ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

59ο έτος
17 Δεκεμβρίου 2016


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία (ΕΕ) 2016/2284 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με τη μείωση των εθνικών εκπομπών ορισμένων ατμοσφαιρικών ρύπων, την τροποποίηση της οδηγίας 2003/35/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2001/81/ΕΚ ( 1 )

1

 

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2016/2285 του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με τον καθορισμό για το 2017 και το 2018 των αλιευτικών δυνατοτήτων για τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη για ορισμένα αποθέματα ιχθύων βαθέων υδάτων και σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/72

32

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/2286 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2016, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με την εφαρμογή πολιτικής εύλογης χρήσης και τη μεθοδολογία εκτίμησης της βιωσιμότητας της κατάργησης των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής, καθώς και την αίτηση που υποβάλλει ο πάροχος περιαγωγής για τους σκοπούς της εν λόγω εκτίμησης ( 1 )

46

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/2287 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2016, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 431/2008 σχετικά με το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης δασμολογικής ποσόστωσης εισαγωγής για κατεψυγμένο βόειο κρέας και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 593/2013 για το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης των δασμολογικών ποσοστώσεων για τα βόεια κρέατα εκλεκτής ποιότητας, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη ή κατεψυγμένα και για το κατεψυγμένο κρέας βουβάλου

63

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/2288 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με την έγκριση του πιπερονυλοβουτοξειδίου ως υπάρχουσας δραστικής ουσίας για χρήση σε βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 18 ( 1 )

65

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/2289 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με την έγκριση του ε-Momfluorothrin ως δραστικής ουσίας για χρήση σε βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 18 ( 1 )

68

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/2290 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με την έγκριση του υπεροξικού οξέος ως υπάρχουσας δραστικής ουσίας για χρήση σε βιοκτόνα των τύπων προϊόντων 11 και 12 ( 1 )

71

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/2291 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2016, για την έγκριση του L(+) γαλακτικού οξέος ως δραστικής ουσίας για χρήση σε βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 1 ( 1 )

74

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/2292 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2016, για τον καθορισμό της σταθμισμένης μέσης τιμής των μέγιστων τελών τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας ανά την Ένωση και την κατάργηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2352 ( 1 )

77

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/2293 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με τροποποίηση του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο

79

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/2294 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2016, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

81

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2016/2295 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2016, για την τροποποίηση των αποφάσεων 2000/518/ΕΚ, 2002/2/ΕΚ, 2003/490/ΕΚ, 2003/821/ΕΚ, 2004/411/ΕΚ, 2008/393/ΕΚ, 2010/146/ΕΕ, 2010/625/ΕΕ, 2011/61/ΕΕ και των εκτελεστικών αποφάσεων 2012/484/ΕΕ και 2013/65/ΕΕ σχετικά με την επάρκεια της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ορισμένες χώρες, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2016) 8353]  ( 1 )

83

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2016/2296 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2016, για τη σύσταση ανεξάρτητης ομάδας εμπειρογνωμόνων ως φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού

92

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2016/2297 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2016, για την τροποποίηση των αποφάσεων 2001/497/ΕΚ και 2010/87/ΕΕ σχετικά με τις τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες και σε εκτελούντες επεξεργασία εγκατεστημένους σε τρίτες χώρες βάσει της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2016) 8471]  ( 1 )

100

 

 

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

 

*

Κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2016/2298 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 2ας Νοεμβρίου 2016, που τροποποιεί την κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2015/510 σχετικά με την εφαρμογή του πλαισίου νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (ΕΚΤ/2016/31)

102

 

*

Κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2016/2299 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 2ας Νοεμβρίου 2016, που τροποποιεί την κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2016/65 σχετικά με τις περικοπές αποτίμησης κατά την εφαρμογή του πλαισίου νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (ΕΚΤ/2016/32)

117

 

*

Κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2016/2300 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 2ας Νοεμβρίου 2016, που τροποποιεί την κατευθυντήρια γραμμή ΕΚΤ/2014/31 σχετικά με συμπληρωματικά προσωρινά μέτρα όσον αφορά τις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος και την καταλληλότητα των ασφαλειών (ΕΚΤ/2016/33)

123

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΟΔΗΓΙΕΣ

17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/1


ΟΔΗΓΊΑ (ΕΕ) 2016/2284 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 14ης Δεκεμβρίου 2016

σχετικά με τη μείωση των εθνικών εκπομπών ορισμένων ατμοσφαιρικών ρύπων, την τροποποίηση της οδηγίας 2003/35/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2001/81/ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 192 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Κατά την τελευταία εικοσαετία σημειώθηκε σημαντική πρόοδος στην Ένωση όσον αφορά τις ανθρωπογενείς εκπομπές ατμοσφαιρικών ρύπων και την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, κυρίως μέσω εξειδικευμένης ενωσιακής πολιτικής, στην οποία περιλαμβάνεται η ανακοίνωση της Επιτροπής, της 21ης Σεπτεμβρίου 2005, με τον τίτλο «Θεματική στρατηγική για την ατμοσφαιρική ρύπανση» («ΘΣΑΡ»). Η οδηγία 2001/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) αποδείχτηκε καίριας σημασίας για την εν λόγω πρόοδο, θέτοντας ανώτατα όρια για τις συνολικές ετήσιες εκπομπές των κρατών μελών από το 2010 και μετά, όσον αφορά το διοξείδιο του θείου (SO2), τα οξείδια του αζώτου (NOx), τις πτητικές οργανικές ενώσεις εκτός του μεθανίου (NMVOC) και την αμμωνία (NH3). Το αποτέλεσμα ήταν η μείωση των εκπομπών διοξειδίου του θείου κατά 82 %, των εκπομπών οξειδίων του αζώτου κατά 47 %, των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων εκτός του μεθανίου κατά 56 % και των εκπομπών αμμωνίας κατά 28 % στην Ένωση μεταξύ των ετών 1990 και 2010. Εντούτοις, όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 18ης Δεκεμβρίου 2013 με τίτλο «Πρόγραμμα “καθαρός αέρας” για την Ευρώπη» («αναθεωρημένη ΘΣΑΡ»), εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις και σοβαροί κίνδυνοι για το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία.

(2)

Το 7ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον (5) επιβεβαιώνει τον μακροπρόθεσμο στόχο της Ένωσης όσον αφορά την πολιτική για τον ατμοσφαιρικό αέρα, ήτοι την επίτευξη επιπέδων ποιότητας του αέρα που να μη συνεπάγονται σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις και κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, και ζητεί, για τον σκοπό αυτό, πλήρη συμμόρφωση με την ισχύουσα ενωσιακή νομοθεσία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, στρατηγικούς στόχους και δράσεις για το διάστημα μετά το 2020, μεγαλύτερες προσπάθειες στις περιοχές όπου ο πληθυσμός και το οικοσύστημα εκτίθενται σε υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικών ρύπων, καθώς και ενισχυμένες συνέργειες μεταξύ της νομοθεσίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και των στόχων πολιτικής της Ένωσης που έχουν τεθεί, συγκεκριμένα, για την κλιματική αλλαγή και τη βιοποικιλότητα.

(3)

Η αναθεωρημένη ΘΣΑΡ ορίζει νέους στρατηγικούς στόχους για την περίοδο έως το 2030, προκειμένου να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος προς την επίτευξη του μακροπρόθεσμου στόχου της Ένωσης για την ποιότητα του αέρα.

(4)

Τα κράτη μέλη και η Ένωση έχουν αρχίσει τη διαδικασία επικύρωσης του προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον της σύμβασης της Minamata του 2013 για τον υδράργυρο, η οποία επιδιώκει να προστατεύσει την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον μέσω της μείωσης των εκπομπών υδραργύρου από υφιστάμενες και νέες πηγές, με στόχο την έναρξη ισχύος της το 2017. Οι αναφερόμενες εκπομπές του ρύπου αυτού θα πρέπει να παρακολουθούνται από την Επιτροπή.

(5)

Τα κράτη μέλη και η Ένωση είναι συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης του 1979 της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (UNECE), για τη διασυνοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση σε μεγάλη απόσταση («σύμβαση LRTAP») και διαφόρων πρωτοκόλλων της, συμπεριλαμβανομένου του πρωτοκόλλου για τη μείωση της οξίνισης, του ευτροφισμού και του τροποσφαιρικού όζοντος του 1999, το οποίο αναθεωρήθηκε το 2012 («αναθεωρημένο πρωτόκολλο του Γκέτεμποργκ»).

(6)

Όσον αφορά το έτος 2020 και μετά, το αναθεωρημένο πρωτόκολλο του Γκέτεμποργκ ορίζει νέες δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών για κάθε συμβαλλόμενο μέρος, με έτος αναφοράς το 2005, όσον αφορά τις εκπομπές διοξειδίου του θείου, οξειδίων του αζώτου, πτητικών οργανικών ενώσεων εκτός μεθανίου, αμμωνίας και λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων, προάγει τη μείωση των εκπομπών αιθάλης και ζητεί, αφενός τη συλλογή και διατήρηση πληροφοριών σχετικά με τις δυσμενείς επιδράσεις των συγκεντρώσεων και εναποθέσεων ατμοσφαιρικών ρύπων για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον και, αφετέρου, τη συμμετοχή στα προγράμματα με επίκεντρο τις επιδράσεις στο πλαίσιο της σύμβασης LRTAP.

(7)

Θα πρέπει επομένως να αναθεωρηθεί το καθεστώς εθνικών ανώτατων ορίων εκπομπών που θεσπίστηκε με την οδηγία 2001/81/ΕΚ, προκειμένου να εναρμονιστεί με τις διεθνείς δεσμεύσεις της Ένωσης και των κρατών μελών. Για τον σκοπό αυτόν, οι εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών για κάθε έτος από το 2020 έως το 2029 που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι ίδιες με εκείνες που προβλέπονται στο αναθεωρημένο πρωτόκολλο του Γκέτεμποργκ.

(8)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν την παρούσα οδηγία κατά τρόπο που να συνεισφέρει αποτελεσματικά στην επίτευξη του μακροπρόθεσμου στόχου της Ένωσης όσον αφορά την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, όπως υποστηρίζεται από τις κατευθυντήριες γραμμές της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας, καθώς και των ενωσιακών στόχων για προστασία της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων, με μείωση των επιπέδων και της εναπόθεσης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που προκαλεί οξίνιση, ευτροφισμό και σχηματισμό όζοντος, ώστε να μην υπερβαίνουν τα κρίσιμα φορτία και επίπεδα που καθορίζονται στη σύμβαση LRTAP.

(9)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να συμβάλει στην επίτευξη, με οικονομικά αποδοτικό τρόπο, των στόχων για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα που καθορίζονται στην ενωσιακή νομοθεσία και στον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, επιπροσθέτως της βελτίωσης της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα παγκοσμίως και της βελτίωσης των συνεργειών με τις πολιτικές της Ένωσης για το κλίμα και την ενέργεια, αποφεύγοντας τις αλληλεπικαλύψεις με την υφιστάμενη ενωσιακή νομοθεσία.

(10)

Η παρούσα οδηγία συμβάλλει επίσης στη μείωση των δαπανών για την υγεία που σχετίζονται με την ατμοσφαιρική ρύπανση στην Ένωση μέσω της βελτίωσης της ευεξίας των πολιτών της Ένωσης, καθώς και στην ενθάρρυνση της μετάβασης σε πράσινη οικονομία.

(11)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμβάλλει στην προοδευτική μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, με βάση τις μειώσεις που επιτυγχάνονται από τη νομοθεσία της Ένωσης για τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην πηγή η οποία αφορά εκπομπές από συγκεκριμένες ουσίες.

(12)

Η νομοθεσία της Ένωσης για τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην πηγή θα πρέπει να αποδίδει πραγματικά τις αναμενόμενες μειώσεις εκπομπών. Ο εντοπισμός της μη αποτελεσματικής νομοθεσίας της Ένωσης για τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην πηγή και η λήψη μέτρων σε πρώιμο στάδιο έχει καίρια σημασία για την επίτευξη των ευρύτερων στόχων ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα, όπως καταδεικνύεται από τις αποκλίσεις μεταξύ των εκπομπών οξειδίων του αζώτου από οχήματα με κινητήρα ντίζελ Euro 6 σε πραγματικές συνθήκες και σε συνθήκες δοκιμής.

(13)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να τηρούν τις δεσμεύσεις για μείωση των εκπομπών που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία από το 2020 έως το 2029 και από το 2030 και εφεξής. Για να είναι δυνατόν να καταδειχτεί η σημειούμενη πρόοδος προς την τήρηση των δεσμεύσεων για το 2030, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν ενδεικτικά επίπεδα εκπομπών για το 2025, τα οποία θα ήταν τεχνικώς εφικτά και δεν θα συνεπάγονταν δυσανάλογες δαπάνες, και θα πρέπει να προσπαθήσουν να συμμορφωθούν με αυτά τα επίπεδα. Σε περίπτωση που οι εκπομπές για το 2025 δεν δύναται να περιοριστούν σύμφωνα με την καθορισμένη πορεία μείωσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξηγήσουν τους λόγους για αυτήν την απόκλιση, καθώς και τα μέτρα που θα επανέφεραν τα κράτη μέλη στην καθορισμένη πορεία τους, στις επακόλουθες εκθέσεις που πρέπει να υποβάλουν βάσει της παρούσας οδηγίας.

(14)

Οι εθνικές δεσμεύσεις για μείωση των εκπομπών που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία για το 2030 και εφεξής βασίζονται στις εκτιμώμενες δυνατότητες μείωσης κάθε κράτους μέλους, οι οποίες περιέχονται στην έκθεση ΘΣΑΡ αριθ. 16 του Ιανουαρίου 2015 («ΘΣΑΡ 16»), στην τεχνική εξέταση των διαφορών μεταξύ των εθνικών προβλέψεων και εκείνων της ΘΣΑΡ 16 και στον πολιτικό στόχο να διατηρηθεί η συνολική μείωση των επιπτώσεων στην υγεία έως το 2030 (σε σύγκριση με το 2005) όσο το δυνατόν εγγύτερα στην αρχική πρόταση της Επιτροπής για την παρούσα οδηγία. Προκειμένου να ενισχυθεί η διαφάνεια, η Επιτροπή θα πρέπει να δημοσιεύσει τις υποκείμενες παραδοχές που χρησιμοποιούνται στη ΘΣΑΡ 16.

(15)

Η συμμόρφωση προς τις εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών θα πρέπει να αξιολογείται με αναφορά στο ειδικό μεθοδολογικό καθεστώς κατά τη χρονική στιγμή καθορισμού της δέσμευσης.

(16)

Οι απαιτήσεις υποβολής στοιχείων και οι δεσμεύσεις για μείωση των εκπομπών θα πρέπει να βασίζονται στην εθνική κατανάλωση ενέργειας και στα πωληθέντα καύσιμα. Ωστόσο, δυνάμει της σύμβασης LRTAP, ορισμένα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν να χρησιμοποιούν ως βάση για την εκτίμηση της συμμόρφωσης τις συνολικές εθνικές εκπομπές που υπολογίζονται βάσει των καταναλωθέντων καυσίμων για τον τομέα των οδικών μεταφορών. Η επιλογή αυτή θα πρέπει να διατηρηθεί στην παρούσα οδηγία προκειμένου να εξασφαλιστεί συνοχή μεταξύ του διεθνούς και του ενωσιακού δικαίου.

(17)

Προκειμένου να αντιμετωπιστούν ορισμένες από τις αβεβαιότητες που συνδέονται με τον καθορισμό των εθνικών δεσμεύσεων για μείωση των εκπομπών, το αναθεωρημένο πρωτόκολλο του Γκέτεμποργκ περιλαμβάνει μέσα ευελιξίας που θα πρέπει να ενσωματωθούν στην παρούσα οδηγία. Ειδικότερα, το αναθεωρημένο πρωτόκολλο του Γκέτεμποργκ θεσπίζει μηχανισμό για την προσαρμογή των εθνικών απογραφών εκπομπών και τον υπολογισμό μέσων ετήσιων εθνικών εκπομπών για μέγιστη περίοδο τριών ετών εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Επιπλέον, θα πρέπει να προβλέπονται στην παρούσα οδηγία μέσα ευελιξίας, όταν αυτή επιβάλλει δέσμευση μείωσης η οποία υπερβαίνει την αποτελεσματική ως προς το κόστος μείωση που ορίζεται στη ΘΣΑΡ 16 και επίσης για να βοηθηθούν τα κράτη μέλη στην περίπτωση αιφνίδιων και απρόβλεπτων γεγονότων που συνδέονται με την παραγωγή ή την προμήθεια ενέργειας, υπό τον όρο ότι πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Η χρήση αυτών των μέσων ευελιξίας θα πρέπει να παρακολουθείται από την Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές που καθορίστηκαν στο πλαίσιο της σύμβασης LRTAP. Για τους σκοπούς της αξιολόγησης αιτήσεων για προσαρμογές, οι δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών για την περίοδο μεταξύ του 2020 και του 2029 θα πρέπει να θεωρείται ότι έχουν καθοριστεί στις 4 Μαΐου 2012, ημερομηνία αναθεώρησης του πρωτοκόλλου του Γκέτεμποργκ.

(18)

Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να καταρτίζει, να θεσπίζει και να εφαρμόζει εθνικό πρόγραμμα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης για τη συμμόρφωση με τις δεσμεύσεις του για μείωση των εκπομπών, καθώς και για την αποτελεσματική συνεισφορά στην επίτευξη των στόχων της Ένωσης όσον αφορά την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη μείωσης των εκπομπών, ιδίως οξειδίων του αζώτου και λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων, σε ζώνες και οικισμούς που πλήττονται από υπέρμετρες συγκεντρώσεις ατμοσφαιρικών ρύπων και/ή σε εκείνες τις ζώνες και οικισμούς που συντελούν σημαντικά στη ρύπανση της ατμόσφαιρας άλλων ζωνών και οικισμών, μεταξύ άλλων και σε γειτονικές χώρες. Τα εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης θα πρέπει, για τον σκοπό αυτό, να συμβάλλουν στην επιτυχή υλοποίηση των σχεδίων για την ποιότητα του αέρα που καθορίζονται δυνάμει του άρθρου 23 της οδηγίας 2008/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6).

(19)

Προκειμένου να μειωθούν οι εκπομπές από ανθρωπογενείς πηγές, στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης θα πρέπει να εξετάζονται μέτρα με εφαρμογή σε όλους τους σχετικούς τομείς, συμπεριλαμβανομένης της γεωργίας, της ενέργειας, της βιομηχανίας, των οδικών μεταφορών, της εσωτερικής ναυσιπλοΐας, της οικιακής θέρμανσης και της χρήσης μη οδικών κινητών μηχανημάτων και διαλυτών. Εντούτοις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να αποφασίζουν για τα μέτρα που πρέπει να θεσπίζουν ώστε να συμμορφώνονται με τις δεσμεύσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία για μείωση των εκπομπών.

(20)

Κατά την κατάρτιση των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά την αντιμετώπιση, μεταξύ άλλων, των πλέον επιβλαβών ρύπων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας σε σχέση με ευαίσθητες ομάδες του ανθρώπινου πληθυσμού.

(21)

Η γεωργία συμβάλλει σημαντικά στις εκπομπές αμμωνίας και λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων στην ατμόσφαιρα. Προκειμένου να μειωθούν οι εν λόγω εκπομπές, τα εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης θα πρέπει να περιλαμβάνουν μέτρα εφαρμοστέα στον γεωργικό τομέα. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να είναι αποδοτικά από οικονομική άποψη και να βασίζονται σε συγκεκριμένες πληροφορίες και δεδομένα, λαμβάνοντας υπόψη την επιστημονική πρόοδο και προηγούμενα μέτρα που ελήφθησαν από τα κράτη μέλη. Η κοινή γεωργική πολιτική προσφέρει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να συμβάλουν στην ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα λαμβάνοντας ειδικά μέτρα. Οι μελλοντικές αξιολογήσεις θα συμβάλουν στην καλύτερη κατανόηση των αποτελεσμάτων αυτών των μέτρων.

(22)

Οι βελτιώσεις στην ποιότητα του αέρα θα πρέπει να επιτευχθούν μέσω αναλογικών μέτρων. Κατά τη λήψη των μέτρων που θα συμπεριληφθούν στα εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που εφαρμόζονται στον τομέα της γεωργίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι λαμβάνονται πλήρως υπόψη οι συνέπειές τους για τις μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις ώστε να περιορίζεται, όσο το δυνατόν περισσότερο, κάθε πρόσθετο κόστος.

(23)

Όταν ορισμένα μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης με στόχο την πρόληψη των εκπομπών στον γεωργικό τομέα είναι επιλέξιμα για χρηματοδοτική στήριξη, ιδίως μέτρα που λαμβάνουν γεωργικές εκμεταλλεύσεις τα οποία απαιτούν σημαντικές αλλαγές των πρακτικών ή σημαντικές επενδύσεις, η Επιτροπή θα πρέπει να διευκολύνει την πρόσβαση στην εν λόγω χρηματοδοτική στήριξη και σε άλλες διαθέσιμες χρηματοδοτήσεις της Ένωσης.

(24)

Για να μειωθούν οι εκπομπές, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν τη δυνατότητα να στηρίξουν τη στροφή των επενδύσεων προς καθαρές και αποδοτικές τεχνολογίες. Η καινοτομία μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της βιωσιμότητας και στην επίλυση των προβλημάτων στην πηγή βελτιώνοντας τις τομεακές απαντήσεις στις προκλήσεις που αφορούν την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα.

(25)

Τα εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, συμπεριλαμβανομένων των αναλύσεων στις οποίες στηρίζεται ο προσδιορισμός των πολιτικών και μέτρων, θα πρέπει να επικαιροποιούνται τακτικά.

(26)

Προκειμένου να καταρτίζονται άρτια τεκμηριωμένα εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και τυχόν σημαντικές επικαιροποιήσεις τους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποβάλουν τα εν λόγω προγράμματα και τις επικαιροποιήσεις τους για διαβούλευση με το κοινό και τις αρμόδιες αρχές σε όλα τα επίπεδα και σε χρόνο που προηγείται της οριστικοποίησης των επιλογών για τις πολιτικές και τα μέτρα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διεξάγουν διασυνοριακές διαβουλεύσεις σε περίπτωση που η εφαρμογή των προγραμμάτων τους θα μπορούσε να επηρεάσει την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα, σύμφωνα με το ενωσιακό και διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της σύμβασης της UNECE για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε διασυνοριακό πλαίσιο («σύμβαση του Espoo») του 1991 και του πρωτοκόλλου της για τη στρατηγική περιβαλλοντική αξιολόγηση του 2003.

(27)

Στόχος της παρούσας οδηγίας, μεταξύ άλλων, είναι η προστασία της ανθρώπινης υγείας. Όπως έχει επισημάνει επανειλημμένα το Δικαστήριο, θα ήταν ασύμβατο με τον δεσμευτικό χαρακτήρα που το άρθρο 288 τρίτο εδάφιο της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) προσδίδει στις οδηγίες να αποκλείεται, επί της αρχής, η δυνατότητα επίκλησης από τους ενδιαφερόμενους της υποχρέωσης που επιβάλλεται από μια οδηγία. Αυτό ισχύει ιδιαιτέρως για μια οδηγία της οποίας ο σκοπός είναι να ελέγξει και να μειώσει την ατμοσφαιρική ρύπανση και η οποία επομένως αποβλέπει στην προστασία στης ανθρώπινης υγείας.

(28)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταρτίζουν και να υποβάλλουν εθνικές απογραφές και προβλέψεις εκπομπών, καθώς και ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής, για το σύνολο των ατμοσφαιρικών ρύπων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, στοιχεία που στη συνέχεια θα δίνουν τη δυνατότητα στην Ένωση να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων που υπέχει δυνάμει της σύμβασης LRTAP και των πρωτοκόλλων της.

(29)

Προκειμένου να διαφυλαχτεί η συνοχή στο σύνολο της Ένωσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε οι εθνικές απογραφές και οι προβλέψεις εκπομπών, καθώς και οι ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής που υποβάλλουν στην Επιτροπή να συμφωνούν πλήρως με τις πληροφορίες που υποβάλλουν δυνάμει της σύμβασης LRTAP.

(30)

Προκειμένου να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα των εθνικών δεσμεύσεων για μείωση των εκπομπών που ορίζει η παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να παρακολουθούν τις επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στα χερσαία και υδάτινα οικοσυστήματα και να κοινοποιούν αυτές τις επιπτώσεις. Προκειμένου να διασφαλιστεί μια οικονομικά αποδοτική προσέγγιση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τους προαιρετικούς δείκτες παρακολούθησης της παρούσας οδηγίας και να συντονίζονται με άλλα προγράμματα παρακολούθησης που θεσπίζονται βάσει συναφών οδηγιών και, ενδεχομένως, της σύμβασης LRTAP.

(31)

Θα πρέπει να συγκροτηθεί ένα ευρωπαϊκό φόρουμ για τον «καθαρό αέρα» στο οποίο να εμπλέκονται όλοι οι ενδιαφερόμενοι, συμπεριλαμβανομένων των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών σε όλα τα σχετικά επίπεδα, για να ανταλλάσσονται εμπειρίες και ορθές πρακτικές, ιδίως με σκοπό την παροχή πληροφοριών για την καθοδήγηση και τη διευκόλυνση της συντονισμένης εφαρμογής της ενωσιακής νομοθεσίας και των ενωσιακών πολιτικών για τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα.

(32)

Σύμφωνα με την οδηγία 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν για την ενεργό και συστηματική διάδοση των πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα.

(33)

Είναι απαραίτητη η τροποποίηση της οδηγίας 2003/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέπεια της εν λόγω οδηγίας με τη σύμβαση της UNECE σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα του 1998 («σύμβαση του Aarhus»).

(34)

Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές και οι διεθνείς εξελίξεις, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, για συγκεκριμένη περίοδο όσον αφορά την τροποποίηση του παραρτήματος I, καθώς και του μέρους 2 του παραρτήματος III και του παραρτήματος IV, με σκοπό την προσαρμογή τους στις εξελίξεις στο πλαίσιο της σύμβασης LRTAP και όσον αφορά την τροποποίηση του παραρτήματος V με σκοπό την προσαρμογή του στην τεχνική και στην επιστημονική πρόοδο και στις εξελίξεις εντός του πλαισίου της σύμβασης LRTAP. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και να πραγματοποιούνται οι διαβουλεύσεις αυτές σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (9). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ' εξουσιοδότηση πράξεων.

(35)

Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση των μέσων ευελιξίας και των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10).

(36)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν κανόνες για τις κυρώσεις που θα επιβάλλονται για παραβιάσεις των εθνικών διατάξεων οι οποίες θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και να διασφαλίζουν την εφαρμογή τους. Οι εν λόγω κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(37)

Δεδομένης της φύσης και έκτασης των τροποποιήσεων που πρέπει να επέλθουν στην οδηγία 2001/81/ΕΚ, η εν λόγω οδηγία θα πρέπει να αντικατασταθεί, ώστε να αυξηθούν η ασφάλεια δικαίου, η σαφήνεια, η διαφάνεια και η απλούστευση της νομοθεσίας. Προκειμένου να είναι αδιάλειπτη η βελτίωση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να τηρούν τα εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών που καθορίζονται στην οδηγία 2001/81/ΕΚ έως ότου τεθούν σε εφαρμογή, το 2020, οι νέες εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

(38)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, ήτοι η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος, δεν μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη λόγω του διασυνοριακού χαρακτήρα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, μπορεί όμως να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(39)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα (11), τα κράτη μέλη δεσμεύτηκαν να επισυνάπτουν στην κοινοποίηση των εθνικών μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, όταν δικαιολογείται, και ένα ή περισσότερα έγγραφα που διευκρινίζουν το δεσμό ανάμεσα στα στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα τμήματα των εθνικών πράξεων μεταφοράς. Για την παρούσα οδηγία ο νομοθέτης εκτιμά ότι η διαβίβαση των εγγράφων αυτών είναι δικαιολογημένη,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Στόχοι και αντικείμενο

1.   Προκειμένου να επιτευχθούν επίπεδα ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα που να μην συνεπάγονται σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις και κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, η παρούσα οδηγία καθορίζει τις δεσμεύσεις μείωσης των ανθρωπογενών ατμοσφαιρικών εκπομπών διοξειδίου του θείου (SO2), οξειδίων του αζώτου (NOx), πτητικών οργανικών ενώσεων εκτός του μεθανίου (NMVOC), αμμωνίας (NH3) και λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων (ΑΣ2,5) από τα κράτη μέλη και καθιστά υποχρεωτική την κατάρτιση, τη θέσπιση και την εφαρμογή εθνικών προγραμμάτων ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, καθώς και την παρακολούθηση και την αναφορά των εκπομπών των εν λόγω ρύπων και άλλων ρύπων που αναφέρονται στο παράρτημα I, καθώς και των επιπτώσεών τους.

2.   Η παρούσα οδηγία συμβάλλει επίσης στην επίτευξη:

α)

των στόχων για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα που ορίζει η νομοθεσία της Ένωσης και της προόδου προς τον μακροπρόθεσμο στόχο της Ένωσης για επίτευξη επιπέδων ποιότητας του αέρα σε συμφωνία με τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές που έχει δημοσιεύσει η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας·

β)

των στόχων της Ένωσης στον τομέα της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων σύμφωνα με το 7ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον·

γ)

ενισχυμένων συνεργιών μεταξύ της πολιτικής της Ένωσης για την ποιότητα του αέρα και άλλων συναφών πολιτικών της Ένωσης, ιδίως των πολιτικών για το κλίμα και την ενέργεια.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις εκπομπές των ρύπων που αναφέρονται στο παράρτημα I από όλες τις πηγές στο έδαφος των κρατών μελών, στις αποκλειστικές οικονομικές τους ζώνες και στις ζώνες ελέγχου ρύπανσης.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν καλύπτει τις εκπομπές στις Κανάριες Νήσους, στα υπερπόντια διαμερίσματα της Γαλλίας, στη Μαδέρα και στις Αζόρες.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «εκπομπή»: η ελευθέρωση ουσίας από σημειακή ή διάχυτη πηγή στην ατμόσφαιρα·

2)   «ανθρωπογενείς εκπομπές»: οι ατμοσφαιρικές εκπομπές ρύπων που συνδέονται με ανθρώπινες δραστηριότητες·

3)   «πρόδρομες ουσίες του όζοντος»: οξείδια του αζώτου, πτητικές οργανικές ενώσεις εκτός του μεθανίου, μεθάνιο και μονοξείδιο του άνθρακα·

4)   «στόχοι για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα»: οι οριακές τιμές, οι τιμές-στόχοι και οι υποχρεώσεις έκθεσης σε συγκεντρώσεις για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα που παρατίθενται στην οδηγία 2008/50/ΕΚ και στην οδηγία 2004/107/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12)·

5)   «διοξείδιο του θείου» ή «SO2»: όλες οι θειούχες ενώσεις που εκφράζονται ως διοξείδιο του θείου (SO2), περιλαμβανομένων του τριοξειδίου του θείου (SO3), του θειικού οξέος (H2SO4) και των ανηγμένων θειούχων ενώσεων, όπως το υδρόθειο (H2S), οι μερκαπτάνες και τα διμεθυλοσουλφίδια·

6)   «οξείδια του αζώτου» ή «ΝΟx»: το οξείδιο και το διοξείδιο του αζώτου, εκφραζόμενα ως διοξείδιο του αζώτου·

7)   «πτητικές οργανικές ενώσεις εκτός του μεθανίου» ή «NMVOC»: όλες οι οργανικές ενώσεις εκτός από το μεθάνιο, που είναι ικανές να παράγουν φωτοχημικά οξειδωτικά μέσα αντιδρώντας με οξείδια του αζώτου παρουσία ηλιακού φωτός·

8)   «λεπτά αιωρούμενα σωματίδια» ή «ΑΣ2,5»: σωματίδια με αεροδυναμική διάμετρο ίση με ή μικρότερη από 2,5 μικρόμετρα (μm)·

9)   «αιθάλη»: ανθρακούχα σωματίδια που απορροφούν το φως·

10)   «εθνική δέσμευση μείωσης των εκπομπών»: η υποχρέωση των κρατών μελών για μείωση των εκπομπών μιας ουσίας· προσδιορίζει τη μείωση των εκπομπών η οποία πρέπει κατ' ελάχιστο να πραγματοποιηθεί κατά το ημερολογιακό έτος-στόχο, ως ποσοστό του συνόλου των εκπομπών κατά το έτος αναφοράς (το 2005)·

11)   «κύκλος προσγείωσης και απογείωσης»: ο κύκλος που περιλαμβάνει την τροχοδρόμηση (κατά την άφιξη και την αναχώρηση), την απογείωση, την άνοδο, την προσέγγιση, την προσγείωση και κάθε άλλη πτητική δραστηριότητα σε απόλυτο ύψος χαμηλότερο των 3 000 ποδών·

12)   «διεθνής θαλάσσια ναυσιπλοΐα»: διαδρομές στη θάλασσα και στα παράκτια ύδατα, εκτελούμενες με πλωτά οχήματα ανεξαρτήτως σημαίας, εκτός από τα αλιευτικά σκάφη, που αναχωρούν από την επικράτεια μιας χώρας και αφικνούνται στην επικράτεια άλλης χώρας·

13)   «ζώνη ελέγχου της ρύπανσης»: θαλάσσια περιοχή που δεν εκτείνεται πέραν των 200 ναυτικών μιλίων από τις γραμμές βάσης από τις οποίες υπολογίζεται το εύρος των χωρικών υδάτων, η οποία ορίζεται από κράτος μέλος με σκοπό την πρόληψη, τη μείωση και τον έλεγχο της ρύπανσης από σκάφη σύμφωνα με τους εφαρμοστέους διεθνείς κανόνες και πρότυπα·

14)   «νομοθεσία της Ένωσης για τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην πηγή»: η ενωσιακή νομοθεσία που αποσκοπεί στη μείωση των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία μέσω της λήψης μέτρων μετριασμού στην πηγή.

Άρθρο 4

Εθνικές δεσμεύσεις για μείωση των εκπομπών

1.   Κατ' ελάχιστο, τα κράτη μέλη περιορίζουν τις οικείες ετήσιες ανθρωπογενείς εκπομπές διοξειδίου του θείου, οξειδίων του αζώτου, πτητικών οργανικών ενώσεων εκτός του μεθανίου, αμμωνίας και λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων σύμφωνα με τις εθνικές δεσμεύσεις για μείωση των εκπομπών που ισχύουν από το 2020 έως το 2029 και από το 2030 και εφεξής, όπως προβλέπεται στο παράρτημα II.

2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα με σκοπό να περιορίσουν τις οικείες ανθρωπογενείς εκπομπές διοξειδίου του θείου, οξειδίων του αζώτου, πτητικών οργανικών ενώσεων εκτός του μεθανίου, αμμωνίας και λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων για το 2025. Τα ενδεικτικά επίπεδα των εκπομπών αυτών προσδιορίζονται με βάση γραμμική πορεία μείωσης μεταξύ των επιπέδων εκπομπών τους που καθορίζονται από τις δεσμεύσεις για μείωση των εκπομπών για το 2020 και των επιπέδων εκπομπών που καθορίζονται από τις δεσμεύσεις για μείωση των εκπομπών για το 2030.

Τα κράτη μέλη μπορούν να ακολουθήσουν μη γραμμική πορεία μείωσης εάν αυτό είναι οικονομικώς ή τεχνικώς αποδοτικότερο και με την προϋπόθεση ότι από το 2025 η πορεία αυτή θα συγκλίνει σταδιακά με τη γραμμική πορεία μείωσης και ότι αυτό δεν θίγει οποιαδήποτε δέσμευση μείωσης των εκπομπών για το 2030. Τα κράτη μέλη προσδιορίζουν τη μη γραμμική πορεία μείωσης πορεία και τους λόγους για την υιοθέτησή της στα εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που υποβάλλονται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1.

Σε περίπτωση που οι εκπομπές για το 2025 δεν δύνανται να περιοριστούν σύμφωνα με την καθορισμένη πορεία μείωσης, τα κράτη μέλη εξηγούν τους λόγους για αυτήν την απόκλιση καθώς και τα μέτρα που θα επαναφέρουν τα κράτη μέλη στην καθορισμένη πορεία τους στις επακόλουθες ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής που πρέπει να υποβάλουν στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2.

3.   Οι ακόλουθες εκπομπές δεν συνυπολογίζονται για τη συμμόρφωση με τις παραγράφους 1 και 2:

α)

οι εκπομπές αεροσκαφών πέραν του κύκλου προσγείωσης και απογείωσης·

β)

οι εκπομπές της εθνικής θαλάσσιας ναυσιπλοΐας από και προς τα εδάφη που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2·

γ)

οι εκπομπές από τη διεθνή θαλάσσια ναυσιπλοΐα·

δ)

οι εκπομπές οξειδίων του αζώτου και οργανικών πτητικών ενώσεων εκτός του μεθανίου από δραστηριότητες που εμπίπτουν στις κατηγορίες 3B (διαχείριση κοπριάς) και 3Δ (γεωργικά εδάφη) της ονοματολογίας υποβολής στοιχείων ( nomenclature for reporting — NFR) του 2014 που καθορίζεται στη σύμβαση LRTAP.

Άρθρο 5

Μέσα ευελιξίας

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να καταρτίζουν, σύμφωνα με παράρτημα IV μέρος 4, προσαρμοσμένες ετήσιες εθνικές απογραφές εκπομπών για το διοξείδιο του θείου, τα οξείδια του αζώτου, τις πτητικές οργανικές ενώσεις εκτός του μεθανίου, την αμμωνία και τα λεπτά αιωρούμενα σωματίδια όταν η μη συμμόρφωση με τις εθνικές τους δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών προκύπτει από την εφαρμογή βελτιωμένων μεθόδων απογραφής εκπομπών που έχουν επικαιροποιηθεί σύμφωνα με τις επιστημονικές γνώσεις.

Προκειμένου να καθοριστεί εάν πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις που ορίζονται στο παράρτημα IV μέρος 4, οι δεσμεύσεις για μείωση των εκπομπών για τα έτη 2020 έως 2029 θεωρούνται ως καθορισθείσες στις 4 Μαΐου 2012.

Από το 2025 εφαρμόζονται οι ακόλουθες πρόσθετες προϋποθέσεις για προσαρμογές σε περίπτωση σημαντικά διαφορετικών συντελεστών εκπομπών ή μεθοδολογιών που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των εκπομπών από συγκεκριμένες κατηγορίες πηγών σε σχέση με τους αναμενόμενους ως αποτέλεσμα από την εφαρμογή συγκεκριμένου κανόνα ή προτύπου κατά τη νομοθεσία της Ένωσης για τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην πηγή, σύμφωνα με το παράρτημα IV τμήμα 4 σημείο 1) στοιχείο δ) σημεία ii) και iii):

α)

το οικείο κράτος μέλος, αφού λάβει υπόψη τα αποτελέσματα των εθνικών προγραμμάτων επιθεώρησης και επιβολής για την παρακολούθησης της αποτελεσματικότητας της νομοθεσίας της Ένωσης για τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην πηγή, αποδεικνύει ότι οι σημαντικά διαφορετικοί συντελεστές εκπομπών δεν προκύπτουν από την εθνική εφαρμογή ή επιβολή της εν λόγω νομοθεσίας·

β)

το οικείο κράτος μέλος έχει ενημερώσει την Επιτροπή για τη σημαντική διαφορά στους συντελεστές εκπομπών, η οποία διερευνά, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2, την ανάγκη περαιτέρω δράσης.

2.   Εάν σε ένα δεδομένο έτος ένα κράτος μέλος, λόγω ιδιαιτέρως ψυχρού χειμώνα ή ιδιαιτέρως ξηρού θέρους, δεν μπορεί να συμμορφωθεί με τις δεσμεύσεις του για μείωση των εκπομπών, μπορεί να συμμορφωθεί με τις δεσμεύσεις αυτές χρησιμοποιώντας τον μέσο όρο των ετήσιων εθνικών του εκπομπών για το συγκεκριμένο έτος, το προηγούμενο έτος και το επόμενο έτος, υπό την προϋπόθεση ότι αυτός ο μέσος όρος δεν υπερβαίνει το επίπεδο των ετήσιων εθνικών εκπομπών που καθορίζεται από τη δέσμευση του κράτους μέλους για μείωση.

3.   Εάν σε ένα δεδομένο έτος ένα κράτος μέλος, για το οποίο μία ή περισσότερες δεσμεύσεις μείωσης που ορίζονται στο παράρτημα II καθορίζονται σε αυστηρότερο επίπεδο από την αποτελεσματική ως προς το κόστος μείωση που προσδιορίζεται στη ΘΣΑΡ 16, δεν μπορεί να συμμορφωθεί με τη σχετική δέσμευση για μείωση των εκπομπών μετά την υλοποίηση όλων των οικονομικά αποδοτικών μέτρων, θεωρείται ότι συμμορφώνεται με τη σχετική δέσμευση μείωσης για μέγιστο διάστημα πέντε ετών, με την προϋπόθεση ότι, για καθένα από αυτά τα έτη, αντισταθμίζει την εν λόγω μη συμμόρφωση από ισοδύναμη μείωση των εκπομπών άλλων ρύπων που αναφέρονται στο παράρτημα II.

4.   Ένα κράτος μέλος θεωρείται ότι συμμορφώνεται με τις δυνάμει του άρθρου 4 υποχρεώσεις του για μέγιστο διάστημα τριών ετών, όταν η μη συμμόρφωση με τις δεσμεύσεις του για μείωση των εκπομπών για τους σχετικούς ρύπους προκύπτει από αιφνίδια και απρόβλεπτη διακοπή ή απώλεια απόδοσης στο σύστημα παροχής ή παραγωγής ρεύματος και/ή θέρμανσης, η οποία δεν θα μπορούσε να είχε προβλεφθεί ευλόγως, και υπό τον όρο ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το οικείο κράτος μέλος έχει αποδείξει ότι έχει καταβληθεί κάθε εύλογη προσπάθεια, περιλαμβανομένης της εφαρμογής νέων μέτρων και πολιτικών, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση και θα συνεχίσει να καταβάλλεται κάθε εύλογη προσπάθεια ώστε η περίοδος μη συμμόρφωσης να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη· και

β)

το οικείο κράτος μέλος έχει αποδείξει ότι η εφαρμογή μέτρων και πολιτικών επιπλέον αυτών που αναφέρονται στο στοιχείο α) θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε δυσανάλογο κόστος, να θέσουν ουσιαστικά σε κίνδυνο την εθνική ενεργειακή ασφάλεια ή να εμπεριέχουν σημαντικό κίνδυνο ενεργειακής ένδειας για ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού.

5.   Τα κράτη μέλη που προτίθενται να εφαρμόσουν τις παραγράφους 1, 2, 3 ή 4 ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά έως τις 15 Φεβρουαρίου του εκάστοτε έτους υποβολής στοιχείων. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει τους καλυπτόμενους ρύπους και κλάδους και, εφόσον διατίθενται στοιχεία, την έκταση των επιπτώσεων στις εθνικές απογραφές εκπομπών.

6.   Η Επιτροπή, επικουρούμενη από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, εξετάζει και κρίνει αν η χρήση ορισμένου από τα μέσα ευελιξίας για συγκεκριμένο έτος πληροί τις αντίστοιχες προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και στο παράρτημα IV μέρος 4, ή στις παραγράφους 2, 3 ή 4 του παρόντος άρθρου, κατά περίπτωση.

Όταν η Επιτροπή θεωρεί ότι η χρήση ορισμένου μέσου ευελιξίας δεν πληροί τις σχετικές προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και στο παράρτημα IV μέρος 4 ή στις παραγράφους 2, 3 ή 4 του παρόντος άρθρου, εκδίδει απόφαση εντός εννέα μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της σχετικής έκθεσης που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 4, ενημερώνοντας το κράτος μέλος ότι η χρήση του εν λόγω μέσου ευελιξίας δεν μπορεί να γίνει δεκτή και επισημαίνοντας τους λόγους αυτής της άρνησης. Εφόσον η Επιτροπή δεν εγείρει αντίρρηση εντός εννέα μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της σχετικής έκθεσης που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 4, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος θεωρεί ότι η χρήση του εν λόγω μέσου ευελιξίας ισχύει και είναι δεκτή για το εν λόγω έτος.

7.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που ορίζουν τους λεπτομερείς κανόνες χρήσης των μέσων ευελιξίας που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2,3 και 4 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 17.

8.   Η Επιτροπή, κατά την άσκηση των εξουσιών της σύμφωνα με τις παραγράφους 6 και 7, λαμβάνει υπόψη τα σχετικά καθοδηγητικά έγγραφα που εκπονούνται στο πλαίσιο της σύμβασης LRTAP .

Άρθρο 6

Εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης

1.   Τα κράτη μέλη καταρτίζουν, θεσπίζουν και εφαρμόζουν τα αντίστοιχα εθνικά τους προγράμματα ελέγχου της ρύπανσης σύμφωνα με το παράρτημα III μέρος 1 με σκοπό να περιορίσουν τις ετήσιες ανθρωπογενείς εκπομπές τους σύμφωνα με το άρθρο 4 και να συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1.

2.   Κατά την κατάρτιση, θέσπιση και εφαρμογή του προγράμματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 τα κράτη μέλη:

α)

αξιολογούν το βαθμό στον οποίο οι εθνικές πηγές εκπομπών είναι πιθανό να έχουν επιπτώσεις στην ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα στην επικράτειά τους και σε γειτονικά κράτη μέλη, χρησιμοποιώντας, κατά περίπτωση, δεδομένα και μεθοδολογίες που έχουν αναπτυχθεί στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Παρακολούθησης και Αξιολόγησης (EMEP) δυνάμει του πρωτοκόλλου στη σύμβαση LRTAP για τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση, το οποίο αναφέρεται στη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση του προγράμματος συνεργασίας για τη συνεχή παρακολούθηση και την εκτίμηση της μεταφοράς σε μεγάλη απόσταση των ατμοσφαιρικών ρύπων στην Ευρώπη·

β)

λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη μείωσης των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων για την επίτευξη της συμμόρφωσης με τους στόχους ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα στην επικράτειά τους και, κατά περίπτωση, στα γειτονικά κράτη μέλη·

γ)

θέτουν ως προτεραιότητα τα μέτρα μείωσης των εκπομπών αιθάλης κατά τη λήψη μέτρων για την τήρηση των εθνικών δεσμεύσεων για μείωση των εκπομπών λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων·

δ)

διασφαλίζουν τη συνοχή με άλλα συναφή σχέδια και προγράμματα που έχουν θεσπιστεί δυνάμει των απαιτήσεων της εθνικής ή ενωσιακής νομοθεσίας.

Τα κράτη μέλη προκειμένου να συμμορφωθούν με τις εθνικές δεσμεύσεις τους για μείωση των εκπομπών, συμπεριλαμβάνουν στα εθνικά τους προγράμματα ελέγχου της ρύπανσης τα μέτρα μείωσης των εκπομπών που ορίζονται ως υποχρεωτικά στο παράρτημα III μέρος 2, ενώ δύνανται να συμπεριλαμβάνουν στα εν λόγω προγράμματα τα μέτρα μείωσης των εκπομπών που ορίζονται ως προαιρετικά στο παράρτημα III μέρος 2 ή μέτρα ισοδύναμου αποτελέσματος μετριασμού.

3.   Τα κράτη μέλη επικαιροποιούν τα εθνικά τους προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης τουλάχιστον κάθε τέσσερα έτη.

4.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, οι πολιτικές και τα μέτρα μείωσης των εκπομπών που περιέχονται στο εθνικό πρόγραμμα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης επικαιροποιούνται εντός 18 μηνών από την υποβολή της τελευταίας εθνικής απογραφής εκπομπών ή των εθνικών προβλέψεων εκπομπών εάν, σύμφωνα με τα υποβληθέντα στοιχεία, δεν τηρούνται οι υποχρεώσεις του άρθρου 4 ή υφίσταται κίνδυνος μη συμμόρφωσης.

5.   Τα κράτη μέλη διαβουλεύονται με το κοινό, σύμφωνα με την οδηγία 2003/35/ΕΚ, και με τις αρμόδιες αρχές τις οποίες, λόγω των ειδικών περιβαλλοντικών τους αρμοδιοτήτων στον τομέα της ρύπανσης, της ποιότητας και της διαχείρισης του ατμοσφαιρικού αέρα σε όλα τα επίπεδα, είναι πιθανό να αφορά η εφαρμογή των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, σχετικά με τα σχέδια των εν λόγω προγραμμάτων και τυχόν σημαντικές επικαιροποιήσεις τους, πριν από την οριστικοποίηση των προγραμμάτων αυτών.

6.   Όπου ενδείκνυται, διεξάγονται διασυνοριακές διαβουλεύσεις.

7.   Η Επιτροπή διευκολύνει την εκπόνηση και εφαρμογή των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, κατά περίπτωση, μέσω ανταλλαγής ορθών πρακτικών.

8.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 16, για την τροποποίηση της παρούσας οδηγίας όσον αφορά την προσαρμογή του παραρτήματος III μέρος 2 στις εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένης της τεχνικής προόδου, στο πλαίσιο της σύμβασης LRTAP.

9.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατευθύνσεις σχετικά με την εκπόνηση και εφαρμογή των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

10.   Η Επιτροπή μπορεί επίσης να προσδιορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τη μορφή των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 17.

Άρθρο 7

Χρηματοδοτική στήριξη

Η Επιτροπή καταβάλλει προσπάθειες για τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε υφιστάμενα κονδύλια της Ένωσης, σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις που διέπουν τα εν λόγω κονδύλια, προκειμένου να στηρίξει τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν με σκοπό τη συμμόρφωση προς τους στόχους της παρούσας οδηγίας.

Στα εν λόγω κονδύλια της Ένωσης περιλαμβάνονται η τρέχουσα και η μελλοντική διάθεση χρηματοδοτικών πόρων μεταξύ άλλων στο πλαίσιο:

α)

του προγράμματος-πλαισίου για την έρευνα και την καινοτομία·

β)

των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών χρηματοδοτικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής·

γ)

μέσων για τη χρηματοδότηση δράσεων για το περιβάλλον και για το κλίμα, όπως το πρόγραμμα LIFE.

Η Επιτροπή εξετάζει το ενδεχόμενο δημιουργίας ενιαίου σημείου επαφής στο οποίο όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς να μπορούν να ενημερώνονται εύκολα σχετικά με τα διαθέσιμα κονδύλια της Ένωσης και τις διαδικασίες πρόσβασης σε αυτά, για τις περιπτώσεις έργων που αφορούν ζητήματα σχετικά με την ατμοσφαιρική ρύπανση.

Άρθρο 8

Εθνικές απογραφές και προβλέψεις εκπομπών, και ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής

1.   Τα κράτη μέλη καταρτίζουν και επικαιροποιούν ετησίως εθνικές απογραφές εκπομπών για τους ρύπους που παρατίθενται στο παράρτημα I πίνακας Α, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εν λόγω πίνακα.

Τα κράτη μέλη μπορούν να καταρτίζουν και να επικαιροποιούν ετησίως εθνικές απογραφές εκπομπών για τους ρύπους που παρατίθενται στο παράρτημα I πίνακας Β, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εν λόγω πίνακα.

2.   Τα κράτη μέλη καταρτίζουν και επικαιροποιούν ανά τετραετία εθνικές απογραφές εκπομπών με χωρική διακριτοποίηση και απογραφές μεγάλων σημειακών πηγών και, ανά διετία, εθνικές προβλέψεις εκπομπών για τους ρύπους που παρατίθενται στο παράρτημα I πίνακας Γ, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εν λόγω πίνακα.

3.   Τα κράτη μέλη καταρτίζουν ενημερωτική έκθεση απογραφής η οποία συνοδεύει τις εθνικές απογραφές και προβλέψεις εκπομπών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παραρτήματος I πίνακα Δ.

4.   Τα κράτη μέλη που κάνουν χρήση μέσου ευελιξίας δυνάμει του άρθρου 5 συμπεριλαμβάνουν στην ενημερωτική έκθεση απογραφής του αντίστοιχου έτους τις πληροφορίες που αποδεικνύουν ότι η χρήση του εν λόγω μέσου ευελιξίας συμμορφώνεται με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 και το παράρτημα IV μέρος 4 ή στο άρθρο 5 παράγραφοι 2, 3 ή 4, κατά περίπτωση.

5.   Τα κράτη μέλη καταρτίζουν και επικαιροποιούν τις εθνικές απογραφές εκπομπών (συμπεριλαμβανομένων κατά περίπτωση, των αναπροσαρμοσμένων απογραφών εθνικών εκπομπών), τις προβλέψεις εθνικών εκπομπών, τις εθνικές απογραφές εκπομπών με χωρική διακριτοποίηση, τις απογραφές μεγάλων σημειακών πηγών και τις συνοδευτικές ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής σύμφωνα με το παράρτημα IV.

6.   Βάσει των πληροφοριών που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή, επικουρούμενη από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, καταρτίζει και επικαιροποιεί ετησίως απογραφές εκπομπών και ενημερωτική έκθεση απογραφής για ολόκληρη την Ένωση, καθώς και, ανά διετία, προβλέψεις εκπομπών για ολόκληρη την Ένωση και, ανά τετραετία, απογραφές εκπομπών με χωρική διακριτοποίηση για ολόκληρη την Ένωση και απογραφές μεγάλων σημειακών πηγών για ολόκληρη την Ένωση, για τους ρύπους που αναφέρονται στο παράρτημα I.

7.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16, για την τροποποίηση της παρούσας οδηγίας με σκοπό την προσαρμογή του παραρτήματος I και του παραρτήματος IV στις εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένης της τεχνικής και επιστημονικής προόδου, στο πλαίσιο της σύμβασης LRTAP.

Άρθρο 9

Παρακολούθηση των επιπτώσεων της ατμοσφαιρικής ρύπανσης

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την παρακολούθηση των αρνητικών επιπτώσεων της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στα οικοσυστήματα με βάση ένα δίκτυο θέσεων παρακολούθησης που είναι αντιπροσωπευτικό των οικοτόπων τους γλυκών υδάτων και των φυσικών και ημιφυσικών οικοτόπων τους και των δασικών οικοσυστημάτων τους, υιοθετώντας μια οικονομικά αποδοτική προσέγγιση η οποία βασίζεται στους κινδύνους.

Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη συντονίζονται με άλλα προγράμματα παρακολούθησης που έχουν θεσπιστεί δυνάμει της ενωσιακής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας 2008/50/ΕΚ, της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13) και της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου (14) και, ενδεχομένως, της σύμβασης LRTAP και, όπου ενδείκνυται, χρησιμοποιούν στοιχεία που συγκεντρώθηκαν δυνάμει των προγραμμάτων αυτών.

Για να συμμορφωθούν στις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν τους προαιρετικούς δείκτες παρακολούθησης που απαριθμούνται στο παράρτημα V.

2.   Για τη συλλογή και υποβολή των πληροφοριών που απαριθμούνται στο παράρτημα V, μπορούν να χρησιμοποιούνται οι μεθοδολογίες της σύμβασης LRTAP και τα εγχειρίδια της που αφορούν τα προγράμματα διεθνούς συνεργασίας.

3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16, για την τροποποίηση της παρούσας οδηγίας με σκοπό την προσαρμογή του παραρτήματος V στην τεχνική και επιστημονική πρόοδο και στις εξελίξεις στο πλαίσιο της σύμβασης LRTAP σχετικά με τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση.

Άρθρο 10

Υποβολή στοιχείων από τα κράτη μέλη

1.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν το πρώτο εθνικό τους πρόγραμμα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην Επιτροπή έως την 1η Απριλίου 2019.

Όταν ένα εθνικό πρόγραμμα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης επικαιροποιείται δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 4, το οικείο κράτος μέλος παρέχει το επικαιροποιημένο πρόγραμμα στην Επιτροπή εντός δύο μηνών.

Η Επιτροπή εξετάζει τα εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και τις επικαιροποιήσεις τους βάσει των απαιτήσεων του άρθρου 4 παράγραφος 2 και του άρθρου 6.

2.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος τις εθνικές απογραφές και προβλέψεις εκπομπών τους, τις εθνικές απογραφές εκπομπών τους με χωρική διακριτοποίηση, τις απογραφές τους μεγάλων σημειακών πηγών και τις ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής τους που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3 και, κατά περίπτωση, στο άρθρο 8 παράγραφος 4 κατά τις ημερομηνίες υποβολής που ορίζονται στο παράρτημα I.

Οι αναφορές αυτές συμφωνούν με τα στοιχεία που υποβάλλονται στη Γραμματεία της σύμβασης LRTAP.

3.   Η Επιτροπή, επικουρούμενη από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος και σε διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, εξετάζει τα δεδομένα των εθνικών απογραφών εκπομπών κατά το πρώτο έτος υποβολής και στη συνέχεια σε τακτά χρονικά διαστήματα. Η εν λόγω εξέταση περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α)

ελέγχους για την εξακρίβωση της διαφάνειας, της ακρίβειας, της συνέπειας, της συγκρισιμότητας και της πληρότητας των πληροφοριών που υποβάλλονται·

β)

ελέγχους για τον εντοπισμό περιπτώσεων στις οποίες τα δεδομένα έχουν καταρτιστεί κατά τρόπο μη σύμφωνο προς τις απαιτήσεις του διεθνούς δικαίου, ιδιαίτερα δε της σύμβασης σχετικά με τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση·

γ)

κατά περίπτωση, υπολογισμό των συνεπαγόμενων αναγκαίων τεχνικών διορθώσεων, σε συνεννόηση με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

Σε περίπτωση που το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με την αναγκαιότητα ή το περιεχόμενο των τεχνικών διορθώσεων σύμφωνα με το στοιχείο γ), η Επιτροπή εκδίδει απόφαση για τον καθορισμό των τεχνικών διορθώσεων που πρέπει να εφαρμόσει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

4.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος τις ακόλουθες πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 9:

α)

έως την 1η Ιουλίου 2018 και στη συνέχεια ανά τετραετία, τη γεωγραφική θέση των σταθμών παρακολούθησης και τους σχετικούς δείκτες που χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση των επιπτώσεων της ατμοσφαιρικής ρύπανσης· και

β)

έως την 1η Ιουλίου 2019 και στη συνέχεια ανά τετραετία, τα δεδομένα παρακολούθησης που αναφέρονται στο άρθρο 9.

Άρθρο 11

Εκθέσεις της Επιτροπής

1.   Η Επιτροπή, έως την 1η Απριλίου 2020, και στη συνέχεια ανά τετραετία, υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την πρόοδο ως προς την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, στην οποία περιλαμβάνεται αξιολόγηση της συνεισφοράς της στην επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στο άρθρο 1 και συγκεκριμένα:

α)

η πρόοδος όσον αφορά:

i)

τα ενδεικτικά επίπεδα εκπομπών και τις δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών που αναφέρονται στο άρθρο 4 και, κατά περίπτωση, τους λόγους μη επίτευξης των στόχων·

ii)

τα επίπεδα ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που δημοσιεύει η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας για την ποιότητα του αέρα·

iii)

τους στόχους για τη βιοποικιλότητα και τα οικοσυστήματα της Ένωσης σύμφωνα με το 7ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον·

β)

ο εντοπισμός πρόσθετων μέτρων που απαιτούνται σε επίπεδο Ένωσης και κρατών μελών για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στο στοιχείο α)·

γ)

η αξιοποίηση των κονδυλίων της Ένωσης για την υποστήριξη των μέτρων που λαμβάνονται με σκοπό τη συμμόρφωση προς τους στόχους της παρούσας οδηγίας·

δ)

τα αποτελέσματα της εξέτασης, από την Επιτροπή, των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και των επικαιροποιήσεών τους σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο·

ε)

αξιολόγηση των υγειονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων της παρούσας οδηγίας.

2.   Σε περίπτωση που η έκθεση αναφέρει ότι η μη επίτευξη των ενδεικτικών επιπέδων εκπομπών και των δεσμεύσεων μείωσης των εκπομπών που αναφέρονται στο άρθρο 4 μπορεί να οφείλεται σε αναποτελεσματικότητα της νομοθεσίας της Ένωσης για τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην πηγή, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής της σε επίπεδο κρατών μελών, η Επιτροπή διερευνά, κατά περίπτωση, την ανάγκη περαιτέρω δράσης, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τις τομεακές επιπτώσεις της εφαρμογής. Εφόσον ενδείκνυται, η Επιτροπή υποβάλει νομοθετικές προτάσεις, συμπεριλαμβανομένης νέας νομοθεσίας για τη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην πηγή, ώστε να εξασφαλιστεί η τήρηση των δεσμεύσεων της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 12

Ευρωπαϊκό φόρουμ «καθαρός αέρας»

Η Επιτροπή συγκροτεί το ευρωπαϊκό φόρουμ «καθαρός αέρας» που θα παρέχει πληροφορίες και καθοδήγηση και θα διευκολύνει τη συντονισμένη υλοποίηση της νομοθεσίας και των πολιτικών της Ένωσης που σχετίζονται με τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα, φέρνοντας σε επαφή όλους τους ενδιαφερόμενους, συμπεριλαμβανομένων των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών σε όλα τα σχετικά επίπεδα, της Επιτροπής, της βιομηχανίας, της κοινωνίας των πολιτών και της επιστημονικής κοινότητας, σε τακτά χρονικά διαστήματα. Στο ευρωπαϊκό φόρουμ «καθαρός αέρας» ανταλλάσσονται εμπειρίες και ορθές πρακτικές, μεταξύ άλλων και για τις μειώσεις εκπομπών από την οικιακή θέρμανση και τις οδικές μεταφορές, με βάση τις οποίες θα μπορούν να ενημερώνονται και να ενισχύονται τα εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και η εφαρμογή τους.

Άρθρο 13

Επανεξέταση

1.   Με βάση τις εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1, η Επιτροπή επανεξετάζει την παρούσα οδηγία το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025, με σκοπό τη διασφάλιση της προόδου προς την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη την επιστημονική και τεχνική πρόοδο και την υλοποίηση των ενωσιακών πολιτικών για το κλίμα και την ενέργεια.

Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, η Επιτροπή υποβάλλει νομοθετικές προτάσεις για δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών για την περίοδο μετά το 2030.

2.   Όσον αφορά την αμμωνία, η Επιτροπή, στην επανεξέτασή της, αξιολογεί ιδίως τα εξής:

α)

τα πλέον πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα·

β)

τις επικαιροποιήσεις του κατευθυντήριου εγγράφου της UNECE του 2014 για την πρόληψη και τη μείωση των εκπομπών αμμωνίας από γεωργικές πηγές («κατευθυντήριο έγγραφο για την αμμωνία») (15), τον κώδικα-πλαίσιο της UNECE περί ορθών γεωργικών πρακτικών για τη μείωση των εκπομπών αμμωνίας (16), όπως αναθεωρήθηκε για τελευταία φορά το 2014·

γ)

τις επικαιροποιήσεις των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 10) της οδηγίας 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17)·

δ)

τα γεωργοπεριβαλλοντικά μέτρα στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής.

3.   Με βάση τις αναφερόμενες εθνικές εκπομπές υδραργύρου, η Επιτροπή αξιολογεί τις επιπτώσεις τους για την επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 και εξετάζει μέτρα για τη μείωση των εκπομπών και, εφόσον κριθεί σκόπιμο, υποβάλλει νομοθετική πρόταση.

Άρθρο 14

Πρόσβαση σε πληροφορίες

1.   Τα κράτη μέλη, συμμορφούμενα προς την οδηγία 2003/4/ΕΚ, μεριμνούν για την ενεργό και συστηματική διάδοση στο κοινό των ακόλουθων πληροφοριών, μέσω της δημοσίευσης τους σε δημόσια προσβάσιμο ιστότοπο:

α)

τα εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και τυχόν επικαιροποιήσεις τους·

β)

εθνικές απογραφές εκπομπών (συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των αναπροσαρμοσμένων εθνικών απογραφών εκπομπών), τις εθνικές προβλέψεις εκπομπών, τις ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής και τις πρόσθετες εκθέσεις και πληροφορίες που παρέχονται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 10.

2.   Η Επιτροπή, συμμορφούμενη προς τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1367/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18), μεριμνά για την ενεργό και συστηματική διάδοση στο κοινό, μέσω δημοσίευσης σε δημόσια προσβάσιμο ιστότοπο, των απογραφών και προβλέψεων εκπομπών για ολόκληρη την Ένωση, καθώς και ενημερωτικών εκθέσεων απογραφής.

3.   Η Επιτροπή δημοσιεύει στον ιστότοπό της:

α)

τις βασικές παραδοχές που συνεκτιμήθηκαν για κάθε κράτος προκειμένου να καθοριστούν οι εθνικές του δυνατότητες μείωσης των εκπομπών και οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν στο πλαίσιο της εκπόνησης της έκθεσης ΘΣΑΡ 16·

β)

τον κατάλογο της νομοθεσίας της Ένωσης για τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην πηγή· και

γ)

τα αποτελέσματα της εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο.

Άρθρο 15

Συνεργασία με τρίτες χώρες και συντονισμός στο πλαίσιο διεθνών οργανισμών

Η Ένωση και τα κράτη μέλη, κατά περίπτωση, επιδιώκουν με την επιφύλαξη του άρθρου 218 ΣΛΕΕ, διμερή και πολυμερή συνεργασία με τρίτες χώρες και συντονισμό στο πλαίσιο συναφών διεθνών οργανισμών, όπως το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον (UNEP), η UNECE, ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός (IMO) και ο Διεθνής Οργανισμός Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO), μεταξύ άλλων χάρη στην ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την τεχνική και επιστημονική έρευνα και ανάπτυξη, με σκοπό τη βελτίωση της βάσης για τη διευκόλυνση των μειώσεων εκπομπών.

Άρθρο 16

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 6 παράγραφος 8, στο άρθρο 8 παράγραφος 7 και στο άρθρο 9 παράγραφος 3 εξουσία έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 31 Δεκεμβρίου 2016. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίσης διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 8, στο άρθρο 8 παράγραφος 7 και στο άρθρο 9 παράγραφος 3 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση μιας κατ' εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (19).

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ' εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Η κατ' εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 8, του άρθρου 8 παράγραφος 7 και του άρθρου 9 παράγραφος 3 τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 17

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 29 της οδηγίας 2008/50/ΕΚ. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Εάν η επιτροπή δεν διατυπώσει γνώμη, η Επιτροπή δεν εκδίδει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης και εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 18

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη ορίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των εθνικών διατάξεων οι οποίες θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζουν την εφαρμογή τους. Οι εν λόγω κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Άρθρο 19

Τροποποίηση της οδηγίας 2003/35/ΕΚ

Στο παράρτημα I της οδηγίας 2003/35/ΕΚ, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ζ)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/2284 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με τη μείωση των εθνικών εκπομπών ορισμένων ατμοσφαιρικών ρύπων, την τροποποίηση της οδηγίας 2003/35/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2001/81/ΕΚ (*1).

Άρθρο 20

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία το αργότερο έως την 1η Ιουλίου 2018.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν προς το άρθρο 10 παράγραφος 2 έως τις 15 Φεβρουαρίου 2017.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 21

Κατάργηση και μεταβατικές διατάξεις

1.   Η οδηγία 2001/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου καταργείται από την 1η Ιουλίου 2018.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο:

α)

τα άρθρα 1 και 4 και το παράρτημα I της οδηγίας 2001/81/ΕΚ εξακολουθούν να ισχύουν έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019·

β)

τα άρθρα 7 και 8 και το παράρτημα III της οδηγίας 2001/81/ΕΚ καταργούνται από τις 31 Δεκεμβρίου 2016.

Οι παραπομπές στην καταργηθείσα οδηγία νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα VI.

2.   Έως την 31η Δεκεμβρίου 2019, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν το άρθρο 5 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας σε σχέση με τα ανώτατα όρια του άρθρου 4 και του παραρτήματος I της οδηγίας 2001/81/ΕΚ.

Άρθρο 22

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την 31η Δεκεμβρίου 2016.

Άρθρο 23

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 14 Δεκεμβρίου 2016.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

I. KORČOK


(1)  ΕΕ C 451 της 16.12.2014, σ. 134.

(2)  ΕΕ C 415 της 20.11.2014, σ. 23.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 2016 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 8ης Δεκεμβρίου 2016.

(4)  Οδηγία 2001/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, σχετικά με εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών για ορισμένους ατμοσφαιρικούς ρύπους (ΕΕ L 309 της 27.11.2001, σ. 22).

(5)  Απόφαση αριθ. 1386/2013/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2013, σχετικά με το γενικό ενωσιακό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον έως το 2020 «Ευημερία εντός των ορίων του πλανήτη μας» (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 171).

(6)  Οδηγία 2008/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2008, για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη (ΕΕ L 152 της 11.6.2008, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες και για την κατάργηση της οδηγίας 90/313/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 41 της 14.2.2003, σ. 26).

(8)  Οδηγία 2003/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, σχετικά με τη συμμετοχή του κοινού στην κατάρτιση ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων που αφορούν το περιβάλλον και με την τροποποίηση όσον αφορά τη συμμετοχή του κοινού και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, των οδηγιών 85/337/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου, (ΕΕ L 156 της 25.6.2003, σ. 17).

(9)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση των κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(11)  ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.

(12)  Οδηγία 2004/107/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, σχετικά με το αρσενικό, το κάδμιο, τον υδράργυρο, το νικέλιο και τους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες στον ατμοσφαιρικό αέρα (ΕΕ L 23 της 26.1.2005, σ. 3).

(13)  Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1).

(14)  Οδηγία 92/43/ΕΟΚ, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (ΕΕ L 206 της 22.7.1992, σ. 7).

(15)  Απόφαση 2012/11, ECE/EB/AIR/113/Add. 1.

(16)  Απόφαση ECE/EB.AIR/127, παράγραφος 36e.

(17)  Οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης) (ΕΕ L 334 της 17.12.2010, σ. 17).

(18)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1367/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, για την εφαρμογή στα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας των διατάξεων της σύμβασης του Aarhus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα (ΕΕ L 264 της 25.9.2006, σ. 13).

(19)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΩΝ ΡΥΠΩΝ ΚΑΙ ΥΠΟΒΟΛΗ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Πίνακας A

Απαιτήσεις ετήσιας υποβολής στοιχείων για τις εκπομπές κατά το άρθρο 8 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Στοιχείο

Ρύποι

Χρονοσειρές

Ημερομηνίες υποβολής

Συνολικές εθνικές εκπομπές ανά κατηγορία πηγών NFR (1)  (2) […]

SO2, NOX, NMVOC, NH3, CO

βαρέα μέταλλα (Cd, Hg, Pb) (3)

POP (4) (PAH (5), βενζο(a)πυρένιο, βενζο(b)φλουορανθένιο, βενζο(k)φλουορανθένιο, ινδενο(1,2,3-cd)πυρένιο, διοξίνες/φουράνια, PCB (6), HCB (7))

Ετήσιες, από το 1990 έως το έτος υποβολής μείον 2 (Χ-2)

15 Φεβρουαρίου (9)

Συνολικές εθνικές εκπομπές ανά κατηγορία πηγών NFR (2)

ΑΣ2,5, ΑΣ10  (8) και, εάν διατίθενται δεδομένα, BC.

Ετήσιες, από το 2000 έως το έτος υποβολής μείον 2 (Χ-2)

15 Φεβρουαρίου (9)


Πίνακας B

Απαιτήσεις ετήσιας υποβολής στοιχείων για τις εκπομπές κατά το άρθρο 8 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Στοιχείο

Ρύποι

Χρονοσειρές

Ημερομηνία υποβολής

Συνολικές εθνικές εκπομπές ανά κατηγορία πηγών NFR (10)

βαρέα μέταλλα (As, Cr, Cu, Ni, Se και Zn και οι ενώσεις τους) (11)

TSP (12)

Ετήσιες, από το 1990 (2000 για τα TSP) έως το έτος υποβολής μείον 2 (Χ-2)

15 Φεβρουαρίου


Πίνακας Γ

Απαιτήσεις υποβολής στοιχείων για τις εκπομπές και τις προβλέψεις εκπομπών κατά το άρθρο 8 παράγραφος 2

Στοιχείο

Ρύποι

Χρονοσειρές / έτη-στόχος

Ημερομηνίες υποβολής

Εθνικά δεδομένα εκπομπών σε μορφή καννάβου ανά κατηγορία πηγών (GNFR)

SO2, NOX, NMVOC, CO, NH3, ΑΣ10, ΑΣ2,5

βαρέα μέταλλα (Cd, Hg, Pb)

ΡΟΡ (ολικοί πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες, εξαχλωροβενζόλιο, πολυχλωροδιφαινύλια, διοξίνες/φουράνια)

BC (εάν διατίθενται δεδομένα)

Ανά τετραετία για το έτος υποβολής μείον 2 (Χ-2)

από το 2017

1η Μαΐου (13)

Μεγάλες σημειακές πηγές ανά κατηγορία πηγών (GFNR)

SO2, NOX, NMVOC, CO, NH3, ΑΣ10, ΑΣ2,5

βαρέα μέταλλα (Cd, Hg, Pb)

ΡΟΡ (ολικοί πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες, εξαχλωροβενζόλιο, πολυχλωροδιφαινύλια, διοξίνες/φουράνια)

BC (εάν διατίθενται δεδομένα)

Ανά τετραετία για το έτος υποβολής μείον 2 (Χ-2)

από το 2017

1η Μαΐου (13)

Προβλεπόμενες εκπομπές αθροιστικά κατά FNR

SO2, NOX, NH3, NMVOC, ΑΣ2,5 και, εάν διατίθενται δεδομένα, BC

Ανά διετία, καλύπτοντας τα έτη προβολής 2020, 2025, 2030 και, κατά περίπτωση, 2040 και 2050

από το 2017

15η Μαρτίου


Πίνακας Δ

Απαιτήσεις ετήσια υποβολή της ενημερωτικής έκθεσης απογραφής που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 3

Στοιχείο

Ρύποι

Χρονοσειρές/έτη-στόχος

Ημερομηνίες υποβολής

Ενημερωτική έκθεση απογραφής

SO2, NOX, NMVOC, NH3, CO, ΑΣ2,5, ΑΣ10

βαρέα μέταλλα (Cd, Hg, Pb) και BC

ΡΟΡ (ολικοί πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες, βενζο(a)πυρένιο, βενζο(b)φλουορανθένιο, βενζο(k)φλουορανθένιο, ινδενο(1,2,3-cd)πυρένιο, διοξίνες/φουράνια, πολυχλωροδιφαινύλια, εξαχλωροβενζόλιο)

Εάν διατίθενται δεδομένα, βαρέα μέταλλα (As, Cr, Cu, Ni, Se και Zn και οι ενώσεις τους) και TSP

Όλα τα έτη

(όπως υποδεικνύεται στους πίνακες Α, Β, Γ)

15η Μαρτίου


(1)  NFR (Ονοματολογία) για την υποβολή στοιχείων που καθορίζεται στη σύμβαση LRTAP.

(2)  Οι φυσικές εκπομπές αναφέρονται σύμφωνα με τις μεθοδολογίες που ορίζονται στη σύμβαση LRTAP και στο εγχειρίδιο EMEP/EEA για την απογραφή των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων. Δεν περιλαμβάνονται στα εθνικά σύνολα και δηλώνονται χωριστά.

(3)  Cd (κάδμιο), Hg (υδράργυρος), Pb (μόλυβδος).

(4)  ΡΟΡ (έμμονοι οργανικοί ρύποι).

(5)  PAH (Πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες).

(6)  PCB (Πολυχλωροδιφαινύλια).

(7)  HCB (Εξαχλωροβενζόλιο).

(8)  

«ΑΣ10»: σωματίδια με αεροδυναμική διάμετρο ίση με ή μικρότερη από 10 μικρόμετρα (μm).

(9)  Εκ νέου υποβολή λόγω σφαλμάτων πραγματοποιείται, το αργότερο, εντός τεσσάρων εβδομάδων και περιλαμβάνει σαφή εξήγηση των αλλαγών που έχουν επέλθει.

(10)  Οι φυσικές εκπομπές αναφέρονται σύμφωνα με τις μεθοδολογίες που ορίζονται στη σύμβαση LRTAP και στο εγχειρίδιο EMEP/EEA για την απογραφή εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων. Δεν περιλαμβάνονται στα εθνικά σύνολα και δηλώνονται χωριστά.

(11)  As (αρσενικό), Cr (χρώμιο), Cu (χαλκός), Ni (νικέλιο), Se (σελήνιο), Zn (ψευδάργυρος).

(12)  TSP (ολικά αιωρούμενα σωματίδια).

(13)  Εκ νέου υποβολή λόγω σφαλμάτων πραγματοποιείται εντός τεσσάρων εβδομάδων και περιλαμβάνει σαφή εξήγηση των αλλαγών που έχουν επέλθει.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΕΘΝΙΚΕΣ ΔΕΣΜΕΥΣΕΙΣ ΜΕΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ

Πίνακας Α

Δεσμεύσεις για μείωση των εκπομπών διοξειδίου του θείου (SO2), οξειδίων του αζώτου (NOx) και πτητικών οργανικών ενώσεων εκτός του μεθανίου (NMVOC). Οι δεσμεύσεις μείωσης έχουν έτος αναφοράς το 2005 και, για τις οδικές μεταφορές, εφαρμόζονται σε εκπομπές που υπολογίζονται στη βάση των πωλήσεων καυσίμων (*1).


Κράτος μέλος

Μείωση SO2 σε σύγκριση με το 2005

Μείωση NOx σε σύγκριση με το 2005

Μείωση NMVOC σε σύγκριση με το 2005

Για τα έτη μεταξύ 2020 και 2029

 

Για τα έτη από το 2030 και έπειτα

Για τα έτη μεταξύ 2020 και 2029

 

Για τα έτη από το 2030 και έπειτα

Για τα έτη μεταξύ 2020 και 2029

 

Για τα έτη από το 2030 και έπειτα

Βέλγιο

43 %

 

66 %

41 %

 

59 %

21 %

 

35 %

Βουλγαρία

78 %

 

88 %

41 %

 

58 %

21 %

 

42 %

Τσεχική Δημοκρατία

45 %

 

66 %

35 %

 

64 %

18 %

 

50 %

Δανία

35 %

 

59 %

56 %

 

68 %

35 %

 

37 %

Γερμανία

21 %

 

58 %

39 %

 

65 %

13 %

 

28 %

Εσθονία

32 %

 

68 %

18 %

 

30 %

10 %

 

28 %

Ελλάδα

74 %

 

88 %

31 %

 

55 %

54 %

 

62 %

Ισπανία

67 %

 

88 %

41 %

 

62 %

22 %

 

39 %

Γαλλία

55 %

 

77 %

50 %

 

69 %

43 %

 

52 %

Κροατία

55 %

 

83 %

31 %

 

57 %

34 %

 

48 %

Ιρλανδία

65 %

 

85 %

49 %

 

69 %

25 %

 

32 %

Ιταλία

35 %

 

71 %

40 %

 

65 %

35 %

 

46 %

Κύπρος

83 %

 

93 %

44 %

 

55 %

45 %

 

50 %

Λετονία

8 %

 

46 %

32 %

 

34 %

27 %

 

38 %

Λιθουανία

55 %

 

60 %

48 %

 

51 %

32 %

 

47 %

Λουξεμβούργο

34 %

 

50 %

43 %

 

83 %

29 %

 

42 %

Ουγγαρία

46 %

 

73 %

34 %

 

66 %

30 %

 

58 %

Μάλτα

77 %

 

95 %

42 %

 

79 %

23 %

 

27 %

Κάτω Χώρες

28 %

 

53 %

45 %

 

61 %

8 %

 

15 %

Αυστρία

26 %

 

41 %

37 %

 

69 %

21 %

 

36 %

Πολωνία

59 %

 

70 %

30 %

 

39 %

25 %

 

26 %

Πορτογαλία

63 %

 

83 %

36 %

 

63 %

18 %

 

38 %

Ρουμανία

77 %

 

88 %

45 %

 

60 %

25 %

 

45 %

Σλοβενία

63 %

 

92 %

39 %

 

65 %

23 %

 

53 %

Σλοβακία

57 %

 

82 %

36 %

 

50 %

18 %

 

32 %

Φινλανδία

30 %

 

34 %

35 %

 

47 %

35 %

 

48 %

Σουηδία

22 %

 

22 %

36 %

 

66 %

25 %

 

36 %

Ηνωμένο Βασίλειο

59 %

 

88 %

55 %

 

73 %

32 %

 

39 %

ΕΕ 28

59 %

 

79 %

42 %

 

63 %

28 %

 

40 %


Πίνακας Β

Δεσμεύσεις για μείωση των εκπομπών αμμωνίας (NH3) και λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων (ΑΣ2,5). Οι δεσμεύσεις μείωσης έχουν έτος αναφοράς το 2005 και, για τις οδικές μεταφορές, εφαρμόζονται σε εκπομπές που υπολογίζονται στη βάση των πωλήσεων καυσίμων (*2).


Κράτος μέλος

Μείωση NH3 σε σύγκριση με το 2005

Μείωση ΑΣ2,5 σε σύγκριση με το 2005

Για τα έτη μεταξύ 2020 και 2029

 

Για τα έτη από το 2030 και έπειτα

Για τα έτη μεταξύ 2020 και 2029

 

Για τα έτη από το 2030 και έπειτα

Βέλγιο

2 %

 

13 %

20 %

 

39 %

Βουλγαρία

3 %

 

12 %

20 %

 

41 %

Τσεχική Δημοκρατία

7 %

 

22 %

17 %

 

60 %

Δανία

24 %

 

24 %

33 %

 

55 %

Γερμανία

5 %

 

29 %

26 %

 

43 %

Εσθονία

1 %

 

1 %

15 %

 

41 %

Ελλάδα

7 %

 

10 %

35 %

 

50 %

Ισπανία

3 %

 

16 %

15 %

 

50 %

Γαλλία

4 %

 

13 %

27 %

 

57 %

Κροατία

1 %

 

25 %

18 %

 

55 %

Ιρλανδία

1 %

 

5 %

18 %

 

41 %

Ιταλία

5 %

 

16 %

10 %

 

40 %

Κύπρος

10 %

 

20 %

46 %

 

70 %

Λετονία

1 %

 

1 %

16 %

 

43 %

Λιθουανία

10 %

 

10 %

20 %

 

36 %

Λουξεμβούργο

1 %

 

22 %

15 %

 

40 %

Ουγγαρία

10 %

 

32 %

13 %

 

55 %

Μάλτα

4 %

 

24 %

25 %

 

50 %

Κάτω Χώρες

13 %

 

21 %

37 %

 

45 %

Αυστρία

1 %

 

12 %

20 %

 

46 %

Πολωνία

1 %

 

17 %

16 %

 

58 %

Πορτογαλία

7 %

 

15 %

15 %

 

53 %

Ρουμανία

13 %

 

25 %

28 %

 

58 %

Σλοβενία

1 %

 

15 %

25 %

 

60 %

Σλοβακία

15 %

 

30 %

36 %

 

49 %

Φινλανδία

20 %

 

20 %

30 %

 

34 %

Σουηδία

15 %

 

17 %

19 %

 

19 %

Ηνωμένο Βασίλειο

8 %

 

16 %

30 %

 

46 %

ΕΕ 28

6 %

 

19 %

22 %

 

49 %


(*1)  Τα κράτη μέλη που έχουν την επιλογή να χρησιμοποιούν τις συνολικές εθνικές εκπομπές που υπολογίζονται με βάση την καταναλωθείσα ποσότητα καυσίμων ως βάση για την εκτίμηση της συμμόρφωσης στο πλαίσιο της σύμβασης LRTAP, μπορούν να διατηρούν την εν λόγω επιλογή προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ του διεθνούς και του ενωσιακού δικαίου.

(*2)  Τα κράτη μέλη που έχουν την επιλογή να χρησιμοποιούν τις συνολικές εθνικές εκπομπές που υπολογίζονται με βάση την καταναλωθείσα ποσότητα καυσίμων ως βάση για την εκτίμηση της συμμόρφωσης στο πλαίσιο της σύμβασης LRTAP , μπορούν να διατηρούν την εν λόγω επιλογή προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ του διεθνούς και του ενωσιακού δικαίου.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΣ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΑΡΘΡΑW 6 ΚΑΙ 10

ΜΕΡΟΣ 1

Ελάχιστο περιεχόμενο των εθνικών προγραμμάτων έλεγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης

1.

Τα αρχικά εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που αναφέρονται στα άρθρα 6 και 10 καλύπτουν τουλάχιστον τα εξής:

α)

το εθνικό πλαίσιο πολιτικής για την ποιότητα και τη ρύπανση του ατμοσφαιρικού αέρα στο οποίο εντάσσεται το πρόγραμμα, συμπεριλαμβανομένων:

i)

των προτεραιοτήτων της πολιτικής και της σχέσης τους με τις προτεραιότητες που έχουν τεθεί σε άλλους συναφείς τομείς πολιτικής, μεταξύ άλλων, στον τομέα της κλιματικής αλλαγής, και, κατά περίπτωση, της γεωργίας, της βιομηχανίας και των μεταφορών·

ii)

των αρμοδιοτήτων που έχουν ανατεθεί σε εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές·

iii)

της προόδου που έχει σημειωθεί μέσω των τρεχουσών πολιτικών και μέτρων όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών και τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα, καθώς και του βαθμού εκπλήρωσης των υποχρεώσεων σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο·

iv)

της προβλεπόμενης περαιτέρω εξέλιξης, με την παραδοχή ότι δεν πρόκειται να τροποποιηθούν οι πολιτικές και τα μέτρα που έχουν ήδη εγκριθεί·

β)

τις επιλογές πολιτικής που εξετάστηκαν με σκοπό τη συμμόρφωση με τις δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών για την περίοδο μεταξύ 2020 και 2029 και για το 2030 και εφεξής, καθώς και των ενδιάμεσων επιπέδων εκπομπών που έχουν καθοριστεί για το 2025 καθώς και τη συμβολή στην περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα και ανάλυση των επιλογών αυτών, συμπεριλαμβανομένης της μεθόδου ανάλυσης· εφόσον είναι διαθέσιμες, τις επιμέρους ή συνδυασμένες επιπτώσεις των πολιτικών και των μέτρων στη μείωση των εκπομπών, στην ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και στο περιβάλλον, καθώς και τις αντίστοιχες αβεβαιότητες·

γ)

τα μέτρα και τις πολιτικές που επιλέχτηκαν προς θέσπιση, συμπεριλαμβανομένου χρονοδιαγράμματος για τη θέσπιση, εφαρμογή και επανεξέτασή τους, καθώς και τις αρμόδιες αρχές·

δ)

κατά περίπτωση, εξήγηση των λόγων για τους οποίους τα ενδεικτικά επίπεδα εκπομπών για το 2025 είναι αδύνατον να επιτευχθούν χωρίς τη λήψη μέτρων με δυσανάλογο κόστος·

ε)

κατά περίπτωση, καταγραφή της χρήσης των μέσων ευελιξίας που προβλέπονται στο άρθρο 5 και των τυχόν περιβαλλοντικών συνεπειών από τη χρήση αυτή·

στ)

αξιολόγηση του τρόπου με τον οποίο τα μέτρα και οι πολιτικές που επιλέχτηκαν διασφαλίζουν τη συνέπεια με τα σχέδια και προγράμματα που καταρτίζονται σε άλλους συναφείς τομείς πολιτικής.

2.

Οι επικαιροποιήσεις του εθνικού προγράμματος ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που αναφέρονται στα άρθρα 6 και 10 περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

α)

αξιολόγηση της προόδου που έχει σημειωθεί όσον αφορά την εφαρμογή του προγράμματος και τη μείωση των εκπομπών και των συγκεντρώσεων·

β)

τυχόν σημαντικές αλλαγές που έχουν επέλθει στο πλαίσιο πολιτικής, στις αξιολογήσεις, στο πρόγραμμα ή στο χρονοδιάγραμμα εφαρμογής τους.

ΜΕΡΟΣ 2

Μέτρα μείωσης των εκπομπών που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη το σχετικό κατευθυντήριο έγγραφο για την αμμωνία και εκμεταλλεύονται τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές σύμφωνα με την οδηγία 2010/75/ΕΕ.

A.   Μέτρα για τον έλεγχο των εκπομπών αμμωνίας

1.

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν εθνικό συμβουλευτικό κώδικα ορθής γεωργικής πρακτικής για τον έλεγχο των εκπομπών αμμωνίας, λαμβάνοντας υπόψη τον κώδικα-πλαίσιο της UNECE περί ορθών γεωργικών πρακτικών για τη μείωση των εκπομπών αμμωνίας του 2014, που καλύπτει τουλάχιστον τα εξής:

α)

διαχείριση του αζώτου, λαμβάνοντας υπόψη τον πλήρη κύκλο του αζώτου·

β)

στρατηγικές διατροφής του ζωικού κεφαλαίου·

γ)

τεχνικές διασποράς κοπριάς με χαμηλά επίπεδα εκπομπών·

δ)

συστήματα αποθήκευσης κοπριάς με χαμηλά επίπεδα εκπομπών·

ε)

συστήματα σταβλισμού ζώων με χαμηλά επίπεδα εκπομπών·

στ)

δυνατότητες περιορισμού των εκπομπών αμμωνίας από τη χρήση ορυκτών λιπασμάτων.

2.

Τα κράτη μέλη δύνανται να καταρτίζουν εθνικό προϋπολογισμό αζώτου για την παρακολούθηση των μεταβολών των συνολικών απωλειών δραστικού αζώτου από τη γεωργία, όπου συμπεριλαμβάνονται η αμμωνία, τα οξείδια του αζώτου, το αμμώνιο και οι νιτρικές και νιτρώδεις ενώσεις, με βάση τις αρχές που παρατίθενται στο κατευθυντήριο έγγραφο της UNECE σχετικά με τους προϋπολογισμούς αζώτου (1).

3.

Τα κράτη μέλη απαγορεύουν τη χρήση λιπασμάτων ανθρακικού αμμωνίου και μπορούν να μειώνουν τις εκπομπές αμμωνίας από ανόργανα λιπάσματα εφαρμόζοντας τις ακόλουθες προσεγγίσεις:

α)

αντικατάσταση των λιπασμάτων ουρίας από λιπάσματα που έχουν ως βάση το νιτρικό αμμώνιο·

β)

όπου εξακολουθούν να εφαρμόζονται λιπάσματα ουρίας, χρήση μεθόδων που έχει αποδειχτεί ότι μειώνουν τις εκπομπές αμμωνίας κατά τουλάχιστον 30 % σε σύγκριση με τη μέθοδο αναφοράς που προσδιορίζεται στο κατευθυντήριο έγγραφο για την αμμωνία·

γ)

προώθηση της αντικατάστασης των ανόργανων λιπασμάτων από οργανικά λιπάσματα και, όπου συνεχίζεται η χρήση ανόργανων λιπασμάτων, η διασπορά τους να πραγματοποιείται σύμφωνα με τις προβλέψιμες ανάγκες σε άζωτο και φωσφόρο της καλλιέργειας ή της χορτολιβαδικής έκτασης στην οποία χρησιμοποιούνται, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την υφιστάμενη περιεκτικότητα του εδάφους σε θρεπτικά συστατικά και τα θρεπτικά συστατικά από άλλα λιπάσματα.

4.

Τα κράτη μέλη δύνανται να μειώνουν τις εκπομπές αμμωνίας από κοπριά εφαρμόζοντας τις ακόλουθες προσεγγίσεις:

α)

μείωση των εκπομπών από την εφαρμογή υγρής και στερεής κοπριάς σε αρόσιμες γαίες και χορτολιβαδικές εκτάσεις, με τη χρήση μεθόδων που μειώνουν τις εκπομπές κατά τουλάχιστον 30 % σε σύγκριση με τη μέθοδο αναφοράς που περιγράφεται στο κατευθυντήριο έγγραφο για την αμμωνία και υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

διασπορά στερεής και υγρής κοπριάς μόνο σύμφωνα με τις προβλέψιμες ανάγκες σε άζωτο και φωσφόρο της καλλιέργειας ή της χορτολιβαδικής έκτασης στην οποία εφαρμόζονται, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την υφιστάμενη περιεκτικότητα του εδάφους σε θρεπτικά συστατικά και τα θρεπτικά συστατικά από άλλα λιπάσματα·

ii)

μη διασπορά στερεής και υγρής κοπριάς όταν το έδαφος είναι κορεσμένο από νερό, πλημμυρισμένο, παγωμένο ή καλυμμένο με χιόνι·

iii)

διασπορά υγρής κοπριάς σε χορτολιβαδική έκταση με ρυμουλκούμενο εύκαμπτο αγωγό, ρυμουλκούμενο άροτρο ή με έγχυση σε μικρό ή μεγάλο βάθος·

iv)

ενσωμάτωση στο έδαφος στερεής και υγρής κοπριάς που διασπείρονται σε αρόσιμες γαίες εντός τεσσάρων ωρών από τη διασπορά τους·

β)

μείωση των εκπομπών από την αποθήκευση κοπριάς έξω από κτίρια σταβλισμού ζώων, με εφαρμογή των ακόλουθων προσεγγίσεων:

i)

για αποθήκες υγρής κοπριάς που κατασκευάστηκαν μετά την 1η Ιανουαρίου 2022, χρησιμοποίηση συστημάτων ή τεχνικών αποθήκευσης με χαμηλά επίπεδα εκπομπών, τα οποία έχει αποδειχτεί ότι μειώνουν τις εκπομπές αμμωνίας κατά τουλάχιστον 60 % σε σύγκριση με τη μέθοδο αναφοράς που περιγράφεται στο κατευθυντήριο έγγραφο για την αμμωνία· για τις υφιστάμενες αποθήκες υγρής κοπριάς το αντίστοιχο ποσοστό είναι τουλάχιστον 40 %·

ii)

κάλυψη των αποθηκών στερεής κοπριάς·

iii)

εξασφάλιση ότι οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις διαθέτουν επαρκή ικανότητα αποθήκευσης κοπριάς ώστε να διασπείρουν την κοπριά μόνο κατά τις περιόδους που αυτό ενδείκνυται για την ανάπτυξη της καλλιέργειας·

γ)

μείωση των εκπομπών από το σταβλισμό ζώων με χρήση συστημάτων που έχει αποδειχτεί ότι μειώνουν τις εκπομπές αμμωνίας κατά τουλάχιστον 20 % σε σύγκριση με τη μέθοδο αναφοράς που περιγράφεται στο κατευθυντήριο έγγραφο για την αμμωνία·

δ)

μείωση των εκπομπών από κοπριά, με χρήση στρατηγικών χαμηλής σε πρωτεΐνες διατροφής των ζώων, οι οποίες έχει αποδειχτεί ότι μειώνουν τις εκπομπές αμμωνίας κατά τουλάχιστον 10 % σε σύγκριση με τη μέθοδο αναφοράς που περιγράφεται στο κατευθυντήριο έγγραφο για την αμμωνία.

B.   Μέτρα μείωσης των εκπομπών για τον έλεγχο των εκπομπών λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων και αιθάλης

1.

Με την επιφύλαξη του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του Συμβουλίου (2) τα κράτη μέλη δύνανται να απαγορεύουν την καύση στο ύπαιθρο γεωργικών υπολειμμάτων και αποβλήτων και δασικών υπολειμμάτων.

Τα κράτη μέλη παρακολουθούν και επιβάλλουν την τήρηση οποιασδήποτε απαγόρευσης που εφαρμόζεται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο. Τυχόν εξαιρέσεις από την εν λόγω απαγόρευση περιορίζονται σε προληπτικά προγράμματα για την αποφυγή των ανεξέλεγκτων δασικών πυρκαγιών, την καταπολέμηση επιβλαβών οργανισμών ή την προστασία της βιοποικιλότητας.

2.

Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν εθνικό συμβουλευτικό κώδικα ορθών γεωργικών πρακτικών για την κατάλληλη διαχείριση των γεωργικών υπολειμμάτων, με βάση τις ακόλουθες προσεγγίσεις:

α)

βελτίωση της δομής του εδάφους μέσω της ενσωμάτωσης γεωργικών υπολειμμάτων·

β)

βελτιωμένες τεχνικές ενσωμάτωσης γεωργικών υπολειμμάτων·

γ)

εναλλακτική χρήση των γεωργικών υπολειμμάτων·

δ)

βελτίωση της θρεπτικής κατάστασης και της δομής του εδάφους μέσω της ενσωμάτωσης κοπριάς όπως ενδείκνυται για τη βέλτιστη φυτική ανάπτυξη, αποφεύγοντας με αυτό τον τρόπο την καύση κοπριάς (στερεή κοπριά, αχυροστρωμνή).

Γ.   Πρόληψη των επιπτώσεων στις μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις

Κατά τη λήψη των μέτρων που περιγράφονται συνοπτικά στα τμήματα Α και Β, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την πλήρη συνεκτίμηση των επιπτώσεων στις μικρές και πολύ μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις.

Τα κράτη μέλη μπορούν, λόγου χάριν, να εξαιρούν τις μικρές και πολύ μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις από τα εν λόγω μέτρα, εφόσον είναι δυνατόν και κρίνεται σκόπιμο, λαμβανομένων υπόψη των ισχυουσών δεσμεύσεων μείωσης.


(1)  Απόφαση 2012/10, ECE/EB/AIR/113/Add 1.

(2)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 549).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΑΠΟΓΡΑΦΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΕΨΕΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ, ΤΩΝ ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΩΝ ΕΚΘΕΣΕΩΝ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΑΠΟΓΡΑΦΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ 5 ΚΑΙ 8

Για τους ρύπους που αναφέρονται στο παράρτημα I, τα κράτη μέλη καταρτίζουν εθνικές απογραφές εκπομπών, αναπροσαρμοσμένες εθνικές απογραφές εκπομπών κατά περίπτωση, εθνικές προβλέψεις εκπομπών, εθνικές απογραφές εκπομπών με χωρική διακριτοποίηση, απογραφές μεγάλων σημειακών πηγών και ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής, εφαρμόζοντας τις μεθοδολογίες που έχουν εγκριθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης LRTAP (κατευθυντήριες γραμμές του EMEP για την υποβολή στοιχείων), και οφείλουν να χρησιμοποιούν το εγχειρίδιο EMEP/EEA για την απογραφή των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων (εγχειρίδιο EMEP/EEA) που αναφέρεται σε αυτές. Επιπροσθέτως, καταρτίζονται σύμφωνα με τις ίδιες κατευθυντήριες γραμμές συμπληρωματικές πληροφορίες, ειδικότερα τα δεδομένα δραστηριότητας, που απαιτούνται για την αξιολόγηση των εθνικών απογραφών και προβλέψεων εκπομπών.

Οι κατευθυντήριες γραμμές του EMEP για την υποβολή στοιχείων χρησιμοποιούνται με την επιφύλαξη των πρόσθετων λεπτομερειών εφαρμογής που καθορίζονται στο παρόν παράρτημα και των απαιτήσεων του παραρτήματος I σχετικά με την ονοματολογία για την υποβολή στοιχείων, τις χρονοσειρές και τις ημερομηνίες υποβολής.

ΜΕΡΟΣ 1

Εθνικές ετήσιες απογραφές εκπομπών

1.

Οι εθνικές απογραφές εκπομπών χαρακτηρίζονται από διαφάνεια, συνοχή, συγκρισιμότητα, πληρότητα και ακρίβεια.

2.

Οι εκπομπές από τις προσδιορισμένες βασικές κατηγορίες υπολογίζονται σύμφωνα με τις μεθοδολογίες που ορίζονται στο εγχειρίδιο EMEP/EEA και με σκοπό τη χρήση μεθοδολογίας της βαθμίδας 2 ή ανώτερης (αναλυτικότερης).

Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν άλλες επιστημονικά τεκμηριωμένες και συμβατές μεθοδολογίες για την κατάρτιση εθνικών απογραφών εκπομπών, εάν από αυτές τις μεθοδολογίες προκύπτουν ακριβέστερες εκτιμήσεις σε σύγκριση με τις προεπιλεγμένες μεθοδολογίες του εγχειριδίου EMEP/EEA.

3.

Για τις εκπομπές του τομέα των μεταφορών, οι τιμές που υπολογίζουν και υποβάλλουν τα κράτη μέλη συμφωνούν με τα εθνικά ενεργειακά ισοζύγια που υποβάλλουν στην Eurostat.

4.

Οι εκπομπές από οδικές μεταφορές υπολογίζονται και δηλώνονται στις εκθέσεις με βάση την πωληθείσα ποσότητα καυσίμων (1) εντός του αντίστοιχου κράτους μέλους. Επιπλέον, τα κράτη μέλη μπορούν να δηλώνουν τις εκπομπές από οδικές μεταφορές με βάση την καταναλωθείσα ποσότητα καυσίμων ή τα διανυθέντα χιλιόμετρα στο κράτος μέλος.

5.

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στοιχεία για τις ετήσιες εθνικές εκπομπές τους εκφρασμένες στην εφαρμοστέα μονάδα που καθορίζεται στο υπόδειγμα υποβολής στοιχείων NFR της σύμβασης LRTAP.

ΜΕΡΟΣ 2

Εθνικές προβλέψεις εκπομπών

1.

Οι εθνικές προβλέψεις εκπομπών χαρακτηρίζονται από διαφάνεια, συνοχή, συγκρισιμότητα, πληρότητα και ακρίβεια και οι υποβαλλόμενες πληροφορίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:

α)

σαφή προσδιορισμό των θεσπισμένων και προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων που συνεκτιμώνται στις προβλέψεις·

β)

κατά περίπτωση, τα αποτελέσματα της ανάλυσης ευαισθησίας που διενεργήθηκε για τις προβλέψεις·

γ)

περιγραφή των μεθόδων, μοντέλων, βασικών παραδοχών και κύριων παραμέτρων εισόδου και εξόδου.

2.

Οι προβλέψεις εκπομπών καταρτίζονται και συναθροίζονται κατά κλάδο πηγών. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν, για κάθε ρύπο, πρόβλεψη «με μέτρα» (θεσπισμένα μέτρα) και, κατά περίπτωση, πρόβλεψη «με πρόσθετα μέτρα» (προγραμματισμένα μέτρα), ακολουθώντας τις κατευθύνσεις που παρέχει το εγχειρίδιο EMEP/EEA.

3.

Οι εθνικές προβλέψεις εκπομπών συμφωνούν με την εθνική ετήσια απογραφή εκπομπών για το έτος x-3 και με τις προβλέψεις που υποβάλλονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2).

ΜΕΡΟΣ 3

Ενημερωτική έκθεσή απογραφής

Οι ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής συντάσσονται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του EMEP και με τη χρήση του υποδείγματος εκθέσεων απογραφής που περιέχεται σε αυτές. Η έκθεση απογραφής περιλαμβάνει, τουλάχιστον, τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

περιγραφές, παραπομπές και πηγές πληροφοριών για τις συγκεκριμένες μεθόδους, τις παραδοχές, τους συντελεστές εκπομπών και τα δεδομένα δραστηριότητας, καθώς και αιτιολόγηση της επιλογής τους·

β)

περιγραφή των κύριων εθνικών κατηγοριών πηγών εκπομπών·

γ)

πληροφορίες σχετικά με τις αβεβαιότητες, τη διασφάλιση της ποιότητας και την επαλήθευση·

δ)

περιγραφή των θεσμικών ρυθμίσεων που διέπουν την κατάρτιση της απογραφής·

ε)

επανυπολογισμούς και προγραμματισμένες βελτιώσεις·

στ)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τη χρήση των μέσων ευελιξίας του άρθρου 5 παράγραφοι 1, 2, 3 και 4·

ζ)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με όλους τους λόγους για την απόκλιση από την πορεία μείωσης που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2, καθώς και τα μέτρα για τη σύγκλιση εκ νέου με την πορεία·

η)

σύνοψη.

ΜΕΡΟΣ 4

Αναπροσαρμογή των εθνικών απογράφων εκπομπών

1.

Τα κράτη μέλη που προτείνουν αναπροσαρμογή της εθνικής τους απογραφής εκπομπών σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1, συμπεριλαμβάνουν στην πρότασή τους προς την Επιτροπή τουλάχιστον τα ακόλουθα δικαιολογητικά:

α)

στοιχεία που αποδεικνύουν την υπέρβαση της οικείας ή των οικείων εθνικών δεσμεύσεων μείωσης των εκπομπών·

β)

στοιχεία που αποδεικνύουν το βαθμό στον οποίο η αναπροσαρμογή της απογραφής εκπομπών μειώνει την υπέρβαση και συμβάλλει στην τήρηση της οικείας ή των οικείων εθνικών δεσμεύσεων μείωσης των εκπομπών·

γ)

εκτίμηση του αν και πότε αναμένεται να τηρηθούν η οικεία ή οι οικείες εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών, με βάση εθνικές προβλέψεις εκπομπών χωρίς την αναπροσαρμογή·

δ)

στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η αναπροσαρμογή ανταποκρίνεται σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες τρεις περιστάσεις. Κατά περίπτωση, μπορεί να γίνεται παραπομπή σε συναφείς προηγούμενες αναπροσαρμογές:

i)

όσον αφορά νέες κατηγορίες πηγών εκπομπών:

στοιχεία που αποδεικνύουν ότι στην επιστημονική βιβλιογραφία ή/και στο εγχειρίδιο EMEP/EEA έχει αναγνωριστεί η νέα κατηγορία πηγών εκπομπών,

στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η εν λόγω κατηγορία πηγών δεν συμπεριλαμβανόταν στην αντίστοιχη ιστορική εθνική απογραφή εκπομπών κατά το χρόνο ανάληψης της δέσμευσης μείωσης των εκπομπών,

στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι εκπομπές από τη νέα κατηγορία πηγών συντελούν στην αδυναμία του κράτους μέλους να τηρήσει τις δεσμεύσεις του για μείωση των εκπομπών, συνοδευόμενα από αναλυτική περιγραφή της μεθοδολογίας, των δεδομένων και των συντελεστών εκπομπών που χρησιμοποιήθηκαν για να εξαχθεί αυτό το συμπέρασμα·

ii)

στην περίπτωση χρήσης σημαντικά διαφορετικών συντελεστών εκπομπών για τον προσδιορισμό των εκπομπών από συγκεκριμένες κατηγορίες πηγών:

περιγραφή των αρχικών συντελεστών εκπομπών, συμπεριλαμβανομένης αναλυτικής περιγραφής της επιστημονικής βάσης της συναγωγής του συντελεστή εκπομπών,

στοιχεία που αποδεικνύουν ότι για τον αρχικό προσδιορισμό των μειώσεων των εκπομπών χρησιμοποιήθηκαν οι αρχικοί συντελεστές εκπομπών,

περιγραφή των επικαιροποιημένων συντελεστών εκπομπών, συμπεριλαμβανομένων αναλυτικών πληροφοριών σχετικά με την επιστημονική βάση της συναγωγής του συντελεστή εκπομπών,

σύγκριση των εκτιμήσεων εκπομπών που διατυπώθηκαν με εφαρμογή των αρχικών και των επικαιροποιημένων συντελεστών εκπομπών, η οποία καταδεικνύει ότι η μεταβολή των συντελεστών εκπομπών συντελεί στην αδυναμία του κράτους μέλους να τηρήσει τις δεσμεύσεις του για μείωση των εκπομπών,

αιτιολόγηση της απόφασης να χαρακτηριστούν σημαντικές οι μεταβολές των συντελεστών εκπομπών·

iii)

στην περίπτωση χρήσης σημαντικά διαφορετικών μεθοδολογιών για τον προσδιορισμό των εκπομπών από συγκεκριμένες κατηγορίες πηγών:

περιγραφή της αρχικής μεθοδολογίας που χρησιμοποιήθηκε, συμπεριλαμβανομένων αναλυτικών πληροφοριών σχετικά με την επιστημονική βάση της συναγωγής του συντελεστή εκπομπών,

στοιχεία που αποδεικνύουν ότι για τον αρχικό προσδιορισμό των μειώσεων των εκπομπών χρησιμοποιήθηκε η αρχική μεθοδολογία,

περιγραφή της επικαιροποιημένης μεθοδολογίας που χρησιμοποιήθηκε, συμπεριλαμβανομένης αναλυτικής περιγραφής της επιστημονικής βάσης ή της βιβλιογραφίας στην οποία στηρίζεται,

σύγκριση των εκτιμήσεων εκπομπών που διατυπώθηκαν με χρήση της αρχικής και της επικαιροποιημένης μεθοδολογίας, η οποία καταδεικνύει ότι η μεταβολή της μεθοδολογίας συντελεί στην αδυναμία του κράτους μέλους να τηρήσει τις δεσμεύσεις του για μείωση των εκπομπών,

αιτιολόγηση της απόφασης να χαρακτηριστεί σημαντική η μεταβολή της μεθοδολογίας.

2.

