυτά δεν περιλαμβάνουν καμία προϋπόθεση που να δίνει απευθείας σε αρχές της ΕΕ την εξουσία να ζητούν αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων, όπως συμβαίνει στην παρούσα πρόταση για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα και στην προαναφερθείσα πρόταση κανονισμού για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Κατά συνέπεια, στις περιπτώσεις αυτές προβάλλει ακόμη πιο επιτακτική η απαίτηση να διευκρινίζονται, στο ίδιο το νομοθετικό μέσο, το προσωπικό και το καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της εν λόγω εξουσίας, οι περιστάσεις και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να χρησιμοποιείται, καθώς και να διασφαλίζεται η ύπαρξη κατάλληλων εγγυήσεων έναντι ενδεχόμενης κατάχρησης.

20.

Από αυτή την άποψη, οι παρατηρήσεις που διατυπώνονται στην παρούσα γνωμοδότηση, παρότι στοχεύουν στην πρόταση για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, έχουν και μια γενικότερη σημασία. Ο ΕΕΠΔ γνωρίζει ότι, όσον αφορά τη νομοθεσία που έχει ήδη εκδοθεί ή πρόκειται σύντομα να εκδοθεί, τα συγκεκριμένα σχόλια μπορεί να έρχονται πολύ καθυστερημένα. Παρά ταύτα, καλεί τα θεσμικά όργανα να αναλογιστούν την ανάγκη τροποποίησης των εκκρεμών προτάσεων προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι προβληματισμοί που εκφράζονται στην παρούσα γνωμοδότηση. Όσον αφορά τα κείμενα που έχουν ήδη εκδοθεί, ο ΕΕΠΔ καλεί τα θεσμικά όργανα να αναζητήσουν τρόπους αποσαφήνισης, για παράδειγμα στις περιπτώσεις όπου το πεδίο εφαρμογής της σχετικής διάταξης μπορεί να διευκρινίζεται άμεσα ή έμμεσα σε κατ’ εξουσιοδότηση ή εκτελεστικές πράξεις, π.χ. πράξεις που καθορίζουν τις λεπτομέρειες των απαιτήσεων τήρησης αρχείων, ερμηνευτικά σημειώματα ή άλλα παρεμφερή έγγραφα (29). Ο ΕΕΠΔ αναμένει η Επιτροπή να ζητήσει τη γνώμη του εν ευθέτω χρόνω στο πλαίσιο των σχετικών διαδικασιών.

4.   ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΑΛΛΑ ΜΕΡΗ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

21.

Ο ΕΕΠΔ κρίνει σκόπιμο να διατυπώσει συμπληρωματικά σχόλια για ορισμένα άλλα σημεία της πρότασης που άπτονται των δικαιωμάτων των πολιτών όσον αφορά την ιδιωτική ζωή και την προστασία των δεδομένων.

4.1.   Εφαρμοσιμότητα της οδηγίας 95/46/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001

22.

Η αιτιολογική σκέψη 48 ορθά αναφέρει ότι είναι απαραίτητο να προστατεύουν τα κράτη μέλη και η ΕΑΚΑΑ το δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής των φυσικών προσώπων κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ. Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για το ότι η εν λόγω αιτιολογική σκέψη κάνει αναφορά στην οδηγία. Ωστόσο, η σημασία της αιτιολογικής σκέψης θα μπορούσε να είναι σαφέστερη εάν διευκρίνιζε επιπλέον ότι οι διατάξεις του κανονισμού ισχύουν με την επιφύλαξη των εθνικών κανόνων προς εφαρμογή της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Κατά προτίμηση, παρόμοια αναφορά θα έπρεπε να περιλαμβάνεται και υπό μορφή ουσιαστικής διάταξης.

23.

Επιπλέον, ο ΕΕΠΔ επισημαίνει ότι η ΕΑΚΑΑ είναι ευρωπαϊκός φορέας που διέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και υπόκειται σε εποπτεία από τον ΕΕΠΔ. Ως εκ τούτου, συνιστά να συμπεριληφθεί στον προτεινόμενο κανονισμό ρητή σχετική αναφορά, μέσω της οποίας να διευκρινίζεται επίσης ότι οι διατάξεις της πρότασης ισχύουν με την επιφύλαξη του προαναφερθέντος κανονισμού.

4.2.   Οριοθέτηση σκοπού, αναγκαιότητα και ποιότητα δεδομένων

24.

Ένας από τους πρωταρχικούς στόχους του προτεινόμενου κανονισμού είναι να βελτιωθεί η διαφάνεια της αγοράς των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και η ρυθμιστική εποπτεία της. Δεδομένου αυτού του στόχου, η πρόταση υποχρεώνει τους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους και τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις ως προς τα ισχύοντα κατώφλια να αναφέρουν σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών λεπτομερείς πληροφορίες για κάθε σύμβαση παραγώγων που έχουν συνάψει, καθώς και κάθε τροποποίηση ή λήξη της (άρθρο 6) (30). Οι πληροφορίες αυτές φυλάσσονται από τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, τα οποία τις θέτουν στη διάθεση διαφόρων αρχών για κανονιστικούς σκοπούς (άρθρο 67) (31).

25.

Σε περίπτωση που ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη σε σύμβαση παραγώγου, η οποία υπόκειται στις προαναφερθείσες υποχρεώσεις εκκαθάρισης και αναφοράς, είναι φυσικό πρόσωπο, οι πληροφορίες σχετικά με το φυσικό αυτό πρόσωπο αποτελούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2α της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Ως εκ τούτου, η τήρηση των ανωτέρω υποχρεώσεων συνιστά επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2β της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Ακόμη και σε περίπτωση που τα συμβαλλόμενα μέρη της συναλλαγής δεν είναι φυσικά πρόσωπα, ενδέχεται και πάλι να προκύπτει επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο των άρθρων 6 και 67, όπως π.χ. τα ονόματα και τα στοιχεία επικοινωνίας των διευθυντών των εμπλεκόμενων εταιριών. Οι διατάξεις της οδηγίας 95/46/ΕΚ [ή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, στον βαθμό που είναι συναφείς] εφαρμόζονται επομένως στις εν λόγω περιπτώσεις.

26.

Μια βασική απαίτηση της νομοθεσίας περί προστασίας των δεδομένων είναι οι πληροφορίες να υφίστανται επεξεργασία για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς και η περαιτέρω επεξεργασία τους να συμβιβάζεται με τους σκοπούς αυτούς (32). Τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται για την επίτευξη των σκοπών της νομοθεσίας πρέπει ακόμη να είναι κατάλληλα, συναφή και όχι υπερβολικά σε σχέση με τους σκοπούς αυτούς. Μετά από λεπτομερή εξέταση της πρότασης κανονισμού, ο ΕΕΠΔ συμπεραίνει ότι το σύστημα που προβλέπει η πρόταση δεν πληροί αυτές τις απαιτήσεις.

27.

Όσον αφορά την οριοθέτηση του σκοπού, τονίζεται ότι η πρόταση δεν διευκρινίζει τους σκοπούς του συστήματος υποβολής αναφορών και, ακόμη πιο σημαντικό, τους σκοπούς για τους οποίους οι αρμόδιες αρχές, δυνάμει του άρθρου 67, μπορούν να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που φυλάσσονται από τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών. Μια γενική μόνο αναφορά στην ανάγκη ενίσχυσης της διαφάνειας της αγοράς των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων δεν είναι οπωσδήποτε επαρκής για τη συμμόρφωση προς την αρχή της οριοθέτησης του σκοπού. Η αρχή αυτή βάλλεται ακόμη περισσότερο με το άρθρο 20 παράγραφος 3 του προτεινόμενου κανονισμού σχετικά με το «επαγγελματικό απόρρητο», το οποίο, υπό την τρέχουσα διατύπωσή του, φαίνεται να επιτρέπει τη χρήση εμπιστευτικών πληροφοριών που λαμβάνονται βάσει του προτεινόμενου κανονισμού για έναν αριθμό πρόσθετων αλλά όχι σαφώς καθοριζόμενων σκοπών (33).

28.

Η πρόταση δεν ορίζει επίσης τις κατηγορίες των δεδομένων που θα καταγράφονται, θα αναφέρονται και θα είναι προσβάσιμες, συμπεριλαμβανομένων τυχόν δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ατόμων των οποίων η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί. Τα προαναφερθέντα άρθρα 6 και 67 δίνουν τη δυνατότητα στην Επιτροπή να διευκρινίζει περαιτέρω το περιεχόμενο των υποχρεώσεων αναφοράς και τήρησης αρχείων μέσω πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση. Παρότι ο ΕΕΠΔ κατανοεί την πρακτική αναγκαιότητα μιας τέτοιας διαδικασίας, επιθυμεί να τονίσει ότι, στον βαθμό που οι υπό επεξεργασία πληροφορίες, όπως νοούνται κατά τα προαναφερθέντα άρθρα, αφορούν φυσικά πρόσωπα, οι βασικοί κανόνες και εγγυήσεις προστασίας δεδομένων πρέπει να ορίζονται μέσω του βασικού νομοθετήματος.

29.

Τέλος, το άρθρο 6 της οδηγίας 46/95/ΕΚ και το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 προβλέπουν ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να διατηρούνται υπό μορφή που να επιτρέπει τον προσδιορισμό της ταυτότητας των υποκειμένων τους μόνο κατά τη διάρκεια της περιόδου που είναι αναγκαία για την επίτευξη των σκοπών για τους οποίους έχουν συλλεγεί. Ο ΕΕΠΔ επισημαίνει ότι η πρόταση δεν καθορίζει συγκεκριμένη μέγιστη περίοδο για τη διατήρηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που ενδέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας δυνάμει των άρθρων 6, 27 και 67 του προτεινόμενου κανονισμού. Τα άρθρα 27 και 67 προβλέπουν απλώς ότι τα σχετικά αρχεία θα διατηρούνται για διάστημα τουλάχιστον δέκα ετών. Ωστόσο, αυτό συνιστά μόνο την ελάχιστη περίοδο διατήρησης, η οποία αντιβαίνει οπωσδήποτε στις απαιτήσεις της νομοθεσίας περί προστασίας δεδομένων.

30.

Βάσει των προαναφερθέντων, ο ΕΕΠΔ καλεί τον νομοθέτη να ορίσει τις κατηγορίες πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας βάσει της πρότασης, να προσδιορίσει τους σκοπούς για τους οποίους μπορούν οι πληροφορίες αυτές να υπόκεινται σε επεξεργασία από τις διάφορες σχετικές οντότητες και να καθορίσει μια ακριβή, απαραίτητη και αναλογική περίοδο διατήρησης των δεδομένων για την εν λόγω επεξεργασία.

4.3.   Επιτόπιοι έλεγχοι

31.

