ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 390

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

47ό έτος
31 Δεκεμβρίου 2004


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

*

Απόφαση αριθ. 2239/2004/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2004, σχετικά με την τροποποίηση της απόφασης 1999/784/ΕΚ του Συμβουλίου για τη συμμετοχή της Κοινότητας στο Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο του Οπτικοακουστικού Τομέα

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2240/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 975/1999 του Συμβουλίου για τον καθορισμό των προϋποθέσεων για την εφαρμογή των δράσεων συνεργασίας για την ανάπτυξη, που συμβάλλουν στο γενικό στόχο της ανάπτυξης και της εδραίωσης της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, καθώς και του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών

3

 

*

Απόφαση αριθ. 2241/2004/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, σχετικά με το ενιαίο κοινοτικό πλαίσιο για τη διαφάνεια των επαγγελματικών προσόντων και ικανοτήτων (Europass)

6

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2242/2004 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 976/1999 σχετικά με τον καθορισμό των προϋποθέσεων για την εφαρμογή δράσεων της Κοινότητας, πέρα των δράσεων συνεργασίας για την ανάπτυξη, οι οποίες στα πλαίσια της κοινοτικής πολιτικής για τη συνεργασία συμβάλλουν στο γενικό στόχο της ανάπτυξης και της εδραίωσης της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, καθώς και του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών σε τρίτες χώρες

21

 

*

Οδηγία 2004/108/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα και για την κατάργηση της οδηγίας 89/336/ΕΟΚ ( 1 )

24

 

*

Οδηγία 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/34/ΕK

38

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

31.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 390/1


ΑΠΌΦΑΣΗ αριθ. 2239/2004/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 17ης Νοεμβρίου 2004

σχετικά με την τροποποίηση της απόφασης 1999/784/ΕΚ του Συμβουλίου για τη συμμετοχή της Κοινότητας στο Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο του Οπτικοακουστικού Τομέα

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 157 παράγραφος 3,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Aποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με την απόφαση 1999/784/ΕΚ (4) το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Κοινότητα θα πρέπει να καταστεί μέλος του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου του Οπτικοακουστικού Τομέα (εφεξής καλούμενου «Παρατηρητήριο») για να υποστηρίξει τη δραστηριότητά του. Το Παρατηρητήριο συμβάλλει στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οπτικοακουστικής βιομηχανίας της Κοινότητας βελτιώνοντας τη μεταφορά πληροφοριών στη βιομηχανία, ιδιαίτερα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, και προωθώντας σαφέστερη εικόνα της αγοράς.

(2)

Τα πολυμέσα και οι νέες τεχνολογίες θα διαδραματίσουν ακόμη μεγαλύτερο ρόλο στον οπτικοακουστικό τομέα. Το Παρατηρητήριο μπορεί να διατηρήσει το σημαντικό του ρόλο μόνον εάν η ικανότητά του να ανταποκριθεί στις νέες αυτές εξελίξεις ενισχυθεί εγκαίρως.

(3)

Καίτοι η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, των αγαθών και των υπηρεσιών κατοχυρώνεται στις συνθήκες, η έλλειψη ενημέρωσης σχετικά με τις πολλές διαφορές στους εθνικούς κανονισμούς στους τομείς της φορολογικής και της εργατικής νομοθεσίας παρεμποδίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων και υπηρεσιών του οπτικοακουστικού τομέα. Το Παρατηρητήριο θα μπορούσε να συμβάλει θετικά με τη συγκέντρωση και την παροχή ειδικευμένης και συστηματικής ενημέρωσης στους τομείς της φορολογικής και της εργατικής νομοθεσίας, στον τομέα των δικαιωμάτων του δημιουργού και στον τομέα της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών.

(4)

Κατόπιν του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 4ης Σεπτεμβρίου 2003 σχετικά με την «Τηλεόραση χωρίς Σύνορα», στο οποίο διατυπωνόταν αίτημα για ετήσια έκθεση σύγκρισης των επιδόσεων σε ό,τι αφορά την προσβασιμότητα της ψηφιακής τηλεόρασης από άτομα με ειδικές ανάγκες, το Παρατηρητήριο θα πρέπει να κληθεί να συγκεντρώσει στοιχεία σε ετήσια βάση για τα επίπεδα των τηλεοπτικών υπηρεσιών που παρέχονται ως αρωγή σε άτομα με ειδικές ανάγκες, όπως είναι ο υποτιτλισμός, η ακουστική περιγραφή και η νοηματική γλώσσα σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Συμβουλίου της Ευρώπης.

(5)

Η συμμετοχή της Κοινότητας στο Παρατηρητήριο αποδείχθηκε αποτελεσματική για την υποστήριξη των δραστηριοτήτων του.

(6)

Ενδείκνυται να συνεχισθεί η εν λόγω συμμετοχή κατά την περίοδο που είναι αναγκαία για την έκδοση των κατευθυντήριων γραμμών των μελλοντικών δραστηριοτήτων του Παρατηρητηρίου από το 2006 και μετά.

(7)

Η απόφαση 1999/784/ΕΚ θα πρέπει, κατά συνέπεια, να τροποποιηθεί καταλλήλως,

ΑΠΟΦΑΣIZOYN:

Άρθρο μόνo

Το άρθρο 5 της απόφασης 1999/784/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 5

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται έως την τελευταία ημέρα του τελευταίου μήνα του έβδομου έτους από το έτος της έκδοσής της.».

Βρυξέλλες, 17 Νοεμβρίου 2004.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BORRELL FONTELLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. NICOLAÏ


(1)  ΕΕ C 98 της 23.4.2004, σ. 34.

(2)  ΕΕ C 241 της 28.9.2004, σ. 15.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Απριλίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2004.

(4)  ΕΕ L 307 της 2.12.1999, σ. 61.


31.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 390/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2240/2004 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Δεκεμβρίου 2004

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 975/1999 του Συμβουλίου για τον καθορισμό των προϋποθέσεων για την εφαρμογή των δράσεων συνεργασίας για την ανάπτυξη, που συμβάλλουν στο γενικό στόχο της ανάπτυξης και της εδραίωσης της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, καθώς και του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 179, παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η κοινοτική δράση για την προώθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των δημοκρατικών αρχών κατά τα οριζόμενα στην Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της 8ης Mαΐου 2001 σχετικά με τον «Ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην προώθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του εκδημοκρατισμού στις τρίτες χώρες» συνεχίζεται και μετά το 2004. Ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 975/1999 (2) αποδείχθηκε ότι αποτελεί πρόσφορα νομικό μέσο για την εφαρμογή της κοινοτικής τεχνικής και χρηματοδοτικής στήριξης των δραστηριοτήτων προάσπισης των ανθρώπινων δικαιωμάτων και του εκδημοκρατισμού στις αναπτυσσόμενες και άλλες τρίτες χώρες που επιδιώκουν τους γενικούς στόχους στον εν λόγω τομέα. Ωστόσο, η εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού παύει στις 31 Δεκεμβρίου 2004. Συνεπώς, είναι αναγκαίο η παράτασή της.

(2)

Με βάση τον λόγο του χρηματοδοτικού πλαισίου που περιλαμβάνεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 975/1999 προς τις πιστώσεις για τα ενδεικτικά ανθρώπινα δικαιώματα και τον εκδημοκρατισμό μέχρι το 2006, ο παρών κανονισμός καθορίζει για όλη τη διάρκεια του προγράμματος, το χρηματοδοτικό πλαίσιο, το οποίο αποτελεί την προνομιακή αναφορά, κατά την έννοια του σημείου 33 της Διοργανικής Συμφωνίας, της 6ης Μαΐου 1999, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού (3), για την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού.

(3)

Οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 975/1999 για τις διαδικασίες εκτέλεσης της βοήθειας θα πρέπει να εναρμονισθούν με τις νομικές προϋποθέσεις του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τον δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (4) κατά την διεκπεραίωση των αποστολών παρατηρητών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε εκλογές.

(4)

Η προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας και η καταπολέμηση της απάτης και των παρατυπιών αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 975/1999. Ειδικότερα, οι συμφωνίες και οι συμβάσεις που συνάπτονται δυνάμει του εν λόγω κανονισμού θα πρέπει να εξουσιοδοτούν την Επιτροπή να εφαρμόζει τα μέτρα που προβλέπει ο κανονισμός (EK, Eυρατόμ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (5).

(5)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 975/1999 θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (6).

(6)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 975/1999 θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 975/1999 τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο άρθρο 2, παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«η)

την υποστήριξη των προσπαθειών να προωθηθεί η δημιουργία ομάδων δημοκρατικών χωρών εντός των οργάνων των Ηνωμένων Εθνών, των ειδικευμένων υπηρεσιών και των περιφερειακών οργανισμών·»

2.

Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 4, προστίθεται η ακόλουθη φράση:

«Στις περιπτώσεις αποστολών παρατηρητών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε εκλογές και στις διαδικασίες στις οποίες μετέχει amicus curiae, τα φυσικά πρόσωπα είναι επιλέξιμα για χρηματοδότηση δυνάμει του παρόντος κανονισμού.»

3.

Στο άρθρο 5, η πρώτη φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η ενίσχυση της Κοινότητας είναι ανοιχτή στους εταίρους που αναφέρονται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, πρώτη πρόταση και έχουν την κύρια έδρα τους σε τρίτη χώρα δικαιούχο της ενίσχυσης της Κοινότητας δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ή σε κράτος μέλος της Κοινότητας.»

4.

Στο άρθρο 7, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η κοινοτική χρηματοδότηση δυνάμει του παρόντος κανονισμού λαμβάνει τη μορφή επιδοτήσεων ή συμβάσεων. Στο πλαίσιο των ενεργειών που αναφέρει το άρθρο 2, τα μέλη των αποστολών επιτήρησης των εκλογών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αμείβονται από τις πιστώσεις για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και τον εκδημοκρατισμό προσλαμβάνονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που θεσπίζει η Επιτροπή.»

5.

Στο άρθρο 10, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το χρηματοδοτικό πλαίσιο για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού για το χρονικό διάστημα από 1ης Ιανουαρίου 2005 μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2006 ορίζεται σε 134 εκατομμύρια ευρώ.»

6.

Τα άρθρα 11 και 12 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 11

1.   Η Επιτροπή θεσπίζει το πλαίσιο προγραμματισμού και προσδιορισμού των κοινοτικών δραστηριοτήτων.

Το πλαίσιο συνίσταται ιδίως σε:

α)

πολυετή ενδεικτικά προγράμματα και ετήσιες ενημερώσεις των εν λόγω προγραμμάτων·

β)

ετήσια προγράμματα εργασίας.

Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, δύνανται να εγκρίνονται ειδικά μέτρα που δεν καλύπτονται από ετήσιο πρόγραμμα εργασίας.

2.   Η Επιτροπή συντάσσει ετήσια έκθεση, στην οποία καθορίζει τον προγραμματισμό του επομένου έτους ανά περιοχή και τομέα, και κατόπιν ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του.

Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση και την προσαρμογή, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τηρώντας τις ανάγκες ευελιξίας, των ετησίων προγραμμάτων εργασίας που καθορίζονται με το γενικό πλαίσιο του πολυετούς σχεδιασμού. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται αντικατοπτρίζουν τις προτεραιότητες και τα μείζονα μελήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εδραίωση της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και καθορίζονται από τη μοναδική φύση των προγραμμάτων. Η Επιτροπή ενημερώνει πλήρως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τις διαδικασίες.

3.   Η Επιτροπή εκτελεί κοινοτικές ενέργειες δυνάμει του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με τις ισχύουσες δημοσιονομικές και άλλες διαδικασίες, και ιδίως αυτές που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (7).

Άρθρο 12

1.   Τα μέσα που προβλέπονται στο άρθρο 11, παράγραφος 1 θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 13, παράγραφος 2.

Εφόσον οι τροπολογίες των ετησίων προγραμμάτων εργασίας που αναφέρονται στο άρθρο 11, παράγραφος 1, σημείο β) δεν υπερβαίνουν το 20 % του συνολικού ποσού που χορηγείται για αυτά ή δεν μεταβάλλουν σημαντικά τη φύση των έργων ή προγραμμάτων που περιέχονται σε αυτά, οι εν λόγω τροπολογίες θεσπίζονται από την Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 13, παράγραφος 1.

2.   Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 14, οι αποφάσεις χρηματοδότησης για τα έργα και τα προγράμματα που δεν καλύπτονται από ετήσια προγράμματα εργασίας και υπερβαίνουν το 1 εκατομμύριο ευρώ θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 13, παράγραφος 2.».

7.

Στο άρθρο 13, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ (1), τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 3, της απόφασης 1999/468/ΕΚ, ορίζεται τριακονθήμερη.»

8.

Στο άρθρο 15, η δεύτερη πρόταση διαγράφεται.

9.

Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 17

Κάθε συμφωνία ή σύμβαση που συνάπτεται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό προβλέπει ρητά ότι η Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο δύνανται να ασκούν τις εξουσίες τους για έλεγχο, επί εγγράφων και σε χώρους, σε όλους τους αντισυμβαλλόμενους και υπεργολάβους που έχουν λάβει κοινοτική χρηματοδότηση. Εφαρμόζεται ο κανονισμός (Eυρατόμ, EΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (8).».

10.

Στο άρθρο 20, δεύτερη παράγραφος, η ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2004» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2006».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Έγινε στo Στρασβούργο, στις 15 Δεκεμβρίου 2004.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BORRELL FONTELLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. NICOLAÏ


(1)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Απριλίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 2ας Δεκεμβρίου 2004.

(2)  ΕΕ L 120 της 8.5.1999, σ. 1· κανονισμός ο οποίος τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(3)  EE C 172 της 18.6.1999, σ. 1· συμφωνία η οποία τροποποιήθηκε με την απόφαση 2003/429/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 147 της 14.6.2003, σ. 25).

(4)  EE L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

(5)  EE L 292 της 15.11.1996, σ. 2.

(6)  EE L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(7)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2.


31.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 390/6


ΑΠΌΦΑΣΗ αριθ. 2241/2004/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Δεκεμβρίου 2004

σχετικά με το ενιαίο κοινοτικό πλαίσιο για τη διαφάνεια των επαγγελματικών προσόντων και ικανοτήτων (Europass)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως τα άρθρα 149 και 150,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η βελτίωση της διαφάνειας των επαγγελματικών προσόντων και ικανοτήτων θα διευκολύνει την κινητικότητα σε ολόκληρη την Ευρώπη όσον αφορά τη δια βίου μάθηση και κατ' επέκταση θα συμβάλει στην ανάπτυξη της εκπαίδευσης και κατάρτισης υψηλής ποιότητας και θα διευκολύνει την κινητικότητα για επαγγελματικούς σκοπούς μεταξύ χωρών και μεταξύ διαφόρων κλάδων.

(2)

Το σχέδιο δράσης για την κινητικότητα (4) που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Νίκαιας στις 7 έως 9 Δεκεμβρίου 2000 και η σύσταση 2001/613/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Ιουλίου 2001 για την ενδοκοινοτική κινητικότητα των σπουδαστών, των επιμορφωμένων ατόμων, των εθελοντών, των εκπαιδευτικών και των εκπαιδευτών (5), συνιστούσαν τη γενίκευση της χρήσης δικαιολογητικών εγγράφων για τη διαφάνεια των επαγγελματικών προσόντων και ικανοτήτων, με σκοπό τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού χώρου επαγγελματικών προσόντων. Tο σχέδιο δράσης της Επιτροπής για τις δεξιότητες και την κινητικότητα υποστήριζε την ανάπτυξη και ενίσχυση μέσων για τη βελτίωση της διαφάνειας και της δυνατότητας μεταφοράς των επαγγελματικών προσόντων με σκοπό τη διευκόλυνση της κινητικότητας στο πλαίσιο του ίδιου αλλά και διαφορετικών κλάδων. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης στις 15 και 16 Μαΐου 2002 ζήτησε την ανάληψη περαιτέρω δράσης για την εισαγωγή μέσων που θα στοχεύουν στη βελτίωση της διαφάνειας των διπλωμάτων και των επαγγελματικών προσόντων. Το Συμβούλιο, με τα ψηφίσματά του της 3ης Ιουνίου 2002 σχετικά με τις δεξιότητες και την κινητικότητα (6), και της 27ης Ιουνίου 2002 για τη δια βίου μάθηση (7), ζήτησε την ενίσχυση της συνεργασίας με σκοπό, μεταξύ άλλων, τη διαμόρφωση πλαισίου για τη διαφάνεια και την αναγνώριση που θα βασίζεται στα υπάρχοντα μέσα.

(3)

Το Συμβούλιο, με το ψήφισμα της 19ης Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με την προαγωγή της ενισχυμένης ευρωπαϊκής συνεργασίας στον τομέα της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης (8), ζήτησε την ανάληψη δράσης για την αύξηση της διαφάνειας στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση με την εφαρμογή και τον εξορθολογισμό των εργαλείων και δικτύων ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένης της ενσωμάτωσης των υπαρχόντων μέσων σε ενιαίο πλαίσιο. Το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να συνίσταται σε φάκελο εγγράφων με κοινή ονομασία και κοινό λογότυπο, να υποστηρίζεται δε από κατάλληλα συστήματα ενημέρωσης και να προωθείται μέσω συνεχών ενεργειών προβολής σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο.

