ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

49ό έτος
18 Αυγούστου 2006


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

II   Προπαρασκευαστικές πράξεις

 

Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή

 

427η σύνοδος ολομελείας, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006

2006/C 195/1

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με την πενταετή αξιολόγηση των κοινοτικών ερευνητικών δραστηριοτήτων (1999-2003) που πραγματοποίησαν ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες υψηλού επιπέδου COM(2005) 387 τελικό

1

2006/C 195/2

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη διάθεση στην αγορά ειδών πυροτεχνίας COM(2005) 457 τελικό — 2005/0194 (COD)

7

2006/C 195/3

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσης σουλφονικών υπερφθοροοκτανίων (τροποποίηση της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου) COM(2005) 618 τελικό -2005/0244 (COD)

10

2006/C 195/4

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 90/385/ΕΟΚ και 93/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την αναθεώρηση των οδηγιών για τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα COM(2005) 681 τελικό -2005/0263 (COD)

14

2006/C 195/5

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου περί των φορολογικών ατελειών των χορηγουμένων κατά την εισαγωγή εμπορευμάτων υπό μορφή μικροδεμάτων μη εμπορικού χαρακτήρος προελεύσεως τρίτων χωρών (κωδικοποιημένη έκδοση)COM(2066) 12 τελικό — 2006/0007 (CNS)

19

2006/C 195/6

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Αναθεωρημένη πρόταση Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορέςCOM(2005) 319 τελικό — 2000/0212 (COD)

20

2006/C 195/7

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προώθηση καθαρών οχημάτων οδικών μεταφορών COM(2005) 634 τελικό — 2005/0283 (COD)

26

2006/C 195/8

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο — επανεξέταση της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη — πλαίσιο δράσηςCOM(2005)658 τελικό

29

2006/C 195/9

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: Πρόταση Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αξιολόγηση των πλημμυρώνCOM(2006) 15 τελικό — 2006/0005 (COD)

37

2006/C 195/0

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση για απόφαση του Συμβουλίου περί δημιουργίας κοινοτικού μηχανισμού πολιτικής προστασίας (Αναδιατύπωση)COM(2006) 29 τελικό — 2006/0009 (CNS)

40

2006/C 195/1

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με το Πράσινο Βιβλίο Βελτίωση της ψυχικής υγείας του πληθυσμού Προς μια στρατηγική σχετικά με την ψυχική υγεία για την Ευρωπαϊκή ΈνωσηCOM(2005) 484 τελικό

42

2006/C 195/2

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: Ευελιξία με ασφάλεια (Flexicurity) η περίπτωση της Δανίας

48

2006/C 195/3

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: Τροποποιημένη πρόταση για οδηγία του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 77/388/EΟΚ όσον αφορά τον τόπο παροχής υπηρεσιώνCOM(2005) 334 τελικό — 2003/0329 (CNS)

54

2006/C 195/4

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή Εξάλειψη των εμποδίων όσον αφορά την φορολόγηση των μικρoμεσαίων επιχειρήσεων στην εσωτερική αγορά — Περιγραφή ενός πιθανού πιλοτικού καθεστώτος φορολόγησης βάσει των κανόνων του κράτους εγκατάστασηςCOM(2005) 702 τελικό

58

2006/C 195/5

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την ίδρυση του Ταμείου Συνοχής (κωδικοποιημένη έκδοση)COM(2006) 5 τελικό — 2003/0129 (AVC)

61

2006/C 195/6

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: Εξωτερική δράση της Ένωσης: Ο ρόλος της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών

62

2006/C 195/7

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Συμβολή στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 15ης και 16ης Ιουνίου 2006 — Περίοδος περισυλλογής

64

2006/C 195/8

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελώνCOM(2006) 32 τελικό — 2006/0010 (CNS)

66

2006/C 195/9

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Ανακοίνωση της Επιτροπής: Σχέδιο δράσης για τη βιομάζα(COM (2005) 628 τελικό)

69

2006/C 195/0

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Ανάπτυξη και προώθηση εναλλακτικών καυσίμων για τις οδικές μεταφορές στην Ευρωπαϊκή Ένωση

75

2006/C 195/1

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με την φορολογία των επιβατικών αυτοκινήτων COM(2005) 261 τελικό — 2005/0130 (CNS)

80

2006/C 195/2

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την ΕυρώπηCOM(2005) 447 τελικό — 2005/0183 COD

84

2006/C 195/3

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Η κατάσταση της κοινωνίας των πολιτών στα Δυτικά Βαλκάνια

88

2006/C 195/4

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Διαφύλαξη της βιοποικιλότητας — Η θέση και η συμβολή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών

96

2006/C 195/5

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: Μία απαραίτητη προτεραιότητα στην Αφρική: η άποψη της ευρωπαϊκής κοινωνίας των πολιτών

104

2006/C 195/6

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση σύστασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις βασικές ικανότητες για τη δια βίου μάθησηCOM(2005) 548 τελικό — 2005/0221 (COD)

109

EL

 


II Προπαρασκευαστικές πράξεις

Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή

427η σύνοδος ολομελείας, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006

18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/1


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με την πενταετή αξιολόγηση των κοινοτικών ερευνητικών δραστηριοτήτων (1999-2003) που πραγματοποίησαν ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες υψηλού επιπέδου

COM(2005) 387 τελικό

(2006/C 195/01)

Στις 24 Αυγούστου 2005, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανωτέρω ανακοίνωση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 25 Απριλίου 2006, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. BRAGHIN.

Κατά την 427η σύνοδο ολομελείας της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου) η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 108 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 1 αποχή, την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Κύρια σημεία της γνωμοδότησης

1.1

Η ΕΟΚΕ εκτιμά και υποστηρίζει τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν κατά την τρίτη πενταετή αξιολόγηση καθώς και τη δέσμευση πνευματικών πόρων τόσο υψηλού επιπέδου, και εύχεται οι συστάσεις των διαφόρων ομάδων εμπειρογνωμόνων, και ειδικότερα της επιτροπής για τη συνολική αξιολόγηση (1), να αποτελούν σταθερό σημείο αναφοράς κατά την εφαρμογή των ΠΠ, κατά τους μελλοντικούς σχεδιασμούς της πολιτικής έρευνας και καινοτομίας και γενικότερα στις πολιτικές που θα καταστήσουν λειτουργική τη στρατηγική της Λισσαβώνας.

1.2

Η ΕΟΚΕ έχει επανειλημμένα ταχθεί υπέρ της ουσιαστικής αύξησης του προϋπολογισμού για την ευρωπαϊκή Ε&ΤΑ, και συνεπώς εκφράζει την λύπη της για την προβλεπόμενη μείωση του ποσού αυτού διότι έρχεται σε αντίθεση με την προτεραιότητα της ανάπτυξης που θέτουν οι παγκόσμιες προκλήσεις για τον ανταγωνισμό και επιδιώκει η στρατηγική της Λισσαβώνας.

1.3

Η ΕΟΚΕ τονίζει τη σημασία μιας ευρύτερης δέσμευσης του βιομηχανικού τομέα σε ό,τι αφορά την έρευνα και την καινοτόμο ανάπτυξη για την επίτευξη του στόχου του Συμβουλίου της Βαρκελώνης, και εκφράζει την ευχή να καταβληθεί προσπάθεια που να αποσκοπεί περισσότερο στην επικοινωνία και στη συμμετοχή των επιχειρήσεων, των οργανώσεων και των ενώσεων των παραγωγών με στόχο τον προσδιορισμό των θεματικών στρατηγικών τομέων όπου μπορεί να αναδειχθεί η αριστεία της ευρωπαϊκής έρευνας.

1.4

Η ΕΟΚΕ ζητεί να αναπτυχθούν τα κατάλληλα μέσα για να ενθαρρυνθούν οι ιδιωτικές χρηματοδοτήσεις για την έρευνα και την ανάπτυξη (Ε&ΤΑ), από τα κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου ή τα επισφαλή κεφάλαια έως τις χρηματοδοτήσεις της ΕΤΕ για πιστώσεις που ενθαρρύνουν την έρευνα, ούτως ώστε να προωθηθεί η μετάβαση από τα αποτελέσματα της έρευνας σε συγκεκριμένες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες.

1.5

Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται τη θέση της επιτροπής αξιολόγησης ότι είναι αναγκαίο να δοθεί στους ερευνητές μεγαλύτερη αυτονομία και ευθύνη (με την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι δεοντολογικές αρχές), μεγαλύτερη προβολή στην επιστημονική σταδιοδρομία, και να εξασφαλιστεί περισσότερη (όχι μόνο ως προς το χώρο) διεπιστημονική κινητικότητα, καθώς και ενσωμάτωση του συστήματος των υποτροφιών Marie Curie στα εθνικά και περιφερειακά προγράμματα και χρησιμοποίησή τους που να αποσκοπεί ειδικά στην αύξηση της κινητικότητας μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα στο πεδίο της έρευνας.

1.6

Η ΕΟΚΕ ζητεί να δοθεί προτεραιότητα στη χάραξη καινοτόμων πολιτικών που θα συμβάλουν στην ανάπτυξη της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στον επιστημονικό και μηχανολογικό τομέα, για να ευνοηθεί η παρουσία των γυναικών μεταξύ των ερευνητών, για να καταστεί η επιστημονική σταδιοδρομία πιο ελκυστική και να επιστρέψουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση ερευνητές που εργάζονται στο εξωτερικό. Θα ήταν εξάλλου επιθυμητό να υπάρχουν στα λύκεια περισσότερα μαθήματα θετικής και τεχνικής κατεύθυνσης και να ακολουθείται πολιτική για την προώθηση των θετικών πανεπιστημιακών σπουδών.

1.7

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί, για λόγους απλοποίησης, ένα σύστημα υποβολής προσφορών με σαφέστερους τύπους σχημάτων, δραστηριοτήτων και κατηγοριών των συμμετεχόντων, με μεγαλύτερη ευελιξία και ελευθερία επιλογής για τον αιτούντα, με απλές οδηγίες για την οικονομική και διοικητική διαχείριση και ειδικότερα όσον αφορά τις Συμβατικές Συμφωνίες μεταξύ των συμμετεχόντων.

1.8

Η ΕΟΚΕ προτείνει μία συνεχή αξιολόγηση όσον αφορά την ορθότητα των διαδικασιών που χρησιμοποιούνται και των διεργασιών επίσημου ελέγχου και αξιολόγησης, καθώς και την ενσωμάτωση, σε σαφώς προσδιορισμένα αναπτυξιακά σχέδια, φάσεων για την επαλήθευση των δραστηριοτήτων και των αναμενόμενων αποτελεσμάτων σε συγκεκριμένα και προκαθορισμένα σημεία ελέγχου του σχεδίου, που να συμβαδίζουν με τη χορήγηση των χρηματοδοτήσεων και την πορεία του ίδιου του σχεδίου.

1.9

Η ΕΟΚΕ προτείνει να καταβληθεί ιδιαίτερη προσπάθεια για την εφαρμογή μιας σειράς δεικτών που να επιτρέπουν πραγματικά την μέτρηση των επιδόσεων όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη. Με αυτούς τους δείκτες «επίδοσης της έρευνας» θα πρέπει να μετράται η αποτελεσματικότητα των δράσεων που χρηματοδοτούνται για περαιτέρω επιστημονική πρόοδο, για τη συνολική ανάπτυξη της ΕΕ και για τον προσανατολισμό των προτεραιοτήτων στις μελλοντικές δραστηριότητες.

2.   Οι προκλήσεις για την ευρωπαϊκή έρευνα

2.1

Η τρίτη πενταετής αξιολόγηση των προγραμμάτων πλαισίων έρευνας αποτελεί μία σημαντική άσκηση ανάλυσης λόγω του εκτεταμένου περιεχομένου (2). Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται βασικά τις αναλύσεις και τις συστάσεις της επιτροπής των ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων τις οποίες υιοθέτησε η Επιτροπή. Δεδομένου του παγκοσμίου ανταγωνιστικού πλαισίου και των στόχων της στρατηγικής της Λισσαβώνας και του Συμβουλίου της Βαρκελώνης, η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει την επείγουσα ανάγκη να δοθεί έμφαση στις βασικές προτεραιότητες και στόχους της κοινοτικής έρευνας, με στόχο κυρίως την ευρύτερη συμμετοχή των παραγωγικών κλάδων.

2.2

Σήμερα η τεχνική και επιστημονική πρόοδος και η καινοτομία προχωρούν όλο και περισσότερο με διαδικασίες γόνιμης συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων επιστημονικών κλάδων, με ευρεία πολυτομεακή αλληλεπίδραση πανεπιστημίων, επιχειρήσεων και εξωτερικού κόσμου, και δεν ακολουθείται αποκλειστικά το γραμμικό πρότυπο όπου η καινοτομία συμβαδίζει με την βασική έρευνα (τουλάχιστον σε ακαδημαϊκό επίπεδο) ενώ η ανάπτυξη και η εφαρμογή αφορούν τη βιομηχανική έρευνα, πρότυπο που επικρατούσε στην επιστημονική ανάπτυξη μέχρι προσφάτως (3). Βασικά χαρακτηριστικά της ερευνητικής δραστηριότητας καθίστανται η συνεργασία, η διαλογική μάθηση, η αβεβαιότητα και ο κίνδυνος.

2.3

Το διαλογικό πρότυπο καθιστά δυνατή την κατανόηση της επιτυχίας των περιφερειακών ομάδων εργασίας (Cluster) που συνιστούν ένα σύστημα ικανό να επηρεάσει θετικά τη συμπεριφορά των επιχειρήσεων και των πανεπιστημίων και να συμβάλει στην υλοποίηση ενός κατάλληλου κοινωνικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, ενός αποτελεσματικού οργανωτικού και θεσμικού πλαισίου, ενός δικτύου υποδομών και των κατάλληλων ρυθμιστικών συστημάτων για τις προκλήσεις του ανταγωνισμού.

2.4   Το παγκόσμιο ανταγωνιστικό πλαίσιο

2.4.1

Η Ευρώπη αντιμετωπίζει άνευ προηγουμένου προκλήσεις όσον αφορά τον παγκόσμιο ανταγωνισμό και το δυναμικό ανάπτυξης, όπου φαίνεται λιγότερο αποτελεσματική όχι μόνο έναντι των παραδοσιακών της ανταγωνιστών αλλά και των μεγαλύτερων αναδυόμενων χωρών. Ειδικότερα η Ινδία και η Κίνα καταγράφουν υψηλότατους ρυθμούς ανάπτυξης στην έρευνα, που προσεγγίζουν το 20 % ετησίως στην Κίνα: υπολογίζεται ότι το 2010 η χώρα αυτή θα διαθέτει στην Ε&ΤΑ ποσοστό του ΑΕγχΠ αντίστοιχο με αυτό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πολλές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις επενδύουν στην Κίνα όχι μόνο λόγω του χαμηλότερου κόστους, αλλά και για τον ευνοϊκό συνδυασμό καλά εκπαιδευμένων ανθρώπινων πόρων και μεγάλων και δυναμικών αγορών για τις τεχνολογίες και τα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας (4). Επειδή η έρευνα και η καινοτομία αποτελούν τομείς καθοριστικής σημασίας για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων (5), η Ευρώπη πρέπει να κινητοποιήσει τους κατάλληλους οικονομικούς πόρους και όλο το πνευματικό δυναμικό της για την προώθηση της επιστήμης, της τεχνολογίας και της καινοτομίας (6).

2.4.2

Δυστυχώς τα πλέον πρόσφατα στοιχεία είναι ανησυχητικά: το ύψος των δαπανών για την έρευνα είναι ουσιαστικά σταθερό γύρω στο 1,9 % ενώ η ετήσια αύξηση κατά 0,7 % την περίοδο 2000-2003 με ορίζοντα το 2010 θα συμβάλει στην επίτευξη ενός ποσοστού του ΑΕγχΠ ίσου μόνο με 2,2 %. Επισημαίνεται ότι, για το διαφορετικό ποσοστό του ΑΕγχΠ, στις ΗΠΑ οι δράσεις Ε&ΤΑ είναι, σε απόλυτα μεγέθη, πολύ μεγαλύτερες, και κατά συνέπεια είναι ευκολότερη η επίτευξη της απαραίτητης κρίσιμης μάζας. Η διαφορά του ύψους των δαπανών για την έρευνα στην Ευρώπη από το ύψος των δαπανών των κυριοτέρων ανταγωνιστών της οφείλεται κυρίως στη χαμηλή συμβολή του ιδιωτικού τομέα (το 2002, ο ιδιωτικός τομέας συμμετείχε στην έρευνα με ποσοστό ίσο με 55,6 % στην ΕΕ, έναντι 63,1 % στις ΗΠΑ και 73,9 % στην Ιαπωνία). Αυτό που προβληματίζει ακόμη περισσότερο είναι ότι μειώθηκαν κατά την ίδια περίοδο οι ιδιωτικές δαπάνες, και ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις φαίνεται να προσανατολίζονται περισσότερο προς άλλες περιοχές της γης που προσφέρουν συνολικά καλύτερους όρους: οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις κατά την περίοδο 1997-2002 αύξησαν τις δαπάνες για έρευνα στις ΗΠΑ κατά 54 % σε πραγματικούς όρους, ενώ η ροή από τις ΗΠΑ προς την ΕΕ αυξήθηκε μόνο κατά 38 % (7).

2.5   Οι βασικοί στόχοι

2.5.1

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την ανάλυση που οδήγησε στον καθορισμό των τεσσάρων βασικών στόχων:

προσέλκυση και ανταμοιβή των καλύτερων ταλέντων,

δημιουργία περιβάλλοντος ιδιαίτερα πρόσφορου για την ανάπτυξη δραστηριοτήτων Ε&ΤΑ στο χώρο των επιχειρήσεων και της βιομηχανίας,

κινητοποίηση πόρων για την καινοτομία και την αειφόρο οικονομική μεγέθυνση,

οικοδόμηση της εμπιστοσύνης στην επιστήμη και την τεχνολογία.

2.5.2

Η κυριότερη πρόκληση που έθεσε το Συμβούλιο της Βαρκελώνης, δηλαδή η διάθεση του 3 % του ΑΕγχΠ στην έρευνα έως το 2010, αυξάνοντας το ποσοστό της έρευνας που χρηματοδοτείται από τον ιδιωτικό τομέα στα 2/3 αυτού του ποσοστού, επιβάλλει τη σύγκριση και τον συντονισμό των κοινοτικών και των εθνικών πολιτικών για την έρευνα. Ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί μόνον εάν η Ευρώπη καταστεί πιο ελκυστική για τις επενδύσεις σε έρευνα, βελτιωθεί η απόδοση του συστήματος έρευνας με τις κατάλληλες προϋποθέσεις πλαίσιο, αυξηθεί ο αντίκτυπος των κινήτρων της δημόσιας δαπάνης επί της ιδιωτικής έρευνας, καταστούν αποτελεσματικές και συνεκτικές οι πολιτικές έρευνας τόσο σε κοινοτικό επίπεδο όσο και σε εθνικό (8).

2.5.3

Με βάση τις αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά την διαδικασία αξιολόγησης και τις θέσεις που εξέφρασαν πολλοί φορείς, η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητη μία πιο έντονη παρέμβαση, με δράσεις που θα συντονίζονται από κοινού από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, όσον αφορά τους όρους που δεν είναι αρκετά ευνοϊκοί για τις δράσεις έρευνας. Πρέπει να καθοριστεί ένα σύνολο άμεσων κινήτρων για την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα του συστήματος σε ευρωπαϊκό επίπεδο: ο κατακερματισμός και ο ελλιπής συντονισμός των προσπαθειών εμποδίζουν την επίτευξη της αναγκαίας κρίσιμης μάζας και εστίασης. Άλλωστε απαιτείται εντελώς διαφορετικός τρόπος σύγκρισης και συντονισμός των εθνικών πολιτικών έρευνας, όπως επίσης και των πολιτικών εκπαίδευσης και ανάπτυξης των ανθρώπινων πόρων, προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας, ανάπτυξης της καινοτομίας μέσω φορολογικών κινήτρων, εποικοδομητικής συνεργασίας και συνέργιας μεταξύ πανεπιστημίων και επιχειρήσεων, κλπ.

2.6   Οι συστάσεις για τη μελλοντική ευρωπαϊκή πολιτική έρευνας

2.6.1

Η ΕΟΚΕ έχει πολλάκις ταχθεί υπέρ της ουσιαστικής αύξησης του προϋπολογισμού για την ευρωπαϊκή Ε&ΤΑ, και κατά συνέπεια έχει επανειλημμένα υποστηρίξει την πρόταση της Επιτροπής για αύξηση των πόρων που διατίθενται στο 7o ΠΠ και, μελλοντικά, για περαιτέρω αύξηση μακροπρόθεσμα (9). Η πρόθεση του Συμβουλίου να μειώσει σημαντικά το ποσό αυτό, γύρω στο 5 % του γενικού προϋπολογισμού της ΕΕ αντί του 8 % που πρότεινε η Επιτροπή, έρχεται σε αντίθεση με την προτεραιότητα ανάπτυξης που θέτουν οι παγκόσμιες προκλήσεις για τον ανταγωνισμό και την οποία επιδιώκει η στρατηγική της Λισσαβώνας.

2.6.2

Η ΕΟΚΕ έχει ανέκαθεν υποστηρίξει τη σύσταση ενός Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας (ΕΧΕ) (10) και έχει συμφωνήσει για τη δημιουργία ενός οργανισμού όπως το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας (ΕΣΕ), που θα μπορούσε να καταστεί ένα καθοριστικής σημασίας μέσο για την προαγωγή της επιστημονικής αριστείας μέσω της διασυνοριακής έρευνας με διαδικασίες εκ των κάτω προς τα άνω. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της που ελήφθησαν υπόψη οι συστάσεις της ιδίως όσον αφορά την αυτονομία του ΕΣΕ και τη σύνθεση της επιστημονικής του επιτροπής, επαναλαμβάνοντας τη σημασία που έχει η συμμετοχή εξαίρετων επιστημόνων οι οποίοι προέρχονται και από τον χώρο της βιομηχανικής έρευνας (11).

2.6.3

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την ανάγκη ενός ευρέος φάσματος συντονισμένων δράσεων προκειμένου να εξασφαλιστεί η βέλτιστη ενσωμάτωση των νέων κρατών μελών, αλλά θεωρεί ότι δεν έχουν διατεθεί για το σκοπό αυτό αποτελεσματικά μέσα. Η διαδικασία μετάβασης που βίωσαν τα κράτη αυτά κατά την περίοδο της υπό εξέταση αξιολόγησης περιπλέκει την αντίληψη περί καταλληλότερων δράσεων για την οικοδόμηση μιας σταθερής οικονομίας που να βασίζεται στην ανάπτυξη των γνώσεων και της έρευνας. Η προσέγγιση που επιδιώκει την «ενίσχυση της έρευνας» έχει ασφαλώς μεγαλύτερη σημασία για τα νέα κράτη μέλη, αλλά θα πρέπει να στραφεί προς την «παραγωγή καινοτομιών» για να τεθούν σε ενέργεια τα αναπτυξιακά κίνητρα που χρειάζονται οι χώρες αυτές.

3.   Παρατηρήσεις για τις συστάσεις που αφορούν το ΠΠ

3.1   Η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα

3.1.1

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τις συστάσεις της επιτροπής αξιολόγησης, και τονίζει κυρίως τη σημασία μιας ευρύτερης συμμετοχής και δέσμευσης του βιομηχανικού τομέα ως προϋπόθεση για την επίτευξη του στόχου του Συμβουλίου της Βαρκελώνης. Αυτός ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί ευκολότερα εάν οι παραγωγικοί τομείς συμμετέχουν πιο ενεργά στις στρατηγικές επιλογές και στον προσδιορισμό των θεματικών τομέων όπου η αριστεία της ευρωπαϊκής έρευνας μπορεί να αναδειχθεί καλύτερα.

3.1.2

Για να διασφαλιστεί η εν λόγω συμμετοχή, η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητη μια προσπάθεια που να αποσκοπεί περισσότερο στην επικοινωνία και στη συμμετοχή των επιχειρήσεων, των οργανώσεων και των ενώσεων των παραγωγών, και στη διευκόλυνση της συμμετοχής των ΜΜΕ, με την αύξηση κατά τον τρόπο αυτό του υφιστάμενου ανωτάτου ορίου συμμετοχής του 13 % που δεν είναι καθόλου ικανοποιητικό. Λόγω της φύσης του το 7o ΠΠ και το πρόγραμμα πλαίσιο για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία δεν πρέπει να θεωρούνται εναλλακτικά αλλά συμπληρωματικά και συνδυασμένης δράσης.

3.1.3

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι τα παραδοσιακά μέσα χρηματοδότησης αλλά και τα νέα (12) που ήδη προβλέπονται για το 6ο ΠΠ δεν τροποποιούνται ουσιαστικά, για να μην δημιουργηθούν εξ απροσεξίας νέοι φραγμοί πρόσβασης (όπως αυτοί που αντιμετώπισαν οι εμπειρογνώμονες στην αρχή του 6ου ΠΠ), αλλά έχουν προσαρμοστεί με βάση την αποκτηθείσα εμπειρία για να καταστούν πιο εύχρηστα.

3.1.4

Τα Ολοκληρωμένα Σχέδια (IPs) και τα Ειδικά Σχέδια με στόχο την Έρευνα (STREPs), που χρησιμοποιούνται κατά προτίμηση από τις ΜΜΕ, θα τελειοποιηθούν ώστε να διευκολυνθεί αργότερα η συμμετοχή τους. Οι τεχνολογικές πλατφόρμες και ακόμη περισσότερο οι Joint Technology Initiatives (Κοινές πρωτοβουλίες στον τομέα της τεχνολογίας) είναι ασφαλώς μέσα που ευνοούν την επίτευξη του στόχου αυτού. Τα Δίκτυα Αριστείας, που απολαύουν της εκτίμησης και της ευρείας συμμετοχής πανεπιστημίων και δημόσιων ερευνητικών κέντρων, θα πρέπει να αναπτυχθούν κατά τρόπο που να ευνοεί περισσότερο τη συμμετοχή του βιομηχανικού τομέα και να χρησιμοποιηθούν ως μέσα για την περαιτέρω κινητικότητα των ερευνητών, με περισσότερες και καλύτερες ανταλλαγές μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα.

3.2   Η απλοποίηση της διαχείρισης και των διαδικασιών

3.2.1

Η απλοποίηση της διαχείρισης και των διαδικασιών είναι ένα θέμα που επανέρχεται σε κάθε ανανέωση των ΠΠ: έχουν σημειωθεί πολλές βελτιώσεις με την πάροδο των ετών, από τα διάφορα έγγραφα απλοποίησης έως το «συμβούλιο ακρόασης (sounding board)» των εκπροσώπων των μικρών μονάδων έρευνας που δημιούργησε ο επίτροπος Potocnik, αλλά οι συγκεκριμένες προτάσεις δεν φαίνεται να συνέβαλαν στην επίλυση των δυσκολιών και των προβλημάτων που συναντούν οι συμμετέχοντες.

3.2.2

Με βάση τις εμπειρίες που συνέλεξαν οι εμπειρογνώμονες και, απευθείας, οι ενδιαφερόμενοι φορείς, η ΕΟΚΕ προτείνει να συγκεντρωθούν οι δυσκολίες που έχουν συναντήσει οι συμμετέχοντες στα σχέδια του τρέχοντος ΠΠ με συστηματικό τρόπο και να αξιολογηθούν με στόχο την πρόταση μηχανισμών περισσότερο στοχοθετημένων στην τρέχουσα πραγματικότητα. Με τον τρόπο αυτό θα ευνοηθεί η παράλληλη αξιολόγηση της ορθότητας των διαδικασιών και των διαδικασιών επίσημων ελέγχων και αξιολόγησης.

3.2.3

Ενδείκνυται μάλιστα, στις περιπτώσεις σαφώς προσδιορισμένων αναπτυξιακών σχεδίων, η ενσωμάτωση περιοδικών ελέγχων των δραστηριοτήτων και των προβλεπόμενων αποτελεσμάτων. Η χορήγηση των χρηματοδοτήσεων και η πορεία του ίδιου του σχεδίου θα πρέπει να συνδέονται με τους ελέγχους σε συγκεκριμένα και προκαθορισμένα σημεία ελέγχου.

3.2.4

Όσον αφορά τους όρους συμμετοχής και τη διοικητική και οικονομική διαχείριση, ενδείκνυται η χρήση κατευθυντήριων γραμμών περισσότερο διαρθρωμένων και μονοσήμαντης ερμηνείας για τις Συμβατικές Συμφωνίες μεταξύ των συμμετεχόντων, μεγαλύτερη ευελιξία και ελευθερία επιλογής για τον αιτούντα, διαγωνισμοί υποβολής προσφορών με σαφείς τύπους σχημάτων, δραστηριοτήτων και με σαφείς κατηγορίες των συμμετεχόντων.

3.2.5

Έχει διαπιστωθεί ότι μια σχετικά περιορισμένη ομάδα οργανώσεων έχει συμμετάσχει περισσότερες φορές σε διαγωνισμούς και σε πολλά προγράμματα, συχνά ως Κύριος Αντισυμβαλλόμενος (Prime Contractor), και η συμμετοχή αυτή εκτιμάται σχεδόν στο ένα πέμπτο των σχεδίων (13). Αυτή η συγκέντρωση προκαλεί ορισμένες ανησυχίες: αφενός, μαρτυρεί τη δυσκολία συμμετοχής, ειδικότερα για κάποιον που αντιμετωπίζει για πρώτη φορά ένα διαγωνισμό έρευνας, αφετέρου, αποτελεί ένα όριο για την εφαρμογή νέων σχεδίων που αποσκοπούν σε ριζικές καινοτομίες και με ριψοκίνδυνο χαρακτήρα (όπως απαιτείται στη σύσταση 2).

3.3   Ενθάρρυνση της έρευνας

3.3.1

Οι όροι για την ενθάρρυνση των ιδιωτικών επενδύσεων στην Ε&ΤΑ εξακολουθούν να παραμένουν ασαφείς, και δεν έχουν προσδιοριστεί επακριβώς τα κίνητρα της αγοράς που θα συμβάλουν στη δημιουργία ενός ενάρετου και συνδυασμένης δράσης κύκλου και κατά συνέπεια δεν μπορούν να τεθούν σε λειτουργία όπως θα έπρεπε. Φορολογικά κίνητρα, ενίσχυση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, διευκόλυνση των παρεμβάσεων κεφαλαίων επιχειρηματικού κινδύνου, αποτελούν περισσότερο στόχους παρά λειτουργικά μέσα.

3.3.2

Η ΕΟΚΕ εκφράζει κυρίως την ευχή να αναπτυχθούν τα κατάλληλα μέσα που θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη του επιχειρηματικού πνεύματος μεταξύ των ευρωπαίων ερευνητών, και να τεθούν σε εφαρμογή μέσα (από τα κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου ή τα επισφαλή κεφάλαια έως τις χρηματοδοτήσεις της ΕΤΕ για πιστώσεις που ενθαρρύνουν την έρευνα) που να προωθούν τη μετάβαση των αποτελεσμάτων της έρευνας σε συγκεκριμένες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες.

3.3.3

Η σύσταση για μεγαλύτερη συμμετοχή των υψηλής τεχνολογίας ΜΜΕ, την οποία συμμερίζεται πλήρως η ΕΟΚΕ όπως έχει ήδη αναφέρει σε πολλές γνωμοδοτήσεις της, πρέπει να υποστηριχθεί από ειδικά μέσα, που θα προστεθούν στις κοινές τεχνολογικές πρωτοβουλίες, τις τεχνολογικές πλατφόρμες και τις δυνατότητες που παρέχει το πρόγραμμα «Ιδέες». Η ΕΟΚΕ εκφράζει την επιθυμία να αποτελέσει η πτυχή αυτή τον πρωταρχικό στόχο καθώς και αντικείμενο ιδιαίτερης προσοχής κατά τη εφαρμογή της Ανοικτής Μεθόδου Συντονισμού.

3.3.4

Για να ενθαρρυνθεί η πιο καινοτόμος έρευνα με στόχο ανταγωνιστικά αποτελέσματα, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι είναι επείγουσα η αντιμετώπιση των άλυτων προβλημάτων σχετικά με τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας: αναφέρεται ειδικότερα η δημιουργία του κοινοτικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας, η κατοχύρωση με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας των εφευρέσεων που εφαρμόζονται μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή και σε νέους τομείς γνώσης, καθώς και η πλήρης εφαρμογή της οδηγίας για την κατοχύρωση με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων.

3.4   Οι ανθρώπινοι πόροι

3.4.1

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι έχει πρωταρχική σημασία να καταστούν ελκυστικές οι σταδιοδρομίες στον επιστημονικό και τεχνικό τομέα μέσω της αξιολόγησης της φυσιογνωμίας του ερευνητή και σε κοινωνικό εκτός από οικονομικό επίπεδο. Η αυξανόμενη τάση να ολοκληρώνονται οι μεταπτυχιακές σπουδές και να διεξάγονται ερευνητικές δραστηριότητες σε άλλες χώρες, σε ακαδημαϊκά και μη περιβάλλοντα, αποτελεί μια μορφή κινητικότητας ασφαλώς θετική στην διαδικασία κατάρτισης των ερευνητών, διότι η ανταλλαγή γνώσεων και μεθόδων εργασίας είναι μία αναντικατάστατη διεργασία εμπλουτισμού. Ωστόσο μετατρέπεται σε κρίσιμο παράγοντα όταν η κινητικότητα καθίσταται μονής κατεύθυνσης, εάν στη χώρα καταγωγής ο ερευνητής δεν βρίσκει συνθήκες εργασίας, σταδιοδρομίας, κοινωνική καταξίωση και κατάλληλες οικονομικές συνθήκες που να ευνοούν την επιστροφή του (14). Η Ευρώπη πρέπει να είναι ελκυστική σε όλα τα κράτη μέλη της ιδίως στους νέους που προτίθενται να ακολουθήσουν την σταδιοδρομία του ερευνητή. Ειδικότερα εκφράζεται η ευχή να διευκολυνθεί η είσοδος στην ΕΕ νέων πόρων που προέρχονται από αναδυόμενες χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Κίνας και της Ινδίας, ακόμη και μέσω κατευθυνόμενων ανταλλαγών.

3.4.2

Τα προγράμματα που αφορούν τους ανθρώπινους πόρους και την κινητικότητα δεν φαίνεται να επαρκούν για ένα άλμα ποιότητας ικανό να «προσελκύσει και να ανταμείψει τα καλύτερα ταλέντα» όπως αναφέρεται στον πρώτο από τους βασικούς στόχους. Δεν υπάρχει μια σαφής προοπτική για το καθεστώς «ευρωπαίου ερευνητή», που θα έπρεπε να αποτελέσει τη βάση αυτής της δράσης.

3.4.3

Πρέπει να εφαρμοστούν καινοτόμες πολιτικές για την αντιμετώπιση αυτής της κρίσιμης κατάστασης: πρέπει να πραγματοποιηθούν επενδύσεις για την ανάπτυξη της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στον επιστημονικό και μηχανολογικό τομέα, πράγμα που προϋποθέτει ότι στα λύκεια θα παρέχονται περισσότερα μαθήματα θετικής και τεχνικής κατεύθυνσης και ότι θα προωθούνται οι θετικές πανεπιστημιακές σπουδές. Ταυτόχρονα πρέπει να μειωθεί το ποσοστό των πτυχιούχων σε αυτούς τους τομείς που δεν έχουν απασχόληση συναφή με τις σπουδές τους (μία αρνητική κατάσταση ιδιαίτερα διαδεδομένη στα νέα κράτη μέλη και στην Ιταλία, την Πορτογαλία και την Αυστρία), αυξάνοντας την παρουσία των γυναικών ειδικότερα μεταξύ των ερευνητών (οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το ένα τρίτο του συνόλου, ενώ αποτελούν άνω του 63 % των πτυχιούχων στον επιστημονικό και μηχανολογικό τομέα) (15), ώστε να καταστεί η επιστημονική σταδιοδρομία πιο ελκυστική.

3.4.4

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι πολιτικές αυτές, πρώτιστη ευθύνη των κρατών μελών, θα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο ιδιαίτερης ανάλυσης στο πλαίσιο της Ανοικτής Μεθόδου Συντονισμού: πρόκειται πράγματι για ένα μέσο που εφαρμόζεται επωφελώς στα συστήματα της ανώτερης και πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και έρευνας για την εκμάθηση των βέλτιστων πρακτικών, στις κατάλληλές μορφές «αξιολόγησης από ομότιμους» («peer review»), στις συντονισμένες δράσεις μεταξύ κρατών μελών και περιφερειών, καθώς και στον προσδιορισμό πρωταρχικών θεμάτων διακρατικής έρευνας.

3.4.5

Το ποσοστό των ερευνητών στο εργατικό δυναμικό είναι πολύ μικρότερο από το αντίστοιχο των ανταγωνιστικών χωρών (5,4 ‰ στην ΕΕ έναντι 9,0 ‰ στις ΗΠΑ και 10,1 ‰ στην Ιαπωνία, αλλά όλα τα νέα κράτη μέλη και οι χώρες της Νότιας Ευρώπης δεν ξεπερνούν το 5,0 ‰), και η ηλικία των απασχολούμενων σε επιστημονικούς και μηχανολογικούς τομείς αρχίζει να αποτελεί πηγή ανησυχίας (35 % στην ηλικιακή ομάδα 45-64, αλλά έως και πάνω από 40 % σε ορισμένα κράτη μέλη, έναντι 31 % στην ηλικιακή ομάδα 25-34) (16). Ένα στοιχείο που πρέπει να μελετηθεί είναι η εκτίμηση ότι σήμερα 150.000 ευρωπαίοι ερευνητές εργάζονται στις ΗΠΑ, και ότι για να επιτευχθεί ο στόχος της Βαρκελώνης κατά την προσεχή δεκαετία θα χρειαστούν 500.000 — 700.000 επιπλέον ερευνητές (17).

3.4.6

Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται τη θέση της επιτροπής αξιολόγησης ως προς την ανάγκη να δοθεί στους ερευνητές μεγαλύτερη αυτονομία και ευθύνη (ενώ βέβαια τηρούνται οι δεοντολογικές αρχές), μεγαλύτερη προβολή στην επιστημονική σταδιοδρομία, καθώς και να εξασφαλιστεί περισσότερη διεπιστημονική κινητικότητα όχι μόνο στον χώρο αλλά και μεταξύ των διαφόρων τομέων, καθώς και ενσωμάτωση του συστήματος των υποτροφιών Marie Curie στα εθνικά και περιφερειακά προγράμματα και χρησιμοποίησή τους για την αύξηση της κινητικότητας στον τομέα της έρευνας μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.

3.4.7

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει εξάλλου την προσπάθεια της Επιτροπής για τη δημιουργία της «Ευρωπαϊκής Χάρτας του Ερευνητή» (18), που είναι το πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά εκτιμά ότι πρέπει να καταβληθεί περαιτέρω και συντονισμένη προσπάθεια από τα κράτη μέλη προκειμένου επιτευχθούν αποτελεσματικότερα και πιο εναρμονισμένα συστήματα κατάρτισης, σταδιοδρομίας, αποδοχών (συμπεριλαμβανομένων των συνταξιοδοτικών, φορολογικών και κοινωνικών εισφορών) (19).

3.4.8

Η επίλυση του θέματος της αξιοπιστίας και της νομιμότητας της επιστήμης και της τεχνολογίας στην Ευρώπη, στο οποίο η ΕΟΚΕ αποδίδει μεγάλη σημασία, αποτελεί μία από τις προϋποθέσεις προκειμένου να νομιμοποιηθεί ο ερευνητής και να αναγνωριστεί οικονομικά η δραστηριότητά του: για την επίτευξη του στόχου αυτού πρέπει επειγόντως να καθοριστεί μία ενεργός και συντονισμένη πολιτική μεταξύ Επιτροπής και κρατών μελών που να διαθέτει τα κατάλληλα μέσα και πόρους.

3.5   Η διαδικασία αξιολόγησης

3.5.1

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει τη σημαντική προσπάθεια που καταβάλλεται για τη βελτίωση της διαδικασίας αξιολόγησης από την Επιτροπή, και που τεκμηριώνεται από μία σειρά εγγράφων με στόχο τη δράση των αξιολογητών. Το πραγματικό πρόβλημα συνίσταται εξάλλου στην λογική της εκ των υστέρων αξιολόγησης: εάν περιορίζεται στην επαλήθευση της συνοχής σχετικά με τους στόχους που έχουν εξαγγελθεί υπάρχει ο κίνδυνος να χαθεί ο πραγματικός στρατηγικός στόχος που είναι η αξιολόγηση του διαρθρωτικού αντίκτυπου των ΠΠ στο οικονομικό και ερευνητικό πανόραμα της ΕΕ, των προτεραιοτήτων που πρέπει να τεθούν και της επακόλουθης χορήγησης των πόρων.

3.5.2

Η ΕΟΚΕ θεωρεί σκόπιμο να υιοθετηθεί μία σειρά δεικτών που θα μετρούν πραγματικά τις επιδόσεις όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη. Οι δείκτες αυτοί επίδοσης της έρευνας θα πρέπει να επιτρέπουν τον υπολογισμό της αποτελεσματικότητας των δράσεων που χρηματοδοτούνται για τη συνολική ανάπτυξη της ΕΕ και τον προσανατολισμό των μελλοντικών δραστηριοτήτων κατά τρόπο συνεκτικό με τις προτεραιότητες που έχουν τεθεί. Είναι βέβαια σαφές ότι καμία αυτόματη αξιολόγηση δεν μπορεί να αντικαταστήσει την κρίση των κατάλληλων εμπειρογνωμόνων που διαφοροποιείται και προσαρμόζεται στις επιμέρους καταστάσεις.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006.

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  Five-Year Assessment of the EU Research Framework Programmes 1999-2003, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΓΔ ΕΡΕΥΝΑ, 15 Δεκεμβρίου 2004.

(2)  Η διαδικασία αξιολόγησης συνοδεύεται από πολυάριθμα έγγραφα και εκθέσεις, που έχουν τεθεί στη διάθεση του κοινού στην ιστοθέση http://forum.europa.eu.int/Public/irc/rtd/fiveyearasskb/library.

(3)  Cfr. Keith Smith, The Framework Programmes and the changing economic landscape, European Commission, JRC/IPTS, Σεβίλλη, Δεκέμβριος 2004, σελ. 11-12

(4)  Πρόλογος J. Potočnik a Key figures 2005. Towards a European Research Area: Science, Technology and Innovation, European Commission, ΓΔ Έρευνα, 2005, σελ. 5, ΕΕ C 65 της 17.3.2006.

(5)  Η ΕΟΚΕ έχει δώσει μεγάλη σημασία στο θέμα αυτό σε πολλές γνωμοδοτήσεις της, με τελευταία την INT 269 – CESE 1484/2005, 7 o Πρόγραμμα Πλαίσιο ΕΤΑ, 14 Δεκεμβρίου 2005, εισηγητής WOLF, σημεία 2.2, 2.3, 2.4

(6)  Βλέπε την εισαγωγή του προέδρου Erkki Ormala a Five-Year Assessment of the EU Research Framework Programmes 1999-2003,cit.

(7)  Όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στο σημείο αυτό προέρχονται από το έγγραφο: Key figures 2005, cit., σελ. 9-10.

(8)  Βλέπε εισαγωγή στο έγγραφο «Key figures» 2005. σελ. 3, ΕΕ C 65 της 17.3.2006.

(9)  CESE 1484/2005, σημεία 1.4, σελίδα 2 και 4.1 έως 4.6 σελ. 9 και 10.

(10)  Πρβλ. τη γνωμοδότηση CESE 1647/2004 στην ΕΕ C 156, της 28.6.2005, σχετικά με την Ανακοίνωση - Η επιστήμη και η τεχνολογία, κλειδιά του μέλλοντος της Ευρώπης, εισηγητής WOLF, καθώς και τη συμπληρωματική γνωμοδότηση για το ίδιο θέμα (CCMI/015 – CESE 1353/2004, εισηγητής Van IERSEL, συνεισηγητής GIBILLIERI), ΕΕ C 65 της 17.3.2006.

(11)  ΙΝΤ 269 - CESE 1484/2005, σημείο 4.11

(12)  Πρβλ. σχετικά την υπό κατάρτιση γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ (ΙΝΤ/309).

(13)  Five-Year Assessment, σελ.7, ΕΕ C 65 της 17.3.2006.

(14)  Η ΕΟΚΕ έχει εκφράσει επανειλημμένα την άποψή της για το θέμα αυτό, τελευταία δε στην προαναφερθείσα γνωμοδότησή της CESE 1484/2005, σημεία 4.12 και επόμενα.

(15)  Key figures 2005, cit.σελ. 53-57.

(16)  Key figures 2005, σελ. 47-51.

(17)  Five-Year Assessment, cit. σελ.12.

(18)  Σύσταση της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2005, σχετικά με την Ευρωπαϊκή Χάρτα του Ερευνητή και έναν κώδικα δεοντολογίας για την πρόσληψη ερευνητών, Επίσημη εφημερίδα της ΕΕ L 75/67 της 22.3.2005.

(19)  CESE 305/2004, γνωμοδότηση για την ανακοίνωση με θέμα «Οι ερευνητές στον ευρωπαϊκό χώρο έρευνας», εισηγητής WOLF, ΕΕ C 110, της 30.4.2004.


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/7


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη διάθεση στην αγορά ειδών πυροτεχνίας

COM(2005) 457 τελικό — 2005/0194 (COD)

(2006/C 195/02)

Στις 25 Νοεμβρίου 2005 και σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 25 Απριλίου 2006 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Cassidy.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της, που πραγματοποιήθηκε στις 17 και 18 Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 117 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Σύνοψη των συμπερασμάτων και των συστάσεων της ΕΟΚΕ

1.1

Στόχος της πρότασης οδηγίας είναι:

να εξασφαλίσει την ελεύθερη κυκλοφορία των πυροτεχνικών προϊόντων εντός της ΕΕ,

να βελτιώσει την ασφάλεια των καταναλωτών και των επαγγελματιών,

να εναρμονίσει τις απαιτήσεις ασφαλείας σε όλα τα κράτη μέλη.

1.2

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει γενικά την πρόταση οδηγίας της Επιτροπής, αλλά διατυπώνει τις ακόλουθες συστάσεις.

1.2.1

Η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει ως ενδεχόμενο την πρόβλεψη μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος για τη μεταφορά της οδηγίας από εκείνο που προβλέπεται στο σημερινό άρθρο 20. Η περίοδος που προβλέπεται για τα πυροτεχνήματα είναι μόνο 24 μήνες από τη δημοσίευση της οδηγίας, ενώ για τα άλλα είδη πυροτεχνίας είναι 5 έτη. Δεδομένου του μεγάλου χρόνου προπαρασκευής που απαιτείται για τους εισαγωγείς πυροτεχνημάτων από την Κίνα και άλλες πηγές, ο οποίος υπολογίζεται από τους διανομείς στην ΕΕ τουλάχιστον σε 3 έτη, η ΕΟΚΕ συνιστά να προβλεφθεί και για τα πυροτεχνήματα το ίδιο διάστημα με τα άλλα είδη πυροτεχνίας, δηλαδή 5 έτη.

1.2.2

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι οι ρυθμίσεις για τη δοκιμή των πυροτεχνημάτων και τη συμμόρφωση με τα πρότυπα της CEN (Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τυποποίησης) επιβάλλουν στους εισαγωγείς και στους διανομείς ορισμένες ευθύνες. Συνιστά, συνεπώς, να δηλωθεί σαφώς στην οδηγία ότι οι εισαγωγείς οφείλουν να προσδιορίζουν τα πρότυπα που πρέπει να πληρούνται για τη σήμανση CE όταν δίνουν τις παραγγελίες τους σε κατασκευαστές ανά τον κόσμο. Η ευθύνη για τις δοκιμές και για τη σήμανση CE θα πρέπει να βαρύνει τον κατασκευαστή, ο δε εισαγωγέας θα πρέπει να έχει τη δευτερεύουσα ευθύνη της εξασφάλισης ότι τα προϊόντα που φέρουν τη σήμανση CE πληρούν γνήσια τα πρότυπα της CEN, προκειμένου να αποφευχθεί η διάθεση παραποιήσεων στην αγορά.

1.2.3

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι οι τελωνειακές και οι άλλες αρχές των κρατών μελών θα πρέπει να συμμετέχουν επίσης στον έλεγχο της γνήσιας συμμόρφωσης των προϊόντων που φέρουν τη σήμανση CE με το αντίστοιχο πρότυπο.

1.2.4

Τα στοιχεία που παρείχαν τα κράτη μέλη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με τα ατυχήματα είναι ελλιπή. Η Επιτροπή έχει επίγνωση αυτού του γεγονότος. Η ΕΟΚΕ καλεί όλα τα κράτη μέλη να βελτιώσουν την παρακολούθηση των ατυχημάτων που αφορούν τους καταναλωτές.

1.2.5

Το άρθρο 14 προβλέπει ρυθμίσεις για την ταχεία ενημέρωση σχετικά με τα προϊόντα που εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους. Το σύστημα RAPEX (σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για τα προϊόντα υψηλού κινδύνου) θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί ως προσωρινό μέτρο, μέχρι να τεθεί σε ισχύ η οδηγία.

1.2.6

Για τα πυροτεχνικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται στην αυτοκινητοβιομηχανία, το άρθρο 12 παράγραφος 1 ορίζει ότι οι κατασκευαστές πρέπει να εξασφαλίζουν ότι «φέρουν τη σωστή επισήμανση στην(-ις) επίσημη(-ες) γλώσσα(-ες) της χώρας στην οποία το προϊόν πωλείται στον καταναλωτή». Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η αναφορά στον καταναλωτή είναι παραπλανητική, διότι τα περισσότερα είδη πυροτεχνίας τοποθετούνται στα αυτοκίνητα στο στάδιο της κατασκευής. Οι πληροφορίες για τον «πρωτότυπο εξοπλισμό» μπορούν, συνεπώς, να συνεχίσουν να αναγράφονται στη γλώσσα που χρησιμοποιείται σήμερα, την αγγλική. Ωστόσο, οι κατασκευαστές του εξοπλισμού αυτού ανησυχούν για την υποχρέωση αναγραφής των οδηγιών στις επίσημες γλώσσες και των 25 χωρών, επειδή δεν μπορούν να ελέγξουν σε ποια χώρα θα χρησιμοποιηθεί η διάταξη. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι τα Δελτία Δεδομένων Ασφαλείας των κατασκευαστών θα πρέπει να επαρκούν, καθώς οι πληροφορίες που περιέχουν είναι κυρίως διαγραμματικές και στατιστικές.

Η απαίτηση «επισήμανσης στην(-ις) επίσημη(-ες) γλώσσα(-ες) της χώρας στην οποία το προϊόν πωλείται στον καταναλωτή» αντιβαίνει στις βασικές αρχές της ενιαίας αγοράς, διότι η επισήμανση σε μία μόνο γλώσσα θα αποτελούσε εμπόδιο στο εμπόριο. Η ΕΟΚΕ πιστεύει επίσης ότι ανταλλακτικοί αερόσακοι κλπ. σπανίως θα πωλούνται στον τελικό καταναλωτή· μάλλον θα εγκαθίστανται από τους τεχνικούς στο συνεργείο.

1.2.7

Το άρθρο 8 παράγραφος 4 της πρότασης οδηγίας υποχρεώνει τα κράτη μέλη να ενημερώνουν την Επιτροπή εάν πιστεύουν ότι τα προϊόντα δεν ανταποκρίνονται πλήρως στις βασικές απαιτήσεις ασφαλείας που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1, το οποίο θα παράσχει τη νομική βάση. Εν τω μεταξύ, ωστόσο, η ΕΟΚΕ συνιστά να χρησιμοποιηθεί το σύστημα RAPEX για τη διαβίβαση στοιχείων σχετικά με τα ατυχήματα και τον κίνδυνο στην Επιτροπή, προκειμένου να διαδοθούν και στα άλλα κράτη μέλη.

1.2.8

Η ΕΟΚΕ πληροφορείται ότι σε ορισμένα κράτη μέλη υπάρχουν μερικές πολύ μικρές επιχειρήσεις, που επιδίδονται στην κατασκευή πυροτεχνημάτων για ειδικές τοπικές περιστάσεις. Τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι επιχειρήσεις αυτές τηρούν επίσης τις απαιτήσεις ασφαλείας της οδηγίας.

1.2.9

Τα είδη πυροτεχνίας για τα αυτοκίνητα θα πρέπει να καλύπτονται από κανονισμό της Οικονομικής Επιτροπής του ΟΗΕ για την Ευρώπη (UN/ECE) βάσει της συμφωνίας του 1958 (Ομάδα Εργασίας 29, Γενεύη) και όχι από πρότυπο.

1.2.10

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι, για τα είδη πυροτεχνίας για αυτοκίνητα, η Επιτροπή θα πρέπει να φανεί διατεθειμένη να δεχθεί κάποιο είδος έγκρισης τύπου.

2.   Σύνοψη της πρότασης της Επιτροπής

2.1

Τα «πυροτεχνήματα» χρησιμοποιούνται συνήθως για ψυχαγωγία ή σε ειδικές εκδηλώσεις όπως οι θρησκευτικές εορτές. Αποτελούν μέρος της πολιτιστικής ιστορίας πολλών κρατών μελών της ΕΕ. Η οδηγία τα αντιμετωπίζει χωριστά από τα «είδη πυροτεχνίας», τα οποία, για τους σκοπούς της οδηγίας, καλύπτουν τους εκρηκτικούς μηχανισμούς που χρησιμοποιούνται για την ενεργοποίηση των αερόσακων και των συστημάτων συγκράτησης των επιβατών στα αυτοκίνητα οχήματα.

2.2   Ταξινόμηση

Το άρθρο 3 της πρότασης οδηγίας καθορίζει 4 κατηγορίες πυροτεχνημάτων:

α)

Πυροτεχνήματα

Κατηγορία 1: πυροτεχνήματα που ενέχουν πολύ χαμηλό κίνδυνο και προορίζονται για χρήση σε οικιακούς ή περιορισμένους χώρους,

Κατηγορία 2: πυροτεχνήματα που ενέχουν χαμηλό κίνδυνο και προορίζονται για υπαίθρια χρήση σε περιορισμένους χώρους,

Κατηγορία 3: πυροτεχνήματα που ενέχουν μέτριο κίνδυνο και προορίζονται για εξωτερική χρήση σε ανοικτούς χώρους,

Κατηγορία 4: πυροτεχνήματα που ενέχουν υψηλό κίνδυνο και προορίζονται αποκλειστικά για επαγγελματική χρήση.

β)

Άλλα είδη πυροτεχνίας

Κατηγορία 1: είδη πυροτεχνίας εκτός των πυροτεχνημάτων που ενέχουν χαμηλό κίνδυνο.

Κατηγορία 2: είδη πυροτεχνίας εκτός των πυροτεχνημάτων που προορίζονται για χειρισμό ή χρήση αποκλειστικά από άτομα με εξειδικευμένες γνώσεις.

2.3   Όριο ηλικίας

2.3.1

Το άρθρο 7 της οδηγίας απαγορεύει την πώληση:

πυροτεχνημάτων της κατηγορίας 1 σε άτομα κάτω των 12 ετών,

πυροτεχνημάτων της κατηγορίας 2 σε άτομα κάτω των 16 ετών,

πυροτεχνημάτων της κατηγορίας 3 σε άτομα κάτω των 18 ετών.

Τα άλλα είδη πυροτεχνίας δεν επιτρέπεται να πωληθούν ή να διατεθούν σε άτομα κάτω των 18 ετών που δεν έχουν την απαραίτητη επαγγελματική κατάρτιση.

2.4

Οι κανόνες για τη διάθεση των ειδών πυροτεχνίας στην αγορά διαφέρουν ευρέως μεταξύ των 25 σημερινών κρατών μελών, όπως και οι στατιστικές για τα ατυχήματα και ο τρόπος σύνταξής τους. Επί του παρόντος, τα στοιχεία των κρατών μελών αφορούν μόνο τα πυροτεχνήματα και όχι άλλα προϊόντα όπως εκείνα που χρησιμοποιούνται στην αυτοκινητοβιομηχανία, τα ειδικά σκηνικά εφέ ή οι φωτοβολίδες κινδύνου.

2.5

Η αγορά των ειδών για την αυτοκινητοβιομηχανία είναι η πιο σημαντική από τους δύο κλάδους, με αξία περίπου 5,5 δισ. ευρώ ετησίως (3,5 δισ. ευρώ για τα συστήματα αερόσακων και 2 δισ. ευρώ για τους προεντατήρες ζωνών ασφαλείας). (Η αξία των εξαγωγών το 2004 ήταν 223.438.297 ευρώ και η αξία των εισαγωγών 16.090.411 ευρώ.)

2.6

Τα πυροτεχνήματα που διατίθενται στην αγορά της ΕΕ εισάγονται στη μεγάλη πλειοψηφία τους από την Κίνα, οπότε η απασχόληση στην ΕΕ συγκεντρώνεται κυρίως σε ΜΜΕ. Η καταναλωτική αγορά εκτιμάται γύρω στα 700 εκατ. ευρώ ετησίως και η «επαγγελματική» αγορά στο ίδιο περίπου επίπεδο. Η Επιτροπή, στην αξιολόγηση του αντικτύπου, αναγνωρίζει ότι η απασχόληση αντιστοιχεί σε περίπου 3.000 θέσεις, κυρίως στην αγορά, στην αποθήκευση, στη διανομή και στις επαγγελματικές επιδείξεις πυροτεχνημάτων. Η Μάλτα αποτελεί εξαίρεση, από την άποψη ότι έχει πολλές θρησκευτικές εορτές με επιδείξεις χειροποίητων πυροτεχνημάτων, τα οποία δεν πωλούνται στους καταναλωτές.

2.7

Τα επίπεδα των ατυχημάτων ποικίλλουν ανάλογα με την ακρίβεια των εθνικών στατιστικών και κυμαίνονται από 1,36 ανά εκατομμύριο κατοίκους στην Εσθονία έως 60,1 ανά εκατομμύριο στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η Επιτροπή προεκτείνει τις στατιστικές αυτές και καταλήγει σε συνολικό αριθμό ατυχημάτων από πυροτεχνήματα μεταξύ 7.000 και 45.000 για τον πληθυσμό των 455 εκατομμυρίων της ΕΕ.

2.8

Φαίνεται πως δεν υπάρχουν χωριστές στατιστικές για τα ατυχήματα που οφείλονται σε είδη πυροτεχνίας για αυτοκίνητα σε σύγκριση με τα τροχαία ατυχήματα γενικά.

2.9   Σήμανση CE

2.9.1

Επί του παρόντος δεν είναι υποχρεωτική η επίθεση της σήμανσης CE στα πυροτεχνήματα, αν και τον Μάιο του 2003 δημοσιεύθηκε σχετικό πρότυπο της CEN. Στα άρθρα 9 και 10 προτείνεται να μην επιτρέπεται η διάθεσή τους στην αγορά, εάν δεν συμμορφούνται με τις διαδικασίες που ορίζονται σε αυτά τα άρθρα.

2.9.2

Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να γνωστοποιήσουν στην Επιτροπή ποιον οργανισμό έχουν επιφορτίσει με την εκτέλεση αυτών των διαδικασιών στην επικράτειά τους.

2.9.3

Δεν επιτρέπεται η πώληση πυροτεχνημάτων των οποίων ο κατασκευαστής δεν ικανοποιεί τα κριτήρια της διαδικασίας αξιολόγησης.

2.10   Είδη πυροτεχνίας για αυτοκίνητα

2.10.1

Δεν υπάρχει ομοιόμορφη διαδικασία έγκρισης για τη διάθεση στην αγορά συσκευών για την πλήρωση των αερόσακων με αέρα και άλλων στοιχείων και διατάξεων ασφάλειας των αυτοκινήτων.

2.11   Αξιολόγηση του αντικτύπου

2.11.1

Η Επιτροπή εκτιμά ότι η εναρμόνιση θα επιφέρει σημαντική μείωση του κόστους τόσο για τα πυροτεχνήματα όσο και για τα είδη πυροτεχνίας για τα αυτοκίνητα. Σήμερα πιστεύεται ότι υπάρχουν έως και 50.000 διαφορετικοί τύποι εγκεκριμένων πυροτεχνημάτων που χρησιμοποιούνται στην ΕΕ και η έγκρισή τους μπορεί να κοστίζει από 500 έως 3.000 ευρώ ανά πυροτέχνημα ανά χώρα. Η Επιτροπή υπολογίζει ότι το κόστος σε ένα νέο σύστημα με ενιαία διαδικασία και για τα 25 κράτη μέλη θα είναι χαμηλότερο.

2.11.2

Για τα είδη πυροτεχνίας που χρησιμοποιούνται στα αυτοκίνητα, η έγκριση ενός αερόσακου σε μία χώρα (τη Γερμανία) μπορεί να κοστίσει έως 25.000 ευρώ και η Επιτροπή ελπίζει ότι ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις αρχές δοκιμής θα μειώσει την τιμή.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1

Παρότι επικροτεί τους στόχους της οδηγίας — ελεύθερη κυκλοφορία των ειδών πυροτεχνίας, υψηλό βαθμός προστασίας των καταναλωτών και βασικές απαιτήσεις ασφαλείας — η ΕΟΚΕ έχει εντούτοις ορισμένες επιφυλάξεις, ιδίως σχετικά με τα πυροτεχνήματα.

3.2

Δεδομένου ότι η μεγάλη πλειοψηφία τους κατασκευάζεται στην Κίνα και ότι οι εκεί κατασκευαστές ίσως να μην έχουν τους πόρους για να συμμορφωθούν με το πρότυπο της ΕΕ, ποιος θα αναλάβει την ευθύνη για τις δοκιμές: ο εισαγωγέας, ο αντιπρόσωπος του κατασκευαστή ή ο λιανοπωλητής;

3.3

Ποια διαβεβαίωση θα υπάρχει ότι είναι γνήσια η σήμανση CE σε ένα εισαγόμενο πυροτέχνημα και ότι η διάταξη στην οποία έχει επιτεθεί δεν αποτελεί αντικείμενο παραποίησης/απομίμησης;

3.4

Ποιος βαθμός συνεργασίας μπορεί να επιτευχθεί μεταξύ των οργανισμών προστασίας των καταναλωτών στην ΕΕ και των αρχών στη χώρα προέλευσης;

3.5

Η ΕΟΚΕ είναι κάπως σκεπτική όσον αφορά τις στατιστικές της Επιτροπής στην αξιολόγηση του αντικτύπου και, ιδιαίτερα, όσον αφορά το μεγάλο εύρος των αριθμητικών στοιχείων για τα ατυχήματα — από 7.000 έως 45.000. Συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής ότι «… κάθε προσπάθεια εκτίμησης του συνολικού αριθμού ατυχημάτων σε όλη την ΕΕ πρέπει να αντιμετωπίζεται με ιδιαίτερη επιφύλαξη».

3.6

Οι ίδιες επιφυλάξεις ισχύουν και για την αξιολόγηση του οικονομικού αντικτύπου και τη μάλλον αισιόδοξη εμπιστοσύνη, στην περίπτωση των ειδών πυροτεχνίας για τα αυτοκίνητα, στον «αυξημένο ανταγωνισμό μεταξύ των αρχών δοκιμής» για τη μείωση του κόστους της έγκρισης των διατάξεων.

3.7

Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η αξιολόγηση του κοινωνικού αντικτύπου είναι θετική, καθώς επιδιώκεται η μείωση του αριθμού των ατυχημάτων από πυροτεχνήματα, ενώ η αξιολόγηση του αντικτύπου στην απασχόληση είναι ουδέτερη, τόσο στον τομέα των πυροτεχνημάτων όσο και στην αυτοκινητοβιομηχανία.

3.8

Στην αξιολόγηση του περιβαλλοντικού αντικτύπου εφιστάται η προσοχή στις συνέπειες της οδηγίας 96/82/EΚ του Συμβουλίου («οδηγία Seveso II»), της 9ης Δεκεμβρίου 1996, η οποία επεκτάθηκε με την οδηγία 2003/105/EΚ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2003, στις εγκαταστάσεις όπου υπάρχουν είδη πυροτεχνίας.

3.9

Παρά τις επιφυλάξεις της, η ΕΟΚΕ επικροτεί αυτές τις αξιολογήσεις.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1

Ο τομέας της αυτοκινητοβιομηχανίας είναι πολύ πιο σημαντικός οικονομικά από τον τομέα των πυροτεχνημάτων. Είναι μείζων εξαγωγέας και απασχολεί μεγάλους αριθμούς ανθρώπων. Η ΕΟΚΕ επικροτεί κάθε μέτρο που θα βοηθήσει τους κατασκευαστές της ΕΕ να διατηρήσουν τη θέση τους σε ένα τομέα όπου ο εξωτερικός ανταγωνισμός καθίσταται όλο και πιο έντονος.

4.2

Η ΕΟΚΕ ελπίζει ότι η καθιέρωση ομοιόμορφων προτύπων για τη διάθεση ασφαλών πυροτεχνημάτων στην αγορά θα αναζωογονήσει την κατασκευή τους στην ΕΕ, παρέχοντας οικονομίες κλίμακας σε μια αγορά αξίας 1,4 δισ. ευρώ (πωλήσεις στους καταναλωτές: 700 εκατ. ευρώ, πωλήσεις στους επαγγελματίες: άλλα 700 εκατ. ευρώ), πράγμα που σήμερα εμποδίζεται εξαιτίας της ύπαρξης πάρα πολλών, συχνά αλληλοσυγκρουόμενων εθνικών προτύπων.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/10


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσης σουλφονικών υπερφθοροοκτανίων (τροποποίηση της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου)

COM(2005) 618 τελικό -2005/0244 (COD)

(2006/C 195/03)

Στις 17 Ιανουαρίου 2006, και σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 25 Απριλίου 2006 και με εισηγητή τον κ. SEARS.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 126 ψήφους υπέρ και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η πρόταση έπεται της ανακοίνωσης που εξέδωσε μια από τις σημαντικότερες επιχειρήσεις παραγωγής σουλφονικών υπερφθοροοκτανίων (PFO) ότι θα έπαυε να παράγει και να διαθέτει στην αγορά καταναλωτικά προϊόντα με βάση τις ουσίες αυτές. Η απόφαση στηρίζεται στον προσδιορισμό, εκ μέρους των παραγωγών, των πιθανών κινδύνων για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Έκτοτε, οι κίνδυνοι αυτοί έχουν ποσοτικοποιηθεί και έχει επιβεβαιωθεί η ορθότητα της απόφασης σε ό,τι αφορά στο εν λόγω είδος τελικής χρήσης. Ο βασικός κίνδυνος έχει εκλείψει και ο σκοπός της πρωτοβουλίας είναι να αποκλειστεί η περίπτωση επανεμφάνισης του προβλήματος. Εν τω μεταξύ, πρέπει να προστατευθούν οι ανάγκες άλλων χρηστών, έως ότου βρεθούν υλικά ή μέθοδοι που μπορεί να χρησιμεύσουν ως εναλλακτικές λύσεις και έως ότου διενεργηθεί πλήρης αξιολόγηση του αντικτύπου.

1.2

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόταση σε ό,τι αφορά ιδιαιτέρως στον περιορισμό της εμπορίας και της χρήσης ουσιών συναφών με PFO, τις παρεκκλίσεις για ορισμένες υπολειμματικές τελικές χρήσεις και την ανάγκη για την συνέχεια της έρευνας.

1.3

Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι οι τελικές χρήσεις για τις οποίες πρέπει να οριστούν παρεκκλίσεις διαφέρουν σημαντικά σε ό,τι αφορά στις ποσότητες που χρησιμοποιούνται, την πιθανότητα και την έκταση της έκθεσης ανθρώπων ή του περιβάλλοντος στις ουσίες αυτές, καθώς και σε ό,τι αφορά στο χρόνο που απαιτείται για να προσδιοριστούν, να αναπτυχθούν και να γίνουν αποδεκτές κατάλληλες και ασφαλέστερες ουσίες ή μέθοδοι. Για το λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι οι παρεκκλίσεις πρέπει να επανεξετάζονται ανά περίπτωση από την Επιτροπή, με βάση τη γνωμοδότηση της Επιστημονικής Επιτροπής για την Υγεία και τους Περιβαλλοντικούς Κινδύνους (ΕΕΥΠΚ). Στα ειδικά σχόλια, παρατίθενται ορισμένες ενδείξεις για τους παράγοντες που επηρεάζουν τις αξιολογήσεις αυτές. Η χρονική στιγμή των αξιολογήσεων αντικτύπου ή κινδύνων πρέπει να συντρέχει με την αυξημένη ζήτηση για την αξιολόγηση χημικών κινδύνων στα πλαίσια του προγράμματος REACH. Έχει καθοριστική σημασία να διατηρήσει η Επιτροπή επαρκείς πόρους, για να είναι σε θέση να αντεπεξέρχεται στις υποχρεώσεις αυτές εγκαίρως και όντας ενημερωμένη.

1.4

Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι οι πρωτοβουλίες που περιγράφονται παραπάνω, ως αντίδραση σε κάποια απρόσμενη αλλαγή των εξωτερικών συνθηκών, έρχονται σε αντίθεση με τις κανονικές διαδικασίες αξιολόγησης κινδύνου, στις οποίες τα μέτρα που λαμβάνονται προσδιορίζονται μετά από αξιολογήσεις που διεξάγονται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, και που έχουν ως αντικείμενο ουσίες που έχει θεωρηθεί προηγουμένως ότι αποτελούν προτεραιότητα. Όμως, είναι πιθανόν — και στην ουσία προβλέπεται όντως — η προσέγγιση αυτή να εφαρμόζεται συχνότερα στα πλαίσια του προγράμματος REACH. Η εξαγωγή ενός αναλογικού, αποδεκτού και αποτελεσματικού πορίσματος για τους PFO πρέπει να προσφέρει ένα πρότυπο για τη μελλοντική εφαρμογή του προγράμματος REACH.

2.   Κύρια σημεία του εγγράφου της Επιτροπής

2.1

Η Επιτροπή στηρίζει την πρότασή της στην αξιολόγηση κινδύνων που διενεργήθηκε από τον ΟΟΣΑ και ολοκληρώθηκε το Νοέμβριο του 2002, και σε μια έκθεση αξιολόγησης κινδύνου του ΗΒ, η οποία οριστικοποιήθηκε τον Ιούλιο του 2005. Αυτές και άλλες μελέτες, κυρίως στις Ηνωμένες πολιτείες, προετοιμάστηκαν μετά την ανακοίνωση στην οποία προέβη στις 16 Μαΐου 2000 η εταιρία 3M για την εθελούσια κατάργηση της χρήσης ουσιών συναφών με τους PFO στις βασικές εφαρμογές για την αύξηση της αντοχής υφασμάτων, ταπήτων, χαρτιού και γενικών επιστρώσεων στα λίπη, τα έλαια και το νερό.

2.2

Η Επιτροπή δέχεται την γνωμοδότηση της ΕΕΥΠΚ, της 18ης Μαρτίου 2005, σύμφωνα με την οποία, παρά τις αδυναμίες της διαθέσιμης τεχνολογίας σε ό,τι αφορά τη δοκιμή αυτών των ουσιών, τα μέχρι τούδε διαθέσιμα δεδομένα δείχνουν ότι οι PFO είναι ουσίες πολύ ανθεκτικές, ιδιαίτερα βιοσυσσωρευτικές και δυνητικά τοξικές, και ότι ενδείκνυται η λήψη περιοριστικών μέτρων, ώστε να προληφθεί το ενδεχόμενο να επαναληφθεί η χρήση τους σε ευρεία κλίμακα.

2.3

Η Επιτροπή και η ΕΕΥΠΚ συμφωνούν, επίσης, ότι υπάρχουν συγκεκριμένες εφαρμογές χαμηλής περιεκτικότητας για τις οποίες δεν υπάρχουν ακόμη ουσιαστικά υποκατάστατα προϊόντα ή διαδικασίες. Δεδομένου ότι η συνεχιζόμενη χρήση προϊόντων συναφών με PFO σε αυτές τις υπόλοιπες εφαρμογές δεν εμφανίζεται να εγκυμονεί οποιουσδήποτε πρόσθετους κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, πρέπει να οριστούν παρεκκλίσεις από τον γενικό περιορισμό της εμπορίας. Οι τελικές χρήσεις για τις οποίες πρέπει να οριστούν παρεκκλίσεις αναφέρονται και εξετάζονται στην πρόταση.

2.4

Πρέπει να συνεχισθούν οι εργασίες στο Πρόγραμμα Πλαίσιο για την Έρευνα (PERFORCE) σε ό,τι αφορά τις εκθέσεις, τις πηγές, τις διαδρομές και τις φυσικοχημικές παραμέτρους αυτών των συναφών με PFO ουσιών.

2.5

Σκοπός της πρότασης είναι να εξασφαλιστεί ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας και του περιβάλλοντος. Η εσωτερική αγορά σε προϊόντα αυτού του είδους θα διατηρηθεί. Το κόστος για τους εμπλεκόμενους τομείς θεωρείται ότι είναι ελάχιστο. Παράλληλα, έχουν διεξαχθεί ήδη εκτεταμένες διαβουλεύσεις.

3.   Γενικές Παρατηρήσεις

3.1

Φθοριούχα χημικά αναπτύχθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1940 και χρησιμοποιήθηκαν σε ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες για την παραγωγή αδρανών υγρών με χαμηλή επιφανειακή τάση (ιδιαιτέρως διαχεόμενων) ή σταθερών επιφανειών με συγκεκριμένες ιδιότητες (συνήθως μόνιμες). Μια υποομάδα των ουσιών αυτών, τα προϊόντα με βάση PFO, αναπτύχθηκε από επιχειρήσεις όπως η 3M για την ανάπτυξη της αντοχής μιας σειράς βιομηχανικών και καταναλωτικών εφαρμογών στα λίπη, τα έλαια και το νερό. Μέχρι το 2000, κάθε χρόνο παράγονταν και διατίθεντο στην αγορά περίπου 4.500 τόνοι προϊόντα όπως το βελτιωτικό ταπήτων και υφασμάτων 3M Scotchgard™. Μετά την απόσυρση ουσιών συναφών με τους PFO, τα προϊόντα αυτά έχουν αλλάξει χημικό τύπο και παράγονται με βάση άλλα φθοριούχα χημικά με παρεμφερείς επιφανειοδραστικές ιδιότητες αλλά με λιγότερες επιπτώσεις για την υγεία και το περιβάλλον.

3.2

Όπως υποδηλώνει η ονομασία («PFOS»), πρόκειται για προϊόντα στα οποία όλα («per») τα άτομα υδρογόνου σε μια οκταμελή («οκτάνια») αλυσίδα άνθρακα έχουν αντικατασταθεί από άτομα φθορίου («fluoro») και μια ομάδα SO3 («sulfonate») για να σχηματιστεί μια αρνητικά φορτισμένη ενότητα («ανιόν») που μπορεί στη συνέχεια να σχηματίσει υδατοδιαλυτά, κρυσταλλικά άλατα με μέταλλα όπως το λίθιο, το νάτριο ή το ποτάσσιο, ή με άλλες θετικά φορτισμένες ομάδες («κατιόντα») όπως το NH4+ («αμμώνιο»). Οι «PFO» δεν είναι μοναδικές ουσίες αλλά παραπέμπουν σε συστατικά («ενότητες» ή «τμήματα») «ουσιών» κατά την έννοια της νομοθεσίας της ΕΕ για τις «ουσίες» και τα «παρασκευάσματα». Οι συναφείς με PFO ουσίες παρασκευάζονται με ειδική χημική διαδικασία που αποκαλείται «ηλεκτροχημική φθορίωση».

3.3

Ο συνδυασμός «οργανικών» (με βάση τον άνθρακα, διαλυτές στα έλαια) και «ανοργάνων» (μεταλλικά άλατα, υδατοδιαλυτές) ιδιοτήτων καθιστά τις ουσίες που σχετίζονται με PFO εξαιρετικά αποτελεσματικούς επιφανειοδραστικούς παράγοντες («surfactants») σε μια σειρά ειδικών εφαρμογών. Οι ενότητες είναι ανθεκτικές στην οξείδωση (είναι αδρανείς και άφλεκτες) ή σε οποιαδήποτε άλλη περιβαλλοντική διάσπαση (είναι σταθερές και γι' αυτό ανθεκτικές). Δεδομένου ότι διαλύονται τόσο στα έλαια όσο και στο νερό, είναι πιθανό να είναι βιοσυσωρρευτικές. Μπορεί να είναι τοξικές ή όχι για διάφορα είδη υπό διαφορετικές συνθήκες εκθέσεως. Οι συνήθεις φυσικές και χημικές ιδιότητές τους σημαίνουν ότι, όπως παρατήρησε και η ΕΕΥΠΚ, οι εργαστηριακές δοκιμές μπορεί να αποδειχθούν αναξιόπιστες για τον προσδιορισμό του αντικτύπου που έχουν στο περιβάλλον ως σύνολο.

3.4

Υπάρχει μια μέθοδος που είναι γνωστή ως ελεγχόμενος πολυμερισμός («telomerisation») με την οποία μπορούν να παραχθούν πλήρως φθοριωμένα πολυμερή μικρής αλυσίδας με παρεμφερείς ιδιότητες με αυτές των συναφών με PFO ουσιών, όπως οι επιφανειοδραστικές ουσίες, αλλά με πολύ λιγότερες ή ακόμη και αμελητέες επιπτώσεις για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Τα προϊόντα αυτά («telomers») δεν υπάγονται στην παρούσα πρόταση.

3.5

Σύμφωνα με πρόγνωση του ΟΟΣΑ του 2004, που αναφέρθηκε αργότερα από την ΕΕΥΠΚ, η ετήσια χρήση συναφών με PFO ουσιών στην ΕΕ το 2000 ήταν περίπου 500 τόνοι, εκ των οποίων το 98 % χρησιμοποιήθηκε για την επεξεργασία υφασμάτων, χαρτιού και επενδύσεων. Οι ετήσιες εκπομπές υπολογίζεται ότι ανέρχονται σε 174 τόνους περίπου. Μέχρι το 2004, η χρήση τους περιορίστηκε σημαντικά σε παγκόσμια κλίμακα. Οι ετήσιες εκπομπές της ΕΕ υπολογίστηκαν τότε (στη χειρότερη περίπτωση) σε 10 τόνους, με βάση την υπόθεση ότι δεν ανακτήθηκαν 9 τόνοι λυμάτων από μεταλλικές επιστρώσεις. Σύμφωνα με μια περισσότερο πρόσφατη γερμανική έρευνα, μεγάλο μέρος των λυμάτων αυτών μπορεί όντως να ανακτηθεί.

3.6

Η ΕΕΥΠΚ σημειώνει, επίσης, ότι μόλις τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκαν οι τεχνικές ανάλυσης σε βαθμό που να επιτρέπει τον εντοπισμό και τον αξιόπιστο προσδιορισμό συγκεντρώσεων PFO σε περιβαλλοντικά δείγματα. Είναι συνεπώς δύσκολο να εντοπιστούν αλλαγές που οφείλονται στις προαναφερθείσες μειώσεις. Ωστόσο, η ΕΕΥΠΚ θα μπορούσε να συμπεράνει ότι οι εκπομπές που οφείλονται σε τρέχουσες χρήσεις για τις οποίες προτείνονται παρεκκλίσεις θα επηρεάσουν τις συγκεντρώσεις PFO σε τοπικό μόνο επίπεδο και δεν θα έχουν ιδιαίτερο αντίκτυπο στη γενική συγκέντρωση στο περιβάλλον. Περισσότερο συγκεκριμένα, η ΕΕΥΠΚ συμπέρανε ότι οι γενικοί κίνδυνοι για το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία ήταν αμελητέοι σε ό,τι αφορά τη συνέχεια της χρήσης στο φωτογραφικό τομέα, και στη βιομηχανία ημιαγωγών και στην αεροπορία. Όμως, η βιομηχανία επιστρώσεων αποτελούσε παράγοντα ανησυχίας και έπρεπε να υπαχθεί σε περιορισμούς.

3.7

Για τους επαγγελματικούς κινδύνους σε κάθε τομέα, χρειάζεται ξεχωριστή αξιολόγηση. Όμως, στην περίπτωση του φωτογραφικού κλάδου, της βιομηχανίας ημιαγωγών και της αεροπορίας, με δεδομένη τη φύση των εμπλεκομένων κλάδων και το υψηλό επίπεδο προστασίας που υφίσταται ήδη, είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς πώς η χρήση συναφών με PFO ουσιών θα μπορούσε να προκαλέσει οποιουσδήποτε πρόσθετους κινδύνους στον τόπο εργασίας. Όμως, η χρήση στη βιομηχανία χρωμιούχων επιστρώσεων αποτελεί παράγοντα ανησυχίας. Στην περίπτωση των κατασβεστικών αφρών, οι κίνδυνοι που συνεπάγονται για την υγεία και το περιβάλλον, και τα προτεινόμενα υποκατάστατα πρέπει να αξιολογηθούν πριν ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση. Επίσης, πρέπει να υπάρξει συναίνεση για τον καθορισμό των κατάλληλων μεθόδων διάθεσης των υφιστάμενων αποθεμάτων και των απορροών από μεγάλες πυρκαγιές.

3.8

Επίσης, πρέπει να υπάρξει συναίνεση για τον καθορισμό των κατάλληλων μεθόδων διάθεσης των υφιστάμενων αποθεμάτων και των απορροών από μεγάλες πυρκαγιές.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1

H EOKE υποστηρίζει τους δύο περιορισμούς για τη χρήση ουσιών που σχετίζονται με PFO όπως ορίζονται στην πρόταση, ότι δηλαδή 1) δεν μπορούν να διατεθούν στην αγορά ή να χρησιμοποιηθούν ως ουσίες ή συστατικά παρασκευασμάτων σε συγκέντρωση ίση ή μεγαλύτερη του 0,1 % κατά μάζα. και 2) δεν μπορούν να διατεθούν στην αγορά σε προϊόντα ή μέρη των προϊόντων αυτών σε συγκέντρωση ίση ή μεγαλύτερη του 0,1 % κατά μάζα.

4.2

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει επίσης την παρέκκλιση στην παράγραφο (3), σύμφωνα με την οποία οι παράγραφοι (1) και (2) ανωτέρω δεν θα ισχύουν για τις 6 ειδικές περιπτώσεις που περιγράφονται στην πρόταση και εξετάζονται στα σημεία που ακολουθούν.

4.2.1

Φωτολιθογραφία: Πρόκειται σε γενικές γραμμές για τη μέθοδο με την οποία χαράσσονται τα τσιπ ηλεκτρονικών υπολογιστών. Νέες εξελίξεις στην κατασκευή ημιαγωγών απαιτούν τη χρήση ειδικών υγρών επεξεργασίας, προκειμένου να εξασφαλισθεί μια ιδιαίτερα υψηλή αξιοπιστία, πυκνότητα και ομοιομορφία της χάραξης. Οι συναφείς με PFO ουσίες διαθέτουν μοναδικές ηλεκτροχημικές και επιφανειοδραστικές ιδιότητες και θεωρούνται ως «στοιχεία καθοριστικής σημασίας για την αποστολή» από τη βιομηχανία ημιαγωγών. Τα υγρά επεξεργασίας, τα οποία δεν παραμένουν στα τελειοποιημένα προϊόντα, υπόκεινται σε αυστηρή πιστοποίηση και έλεγχο για κάθε τεχνολογία, σε όλες τις εγκαταστάσεις οποιουδήποτε κατασκευαστή. Δεδομένου ότι χρησιμοποιούνται για την παραγωγή σε περιβάλλοντα «καθαρού θαλάμου», όπου πρέπει να αποκλείεται κάθε ενδεχόμενο μόλυνσης, δεν υπάρχει περίπτωση έκθεσης του χώρου εργασίας. Σύμφωνα με απολογισμό μάζας που έγινε το 2002 στον κλάδο, οι συνολικές εκπομπές ήταν χαμηλότερες των 45 κιλών ετησίως. Η περίοδος ανάπτυξης προϊόντων ανέρχεται έως και σε δέκα χρόνια. Παρά τις εντατικές προσπάθειες που καταβλήθηκαν στο χώρο της έρευνας και της τεχνολογικής ανάπτυξης σε όλο τον κόσμο, δεν έχουν προσδιοριστεί υποκατάστατα για αυτές τις υπόλοιπες χρήσεις. Η πιο πιθανή διαδρομή για την αφαίρεση συναφών με PFO ουσιών θα μπορούσε να είναι μια νέα μέθοδος κατασκευής τσιπ, η οποία όμως δεν έχει ανακαλυφθεί ακόμη. Χωρίς την παρέκκλιση αυτή, η παραγωγή στην Ε.Ε. θα ήταν αδύνατη, ενώ θα μπορούσε να συνεχιστεί χωρίς κανένα πρόβλημα αλλού. Με δεδομένα τα ανωτέρω και επειδή δεν υπάρχουν οποιαδήποτε νέα στοιχεία που να προκαλούν ανησυχία, η ΕΟΚΕ συνιστά να μην οριστεί χρονικό όριο για την άρση αυτής της παρέκκλισης.

4.2.2

Φωτογραφικές επιστρώσεις: Οι συναφείς με PFO ουσίες αγοράζονται σε συμπυκνωμένα διαλύματα και στη συνέχεια αραιώνονται εκτενώς για να προσφέρουν μια σειρά ιδιότητες που έχουν καθοριστική σημασία, τόσο για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας στο χώρο εργασίας όσο και για τον έλεγχο των γενικών επιδόσεων των προϊόντων σε ειδικές εφαρμογές φωτογραφικής απεικόνισης. Σε αυτές τις επιθυμητές ιδιότητες συμπεριλαμβάνονται ο έλεγχος του ηλεκτροστατικού φορτίου, των τριβών και της πρόσφυσης, η ικανότητα απώθησης ακαθαρσιών και άλλες επιφανειοδραστικές ιδιότητες που απαιτούνται για απεικονίσεις υψηλών προδιαγραφών. Οι τεχνικές παραγωγής απαιτούν την εφαρμογή έως και 18 στρωμάτων απεικόνισης επί μιας ταχέως κινούμενης βάσης επίστρωσης, για τη δημιουργία ενός ενιαίου στρώματος με σύνηθες πάχος λιγότερο από 0.11mm. Τα υγρά που χρησιμοποιούνται πρέπει να μην είναι φωτοδραστικά και να επιτρέπουν την ισομερή διασπορά και την καλή πρόσφυση των επόμενων στρώσεων. Οι αντιστατικές ιδιότητες έχουν καθοριστική σημασία για τον περιορισμό στο ελάχιστο του κινδύνου πυρκαγιάς ή έκρηξης με επακόλουθο τραυματισμό εργαζομένων ή ζημία του λειτουργικού εξοπλισμού. Η χρήση συναφών με PFO ουσιών περιορίστηκε τουλάχιστον κατά 60 % τα τελευταία χρόνια, με τη χρήση υποκατάστατων στις λιγότερο κρίσιμες εφαρμογές και με τη γενική μείωση της χρήσης φιλμ εξαιτίας της εφαρμογής ψηφιακών τεχνικών σε πολλές καταναλωτικές, ιατρικές και βιομηχανικές εφαρμογές. Οι υπόλοιπες χρήσεις εκλύουν λιγότερο από 8kg ετησίως στο περιβάλλον. Είναι πολύ πιθανό οι περαιτέρω χρήση ψηφιακών τεχνικών να οδηγήσει στη διαρκή μείωση των ποσοτήτων που απαιτούνται για την παραγωγή φιλμ, αν και η ζήτηση φωτογραφικού χαρτιού, για παράδειγμα, για την εκτύπωση ψηφιακών φωτογραφιών, αναμένεται να διατηρηθεί. Παρά τις εντατικές έρευνες, δεν έχουν ανακαλυφθεί εναλλακτικές γι αυτές τις λίγες υπόλοιπες χρήσεις συναφών με PFO ουσιών. Για να ολοκληρωθεί η διαδικασία, πρέπει να ανακαλυφθούν νέες μέθοδοι, που για να αναπτυχθούν, να δοκιμαστούν, να πιστοποιηθούν και να εφαρμοστούν, θα χρειαστεί να περάσουν 10 χρόνια ή περισσότερα. Χωρίς την παρέκκλιση αυτή, η παραγωγή στην Ε.Ε. θα ήταν αδύνατη, ενώ θα μπορούσε να συνεχιστεί χωρίς κανένα πρόβλημα αλλού. Με δεδομένα τα ανωτέρω και επειδή δεν υπάρχουν οποιαδήποτε νέα στοιχεία που να προκαλούν ανησυχία, η ΕΟΚΕ συνιστά να μην οριστεί χρονικό όριο για την άρση αυτής της παρέκκλισης.

4.2.3

Αντιθαμπωτικά για επιχρωμίωση: τα αραιωμένα διαλύματα συναφών με PFO ουσιών προστατεύουν την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων στον κλάδο των διακοσμητικών και προστατευτικών επιχρωμιώσεων μεταλλικών ή πλαστικών υποστρωμάτων για την αυτοκινητοβιομηχανία ή για άλλους προσανατολισμένους στους καταναλωτές κλάδους. Επίσης, ενεργούν ως παράγοντες μείωσης της επιφανειακής τάσης και ως διαβρέκτες, ιδιαιτέρως στη χάραξη πλαστικών. Το εργασιακό περιβάλλον στον κλάδο της επιχρωμίωσης θεωρείται σκληρό και δυνητικά επικίνδυνο, ιδιαιτέρως σε σχέση με τις διαδικασίες με βάση Cr(VI), που είναι ένα γνωστό καρκινογόνο. Συνεπώς, η εξάλειψη των αντιθαμβωτικών και της έκθεσης των εργαζομένων έχει καθοριστική σημασία. Η κατάσταση μπορεί να βελτιωθεί με τη χρήση διαδικασιών με βάση Cr(III), οι οποίες όμως δεν είναι ακόμη απόλυτα διαθέσιμες. Μέχρι στιγμής, μόνο οι επιφανειοδραστικές ουσίες που σχετίζονται με PFO έχουν αποδειχθεί σταθερές και στις δύο αυτές περιπτώσεις. Σύμφωνα με τον ΕΕΥΠΚ, η ετήσια χρήση στην Ευρώπη το 2000 ήταν περίπου 10 τόνοι. Οι εκτιμήσεις των συνολικών ετήσιων εκπομπών στο περιβάλλον διαφέρουν σημαντικά, ανάλογα με τις διαδικασίες που χρησιμοποιούνται και το μέτρο στο οποίο ελέγχονται σε ό,τι αφορά τις εκπομπές, την ανακύκλωση και την αποτέφρωση αποβλήτων. Μια σχετική εκτίμηση για τη γερμανική βιομηχανία, η οποία στηρίζεται σε τοπικές βέλτιστες πρακτικές, δείχνει ότι οι συνολικές εκπομπές μπορούν να περιοριστούν σε 500 κιλά το χρόνο, εάν υπολογιστούν με γνώμονα ολόκληρη την Ευρώπη. Εάν η τεχνολογία και οι έλεγχοι που εφαρμόζονται είναι χαμηλότερης ποιότητας, οι εκπομπές μπορεί να είναι υψηλότερες. Δεδομένου ότι η επιχρωμίωση είναι η σημαντικότερη εναπομένουσα εφαρμογή ουσιών συναφών με PFO, καθώς και ότι η τεχνολογία εξελίσσεται και σε ένα ορισμένο βαθμό υπάρχουν ήδη εναλλακτικές λύσεις, φαίνεται ενδεδειγμένο να τεθεί χρονικό όριο για αυτή την παρέκκλιση που προτείνεται, ενώ παράλληλα θα πρέπει να διενεργηθούν χωρίς καθυστέρηση αναλύσεις για την έκθεση στο χώρο εργασίας και να γίνει μακροπρόθεσμη αξιολόγηση των κινδύνων για το περιβάλλον, όπως υποδεικνύεται και από την ΕΕΥΠΚ. Όλα αυτά πρέπει να γίνουν σε συνεργασία με την βιομηχανία, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχεια της παραγωγής στην Ε.Ε.. Δεν υπάρχει λόγος να αποπεμφθεί ένα κρίσιμης σημασίας στάδιο της παραγωγής αυτοκινήτων, με τον προφανή κίνδυνο να ακολουθήσει και η υπόλοιπη παραγωγή. Παράλληλα, δεν πρέπει να προκύψει αύξηση των κινδύνων για την υγεία των εργαζομένων με την πρόωρη κατάργηση των συναφών με PFO αντιθαμπωτικών. Η ΕΟΚΕ συνιστά να εφαρμοστεί η παρέκκλιση αυτή για μια πενταετία, μέχρις ότου αξιολογηθεί από την Επιτροπή και την ΕΕΥΠΚ.

4.2.4

Υδραυλικά υγρά για την αεροπορία: Πρόκειται για υγρά που χρησιμοποιούνται για τη λειτουργία των επιφανειών ελέγχου και άλλων τμημάτων αεροσκαφών εμπορικής, στρατιωτικής και γενικής χρήσης. Τα υγρά αυτά χρησιμοποιούνται και πρέπει να συνεχίσουν να λειτουργούν σε καθημερινή βάση σύμφωνα με τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα για την προστασία της ασφάλειας των αεροσκαφών και των επιβατών, κάτω από ακραίες συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης. Ο κλάδος έχει παγκόσμια εμβέλεια και τα προϊόντα, τα εξαρτήματα και τα συστήματα υπόκεινται σε διεξοδικό έλεγχο και πιστοποίηση από τις κατασκευαστικές εταιρείες και από τους αρμόδιους εθνικούς και διεθνείς φορείς. Ένας συνήθης κύκλος εγκρίσεως ενός νέου τύπου μπορεί να διαρκέσει έως και είκοσι χρόνια. Οι συναφείς με PFO ουσίες χρησιμοποιούνται σε μικρές ποσότητες (περίπου 0,1 % κατά μάζα) για να εξασφαλιστεί η ανθεκτικότητα μηχανικών εξαρτημάτων, βαλβίδων, σωλήνων και ακροφυσίων στη διάβρωση. Παρά τις εκτενείς δοκιμές που έγιναν, μέχρι σήμερα δεν έχουν βρεθεί υποκατάστατα, ούτε καν πιθανές ενδείξεις για την ύπαρξη αυτών. Χρησιμοποιούνται σε κλειστά συστήματα κάτω από αυστηρά ελεγχόμενες συνθήκες. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΕΕΥΠΚ, οι συνολικές εκροές στο έδαφος και στα ύδατα είναι λιγότερο από 15kg ετησίως. Με δεδομένα τα ανωτέρω και επειδή δεν υπάρχουν οποιαδήποτε νέα στοιχεία που να προκαλούν ανησυχία, η ΕΟΚΕ συνιστά να μην οριστεί χρονικό όριο για την άρση αυτής της παρέκκλισης.

4.2.5

Αφροί κατάσβεσης: φθοριούχες επιφανειοδραστικές ουσίες χρησιμοποιήθηκαν για πολλά χρόνια σε αφρούς κατάσβεσης υψηλών προδιαγραφών. Οι συναφείς με PFO ουσίες έχουν αντικατασταθεί σε μεγάλο βαθμό στους νέους αφρούς που κατασκευάζονται για να αναπληρώσουν τα αποθέματα που χρησιμοποιήθηκαν για την κατάσβεση πυρκαγιών ή για τη δημιουργία αποθεμάτων για νέες κατασκευές, αεροδρόμια, διυλιστήρια πετρελαίου και χημικά εργοστάσια, πλοία και κέντρα δεξαμενών αποθήκευσης. Όμως, ο αντίκτυπος που έχουν αυτά τα εναλλακτικά προϊόντα στην υγεία και το περιβάλλον δεν έχει ακόμη αξιολογηθεί πλήρως. Όλοι οι αφροί πρέπει να πωλούνται με εγγύηση και 15 έως 20 χρόνια, καθώς στην ιδανική περίπτωση δεν χρησιμοποιούνται ποτέ. Συνεπώς, εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμη σημαντικές ποσότητες αφρών που περιέχουν PFO και η διάθεση αυτών των αποθεμάτων αποτελεί σήμερα το σημαντικότερο ζήτημα. Οι επιφανειοδραστικές ουσίες πρέπει να επιτρέπουν σε αφρούς που έχουν ως βάση το νερό να εξαπλώνονται με ταχύτητα στην επιφάνεια φλεγόμενων υδρογονανθράκων, αντί να βυθίζονται κάτω από αυτούς, έτσι ώστε να διακόπτει την παροχή οξυγόνου και να προλαμβάνουν τυχόν αναζωπύρωση των φλογών. Τόσο οι επιφανειοδραστικές ουσίες όσο και οι αφροί πρέπει να διατηρούν τη σταθερότητά τους κάτω από εντατικές συνθήκες χρήσης και να ανθίστανται στην οξείδωση. Οι προδιαγραφές επιδόσεων των αφρών για διαφορετικές περιπτώσεις πυρκαγιάς ορίζονται από εθνικούς και διεθνείς φορείς. Αποθέματα σε συγκέντρωση 3 έως 6 % συσσωρεύονται σε κεντρικές αποθήκες, για να διανεμηθούν και να χρησιμοποιηθούν σε σημεία όπου παρουσιάζονται πυρκαγιές. Υπάρχει περίπτωση να χρειαστούν μεγάλες ποσότητες και τα προβλήματα διάθεσης των απορροών μετά από μία πυρκαγιά μπορεί να είναι μεγάλα. Οι απορροές μολύνονται αναπόφευκτα από τα αναφλεγμένα προϊόντα, από υποπροϊόντα ή από την ανεξέλεγκτη αποτέφρωση άνθρακα σε χαμηλή θερμοκρασία (πολυαρωματικοί υδρογονάνθρακες (PAHs) και διοξίνες) και από συστατικά των αφρών. Η πρόσφατη πυρκαγιά σε αποθήκη στην πόλη Buncefield, ΗΒ, για παράδειγμα, άφησε κατάλοιπα 20 εκατ. λίτρα μολυσμένα απόβλητα. Η αποτέφρωση σε υψηλή θερμοκρασία ήταν η μόνη ασφαλής προσέγγιση, είναι όμως αναποτελεσματική και δαπανηρή στην περίπτωση που το μεγαλύτερο μέρος του υλικού είναι νερό. Για το λόγο αυτό, είναι δύσκολο να προσδιοριστούν οι ετήσιες εκροές στο περιβάλλον, οι οποίες εξαρτώνται από τον αριθμό των πυρκαγιών, την έκθεση και τις περιστάσεις κάθε μιας από αυτές, και σε καθοριστικό βαθμό από το μέτρο στο οποίο οι απορροές μπορούν να περιοριστούν με τοίχους αντιστήριξης. Η ΕΕΥΚΠ παρατηρεί ότι οι ετήσιες εκπομπές στην Ε.Ε. είναι κάτω από 600kg, σημειώνοντας ότι η εκτίμηση αυτή μπορεί να είναι υπερβολική. Η ΕΕΥΚΠ παρατηρεί ότι οι ετήσιες εκπομπές στην Ε.Ε. είναι κάτω από 600kg, σημειώνοντας ότι η εκτίμηση αυτή μπορεί να είναι υπερβολική. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την ΕΕΥΚΠ και τα διαθέσιμα αποθέματα συμπυκνωμένο αφρών με βάση PFOS πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο στην περίπτωση που είναι απαραίτητα για λόγους αποτελεσματικότητας και που οι απορροές μπορούν να περιορισθούν από τοίχους αντιστήριξης. Η Επιτροπή πρέπει να συνεργαστεί με τη βιομηχανία και τις αρμόδιες εθνικές αρχές για να εξασφαλίσει την ύπαρξη κατάλληλων διαδρομών διάθεσης για τις μεγάλες ποσότητες αποβλήτων που προκαλούνται. Λαμβάνοντας υπόψη τις πολλές αβεβαιότητες που υπάρχουν, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι δεν έχει νόημα να τεθεί χρονικό όριο για την άρση αυτής της παρέκκλισης, υπάρχει όμως κάθε λόγος να λυθούν το συντομότερο δυνατό τα προβλήματα που απομένουν.

4.2.6

Άλλα ελεγχόμενα, κλειστά συστήματα: πρόκειται ή θα έπρεπε να πρόκειται για μια σταθερή παρέκκλιση από την πλειοψηφία των ουσιών, η εμπορία και χρήση των οποίων υπόκειται σε περιορισμούς της Ε.Ε.. Υπό την προϋπόθεση ότι το σύστημα μπορεί να τροφοδοτείται με ασφάλεια, με πρώτες ύλες, και τα προϊόντα και τα απόβλητα μπορούν να αφαιρούνται επίσης με ασφάλεια, τα συστήματα πολύ χαμηλών εκπομπών επιτρέπουν τη συνέχεια της παραγωγής ουσιαστικών ενδιαμέσων με ελάχιστο κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον. Στα πλαίσια των συνηθισμένων ελέγχων για την υγεία και την ασφάλεια, πρέπει να διενεργηθούν αξιολογήσεις των συνθηκών λειτουργίας στο χώρο εργασίας. Επειδή δεν υπάρχουν οποιαδήποτε νέα στοιχεία που να προκαλούν ανησυχία, η ΕΟΚΕ συνιστά να μην οριστεί χρονικό όριο για την άρση αυτής της παρέκκλισης.

4.3

Η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο για την εξασφαλίσει ενός ικανοποιητικού αποτελέσματος σε κάθε έναν από τους ανωτέρω κλάδους. Θα χρειαστεί ένα συνεχές πρόγραμμα ερευνών, εντός και εκτός των εμπλεκομένων κλάδων, για την ανάπτυξη εναλλακτικών προϊόντων και διαδικασιών. Οι οδηγίες που διέπουν στους κλάδους πρέπει να τροποποιούνται, εάν είναι απαραίτητο, έτσι ώστε να αντανακλούν τις αλλαγές των σημερινών ή των προτεινόμενων παγκόσμιων πρακτικών.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/14


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 90/385/ΕΟΚ και 93/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την αναθεώρηση των οδηγιών για τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα

COM(2005) 681 τελικό -2005/0263 (COD)

(2006/C 195/04)

Στις 2 Φεβρουαρίου 2006, και σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 25 Απριλίου 2006, με βάση εισηγητική έκθεση του κ. BRAGHIN.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειας της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε, με 128 ψήφους υπέρ και 1 αποχή, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Κύρια σημεία της γνωμοδότησης

1.1

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί την πρόταση της Επιτροπής, η οποία αναμένετο επί μακρόν από τα κράτη μέλη και από τους φορείς του κλάδου. Οι επιδιωκόμενοι στόχοι επικροτούνται και οι προτάσεις είναι ως επί το πλείστον ορθές· εντούτοις, η ΕΟΚΕ διατυπώνει μια σειρά συγκεκριμένων υποδείξεων για να διευκολύνει την υλοποίηση των στόχων της ασφάλειας δικαίου, της σαφήνειας, της απλούστευσης και της προστασίας της υγείας.

1.2

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί σε μεγαλύτερη σαφήνεια όσον αφορά το ποια αρχή είναι αρμόδια και υπεύθυνη για τη συνολική αξιολόγηση, σε περιπτώσεις που συνδυάζουν τη χρήση ιατροτεχνολογικών προϊόντων με φάρμακα, παράγωγα ανθρώπινου αίματος και ανθρώπινους ιστούς. Η ΕΟΚΕ ευελπιστεί εν τω μεταξύ ότι θα προσδιορισθεί η προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να διενεργείται η αξιολόγηση από τις αρμόδιες αρχές και ότι θα καταρτισθεί ένας οδηγός σχετικά με τις ειδικές αρμοδιότητες και με τις μεθόδους διεξαγωγής της εν λόγω αξιολόγησης.

1.3

Η ΕΟΚΕ κρίνει σκόπιμη την υποχρεωτική διαβίβαση μιας σειράς πληροφοριών σχετικά με την εγγραφή σε μητρώο, τα κλινικά στοιχεία, τα πιστοποιητικά και την επαγρύπνηση και προτείνει ως προς τούτο την ενίσχυση της ήδη λειτουργούσας ευρωπαϊκής τράπεζας δεδομένων. Η ΕΟΚΕ ζητεί εξάλλου να διερευνηθούν τα κατάλληλα μέσα για την ευρεία διάδοση των μη εμπιστευτικών πληροφοριών, όχι μόνον μεταξύ των κοινοποιημένων οργανισμών και των αρμοδίων αρχών, αλλά και μεταξύ των ενδιαφερομένων φορέων.

1.4

Το σύστημα επιτήρησης των προϊόντων μετά τη διάθεσή τους στο εμπόριο θα πρέπει να εφαρμοσθεί κατά τρόπο ώστε να εξηγείται καλύτερα ο ρόλος και οι αρμοδιότητες των υγειονομικών φορέων και να διασφαλίζεται η ενδεδειγμένη διάδοση των πληροφοριών και των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από τις εν λόγω δραστηριότητες επιτήρησης.

1.5

Η ΕΟΚΕ επικροτεί τις προτάσεις σχετικά με τις κλινικές έρευνες οι οποίες, στην περίπτωση των ιατροτεχνολογικών προϊόντων, αφορούν την ασφάλεια και την απόδοση (performance) του εκάστοτε προϊόντος. Προτείνει ορισμένες τροποποιήσεις με στόχο να καταστούν οι εν λόγω προτάσεις ακόμη σαφέστερες, ιδιαίτερα όσον αφορά τη στιγμή έναρξης της κλινικής έρευνας, αφότου παρασχεθεί η έγκριση της αρμόδιας επιτροπής δεοντολογίας, σε συνάρτηση με την κατάταξη των προϊόντων.

1.6

Η ΕΟΚΕ διαφωνεί με τη μη αντιμετώπιση του θέματος της «επανεπεξεργασίας»: η εν λόγω πρακτική της επαναχρησιμοποίησης ιατροτεχνολογικών προϊόντων που σχεδιάζονται και παράγονται για χρήση una tantum (μόνον κατά τούτο) αποτελεί πράγματι κίνδυνο για την υγεία των ασθενών. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ ζητεί να θεσπισθεί τουλάχιστον μια αρχή σύμφωνα με την οποία κάθε φορέας που προβαίνει στην επαναχρησιμοποίηση κάποιου ιατροτεχνολογικού προϊόντος οφείλει να γνωστοποιεί ένα σύνολο στοιχείων όσον αφορά το είδος της αναληφθείσας ενέργειας και να παρέχει εγγυήσεις ποιότητας και ασφάλειας ανάλογες προς εκείνες που ισχύουν για το αρχικό προϊόν, ενημερώνοντας σχετικά τους χρήστες και τους ασθενείς.

2.   Κύρια σημεία της πρότασης της Επιτροπής

2.1

Η κτηθείσα εμπειρία από την εφαρμογή της οδηγίας 90/385/ΕΟΚ (1) σχετικά με τα ενεργά εμφυτεύσιμα ιατρικά βοηθήματα και της οδηγίας 93/42/ΕΟΚ (2) περί των ιατροτεχνολογικών προϊόντων υπήρξε εν γένει θετική, παρότι είναι αναγκαία μια νομοθετική τροποποίηση με σκοπό να διευκρινισθούν ορισμένες ήδη ισχύουσες απαιτήσεις, αλλά και να διαμορφωθεί μια νομική βάση για προγραμματισμένες πρωτοβουλίες.