Για διαδικασίες αναπροσαρμογής που βασίζονται σε παρεμφερείς προϋποθέσεις, τα κράτη μέλη μπορούν να υποβάλλουν τις ίδιες πληροφορίες τεκμηρίωσης, υπό τον όρο ότι κάθε κράτος μέλος υποβάλλει τις απαιτούμενες ειδικές κατά χώρα πληροφορίες που ορίζονται στην παράγραφο 1.

3.

Τα κράτη μέλη επανυπολογίζουν αναπροσαρμοσμένες εκπομπές ώστε να διασφαλίζεται η συνέπεια, στο μέτρο του δυνατού, των χρονοσειρών για κάθε έτος εφαρμογής της αναπροσαρμογής ή των αναπροσαρμογών.


(1)  Τα κράτη μέλη που έχουν την επιλογή να χρησιμοποιούν τις συνολικές εθνικές εκπομπές που υπολογίζονται με βάση την καταναλωθείσα ποσότητα καυσίμων ως βάση για τη συμμόρφωση στο πλαίσιο της σύμβασης LRTAP, μπορούν να διατηρούν αυτή την επιλογή προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ του διεθνούς και του ενωσιακού δικαίου.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, σχετικά με μηχανισμό παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και άλλων πληροφοριών σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο που αφορούν την αλλαγή του κλίματος και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 280/2004/ΕΚ (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 13).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΗΣ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 9

α)

Για οικοσυστήματα γλυκών υδάτων: προσδιορισμός της έκτασης των βιολογικών βλαβών, μεταξύ άλλων σε ευαίσθητους αποδέκτες (μικρόφυτα, μακρόφυτα και διάτομα), και των απωλειών ιχθυαποθεμάτων ή πληθυσμών υδρόβιων ασπόνδυλων:

 

ως βασικός δείκτης η ικανότητα εξουδετέρωσης οξέων (ANC) και ως δευτερεύοντες δείκτες η οξύτητα (pH), οι διαλελυμένες θειικές (SO4) και νιτρικές ενώσεις (NO3) και ο διαλυμένος οργανικός άνθρακας:

 

συχνότητα της δειγματοληψίας: από ετήσια (κατά τη φθινοπωρινή αναστροφή σε λίμνες) έως μηνιαία (σε υδατορρεύματα).

β)

Για χερσαία οικοσυστήματα: εκτίμηση της οξύτητας του εδάφους, των απωλειών θρεπτικών συστατικών του εδάφους, της κατάστασης ως προς το άζωτο και του ισοζυγίου αζώτου, καθώς και της απώλειας βιοποικιλότητας:

i)

ως βασικός δείκτης η οξύτητα του εδάφους: ανταλλάξιμα κλάσματα κατιόντων βάσεων (κορεσμός με βάσεις) και ανταλλάξιμο αργίλιο στο έδαφος:

 

συχνότητα της δειγματοληψίας: ανά δεκαετία,

 

δευτερεύοντες δείκτες: η οξύτητα (pH), οι θειικές και νιτρικές ενώσεις, τα κατιόντα βάσεων, οι συγκεντρώσεις αργιλίου σε εδαφικά διαλύματα:

 

συχνότητα της δειγματοληψίας: ετήσια (κατά περίπτωση)·

ii)

ως βασικός δείκτης η στράγγιση νιτρικών ενώσεων του εδάφους (NO3,leach):

συχνότητα της δειγματοληψίας: ετήσια·

iii)

ως βασικός δείκτης η αναλογία άνθρακα/αζώτου (C/N) και ως δευτερεύων δείκτης το ολικό άζωτο του εδάφους (Ntot):

συχνότητα της δειγματοληψίας: ανά δεκαετία·

iv)

ως βασικός δείκτης το ισοζύγιο θρεπτικών συστατικών στο φύλλωμα (N/P,N/K, N/Mg):

συχνότητα της δειγματοληψίας: ανά τετραετία.

γ)

Για χερσαία οικοσυστήματα: εκτίμηση των βλαβών που προκαλεί το όζον στην ανάπτυξη της βλάστησης και στη βιοποικιλότητα:

i)

ως βασικός δείκτης η ανάπτυξη της βλάστησης και οι βλάβες στο φύλλωμα και ως δευτερεύων δείκτης η ροή άνθρακα (Cflux):

συχνότητα της δειγματοληψίας: ετήσια·

ii)

ως βασικός δείκτης η υπέρβαση των βασιζόμενων στη ροή κρίσιμων επιπέδων:

συχνότητα της δειγματοληψίας κάθε έτος κατά την εποχή της ανάπτυξης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 2001/81/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, και δεύτερο εδάφιο στοιχεία γ), δ) και ε)

Άρθρο 2

Άρθρο 3 στοιχείο ε)

Άρθρο 3 σημείο 1)

Άρθρο 3 σημεία 2), 3), 4), 5), 8), 9), 12) και 13)

Άρθρο 3 στοιχείο θ)

Άρθρο 3 σημείο 6)

Άρθρο 3 στοιχείο ια)

Άρθρο 3 σημείο 7)

Άρθρο 3 στοιχείο η)

Άρθρο 3 σημείο 10)

Άρθρο 3 στοιχείο ζ)

Άρθρο 3 σημείο 11)

Άρθρο 4

Άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο στοιχεία α) και β)

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 5

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 2 και άρθρο 6 παράγραφοι 5 έως 10

Άρθρο 6 παράγραφος 3

Άρθρο 6 παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 7

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και άρθρο 8 παράγραφοι 2 έως 4

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 5

Άρθρο 7 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 6

Άρθρο 7 παράγραφος 4

Άρθρο 8 παράγραφος 7

Άρθρο 9

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 9

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 10

Άρθρο 13

Άρθρο 6 παράγραφος 4

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 3 και άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 14 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 11

Άρθρο 15

Άρθρο 13 παράγραφος 3

Άρθρο 16

Άρθρο 13 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 17

Άρθρο 14

Άρθρο 18

Άρθρο 19

Άρθρο 15

Άρθρο 20

Άρθρο 21

Άρθρο 16

Άρθρο 22

Άρθρο 17

Άρθρο 23

Άρθρο 8 παράγραφος 1 και παράρτημα III

Παράρτημα I

Παράρτημα I

Παράρτημα II

Παραρτήματα III, V και VI

Παράρτημα III

Παράρτημα IV


Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με την αναθεώρηση των εκπομπών μεθανίου

Η Επιτροπή θεωρεί ότι συντρέχουν σοβαροί λόγοι σχετικοί με την ποιότητα του αέρα προκειμένου να παραμείνει υπό καθεστώς αναθεώρησης η εξέλιξη των εκπομπών μεθανίου στα κράτη μέλη, έτσι ώστε να μειωθούν οι συγκεντρώσεις του όζοντος στην ΕΕ και να σημειωθεί πρόοδος στη μείωση του μεθανίου σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι, με βάση τα στοιχεία στη διάθεσή της για τις εκπομπές των κρατών μελών, προτίθεται να αξιολογήσει περαιτέρω τις επιπτώσεις των εκπομπών μεθανίου στην επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 της οδηγίας ΕΑΟΕ, και θα εξετάσει τη λήψη μέτρων για τη μείωση των εν λόγω εκπομπών και, ανάλογα με την περίπτωση, θα υποβάλει νομοθετική πρόταση προς τον σκοπό αυτόν. Στην αξιολόγησή της η Επιτροπή θα λάβει υπόψη διάφορες εν εξελίξει μελέτες στον συγκεκριμένο τομέα, που αναμένεται να ολοκληρωθούν το 2017, καθώς και τις μελλοντικές διεθνείς εξελίξεις στον τομέα αυτό.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/32


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/2285 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 12ης Δεκεμβρίου 2016

σχετικά με τον καθορισμό για το 2017 και το 2018 των αλιευτικών δυνατοτήτων για τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη για ορισμένα αποθέματα ιχθύων βαθέων υδάτων και σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/72

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 43 παράγραφος 3,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 43 παράγραφος 3 της Συνθήκης προβλέπει ότι το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής, εκδίδει μέτρα σχετικά με τον καθορισμό και την κατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1) απαιτεί τα μέτρα διατήρησης να εγκρίνονται σύμφωνα με τις διαθέσιμες επιστημονικές, τεχνικές και οικονομικές γνωμοδοτήσεις, περιλαμβανομένων, κατά περίπτωση, εκθέσεων που συντάσσει η Επιστημονική, Τεχνική και Οικονομική Επιτροπή Αλιείας (ΕΤΟΕΑ).

(3)

Εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου η θέσπιση μέτρων περί καθορισμού και κατανομής των αλιευτικών δυνατοτήτων, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων όρων που συνδέονται λειτουργικά με αυτές, ανάλογα με την περίπτωση. Οι αλιευτικές δυνατότητες θα πρέπει να κατανέμονται μεταξύ των κρατών μελών κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται σε κάθε κράτος μέλος σχετική σταθερότητα των αλιευτικών δραστηριοτήτων, για κάθε απόθεμα ή τύπο αλιείας, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των στόχων της κοινής αλιευτικής πολιτικής που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1380/2013.

(4)

Οι αλιευτικές δυνατότητες για είδη βαθέων υδάτων, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2347/2002 του Συμβουλίου (2), αποφασίζονται ανά διετία.

(5)

Τα συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα («TAC») θα πρέπει να καθορίζονται με βάση τις διαθέσιμες επιστημονικές γνωμοδοτήσεις, λαμβανομένων υπόψη των βιολογικών και κοινωνικοοικονομικών πτυχών, με παράλληλη εξασφάλιση δίκαιης μεταχείρισης μεταξύ των αλιευτικών κλάδων, καθώς και λαμβανομένων υπόψη των απόψεων που έχουν διατυπωθεί κατά τη διαβούλευση με τους εμπλεκόμενους παράγοντες, ιδίως με τα οικεία γνωμοδοτικά συμβούλια.

(6)

Οι αλιευτικές δυνατότητες θα πρέπει να συνάδουν με διεθνείς συμφωνίες και αρχές, όπως η συμφωνία των Ηνωμένων Εθνών του 1995 σχετικά με τη διατήρηση και τη διαχείριση των αλληλοεπικαλυπτόμενων αποθεμάτων ιχθύων και των άκρως μεταναστευτικών αποθεμάτων ιχθύων (3) και οι λεπτομερείς διαχειριστικές αρχές που καθορίστηκαν το 2008 στο πλαίσιο των διεθνών κατευθυντήριων γραμμών του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών για τη διαχείριση της αλιείας βαθέων υδάτων στην ανοικτή θάλασσα, σύμφωνα με τις οποίες, ειδικότερα, ο νομοθέτης θα πρέπει να είναι πιο επιφυλακτικός όταν οι πληροφορίες είναι αβέβαιες, αναξιόπιστες ή ανεπαρκείς. Η έλλειψη επαρκών επιστημονικών πληροφοριών δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως λόγος αναβολής ή παράλειψης λήψης μέτρων διατήρησης και διαχείρισης.

(7)

Από τις τελευταίες επιστημονικές γνωμοδοτήσεις του Διεθνούς Συμβουλίου Εξερεύνησης της Θάλασσας (ICES) και της ΕΤΟΕΑ προκύπτει ότι τα περισσότερα αποθέματα βαθέων υδάτων εξακολουθούν να αλιεύονται με μη βιώσιμο τρόπο και ότι, προκειμένου να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητά τους, οι αλιευτικές δυνατότητες για τα εν λόγω αποθέματα θα πρέπει να μειωθούν περαιτέρω έως ότου σημειώσει θετική τάση η εξέλιξη των αποθεμάτων.

(8)

Με δεδομένη τη γνωμοδότηση του ICES, τα TAC για το πελαγίσιο λυθρίνι στα βορειοδυτικά ύδατα ενδείκνυται να αποτελούν TAC παρεμπιπτόντων αλιευμάτων και μόνο.

(9)

Σημαντικά αλιεύματα πελαγίσιου λυθρινιού προέρχονται από τις αντίστοιχες περιοχές της Επιτροπής Αλιείας Κεντροανατολικού Ατλαντικού (CECAF) και της Γενικής Επιτροπής Αλιείας για τη Μεσόγειο (ΓΕΑΜ), που συνορεύουν με την υποπεριοχή ICES IX. Λόγω ελλιπών δεδομένων ICES για τις εν λόγω παρακείμενες περιοχές, το πεδίο εφαρμογής των TAC θα πρέπει να εξακολουθήσει να περιορίζεται στην υποπεριοχή ICES IX. Εντούτοις, ενόψει της λήψης μελλοντικών αποφάσεων διαχείρισης, θα πρέπει να προβλεφθούν διατάξεις όσον αφορά την υποβολή δεδομένων για τις εν λόγω παρακείμενες περιοχές.

(10)

Το ICES συμβουλεύει να απαγορευθούν τα αλιεύματα καθρεπτόψαρου του Ατλαντικού έως το 2020. Στο παρελθόν είχαν οριστεί TAC για το καθρεπτόψαρο του Ατλαντικού (τα εν λόγω TAC έχουν οριστεί σε μηδενικό επίπεδο από το 2010). Ενδείκνυται να απαγορευτούν η αλιεία, η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση ή η εκφόρτωση του εν λόγω είδους, δεδομένου ότι το απόθεμα έχει εξαντληθεί και δεν έχει αποκατασταθεί. Το ICES σημειώνει ότι δεν έχει πραγματοποιηθεί κατευθυνόμενη αλιεία καθρεπτόψαρου του Ατλαντικού στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό από το 2010.

(11)

Σύμφωνα με τις γνωμοδοτήσεις του ICES, περιορισμένες παρατηρήσεις επί των σκαφών δείχνουν ότι το ποσοστό κορδέλας ήταν κάτω του 1 % των αναφερόμενων αλιευμάτων γρεναδιέρου των βράχων. Με βάση τις εν λόγω εκτιμήσεις, το ICES κρίνει ότι δεν θα πρέπει να υπάρξει κατευθυνόμενη αλιεία για την κορδέλα και ότι τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα θα πρέπει να καταλογίζονται στο TAC για τον γρεναδιέρο των βράχων, ώστε να ελαχιστοποιείται το ενδεχόμενο εσφαλμένης αναφοράς ειδών. Το ICES αναφέρει ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές, πολλών τάξεων μεγέθους (πάνω από δέκα προς ένα), μεταξύ των σχετικών αναλογιών γρεναδιέρου των βράχων και κορδέλας που έχουν αναφερθεί στις επίσημες εκφορτώσεις αλιευμάτων και των αλιευμάτων που έχουν παρατηρηθεί και των επιστημονικών ερευνών στις περιοχές όπου πραγματοποιείται επί του παρόντος η αλιεία κορδέλας. Υπάρχουν πολύ περιορισμένα διαθέσιμα δεδομένα για το είδος αυτό και ορισμένα από τα δεδομένα που έχουν αναφερθεί για τις εκφορτώσεις είδους θεωρούνται από το ICES ανακριβή. Κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατόν να καταρτιστεί ακριβές ιστορικό της καταγραφής αλιευμάτων κορδέλας. Ως εκ τούτου, τυχόν παρεμπίπτοντα αλιεύματα κορδέλας θα πρέπει να περιορίζονται στο 1 % της ποσόστωσης γρεναδιέρου των βράχων κάθε κράτους μέλους και να καταλογίζονται στην ποσόστωση αυτή, σύμφωνα με τις επιστημονικές συμβουλές.

(12)

Το ICES εισηγείται να οριστούν στο μηδέν τα κατευθυνόμενα αλιεύματα καρχαριών βαθέων υδάτων. Ωστόσο, το ICES επισημαίνει επίσης ότι υπάρχει πρόβλημα εσφαλμένης αναφοράς για τους καρχαρίες βαθέων υδάτων επειδή τα περιοριστικά όρια αλιευμάτων που εφαρμόζονται επί του παρόντος οδηγούν σε εσφαλμένη αναφορά αναπόφευκτων παρεμπιπτόντων αλιευμάτων καρχαριών βαθέων υδάτων. Ειδικότερα, η κατευθυνόμενη μη βιομηχανική αλιεία βαθέων υδάτων για το μαύρο σπαθόψαρο με παραγάδι επιφέρει αναπόφευκτα παρεμπίπτοντα αλιεύματα καρχαριών βαθέων υδάτων, τα οποία επί του παρόντος απορρίπτονται νεκρά. Δεδομένων των στοιχείων αυτών και προκειμένου να συλλεχθούν επιστημονικά στοιχεία σχετικά με τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα καρχαριών βαθέων υδάτων, για το 2017 και 2018 θα πρέπει να καθιερωθεί σε δοκιμαστική βάση περιορισμός των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων, επιτρέποντας περιορισμένες εκφορτώσεις για αναπόφευκτα παρεμπίπτοντα αλιεύματα καρχαριών βαθέων υδάτων κατά την κατευθυνόμενη μη βιομηχανική αλιεία βαθέων υδάτων μαύρου σπαθόψαρου με τη χρήση παραγαδιών. Τα παραγάδια είναι αναγνωρισμένα ως επιλεκτικό αλιευτικό εργαλείο στην εν λόγω αλιεία. Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη θα πρέπει να εκπονήσουν περιφερειακά μέτρα διαχείρισης για την αλιεία του μαύρου σπαθόψαρου και να θεσπίσουν ειδικά μέτρα συλλογής δεδομένων για τους καρχαρίες βαθέων υδάτων, προκειμένου να εξασφαλίσουν στενή παρακολούθηση των αποθεμάτων. Ο καθορισμός των ενωσιακών παρεμπιπτόντων αλιευμάτων για τους καρχαρίες βαθέων υδάτων στα ενωσιακά και διεθνή ύδατα των υποπεριοχών ICES V, VI, VII, VIII και IX, στα ενωσιακά και διεθνή ύδατα της υποπεριοχής ICES X, και στα ενωσιακά ύδατα των ζωνών CECAF 34.1.1, 34.1.2 και 34.2 δεν θίγει την αρχή της σχετικής σταθερότητας όσον αφορά τους καρχαρίες βαθέων υδάτων στις εν λόγω περιοχές.

(13)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 847/96 του Συμβουλίου (4), τα αποθέματα που υπόκεινται στα διάφορα μέτρα τα οποία αναφέρονται σε αυτόν θα πρέπει να ταυτοποιηθούν. Τα προληπτικά TAC θα πρέπει να εφαρμόζονται σε αποθέματα για τα οποία δεν υπάρχει επιστημονική εκτίμηση των αλιευτικών δυνατοτήτων για το συγκεκριμένο έτος για το οποίο πρέπει να καθοριστούν τα TAC· διαφορετικά, εφαρμόζονται αναλυτικά TAC. Λαμβανομένων υπόψη των γνωμοδοτήσεων του ICES και της ΕΤΟΕΑ, για τα αποθέματα βαθέων υδάτων, εκείνα για τα οποία δεν υφίσταται καμία επιστημονική αξιολόγηση των συναφών αλιευτικών δυνατοτήτων θα πρέπει να υπαχθούν σε προληπτικά TAC.

(14)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 847/96, στις 15 Σεπτεμβρίου 2016 η Πορτογαλία υπέβαλε αίτηση προς την Επιτροπή να αυξηθεί το TAC γαύρου για το 2016 στις υποπεριοχές του ICES IX και Χ και στα ενωσιακά ύδατα της CECAF 34.1.1 σε 15 000 τόνους. Στη γνωμοδότησή του της 21ης Οκτωβρίου 2016, το ICES επιβεβαίωσε την εξαιρετική κατάσταση του εν λόγω αποθέματος γαύρου και το γεγονός ότι αλιεύματα 15 000 τόνων το 2016 μπορούν να θεωρηθούν βιώσιμα. Για τον λόγο αυτό, θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/72 του Συμβουλίου (5).

(15)

Οι αλιευτικές δυνατότητες για τον γαύρο στις υποπεριοχές ICES ΙΧ και Χ και στα ενωσιακά ύδατα της CECAF 34.1.1 που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/72 εφαρμόζονται από 1ης Ιανουαρίου 2016. Οι τροποποιητικές διατάξεις που περιέχονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει επίσης να εφαρμόζονται από την ίδια ημερομηνία. Αυτή η αναδρομική ισχύς δεν θίγει την αρχή της ασφάλειας δικαίου και την αρχή προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, καθώς οι σχετικές αλιευτικές δυνατότητες είναι μεγαλύτερες από τις προβλεπόμενες στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/72.

(16)

Για να μη διακοπεί η αλιεία και να διασφαλιστούν οι βιοτικοί πόροι των αλιέων της Ένωσης, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμοστεί από την 1η Ιανουαρίου 2017. Για λόγους επείγοντος, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει αμέσως μετά τη δημοσίευσή του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Με τον παρόντα κανονισμό καθορίζονται, για τα έτη 2017 και 2018, οι ετήσιες αλιευτικές δυνατότητες που διατίθενται στα ενωσιακά σκάφη για αποθέματα ιχθύων ορισμένων ειδών βαθέων υδάτων στα ενωσιακά ύδατα και σε ορισμένα μη ενωσιακά ύδατα στα οποία απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)   «ενωσιακό αλιευτικό σκάφος»: αλιευτικό σκάφος που φέρει τη σημαία κράτους μέλους και είναι νηολογημένο στην Ένωση,

β)   «ενωσιακά ύδατα»: τα ύδατα υπό την κυριαρχία ή τη δικαιοδοσία των κρατών μελών, εκτός από τα ύδατα που βρίσκονται κοντά στα εδάφη που αναφέρονται στο παράρτημα II της Συνθήκης,

γ)   «συνολικό επιτρεπόμενο αλίευμα» (TAC): η ποσότητα που μπορεί να αλιευθεί και να εκφορτωθεί από κάθε απόθεμα ιχθύος κατ' έτος,

δ)   «ποσόστωση»: η αναλογία του TAC που διατίθεται στην Ένωση ή σε κράτος μέλος,

ε)   «διεθνή ύδατα»: τα ύδατα που δεν υπάγονται στην κυριαρχία ή τη δικαιοδοσία κανενός κράτους.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί ζωνών:

α)

οι ζώνες ICES (Διεθνές Συμβούλιο Εξερεύνησης της Θάλασσας) είναι οι γεωγραφικές περιοχές που ορίζονται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 218/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6),

β)

ζώνες CECAF (Επιτροπή Αλιείας Κεντροανατολικού Ατλαντικού) είναι οι γεωγραφικές ζώνες που ορίζονται στο παράρτημα II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7).

Άρθρο 3

TAC και κατανομές

Τα TAC για είδη βαθέων υδάτων που αλιεύονται από ενωσιακά σκάφη στα ενωσιακά ύδατα και σε ορισμένα μη ενωσιακά ύδατα καθώς και η κατανομή των εν λόγω TAC μεταξύ των κρατών μελών και οι όροι που συνδέονται λειτουργικά με αυτά ορίζονται στο παράρτημα, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 4

Ειδικές διατάξεις περί κατανομής αλιευτικών δυνατοτήτων

1.   Η κατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων μεταξύ των κρατών μελών, η οποία προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, δεν θίγει:

α)

ανταλλαγές που πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013,

β)

τις μειώσεις και ανακατανομές που πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου (8),

γ)

ανακατανομές που πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1006/2008 του Συμβουλίου (9),

δ)

πρόσθετες εκφορτώσεις που επιτρέπονται δυνάμει του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 847/96,

ε)

ποσότητες που διατηρούνται σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 847/96,

στ)

μειώσεις που γίνονται σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 107 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.

2.   Το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 847/96 εφαρμόζεται στα αποθέματα που υπόκεινται σε προληπτικό TAC, το δε άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3, καθώς και το άρθρο 4 του ίδιου κανονισμού, εφαρμόζονται στα αποθέματα που υπόκεινται σε αναλυτικό TAC, εάν δεν ορίζεται διαφορετικά στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 5

Όροι για την εκφόρτωση κύριων και παρεμπιπτόντων αλιευμάτων

Αλιεύματα προερχόμενα από αποθέματα για τα οποία καθορίζονται TAC επιτρέπεται να διατηρούνται επί του αλιευτικού σκάφους ή να εκφορτώνονται μόνο εάν έχουν αλιευθεί από αλιευτικά σκάφη που φέρουν σημαία κράτους μέλους το οποίο διαθέτει ποσόστωση και εφόσον αυτή δεν έχει εξαντληθεί.

Άρθρο 6

Απαγόρευση

Απαγορεύεται στα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη να αλιεύουν καθρεπτόψαρο του Ατλαντικού (Hoplostethus atlanticus) σε ενωσιακά και διεθνή ύδατα των υποπεριοχών ICES I, II, III, IV, V, VI· VIΙ· VIII, IX, X, XII και XIV, καθώς και να διατηρούν επί του σκάφους, να μεταφορτώνουν ή να εκφορτώνουν καθρεπτόψαρο Ατλαντικού που έχει αλιευθεί στη ζώνη αυτή.

Άρθρο 7

Διαβίβαση δεδομένων

Όταν, σύμφωνα με τα άρθρα 33 και 34 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή δεδομένα που αφορούν εκφορτώσεις των αλιευθεισών ποσοτήτων αποθεμάτων, χρησιμοποιούν τους κωδικούς αποθεμάτων που αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 8

Τροποποίηση στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/72

Στο παράρτημα IΑ του κανονισμού (ΕΕ) 2016/72, η καταχώριση στον πίνακα για τον γαύρο στις υποπεριοχές ICES ΙΧ, Χ και στα ενωσιακά ύδατα της CECAF 34.1.1 (ANE/9/3411) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

Είδος:

Γαύρος

Engraulis encrasicolus

Ζώνη:

IX και Χ· ενωσιακά ύδατα CECAF 34.1.1

(ANE/9/3411)

Ισπανία

7 174

 

 

Πορτογαλία

7 826

 

 

Ένωση

15 000

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

15 000

 

Προληπτικό TAC

Άρθρο 9

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της ημερομηνίας δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2017. Ωστόσο, το άρθρο 8 εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2016.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 12 Δεκεμβρίου 2016.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

G. MATEČNÁ


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με την κοινή αλιευτική πολιτική, την τροποποίηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1954/2003 και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 και (ΕΚ) αριθ. 639/2004 και της απόφασης 2004/585/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 22).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2347/2002 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για τη θέσπιση ειδικών απαιτήσεων πρόσβασης και συναφών όρων που εφαρμόζονται στην αλιεία αποθεμάτων βαθέων υδάτων (ΕΕ L 351 της 28.12.2002, σ. 6).

(3)  Συμφωνία για την εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με το δίκαιο της θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982, όσον αφορά τη διατήρηση και τη διαχείριση των αλληλοεπικαλυπτόμενων αποθεμάτων και των άκρως αποδημητικών ειδών ιχθύων (ΕΕ L 189 της 3.7.1998, σ. 16).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 847/96 του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 1996, που αφορά τη θέσπιση συμπληρωματικών όρων για την ετήσια διαχείριση των TAC και των ποσοστώσεων (ΕΕ L 115 της 9.5.1996, σ. 3).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/72 του Συμβουλίου, της 22ας Ιανουαρίου 2016, σχετικά με τον καθορισμό, για το 2016, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων στα ενωσιακά ύδατα, και για τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη, σε ορισμένα μη ενωσιακά ύδατα, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2015/104 (ΕΕ L 22 της 28.1.2016, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 218/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με την υποβολή στατιστικών για τις ονομαστικές αλιεύσεις από τα κράτη μέλη που αλιεύουν στο Βορειοανατολικό Ατλαντικό (ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 70).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 216/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με την υποβολή στατιστικών για τις ονομαστικές αλιεύσεις από τα κράτη μέλη που αλιεύουν σε ορισμένες ζώνες εκτός του Βορείου Ατλαντικού (ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, της 20ής Νοεμβρίου 2009, περί θεσπίσεως κοινοτικού συστήματος ελέγχου της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, τροποποιήσεως των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 847/96, (ΕΚ) αριθ. 2371/2002, (ΕΚ) αριθ. 811/2004, (ΕΚ) αριθ. 768/2005, (ΕΚ) αριθ. 2115/2005, (ΕΚ) αριθ. 2166/2005, (ΕΚ) αριθ. 388/2006, (ΕΚ) αριθ. 509/2007, (ΕΚ) αριθ. 676/2007, (ΕΚ) αριθ. 1098/2007, (ΕΚ) αριθ. 1300/2008, (ΕΚ) αριθ. 1342/2008 και καταργήσεως των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 1627/94 και (ΕΚ) αριθ. 1966/2006 (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1006/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τις άδειες αλιείας κοινοτικών αλιευτικών σκαφών εκτός των υδάτων της Κοινότητας και για την πρόσβαση σκαφών τρίτων χωρών στα ύδατα της Κοινότητας, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 και (ΕΚ) αριθ. 1627/94 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3317/94 (ΕΕ L 286 της 29.10.2008, σ. 33).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Οι αναφορές σε αλιευτικές ζώνες είναι αναφορές σε ζώνες ICES, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά.

ΜΕΡΟΣ 1

Ορισμός ειδών και ομάδων ειδών ιχθύων

1.

Στον κατάλογο που περιέχεται στο μέρος 2 του παρόντος παραρτήματος, τα ιχθυαποθέματα παρατίθενται με την αλφαβητική σειρά της λατινικής ονομασίας του είδους. Ωστόσο οι καρχαρίες βαθέων υδάτων αναφέρονται στην αρχή του εν λόγω καταλόγου. Ο κάτωθι πίνακας αντιστοιχίας των κοινών ονομασιών με τις λατινικές ονομασίες παρατίθεται για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:

Κοινή ονομασία

Τριψήφιος αλφαβητικός κωδικός

Επιστημονική ονομασία

Μαύρο σπαθόψαρο

BSF

Aphanopus carbo

Μπερυτσίδα

ALF

Beryx spp.

Γρεναδιέρος των βράχων

RNG

Coryphaenoides rupestris

Κορδέλα

RHG

Macrourus berglax

Λυθρίνι πελαγίσιο

SBR

Pagellus bogaraveo

Σαλούβαρδος

GFB

Phycis blennoides

2.

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως «καρχαρίες βαθέων υδάτων» νοούνται τα ακόλουθα είδη:

Κοινή ονομασία

Τριψήφιος αλφαβητικός κωδικός

Επιστημονική ονομασία

Σκυλόψαρα βαθέων υδάτων

API

Apristurus spp.

Ερπετοκαρχαρίας

HXC

Chlamydoselachus anguineus

Κοκκοαγκαθίτης

CWO

Centrophorus spp.

Πορτογαλικό σκυλόψαρο

CYO

Centroscymnus coelolepis

Μακρύρυγχο σκυλόψαρο

CYP

Centroscymnus crepidater

Μαύρο σκυλόψαρο

CFB

Centroscyllium fabricii

Κεντρόνι

DCA

Deania calcea

Σκυμνοσκυλόψαρο

SCK

Dalatias licha

Μεγάλος μαυροαγκαθίτης

ETR

Etmopterus princeps

Μαυροαγκαθίτης

ETX

Etmopterus spinax

Σκυλόψαρο

GAM

Galeus murinus

Εξακαρχαρίας

SBL

Hexanchus griseus

Γουρουνόψαρο παράδοξο

OXN

Oxynotus paradoxus

Σκυμνόδοντας

SYR

Scymnodon ringens

Μαυροσκυλόψαρο Γροιλανδίας

GSK

Somniosus microcephalus

ΜΕΡΟΣ 2

Ετήσιες αλιευτικές δυνατότητες (σε τόνους βάρους ζωντανών αλιευμάτων)

Είδος:

Καρχαρίες βαθέων υδάτων

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα των V, VI, VII, VIII και IX

(DWS/56789-)

Έτος

2017

2018

 

 

Ένωση

10 (1)

10 (1)

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

10 (1)

10 (1)

 

Προληπτικό TAC

Δεν εφαρμόζεται το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 847/96.


Είδος:

Καρχαρίες βαθέων υδάτων

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα της ζώνης X

(DWS/10-)

Έτος

2017

2018

 

 

Πορτογαλία

10 (2)

10 (2)

 

 

Ένωση

10 (2)

10 (2)

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

10 (2)

10 (2)

 

Προληπτικό TAC

Δεν εφαρμόζεται το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 847/96.


Είδος:

Καρχαρίες βαθέων υδάτων, Deania hystricosa και Deania profundorum

Ζώνη:

Διεθνή ύδατα της ζώνης XII

(DWS/12INT-)

Έτος

2017

2018

 

 

Ιρλανδία

0

0

 

 

Ισπανία

0

0

 

 

Γαλλία

0

0

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

0

0

 

 

Ένωση

0

0

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

0

0

 

Προληπτικό TAC

Δεν εφαρμόζεται το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 847/96.


Είδος:

Καρχαρίες βαθέων υδάτων

Ζώνη:

ύδατα ΕΕ της CECAF 34.1.1, 34.1.2 και 34.2

(DWS/F3412C)

Έτος

2017

2018

 

 

Ένωση

10 (3)

10 (3)

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

10 (3)

10 (3)

 

Προληπτικό TAC

Δεν εφαρμόζεται το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 847/96.


Είδος:

Μαύρο σπαθόψαρο

Aphanopus carbo

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα των ζωνών I, II, III και IV

(BSF/1234-)

Έτος

2017

2018

 

 

Γερμανία

3

3

 

 

Γαλλία

3

3

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

3

3

 

 

Ένωση

9

9

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

9

9

 

Προληπτικό TAC


Είδος:

Μαύρο σπαθόψαρο

Aphanopus carbo

Ζώνη:

ενωσιακά και διεθνή ύδατα των ζωνών V, VI, VII και XII

(BSF/56712-)

Έτος

2017

2018

 

 

Γερμανία

34

30

 

 

Εσθονία

17

15

 

 

Ιρλανδία

84

74

 

 

Ισπανία

168

148

 

 

Γαλλία

2 362

2 078

 

 

Λετονία

110

97

 

 

Λιθουανία

1

1

 

 

Πολωνία

1

1

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

168

148

 

 

Άλλα

9 (4)

8 (4)

 

 

Ένωση

2 954

2 600

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

2 954

2 600

 

Αναλυτικό TAC


Είδος:

Μαύρο σπαθόψαρο

Aphanopus carbo

Ζώνη:

ενωσιακά και διεθνή ύδατα των ζωνών VIII, IX και X

(BSF/8910-)

Έτος

2017

2018

 

 

Ισπανία

10

9

 

 

Γαλλία

26

23

 

 

Πορτογαλία

3 294

2 965

 

 

Ένωση

3 330

2 997

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

3 330

2 997

 

Αναλυτικό TAC


Είδος:

Μαύρο σπαθόψαρο

Aphanopus carbo

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα της CECAF 34.1.2

(BSF/C3412-)

Έτος

2017

2018

 

 

Πορτογαλία

2 488

2 189

 

 

Ένωση

2 488

2 189

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

2 488

2 189

 

Προληπτικό TAC


Είδος:

Μπερυτσίδα

Beryx spp.

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα των ζωνών III, IV, V, VI, VII, VIII, IX, X, XII και XIV

(ALF/3X14-)

Έτος

2017

2018

 

 

Ιρλανδία

9

9

 

 

Ισπανία

63

63

 

 

Γαλλία

17

17

 

 

Πορτογαλία

182

182

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

9

9

 

 

Ένωση

280

280

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

280

280

 

Αναλυτικό TAC


Είδος:

Γρεναδιέρος των βράχων

Coryphaenoides rupestris

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα των ζωνών I, II και IV

(RNG/124-)

Έτος

2017

2018

 

 

Δανία

1 (5)

1 (5)

 

 

Γερμανία

1 (5)

1 (5)

 

 

Γαλλία

7 (5)

7 (5)

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

1 (5)

1 (5)

 

 

Ένωση

10 (5)

10 (5)

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

10 (5)

10 (5)

 

Προληπτικό TAC


Είδος:

Γρεναδιέρος των βράχων

Coryphaenoides rupestris

Ζώνη

Union and international waters of III

(RNG/03-)

Έτος

2017

2018

 

 

Δανία

263 (6)  (7)

211 (6)  (7)

 

 

Γερμανία

1 (6)  (7)

1 (6)  (7)

 

 

Σουηδία

14 (6)  (7)

11 (6)  (7)

 

 

Ένωση

278 (6)  (7)

223 (6)  (7)

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

278 (6)  (7)

223 (6)  (7)

 

Προληπτικό TAC


Είδος:

Γρεναδιέρος των βράχων

Coryphaenoides rupestris

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα των ζωνών Vb, VI και VII

(RNG/5B67-)

Έτος

2017

2018

 

 

Γερμανία

6 (8)  (9)

6 (8)  (9)

 

 

Εσθονία

45 (8)  (9)

46 (8)  (9)

 

 

Ιρλανδία

198 (8)  (9)

203 (8)  (9)

 

 

Ισπανία

49 (8)  (9)

50 (8)  (9)

 

 

Γαλλία

2 513  (8)  (9)

2 569  (8)  (9)

 

 

Λιθουανία

58 (8)  (9)

59 (8)  (9)

 

 

Πολωνία

29 (8)  (9)

30 (8)  (9)

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

148 (8)  (9)

151 (8)  (9)

 

 

Άλλα

6 (8)  (9)  (10)

6 (8)  (9)  (10)

 

 

Ένωση

3 052  (8)  (9)

3 120  (8)  (9)

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

3 052  (8)  (9)

3 120  (8)  (9)

 

Αναλυτικό TAC


Είδος:

Γρεναδιέρος των βράχων

Coryphaenoides rupestris

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα των ζωνών VIII, IX, X, XII και XIV

(RNG/8X14-)

Έτος

2017

2018

 

 

Γερμανία

17 (11)  (12)

14 (11)  (12)

 

 

Ιρλανδία

4 (11)  (12)

3 (11)  (12)

 

 

Ισπανία

1 883  (11)  (12)

1 508  (11)  (12)

 

 

Γαλλία

87 (11)  (12)

69 (11)  (12)

 

 

Λετονία

30 (11)  (12)

24 (11)  (12)

 

 

Λιθουανία

4 (11)  (12)

3 (11)  (12)

 

 

Πολωνία

590 (11)  (12)

472 (11)  (12)

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

8 (11)  (12)

6 (11)  (12)

 

 

Ένωση

2 623  (11)  (12)

2 099  (11)  (12)

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

2 623  (11)  (12)

2 099  (11)  (12)

 

Αναλυτικό TAC


Είδος:

Λυθρίνι πελαγίσιο

Pagellus bogaraveo

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα των ζωνών VI, VII και VIII

(SBR/678-)

Έτος

2017

2018

 

 

Ιρλανδία

4 (13)

4 (13)

 

 

Ισπανία

116 (13)

104 (13)

 

 

Γαλλία

6 (13)

5 (13)

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

14 (13)

13 (13)

 

 

Άλλα

4 (13)

4 (13)

 

 

Ένωση

144 (13)

130 (13)

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

144 (13)

130 (13)

 

Αναλυτικό TAC


Είδος:

Λυθρίνι πελαγίσιο

Pagellus bogaraveo

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα της ζώνης IX (14)

(SBR/09-)

Έτος

2017

2018

 

 

Ισπανία

137 (15)

130 (15)

 

 

Πορτογαλία

37 (15)

35 (15)

 

 

Ένωση

174 (15)

165 (15)

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

174 (15)

165 (15)

 

Αναλυτικό TAC


Είδος:

Λυθρίνι πελαγίσιο

Pagellus bogaraveo

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα της ζώνης X

(SBR/10-)

Έτος

2017

2018

 

 

Ισπανία

5

5

 

 

Πορτογαλία

507

507

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

5

5

 

 

Ένωση

517

517

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

517

517

 

ΑναλυτικόΤAC


Είδος:

Σαλούβαρδος

Phycis blennoides

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα των ζωνών I, II, III και IV

(GFB/1234-)

Έτος

2017

2018

 

 

Γερμανία

9

8

 

 

Γαλλία

9

8

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

15

13

 

 

Ένωση

33

29

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

33

29

 

Αναλυτικό TAC


Είδος:

Σαλούβαρδος

Phycis blennoides

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα των ζωνών V, VI και VII

(GFB/567-)

Έτος

2017

2018

 

 

Γερμανία

11 (16)

10 (16)

 

 

Ιρλανδία

278 (16)

247 (16)

 

 

Ισπανία

628 (16)

559 (16)

 

 

Γαλλία

380 (16)

338 (16)

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

869 (16)

774 (16)

 

 

Ένωση

2 166  (16)

1 928  (16)

 

 

Συνολικό επιτρεπόμενα αλιεύματα TAC

2 166  (16)

1 928  (16)

 

Αναλυτικό TAC


Είδος:

Σαλούβαρδος

Phycis blennoides

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα των ζωνών VIII και IX

(GFB/89-)

Έτος

2017

2018

 

 

Ισπανία

258 (17)

230 (17)

 

 

Γαλλία

16 (17)

14 (17)

 

 

Πορτογαλία

11 (17)

10 (17)

 

 

Ένωση

285 (17)

254 (17)

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

285 (17)

254 (17)

 

Αναλυτικό TAC


Είδος:

Σαλούβαρδος

Phycis blennoides

Ζώνη:

Ενωσιακά και διεθνή ύδατα των ζωνών X και XII

(GFB/1012-)

Έτος

2017

2018

 

 

Γαλλία

9

8

 

 

Πορτογαλία

40

36

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

9

8

 

 

Ένωση

58

52

 

 

Συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC)

58

52

 

Αναλυτικό TAC

(1)  Αποκλειστικά για παρεμπίπτοντα αλιεύματα κατά την αλιεία με παραγάδι με στόχο το μαύρο σπαθόψαρο. Κατευθυνόμενη αλιεία δεν επιτρέπεται.

(2)  Αποκλειστικά για παρεμπίπτοντα αλιεύματα κατά την αλιεία με παραγάδι με στόχο το μαύρο σπαθόψαρο. Κατευθυνόμενη αλιεία δεν επιτρέπεται.

(3)  Αποκλειστικά για παρεμπίπτοντα αλιεύματα κατά την αλιεία με παραγάδι με στόχο το μαύρο σπαθόψαρο. Κατευθυνόμενη αλιεία δεν επιτρέπεται.

(4)  Αποκλειστικά για παρεμπίπτοντα αλιεύματα. Δεν επιτρέπεται κατευθυνόμενη αλιεία στο πλαίσιο της ποσόστωσης αυτής.

(5)  Κατευθυνόμενη αλιεία κορδέλας δεν επιτρέπεται. Τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα κορδέλας (RHG/124-) καταλογίζονται στην ποσόστωση αυτή. Δεν μπορούν να υπερβαίνουν το 1 % της ποσόστωσης.

(6)  Απαγορεύεται η κατευθυνόμενη αλιεία γρεναδιέρου των βράχων στη ζώνη ICES IIIa..

(7)  Κατευθυνόμενη αλιεία κορδέλας δεν επιτρέπεται. Τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα κορδέλας (RHG/03-) καταλογίζονται στην ποσόστωση αυτή. Δεν μπορούν να υπερβαίνουν το 1 % της ποσόστωσης.

(8)  Μπορεί να αλιευθεί το 10 % κάθε ποσόστωσης κατ' ανώτατο όριο σε ενωσιακά ύδατα και σε διεθνή ύδατα των ζωνών VIII, IX, X, XII και XIV (RNG/*8X14- όσον αφορά τον γρεναδιέρο των βράχων·RHG/*8X14- για παρεμπίπτοντα αλιεύματα κορδέλας).

(9)  Κατευθυνόμενη αλιεία κορδέλας δεν επιτρέπεται. Τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα κορδέλας (RHG/5B67-) καταλογίζονται στην ποσόστωση αυτή. Δεν μπορούν να υπερβαίνουν το 1 % της ποσόστωσης.

(10)  Αποκλειστικά για παρεμπίπτοντα αλιεύματα. Δεν επιτρέπεται κατευθυνόμενη αλιεία.

(11)  Μπορεί να αλιευθεί το 10 % κάθε ποσόστωσης κατ' ανώτατο όριο σε ενωσιακά ύδατα και σε διεθνή ύδατα των ζωνών Vb, VI, VII (RNG/*5B67-όσον αφορά τον γρεναδιέρο των βράχων·RHG/*5B67- για παρεμπίπτοντα αλιεύματα κορδέλας).

(12)  Κατευθυνόμενη αλιεία κορδέλας δεν επιτρέπεται. Τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα κορδέλας (RHG/8X14-) καταλογίζονται στην ποσόστωση αυτή. Δεν μπορούν να υπερβαίνουν το 1 % της ποσόστωσης.

(13)  Αποκλειστικά για παρεμπίπτοντα αλιεύματα. Δεν επιτρέπεται κατευθυνόμενη αλιεία στο πλαίσιο της ποσόστωσης αυτής.

(14)  Τα αλιεύματα στη ζώνη ΓΕΑΜ 37.1.1 πρέπει ωστόσο να αναφερθούν (SBR/F3711). Τα αλιεύματα στη ζώνη CECAF 34.1.11 πρέπει ωστόσο να αναφερθούν (SBR/F34111).

(15)  Το 8 % της ποσόστωσης αυτής κατ' ανώτατο όριο μπορεί να αλιευθεί σε ενωσιακά ύδατα και σε διεθνή ύδατα των ζωνών VI, VII και VIII (SBR/*678-).

(16)  Το 8 % της ποσόστωσης αυτής κατ' ανώτατο όριο μπορεί να αλιευθεί σε ενωσιακά ύδατα και σε διεθνή ύδατα των ζωνών VΙΙΙ και ΙΧ (GFB/*89-).

(17)  Το 8 % της ποσόστωσης αυτής κατ' ανώτατο όριο μπορεί να αλιευθεί σε ενωσιακά ύδατα και σε διεθνή ύδατα των ζωνών V, VΙ, VΙΙ (GFB/*567-).


17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/46


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/2286 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 15ης Δεκεμβρίου 2016

για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με την εφαρμογή πολιτικής εύλογης χρήσης και τη μεθοδολογία εκτίμησης της βιωσιμότητας της κατάργησης των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής, καθώς και την αίτηση που υποβάλλει ο πάροχος περιαγωγής για τους σκοπούς της εν λόγω εκτίμησης

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 531/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2012, για την περιαγωγή σε δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός της Ένωσης (1), και ιδίως το άρθρο 6δ παράγραφος 1,

Έπειτα από διαβούλευση με τον Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012, οι πάροχοι περιαγωγής οφείλουν να μην χρεώνουν στους πελάτες περιαγωγής πρόσθετο τέλος επιπλέον από την εγχώρια τιμή λιανικής σε κανένα κράτος μέλος, για τις ρυθμιζόμενες εξερχόμενες ή εισερχόμενες κλήσεις περιαγωγής, για τα ρυθμιζόμενα εξερχόμενα μηνύματα SMS περιαγωγής ή για τις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής που χρησιμοποιήθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των μηνυμάτων MMS, που υπόκεινται σε «πολιτική εύλογης χρήσης». Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται από τις 15 Ιουνίου 2017, εφόσον η νομοθετική πράξη που πρέπει να εκδοθεί κατόπιν της πρότασης που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού σχετικά με την αγορά περιαγωγής χονδρικής, έχει τεθεί σε εφαρμογή ως την ημερομηνία αυτή.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 531/2012 προβλέπει ότι σε συγκεκριμένες και εξαιρετικές περιστάσεις ένας πάροχος περιαγωγής μπορεί να ζητήσει από την οικεία εθνική ρυθμιστική αρχή άδεια προκειμένου να επιβάλει πρόσθετο τέλος στους πελάτες περιαγωγής. Οποιαδήποτε αίτηση για άδεια πρέπει να συνοδεύεται από όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που αποδεικνύουν ότι, απουσία πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής, ο πάροχος δεν είναι σε θέση να εισπράξει το οικείο κόστος παροχής λιανικών υπηρεσιών περιαγωγής, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης.

(3)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί συνεπής εφαρμογή οποιασδήποτε πολιτικής στην Ένωση με στόχο την αποτροπή καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης των υπηρεσιών περιαγωγής («πολιτική εύλογης χρήσης») και των αδειών για την επιβολή πρόσθετου τέλους, είναι απαραίτητο να θεσπιστούν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την εφαρμογή της εν λόγω πολιτικής εύλογης χρήσης και σχετικά με τη μεθοδολογία για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας της κατάργησης των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής, καθώς και σχετικά με την αίτηση που υποβάλλει ο πάροχος περιαγωγής για τους σκοπούς της εν λόγω εκτίμησης.

(4)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012, ο στόχος της πολιτικής εύλογης χρήσης είναι να αποτρέπει την καταχρηστική ή πέραν του φυσιολογικού χρήση των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής εκ μέρους των πελατών περιαγωγής στην ισχύουσα εγχώρια τιμή, όπως η χρήση αυτών των υπηρεσιών για λόγους εκτός των κατά διαστήματα ταξιδιών, για παράδειγμα η χρήση αυτών των υπηρεσιών σε μόνιμη βάση. Τα εκτελεστικά μέτρα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι η δυνατότητα να εφαρμόζεται πολιτική εύλογης χρήσης της περιαγωγής προς επιδίωξη του στόχου αυτού δεν αξιοποιείται από παρόχους περιαγωγής για άλλους σκοπούς, σε βάρος των πελατών περιαγωγής που εμπλέκονται σε οποιαδήποτε μορφή κατά διαστήματα ταξιδιών.

(5)

Με την κατάργηση των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής στην Ένωση, ισχύουν οι ίδιοι όροι τιμολόγησης για τη χρήση υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών κατά την περιαγωγή στο εξωτερικό εντός της Ένωσης και στη χώρα προέλευσης (δηλαδή στη χώρα συνδρομής του πελάτη σε κινητές επικοινωνίες). Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 531/2012 αποβλέπει στην εξάλειψη των διαφορών μεταξύ των εγχώριων τιμών και εκείνων που ισχύουν για περιαγωγή για τα κατά διαστήματα ταξίδια εντός της Ένωσης, με αποτέλεσμα υπηρεσίες περιαγωγής σε τιμές εσωτερικού. Οι κανόνες του δεν αποσκοπούν, ωστόσο, σε δυνατότητα μόνιμης περιαγωγής σε ολόκληρη την Ένωση, δηλαδή στην κατάσταση κατά την οποία ένας πελάτης σε κράτος μέλος όπου οι εγχώριες τιμές κινητών επικοινωνιών είναι υψηλότερες αγοράζει υπηρεσίες από φορείς εκμετάλλευσης που βρίσκονται σε κράτη μέλη όπου οι εγχώριες τιμές κινητών επικοινωνιών είναι χαμηλότερες, και στο οποίο ο πελάτης δεν είναι κανονικά κάτοικος ούτε έχει άλλους σταθερούς δεσμούς που συνεπάγονται συχνή και παρατεταμένη διαμονή στο έδαφός του, με σκοπό τη μόνιμη δυνατότητα περιαγωγής στο πρώτο κράτος μέλος.

(6)

Η χρήση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής στην ισχύουσα εγχώρια τιμή σε μόνιμη βάση για λόγους εκτός των κατά διαστήματα ταξιδιών είναι πιθανόν να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό, να ασκήσει ανοδική πίεση στις εγχώριες τιμές στις αγορές προέλευσης και να θέσει σε κίνδυνο τα επενδυτικά κίνητρα, τόσο στις αγορές προέλευσης όσο και στις αγορές επίσκεψης. Στις αγορές επίσκεψης, οι φορείς εκμετάλλευσης δικτύου επίσκεψης θα ανταγωνίζονται άμεσα με τους εγχώριους παρόχους υπηρεσιών των άλλων κρατών μελών, όπου οι τιμές, το κόστος και οι ρυθμιστικές συνθήκες και οι συνθήκες ανταγωνισμού ενδέχεται να διαφέρουν κατά πολύ και με βάση τους όρους περιαγωγής χονδρικής που είναι κοντά στο κόστος με αποκλειστικό σκοπό τη διευκόλυνση της περιαγωγής κατά διαστήματα. Για τον φορέα εκμετάλλευσης του δικτύου της χώρας προέλευσης, η μόνιμη χρήση των εγχώριων τιμολογίων κατά την περιαγωγή ενδέχεται να οδηγήσει σε άρνηση ή περιορισμό των υπηρεσιών περιαγωγής χονδρικής από τους φορείς εκμετάλλευσης δικτύου επίσκεψης, ή την παροχή, από τον φορέα εκμετάλλευσης του δικτύου της χώρας προέλευσης, περιορισμένου εγχώριου όγκου ή την εφαρμογή υψηλότερων εγχώριων τιμών, με επακόλουθες επιπτώσεις στην ικανότητα του φορέα εκμετάλλευσης του δικτύου της χώρας προέλευσης να εξυπηρετεί τους κανονικούς εγχώριους πελάτες του, τόσο στη χώρα προέλευσης όσο και στο εξωτερικό.

(7)

Είναι αναγκαίο να θεσπιστούν κανόνες εφαρμογής βασισμένοι σε σαφείς και γενικώς ισχύουσες αρχές, ικανοί να περιλάβουν τις πολλές και ποικίλες μορφές περιοδικών ταξιδιών από πελάτες περιαγωγής, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η πολιτική εύλογης χρήσης δεν θα συνιστά φραγμό στο να απολαμβάνουν οι εν λόγω πελάτες πλήρως την «περιαγωγή σε τιμές εσωτερικού». Με σκοπό την εφαρμογή της πολιτικής εύλογης χρήσης από τον πάροχο περιαγωγής, ο πελάτης πρέπει να θεωρείται κανονικά ότι ταξιδεύει κατά διαστήματα στο εξωτερικό εντός της Ένωσης, όταν ο εν λόγω πελάτης διαμένει κανονικά στο κράτος μέλος του παρόχου περιαγωγής ή έχει σταθερούς δεσμούς με αυτό το κράτος μέλος, που συνεπάγονται συχνή και ουσιαστική παρουσία στο έδαφός του, και κάνει χρήση των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος.

(8)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 531/2012 προβλέπει ότι κάθε πολιτική εύλογης χρήσης οφείλει να παρέχει τη δυνατότητα στους πελάτες του παρόχου περιαγωγής να καταναλώνουν όγκους ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που προσφέρονται με τις ισχύουσες εγχώριες τιμές λιανικής οι οποίες συνάδουν με το αντίστοιχο τιμολογιακό τους πρόγραμμα.