(4)

Τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκαν, τόσο σε κοινοτικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, μία σειρά μέσων με σκοπό να βοηθήσουν τους ευρωπαίους πολίτες να γνωστοποιούν καλύτερα τα επαγγελματικά προσόντα και ικανότητές τους κατά την αναζήτηση θέσης εργασίας ή κατά την υποβολή αίτησης συμμετοχής σε ένα πρόγραμμα μάθησης. Στα μέσα αυτά περιλαμβάνονται το κοινό ευρωπαϊκό υπόδειγμα βιογραφικού σημειώματος (ΒΣ) που προτάθηκε με τη σύσταση 2002/236/ΕΚ της Επιτροπής της 11ης Μαρτίου 2002 (9), το συμπλήρωμα διπλώματος που θεσπίστηκε από τη σύμβαση για την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων όσον αφορά την τριτοβάθμια εκπαίδευση στον ευρωπαϊκό χώρο, που συνάφθηκε στη Λισσαβόνα στις 11 Απριλίου 1997, το ευρωπαϊκό βιβλιάριο κατάρτισης «Europass-Κατάρτιση» που καθιερώθηκε με την απόφαση 1999/51/EΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1998, για την προώθηση ευρωπαϊκών περιόδων εναλλασσόμενης κατάρτισης, συμπεριλαμβανομένης της μαθητείας (10), το συμπλήρωμα πιστοποιητικού και το ευρωπαϊκό χαρτοφυλάκιο γλωσσομάθειας που θεσπίστηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης. Τα μέσα αυτά θα πρέπει να ενσωματωθούν στο ενιαίο πλαίσιο.

(5)

Το ενιαίο πλαίσιο θα πρέπει να μπορεί μελλοντικά να περιλάβει και άλλα έγγραφα τα οποία συνάδουν με το σκοπό του, αφού θεσπιστούν και αρχίσουν να λειτουργούν η δομή εφαρμογής και οι διαδικασίες. Ειδικότερα, το ενιαίο πλαίσιο θα μπορούσε εν συνεχεία να διευρυνθεί με σκοπό να περιλάβει ένα μέσο καταγραφής των προσόντων των δικαιούχων στον τομέα της τεχνολογίας πληροφοριών.

(6)

Η παροχή πληροφοριών και κατευθυντήριων γραμμών υψηλής ποιότητας συμβάλλει σημαντικά στη βελτίωση της διαφάνειας των επαγγελματικών προσόντων και δεξιοτήτων. Οι υφιστάμενες υπηρεσίες και δίκτυα διαδραματίζουν ήδη αξιόλογο ρόλο, που μπορεί να βελτιωθεί ακόμη περισσότερο μέσω στενότερης συνεργασίας με σκοπό την ενίσχυση της προστιθέμενης αξίας της κοινοτικής δράσης.

(7)

Για τον λόγο αυτό επιβάλλεται η διασφάλιση της συνοχής και της συμπληρωματικότητας μεταξύ των ενεργειών που διεξάγονται στο πλαίσιο της παρούσας απόφασης και άλλων συναφών πολιτικών, μέσων και δράσεων. Μεταξύ των τελευταίων περιλαμβάνονται, σε κοινοτικό επίπεδο, το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (CEDEFOP) που συστάθηκε με τον κανονισμό (EΟΚ) αριθ. 337/75 του Συμβουλίου (11), το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης που συστάθηκε με τον κανονισμό (EΟΚ) αριθ. 1360/90 του Συμβουλίου (12) και το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Υπηρεσιών Απασχόλησης (EURES) που συστάθηκε με την απόφαση 2003/8/EΚ της Επιτροπής της 23ης Δεκεμβρίου 2002 για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 του Συμβουλίου όσον αφορά την αντιστάθμιση προσφοράς και ζήτησης εργασίας (13). Αντιστοίχως, σε διεθνές επίπεδο, υπάρχει το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Εθνικών Κέντρων Πληροφοριών στον τομέα της Αναγνώρισης Ακαδημαϊκών Τίτλων (ENIC), που συστάθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης και την Unesco.

(8)

Το έγγραφο Europass-Κατάρτιση που καθιερώθηκε με την απόφαση 1999/51/ΕΚ θα πρέπει συνεπώς να αντικατασταθεί από παρόμοιο έγγραφο ευρύτερης εμβέλειας, με σκοπό την καταγραφή όλων των περιόδων διεθνικής κινητικότητας που ολοκληρώθηκαν οπουδήποτε στην Ευρώπη για σκοπούς μάθησης, σε οιοδήποτε επίπεδο και για οιοδήποτε αντικείμενο, εφόσον πληρούν κατάλληλα ποιοτικά κριτήρια.

(9)

Το Europass θα πρέπει να εφαρμοστεί μέσω εθνικών φορέων σύμφωνα με το άρθρο 54, παράγραφος 2, στοιχείο γ), και παράγραφος 3, του κανονισμού (EΚ, Eυρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 2002 για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (14).

(10)

Θα πρέπει να επιτραπεί η συμμετοχή στις υπό προσχώρηση χώρες, στις μη κοινοτικές χώρες μέλη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και στις υποψήφιες για προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση χώρες, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των πράξεων που διέπουν τις σχέσεις της Κοινότητας με τις χώρες αυτές. Οι υπήκοοι τρίτων χωρών που διαμένουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει επίσης να μπορούν να επωφελούνται από το σύστημα.

(11)

Οι κοινωνικοί εταίροι διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σε σχέση με την παρούσα απόφαση και θα πρέπει να συμμετέχουν στην εφαρμογή της. Η συμβουλευτική επιτροπή σε θέματα επαγγελματικής κατάρτισης, που συστάθηκε με την απόφαση 63/266/ΕΚ του Συμβουλίου της 2ας Απριλίου 1963 περί θεσπίσεως των γενικών αρχών για την εφαρμογή κοινής πολιτικής επαγγελματικής καταρτίσεως (15), η οποία απαρτίζεται από εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων και των εθνικών αρχών των κρατών μελών, θα πρέπει να ενημερώνεται τακτικά για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης. Οι κοινωνικοί εταίροι σε ευρωπαϊκό επίπεδο και οι άλλοι ενδιαφερόμενοι, συμπεριλαμβανομένων των φορέων εκπαίδευσης και κατάρτισης, θα διαδραματίσουν ρόλο ιδιαίτερης σημασίας σε σχέση με τις πρωτοβουλίες για τη διαφάνεια που μπορούν να ενσωματωθούν στο Europass σε εύθετο χρόνο.

(12)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας απόφασης, δηλαδή η καθιέρωση ενιαίου κοινοτικού πλαισίου για τη διαφάνεια των επαγγελματικών προσόντων και ικανοτήτων, δεν μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη και μπορεί συνεπώς να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα απόφαση δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(13)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης θα πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (16).

(14)

Η απόφαση 1999/51/EΚ θα πρέπει να καταργηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Με την παρούσα απόφαση θεσπίζεται ενιαίο κοινοτικό πλαίσιο για τη διαφάνεια των επαγγελματικών προσόντων και ικανοτήτων μέσω της δημιουργίας προσωπικού συντονισμένου φακέλου εγγράφων υπό την ονομασία «Europass», τον οποίο μπορούν να χρησιμοποιούν οι πολίτες σε εθελοντική βάση για να γνωστοποιούν και να παρουσιάζουν καλύτερα τα επαγγελματικά προσόντα και ικανότητές τους σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η χρήση του Europass ή οποιωνδήποτε εγγράφων Europass δεν συνεπάγεται υποχρεώσεις ή δικαιώματα άλλα από τα καθοριζόμενα με την παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Τα έγγραφα Europass

Τα έγγραφα Europass είναι:

α)

το βιογραφικό σημείωμα Εuropass (εφεξής, «ΒΣ Εuropass»), που προβλέπει το άρθρο 5·

β)

τα έγγραφα των άρθρων 6 έως 9·

γ)

τυχόν άλλα έγγραφα που εγκρίνει η Επιτροπή ως έγγραφα Europass, σύμφωνα με τα κριτήρια του Παραρτήματος Ι και με τη διαδικασία του άρθρου 4, παράγραφος 2.

Άρθρο 3

Κοινωνικοί εταίροι

Με την επιφύλαξη της διαδικασίας του άρθρου 4, παράγραφος 2, η Επιτροπή συμβουλεύεται τους κοινωνικούς εταίρους και άλλους ενδιαφερόμενους σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένων των φορέων εκπαίδευσης και κατάρτισης.

Άρθρο 4

Διαδικασία επιτροπής

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 2, στοιχείο γ), η Επιτροπή επικουρείται, ανάλογα με τη φύση του οικείου εγγράφου, από την επιτροπή «Σωκράτης» ή/και την επιτροπή «Leonardo da Vinci», οι οποίες συστάθηκαν αντίστοιχα με την απόφαση αριθ. 253/2000/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Ιανουαρίου 2000, για τη θέσπιση του δεύτερου σταδίου του προγράμματος κοινοτικής δράσης στον τομέα της εκπαίδευσης «Σωκράτης» (17)και την απόφαση 1999/382/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, για τη θέσπιση του δευτέρου σταδίου του κοινοτικού προγράμματος δράσης στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης «Leonardo da Vinci» (18).