2.2

Με την οδηγία 93/42/ΕΟΚ απαιτείται να υποβάλει η Επιτροπή έκθεση στο Συμβούλιο, το αργότερο εντός πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής της οδηγίας, σχετικά με ορισμένες διατάξεις εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας. Καρπός αυτής της διαδικασίας αναθεώρησης υπήρξε η έκθεση που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 2002 με θέμα την εφαρμογή των οδηγιών περί των ιατροτεχνολογικών προϊόντων. Τα συμπεράσματα της έκθεσης αυτής παρουσιάστηκαν από την Επιτροπή στην ανακοίνωσή της, έγγρ. COM (2003) 386 (3), την οποία επικρότησε το Συμβούλιο στα συμπεράσματά του τον Δεκέμβριο του 2003, ενώ θετική ήταν και η στάση του Κοινοβουλίου.

2.3

Σύμφωνα με την προαναφερθείσα οδηγία, οι σημαντικότεροι τομείς όπου πρέπει να επέλθουν βελτιώσεις αφορούν τα εξής:

την αξιολόγηση της πιστότητας, ειδικότερα όσον αφορά την εξέταση του σχεδιασμού από κοινοποιημένους οργανισμούς (4)·

την καταλληλότητα των κλινικών στοιχείων για όλες τις κατηγορίες προϊόντων·

την επιτήρηση μετά τη διάθεση στο εμπόριο, ειδικότερα για τον καλύτερο συντονισμό των δραστηριοτήτων·

τους κοινοποιημένους οργανισμούς — σε σχέση με την επάρκειά τους ως προς τα καθήκοντα για τα οποία έχουν οριστεί αρμόδιοι, με τις διαφορές στην ερμηνεία μεταξύ κοινοποιημένων οργανισμών και με την έλλειψη διαφάνειας κατά την εκτέλεση και τον έλεγχο των δραστηριοτήτων τους·

τη μεγιστοποίηση της διαφάνειας, κατά τρόπο αντιληπτό από το ευρύ κοινό, σε σχέση με την έγκριση των προϊόντων.

Η Επιτροπή πραγματοποίησε διαβούλευση, η οποία ξεκίνησε το 2003, πρωτίστως στους κόλπους της ομάδας εμπειρογνωμόνων για τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα (MDEG) που συστάθηκε από τις υπηρεσίες της Επιτροπής και εν συνεχεία προέβη σε ανοικτή δημόσια διαβούλευση μέσω του Διαδικτύου (5).

2.4

Δεδομένου ότι με την πρόταση επιδιώκεται περισσότερο μια διασαφήνιση διατάξεων παρά μια κανονιστική αλλαγή, δεν προβλέπεται καμία σοβαρή οικονομική επίπτωση ούτε αναμένεται να προκύψουν περιβαλλοντικές συνέπειες. Διαμέσου της πρότασης αυτής, η Επιτροπή αποβλέπει στην επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

σαφέστερη διατύπωση για τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της δημόσιας υγείας·

περισσότερη διαφάνεια και μεγαλύτερη βεβαιότητα για όλους τους συντελεστές της αγοράς και, ειδικότερα, για το κοινό·

βελτιωμένο κανονιστικό πλαίσιο προκειμένου να υποστηριχθεί η ταχεία τεχνολογική πρόοδος κατά τρόπον ώστε να ωφεληθούν οι πολίτες από σαφέστερους όρους για εγγυημένη ασφάλεια και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη.

2.5

Η νομική βάση της πρότασης είναι το άρθρο 95 της συνθήκης ΕΚ (πρώην άρθρο 100A), στο οποίο βασίζεται και η οδηγία 93/42/EOK. Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της κατάργησης των τεχνικών φραγμών στο εμπόριο και της διευκρίνισης των εν ισχύι διατάξεων των οδηγιών 93/42/EOK και 90/385/EOK, είναι αναγκαίο και σκόπιμο να εναρμονισθούν οι νόμοι, οι κανονισμοί και οι διοικητικές διατάξεις των κρατών μελών σχετικά με ορισμένες πτυχές που αφορούν τη διάθεση στο εμπόριο και την έναρξη χρήσης των ιατροτεχνολογικών προϊόντων.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1

Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την πρόταση της Επιτροπής, η οποία αναμένετο επί μακρόν από τα κράτη μέλη και από τους φορείς του κλάδου. Με την επιφύλαξη των παρατηρήσεων που διατυπώνονται κατωτέρω, οι επιδιωκόμενοι στόχοι επικροτούνται πλήρως και οι προτάσεις θεωρούνται ενδεδειγμένες για τη βελτίωση της εναρμόνισης ενός τόσο σύνθετου και διαφοροποιημένου τομέα, με τη θέσπιση σαφέστερων και απλούστερων κανόνων.

3.2

Τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα αποτελούν ένα ολοένα και πιο σημαντικό τμήμα του τομέα της υγείας, με σοβαρό αντίκτυπο τόσο στην υγεία όσο και στις δημόσιες δαπάνες για υγειονομική περίθαλψη. Οι διατάξεις των προαναφερθεισών οδηγιών αφορούν περισσότερα από 10.000 είδη προϊόντων, τα οποία κυμαίνονται από απλά προϊόντα (όπως παραδείγματος χάρη οι γάζες, οι σύριγγες και τα διορθωτικά γυαλιά) έως εξαιρετικά περίπλοκα και σύνθετα εργαλεία (όπως παραδείγματος χάρη οι εμφυτεύσιμες συσκευές που σώζουν ζωές και ο διαγνωστικός εξοπλισμός απεικόνισης).

3.3

Πρόκειται για κλάδο ο οποίος ασκεί δραστηριότητα υψηλών τεχνολογικών προδιαγραφών, δεδομένου ότι τόσο οι πολίτες όσο και οι αρμόδιες υγειονομικές αρχές ζητούν διαρκώς ασφαλέστερα και περιπλοκότερα προϊόντα. Πρόκειται επίσης για κλάδο εξαιρετικά σημαντικό και από οικονομικής πλευράς: η ευρωπαϊκή αγορά, η οποία κατατάσσεται στη δεύτερη θέση αμέσως μετά από την αμερικανή αγορά, εμφανίζει κύκλο εργασιών της τάξεως των 55 δισεκατομμυρίων ευρώ περίπου, περιλαμβάνει περισσότερες από 8.000 επιχειρήσεις και απασχολεί περί τους 450.000 εργαζομένους.

3.4

Κρίνεται σκόπιμο να επισημανθεί ότι η ΕΕ εισάγει σημαντικό και αυξανόμενο αριθμό ιατροτεχνολογικών προϊόντων, τη στιγμή που ένα σαφέστερο και αποτελεσματικότερο νομικό πλαίσιο και μια πιο ανοικτή συνεργασία μεταξύ των αρμοδίων αρχών θα μπορούσε να δώσει νέα ώθηση στον εν λόγω κλάδο και να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο απώλειας μεριδίων αγοράς και θέσεων εργασίας.

3.5

Η εκτίμηση της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία δεν αναμένονται σημαντικές μακροοικονομικές επιπτώσεις μπορεί μεν να γίνει αποδεκτή, αλλά οι συνδυασμένες διατάξεις των πρόσθετων απαιτήσεων θα μπορούσαν να επιφέρουν αύξηση των δαπανών η οποία ενδέχεται να επηρεάσει ορισμένες λειτουργικές διαδικασίες ή σειρές προϊόντων.

3.6   Ασφάλεια δικαίου

3.6.1

Στην πρόταση καθορίζονται οι τροποποιήσεις που πρέπει να επέλθουν στις προαναφερθείσες οδηγίες, διασαφηνίζονται ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής που αφορούν άλλες οδηγίες και κανονισμούς, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν καθίσταται διόλου σαφές ποιος κανόνας είναι εφαρμοστέος (προϊόντα που περιέχουν κάποιο φάρμακο (6) ή παράγωγο ανθρώπινου αίματος (7) ή προϊόν μηχανικής ανθρώπινων ιστών (8)), και διευκρινίζεται ότι τα ιατροτεχνολογικά βοηθήματα που χρησιμοποιούνται στη διάγνωση in vitro (9) δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για τα βιοκτόνα (10), η οποία πρέπει κατά συνέπεια να τροποποιηθεί.

3.6.2

Η ΕΟΚΕ επικροτεί την αρχή σύμφωνα με την οποία, εάν τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα φέρουν «ως βοηθητικό προϊόν» φάρμακο ή παράγωγο ανθρώπινου αίματος ή προϊόν μηχανικής ανθρώπινων ιστών, τότε πρέπει να εφαρμόζονται οι οδηγίες περί ιατροτεχνολογικών προϊόντων. Η ΕΟΚΕ διερωτάται, εντούτοις, για ποιο λόγο το κυρίως σώμα του κανονισμού δεν περιλαμβάνει κάποια σαφή αναφορά στα προϊόντα για την κατασκευή των οποίων χρησιμοποιήθηκαν ιστοί ζωικής προέλευσης, που αναφέρονται σε ορισμένα παραρτήματα. Επιπλέον, η ΕΟΚΕ φοβάται μήπως ο όρος «βοηθητικό προϊόν» θα μπορούσε να οδηγήσει εκ νέου σε αποκλίνουσες ερμηνείες μεταξύ των κρατών μελών και των κοινοποιημένων οργανισμών και, ως εκ τούτου, επιθυμεί τον επακριβέστερο προσδιορισμό αυτής της έννοιας.

3.6.3

Θα ήταν σκόπιμο να υποδειχθεί σαφέστερα ποια αρχή είναι αρμόδια και υπεύθυνη για τη συνολική αξιολόγηση σε περιπτώσεις που συνδυάζουν τη χρήση ιατροτεχνολογικών προϊόντων με φάρμακα, παράγωγα ανθρώπινου αίματος και ανθρώπινους ιστούς: σε τέτοιες περιπτώσεις οι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν να απευθύνονται στις εθνικές ή στις κοινοτικές αρχές (όπως ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων — EMEA), οι οποίες δεν είναι πάντοτε σε θέση να αξιολογήσουν τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα αυτά καθ'εαυτά και εφαρμόζουν διαδικασίες που έχουν προβλεφθεί για διαφορετικά είδη προϊόντων, συχνά δε εντός πάρα πολύ μεγάλου χρονικού διαστήματος.

3.6.3.1

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να προσδιορισθεί το διάστημα εντός του οποίου πρέπει να πραγματοποιείται η εν λόγω αξιολόγηση, δεδομένου ότι πρόκειται για κλάδο του οποίου τα προϊόντα από καινοτόμα γίνονται σε πολύ σύντομο διάστημα παρωχημένα. Ευελπιστεί, επιπλέον, ότι θα καταρτισθεί ένας οδηγός σχετικά με τις ειδικές αρμοδιότητες και με τις μεθόδους διεξαγωγής της εν λόγω αξιολόγησης από τις αρμόδιες αρχές, σε συνεργασία με τις αρχές που είναι υπεύθυνες για τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα. Τέλος, λαμβανομένης υπόψη της πείρας που απέκτησαν οι κατασκευαστές με την πάροδο των ετών, η ΕΟΚΕ ελπίζει ότι οι κοινοποιημένοι οργανισμοί θα αποκτήσουν δυνατότητα πρόσβασης στην επιστημονική άποψη οποιασδήποτε αναγνωρισμένης αρμόδιας αρχής, και όχι μόνον του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (EMEA).

3.6.4

Μεγάλο μέρος των προϊόντων μηχανικής ανθρώπινων ιστών — λόγω της φύσεώς τους, του μηχανισμού δράσης τους και των μεθόδων παρασκευής τους — προσομοιάζει περισσότερο με τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα παρά με τα φάρμακα. Προκειμένου να αποφευχθούν δυνητικά νομοθετικά κενά, η ΕΟΚΕ θεωρεί σκόπιμο να συμπεριληφθούν τα εν λόγω προϊόντα στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας πρότασης, με εξαίρεση εκείνα που ενεργούν εντός ή επί του ανθρώπινου σώματος ασκώντας κατ'εξοχήν φαρμακολογική, ανοσολογική ή μεταβολική δράση.

3.6.5

Η ΕΟΚΕ διαφωνεί με την ταυτόχρονη εφαρμογή των δύο οδηγιών — της οδηγίας περί των ιατροτεχνολογικών προϊόντων και της οδηγίας για τα μέσα ατομικής προστασίας — δεδομένου ότι θέτουν διαφορετικές απαιτήσεις παρότι επιδιώκουν έναν κοινό στόχο, ο οποίος συνίσταται στην προστασία των χρηστών. Τούτο θα μπορούσε να περιπλέξει την κατάσταση από λειτουργική άποψη, αυξάνοντας αδικαιολόγητα τις δαπάνες χωρίς πρόσθετα οφέλη από πλευράς ασφαλείας.

3.6.6

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει μεν τη νέα διαδικασία που βασίζεται στην επιτροπολογία, η οποία προστέθηκε στο άρθρο 13 με στόχο να διευκολυνθεί η λήψη δεσμευτικών και ταχέων αποφάσεων σε περίπτωση εσφαλμένης ή ελλιπούς κατάταξης, επισημαίνει όμως ότι για την επίτευξη ενός όσο το δυνατόν καλύτερου αποτελέσματος απαιτείται να βελτιωθεί η ροή των πληροφοριών μεταξύ των αρμοδίων αρχών και να διασφαλισθεί η αποτελεσματική διαχείριση των στοιχείων μέσω της ευρωπαϊκής τράπεζας δεδομένων.

3.7   Πληροφόρηση και διαφάνεια

3.7.1

Η ΕΟΚΕ κρίνει αναγκαία την καθιέρωση σαφέστερων και ευρύτερων διατάξεων για τη συλλογή και τη διάδοση των πληροφοριών, καθώς και για τον συντονισμό και την κοινοποίηση των δραστηριοτήτων επιτήρησης.

3.7.2

Η ΕΟΚΕ θεωρεί την πρόταση ελλιπή όσον αφορά την ικανότητα των κοινοποιημένων οργανισμών να αρθούν στο ύψος των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί, παράλειψη η οποία είχε ήδη επισημανθεί στην ανακοίνωση του 2003 (11). Είναι γεγονός ότι τα νέα θεραπευτικά σύνορα και ο ολοένα και πιο περίπλοκος και σύνθετος χαρακτήρας των προϊόντων προϋποθέτουν επιστημονικές και τεχνικές ικανότητες οι οποίες δεν είναι πάντοτε δυνατόν να εξασφαλισθούν σε εθνικό επίπεδο. Ευκταίο θα ήταν να υπάρξει ένα ευρωπαϊκό σχέδιο, ή τουλάχιστον κάποιος συντονισμός, προκειμένου να διασφαλισθεί η συγκεκριμένη εξειδίκευση μερικών κοινοποιημένων οργανισμών σε ορισμένα είδη εξαιρετικά περίπλοκων και σύνθετων προϊόντων.

3.7.3

Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την ανάγκη να επιβληθεί σε κάθε μη κοινοτικό κατασκευαστή η υποχρέωση να ορίζει σε κάποιο κράτος μέλος της ΕΕ έναν εξουσιοδοτημένο εντολοδόχο του ο οποίος θα ενεργεί εξ ονόματός τους και θα είναι υπόλογος ενώπιον των αρχών όσον αφορά τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα οδηγία. Εντούτοις, η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ελλείψεις και ανακολουθίες στο κείμενο, το οποίο χρήζει διασαφήνισης (πρβλ. σημείο 4.3 κατωτέρω), και τάσσεται επί της αρχής υπέρ ενός ευπροσάρμοστου συστήματος το οποίο να παρέχει πραγματική ελευθερία επιλογής στις επιχειρήσεις.

3.7.4

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι όλες οι πληροφορίες σχετικά με την εγγραφή σε μητρώο, τα κλινικά στοιχεία, τα πιστοποιητικά και την επαγρύπνηση (συμπεριλαμβανομένων, επομένως, των σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών και συμβάντων) πρέπει να διαβιβάζονται υποχρεωτικώς, και όχι μόνον εθελουσίως, στην ευρωπαϊκή βάση δεδομένων EUDAMED. Η βάση αυτή λειτουργεί μεν ήδη αλλά σε περιορισμένους τομείς: καλό θα ήταν, αφενός, να επαναπροσδιορισθούν τα καθήκοντά της το συντομότερο δυνατόν, ιδίως όσον αφορά την παροχή μη εμπιστευτικών πληροφοριών στους ενδιαφερομένους φορείς, και, αφετέρου, να της παρασχεθούν κατάλληλες δομές και πόροι.

3.7.4.1

Κρίνεται σκόπιμο να τεθεί στη διάθεση των άμεσα ενδιαφερομένων φορέων ένα ενδεδειγμένο σύνολο μη εμπιστευτικών πληροφοριών, έστω και σε συνοπτική μορφή, καθώς και πληροφορίες σχετικά με την ασφάλεια και την ποιότητα των προϊόντων και με την επιτήρησή τους μετά τη διάθεσή τους στο εμπόριο: οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να τίθενται επίσης στη διάθεση των ενώσεων υγειονομικών φορέων προκειμένου να διασφαλισθεί μια πιο συνειδητή και ασφαλής χρήση των ιατροτεχνολογικών προϊόντων.

3.7.4.2

Η ΕΟΚΕ ελπίζει, εξάλλου, ότι — σε συνεργασία με τους ενδιαφερομένους φορείς — θα καταρτισθεί ένα οδηγός προκειμένου να αποκτήσουν οι υπεύθυνοι φορείς τη δυνατότητα να συντάσσουν και να δημοσιεύουν μια σύνοψη των χαρακτηριστικών του εκάστοτε προϊόντος. Ο εν λόγω οδηγός, καθώς και οι πληροφορίες που συλλέγονται και επικυρώνονται στον τομέα της επαγρύπνησης, θα πρέπει να τίθενται στη διάθεση των κοινοποιημένων οργανισμών και των αρμοδίων αρχών, ενώ συγχρόνως θα πρέπει να εξετασθούν διάφορα μέσα που ενδείκνυνται για την ευρύτερη διάδοση των πληροφοριών αυτών.

3.7.5

Προβλέπεται ότι οι οδηγίες χρήσης μπορούν να παρασχεθούν και με άλλη μορφή πέραν του επεξηγηματικού φυλλαδίου, γεγονός το οποίο αντιβαίνει προς τις απαιτήσεις των φορέων του κλάδου, λαμβανομένης ιδίως υπόψη της τεράστιας γκάμας ιατροτεχνολογικών προϊόντων. Θα ήταν σκόπιμο να διερευνηθούν περαιτέρω οι δυνατότητες χρησιμοποίησης ηλεκτρονικών μέσων (όπως, παραδείγματος χάρη, τα CD-ROM και το Διαδίκτυο), διαμέσου μιας απλούστερης και πιο ευέλικτης διαδικασίας από εκείνη που προβλέπεται επί του παρόντος, ούτως ώστε να μην επιβάλλεται η ειδική πλειοψηφία των κρατών μελών.

3.7.6

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να γίνεται στην οδηγία ρητή αναφορά στα επεξηγηματικά έγγραφα καθοδήγησης που καταρτίζονται από ειδικές ομάδες εργασίας και εκδίδονται από την Επιτροπή (έγγραφα MedDev), καθώς και στην καθιέρωση απλουστευμένων διαδικασιών για την έγκρισή τους, με στόχο τον περιορισμό των προβλημάτων ερμηνείας και την καλύτερη εναρμόνιση όσον αφορά τη στάση των κατασκευαστών και των κοινοποιημένων οργανισμών.

3.8   Ασφάλεια

3.8.1

Το σύστημα επιτήρησης των προϊόντων μετά τη διάθεσή τους στο εμπόριο προσδιορίζεται ικανοποιητικά στην πρόταση όσον αφορά τους κατασκευαστές, αλλά ο ρόλος και οι ευθύνες των υγειονομικών φορέων δεν διευκρινίζονται σαφώς, ενώ δεν θεωρείται ακόμη ενδεδειγμένη η διαδικασία διάδοσης των πληροφοριών και των αποτελεσμάτων των εν λόγω μηχανισμών επιτήρησης. Το σύστημα αυτό εξακολουθεί να έχει ιδιαίτερα έντονη εθνική χροιά, παρότι θα ήταν σκόπιμο να λάβει μια πιο ευρωπαϊκή διάσταση.

3.8.2

Η ΕΟΚΕ επικροτεί τις τροποποιήσεις που προτείνονται στο παράρτημα Χ σχετικά με τα κλινικά στοιχεία τα οποία, στην περίπτωση των ιατροτεχνολογικών προϊόντων, αφορούν την ασφάλεια και την απόδοση (performance) του εκάστοτε προϊόντος. Προτείνει δε να καταστεί ακόμη σαφέστερο το συγκεκριμένο άρθρο όσον αφορά τη στιγμή έναρξης της κλινικής έρευνας, αφότου παρασχεθεί η έγκριση της αρμόδιας επιτροπής δεοντολογίας, σε συνάρτηση με την κατάταξη των προϊόντων.

3.8.3

Η ΕΟΚΕ διαφωνεί με την εξαίρεση του θέματος της «επανεπεξεργασίας» από το προτεινόμενο κείμενο: η εν λόγω πρακτική της επαναχρησιμοποίησης ιατροτεχνολογικών προϊόντων που σχεδιάζονται και παράγονται για χρήση una tantum (μόνον κατά τούτο) — η οποία έχει ήδη εγκαταλειφθεί σε ορισμένα κράτη μέλη — δεν παρέχει επαρκείς εγγυήσεις ασφαλείας στους ασθενείς, εφόσον δεν έχει ελεγχθεί πλήρως η αξιοπιστία και η ασφάλεια χρήσης που οδήγησαν στην έγκριση του προϊόντος μιας χρήσης.

3.8.3.1

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η εν λόγω πρακτική — η οποία ακολουθείται συχνά σε νοσοκομειακό περιβάλλον εντός διαφόρων κρατών μελών — χρήζει απαγόρευσης επειδή, αφενός, είναι επικίνδυνη για την υγεία των ασθενών και, αφετέρου, δυσχεραίνει την απόδοση ευθυνών. Η αποστείρωση δεν μπορεί πράγματι να θεωρηθεί απολύτως αβλαβής, κυρίως διότι ενδέχεται να προκαλέσει αλλοίωση των δομικών χαρακτηριστικών των χρησιμοποιούμενων υλικών.

3.8.3.2

Η ΕΟΚΕ έχει επίγνωση του γεγονότος ότι οι εν λόγω πρακτικές εμπίπτουν στις εθνικές αρμοδιότητες, κρίνει όμως αναγκαία μια παρέμβαση σε κοινοτικό επίπεδο επειδή, αν μη τι άλλο, η ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών και η πρόσφατη αναγνώριση της δυνατότητας να τυγχάνει κανείς περίθαλψης σε άλλο κράτος μέλος επιβάλλουν την υιοθέτηση κοινώς αποδεκτών πρακτικών. Ως μεταβατικό στάδιο, θα μπορούσε τουλάχιστον να θεσπισθεί μια αρχή σύμφωνα με την οποία κάθε φορέας που προβαίνει σε επανεπεξεργασία οφείλει να γνωστοποιεί ένα σύνολο στοιχείων, συνεκτικών προς την κατάταξη του ιατροτεχνολογικού προϊόντος και προς το είδος της αναληφθείσας ενέργειας, με στόχο τόσο την παροχή εγγυήσεων ποιότητας και ασφάλειας ανάλογων προς εκείνες που ισχύουν για το αρχικό προϊόν όσο και τη σαφή ενημέρωση των χρηστών και των ασθενών.

3.8.4

Η ΕΟΚΕ επικροτεί πλήρως τις διευκρινίσεις που προτείνονται για την αξιολόγηση της πιστότητας και την υποχρέωση να υποβάλλεται φάκελος τεκμηρίωσης του σχεδιασμού ενός ιατροτεχνολογικού προϊόντος, σε συνάρτηση με την κατάταξη του ιατροτεχνολογικού προϊόντος αυτού καθ'εαυτού και με την τεχνολογική ή θεραπευτική καινοτομία που συνεπάγεται το εν λόγω προϊόν. Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την ανάγκη να ελέγχονται δεόντως από τους κατασκευαστές τα τρίτα μέρη στα οποία αναθέτουν τον σχεδιασμό και την παρασκευή διαφόρων προϊόντων.

4.   Παρατηρήσεις επί συγκεκριμένων άρθρων

4.1   Σαφήνεια όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής

4.1.1

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ασυμβίβαστη προς την αρχή της απλούστευσης και προς την ασφάλεια δικαίου την ταυτόχρονη εφαρμογή δύο οδηγιών για το ίδιο προϊόν, όπως προτείνεται επί του παρόντος για τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα και για τον ατομικό προστατευτικό εξοπλισμό, και προσβλέπει συνεπώς στην αποκατάσταση του αρχικού κειμένου του άρθρου 1.6 της οδηγίας 93/42/EOK.

4.1.2

Κατά γενικό κανόνα, και όταν πρόκειται για κάποιο ιατροτεχνολογικό προϊόν το οποίο ενδέχεται να εμπίπτει στον ορισμό άλλων οδηγιών (φαρμακευτικά είδη, καλλυντικά προϊόντα, κλπ.), η ΕΟΚΕ ευελπιστεί ότι θα διευκρινίζεται, οπουδήποτε κρίνεται σκόπιμο, ότι για την αξιολόγηση της εφαρμοστέας οδηγίας οι υπεύθυνοι οργανισμοί και οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τον πρωταρχικό σκοπό για τον οποίο σχεδιάστηκε ένα δεδομένο προϊόν, καθώς και τον βασικό μηχανισμό δράσης του.

4.1.3

Προκειμένου να αποφευχθεί οποιαδήποτε νομική αβεβαιότητα, η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαία την τροποποίηση της υφιστάμενης διατύπωσης του σημείου 7.4. του παραρτήματος Ι. Ειδικότερα, απαιτείται να καταστεί σαφές ότι, σε περίπτωση που ένα ιατροτεχνολογικό προϊόν περιέχει μια ουσία η οποία εάν χρησιμοποιηθεί ξεχωριστά μπορεί να θεωρηθεί φάρμακο, τότε εφαρμόζονται οι συγκεκριμένες διατάξεις της νομοθεσίας περί φαρμάκων που αναφέρονται στην ασφάλεια και στην ποιότητα της ουσίας καθ'εαυτής, και όχι η νομοθεσία περί φαρμάκων εν γένει.

4.1.4

Όσον αφορά τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα τα οποία περιέχουν ένα προϊόν μηχανικής ανθρώπινων ιστών, η ΕΟΚΕ φοβάται μήπως οι διευκρινίσεις που παρέχονται στη νέα παράγραφο 4β) δεν καθιστούν δυνατή την επίλυση όλων των δυσκολιών ερμηνείας και, συνεπώς, ευελπιστεί ότι ο ορισμός των εν λόγω προϊόντων θα επεξηγηθεί σαφώς στο άρθρο 1 σύμφωνα με τις ισχύουσες οδηγίες και, ειδικότερα, με τον κανονισμό που τελεί υπό συζήτηση για τα φάρμακα προηγμένων θεραπειών (12).

4.2   Πληροφόρηση και ευρωπαϊκή τράπεζα δεδομένων

4.2.1

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να καταστεί υποχρεωτικό να διαβιβάζονται στην ευρωπαϊκή βάση δεδομένων EUDAMED τα σχετικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των κλινικών στοιχείων και των σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών, τόσο από τις διάφορες αρμόδιες αρχές και τους υπεύθυνους οργανισμούς όσο και από τους κατασκευαστές ή τους εντολοδόχους τους. Προκειμένου να διασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα της εν λόγω συλλογής στοιχείων απαιτείται, εντούτοις, ο επαναπροσδιορισμός των καθηκόντων του εν λόγω οργανισμού και η διαμόρφωση ενός προγράμματος εφαρμογής το οποίο να εγγυάται την αποτελεσματική λειτουργία χάρη σε κατάλληλες δομές και πόρους.

4.2.2

Για την εξασφάλιση της πληρότητας των συλλεχθέντων στοιχείων και της ευρύτερης διάδοσης των σχετικών μη εμπιστευτικών πληροφοριών, η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαία την τροποποίηση διαφόρων σημείων της πρότασης, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται ειδικότερα τα εξής:

η 7ο αιτιολογική σκέψη, προκειμένου να καταστεί υποχρεωτική η κεντρική συγκέντρωση των στοιχείων των κλινικών ερευνών·

όσον αφορά την οδηγία 90/385/EOK, το Άρθρο 10α προκειμένου να καταστεί υποχρεωτική η διαβίβαση των πληροφοριών σχετικά με τους κατασκευαστές και τους εντολοδόχους και το Άρθρο 10β της ίδιας οδηγίας, σχετικά με τα απαιτούμενα στοιχεία, καθώς και το Άρθρο 11.5 σχετικά με τα χορηγούμενα πιστοποιητικά·

όσον αφορά την οδηγία 93/42//EOK, το Άρθρο 16.5 σχετικά με τα χορηγούμενα πιστοποιητικά.

4.2.3

Η ΕΟΚΕ προσβλέπει, εξάλλου, στην τροποποίηση του Άρθρου 20.3 με στόχο την εδραίωση της αρχής σύμφωνα με την οποία οι μη εμπιστευτικές πληροφορίες πρέπει να τίθενται στη διάθεση των χρηστών, σε συνοπτική μορφή, τόσο από τους κατασκευαστές και τους εντολοδόχους όσο και από τις ενδιαφερόμενες αρχές και τους οργανισμούς.

4.3   Εντολοδόχος

4.3.1

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει μια αμφισημία όσον αφορά τον εντολοδόχο ενός κατασκευαστή ο οποίος δεν έχει έδρα στην Κοινότητα: ενώ στην 14η αιτιολογική σκέψη αναφέρεται ένας και μόνο εντολοδόχος για όλες τις κατηγορίες προϊόντων, στο Άρθρο 10α.3 και στο Άρθρο 14.2 δεν διευκρινίζεται εάν περιλαμβάνονται «όλες» οι κατηγορίες προϊόντων ή μόνον μερικές εξ αυτών.

4.3.2

Λαμβανομένης υπόψη της ετερογενούς γκάμας ιατροτεχνολογικών προϊόντων που θα μπορούσε να διαθέσει στην αγορά ένας κατασκευαστής, η ΕΟΚΕ ευελπιστεί στη διασφάλιση μεγαλύτερης ευελιξίας προκειμένου να υποδεικνύεται μόνον ένας εντολοδόχος για κάθε είδος προϊόντος, και όχι απαραιτήτως για ολόκληρη τη γκάμα παραγωγής (διευκρινίζοντας επίσης στις διάφορες γλωσσικές αποδόσεις ότι, από νομική άποψη, γίνεται αναφορά σε φυσικά και νομικά πρόσωπα).

4.4   Κλινικές έρευνες

4.4.1

Οι διατάξεις που αφορούν την ενημέρωση των αρμοδίων αρχών με στόχο τη διευκόλυνση του ελέγχου και της διαχείρισης των στοιχείων των κλινικών ερευνών κρίνεται σκόπιμο να συμπεριληφθούν στο σημείο 2) του Άρθρου 2, διευκρινίζοντας ότι ο κατασκευαστής ή ο εντολοδόχος του οφείλουν να ενημερώνουν τις αρχές όλων των κρατών μελών στα οποία διενεργούνται οι εν λόγω έρευνες, σχετικά με την αναστολή, τη διακοπή ή την περάτωση των ερευνών και να τους παρέχουν τις δέουσες εξηγήσεις και την ενδεδειγμένη αιτιολόγηση.

4.4.2

Η ΕΟΚΕ επικροτεί τη νέα διατύπωση των παραγράφων 2 και 3 του Άρθρου 15· εντούτοις, διερωτάται μήπως θα πρέπει να τροποποιηθεί η παράγραφος 3 διευκρινίζοντας ότι για τα προϊόντα της κατηγορίας I οι κλινικές έρευνες μπορούν να αρχίσουν αμέσως μόλις η ενδιαφερόμενη επιτροπή δεοντολογίας εκφέρει θετική γνώμη όσον αφορά το σχέδιο κλινικής έρευνας.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  ΕΕ L 189 της 20.07.1990.

(2)  ΕΕ L 169 της 12.7.1993, όπως τροποποιήθηκε την τελευταία φορά με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/284 στην ΕΕ L 284 της 31.10.2003.

(3)  COM(2003) 386 τελικό, ΕΕ C 96 της 21.4.2004.

(4)  «Κοινοποιημένοι οργανισμοί» είναι οι οργανισμοί στους οποίους οι κατασκευαστές πρέπει να υποβάλλουν τα στοιχεία τεκμηρίωσής τους προκειμένου να αποκτήσουν, στις προβλεπόμενες περιπτώσεις, πιστοποίηση της πιστότητας, όπως ορίζεται στις οδηγίες, ή έγκριση εμπορίας των προϊόντων τους. Οι εν λόγω οργανισμοί μπορούν να είναι περισσότεροι του ενός ανά κράτος μέλος και να διαθέτουν διαφορετική εξειδίκευση.

(5)  Η εν λόγω διαβούλευση διενεργήθηκε από 11/05/2005 έως 25/06/2005.

(6)  Το θέμα αυτό ρυθμίζεται από την οδηγία 2001/83/ΕΚ, ΕΕ L 311 της 28.11.2001, όπως τροποποιήθηκε για τελευταία φορά από την οδηγία 2004/27/ΕΚ, ΕΕ L 136 της 30.4.2004.

(7)  Το θέμα αυτό ρυθμίζεται από την οδηγία 2002/98/ΕΚ της 23.1.2003.

(8)  Γίνεται αναφορά στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 726/2004 και στην πρόταση που τελεί υπό συζήτηση σχετικά με τα φάρμακα προηγμένων θεραπειών, επί της οποίας η ΕΟΚΕ έχει αρχίζει να καταρτίζει τη γνωμοδότησή της.

(9)  Οδηγία 98/79/ΕΚ.

(10)  Οδηγία 98/8/ΕΚ, ΕΕ L 123 της 24.4.1998, όπως τροποποιήθηκε την τελευταία φορά με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003.

(11)  Γίνεται αναφορά στην ανακοίνωση COM(2003) 386 της 2.7.2003, έ.α.

(12)  COM(2005) 567, Πρόταση κανονισμού για τα φάρμακα προηγμένων θεραπειών και για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/EΚ και του κανονισμού (EΚ) αριθ. 726/2004


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/19


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου περί των φορολογικών ατελειών των χορηγουμένων κατά την εισαγωγή εμπορευμάτων υπό μορφή μικροδεμάτων μη εμπορικού χαρακτήρος προελεύσεως τρίτων χωρών (κωδικοποιημένη έκδοση)»

COM(2066) 12 τελικό — 2006/0007 (CNS)

(2006/C 195/05)

Στις 14 Φεβρουαρίου 2006 και σύμφωνα με το άρθρο 93 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 25 Απριλίου 2006 με βάση την εισηγητική έκθεση κ. DANUSĒVIČS.

Κατά την 427η σύνοδο ολομελείας της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 132 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.

Σκοπός της παρούσας πρότασης είναι η κωδικοποίηση της οδηγίας 78/1035/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 1978, σχετικά με τις φορολογικές ατέλειες που χορηγούνται κατά την εισαγωγή αγαθών που έχουν μορφή μικροδεμάτων μη εμπορικού χαρακτήρος και προέρχονται από τρίτες χώρες. Η νέα οδηγία θα αντικαταστήσει τις διάφορες πράξεις που αποτελούν αντικείμενο της κωδικοποίησης· η παρούσα πρόταση σέβεται πλήρως την ουσία των υπό κωδικοποίηση κειμένων και αρκείται απλώς στη συγκέντρωσή τους, επιφέροντας μόνο τις τυπικές τροποποιήσεις που απαιτούνται από την ίδια τη διαδικασία κωδικοποίησης.

2.

Η γενική κωδικοποίηση των κοινοτικών διατάξεων του ανέλαβε η Eπιτροπή με βάση την απόφαση που υιοθετήθηκε την 1η Απριλίου 1987 και επιβεβαιώθηκε από τα συμπεράσματα της διάσκεψης κορυφής του Εδιμβούργου σαφώς και υποστηρίζεται από την ΕΟΚΕ. Συνεπώς, η γνωμοδότησή της για την πρόταση οδηγίας είναι θετική, όπως έχει συμβεί και σε άλλες περιπτώσεις που αφορούσαν παρόμοιες πρωτοβουλίες.

3.

Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι σύμφωνα με την διοργανική συμφωνία της 20ης Δεκεμβρίου 1994, που συνήφθη μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, δεν μπορεί να επέλθει καμία ουσιαστική τροποποίηση κατά την κωδικοποίηση. Στο κείμενο της πρότασης οδηγίας η Επιτροπή εγγυάται την τήρηση του όρου αυτού.

4.

Ο συμβουλευτικός ρόλος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής καθώς και η υπεύθυνη στάση της συνεπάγονται ότι επαληθεύει τις τροποποιήσεις που επήλθαν πριν εγκρίνει το έγγραφο, πράγμα το οποίο έκανε ο εισηγητής χωρίς να προβεί σε καμία κριτική ή ιδιαίτερη παρατήρηση.

5.

Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση κωδικοποίησης που εγγράφεται στη διαδικασία απλούστευσης και αποσαφήνισης του ευρωπαϊκού δικαίου.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/20


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Αναθεωρημένη πρόταση Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές»

COM(2005) 319 τελικό — 2000/0212 (COD)

(2006/C 195/06)

Στις 30 Σεπτεμβρίου 2005, και σύμφωνα με τα άρθρα 71 και 89 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 2 Mαΐου 2006 με εισηγητή τον κ. BUFFETAUT και συνεισηγητή τον κ. OTT.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειας της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 18ης Μαΐου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 63 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 12 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή κρίνει ότι η πρόταση κανονισμού για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές που υπέβαλε η Επιτροπή αντιπροσωπεύει μια βελτίωση σε σύγκριση με τις προηγούμενες εκδόσεις, όσον αφορά τη δυνατότητα απευθείας ανάθεσης.

1.2

Ωστόσο, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της νομικής ασφάλειας, τον οποίο επιδιώκουν τόσο οι οργανώτριες αρχές όσο και οι ενδιαφερόμενοι φορείς, θα έπρεπε να αποσαφηνιστούν περαιτέρω ορισμένα σημεία:

συγκεκριμένη εφαρμογή της γεωγραφικής οριοθέτησης της δραστηριότητας δημόσιων μεταφορών, καθώς και των ειδικών ρητρών μη στρέβλωσης του ανταγωνισμού σε περίπτωση απευθείας ανάθεσης σε τοπικό φορέα με δημόσια διαχείριση·

εξαίρεση από τις γενικές αρχές σε περίπτωση απευθείας ανάθεσης για τις σιδηροδρομικές μεταφορές, που δεν φαίνεται να δικαιολογείται επαρκώς από άποψη δικαίου και θα έπρεπε τουλάχιστον να πλαισιώνεται καλύτερα·

επαναφορά στο πνεύμα της πρότασης κανονισμού του Φεβρουαρίου 2002 (1), όσον αφορά την ποιότητα της υπηρεσίας και την τήρηση των κοινωνικών νομοθεσιών, χωρίς να τίθεται υπό αμφισβήτηση η αρχή της επικουρικότητας·

διευκρίνιση όσον αφορά το καθεστώς αμοιβαιότητας κατά την μεταβατική περίοδο·

δυνατότητα παράτασης, κατ' εξαίρεση, της διάρκειας των συμβάσεων πέρα από τα προβλεπόμενα όρια, όταν το απαιτούν οι δαπάνες των επενδύσεων και οι χρόνοι απόσβεσης·

σαφέστερος ορισμός των περιφερειακών μεταφορών και των μεταφορών μεγάλων αποστάσεων·

εφαρμογή του κανονισμού σε όλες τις συμβάσεις που αφορούν τις δημόσιες μεταφορές και περιλαμβάνουν υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας (ΥΔΥ) ή εκχωρούν αποκλειστικό δικαίωμα·

επιβεβαίωση του ότι ο κανονισμός υπερισχύει έναντι του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, εφόσον ο μεταφορέας αναλαμβάνει κάποιον κίνδυνο.

1.3

Υπό τις συνθήκες αυτές, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ρητά την υποχρέωση ανάθεσης συμβάσεων και την ισορροπία μεταξύ των δυνατοτήτων ανοίγματος στον ανταγωνισμό και απευθείας ανάθεσης, ούτως ώστε να προωθηθεί η αναγκαία διαφάνεια και η βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών, στα πλαίσια ενός ανταγωνιστικού συστήματος.

1.4

Επιθυμεί να εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού στο σύνολο των συμβάσεων δημόσιας υπηρεσίας μεταφορών.

1.5

Στα πλαίσια μιας ισορροπίας μεταξύ του ανοίγματος στον ανταγωνισμό και της απευθείας ανάθεσης σε εγχώριο μεταφορέα, η ΕΟΚΕ δηλώνει ότι υποστηρίζει την γεωγραφική οριοθέτηση της δραστηριότητας, ώστε να αποτρέπεται οιαδήποτε στρέβλωση του ανταγωνισμού και να διαφυλάσσεται η ελεύθερη επιλογή των τοπικών αρχών και η ισότιμη μεταχείριση σε περιβάλλον ελεγχόμενου ανταγωνισμού.

1.6

Επιθυμεί, σε περίπτωση απευθείας ανάθεσης σε εγχώριο μεταφορέα, να διατηρείται ένα περιθώριο ευελιξίας, σαφώς καθορισμένης όμως και πλαισιωμένης στην περίπτωση όπου, για την ενοποίηση των δικτύων και την ολοκλήρωση των υπηρεσιών μεταφορών, έχει καθοριστική σημασία να μπορούν οι υπηρεσίες αυτές να προεκτείνονται στα γειτονικά ή/και παρακείμενα εδάφη διαφορετικών αρχών από εκείνη που ανέθεσε τη σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας μεταφορών.

1.7

Φρονεί ότι είναι δικαιολογημένες οι εξαιρέσεις που προβλέπονται για τις συμβάσεις μικρής εμβέλειας και για τη διατήρηση της συνέχειας της υπηρεσίας.

1.8

Διερωτάται κατά πόσον είναι σκόπιμη η απευθείας ανάθεση των συμβάσεων δημόσιας υπηρεσίας σιδηροδρομικών μεταφορών, είτε σε ιστορικούς φορείς είτε σε νέους, χωρίς να προβλέπεται καμία συγκεκριμένη πλαισίωση ούτε και κανόνες που να εξασφαλίζουν τον ισότιμο ανταγωνισμό, όπως προβλέπεται για τους εγχώριους μεταφορείς, καθότι αυτό προκαλεί έλλειψη νομικής ασφάλειας και στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

1.9

Κρίνει ότι ο καλύτερος τρόπος για να εξασφαλίζονται οι αρχές της διαφάνειας, της ισότιμης μεταχείρισης, της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας των δημόσιων σιδηροδρομικών μεταφορών, είναι να εφαρμόζονται σε αυτές οι ίδιοι κανόνες που ισχύουν για τις τοπικές οδικές μεταφορές.

1.10

Ζητά την επαναφορά στο πνεύμα της πρότασης κανονισμού του 2002 ως προς την ποιότητα της υπηρεσίας και την τήρηση των κοινωνικών νομοθεσιών που ισχύουν στα κράτη μέλη.

1.11

Με τις επιφυλάξεις αυτές, η ΕΟΚΕ επιθυμεί την ταχεία υιοθέτηση του κανονισμού, ο οποίος είναι αναγκαίος για την εξασφάλιση της νομικής ασφάλειας στον κλάδο.

2.   Εισαγωγή

2.1

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε νέα πρόταση κανονισμού σχετικά με τις υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας στις δημόσιες υπηρεσίες επιβατικών σιδηροδρομικών και οδικών μεταφορών. Πρόκειται, εν προκειμένω, για την τρίτη έκδοση.

2.2

Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει το έργο που εκπόνησε η Επιτροπή, χάρη στο οποίο μπορούν να ξαναρχίσουν οι σχετικές συζητήσεις, που μέχρι στιγμής ήταν ακινητοποιημένες σε επίπεδο ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων.

2.3

Το προτεινόμενο κείμενο αποσκοπεί στο να συμβιβάσει τις διάφορες θέσεις που έχουν εκφραστεί κατά τις προηγούμενες συζητήσεις, υπό το φως των τελευταίων νομολογιακών εξελίξεων, και κυρίως της απόφασης Altmark — Trans, και να άρει τις ανησυχίες όσον αφορά την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας και της αρχής της ελεύθερης διοίκησης των δημοσίων αρχών.

2.4

Το κείμενο παρουσιάζει μεγάλη διαφορά από την προηγούμενη έκδοση και η διατύπωσή του είναι απλούστερη. Εντούτοις, προκειμένου να μην παραταθεί η νομοθετική διαδικασία, το Κοινοβούλιο αποφάσισε να θεωρήσει ότι πρόκειται για αναθεώρηση του ίδιου κειμένου και να το εξετάσει σε δεύτερη ανάγνωση. Ως εκ τούτου, η πρόταση βρίσκεται σε επίπεδο Συμβουλίου Υπουργών, όπου άρχισε ήδη η εξέτασή της και ελήφθη η απόφαση να εξεταστεί ο συσχετισμός της με την τρίτη δέσμη μέτρων για τους σιδηροδρόμους, κυρίως όσον αφορά το άνοιγμα των διεθνών μεταφορών και τη δυνατότητα ενδομεταφορών (2).

2.5

Η Επιτροπή εκτιμά ότι το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, που χρονολογείται από το 1969, είναι πλέον παρωχημένο και ότι πρέπει να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα και η ποιότητα των μεταφορών ώστε να διατηρήσουν, ή ακόμη και να αυξήσουν, το μερίδιό τους στην αγορά. Επιθυμεί «να ρυθμισθεί ο ανταγωνισμός, ακόμη και στις περιφέρειες και τις πόλεις, για να εξασφαλισθεί διαφάνεια στην ανάθεση των συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας και στους όρους εκτέλεσής τους» (3). Σχετικά με το ζήτημα αυτό, στη γνωμοδότησή της του 2001 για την προηγούμενη πρόταση κανονισμού, η ΕΟΚΕ είχε ειδικότερα εκφράσει την ικανοποίησή της «για την πρόθεση της Επιτροπής να εισαγάγει στον τομέα των επιβατικών μεταφορών μια οργάνωση αγοράς με ελεγχόμενο και όχι με πλήρη ανταγωνισμό» (4).

2.6

Επίσης, είχε παρατηρήσει με ικανοποίηση ότι «εφεξής, η ισότητα ευκαιριών και ο ανταγωνισμός μεταξύ διαφόρων τύπων επιχειρήσεων, ανεξάρτητα από τη φύση τους, θα αναπτυχθεί μέσω της νομικής και λογιστικής διαφάνειας» (5).

2.7

Σήμερα, και ενώ η πρόταση κανονισμού απομένει ακόμη να συζητηθεί σε δεύτερη ανάγνωση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η ΕΟΚΕ δεν μπορεί παρά να επιβεβαιώσει την επιθυμία της για διαφάνεια, ισότητα ευκαιριών και ελεγχόμενο ανταγωνισμό στις διαδικασίες διαχείρισης των δημοσίων υπηρεσιών επιβατικών σιδηροδρομικών και οδικών μεταφορών, στα πλαίσια τήρησης της αρχής της ουδετερότητας του άρθρου 295 της Συνθήκης.

2.8

Ως προς τούτο, από την πρόσφατη συμβολή της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, και ειδικότερα τις αποφάσεις Altmark — Trans και Stadt Halle, έχουν προκύψει στοιχεία για την αξιολόγηση. Στα πλαίσια της άσκησης του δικαιώματος πρωτοβουλίας που διαθέτει, η Επιτροπή δεν δεσμεύεται από τη νομολογία, δεδομένου ότι το νομικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεμελιώνεται κυρίως στο γραπτό δίκαιο και όχι στις αποφάσεις της δικαιοσύνης. Στην πράξη, η πρόταση κανονισμού υιοθετεί, στο άρθρο 4, τις αρχές των τριών πρώτων κριτηρίων που απορρέουν από την απόφαση Altmark — Trans. Όσον αφορά το τέταρτο κριτήριο, ορισμένα στοιχεία του έχουν περιληφθεί στο σημείο 7 του παραρτήματος.

2.9

Πρέπει να τονιστεί ότι η απόφαση Altmark — Trans όριζε κριτήρια που εξασφαλίζουν ότι οι αντισταθμίσεις των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας δεν χαρακτηρίζονται νομικά ως κρατικές ενισχύσεις. Το πεδίο της πρότασης κανονισμού είναι ευρύτερο και καλύπτει θέματα που δεν ρύθμιζε η νομολογία, ειδικότερα δε το ζήτημα της συμβατότητας με τους κανόνες του ανταγωνισμού ορισμένων αντισταθμίσεων που χαρακτηρίζονται νομικά ως κρατικές ενισχύσεις και το ζήτημα της εκχώρησης αποκλειστικών δικαιωμάτων. Ας επισημανθεί ότι, το 1969, δεν υπήρχε αγορά των μεταφορών και, ως εκ τούτου, δεν ετίθετο ζήτημα αποκλειστικών δικαιωμάτων.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρωτοβουλία της Επιτροπής, επιθυμεί όμως να επισημάνει κάποια ζητήματα δικαίου που αξίζει να συζητηθούν και τονίζει ότι, για να μπορέσει ο νέος κανονισμός να υιοθετηθεί και να τεθεί σε εφαρμογή ταχέως, μεγάλη σημασία έχει να εξασφαλίζει πραγματικά την νομική ασφάλεια που προσδοκά το σύνολο του κλάδου.

3.2

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τις προσπάθειες που κατέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να καταλήξει στην επίτευξη μιας νέας ισορροπίας στις τοπικές μεταφορές που θα σέβεται την ελεύθερη διοίκηση των τοπικών αρχών και που θα μπορεί να ικανοποιήσει το σύνολο των ενδιαφερομένων.

3.3

Εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι οι τοπικές δημόσιες αρχές θα έχουν την επιλογή να ανοίγουν τις υπηρεσίες μεταφορών στον ανταγωνισμό ή να τις παρέχουν οι ίδιες ή μέσω εγχώριου μεταφορέα, υπό τον όρο ότι θα πληρούνται συγκεκριμένα κριτήρια ώστε να αποτρέπεται οποιαδήποτε στρέβλωση του ανταγωνισμού.

3.4

Η ΕΟΚΕ επιβεβαιώνει την υποστήριξή της προς την αρχή του ελεγχόμενου ανταγωνισμού -έναντι του πλήρους ανταγωνισμού- την οποία υιοθετεί η νέα αυτή πρόταση κανονισμού (άρθρα 3 και 5, παράγραφος 3). Πράγματι, πιστεύει ότι η αρχή αυτή είναι η πλέον κατάλληλη ώστε να συνδυάζονται οι ανάγκες της δημόσιας υπηρεσίας με την ανάγκη καθορισμού ενός εναρμονισμένου και ασφαλούς πλαισίου κανόνων για την ανάθεση των συμβάσεων. Συνδυάζει τις ανάγκες της δημόσιας υπηρεσίας με τις ανάγκες της επιχειρηματικής διάστασης του κλάδου (όποιο κι αν είναι το καθεστώς των επιχειρήσεων).

3.5

Πιστεύει ότι ένα σύστημα ανταγωνισμού που προβλέπει τη γενίκευση της υποχρεωτικής ανάθεσης συμβάσεων και την ελευθερία επιλογής μεταξύ του ανοίγματος στον ανταγωνισμό και της δυνατότητας απευθείας ανάθεσης, παρέχει τα εχέγγυα για βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας των δημοσίων μεταφορών. Πράγματι, οι οργανώτριες αρχές θα οφείλουν να ορίζουν σαφώς και εκ των προτέρων τις υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας και τη γεωγραφική περιοχή, καθώς και τους κανόνες υπολογισμού των αντισταθμίσεων και τις διαδικασίες κατανομής των δαπανών και των εσόδων, και να εξασφαλίζουν σε όλα αυτά την δέουσα εκ των προτέρων δημοσιοποίηση.

3.6

Οι φορείς εκμετάλλευσης, από την πλευρά τους, θα γνωρίζουν σαφώς το πλαίσιο και τις υποχρεώσεις της δραστηριότητάς τους.

3.7

Επιπλέον, προβλέπεται ότι η εκάστοτε αρμόδια αρχή θα δημοσιοποιεί κάθε χρόνο λεπτομερή έκθεση σχετικά με τις υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας που υπάγονται στην αρμοδιότητά της, με τους επιλεγέντες μεταφορείς, καθώς και με τις αποζημιώσεις και τα αποκλειστικά δικαιώματα που τους χορηγούνται ως αντιστάθμιση (άρθρο 7). Έτσι, οι πολίτες θα μπορούν να γνωρίζουν τις ακριβείς συνθήκες της εκμετάλλευσης των υπηρεσιών μεταφοράς και, συνεπώς, να αντιπαραβάλλουν την ποιότητα και το κόστος των υπηρεσιών που τους προτείνονται. Θα πρέπει, ωστόσο, να υπάρξει μέριμνα ώστε η προβλεπόμενη έκθεση να μην αυξάνει υπερβολικά το διοικητικό βάρος που επιβάλλεται στις τοπικές αρχές και που θα μεταφέρεται, επομένως, στους μεταφορείς. Η υπερβολική γραφειοκρατία, στην πράξη, παραβλάπτει την ορθή πληροφόρηση.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1   Κανονισμός και δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων

4.1.1

Το ζήτημα της υπερίσχυσης ενός δικαίου έναντι άλλου ετέθη, δεδομένου ότι υφίστανται δύο ειδών νομικά καθεστώτα που μπορούν να εφαρμοστούν στον κλάδο.

4.1.2

Κατά την πρώτη ανάγνωση, το 2001, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχε υιοθετήσει τροπολογία όπου ζητούσε ο μελλοντικός κανονισμός να υπερισχύει του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, ούτως ώστε να δημιουργηθεί ένα σαφές και συνεκτικό νομικό πλαίσιο. Η λύση που προτείνει η Επιτροπή θεμελιώνει το κριτήριο εφαρμογής του δικαίου στην επιλογή στην οποία προβαίνει η οργανώτρια δημόσια αρχή:

εάν υφίσταται υποχρέωση δημόσιας υπηρεσίας, και ο μεταφορέας αναλαμβάνει ένα μέρος των κινδύνων, εφαρμόζεται ο κανονισμός·

εάν πρόκειται απλά για «δημόσια σύμβαση», εφαρμόζεται η οδηγία για τις δημόσιες συμβάσεις όσον αφορά τη διαδικασία ανοίγματος των συμβάσεων στον ανταγωνισμό.

4.1.3

Σχετικά με το θέμα αυτό, η ΕΟΚΕ είναι της άποψης ότι οι διατάξεις του κανονισμού πρέπει να εφαρμόζονται στο σύνολο των συμβάσεων δημόσιας υπηρεσίας μεταφορών, σύμφωνα με τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης. Η λύση αυτή θα ήταν σαφώς η απλούστερη και η σαφέστερη και δεν θα έθετε υπό αμφισβήτηση την ελευθερία ανάθεσης συμβάσεων των αρμοδίων αρχών.

4.2   Δυνατότητα απευθείας ανάθεσης

4.2.1

Σε αντίθεση προς τις δύο προηγούμενες εκδόσεις της, η πρόταση περιλαμβάνει για πρώτη φορά τη δυνατότητα απευθείας ανάθεσης μιας σύμβασης δημοσίων μεταφορών σε εγχώριο μεταφορέα, χωρίς προηγούμενο άνοιγμα στον ανταγωνισμό (άρθρο 5, παράγραφος 2). Η καινοτομία αυτή ανταποκρίνεται στην επιθυμία που εκφράστηκε κατά τις προηγούμενες συζητήσεις να διατηρηθεί η ελευθερία οργάνωσης των τοπικών αρχών.

4.2.2

Η δυνατότητα αυτή υπόκειται σε διάφορες προϋποθέσεις:

Οι ανατιθέμενες υπηρεσίες πρέπει να είναι τοπικές.

Ο εγχώριος μεταφορέας δεν μπορεί να συμμετέχει σε διαγωνισμούς που διοργανώνονται εκτός του εδάφους της αρμόδιας αρχής και πρέπει να ασκεί τις δραστηριότητές του αποκλειστικά στο εσωτερικό του εδάφους αυτού. Αυτό ανταποκρίνεται στο πνεύμα της επιθυμίας για αμοιβαιότητα του ανταγωνισμού, που είχε διατυπώσει το Κοινοβούλιο σε πρώτη ανάγνωση (τροπολογία αριθ. 61), και το οποίο συμμορφώνεται προς τις αρχές της ευρωπαϊκής Συνθήκης. Η διάταξη αυτή είναι και λογική και δίκαια, δεδομένου ότι δεν θα ήταν πρέπον ένας εγχώριος φορέας, ελεγχόμενος από δημόσια αρχή, ο οποίος απολαμβάνει προστασίας έναντι του ανταγωνισμού στο έδαφός του, να μπορεί να ασκεί ανταγωνισμό έναντι άλλων φορέων σε εδάφη ανοιχτά στον ανταγωνισμό.

Η άμεση ανάθεση μπορεί να γίνει αποκλειστικά και μόνον υπέρ ενός εγχώριου μεταφορέα επί του οποίου η αρμόδια αρχή ασκεί έλεγχο πλήρη και ανάλογο εκείνου που ασκεί στις δικές της υπηρεσίες. Ωστόσο, η Επιτροπή δεν έλαβε πλήρως υπόψη τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (απόφαση Teckal της 18.11.1999, απόφαση Stadt Halle της 11.1.2005 και απόφαση Parking Brixen της 13.10.2005).

4.2.3

Κατά την πρώτη ανάγνωση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχε εκφραστεί σαφώς υπέρ της διατήρησης της δυνατότητας απευθείας ανάθεσης σε εγχώριο μεταφορέα ελεγχόμενο από την αρμόδια αρχή, παράλληλα με την επιλογή του ανοίγματος στον ανταγωνισμό. Ίδιο ήταν και το πνεύμα των συζητήσεων στο Συμβούλιο Υπουργών, καθώς μεγάλο μέρος των εκπροσώπων των κρατών μελών εκφράστηκε υπέρ του να διατηρήσουν οι αρμόδιες αρχές την ελευθερία είτε να παρέχουν οι ίδιες τις τοπικές υπηρεσίες, με τις δικές τους επιχειρήσεις, είτε να προσφεύγουν σε διαδικασία πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών για την ανάθεσή τους.

4.2.4

Η Επιτροπή προσπάθησε να λάβει υπόψη τις συγκλίνουσες αυτές επιθυμίες και, ως εκ τούτου, αναζήτησε μια ισορροπία μεταξύ του ελεγχόμενου ανταγωνισμού και της δυνατότητας απευθείας ανάθεσης. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την προσέγγιση αυτή, δεδομένου ότι διαφυλάσσει την ελευθερία διοίκησης των οργανωτριών δημοσίων αρχών, λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές που απορρέουν από τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

4.2.5

Πρέπει να επισημανθεί ότι, κατά τον ορισμό του εγχώριου μεταφορέα, η Επιτροπή εισάγει ένα κριτήριο γεωγραφικής οριοθέτησης, προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη η αρχή της αμοιβαιότητας του ανταγωνισμού που επιθυμεί το Κοινοβούλιο για τις τοπικές υπηρεσίες που παρέχονται με δημόσια διαχείριση, με μια διατύπωση όμως που να συνάδει με την ευρωπαϊκή Συνθήκη. Σχετικά με την εφαρμογή του κριτηρίου αυτού ανακύπτουν δύο ερωτήματα:

Αναφέρεται το κριτήριο αυτό σε όλες τις υπηρεσίες μεταφορών των εγχώριων φορέων, καθώς και στις υπηρεσίες που παρέχονται από υπεργολάβους;

Τι συμβαίνει όταν οι γραμμές συνεχίζονται πέρα από τα όρια του εδάφους αρμοδιότητας της οργανώτριας αρμόδιας αρχής; Θα πρέπει να διακόπτονται ή να εφαρμόζονται, για την περίπτωση αυτή, ειδικοί κανόνες; Ως προς τούτο, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι το κριτήριο της εδαφικής αρμοδιότητας πρέπει να γίνει πιο ευέλικτο. Πράγματι, οι υπό εξέταση υπηρεσίες ενδέχεται να αφορούν το έδαφος διαφόρων αρμοδίων αρχών, όταν αυτό είναι αναγκαίο για την εξασφάλιση της ενοποίησης του δικτύου και της ολοκλήρωσης των υπηρεσιών μεταφοράς, προκειμένου για εδάφη γειτονικά ή παρακείμενα προς εκείνο της αρχής που εκχώρησε τη σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας μεταφορών.

4.2.6

Θα ήταν, επομένως, σκόπιμο να προβλεφθεί ότι, όταν πρόκειται για υπηρεσίες που παρέχονται από την ίδια την οργανώτρια αρχή ή από εγχώριο φορέα, οι υπηρεσίες αυτές θα μπορούν να αφορούν τα εδάφη διαφόρων αρμοδίων αρχών, όταν αυτό είναι σημαντικό για την εξασφάλιση της ενοποίησης του δικτύου και της ολοκλήρωσης των υπηρεσιών μεταφοράς και εφόσον τα εδάφη είναι γειτονικά ή παρακείμενα προς εκείνο της οργανώτριας αρχής που εκχώρησε τη σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας μεταφορών. Προκειμένου να αποτραπεί το ενδεχόμενο η δυνατότητα αυτή να αποτελέσει μέσον καταστρατήγησης της αρχής της μη στρέβλωσης του ανταγωνισμού, θα ήταν αναγκαίο να προβλεφθεί ότι οι υπηρεσίες που παρέχονται εκτός του πεδίου εδαφικής αρμοδιότητας της οργανώτριας αρχής δεν θα μπορούν να υπερβαίνουν ένα συγκεκριμένο ποσοστό της αξίας της αρχικής σύμβασης.

4.2.7

Θα πρέπει, επίσης, να επιτραπεί σε εγχώριους μεταφορείς περισσότερων της μίας τοπικών αρχών να συνεργάζονται μεταξύ τους, ειδικότερα σε θέματα έρευνας-ανάπτυξης, επειδή, διαφορετικά, θα αποβούν λιγότερο αποτελεσματικοί διαρθρωτικά από ενδεχόμενους ανταγωνιστές τους που δεν θα υπόκεινται στους ίδιους περιορισμούς.

4.2.8

Θα χρειαστεί αποσαφήνιση των σημείων αυτών, και σε επίπεδο νομικής ασφάλειας και σε επίπεδο πρακτικής οργάνωσης των υπηρεσιών. Σημειώνεται, εξάλλου, ότι τα κριτήρια που απορρέουν από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (απόφαση Stadt Halle της 11.1.2005) για τον ορισμό του εγχώριου μεταφορέα αφήνουν ένα περιθώριο ασάφειας, κυρίως δε η διατύπωση «στοιχεία όπως…», που αφήνει να εννοηθεί ότι ο κατάλογος των κριτηρίων δεν είναι εξαντλητικός. Ωστόσο, η πρόσφατη νομολογία (απόφαση Parking Brixen της 13.10.2005) τονίζει επίσης ότι καθοριστικό είναι το κριτήριο της άσκησης ελέγχου ανάλογου με εκείνον που ασκείται επί των ιδίων υπηρεσιών.

4.2.9

Τέλος, έκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι, στην γενική περίπτωση της απευθείας ανάθεσης σε εγχώριο μεταφορέα, εφαρμόζονται αυστηρά καθορισμένες προϋποθέσεις, ενώ η ειδική εξαίρεση από τις αρχές του κανονισμού η οποία προβλέπεται υπέρ του κλάδου των σιδηροδρόμων, και η οποία αφορά την απευθείας ανάθεση σε φορέα, δεν υπόκειται σε καμία προϋπόθεση, και τούτο χωρίς να δίδεται καμία σχετική εξήγηση στην αιτιολογική έκθεση.

4.3   Άνοιγμα στον ανταγωνισμό και προσφυγή στην πρόσκληση για υποβολή προσφορών

4.3.1

Πέρα από την ανάθεση σε εγχώριο μεταφορέα, η πρόταση προβλέπει τη δυνατότητα προσφυγής σε ανοιχτές στον ανταγωνισμό προσκλήσεις για υποβολή προσφορών. Η αρχή της προσφυγής σε προσκλήσεις υποβολής προσφορών περιλαμβάνει τρεις εξαιρέσεις:

για τις συμβάσεις μικρής αξίας·

για την κάλυψη της ανάγκης να υπάρχει συνέχεια της δημόσιας υπηρεσίας, σε περίπτωση διακοπής των δρομολογίων ή επικείμενου κινδύνου διακοπής τους·

για τις συμβάσεις δημοσίων περιφερειακών συγκοινωνιών ή συγκοινωνιών μεγάλων αποστάσεων στον κλάδο των σιδηροδρομικών μεταφορών.

4.3.2

Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι οι δύο πρώτες εξαιρέσεις είναι δικαιολογημένες ως προς την αρχή τους, παρότι μπορούν να ανακύψουν συζητήσεις σχετικά με τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τον ορισμό των υπηρεσιών μικρής αξίας. Αντίθετα, η τρίτη εξαίρεση γεννά ερωτήματα από διάφορες απόψεις. Κατ' αρχάς, λόγω του μεγάλου μεγέθους του κλάδου (περίπου 50 δισεκατομμύρια ευρώ κύκλος εργασιών), ύστερα, επειδή οι προϋποθέσεις ανάθεσης δεν είναι ιδιαίτερα δεσμευτικές, σε αντίθεση με εκείνες που αφορούν την ανάθεση σε εγχώριο μεταφορέα, και παρότι το άρθρο 7 προβλέπει χρήσιμα μέτρα δημοσιοποίησης, και τέλος επειδή οι σιδηρόδρομοι δεν είναι κλάδος που, εκ φύσεως, θα έπρεπε να εξαιρεθεί οριστικά από τον ανταγωνισμό, εκτός εάν υπάρξει θέμα συμμόρφωσης προς διατάξεις ανάλογες μ' εκείνες που προβλέπονται στο άρθρο 5, παράγραφος 2 της πρότασης κανονισμού.

4.3.3

Θα μπορούσε ευλόγως να θεωρηθεί ότι το άνοιγμα σε ελεγχόμενο ανταγωνισμό θα παρείχε καλύτερες εγγυήσεις για τη διαφάνεια, την ισότητα μεταχείρισης, τα συμφέροντα των πελατών και των μεταφορέων και ότι η λύση που επελέγη, κατά πάσα πιθανότητα για λόγους πολιτικού συμβιβασμού, επιφέρει κάποια έλλειψη ισορροπίας στο κείμενο, από άποψη νομικής συνοχής.

4.4   Οι αποζημιώσεις για υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας

4.4.1

Το άρθρο 6 της πρότασης κανονισμού παραπέμπει στο άρθρο 4, το οποίο βασίζεται εν μέρει στα κριτήρια της απόφασης Altmark — Trans. Η οποιαδήποτε αποζημίωση, όποιοι κι αν είναι οι τρόποι χορήγησής της, πρέπει να είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις αυτές. Για τις συμβάσεις με απευθείας ανάθεση, οι αποζημιώσεις πρέπει επιπλέον να συμμορφώνονται προς τους κανόνες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα, όπου ορίζεται ότι, για να προσδιοριστεί το ύψος της αποζημίωσης, πρέπει να συγκριθεί η κατάσταση άμεσης εκμετάλλευσης με την κατάσταση μιας υπηρεσίας η εκμετάλλευση της οποίας θα γινόταν «υπό συνθήκες της αγοράς» εάν δεν εκπληρωνόταν η υποχρέωση.

4.4.2

Επομένως, το κείμενο διακρίνει δύο καταστάσεις:

εάν έχει προηγηθεί άνοιγμα στην αγορά, η αποζημίωση για τις ΥΔΥ υιοθετεί το πνεύμα των τριών πρώτων προϋποθέσεων που ορίζονται στην απόφαση Altmark — Trans·

εάν έχει γίνει απευθείας ανάθεση, χωρίς άνοιγμα στην αγορά, η αποζημίωση για τις ΥΔΥ βασίζεται εν μέρει μόνο στα κριτήρια που ορίζονται στην απόφαση Altmark — Trans, πρέπει όμως να διεξαχθεί επίσης συγκριτική μελέτη της οικονομικής διαχείρισης της υπηρεσίας εξαιρουμένων των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας.

4.4.3

Το σύστημα αυτό δημιουργεί κάποια νομική πολυπλοκότητα, η οποία καθιστά αναγκαίες κάποιες σαφέστερες ακόμα διατυπώσεις, ώστε να εξασφαλίζεται η διαφάνεια και η χρηστή διαχείριση έναντι των πελατών και των φορολογουμένων.

4.5   Ποιότητα των υπηρεσιών και κοινωνική νομοθεσία

4.5.1

Η Επιτροπή τονίζει ότι το αντικείμενο της πρότασης κανονισμού είναι να ρυθμίσει το ζήτημα των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας στον κλάδο των μεταφορών και της αποζημίωσής τους, και όχι να ασχοληθεί με όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με την ποιότητα των υπηρεσιών, με την κοινωνική νομοθεσία και με την προστασία του καταναλωτή. Έτσι, μόνον η παράγραφος 7 του άρθρου 4 θίγει το ζήτημα των κοινωνικών δικαιωμάτων κατά ευέλικτο τρόπο. Είναι γεγονός ότι πρόκειται για ζήτημα που ανήκει στο πεδίο της εθνικής αρμοδιότητας.

4.5.2

Εντούτοις, η αναθεωρούμενη πρόταση του 2002 ήταν πολύ σαφέστερη όσον αφορά τον ορισμό του κατάλληλου επιπέδου ποιότητας των δημοσίων υπηρεσιών, ή ενημέρωσης των επιβατών, καθώς και την κοινωνική νομοθεσία (παλαιά άρθρα 4, 4 α) και 4β)).

4.5.3

Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για την νέα αυτή διατύπωση, που επιδεικνύει υπερβολική διακριτικότητα όσον αφορά το ζήτημα της ποιότητας και της ενημέρωσης των επιβατών, καθώς και τις εγγυήσεις που προσφέρουν οι εθνικές κοινωνικές νομοθεσίες. Επιμένει να επανέλθει η Επιτροπή στο πνεύμα της πρότασης του 2002 και να συμπληρώσει την πρότασή της, τηρώντας παράλληλα την αρχή της επικουρικότητας και της ελεύθερης διοίκησης των τοπικών αρχών. Χωρίς να φτάσει στο σημείο να παραθέτει εξαντλητικό κατάλογο κριτηρίων ασφάλειας, ποιότητας και ενημέρωσης των επιβατών, θα ήταν καλό να υποδεικνύει ελάχιστες απαιτήσεις στους τομείς αυτούς.

4.6   Μετάβαση από τη σημερινή κατάσταση στη νέα νομοθεσία

4.6.1

Παρατηρείται κάποια ασάφεια στην παράγραφο 6 του άρθρου 8, όπου ρυθμίζεται η κατάσταση του ανταγωνισμού για το δεύτερο ήμισυ των μεταβατικών περιόδων, αφήνεται όμως σε πλήρη αβεβαιότητα κατά το πρώτο ήμισυ, ενώ δεν εξετάζεται η περίπτωση των απευθείας αναθέσεων.

Βρυξέλλες, 18 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  COM(2000) 7 τελικό – 2000/0212 (COD), όπως τροποποιήθηκε από το COM(2002) 107 τελικό.

(2)  Αξίζει να αναφερθεί ότι η παρούσα πρόταση δεν αφορά πλέον την εσωτερική ναυσιπλοΐα, η οποία εξακολουθεί επομένως να διέπεται από το άρθρο 73 της Συνθήκης.

(3)  COM(2005) 319 τελικό, παράγραφος 2.

(4)  ΕΕ C 221 της 07.08.2001 (σημείο 2.2).

(5)  Αυτόθι, σημείο 2.4.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

της γνωμοδότησης της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Η τροπολογία που ακολουθεί απορρίφθηκε, αλλά έλαβε το ένα τέταρτο των ψήφων:

Σημείο 4.6

Να προστεθεί νέα παράγραφος στο σημείο 4.6:

«Οι αγορές των δημοσίων χερσαίων μεταφορών στην ΕΕ εμφανίζουν ποικιλία ως προς τον βαθμό ανοίγματος ή απελευθέρωσης, που κυμαίνεται από κάποιες που είναι κλειστές, έως άλλες που λειτουργούν με ελεγχόμενο ανταγωνισμό, και εκείνες που έχουν πλήρως απελευθερωθεί. Ως εκ τούτου, καθίσταται αναγκαία η καθιέρωση μεταβατικής περιόδου, προκειμένου να προσαρμοστούν οι αγορές στον Κανονισμό και να καταστούν κατάλληλες προς έγκριση, ώστε να αποτραπούν ανισότητες μεταξύ των κρατών μελών.»

Αιτιολογία

Θα εκτεθεί προφορικά.

Αποτέλεσμα ψηφοφορίας:

Ψήφοι υπέρ: 22

Ψήφοι κατά: 43

Αποχές: 03


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/26


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προώθηση καθαρών οχημάτων οδικών μεταφορών

COM(2005) 634 τελικό — 2005/0283 (COD)

(2006/C 195/07)

Με επιστολή του, την 1η Μαρτίου 2006, το Συμβούλιο ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 175, παράγραφος 1, της ΣΕΚ, να προβεί στην επεξεργασία γνωμοδότησης με θέμα την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του, στις 2 Μαΐου 2006 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. RANOCCHIARI.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2006) η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 137 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 4 αποχές:

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Πάνω από το 75 % του πληθυσμού της Ένωσης ζει σε αστικές περιοχές. Για τον λόγο αυτό οι αστικές μεταφορές αντιπροσωπεύουν ένα πολύ σημαντικό ποσοστό του τομέα των μεταφορών στο σύνολό του, επηρεάζοντας τόσο τις παραμέτρους της ποιότητας του αέρα (μονοξείδιο του άνθρακα, υδρογονάνθρακες, οξείδια του αζώτου, αιθάλη, πρόδρομοι του όζοντος) και κατά συνέπεια την τοπική ρύπανση, όσο και τις κλιματικές αλλαγές (εκπομπές CO2).

1.2

Διάφορες νομοθετικές και ερευνητικές δράσεις αναλήφθηκαν τα τελευταία έτη τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και σε επίπεδο διεθνούς συνεργασίας: η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, η μείωση των εκπομπών ρύπων και της εξάρτησης από το πετρέλαιο, είναι οι βασικοί στόχοι που επιδιώχθηκαν.

1.3

Χάρη στις ρυθμίσεις που διέπουν τις εκπομπές των οχημάτων, γνωστές ως πρότυπα «Ευρώ», κατά τα τελευταία 25 έτη οι εκπομπές ρύπων από οχήματα οδικών μεταφορών έχουν μειωθεί δραστικά.

1.4

Εξάλλου, χάρη σε πρότυπα όπως το CAFE (Clean Air for Europe — Καθαρός αέρας για την Ευρώπη, 2005), κατέστη δυνατή η πρόβλεψη περαιτέρω μείωσης κατά 5 % των επιπέδων ρύπανσης για το 2020.

1.5

Η υπό εξέταση οδηγία αποσκοπεί στην προώθηση ενός βιώσιμου αστικού περιβάλλοντος: στην οδηγία προβλέπεται η δημιουργία ενός στόλου καθαρών βαρέων οχημάτων, που μαζί με την εξοικονόμηση της ενέργειας να παράγουν λιγότερες εκπομπές ρύπων.

1.6

Ειδικότερα, επιβάλλεται στους δημόσιους φορείς η υποχρέωση προμήθειας ποσοστού 25 % σε καθαρά οχήματα επί των ετήσιων αγορών βαρέων οχημάτων άνω των 3,5. Στην πρόταση της Επιτροπής προβλέπεται εξάλλου η δυνατότητα διαδοχικής επέκτασης αυτής της υποχρέωσης και σε άλλες κατηγορίες οχημάτων που αγοράζουν οι δημόσιοι φορείς.

1.7

Παράλληλα με την αρχική επένδυση των δημόσιων φορέων, η έγκαιρη θέση σε ισχύ της οδηγίας αυτής θα ευνοήσει την ταχεία ανάπτυξη και την ευρεία διάδοση των καθαρών τεχνολογιών.

1.8

Σε πολλές τοπικές αρχές που είναι υποχρεωμένες να επιβάλλουν περιορισμούς στην ελεύθερη κυκλοφορία των οχημάτων, η οδηγία, εάν εγκριθεί, παρέχει μία εναλλακτική λύση για την επίτευξη θετικών αποτελεσμάτων όσον αφορά τον περιβαλλοντικό, κοινωνικό και οικονομικό αντίκτυπο.

1.9

Σε πόλεις όπως το Παρίσι, το Μονπελιέ, η Φραγκφούρτη, το Ελσίνκι και άλλες, που έχουν επενδύσει κεφάλαια για την αγορά στόλου καθαρών οχημάτων (λεωφορείων ή φορτηγών για την αποκομιδή των απορριμμάτων που κινούνται με φυσικό αέριο), έχουν επιτευχθεί σημαντικά αποτελέσματα και πραγματοποιούνται αγορές και άλλων οχημάτων για την αύξηση του διαθέσιμου στόλου.

1.10

Η επιτάχυνση των χρόνων παρέμβασης, με τη διαφοροποίηση των προσπαθειών και με δράσεις σε διάφορα επίπεδα για τη μείωση του συνολικού περιβαλλοντικού αντίκτυπου (πρότυπα «Ευρω» για τον έλεγχο των εκπομπών των οχημάτων, δράσεις για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και για την ασφάλεια όσον αφορά τον εφοδιασμό και τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας), συνεπάγεται κοινωνικά οφέλη και τεχνολογική και οικονομική πρόοδο.

1.11

Η ΕΟΚΕ εκφράζει ωστόσο την ευχή η οδηγία να υιοθετηθεί εντός του 2006, έτσι ώστε να συμπληρώσει τις λοιπές δράσεις που έχουν ήδη τεθεί σε εφαρμογή από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, καθώς και όσες βρίσκονται στο στάδιο του προσδιορισμού ή πρόκειται να εγκριθούν.

2.   Αιτίες και νομοθετικό περιεχόμενο

2.1

Στις 12 Δεκεμβρίου 2005, η Επιτροπή παρουσίασε την παρούσα πρόταση οδηγίας σχετικά με την προώθηση καθαρών οχημάτων οδικών μεταφορών (1) (νομική βάση: άρθρο 175, παράγραφος 1 της ΣΕΚ· διαδικασία συναπόφασης).

2.2

Οι κύριοι στόχοι της οδηγίας είναι:

Μείωση των εκπομπών ρύπων που προκαλούνται από τον τομέα των μεταφορών,

Ενθάρρυνση της αγοράς καθαρών οχημάτων, με αναφορά στα βαρέα οχήματα βάρους άνω των 3,5 t.

2.3

Στην οδηγία προβλέπεται ότι οι δημόσιοι φορείς έχουν την υποχρέωση να διαθέσουν ελάχιστα ποσοστά των ετησίων προμηθειών τους βαρέων οχημάτων (άνω των 3,5 τόνων) για οχήματα που πληρούν το πρότυπο επιδόσεων του «οικολογικά βελτιωμένου οχήματος». Το ελάχιστο ποσοστό έχει καθορισθεί σε 25 % και αφορά την αντικατάσταση των βαρέων οχημάτων ούτως ώστε να καταστεί δυνατή η σταδιακή εισαγωγή περιβαλλοντικών κριτηρίων κατά τη διαδικασία προμηθειών και να προετοιμαστούν οι δημόσιοι φορείς και η βιομηχανία για μια ενδεχόμενη επέκταση των απαιτήσεων αυτών και σε άλλες κατηγορίες οχημάτων.

2.4

Μακροπρόθεσμα, η οδηγία θα συμβάλει στη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων ολόκληρου του στόλου χάρη στην πρόοδο οικονομιών κλίμακας, στη μείωση του κόστους και στην ευρύτερη διάδοση των τεχνολογιών για οικολογικά βελτιωμένα οχήματα.

3.   Ορισμοί και εξηγήσεις

3.1

Τα βαρέα οχήματα που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας οδηγίας είναι αυτοκίνητα βάρους άνω των 3,5 t, όπως λεωφορεία και δημόσιας χρήσεως οχήματα (π.χ. απορριμματοφόρα).

3.2

«Καθαρό όχημα» σημαίνει «οικολογικά βελτιωμένο όχημα» σύμφωνα με τον ορισμό του ευρωπαϊκού προτύπου απόδοσης EEV (Enhanced Environmentally-Friendly Vehicle) (2) {«ΒΠΟ» (Βελτιωμένο Περιβαλλοντικώς φιλικό Όχημα}, που ορίζει αυστηρά όρια όσον αφορά τις εκπομπές του CO2 και τις βλαβερές εκπομπές μονοξειδίου του άνθρακα, υδρογονανθράκων, οξειδίων του αζώτου, αιθάλης και προδρόμων του όζοντος:

CO

(g/kWh)

HC

(g/kWh)

NOx

(g/kWh)

PM

(g/kWh)

Αιθάλη

(m- 1)

1,5

0,25

2,0

0,02

0,15

3.3

Τα κράτη μέλη ενθαρρύνονταν ανέκαθεν να εισαγάγουν φορολογικές διευκολύνσεις για τα οχήματα που διέπονται από αυστηρότερες οριακές τιμές εκπομπών σε σχέση με το πρότυπο Ευρω 4 που ισχύει σήμερα (3), με στόχο την προώθηση της εισόδου στην αγορά καθαρότερων και αποδοτικότερων οχημάτων.

3.4

Οι δημόσιοι φορείς στους οποίους απευθύνεται η οδηγία είναι οι κρατικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου, οι δημόσιες επιχειρήσεις και οι φορείς που δεσμεύονται με συμβάσεις με δημόσιες αρχές για την παροχή μεταφορικών υπηρεσιών.

3.5

Η υποχρέωση διάθεσης ενός ελάχιστου ποσοστού των ετήσιων προμηθειών σε καθαρά οχήματα αφορά και την αγορά και τη μίσθωση βαρέων οχημάτων.

3.6

Η προώθηση της χρήσης των οχημάτων ΒΠΟ συνάδει εξάλλου με την πρόσφατη πρόταση οδηγίας της Επιτροπής σχετικά με τη φορολογία των επιβατικών αυτοκινήτων (4): αυτή βασίζεται πράγματι εν μέρει στις εκπομπές CO2, ώστε να ενθαρρυνθεί η αγορά καθαρότερων και αποδοτικότερων οχημάτων από πλευράς ενέργειας, όπως τα οχήματα που λειτουργούν με βιοκαύσιμα, φυσικό αέριο, υγροποιημένο αέριο πετρελαίου (GPL), ηλεκτρικούς ή υβριδικούς κινητήρες.

3.7

Η αύξηση της κατανάλωσης βιοκαυσίμων ορίζεται ως ένας από τους στόχους του σχεδίου δράσης για τη βιομάζα (5), που πρόσφατα υιοθέτησε η Επιτροπή και ανάπτυξε στην ανακοίνωση που ακολούθησε για τα βιοκαύσιμα (6).

3.8

Συνεπώς η παρούσα πρόταση εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο των δράσεων που έχουν αναληφθεί για την αντιμετώπιση της συνεχούς αύξησης των εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και επηρεάζουν αρνητικά τους κοινοτικούς στόχους σχετικά με τις κλιματικές αλλαγές, την αύξηση φαινομένων τοπικής ρύπανσης λόγω των εκπομπών των καυσαερίων των αυτοκινήτων που βλάπτουν την υγεία των πολιτών, την ενεργειακή απόδοση των καυσίμων που καταδεικνύει τη μεγάλη εξάρτηση της Ευρώπης από το πετρέλαιο.

3.9

Στην Πράσινη Βίβλο για τον ενεργειακό εφοδιασμό (7), τα θέματα που αφορούν την ανάπτυξη του τομέα των μεταφορών, την μεγάλη κατανάλωση ενέργειας, καθώς και τις εκπομπές CO2 και την εξάρτηση από το πετρέλαιο, αναλύονται για να προσδιοριστούν παρεμβάσεις που να μπορούν να επηρεάσουν τη ζήτηση εναλλακτικών τεχνολογιών και καυσίμων και να προωθήσουν μία γενιά «καθαρών» οχημάτων, όπως αναφέρεται στη Λευκή Βίβλο (8) για την ευρωπαϊκή πολιτική μεταφορών έως το 2010.

3.10

Η ανακοίνωση σχετικά με τα εναλλακτικά καύσιμα στις οδικές μεταφορές (9) και η οδηγία που ακολούθησε για την προώθηση της χρήσης των βιοκαυσίμων (10), καθορίζουν κατά τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας ένα αποτελεσματικό σύστημα για τη μείωση της εξάρτησης από το πετρέλαιο, των εκπομπών CO2 και των τοπικών ρύπων.

3.11

Στην ανακοίνωση για την αξιολόγηση της στρατηγικής της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη (11) εξετάζονται οι πτυχές που αφορούν τις κλιματικές αλλαγές: σε αυτή τη στρατηγική προτείνεται ρητά η ανάπτυξη μιας αγοράς καθαρότερων οχημάτων, στο εσωτερικό ενός προγράμματος διαχείρισης της κυκλοφορίας στις αστικές περιοχές στο οποίο να προβλέπεται η προώθηση «οικολογικών καινοτομιών» και προωθείται σαφώς η υιοθέτηση των «καθαρών» λεωφορείων.

3.12

Στην Πράσινη Βίβλο για την ενεργειακή απόδοση (12) προτείνονται συγκεκριμένες δράσεις, μεταξύ των οποίων και η προσφυγή σε δημόσιες συμβάσεις για την ανάπτυξη μιας αγοράς οχημάτων που να ρυπαίνουν λιγότερο και να έχουν μεγαλύτερη ενεργειακή απόδοση σε σχέση με τα συμβατικά οχήματα.

3.13

Η παραγωγή και η χρήση οχημάτων που να σέβονται περισσότερο τα όρια σχετικά με τους ατμοσφαιρικούς ρύπους συνιστούν καθοριστικής σημασίας παράγοντα για την επίτευξη των στόχων που θέτει η σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία (13).

3.14

Στα πλαίσια της θεματικής στρατηγικής για την ποιότητα του αέρα (14), με την οποία η Επιτροπή προτείνει τη ενοποίηση των σχετικών οδηγιών, υπογραμμίζεται τελευταία η ανάγκη να προταθεί στους δημόσιους φορείς να εφαρμόζουν ελάχιστες ετήσιες ποσοστώσεις προμηθειών καθαρών και ενεργειακά αποδοτικών οχημάτων.

3.15

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει εκφραστεί υπέρ ενός κοινοτικού σχεδίου δράσης για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης στον τομέα των μεταφορών, υποστηρίζοντας ειδικότερα τη σημασία στοχοθετημένων προγραμμάτων δημοσίων προμηθειών για τη μείωση της τιμής υλικού που προάγει την ενεργειακή απόδοση, και να καταστήσουν το υλικό αυτό ανταγωνιστικό προς εκείνο των συμβατικών τεχνολογιών (15).

3.16

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προώθησε μέτρα με στόχο την ολοκλήρωση της διαχείρισης του περιβάλλοντος και της αειφόρου ανάπτυξης της πολιτικής μεταφορών (16).

4.   Γενικές παρατηρήσεις

4.1

Η έγκριση της παρούσας πρότασης οδηγίας, θα εισαγάγει μία σειρά υποχρεωτικών μέτρων σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες, μέτρα που θα αποσκοπούν στην επιτάχυνση της ζήτησης της αγοράς αυτών των καθαρών οχημάτων. Παράλληλα η πρόταση προωθεί την εισαγωγή καθαρών και ενεργειακά αποδοτικών οχημάτων μέσω μιας ουδέτερης προσέγγισης από τεχνολογικής πλευράς, όπως συνιστούν τα κράτη μέλη (17).

4.2

Η υποχρέωση σύμβασης για τα βαρέα οχήματα άνω των 3,5 t, σε σχέση με εκούσιες συμφωνίες ή άλλου τύπου ρυθμίσεις, έχει πλεονεκτήματα από πλευράς προϋπολογισμού κόστους-οφέλους, είτε όσον αφορά τις οικονομικές πτυχές της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας είτε, κυρίως, όσον αφορά τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο.

4.3

Ο καθορισμός του ποσοστού που θα περιλαμβάνεται στις δημόσιες προμήθειες στο 25 %, σημαίνει αναφορά στο 10 % του συνόλου της αγοράς και κατά συνέπεια ένα ποσοστό που συμβάλλει στην ανάπτυξη της αγοράς καθαρών οχημάτων και που ακόμη προωθεί οικονομίες κλίμακας, με την διατήρηση σε αποδεκτά επίπεδα του κόστους της επένδυσης.

4.4

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί, ο αριθμός των οχημάτων που αφορά η παρούσα πρόταση οδηγίας είναι περίπου 52.000, εκ των οποίων 17.000 λεωφορεία και 35.000 βαρέα οχήματα εμπορικής χρήσεως. Η εισαγωγή 25 % καθαρών οχημάτων αντιστοιχεί σε 13.000 οχήματα ΒΠΟ το έτος. Η επιλογή ενός ειδικού τομέα αντικατάστασης (λεωφορεία, απορριμματοφόρα ή άλλα) αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια των δημόσιων φορέων, που έχουν πλήρη ελευθερία στο να καθορίσουν τα ειδικά ποσοστά αντικατάστασης.

4.5

Η προκήρυξη διαγωνισμών για τη συστηματική εισαγωγή καθαρών οχημάτων θα ευνοήσει την ανάπτυξη της αυτοκινητοβιομηχανίας και θα διασφαλίσει την άνθηση μιας σταθερής αγοράς βαρέων οχημάτων στην Ευρώπη, αυξάνοντας το επίπεδο ανταγωνισμού και ανταγωνιστικότητας.

4.6

Το Παρίσι, το Μονπελιέ και η Φραγκφούρτη, όπως και άλλες πόλεις, διαθέτουν ήδη στόλους καθαρών οχημάτων, και ετοιμάζονται να τους διευρύνουν λόγω των θετικών αποτελεσμάτων που έχουν επιτευχθεί τόσο σε περιβαλλοντικό όσο και σε κοινωνικοοικονομικό επίπεδο.

4.7

Η υποχρεωτική εισαγωγή ποσοστού οχημάτων ΒΠΟ στον στόλο των βαρέων οχημάτων, αποτελεί ένα επιπλέον μέσο στη διάθεση των δημόσιων διοικήσεων προκειμένου να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις που επιβάλλουν οι κοινοτικές οδηγίες για την ποιότητα του αέρα.

4.8

Το ποσοστό αντικατάστασης που προτείνεται στην πρόταση οδηγίας θα συμβάλει στην ταχεία επίτευξη των πρώτων αποτελεσμάτων όσον αφορά τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα (18), ανάγοντας τα ΒΠΟ σε πρότυπα που μειώνουν δραστικά τις εκπομπές HC, NOχ και PM.

4.9

Η χρήση των ΒΠΟ συμβάλλει, εξάλλου, στη μείωση της κατανάλωσης καυσίμων και στην ενθάρρυνση της έρευνας για την επίτευξη σημαντικότερων αποτελεσμάτων για το περιβάλλον: η προώθηση της χρήσης εναλλακτικών καυσίμων και η μελέτη τεχνολογιών επεξεργασίας των εκπομπών συμβάλλουν δυναμικά στην ανάπτυξη της αυτοκινητοβιομηχανίας.

4.10

Δεδομένου ότι ο μέσος όρος ζωής των βαρέων οχημάτων που εξετάζονται στην πρόταση είναι περίπου 15 έτη και με την υπόθεση ότι η πρόταση οδηγίας θα τεθεί σε ισχύ κατά τη διάρκεια του 2006, οι δημόσιοι φορείς θα έχουν τη δυνατότητα έως το 2030 να κάνουν απόσβεση των επενδύσεών τους, να αναπτυχθούν τεχνολογικά και να βελτιώσουν τα πρότυπα παροχής υπηρεσιών.

4.11

Η ταχεία και συνεπής δέσμευση όσον αφορά την προώθηση καθαρών οχημάτων θα έχει επωφελείς συνέπειες και σε κοινωνικό επίπεδο: βελτίωση της ποιότητας του αέρα των αστικών κέντρων σημαίνει, μεταξύ άλλων, μείωση της εμφάνισης ή της επιδείνωσης των ασθενειών του αναπνευστικού συστήματος με επακόλουθη βελτίωση του προϋπολογισμού για τη δημόσια υγεία.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  COM(2005) 634 τελικό.

(2)  Οδηγία 2005/55/ΕΚ, άρθρο1, γ) και Παράρτημα I, σημείο 6.2.1.

(3)  Οδηγία 1998/69/ΕΚ.

(4)  COM(2005) 261 τελικό της 5.7.2005.

(5)  COM(2005) 628 τελικό της l 7.12.2005.

(6)  COM(2006) 34 τελικό της 7.2.2006.

(7)  COM(2000) 769.

(8)  COM(2001) 370.

(9)  COM(2001) 547: προβλέπεται η αντικατάσταση του 20 % των παραδοσιακών καυσίμων από εναλλακτικά καύσιμα έως το 2020.

(10)  Οδηγία 2003/30/ΕΚ.

(11)  COM(2005) 37.

(12)  COM(2005) 265.

(13)  Οδηγία 1996/62 για την ποιότητα του αέρα του περιβάλλοντος και επακόλουθες οδηγίες: οδηγία 1999/30 σχετικά με τις οριακές τιμές διοξειδίου του θείου, διοξειδίου του αζώτου και οξειδίων του αζώτου, σωματιδίων και μολύβδου, οδηγία 2000/69 για τις οριακές τιμές του βενζολίου και του μονοξειδίου του άνθρακα· οδηγία 2002/3 στόχοι για τις τιμές του όζοντος.

(14)  COM(2005) 446 τελικό

(15)  A5-0054/2001.

(16)  Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ελσίνκι (1999) και Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Göteborg (2001).

(17)  Σύμφωνα με τις προτεραιότητες που όρισε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 22ας και 23ης Μαρτίου 2005, στα πλαίσια της στρατηγικής της Λισσαβώνας.

(18)  Η πόλη του Μονπελιέ εισήγαγε τα πρώτα καθαρά λεωφορεία με φυσικό αέριο το 1999. Μετά από τριάντα μήνες οι εκπομπές NOχ μειώθηκαν κατά 50 %, τα PM σχεδόν εξαφανίστηκαν και ο θόρυβος μειώθηκε κατά 5 έως 8 decibel. (Στοιχεία: ADEME, Agence de l'environnement et de la maitrise de l'energie - Délégation régionale Languedoc-Roussillon).


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/29


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο — επανεξέταση της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη — πλαίσιο δράσης»

COM(2005)658 τελικό

(2006/C 195/08)

Στις 13 Δεκεμβρίου 2005, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω ανακοίνωση.

Το τμήμα «γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή τους στις 26 Απριλίου 2006. Εισηγητής ήταν ο κ. RIBBE και συνεισηγητής ο κ. DERRUINE.

Κατά την 427η σύνοδο της ολομέλειάς της, στις 17 και 18 Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου), η ΕΟΚΕ υιοθέτησε με ψήφους 137 υπέρ, 2 κατά και 4 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Περίληψη των συμπερασμάτων και των συστάσεων της ΕΟΚΕ

1.1

Η ΕΟΚΕ έχει τονίσει επανειλημμένα την υψηλή σημασία που έχει η αειφόρος ανάπτυξη για το μέλλον της Ευρώπης και τη γενικότερη εξέλιξη, και επικροτεί συνεπώς το «πλαίσιο δράσης» με το οποίο η Επιτροπή πραγματεύεται το θέμα αυτό.

1.2

Η ανακοίνωση που υποβάλλεται από την Επιτροπή είναι ένα από τα πέντε έγγραφα που δημοσιεύθηκαν το 2005 μόνο για το θέμα «αειφόρος ανάπτυξη». Μολονότι η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τη σπουδαιότητα που έχουν οι συγκεκριμένες ενέργειες, επικρίνει την ύπαρξη μεγάλου αριθμού διαφορετικών εγγράφων, κατάσταση η οποία καθιστά σχεδόν αδύνατο για τον ενδιαφερόμενο για την πολιτική πολίτη να έχει μια συνολική εικόνα των πραγμάτων.

1.3

Οι διασυνδέσεις της στρατηγικής της Λισαβόνας με τη στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη είναι συγκεχυμένες. Για να μπορούν να γίνουν κατανοητές από τους πολίτες, πρέπει οπωσδήποτε να καταβληθούν προσπάθειες στο χώρο της πληροφόρησης και της συνεκτικότητας. Πρέπει να αναθεωρηθεί το μέσο των αναλύσεων αντίκτυπου, έτσι ώστε παράλληλα με την οικονομική διάσταση να συνεκτιμώνται και οι κοινωνικές και περιβαλλοντικές διαστάσεις. Η έρευνα και καινοτομία που προωθούνται στο πλαίσιο της Λισαβόνας πρέπει να υποστηρίζουν άμεσα την αειφόρο ανάπτυξη.

1.4

Η ΕΟΚΕ δεν μπορεί να θεωρήσει ότι το πλαίσιο δράσης που προτείνεται με την ανακοίνωση αποτελεί μια νέα, αναθεωρημένη στρατηγική. Μπορεί μεν να γίνεται μια σωστή ανάλυση της τρέχουσας κατάστασης και να αναγνωρίζεται ότι «η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί», ωστόσο τα πράγματα παραμένουν κατά κάποιο τρόπο στο επίπεδο της ανάλυσης. Δεν περιγράφεται καθόλου με συγκεκριμένο τρόπο ποια μπορεί να είναι η συνέχεια, και ακόμη και εάν αυτό γίνεται, η περιγραφή είναι ανεπαρκής.

1.5

Στο έγγραφο αυτό η Επιτροπή δεν ανταποκρίνεται στη σύσταση της ΕΟΚΕ του Απριλίου 2004, ούτε στην υπόσχεση που έδωσε η ίδια τον Ιούνιο του 2005. Δεν ορίζει συγκεκριμένους στόχους που μπορούν να επιτευχθούν στα πλαίσια της στρατηγικής για την αειφορία.

1.6

Μια στρατηγική περιγράφει κανονικά την πορεία που πρέπει να ακολουθηθεί για την υλοποίηση των στόχων που τίθενται. Η έλλειψη στόχων πρέπει κατ' ανάγκην να οδηγήσει σε ελλείψεις κατά τον ορισμό των μέσων. Αυτή είναι μια αποφασιστικής σημασίας έλλειψη στην ανακοίνωση. Όταν κανείς δεν γνωρίζει ακριβώς που θέλει να φτάσει, δεν μπορεί βεβαίως να ορίσει με ποιο τρόπο θα φτάσει εκεί.

1.7

Οι κεντρικές δράσεις που περιγράφονται στο έγγραφο της Επιτροπής είναι ασαφείς και καθόλου συγκεκριμένες. Εν μέρει, πρόκειται για παλαιά αιτήματα ή υποσχέσεις που έχουν μείνει μετέωρες εδώ και περισσότερα από τριάντα χρόνια, χωρίς να υλοποιηθούν. Όμως, δεν διεξάγεται συζήτηση γύρω από το ερώτημα ποιος ήταν ο λόγος για τον οποίο δεν έχουν υλοποιηθεί ακόμα τόσο παλαιά αιτήματα, ούτε εάν τα αιτήματα αυτά παραμένουν επίκαιρα και κυρίως εάν είναι επαρκή.

1.8

Στα σημεία, όμως, στα οποία γίνονται εξαιρετικά σημαντικές ανακοινώσεις η Επιτροπή αποφεύγει να δεσμευθεί. Βεβαίως, επικροτείται η ανακοίνωσή της ότι θα αξιοποιήσει το διεθνές εμπόριο ως μέσο για την προαγωγή της αειφόρου ανάπτυξης. Όμως, σε ένα «πλαίσιο δράσης» θεωρείται λογικό ότι θα διευκρινίζεται και με ποιο τρόπο μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος αυτός.

1.9

Η Επιτροπή πρέπει να διασαφηνίσει το ρόλο των διαφόρων παραγόντων, απαντώντας στο ερώτημα «ποιος κάνει τι» σε συμφωνία με τις αρμοδιότητες της Ε.Ε., των κρατών μελών, των κοινωνικών εταίρων και των διαφόρων ενδιαφερόμενων φορέων.

1.10

Από την πλευρά της, η ΕΟΚΕ δηλώνει ότι έχει την πρόθεση να συμβάλει στη συζήτηση καταρτίζοντας σταδιακά μια βάση δεδομένων που θα επιτρέπει τη διάδοση των καλύτερων πρακτικών, σχολιάζοντας τα εμπόδια που συναντούν οι διάφοροι παράγοντες στην πράξη, με τρόπο που να ενδυναμώνει την εμπειρογνωμοσύνη στην οποία θα μπορούν να στηριχθούν η Επιτροπή και ενδιαφερόμενες πλευρές.

1.11

Στη συνέχεια, η ανακοίνωση αφήνει ανοιχτά περισσότερα ερωτήματα από αυτά που απαντά, ή εγείρει νέα ερωτήματα την απάντηση των οποίων η κοινωνία αναμένει, μέχρι στιγμής ματαίως.

1.12

Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη βαθιά της λύπη γι' αυτό. Η ανακοίνωση αυτή δεν προωθεί πραγματικά την πολιτική για την αειφόρο ανάπτυξη αλλά αποδεικνύει μάλλον ότι η κατάσταση παραμένει στάσιμη.

2.   Κύρια σημεία και ιστορικό της γνωμοδότησης

2.1

Στις 13 Δεκεμβρίου 2005, δηλαδή αμέσως πριν το Συμβούλιο Οικονομικών και Δημοσιονομικών Θεμάτων στις Βρυξέλλες, η Επιτροπή υπέβαλε στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την ανακοίνωση «Επανεξέταση της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη — πλαίσιο δράσης» (1), η οποία αποτελεί και το θέμα της παρούσας γνωμοδότησης.

2.2

Η υπό εξέταση στρατηγική της Ε.Ε. για την αειφόρο ανάπτυξη αποφασίστηκε στη εαρινή σύνοδο κορυφής το 2001 στο Γκέτεμποργκ. Η ΕΟΚΕ έχει λάβει επανειλημμένα θέση, τόσο στο στάδιο που προηγήθηκε της κατάρτισης της στρατηγικής όσο και επί της ίδιας της στρατηγικής, για τελευταία φορά μάλιστα με τις διερευνητικές γνωμοδοτήσεις που εκπόνησε με τίτλο «Αξιολόγηση της στρατηγικής της Ε.Ε. για την αειφόρο ανάπτυξη», τον Απρίλιο του 2004 (2) και «Ο ρόλος της αειφόρου ανάπτυξης στα πλαίσια των προσεχών δημοσιονομικών προοπτικών», το Μάιο του 2005 (3). Επιπλέον, τον Απρίλιο του 2005, διοργάνωσε από κοινού με την Επιτροπή ένα φόρουμ ενδιαφερομένων το οποίο παρακολούθησαν πάρα πολλοί παράγοντες και χαρακτηρίστηκε ως ιδιαίτερα εποικοδομητικό, και το Μάρτιο του 2006 διεξήγαγε ακόμη μια ακρόαση στα πλαίσια της κατάρτισης της εν λόγω γνωμοδότησης. Όπως είναι ευνόητο, τα πορίσματα συνεκτιμήθηκαν δεόντως.

2.3

Η Επιτροπή Πρόντι είχε ανακοινώσει ότι πρόθεσή της ήταν να επεξεργαστεί τη στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη και να λάβει τη σχετική απόφαση. Ωστόσο, αυτό δεν έχει ακόμη συμβεί. Αντιθέτως, αυτό που συνέβη ήταν να προκύψουν σημαντικές καθυστερήσεις με την κατάρτιση του εγγράφου ή των εγγράφων. Αυτό πρέπει να θεωρηθεί ότι αποτελεί ένδειξη των δυσχερειών που αντιμετωπίζει η Επιτροπή αλλά και το Συμβούλιο με την προώθηση και στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη.

2.4

Το Φεβρουάριο του 2005 η Επιτροπή Μπαρόσσο δεν παρουσίασε μια αναθεωρημένη στρατηγική αλλά την ανακοίνωση «Επανεξέταση της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αειφόρο ανάπτυξη 2005: πρώτος απολογισμός και μελλοντικές κατευθύνσεις» (4). Στην ανακοίνωση αυτή, η Επιτροπή αναφέρεται στην «επιδείνωση των τάσεων που είναι αντίθετες προς την αειφόρο ανάπτυξη», και ιδιαίτερα στο ότι η πρόοδος που έχει σημειωθεί σε σχέση με τη συνεκτίμηση των αναγκών του περιβάλλοντος στις τομεακές πολιτικές «είναι μέχρι στιγμής περιορισμένη», ότι «Η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός αποτελούν ολοένα και μεγαλύτερο πρόβλημα» και ότι «σε ένα κόσμο αυξανόμενης αλληλεξάρτησης δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να παράγουμε και να καταναλώνουμε όπως σήμερα».

2.5

Αυτό είναι το πλαίσιο εντός του οποίου πρέπει να αξιολογηθεί η παρούσα ανακοίνωση της Επιτροπής. Η ΕΟΚΕ μπορεί, βεβαίως, να την εκλάβει ως περαιτέρω βήμα προς την επανεξέταση της στρατηγικής για την αειφορία όχι όμως και ως αποτέλεσμα μιας ολοκληρωμένης αναθεώρησης. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες αλλά και ανεπίσημες πληροφορίες που έχουμε στη διάθεσή μας, ο σημερινός στόχος είναι να ψηφιστεί από το Συμβούλιο, στη σύνοδο του Ιουλίου του 2006, μια αναθεωρημένη έκδοση της στρατηγικής για την αειφορία του 2001 και, στη συνέχεια, να παρουσιαστούν τα συμπεράσματα στα πλαίσια της κοινής ευρωπαϊκής στρατηγικής για την αειφορία για την περίοδο έως το 2009. Σε σχέση με αυτό, η ΕΟΚΕ διαπιστώνεται προφανώς ότι η Επιτροπή δεν ανταποκρίθηκε στην υποχρέωση που είχε αναλάβει το 2001 να υποβάλει η ίδια αναθεωρημένη έκδοση της στρατηγικής με την έναρξη της νέας θητείας της Επιτροπής. Αυτό που συνέβη είναι να κατατέθηκαν πέντε έγγραφα (5) τα οποία είχαν συνταχθεί μέχρι το 2005, τα οποία μπορεί οπωσδήποτε να θεωρηθεί ότι αποτελούν σημεία αναφοράς και υλικό για την διενέργεια αναθεώρησης, σε καμία, όμως, περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προσφέρουν μια αναθεωρημένη και νέα στρατηγική για την επόμενη τετραετία η οποία να ανταποκρίνεται στις τρέχουσες και πάντα απειλητικές νέες τάσεις.