(9)

Ο παρών κανονισμός πρέπει να ισχύει με την επιφύλαξη της δυνατότητας των παρόχων περιαγωγής να προσφέρουν, και των πελατών περιαγωγής να επιλέγουν αυτοβούλως, εναλλακτικό τιμολόγιο περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 6ε παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, το οποίο θα μπορούσε να περιλαμβάνει συμβατικούς όρους χρήσης που δεν εμπίπτουν στην πολιτική εύλογης χρήσης που θεσπίζεται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

(10)

Προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι υπηρεσίες περιαγωγής δεν υπόκεινται σε καταχρηστική ή πέραν του φυσιολογικού χρήση που δεν συνδέεται με τα κατά διαστήματα ταξίδια εκτός του κράτους μέλους διαμονής του πελάτη ή με το οποίο ο πελάτης έχει σταθερούς δεσμούς που συνεπάγονται συχνή και ουσιαστική παρουσία στο έδαφός του, οι πάροχοι περιαγωγής ενδέχεται να πρέπει να καθορίσουν τη συνήθη διαμονή των πελατών περιαγωγής ή την ύπαρξη τέτοιων σταθερών δεσμών. Λαμβανομένων υπόψη των αποδεικτικών στοιχείων που είναι συνήθη στο αντίστοιχο κράτος μέλος και του θεωρούμενου επιπέδου κινδύνου καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης, ο πάροχος περιαγωγής πρέπει να είναι σε θέση να διευκρινίζει τα προς υποβολή εύλογα αποδεικτικά στοιχεία για τον τόπο διαμονής, υπό την επίβλεψη της εθνικής ρυθμιστικής αρχής όσον αφορά την αναλογικότητα του συνολικού φόρτου τεκμηρίωσης και της καταλληλότητάς του στο εθνικό πλαίσιο. Στα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία, όσον αφορά τους μεμονωμένους χρήστες, μπορεί να περιλαμβάνεται δήλωση του πελάτη, προσκόμιση έγκυρου εγγράφου που επιβεβαιώνει το κράτος μέλος διαμονής του πελάτη, προσδιορισμό της ταχυδρομικής διεύθυνσης ή της διεύθυνσης χρέωσης του πελάτη για άλλες υπηρεσίες που παρέχονται στο κράτος μέλος του παρόχου περιαγωγής, δήλωση εγγραφής για μαθήματα πλήρους φοίτησης από ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αποδεικτικό εγγραφής σε τοπικούς εκλογικούς καταλόγους ή πληρωμής τοπικών/κατά κεφαλήν φόρων. Στην περίπτωση εμπορικών πελατών, τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία μπορεί να περιλαμβάνουν έγγραφα για τον τόπο σύστασης ή ίδρυσης της επιχείρησης, για τον τόπο της πραγματικής άσκησης της κύριας οικονομικής της δραστηριότητας ή για τον κύριο τόπο όπου οι εργαζόμενοι που προσδιορίζεται ότι χρησιμοποιούν συγκεκριμένη κάρτα SIM εκτελούν τα καθήκοντά τους. Σταθεροί δεσμοί με κράτος μέλος που συνεπάγονται συχνή και ουσιαστική παρουσία στο έδαφός του μπορούν να προκύψουν από διαρκή σχέση εργασίας πλήρους απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένων των μεθοριακών εργαζομένων· διαρκείς συμβατικές σχέσεις που συνεπάγονται παρόμοια φυσική παρουσία αυτοαπασχολούμενου ατόμου, συμμετοχή σε επαναλαμβανόμενα εκπαιδευτικά προγράμματα με πλήρες ωράριο· ή από άλλες καταστάσεις, όπως αποσπασμένων εργαζομένων ή συνταξιούχων, εφόσον αφορούν ανάλογο επίπεδο εδαφικής παρουσίας.

(11)

Οι πάροχοι περιαγωγής οφείλουν να περιορίζουν τα αιτήματα για υποβολή αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με τον συνήθη τόπο διαμονής ή άλλους σταθερούς δεσμούς που συνεπάγονται συχνή και παρατεταμένη διαμονή μετά τη σύναψη συγκεκριμένου συμβολαίου αυστηρά σε περιστάσεις στις οποίες τα δεδομένα που πρέπει να συλλεχθούν για σκοπούς χρέωσης φαίνεται να παρέχουν ενδείξεις καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης που δεν συνδέεται με κατά διαστήματα ταξίδια. Τα αποδεικτικά στοιχεία που ζητούνται οφείλουν να περιλαμβάνουν μόνο τα εντελώς απαραίτητα και ανάλογα για την επιβεβαίωση των σχέσεων του πελάτη με το κράτος μέλος του παρόχου περιαγωγής. Ελλείψει συναφών λόγων δεν πρέπει να επιβάλλονται απαιτήσεις τεκμηρίωσης σε πελάτες όσον αφορά τη διαβεβαίωση της συμμόρφωσης με τους όρους της πολιτικής εύλογης χρήσης. Συγκεκριμένα, δεν πρέπει να υφίσταται απαίτηση επαναλαμβανόμενης υποβολής αυτών των εγγράφων που δεν συνδέονται με αξιολόγηση βάσει κινδύνου της πιθανότητας καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης.

(12)

Προκειμένου να επιτρέπεται στους πελάτες να καταναλώνουν όγκους ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που προσφέρονται στις ισχύουσες εγχώριες τιμές λιανικής οι οποίες συνάδουν με τα αντίστοιχα εγχώρια τιμολογιακά του προγράμματα, ο πάροχος περιαγωγής οφείλει κατά γενικό κανόνα να μην επιβάλλει όριο στους όγκους των υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμοι στον πελάτη περιαγωγής πέραν του εγχώριου περιορισμού, όταν ο πελάτης ταξιδεύει κατά διαστήματα στην Ένωση. Τα εν λόγω εγχώρια όρια πρέπει να περιλαμβάνουν κάθε ισχύουσα πολιτική εύλογης χρήσης όσον αφορά την εγχώρια χρήση του τιμολογιακού προγράμματος.

(13)

Στο πλαίσιο ορισμένων εγχώριων τιμολογιακών προγραμμάτων που περιγράφονται κατωτέρω ως δέσμες ανοικτών δεδομένων, η κατανάλωση δεδομένων μπορεί να είναι απεριόριστη ή μπορεί να παρέχονται όγκοι δεδομένων σε τεκμαρτή εγχώρια ανά μονάδα τιμή χαμηλή σε σχέση με το μέγιστο ρυθμιζόμενο τέλος περιαγωγής χονδρικής που αναφέρεται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012. Ελλείψει διασφαλίσεων μεγάλου όγκου αναφορικά με τις εν λόγω δέσμες ανοικτών δεδομένων, είναι πιθανότερο ότι τα εν λόγω, και όχι άλλα, τιμολογιακά προγράμματα θα υπόκεινται σε οργανωμένη μεταπώληση σε πρόσωπα που δεν είναι μόνιμοι κάτοικοι ή δεν έχουν σταθερή σχέση που συνεπάγεται συχνή και παρατεταμένη διαμονή στο κράτος μέλος του παρόχου περιαγωγής. Επιπλέον, αυτή η ανώμαλη ή καταχρηστική χρήση των δεσμών ανοικτών δεδομένων μπορεί να οδηγήσει στην εξαφάνιση των εν λόγω τιμολογιακών προγραμμάτων στις εγχώριες αγορές ή στον περιορισμό της περιαγωγής με τέτοια τιμολογιακά προγράμματα, πράγμα που θα είναι εις βάρος των εγχώριων χρηστών και σε αντίθεση με τον στόχο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012. Ο κίνδυνος αυτός είναι σημαντικά μικρότερος για υπηρεσίες φωνητικών κλήσεων και σύντομων μηνυμάτων (SMS), καθώς οι υπηρεσίες αυτές υπόκεινται σε μεγαλύτερους φυσικούς ή χρονικούς περιορισμούς, ενώ οι πραγματικοί τρόποι χρήσης έχουν παραμείνει σταθεροί ή μειώνονται κατά τα τελευταία έτη. Αυτό ισχύει με την επιφύλαξη του δικαιώματος των φορέων εκμετάλλευσης να λαμβάνουν μέτρα για την αντιμετώπιση των εξαιρετικά άτυπων μορφών χρήσης υπηρεσιών περιαγωγής φωνητικών κλήσεων και σύντομων μηνυμάτων (SMS) που σχετίζονται με δόλιες δραστηριότητες. Αν και είναι αναγκαίο να προβλεφθούν πρόσθετες εγγυήσεις έναντι των εν λόγω αυξημένων κινδύνων κατάχρησης ρυθμιζόμενων λιανικών υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων στις ισχύουσες εγχώριες λιανικές τιμές στο πλαίσιο των δεσμών ανοικτών δεδομένων, οι εγχώριοι πελάτες που ταξιδεύουν κατά περιόδους εντός της Ένωσης πρέπει να μπορούν να καταναλώνουν όγκους λιανικής των εν λόγω υπηρεσιών ισοδύναμους με το διπλάσιο των όγκων που μπορούν να αγοραστούν στην ανώτατη τιμή χονδρικής δεδομένων περιαγωγής με χρηματικό ποσό ίσο προς τη συνολική εγχώρια τιμή λιανικής, εκτός ΦΠΑ, της συνιστώσας «υπηρεσίες κινητών επικοινωνιών» του εγχώριου τιμολογιακού προγράμματος για ολόκληρη τη σχετική περίοδο τιμολόγησης. Πρόκειται για όγκο που συνάδει με το εν λόγω εγχώριο τιμολογιακό πρόγραμμα, διότι προσαρμόζεται στις εγχώριες τιμές λιανικής του υπόψη τιμολογιακού προγράμματος και μπορεί επομένως να εφαρμόζεται στις περιπτώσεις δεσμών ανοικτών δεδομένων, ακόμη και όταν ομαδοποιείται με άλλες κινητές υπηρεσίες λιανικής. Η εφαρμογή του πολλαπλασιαστή δύο αντανακλά επαρκώς το γεγονός ότι οι φορείς εκμετάλλευσης συχνά διαπραγματεύονται τιμές χονδρικής για την περιαγωγή δεδομένων κάτω από τα ισχύοντα ανώτατα όρια, και ότι οι πελάτες συχνά δεν καταναλώνουν ολόκληρο το επιτρεπόμενο όριο δεδομένων που προβλέπεται βάσει του τιμολογιακού τους προγράμματος. Στο πλαίσιο αυτό, η διαφάνεια προς όφελος των καταναλωτών θα διασφαλίζεται με τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, σύμφωνα με τον οποίο ο πάροχος περιαγωγής αποστέλλει ειδοποίηση στον πελάτη περιαγωγής όταν έχει καταναλωθεί εξολοκλήρου ο ισχύων όγκος εύλογης χρήσης ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων, αναφέροντας το πρόσθετο τέλος που θα ισχύει για τυχόν πρόσθετη κατανάλωση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων από τον πελάτη περιαγωγής.

(14)

Προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος προπληρωμένες συνδρομές οι οποίες δεν προϋποθέτουν μακροπρόθεσμη δέσμευση να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για σκοπούς μόνιμης περιαγωγής, ο πάροχος περιαγωγής πρέπει να μπορεί, εναλλακτικά στην απαίτηση παροχής αποδείξεων κατοικίας ή σταθερών δεσμών που συνεπάγονται συχνή και παρατεταμένη παρουσία στο έδαφος του κράτους μέλους του εν λόγω παρόχου περιαγωγής, να περιορίζει τη χρήση ρυθμιζόμενων λιανικών υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων στις ισχύουσες εγχώριες λιανικές τιμές με προπληρωμένη συνδρομή σε όγκους που μπορούν να αγοραστούν στην ανώτατη τιμή δεδομένων περιαγωγής χονδρικής με το υπόλοιπο χρηματικό ποσό, εκτός ΦΠΑ, που είναι διαθέσιμο στην εν λόγω προπληρωμένη συνδρομή κατά τον χρόνο της κατανάλωσης περιαγωγής.

(15)

Ο πάροχος περιαγωγής πρέπει να είναι σε θέση να λάβει μέτρα για τον εντοπισμό και την αποτροπή καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής σε εγχώριες τιμές, για σκοπούς εκτός από τα κατά διαστήματα ταξίδια. Ταυτόχρονα, οι πελάτες περιαγωγής πρέπει να προστατεύονται από κάθε μέτρο το οποίο μπορεί να θίγει με οποιονδήποτε τρόπο τη δυνατότητα χρήσης ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που προσφέρονται με εγχώριες τιμές ενώ ταξιδεύουν περιοδικά στο εξωτερικό, εντός της Ένωσης. Τα μέτρα για τον εντοπισμό και την αποτροπή καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης ρυθμιζόμενων λιανικών υπηρεσιών περιαγωγής σε εγχώριες τιμές πρέπει να είναι απλά και διαφανή, με ελαχιστοποίηση του διοικητικού φόρτου για τους πελάτες περιαγωγής, καθώς και υπερβολικών και περιττών προειδοποιήσεων. Σύμφωνα με την απαίτηση κατοικίας ή σταθερών δεσμών που συνεπάγονται συχνή και παρατεταμένη παρουσία στη χώρα του παρόχου περιαγωγής, οι δείκτες που τεκμηριώνουν την πιθανότητα καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης πρέπει να βασίζονται σε αντικειμενικούς δείκτες συνδεόμενους με μοντέλα κίνησης που αποδεικνύουν τη μη επικρατούσα εγχώρια παρουσία του πελάτη στη χώρα του παρόχου περιαγωγής ή την επικρατούσα εγχώρια χρήση των εγχώριων υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών. Εξ ορισμού, τέτοιοι αντικειμενικοί δείκτες πρέπει να καθοριστούν σε ορισμένο χρονικό διάστημα. Το εν λόγω χρονικό διάστημα πρέπει να είναι αρκετά μεγάλο, τουλάχιστον τεσσάρων μηνών, ώστε οι πελάτες περιαγωγής να είναι σε θέση να καταναλώνουν λιανικές υπηρεσίες περιαγωγής σε εγχώριες τιμές, με ταυτόχρονη συμμετοχή σε προβλεπόμενες μορφές περιοδικών ταξιδιών στην Ένωση. Οι δείκτες παρουσίας στη χώρα του παρόχου περιαγωγής δεν θα πρέπει να επηρεάζονται αρνητικά από ακούσια περιαγωγή σε παραμεθόριες περιοχές. Εν προκειμένω, η κατάσταση τόσο των ακούσια περιαγόμενων πελατών όσο και των μεθοριακών εργαζομένων πρέπει να ληφθεί υπόψη, δεδομένου ότι η σύνδεση στο δίκτυο του παρόχου περιαγωγής ανά πάσα στιγμή εντός συγκεκριμένης ημέρας υποδηλώνει την ημέρα της εγχώριας παρουσίας για τους σκοπούς της εφαρμογής των αντικειμενικών δεικτών. Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012, οι πάροχοι υπηρεσιών περιαγωγής πρέπει επίσης να παρέχουν επαρκείς πληροφορίες ώστε οι πελάτες τους να μπορούν όντως να αποφεύγουν τις περιπτώσεις ακούσιας περιαγωγής. Η παρουσία και η κατανάλωση εκτός της Ένωσης δεν πρέπει να επηρεάζει αρνητικά την ικανότητα του πελάτη περιαγωγής να επωφελείται από την «περιαγωγή με χρέωση εσωτερικού» (RLAH) στην Ένωση, δεδομένου ότι αυτές δεν μπορούν να θεωρηθούν ως δείκτες κινδύνου να κάνει ο πελάτης χρήση της περιαγωγής στις ισχύουσες εγχώριες λιανικές τιμές στο κράτος μέλος του παρόχου περιαγωγής για σκοπούς άλλους από περιοδικά ταξίδια στην Ένωση. Σε αυτό το πλαίσιο, η παρουσία και η κατανάλωση θα πρέπει να υπολογίζονται ως εγχώριες για τους σκοπούς της εφαρμογής των αντικειμενικών δεικτών. Ο πάροχος περιαγωγής μπορεί επίσης να επικαλεστεί άλλες σαφείς αποδείξεις καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης ρυθμιζόμενων λιανικών υπηρεσιών περιαγωγής σε εγχώριες τιμές, όπως ελάχιστης χρήσης της συνδρομής στο κράτος μέλος του παρόχου περιαγωγής αλλά ως επί το πλείστον κατά την περιαγωγή, ή τη χρήση διάφορων συνδρομών που χρησιμοποιούνται από τον ίδιο πελάτη διαδοχικά κατά την περιαγωγή.

(16)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 για τη διασφάλιση της διαφάνειας στη χρήση των υπηρεσιών περιαγωγής και σύμφωνα με τους κανόνες στα συμβόλαια του τομέα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι συμβατικές ρήτρες που προβλέπουν πολιτική εύλογης χρήσης πρέπει να κοινοποιούνται σαφώς στους πελάτες πριν τεθούν σε εφαρμογή. Οι πολιτικές εύλογης χρήσης που εφαρμόζονται από έναν πάροχο περιαγωγής σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό πρέπει να κοινοποιούνται από τον πάροχο περιαγωγής στην εθνική ρυθμιστική αρχή.

(17)

Η επεξεργασία των δεδομένων κίνησης και θέσης υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2). Συγκεκριμένα, το άρθρο 6 επιτρέπει στον πάροχο περιαγωγής να επεξεργάζεται δεδομένα κίνησης απαραίτητα για τους σκοπούς χρέωσης των συνδρομητών ή για πληρωμές διασύνδεσης. Η εφαρμογή μέτρων από τον πάροχο περιαγωγής για την ανίχνευση και αποτροπή της καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής σε εγχώριες τιμές δεν επιτρέπεται να καταλήγει σε αποθήκευση και αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων που επιτρέπουν να αναγνωρίζεται προσωπικά ο πελάτης, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων θέσης και κίνησης, τα οποία δεν συνδέονται ή δεν είναι αναλογικά με τον σκοπό του εντοπισμού και της πρόληψης της καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης.

(18)

Συγκεκριμένα, ο πάροχος περιαγωγής πρέπει να είναι σε θέση να εντοπίζει και να αποτρέπει, σε περίπτωση παράβασης των όρων του συμβολαίου σε χονδρικό ή λιανικό επίπεδο, τρίτα μέρη από την εκμετάλλευση της «κίνησης περιαγωγής με χρέωση εσωτερικού» για διαμεσολάβηση όσον αφορά τις τιμές έτσι ώστε να αποκομίσει οικονομικό όφελος μέσω πωλήσεων σε πελάτες που κανονικά δεν διαμένουν ούτε έχουν άλλους σταθερούς δεσμούς με το κράτος μέλος του παρόχου περιαγωγής. Εφόσον ο φορέας εκμετάλλευσης διαπιστώνει, με αντικειμενικά και τεκμηριωμένα στοιχεία, τέτοια συστηματικά καταχρηστική δραστηριότητα, πρέπει να κοινοποιεί στην εθνική ρυθμιστική αρχή τα στοιχεία που συνιστούν τη συστηματική κατάχρηση και τα μέτρα που λαμβάνονται για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης με όλους τους όρους του ισχύοντος συμβολαίου, το αργότερο κατά τη λήψη του μέτρου.

(19)

Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, εφόσον ο φορέας εκμετάλλευσης διαθέτει τεκμηριωμένα στοιχεία συγκεκριμένων προτύπων χρήσης του καταναλωτή περιαγωγής που καταδεικνύουν την πιθανότητα καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού κατανάλωσης ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής σε επίπεδα εγχώριων τιμών για άλλους σκοπούς εκτός από τα κατά διαστήματα ταξίδια, παρά την τεκμηρίωση της διαμονής ή άλλων σταθερών δεσμών που παρέχονται από τον εν λόγω πελάτη, πρέπει πρώτα να προειδοποιεί τον πελάτη για τον κίνδυνο επιβολής πρόσθετων τελών περιαγωγής. Τα αντικειμενικά κριτήρια τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως δείκτες που τεκμηριώνουν την πιθανότητα καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης πρέπει να προσδιορίζονται λεπτομερώς εκ των προτέρων στο συμβόλαιο.

(20)

Η δυνατότητα του παρόχου περιαγωγής να επιβάλλει πρόσθετα τέλη ισχύει με την επιφύλαξη οποιωνδήποτε αναλογικών μέτρων ενδεχομένως ληφθούν, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο, σε περίπτωση που ο πελάτης έχει παράσχει εσκεμμένα ανακριβείς πληροφορίες, προκειμένου να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με όλους τους όρους του υποκείμενου συμβολαίου.

(21)

Οι πάροχοι περιαγωγής που εφαρμόζουν πολιτική εύλογης χρήσης πρέπει να θεσπίζουν διαφανείς, απλές και αποδοτικές διαδικασίες για την αντιμετώπιση των καταγγελιών των πελατών που σχετίζονται με την εφαρμογή την εν λόγω πολιτικής. Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, οι πελάτες περιαγωγής πρέπει σε κάθε περίπτωση να έχουν πρόσβαση στον αρμόδιο εξωδικαστικό φορέα επίλυσης διαφορών που επιλύει δίκαια και γρήγορα τις ανεπίλυτες διαφορές μεταξύ πελατών και παρόχων περιαγωγής οι οποίες προκύπτουν από την εφαρμογή της πολιτικής εύλογης χρήσης σύμφωνα με το άρθρο 34 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2009/136/ΕΚ (4).

(22)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να παρακολουθούν στενά και να επιβλέπουν την εφαρμογή της πολιτικής εύλογης χρήσης, ώστε να διασφαλίζουν ότι η πολιτική εύλογης χρήσης που εφαρμόζεται από τους εγχώριους παρόχους δεν παρεμποδίζει τη δυνατότητα διάθεσης στον πελάτη της «περιαγωγής με χρέωση εσωτερικού». Εάν η εθνική ρυθμιστική αρχή διαπιστώσει παραβίαση των υποχρεώσεων που ορίζονται στον κανονισμό περί περιαγωγής, έχει την αρμοδιότητα να απαιτήσει την άμεση παύση της εν λόγω παραβίασης.

(23)

Ο παρών κανονισμός πρέπει να ισχύει με την επιφύλαξη των υφιστάμενων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο ή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο. Σε αυτά συμπεριλαμβάνεται ιδίως το δικαίωμα των τελικών χρηστών να επωφελούνται από δίκτυα και υπηρεσίες κινητών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε οποιοδήποτε κράτος μέλος ανεξαρτήτως της εθνικότητάς τους ή του τόπου διαμονής τους στην Ένωση· τυχόν εθνικοί κανόνες που απαιτούν αποδεικτικό ταυτότητας ή άλλο αποδεικτικό έγγραφο προκειμένου να αποκτηθεί κάρτα SIM ή να πραγματοποιηθεί άλλως συνδρομή σε τέτοια δίκτυα ή υπηρεσίες· και τυχόν εθνικά μέτρα σχετικά με τη συνέχεια της παροχής των υπηρεσιών ή σχετικά με προπληρωμένη πίστωση με συγκεκριμένο αριθμό ή κάρτα SIM· και το δικαίωμα των παρόχων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να εφαρμόζουν κατάλληλα μέτρα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο για την καταπολέμηση της απάτης

(24)

Εφόσον τα πρότυπα χρήσης της περιαγωγής ποικίλλουν στη διάρκεια του έτους, οι αιτήσεις για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής που υποβάλλονται από πάροχο περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 προκειμένου να εξασφαλισθεί η βιωσιμότητα του εγχώριου τύπου χρέωσης πρέπει να αξιολογούνται βάσει δεδομένων κίνησης που καλύπτουν τουλάχιστον 12 μήνες. Για τον υπολογισμό του όγκου της κίνησης κατά τη διάρκεια του έτους, ο πάροχος περιαγωγής πρέπει να έχει τη δυνατότητα να υποβάλει προβλέψεις κυκλοφορίας. Οι εν λόγω προβλέψεις πρέπει να βασίζονται σε πραγματικά στοιχεία, όπως τα πραγματικά στοιχεία χρήσης της περιαγωγής, παρεκτάσεις της πραγματικής εγχώριας χρήσης σε χρήση περιαγωγής, παρεκτάσεις της πραγματικής χρήσης της περιαγωγής σημαντικού υποσυνόλου πελατών περιαγωγής που χρησιμοποιούν τιμολογιακά προγράμματα «περιαγωγής με χρέωση εσωτερικού» σε όλους τους πελάτες περιαγωγής βάσει των κανόνων «περιαγωγής με χρέωση εσωτερικού», σύμφωνα με το άρθρο 6α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012. Κατά την εξέταση των αιτήσεων παρέκκλισης βιωσιμότητας εκ μέρους διάφορων αιτούντων, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές οφείλουν να εξασφαλίζουν τη συνέπεια των εκάστοτε χρησιμοποιούμενων παραδοχών για τον υπολογισμό του προβλεπόμενου όγκου, αφού λάβουν δεόντως υπόψη τις σχετικές διαφορές όσον αφορά την εμπορική θέση και την πελατειακή βάση.

(25)

Όλα τα δεδομένα κόστους και εσόδων που περιέχονται στον φάκελο των αιτήσεων για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής που υποβάλλεται από πάροχο περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 προκειμένου να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του εγχώριου τύπου χρέωσης πρέπει να βασίζονται σε χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς που μπορούν να προσαρμοστούν σε προβλέψεις του όγκου κίνησης. Οι αποκλίσεις από τις προβλέψεις κόστους βάσει χρηματοοικονομικών λογαριασμών πρέπει να επιτρέπονται μόνο εφόσον υποστηρίζονται από απόδειξη χρηματοοικονομικών δεσμεύσεων που έχουν ήδη αναληφθεί κατά τη στιγμή της αίτησης.

(26)

Πρέπει να παρέχεται εναρμονισμένη μεθοδολογία για τον καθορισμό του κόστους και των εσόδων παροχής ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής, με σκοπό την εξασφάλιση συνεπούς αξιολόγησης των αιτήσεων για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους που υποβάλλονται από πάροχο περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, ώστε να εξασφαλίζεται η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης.

(27)

Η παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής συνεπάγεται δύο γενικές κατηγορίες κόστους: το κόστος για την αγορά της πρόσβασης σε περιαγωγή χονδρικής από δίκτυα επίσκεψης για μη ισόρροπη κίνηση και λοιπά κόστη περιαγωγής. Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012, το κόστος για την αγορά πρόσβασης σε περιαγωγή χονδρικής από δίκτυα επίσκεψης για μη ισόρροπη κίνηση καλύπτεται από τα ισχύοντα τέλη περιαγωγής χονδρικής που εφαρμόζονται στους όγκους κατά τους οποίους η εξερχόμενη κίνηση περιαγωγής του παρόχου περιαγωγής υπερβαίνει την εισερχόμενη κίνηση περιαγωγής του. Σε περίπτωση που πάροχος περιαγωγής αγοράζει, στην εγχώρια αγορά, πρόσβαση χονδρικής από άλλον πάροχο υπηρεσιών περιαγωγής (όπως φορείς εκμετάλλευσης κινητών εικονικών δικτύων), το κόστος πρόσβασης σε περιαγωγή χονδρικής για τον πρώτο μπορεί να είναι υψηλότερο από ό, τι για τον δεύτερο, όταν ο εγχώριος φορέας εκμετάλλευσης δικτύου στη χώρα υποδοχής επιβάλλει στον πάροχο περιαγωγής που αγοράζει εγχώρια πρόσβαση χονδρικής υψηλότερη τιμή πρόσβασης σε περιαγωγή χονδρικής από εκείνη που εξασφαλίζεται από φορείς εκμετάλλευσης δικτύου επίσκεψης για τον ίδιο και/ή την παροχή συναφών υπηρεσιών. Το εν λόγω υψηλό κόστος πρόσβασης σε περιαγωγή χονδρικής είναι πιθανότερο να αναγκάσει τους παρόχους περιαγωγής που αγοράζουν εγχώρια πρόσβαση χονδρικής να ζητήσουν άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να λάβουν δεόντως υπόψη αυτή την πτυχή κατά την εξέταση των εν λόγω αιτήσεων.

(28)

Τα λοιπά κόστη περιαγωγής για την παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής είναι κοινά στην παροχή υπηρεσιών περιαγωγής εντός της Ένωσης και σε τρίτες χώρες, και μέρος αυτών είναι επίσης κοινό, τόσο στις υπηρεσίες παροχής περιαγωγής χονδρικής όσο και λιανικής. Για τους σκοπούς της αίτησης για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής που υποβάλλεται από πάροχο περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 προκειμένου να εξασφαλίζεται η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης, τα κοινά αυτά κόστη πρέπει να διατίθενται στην παροχή υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής εντός της Ένωσης και, στην περίπτωση αυτών που είναι κοινά στην παροχή υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής και χονδρικής, σύμφωνα με τη γενική αναλογία των εσόδων εισερχόμενης και εξερχόμενης περιαγωγής.

(29)

Το κόστος παροχής ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής θα μπορούσε επίσης να υπολογιστεί συμπεριλαμβανομένης της αναλογίας του από κοινού αναλαμβανόμενου και του κοινού κόστους που προκύπτει για την παροχή λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών γενικώς, εφόσον ο υπολογισμός αυτός αντικατοπτρίζει την αναλογία που χρησιμοποιείται για τη διάθεση σε αυτές τις υπηρεσίες εσόδων από την παροχή όλων των άλλων λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών.

(30)

Κατά τον καθορισμό των εσόδων από την παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής, στην αίτηση για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους που υποβάλλεται από πάροχο περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 προκειμένου να εξασφαλίζεται η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης, πρέπει να λαμβάνονται πλήρως υπόψη όλα τα έσοδα λιανικής που προέρχονται άμεσα από την παροχή λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών με προέλευση από το κράτος μέλος επίσκεψης, όπως τα έσοδα για κίνηση σε πλεόνασμα όγκου δυνάμει οποιασδήποτε πολιτικής εύλογης χρήσης ή από εναλλακτικές ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής, καθώς και οποιαδήποτε άλλη χρέωση ανά μονάδα ή άλλη πληρωμή που προκύπτει από τη χρήση των λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών σε κράτος μέλος επίσκεψης.

(31)

Εφόσον οι ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής λιανικής παρέχονται υπό τους ισχύοντες εγχώριους όρους, πρέπει να θεωρείται ότι δημιουργούν μέρος των εσόδων από πάγια περιοδικά τέλη για την παροχή εγχώριων λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών. Πρέπει, επομένως να λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση της αίτησης για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής που υποβάλλεται από πάροχο περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, προκειμένου να εξασφαλίζεται η βιωσιμότητα του εγχώριου τύπου χρέωσης σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ορίζεται στον παρόντα κανονισμό. Για τον σκοπό αυτό, τα έσοδα από κάθε λιανική υπηρεσία κινητών επικοινωνιών πρέπει να διατίθενται βάσει κριτηρίου που θα αντανακλά την αναλογία μεταξύ της κίνησης των διαφόρων υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών, όπως σταθμίζεται σύμφωνα με την αναλογία μεταξύ μοναδιαίου μέσου όρου των τελών περιαγωγής χονδρικής.

(32)

Για να θεωρηθεί ότι έχει ως συνέπεια την υπονόμευση της βιωσιμότητας του εγχώριου τύπου χρέωσης του φορέα εκμετάλλευσης, οποιοδήποτε καθαρό περιθώριο περιαγωγής λιανικής που προκύπτει από την αφαίρεση του κόστους παροχής ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής από τα αντίστοιχα έσοδα πρέπει να είναι αρνητικό, τουλάχιστον κατά ποσό που συνεπάγεται κίνδυνο αισθητής επίδρασης στην εξέλιξη των εγχώριων τιμών. Συγκεκριμένα, για να θεωρηθεί ότι ευνοεί έναν τέτοιο κίνδυνο, το αρνητικό καθαρό περιθώριο της περιαγωγής λιανικής πρέπει να αντιπροσωπεύει τουλάχιστον σημαντικό ποσοστό των συνολικών κερδών προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων, από την παροχή άλλων υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών.

(33)

Ακόμη και όταν το καθαρό περιθώριο της περιαγωγής λιανικής αντιπροσωπεύει σημαντικό ποσοστό του συνολικού περιθωρίου για την παροχή άλλων υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών, συγκεκριμένες συνθήκες, όπως το μέγεθος του ανταγωνισμού στην εγχώρια αγορά ή τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του αιτούντος θα μπορούσαν μολαταύτα να αποκλείσουν τον κίνδυνο αισθητής επίδρασης στην εξέλιξη των εγχώριων τιμών.

(34)

Στην αίτηση για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής που υποβάλλεται από πάροχο περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 προκειμένου να εξασφαλισθεί η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης, ο πάροχος περιαγωγής οφείλει να εκτιμήσει τις απώλειες λόγω της παροχής υπηρεσιών «περιαγωγής με χρέωση εσωτερικού» και τις αντίστοιχες ρυθμίσεις για την επιβολή του πρόσθετου τέλους που χρειάζεται για την κάλυψή τους, λαμβανομένων υπόψη των μέγιστων ισχυόντων τελών χονδρικής.

(35)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να μπορούν να χορηγούν άδεια για επιβολή πρόσθετου τέλους περιαγωγής την πρώτη ημέρα εφαρμογής της κατάργησης των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής στην Ένωση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012. Για τον σκοπό αυτό μπορούν να προβλεφθούν πριν από την εν λόγω ημερομηνία επαφές μεταξύ του παρόχου περιαγωγής που εξετάζει την υποβολή σχετικής αίτησης και της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, καθώς και παροχή πληροφοριών και σχετικών εγγράφων σε αυτό το πλαίσιο.

(36)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012, η άδεια για επιβολή πρόσθετου τέλους περιαγωγής πρέπει να χορηγείται από εθνική ρυθμιστική αρχή για περίοδο 12 μηνών. Προκειμένου να ανανεώσει την εν λόγω άδεια, ο πάροχος περιαγωγής οφείλει να επικαιροποιεί τις πληροφορίες και να τις υποβάλλει στην εθνική ρυθμιστική αρχή κάθε 12 μήνες σύμφωνα με το άρθρο 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012.

(37)

Λόγω των υποχρεώσεων των εθνικών ρυθμιστικών αρχών να επιβλέπουν στενά την εφαρμογή της πολιτικής εύλογης χρήσης και τα μέτρα για τη βιωσιμότητα της κατάργησης των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής, καθώς και να υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις στην Επιτροπή για την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων, ο παρών κανονισμός πρέπει να προσδιορίζει τις ελάχιστες πληροφορίες που οφείλουν να συγκεντρώνουν και να διαβιβάζουν στην Επιτροπή ώστε να είναι δυνατή η παρακολούθηση της εφαρμογής του.

(38)

Δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, η Επιτροπή οφείλει να επανεξετάζει την παρούσα εκτελεστική πράξη κατά διαστήματα υπό το πρίσμα των εξελίξεων της αγοράς.

(39)

Η επιτροπή επικοινωνιών δεν διατύπωσε γνώμη.

(40)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντίστοιχα, ο παρών κανονισμός πρέπει να ερμηνεύεται και να εφαρμόζεται σύμφωνα με τα εν λόγω δικαιώματα και αρχές, ιδίως σύμφωνα με το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, της ελευθερίας έκφρασης και της ελευθερίας του επιχειρείν. Σε κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού πρέπει να γίνονται σεβαστά τα θεμελιώδη δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει των άρθρων 7 και 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και πρέπει να υπάρχει συμμόρφωση με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), την οδηγία 2002/58/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε από τις οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2006/24/ΕΚ (6) και 2009/136/ΕΚ, και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7). Ειδικότερα, οι πάροχοι υπηρεσιών πρέπει να εξασφαλίζουν ότι κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού πρέπει να είναι αναγκαία και αναλογική για την επίτευξη του σχετικού σκοπού.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΤΜΗΜΑ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες για την εξασφάλιση της συνεπούς υλοποίησης της πολιτικής εύλογης χρήσης, την οποία οι πάροχοι περιαγωγής μπορούν να εφαρμόζουν στην κατανάλωση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που παρέχονται στις ισχύουσες εγχώριες τιμές λιανικής σύμφωνα με το άρθρο 6β του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012.

2.   Επίσης, θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με:

α)

τις αιτήσεις των παρόχων περιαγωγής για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 προκειμένου να διασφαλίζεται η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης·

β)

τη μεθοδολογία που θα εφαρμόζεται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές για την εκτίμηση του κατά πόσον ο πάροχος περιαγωγής έχει διαπιστώσει ότι αδυνατεί να ανακτήσει το κόστος παροχής ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ορισμοί του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 531/2012.

2.   Ισχύουν επίσης οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)   «σταθεροί δεσμοί» με κράτος μέλος: παρουσία στο έδαφος του κράτους μέλους που προκύπτει από διαρκή σχέση εργασίας πλήρους απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένων των μεθοριακών εργαζομένων· από διαρκείς συμβατικές σχέσεις που συνεπάγονται παρόμοιο βαθμό φυσικής παρουσίας αυτοαπασχολούμενου ατόμου· από τη συμμετοχή σε επαναλαμβανόμενα εκπαιδευτικά προγράμματα με πλήρες ωράριο· ή από άλλες καταστάσεις, όπως αποσπασμένων εργαζομένων ή συνταξιούχων, εφόσον αφορούν ανάλογο βαθμό εδαφικής παρουσίας·

β)   «λιανικές υπηρεσίες κινητών επικοινωνιών»: υπηρεσίες δημόσιων κινητών επικοινωνιών που παρέχονται σε τελικούς χρήστες, συμπεριλαμβανομένων των φωνητικών υπηρεσιών, των υπηρεσιών σύντομων μηνυμάτων (SMS) και των υπηρεσιών δεδομένων·

γ)   «δέσμη ανοικτών δεδομένων»: τιμολογιακό πρόγραμμα για την παροχή μιας ή περισσοτέρων λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών που δεν περιορίζει τον όγκο των κινητών υπηρεσιών δεδομένων λιανικής που περιλαμβάνονται έναντι καταβολής πάγιου περιοδικού τέλους ή για το οποίο η εγχώρια ανά μονάδα τιμή των κινητών υπηρεσιών δεδομένων λιανικής, η οποία προκύπτει από τη διαίρεση της συνολικής εγχώριας τιμής λιανικής, εκτός ΦΠΑ, για τις υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας που αντιστοιχούν στο σύνολο της περιόδου χρέωσης διά του συνολικού όγκου των κινητών υπηρεσιών δεδομένων λιανικής που διατίθενται στην εγχώρια αγορά, είναι κατώτερη από το μέγιστο ρυθμιζόμενο τέλος περιαγωγής χονδρικής που αναφέρεται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012·

δ)   «προπληρωμένο τιμολογιακό πρόγραμμα»: τιμολογιακό πρόγραμμα στο πλαίσιο του οποίου οι λιανικές υπηρεσίες κινητών επικοινωνιών παρέχονται μετά την αφαίρεση της πίστωσης που παρέχει ο πάροχος στον πελάτη ανά μονάδα πριν από την κατανάλωση, και από το οποίο ο πελάτης μπορεί να υπαναχωρήσει χωρίς να ζημιωθεί μετά την εξάντληση ή την εκπνοή της πίστωσης·

ε)   «κράτος μέλος επίσκεψης»: κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος του εγχώριου παρόχου του πελάτη περιαγωγής·

στ)   «περιθώριο υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών»: τα κέρδη προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων, από την πώληση υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών, εκτός από υπηρεσίες περιαγωγής λιανικής που παρέχονται εντός της Ένωσης, εξαιρουμένων του κόστους και των εσόδων από υπηρεσίες περιαγωγής λιανικής·

ζ)   «όμιλος»: μητρική επιχείρηση και όλες οι θυγατρικές της επιχειρήσεις που υπόκεινται στον έλεγχό της κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (8).

ΤΜΗΜΑ II

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΥΛΟΓΗΣ ΧΡΗΣΗΣ

Άρθρο 3

Βασική αρχή

1.   Ο πάροχος περιαγωγής παρέχει ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής λιανικής σε εγχώριες τιμές στους οικείους πελάτες περιαγωγής, οι οποίοι είναι συνήθως κάτοικοι ή έχουν σταθερούς δεσμούς που συνεπάγονται συχνή και ουσιαστική παρουσία στο κράτος μέλος του παρόχου περιαγωγής ενώ ταξιδεύουν κατά διαστήματα στην Ένωση.

2.   Κάθε πολιτική εύλογης χρήσης που εφαρμόζεται από τον πάροχο περιαγωγής προκειμένου να αποτρέψει καταχρηστική ή πέραν του φυσιολογικού χρήση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής υπόκειται στους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5 και εξασφαλίζει ότι όλοι οι εν λόγω πελάτες περιαγωγής έχουν πρόσβαση σε ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής λιανικής σε εγχώριες τιμές κατά τη διάρκεια των κατά διαστήματα ταξιδιών τους στην Ένωση υπό τους ίδιους όρους ως εάν οι εν λόγω υπηρεσίες καταναλώνονταν εγχωρίως.

Άρθρο 4

Εύλογη χρήση

1.   Για τους σκοπούς κάθε πολιτικής εύλογης χρήσης, ο πάροχος περιαγωγής μπορεί να ζητήσει από τους οικείους πελάτες περιαγωγής να προσκομίσουν αποδεικτικό συνήθους διαμονής στο κράτος μέλος του παρόχου περιαγωγής ή άλλου σταθερού δεσμού με το κράτος μέλος που συνεπάγεται συχνή και ουσιαστική παρουσία στο έδαφός του.

2.   Με την επιφύλαξη τυχόν εγχώριων ορίων όγκου δεδομένων, στην περίπτωση δέσμης ανοικτών δεδομένων, ο πελάτης περιαγωγής έχει τη δυνατότητα να καταναλώσει, όταν ταξιδεύει κατά περιόδους εντός της Ένωσης, όγκο λιανικών υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων σε εγχώριες τιμές λιανικής ισοδύναμο τουλάχιστον με τον όγκο που προκύπτει από τη διαίρεση της συνολικής εγχώριας τιμής λιανικής της εν λόγω δέσμης ανοικτών δεδομένων, εκτός ΦΠΑ, που αντιστοιχεί στο σύνολο της περιόδου χρέωσης, διά του μέγιστου ρυθμιζόμενου τέλους περιαγωγής χονδρικής που αναφέρεται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012.

Στην περίπτωση των ομαδικών πωλήσεων λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών με άλλες υπηρεσίες ή τερματικά, η συνολική εγχώρια τιμή λιανικής μιας δέσμης δεδομένων καθορίζεται, για τους σκοπούς του άρθρου 2 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και της παρούσας παραγράφου, λαμβάνοντας υπόψη την τιμή που ισχύει για τη χωριστή πώληση της συνιστώσας «λιανικές υπηρεσίες κινητών επικοινωνιών» της δέσμης, εκτός ΦΠΑ, αν διατίθεται, ή την τιμή πώλησης των εν λόγω υπηρεσιών με τα ίδια χαρακτηριστικά σε αυτόνομη βάση.

3.   Στην περίπτωση προπληρωμένων τιμολογιακών προγραμμάτων, ως εναλλακτική λύση στην απαίτηση πολιτικής εύλογης χρήσης της παραγράφου 1, ο πάροχος περιαγωγής δύναται να περιορίσει την κατανάλωση των λιανικών υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων εντός της Ένωσης στις εγχώριες τιμές λιανικής για όγκους ισοδύναμους τουλάχιστον προς τον όγκο που προκύπτει από τη διαίρεση του συνολικού ποσού, εκτός ΦΠΑ, της υπολειπόμενης διαθέσιμης πίστωσης που έχει ήδη καταβάλει ο πελάτης στον πάροχο, τη στιγμή της ενεργοποίησης της υπηρεσίας περιαγωγής, διά του μέγιστου τέλους περιαγωγής χονδρικής που αναφέρεται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012.

4.   Στο πλαίσιο της επεξεργασίας των δεδομένων κίνησης σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, προκειμένου να αποτρέπεται η καταχρηστική ή πέραν του φυσιολογικού χρήση των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που παρέχονται στις ισχύουσες εγχώριες τιμές λιανικής, ο πάροχος περιαγωγής μπορεί να εφαρμόζει δίκαιους, εύλογους και αναλογικούς μηχανισμούς ελέγχου βάσει αντικειμενικών δεικτών που συνδέονται με τον κίνδυνο καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης εκτός των κατά διαστήματα ταξιδιών στην Ένωση.

Οι αντικειμενικοί δείκτες μπορούν να περιλαμβάνουν μέτρα με τα οποία θα διαπιστώνεται αν οι πελάτες έχουν επικρατούσα εγχώρια κατανάλωση έναντι κατανάλωσης περιαγωγής ή επικρατούσα εγχώρια παρουσία του πελάτη έναντι παρουσίας σε άλλα κράτη μέλη της Ένωσης.

Για να εξασφαλιστεί ότι οι πελάτες περιαγωγής που εκτελούν περιοδικά ταξίδια δεν υποβάλλονται σε περιττές ή υπερβολικές προειδοποιήσεις σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 4, οι πάροχοι περιαγωγής που εφαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα προκειμένου να αποδειχθεί ο κίνδυνος καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης των υπηρεσιών περιαγωγής τηρούν τους εν λόγω δείκτες παρουσίας και κατανάλωσης σωρευτικά και για χρονικό διάστημα τουλάχιστον τεσσάρων μηνών.

Στις συμβάσεις με τους πελάτες περιαγωγής, ο πάροχος περιαγωγής προσδιορίζει την ή τις κινητές υπηρεσίες λιανικής στις οποίες αναφέρεται ο δείκτης κατανάλωσης, καθώς και την ελάχιστη διάρκεια της περιόδου παρατήρησης.

Είτε η επικρατούσα εγχώρια κατανάλωση ή η επικρατούσα εγχώρια παρουσία του πελάτη περιαγωγής κατά τη διάρκεια της καθορισμένης περιόδου παρατήρησης θεωρείται ως απόδειξη της μη καταχρηστικής και μη πέραν του φυσιολογικού χρήσης των ρυθμιζόμενων λιανικών υπηρεσιών περιαγωγής.

Για τους σκοπούς του δευτέρου, τρίτου και πέμπτου εδάφιου, οποιαδήποτε μέρα κατά την οποία ένας πελάτης περιαγωγής συνδέεται με το εγχώριο δίκτυο υπολογίζεται ως ημέρα εγχώριας παρουσίας του εν λόγω πελάτη.

Άλλοι αντικειμενικοί δείκτες κινδύνου καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που παρέχονται στις ισχύουσες εγχώριες τιμές λιανικής περιλαμβάνουν

α)

μεγάλη περίοδο αδράνειας μιας συγκεκριμένης κάρτας SIM σε συνδυασμό με τη χρήση της κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, με περιαγωγή·

β)

συνδρομή και διαδοχική χρήση πολλαπλών καρτών SIM από τον ίδιο πελάτη, με περιαγωγή.

5.   Εφόσον ο πάροχος περιαγωγής διαπιστώσει, με αντικειμενικά και τεκμηριωμένα αποδεικτικά στοιχεία, ότι αριθμός καρτών SIM έχει γίνει αντικείμενο οργανωμένης μεταπώλησης σε άτομα που δεν διαμένουν πράγματι ή δεν έχουν σταθερούς δεσμούς που συνεπάγονται συχνή και ουσιαστική παρουσία στο κράτος μέλος του εν λόγω παρόχου περιαγωγής ώστε να καθίσταται δυνατή η κατανάλωση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που παρέχονται στις ισχύουσες εγχώριες τιμές λιανικής για σκοπό εκτός των κατά διαστήματα ταξιδιών, ο πάροχος περιαγωγής μπορεί να λάβει άμεσα αναλογικά μέτρα ώστε να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση προς όλους τους όρους του υποκείμενου συμβολαίου.

6.   Ο πάροχος περιαγωγής συμμορφώνεται με τις οδηγίες 2002/58/ΕΚ και 95/46/ΕΚ και τα εθνικά μέτρα εφαρμογής τους, καθώς και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 2016/679, όταν ενεργεί σύμφωνα με αυτό το τμήμα.

7.   Ο παρών κανονισμός δεν ισχύει για πολιτικές εύλογης χρήσης που ορίζονται στους συμβατικούς όρους των εναλλακτικών τιμών περιαγωγής που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 6ε παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012.

Άρθρο 5

Διαφάνεια και εποπτεία των πολιτικών εύλογης χρήσης

1.   Όταν ένας πάροχος περιαγωγής εφαρμόζει πολιτική εύλογης χρήσης, συμπεριλαμβάνει στα συμβόλαια με τους πελάτες περιαγωγής όλους τους όρους και προϋποθέσεις που σχετίζονται με την εν λόγω πολιτική, συμπεριλαμβανομένων τυχόν μηχανισμών ελέγχου που ισχύουν σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4. Στο πλαίσιο της πολιτικής εύλογης χρήσης, οι πάροχοι περιαγωγής θεσπίζουν διαφανείς, απλές και αποτελεσματικές διαδικασίες για τον χειρισμό των καταγγελιών πελατών που σχετίζονται με την εφαρμογή την πολιτικής εύλογης χρήσης. Τούτο δεν θίγει τα δικαιώματα του πελάτη περιαγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, να επωφελείται από διαφανείς, απλές, δίκαιες και άμεσες εξωδικαστικές διαδικασίες επίλυσης διαφορών που θεσπίζονται στο κράτος μέλος του παρόχου περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 34 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ. Οι εν λόγω μηχανισμοί υποβολής καταγγελιών και διαδικασιών επίλυσης διαφορών επιτρέπουν στον πελάτη περιαγωγής να παρέχει αποδείξεις ότι δεν χρησιμοποιεί τις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής λιανικής για άλλους σκοπούς εκτός από περιοδικά ταξίδια, ως απάντηση σε προειδοποίηση σύμφωνα με την παράγραφο 3 πρώτο εδάφιο.

2.   Οι πολιτικές εύλογης χρήσης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό κοινοποιούνται από τον πάροχο περιαγωγής στην εθνική ρυθμιστική αρχή.

3.   Εφόσον υπάρχουν αντικειμενικά και τεκμηριωμένα αποδεικτικά στοιχεία, βάσει των αντικειμενικών δεικτών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 4, που επισημαίνουν κίνδυνο καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης ρυθμιζόμενων λιανικών υπηρεσιών περιαγωγής εντός της Ένωσης στις εγχώριες τιμές λιανικής από συγκεκριμένο πελάτη, ο πάροχος περιαγωγής ενημερώνει τον πελάτη σχετικά με τον τύπο συμπεριφοράς επισημαίνοντας την ύπαρξη τέτοιου κινδύνου πριν προχωρήσει σε επιβολή οποιουδήποτε πρόσθετου τέλους όπως προβλέπεται στο άρθρο 6ε του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012.

Σε περιπτώσεις όπου ο κίνδυνος αυτός προκύπτει από μη τήρηση τόσο του κριτηρίου επικρατούσας εγχώριας κατανάλωσης όσο και του κριτηρίου επικρατούσας εγχώριας παρουσίας κατά την προκαθορισμένη περίοδο παρατήρησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 4 πέμπτο εδάφιο, λαμβάνονται υπόψη συμπληρωματικές ενδείξεις κινδύνου που απορρέουν από τη συνολική μη εγχώρια παρουσία ή χρήση του πελάτη περιαγωγής, για τους σκοπούς της επίλυσης τυχόν επακόλουθης καταγγελίας, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1 ή διαδικασίας επίλυσης διαφορών σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, σε σχέση με τη δυνατότητα επιβολής πρόσθετου τέλους.

Η παρούσα παράγραφος ισχύει ανεξάρτητα από την παροχή από τον πελάτη περιαγωγής αποδεικτικών στοιχείων διαμονής ή άλλων σταθερών δεσμών που συνεπάγονται συχνή και ουσιαστική παρουσία στο κράτος μέλος του παρόχου περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1.

4.   Όταν προειδοποιούνται οι πελάτες περιαγωγής σύμφωνα με την παράγραφο 3, ο πάροχος περιαγωγής ενημερώνει τον πελάτη ότι, αν δεν υπάρξει μεταβολή στον τύπο χρήσης εντός προθεσμίας η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δύο εβδομάδες, που να αποδεικνύει πραγματική εγχώρια κατανάλωση ή παρουσία, μπορεί να επιβληθεί πρόσθετο τέλος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 6ε του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, για κάθε περαιτέρω χρήση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής με την εν λόγω κάρτα SIM έπειτα από την ημερομηνία της εν λόγω προειδοποίησης.

5.   Ο πάροχος περιαγωγής παύει να επιβάλλει το πρόσθετο τέλος μόλις η χρήση του πελάτη δεν καταδεικνύει πλέον κίνδυνο καταχρηστικής ή πέραν του φυσιολογικού χρήσης των εν λόγω ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής, βάσει των αντικειμενικών δεικτών του άρθρου 4 παράγραφος 4.

6.   Εφόσον ο πάροχος περιαγωγής διαπιστώσει ότι ορισμένες κάρτες SIM αποτέλεσαν αντικείμενο οργανωμένης μεταπώλησης σε άτομα που δεν διαμένουν πράγματι ούτε έχουν σταθερούς δεσμούς που συνεπάγονται συχνή και ουσιαστική παρουσία στο κράτος μέλος του εν λόγω παρόχου περιαγωγής λιανικής, ώστε να επιτρέπεται η κατανάλωση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής για σκοπούς διαφορετικούς από τα κατά διαστήματα ταξίδια εκτός του εν λόγω κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3, ο φορέας εκμετάλλευσης κοινοποιεί στην εθνική ρυθμιστική αρχή τις ενδείξεις που τεκμηριώνουν την εν λόγω συστηματική κατάχρηση και τα μέτρα που λαμβάνονται προκειμένου να διασφαλισθεί η συμμόρφωση με όλους τους όρους του υποκείμενου συμβολαίου, το αργότερο ταυτόχρονα με τη λήψη του εν λόγω μέτρου.

ΤΜΗΜΑ III

ΑΙΤΗΣΗ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗΣ ΤΩΝ ΤΕΛΩΝ ΠΕΡΙΑΓΩΓΗΣ ΛΙΑΝΙΚΗΣ

Άρθρο 6

Δεδομένα που υποστηρίζουν την αίτηση για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής που υποβάλλεται από πάροχο περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 προκειμένου να διασφαλίζεται η βιωσιμότητα του εγχώριου τύπου χρέωσης

1.   Οι αιτήσεις για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής που υποβάλλονται από πάροχο περιαγωγής δυνάμει του άρθρου 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 προκειμένου να εξασφαλίζεται η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης («αίτηση») αξιολογούνται με βάση τα δεδομένα για τους συνολικούς όγκους των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που παρέχονται από τον αιτούντα πάροχο περιαγωγής για χρονική περίοδο 12 μηνών που αρχίζει το νωρίτερο στις 15 Ιουνίου 2017. Για την πρώτη αίτηση, οι εν λόγω προβλέψεις όγκου υπολογίζονται χρησιμοποιώντας μία από τις ακόλουθες επιλογές ή συνδυασμό αυτών:

α)

τους πραγματικούς όγκους ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που παρέχονται από τον αιτούντα στην ισχύουσα πριν από την 15η Ιουνίου 2017 ρυθμιζόμενη λιανική τιμή περιαγωγής·

β)

τους προβλεπόμενους όγκους ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής μετά την 15η Ιουνίου 2017, εφόσον οι προβλεπόμενοι όγκοι ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής κατά την εν λόγω περίοδο εκτιμώνται με βάση την πραγματική εγχώρια κατανάλωση λιανικής κινητών υπηρεσιών και τη χρονική περίοδο παραμονής στο εξωτερικό εντός της Ένωσης από τους πελάτες περιαγωγής του αιτούντος·

γ)

τους προβλεπόμενους όγκους ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής μετά την 15η Ιουνίου 2017, εφόσον οι όγκοι των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής εκτιμώνται με βάση την ποσοστιαία μεταβολή στους όγκους των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που εμφαίνεται στα τιμολογιακά προγράμματα του αιτούντος που αντιπροσωπεύουν σημαντικό τμήμα της πελατειακής βάσης επί της οποίας είχαν οριστεί οι τιμές των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής από τον αιτούντα σε εγχώριο επίπεδο, για περίοδο τουλάχιστον 30 ημερών, σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ορίζεται στο παράρτημα I.