2.   Όταν γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Άρθρο 5

ΒΣ Europass

Tο ΒΣ Europass προσφέρει στους πολίτες τη δυνατότητα να παρουσιάζουν με σαφή και συνοπτικό τρόπο πληροφορίες για το σύνολο των επαγγελματικών προσόντων και ικανοτήτων τους. Το ΒΣ Europass περιγράφεται στο παράρτημα ΙΙ.

Άρθρο 6

Κινητικότητα Europass

Η κινητικότητα Εuropass καταγράφει τις περιόδους μάθησης που παρακολουθούν οι κάτοχοί του σε χώρες πλην της δικής τους. Η κινητικότητα Εuropass περιγράφεται στο παράρτημα ΙΙΙ.

Άρθρο 7

Συμπλήρωμα διπλώματος Europass

Στο συμπλήρωμα διπλώματος Εuropass παρέχονται πληροφορίες για τα τυπικά προσόντα του κατόχου του στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το συμπλήρωμα διπλώματος Europass περιγράφεται στο παράρτημα ΙV.

Άρθρο 8

Χαρτοφυλάκιο γλωσσομάθειας Europass

Το χαρτοφυλάκιο γλωσσομάθειας Europass παρέχει στους πολίτες την ευκαιρία να παρουσιάζουν τις γλωσσικές τους γνώσεις. Το χαρτοφυλάκιο γλωσσομάθειας Europass περιγράφεται στο παράρτημα V.

Άρθρο 9

Συμπλήρωμα πιστοποιητικού Europass

Στο συμπλήρωμα πιστοποιητικού Europass περιγράφονται οι ικανότητες και τα επαγγελματικά προσόντα που αντιστοιχούν σε πιστοποιητικό επαγγελματικής κατάρτισης. Το συμπλήρωμα πιστοποιητικού Europass περιγράφεται στο παράρτημα VΙ.

Άρθρο 10

Το Europass στο διαδίκτυο

Για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, η Επιτροπή συνεργάζεται με τις αρμόδιες εθνικές αρχές με σκοπό τη δημιουργία και διαχείριση συστήματος ενημέρωσης Europass μέσω του διαδικτύου, η διαχείριση του οποίου γίνεται εν μέρει σε κοινοτικό επίπεδο και εν μέρει σε εθνικό επίπεδο. Το σύστημα ενημέρωσης για την υποστήριξη του πλαισίου Europass καθορίζεται στο παράρτημα VIΙ.

Άρθρο 11

Εθνικά Κέντρα Europass

1.   Κάθε κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης σε εθνικό επίπεδο. Προς τον σκοπό αυτό, κάθε κράτος μέλος συγκροτεί Εθνικό Κέντρο Europass (ΕΚΕ), το οποίο είναι υπεύθυνο για τον συντονισμό, σε εθνικό επίπεδο, όλων των δραστηριοτήτων που περιλαμβάνονται στην παρούσα απόφαση και το οποίο αντικαθιστά ή αναπτύσσει, κατά περίπτωση, τους υπάρχοντες φορείς που αναλαμβάνουν επί του παρόντος παρόμοιες δραστηριότητες.

Ιδρύεται ευρωπαϊκό δίκτυο Εθνικών Κέντρων Europass, οι δραστηριότητες του οποίου συντονίζονται από την Επιτροπή.

2.   Τα ΕΚΕ:

α)

συντονίζουν, σε συνεργασία με τους αρμόδιους εθνικούς φορείς, τις δραστηριότητες που σχετίζονται με τη διάθεση ή την έκδοση εγγράφων Europass ή, κατά περίπτωση, διεξάγουν τις δραστηριότητες αυτές·

β)

θεσπίζουν και διαχειρίζονται το εθνικό σύστημα πληροφόρησης, σύμφωνα με το άρθρο 10·

γ)

προωθούν τη χρήση του Europass, μεταξύ άλλων μέσω διαδικτυακών υπηρεσιών·

δ)

διασφαλίζουν, σε συνεργασία με τους αρμόδιους εθνικούς φορείς, ότι τίθενται στη διάθεση του κάθε πολίτη επαρκείς πληροφορίες και οδηγίες σχετικά με το Europass και τα έγγραφά του·

ε)

διευκολύνουν την παροχή πληροφοριών και οδηγιών που αφορούν τις ευκαιρίες μάθησης που προσφέρονται σε ολόκληρη την Ευρώπη, τη διάρθρωση των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης και άλλα θέματα που συνδέονται με την κινητικότητα για σκοπούς μάθησης, ιδίως μέσω στενής συνεργασίας με τις αρμόδιες κοινοτικές και εθνικές υπηρεσίες, και, όπου χρειάζεται, παρέχουν στους πολίτες εισαγωγικό οδηγό στην κινητικότητα·

στ)

διαχειρίζονται σε εθνικό επίπεδο την κοινοτική χρηματοδοτική στήριξη για όλες τις δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στην παρούσα απόφαση·

ζ)

συμμετέχουν στο ευρωπαϊκό δίκτυο ΕΚΕ.

3.   Κάθε ΕΚΕ ενεργεί ως εθνικός οργανισμός επιφορτισμένος με εκτελεστικά καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 54, παράγραφος 2, στοιχείο γ), καθώς και παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002.

Άρθρο 12

Κοινές υποχρεώσεις της Επιτροπής και των κρατών μελών

Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη:

α)

εξασφαλίζουν τη διεξαγωγή επαρκών δραστηριοτήτων προβολής και ενημέρωσης σε κοινοτικό και εθνικό επίπεδο, μεριμνώντας μεταξύ άλλων για τους πολίτες, τους φορείς εκπαίδευσης και κατάρτισης και τους κοινωνικούς εταίρους, καθώς και για τις επιχειρήσεις συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, στηρίζοντας και ενσωματώνοντας όπου κρίνεται σκόπιμο τις δράσεις των ΕΚΕ·

β)

διασφαλίζουν την προσήκουσα συνεργασία, στο κατάλληλο επίπεδο, με συναφείς υπηρεσίες και συγκεκριμένα με το δίκτυο EURES και άλλες υπηρεσίες της Κοινότητας·

γ)

λαμβάνουν μέτρα για την παροχή ίσων ευκαιριών, ιδίως μέσω της μεγαλύτερης ευαισθητοποίησης όλων των ενδιαφερόμενων·

δ)

διασφαλίζουν τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων φορέων, συμπεριλαμβανομένων των ιδρυμάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης και των κοινωνικών εταίρων στην εφαρμογή της παρούσας απόφασης·

ε)

εξασφαλίζουν ότι σε όλες τις δραστηριότητες που σχετίζονται με την εφαρμογή της παρούσας απόφασης τηρούνται πλήρως οι οικείες κοινοτικές και εθνικές διατάξεις όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής.

Άρθρο 13

Υποχρεώσεις της Επιτροπής

1.   Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, διασφαλίζει τη συνολική συνοχή των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την εφαρμογή της παρούσας απόφασης με άλλες συναφείς κοινοτικές πολιτικές, μέσα και δράσεις, ιδίως στους τομείς της εκπαίδευσης, της επαγγελματικής κατάρτισης, της νεολαίας, της απασχόλησης, της κοινωνικής ένταξης, της έρευνας και της τεχνολογικής ανάπτυξης.

2.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει την τεχνογνωσία του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (CEDEFOP) στην εφαρμογή της παρούσας απόφασης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 337/75. Υπό τους ίδιους όρους και στους συναφείς τομείς οργανώνεται, υπό την αιγίδα της Επιτροπής, ο συντονισμός με το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης βάσει των διατάξεων του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1360/90.

3.   Η Επιτροπή ενημερώνει τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, καθώς και άλλους αρμόδιους φορείς, ιδίως δε τη συμβουλευτική επιτροπή σε θέματα επαγγελματικής κατάρτισης, σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 14

Συμμετέχουσες χώρες

1.   Στις δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στην παρούσα απόφαση μπορούν να συμμετέχουν οι προσχωρούσες χώρες καθώς και οι εξω-κοινοτικές χώρες του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας ΕΟΧ.

2.   Μπορούν επίσης να συμμετέχουν οι υποψήφιες προς προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση χώρες σύμφωνα με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές συμφωνίες.

Άρθρο 15

Αξιολόγηση

Έως την 1η Ιανουαρίου 2008 και, κατόπιν, ανά τετραετία, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση αξιολόγησης για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, βάσει αξιολογήσεως από ανεξάρτητο φορέα.

Άρθρο 16

Δημοσιονομικές διατάξεις

Οι ετήσιες πιστώσεις εγκρίνονται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός των ορίων των δημοσιονομικών προοπτικών. Η διαχείριση των δαπανών που προκύπτουν από την παρούσα απόφαση διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος VIIΙ.