Το άρθρο 61 παράγραφος 2 στοιχείο γ) δίνει στην ΕΑΚΑΑ την εξουσία να διενεργεί επιτόπιους ελέγχους, με ή χωρίς προειδοποίηση. Δεν είναι σαφές εάν οι έλεγχοι αυτοί θα περιορίζονται στις επαγγελματικές εγκαταστάσεις των αρχείων καταγραφής συναλλαγών ή θα ισχύουν και για τις ιδιωτικές εγκαταστάσεις ή χώρους φυσικών προσώπων. Το άρθρο 56 παράγραφος 1 στοιχείο γ), που δίνει τη δυνατότητα στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος της ΕΑΚΑΑ, να επιβάλει περιοδικές χρηματικές ποινές σε κάθε πρόσωπο που απασχολείται σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών ή για λογαριασμό του ή που συνδέεται με αυτό, προκειμένου να το υποχρεώσει να υποβληθεί σε έρευνα που έχει κινηθεί από την ΕΑΚΑΑ δυνάμει του άρθρου 61 παράγραφος 2, μπορεί να υποδηλώνει (χωρίς πρόθεση) κάτι διαφορετικό.

32.

Χωρίς να υπεισέρχεται σε περαιτέρω λεπτομέρειες ως προς το εν λόγω θέμα, ο ΕΕΠΔ συνιστά τον περιορισμό της δυνατότητας διενέργειας επιτόπιων ελέγχων (και της σχετικής δυνατότητας επιβολής περιοδικών χρηματικών ποινών δυνάμει του άρθρου 56) μόνο στις επαγγελματικές εγκαταστάσεις των αρχείων καταγραφής συναλλαγών και άλλων νομικών προσώπων που συνδέονται ουσιαστικά και καταφανώς μαζί τους (34). Σε περίπτωση που η Επιτροπή προτίθεται να επιτρέψει ελέγχους μη επαγγελματικών εγκαταστάσεων φυσικών προσώπων, αυτό πρέπει να καταστεί σαφές και να προβλεφθούν αυστηρότερες απαιτήσεις ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τις αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας (ιδίως όσον αφορά τον προσδιορισμό των περιστάσεων και των προϋποθέσεων υπό τις οποίες θα μπορούν να διενεργούνται τέτοιου είδους έλεγχοι).

4.4.   Ανταλλαγές δεδομένων και αρχή οριοθέτησης του σκοπού

33.

Διάφορες διατάξεις του προτεινόμενου κανονισμού επιτρέπουν ευρεία ανταλλαγή δεδομένων και πληροφοριών μεταξύ της ΕΑΚΑΑ, των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών και των αρμοδίων αρχών τρίτων χωρών (βλ. ιδίως άρθρα 21, 23 και 62). Διαβιβάσεις δεδομένων σε τρίτες χώρες μπορούν επίσης να γίνονται σε περίπτωση που ένας αναγνωρισμένος κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ή αρχείο καταγραφής συναλλαγών από τρίτη χώρα παρέχει υπηρεσίες σε οντότητες που αναγνωρίζονται στην Ένωση. Εφόσον οι ανταλλασσόμενες πληροφορίες και δεδομένα αφορούν φυσικά πρόσωπα των οποίων η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί, εφαρμόζονται τα άρθρα 7-9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και τα άρθρα 25-26 της οδηγίας 95/46/EK, στον βαθμό που είναι συναφή. Ειδικότερα, οι διαβιβάσεις σε τρίτες χώρες μπορούν να γίνονται μόνο εφόσον διασφαλίζεται επαρκής βαθμός προστασίας στις εν λόγω χώρες ή εφόσον ισχύει μία από τις συναφείς παρεκκλίσεις που προβλέπονται από τη νομοθεσία περί προστασίας δεδομένων. Για λόγους σαφήνειας, πρέπει συμπεριληφθεί στο κείμενο ρητή αναφορά στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και στην οδηγία 95/46/EK, η οποία θα ορίζει ότι αυτού του είδους οι διαβιβάσεις πρέπει να συμμορφώνονται προς τους ισχύοντες κανόνες που προβλέπονται αντίστοιχα από τον κανονισμό ή την οδηγία.

34.

Σύμφωνα με την αρχή της οριοθέτησης του σκοπού (35), ο ΕΕΠΔ συνιστά επίσης να θεσπιστούν σαφή όρια όσον αφορά τις κατηγορίες πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα που μπορούν να ανταλλάσσονται και να οριστούν οι σκοποί για τους οποίους αυτά μπορούν να ανταλλάσσονται.

4.5.   Λογοδοσία και εκθέσεις

35.

Το άρθρο 68 της πρότασης προβλέπει μια σειρά υποχρεώσεων της Επιτροπής για υποβολή εκθέσεων σχετικά με την εφαρμογή των διαφόρων στοιχείων του προτεινόμενου κανονισμού. Ο ΕΕΠΔ συνιστά να θεσπιστεί επίσης υποχρέωση της ΕΑΚΑΑ να υποβάλλει περιοδικές εκθέσεις σχετικά με τη χρήση των εξουσιών έρευνάς της και ιδίως της εξουσίας της να ζητά αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων. Λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματα των εκθέσεων αυτών, η Επιτροπή θα ήταν επίσης σε θέση διατυπώνει συστάσεις, μεταξύ άλλων και για την αναθεώρηση του κανονισμού, εφόσον συντρέχει περίπτωση.

5.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

36.

Η παρούσα πρόταση δίνει στην ΕΑΚΑΑ την εξουσία να «ζητεί αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων» για την εκτέλεση των καθηκόντων που αφορούν την εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών. Για να συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας, η εξουσία ενός φορέα να ζητεί αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων πρέπει να περιορίζεται σε αυτό που είναι κατάλληλο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου και να μην υπερβαίνει αυτό που είναι αναγκαίο για την επίτευξή του. Υπό την τρέχουσα μορφή της, η εν λόγω διάταξη δεν πληροί αυτές προϋποθέσεις λόγω της ευρείας διατύπωσής της. Ειδικότερα, δεν διευκρινίζονται επαρκώς το προσωπικό και το καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της εξουσίας, καθώς και οι περιστάσεις και προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να χρησιμοποιείται.

37.

Τα σχόλια που διατυπώνονται στην παρούσα γνωμοδότηση, παρότι στοχεύουν στην πρόταση για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, έχουν και μια γενικότερη σημασία για την εφαρμογή τόσο της υφιστάμενης νομοθεσίας όσο και άλλων εκκρεμών και πιθανών μελλοντικών προτάσεων που θα περιέχουν παρόμοιες διατάξεις. Αυτό ισχύει κυρίως στην περίπτωση που η εν λόγω εξουσία ανατίθεται, όπως στην παρούσα πρόταση, σε αρχή της ΕΕ χωρίς αναφορά στις ειδικές προϋποθέσεις και διαδικασίες που ορίζονται από τις εθνικές νομοθεσίες (π.χ. πρόταση για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας).

38.

Βάσει των προαναφερθέντων, ο ΕΕΠΔ συνιστά στον νομοθέτη:

Να καθορίσει με σαφήνεια τις κατηγορίες αρχείων τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων που τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών υποχρεούνται να διατηρούν ή/και να παρέχουν στις αρμόδιες αρχές. Τα δεδομένα αυτά πρέπει να είναι κατάλληλα, συναφή προς τους επιδιωκόμενους στόχους και όχι υπερβολικά σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους υφίστανται επεξεργασία.

Να περιορίσει την εξουσία πρόσβασης σε αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων στα αρχεία καταγραφής συναλλαγών.

Να διευκρινίσει ότι αποκλείεται η πρόσβαση σε αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων που προέρχονται απευθείας από εταιρίες τηλεπικοινωνιών.

Να επιτρέπει την πρόσβαση σε αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων μόνο σε περιπτώσεις συγκεκριμένων και σοβαρών παραβιάσεων του προτεινόμενου κανονισμού, καθώς και σε περιπτώσεις όπου υφίσταται εύλογη υποψία (η οποία πρέπει να υποστηρίζεται από συγκεκριμένα αρχικά αποδεικτικά στοιχεία) ότι διαπράχθηκε παράβαση.

Να καταστήσει σαφές ότι τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών θα παρέχουν αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων μόνο εφόσον αυτά ζητούνται μέσω επίσημης απόφασης, όπου θα προβλέπεται μεταξύ άλλων το δικαίωμα να ζητείται εξέταση της απόφασης από δικαστήριο.

Να προβλέψει ότι η απόφαση δεν θα μπορεί να εκτελείται χωρίς προηγούμενη δικαστική εξουσιοδότηση από την αρμόδια δικαστική αρχή του οικείου κράτους μέλους (τουλάχιστον στις περιπτώσεις όπου απαιτείται από την εθνική νομοθεσία τέτοια εξουσιοδότηση).

Να ζητήσει από την Επιτροπή να εγκρίνει μέτρα εφαρμογής, τα οποία θα καθορίζουν λεπτομερώς τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται, συμπεριλαμβανομένων των κατάλληλων μέτρων και εγγυήσεων ασφάλειας.

39.

Όσον αφορά άλλες πτυχές της πρότασης, ο ΕΕΠΔ παραπέμπει στα σχόλια που διατυπώνονται στην ενότητα 4 της παρούσας γνωμοδότησης. Ειδικότερα, ο ΕΕΠΔ συνιστά στον νομοθέτη:

Να συμπεριλάβει αναφορά στην οδηγία 95/46/ΕΚ και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001, τουλάχιστον στις αιτιολογικές σκέψεις του προτεινόμενου κανονισμού και κατά προτίμηση και σε ουσιαστική διάταξή του, όπου θα αναφέρεται ότι οι διατάξεις του προτεινόμενου κανονισμού ισχύουν με την επιφύλαξη, αντίστοιχα, της οδηγίας και του κανονισμού.

Να ορίσει τις κατηγορίες των πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας βάσει της πρότασης συμφώνως προς την αρχή της αναγκαιότητας (ιδίως όσον αφορά τα άρθρα 6 και 67), να προσδιορίσει τους σκοπούς για τους οποίους μπορούν οι πληροφορίες αυτές να υπόκεινται σε επεξεργασία από τις διάφορες οικείες αρχές/οντότητες και να καθορίσει μια ακριβή, απαραίτητη και αναλογική περίοδο διατήρησης των δεδομένων για την εν λόγω επεξεργασία.

Να περιορίσει τη δυνατότητα διενέργειας επιτόπιων ελέγχων δυνάμει του άρθρου 61 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και επιβολής περιοδικών χρηματικών ποινών δυνάμει του άρθρου 56 μόνο σε αρχεία καταγραφής συναλλαγών και σε άλλα νομικά πρόσωπα που συνδέονται ουσιαστικά και καταφανώς μαζί τους.

Να καταστήσει σαφές ότι οι διεθνείς διαβιβάσεις πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα θα γίνονται σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και στην οδηγία 95/46/EK, να θεσπίσει σαφή όρια όσον αφορά τις κατηγορίες των πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα που μπορούν να ανταλλάσσονται και να ορίσει τους σκοπούς για τους οποίους μπορούν να ανταλλάσσονται.