2.6

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την απορία της για το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν σχολίασε την τελευταία διερευνητική γνωμοδότηση της με θέμα «Αξιολόγηση της στρατηγικής της Ε.Ε. για την αειφόρο ανάπτυξη» (6), παρά τη δέσμευση που είχε αναλάβει να το κάνει. Πολλά από τα βασικά ερωτήματα που είχε θέσει τότε η ΕΟΚΕ παραμένουν αναπάντητα, γεγονός το οποίο αντανακλάται και επιβεβαιώνεται από την έλλειψη στόχων, ιδεών, και προσανατολισμού στο προτεινόμενο «πλαίσιο δράσης».

2.7

Η ΕΟΚΕ εκφράζει, εξάλλου, τη λύπη της, όπως έκανε και το 2004, για την έλλειψη σαφών ενδείξεων σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο υπάρχει πρόθεση να υιοθετηθούν και να αντιπαρατεθούν οι δύο μεγάλες στρατηγικές που καθοδηγούν τις τρέχουσες δράσεις της Ε.Ε., δηλαδή η στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη και η στρατηγική της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση, σύμφωνα με τους στόχους που έχουν τεθεί στο άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ε.Ε. (7). Από την εξέταση των εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων που σχετίζονται με την στρατηγική της Λισαβόνας, προκύπτει ότι η αειφόρος ανάπτυξη δεν έχει χαρακτηριστεί ως προτεραιότητα από τα κράτη-μέλη. Δυνάμει αυτού, διαπιστώνεται η ύπαρξη ενός χάσματος σε σχέση με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Μαρτίου 2005, στα οποία ορίζεται ότι στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη αποτελεί την υπέρτατη στρατηγική της Ε.Ε..

2.8

Στην παρούσα γνωμοδότηση, η ΕΟΚΕ έχει την πρόθεση να εξετάσει κυρίως κατά πόσον συνεκτιμήθηκαν και εφαρμόστηκαν οι δηλώσεις, τα ερωτήματα και οι συστάσεις που είχε διατυπώσει στις γνωμοδοτήσεις του Απριλίου 2004 και του Μαΐου 2005, που αναφέρονται παραπάνω.

2.9

Πέραν αυτού, θα εξεταστεί κατά πόσον έχουν πραγματωθεί οι φιλοδοξίες που είχαν διατυπωθεί από την ίδια την Επιτροπή.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1

Στην ανακοίνωση που εξετάζεται, η Επιτροπή περιγράφει καταρχάς, όπως έχει κάνει και σε πολλά άλλα έγγραφα που προηγήθηκαν, την κατάσταση που επικρατεί εν γένει. Δύο αποσπάσματα από την τρίτη παράγραφο της ανακοίνωσης περιγράφουν με ιδιαίτερη σαφήνεια την κατάσταση: «Η Ευρώπη πραγματοποίησε καλή αρχή όσον αφορά την εφαρμογή των εν λόγω αρχών της αειφόρου ανάπτυξης. .... Εντούτοις, οι ταχύρρυθμες αλλαγές επιβάλλουν την εντατικοποίηση των προσπαθειών

3.2

Η ΕΟΚΕ μπορεί να επιβεβαιώσει τη δήλωση αυτή και συμμερίζεται τη γενικότερη ανάλυση που εφαρμόζεται: Σε πολλούς τομείς έχουν αναληφθεί υποδειγματικές πρωτοβουλίες σε επίπεδο Ε.Ε. και κρατών μελών, καθώς επίσης και σε επίπεδο επιχειρήσεων, ΜΚΟ και ιδιωτών. Όμως, οι πρωτοβουλίες αυτές δεν αρκούν για να μπορέσει κανείς να μιλήσει ήδη περί αντιστροφής των τάσεων.

3.3

Υπάρχουν ήδη παραδείγματα επιτυχών προσπαθειών σε εθνική κλίμακα (όπως ο θετικός αντίκτυπος που είχε για το περιβάλλον και για την απασχόληση το γερμανικό πρόγραμμα για την ανακαίνιση των κτιρίων με σκοπό την ενεργειακή αποδοτικότητα ή για την χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, σε τομεακό επίπεδο (όπως η κατάργηση της χρήσης βλαβερών για το περιβάλλον ουσιών σε εγκαταστάσεις κλιματισμού αυτοκινήτων ή «το πρόγραμμα δράσης για τις περιβαλλοντικές τεχνολογίες»), ακόμη και σε επίπεδο επιχειρήσεων (όπως η περίπτωση της British Petroleum, η οποία δεσμεύτηκε το 1998 να περιορίσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 10 % έως το 2010, δηλαδή κάτω από τις τιμές του 1990, στόχο που πέτυχε ήδη το 2003 προάγοντας την ενεργειακή αποδοτικότητα. Σε σχέση με το θέμα αυτό, αξίζει να σημειωθεί η επιστολή που υπέγραψαν μεγάλες βρετανικές και πολυεθνικές επιχειρήσεις για την υποστήριξη των προσπαθειών του βρετανού πρωθυπουργού για την καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος (8)).

3.4

Τα παραδείγματα αποδεικνύουν ότι βιώσιμες μέθοδοι παραγωγής και κατανάλωσης όχι μόνο είναι τεχνικά εφικτές, αλλά είναι και οικονομικά πρακτικές και συμβάλλουν στη διασφάλιση ή ακόμη και στη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης. Το σημείο αυτό πρέπει να προβληθεί με σαφέστερο τρόπο απ' ό,τι μέχρι σήμερα.

3.5

Η αειφόρος ανάπτυξη είναι ένα νέο, διαφορετικό και ολοκληρωμένο πρότυπο κοινωνικής ανάπτυξης: Η οικονομική, κοινωνική και οικολογική διάσταση της αειφόρου ανάπτυξης αλληλοενισχύονται και συμβάλλουν στη διατήρηση «ευρωπαϊκών αξιών». Έτσι, η αειφόρος ανάπτυξη προάγει την γενικότερη κοινωνική ευημερία. Από αυτή την άποψη, η ΕΟΚΕ επικροτεί τις κοινές προσπάθειες που γίνονται από την Επιτροπή και τη Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ανάπτυξη «δείκτη ευημερίας», ο οποίος από την άποψη της αειφόρου ανάπτυξης θα είναι περισσότερο έγκυρος ως μονάδα μέτρησης από ό,τι το ΑΕγχΠ. Το «οικολογικό ίχνος» το οποίο προβάλλεται εκτός άλλων από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Περιβάλλοντος, θα μπορούσε ενδεχομένως να αποδειχθεί χρήσιμο για το σκοπό αυτό. Ο δείκτης αυτός θα πρέπει να συνεκτιμά το εξωτερικό περιβαλλοντικό κόστος αλλά και συγκεκριμένα κοινωνικά κόστη.

3.6

Η ουσία της αειφόρου ανάπτυξης δεν είναι η αντιστάθμιση των ελλείψεων που εμφανίζονται σε ένα τομέα με τη θέσπιση μέτρων σε άλλους. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούσε η πολιτική στο παρελθόν. Τον Ιούνιο του 2005, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επιβεβαίωσε αυτή την ερμηνεία της έννοιας της ανάπτυξης και υπάρχουν πολλά έγγραφα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τα οποία αποδεικνύουν ότι αυτή η προσέγγιση λειτουργεί (9).

3.7

Ωστόσο, πρέπει πρώτα να διεξαχθεί ευρεία συζήτηση στο χώρο της πολιτικής αλλά και στην κοινωνία με αντικείμενο τις αξίες που έχουμε ενστερνιστεί στην Ευρώπη — εν μέρει σε αντίθεση με άλλες περιοχές του κόσμου — και τις οποίες πρέπει να υποστηρίξουμε, καθώς και γύρω από τους στόχους που επιθυμούμε να επιτύχουμε στην Ευρώπη σε ό,τι αφορά την αειφόρο ανάπτυξη. Θα μπορούσαμε να υπερθεματίσουμε, υποστηρίζοντας ότι η συζήτηση αυτή θα έπρεπε να είχε ήδη διεξαχθεί. Μόνο εφόσον διασαφηνιστούν οι στόχοι που πρέπει να υλοποιηθούν και οι (ευρωπαϊκές) αξίες που πρέπει να προστατευθούν θα μπορέσει κανείς να αρχίσει να συζητά για την πορεία που πρέπει να ακολουθηθεί για την υλοποίηση αυτών των στόχων (δηλαδή για την στρατηγική). Η ΕΟΚΕ αμφιβάλλει για άλλη μια φορά εάν η συζήτηση αυτή έχει ήδη διεξαχθεί στο βαθμό που θα έπρεπε. Επαναλαμβάνει δε την διαπίστωση που έκανε πριν από δύο χρόνια ότι ακόμη και η έννοια «αειφορία» είναι άγνωστη σε πάρα πολλούς πολίτες· ακόμη και εκείνοι που την είχαν ακούσει κάποτε, συχνά αγνοούν το περιεχόμενό της. Οπωσδήποτε, οι συνθήκες αυτές δεν μπορεί να θεωρηθούν θετικές για την ανάληψη πολιτικής δράσης (η κατάσταση είναι παρόμοια και σε ό,τι αφορά στην «στρατηγική της Λισαβόνας»!).

3.8

Η ΕΟΚΕ γνωρίζει πάρα πολύ καλά ότι δεν είναι καθόλου εύκολο να συζητηθούν οι αξίες και οι στόχοι που προαναφέρθηκαν στο πλαίσιο των παγκοσμιοποιημένων αγορών. Η ανάληψη πρωτοποριακού ρόλου από την Ευρώπη σε ό,τι αφορά τη διασφάλιση των θεμελιωδών αξιών της ζωής μπορεί, για παράδειγμα, να έχει ως αποτέλεσμα τη μετατόπιση μη αειφόρων τμημάτων της παραγωγής από την Ευρώπη σε άλλες περιοχές του κόσμου (κατάσταση η οποία δεν συνιστά επιτυχία για αναθεώρηση σε παγκόσμια κλίμακα) και να επηρεάσει αρνητικά την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων. Ακριβώς, όμως, επειδή υπάρχει μια πληθώρα προβλημάτων που διαφαίνονται, είναι απαραίτητο να διεξαχθεί επιτέλους η ευρεία συζήτηση την οποία έχει ζητήσει επανειλημμένα η ΕΟΚΕ.

Συγκέντρωση σε βασικούς τομείς

3.9

Στην ανακοίνωση, η Επιτροπή εστιάζει το ενδιαφέρον της σε 6 «βασικά θέματα», που είναι συγκεκριμένα τα ακόλουθα:

Κλιματικές αλλαγές και καθαρή ενέργεια,

Δημόσια υγεία,

Κοινωνικός αποκλεισμός, δημογραφία και μετανάστευση,

Διαχείριση των φυσικών πόρων,

Βιώσιμες μεταφορές και

Παγκόσμια φτώχεια και αναπτυξιακές προκλήσεις.

3.10

Όπως έχει τονίσει επανειλημμένα σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της, η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι θεωρεί ορθή μια ορισμένη συγκέντρωση, επισημαίνει, όμως, ότι πρέπει να εξεταστούν περισσότερο εμπεριστατωμένα τουλάχιστον εκείνοι οι τομείς στους οποίους η ΕΕ διαθέτει πλήρεις αρμοδιότητες — μεταξύ άλλων και οικονομικές — όπως, π.χ., η γεωργική και η περιφερειακή πολιτική. Εντύπωση προξενεί το γεγονός ότι στην ανακοίνωση δεν γίνεται σχεδόν καμία παραπομπή στους τομείς αυτούς, ενώ στο παράρτημα χρησιμοποιείται μια διεύθυνση στο διαδίκτυο για να γίνει αναφορά, π.χ., στον κανονισμό της Επιτροπής για τους στρατηγικούς προσανατολισμούς για την ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών την περίοδο 2007 — 2013 (COM(2005)304 τελικό), χωρίς να αναφέρονται περαιτέρω στοιχεία σχετικά με τους στόχους και τα μέτρα που σχετίζονται με την περισσότερο βιώσιμη ανάπτυξη.

3.10.1

Στην εισαγωγή της ανακοίνωσης, με την περιγραφή των προσπαθειών που έχει καταβάλει μέχρι στιγμής ΕΕ, γίνεται, για παράδειγμα, μια σύντομη παραπομπή στη μεταρρύθμιση της γεωργικής και της αλιευτικής πολιτικής, και τονίζεται ότι «η εντατικοποίηση της πολιτικής για την ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών» αποτελεί έκφραση της υποχρέωσης για μια ολοκληρωμένη διαμόρφωση της πολιτικής. Όμως, η ΕΟΚΕ θεωρεί αυτή τη δήλωση εντελώς ακατανόητη, δεδομένου ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει λόγος περί «εντατικοποίησης». Σε αντίθεση με τις πολιτικές υποσχέσεις της Επιτροπής και παρά τις συστάσεις της ΕΟΚΕ (10), οι χρηματοδοτικοί πόροι που θα διατεθούν για την ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών κατά την επόμενη περίοδο 2007 — 2013 θα υπολείπονται σημαντικά από τις προβλέψεις του τρέχοντος προϋπολογισμού αλλά και από τον προγραμματισμό της Επιτροπής (11).

3.10.2

Σε σχέση με την αλιευτική πολιτική, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι, μέχρι στιγμής, δεν έχει καταστεί ούτε μια φορά εφικτό να τηρηθούν οι συμπεφωνημένες ποσοστώσεις, με αποτέλεσμα να συνεχίζεται η υπεραλίευση των θαλασσών. Η απλή απαρίθμηση διαφόρων σελίδων του διαδικτύου με πληροφορίες σχετικά με παλαιές πολιτικές ή με πιθανά σχέδια για την έκδοση ανακοινώσεων ή πράσινων βιβλίων της Επιτροπής φαίνεται ανεπαρκής, εάν ληφθεί υπόψη αυτή η κατάσταση, για να επιτευχθεί ο αποκαλούμενος «επιχειρησιακός» στόχος που είναι η «επίτευξη μέγιστης βιώσιμης απόδοσης στην υγεία μέχρι το 2015» (12).

Έλλειψη σαφών στόχων

3.11

Στην ανακοίνωση που εξέδωσε το Φεβρουάριο του 2005 (COM(2005)37 τελικό), η Επιτροπή είχε κάνει μια σημαντική και από την άποψη της ΕΟΚΕ ορθή ανάλυση της πάντοτε μη βιώσιμης κατάστασης και των τάσεων που παρατηρούνται και στο δεύτερο μέρος («Η αντιμετώπιση των προκλήσεων») προέβαινε σε ανακοινώσεις που είχαν ζητηθεί προηγουμένως και από την ΕΟΚΕ. Τονίζεται ότι «…ανάπτυξη μπορεί να επιτευχθεί μόνο εάν συνδυαστεί η οικονομική ανάπτυξη με την κοινωνική ένταξη και την προστασία του περιβάλλοντος, τόσο στην Ευρώπη όσο και στις άλλες περιοχές του πλανήτη», το ζητούμενο είναι «να επικεντρωθεί η χάραξη των πολιτικών της ΕΕ στην αειφόρο ανάπτυξη», κα αναφέρεται ότι «είναι απαραίτητο να αποσαφηνιστούν οι στόχοι και οι σχετικές προθεσμίες, ώστε να επικεντρωθεί η δράση στους τομείς προτεραιότητας και να καταστεί δυνατή η αξιολόγηση της προόδου. Αν και οι τάσεις αντιπροσωπεύουν μακροπρόθεσμα προβλήματα που θα απαιτήσουν μακροπρόθεσμες λύσεις, ο μόνος τρόπος να διασφαλιστεί ότι η κοινωνία κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση είναι να τεθούν ενδιάμεσοι σαφείς στόχοι και να αξιολογείται η πρόοδος. Συνεπώς, ο καθορισμός μακροπρόθεσμων στόχων δεν πρέπει να εκληφθεί ως αναβολή της δράσης».

3.12

Στη γνωμοδότηση που εξέδωσε τον Απρίλιο του 2004, η ΕΟΚΕ παρατηρεί, επίσης, ότι πολλοί λίγοι από τους στόχους που περιλαμβάνονται στην στρατηγική για την αειφορία είναι σαφείς, άρα και μετρήσιμοι. Επίσης, επισημαίνει ότι αυτό δεν ίσχυε πάντα, και ότι στην ανακοίνωση της Επιτροπής η οποία αποτέλεσε τη βάση για την ανάπτυξη της στρατηγικής για την εγχώρια είχαν οριστεί σαφείς στόχοι (13).

3.12.1

Η ΕΟΚΕ διευκρίνισε ήδη από τότε ότι, χωρίς τον ορισμό των κατάλληλων απώτερων αλλά και ενδιάμεσων στόχων, η στρατηγική δεν θα είχε συγκεκριμένο προσανατολισμό. Επίσης, έθεσε το ερώτημα τι σημαίνει στην ουσία ο όρος «στρατηγική», παρατηρώντας ότι: Η στρατηγική ορίζεται ως ένα λεπτομερές σχέδιο για την επίτευξη συγκεκριμένου στόχου, όπου εκ των προτέρων συνυπολογίζονται οι εκάστοτε παράγοντες που ενδεχομένως συνδέονται με την εκάστοτε δράση. Συνεπώς, η βιώσιμη ανάπτυξη της ΕΕ θα πρέπει μελλοντικώς

να προβλέπει σαφείς στόχους,

να περιγράφει τα διαφορετικά μέσα προς την επίτευξη των στόχων, όπου καθορίζονται επακριβώς τα καθήκοντα, οι αρμοδιότητες και η δυνατότητες άσκησης επιρροής κατά περίπτωση,

να καταμερίζει τους μακροπρόθεσμους στόχους σε ήτοι αναγκαίον ενδιάμεσους στόχους, η επίτευξη των οποίων πρέπει να παρακολουθείται τακτικά με τη χρήση εύληπτων δεικτών,

να αντιμετωπίζει τους δυνάμει ζημιογόνους παράγοντες για την εν λόγω διαδικασία και

να διασφαλίζει ότι όλοι οι πολιτικοί τομείς θα αναλύονται και θα αξιολογούνται στο μέλλον πάντα με βάση τα κριτήρια της βιωσιμότητας. (14).

3.13

Η μεγαλύτερη έλλειψη της ανακοίνωσης της Επιτροπής και του «πλαισίου δράσης» που περιγράφεται σ' αυτήν είναι ότι, για άλλη μια φορά, δεν ορίζονται πραγματικά σαφείς στόχοι και ορόσημα, ούτε περιγράφεται η πορεία που πρέπει να ακολουθηθεί για την υλοποίησή τους, παρά το γεγονός ότι η ίδια Επιτροπή θεωρεί ότι είναι απαραίτητο να γίνει αυτό. Στο έγγραφο περιλαμβάνονται ιδιαίτερα ασαφείς «βασικές δράσεις», και στο παράρτημα 2 προστίθενται μία σειρά από «επιχειρησιακούς στόχους» καθώς και «παραδείγματα βασικών δράσεων: Τρέχουσες και προγραμματιζόμενες», που είτε μοιάζουν να είναι αυθαίρετες και να μη δηλώνουν πολλά πράγματα, είτε στην καλύτερη περίπτωση θα «εξεταστούν» ή «θα ληφθούν υπόψη».

3.14

Επίσης, δεν αναφέρεται ποιος θα πρέπει σε τελευταία ανάλυση να είναι αρμόδιος για πιο πράγμα, ούτε με ποιο τρόπο θα πρέπει να δικτυωθούν οι διάφορες πολιτικές βαθμίδες, έτσι ώστε οι επιμέρους αρμοδιότητες να οδηγήσουν στις καλύτερες δυνατές συνεργίες.

Καμία συζήτηση περί μέσων

3.15

Η ΕΟΚΕ μελέτησε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το κεφάλαιο 3.2 και τις επεξηγήσεις σχετικά με το περισσότερο αποτελεσματικό μείγμα μέτρων. Είναι απόλυτα σωστό ότι «Οι κυβερνήσεις και οι άλλοι δημόσιοι φορείς έχουν στη διάθεσή τους ένα ευρύ φάσμα εργαλείων με τα οποία μπορούν να ενθαρρύνουν τους πολίτες να πραγματοποιούν αλλαγές, όπως οι κανονιστικές ρυθμίσεις, η φορολογία, οι δημόσιες συμβάσεις, οι επιδοτήσεις, οι επενδύσεις, οι δαπάνες και η ενημέρωση. Η πρόκληση συνίσταται στην επίτευξη του κατάλληλου συνδυασμού μέσων, ούτως ώστε η χρήση των εργαλείων και η εφαρμογή των πολιτικών να συμβάλλουν στην αειφόρο ανάπτυξη. Για παράδειγμα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να κάνουν καλύτερη χρήση των διαρθρωτικών ταμείων για να υποστηρίξουν την αειφόρο ανάπτυξη. Το ισχυρότερο ίσως μέσο προαγωγής της αλλαγής είναι να διασφαλιστεί ότι οι αγορές αποστέλλουν τα κατάλληλα σήματα (“καθορισμός σωστών τιμών), παρέχοντας έτσι έντονη παρότρυνση στους πολίτες να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους και να διαμορφώσουν την αγορά ανάλογα. Η αλλαγή αυτή είναι δυνατή εάν διασφαλιστεί ότι όλοι μας, τόσο οι παραγωγοί όσο και οι καταναλωτές, αντιμετωπίζουμε το πλήρες κόστος και τις συνέπειες των αποφάσεών μας τη στιγμή που τις λαμβάνουμε. Αυτό σημαίνει, για παράδειγμα, να ενσωματώνεται στην τιμή του προϊόντος το κόστος που επιβάλλουν στα άλλα μέλη της κοινωνίας οιρυπαίνοντες, όπως πράττουν ήδη ορισμένα κράτη μέλη (παραδείγματος χάριν, μέσω των τελών ή των πράσινων φόρων)...»

3.16

Η ΕΟΚΕ δεν μπορεί παρά να υπογραμμίσει τη δήλωση αυτή, η οποία συμφωνεί με τα αιτήματα που περιλαμβάνονται σε πολλές από τις γνωμοδοτήσεις που υιοθέτησε τα τελευταία χρόνια (15). Όμως, εκφράζει βαθύτατη λύπη για το γεγονός ότι το έγγραφο περιορίζεται στην ανάλυση και δεν παρέχει καμία ένδειξη σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο υπάρχει πρόθεση να αντιμετωπιστεί το θέμα του καταλογισμού του εξωτερικού κόστους.

3.17

Στην έκθεση που εξέδωσε τον Απρίλιο του 2004, η ΕΟΚΕ καλούσε την Επιτροπή να δραστηριοποιηθεί στο χώρο αυτό και να επιδιώξει και να τροφοδοτήσει το διάλογο με όλους τους ενδιαφερόμενους κύκλους. Αυτό γιατί όλοι οι ενδιαφερόμενοι όχι μόνο επιθυμούν, αλλά και έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν με ποιο τρόπο (και πότε) υπάρχει πρόθεση να εξασφαλιστεί ο καταλογισμός του εξωτερικού κόστους. Επίσης, η ΕΟΚΕ είχε ζητήσει ήδη από τότε να διευκρινιστεί ποιος θα είναι ο αντίκτυπος που θα έχει ο καταλογισμός του κόστους στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας εν γένει και, π.χ., στον κλάδο των μεταφορών. Η ίδια η Επιτροπή διαπίστωσε ότι «λιγότερο από το ήμισυ των εξωτερικών δαπανών για το περιβάλλον … ενσωματώνεται στις τιμές της αγοράς», πράγμα που σημαίνει ότι «στηρίζεται μια ζήτηση που αντίκειται στην αειφορία» (16).

3.18

Η ΕΟΚΕ διερωτάται πού και πότε σκέφτεται η Επιτροπή να διεξάγει επιτέλους αυτή τη συζήτηση. Κατά τη γνώμη της, η στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη προσφέρει την κατάλληλη βάση για να γίνει αυτό. Εξάλλου, εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη η υποσχεθείσα εδώ και δύο χρόνια ανακοίνωση με θέμα τη χρήση προσανατολισμένων στην αγορά μέσων για την περιβαλλοντική πολιτική στην εσωτερική αγορά.

3.19

Επίσης, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για τον σχετικά προαιρετικό χαρακτήρα της ακόλουθης δήλωσης της Επιτροπής: «…Τα κράτη μέλη θα πρέπει, σε συνεργασία με την Επιτροπή, να ανταλλάξουν εμπειρίες και βέλτιστες πρακτικές για τη μετατόπιση της φορολόγησης από την εργασία στην κατανάλωση και/ή τη ρύπανση, κατά τρόπο που να μην επηρεάζει τα έσοδα, προκειμένου να συμβάλουν στους κοινοτικούς στόχους σχετικά με την αύξηση της απασχόλησης και την προστασία του περιβάλλοντος.»Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να δραστηριοποιηθεί χωρίς καθυστέρηση στον τομέα αυτό, να διενεργήσει το συντομότερο δυνατό σχετικές έρευνες, και να διαβιβάσει τα αποτελέσματα μαζί με την αξιολόγησή τους και την εκτίμηση του αντίκτυπου στα κοινοτικά όργανα με τη μορφή ανακοίνωσης.

3.20

Εκτός από τον παραγκωνισμό μιας παλαιάς αρετής της ΕΕ που ήταν η ικανότητα διατύπωσης σαφών στόχων και ορισμού συγκεκριμένων προθεσμιών, η εν λόγω παράλειψη και οι συζητήσεις σχετικά με τα πιθανά μέσα και τον αντίκτυπό τους είναι άλλη μία μεγάλη έλλειψη της ανακοίνωσης. Βεβαίως, κατ' αυτό τον τρόπο αποτρέπονται οι πιθανές διενέξεις, ωστόσο η ΕΟΚΕ έχει ζητήσει επανειλημμένα να προωθηθεί ενεργά ακριβώς αυτή η κριτική αντιπαράθεση με όλους τους παράγοντες που εμπλέκονται στη διαδικασία, γιατί διαφορετικά οι διεργασίες για την προαγωγή της αειφορίας δεν μπορεί να σημειώσουν ουσιαστική πρόοδο.

3.21

Θετική είναι η άποψη της ΕΟΚΕ σε ό,τι αφορά στην ανακοίνωση για την καλύτερη διασύνδεση των εθνικών στρατηγικών με τις ευρωπαϊκές. Ωστόσο, όπως ειπώθηκε, ήδη, για να γίνει αυτό απαιτείται πρώτα μια πραγματικά ευρωπαϊκή στρατηγική, και όχι απλώς ένα έγγραφο στο οποίο διασυνδέονται από πολλού γνωστές απόψεις, δηλώσεις προθέσεων και προγράμματα, που μέχρι στιγμής δεν ήταν σε θέση να αντιστρέψουν τις αρνητικές τάσεις.

3.22

Από το κείμενο της Επιτροπής, μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η αξιολόγηση του αντίκτυπου έχει καθοριστική σημασία για τη βελτίωση της συνεκτικότητας των διαφόρων πρωτοβουλιών και των επιμέρους σταδίων αυτών (σχεδιασμός, εκτέλεση κλπ.). Πρέπει, όμως, να ληφθεί υπόψη ότι οι αναλύσεις αυτές δεν πρέπει να στηρίζονται μόνο στο συνεπαγόμενο κόστος αλλά και σε άλλα οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά πλεονεκτήματα (17). Κατά συνέπεια, πρέπει να καταρτιστεί ένα κριτήριο με βάση το παράδειγμα της αξιολόγησης του αντίκτυπου επί της ανταγωνιστικότητας, προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεκτίμηση των δύο τελευταίων διαστάσεων.

3.22.1

Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει τη θέση της ότι η επιλεξιμότητα για χρηματοδότηση σχεδίων με βάση τα διάφορα προγράμματα και τις θέσεις του προϋπολογισμού πρέπει να στηρίζεται στα κριτήρια της αειφόρου ανάπτυξης (18). Αυτό πρέπει, επίσης, να λαμβάνεται υπόψη τη στιγμή της αξιολόγησης της αποδοτικότητας των δαπανών αυτών.

Έλλειψη σαφούς διακυβέρνησης

3.23

Εκτός από την ασάφεια των στόχων και την έλλειψη συζήτησης γύρω από το θέμα των μέσων, η ΕΟΚΕ εντοπίζει άλλη μια αδυναμία του εγγράφου. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή δεν απαντά στο ερώτημα της κατανομής αρμοδιοτήτων. Πρόκειται για ένα επίμαχο θέμα, δεδομένου ότι ορισμένες από τις προγραμματισμένες δράσεις εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων της Κοινότητας (όπως η εμπορική πολιτική), ενώ άλλες εμπίπτουν μάλλον στην αρμοδιότητα των κρατών μελών (ενέργεια), ή εντάσσονται σε μια προσπάθεια συντονισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο (κοινωνική πολιτική). Επιπλέον, σ' αυτή την πληθώρα αρμοδιοτήτων προστίθεται και μια περαιτέρω διάσταση, αυτή της παγκοσμιοποίησης (βλ. επίσης παραπάνω).

3.24

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι ένας από τους λόγους για τους οποίους δεν έχει σημειωθεί πραγματική πρόοδος στο χώρο της αειφόρου ανάπτυξης είναι η πληθώρα στρατηγικών, σχεδίων δράσης κτλ., καθώς και οι τροποποιήσεις που έχουν υποστεί με την πάροδο των χρόνων ανάλογα με τις πολιτικές περιστάσεις. Σε συμφωνία με τις κατευθυντήριες αρχές της αειφόρου ανάπτυξης που κοινοποιήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Ιούνιο του 2005 (19), η ΕΟΚΕ κρίνει ότι, σε ό,τι αφορά τα μέτρα, έγκειται στην Επιτροπή να διασαφηνίσει πώς κατανέμονται οι αρμοδιότητες. Στη συνέχεια, οι αρμόδιοι φορείς δεσμεύονται να εγγυηθούν έναντι των άλλων συμβεβλημένων μερών την ύπαρξη σταθερότητας για μια μακρά περίοδο και τη συνεκτικότητα με τα υπόλοιπα μέτρα.

3.25

Δυνάμει των αρχών που περιλαμβάνονται στη λευκή βίβλο για τη διακυβέρνηση και χάρη στην πρόθεση που εκφράζεται στη λευκή βίβλο για την επικοινωνιακή πολιτική «να γεφυρωθεί το χάσμα» που υφίσταται μεταξύ της ΕΕ και των πολιτών της, και στη συνέχεια του Συμβουλευτικού Φόρουμ που πραγματοποιήθηκε στις 20 — 21 Μαρτίου 2006 με θέμα την αειφόρο ανάπτυξη, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι απαιτείται οπωσδήποτε να διοργανωθούν διαρθρωτικές και μόνιμες διαβουλεύσεις με τις ενδιαφερόμενες πλευρές, προκειμένου η κινητοποίηση των διαφόρων τοπικών παραγόντων να οδηγήσει στην επίτευξη πραγματικής προόδου και να αποκτήσει η αειφόρος ανάπτυξη μια στέρεα βάση. Έτσι, θα ασχοληθεί με τη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων παρόμοιας με αυτή που διαχειρίζεται ήδη για την εσωτερική αγορά (PRISM). Προορισμός της βάσης αυτής θα είναι η καταγραφή των εμποδίων στα οποία προσκρούουν οι τοπικοί παράγοντες, η διάδοση καλών πρακτικών, η πληροφόρηση για τις οργανώσεις που είναι αρμόδιες για αυτές τις καινοτόμες πρωτοβουλίες, η παγίωση της προσέγγισης από τη βάση προς τα πάνω και η ενίσχυση της εμπειρογνωμοσύνης στην οποία μπορεί να στηριχθεί η Επιτροπή, ιδιαιτέρως όταν καταρτίζει προτάσεις οδηγίας, στις αξιολογήσεις αντίκτυπου που πραγματοποιεί καθώς και στις ανακοινώσεις που εκδίδει.

3.26

Η ΕΟΚΕ πιστεύει κατά τα άλλα ότι η μεταρρύθμιση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που έχει ανακοινωθεί για το 2008, θα προσφέρει στους εκπροσώπους της Ευρώπης την ευκαιρία να εκφραστούν με μια φωνή, για να εξασφαλιστεί ότι η έννοια της αειφόρου ανάπτυξης θα καταστεί ένα από τα κριτήρια για την χορήγηση βοήθειας.

3.27

Η ΕΟΚΕ επικροτεί την ανακοίνωση της Επιτροπής για την ανά διετία εξέταση της κατάστασης σχετικά με την αειφορία με βάση έκθεση προόδου, με τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά και την αξιοποίηση της προσφοράς της ΕΟΚΕ και της ΕΤΠ που διαδραματίζουν καταλυτικό ρόλο στην κοινωνία.

Σχέση με τη σύγχρονη βιομηχανική πολιτική και την έρευνα

3.28

Στην τελευταία ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την νέα βιομηχανική πολιτική (20), ανακοινώνεται η σύσταση ομάδας υψηλού επιπέδου για την ανταγωνιστικότητα, την ενέργεια και το περιβάλλον, και προβάλλονται ορισμένες προτάσεις που αναφέρονται στις εξωτερικές πτυχές της ανταγωνιστικότητας και της πρόσβασης στην αγορά (άνοιξη 2006). Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τη σύσταση ομάδας υψηλού επιπέδου και την εντολή που της ανατίθεται (21) και δηλώνει ότι είναι διατεθειμένη να της συμπαρασταθεί στο έργο της, εφόσον υπάρχει ανάγκη. Πέραν αυτού, ελπίζει ότι οι απόψεις που θα διατυπώσει σε κάποια μεταγενέστερη στιγμή, η Επιτροπή θα συμφωνούν με την επιδίωξη να αξιοποιηθούν με τον κατάλληλο τρόπο οι συνεργίες των ευρωπαϊκών πολιτικών και διαφόρων συμβιβασμών ενόψει της υλοποίησης του στόχο της αειφορίας.

3.29

Παρόλο που η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ανεπιφύλακτα το στόχο της διάθεσης του 3 % του ΑΕγχΠ για την έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη (ποσό τα 2/3 του οποίου προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα), θεωρεί ότι οι επενδύσεις αυτές και οι καινοτομίες που επιφέρουν πρέπει να ενταχθούν σε μια προοπτική που προάγει την αειφόρο ανάπτυξη. Στο μέτρο του δυνατού, θα ήταν σκόπιμο να παρουσιάζει η Επιτροπή, με τη συνδρομή της Στατιστικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ομολόγων της στα κράτη μέλη, περιοδική έκθεση στην οποία θα αξιολογείται η κατάσταση, με απώτερο στόχο το συνδυασμό της στρατηγικής της Λισαβόνας με την στρατηγική που περιβάλλει την αειφόρο ανάπτυξη. Εάν υπάρχει ανάγκη, θα πρέπει να περιλαμβάνει συστάσεις στις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές,για να εξασφαλισθεί η συμβατότητα αυτών αλλά και η επίτευξη συνεργιών.

4.   Παρατηρήσεις σχετικά με ορισμένους από τους βασικούς τομείς που ορίζονται στο έγγραφο της Επιτροπής

4.1   «κλιματικές αλλαγές και καθαρή ενέργεια»

4.1.1

Η ΕΟΚΕ παρατηρεί με ιδιαίτερη ανησυχία ότι η Επιτροπή παραδέχεται στην ανακοίνωσή της, με τρόπο που ισοδυναμεί σχεδόν με παραίτηση, ότι η αλλαγή του κλίματος δεν μπορεί πλέον να αποτραπεί και ότι «το μοναδικό ζητούμενο» είναι πλέον ο περιορισμός των επιπτώσεων για αυτούς που θα πληγούν περισσότερο.

4.1.2

Οι «βασικές δράσεις» στο χώρο αυτό δεν είναι τίποτα περισσότερο από δηλώσεις προθέσεων και επιφυλακτικές φραστικές ανακοινώσεις σχετικά με τις προσπάθειες για την τήρηση των συνεχιζόμενων υποχρεώσεων και των διεθνών συμφωνιών. Η έλλειψη σαφών στόχων, ιδιαίτερα σ' αυτό τον τομέα, προκαλεί ακόμη περισσότερες ανησυχίες, δεδομένου ότι σήμερα ήδη φαίνεται ότι δεν πρόκειται να επιτευχθούν οι στόχοι του περιορισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2012, και αυτό παρά την αύξηση των κινδύνων και τα αναμφισβήτητα πλέον έντονα καιρικά φαινόμενα που έχουν καταστρεπτικές επιπτώσεις για τον άνθρωπο και την οικονομία.

4.1.3

Ωστόσο, η ΕΟΚΕ επικροτεί τις μάλλον γενικές δηλώσεις σχετικά με την αξιοποίηση του ίδιου δυναμικού της ΕΕ για την προαγωγή της αποτελεσματικότητας και της τεχνολογικής εξέλιξης στο χώρο των ανανεώσιμων πηγών και της κατανάλωσης ενέργειας. Υποστηρίζει λοιπόν αυτούς τους στόχους της Επιτροπής, συνιστά όμως στο Συμβούλιο και την Επιτροπή να ορίσουν επειγόντως σαφείς και οπωσδήποτε φιλόδοξους στόχους, να περιγράψουν τα μέσα που απαιτούνται για την υλοποίησή τους και να συζητήσουν τα θέματα αυτά με όλους τους ενδιαφερόμενους.

4.1.4

Έτσι, σήμερα φαίνεται ότι η βιομηχανία ευρίσκεται στα πρόθυρα ενός άλματος σε ό,τι αφορά την κατασκευή μονάδων παραγωγής ενέργειας με καύση άνθρακα που δεν εκπέμπουν CO2. Στα πλαίσια μιας στρατηγικής για την αειφορία, είναι λογικό να περιμένει κανείς ότι θα τεθεί το ερώτημα ποιες είναι οι προϋποθέσεις (συνεπώς και τα μέσα) που πρέπει να ορίσει η πολιτική για να προαγάγει την εφαρμογή μιας τέτοιας τεχνολογίας.

4.2   «Κοινωνικός αποκλεισμός, δημογραφία και μετανάστευση»

4.2.1

Παρόλο που η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι, για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, η προσοχή δεν επικεντρώνεται μόνο στο χαμηλό εισόδημα, είναι της γνώμης ότι οι βασικές δράσεις που προτείνονται είναι εντελώς ανεπαρκείς. Η Επιτροπή οφείλει ιδιαιτέρως να επικαιροποιήσει τους δείκτες του Λάκεν (22) για την ποιότητα των θέσεων εργασίας (23) και να προβάλει περισσότερο τη διάσταση αυτή στις κατευθυντήριες γραμμές.

4.2.2

Η Επιτροπή ανακοινώνει ότι θα ζητήσει τη γνώμη των κοινωνικών εταίρων σχετικά με το θέμα του συνδυασμού του εργασιακού με τον ιδιωτικό βίο. Στην περίπτωση που οι κοινωνικοί εταίροι θεωρούν μεν ότι πρέπει να ληφθούν περαιτέρω μέτρα αλλά δεν επιτυγχάνουν τη σύναψη συμφωνίας με βάση το άρθρο 139 της ΣΕΚ, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να κριθούν αρμόδιοι η Επιτροπή και τα νομοθετικά όργανα της Ευρώπης. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να ισχύει και για τους άλλους τομείς που εξετάζονται.

4.3   «Διαχείριση των φυσικών πόρων»

4.3.1

Και στην περίπτωση του σημείου «φυσικοί πόροι», οι βασικές δράσεις δεν φαίνεται να έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούν να θεωρηθούν εντελώς αναξιόπιστες. Έτσι, η Επιτροπή γράφει ότι «η ΕΕ και τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίσουν επαρκή μέσα χρηματοδότησης και διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών του δικτύου Natura-2000 και να ενσωματώσουν καλύτερα τα θέματα βιοποικιλότητας στις εσωτερικές και εξωτερικές πολιτικές, ώστε να τεθεί τέρμα στην απώλεια της βιοποικιλότητας.» Ενόψει των δημοσιονομικών αποφάσεων που έλαβε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το Δεκέμβριο του 2005, με τις οποίες διεγράφησαν κονδύλια ακριβώς σε αυτόν τον τομέα, το κοινό μπορεί να διαπιστώσει αμέσως το χάσμα που υπάρχει μεταξύ φιλοδοξίας και πραγματικότητας στην πολιτική της ΕΕ.

4.3.2

Στους «επιχειρησιακούς στόχους» που αναφέρονται στο παράρτημα 2 σε σχέση με την «καλύτερη διαχείριση των φυσικών πόρων» επαναλαμβάνονται απλώς γνωστές και καθορισμένες πολιτικές, όπως για παράδειγμα ο στόχος που ανακοινώθηκε με την λευκή βίβλο (24) του 1997(!), το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που θα περιλαμβάνεται στο ενεργειακό μείγμα να ανέρχεται σε 12 % έως το 2010, για τον οποίο όμως η Επιτροπή υποθέτει στην ανακοίνωση που εξέδωσε στις 26.5.2004 (25) ότι δεν πρόκειται να επιτευχθεί με τα σημερινά μέτρα. Όμως, δεν προτείνονται νέα μέτρα, ούτε προβλέπεται να διεξαχθεί ανάλυση των πιθανών αιτίων αυτής της αποτυχίας.

4.3.3

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, ο ορισμός φιλόδοξων και προσανατολισμένων στο μέλλον στόχων — όπως αυτοί που ανακοίνωσε η Σουηδία στις αρχές Φεβρουαρίου 2006 — θα προσέδιδε περισσότερη ορμή, ενδιαφέρον και στήριξη στην στρατηγική για την αειφορία απ' ό,τι αυτές οι ασαφείς διακηρύξεις προθέσεων, οι οποίες δεν μοιάζουν να είναι ούτε καινούργιες ούτε επίκαιρες. Όπως είναι γνωστό, ο μακροπρόθεσμος στόχος που έθεσε η Σουηδία είναι να υποκαταστήσει τα ορυκτά καύσιμα και να εγκαταλείψει τη χρήση ατομικής ενέργειας.

4.3.4

Επιπλέον, στο χώρο της εξοικονόμησης ενέργειας και της ενεργειακής αποδοτικότητας, θα μπορούσε να οριστεί ένας στόχος που έχει αντίκτυπο στο κοινό, είναι προσανατολισμένος στο μέλλον, και προάγει την καινοτομία. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να οριστεί ότι, μέχρι το 2020, όλα τα νέα κτίρια που θα ανεγερθούν στην ΕΕ θα είναι «μηδενικής χρήσης ενέργειας», δηλαδή κτίρια τα οποία δεν χρειάζονται καμία πρόσθετη πηγή ενέργειας.

4.4   «Αύξηση της βιωσιμότητας των μεταφορών»

4.4.1

Στον τομέα των μεταφορών διαπιστώνεται καταρχάς ότι «οι σημερινές τάσεις είναι αντίθετες προς την αειφόρο ανάπτυξη».

4.4.2

Η Επιτροπή αναφέρει στη συνέχεια ότι: «τα οφέλη της κινητικότητας μπορούν να παρασχεθούν με πολύ μικρότερες οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Για το σκοπό αυτό μπορεί να μειωθεί η ανάγκη μεταφορών ( Για παράδειγμα, με μεταβολή της χρήσης του εδάφους, προώθηση της τηλεργασίας και της τηλεδιάσκεψης), να γίνει καλύτερη χρήση των υποδομών και των οχημάτων, να αλλάξουν τα μέσα μεταφοράς, π.χ., με τη χρησιμοποίηση του σιδηροδρόμου αντί για τις οδικές μεταφορές, του ποδηλάτου ή του περπατήματος για τις σύντομες αποστάσεις, να αναπτυχθούν οι δημόσιες συγκοινωνίες, να χρησιμοποιηθούν πιο καθαρά οχήματα και να αναπτυχθούν εναλλακτικές λύσεις, όπως τα βιοκαύσιμα και τα οχήματα υδρογόνου, αντί για πετρέλαιο», που στην ουσία αντιστοιχεί στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Οι υποδομές μεταφορών του μέλλοντος: προγραμματισμός και γειτονικές χώρες –βιώσιμη κινητικότητα- χρηματοδότηση» (26). Η Επιτροπή δηλώνει επίσης ότι «οι πιο βιώσιμες μεταφορές παρέχουν πολυάριθμα και σημαντικά οφέλη».

4.4.3

Η ΕΟΚΕ επικροτεί κατά βάση δηλώσεις και παραπομπές που σχετίζονται με καταστάσεις που ωφελούν όλες τις πλευρές. Ωστόσο, διερωτάται για ποιο λόγο, παρ' όλες αυτές τις δυνατότητες και τα πλεονεκτήματα, αναφέρονται συνεχώς οι αρνητικές τάσεις που έχουν περιγραφεί επανειλημμένα, π.χ., στις μεταφορές, και για ποιο λόγο η Επιτροπή αναγκάζεται στη συνέχεια να διαπιστώνει την ύπαρξή τους.

4.4.4

Πρέπει να υπάρχουν λόγοι για τους οποίους οι άνθρωποι και οι επιχειρήσεις χρησιμοποιούν και συνεχίζουν να προτιμούν μέσα μεταφοράς που δεν προάγουν την αειφορία, παρά τα πλεονεκτήματα των βιώσιμων μεταφορών που παρουσιάζονται από την Επιτροπή. Οι λόγοι αυτοί δεν αναλύονται έτσι, όμως, δεν μπορούν να αναπτυχθούν ορθές στρατηγικές για την αντιστροφή της τάσης αυτής.

4.4.5

Στον τομέα των μεταφορών, η Επιτροπή κατονομάζει τρεις βασικές δράσεις:

Η ΕΕ και τα κράτη μέλη θα πρέπει να φροντίσουν να καταστήσουν πιο ελκυστικές τις εναλλακτικές λύσεις στις οδικές μεταφορές για τη μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών ... (η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι δεν δίνεται η υπόσχεση ότι δεν θα χορηγηθούν πλέον ενισχύσεις σε μέσα που δεν προάγουν την αειφορία).

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα εξακολουθήσει να εξετάζει τη χρήση της τιμολόγησης των υποδομών στην ΕΕ ... ( η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η Επιτροπή δεν προβλέπει τον πλήρη καταλογισμό του οδικού κόστους και του πρόσθετου εξωτερικού κόστους).

η Επιτροπή θα προτείνει μια δέσμη μέτρων για τη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων των αυτοκινήτων ( καθαρά και ενεργειακά αποδοτικά οχήματα) ... ( δήλωση η οποία επικροτείται από την ΕΟΚΕ).

4.4.6

Η ΕΟΚΕ θεωρεί παραπάνω από αμφίβολο ότι η ΕΕ θα μπορέσει με αυτές τις βασικές δράσεις να ελέγξει την «αύξηση της επιβάρυνσης που προξενούν οι μεταφορές» που καταγγέλλεται στην στρατηγική για την αειφορία (27), για να κατορθώσει, για παράδειγμα, να επιτύχει την επαρκή μείωση των μεταφορών. Τα αιτήματα και οι διατυπώσεις που περιλαμβάνονται στις βασικές δράσεις υπολείπονται κατά πολύ του περιεχομένου παλαιοτέρων εγγράφων της ΕΕ, όπως για παράδειγμα τα «δίκτυα των πολιτών» ή η λευκή βίβλος για την «πολιτική μεταφορών» (28).

4.4.7

Ένας στόχος που θα ήταν πολύ περισσότερο ελκυστικός για την προβολή της στρατηγικής για την αειφορία στο ευρύ κοινό, και περισσότερο φιλόδοξος θα ήταν, για παράδειγμα, να οριστεί ότι, έως το 2020 ή το 2025, τα οχήματα που θα κυκλοφορούν στην Ευρώπη θα πρέπει να έχουν μηδενικές εκπομπές. Αυτό θα έδινε σημαντική ώθηση στην έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη, θα οδηγούσε στην επίσπευση των τεχνολογικών καινοτομιών και θα ενίσχυε την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας αυτοκινήτων, πράγμα το οποίο με τη σειρά του θα ωφελούσε την οικονομική ανάπτυξη της Ευρώπης. Επιπλέον, θα επρόκειτο για μια τεχνολογική προσπάθεια η οποία θα μπορούσε να συμβάλει ώστε η εξέλιξη των μεταφορών που παρατηρείται σε ορισμένες χώρες που βρίσκονται στο κατώφλι της ανάπτυξης να μην οδηγήσει σε οικολογική και κλιματολογική κατάρρευση.

4.4.8

Ο ορισμός παρόμοιων στρατηγικών στόχων στον τομέα των μεταφορών, παράλληλα με την υλοποίηση των προτάσεων της ΕΟΚΕ για την βιώσιμη ανάπτυξη των μεταφορών (29), θα ήταν αντάξιος μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη και θα επέτρεπε να γίνουν πραγματικότητα οι πολλαπλές υποσχέσεις για τη δημιουργία μιας κατάστασης που συμφέρει όλες τις πλευρές.

4.5   «Παγκόσμια φτώχεια και αναπτυξιακές προκλήσεις»

4.5.1

Θα πρέπει να επικριθεί το γεγονός ότι στην ανακοίνωση περιλαμβάνονται προτάσεις που γίνονται εδώ και χρόνια από την ΕΕ, χωρίς ωστόσο να υλοποιηθούν, οι οποίες κατά κάποιο τρόπο ανακυκλώνονται. Ένα σχετικό παράδειγμα είναι η βασική δράση σε σχέση με το έκτο σημείο προτεραιότητας «παγκόσμιες προκλήσεις», σύμφωνα με την οποία «Η ΕΕ και τα κράτη μέλη της θα πρέπει να αυξήσουν τον όγκο της βοήθειας τους στο 0,7 % του ΑεγχΠ έως το 2015 και να επιτύχουν τον ενδιάμεσο στόχο του 0,56 % το 2010, με επιμέρους στόχους το 0,51 % για την ΕΕ των 15 και το 0,17 % για την ΕΕ των 10». Η ΕΟΚΕ δεν αμφιβάλλει καθόλου ότι πρόκειται για μια ορθή απαίτηση (30). Υπενθυμίζει μόνο ότι οι βιομηχανικές χώρες υποσχέθηκαν ήδη στη Γενική Συνέλευση των ΗΕ που πραγματοποιήθηκε στις 24-10-1970 — δηλαδή εδώ και περισσότερα από 35 χρόνια!!! — να διαθέσουν 0,7 % του ΑΕγχΠ τους για τη χορήγηση αναπτυξιακής βοήθειας (πράξη με την οποία βεβαίως δεν λύθηκαν όλα τα προβλήματα). Η διαρκής επανάληψη υποσχέσεων που δεν τηρούνται είναι ακριβώς εκείνο το στοιχείο που δεν ενισχύει την αξιοπιστία της πολιτικής.

4.5.2

Η ΕΟΚΕ επικροτεί φυσικά όλες τις προσπάθειες που έχει ανακοινωθεί ότι θα γίνουν για την καταπολέμηση της παγκόσμιας φτώχειας. Η Επιτροπή επιθυμεί να ενισχύσει τις προσπάθειες της, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί το διεθνές εμπόριο ως μέσο για την προαγωγή μιας πραγματικά αειφόρου παγκόσμιας ανάπτυξης. Πρόκειται αναμφίβολα για μια εξαιρετικά σημαντική προσπάθεια, που εάν θεωρηθεί με βάση μια παγκόσμια προοπτική μπορεί να έχει και καθοριστική σημασία. Η συμφωνία του ΠΟΕ είναι μια εμπορική συμφωνία που δεν περιλαμβάνει κριτήρια για την αειφορία, παρόλο που το παγκόσμιο εμπόριο ασκεί αποφασιστική επίδραση στις εξελίξεις στο χώρο αυτό. Συνεπώς, το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα πρέπει να δώσουν κεντρική σημασία σε αυτή τη σημαντική δήλωση, περιγράφοντας όμως ταυτόχρονα με ποιο τρόπο σκέφτονται ότι μπορεί να επιτευχθεί η υλοποίηση της.

4.5.3

Το σημείο αυτό είναι, επίσης, σημαντικό για να καταστεί σαφές στο κοινό ότι δεν πρόκειται απλώς για μια δήλωση προθέσεων. Κατά την ΕΟΚΕ, είναι σαφές ότι οι οικονομικές ενισχύσεις δεν μπορούν από μόνες τους να βελτιώσουν με τρόπο που να προάγει την αειφορία τις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας των ανθρώπων στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Πέραν αυτού, η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι στα συμπεράσματα του Συμβουλίου για την κοινωνική διάσταση της παγκοσμιοποίησης (Μάρτιος 2005) η έννοια της «αξιοπρεπούς εργασίας» τοποθετήθηκε στο επίκεντρο των εξωτερικών δραστηριοτήτων της ΕΕ. Η ΕΟΚΕ δεν μπορεί να ανεχθεί μια κατάσταση στην οποία τα συγκριτικά πλεονεκτήματα ορισμένων χωρών στηρίζονται στην παραβίαση των προτύπων του ΔΟΕ ή των κανόνων που ισχύουν για το περιβάλλον. Οι κανόνες αυτοί δεν έχουν σχέση με έναν συγκεκαλυμμένο προστατευτισμό των πλούσιων χωρών, αλλά συμβάλουν πολύ περισσότερο στο σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της κοινωνικής προόδου και της δικαιοσύνης. Η ΕΕ θα πρέπει να παρακολουθεί την πρόοδο που επιτυγχάνεται στους τομείς αυτούς και να επιβάλλει εμπορικά αντίποινα στην περίπτωση που η εκτίμησή τους, η οποία θα πρέπει στο μέτρο του δυνατού να γίνεται μαζί με τους αναγνωρισμένους από τον ΔΟΕ κοινωνικούς εταίρους στις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες (ή τις αναγνωρισμένες και αντιπροσωπευτικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται εκεί), δείξει ότι η κατάσταση έχει χειροτερεύσει. Είναι κρίμα που η εξεταζόμενη ανακοίνωση της Επιτροπής δεν αναφέρεται στο σημείο αυτό.

4.6

Η ΕΟΚΕ καλεί εν γένει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να καταδείξουν στους εμπορικούς εταίρους τους ότι η αειφόρος ανάπτυξη δεν πρέπει να θεωρηθεί ως παράγων κόστους αλλά μάλλον ως συντελεστής πλούτου για την οικονομία τους, που περιβάλλεται από φιλοδοξίες για την επίτευξη ενός υψηλότερου βιοτικό επίπεδο, αλλά και για ολόκληρο τον πλανήτη.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  COM(2005) 658 τελικό.

(2)  EE αριθ. C 117, 30.4.2004, σελ. 22.

(3)  EE αριθ. C 267, 27.10.2005, σελ. 22.

(4)  COM(2005) 37 τελικό, 9.2.2005.

(5)  

1)

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκών Κοινοβουλίων και το Συμβούλιο: επανεξέταση της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη - Πλαίσιο δράσης (COM(2005) 658 τελικό, 13.12.2005). (http://europa.eu.int/eur-lex/lex/LexUriServ/site/de/com/2005/com2005_0658de01.pdf)

2)

Έκθεση τη Στατιστικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης: «Measuring progress towards a more sustainable Europe - Sustainable development indicators for the European Union - Data 1990-2005» (το έγγραφο αυτό υπάρχει σήμερα μόνο στα αγγλικά (13.12.2005).

3)

Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (16./17. Ιουνίου 2005), Συμπεράσματα της Προεδρίας: Κατευθυντήριες γραμμές για την αειφόρο ανάπτυξη. (http://ue.eu.int/ueDocs/cms_Data/docs/pressData/de/ec/85350.pdf)

4)

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Επανεξέταση της στρατηγικής της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη 2005: Πρώτος απολογισμός και μελλοντικές κατευθύνσεις (COM(2005) 37 τελικό, 9.2.2005). (http://europa.eu.int/eur-lex/lex/LexUriServ/site/de/com/2005/com2005_0037de01.pdf)

5)

Παράρτημα στο έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής SEK(2005) 225 - έκθεση προόδου.

(6)  EE αριθ. C 117, 30.4.2004, σελ. 22.

(7)  EE αριθ. C 325, 24.12.2002, σελ. 5 .

(8)  http://www.cpi.cam.ac.uk/bep/downloads/CLG_pressrelease_letter.pdf

(9)  Μεταξύ αυτών, πρέπει να τονισθούν ιδιαιτέρως τα ακόλουθα έγγραφα:

 

«The effects of environmental policy on European business and its competitiveness: a framework for analysis», SEK(2004) 769 (το έγγραφο αυτό διατίθεται σήμερα μόνο στα αγγλικά)

 

«Commission staff working document on the links between employment policies and environment policies», SEK(2005) 1530 (το έγγραφο αυτό διατίθεται σήμερα μόνο στα αγγλικά).

 

«Η συμβολή της απασχόλησης και της αναλογικότητας στην ανάπτυξη της οικονομίας», SEK(2004) 690.

(10)  βλ. Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης απ το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΠΑ), EE αριθ. C 234, 22.9.2005, σελ. 32, και την διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα «Ο ρόλος της βιώσιμης ανάπτυξης στο πλαίσιο των προσεχών Δημοσιονομικών προοπτικών», EE αριθ. C 267, 27.10.2005, σελ. 22.

(11)  Βλέπε επίσης την ομιλία της αρμόδιας για τη Γεωργία επιτρόπου Fischer-Boel στη διεθνή πράσινη εβδομάδα στις 12.1.2006.

(12)  COM(2005) 658 τελικό, παράρτημα 2, σελ. 28.

(13)  Στην ανακοίνωση αυτή περιλαμβάνονταν εν μέρει ιδιαίτερα φιλόδοξοι στόχοι. Για παράδειγμα, γινόταν λόγος για μια μακροπρόθεσμα απαραίτητη μείωση των εκπομπών CO2 κατά 70 %, COM(2003) 745 τελικό./2.

(14)  EE αριθ. C 117 30.4.2004, σελ. 22, σημ. 2.2.7.

(15)  Βλέπε γνωμοδότηση πρωτοβουλίας και στην ΕΟΚΕ με θέμα «ανανεώσιμες πηγές ενέργειας», που υιοθετήθηκε στις 15.12.2005, σημείο 1.3, EE αριθ. C 65, 17.03.2005, σελ. 105.

(16)  SEK(1999) 1942, 24.11.99, σελ. 14.

(17)  Βλέπε «Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια κοινή μέθοδο της ΕΕ για την αξιολόγηση της διοικητικής επιβάρυνσης που επιβάλλεται από τη νομοθεσία», COM(2005) 518 τελικό.

(18)  Διερευνητική γνωμοδότηση για το θέμα «ο ρόλος της βιώσιμης ανάπτυξης στα πλαίσια των προσεχών δημοσιονομικών προοπτικών», ΕΕ αριθ. C 267, 27.10.2005, σελ. 22

(19)  Βλέπε παράρτημα I στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 16-17 Ιουνίου 2005, «Δήλωση σχετικά με τις βασικές αρχές της αειφόρο ανάπτυξη».

(20)  «Εφαρμογή του κοινοτικού προγράμματος της Λισσαβόνας: Πλαίσιο πολιτικής για την ενίσχυση του μεταποιητικού τομέα της ΕΕ - προς μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση της βιομηχανικής πολιτικής», COM(2005) 474 τελικό.

(21)  Βλ. ανακοίνωση τύπου IP/06/226.

(22)  Εγγενής ποιότητα της εργασίας: δεξιότητες, κατάρτιση και τη δια βίου εκπαίδευση, εξέλιξη της σταδιοδρομίας, ισότητα των δύο φύλων· υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων· ευελιξία και ασφάλιση· κοινωνική ένταξη και πρόσβαση στην αγορά εργασίας· οργάνωση της εργασίας και ισορροπία μεταξύ επαγγελματικού και ιδιωτικού βίου· κοινωνικός διάλογος και συμμετοχή των εργαζομένων·πολυμέρεια και καταπολέμηση των διακρίσεων· γενικές εργασιακές επιδόσεις.

(23)  Βλέπε «Βελτίωση της ποιότητας της εργασίας: επισκόπηση της πρόσφατης προόδου», COM(2003) 728 τελικό.

(24)  COM(1997) 599 τελικό.

(25)  COM(2004) 366 τελικό.

(26)  ΕΕ αριθ. C 108, 30-4-2004, σελ. 35.

(27)  COM(2001) 264 τελικό.

(28)  Λευκή Βίβλος «Η ευρωπαϊκή πολιτική μεταφορών έως το 2010: τα μελλοντικά θεμέλια», 2001.

(29)  Βλ. γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της EOKE «Οι υποδομές μεταφορών του μέλλοντος: προγραμματισμός και γειτονικές χώρες —βιώσιμη κινητικότητα— χρηματοδότηση», ΕΕ C 108, 30/04/2004, σελ. 35, στην οποία περιλαμβάνεται και συζήτηση σχετικά με τα πιθανά φορολογικά μέσα.

(30)  Βλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ «Συνεκτίμηση των αναγκών του περιβάλλοντος και της αειφόρου ανάπτυξης στην αναπτυξιακή πολιτική», ΕΕ αριθ. C 14, 16.1.2001, σελ. 87.


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/37


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Πρόταση Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αξιολόγηση των πλημμυρών»

COM(2006) 15 τελικό — 2006/0005 (COD)

(2006/C 195/09)

Στις 13 Φεβρουαρίου 2006, και σύμφωνα με το άρθρο 175, παράγραφος 1, της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 26 Απριλίου 2006, με εισηγήτρια την κα SÁNCHEZ MIGUEL.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 141 ψήφους υπέρ, καμία κατά και 3 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Συστάσεις και συμπεράσματα

1.1

Η ΕΟΚΕ θεωρεί θετικό το γεγονός ότι η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση Οδηγίας για τις πλημμύρες, όπως ζητούσαμε στη γνωμοδότηση (1) που είχαμε καταρτίσει σχετικά με την προηγούμενη Ανακοίνωση, και επικροτεί όλως ιδιαιτέρως το γεγονός ότι η πρόταση αυτή εντάσσεται στη μεθοδολογία και τα μέσα που δημιουργήθηκαν βάσει της Οδηγίας-Πλαίσιο για τα Ύδατα (ΟΠΥ). Με τη συμπερίληψη στις ποτάμιες λεκάνες των χαρτών και σχεδίων κινδύνου πλημμυρών, ρυθμίζονται όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με τη διαχείριση των εσωτερικών υδάτων και των θαλασσίων περιοχών που αντιστοιχούν στις ποτάμιες λεκάνες.

1.2

Η αποτελεσματικότητα του νομοθετήματος θεμελιώνεται κυρίως στην πραγματοποίηση προκαταρκτικής αξιολόγησης της κατάστασης των ποταμίων λεκανών και των παρακτίων περιοχών, ούτως ώστε να διενεργείται εις βάθος διάγνωση της υφιστάμενης κατάστασης, κυρίως στις περιοχές που παρουσιάζουν υψηλό κίνδυνο λόγω της ανθρώπινης δράσης και της κλιματικής αλλαγής.

1.3

Σημαντικό, επίσης, είναι να δοθεί έμφαση στις δράσεις πρόληψης των επιβλαβών συνεπειών των πλημμυρών, με την ανάπτυξη όλων των μέτρων που απευθύνονται στον πληθυσμό, μέσω δράσεων ενημέρωσης και συμμετοχής. Προς τον σκοπό αυτόν, ζητάμε από την Επιτροπή ιδιαίτερη επαγρύπνηση προκειμένου οι κανόνες αυτοί, οι οποίοι θεσπίζονται στο άρθρο 14 της ΟΠΥ και στην πρόταση Οδηγίας, να περιλαμβάνονται στα σχέδια για τις ποτάμιες λεκάνες.

1.4

Τα σχέδια διαχείρισης και οι χάρτες κινδύνου πλημμύρας, έτσι όπως παρουσιάζονται στην πρόταση Οδηγίας, πρέπει να διευρυνθούν. Η ταξινόμηση των λεκανών υψηλού κινδύνου πρέπει να περιλαμβάνει τόσο τα πρωτεύοντα μέτρα δράσης, με την αρμόζουσα χρηματοδότηση, όσο και τα κριτήρια που θα χρησιμοποιούνται για την ελαχιστοποίηση των δαπανών, παράλληλα με τη μεγιστοποίηση του οφέλους για τον πληθυσμό. Το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα θα πρέπει είναι η ολοκληρωμένη βιώσιμη διαχείριση των περιοχών που κινδυνεύουν από πλημμύρες.

1.5

Τέλος, ας σημειωθεί ότι, με στόχο τις κοινοτικές δράσεις για την διεπιστημονική έρευνα και συντονισμό, πρέπει να ενισχυθούν όλες οι πολιτικές που έχουν επίδραση επί των ευρωπαϊκών υδάτων.

2.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

2.1

Κατά την ανάπτυξη της Οδηγίας 2000/60/ΕΚ, ή Οδηγίας-Πλαίσιο για τα Ύδατα (ΟΠΥ), παρέμενε ένα κενό: ο καθορισμός ενός στόχου για την πρόληψη, προστασία και μετριασμό των πλημμυρών. Πράγματι, κατά την τελευταία δεκαετία, η επικράτεια της ΕΕ επλήγη από περισσότερες από 100 πλημμύρες, με μεγάλο αριθμό νεκρών και σημαντικές οικονομικές απώλειες. Η Επιτροπή παρουσίασε Ανακοίνωση (2) όπου προέβαινε σε ανάλυση της κατάστασης, και σε πρόταση για συντονισμένη δράση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η τωρινή πρόταση Οδηγίας αποτελεί μέρος της δράσης αυτής.

2.2

Τόσο στην Ανακοίνωση, όσο και στην Πρόταση Οδηγίας, τονίζεται ότι είναι αναγκαίο η οποιαδήποτε δράση στην πολιτική των υδάτων να συντονίζεται με άλλες υφιστάμενες κοινοτικές πολιτικές στον τομέα της πρόληψης και ελαχιστοποίησης των πλημμυρών. Η ερευνητική πολιτική, με σχέδια έρευνας όπως το FLOODsite, συμβάλλει στη βελτίωση των ολοκληρωμένων μεθόδων ανάλυσης και διαχείρισης των κινδύνων πλημμυρών. Η περιφερειακή πολιτική, μέσω της αξιοποίησης των Διαρθρωτικών Ταμείων, ιδίως δε του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης, και η ΚΑΠ, με τους μηχανισμούς αποσύνδεσης και διατομεακής συμμόρφωσης (3), συναπαρτίζουν ένα ενιαίο σύνολο χάρη στο οποίο μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα αποτελέσματα απ' ό,τι με μια μεμονωμένη δράση επί των υδάτων.

2.3

Στόχος της πρότασης Οδηγίας είναι ο περιορισμός και η διαχείριση των κινδύνων πλημμυρών που απειλούν τη ζωή και την υγεία του ανθρώπου, τα αγαθά του, καθώς και την φύση και το περιβάλλον. Η ενσωμάτωση της πρότασης αυτής στην Οδηγία-Πλαίσιο για τα Ύδατα συμβάλλει στην απλούστευση των οργανωτικών και διοικητικών διαδικασιών, καθώς ευθυγραμμίζεται με τις περιοχές των ποταμίων λεκανών που υφίστανται ήδη βάσει των κανόνων της ΟΠΥ. Αυτό σημαίνει ότι όλες οι δράσεις που θα χρειαστεί να υλοποιηθούν για την αποτροπή των πλημμυρών και την ελαχιστοποίηση των σχετικών κινδύνων, πρέπει να ενταχθούν στα σχέδια διαχείρισης της λεκάνης απορροής του εκάστοτε ποταμού και ότι οι αρμόδιες αρχές που καθορίζονται είναι οι ίδιες και για τις δύο περιπτώσεις, και τους ανατίθεται η νέα αυτή αρμοδιότητα. Επιπλέον, σημαντικό είναι να επισημάνουμε ότι η αποτελεσματικότητα αυξάνεται με τον συγχρονισμό των χρονοδιαγραμμάτων της νέας πρότασης προς εκείνα που έχουν ήδη οριστεί βάσει της ΟΠΥ.

2.4

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την πρόταση Οδηγίας. Πράγματι, εξετάζεται προσεκτικά το περιεχόμενό της, καθώς διαπιστώνεται ότι έχουν υιοθετηθεί πολλές από τις παρατηρήσεις που η ίδια είχε διατυπώσει στη Γνωμοδότησή της για την Ανακοίνωση του 2004 (4). Από την άποψη αυτή, το μόνο που μας απομένει είναι να τονίσουμε το έργο που οφείλει να πραγματοποιεί η Επιτροπή· ο ρόλος της για την τήρηση του περιεχομένου της ΟΠΥ και όλων των κανόνων ανάπτυξής της αποτελεί εγγύηση για την ορθή εφαρμογή των κανόνων εκ μέρους των αρχών των κρατών μελών, χωρίς να λησμονούνται οι επωφελείς επιδράσεις που μπορούν να προκύψουν για τις τρίτες χώρες, με τις οποίες μοιραζόμαστε τις ποτάμιες λεκάνες στο ευρωπαϊκό έδαφος.

3.   Σύνοψη της πρότασης

3.1

Η πρόταση Οδηγίας διαιρείται σε επτά κεφάλαια:

Το πρώτο κεφάλαιο περιλαμβάνει τις γενικές διατάξεις που ρυθμίζουν το αντικείμενο της Οδηγίας, και τους ορισμούς της πλημμύρας και του κινδύνου πλημμύρας, οι οποίοι συμπληρώνονται με τους ορισμούς του άρθρου 2 της ΟΠΥ.

Στο δεύτερο κεφάλαιο αναπτύσσεται η προκαταρκτική αξιολόγηση των κινδύνων πλημμύρας για την εκάστοτε λεκάνη απορροής ποταμού και θεσπίζονται, στο άρθρο 4, παράγραφος 2, τα ελάχιστα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνει η αξιολόγηση αυτή. Με βάση την αξιολόγηση αυτήν, οι ποτάμιες λεκάνες ταξινομούνται σε δύο κατηγορίες: εκείνες για τις οποίες δεν υφίσταται ενδεχόμενος κίνδυνος πλημμύρας και εκείνες για τις οποίες ο κίνδυνος αυτός είναι σοβαρός. Η αξιολόγηση αυτή θα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός μέγιστης προθεσμίας τριών ετών από την έναρξη της ισχύος της Οδηγίας.

Στο κεφάλαιο ΙΙΙ, ρυθμίζεται η κατάρτιση των χαρτών κινδύνων πλημμύρας. Στους χάρτες αυτούς καταγράφονται όχι μόνον οι ποτάμιες λεκάνες, αλλά και τα παράκτια τμήματα που περιλαμβάνονται στις περιοχές λεκάνης απορροής ποταμού. Οι χάρτες καταρτίζονται σύμφωνα με τις πιθανότητες πλημμύρας στην εκάστοτε γεωγραφική ζώνη, έτσι ώστε να μπορούν να αξιολογηθούν οι επιδράσεις που ενδέχεται να έχουν για τον πληθυσμό, την οικονομία της περιοχής και το περιβάλλον.

Τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας αναπτύσσονται στα άρθρα 9 κ.ε. και αντιστοιχούν στο κεφάλαιο IV. Το κάθε κράτος μέλος εκπονεί και εφαρμόζει τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας για την κάθε περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού και σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό που ορίζεται κατά την προκαταρκτική αξιολόγηση, έτσι ώστε να περιορίζονται οι πιθανότητες πλημμύρας και οι συνέπειές της. Προς τον σκοπό αυτόν, οι δράσεις αφορούν την διαχείριση των υδάτινων πόρων και του εδάφους, την χωροταξία και τη χρήση της γης. Σε καμία περίπτωση οι δράσεις δεν πρέπει να έχουν αρνητικές συνέπειες για τις γειτονικές χώρες.

Η ενημέρωση και συμμετοχή του πληθυσμού, που αναπτύσσεται στο κεφάλαιο V, περιλαμβάνει την διάταξη του άρθρου 14 της ΟΠΥ, η οποία και πρέπει να εφαρμόζεται τόσο κατά την προκαταρκτική αξιολόγηση, όσο και για τα σχέδια διαχείρισης.

Το κεφάλαιο VI εισάγει την «επιτροπή» του άρθρου 21 της ΟΠΥ ως φορέα που επικουρεί την Επιτροπή.

Και, τέλος, το κεφάλαιο VII θεσπίζει ως προθεσμία για την υποβολή των εκθέσεων, εκ μέρους της Επιτροπής, στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο το 2018 και ορίζει ότι, εντός δύο ετών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος, τα κράτη μέλη οφείλουν να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή τις ρυθμίσεις που υιοθέτησαν για τη μεταφορά της Οδηγίας.

4.   Παρατηρήσεις επί της πρότασης

4.1

Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι το γεγονός ότι η πρόταση Οδηγίας αυτή εντάσσεται στη μεθοδολογία της ΟΠΥ, συμβάλλει στην ενσωμάτωση των σχεδίων διαχείρισης των πλημμυρών στα σχέδια για τις λεκάνες απορροής ποταμού, και έτσι εξασφαλίζεται ο αναγκαίος προγραμματισμός ώστε η δράση να αφορά όλη την έκταση της λεκάνης, με τη λήψη συμβατών μέτρων και την ανάληψη δράσεων, με αποτελεσματικότητα στα διάφορα επίπεδα (τοπικό, κρατικό, διεθνικό…) και με τον συντονισμό όλων των αρμοδίων αρχών.

4.2

Επιπλέον, η ενσωμάτωση της διαχείρισης των πλημμυρών στην ΟΠΥ βοηθά εννοιολογικά τον ορισμό της πλημμύρας ως φαινομένου φυσικού και φυσιολογικού, που συνδέεται με τα χαρακτηριστικά του ποτάμιου συστήματος και την παράκτια δυναμική. Ο ορισμός του κινδύνου σχετίζεται με τις επιβλαβείς συνέπειες για την υγεία του ανθρώπου, το περιβάλλον και την οικονομική δραστηριότητα, και, κατά συνέπεια, με τις ζημίες για τα συστήματα υδάτων, που αποτελούν αντικείμενο της ΟΠΥ.

4.3

Η διεξαγωγή αρχικής αξιολόγησης του κινδύνου πλημμύρας ήταν ένα από τα πιο σημαντικά μας συμπεράσματα (5)· φρονούμε, λοιπόν, ότι το περιεχόμενο των άρθρων 4 και 5 της πρότασης Οδηγίας θα διευκολύνει επιστημονικά την κατάρτιση των σχεδίων διαχείρισης των πλημμυρών. Σημαντικό είναι να επισημανθούν ορισμένα από τα στοιχεία που απαιτείται να αναφέρονται:

περιγραφή των πλημμυρών που έχουν σημειωθεί·

περιγραφή των διαδικασιών που σχετίζονται με τις πλημμύρες και της ευπάθειας που τις χαρακτηρίζει έναντι αλλαγών·

περιγραφή αναπτυξιακών σχεδίων που ενδέχεται να μεταβάλουν τη χρήση γης, τη δημογραφική κατανομή ή την κατανομή των οικονομικών δραστηριοτήτων, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι κίνδυνοι πλημμύρας.

4.4

Αξιοσημείωτη θεωρούμε επίσης την ταξινόμηση των ποταμίων λεκανών και της παράκτιας ζώνης σε εκείνες που παρουσιάζουν κίνδυνο πλημμύρας και εκείνες που δεν παρουσιάζουν. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι αντικείμενο της διαχείρισης κινδύνων είναι ο περιορισμός της πιθανότητας και της επίδρασης των πλημμυρών και ότι, για τον σκοπό αυτόν, πρέπει να θεσπιστεί μια ταξινόμηση των δράσεων και μέτρων που μπορούν να αναληφθούν και των κριτηρίων που θα οδηγήσουν στην κατάλληλη επιλογή για την κάθε περίπτωση.

4.5

Η ΕΟΚΕ προτείνει στην Επιτροπή να περιληφθούν όλως ιδιαιτέρως, στο άρθρο 9 και στο παράρτημα Α για τα σχέδια διαχείρισης, οι ακόλουθες αρχές και μέτρα:

Η προσαρμογή στην φυσιολογική λειτουργία των υδάτινων συστημάτων, ποτάμιων και παράκτιων, με την προώθηση της ανάκτησης των χώρων και στοιχείων αυτορρύθμισης των ποταμίων λεκανών (αναδάσωση ορεινών περιοχών, προστασία των υγροτόπων και των σχετικών οικοσυστημάτων, γραμμές ελέγχου της διάβρωσης και της εναπόθεσης υπολειμμάτων στις ποτάμιες λεκάνες, προγράμματα αντικατάστασης της χρήσης των γαιών, κ.λπ.).

Η αρχή της επίτευξης της βιώσιμης ανάπτυξης των πεδίων κατακλύσεως μέσω:

της εκτίμησης του εκμεταλλεύσιμου οικονομικού δυναμικού από χρήσεις των πεδίων αυτών συμβατές με την φυσιολογική λειτουργία των πλημμυρών,

του προγραμματισμού για μια μετάβαση προς συγκεκριμένα πρότυπα, ως προς τα διάφορα πεδία προγραμματισμού, ιδίως δε του πολεοδομικού προγραμματισμού.

4.6

Είναι σημαντικό, για την προώθηση της συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών στην πρόληψη των κινδύνων και των επιπτώσεων των πλημμυρών, να αναπτυχθεί σε όλα τα κράτη μέλη ένα σύστημα ενημέρωσης και συμμετοχής του πληθυσμού, όπως αυτό διαρθρώνεται βάσει του άρθρου 14 της ΟΠΥ. Προς τον σκοπό αυτόν, οι μηχανισμοί συμμετοχής πρέπει να αφορούν και τα σχέδια διαχείρισης του κινδύνου και τις προκαταρκτικές αξιολογήσεις.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  Γνωμοδότηση CESE 125/2005, ΕΕ C 221 της 8ης Σεπτεμβρίου 2005.

(2)  Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών - Διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών - Πλημμύρες: πρόληψη, προστασία και μετριασμός των επιπτώσεών τους, COM(2004) 472 τελικό, της 12.7.2004.

(3)  Κανονισμός αριθ. 1698/2005 για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το ΕΓΤΑΑ.

(4)  Γνωμοδότηση CESE 125/2005 (ΕΕ C 221 της 8ης Σεπτεμβρίου 2005)

(5)  Βλ. σημεία 3.2 και 3.3 της προαναφερόμενης γνωμοδότησης CESE 125/2005, ΕΕ C 221 της 8ης Σεπτεμβρίου 2005.


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/40


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση για απόφαση του Συμβουλίου περί δημιουργίας κοινοτικού μηχανισμού πολιτικής προστασίας (Αναδιατύπωση)»

COM(2006) 29 τελικό — 2006/0009 (CNS)

(2006/C 195/10)

Στις 7 Μαρτίου 2006, και σύμφωνα με το άρθρο 37 της Συνθήκης περί ιδρύσεως των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Απριλίου 2006, με βάση εισηγητική έκθεση της κας SÁNCHEZ MIGUEL.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 144 ψήφους υπέρ, 1 κατά και 1 αποχή.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την απόφαση που υιοθέτησε το Συμβούλιο σχετικά με τον κοινοτικό μηχανισμό πολιτικής προστασίας δεδομένου ότι, σε γενικές γραμμές, περιλαμβάνει τις παρατηρήσεις που διατύπωσε στην γνωμοδότησή της για την Ανακοίνωση σχετικά με τη βελτίωση του εν λόγω μηχανισμού (1) που υιοθετήθηκε τον Νοέμβριο 2005.

1.2

Ακόμη, πρέπει να επισημανθεί ότι η διαδικασία αναδιατύπωσης, ως μέθοδος απλούστευσης της κοινοτικής νομοθεσίας, διευκολύνει τη γνώση και την καλύτερη εφαρμογή της εν λόγω νομικής πράξης από τις αρχές πολιτικής προστασίας των κρατών μελών, προκειμένου να καταστεί τούτη πιο λειτουργική σε περιπτώσεις καταστροφών, τόσο φυσικών όσο και ανθρωπογενών.

1.3

Η ενίσχυση της δράσης του μηχανισμού, μέσω της παραχώρησης μεγαλύτερων αρμοδιοτήτων και, κυρίως, περισσότερων και καλύτερων μέσων, θα διευκολύνει τις επεμβάσεις του τόσο εντός όσο και εκτός των κοινοτικών συνόρων. Είναι πολύ σημαντικό να γίνει αναφορά στον συντονισμό του εν λόγω μηχανισμού με τον αντίστοιχο του ΟΗΕ, και συγκεκριμένα με το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Συντονισμό των Ανθρωπιστικών Υποθέσεων (UN OCHA). Ωστόσο, θεωρούμε ότι θα χρειαστεί να συμπεριλάβει τον Ερυθρό Σταυρό και τις ΜΚΟ που δρουν σε πληγείσες περιοχές καθώς και να χρησιμεύει ως συντονιστής των εθελοντικών οργανώσεων που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σε περιπτώσεις καταστροφών.

1.4

Μια επαρκής χρηματοδότηση από τον προϋπολογισμό έχει καίρια σημασία για την εύρυθμη λειτουργία της: αναγνώριση της ανάγκης για καλύτερη πληροφόρηση, διαθέσιμα μέσα μεταφοράς, κονδύλια για την κατάρτιση των εμπειρογνωμόνων κτλ. Δεδομένου ότι θεωρούμε ότι το σημείο αυτό έχει αποφασιστική σημασία, επαναλαμβάνουμε ότι κρίνουμε απαραίτητο και πιστεύουμε ότι η Επιτροπή οφείλει να διαθέσει τους πόρους αυτούς και να απαιτήσει από τα κράτη μέλη να τηρήσουν τις αντίστοιχες υποχρεώσεις τους προκειμένου η πολιτική προστασία να φέρει σε πέρας το έργο της.

2.   Εισαγωγή

2.1

Ο κοινοτικός μηχανισμός πολιτικής προστασίας δημιουργήθηκε το 1981 (2) και μαζί με το Πρόγραμμα δράσης για την πολιτική προστασία (3), για όλη αυτή την περίοδο διευκόλυνε την κινητοποίηση και τον συντονισμό της πολιτικής προστασίας τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ. Η πείρα που αποκτήθηκε από τον μηχανισμό κατά τα έτη αυτά καθιστά εμφανή την ανάγκη βελτίωσής του, κυρίως διότι τόσο το Συμβούλιο όσο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αξιολόγησαν την παρέμβασή του στις μεγάλες καταστροφές που σημειώθηκαν τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ.

2.2

Επιδιώκοντας να βελτιώσει τον μηχανισμό, η Επιτροπή εξέδωσε Ανακοίνωση (4) στην οποία πρότεινε σειρά βελτιώσεων που επικεντρώνονταν στα εξής:

Καλύτερος συντονισμός του μηχανισμού με τα εθνικά συστήματα πολιτικής προστασίας, καθώς και με τους διεθνείς οργανισμούς, ιδίως τα Ηνωμένα Έθνη.

Καλύτερη προετοιμασία των ομάδων (με ιδιαίτερη αναφορά στην ύπαρξη μονάδων άμεσης επέμβασης και στη δημιουργία μονάδων επιφυλακής σε κάθε κράτος μέλος), οι οποίες βρίσκονται σε ετοιμότητα δράσης τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ.

Ανάλυση και εκτίμηση των αναγκών σε περίπτωση καταστροφής, μέσω συστήματος προειδοποίησης το οποίο θα χρησιμοποιεί τα μέσα του Κέντρου Παρακολούθησης και Πληροφοριών (CECIS).

Ενίσχυση της εφοδιαστικής βάσης.

2.3

Η ΕΟΚΕ κατάρτισε γνωμοδότηση (5) σχετικά με την ανωτέρω Ανακοίνωση. Έκρινε θετική τη βελτίωση παρόλο που θεωρούσε ότι ορισμένα μέτρα μπορούσαν να τροποποιηθούν με βάση την αποκτηθείσα εμπειρία, κυρίως από τις τελευταίες παρεμβάσεις στις περιπτώσεις των καταστροφών στην Ασία. Διατηρώντας τη δομή της εν λόγω γνωμοδότησης και προκειμένου να βελτιωθεί η λειτουργία του μηχανισμού, υποβάλαμε στην Επιτροπή τις ακόλουθες προτάσεις:

Ενίσχυση του συστήματος CECIS μέσω ενός δικτύου δορυφόρων για την καλύτερη γνώση των καταστροφών και, συνεπώς, συλλογή των απαραίτητων δεδομένων για την καλύτερη παρέμβαση τόσο σε επίπεδο μέσων όσο και ατόμων.

Κατά την κατάρτιση των ομάδων παρέμβασης, τονιζόταν η ανάγκη εκμάθησης ξένων γλωσσών. Ακόμη, υπογραμμιζόταν η ανάγκη ενός εμφανούς συστήματος ταυτοποίησης των ατόμων που αποστέλλονται σε τόπους καταστροφών εκ μέρους της ΕΕ.

Απαίτηση ελάχιστων μέσων παρέμβασης, συντονισμένων από τον μηχανισμό και, στη συνέχεια, από τον ΟΗΕ. Για τον λόγο αυτό, θεωρούσαμε αναγκαία την απόκτηση κεντρικής τεχνικής μονάδας, η οποία να λειτουργεί σε εικοσιτετράωρη βάση και να διαθέτει επαρκή προϋπολογισμό που να επιτρέπει τη λειτουργία της υπό τις καλύτερες δυνατές συνθήκες.

Η χρήση ίδιων πόρων από τον μηχανισμό πολιτικής προστασίας, τόσο για την επικοινωνία όσο και για τις μεταφορές.

3.   Παρατηρήσεις σχετικά με την πρόταση

3.1

Η απόφαση του Συμβουλίου που αναδιατυπώνει σε ένα ενιαίο κείμενο την προηγούμενη Απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2001 και την προαναφερθείσα Ανακοίνωση, συνάδει με το πρόγραμμα απλούστευσης της νομοθεσίας που έχει ξεκινήσει η Επιτροπή. Η μέθοδος αναδιατύπωσης που χρησιμοποιείται καθιστά ευκολότερη την εφαρμογή της, τόσο από τον μηχανισμό όσο και από τις εθνικές αρχές πολιτικής προστασίας. Ακόμη, έχει βελτιωθεί ουσιαστικά το περιεχόμενό της, τόσο όσον αφορά τη λειτουργία του κοινοτικού μηχανισμού πολιτικής προστασίας όσο και την παραχώρηση των μέσων που επιτρέπουν την επιχειρησιακή του ετοιμότητα.

3.2

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρωτοβουλία διότι προϋποθέτει τη διασαφήνιση της λειτουργίας του κοινοτικού φορέα που πρέπει να συντονίζει την παρέμβαση σε περίπτωση καταστροφών εκτός της κοινοτικής επικράτειας, ιδίως με τη διεύρυνση του πεδίου παρέμβασής του, αφενός, σε περιπτώσεις ανθρωπογενών καταστροφών και τρομοκρατικών επιθέσεων και, αφετέρου, σε περιπτώσεις ακούσιας θαλάσσιας ρύπανσης.

3.3

Ακόμη πιο σημαντική θεωρούμε τη συμπερίληψη ορισμένων βελτιώσεων του μηχανισμού που ζητούσαμε στη γνωμοδότησή μας του 2005. Αξίζει να αναφερθεί η συμπερίληψη, στο άρθρο 2, της δυνατότητας χρήσης στρατιωτικών πόρων και ικανοτήτων, δεδομένου ότι, σε πολλές περιπτώσεις, είναι απαραίτητοι για μια άμεση και αποτελεσματική παρέμβαση. Επίσης, συμπεριλήφθηκε ακόμα μία πρότασή μας όσον αφορά την οργάνωση των διευθετήσεων σχετικά με τη μεταφορά, την εφοδιαστική και την λοιπή υποστήριξη στο επίπεδο της Κοινότητας.

3.4

Επαναλαμβάνουμε τη συμφωνία μας σχετικά με τις μονάδες επέμβασης που πρέπει να χρηματοδοτούνται από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο συντονισμού του μηχανισμού και να παραμείνουν σε συνεχή σύνδεση με το CECIS κατά τρόπο ώστε, με ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης, να πραγματοποιείται η επέμβαση με τα κατάλληλα μέσα, συμπεριλαμβανομένων των συμπληρωματικών μεταφορικών μέσων.

3.5

Η πρόταση περιλαμβάνει μια τροποποίηση που δεν είχε προβλεφθεί στην Ανακοίνωση, η οποία αφορά τις επεμβάσεις εκτός κοινοτικής επικράτειας. Η τροποποίηση αναφέρει ότι το κράτος μέλος που ασκεί την Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ έρχεται σε επαφή με την πληγείσα τρίτη χώρα, έτσι ώστε το CECIS να ανταποκριθεί στην ενημέρωση και η Επιτροπή να ορίσει ομάδα επιχειρησιακού συντονισμού που, με τη σειρά της, θα συντονιστεί με τον ΟΗΕ. Θεωρούμε σημαντικό να ενσωματωθεί στη δράση του κοινοτικού μηχανισμού πολιτικής προστασίας η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εκπροσώπηση της ΕΕ και, για το λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ ζητεί την παρέμβαση του αρμόδιου για την εξωτερική πολιτική της ΕΕ. Ωστόσο, θεωρούμε ότι το προτεινόμενο τελικά σύστημα δεν θα είναι πλήρως επιχειρησιακό.

3.6

Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί το νέο άρθρο 10 το οποίο ορίζει τη συμπληρωματικότητα του κοινοτικού μηχανισμού με τους εθνικούς οργανισμούς πολιτικής προστασίας, οι οποίοι μπορούν να δέχονται στήριξη με μέσα μεταφοράς και με την κινητοποίηση των μονάδων και ομάδων επιτόπιας δράσης.

3.7

Τέλος, το άρθρο 13 ορίζει την Επιτροπή αρμόδια για την εκτέλεση όλων των μέτρων που προβλέπονται στην εν λόγω απόφαση, ιδίως την παροχή των πόρων για τις επεμβάσεις, για το σύστημα CECIS, για τις ομάδες εμπειρογνωμόνων, για την κατάρτισή τους και για κάθε άλλη συμπληρωματική στήριξη. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της διότι αναγνωρίζεται η ανάγκη επαρκών πόρων, αλλά θεωρεί ότι πρέπει να ορισθούν τα συγκεκριμένα ποσά, προκειμένου να καταστεί δυνατή η ανάληψη δράσης σε όλους και σε κάθε έναν από τους τομείς αρμοδιότητας.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  Γνωμοδότηση CESE 1491/2005 της 14 Δεκεμβρίου 2005, ΕΕ C 65 της 17.3.2006, σελ. 41

(2)  Απόφαση 2001/792/ΕΚ, Ευρατόμ

(3)  Απόφαση του Συμβουλίου, 1999/847/ΕΚ, της 9ης Δεκεμβρίου.

(4)  «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή Περιφερειών: Βελτίωση του Κοινοτικού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας» COM(2005) 137 τελικό

(5)  Βλ. υποσημείωση αριθ. 1.


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/42


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με το «Πράσινο Βιβλίο Βελτίωση της ψυχικής υγείας του πληθυσμού Προς μια στρατηγική σχετικά με την ψυχική υγεία για την Ευρωπαϊκή Ένωση»

COM(2005) 484 τελικό

(2006/C 195/11)

Στις 14 Οκτωβρίου 2005, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με το «Πράσινο Βιβλίο — Βελτίωση της ψυχικής υγείας του πληθυσμού — Προς μια στρατηγική σχετικά με την ψυχική υγεία για την Ευρωπαϊκή Ένωση».

Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 3 Μαΐου 2006 με εισηγητή τον κ. BEDOSSA.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2006), η Ευρωπαϊκή η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε, με 142 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 1 αποχή, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Σύνοψη

Η σημασία της ψυχικής υγείας για την Ευρώπη αποτελεί αναμφισβήτητη διαπίστωση· ως εκ τούτου, απαιτείται να εφαρμοσθεί μια στρατηγική η οποία θα πρέπει:

να περιλαμβάνει διάφορες παραμέτρους, όπως:

η βελτίωση της ενημέρωσης σχετικά με την υγεία·

η καλύτερη αντιμετώπιση των απειλών κατά της υγείας·

η μείωση των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας·

η διασφάλιση υψηλού επιπέδου κοινωνικής προστασίας και καλής υγείας διαμέσου μιας διατομεακής στρατηγικής.

να διαμορφώνει στόχους, όπως:

η προαγωγή της ψυχικής υγείας για όλους·

η περαιτέρω προβολή της σημασίας της πρόληψης·

η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των ασθενών·

η διαμόρφωση ενός συστήματος ενημέρωσης και ενός ερευνητικού προγράμματος για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

να διατυπώνει συστάσεις, όσον αφορά κυρίως τα εξής:

την κατάρτιση δοκιμαστικού σχεδίου με στόχο τη δημιουργία περιφερειακών δικτύων ενημέρωσης μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων φορέων·

την προώθηση της προσπάθειας αποϊδρυματοποίησης προκειμένου να χρησιμοποιούνται καλύτερα οι διαθέσιμοι πόροι.

να καθορίζει καταλληλότερες ακολουθητέες πρακτικές για την προαγωγή της κοινωνικής ένταξης και για την προστασία των δικαιωμάτων των ψυχικά ασθενών που θα ήταν σκόπιμο συμπεριληφθούν στα καθήκοντα του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η ανάδειξη της σημασίας της ψυχικής υγείας βρίσκεται στο σταυροδρόμι διαφόρων παραγόντων εξέλιξης:

της εκτόξευσης της ζήτησης με την εμφάνιση ενός μαζικού φαινομένου που αφορά τη μετάβαση από την ψυχιατρική προς την ψυχική υγεία·

της μη ανατρέψιμης εισόδου στο προσκήνιο των χρηστών ή/και των εκπροσώπων τους, γεγονός το οποίο αλληλεπιδρά με όλες τις πολιτικές·

της έλλειψης ισορροπίας όσον αφορά τη θεραπεία εντός ή εκτός νοσοκομειακού ιδρύματος και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει από πλευράς ευελιξίας ολόκληρος ο κλάδος της ιατρικής περίθαλψης, από τα επείγοντα έως τα κοινωνικο-ιατρικά περιστατικά.

2.   Παρουσίαση του προβλήματος

2.1

Οι ψυχικές διαταραχές αποτελούν πέντε από τις δέκα κυριότερες αιτίες αναπηρίας στον κόσμο και επιφέρουν, ως εκ τούτου, καταστρεπτικές κοινωνικοοικονομικές συνέπειες για τα άτομα, τις οικογένειες, τις κυβερνήσεις.

2.2

Οι πάσχοντες από ψυχικές διαταραχές έρχονται συχνά αντιμέτωποι με διακριτική μεταχείριση ή με μια στάση αποκλεισμού, ενώ υφίστανται σοβαρές παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους.

2.3

Παρατηρείται μια αλληλεπίδραση μεταξύ του προβλήματος της ψυχικής υγείας και της φτώχειας: αυτή η τελευταία αυξάνει τον κίνδυνο εκδήλωσης ψυχικών διαταραχών και περιορίζει τη δυνατότητα πρόσβασης σε βασικές ιατρικές παρεμβάσεις στον τομέα της ψυχικής υγείας. Οι χώρες οφείλουν, επομένως, να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα ψυχικής υγείας ως σημαντικά ζητήματα δημόσιας υγείας.

2.4

Εντούτοις, η ψυχική υγεία συχνά δεν αποτελεί προτεραιότητα στον τομέα της υγείας, εν μέρει επειδή η απαιτούμενη ικανότητα για τη δημιουργία άρτιων και αποτελεσματικών υπηρεσιών ψυχικής υγείας δεν είναι διαθέσιμη σε όλες τις χώρες.

2.5

Το κοινοτικό μέσο για την ψυχική υγεία εμπίπτει στο πλαίσιο του προγράμματος που διαμόρφωσε η Ευρωπαϊκή Ένωση προς όφελος της δημόσιας υγείας, για την περίοδο 2003-2008, δυνάμει του Άρθρου 152 της Συνθήκης· πρέπει, ωστόσο, να επισημανθεί ότι κατά την ανάληψη ενεργειών σε αυτό το πλαίσιο απαιτείται να συνεκτιμώνται οι τις αρμοδιότητες των κρατών μελών όσον αφορά την οργάνωση των υπηρεσιών υγείας και την παροχή ιατρικής περίθαλψης.

2.6

Σκοπός του παρόντος Πράσινου Βιβλίου είναι να διενεργηθεί ευρεία δημόσια συζήτηση, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού σχεδίου δράσης, σχετικά με τη βελτίωση της διαχείρισης της ψυχικής νόσου και με την προώθηση της ψυχικής ευεξίας στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τους ακόλουθους λόγους:

Δεν νοείται υγεία χωρίς ψυχική υγεία και τούτο είναι σημαντικό τόσο για τους πολίτες όσο και για την κοινωνία. Η ψυχική υγεία επιτρέπει στους πολίτες να αναπτύξουν πλήρως τις δυνατότητές τους και να εκπληρώσουν το ρόλο τους στην κοινωνία, στο σχολείο και στην επαγγελματική τους ζωή, ενώ συγχρόνως αποτελεί πηγή ουσιαστικής κοινωνικής συνοχής για την Ευρωπαϊκή Ένωση, εφόσον βεβαίως επιθυμεί να εξελιχθεί σε κοινωνία της γνώσης.

Οι ψυχικές διαταραχές είναι πολύ βαρύ φορτίο· όλος ο κόσμος έχει στο περιβάλλον του ένα αγαπημένο πρόσωπο που πάσχει από κάποιο ψυχικό νόσημα. Οι ψυχικές διαταραχές επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα ζωής τόσο των ασθενών όσο και των οικογενειών τους και αποτελούν βασική αιτία αναπηρίας.

Το κοινωνικό και οικονομικό κόστος των ψυχικών διαταραχών είναι εξαιρετικά σημαντικό διότι επιβαρύνει σοβαρά τους πόρους της κοινωνίας και των οικονομικών, εκπαιδευτικών, κοινωνικών, ποινικών και δικαστικών συστημάτων της. Στοιχεία από ορισμένες χώρες δείχνουν ότι οι ψυχικές διαταραχές αποτελούν μία από τις σημαντικότερες αιτίες απουσίας από την εργασία, πρόωρης συνταξιοδότησης και αναπηρικών συντάξεων.

Ο κοινωνικός αποκλεισμός και ο στιγματισμός των ψυχικά ασθενών, καθώς και οι εις βάρος τους διακρίσεις, εξακολουθούν να υφίστανται. Οι δε θεραπείες ενδέχεται να καταφέρουν πλήγμα στα θεμελιώδη δικαιώματα και στην αξιοπρέπεια των ασθενών αυτών, προκαλώντας ένα αίσθημα δυσπιστίας έναντι της κοινωνίας και, άρα, μειώνοντας το «κοινωνικό κεφάλαιο της Ένωσης».

2.7

Έπειτα από την Ευρωπαϊκή Υπουργική Διάσκεψη της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) που πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο του 2005 με θέμα την ψυχική υγεία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εταίρος της διάσκεψης σε συνεργασία με την ΠΟΥ, δημοσίευσε τον Οκτώβριο το 2005 ένα Πράσινο Βιβλίο με τίτλο «Βελτίωση της ψυχικής υγείας του πληθυσμούΠρος μια στρατηγική σχετικά με την ψυχική υγεία για την Ευρωπαϊκή Ένωση» (που εμπίπτει στον τομέα της δημόσιας υγείας και έχει ως νομική βάση το άρθρο 152 της Συνθήκης) και ξεκίνησε διαβουλεύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο σχετικά με την ψυχική υγεία.

2.8

Ο σαφώς δεδηλωμένος στόχος συνίσταται στη βελτίωση της ψυχικής υγείας του ευρωπαϊκού πληθυσμού, στο πλαίσιο μιας στρατηγικής η οποία θα υπερβαίνει τον υγειονομικό τομέα και θα αποσκοπεί γενικότερα στην «επάνοδο» της μακροπρόθεσμης ευημερίας, καθώς και στη βελτίωση της αλληλεγγύης, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ποιότητας ζωής.

2.9

Το παρόν Πράσινο Βιβλίο πρέπει να αποτελέσει έναυσμα για την πραγματοποίηση δημόσιας συζήτησης, εντός του 2006, με τις δημόσιες αρχές, με τους επαγγελματίες του κλάδου και με τις οργανώσεις πασχόντων, με στόχο τη διατύπωση, στα τέλη του 2006, προτάσεων οι οποίες θα εμπίπτουν στην κοινοτική αρμοδιότητα και θα αποτελέσουν τη στρατηγική της Ένωσης στον τομέα της ψυχικής υγείας.

3.   Η ανάλυση και οι προτάσεις που περιλαμβάνονται στο παρόν Πράσινο Βιβλίο

3.1   Αναμφισβήτητη διαπίστωση της σημασίας της ψυχικής υγείας για την Ευρώπη

3.1.1

Υπολογίζεται, βάσει στοιχείων, ότι το 27 % των ενηλίκων Ευρωπαίων υπέφεραν τουλάχιστον μια φορά από κάποια μορφή κακής ψυχικής υγείας κατά τη διάρκεια ενός δεδομένου έτους, ποσοστό εκ του οποίου το 6,3 % αντιστοιχεί σε σωματόμορφες διαταραχές, το 6,1 % σε καταθλίψεις και το 6,1 % σε φοβίες.

3.1.2

Ο αριθμός των αυτοκτονιών που παρατηρούνται στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ξεπερνά τους θανάτους που οφείλονται σε τροχαία ατυχήματα, ανθρωποκτονίες ή στον ιό ΗΙV/AIDS.

3.1.3

Οι συνέπειες για το κοινωνικό σύνολο είναι πολλαπλές και στην έκθεση προτείνεται μια οικονομική αξιολόγησή τους όσον αφορά την απώλεια παραγωγικότητας και τις δαπάνες του κοινωνικού, εκπαιδευτικού, ποινικού και δικαστικού συστήματος.

3.1.4

Διαπιστώνονται σημαντικές ανισότητες τόσο μεταξύ των κρατών μελών όσο και στο εσωτερικό τους.

3.2   Αιτιολόγηση του ενδιαφέροντος που παρουσιάζει μια στρατηγική σχετικά με την ψυχική υγεία σε κοινοτικό επίπεδο

3.2.1

Το πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη δημόσια υγεία περιλαμβάνει ήδη διάφορες πτυχές που αποσκοπούν στα εξής:

στη βελτίωση της ενημέρωσης σχετικά με την υγεία·

στην καλύτερη αντιμετώπιση των απειλών κατά της υγείας·

στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου κοινωνικής προστασίας και καλής υγείας διαμέσου μιας διατομεακής στρατηγικής·

στη μείωση των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας.

3.2.2

Μια κοινοτική στρατηγική σχετικά με την ψυχική υγεία θα μπορούσε να προσανατολισθεί στους ακόλουθους στόχους:

διαφύλαξη της ψυχικής υγείας όλων των πολιτών·

αντιμετώπιση της κακής ψυχικής υγείας μέσω της προληπτικής δράσης·

αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των ατόμων με κακή ψυχική υγεία μέσω της κοινωνικής ένταξης και της προστασίας των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειάς τους·

διαμόρφωση συστήματος ενημέρωσης, έρευνας και επιμόρφωσης σχετικά με την ψυχική υγεία για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

3.2.3

Μεταξύ των πιθανών κοινοτικών πρωτοβουλιών, η διατύπωση συστάσεων του Συμβουλίου θα μπορούσε να εστιασθεί στη μείωση της κατάθλιψης και της αυτοκτονικής συμπεριφοράς λαμβάνοντας ως βάση ένα δοκιμαστικό σχέδιο, επικεντρωμένο στη δημιουργία περιφερειακών δικτύων ενημέρωσης μεταξύ του τομέα της υγείας, των ασθενών και της οικογένειάς τους και των οργανωτών διαφόρων δραστηριοτήτων, το οποίο έχει συντελέσει στο να μειωθούν οι απόπειρες αυτοκτονίας κατά 25 %.

3.2.4

Στο πλαίσιο της δράσης της για τη βελτίωση της κοινωνικής ένταξης των ψυχικά ασθενών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλεί τα κράτη μέλη να επιταχύνουν τις προσπάθειες αποϊδρυματοποίησης. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, η Επιτροπή χρηματοδότησε μια μελέτη η οποία επιβεβαίωσε ότι η αντικατάσταση των ψυχιατρικών ιδρυμάτων από υπηρεσίες παρεχόμενες σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης καθιστά δυνατή τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Τον Ιούνιο το 2005 δημοσιεύθηκε πρόσκληση υποβολής προσφορών για τη διενέργεια μια νέας μελέτης που αποσκοπεί στην ανάλυση και στην παρουσίαση του τρόπου κατά τον οποίο θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν καλύτερα οι διαθέσιμοι οικονομικοί πόροι, καθώς και στην παροχή αριθμητικών στοιχείων για το κόστος της αποϊδρυματοποίησης.

3.2.5

Σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούσαν να προβλεφθούν και άλλες κοινοτικές πρωτοβουλίες:

η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε να καθορίσει τις βέλτιστες ακολουθητέες πρακτικές για την προαγωγή της κοινωνικής ένταξης και για την προστασία των δικαιωμάτων των ψυχικά ασθενών·

η κατάσταση των ψυχικά ασθενών και τις συνθήκες που επικρατούν στα ψυχιατρικά ιδρύματα πρέπει να διασφαλίζονται από τα θεμελιώδη δικαιώματα και τα δικαιώματα του ανθρώπου όπως διατυπώνονται στο Χάρτη που περιλαμβάνεται στο Σχέδιο Συντάγματος για την Ευρώπη.

3.2.6

Η Ευρωπαϊκή Ένωση προσβλέπει στη βελτίωση των γνώσεων σχετικά με την ψυχική υγεία υποστηρίζοντας ερευνητικά προγράμματα και ενθαρρύνοντας τις διεπαφές μεταξύ των κύκλων που είναι αρμόδιοι για τη λήψη των αποφάσεων και της ερευνητικής κοινότητας.

4.   Άποψη όσον αφορά τις προτάσεις

4.1   Η ανάδειξη της σημασίας της ψυχικής υγείας βρίσκεται στο σταυροδρόμι διαφόρων παραγόντων εξέλιξης

4.1.1

Τα τελευταία χρόνια σηματοδοτήθηκαν από διάφορα δεδομένα: την εκτόξευση της ζήτησης τόσο με την εμφάνιση ενός μαζικού φαινομένου, μιας αλλαγής προτύπου: από την ψυχιατρική προς τη ψυχική υγεία όσο και με τη μη ανατρέψιμη είσοδο στο προσκήνιο των χρηστών και των εκπροσώπων της οικογένειάς τους. Κάθε μία από τις παραμέτρους αυτές επέφερε, με διαφορετικό ρυθμό αναλόγως της χώρας, νομοθετικές ή κανονιστικές αλλαγές που αντικατοπτρίζουν τη — μεγαλύτερη ή μικρότερη — πολιτική ή διοικητική συνεκτίμηση των εν λόγω παραγόντων.