Άρθρο 17

Κατάργηση

Η απόφαση 1999/51/EΚ καταργείται.

Άρθρο 18

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2005.

Άρθρο 19

Αποδέκτες

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BORRELL FONTELLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. NICOLAÏ


(1)  ΕΕ C 117 της 30.4.2004, σ. 12.

(2)  ΕΕ C 121 της 30.4.2004, σ. 10.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Απριλίου 2004 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 2004 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2004 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4)  EE C 371 της 23.12.2000, σ. 4.

(5)  ΕΕ L 215 της 9.8.2001, σ. 30.

(6)  ΕΕ C 162 της 6.7.2002, σ. 1.

(7)  ΕΕ C 163 της 9.7.2002, σ. 1.

(8)  ΕΕ C 13 της 18.1.2003, σ. 2.

(9)  ΕΕ L 79 της 22.3.2002, σ. 66.

(10)  ΕΕ L 17 της 22.1.1999, σ. 45.

(11)  ΕΕ L 39 της 13.2.1975, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1655/2003 (ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 41).

(12)  ΕΕ L 131 της 23.5.1990, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1648/2003 (ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 22).

(13)  ΕΕ L 5 της 10.1.2003, σ. 16.

(14)  EE L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

(15)  ΕΕ 63 της 20.4.1963, σ. 1338.

(16)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(17)  ΕΕ L 28 της 3.2.2000 σ. 1· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 885/2004 του Συμβουλίου (ΕΕ L 168 της 1.5.2004 σ. 1 ).

(18)  ΕΕ L 146 της 11.6.1999, σ. 33· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 885/2004.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Κριτήρια για την καθιέρωση νέων εγγράφων Europass σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο γ)

Όλα τα νέα έγγραφα Europass θα πρέπει να πληρούν τα εξής στοιχειώδη κριτήρια:

1.

Σκοπός: Τα έγγραφα Europass θα πρέπει να αποσκοπούν συγκεκριμένα στη βελτίωση της διαφάνειας των προσόντων και των ικανοτήτων.

2.

Ευρωπαϊκή διάσταση: χωρίς να θίγεται ο προαιρετικός τους χαρακτήρας, τα έγγραφα Europass θα πρέπει να έχουν δυνητική ισχύ σε όλα τα κράτη μέλη.

3.

Γλωσσική κάλυψη: τα υποδείγματα των εγγράφων Europass θα πρέπει να είναι διαθέσιμα σε όλες τουλάχιστον τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4.

Σκοπιμότητα: τα έγγραφα Europass θα πρέπει να είναι κατάλληλα για πραγματική διάδοση, ενδεχομένως από χορηγούντες φορείς, σε έντυπη και σε ηλεκτρονική μορφή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ (ΒΣ EUROPASS)

1.   Περιγραφή

1.1.

Tο ΒΣ Europass βασίζεται στο κοινό ευρωπαϊκό υπόδειγμα βιογραφικού σημειώματος (ΒΣ) που προτείνεται με τη σύσταση 2002/236/EK.

Παρέχει στους πολίτες υπόδειγμα για τη συστηματική, χρονολογική και ευέλικτη παρουσίαση των επαγγελματικών τους προσόντων και ικανοτήτων. Παρέχονται ειδικές οδηγίες για διάφορα πεδία του και έχει εκδοθεί δέσμη κατευθυντήριων γραμμών και παραδειγμάτων για την παροχή βοήθειας στους πολίτες κατά τη συμπλήρωση του ΒΣ Europass τους.

1.2.

Tο ΒΣ Europass περιλαμβάνει κατηγορίες για την παρουσίαση:

πληροφοριών σχετικά με προσωπικά θέματα, γλωσσική επάρκεια, επαγγελματική εμπειρία και τυπικά προσόντα όσον αφορά την εκπαίδευση και κατάρτιση·

των πρόσθετων ικανοτήτων του ατόμου, με έμφαση στις τεχνικές, οργανωτικές, καλλιτεχνικές και κοινωνικές δεξιότητες·

πρόσθετων πληροφοριών που μπορούν να προστεθούν στο ΒΣ Europass με τη μορφή ενός ή περισσότερων παραρτημάτων.

1.3.

Το ΒΣ Europass αποτελεί προσωπικό έγγραφο, περιέχει δε ατομικές δηλώσεις που συντάσσουν οι ίδιοι οι πολίτες.

1.4.

Το υπόδειγμα είναι αρκετά αναλυτικό, αλλά κάθε πολίτης μπορεί να επιλέγει τα πεδία που επιθυμεί να συμπληρώσει. Οι πολίτες που συμπληρώνουν το ηλεκτρονικό έντυπο —είτε μεταφορτωμένο είτε σε απευθείας σύνδεση— πρέπει να έχουν την ευχέρεια να αφαιρούν τα πεδία που δεν επιθυμούν να συμπληρώσουν. Για παράδειγμα, κάποιος που δεν αναφέρει το φύλο του ή δεν διαθέτει ειδικές τεχνικές δεξιότητες θα πρέπει να μπορεί να αφαιρεί τα εν λόγω πεδία, ώστε να μην εμφανίζονται κενά πεδία στην οθόνη ή στην έντυπη έκδοση.

1.5.

Το ΒΣ Europass αποτελεί τον κεντρικό άξονα του Europass: ο φάκελος Europass δεδομένου πολίτη θα περιλαμβάνει το ΒΣ Εuropass συμπληρωμένο από τον ίδιο τον πολίτη και ένα ή περισσότερα άλλα έγγραφα Europass, σύμφωνα με το ιδιαίτερο εκπαιδευτικό και επαγγελματικό ιστορικό του εν λόγω πολίτη. Το ηλεκτρονικό έντυπο του ΒΣ Europass θα πρέπει να καθιστά δυνατή τη δημιουργία ζεύξεων από τα σημεία του προς τα συναφή έγγραφα Europass, για παράδειγμα από το σημείο της εκπαίδευσης και κατάρτισης προς το συμπλήρωμα διπλώματος ή πιστοποιητικού.

1.6.

Σύμφωνα με το άρθρο 12 στοιχείο (ε), της παρούσας απόφασης, κατά τη διαχείριση του ΒΣ Europass, ιδίως στην ηλεκτρονική μορφή του, λαμβάνονται πρόσφορα μέτρα από τις αρμόδιες αρχές ώστε να διασφαλίζεται η πιστή τήρηση των σχετικών κοινοτικών και εθνικών διατάξεων που αφορούν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής

2.   Κοινή δομή του ΒΣ Europass

Στον ακόλουθο πίνακα παρουσιάζεται το υπόδειγμα δομής και κειμένου του ΒΣ Europass. Η παρουσίαση της έντυπης και της ηλεκτρονικής μορφής, καθώς και οι τροποποιήσεις της διάρθρωσης και του κειμένου, θα συμφωνηθούν μεταξύ της Επιτροπής και των αρμοδίων εθνικών αρχών.

Οι οδηγίες για τη συμπλήρωση του εγγράφου σημειώνονται με πλάγιους χαρακτήρες.

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙII

ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ EUROPASS

1.   Περιγραφή

1.1.

Η κινητικότητα Europass χρησιμεύει για την καταγραφή, βάσει κοινού ευρωπαϊκού υποδείγματος, των ευρωπαϊκών περιόδων μάθησης όπως ορίζονται στο σημείο 1.2.

Πρόκειται για προσωπικό έγγραφο, στο οποίο καταγράφεται κάθε ευρωπαϊκή περίοδος μάθησης που ολοκλήρωσε ο κάτοχός του, σκοπός του δε είναι να διευκολύνει τον κάτοχό του να γνωστοποιεί καλύτερα τα οφέλη που αποκόμισε από τη συγκεκριμένη εμπειρία, ιδίως σε επίπεδο ικανοτήτων.

1.2.