Βρυξέλλες, 19 Απριλίου 2011.

Giovanni BUTTARELLI

Αναπληρωτής Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων


(1)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(2)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(3)  COM(2010) 484 τελικό.

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής, (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής, (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής, (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).

(8)  Ως παράγωγο λογίζεται κάθε χρηματοπιστωτική σύμβαση που συνδέεται με τη μελλοντική αξία ή καθεστώς του υποκείμενου μέσου στο οποίο αφορά (π.χ. με την εξέλιξη των επιτοκίων ή της αξίας νομίσματος).

(9)  Συνήθως υπάλληλοι στους οποίους μπορούν να αποδίδονται οι τηλεφωνικές κλήσεις και η διαβίβαση δεδομένων, καθώς και οι αποδέκτες και λοιποί σχετικοί χρήστες.

(10)  Βλ. άρθρο 6 παράγραφος 1 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 45).

(11)  Βλ. άρθρο 15 παράγραφος 1 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, το οποίο προβλέπει ότι ο περιορισμός αυτός πρέπει να αποτελεί αναγκαίο, κατάλληλο και ανάλογο μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για τη διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας (δηλαδή της ασφάλειας του κράτους), της εθνικής άμυνας, της δημόσιας ασφάλειας, και για την πρόληψη, διερεύνηση, διαπίστωση και δίωξη ποινικών αδικημάτων ή της άνευ αδείας χρησιμοποίησης του συστήματος ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη δύνανται, μεταξύ άλλων, να λαμβάνουν νομοθετικά μέτρα που θα προβλέπουν τη φύλαξη δεδομένων για ορισμένο χρονικό διάστημα για τους λόγους που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο.

(12)  Βλ. π.χ. συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-92/09 και C-93/09, Volker und Markus Schecke GbR (C-92/09), Hartmut Eifert (C-92/09) v. Land Hessen, που δεν έχουν δημοσιευτεί ακόμη στη Συλλογή, σημείο 74.

(13)  Για παράδειγμα, η αιτιολογική σκέψη 44 αναφέρει ότι τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών υπόκεινται σε αυστηρές απαιτήσεις τήρησης αρχείων και διαχείρισης δεδομένων. Το άρθρο 66 ορίζει ότι το αρχείο καταγραφής συναλλαγών «καταγράφει πάραυτα τις πληροφορίες τις οποίες λαμβάνει δυνάμει του άρθρου 6 και τις διατηρεί τουλάχιστον επί δεκαετία από τη λήξη των σχετικών συμβάσεων. Χρησιμοποιεί ταχείες και αποδοτικές διαδικασίες τήρησης αρχείου για την τεκμηρίωση των αλλαγών στις καταγεγραμμένες πληροφορίες [sic]». Το άρθρο 67 προβλέπει επίσης ότι «το αρχείο καταγραφής συναλλαγών θέτει τις αναγκαίες πληροφορίες στη διάθεση» της ΕΑΚΑΑ και διαφόρων άλλων αρμόδιων αρχών.

(14)  Η φράση «αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων» μπορεί δυνητικά να περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα πληροφοριών, όπως η διάρκεια, ο χρόνος ή το μέγεθος μιας επικοινωνίας, το πρωτόκολλο που χρησιμοποιείται, η θέση του τερματικού εξοπλισμού του αποστολέα ή του αποδέκτη, το δίκτυο από το οποίο προέρχεται ή στο οποίο καταλήγει η επικοινωνία, η αρχή, το τέλος ή η διάρκεια μιας σύνδεσης ή ακόμη και ο κατάλογος των δικτυακών τόπων που επισκέπτεται κανείς και το περιεχόμενο των ίδιων των επικοινωνιών σε περίπτωση που αυτές καταγράφονται. Στον βαθμό που αφορούν φυσικά πρόσωπα των οποίων η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί, όλες αυτές οι πληροφορίες συνιστούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

(15)  Βλ. άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της οδηγίας 95/46/ΕΚ και άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Πρέπει επίσης να εξετάζεται εάν μπορούν να θεσπιστούν ειδικές διασφαλίσεις ώστε να αποφεύγεται η καταγραφή και επεξεργασία δεδομένων που αφορούν καθαρά ιδιωτική χρήση.

(16)  Το άρθρο 56 παράγραφος 1 στοιχείο γ), το οποίο δίνει τη δυνατότητα στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος της ΕΑΚΑΑ, να επιβάλει περιοδικές χρηματικές ποινές σε κάθε πρόσωπο που απασχολείται σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών ή για λογαριασμό του ή που συνδέεται με αυτό, προκειμένου να το υποχρεώσει να υποβληθεί σε έρευνα που έχει κινηθεί από την ΕΑΚΑΑ δυνάμει του άρθρου 61 παράγραφος 2, μπορεί να υποδηλώνει (χωρίς πρόθεση) κάτι διαφορετικό.

(17)  Όπως έχει αναφερθεί, η οδηγία για την ηλ-ιδιωτικότητα (e-Privacy) θεσπίζει τη γενική αρχή ότι τα δεδομένα κίνησης πρέπει να απαλείφονται ή να καθίστανται ανώνυμα όταν δεν είναι πλέον απαραίτητα για το σκοπό της μετάδοσης μιας επικοινωνίας. Τα δεδομένα αυτά μπορούν να υποβάλλονται σε περαιτέρω επεξεργασία μόνο με σκοπό τη χρέωση των συνδρομητών και την πληρωμή των διασυνδέσεων και μέχρι το τέλος της χρονικής περιόδου εντός της οποίας δύναται να αμφισβητείται νομίμως ο λογαριασμός ή να επιδιώκεται η πληρωμή. Τυχόν παρέκκλιση από την αρχή αυτή πρέπει να αποτελεί αναγκαίο, κατάλληλο και ανάλογο μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για συγκεκριμένους σκοπούς δημόσιας τάξης (όπως η διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας (δηλαδή της ασφάλειας του κράτους), της εθνικής άμυνας, της δημόσιας ασφάλειας, και για την πρόληψη, διερεύνηση, διαπίστωση και δίωξη ποινικών αδικημάτων ή της άνευ αδείας χρησιμοποίησης του συστήματος ηλεκτρονικών επικοινωνιών).

(18)  Το Ιταλικό Σύνταγμα, για παράδειγμα, ορίζει ότι οποιαδήποτε παρέμβαση στο απόρρητο της αλληλογραφίας, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε δεδομένα κίνησης που δεν αποκαλύπτουν το περιεχόμενο των επικοινωνιών, πρέπει να γίνεται κατόπιν εντολής ή εξουσιοδότησης μέλους του δικαστικού σώματος.

(19)  Παρόμοια απαίτηση έχει θεσπιστεί μέσω της τροποποιημένης έκδοσης της πρότασης για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που ψηφίστηκε από το ΕΚ τον Δεκέμβριο του 2010.

(20)  Οδηγία 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση αγοράς), (ΕΕ L 96 της 12.4.2003, σ. 16).

(21)  Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου, (ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1).

(22)  Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32).

(23)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 1).

(24)  Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Απριλίου 2009, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2004/39/ΕΚ και 2009/…/ΕΚ, COM(2009) 207.

(25)  Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 2010, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, COM(2010) 289.

(26)  Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Σεπτεμβρίου 2010, για τις ανοικτές πωλήσεις και ορισμένες πτυχές των συμβάσεων αντιστάθμισης πιστωτικού κινδύνου, COM(2010) 482.

(27)  Κανονισμός του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στην ενεργειακή αγορά, COM(2010) 726.

(28)  Βλ. π.χ. άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας για την κατάχρηση αγοράς που προαναφέρθηκε στην υποσημείωση 20. Βλ. επίσης άρθρο 50 της οδηγίας MIFID, που προαναφέρθηκε στην υποσημείωση 21.

(29)  Για παράδειγμα, το άρθρο 37 της πρότασης για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δίνει στην Επιτροπή τη δυνατότητα να τροποποιεί παραρτήματα του κανονισμού, στα οποία ορίζονται οι λεπτομέρειες των απαιτήσεων τήρησης αρχείων που επιβάλλονται στους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Βλ. επίσης αιτιολογική σκέψη 10 της ίδιας πρότασης όπου γίνεται λόγος για τη δυνατότητα της ΕΑΚΑΑ να εκδίδει και να ενημερώνει μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές επί ζητημάτων σχετικών με την εφαρμογή του κανονισμού για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.

(30)  Το άρθρο 6 παράγραφος 4 της πρότασης αναθέτει στην Επιτροπή την εξουσία να καθορίζει τις λεπτομέρειες και τον τύπο των αναφορών για τις διάφορες κατηγορίες παραγώγων, διευκρινίζοντας ότι οι αναφορές αυτές θα περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής στοιχεία: α) κατάλληλη επισήμανση των μερών της σύμβασης και, εάν είναι διαφορετικός, του δικαιούχου των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από τη σύμβαση, και β) αναφορά των κυριότερων χαρακτηριστικών της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένου του είδους, του υποκειμένου, της ληκτότητας και της θεωρητικής αξίας.

(31)  Βλ. αιτιολογική έκθεση, σ. 11. Αυτό συγκεκριμενοποιείται με το άρθρο 67, το οποίο προβλέπει ότι το αρχείο καταγραφής συναλλαγών θέτει τις αναγκαίες πληροφορίες στη διάθεση μιας σειράς οντοτήτων, και συγκεκριμένα της ΕΑΚΑΑ, των αρμοδίων αρχών που ασκούν την εποπτεία των επιχειρήσεων που υπόκεινται στην υποχρέωση αναφοράς, των αρμοδίων αρχών που ασκούν την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και των σχετικών κεντρικών τραπεζών του ΕΣΚΤ.

(32)  Βλ. π.χ. γνωμοδότηση του ΕΕΠΔ, της 6ης Ιανουαρίου 2010, αναφορικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας, (ΕΕ C 101 της 20.4.2010, σ. 1).

(33)  Το άρθρο 20 παράγραφος 3 αναφέρει τα εξής: «Υπό την επιφύλαξη των υποθέσεων που εμπίπτουν στο ποινικό δίκαιο, οι αρμόδιες αρχές, η ΕΑΚΑΑ, οι φορείς και τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα εκτός των αρμοδίων αρχών που λαμβάνουν εμπιστευτικές πληροφορίες δυνάμει του παρόντος κανονισμού, μπορούν να τις χρησιμοποιήσουν μόνον κατά την εκτέλεση των καθηκόντων και για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, προκειμένου περί των αρμόδιων αρχών, εντός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ή, προκειμένου περί των λοιπών αρχών, φορέων και φυσικών ή νομικών προσώπων, για τον σκοπό για τον οποίο τους δόθηκαν οι υπόψη πληροφορίες ή στο πλαίσιο διοικητικών ή δικαστικών διαδικασιών που σχετίζονται άμεσα με την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών, ή και τα δύο. Εφόσον συγκατατίθεται η ΕΑΚΑΑ, η αρμόδια αρχή ή άλλη αρχή, φορέας ή πρόσωπο που διαβιβάζει τις πληροφορίες, η αρχή που λαμβάνει τις πληροφορίες μπορεί να τις χρησιμοποιήσει για άλλους σκοπούς».