4.1.2

Η μαζική ζήτηση, η οποία προκαλεί κορεσμό στο σύνολο των μηχανισμών, συνδέεται με την πολυσύνθετη αλληλεπίδραση μεταξύ της διαφοροποίησης του τρόπου παρουσίασης του ψυχικού γεγονότος και της ψυχιατρικής στο κοινωνικό σύνολο — είτε με την περαιτέρω εκλαΐκευση του προβλήματος είτε με τη μείωση του στιγματισμού του — όπως και στην περίπτωση της προσφοράς. Η ζήτηση αυτή, η οποία παρατηρήθηκε την ίδια εποχή σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες, απεικονίζεται στην επιδημιολογία: εμφάνιση των ψυχικών διαταραχών σε ποσοστό 15 έως 20 % μεταξύ των συνηθέστερων διαγνώσεων που πραγματοποιούνται ετησίως επί του γενικού πληθυσμού, ποσοστό 12 έως 15 % των συνεπειών τους όσον αφορά τη διαπίστωση αναπηρίας, δηλ. ποσοστό εξίσου υψηλό με εκείνο των καρδιαγγειακών παθήσεων, δύο φορές υψηλότερο από το ποσοστό της εμφάνισης καρκίνου, ποσοστό 30 % επί του συνόλου των ετών υγιούς ζωής που χάνονται εξαιτίας θνησιμότητας η οποία θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί ή λόγω αναπηρίας (πηγή: ΠΟΥ, 2004). Η πίεση αυτή αντικατοπτρίζεται, επίσης, στον εμπλουτισμό του υγειονομικού προγραμματισμού, με την ανάθεση ολοένα και περισσότερων αποστολών στην ψυχιατρική, με την πάροδο των ετών.

4.1.3

Ο συνδυασμός της μαζικής ζήτησης και της διαφοροποίησης του τρόπου παρουσίασης του φαινομένου οδήγησε σε αύξηση του αριθμού των αιτημάτων για θεραπεία εκτός νοσοκομειακού ιδρύματος, γεγονός το οποίο έθεσε ένα τέλος στη συνηθισμένη «διχοτομία» μεταξύ ασθένειας και υγείας, διαμέσου της προφανέστερης εμπειρίας που συνίσταται στη συνεχή εμφάνιση κλινικών εκδηλώσεων έως την πρόκληση ψυχικού πόνου. Λόγω του συνδυασμού αυτού κατέστη, αφενός, αδύνατος ο διαχωρισμός των παρατηρούμενων διαταραχών από το κοινωνικό πλαίσιο εντός του οποίου έκαναν την εμφάνισή τους και, αφετέρου, επιβεβλημένη η εκτίμηση του κοινωνικού αντικτύπου κατά την αξιολόγηση των αναγκών. Σημαντική συνιστώσα της αποστολής της ψυχιατρικής αποτελεί επί του παρόντος ο προσδιορισμός των κριτηρίων διάγνωσης όσον αφορά το τι είναι ψυχιατρική περίπτωση και τι όχι, καθώς και το ποια ψυχιατρική περίπτωση είναι επαρκώς σοβαρή ώστε να δικαιολογεί την παρέμβαση της εν λόγω επιστήμης χωρίς να την περιορίζει σε αυτό το πλαίσιο, προκειμένου να μπορέσουν οι πάσχοντες να μοιραστούν ένα κοινό φορτίο με άλλους ομοιοπαθούντες ή να επικουρηθούν κατά τρόπο ώστε να καταστούν εκ νέου βασικοί πρωταγωνιστές της παρεχόμενης βοήθειας ή θεραπείας. Αυτές οι, ενίοτε αλληλοσυγκρουόμενες, διαλεκτικές εντάσεις μεταξύ κλινικής, ηθικής και οργάνωσης αντικατοπτρίζουν την προαναφερθείσα αλλαγή προτύπου: ψυχιατρική εναντίον ψυχικής υγείας και μια ενίοτε αντιφατική ορολογία, ακόμη και στα δημόσια έγγραφα. Στη διεθνή βιβλιογραφία, εντούτοις, η διάκριση μεταξύ ψυχιατρικής και ψυχικής υγείας δεν δημιουργεί σχεδόν κανένα πρόβλημα.

4.1.4

Εν κατακλείδι, η τελευταία — αλλά διόλου αμελητέα — παράμετρος αφορά την ενίσχυση της παρουσίας των χρηστών και των εκπροσώπων των οικογενειών. Η παράμετρος αυτή απεικονίζει μια γενική εξέλιξη — τόσο στη Γαλλία όσο και παγκοσμίως — η οποία δεν περιορίζεται στην ψυχιατρική και έχει επιταθεί από ορισμένες παθολογίες (AIDS) λόγω των οποίων η σχέση ιατρού -ασθενούς έχει αλλάξει ριζικά. Η νομοθεσία για τα δικαιώματα των ασθενών, η πραγματοποίηση αναφοράς στους χρήστες και στις οικογένειές τους στα διοικητικά έγγραφα που σχετίζονται με την ψυχιατρική στο πλαίσιο της οργάνωσης των υπηρεσιών και η ανταπόκριση στις ανάγκες, καθώς και οι συγκεκριμένες εφαρμογές τους, αποτελούν την πλέον αξιοσημείωτη εκδήλωση αυτής της εξέλιξης.

4.1.5

Η ανάδειξη της σημασίας του θέματος αυτού συναρτάται άμεσα με την προβολή των εκπροσώπων του πληθυσμού και όλων των δυνητικών χρηστών. Η πολιτική, η πολιτική της τοπικής αυτοδιοίκησης και η ψυχική υγεία εμφανίζουν διαρκώς περισσότερο τις μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις. Οι αιρετοί εκπρόσωποι των πολιτών επηρεάζουν ολοένα και περισσότερο την εξέλιξη της ψυχιατρικής, η οποία θα πραγματοποιείται όλο και λιγότερο δίχως αυτούς.

4.1.6

Η εν λόγω εξέλιξη κατέστησε εξαιρετικά προφανή την έλλειψη ισορροπίας όσον αφορά τη θεραπεία εντός ή εκτός νοσοκομειακού ιδρύματος και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει από πλευράς ευελιξίας ολόκληρος ο κλάδος της ιατρικής περίθαλψης, από τα επείγοντα έως τα κοινωνικο-ιατρικά περιστατικά. Κατέδειξε, επίσης, τη συχνή αποτυχία της αποϊδρυματοποίησης και την ατελέσφορη ενσωμάτωση της ψυχιατρικής περίθαλψης στις γενικές νοσοκομειακές υπηρεσίες. Λόγω της διαπερατότητας των ορίων μεταξύ ιατρικού και κοινωνικού ζητήματος, καθώς και μεταξύ επαγγελμάτων και εξειδικεύσεων στον τομέα της κατάρτισης, μια από τις βασικές μελλοντικές λύσεις συνίσταται στην αρχική και συνεχή επαγγελματική κατάρτιση σε νέες ειδικότητες. Πέραν των εν λόγω συνταρακτικών αλλαγών, ανέκυψαν και νέα προβλήματα όπως εκείνο των ψυχικά ασθενών κρατουμένων, των ηλικιωμένων με νευροεκφυλιστικές διαταραχές που προκαλούν ψυχική αναπηρία και των ιδιαίτερα στερημένων ομάδων του πληθυσμού.

4.1.7

Το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, η επίδειξη ευαισθησίας έναντι της εμπειρίας των στρατοπέδων συγκεντρώσεως και των δικαιωμάτων του ανθρώπου, μια επικριτική ματιά στην ψυχιατρική νοσηλεία όπως γινόταν εκείνη την εποχή, η εμφάνιση των ψυχοτρόπων ουσιών, η κινητοποίηση των καταναλωτών-χρηστών, καθώς και οι δημοσιονομικοί περιορισμοί, προκάλεσαν μια ραγδαία εξέλιξη της ψυχιατρικής επιστήμης στην πλειονότητα των ανεπτυγμένων χωρών, η οποία στη διεθνή βιβλιογραφία ονομάζεται — με παραπομπή σε έναν αγγλοσαξωνικό όρο — διαδικασία αποϊδρυματοποίησης, δηλαδή οργάνωση της περίθαλψης και των υπηρεσιών καταφεύγοντας λιγότερο στη νοσηλεία εντός κάποιου ιδρύματος και περισσότερο σε νοσηλευτικές παρεμβάσεις που διευκολύνουν την παραμονή του ασθενούς στο φυσικό του περιβάλλον.

4.1.8

Κάθε φορά που η αποϊδρυματοποίηση ευνόησε την κατάργηση της νοσοκομειακής περίθαλψης παρατηρήθηκε η ύπαρξη διαφόρων σκοπέλων, όπως: η δικαστική διευθέτηση, δηλαδή η τάση της κοινωνίας και της ψυχιατρικής όσον αφορά τη μεταφορά ή τη διατήρηση ενός μεγάλου αριθμού ψυχικά ασθενών στη φυλακή· η περιπλάνηση περιθωριακών ασθενών ή ασθενών με οικονομικά προβλήματα οι οποίοι βρίσκονται στο στάδιο της διακοπής ή της ολοκλήρωσης της θεραπείας τους, χωρίς στέγη και χωρίς κοινωνικές παροχές, με αποτέλεσμα να καταλήγουν άστεγοι (homeless)· το «σύνδρομο της περιστρεφόμενης θύρας» (revolving door), δηλαδή η συνηθισμένη πορεία που διανύει ένας ορισμένος αριθμός ασθενών οι οποίοι εισάγονται στο νοσοκομείο, παίρνουν εξιτήριο από αυτό, επανεισάγονται στο νοσοκομείο, διαγράφοντας έναν ατέρμονα κύκλο. Με την πάροδο του χρόνου και στο πλαίσιο των δημοσιονομικών περικοπών, ο συνδυασμός των εν λόγω φαινομένων με τη μαζική ζήτηση προκάλεσε κορεσμό στα τμήματα επειγόντων περιστατικών και στη νοσοκομειακή περίθαλψη και είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία πρόσθετων κλινών μακράς νοσηλείας — η οποία θα μπορούσε να έχει ενδεχομένως αποφευχθεί — ενίοτε υπό το βάρος σοβαρών περιστατικών (ψυχικά ασθενείς με επιθετική συμπεριφορά ή θύματα). Η κοινή γνώμη κατόρθωσε, σε τέτοιες περιπτώσεις, να επηρεάσει τους αρμόδιους για τη λήψη πολιτικών αποφάσεων και να ωθήσει στην υιοθέτηση λύσεων με γνώμονα την ασφάλεια ή, αντίθετα, στη διαμόρφωση σχεδίου για την ψυχική υγεία.

4.2   Η ενημέρωση και τα ΜΜΕ

Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ασχολούνται κατά κανόνα με την οδύνη των ψυχικά ασθενών όταν αυτοί προβαίνουν σε επιθετικές ενέργειες (παρότι ο αριθμός των εν λόγω περιστατικών δεν είναι υψηλότερος από εκείνον που αντιστοιχεί στο γενικό πληθυσμό). Μια τέτοια κατάσταση συντελεί στην προβολή μιας αρνητικής εικόνας και στη δημιουργία κλίματος ανασφάλειας, με αποτέλεσμα να επιτείνεται η αδιαλλαξία και η απόρριψη ψυχικά ασθενών. Η ενημέρωση σχετικά με την ψυχική υγεία στη συνέχειά της, δεν πρέπει να παραμείνει ανεξέλεγκτη ούτε να εξακολουθήσει να αποτελεί ένα ολοένα και πιο ευαίσθητο θέμα· ως εκ τούτου, επικεντρωμένο στην πρόληψη των βαριών συνεπειών και απευθυνόμενο στο ευρύ κοινό διαμέσου των ΜΜΕ και των επαγγελματιών του εν λόγω κλάδου.

4.3   Οι προϋποθέσεις και οι συνιστώσες μιας κοινής στρατηγικής για τη βελτίωση της ψυχικής υγείας

4.3.1

Η ΕΟΚΕ στηρίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής για την προοπτική ανάπτυξης μιας ολοκληρωμένης ευρωπαϊκής στρατηγικής ψυχικής υγείας. Πιστεύει δε ότι η συζήτηση για την αναζήτηση, ανάδειξη και ανάπτυξη της εν λόγω στρατηγικής πρέπει να γίνει με όρους κοινωνίας της γνώσης. Αυτό μεταξύ των άλλων σημαίνει ότι η ευρωπαϊκή κοινωνία πρέπει να αποκτήσει:

μια σαφή αντίληψη των σχετικών, με την ψυχική υγεία, εννοιών και του περιεχομένου τους·

μια ακριβή συνείδηση του μεγέθους του προβλήματος, όπως αυτό καταγράφεται σήμερα, αλλά και της δυναμικής που εμπεριέχει·

μια ισχυρή ενίσχυση της συμμετοχής της ευρωπαϊκής κοινωνίας για ουσιαστική συμμετοχή της στη διαμόρφωση συνθηκών ανάπτυξης ολοκληρωμένων επιλογών επίλυσης.

4.3.2

Συνεπώς, το εύρος των αναγκών απαιτεί ένα φιλόδοξο πρόγραμμα, καθώς και τη χάραξη μιας κοινής στρατηγικής βασισμένης σε ορισμένες πλήρως συμμεριζόμενες αρχές. Κρίνεται δε σκόπιμο να επισημανθεί ότι υπάρχουν λιγότερο διαδεδομένα προβλήματα υγείας για τα οποία έχει εξασφαλισθεί η μέγιστη δυνατή κινητοποίηση. Επιπλέον, η κατάσταση της ψυχικής υγείας παρουσιάζει αντιθέσεις ανάλογα με την εκάστοτε ευρωπαϊκή χώρα και ενδέχεται να παρακωλυθεί στο μέλλον λόγω της καθυστέρησης που κινδυνεύει να επιδεινωθεί περαιτέρω στις χώρες οι οποίες θα προσχωρήσουν στην Κοινότητα πιο μακροπρόθεσμα.

Εφεξής, κρίνεται σκόπιμη η διατύπωση ορισμένων προϋποθέσεων.

4.3.3

Μια κοινή στρατηγική προϋποθέτει κατ'αρχήν συναίνεση όσον αφορά τη χρήση των όρων και των εννοιών όπως, παραδείγματος χάρη, της έννοιας «κακή ψυχική υγεία» ή «άτομο με ψυχική αναπηρία», όσον αφορά την ευαισθησία που επιδεικνύεται στη γαλλική γλώσσα.

4.3.4

Η αναγνώριση της ψυχικής υγείας ως προτεραιότητας ανάλογης προς το εύρος των αναγκών αποτελεί σημαντικό βήμα προόδου για την καθιέρωση των απαιτούμενων μέσων δράσης.

4.3.5

Από μια άλλη άποψη, η διαπίστωση του προβλήματος απαιτείται να υποστηριχθεί από συγκεκριμένο απολογισμό τόσο των αναγκών όσο και των λύσεων που προτείνονται επί του παρόντος.

4.3.6

Όσον αφορά τις προς ανάληψη ενέργειες, οι προτάσεις του Πράσινου Βιβλίου δεν μπορούν παρά να επικροτηθούν. Στο πλαίσιο των ενεργειών για τη βελτίωση της ψυχικής υγείας δίδεται έμφαση στα παιδιά και στους εφήβους, στον ενεργό πληθυσμό και στους ηλικιωμένους.

4.4   Η ψυχική υγεία των πολιτών

4.4.1

Η ψυχική υγεία άπτεται της δυσφορίας που αισθάνεται ένα άτομο έναντι του περιβάλλοντός του, στο χώρο στον οποίο ζει και κινείται εντός μιας δεδομένης κοινωνίας, και περικλείει διάφορες ενέργειες:

μηχανισμό καταπολέμησης των ψυχικών νόσων που δεν μπορεί παρά να συνδυάζει την πρόληψη, την περίθαλψη και την επανένταξη·

δράσεις πρόληψης απευθυνόμενες σε ομάδες-στόχους του πληθυσμού·

δράσεις περίθαλψης για την αντιμετώπιση της οδύνης ορισμένων τμημάτων του πληθυσμού·

θετικές δράσεις στον τομέα της ψυχικής υγείας, ικανές να μεταβάλουν διάφορες επιζήμιες συμπεριφορές οι οποίες αφορούν είτε ένα άτομο, είτε κάποιες ομάδες ατόμων είτε την ίδια την κοινωνία.

4.4.2

Από αυτή την άποψη, απαιτείται να δοθεί έμφαση και στις τρεις συνιστώσες της πρόληψης: πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή, κατά τρόπο προσαρμοσμένο στον εκάστοτε τομέα. Κρίνεται επίσης σκόπιμη η ανάληψη δράσεων για την προαγωγή της ψυχικής υγείας και για την ενημέρωση της κοινής γνώμης, καθώς και για την απόκτηση και τη διατήρηση υγιών συνηθειών διαβίωσης και για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος το οποίο να ευνοεί την πλήρη ανάπτυξη της προσωπικότητας. Το ίδιο ισχύει και όσον αφορά την πρόληψη, η οποία αποσκοπεί στον περιορισμό των επιπτώσεων των ψυχικών διαταραχών, επιδεικνύοντας ιδιαίτερη προσοχή στους παράγοντες κινδύνου και στις παθογόνες καταστάσεις· επί τούτου μπορούν να παρατεθούν ενδεικτικά ορισμένα παραδείγματα:

έγκαιρη πρόληψη για μητέρες και βρέφη που εμφανίζουν ενδείξεις κατάθλιψης ή έχουν την αίσθηση του ανεκπλήρωτου·

στοχοθετημένες παρεμβάσεις για παιδιά που βρίσκονται σε κατάσταση σχολικής αποτυχίας·

πληροφόρηση και υποστήριξη των οικογενειών που έρχονται αντιμέτωπες με μια ψυχική νόσο·

διερεύνηση των παραγόντων κινδύνου ή εκείνων που σχετίζονται με την εμφάνιση της οδύνης ή με την εκδήλωση της ασθένειας, σε συνάρτηση με την πολιτισμική προέλευση.

η θέσπιση ψυχιατρικής παρακολούθησης που να επιτρέπει μια πιο σφαιρική προσέγγιση των σωματοψυχικών παθήσεων και την ενεργό και παθητική συμμετοχή της οικογένειας (εκμάθηση μεθόδων διαβίωσης και υποστήριξης των ασθενών και, ενδεχομένως περίπτωση, οικονομικές ενισχύσεις). Η ψυχολογική στήριξη είναι προτιμότερη από τη χορήγηση ψυχοτρόπων ουσιών χωρίς υποστήριξη.

4.4.3

Η ανταπόκριση στις ανάγκες των παιδιών και των εφήβων αποτελεί, αδιαφιλονίκητα, προτεραιότητα. Τα σχετικά αιτήματα δεν διατυπώνονται μόνον από τις οικογένειες ή δεν υποστηρίζονται αποκλειστικά από αυτές· προέρχονται, επίσης, από εκπαιδευτικούς, δικαστικούς, κοινωνικούς, αστυνομικούς ή συλλογικούς φορείς εξαιτίας ολοένα και πιο ακραίων καταστάσεων για παιδιά διαρκώς πιο νεαρής ηλικίας, για οικογένειες με πολλαπλά προβλήματα. Περισσότερο από όλους τους άλλους, οι οικογένειες και τα παιδιά υφίστανται τις κοινωνικές εξελίξεις κατά μέτωπο.

4.4.4

Μια συνεκτική και συντονισμένη οργάνωση θα πρέπει να παρέχει ένα σύνολο συντονισμένων και συγκροτημένων υπηρεσιών, διαρθρωμένων γύρω από τρεις βασικές ενότητες ή προγράμματα:

ένα σύνολο υπηρεσιών αφιερωμένο στα παιδιά πολύ νεαρής ηλικίας, στις οικογένειές τους, στους κοινωνικούς εταίρους, καθώς και στους υγειονομικούς, εκπαιδευτικούς και δικαστικούς φορείς που αντιστοιχούν σε αυτήν την περίοδο·

ένα σύνολο υπηρεσιών αφιερωμένο στα παιδιά σχολικής ηλικίας, στις οικογένειές τους και στους αρμόδιους εταίρους·

ένα σύνολο υπηρεσιών αφιερωμένο στους εφήβους, στις οικογένειές τους και στους αρμόδιους εταίρους.

4.4.5

Κάθε ενότητα θα πρέπει να είναι σε θέση να προσφέρει, πέραν της προγραμματισμένης θεραπείας σε εξωτερικά ιατρεία και εκτός νοσηλευτικού ιδρύματος, πιο εντατική περίθαλψη, θεσμοθετημένη και προσαρμοσμένη ανάλογα με την ηλικία, καθώς και ιατρική περίθαλψη για οξέα επεισόδια και μακροχρόνια περίθαλψη. Η ψυχιατρική παρακολούθηση, η οποία εξασφαλίζει την ικανότητα απόκρισης και την κινητικότητα των ενοτήτων, θα μπορούσε να συνεισφέρει στην πρώιμη ανίχνευση, στην πρόληψη των κρίσεων και στην υποστήριξη των οικογενειών και των αρμοδίων εταίρων.

4.4.6

Σε αυτές βασικές ενότητες θα ήταν σκόπιμο να προστεθούν εξειδικευμένα προγράμματα προοριζόμενα για ομάδες ή καταστάσεις κινδύνου, με στόχο να καταστεί δυνατή τόσο η πρωτοβάθμια όσο και η δευτεροβάθμια πρόληψη: πρώιμη ανίχνευση των έντονων διαταραχών της ανάπτυξης, ορισμένων παθολογιών που εμφανίζονται σε παιδιά πολύ νεαρής ηλικίας, των πρόωρων δυσλειτουργιών των γονέων, των απομονωμένων νεαρών μητέρων, των οικογενειών με πολλαπλά προβλήματα, εθιστικές διαταραχές των εφήβων κλπ. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται να επιδειχθεί στις κοινωνικές, εκπαιδευτικές και δικαστικές δομές (υπηρεσίες πρόληψης, φυλακές) οι οποίες υποδέχονται σοβαρές κοινωνικές καταστάσεις που παρουσιάζουν ή που κινδυνεύουν να αναπτύξουν συνδεδεμένες ψυχικές διαταραχές, λόγω του ακραίου και αθροιστικού χαρακτήρα των καταστάσεων αυτών.

4.5   Οι σχέσεις μεταξύ εργασίας, ανεργίας και υγείας

4.5.1

Η βελτίωση των συνθηκών εργασίας ή της έλλειψης εργασίας (ανεργίας) πρέπει να τύχει προβολής, λόγω της επίδρασής τους στην ψυχική υγεία. Το θέμα της εργασίας, σε σχέση με την ψυχική υγεία, θίγει την αξία που αποδίδεται στην εργασία και το προσωπικό της κόστος, τις συνέπειες της ανεργίας, την αναπηρία.

4.5.2

Οι λύσεις που απαιτείται να εξευρεθούν για την αντιμετώπιση του κοινωνικού αποκλεισμού είναι εξίσου σημαντικές και για την ψυχική υγεία.

4.5.3

Τέλος, η γήρανση του πληθυσμού καθιστά αναγκαία την εξεύρεση ενδεδειγμένων λύσεων. Ποσοστό 20 % των ηλικιωμένων επωφελούνται από αυτό που η ΠΟΥ ονομάζει «επιτυχημένα γηρατειά», γεγονός το οποίο σημαίνει ότι ποσοστό 80 % αντιμετωπίζει προβλήματα (ασθένειες, απώλεια αυτονομίας). Η αύξηση της ηλικίας δεν επιφέρει την εξαφάνιση των ψυχικών ασθενειών, τουναντίον μάλιστα. Οι ασθένειες που σχετίζονται με την άνοια, οι οποίες συνήθως δεν εκδηλώνονται (1 %) έως την ηλικία των 60 ετών, κάνουν συχνά την εμφάνισή τους έπειτα από τα 85 έτη (30 %). Τα άτομα αυτά παρουσιάζουν διαταραχές της συμπεριφοράς στο 70 % των περιπτώσεων.

4.6   Οι αιτούντες άσυλο

4.6.1

Ο προβληματισμός σχετικά με την ψυχική υγεία εκτείνεται και στην υποστήριξη των αιτούντων άσυλο κατά τη διαδικασία υποδοχής τους, όσον αφορά τον τόπο και τον τρόπο διαβίωσής τους αλλά και τη διάσταση της προσωπικής τους ζωής, η οποία εμπεριέχει την ιδιαίτερη ιστορία του κάθε ατόμου, καθώς και τη δική του αντίληψη της έννοιας του χρόνου. Η σοβαρότητα των τραυμάτων που υφίστανται τα άτομα αυτά — τραύματα τα οποία πολλές φορές αφήνουν να διαφανεί μια εξαιρετική σκληρότητα λόγω του γεγονότος ότι προκαλούνται σκοπίμως και συλλογικά — καταδεικνύει μια μορφή οργανωμένης βίας. Οι μετατραυματικές διαταραχές που παρατηρούνται στις εν λόγω ομάδες πληθυσμού επιδεινώνονται συχνά από πολυάριθμα πένθη και από ένα ιδιαίτερα επίπονο βίωμα της εξορίας.

4.7   Ο προβληματισμός σχετικά με την ψυχική υγεία

4.7.1

Ο ίδιος προβληματισμός σχετικά με την ψυχική υγεία εκτείνεται και στο σημαντικό αριθμό εγκλείστων σε σωφρονιστικά ιδρύματα που έχουν πρόσβαση μόνον σε ελάχιστες δομές μέριμνας.

4.7.2

Η εφαρμογή προγραμμάτων για την πρόληψη της κατάθλιψης και των αυτοκτονιών, καθώς και των διαφόρων μορφών εθισμού χρήζει υποστήριξης.

4.7.3

Όσον αφορά την αλλαγή προτύπου, η οποία προτείνεται στο πλαίσιο της αποϊδρυματοποίησης, μπορεί να επισημανθεί ότι το φαινόμενο αυτό έκανε την εμφάνισή του από τα τέλη της δεκαετίας του '90 και σηματοδοτήθηκε από την εξάλειψη της παρακμής της νοσοκομειακής περίθαλψης και της αυταπάτης περί αποϊδρυματοποίησης, καθώς και από την ανάγκη συνδυασμένης οργάνωσης η οποία να προβλέπει τη συνύπαρξη ενός στέρεου μηχανισμού σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης και της δυνατότητας μόνιμης νοσηλείας. Μια υπερβολικά εκτεταμένη νοσηλεία δεν επιτρέπει τη διάθεση των πόρων και την πλήρη ανάπτυξη του φάσματος υπηρεσιών της τοπικής αυτοδιοίκησης που χρειάζονται οι ασθενείς και οι οικογένειές τους. Αντιστρόφως, η επικράτηση ενός συστήματος θεραπείας εκτός νοσηλευτικού ιδρύματος δεν μπορεί να διασφαλισθεί σε περίπτωση που το σύστημα αυτό δεν υποστηρίζεται, επί μονίμου βάσεως, από έναν άμεσα προσιτό νοσηλευτικό μηχανισμό για τη βραχεία νοσηλεία ασθενών με οξείες διαταραχές, οι οποίοι δεν επιδέχονται καμία άλλης μορφής θεραπεία. Τέλος, ο περιορισμός της νοσοκομειακής περίθαλψης δεν μπορεί να επιτευχθεί εάν η λύση της θεραπείας εκτός νοσηλευτικού ιδρύματος δεν περιλαμβάνει υπηρεσίες οι οποίες να καθιστούν δυνατή την αποτροπή κάθε μη επιβεβλημένης νοσηλείας· την υποδοχή και την παρακολούθηση των ασθενών που νοσηλεύονται επί μακρόν και οι οποίοι πρέπει να λάβουν εξιτήριο έπειτα από ενδεδειγμένη προετοιμασία· τη συνοδευτική υποστήριξη των ασθενών που δεν νοσηλεύονται σε κάποιο ίδρυμα προκειμένου να εξακολουθήσουν να συμμετέχουν στην κοινωνία υπό αποδεκτές συνθήκες και με σεβασμό των αναγκών τους· την εναλλαγή της θεραπείας εντός και εκτός νοσηλευτικού ιδρύματος για τους ασθενείς που το έχουν ανάγκη.

4.7.4

Η απόφαση σχετικά με τη θεραπεία ενός ψυχικά ασθενούς εντός ή εκτός νοσηλευτικού ιδρύματος επηρεάζεται έντονα από το πνεύμα και το πρότυπο επαγγελματικής κατάρτισης του θεράποντος προσωπικού, από το βαθμό απομόνωσης, από τους γενικούς κοινωνικοπολιτιστικούς παράγοντες όπως η ανοχή της κοινωνίας, από τις συνθήκες αβεβαιότητας που επικρατούν σε μια δεδομένη επικράτεια, που αποτελούν παράγοντες οι οποίοι αυξάνουν τη χρήση τέτοιων υπηρεσιών και τη διαθεσιμότητα εναλλακτικών λύσεων. Είναι επομένως αδύνατο να παρασχεθούν κατηγορηματικά στοιχεία όσον αφορά τις ανάγκες σε κλίνες πλήρους νοσηλείας για ασθενείς που βρίσκονται σε οξύ στάδιο, χωρίς να ληφθούν υπόψη οι τοπικές συνθήκες.

4.7.5

Εξάλλου, ο σημαντικότερος παράγοντας όσον αφορά τη θεραπεία συνίσταται στην ίδια τη φύση της, δηλαδή εξαρτάται από τις υπηρεσίες που αναμένεται να προσφέρει, από το είδος των αναγκών που πρέπει να καλύψει, από το βαθμό της αναγνωρισμένης αποτελεσματικότητάς της και όχι μόνον από το χώρο στον οποίο παρέχεται.

4.7.6

Τα πλεονεκτήματα που αναγνωρίζονται συνήθως όσον αφορά τη νοσοκομειακή περίθαλψη συνίστανται στη διαθεσιμότητα εξασκημένου προσωπικού, στην υποδοχή σε έναν κατάλληλα προσαρμοσμένο περιβάλλοντα χώρο και στην άσκηση εργασίας υπό επαρκώς ασφαλείς συνθήκες. Τα εν λόγω πλεονεκτήματα μειώνονται ή εκμηδενίζονται σε περίπτωση που η έλλειψη κλινών έχει ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση μη συνεργάσιμων ασθενών με πολύ οξείες διαταραχές εντός ενός νοσοκομειακού ιδρύματος, γεγονός το οποίο ενδέχεται να διαταράξει τις συνθήκες εργασίας στο συγκεκριμένο περιβάλλον, σε υπερβολικά υψηλό, αφόρητο ή ακόμη και επικίνδυνο σημείο.

4.7.7

Πολυάριθμες, διεθνείς και γαλλικές, μελέτες καταδεικνύουν ότι ποσοστό έως 40 % των ασθενών με οξείες διαταραχές που εμφανίζονται ή παραπέμπονται για νοσηλεία σε νοσοκομείο, είναι δυνατόν να εξυπηρετηθούν σε εναλλακτικές θεραπευτικές μονάδες, εφόσον η συνεργασία τους είτε είναι εξασφαλισμένη είτε μπορεί να επιτευχθεί είτε δύναται να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγματεύσεων με την υποστήριξη των συγγενών ή του κοινωνικού δικτύου υποστήριξης (για επείγουσες παρεμβάσεις και υπό συνθήκες κρίσεως). Ως εκ τούτου, η αυξανόμενη αποτελεσματικότητα των εν λόγω μηχανισμών τείνει να επιφέρει την παραπομπή για εισαγωγή και, προφανώς, τη συγκέντρωση στο νοσοκομείο των πλέον «αναπόδραστων» περιστατικών: εκείνων που απαιτούν επειγόντως διπλή — ψυχιατρική και σωματική — διάγνωση, εκείνων που εμφανίζουν ιδιαίτερα σοβαρές μεικτές οξείες παθολογίες, επικίνδυνες υποτροπές σε περίπτωση γνωστών ψυχιατρικών παθολογιών, ασυγκράτητη βίαιη και αυτοκαταστροφική συμπεριφορά κλπ., συχνά με τη μορφή αναγκαστικής νοσηλείας. Το γεγονός αυτό θα αποδειχθεί ότι έχει συνέπειες από πλευράς οργάνωσης και στελέχωσης.

4.7.8

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, οι ίδιες μελέτες συνιστούν να μην μειωθεί το κατώτατο όριο πέραν των 0,5 κλινών ανά 1.000 ενήλικες κατοίκους, για τους ασθενείς που βρίσκονται σε οξύ στάδιο, και ο αριθμός αυτός πρέπει να σταθμισθεί αναλόγως εάν ο επιδιωκόμενος στόχος αφορά, όπως συνιστάται, τη χρήση των εν λόγω υπηρεσιών σε ποσοστό 80-85 %. Εξυπακούεται ότι το προαναφερθέν κατώτατο όριο, αφενός, προϋποθέτει ότι οι υπάρχουσες — τόσο εκ των προτέρων όσο και εκ των υστέρων — εναλλακτικές δυνατότητες διαθέτουν επαρκή και αποτελεσματικό εξοπλισμό και, αφετέρου, δεν συμπεριλαμβάνει τις κλίνες για ασθενείς με οξείες διαταραχές τις οποίες χρειάζεται η ιατροδικαστική ψυχιατρική ή η ψυχιατρική υπό ασφαλείς συνθήκες, αλλά ούτε και τις κλίνες για τους εφήβους και τους ηλικιωμένους. Η υπερβολική προσέγγιση του εν λόγω κατώτατου ορίου χωρίς να πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις υποκατάστασης της θεραπείας εκτός νοσηλευτικού ιδρύματος θα είχε ως μοναδικό αποτέλεσμα τη δημιουργία εξαιρετικά δαπανηρών πρόσθετων ψυχιατρικών ή νοσοκομειακών κλινών.

4.8   Περιβάλλον νοσηλευτικής μέριμνας

4.8.1

Παρότι το κατώτατο όριο όσον αφορά τον αριθμό των κλινών ενδέχεται να διαφέρει από τη μία χώρα στην άλλη, τα ελάχιστα πρότυπα σχετικά με την παρεχόμενη κλίνη μπορούν να εκτεθούν με μεγαλύτερη βεβαιότητα. Όλοι οι θάλαμοι πρέπει να είναι κατάλληλα προσαρμοσμένοι στην προβλεπόμενη νοσηλεία και, ακόμη και εάν ο εξοπλισμός είναι πεπαλαιωμένος, μείζον μέλημα πρέπει να αποτελεί η αναγνώριση των αρχών της αξιοπρέπειας και της επίδειξης σεβασμού προς τους νοσηλευομένους, όπως νοούνται οι εν λόγω αρχές επί του παρόντος. Ένα ενδεδειγμένο περιβάλλον είναι ουσιώδες για την ίαση των ασθενών· οι δε κίνδυνοι που συνδέονται με το περιβάλλον χρήζουν αξιολόγησης και αντιμετώπισης αναλόγως των συγκεκριμένων αναγκών των νοσηλευομένων.

4.8.2

Οι νοσηλευόμενοι ασθενείς απαιτείται να έχουν πρόσβαση σε ευρύ φάσμα θεραπευτικών αγωγών, συμπληρωματικών και ενισχυτικών της παρεχόμενης περίθαλψης και της χορηγούμενης θεραπείας. Με την κατάλληλη κατάρτιση, την ενδεδειγμένη εξειδίκευση και την ανθρώπινή προσέγγισή του, το σύνολο του ανθρώπινου δυναμικού που δραστηριοποιείται στον τομέα της ψυχικής υγείας συμβάλλει στη διαμόρφωση του εν λόγω περιβάλλοντος.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/48


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Ευελιξία με ασφάλεια (Flexicurity) η περίπτωση της Δανίας»

(2006/C 195/12)

Στις 14 Ιουλίου 2005, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2, του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε, να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας «Ευελιξία με ασφάλεια (Flexicurity) η περίπτωση της Δανίας»

Το τμήμα «Οικονομική και νομισματική Ένωση, Οικονομική και Κοινωνική Συνοχή», στο οποίο ανατέθηκαν οι προπαρασκευαστικές εργασίες για το θέμα, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 28 Απριλίου 2006 με βάση εισηγητική έκθεση της κας Anita VIUM.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2006) η ΕΟΚΕ υιοθέτησε με 98 ψήφους υπέρ, 1 κατά και 1 αποχή, την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Συμπέρασμα και συστάσεις — «Ευελιξία με ασφάλεια (Flexicurity) η περίπτωση της Δανίας»

1.1

Η δανική μορφή της ευελιξίας με ασφάλεια φαίνεται να αποτελεί ένα υπόδειγμα για τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να επιτευχθούν με κοινωνικά ισορροπημένο τρόπο οικονομική ανάπτυξη, υψηλή απασχόληση και υγιής δημόσια οικονομία Η εξέλιξη αυτή είναι συμβατή με τη διαδικασία της Λισαβόνας με την οποία θα επιδιώκεται συγχρόνως βιώσιμη ανάπτυξη, υψηλότερη, απασχόληση και ευημερία.

1.2

Η δανική ευελιξία με ασφάλεια, σύμφωνα με την οποία μια ευέλικτη αγορά εργασίας υλοποιείται με στοιχεία που συμβάλλουν στην κοινωνική ασφάλεια και με ενεργό πολιτική απασχόλησης και εκπαίδευσης — φαίνεται ότι συμβάλλει στην ανταγωνιστικότητα της Δανίας. Σε συνδυασμό με άλλα χαρακτηριστικά της κοινωνίας της Δανίας, η ευελιξία με ασφάλεια κατέστησε δυνατή τη δημιουργία μιας ισχυρής και ευέλικτης αγοράς εργασίας στη χώρα, με αποτέλεσμα η Δανία να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του μέλλοντος. Υψηλή απασχόληση, υψηλό ημερήσιο επίδομα ανεργίας, και αισιοδοξία έχουν ως αποτέλεσμα ότι οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι αποδέχονται από κοινού τις ανασφάλειες και τα μειονεκτήματα που έχει το σύστημα λόγω των οφειλών που αποκομίζουν οι μεν και οι δε.

1.3

Βασικό στοιχείο για να κατανοήσει κανείς τη δανική ευελιξία με ασφάλεια είναι ότι η ευελιξία και η ασφάλεια είναι δεν είναι απαραίτητα αντικρουόμενες έννοιες. Η μεν πλευρά των εργοδοτών πιθανόν να ενδιαφέρεται για σχέσεις σταθερές και εμπιστοσύνης και για συνεργάτες με κίνητρα και η δε πλευρά των εργαζομένων για το ευέλικτο ωράριο εργασίας, την οργάνωση της εργασίας και τα συστήματα αμοιβών.

1.4

Η ευελιξία με ασφάλεια παρέχει στον πληθυσμό έναν υψηλότερο βαθμό οικονομικής και κοινωνικής ασφάλειας δεδομένου ότι αντικαθιστά την έννοια «ασφάλεια της θέσης απασχόλησης» με την έννοια «ασφάλεια της απασχόλησης» και την έννοια «ελάχιστος κίνδυνος» με την έννοια «νέες προσωπικές ευκαιρίες» στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης και της μετεγκατάστασης των θέσεων απασχόλησης. Βέβαια, ο καθένας κινδυνεύει να χάσει την εργασία του, όμως το κοινωνικό δίκτυο ασφάλειας του εξασφαλίζει βραχυπρόθεσμα τα προς το ζην και, μακροπρόθεσμα, ενεργά μέτρα της αγοράς εργασίας σε συνδυασμό με την υψηλή απασχόληση συμβάλλουν στην πιθανότητα ανεύρεσης νέας εργασίας.

1.5

Για κάθε εργαζόμενο, η δανική μορφή της ευελιξίας με ασφάλεια σημαίνει ότι δεν υπάρχει μεγάλη ασφάλεια στην εργασία και ότι μπορεί κανείς να χάσει την εργασία του πολλές φορές κατά τη διάρκεια του επαγγελματικού του βίου. Ωστόσο, η ασφάλεια, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του συστήματος της ευελιξίας με ασφάλεια με η μορφή, αφενός, του υψηλού επιδόματος ανεργίας που προέρχεται από δημόσια κονδύλια και από τη φορολογική προσπάθεια όλων και, αφετέρου, της ασφάλειας της απασχόλησης, έχει ως συνέπεια ότι οι Δανοί γενικά αισθάνονται ασφαλείς και ικανοποιημένοι (βλέπε παράρτημα 2).

1.6

Εάν εξετάσει κανείς τη δανική ευελιξία με ασφάλεια σε συνάρτηση με την Ευρώπη, διαπιστώνει ότι δεν μπορεί να μεταφερθεί αυτούσια σε άλλες χώρες εξαιτίας των διαφορών στις πολιτισμικές, διαρθρωτικές και οικονομικές συνθήκες. Ως πολιτική στρατηγική, ορισμένα γενικά στοιχεία είναι δυνατόν να συγκριθούν με εκείνα άλλων κρατών μελών. Ιδίως στις περιπτώσεις που το κοινωνικό κεκτημένο, δηλαδή το σύνολο των κανόνων, των δικτύων και της αμοιβαίας εμπιστοσύνης των ατόμων και των οργανώσεων, έχει αναπτυχθεί προς την ίδια κατεύθυνση, όπως το δανικό με τις παραδόσεις συνεργασίας της κυβέρνησης και των κοινωνικών εταίρων και της αποδοχής των αλλαγών από τους πολίτες. Η γεωγραφική ευελιξία μπορεί, ωστόσο, να οδηγήσει σε προβλήματα ιδιαίτερα σοβαρά για τις οικογένειες, τις σχέσεις και την σχολική εξέλιξη και κατάρτιση των παιδιών, κυρίως στις μεγάλες χώρες και τις χώρες με ομοσπονδιακή διάρθρωση.

1.7

Η έννοια της ευελιξίας με ασφάλεια περιέχει γενικά την ιδέα ότι ο συνδυασμός της ευελιξίας και της ασφάλειας για τους εργαζόμενους αποτελεί πηγή τόσο κοινωνικής ασφάλειας όσο και ανταγωνισμού. Η δανική μορφή της ευελιξίας με ασφάλεια προσφέρει ασφάλεια, μέσω ενός υψηλού ημερήσιου επιδόματος ανεργίας (καθώς και την καταβολή επιδομάτων για άλλες κοινωνικές αιτίες) και ευελιξία μέσω φιλελεύθερων κανόνων για τις απολύσεις, όπως π.χ., σχετικά μικρές προθεσμίες απόλυσης. Κοινωνική ασφάλεια και μεγάλη κινητικότητα συνδυάζονται με μια ενεργό πολιτική απασχόλησης η οποία διασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοι είτε αναζητούν απασχόληση ενεργά είτε λαμβάνουν κατάρτιση. Ως εκ τούτου, η πολιτική απασχόλησης στη Δανία χαρακτηρίζεται από κίνητρα και κυρώσεις — η τελευταία μπορεί, για παράδειγμα, να λάβει τη μορφή της υποχρέωσης του εργαζόμενου να επιστρέψει στην ενεργό επαγγελματική ζωή. Όμως, στην πολιτική αυτή, η σημαντικότερη πτυχή είναι οι υψηλής ποιότητας προσφορές εξειδίκευσης. Η ενεργός πολιτική της απασχόλησης είναι απαραίτητο μέσο για να λειτουργήσει μια αγορά εργασίας αποτελεσματικά και με υψηλό επίδομα ανεργίας. Η ενεργός πολιτική αγοράς εργασίας μπορεί να περιλαμβάνει, επίσης, θετικές προσφορές προκειμένου να ενθαρρυνθεί ο εργαζόμενος να εκπαιδευθεί και να λάβει κατάρτιση.

1.8

Η δανική ευελιξία με ασφάλεια δεν μπορεί να εξετασθεί παρά μόνο μέσα στα πλαίσια του κράτους πρόνοιας και με ένα ισχυρό οργανωτικό σύστημα. Ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η δανική αγορά εργασίας εξαρτάται από ορισμένους άλλους κοινωνικούς παράγοντες. Αυτό ισχύει π.χ. για την καίρια θέση που κατέχουν οι κοινωνικοί εταίροι στη λήψη πολιτικών αποφάσεων και την εφαρμογή των πολιτικών απασχόλησης και εκπαίδευσης, για το εκτεταμένο σύστημα ευημερίας που χρηματοδοτείται από το κράτος, για το επίπεδο δεξιοτήτων του πληθυσμού και για τον μακροοικονομικό συνδυασμό πολιτικών, που εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας.

1.9

Οι κοινωνικοί εταίροι είχαν τη δυνατότητα να συμβάλουν ουσιαστικά στη διαμόρφωση της δανικής ευελιξίας με ασφάλεια· συμμετείχαν τόσο στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων όσο και στην υλοποίηση της πολιτικής επαγγελματικής κατάρτισης και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας. Σε ορισμένους τομείς η ανάπτυξη βασίσθηκε σε συμφωνίες μεταξύ των κοινωνικών εταίρων π.χ. στη θέσπιση ιδιωτικών συντάξεων στην αγορά εργασίας. Ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων είναι το αποτέλεσμα μιας ιστορικής εξέλιξης αλλά και του υψηλού βαθμού οργάνωσης. Η επιρροή των κοινωνικών εταίρων συνέβαλε στην εξεύρεση δημιουργικών λύσεων που έτυχαν ευρείας αποδοχής. Όμως η μεγάλη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων και άλλων παραγόντων της κοινωνίας των πολιτών στις αποφάσεις απαιτεί και την προθυμία τους για αλλαγές και συνεργασία, καθώς και για μια νέα θεώρηση των πραγμάτων, ανοιχτή σε νέες γενικές οπτικές. Επομένως, η μεγαλύτερη συμμετοχή και επιρροή των κοινωνικών εταίρων μπορεί να αποτελούν για την κοινωνία πλεονέκτημα στην προσπάθεια της να καταστεί ανταγωνιστική και να προσαρμοσθεί. Στο πλαίσιο αυτό, σημασία έχουν επίσης η εποικοδομητική συνεργασία και κριτική άλλων οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, όπως είναι οι κοινωνικές οργανώσεις, οι οργανώσεις επαγγελματικής κατάρτισης κλπ.

1.10

Ένα υψηλό επίδομα ανεργίας απαιτεί υψηλό επίπεδο βασικών προσόντων του πληθυσμού, καθώς διαφορετικά θα δημιουργόταν μια μεγάλη κατηγορία εργαζομένων που δεν θα μπορούσε να αποκτήσει από την εργασία εισόδημα μεγαλύτερο του υποκατάστατου εισοδήματος που λαμβάνει λόγω ανεργίας. Ένα από τα κλειδιά για την επιτυχία της δανικής ευελιξίας με ασφάλεια είναι το υψηλό επίπεδο προσόντων και η προθυμία για προσαρμογή — ακόμη και μεταξύ των εργαζομένων με υποδεέστερους τίτλους σπουδών.

1.11

Στο πλαίσιο της ριζικής διαρθρωτικής μεταρρύθμισης που έγινε στη Δανία κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του '90, σημειώθηκε ένταση στην αγορά εργασίας και ακολουθήθηκε μια επεκτατική οικονομική πολιτική, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα να δοθεί ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη και να βελτιωθεί η κατάσταση της απασχόλησης. Εκτός από την εισοδηματική ασφάλεια που εγγυάται το υψηλό επίδομα ανεργίας, η Δανία επιδιώκει επίσης να προσφέρει στους πολίτες ασφάλεια απασχόλησης. Κανείς βέβαια δεν μπορεί να θεωρεί εγγυημένη τη θέση εργασίας του, όμως οι προοπτικές νέας πρόσληψης είναι καλές, εφόσον συνεισφέρει και ο δημόσιος τομέας. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι επίσης ευκολότερο να υλοποιηθούν και να εξασφαλίσουν την υποστήριξη του πληθυσμού, εφόσον πραγματοποιούνται σε ένα κλίμα αισιοδοξίας και ευνοϊκό για την ανάπτυξη της απασχόλησης. Το δανικό σύστημα της ευελιξίας με ασφάλεια υποστηρίζεται από ένα συνδυασμό μακροοικονομικών πολιτικών που προάγουν την ανάπτυξη και την απασχόληση.

1.12

Η δανική ευελιξία με ασφάλεια είναι αντικείμενο διαρκών συζητήσεων και τροποποιήσεων. Το σύστημα έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα και μολονότι η ευελιξία, η ασφάλεια και η ενεργός πολιτική απασχόλησης είναι αναμφισβήτητα αλληλένδετες, εντούτοις διεξάγεται τακτικά συζήτηση για τη σωστή ισορροπία των εν λόγω στοιχείων.

1.12.1

Τα υψηλά φορολογικά έσοδα αποτελούν προϋπόθεση του δανικού συστήματος της ευελιξίας με ασφάλεια αλλά και άλλοι παράγοντες έχουν σημασία για τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς εργασίας. Οι δημόσιες δαπάνες για την πολιτική της αγοράς εργασίας ανήρχοντο το 2003 σε 4,4 % του ΑΕγχΠ, πράγμα που αποτελεί ευρωπαϊκό ιστορική επίδοση (1). Η υψηλή φορολογική επιβάρυνση, που ανέρχεται σε 49 % περίπου του ΑΕγχΠ, αφενός γίνεται αποδεκτή από τον πληθυσμό, αφετέρου, όμως διεξάγεται διαρκώς συζήτηση για τους φόρους και η φορολόγηση της εργασίας υποτίθεται ότι θα μειωθεί στο μέλλον. Η υψηλή φορολογική επιβάρυνση εξηγείται εν μέρει από την υψηλή απασχόληση, η οποία συμβάλλει θετικά στα δημόσια οικονομικά. Με την αύξηση της απασχόλησης, μπορούν να αυξηθούν περαιτέρω και τα φορολογικά έσοδα.

1.13

Η σημασία του δανικού προτύπου της «ευελιξίας με ασφάλεια» για την Ευρωπαϊκή Ένωση έγκειται στην πρόθεση, που διαγράφεται στη νέα αυτή προσέγγιση, μιας προορατικής προσαρμογής στις νέες πραγματικότητες, μέσω μιας ισόρροπης αντικατάστασης του κοινωνικοοικονομικού προτύπου, μετά από προσεκτικές διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους και αφού διασφαλιστεί ότι τηρούνται πλήρως οι θεμελιώδεις αξίες του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου.

2.   Η ανταγωνιστικότητα του δανικού συστήματος

2.1

Η Δανία έχει σταθερή ανάπτυξη και τάξη στα δημοσιονομικά της. Από το 2000 έως το 2005, η μέση ανάπτυξη ανερχόταν σε 1,7 %, ο μέσος όρος απασχόλησης σε 77,5 %, ο μέσος όρος του πλεονάσματος του δημόσιου προϋπολογισμού σε 1,4 % του ΑΕγχΠ. Το 2004, το συνολικό χρέος της χώρας ανερχόταν σε 42,7 % του ΑΕγχΠ και το πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού ανερχόταν σε 2,8 % του ΑΕγχΠ. Το πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού οφείλεται κυρίως στην απασχόληση που βρίσκεται σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα και παρέχει μεγάλα φορολογικά έσοδα μέσω των φόρων εισοδήματος.

2.2

Οι αλλαγές στην αγορά εργασίας της Δανίας είναι πολύ μεγάλες, αφού κάθε χρόνο χάνεται παραπάνω από το 10 % των θέσεων απασχόλησης και δημιουργείται ανάλογο ποσοστό νέων. Το 30 % περίπου των εργαζομένων αλλάζουν κάθε χρόνο θέση απασχόλησης και η Δανία κατέχει — αμέσως μετά τη Μεγάλη Βρετανία — τη δεύτερη χαμηλότερη μέση διάρκεια απασχόλησης των εργαζομένων στην ΕΕ. Αυτό πρέπει να εξεταστεί σε σχέση με τις ισχύουσες ρυθμίσεις και την διάρθρωση του ιδιωτικού τομέα που χαρακτηρίζεται από πολυάριθμες ΜΜΕ.

2.3

Τα αποτελέσματα του πολιτικού μείγματος μακροοικονομικής ενίσχυσης και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έγιναν στη Δανία, π.χ., στην αγορά εργασίας, μπορούν να απεικονισθούν με την καμπύλη Phillips, που δείχνει τη σχέση μεταξύ της ανεργίας και του ρυθμού αύξησης των αποδοχών. Στο παράρτημα 1 εμφαίνεται η καμπύλη της Δανίας, που δείχνει ότι από το 1993 επιτεύχθηκε σημαντική μείωση της ανεργίας χωρίς αυξημένο πληθωρισμό εισοδημάτων, αφού η καμπύλη Phillips είναι γενικά για το διάστημα αυτό οριζόντια. Τα μέτρα στους τομείς της αγοράς εργασίας και της παιδείας αντισταθμίζουν τα προβλήματα και τα εμπόδια προσαρμογής που σε διαφορετική περίπτωση εκφράζονται ως αυξήσεις των μισθών ή των τιμών.

2.4

Συχνά, η Δανία καταλαμβάνει κορυφαίες θέσεις σε μελέτες όσον αφορά την ελκυστικότητα των χωρών για τους επενδυτές. Στην έρευνα Economic IntelligenceUnit που διεξάχθηκε τον Μάρτιο του 2005 μάλιστα, η Δανία κατέλαβε την πρώτη θέση. Στο παράρτημα 2 παρουσιάζεται η θέση της Δανίας σε σχέση με τα άλλα κράτη μέλη αναφορικά με μια σειρά παραμέτρων.

3.   Η δανική εκδοχή της ευελιξίας με ασφάλεια

3.1

Ο όρος ευελιξία με ασφάλεια έχει γίνει πολύ δημοφιλής τα τελευταία χρόνια, ωστόσο η σημασία του δεν είναι σαφής και ερμηνεύεται με διαφορετικό τρόπο σε κάθε χώρα.

3.2

Η δανική οργάνωση της αγοράς περιγράφεται ως «χρυσό τρίγωνο»: ευέλικτες διατάξεις για τις προσλήψεις (που αυξάνουν ποσοτικά την ευελιξία), ένα γενναιόδωρο σύστημα παροχών (κοινωνική ασφάλεια), και ισχυρά μέτρα ενεργοποίησης και εκπαίδευσης (που, αφενός, δίνουν κίνητρα στους ανέργους να αναζητήσουν εργασία και, αφετέρου, προσφέρουν ποιοτική εξειδίκευση για την επάνοδο στην ανοιχτή αγορά εργασίας).

3.2.1

Το δανικό σύστημα της ευελιξίας με ασφάλεια συμβάλλει στη δημιουργία ποιοτικών και αξιοπρεπών θέσεων εργασίας. Το υψηλό επίδομα ανεργίας συνεπάγεται υψηλό «εφεδρικό» μισθό, πράγμα που επιτρέπει στους Δανούς να ζουν από την εργασία τους. Έτσι, στην επίσημη αγορά εργασίας υπάρχουν μόνο λίγες και ασθενείς τάσεις προς την κατεύθυνση του «φτωχού εργαζόμενου» — ακόμη και μεταξύ Δανών διαφορετικής εθνοτικής καταγωγής.

3.3

Ακολουθεί απεικόνιση του «χρυσού τριγώνου». Το δανικό σύστημα επιδομάτων και ενεργού πολιτικής απασχόλησης παρουσιάζεται εν συντομία στο παράρτημα 3.

Οι άξονες του δανικού συστήματος της ευελιξίας με ασφάλεια:

Image

3.4

H ευελιξία της αγοράς εργασίας της Δανίας είναι πολυδιάστατη και δεν οφείλεται μόνο στους φιλελεύθερους κανόνες απολύσεων. Καθίσταται, επίσης, δυνατή χάρη στο ευέλικτο ωράριο εργασίας: σύμφωνα με τις συλλογικές συμβάσεις, ο χρόνος εργασίας εντός ενός έτους μπορεί να είναι προσαρμόσιμος και να γίνεται καταμερισμός της εργασίας μέσα σε πιο σύντομα χρονικά διαστήματα. Η θέσπιση υψηλών τελικών μισθών στις επιχειρήσεις, χάρη στις συλλογικές συμβάσεις, εξασφαλίζει, επίσης, ορισμένη μισθολογική ευελιξία. Η ευελιξία οφείλεται και στην ευρεία βάση δεξιοτήτων των εργαζομένων οι οποίοι επιδεικνύουν ανεξαρτησία, είναι επιδεκτικοί σε μεταβολές και υπεύθυνοι, και έτσι μπορούν να προσαρμόζονται γρήγορα στις αλλαγές της παραγωγής ή σε μια νέα εργασία.

3.5

Η ασφάλεια στην αγορά εργασίας της Δανίας δεν οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο σχετικά υψηλό επίδομα ανεργίας, αλλά και στο μεγάλο ποσοστό απασχόλησης και τις αλλαγές στην αγορά εργασίας, που δημιουργούν μια ορισμένη ασφάλεια της απασχόλησης. Η ασφάλεια αυτή υποστηρίζεται από ένα ευρύ φάσμα μέτρων επιμόρφωσης και κατάρτισης, τα οποία διαχειρίζονται και εφαρμόζουν από κοινού το δημόσιο με τους κοινωνικούς εταίρους. Επιπροσθέτως, η κοινωνία της Δανίας προσφέρει μια κάποια ασφάλεια και στις οικογένειες για τον συνδυασμό οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής, π.χ., με ευνοϊκές ρυθμίσεις για την άδεια μητρότητας, με προσφορές παιδικής μέριμνας κλπ.

3.6

Για να κατανοήσει κανείς τη δανική ευελιξία με ασφάλεια δεν πρέπει να θεωρήσει ότι η ευελιξία και η ασφάλεια είναι απαραίτητα αντικρουόμενες έννοιες. Παραδοσιακά, η επιθυμία των εργοδοτών για αύξηση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας θεωρείτο ασυμβίβαστη με την επιθυμία των εργαζομένων για ασφάλεια της θέσης απασχόλησης και υψηλά επιδόματα σε περίπτωση ανεργίας και ασθένειας.

3.7

Η έννοια της ευελιξίας με ασφάλεια διαψεύδει αυτή την έννοια της αντίθεσης. Η πλευρά των εργοδοτών μπορεί να ενδιαφέρεται για σταθερές και ασφαλείς εργασιακές σχέσεις και για συνεργάτες με κίνητρα, ενώ, αντίστοιχα, μπορεί να υποτεθεί ότι η πλευρά των εργαζομένων ενδιαφέρεται για ευέλικτα ωράρια, ευέλικτη οργάνωση εργασίας, και ευέλικτα συστήματα αποδοχών. Παρόμοιες νέες μορφές αγοράς εργασίας μπορούν να συμβάλουν σε ένα νέο συνδυασμό ευελιξίας και ασφάλειας.

3.8

Στην αγορά εργασίας, το δανικό σύστημα της ευελιξίας με ασφάλεια συνδυάζει τη δυναμική μιας ελεύθερης οικονομίας της αγοράς με την κοινωνική ασφάλεια ενός σκανδιναβικού κράτους πρόνοιας μέσω της παροχής υπηρεσιών κοινής ωφέλειας και της εξισορρόπησης των εισοδημάτων. Γενικότερα, αυτό είναι ένα από τα αποτελέσματα του πολιτικού στόχου να προσφέρονται στους πολίτες: ευκαιρίες εισόδου στον επαγγελματικό στίβο και να γίνεται μια ανακατανομή των πόρων μέσω του κρατικού προϋπολογισμού και των κρατικών δράσεων. Η έντονη εισοδηματική εξισορρόπηση και η αποτροπή ισχυρών κοινωνικών εντάσεων συμβάλλουν στη δημιουργία κοινωνικής συνοχής και παρέχουν στους εργαζόμενους ασφάλεια για να προσαρμοστούν στις αλλαγές και να γίνουν ευέλικτοι.

4.   Ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων

4.1

Παραδοσιακά, οι κοινωνικοί εταίροι κατέχουν κεντρική θέση στους μηχανισμούς χάραξης και διαχείρισης της πολιτικής απασχόλησης και εκπαίδευσης. Η επιρροή των κοινωνικών εταίρων συνέβαλε στην εξεύρεση δημιουργικών και ισόρροπων λύσεων στα προβλήματα που αφορούν την αγορά και την καινοτομία πράγμα που, με τη σειρά, του συνέβαλε ώστε να προετοιμαστεί η χώρα για να αντιμετωπίσει τις απαιτήσεις των αλλαγών και εξελίξεων που οφείλονται στην παγκοσμιοποίηση. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι κοινωνικοί εταίροι μπορούν να εκτιμήσουν τις ανάγκες και να διασφαλίσουν τις απαραίτητες προσαρμογές. Χάρη στο διαρκή διάλογο των εταίρων με την πάροδο του χρόνου διαμορφώθηκε ένα κοινωνικό κεκτημένο με τη μορφή καλύτερης σχέσης εμπιστοσύνης, μεγαλύτερης υπευθυνότητας, και αμοιβαίας κατανόησης.

4.2

Η σημερινή κατάσταση έχει μακρά ιστορία, μας ανάγει πίσω περισσότερο από 100 χρόνια στο παρελθόν. Το ιδιαίτερο αυτό δανικό πρότυπο για τη ρύθμιση της αγοράς εργασίας ανάγεται στο 1899, όταν έγινε ο επονομαζόμενος «συμβιβασμός του Σεπτεμβρίου» της Συνομοσπονδίας Συνδικαλιστικών Οργανώσεων της Δανίας (LO — Landsorganisationen) και της Ένωσης Εργοδοτών Δανίας (DA — Dansk Arbejdsgiverforening), που είχαν συσταθεί λίγο ενωρίτερα ως οργανώσεις σε εθνικό επίπεδο. Ο συμβιβασμός αυτός θεωρείται ως η πρώτη παγκοσμίως γενική συλλογική σύμβαση εργασίας. Έκτοτε, η σύμβαση αυτή συνιστά το πλαίσιο για συμφωνίες και συνεργασία των κοινωνικών εταίρων.

4.2.1

Ενώ η πλευρά των εργοδοτών αναγνώρισε την κύρια Οργάνωση των Συνδικαλιστικών Οργανώσεων ως εταίρο στις διαπραγματεύσεις, η τελευταία αναγνώρισε ταυτόχρονα στους εργοδότες το δικαίωμα πρόσληψης και απόλυσης, αναγνωρίζοντας έτσι την ελευθερία δράσης της διοίκησης. Αυτή η θεμελιώδης διάταξη συνέβαλε ώστε να επικρατήσει στη Δανία αυτή η φιλελεύθερη άποψη για τις απολύσεις. Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο του «συμβιβασμού του Σεπτεμβρίου» ήταν η υποχρέωση εργασιακής ειρήνης κατά τη διάρκεια ισχύος της συλλογικής σύμβασης. Μέχρι το 2003, το «πρότυπο» των κοινωνικών εταίρων εξακολουθούσε να είναι η εθελοντική ρύθμιση της αγοράς εργασίας και η αυτόνομη επίλυση των διαφορών. Μόνον όταν η ΕΕ αρνήθηκε να αναγνωρίσει την ανεξάρτητη μεταφορά των οδηγιών από τους κοινωνικούς εταίρους, άρχισαν να θεσπίζονται στη Δανία πρόσθετες νομικές διατάξεις. Το παράρτημα 4 περιλαμβάνει περαιτέρω πληροφορίες για την ιστορική εξέλιξη του ρόλου των κοινωνικών εταίρων και την καθιέρωση του δανικού προτύπου.

4.3

Μετά από πολλά χρόνια με υψηλούς ρυθμούς πληθωρισμού και μια πολύ απρόβλεπτη αύξηση των πραγματικών μισθών, οι κοινωνικοί εταίροι κατέληξαν το 1987/88 στη διαπίστωση ότι στις συμφωνίες τους πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και γενικότερες πλευρές της εθνικής οικονομίας. Φυσικά, υπάρχουν διαφορές μεταξύ της στάσης των εργοδοτών, των εργαζομένων και της κυβέρνησης της Δανίας. Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχει ένα βασικό πνεύμα διαλόγου και συναίνεσης που αποτελεί μέρος του «κοινωνικού κεκτημένου». Οι «απλές» ιεραρχίες σε όλα τα κοινωνικά επίπεδα συμβάλλουν στη διατήρηση αυτού του συναινετικού πνεύματος.

4.4

Από πολιτική άποψη, η Δανία ανέπτυξε από τη δεκαετία του '60 ένα ευρύ δημόσιο σύστημα για την επαγγελματική κατάρτιση και επιμόρφωση των εργαζομένων, αλλά και των ανέργων. Αυτό τόνωσε την προθυμία προσαρμογής ολόκληρου του εργατικού δυναμικού. Οι κοινωνικοί εταίροι βρίσκονταν και βρίσκονται σε κεντρικές θέσεις των δημοσίων δομών λήψης και εφαρμογής των αποφάσεων καθ' όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Σε αντίθεση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, ο ρόλος τους αυτός διευρύνθηκε ακόμα περισσότερο από το 1993/94.

4.5

Η πολιτική αγοράς εργασίας υπέστη αλλαγές ως προς το περιεχόμενό της: ενώ προηγουμένως είχε ως γνώμονα τους κανόνες, τώρα έχει ως γνώμονα τις ανάγκες και εφαρμόζει στρατηγικές εξατομικευμένων λύσεων. Οι κοινωνικοί εταίροι μαζί με τους δήμους έγιναν οι κεντρικοί παράγοντες σε 14 περιφερειακά συμβούλια για την αγορά εργασίας και τους παραχωρήθηκαν αρμοδιότητες και δημοσιονομικοί πόροι προκειμένου να δοθεί προτεραιότητα σε μέτρα για την καταπολέμηση της ανεργίας και την ανάπτυξη μιας περιφερειακής πολιτικής για την αγορά εργασίας.

4.6

Έτσι, οι κοινωνικοί εταίροι κατά τη διάρκεια σειράς ετών ανέπτυξαν μια ευρεία συλλογική συνείδηση για τη δημιουργία κοινωνικής ευθύνης, ενώ το δημόσιο έμαθε να χρησιμοποιεί τους πόρους και την επιρροή των κοινωνικών εταίρων. Αυτοί κατέχουν μοναδικές πληροφορίες και γνώσεις για την αγορά εργασίας και μπορούν έτσι να δώσουν γρήγορα αξιόπιστες πληροφορίες όσον αφορά τις σχετικές ανάγκες. Προσφέρουν δωρεάν στο δημόσιο πόρους με τη συμμετοχή των κλαδικών οργανώσεων, βρίσκουν δημιουργικές λύσεις σε κοινά προβλήματα μέσω συνομιλιών και διαπραγματεύσεων για τη λήψη αποφάσεων και οι οργανώσεις αποτελούν αποφασιστικό παράγοντα για να λάβουν οι πολιτικοί τις αποφάσεις, να τις εφαρμόσουν και, ειδικότερα, να εξασφαλίσου την αποδοχή τους. Έτσι, ο δημόσιος τομέας εξαρτάται από τη σύμπραξη των εταίρων για τις ρυθμίσεις της ευελιξίας με ασφάλεια.

5.   Το σωστό μείγμα πολιτικής

5.1

Για να αντιληφθεί κανείς όλες τις διαστάσεις του δανικού συστήματος της ευελιξίας με ασφάλεια, πρέπει να λάβει υπόψη το κοινωνικό πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται το εν λόγω σύστημα. Τόσο η οικονομική πολιτική όσο και ο δημόσιος τομέας ασκούν επιρροή στις λειτουργικές δυνατότητες της αγοράς εργασίας, οπότε και οι δύο δημιουργούν τα συνθετικά στοιχεία αυτού που αποκαλείται το «δανικό πρότυπο». Ο συνδυασμός αυτός απεικονίζεται στην παράσταση του παραρτήματος 7.

5.2

Το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του '80 και το πρώτο της δεκαετίας του '90 η οικονομία της Δανίας βρισκόταν σε κρίση. Από το 1987 έως το 1993, ο μέσος όρος ανάπτυξης ήταν 0,8 % ετησίως, και η ανεργία ανήλθε από 5 % το 1987 σε 9,6 % το 1993. Η κρίση ήταν, μεταξύ άλλων, αποτέλεσμα της οικονομικής λιτότητας, που επεβλήθη λόγω των μεγάλων ελλειμμάτων του δημοσίου τα προηγούμενα χρόνια.

5.3

Από το 1993, ενισχύθηκε η ενεργός πολιτική απασχόλησης ενώ, ταυτόχρονα, η οικονομία υποστηρίχθηκε με χαμηλά επιτόκια και μια επεκτατική πολιτική. Στην αρχή της αναπτυξιακής περιόδου, δηλαδή από τα μέσα της δεκαετίας του 90, η Δανία είχε τόσο μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα, ώστε εάν υπήρχε τότε το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης, θα είχε παραβιάσει τους κανόνες του. Επιπροσθέτως τροποποιήθηκαν, μεταξύ άλλων, οι διατάξεις για τη χρηματοδότηση ακινήτων (μεγαλύτερη διάρκεια δανείων και δυνατότητες κεφαλαιοποίησης χρεών), με αποτέλεσμα να έχουν τα άτομα περισσότερα χρήματα στη διάθεσή τους. Χάρη στη μεγάλη ανάπτυξη, τη μείωση της ανεργίας και την αισιοδοξία που δημιουργήθηκε, ο πληθυσμός δέχτηκε πιο εύκολα τη θέσπιση αυστηρότερων διατάξεων που αφορούσαν την αγορά εργασίας.

5.4

Οι πρόσθετες δημόσιες δαπάνες αφορούσαν, μεταξύ άλλων, μαζικά μέτρα για καλύτερη κάλυψη της ανάγκης μέριμνας των παιδιών, με αποτέλεσμα να είναι πραγματικά διαθέσιμες οι γυναίκες με μικρά παιδιά στην αγορά εργασίας.

5.5

Η ενίσχυση της εστίασης στην πολιτική απασχόλησης σήμαινε και ενισχυμένα μέτρα για την εκπαίδευση, την επιμόρφωση και την κατάρτιση, για τις οποίες το κράτος χορηγούσε μεγάλες επιδοτήσεις, έτσι ώστε να μπορούν να συμμετέχουν τόσο εργαζόμενοι όσο και άνεργοι. Οι επιδοτήσεις χορηγούνταν τόσο ως χρηματοδότηση της εκπαίδευσης όσο και ως μερική κάλυψη της απώλειας αποδοχών. Ταυτόχρονα, αυξήθηκε σε όλα τα επίπεδα ο αριθμός των θέσεων κατάρτισης για τους νέους.

5.6

Γενικά πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το δανικό σύστημα, που βασίζεται στο υψηλό επίδομα ανεργίας και συνακόλουθα με υψηλό όριο αποδεκτού μισθού από τον άνεργο, απαιτεί ένα εργατικό δυναμικό ικανό και παραγωγικό. Η ύπαρξη μιας μεγάλης κατηγορίας ατόμων με ανεπαρκή προσόντα, που δεν θα μπορούν να ζητήσουν υψηλές αποδοχές, οι οποίες οδηγούν φυσικά και σε υψηλό επίδομα ανεργίας, υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσει μεγάλη ανεργία.

5.7

Η οικονομική στρατηγική που εφαρμόστηκε με επιτυχία από τα μέσα της δεκαετίας του '90 ήταν μια επενδυτική στρατηγική που απέφερε ανάπτυξη με επιθετικές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα και σε υπηρεσίες κοινής ωφελείας. Όμως, μόνον η εμπιστοσύνη στο μέλλον και η μεγάλη εισοδηματική ασφάλεια προάγουν την επιθυμία για κατανάλωση και διασφαλίζουν μεγάλη ζήτηση στην εσωτερική αγορά.

5.8

Η σημερινή οικονομική στρατηγική ήταν μια απάντηση στην οικονομική κρίση που γνώρισε η Δανία από το 1987, κατά την οποία η κυβέρνηση μείωσε τα μεγάλα δημοσιοοικονομικά ελλείμματα καθώς και το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών με οικονομίες και λιτότητα. Η στρατηγική των οικονομιών έλυσε τα προβλήματα του ισοζυγίου αλλά είχε ως αποτέλεσμα χαμηλή ανάπτυξη και αύξηση της ανεργίας. Η σημερινή στρατηγική διασφαλίζει ανάπτυξη και απασχόληση σε συνδυασμό με την ισορροπία των δημοσιοοικονομικών και του ισοζυγίου πληρωμών. Ένα συνδυασμό που η Δανία έχει να επιτύχει από την πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του '70.

6.   Σημερινές προκλήσεις

6.1

Ακόμη και εάν τα τελευταία χρόνια η δανική περίπτωση της ευελιξίας με ασφάλεια οδήγησε σε θετικά αποτελέσματα, υπάρχουν φυσικά προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν.

6.2

Η παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογική ανάπτυξη ασκούν μια ορισμένη γενική πίεση στην αγορά εργασίας της Δανίας. Ιδίως οι ανειδίκευτοι εργαζόμενοι υφίστανται πίεση από τον ανταγωνισμό από χώρες με χαμηλότερο επίπεδο ημερομισθίων και από την αυτοματοποίηση της παραγωγής.

6.2.1

Μέχρι στιγμής, η Δανία κατόρθωσε να εξισορροπήσει την πίεση μέσω της μείωσης του αριθμού των ανειδίκευτων εργαζομένων, καθώς το μεγαλύτερο ποσοστό των ηλικιωμένων, που αποσύρονται από την αγορά εργασίας, είναι ανειδίκευτοι σε σύγκριση με εκείνο των νέων που εισέρχονται σ' αυτή. Αυτόν τον καιρό, όμως, πολλοί νέοι δεν αποκτούν επαγγελματικά προσόντα και αυτό θα μπορούσε να υπονομεύσει μακροπρόθεσμα το δανικό σύστημα της ευελιξίας με ασφάλεια. Έτσι, εάν η προσφορά εργαζομένων με προσόντα δεν προσαρμοστεί κατά κάποιο τρόπο στη ζήτηση, τότε θα είναι εύκολο να αυξηθούν υπερβολικά οι δημόσιες δαπάνες λόγω της παροχής του επιδόματος ανεργίας καθώς και των άλλων επιδομάτων.

6.2.2

Στη Δανία, υπάρχουν επιχειρήσεις που κλείνουν τις εγκαταστάσεις τους και μεταφέρουν ολόκληρη την παραγωγή τους ή μέρος της σε χώρες με χαμηλά ημερομίσθια. Αυτό αποτελεί πρόκληση — ιδίως στις απομακρυσμένες περιοχές, όπου υπάρχει υψηλή ευαισθησία για το κλείσιμο κάθε επιχείρησης. Όμως, η αγορά εργασίας της Δανίας, που αποτελείται κυρίως από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, θεωρείται δυναμικό φαινόμενο. Αντί για τη διατήρηση αυτών των θέσεων απασχόλησης, επιδιώκεται σε πολιτικό επίπεδο η δημιουργία νέων, ανταγωνιστικότερων, με τη συνεργασία των κοινωνικών εταίρων.

6.3

Η μεγάλη ρευστότητα στην αγορά εργασίας έχει ως αποτέλεσμα να μην είναι οι εργοδότες ιδιαίτερα διατεθειμένοι να χρηματοδοτήσουν την επιμόρφωση, αφού δεν γνωρίζουν για πόσο χρόνο έχει προσληφθεί το προσωπικό. Το πρόβλημα αφορά κυρίως τους ανειδίκευτους, εφόσον οι εργοδότες λαμβάνουν μέτρα για να διατηρήσουν και να επιμορφώσουν το εξειδικευμένο προσωπικό τους, που είναι δυσεύρετο, και επειδή οι ανειδίκευτοι δεν είναι πάντοτε πρόθυμοι να επιμορφωθούν. Γι' αυτό υπάρχει ένα σύστημα που επιδοτείται ευρύτατα από το κράτος και στο οποίο συνεισφέρουν υποχρεωτικά οι εργοδότες για την κατάρτιση και την επιμόρφωση των ανειδίκευτων αλλά και των εξειδικευμένων, εφόσον το ειδικευμένο εργατικό δυναμικό αποτελεί προϋπόθεση για να μπορεί να λειτουργήσει το δανικό σύστημα της ευελιξίας με ασφάλεια και είναι πολιτικά επιθυμητή η ανάληψη ευρείας εκστρατείας για την αναβάθμιση των προσόντων.

6.4

Πολλοί μετανάστες συναντούν προβλήματα πρόσβασης στην αγορά εργασίας της Δανίας, πράγμα που περιορίζει, επίσης, τις δυνατότητες ένταξης τους. Τα προβλήματα της αγοράς εργασίας οφείλονται, μεταξύ άλλων, στο γεγονός ότι κατηγορίες μεταναστών και οι απόγονοί τους δεν έχουν τα προσόντα που απαιτούνται για να έχουν δικαίωμα στο υψηλό επίπεδο του επιδόματος ανεργίας και μισθού στη Δανία. Το επίπεδο κατάρτισης των μεταναστών και των απογόνων τους είναι έτσι χαμηλότερο από εκείνο των Δανών και έχουν χαμηλότερη συμμετοχή στην επαγγελματική ζωή και υψηλότερη ανεργία σε σύγκριση με το μέσο όρο του λοιπού πληθυσμού. Τα προβλήματα μπορεί να είναι γλωσσικά ή κοινωνικά ή να αφορούν την κατάρτιση.

6.4.1

Ένα μέρος της εξήγησης πιθανόν να είναι οι πολιτισμικές διαφορές και οι πατροπαράδοτες συνήθειες. Η εμπειρία δείχνει ότι η ανεργία για τις κατηγορίες αυτές κυμαίνεται περισσότερο από ό,τι σε άλλες. Έτσι, όταν μειώνεται η ανεργία οι εργοδότες ακολουθούν περισσότερο «νέες δρόμους» και προσλαμβάνουν προσωπικό διαφορετικής εθνοτικής προέλευσης. Υψηλή απασχόληση και χαμηλή ανεργία μπορούν, έτσι, να εξασφαλίσουν στους μετανάστες και στους απογόνους τους καλύτερη πρόσβαση στην απασχόληση χωρίς παρόλα αυτά να λύσουν ολικά το πρόβλημα της ένταξης. Η δημογραφική εξέλιξη σημαίνει ότι οι δανικές θέσεις απασχόλησης πρέπει στο μέλλον να καταστούν περισσότερο προσιτές στους μετανάστες.

6.5

Το δανικό πρότυπο ευημερίας βασίζεται στην υψηλή απασχόληση των γυναικών — τόσο για την παροχή των απαραίτητων δημοσίων υπηρεσιών όσο και για την διατήρηση υψηλών φορολογικών εσόδων. Αυτό σημαίνει, αφενός, ότι οι γυναίκες είναι οικονομικά πιο ανεξάρτητες και, αφετέρου, ότι αντιμετωπίζουν προκλήσεις για το πώς μπορεί να εναρμονισθεί η οικογενειακή με την επαγγελματική ζωή. Σε σύγκριση, όμως, με πολλές ευρωπαϊκές χώρες, διαπιστώνει κανείς ότι η Δανία έχει προχωρήσει πολύ στον τομέα αυτό, αν και ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς, μεταξύ άλλων, για τη διασφάλιση ίσων ευκαιριών σταδιοδρομίας για τους άντρες και τις γυναίκες.

6.6

Το δανικό πρότυπο είναι δαπανηρό για το κράτος, αφού αυτό χρηματοδοτεί μεγάλο μέρος του επιδόματος ανεργίας. Έτσι, οι δαπάνες για παθητική πολιτική απασχόλησης ανήλθαν σε 2,7 % του ΑΕγχΠ το 2003, ιστορική επίδοση για την ΕΕ. Μελλοντικά, η χρηματοδότηση του κράτους πρόνοιας της Δανίας θα αντιμετωπίσει πιέσεις από πολλές πλευρές. Για να μπορεί να χρηματοδοτείται το κράτος πρόνοιας, χωρίς να αυξηθούν οι φόροι, απαιτούνται μεγαλύτερα επίπεδα απασχόλησης του ενεργού πληθυσμού.

6.6.1

Σε σύγκριση με τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, η Δανία είναι ένα από τα κράτη με τη μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση. Έτσι, η φορολογική επιβάρυνση ανέρχεται σε 49 % περίπου του ΑΕγχΠ ενώ ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 40 % περίπου. Αυτό ισχύει κυρίως για τους πολύ μεγάλους φόρους κατανάλωσης, ενώ η φορολογία της εργασίας δεν είναι από τις υψηλότερες. Ο φόρος εισοδήματος είναι υψηλός, και πολύ κλιμακωτός, ενώ σε γενικές γραμμές οι εργοδότες δεν υποχρεούνται να καταβάλλουν σχεδόν καθόλου κοινωνικές εισφορές. Η δομή της φορολογίας της Δανίας παρουσιάζεται πιο αναλυτικά στο παράρτημα 5. Με την παγκοσμιοποίηση, ορισμένα φορολογικά έσοδα πιθανόν να υποστούν μελλοντικά πίεση.

6.6.2

Η δημογραφική εξέλιξη θα έχει ως επακόλουθο τη συνεχή αύξηση των ηλικιωμένων και τη διαρκή μείωση των οικονομικά ενεργών πολιτών. Αυτό οφείλεται τόσο στη χαμηλή γεννητικότητα ορισμένων γενεών, στις μεγάλες μεταπολεμικές γενεές, όσο και στην αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης. Στη συζήτηση για πιθανές μεταρρυθμίσεις στην κοινωνία της ευημερίας διακυβεύεται η τύχη της πολιτικής για την αγορά εργασίας — και συνεπώς και του επιδόματος ανεργίας. Ωστόσο, το σύστημα συνταξιοδότησης της Δανίας είναι μερικώς προετοιμασμένο για τις αλλαγές αυτές, όπως φαίνεται από το παράρτημα 6. Υπάρχει φόβος έλλειψης εργατικού δυναμικού και εφόσον το μεγαλύτερο μέρος του αποθέματος σε εργατικό δυναμικό, που αποτελούν οι γυναίκες, βρίσκεται ήδη στην αγορά εργασίας, πρέπει να βρεθούν άλλοι τρόποι αύξησης της απασχόλησης. Αυτό μπορεί να γίνει, π.χ., με την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης ή με την αύξηση του αριθμού των μεταναστών με τα απαιτούμενα προσόντα.

6.7

Περίπου το ένα τέταρτο του πληθυσμού που βρίσκεται σε ηλικία απασχόλησης δεν εργάζεται και ζει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο από δημόσιους πόρους (ανεργία, επαναδραστηριοποίηση, πρόωρη συνταξιοδότηση, κλπ). Το ήμισυ περίπου του εν λόγω πληθυσμού έχει αποσυρθεί οριστικά από την αγορά εργασίας λόγω κόπωσης, ανεργίας ή εθελοντικά, ενώ το άλλο ήμισυ έχει αποσυρθεί μόνο προσωρινά. Η παροχή κρατικής μέριμνας στα άτομα αυτά αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες του κράτους πρόνοιας, αλλά η μέριμνα αυτή αποτελεί πρόκληση για τη μελλοντική χρηματοδότηση της κοινωνίας πρόνοιας. Το ποσοστό του πληθυσμού που αποσύρεται νωρίς από την επαγγελματική ζωή πρέπει να μειωθεί προκειμένου να εξασφαλιστεί μακροπρόθεσμα η δυνατότητα χρηματοδότησης της κοινωνίας πρόνοιας.

6.8

Σταδιακά, όλο και πιο μεγάλο μέρος της πολιτικής απασχόλησης ρυθμίζεται βάσει διατάξεων και διαδικασιών που θεσπίζει η ΕΕ. Οι συνθήκες της αγοράς εργασίας στη Δανία συμφωνούνται κατά παράδοση μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και δεν θεσπίζονται με νομοθεσία. Εάν η κοινοτική ρύθμιση γίνει πολύ λεπτομερής, υπάρχει κίνδυνος να μειωθεί η αποδοχή της από τον πληθυσμό και να είναι η εξέλιξη αντίθετη από αυτήν που επιθυμούν οι κοινωνικοί εταίροι. Με την ανοικτή μέθοδο συντονισμού της ΕΕ φαίνεται να έχει βρεθεί ένας δρόμος που μπορεί να εξασφαλίσει τόσο τη μετεξέλιξη των παραδόσεων της Δανίας όσο και τον συγχρονισμό της ευρωπαϊκής πολιτικής για την απασχόληση και την αγορά εργασίας.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  Βλ. OECD Employment Outlook 2005, table H


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/54


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Τροποποιημένη πρόταση για οδηγία του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 77/388/EΟΚ όσον αφορά τον τόπο παροχής υπηρεσιών»

COM(2005) 334 τελικό — 2003/0329 (CNS)

(2006/C 195/13)

Στις 14 Οκτωβρίου 2005, η Ευρωπαϊκή επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει, με βάση το άρθρο 250 της συνθήκης, τη γνωμοδότηση της ευρωπαϊκής οικονομικής και κοινωνικής επιτροπής για την τροποποιημένη πρόταση.

το ειδικευμένο τμήμα «οικονομική και νομισματική ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότηση του στις 28 Απριλίου 2006 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Metzler.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειας της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 ( συνεδρίαση της 17ης Μαΐου) η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 143 ψήφους υπέρ, καμία ψήφο κατά και 4 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

Περίληψη και συστάσεις

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την πρωτοβουλία αυτή και κρίνει ότι αποτελεί ένα πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Στόχος της προτεινόμενης οδηγίας είναι να απλοποιήσει και να καταστήσει σαφέστερες ορισμένες ιδιαίτερα επίμαχες διατάξεις της φορολογίας προστιθέμενης αξίας που αφορούν τον τόπο παροχής υπηρεσιών. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει αυτή την πρωτοβουλία για την 6η οδηγία περί ΦΠΑ και θεωρεί ότι αποτελεί ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση ενόψει της υλοποίησης της στρατηγικής της Λισσαβώνας και των στόχων που ορίζει η οδηγία για την ενιαία αγορά. Προϋπόθεση για κάθε λειτουργική ευρωπαϊκή κοινωνία των πολιτών είναι η ύπαρξη αποτελεσματικού και ανταγωνιστικού οικονομικού συστήματος. Αυτό προϋποθέτει, ωστόσο, και την εφαρμογή συγκρίσιμων ρυθμίσεων. Από αυτή την άποψη επιδοκιμάζεται η τροποποιημένη πρόταση οδηγίας, διότι προσπαθεί, μέσω της επέκτασης της φορολογίας στον τόπο κατανάλωσης, να αποφύγει ρυθμίσεις που στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό. Αυτό σημαίνει όμως επίσης, όπως αναλύεται κατωτέρω, ότι παράλληλα με το μέτρο αυτό θα δημιουργηθούν κατάλληλοι μηχανισμοί που θα επιτρέψουν και στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να συμμετέχουν στο ενδοκοινοτικό εμπόριο χωρίς να υπόκεινται σε υπερβολικό και πρόσθετο διοικητικό φόρτο. μια δυνατότητα θα ήταν η δημιουργία ενός αποτελεσματικού μηχανισμού «μονοαπευθυντικής θυρίδας».

Η ΕΟΚΕ έχει επισημάνει και στη γνωμοδότησή της 28ης Απριλίου 2004 ότι ο φόρος προστιθέμενης αξίας αποτελεί συχνά αντικείμενο φοροδιαφυγής και είχε προτείνει να αναπτυχθεί ένα εναλλακτικό σύστημα το οποίο να καθιστά εφικτή και αποτελεσματική την είσπραξη των φόρων. Επίσης, στη γνωμοδότηση αυτή είχε διατυπώσει κριτική σχετικά με την άνιση μεταχείριση πολιτών/καταναλωτών, λόγω του ελλιπούς ισχύοντος συστήματος ΦΠΑ. Οι ελλείψεις αυτές θα πρέπει να αντιμετωπισθούν το ταχύτερο.

Οι στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό θα πρέπει να εξαλείφονται το συντομότερο δυνατό. Παρόμοιο εμπόδιο συνιστά π.χ. η περίπτωση στην οποία ένας επιχειρηματίας μπορεί να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην αγορά φθηνότερα, μόνον επειδή σε κάποιο ενδιάμεσο στάδιο απέφυγε την καταβολή του φόρου κύκλου εργασιών με αποτέλεσμα να επιτύχει ένα αδικαιολόγητο πλεονέκτημα όσον αφορά την τιμή στην αγορά. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ είναι επείγον να δραστηριοποιηθούν γι' αυτό οι αρμόδιες αρχές.

Η γλωσσική σύγχυση όσον αφορά την ορολογία μπορεί να σημάνει το τέλος του κοινού εμπορίου και κάθε ενιαίας αγοράς. Η εφαρμογή εναρμονισμένης νομοθεσίας προϋποθέτει ομοφωνία σε ό,τι αφορά τους ορισμούς της νομοθεσίας αυτής. Συνεπώς, η ΕΟΚΕ ζητεί να εξαλειφθεί η σύγχυση που υφίσταται σχετικά με τους ορισμούς. Με αυτή την έννοια, ο ορισμός του όρου «ακίνητα», που περιλαμβάνεται στο άρθρο 9 α) της τροποποιημένης πρότασης κανονισμού, αποτελεί θετικό παράδειγμα της προσπάθειας που καταβάλλει το ευρωπαϊκό δικαστήριο για να επιλύσει το πρόβλημα των διαφορετικών ορισμών που ισχύουν στα κράτη μέλη της Ε.Ε.. Αυτό το επιτυγχάνει λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι κάθε ειδικός όρος του κοινοτικού δικαίου έχει ως νομική βάση την έκτη οδηγία ΦΠΑ (Βλ. σχετικά με τον όρο «ενοικίαση ακινήτων», υπόθεση Maιerhofer, C-315700, απόφαση της 16ης Ιανουαρίου 2003).

Για το λόγο αυτό είναι επίσης αναγκαίο να υλοποιείται το συντομότερο δυνατό κάθε νομοθετική πράξη που θεωρείται απαραίτητη, προκειμένου ο νομοθέτης να έχει τη δυνατότητα να την ενσωματώσει αμέσως στο εθνικό δίκαιο περί φορολογίας κύκλου εργασιών. Από αυτή την άποψη είναι βέβαια αμφισβητήσιμο αν είναι εφικτή η υλοποίηση της οδηγίας αυτής έως την 1η Ιουλίου 2006.

Αιτιολογική έκθεση

1.   Εισαγωγή

Με βάση μεταξύ άλλων και τις αποφάσεις της Λισσαβώνας, η Ε.Ε. φιλοδοξεί να καταστεί κατά τα επόμενα έτη, ο ανταγωνιστικότερος οικονομικός χώρος του κόσμου. Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος αυτός η Ε.Ε. και τα κράτη που την απαρτίζουν θα πρέπει να διαθέτουν συνεκτική, εναρμονισμένη και ανταγωνιστική φορολογική νομοθεσία. Ο φόρος προστιθέμενης αξίας εναρμονίστηκε εντός της Ε.Ε. κυρίως μέσω της έκτης οδηγίας. Ωστόσο, εξακολουθούν να υφίστανται φραγμοί και εμπόδια που δυσχεραίνουν σημαντικά της ενδοκοινοτικές συναλλαγές, όπως επισήμανε η ΕΟΚΕ στη γνωμοδότηση της ECO/128 «κανόνες όσον αφορά τον τόπο παροχής υπηρεσιών» της 28ης Απριλίου 2004 σχετικά με την πρόταση οδηγίας της 23ης Δεκεμβρίου 2003.

Η πρόταση για τροποποίηση της 6ης οδηγίας για τον Φ.Π.Α. στηρίζεται στην πρόταση οδηγίας της 23ης Δεκεμβρίου 2003 και περιέχει έναν συνεκτικό νέο προσδιορισμό του τόπου παροχής υπηρεσιών σε υποκείμενες στο φόρο επιχειρήσεις (B2B) και σε υποκείμενους στο φόρο ιδιώτες (B2C).

2.   Ιστορικό

2.1

Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα έχει ορίσει ήδη από την πρώτη και τη δεύτερη κοινοτική οδηγία της 11ης Απριλίου 1967 ως στόχο της να εξαλείψει τα φορολογικά σύνορα μεταξύ των κρατών μελών. Προκειμένου να πραγματοποιηθεί αυτό το όραμα είναι απαραίτητο να ορισθεί ένας ενιαίος τόπος φορολόγησης. Η αρχή της χώρας προέλευσης, της οποίας την εφαρμογή επιδιώκει η οδηγία, θα σήμαινε ότι όλες οι υποκείμενες στο φόρο δραστηριότητες που αναπτύσσει ένας επιχειρηματίας στη χώρα εγκατάστασης, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, θα φορολογούνται στον τόπο αυτό. Ένα εμπόρευμα που παραδίδεται π.χ. από τη Γαλλία σε άλλο κράτος μέλος, θα φορολογείται, σύμφωνα με την αρχή αυτή στη Γαλλία, με βάση τον γαλλικό συντελεστή ΦΠΑ. Το ίδιο θα ισχύει και για τις υπηρεσίες που προσφέρονται από το έδαφος της Γαλλίας.

2.2

Ωστόσο, προκειμένου να αποφευχθούν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, η αρχή της χώρας προέλευσης θα μπορούσε να εφαρμοστεί μόνο σε περίπτωση που ίσχυαν εναρμονισμένοι φορολογικοί συντελεστές σε όλα τα κράτη μέλη. Κυρίως όμως θα έπρεπε να εφαρμοστεί ένα είδος συστήματος εσωτερικού συμψηφισμού, διότι ο φόρος προστιθέμενης αξίας συνιστά σημαντικό μέρος των φορολογικών εσόδων των κρατών μελών και της χρηματοδότησης της ΕΕ.

2.3

Αυτοί είναι οι λόγοι για τους οποίους η ΕΕ αποφάσισε να παρεκκλίνει από την αρχή της χώρας προέλευσης, τουλάχιστον για μια μεγάλη μεταβατική περίοδο.

2.4

Συγχρόνως, η Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης έλαβε διάφορα μέτρα προκειμένου να ενισχυθούν οι οικονομικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, να αρθούν γραφειοκρατικά εμπόδια, να εξαλειφθούν και στο μέτρο του δυνατού να αποφευχθούν εντελώς στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που θα μπορούσε να προκαλέσει η εφαρμογή διαφορετικής φορολογικής βάσης. Το Συμβούλιο συνέβαλε ιδιαίτερα κατά το παρελθόν στη διατήρηση των διαφορών. Η ΕΟΚΕ εξακολουθεί να υποστηρίζει την Επιτροπή σε όλες τις προσπάθειες προσαρμογής που μπορούν να συμβάλουν στη διευκόλυνση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

3.   Οι λόγοι ύπαρξης και ο στόχος της νέας ρύθμισης

Ο τόπος της παροχής υπηρεσίας καθορίζει κατά κανόνα και τον τόπο στον οποίο η παρεχόμενη υπηρεσία υπόκειται σε ΦΠΑ. Επειδή όμως ο επίσημος φορολογικός συντελεστής στην ΕΕ κυμαίνεται από 15 έως 25 %, υπάρχει ευρύ πεδίο για τις στρεβλώσεις ανταγωνισμού μεταξύ επιχειρήσεων/υποκείμενων στο φόρο εντός της ΕΕ, αλλά και εκ μέρους επιχειρήσεων τρίτων χωρών, τουλάχιστον στους τομείς που ρυθμίζει η τροποποιημένη πρόταση. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο προσανατολίζει την νομολογία του ολοένα περισσότερο προς την απαγόρευση της στρέβλωσης του ανταγωνισμού που προκαλείται μέσω της διαφορετικής μεταχείρισης όσον αφορά το φόρο κύκλου εργασιών, κυρίως μεταξύ υποκείμενων στο φόρο επιχειρήσεων και δημόσιων φορέων. Στην απόφαση που έλαβε στις 13 Οκτωβρίου 2005 στην υπόθεση C-200/04, «Εφορία της Χαϊδελβέργης/ iSt internationale Sprach- und Studienreisen GmbH», αναφέρει π.χ. ότι στην προκειμένη περίπτωση είναι σαφές ότι η επιβολή οποιουδήποτε πρόσθετου όρου για την εφαρμογή του άρθρου 26 της 6ης οδηγίας για τον ΦΠΑ θα οδηγούσε σε μια αθέμιτη διάκριση μεταξύ των οικονομικών φορέων και αδιαμφισβήτητα σε στρέβλωση του ανταγωνισμού με αποτέλεσμα να περιοριστεί η ενιαία εφαρμογή της οδηγίας αυτής.

4.   Η τροποποιημένη πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου της 20ής Ιουλίου 2005

4.1   Γενικές παρατηρήσεις

Ένα από τα μέτρα αυτά περιλαμβάνεται στην τροποποιημένη πρόταση οδηγίας του συμβουλίου της 20ης Ιουλίου 2005 (COM(2005) 334 τελικό). Πριν από αυτήν την τροποποιημένη πρόταση, προηγήθηκε μια πρόταση οδηγίας του συμβουλίου για τροποποίηση της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ σχετικά με τον τόπο παροχής υπηρεσιών της 23ης Δεκεμβρίου 2003 (COM (2003) 822 τελικό 2003/0329 — (CNS).

Η ευρωπαϊκή οικονομική και κοινωνική επιτροπή υιοθέτησε τη γνωμοδότησή της σχετικά με αυτήν την πρόταση οδηγίας στις 28 Απριλίου 2004. Στη γνωμοδότηση αυτή η ΕΟΚΕ τόνισε ότι οι νέοι κανόνες πολύ απέχουν από την επίτευξη του στόχου της απλοποίησης που επιδιώκει γενικώς η Επιτροπή. Επίσης, υπογράμμισε ότι θα πρέπει να επανεξεταστεί το κείμενο προκειμένου να μειωθεί όσο το δυνατό περισσότερο το περιθώριο ερμηνείας των διατάξεων που διαθέτουν τα κράτη μέλη και το περιθώριο της αυτονομίας λήψης αποφάσεων των φορολογικών αρχών. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ το σύστημα VIES (σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών για το ΦΠΑ), δεν λειτουργεί ικανοποιητικά ως σύστημα ελέγχου.

4.2   Έγγραφο διαβούλευσης

Εντωμεταξύ έχουν διεξαχθεί πολυάριθμες διαβουλεύσεις με θέμα τον τόπο παροχής υπηρεσιών. Το γενικό συμπέρασμα αυτών των διαβουλεύσεων ήταν ότι οι ισχύουσες διατάξεις σχετικά με τον τόπο παροχής των υπηρεσιών είναι προβληματικές και θα πρέπει να αναθεωρηθούν. Συγχρόνως, αναγνωρίστηκε γενικά το γεγονός ότι οποιαδήποτε αλλαγή σε αυτόν τον τομέα θα πρέπει αφενός να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις σχετικά με τον έλεγχο εκ μέρους των φορολογικών αρχών και στις φορολογικές υποχρεώσεις των επιχειρηματιών, και αφετέρου να συνεκτιμά την αρχή ότι ο φόρος προστιθέμενης αξίας καταβάλλεται στο κράτος στο οποίο έγινε χρήση των υπηρεσιών. Όλοι οι συμμετέχοντες στις διαβουλεύσεις τόνισαν επανειλημμένα ότι θα πρέπει οπωσδήποτε να θεσπιστούν ρυθμίσεις, οι οποίες να είναι πρακτικά εφαρμόσιμες, να μην συνεπάγονται υπερβολικό κόστος και να μην εμποδίζουν τις εμπορικές συναλλαγές εντός της Κοινότητας.

4.3   Ο γενικός κανόνας στην τροποποιημένη πρόταση

4.3.1

Πρέπει να γίνεται σαφής διάκριση ανάμεσα σε υπηρεσίες που παρέχονται μεταξύ δύο επιχειρήσεων (υποκειμένων στο φόρο) (1) και στις υπηρεσίες που παρέχονται ανάμεσα σε επιχειρηματία και μη επιχειρηματία (μη υποκείμενο στο φόρο) (2). Η πρόταση οδηγίας διαχωρίζει αυστηρά την μεταχείριση των δύο περιπτώσεων.

4.3.2

Σε ό,τι αφορά τις υπηρεσίες προς υποκείμενους στο φόρο, ως τόπος παροχής υπηρεσιών θα πρέπει να προσδιορίζεται κατά κανόνα ο τόπος στον οποίο κατοικεί μόνιμα ο πελάτης και όχι ο τόπος εγκατάστασης του παρέχοντος τις υπηρεσίες.

4.3.3

στο έγγραφο της επιτροπής προτείνεται να διατηρηθεί ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο ως τόπος παροχής υπηρεσιών σε μη υποκείμενους στο φόρο θεωρείται ο τόπος εγκατάστασης του παρέχοντος υπηρεσίες. Ο κανόνας αυτός εφαρμόζεται διότι η φορολόγηση υπηρεσιών που παρέχονται σε μη υποκείμενους στο φόρο σε άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε. θα συνεπαγόταν υπερβολικό διοικητικό φόρτο για την επιχείρηση που παρέχει τις υπηρεσίες, π.χ. λόγω της υποχρεωτικής εγγραφής της στο φορολογικό μητρώο αυτών των κρατών μελών.

4.3.4

Όσο δεν υπάρχει μηχανισμός ο οποίος να καθιστά δυνατή την είσπραξη του οφειλόμενου φόρου στο κράτος μέλος της κατανάλωσης, χωρίς αυτό να δημιουργεί υπερβολική διοικητική επιβάρυνση, δεν είναι εφικτό να φορολογείται ο μη υποκείμενος στο φόρο για όλες τις υπηρεσίες που του παρέχονται στον τόπο της κατανάλωσης.

4.3.5

Ωστόσο ορισμένες παρεκκλίσεις από τον γενικό αυτό κανόνα κρίνονται απαραίτητες.

5.   Περιεχόμενο ( τροποποιήσεις ) της πρότασης οδηγίας

5.1   παρεκκλίσεις από τον γενικό κανόνα

Πολλοί παράγοντες στην Ε.Ε. που ασχολήθηκαν με το θέμα, υποστήριξαν τις προτεινόμενες τροποποιήσεις σχετικά με την φορολόγηση στον τόπο παροχής υπηρεσιών. Αναφέρθηκαν όμως και ορισμένες περιπτώσεις στις οποίες κρίθηκε απαραίτητη η διατήρηση της αρχής της χώρας προέλευσης και η παράταση της ισχύος των γενικών διατάξεων.

5.2   Εμπεριστατωμένη εξέταση των νέων κανόνων

Κατωτέρω σκιαγραφούνται εν συντομία μόνο οι τροποποιήσεις που προκύπτουν από αυτή την πρόταση οδηγίας:

5.2.1   Άρθρο 6 — παροχή υπηρεσιών

προτείνεται να προστεθεί μια παράγραφος 6 σύμφωνα με την οποία οι υπηρεσίες που παρέχονται μεταξύ εγκαταστάσεων της ίδιας επιχείρησης δεν θεωρούνται ως παροχές υπηρεσιών κατά την έννοια αυτής της οδηγίας.

5.2.2   Άρθρο 9 δ — Παροχή ειδικών υπηρεσιών προς υποκείμενους στο φόρο

προστέθηκε μια νέα παράγραφος 2 η όποια ρυθμίζει τον τόπο παροχής υπηρεσιών εστιατορίου και τροφοδοσίας με έτοιμα φαγητά σε υποκείμενους στο φόρο επί πλοίων, αεροσκαφών ή τρένων κατά τη διάρκεια υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών. Τόπος παροχής υπηρεσιών είναι ο τόπος αναχώρησης της υπηρεσίας μεταφοράς.

Σε αυτήν την περίπτωση λήφθηκε υπόψη το αίτημα για μεγαλύτερη σαφήνεια που είχε διατυπώσει και η ΕΟΚΕ.

Με την συμπλήρωση της παραγράφου 3, ως μίσθωση μεγάλης διάρκειας ή χρηματοδοτική μίσθωση νοείται η ρύθμιση που διέπεται από συμφωνία, η οποία προβλέπει συνεχή κατοχή ή χρήση ενσώματων κινητών αγαθών επί περίοδο άνω των τριάντα ημερών. Σκοπός της ρύθμισης αυτής είναι να αποφευχθούν ευθύς εξαρχής επίμαχα ζητήματα ( π.χ. ενοικίαση αυτοκινήτου σε υποκείμενο σε φόρο ή για άμεση κατανάλωση/χρήση).

5.2.3   Άρθρο 9 στ — παροχή ειδικών υπηρεσιών προς μη υποκείμενους στο φόρο

με την τροποποίηση της πρώτης παραγράφου, σημείο γ) εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας οι υπηρεσίες διδασκαλίας εξ αποστάσεως μέσω της παραπομπής στο άρθρο 9ζ, παράγραφος 1, σημείο δ) και υπόκεινται σε ειδική ρύθμιση.

Στην παράγραφο 1 σημείο δ) προστέθηκαν οι υπηρεσίες εστιατορίων και τροφοδοσίας με έτοιμα φαγητά και συνεπώς οι υπηρεσίες αυτές φορολογούνται στον τόπο στον οποίο παρέχονται.

Στην παράγραφο 2, ως τόπος παροχής υπηρεσιών για τις υπηρεσίες εστιατορίου και τροφοδοσίας με έτοιμα φαγητά που παρέχονται κατά τη διάρκεια υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών σε πλοία, αεροσκάφη ή τρένα, καθορίζεται ο τόπος αναχώρησης της υπηρεσίας μεταφοράς. Κατά αυτόν τον τρόπο λαμβάνεται υπόψη μια σύσταση που είχε διατυπωθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας διαβουλεύσεων.

Σε περίπτωση μίσθωσης μεγάλης διάρκειας, δηλαδή μεγαλύτερης των 30 ημερών, μεταφορικών μέσων από μη υποκείμενους στο φόρο, τόπος παροχής υπηρεσιών είναι ο τόπος εγκατάστασης ή μόνιμης κατοικίας ή συνήθους διαμονής του πελάτη.

Σε περίπτωση μίσθωσης μικρής διάρκειας ( π.χ. μίσθωση μεταφορικού οχήματος για λίγες μόνον ημέρες) ως τόπος παροχής υπηρεσιών θεωρείται ο τόπος στον οποίο τα μεταφορικά μέσα τίθενται ουσιαστικά στη διάθεση του μη υποκείμενου στο φόρο. Και αυτή η ρύθμιση έγινε δεκτή από την πλειοψηφία των συμμετεχόντων στη διαδικασία διαβούλευσης.

5.2.4   Άρθρο 9 ζ — υπηρεσίες που είναι δυνατόν να παρέχονται εξ αποστάσεως σε μη υποκείμενους στο φόρο

το άρθρο αυτό αναδιατυπώθηκε εξολοκλήρου. τόπος παροχής για τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 9 ζ είναι ο τόπος εγκατάστασης ή μόνιμης κατοικίας ή συνήθους διαμονής του πελάτη.

Στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων η ρύθμιση αυτή θεωρήθηκε ως επί το πλείστον πολύ αρνητική, δεδομένου ότι συνεπάγεται δυσανάλογα μεγάλο διοικητικό φόρτο για την εκπλήρωση των φορολογικών καθηκόντων όσον αφορά τον Φ.Π.Α. Για το λόγο αυτό ζητήθηκε η δημιουργία μηχανισμού «μονοαπευθυντικής θυρίδας» ως προϋπόθεση για την εφαρμογή του κανόνα αυτού.

Η ΕΟΚΕ προτείνει να προσδιοριστούν σαφέστερα όλες οι υπηρεσίες που υπάγονται σε αυτό το άρθρο.

5.2.5   Άρθρο 9 η — Παροχή υπηρεσιών από μεσάζοντα σε μη υποκείμενους στο φόρο

Με την τροποποίηση του άρθρου αυτού διευκρινίζεται ότι ο τόπος παροχής υπηρεσιών εξαρτάται από τον τόπο στον οποίο πραγματοποιείται το κυριότερο μέρος του κύκλου εργασιών, σύμφωνα με τα άρθρα 9 α) έως 9 στ) καθώς και το άρθρο 9 θ).

5.2.6   Άρθρο 9 θ — υπηρεσίες που παρέχονται σε μη υποκείμενους στο φόρο εκτός κοινότητας

οι τροποποιήσεις που έγιναν στο άρθρο αυτό οφείλονται στην αναδιατύπωση του άρθρου 9στ, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω.