Ως ευρωπαϊκή περίοδος μάθησης νοείται κάθε χρονικό διάστημα διαμονής ενός ατόμου —ανεξαρτήτως ηλικίας, επιπέδου εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάστασης— σε μία άλλη χώρα για σκοπούς μάθησης, και το οποίο:

α)

είτε πραγματοποιείται στο πλαίσιο κοινοτικού προγράμματος στον τομέα της εκπαίδευσης και κατάρτισης·

β)

είτε πληροί όλα τα ακόλουθα ποιοτικά κριτήρια:

η περίοδος διαμονής σε άλλη χώρα πραγματοποιείται στο πλαίσιο πρωτοβουλίας μάθησης με βάση τη χώρα προέλευσης του ατόμου που την παρακολουθεί,

ο οργανισμός που είναι αρμόδιος για την πρωτοβουλία μάθησης στη χώρα προέλευσης (αποστέλλων οργανισμός) ορίζει από κοινού με τον οργανισμό υποδοχής και υποβάλλει στο Εθνικό Κέντρο Europass (ή σε φορέα που έχει εξουσιοδοτηθεί να διαχειρίζεται την κινητικότητα Europass στη χώρα προέλευσης, γραπτή συμφωνία σχετικά με το περιεχόμενο, τους στόχους και τη διάρκεια της ευρωπαϊκής περιόδου μάθησης, διασφαλίζοντας κατά τον τρόπο αυτό την απαραίτητη γλωσσική υποστήριξη του ενδιαφερομένου, ορίζει δε έναν σύμβουλο στη χώρα υποδοχής, επιφορτισμένο με τη στήριξη, ενημέρωση, καθοδήγηση και παρακολούθηση του ενδιαφερομένου,

όλες οι συμμετέχουσες χώρες θα πρέπει να είναι κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή χώρες της ΕΖΕΣ ή του ΕΟΧ,

όπου ενδείκνυται, ο αποστέλλων οργανισμός και ο οργανισμός υποδοχής συνεργάζονται για να παρέχουν στον ενδιαφερόμενο όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες σχετικά με την υγεία και την ασφάλεια στον τόπο εργασίας, την εργατική νομοθεσία, τα μέτρα για την ισότητα και άλλες διατάξεις σχετικές με την εργασία που ισχύουν στη χώρα υποδοχής.

1.3.

Η κινητικότητα Europass συμπληρώνεται από τον αποστέλλοντα οργανισμό και τον οργανισμό υποδοχής που συμμετέχουν στο σχέδιο κινητικότητας, στη γλώσσα που έχει συμφωνηθεί μεταξύ αυτών και του ενδιαφερομένου.

Οι πολίτες που είναι κάτοχοι κινητικότητας Europass δικαιούνται να ζητήσουν τη μετάφρασή του σε μία δεύτερη γλώσσα, η οποία μπορεί να είναι η γλώσσα του αποστέλλοντος οργανισμού ή του οργανισμού υποδοχής ή μία τρίτη ευρωπαϊκή γλώσσα. Σε περίπτωση τρίτης γλώσσας, την ευθύνη της μετάφρασης φέρει ο αποστέλλων οργανισμός.

1.4.

Η κινητικότητα Europass περιλαμβάνει προσωπικά δεδομένα (βλέπε κατωτέρω παράγραφο 2). Το ονοματεπώνυμο του κατόχου της κινητικότητας Europass αποτελεί το μοναδικό υποχρεωτικό προσωπικό δεδομένο. Οι οργανισμοί που συμπληρώνουν την κινητικότητα Europass μπορούν να συμπληρώνουν τα υπόλοιπα πεδία που αφορούν προσωπικά δεδομένα μόνο εφόσον έχει δώσει τη συγκατάθεσή του το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

Το πεδίο «Επαγγελματικά προσόντα» δεν είναι υποχρεωτικό, επειδή αναγνωρίζεται το γεγονός ότι η κάθε πρωτοβουλία εκπαίδευσης ή κατάρτισης δεν οδηγεί απαραιτήτως στην απόκτηση τυπικών επαγγελματικών προσόντων.

Κάθε ρύθμιση για τη συμπλήρωση της κινητικότητας Europass σε ηλεκτρονική μορφή —είτε μεταφορτωμένου είτε σε απευθείας σύνδεση— θα πρέπει να επιτρέπει την αφαίρεση των μη συμπληρωνόμενων πεδίων ώστε να μην εμφανίζονται κενά πεδία στην οθόνη ή στην έντυπη έκδοση.

1.5.

Το Εθνικό Κέντρο Europass είναι αρμόδιο να διασφαλίζει ότι:

τα έγγραφα της κινητικότητας Europass εκδίδονται με μοναδικό σκοπό την καταγραφή ευρωπαϊκών περιόδων μάθησης,

όλα τα έγγραφα της κινητικότητας Europass συμπληρώνονται σε ηλεκτρονική μορφή,

όλα τα έγγραφα της κινητικότητας Europass παραδίδονται στους κατόχους τους και σε έντυπη μορφή, βάσει αρχείου που δημιουργείται για τον σκοπό αυτό σε συνεργασία με την Επιτροπή.

1.6.

Σύμφωνα με το άρθρο 12, στοιχείο ε), της παρούσας απόφασης, κατά τη διαχείριση της κινητικότητας Europass, ιδίως στην ηλεκτρονική μορφή της, λαμβάνονται πρόσφορα μέτρα από τις αρμόδιες αρχές ώστε να διασφαλίζεται η πιστή τήρηση των σχετικών κοινοτικών και εθνικών διατάξεων που αφορούν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής.

2.   Κοινό έντυπο κινητικότητας Europass

Στον ακόλουθο πίνακα παρουσιάζεται η διάρθρωση και το κείμενο της κινητικότητας Europass. Η παρουσίαση της έντυπης και ηλεκτρονικής μορφής καθώς και οι τροποποιήσεις της διάρθρωσης και του κειμένου θα συμφωνηθούν μεταξύ της Επιτροπής και των αρμοδίων εθνικών αρχών.

Κάθε στοιχείο κειμένου είναι αριθμημένο, ώστε να διευκολύνεται η ανεύρεσή του σε πολύγλωσσο γλωσσάριο. Το κείμενο με πλάγιους χαρακτήρες περιέχει οδηγίες για τη συμπλήρωση του εγγράφου. Τα πεδία που σημειώνονται με αστερίσκο (*) δεν είναι υποχρεωτικά.

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΣ EUROPASS

1.   Περιγραφή

1.1.

Το συμπλήρωμα διπλώματος (ΣΔ) Europass είναι έγγραφο που προσαρτάται στο δίπλωμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης προκειμένου να διευκολύνεται η κατανόηση από τρίτους —κυρίως πολίτες άλλης χώρας— του τι αντιπροσωπεύει το εν λόγω δίπλωμα όσον αφορά τις γνώσεις και ικανότητες του κατόχου του.

Για τον σκοπό αυτό, το ΣΔ περιγράφει τη φύση, το επίπεδο, το γενικό πλαίσιο, το περιεχόμενο και το καθεστώς των σπουδών που πραγματοποιήθηκαν και ολοκληρώθηκαν με επιτυχία από τον κάτοχο του διπλώματος στο οποίο προσαρτάται το ΣΔ. Πρόκειται, επομένως, για προσωπικό έγγραφο, που αναφέρεται στον συγκεκριμένο κάτοχό του.

1.2.

Το ΣΔ δεν αντικαθιστά το αρχικό δίπλωμα και δεν παρέχει δικαίωμα για την επίσημη αναγνώριση του αρχικού διπλώματος από τις αρχές της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης άλλων χωρών. Από την άλλη πλευρά, διευκολύνει την ορθή αξιολόγηση του αρχικού διπλώματος και κατ' επέκταση διευκολύνει την αναγνώρισή του από τις αρμόδιες αρχές ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

1.3.

Το ΣΔ εκδίδεται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές σύμφωνα με το υπόδειγμα που έχει εκπονήσει η κοινή ομάδα εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Unesco που το έθεσαν σε δοκιμή και το τελειοποίησαν. Το υπόδειγμα διατίθεται στις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόκειται για ευέλικτο, μη δεσμευτικό μέσο που έχει σχεδιαστεί για πρακτικούς καθαρά σκοπούς, μπορεί να προσαρμόζεται στις τοπικές ανάγκες και υποβάλλεται σε τακτικές αναθεωρήσεις.

1.4.

Το ΣΔ περιλαμβάνει οκτώ σημεία τα οποία: επιτρέπουν την αναγνώριση της ταυτότητας του κατόχου του διπλώματος (1) και του διπλώματος αυτού καθαυτού (2), παρέχουν πληροφορίες για το επίπεδο των αντιστοίχων προσόντων (3), το περιεχόμενο και τα εξαχθέντα αποτελέσματα (4) και τη χρησιμότητα των επαγγελματικών προσόντων (5), επιτρέπουν την παροχή περαιτέρω πληροφοριών (6), πιστοποιούν το συμπλήρωμα (7) και, τέλος, παρέχουν πληροφορίες για το εθνικό σύστημα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (8). Πρέπει να παρέχονται πληροφορίες και για τα οκτώ σημεία. H μη παροχή πληροφοριών θα πρέπει να αιτιολογείται. Οι θεσμικοί φορείς πρέπει να εφαρμόζουν για το ΣΔ την ίδια διαδικασία πιστοποίησης που εφαρμόζουν για το ίδιο το δίπλωμα αυτό καθαυτό.

1.5.

Σύμφωνα με το άρθρο 12, στοιχείο ε), της παρούσας απόφασης, κατά τη διαχείριση του ΣΔ, ιδίως το ηλεκτρονικό του αντίγραφο, λαμβάνονται πρόσφορα μέτρα από τις αρμόδιες αρχές ώστε να διασφαλίζεται η απόλυτη τήρηση των συναφών κοινοτικών και εθνικών διατάξεων που αφορούν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής.