(34)  Παρόμοια διευκρίνιση έχει προβλεφθεί και στην τροποποιημένη έκδοση της πρότασης για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, που ψηφίστηκε από το ΕΚ τον Δεκέμβριο του 2010.

(35)  Βλ. άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 95/46/ΕΚ και άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.


II Ανακοινώσεις

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ, ΤΑ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

22.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/17


Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την αρχή που είναι εξουσιοδοτημένη για την έκδοση πιστοποιητικών γνησιότητας στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 620/2009

2011/C 216/05

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 617/2009 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, ο οποίος δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 182 της 15ης Ιουλίου 2009, ανοίχτηκε δασμολογική ποσόστωση εισαγωγής για το βόειο κρέας υψηλής ποιότητας.

Το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 620/2009 της Επιτροπής, της 13ης Ιουλίου 2009, ορίζει ότι η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων που εισάγονται στο πλαίσιο αυτής της ποσόστωσης υπόκειται στην υποβολή πιστοποιητικού γνησιότητας.

Η ακόλουθη αρχή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα πιστοποιητικά γνησιότητας στο πλαίσιο του εν λόγω κανονισμού.

Ministry of Agriculture and Forestry

Pastoral House

25 The Terrace

Wellington

NEW ZEALAND

Ταχυδρομική διεύθυνση

Ministry of Agriculture and Forestry

PO Box 2526

Wellington 6140

NEW ZEALAND

Τηλ. +64 48940100

Φαξ +64 48940720

E-mail: nzfsa.info@maf.govt.nz

Internet: http://www.maf.govt.nz


22.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/18


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.6151 — PetroChina/INEOS/JV)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2011/C 216/06

Στις 13 Μαΐου 2011, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με την ανωτέρω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την χαρακτηρίσει συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά. Η απόφαση αυτή βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνον στα αγγλική και θα δημοσιοποιηθεί χωρίς τα επιχειρηματικά απόρρητα στοιχεία τα οποία ενδέχεται να περιέχει. Θα διατίθεται:

από τη σχετική με τις συγκεντρώσεις ενότητα του δικτυακού τόπου για τον ανταγωνισμό της Επιτροπής (http://ec.europa.eu/competition/mergers/cases/). Ο δικτυακός αυτός τόπος παρέχει διάφορα μέσα που βοηθούν στον εντοπισμό μεμονωμένων αποφάσεων για συγκεντρώσεις όπως ευρετήρια επιχειρήσεων, αριθμών υποθέσεων, και ημερομηνιών και τομεακά ευρετήρια·

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο EUR-Lex (http://eur-lex.europa.eu/en/index.htm) με αριθμό εγγράφου 32011M6151. Ο δικτυακός τόπος EUR-Lex αποτελεί την επιγραμμική πρόσβαση στην ευρωπαϊκή νομοθεσία.


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ, ΤΑ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

22.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/19


ΡΫΘΜΙΣΗ ΣΧΕΤΙΚΆ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΌΣΒΑΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΫ ΣΤΑ ΈΓΓΡΑΦΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ

Απόφαση του Προεδρείου της 28ης Νοεμβρίου 2001 (1)  (2)  (3)  (4)

2011/C 216/07

ΤΟ ΠΡΟΕΔΡΕΊΟ,

Έχοντας υπόψη το άρθρο 15, παράγραφος 3, της ΣΛΕΕ,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 2001 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής και ιδίως τα άρθρα 11, 12 και 18,

Έχοντας υπόψη το άρθρο 23, παράγραφοι 2 και 12, το άρθρο 103, παράγραφος 1 και το άρθρο 104 του Κανονισμού,

Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γενικές αρχές για την πρόσβαση στα έγγραφα ορίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφος 3, της ΣΛΕΕ από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 2001,

Λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το πρώην άρθρο 255 παράγραφος 3 της Συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με απόφασή του της 13ης Νοεμβρίου 2001, προέβη σε τροποποίηση του εσωτερικού κανονισμού του,

Λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 104, παράγραφοι 2, 3 και 4 του εσωτερικού κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αναθέτει στο Προεδρείο να καθορίσει τους κανόνες σχετικά με τη δημιουργία του μητρώου στοιχείων αναφορών των εγγράφων, να θεσπίσει τους όρους πρόσβασης και να ορίσει τα όργανα που είναι αρμόδια για την επεξεργασία των αιτήσεων πρόσβασης,

Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα μέτρα που αναφέρονται στο σύστημα τελών για την παράδοση των εγγράφων πρέπει να προσαρμοστούν στις προβλέψεις του άρθρου 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 έτσι ώστε να προσδιοριστεί το επιπλέον κόστος που βαρύνει τον αιτούντα όταν πρόκειται να παραδοθούν ογκώδη έγγραφα,

Εκτιμώντας ότι κρίνεται σκόπιμο να συγκεντρωθούν σε μια ενιαία απόφαση τα μέτρα που αφορούν τη λειτουργία του μητρώου εγγράφων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έτσι ώστε να αυξηθεί η διαφάνεια απέναντι στους πολίτες,

Εκτιμώντας ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 δεν επιτρέπει να ληφθεί υπόψη η ιδιότητα του αιτούντος και ότι οι λαμβανόμενες αποφάσεις δυνάμει του εν λόγω κανονισμού παράγουν αποτέλεσμα «έναντι πάντων». Όμως, οι βουλευτές και το προσωπικό των θεσμικών οργάνων έχουν προνομιακά δικαιώματα πρόσβασης που αναγνωρίζονται από τον Κανονισμό του Κοινοβουλίου, τον Δημοσιονομικό Κανονισμό, από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και τον Κανονισμό της Υπηρεσιακής Κατάστασης των Υπαλλήλων, τα οποία μπορούν να ασκήσουν, αντί να προσφύγουν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001,

Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 και η παρούσα απόφαση δεν ρυθμίζουν ούτε και την πρόσβαση και τη διαβίβαση εγγράφων μεταξύ των θεσμικών οργάνων, που αποτελούν αντικείμενο διοργανικών συμφωνιών,

Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 αναφέρεται στην πρόσβαση στα υφιστάμενα έγγραφα και ότι οι αιτήσεις παροχής πληροφοριών πρέπει να εξετάζονται βάσει άλλων διατάξεων,

Λαμβάνοντας υπόψη ότι το Προεδρείο, με την απόφαση του της 8ης Μαρτίου 2010, ενέκρινε ένα νέο κατάλογο των κατηγοριών των εγγράφων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που είναι άμεσα προσβάσιμα,

Λαμβάνοντας υπόψη ότι απαιτείται να γίνουν τεχνικές τροποποιήσεις υπό το φως της πείρας που απέκτησε το θεσμικό όργανο κατά τα τελευταία έτη και την πορεία της ιστοθέσης του Κοινοβουλίου,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

ΤΊΤΛΟΣ I

TO ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΜΗΤΡΩΟ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑΦΟΡΑΣ (RER)

Άρθρο 1

Δημιουργία

1.   Το ηλεκτρονικό μητρώο στοιχείων αναφοράς (RER) δημιουργείται για τα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

2.   Το μητρώο στοιχείων αναφοράς που δημιουργείται κατ' αυτό τον τρόπο περιέχει τα στοιχεία αναφοράς των εγγράφων που έχουν συνταχθεί ή ληφθεί (υπό την επιφύλαξη της επομένης παραγράφου) από το Όργανο αρχής γενομένης από την ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 (5).

3.   Βάσει του άρθρου 10, παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, δεν είναι απαραίτητο να διατίθενται στο RER τα έγγραφα των λοιπών θεσμικών οργάνων που λαμβάνονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και που είναι ήδη εύκολα προσβάσιμα στο ηλεκτρονικό μητρώο του οικείου οργάνου. Το RER παρέχει ένα σύνδεσμο που παραπέμπει στο μητρώο του οργάνου συντάκτη.

4.   Τα εν λόγω στοιχεία αναφοράς συνιστούν το «δελτίο ταυτότητας του εγγράφου», το οποίο περιέχει όχι μόνο τα δεδομένα που απαιτούνται από το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, αλλά και, στο μέτρο του δυνατού, τα δεδομένα που επιτρέπουν τον προσδιορισμό της αρχής από την οποία εκπορεύεται το κάθε έγγραφο, τις διαθέσιμες γλώσσες, το καθεστώς του εγγράφου, την κατηγορία του εγγράφου και τον τόπο στον οποίο βρίσκεται αποθηκευμένο το έγγραφο.

Άρθρο 2

Στόχοι

Το RER είναι διαρθρωμένο κατά τρόπον ώστε να επιτρέπει:

τον προσδιορισμό των εγγράφων μέσω ενός ενιαίου συστήματος αναφοράς,

την άμεση προσπελασιμότητα στα έγγραφα, ιδίως στα νομοθετικά,

την ενημέρωση σε περίπτωση που τα έγγραφα δεν είναι άμεσα προσπελάσιμα με ηλεκτρονική μορφή κατ’ εφαρμογή των άρθρων 4 και 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

Άρθρο 3

Λειτουργία

Η Μονάδα «Διαφάνεια- πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα και σχέσεις με τους εκπροσώπους συμφερόντων» (εφεξής, η αρμόδια υπηρεσία) είναι υπεύθυνη:

για τον έλεγχο της καταχώρησης στο RER των εγγράφων που έχουν συνταχθεί ή ληφθεί από το Κοινοβούλιο,

για την παραλαβή και τον έλεγχο των αιτήσεων πρόσβασης υπό γραπτή ή ηλεκτρονική μορφή, εντός προθεσμίας 15 εργάσιμων ημερών, που ενδέχεται να παρατείνεται,

για τη διαβίβαση απόδειξης παραλαβής,

για την βοήθεια προς τον αιτούντα προκειμένου αυτός να διευκρινίσει το περιεχόμενο της αίτησής του και για τη συνεννόηση με τον αιτούντα σχετικά με αιτήσεις που αφορούν υπερβολικά εκτεταμένα ή σύνθετα έγγραφα,

για τη διευκόλυνση της πρόσβασης του αιτούντα σε έγγραφα που έχουν ήδη δημοσιευθεί,

για τον συντονισμό της απάντησης με την υπηρεσία που έχει συντάξει ή κατέχει το έγγραφο ή το εξουσιοδοτημένο πρόσωπο όταν η αίτηση αφορά έγγραφο που δεν περιλαμβάνεται στο μητρώο ή όταν η αίτηση αφορά έγγραφο που υπάγεται στους περιορισμούς που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001,

για τη διαβούλευση με τους τρίτους κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

Άρθρο 4

Καταχώρηση εγγράφων στο RER

1.   Τα στοιχεία αναφοράς των εγγράφων καταγράφονται στο RER σύμφωνα με τις οδηγίες που έχει εγκρίνει ο Γενικός Γραμματέας και που εξασφαλίζουν τη μέγιστη δυνατή ανιχνευσιμότητα των εγγράφων. Το πεδίο που καλύπτει το RER θα διευρυνθεί σταδιακά. Θα ανακοινωθεί στην αρχική σελίδα του RER στην ιστοθέση EUROPARL.