5.2.7   Άρθρο 9ι — Αποφυγή της διπλής φορολογίας

Διατηρείται η ισχύς των κανόνων σχετικά με τον προσδιορισμό του τόπου παροχής υπηρεσιών στον τομέα του ηλεκτρονικού εμπορίου, των τηλεπικοινωνιών και της μετάδοσης ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών προγραμμάτων από φορέα που είναι εγκατεστημένος εκτός της Ε.Ε. Ο τόπος παροχής υπηρεσιών θα εξακολουθεί δηλαδή να καθορίζεται και στο μέλλον από το κράτος μέλος στο οποίο κατοικεί μόνιμα ο μη υποκείμενος στο φόρο πελάτης ή από το κράτος μέλος στο οποίο παρέχεται πράγματι η υπηρεσία.

Επειδή οι σχετικές διατάξεις θα συμπεριληφθούν μελλοντικά στα άρθρα 9 ζ και 9 η, διαγράφονται τα σχετικά σημεία η), ι) και ια) του άρθρου 9θ.

5.2.8   Το άρθρο 22 παράγραφος 6 στοιχείο β), στη μορφή που έλαβε στο άρθρο 28η — Επέκταση του ανακεφαλαιωτικού πίνακα

Η προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου αυτού προβλέπει την επέκταση του ανακεφαλαιωτικού πίνακα που υποβάλλεται από κάθε φορολογούμενο με αριθμό φορολογικού μητρώου, προς ορισμένα άλλα στοιχεία σχετικά με τον κύκλο εργασιών από υπηρεσίες. Πρόκειται για άλλες υπηρεσίες προς αγοραστές με αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ, για πράξεις που αναφέρονται στο 5ο εδάφιο καθώς και για υπηρεσίες που έχει παράσχει υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 9, παράγραφος 1.

5.2.9   Τεχνικές τροποποιήσεις

Οι υπόλοιπες τροποποιήσεις έχουν περισσότερο τεχνικό χαρακτήρα και γι' αυτό παραπέμπουμε στο σημείο 2.12 του κεφαλαίου «βασικές παράμετροι» της πρότασης τροποποίησης.

6.   Προτάσεις και παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ

6.1   Τόπος παροχής υπηρεσιών σε περίπτωση υπηρεσιών που παρέχονται σε υποκείμενους στο φόρο

6.1.1

Καταρχήν η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την προτεινόμενη επέκταση του μηχανισμού αντίστροφης επιβάρυνσης σε επίπεδο επιχειρήσεων, δηλαδή την ανταλλαγή υπηρεσιών μεταξύ υποκείμενων στο φόρο.

6.1.2

Προϋπόθεση είναι βέβαια να μπορεί να εφαρμοστεί ο μηχανισμός αντίστροφης επιβάρυνσης από τους ενδιαφερόμενους χωρίς κανένα πρόβλημα. Μια προβληματική περίπτωση θα ήταν π.χ. αν η επιχείρηση που παρέχει υπηρεσίες έχει τη δυνατότητα να μεταθέσει στον αποδέκτη της υπηρεσίας την ευθύνη για την εκτίμηση του κύκλου εργασιών και κυρίως των στοιχείων σχετικά με το φόρο επί του κύκλου εργασιών, τον προσδιορισμό του τόπου παροχής της υπηρεσίας, την υποχρέωση καταβολής και του συντελεστή του φόρου ή την ενδεχόμενη φορολογική απαλλαγή, χωρίς ο παραλήπτης να έχει τη δυνατότητα να επαληθεύσει επακριβώς τα στοιχεία αυτά.

6.1.3

Είναι σκόπιμο να απαλλάσσονται οι επιχειρήσεις από υπερβολικές υποχρεώσεις όσον αφορά τη συμπληρωματική δήλωση και εγγραφή. Θεωρείται απολύτως απαραίτητο να έχει κάθε επιχειρηματίας στην Ε.Ε. τη δυνατότητα να δηλώνει υπεύθυνα αν η επιχείρηση ή ο υποκείμενος στο φόρο που λαμβάνει την υπηρεσία και είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ υποχρεούται να εφαρμόσει για την συγκεκριμένη πράξη τον μηχανισμό αντιστροφής της επιβάρυνσης. Η εκ των υστέρων αποτυχία του μηχανισμού αντίστροφης επιβάρυνσης θα είχε ως συνέπεια τη σώρευση ευθυνών για την επιχείρηση που παρέχει υπηρεσίες και εξαιρετικά αρνητικό αντίκτυπο σε ολόκληρο το σύστημα, με αποτέλεσμα να μην γίνει δεκτό από τους ενδιαφερόμενους κύκλους.

6.2   Οι υπηρεσίες που παρέχονται σε μη υποκείμενα στο φόρο άτομα

6.2.1

Αν μια επιχείρηση υποκείμενη στο φόρο παρέχει υπηρεσίες σε άτομα που δεν υπόκεινται στο φόρο, η εφαρμογή του συστήματος αντιστροφής της επιβάρυνσης αποκλείεται ευθύς εξαρχής. Σε αυτή την περίπτωση ισχύει η φορολόγηση στον τόπο κατανάλωσης και συνεπώς, ο επιχειρηματίας του άλλου κράτους μέλους θα πρέπει να εγγραφεί στο φορολογικό μητρώο Φ.Π.Α του κράτους μέλους στο οποίο παρέχεται η υπηρεσία και να καταβάλει το φόρο προστιθέμενης αξίας που ισχύει στο κράτος αυτό. Προκειμένου να περιοριστεί στο ελάχιστο η σχετική διοικητική επιβάρυνση αλλά και να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη πραγματοποίηση των ενδοκοινοτικών εμπορικών συναλλαγών, θα πρέπει να θεσπιστούν κανόνες που να μην προκαλούν περισσότερη γραφειοκρατία.

6.2.2

Η υποχρέωση της εγγραφής προκαλεί σημαντικό διοικητικό φόρτο, αυξημένο κόστος και, σε περίπτωση αβεβαιότητας, αποθαρρύνει την υποκείμενη στο φόρο επιχείρηση από την παροχή της υπηρεσίας αυτής. Κατά αυτόν τον τρόπο, όχι μόνον δεν θα επιτευχθεί άνοιγμα της εσωτερικής αγοράς και ίση ανταγωνιστικότητα όλων των επιχειρήσεων σε όλα τα κράτη μέλη, αλλά επιπλέον θα βρεθούν σε μειονεκτική θέση οι επιχειρήσεις άλλου κράτους μέλους έναντι των εγχώριων επιχειρήσεων. Αυτό ασφαλώς δεν συμβάλλει στην εξάλειψη των εμποδίων των εμπορικών συναλλαγών. Για το λόγο αυτό, η επέκταση της αρχής της φορολόγησης στον τόπο παροχής της υπηρεσίας και για τους μη υποκείμενους στο φόρο είναι εφικτή μόνο με την προϋπόθεση ότι ο προτεινόμενος μηχανισμός της «μονοαπευθυντικής θυρίδας», που προτείνει η επιτροπή θα λειτουργεί ταχέως και απρόσκοπτα. Μόνο σε αυτή την περίπτωση θα μπορεί κανείς να απαιτεί από έναν επιχειρηματία να παράσχει υπηρεσίες υποκείμενες στο φόρο και στα 25 κράτη-μέλη χωρίς τη δυνατότητα προσφυγής στο μηχανισμό αντίστροφης φορολογικής επιβάρυνσης. Στην αντίθετη περίπτωση υπάρχει κίνδυνος να προκληθεί ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα, δηλαδή να αποκλειστούν οι μικρές και οι μεσαίες επιχειρήσεις από την εσωτερική αγορά της ευρωπαϊκής Ένωσης.

7.   Διαδικασία έκπτωσης του καταβληθέντος φόρου

7.1

Οι ανωτέρω παρατηρήσεις ισχύουν και όσον αφορά την απλοποίηση των υποχρεώσεων σχετικά με τον φόρο προστιθέμενης αξίας, στο πλαίσιο της διαδικασίας έκπτωσης του καταβληθέντος φόρου. Τα γνωστά προβλήματα που αντιμετωπίζονται σχετικά με την έκπτωση του καταβληθέντος φόρου, οδηγούν συχνά τους επιχειρηματίες στο ερώτημα αν «συμφέρει» να υποβάλουν σχετική αίτηση στην αρμόδια φορολογική υπηρεσία του άλλου κράτους μέλους ή μήπως συμφέρει οικονομικά περισσότερο να παραιτηθούν ευθύς εξαρχής από το δικαίωμα έκπτωσης του φόρου. Κατά αυτόν τον τρόπο, όμως, παραβιάζεται ουσιαστικά μια βασική αρχή της έκτης οδηγίας περί ΦΠΑ, η αρχή σύμφωνα με την οποία κάθε προκαταβαλόμενος φόρος εκπίπτεται.

Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι σε ορισμένα κράτη μέλη πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες για μία πλήρη και ομοιόμορφη επιβολή του ΦΠΑ.

7.2

Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την καθιέρωση του μηχανισμού της «μονοαπευθυντικής θυρίδας» υλοποιούνται και ότι ελέγχεται η αποτελεσματικότητά τους.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

H Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  «Υποκείμενος στο φόρο» είναι σε αυτή την περίπτωση ο επιχειρηματίας ο οποίος παρέχει υπηρεσίες οι οποίες υπόκεινται υποχρεωτικά στο ΦΠΑ και ο οποίος κατά κανόνα μπορεί να αντισταθμίσει τον ΦΠΑ που εισπράττει από υπηρεσίες που προσφέρει με τον ΦΠΑ που οφείλει ο ίδιος.

(2)  «Μη υποκείμενος στο φόρο» είναι σε αυτή την περίπτωση ο ιδιώτης ή τελικός καταναλωτής που δεν είναι επιχειρηματίας και δεν υποχρεούται να υποβάλλει φορολογική δήλωση για τον ΦΠΑ.


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/58


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή «Εξάλειψη των εμποδίων όσον αφορά την φορολόγηση των μικρoμεσαίων επιχειρήσεων στην εσωτερική αγορά — Περιγραφή ενός πιθανού πιλοτικού καθεστώτος φορολόγησης βάσει των κανόνων του κράτους εγκατάστασης»

COM(2005) 702 τελικό

(2006/C 195/14)

Στις 23 Δεκεμβρίου 2005 και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω ανακοίνωση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και Νομισματική Ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 28 Απριλίου 2006 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. LEVAUX.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της, που πραγματοποιήθηκε στις 17 και 18 Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 143 ψήφους υπέρ, καμία ψήφο κατά και 6 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα

1.1

Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι είναι υπέρ της μακροπρόθεσμης εναρμόνισης των φορολογικών κανόνων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Προς το παρόν όμως, δυστυχώς, η εναρμόνιση αυτή προσκρούει ακόμα σε πολλά εμπόδια και, υπό τις συνθήκες αυτές, η ΕΟΚΕ:

επαναλαμβάνει ότι επικροτεί τους προσανατολισμούς και τις προσπάθειες της Επιτροπής να διευκολύνει την ανάπτυξη της δραστηριότητας των ΜΜΕ, αλλά διερωτάται εάν θα είναι αποτελεσματικό το προτεινόμενο καθεστώς και ποια θα είναι τα όριά του,

πιστεύει ότι, επειδή πρόκειται για πιλοτικό πείραμα, θα ήταν σκοπιμότερο να προτείνει η Επιτροπή λεπτομερέστερες διατάξεις, εμπνεόμενη από την πείρα που έχει αποκτηθεί σε αυτό το πεδίο βάσει των εθελοντικών δεσμεύσεων ορισμένων κρατών και επαγγελματικών οργανώσεων ΜΜΕ, και να περιορίσει τη διάρκεια της πειραματικής περιόδου σε 5 έτη, προκειμένου να εξαγάγει χρήσιμα διδάγματα και να θέσει έπειτα σε εφαρμογή τα στοιχεία που αξίζει να αναπαραχθούν,

συνιστά στην Επιτροπή να εμπνευσθεί από τα στοιχεία που περιέχονται στις διάφορες γνωμοδοτήσεις που παρατίθενται κατωτέρω, για να διατυπώσει μια μακροπρόθεσμη κατευθυντήρια γραμμή που θα παρέχει συνεκτικές λύσεις για τις ΜΜΕ, ιδίως με την ανάπτυξη καταστατικού «ευρωπαϊκής ΜΜΕ».

2.   Σύνοψη των παλαιότερων γνωμοδοτήσεων της ΕΟΚΕ

2.1

Μετά από διάφορες προτάσεις που έχει υποβάλει τα τελευταία χρόνια, η Επιτροπή παρουσιάζει την υπό εξέταση ανακοίνωση ως μια νέα πρωτοβουλία στον φορολογικό τομέα — και ειδικότερα στο πεδίο της φορολόγησης των εταιρειών — που έχει σκοπό να δώσει νέες δυνατότητες για την ανάπτυξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ), η σημασία των οποίων για τη δημιουργία απασχόλησης και πλούτου στην ΕΕ έχει επιβεβαιωθεί επανειλημμένα, μεταξύ άλλων στο «Σχέδιο δράσης της Λισαβόνας».

2.2

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και μετέπειτα, ζητήθηκε επανειλημμένα η γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για προτάσεις, συστάσεις και ανακοινώσεις σχετικά με αυτό ή με συναφή θέματα. Κατωτέρω η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει τις πρόσφατες γνωμοδοτήσεις που εξέδωσε κατόπιν αιτήσεως ή με ίδια πρωτοβουλία και αφορούν την έννοια της ευρωπαϊκής επιχείρησης, όπως αυτή εφαρμόζεται στις ΜΜΕ, και τις φορολογικές απλοποιήσεις που απαιτούνται για την ταχεία εξάλειψη των εμποδίων που συναντούν αυτές οι επιχειρήσεις.

Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ του 2000  (1) σχετικά με τον «Ευρωπαϊκό Χάρτη των Μικρών Επιχειρήσεων», όπου η ΕΟΚΕ, μεταξύ 13 συνολικά προτάσεων, ζητά«να αναπτυχθεί το απλοποιημένο σύστημα και να εξαιρεθούν οι μικρές επιχειρήσεις, με ελάχιστο κύκλο εργασιών, από τις υπερβολικές φορολογικές υποχρεώσεις».

Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ του 2001  (2) για την ανακοίνωση της Επιτροπής με θέμα «Φορολογική πολιτική στην Ευρωπαϊκή ΈνωσηΠροτεραιότητες για τα προσεχή έτη», όπου η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει όλους τους στόχους της Επιτροπής σε θέματα φορολογικής πολιτικής, υπογραμμίζοντας την ανάγκη συντονισμού της φορολογίας των επιχειρήσεων, προκειμένου να αρθούν οι δυσκολίες που συναντούν οι ΜΜΕ εξαιτίας των εθνικών διαφορών.

Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ του 2002  (3) με θέμα «Καταστατικό ευρωπαϊκής εταιρείας για τις ΜΜΕ», στην οποία η ΕΟΚΕ συνιστούσε «την προσφορά καταστατικού ευρωπαϊκής εταιρείας στις ΜΜΕ, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις», καθώς και την «πρόταση ευρωπαϊκού σήματος για τη διευκόλυνση των δραστηριοτήτων τους στην εσωτερική αγορά»

Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ του 2002  (4) με θέμα «Η άμεση φορολογία των επιχειρήσεων», όπου η ΕΟΚΕ ζητούσε «να επισπευσθεί η υιοθέτηση διατάξεων για την αποτροπή της διπλής φορολογίας», συμφωνούσε με «τη φιλοδοξία που αποσκοπεί σε μία Εσωτερική Αγορά χωρίς φορολογικά εμπόδια» μέσω της«καθιέρωσης κοινών αρχών» και υπογράμμιζε ότι «ο στόχος περί εναρμονισμένης φορολογικής βάσεως για όλες τις επιχειρήσεις στην επικράτεια της ΕΕ είναι συμβατός με τη φορολογική κυριαρχία των κρατών μελών και των περιφερειών, διότι διαφυλάσσει τη δυνατότητά τους να καθορίζουν το επίπεδο της φορολογίας».

Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ του 2003  (5) για την «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου που τροποποιεί την οδηγία 90/435/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 23 ης Ιουλίου 1990 σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς το οποίο ισχύει για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών», όπου η ΕΟΚΕ υποστήριζε τις προσπάθειες της Επιτροπής «με στόχο την εξάλειψη ή τουλάχιστον τη μείωση της διπλής ή πολλαπλής νομικής και οικονομικής φορολογίας που υφίστανται, στο κράτος όπου έχει την έδρα της η μητρική εταιρεία, τα διανεμόμενα κέρδη της θυγατρικής εταιρείας».

Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ του 2003  (6) με θέμα «Η φορολογία στην ΕΕ: κοινοί προσανατολισμοί, πιο ενιαίοι φορολογικοί κανόνες και δυνατότητα λήψης αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία», όπου η ΕΟΚΕ ζητούσε να εξεταστούν τρία θέματα, μεταξύ των οποίων η καθιέρωση κοινής φορολογικής βάσης για τις επιχειρήσεις και ο καθορισμός με ειδική πλειοψηφία των ελάχιστων συντελεστών για τη φορολόγηση των εταιρειών .

Διερευνητική γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ του 2004  (7), κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής, με θέμα «Η ικανότητα προσαρμογής των ΜΜΕ και των επιχειρήσεων της κοινωνικής οικονομίας (ΕΚΟ) στις αλλαγές που επιβάλλονται από τη δυναμική της οικονομίας», στην οποία η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει την ανάγκη «εξάλειψης των εμποδίων στις παγκόσμιες αγορές για τις ΜΜΕ και τις ΕΚΟ και ειδικότερα χάρη στη μείωση του διοικητικού και νομικού φόρτου που αντιμετωπίζουν».

Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ του 2004  (8) για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής: Μία εσωτερική αγορά χωρίς φορολογικά εμπόδια των επιχειρήσεωνεπιτεύγματα, τρέχουσες πρωτοβουλίες και εναπομένοντα προβλήματα», στην οποία η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει:

στο σημείο 3.2, την ανάγκη να εξαλειφθούν οι στρεβλώσεις της εσωτερικής αγοράς με τη σύναψη συμφωνιών «για την ενοποίηση της φορολογίας των επιχειρήσεων», επειδή οι ΜΜΕ «δεν διαθέτουν τα κατάλληλα μέσα για να αντιμετωπίσουν 15 (και σύντομα 25) διαφορετικά συστήματα κανόνων»·

στο σημείο 3.3, τη «δυνατότητα “φορολογίας σύμφωνα με τους κανόνες του κράτους εγκατάστασης” (Home State TaxationHST) για τις ΜΜΕ, με τον καθορισμό ίσως ανώτατου ορίου κύκλου εργασιών»·

στο σημείο 3.3.1, ότι «το πειραματικό σχέδιο της Επιτροπής για την εφαρμογή φορολογίας σύμφωνα με τους κανόνες του κράτους εγκατάστασης παρέχει μια λύση όσον αφορά τις διαμεθοριακές δραστηριότητες των ΜΜΕ, διότι ελαφρύνει τις φορολογικές και διοικητικές τους επιβαρύνσεις. Η δοκιμή του συστήματος αυτού θα πρέπει αρχικώς να γίνει σε διμερή βάση και να επεκταθεί τελικώς σε όλη την ΕΕ μετά από θετική αξιολόγηση»·

στο σημείο 3.4, ότι «ο καθορισμός κοινής ευρωπαϊκής φορολογικής βάσης αποτελεί το πρώτο σημαντικό βήμα» και

στο σημείο 3.7, «καλεί και πάλι τα κράτη μέλη, που ασκούν τη βασικότερη επιρροή, να αποδεχτούν ότι είναι απαραίτητη η σύναψη μιας συμφωνίας που θα επιτρέπει και θα ενθαρρύνει τις ΜΜΕ να επεκταθούν εκτός της χώρας τους και έτσι να δημιουργούν θέσεις απασχόλησης, δεδομένου ότι οι ΜΜΕ είναι οι βασικοί δημιουργοί νέων θέσεων».

2.3

Η ΕΟΚΕ παραθέτει αποσπάσματα από τις 8 αυτές γνωμοδοτήσεις, που καλύπτουν περίοδο 5 ετών:

για να τονίσει καλύτερα τη σημασία των συμβολών της,

για να υπενθυμίσει τα ενδεδειγμένα μέτρα, που δίνουν στις ΜΜΕ τα μέσα για να διαδραματίσουν μεγαλύτερο ρόλο στο επίπεδο της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ,

για να υπογραμμίσει ότι η Επιτροπή, με την επιμονή της, δείχνει ότι είναι αποφασισμένη να βρει πρόσφορες λύσεις.

2.4

Ωστόσο, η ΕΟΚΕ λυπάται που πέρασαν 5 χρόνια χωρίς να διαμορφωθεί ένα αποτελεσματικό καθεστώς. Γι' αυτό, ζητεί εντόνως από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να επιδείξουν αποφασιστικότητα για να εξαλειφθούν επιτέλους τα εμπόδια, τα οποία έχουν πλέον εντοπιστεί σαφώς.

3.   Οι προτάσεις της Επιτροπής και οι εισηγήσεις της ΕΟΚΕ

3.1

Παρότι αισθάνεται ότι οι παλαιότερες γνωμοδοτήσεις της συγκλίνουν σε μεγάλο βαθμό με τις προτάσεις της Επιτροπής, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να διατυπώσει συμπληρωματικές παρατηρήσεις για ορισμένα σημεία.

3.2

Στην ανακοίνωσή της, η Επιτροπή δηλώνει ότι η συμμετοχή των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στην εσωτερική αγορά είναι σημαντικά χαμηλότερη από τη συμμετοχή των μεγάλων εταιρειών και ότι αυτό οφείλεται κυρίως σε φορολογικούς λόγους. Υπενθυμίζει ότι χρειάζονται μέτρα για την ενθάρρυνση της διασυνοριακής επέκτασης των ΜΜΕ και συνιστά μια λύση που βασίζεται στη «φορολόγηση βάσει των κανόνων του κράτους εγκατάστασης». Όσον αφορά τη φορολόγηση των εταιρειών και, ιδιαίτερα, τον εταιρικό φόρο, η Επιτροπή προτείνει στα κράτη μέλη και στις επιχειρήσεις να δοκιμάσουν την έννοια της «φορολόγησης βάσει των κανόνων του κράτους εγκατάστασης» με τη μορφή ενός δοκιμαστικού πιλοτικού καθεστώτος.

3.3

Η ΕΟΚΕ έχει ήδη επικροτήσει και συμφωνήσει κατ' αρχήν με αυτήν την πρωτοβουλία. Υπενθυμίζει, ωστόσο, ότι μόνο ένας περιορισμένος αριθμός ΜΜΕ εξετάζει ως ενδεχόμενο τη διασυνοριακή επέκταση· έτσι, αυτός ο πειραματισμός θα μπορέσει να διεξαχθεί μόνο με τη συνδρομή ενός μικρού αριθμού επιχειρήσεων, οι οποίες, λόγω της θέσης ή της φύσης τους, προβλέπουν στη στρατηγική τους την εγκατάσταση στο εξωτερικό. Πέρα από την κατ' αρχήν συμφωνία της, η ΕΟΚΕ θα ήθελε να μπορέσει η Επιτροπή να επισημάνει ακριβέστερα:

ποιος είναι ο κατά προσέγγιση αριθμός των ΜΜΕ που ενδιαφέρονται δυνητικά να εφαρμόσουν στο εγγύς μέλλον το συνιστώμενο σύστημα για τον υπολογισμό της φορολογικής βάσης για τις επιχειρήσεις,

ποιο είναι το οικονομικό τους «βάρος» στους κόλπους της ΕΕ,

ποιοι είναι οι οικονομικοί τομείς που επηρεάζονται περισσότερο.

3.3.1

Ο στόχος που επιδιώκεται στην πραγματικότητα είναι η προαγωγή της ανάπτυξης και της απασχόλησης μέσω της διευκόλυνσης της δραστηριότητας των ΜΜΕ. Έτσι, δεδομένων των περιορισμένων δημοσιονομικών μέσων που διαθέτει η Ευρώπη, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι πρέπει να αποφευχθεί η διασπορά και να δοθεί προτεραιότητα σε περιορισμένο αριθμό μέτρων που προάγουν την αποτελεσματικότητα. Προς τούτο, δεν αρκεί να επαληθευτεί, με βάση τα διαθέσιμα στατιστικά δεδομένα, η αποτελεσματικότητα του προτεινόμενου μέτρου, αλλά θα πρέπει και να συγκριθεί με την αποτελεσματικότητα άλλων μέτρων που θα ήταν ίσως πιο ενδεδειγμένα. Η ΕΟΚΕ εκπλήσσεται με το γεγονός ότι η Επιτροπή, στην ανάλυση αντικτύπου της, δεν μπορεί, λόγω της έλλειψης επαρκών σχετικών στοιχείων, να αξιολογήσει το κόστος της εφαρμογής του μέτρου που προτείνει.

3.4

Για να υποστηρίξει την πρότασή της, η Επιτροπή στηρίζεται στα αποτελέσματα μιας έρευνας που διενήργησε κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2004, στέλνοντας ερωτηματολόγια στις ΜΜΕ και στις επαγγελματικές οργανώσεις των 25 κρατών μελών. Μόνο 194 ερωτηματολόγια επιστράφηκαν στην Επιτροπή, εκ των οποίων τα 168 προέρχονται από γερμανικές επιχειρήσεις (βλ. συνημμένο πίνακα).

3.4.1

Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι η έρευνα αυτή δεν επέτρεψε να συγκεντρωθεί σημαντικός αριθμός απαντήσεων από την ΕΕ, η οποία ωστόσο αριθμεί πολλά εκατομμύρια ΜΜΕ, εκ των οποίων δύο στον οικοδομικό μόνο κλάδο. Εκπλήσσεται, επίσης, που δεν έλαβε γνώση των συμβολών των επαγγελματικών οργανώσεων και των κοινωνικών εταίρων. Αν οι συμβολές αυτές δεν είναι εμπιστευτικές, η ΕΟΚΕ ζητεί να της κοινοποιηθούν για ενημέρωση.

3.4.2

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι, καθώς αυτή η έρευνα παρέχει ελάχιστες αξιοποιήσιμες πληροφορίες, η Επιτροπή δεν έπρεπε να εξαγάγει από αυτήν συμπεράσματα, τα οποία ίσως να μην είναι επαρκώς τεκμηριωμένα.

3.5

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η Επιτροπή θα πρέπει:

να προσπαθήσει να βρει τα αίτια της αδιαφορίας που έδειξαν οι επιχειρήσεις για αυτή την έρευνα·

να προβλέψει επαρκή κονδύλια για τη διενέργεια αυτών των ερευνών από ειδικούς στις δημοσκοπήσεις. Οι εμπειρογνώμονες αυτοί θα εξέταζαν εκ των προτέρων κατά πόσο ενδείκνυται το αντικείμενο της έρευνας, ο επιδιωκόμενος στόχος, ακόμη και το ίδιο το περιεχόμενο του ερωτηματολογίου. Παράλληλα, οι άμεσες επαφές με ΜΜΕ που έχουν ήδη θυγατρικές σε άλλα κράτη μέλη θα μπορούσαν να επιτρέψουν την καλύτερη αξιολόγηση των πραγματικών δυσκολιών που συναντούν·

να αποφύγει τη διάδοση του ερωτηματολογίου μόνο από το Διαδίκτυο, διότι αυτό το μέσο, όπως φαίνεται, δεν προσφέρεται τόσο για τις ΜΜΕ, αλλά είναι πιο κατάλληλο για οργανώσεις που επισκέπτονται τακτικά τον δικτυακό τόπο της Επιτροπής.

3.5.1

Ενδέχεται, επίσης, ορισμένοι διευθυντές ΜΜΕ, που έχουν σταθερή πρόθεση να εγκατασταθούν σε άλλα κράτη μέλη, να μην ανησυχούν τόσο για τον τρόπο φορολόγησής τους, αλλά να προτιμούν να βρουν τοπικές ομάδες πωλητών, να επενδύσουν στο μάρκετινγκ και να αποκομίσουν κέρδη αργότερα.

3.5.2

Ίσως, πάλι, άλλοι διευθυντές ΜΜΕ να νομίζουν ότι η εγκατάστασή τους σε άλλο κράτος συνεπάγεται τόσο πολλά και περίπλοκα διοικητικά, νομικά, κοινωνικά, φορολογικά κ.ά. προβλήματα, ώστε ο τρόπος φορολόγησης της θυγατρικής τους να αποτελεί δευτερεύουσα και πρόωρη ανησυχία και να προτιμούν να συστήσουν κοινοπραξία («joint venture») με μια τοπική επιχείρηση (μέθοδος που συντείνει στην ευρωπαϊκή συνοχή).

3.6

Η Επιτροπή καθορίζει ως εξής το πεδίο και τους στόχους του πιλοτικού καθεστώτος που συνιστά:

ευρεία εφαρμογή του πιλοτικού καθεστώτος σε όλες τις ΜΜΕ, συμπεριλαμβανομένων των πολύ μικρών επιχειρήσεων με λιγότερους από 10 απασχολούμενους·

υπολογισμός των φορολογητέων κερδών της μητρικής εταιρείας, όπως και όλων των επιλέξιμων για το καθεστώς θυγατρικών και μόνιμων εγκαταστάσεων που διαθέτει σε άλλα συμμετέχοντα κράτη μέλη, σύμφωνα με τους κανόνες που εφαρμόζονται για τη φορολογική βάση στο κράτος εγκατάστασης·

η φορολογική βάση που θα καθοριστεί κατ' αυτόν τον τρόπο θα επιμερίζεται μεταξύ των ενδιαφερόμενων κρατών μελών ανάλογα με το μερίδιό τους στο συνολικό κόστος μισθοδοσίας ή/και στον συνολικό κύκλο εργασιών της εταιρείας. Κάθε κράτος μέλος θα εφαρμόζει έπειτα τον δικό του φορολογικό συντελεστή στο τμήμα της φορολογικής βάσης που του αναλογεί·

διασυνοριακή αντιστάθμιση των ζημιών.

Έτσι, θα μειωθεί το κόστος που επιβάλλει στις ΜΜΕ η πληθώρα των εθνικών κανόνων για τη φορολόγηση των εταιρειών, η οποία αναγκάζει συνήθως τις ΜΜΕ σε δαπανηρή προσφυγή σε εμπειρογνώμονες.

3.7

Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι αυτοί οι στόχοι και το πεδίο εφαρμογής που προτείνονται αντιστοιχούν σε εκείνους που είχαν προβλεφθεί και παλαιότερα. Επαναλαμβάνει, συνεπώς, τη συμφωνία της και συνιστά, σε περίπτωση θετικής έκβασης των πειραματισμών, να τεθεί ταχέως σε εφαρμογή ένα ευρωπαϊκό σύστημα εποπτείας και, ενδεχομένως, ελέγχου του φορολογικού ντάμπινγκ, ώστε να μην μπορούν οι επιχειρήσεις να μετεγκαταστήσουν, για παράδειγμα, την καταστατική έδρα της μητρικής τους εταιρείας στα κράτη της Ένωσης που παρέχουν ευνοϊκές συνθήκες όσον αφορά τη φορολογική βάση για τις επιχειρήσεις.

3.8

Η Επιτροπή καλεί τα κράτη μέλη να διαπραγματευθούν και να συνάψουν διμερείς συμφωνίες για τον καθορισμό των πρακτικών λεπτομερειών της εφαρμογής αυτού του πιλοτικού καθεστώτος, λαμβάνοντας υπόψη τους γενικούς και μη δεσμευτικούς προσανατολισμούς που προτείνει. Η Επιτροπή θα παράσχει βοήθεια για την προετοιμασία και τον συντονισμό των διαπραγματεύσεων αυτών των διμερών συμφωνιών.

3.9

Η ΕΟΚΕ κατανοεί τα όρια της δράσης και της παρέμβασης της Επιτροπής και χαίρεται που περιορίζεται σε ρόλο πρότασης και παρότρυνσης. Κατ' αυτόν τον τρόπο, οι ενδιαφερόμενες ΜΜΕ θα μπορέσουν να πειραματιστούν με τα πιλοτικά καθεστώτα που περιέχονται στις διμερείς συμφωνίες ορισμένων κρατών της ΕΕ. Ανάλογα με τα αποτελέσματα αυτών των πειραμάτων, η Επιτροπή θα προτείνει, εν ευθέτω χρόνω, την επέκταση του πειραματισμού με μερικά από τα πιο αποτελεσματικά πιλοτικά καθεστώτα.

3.10

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την Επιτροπή ότι μείζον πρόβλημα για τις ΜΜΕ είναι η πληθώρα των εθνικών ρυθμίσεων. Σε μία Ένωση 25 κρατών μελών, ο πολλαπλασιασμός των διμερών συμφωνιών, όλων διαφορετικών κατ' αρχήν μεταξύ τους, θα κάνει τις ΜΜΕ να χρησιμοποιούν μόνο έναν περιορισμένο αριθμό τους. Κατ' αυτόν τον τρόπο, δεν θα επιτευχθεί η επιδιωκόμενη απλοποίηση.

3.11

Επιπλέον, η ΕΟΚΕ διερωτάται ποιες θα είναι οι πρακτικές συνέπειες της δεδηλωμένης βούλησης της Επιτροπής να μην προτείνει λεπτομερέστερες διατάξεις για το πείραμα που προτείνει να ξεκινήσει. Αύριο, όταν θα έχουν τεθεί σε ισχύ πολυάριθμες διμερείς συμφωνίες, πώς θα μπορέσει επέλθει εν ευθέτω χρόνω η (επιθυμητή μακροπρόθεσμα) εναρμόνιση των φορολογικών κανόνων, εάν δεν έχουν αποφασιστεί εξ αρχής ορισμένα κριτήρια σύγκλισης;

3.12

Τέλος, η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι δεν διενεργήθηκε καμία λεπτομερής έρευνα για να εξακριβωθεί μήπως υπάρχουν στους κόλπους της ίδιας της Ευρώπης, μεταξύ ορισμένων κρατών ή περιφερειών, όπως η Ελβετία, το Λιχτενστάιν και το Βατικανό, ή πριγκιπάτων, όπως το Μονακό, ο Άγιος Μαρίνος, η Ανδόρα κλπ., καθεστώτα που επιτρέπουν την εξάλειψη ή τη μείωση των επιπτώσεων της πληθώρας των εθνικών, περιφερειακών ή τοπικών φορολογικών συστημάτων για τις επιχειρήσεις (και ιδιαίτερα για τις ΜΜΕ).

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  ΕΕ C 204 της 18.07.2000, σ. 57.

(2)  ΕΕ C 48 της 21.02.2002, σ. 73.

(3)  ΕΕ C 125 της 27.05.2002, σ. 100.

(4)  ΕΕ C 241 της 7.10.2002, σ. 75.

(5)  ΕΕ C 32 της 5.02.2004, σ. 118.

(6)  ΕΕ C 80 της 30.03.2004, σ. 139.

(7)  ΕΕ C 120 της 20.05.2005, σ. 10.

(8)  ΕΕ C 117 της 30.04.2004, σ. 38.


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/61


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την ίδρυση του Ταμείου Συνοχής (κωδικοποιημένη έκδοση)»

COM(2006) 5 τελικό — 2003/0129 (AVC)

(2006/C 195/15)

Στις 28 Φεβρουαρίου 2006, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, με θέμα την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και Νομισματική Ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 28 Απριλίου 2006, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. GRASSO.

Κατά την 427η σύνοδο ολομελείας της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 146 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 2 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επικροτεί την πρωτοβουλία της Επιτροπής να προβεί στην κωδικοποίηση του κανονισμού (ΕΚ) 1164/94 που θεσπίζει το Ταμείο Συνοχής.

2.

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επιβεβαιώνει την άποψη, που έχει επανειλημμένως διατυπωθεί, ότι η κωδικοποίηση του κοινοτικού κανονισμού συμβάλλει στην προσέγγιση του ευρωπαίου πολίτη με τα Όργανα της ΕΕ. Αυτό είναι ακόμη πιο σημαντικό στην περίπτωση της πολιτικής συνοχής, τομέα πρωταρχικής σημασίας για την κοινοτική οικοδόμηση.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/62


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Εξωτερική δράση της Ένωσης: Ο ρόλος της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών»

(2006/C 195/16)

Στις 28 Ιανουαρίου 2004, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του Εσωτερικού Κανονισμού της, να καταρτίσει γνωμοδότηση με θέμα «Εξωτερική δράση της Ένωσης: Ο ρόλος της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών»

Το ειδικευμένο τμήμα «Εξωτερικές σχέσεις» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 4 Μαΐου 2006 με εισηγητή τον κ. Κορυφίδη.

Κατά τη 427η σύνοδο ολομέλειάς της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 140 ψήφους υπέρ, 3 κατά και 9 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.

Η παρούσα γνωμοδότηση διαμορφώθηκε με βάση ένα ερωτηματολόγιο και μια μελέτη. Οι εν λόγω εργασίες είναι αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας θεωρητικής και επιτόπιας ανάλυσης καθώς και της εμπειρίας που αποκτήθηκε από την ΕΟΚΕ στις σχέσεις που διατηρεί με συμβουλευτικά όργανα και συναφείς οργανισμούς της κοινωνίας των πολιτών στις υποψήφιες και τρίτες χώρες. Η όλη εργασία διήρκεσε πολλά χρόνια και οδήγησε την ΕΟΚΕ στην πεποίθηση ότι χρειάζεται πλέον να περάσει στην επόμενη φάση, όπου θα είναι πιο οργανωμένη, πιο τακτική και με καλύτερες προοπτικές όσον αφορά τις δεσμεύσεις της και τις σχέσεις που αυτές συνεπάγονται.

2.

Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στις επιστήμες και στις τεχνολογίες-ιδιαίτερα εκείνες της πληροφορίας-δημιουργούν μια ισχυρή δυναμική που μπορεί να διευθετηθεί μόνο με μετατόπιση του επίκεντρου διαμόρφωσης και ανάπτυξης των διεθνών σχέσεων στις μέρες μας. Η εν λόγω μετατόπιση θα πρέπει να εκφραστεί με τη διαρθρωτική ενσωμάτωση στην κλασσική σχέση κράτους προς κράτος, της σχέσης κοινωνίας προς κοινωνία.

3.

Η προηγούμενη διαπίστωση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η Ένωση, ως σύστημα διακυβέρνησης, στο σύνολό της και ενιαία, οφείλει να αναγνωρίσει τη νέα πραγματικότητα, έγκαιρα. Στα πλαίσια της εν λόγω αναγνώρισης, οφείλει επίσης, να σχεδιάσει και να αναπτύξει πολιτικές εξωτερικής δράσης, με την ενεργό συμμετοχή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών και με την αξιοποίησή της, στο πεδίο της υλοποίησής τους.

4.

Οι ως άνω πολιτικές της Ένωσης, όπου είναι δυνατόν, θα πρέπει να είναι προληπτικές και οπωσδήποτε ολοκληρωμένες. Ο ευρωπαϊκός δημοκρατικός βίος, το ευρωπαϊκό οικονομικό και κοινωνικό κεκτημένο, οι στρατηγικοί στόχοι της Ένωσης και η έγκυρη γνώση, αποτελούν τις παραμέτρους διαμόρφωσης και ανάπτυξης των πολιτικών αυτών, εντός και εκτός των συνόρων της.

5.

Στα προηγούμενα πλαίσια θα πρέπει να βρει μια νέα εσωτερική οργανωτική ισορροπία, καθώς και μια πιο δημιουργική ισορροπία μεταξύ ανταγωνιστικότητας και συνεργασίας, ιδιαίτερα σε τομείς και δράσεις που απευθύνονται εκτός συνόρων.

6.

Η συνειδητοποίηση του νέου ρόλου της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών της Ευρώπης, αποτελεί πρόβλημα σύνθετο. Απαιτεί προώθηση σύγχρονων μεθόδων απόκτησης μιας οικείας σχέσης με τη μάθηση και τη γνώση.

7.

Για τη δημιουργία της εν λόγω σχέσης, αλλά και γενικότερα για τη λειτουργία των ευρωπαίων πολιτών στα πλαίσια μιας κοινωνίας και μιας οικονομίας που θα στηρίζεται στη γνώση, απαιτείται μια νέα οπτική στα προγράμματα δια βίου μάθησης. Η εν λόγω νέα οπτική στην πράξη σημαίνει τη συμπερίληψη στα υπάρχοντα προγράμματα δια βίου μάθησης, της γνώσης που σχετίζεται με το πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης και της γνώσης που σχετίζονται με την εξωτερική δράση της Ένωσης.

8.

Η ΕΟΚΕ, ως βασικός εκφραστής της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών στο ευρωπαϊκό επίπεδο, χρεώνεται με έναν τριπλό ρόλο:

το ρόλο της ενιαίας έκφρασης της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, σε θέματα εξωτερικής δράσης, προς τα πολιτικά όργανα της Ένωσης, μέσω του δημοκρατικού κεκτημένου της και μιας διαδικασίας δημιουργικού συμβιβασμού διαφορετικών συμφερόντων·

το ρόλο της ενεργού συμμετοχής της στο σχεδιασμό και την ανάπτυξη των πολιτικών της Ένωσης, που σχετίζονται, επίσης, με την εξωτερική της δράση και

τη διασφάλιση της παρακολούθησης των εξωτερικών πολιτικών που εφαρμόζει η ΕΕ και των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεών τους.

9.

Ο εν λόγω ρόλος της ΕΟΚΕ αντιστοιχεί σε ευρύ φάσμα θεμάτων και δραστηριοτήτων, αφού όλα τα προβλήματα που δημιουργεί το νέο παγκόσμιο περιβάλλον έχουν αντιστοίχιση στα επί μέρους στοιχεία της· (δηλαδή έχουν μια οικονομική, μια κοινωνική, μια περιβαλλοντική και μια πολιτισμική διάσταση).

10.

Στα προηγούμενα πλαίσια. η ουσιαστικότερη συμβολή της ΕΟΚΕ στη διαμόρφωση και ανάπτυξη των σχετικών με την εξωτερική δράση πολιτικών της Ένωσης, έγκειται στη δυνατότητα που διαθέτει να εκφράζει με τις θέσεις της μια, κατά περίπτωση, δημιουργική ισορροπία. Μια ισορροπία που διαμορφώνεται από τη σύνθεση των διαφορετικών συμφερόντων που εκφράζουν τα μέλη της, στα πλαίσια μιας διαδικασίας και οπτικής που περιλαμβάνει τις ως άνω τέσσερις διαστάσεις.

11.

Σημειώνεται ότι υπάρχει ήδη μια σημαντική εμπειρία της ΕΟΚΕ σε θέματα εξωτερικής δράσης της Ένωσης. Από την άλλη πλευρά, σημειώνεται, επίσης, ότι υπάρχει ένα έλλειμμα σ' ό,τι αφορά στην αξιοποίηση της εν λόγω εμπειρίας, μέσα από ευρύτερους κοινοτικούς μηχανισμούς και προσεγγίσεις. Τα κοινοτικά όργανα, συγκεκριμένα, δεν μπόρεσαν να αξιοποιήσουν επαρκώς την εμπειρία αυτή και τα συμπεράσματα που συνάγονται από γνωμοδοτήσεις, ενημερωτικές εκθέσεις και προτάσεις.

12.

Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι πρέπει να βρεθούν καλύτεροι τρόποι διασύνδεσης της εν λόγω εμπειρίας με τις κεντρικές πολιτικές δομές της Ένωσης. Αυτό μπορεί να γίνει με υπογραφή πρωτοκόλλων ενισχυμένης συνεργασίας, κατά περίπτωση, όπως εκείνο που έχει υπογραφεί μεταξύ Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ΕΟΚΕ. Μπορεί, όμως, να γίνει ακόμη καλύτερα στα πλαίσια μιας σύμπραξης όλων των πολιτικών οργάνων της Ένωσης και της ΕΟΚΕ για την ανάπτυξη ολοκληρωμένων σχετικών πολιτικών, κατά προτίμηση προληπτικών.

13.

Σε κάθε περίπτωση, η ΕΟΚΕ διαβλέπει και επισημαίνει μια αναγκαιότητα για ενίσχυση του ρόλου της και γενικότερα για ενίσχυση του ρόλου της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών στις διεργασίες της παγκοσμιοποίησης. Ο γενικός λόγος της ενίσχυσης αυτής σχετίζεται με την προώθηση των ευρύτερων σχετικών επιδιώξεων της Ένωσης, στον κόσμο του 21ο αιώνα. Ένας ειδικός λόγος για την εν λόγω ενίσχυση-ειδικότερα στην περίπτωση της ΕΟΚΕ-σχετίζεται με το πώς της εν λόγω προώθησης. Με άλλα λόγια σχετίζεται με την υπό διαμόρφωση νέα μορφή λειτουργίας της ΕΟΚΕ σε πλαίσια και με όρους κοινωνίας της γνώσης, καθώς και με μια μοναδικότητά της: τη μοναδικότητα της δυνατότητας που έχει να παρεμβαίνει αξιόπιστα, εκτός Ένωσης, στο επίπεδο της κοινωνίας και με μέσα που χαρακτηρίζονται ως μέσα ``ήπιας διπλωματίας''.

14.

Η ΕΟΚΕ επιζητεί την αναγνώριση και ενίσχυση της ως άνω μοναδικότητας και δυνατότητας που έχει. Επιζητεί την καταξίωσή της ως παγκόσμιου εταίρου-θεσμικού εκπροσώπου της ευρωπαϊκής οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών-ιδιαίτερα σε διεθνείς οργανισμούς, όπως το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο του ΟΗΕ (ECOSOC). Επιζητεί, ακόμη, την προώθηση της θέσης και του ρόλου της στις συνθήκες που υπογράφονται με τις τρίτες χώρες και την ενίσχυση των πολιτικών της που στοχεύουν στη στήριξη της κοινωνίας των πολιτών των χωρών αυτών.

15.

Σε εκπλήρωση του ως άνω ρόλου της, η ΕΟΚΕ ζητεί στήριξη για την ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα, των σημαντικών πολιτικών επιλογών της. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται:

η δημιουργία ενός συγχρόνου και ολοκληρωμένου συστήματος επιθετικής επικοινωνίας, ανταλλαγής πληροφοριών και δικτύωσης με τους εταίρους της ανά την Ευρώπη και τον κόσμο, καθώς επίσης με τα άλλα όργανα της Ένωσης·

η ενίσχυση της παρουσίας και συνεργασίας της με συμβουλευτικούς φορείς από διακυβερνητικούς και άλλους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς, ειδικότερα στον τομέα των σχέσεων με την οργανωμένη κοινωνία των πολιτών·

η δημιουργία μιας «ηλεκτρονικής τράπεζας γνώσης», σχετικής με τη δράση των οργάνων και των δομών που ασκούν συμβουλευτική δραστηριότητα, ανά τον κόσμο, με τα δίκτυα των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, και η αξιοποίηση της εν λόγω τράπεζας ως εργαλείου επικοινωνίας, προσέγγισης, κατανόησης και ερμηνείας των συμπεριφορών της κοινωνίας των πολιτών και ως εργαλείου προβολής ανά τον κόσμο των αξιών και των στρατηγικών στόχων της Ένωσης·

η σύνταξη, ανά διετία, μιας έκθεσης για τις εξελίξεις των δραστηριοτήτων των οργάνων και δομών της συμβουλευτικής λειτουργίας στον κόσμο και την επίδραση της εξωτερικής δράσης της Ένωσης σ' αυτές,.

16.

Στα πλαίσια των προηγούμενων επισημάνσεων και προτάσεων, η ΕΟΚΕ ζητά από τα πολιτικά όργανα της Ένωσης να υιοθετήσουν και να προωθήσουν μια μέθοδο συνεχούς διοργανικού διαλόγου. Μια μέθοδο, δηλαδή, που θα έχει ως στόχο:

τη διαφανή και έγκαιρη ενημέρωση και την απόκτηση έγκυρης συλλογικής γνώσης σε σχέση με την εξωτερική δράση της Ένωσης και

την απόκτηση ενιαίας και συνεκτικής αντίληψης για το τι, το γιατί και το πώς των σχετικών δράσεων, που προτείνεται ν' αναπτυχθούν.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006.

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/64


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Συμβολή στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 15ης και 16ης Ιουνίου 2006 — Περίοδος περισυλλογής»

(2006/C 195/17)

Στις 15 Φεβρουαρίου 2006, και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20 § 2 του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση για το ακόλουθο θέμα: «Συμβολή στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 15ης και 16ης Ιουνίου 2006 — Περίοδος περισυλλογής»

και να ορίσει, σύμφωνα με το άρθρο 20 του Εσωτερικού Κανονισμού, τον κ. MALOSSE ως γενικό εισηγητή.

Κατά την 427η σύνοδο ολομελείας της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 133 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 8 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) εκφράζει καταρχάς την ικανοποίησή της για την πρόθεση της προεδρίας του Συμβουλίου να μην πραγματοποιηθεί απλά απολογισμός των πρωτοβουλιών που ανελήφθησαν κατά τη διάρκεια της περιόδου περισυλλογής, αλλά να συμφωνηθούν επίσης οι προσεχείς φάσεις της τρέχουσας διαδικασίας.

2.

Η ΕΟΚΕ επιβεβαιώνει σχετικά τη θέση που εξέφρασε στις γνωμοδοτήσεις της, της 24ης Σεπτεμβρίου 2003 (1) και της 28ης Οκτωβρίου 2004 (2) σύμφωνα με την οποία η συνταγματική συνθήκη αποτελεί το ουσιαστικό μέσο που θα επιτρέψει στην Ένωση να ανταποκριθεί στις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει. Επαναλαμβάνει ιδίως, τη σημασία που έχει να συμπεριληφθεί στη συνθήκη ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, στον οποίο βασίζονται οι πολιτικές της Ένωσης όσον αφορά τα δικαιώματα των πολιτών, καθώς και οι θεσμικές διατάξεις σχετικά με τη διακυβέρνηση της Ένωσης οι οποίες της διασφαλίζουν μεγαλύτερη προβολή και αποτελεσματικότητα.

3.

Έχοντας επίσης υπόψη το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 19ης Ιανουαρίου 2006 με θέμα «η περίοδος περισυλλογής (η διάρθρωση, τα θέματα και το πλαίσιο για την αξιολόγηση της συζήτησης σχετικά με την Ε.Ε.)».

4.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι:

η απουσία σαφούς προοπτικής και συναίνεσης για τους στόχους και τους σκοπούς της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης γέννησαν αμφιβολίες παρά τις επιτυχίες και τα κεκτημένα 50 ετών ευρωπαϊκής οικοδόμησης,

οι επιφυλάξεις των πολιτών αφορούν περισσότερο τη λειτουργία και τις σημερινές πολιτικές της Ένωσης παρά αυτή καθεαυτή τη συνταγματική συνθήκη, της οποίας ο καινοτόμος χαρακτήρας δεν εξηγήθηκε ικανοποιητικά στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη,

το σημερινό θεσμικό σύστημα, που βασίζεται στη συνθήκη της Νίκαιας δεν επιτρέπει στην Ε.Ε. να προχωρήσει στο δρόμο της ολοκλήρωσης. Οι ισχύουσες συνθήκες δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής διακυβέρνησης και παραχωρούν μικροσκοπική θέση στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών για τη διαδικασία χάραξης των πολιτικών και προετοιμασίας των κοινοτικών αποφάσεων σε όλα τα επίπεδα,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο οφείλουν, στα πλαίσια των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, να υποβάλουν τις κατάλληλες προτάσεις ώστε να θέσουν τις βάσεις του οράματος για το μέλλον της Ευρώπης, που θα εγγυάται το μέλλον των πολιτών της και να δώσουν περιεχόμενο στις πολιτικές της Ένωσης προκειμένου να ανταποκριθούν οι τελευταίες στις προσδοκίες των ευρωπαϊκών πληθυσμών. Στα πλαίσια αυτά, η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τη διοργανική συμφωνία Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Συμβουλίου και Επιτροπής, που σηνήφθη στις 4 Απριλίου 2006, με την οποία εγκρίνεται η αύξηση του ποσού των δημοσιονομικών προοπτικών 2007 — 2013 επί του οποίου είχε εξ αρχής συμφωνήσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Διαπιστώνει πάντως με λύπη ότι η αύξηση αυτή είναι περιορισμένη και συνεπώς δεν επαρκεί για την κινητοποίηση δημοσιονομικών πόρων που να ανταποκρίνονται πλήρως στο ύψος των φιλοδοξιών της Ευρώπης. Παραπέμπει στη γνωμοδότηση που εξέδωσε σχετικά στις 15 Σεπτεμβρίου 2004 (3),

απαραίτητες προϋποθέσεις για την επιτυχία της στρατηγικής επικοινωνίας στην Ευρώπη, είναι:

η προβολή ενός σαφούς οράματος για το μέλλον της Ευρώπης,

η χάραξη και η υλοποίηση πολιτικών που προσφέρουν πραγματική προστιθέμενη αξία στους πολίτες,

η διασφάλιση μεγαλύτερης σαφήνειας και προβολής στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση και στους σκοπούς της,

ο μεγαλύτερος εκδημοκρατισμός της λειτουργίας της Ένωσης, ο οποίος θα εγγυάται κυρίως τη μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών και ένα πιο δομημένο διάλογο με την οργανωμένη κοινωνία των πολιτών.

5.

Η ΕΟΚΕ υποβάλλει τις ακόλουθες προτάσεις στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που θα συνέλθει στις 15 και16 Ιουνίου 2006.

5.1   Αρμοδιότητες

5.1.1

Την ευθύνη για την εξεύρεση ταχείας εξόδου από την κρίση ταυτότητας που διέρχεται σήμερα η Ε.Ε. φέρουν ουσιαστικά τα κράτη μέλη, και κατ' ακολουθία το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Η σύνοδος κορυφής του Ιουνίου 2006 πρέπει κατά συνέπεια να εκπέμψει ένα σαφές μήνυμα για το μέλλον της Ευρώπης και να ανοίξει δρόμους για την έξοδο από το σημερινό πολιτικό αδιέξοδο. Με την προοπτική αυτή, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η λύση της «εξόδου από την κρίση» πρέπει να διαφυλάξει τις προόδους και τις ισορροπίες που επετεύχθησαν από τη συνταγματική συνθήκη και να λάβει υπόψη το γεγονός ότι η συνθήκη κυρώθηκε μέχρι σήμερα από 15 κράτη μέλη.

5.1.2

Δυνάμει του άρθρου IV-443 (4) της προαναφερθείσας συνταγματικής συνθήκης, οι δύο αποτυχίες που σημειώθηκαν κατά τη διαδικασία επικύρωσης, για λόγους οι οποίοι προφανώς δεν πρέπει να αγνοηθούν, δεν συνεπάγονται απαραιτήτως την εγκατάλειψη της συνθήκης.

5.2   Καλύτερη διακυβέρνηση

5.2.1

Τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, Επιτροπή, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο οφείλουν να εφαρμόσουν ήδη τα πλέον καινοτόμα στοιχεία της συνταγματικής συνθήκης όσον αφορά τη διακυβέρνηση. Η ΕΟΚΕ προτείνει συνεπώς να διευρυνθούν και να ενισχυθούν από σήμερα οι διαδικασίες διαβούλευσης των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών πριν από την ανάληψη οποιασδήποτε σημαντικής νομοθετικής πρωτοβουλίας. Καλεί επίσης την Επιτροπή να μελετήσει τους όρους άσκησης του δικαιώματος πρωτοβουλίας από τον πολίτη.

5.2.2

Στα πλαίσια αυτά, θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί σε μεγαλύτερο βαθμό από τα θεσμικά όργανα η δυνατότητα της ΕΟΚΕ να συμβάλει με διερευνητικές γνωμοδοτήσεις και ενημερωτικές εκθέσεις, καθώς και με αναλύσεις αντίκτυπου, στον εμπλουτισμό του περιεχομένου των πολιτικών της Ένωσης.

5.2.3

Με βάση τα ανωτέρω και σε συνδυασμό κυρίως με τα εθνικά Οικονομικά και Κοινωνικά Συμβούλια και τους παρεμφερείς Οργανισμούς, η ΕΟΚΕ θα συνεχίσει τις πρωτοβουλίες της προκειμένου να συμβάλει αποφασιστικά στην προώθηση και στην καλύτερη διάρθρωση του διαλόγου και της διαβούλευσης μεταξύ των οργάνων της Ένωσης και της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών.

5.2.4

Θα πρέπει επίσης να αναπτυχθεί η αρχή «της λειτουργικής επικουρικότητας» αναθέτοντας όλο και περισσότερες αρμοδιότητες «εξ ονόματος της Ένωσης» στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, ώστε να αντιληφθεί ταχύτερα ο πολίτης την έννοια της ευρωπαϊκής πραγματικότητας. Κατ' αυτό τον τρόπο πρέπει να επεκταθεί ο έλεγχος της επικουρικότητας όχι μόνο στην τοπική αυτοδιοίκηση αλλά και στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.

5.3   Να δοθεί πλουσιότερο περιεχόμενο στις κοινοτικές πολιτικές και στην ευρωπαϊκή ιθαγένεια

5.3.1

Τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. οφείλουν να εμπλουτίσουν το περιεχόμενο των ευρωπαϊκών πολιτικών για να αποδειχθεί η αποτελεσματικότητα και η θετική τους επιρροή στην καθημερινή ζωή των πολιτών: απασχόληση, κινητικότητα, περιβάλλον, κοινωνική πρόοδος, πολιτική για τους νέους, επιχειρηματικότητα, καταπολέμηση των διακρίσεων και του αποκλεισμού, κ.λπ.. Πρέπει επίσης να συνεχίσουν την υλοποίηση των μεγάλων ευρωπαϊκών προγραμμάτων που επιτρέπουν την ταύτισή τους με την Ένωση (διευρωπαϊκά δίκτυα, διαστημική πολιτική, κ.λ.π.), την κατάρτιση νέων προγραμμάτων, όπως η ευρωπαϊκή εθελοντική υπηρεσία και το ευρωπαϊκό σύστημα πρόληψης και διαχείρισης σημαντικών κινδύνων.

5.3.2

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή οφείλει, σύμφωνα με το ρόλο και τις αρμοδιότητες που της έχουν ανατεθεί από τις συνθήκες, να σχεδιάζει και να προτείνει πραγματικές κοινές πολιτικές στους τομείς όπου η προστιθέμενη αξία της ευρωπαϊκής διάστασης δεν χρειάζεται πλέον να αποδειχθεί (ιδίως ενέργεια, περιβάλλον, έρευνα). Με την προοπτική αυτή, πρέπει να επιλέγονται οι πιο ρεαλιστικές λύσεις, όταν πρόκειται κυρίως, και ανάλογα με τους τομείς, για συγχρηματοδοτήσεις Ε.Ε./κρατών μελών ή για ενισχυμένες συνεργασίες.

5.3.3

Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, και σύμφωνα με δέσμευση η οποία ανελήφθη κατά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βιέννης το 1998, η συνοχή και η αλληλεγγύη της Ε.Ε. πρέπει να αυξηθούν σημαντικά, αντί της διασποράς πρωτοβουλιών και θέσεων οι οποίες δημιουργούν αμφιβολίες για την πραγματική βούληση των κρατών μελών να υποστηρίξουν την Ένωση. Η συνεπής και πειστική παρουσίαση των έννομων συμφερόντων της ΕΕ ανά την υφήλιο θα συνέβαλε επίσης στο να ενισχυθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό η αξιοπιστία της Ένωσης, έναντι των ευρωπαίων πολιτών, και να διασφαλισθεί μεγαλύτερη προβολή.

5.3.4

Δίνοντας στις πολιτικές της Ένωσης ουσιαστικό περιεχόμενο, η Επιτροπή και το Συμβούλιο θα καταστήσουν αξιόπιστη την αναθεωρημένη στρατηγική της Λισσαβώνας, και θα ανοίξουν το δρόμο για ένα ευρωπαϊκό σχέδιο μετά το 2010, που θα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των πολιτών, εφόσον αυτή τη φορά συνοδεύεται από μέσα που θα καλύπτουν πραγματικά τις φιλοδοξίες που έχουν ήδη αναγγελθεί. Πράγματι με την προοπτική ενός συνολικού κοινωνικού προγράμματος, το οποίον απουσιάζει σήμερα, η συνταγματική συνθήκη θα γίνει καλύτερα κατανοητή από τους πολίτες.

5.4   Πλήρης εφαρμογή των υπαρχουσών συνθηκών

5.4.1

Από σήμερα και χωρίς να αναμένεται νέα συνθήκη, η Επιτροπή και το Συμβούλιο πρέπει να θέσουν σε πλήρη εφαρμογή ορισμένες διατάξεις της συνθήκης της Νίκαιας, όπως εκείνες που επιτρέπουν τη θέση σε ισχύ της ειδικής πλειοψηφίας σε ορισμένους τομείς της κοινωνικής πολιτικής, της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων.

5.4.2

Εξάλλου, η ΕΟΚΕ συνιστά να αναλάβουν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη νέες πρωτοβουλίες στον τομέα της οικονομικής διακυβέρνησης της Ένωσης προκειμένου να ενισχυθεί η διαδικασία συντονισμού των οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών των κρατών μελών με σκοπό την εκ νέου πραγματοποίηση επενδύσεων που θα απευθύνονται στην υλοποίηση των στόχων που καθορίζονται στη στρατηγική της Λισσαβώνας. Με την προοπτική αυτή είναι σκόπιμο να ενισχυθούν από σήμερα οι αρμοδιοτήτες της Ευρωομάδας.

5.4.3

Αποτελεί άλλωστε ευθύνη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να καλύψει από σήμερα τις καθυστερήσεις και τις ανεπάρκειες, και μάλιστα τις ελλείψεις, που υπάρχουν σε πολλούς τομείς όπως η καθιέρωση του ευρωπαϊκού καθεστώτος για τις εταιρείες, οι αλληλασφαλιστικές εταιρείες και οι μικρές επιχειρήσεις και το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Πρέπει επίσης να αρθούν σύντομα τα εμπόδια που παρεμβάλλονται στην ελεύθερη κυκλοφορία των ατόμων, των υπηρεσιών και των εμπορευμάτων. Οι καθυστερήσεις και οι ελλείψεις αυτές συνέτειναν στο να απωλέσουν την αξιοπιστία τους τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και να ευνοήσουν την έκφραση εθνικών εγωισμών και την αναζωπύρωση του ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών.

5.4.4

Εάν ένα σχέδιο ευρωπαϊκής νομοθετικής πράξεως το οποίο υποβάλλεται από την Επιτροπή — που έχει το δικαίωμα πρωτοβουλίας και είναι θεματοφύλακας του γενικού συμφέροντος — δεν τελεσφορήσει, το Συμβούλιο θα πρέπει να δώσει εξηγήσεις στους πολίτες και μάλιστα να εκθέσει για ποιους λόγους προέκυψε το συγκεκριμένο κώλυμα.

5.5   Μια αξιόπιστη και συνεκτική πληροφόρηση

5.5.1

Η ΕΟΚΕ ζητά από τα κράτη μέλη να αναπτύξουν σε μόνιμη βάση στοχοθετημένες εκστρατείες πληροφόρησης για τα κεκτημένα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και την προστιθέμενη αξία της και να εισαχθεί ήδη από το δημοτικό «η ευρωπαϊκή αγωγή του πολίτη». Για να καταστεί αξιόπιστη μια παρόμοια ενημέρωση και να μην εξομοιωθεί με προπαγάνδα, πρέπει να βασίζεται στα δίκτυα των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών με στόχο τη συζήτηση, συγκεκριμένα, του περιεχομένου των πολιτικών. Ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι θεμελιώδης επίσης για να διασφαλιστεί η ευρωπαϊκή συνοχή των δράσεων επικοινωνίας. Στα πλαίσια αυτά, η Επιτροπή θα έπρεπε να δεσμευθεί περισσότερο για την υπεράσπιση των πολιτικών και των μηχανισμών της Ένωσης και να μην αρκείται στην τήρηση ουδέτερης στάσης.

6.   Σύναψη ενός νέου συμφώνου μεταξύ της Ευρώπης και των πολιτών της

6.1

Με την υπογραφή και την κύρωση των ευρωπαϊκών συνθηκών, όλα τα κράτη μέλη δεσμεύθηκαν εκουσίως σε μια διαδικασία ολοκλήρωσης η οποία βασίζεται σε μια όλο και πιο στενή ένωση μεταξύ των ευρωπαϊκών λαών.

6.2

Η περίοδος περισυλλογής πρέπει όχι μόνο να επιτρέψει την εξεύρεση εξόδου από το σημερινό θεσμικό αδιέξοδο, αλλά και να αξιοποιηθεί κυρίως για να ευνοηθεί η επίτευξη μιας νέας συναίνεσης για τους στόχους της ολοκλήρωσης και για ένα ρεαλιστικό πολιτικό σχέδιο που θα είναι ωστόσο φιλόδοξο και θα επιτρέπει στους πολίτες να ονειρεύονται μια Ευρώπη που θα τους προσφέρει πραγματικά, όχι μόνο την ειρήνη αλλά και μεγαλύτερη ευημερία και δημοκρατία. Πράγματι, απαραίτητες προϋποθέσεις για να αντιμετωπισθεί η κρίση ταυτότητας που διέρχεται σήμερα η Ε.Ε. είναι το να δοθεί στο ευρωπαϊκό σχέδιο νέα αξιοπιστία και στη διαδικασία ολοκλήρωσης νέα νομιμότητα.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  Γνωμοδότηση για τη Διακυβερνητική Διάσκεψη 2003 - (ΕΕ C 10 της 14ης Ιανουαρίου 2004).

(2)  «Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης» - (ΕΕ C 120 της 14ης Μαΐου 2005).

(3)  Γνωμοδότηση για την Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο «Η οικοδόμηση του κοινού μας μέλλοντος: Προκλήσεις πολιτικής και δημοσιονομικά μέσα της διευρυμένης Ένωσης 2007-2013» (COM(2004) 101 τελικό) - (ΕΕ C 74 της 23ης Μαρτίου 2005).


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/66


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών»

COM(2006) 32 τελικό — 2006/0010 (CNS)

(2006/C 195/18)

Στις 10 Φεβρουαρίου 2006, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 3 Μαΐου 2006 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. GREIF.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειας της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2006), η ΕΟΚΕ υιοθέτησε με 91 ψήφους υπέρ και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Η πρόταση απόφασης της Επιτροπής

1.1

Στις αρχές του 2006, η Επιτροπή υπέβαλε στο Συμβούλιο πρόταση απόφασης σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών για το τρέχον έτος.

Σε αυτήν προτείνεται να διατηρηθούν αμετάβλητες οι κατευθυντήριες γραμμές 2005-08 που αποφασίστηκαν το 2005 και να διατυπωθούν συστάσεις προς τα κράτη μέλη να συνεχίσουν την πολιτική για την αγορά εργασίας και την απασχόληση, σύμφωνα με τις προτεραιότητες που προβλέπονται στις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές.

1.2

Αυτή η απόφαση της Επιτροπής εντάσσεται στο νέο κύκλο διακυβέρνησης στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της στρατηγικής της Λισσαβώνας, ο οποίος προβλέπει ότι οι κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση, ως ολοκληρωμένη δέσμη σε συνδυασμό με τους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής, θα επανεξετάζονται πλήρως μόνο ανά τριετία.

1.3

Αυτό σημαίνει, επίσης, ότι το Συμβούλιο το 2006 δεν πρόβλεψε την αξιοποίηση της δυνατότητας εφαρμογής των απαραίτητων προσαρμογών, εφόσον συντρέχει περίπτωση, στα ενδιάμεσα χρόνια.

Πριν από την παρούσα πρόταση απόφασης προηγήθηκε εξέταση των εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων που υπέβαλαν τα κράτη μέλη το φθινόπωρο του 2005 και η οποία περιλαμβάνεται στην ετήσια έκθεση προόδου της Επιτροπής και στην κοινή έκθεση για την απασχόληση.

2.   Παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ

2.1

Στη γνωμοδότησή της σχετικά με την υιοθέτηση των κατευθυντηρίων γραμμών 2005-2008 (1), η ΕΟΚΕ εξέφρασε ήδη την ικανοποίησή της για αυτήν την νέα ολοκληρωμένη προσέγγιση καθώς και τον πολυετή νέο κύκλο διακυβέρνησης υπογραμμίζοντας, ωστόσο, μεταξύ άλλων,

ότι σε ορισμένα σημεία διαπιστώνεται έλλειψη συνοχής μεταξύ των γενικών προσανατολισμών των οικονομικών πολιτικών και των κατευθυντηρίων γραμμών για την απασχόληση·

ότι η επιτυχία του εγχειρήματος εξαρτάται πρωτίστως από το εάν τα κράτη μέλη λαμβάνουν στα σοβαρά τις δεσμεύσεις τους και από την πρακτική εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο των προτεραιοτήτων που έχουν συμφωνηθεί·

ότι πρέπει να διασφαλιστεί η ουσιαστική συμμετοχή των κοινοβουλίων, των κοινωνικών εταίρων, και της κοινωνίας των πολιτών σε όλα τα στάδια της διαδικασίας συντονισμού της πολιτικής απασχόλησης.

2.2

Επιπλέον, στο πλαίσιο της κατάρτισης των κατευθυντηρίων γραμμών 2005-2008, η ΕΟΚΕ υπογράμμισε την ανάγκη ορισμένων προσαρμογών σε ό,τι αφορά τις ακόλουθες προτεραιότητες:

την πολιτική για την προώθηση της ένταξης των νέων στην αγορά εργασίας με τη διασφάλιση, για παράδειγμα, μιας πρώτης θέσης απασχόλησης με πραγματικές προοπτικές·

τη λήψη μέτρων για την πορεία προς μια οικονομία της γνώσης με κύριο στόχο τη βελτίωση της ποιότητας της απασχόλησης και της παραγωγικότητας της εργασίας·

σε ό,τι αφορά θέματα σχετικά με την ισότητα των φύλων στην αγορά εργασίας και, στο πλαίσιο αυτό, σε πολιτικές για το συνδυασμό της επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής·

την πρόκληση που αποτελεί η γήρανση του ενεργού πληθυσμού, καθώς και

την ανάγκη καταπολέμησης τω διακρίσεων στην αγορά εργασίας λόγω ηλικίας, αναπηριών, ή εθνοτικής καταγωγής.

2.3

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με το πόρισμα της καλούμενης εξέτασης τύπου «Κέιμπριτζ» (Cambridge Review Report) που διενεργήθηκε για λογαριασμό της Επιτροπής σχετικά με την επανεξέταση της πτυχής της απασχόλησης στα εθνικά σχέδια δράσης για το 2005. Στην έκθεση αυτή διατυπώνεται το συμπέρασμα ότι μολονότι έχουν θεσπισθεί μεμονωμένα μέτρα για τα οριζόντια θέματα που αναφέρονται στο σημείο 2.2, σε πολλά κράτη δεν αντιμετωπίστηκαν με την απαραίτητη επιτακτικότητα.

Δεδομένου ότι σε πολλά κράτη μέλη η κατάσταση της αγοράς εργασίας δεν παρουσιάζει σημαντικές βελτιώσεις και ότι εξακολουθούν να εντοπίζονται ελλείψεις όσον αφορά την εφαρμογή στους τομείς αυτούς σε εθνικό επίπεδο, η ΕΟΚΕ κρίνει επιτακτική την ανάγκη να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα σε αυτά τα θέματα στο πλαίσιο των ετήσιων συστάσεων προς τα κράτη μέλη και, ενδεχομένως, να πραγματοποιηθούν οι απαραίτητες προσαρμογές στις πολυετείς κατευθυντήριες γραμμές.

2.4

Αυτό ισχύει ειδικά για τη σχεδόν παντελή έλλειψη σαφών και δεσμευτικών στόχων στην πολιτική για την απασχόληση και την αγορά εργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ο υποβιβασμός της σημασίας σαφών και ποσοτικοποιημένων στόχων σχετικά με τις τιμές αναφοράς στο πλαίσιο της υιοθέτησης των κατευθυντήριων γραμμών 2005-2008 είχε ως αποτέλεσμα την απόκλιση από την προηγούμενη προσέγγιση της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση, η οποία προέβλεπε την επιβολή σαφούς πλαισίου με διαφανείς δεσμεύσεις σε επίπεδο κρατών μελών.

Αντιθέτως, τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να θεσπίζουν, μετά από διαβουλεύσεις με τα εθνικά κοινοβούλια και τους κοινωνικούς εταίρους, εθνικούς στόχους για την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών σε εθνικό επίπεδο, στο πλαίσιο εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων.

2.5

Η ΕΟΚΕ είχε επισημάνει ήδη πριν από ένα χρόνο ότι αυτό ενδέχεται να αποδυναμώσει ακόμη περισσότερο τον δεσμευτικό χαρακτήρα της εφαρμογής σε εθνικό επίπεδο προτεραιοτήτων που συμφωνήθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, υπό την έννοια ότι οι πολιτικές των κρατών μελών για την απασχόληση δεν θα μπορούν πλέον να αξιολογούνται βάσει συγκεκριμένων και ποσοτικοποιημένων ευρωπαϊκών στόχων στον ίδιο βαθμό όπως παλαιότερα.

Αυτός ο προβληματισμός — ειδικά όσον αφορά την τάση αποδυνάμωσης των δεσμευτικών στόχων — επιβεβαιώνεται ένα χρόνο αργότερα, όπως καταδεικνύει μια πρώτη εξέταση της πτυχής της απασχόλησης των εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων που υποβάλλουν τα κράτη μέλη. Όπως διαβεβαιώνεται από πλήθος πηγών, πολλά εθνικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή δεν είναι ιδιαίτερα φιλόδοξα όσον αφορά την χάραξη πολιτικής για την απασχόληση η οποία σέβεται τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των εργαζομένων:

εν πρώτοις συχνά παρουσιάζονται, όπως και κατά τα προηγούμενα χρόνια, ήδη τρέχοντα μέτρα τα οποία εντάσσονται ούτως ή άλλως στον κυβερνητικό προγραμματισμό

κατά δεύτερον, πολλά εθνικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα δεν περιλαμβάνουν συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με το πότε, πού, με ποιους πόρους και μέσω ποιών φορέων θα υλοποιηθούν.

Λαμβανομένων υπόψη των διαφορετικών δομών και προβλημάτων της πολιτικής για την αγορά εργασίας στα κράτη μέλη, κρίνεται κατά βάση σκόπιμος ένας ορισμένος βαθμός ευελιξίας στην εφαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών. Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο σημείο 2.4, θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να αποτραπεί η αποδυνάμωση των στόχων της ανανεωμένης στρατηγικής της Λισσαβώνας μέσω μιας εξαιρετικά περιορισμένης συγκεκριμενοποίησης.

2.6

Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της λήψης αποτελεσματικών μέτρων, προκειμένου να βελτιωθεί μελλοντικά η ποιότητα των εθνικών προγραμμάτων και να ενισχυθεί κατ' αυτό το τρόπο ο δεσμευτικός τους χαρακτήρας σε ό,τι αφορά τα χρονοδιαγράμματα, τις ευθύνες και, εφόσον δυνατόν, την αντίστοιχη χρηματοδοτική βάση.

Στην πλειονότητα των εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων περιέχονται μόνο δεσμεύσεις εθνικού επιπέδου σχετικά με τους γενικούς στόχους της Λισσαβώνας για την απασχόληση (συνολική απασχόληση, γυναίκες, ηλικιωμένα άτομα). Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τον ορισμό περαιτέρω συγκεκριμένων στόχων σε τομείς όπως η καταπολέμηση της ανεργίας των νέων, η προαγωγή της ισότητας και της δια βίου μάθησης, η παροχή στήριξης σε άτομα με αναπηρία (2) καθώς και η επέκταση των υποδομών παιδικής μέριμνας και η ενίσχυση των πόρων για μια ενεργό πολιτική στην αγορά εργασίας. — Σ' αυτό τον τομέα, λίγα μόνο κράτη μέλη έχουν υποβάλει φιλόδοξες προτάσεις.

Ενόψει αυτής της κατάστασης, πρέπει να καταβληθούν σοβαρές προσπάθειες για την επανεστίαση των δράσεων στους ευρωπαϊκούς στόχους και την ένταξή τους στις κατευθυντήριες γραμμές.

2.7

Η ΕΟΚΕ έχει ήδη υπογραμμίσει ότι καθοριστικό στοιχείο για την επιτυχία των εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων αποτελεί η όσο το δυνατόν ευρύτερη συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων κοινωνικών φορέων — ειδικά των κοινωνικών εταίρων — σε όλα τα στάδια της διαδικασίας.

Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι, κατά την κατάρτιση των εθνικών σχεδίων δράσης, σε πολλές περιπτώσεις δεν διενεργήθηκαν οι απαραίτητες διαβουλεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους, αλλά ούτε μια πραγματική συζήτηση με την κοινωνία των πολιτών. Αυτό οφείλεται, όμως, και στα εξαιρετικά περιορισμένα χρονικά περιθώρια που διατέθηκαν για την κατάρτιση των μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων, γεγονός που επισημαίνεται και στην έκθεση «Κέιμπριτζ» της επιτροπής απασχόλησης, στο πλαίσιο της ανάλυσης των εκθέσεων ανά χώρα.

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων κοινωνικών φορέων αποτελεί προϋπόθεση ώστε να επιτευχθεί, μέσω της πολιτικής για την αγορά εργασίας η συμβατότητα της ευελιξίας της αγοράς εργασίας με τη διασφάλιση των όρων απασχόλησης.

Θεωρεί ότι η περιορισμένη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών συνιστά έναν από τους λόγους για τους οποίους τα περισσότερα κράτη μέλη καταβάλλουν ελάχιστες προσπάθειες για την ενσωμάτωση του πυλώνα της κοινωνικής ασφάλισης.

2.8

Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει, επίσης, να υπογραμμιστεί ότι στα περισσότερα μεταρρυθμιστικά προγράμματα δεν συνεκτιμάται επαρκώς η ανάγκη υιοθέτησης πολιτικών που να προσανατολίζονται στη ζήτηση, με στόχο την ώθηση της ανάπτυξης και της απασχόλησης, παράλληλα με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας. Αναφορικά με αυτό, η ΕΟΚΕ έχει επισημάνει επανειλημμένα τον τελευταίο καιρό την ανάγκη θέσπισης υγιούς μακροοικονομικού πλαισίου σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό επίπεδο.

Η κατάσταση στον τομέα της πολιτικής απασχόλησης μπορεί να βελτιωθεί αισθητά σε πολλά κράτη μέλη μόνον εφόσον επιτευχθεί μια βιώσιμη ανάκαμψη της οικονομικής συγκυρίας. Για να αξιοποιηθεί πλήρως το δυναμικό για την ανάπτυξη και την πλήρη απασχόληση πρέπει να δημιουργηθούν οι κατάλληλες γενικές συνθήκες για την τόνωση τόσο της εξωτερικής όσο και της εσωτερικής ζήτησης. Κατά αυτήν την έννοια, λίγα μόνο κράτη μέλη δίνουν επαρκή βαρύτητα στην τόνωση της οικονομίας στα μεταρρυθμιστικά τους προγράμματα.

2.9

Πέραν τούτου, η ΕΟΚΕ έχει υπογραμμίσει επανειλημμένα ότι οι δράσεις στον τομέα της πολιτικής απασχόλησης δεν μπορούν να στεφθούν με επιτυχία χωρίς τους αντίστοιχους οικονομικούς πόρους σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Συνεπώς, οι συναφείς προτεραιότητες πρέπει να συνυπολογιστούν στο δημοσιονομικό προγραμματισμό. Και σε αυτήν την περίπτωση, η εξέταση τύπου «Κέιμπριτζ» (Cambridge Review) εντοπίζει μεγάλες αποκλίσεις στις προτάσεις των κρατών μελών όσον αφορά την ανάληψη πρωτοβουλιών στον τομέα της πολιτικής για την αγορά εργασίας, καθώς και έλλειψη δημοσιονομικής κάλυψης.

Κρίνεται απαραίτητο να αυξηθούν, παραδείγματος χάρη, τα δημοσιονομικά περιθώρια για την πραγματοποίηση επενδύσεων στον τομέα των υποδομών στα κράτη μέλη. Τα εθνικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα θα πρέπει να σχεδιάζονται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να συνιστούν πανευρωπαϊκό πρόγραμμα για την ανάκαμψη της οικονομίας. Οι δημόσιες επενδύσεις αποτελούν καθοριστικό στοιχείο σε αυτό το εγχείρημα. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να αναιρεθούν οι μαζικές περικοπές των πιστώσεων για τα έργα ΔΕΔ που επιτυγχάνονται στον μελλοντικό κοινοτικό προϋπολογισμό μέσω της ανακατανομής των πόρων.

Η ΕΟΚΕ ζητεί οι ανωτέρω καθώς και άλλοι περιορισμοί, που αναστέλλουν την ανάπτυξη και την απασχόληση, να συνεκτιμηθούν κατά τις διαπραγματεύσεις για την έγκριση των δημοσιονομικών προοπτικών 2007-2013.

3.   Συνέχεια που πρέπει να δοθεί

3.1

Η ΕΟΚΕ ζητεί να αποδοθεί η δέουσα σημασία στην αρχή της συμμετοχικής δημοκρατίας στο πλαίσιο της εφαρμογής των εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων στα κράτη μέλη, καθώς και κατά την επεξεργασία των κατευθυντηρίων γραμμών για την πολιτική απασχόλησης τα επόμενα έτη. Από αυτό θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό η επειγόντως αναγκαία πρόοδος που πρέπει να σημειωθεί στο πλαίσιο του πυλώνα για την πολιτική απασχόλησης της διαδικασίας της Λισσαβώνας.

3.2

Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει αναφορικά με αυτό την προσφορά της να αναλάβει μελλοντικά, σε συνεργασία με τα εθνικά οικονομικά και κοινωνικά συμβούλια και παρόμοια όργανα, ενεργό ρόλο πρωτίστως σε ό,τι αφορά την παρακολούθηση της αποτελεσματικής εφαρμογής των κατευθυντηρίων γραμμών εκ μέρους των κρατών μελών.

3.3

Η ΕΟΚΕ εξετάζει την προοπτική να καταρτίσει ιδιαίτερη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας σχετικά με την απαραίτητη προσαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών κατά τα επόμενα χρόνια.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 31ης Μαΐου 2005 με θέμα την «Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών (βάσει του άρθρου 128 της Συνθήκης ΕΚ )» (Εισηγητής: ο κ. Malosse) (EE αριθ. C 286 της 17.11.2005).

(2)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 20.4.2006 με θέμα την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών: Η κατάσταση των ατόμων με αναπηρία στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση: το ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης 2006 – 2007» (Εισηγητής ο κ. Greif).


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/69


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής: Σχέδιο δράσης για τη βιομάζα»

(COM (2005) 628 τελικό)

(2006/C 195/19)

Στις 23 Ιανουαρίου 2006, η επιτροπή αποφάσισε, με βάση το άρθρο 262 και το πρωτόκολλο συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Και Κοινωνικής Επιτροπής της 7ης Νοεμβρίου 2005, να ζητήσει τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής: Σχέδιο δράσης για τη Βιομάζα»

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία της πληροφορίας», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότηση στις 2 Μαΐου 2006 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. VOSS.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2006), η ΕΟΚΕ υιοθέτησε με 85 ψήφους υπέρ και 5 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επιδοκιμάζει την πρόταση της Επιτροπής για το «σχέδιο δράσης για τη βιομάζα» η οποία θεωρεί ότι συμβάλει σημαντικά στην αειφόρο ανάπτυξη της Ευρώπης.

1.2

Η ανάλυση της κατάστασης σχετικά με την ανάπτυξη της βιομάζας καθώς και του δυναμικού που ενέχει, προσφέρει για πρώτη φορά μια συνολική εικόνα των δυνατοτήτων και των υφιστάμενων εμποδίων που διαπιστώνονται κατά την αξιοποίηση της βιομάζας στους επιμέρους ενεργειακούς τομείς.

1.3

Η αύξηση του ποσοστού βιομάζας στους ανανεώσιμους πόρους ενέργειας αποτελεί βασική προϋπόθεση για την επίτευξη του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αντικαταστήσει έως το 2010 το 12 % της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας με ανανεώσιμους ενεργειακούς πόρους. Επομένως, η πρόθεση της ΕΕ να ενισχύσει περισσότερο την αξιοποίηση της βιομάζας είναι σωστή και απαραίτητη.

1.4

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει με έμφαση την πρόθεση της Επιτροπής να καλύψει το νομοθετικό κενό που υφίσταται όσον αφορά τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον τομέα της θέρμανσης. Προς το παρόν δεν ισχύουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο άλλες νομικές ρυθμίσεις εκτός από την οδηγία για την προώθηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και την οδηγία για την προώθηση των βιοκαυσίμων. Δεδομένου ότι το 50 % της κατανάλωσης ενέργειας αφορά τη θέρμανση, και λαμβανομένου υπόψη του υψηλού δυναμικού της βιομάζας για την παραγωγή θερμότητας, αναμένεται ότι η Επιτροπή θα υποβάλει ήδη εφέτος σχετική πρόταση.

1.5

Η πρόταση αυτή δεν θα πρέπει, ωστόσο, να περιορίζεται στη βιομάζα, αλλά να συμπεριλαμβάνει και άλλες τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για την παραγωγή θέρμανσης ή ψύξης. Η χάραξη συγκεκριμένου και δεσμευτικού στόχου της Ένωσης για το 2020, θα προσφέρει μεγαλύτερη ασφάλεια για τις επενδύσεις. Η Ε.Ε. θα πρέπει να θέσει ως στόχο την αντικατάσταση τουλάχιστον του 25 % της κατανάλωσης ενέργειας με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έως το 2020.

1.6

H EOKE παρακολουθεί με κριτική στάση την έκθεση που ετοιμάζει η επιτροπή για την χρήση των βιοκαυσίμων και ζητεί να ληφθούν ενισχυμένα μέτρα στον τομέα αυτό. Τα βιοκαύσιμα μπορούν να συμβάλλουν ουσιαστικά στον περιορισμό της εξάρτησης της Ευρώπης από ορυκτές πηγές ενεργείας. Συγχρόνως, όμως, καθίσταται σαφές, ιδιαίτερα σε συνάρτηση με το θέμα αυτό, ότι ακόμη και στην περίπτωση μιας φιλόδοξης στρατηγικής για την υποκατάσταση των καυσίμων, η ανάπτυξη αποτελεσματικότερων μέσων μεταφοράς και η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης εξακολουθεί να έχει ιδιαίτερη σημασία.

1.7

Η ΕΟΚΕ καλεί γι' αυτό την επιτροπή να χαράξει ήδη εφέτος μακροπρόθεσμες προοπτικές για τους επενδυτές,, και να υιοθετήσει νέους, δεσμευτικούς στόχους όσον αφορά το ποσοστό υποκατάστασης των ορυκτών καυσίμων από βιοκαύσιμα έως το 2020.

1.8

Οι πιστώσεις που προβλέπονται προς το παρόν στο 7ο πρόγραμμα έρευνας θα πρέπει να αυξηθούν αισθητά. Ιδιαιτέρως, θα πρέπει να ενταθεί η αξιοποίηση της βιομάζας με βάση τη λιγνίνη- κυτταρίνη και τα υποπροϊόντα της.

1.9

Συνιστάται να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της ισχύουσας οδηγίας για την προώθηση της ιδιαίτερα αποτελεσματικής συμπαραγωγής ενέργειας/θερμότητας (1), ώστε να δοθεί προτεραιότητα στην αξιοποίηση της βιομάζας, εφόσον το επιτρέπουν οι συνθήκες.

1.10

Η πολιτική για την ενίσχυση της αξιοποίησης της βιομάζας στην Ε.Ε. θα πρέπει να ακολουθεί μια οριζόντια προσέγγιση. Μέσω μιας συντονισμένης γεωργικής, διαρθρωτικής, περιφερειακής και ενεργειακής πολιτικής, μπορεί να επιτευχθεί εντατικότερη συμμετοχή των γεωργών στην παραγωγή ενέργειας και να επηρεαστεί ο μελλοντικός προσανατολισμός της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης, της προστασίας του περιβάλλοντος και του ενεργειακού εφοδιασμού.

1.11

Επιδοκιμάζεται το μήνυμα της Επιτροπής όσον αφορά την αναγκαιότητα σαφών και αξιόπιστων εμπορικών συμφωνιών. Κρίνεται, ωστόσο, αναγκαίο να θεσπισθούν μέσα για την καλύτερη πρόσβαση των προϊόντων βιομάζας στην αγορά, στο πλαίσιο των συμφωνιών του ΠΟΕ. Μόνο κατ' αυτόν τον τρόπο μπορεί να δοθεί στην αναδυόμενη ευρωπαϊκή παραγωγή η δυνατότητα περαιτέρω ανάπτυξης.

1.12

Επίσης, θα πρέπει να εξετασθεί η αξιοποίηση της βιομάζας υπό τη μορφή υλικών στο πλαίσιο ενός ευρωπαϊκού προγράμματος δράσης.

1.13

Η ΕΟΚΕ απευθύνει γι αυτό έκκληση προς την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, να τροποποιήσουν την 6η οδηγία για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τους φόρους κύκλου εργασιών (2), κατά τρόπο ώστε να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή φόρου προστιθέμενης αξίας για υλικά και υπηρεσίες που αφορούν την αξιοποίηση ανανεώσιμης θέρμανσης και ψύξης.

1.14

Η ΕΟΚΕ ζητεί να οριστεί ένα βασικό ποσοστό των πιστώσεων των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ για επενδύσεις στον τομέα των ανανεώσιμων υλών ενέργειας και για την επίτευξη των ελάχιστων ποσοστών που καθορίζονται στο πρόγραμμα του ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης. Το ποσοστό των πόρων που διατίθεται σε αυτόν τον τομέα πρέπει να αυξηθεί, έτσι ώστε στα τέλη της περιόδου προγραμματισμού για το 2013 να φθάσει κατά μέσο όρο το 10 % των διαρθρωτικών πόρων των κρατών μελών.

1.15

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η αποσύνδεση των άμεσων πληρωμών στα πλαίσια της τελευταίας γεωργικής μεταρρύθμισης συνιστά σημαντική προϋπόθεση για την ενίσχυση της καλλιέργειας ενεργειακών φυτών. Κρίνει δε ότι, βραχυπρόθεσμα, υπάρχουν περιθώρια δραστηριοποίησης στο πλαίσιο της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής όσον αφορά την προσαρμογή των επιδοτήσεων για ενεργειακά φυτά. Η δυνατότητα αυτή πρέπει να προσφέρεται και στα νέα κράτη μέλη.

1.16

Εκτός από την τρέχουσα επανεξέταση του θέματος της επίτευξης των στόχων, η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητο να καταρτιστούν και δεσμευτικά σχέδια δράσης για τη βιομάζα στα κράτη μέλη. Κατ' αυτόν τον τρόπο θα μπορούν να εντοπιστούν και να ενεργοποιηθούν οι δυνατότητες που υπάρχουν σε περιφερειακό επίπεδο.

1.17

Η ΕΟΚΕ διατυπώνει προτάσεις για την εξάλειψη των εμποδίων διοικητικού χαρακτήρα και τη συνεκτίμηση ανανεώσιμων πηγών ενεργείας π.χ. στο πλαίσιο των προγραμματικών σχεδιασμών των περιφερειών.

1.18

Η ΕΟΚΕ προσδοκεί ότι οι απαιτήσεις σχετικά με την ασφαλή πιστοποίηση της προέλευσης των προϊόντων θα πληρούνται ήδη στο πλαίσιο σχεδίου δράσης για τη βιομάζα. Αναφέρει επίσης τα κριτήρια βιωσιμότητας για την ενδοευρωπαϊκή προέλευση και την διατροφική αυτάρκεια, καθώς επίσης τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα για την ειδικευμένη πρόσβαση στην αγορά.

1.19

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την άποψη της Επιτροπής ότι στην περίπτωση της βιοενέργειας πρέπει να ισχύουν τα ίδια πρότυπα εκπομπών που ισχύουν και για τα ορυκτά καύσιμα.

1.20

Η ΕΟΚΕ προβλέπει μια εξέλιξη προς την κατεύθυνση μιας ενιαίας ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής. Παρόλο που υπάρχει ένας ορισμένος θεμιτός ανταγωνισμός μεταξύ των συστημάτων εισαγωγής στην αγορά ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τα συστήματα τα οποία έχει αποδειχθεί ότι είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά σε ό,τι αφορά το κόστος και το μέγεθος της ανάπτυξης νέων διαδικασιών πρέπει να εφαρμοστούν σε πανευρωπαϊκή κλίμακα. Ένα σχετικό παράδειγμα αποτελούν τα δυναμικά μοντέλα σταθερών τιμών, όπως αυτά που εφαρμόζονται ήδη στη νομοθεσία που ισχύει σε πολλά κράτη-μέλη για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

1.21

Η ΕΟΚΕ είναι της γνώμης ότι ο στόχος των μέτρων εισαγωγής στην αγορά δεν μπορεί να είναι η διαρκής χορήγηση ενισχύσεων αλλά η αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας και της αποδοτικότητας στη χρήση, με ταυτόχρονη συνεκτίμηση του εξωτερικού κόστους.

2.   Αιτιολογική έκθεση

2.1

υπό το πρίσμα της ασφάλειας του εφοδιασμού, της αυξανόμενης εξάρτησης της Ευρώπης από τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, των αυξανόμενων τιμών πετρελαίου και των δεσμεύσεων για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας εξακολουθεί να κατέχει θέση προτεραιότητας στην ατζέντα ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ και των κρατών μελών.

2.2

Οι στόχοι που προβλέπονται στην οδηγία για την προώθηση της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας καθώς και στην οδηγία για την προώθηση των βιοκαυσίμων δεν πρόκειται να επιτευχθούν αν δεν ληφθούν περαιτέρω μέτρα. Επίσης, η ΕΕ δεν θα επιτύχει τον γενικότερο στόχο της για διπλασιασμό σε 12 % του ποσοστού ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, σε περίπτωση που συνεχίσει την σημερινή τακτική. Βασική αιτία είναι το γεγονός ότι ένα μεγάλο τμήμα του στόχου αυτού θα πρέπει να καλυφθεί μέσω της βιομάζας, η αγορά της οποίας όμως έχει μείνει πίσω από τις προσδοκίες.

2.3

Το ποσοστό των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας παραμένει χαμηλό. εάν δεν ληφθούν κατάλληλα μέτρα, το ποσοστό τους στο σύνολο των ενεργειακών πόρων της Ε.Ε. δεν θα ανέλθει έως το 2010 στο 12 %, αλλά μόλις στο 9 έως 10 %. Για το λόγο αυτό, η επιτροπή υπέβαλε σχέδιο δράσης για την βιομάζα, στο οποίο δηλώνει ότι προτίθεται να αναλάβει και άλλες πρωτοβουλίες σε αυτόν τον σημαντικό αλλά, έως σήμερα, στρατηγικά παραμελημένο τομέα.

2.4

Οι επενδύσεις που πραγματοποιούνται για την αξιοποίηση της ενέργειας έχουν πάντοτε μακροπρόθεσμο χαρακτήρα. Ένα νεότευκτο εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρισμού έχει μέση διάρκεια (ζωής) τουλάχιστον τριάντα ετών. Η ανασφάλεια που επικρατεί όσον αφορά την εξέλιξη των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου σε σύγκριση με την ικανοποιητική προβλεψιμότητα του κόστους των πρώτων υλών στον τομέα της βιομάζας, αποτελούν, εκτός από τις συνέπειες όπως οι κλιματικές αλλαγές, ένα πρόσθετο σημαντικό οικονομικό κριτήριο για την ενίσχυση αυτής της τεχνολογίας. Ο στόχος, όμως, δεν είναι η μόνιμη επιδότηση των συστημάτων αυτών, αλλά η ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας τους, με ταυτόχρονη συνεκτίμηση του εξωτερικού κόστους.

2.5

Ενώ οι τιμές των συμβατικών καυσίμων αναμένεται να αυξηθούν, οι ανανεώσιμες ενεργειακές τεχνολογίες καθίστανται διαρκώς φθηνότερες αφενός επειδή μειώνεται το κόστος των επενδύσεων, αφετέρου λόγω της τεχνικής προόδου και της μαζικής τους παραγωγής.

2.6

Στις περισσότερες περιπτώσεις η σύγκριση του κόστους μεταξύ ανανεώσιμων πηγών και συμβατικών ή πυρηνικών ενεργειών δεν επαρκεί. Συνήθως, συγκρίνονται εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρισμού που ανήκαν κατά το παρελθόν σε κρατικά μονοπώλια και των οποίων το κόστος έχει πλέον αποσβεσθεί, με νεότευκτες μονάδες που χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Επιπλέον, το εξωτερικό κόστος των συμβατικών ή πυρηνικών τεχνολογιών, όπως η ρύπανση του περιβάλλοντος που προκαλούν ή οι κρατικές παροχές ασφαλείας για τα εργοστάσια αυτά, δεν αντικατοπτρίζονται στις τιμές.

2.7

Στο πρόγραμμα δράσης προβλέπονται περισσότερα από είκοσι μέτρα τα οποία θα αρχίσουν να εφαρμόζονται ως επί το πλείστον από το 2006. Σχετικά με τη χρήση βιοκαυσίμων στις μεταφορές χρειάζεται να εφαρμοστούν προκαταρκτικά μέτρα για την καθιέρωση της υποχρέωσης των εταιρειών πετρελαίου να προσθέτουν στα συμβατικά καύσιμα που διατίθενται στο εμπόριο ένα ορισμένο ποσοστό βιοκαυσίμων.

2.8

Η επιτροπή ανακοίνωσε ότι προτίθεται να εκδώσει το 2006 έκθεση σχετικά με την ενδεχόμενη επεξεργασία της οδηγίας για τα βιοκαύσιμα, στην οποία θα εξεταστεί η εφαρμογή της οδηγίας στα κράτη μέλη. Το ποσοστό των βιοκαυσίμων στην αγορά της Ε.Ε. ανέρχεται σήμερα στο 0,8 %. Συνεπώς, φαίνεται ακόμα λιγότερο εφικτό να επιτευχθεί έως το 2010 το ποσοστό του 5,75 % που είχε καθοριστεί το 2003 για το σύνολο της Ε.Ε..

2.9

Το πρόγραμμα προβλέπει την εξέταση των δυνατοτήτων βελτίωσης των προτύπων για τα καύσιμα ώστε να προωθηθεί η αξιοποίηση ενέργειας από βιομάζα στις μεταφορές, καθώς και στον τομέα της παραγωγής ηλεκτρισμού και θέρμανσης. Επίσης, προβλέπει την ενίσχυση των επενδύσεων στον τομέα της έρευνας, ιδιαίτερα όσον αφορά την παραγωγή υγρών καυσίμων από ξύλο και απόβλητα, καθώς και τη διοργάνωση εκστρατείας για την ενημέρωση των γεωργών και των ιδιοκτητών δασικών εκτάσεων σχετικά με τα ενεργειακά φυτά. Η Επιτροπή προτίθεται επίσης να επεξεργαστεί νομοσχέδια για την προώθηση και την αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για θέρμανση.

2.10

Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Επιτροπής, η χρήση της βιομάζας θα μπορούσε να αυξηθεί έως το 2010 σε περίπου 150 εκατομμύρια τόνους ( 69 εκατ. τόνοι το 2003) χάρη στα προβλεπόμενα μέτρα, χωρίς εντατικοποίηση της γεωργίας και χωρίς αισθητές συνέπειες για την εγχώρια παραγωγή τροφίμων. σύμφωνα με προγνώσεις της επιτροπής, οι εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου θα μειωθούν κατά 209 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα ετησίως. Παράλληλα, αναμένεται να δημιουργηθούν 250.000 έως 300.000 νέες θέσεις εργασίας, κυρίως στις αγροτικές περιοχές, και να μειωθεί η εξάρτηση από τις εισαγωγές ενεργειακών πόρων από 48 σε 42 %.

2.11

Με βάση μια τιμή ορυκτών καυσίμων που φτάνει τα 54 $ το βαρέλι ακαθάριστο πετρέλαιο, η Επιτροπή εκτιμά το άμεσο κόστος σε εννέα δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Από αυτά, 6 δισ. ευρώ για τα βιολογικά καύσιμα και 3 δισ. ευρώ για τη χρήση βιομάζας για την παραγωγή ηλεκτρισμού. Αυτό αντιστοιχεί σε αύξηση της τιμής του λίτρου της βενζίνης κατά 1,57 και της kWh ηλεκτρικής ενέργειας κατά 0,1 λεπτά.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1

Η ευρωπαϊκή Ένωση δεν πρόκειται να επιτύχει τους στόχους που έχει η ίδια θέσει σχετικά με την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αν δεν ληφθούν περαιτέρω μέτρα. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει το έκτο πρόγραμμα δράσης για τη βιομάζα και διαπιστώνει ότι, με τη θέσπιση νέων ενδιαμέσων στόχων, όπως 15 % ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και 8 % καύσιμα βιολογικής προέλευσης έως το 2015, σημετοδοτεί τη συνέχεια μιας φιλόδοξης πολιτικής για τους ανανεώσιμους πόρους ενέργειας. Επίσης, η απόφαση του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου να θέσει ως στόχο την αντικατάσταση του 25 % των ενεργειακών πόρων με ανανέωσιμους πόρους έως το 2020, καταδεικνύει ότι αυξάνεται η βούληση για έναν νέο προσανατολισμό της ενεργειακής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

3.2

Ένα πρόσθετο εμπόδιο αποτελεί το γεγονός ότι οι τεχνολογίες για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως και πολλές άλλες καινοτόμες τεχνολογίες, εμπνέουν ελάχιστα την εμπιστοσύνη των επενδυτών, των κυβερνήσεων και των καταναλωτών. Αυτό οφείλεται συχνά στην άγνοια των τεχνικών και οικονομικών δυνατοτήτων. Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει τόσο στους καταναλωτές όσο και τους φορείς της έρευνας και ανάπτυξης υπάρχει σημαντικό έλλειμμα ενημέρωσης και κατάρτισης στο οποίο θα πρέπει να εστιαστεί περισσότερο το πρόγραμμα δράσης για τη βιομάζα.

3.2.1

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει, συγχρόνως, ότι η συγκέντρωση επιχειρήσεων, που αποτελεί συχνό φαινόμενο στον τομέα της ενέργειας, δεν συμβάλει πάντοτε στην ταχεία εισαγωγή καινοτόμων τεχνικών και διαδικασιών. Διαπιστώνει, επίσης, ότι η σημερινή διάρθρωση των επιχειρήσεων δεν επιτρέπει την ικανοποιητική αξιοποίηση κινήτρων που δημιουργούνται συχνά σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Καλεί γι αυτό την Επιτροπή να διατυπώσει προτάσεις για τη βελτίωση της κατάστασης.

3.3

Η αξιοποίηση της βιομάζας όχι μόνον μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στη μείωση της εξάρτησης της Ε.Ε. από τις εισαγωγές ενέργειας, αλλά επιπλέον θα συμβάλει ουσιαστικά στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της Λισσαβόνας και των στόχων για την προστασία του κλίματος. Η αξιοποίηση της βιομάζας ευνοεί την τάση για αποκέντρωση των διαρθρώσεων και, κατά συνέπεια, τη γεωργική ανάπτυξη. ιδιαίτερα στα νέα κράτη μέλη, στα οποία ένα μεγάλο ποσοστό της απασχόλησης συγκεντρώνεται στη γεωργία, η αξιοποίηση της βιομάζας προσφέρει σημαντικές δυνατότητες για τη διαφοροποίηση των πηγών εισοδήματος και τη διασφάλιση θέσεων εργασίας.

3.4

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι η Ευρώπη κατέχει προς το παρόν την πρώτη θέση σε ορισμένους τομείς των τεχνολογιών ανανεώσιμων ενεργειών. Η οικονομία της Ε.Ε. εξαρτάται από την ανάπτυξη αλλά και τις εξαγωγές νέων τεχνολογιών. Οι καινοτόμες διαδικασίες και τα προϊόντα από ανανεώσιμες πρώτες ύλες φυτικής προέλευσης προσφέρουν, όσον αφορά τις τεχνολογίες του μέλλοντος, τη βάση για την ανάληψη ηγετικού ρόλου στο παγκόσμιο εμπόριο. Συνεπώς, η δημιουργία βασικών πολιτικών προϋποθέσεων για την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πρώτων υλών φυτικής προέλευσης έχει καθοριστική σημασία για την οικονομική ανάπτυξη στην Ε.Ε. Η ανάπτυξη των σχετικών διαρθρώσεων θα πρέπει, ωστόσο, να συνοδεύεται και από μέτρα τα οποία διασφαλίζουν τις εξαγωγές τεχνολογιών ανανεώσιμων ενεργειών προς τις αγορές τρίτων χωρών.

3.5

Η EΟΚΕ αναγνωρίζει ότι η εφαρμογή του προγράμματος δράσης και μόνον συμβάλλει στην ενεργοποίηση σημαντικού δυναμικού της αγοράς εργασίας. Σύμφωνα με την έκθεση MITRE του 2003 (Monitoring and Modelling Initiative on the Targets for Renewable Energy), εάν εφαρμοστεί μια φιλόδοξη στρατηγική στον τομέα των πρώτων υλών στην ΕΕ, στηριζόμενη στη χρήση ανανεώσιμων ενεργειακών πόρων, θα δημιουργηθούν, έως το 2020, μόνο στην Ευρώπη των 15, σχεδόν 2,5 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας. Σύμφωνα με τις προγνώσεις της έκθεσης, περίπου τα 2/3 των θέσεων αυτών θα δημιουργηθούν στον τομέα της βιομάζας. Από τη μια πλευρά διαπιστώνονται νέες ανάγκες σε εργαζόμενους με υψηλό επίπεδο ειδίκευσης, κυρίως στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης. Οι ανάγκες αυτές εκτιμώνται σε περίπου 400.000. Από την άλλη, δημιουργούνται αυξημένες ανάγκες σε εργαζόμενους με χαμηλό ή ελάχιστο επίπεδο ειδίκευσης. Η ΕΟΚΕ, καλεί την επιτροπή να επανεξετάσει τις προοπτικές της αγοράς εργασίας έως το 2020 σε περίπτωση που εξελιχθεί σημαντικά η αξιοποίηση της βιομάζας και των ανανεώσιμων πηγών ενεργείας.

3.6

Προκειμένου να ενεργοποιηθούν οι επενδύσεις και οι αναδιαρθρώσεις, η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητο να τεθούν δεσμευτικοί μακροπρόθεσμοι πολιτικοί στόχοι. Τέτοιοι στόχοι δεν υπάρχουν στο πρόγραμμα δράσης για τη βιομάζα. Συνεπώς, η επιτροπή οφείλει να καθορίσει το συντομότερο δυνατό συγκεκριμένους στόχους σχετικά με την αξιοποίηση της βιομάζας και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειαςα. Θα πρέπει να υιοθετηθούν ρεαλιστικοί αλλά φιλόδοξοι ευρωπαϊκοί στόχοι, με χρονικό ορίζοντα το 2020, στον τομέα του ηλεκτρισμού, της θέρμανσης και των μεταφορών. Ένας δεσμευτικό στόχος θα πρέπει να είναι η κάλυψη έως το 2020 τουλάχιστον του 25 % της τελικής κατανάλωσης ενέργειας με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Το υφιστάμενο δυναμικό σε βιομάζα στην Ευρώπη, ιδιαίτερα όσον αφορά τα υποπροϊόντα και τις διαθέσιμες καλλιεργήσιμες εκτάσεις, θα διευκολύνει ενδεχομένως την επίτευξη παρόμοιας εξέλιξης. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι οι Ηνωμένες πολιτείες συμπεριέλαβαν εξίσου φιλόδοξους στόχους για τη μακροπρόθεσμη αξιοποίηση της βιομάζας στη νομοθεσία τους για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.