Σε περίπτωση επικαιροποίησης της αίτησης που υποβάλλεται δυνάμει του άρθρου 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, οι συνολικοί προβλεπόμενοι όγκοι των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής επικαιροποιούνται βάσει του τρέχοντος μέσου τύπου κατανάλωσης εγχώριων υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών πολλαπλασιαζόμενου επί τον παρατηρηθέντα αριθμό των πελατών περιαγωγής και τον χρόνο που έχουν αναλώσει στα κράτη μέλη επίσκεψης κατά τους προηγούμενους 12 μήνες.

2.   Τυχόν δεδομένα για το κόστος και τα έσοδα του αιτούντος βασίζονται σε χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς, οι οποίοι τίθενται στη διάθεση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, και μπορούν να προσαρμοστούν σύμφωνα με τις εκτιμήσεις όγκου δυνάμει της παραγράφου 1. Σε περιπτώσεις πρόβλεψης του κόστους, οι αποκλίσεις από τα αριθμητικά στοιχεία που προκύπτουν από προηγούμενους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς λαμβάνονται υπόψη μόνο εάν συνοδεύονται από αποδεικτικά χρηματοοικονομικών δεσμεύσεων για την περίοδο που καλύπτουν οι προβλέψεις.

3.   Ο αιτών υποβάλλει όλα τα απαραίτητα στοιχεία που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό του περιθωρίου κινητών υπηρεσιών και των συνολικών, πραγματικών και προβλεπόμενων, κόστους και εσόδων από την παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής κατά τη σχετική περίοδο.

Άρθρο 7

Καθορισμός του κόστους που αφορά αποκλειστικά την περιαγωγή για την παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής

1.   Προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον ο αιτών αδυνατεί να ανακτήσει το κόστος του, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου συστήματος χρέωσης, λαμβάνεται υπόψη μόνο το ακόλουθο κόστος που αφορά αποκλειστικά την περιαγωγή, εφόσον τεκμηριώνεται στην αίτηση για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής:

α)

το κόστος για την αγορά πρόσβασης σε περιαγωγή χονδρικής·

β)

το κόστος λιανικής που αφορά αποκλειστικά την περιαγωγή.

2.   Όσον αφορά το κόστος που προκύπτει για την αγορά ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής χονδρικής, λαμβάνεται υπόψη μόνο το ποσό κατά το οποίο οι συνολικές πληρωμές του αιτούντος σε ομολόγους που παρέχουν τέτοιες υπηρεσίες στην Ένωση αναμένεται να υπερβούν τα συνολικά ποσά που οφείλονται σε αυτόν για την παροχή των ίδιων υπηρεσιών σε άλλους παρόχους περιαγωγής στην Ένωση. Όσον αφορά τα οφειλόμενα ποσά στον πάροχο περιαγωγής για την παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής χονδρικής, ο πάροχος περιαγωγής αναλαμβάνει τους προβλεπόμενους όγκους αυτών των υπηρεσιών περιαγωγής χονδρικής που συμφωνούν με την παραδοχή στην οποία βασίζονται οι προβλεπόμενοι όγκοι του στο άρθρο 6 παράγραφος 1.

3.   Όσον αφορά το κόστος που αφορά αποκλειστικά την περιαγωγή λιανικής, λαμβάνεται υπόψη μόνο το ακόλουθο κόστος, εφόσον τεκμηριώνεται στην αίτηση:

α)

το κόστος λειτουργίας και διαχείρισης των δραστηριοτήτων περιαγωγής, συμπεριλαμβανομένων όλων των συστημάτων επιχειρηματικών πληροφοριών και λογισμικού που προορίζονται αποκλειστικά για τη λειτουργία και τη διαχείριση της περιαγωγής·

β)

το κόστος συμψηφισμού δεδομένων και πληρωμών, συμπεριλαμβανομένου του κόστους συμψηφισμού δεδομένων και του κόστους χρηματοοικονομικού συμψηφισμού·

γ)

το κόστος της διαπραγμάτευσης συμβολαίων και συμφωνιών, συμπεριλαμβανομένων των εξωτερικών τελών και της χρήσης εσωτερικών πηγών·

δ)

το προκύπτον κόστος προκειμένου να τηρούνται οι απαιτήσεις παροχής ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που ορίζονται στα άρθρα 14 και 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, λαμβανομένης υπόψη της ισχύουσας πολιτικής εύλογης χρήσης που εφαρμόζεται από τον πάροχο περιαγωγής.

4.   Το κόστος που αναφέρεται στα στοιχεία α), β) και γ) της παραγράφου 3 λαμβάνεται υπόψη μόνο σε αναλογία με το ποσοστό του συνολικού όγκου κίνησης των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής του αιτούντος προς τη συνολική εξερχόμενη κίνηση λιανικής και εισερχόμενη κίνηση χονδρικής των οικείων υπηρεσιών περιαγωγής, σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ορίζεται στο παράρτημα II σημεία 1 και 2, και σε αναλογία με το ποσοστό του συνολικού όγκου κίνησης των οικείων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής εντός της Ένωσης προς τη συνολική κίνηση των οικείων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής εντός και εκτός της Ένωσης, σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ορίζεται στο παράρτημα II σημεία 1 και 3.

5.   Το κόστος που αναφέρεται στο στοιχείο δ) της παραγράφου 3 λαμβάνεται υπόψη μόνο σε αναλογία προς το ποσοστό του συνολικού όγκου κίνησης των υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής του αιτούντος εντός της Ένωσης προς τη συνολική κίνηση των οικείων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής εντός και εκτός της Ένωσης, σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ορίζεται στο παράρτημα II σημεία 1 και 3.

Άρθρο 8

Κατανομή του από κοινού αναλαμβανόμενου και του κοινού κόστους για την παροχή των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής

1.   Εκτός από το κόστος που ορίζεται δυνάμει του άρθρου 7, η αναλογία του από κοινού αναλαμβανόμενου και του κοινού κόστους που προκύπτει για την παροχή λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών γενικώς μπορεί να συμπεριληφθεί στην αίτηση για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής. Μόνο το ακόλουθο κόστος λαμβάνεται υπόψη, εφόσον τεκμηριώνεται στην αίτηση:

α)

το κόστος τιμολόγησης και είσπραξης, συμπεριλαμβανομένου του συνολικού κόστους που σχετίζεται με την επεξεργασία, τον υπολογισμό, την παραγωγή και την κοινοποίηση του πραγματικού λογαριασμού του πελάτη·

β)

το κόστος πωλήσεων και διανομής, συμπεριλαμβανομένου του κόστους λειτουργίας καταστημάτων και άλλων διαύλων διανομής για την πώληση λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών·

γ)

το κόστος εξυπηρέτησης πελατών, συμπεριλαμβανομένου του κόστους για τη λειτουργία όλων των υπηρεσιών εξυπηρέτησης πελατών που είναι διαθέσιμες στον τελικό καταναλωτή·

δ)

το κόστος διαχείρισης επισφαλών απαιτήσεων, συμπεριλαμβανομένου του κόστους που προκύπτει από την παραγραφή μη εξαγοράσιμου χρέους και τη συλλογή επισφαλών απαιτήσεων·

ε)

το κόστος εμπορικής προώθησης, συμπεριλαμβανομένων όλων των εξόδων διαφήμισης των υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών.

2.   Το κόστος που αναφέρεται στην παράγραφο 1, εφόσον τεκμηριώνεται στην αίτηση, λαμβάνεται υπόψη μόνο σε αναλογία του ποσοστού της συνολικής κίνησης των υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής του αιτούντος εντός της Ένωσης προς τη συνολική κίνηση λιανικής όλων των λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών, ως σταθμισμένος μέσος όρος αυτού του ποσοστού ανά υπηρεσία κινητών επικοινωνιών, με συντελεστές στάθμισης που αντικατοπτρίζουν τις αντίστοιχες μέσες τιμές περιαγωγής χονδρικής που καταβάλλει ο αιτών σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ορίζεται στο παράρτημα II σημεία 1 και 4.

Άρθρο 9

Καθορισμός των εσόδων από την παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής

1.   Προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον ο αιτών αδυνατεί να ανακτήσει το κόστος του, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου συστήματος χρέωσης, λαμβάνονται υπόψη μόνο τα ακόλουθα έσοδα και περιλαμβάνονται στην αίτηση για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής:

α)

τα έσοδα που προκύπτουν απευθείας από την κίνηση λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών που προέρχονται από κράτος μέλος επίσκεψης·

β)

ένα ποσοστό των συνολικών εσόδων από την πώληση λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών βάσει πάγιων περιοδικών τελών.

2.   Τα έσοδα που αναφέρονται στο στοιχείο α) της παραγράφου 1 περιλαμβάνουν:

α)

κάθε τέλος λιανικής που εισπράχθηκε δυνάμει του άρθρου 6ε του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 για κίνηση που υπερβαίνει κάθε πολιτική εύλογης χρήσης που εφαρμόζεται από τον πάροχο περιαγωγής·

β)

κάθε έσοδο από εναλλακτική ρυθμιζόμενη υπηρεσία περιαγωγής δυνάμει του άρθρου 6ε παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012·

γ)

κάθε εγχώρια λιανική τιμή που χρεώνεται με βάση τη μονάδα ή σε πλεόνασμα πάγιων περιοδικών τελών για την παροχή λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών και που προκύπτει από τη χρήση λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών σε κράτος μέλος επίσκεψης.

3.   Για τους σκοπούς του καθορισμού των εσόδων που αναφέρονται στο στοιχείο β) της παραγράφου 1, σε περίπτωση ομαδικών πωλήσεων λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών με άλλες υπηρεσίες ή τερματικά, λαμβάνονται υπόψη μόνο τα έσοδα που συνδέονται με την πώληση λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών. Τα έσοδα αυτά καθορίζονται με βάση την τιμή που ισχύει για τη χωριστή πώληση κάθε συστατικού στοιχείου της δέσμης, εφόσον διατίθεται, ή την πώληση υπηρεσιών με τα ίδια χαρακτηριστικά σε μεμονωμένη βάση.

4.   Προκειμένου να καθοριστεί η αναλογία των συνολικών εσόδων από την πώληση λιανικών υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών που συνδέονται με την παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής, εφαρμόζεται η μεθοδολογία που ορίζεται στο παράρτημα II σημεία 1 και 5.

Άρθρο 10

Αξιολόγηση των αιτήσεων για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής που υποβάλλονται από παρόχους περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 προκειμένου να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης

1.   Κατά την αξιολόγηση αίτησης για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής που υποβάλλεται από πάροχο περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, προκειμένου να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης η εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να συμπεράνει ότι ο αιτών αδυνατεί να ανακτήσει το οικείο κόστος παροχής ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης, μόνο εφόσον το αρνητικό καθαρό περιθώριο περιαγωγής λιανικής του αιτούντος ισοδυναμεί με 3 % ή περισσότερο του περιθωρίου των οικείων υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών.

Το καθαρό περιθώριο περιαγωγής λιανικής είναι το ποσό που προκύπτει μετά την αφαίρεση του κόστους παροχής ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής από τα έσοδα από την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών, όπως καθορίζεται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Προκειμένου αυτό να καθοριστεί, η εθνική ρυθμιστική αρχή επανεξετάζει τα δεδομένα που παρέχονται στην αίτηση ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τη μεθοδολογία για τον καθορισμό του κόστους και των εσόδων, όπως ορίζεται στα άρθρα 7, 8 και 9.

2.   Όταν η απόλυτη αξία του καθαρού περιθωρίου περιαγωγής λιανικής ισοδυναμεί με 3 % ή περισσότερο του περιθωρίου υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών, η εθνική ρυθμιστική αρχή απορρίπτει, παρ' όλα αυτά, την επιβολή πρόσθετου τέλους, εφόσον είναι σε θέση να διαπιστώσει ότι λόγω συγκεκριμένων συνθηκών είναι απίθανο να υπονομευθεί η βιωσιμότητα του εγχώριου τύπου χρέωσης. Τέτοιες συνθήκες περιλαμβάνουν καταστάσεις στις οποίες:

α)

ο αιτών αποτελεί μέρος ομίλου και υπάρχουν ενδείξεις εσωτερικής μεταβιβαστικής τιμολόγησης προς όφελος των άλλων θυγατρικών του ομίλου εντός της Ένωσης, ιδίως λόγω ουσιαστικής ανισότητας όσον αφορά τα τέλη περιαγωγής χονδρικής που εφαρμόζονται εντός του ομίλου·

β)

ο βαθμός ανταγωνισμού στις εγχώριες αγορές καταδεικνύει ότι υπάρχει δυνατότητα απορρόφησης μειωμένων περιθωρίων·

γ)

η εφαρμογή περισσότερο περιοριστικής πολιτικής εύλογης χρήσης, η οποία ωστόσο εξακολουθεί να συμμορφώνεται με τα άρθρα 3 και 4, θα μείωνε το καθαρό περιθώριο περιαγωγής λιανικής σε ποσοστό μικρότερο του 3 %.

3.   Σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου ο φορέας εκμετάλλευσης έχει αρνητικό περιθώριο υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών και αρνητικό καθαρό περιθώριο περιαγωγής λιανικής, η εθνική ρυθμιστική αρχή επιτρέπει την επιβολή πρόσθετου τέλους για ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής.

4.   Εφόσον χορηγείται άδεια για επιβολή πρόσθετου τέλους για ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής, η οριστική απόφαση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής προσδιορίζει το ποσό του βεβαιωμένου αρνητικού περιθωρίου περιαγωγής λιανικής που μπορεί να ανακτηθεί μέσω της επιβολής πρόσθετου τέλους λιανικής στις υπηρεσίες περιαγωγής που παρέχονται εντός της Ένωσης. Το πρόσθετο τέλος είναι σύμφωνο προς τις παραδοχές για την κίνηση περιαγωγής στις οποίες βασίζεται η αξιολόγηση της αίτησης και καθορίζεται σύμφωνα με τις αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9).

ΤΜΗΜΑ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 11

Παρακολούθηση της πολιτικής εύλογης χρήσης και των αιτήσεων για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής που υποβάλλονται από πάροχο περιαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 προκειμένου να διασφαλίζεται η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης

Προκειμένου να παρακολουθείται η συνεπής εφαρμογή των άρθρων 6β και 6γ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 και του παρόντος κανονισμού, και με σκοπό την ετήσια ενημέρωση της Επιτροπής για τις αιτήσεις δυνάμει του άρθρου 6δ παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές συλλέγουν τακτικά πληροφορίες σχετικά με:

α)

κάθε δράση που αναλαμβάνουν προς επίβλεψη της εφαρμογής του άρθρου 6β του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 και των λεπτομερών κανόνων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό·

β)

τον αριθμό των αιτήσεων για επιβολή πρόσθετου τέλους περιαγωγής που έχουν υποβληθεί, εγκριθεί και ανανεωθεί κατά τη διάρκεια του έτους βάσει του άρθρου 6γ παράγραφοι 2 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012·

γ)

την έκταση των αρνητικών καθαρών περιθωρίων περιαγωγής λιανικής που αναγνωρίζονται στις αποφάσεις για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής και τις ρυθμίσεις σχετικά με το πρόσθετο τέλος που δηλώνονται στις αιτήσεις για άδεια επιβολής πρόσθετου τέλους περιαγωγής οι οποίες υποβάλλονται από πάροχο περιαγωγής βάσει του άρθρου 6γ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, ώστε να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης.

Άρθρο 12

Αναθεώρηση

Με την επιφύλαξη της δυνατότητας διενέργειας αναθεώρησης ενωρίτερα με βάση την αρχική πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή και κάθε σημαντική αλλαγή των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 6δ παράγραφος 2 του κανονισμού 531/2012, η Επιτροπή θα επανεξετάσει την παρούσα εκτελεστική πράξη το αργότερο έως τα τέλη Ιουνίου 2019, μετά από διαβούλευση με τον BEREC.

Άρθρο 13

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Δεκεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 172 της 30.6.2012, σ. 10.

(2)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(3)  Οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την καθολική υπηρεσία) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 51).

(4)  Οδηγία 2009/136/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, για τροποποίηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της οδηγίας 2002/58/ΕΚ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών (ΕΕ L 337 της 18.12.2009, σ. 11).

(5)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(6)  Oδηγία 2006/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη διατήρηση δεδομένων που παράγονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία σε συνάρτηση με την παροχή διαθεσίμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δημοσίων δικτύων επικοινωνιών και για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/58/ΕΚ (ΕΕ L 105 της 13.4.2006, σ. 54).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων») (ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1).

(9)  Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία-πλαίσιο) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Ποσοστιαία μεταβολή του πραγματικού όγκου των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής βάσει «περιαγωγής με χρέωση εσωτερικού» (roam-like-at-home) σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους:

Formula

όπου:

 

k = υπηρεσία (1 = φωνή, 2 = SMS, 3 = δεδομένα)

 

n είναι ο αριθμός των ημερών της εφαρμογής «περιαγωγή με χρέωση εσωτερικού» (n ≥ 30) και

 

t είναι το έτος της πρώτης εφαρμογής της περιαγωγής με χρέωση εσωτερικού.

Το ποσοστό αυτό πρέπει να χρησιμοποιείται για την εκτίμηση της μεταβολής του όγκου κατά το υπόλοιπο διάστημα της 12μηνης περιόδου, πολλαπλασιαζόμενο επί τον όγκο του προηγούμενου έτους.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

1)

Συντελεστές στάθμισης wi των λιανικών υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας:

Formula

όπου:

 

k = υπηρεσία (1 = φωνή, 2 = SMS, 3 = δεδομένα)

 

η «μέση τιμή χονδρικής περιαγωγής που καταβάλλεται από τον φορέα εκμετάλλευσης» αναφέρεται στη μέση τιμή μονάδας για μη ισόρροπη κίνηση που καταβάλλεται από τον φορέα εκμετάλλευσης για κάθε υπηρεσία, όπου η μονάδα για κάθε υπηρεσία είναι λεπτά του ευρώ ανά i) λεπτά για φωνή, ii) SMS για μηνύματα SMS και iii) MB δεδομένων.

2)

Λόγος του συνολικού όγκου κίνησης των υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής του αιτούντος προς τη συνολική εξερχόμενη κίνηση λιανικής και εισερχόμενη κίνηση χονδρικής των υπηρεσιών περιαγωγής του:

Formula

όπου:

k

=

υπηρεσία (1 = φωνή, 2 = SMS, 3 = δεδομένα)

3)

Λόγος του συνολικού όγκου κίνησης των υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής του αιτούντος εντός της Ένωσης προς τη συνολική κίνηση των λιανικών υπηρεσιών περιαγωγής του εντός και εκτός της Ένωσης:

Formula

όπου:

k

=

υπηρεσία (1 = φωνή, 2 = SMS, 3 = δεδομένα)

4)

Λόγος της συνολικής κίνησης των υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής του αιτούντος εντός της Ένωσης προς τη συνολική κίνηση λιανικής όλων των κινητών υπηρεσιών λιανικής:

Formula

όπου:

k

=

υπηρεσία (1 = φωνή, 2 = SMS, 3 = δεδομένα)

5)

Έσοδα περιαγωγής λιανικής εντός της ΕΕ:

Formula

όπου:

k

=

υπηρεσία (1 = φωνή, 2 = SMS, 3 = δεδομένα)


17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/63


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/2287 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Δεκεμβρίου 2016

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 431/2008 σχετικά με το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης δασμολογικής ποσόστωσης εισαγωγής για κατεψυγμένο βόειο κρέας και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 593/2013 για το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης των δασμολογικών ποσοστώσεων για τα βόεια κρέατα εκλεκτής ποιότητας, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη ή κατεψυγμένα και για το κατεψυγμένο κρέας βουβάλου

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 187 στοιχείο α),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 431/2008 της Επιτροπής (2) προβλέπει το άνοιγμα και τη διαχείριση δασμολογικής ποσόστωσης εισαγωγής για κατεψυγμένο βόειο κρέας του κωδικού ΣΟ 0202 και προϊόντα του κωδικού ΣΟ 0206 29 91.

(2)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 593/2013 της Επιτροπής (3) προβλέπει το άνοιγμα και τη διαχείριση δασμολογικών ποσοστώσεων για τα βόεια κρέατα εκλεκτής ποιότητας, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη ή κατεψυγμένα και για το κατεψυγμένο κρέας βουβάλου.

(3)

Η προσχώρηση της Δημοκρατίας της Κροατίας είχε ως συνέπεια τη διεύρυνση της τελωνειακής ένωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατά συνέπεια, η ΕΕ υποχρεώθηκε, σύμφωνα με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), να προβεί σε διαπραγματεύσεις με τα μέλη του ΠΟΕ που έχουν δικαιώματα διαπραγμάτευσης με τα προσχωρούντα κράτη μέλη προκειμένου να επέλθει συμφωνία σχετικά με ενδεχόμενη αντισταθμιστική προσαρμογή.

(4)

Η συμφωνία υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ανατολικής Δημοκρατίας της Ουρουγουάης, σύμφωνα με το άρθρο XXIV παράγραφος 6 και το άρθρο XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (ΓΣΔΕ) του 1994 σχετικά με την τροποποίηση των παραχωρήσεων που προβλέπονται στον πίνακα της Δημοκρατίας της Κροατίας στο πλαίσιο της προσχώρησής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία εγκρίθηκε με την απόφαση (ΕΕ) 2016/1884 του Συμβουλίου (4), προβλέπει την παράταση δύο υφιστάμενων δασμολογικών ποσοστώσεων της Ένωσης για το βόειο κρέας. Οι υφιστάμενες ποσοστώσεις για το κρέας βοοειδών χωρίς κόκαλα πρέπει να αυξηθούν κατά 76 τόνους και η υφιστάμενη ποσόστωση για το κατεψυγμένο βόειο κρέας πρέπει να αυξηθεί κατά 1 875 τόνους.

(5)

Δεδομένου ότι η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ανατολικής Δημοκρατίας της Ουρουγουάης εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2017, είναι σκόπιμο να εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός από την εν λόγω ημερομηνία.

(6)

Για τους σκοπούς της κατάλληλης διαχείρισης της δασμολογικής ποσόστωσης που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 431/2008, η πρόσθετη ποσότητα κατεψυγμένου βοείου κρέατος πρέπει να είναι διαθέσιμη από την περίοδο ποσόστωσης 2017/2018.

(7)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 431/2008 και ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 593/2013 πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως.

(8)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 431/2008 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «53 000 τόνοι» αντικαθίστανται από τις λέξεις «54 875 τόνοι».

2)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:

«Ωστόσο, για την περίοδο δασμολογικής ποσόστωσης εισαγωγής 2016/2017, η συνολική ποσότητα είναι 53 000 τόνοι.».

Άρθρο 2

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 593/2013 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 1 παράγραφος 1, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

66 826 τόνοι βοείου κρέατος εκλεκτής ποιότητας, νωπού, διατηρημένου με απλή ψύξη ή κατεψυγμένου που υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 0201 και 0202 καθώς και προϊόντων που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 0206 10 95 και 0206 29 91».

2)

Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 2 στοιχείο γ), οι λέξεις «6 300 τόνοι» αντικαθίστανται από τις λέξεις «6 376 τόνοι».

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2017.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Δεκεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 431/2008 της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2008, σχετικά με το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης δασμολογικής ποσόστωσης εισαγωγής για κατεψυγμένο βόειο κρέας του κωδικού ΣΟ 0202 και προϊόντα του κωδικού ΣΟ 0206 29 91 (ΕΕ L 130 της 20.5.2008, σ. 3).

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 593/2013 της Επιτροπής, της 21ης Ιουνίου 2013, για το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης των δασμολογικών ποσοστώσεων για τα βόεια κρέατα εκλεκτής ποιότητας, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη ή κατεψυγμένα και για το κατεψυγμένο κρέας βουβάλου (ΕΕ L 170 της 22.6.2013, σ. 32).

(4)  Απόφαση (ΕΕ) 2016/1884 του Συμβουλίου, της 18ης Οκτωβρίου 2016, για τη σύναψη συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ανατολικής Δημοκρατίας της Ουρουγουάης, σύμφωνα με το άρθρο XXIV παράγραφος 6 και το άρθρο XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (ΓΣΔΕ) του 1994, σχετικά με την τροποποίηση των παραχωρήσεων που προβλέπονται στον πίνακα της Δημοκρατίας της Κροατίας στο πλαίσιο της προσχώρησής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ L 291 της 26.10.2016, σ. 1).


17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/65


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/2288 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Δεκεμβρίου 2016

σχετικά με την έγκριση του πιπερονυλοβουτοξειδίου ως υπάρχουσας δραστικής ουσίας για χρήση σε βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 18

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (1), και ιδίως το άρθρο 89 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1062/2014 της Επιτροπής (2) θεσπίζει κατάλογο των υπαρχουσών δραστικών ουσιών που πρέπει να αξιολογηθούν με σκοπό την πιθανή τους έγκριση για χρήση σε βιοκτόνα. Ο εν λόγω κατάλογος περιλαμβάνει το πιπερονυλοβουτοξείδιο.

(2)

Το πιπερονυλοβουτοξείδιο έχει αξιολογηθεί για χρήση σε προϊόντα του τύπου προϊόντων 18 (εντομοκτόνα, ακαρεοκτόνα και προϊόντα για την καταπολέμηση άλλων αρθροπόδων), όπως ορίζονται στο παράρτημα V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

(3)

Η Ελλάδα ορίστηκε ως αρμόδια αρχή αξιολόγησης και υπέβαλε την έκθεση αξιολόγησης, μαζί με τις συστάσεις της, στις 29 Μαΐου 2015.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1062/2014, η γνώμη του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων διατυπώθηκε στις 16 Ιουνίου 2016 από την επιτροπή βιοκτόνων, αφού ελήφθησαν υπόψη τα συμπεράσματα της αρμόδιας αρχής αξιολόγησης.

(5)

Σύμφωνα με την εν λόγω γνώμη, μπορεί να αναμένεται ότι τα βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 18 που περιέχουν πιπερονυλοβουτοξείδιο πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 19 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται ορισμένες προδιαγραφές και όροι σχετικά με τη χρήση τους.

(6)

Συνεπώς, είναι σκόπιμο να εγκριθεί το πιπερονυλοβουτοξείδιο για χρήση σε βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 18, με την επιφύλαξη της συμμόρφωσης με ορισμένες προδιαγραφές και όρους.

(7)

Δεδομένου ότι το πιπερονυλοβουτοξείδιο πληροί τα κριτήρια για να χαρακτηριστεί άκρως ανθεκτικό (αΑ), σύμφωνα με το παράρτημα XIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), τα κατεργασμένα αντικείμενα που έχουν υποβληθεί σε κατεργασία με πιπερονυλοβουτοξείδιο ή περιλαμβάνουν πιπερονυλοβουτοξείδιο θα πρέπει να έχουν την κατάλληλη επισήμανση όταν διατίθενται στην αγορά.

(8)

Θα πρέπει να προβλέπεται εύλογο χρονικό διάστημα πριν από την έγκριση μιας δραστικής ουσίας, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να λάβουν τα αναγκαία προπαρασκευαστικά μέτρα για την ικανοποίηση των νέων απαιτήσεων.

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής βιοκτόνων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το πιπερονυλοβουτοξείδιο εγκρίνεται ως δραστική ουσία για χρήση σε βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 18, με την επιφύλαξη των προδιαγραφών και των όρων που καθορίζονται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Δεκεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1.

(2)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1062/2014 της Επιτροπής, της 4ης Αυγούστου 2014, σχετικά με το πρόγραμμα εργασιών για τη συστηματική εξέταση όλων των υπαρχουσών δραστικών ουσιών που περιέχονται σε βιοκτόνα τα οποία αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 294 της 10.10.2014, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ (ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κοινή ονομασία

Ονομασία IUPAC

Αριθμοί ταυτοποίησης

Ελάχιστος βαθμός καθαρότητας της δραστικής ουσίας (1)

Ημερομηνία έγκρισης

Ημερομηνία λήξης της έγκρισης

Τύπος προϊόντων

Ειδικοί όροι

Πιπερονυλοβουτοξείδιο

Ονομασία IUPAC:

5-{[2-(2-βουτοξυαιθοξυ)αιθοξυ]μεθυλο}-6-προπυλο-1,3-βενζοδιοξόλη

Αριθ. ΕΚ: 200-076-7

Αριθ. CAS: 51-03-6

94 % κατά βάρος

1η Ιουλίου 2018

30 Ιουνίου 2028

18

Οι άδειες για τα βιοκτόνα προϊόντα υπόκεινται στους ακόλουθους όρους:

1)

Κατά την αξιολόγηση του προϊόντος δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στους τρόπους έκθεσης, στους κινδύνους και στην αποτελεσματικότητα που σχετίζονται με χρήσεις οι οποίες καλύπτονται από την αίτηση χορήγησης άδειας, αλλά δεν εξετάστηκαν στο πλαίσιο της εκτίμησης των κινδύνων της δραστικής ουσίας σε ενωσιακό επίπεδο.

2)

Λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων που έχουν εντοπιστεί για τις χρήσεις που αξιολογήθηκαν, κατά την αξιολόγηση του προϊόντος δίνεται ιδιαίτερη προσοχή:

α)

στα επιφανειακά ύδατα και τα ιζήματα για προϊόντα που χρησιμοποιούνται σε εσωτερικούς χώρους για νεφελοψεκασμό·

β)

στα επιφανειακά ύδατα και το έδαφος για προϊόντα που χρησιμοποιούνται σε εξωτερικούς χώρους για νεφελοψεκασμό·

3)

Για τα προϊόντα που ενδεχομένως συνεπάγονται την παρουσία καταλοίπων στα τρόφιμα ή στις ζωοτροφές, εξακριβώνεται κατά πόσον είναι αναγκαίο να καθοριστούν νέα ανώτατα όρια καταλοίπων (ΑΟΚ) ή να τροποποιηθούν τα υφιστάμενα, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 470/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) ή τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 396/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) και λαμβάνονται τα δέοντα μέτρα μετριασμού του κινδύνου, ώστε να αποκλείεται η υπέρβαση των ισχυόντων ΑΟΚ.

Η διάθεση στην αγορά κατεργασμένων αντικειμένων υπόκειται στον ακόλουθο όρο:

Το πρόσωπο που είναι αρμόδιο για τη διάθεση στην αγορά του κατεργασμένου αντικειμένου που έχει υποστεί κατεργασία με την ουσία πιπερονυλοβουτοξείδιο ή με προϊόντα που εμπεριέχουν την ουσία πιπερονυλοβουτοξείδιο διασφαλίζει ότι η ετικέτα του κατεργασμένου αντικειμένου παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 58 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.


(1)  Η καθαρότητα που εμφαίνεται στη στήλη αυτή είναι ο ελάχιστος βαθμός καθαρότητας της δραστικής ουσίας που αξιολογήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 89 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012. Η δραστική ουσία στο προϊόν που διατίθεται στην αγορά μπορεί να είναι ίσης ή διαφορετικής καθαρότητας, αν έχει αποδειχθεί τεχνικά ισοδύναμη με την αξιολογηθείσα δραστική ουσία.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 470/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009, για θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών για τον καθορισμό ορίων καταλοίπων των φαρμακολογικά δραστικών ουσιών στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2377/90 του Συμβουλίου και τροποποίηση της οδηγίας 2001/82/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 152 της 16.6.2009, σ. 11).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 396/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Φεβρουαρίου 2005, για τα ανώτατα όρια καταλοίπων φυτοφαρμάκων μέσα ή πάνω στα τρόφιμα και τις ζωοτροφές φυτικής και ζωικής προέλευσης και για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 70 της 16.3.2005, σ. 1).


17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/68


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/2289 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Δεκεμβρίου 2016

σχετικά με την έγκριση του ε-Momfluorothrin ως δραστικής ουσίας για χρήση σε βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 18

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (1), και ιδίως το άρθρο 90 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 29 Μαΐου 2013 το Ηνωμένο Βασίλειο έλαβε αίτηση, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 1 της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), για την καταχώριση της δραστικής ουσίας ε-Momfluorothrin στο παράρτημα I της εν λόγω οδηγίας για χρήση σε προϊόντα του τύπου προϊόντων 18 (Εντομοκτόνα, ακαρεοκτόνα και προϊόντα για την καταπολέμηση άλλων αρθροπόδων), όπως ορίζονται στο παράρτημα V της εν λόγω οδηγίας και αντιστοιχούν στον τύπο προϊόντων 18 που ορίζεται στο παράρτημα V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

(2)

Το Ηνωμένο Βασίλειο υπέβαλε την έκθεση αξιολόγησης μαζί με τις συστάσεις του στις 6 Οκτωβρίου 2015, σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

(3)

Η γνώμη του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων διατυπώθηκε στις 16 Ιουνίου 2016 από την επιτροπή βιοκτόνων, αφού ελήφθησαν υπόψη τα συμπεράσματα της αρμόδιας αρχής αξιολόγησης.

(4)

Σύμφωνα με την εν λόγω γνώμη, μπορεί να αναμένεται ότι τα βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 18 που περιέχουν ε-Momfluorothrin πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 19 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται ορισμένες προδιαγραφές και όροι σχετικά με τη χρήση τους.

(5)

Συνεπώς, είναι σκόπιμο να εγκριθεί το ε-Momfluorothrin για χρήση σε βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 18, με την επιφύλαξη της συμμόρφωσης με ορισμένες προδιαγραφές και όρους.

(6)

Θα πρέπει να προβλέπεται εύλογο χρονικό διάστημα πριν από την έγκριση μιας δραστικής ουσίας, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να λάβουν τα αναγκαία προπαρασκευαστικά μέτρα για την ικανοποίηση των νέων απαιτήσεων.

(7)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής βιοκτόνων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το ε-Momfluorothrin εγκρίνεται ως δραστική ουσία για χρήση σε βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 18, με την επιφύλαξη των προδιαγραφών και των όρων που καθορίζονται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Δεκεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1.

(2)  Οδηγία 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά (ΕΕ L 123 της 24.4.1998, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κοινή ονομασία

Ονομασία IUPAC

Αριθμοί ταυτοποίησης

Ελάχιστος βαθμός καθαρότητας της δραστικής ουσίας (1)

Ημερομηνία έγκρισης

Ημερομηνία λήξης της έγκρισης

Τύπος προϊόντων

Ειδικοί όροι

ε-Momfluorothrin

Ονομασία IUPAC:

 

Όλα τα ισομερή: (EZ)-(1RS,3RS;1SR,3SR)-3-(2-κυανοπροπ-1-ενυλο)-2,2,-διμεθυλοκυκλοπροπανοκαρβοξυλικός 2,3,5,6-τετραφθορο-4-(μεθοξυμεθυλο)βενζυλεστέρας

 

Ισομερές RTZ: (Z)-(1R,3R)-3-(2-κυανοπροπ-1-ενυλο)-2,2,-διμεθυλοκυκλοπροπανοκαρβοξυλικός 2,3,5,6-τετραφθορο-4-(μεθοξυμεθυλο)βενζυλεστέρας

Αριθ. ΕΚ: ουδείς

Αριθ. CAS:

 

Όλα τα ισομερή: 609346-29-4

 

Ισομερές RTZ: 1065124-65-3

Όλα τα ισομερή: 93 % κατά βάρος

Ισομερή RTZ: 82,5 % κατά βάρος

1η Ιουλίου 2017

30 Ιουνίου 2027

18

Οι άδειες για τα βιοκτόνα προϊόντα υπόκεινται στους ακόλουθους όρους:

1.

Κατά την αξιολόγηση του προϊόντος δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στους τρόπους έκθεσης, στους κινδύνους και στην αποτελεσματικότητα που σχετίζονται με χρήσεις οι οποίες καλύπτονται από την αίτηση χορήγησης άδειας, αλλά δεν εξετάστηκαν στο πλαίσιο της εκτίμησης των κινδύνων της δραστικής ουσίας σε ενωσιακό επίπεδο.

2.

Λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων που έχουν εντοπιστεί για τις χρήσεις που αξιολογήθηκαν, κατά την αξιολόγηση του προϊόντος δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στα επιφανειακά ύδατα, στα ιζήματα και στο έδαφος για προϊόντα που χρησιμοποιούνται i) σε εσωτερικούς χώρους ως σπρέι για χώρους· και ii) σε εξωτερικούς χώρους ως σπρέι για επιφάνειες.

3.

Για τα προϊόντα που ενδεχομένως συνεπάγονται την παρουσία καταλοίπων στα τρόφιμα ή στις ζωοτροφές, εξακριβώνεται κατά πόσον είναι αναγκαίο να καθοριστούν νέα ανώτατα όρια καταλοίπων (ΑΟΚ) ή να τροποποιηθούν τα υφιστάμενα, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 470/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) ή τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 396/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), και λαμβάνονται τα δέοντα μέτρα μετριασμού του κινδύνου, ώστε να αποκλείεται η υπέρβαση των ισχυόντων ΑΟΚ.


(1)  Η καθαρότητα που εμφαίνεται στη στήλη αυτή είναι ο ελάχιστος βαθμός καθαρότητας της δραστικής ουσίας που αξιολογήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012. Η δραστική ουσία στο προϊόν που διατίθεται στην αγορά μπορεί να είναι ίσης ή διαφορετικής καθαρότητας, αν έχει αποδειχθεί τεχνικά ισοδύναμη με την αξιολογηθείσα δραστική ουσία.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 470/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009, για θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών για τον καθορισμό ορίων καταλοίπων των φαρμακολογικά δραστικών ουσιών στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2377/90 του Συμβουλίου και τροποποίηση της οδηγίας 2001/82/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 152 της 16.6.2009, σ. 11).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 396/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Φεβρουαρίου 2005, για τα ανώτατα όρια καταλοίπων φυτοφαρμάκων μέσα ή πάνω στα τρόφιμα και τις ζωοτροφές φυτικής και ζωικής προέλευσης και για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 70 της 16.3.2005, σ. 1).


17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/71


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/2290 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Δεκεμβρίου 2016

σχετικά με την έγκριση του υπεροξικού οξέος ως υπάρχουσας δραστικής ουσίας για χρήση σε βιοκτόνα των τύπων προϊόντων 11 και 12

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (1), και ιδίως το άρθρο 89 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1062/2014 της Επιτροπής (2) θεσπίζει κατάλογο των υπαρχουσών δραστικών ουσιών που πρέπει να αξιολογηθούν με σκοπό την πιθανή τους έγκριση για χρήση σε βιοκτόνα. Ο εν λόγω κατάλογος περιλαμβάνει το υπεροξικό οξύ.

(2)

Το υπεροξικό οξύ αξιολογήθηκε για χρήση σε προϊόντα του τύπου προϊόντων 11, συντηρητικά για υγρά συστημάτων ψύξης και επεξεργασίας, και του τύπου προϊόντων 12, γλοιοκτόνα, όπως ορίζονται στο παράρτημα V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

(3)

Η Φινλανδία ορίστηκε ως αρμόδια αρχή αξιολόγησης και υπέβαλε τις εκθέσεις αξιολόγησης, μαζί με τις συστάσεις της, στις 3 Ιουλίου 2015.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1062/2014, οι γνώμες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων διατυπώθηκαν στις 14 Ιουνίου 2016 από την επιτροπή βιοκτόνων, λαμβανομένων υπόψη των συμπερασμάτων της αρμόδιας αρχής αξιολόγησης.

(5)

Σύμφωνα με τις εν λόγω γνώμες, τα βιοκτόνα των τύπων προϊόντων 11 και 12 τα οποία περιέχουν υπεροξικό οξύ μπορεί να αναμένεται ότι ικανοποιούν τα κριτήρια του άρθρου 19 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται ορισμένοι όροι σχετικά με τη χρήση τους.

(6)

Συνεπώς, είναι σκόπιμο να εγκριθεί το υπεροξικό οξύ για χρήση σε βιοκτόνα των τύπων προϊόντων 11 και 12, με την επιφύλαξη της συμμόρφωσης με ορισμένες προδιαγραφές και όρους.

(7)

Το υπεροξικό οξύ είναι υδατικό διάλυμα που περιέχει οξικό οξύ και υπεροξείδιο του υδρογόνου. Λόγω της παρουσίας του υπεροξειδίου του υδρογόνου, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή πρόδρομων ουσιών εκρηκτικών υλών, οι άδειες βιοκτόνων που περιέχουν υπεροξικό οξύ χορηγούνται με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 98/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3).

(8)

Θα πρέπει να προβλέπεται εύλογο χρονικό διάστημα πριν από την έγκριση μιας δραστικής ουσίας, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να λάβουν τα αναγκαία προπαρασκευαστικά μέτρα για την ικανοποίηση των νέων απαιτήσεων.

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για τα βιοκτόνα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται το υπεροξικό οξύ ως δραστική ουσία για χρήση σε βιοκτόνα των τύπων προϊόντων 11 και 12, με την επιφύλαξη των προδιαγραφών και των όρων που καθορίζονται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Δεκεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1.

(2)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1062/2014 της Επιτροπής, της 4ης Αυγούστου 2014, σχετικά με το πρόγραμμα εργασιών για τη συστηματική εξέταση όλων των υπαρχουσών δραστικών ουσιών που περιέχονται σε βιοκτόνα τα οποία αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 294 της 10.10.2014, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 98/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2013, σχετικά με την κυκλοφορία στην αγορά και τη χρήση πρόδρομων ουσιών εκρηκτικών υλών (ΕΕ L 39 της 9.2.2013, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κοινή ονομασία

Ονομασία IUPAC

Αριθμοί αναγνώρισης

Ελάχιστος βαθμός καθαρότητας της δραστικής ουσίας (1)

Ημερομηνία έγκρισης

Ημερομηνία λήξης της έγκρισης

Τύπος προϊόντων

Ειδικοί όροι

Υπεροξικό οξύ

Ονομασία IUPAC:

Υπεροξυαιθανοϊκό οξύ

Αριθ. ΕΚ: 201-186-8

Αριθ. CAS: 79-21-0

Η προδιαγραφή βασίζεται στα αρχικά υλικά υπεροξείδιο του υδρογόνου και οξικό οξύ, που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή υπεροξικού οξέος.

Το υπεροξικό οξύ είναι υδατικό διάλυμα που περιέχει οξικό οξύ και υπεροξείδιο του υδρογόνου.

1η Ιουλίου 2018

30 Ιουνίου 2028

11

Οι άδειες για τα βιοκτόνα προϊόντα υπόκεινται στους ακόλουθους όρους:

1.

Κατά την αξιολόγηση του προϊόντος αποδίδεται ιδιαίτερη προσοχή στους τρόπους έκθεσης, στους κινδύνους και στην αποτελεσματικότητα που σχετίζονται με χρήσεις οι οποίες καλύπτονται από την αίτηση χορήγησης άδειας, αλλά δεν εξετάστηκαν στο πλαίσιο της εκτίμησης των κινδύνων της δραστικής ουσίας σε ενωσιακό επίπεδο.

2.

Λόγω της παρουσίας του υπεροξειδίου του υδρογόνου, οι άδειες βιοκτόνων χορηγούνται με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 98/2013.

3.

Λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων που έχουν εντοπιστεί για τις χρήσεις που αξιολογήθηκαν, κατά την αξιολόγηση του προϊόντος δίνεται ιδιαίτερη προσοχή:

α)

στους βιομηχανικούς και επαγγελματικούς χρήστες·

β)

τα θαλάσσια ύδατα για προϊόντα που χρησιμοποιούνται σε συστήματα ψύξης ανοικτού κυκλώματος·

γ)

το έδαφος και τα επιφανειακά ύδατα για προϊόντα που χρησιμοποιούνται σε μεγάλα ανοικτά συστήματα ψύξης με ανακυκλοφορία.

12

Οι άδειες για τα βιοκτόνα προϊόντα υπόκεινται στους ακόλουθους όρους:

1.

Κατά την αξιολόγηση του προϊόντος αποδίδεται ιδιαίτερη προσοχή στους τρόπους έκθεσης, στους κινδύνους και στην αποτελεσματικότητα που σχετίζονται με χρήσεις οι οποίες καλύπτονται από την αίτηση χορήγησης άδειας, αλλά δεν εξετάστηκαν στο πλαίσιο της εκτίμησης των κινδύνων της δραστικής ουσίας σε ενωσιακό επίπεδο.

2.

Λόγω της παρουσίας του υπεροξειδίου του υδρογόνου, οι άδειες βιοκτόνων χορηγούνται με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 98/2013.

3.

Λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων που έχουν εντοπιστεί για τις χρήσεις που αξιολογήθηκαν, κατά την αξιολόγηση του προϊόντος δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στους βιομηχανικούς και επαγγελματικούς χρήστες.


(1)  Η καθαρότητα που εμφαίνεται στη στήλη αυτή είναι ο ελάχιστος βαθμός καθαρότητας της δραστικής ουσίας που αξιολογήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 89 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012. Η δραστική ουσία στο προϊόν που διατίθεται στην αγορά μπορεί να είναι ίσης ή διαφορετικής καθαρότητας, αν έχει αποδειχθεί τεχνικά ισοδύναμη με την αξιολογηθείσα δραστική ουσία.


17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/74


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/2291 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Δεκεμβρίου 2016

για την έγκριση του L(+) γαλακτικού οξέος ως δραστικής ουσίας για χρήση σε βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 1

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (1), και ιδίως το άρθρο 90 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Γερμανία έλαβε στις 29 Αυγούστου 2013 αίτηση, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 1 της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), για την καταχώριση της δραστικής ουσίας L(+) γαλακτικό οξύ στο παράρτημα I της εν λόγω οδηγίας για χρήση σε προϊόντα του τύπου προϊόντων 1, για την υγιεινή του ανθρώπου, όπως ορίζεται στο παράρτημα V της εν λόγω οδηγίας, τα οποία αντιστοιχούν στον τύπο προϊόντων 1 όπως ορίζεται στο παράρτημα V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

(2)

Η Γερμανία υπέβαλε την έκθεση αξιολόγησης, μαζί με τις συστάσεις της, στις 5 Φεβρουαρίου 2015, σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

(3)

Η γνώμη του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων διατυπώθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 2015 από την επιτροπή βιοκτόνων, αφού ελήφθησαν υπόψη τα συμπεράσματα της αρμόδιας αρχής αξιολόγησης.

(4)

Σύμφωνα με την εν λόγω γνώμη, τα βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 1 που περιέχουν L(+) γαλακτικό οξύ μπορεί να αναμένεται ότι πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 19 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται ορισμένοι όροι σχετικά με τη χρήση τους.

(5)

Συνεπώς, είναι σκόπιμο να εγκριθεί το L(+) γαλακτικό οξύ για χρήση σε βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 1, με την επιφύλαξη της συμμόρφωσης με ορισμένες προδιαγραφές και όρους.

(6)

Θα πρέπει να προβλέπεται εύλογο χρονικό διάστημα πριν από την έγκριση μιας δραστικής ουσίας, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να λάβουν τα αναγκαία προπαρασκευαστικά μέτρα για την ικανοποίηση των νέων απαιτήσεων.

(7)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για τα βιοκτόνα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται το L(+) γαλακτικό οξύ ως δραστική ουσία για χρήση σε βιοκτόνα του τύπου προϊόντων 1, με την επιφύλαξη των προδιαγραφών και των όρων που καθορίζονται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Δεκεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1.

(2)  Οδηγία 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά (ΕΕ L 123 της 24.4.1998, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κοινή ονομασία

Ονομασία IUPAC

Αριθμοί αναγνώρισης

Ελάχιστος βαθμός καθαρότητας της δραστικής ουσίας (1)

Ημερομηνία έγκρισης

Ημερομηνία λήξης της έγκρισης

Τύπος προϊόντων

Ειδικοί όροι

L(+) Γαλακτικό οξύ

Ονομασία IUPAC:

(S)-2-υδροξυπροπανικό οξύ

Αριθ. ΕΚ: 201-196-2

Αριθ. CAS: 79-33-4

95,5 % κατά βάρος

1η Ιουλίου 2017

30 Ιουνίου 2027

1

Οι άδειες για τα βιοκτόνα προϊόντα υπόκεινται στους ακόλουθους όρους:

1.

Κατά την αξιολόγηση του προϊόντος αποδίδεται ιδιαίτερη προσοχή στους τρόπους έκθεσης, στους κινδύνους και στην αποτελεσματικότητα που σχετίζονται με χρήσεις οι οποίες καλύπτονται από την αίτηση χορήγησης άδειας, αλλά δεν εξετάστηκαν στο πλαίσιο της εκτίμησης των κινδύνων της δραστικής ουσίας σε ενωσιακό επίπεδο.

2.

Λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων που έχουν εντοπιστεί για τις χρήσεις που αξιολογήθηκαν, κατά την αξιολόγηση του προϊόντος δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στους μη επαγγελματίες χρήστες.


(1)  Η καθαρότητα που εμφαίνεται στη στήλη αυτή είναι ο ελάχιστος βαθμός καθαρότητας της δραστικής ουσίας που αξιολογήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 89 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012. Η δραστική ουσία στο προϊόν που διατίθεται στην αγορά μπορεί να είναι ίσης ή διαφορετικής καθαρότητας, αν έχει αποδειχθεί τεχνικά ισοδύναμη με την αξιολογηθείσα δραστική ουσία.


17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/77


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/2292 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Δεκεμβρίου 2016

για τον καθορισμό της σταθμισμένης μέσης τιμής των μέγιστων τελών τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας ανά την Ένωση και την κατάργηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2352

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2012, για την περιαγωγή σε δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός της Ένωσης (1), και ιδίως το άρθρο 6ε παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012, οι εγχώριοι πάροχοι δεν θα πρέπει να χρεώνουν στους πελάτες περιαγωγής πρόσθετο τέλος επιπλέον από τις εγχώριες τιμές λιανικής σε κανένα κράτος μέλος, για τις ρυθμιζόμενες εισερχόμενες κλήσεις περιαγωγής, εντός των ορίων που επιτρέπει η πολιτική εύλογης χρήσης. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται από τις 15 Ιουνίου 2017, εφόσον η νομοθετική πράξη που πρέπει να εκδοθεί, κατόπιν της πρότασης που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού σχετικά με την αγορά περιαγωγής χονδρικής, έχει τεθεί σε εφαρμογή ως την ημερομηνία αυτή.

(2)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012, οι εγχώριοι πάροχοι μπορούν να επιβάλλουν πρόσθετο τέλος επιπλέον της εγχώριας τιμής λιανικής, για την κατανάλωση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής, κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου από τις 30 Απριλίου 2016 ως την ημερομηνία έναρξης ισχύος της νομοθετικής πράξης που προβλέπεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 531/2012 επιτρέπει στους εγχώριους παρόχους να επιβάλλουν, μετά τη μεταβατική περίοδο, πρόσθετο τέλος, επιπλέον της εγχώριας τιμής λιανικής, για την κατανάλωση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής πέρα από τυχόν όρια δυνάμει οποιασδήποτε πολιτικής εύλογης χρήσης.

(4)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 531/2012 περιορίζει τα τυχόν πρόσθετα τέλη που επιβάλλονται στις ρυθμιζόμενες εισερχόμενες κλήσεις περιαγωγής στη σταθμισμένη μέση τιμή των μέγιστων τελών τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας ανά την Ένωση.

(5)

Με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/2352 της Επιτροπής (2) καθορίστηκε η σταθμισμένη μέση τιμή των μέγιστων τελών τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας ανά την Ένωση που πρέπει να εφαρμόζεται από τις 30 Απριλίου 2016, με βάση τις τιμές των δεδομένων της 1ης Ιουλίου 2015.

(6)

Ο Φορέας Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες έχει παράσχει στην Επιτροπή επικαιροποιημένες πληροφορίες που έχουν συγκεντρώσει οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές των κρατών μελών όσον αφορά: i) το μέγιστο τέλος τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας που επιβάλλουν οι εν λόγω αρχές, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) (η «οδηγία-πλαίσιο») και το άρθρο 13 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) (η «οδηγία για την πρόσβαση»), σε κάθε εθνική αγορά για τον τερματισμό των φωνητικών κλήσεων χονδρικής σε επιμέρους δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, καθώς και ii) τον συνολικό αριθμό συνδρομητών στα κράτη μέλη.

(7)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012, η Επιτροπή υπολόγισε τη σταθμισμένη μέση τιμή των μέγιστων τελών τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας ανά την ΕΕ: i) πολλαπλασιάζοντας το μέγιστο τέλος τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας που επιτρέπεται σε δεδομένο κράτος μέλος επί τον συνολικό αριθμό των συνδρομητών στο εν λόγω κράτος μέλος, ii) αθροίζοντας το συγκεκριμένο γινόμενο με εκείνο που προέκυψε από όλα τα κράτη μέλη, και iii) διαιρώντας το σύνολο διά του συνολικού αριθμού συνδρομητών σε όλα τα κράτη μέλη, με βάση τις τιμές των δεδομένων της 1ης Ιουλίου 2016. Για τις χώρες εκτός της ζώνης του ευρώ, η εφαρμοστέα συναλλαγματική ισοτιμία αντιστοιχεί στη μέση τιμή του δεύτερου τριμήνου του 2016 που παρέχεται από τη βάση δεδομένων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

(8)

Επομένως, είναι αναγκαίο να επικαιροποιηθεί η σταθμισμένη μέση τιμή των μέγιστων τελών τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας ανά την Ένωση που καθορίζονται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/2352.

(9)

Ως εκ τούτου, θα πρέπει να καταργηθεί ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2352.