2.   Προς τούτο, τα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όπως καθορίζονται στο άρθρο 104, παράγραφος 2 του Κανονισμού του, εγγράφονται στο RER υπό την ευθύνη του Οργάνου ή της υπηρεσίας που συντάσσει το έγγραφο.

3.   Τα έγγραφα που συντάσσονται στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας ή της κοινοβουλευτικής δραστηριότητας εγγράφονται στο RER αμέσως μόλις κατατεθούν ή δημοσιοποιηθούν.

4.   Τα λοιπά έγγραφα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των διοικητικών υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εγγράφονται στο RER, στο μέτρο του δυνατού, σύμφωνα με τις οδηγίες του Γενικού Γραμματέα.

5.   Τα στοιχεία αναφοράς εγγράφων τρίτων βάσει των όρων του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 εγγράφονται στο RER από την υπηρεσία που είναι ο παραλήπτης των εγγράφων.

Άρθρο 5

Έγγραφα άμεσα προσπελάσιμα

1.   Όλα τα έγγραφα που συντάσσει ή λαμβάνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας πρέπει να είναι προσπελάσιμα από τους πολίτες υπό ηλεκτρονική μορφή, με την επιφύλαξη των περιορισμών που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

2.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καθιστά προσπελάσιμα όλα τα νομοθετικά έγγραφα, υπό την έννοια του άρθρου 12 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, διά της ηλεκτρονικής οδού μέσω του RER ή της ιστοθέσης Europarl.

3.   Οι κατηγορίες των άμεσα προσπελάσιμων εγγράφων απαριθμούνται σε κατάλογο τον οποίο καταρτίζει το Προεδρείο και που δημοσιεύεται στην ιστοθέση Europarl. Ο εν λόγω κατάλογος δεν περιορίζει το δικαίωμα πρόσβασης όσον αφορά τα έγγραφα που δεν εμπίπτουν στις απαριθμούμενες κατηγορίες, τα οποία μπορούν να καταστούν προσπελάσιμα κατόπιν γραπτής αιτήσεως.

Άρθρο 6

Έγγραφα προσπελάσιμα κατόπιν αιτήσεως

1.   Τα έγγραφα που συντάσσει ή λαμβάνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκτός της νομοθετικής διαδικασίας γίνονται στο μέτρο του δυνατού άμεσα προσπελάσιμα στους πολίτες μέσω του RER, με την επιφύλαξη των περιορισμών που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

2.   Όταν η καταχώρηση ενός εγγράφου στο RER δεν επιτρέπει την άμεση πρόσβαση στο πλήρες κείμενο, είτε επειδή το έγγραφο δεν είναι διαθέσιμο σε ηλεκτρονική μορφή είτε λόγω της εφαρμογής των εξαιρέσεων που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, ο αιτών μπορεί να ζητήσει την πρόσβαση στο έγγραφο γραπτώς, ή χρησιμοποιώντας το ηλεκτρονικό έντυπο που διατίθεται στην ιστοθέση του RER στο EUROPARL.

3.   Τα έγγραφα που συντάχθηκαν ή ελήφθησαν από το Κοινοβούλιο πριν από τη θέση σε ισχύ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 και κατά συνέπεια τα στοιχεία τους δεν περιλαμβάνονται στο RER είναι προσπελάσιμα κατόπιν γραπτής ή ηλεκτρονικής αιτήσεως με την επιφύλαξη των περιορισμών που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 9 του προαναφερθέντος κανονισμού.

4.   Το Κοινοβούλιο θα εξασφαλίσει παροχή συμβουλών «on line» στους πολίτες ως προς τους όρους κατάθεσης αιτήσεων πρόσβασης στα έγγραφα.

ΤΊΤΛΟΣ ΙΙ

ΑΡΧΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ

Άρθρο 7

Αιτήσεις καλυπτόμενες από την παρούσα ρύθμιση

Η παρούσα ρύθμιση εφαρμόζεται σε κάθε αίτηση πρόσβασης σε έγγραφο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου η οποία υποβάλλεται χρησιμοποιώντας το έντυπο που διατίθεται στην ιστοθέση του RER ή επικαλούμενη ρητά το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα, όπως καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001. Ωστόσο, δεν καλύπτονται από την παρούσα ρύθμιση οι αιτήσεις που βασίζονται σε ειδικό δικαίωμα πρόσβασης, όπως αυτό θεσπίζεται, ειδικότερα, από τον Κανονισμό του Κοινοβουλίου, τον Δημοσιονομικό Κανονισμό, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τον Κανονισμό της Υπηρεσιακής Κατάστασης των Υπαλλήλων.

Άρθρο 8

Υποβολή της αίτησης πρόσβασης

1.   Η αίτηση πρόσβασης σε έγγραφο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να υποβληθεί γραπτώς, με φαξ ή σε ηλεκτρονική μορφή σε μια από τις γλώσσες που απαριθμούνται στο άρθρο 342 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Οι αιτήσεις σε ηλεκτρονική μορφή υποβάλλονται χρησιμοποιώντας στο μέτρο του δυνατού το ηλεκτρονικό έντυπο που προβλέπεται στην ιστοθέση του RER και το σύστημα παροχής βοήθειας ‧on line‧ που έχει παραβλεφθεί προκειμένου να διευκολύνεται η υποβολή των εν λόγω αιτήσεων.

3.   Η αίτηση πρέπει να είναι διατυπωμένη με επαρκή ακρίβεια και να περιέχει ιδίως τα στοιχεία που επιτρέπουν τον εντοπισμό του ζητούμενου εγγράφου (ή εγγράφων) καθώς και το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του αιτούντος.

4.   Εάν η αίτηση δεν είναι επαρκώς σαφής, το Όργανο, δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, ζητεί από τον αιτούντα να τη διευκρινίσει και τον βοηθεί προς τούτο.

Άρθρο 9

Επεξεργασία της αρχικής αίτησης

1.   Κάθε αίτηση πρόσβασης σε έγγραφο που κατέχει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαβιβάζεται, την ίδια ημέρα με την καταχώρησή της, στην αρμόδια υπηρεσία, η οποία οφείλει να αποστείλει απόδειξη παραλαβής, να συντάξει την απάντηση και να προμηθεύσει το έγγραφο εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας.

2.   Σε περίπτωση που η αίτηση αφορά έγγραφο που έχει συνταχθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για το οποίο έχει εφαρμογή μια από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, ή σε περίπτωση που πρέπει να προσδιοριστεί και να εντοπιστεί το ζητούμενο έγγραφο, η αρμόδια υπηρεσία απευθύνεται στην υπηρεσία ή το όργανο που συνέταξε το έγγραφο, που προτείνει τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί μέσα σε προθεσμία πέντε εργάσιμων ημερών.

Άρθρο 10

Διαβούλευση με τρίτους

1.   Όταν η αίτηση αφορά έγγραφα τρίτων, η αρμόδια υπηρεσία, ενδεχομένως σε συνεννόηση με την υπηρεσία που κατέχει τα ζητούμενα έγγραφα, ελέγχει κατά πόσον έχει εφαρμογή μία από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στα άρθρα 4 ή 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

2.   Εάν, μετά την εξέταση αυτή, διαπιστωθεί ότι πρέπει να απορριφθεί η αίτηση πρόσβασης στα ζητούμενα έγγραφα δυνάμει μιας από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, η αρνητική απάντηση αποστέλλεται στον αιτούντα χωρίς να υπάρξει διαβούλευση με τον τρίτο συντάκτη.

3.   Η αρμόδια υπηρεσία δίνει θετική συνέχεια στην αίτηση χωρίς να υπάρξει διαβούλευση με τον τρίτο συντάκτη όταν:

το ζητούμενο έγγραφο έχει ήδη κοινολογηθεί από τον συντάκτη του δυνάμει των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 ή αναλόγων διατάξεων·

η κοινολόγηση, ενδεχομένως μερική, του περιεχομένου του δεν θίγει προδήλως ένα από τα συμφέροντα που αναφέρονται στα άρθρα 4 και 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

4.   Σε όλες τις λοιπές περιπτώσεις, υπάρχει διαβούλευση με τους τρίτους και χορηγείται σε αυτούς προθεσμία πέντε εργάσιμων ημερών προκειμένου να εκδηλωθούν έτσι ώστε να καθοριστεί κατά πόσον έχει εφαρμογή μία από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στα άρθρα 4 ή 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

5.   Σε περίπτωση μη απάντησης μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, ή όταν ο τρίτος δεν είναι δυνατό να εξευρεθεί ή να εντοπιστεί, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφασίζει σύμφωνα με το καθεστώς των εξαιρέσεων του άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, λαμβάνοντας υπόψη τα νόμιμα συμφέροντα του τρίτου με βάση τα στοιχεία που διαθέτει.

Άρθρο 11

Προθεσμία απάντησης

1.   Στις περιπτώσεις που εγκρίνεται η πρόσβαση, η αρμόδια υπηρεσία χορηγεί τα ζητούμενα έγγραφα μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την καταχώρηση της αίτησης.

2.   Εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν είναι σε θέση να επιτρέψει την πρόσβαση στα ζητούμενα έγγραφα, γνωστοποιεί γραπτώς στον αιτούντα τους λόγους της ολικής ή μερικής άρνησής του, πληροφορώντας τον για το δικαίωμά του να υποβάλει επιβεβαιωτική αίτηση.

3.   Στην περίπτωση αυτή, ο αιτών διαθέτει προθεσμία δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της απάντησης προκειμένου να υποβάλει επιβεβαιωτική αίτηση.

4.   Κατ’ εξαίρεσιν, όταν η αίτηση αφορά ογκώδες έγγραφο ή μεγάλο αριθμό εγγράφων, η προθεσμία που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου είναι δυνατόν να παραταθεί κατά δεκαπέντε εργάσιμες ημέρες, ύστερα από προηγούμενη ενημέρωση του αιτούντος και λεπτομερή αιτιολόγηση.

5.   Η απουσία απάντησης εκ μέρους του Οργάνου εντός της ταχθείσας προθεσμίας παρέχει στον αιτούντα το δικαίωμα να υποβάλει επιβεβαιωτική αίτηση.

Άρθρο 12

Εξουσιοδοτημένη αρχή

1.   Οι αρχικές αιτήσεις που απευθύνονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αντιμετωπίζονται από τον Γενικό Γραμματέα υπό την ευθύνη του Αντιπροέδρου που έχει ορισθεί υπεύθυνος για την εποπτεία της επεξεργασίας των αιτήσεων πρόσβασης στα έγγραφα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 104 παράγραφοι 4 και 6 του εσωτερικού κανονισμού.