3.7

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τον προσεκτικό προσδιορισμό της βάσης πρώτων υλών (απαιτούμενη βιομάζα) που χρειάζεται για την υλοποίηση του σχεδίου δράσης για τη βιομάζα, ο οποίος δεν προβλέπει ανταγωνισμό μεταξύ των αγροτικών πρώτων υλών για την συγκεκριμένη προγραμματική περίοδο. Μακροπρόθεσμα, αναμένεται αύξηση της παραγωγής και μείωση της κατανάλωσης τροφίμων στην Ευρώπη. Προς το παρόν, ένα μεγάλο μέρος των γεωργικών εκτάσεων χρησιμοποιείται στην Ευρώπη για την εκτροφή ζώων. Από την άλλη πλευρά, διαπιστώνεται παγκοσμίως συρρίκνωση των γεωργικών εκτάσεων. Συνεπώς, οι απαιτήσεις που τίθενται ως προς την αποτελεσματικότητα των τεχνολογιών αξιοποίησης και μετατροπής είναι υψηλές. Η ΕΟΚΕ αμφισβητεί από αυτήν την άποψη την λεγόμενη ισορροπημένη προσέγγιση της επιτροπής όσον αφορά τη διασφάλιση, σε διεθνές επίπεδο, κυρίως της βάσης πρώτων υλών για την παραγωγή βιοκαυσίμων. Σε αυτήν την περίπτωση, οι φθηνές εισαγωγές θα μπορούσαν αφενός να θέσουν σε κίνδυνο τη διατροφική βάση άλλων περιοχών της γης και αφετέρου να αναχαιτίσουν την τεχνολογική εξέλιξη στην Ευρώπη.

3.8

Μολονότι οι ενεργειακές ανάγκες και η βάση της βιομάζας στην Ευρώπη ποικίλουν ιδιαιτέρως, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι ένα πρόγραμμα δράσης για τη βιομάζα πρέπει να περιλαμβάνει και προτάσεις για την ανάπτυξη των συστημάτων εισαγωγής στην αγορά.. Όσον αφορά την προώθηση της παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενεργείας συμπεριλαμβανομένης και της βιομάζας, ιδιαίτερα αποτελεσματικά σε ό,τι αφορά το κόστος και την ανάπτυξη αποδείχθηκαν τα συστήματα ενεργειακής τροφοδοσίας ή επιδότησης που εφαρμόστηκαν π.χ. στη Γερμανία. Η Επιτροπή αναφέρθηκε στα συστήματα αυτά στην ανακοίνωσή της για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (3). Ωστόσο, η ανάπτυξη ανανεώσιμων ενεργειακών πόρων δεν καθορίζεται αποκλειστικά από το γενικό οικονομικό πλαίσιο. Η επιτυχημένη ανάπτυξή τους εξαρτάται από την ύπαρξη τουλάχιστον τεσσάρων παραμέτρων.

3.9

Πρόκειται για τις ακόλουθες προϋποθέσεις: Αποτελεσματικό σύστημα οικονομικών κινήτρων, διασφάλιση δίκαιων όρων πρόσβασης στο δίκτυο, διαφάνεια όσον αφορά τις διοικητικές διαδικασίες και αποδοχή εκ μέρους της κοινής γνώμης. Μόνον εφόσον πληρούνται και οι τέσσερις αυτές προϋποθέσεις μπορεί να επιτευχθεί αισθητή αύξηση της παραγωγής ηλεκτρισμού από ανανεώσιμους ενεργειακούς πόρους. Ο ηλεκτρισμός καλύπτει περίπου το 20 % των ενεργειακών αναγκών της Ευρώπης.

3.10

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με το συμπέρασμα που διατυπώνεται στην προαναφερθείσα ανακοίνωση της επιτροπής ότι θα ήταν προς το παρόν πρώιμο να προωθηθεί η πλήρης εναρμόνιση των διαφόρων συστημάτων ενίσχυσης της παραγωγής ηλεκτρισμού από ανανεώσιμους ενεργειακούς πόρους. Απευθύνει, ωστόσο, έκκληση προς την επιτροπή και προς τα κράτη μέλη να προετοιμάσουν από τώρα την καθιέρωση σε ευρωπαϊκό επίπεδο των αποτελεσματικότερων στοιχείων των επιμέρους συστημάτων.

3.11

Η Επιτροπή οφείλει να ελέγχει και ενδεχομένως να απαιτεί τη δημιουργία των προϋποθέσεων αυτών στα κράτη μέλη, σύμφωνα με την οδηγία 2001/77 (4).

3.12

H EOΚΕ συμφωνεί με την εκτίμηση της επιτροπής όσον αφορά το ρόλο της βιομάζας κατά την εφαρμογή της οδηγίας 2001/77. Στο σχέδιο δράσης, η ανάπτυξη της συμπαραγωγής περιγράφεται ως σημαντική αναπτυξιακή προοπτική, ακόμη και σε περίπτωση χρήσης της βιομάζας. Αξίζει να σημειωθεί ότι, οι υψηλές επενδύσεις που θα πραγματοποιηθούν κατά τις επόμενες δύο δεκαετίες για την αντικατάσταση των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής στην Ευρώπη, προσφέρουν μια ευκαιρία για την διάδοση της συμπαραγωγής. είναι γνωστό ότι η συμπαραγωγή ευνοεί την αποκεντρωμένη και εγγύτερη στον πολίτη παραγωγή ρεύματος. Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει, ωστόσο, ότι δεν γίνεται καμία αναφορά στην απρόσκοπτη πρόσβαση στο δίκτυο των παραγωγών από τον τομέα της βιομάζας.

3.13

Δεδομένου ότι το 50 % των αναγκών σε ενέργεια στην Ευρώπη χρησιμοποιείται για την θέρμανση καθώς και ότι, παρά το γεγονός ότι το διαθέσιμο δυναμικό είναι μεγάλο, μόλις το 10 % των αναγκών αυτών καλύπτεται από βιομάζα, η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει ρητά τις προτάσεις του προγράμματος δράσης. Επίσης, επειδή τα συστήματα θέρμανσης κτιρίων απαιτούν μακροπρόθεσμες και εντατικές από άποψη κεφαλαίου επενδύσεις, η ΕΟΚΕ ζητεί να αρχίσει το συντομότερο δυνατό η εφαρμογή των προτεινόμενων μέτρων. Η πρόταση για μια νομοθετική ρύθμιση του τομέα της θέρμανσης και ψύξης θα πρέπει να επεκταθεί και σε μια οδηγία για την προαγωγή της παραγωγής θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να συμπεριλάβει την ηλιακή και τη γεωθερμική ενέργεια. Η οδηγία αυτή, εκτός από τα μέτρα που προτείνει η Επιτροπή θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει και το εξής στοιχείο: Θέσπιση εθνικών στόχων οι οποίοι να συνεκτιμούν τους διάφορους φυσικούς πόρους και το διαθέσιμο δυναμικό.

3.14

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει με λύπη ότι δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου αξιόπιστες στατιστικές στον τομέα της θέρμανσης. Η καθιέρωση πανευρωπαϊκού συστήματος παρακολούθησης της χρήσης της θερμότητας, θα βελτιώσει τις δυνατότητες προγραμματισμού των χρησιμοποιούμενων πόρων σε ολόκληρη την Ένωση. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τις εκτιμήσεις της Επιτροπής σε ό,τι αφορά στη σημασία, την ανάπτυξη και την ασφάλεια των δικτύων παροχής θερμότητας εξ αποστάσεως κατά τη μετάβαση στη χρήση βιομάζας ως καυσίμου. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να εξασφαλισθεί μια σημαντική ανάπτυξη στα νέα κράτη-μέλη.

Η ισχύουσα οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων θα πρέπει να εφαρμοστεί το συντομότερο δυνατό σε όλα τα κράτη μέλη και να προωθηθεί η τροποποίησή της. Το πεδίο εφαρμογής θα πρέπει να επεκταθεί σε όλα τα κτίρια, ακόμη και σε κτίρια μικρότερα από 1 000 m2. Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί σε αποκεντρωμένα συστήματα παραγωγής ενέργειας που χρησιμοποιούν κυρίως βιομάζα. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση που διατυπώνεται στο σχέδιο δράσης για την κατασκευή νέων και τη διασφάλιση των υφιστάμενων δικτύων διανομής θέρμανσης (τηλεθέρμανση) με ταυτόχρονη χρήση της βιομάζας τόσο στον τομέα της θέρμανσης όσο και της ψύξης.

3.15

Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τις δηλώσεις της Επιτροπής, που περιλαμβάνονται στο σχέδιο δράσης για τη βιομάζα, σχετικά με τα ισχύοντα και τα μελλοντικά πρότυπα εκπομπών (και στην οδηγία για τη σκόνη καυσαερίων) κατά τη χρήση βιομάζας. Για την παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρισμού καθώς και την παραγωγή καυσίμων ισχύουν τα ίδια πρότυπα.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1

Μολονότι τα καύσιμα αντιστοιχούν μόλις στο 20 % των ενεργειακών αναγκών, προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από εισαγόμενους ορυκτούς πόρους. Για το λόγο αυτό ένα μεγάλο μέρος του σχεδίου δράσης για τη βιομάζα είναι αφιερωμένο σε αυτόν τον τομέα. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι δράσεις που προτείνει η Επιτροπή στο σχέδιο δράσης για τη βιομάζα, επιβαρύνονται από υπερβολικά μεγάλες προσδοκίες για σύντομες επιτυχίες. Δίνεται υπερβολικά μεγάλο βάρος στις εισαγωγές καυσίμων έτοιμων να διοχετευθούν στην αγορά και δεν αξιολογείται επαρκώς η δημιουργία νέας εξάρτησης από εισαγόμενα προϊόντα και τις επιπτώσεις τους για την περιβαλλοντική και κοινωνική ισορροπία στις νέες χώρες παραγωγής ενέργειας. Η ΕΟΚΕ προτείνει στην Επιτροπή να εξετάσει μήπως η στρατηγική του σχεδίου δράσης αναχαιτίζει κυρίως την ανάπτυξη αειφόρων ευρωπαϊκών λύσεων.

4.2

Στον τομέα των βιοκαυσίμων, ως αποτελεσματικότερα μέτρα προώθησης αποδείχθηκαν η μείωση των φορολογικών συντελεστών και οι φοροαπαλλαγές. Αυτό επέτρεψε κυρίως την πραγματοποίηση επενδύσεων προσαρμοσμένων στις ανάγκες των περιφερειών, Τα κράτη μέλη πρέπει να διατηρήσουν αυτή τη δυνατότητα. Το σχέδιο δράσης δεν φαίνεται να προτείνει κάτι προς αυτή την κατεύθυνση.

4.2.1

Στο πλαίσιο της έρευνας και ανάπτυξης, και συνεπώς στο πλαίσιο της μελλοντικής εφαρμογής της στρατηγικής για τα βιοκαύσιμα, πρέπει να δοθεί υψηλή προτεραιότητα στην παραγωγή καυσίμων από συνθετικό φυσικό αέριο (SNG Substitute Natural Gas — σε σύγκριση με το βιολογικό ντίζελ από ελαιούχα φυτά, το βιοαέριο έχει πενταπλάσια ενεργειακή απόδοση), παράλληλα με την παραγωγή υγρών βιοκαυσίμων BTL (bio to liquid ). Χαρακτηριστικό αυτής είναι ότι εφαρμόζεται σε μεγάλη γεωγραφική έκταση, έχει ήδη εξελιχθεί σε μεγάλο βαθμό και προσφέρει γενικά τη δυνατότητα ταυτόχρονης παραγωγής καυσίμων, ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας σε αποκεντρωμένες εγκαταστάσεις συνθετικού φυσικού αερίου SNG.

4.3

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόθεση της επιτροπής να επιβάλει την αύξηση του μεριδίου των βιοκαυσίμων στην αγορά στο 5,75 % έως το 2010. Σημειώνει με ικανοποίηση την απόφαση που έλαβαν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων κατά την εαρινή σύνοδο κορυφής του 2006 να καθιερωθεί αύξηση της τάξης του 8 % ως ενδιάμεσος στόχος για το 2015. Διαπιστώνει, ωστόσο, ότι δεν υπάρχει καμία δέσμευση εκ μέρους των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων, της επιτροπής και των κρατών μελών να επιδιώξουν το απαραίτητο ποσοτικό άλμα όσον αφορά την αποδοτικότητα των δικτύων μεταφορών. Αντιθέτως, η ΕΟΚΕ, επιδοκιμάζει τις προτάσεις που διατυπώνονται στο σχέδιο δράσης σχετικά με την εξάλειψη των διακρίσεων σε βάρος των βιοκαυσίμων καθώς και σχετικά με την τυποποίηση.

4.4

στο 7ο ερευνητικό πρόγραμμα πλαίσιο προβλέπεται σημαντική ενίσχυση της χρήσης βιομάζας. Ο στόχος πρέπει, εκτός άλλων, να είναι η αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ριζική αλλαγή προτύπων στην ερευνητική πολιτική και ο προσανατολισμός της προς την έρευνα στον τομέα των ανανεώσιμων πόρων, έχει καθοριστική σημασία για την οικονομική εξέλιξη της Ευρώπης. Ζητεί γι' αυτό να διατυπωθούν πιο δεσμευτικές προτάσεις στο σχέδιο δράσης για τη βιομάζα. Τονίζει ότι η μεγάλη καθυστέρηση που διαπιστώνεται, δεν οφείλεται στη έλλειψη βιομάζας αλλά στην έλλειψη τεχνολογιών για την παραγωγή προϊόντων ώριμων να διατεθούν στην αγορά.

4.4.1

Η αξιοποίηση της βιομάζας και η χρήση της υπό μορφή υλικών είναι σκόπιμο να πραγματοποιείται σταδιακά με τη μορφή αλυσιδωτών χρήσεων. Κατά βάση όμως, οι καθοριστικοί παράγοντες είναι οι τιμές αγοράς, το κόστος παραγωγής και η μελλοντική εκτίμηση αυτών. Είναι π.χ. πιο λογικό και σκόπιμο να αξιοποιείται η ξυλεία που δεν μπορεί να διατεθεί στην αγορά ως υλικό για την παραγωγή θέρμανσης ή ενέργειας, αντί να μεταποιείται σε καύσιμο μέσω της χρονοβόρας διαδικασίας μετατροπής βιομάζας σε υγρό καύσιμο, που συνεπάγεται και ενεργειακές απώλειες. το σχέδιο δράσης, θα πρέπει κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ να διαφοροποιείται περισσότερο στο θέμα αυτό και να αποδίδει, συνεπώς, μεγαλύτερη σημασία στην παραγωγή θέρμανσης από βιομάζα.

4.5

Η ΕΟΚΕ προσδοκεί ότι κατά την χορήγηση και την κατανομή των πόρων των διαρθρωτικών ταμείων στα κράτη μέλη, το συμβούλιο και η επιτροπή θα αποδώσουν μεγαλύτερη σημασία στην αύξηση των επενδύσεων στον τομέα των ανανεώσιμων πόρων ενέργειας και ιδιαίτερα στη βιομάζα. Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να διατεθεί ένα βασικό ποσοστό από τους πόρους των διαρθρωτικών ταμείων στα κράτη μέλη. Το ποσοστό αυτό πρέπει στα τέλη της περιόδου προγραμματισμού για το 2013 να φθάσει κατά μέσο όρο το 10 % των διαρθρωτικών πόρων των κρατών μελών.

4.5.1

Το γενικά θετικό στρατηγικό σχέδιο αναφέρει τις ανανεώσιμες ενέργειες στο πλαίσιο της κατανομής των πόρων για τον δεύτερο πυλώνα 'Γεωργική ανάπτυξη' (ΕΤΓΑ). Δεδομένου ότι οι πόροι αυτοί είναι πολύ περιορισμένοι και λαμβανομένων υπόψη των δυνατοτήτων των αγροτικών περιοχών, θα πρέπει να διασφαλιστεί και σε αυτή την περίπτωση στα κράτη μέλη η επένδυση τουλάχιστον του 10 % του μέσου όρου των πόρων σε αυτόν τον τομέα έως το 2013, τέλος της περιόδου προγραμματισμού.

4.6

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τις δηλώσεις του σχεδίου δράσης σχετικά με τον αντίκτυπο της αποσύνδεσης (των πληρωμών) με στόχο την ενίσχυση της καλλιέργειας ανανεώσιμων πρώτων υλών. Επισημαίνει ωστόσο την ακόλουθη βραχυπρόθεσμη δυνατότητα προσαρμογής: Η πριμοδότηση των ενεργειακών καλλιεργειών (45 € ανά εκτάριο) για 1,5 εκατ. εκτάρια όπως αποφασίστηκε από το Συμβούλιο του Λουξεμβούργου στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της ευρωπαϊκής γεωργικής πολιτικής (2003), θα πρέπει να επανεξετασθεί ήδη στο τέλος του 2006. Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι οι ισχύουσες διαδικασίες υποβολής αιτήσεων είναι υπερβολικά γραφειοκρατικές και προτείνει επειγόντως διοικητικές προσαρμογές. Προς το παρόν τα νέα κράτη μέλη, τα οποία επέλεξαν την απλοποιημένη διαδικασία της κοινής γεωργικής πολιτικής ( 8 από δέκα νέα κράτη μέλη) δεν έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν αίτηση για πριμοδότηση ενεργειακών καλλιεργειών. Η ΕΟΚΕ ζητεί να δοθεί και σε αυτά τα κράτη μέλη η δυνατότητα πριμοδότησης στο πλαίσιο της προσαρμογής που θα πραγματοποιηθεί στο τέλος του 2006. (5)

4.7

Η ΕΟΚΕ προτείνει να προβλέπει το σχέδιο δράσης για τη βιομάζα την κατάρτιση υποχρεωτικών εθνικών και περιφερειακών σχεδίων δράσης στα κράτη μέλη. Λαμβανομένης υπόψη της πολυμορφίας των ευρωπαϊκών χωρών και περιφερειών, η δέσμευση αυτή θα ήταν ένα βήμα προς την αναγνώριση των δυνατοτήτων και την ανάλογη προσαρμογή της πολιτικής και της δημόσιας διοίκησης.

4.7.1

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει με λύπη ότι στο σχέδιο δράσης δεν εξετάζονται οι δυνατότητες, οι ελλείψεις και τα εμπόδια που υφίστανται στα κράτη μέλη και στις περιφέρειες όσον αφορά την αξιοποίηση της βιομάζας και των ανανεώσιμων ενεργειών. Η παράλειψη αυτή μπορεί να καλυφθεί με τον ακόλουθο τρόπο: υποχρεωτική συνεκτίμηση και καθιέρωση στον περιφερειακό προγραμματισμό, εντοπισμός και εξάλειψη διακρίσεων στο πλαίσιο της δημόσιας διοίκησης, συγκέντρωση των διαδικασιών σε μια δημόσια υπηρεσία κατά τη φάση του προγραμματισμού και της κατασκευής.

4.8

Η ΕΟΚΕ απευθύνει γι αυτό έκκληση προς την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, να τροποποιήσουν την 6η οδηγία για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τους φόρους κύκλου εργασιών, κατά τρόπο ώστε να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή φόρου προστιθέμενης αξίας για υλικά και υπηρεσίες που αφορούν την αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών θέρμανσης και ψύξης. Σε ορισμένα κράτη μέλη δεν επιβάλλονται, π.χ. φόροι σε καυστήρες φυσικού αερίου και πετρελαίου ενώ καταβάλλεται ο πλήρης φόρος σε επενδύσεις για εγκαταστάσεις με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

4.9

Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι η θέσπιση ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής αποτελεί επιτακτική ανάγκη. Σχετικά με τα μέσα εισαγωγής στην αγορά των ανανεώσιμων ειδών ενέργειας, θα πρέπει να επιδιωχθεί μια ισορροπημένη προσέγγιση μεταξύ του ανταγωνισμού των εθνικών συστημάτων και της δυναμικής περαιτέρω εξέλιξης των αποδεδειγμένα αποτελεσματικότερων κανόνων.

4.10

Η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητο να αναληφθούν σύντομα δράσεις για την καθιέρωση συστήματος πιστοποίησης της προέλευσης της βιομάζας. Αυτό θα επιτρέψει την αποφυγή διαταραχής της ισορροπίας του περιβάλλοντος και του κλίματος. Για το λόγο αυτό συνιστά να ληφθούν υπόψη οι ακόλουθες βασικές αρχές: (6)

για την καλλιέργεια ανανεώσιμων φυτικών πρώτων υλών ισχύουν οι ίδιες βασικές αρχές της ορθής επαγγελματικής πρακτικής που ισχύουν και στην παραγωγή τροφίμων·

οι εκτάσεις θα πρέπει να είναι κατάλληλες για την καλλιέργεια εδώδιμων φυτών και μετά την παύση της καλλιέργειας φυτών για μη διατροφικούς σκοπούς·

η καλλιέργεια των ανανεώσιμων φυτικών πρώτων υλών πρέπει να περιοριστεί στις γεωργικές εκτάσεις που ήδη καλλιεργούνται ή βρίσκονται σε αγρανάπαυση. Σε αυτές ανήκουν και εκτάσεις που βρίσκονται σε προσωρινή αγρανάπαυση λόγω αλλαγής χρήσης· αυτό δεν πρέπει να οδηγήσει στη μείωση των εκτάσεων που χρησιμοποιούνται ως μόνιμοι βοσκότοποι·

για τον περιορισμό των μεταφορικών μετακινήσεων, πρέπει να επιδιωχθεί η παραγωγή σε περιφερειακή και τοπική κλίμακα·

οι οικολογικά πολύτιμες εκτάσεις πρέπει να υπόκεινται στα κριτήρια για την προστασία της φύσης και να καλλιεργούνται με βάση τους περιβαλλοντικούς στόχους που έχουν τεθεί·

πρέπει να προωθηθούν και να καλλιεργηθούν ανανεώσιμες φυτικές πρώτες ύλες οι οποίες αποφέρουν μια καλή οικολογική ισορροπία·

πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα, ώστε να ολοκληρώνεται ο κύκλος των θρεπτικών υλικών.

4.11

Στο πλαίσιο του διεθνούς εμπορίου βιομάζας και των προϊόντων της, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και τα ακόλουθα θέματα σχετικά με την πιστοποίηση: διατροφική αυτάρκεια (δηλαδή προτεραιότητα στη διασφάλιση της παραγωγής τροφίμων και όχι στην καλλιέργεια φυτών εμπορικής αξίας), εφαρμογή κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων στην παραγωγή και όχι αποψίλωση των τροπικών δασών. Η ΕΕ οφείλει να λάβει μέτρα ώστε τα θέματα αυτά να ενσωματωθούν και στις ρυθμίσεις του ΠΟΕ.

4.12

Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να προαγάγει στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για τη βιομάζα την ίδρυση Διεθνούς Οργανισμού ανανεώσιμων ειδών ενέργειας (IRENA) και να εστιάσει το σχέδιο δράσης σε μεγαλύτερο βαθμό στο θέμα της διαφάνειας στη διεθνή παραγωγή πρώτων υλών.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  Οδηγία 2004/8/Ε για την προώθηση της συμπαραγωγής ενεργείας βάσει της ζήτησης για χρήσιμη θερμότητα. ΕΕ L 52, 21.2.2004.

(2)  Οδηγία 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1977 περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών ( Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση για την εναρμόνιση των εθνικών νομικών διατάξεων)

(3)  7 Δεκεμβρίου 2005, COM(2005) 627 τελικό

(4)  Οδηγία 2001/77/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 2001, για την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας

(5)  Βλ. NAT/288, σημείο 3.2.4.2

(6)  Βλ. NAT/288, σημείο 3.7


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/75


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανάπτυξη και προώθηση εναλλακτικών καυσίμων για τις οδικές μεταφορές στην Ευρωπαϊκή Ένωση»

(2006/C 195/20)

Στις 14 Ιουλίου 2005, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2, του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση με θέμα: «Ανάπτυξη και προώθηση εναλλακτικών καυσίμων για τις οδικές μεταφορές στην Ευρωπαϊκή Ένωση»

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 24 Μαρτίου 2006 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. Ranocchiari.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 82 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 1 αποχή, την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Σκεπτικό και συστάσεις

1.1

Η ζήτηση ενέργειας αναμένεται να αυξηθεί αλματωδώς τις προσεχείς δεκαετίες και, γι' αυτό, οι ανησυχίες του κοινού εντείνονται λόγω της εξάρτησης από περιοχές εκτός της κοινότητας και περιβαλλοντικών συλλογισμών.

1.2

Η ΕΟΚΕ έχει πλήρη επίγνωση του προβλήματος και καταρτίζει σημαντική διερευνητική γνωμοδότηση πρωτοβουλίας σχετικά με σημαντικά ενεργειακά θέματα (1), ενώ ορισμένες άλλες γνωμοδοτήσεις βρίσκονται ακόμη στο στάδιο της συζήτησης (2).

1.3

Σε όλες τις γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ επαναλαμβάνονται ορισμένες θεμελιώδεις προϋποθέσεις. Οι παραδοσιακές ενεργειακές πηγές (ορυκτά καύσιμα) θα συνεχίσουν να δεσπόζουν τις προσεχείς δυο ή τρεις δεκαετίες. Ταυτόχρονα, η συμβολή των ανανεώσιμων πηγών θα αυξηθεί χωρίς αμφιβολία αλλά όχι με ρυθμό ταχύτερο εκείνου της αύξησης της κατανάλωσης της ενέργειας. Το μερίδιό τους στον ενεργειακό εφοδιασμό θα παραμείνει στο 15 % έως 20 % της κατανάλωσης ενέργειας. Ωστόσο, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο και πρέπει να προωθηθούν και να υποστηριχθούν.

1.4

Η ίδια κατάσταση ισχύει και για τον τομέα των οδικών μεταφορών ο οποίος εξαρτάται ουσιαστικά πλήρως από το πετρέλαιο (βενζίνη και συμβατικό ντίζελ).Για το λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ προτίθεται με την παρούσα γνωμοδότηση να συμβάλει στο φιλόδοξο στόχο της Επιτροπής να αντικατασταθούν τα παραδοσιακά καύσιμα με καύσιμα από εναλλακτικές πηγές κατά 20 % πριν το 2020.

1.5

Σύμφωνα με το σχέδιο της Επιτροπής, τα βιοκαύσιμα, το φυσικό αέριο, και το υδρογόνο (H2) προορίζονται να υποκαταστήσουν τα καύσιμα που παράγονται από πετρέλαιο. Εντούτοις, το φυσικό αέριο, δεδομένου ότι είναι ορυκτής προέλευσης, δεν πρέπει να θεωρείται ως εντελώς εναλλακτική ενέργεια επειδή δεν είναι ανανεώσιμη πηγή ενέργειας. Ωστόσο, η συμβολή του στο στόχο της Επιτροπής είναι ιδιαίτερα σημαντική λόγω της ευρείας διαθεσιμότητάς του και των περιβαλλοντικών πλεονεκτημάτων του. Καμία από τις δυο αυτές λύσεις (βιοκαύσιμα και φυσικό αέριο) δεν τέλεια χωρίς δυσμενείς συνέπειες για το περιβάλλον και την ενεργειακή απόδοση. Το υδρογόνο φαίνεται να είναι η ορθή απάντηση, απαιτείται, όμως, περισσότερη Ε&Α για να επιτευχθεί μια ασφαλής και αποτελεσματική «οικονομία υδρογόνου».

1.6

Τα βιοκαύσιμα αποφέρουν περιβαλλοντικά οφέλη διότι κατά κανόνα έχουν σαφώς πιο περιορισμένες επιδράσεις στο κλίμα και στην ιδανική, μάλιστα, περίπτωση δεν έχουν κανέναν αντίκτυπο στο κλίμα. Δεδομένου ότι τα καύσιμα που παράγονται από καλλιεργούμενα φυτά, όπως η βιοαιθανόλη και το λιπαρό οξύ μεθυλικού εστέρα (FAME) είναι διαθέσιμα σε ποσότητες αντίστοιχες προς την ίδια τη συγκομιδή, η ανάμειξη βιοαιθανόλης στη δεξαμενή της βενζίνης και η ανάμειξη λιπαρού οξέος μεθυλικού εστέρα στη δεξαμενή του πετρελαίου κίνησης (ντίζελ) θεωρείται αποτελεσματική και περιβαλλοντικά ασφαλής στρατηγική.

1.7

Τα συστατικά μειγμάτων πρέπει να πληρούν τις προδιαγραφές που καθορίζονται, π.χ., από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN) με στόχο να διαφυλαχθεί η ενδεδειγμένη λειτουργία του κινητήρα και να αποτραπεί η επιδείνωση της εκπομπής καυσαερίων. Η υψηλότερη συγκέντρωση λιπαρού οξέος μεθυλικού εστέρα στο πετρέλαιο κίνησης απαιτεί ιδιαίτερη προσαρμογή των οχημάτων. Τούτο αποτελεί μια δυνατότητα στην περίπτωση ενός ειδικά προβλεπόμενου στόλου οχημάτων, π.χ., αστικών λεωφορείων.

1.8

Η Επιτροπή εξέδωσε την οδηγία 2003/30/EK με στόχο να προωθήσει τη χρήση των βιοκαυσίμων, ενώ για το φυσικό αέριο δεν έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, εκτός από τη δυνατότητα μείωσης του φόρου, όπως και στην περίπτωση των βιοκαυσίμων: εντούτοις, η Επιτροπή αναμένει ότι το φυσικό αέριο θα έχει τη σημαντικότερη μεμονωμένη συμβολή στην επίτευξη των στόχων του 2020. Φαίνεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιθυμεί να δει πως πρόκειται να εξελιχθούν τα πράγματα όσο αφορά το φυσικό αέριο ως αποτέλεσμα των φορολογικών πλεονεκτημάτων.

1.9

Πέντε έτη μετά την ανακοίνωση της Επιτροπής και τρία μετά την οδηγία για τα εναλλακτικά καύσιμα, η επιτευχθείσα πρόοδος δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες επειδή τα κράτη μέλη δεν είναι δεν είναι σε θέση να επιτύχουν τους στόχους που έχουν τεθεί. Αυτό είναι πιθανόν ένας από τους λόγους που ώθησαν την Επιτροπή να δημοσιεύσει πρόσφατα την ανακοίνωση σχετικά με το σχέδιο δράσης για τη βιομάζα (3).

1.9.1

Αντικείμενο του σχεδίου είναι η χρήση της βιομάζας στις μεταφορές, τον ηλεκτρισμό, και τη θέρμανση. Οι βασικές δράσεις που προτείνονται για τον τομέα των μεταφορών είναι: α) κοινοτική νομοθεσία για την χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, β) ενδεχομένη αναθεώρηση της οδηγίας για τα βιοκαύσιμα το 2006, η οποία ίσως να θέτει εθνικούς στόχους όσον αφορά το μερίδιο των βιοκαυσίμων και θα υποχρεώνει τους προμηθευτές να χρησιμοποιούν βιοκαύσιμα, γ) σχέδια δράσης των κρατών μελών για τη βιομάζα, δ) έρευνα στον τομέα των βιοκαυσίμων δεύτερης γενιάς (βιομάζα ξύλου και αποβλήτων).

1.9.2

Σύμφωνα με τις προσδοκίες της Επιτροπής, το σχέδιο δράσης θα πρέπει να μειώσει τις εισαγωγές πετρελαίου κατά 8 % και θα μειώσει τις εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά 209 εκατ. τόνους ισοδυνάμου CO2 με μετρήσιμο κόστος 9 δις ευρώ. Έξι από τα εννέα δις θα διατεθούν για τα βιοκαύσιμα μεταφορών, τα οποία είναι πολύ πιο ακριβά από τα καύσιμα που προέρχονται από το πετρέλαιο (π.χ., το βιοντίζελ, προκειμένου να είναι ανταγωνιστικό απαιτεί μια τιμή πετρελαίου $95/βαρέλι περίπου ενώ η βιοαιθανόλη απαιτεί μια τιμή $115/βαρέλι) (4).

1.9.3

Η ΕΟΚΕ επικροτεί θερμά το σχέδιο δράσης επειδή ευθυγραμμίζεται με την παρούσα γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ η οποία επιδιώκει να ενθαρρυνθούν τα άλλα ευρωπαϊκά όργανα και τα κράτη μέλη να προωθήσουν κατάλληλα μέτρα για τη προαγωγή των εναλλακτικών καυσίμων.

1.9.4

Η ΕΟΚΕ επικροτεί, επίσης, την πρόσφατη ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Μια στρατηγική της ΕΕ για τα βιοκαύσιμα» (5) (ελεύθερη απόδοση) που προτείνει μια νέα πρωτοβουλία για την προώθηση της παραγωγής των βιοκαύσιμων.

1.10

Πράγματι, ενώ τα βιοκαύσιμα και το φυσικό αέριο μπορούν να εξαπλωθούν στην αγορά χάρη στην τεχνολογία κινητήρων και στο σύστημα διακίνησης των καυσίμων — και η εξάπλωση αυτή καθιστά εφικτή την υποκατάσταση των καυσίμων που παράγονται από πετρέλαιο έως το προβλεπόμενο ποσοστό — οι μακροπρόθεσμες εναλλακτικές λύσεις, όπως το υδρογόνο, αποτελούν αντικείμενο αναπτυξιακών προσπαθειών: με άλλα λόγια, τα βιοκαύσιμα και το φυσικό αέριο συνιστούν γέφυρα για το βιώσιμο μίγμα καυσίμων του 2020 και μετά.

1.11

Η ΕΟΚΕ συνιστά την έγκριση δεσμευτικών μέτρων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή εάν τυχόν κατά την αναθεώρηση της οδηγίας για τα βιοκαύσιμα, που προβλέπεται να πραγματοποιηθεί το 2006, καταδειχθεί ότι η δράση των κρατών μελών δεν υπήρξε επαρκής για την επίτευξη των προσδοκώμενων στόχων όσον αφορά τόσο τα βιοκαύσιμα όσο και το φυσικό αέριο.

1.12

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει τη σκοπιμότητα της προώθησης της χρήσης του φυσικού αερίου ως καυσίμου κίνησης των οχημάτων κατά την μεταβατική περίοδο ως εναλλακτικής δυνατότητας αντί του πετρελαίου. Ως εκ τούτου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη πρέπει να προβάλλουν όλο και συχνότερα στις στρατηγικές επικοινωνίας αυτήν την ήδη οικονομικά αποδοτική τεχνολογία και, επίσης, να πρωτοστατήσουν δίνοντας το θετικό παράδειγμα κατά την αγορά των ιδίων τους οχημάτων.

2.   Αιτιολόγηση

2.1

Τον Νοέμβριο του 2001 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση σχετικά με τα εναλλακτικά καύσιμα για τις οδικές μεταφορές (6) η οποία αποτελούσε συνέχεια της Πράσινης Βίβλου με θέμα: «Προς μια Ευρωπαϊκή Στρατηγική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού»  (7) και της Λευκής Βίβλου με θέμα: «Η ευρωπαϊκή πολιτική μεταφορών με ορίζοντα το έτος 2010»  (8). Η ανακοίνωση του Νοεμβρίου 2001 περιελάμβανε ένα σχέδιο δράσης επικεντρωμένο σε δύο σημεία.

2.2

Το πρώτο σημείο αποσκοπούσε στην επέκταση της χρήσης των βιοκαυσίμων σύμφωνα με μια διττή προσέγγιση η οποία, αφενός, προέβλεπε τη διάθεση στην αγορά διαρκώς αυξανόμενων ποσοτήτων βενζίνης και πετρελαίου ντίζελ αναμεμιγμένων με βιοκαύσιμα, ούτως ώστε να προετοιμαστεί το έδαφος ενόψει της υποχρεωτικής ανάμειξης βιοκαυσίμων, και, αφετέρου, πρότεινε την παροχή φορολογικών κινήτρων προκειμένου να καταστούν τα βιοκαύσιμα ελκυστικά από οικονομικής πλευράς, συμπεριλαμβάνοντας και το φυσικό αέριο στην εν λόγω πρόταση. Η ΕΟΚΕ εξέφρασε την άποψή της σχετικά με αυτό το πρώτο σημείο στις 25 Απριλίου 2002 (9). Τελικώς, αμφότερες οι προτάσεις υιοθετήθηκαν (10).

2.3

Στο δεύτερο σημείο προτεινόταν η σύσταση «Ομάδας Επαφής για τα Εναλλακτικά Καύσιμα» με αποστολή την παροχή συμβουλών στην Επιτροπή για την ανάπτυξη της αγοράς των εναλλακτικών καυσίμων, γενικότερα, και του φυσικού αερίου και του υδρογόνου (H2), ειδικότερα. Η εν λόγω ομάδα επαφής επρόκειτο να καταρτίσει μελέτη με στόχο να καλυφθούν τα επόμενα 20 έτη σύμφωνα με το στόχο της Επιτροπής, ο οποίος έγκειται στην ανάπτυξη της αγοράς εναλλακτικών καυσίμων σε τέτοιο βαθμό ώστε να καταστεί δυνατό να αντικαταστήσουν έως το 2020 το ένα πέμπτο (20 %) των καυσίμων που παράγονται από πετρέλαιο.

2.4

Τον Δεκέμβριο του 2003, η προαναφερθείσα ομάδα επαφής υπέβαλε μια επαγγελματικά συνταγμένη, αναλυτική και τεκμηριωμένη έκθεση (11).

3.   Το σενάριο του 2020 και ο τρόπος υλοποίησής του

3.1

Σύμφωνα με το σχέδιο της Επιτροπής, τα βιοκαύσιμα, το φυσικό αέριο και το υδρογόνο είναι τα τρία εναλλακτικά καύσιμα που αναμένεται να διαδραματίσουν το σημαντικότερο ρόλο για την επίτευξη του στόχου περί αντικατάστασης του 20 % των καυσίμων, ως εξής:

Έτος

Βιοκαύσιμα

Φυσικό αέριο

Υδρογόνο

Σύνολο

2005

2

 

 

2

2010

6

2

 

8

2015

7

5

2

14

2020

8

10

5

23

3.1.1

Τα βιοκαύσιμα πρόκειται να συμβάλουν σε ποσοστό 2 %, αρχής γενομένης από το 2005, και εν συνεχεία να εξακολουθήσουν να αυξάνονται μέχρι ποσοστού ανερχόμενου σε 8 % έως το 2020. Οποιοδήποτε καύσιμο παράγεται από βιομάζα αποκαλείται γενικά βιοκαύσιμο. Τα κυριότερα υποψήφια προς χρήση από τον τομέα των μεταφορών βιοκαύσιμα είναι επί του παρόντος τα ακόλουθα:

3.1.1.1

Η βιοαιθανόλη, η οποία είναι αιθανόλη (EtOH) επίσης γνωστή και ως αιθυλική αλκοόλη, παράγεται με ζύμωση από αμυλούχα προϊόντα, όπως τα δημητριακά και τα ζαχαρότευτλα. Άλλοτε χρησιμοποιείται σε καθαρή μορφή ως υποκατάστατο της βενζίνης, π.χ., στη Βραζιλία, όμως σ' αυτή την περίπτωση απαιτούνται ειδικοί κινητήρες, και άλλοτε προστίθεται στη δεξαμενή της βενζίνης είτε σε καθαρή μορφή είτε με τη μορφή του συνθετικού χημικού ETBE (αιθυλο-τριτο-βουτυλ-αιθέρα). Σύμφωνα με τις προδιαγραφές βάσει των οποίων ταξινομείται η ποιότητα της βενζίνης, η αιθανόλη μπορεί να αναμιχθεί με βενζίνη μέχρι ποσοστού 5 % χωρίς καμία τροποποίηση του κινητήρα.

3.1.1.2

Το ντίζελ βιολογικής προέλευσης (βιοντίζελ), αποτελεί εναλλακτικό καύσιμο παραγόμενο με τρανσεστεροποίηση από μια σειρά ζωικών και φυτικών ελαίων που είναι γνωστό ως FAME (λιπαρό οξύ μεθυλικού εστέρα). Το ευρύτερα χρησιμοποιούμενο βιοντίζελ στην Ευρώπη είναι μεθυλικός εστέρας από κράμβη. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN) καθόρισε πρότυπα για το λιπαρό οξύ μεθυλικού εστέρα και το προϊόν που ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές της CEN γίνεται ήδη δεκτό σε ποσοστό 5 % των πετρελαιοκίνητων οχημάτων. Η παραγωγή του λιπαρού οξέος μεθυλικού εστέρα από καλλιεργούμενα φυτά, όπως η κράμβη, ήταν έως πρόσφατα επαρκής για την ικανοποίηση της ζήτησης, χάρη στην παροχή ειδικών φορολογικών κινήτρων. Στην ανακοίνωση του Νοεμβρίου 2001, η Επιτροπή εξέφρασε ανησυχίες όσον αφορά την παραγωγή καυσίμων από καλλιεργούμενα φυτά σε ευρεία κλίμακα και την εφικτότητά της (12).

3.1.1.3

Το βιοαέριο, ήτοι αέριο πλούσιο σε μεθάνιο που παράγεται με αναερόβια ζύμωση από οργανικές ύλες, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνεται και κοπριά, ιλύς αστικών λυμάτων ή δημοτικά στερεά απόβλητα, είναι παρεμφερές με το φυσικό αέριο. Το βιοαέριο πρέπει να αναβαθμιστεί σε ποιότητα φυσικού αερίου προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στα κανονικά οχήματα που είναι σχεδιασμένα για να χρησιμοποιούν φυσικό αέριο. Στη Σουηδία υπάρχουν περισσότερα από 5.000 οχήματα που κινούνται με βιοαέριο. Η σουηδική εμπειρία καταδεικνύει ότι το μεθάνιο, είτε πρόκειται για βιοαέριο είτε για φυσικό αέριο, αποτελεί οικονομικά βιώσιμο καύσιμο το οποίο παρέχει τη δυνατότητα ριζικής μείωσης των εκπομπών καυσαερίων στις αστικές μεταφορές.

3.2

Όσον αφορά το φυσικό αέριο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν δραστηριοποιήθηκε όσο απαιτείτο ώστε να διασφαλιστεί συμβολή του φυσικού αερίου στην επίτευξη του στόχου για το 2010 και μέχρι στιγμής δεν έχει υποβληθεί καμία συγκεκριμένη πρόταση.

3.3

Η έλλειψη πρωτοβουλίας εκ μέρους της Επιτροπής είναι δυσάρεστη δεδομένου ότι η έκθεση της «ομάδας επαφής για τα εναλλακτικά καύσιμα», που συστάθηκε από την Επιτροπή, η οποία βασίζεται σε εμπεριστατωμένη ανάλυση «από τις πηγές μέχρι τους τροχούς» (Well-to-Wheels) για τα εναλλακτικά καύσιμα, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι: «το φυσικό αέριο είναι το μόνο εναλλακτικό καύσιμο που έχει πιθανότητες να εξασφαλίσει ένα σημαντικό μερίδιο της αγοράς κατά πολύ μεγαλύτερο του 5 % έως το 2020 και το οποίο θα μπορούσε ενδεχομένως να συναγωνιστεί τα συμβατικά καύσιμα από την άποψη του οικονομικού εφοδιασμού στην υποθετική περίπτωση μιας ώριμης αγοράς».

3.4

Στην ανακοίνωση του Νοεμβρίου 2001, η Επιτροπή εκτιμούσε ότι το φυσικό αέριο θα είχε τη σημαντικότερη μεμονωμένη συμβολή στην επίτευξη των στόχων του 2020. Η ομάδα επαφής ενστερνίστηκε αυτήν την άποψη για τους ακόλουθους λόγους:

3.4.1

Το φυσικό αέριο ικανοποιεί την ανάγκη για βελτίωση της ασφάλειας του εφοδιασμού, όχι μόνον μέσω της διαφοροποίησης των καυσίμων εφόσον δεν εξαρτάται από το πετρέλαιο, αλλά και δεδομένου ότι η ζήτηση δεν περιορίζεται από τον πρωτογενή εφοδιασμό. Ακόμη και σε περίπτωση που η επέκταση των βιοκαυσίμων περιοριζόταν τελικώς λόγω του εφοδιασμού, ένα μερίδιο της τάξεως του 10 % των οδικών μεταφορών — ήτοι ο στόχος της Επιτροπής για το 2020 — θα αντιπροσώπευε περίπου 5 % της αναμενόμενης συνολικής κατανάλωσης φυσικού αερίου της ΕΕ για την περίοδο αυτή. Η παρατήρηση αυτή καθιστά πρόδηλη την ανάγκη συνεργιστικής ανάπτυξης και των τριών εναλλακτικών καυσίμων.

3.4.2

Το φυσικό αέριο συντελεί στην επίτευξη του στρατηγικού στόχου για τη μείωση της εκπομπής των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Από τη χημική δομή του μεθανίου (CH4) προκύπτει σαφώς ότι το φυσικό αέριο περιέχει λιγότερο άνθρακα από άλλα ορυκτά καύσιμα, όπως, π.χ., η βενζίνη και το πετρέλαιο κίνησης (ντίζελ). Η ανάλυση «από τις πηγές μέχρι τους τροχούς» κατέδειξε ότι οι εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου των οχημάτων που χρησιμοποιούν συμπιεσμένο φυσικό αέριο είναι χαμηλότερες από εκείνες των βενζινοκίνητων οχημάτων και, με τη σημερινή τεχνολογία, συγκρίσιμες προς εκείνες των πετρελαιοκίνητων οχημάτων. Αναμένεται ότι, ως αποτέλεσμα της τεχνολογικής εξέλιξης σχετικά με τους κινητήρες συμπιεσμένου φυσικού αερίου, οι εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου το 2010 και τα μετέπειτα έτη θα είναι ικανοποιητικότερες από εκείνες των πετρελαιοκίνητων οχημάτων.

3.4.3

Εκτός από την εκπομπή αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, το φυσικό αέριο ως καύσιμο μηχανοκίνητων οχημάτων προσφέρει ήδη πρόσθετο περιβαλλοντικό όφελος από την άποψη των εκπομπών καυσαερίων. Τα οχήματα φυσικού αερίου που χρησιμοποιούνται σήμερα εμφανίζουν πολύ χαμηλές εκπομπές οξειδίων του αζώτου (NOx) και δεν ευνοούν το σχηματισμό αιωρούμενων σωματιδίων, που είναι σημαντικό θέμα. Τα αυστηρά ανώτατα όρια που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση για τα αερομεταφερόμενα σωματίδια είναι, συνεπώς, θετικά για τα οχήματα φυσικού αερίου. Αποδείχθηκε ότι τα αστικά λεωφορεία που κινούνται με φυσικό αέριο αποτελούν βιώσιμη δυνατότητα για τις αστικές συγκοινωνίες και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη συμβάλει στην προώθηση της χρήσης τέτοιου είδους οχημάτων με τη χορήγηση οικονομικής υποστήριξης για την καθιέρωση πρότυπων οχημάτων. Το αστικό περιβάλλον θα μπορούσε να βελτιωθεί επιβάλλοντας τη χρήση του φυσικού αερίου στους στόλους των αστικών λεωφορείων και των απορριμματοφόρων οχημάτων, ως τμήμα ενός υγιούς σχεδίου ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων με οικολογικά κριτήρια.

3.4.4

Θα μπορούσε να γίνει ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση αυτή με την πρόσφατη πρόταση οδηγίας για την προώθηση των καθαρών οχημάτων μεταφορών (13). Μόλις υιοθετηθεί, η οδηγία αυτή θα υποχρεώνει τα κράτη μέλη να διαθέτουν ένα μερίδιο 25 % τουλάχιστον των βαρέων οχημάτων μεταφορών (άνω των 3,5 τόνων), που αγοράζονται ή μισθώνονται από φορείς του δημοσίου, για οχήματα που κινούνται με εναλλακτικά καύσιμα τα οποία τηρούν τα πρότυπα των βελτιωμένων οικολογικών οχημάτων (14). Τα πρότυπα των βελτιωμένων οικολογικών οχημάτων αφορούν τα οχήματα τα οποία κινούνται με βιοκαύσιμα, συμπιεσμένο φυσικό αέριο, υγροποιημένο αέριο πετρελαίου, υδρογόνο καθώς και τα οχήματα υβριδικής τεχνολογίας και τα ηλεκτρικά οχήματα.

3.5

Το υδρογόνο δεν υπάρχει σε ελεύθερη κατάσταση στη φύση. Αυτό που συναντάται στη φύση είναι χημικές ενώσεις οι οποίες περιέχουν υδρογόνο, π.χ., νερό και υδρογονάνθρακες. Το νερό (H2O) αποτελείται από 11 % H2 κατά βάρος (2/18). Η βενζίνη και το πετρέλαιο κίνησης (ντίζελ) είναι μίγμα υδρογονανθράκων. Το μεθάνιο, ένας υδρογονάνθρακας, είναι το κύριο συστατικό του φυσικού αερίου και του βιοαερίου.

Εφόσον το υδρογόνο δεν υπάρχει στη φύση, πρέπει να παραχθεί. Πράγματι, παράγεται εμπορικά και προορίζεται για χρήση από τη χημική και πετροχημική βιομηχανία, από τα διυλιστήρια πετρελαίου, και άλλες βιομηχανίες.

Για την παραγωγή υδρογόνου, π.χ., με ηλεκτρόλυση του ύδατος ή με αναμόρφωση με ατμό του φυσικού αερίου, χρειάζεται ενέργεια· συγκεκριμένα, ηλεκτρική ενέργεια για την ηλεκτρόλυση και θερμότητα για την αναμόρφωση με ατμό.

Η ανάλυση «από την πηγή στη δεξαμενή» (WTT) συμβάλλει καθοριστικά στην ταξινόμηση των μεθόδων μετατροπής της πρώτης ύλης σε υδρογόνο, ανάλογα με την κατανάλωση ενέργειας και την εκπομπή αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου.

Εδώ και πολλά χρόνια το υδρογόνο αποτελεί βιομηχανικό προϊόν που παράγεται και διατίθεται στην αγορά από τις επιχειρήσεις βιομηχανικών αερίων ή παράγεται για αποκλειστικά εσωτερική χρήση από τα διυλιστήρια πετρελαίου. Εντούτοις, η χρήση του ως καύσιμου για τις μεταφορές βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα και, ως εκ τούτου, ο στόχος της υποκατάστασης κατά 2 % το 2015, με περαιτέρω αύξηση σε 5 % έως το 2020, είναι σημαντική πρόκληση.

3.5.1

Η ομάδα επαφής επεσήμανε διάφορα ζητήματα όσον αφορά το ενδεχόμενο εκτεταμένης χρήσης του υδρογόνου ως καύσιμου για τις μεταφορές, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται τα εξής:

i)

το υγρό υδρογόνο, δηλ. σε θερμοκρασία -252oC, αποθηκεύεται σε κρυογονικές δεξαμενές, π.χ., σε ένα όχημα με κινητήρα εσωτερικής καύσης· ή αέριο υδρογόνο συμπιέζεται στις 700 ατμόσφαιρες σε φιάλες που τοποθετούνται πάνω σε ένα όχημα με στήλες καύσιμου

ii)

κεντρικοποιημένη παραγωγή υδρογόνου σε μεγάλες μονάδες με βέλτιστη κατανάλωση ενέργειας ή κατανεμημένη παραγωγή σε μικρές ποσότητες σε πρατήρια υγρών καυσίμων

iii)

εφόσον η μέγιστη απόδοση των οχημάτων με στήλες καύσιμου επιτυγχάνεται στη μέση ισχύ, θα ήταν ίσως σκόπιμη η διάκριση μεταξύ οχημάτων με στήλες καύσιμου για λειτουργία με μειωμένη ισχύ, π.χ., σε αστική κίνηση, και οχήματα με κινητήρα εσωτερικής καύσης για μεγάλες αποστάσεις, όπου ο κινητήρας πρέπει να λειτουργεί σε πλήρη ισχύ

iv)

άλλα θέματα που πρέπει να μελετηθούν σχετίζονται με αυτή καθ' αυτή την τεχνολογία των οχημάτων με στήλες καύσιμου, δηλ. η συσκευή εντός της οποίας το υδρογόνο επιτρέπει την ροή των ηλεκτρονίων που αποτελούν το ηλεκτρικό ρεύμα το οποίο κινεί τον ηλεκτρικό κινητήρα ο οποίος, με τη σειρά του, μεταδίδει την κίνηση στους τροχούς. Τα θέματα αυτά δεν εμπίπτουν στο πλαίσιο της παρούσας γνωμοδότησης.

3.5.2

Συνοψίζοντας, το υδρογόνο ως εναλλακτικό καύσιμο αντιπροσωπεύει μια διπλή πρόκληση όσον αφορά: α) τη διακίνηση των καυσίμων· και β) τη μετάδοση της κίνησης. Είναι λογικό το γεγονός ότι η ΕΕ διαθέτει ολοένα και περισσότερα κονδύλια από τον προϋπολογισμό της Ε&Α για επενδύσεις σχετικές με το υδρογόνο και τις στήλες καύσιμου, διαμέσου του ΠΠ5 και του ΠΠ6. Σήμερα, στο πλαίσιο του ΠΠ6, η έρευνα σχετικά με το υδρογόνο και τις στήλες καύσιμου εντάσσεται στην «υποπροτεραιότητα συστημάτων βιώσιμης ενέργειας», με συνολικό προϋπολογισμό 890 εκατ. €. Κατά την τρέχουσα συζήτηση για το επόμενο ΠΠ7, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προτείνει να επανατοποθετηθεί το θέμα σε μια νέα θεματική προτεραιότητα «όλες υπάρχουσες και μελλοντικές ενεργειακές πηγές που δεν εκπέμπουν CO2» με ακόμη μεγαλύτερο προϋπολογισμό. Τα περιβαλλοντικά οφέλη που προκύπτουν από το γεγονός ότι παράγεται νερό, και μόνον νερό, κατά την καύση του υδρογόνου σε έναν κινητήρα εσωτερικής καύσης ή κατά την οξείδωση του υδρογόνου σε μια στήλη καύσιμου, αιτιολογούν το εγχείρημα.

4.   Συμπεράσματα

4.1

Ο στόχος που τέθηκε από την Ευρωπαϊκή Συνέλευση το Νοέμβριο του 2001 — ήτοι, 20 % εναλλακτικά καύσιμα έως το 2020 — εδράζεται σε δύο ήδη παγιωμένες τεχνολογίες/προϊόντα, δηλαδή στα βιοκαύσιμα και στο φυσικό αέριο, και σε μια ελπιδοφόρα εξέλιξη που αφορά το υδρογόνο και τις στήλες καύσιμου.

4.2

Τα βιοκαύσιμα και το φυσικό αέριο — παρά την ύπαρξη ορισμένων κωλυμάτων — είναι διαθέσιμα εδώ και τώρα και διαθέτουν όλα τα αναγκαία πλεονεκτήματα για να ανταποκριθούν στην πρόκληση που έγκειται στην τεχνογνωσία της διακίνησης των καυσίμων και στην τεχνολογία των κινητήρων.

4.2.1

Είναι γνωστό ότι επειδή το φυσικό αέριο είναι ορυκτής προέλευσης, δεν πρέπει να θεωρείται πλήρες εναλλακτικό καύσιμο. Εντούτοις, το φυσικό αέριο αποτελεί αυτή τη στιγμή μια από τις ρεαλιστικότερες επιλογές για την αντικατάσταση των καυσίμων που παράγονται από ακατέργαστο πετρέλαιο, η οποία είναι απολύτως αναγκαία για την επίτευξη του στόχου του 20 % έως το 2020. Οι λόγοι για τους οποίους το φυσικό αέριο δύναται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο ως εναλλακτικό καύσιμο είναι οι εξής:

τα αποθέματα φυσικού αερίου είναι εκτεταμένα και θα διαρκέσουν περισσότερο από το ακατέργαστο πετρέλαιο·

παρά τις πρόσφατες αναταραχές, η γεωπολιτική κατανομή του εξασφαλίζει μια σχετικά σταθερή αγορά·

έχει την υψηλότερη αναλογία υδρογόνου-άνθρακα (H/C) μεταξύ των υδρογονανθράκων και τις χαμηλότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2).

Ένα ισχυρό δίκτυο φυσικού αερίου θα διευκολύνει τελικώς τη λειτουργία των τοπικών εγκαταστάσεων μικρής κλίμακας για την παραγωγή υδρογόνου.

Τα σημερινά εμπόδια στη διάδοση των οχημάτων που κινούνται με φυσικό αέριο οφείλονται κυρίως στο ανεπαρκές και μη ενιαίο δίκτυο διανομής.

4.2.2

Όσον αφορά τα βιοκαύσιμα, αυτά συνδυάζουν τη θετική περιβαλλοντική επίδοση του φυσικού αερίου με το πλεονέκτημα ότι αποτελούν ανανεώσιμη πηγή ενέργειας, γεγονός το οποίο μειώνει την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Επιπλέον — παρότι τούτο δεν έχει ακόμη αποδειχθεί σαφώς — υπάρχει μια πραγματική πιθανότητα αύξησης, ή τουλάχιστον μη περαιτέρω απώλειας, των θέσεων απασχόλησης στο γεωργικό τομέα. Ωστόσο, οι δασικοί πόροι μπορούν να συμβάλουν στην παραγωγή βιοκαυσίμων, π.χ., μέσω της αεριοποίησης μαύρης αλισίβας και μέσω της ζύμωσης βιομάζας λιγνοκυτταρίνης. Εντούτοις, και οι δυο αυτές τεχνολογίες βρίσκονται σήμερα στο στάδιο δοκιμών σε πειραματικές εγκαταστάσεις και η συμβολή τους στην παραγωγή βιοκαυσίμων θα γίνει αισθητή στο μεσοπρόθεσμο μέλλον. Εντούτοις, λαμβανομένης υπόψη της παρούσας ζήτησης καυσίμων για τις ανάγκες των μεταφορών (15), μια μεγάλη αύξηση της χρήσης των βιοκαυσίμων πρέπει να εκτιμηθεί υπό το φως των παράπλευρων περιβαλλοντικών επιπτώσεων:

Τα φυτά που καλλιεργούνται για την παραγωγή ντίζελ βιολογικής προέλευσης (βιοντίζελ)

Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος του 6 % το 2010, θα πρέπει το 13 % του συνόλου των καλλιεργούμενων γεωργικών εκτάσεων στην ΕΕ των 25 να διατεθεί για την καλλιέργεια φυτών για την παραγωγή βιοκαυσίμων. Τούτο θα μπορούσε να οδηγήσει στη λήψη επαχθών μέτρων για την προστασία των εδαφών, των υπογείων υδάτων και της βιοποικιλότητας, καθώς και για την αποτροπή της περαιτέρω αύξησης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου (16). Οι εισαγωγές απλώς θα μετατόπιζαν το πρόβλημα προς άλλες χώρες, με συνακόλουθη αύξηση της θαλάσσιας κυκλοφορίας.

4.2.3

Φαίνεται ότι η ανακοίνωση της Επιτροπής της 7ης Φεβρουαρίου 2006 αποσκοπεί στην αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων και αβεβαιοτήτων (17). Συγκεντρώνονται πολλά μέτρα για την προώθηση και τη στήριξη της παραγωγής και της χρήσης βιοκαύσιμων τόσο στην Ε.Ε όσο και σε τρίτες χώρες. Η ΕΟΚΕ θα παρακολουθήσει την εφαρμογή της εξαγγελθείσας στρατηγικής με μεγάλο ενδιαφέρον.

4.3

Η επίτευξη του στόχου του 2020 για τα εναλλακτικά καύσιμα απαιτεί μια συνεργιστική προσέγγιση, δηλαδή την ταυτόχρονη επίδειξη προσοχής και στα τρία εναλλακτικά καύσιμα.

4.4

Είναι εύλογο να αναμένεται ότι η προσπάθεια που σχετίζεται με την ανάπτυξη της αγοράς των εναλλακτικών καυσίμων με αποδεδειγμένη εμπορική αξία θα προσκρούσει σε λιγότερα εμπόδια, δεδομένου ότι τόσο η τεχνογνωσία όσο και η τεχνολογία είναι διαθέσιμες εδώ και τώρα.

4.5

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει, σε συνεργασία με τους παράγοντες της οικονομίας, να εξετάσει για ποιους λόγους τα μέτρα που έχουν υιοθετηθεί μέχρι σήμερα δεν επαρκούν για τη διάδοση του φυσικού αερίου ως καυσίμου αυτοκινήτων. Κατά την ΕΟΚΕ, κάθε κράτος μέλος οφείλει να καθορίσει έναν ελάχιστο στόχο, λαμβάνοντας υπόψη τη συγκεκριμένη κατάσταση που επικρατεί σε εθνική κλίμακα.

4.6

Θα ήταν, επίσης, σκόπιμο να αναθεωρήσει η πρόταση τις τεχνικές απαιτήσεις και προδιαγραφές ασφαλείας για τα πρατήρια διανομής συμπιεσμένου φυσικού αερίου. Σε πολλές περιπτώσεις, οι απαιτήσεις αυτές είναι αρκετά παρωχημένες και δεν λαμβάνουν υπόψη τις πρόσφατες εξελίξεις. Μια παρόμοια αναθεώρηση θα συνέβαλε αναμφίβολα στην ευρύτερη διάδοση των πρατηρίων διανομής συμπιεσμένου φυσικού αερίου, καθώς και στην απλούστευση των γραφειοκρατικών διαδικασιών. Πολύ συχνά, η έγκριση της κατασκευής ενός πρατηρίου διανομής συμπιεσμένου φυσικού αερίου αποτελεί αδικαιολόγητα περίπλοκη και χρονοβόρα διαδικασία.

4.7

Όπως έχει ήδη προαναφερθεί στο σημείο 4.2.1, ένα τέτοιο πρόγραμμα θα διευκόλυνε συγχρόνως και τη μελλοντική μετάβαση στα οχήματα υδρογόνου. Είναι γεγονός ότι οι τεχνολογικές εξελίξεις σχετικά με την αποθήκευση των καυσίμων επάνω στο όχημα θα είναι ουσιώδεις και το συμπιεσμένο υδρογόνο. Το αυτό ισχύει, επίσης, και για τον εφοδιασμό σε υδρογόνο, για τις μετρήσεις και για το σχεδιασμό των πρατηρίων διανομής. Οιαδήποτε επένδυση στην τεχνολογία του φυσικού αερίου αποτελεί ένα βήμα προόδου και για το υδρογόνο.

4.8

Η ταχεία ανάπτυξη των εναλλακτικών καυσίμων, που έχουν αποδεδειγμένη εμπορική αξία, μπορεί να προσφέρει μια εναλλακτική δυνατότητα σε περίπτωση που προκύψει κάποια απρόβλεπτη καθυστέρηση στο πλαίσιο του φιλόδοξου προγράμματος ανάπτυξης της τεχνολογίας του υδρογόνου.

4.9

Ως τελευταίο, αλλά εξίσου σημαντικό ζήτημα, η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι η επίτευξη πραγματικής προόδου για την καθιέρωση οικολογικότερων αυτοκινήτων με μικρότερη κατανάλωση καυσίμων δεν συνδέεται αποκλειστικά με την ανάπτυξη των εναλλακτικών καυσίμων αλλά μπορεί να επιτευχθεί, επίσης, με την αλλαγή της καταναλωτικής συμπεριφοράς. Η σημερινή μόδα των ιδιωτικών τετρακίνητων σπορ αυτοκινήτων καταδεικνύει ότι οι καταναλωτές δεν είναι έτοιμοι να αλλάξουν συνήθειες. Τα περισσότερα από τα οχήματα αυτά καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες καυσίμων και η εκπομπή CO2 είναι ανάλογη προς των κατανάλωση των καυσίμων. Η αυξανόμενη ζήτηση για τέτοιου είδους αυτοκίνητα δυσχεραίνει, ωστόσο, τη δέσμευση των κατασκευαστών για την προώθηση οικολογικότερων αυτοκινήτων.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  Προαγωγή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας: μέσα δράσης και μηχανισμοί χρηματοδότησης (ΕΕ αριθ. C 108, 30.04.04). Η ενέργεια σύντηξης (ΕΕ αριθ. C 302, 07.12.04). Κατάσταση και προοπτικές των παραδοσιακών πηγών ενέργειας όπως ο άνθρακας, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο στο μελλοντικό ενεργειακό μείγμα (ΕΕ αριθ. C 28, 03.02.06). Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΕΕ C 65 της 17.3.2006) Ενεργειακή απόδοση (ΕΕ C 110 της 9.5.2006)

(2)  Ενεργειακός εφοδιασμός στην ΕΕ: στρατηγική για ένα βέλτιστο ενεργειακό μίγμα (CESE TEN 227).

(3)  COM(2005) 628 τελικό της 7ης Δεκεμβρίου 2005

(4)  Υποσημείωση 16 του «Σχεδίου δράσης για τη βιομάζα» COM(2005) 628 τελικό της 7.12.2005.

(5)  COM(2005) 34 τελικό της 7. 2.2006.

(6)  COM(2001) 547

(7)  COM(2000) 769

(8)  COM(2001) 370

(9)  EE C 149, 21.06.2002

(10)  Οδηγίες 2003/30/ΕΚ (ΕΕ αριθ. L 123/42 της 8ης Μαΐου 2003) και 2003/96/ΕΚ (ΕΕ αριθ. L 283/51 της 27ης Οκτωβρίου 2003)

(11)  Έκθεση της Ομάδας Επαφής για τα Εναλλακτικά Καύσιμα, Ανάπτυξη της αγοράς εναλλακτικών καυσίμων, Δεκέμβριος 2003

(12)  COM(2001) 547: «Γεωργική πολιτική», σημείο 2.2.

(13)  COM (2005) 634 τελικό της 21 Δεκεμβρίου 2005.

(14)  Βλέπε οδηγία 2005/55/EΚ

(15)  Τα βιοκαύσιμα αντιπροσωπεύουν αυτή τη στιγμή περίπου 0,3 % μόνον της κατανάλωσης ντίζελ και βενζίνης στην ΕΕ

(16)  Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (ΕΟΠ 2004/04). Περαιτέρω μελέτες προσπαθούν να υπολογίσουν πόση βιομάζα μπορεί να χρησιμοποιήσει η Ευρώπη χωρίς να προκληθεί βλάβη στο περιβάλλον.

(17)  «Μια στρατηγική της ΕΕ για τα βιοκαύσιμα» (ελεύθερη απόδοση) COM (2006) 34 τελικό.


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/80


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με την φορολογία των επιβατικών αυτοκινήτων

COM(2005) 261 τελικό — 2005/0130 (CNS)

(2006/C 195/21)

Στις 6 Σεπτεμβρίου 2005, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και νομισματική ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, κατάρτισε τη γνωμοδότησή του στις 23 Μαρτίου 2006, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. RANOCCHIARI.

Κατά την 427η σύνοδο ολομελείας της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006(συνεδρίαση της 17ης Μαΐου) η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 67 ψήφους υπέρ, 4 ψήφους κατά και 3 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει πλήρως την πρόταση οδηγίας που αποσκοπεί στη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και στην προώθηση της περιβαλλοντικής αειφορίας.

1.2

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την χρήση, για πρώτη φορά, του τρίτου πυλώνα, που αναφέρεται σε φορολογικά θέματα, με στόχο τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2).

1.3

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί και με την εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσον αφορά τις θετικές συνέπειες που ενδέχεται να έχει η πρόταση αυτή στην ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών και στην αυτοκινητοβιομηχανία.

1.4

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι εφόσον στην πρόταση εξετάζεται το θέμα της φορολογίας, το οποίο υπάγεται κατ' εξοχήν στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν μπορούσε να εφαρμόσει την αρχή της επικουρικότητας εκτενέστερα και πιο καταναγκαστικά από όσο η ίδια η πρόταση.

1.5

Ωστόσο ορισμένες πτυχές που δεν έχουν ρυθμιστεί στην πρόταση θα μπορούσαν να δημιουργήσουν προβλήματα κατά την μεταφορά της οδηγίας, με κίνδυνο να υπάρξουν διαφορετικές εφαρμογές μεταξύ των κρατών μελών. Για τη μείωση αυτών των κινδύνων η Επιτροπή θα πρέπει να επιλύσει έγκαιρα ορισμένα τεχνικά ζητήματα που δεν αποσαφηνίζονται στην πρόταση.

1.6

Η ΕΟΚΕ, επικροτεί μεν τους στόχους της προτεινόμενης οδηγίας, επισημαίνει δε ότι θα επιτευχθούν μόνον εάν τα κράτη μέλη ερμηνεύσουν με τρόπο συντονισμένο τις κατευθυντήριες γραμμές και τις συστάσεις της οδηγίας. Σε αντίθετη περίπτωση υπάρχει ο κίνδυνος να αυξηθεί αντί να μειωθεί ο κατακερματισμός της εσωτερικής αγοράς, όπως επιδιώκει η πρόταση.

1.7

Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προβεί σε προσεκτικό έλεγχο όχι μόνο των διατάξεων εφαρμογής της οδηγίας, ως είθισται, αλλά και σε συνεχή διάλογο και συνεργασία με τα κράτη μέλη για τη συντονισμένη εφαρμογή του νέου συστήματος φορολογίας των επιβατικών αυτοκινήτων.

1.8

Η ΕΟΚΕ ελπίζει εξάλλου ότι μετά από αυτό το πρώτο, αλλά σημαντικό, βήμα, θα σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος στο προσεχές μέλλον προς ένα σύστημα φορολογίας που να βασίζεται κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, στη χρήση του αυτοκινήτου και όχι στην αγορά ή στην κατοχή. Μόνον τότε θα εφαρμοστεί πραγματικά η αρχή την οποία συμμερίζεται πλήρως η ΕΟΚΕ: «ο ρυπαίνων πληρώνει».

1.9

Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει, τέλος, για μια ακόμη φορά ότι απαιτείται μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για την καλύτερη περιβαλλοντική αειφορία των οδικών μεταφορών. Η χρησιμοποίηση φορολογικών μέτρων, αν και σημαντική βέβαια, πρέπει ωστόσο να συνοδεύεται από τον εκσυγχρονισμό των υποδομών, την προαγωγή των μέσων μαζικής μεταφοράς καθώς και από μια εκστρατεία κατάρτισης του καταναλωτή που να τον κατευθύνει σε πιο συνειδητές και φιλικές προς το περιβάλλον επιλογές. Συνεπώς, δεν θεωρείται ενδεδειγμένο το ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ευθυγραμμίσουν τους φόρους για τα αυτοκίνητα ντίζελ με τους φόρους για τα βενζινοκίνητα, χωρίς να λαμβάνει υπόψη ότι τα αυτοκίνητα ντίζελ εκπέμπουν λιγότερο CO2 από τα βενζινοκίνητα οχήματα.

2.   Αιτιολογία

2.1   Ιστορικό και περιεχόμενο της πρότασης

2.1.1

Σύμφωνα με τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η αυτοκινητοβιομηχανία αποτελεί μία από τις σημαντικότερες δυνάμεις της ευρωπαϊκής οικονομίας, από την οποία προέρχεται το 7,5 % της προστιθέμενης αξίας όλης της μεταποιητικής βιομηχανίας και το 3 % του ΑΕγχΠ. Συμβάλλει επίσης σημαντικά στο εμπορικό ισοζύγιο με 35 δις ευρώ και, τέλος, αντιπροσωπεύει έναν σημαντικό κλάδο απασχόλησης με δύο εκατομμύρια άμεσων θέσεων εργασίας που φθάνουν τα 10 εκατομμύρια με τις επακόλουθες παρεμβάσεις.

2.1.2

Η απόκτηση και η χρήση αυτοκινήτου αποτελεί μία από τις σημαντικότερες πηγές εσόδων για τα κράτη μέλη με σχεδόν 340 δις ευρώ, ήτοι το 8 % του συνόλου των φορολογικών εσόδων της Ευρώπης των 15 (1).

2.1.3

Αυτές οι σημαντικές ροές εσόδων προκύπτουν βασικά από τρεις ειδικούς φόρους: τέλη ταξινόμησης (ΤΤ)· ετήσια τέλη κυκλοφορίας (ΕΤΚ) και τέλη επί των καυσίμων. Κάθε κράτος μέλος εξάλλου ακολουθεί τη δική του φορολογική πολιτική εν προκειμένω, πράγμα που σημαίνει 25 διαφορετικά συστήματα φορολογίας, που πόρρω απέχουν από την επιθυμητή σύγκλιση, η οποία είναι απαραίτητη για την σωστή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

2.1.4

Σήμερα σε 16 κράτη μέλη (2) προβλέπεται η επιβολή τελών ταξινόμησης αυτοκινήτου, ενώ τα ΕΤΚ ισχύουν σε 18 κράτη μέλη (3). Επίσης, τα κριτήρια υπολογισμού και η φορολογική βάση διαφέρουν σημαντικά από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, κυρίως όσον αφορά τα τέλη ταξινόμησης. Αρκεί να δούμε ότι για ένα αυτοκίνητο 2000 c.c. τα ΤΤ κυμαίνονται από το 1 % της αξίας του στην Ιταλία έως άνω του 170 % στη Δανία. Όσον αφορά τα ΕΤΚ η διαφορά κυμαίνεται από 30 € έως 500 € ανά αυτοκίνητο.

2.1.5

Στα πλαίσια αυτά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ήδη υποβάλει το 2002 μία ανακοίνωση προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με θέμα τη φορολογία των αυτοκινήτων (4). Στην ανακοίνωση χαρασσόταν μία στρατηγική με σκοπό την αναθεώρηση του υφιστάμενου συστήματος, με την πρόθεση προσέγγισης των εθνικών νομοθεσιών και την ενσωμάτωση των περιβαλλοντικών στόχων.

2.1.6

Στα χρόνια που ακολούθησαν, τα αποτελέσματα περαιτέρω διαβουλεύσεων με το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και με την αυτοκινητοβιομηχανία και τους άλλους ενδιαφερόμενους φορείς, συνέβαλαν στο να υποβάλει η Επιτροπή την υπό εξέταση πρόταση οδηγίας.

3.   Η πρόταση της Επιτροπής

3.1

Στην πρόταση της Επιτροπής που, υπενθυμίζεται, δεν αφορά ούτε τον ΦΠΑ ούτε τους φόρους επί των καυσίμων, δεν προβλέπεται η εναρμόνιση των φορολογικών συντελεστών αλλά η αναδιάρθρωσή τους, εκτός του συνολικού επιπέδου εσόδων.

3.2

Η πρόταση διαρθρώνεται σε τρεις κύριους άξονες:

3.2.1

Κατάργηση του τέλους ταξινόμησης

Θα πρέπει να εφαρμοστεί σταδιακά και προοδευτικά έως την πλήρη κατάργησή του σε 10 έτη, το 2016. Αυτή η σταδιακή εφαρμογή παρέχει στα κράτη μέλη, που σήμερα επιβάλλουν τα ΤΤ, την κατάλληλη μεταβατική περίοδο συμπεριλαμβανομένης και της υιοθέτησης μέτρων για την ανάκτηση των μικρότερων εισπράξεων ακόμη και μέσω της μεταφοράς της φορολογικής επιβάρυνσης στα ΕΤΚ.

3.2.2

Θέσπιση καθεστώτος επιστροφών του τέλους ταξινόμησης και των ετήσιων τελών κυκλοφορίας

3.2.2.1

Το νέο σύστημα, που θα εφαρμοστεί με τη θέση σε ισχύ της οδηγίας, αφορά τα επιβατικά αυτοκίνητα που έχουν ταξινομηθεί σε ένα κράτος μέλος και στη συνέχεια εξάγονται ή μεταφέρονται οριστικά σε άλλο κράτος μέλος ή ακόμη σε τρίτη χώρα.

3.2.2.2

Το μέτρο αυτό έχει δύο στόχους· πρώτον, να αποφευχθεί η διπλή καταβολή τελών ταξινόμησης που έχουν ήδη καταβληθεί κατά την αγορά του αυτοκινήτου, και δεύτερον, να διασφαλισθεί ότι τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας θα εισπράττονται ανάλογα με την χρήση του αυτοκινήτου στο οικείο κράτος μέλος.

3.2.2.3

Το προς επιστροφή ποσό των τελών ταξινόμησης συνδέεται άμεσα με την υπολειπόμενη αξία του αυτοκινήτου και ισούται με το υπολειπόμενο ποσό του φόρου που ενσωματώνεται στην υπολειπόμενη αξία του αυτοκινήτου.

3.2.2.4

Τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να καθορίσουν την μέθοδο υπολογισμού της υπολειπόμενης αξίας του επιβατικού αυτοκινήτου με στόχο την επιστροφή των ΤΤ ανάλογα με τη διαφάνεια και την αντικειμενικότητα των κριτηρίων που έχουν υιοθετηθεί. Στον ιδιοκτήτη του επιβατικού αυτοκινήτου πρέπει να διασφαλιστεί η δυνατότητα αμφισβήτησης, σε ανεξάρτητη αρχή, της απόφασης του κράτους που εφαρμόζει την επιστροφή.

3.2.2.5

Όσον αφορά τα ΕΤΚ που, σε σχέση με τα φορολογικά κριτήρια που έχουν υιοθετήσει τα 18 κράτη μέλη που τα εφαρμόζουν θα έπρεπε ορθότερα να ορίζονται ως φόρος κατοχής, στην οδηγία επιβεβαιώνεται ότι τα ΕΤΚ μπορούν να επιβάλλονται μόνο από το κράτος μέλος ταξινόμησης του οχήματος. Θεωρείται ως κράτος μέλος ταξινόμησης του οχήματος το κράτος εντός του οποίου το όχημα χρησιμοποιείται κατά τρόπο μόνιμο επειδή ο ιδιοκτήτης του διαμένει συνήθως στο κράτος αυτό ή επειδή χρησιμοποιείται στο κράτος αυτό για περισσότερες από 185 ημέρες σε χρονικό διάστημα 12 μηνών. Από αυτό προκύπτει ότι σε περίπτωση μόνιμης μεταφοράς του αυτοκινήτου σε άλλο κράτος, ακόμη και εκτός της Ε.Ε., θα πρέπει να επιστρέφονται στον ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου τα υπολειπόμενα ΕΤΚ σύμφωνα με την αρχή της χρονικής αναλογικότητας.

3.2.3

Αναδιάρθρωση της φορολογικής βάσης των τελών ταξινόμησης και των ΕΤΚ ώστε να βασίζεται συνολικά ή εν μέρει στις εκπομπές CO2

3.2.3.1

Η πρόταση οδηγίας εισάγει ένα σύστημα προσδιορισμού των ΕΤΚ και των ΤΤ (για την ισχύουσα μεταβατική περίοδο) που βασίζεται επίσης, και κατά τρόπο αυξητικό, στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.

3.2.3.2

Η εισαγωγή είναι πράγματι σταδιακή και προοδευτική και προβλέπει ότι η συνολική είσπραξη των ΕΤΚ και των ΤΤ θα πραγματοποιείται από τη φορολογία των εκπομπών CO2 σε ποσοστό 25 % έως το 2008 και 50 % έως το 2010.

4.   Γενικές παρατηρήσεις

4.1

Η ΕΟΚΕ επικροτεί ιδιαιτέρως την προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που επιδιώκει έναν διπλό στόχο: να βελτιώσει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και να δώσει περαιτέρω ώθηση στη στρατηγική για τη μείωση των εκπομπών CO2, χρησιμοποιώντας φορολογικά μέτρα. Εν προκειμένω πρέπει να υπογραμμιστεί ότι στην πρόταση χρησιμοποιείται για πρώτη φορά ο «τρίτος πυλώνας» (ο φορολογικός) που προβλέπει η κοινοτική στρατηγική για τη μείωση των εκπομπών CO2 και την εξοικονόμηση καυσίμων (5).

4.2

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την πρόταση και για τις θετικές συνέπειες που ενδέχεται να έχει τόσο για τους καταναλωτές (6) όσο και την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία.

Πράγματι οι στόχοι της πρότασης είναι καθ' όλα αποδεκτοί στο βαθμό που προωθούν:

4.2.1

τη μείωση εάν όχι την εξάλειψη των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με αισθητή μείωση των δαπανών και των χρονοβόρων διοικητικών διαδικασιών κατά τις εξαγωγές ή τις μεταφορές αυτοκινήτων μεταξύ των διαφόρων κρατών·

4.2.2

τη μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα της αυτοκινητοβιομηχανίας σε μια πιο ολοκληρωμένη εσωτερική αγορά. Σήμερα ο κατακερματισμός της αγοράς από φορολογικής απόψεως επιβαρύνει σημαντικά την τελική τιμή των αυτοκινήτων υποχρεώνοντας τις αυτοκινητοβιομηχανίες να παράγουν και να πωλούν διαφορετικές εκδόσεις του ίδιου μοντέλου, μόνο για φορολογικούς λόγους, χωρίς συνεπώς να μπορούν να επωφελούνται των οικονομιών κλίμακας μιας πραγματικά ολοκληρωμένης εσωτερικής αγοράς, και χωρίς όφελος για τον καταναλωτή. Εξάλλου τα υψηλά τέλη ταξινόμησης επηρεάζουν συνήθως αρνητικά την απόφαση αγοράς ενός νέου αυτοκινήτου, με αποτέλεσμα την επιβράδυνση της ανανέωσης του στόλου των αυτοκινήτων που κυκλοφορούν έναντι ασφαλέστερων οχημάτων που μολύνουν λιγότερο·

4.2.3

την καλύτερη περιβαλλοντική αειφορία, εφόσον τα επιβατικά αυτοκίνητα αποτελούν σημαντική πηγή εκπομπών CO2. Εν προκειμένω πρέπει να υπογραμμιστεί ότι οι δύο προθεσμίες που προβλέπονται στην πρόταση για την αναδιάρθρωση των ΤΤ και των ΕΤΚ με βάση τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα δεν είναι βέβαια τυχαίες αλλά αντιθέτως «συμβολικές», εφόσον το 2008 αρχίζει να ισχύει το πρωτόκολλο του Κυότο και το 2010 είναι το έτος κατά το οποίο, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ελπίζουν ότι οι εκπομπές CO2 των καινούριων αυτοκινήτων δεν θα υπερβαίνουν τα 120 g/km.

4.3

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει εξάλλου ότι στόχοι της οδηγίας θα επιτευχθούν μόνον εάν τα κράτη μέλη εφαρμόσουν πιστά τις κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις της, χωρίς παρεκκλίσεις που ενδεχομένως οδηγήσουν σε διεύρυνση της ήδη υπερβολικής κατάτμησης της αγοράς ή, ακόμη χειρότερα, σε αύξηση των φορολογικών επιβαρύνσεων των αυτοκινητιστών.

4.4

Η φορολογία είναι πράγματι ένα ιδιαίτερα λεπτό ζήτημα και αποτελεί αρμοδιότητα των κρατών μελών. Συνεπώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει εκτενέστερα και πιο καταναγκαστικά την αρχή της επικουρικότητας από όσο η ίδια η πρόταση.

4.5

Για παράδειγμα η πρόταση προβλέπει τη διαρθρωτική αλλαγή της φορολογίας αλλά με ουδέτερο αποτέλεσμα όσον αφορά το επίπεδο των εσόδων, δηλαδή χωρίς αύξηση του συνόλου των φόρων. Τούτο σημαίνει ότι η απώλεια φορολογικών εισπράξεων από την κατάργηση των ΤΤ ενδέχεται να συνοδευτεί από αντίστοιχη και παράλληλη αύξηση των ΕΤΚ και, εάν χρειαστεί, από άλλα φορολογικά μέτρα σύμφωνα με την οδηγία για τη φορολογία των ενεργειακών προϊόντων (7).

4.6

Εξάλλου η καθιέρωση άμεσης σχέσης μεταξύ φορολογίας αυτοκινήτων και CO2 αποτελεί μία μόνον πτυχή, σημαντική βέβαια, που πρέπει να εισαχθεί στη σφαιρική στρατηγική μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, που πρέπει να αναπτυχθεί με ολική προσέγγιση του προβλήματος και να διασφαλίζει συνοχή με τις άλλες κοινοτικές πολιτικές.

4.7

Με βάση τα ανωτέρω η ΕΟΚΕ συνιστά, πέρα από τον συνήθη έλεγχο των εθνικών διατάξεων για την εφαρμογή της οδηγίας καθώς και τη συμφωνία αυτών των διατάξεων με την οδηγία, να προωθήσει η Επιτροπή την ανταλλαγή πληροφοριών με τα κράτη μέλη, αλλά και μεταξύ τους, με συντομότερες προθεσμίες από την πενταετία που προβλέπεται για την έκθεση επί της εφαρμογής της οδηγίας.

5.   Ειδικές παρατηρήσεις

5.1

Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ ορισμένες άλλες πτυχές της υπό εξέταση πρότασης θα μπορούσαν να δημιουργήσουν προβλήματα κατά την μεταφορά της οδηγίας με κίνδυνο να υπάρξουν διαφορετικές εφαρμογές από τα κράτη μέλη. Συγκεκριμένα:

5.1.1

Η σταδιακή αλλαγή της φορολογίας θα πρέπει να υλοποιηθεί με ισόρροπο τρόπο προκειμένου οι πολίτες που έχουν αγοράσει ένα αυτοκίνητο που υπόκειται σε ΤΤ να μην επιβαρυνθούν κατόπιν με μια απρόβλεπτη και σημαντική αύξηση των ΕΤΚ.

5.1.2

Η χρήση του «συντελεστή CO2» στη φορολογία πρέπει να εφαρμοστεί συντονισμένα σε όλα τα κράτη μέλη ώστε να αποφευχθούν νέοι κατακερματισμοί της αγοράς.

5.2

Εν προκειμένω η Επιτροπή θα πρέπει, το συντομότερο δυνατό, να προτείνει στα κράτη μέλη κατάλληλες λύσεις σε δύο προβλήματα που θα εμφανιστούν εάν η οδηγία εγκριθεί με τη σημερινή της διατύπωση.

5.2.1

Το πρώτο πρόβλημα αφορά τα αυτοκίνητα που έχουν ταξινομηθεί πριν από τον Ιανουάριο του 2001. Πράγματι:

Οι εκπομπές CO2 σε γραμμάρια ανά χιλιόμετρο είναι διαθέσιμες για όλα τα επιβατικά αυτοκίνητα που έχουν ταξινομηθεί από τον Ιανουάριο του 1997· προηγουμένως δεν υπήρχαν στοιχεία.

Μεταξύ 1997 και 2000 οι εκπομπές CO2 έχουν υπολογιστεί με βάση τον ευρωπαϊκό κύκλο οδήγησης, που τροποποιήθηκε κατόπιν από την 1η Ιανουαρίου 2001 και για το λόγο αυτό τα στοιχεία των εκπομπών μεταξύ των δύο περιόδων δεν ταιριάζουν απόλυτα.

Κατά συνέπεια η φορολογία που αναφέρεται σε μία αντικειμενική και ομοιογενή παράμετρο θα μπορούσε να εφαρμοστεί μόνο στα επιβατικά αυτοκίνητα που ταξινομήθηκαν από τον Ιανουάριο του 2001και μετά.

5.2.2

Το δεύτερο πρόβλημα που πρέπει να επιλυθεί αφορά τα κράτη μέλη όπου τα ΕΤΚ υπολογίζονται σήμερα με βάση τη δύναμη του κινητήρα σε Kilowatt. Το σύστημα αυτό φαίνεται να διασφαλίζει μεγαλύτερη προοδευτικότητα σε σχέση με το φόρο που λαμβάνει υπόψη μόνο την παράμετρο CO2. Εάν σε αυτά τα κράτη τα ΕΤΚ βασίζονταν εξ ολοκλήρου στις εκπομπές CO2 θα σημειωνόταν αύξηση του φόρου των μικρών αυτοκινήτων και σημαντική μείωση του φόρου των μεγαλύτερων αυτοκινήτων, που έχουν ισχυρότερο κινητήρα και μολύνουν περισσότερο, με το παράδοξο αποτέλεσμα να επιτυγχάνεται το αντίθετο από το επιδιωκόμενο. Είναι συνεπώς απαραίτητο να προβλεφθούν από τώρα διορθωτικές επιλογές του συστήματος.

5.3

Είναι βασικό να εφαρμόσουν τα κράτη μέλη, στο τμήμα του φόρου που αφορά τις εκπομπές CO2, μία σαφή, άμεση και διαφανή σχέση μεταξύ φορολογικής εισφοράς και εκπομπών CO2 κάθε οχήματος, με στόχο την αποφυγή αυθαίρετης δημιουργίας περαιτέρω διαφοροποιήσεων βασισμένων σε τεχνικές παραμέτρους όπως ο κυβισμός, οι διαστάσεις κλπ., που αποτελούν την αιτία στρεβλώσεων της αγοράς.

5.4

Η μεταφορά της οδηγίας θα πρέπει να είναι και τεχνολογικά ουδέτερη, και να λαμβάνονται υπόψη μόνο οι επιδόσεις του αυτοκινήτου όσον αφορά το CO2, χωρίς να χορηγούνται πλεονεκτήματα σε μια τεχνολογία σε βάρος κάποιας άλλης. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί στην περίπτωση όπου η εφαρμογή των νέων κανόνων θα επιβάρυνε τα αυτοκίνητα με κινητήρα ντίζελ, τεχνολογία στην οποία η Ευρώπη διατηρεί ακόμη ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των μη ευρωπαίων κατασκευαστών. Εν προκειμένω εκπλήσσει το ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ευθυγραμμίσουν τους φόρους για τα αυτοκίνητα ντίζελ με τους φόρους για τα βενζινοκίνητα, χωρίς να λαμβάνει υπόψη ότι τα αυτοκίνητα ντίζελ εκπέμπουν λιγότερο CO2 από τα βενζινοκίνητα οχήματα.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  Στοιχεία του 2003. Δεν υπάρχουν πιο πρόσφατα και πλήρη στοιχεία για την Ευρώπη των 25.

(2)  ΔΕΝ εφαρμόζουν τα τέλη ταξινόμησης: η Δημοκρατία της Τσεχίας, η Εσθονία, η Γαλλία (όπου ωστόσο υπάρχει η άδεια κυκλοφορίας που φορολογείται με τέλη παρόμοια με τα ΤΤ), η Γερμανία, η Λιθουανία, το Λουξεμβούργο, η Σουηδία, η Σλοβακία, το Ηνωμένο Βασίλειο.

(3)  ΔΕΝ εφαρμόζουν τα ΕΤΚ: Η δημοκρατία της Τσεχίας, η Εσθονία, η Γαλλία, η Λιθουανία, η Πολωνία, η Σλοβενία, η Σλοβακία.

(4)  COM(2002) 431 τελικό της 6.9.2002.

(5)  Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το ΕΚ: COM(95) 689 τελικό και συμπεράσματα του Συμβουλίου της 25.6.1996.

(6)  Η Επιτροπή έχει υπολογίσει ότι η μείωση κατά 50 % των ΤΤ, στα κράτη μέλη με υψηλά ΤΤ ενδέχεται να μειώσει κατά 10 % έως 25 % την τιμή των αυτοκινήτων.

(7)  ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σελ. 51.


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/84


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη»

COM(2005) 447 τελικό — 2005/0183 COD

(2006/C 195/22)

Στις, 2 Δεκεμβρίου 2005 και σύμφωνα με το άρθρο 175 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την:

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου και περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Απριλίου 2006 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. BUFFETAUT.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την παρούσα γνωμοδότηση με 72 ψήφους υπέρ, 5 κατά και 9 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

H ΕΟΚΕ εγκρίνει σαφώς τους γενικούς στόχους της θεματικής στρατηγικής για την ατμοσφαιρική ρύπανση και την πρόταση οδηγίας που αποτελεί την νομοθετική της μεταφορά.

1.2

Σε ό,τι αφορά την θεματική στρατηγική η οποία δεν είναι δυνατόν να διαχωριστεί από την νομοθετική πρόταση, όπως αναφέρεται ρητά στο σημείο 4.1.1 της στρατηγικής, η ΕΟΚΕ:

συμφωνεί απόλυτα με την πρόθεση να ενσωματωθούν κατά τρόπο εγκάρσιο οι στόχοι που έχουν τεθεί για την ποιότητα του αέρα στις άλλες κοινοτικές πολιτικές·

καλεί την Επιτροπή να αναθεωρήσει τα ενεργειακά σενάρια που ανέπτυξε στο υπόδειγμα PRIMES, που φαίνεται ότι περιλαμβάνουν ανακρίβειες, πράγμα που θα έχει ως συνέπεια την τροποποίηση της βάσης αναφοράς CAFΕ (Clean Air For Europe).

1.3

Σε ό,τι αφορά την πρόταση οδηγίας, η ΕΟΚΕ:

υποστηρίζει πλήρως την επιδίωξη της απλοποίησης, της αποσαφήνισης και της κωδικοποίησης της νομοθεσίας που αφορά την ποιότητα του αέρα·

συμφωνεί με την πρόθεση να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των υφιστάμενων νομοθετικών διατάξεων εκ μέρους των κρατών μελών·

προτείνει να μετατεθούν οι ημερομηνίες που επελέγησαν για τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις της οδηγίας, από το 2015 στο 2020 για τα ανώτατα όρια συγκέντρωσης ΑΣ2,5 και από το 2020 στο 2025 για τη μείωση της εκθέσεως του ανθρώπου, λόγω του χρόνου που απαιτείται για την ολοκλήρωση της νομοθετικής διαδικασίας και των προθεσμιών που είναι απαραίτητες για την θέση σε λειτουργία των σταθμών μέτρησης στα κράτη μέλη, καθώς και λόγω του κόστους των αναγκαίων επενδύσεων·

φρονεί ότι θα ήταν χρήσιμο να προβλεφθεί μεταβατική περίοδος κατά την οποία τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να προσεγγίσουν τις επιδιωκόμενες τιμές για τη συγκέντρωση, πριν καθορισθούν υποχρεωτικά ανώτατα όρια·

ζητεί τα λεπτά σωματίδια που έχουν φυσική προέλευση να εξαιρεθούν του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας.

2.   Εισαγωγή

2.1

Η θεματική στρατηγική και η πρόταση οδηγίας εντάσσονται στο πλαίσιο του έκτου κοινοτικού προγράμματος δράσης για το περιβάλλον (6ο ΠΔΠ, δημοσιεύθηκε στις 10/09/2002 (1)) και της ανακοίνωσης «Καθαρός αέρας για την Ευρώπη (Clean Air For Europe [CAFΕ] του 2001). Το 6ο ΠΔΠ έθεσε τον φιλόδοξο στόχο της επίτευξης “επιπέδων ποιότητας του αέρα που να μην προκαλούν απαράδεκτες επιπτώσεις και κινδύνους στην ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον”».

Στο σημείο 4.1.1 της στρατηγικής αναφέρεται: «Στην παρούσα Στρατηγική επισυνάπτεται νομοθετική πρόταση (…)». Καθίσταται λοιπόν σαφές ότι τα δύο κείμενα είναι αλληλένδετα και ότι συνεπώς για να διατυπωθεί μία γνώμη για την πρόταση οδηγίας είναι σκόπιμο να εξεταστεί πρώτα η στρατηγική η οποία αποτελεί, κατά κάποιο τρόπο, το γενικό πλαίσιο και στην οποία ορίζονται οι στρατηγικοί στόχοι της Επιτροπής στον τομέα της ποιότητας του αέρα.

2.2   Μία θεματική στρατηγική

2.2.1

Η θεματική στρατηγική που υποβλήθηκε θέτει ενδιάμεσους στόχους στον τομέα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Ζητεί να εκσυγχρονιστεί η ισχύουσα νομοθεσία και να επικεντρωθεί περισσότερο στους πλέον βλαβερούς ρύπους καθώς και να καταβληθούν επιπλέον προσπάθειες ώστε οι ανησυχίες που έχουν διατυπωθεί σχετικά με το περιβάλλον να ληφθούν υπόψη και στις άλλες πολιτικές και προγράμματα.

2.2.2

Ωστόσο, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί σε ό,τι αφορά τις εκπομπές των κύριων ατμοσφαιρικών ρύπων, εάν δεν ληφθούν συμπληρωματικά μέτρα, τα περιβαλλοντικά και υγειονομικά προβλήματα δεν είναι, ούτως ή άλλως, δυνατόν να επιλυθούν έως το 2020, ακόμη και εάν εφαρμοστεί πλήρως η ισχύουσα νομοθεσία.

2.2.3

Η Επιτροπή προτείνει στο πλαίσιο αυτό:

την απλοποίηση των υφιστάμενων διατάξεων και την συγχώνευση της οδηγίας-πλαίσιο του 1996, των τριών «θυγατρικών» οδηγιών (της πρώτης του 1999, της δευτέρας του 2000 και της τρίτης του 2003) και της απόφασης για την ανταλλαγή πληροφοριών (1997). Η τέταρτη «θυγατρική» οδηγία του 2004 προβλέπεται ότι θα ενσωματωθεί μεταγενέστερα μέσω κωδικοποίησης·

την εισαγωγή νέων προτύπων για την ποιότητα του αέρα σε ό,τι αφορά τα λεπτά σωματίδια που υπάρχουν στην ατμόσφαιρα (ΑΣ 2,5)·

την αναθεώρηση της οδηγίας για τα εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών (Εθνικά Ανώτατα Όρια Εκπομπών του 2002).

Οι πιο πάνω προτάσεις ανταποκρίνονται στην ανάγκη απλοποίησης και αποσαφήνισης της νομοθεσίας, καθώς και στην ανάγκη βελτίωσης της εφαρμογής της.

2.2.4

Το άλλο σκέλος της στρατηγικής εστιάζει στην καλύτερη ενσωμάτωση των ανησυχιών που συνδέονται με την ποιότητα του αέρα στις άλλες κοινοτικές πολιτικές: ενέργεια, σταθμοί καύσης μικρού μεγέθους, χερσαίες, αεροπορικές και θαλάσσιες μεταφορές, γεωργία, διαρθρωτικά ταμεία.

2.2.5

Η στρατηγική θα επανεξεταστεί το 2010 και τα αποτελέσματα που θα προκύψουν θα ενσωματωθούν στην τελική αξιολόγηση του 6ου ΠΔΠ.

3.   Η πρόταση οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και για καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη

3.1

Η πρόταση οδηγίας αποσκοπεί στην θέση σε εφαρμογή, με πρακτικό τρόπο, του νομοθετικού σκέλους της στρατηγικής και, πιο συγκεκριμένα, στην συγχώνευση των διατάξεων των πέντε νομοθετικών πράξεων που προαναφέρθηκαν σε μία.

3.2

Οι σημαντικότερες τροποποιήσεις περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ που αφορά τη διαχείριση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα. Δεν προτείνεται η τροποποίηση των υφιστάμενων οριακών τιμών για την ποιότητα του αέρα, αλλά η ενίσχυση των κειμένων διατάξεων, ώστε τα κράτη μέλη να έχουν την υποχρέωση να προετοιμάζουν και να εφαρμόζουν σχέδια και προγράμματα για την αντιμετώπιση των περιπτώσεων μη συμμόρφωσης προς τις οριακές τιμές.

3.3

Το δεύτερο μείζον σημείο αφορά τα λεπτά σωματίδια (ΑΣ 2,5). Τα σωματίδια αυτά είναι πιο επικίνδυνα από τα σωματίδια μεγαλύτερου μεγέθους. Είναι συνεπώς απαραίτητη μία προσέγγιση για τον έλεγχο των σωματιδίων ΑΣ 2,5, η οποία να συμπληρώνει τους ήδη εκτελούμενους ελέγχους για τα σωματίδια ΑΣ 10.

3.4

Η Επιτροπή προτείνει να οριστεί μία οριακή τιμή για την συγκέντρωση των ΑΣ 2,5 στον ατμοσφαιρικό αέρα προκειμένου να αποφευχθούν οι αδικαιολόγητα υψηλοί κίνδυνοι για τον πληθυσμό, στόχος που πρέπει να επιτευχθεί έως το 2010. Ο στόχος αυτός συμπληρώνεται με άλλους μη δεσμευτικούς στόχους που αποβλέπουν στη μείωση, γενικά, της έκθεσης του πληθυσμού στα λεπτά σωματίδια μεταξύ 2010 και 2020 σε κάθε κράτος μέλος.

3.5

Το κεφάλαιο V προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μεριμνούν για την ενημέρωση του κοινού και των οργανισμών και ενώσεων που έχουν σχέση με το θέμα της ποιότητας του περιβαλλοντικού αέρα προκειμένου να τηρηθούν οι υποχρεώσεις της συμβάσεως του Aarhus. Τα κράτη μέλη θα πρέπει φυσικά να μεριμνήσουν επίσης ώστε να μεταβιβάζονται οι απαραίτητες πληροφορίες στην Eπιτροπή. Για να διευκολυνθεί η μεταβίβαση των στοιχείων αυτών, η Eπιτροπή προτείνει να υιοθετηθεί ένα ηλεκτρονικό σύστημα που να βασίζεται σε ένα σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών στα πλαίσια της υποδομής INSPIRE.

3.6

Eντούτοις, προκειμένου οι πληροφορίες που συλλέγονται να είναι επαρκώς αντιπροσωπευτικές και συγκρίσιμες, προβλέπονται για την αξιολόγηση του ατμοσφαιρικού αέρα τυποποιημένες τεχνικές μέτρησης και κοινά κριτήρια για τον αριθμό και την θέση των σταθμών μέτρησης.

4.   Γενικές παρατηρήσεις

Α)   Θεματική στρατηγική

4.1

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί απόλυτα με τους γενικούς στόχους της στρατηγικής και της πρότασης οδηγίας. Ωστόσο, το πραγματικό ζήτημα, πέραν από τους αξιέπαινους στόχους, είναι η σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας, η σκοπιμότητα των προτεινόμενων μέτρων — που είναι σχετικά εύκολο να υλοποιηθούν σε ό,τι αφορά τις σημειακές πηγές αλλά σαφώς δυσκολότερο για τις διάχυτες πηγές — και οι πραγματικές επιπτώσεις τους τόσο στο επίπεδο της βελτίωσης της ποιότητας του αέρα, όσο και στο οικονομικό επίπεδο.

4.2

Η Επιτροπή φρονεί ότι η επίτευξη των στόχων της στρατηγικής θα έχει κόστος 7,1 δισεκατομμύρια ευρώ ανά έτος, τα οποία θα προστίθενται στα ποσά που ήδη δαπανώνται για την καταπολέμηση της ρύπανσης του ατμοσφαιρικού αέρα (περίπου 60 δισ. ευρώ ετησίως), από τις δαπάνες ωστόσο για την υγεία θα εξοικονομούνται 42 δισεκατομμύρια ανά έτος. Κατά συνέπεια, οι μακροοικονομικές επιπτώσεις θα είναι ιδιαίτερα θετικές. Ωστόσο, η καθημερινή οικονομική πραγματικότητα κινείται στο μικροοικονομικό επίπεδο. Η Επιτροπή πιστεύει εντούτοις ότι, εάν χρησιμοποιηθούν όλες οι διαθέσιμες τεχνικές, το όφελος θα υπερβεί το κόστος. Η δυσκολία έγκειται στο γεγονός ότι, αφενός, το κόστος είναι σχετικά εύκολο να εκτιμηθεί, ενώ τα αναμενόμενα οφέλη είναι σαφώς πιο δύσκολο να υπολογισθούν και, αφετέρου, ότι οι τρόποι υπολογισμού της μείωσης των δαπανών για την δημόσια υγεία δεν φαίνονται αρκετά σαφείς. Ωστόσο, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι το κόστος της αμερικανικής ρύθμισης είναι υψηλότερο από το κόστος που θα προκύψει από την ευρωπαϊκή ρύθμιση.

4.3

Η πρόθεση της απλοποίησης, αποσαφήνισης και κωδικοποίησης είναι θετική. Πράγματι, ο πολύπλοκος και δυσνόητος χαρακτήρας ορισμένων νομοθετικών διατάξεων οδηγεί αναπόφευκτα σε διαφορές ως προς την εφαρμογή τους και σε στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και, κατ'επέκταση, δεν επιτρέπει να διαμορφωθεί ακριβής εικόνα για την ποιότητα του αέρα στην Ευρώπη.

4.4

Η νομοθετική προσέγγιση που προτείνεται πρέπει συνεπώς να υποστηριχθεί.

4.5

Εντούτοις, είναι λυπηρό το ότι η Επιτροπή δεν εξέτασε το ρόλο που θα έπρεπε να διαδραματίζουν οι τοπικές αρχές, και κυρίως οι πόλεις, στον τομέα των μεταφορών (πολιτική εναλλακτικών τρόπων μεταφοράς, δημόσιες μεταφορές, απομάκρυνση της κυκλοφορίας των βαρέων οχημάτων, κλπ). Επιπλέον, οι τοπικές αρχές, και ιδίως οι κοινότητες, διαδραματίζουν στην πραγματικότητα καθοριστικό ρόλο σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη εφαρμογή των διατάξεων που υιοθετήθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ιδίως σε ό,τι αφορά τα μέτρα.

4.6

Στο ίδιο πνεύμα, είναι επιθυμητό να υπογραμμιστεί ο ρόλος που μπορούν να διαδραματίσουν οι ΜΚΟ με περιβαλλοντικό προσανατολισμό και ορισμένοι οργανισμοί οι οποίοι είναι ειδικευμένοι σε θέματα υγείας ή σε κοινωνικά θέματα, καθώς και, ευρύτερα, η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών, προκειμένου να γίνουν αντιληπτοί οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει η δημόσια υγεία και η υγεία στον τόπο εργασίας.

4.7

Τέλος, σε ό,τι αφορά την προστασία των οικοσυστημάτων έχει ήδη σημειωθεί πρόοδος ως προς τα οξείδια του αζώτου, το διοξείδιο του θείου και την αμμωνία. Η καλύτερη εφαρμογή και η απλοποίηση της νομοθεσίας προβλέπεται ότι θα δώσουν ακόμη καλύτερα αποτελέσματα στον τομέα αυτό.

Β)   Πρόταση οδηγίας

4.8

Η πρόθεση να ελέγχονται τα επίπεδα των λεπτών σωματιδίων στον ατμοσφαιρικό αέρα, επειδή έχουν επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία, είναι κατανοητή. Ωστόσο, ο καθορισμός οριακών τιμών προσκρούει σε μία δυσκολία αρχής δεδομένου ότι η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει ένα όριο για την προστασία της υγείας (2). Επιπλέον, υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα σε ό,τι αφορά τη μέτρηση των αιωρούμενων σωματιδίων και τη χημική σύνθεση των σωματιδίων εκείνων που καθιστούν τα αιωρούμενα σωματίδια λίγο ή πολύ επιβλαβή για την υγεία, καθώς οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται δεν επιτρέπουν σαφή καθορισμό.

4.9

Εύλογα τίθεται το ερώτημα κατά πόσον θα ήταν σκοπιμότερο να καθοριστούν τιμές-στόχοι αντί για οριακές τιμές. Εξάλλου, η προθεσμία που έχει προταθεί φαίνεται αρκετά βραχεία (2010), ενώ η νομοθετική διαδικασία εγκαινιάζεται στα τέλη του 2005, γεγονός που, εάν ληφθεί υπόψη η βραδύτητά της, ενδέχεται να αφήσει ελάχιστο χρόνο στα κράτη μέλη για να συμμορφωθούν στους νέους κανόνες.