2.   Κοινή δομή του ΣΔ Europass

Στον ακόλουθο πίνακα αναφέρεται το υπόδειγμα δομής και κειμένου του ΣΔ. Η παρουσίαση της έντυπης και της ηλεκτρονικής μορφής θα συμφωνηθεί από τις αρμόδιες εθνικές αρχές.

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΙΟ ΓΛΩΣΣΟΜΑΘΕΙΑΣ EUROPASS

1.   Περιγραφή

1.1.

Το χαρτοφυλάκιο γλωσσομάθειας (ΧΓ) Europass, που αναπτύχθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης, είναι ένα έγγραφο στο οποίο οι σπουδαστές γλωσσών μπορούν να καταχωρούν τις γλωσσικές τους γνώσεις και τις πολιτιστικές τους εμπειρίες και ικανότητες.

1.2.

Το ΧΓ Europass έχει δύο λειτουργίες: την παιδαγωγική και τη δηλωτική.

Η πρώτη σχεδιάστηκε με σκοπό την παροχή επιπλέον κινήτρων στους σπουδαστές γλωσσών ώστε να βελτιώσουν την επικοινωνιακή τους ικανότητα σε διάφορες γλώσσες και να επιδιώκουν την απόκτηση νέων διαπολιτιστικών εμπειριών μάθησης. Αποσκοπεί να βοηθήσει τους σπουδαστές να καταγράφουν εκεί τους μαθησιακούς τους στόχους, να προγραμματίζουν τη μάθησή τους και να μαθαίνουν αυτόνομα.

Σε ό,τι αφορά τη δηλωτική του λειτουργία, το ΧΓ στοχεύει στην τεκμηρίωση της γλωσσομάθειας του κατόχου κατά συνολικό, πληροφοριακό, διαφανή και αξιόπιστο τρόπο. Βοηθά τους σπουδαστές να καταγράφουν τα επίπεδα δεξιότητας που έχουν επιτύχει σε μία ή περισσότερες ξένες γλώσσες και τους καθιστά ικανούς να πληροφορούν τους άλλους κατά αναλυτικό και διεθνώς συγκρίσιμο τρόπο. Κάθε δεξιότητα αξιοποιείται, ανεξάρτητα από το αν αποκτήθηκε εντός ή εκτός της επίσημης εκπαίδευσης.

1.3.

Το ΧΓ περιέχει:

«γλωσσικό» διαβατήριο, το οποίο ο κάτοχος ενημερώνει τακτικά. Ο κάτοχος περιγράφει τις γλωσσικές του/της δεξιότητες, σύμφωνα με κριτήρια κοινά σε ολόκληρη την Ευρώπη,

αναλυτικό βιογραφικό σημείωμα που περιγράφει τις εμπειρίες του κατόχου σε κάθε γλώσσα,

φάκελο στον οποίο καταχωρούνται παραδείγματα προσωπικών εργασιών που αποδεικνύουν τις γλωσσικές δεξιότητες.

Το χαρτοφυλάκιο γλωσσομάθειας Europass αποτελεί ιδιοκτησία του σπουδαστή.

1.4.

Για όλα τα χαρτοφυλάκια συμφωνήθηκε ένα σύνολο κοινών αρχών και κατευθυντηρίων γραμμών. Στα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης αναπτύσσονται διάφορα πρότυπα ανάλογα με την ηλικία των σπουδαστών και το εθνικό πλαίσιο. Όλα τα πρότυπα πρέπει να συνάδουν με τις κοινές αρχές και να εγκρίνονται από την εθνική επιτροπή επικύρωσης προκειμένου να μπορούν να φέρουν το λογότυπο του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ακολουθεί υπόδειγμα «γλωσσικού» διαβατηρίου, το οποίο αποτελεί τμήμα του χαρτοφυλακίου που πρέπει να συμπληρώνεται σύμφωνα με καθορισμένη δομή.

1.5.

Σύμφωνα με το άρθρο 12, στοιχείο (ε), της παρούσας απόφασης στη διαχείριση του ΧΓ, ιδιαίτερα στην ηλεκτρονική του μορφή, λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα από τις αρμόδιες αρχές για τη διασφάλιση της πιστής τήρησης των σχετικών κοινοτικών και εθνικών διατάξεων που αφορούν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής.

2.   Κοινή δομή για το τμήμα «γλωσσικού διαβατηρίου» του ΧΓ

Στον ακόλουθο πίνακα παρατίθεται το κοινό, μη δεσμευτικό υπόδειγμα δομής κειμένου του τμήματος γλωσσικού διαβατηρίου του ΧΓ. Η παρουσίαση της έντυπης και της ηλεκτρονικής μορφής θα συμφωνηθεί με τις αρμόδιες εθνικές αρχές.

(Λογότυπο Europass)

ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΔΙΑΒΑΤΗΡΙΟ

Χαρακτηριστικά γλωσσικών δεξιοτήτων

Image

Συνοπτική παρουσίαση της εκμάθησης γλωσσών και των διαπολιτισμικών εμπειριών

Image

Image

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙ

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ EUROPASS

1.   Περιγραφή

1.1.

Το συμπλήρωμα πιστοποιητικού (ΣΠ) Europass αποτελεί έγγραφο που προσαρτάται σε πιστοποιητικό επαγγελματικής κατάρτισης, ώστε να διευκολύνεται η κατανόηση από τρίτους —ιδίως σε άλλη χώρα— του τι αντιπροσωπεύει το πιστοποιητικό όσον αφορά τις ικανότητες του κατόχου του.

Για τον σκοπό αυτό το ΣΠ παρέχει πληροφορίες ως προς:

τις αποκτηθείσες δεξιότητες και ικανότητες,

το φάσμα των θέσεων εργασίας στις οποίες έχει πρόσβαση ο κάτοχος του πιστοποιητικού,

τους φορείς χορήγησης και πιστοποίησης,

το επίπεδο του πιστοποιητικού,

τους διάφορους τρόπους απόκτησης του πιστοποιητικού,

τις απαιτήσεις εισαγωγής και τις ευκαιρίες πρόσβασης στο επόμενο εκπαιδευτικό επίπεδο.

1.2.

Το ΣΠ δεν αντικαθιστά το πρωτότυπο πιστοποιητικό και δεν παρέχει κανένα δικαίωμα σε επίσημη αναγνώριση του πρωτότυπου πιστοποιητικού από αρχές άλλων χωρών. Από την άλλη πλευρά, διευκολύνει την ορθή αξιολόγηση του αρχικού πιστοποιητικού, και ως εκ τούτου διευκολύνει την αναγνώρισή του από τις αρμόδιες αρχές.

1.3.

Τα ΣΠ εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές σε εθνικό επίπεδο και παρέχονται στους πολίτες που κατέχουν το αντίστοιχο πιστοποιητικό σύμφωνα με τις διαδικασίες που έχουν συμφωνηθεί σε εθνικό επίπεδο.

2.   Κοινή δομή των ΣΠ

Ο ακόλουθος πίνακας περιέχει το κοινό πρότυπο δομής και κειμένου του ΣΠ. Η παρουσίαση της έντυπης και της ηλεκτρονικής μορφής του εγγράφου, καθώς και οι οποιεσδήποτε τροποποιήσεις της δομής και του κειμένου θα συμφωνηθούν από την Επιτροπή και τις αρμόδιες εθνικές αρχές.

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙΙ

ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ

Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα συνεργάζονται ώστε να διασφαλιστεί ότι οι πολίτες μπορούν να συμπληρώνουν, μέσω Διαδικτύου, το ΒΣ Europass τους και κάθε άλλο έγγραφο Europass το οποίο δεν χρειάζεται να εκδίδεται από ειδικά εξουσιοδοτημένους φορείς.

Όλα τα έγγραφα Europass που εκδίδονται από εξουσιοδοτημένους φορείς συμπληρώνονται σε ηλεκτρονική μορφή και διατίθενται στους κατόχους τους. Οι επιλογές που αφορούν το κατάλληλο τεχνολογικό μέσο θα πρέπει να γίνουν σε συνεργασία με την Επιτροπή και τις αρμόδιες εθνικές αρχές λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο της τεχνολογίας και τα υφιστάμενα εθνικά συστήματα, θα πρέπει όμως να εξασφαλιστεί η ύπαρξη των ακόλουθων χαρακτηριστικών.

1.   Aρχές σχεδιασμού

Ανοιχτό σύστημα. Το σύστημα ενημέρωσης Europass θα πρέπει να αναπτυχθεί λαμβάνοντας υπόψη τη δυνατότητα μελλοντικών εξελίξεων, με ιδιαίτερη αναφορά στην υπαγωγή περαιτέρω εγγράφων στο πλαίσιο του Europass και στην ενσωμάτωση υπηρεσιών παροχής πληροφοριών σχετικά με ευκαιρίες θέσης εργασίας και μάθησης.