2.   Οι θετικές απαντήσεις στις αρχικές αιτήσεις διαβιβάζονται στον αιτούντα από τον Γενικό Γραμματέα ή από την αρμόδια υπηρεσία υπό την εποπτεία του Γενικού Γραμματέα.

3.   Η δεόντως αιτιολογημένη άρνηση σε αρχική αίτηση αποφασίζεται από τον Γενικό Γραμματέα κατόπιν προτάσεως της αρμόδιας υπηρεσίας και ύστερα από διαβούλευση με τον συντάκτη του εγγράφου. Κάθε απόφαση άρνησης διαβιβάζεται προς ενημέρωση στον αρμόδιο Αντιπρόεδρο.

4.   Ανά πάσα στιγμή, ο Γενικός Γραμματέας ή η αρμόδια υπηρεσία δύναται να παραπέμψει το θέμα στη Νομική Υπηρεσία και/ή στον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων, προκειμένου να αποφανθούν για τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί στην αίτηση πρόσβασης.

ΤΊΤΛΟΣ III

ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ

Άρθρο 13

Υποβολή

1.   Η επιβεβαιωτική αίτηση πρέπει να απευθυνθεί μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε εργάσιμων ημερών είτε από την παραλαβή της απάντησης με την οποία προβάλλεται ολική ή μερική άρνηση πρόσβασης στο ζητούμενο έγγραφο είτε σε απουσία οποιασδήποτε απάντησης στην αρχική αίτηση μετά την παρέλευση της προθεσμίας απάντησης.

2.   Η επιβεβαιωτική αίτηση πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 8 της παρούσας απόφασης για την αρχική αίτηση.

Άρθρο 14

Επεξεργασία και Διαβουλεύσεις

1.   Οι επιβεβαιωτικές αιτήσεις καταχωρούνται και οι ενδεχόμενες διαβουλεύσεις διασφαλίζονται, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 9 και 10 της παρούσας απόφασης.

2.   Το Κοινοβούλιο μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την καταχώρηση της αίτησης είτε παρέχει την πρόσβαση στο έγγραφο είτε γνωστοποιεί γραπτώς ή σε ηλεκτρονική μορφή στον αιτούντα τους λόγους της ολικής ή μερικής άρνησής του.

3.   Κατ’ εξαίρεσιν, όταν η αίτηση αφορά ογκώδες έγγραφο ή μεγάλο αριθμό εγγράφων, η προθεσμία που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο είναι δυνατόν να παραταθεί κατά δεκαπέντε εργάσιμες ημέρες, ύστερα από προηγούμενη ενημέρωση του αιτούντος και λεπτομερή αιτιολόγηση.

Άρθρο 15

Εξουσιοδοτημένη αρχή

1.   Η απάντηση στις επιβεβαιωτικές αιτήσεις απόκειται στο Προεδρείο του Κοινοβουλίου. Ο Αντιπρόεδρος ο επιφορτισμένος με την επεξεργασία των αιτήσεων πρόσβασης στα έγγραφα αποφασίζει για τις επιβεβαιωτικές αιτήσεις εξ ονόματος του Προεδρείου και υπό την εποπτεία του.

2.   Ο Αντιπρόεδρος υποχρεούται να ενημερώσει το Προεδρείο για την απόφασή του κατά την πρώτη συνεδρίαση του Προεδρείου μετά τη λήψη της απόφασης και την ενημέρωση του αιτούντος. Εάν το κρίνει σκόπιμο, και μέσα στις τεθείσες προθεσμίες, ο Αντιπρόεδρος μπορεί να παραπέμψει στο Προεδρείο το σχέδιο απόφασης, ιδίως εφόσον η απάντηση θέτει ζητήματα αρχής σχετικά με την πολιτική διαφάνειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Στην απάντησή του προς τον αιτούντα, ο Αντιπρόεδρος δεσμεύεται από την απόφαση του Προεδρείου.

3.   Ο Αντιπρόεδρος και το Προεδρείο αποφασίζουν με βάση την πρόταση που έχει καταρτίσει η αρμόδια υπηρεσία κατόπιν ανάθεσης από τον Γενικό Γραμματέα. Η εν λόγω υπηρεσία δικαιούται να ζητήσει τη γνωμοδότηση του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων, ο οποίος γνωμοδοτεί μέσα σε προθεσμία τριών εργάσιμων ημερών.

4.   Το σχέδιο απάντησης μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προηγούμενης εξέτασης από τη Νομική Υπηρεσία η οποία γνωμοδοτεί μέσα σε προθεσμία τριών εργάσιμων ημερών.

Άρθρο 16

Προσφυγή

1.   Εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προβάλει ολική ή μερική άρνηση στην ζητούμενη πρόσβαση, το Όργανο ενημερώνει τον αιτούνται για τα ένδικα μέσα που διαθέτει, δηλαδή τη δικαστική προσφυγή εναντίον του Οργάνου και/ή την καταγγελία στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 263 και 228 της ΣΛΕΕ.

2.   Η απουσία απάντησης μέσα στην ταχθείσα προθεσμία θεωρείται αρνητική απάντηση και παρέχει στον αιτούντα το δικαίωμα να ασκήσει προσφυγή ή να υποβάλει καταγγελία κατά τους όρους της προηγούμενης παραγράφου.

ΤΊΤΛΟΣ IV

ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΣΤΟ RER ΤΩΝ ΕΥΑΙΣΘΗΤΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΑΥΤΑ

Άρθρο 17

Καταγραφή στο RER των ευαίσθητων εγγράφων

1.   Τα έγγραφα που έχουν χαρακτηρισθεί ευαίσθητα κατά τους όρους του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 εγγράφονται στο RER εάν η αρχή προέλευσης δώσει τη συμφωνία της. Απόκειται στα πρόσωπα ή όργανα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που λαμβάνουν το ευαίσθητο έγγραφο εκ μέρους τρίτου να προσδιορίσουν τα στοιχεία αναφοράς που είναι δυνατόν να καταχωρηθούν στο RER. Αυτά τα πρόσωπα ή όργανα ζητούν τη γνώμη του Αντιπροέδρου που είναι αρμόδιος για την επεξεργασία των αιτήσεων πρόσβασης στα έγγραφα, του Γενικού Γραμματέα ή, ενδεχομένως, του Προέδρου της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής.

2.   Κάθε έγγραφο που συντάσσεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και αναφέρεται σε ευαίσθητο έγγραφο καταγράφεται στο RER μόνον κατόπιν εγκρίσεως του Αντιπροέδρου που είναι αρμόδιος για την επεξεργασία των αιτήσεων πρόσβασης στα έγγραφα. Τα στοιχεία αναφοράς που αποδίδονται σε τέτοιο έγγραφο συντάσσονται υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο.

Άρθρο 18

Επεξεργασία της αίτησης πρόσβασης

Ο Γενικός Γραμματέας διαβιβάζει την αίτηση πρόσβασης σε ευαίσθητο έγγραφο στον Αντιπρόεδρο που είναι αρμόδιος για την επεξεργασία των αιτήσεων πρόσβασης στα έγγραφα, ο οποίος βαρύνεται με την απάντηση σε αρχικά αίτηση. Η απάντηση σε επιβεβαιωτική αίτηση απόκειται στο Προεδρείο του Κοινοβουλίου, το οποίο δύναται να μεταβιβάσει την αρμοδιότητα στον Πρόεδρο. Ο αρμόδιος Αντιπρόεδρος και το Προεδρείο ή ο Πρόεδρος ζητούν τη γνώμη του Γενικού Γραμματέα ή, ενδεχομένως, του προέδρου της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής. Οι προϋποθέσεις καταχώρησης και οι προθεσμίες είναι ίδιες με αυτές που ισχύουν για τις λοιπές αιτήσεις πρόσβασης.

Άρθρο 19

Εξουσιοδοτημένα πρόσωπα

Τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να λαμβάνουν γνώση των εγγράφων κατά την επεξεργασία των αιτήσεων πρόσβασης στα ευαίσθητα έγγραφα είναι: ο Πρόεδρος του Κοινοβουλίου, ο Αντιπρόεδρος ο αρμόδιος για την επεξεργασία των αιτήσεων πρόσβασης στα έγγραφα, ο πρόεδρος της άμεσα ενδιαφερόμενης κοινοβουλευτικής επιτροπής, ο Γενικός Γραμματέας και το προσωπικό της δεόντως εξουσιοδοτημένης αρμόδιας υπηρεσίας, εκτός εάν οι συμφωνίες που έχουν συναφθεί με τα άλλα θεσμικά όργανα προβλέπουν ειδική εξουσιοδότηση.

Άρθρο 20

Προστασία των ευαίσθητων εγγράφων

Τα ευαίσθητα έγγραφα υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες ασφαλείας έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ο εμπιστευτικός χειρισμός τους εντός του Οργάνου. Προς τούτο, οι εν λόγω κανόνες θα λαμβάνουν υπόψη τις διοργανικές συμφωνίες.

ΤΊΤΛΟΣ V

ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ

Άρθρο 21

Κόστος της απάντησης

1.   Συμπληρωματικά προς το άρθρο 10, παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, εάν όγκος των ζητουμένων εγγράφων υπερβαίνει τις είκοσι σελίδες, ενδέχεται ο αιτών να επιβαρυνθεί με τέλος 0,10 EUR ανά σελίδα, προσαυξημένο με τα ταχυδρομικά τέλη. Τα έξοδα που σχετίζονται με άλλα υλικά θα καθορίζονται ανά περίπτωση χωρίς τα έξοδα αυτά να υπερβαίνουν ένα εύλογο ποσό.

2.   Η παρούσα απόφαση δεν αφορά τα δημοσιευμένα έγγραφα που εξακολουθούν να υπόκεινται σε ίδιο σύστημα τιμών.

ΤΊΤΛΟΣ VI

ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Άρθρο 22

Εφαρμογή

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται με τήρηση και με την επιφύλαξη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 καθώς και του εσωτερικού κανονισμού του Κοινοβουλίου.

Άρθρο 23

Αναθεώρηση

Η παρούσα απόφαση θα αποτελεί αντικείμενο εκ νέου εξέτασης τουλάχιστον κάθε φορά που ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 θα αποτελεί αντικείμενο αναθεώρησης.

Άρθρο 24

Θέση σε ισχύ

Η παρούσα απόφαση τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (6).


(1)  EE C 374 της 29.12.2001, σ. 1.

(2)  Όπως κωδικοποιήθηκε από το Προεδρείο στις 3 Μαΐου 2004.

(3)  Τροποποιήθηκε από το Προεδρείο στις 26 Σεπτεμβρίου 2005 και δημοσιεύτηκε στην EE C 289 της 22.11.2005, σ. 6.