5.   Ειδικές παρατηρήσεις

5.1   Η θεματική στρατηγική

5.1.1

H ΕΟΚΕ επικροτεί τις ευρείες διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη στις οποίες προέβη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και συμφωνεί απόλυτα με την πρόθεση να ενσωματωθούν κατά τρόπο εγκάρσιο οι στόχοι που έχουν τεθεί για την ποιότητα του αέρα στις άλλες κοινοτικές πολιτικές. Ωστόσο η χρονική πίεση δυσχέρανε τις εργασίες και πιθανόν να μην έγιναν όλες οι απαραίτητες επαληθεύσεις. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία σε ό,τι αφορά τα στρατηγικά σενάρια που επελέγησαν.

5.1.2

Τα σενάρια αυτά αναπτύσσονται στο υπόδειγμα Primes. Διαπιστώνονται ωστόσο ορισμένες ανακρίβειες σε ό,τι αφορά τις προβλέψεις ανάπτυξης, την διείσδυση του αερίου σε σχέση με τον άνθρακα, την έλλειψη ισορροπίας μεταξύ εισαγωγών και εξαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ των κρατών μελών.

5.1.3

Εντούτοις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε λάβει υπό σημείωση αυτό το γεγονός και είχε ζητήσει από το Διεθνές Ινστιτούτο Εφαρμοσμένης Ανάλυσης Συστημάτων (ΙΙΑSA) να οργανώσει διμερείς διαβουλεύσεις με όλα τα κράτη μέλη μεταξύ Απριλίου και Σεπτεμβρίου 2005, ώστε να βελτιωθούν τα ενεργειακά σενάρια στα πλαίσια της αναθεωρήσεως της οδηγίας για τα εθνικά όρια εκπομπών που μόλις άρχισε να ισχύει.

5.1.4

Αυτή τη στιγμή επιτελείται μία σημαντική ενημέρωση των ενεργειακών σεναρίων του υποδείγματος PRΙMΕS. Οι πιο σημαντικές τροποποιήσεις είναι οι εξής:

μικρότερη διείσδυση του αερίου και διάθεση μεγαλύτερου μέρους στον άνθρακα·

μεγαλύτερη συνέπεια μεταξύ εισαγωγών και εξαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ κρατών·

διάθεση μεγαλύτερου μέρους της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στον πυρηνικό τομέα·

προσαρμογή των προβλέψεων για το κόστος των καυσίμων και την εξέλιξη της οικονομικής μεγέθυνσης.

5.1.5

Συνεπώς, θα πρέπει να αναθεωρηθούν τα ενεργειακά σενάρια CAFE, πράγμα που θα έχει ως συνέπεια την τροποποίηση της βάσης αναφοράς CAFE και επομένως των φιλόδοξων επιπέδων που επελέγησαν.

5.1.6

Επιπλέον, θα πρέπει να διασφαλισθεί η συνοχή μεταξύ της στρατηγικής αυτής και άλλων πολιτικών που εφαρμόζει η Ε.Ε. Η καύση οικιακής ξυλείας, π.χ., προκαλεί την εκπομπή σωματιδίων ΑΣ2,5, η Επιτροπή ωστόσο ενθαρρύνει τη χρήση του ξύλου ως εναλλακτική πηγή ενέργειας, πράγμα που απαιτεί τη θέση σε εφαρμογή τεχνικών φιλτραρίσματος του καπνού. Ένα άλλο παράδειγμα που θα μπορούσε να αναφερθεί, στο πλαίσιο αυτό, είναι ο άνθρακας.

5.1.7

Συνεπώς, πρέπει να αναγνωρισθεί ότι η θεματική στρατηγική λαμβάνει υπόψη τομείς που συχνά παραμελούνται, όπως είναι η γεωργία και η θαλάσσια ναυσιπλοΐα. Είναι ωστόσο αξιοπερίεργο το γεγονός ότι δεν εξετάζεται ο τομέας των εναέριων μεταφορών και πιο συγκεκριμένα τα αέρια που εκπέμπονται κατά την απογείωση και την προσγείωση. Θα πρέπει, εντούτοις, να αναμένονται κατά την εφαρμογή δυσκολίες πολιτικής τάξεως: για παράδειγμα, η μείωση των εκπομπών SO2 και NOx που προέρχονται από τα πλοία θα απαιτήσει μακροχρόνιες και δύσκολες διεθνείς διαπραγματεύσεις. Πρέπει επίσης να ληφθεί μέριμνα ώστε οι δυσκολίες που απαντώνται κατά την υλοποίηση των στόχων σε ορισμένους τομείς (π.χ. στη γεωργία σε ό,τι αφορά το άζωτο και την αμμωνία) να μην έχουν ως αποτέλεσμα να αυξηθεί η πίεση σε άλλους στόχους, που είναι πιο εύκολο να καθοριστούν, όπως αυτοί που συνδέονται με τις βιομηχανικές ζώνες.

5.2   Η πρόταση οδηγίας

5.2.1

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την απλοποίηση των υφιστάμενων διατάξεων και την συγχώνευση της οδηγίας πλαίσιο του 1996 με την 1η, 2η και 3η θυγατρική οδηγία και με την απόφαση για την ανταλλαγή πληροφοριών. Η ύπαρξη πολλών ανομοιογενών νομοθεσιών παρεμποδίζει την ορθή εφαρμογή τους και η αντικατάσταση των πέντε αυτών πράξεων με μια ενιαία οδηγία αποτελεί χρήσιμη πρωτοβουλία.

5.2.2

Συμφωνεί επίσης με τη χρήση τυποποιημένων τεχνικών μέτρησης και κοινών κριτηρίων σε ό,τι αφορά τον αριθμό των σταθμών μέτρησης και την τοποθεσία τους (κεφάλαιο ΙΙ). Διαπιστώνει ωστόσο ότι ορισμένες τοπικές αρχές εξέφρασαν ανησυχίες για το κόστος της εγκατάστασης των οργάνων μέτρησης.

5.2.3

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει επίσης την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να μην τροποποιηθούν οι οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρος αλλά να ενισχυθούν οι υφιστάμενες διατάξεις ώστε τα κράτη μέλη να υποχρεωθούν να καταρτίσουν και να υλοποιήσουν σχέδια δράσης για την πραγματική τήρηση των οριακών τιμών (άρθρο 13). Η πραγματική αυτή συμμόρφωση προς τα υφιστάμενα πρότυπα αποτελεί στόχο προτεραιότητας ο οποίος θα φέρει σημαντικά ευεργετικά αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την ποιότητα του αέρα και την προστασία της ανθρώπινης υγείας.

5.2.4

Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι κύριο σημείο της πρότασης οδηγίας είναι η καθιέρωση ενός ανώτατου ορίου συγκέντρωσης για τα λεπτά σωματίδια ΑΣ2,5 στον ατμοσφαιρικό αέρα, στόχος ο οποίος θα πρέπει να επιτευχθεί έως το 2010, θα πρέπει δε να συνδυασθεί με τον μη δεσμευτικό στόχο της μείωσης της έκθεσης του ανθρώπου στα λεπτά σωματίδια ΑΣ2,5 μεταξύ 2010 και 2020 (-20 %).

5.2.5

Τονίζει ότι τα διαθέσιμα στοιχεία για τα λεπτά σωματίδια και τις επιπτώσεις τους είναι ανεπαρκή και ανακριβή. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αναγνωρίζει ότι είναι αδύνατο να καθορισθεί το κατάλληλο όριο για την προστασία της υγείας και η Επιστημονική Επιτροπή για την Υγεία και τους Περιβαλλοντικούς Κινδύνους αναγνωρίζει ότι οι γνώσεις που διαθέτουμε σήμερα σχετικά με τα λεπτά σωματίδια και τις επιπτώσεις τους στην υγεία δεν είναι επαρκείς μακροπρόθεσμα.

5.2.6

Η ΕΟΚΕ θεωρεί σκοπιμότερο να καθορισθούν, σε ένα πρώτο στάδιο, τιμές προς επίτευξη παρά ένα ανώτατο όριο συγκέντρωσης. Στην αντίθετη περίπτωση, κρίνει ότι η προθεσμία που όρισε η Επιτροπή θα αποδειχθεί υπερβολικά βραχεία δεδομένου ότι η νομοθετική διαδικασία άρχισε μόλις στα τέλη του 2005. Συνεπώς, τα κράτη μέλη διαθέτουν πολύ λίγο χρόνο για να συμμορφωθούν ενώ, ήδη από τώρα, ορισμένα από αυτά δεν έχουν κατορθώσει να συμμορφωθούν προς τα υπάρχοντα πρότυπα, εν μέρει διότι καθυστέρησαν να τα εφαρμόσουν. Εξάλλου, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι είναι πιο δύσκολο για τα μικρότερα κράτη μέλη να τηρήσουν τα ανώτατα όρια συγκέντρωσης διότι υφίστανται ένα επιπλέον μειονέκτημα λόγω της μικρότερης διασποράς της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Προτείνει λοιπόν η ΕΟΚΕ να οριστούν τιμές στόχοι αντί για ανώτατα όρια συγκέντρωσης. Πράγματι, τα πρότυπα που προτείνονται θα απαιτούσαν από τα κράτη μέλη και/ή τις τοπικές αρχές να καταβάλουν τεράστιες προσπάθειες για την θέση σε λειτουργία σταθμών μέτρησης, διαδικασία η οποία θα ήταν χρονοβόρος και θα απαιτούσε την πραγματοποίηση σημαντικών επενδύσεων. Τα ΑΣ10 μετρώνται ορθά και είναι μετρήσιμα, και επιπλέον εναποτίθενται ταχέως. Ωστόσο, θα πρέπει τα αποτελέσματα αυτά να αξιολογούνται και, στη συνέχεια, να ελέγχεται, εάν μπορούν να τηρούνται από τα κράτη μέλη. Τα ΑΣ2,5 παρουσιάζουν πραγματική δυσκολία στη μέτρησή τους και είναι εξαιρετικά πτητικά. Συνεπώς, μετακινούνται εύκολα στην ατμόσφαιρα και αποτελούν διασυνοριακούς ρύπους. Εξάλλου, υφίστανται λεπτά σωματίδια με φυσική προέλευση, όπως π.χ. το θαλασσινό αλάτι, τα οποία θα ήταν σκόπιμο να μην λαμβάνονται υπόψη.

5.2.7

Επιπροσθέτως, η μέτρηση των ΑΣ2,5 δεν έχει ακόμη εναρμονιστεί στην Ευρώπη. Πράγματι, η πρώτη θυγατρική οδηγία συνιστά την υιοθέτηση μιας βαρυμετρικής μεθόδου αναφοράς για την μέτρηση των αιωρούμενων σωματιδίων. Καθώς η χρήση της μεθόδου αυτής είναι χρονοβόρος και περίπλοκη, η οδηγία επιτρέπει επίσης τη χρήση εναλλακτικών μεθόδων μέτρησης, υπό τον όρο ότι όντως ισοδυναμούν με τις μεθόδους που δημοσιεύει η Επιτροπή. Στην πράξη, οι μέθοδοι αυτοί παρουσιάζουν συστηματική απόκλιση σε σχέση με τη μέθοδο αναφοράς και τα κράτη μέλη κάνουν χρήση διαφορετικών συντελεστών διόρθωσης ή δεν κάνουν καν χρήση συντελεστών διόρθωσης. Με την αβεβαιότητα που παρουσιάζουν οι μέθοδοι μέτρησης τίθεται το ερώτημα του κατά πόσον είναι λογικό να αναληφθούν τόσο ταχέως υποχρεώσεις σχετικά με νομικά δεσμευτικές οριακές τιμές.

5.2.8

Τέλος, η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας των προτεινόμενων μέτρων είναι δύσκολο να εκτιμηθεί επειδή απαιτείται σύγκριση μεταξύ βέβαιου κόστους και οφελών στον τομέα της δημόσιας υγείας, τα οποία είναι δύσκολο να αποτιμηθούν. Συνεπώς, υπάρχει ο κίνδυνος το οριακό κόστος των προτεινόμενων διατάξεων να είναι υψηλό σε σχέση με το περιορισμένο πραγματικό όφελος, πράγμα που επιβάλλει να εξετάζεται η σκοπιμότητα των επιλογών κατά την κατανομή των πόρων.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  ΕΕ L 242, 10.9.2002

(2)  Σε ό,τι αφορά την έκθεση των ανθρώπων στα ΑΣ2,5, η ΠΟY μόλις πρότεινε όριο 10 μg/m3.


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/88


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η κατάσταση της κοινωνίας των πολιτών στα Δυτικά Βαλκάνια»

(2006/C 195/23)

Με επιστολή της στις 14 Ιουνίου 2005, η Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κα Margot WALLSTRÖM, ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, βάσει του άρθρου 262 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να καταρτίσει διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα: «Η κατάσταση της κοινωνίας των πολιτών στα Δυτικά Βαλκάνια»

Το ειδικευμένο τμήμα «Εξωτερικές σχέσεις», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 27 Μαρτίου 2006 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της, που πραγματοποιήθηκε στις 17 και 18 Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 95 ψήφους υπέρ, καμία κατά και 1 αποχή.

Η ακόλουθη γνωμοδότηση συνάδει με το άρθρο 9 του Πρωτοκόλλου της συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής και αποτελεί απάντηση στο αίτημα της Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κας Margot Wallstrom για την κατάρτιση Γνωμοδότησης σχετικά με την Κατάσταση της Κοινωνίας των Πολιτών (ΚτΠ) στα Δυτικά Βαλκάνια προκειμένου να συμβάλει στις στρατηγικές εκτιμήσεις της στα πλαίσια της Διαδικασίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης (SAP).

H παρούσα γνωμοδότηση στοχεύει:

Να βοηθήσει την Επιτροπή και το Συμβούλιο με τον καλύτερο δυνατό τρόπο να επεξεργαστούν και να εφαρμόσουν πολιτικές, που θα βασίζονται σε στέρεο έδαφος και θα εξυπηρετούν ρεαλιστικούς και μετρήσιμους στόχους.

Να δώσει τη δυνατότητα στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη να κατανοήσει αυτές τις πολιτικές καλύτερα ώστε να αντιληφθεί τα θετικά στοιχεία της ΕΕ και να στηρίξει αυτές τις πολιτικές συνειδητά.

Να καταστήσει ευχερέστερη την αξιολόγηση, άρα και τη βελτίωση ή την αναθεώρηση των εφαρμοζομένων πολιτικών και δράσεων εφόσον χρειαστεί, στο βαθμό που οι στόχοι τους είναι σαφείς και αδιαμφισβήτητοι, κυρίως όσον αφορά τους άμεσους αποδέκτες τους.

Να βελτιώσει την εικόνα της ΕΕ και να αυξήσει το κύρος της διεθνώς, αλλά κυρίως στα πολύπαθα Δ. Βαλκάνια αποδεικνύοντας ότι αφουγκράζεται τις επείγουσες και ουσιαστικές ανάγκες των λαών της περιοχής, προσφέροντας τις γνώσεις που θα βοηθήσουν στην ευημερία τους.

Να καταδείξει τον ρόλο που μπορεί να παίξει στην περιοχή η ΕΟΚΕ ως γέφυρα μεταξύ των Ευρωπαϊκών οργανώσεων της ΚτΠ και τις τοπικές αντίστοιχες οργανώσεις.

1.   Επιτελική Σύνοψη

1.1   Επισημάνσεις ΕΟΚΕ

Η ΕΕ έχασε σε διεθνές και τοπικό επίπεδο ένα σημαντικό κομμάτι της αξιοπιστίας της κατά τη διάρκεια της Γιουγκοσλαβικής κρίσης με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται στην περιοχή ως ένας πολιτικά αδύναμος διεθνής παράγοντας που εξακολουθεί να μη γνωρίζει πλήρως την πραγματική κατάσταση στα Δ. Βαλκάνια και να μην μπορεί να συντονίσει τους διαφόρους φορείς του.

Σε αρκετές περιοχές των Δ. Βαλκανίων, με ιδιαίτερη έμφαση στο Κόσσοβο, δεν έχει εμπεδωθεί το αίσθημα ασφάλειας ενώ οι εθνοτικές διαφορές μπορούν, ανά πάσα στιγμή, να προκαλέσουν σφοδρή οξύτητα στα Δ. Βαλκάνια.

Η Ένωση Σερβίας και Μαυροβούνιου δεν ανταποκρίνεται επαρκώς στις προσδοκίες για τη δημιουργία μιας δημοκρατικής Ένωσης Κρατών.

Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη και το Κόσσοβο αποτελούν πολιτειακά μορφώματα (κατασκευές), τα οποία έχουν επιβληθεί από τους διεθνείς οργανισμούς και δεν είναι βέβαιο ότι θα διατηρηθούν στον χρόνο.

Τα κριτήρια της Κοπεγχάγης θεωρούνται βασικά και μη διαπραγματεύσιμα.

Ο καταλληλότερος δρόμος για την ανάπτυξη μίας ολοκληρωμένης σχετικής ευρωπαϊκής στρατηγικής περνά μέσα από την ΚτΠ και τις οργανώσεις της, η οποία έχει αρχίσει δειλά να παίζει τον ρόλο της.

Οι χώρες των Δ. Βαλκανίων χρειάζονται συνεχή, άμεση και σοβαρή ενίσχυση, τόσο σε επίπεδο τεχνογνωσίας όσο και σε οικονομικό επίπεδο (στήριξη των άμεσων και έμμεσων ξένων επενδύσεων).

Υπάρχει ανάγκη ενίσχυσης πολυφωνικού και πολυμερούς διαλόγου και της δημιουργίας δημοκρατικού νομοθετικού πλαισίου λειτουργίας της ΚτΠ.

Είναι άμεση προτεραιότητα η πάταξη της διαφθοράς και η ανάδειξη της δικαστικής εξουσίας σε στήριγμα της κοινωνίας.

Απαιτείται η χρηματοδότηση των οργανώσεων της ΚτΠ.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαία τη σύσταση Μεικτών Συμβουλευτικών Επιτροπών, όταν είναι ώριμες οι συνθήκες, με όλα τα Κράτη της περιοχής των Δ. Βαλκανίων.

1.2   Ο ρόλος και οι ευθύνες της ΕΟΚΕ

Η ΕΟΚΕ θεωρεί εαυτήν ιδιαίτερα κατάλληλη, με σημαντική τεχνογνωσία και αξιόλογους ανθρώπινους πόρους, για να παίξει έναν πιο ενεργό ρόλο στην ανάπτυξη των παραπάνω πολιτικών, γεγονός που πιστοποιείται με τη σημαντική της πρωτοβουλία να οργανώσει το 2006, στην έδρα της Forum, με τη συμμετοχή των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών των Δυτικών Βαλκανίων.

Προτίθεται να παράσχει τις καλές της υπηρεσίες, εφόσον της ζητηθεί, ώστε να φέρει σε επαφή τις οργανώσεις της ΚτΠ των Δ. Βαλκανίων με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές.

Μπορεί να αξιοποιηθεί από την Επιτροπή για τη διοργάνωση τοπικών ενημερωτικών συναντήσεων με την κοινωνία των πολιτών σε θέματα ειδικού ενδιαφέροντος και να καταστεί γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ αυτής και των διεθνών οργανισμών όπως το Δ.Ν.Τ, η Διεθνής Τράπεζα, η ΕΤΕπ κλπ.

Σε συνεργασία με την ΕΕ οφείλουν να σχεδιάσουν, να υποκινήσουν και να υποστηρίξουν συστηματικές αναλύσεις — μελέτες για την κοινωνική κατάσταση στα Δ. Βαλκάνια και την πρόοδο της ΚτΠ.

1.3   Η ΕΟΚΕ συνιστά και προτείνει:

Α)

Στις εθνικές και περιφερειακές πολιτικές δυνάμεις των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων:

Συνιστά στις χώρες των Δ. Βαλκανίων να προσεγγίσουν με μεγαλύτερη ένταση το κοινοτικό κεκτημένο, οι δε κυβερνήσεις τους να επιταχύνουν τις προσπάθειες εκδημοκρατισμού.

Όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να επιδείξουν ιδιαίτερο σεβασμό στις εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες.

Β)

Στα πολιτικά όργανα της Ένωσης:

Η Επιτροπή, να εντείνει τις προσπάθειες ολοκλήρωσης των διαδικασιών των συμφωνιών σταθεροποίησης και σύνδεσης με τα υπόλοιπα κράτη της περιοχής και να επιδείξει ισχυρότερη πολιτική βούληση και καλύτερο συντονισμό των πολιτικών και συμβουλευτικών της οργάνων για την προώθηση όλων των θεμάτων της Ατζέντας Θεσσαλονίκης.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί την Παιδεία ως το σημαντικότερο πεδίο στήριξης και ανάπτυξης των κοινωνιών των Δυτικών Βαλκανίων.

Οριστική διευθέτηση του θέματος της κρατικής υπόστασης του Κοσσόβου είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια, την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή.

Η ΕΕ να προχωρήσει και σε αξιολόγηση των οργανώσεων των κοινωνικών εταίρων όσον αφορά το καταστατικό και τους σκοπούς τους.

Γ)

Στις γειτονικές με τα Δυτικά Βαλκάνια χώρες-μέλη της Ένωσης και στις ευρωπαϊκές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών

Οι χώρες μέλη της Ε.Ε. να αναλάβουν δράσεις ενίσχυσης της ΚτΠ.

2.   Ιστορική προσέγγιση της κατάστασης της ΚτΠ στα Δυτικά Βαλκάνια

2.1

Εξετάζοντας την Κοινωνία των Πολιτών (1) στην περιοχή των Βαλκανίων, η Γνωμοδότηση επικεντρώνεται στις ακόλουθες χώρες: Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Κροατία, ΠΓΔΜ και Σερβία και Μαυροβούνιο, στις οποίες περιλαμβάνεται και το Κόσσοβο σύμφωνα με το Ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών 1244.

2.2

Στη Διάσκεψη Κορυφής της Θεσσαλονίκης (Ιούνιος 2003), η ΕΕ επιβεβαίωσε τη δέσμευσή της για την ενσωμάτωση στην Ένωση των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων (2), όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν. Η Διαδικασία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης (Stabilisation and Association Process — SAP) εμπλουτίστηκε με νέα μέσα για τη στήριξη των μεταρρυθμιστικών διεργασιών. Προσδιορίστηκαν οι βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες προτεραιότητες και το 2004 εγκρίθηκε η πρώτη δέσμη ευρωπαϊκών εταιρικών σχέσεων.

2.3

Ωστόσο, οι πολιτικές συνθήκες στην περιοχή παραμένουν ασταθείς. Η αστάθεια αυτή εκφράζεται με την μη επίλυση, ακόμη, του ζητήματος για το τελικό καθεστώς του Κοσσυφοπεδίου, τη ρευστή κατάσταση στις σχέσεις Σερβίας — Μαυροβουνίου και την αργή πρόοδο στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, η οποία ανά πάσα στιγμή μπορεί να ανακοπεί.

2.4

Οι αποστολές της Oμάδας Eπαφής της ΕΟΚΕ στην Κροατία, στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (21-22 Μαρτίου 2005), στη Σερβία και στο Μαυροβούνιο (26 Μαΐου 2005), στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας και στην Αλβανία ανέφεραν μια θετική ανταπόκριση στο υπό την ΕΟΚΕ διοργανωμένο Forum της Κοινωνίας των Πολιτών, αλλά έδωσαν έμφαση στις δυσκολίες για την πραγματοποίηση ενός εποικοδομητικού κοινωνικού διαλόγου και διαλόγου των οργανώσεων της ΚτΠ λόγω έλλειψης μιας πραγματικά αντιπροσωπευτικής συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων αλλά και της απουσίας πιστοποίησης και αυθεντικότητας (3) ορισμένων οργανώσεων, οι οποίες εμφανίζονται ως εκπρόσωποι της ΚτΠ. Η αλληλεπίδραση μεταξύ κυβερνήσεων και Κοινωνίας των Πολιτών έχει αυξηθεί βαθμιαία. Δεν έχει φθάσει όμως ακόμη στο αναγκαίο λειτουργικό επίπεδο, το οποίο επιφέρει ουσιαστικά αποτελέσματα και συνέργιες.

2.5

Η αδυναμία των δημοκρατικών θεσμών, το πολιτικό περιβάλλον και η κατάσταση της ασφάλειας στις χώρες της περιοχής, δεν επέτρεψαν μέχρι σήμερα έναν δομημένο κοινωνικό διάλογο με ανεξάρτητους και αντιπροσωπευτικούς κοινωνικούς εταίρους, ο οποίος πρέπει να προέλθει από τον εσωτερικό προβληματισμό των τοπικών κοινωνιών και στη συνέχεια να στηριχθεί από την ΕΕ, η οποία έχει πλούσια εμπειρία και τεχνογνωσία.

2.6

Η παρούσα Γνωμοδότηση στηρίζεται στην πορεία της Συμφωνίας της Συνόδου Κορυφής του Ζάγκρεμπ (Νοέμβριος 2000), της Ατζέντας της Θεσσαλονίκης (Ιούνιος 2003) και όλων των λοιπών πρωτοβουλιών που ελήφθησαν από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ για την περιοχή με έντονο προσανατολισμό στα οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά και πολιτισμικά θέματα.

2.7

Η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στις εν λόγω Οργανώσεις της ΚτΠ δεν έχει διαφοροποιηθεί αισθητά από αυτήν που περιγράφεται στην προηγούμενη Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με τίτλο: «Ο ρόλος της Κοινωνίας των Πολιτών στα πλαίσια της νέας στρατηγικής για τα Δ. Βαλκάνια» (4). Η κατάσταση αυτή μπορεί να περιγραφεί επιγραμματικά ως εξής:

Συνεχής και επίπονη προσπάθεια των συνδικαλιστικών οργανώσεων να διαδραματίσουν το νέο ρόλο τους μέσα σε ελεύθερα διαρθρωμένες οικονομίες και κοινωνίες, όπου ο ιδιωτικός τομέας παίζει ένα σύγχρονο αναπτυξιακό ρόλο,

Προσπάθειες απεγκλωβισμού των εργοδοτικών οργανώσεων από τον εναγκαλισμό της κρατικής εξουσίας, ο οποίος στο παρελθόν προέρχονταν από το κράτος — ιδιοκτήτη, ενώ με τις νέες συνθήκες, από τον ιδιόμορφο ρόλο που έπαιξε το κράτος μετά την κατάρρευση των προηγούμενων καθεστώτων στην ίδρυση νέων επιχειρήσεων και στη δημιουργία νέων επιχειρηματιών, οι οποίοι χρηματοδοτήθηκαν γενναιόδωρα από τις διεθνείς χρηματοδοτήσεις,

Πολυσχιδής αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις μη αποτελεσματική δράση, η οποία απαιτεί μεγαλύτερο συντονισμό συνεργασίας.

2.8

Η γενικότερη κοινωνική κατάσταση στην περιοχή παραμένει προβληματική. Παρά τα βήματα προόδου που έχουν γίνει, δεν υπάρχει ακόμη εμπέδωση των κοινωνικών και πολιτικών θεσμών και δομών. Ο πόλεμος δημιούργησε ισχυρότατες ρήξεις που δεν έχουν γεφυρωθεί μέχρι σήμερα. Συνεπώς οι σχετικές προσπάθειες που έχουν αναληφθεί από τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς, δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, κάτι που μεταξύ των άλλων οφείλεται και στην έλλειψη ενιαίου μοντέλου κοινωνικού διαλόγου και διαλόγου των οργανώσεων της ΚτΠ στο οποίο οι διάφορες ομάδες και οργανισμοί της ΚτΠ πρέπει να έχουν διακριτούς και εντελώς σαφείς ρόλους ως προς τα δικαιώματα, τις αρμοδιότητες και τις υποχρεώσεις τους.

3.   Γενική κατάσταση των οργανώσεων της ΚτΠ

3.1   Κοινωνικοί Εταίροι

Με τη σύναψη των συμφωνιών απελευθέρωσης των συναλλαγών στην περιοχή αυτή, χρειάζεται πλέον να θεσμοθετηθεί η εκπροσώπηση στην περιοχή από τους κοινωνικούς εταίρους και, συγχρόνως, να δημιουργηθούν μη κατακερματισμένες δομές εκπροσώπησης σε εθνικό επίπεδο.

Τα ευρωπαϊκά προγράμματα για τη δημιουργία υποδομής είναι ζωτικής σημασίας (5), ιδιαίτερα στην περίπτωση των συνδικαλιστικών οργανώσεων και των ενώσεων των εργοδοτών που δραστηριοποιούνται στην περιφέρεια. Οι βέλτιστες πρακτικές για τη διαπεριφερειακή συνεργασία είναι αναγκαίες δεδομένου ότι, καθώς οδεύουμε προς μια ενιαία συμφωνία ελευθέρωσης των συναλλαγών το 2006, οι κοινωνικοί εταίροι θα πρέπει να αντιμετωπίζουν τα περιφερειακά ζητήματα διαμέσου της συνεργασίας.

Η συμμετοχή του δημόσιου τομέα στις εν λόγω χώρες συχνά προϋποθέτει επίπονη προσπάθεια και ο διάλογος δημόσιου — ιδιωτικού τομέα πρέπει να διασφαλιστεί και να προαχθεί.

3.2   Λοιπές Οργανώσεις

Οι ήδη υπάρχουσες Οργανώσεις της ΚτΠ στις εν λόγω χώρες μπορούν να συμπεριληφθούν στις εξής τέσσερις γενικές κατηγορίες: α) Οργανώσεις που αναδείχθηκαν από την πάλη κατά των προηγούμενων καθεστώτων, β) ΜΚΟ οι οποίες λειτουργούν εξ ολοκλήρου χάρη σε δωρεές και δημιουργήθηκαν για να ολοκληρώσουν Προγράμματα της Διεθνούς αναπτυξιακής βοήθειας, γ) εξαιρετικά εξειδικευμένες οργανώσεις που ασχολούνται συνήθως με τις πιο ευπαθείς ομάδες και δ) Αγροτικές Ενώσεις.

Η βιωσιμότητα των οργανώσεων αυτών και η ανεξαρτησία των δωρητών τους είναι τα σημαντικότερα ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν στο άμεσο μέλλον. Από την πρώτη κατηγορία, η οποία περιλαμβάνει στις περισσότερες περιπτώσεις ΜΚΟ με πιο μακροχρόνια λειτουργία και άμεση συμμετοχή στον πολιτικό διάλογο, προέκυψαν οργανώσεις ευρέως αναγνωρισμένες, οι οποίες όμως αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα οικονομικής βιωσιμότητας. Οι Οργανώσεις της δεύτερης κατηγορίας είναι πολύ λιγότερο γνωστές και εξαιρετικά πολυάριθμες και μοιάζουν σαν να δημιουργήθηκαν για να ανταποκριθούν στις εκπεφρασμένες επιθυμίες του συνόλου των δωρητών τους. Είναι βέβαιο ότι, ελλείψει δωρητών, η πλειοψηφία των οργανώσεων αυτών θα εξαφανιστεί.

Η δημιουργία υποδομής και η συνεργασία, τόσο μεταξύ των Οργανώσεων της ΚτΠ όσο και σε περιφερειακό επίπεδο, είναι ζητήματα που χρήζουν αντιμετώπισης· ωστόσο, το σημαντικότερο ζήτημα συνίσταται στη γεφύρωση του μείζονος χάσματος που κάνει την εμφάνισή του καθώς τα διεθνή κονδύλια μειώνονται και οι γηγενείς πηγές χρηματοδότησης δεν είναι ακόμη διαθέσιμες. Η απώλεια μεγάλου μέρους του κοινωνικού κεφαλαίου, που δημιουργήθηκε χάρη στο έργο της Κοινωνίας των Πολιτών και η επιστροφή στη βία αποτελούν υπαρκτό κίνδυνο.

4.   Τα διαρθρωτικά προβλήματα της περιοχής και η επίδρασή τους στην ανάπτυξη της οργανωμένης Κοινωνίας των Πολιτών

4.1   Διαφθορά

Αποτελεί το μεγαλύτερο διαρθρωτικό πρόβλημα της περιοχής και προέρχεται από την αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση, την έλλειψη σοβαρού και αποτελεσματικού θεσμικού και νομοθετικού πλαισίου, την απουσία ανεξάρτητης δικαστικής εξουσίας, τις κακές οικονομικές συνθήκες, τη φτώχια και την ανυπαρξία ουσιαστικής παρέμβασης των οργανώσεων της ΚτΠ.

4.2   Παραβίαση ανθρωπίνων, ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων

Αυτή τη στιγμή, παρά τις προσπάθειες των Διεθνών Οργανισμών, οι οποίες ωστόσο δεν είναι πάντοτε επιτυχείς, εξακολουθούν να εντοπίζονται συστηματικά προβλήματα παραβίασης των ατομικών δικαιωμάτων από τις Αρχές. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η δικαστική εξουσία, στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται και να παίζει το ρόλο της.

Η ένταξη των χωρών κατ' αρχήν στο θεσμικό πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης αποτελεί μία θετική εξέλιξη. Απουσιάζει όμως σε πολλές περιπτώσεις η πολιτική βούληση για την ουσιαστική εφαρμογή του ενώ η εισχώρηση των μειονοτικών και θρησκευτικών διαφορών στις κοινωνικές διαβουλεύσεις καθιστούν ιδιαίτερα δύσκολο ένα ευρύ κλίμα προσέγγισης και συνδιαλλαγής.

4.3   Αναποτελεσματική διακυβέρνηση — Δημόσια Διοίκηση

Η πολιτική και κοινωνική αστάθεια, που προήλθαν από τις έντονες εσωτερικές πολιτικές αντιπαραθέσεις, αποτελούν τη βασική πηγή κακής διακυβέρνησης στην περιοχή η οποία παρουσιάζεται με σημαντικές δυσλειτουργίες στη Δημόσια Διοίκηση και οι οποίες με την σειρά τους τροφοδοτούν την ασυδοσία και τη διαφθορά. Οι διεθνείς και ευρωπαϊκές προσπάθειες εκσυγχρονισμού των εν λόγω δημόσιων διοικήσεων δεν επέφεραν σημαντικά αποτελέσματα μέχρι σήμερα.

4.4   Απουσία διαλόγου με την ΚτΠ

Ο κοινωνικός διάλογος (6) με τις οργανώσεις της ΚτΠ προϋποθέτει πλην του νομικού πλαισίου, αλληλοσεβασμό των εμπλεκόμενων μερών και προσπάθεια κατανόησης και άμβλυνσης των αντιθέσεων και, κυρίως, μία κουλτούρα συμβιβασμών των όποιων αντιθέσεων. Στην περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων δεν υπήρξε ποτέ ένας πραγματικός διάλογος λόγω των ολοκληρωτικών καθεστώτων και των ψευδεπίγραφων οργανώσεων, οι οποίες ελέγχονταν ασφυκτικά από τα καθεστώτα. Αναμφίβολα απαιτείται ικανός χρόνος για να υπάρξει η αναγκαία ποιότητα και το αναγκαίο βάθος στον κοινωνικό διάλογο.

4.5   Ανάγκη πιστοποιημένων αντιπροσωπευτικών οργανώσεων της ΚτΠ

Η πληθώρα Οργανώσεων της ΚτΠ προκαλεί εύλογα ερωτήματα για την πραγματική κοινωνική κατάσταση στην περιοχή. Πολλές από αυτές έχουν δημιουργηθεί κατ' απαίτηση ή προτροπή διεθνών οργανισμών και χρηματοδοτούνται από αυτούς, υποκαθιστώντας πολλές φορές την οφειλόμενη από το κράτος κοινωνική μέριμνα και φροντίδα. Άλλες πάλι έχουν οργανωθεί με πρωτοβουλίες διεθνών οργανώσεων της ΚτΠ και άλλων ΜΚΟ που επίσης επηρεάζουν άμεσα τις δράσεις τους. Μερικές, τέλος, προέρχονται από τοπικές πρωτοβουλίες στις οποίες υποκρύπτονται κομματικά, εθνικιστικά, μειονοτικά ή θρησκευτικά συμφέροντα.

5.   Επισημάνσεις της ΕΟΚΕ για την κοινωνική — πολιτική — οικονομική κατάσταση των Δυτικών Βαλκανίων και την ευρωπαϊκή στρατηγική

5.1

Η ΕΕ έχασε σε διεθνές και τοπικό επίπεδο ένα σημαντικό κομμάτι της αξιοπιστίας της στην Γιουγκοσλαβική κρίση και στην διάρκεια του πολέμου στην τέως Ενωμένη Γιουγκοσλαβία, λόγω έλλειψης συγκεκριμένων πολιτικών παρέμβασης.

5.2

Στα πλαίσια της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να καθορίσει σαφέστερη πολιτική στρατηγική και να επιβεβαιώσει την παρουσία της στην περιοχή. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να αυξήσει τη δέσμευσή της προκειμένου να βελτιώσει την ποιότητα των δράσεών της και της εικόνας της στην περιοχή.

5.3

Σημειώνεται ότι σε αρκετές περιοχές των Δ. Βαλκανίων, με ιδιαίτερη έμφαση στο Κόσσοβο (7), δεν έχει εμπεδωθεί το αίσθημα ασφάλειας και δεν έχει παγιωθεί η ειρήνη, λόγω των εθνοτικών διαφορών, η δε Ένωση Σερβίας και Μαυροβουνίου δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες για τη δημιουργία μιας δημοκρατικής Ένωσης Κρατών (8).

5.4

Επισημαίνεται ότι η Βοσνία-Ερζεγοβίνη και το Κόσσοβο αποτελούν πολιτειακά μορφώματα (κατασκευές) τα οποία έχουν επιβληθεί από τους διεθνείς οργανισμούς και δεν είναι βέβαιο ότι θα διατηρηθούν στο χρόνο. Απαιτείται λοιπόν άμεσα η ουσιαστική επίλυση των πολιτικών τους προβλημάτων με λύσεις που θα εγγυώνται την οικονομική ευημερία, την προστασία των δικαιωμάτων των μειονοτικών και θρησκευτικών ομάδων και την ενίσχυση των δημοκρατικών δομών με την εγγύηση των διεθνών οργανισμών. Η έναρξη πολυμερών διαπραγματεύσεων εντός του 2005 στα πλαίσια των Η.Ε για το μέλλον του Κοσσόβου αποτελούν τη μοναδική ελπίδα για την επίλυση του εκρηκτικού αυτού προβλήματος.

5.5

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η ΕΕ οφείλει να αυξήσει την παρουσία της στην περιοχή, μέσω ισχυρών πρακτικών πολιτικών ενημέρωσης και επικοινωνίας και να ξεκαθαρίσει αφενός μεν την πολιτική της στην περιοχή, αφετέρου το κόστος για τις χώρες της ενσωμάτωσής τους στην ΕΕ (9).

5.5.1

Τα κριτήρια της Κοπεγχάγης θεωρούνται βασικά και μη διαπραγματεύσιμα και για τις χώρες των Δ. Βαλκανίων που επιθυμούν να ενταχθούν στην ΕΕ. Επισημαίνεται, όμως, ότι για να προχωρήσει ουσιαστικά η διαδικασία και να πληρωθούν τα κριτήρια αυτά, η ΕΕ θα πρέπει άμεσα με τους μηχανισμούς της, να παρέμβει όχι μόνον στα θεσμικά πλαίσια των χωρών, αλλά και στην εφαρμογή στην πράξη του κοινοτικού κεκτημένου.

5.6

Με βάση τα προηγούμενα ο καταλληλότερος δρόμος για την ανάπτυξη μίας ολοκληρωμένης σχετικής ευρωπαϊκής στρατηγικής πρέπει να περάσει μέσα από την ΚτΠ και τις οργανώσεις της. Πιο συγκεκριμένα, η Οργανωμένη Κοινωνία των Πολιτών παρέχει μοναδική ευκαιρία προκειμένου να διασφαλιστεί μια ομαλότητα στην μακροχρόνια πορεία μετάβασης και να εξασφαλιστεί ότι τα προγράμματα συνεργασίας και παρέμβασης θα αποδειχθούν πράγματι αποτελεσματικά για τους τελικούς αποδέκτες τους.

5.7

Η πληροφόρηση που διαθέτει η ΕΟΚΕ και η σχετική γνώση που απέκτησε για την περιοχή ιδιαίτερα μετά τη σύσταση της Υποεπιτροπής για τα Δ. Βαλκάνια, την οδηγούν στις παρακάτω διαπιστώσεις — επισημάνσεις:

5.7.1

Οι φυλετικές και εθνοτικές διαφορές μπορούν, ανά πάσα στιγμή, να προκαλέσουν σφοδρή οξύτητα στα Δ. Βαλκάνια διότι η ένταση υποκρύπτεται και σοβεί και μπορεί να εκδηλωθεί ξαφνικά.

5.7.2

Η ΚτΠ (10) έχει αρχίσει δειλά να παίζει το ρόλο της αλλά στηρίζεται συνήθως σε ξένες χρηματοδοτήσεις ενώ απουσιάζει η τεχνογνωσία αλλά και η αξιοπιστία σε ορισμένες περιπτώσεις.

5.7.3

Η αποδοχή του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ αποτελεί βασική προϋπόθεση την οποία οφείλουν να αποδεχτούν όλα τα Κράτη της περιοχής, εφόσον επιθυμούν να συνδεθούν με την ΕΕ.

5.7.4

Οι χώρες των Δ. Βαλκανίων χρειάζονται συνεχή άμεση και σοβαρή ενίσχυση τόσο σε οικονομικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο τεχνογνωσίας για να στηρίξουν τους νεοπαγείς θεσμούς τους και να αποκτήσουν την αναγκαία δημοκρατική ευαισθησία. Η παροχή αυτής της βοήθειας θα πρέπει να συντονίζεται καλύτερα και, όσον αφορά την ΕΕ σε στενότερη συνεργασία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Ανασυγκρότησης και των Αντιπροσωπειών της ΕΕ στην περιοχή.

5.7.5

Βασικό προαπαιτούμενο για την εξομάλυνση της κοινωνικής-οικονομικής ζωής των χωρών αποτελούν η ανάγκη ενίσχυσης πολυφωνικού και πολυμερούς διαλόγου και η δημιουργία δημοκρατικού νομοθετικού πλαισίου λειτουργίας της ΚτΠ, που θα εφαρμόζεται στην πράξη.

Ειδικότερα αναφορικά με την ενίσχυση του κοινωνικού διαλόγου, απαιτούνται:

α)

Αναγνώριση του ρόλου των κοινωνικών εταίρων.

β)

Αναγνώριση του ρόλου της αυτονομίας των κοινωνικών εταίρων.

γ)

Σεβασμός του δικαιώματος των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων να είναι καλά πληροφορημένες, να διαβουλεύονται και να εκφράζουν άποψη επί όλων των οικονομικών και κοινωνικών θεμάτων.

5.7.6

Υπάρχει επίσης ανάγκη πάταξης της διαφθοράς με θέσπιση αυστηρών αλλά κατά το δυνατόν απλών κανόνων και απαρέγκλιτη τήρησή τους με τη χρήση νέων τεχνολογιών.

5.7.7

Υπάρχει, τέλος, ανάγκη για χρηματοδότηση των οργανώσεων της ΚτΠ, γεγονός που αποτελεί το σημαντικότερο πρόβλημα για την ανάπτυξή τους και ιδιαίτερα για την ανάπτυξη του διαλόγου.

5.7.8

Η δικαστική εξουσία πρέπει να αναδειχθεί σε στήριγμα της κοινωνίας. Γι' αυτό και απαιτείται ιδιαίτερη υποστήριξη και ενίσχυσή της ώστε να παίξει τον θεσμικό της ρόλο κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα.

5.7.9

Η οικονομική συνεργασία των Κρατών της περιοχής μεταξύ τους αποτελεί το κλειδί μιας συνολικής και ολοκληρωμένης πορείας μετάβασης προς το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Η συνεργασία αυτή θα βοηθήσει επίσης σημαντικά στη μείωση των εντάσεων και θα δημιουργήσει περαιτέρω δυνατότητες ανάπτυξης και ευημερίας.

5.7.10

Ο διαπολιτισμικός — διαθρησκευτικός — διεθνικός διάλογος πρέπει να διευκολύνει τη δημιουργία καναλιών προσέγγισης και επικοινωνίας των χωρών των Δ. Βαλκανίων. Στον τομέα αυτό, κρίσιμο ρόλο καλούνται να παίξουν οι θρησκευτικοί ηγέτες της περιοχής αποτρέποντας τις εντάσεις και υποστηρίζοντας τις προσπάθειες ενίσχυσης του διαλόγου.

5.7.11

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η οικονομική ανάπτυξη της περιοχής μπορεί να επιτευχθεί μέσω στήριξης των άμεσων ξένων επενδύσεων και των αναγκαίων ιδιωτικοποιήσεων, οι οποίες θα μεταφέρουν κεφάλαια και τεχνογνωσία, θα βοηθήσουν στη μείωση του δημοσίου τομέα και θα αποτελέσουν την απαρχή σημαντικών θετικών εξελίξεων για όλα τα εκκρεμή κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός πρέπει εκτός του θεσμικού πλαισίου να λειτουργήσει αξιόπιστα και με εφαρμογή των διεθνών αναγνωρισμένων και πιστοποιημένων κανόνων ο τραπεζικός τομέας ώστε να παταχθεί η διαφθορά σε όλες της τις μορφές (ξέπλυμα χρήματος, λαθρεμπόριο, κλπ).

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η ΕΤΕπ καλούνται να παίξουν έναν ιδιαίτερο ρόλο συντονιστή στην περιοχή.

5.7.12

Οι Διεθνείς Οργανισμοί (ΔΝΤ, Διεθνής Τράπεζα, ΔΟΕ, ΗΕ κλπ) οφείλουν να συνεργαστούν στενότερα με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις της ΚτΠ για ενίσχυση του ρόλου τους στο επίπεδο των κοινωνιών της περιοχής των Δ. Βαλκανίων.

5.7.13

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι ο συντονισμός μεταξύ διαφόρων φορέων της ΕΕ στην περιοχή έχει βελτιωθεί βαθμιαία. Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ανασυγκρότησης (EAR — European Agency for Reconstruction) διαχειρίζεται προγράμματα εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, κάποια από τα οποία προαπαιτούν ή συνεπάγονται την ανάπτυξη των ανθρωπίνων πόρων ή ειδικότερα την κατάρτιση του εργατικού δυναμικού. Έχει επίσης σημασία να αναφερθεί η εργασία του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος Κατάρτισης (ETF — European Training Foundation) και του CEDEFOP — European Centre for the Development of Vocational Training, το οποίο, χάρη στην άριστη συνεργασία του με το ETF, αλλά και την άμεση γειτνίασή του, θα μπορούσε να θέσει την πλούσια εμπειρία και τεχνογνωσία του στη διάθεση των χωρών της περιοχής. Εκτός από τους φορείς της ΕΕ θα πρέπει επίσης να τονιστεί ο ρόλος του Συμφώνου Σταθερότητας, παρά το ότι το μέλλον του παραμένει ασαφές, πράγμα που θα μπορούσε να αποδυναμώσει την επίδρασή του στην περιοχή.

6.   Προτάσεις και συστάσεις της ΕΟΚΕ

6.1

Ο ρόλος και οι ευθύνες της ΕΟΚΕ

Απαιτείται μία νέα προοπτική προσέγγισης — με όρους κοινωνίας των πολιτών — της σημερινής οικονομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής πραγματικότητας των Δυτικών Βαλκανίων, προς το αντίστοιχο ευρωπαϊκό κεκτημένο, χρειάζεται μια νέα θεώρηση της σχετικής πορείας. Απαιτείται, καταρχήν, αξιοποίηση της σχετικής εμπειρίας που αποκτήθηκε από τη μεγάλη διεύρυνση μέσω των Μεικτών Συμβουλευτικών Επιτροπών (Joint Consultative Committees — JCC) και μια μεγαλύτερη εμπλοκή της ευρωπαϊκής οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών σ' όλες τις διαδικασίες διαμόρφωσης και ανάπτυξης των σχετικών πολιτικών. Απαιτείται, επίσης, μια πιο συστηματική και σαφώς θεσμική εμπλοκή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών ένθεν κακείθεν, στις πολιτικές διαδικασίες διαβούλευσης, μεταξύ ΕΕ και αντίστοιχων Βαλκανικών Κυβερνήσεων. Απαιτούνται, τέλος, ολοκληρωμένες δράσεις κατά περιοχή και στόχο.

6.1.1

Η ΕΟΚΕ θεωρεί εαυτήν ιδιαίτερα κατάλληλη, με σημαντική τεχνογνωσία (11) και αξιόλογους ανθρώπινους πόρους, που αποκτήθηκαν κατά τις διαπραγματεύσεις εισόδου στην Ε.Ε. των δέκα νέων Κρατών — Μελών με τις Μεικτές Συμβουλευτικές Επιτροπές, αλλά και τις ΜΣΕ της Βουλγαρίας, Ρουμανίας και Τουρκίας που βρίσκονται ακόμα σε λειτουργία, για να παίξει έναν πιο ενεργό ρόλο στην ανάπτυξη των ως άνω πολιτικών σε συνδυασμό και σε συνεργασία με την Επιτροπή των Περιφερειών και μέσω της συνδιοργάνωσης κοινών πρωτοβουλιών στην περιοχή.

6.1.2

Ιδιαίτερα, μετά τη σύσταση της Υποεπιτροπής για τα Δ. Βαλκάνια και τις επισκέψεις μελών της στην περιοχή, η ΕΟΚΕ κατέχει καλή πληροφόρηση και συνδέσμους, ώστε να εξυπηρετήσει τους στόχους της Ατζέντας της Θεσσαλονίκης στα σημαντικότερα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά θέματα στα οποία απαιτείται πιο ενεργή και ταχύτερη ενσωμάτωση των ευρωπαϊκών θεσμών και θέσεων στις χώρες των Δ. Βαλκανίων.

6.1.3

Με βάση την προηγούμενη κατεύθυνση, η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντική την πρωτοβουλία της για την οργάνωση το 2006, στην έδρα της, Forum με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών των Δυτικών Βαλκανίων γιατί θα φέρει σε άμεση επαφή όλες τις σημαντικές οργανώσεις της ΚτΠ των Δ. Βαλκανίων με την ΕΟΚΕ αλλά και τα ευρωπαϊκά όργανα γενικότερα. Ζητά από την Επιτροπή να στηρίξει με κάθε πρόσφορο μέσο την πρωτοβουλία αυτή, καθώς και τις πρωτοβουλίες της για ενίσχυση των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο και να λάβει σοβαρά υπόψη της τα αποτελέσματα του Forum.

6.1.3.1

Η ΕΟΚΕ προτίθεται να παράσχει τις καλές της υπηρεσίες, εφόσον της ζητηθεί, για να φέρει σε επαφή τις οργανώσεις της ΚτΠ με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, ώστε να υπάρξει μεταφορά τεχνογνωσίας και να καταστεί παραγωγικότερη η δραστηριότητά τους στις χώρες των Δ. Βαλκανίων.

6.1.3.2

Παράλληλα η ΕΟΚΕ δηλώνει ότι ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τις οργανώσεις της ΚτΠ οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα χρηματοδότησης και αδυνατούν να αντεπεξέλθουν με ίδιους πόρους στα έξοδα λειτουργίας τους. Γι αυτό και τάσσεται υπέρ της ενίσχυσής τους στα πλαίσια της υλοποίησης του Συμφώνου Σταθερότητας.

6.1.3.3

Αντίστοιχο ενδιαφέρον εκφράζει η ΕΟΚΕ και για τα προβλήματα του αγροτικού κόσμου των χωρών των Δ. Βαλκανίων. Για το λόγο αυτό καλεί την Επιτροπή να εξετάσει με ιδιαίτερη επιμέλεια τα προβλήματα αυτά και να προσφέρει την απαραίτητη γνώση και εξειδίκευση που απαιτούνται για τον εκσυγχρονισμό του πρωτογενούς τομέα.

6.1.3.4

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η προώθηση των οικονομικών μεταρρυθμίσεων και η οικονομική ανάπτυξη της περιοχής αποτελούν βασικότατο παράγοντα για την επίλυση των διαρθρωτικών προβλημάτων. Η στήριξη των ΜΜΕ (12) και των αγροτικών επιχειρήσεων μέσω των αντιπροσωπευτικών οργανώσεών τους, αποτελεί βασική προϋπόθεση για την οικονομική ευημερία της περιοχής και μπορεί να επιτευχθεί με την εφαρμογή βέλτιστων πρακτικών που έχουν ήδη εφαρμοσθεί στα Κράτη Μέλη της Ε.Ε. Η ΕΟΚΕ διαθέτει την αναγκαία τεχνογνωσία και το ανθρώπινο δυναμικό για να ενισχύσει τέτοιες προσπάθειες.

6.1.3.5

Προς την κατεύθυνση αυτή και σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΟΚΕ θα μπορούσε να συμμετέχει σε εθνικές και τοπικές ενημερωτικές συναντήσεις με την Κοινωνία των Πολιτών.

6.1.3.6

Η ΕΟΚΕ θα μπορούσε να συμβάλλει στη διάδοση πληροφοριών σχετικά με τις δραστηριότητες των διεθνών οργανισμών στην περιοχή που είναι συναφείς με τις διοργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών. Επιπλέον, στα πλαίσια της κοινής δήλωσης μεταξύ του Γενικού Διευθυντή της ΔΟΕ και της Προέδρου της ΕΟΚΕ, θα μπορούσε να αναπτύξει κοινές δραστηριότητες με τη ΔΟΕ στην περιοχή, ειδικότερα για την ενδυνάμωση του κοινωνικού διαλόγου.

6.1.3.7

Η ΕΕ και η ΕΟΚΕ οφείλουν να σχεδιάσουν, να υποκινήσουν και να υποστηρίξουν συστηματικές αναλύσεις — μελέτες για την κοινωνική κατάσταση στα Δ. Βαλκάνια και την πρόοδο της ΚτΠ και οι οποίες θα εστιάζουν κυρίως στη σχέση «προσπάθειας/επένδυσης — αποτελέσματος». Για το σκοπό αυτό μπορούν να χρησιμοποιηθούν «δείκτες απόδοσης» (ή να συνταχθούν νέοι, όπου δεν υπάρχουν) τόσο «σκληρών» (hard) όσο και «μαλακών» (soft) επενδύσεων, ώστε να εντοπιστούν τυχόν αδυναμίες ή κενά στις μέχρι τώρα εφαρμοζόμενες πολιτικές και δράσεις της ΕΕ και να γίνουν οι αναγκαίες βελτιώσεις ή αναθεωρήσεις [π.χ. ταξινόμηση των διάφορων οργανώσεων της ΚτΠ με γνώμονα ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά τους (π.χ. αιτίες ή αφορμές δημιουργίας τους, σκοπός, καταστατικό, γεωγραφική κάλυψη, τρόπος λειτουργίας και ελέγχου τους, πηγές, ύψος και ποσοστά χρηματοδότησης κλπ)].

6.2

Η ΕΟΚΕ είναι έτοιμη να δημιουργήσει τις Μεικτές Συμβουλευτικές Επιτροπές με όλα τα Κράτη της περιοχής μόλις οι συνθήκες το επιτρέψουν.

6.3

Η ΕΟΚΕ, με βάση τις σχετικές εμπειρίες και γνώσεις που απέκτησε από τις επαφές της με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων προτρέπει και συνιστά κατά περίπτωση τα εξής:

6.3.1   Στις εθνικές και περιφερειακές πολιτικές δυνάμεις των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων

6.3.1.1

Συνιστά στις χώρες των Δ. Βαλκανίων να προσεγγίσουν με μεγαλύτερη ένταση το κοινοτικό κεκτημένο ιδιαίτερα εκείνο που αφορά στην προστασία των ατομικών και κοινωνικών — συλλογικών δικαιωμάτων, μέσω προσωρινών Σχεδίων Εθνικής Ανάπτυξης, παρόμοιων με αυτό που προετοίμασε η Τουρκία, ώστε να προετοιμασθούν για την απορρόφηση της μελλοντικής βοήθειας της ΕΕ.

6.3.1.2

Προτρέπει τις αντίστοιχες Κυβερνήσεις να εντείνουν τις προσπάθειες εκδημοκρατισμού και στήριξης της κοινωνικής συνοχής ενισχύοντας το διάλογο με τις Οργανώσεις της ΚτΠ.

6.3.1.3

Η ΕΟΚΕ καλεί όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να επιδείξουν ιδιαίτερο σεβασμό στις εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες κατοχυρώνοντας τα ατομικά, θρησκευτικά και πολιτικά δικαιώματά τους και προστατεύοντας τα θρησκευτικά και πολιτιστικά μνημεία.

6.3.1.4

Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την πρόοδο της ολοκλήρωσης των διαδικασιών με όλες τις χώρες των Συμφωνιών Σταθεροποίησης και Σύνδεσης.

6.3.2   Στα πολιτικά όργανα της Ένωσης

6.3.2.1

Η ΕΟΚΕ θεωρώντας ότι, λόγω έλλειψης τεχνογνωσίας και νομοθετικού πλαισίου, τα επιμέρους προβλήματα της ισότητας των δύο φύλων, της προστασίας του περιβάλλοντος, της προστασίας των καταναλωτών και των μειονεκτικών ομάδων είναι ιδιαίτερα σοβαρά στην περιοχή, καλεί την Επιτροπή να βοηθήσει τις χώρες των Δ. Βαλκανίων ώστε να προχωρήσουν με ταχύτερους ρυθμούς στον αναγκαίο εκσυγχρονισμό.

6.3.2.2

Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή ενόψει της έναρξης διαδικασιών για την περαιτέρω ενίσχυση των δεσμών της Ε.Ε. με τα Κράτη της περιοχής και μετά τις επί μέρους Συμφωνίες Σταθεροποίησης και Σύνδεσης που υπεγράφησαν με την ΠΓΔΜ και την Κροατία, να εντείνει τις προσπάθειες ολοκλήρωσης των διαδικασιών και με τα υπόλοιπα κράτη της περιοχής και να επιδείξει ισχυρότερη πολιτική βούληση και καλύτερο συντονισμό για την προώθηση όλων των θεμάτων της Ατζέντας Θεσσαλονίκης (13).

6.3.2.3

Ειδικότερα σ' ότι αφορά στην Ατζέντα της Θεσσαλονίκης, επισημαίνει ότι τη θεωρεί ένα σημαντικό κείμενο συνεργασίας το οποίο όμως χρειάζεται συνεχή επικαιροποίηση.

6.3.2.4

Η ΕΟΚΕ θεωρεί την Παιδεία ως το σημαντικότερο πεδίο στήριξης της ΕΕ, προς τις κοινωνίες των Δυτικών Βαλκανίων. Η καλύτερη Παιδεία και η μείωση του αναλφαβητισμού μπορούν να αμβλύνουν ουσιαστικά τις έντονες εθνοτικές, θρησκευτικές και μειονοτικές διαφορές που υπάρχουν και σε συνδυασμό με την οικονομική ευημερία και την ενδυνάμωση των δημοκρατικών θεσμών να οδηγήσουν τους λαούς των Δ. Βαλκανίων σε καλύτερα επίπεδα διακυβέρνησης. Η Επιτροπή μπορεί να παίξει έναν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στα θέματα παιδείας — πολιτισμού, αναπτύσσοντας ιδιαίτερα προγράμματα ενίσχυσης με ανταλλαγή επιστημονικού προσωπικού και κατάρτιση νέων επιστημόνων.

6.3.2.5

Στο πλαίσιο των προηγουμένων επισημαίνεται έντονα το γεωπολιτικό-οικονομικό και κοινωνικό κενό που τείνει να δημιουργηθεί στην προοπτική της ΕΕ, με την απουσία των χωρών των Δ. Βαλκανίων, από τις δομές της.

6.3.2.6

Συνεπώς συνιστάται ολοκληρωμένη ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων στην στρατηγική ανάπτυξης της ΕΕ, μέσω της ενίσχυσης της Διαδικασίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης και της λήψης επιπλέον μέτρων, εάν υπάρχει ανάγκη, λόγω των ιδιαίτερων δυσκολιών της περιοχής.

6.3.2.7

Συνιστάται, επίσης, ένας καλύτερος συντονισμός μεταξύ των πολιτικών οργάνων της Ένωσης, αλλά και των συμβουλευτικών της οργάνων (ΕΟΚΕ & Επιτροπή Περιφερειών) με στόχο τη δημιουργία συνθηκών αποτελεσματικότερης ανάπτυξης του εν λόγω προγράμματος.

6.3.2.8

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η οριστική διευθέτηση του θέματος της κρατικής υπόστασης του Κοσσόβου είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια, την ειρήνη και την σταθερότητα στην περιοχή και καλεί το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, να συμβάλλουν στις προσπάθειες των ΗΕ και του Ειδικού Μεσολαβητή του Γ. Γραμματέα των ΗΕ.

6.3.2.9

Η ΕΕ οφείλει να παράσχει ειδικό καθεστώς εισόδου (visas) στους εκπροσώπους της οργανωμένης ΚτΠ και στους εκπροσώπους αντιπροσωπευτικών οργανώσεων, επιδεικνύοντας γενικότερα σχετική ελαστικότητα (14).

6.3.2.10

Η ΕΕ πρέπει να προχωρήσει σε αξιολόγηση των οργανώσεων των κοινωνικών εταίρων όσον αφορά το καταστατικό τους, τους σκοπούς τους, την οργάνωση και λειτουργία τους, το πεδίο δραστηριότητάς τους (δημόσιος, ιδιωτικός τομέας), το βαθμό αντιπροσωπευτικότητάς τους (στο σύνολο των επιχειρήσεων και των εργαζομένων αντίστοιχα ή κατά κλάδο) κλπ., ώστε να έχουμε αξιόπιστες οργανώσεις με τις οποίες θα συνεργάζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αναλύσεις αυτού του είδους, μπορεί να διευκολυνθούν περαιτέρω, αν η ΕΕ θέσει τη συλλογή και δημοσιοποίηση των αναγκαίων προς τούτο στοιχείων (δηλ. τη διαφάνεια) ως απαραίτητη προϋπόθεση για την έγκριση εκ μέρους της, κάθε είδους υποστήριξης προς δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και αντιπροσωπευτικές οργανώσεις της ΚτΠ.

Το έργο αυτό μπορεί να εκτελεστεί είτε εσωτερικά, δηλ. από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ (Επιτροπή, ΕΟΚΕ, κλπ.) είτε, εφόσον κριθεί αναγκαίο, με εξωτερική ανάθεση, ολική ή μερική.

6.3.3   Στις γειτονικές, στα Δυτικά Βαλκάνια, χώρες-μέλη της Ένωσης και στις ευρωπαϊκές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών

6.3.3.1

Η ΕΟΚΕ συνιστά στις χώρες — μέλη της ΕΕ (όπως π.χ. η Ιταλία, η Ουγγαρία, η Σλοβενία και η Ελλάδα) να αναλάβουν δράσεις ενίσχυσης της ΚτΠ των χωρών των Δ. Βαλκανίων κυρίως σε θέματα στρατηγικής, αξιοποίησης ανθρωπίνων πόρων, διοίκησης και εξευρωπαϊσμού των θεσμικών και νομοθετικών πλαισίων.

6.3.3.2

Παράλληλα η ΕΟΚΕ συνιστά ακόμη μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση και ενεργοποίηση των ευρωπαϊκών οργανώσεων των κοινωνικών εταίρων, αλλά και των ευρωπαϊκών οργανώσεων της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών γενικότερα, για προώθηση της ενσωμάτωσης των αντίστοιχων οργανώσεων των Δυτικών Βαλκανίων στις σχετικές ευρωπαϊκές δομές και λειτουργίες.

6.3.3.3

Επισημαίνεται ότι τόσο οι δράσεις των χωρών-μελών, που περιβάλλουν τα Δυτικά Βαλκάνια, όσο και οι αντίστοιχες δράσεις των ευρωπαϊκών οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών θα πρέπει να ενταχθούν στο ως άνω μεσομακροπρόθεσμο πρόγραμμα οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ανάπτυξης.

6.4   Θέματα χρηματοδοτήσεων

6.4.1

Η ΕΕ διαθέτει ένα σύνολο χρηματοδοτικών εργαλείων τα οποία στοχεύουν στην ενδυνάμωση της κοινωνίας των πολιτών στα Δυτικά Βαλκάνια. Παράλληλα άλλοι διεθνείς οργανισμοί ή χώρες, παρέχουν αναπτυξιακή βοήθεια σε αρκετούς οργανισμούς της Κοινωνίας των Πολιτών στα Δυτικά Βαλκάνια. Παρά το γεγονός ότι βοήθεια σαν και αυτή μπορεί γενικά να χαρακτηρισθεί θετική υπάρχουν αρκετοί κίνδυνοι οι οποίοι συνδέονται κυρίως με τον τρόπο με τον οποίο η βοήθεια αυτή δίνεται προς τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Τα σοβαρότερα προβλήματα τα οποία έχουν παρατηρηθεί κατά την διαδικασία εφαρμογής διεθνών έργων αναπτυξιακής βοήθειας στα Δυτικά Βαλκάνια είναι κυρίως τα παρακάτω.

6.4.1.1

Η διεθνής βοήθεια προς τα Δυτικά Βαλκάνια μπορεί σε οικονομικούς όρους να είναι σχετικά πολύ μεγάλη, αλλά τις περισσότερες φορές προωθεί προτεραιότητες οι οποίες έχουν καθορισθεί από τους δωρητές της βοήθειας χωρίς να λαμβάνει υπόψη της τις πραγματικές τοπικές ανάγκες. Η διεθνής αναπτυξιακή βοήθεια (σε ό,τι αφορά την κοινωνία των πολιτών) αποτυγχάνει στις περισσότερες περιπτώσεις να υπολογίσει τα ενδιαφέροντα των τοπικών ενδιαφερομένων ομάδων (stakeholders) και εκλαμβάνει τις προσπάθειες για θεσμικές μεταβολές ως μεμονωμένες προσπάθειες που δεν συνδέονται με τις υφιστάμενες δομές της εξουσίας και της κοινωνικής οργάνωσης καθώς και με τα συμφέροντα και τις παραδόσεις των χωρών που λαμβάνουν βοήθεια. Σε πολλές περιπτώσεις το σύνολο των έργων δίνεται σε ΜΚΟ στις χώρες — δέκτες της βοήθειας, οι οποίες (ΜΚΟ) είναι ολοκληρωτικά εξαρτώμενες από τα προγράμματα διεθνούς βοήθειας και υποβάλουν προτάσεις για έργα τα οποία είναι σύμφωνα με τις προτεραιότητες των δωρητών και όχι με τις ανάγκες των αποδεκτών της βοήθειας.

6.4.1.2

Η αποδοτικότητα των προγραμμάτων διεθνούς αναπτυξιακής βοήθειας στα Δυτικά Βαλκάνια είναι εξαιρετικά μειωμένη λόγω της έλλειψης συντονισμού μεταξύ των διαφόρων δωρητών και της εξαιρετικά μικρής σε βάθος χρόνου στήριξης των προγραμμάτων που χρηματοδοτούν πολλές φορές απομονωμένα έργα. Σε πολλές περιπτώσεις έργα τα οποία άρχισαν να παρουσιάζουν ουσιαστικά αποτελέσματα εγκαταλείφθηκαν καθώς οι δωρητές άλλαξαν τις προτεραιότητες χρηματοδότησης πολύ σύντομα, σχεδιάζοντας με βάση χρονικά διαστήματα πολύ μικρότερα από αυτά που πραγματικά χρειάζονται στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Πρέπει να γίνει αντιληπτό στους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς της ΕΕ και των άλλων διεθνών οργανισμών ότι η αλλαγή προτεραιοτήτων χρηματοδότησης σε σύντομα χρονικά διαστήματα δεν είναι αποτελεσματική. Τα προγράμματα κατάρτισης και capacity building ανήκουν κατά κανόνα στην κατηγορία αυτή. Η υποστήριξη επίσης θεσμικών φορέων γίνεται αποσπασματικά και συνήθως μέσω συνεδρίων και μικρών σεμιναρίων και όχι ουσιαστικής τεχνικής βοήθειας.

6.4.1.3

Πολλές ΜΚΟ ασχολούνται με κοινωνικές εργασίες για να μπορέσουν να παράγουν εισόδημα, γεγονός που έχει μειώσει σημαντικά την ικανότητα αυτών των ΜΚΟ να δημιουργήσουν πραγματικούς δεσμούς με την κοινωνία και να ανταποκριθούν στους καταστατικούς τους σκοπούς. Πολλές ΜΚΟ εκλαμβάνουν τον ρόλο τους ως διαχειριστές προγραμμάτων τεχνικής βοήθειας και λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια στοχεύοντας σε μεγαλύτερες χρηματοδοτήσεις.

6.4.2

Έχοντας υπόψη μας την ανάγκη να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα που προαναφέρθηκαν για μία πιο ουσιαστική βοήθεια στην οργανωμένη κοινωνία των πολιτών, η ΕΟΚΕ προτείνει τα παρακάτω σε ό,τι αφορά την χρηματοδότηση ανάλογων έργων.

6.4.2.1

Η ΕΕ πρέπει να στοχεύσει σε προγράμματα αναπτυξιακής βοήθειας, τα οποία σήμερα βρίσκονται σε εξέλιξη αλλά και αυτά που είναι υπό διαμόρφωση για την περίοδο 2007 — 2013, κυρίως στους τομείς της δημοκρατικής διακυβέρνησης, της οικονομικής διοίκησης και της περιβαλλοντικής διαχείρισης.

6.4.2.2

Οι κυβερνήσεις των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων πρέπει να αναπτύξουν σαφή επιχειρησιακά προγράμματα για την ενδυνάμωση της κοινωνίας των πολιτών. Τα προγράμματα αυτά πρέπει να συζητηθούν με την ΕΕ. Για το λόγο αυτό προτείνεται η δημιουργία τακτικής επικοινωνίας μεταξύ της Επιτροπής της ΕΟΚΕ και των τοπικών κυβερνήσεων για την ανάπτυξη αυτών των προγραμμάτων.

6.4.2.3

Πρέπει να δημιουργηθεί ένας πολύ ισχυρός μηχανισμός ο οποίος θα παρακολουθεί την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων αναπτυξιακής βοήθειας στον τομέα της κοινωνίας των πολιτών. Στον μηχανισμό αυτό η ΕΟΚΕ μπορεί να έχει ένα σημαντικό ρόλο.

6.4.2.4

Είναι αναγκαίο να προσαρμοσθεί ο σχεδιασμός των προγραμμάτων αναπτυξιακής βοήθειας στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας των πολιτών. Η αναπτυξιακή βοήθεια η οποία στοχεύει στη δημιουργία νέων θεσμών της κοινωνίας των πολιτών μπορεί να χρησιμοποιήσει εκτεταμένα την τεχνική υποστήριξη της ΕΟΚΕ.

6.4.2.5

Μπορεί να δημιουργηθεί, μετά την ολοκλήρωση του Forum για τα Δ. Βαλκάνια που διοργανώνει η ΕΟΚΕ, μία μόνιμη τεχνοκρατική ομάδα εργασίας μεταξύ της Ομάδας Επαφής της ΕΟΚΕ και αντιπροσώπων από την οργανωμένη Κοινωνία των Πολιτών των Δυτικών Βαλκανίων. Η ομάδα αυτή θα παρέχει βοήθεια στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών για τη διαμόρφωση στρατηγικής και επιχειρησιακής ατζέντας, και θα μεταφέρει βέλτιστες πρακτικές και τεχνογνωσία για την ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών μεταξύ των μελών της ΕΕ και των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων.

6.4.2.6

Στο προϋπολογισμό της ΕΕ για την περίοδο 2007-2013 ο στόχος «χωρική συνεργασία» πρέπει να λάβει υπόψη του και τα χρηματοοικονομικά μέσα που θα σχεδιασθούν για την βοήθεια τρίτων χωρών. Οι χρηματοδοτικοί μηχανισμοί για τις τρίτες χώρες πρέπει να γίνουν απλούστεροι, χωρίς να θυσιάζουν βέβαια την υφιστάμενη διαφάνειά τους και να στηριχθούν σε προγράμματα γειτονίας. Η εμπειρία προγραμμάτων όπως το CADSES πρέπει να χρησιμοποιηθεί και να επεκταθεί σε ποσοτικούς όρους.

6.4.2.7

Κατά τη διαδικασία σχεδιασμού προγραμμάτων αναπτυξιακής βοήθειας για την κοινωνία των πολιτών, η ΕΕ πρέπει να λαμβάνει υπόψη της και τα αναπτυξιακά προγράμματα άλλων διεθνών οργανισμών. Η συνεργασία με τα προγράμματα και τις ειδικές υπηρεσίες του ΟΗΕ πρέπει να εμβαθύνει και να αποκτήσει επιχειρησιακό επίπεδο.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2006.

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  Στο έγγραφο αυτό, σύμφωνα με τις προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ, ΚτΠ θεωρούνται: 1. Οργανώσεις των εργοδοτών και των εργαζομένων, 2. Αντιπροσωπυτικές οργανώσεις άλλων οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων, 3. Οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ), 4. Οι Οργανώσεις βάσης, 5. Οι Θρησκευτικές Ενώσεις.

(2)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ: «Προαγωγή της συμμετοχής των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών στη Νοτιοανατολική Ευρώπη (ΝΑΕ) – Εμπειρίες και μελλοντικές προκλήσεις» – Εισηγητής: C. Wilkinson (ΕΕ C 208 της 03.09.2003, σελ. 82)

(3)  Ο ρόλος και η συμβολή της ογανωμένης Κοινωνίας των Πολιτών στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση (ΕΕ αριθ. C 329 της 11.11.1999) και η Οργανωμένη Κοινωνία των Πολιτών και η Ευρωπαϊκή Διακυβέρνηση – Συμβολή της ΟΚΕ στην επεξεργασία της Λευκής Βίβλου (ΕΕ αριθ. C 193 της 10.7.2001)

(4)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ: «Ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών στο πλαίσιο της νέας στρατηγικής για τα δυτικά Βαλκάνια» - Εισηγητής: R. Confalonieri (ΕΕ C 80 της 30.03.2004, σελ. 158) και Προαγωγή της συμμετοχής των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών στη Νοτιοανατολική Ευρώπη (ΝΑΕ) – Εμπειρίες και μελλοντικές προκλήσεις - Εισηγητής: C. Wilkinson (ΕΕ C 208 της 03.09.2003, σελ. 82)

(5)  CARDS (Κοινοτική στήριξη για την ανασυγκρότηση, την ανάπτυξη και τη σταθεροποίηση) που υιοθετήθηκε μαζί με τον κανονισμό του Συμβουλίου ΕΚ/2666/2000 της 05.12.2000.

(6)  Conference on Strengthening Social Dialogue in the Western Balkan Countries, ΓΔ Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, ίσες ευκαιρίες, 6 – 7 Οκτωβρίου 2005, Σκόπια

(7)  Ψήφισμα του ΕΚ P6TA(2005) 0131 Ανασυγκρότηση των Δ. Βαλκανίων – Ψήφισμα του ΕΚ σχετικά με την κατάσταση της περιφερειακής ολοκλήρωσης στα Βαλκάνια

(8)  Αυστριακή Προεδρία της ΕΕ 2006 – Ομοσπονδιακό υπουργείο Εξωτερικών – 23 Νοεμβρίου 2005 – Ευρωπαϊκές υποθέσεις

(9)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ «Ο ρόλος της Κοινωνίας των Πολιτών στο πλαίσιο της νέας στρατηγικής για τα Δυτικά Βαλκάνια». 10 Δεκεμβρίου 2003 - Εισηγητής: R. Confalonieri (ΕΕ C 80 της 30.03.2004, σελ. 158)

(10)  Ψήφισμα ΕΚ P6-TA (2005) 131

(11)  Η ΕΟΚΕ έχει μέχρι σήμερα συνεισφέρει τα εξής σχετικά με τα Δ. Βαλκάνια: 1) Ενημερωτική έκθεση με θέμα Σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ορισμένες χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, υιοθέτηση: 23.07.1998, Εισηγητής: ο κ. Σκλαβούνος (CES 1025/98 fin), 2) Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα «Ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού στα Δ. Βαλκάνια» Εισηγητής: ο κ. Σκλαβούνος (ΕΕ C 193 της 10.07.2001, σελ.99), 3) Σχέδιο Δράσης «Προαγωγή του Πνεύματος και της πρακτικής του κοινωνικού διαλόγου και της συμμετοχής της Κοινωνίας των Πολιτών και συναφών δικτύων στη Νοτιοανατολική Ευρώπη» σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (ΕΙΕΕ) και τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ), 4) Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας «Προαγωγή της συμμετοχής των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών στη Νοτιοανατολική Ευρώπη (ΝΑΕ) – Εμπειρίες και μελλοντικές προκλήσεις» - Εισηγητής: C. Wilkinson (ΕΕ C 208 της 03.09.2003, σελ. 82), 5) Διερευνητική Γνωμοδότηση: «Ο ρόλος της Κοινωνίας των Πολιτών στο πλαίσιο της νέας στρατηγικής για τα Δ. Βαλκάνια» – 10 Δεκεμβρίου 2003 - Εισηγητής: R. Confalonieri (ΕΕ C 80 της 30.03.2004, σελ. 158), 6) Γνωμοδότηση CESE «Ευρύτερη Ευρώπη - Γειτονικές σχέσεις : ένα νέο πλαίσιο σχέσεων με τους γείτονές μας στα ανατολικά και νότια σύνορά μας» Εισηγήτρια: η κ. Alleweldt (EE C 80 της 30.03.2004, σελ. 148).

(12)  Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Τα Δ. Βαλκάνια και η Ευρωπαϊκή ενοποίηση, COM (2003) 285 τελικό – 21.5.2003.

(13)  Το Θεματολόγιο της Θeσσαλονίκης για τα Δυτικά Βαλκάνια: Αποσπάσματα από τα συμπεράσματα διαδοχικών Συμβουλίων γενικών και εξωτερικών υποθέσεων, 16 Ιουνίου 2003

(14)  Ψήφισμα ΕΚ P6-TA(2005) 0131


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/96


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Διαφύλαξη της βιοποικιλότητας — Η θέση και η συμβολή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών»

(2006/C 195/24)

Με επιστολή της 13ης Σεπτεμβρίου 2005, η αυστριακή προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ ζήτησε από την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, με βάση το άρθρο 262 της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να εκπονήσει γνωμοδότηση για το ακόλουθο θέμα: «Εκστρατεία της ΕΕ για την διατήρηση της βιοποικιλότητας — Η θέση και η συμβολή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών»

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου και περιβάλλον» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Απριλίου 2006 με εισηγητή τον κ. RIBBE.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 18ης Μαΐου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 125 ψήφους υπέρ, χωρίς ψήφους κατά και 4 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Κύρια σημεία των συμπερασμάτων και των συστάσεων της ΕΟΚΕ

1.1

Η βιοποικιλότητα αποτελεί τη βάση και την εγγύηση για την ύπαρξη ζωής στον πλανήτη μας. Επομένως, ο άνθρωπος οφείλει να επιδιώκει τη διατήρηση της σταθερότητας των οικοσυστημάτων, διασφαλίζοντας κατά αυτόν τον τρόπο και το δικό του οικονομικό συμφέρον. Η διατήρηση της βιοποικιλότητας επιβάλλεται, ωστόσο, και ως ευθύνη του ανθρώπου έναντι της δημιουργίας. Η προστασία της βιοποικιλότητας δεν αποτελεί επομένως «πολυτέλεια» που μπορούμε, εάν θέλουμε, να την διασφαλίσουμε ή όχι.

1.2

Ο άνθρωπος είναι εκείνος που αποκομίζει το μεγαλύτερο όφελος από τη βιοποικιλότητα αλλά συγχρόνως και η βασική αιτία των απωλειών της.

1.3

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι η βιοποικιλότητα στην Ευρώπη εξακολουθεί να απειλείται σε μεγάλο βαθμό. Η αρνητική τάση που σημειώθηκε κατά τις τελευταίες δεκαετίες δεν αναχαιτίσθηκε, παρά τα μέτρα που έχουν ληφθεί έως σήμερα από την ΕΕ.

1.4

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει το γεγονός ότι όλα τα ευρωπαϊκά όργανα αλλά και τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως συμβαλλόμενα μέρη της συνθήκης για τη διαφύλαξη της βιοποικιλότητας, ανέλαβαν τη δέσμευση όχι μόνο να αναχαιτίσουν την αρνητική αυτή τάση, αλλά και να την αντιστρέψουν.

1.5

Ωστόσο, το χάσμα ανάμεσα στις φιλοδοξίες και στην πραγματικότητα είναι τεράστιο: Ο δημόσιος τομέας δεν διέθεσε έως σήμερα τις πιστώσεις που θα μπορούσε να αναμένει κανείς από τον τομέα αυτό για την προστασία της βιοποικιλότητας. Ενώ ο δημόσιος τομέας θα έπρεπε να λειτουργεί υποδειγματικά όσον αφορά στη βιοποικιλότητα, συντελεί συχνά με τις αποφάσεις σχεδιασμού του και τα προγράμματα προώθησης που υιοθετεί, στην επιδείνωση της κατάστασης. Σ' αυτό προστίθεται και το γεγονός ότι οι μεγαλύτερες περικοπές πιστώσεων για την οικονομική περίοδο 2007-2013 θα πραγματοποιηθούν ακριβώς στις ευρωπαϊκές πολιτικές οι οποίες έχουν ιδιαίτερη σημασία για την προστασία της βιοποικιλότητας.

1.6

Η απώλεια της βιοποικιλότητας αποτελεί βραδεία διαδικασία που έχει αρχίσει εδώ και πολλά χρόνια. δεδομένου ότι ολοένα λιγότεροι άνθρωποι έχουν άμεση επαφή με το φυσικό περιβάλλον, χαμηλός είναι και ο βαθμός ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης και, κατά συνέπεια, ο βαθμός στον οποίο ασκείται πολιτική πίεση. το γεγονός αυτό δεν πρέπει βέβαια να καθησυχάζει τους πολιτικούς ιθύνοντες αλλά να τους παροτρύνει στην ανάπτυξη περισσότερων στρατηγικών για την αναστροφή αυτής της εξέλιξης.

1.7

Αφενός, είναι αναγκαίο να ενημερώνεται καλύτερα η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών σχετικά με τα αίτια και τους στόχους της προστασίας της βιοποικιλότητας, αφετέρου, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα κατάρτισης και εκπαίδευσης για τους υπαλλήλους των τοπικών, περιφερειακών, και εθνικών αρχών διότι πολλοί υπάλληλοι δεν διαθέτουν καθόλου γνώσεις σχετικά με τον τομέα αυτό και δεν διαθέτουν τα απαραίτητα κίνητρα.

1.8

Η ΕΟΚΕ θεωρεί σκόπιμη την εκστρατεία για τη διαφύλαξη της βιοποικιλότητας που προτάθηκε από την προεδρία της ΕΕ. Η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών μπορεί να συμβάλει στην επιτυχία της εκστρατείας αυτής τόσο με πρακτικό τρόπο όσο και μέσω της ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης, που έχει ιδιαίτερη σημασία. Ωστόσο, η εκστρατεία αυτή δεν είναι δυνατόν να καλύψει τα υφιστάμενα ελλείμματα που έχουν διαπιστωθεί από την ίδια την ΕΕ. Επίσης, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι τα προβλήματα οφείλονται αποκλειστικά ή κυρίως στην ελάχιστη δραστηριοποίηση της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών.

1.9

Απαιτούνται περισσότερα πρακτικά παραδείγματα και πρότυπα σχέδια, απαιτούνται περισσότερα μέτρα που να συντελούν στην ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για το νόημα και την αξία του φυσικού τοπίου και της βιοποικιλότητας γενικά και απαιτείται η δραστηριοποίηση προσωπικοτήτων που χαίρουν ιδιαίτερης δημοσιότητας. Ουσιαστικά, πρόκειται για τη διατήρηση της βάσης στην οποία στηρίζεται η ανθρώπινη ζωή.

2.   Βασικά στοιχεία και ιστορικό πλαίσιο της γνωμοδότησης

2.1

Με επιστολή της 13ης Σεπτεμβρίου 2005, η αυστριακή Προεδρία ζήτησε από την ΕΟΚΕ να εκπονήσει διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα: «Εκστρατεία της ΕΕ για την διαφύλαξη της βιοποικιλότητας — Η θέση και η συμβολή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών». Στην επιστολή τονίζεται ότι παρόμοια γνωμοδότηση θα στηρίξει το Συμβούλιο και την Επιτροπή, τόσο από πρακτική όσο και από πολιτική άποψη, στην προσπάθεια για την αναχαίτιση της συρρίκνωσης της βιοποικιλότητας έως το 2010 (1).

2.2

Στην επιστολή προτείνεται να εξετάσει η ΕΟΚΕ τα ακόλουθα θέματα:

οι αιτίες των απωλειών βιοποικιλότητας,

κατά πόσον τα μέτρα που ελήφθησαν ως τώρα από το Συμβούλιο και την Επιτροπή για την επίτευξη αυτού του στόχου επαρκούν,

κατά πόσον οι διάφορες πολιτικές της ΕΕ είναι επαρκώς συναφείς,

ποια άλλα μέτρα θα μπορούσαν ενδεχομένως να ληφθούν από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη,

ποιες θα είναι οι συνέπειες αυτού σε σχέση με τη στρατηγική της Λισσαβώνας και τη στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη,

ποια θα μπορούσε να είναι η συμβολή της κοινωνίας των πολιτών.

2.3

Η έκκληση της αυστριακής Προεδρίας στηρίζεται μάλλον στο γεγονός που αναφέρεται και στην επιστολή, ότι δηλαδή «τα υφιστάμενα στοιχεία διαφόρων ερευνητικών κέντρων και ιδρυμάτων καθώς και της Στατιστικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποδεικνύουν ότι, παρά τις προσπάθειες που έχουν καταβληθεί έως σήμερα, η συρρίκνωση της βιοποικιλότητας στην Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως συνεχίζεται, χωρίς να διαφαίνεται η παραμικρή τάση αναστροφής. Και η ίδια η επιτροπή, στις ανακοινώσεις της σχετικά με τη διαδικασία επανεξέτασης της ευρωπαϊκής στρατηγικής για τη βιωσιμότητα, θεωρεί δεδομένη την ύπαρξη αρνητικής τάσης σε αυτόν τον τομέα».

2.4

Η EΟΚΕ ευχαριστεί την προεδρία για το γεγονός ότι της ανέθεσε ένα τόσο σημαντικό θέμα. Στη συνέχεια, η ΕΟΚΕ θα εξετάσει κάθε ερώτημα που εγείρεται, θα δώσει τις απαντήσεις που ζητήθηκαν και θα αναπτύξει ιδέες για μια «εκστρατεία».

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1

Η βιοποικιλότητα αποτελεί το θεμέλιο στο οποίο στηρίζεται η ζωή στον πλανήτη μας. Χωρίς τη βιοποικιλότητα η επιβίωση της ανθρωπότητας είναι καταδικασμένη. Τα φυτά, μετατρέποντας το ηλιακό φως σε βιομάζα, αποτελούν τη βάση της ενέργειας και της ροής της ύλης στη γη στην οποία συντελεί καθημερινά και ο άνθρωπος, μέσω της αναπνοής, της διατροφής και της δραστηριότητάς του. Ακόμη, χωρίς τα είδη που τελικώς ανακυκλώνουν και μετατρέπουν τα απορρίμματα που «παράγει» ο άνθρωπος, η ανθρώπινη ζωή και δραστηριότητα θα ήταν ανέφικτη.

3.2

Συνεπώς, η διαφύλαξη της βιοποικιλότητας δεν αποτελεί απλώς στόχο τον οποίο μπορεί να επιδιώξει η κοινωνία εάν τον θεωρεί σημαντικό ή να τον παραμελήσει εάν έχει καθορίσει άλλες προτεραιότητες. Η βιοποικιλότητα είναι απολύτως αναγκαία.

3.3

Στην «Επισκόπηση της πολιτικής περιβάλλοντος 2003» (2), η Επιτροπή διευκρινίζει τη σημασία του όρου βιοποικιλότητα. Η βιοποικιλότητα «αντανακλά την πολυπλοκότητα, την ισορροπία και την κατάσταση των επιμέρους οικοσυστημάτων»«…Η βιοποικιλότητα δεν είναι μόνο υπεύθυνη για την υποστήριξη λειτουργιών που είναι καθοριστικής σημασίας για τη ζωή αλλά παρέχει επίσης το υπόβαθρο για σημαντικές οικονομικές, ψυχαγωγικές και πολιτιστικές δραστηριότητες».

3.4

Σημαίνει πολυμορφία της ζωής και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα επίπεδα. Μπορεί να χαρακτηρίζει τόσο την γενετική πολυμορφία ενός δεδομένου πληθυσμού όσο και το βαθμό της πολυμορφίας των ειδών σε ένα δεδομένο οικοσύστημα.

3.5

λόγω της νοημοσύνης του, ο άνθρωπος αποκομίζει το μεγαλύτερο όφελος από τη βιοποικιλότητα. Κανένας άλλος ζωντανός οργανισμός δε χρησιμοποιεί τόσα πολλά άλλα είδη όσο ο άνθρωπος. Αλλά ο άνθρωπος είναι προς το παρόν και η βασική αιτία της εξαφάνισης ειδών. Ο διαχωρισμός των ειδών σε «χρήσιμα» και «ζημιογόνα» για τον άνθρωπο ακολουθεί οικονομικούς σκοπούς και είναι καθαρά ανθρωποκεντρικός. Η φύση δεν κάνει τέτοιου είδους διακρίσεις. Γνωρίζει επί τω πλείστον αυτορυθμιζόμενες ισορροπίες. Η ποικιλομορφία των ειδών αποτελεί βασικό δείκτη της βιώσιμης ανάπτυξης.

3.6

Ισορροπίες που δεν ελέγχονται αποτελούν πρόβλημα για όσους έχουν συμφέρον να υπάρχουν σταθερές συνθήκες. Ο άνθρωπος παρεμβαίνει και επηρεάζει τις οικολογικές ισορροπίες με τις πολυάριθμες, κυρίως οικονομικές, δραστηριότητές του. Αυτό το πράττει εδώ και χιλιετίες, παλαιότερα μέσω μεθόδων εκτατικής χρήσης της γης οι οποίες, μάλιστα, συντέλεσαν και στη δημιουργία νέων και σε μεγάλο βαθμό σταθερών συστημάτων. Σήμερα, όμως, η επίδραση του ανθρώπου στη βιοποικιλότητα χαρακτηρίζεται από μια πρωτόγνωρη ένταση. Ο πολυμορφία των ειδών συχνά όχι μόνο επηρεάζεται αλλά και εξαφανίζεται εντελώς λόγω της πληθώρας δυνατοτήτων που έχει δημιουργήσει ο άνθρωπος για δικό του όφελος.

Η σημερινή κατάσταση και οι αιτίες των απωλειών βιοποικιλότητας

3.7

Στην επιστολή της προς την ΕΟΚΕ, η Προεδρία περιέγραψε σαφώς και με ακρίβεια την κατάσταση που επικρατεί σήμερα όσον αφορά την διαφύλαξη της βιοποικιλότητας (βλ. σημείο 2.3). Η ανάλυση της προεδρίας ταυτίζεται και με την έκθεση του περιβαλλοντικού προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τη βιοποικιλότητα, σύμφωνα με την οποία οι απώλειες της βιοποικιλότητας σημειώνονται σε ολόκληρο τον κόσμο με ταχύτερους ρυθμούς από ό,τι στο παρελθόν.

3.8

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε ήδη επισημάνει στη στρατηγική για τη βιωσιμότητα, που δημοσίευσε το 1998 (3), ότι η κατάσταση είναι εξαιρετικά ανησυχητική και στην Ευρώπη. «Η πλούσια βιοποικιλότητα της ΕΕ μεταβλήθηκε σταδιακά ανά τους αιώνες λόγω των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Η έκταση των επιπτώσεων αυτών έχει αυξηθεί δραματικά κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Η εκτίμηση του προγράμματος των Η.Ε. για το περιβάλλον επιβεβαιώνει ότι σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες έως και το 24 % των ειδών ορισμένων κατηγοριών όπως οι πεταλούδες, τα πτηνά και τα θηλαστικά έχουν πλέον εκλείψει σε ολόκληρη την εθνική επικράτεια».

3.9

Στη στρατηγική του Γκέτεμποργκ 2001 (4) (στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη) αναφέρεται ότι «Η απώλεια βιοποικιλότητας στην Ευρώπη επιταχύνθηκε εξαιρετικά τις τελευταίες δεκαετίες». Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι ο ρυθμός εξαφάνισης ειδών είναι σήμερα από 100 έως 1 000 φορές υψηλότερος από το φυσικό ρυθμό. Σύμφωνα, μάλιστα, με πρόσφατη μελέτη του πανεπιστημίου της Ουτρέχτης (Κάτω Χώρες), ο ρυθμός αυτός είναι κατά 1 000 έως 10.000 φορές υψηλότερος.

3.10

Οι λόγοι είναι πολλοί και ποικίλοι. Γενικά, μπορεί να διαπιστωθεί ότι η υλική επίδραση στους βιότοπους της πανίδας και χλωρίδας ή η εξάλειψή τους, συντελεί στην απώλεια βιοποικιλότητας. Τα πραγματικά αίτια είναι η αυξανόμενη κατάτμηση τον φυσικών βιοτόπων, λόγω της κατασκευής υποδομών και της αστικοποίησης, η απόρριψη θρεπτικών ουσιών, η πυκνή δόμηση, ο μαζικός τουρισμός, καθώς και η ρύπανση των υδάτων και του αέρα.

3.11

Η γεωργία διαδραματίζει στην Ευρώπη έναν ιδιαίτερο, σχεδόν διττό ρόλο, διότι κατά το παρελθόν, αρχικά συνέβαλε μέσω εκτατικών και εξαιρετικά πολύμορφων μεθόδων καλλιέργειας στην αύξηση της βιοποικιλότητας. Ωστόσο, πολλές από τις γεωργικές μεθόδους αυτές δεν είναι σήμερα πλέον αποδοτικές και αντικαταστάθηκαν από εντατικότερες που επηρεάζουν σε μεγαλύτερο βαθμό τις φυσικές διαδικασίες. Το γεγονός αυτό επιδρά με δύο τρόπους στη βιοποικιλότητα: Αφενός, η εντατική γεωργία συμβάλλει στη μείωση των ειδών, αφετέρου όμως, η εγκατάλειψη γαιών που προορίζονταν για εκτατική καλλιέργεια ή καλλιέργεια με πιο φυσικές μεθόδους, συνέβαλε στην απώλεια πολύτιμων βιοτόπων. Συνεπώς, η γεωργία μπορεί, ανάλογα με τις μεθόδους που χρησιμοποιεί, να ευνοήσει ή να απειλήσει τη βιοποικιλότητα.

3.12

Η διαδοχή των ειδών στα δάση, η μεταβολή των ισορροπιών (μεταξύ άλλων, μέσω εισροών θρεπτικών ουσιών), η αναδάσωση μη δασικών εκτάσεων, η εμφάνιση αλλόχθονων ειδών και η υπεραλίευση αποτελούν πρόσθετα σημαντικά αίτια.

3.12.1

Στο μέλλον, η κατάσταση θα μπορούσε να οξυνθεί ακόμη περισσότερο από νέους, προς το παρόν λιγότερο σημαντικούς παράγοντες. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος αναφέρει στην νέα του έκθεση (5) ότι οι αναμενόμενες αλλαγές του κλίματος αποτελούν μεγάλη και στο μέλλον ίσως βασική απειλή και θα μπορούσαν να προκαλέσουν ανεπανόρθωτες ζημιές στη βιοποικιλότητα.

3.12.2

Η χρήση της «πράσινης» γενετικής μηχανικής θα αποτελέσει ίσως έναν νέο κίνδυνο για τη βιοποικιλότητα στην Ευρώπη. Η καλλιέργεια γενετικώς μεταλλαγμένων φυτών για εμπορικούς σκοπούς θα έχει ενδεχομένως, κατά τη γνώμη των ερευνητών, τεράστιες συνέπειες για τα περιβάλλοντα φυτά αλλά και για έντομα όπως οι πεταλούδες και η μέλισσες. Αυτό είναι το πόρισμα μιας μελέτης που εκπονήθηκε με εντολή της βρετανικής κυβέρνησης, με τη συμμετοχή περισσότερων από 150 ερευνητών και διήρκεσε τρία χρόνια (6). Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει εντατικά τις ερευνητικές δραστηριότητες σε αυτόν τον τομέα.

3.13

Οι πιθανές συνέπειες παρόμοιας απώλειας στη βιοποικιλότητα μπορούν να εξηγηθούν με ένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Έχει διαπιστωθεί, π.χ., αισθητή μείωση του πληθυσμού επικονιαστών εντόμων, και μάλιστα σε παγκόσμιο επίπεδο, σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Επισιτισμού και Γεωργίας των Η.Ε.. Τα συστήματα γονιμοποίησης των ανθοφόρων φυτών εξελίχθηκαν και προσαρμόστηκαν στην εξέλιξη των επικονιαστών εντόμων, τα οποία ανέπτυξαν αποτελεσματικότερους μηχανισμούς συλλογής νέκταρ και γύρης από τα φυτά και, κατά συνέπεια, συμβάλλουν στη βελτίωση της παραγωγής σπόρων και της αναπαραγωγής των επικονιασμένων φυτών. H διασταυρωτή επικονίαση από έντομα αυξάνει τη γενετική πολυμορφία, συμβάλλει στην ανάπτυξη πιο ανθεκτικών σπόρων και ποιοτικά καλύτερων καρπών. Το 70 έως 95 % των επικονιαστών εντόμων ανήκει στην κατηγορία των υμενοπτέρων, στην οποία ανήκουν και οι μέλισσες, τις οποίες χρησιμοποιεί ο άνθρωπος. Η μείωση του πληθυσμού των εντόμων επικονιαστών μπορεί να έχει ολέθριες (και οικονομικές) συνέπειες.

3.14

Δεδομένου ότι έχουν δημοσιευτεί πολυάριθμες μελέτες και δηλώσεις που περιγράφουν την ανησυχητική απώλεια της βιοποικιλότητας, η ΕΟΚΕ δεν θα αναλύσει περαιτέρω στην παρούσα γνωμοδότηση τα επιμέρους αίτια και δεν θα προσπαθήσει να επιστήσει περισσότερο την προσοχή σ' αυτό το φαινόμενο. 'Όλοι οι πολιτικοί ιθύνοντες θα πρέπει να έχουν πλήρη επίγνωση της κατάστασης. Πληροφορίες που περιγράφουν την κατάσταση με ακρίβεια υπάρχουν άφθονες.

3.15

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι όλα τα κοινοτικά όργανα έχουν ταχθεί επανειλημμένα υπέρ της διατήρησης της βιοποικιλότητας. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι έγιναν πολυάριθμες πολιτικές εξαγγελίες και δηλώσεις, ότι υπογράφηκε η συμφωνία για τη βιοποικιλότητα, την οποία επικύρωσαν και τα 25 κράτη μέλη, ότι θεσπίσθηκαν χρήσιμες ρυθμίσεις για την προστασία της φύσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως η οδηγία περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών το 1979 (7) και η οδηγία για τη διατήρηση τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας το 1992 (8) σημειώθηκαν περαιτέρω απώλειες όσον αφορά τη βιοποικιλότητα.

3.16

Στην Διάσκεψη Κορυφής (ΠΔΚΑΑ) των Ηνωμένων Εθνών στο Γιοχάνεσμπουργκ, οι συμμετέχοντες δεσμεύτηκαν να περιορίσουν σημαντικά το ρυθμό απώλειας της βιοποικιλότητας έως το 2010. Η ΕΕ προχώρησε ακόμη περισσότερο αναλαμβάνοντας τη δέσμευση να σταματήσει την απώλεια της βιοποικιλότητας έως το 2010 (9).

3.17

Συνεπώς, η διαφύλαξη αποτελεί αναγνωρισμένο, χρήσιμο, αναγκαίο αλλά και εξαιρετικά πολύπλοκο έργο, για το οποίο θα πρέπει να συνεργαστούν στενά όλα τα πολιτικά επίπεδα (από την ΕΕ έως και τους δήμους) και η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών και να λειτουργήσουν υποδειγματικά για ολόκληρη την κοινωνία.

Τα πολιτικά και κοινωνικά αίτια της απώλειας βιοποικιλότητας

3.18

Μια ενδιαφέρουσα ερώτηση που τίθεται σπάνια αλλά θα πρέπει να απαντηθεί επειγόντως είναι η εξής: ποια είναι τα πολιτικά αίτια που επέτρεψαν επί δεκαετίες αυτή τη δραματική μείωση των ειδών, χωρίς να ληφθούν και να εφαρμοστούν κατάλληλα πολιτικά αντισταθμιστικά μέτρα;

3.19

Οι λόγοι είναι πολύμορφοι. Ασφαλώς τα πράγματα δυσχεραίνονται από το γεγονός ότι η απώλεια της βιοποικιλότητας αποτελεί πολύ αργή, ύπουλη και, έτσι, κυρίως ανεπαίσθητη διαδικασία( θα μπορούσε να συγκριθεί με τις αλλαγές του κλίματος). Δεν υπάρχει ένα συγκεκριμένο μέτρο με το οποίο μπορεί να αναχαιτιστεί η εμφάνιση του προβλήματος ή να επιλυθεί το πρόβλημα. Η διαπιστωθείσα απώλεια της βιοποικιλότητας αποτελεί το άθροισμα εκατομμυρίων ενεργειών και αποφάσεων των τελευταίων ετών και δεκαετιών, ενώ ο αντίκτυπος κάθε μεμονωμένης απόφασης φαίνεται ασήμαντος ή εντελώς οριακός.

3.20

Για το λόγο αυτό, είναι πάντα εξαιρετικά δύσκολο να επισημανθούν πριν από κάθε απόφαση οι ενδεχόμενοι κίνδυνοι για τη διαφύλαξη της βιοποικιλότητας και να απορριφθεί η απόφαση αυτή, δεδομένου οι «παρεμβαίνουσες» αρχές δηλώνουν ότι η παρέμβαση σ' αυτό τον τομέα της φύσης θα αντισταθμιστεί ή θα αποκατασταθεί με μέτρα σε κάποιο άλλο τομέα (πράγμα που σπανίως επιτυγχάνεται).

3.21

Ένας δεύτερος λόγος έγκειται στο γεγονός ότι εντός ενός σχετικά σύντομου χρονικού διαστήματος σημειώθηκε μια εξέλιξη η οποία συντέλεσε ώστε ολοένα λιγότεροι άνθρωποι να αντιλαμβάνονται άμεσα και να συνειδητοποιούν τη σημασία της βιοποικιλότητας και του φυσικού τοπίου. Συντελείται μια μορφή αποξένωσης του ανθρώπου από τη φύση κατά την οποία αρχικά ολοένα λιγότεροι άνθρωποι γνωρίζουν ή κατανοούν την πρακτική αξία  (10) και την ενδογενή αξία  (11) του φυσικού τοπίου.

3.22

Η πλειονότητα των ανθρώπων (συμπεριλαμβανομένης της πλειονότητας των πολιτικών) δεν φαίνεται να έχει συνειδητοποιήσει πλήρως τη σημασία και την έκταση του στόχου «διαφύλαξη της βιοποικιλότητας» (αλλά και την μεγάλη ηθική και δεοντολογική ευθύνη που συνεπάγεται) «Καταναλώνουν» το τοπίο, χαίρονται την ομορφιά του, απολαμβάνουν τη θέα του, περνούν τον ελεύθερο χρόνο τους, αθλούνται και παραθερίζουν σ' αυτό. Ωστόσο, έχουν πλήρη άγνοια για τον τρόπο με τον οποίο τα διάφορα βιολογικά στοιχεία, τα επιμέρους είδη της πανίδας και της χλωρίδας αλληλεπιδρούν και συντελούν στην ισορροπία των τοπίων αυτών, με πιο τρόπο διασφαλίζουν την ισορροπία της φύσης και σε πιο βαθμό αυτή η εύθραυστη ισορροπία αποτελεί τον βασικό ιστό για την ύπαρξη της ανθρώπινης ζωής και της οικονομικής δραστηριότητας. Μεγάλο μέρος της κοινωνίας βιώνει σήμερα πλέον τη φύση περισσότερο μέσω της τηλεόρασης παρά στην ύπαιθρο, με τη μορφή ντοκιμαντέρ που περιγράφουν περισσότερο τις ομορφιές της Αφρικής, των νήσων Γκαλάπαγκος, η άλλων μακρινών χωρών, όχι όμως τα προβλήματα της ευρωπαϊκής φυσικής κληρονομιάς.

3.23

Συνεπώς, δεν είναι τυχαίο το φαινόμενο που διαπιστώνουν με έκπληξη οι οργανώσεις προστασίας της φύσης, ότι η άνθρωποι στην Ευρώπη πείθονται ευκολότερα για τη σημασία της προστασίας του ελέφαντα ή του τίγρη της Σιβηρίας παρά για την προστασία του κρικητού (χάμστερ των αγρών).

3.24

Η απώλεια της βιοποικιλότητας διαπιστώνεται από αφηγήσεις, άρθρα ή πολιτικά έγγραφα. Οι αρνητικές συνέπειες δεν είναι άμεσα αισθητές. Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο να μην έχει δει κανείς ποτέ αυτό που απωλέσθηκε στη φύση. Ως γνωστόν, οι άνθρωποι μάχονται μόνο για κάτι που γνωρίζουν πραγματικά και το αγαπάνε, για κάτι από το οποίο προσδοκούν ένα οποιοδήποτε όφελος.

3.25

Συνεπώς, η βιοποικιλότητα αποτελεί, μέσω της καθημερινής ζωής, γενικά γνωστό πρόβλημα, συγχρόνως όμως κάτι, που για τους περισσότερους πολίτες, είναι εντελώς απόμακρο, για το οποίο λίγοι αισθάνονται άμεσα θιγόμενοι. Οι αξίες δημιουργούνται όταν υπάρχει άμεσο ενδιαφέρον για το περιεχόμενό τους. Πολλοί νομίζουν ότι η βιοποικιλότητα δεν τους αφορά άμεσα και, συνεπώς, αισθάνονται ολοένα λιγότερο υπεύθυνοι για τη διαφύλαξή της και θεωρούν ότι αυτό αποτελεί περισσότερο ευθύνη του κράτους.

3.26

Ο βαθμός διατήρησης της βιοποικιλότητας θα εξαρτηθεί παγκοσμίως από την ικανότητα των πολιτικών να εγείρουν το άμεσο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. Οι άνθρωποι πρέπει να κατανοήσουν ότι δεν πρέπει να επιτρέπεται η εφαρμογή οποιοδήποτε μέτρου μόνο επειδή είναι εφικτό. Πρέπει να κατανοηθεί ότι είναι αναγκαίο να μάθει ο άνθρωπος και πάλι να παραιτείται από τις επιδιώξεις του από σεβασμό για τη φύση, και ότι η παραίτηση αυτή είναι ωφέλιμη. Ο στόχος αυτός θα πρέπει να αποτελέσει αναπόσπαστο μέρος μιας ενδεχόμενης εκστρατείας της ΕΕ για την απώλεια της βιοποικιλότητας .