(10)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012, η Επιτροπή υποχρεούται να επανεξετάζει ετησίως τη σταθμισμένη μέση τιμή των μέγιστων τελών τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας ανά την Ένωση.

(11)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής επικοινωνιών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Η σταθμισμένη μέση τιμή των μέγιστων τελών τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας ανά την Ένωση καθορίζεται σε 0,0108 ευρώ το λεπτό.

Άρθρο 2

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2352 καταργείται.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Δεκεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 172 της 30.6.2012, σ. 10.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2352 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2015, για τον καθορισμό της σταθμισμένης μέσης τιμής των μέγιστων τελών τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας ανά την Ένωση (ΕΕ L 331 της 17.12.2015, σ. 7).

(3)  Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία-πλαίσιο) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33).

(4)  Οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία για την πρόσβαση) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 7).


17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/79


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/2293 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Δεκεμβρίου 2016

σχετικά με τροποποίηση του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο δ),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 καθορίζει ονοματολογία εμπορευμάτων, εφεξής «συνδυασμένη ονοματολογία», ώστε να πληρούνται ταυτοχρόνως οι απαιτήσεις του κοινού δασμολογίου, οι απαιτήσεις σχετικά με τα στατιστικά δεδομένα του εξωτερικού εμπορίου της Ένωσης και οι απαιτήσεις άλλων ενωσιακών πολιτικών που διέπουν την εισαγωγή ή την εξαγωγή εμπορευμάτων.

(2)

Με την απόφαση (ΕΕ) 2016/1885 (2), το Συμβούλιο συνήψε συμφωνία υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, σύμφωνα με το άρθρο XXIV παράγραφος 6 και το άρθρο XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (ΓΣΔΕ) του 1994, σχετικά με τροποποίηση των παραχωρήσεων που προβλέπονται στον πίνακα της Δημοκρατίας της Κροατίας στο πλαίσιο της προσχώρησής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση (εφεξής «η συμφωνία»). Η συμφωνία προβλέπει μείωση των τελωνειακών δασμών για δύο κατηγορίες προϊόντων. Η Ένωση και η Κίνα έχουν κοινοποιήσει αμοιβαία την ολοκλήρωση των εσωτερικών διαδικασιών τους για την έναρξη ισχύος της συμφωνίας και η συμφωνία αρχίζει να ισχύει την 1 Ιανουαρίου 2017.

(3)

Είναι αναγκαίο να εφαρμοστούν στο κοινό δασμολόγιο τα μέτρα που προβλέπονται στην απόφαση (ΕΕ) 2016/1885. Συνεπώς, το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(4)

Οι αλλαγές του δασμολογικού συντελεστή θα πρέπει να εφαρμοστούν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας. Επομένως, ο εν λόγω κανονισμός θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ επειγόντως.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής τελωνειακού κώδικα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2017.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Δεκεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 256 της 7.9.1987, σ. 1.

(2)  Απόφαση (ΕΕ) 2016/1885 του Συμβουλίου, της 18 Οκτωβρίου 2016, για τη σύναψη συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, σύμφωνα με το άρθρο XXIV παράγραφος 6 και το άρθρο XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (ΓΣΔΕ) του 1994 σχετικά με την τροποποίηση των παραχωρήσεων που προβλέπονται στον πίνακα της Δημοκρατίας της Κροατίας στο πλαίσιο της προσχώρησής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ L 291 της 26.10.2016, σ. 7).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα I μέρος δεύτερο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 τροποποιείται ως εξής:

1)

στο τμήμα XII κεφάλαιο 64, η σειρά για τον κωδικό ΣΟ 6404 19 90 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6404 19 90

– – –

Άλλα

16,9

pa»·

2)

στο τμήμα XVI κεφάλαιο 84, η σειρά για τον κωδικό ΣΟ 8415 10 90 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8415 10 90

– –

Διαιρούμενα συστήματα («split-system»)

2,5

—».


17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/81


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/2294 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Δεκεμβρίου 2016

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1),

Έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 136 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 543/2011 προβλέπει, κατ' εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XVI μέρος A του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Η κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής υπολογίζεται κάθε εργάσιμη ημέρα, σύμφωνα με το άρθρο 136 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011, λαμβανομένων υπόψη των ημερήσιων μεταβλητών στοιχείων. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής που αναφέρονται στο άρθρο 136 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Δεκεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή,

εξ ονόματος του Προέδρου,

Jerzy PLEWA

Γενικός Διευθυντής

Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  ΕΕ L 157 της 15.6.2011, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(ευρώ/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτων χωρών (1)

Κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής

0702 00 00

MA

99,7

SN

241,4

TN

269,5

TR

111,3

ZZ

180,5

0707 00 05

MA

79,2

TR

154,2

ZZ

116,7

0709 93 10

MA

150,3

TR

167,9

ZZ

159,1

0805 10 20

IL

126,4

TR

73,7

ZZ

100,1

0805 20 10

MA

70,4

ZZ

70,4

0805 20 30 , 0805 20 50 , 0805 20 70 , 0805 20 90

IL

113,5

JM

125,0

MA

74,5

TR

76,2

ZZ

97,3

0805 50 10

AR

76,7

TR

88,5

ZZ

82,6

0808 10 80

US

132,4

ZZ

132,4

0808 30 90

CN

94,8

ZZ

94,8


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1106/2012 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 2012, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες, όσον αφορά την επικαιροποίηση της ονοματολογίας των χωρών και εδαφών (ΕΕ L 328 της 28.11.2012, σ. 7). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/83


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/2295 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Δεκεμβρίου 2016

για την τροποποίηση των αποφάσεων 2000/518/ΕΚ, 2002/2/ΕΚ, 2003/490/ΕΚ, 2003/821/ΕΚ, 2004/411/ΕΚ, 2008/393/ΕΚ, 2010/146/ΕΕ, 2010/625/ΕΕ, 2011/61/ΕΕ και των εκτελεστικών αποφάσεων 2012/484/ΕΕ και 2013/65/ΕΕ σχετικά με την επάρκεια της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ορισμένες χώρες, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2016) 8353]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 6,

Κατόπιν διαβούλευσης με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στην απόφασή του της 6ης Οκτωβρίου 2015 στην υπόθεση C-362/14, Maximillian Schrems κατά Data Protection Commissioner (2), το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι η Επιτροπή, θεσπίζοντας το άρθρο 3 της απόφασης 2000/520/ΕΚ (3), υπερέβη τις αρμοδιότητες που της απένειμε το άρθρο 25 παράγραφος 6 της οδηγίας 95/46/ΕΚ υπό το πρίσμα του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κήρυξε το άρθρο 3 της εν λόγω απόφασης ανίσχυρο.

(2)

Το άρθρο 3 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο της απόφασης 2000/520/ΕΚ προέβλεπε περιοριστικές προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι εθνικές αρχές ελέγχου μπορούσαν να αποφασίσουν την αναστολή της ροής δεδομένων προς αυτοπιστοποιημένη εταιρεία των ΗΠΑ, παρά τη διαπίστωση της Επιτροπής περί ικανοποιητικού επιπέδου προστασίας.

(3)

Στην απόφασή του στην υπόθεση Schrems, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι οι εθνικές αρχές ελέγχου παραμένουν αρμόδιες να ελέγχουν τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα για την οποία η Επιτροπή έχει αποφανθεί ότι εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, και ότι η Επιτροπή δεν έχει την εξουσία να περιορίσει τις αρμοδιότητες των εν λόγω εθνικών αρχών που απορρέουν από το άρθρο 28 της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Σύμφωνα δε με το άρθρο αυτό, οι εν λόγω αρχές διαθέτουν, ιδίως, μέσα για τη διεξαγωγή έρευνας, όπως το δικαίωμα να συλλέγουν κάθε αναγκαία πληροφορία για την εκπλήρωση της αποστολής τους ελέγχου, αποτελεσματικές εξουσίες παρέμβασης, όπως την εξουσία να απαγορεύουν προσωρινά ή οριστικά την επεξεργασία δεδομένων, καθώς και την εξουσία να παρίστανται ενώπιον δικαστηρίου (4).

(4)

Το Δικαστήριο υπενθύμισε στην απόφασή του στην υπόθεση Schrems ότι, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 95/46/ΕΚ, τα κράτη μέλη και τα όργανά τους πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συμμορφωθούν με τις πράξεις των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, καθώς υπέρ των πράξεων αυτών υφίσταται, καταρχήν, τεκμήριο νομιμότητας, οι πράξεις δε αυτές παράγουν έννομα αποτελέσματα, εφόσον δεν έχουν ανακληθεί, ακυρωθεί κατόπιν προσφυγής ακυρώσεως ή κριθεί ανίσχυρες κατόπιν προδικαστικής παραπομπής ή κατόπιν ενστάσεως ελλείψεως νομιμότητας.

(5)

Επομένως, απόφαση της Επιτροπής περί επάρκειας που έχει εκδοθεί βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 της οδηγίας 95/46/ΕΚ είναι δεσμευτική για όλα τα όργανα των κρατών μελών στα οποία απευθύνεται, περιλαμβανομένων των ανεξάρτητων εποπτικών αρχών τους, κατά τρόπον ώστε να επιτρέπεται η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη προς την τρίτη χώρα στην οποία αναφέρεται η απόφαση (5). Συνεπώς, οι εθνικές αρχές ελέγχου δεν μπορούν να θεσπίσουν μέτρα αντίθετα προς απόφαση της Επιτροπής περί επάρκειας, όπως πράξεις οι οποίες κηρύσσουν άκυρη την εν λόγω απόφαση ή οι οποίες διαπιστώνουν δεσμευτικά ότι η τρίτη χώρα την οποία αφορά η απόφαση δεν εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας. Όπως διευκρινίζεται στην απόφαση στην υπόθεση Schrems, αυτό δεν εμποδίζει τις εθνικές αρχές ελέγχου να εξετάσουν αίτηση προσώπου σχετικά με το επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτη χώρα που αποτελεί αντικείμενο απόφασης της Επιτροπής περί επάρκειας και, εφόσον κρίνουν βάσιμες τις αιτιάσεις του εν λόγω προσώπου, να προσφύγουν στα εθνικά δικαστήρια, ώστε αυτά, αν συμφωνούν ότι υπάρχουν αμφιβολίες ως προς το κύρος της αποφάσεως της Επιτροπής, να υποβάλουν προδικαστικό ερώτημα προς έλεγχο του κύρους της συγκεκριμένης αποφάσεως (6).

(6)

Οι αποφάσεις της Επιτροπής 2000/518/ΕΚ (7), 2002/2/ΕΚ (8), 2003/490/ΕΚ (9), 2003/821/ΕΚ (10), 2004/411/ΕΚ (11), 2008/393/ΕΚ (12), 2010/146/ΕΕ (13), 2010/625/ΕΕ (14), 2011/61/ΕΕ (15) και οι εκτελεστικές αποφάσεις της Επιτροπής 2012/484/ΕΕ (16) και 2013/65/ΕΕ (17), οι οποίες αποτελούν αποφάσεις περί επάρκειας, περιέχουν έναν περιορισμό των αρμοδιοτήτων των εθνικών αρχών ελέγχου αντίστοιχο με αυτόν του άρθρου 3 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο της απόφασης 2000/520/ΕΚ, διάταξη την οποία το Δικαστήριο έκρινε ανίσχυρη.

(7)

Κατά συνέπεια, υπό το πρίσμα της απόφασης στην υπόθεση Schrems και σύμφωνα με το άρθρο 266 της Συνθήκης, οι διατάξεις των εν λόγω αποφάσεων που περιορίζουν τις αρμοδιότητες των εθνικών αρχών ελέγχου θα πρέπει να αντικατασταθούν.

(8)

Στην απόφασή του στην υπόθεση Schrems, το Δικαστήριο διευκρίνισε επίσης ότι, καθώς το επίπεδο της προστασίας που εξασφαλίζει τρίτη χώρα ενδέχεται να μεταβληθεί, εναπόκειται στην Επιτροπή, αφού εκδώσει απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, να ελέγχει ανά τακτά χρονικά διαστήματα αν η διαπίστωση σχετικά με το ικανοποιητικό επίπεδο της προστασίας που διασφαλίζει η εν λόγω τρίτη χώρα παραμένει δικαιολογημένη από πραγματικής και νομικής άποψης (18). Υπό το πρίσμα των διαπιστώσεων στην εν λόγω απόφαση του Δικαστηρίου όσον αφορά την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, πρέπει επίσης να παρακολουθούνται οι κανόνες και οι πρακτικές που διέπουν την πρόσβαση αυτή.

(9)

Επομένως, για τις χώρες για τις οποίες έχει εκδώσει απόφαση περί επάρκειας, η Επιτροπή παρακολουθεί σε τακτική βάση τις εξελίξεις, τόσο στη νομοθεσία όσο και στην πρακτική, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία των αποφάσεων αυτών, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων όσον αφορά την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

(10)

Προκειμένου να διευκολυνθεί η αποτελεσματική παρακολούθηση της λειτουργίας των αποφάσεων περί επάρκειας που ισχύουν σήμερα, η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερωθεί από τα κράτη μέλη για τα σχετικά μέτρα που τυχόν έχουν λάβει οι εθνικές αρχές ελέγχου.

(11)

Η ομάδα προστασίας των προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η οποία συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 29 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, διατύπωσε τη γνώμη της, η οποία λήφθηκε υπόψη κατά την κατάρτιση της παρούσας απόφασης.

(12)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση συνάδουν προς τη γνώμη της επιτροπής που συστάθηκε βάσει του άρθρου 31 παράγραφος 1 της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

(13)

Οι αποφάσεις 2000/518/ΕΚ, 2002/2/ΕΚ, 2003/490/ΕΚ, 2003/821/ΕΚ, 2004/411/ΕΚ, 2008/393/ΕΚ, 2010/146/ΕΕ, 2010/625/ΕΕ, 2011/61/ΕΕ και οι εκτελεστικές αποφάσεις 2012/484/ΕΕ και 2013/65/ΕΕ θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθούν αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 2000/518/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Όταν αρμόδια αρχή κράτους μέλους ασκεί τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 3 της οδηγίας 95/46/ΕΚ για να αναστείλει ή να απαγορεύσει οριστικά ροή δεδομένων προς την Ελβετία προς τον σκοπό της προστασίας φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα λοιπά κράτη μέλη.».

2)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 3α:

«Άρθρο 3α

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί σε τακτική βάση τις εξελίξεις στην ελβετική έννομη τάξη που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία της παρούσας απόφασης, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων που αφορούν την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, με σκοπό να αξιολογεί εάν η Ελβετία εξακολουθεί να εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για τις περιπτώσεις στις οποίες η δράση των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς το πρότυπο προστασίας στην Ελβετία αποτυγχάνει να εξασφαλίσει την εν λόγω συμμόρφωση.

3.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για οποιεσδήποτε ενδείξεις ότι επεμβάσεις εκ μέρους δημόσιων αρχών της Ελβετίας που είναι αρμόδιες για την εθνική ασφάλεια, την επιβολή του νόμου ή άλλα δημόσια συμφέροντα στο δικαίωμα φυσικών προσώπων για προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν υπερβαίνουν τον απολύτως αναγκαίο βαθμό ή ότι δεν υπάρχει αποτελεσματική δικαστική προστασία από τέτοιου είδους επεμβάσεις.

4.   Εάν από τα αποδεικτικά στοιχεία προκύψει ότι δεν διασφαλίζεται πλέον ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά την αρμόδια ελβετική αρχή και, εάν κρίνεται απαραίτητο, προτείνει σχέδιο μέτρων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ με σκοπό την κατάργηση ή την αναστολή της παρούσας απόφασης ή τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της.».

Άρθρο 2

Η απόφαση 2002/2/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Όταν αρμόδια αρχή κράτους μέλους ασκεί τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 3 της οδηγίας 95/46/ΕΚ για να αναστείλει ή να απαγορεύσει οριστικά ροή δεδομένων προς παραλήπτη στον Καναδά, οι δραστηριότητες του οποίου εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ο νόμου περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ηλεκτρονικών εγγράφων του Καναδά, προς τον σκοπό της προστασίας φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα λοιπά κράτη μέλη.».

2)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 3α:

«Άρθρο 3α

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί σε τακτική βάση τις εξελίξεις στην καναδική έννομη τάξη που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία της παρούσας απόφασης, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων που αφορούν την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, με σκοπό να αξιολογεί εάν ο Καναδάς εξακολουθεί να εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για τις περιπτώσεις στις οποίες η δράση των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς το πρότυπο προστασίας στον Καναδά αποτυγχάνει να εξασφαλίσει την εν λόγω συμμόρφωση.

3.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για οποιεσδήποτε ενδείξεις ότι επεμβάσεις εκ μέρους δημόσιων αρχών του Καναδά που είναι αρμόδιες για την εθνική ασφάλεια, την επιβολή του νόμου ή άλλα δημόσια συμφέροντα στο δικαίωμα φυσικών προσώπων για προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν υπερβαίνουν τον απολύτως αναγκαίο βαθμό ή ότι δεν υπάρχει αποτελεσματική δικαστική προστασία από τέτοιου είδους επεμβάσεις.

4.   Εάν από τα αποδεικτικά στοιχεία προκύψει ότι δεν διασφαλίζεται πλέον ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά την αρμόδια καναδική αρχή και, εάν κρίνεται απαραίτητο, προτείνει σχέδιο μέτρων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ με σκοπό την κατάργηση ή την αναστολή της παρούσας απόφασης ή τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της.».

Άρθρο 3

Η απόφαση 2003/490/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Όταν αρμόδια αρχή κράτους μέλους ασκεί τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 3 της οδηγίας 95/46/ΕΚ για να αναστείλει ή να απαγορεύσει οριστικά ροή δεδομένων προς την Αργεντινή προς τον σκοπό της προστασίας φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα λοιπά κράτη μέλη.».

2)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 3α:

«Άρθρο 3α

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί σε τακτική βάση τις εξελίξεις στην έννομη τάξη της Αργεντινής που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία της παρούσας απόφασης, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων που αφορούν την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, με σκοπό να αξιολογεί εάν η Αργεντινή εξακολουθεί να εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για τις περιπτώσεις στις οποίες η δράση των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς το πρότυπο προστασίας στην Αργεντινή αποτυγχάνει να εξασφαλίσει την εν λόγω συμμόρφωση.

3.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για οποιεσδήποτε ενδείξεις ότι επεμβάσεις εκ μέρους δημόσιων αρχών της Αργεντινής που είναι αρμόδιες για την εθνική ασφάλεια, την επιβολή του νόμου ή άλλα δημόσια συμφέροντα στο δικαίωμα φυσικών προσώπων για προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν υπερβαίνουν τον απολύτως αναγκαίο βαθμό ή ότι δεν υπάρχει αποτελεσματική δικαστική προστασία από τέτοιου είδους επεμβάσεις.

4.   Εάν από τα αποδεικτικά στοιχεία προκύψει ότι δεν διασφαλίζεται πλέον ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή της Αργεντινής και, εάν κρίνεται απαραίτητο, προτείνει σχέδιο μέτρων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ με σκοπό την κατάργηση ή την αναστολή της παρούσας απόφασης ή τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της.».

Άρθρο 4

Τα άρθρα 3 και 4 της απόφασης 2003/821/ΕΚ αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Όταν αρμόδια αρχή κράτους μέλους ασκεί τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 3 της οδηγίας 95/46/ΕΚ για να αναστείλει ή να απαγορεύσει οριστικά ροή δεδομένων προς το Bailiwick του Guernsey προς τον σκοπό της προστασίας φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα λοιπά κράτη μέλη.

Άρθρο 4

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί σε τακτική βάση τις εξελίξεις στην έννομη τάξη του Guernsey που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία της παρούσας απόφασης, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων που αφορούν την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, με σκοπό να αξιολογεί εάν το Guernsey εξακολουθεί να εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για τις περιπτώσεις στις οποίες η δράση των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς το πρότυπο προστασίας στο Guernsey αποτυγχάνει να εξασφαλίσει την εν λόγω συμμόρφωση.

3.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για οποιεσδήποτε ενδείξεις ότι επεμβάσεις εκ μέρους δημόσιων αρχών του Guernsey που είναι αρμόδιες για την εθνική ασφάλεια, την επιβολή του νόμου ή άλλα δημόσια συμφέροντα στο δικαίωμα φυσικών προσώπων για προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν υπερβαίνουν τον απολύτως αναγκαίο βαθμό ή ότι δεν υπάρχει αποτελεσματική δικαστική προστασία από τέτοιου είδους επεμβάσεις.

4.   Εάν από τα αποδεικτικά στοιχεία προκύψει ότι δεν διασφαλίζεται πλέον ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή του Guernsey και, εάν κρίνεται απαραίτητο, προτείνει σχέδιο μέτρων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ με σκοπό την κατάργηση ή την αναστολή της παρούσας απόφασης ή τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της.».

Άρθρο 5

Τα άρθρα 3 και 4 της απόφασης 2004/411/ΕΚ αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Όταν αρμόδια αρχή κράτους μέλους ασκεί τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 3 της οδηγίας 95/46/ΕΚ για να αναστείλει ή να απαγορεύσει οριστικά ροή δεδομένων προς τη Νήσο του Μαν προς τον σκοπό της προστασίας φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα λοιπά κράτη μέλη.

Άρθρο 4

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί σε τακτική βάση τις εξελίξεις στην έννομη τάξη της Νήσου του Μαν που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία της παρούσας απόφασης, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων που αφορούν την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, με σκοπό να αξιολογεί εάν η Νήσος του Μαν εξακολουθεί να εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για τις περιπτώσεις στις οποίες η δράση των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς το πρότυπο προστασίας στη Νήσο του Μαν αποτυγχάνει να εξασφαλίσει την εν λόγω συμμόρφωση.

3.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για οποιεσδήποτε ενδείξεις ότι επεμβάσεις εκ μέρους δημόσιων αρχών της Νήσου του Μαν που είναι αρμόδιες για την εθνική ασφάλεια, την επιβολή του νόμου ή άλλα δημόσια συμφέροντα στο δικαίωμα φυσικών προσώπων για προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν υπερβαίνουν τον απολύτως αναγκαίο βαθμό ή ότι δεν υπάρχει αποτελεσματική δικαστική προστασία από τέτοιου είδους επεμβάσεις.

4.   Εάν από τα αποδεικτικά στοιχεία προκύψει ότι δεν διασφαλίζεται πλέον ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή της Νήσου του Μαν και, εάν κρίνεται απαραίτητο, προτείνει σχέδιο μέτρων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ με σκοπό την κατάργηση ή την αναστολή της παρούσας απόφασης ή τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της.».

Άρθρο 6

Τα άρθρα 3 και 4 της απόφασης 2008/393/ΕΚ αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Όταν αρμόδια αρχή κράτους μέλους ασκεί τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 3 της οδηγίας 95/46/ΕΚ για να αναστείλει ή να απαγορεύσει οριστικά ροή δεδομένων προς το Jersey προς τον σκοπό της προστασίας φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα λοιπά κράτη μέλη.

Άρθρο 4

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί σε τακτική βάση τις εξελίξεις στην έννομη τάξη του Jersey που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία της παρούσας απόφασης, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων που αφορούν την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, με σκοπό να αξιολογεί εάν το Jersey εξακολουθεί να εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για τις περιπτώσεις στις οποίες η δράση των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς το πρότυπο προστασίας στο Jersey αποτυγχάνει να εξασφαλίσει την εν λόγω συμμόρφωση.

3.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για οποιεσδήποτε ενδείξεις ότι επεμβάσεις εκ μέρους δημόσιων αρχών του Jersey που είναι αρμόδιες για την εθνική ασφάλεια, την επιβολή του νόμου ή άλλα δημόσια συμφέροντα στο δικαίωμα φυσικών προσώπων για προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν υπερβαίνουν τον απολύτως αναγκαίο βαθμό ή ότι δεν υπάρχει αποτελεσματική δικαστική προστασία από τέτοιου είδους επεμβάσεις.

4.   Εάν από τα αποδεικτικά στοιχεία προκύψει ότι δεν διασφαλίζεται πλέον ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή του Jersey και, εάν κρίνεται απαραίτητο, προτείνει σχέδιο μέτρων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ με σκοπό την κατάργηση ή την αναστολή της παρούσας απόφασης ή τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της.».

Άρθρο 7

Τα άρθρα 3 και 4 της απόφασης 2010/146/ΕΕ αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Όταν αρμόδια αρχή κράτους μέλους ασκεί τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 3 της οδηγίας 95/46/ΕΚ για να αναστείλει ή να απαγορεύσει οριστικά ροή δεδομένων προς παραλήπτη στις Νήσους Φερόες οι δραστηριότητες του οποίου εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του νόμου των Νήσων Φερόες για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, προς τον σκοπό της προστασίας φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα λοιπά κράτη μέλη.

Άρθρο 4

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί σε τακτική βάση τις εξελίξεις στην έννομη τάξη των Νήσων Φερόες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία της παρούσας απόφασης, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων που αφορούν την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, με σκοπό να αξιολογεί εάν οι Νήσοι Φερόες εξακολουθούν να εξασφαλίζουν ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για τις περιπτώσεις στις οποίες η δράση των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς το πρότυπο προστασίας στις Νήσους Φερόες αποτυγχάνει να εξασφαλίσει την εν λόγω συμμόρφωση.

3.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για οποιεσδήποτε ενδείξεις ότι επεμβάσεις εκ μέρους δημόσιων αρχών των Νήσων Φερόες που είναι αρμόδιες για την εθνική ασφάλεια, την επιβολή του νόμου ή άλλα δημόσια συμφέροντα στο δικαίωμα φυσικών προσώπων για προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν υπερβαίνουν τον απολύτως αναγκαίο βαθμό ή ότι δεν υπάρχει αποτελεσματική δικαστική προστασία από τέτοιου είδους επεμβάσεις.

4.   Εάν από τα αποδεικτικά στοιχεία προκύψει ότι δεν διασφαλίζεται πλέον ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή των Νήσων Φερόες και, εάν κρίνεται απαραίτητο, προτείνει σχέδιο μέτρων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ με σκοπό την κατάργηση ή την αναστολή της παρούσας απόφασης ή τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της.».

Άρθρο 8

Τα άρθρα 3 και 4 της απόφασης 2010/625/ΕΕ αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Όταν αρμόδια αρχή κράτους μέλους ασκεί τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 3 της οδηγίας 95/46/ΕΚ για να αναστείλει ή να απαγορεύσει οριστικά ροή δεδομένων προς την Ανδόρα προς τον σκοπό της προστασίας φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα λοιπά κράτη μέλη.

Άρθρο 4

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί σε τακτική βάση τις εξελίξεις στην έννομη τάξη της Ανδόρας που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία της παρούσας απόφασης, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων που αφορούν την πρόσβαση των δημοσίων αρχών σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, με σκοπό να αξιολογεί εάν η Ανδόρα εξακολουθεί να εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για τις περιπτώσεις στις οποίες η δράση των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς το πρότυπο προστασίας στην Ανδόρα αποτυγχάνει να εξασφαλίσει την εν λόγω συμμόρφωση.

3.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για οποιεσδήποτε ενδείξεις ότι επεμβάσεις εκ μέρους δημόσιων αρχών της Ανδόρας που είναι αρμόδιες για την εθνική ασφάλεια, την επιβολή του νόμου ή άλλα δημόσια συμφέροντα στο δικαίωμα φυσικών προσώπων για προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν υπερβαίνουν τον απολύτως αναγκαίο βαθμό ή ότι δεν υπάρχει αποτελεσματική δικαστική προστασία από τέτοιου είδους επεμβάσεις.

4.   Εάν από τα αποδεικτικά στοιχεία προκύψει ότι δεν διασφαλίζεται πλέον ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή της Ανδόρας και, εάν κρίνεται απαραίτητο, προτείνει σχέδιο μέτρων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ με σκοπό την κατάργηση ή την αναστολή της παρούσας απόφασης ή τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της.».

Άρθρο 9

Τα άρθρα 3 και 4 της απόφασης 2011/61/ΕΕ αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Όταν αρμόδια αρχή κράτους μέλους ασκεί τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 3 της οδηγίας 95/46/ΕΚ για να αναστείλει ή να απαγορεύσει οριστικά ροή δεδομένων προς το Κράτος του Ισραήλ προς τον σκοπό της προστασίας φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα λοιπά κράτη μέλη.

Άρθρο 4

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί σε τακτική βάση τις εξελίξεις στην ισραηλινή έννομη τάξη που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία της παρούσας απόφασης, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων που αφορούν την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, με σκοπό να αξιολογεί εάν το Κράτος του Ισραήλ εξακολουθεί να εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για τις περιπτώσεις στις οποίες η δράση των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς το πρότυπο προστασίας στο Κράτος του Ισραήλ αποτυγχάνει να εξασφαλίσει την εν λόγω συμμόρφωση.

3.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για οποιεσδήποτε ενδείξεις ότι επεμβάσεις εκ μέρους ισραηλινών δημόσιων αρχών που είναι αρμόδιες για την εθνική ασφάλεια, την επιβολή του νόμου ή άλλα δημόσια συμφέροντα στο δικαίωμα φυσικών προσώπων για προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν υπερβαίνουν τον απολύτως αναγκαίο βαθμό ή ότι δεν υπάρχει αποτελεσματική δικαστική προστασία από τέτοιου είδους επεμβάσεις.

4.   Εάν από τα αποδεικτικά στοιχεία προκύψει ότι δεν διασφαλίζεται πλέον ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά την ισραηλινή αρμόδια αρχή και, εάν κρίνεται απαραίτητο, προτείνει σχέδιο μέτρων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ με σκοπό την κατάργηση ή την αναστολή της παρούσας απόφασης ή τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της.».

Άρθρο 10

Τα άρθρα 2 και 3 της εκτελεστικής απόφασης 2012/484/ΕΕ αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Όταν αρμόδια αρχή κράτους μέλους ασκεί τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 3 της οδηγίας 95/46/ΕΚ για να αναστείλει ή να απαγορεύσει οριστικά ροή δεδομένων προς την Ανατολική Δημοκρατία της Ουρουγουάης προς τον σκοπό της προστασίας φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα λοιπά κράτη μέλη.

Άρθρο 3

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί σε τακτική βάση τις εξελίξεις στην έννομη τάξη της Ανατολικής Δημοκρατίας της Ουρουγουάης που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία της παρούσας απόφασης, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων που αφορούν την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, με σκοπό να αξιολογεί εάν η Ανατολική Δημοκρατία της Ουρουγουάης εξακολουθεί να εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για τις περιπτώσεις στις οποίες η δράση των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς το πρότυπο προστασίας στην Ανατολική Δημοκρατία της Ουρουγουάης αποτυγχάνει να εξασφαλίσει την εν λόγω συμμόρφωση.

3.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για οποιεσδήποτε ενδείξεις ότι επεμβάσεις εκ μέρους δημόσιων αρχών της Ανατολικής Δημοκρατίας της Ουρουγουάης που είναι αρμόδιες για την εθνική ασφάλεια, την επιβολή του νόμου ή άλλα δημόσια συμφέροντα στο δικαίωμα φυσικών προσώπων για προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν υπερβαίνουν τον απολύτως αναγκαίο βαθμό ή ότι δεν υπάρχει αποτελεσματική δικαστική προστασία από τέτοιου είδους επεμβάσεις.

4.   Εάν από τα αποδεικτικά στοιχεία προκύψει ότι δεν διασφαλίζεται πλέον ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή της Ανατολικής Δημοκρατίας της Ουρουγουάης και, εάν κρίνεται απαραίτητο, προτείνει σχέδιο μέτρων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ με σκοπό την κατάργηση ή την αναστολή της παρούσας απόφασης ή τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της.»

Άρθρο 11

Τα άρθρα 2 και 3 της εκτελεστικής απόφασης 2013/65/ΕΕ αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Όταν αρμόδια αρχή κράτους μέλους ασκεί τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 3 της οδηγίας 95/46/ΕΚ για να αναστείλει ή να απαγορεύσει οριστικά ροή δεδομένων προς τη Νέα Ζηλανδία προς τον σκοπό της προστασίας φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα λοιπά κράτη μέλη.

Άρθρο 3

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί σε τακτική βάση τις εξελίξεις στην έννομη τάξη της Νέας Ζηλανδίας που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία της παρούσας απόφασης, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων που αφορούν την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, με σκοπό να αξιολογεί εάν η Νέα Ζηλανδία εξακολουθεί να εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για τις περιπτώσεις στις οποίες η δράση των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς το πρότυπο προστασίας στη Νέα Ζηλανδία αποτυγχάνει να εξασφαλίσει την εν λόγω συμμόρφωση.

3.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνονται αμοιβαία για οποιεσδήποτε ενδείξεις ότι επεμβάσεις εκ μέρους δημόσιων αρχών της Νέας Ζηλανδίας που είναι αρμόδιες για την εθνική ασφάλεια, την επιβολή του νόμου ή άλλα δημόσια συμφέροντα στο δικαίωμα φυσικών προσώπων για προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν υπερβαίνουν τον απολύτως αναγκαίο βαθμό ή ότι δεν υπάρχει αποτελεσματική δικαστική προστασία από τέτοιου είδους επεμβάσεις.

4.   Εάν από τα αποδεικτικά στοιχεία προκύψει ότι δεν διασφαλίζεται πλέον ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή της Νέας Ζηλανδίας και, εάν κρίνεται απαραίτητο, προτείνει σχέδιο μέτρων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ με σκοπό την κατάργηση ή την αναστολή της παρούσας απόφασης ή τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της.».

Άρθρο 12

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 16 Δεκεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Věra JOUROVÁ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(2)  ECLI:EU:C:2015:650.

(3)  Απόφαση 2000/520/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Ιουλίου 2000, βάσει της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την επάρκεια της προστασίας που παρέχεται από τις αρχές ασφαλούς λιμένα για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και τις συναφείς συχνές ερωτήσεις που εκδίδονται από το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ (ΕΕ L 215 της 25.8.2000, σ. 7).

(4)  Απόφαση στην υπόθεση Schrems, σκέψεις 40 και επόμενες, 101-103.

(5)  Απόφαση στην υπόθεση Schrems, σκέψεις 51, 52 και 62.

(6)  Απόφαση στην υπόθεση Schrems, σκέψεις 52, 62 και 65.

(7)  Απόφαση 2000/518/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Ιουλίου 2000, δυνάμει της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την επάρκεια της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που παρέχεται στην Ελβετία (ΕΕ L 215 της 25.8.2000, σ. 1).

(8)  Απόφαση 2002/2/ΕΚ της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 2001, βάσει της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την επάρκεια της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του καναδικού νόμου περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ηλεκτρονικών εγγράφων (ΕΕ L 2 της 4.1.2002, σ. 13).

(9)  Απόφαση 2003/490/ΕΚ της Επιτροπής, της 30ής Ιουνίου 2003, δυνάμει της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την επάρκεια της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Αργεντινή (ΕΕ L 168 της 5.7.2003, σ. 19).

(10)  Απόφαση 2003/821/ΕΚ της Επιτροπής, της 21ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με την επάρκεια της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο Guernsey (ΕΕ L 308 της 25.11.2003, σ. 27).

(11)  Απόφαση 2004/411/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επάρκεια της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στη Νήσο του Μαν (ΕΕ L 151 της 30.4.2004, σ. 48).

(12)  Απόφαση 2008/393/ΕΚ της Επιτροπής, της 8ης Μαΐου 2008, σχετικά με την επάρκεια, σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο Jersey (ΕΕ L 138 της 28.5.2008, σ. 21).

(13)  Απόφαση 2010/146/ΕΕ της Επιτροπής, της 5ης Μαρτίου 2010, σχετικά με την επάρκεια, σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της προστασίας που παρέχεται από τον νόμο των Νήσων Φερόε για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (ΕΕ L 58 της 9.3.2010, σ. 17).

(14)  Απόφαση 2010/625/ΕΕ της Επιτροπής, της 19ης Οκτωβρίου 2010, σχετικά με την επάρκεια, σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ανδόρα (ΕΕ L 277 της 21.10.2010, σ. 27).

(15)  Απόφαση 2011/61/ΕΕ της Επιτροπής, της 31ης Ιανουαρίου 2011, σχετικά με την επάρκεια, σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το Κράτος του Ισραήλ όσον αφορά την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (ΕΕ L 27 της 1.2.2011, σ. 39).

(16)  Εκτελεστική απόφαση 2012/484/ΕΕ της Επιτροπής, της 21ης Αυγούστου 2012, σχετικά με την επάρκεια, σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ανατολική Δημοκρατία της Ουρουγουάης όσον αφορά την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (ΕΕ L 227 της 23.8.2012, σ. 11).

(17)  Εκτελεστική απόφαση 2013/65/ΕΕ της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διαπίστωση, σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της επάρκειας της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τη Νέα Ζηλανδία (ΕΕ L 28 της 30.1.2013, σ. 12).

(18)  Απόφαση στην υπόθεση Schrems, σκέψη 76. Ο έλεγχος αυτός είναι, σε κάθε περίπτωση, επιβεβλημένος όταν περιέρχονται στην Επιτροπή οποιεσδήποτε ενδείξεις που προκαλούν δικαιολογημένες αμφιβολίες ως προς το ζήτημα αυτό.


17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/92


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/2296 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Δεκεμβρίου 2016

για τη σύσταση ανεξάρτητης ομάδας εμπειρογνωμόνων ως φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 549/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη χάραξη του πλαισίου για τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός-πλαίσιο») (1), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το έργο του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού συμβάλλει θετικά στη βελτίωση του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (ATM), ιδίως διότι παρέχει στην Επιτροπή αμερόληπτες και τεκμηριωμένες συστάσεις σχετικά με τις επιδόσεις των υπηρεσιών αεροναυτιλίας σε ενωσιακό και τοπικό επίπεδο, καθώς και σε επίπεδο λειτουργιών του δικτύου. Η βοήθεια που παρέχει ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων είναι απαραίτητη για την επίτευξη των στόχων ολοκλήρωσης του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού, βασικοί μοχλοί του οποίου αποτελούν το σύστημα επιδόσεων που καταρτίσθηκε σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 390/2013 της Επιτροπής (2), όπως και οι περαιτέρω αναγκαίες εξελίξεις με βάση την πείρα που έχει αποκτηθεί από τη μέχρι τώρα εφαρμογή του, και το άρρηκτα συνδεδεμένο με αυτό σύστημα χρέωσης, που καθορίσθηκε σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 391/2013 της Επιτροπής (3), όπως επίσης είναι απαραίτητη για τη στρατηγική αερομεταφορών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής γενικότερα (4).

(2)

Η θητεία του παρόντος φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων θα λήξει στις 31 Δεκεμβρίου 2016, σύμφωνα με την εκτελεστική απόφαση 2014/672/ΕΕ της Επιτροπής (5). Η Επιτροπή πρέπει να ορίσει νέο φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων, ο οποίος θα συνεχίσει να βοηθά την Επιτροπή και τις εθνικές εποπτικές αρχές μετά την εν λόγω ημερομηνία. Η θητεία του πρέπει να αρχίσει από την 1η Ιανουαρίου 2017 και να λήξει στις 31 Δεκεμβρίου 2024, ώστε να υπάρχει αρκετό χρονικό διάστημα που θα εξασφαλίζει συνέχεια και σταθερότητα, και, παράλληλα, καθορισμένο χρονικό όριο κατάλληλο για τις περιόδους αναφοράς, όπως απαιτείται από το άρθρο 3 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 390/2013.

(3)

Επειδή η εν λόγω περίοδος διαρκεί από τη δεύτερη έως την τρίτη περίοδο αναφοράς, τυχόν ανανέωση της ιδιότητας μέλους του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων πρέπει να εξασφαλίζει ομαλή μετάβαση και συνέχεια της διαθέσιμης πείρας και γνώσεων.

(4)

Για να ενισχυθεί η αμεροληψία του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων πρέπει να συσταθεί ανεξάρτητη ομάδα εμπειρογνωμόνων που θα βοηθά στην εφαρμογή του μηχανισμού επιδόσεων και η εν λόγω ομάδα εμπειρογνωμόνων θα πρέπει να ορισθεί ως ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων.

(5)

Το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004 προσδιορίζει σε γενικές γραμμές τον ρόλο του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων στο πλαίσιο του μηχανισμού επιδόσεων. Το άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 390/2013 περιέχει περαιτέρω μη εξαντλητικές λεπτομέρειες όσον αφορά τα καθήκοντα και τις δραστηριότητές του. Το άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 598/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) αναθέτει επίσης ορισμένα καθήκοντα στον φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων. Για λόγους σαφήνειας και πληρότητας, πρέπει πλέον να προσδιορισθούν όλα τα καθήκοντα του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις. Ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή με την παροχή συμβουλών, εμπειρογνωσίας και άλλων υπηρεσιών. Προς τον σκοπό αυτό, πρέπει να ενεργεί σε συντονισμό με τις εθνικές εποπτικές αρχές. Πρέπει επίσης να επικουρεί τις εθνικές εποπτικές αρχές, όταν το ζητούν.

(6)

Για να εξασφαλισθεί αποδοτική και αποτελεσματική λειτουργία του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων, ο φορέας πρέπει να έχει γραμματειακή υποστήριξη από την Επιτροπή.

(7)

Τα μέλη του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων πρέπει να είναι ειδικοί υψηλού επιπέδου, με κατάλληλα προσόντα στα κύρια πεδία επιδόσεων. Τα μέλη, πλην του προέδρου, πρέπει να επιλέγονται μέσω πρόσκλησης υποβολής αιτήσεων και διαδικασίας επιλογής, κατά την οποία να τηρούνται οι αρχές της αντικειμενικότητας, των ίσων ευκαιριών και της διαφάνειας και θα παρέχεται η δυνατότητα διαπίστωσης πραγματικών ή δυνητικών συγκρούσεων συμφερόντων, και να διορίζονται προσωποπαγώς. Λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων καθηκόντων και αρμοδιοτήτων του, ο πρόεδρος πρέπει να διορίζεται από την Επιτροπή σύμφωνα με τις εσωτερικές της διοικητικές ρυθμίσεις, με τήρηση παράλληλα των αρχών αυτών και τη μέριμνα για την προαναφερόμενη διαπίστωση.

(8)

Με βάση τα προσόντα και την εμπειρογνωσία τους, καθώς και τις απαιτήσεις αμεροληψίας και απουσίας σύγκρουσης συμφερόντων, το γεγονός ότι διορίζονται προσωποπαγώς και με βάση τη βαρύτητα του έργου τους, τα μέλη αυτά, πλην του προέδρου, πρέπει να αμείβονται επιπλέον της επιστροφής των εξόδων τους ανάλογα με τα καθήκοντα που τους ανατίθενται. Ο πρόεδρος αμείβεται και τα έξοδα ταξιδίου και διαμονής του επιστρέφονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τις διοικητικές ρυθμίσεις της.

(9)

Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο οι δραστηριότητες του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων, καθώς και το κόστος της διοικητικής και τεχνικής υποστήριξης, να χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό της Ένωσης.

(10)

Για να φέρει σε πέρας το έργο του, ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων χρειάζεται να έχει πρόσβαση στα δεδομένα επιδόσεων που αναφέρονται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 390/2013 και διαθέτει ο Eurocontrol. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή πρέπει να προβεί στις κατάλληλες ρυθμίσεις με τον Eurocontrol για να εξασφαλισθεί η πρόσβαση, καθώς και η συλλογή, η επικύρωση, η προκαταρκτική ανάλυση και η παροχή των δεδομένων αυτών. Στις εν λόγω ρυθμίσεις πρέπει να αναγνωρίζεται η πανευρωπαϊκή διάσταση της επανεξέτασης των επιδόσεων, σύμφωνα με την απόφαση (ΕΕ) 2015/2394 του Συμβουλίου (7).

(11)

Για να διασφαλισθεί η ορθή λειτουργία του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων, πρέπει να καθοριστούν κατάλληλοι κανόνες για τον εσωτερικό κανονισμό του και την υποβολή των εκθέσεών του στην Επιτροπή. Πρέπει επίσης να καθοριστούν κανόνες σχετικά με τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών.

(12)

Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8).

(13)

Η παρούσα απόφαση δεν πρέπει να εφαρμόζεται μετά τη λήξη της θητείας του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων, όπως ορίζεται στην παρούσα απόφαση.

(14)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Επιτροπής Ενιαίου Ουρανού που συστάθηκε βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Διορισμός του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων

1.   Για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2017 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2024 συστήνεται ανεξάρτητη ομάδα εμπειρογνωμόνων για τις επιδόσεις των υπηρεσιών αεροναυτιλίας και των λειτουργιών του δικτύου στον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Ουρανό.

2.   Ως φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2017 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2024 ορίζεται η ομάδα εμπειρογνωμόνων που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 2

Καθήκοντα

Τα καθήκοντα του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων είναι:

α)

να επικουρεί την Επιτροπή στην εφαρμογή του μηχανισμού επιδόσεων, ιδίως όσον αφορά τις δραστηριότητες που απαριθμούνται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 και παράγραφος 6 στοιχείο α) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 390/2013·

β)

να παρέχει κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ειδική πληροφόρηση ή εκθέσεις σε θέματα που αφορούν τις επιδόσεις, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 390/2013·

γ)

να επικουρεί την Επιτροπή, κατόπιν αιτήματός της, στον καθορισμό του τρόπου πρόσβασης στα δεδομένα επιδόσεων που αναφέρονται στα άρθρα 21 και 22 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 390/2013·

δ)

να επικουρεί τις εθνικές εποπτικές αρχές, κατόπιν αιτήματός τους, στην εφαρμογή του μηχανισμού επιδόσεων, με την παροχή ανεξάρτητης άποψης σε θέματα που αφορούν τις επιδόσεις και τον προσδιορισμό των περιοχών τιμών για τον καθορισμό στόχων, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 6 στοιχεία β) και γ) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 390/2013·

ε)

να υποστηρίζει τις αρμόδιες αρχές, κατόπιν αιτήματός τους, στην αξιολόγηση της κατάστασης του θορύβου στους αερολιμένες για τους οποίους είναι αρμόδιες, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 598/2014.

Άρθρο 3

Συμβουλευτικός ρόλος

1.   Η Επιτροπή μπορεί να συμβουλεύεται τον φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων για κάθε θέμα που συνδέεται με τις επιδόσεις των υπηρεσιών αεροναυτιλίας και με τις λειτουργίες του δικτύου στον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Ουρανό.

2.   Ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων μπορεί, με δική του πρωτοβουλία, να υποβάλλει έκθεση ή να προβαίνει σε συστάσεις στην Επιτροπή για τη βελτίωση του μηχανισμού επιδόσεων, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 390/2013.

Άρθρο 4

Σύνθεση και διορισμός των μελών και του προέδρου

1.   Ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων απαρτίζεται από εννέα μέλη, συμπεριλαμβανομένων του προέδρου του.

2.   Τα μέλη, πλην του προέδρου, είναι άτομα που διορίζονται προσωποπαγώς μετά από επιλογή τους με πρόσκληση υποβολής αιτήσεων.

3.   Τα μέλη, πλην του προέδρου, ορίζει ο γενικός διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Κινητικότητας και Μεταφορών, εξ ονόματος της Επιτροπής, μετά από διαβούλευση με τα κράτη μέλη σχετικά με τις προβλεπόμενες προσλήψεις, από ειδικούς που διαθέτουν κατάλληλα προσόντα και ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση υποβολής αιτήσεων. Στα κριτήρια επιλογής και επιλεξιμότητας περιλαμβάνονται τα κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα.

4.   Ο γενικός διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Κινητικότητας και Μεταφορών, μετά από διαβούλευση με τα κράτη μέλη, ορίζει, εξ ονόματος της Επιτροπής, σύμφωνα με τις διοικητικές ρυθμίσεις της και μετά από διαβούλευση με τα κράτη μέλη, διορίζει ειδικό με τις κατάλληλες γνώσεις ως πρόεδρο του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων. Ο πρόεδρος ενεργεί ως εκπρόσωπος του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων και προεδρεύει στις συνεδριάσεις του.

5.   Η διάρκεια της θητείας του προέδρου και των άλλων μελών είναι διετής και μπορεί να ανανεωθεί δύο φορές. Η θητεία είναι δυνατόν να ανανεωθεί ταυτόχρονα μόνον για τα δύο τρίτα των μελών κατ' ανώτατο όριο.

6.   Μέλος που δεν είναι πλέον σε θέση να συμβάλει αποτελεσματικά στις εργασίες του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων, το οποίο παραιτείται ή δεν πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στα άρθρα 5 και 6, επιτρέπεται να αντικατασταθεί, σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3 και 4, αναλόγως, για το υπόλοιπο της θητείας του εν λόγω μέλους.

7.   Ο γενικός διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Κινητικότητας και Μεταφορών μπορεί, εξ ονόματος της Επιτροπής, να καταρτίσει κατάλογο εφεδρικών μελών με κατάλληλους υποψηφίους ο οποίος είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται για τον διορισμό αντικαταστατών των μελών, πλην του προέδρου. Ζητεί από τους υποψηφίους τη συγκατάθεσή τους πριν περιλάβει τα ονόματά τους στον κατάλογο εφεδρικών μελών.

8.   Τα ονοματεπώνυμα των ατόμων που διορίζονται ως μέλη του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

9.   Η συλλογή, η επεξεργασία και η δημοσίευση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πραγματοποιούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

Άρθρο 5

Αρχές συμμετοχής

1.   Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων δυνάμει της παρούσας απόφασης, ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων και τα μέλη του ενεργούν με αμεροληψία και ανεξάρτητα από οποιαδήποτε εξωτερική επιρροή και προς το δημόσιο συμφέρον. Προς τον σκοπό αυτόν, τα μέλη υπογράφουν σχετική δήλωση, με την οποία αναλαμβάνουν να ασκούν τα καθήκοντά τους στον φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων.

2.   Τα μέλη δεν μεταβιβάζουν τις αρμοδιότητές τους σε άλλο πρόσωπο.

3.   Άτομα που υποβάλλουν αίτηση για να διοριστούν ως μέλη γνωστοποιούν τυχόν περιστάσεις που θα μπορούσαν να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων κατά την υποβολή της δήλωσης συμφερόντων, όπως διατυπώνεται στην πρόσκληση υποβολής αιτήσεων που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2. Το πρόσωπο που διορίζεται ως πρόεδρος γνωστοποιεί επίσης τυχόν τέτοιες περιστάσεις σε εύθετο χρόνο πριν τον διορισμό του. Στην εν λόγω δήλωση, όλα αυτά τα πρόσωπα αναφέρουν τουλάχιστον τα σχετικά επαγγελματικά και οικονομικά συμφέροντα και οποιαδήποτε κατάσταση που ενδέχεται να διακυβεύσει ή που ευλόγως μπορεί να θεωρηθεί ότι διακυβεύει την ικανότητά τους να ενεργούν ανεξάρτητα και προς το δημόσιο συμφέρον, ως μέλος του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων.

4.   Κατά την αξιολόγηση ενδεχόμενης σύγκρουσης συμφερόντων λαμβάνονται υπόψη ορισμένοι παράγοντες, όπως η φύση, το είδος και η σημασία του ατομικού συμφέροντος, καθώς και ο βαθμός στον οποίο αναμένεται ότι το συμφέρον μπορεί εύλογα να επηρεάσει τις συμβουλές του ατόμου και τη συνολική διαδικασία λήψης αποφάσεων του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων. Συμφέρον θεωρείται ότι είναι αμελητέο ή ελάχιστο όταν είναι απίθανο να διακυβεύσει ή να εκληφθεί ευλόγως ότι διακυβεύει την ικανότητα του ατόμου να ενεργεί αμερόληπτα και προς το δημόσιο συμφέρον κατά την παροχή συμβουλών στην Επιτροπή.

5.   Η Επιτροπή δημοσιοποιεί το έντυπο της δήλωσης συμφερόντων των διορισμένων μελών μέσω ειδικού δικτυακού τόπου. Λαμβάνονται τεχνικά μέτρα ώστε να επισημαίνεται στις μηχανές αναζήτησης ότι στα αποτελέσματα της αναζήτησης δεν πρέπει να εμφανίζονται τα έντυπα της δήλωσης συμφερόντων.

6.   Τα μέλη υπόκεινται στην υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου και των κανόνων της Επιτροπής σχετικά με την ασφάλεια προστασίας των διαβαθμισμένων πληροφοριών της ΕΕ, όπως καθορίζεται στις αποφάσεις της Επιτροπής (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/443 (9) και (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/444 (10).

7.   Τα μέλη υπογράφουν γραπτή δήλωση εμπιστευτικότητας στην αρχή κάθε θητείας τους.

Άρθρο 6

Μέθοδος εργασίας

1.   Με την επιφύλαξη προγενέστερης έγκρισης από τον γενικό διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Κινητικότητας και Μεταφορών, εξ ονόματος της Επιτροπής, ιδίως όσον αφορά τη χρηματοδότηση του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων, ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων εγκρίνει τα ακόλουθα έγγραφα:

α)

το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών και την ετήσια έκθεση·

β)

τον εσωτερικό κανονισμό του·

γ)

τους τρόπους συνεργασίας με τις εθνικές εποπτικές αρχές·

δ)

τις ρυθμίσεις εργασίας με τους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας, τους φορείς εκμετάλλευσης αερολιμένων, τους συντονιστές αερολιμένων και τους αερομεταφορείς που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 8 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 390/2013·

ε)

σχέδιο διαχείρισης δεδομένων.

2.   Ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων εγκρίνει με απλή πλειοψηφία τις εκθέσεις και τις συστάσεις του και τα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3.   Για την εξέταση ειδικών θεμάτων που συνδέονται με τις εργασίες του, ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων μπορεί να συστήνει υποομάδες από τα μέλη του, με βάση γενικούς όρους που καθορίζει ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων και σε συμφωνία με τον γενικό διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Κινητικότητας και Μεταφορών, εξ ονόματος της Επιτροπής. Οι υποομάδες αυτές διαλύονται μόλις ολοκληρωθεί η αποστολή τους.

4.   Ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων και οι υποομάδες του συνεδριάζουν στα κτίρια της Επιτροπής. Ωστόσο, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, οι συνεδριάσεις είναι δυνατόν να πραγματοποιούνται αλλού.

5.   Η συμμετοχή των μελών του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων στις συνεδριάσεις του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων, καθώς και των υποομάδων του, είναι υποχρεωτική. Οι αιτιολογήσεις σε περίπτωση απουσίας αποστέλλονται στον πρόεδρο και τη Γραμματεία.