(4)  Τροποποιήθηκε από το Προεδρείο στις 22 Ιουνίου 2011 και δημοσιεύτηκε στην EE C 216 της 22.7.2011, σ. 19.

(5)  Δηλαδή στις 3 Δεκεμβρίου 2001.

(6)  Δηλαδή στις 29 Δεκεμβρίου 2001, στις 22 Νοεμβρίου 2005 και στις 22 Ιουλίου 2011.


Ευρωπαϊκή Επιτροπή

22.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/25


Ισοτιμίες του ευρώ (1)

21 Ιουλίου 2011

2011/C 216/08

1 ευρώ =


 

Νομισματική μονάδα

Ισοτιμία

USD

δολάριο ΗΠΑ

1,4222

JPY

ιαπωνικό γιεν

112,09

DKK

δανική κορόνα

7,4542

GBP

λίρα στερλίνα

0,87870

SEK

σουηδική κορόνα

9,1008

CHF

ελβετικό φράγκο

1,1690

ISK

ισλανδική κορόνα

 

NOK

νορβηγική κορόνα

7,7750

BGN

βουλγαρικό λεβ

1,9558

CZK

τσεχική κορόνα

24,411

HUF

ουγγρικό φιορίνι

267,93

LTL

λιθουανικό λίτας

3,4528

LVL

λεττονικό λατ

0,7094

PLN

πολωνικό ζλότι

3,9955

RON

ρουμανικό λέι

4,2560

TRY

τουρκική λίρα

2,3793

AUD

αυστραλιανό δολάριο

1,3246

CAD

καναδικό δολάριο

1,3447

HKD

δολάριο Χονγκ Κονγκ

11,0832

NZD

νεοζηλανδικό δολάριο

1,6579

SGD

δολάριο Σιγκαπούρης

1,7237

KRW

νοτιοκορεατικό γουόν

1 500,67

ZAR

νοτιοαφρικανικό ραντ

9,7335

CNY

κινεζικό γιουάν

9,1817

HRK

κροατικό κούνα

7,4552

IDR

ινδονησιακή ρουπία

12 154,10

MYR

μαλαισιανό ρίγκιτ

4,2638

PHP

πέσο Φιλιππινών

60,641

RUB

ρωσικό ρούβλι

39,7000

THB

ταϊλανδικό μπατ

42,538

BRL

ρεάλ Βραζιλίας

2,2188

MXN

μεξικανικό πέσο

16,5622

INR

ινδική ρουπία

63,2950


(1)  Πηγή: Ισοτιμίες αναφοράς που δημοσιεύονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.


ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

22.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/26


Ενημέρωση του καταλόγου των αδειών διαμονής στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 2 παράγραφος 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 562/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (EE C 247 της 13.10.2006, σ. 1 EE C 153 της 6.7.2007, σ. 5 ΕΕ C 192 της 18.8.2007, σ. 11 ΕΕ C 271 της 14.11.2007, σ. 14 ΕΕ C 57 της 1.3.2008, σ. 31 ΕΕ C 134 της 31.5.2008, σ. 14 ΕΕ C 207 της 14.8.2008, σ. 12 ΕΕ C 331 της 21.12.2008, σ. 13 ΕΕ C 3 της 8.1.2009, σ. 5 ΕΕ C 64 της 19.3.2009, σ. 15 ΕΕ C 198 της 22.8.2009, σ. 9 ΕΕ C 239 της 6.10.2009, σ. 2 ΕΕ C 298 της 8.12.2009, σ. 15 ΕΕ C 308 της 18.12.2009, σ. 20 ΕΕ C 35 της 12.2.2010, σ. 5 ΕΕ C 82 της 30.3.2010, σ. 26 ΕΕ C 103 της 22.4.2010, σ. 8 ΕΕ C 108 της 7.4.2011, σ. 6 ΕΕ C 157 της 27.5.2011, σ. 5 ΕΕ C 201 της 8.7.2011, σ. 1)

2011/C 216/09

Η δημοσίευση του πίνακα τίτλων διαμονής που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 562/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) στηρίζεται στις πληροφορίες που κοινοποιούν στην Επιτροπή τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 34 κώδικα συνόρων του Σένγκεν.

Εκτός από τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα, μηνιαία επικαιροποίηση δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο της Γενικής Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων.

ΙΤΑΛΙΑ

Αντικατάσταση του πίνακα που δημοσιεύθηκε στην ΕΕ C 201 της 8.7.2011

1.   Άδειες διαμονής που εκδίδονται βάσει του ενιαίου τύπου

Άδεια διαμονής προσωρινής ισχύος — ισχύει από 3 μήνες έως 3 έτη το πολύ. Χορηγείται για τους ακόλουθους λόγους:

Affidamento (Χορηγείται αλλοδαπούς ανηλίκους που στερούνται προσωρινά κατάλληλου οικογενειακού περιβάλλοντος)

Motivi umanitari (della durata superiore ai tre mesi) (Ανθρωπιστικοί λόγοι — ισχύει περισσότερο από τρεις μήνες)

Motivi religiosi (Θρησκευτικοί λόγοι)

Studio (Σπουδές)

Missione (Χορηγείται σε αλλοδαπούς που έχουν εισέλθει στην Ιταλία με θεώρηση «αποστολής» με σκοπό την προσωρινή διαμονή)

Asilo politico (Πολιτικό άσυλο)

Apolidia (Για απάτριδες)

Tirocinio formazione professionale (Μαθητεία)

Riacquisto cittadinanza italiana (Χορηγείται σε αλλοδαπούς εν αναμονή της χορήγησης ή αναγνώρισης της ιταλικής υπηκοότητας)

Ricerca scientifica (Επιστημονική έρευνα)

Attesa occupazione (Εν αναμονή απασχόλησης)

Lavoro autonomo (Αυτοαπασχόληση)

Lavoro subordinato (Απασχόληση)

Lavoro subordinato stagionale (Εποχιακή εξαρτημένη απασχόληση)

Famiglia (Οικογένεια)

Famiglia minore 14-18 (Άδεια διαμονής για τέκνα ηλικίας 14-18 ετών)

Volontariato (Εθελοντισμός)

Protezione sussidiaria (permesso di soggiorno rilasciato ai sensi del D.L. n. 251 del 19 novembre 2007 in recepimento della Direttiva n. 83/2004/CE) (Επικουρική προστασία (άδεια διαμονής σύμφωνα με το διάταγμα αριθ. 251 της 19 Νοέμβριος 2007 για την ενσωμάτωση της οδηγίας αριθ. 83/2004/ΕΚ)

Permesso di soggiorno CE per lungo soggiornanti con una validità permanente (Long-term EC residence permit with a permanent validity)

2.   Κάθε άλλο έγγραφο που χορηγείται σε υπηκόους τρίτων χωρών και ισοδυναμεί με άδεια διαμονής

Άδειες διαμονής που χορηγούνται σε χαρτί (βάσει της εθνικής νομοθεσίας) και των οποίων η ισχύς μπορεί να είναι μικρότερη των τριών μηνών έως ότου παύσει να υπάρχει ανάγκη.

Carta di soggiorno con validità permanente e rilasciata prima dell'entrata in vigore del decreto legislativo 8 gennaio 2007, n. 3 che attua la direttiva 2003/109/CE per i soggiornanti di lungo periodo, equiparata dal decreto legislativo al permesso di soggiorno CE per i soggiornanti di lungo periodo(Άδεια διαμονής μόνιμης ισχύος χορηγηθείσα πριν την έναρξη ισχύος του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 3 της 8 Ιανουάριος 2007 για την ενσωμάτωση της οδηγίας 2003/109/ΕΚ, που εξομοιώνεται μέσω του νομοθετικού διατάγματος με την άδεια διαμονής μακράς διαρκείας για υπηκόους ΕΕ)

Carta di soggiorno per familiari di cittadini dell'UE che sono i cittadini di paesi terzi con validità fino a cinque anni (Άδεια διαμονής για μέλη οικογενείας πολιτών της ΕΕ, τα οποία είναι υπήκοοι τρίτων χωρών — ισχύει έως πέντε έτη)

Carta d'identità M.A.E.: (Δελτίο ταυτότητας του Υπουργείου Εξωτερικών)

Mod. 1 (blu) Corpo diplomatico accreditato e consorti titolari di passaporto diplomatico [Υπόδειγμα 1 (χρώματος κυανού) Διαπιστευμένα μέλη του διπλωματικού σώματος και σύζυγοί τους, κάτοχοι διπλωματικού διαβατηρίου]

Mod. 2 (verde) Corpo consolare titolare di passaporto diplomatico [Υπόδειγμα 2 (χρώματος πρασίνου) Μέλη του διπλωματικού σώματος, κάτοχοι διπλωματικού διαβατηρίου]

Mod. 3 (Orange) Funzionari II FAO titolari di passaporto diplomatico, di servizio o ordinario [Υπόδειγμα 3 (χρώματος πορτοκαλί) Υπάλληλοι του FAO κατηγορίας ΙΙ, κάτοχοι διπλωματικού, υπηρεσιακού ή κανονικού διαβατηρίου]

Mod. 4 (Orange) Impiegati tecnico-amministrativi presso Rappresentanze diplomatiche titolari di passaporto di servizio [Υπόδειγμα 4 (χρώματος πορτοκαλί) Τεχνικό και διοικητικό προσωπικό των διπλωματικών αντιπροσωπιών, κάτοχοι υπηρεσιακού διαβατηρίου]

Mod. 5 (Orange) Impiegati consolari titolari di passaporto di servizio [Υπόδειγμα 5 (χρώματος πορτοκαλί)] Προξενικό προσωπικό, κάτοχοι υπηρεσιακού διαβατηρίου

Mod. 7 (grigio) Personale di servizio presso Rappresentanze diplomatiche titolare di passaporto di servizio [Υπόδειγμα 7 (χρώματος γκρίζου) Προσωπικό υπηρεσίας των διπλωματικών αντιπροσωπιών, κάτοχοι υπηρεσιακού διαβατηρίου]

Mod. 8 (grigio) Personale di servizio presso Rappresentanze Consolari titolare di passaporto di servizio [Υπόδειγμα 8 (χρώματος γκρίζου) Προσωπικό υπηρεσίας των προξενικών αντιπροσωπιών, κάτοχοι υπηρεσιακού διαβατηρίου]

Mod. 11 (beige) Funzionari delle Organizzazioni internazionali, Consoli Onorari, impiegati locali, personale di servizio assunto all'estero e venuto al seguito, familiari Corpo Diplomatico e Organizzazioni Internazionali titolari di passaporto ordinario [Υπόδειγμα 11 (χρώματος μπεζ) Υπάλληλοι των διεθνών οργανισμών επίτιμοι πρόξενοι, τοπικό προσωπικό, προσωπικό υπηρεσίας που έχει προσληφθεί στο εξωτερικό και ακολουθεί τον εργοδότη του, οικογένειες των μελών του διπλωματικού σώματος και των διεθνών οργανισμών, κάτοχοι κανονικού διαβατηρίου]

Σημείωση: Τα υποδείγματα 6 (χρώματος πορτοκαλί) και 9 (χρώματος πρασίνου) που προβλέπονται, αντίστοιχα, για το προσωπικό των διεθνών οργανισμών που δεν απολαύει καμίας ασυλίας και για τους αλλοδαπούς επίτιμους προξένους, δεν χορηγούνται πλέον και έχουν αντικατασταθεί από το υπόδειγμα 11. Ωστόσο, τα έγγραφα αυτά εξακολουθούν να ισχύουν έως την ημερομηνία λήξης που αναγράφεται σε αυτά.