3.27

Μολονότι ότι είναι πολύ πιθανό να είναι τα πράγματα ακριβώς όπως περιγράφονται, συμβαίνει ολοένα συχνότερα να διερωτάται ο καθένας, ενώ θεωρεί αυτονόητη την προστασία της βιοποικιλότητας, εάν π.χ.

είναι αναγκαίο να προστατευτεί η φύση ακριβώς στο σημείο στο οποίο πρόκειται να κατασκευαστεί η νέα παρακαμπτήρια οδός,

είναι λογικό να εμποδίζει ένα προστατευόμενο είδος την κατασκευή ενός βιομηχανικού συγκροτήματος, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή οδηγία για την προστασία της χλωρίδας, της πανίδας και των βιότοπων

πρέπει να διατίθενται τόσα χρήματα για την προστασία της φύσης.

3.28

Επιπλέον, σε περιόδους που κρίνονται ως εξαιρετικά δύσκολες από οικονομική άποψη, η προστασία της φύσης δεν αναγνωρίζεται ως βάση της ζωής και της οικονομικής δραστηριότητας αλλά κατηγορείται ως «αποδιοπομπαίος τράγος» που εμποδίζει κάποια «θετική» για την οικονομία εξέλιξη. Αξίζει να αναφερθεί παρεμπιπτόντως ότι ορισμένοι παράγοντες συχνά εκφράζουν εντελώς αντιφατικά επιχειρήματα και τη δυσαρέσκειά τους, όταν λόγω της νομοθεσίας για την προστασία της φύσης απαγορεύεται η κατασκευή ενός δρόμου τον οποίο θεωρούν εξαιρετικά σημαντικό. Όταν όμως πρόκειται να κατασκευαστεί ένας δρόμος ο οποίος θα τέμνει μια έκταση παραθερισμού ή αναψυχής που ανήκει στην δικαιοδοσία τους, εύκολα προβάλουν οικολογικά επιχειρήματα για την προστασία εν λόγω εκτάσεων.

3.29

Η φύση αντιμετωπίζεται σήμερα περισσότερο ως «ελεύθερο κοινό αγαθό» το οποίο μπορεί να διαμορφωθεί λίγο ή πολύ κατά βούληση, σύμφωνα με τις οικονομικές ανάγκες μιας σε αυξανόμενο βαθμό αστικοποιημένης κοινωνίας, με βιομηχανικό προσανατολισμό και με αυξανόμενες ανάγκες αναψυχής. Συγχρόνως, η πολιτικοί ιθύνοντες δημιουργούν την εσφαλμένη εντύπωση ότι η λήψη αντισταθμιστικών και συμπληρωματικών μέτρων επαρκεί για την προστασία της βιοποικιλότητας.

Ο αντίκτυπος των μέτρων που έχουν θεσπίσει έως σήμερα το Συμβούλιο και η Επιτροπή

3.30

Ο αντίκτυπος των μέτρων που θέσπισαν το Συμβούλιο και η Επιτροπή, δεν ήταν καθόλου ικανοποιητικός, όπως δείχνει η επικρατούσα κατάσταση. Ωστόσο, η προσέγγιση που επέλεξε η Επιτροπή εκδίδοντας την οδηγία για την προστασία των πτηνών το 1979 και την οδηγία για την προστασία των βιοτόπων το 1992 ήταν σωστή και σκόπιμη. Η αιτία έγκειται περισσότερο στην πολιτική βούληση κατά την υλοποίηση και εφαρμογή, όπως διαπιστώνει και η ίδια η Επιτροπή: «Η εφαρμογή των οδηγιών για τα πτηνά και τους οικοτόπους υπήρξε δύσκολη. Οι παραβάσεις που σχετίζονται με τις ως άνω οδηγίες αντιπροσωπεύουν ποσοστό που υπερβαίνει το ένα τέταρτο των περιπτώσεων για τις οποίες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χρειάστηκε να προσφύγει στη δικαιοσύνη»  (12) .

3.31

Κατά την ΕΟΚΕ την ευθύνη φέρουν δύο επίπεδα:

3.31.1

Το πρώτο επίπεδο είναι το πολιτικό επίπεδο, το οποίο δεν επιδεικνύει την απαραίτητη συνειδητοποίηση του προβλήματος. Κατά την ΕΟΚΕ, είναι εντελώς ακατανόητο να υιοθετούν τα κράτη μέλη σε επίπεδο Συμβουλίου σχετικές οδηγίες για την προστασία της φύσης, τις οποίες στη συνέχεια δεν εφαρμόζουν ή εφαρμόζουν σε εξαιρετικά ανεπαρκή βαθμό στην επικράτειά τους. Κατά την ΕΟΚΕ, αυτό είναι εντελώς απαράδεκτο. Κατ' αυτό το τρόπο, η ίδια η πολιτική δημιουργεί ένα τεράστιο έλλειμμα αξιοπιστίας εφόσον αποτυγχάνει ακόμη και στην υλοποίηση της προστασίας της φύσης.

3.31.2

Αναξιόπιστη είναι και η πολιτική που φιλοδοξεί να αναχαιτίσει την απώλεια βιοποικιλότητας έως το 2010, η οποία γνωρίζει ότι για το σκοπό αυτό θα πρέπει να διατεθούν χρήματα, αλλά προβαίνει, συγχρόνως, στο πλαίσιο των δημοσιονομικών προοπτικών, σε περικοπές της τάξης του 30 % όσον αφορά τον αντίστοιχο προϋπολογισμό (13) των παλαιών κρατών μελών. Οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων των κρατών μελών της ΕΕ χαράζουν κατ' αυτό το τρόπο μια πολιτική που δεν μπορεί να ανταποκριθεί ούτε στους στόχους που η ίδια θέτει. Η ίδια η πολιτική δίνει έτσι το κακό παράδειγμα.

3.31.3

Σ' αυτή την περίπτωση, δεν θα πρέπει τα κράτη μέλη, και αυτό είναι το δεύτερο επίπεδο που φέρει ευθύνες, να ενοχοποιούν τους χρήστες των φυσικών πόρων για την αποτυχία της πολιτικής τους. Η ΕΟΚΕ έχει ασχοληθεί σε πολυάριθμες γνωμοδοτήσεις της με την ελλιπή εφαρμογή των οδηγιών που είναι σημαντικές για την διατήρηση της βιοποικιλότητας. Δεν μπορεί παρά να επαναλάβει τις θέσεις της: Όσο τα μέτρα για την προστασία ή τη βελτίωση της βιοποικιλότητας προσκρούουν στα (ευνόητα) οικονομικά συμφέροντα των χρηστών των γαιών, θα πρέπει τουλάχιστον να αντισταθμιστούν οι ενδεχόμενες οικονομικές απώλειες. Θα ήταν βέβαια προτιμότερο να δημιουργηθούν κίνητρα για την εφαρμογή κατάλληλων μέτρων για την διατήρηση της βιοποικιλότητας. Ένα σοβαρό εμπόδιο αποτελεί το γεγονός ότι, μετά την απόφαση του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2005, παραμένει εντελώς αβέβαιη η χρηματοδότηση των μέτρων του προγράμματος Natura-2000 για την επόμενη οικονομική περίοδο της ΕΕ. Κάθε πολιτική δήλωση για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, όσο σοβαρή και αν είναι, είναι ανώφελη αν δεν υπάρχουν ανάλογες δημοσιονομικές προϋποθέσεις!

3.32

Όσο δεν έχει λυθεί το πρόβλημα της χρηματοδότησης του Natura-2000, με τον τρόπο που προτείνουν τόσο η ΕΟΚΕ όσο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ειδική θέση στον προϋπολογισμό για την αντιστάθμιση του αντίκτυπου του Natura-2000), η προσέγγιση της ΕΕ θα εξακολουθεί να είναι αναποτελεσματική. Το γεγονός αυτό δεν μπορεί να αλλάξει ούτε με εκστρατείες ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης, όσο ειλικρινείς και αν είναι η στόχοι τους.

3.33

Ένα από τα μέτρα που είχε ανακοινωθεί στο πλαίσιο της στρατηγικής της βιωσιμότητας για της διατήρηση της βιοποικιλότητας ήταν το εξής: «Κατά την μεσοπρόθεσμη αναθεώρηση της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής, βελτίωση των σχετικών με τη γεωργία περιβαλλοντικών μέτρων ώστε να παρέχουν διάφανο σύστημα άμεσων πληρωμών για τις περιβαλλοντικές υπηρεσίες». Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι και αυτή η σημαντική και σωστή υπόσχεση δεν τηρήθηκε, με πολύ αρνητικό αντίκτυπο. Γι αυτό δεν ευθύνεται άμεσα η Επιτροπή αλλά ευθύνονται κυρίως τα κράτη μέλη με τη στάση που τήρησαν όσον αφορά την οικονομική πτυχή.

Επαρκεί η συνοχή των επιμέρους πολιτικών της ΕΕ;

3.34

Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ οι επιμέρους πολιτικές της ΕΕ δεν έχουν εναρμονιστεί σε βαθμό ώστε η εφαρμογή τους να εμποδίζει αποτελεσματικά την απώλεια της βιοποικιλότητας. Το αντίθετο συμβαίνει: ακόμη και οι πολιτικές για τις οποίες είναι αρμόδια η ΕΕ περικλείουν κινδύνους που δεν μπορούν να αναχαιτισθούν με τα πενιχρά μέτρα για την προστασία της φύσης. Αυτό ισχύει παρά τα τρέχοντα προγράμματα δράσης (14) αλλά ακόμη και οι θεματικές στρατηγικές που καταρτίζονται προς το παρόν δεν μπορούν να αλλάξουν ριζικά την κατάσταση (15).

3.35

Το γεγονός αυτό μπορεί να αποδειχθεί, με παράδειγμα, εκτός από τη γεωργική πολιτική την οποία έχει εξετάσει σε άλλες γνωμοδοτήσεις, ένα σχέδιο των Διευρωπαϊκών Δικτύων Μεταφορών. Ο Δούναβης που έχει μήκος 2.880 χιλιομέτρων και διέρχεται από 10 κράτη μέλη, μπορεί αδιαμφισβήτητα να χαρακτηρισθεί ως «κατ' εξοχήν» ευρωπαϊκός ποταμός. Αμέτρητοι παράδεισοι της φύσης, οι οποίοι θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο δίκτυο Natura-2000, διατηρήθηκαν χάρη σ' αυτή την υδάτινη αρτηρία. Όμως, σύμφωνα με την ΕΕ, τα 1400 χιλ. (δηλαδή το ήμισυ του μήκους) του ποταμού, που είναι κυρίως τα εναπομένοντα τμήματα που δεν έχουν καταστεί ακόμη πλωτά, όπως π.χ. στις τοποθεσίες Straubing-Vilshofen στη Γερμανία, στην τοποθεσία Hainburg, και στην επαρχία Wachau στην Αυστρία, μεγάλα τμήματα του ποταμού στην Ουγγαρία και σχεδόν ολόκληρο το τμήμα του ποταμού που διανύει τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, αποτελούν εμπόδια για τις ποτάμιες μεταφορές και πρέπει να εξαλειφθούν. Με την άσκηση παρόμοιας πολιτικής, που οδηγεί σε σύγκρουση μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης και της προστασίας της φύσης, προκαλούνται και προγραμματίζονται ακριβώς εκείνες οι αντιθέσεις τις οποίες ουσιαστικά η πολιτική επιθυμεί να γεφυρώσει στο πλαίσιο της στρατηγικής για τη βιώσιμη ανάπτυξη.

3.36

Η διαπίστωση της ΕΟΚΕ ότι δεν ασκείται καμία επαρκώς συνεκτική πολιτική δεν ισχύει μόνο για τους τομείς οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως, με την παραδοσιακή έννοια, προβληματικοί για τη φύση και την προστασία των ειδών, όπως η προαναφερθείσα πολιτική μεταφορών ή η υπερβολικά εντατική γεωργία, δασοκομία και αλιεία, αλλά και για πολιτικές οι οποίες καταρχήν δεν φαίνεται να έχουν άμεση σχέση με την βιοποικιλότητα.

3.36.1

Αναφέρουμε ως παράδειγμα τα μέτρα για την καταπολέμηση της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών Στο πλαίσιο των μέτρων αυτών απαγορεύτηκε οριστικά η εγκατάλειψη ή μεταφορά πτωμάτων ζώων στη φύση (16). Οι αγρότες υποχρεούνται να μεταφέρουν τα πτώματα ζώων σε ειδικές εγκαταστάσεις τελικής διάθεσης ζωικών αποβλήτων, ένα μέτρο που συνεπάγεται εξαιρετικά μεγάλο κόστος.

3.36.2

Επιπλέον, σε περιφέρειες της Ευρώπης, στις οποίες υπάρχει ακόμη μεγάλος πληθυσμός άγριων ζώων που τρέφονται από πτώματα, όπως ο γύπας, ο λύκος ή η αρκούδα, το μέτρο αυτό προκάλεσε σοβαρά προβλήματα διατήρησης των ειδών: Στη δεκαετία του 1990 έως το 2003 μεταφέρθηκαν στην Αστουρία, περίπου 3.000 κατοικίδια ζώα σε εγκαταστάσεις τελικής διάθεσης. Το 2004, μετά από τη συνεπή εφαρμογή του κανονισμού της ΕΕ, ο αριθμός των ζώων αυτών ανήλθε σε 20.000

3.36.3

Στην Αστουρία (έκταση 10.604 km2) «λείπουν» συνεπώς στη φύση περίπου 17.000 πτώματα ζώων, που θα είχαν αποτελέσει σημαντική διατροφική βάση για γύπες, λύκους, αρκούδες και άλλα ζώα που τρέφονται από πτώματα. Αυτό αντιστοιχεί σε περίπου 3.000 τόνους πρωτεϊνούχας βιομάζας, δηλαδή σε 200 κιλά ανά ζώο (17). Το μέλλον θα δείξει εάν το βασιλικό διάταγμα που εκδόθηκε το Νοέμβριο 2002 στην Ισπανία και ρυθμίζει τη διάθεση πτωμάτων ζώων και υπολειμμάτων ως τροφή για άγρια ζώα, θα συμβάλλει στη βελτίωση της κατάστασης. Κανένα άλλο κράτος μέλος της ΕΕ δεν έχει λάβει παρόμοια εθνικά μέτρα!

Ποιες πρωτοβουλίες θα πρέπει να λάβουν ακόμη η Επιτροπή και τα κράτη μέλη;

3.37

Στην ανακοίνωσή της για την επισκόπηση της πολιτικής περιβάλλοντος για το 2003 (18), η Επιτροπή καθορίζει τις ακόλουθες προτεραιότητες:

Μέτρα για την επίτευξη μιας πιο βιώσιμης γεωργικής πολιτικής

Μια οικολογική Κοινή Αλιευτική Πολιτική

Καλύτερη προστασία των εδαφών και του θαλάσσιου περιβάλλοντος

Καλύτερη εφαρμογή στον τομέα της προστασίας της φύσης

Καλύτερος προσδιορισμός των τάσεων στον τομέα της βιοποικιλότητας.

Ενίσχυση της προστασίας της βιοποικιλότητας σε διεθνές επίπεδο

3.38

Στη στρατηγική πολιτικής για το 2007, η Επιτροπή ανακοίνωσε ότι θα αναθεωρήσει τις οδηγίες για τους βιότοπους και τα πτηνά, προκειμένου να τις προσαρμόσει στις «νέες επιστημονικές γνώσεις» (19) Η ΕΟΚΕ εύχεται να διευκρινίσει η Επιτροπή το συντομότερο δυνατό το περιεχόμενο αυτών των νέων επιστημονικών γνώσεων καθώς και την έκταση της αναθεώρησης των οδηγιών η οποία, κατά τη γνώμη της, ασφαλώς θα συμβάλει στη βελτίωση της προστασίας της φύσης στην Ευρώπη.

3.39

Κατά την ΕΟΚΕ, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επιβάλλεται η προστασία των βιοτόπων και η διάθεση των απαραίτητων πόρων. Οι οδηγίες για την προστασία των βιοτόπων και των πτηνών δεν επήρκεσαν για την προστασία της βιοποικιλότητας και των βιοτόπων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Σ' αυτό προστίθεται και το, κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, αρνητικό γεγονός, ότι στα κράτη μέλη (ακόμη και σε τοπικό επίπεδο) παρατηρείται η ακόλουθη τάση: Ό,τι δεν προστατεύεται σε ευρωπαϊκό παρά μόνο σε εθνικό επίπεδο, θεωρείται φύση δεύτερης κατηγορίας. Ό,τι δεν χρηματοδοτείται από την ΕΕ δεν χρηματοδοτείται ούτε με εθνικούς πόρους. Ακόμη χειρότερη είναι η κατάσταση όσον αφορά τη διατήρηση της βιοποικιλότητας εκτός των προστατευόμενων περιοχών: σ' αυτό το χώρο δεν παρατηρείται σχεδόν καμία δραστηριότητα του δημόσιου τομέα. Ωστόσο, η προστασία της βιοποικιλότητας αποτελεί στόχο ο οποίος δεν μπορεί να περιοριστεί σε ορισμένες ελάχιστες προστατευμένες περιοχές.

3.40

Παρόμοια νοοτροπία και αντίληψη αποδεικνύει σαφέστατα ότι ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού αλλά και η πλειονότητα των αρμόδιων πολιτικών δεν έχουν κατανοήσει ακόμη τη σημασία των οικολογικών πτυχών γενικά και ειδικότερα της διατήρησης της βιοποικιλότητας. Καλούνται οι δημόσιες αρχές να δώσουν το καλό παράδειγμα. Θα πρέπει κυρίως να δώσουν στην κοινή γνώμη το μήνυμα ότι αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στην προστασία της βιοποικιλότητας, ότι είναι πρόθυμες να λάβουν στην επικράτειά τους κατάλληλα μέτρα, ακόμη και εάν υπάρχουν βραχυπρόθεσμα οικονομικά «αποδοτικότερες» λύσεις.

3.41

Συνεπώς, η δεκαετία των Ηνωμένων Εθνών (2005 έως 2015) για την αειφόρο περιβαλλοντική αγωγή θα πρέπει να αξιοποιηθεί για την έναρξη μιας ευρείας εκστρατείας με στόχο την αναχαίτιση και την αναστροφή της φθίνουσας εξέλιξης όσον αφορά τις γνώσεις και τις εμπειρίες σχετικά με την βιοποικιλότητα. Απαιτείται, επομένως, μια μαζική θετική εκστρατεία η οποία να μεταφέρει το μήνυμα ότι η φύση δεν είναι πολυτέλεια που απολαμβάνουν οι κοινωνίες σε περιόδους οικονομικής ευημερίας και εγκαταλείπουν σε περιόδους δύσκολης οικονομικής συγκυρίας. Η βιοποικιλότητα θα πρέπει να προβάλλεται στην κοινωνία και πάλι ως οικονομικός αλλά και πολιτισμικός και πνευματικός θησαυρός. Η προστασία της φύσης πρέπει να προβάλλεται ως θετικό στοιχείο (υπάρχει άραγε κάτι θετικότερο από τη διατήρηση της βάσης της ίδιας της ζωής;), θα πρέπει να προκαλεί χαρά και ικανοποίηση και να μην αντιμετωπίζεται ως επιβάρυνση. Πρέπει, επίσης, να κατανοηθεί το γεγονός ότι το κόστος που δημιουργεί η περαιτέρω διάβρωση της φυσικής βάσης της ζωής θα είναι πολλαπλάσιο του κόστους που καταβάλλεται για την προστασία της καθώς και ότι με την απώλεια αυτή εξανεμίζονται αξίες που δεν μπορούν να εκφρασθούν σε χρήμα.

3.42

Η ΕΟΚΕ έχει επίγνωση του γεγονότος ότι η πολιτική της ΕΕ για την προστασία της φύσης συμβάλλει στην υλοποίηση στόχων που μπορούν να επιτευχθούν μόνο σε διασυνοριακό επίπεδο. Όμως, συγχρόνως απαιτείται η εφαρμογή πολιτικής για την προστασία της βιοποικιλότητας σε εθνικό, περιφερειακό αλλά και τοπικό επίπεδο, ακόμη και στον ιδιωτικό τομέα. Συνεπώς, τα κράτη μέλη είναι τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό υπεύθυνα όσο και η ΕΕ.

3.43

Η ΕΟΚΕ συνιστά γι' αυτό στην Επιτροπή να υποστηρίξει, σε συνεργασία με τους περιβαλλοντικούς φορείς και τις ενώσεις χρηστών της γης, ένα πανευρωπαϊκό πρότυπο σχέδιο για την προστασία της φύσης, με το οποίο να μπορούν να ταυτιστούν οι πολίτες και να το διαδώσει μαζικά στην κοινή γνώμη. Κατάλληλο μέσο για τη δράση αυτή θα μπορούσε να αποτελέσει η επονομαζόμενη «Πράσινη Ζώνη της Ευρώπης», μια πρωτοβουλία μη κυβερνητικών οργανώσεων, που χρηματοδοτούνται εντωμεταξύ από το δημόσιο τομέα (20), και έχουν ως στόχο την προστασία βιοτόπων που δημιουργήθηκαν υπό τη σκέπη συχνά ζοφερών εθνικών συνόρων. «Η Πράσινη Ζώνη της Ευρώπης», η οποία φθάνει από τη Σκανδιναβία έως τα Βαλκάνια, αποτελεί (ακόμη) τον μακρύτερο άξονα βιοτόπων της Ευρώπης.

3.44

Σε ό,τι αφορά την ενίσχυση της προστασίας της βιοποικιλότητας σε διεθνές επίπεδο, η ΕΟΚΕ έχει τη γνώμη ότι η βιοποικιλότητα θα πρέπει, ως αντικείμενο μη εμπορικού χαρακτήρα («non-trade concern»), να αποτελέσει αναπόσπαστο μέρος του εμπορικού συστήματος (μεταξύ άλλων του ΠΟΕ).

Οι συνέπειες για τη στρατηγική της Λισσαβώνας και της βιωσιμότητας

3.45

Η ΕΟΚΕ θα περιοριστεί σ' αυτό το στάδιο αποκλειστικά στη διατύπωση παρατηρήσεων σχετικά με τη στρατηγική της Λισσαβώνας. Παρατηρήσεις σχετικά με τη στρατηγική βιώσιμης ανάπτυξης είναι περιττές προς το παρόν διότι, αφενός, το περιεχόμενο της σχετικής ανακοίνωσης της Επιτροπής (21) είναι τόσο ασαφές και μη δεσμευτικό, ώστε να μην υπάρχει ελπίδα να προσφέρει προστασία για την βιοποικιλότητας αυτή καθαυτή και, αφετέρου, η ΕΟΚΕ προτίθεται να εκδώσει ειδική γνωμοδότηση για την ανακοίνωση αυτή.

3.46

Μολονότι είναι ορθή η διαπίστωση του Εαρινού Συμβουλίου του 2005, στις Βρυξέλλες, ότι η στρατηγική της Λισσαβώνας υπάγεται στη στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη, η στρατηγική της Λισσαβώνας θα πρέπει να διαμορφωθεί κατά τρόπο ώστε όχι μόνο να συνεκτιμά, στο μέτρο του δυνατού, περιβαλλοντικές πτυχές, αλλά να επιδιώκει την επίτευξη αναγνωρισμένων θετικών οικονομικών εξελίξεων προωθώντας ταυτόχρονα άμεσα και την προστασία της βιοποικιλότητας. Τα έγγραφα για τη στρατηγική της Λισσαβώνας δεν περιέχουν ωστόσο την παραμικρή ένδειξη προς αυτή την κατεύθυνση.

3.47

Η Επιτροπή θα πρέπει να καταρτίσει το συντομότερο δυνατό μια γενική επισκόπηση της οικονομικής σημασίας που έχει η προστασία της βιοποικιλότητας στην Ευρώπη. Επίσης, θα ήταν σκόπιμο να συγκεντρωθούν και να διαδοθούν περισσότερα θετικά παραδείγματα, τα οποία να αποδεικνύουν ότι η προστασία της βιοποικιλότητας και η οικονομική ανάπτυξη αλληλοενισχύονται. Εξίσου αναγκαίο είναι να αρχίσει επιτέλους η απαραίτητη για το κοινωνικό σύνολο συζήτηση, σχετικά με τις συγκεκριμένες μεθόδους συνεκτίμησης του εξωτερικού κόστους.

Η συμβολή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών

3.48

Η συμβολή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών είναι πολύ σημαντική και ασφαλώς μπορούν να γίνουν πολύ περισσότερα θετικά βήματα σ' αυτό τον τομέα. Ωστόσο, η συμβολή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών δεν μπορεί να αντισταθμίσει ή να καλύψει τις παραλείψεις και τα σφάλματα του δημόσιου τομέα. Μολονότι είναι σωστό να τίθενται αυξημένες απαιτήσεις έναντι της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, το γεγονός αυτό δεν πρέπει να αποσπά την προσοχή από την ανεπάρκεια των δράσεων του δημόσιου τομέα.

3.49

Η ΕΟΚΕ θα επιδοκίμαζε τη διοργάνωση νέας εκστρατείας που αναφέρει η προεδρία στην επιστολή της 13ης Σεπτεμβρίου 2005. Στόχος της εκστρατείας αυτής θα πρέπει να είναι η ενίσχυση της αποδοχής και της κατανόησης της προστασίας της φύσης και της βιοποικιλότητας. παρόμοια αγωγή της κοινής γνώμης θα πρέπει να αρχίσει σε πολύ πρώιμο στάδιο, στους νηπιακούς σταθμούς και στα σχολεία και να καταστήσει σαφές το γεγονός ότι ο κάθε πολίτης μπορεί να συμβάλει στη διατήρηση της βάσης της ανθρώπινης ζωής. Η προστασία της βιοποικιλότητας αρχίζει στο άμεσο περιβάλλον κάθε ατόμου, όταν αγοράζει καταναλωτικά αγαθά ή διαμορφώνει τον κήπο του, κλπ.

3.50

είναι ευκολότερο να δεσμευτεί κανείς σε ατομικό επίπεδο όταν γνωρίζει το σκοπό και ιδίως όταν έχει την πεποίθηση ότι η δράση του είναι επιθυμητή, ότι χαίρει της εκτίμησης της κοινωνίας, καθώς και όταν το πολιτικό επίπεδο δίνει το καλό παράδειγμα. Παρόμοια εκστρατεία θα μπορούσε να αξιοποιηθεί όχι μόνο για τη διάδοση βασικών γνώσεων αλλά και για την προσέλκυση «πρέσβεων καλής θελήσεως» για την προβολή της διατήρησης της βιοποικιλότητας, όπως τραγουδιστές της ροκ μουσικής, λογοτέχνες, ηθοποιοί, πολιτικοί, δημοσιογράφοι, κλπ.

3.51

Οι μη κυβερνητικές οργανώσεις αλλά και πολυάριθμοι πολίτες που δεν είναι ενταγμένοι σε κάποια ένωση ή ομάδα, προσφέρουν πολύτιμο έργο στον τομέα της προστασίας της φύσης και της βιοποικιλότητας. Γεωργοί συμμετέχουν σε γεωργικά περιβαλλοντικά προγράμματα και άλλες εθελοντικές πρωτοβουλίες. Πολυάριθμες άλλες κοινωνικές ομάδες δραστηριοποιούνται στον τομέα της προστασίας της βιοποικιλότητας και αναλαμβάνουν συχνά καθήκοντα που ανήκουν σαφώς στις αρμοδιότητες του κράτους. Χωρίς τις πρωτοβουλίες αυτές, δεν είχαν σημειωθεί οι πολυάριθμες επιτυχίες στον τομέα της βιοποικιλότητας. Η ήδη άσχημη κατάσταση δεν επιδεινώθηκε κυρίως χάρη στις προσπάθειες ιδιωτικών φορέων προστασίας της φύσης αλλά και όσων αξιοποιούν τη φύση. Οι πολιτικοί οφείλουν να ενισχύσουν τις προσπάθειες αυτές και με οικονομικά μέσα, αλλά όχι μόνο.

3.52

Αυτό δεν μπορεί, βέβαια, να σημαίνει μόνο πρακτική εργασία στην ύπαιθρο. Εάν οι πολιτικοί έχουν, πράγματι, τη βούληση να αναχαιτίσουν την απώλεια της βιοποικιλότητας, έχουν κάθε συμφέρον να προκαλέσουν τη διατύπωση αντίστοιχου αιτήματος εκ μέρους της κοινωνίας για την άσκηση παρόμοιας πολιτικής, ακόμη και την άσκηση πολιτικών πιέσεων. Στην ευρωπαϊκή κοινωνία επικρατεί αδιαμφισβήτητα συναίνεση για το θέμα αυτό. 9 στους 10 ευρωπαίους πολίτες έχουν τη γνώμη ότι οι φορείς λήψης πολιτικών αποφάσεων θα πρέπει να αποδίδουν στις περιβαλλοντικές πτυχές την ίδια σημασία που αποδίδουν στις οικονομικές και κοινωνικές πτυχές. («Attitudes of Europeans towards the Environment», EC Eurobarometer, 2004).

3.53

Η προώθηση της αγωγής των πολιτών είναι επειγόντως αναγκαία για την επίτευξη μεγαλύτερης κατανόησης για τα πολιτικά μέτρα που λαμβάνονται (και τις σχετικές δαπάνες). Η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών μπορεί και πρέπει να συμβάλει σ' αυτό, αλλά χρειάζεται την υποστήριξη του δημόσιου τομέα. Μπορεί, π.χ., να δραστηριοποιηθεί ώστε η προστασία της φύσης να πάψει να θεωρείται «τροχοπέδη της προόδου» και να συμβάλλει στην εξεύρεση των κατάλληλων απαντήσεων στα ερωτήματα που τίθενται, οι οποίες πρέπει να σημαίνουν περισσότερη και όχι λιγότερη βιοποικιλότητα.

3.54

Για το λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την πρωτοβουλία «αντίστροφη μέτρηση 2010» (22) που ανέλαβαν πολυάριθμες ΜΚΟ με στόχο να παροτρυνθούν όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να λάβουν τα μέτρα που απαιτούνται ώστε να σταματήσει πράγματι η απώλεια της βιοποικιλότητας έως το 2010 και να κάνουν συνεπώς πράξη τις πολιτικές τους υποσχέσεις. Η εκστρατεία δείχνει πάντως ότι είναι μακρύς ο κατάλογος των θεμάτων που πρέπει να αντιμετωπίσουν από κοινού οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και οι κυβερνήσεις.

Βρυξέλλες, 18 Μαΐου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Αnne-Marie SIGMUND


(1)  Βλ. απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Γκετεμποργκ, 15 και 16. Ιουνίου 2001.

(2)  CΟΜ(2003) 745/2.

(3)  (COM(1998) 42 τελικό.

(4)  COM (2001) 264 τελικό

(5)  «The European Environment – State and outlook 2005», Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, Νοέμβριος 2005.

(6)  Επιστημονικό περιοδικό «Nature», της 22 Μαρτίου 2005

(7)  ΕΕ αριθ. L 103 της 25.4.1979, σ. 1

(8)  ΕΕ L αριθ. 206 της 22.7.1992, σ. 7

(9)  Βλ. επίσης σημείο 31, Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο Γκέτεμποργκ.

(10)  Η πρακτική αξία του τοπίου, δηλαδή η οικονομική του αξία δεν περιορίζεται στη σημασία του ως «τόπου παραγωγής» για τη γεωργία και τη δασοκομία. Αυτό αποδεικνύουν άλλωστε και ο τουρισμός ή η αναψυχή σε κοντινές περιοχές. Η τουριστική δραστηριότητα βασίζεται σε τοπία που χαρακτηρίζονται από πλούσιο σε είδη περιβάλλον, από πολυμορφία, δηλαδή σε τοπία που χαρακτηρίζονται κοινώς ως «ωραία» τοπία.

(11)  Η «ενδογενής αξία» του τοπίου περικλείει δύο πτυχές: αφενός, την αξία της φύσης αυτής καθαυτής, που πρέπει να αναγνωρίζεται και να προστατεύεται και η οποία δεν πρέπει να καταστρέφεται με την μονόπλευρη τεχνολογική ή οικονομική εκμετάλλευση. Αφετέρου, θα πρέπει να αναγνωρίζεται η αξία της φύσης για την σωματική και ιδιαίτερα για την ψυχική αναζωογόνηση του ανθρώπου, για την ένταξή του στο φυσικό περιβάλλον

(12)  Bλ. COM(2003) 745/2 και παρομοίως COM (2004) 17.

(13)  Η γεωργική ανάπτυξη στο κεφάλαιο 2 των δημοσιονομικών προοπτικών 2007-2013.

(14)  Π.χ., τα προγράμματα δράσης για την βιολογική γεωργία.

(15)  Η ΕΟΚΕ θα επεξεργαστεί ξεχωριστές γνωμοδοτήσεις για κάθε επιμέρους στρατηγική οι οποίες θα αναφερθούν στο πλαίσιο αυτής της γνωμοδότησης.

(16)  Αυτό επιτρέπεται κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, οι οποίες είναι όμως τόσο περίπλοκες ώστε να μην γίνεται χρήση αυτής της δυνατότητας.

(17)  Οι συνέπειες περιγράφονται σύντομα: Στο Valle delle Trubia, η ισπανική περιβαλλοντική οργάνωση FAPAS εφαρμόζει εδώ και πολλά χρόνια ένα πρόγραμμα παρακολούθησης του γρύφων γύπα. Έως το 2003 ήταν συνήθως 10 ζευγάρια, που μεγάλωσαν 8 έως 9 νεογνά. Ο γρύφων γύπας έχει πάντα μόνο ένα μικρό. Το 2004 μόνο 4 νεογνά κατάφεραν να μεγαλώσουν και να ανεξαρτητοποιηθούν. Οργανώσεις προστασίας της αρκούδας αναφέρουν υψηλό ποσοστό νεκρών νέων αρκούδων, που θεωρείται ότι οφείλεται στην έλλειψη τροφής.

(18)  CΟΜ(2003) 745/2.

(19)  CΟΜ(2006) 122.

(20)  Π.χ. από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία της Γερμανίας για την προστασία της φύσης.

(21)  COM(2005)658 της 13ης Δεκεμβρίου 2005«Αναθεώρηση της στρατηγικής για βιώσιμη ανάπτυξη– πρόγραμμα δράσης».

(22)  Βλ. ιστοσελίδα http://www.countdown2010.net


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/104


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Μία απαραίτητη προτεραιότητα στην Αφρική: η άποψη της ευρωπαϊκής κοινωνίας των πολιτών»

(2006/C 195/25)

Στις 14 Ιουλίου 2005, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2 του Εσωτερικού Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση με θέμα: «Μία απαραίτητη προτεραιότητα στην Αφρική: η άποψη της ευρωπαϊκής κοινωνίας των πολιτών»

Το ειδικευμένο τμήμα «Εξωτερικές σχέσεις», στο οποίο ανατέθηκε οι προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 4 Μαΐου με βάση εισηγητική έκθεση του κ. BEDOSSA.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της 17ης και 18ης Μαΐου 2006, (συνεδρίαση της 18ης Μαΐου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 125. ψήφους υπέρ, και 1 αποχή, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

Περίληψη

H παρούσα γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ στηρίζεται στην πείρα της σχετικής επιτροπής παρακολούθησης ΑΚΕ/ΕΕ, η οποία επιβλέπει από χρόνια τώρα την εφαρμογή της Συμφωνίας της Κοτονού και συμμετέχει ενεργά στην προετοιμασία και εφαρμογή των Συμφωνιών οικονομικής εταιρικής σχέσης (ΑΡΕ) μαζί με τις οργανώσεις των χωρών ΑΚΕ.

Μετά την ανακοίνωση (1) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η ΕΟΚΕ είναι υποχρεωμένη να προβεί σε διαπιστώσεις σχετικά με τις πολιτικές αυτές και να κάνει έναν απολογισμό όσον αφορά την εμπλοκή των μη κρατικών φορέων στην εφαρμογή της Συμφωνίας της Κοτονού και της πολιτικής για τη χορήγηση αναπτυξιακής βοήθειας της ΕΕ. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή διαπιστώνει μετά λύπης ότι δίδονται εκατέρωθεν υποσχέσεις όσον αφορά τις εν λόγω πολιτικές, οι οποίες δεν τηρούνται. Υπάρχει μόνιμο χάσμα μεταξύ των προθέσεων και των πρακτικών που εφαρμόζονται επί τόπου, διότι οι πολιτικές ενίσχυσης δεν ωφελούν σε τίποτε, εάν δεν προετοιμάζονται σε συνεργασία με τις οργανώσεις που δρουν επί τόπου.

Οι άμεσες ενισχύσεις προς την κοινωνία των πολιτών που προβλέπονται από τη Συμφωνία Κοτονού έμειναν στο στάδιο των υποσχέσεων και τούτο διότι η εν λόγω συμφωνία είναι ουσιαστικώς διακρατικού χαρακτήρα και δεν αφήνει αρκετά περιθώρια στην επί τόπου παρουσία και δράση της συμμετοχικής κοινωνίας των πολιτών, πολλές φορές μάλιστα την πολεμάει.

Η προσέγγιση της συμμετοχικής ανάπτυξης δεν στάθηκε έως σήμερα στο ύψος των περιστάσεων με αποτέλεσμα να μη συμμετέχει η κοινωνία των πολιτών στην εφαρμογή της. Δεν είναι συνεπώς άξιον απορίας το γεγονός ότι η προοπτική των ΑΡΕ προκαλεί ερωτήματα, φόβους και αμφιβολίες. Δεν πρέπει να αποσιωπηθεί το εύρος των καθυστερήσεων που παρουσιάζουν οι ενώσεις της κοινωνίας των πολιτών από την άποψη της αυτόνομης και αποτελεσματικής οργάνωσης, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών εταίρων.

Ωστόσο, δεν πρέπει να λησμονείται ότι το πρότυπο οργάνωσης της αφρικανικής κοινωνίας έχει βαθύρριζες κοινωνικοπολιτικές ιδιομορφίες οι οποίες και πρέπει να ληφθούν υπόψη για να επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, η οποία κρίνει ότι, για να επιτύχει αυτή η νέα και φιλόδοξη ευρωπαϊκή στρατηγική για την Αφρική, ρόλος της είναι να υπηρετήσει την κοινωνία των πολιτών που αποτελεί ουσιαστικό φορέα της αναπτυξιακής πολιτικής υπογραμμίζοντας δύο καθοριστικής σημασίας τομείς όπου οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών μπορούν να κάνουν τη διαφορά:

Μία διακυβέρνηση που να ανταποκρίνεται στην ανθρώπινη ανάπτυξη της εν λόγω ηπείρου, η οποία και θα πρέπει να πληροί τους ακόλουθους όρους:

Σεβασμός των ανθρώπινων δικαιωμάτων

Ελεύθερη και αποκεντρωμένη πληροφόρηση

Διαφάνεια των κυβερνητικών οργανώσεων και των διοικήσεών τους

Καταπολέμηση της διαφθοράς που αποτελεί το απόλυτο εμπόδιο κάθε χρηστής διακυβέρνησης

Εξασφάλιση του κοινού δικαιώματος για πρόσβαση στην ύδρευση, την υγεία και την εκπαίδευση.

Εξασφάλιση του κοινού δικαιώματος στην επισιτιστική ασφάλεια

Για να γίνει αυτό, η ΕΟΚΕ συνιστά να διευρυνθεί και να διευκολυνθεί η πρόσβαση των οργανώσεων της αφρικανικής κοινωνίας των πολιτών στα κοινοτικά μέσα χρηματοδότησης, καθώς και τη συστηματοποίηση της συμμετοχής τους στον προσδιορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών και στρατηγικών συνεργασίας.

Η καταπολέμηση του AIDS

Ο ρόλος των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στον αγώνα αυτό είναι ουσιαστικός, επειδή οι εν λόγω οργανώσεις έχουν καλύτερη πρόσβαση στους ασθενείς επιτόπου (πρόληψη, διάγνωση, θεραπεία). Χρειάζεται μία ολοκληρωμένη προσέγγιση των τριών επιδημιών που μαστίζουν την ήπειρο, οι δε οργανώσεις των ασθενών αποτελούν σημαντικότατο κρίκο της προσπάθειας αυτής.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για την επίλυση της κρίσης των ανθρώπινων πόρων, μέσω της ανάπτυξης των τεχνικών δυνατοτήτων και της κατάρτισης όλων των φορέων. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή καλεί όλους τους πολιτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς υπεύθυνους να συνενωθούν και να συμμετάσχουν από κοινού στον συντονισμό του αγώνα αυτού.

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι είναι ζήτημα απόλυτης προτεραιότητας η διάθεση φαρμάκων (σε ενιαία μορφή) το κόστος των οποίων θα μετριασθεί από διεθνείς αρχές και ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να ασκήσει την επιρροή της για να αναπτυχθεί η έρευνα και να επισπευσθεί η αναζήτηση καθολικού εμβολίου.

1.   Εισαγωγή

1.1

Στις 12 Οκτωβρίου 2005, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υιοθέτησε ανακοίνωση προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή με τίτλο «Η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Αφρική: ευρωαφρικανικό σύμφωνο για την επιτάχυνση της ανάπτυξης στην Αφρική».

1.2

Η ΕΟΚΕ είναι σύμφωνη με τον γενικό προσανατολισμό και τον στόχο της συνοχής αυτού του φιλόδοξου ευρωαφρικανικού σχεδίου, το οποίο όμως αντιμετωπίστηκε διαφοροτρόπως από τις μη κυβερνητικές οργανώσεις της Αφρικής. Απογοητευμένες, οι εν λόγω οργανώσεις διερωτώνται για ποιο λόγο το νέο πρόγραμμα θα επιτύχει τη στιγμή κατά την οποία απέτυχαν όλα τα προηγούμενα.

1.3

Καρπός μακρόπνοης εργασίας που ανέλαβε ο Επίτροπος κ. Louis MICHEL, αμέσως μόλις διορίστηκε στο εκτελεστικό ευρωπαϊκό σώμα τον Νοέμβριο 2004, το έγγραφο προτείνει στα 25 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μία κοινή πολιτική συνεργασίας με την Αφρική, λαμβάνοντας υπόψη τα πολλαπλά πολιτικά πλαίσια και αναπτυξιακά επίπεδα που οφείλονται σε βαθύρριζες σχέσεις και για τα οποία απαιτείται η χάραξη νέας κατεύθυνσης.

1.4

Η στρατηγική αυτή είναι πράγματι φιλόδοξη διότι περιγράφει, χωρίς ωστόσο να τους εξαντλεί, τους πολυάριθμους τομείς προτεραιότητας που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ανάπτυξη της ηπείρου.

1.5

Κι ενώ από την άποψη αυτή είναι ενθαρρυντική, ταυτοχρόνως θέτει και πάλι το πολιτικό ζήτημα στο κέντρο της ανάπτυξης παρέχοντας στην Ευρωπαϊκή Ένωση τη δυνατότητα να παραμείνει ο πιο έγκυρος εταίρος στην Αφρική.

1.6

Η προτεινόμενη μέθοδος αποβλέπει επίσης στον καλύτερο ευρωπαϊκό συντονισμό και στην κοινοτικοποίηση των πρακτικών, πράγμα που συνάδει με το πνεύμα εμβάθυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη στιγμή μάλιστα που πολλοί εκφράζουν δυσαρέσκεια για την έλλειψη εμβάθυνσης.

2.   Γενικές παρατηρήσεις

2.1

Από παντού ακούγονται προειδοποιήσεις ότι εάν η Ευρώπη και ο υπόλοιπος κόσμος παραμείνουν αδρανείς, το κακό στην Αφρική θα φτάσει στο απροχώρητο.

2.2

Εάν δεν υπάρξει αυτόνομη ανάπτυξη στην Αφρική, οι συνέπειες των μεταναστεύσεων, των ασθενειών και των περιβαλλοντικών προβλημάτων θα συνεχίσουν να επιδεινώνονται.

2.3

Το συμπέρασμα είναι προφανές: πρέπει να τεθεί επί τάπητος και πάλι το ζήτημα της ενίσχυσης της Αφρικής από τις βιομηχανικές χώρες. Δεν είναι η πρώτη φορά που κρούεται ο κώδων κινδύνου, πολλοί δε πολιτικοί ή οικονομικοί υπεύθυνοι μιλούν άνευ περιστροφών για την «υποκρισία» των βιομηχανικών χωρών.

2.4

Διαπιστώνεται ότι η συνεχής αύξηση των μεταναστεύσεων προκαλεί αυτήν την «πίεση η οποία και θα επιταθεί κατά τα επόμενα χρόνια. Ο πληθυσμός της Αφρικής θα αυξηθεί πάρα πολύ ενώ οι προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης παραμένουν ζοφερές». Οι πληθυσμοί, για να ανταποκριθούν στις ανάγκες τους, έχουν το δικαίωμα να αναζητούν την ευημερία όσο δεν επιλύεται στις χώρες αυτές το πρόβλημα της ύδρευσης, της υγείας, της εκπαίδευσης και της επισιτιστικής ασφάλειας. Και ο ίδιος ο Πρόεδρος της Επιτροπής συμμερίζεται τις ανησυχίες αυτές, όταν δηλώνει ότι: «πρέπει να αντιμετωπισθούν τα διαρθρωτικά αίτια της αφρικανικής υπανάπτυξης». Η εξαγγελία της νέας στρατηγικής που αναμενόταν από πολλούς μήνες και συνέπεσε με την κρίση της Ceuta και Melilla.

2.5

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή σημειώνει τους στόχους της Ανακοίνωσης:

βελτίωση της συνοχής της αναπτυξιακής πολιτικής στην Αφρική·

επιβεβαίωση της βούλησης για επίτευξη των στόχων της χιλιετίας για την Ανάπτυξη (ΠΟΑ) στην Αφρική έως το 2015, με τη διάθεση να καταβληθεί ιδιαίτερη προσπάθεια και να υποδειχθούν οι βασικοί στόχοι. Η Ευρώπη μαζί με την Αφρική οφείλουν να επιτύχουν μία συναίνεση για να υπάρξουν αποτελέσματα, η δε δράση σημαίνει επίλυση των ουσιαστικών προβλημάτων που αποτελούν οι ασθένειες, η ύδρευση και η εκπαίδευση. Η Επιτροπή ελπίζει ότι η νέα στρατηγική θα έχει σύντομα θετικά αποτελέσματα, διότι η βασική της καινοτομία καταρτίστηκε κατόπιν διαβουλεύσεων με τους Αφρικανούς.

2.6

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή διερωτάται κατά πόσον αυτό δεν είναι υπερβολικά φιλόδοξο και μάλιστα μη πραγματοποιήσιμο. Ας υπενθυμισθούν εδώ τα εξής:

ο άπειρος αριθμός υποσχέσεων που δεν τηρήθηκαν. Υπάρχει μόνιμο χάσμα μεταξύ των προθέσεων και των πρακτικών που εφαρμόζονται επί τόπου, διότι οι πολιτικές ενίσχυσης δεν ωφελούν σε τίποτε, εάν δεν προετοιμάζονται σε συνεργασία με τις οργανώσεις που δρουν επί τόπου. Οι άμεσες ενισχύσεις προς την κοινωνία των πολιτών που προβλέπονται από τη Συμφωνία Κοτονού έμειναν στο στάδιο των υποσχέσεων και τούτο διότι η εν λόγω συμφωνία είναι ουσιαστικώς διακρατικού χαρακτήρα και δεν έλαβε εξαρχής υπόψη την επί τόπου παρουσία και δράση της συμμετοχικής κοινωνίας των πολιτών·

η ασθένεια AIDS, που έχει ουσιαστική σημασία για την ήπειρο: χρειάστηκαν δεκαπέντε χρόνια για να συνειδητοποιήσει η Ευρώπη ποιες είναι οι πραγματικές δυνατότητες βοήθειας προς την Αφρική·

όλες οι δυσχέρειες που απορρέουν από την ανάγκη διακυβέρνησης στις χώρες αυτές και ειδικότερα το πρόβλημα του υπερδανεισμού των κυβερνήσεων που δεν διαθέτουν δημοκρατική νομιμότητα.

2.7

Για να διατηρηθούν οι αρχικές φιλοδοξίες, τρεις προϋποθέσεις είναι απαραίτητες:

έκκληση για μεγαλύτερη ασφάλεια των πολιτών, με την ευρεία έννοια του όρου,

επαρκής οικονομική ανάπτυξη, χάρη κυρίως στις συμφωνίες της Κοτονού και της Οικονομικής Εταιρικής Σχέσεις (APE),

βελτίωση της διακυβέρνησης παντού.

2.8

Πρέπει να σημειωθεί ότι οι συσσωρευμένοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των G8 παρουσιάζουν εντονότατη αύξηση. Εντός 10 ετών θα έχουν διπλασιασθεί, το δε ήμισυ της αύξησης αυτής θα διοχετευθεί στην Αφρική. Οι πολλές υποσχέσεις που δόθηκαν και δεν τηρήθηκαν στο παρελθόν, ίσως και από τις δύο πλευρές, επιβάλλει μια φρόνιμη στάση. Μολονότι δίνονται όλο και περισσότερες υποσχέσεις. διαπιστώνεται ότι το πραγματικό ποσό των ενισχύσεων εκ μέρους ορισμένων βιομηχανικών χωρών μειώνεται τα τελευταία χρόνια!

2.9

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή συμφωνεί με το πνεύμα της Ανακοίνωσης όσον αφορά την πολιτική των Δικαιωμάτων του ανθρώπου. Από το 2001, σημειώθηκε μεν πρόοδος όσον αφορά τα κριτήρια των δικαιωμάτων του ανθρώπου και τις διαδικασίες εκδημοκρατισμού ορισμένων χωρών, πρέπει όμως να τονισθεί και πάλι ότι χρειάζεται να θωρακισθούν τα δικαιώματα του ανθρώπου και η δημοκρατία. Για να εξασφαλισθεί η προαγωγή της δικαιοσύνης και του κράτους δικαίου, πρέπει να υποστηριχθεί η ενδυνάμωση και η οργάνωση της κοινωνίας του πολίτη, και συγκεκριμένα να διασφαλισθεί ο θεσμός των κοινωνικών εταίρων σύμφωνα με τους κανόνες του ΠΟΕ.

2.10

Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή διαπιστώνει ότι χρειάζεται ορισμός προτεραιοτήτων, πράγμα που απαιτεί την εμβάθυνση των σημαντικών θεμάτων που τίθενται:

συντονισμός των κοινοτικών πολιτικών και συγκεκριμένα προσδιορισμός του συντονισμού των πολιτικών των κρατών μελών·

συνέχιση του προβληματισμού και του σχεδιασμού νέων μορφών χρηματοδότησης αλληλεγγύης, ειδικότερα με την υποστήριξη της ομάδας παρακολούθησης σχετικά με την αναζήτηση νέων χρηματοδοτικών πόρων που θα προστεθούν στη δημόσια ενίσχυση (ομάδα που συστάθηκε στη Διάσκεψη του Παρισιού, τον Φεβρουάριο του 2006)·

μελέτη και οργάνωση της απαραίτητης περιφερειακής ολοκλήρωσης καθώς επίσης και των διαπεριφερειακών πολιτικών· κατά προτεραιότητα δε, δημιουργία διαπεριφερειακών έργων υποδομής βάσει μειοδοτικών διαγωνισμών που ανταποκρίνονται στις κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνθήκες. Αυτό θα βοηθούσε και στη δημιουργία περιφερειακών θεσμών.

έμφαση στο πρόβλημα της μετανάστευσης και συγκεκριμένα με τη δημιουργία δυνατοτήτων σταθεροποίησης των πληθυσμών της Αφρικής. Προς τούτο, απαιτείται η πλήρης συνειδητοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διότι η υποσαχάρια μετανάστευση είναι καταρχάς αγροτική και γι' αυτό η ΕΕ πρέπει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια, σε στενή διαβούλευση με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, έτσι ώστε να χαραχθεί και να εφαρμοσθεί μία αγροτική πολιτική που να καθιστά δυνατή την πορεία προς την επισιτιστική αυτάρκεια των εν λόγω περιοχών·

τέλος, για να βελτιωθεί ο ρόλος της διακυβέρνησης, πρέπει να καταστεί αποτελεσματική η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, διότι η συμφωνία της Κοτονού, από την άποψη αυτή, έχει έως σήμερα απογοητεύσει, ενώ το Ευρωαφρικανικό Φόρουμ παραμένει ατελέσφορο. Η χρηστή διακυβέρνηση στους κόλπους των κρατών εταίρων πρέπει συνεπώς να ανταποκρίνεται στους ακόλουθους όρους:

Σεβασμός των ανθρώπινων δικαιωμάτων

Ισότητα ανδρών και γυναικών

Ελεύθερη και αποκεντρωμένη πληροφόρηση

Διαφάνεια των κυβερνητικών οργανώσεων και των διοικήσεών τους

Καταπολέμηση της διαφθοράς που αποτελεί το απόλυτο εμπόδιο κάθε χρηστής διακυβέρνησης

Εξασφάλιση του κοινού δικαιώματος για πρόσβαση στην ύδρευση, την υγεία και την εκπαίδευση

Σταδιακή μείωση της παράλληλης οικονομίας που σε ορισμένες χώρες αποτελεί το 80 % των οικονομικών δραστηριοτήτων

2.11

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υπενθυμίζει επίσης ότι απόλυτη προτεραιότητα έχει το θέμα της ανάπτυξης της υπαίθρου που συχνά υποτιμήθηκε και για το οποίο πρέπει να επιδειχθεί ιδιαίτερη προσοχή. Η σημασία της γεωργίας στην Αφρική είναι προφανής, διότι από αυτήν εξαρτάται η επισιτιστική αυτάρκεια, η ανάπτυξη και η σταθεροποίηση των πληθυσμών. Ένα πολύ μεγάλο τμήμα της συμμετοχικής κοινωνίας των πολιτών αποτελείται από γεωργούς και κτηνοτρόφους: πρέπει επομένως να ληφθεί σοβαρά υπόψη η γνώμη τους για τη χάραξη της γεωργικής πολιτικής και να εξασφαλισθεί η συμμετοχή τους στην εφαρμογή της για να αυξηθούν οι πιθανότητες επιτυχίας.

2.12

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υπενθυμίζει ότι το ζήτημα των έργων υποδομής παραμένει κρίσιμο λόγω της ανυπαρξίας τους ή της έλλειψης φαντασίας στον τομέα αυτό, τόσο στον τομέα της εθνικής ή διαπεριφερειακής επικοινωνίας όσο και στον τομέα της ύδρευσης, η σημασία της οποίας από γεωπολιτικής σκοπιάς είναι προφανής.

2.13

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή ζητεί τέλος να παύσει κάθε μορφή άμεσης δημοσιονομικής υποστήριξης.

2.14

Αυτό δεν θα είναι δυνατό χωρίς την ενισχυμένη συμμετοχή των φορέων της κοινωνίας των πολιτών, στα πλαίσια μίας βελτιωμένης παγκόσμιας διακυβέρνησης, που ενδιαφέρει όλες τις δημόσιες, οικονομικές και κοινωνικές αρχές.

3.   Ειδικές παρατηρήσεις

Στο γενικότερο αυτό πλαίσιο, κατά το 2005, η Αφρική ήταν το πρώτο θέμα της παγκοσμιότητας. Από τη Διάσκεψη Κορυφής των G8 στη Σκωτία τον Ιούλιο 2005, τους εορτασμούς για την 60η επέτειο του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη έως την πρόσφατη συνεδρίαση των ιδρυμάτων Bretton Woods, άπαντες, από τον Tony BLAIR, τον Horst KOHLER έως και τον Paul WOLFOWITZ, νέο Πρόεδρο της Παγκόσμιας Τράπεζας, «έψαλλαν το ίδιο τροπάριο» περί σωτηρίας της Αφρικής από το ναυάγιο.

Στο σημείο αυτό η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επιθυμεί να επισημάνει τις προτεραιότητες για τις οποίες έχει ήδη αποφανθεί κατά τις διάφορες τοποθετήσεις της:

ασφαλώς και η Αφρική είναι ζήτημα προτεραιότητας, με την προϋπόθεση όμως ότι θα διασφαλισθεί, στα πλαίσια της νέας διακυβέρνησης, ευρεία πρόσβαση της κοινωνίας των πολιτών καθ' όλη την ποικιλία και την πραγματικότητά της·

η καταπολέμηση του AIDS πρέπει να αποτελέσει κατεπείγουσα ανάγκη διότι σήμερα μία νέα «τραγωδία» εκτυλίσσεται μπροστά μας σε ένα κλίμα σχετικής αδιαφορίας.

3.1   Προτεραιότητα στην Αφρική

3.1.1

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υποστηρίζει τη βούληση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να καταστήσει την υποσαχάρια Αφρική ζώνη προτεραιότητας όσον αφορά την αναπτυξιακή ενίσχυση της Ενωμένης Ευρώπης. Ωστόσο, για να τελεσφορήσει, το εγχείρημα αυτό πρέπει να συνοδεύεται από μία καλύτερη διακυβέρνηση της Αφρικής, τόσο σε εθνικό όσο και περιφερειακό επίπεδο: αυτό αφορά εξίσου τις ενδοκρατικές αφρικανικές οργανώσεις, τα κράτη και τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Οι τελευταίες, ένεκα της ανεξαρτησίας τους — που απαιτείται να ενισχυθεί -, της εγγύτητάς τους προς τον πληθυσμό και της αλληλεπίδραση που ασκούν, μπορούν να ευνοήσουν την υιοθέτηση των αναπτυξιακών πολιτικών από τους άμεσα ενδιαφερόμενους πληθυσμούς. Οι λόγοι για τους οποίους η Αφρική έχει μείνει πίσω είναι ασφαλώς πολλοί και διάφοροι, οπωσδήποτε όμως η έλλειψη αυτονομίας της κοινωνίας των πολιτών και η ανεπαρκής ισχυροποίησή της έχουν ιδιαίτερο βάρος. Αν και προβλέπεται ρητά από τη Συμφωνία της Κοτονού, η έννοια της αντιπροσωπείας που επινοήθηκε για την επίλυση του προβλήματος αυτού, δεν αποδίδει διότι η άμεση ενίσχυση των ενώσεων -αν και βεβαίως υπό όρους- που προβλέπεται από τη Συμφωνία Κοτονού, δύσκολα εφαρμόζεται.

3.1.2

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή προτείνει συνεπώς τα εξής:

ευρύτερη και ευχερέστερη πρόσβαση των οργανώσεων της αφρικανικής κοινωνίας των πολιτών στην κοινοτική χρηματοδότηση. Θα πρέπει να εξασφαλισθούν οι δυνατότητες άμεσης πρόσβασης σε εθνικό επίπεδο. Επιπλέον, θα πρέπει να εφαρμοσθεί ένα οριζόντιο πρόγραμμα για τη χρηματοδότηση των μη κρατικών φορέων προκειμένου να συμπληρωθούν τα προγράμματα στο εθνικό επίπεδο·

διεύρυνση και συστηματοποίηση της συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών για τον προσδιορισμό και την εφαρμογή πολιτικών και στρατηγικών συνεργασίας προκειμένου να ευνοηθεί η από πλευράς της υιοθέτηση της αναπτυξιακής διαδικασίας και να συμβάλλει έτσι στην ανάδυση μίας χρηστής διακυβέρνησης. Η πρόοδος που σημειώνεται εδώ και εκεί οφείλεται στο γεγονός ότι, σταδιακά αλλά σταθερά, αρχίζει να γίνεται αισθητή η φωνή των πληθυσμών που εκφράζονται με όλους τους τρόπους: κοινωνικοί εταίροι, αυθεντικές και αξιόπιστες ενώσεις, ιδιαιτέρως οι ενώσεις που προωθούν την ισότητα ανδρών και γυναικών, ενώσεις τοπικής οικονομίας, εκπαίδευσης ή ενημέρωσης.

3.1.3

Στο πλαίσιο της διαδικασίας των δύο αξιολογήσεων, η Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρεί ότι οι αξίες των δικαιωμάτων του ανθρώπου είναι απαραβίαστες. Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή ζητεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση να καταστήσει πραγματικότητα την υποστήριξή της στην κοινωνία των πολιτών και με βάση την προβληματική όσον αφορά τα δικαιώματα του ανθρώπου:

να υιοθετήσει μία πραγματιστική προσέγγιση του προβλήματος·

να θέσει ως στόχο την αναζήτηση έγκυρων συνομιλητών και ικανών να διαλέγονται με τις κυβερνήσεις μέσω της δημιουργίας ανεξάρτητων δικτύων ΜΚΟ·

να διασφαλίσει την πρόσβασή τους στις χρηματοδοτήσεις με την καθιέρωση προτάσεων εκδήλωσης ενδιαφέροντος για έργα και την υλοποίηση μικροσχεδίων σε τοπικό επίπεδο·

3.1.4

Οι ίδιες δυσκολίες θα προκύψουν και όσον αφορά την υλοποίηση των συμφωνιών οικονομικής εταιρικής σχέσης (APE). Για την υλοποίηση ενός πραγματικού προγράμματος ενιαίας αγοράς, για την εφαρμογή ενός αληθινού μεταρρυθμιστικού προγράμματος, πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι:

οι ανθρώπινες και τεχνικές δυνατότητες της κοινωνίας των πολιτών και των αφρικανών βρίσκονται ακόμη σε στάδιο πολύ επισφαλές, ειδικότερα όσον αφορά τις γυναίκες·

εφόσον η στοχοθέτηση της ενίσχυσης εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένώσης είναι απαραίτητη για την αύξηση της παραγωγής, θα πρέπει συνεπώς να βελτιωθεί, σε ό,τι αφορά δε το πρόγραμμα για τις συμφωνίες οικονομικής εταιρικής σχέσης (APE), θα πρέπει απαραιτήτως να δημιουργηθούν συνεκτικά διακρατικά δίκτυα.

3.1.5

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή είναι ενήμερη σχετικά με την έναρξη των διαπραγματεύσεων για τη σύναψη συμφωνιών APE με διάφορους περιφερειακούς φορείς και ευελπιστεί ότι η διαδικασία αυτή θα επιφέρει εμπορική άνθηση που θα ευνοήσει τη βιώσιμη ανάπτυξη και την καταπολέμηση της φτώχειας. Εντούτοις, προκειμένου οι συμφωνίες αυτές να αποβούν πραγματικά ωφέλιμες για τον πληθυσμό, η ΕΟΚΕ ζητεί να ληφθούν υπόψη τα εξής:

είναι αναγκαία η όσο το δυνατόν ευρύτερη διάδοση των πληροφοριών που να καθιστά δυνατή τη συστηματική συμμετοχή των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στις διαπραγματεύσεις και στην κατάρτιση των μελετών αντίκτυπου σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο·

η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στις διαπραγματεύσεις και η υποστήριξη για την ανάπτυξη των ικανοτήτων του·

η ενσωμάτωση των κοινωνικών επιπτώσεων και της διάστασης των φύλων στις μελέτες αντίκτυπου·

η ελαστικότητα των εμπορικών συμφωνιών βάσει μεταβατικών περιόδων εφαρμογής έτσι ώστε να προστατεύονται οι επιχειρήσεις των χωρών που συμμετέχουν, να διασφαλίζεται ειδική προστασία προς τις νέες βιομηχανίες και να υιοθετούνται προστατευτικά μέτρα για την αντιμετώπιση του ανταγωνισμού από πλευράς νέων ανεπτυγμένων χωρών·

η ανάγκη αποκατάστασης των ιδίων πόρων, μετά την ενσωμάτωση των προσωρινών δημοσιονομικών αντισταθμίσεων καθώς επίσης και η πρόβλεψη ενδεχομένως ελαστικότερων μέτρων για να διασφαλισθεί η ελάχιστη φορολογική αυτονομία του εμπορικού τομέα. Πράγματι, τα κράτη που θα υποστούν απώλειες δημοσίων πόρων από τη μείωση των τελωνειακών δεσμών, βρίσκονται ήδη σε πολύ επισφαλή οικονομική θέση και μετά βίας είναι σε θέση να εξασφαλίσουν το ελάχιστο όριο δημόσιας χρηματοδότησης των τομέων της εκπαίδευσης και της υγείας.

3.1.6

Προκειμένου η οικονομική ανάπτυξη να ωφελήσει τον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό και για να αποφευχθούν οι καταχρήσεις, η ΕΟΚΕ εύχεται οι δράσεις ενίσχυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ανάπτυξη της Αφρικής να λαμβάνουν υπόψη τις αρχές της κοινωνικής συνοχής και της αξιοπρεπούς εργασίας για όλους. Οι αρχές αυτές θα διασφαλισθούν αποτελεσματικότερα, εάν υπάρξει αληθινός κοινωνικός διάλογος και μάλιστα διάλογος μεταξύ των φορέων της κοινωνίας των πολιτών.

3.1.7

Συνεπώς η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή προτείνει: όπως συνιστάται στην ανακοίνωση (2) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τη συνεργασία της με τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Συμβούλια της Αφρικής ως προς την ανταλλαγή εμπειριών και γνώσεων, κυρίως προκειμένου αυτά να καταστούν αποτελεσματικοί εταίροι για τον κλαδικό ή γεωγραφικό προσανατολισμό των επενδύσεων και των ενισχύσεων ·

τη μεταφορά της πείρας και τεχνογνωσίας της σε εθνικό επίπεδο, εφόσον επιβάλλεται η ενθάρρυνση της σύστασης οικονομικών και κοινωνικών συμβουλίων, υπό μορφές που να αρμόζουν στους αφρικανικούς πολιτισμούς, σε όλες τις χώρες όπου αυτά δεν υπάρχουν, και η υποστήριξη της ανανέωσής τους, εάν αυτό είναι αναγκαίο, για ορισμένα υφιστάμενα ΟΚΣ, που εμφανίζουν απώλεια προβολής ή αξιοπιστίας· η ΕΟΚΕ επισημαίνει ως καλούς οιωνούς τη θετική εξέλιξη της ολοένα και μεγαλύτερης επίδρασης που ασκεί η οργάνωση της Αφρικανικής Ένωσης, την ευρωπαϊκή συναίνεση μεταξύ Συμβουλίου, Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τη δικτύωση οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών σε ορισμένους τομείς, όπως οι γεωργοί, οι ΜΜΕ, οι κοινωνικοί εταίροι κλπ.·

Η ΕΕ συνειδητοποιεί μάλλον ότι η εμπλοκή της κοινωνίας των πολιτών δεν είναι ικανοποιητική και ότι πρέπει να γίνει σεβαστή στο πλαίσιο της νέας στρατηγικής.

3.2   Η καταπολέμηση των επιδημιών

3.2.1

Όσον αφορά το ζήτημα του AIDS, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή καλεί όλους τους πολιτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς υπεύθυνους να ενώσουν τις προσπάθειές τους. Χαιρετίζει την πρόσφατη επίσκεψη στην έδρα της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής των βασικών υπευθύνων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργοδοτών και της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Ελεύθερων Συνδικάτων, που ζήτησαν τη συνεργασία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για τα διάφορα προγράμματα καταπολέμησης που εφαρμόστηκαν το 2003 σε οκτώ χώρες της νοτίου Αφρικής.

3.2.2

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή οφείλει να είναι ο εκπρόσωπος του αγώνα αυτού στους κόλπους όλων των αρχών, των περιφερειακών και τοπικών σεμιναρίων, των συνόδων ολομέλειας. Χάρη στο εκπαιδευτικό σύστημα και στην κινητοποίηση της οικογένειας από τους φορείς της κοινωνίας των πολιτών, διαφαίνεται μία ακτίνα ελπίδας, διότι για πρώτη φορά διαπιστώνεται ύφεση της ασθένειας AIDS στη Σενεγάλη, την Ουγκάντα και τη Ζιμπάμπουε και αρχίζει να αυξάνεται πάλι το προσδόκιμο ζωής. Δεν πρέπει όμως να αδρανήσουν οι προσπάθειες, η δε Επιτροπή μάλιστα εξαγγέλλει τη δημοσίευση οδηγών για τον προγραμματισμό της καταπολέμησης του AIDS που θα ανατεθούν στους εθνικούς εταίρους.

3.2.3

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι για τον αγώνα αυτόν χρειάζεται να διατεθούν σημαντικότατα οικονομικά μέσα προκειμένου να εφαρμοστούν πολιτικές μόνιμης προλήψεως και θεραπείας χάρη στις υπάρχουσες αποτελεσματικές και απλοποιημένες αγωγές το κόστος των οποίων πρέπει να αναληφθεί πλήρως στο πλαίσιο των συμφωνιών ADPIC (Συμφωνία σχετικά με τις πτυχές του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας που αφορούν στο εμπόριο) στα πλαίσια της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εμπορίου και να υποστηριχθεί επίσης η έρευνα για την παρασκευή αξιόπιστου και καθολικού εμβολίου.

3.2.4

Οι ανάγκες των αναπτυσσομένων χωρών ως προς την αντιμετώπιση των μεγάλων επιδημιών και συγκεκριμένα του AIDS στην υποσαχάρια Αφρική είναι τεράστιες λόγω των καταστροφικών ανθρώπινων, κοινωνικών και οικονομικών συνεπειών τους. Υπάρχει απόλυτος επείγουσα ανάγκη, διότι σε ορισμένες χώρες, όπου το ποσοστό κρουσμάτων από το AIDS είναι τεράστιο (45-49 %), αρχίζουν να διαφαίνονται καταστάσεις λιμού. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή συνιστά την παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε δύο επίπεδα:

Σε παγκόσμιο επίπεδο,

στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων του κύκλου Doha για την ανάπτυξη του ΠΟΕ, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υποστήριξε και εξακολουθεί να υποστηρίζει τις θέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που ευνοεί την πρόσβαση στα φάρμακα των χωρών που έχουν πληγεί από μεγάλες επιδημίες. Επιπλέον, η θέσπιση νέων μέσων ωθούν την Ευρωπαϊκή Ένωση να συμμετάσχει σε έναν γενικότερο διάλογο με τον ΟΗΕ/SIDA, το Παγκόσμιο Ταμείο, τον Ύψιστο Αρμοστή για τους Πρόσφυγες και την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας.

Σε εθνικό επίπεδο:

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή ξεκινάει από την αρχή ότι οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών έχουν ιδιαίτερη δυνατότητα επαφής με τον πληθυσμό των αγροτικών ζωνών σε χώρες όπου λείπουν τα έργα υποδομής και όπου οι δημόσιες αρχές δεν διαθέτουν μέσα για να διασφαλιστεί το ελάχιστο όριο παροχής υπηρεσιών σε μία ορισμένη περιοχή.

Ως εκ τούτου και σύμφωνα με το αίτημα των οικονομικών και κοινωνικών εταίρων των χωρών ΑΚΕ, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή ζητεί τη θέσπιση ειδικών ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων που θα επιτρέψουν στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών να διαδίδουν τις πληροφορίες για τις επιδημίες προς τον πληθυσμό.

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή θεωρεί ότι μία ολοκληρωμένη προσέγγιση των τριών επιδημιών (AIDS, ελονοσία, φυματίωση) πρέπει να στηριχτεί στην κοινωνία των πολιτών και συγκεκριμένα στα άτομα που έχουν προσβληθεί από την ασθένεια και εκπροσωπούνται από τις ενώσεις ασθενών, μέσω των οποίων συμμετέχει η κοινωνία των πολιτών στο επίπεδο των δικαιούχων χωρών.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να συμβάλει στην επίλυση της κρίσης των ανθρώπινων πόρων μέσω της αυξήσεως των ανθρώπινων και τεχνικών ικανοτήτων.

Με τους κατάλληλους πόρους και τις απαραίτητες ανθρώπινες ικανότητες, οι οργανώσεις αυτές θα πρέπει να ενθαρρυνθούν για τη δημιουργία συνασπισμών και εταιρικών σχέσεων με το σύνολο των φορέων που εμπλέκονται στην καταπολέμηση των επιδημιών.

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή ζητεί να υποστηριχθούν από ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις οι πολιτικές δράσης — ειδικότερα η πρόσβαση των γυναικών στον οικογενειακό σχεδιασμό — καθώς επίσης και οι συνοδευτικές δράσεις για τους ασθενείς και το περιβάλλον τους.

3.2.5

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή θεωρεί ότι πρέπει να διευρυνθεί η κινητοποίηση όλων: ΜΚΟ, κοινωνικοί εταίροι, πολιτικοί υπεύθυνοι και ότι πρέπει να αναλάβουν τον ρόλο του συντονιστή στην καθοριστικής σημασίας αυτή πάλη. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επιθυμεί να επιστατήσει στην πρωταρχικής σημασίας αυτή ουσιαστική μάχη που είναι κρίσιμη για όλες τις προσβεβλημένες χώρες, διότι δεν πρέπει να λησμονείται ότι μαζί με το AIDS εμφανίζονται ήδη και καταστάσεις λιμού εξαιτίας ελλείψεως σχετικών φορέων δράσης.

3.2.6

Η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να εγκύψει στο πρόβλημα της μείωσης του φαρμακευτικού κόστους, μέσω ειδικής εταιρικής σχέσης με τον ΠΟΕ. Η ΕΟΚΕ καλεί τα κράτη μέλη και την Ένωση να συμμετάσχουν στην πρωτοβουλία μαζικών και μόνιμων χρηματοδοτήσεων για φάρμακα (Διάσκεψη του Παρισιού, Φεβρουάριος 2006). Αναγνωρίζει ότι η εφαρμογή της πρωτοβουλίας αυτής αναμένεται να ενισχύσει τη συμμετοχή των εθνικών ΟΚΣ, μεριμνώντας για την ενεργό ανάμιξή τους στην εφαρμογή, την αξιολόγηση, αλλά και τον έλεγχο, προκειμένου να συμβάλουν ώστε να εξασφαλιστεί η ουσιαστική ανιχνευσιμότητα του νέου αυτού μηχανισμού.

Βρυξέλλες, 18 Μαΐου 2006

H Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  Στρατηγική της ΕΕ για την Αφρική: στην πορεία για τη σύναψη ευρωαφρικανικού συμφώνου με στόχο την ταχύτερη ανάπτυξη της Αφρικής COM(2005) 489 τελικό

(2)  COM(2005) 132«Επιτάχυνση της προόδου που σημειώνεται όσον αφορά την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της χιλιετίας – Η συμβολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης», Απρίλιος 2005


18.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 195/109


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση σύστασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις βασικές ικανότητες για τη δια βίου μάθηση»

COM(2005) 548 τελικό — 2005/0221 (COD)

(2006/C 195/26)

Στις 28 Νοεμβρίου 2005, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την

Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκαν οι προπαρασκευαστικές εργασίες της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 3 Μαΐου 2206 με βάση εισηγητική έκθεση της κας HERCZOG.

Κατά την 427η σύνοδο ολομέλειάς της, της 17ης και 18ης Μαΐου 2006 (συνεδρίαση της 18ης Μαΐου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 124 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 3 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Σύνοψη

1.1

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επικροτεί ανεπιφύλακτα τις συστάσεις της Επιτροπής σχετικά με τις βασικές ικανότητες για τη δια βίου μάθηση οι οποίες συμφωνούν απόλυτα με τη στρατηγική της Λισαβόνας, η οποία στοχεύει στη δημιουργία μιας κοινωνίας οποία βασίζεται στη γνώση, καθώς και με τους γενικούς προσανατολισμούς της πολιτικής απασχόλησης για την περίοδο 2005-2008.

1.2

Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι η πρόταση δύναται — εάν εφαρμοστεί — να αμβλύνει τα προβλήματα που αντιμετωπίζονται σήμερα στην αγορά εργασίας και ειδικότερα να γεφυρώσει το χάσμα που υφίσταται μεταξύ της κατάρτισης του εργατικού δυναμικού και των αναγκών της οικονομίας.

1.3

Η προώθηση του καθορισμού των βασικών ικανοτήτων για τη μάθηση μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη του κοινού στόχου να διασφαλιστεί ότι κατά την ολοκλήρωση του αρχικού κύκλου εκπαίδευσης και κατάρτισης οι νέοι έχουν αφομοιώσει τις βασικές ικανότητες σε επίπεδο ώστε να είναι κατάλληλα εξοπλισμένοι για την ενήλικη ζωή και να επιτύχουν στην αγορά εργασίας είτε ως εργαζόμενοι είτε ως εργοδότες. Η πρωτοβουλία αυτή συμβάλλει ώστε οι ενήλικες να είναι σε θέση να αναπτύσσουν και να επικαιροποιούν τις ικανότητές τους καθόλη τη διάρκεια του βίου τους στηριζόμενοι σε μια στέρεη βάση γενικών γνώσεων που αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ικανότητα διαρκούς προσαρμογής.

1.4

Μεταξύ των μέσων που συμβάλλουν στην επίτευξη του εν λόγω στόχου, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό οι εκπαιδευτικοί, αφενός, να είναι προετοιμασμένοι, τόσο στους τομείς της δημόσιας και της επαγγελματικής κατάρτισης όσο και στον τομέα της εκπαίδευσης των ενηλίκων, ώστε να είναι σε θέση να στηρίζουν αποτελεσματικά τους εκπαιδευόμενους κατά την απόκτηση των βασικών ικανοτήτων και, αφετέρου, να αποκτούν οι ίδιοι, και στη συνέχεια να αναπτύσσουν συνεχώς, τις βασικές ικανότητες οι οποίες είναι απαραίτητες για την επαγγελματική τους δραστηριότητα.

1.5

Μολονότι επικροτεί τους στόχους της πρόταση στο σύνολό τους, η ΕΟΚΕ ωστόσο κρίνει ότι είναι απόλυτα απαραίτητο οι νέοι που εγκαταλείπουν πρόωρα το εκπαιδευτικό σύστημα να έχουν τη δυνατότητα να βοηθούνται ώστε στο πλαίσιο άτυπων συστημάτων κατάρτισης να αφομοιώνουν τις βασικές ικανότητες που αναφέρονται στην πρόταση.

1.6

Λαμβανομένης της γήρανσης του πληθυσμού, είναι απαραίτητο να επιμηκυνθεί ο ενεργός βίος των ηλικιωμένων εργαζόμενων. Για το λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ, κρίνει επίσης, ότι είναι απόλυτα σημαντικό οι πιο ώριμοι εργαζόμενοι στα κράτη μέλη να έχουν και αυτοί την δυνατότητα να αποκτούν τις ικανότητες που δεν διαθέτουν και τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν υποδομές εκπαίδευσης και κατάρτισης οι οποίες να καθιστούν δυνατή την διατήρηση και ανάπτυξη των ικανοτήτων που έχουν ήδη αποκτηθεί.

1.7

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει τον καίριο ρόλο που διαδραματίζουν οι κοινωνικοί εταίροι, οι οποίοι είναι βασικοί συντελεστές της αγοράς εργασίας, όσον αφορά την υλοποίηση και παρακολούθηση των στόχων που τίθενται. Οι κοινές προσπάθειες των ευρωπαίων κοινωνικών εταίρων στον τομέα της δια βίου εκπαίδευσης και κατάρτισης, στο πλαίσιο του πρώτου τους πολυετούς προγράμματος εργασίας για την περίοδο 2003-2005, κατέληξαν σε μια δέσμη δράσεων για την δια βίου ανάπτυξη των δεξιοτήτων και προσόντων. Εξάλλου, προβλέπονται και άλλες δράσεις, συγκεκριμένα στο πολυετές πρόγραμμα για την περίοδο 2006-2008 στο πλαίσιο του οποίου οι ευρωπαίοι κοινωνικοί εταίροι θα διαπραγματευτούν μια εθελούσια συμφωνία στον τομέα αυτό.

1.8

Εξάλλου, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ μιας ενεργότερης συμμετοχής των μη κυβερνητικών οργανώσεων στο σύνολο της διαδικασίας και συνιστά την ενίσχυση του διαλόγου με τη κοινωνία των πολιτών.

1.9

Εν όψει της παρακολούθησης και της αξιολόγησης της υλοποίησης των στόχων, είναι θεμελιώδες να υπάρχουν αξιόπιστα στατιστικά δεδομένα σχετικά με την δια βίου εκπαίδευση και την κατάρτιση. Αυτός είναι λόγος για τον οποίο η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση κανονισμού της Επιτροπής για τη συγκέντρωση στατιστικών δεδομένων σχετικά με τη δια βίου εκπαίδευση και κατάρτιση. Η εν λόγω πρόταση θέτει πλαίσια που μπορούν να εγγυηθούν εναρμόνιση, εάν όχι ενοποίηση, των μεθόδων συγκέντρωσης και βελτίωση της αξιοπιστίας και συγκρισιμότητας, των δεδομένων. Πρέπει να καταβληθεί προσπάθεια για να διασφαλιστεί ότι αυτή η συγκέντρωση θα μπορεί να παρέχει συνεχώς επικαιροποιημένα και αξιόπιστα δεδομένα για τις αναλύσεις των βασικών στοιχείων των πολιτικών στόχων της Ένωσης.

2.   Εισαγωγή (1)

2.1

Κατά την ολοκλήρωση μιας μακράς διαδικασίας διερεύνησης, επεξεργασίας, και διαβούλευσης, η Επιτροπή υπέβαλε την πρόταση για την θέσπιση ενός «ολοκληρωμένου προγράμματος δράσης στον τομέα της δια βίου εκπαίδευσης και κατάρτισης». Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρωτοβουλία αυτή και παρατηρεί ότι οι συλλογισμοί που αναπτύσσονται στην παρούσα γνωμοδότηση στόχο έχουν η συγκεκριμένη πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να καταστεί όσο το δυνατόν περισσότερο λειτουργική και αποτελεσματική.

2.2

Στο πλαίσιο των παρατηρήσεων που διατυπώθηκαν προηγουμένως, η άποψη της ΕΟΚΕ όσον αφορά την πρόταση της Επιτροπής επηρεάστηκε ουσιαστικά από την πραγματογνωμοσύνη που διαθέτει και την εμπειρία πού αποκτήθηκε σχετικά με:

2.3

τις περιπλοκές που έχουν σωρευτεί όσον αφορά την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της Λισαβόνας,

2.4

την καθυστέρηση με την οποία η κατάρτιση και η εκπαίδευση συνδέθηκαν με την παραγωγικότητα (2),

2.5

τη δημογραφική κατάσταση της Ευρώπης,

2.6

τις ανησυχίες που έχουν εκφραστεί πρόσφατα, σε ευρωπαϊκό αλλά και διεθνές επίπεδο, όσον αφορά την εξεύρεση λύσεων για τα προβλήματα που προαναφέρθηκαν (3).

3.   Σχολιασμένη παρουσίαση της πρότασης της Επιτροπής

3.1

Η ομάδα εργασίας, «Βασικές ικανότητες» (4), που συστάθηκε το 2001 στο πλαίσιο του προγράμματος εργασίας «Εκπαίδευση και κατάρτιση 2010», κατήρτισε ένα πλαίσιο αναφοράς των βασικών ικανοτήτων οι οποίες είναι απαραίτητες για μια κοινωνία η οποία βασίζεται στη γνώση, και συνέταξε αριθμό συστάσεων προκειμένου η δυνατότητα απόκτησης των εν λόγω ικανοτήτων να διασφαλιστεί για κάθε πολίτη (5).

3.2

Ο σημαντικότερος κοινός στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι με την ολοκλήρωση των κύκλων αρχικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, οι νέοι έχουν αφομοιώσει τις βασικές ικανότητες σε τέτοιο επίπεδο ώστε να είναι κατάλληλα εξοπλισμένοι για την ενήλικη ζωή και ότι οι ενήλικοι μπορούν να αναπτύσσουν και να επικαιροποιούν τις ικανότητές τους καθόλη τη διάρκεια του βίου τους.

3.3

Οι συστάσεις τονίζουν τις παρακάτω βασικές ικανότητες: 1. Επικοινωνία στη μητρική γλώσσα 2. Επικοινωνία σε μια ξένη γλώσσα 3. Γνώση των μαθηματικών και βασικές ικανότητες στους τομείς των επιστημών και τεχνολογιών 4. Γνώση της ψηφιακής τεχνολογίας 5. Εκμάθηση της ικανότητας για εκμάθηση 6. Διαπροσωπικές, διαπολιτισμικές, κοινωνικές, και αστικές ικανότητες 7. Επιχειρηματικό πνεύμα 8. Πολιτισμική ευαισθησία. Η γνωμοδότηση ορίζει την διάρθρωση των γνώσεων, δεξιοτήτων, και νοοτροπιών που αντιστοιχούν σε κάθε ένα από τους τομείς αυτούς.

3.4

Οι εργασίες που αναλήφθηκαν στον χώρο των ικανοτήτων συνδέονται στενά με πολλές άλλες τρέχουσες πρωτοβουλίες ή δραστηριότητες όπως, για παράδειγμα, οι τρέχουσες εργασίες σχετικά με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού πλαισίου προσόντων (European Qualifications Framework — EQF) ή οι προσπάθειες που στοχεύουν σε μεγαλύτερη διαφάνεια των συστημάτων προσόντων (για παράδειγμα, τα προσόντα που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο άτυπης μαθητείας).

3.5

Η πρόταση προσφέρει ένα εργαλείο αναφοράς για τον εντοπισμό των βασικών ικανοτήτων που είναι απαραίτητες για όλους: έτσι, υποστηρίζει τις προσπάθειες των κρατών μελών που αποβλέπουν στην ένταξη των βασικών ικανοτήτων στις στρατηγικές τους για την υλοποίηση της δια βίου εκπαίδευσης και κατάρτισης.

3.6

Πράγματι, πρόκειται για ένα εργαλείο που έχει ως στόχο να βοηθήσει τους υπεύθυνους για την λήψη πολιτικών αποφάσεων, τους παρόχους υπηρεσιών του τομέα της κατάρτισης, τους εργοδότες, και τους ίδιους τους εκπαιδευόμενους, να υλοποιήσουν σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, κοινούς στόχους.

3.7

Η σύσταση ορίζει τις βασικές ικανότητες που είναι απαραίτητες για κάθε πολίτη σε μια οικονομία και κοινωνία της γνώσης. Αναγνωρίζει ότι το εθνικό, περιφερειακό, και τοπικό επίπεδο είναι υπεύθυνα για τη λήψη των αποφάσεων εφαρμογής. Η σύσταση καλεί τα κράτη μέλη να μεριμνούν ώστε όλοι να έχουν αποκτήσει τις βασικές ικανότητες κατά την ολοκλήρωση των κύκλων αρχικής εκπαίδευσης και κατάρτισης και τα ενθαρρύνει να καταπολεμήσουν τις ανισότητες στον τομέα της εκπαίδευσης με τη βοήθεια ευρωπαϊκών κριτηρίων αναφοράς.

3.8

Όσον αφορά τους ενήλικες, η σύσταση απευθύνει έκκληση για τη δημιουργία μιας σφαιρικής υποδομής η οποία θα διασφαλίζει στους ηλικιωμένους πρόσβαση σε εργαλεία ανάπτυξης των γνώσεων.

3.9

Τέλος, η πρόταση καλεί την Επιτροπή να ενθαρρύνει τις μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιούνται σε εθνικό επίπεδο, τη μάθηση μέσω ομότιμων, την ανταλλαγή ορθών πρακτικών, και τη συστηματική παρακολούθηση της επιτελούμενης προόδου.

3.10

Η πρόταση δεν συμπεριλαμβάνει στοιχεία σχετικά με τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

4.   Γενικές παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ

4.1

Η πρόταση υποστηρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλουν τα κράτη μέλη με σκοπό την ανάπτυξη συστημάτων αρχικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, της προσφοράς κατάρτισης και εκπαίδευσης στους ενήλικους, και του συνόλου του συστήματος της δια βίου μάθησης επινοώντας ένα εργαλείο αναφοράς για τις βασικές ικανότητες. Αναφορικά με τον ακριβή ορισμό του περιεχομένου των ικανοτήτων, οι συζητήσεις θα εξακολουθήσουν να είναι δικαιολογημένες (και απαραίτητες) στο μέλλον, η σύσταση όμως στο σύνολό της υποδεικνύει σαφώς τον επιθυμητό βασικό προσανατολισμό στο πλαίσιο του σχολικού συστήματος και εκμάθησης των ενηλίκων.

4.2

Σε παλαιότερη γνωμοδότησή της για τη σχέση μεταξύ κατάρτισης και παραγωγικότητας (6), η ΕΟΚΕ εξέφραζε επικρίσεις έναντι όλων των κρατών μελών για τον ανεπαρκή συντονισμό και την έλλειψη εναρμόνισης των συστημάτων κατάρτισης. Κατά την ΕΟΚΕ, το σύστημα συνεχούς επαγγελματικής κατάρτισης σε κάθε χώρα είναι αποκομμένο από το υπόλοιπο εκπαιδευτικό σύστημα και δεν έχει επαρκή σχέση με την περιβάλλουσα οικονομική και κοινωνική ζωή. Το περιεχόμενο της κατάρτισης συχνά επικεντρώνεται υπερβολικά άμεσα στις βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις και μπορεί μακροπρόθεσμα να καταλήξει σε λανθασμένο προσανατολισμό. Βάσει της ανάλυσης αυτής, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι οι συστάσεις για τις βασικές ικανότητες μπορούν να αποτελέσουν κοινά και γενικά σημεία αναφοράς για τον προσανατολισμό των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και δυνητική κατευθυντήρια αρχή για την αρμονικότερη λειτουργία των διάφορων εκπαιδευτικών υποσυστημάτων.

4.3

Εξάλλου, στην αξιολόγηση της εφαρμογής της κοινοτικής στρατηγικής αντικατοπτρίζονται σαφώς οι διαφορές ερμηνείας των βασικών ικανοτήτων, όπως και οι επακόλουθες αποκλίσεις στα διάφορα πρακτικά προγράμματα. Εδώ και πολλά χρόνια ήδη διεξάγονται συζητήσεις, τόσο εντός όσο και εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γύρω από έναν επιστημονικό και συγκεκριμένο ορισμό της έννοιας της ικανότητας.

4.4

Η απόκτηση γνώσεων που είναι διαπραγματεύσιμες στην αγορά εργασίας και εξασφαλίζουν κοινωνική επιτυχία, σύμφωνα με τη βασική λογική της επονομαζόμενης «κοινωνίας της γνώσης», γίνεται σε πλαίσιο άμιλλας (ανταγωνισμού) μεταξύ των διαφόρων ομάδων και ατόμων που αποτελούν την κοινωνία. Η διασφάλιση της ισότητας όσον αφορά την πρόσβαση και η ισότητα των ευκαιριών για όλους θα πρέπει ακριβώς να συμπεριλαμβάνονται μεταξύ των στόχων της κρατικής δράσης και των στρατηγικών προγραμμάτων των κυβερνήσεων στον τομέα της εκπαίδευσης.

4.5

Όσον αφορά τη δια βίου μάθηση και το θέμα των ικανοτήτων, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, όπως αναφέρεται και στο κείμενο της πρότασης, δεν έχει σημασία μόνο η ενίσχυση της απόκτησης νέων γνώσεων, αλλά και η υποστήριξη, μέσω ειδικών προγραμμάτων, της διατήρησης των ήδη κεκτημένων.

4.6

Η εφαρμογή των συστάσεων σχετικά με τις βασικές ικανότητες αποτελεί μείζονα πρόκληση για τα εκπαιδευτικά συστήματα των κρατών μελών. Η ένταξή τους — κυρίως όσον αφορά την αρχική κατάρτιση και ειδικότερα στα εκπαιδευτικά συστήματα τα οποία ακολουθούν ακόμη μια δύσκαμπτη οργάνωση της εκπαίδευσης η οποία βασίζεται σε μια δομή ανά θέμα — απαιτεί μια θεμελιωδώς νέα προσέγγιση.

4.7

Η πρόταση αποτελεί εξίσου μεγάλη πρόκληση όσον αφορά την αλλαγή της προσέγγισης των εν ενεργεία εκπαιδευτικών και την εκπαίδευσή τους. Για το λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό να προετοιμαστούν οι εκπαιδευτικοί, αφενός, ώστε να είναι ικανοί, τόσο στο πλαίσιο της δημόσιας εκπαίδευσης όσο και στο πλαίσιο της κατάρτισης των ενηλίκων, να συνδράμουν αποτελεσματικά τους εκπαιδευόμενους στην απόκτηση των βασικών ικανοτήτων και, αφετέρου, να αποκτήσουν οι ίδιοι, και στη συνέχεια να αναπτύσσουν συνεχώς, τις βασικές ικανότητες οι οποίες είναι απαραίτητες για την επαγγελματική τους δραστηριότητα.

4.8

Η πρόταση πραγματεύεται τη στήριξη για την απόκτηση χρήσιμων γνώσεων από τους ηλικιωμένους (7) δεδομένου ότι είναι σημαντικές για την κοινωνική συνοχή. Για να επιτευχθεί η ανάπτυξη της απασχόλησης ως στόχος προτεραιότητας της Ένωσης, τα κράτη μέλη εστιάζουν την προσοχή τους και τους πόρους που διαθέτουν για την εκπαίδευση στις ηλικιακές ομάδες που λαμβάνουν αρχική κατάρτιση και στον ενεργό πληθυσμό. Ωστόσο, εγείρονται δικαίως πολλά ερωτήματα που σχετίζονται με την έλλειψη ικανοτήτων στις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες. Το χάσμα μεταξύ των γενεών είναι ήδη εμφανές σε ορισμένους τομείς όπως, για παράδειγμα, στην περίπτωση του ψηφιού αναλφαβητισμού. Η πλειονότητα των κρατών μελών έχει θέσει εθνικούς στρατηγικούς στόχους — αναφορικά, π.χ., με την ηλεκτρονική διοίκηση ή την παροχή σημαντικών πληροφοριών και υπηρεσιών στους πολίτες μέσω του διαδικτύου — οι οποίοι μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα στην πληροφόρηση και να επωφεληθούν της δυνατότητας συμμετοχής στην κοινωνία υπό την προϋπόθεση της κατοχής ορισμένων βασικών ικανοτήτων (π.χ., βασικών γνώσεων πληροφορικής). Κατά συνέπεια, εάν οι ηλικιωμένοι — όπως και άλλες μειονεκτούσες ομάδες — αποκλείονται από τα προγράμματα που ενθαρρύνουν την απόκτηση τέτοιων βασικών ικανοτήτων, η επίτευξη αυτών των στόχων ενδέχεται να έχει αρνητικές συνέπειες για την κοινωνική συνοχή.

4.9

Δεδομένου ότι η εφαρμογή μιας εκπαίδευσης που βασίζεται στις ικανότητες έχει πολύ περίπλοκες υποδηλώσεις για την εκπαιδευτική πολιτική, θα ήταν εξαιρετικά σημαντικό να αναπτυχθεί στο σύνολο της Ένωσης συνεχής διάλογος μεταξύ των εμπειρογνωμόνων του τομέα και να διαδοθούν ευρέως τα συμπεράσματα αυτής της ανταλλαγής. Δεδομένης της πολυπλοκότητας του θέματος, θα ήταν επιθυμητό, σύμφωνα με την κατανομή των αρμοδιοτήτων δυνάμει της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και την αρχή της επικουρικότητας, να βοηθήσει η Επιτροπή τους εθνικούς εμπειρογνώμονες σε θέματα εκπαιδευτικής πολιτικής, όχι μόνο στον καθορισμό των στόχων, αλλά και στον προσδιορισμό της μελλοντικής πορείας, των μέσων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την υλοποίησή της, καθώς και των ενδεχόμενων προσκομμάτων. (Εκτός από την προαγωγή της ανταλλαγής εμπειριών και παραδειγμάτων ορθών πρακτικών, θα ήταν επίσης σκόπιμο να διασφαλιστεί η δυνατότητα εξαγωγής διδαγμάτων από την ανάλυση των αποτυχιών.)

5.   Συλλογή στατιστικών στοιχείων σχετικά με την δια βίου μάθηση

5.1

Αναφορικά με το σημείο αυτό, το θέμα της δια βίου μάθησης συνδέεται στενά με το σχέδιο κανονισμού σχετικά με τη συλλογή στατιστικών δεδομένων για την εκπαίδευση και τη δια βίου μάθηση (8).

5.2

Η πρόταση κανονισμού προϋποθέτει ότι, για να προωθηθεί η εφαρμογή της ανοικτής μεθόδου συντονισμού στον τομέα της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται ολοένα και περισσότερο συγκρίσιμα στατιστικά δεδομένα και δείκτες σχετικά με την δια βίου εκπαίδευση και μάθηση.

5.2.1

Μέχρι σήμερα, η συνεργασία και ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών στηρίζεται σε σιωπηρές συμφωνίες. Η πρόταση κανονισμού στοχεύει στη δημιουργία μιας νομικής βάσης η οποία θα καταστήσει δυνατή την ανάπτυξη ενός βιώσιμου συστήματος παραγωγής στατιστικών δεδομένων σχετικά με την εκπαίδευση το οποίο θα μπορέσει να αποτελέσει το σημείο εκκίνησης των πολιτικών συζητήσεων οι οποίες διεξάγονται σε διάφορους τομείς σε κοινοτικό επίπεδο.

5.2.2

Στόχος είναι η δημιουργία ενός πλαισίου που θα καλύπτει το σύνολο των τρεχουσών και προβλεπομένων δραστηριοτήτων στον τομέα των στατιστικών δεδομένων της δια βίου εκπαίδευσης, εξαιρουμένης της κατάρτισης στο χώρο εργασίας η οποία καλύπτεται από την έρευνα της Στατιστικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σχετικά με την συνεχιζόμενη επαγγελματική κατάρτιση η οποία αποτελεί αντικείμενο χωριστού κανονισμού που υιοθετήθηκε πρόσφατα.

5.2.3

Η πρόταση πραγματεύεται αποκλειστικά τα στατιστικά δεδομένα της δια βίου εκπαίδευσης και της κατάρτισης τα οποία θα παρασχεθούν στην Επιτροπή και θα χρησιμεύσουν για την παραγωγή κοινοτικών στατιστικών δεδομένων.

5.2.4

Κύριος στόχος του κανονισμού είναι ο καθορισμός κοινών στατιστικών προτύπων τα οποία θα επιτρέψουν την παραγωγή εναρμονισμένων στατιστικών δεδομένων και, κατ' αυτό τον τρόπο, τη δημιουργία ενός κοινού πλαισίου για τη συστηματική παραγωγή κοινοτικών στατιστικών δεδομένων στον τομέα της δια βίου εκπαίδευσης και κατάρτισης.

5.3

Είναι εξαιρετικά σημαντικό βάση της χάραξης των στρατηγικών στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αποτελέσει μια συνολική ρεαλιστική θεώρηση των σχετικών διαδικασιών. Είναι τουλάχιστον εξίσου σημαντικό οι εκτιμήσεις οι οποίες θα κριθούν κατάλληλες κατά τη διάρκεια της εφαρμογής των στρατηγικών να μπορούν να στηρίζονται στη συλλογή δεδομένων και σε αξιόπιστες από μεθοδολογική άποψη σειρές δεδομένων που συντάσσονται σε τακτική βάση καθώς και στα συνακόλουθα συμπεράσματα.

5.3.1

Στην πράξη, οι εκπαιδευτικοί πόροι κατανέμονται με εξαιρετικά άνισο τρόπο. Εξάλλου, η μετασχολική κατάρτιση, η κατάρτιση ενηλίκων, συνήθως δεν εξασφαλίζει εξισορρόπηση των υπαρχουσών ανισοτήτων αλλά σε επιδείνωσή τους (όπως καταδεικνύεται από τη συγκέντρωση δεδομένων που διεξάχθηκε για το θέμα). Για την παρακολούθηση και αξιολόγηση της πτυχής αυτής, κατάλληλο εργαλείο θα μπορούσε να αποτελέσει η τακτική παραγωγή δεδομένων που στηρίζονται σε θεμελιώδεις αρχές και ενιαίες μεθοδολογικές βάσεις.

5.4

Σήμερα, διεξάγεται παράλληλα πλήθος ανεξάρτητων σε μεγάλο βαθμό στατιστικών ερευνών οι οποίες αφορούν διάφορους τομείς της εκπαίδευσης, της κατάρτισης, και της κατάρτισης των ενηλίκων. Από μόνες τους, έστω και εάν χρησιμοποιηθούν συμπληρωματικά νέες στατιστικές έρευνες που έχουν ξεκινήσει σήμερα, οι μηχανισμοί συλλογής δεν είναι σε θέση να καλύψουν το σύνολο του στοχευόμενου τομέα. Λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών της Στατιστικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, υπάρχει μια ορισμένη διαφορά μεταξύ των στατιστικών ερευνών της, των περιεχομένων και κατευθύνσεών τους, και εκείνων άλλων οργανισμών συλλογής δεδομένων.

5.5

Είναι ευκταίο, προκειμένου οι πόροι να χρησιμοποιούνται πιο κατάλληλα, να αποτρέπεται, στο πλαίσιο της τακτικής συλλογής δεδομένων, η αδικαιολόγητη από επιστημονική άποψη επικάλυψη, αλλά ταυτόχρονα να καταβάλλεται προσπάθεια ώστε τα αποτελέσματα διαφόρων ερευνών να μπορούν, κατά τον ένα ή άλλο τρόπο, να επαληθεύονται αμοιβαία. Τούτο μπορεί να διασφαλιστεί μόνο με τη στενή επιστημονική συνεργασία των διαφόρων ειδικευμένων μη κοινοτικών οργανισμών (ΟΟΣΑ, Διεθνής Ένωση για την Αξιολόγηση των Μαθητικών Επιδόσεων — ΙΕΑ) και την αμοιβαία επαλήθευση των στατιστικών ερευνών.

5.6

Στη σημερινή κατάσταση, η στενή συνεργασία με τους οργανισμούς εκτός της Ένωσης κρίνεται ζωτική δεδομένου ότι η μέτρηση των βασικών ικανοτήτων δεν συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των καθηκόντων της Στατιστικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Στο θέμα της μέτρησης των ικανοτήτων, οι έρευνες του ΟΟΣΑ, κυρίως το πρόγραμμα PISA και το πρόγραμμα που αποβλέπει στη μέτρηση των ικανοτήτων του ενήλικου πληθυσμού που διεξάγεται σήμερα (Πρόγραμμα για την Διεθνή Αξιολόγηση των Ικανοτήτων των Ενηλίκων) θα μπορούσαν να διαδραματίσουν θεμελιώδη ρόλο.

5.7

Οι ανάγκες σε στατιστικά δεδομένα που είναι απαραίτητα για την χάραξη των πολιτικών και οι ανάγκες σε στατιστικά δεδομένα που συμβάλλουν στην αξιολόγηση της επιτελούμενης προόδου είναι πολύ σημαντικές. Εξάλλου, η ζήτηση για επικαιροποιημένα στατιστικά δεδομένα αυξάνει αισθητά. Έχει ζωτική σημασία τα κράτη μέλη να συλλέγουν δεδομένα σύμφωνα με όμοιες μεθοδολογίες, που η αξιοπιστία και συγκρισιμότητά τους αποτελεί προτεραιότητα.

6.   Ειδικές παρατηρήσεις

6.1

Η λειτουργία των συστημάτων συλλογής των δεδομένων είναι ιδιαίτερα δαπανηρή. Έχοντας επίγνωση του προβλήματος, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι σε συνάρτηση με την ικανότητα των κρατών μελών να αναλάβουν το έργο αυτό, κρίνεται δικαιολογημένο να εξεταστεί μακροπρόθεσμα η σκοπιμότητα συντόμευσης των πενταετών κύκλων συλλογής δεδομένων σχετικά με τη δια βίου μάθηση, δηλαδή η αύξηση της συχνότητας διεξαγωγής τους. Όσον αφορά τη συλλογή δεδομένων, βραχυπρόθεσμα, μια λύση θα μπορούσε να αποτελέσει η συμπλήρωση των μεγάλων στατιστικών ερευνών για τους πλέον συναφείς από πολιτικής απόψεως τομείς με συχνότερες, ακόμη και ετήσιες, εστιασμένες μελέτες και έρευνες μικρότερης έκτασης, Χάρη σε παρόμοιες εστιασμένες έρευνες καθώς και σε αναλύσεις οι οποίες στηρίζονται στα συμπεράσματά τους, θα καταστεί δυνατή η παρακολούθηση των σημαντικότερων διαδικασιών από πολιτικής απόψεως και αξιολόγηση της υλοποίησης των κοινοτικών στόχων στο τομέα της δια βίου μάθησης.

6.2

Κρίνεται σκόπιμο η συλλογή δεδομένων σχετικά με την κατάρτιση στο χώρο εργασίας, δεδομένου ότι αποτελεί σημαντικό τμήμα της δια βίου μάθησης, να συμπεριληφθεί και αυτή στην υπό εξέταση πρόταση κανονισμού. Ένα μέρος της κατάρτισης αυτής (η κατάρτιση που παρέχεται από επιχειρήσεις που απασχολούν 10 περισσότερους εργαζόμενους) καλύπτεται σήμερα από την πενταετή μελέτη σχετικά με τη συνεχιζόμενη επαγγελματική κατάρτιση. Ωστόσο, η εν λόγω μελέτη δεν παρέχει κανένα δεδομένο σχετικά με την κατάρτιση που παρέχεται από επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από 10 εργαζόμενους.

Βρυξέλλες, 18 Μαΐου 2006.

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ «Πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ολοκληρωμένου προγράμματος δράσης στον τομέα της δια βίου μάθησης» (SOC/176), εισηγητής ο κ. Κορυφίδης – ΕΕ αριθ. C 221 της 8.9.2005.

(2)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ «Κατάρτιση και παραγωγικότητα» (SOC/83) της 28.10.2004), εισηγητής ο κ. Κορυφίδης – ΕΕ αριθ. C 120 της 20.05.2005.

(3)  Βλέπε έκθεση Kok σχετικά με την ενδιάμεση αξιολόγηση της στρατηγικής της Λισαβόνας τον Μάρτιο του 2005 ( http://europa.eu.int/comm/lisbon_strategy/pdf/2004-1866-FR-complet.pdf).

(4)  Η ομάδα εργασίας επέλεξε την έννοια «ικανότητες» που αποτελεί ένα μίγμα γνώσεων, δεξιοτήτων, και νοοτροπιών. Χρησιμοποιεί, επίσης την έννοια «βασικές ικανότητες» για τον χαρακτηρισμό των ικανοτήτων που είναι απαραίτητες για όλους.

(5)  Ομάδα εργασίας «Βασικές ικανότητες», εκθέσεις παρακολούθησης της επιτελεσθείσας προόδου 2003 και 2004: http://europa.eu.int/comm/education/policies/2010/objectives_en.html-basic

(6)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ «Κατάρτιση και παραγωγικότητα» (SOC/83) της 28.10.2004), εισηγητής ο κ. Κορυφίδης – ΕΕ αριθ. C 120 της 20.05.2005.

(7)  Ορισμός της ομάδας «ηλικιωμένοι»: μη οικονομικώς ενεργά άτομα ή/και άτομα που έχουν παύσει οριστικά κάθε δραστηριότητα.

(8)  Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού και του Συμβουλίου σχετικά με την παραγωγή και την ανάπτυξη στατιστικών για την εκπαίδευση και τη δια βίου μάθηση. COM(2005) 625 τελικό – 2005/0248 (COD).