6.   Ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων μεριμνά, με την υποστήριξη της γραμματείας, να ανταποκρίνεται η μεθοδολογία του στα πλέον πρόσφατα επιστημονικά πρότυπα.

Άρθρο 7

Διοικητική και τεχνική υποστήριξη

1.   Η Επιτροπή παρέχει την αναγκαία διοικητική και τεχνική υποστήριξη για τη λειτουργία του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων, συμπεριλαμβανομένης της γραμματείας του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων και των υποομάδων του, ώστε να εξασφαλίζεται η αποδοτική και αποτελεσματική λειτουργία του. Η Γραμματεία συγκαλεί και υποστηρίζει τις συνεδριάσεις της ολομέλειας του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων και συγκαλεί τις συνεδριάσεις των υποομάδων του.

Η διοικητική και τεχνική υποστήριξη παρέχεται με αποδοτικό από άποψη κόστους τρόπο, ώστε να διασφαλίζεται η λειτουργική και η τεχνική ανεξαρτησία τον φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.

2.   Αν ορισθεί ο Eurocontrol ως ο κατάλληλος πάροχος δεδομένων, η Επιτροπή προβαίνει στις κατάλληλες ρυθμίσεις με τον Eurocontrol για τη συλλογή, την επικύρωση, την προκαταρκτική ανάλυση και την παροχή των εν λόγω δεδομένων, ώστε να διασφαλίζεται η συνεχής πρόσβαση του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων στα δεδομένα επιδόσεων, που αναφέρονται στο άρθρο 21 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 390/2013, τα οποία διαθέτει ο Eurocontrol.

Άρθρο 8

Υποβολή εκθέσεων και διαφάνεια

1.   Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που του ανατίθενται με το άρθρο 2 ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων εκδίδει εκθέσεις και συστάσεις προς την Επιτροπή.

2.   Πριν εκδώσει τις εκθέσεις του, ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων παρέχει στις εθνικές εποπτικές αρχές τη δυνατότητα ελέγχου των πραγματικών δεδομένων που σχετίζονται με την αξιολόγηση και την παρακολούθηση των σχεδίων επιδόσεων.

3.   Η Επιτροπή δημοσιεύει όλες τις εκθέσεις και τις συστάσεις του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων μέσω ειδικού δικτυακού τόπου.

4.   Δεν πραγματοποιείται η εν λόγω δημοσίευση αν η γνωστοποίηση της έκθεσης ή της σύστασης, ή μέρους αυτής, ενδέχεται να διακυβεύσει την προστασία δημόσιου ή ιδιωτικού συμφέροντος, όπως ορίζει το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11).

5.   Ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων εγκρίνει ετήσια έκθεση με αντικείμενο τις εργασίες του και τη συνεργασία του με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Ασφάλειας της Αεροπορίας και τις ρυθμίσεις εργασίας με τους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας, τους φορείς εκμετάλλευσης αερολιμένων, τους συντονιστές αερολιμένων και τους αερομεταφορείς, που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 7 και 8 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 390/2013, αντίστοιχα, καθώς και με αντικείμενο τη ρύθμιση με τον Eurocontrol όσον αφορά την πρόσβαση στα δεδομένα των επιδόσεων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2.

6.   Η Επιτροπή παρακολουθεί τη λειτουργία του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων και ενημερώνει τακτικά τα κράτη μέλη για την πρόοδο των εργασιών του.

Άρθρο 9

Αποζημιώσεις, έξοδα και αποδοχές

1.   Τα μέλη του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων, πλην του προέδρου, δικαιούνται μέγιστο ειδικό επίδομα 600 ευρώ με τη μορφή ημερήσιου μοναδιαίου κόστους για κάθε πλήρη εργάσιμη ημέρα. Η συνολική αποζημίωση υπολογίζεται και στρογγυλοποιείται προς τα άνω στο ποσό που αντιστοιχεί στην πλησιέστερη μισή εργάσιμη ημέρα. Όλες οι πληρωμές πραγματοποιούνται σε ευρώ.

2.   Τα έξοδα ταξιδίου και διαμονής των μελών, πλην του προέδρου, επιστρέφονται από την Επιτροπή σύμφωνα με την απόφαση της Επιτροπής C(2007)5858 (12). Τα εν λόγω έξοδα επιστρέφονται εντός των ορίων των διαθέσιμων προς τον σκοπό αυτό πιστώσεων, στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής των πόρων.

3.   Ο πρόεδρος του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων λαμβάνει αποδοχές και τα έξοδα ταξιδίου και διαμονής του επιστρέφονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τις διοικητικές ρυθμίσεις της.

Άρθρο 10

Χρηματοδότηση

Το κόστος των δραστηριοτήτων για την άσκηση των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 2, συμπεριλαμβανομένου του κόστους των επιδομάτων και των επιστροφών στα μέλη του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων που αναφέρονται στο άρθρο 9, καθώς και το κόστος της διοικητικής και τεχνικής υποστήριξης που αναφέρεται στο άρθρο 7, χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό της Ένωσης. Το κόστος των αποζημιώσεων και των επιδομάτων που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφοι 1 και 2 χρηματοδοτείται σύμφωνα με το άρθρο 204 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13) και το άρθρο 287 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής (14).

Άρθρο 11

Κατάργηση

Η εκτελεστική απόφαση 2014/672/ΕΕ καταργείται.

Άρθρο 12

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2017 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2024.

Βρυξέλλες, 16 Δεκεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 1.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 390/2013 της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 2013, για καθορισμό μηχανισμού επιδόσεων των υπηρεσιών αεροναυτιλίας και των λειτουργιών δικτύου (ΕΕ L 128 της 9.5.2013, σ. 1).

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 391/2013 της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 2013, για τον καθορισμό κοινού συστήματος χρέωσης των αεροναυτιλιακών υπηρεσιών (ΕΕ L 128 της 9.5.2013, σ. 31).

(4)  Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Στρατηγική αερομεταφορών για την Ευρώπη [COM(2015) 598 final].

(5)  Εκτελεστική απόφαση 2014/672/EΕ της Επιτροπής, της 24ης Σεπτεμβρίου 2014, σχετικά με την παράταση του διορισμού του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού (ΕΕ L 281 της 25.9.2014, σ. 5).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 598/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, περί κανόνων και διαδικασιών για την επιβολή περιορισμών λειτουργίας λόγω θορύβου στους αερολιμένες της Ένωσης στο πλαίσιο μιας ισορροπημένης προσέγγισης, και για την κατάργηση της οδηγίας 2002/30/ΕΚ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 65).

(7)  Απόφαση (ΕΕ) 2015/2394 του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 2015, για τη θέση που πρέπει να ληφθεί από τα κράτη μέλη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναφορικά με τις αποφάσεις που θα λάβει η μόνιμη επιτροπή του Eurocontrol, όσον αφορά τους ρόλους και τα καθήκοντα του Eurocontrol και σχετικά με τις κεντρικές υπηρεσίες (ΕΕ L 332 της 18.12.2015, σ. 136).

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(9)  Απόφαση (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/443 της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2015, σχετικά με την ασφάλεια στην Επιτροπή (ΕΕ L 72 της 17.3.2015, σ. 41).

(10)  Απόφαση (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/444 της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2015, σχετικά με τους κανόνες ασφαλείας για την προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών της ΕΕ (ΕΕ L 72 της 17.3.2015, σ. 53).

(11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43).

(12)  Απόφαση C(2007) 5858 της Επιτροπής της 5ης Δεκεμβρίου 2007: Κανονιστική ρύθμιση της Επιτροπής για την αποζημίωση προσώπων που δεν ανήκουν σε αυτήν και τα οποία καλούνται ως εμπειρογνώμονες.

(13)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

(14)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής, της 29ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης (ΕΕ L 362 της 31.12.2012, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κριτήρια επιλογής και επιλεξιμότητας για τα μέλη του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων

Στα κριτήρια επιλεξιμότητας και επιλογής για τα μέλη του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:

α)

αποδεδειγμένη και σημαντική εμπειρογνωσία, επάρκεια και επαγγελματική πείρα υψηλού επιπέδου του αιτούντος, σε πεδία σχετικά με τα ύρια πεδία επιδόσεων·

β)

ισόρροπη εκπροσώπηση της επάρκειας και της εμπειρογνωσίας για όλα τα κύρια πεδία επιδόσεων, καθώς και του φύλου και της γεωγραφική προέλευσης·

γ)

ισόρροπη εκπροσώπηση των γνώσεων σε πεδία που αφορούν, μεταξύ άλλων:

την πολιτική αερομεταφορών της ΕΕ και την εφαρμοστέα νομοθεσία,

τη διαχείριση αεροπορικής εταιρείας και/ή αερολιμένα,

απαιτήσεις στρατιωτικών αποστολών και διαχείριση στρατιωτικών επιχειρήσεων,

οικονομικά θέματα των αερομεταφορών, τη διαχείριση της εγκατάστασης του συστήματος SESAR και τους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς της Ένωσης,

συγκριτικές αναλύσεις, τεχνικές ανάλυσης κόστους-οφέλους και χρηματοδοτικό προγραμματισμό,

αλληλεξαρτήσεις του κόστους με τα άλλα πεδία επιδόσεων, καθώς και με τις πολιτικές και στρατιωτικές απαιτήσεις,

διαπίστωση της διακινδύνευσης ασφάλειας και μέτρηση των επιδόσεων ασφάλειας,

το σύστημα εμπορίας εκπομπών (ETS) και τη μέτρηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων (που αφορά, μεταξύ άλλων, τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των αερομεταφορών, την απόδοση των καυσίμων και τις εκπομπές CO2 και την ηχορύπανση),

τις επιπτώσεις των αλληλεπιδράσεων με παρακείμενο εναέριο χώρο του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού, συμπεριλαμβανομένων των θερμών σημείων και της διαχείρισης της ροής της κυκλοφορίας·

δ)

ικανότητα ανάλυσης και αξιολόγησης των αλληλεξαρτήσεων και των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των πεδίων επιδόσεων και καθορισμός μελλοντικών στόχων επιδόσεων με βάση τις προγραμματισμένες επιχειρησιακές και τεχνολογικές βελτιώσεις·

ε)

κατάλληλες γλωσσικές γνώσεις, οι οποίες παρέχουν τη δυνατότητα στον υποψήφιο να συμμετέχει πλήρως και αποτελεσματικά στις εργασίες του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων·

στ)

ανεξαρτησία και απουσία σύγκρουσης συμφερόντων.


17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/100


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/2297 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Δεκεμβρίου 2016

για την τροποποίηση των αποφάσεων 2001/497/ΕΚ και 2010/87/ΕΕ σχετικά με τις τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες και σε εκτελούντες επεξεργασία εγκατεστημένους σε τρίτες χώρες βάσει της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2016) 8471]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 4,

Κατόπιν διαβούλευσης με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στην απόφασή του της 6ης Οκτωβρίου 2015 στην υπόθεση C-362/14, Maximillian Schrems κατά Data Protection Commissioner (2), το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι η Επιτροπή, θεσπίζοντας το άρθρο 3 της απόφασης 2000/520/ΕΚ (3), υπερέβη τις αρμοδιότητες που της απένειμε το άρθρο 25 παράγραφος 6 της οδηγίας 95/46/ΕΚ υπό το πρίσμα του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κήρυξε το άρθρο 3 της εν λόγω απόφασης ανίσχυρο.

(2)

Το άρθρο 3 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο της απόφασης 2000/520/ΕΚ προέβλεπε περιοριστικές προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι εθνικές αρχές ελέγχου μπορούσαν να αποφασίσουν την αναστολή της ροής δεδομένων προς αυτοπιστοποιημένη εταιρεία των ΗΠΑ, παρά τη διαπίστωση της Επιτροπής περί ικανοποιητικού επιπέδου προστασίας.

(3)

Στην απόφασή του στην υπόθεση Schrems, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι οι εθνικές αρχές ελέγχου παραμένουν αρμόδιες να ελέγχουν τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα για την οποία η Επιτροπή έχει αποφανθεί ότι εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, και ότι η Επιτροπή δεν έχει την εξουσία να περιορίσει τις αρμοδιότητες των εν λόγω εθνικών αρχών που απορρέουν από το άρθρο 28 της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Σύμφωνα δε με το άρθρο αυτό, οι εν λόγω αρχές διαθέτουν, ιδίως, μέσα για τη διεξαγωγή έρευνας, όπως το δικαίωμα να συλλέγουν κάθε αναγκαία πληροφορία για την εκπλήρωση της αποστολής τους ελέγχου, αποτελεσματικές εξουσίες παρέμβασης, όπως την εξουσία να απαγορεύουν προσωρινά ή οριστικά την επεξεργασία δεδομένων, καθώς και την εξουσία να παρίστανται ενώπιον δικαστηρίου (4).

(4)

Στην ίδια απόφασή του, το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 95/46/ΕΚ, τα κράτη μέλη και τα όργανά τους πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συμμορφωθούν με τις πράξεις των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, καθώς υπέρ των πράξεων αυτών υφίσταται, καταρχήν, τεκμήριο νομιμότητας, οι πράξεις δε αυτές παράγουν έννομα αποτελέσματα, εφόσον δεν έχουν ανακληθεί, ακυρωθεί κατόπιν προσφυγής ακύρωσης ή κριθεί ανίσχυρες κατόπιν προδικαστικής παραπομπής ή κατόπιν ένστασης έλλειψης νομιμότητας.

(5)

Κατ' αναλογία, απόφαση της Επιτροπής που έχει εκδοθεί βάσει του άρθρου 26 παράγραφος 4 της οδηγίας 95/46/ΕΚ είναι δεσμευτική για όλα τα όργανα των κρατών μελών στα οποία απευθύνεται, περιλαμβανομένων των ανεξάρτητων εποπτικών αρχών τους, στο μέτρο που έχει ως αποτέλεσμα την αναγνώριση ότι οι διαβιβάσεις που πραγματοποιούνται βάσει των τυποποιημένων συμβατικών ρητρών που προβλέπονται στην οικεία απόφαση παρέχουν τις επαρκείς εγγυήσεις που απαιτούνται από το άρθρο 26 παράγραφος 2 της ως άνω οδηγίας. Το γεγονός αυτό δεν κωλύει τις εθνικές αρχές ελέγχου να ασκούν τις αρμοδιότητές τους ελέγχου των ροών δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας τους να αναστέλλουν ή να απαγορεύουν τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όταν κρίνουν ότι η διαβίβαση πραγματοποιείται κατά παράβαση της ενωσιακής ή της εθνικής νομοθεσίας για την προστασία των δεδομένων, όπως, για παράδειγμα, όταν ο εισαγωγέας των δεδομένων δεν τηρεί τις τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες.

(6)

Οι αποφάσεις της Επιτροπής 2001/497/ΕΚ (5) και 2010/87/ΕΕ (6) περιλαμβάνουν έναν περιορισμό των αρμοδιοτήτων των εθνικών αρχών ελέγχου ο οποίος είναι αντίστοιχος με αυτόν του άρθρου 3 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο της απόφασης 2000/520/ΕΚ, διάταξη που το Δικαστήριο έκρινε ανίσχυρη.

(7)

Κατά συνέπεια, υπό το πρίσμα της απόφασης στην υπόθεση Schrems και σύμφωνα με το άρθρο 266 της Συνθήκης, οι διατάξεις των εν λόγω αποφάσεων που περιορίζουν τις αρμοδιότητες των εθνικών αρχών ελέγχου θα πρέπει να αντικατασταθούν.

(8)

Προκειμένου να διευκολυνθεί η αποτελεσματική παρακολούθηση της λειτουργίας των αποφάσεων σχετικά με τις τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες που ισχύουν σήμερα, η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερωθεί από τα κράτη μέλη για τα σχετικά μέτρα που τυχόν έχουν λάβει οι εθνικές αρχές ελέγχου.

(9)

Η ομάδα προστασίας των προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η οποία συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 29 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, διατύπωσε τη γνώμη της, η οποία λήφθηκε υπόψη κατά την κατάρτιση της παρούσας απόφασης.

(10)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση συνάδουν προς τη γνώμη της επιτροπής που συστάθηκε βάσει του άρθρου 31 παράγραφος 1 της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

(11)

Συνεπώς, οι αποφάσεις 2001/497/ΕΚ και 2010/87/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το άρθρο 4 της απόφασης 2001/497/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

Όταν αρμόδια αρχή κράτους μέλους ασκεί τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 3 της οδηγίας 95/46/ΕΚ για να αναστείλει ή να απαγορεύσει οριστικά ροή δεδομένων προς τρίτη χώρα προς τον σκοπό της προστασίας φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα λοιπά κράτη μέλη.».

Άρθρο 2

Το άρθρο 4 της απόφασης 2010/87/ΕΕ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

Όταν αρμόδια αρχή κράτους μέλους ασκεί τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 3 της οδηγίας 95/46/ΕΚ για να αναστείλει ή να απαγορεύσει οριστικά ροή δεδομένων προς τρίτη χώρα προς τον σκοπό της προστασίας φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα λοιπά κράτη μέλη.».

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 16 Δεκεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Věra JOUROVÁ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(2)  ECLI:EU:C:2015:650.

(3)  Απόφαση 2000/520/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Ιουλίου 2000, βάσει της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την επάρκεια της προστασίας που παρέχεται από τις αρχές ασφαλούς λιμένα για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και τις συναφείς συχνές ερωτήσεις που εκδίδονται από το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ (ΕΕ L 215 της 25.8.2000, σ. 7).

(4)  Απόφαση στην υπόθεση Schrems, σκέψεις 40 και επόμενες, 101-103.

(5)  Απόφαση 2001/497/ΕΚ της Επιτροπής, της 15ης Ιουνίου 2001, σχετικά με τις τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 4 της οδηγίας 95/46/ΕΚ (ΕΕ L 181 της 4.7.2001, σ. 19).

(6)  Απόφαση 2010/87/ΕΕ της Επιτροπής, της 5ης Φεβρουαρίου 2010, σχετικά με τις τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε εκτελούντες επεξεργασία εγκατεστημένους σε τρίτες χώρες βάσει της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 39 της 12.2.2010, σ. 5).


ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/102


ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΉΡΙΑ ΓΡΑΜΜΉ (ΕΕ) 2016/2298 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 2ας Νοεμβρίου 2016

που τροποποιεί την κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2015/510 σχετικά με την εφαρμογή του πλαισίου νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (ΕΚΤ/2016/31)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 127 παράγραφος 2 πρώτη περίπτωση,

Έχοντας υπόψη το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και ιδίως το άρθρο 3.1 πρώτη περίπτωση, τα άρθρα 9.2, 12.1, 14.3, 18.2 και το άρθρο 20 πρώτη παράγραφος,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η επίτευξη ενιαίας νομισματικής πολιτικής συνεπάγεται την ανάγκη καθορισμού εργαλείων, μέσων και διαδικασιών για την ομοιόμορφη εφαρμογή της σε όλα τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ από το Ευρωσύστημα, το οποίο αποτελείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ (εφεξής «ΕθνΚΤ»).

(2)

Για τους σκοπούς των πράξεων νομισματικής πολιτικής το Ευρωσύστημα μπορεί να διενεργεί δημοπρασίες σταθερού ή ανταγωνιστικού επιτοκίου. Η κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2015/510 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2014/60) (1) θα πρέπει να τροποποιηθεί προκειμένου να ενσωματωθούν ορισμένες αναγκαίες τεχνικές και νομοτεχνικές βελτιώσεις που αφορούν τα στάδια των δημοπρασιών.

(3)

Εντός του πλαισίου σύστασης ασφαλειών του το Ευρωσύστημα κρίνει αναγκαία την τροποποίηση των κριτηρίων καταλληλότητας και την προσαρμογή των μέτρων ελέγχου κινδύνων που εφαρμόζονται σε μη εξασφαλισμένα χρεόγραφα υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα ή επιχειρήσεις επενδύσεων ή από οντότητες με τις οποίες αυτά διατηρούν στενούς δεσμούς, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ενσωμάτωση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) στα κράτη μέλη.

(4)

Το Ευρωσύστημα έχει καταρτίσει ενιαίο πλαίσιο βάσει του οποίου γίνονται αποδεκτά ως ασφάλεια διάφορα περιουσιακά στοιχεία, προκειμένου όλες οι πιστοδοτικές πράξεις του να διενεργούνται σε εναρμονισμένη βάση σε όλα τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ, μέσω της εφαρμογής της κατευθυντήριας γραμμής (EE) 2015/510 (EKT/2014/60). Το διοικητικό συμβούλιο κρίνει αναγκαίες ορισμένες τροποποιήσεις του εν λόγω πλαισίου του Ευρωσυστήματος, προκειμένου να καταστεί δυνατή η ενσωμάτωση χαρακτηριστικών τοκομεριδίων με ενδεχόμενες αρνητικές εισοδηματικές ροές για τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία.

(5)

Το Ευρωσύστημα απαιτεί την παροχή πλήρων και τυποποιημένων αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο του χαρτοφυλακίου περιουσιακών στοιχείων τα οποία εξασφαλίζουν τιτλοποιημένες απαιτήσεις και παράγουν εισοδηματική ροή. Τα αναλυτικά στοιχεία ανά δάνειο πρέπει να υποβάλλονται από τα οικεία μέρη στο καθοριζόμενο από το Ευρωσύστημα αρχείο αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο. Οι απαιτήσεις του Ευρωσυστήματος όσον αφορά τον καθορισμό των αρχείων αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο, καθώς και αυτή καθ' εαυτήν η διαδικασία καθορισμού τους, θα πρέπει να αποσαφηνιστούν περαιτέρω για λόγους διαφάνειας.

(6)

Προς διασφάλιση της επάρκειας των ασφαλειών του Ευρωσυστήματος θα πρέπει να τροποποιηθούν τα κριτήρια καταλληλότητας δανειακών απαιτήσεων και, συγκεκριμένα, το κριτήριο που αφορά τους περιορισμούς στη ρευστοποίηση. Όταν δέχονται ως ασφάλεια δανειακές απαιτήσεις, οι ΕθνΚΤ θα πρέπει να λαμβάνουν ειδικά μέτρα για τον αποκλεισμό ή τον σημαντικό μετριασμό του κινδύνου συμψηφισμού ανταπαιτήσεων. Δανειακές απαιτήσεις που ανάγονται σε χρόνο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2018 και δεν έχουν υπαχθεί στα παραπάνω μέτρα μπορούν να παρέχονται ως ασφάλεια έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται όλα τα υπόλοιπα κριτήρια καταλληλότητας.

(7)

Προκειμένου το Ευρωσύστημα να προστατεύεται έναντι οικονομική ζημίας σε περίπτωση επέλευσης γεγονότων τα οποία συνιστούν αθέτηση υποχρέωσης αντισυμβαλλομένου, τα αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία που χρησιμοποιούνται ως ασφάλεια στις πιστοδοτικές του πράξεις θα πρέπει να υπόκεινται στα μέτρα ελέγχουν κινδύνων που προβλέπονται στο τίτλο VI του τέταρτου μέρους της κατευθυντήριας γραμμής (ΕΕ) 2015/510 (ΕΚΤ/2014/60). Κατόπιν της τακτικής επανεξέτασης του πλαισίου ελέγχου κινδύνων του Ευρωσυστήματος, το διοικητικό συμβούλιο θεωρεί ότι θα πρέπει να γίνουν ορισμένες προσαρμογές.

(8)

Τα αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία θα πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις πιστοληπτικής διαβάθμισης που καθορίζονται στο πλαίσιο του Ευρωσυστήματος για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας (Eurosystem credit assessment framework — ECAF), όπου προβλέπονται οι διαδικασίες, οι κανόνες και οι τεχνικές με τις οποίες διασφαλίζεται η απαίτηση του Ευρωσυστήματος για υψηλή πιστοληπτική διαβάθμιση των αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων. Κατόπιν επανεξέτασης των κανόνων του ECAF, θα πρέπει να γίνουν συγκεκριμένες τροποποιήσεις, ιδίως όσον αφορά τα γενικά κριτήρια αποδοχής των εξωτερικών οργανισμών πιστοληπτικής αξιολόγησης (ECAI) και τις πρόσθετες λειτουργικές απαιτήσεις για τους ECAI σε σχέση με τις καλυμμένες ομολογίες.

(9)

Για λόγους σαφήνειας θα πρέπει να γίνουν ορισμένες ελάσσονες τροποποιήσεις τεχνικής φύσης όσον αφορά, παραδείγματος χάριν, την ορολογία που χρησιμοποιείται για τις καλυμμένες ομολογίες.

(10)

Για τους λόγους αυτούς η κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2015/510 (ΕΚΤ/2014/60) θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΓΡΑΜΜΗ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις

Η κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2015/510 (ΕΚΤ/2014/60) τροποποιείται ως εξής:

1.

το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

το σημείο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«12)   “καλυμμένη ομολογία” (covered bond): χρεόγραφο, ο κάτοχος του οποίου μπορεί να ικανοποιηθεί ως προς τις εξ αυτού απαιτήσεις: α) άμεσα ή έμμεσα από πιστωτικό ίδρυμα και β) από ένα δυναμικό χαρτοφυλάκιο περιουσιακών στοιχείων το οποίο καλύπτει τις ομολογίες και για το οποίο δεν υφίσταται κατάτμηση του κινδύνου·»·

β)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο 46α:

«46α)   “επιχείρηση επενδύσεων” (investment firm): επιχείρηση επενδύσεων κατά την έννοια του σημείου 2 του άρθρου 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·»·

γ)

το σημείο 48 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«48)   “καλυμμένες ομολογίες τύπου ‘jumbo’” (jumbo covered bond): καλυμμένη ομολογία ποσού έκδοσης τουλάχιστον ενός δισεκατομμυρίου ευρώ, για την οποία τρεις τουλάχιστον διαπραγματευτές αγοράς παρέχουν σε τακτική βάση τιμές προσφοράς και ζήτησης·»·

δ)

το σημείο 71 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«71)   “λοιπές καλυμμένες ομολογίες” (other covered bonds): δομημένες καλυμμένες ομολογίες ή multi cédulas·»·

ε)

το σημείο 74 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«74)   “δημόσια πιστοληπτική διαβάθμιση” (public credit rating): πιστοληπτική διαβάθμιση η οποία: α) προέρχεται ή εγκρίνεται από οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που έχει εγγραφεί στην Ένωση, ο οποίος είναι αποδεκτός ως εξωτερικός οργανισμός αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας από το Ευρωσύστημα και β) δημοσιεύεται ή διανέμεται σε συνδρομητές·»·

στ)

το σημείο 88 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«88)   “δομημένη καλυμμένη ομολογία” (structured covered bond): καλυμμένη ομολογία, πλην των multi cédulas, η οποία δεν εκδίδεται σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1)·

(*1)  Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32).»·"

ζ)

το σημείο 94 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«94)   “καλυμμένη ομολογία που πληροί τις απαιτήσεις της οδηγίας για τους ΟΣΕΚΑ” (UCITS compliant covered bond): καλυμμένη ομολογία η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ·»·

2.

το άρθρο 25 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1 ο πίνακας 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Πίνακας 4

Στάδια των δημοπρασιών

Στάδιο 1

Ανακοίνωση της δημοπρασίας

α)

Δημόσια ανακοίνωση από την ΕΚΤ

β)

Δημόσια ανακοίνωση και απευθείας ανακοίνωση προς κάθε αντισυμβαλλόμενο (εφόσον κρίνεται απαραίτητο) από τις ΕθνΚΤ

Στάδιο 2

Κατάρτιση και υποβολή προσφορών από τους αντισυμβαλλομένους

Στάδιο 3

Συγκέντρωση των προσφορών από το Ευρωσύστημα

Στάδιο 4

Κατανομή και ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της δημοπρασίας

α)

Απόφαση της ΕΚΤ σχετικά με την κατανομή

β)

Δημόσια ανακοίνωση του αποτελέσματος της κατανομής από την ΕΚΤ

Στάδιο 5

Πιστοποίηση των επιμέρους αποτελεσμάτων της κατανομής

Στάδιο 6

Διακανονισμός των συναλλαγών»·

β)

στην παράγραφο 2 οι πίνακες 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Πίνακας 5

Ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα των σταδίων των τακτικών δημοπρασιών [ώρα Κεντρικής Ευρώπης  (3) ]

Image Κείμενο της εικόνας

Πίνακας 6

Ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα των σταδίων των έκτακτων δημοπρασιών (ώρα Κεντρικής Ευρώπης)

Image Κείμενο της εικόνας »·

(3)  Η αναφορά στην ώρα Κεντρικής Ευρώπης λαμβάνει υπόψη και την αλλαγή στη θερινή ώρα Κεντρικής Ευρώπης."

3.

στο άρθρο 30 οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η ΕΚΤ ανακοινώνει δημοσίως και εκ των προτέρων τις τακτικές δημοπρασίες. Οι ΕθνΚΤ μπορούν επίσης να ανακοινώνουν τις τακτικές δημοπρασίες δημοσίως και, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, απευθείας στους αντισυμβαλλομένους.

2.   Η ΕΚΤ μπορεί να ανακοινώνει δημοσίως και εκ των προτέρων τις έκτακτες δημοπρασίες. Στις έκτακτες δημοπρασίες που ανακοινώνονται εκ των προτέρων δημοσίως η ΕθνΚΤ μπορεί, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, να επικοινωνεί απευθείας με τους επιλεγμένους αντισυμβαλλομένους. Στις έκτακτες δημοπρασίες που δεν ανακοινώνονται εκ των προτέρων δημοσίως οι ΕθνΚΤ επικοινωνούν απευθείας με τους επιλεγμένους αντισυμβαλλομένους.»·

4.

στο άρθρο 43 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η ΕΚΤ ανακοινώνει δημοσίως την απόφασή της για την κατανομή του ποσού της δημοπρασίας βάσει του σχετικού αποτελέσματος. Επιπροσθέτως, οι ΕθνΚΤ μπορούν να ανακοινώνουν την εν λόγω απόφαση της ΕΚΤ δημοσίως και, εφόσον το κρίνουν απαραίτητο, απευθείας στους αντισυμβαλλομένους.»·

5.

στο άρθρο 55α η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Στην περίπτωση των υποκαταστημάτων οι πληροφορίες που παρέχονται βάσει της παραγράφου 1 αφορούν το ίδρυμα στο οποίο ανήκει το υποκατάστημα.»·

6.

στο άρθρο 61 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η ΕΚΤ δημοσιεύει στον δικτυακό της τόπο κατάλογο αποδεκτών εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων καταρτιζόμενο σύμφωνα με τις εκεί αναφερόμενες μεθόδους, τον οποίο ενημερώνει κάθε ημέρα λειτουργίας του TARGET2. Τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία καθίστανται αποδεκτά προς χρήση στις πιστοδοτικές πράξεις του Ευρωσυστήματος μόλις δημοσιευθούν στον εν λόγω κατάλογο. Κατ' εξαίρεση στον ανωτέρω κανόνα, ειδικά τα βραχυπρόθεσμα χρεόγραφα με αυθημερόν διακανονισμό μπορούν να γίνονται αποδεκτά από το Ευρωσύστημα από την ημερομηνία έκδοσής τους. Τα αξιολογούμενα σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 περιουσιακά στοιχεία δεν δημοσιεύονται στον συγκεκριμένο κατάλογο.»·

7.

στο άρθρο 63 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Προκειμένου τα χρεόγραφα να είναι αποδεκτά, τα τοκομερίδιά τους πρέπει να διαθέτουν ένα από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά έως και τον χρόνο οριστικής εξόφλησής τους:

α)

να είναι σταθερού, μηδενικού ή κλιμακούμενου (multi-step) επιτοκίου, με προκαθορισμένο πρόγραμμα πληρωμής τοκομεριδίου και προκαθορισμένη αξία τοκομεριδίου· ή

β)

να είναι κυμαινόμενου επιτοκίου με τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: τοκομερίδιο = (επιτόκιο αναφοράς * l) ± ×, με f ≤ επιτοκίου τοκομεριδίου ≤ c, όπου:

i)

το επιτόκιο αναφοράς σε δεδομένη χρονική στιγμή είναι μόνον ένα από τα ακόλουθα:

επιτόκιο χρηματαγοράς του ευρώ, π.χ. Euribor, LIBOR ή παρόμοιοι δείκτες,

απόδοση αναφοράς επί συμφωνιών ανταλλαγής επιτοκίου σταθερής ληκτότητας (constant maturity swap rate), π.χ. CMS, EIISDA, EUSA,

απόδοση ενός κρατικού ομολόγου της ζώνης του ευρώ ή δείκτης ομάδας τέτοιων ομολόγων διάρκειας έως ενός έτους,

δείκτης πληθωρισμού της ζώνης του ευρώ·

ii)

το f (κατώτατο επιτρεπόμενο όριο), το c (ανώτατο επιτρεπόμενο όριο), το l (συντελεστής μόχλευσης/απομόχλευσης) και το x (περιθώριο), εφόσον υφίστανται, αποτελούν αριθμητικές τιμές προκαθορισμένες κατά την έκδοση ή μεταβαλλόμενες διαχρονικά μόνον βάσει πορείας προκαθορισμένης κατά την έκδοση, όπου το l είναι μεγαλύτερο του μηδενός καθ' όλη τη διάρκεια ζωής του περιουσιακού στοιχείου. Για τα τοκομερίδια κυμαινόμενου επιτοκίου με δείκτη πληθωρισμού ως επιτόκιο αναφοράς, το l ισούται με τη μονάδα.»·

8.

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 77α:

«Άρθρο 77α

Περιορισμοί στις επενδύσεις που αφορούν τιτλοποιημένες απαιτήσεις

Τυχόν επενδύσεις κεφαλαίων τα οποία έχουν πιστωθεί στον τραπεζικό λογαριασμό του εκδότη ή οποιουδήποτε ενδιάμεσου φορέα ειδικού σκοπού βάσει των στοιχείων τεκμηρίωσης της συναλλαγής δεν πρέπει να συνίστανται, εν όλω ή εν μέρει, πράγματι ή δυνάμει, σε σειρές άλλων τιτλοποιήσεων, ομόλογα που συνδέονται με τον πιστωτικό κίνδυνο υποκείμενου μέσου (credit-linked notes), πράξεις ανταλλαγής ή άλλα παράγωγα μέσα, σύνθετους τίτλους ή παρόμοιες απαιτήσεις.»·

9.

στο άρθρο 73 η διαγράφεται η παράγραφος 7·

10.

στο άρθρο 78 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Πλήρη και τυποποιημένα αναλυτικά στοιχεία ανά δάνειο του χαρτοφυλακίου των περιουσιακών στοιχείων που εξασφαλίζουν τις τιτλοποιημένες απαιτήσεις και παράγουν εισοδηματική ροή καθίστανται διαθέσιμα σύμφωνα με τις διαδικασίες του παραρτήματος VIII, όπου παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τη βαθμολόγηση της ποιότητας των απαιτούμενων στοιχείων και τις απαιτήσεις που αφορούν τον καθορισμό των αρχείων αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο από το Ευρωσύστημα. Κατά την αξιολόγηση της καταλληλότητας, το Ευρωσύστημα λαμβάνει υπόψη: α) τυχόν μη υποβολή στοιχείων, και β) τη συχνότητα υποβολής επιμέρους πεδίων με αναλυτικά στοιχεία ανά δάνειο, τα οποία δεν περιέχουν ουσιώδη δεδομένα.»·

11.

στο τμήμα 2, κεφάλαιο 1 του τίτλου II του τέταρτου μέρους παρεμβάλλεται η ακόλουθη ενότητα 4:

«Ενότητα 4

Ειδικά κριτήρια καταλληλότητας ορισμένων μη εξασφαλισμένων χρεογράφων

Άρθρο 81α

Κριτήρια καταλληλότητας ορισμένων μη εξασφαλισμένων χρεογράφων

1.   Προκειμένου να είναι αποδεκτά για τις πιστοδοτικές πράξεις του Ευρωσυστήματος, τα μη εξασφαλισμένα χρεόγραφα που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα ή επιχειρήσεις επενδύσεων ή από οντότητες με τις οποίες αυτά διατηρούν στενούς δεσμούς κατά το άρθρο 138 παράγραφος 2 πρέπει να συμμορφώνονται με τα γενικά κριτήρια καταλληλότητας των εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων του τμήματος 1, με εξαίρεση την απαίτηση του άρθρου 64 στον βαθμό που δεν προβλέπεται εκ του νόμου χαμηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα.

2.   Για τους σκοπούς της παρούσας ενότητας, ως “εκ του νόμου προβλεπόμενη χαμηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα” νοείται χαμηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα η οποία προβλέπεται στο νομικό πλαίσιο που διέπει τον εκδότη, για ένα μη εξασφαλισμένο χρεόγραφο το οποίο δεν έχει χαμηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα σύμφωνα με τους όρους που το διέπουν, ήτοι βάσει συμβατικής διάταξης.»·

12.

στο άρθρο 83 το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

Αξιολόγηση ECAI για την έκδοση: αφορά πιστοληπτική αξιολόγηση ECAI για συγκεκριμένη έκδοση ή, εφόσον δεν υπάρχει αξιολόγηση του ίδιου ECAI για την έκδοση, για το πρόγραμμα ή τη σειρά έκδοσης στο πλαίσιο των οποίων εκδίδεται το περιουσιακό στοιχείο. Η αξιολόγηση ECAI για το πρόγραμμα ή τη σειρά έκδοσης έχει αξία μόνον αν αφορά το συγκεκριμένο περιουσιακό στοιχείο, αντιστοιχίζεται ρητά και αναμφισβήτητα από τον ECAI με τον κωδικό ISIN του περιουσιακού στοιχείου και δεν υπάρχει διαφορετική αξιολόγηση της έκδοσης από τον ίδιο ECAI. Όσον αφορά τις αξιολογήσεις ECAI για τις εκδόσεις το Ευρωσύστημα δεν κάνει διάκριση με βάση την αρχική διάρκεια του περιουσιακού στοιχείου.»·

13.

στο άρθρο 104 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 3α:

«3α.   Από την 1η Ιανουαρίου 2018 οι ΕθνΚΤ, όταν δέχονται ως ασφάλεια δανειακές απαιτήσεις αναγόμενες σε χρόνο μεταγενέστερο της ημερομηνίας αυτής, χρησιμοποιούν μηχανισμό ο οποίος διασφαλίζει τον αποκλεισμό ή τον σημαντικό μετριασμό του κινδύνου συμψηφισμού ανταπαιτήσεων. Δανειακές απαιτήσεις αναγόμενες σε χρόνο προγενέστερο της 1ης Ιανουαρίου 2018 και μη υποκείμενες στον ανωτέρω μηχανισμό μπορούν να παρέχονται ως ασφάλεια έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται όλα τα υπόλοιπα κριτήρια καταλληλότητας.»·

14.

το άρθρο 120 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Για τους σκοπούς του ECAF τα γενικά κριτήρια αποδοχής των ECAI είναι τα ακόλουθα:

α)

Οι ECAI πρέπει να έχουν εγγραφεί από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1060/2009.

β)

Οι ECAI πρέπει να πληρούν λειτουργικά κριτήρια και να παρέχουν κατάλληλη κάλυψη, ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή του ECAF. Ειδικότερα, για να μπορούν να χρησιμοποιούνται οι αξιολογήσεις των ECAI, το Ευρωσύστημα θα πρέπει να έχει στη διάθεσή του πληροφορίες σχετικά με αυτές, καθώς και πληροφορίες που να επιτρέπουν τη σύγκριση και αντιστοίχισή τους προς τις πιστοληπτικές βαθμίδες του Ευρωσυστήματος, ενόψει και της διαδικασίας παρακολούθησης επιδόσεων του άρθρου 126.

2.   Το Ευρωσύστημα διατηρεί το δικαίωμα να αποφασίζει την έναρξη διαδικασίας αποδοχής στο ECAF κατόπιν αίτησης οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (credit rating agency — CRA). Κατά τη λήψη της ανωτέρω απόφασης, το Ευρωσύστημα λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, κατά πόσον ο CRA παρέχει κατάλληλη κάλυψη για την αποτελεσματική εφαρμογή του ECAF σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παραρτήματος IΧα.»·

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 2α:

«2α.   Μετά την έναρξη της διαδικασίας αποδοχής στο ECAF, το Ευρωσύστημα ερευνά όλες τις πρόσθετες πληροφορίες που κρίνει σημαντικές για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του ECAF, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας του ECAI να ανταποκρίνεται στα κριτήρια και τους κανόνες της διαδικασίας παρακολούθησης επιδόσεων βάσει του ECAF σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παραρτήματος IX, καθώς και στα ειδικά κριτήρια του παραρτήματος IΧβ (εφόσον συντρέχει περίπτωση). Το Ευρωσύστημα διατηρεί το δικαίωμα να αποφασίζει σχετικά με την αποδοχή ECAI για τους σκοπούς του ECAF με βάση τις παρεχόμενες πληροφορίες και την αξιολόγηση που διενεργεί με τη δέουσα επιμέλεια.»·

15.

στο άρθρο 122 παράγραφος 3 το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

επικαιροποιημένη αξιολόγηση της αρμόδιας αρχής, η οποία να αποτυπώνει τις διαθέσιμες πληροφορίες για όλα τα ζητήματα που επηρεάζουν τη χρήση του συστήματος IRB για τους σκοπούς της παροχής ασφάλειας, καθώς και για όλα τα ζητήματα που αφορούν τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται για τη διαδικασία παρακολούθησης επιδόσεων βάσει του ECAF»·

16.

στο άρθρο 137 η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Εν προκειμένω έχουν εφαρμογή τα γενικά κριτήρια καταλληλότητας του τίτλου II του τέταρτου μέρους για τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία, με τη μόνη διαφορά ότι τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία:

α)

μπορούν να εκδίδονται, να τηρούνται και να διακανονίζονται εκτός του ΕΟΧ·

β)

μπορούν να εκφράζονται σε νομίσματα εκτός του ευρώ· και

γ)

δεν πρέπει να έχουν αξία τοκομεριδίου η οποία να συνεπάγεται αρνητική εισοδηματική ροή.»·

17.

στο άρθρο 138 παράγραφος 3 το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

στους στενούς δεσμούς μεταξύ του αντισυμβαλλομένου και οντότητας του δημόσιου τομέα του ΕΟΧ η οποία έχει το δικαίωμα επιβολής φόρων ή στις περιπτώσεις που εγγυητής του χρεογράφου είναι μία ή περισσότερες οντότητες του δημόσιου τομέα του ΕΟΧ οι οποίες έχουν το δικαίωμα επιβολής φόρων και η εγγύηση πληροί τα χαρακτηριστικά του άρθρου 114, με την επιφύλαξη, σε κάθε περίπτωση, του άρθρου 139 παράγραφος 1·»·

18.

στο άρθρο 139 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Μη εξασφαλισμένα χρεόγραφα, τα οποία εκδίδονται από αντισυμβαλλόμενο ή άλλη οντότητα με την οποία αυτός διατηρεί στενούς δεσμούς κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 138 και είναι πλήρως εγγυημένα από μία ή περισσότερες οντότητες του δημόσιου τομέα του ΕΟΧ που έχουν το δικαίωμα επιβολής φόρων δεν μπορούν να παρασχεθούν από τον εν λόγω αντισυμβαλλόμενο ως ασφάλεια στις πιστοδοτικές πράξεις του Ευρωσυστήματος είτε:

α)

απευθείας είτε

β)

έμμεσα, εφόσον περιλαμβάνονται σε χαρτοφυλάκιο καλυμμένων ομολογιών.»·

19.

στο άρθρο 141, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο αντισυμβαλλόμενος δεν επιτρέπεται να καταθέτει ούτε να χρησιμοποιεί ως ασφάλεια μη εξασφαλισμένα χρεόγραφα που εκδίδονται από πιστωτικό ίδρυμα ή άλλη οντότητα με την οποία αυτό διατηρεί στενούς δεσμούς, στο μέτρο που η αξία της εν λόγω ασφάλειας που εκδίδει το πιστωτικό ίδρυμα ή η άλλη οντότητα με την οποία αυτό διατηρεί στενούς δεσμούς υπερβαίνει, αθροιστικά, το 2,5 % της συνολικής αξίας των περιουσιακών στοιχείων που χρησιμοποιούνται ως ασφάλεια από τον συγκεκριμένο αντισυμβαλλόμενο μετά από τη σχετική περικοπή αποτίμησης. Το όριο του 2,5 % δεν ισχύει εάν:

α)

η αξία των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων δεν υπερβαίνει τα 50 εκατ. ευρώ μετά από τυχόν περικοπή αποτίμησης· ή

β)

εγγυητής των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων είναι οντότητα του δημόσιου τομέα η οποία έχει το δικαίωμα επιβολής φόρων και η εγγύηση πληροί τα χαρακτηριστικά του άρθρου 114.»·

20.

το άρθρο 143 διαγράφεται·

21.

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 144α:

«Άρθρο 144α

Αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία με αρνητικές εισοδηματικές ροές

1.   Οι ΕθνΚΤ μεριμνούν ώστε ο αντισυμβαλλόμενος να παραμένει υπεύθυνος για την έγκαιρη πληρωμή τυχόν ποσού αρνητικών εισοδηματικών ροών το οποίο αφορά τα αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία που υποβάλλονται ή χρησιμοποιούνται από αυτόν ως ασφάλεια.

2.   Εάν ο αντισυμβαλλόμενος δεν πραγματοποιήσει εγκαίρως πληρωμή σύμφωνα με την παράγραφο 1, το Ευρωσύστημα δύναται αλλά δεν υποχρεούται να προβεί στη σχετική πληρωμή. Οι ΕθνΚΤ μεριμνούν ώστε ο αντισυμβαλλόμενος να επιστρέφει στο Ευρωσύστημα, αμέσως μετά την υποβολή σχετικού αιτήματος του τελευταίου, οποιοδήποτε ποσό αρνητικών εισοδηματικών ροών το οποίο κατέβαλε το Ευρωσύστημα συνεπεία της αδυναμίας πληρωμής του αντισυμβαλλομένου. Εάν ο αντισυμβαλλόμενος δεν προβεί σε έγκαιρη πληρωμή σύμφωνα με την παράγραφο 1, το Ευρωσύστημα έχει το δικαίωμα να χρεώσει αμέσως και χωρίς προειδοποίηση ποσό ίσο με αυτό που κατέβαλε το Ευρωσύστημα για λογαριασμό του αντισυμβαλλομένου:

α)

στον λογαριασμό μονάδας πληρωμών (ΜΠ) του TARGET2 του οικείου αντισυμβαλλομένου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 36 παράγραφος 6 του παραρτήματος II της κατευθυντήριας γραμμής ΕΚΤ/2012/27· ή

β)

κατόπιν προηγούμενης εξουσιοδότησης της τράπεζας διακανονισμού, στον λογαριασμό ΜΠ του TARGET2 της τράπεζας διακανονισμού, ο οποίος χρησιμοποιείται για τον οικείο αντισυμβαλλόμενο όσον αφορά τις πιστοδοτικές πράξεις του Ευρωσυστήματος· ή

γ)

σε οποιονδήποτε άλλο λογαριασμό που μπορεί να χρησιμοποιείται για τις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος και τον οποίο τηρεί ο οικείος αντισυμβαλλόμενος στην ΕθνΚΤ.

3.   Τα ποσά που καταβάλλει το Ευρωσύστημα βάσει της παραγράφου 2, εφόσον δεν επιστρέφονται από τον αντισυμβαλλόμενο αμέσως μετά την υποβολή σχετικού αιτήματος και δεν μπορούν να χρεωθούν από το Ευρωσύστημα σε σχετικό λογαριασμό κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2, θεωρούνται πίστωση από το Ευρωσύστημα, για την οποία μπορεί να επιβληθεί ποινή σύμφωνα με το άρθρο 154.»·

22.

στο άρθρο 154 παράγραφος 1, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

προκειμένου για τις αντιστρεπτέες συναλλαγές και τις πράξεις ανταλλαγής νομισμάτων για τους σκοπούς της νομισματικής πολιτικής, με την προβλεπόμενη στο άρθρο 15 υποχρέωση να παρέχει επαρκή ασφάλεια και να διακανονίζει το κατανεμηθέν σε αυτόν ποσό καθ' όλη τη διάρκεια ορισμένης πράξης, περιλαμβανομένου και τυχόν ανεξόφλητου ποσού ορισμένης πράξης κατά την εναπομένουσα διάρκειά της σε περίπτωση πρόωρης λήξης της από την ΕθνΚΤ.»·

23.

στο άρθρο 154 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο ε):

«ε)

με τυχόν υποχρέωση πληρωμής κατά το άρθρο 144α παράγραφος 3.»·

24.

στο άρθρο 156 παράγραφος 1, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

είχε επιβληθεί χρηματική ποινή·»·

25.

στο άρθρο 156 παράγραφος 4, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

είχε επιβληθεί χρηματική ποινή·»·

26.

στο άρθρο 166, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4α:

«4α.   Κάθε ΕθνΚΤ εφαρμόζει συμβατικές ή κανονιστικές ρυθμίσεις που διασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση που δεν υφίσταται κανένα από τα δικαιώματα του άρθρου 166 παράγραφος 2, η οικεία ΕθνΚΤ νομιμοποιείται, ανά πάσα στιγμή, να επιβάλλει χρηματική ποινή σε περίπτωση αδυναμίας του αντισυμβαλλομένου να επιστρέψει ή να πληρώσει, εν όλω ή εν μέρει, οποιοδήποτε ποσό της πίστωσης ή του τιμήματος επαναγοράς ή να παραδώσει τα αγορασθέντα περιουσιακά στοιχεία, κατά τη λήξη ή όποτε η σχετική υποχρέωση καθίσταται ληξιπρόθεσμη. Η χρηματική ποινή υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος VII, τμήμα I, παράγραφος 1 στοιχείο α) και του παραρτήματος VII, τμήμα I, παράγραφοι 2 και 4 της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής, αφού ληφθούν υπόψη το ποσό των μετρητών που ο αντισυμβαλλόμενος δεν μπόρεσε να πληρώσει ή να επιστρέψει ή η αξία των περιουσιακών στοιχείων που ο αντισυμβαλλόμενος δεν μπόρεσε να παραδώσει, καθώς και ο αριθμός των ημερολογιακών ημερών κατά τις οποίες ο αντισυμβαλλόμενος δεν προέβη σε πληρωμή, επιστροφή ή παράδοση.»·

27.

τα παραρτήματα VII, VIII και XII τροποποιούνται και παρεμβάλλονται νέα παραρτήματα IΧα και IΧβ, σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής.

Άρθρο 2

Έναρξη παραγωγής αποτελεσμάτων και εφαρμογή

1.   Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή αρχίζει να παράγει αποτελέσματα από την ημέρα της κοινοποίησής της στις εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ.

2.   Οι εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα κατευθυντήρια γραμμή και τα εφαρμόζουν από την 1η Ιανουαρίου 2017. Κοινοποιούν στην ΕΚΤ τα κείμενα και τα μέσα που αφορούν τα εν λόγω μέτρα το αργότερο στις 5 Δεκεμβρίου 2016.

Άρθρο 3

Αποδέκτες

Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή απευθύνεται σε όλες τις κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος.

Φρανκφούρτη, 2 Νοεμβρίου 2016.

Για το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Mario DRAGHI


(1)  Κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2015/510 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 19ης Δεκεμβρίου 2014, σχετικά με την εφαρμογή του πλαισίου νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (ΕΚΤ/2014/60) (κατευθυντήρια γραμμή γενικής τεκμηρίωσης) (ΕΕ L 91 της 2.4.2015, σ. 3).

(2)  Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τα παραρτήματα VII, VIII και XII της κατευθυντήριας γραμμής (ΕΕ) 2015/510 (ΕΚΤ/2014/60) τροποποιούνται και παρεμβάλλονται νέα παραρτήματα IΧα και IΧβ ως εξής:

1.

στο παράρτημα VII το σημείο 1 στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

Για τη μη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις του άρθρου 154 παράγραφος 1 στοιχείο δ) ή ε), η χρηματική ποινή υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης που ίσχυε την ημέρα που άρχισε η μη συμμόρφωση, προσαυξημένο κατά 5 εκατοστιαίες μονάδες. Σε περίπτωση επανειλημμένων παραβάσεων της υποχρέωσης του άρθρου 154 παράγραφος 1 στοιχείο δ) ή αυτής του άρθρου 154 παράγραφος 1 στοιχείο ε) εντός του ίδιου δωδεκαμήνου, αρχής γενομένης από την πρώτη παράβαση, το επιτόκιο ποινής προσαυξάνεται επιπλέον κατά 2,5 εκατοστιαίες μονάδες για κάθε παράβαση.»·

2.

στο παράρτημα VII το σημείο 5 στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

Παρέχεται περίοδος χάριτος επτά ημερολογιακών ημερών εάν η παραβίαση οφείλεται σε μεταβολή στην αποτίμηση, χωρίς την κατάθεση πρόσθετων μη εξασφαλισμένων χρεογράφων ή την απόσυρση περιουσιακών στοιχείων από το συνολικό χαρτοφυλάκιο ασφαλειών, λόγω:

i)

αύξησης της αξίας των ήδη κατατεθειμένων μη εξασφαλισμένων χρεογράφων· ή

ii)

μείωσης της συνολικής αξίας του χαρτοφυλακίου ασφαλειών.

Στις περιπτώσεις αυτές ο αντισυμβαλλόμενος υποχρεούται να προσαρμόσει την αξία του συνολικού χαρτοφυλακίου ασφαλειών του ή/και την αξία των μη εξασφαλισμένων χρεογράφων εντός της περιόδου χάριτος προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με το ισχύον όριο.»·

3.

στο παράρτημα VII το σημείο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.

Εάν ο αντισυμβαλλόμενος παρείχε πληροφορίες που κατά το Ευρωσύστημα επηρεάζουν αρνητικά την αξία των ασφαλειών του σε σχέση με το άρθρο 145 παράγραφος 4, π.χ. ανακριβείς πληροφορίες όσον αφορά το ανεξόφλητο ποσό χρησιμοποιηθείσας δανειακής απαίτησης, οι οποίες είναι ή ήταν αναληθείς ή παρωχημένες, ή εάν ο αντισυμβαλλόμενος δεν παράσχει εγκαίρως τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του άρθρου 101 παράγραφος 1 στοιχείο α) iv), το ποσό (η αξία) των ασφαλειών που έχει επηρεαστεί αρνητικά λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της χρηματικής ποινής σύμφωνα με την παράγραφο 3, ενώ δεν ισχύει περίοδος χάριτος. Σε περίπτωση διόρθωσης των ανακριβών πληροφοριών εντός της σχετικής προθεσμίας, π.χ. για τις δανειακές απαιτήσεις εντός της επόμενης εργάσιμης ημέρας κατά το άρθρο 109 παράγραφος 2, δεν επιβάλλεται ποινή.»·

4.