Στην οπίσθια πλευρά του δελτίου ταυτότητας, προστίθενται τα εξής: Το παρόν δελτίο ταυτότητας απαλλάσσει τον κάτοχό του από την υποχρέωση άδειας διαμονής και σε συνδυασμό με έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο, παρέχει στον κάτοχό του δικαίωμα εισόδου στο έδαφος οιουδήποτε κράτους Σένγκεν.

Κατάλογος προσώπων που συμμετέχουν σε σχολική εκδρομή στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


22.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/29


Πληροφορίες που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη για τις κρατικές ενισχύσεις οι οποίες χορηγούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1857/2006 της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης EK στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001

2011/C 216/10

Αριθ. Ενίσχυσης: SA.33161 (11/XA)

Κράτος μέλος: Κάτω Χώρες

Περιφέρεια: Noord-Brabant

Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης ή επωνυμία της εταιρείας που λαμβάνει μεμονωμένη ενίσχυση: Subsidieverlening project „Fosfaat, natuur en landbouw”

Νομική βάση:

Algemene wet bestuursrecht

Subsidieverordening inrichting landelijk gebied 2007 (provincie Noord-Brabant)

Tijdelijke subsidieregeling inrichting landelijk gebied

Beschikking betreffende de toekenning van een subsidie voor het project „Fosfaat, natuur en landbouw”

Ετήσιες δαπάνες που έχουν προγραμματιστεί στο πλαίσιο του καθεστώτος ενισχύσεων ή συνολικό ποσό της μεμονωμένης ενίσχυσης που χορηγείται στην εταιρεία: Συνολικό ποσό της ενίσχυσης ad hoc που χορηγήθηκε στην επιχείρηση: 0,09 EUR (σε εκατ.)

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης: 100 %

Ημερομηνία εφαρμογής: —

Διάρκεια του καθεστώτος ενισχύσεων ή της χορήγησης μεμονωμένης ενίσχυσης: Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2013

Στόχος της ενίσχυσης: Τεχνική υποστήριξη [άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1857/2006]

Σχετικός(-οί) κλάδος(-οι): Ζωική παραγωγή

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής:

Provincie Noord-Brabant

Brabantlaan 1

Postbus 90151

5200 MC 's-Hertogenbosch

NEDERLAND

Waterschap De Dommel

Bosscheweg 56

Postbus 10001

5280 DA Boxtel

NEDERLAND

Διεύθυνση στο Διαδίκτυο: http://www.brabant.nl/politiek-en-bestuur/gedeputeerde-staten/bestuursinformatie/bekendmakingen/water/bekendmaking-subsidieverlening-zlto-de-hilver.aspx

Λοιπές πληροφορίες: —

Αριθ. Ενίσχυσης: SA.33263 (11/XA)

Κράτος μέλος: Ιταλία

Περιφέρεια: Lazio

Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης ή επωνυμία της εταιρείας που λαμβάνει μεμονωμένη ενίσχυση: Intervento contributivo regionale riferito a estirpazioni o capitozzature di piante di actinidia colpite da cancro batterico causato da «Pseudomonas syringae pv. actinidiae».

Νομική βάση: L.R. 16 marzo 2011, n. 2 «Misure di intervento a favore delle piccole e medie imprese agricole per la prevenzione ed eradicazione di fitopatie e infestazioni parassitarie».

DGR del 24 giugno 2011 n. 301, «L.R. 16 marzo 2011, n. 2 “Misure di intervento a favore delle piccole e medie imprese agricole per la prevenzione ed eradicazione di fitopatie e infestazioni parassitarie”. Programma regionale di intervento contributivo riferito a estirpazioni o capitozzature di piante di actinidia …»

Ετήσιες δαπάνες που έχουν προγραμματιστεί στο πλαίσιο του καθεστώτος ενισχύσεων ή συνολικό ποσό της μεμονωμένης ενίσχυσης που χορηγείται στην εταιρεία: Ετήσιο συνολικό ποσό του προϋπολογισμού που προγραμματίζεται στο πλαίσιο του καθεστώτος: 1 EUR (σε εκατ.)

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης: 100 %

Ημερομηνία εφαρμογής: —

Διάρκεια του καθεστώτος ενισχύσεων ή της χορήγησης μεμονωμένης ενίσχυσης: 21 Ιουλίου 2011-30 Ιουνίου 2013

Στόχος της ενίσχυσης: Νόσοι φυτών — προσβολή από επιβλαβείς οργανισμούς [άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1857/2006]

Σχετικός(-οί) κλάδος(-οι): Φυτική και ζωική παραγωγή, θήρα και συναφείς δραστηριότητες

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής:

Regione Lazio

Dipartimento Istituzionale e Territorio

Direzione regionale Agricoltura

Via C. Colombo 212

00147 Roma RM

ITALIA

Διεύθυνση στο Διαδίκτυο: http://www.agricoltura.regione.lazio.it

Λοιπές πληροφορίες: —


22.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/31


Ανακοίνωση της Επιτροπής δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κοινούς κανόνες εκμετάλλευσης των αεροπορικών γραμμών στην Κοινότητα

Υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας σε τακτικές αεροπορικές γραμμές

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2011/C 216/11

Κράτος μέλος

Γαλλία

Σχετικό δρομολόγιο

Χάβρη–Λυών (Saint-Exupéry)

Ημερομηνία έναρξης ισχύος των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας

Η επομένη της δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης

Διεύθυνση στην οποία διατίθενται το κείμενο καθώς και κάθε πληροφορία ή/και έγγραφα σχετικά με την υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας

Arrêté du 14 juin 2011 modifiant l’arrêté du 4 juin 2009 relatif à l’imposition d’obligations de service public sur les services aériens réguliers entre Le Havre et Lyon (Saint-Exupéry) [Απόφαση της 14ης Ιουνίου 2011 για την τροποποίηση της απόφασης της 4ης Ιουνίου 2009 σχετικά με την επιβολή υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας στις τακτικές αεροπορικές γραμμές μεταξύ Χάβρης και Λυών (Saint-Exupéry)]

NOR: DEVA1115672A

http://www.legifrance.gouv.fr/initRechTexte.do

Για περισσότερες πληροφορίες:

Direction générale de l’aviation civile

DTA/SDT/T2

50 rue Henry Farman

75720 Paris Cedex 15

FRANCE

Τηλ. +33 158094321

E-mail: osp-compagnies.dta@aviation-civile.gouv.fr


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

22.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/32


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.6313 — Ashland/International Specialty Products)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2011/C 216/12

1.

Στις 14 Ιουλίου 2011, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση σχεδιαζόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία η επιχείρηση Ashland Inc («Ashland», Ηνωμένες Πολιτείες) αποκτά κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1β του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων έλεγχο του συνόλου της επιχείρησης International Specialty Products Inc («ISP», Ηνωμένες Πολιτείες) με αγορά μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την Ashland: παραγωγή και διάθεση σύνθετων πολυμερών, κολλητικών ουσιών, συστημάτων επεξεργασίας νερού, αιθέρων κυτταρίνης, λιπαντικών και χημικών αυτοκινητοβιομηχανίας·

για την ISP: παραγωγή και διάθεση ειδικών χημικών προϊόντων για τις αγορές καταναλωτών και βιομηχανίας, συμπεριλαμβανομένων ειδών προσωπικής φροντίδας, φαρμακευτικών και θρεπτικών προϊόντων, ποτών, ειδών κατ'οίκον κοινωνικής μέριμνας και φροντίδας, επιχρίσεων και κολλητικών ουσιών, ενεργειακών και γεωργικών προϊόντων, πλαστικών ειδών και ελαστικών επισώτρων.

3.

Κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα πράξη θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν στην Επιτροπή ενδεχόμενες παρατηρήσεις για τη σχεδιαζόμενη συγκέντρωση.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την ένδειξη COMP/M.6313 — Ashland/International Specialty Products. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Επιτροπή με φαξ (+32 22964301), ηλεκτρονικά στην COMP-MERGER-REGISTRY@ec.europa.eu ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

1049 Bruxelles/Brussel

BELGIQUE/BELGIË


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1 («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων»).


22.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/33


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.6276 — AIF VII Euro Holdings/Ascometal)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2011/C 216/13

1.

Στις 15 Ιουλίου 2011, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας σχεδιαζόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία η επιχείρηση AIF VII Euro Holdings, L.P. («AIF VII»), μία εταιρεία επενδύσεων η οποία διοικείται από την Apollo Management VII L.P., που με τη σειρά της είναι θυγατρική της επιχείρησης Apollo Management L.P. (συλλογικά, «Apollo», ΗΠΑ), αποκτά κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων έλεγχο του συνόλου της επιχείρησης Ascometal SA (Γαλλία) από την Sideris Steel S.A.S., μία έμμεση θυγατρική εταιρεία της Lucchini SpA η οποία είναι μέρος της OAO Severstal, με αγορά μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την Apollo: επενδύσεις σε εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε διάφορους κλάδους σε ολόκληρο τον κόσμο, στους οποίους συγκαταλέγονται τα χημικά προϊόντα, οι κρουαζιέρες, η εφοδιαστική, το χαρτί, οι συσκευασίες και οι κτηματομεσιτικές υπηρεσίες·

για την Ascometal: παραγωγή επιμηκών προϊόντων χάλυβα (ημικατεργασμένα προϊόντα, προϊόντα θερμής έλασης και τελικά προϊόντα που παράγονται εν ψυχρώ) σε κραματοποιημένες και μη κατηγορίες.

3.

Κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα πράξη θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια απλοποιημένη διαδικασία αντιμετώπισης ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων (2) σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια για να αντιμετωπιστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην ανακοίνωση.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν στην Επιτροπή ενδεχόμενες παρατηρήσεις για τη σχεδιαζόμενη συγκέντρωση.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την ένδειξη COMP/M.6276 — AIF VII Euro Holdings/Ascometal. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Επιτροπή με φαξ (+32 22964301), ηλεκτρονικά στην COMP-MERGER-REGISTRY@ec.europa.eu ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

1049 Bruxelles/Brussel

BELGIQUE/BELGIË


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1 («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων»).

(2)  ΕΕ C 56 της 5.3.2005, σ. 32 («Ανακοίνωση σχετικά με απλοποιημένη διαδικασία»).