στο παράρτημα VII το σημείο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.

Όσον αφορά τη μη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις του άρθρου 154 παράγραφος 1 στοιχείο δ) ή ε), η χρηματική ποινή υπολογίζεται με εφαρμογή του επιτοκίου ποινής, σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β), επί του ποσού που ο αντισυμβαλλόμενος χρησιμοποίησε χωρίς να του επιτρέπεται στο πλαίσιο διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης ή επί του ποσού της πίστωσης που δεν κατέβαλε το Ευρωσύστημα.»·

5.

το παράρτημα VIII τροποποιείται ως εξής:

α)

ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΑΝΑΛΥΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑ ΔΑΝΕΙΟ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΙΣ ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΑΡΧΕΙΩΝ ΑΝΑΛΥΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑ ΔΑΝΕΙΟ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑ»·

β)

η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το παρόν παράρτημα έχει εφαρμογή όσον αφορά την πλήρη και τυποποιημένη παροχή αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο του χαρτοφυλακίου περιουσιακών στοιχείων που εξασφαλίζουν τιτλοποιημένες απαιτήσεις και παράγουν ταμειακή ροή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 78, και θεσπίζει τη διαδικασία καθορισμού αρχείων αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο από το Ευρωσύστημα.»·

γ)

το τμήμα I σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Τα αναλυτικά στοιχεία ανά δάνειο πρέπει να υποβάλλονται από τα οικεία μέρη στο καθοριζόμενο από το Ευρωσύστημα αρχείο αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο. Το αρχείο αυτό δημοσιεύει τα στοιχεία ηλεκτρονικά.»·

δ)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα IV:

«IV.   ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΑΡΧΕΙΩΝ ΑΝΑΛΥΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑ ΔΑΝΕΙΟ

I.   Απαιτήσεις για τον καθορισμό

1.

Ο καθορισμός του αρχείου αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο προϋποθέτει ότι αυτό πληροί τις σχετικές απαιτήσεις του Ευρωσυστήματος, συμπεριλαμβανομένης της ανοικτής πρόσβασης, της αμεροληψίας, της κάλυψης, της κατάλληλης δομής διακυβέρνησης και της διαφάνειας.

2.

Όσον αφορά τις απαιτήσεις της ανοικτής πρόσβασης και αμεροληψίας, το αρχείο αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο:

α)

δεν επιτρέπεται να προβαίνει σε αθέμιτη διάκριση μεταξύ των χρηστών κατά την παροχή πρόσβασης στο αρχείο αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο·

β)

για την πρόσβαση στα αναλυτικά στοιχεία ανά δάνειο πρέπει να εφαρμόζει αντικειμενικά, αμερόληπτα και δημοσίως διαθέσιμα κριτήρια·

γ)

μπορεί να περιορίζει την πρόσβαση κατά το ελάχιστο δυνατό, μόνον προκειμένου για την εκπλήρωση της απαίτησης της αναλογικότητας·

δ)

πρέπει να θεσπίζει αμερόληπτες διαδικασίες για τις περιπτώσεις στις οποίες αρνείται την πρόσβαση σε χρήστες ή παρόχους στοιχείων·

ε)

προκειμένου να παρέχει πρόσβαση στους χρήστες και παρόχους στοιχείων σε όλες τις περιστάσεις που μπορεί ευλόγως να προκύψουν, πρέπει να διαθέτει τις απαραίτητες τεχνικές δυνατότητες, συμπεριλαμβανομένων διαδικασιών αντιγράφων ασφαλείας δεδομένων, εγγυήσεων ασφάλειας δεδομένων και ρυθμίσεων αποκατάστασης λειτουργίας·

στ)

δεν μπορεί να επιβάλλει στους χρήστες των στοιχείων χρεώσεις για την παροχή ή την εξαγωγή αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο, οι οποίες να είναι μεροληπτικές ή να συνεπάγονται αθέμιτους περιορισμούς στην πρόσβαση στα εν λόγω στοιχεία.

3.

Όσον αφορά την απαίτηση κάλυψης, το αρχείο αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο πρέπει:

α)

να εγκαθιστά και να διατηρεί άρτια τεχνολογικά συστήματα και λειτουργικούς ελέγχους που να του επιτρέπουν την επεξεργασία αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο κατά τρόπο υποστηρικτικό των απαιτήσεων του Ευρωσυστήματος όσον αφορά την υποβολή τέτοιου είδους στοιχείων σε σχέση με αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται σε απαιτήσεις δημοσιοποίησης αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο, σύμφωνα με το άρθρο 78 και το παρόν παράρτημα·

β)

να αποδεικνύει με αξιοπιστία στο Ευρωσύστημα ότι οι τεχνικές και λειτουργικές δυνατότητές του θα του επιτρέπουν να επιτυγχάνει σημαντική κάλυψη εφόσον αποκτήσει το καθεστώς του καθορισμένου αρχείου αναλυτικών δεδομένων ανά δάνειο.

4.

Όσον αφορά τις απαιτήσεις κατάλληλης δομής διακυβέρνησης και διαφάνειας, το αρχείο αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο πρέπει:

α)

να θεσπίζει ρυθμίσεις διακυβέρνησης οι οποίες εξυπηρετούν τα συμφέροντα των φορέων συμμετοχής στην αγορά τιτλοποιημένων απαιτήσεων, ενισχύοντας τη διαφάνεια·

β)

να θεσπίζει σαφώς τεκμηριωμένες ρυθμίσεις διακυβέρνησης, να συμμορφώνεται με κατάλληλα πρότυπα διακυβέρνησης και να μεριμνά για την τήρηση και λειτουργία επαρκούς οργανωτικής δομής προκειμένου να εξασφαλίζεται η συνέχεια και η ομαλή λειτουργία· και

γ)

να χορηγεί στο Ευρωσύστημα επαρκή πρόσβαση σε έγγραφα και υποστηρικτικά πληροφοριακά στοιχεία προκειμένου για την παρακολούθηση, σε συνεχή βάση, της διαρκούς καταλληλότητας της δομής διακυβέρνησης του αρχείου αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο.

II.   Διαδικασίες καθορισμού και ανάκλησή του

1.

Η αίτηση για τον καθορισμό αρχείου αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο από το Ευρωσύστημα πρέπει να υποβάλλεται στη Διεύθυνση Διαχείρισης Κινδύνων της ΕΚΤ, να είναι επαρκώς αιτιολογημένη και να περιλαμβάνει όλα τα υποστηρικτικά έγγραφα που αποδεικνύουν τη συμμόρφωση του αιτούντος με τις απαιτήσεις της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής που αφορούν τα αρχεία αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο. Η αίτηση, το αιτιολογικό της και τα υποστηρικτικά έγγραφα πρέπει να υποβάλλονται εγγράφως και, εφόσον είναι δυνατό, σε ηλεκτρονική μορφή.

2.

Η ΕΚΤ θα αξιολογεί την πληρότητα της αίτησης εντός 25 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της και στην περίπτωση που αυτή δεν είναι πλήρης θα τάσσει προθεσμία εντός της οποίας το αρχείο αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο θα πρέπει να παράσχει πρόσθετες πληροφορίες.

3.

Αφού κρίνει ότι η αίτηση είναι πλήρης, η ΕΚΤ θα ειδοποιεί σχετικά το αρχείο αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο.

4.

Εντός ευλόγου προθεσμίας, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 3, το Ευρωσύστημα θα εξετάζει την αίτηση για τον καθορισμό του αρχείου αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο με βάση τη συμμόρφωση αυτού με τις απαιτήσεις της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής. Στο πλαίσιο της κατά τα ανωτέρω εξέτασης, το Ευρωσύστημα μπορεί να ζητήσει από το αρχείο αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο να διενεργήσει μία ή περισσότερες ζωντανές διαδραστικές παρουσιάσεις με μέλη του προσωπικού του Ευρωσυστήματος και να παράσχει διευκρινίσεις ως προς τις τεχνικές δυνατότητές του σε σχέση με τις απαιτήσεις του τμήματος IV σημείο I, παράγραφοι 2 και 3. Σε περίπτωση που απαιτείται τέτοιου είδους παρουσίαση, αυτή θα θεωρείται απαραίτητη προϋπόθεση της διαδικασίας υποβολής αίτησης.

5.

Το Ευρωσύστημα μπορεί να παρατείνει την προθεσμία εξέτασης κατά 20 εργάσιμες ημέρες εφόσον κρίνει απαραίτητη την παροχή πρόσθετων διευκρινίσεων ή έχει ζητηθεί η διενέργεια παρουσίασης σύμφωνα με την παράγραφο 4.

6.

Πρόθεση του Ευρωσυστήματος είναι η έκδοση αιτιολογημένης απόφασης για τον καθορισμό ή την άρνηση καθορισμού εντός 60 εργάσιμων ημερών από την ειδοποίηση της παραγράφου 3 ή εντός 80 εργάσιμων ημερών από την εν λόγω ειδοποίηση σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 5.

7.

Το Ευρωσύστημα θα κοινοποιεί εντός πέντε εργάσιμων ημερών στο οικείο αρχείο αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο την απόφαση που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 6. Σε περίπτωση άρνησης ή ανάκλησης του καθορισμού αρχείου αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο από το Ευρωσύστημα, αυτό θα αιτιολογεί στην κοινοποίηση τη σχετική απόφασή του.

8.

Η απόφαση που εκδίδει το Ευρωσύστημα σύμφωνα με την παράγραφο 6 θα αρχίζει να παράγει αποτελέσματα την πέμπτη εργάσιμη ημέρα από την κοινοποίησή της κατά την παράγραφο 7.

9.

Κάθε αρχείο αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο το οποίο έχει καθοριστεί ως τέτοιο πρέπει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση να κοινοποιεί στο Ευρωσύστημα τυχόν ουσιώδεις μεταβολές όσον αφορά τη συμμόρφωσή του με τις απαιτήσεις καθορισμού.

10.

Το Ευρωσύστημα θα ανακαλεί τον καθορισμό ενός αρχείου αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο εφόσον το τελευταίο:

α)

απέσπασε τον καθορισμό προβαίνοντας σε αναληθείς δηλώσεις ή με άλλα αθέμιτα μέσα· ή

β)

δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις βάσει των οποίων καθορίστηκε.

11.

Η απόφαση ανάκλησης του καθορισμού ενός αρχείου αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο θα αρχίζει να παράγει αποτελέσματα αμέσως. Υπό την προϋπόθεση ότι όλες οι άλλες απαιτήσεις πληρούνται, τιτλοποιημένες απαιτήσεις σε σχέση με τις οποίες είχαν καταστεί διαθέσιμα αναλυτικά στοιχεία ανά δάνειο από αρχείο του οποίου ο καθορισμός ανακλήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 10 μπορούν να παραμένουν αποδεκτές ως ασφάλεια για τις πιστοδοτικές πράξεις του Ευρωσυστήματος

α)

έως την επόμενη ημερομηνία παροχής των απαιτούμενων αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο κατά τα οριζόμενα στο τμήμα I σημείο 4 του παραρτήματος VIII· ή

β)

για τρεις μήνες από την απόφαση της παραγράφου 10, εάν εντός του προβλεπόμενου στο στοιχείο α) χρονικού διαστήματος δεν είναι τεχνικά εφικτή η υποβολή αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο από τον ενδιαφερόμενο, έχει δε παρασχεθεί γραπτώς αιτιολογία στην ΕθνΚΤ που αξιολογεί την καταλληλότητα έως την επόμενη ημερομηνία παροχής των απαιτούμενων αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο κατά τα οριζόμενα στο τμήμα I σημείο 4 του παραρτήματος VIII.

Μετά την εκπνοή της ανωτέρω προθεσμίας τα αναλυτικά στοιχεία ανά δάνειο για τις εν λόγω τιτλοποιημένες απαιτήσεις πρέπει να καθίστανται διαθέσιμα από αρχείο αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο το οποίο έχει καθοριστεί σύμφωνα με όλες τις σχετικές απαιτήσεις του Ευρωσυστήματος.

12.

Το Ευρωσύστημα θα δημοσιεύει στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ κατάλογο των αρχείων αναλυτικών στοιχείων ανά δάνειο τα οποία έχουν καθοριστεί σύμφωνα με την παρούσα κατευθυντήρια γραμμή. Ο εν λόγω κατάλογος θα ενημερώνεται εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την έκδοση της απόφασης κατά την παράγραφο 6 ή την παράγραφο 10.»·

6.

παρεμβάλλεται το ακόλουθο παράρτημα IΧα:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΧα

Απαιτήσεις ελάχιστης κάλυψής για τους εξωτερικούς οργανισμούς αξιολόγησής της πιστοληπτικής ικανότητάς στο πλαίσιο του Ευρωσυστήματος για την αξιολόγησή της πιστοληπτικής ικανότητάς

Το παρόν παράρτημα εφαρμόζεται όσον αφορά την αποδοχή οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (credit rating agency — CRA) ως εξωτερικών οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (external credit assessment institution — ECAI) στο πλαίσιο του Ευρωσυστήματος για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας (Eurosystem credit assessment framework — ECAF), κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 120 παράγραφος 2.

1.   ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΛΥΨΗΣ

1.

Όσον αφορά την τρέχουσα κάλυψη, σε κάθε μία από τις τρεις τουλάχιστον εκ των τεσσάρων κατηγοριών περιουσιακών στοιχείων α) μη καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες, β) εταιρικά ομόλογα, γ) καλυμμένες ομολογίες και δ) τιτλοποιημένες απαιτήσεις, ο CRA πρέπει να παρέχει ελάχιστη κάλυψη:

i)

ποσοστού 10 % στο σύνολο των αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων της ζώνης του ευρώ, υπολογιζόμενου με βάση τα αξιολογούμενα περιουσιακά στοιχεία και τους αξιολογούμενους εκδότες, πλην της κατηγορίας των τιτλοποιημένων απαιτήσεων, για την οποία η κάλυψη υπολογίζεται μόνον με βάση τα αξιολογούμενα περιουσιακά στοιχεία·

ii)

ποσοστού 20 % στο σύνολο των αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων της ζώνης του ευρώ, υπολογιζόμενου με βάση τα ανεξόφλητα ονομαστικά ποσά·

iii)

στα 2/3 τουλάχιστον των χωρών της ζώνης του ευρώ με αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία στην αντίστοιχη κατηγορία, ο CRA πρέπει να παρέχει την απαιτούμενη κατά τα στοιχεία i) και ii) κάλυψη αξιολογούμενων περιουσιακών στοιχείων, αξιολογούμενων εκδοτών ή αξιολογούμενων ονομαστικών ποσών.

2.

Ο CRA πρέπει να παρέχει αξιολογήσεις δημοσίου χρέους για όλες τουλάχιστον τις χώρες της ζώνης του ευρώ όπου κατοικούν εκδότες και στις οποίες αξιολογούνται από τον συγκεκριμένο CRA περιουσιακά στοιχεία μιας εκ των τεσσάρων κατηγοριών της παραγράφου 1, με εξαίρεση τα περιουσιακά στοιχεία για τα οποία το Ευρωσύστημα θεωρεί ότι η αξιολόγηση κινδύνου της οικείας χώρας δεν αφορά την αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας που παρέχει ο CRA για την έκδοση, τον εκδότη ή τον εγγυητή.

3.

Όσον αφορά την αναδρομική κάλυψη, ο CRA πρέπει να πληροί τουλάχιστον το 80 % των ελάχιστων απαιτήσεων κάλυψης των παραγράφων 1 και 2 σε κάθε ένα από τα τρία τελευταία έτη πριν από την αίτηση αποδοχής στο ECAF, καθώς και το 100 % των εν λόγω απαιτήσεων κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης και καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου αποδοχής στο ECAF.

2.   ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΑΛΥΨΗΣ

1.

Η κάλυψη υπολογίζεται με βάση τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδει ή εγκρίνει ο CRA σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και την πλήρωση όλων των λοιπών απαιτήσεων για τους σκοπούς του ECAF.

2.

Η κάλυψη ορισμένου CRA βασίζεται στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων για τις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος, υπολογίζεται δε σύμφωνα με τους κανόνες προτεραιότητας του άρθρου 84 λαμβανομένων υπόψη μόνον των αξιολογήσεων του συγκεκριμένου CRA.

3.

Για τον υπολογισμό της ελάχιστης κάλυψης CRA που δεν έχει ακόμη γίνει αποδεκτός για τους σκοπούς του ECAF, το Ευρωσύστημα συμπεριλαμβάνει και σχετικές αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που παρέχονται για περιουσιακά στοιχεία που δεν είναι αποδεκτά λόγω έλλειψης αξιολόγησης από ECAI αποδεκτούς στο ECAF.

3.   ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

1.

Η συμμόρφωση των αποδεκτών ECAI με τις ανωτέρω απαιτήσεις κάλυψης θα επανεξετάζεται ετησίως.

2.

Η μη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις κάλυψης μπορεί να επισύρει κυρώσεις σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες του ECAF.»·

7.

παρεμβάλλεται το ακόλουθο παράρτημα IΧβ:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΧβ

Ελάχιστες απαιτήσεις στο πλαίσιο του Ευρωσυστήματος για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας για τις εκθέσεις που αφορούν νέες εκδόσεις και τις εκθέσεις επίβλεψης όσον άφορά προγράμματά καλυμμένων ομολογιών

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Για τους σκοπούς του πλαισίου του Ευρωσυστήματος για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας (Eurosystem credit assessment framework — ECAF) και σε σχέση με το άρθρο 120 παράγραφος 2α, οι εξωτερικοί οργανισμοί αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας (external credit assessment institutions — ECAI) πρέπει από την 1η Ιουλίου 2017 να συμμορφώνονται με συγκεκριμένα λειτουργικά κριτήρια όσον αφορά τις καλυμμένες ομολογίες. Ειδικότερα, οι ECAI:

α)

επεξηγούν σε δημοσιευόμενη έκθεση πιστοληπτικής διαβάθμισης προγράμματα καλυμμένων ομολογιών που αξιολογήθηκαν πρόσφατα· και

β)

καταρτίζουν εκθέσεις επίβλεψης όσον αφορά προγράμματα καλυμμένων ομολογιών, οι οποίες καθίστανται διαθέσιμες ανά τρίμηνο.

Στο παρόν παράρτημα καθορίζονται λεπτομερώς οι εν λόγω ελάχιστες απαιτήσεις.

Η συμμόρφωση των ECAI με τις ανωτέρω απαιτήσεις θα επανεξετάζεται τακτικά. Εφόσον δεν πληρούνται τα κριτήρια σε σχέση με συγκεκριμένο πρόγραμμα καλυμμένων ομολογιών, το Ευρωσύστημα μπορεί να θεωρεί ότι οι σχετικές δημόσιες πιστοληπτικές διαβαθμίσεις δεν πληρούν τα υψηλά κριτήρια πιστοληπτικής διαβάθμισης του ECAF. Συνεπώς, η οικεία δημόσια πιστοληπτική διαβάθμιση του ECAI δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί προκειμένου να διαπιστωθεί η εκπλήρωση των απαιτήσεων πιστοληπτικής διαβάθμισης αναφορικά με εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία που εκδίδονται στο πλαίσιο του συγκεκριμένου προγράμματος καλυμμένων ομολογιών.

2.   ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

α)

Η δημοσιευόμενη έκθεση πιστοληπτικής ικανότητας (έκθεση που αφορά νέα έκδοση) της παραγράφου 1 στοιχείο α) πρέπει να περιλαμβάνει πλήρη ανάλυση των διαρθρωτικών και νομικών πτυχών του προγράμματος, λεπτομερή αξιολόγηση του χαρτοφυλακίου ασφαλειών, ανάλυση του κινδύνου αναχρηματοδότησης και του κινδύνου αγοράς, ανάλυση των συμμετεχόντων στη συναλλαγή, υποθέσεις και δείκτες του ίδιου του ECAI, καθώς και ανάλυση οποιουδήποτε άλλου επιμέρους στοιχείου της συναλλαγής.

β)

Η έκθεση επίβλεψης της παραγράφου 1 στοιχείο β) πρέπει να δημοσιεύεται από τον ECAI έως και οκτώ εβδομάδες από το τέλος κάθε τριμήνου και να περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες.

i)

Τυχόν δείκτες του ίδιου του ECAI, περιλαμβανομένων των πιο πρόσφατων διαθέσιμων τέτοιου είδους δυναμικών δεικτών που χρησιμοποιούνται για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Εάν η ημερομηνία αναφοράς των δεικτών του ίδιου του ECAI διαφέρει από την ημερομηνία δημοσίευσης της έκθεσης, θα πρέπει να αναφέρεται ρητώς η ημερομηνία στην οποία αναφέρονται οι πρώτοι.

ii)

Επισκόπηση του προγράμματος, στην οποία περιλαμβάνονται, κατ' ελάχιστον, το υπόλοιπο των απαιτήσεων και υποχρεώσεων, ο εκδότης και λοιποί βασικοί συμμετέχοντες στη συναλλαγή, η κύρια κατηγορία ασφαλειών, το νομικό πλαίσιο που διέπει το πρόγραμμα και η αξιολόγηση του προγράμματος και του εκδότη.

iii)

Τα επίπεδα υπερεξασφάλισης, συμπεριλαμβανομένης της τρέχουσας υπερεξασφάλισης και αυτής που προκύπτει από δέσμευση για παροχή εξασφαλίσεων.

iv)

Το προφίλ απαιτήσεων-υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου αποπληρωμής των καλυμμένων ομολογιών, π.χ. ομολογίες τύπου «hard bullet», «soft bullet», ή «pass through», της μεσοσταθμικής διάρκειας ζωής των καλυμμένων ομολογιών και του χαρτοφυλακίου ασφαλειών, καθώς και πληροφοριών για το επιτόκιο και τις αναντιστοιχίες νομισμάτων.

v)

Υφιστάμενες κατά τον χρόνο δημοσίευσης της έκθεσης συμφωνίες επιτοκίων και πράξεων ανταλλαγής νομισμάτων, συμπεριλαμβανομένων των ονομάτων των αντισυμβαλλομένων στις πράξεις ανταλλαγής και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, των κωδικών αναγνώρισης των οικείων νομικών οντοτήτων.

vi)

Την κατανομή των νομισμάτων, περιλαμβανομένης ανάλυσης με βάση την αξία σε επίπεδο χαρτοφυλακίου ασφαλειών και επιμέρους ομολογιών.

vii)

Τα περιουσιακά στοιχεία του χαρτοφυλακίου ασφαλειών, συμπεριλαμβανομένων του υπολοίπου και των ειδών των περιουσιακών στοιχείων, του αριθμού και του μέσου όρου του ύψους των δανείων, της διάρκειας ζωής του χαρτοφυλακίου, της ημερομηνίας λήξης, του δείκτη ύψους δανείου προς αποτιμώμενη αξία εξασφαλίσεων, της περιφερειακής κατανομής και της κατανομής ληξιπρόθεσμων οφειλών.

viii)

Χαρτοφυλάκιο ασφαλειών υποκατάστατων περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένου του υπολοίπου αυτών.

ix)

Κατάλογο όλων των τίτλων του προγράμματος οι οποίοι έχουν αξιολογηθεί, προσδιοριζόμενων με τον διεθνή κωδικό αναγνώρισης τίτλων (international securities identification number — ISIN). Η εν λόγω πληροφορία μπορεί να δημοσιευτεί και ως ξεχωριστό αρχείο στον δικτυακό τόπο του ECAI, δυνάμενο να τηλεφορτωθεί.

x)

Κατάλογο ορισμών δεδομένων και πηγών δεδομένων που χρησιμοποιούνται για την κατάρτιση της έκθεσης επίβλεψης. Η εν λόγω πληροφορία μπορεί να δημοσιευθεί και ως ξεχωριστό αρχείο στον δικτυακό τόπο του ECAI.»·

8.

το παράρτημα XII, τμήμα VI τροποποιείται ως εξής:

α)

ο πίνακας 1 αντικαθίσταται από τον ακόλουθο πίνακα:

«Πίνακας 1

Εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία που παρέχονται ως ασφάλεια στις συναλλαγές

Χαρακτηριστικά

Ονομασία

Είδος

Ημερομηνία λήξης

Είδος τοκομεριδίου

Συχνότητα τοκομεριδίου

Εναπομένουσα διάρκεια

Περικοπή αποτίμησης

Τίτλος A

καλυμμένη ομολογία τύπου «jumbo» που πληροί τα κριτήρια της οδηγίας για τους ΟΣΕΚΑ

30.8.2018

Σταθερό

6 μήνες

4 έτη

2,50 %

Τίτλος B

Ομόλογο κεντρικής κυβέρνησης

19.11.2018

Κυμαινόμενο

12 μήνες

4 έτη

0,50 %

Τίτλος Γ

Εταιρικό ομόλογο

12.5.2025

Μηδενικό

 

> 10 έτη

13,00 %


Τιμές σε ποσοστά (συμπεριλαμβάνονται οι δεδουλευμένοι τόκοι) (*1)

30.7.2014

31.7.2014

1.8.2014

4.8.2014

5.8.2014

6.8.2014

7.8.2014

101,61

101,21

99,50

99,97

99,73

100,01

100,12

 

98,12

97,95

98,15

98,56

98,59

98,57

 

 

 

 

 

53,71

53,62

β)

η παράγραφος 1 υπό τον τίτλο «ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Στις 30 Ιουλίου 2014 ο αντισυμβαλλόμενος συνάπτει αντιστρεπτέα συναλλαγή με την ΕθνΚΤ, η οποία αγοράζει τίτλους Α αξίας 50,6 εκατ. ευρώ. Ο τίτλος A είναι καλυμμένη ομολογία τύπου “jumbo” που πληροί τα κριτήρια της οδηγίας για τους ΟΣΕΚΑ, σταθερού επιτοκίου, λήγει στις 30 Αυγούστου 2018 και κατατάσσεται στην πιστοληπτική βαθμίδα 1 έως 2. Έχει δηλαδή εναπομένουσα διάρκεια τεσσάρων ετών, οπότε απαιτείται περικοπή αποτίμησης 2,5 %. Η τρέχουσα τιμή του τίτλου A στην αντίστοιχη αγορά αναφοράς τη συγκεκριμένη ημέρα είναι 101,61 % και περιλαμβάνει τους δεδουλευμένους τόκους του τοκομεριδίου. Ο αντισυμβαλλόμενος πρέπει να παραδώσει τίτλους A τόσης αξίας ώστε, μετά την αφαίρεση του 2,5 % λόγω της περικοπής αποτίμησης, να υπερκαλύπτει το ποσό των 50 εκατ. ευρώ που του έχει κατανεμηθεί. Έτσι ο αντισυμβαλλόμενος παραδίδει τίτλους A ονομαστικής αξίας 50,6 εκατ. ευρώ, των οποίων η προσαρμοσμένη αγοραία αξία εκείνη την ημέρα είναι 50 129 294 ευρώ.».


(*1)  Οι τιμές που αναγράφονται για μια συγκεκριμένη ημέρα αποτίμησης αντιστοιχούν στην πιο αντιπροσωπευτική τιμή κατά την προηγούμενη εργάσιμη ημέρα.»·


17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/117


ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΉΡΙΑ ΓΡΑΜΜΉ (ΕΕ) 2016/2299 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 2ας Νοεμβρίου 2016

που τροποποιεί την κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2016/65 σχετικά με τις περικοπές αποτίμησης κατά την εφαρμογή του πλαισίου νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (ΕΚΤ/2016/32)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 127 παράγραφος 2 πρώτη περίπτωση,

Έχοντας υπόψη το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και ιδίως το άρθρο 3.1 πρώτη περίπτωση, τα άρθρα 9.2, 12.1, 14.3 και 18.2 και το άρθρο 20 πρώτη παράγραφος,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Όλα τα αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία που χρησιμοποιούνται ως ασφάλεια στις πιστοδοτικές πράξεις του Ευρωσυστήματος υπόκεινται σε συγκεκριμένα μέτρα ελέγχου κινδύνων, προκειμένου το ίδιο να προστατεύεται έναντι οικονομικής ζημίας σε περίπτωση επέλευσης γεγονότων τα οποία συνιστούν αθέτηση υποχρέωσης αντισυμβαλλομένου και συνεπάγονται την υποχρεωτική ρευστοποίηση των ως άνω ασφαλειών. Κατόπιν της τακτικής επανεξέτασης του πλαισίου ελέγχου κινδύνων του Ευρωσυστήματος και προς διασφάλιση επαρκούς προστασίας καθίστανται πλέον απαραίτητες ορισμένες προσαρμογές.

(2)

Ως εκ τούτου, η κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2016/65 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2015/35) (1) θα πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΓΡΑΜΜΗ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις

Η κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2016/65 (ΕΚΤ/2015/35) τροποποιείται ως εξής:

1)

το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Περικοπές αποτίμησης αποδεκτών εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων

1.   Σύμφωνα με τις διατάξεις του τίτλου VI του τέταρτου μέρους της κατευθυντήριας γραμμής (ΕΕ) 2015/510 (ΕΚΤ/2014/60), τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία υπόκεινται σε περικοπές αποτίμησης κατά τους ορισμούς του άρθρου 2 σημείο 97 της εν λόγω κατευθυντήριας γραμμής, το ύψος των οποίων καθορίζεται στους πίνακες 2 και 2α του παραρτήματος της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής.

2.   Η περικοπή αποτίμησης του εκάστοτε περιουσιακού στοιχείου εξαρτάται από τους ακόλουθους παράγοντες:

α)

την κατηγορία περικοπής αποτίμησης του περιουσιακού στοιχείου σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2·

β)

την εναπομένουσα διάρκεια ή τη μεσοσταθμική διάρκεια ζωής του περιουσιακού στοιχείου σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 3·

γ)

τη δομή τοκομεριδίου του περιουσιακού στοιχείου·

δ)

την πιστοληπτική βαθμίδα του περιουσιακού στοιχείου.»·

2)

στο άρθρο 2 τα στοιχεία β) και γ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

χρεόγραφα που εκδίδονται από τοπικές και περιφερειακές κυβερνήσεις, από οντότητες που το Ευρωσύστημα κατατάσσει στους ειδικούς φορείς-εκδότες χρεογράφων, από πολυμερείς τράπεζες ανάπτυξης και διεθνείς οργανισμούς, καθώς και καλυμμένες ομολογίες τύπου “jumbo” που πληρούν τα κριτήρια της οδηγίας για τους ΟΣΕΚΑ, υπάγονται στην κατηγορία περικοπών αποτίμησης ΙΙ·

γ)

καλυμμένες ομολογίες που πληρούν τα κριτήρια της οδηγίας για τους ΟΣΕΚΑ, πλην των καλυμμένων ομολογιών τύπου “jumbo”, λοιπές καλυμμένες ομολογίες και χρεόγραφα που εκδίδονται από μη χρηματοοικονομικές εταιρείες υπάγονται στην κατηγορία περικοπών αποτίμησης ΙΙΙ·»·

3)

το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Περικοπές αποτίμησης εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων

1.   Οι περικοπές αποτίμησης των εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων των κατηγοριών Ι έως IV καθορίζονται με βάση:

α)

την κατανομή του περιουσιακού στοιχείου στην πιστοληπτική βαθμίδα 1, 2 ή 3·

β)

την εναπομένουσα διάρκεια του περιουσιακού στοιχείου κατά την παράγραφο 2·

γ)

τη δομή τοκομεριδίου του περιουσιακού στοιχείου κατά την παράγραφο 2.

2.   Στα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία των κατηγοριών Ι έως ΙV εφαρμόζεται περικοπή αποτίμησης εξαρτώμενη από την εναπομένουσα διάρκεια και τη δομή του τοκομεριδίου τους σύμφωνα με τα ακόλουθα.

α)

Στα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία μηδενικού και σταθερού τοκομεριδίου εφαρμόζεται περικοπή αποτίμησης που καθορίζεται σύμφωνα με τον πίνακα 2 του παραρτήματος της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής. Εν προκειμένω η περικοπή αποτίμησης καθορίζεται με βάση την εναπομένουσα διάρκεια του περιουσιακού στοιχείου.

β)

Στα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία κυμαινόμενου τοκομεριδίου η περικοπή αποτίμησης ταυτίζεται με την εφαρμοζόμενη στα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία σταθερού επιτοκίου με εναπομένουσα διάρκεια έως ενός έτους, εκτός από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

i)

τα τοκομερίδια κυμαινόμενου επιτοκίου με περίοδο επανακαθορισμού μεγαλύτερη του έτους θεωρούνται τοκομερίδια σταθερού επιτοκίου και η σχετική περικοπή αποτίμησης καθορίζεται με βάση την εναπομένουσα διάρκεια του περιουσιακού στοιχείου·

ii)

τα τοκομερίδια κυμαινόμενου επιτοκίου που συνδέονται με δείκτη πληθωρισμού της ζώνης του ευρώ ως δείκτη αναφοράς θεωρούνται τοκομερίδια σταθερού επιτοκίου και η σχετική περικοπή αποτίμησης καθορίζεται με βάση την εναπομένουσα διάρκεια του περιουσιακού στοιχείου·

iii)

τα τοκομερίδια κυμαινόμενου επιτοκίου με κατώτατο επιτρεπόμενο όριο διαφορετικό του μηδενός και/ή τα τοκομερίδια κυμαινόμενου επιτοκίου με ανώτατο επιτρεπόμενο όριο θεωρούνται τοκομερίδια σταθερού επιτοκίου.

γ)

Η περικοπή αποτίμησης που εφαρμόζεται στα περιουσιακά στοιχεία με περισσότερα του ενός είδη δομής τοκομεριδίου εξαρτάται μόνο από τη δομή τοκομεριδίου που ισχύει για την εναπομένουσα διάρκεια ζωής του περιουσιακού στοιχείου και ισούται με την υψηλότερη μεταξύ των εφαρμοζόμενων στα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία ίδιας εναπομένουσας διάρκειας και πιστοληπτικής βαθμίδας. Για τον σκοπό αυτό μπορεί να λαμβάνεται υπόψη οποιοδήποτε είδος δομής τοκομεριδίου ισχύει για την εναπομένουσα διάρκεια ζωής του περιουσιακού στοιχείου.

3.   Στα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία της κατηγορίας V εφαρμόζεται περικοπή αποτίμησης που καθορίζεται ανεξάρτητα από τη δομή του τοκομεριδίου τους με βάση τη μεσοσταθμική διάρκεια ζωής του περιουσιακού στοιχείου κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 4 και 5. Οι περικοπές αποτίμησης των εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων της κατηγορίας V καθορίζονται στον πίνακα 2α του παραρτήματος της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής.

4.   Η μεσοσταθμική διάρκεια ζωής της σειράς της τιτλοποίησης που έχει υψηλή εξοφλητική προτεραιότητα υπολογίζεται ως η αναμενόμενη μεσοσταθμική εναπομένουσα διάρκεια μέχρι την εξόφληση της συγκεκριμένης σειράς. Η μεσοσταθμική διάρκεια ζωής των διαακρατούμενων τιτλοποιημένων απαιτήσεων που παρέχονται ως ασφάλεια υπολογίζεται με βάση την παραδοχή ότι ο εκδότης δεν θα ασκήσει το δικαίωμα εξαγοράς (call option).

5.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 4 ως «διακρατούμενες τιτλοποιημένες απαιτήσεις που παρέχονται ως ασφάλεια» νοούνται οι τιτλοποιημένες απαιτήσεις που χρησιμοποιούνται σε ποσοστό μεγαλύτερο του 75 % του υπολοίπου της ονομαστικής αξίας τους από αντισυμβαλλόμενο ο οποίος είναι αρχικός δικαιούχος της απαίτησης ή από οντότητες που διατηρούν στενούς δεσμούς με αυτόν. Οι στενοί δεσμοί ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 138 της κατευθυντήριας γραμμής (ΕΕ) 2015/510 (EKT/2014/60).»·

4)

στο άρθρο 5 η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Τα μη εμπορεύσιμα χρεόγραφα που εξασφαλίζονται με υποθήκη (retail mortgage-backed debt instruments — RMBD) υπόκεινται σε περικοπή αποτίμησης 36,5 %.»·

5)

στο άρθρο 5 η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.   Κάθε δανειακή απαίτηση του χαρτοφυλακίου ασφαλειών ενός μη εμπορεύσιμου χρεογράφου καλυπτόμενου από αποδεκτές δανειακές απαιτήσεις (debt instrument backed by eligible credit claims — DECC) υπόκειται σε περικοπή αποτίμησης σε ατομική βάση σύμφωνα με τους κανόνες των παραγράφων 1 έως 4. Η συνολική αξία των υποκείμενων δανειακών απαιτήσεων του χαρτοφυλακίου ασφαλειών μετά την εφαρμογή περικοπών αποτίμησης πρέπει ανά πάσα στιγμή να παραμένει ίση ή μεγαλύτερη της αξίας του ανεξόφλητου κεφαλαίου του DECC. Εάν η συνολική αξία υπολείπεται του κατώτατου ορίου του προηγούμενου εδαφίου, το DECC θεωρείται μη αποδεκτό.».

6.

Το παράρτημα της κατευθυντήριας γραμμής (ΕΕ) 2016/65 (ΕΚΤ/2015/35) αντικαθίσταται από το παράρτημα της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής.

Άρθρο 2

Έναρξη παραγωγής αποτελεσμάτων και εφαρμογή

1.   Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή αρχίζει να παράγει αποτελέσματα την ημέρα της κοινοποίησής της στις εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ.

2.   Οι εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα κατευθυντήρια γραμμή και τα εφαρμόζουν από την 1η Ιανουαρίου 2017. Κοινοποιούν στην ΕΚΤ το αργότερο στις 5 Δεκεμβρίου 2016 τα κείμενα και τα μέσα που αφορούν τα εν λόγω μέτρα.

Άρθρο 3

Αποδέκτες

Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή απευθύνεται στις εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών που έχουν υιοθετήσει το ευρώ.

Φρανκφούρτη, 2 Νοεμβρίου 2016.

Για το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Mario DRAGHI


(1)  Κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2016/65 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 18ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τις περικοπές αποτίμησης κατά την εφαρμογή του πλαισίου νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (ΕΚΤ/2014/35) (ΕΕ L 14 της 21.1.2016, σ. 30).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα της κατευθυντήριας γραμμής (ΕΕ) 2016/65 (ΕΚΤ/2015/35) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πίνακας 1

Κατηγορίες περικοπών αποτίμησης αποδεκτών εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων με βάση την κατηγορία του εκδότη και/ή το είδος του περιουσιακού στοιχείου

Κατηγορία I

Κατηγορία II

Κατηγορία III

Κατηγορία IV

Κατηγορία V

χρεόγραφα που εκδίδονται από κεντρικές κυβερνήσεις

πιστοποιητικά χρέους της ΕΚΤ

πιστοποιητικά χρέους που εκδίδονται από εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ) πριν από την ημερομηνία υιοθέτησης του ευρώ στο οικείο κράτος μέλος

χρεόγραφα που εκδίδονται από τοπικές και περιφερειακές κυβερνήσεις

χρεόγραφα που εκδίδονται από οντότητες που κατατάσσονται στους ειδικούς φορείς-εκδότες χρεογράφων από το Ευρωσύστημα

χρεόγραφα που εκδίδονται από πολυμερείς τράπεζες ανάπτυξης και διεθνείς οργανισμούς

καλυμμένες ομολογίες τύπου “jumbo” που πληρούν τις απαιτήσεις της οδηγίας για τους ΟΣΕΚΑ

καλυμμένες ομολογίες που πληρούν τις απαιτήσεις της οδηγίας για τους ΟΣΕΚΑ, πλην των καλυμμένων ομολογιών τύπου “jumbo” που πληρούν τις απαιτήσεις της οδηγίας για τους ΟΣΕΚΑ

λοιπές καλυμμένες ομολογίες

χρεόγραφα που εκδίδονται από μη χρηματοοικονομικές εταιρείες και εταιρείες του δημόσιου τομέα

μη εξασφαλισμένα χρεόγραφα που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα

μη εξασφαλισμένα χρεόγραφα που εκδίδονται από χρηματοοικονομικές εταιρείες πλην των πιστωτικών ιδρυμάτων

τιτλοποιημένες απαιτήσεις (asset-backed securities)


Πίνακας 2

Περικοπές αποτίμησης αποδεκτών εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων των κατηγοριών Ι έως ΙV

 

Κατηγορίες περικοπών αποτίμησης

Πιστοληπτική διαβάθμιση

Εναπομένουσα διάρκεια (έτη) (*1)

Κατηγορία I

Κατηγορία II

Κατηγορία III

Κατηγορία IV

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

Βαθμίδες 1 και 2

[0-1

0,5

0,5

1,0

1,0

1,0

1,0

7,5

7,5

[1-3

1,0

2,0

1,5

2,5

2,0

3,0

10,0

10,5

[3-5

1,5

2,5

2,5

3,5

3,0

4,5

13,0

13,5

[5-7

2,0

3,0

3,5

4,5

4,5

6,0

14,5

15,5

[7-10

3,0

4,0

4,5

6,5

6,0

8,0

16,5

18,0

[10,∞)

5,0

7,0

8,0

10,5

9,0

13,0

20,0

25,5

 

Κατηγορίες περικοπών αποτίμησης

Πιστοληπτική διαβάθμιση

Εναπομένουσα διάρκεια (έτη) (*1)

Κατηγορία I

Κατηγορία II

Κατηγορία III

Κατηγορία IV

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

Βαθμίδα 3

[0-1

6,0

6,0

7,0

7,0

8,0

8,0

13,0

13,0

[1-3

7,0

8,0

9,5

13,5

14,5

15,0

22,5

25,0

[3-5

9,0

10,0

13,5

18,5

20,5

23,5

28,0

32,5

[5-7

10,0

11,5

14,0

20,0

23,0

28,0

30,5

35,0

[7-10

11,5

13,0

16,0

24,5

24,0

30,0

31,0

37,0

[10,∞)

13,0

16,0

19,0

29,5

24,5

32,0

31,5

38,0


Πίνακας 2α

Περικοπές αποτίμησης αποδεκτών εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων της κατηγορίας V

 

 

Κατηγορία V

Πιστοληπτική διαβάθμιση

Μεσοσταθμική διάρκεια ζωής (ΜΔΖ) (*2)

Περικοπή αποτίμησης

Βαθμίδες 1 και 2 (ΑΑΑ έως Α-)

[0-1

4,0

[1-3

4,5

[3-5

5,0

[5-7

9,0

[7-10

13,0

[10,∞)

20,0


Πίνακας 3

Περικοπές αποτίμησης αποδεκτών δανειακών απαιτήσεων σταθερού επιτοκίου

 

Μεθοδολογία αποτίμησης

Πιστοληπτική διαβάθμιση

Εναπομένουσα διάρκεια (έτη) (*3)

Σταθερό επιτόκιο και αποτίμηση με βάση θεωρητική τιμή που καθορίζεται από την ΕθνΚΤ

Σταθερό επιτόκιο και αποτίμηση ανάλογα με το ανεξόφλητο υπόλοιπο που καθορίζεται από την ΕθνΚΤ

Βαθμίδες 1 και 2 (ΑΑΑ έως Α-)

[0-1

10,0

12,0

[1-3

12,0

16,0

[3-5

14,0

21,0

[5-7

17,0

27,0

[7-10

22,0

35,0

[10,∞)

30,0

45,0

 

Μεθοδολογία αποτίμησης

Πιστοληπτική διαβάθμιση

Εναπομένουσα διάρκεια (έτη) (*3)

Σταθερό επιτόκιο και αποτίμηση με βάση θεωρητική τιμή που καθορίζεται από την ΕθνΚΤ

Σταθερό επιτόκιο και αποτίμηση ανάλογα με το ανεξόφλητο υπόλοιπο που καθορίζεται από την ΕθνΚΤ

Βαθμίδα 3 (ΒΒΒ+ έως ΒΒΒ-)

[0-1

17,0

19,0

[1-3

28,5

33,5

[3-5

36,0

45,0

[5-7

37,5

50,5

[7-10

38,5

56,5

[10,∞)

40,0

63,0


(*1)  Δηλ. [0-1) εναπομένουσα διάρκεια μικρότερη του έτους, [1-3) εναπομένουσα διάρκεια τουλάχιστον ενός έτους και μικρότερη των τριών ετών κ.λπ.

(*2)  Δηλ. [0-1) ΜΔΖ μικρότερη του έτους, [1-3) ΜΔΖ τουλάχιστον ενός έτους και μικρότερη των τριών ετών κ.λπ.

(*3)  Δηλ. [0-1) εναπομένουσα διάρκεια μικρότερη του έτους, [1-3) εναπομένουσα διάρκεια τουλάχιστον ενός έτους και μικρότερη των τριών ετών κ.λπ.».


17.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 344/123


ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΉΡΙΑ ΓΡΑΜΜΉ (ΕΕ) 2016/2300 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 2ας Νοεμβρίου 2016

που τροποποιεί την κατευθυντήρια γραμμή ΕΚΤ/2014/31 σχετικά με συμπληρωματικά προσωρινά μέτρα όσον αφορά τις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος και την καταλληλότητα των ασφαλειών (ΕΚΤ/2016/33)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 127 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και ιδίως το άρθρο 3.1 πρώτη περίπτωση και τα άρθρα 5.1, 12.1, 14.3 και 18.2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Όλα τα αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία που χρησιμοποιούνται ως ασφάλεια στις πιστοδοτικές πράξεις του Ευρωσυστήματος υπόκεινται σε συγκεκριμένα μέτρα ελέγχου κινδύνων, προκειμένου το ίδιο να προστατεύεται έναντι οικονομικής ζημίας σε περίπτωση επέλευσης γεγονότων τα οποία συνιστούν αθέτηση υποχρέωσης αντισυμβαλλομένου και συνεπάγονται την υποχρεωτική ρευστοποίηση των ως άνω ασφαλειών. Κατόπιν της τακτικής επανεξέτασης του πλαισίου ελέγχου κινδύνων του Ευρωσυστήματος και προς διασφάλιση επαρκούς προστασίας καθίστανται πλέον απαραίτητες ορισμένες προσαρμογές.

(2)

Ως εκ τούτου, η απόφαση ΕΚΤ/2014/31 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1) θα πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΓΡΑΜΜΗ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις της κατευθυντήριας γραμμής ΕΚΤ/2014/31

Η κατευθυντήρια γραμμή ΕΚΤ/2014/31 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τίτλοι προερχόμενοι από τιτλοποίηση (τιτλοποιημένες απαιτήσεις) κατά την αναφορά της παραγράφου 1, που δεν διαθέτουν δύο δημόσιες πιστοληπτικές αξιολογήσεις βαθμίδας τουλάχιστον 2 της εναρμονισμένης κλίμακας πιστοληπτικής διαβάθμισης του Ευρωσυστήματος, σύμφωνα με το άρθρο 82 παράγραφος 1 στοιχείο β) της κατευθυντήριας γραμμής (ΕΕ) 2015/510 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2014/60) (*1), υπόκεινται σε περικοπή αποτίμησης εξαρτώμενη από τη μεσοσταθμική διάρκεια ζωής τους κατά τα οριζόμενα στο παράρτημα ΙΙα.

(*1)  Κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2015/510 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 19ης Δεκεμβρίου 2014, σχετικά με την εφαρμογή του πλαισίου νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (ΕΚΤ/2014/60) (κατευθυντήρια γραμμή γενικής τεκμηρίωσης) (ΕΕ L 91 της 2.4.2015, σ. 3).»·"

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 2α:

«2α.   Η μεσοσταθμική διάρκεια ζωής της σειράς της τιτλοποίησης που έχει υψηλή εξοφλητική προτεραιότητα υπολογίζεται ως η αναμενόμενη μεσοσταθμική εναπομένουσα διάρκεια μέχρι την εξόφληση της συγκεκριμένης σειράς. Η μεσοσταθμική διάρκεια ζωής των διακρατούμενων τιτλοποιημένων απαιτήσεων που παρέχονται ως ασφάλεια υπολογίζεται με βάση την παραδοχή ότι ο εκδότης δεν θα ασκήσει το δικαίωμα εξαγοράς (call option).»·

γ)

η παράγραφος 3 διαγράφεται·

δ)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«5.   Ορισμένη ΕθνΚΤ μπορεί να δέχεται ως ασφάλεια για πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος τιτλοποιημένες απαιτήσεις, των οποίων τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία περιλαμβάνουν ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια ή δάνεια σε ΜΜΕ ή αμφότερα και οι οποίες δεν πληρούν τις προϋποθέσεις πιστοληπτικής αξιολόγησης του κεφαλαίου 2 του τίτλου ΙΙ του τέταρτου μέρους της κατευθυντήριας γραμμής (ΕΕ) 2015/510 (ΕΚΤ/2014/60) και τους όρους της παραγράφου 1 στοιχεία α) έως δ) και της παραγράφου 4, αλλά κατά τα λοιπά πληρούν όλα τα κριτήρια καταλληλότητας που ισχύουν για τις τιτλοποιημένες απαιτήσεις βάσει της ως άνω κατευθυντήριας γραμμής και έχουν λάβει δύο δημόσιες πιστοδοτικές αξιολογήσεις βαθμίδας τουλάχιστον 3 της εναρμονισμένης κλίμακας πιστοληπτικής διαβάθμισης του Ευρωσυστήματος. Οι εν λόγω τιτλοποιημένες απαιτήσεις περιλαμβάνουν μόνον όσες έχουν εκδοθεί πριν από τις 20 Ιουνίου 2012 και υπόκεινται σε περικοπή αποτίμησης εξαρτώμενη από τη μεσοσταθμική διάρκεια ζωής τους κατά τα οριζόμενα στο παράρτημα ΙΙα.»·

ε)

η παράγραφος 6 διαγράφεται·

στ)

στην παράγραφο 7 το στοιχείο ζ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ)

ως “διατάξεις περί αδιάλειπτης εξυπηρέτησης των δανείων” νοούνται διατάξεις που περιλαμβάνονται στη νομική τεκμηρίωση μιας τιτλοποιημένης απαίτησης, είτε πρόκειται για διατάξεις σχετικά με τον ορισμό εφεδρικού διαχειριστή είτε (εφόσον δεν υπάρχουν τέτοιες) για διατάξεις σχετικά με τον ορισμό μεσολαβητή για την παροχή υπηρεσιών εφεδρικού διαχειριστή. Εφόσον υπάρχουν διατάξεις σχετικά με τον ορισμό μεσολαβητή για την παροχή υπηρεσιών εφεδρικού διαχειριστή, θα πρέπει να ορίζεται μεσολαβητής για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών με την εντολή να εντοπίσει κατάλληλο εφεδρικό διαχειριστή εντός 60 ημερών από την επέλευση γεγονότος που προκάλεσε την αντικατάσταση του διαχειριστή, προκειμένου να εξασφαλιστεί η εμπρόθεσμη αποπληρωμή και εξυπηρέτηση της τιτλοποιημένης απαίτησης. Οι εν λόγω διατάξεις περιέχουν επίσης αναφορές σε γεγονότα η επέλευση των οποίων έχει ως αποτέλεσμα την αντικατάσταση του διαχειριστή και τον διορισμό εφεδρικού διαχειριστή. Τα γεγονότα αυτά είναι δυνατό να βασίζονται σε πιστοληπτική διαβάθμιση ή/και όχι, π.χ. σε περίπτωση μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του υπάρχοντος διαχειριστή. Εφόσον υπάρχουν διατάξεις σχετικά με τον ορισμό εφεδρικού διαχειριστή, αυτός θα πρέπει να μη διατηρεί με τον διαχειριστή στενούς δεσμούς. Εφόσον υπάρχουν διατάξεις σχετικά με τον ορισμό μεσολαβητή για την παροχή υπηρεσιών εφεδρικού διαχειριστή, δεν θα πρέπει να υφίστανται ταυτόχρονα στενοί δεσμοί μεταξύ του διαχειριστή, του μεσολαβητή για την παροχή υπηρεσιών εφεδρικού διαχειριστή και της τράπεζας στην οποία τηρείται ο λογαριασμός του εκδότη·»·

ζ)

στην παράγραφο 7 προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία η) και θ):

«η)

οι “στενοί δεσμοί” έχουν την έννοια του άρθρου 138 παράγραφος 2 της κατευθυντήριας γραμμής (ΕΕ) 2015/510 (EKT/2014/60)·

θ)

ως “διακρατούμενες τιτλοποιημένες απαιτήσεις που παρέχονται ως ασφάλεια” νοούνται οι τιτλοποιημένες απαιτήσεις που χρησιμοποιούνται σε ποσοστό μεγαλύτερο του 75 % του υπολοίπου της ονομαστικής αξίας τους από αντισυμβαλλόμενο ο οποίος είναι αρχικός δικαιούχος της απαίτησης ή από οντότητες που διατηρούν στενούς δεσμούς με αυτόν.».

2)

Το παράρτημα της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής παρεμβάλλεται ως παράρτημα ΙΙα.

Άρθρο 2

Έναρξη παραγωγής αποτελεσμάτων και εφαρμογή

1.   Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή αρχίζει να παράγει αποτελέσματα την ημέρα της κοινοποίησής της στις εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ.

2.   Οι εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα κατευθυντήρια γραμμή και τα εφαρμόζουν από την 1η Ιανουαρίου 2017. Κοινοποιούν στην ΕΚΤ το αργότερο στις 5 Δεκεμβρίου 2016 τα κείμενα και τα μέσα που αφορούν τα εν λόγω μέτρα.

Άρθρο 3

Αποδέκτες

Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή απευθύνεται σε όλες τις κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος.

Φρανκφούρτη, 2 Νοεμβρίου 2016.

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Mario DRAGHI


(1)  Κατευθυντήρια γραμμή ΕΚΤ/2014/31 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 9ης Ιουλίου 2014, σχετικά με συμπληρωματικά προσωρινά μέτρα όσον αφορά τις πράξεις αναχρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος και την καταλληλότητα των ασφαλειών και σχετικά με την τροποποίηση της κατευθυντήριας γραμμής ΕΚΤ/2007/9) (ΕΕ L 240 της 13.8.2014, σ. 28).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙα

Περικοπές αποτίμησης αποδεκτών τιτλοποιημένων απαιτήσεων κατά το άρθρο 3 παράγραφος 2 της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής

Μεσο-σταθμική διάρκεια ζωής

Περικοπή αποτίμησης

0-1

6,0

1-3

9,0

3-5

13,0

5-7

15,0

7-10

18,0

> 10

30,0».