Διαλειτουργικότητα. Τα τμήματα του συστήματος ενημέρωσης Europass των οποίων η διαχείριση γίνεται σε εθνικό επίπεδο σε διάφορες χώρες πρέπει να είναι πλήρως διαλειτουργικά το ένα με το άλλο και με τα τμήματα των οποίων η διαχείριση γίνεται σε κοινοτικό επίπεδο.

2.   Διαχείριση εγγράφων και πρόσβαση σ' αυτά

2.1.

Όλα τα έγγραφα Europass που εκδίδονται από εγκεκριμένους φορείς πρέπει να συμπληρώνονται σε ηλεκτρονική μορφή, σύμφωνα με τις διαδικασίες που συμφωνούνται μεταξύ των φορέων έκδοσης και του Εθνικού Κέντρου Europass και σύμφωνα με τις διαδικασίες που συμφωνούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

2.2.

Το ΒΣ Europass και κάθε άλλο έγγραφο Europass το οποίο δεν χρειάζεται να εκδοθεί από εγκεκριμένους φορείς θα διατίθεται επίσης σε ηλεκτρονική μορφή.

2.3.

Οι πολίτες θα έχουν το δικαίωμα:

να συμπληρώνουν, μέσω του Διαδικτύου, το ατομικό τους ΒΣ Europass και κάθε άλλο έγγραφο Europass το οποίο δεν χρειάζεται να εκδίδεται από εξουσιοδοτημένους φορείς,

να δημιουργούν, να ενημερώνουν και να αφαιρούν δεσμούς μεταξύ του ΒΣ Europass και των λοιπών εγγράφων Europass που αφορούν το άτομό τους,

να επισυνάπτουν κάθε άλλο βοηθητικό έγγραφο στα έγγραφά τους Europass,

να εκτυπώνουν όλα ή μερικά από τα έγγραφα Europass και τα παραρτήματά τους, αν υπάρχουν.

2.4.

Η πρόσβαση σε έγγραφα, συμπεριλαμβανομένων των προσωπικών δεδομένων, επιτρέπεται μόνο στον ενδιαφερόμενο, τηρουμένων των σχετικών διατάξεων του κοινοτικού και του εθνικού δικαίου σχετικά με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων και την προστασία της ιδιωτικής ζωής.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIΙΙ

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

1.

Η δαπάνη προορίζεται για τη συγχρηματοδότηση της εφαρμογής σε εθνικό επίπεδο και την κάλυψη ορισμένων δαπανών σε κοινοτικό επίπεδο σε σχέση με το συντονισμό, προώθηση και παραγωγή εγγράφων.

2.

Διατίθεται κοινοτική χρηματοδοτική υποστήριξη σε εθνικές δραστηριότητες εφαρμογής μέσω ετησίων λειτουργικών επιχορηγήσεων προς τα Εθνικά Κέντρα Europass.

Τα Εθνικά Κέντρα Europass πρέπει να συσταθούν ως νομικά πρόσωπα και δε λαμβάνουν οποιαδήποτε άλλη λειτουργική επιχορήγηση από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

2.1.

Οι επιχορηγήσεις διατίθενται μετά από έγκριση προγράμματος εργασίας σχετικού με τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 11 της παρούσας απόφασης και βασίζονται σε ειδικούς όρους αναφοράς.

2.2.

Το ποσοστό συγχρηματοδότησης δεν υπερβαίνει το 50 % του συνολικού κόστους των συναφών δραστηριοτήτων.

2.3.

Κατά την εφαρμογή της παρούσας απόφασης η Επιτροπή μπορεί να συμβουλεύεται ειδικούς και οργανισμούς τεχνικής βοήθειας, η χρηματοδότηση των οποίων μπορεί να παρέχεται από το εν γένει δημοσιονομικό πλαίσιο της παρούσας απόφασης. Η Επιτροπή μπορεί να οργανώνει σεμινάρια, επιστημονικές συναντήσεις ή άλλες συναντήσεις ειδικών, όπως απαιτείται για την εξυπηρέτηση εφαρμογής της παρούσας απόφασης, καθώς και να αναλάβει τις κατάλληλες ενέργειες ενημέρωσης, έκδοσης και διάδοσης.


31.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 390/21


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2242/2004 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 22ας Δεκεμβρίου 2004

που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 976/1999 σχετικά με τον καθορισμό των προϋποθέσεων για την εφαρμογή δράσεων της Κοινότητας, πέρα των δράσεων συνεργασίας για την ανάπτυξη, οι οποίες στα πλαίσια της κοινοτικής πολιτικής για τη συνεργασία συμβάλλουν στο γενικό στόχο της ανάπτυξης και της εδραίωσης της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, καθώς και του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών σε τρίτες χώρες

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 181α, παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής,

την γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η κοινοτική δράση για την προώθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των δημοκρατικών αρχών όπως προβλέπεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της 8ης Mαΐου 2001 σχετικά με τον «ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην προώθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του εκδημοκρατισμού στις τρίτες χώρες» θα συνεχιστεί και μετά το 2004. Ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 975/1999 του Συμβουλίου, της 29ης Aπριλίου 1999 σχετικά με τον καθορισμό των προϋποθέσεων όσον αφορά την εφαρμογή των δράσεων συνεργασίας για την ανάπτυξη, που συμβάλλουν στο γενικό στόχο της ανάπτυξης και της εδραίωσης της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, καθώς και του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (2) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 976/1999 (3) αποδείχθηκαν πρόσφορα νομικά μέσα για την εφαρμογή της κοινοτικής τεχνικής και χρηματοδοτικής στήριξης των δραστηριοτήτων προάσπισης των ανθρώπινων δικαιωμάτων και του εκδημοκρατισμού στις αναπτυσσόμενες και άλλες τρίτες χώρες που επιδιώκουν τους γενικούς στόχους στον εν λόγω τομέα. Ωστόσο, η περίοδος ισχύος των εν λόγω κανονισμών λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2004. Συνεπώς, είναι απαραίτητο να παραταθεί η χρονική αυτή περίοδος.

(2)

Με βάση την αναλογία των ποσών δημοσιονομικής αναφοράς που περιλαμβάνονται στον κανονισμό (EΚ) αριθ. 976/1999, και των ενδεικτικών πιστώσεων για τα δικαιώματα του ανθρώπου και τον εκδημοκρατισμό μέχρι το 2006, θα πρέπει να συμπεριληφθεί εκτεταμένο δημοσιονομικό πλαίσιο κατά την έννοια των σημείου 34 της διοργανικής συμφωνίας της 6ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού (4) για την παραταθείσα διάρκεια του προγράμματος, χωρίς να θίγονται οι εξουσίες της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής όπως ορίζονται στη Συνθήκη.

(3)

Οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 976/1999 για τις διαδικασίες εκτέλεσης της βοήθειας θα πρέπει να εναρμονιστούν με τις νομικές απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (5) κατά την εκτέλεση των αποστολών παρατηρητών της ΕΕ σε εκλογές.

(4)

Η προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας και η καταπολέμηση της απάτης και των παρατυπιών αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 976/1999. Ειδικότερα, οι συμφωνίες και οι συμβάσεις που συνάπτονται δυνάμει του προαναφερθέντος κανονισμού θα πρέπει να εξουσιοδοτούν την Επιτροπή να εφαρμόζει τα μέτρα που προβλέπονται στον κανονισμό (Eυρατόμ, EΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτόπου η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (6).

(5)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 976/1999 θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (7).

(6)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 976/1999 θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 976/1999 τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο άρθρο 3, παράγραφος 2, προστίθεται το εξής σημείο:

«η)

την υποστήριξη των προσπαθειών να προωθηθεί η δημιουργία ομάδων δημοκρατικών χωρών εντός των οργάνων των Ηνωμένων Εθνών, των ειδικευμένων υπηρεσιών και των περιφερειακών οργανισμών.».

2.

Στο άρθρο 5, στο τέλος της παραγράφου 1, προστίθεται η εξής φράση:

«Στις περιπτώσεις αποστολών παρατηρητών της ΕΕ σε εκλογές και στις διαδικασίες στις οποίες μετέχει amicus curiae, τα φυσικά πρόσωπα είναι επιλέξιμα για χρηματοδότηση δυνάμει του παρόντος κανονισμού.».

3.

Στο άρθρο 6, η πρώτη φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η ενίσχυση της Κοινότητας είναι ανοιχτή στους εταίρους που μνημονεύονται στην πρώτη περίοδο του άρθρου 5 παράγραφος 1, και έχουν την κύρια έδρα τους σε τρίτη χώρα δικαιούχο της ενίσχυσης της Κοινότητας δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ή σε κράτος μέλος της Κοινότητας.».

4.

Στο άρθρο 8, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η κοινοτική χρηματοδότηση δυνάμει του παρόντος κανονισμού λαμβάνει τη μορφή επιδοτήσεων ή συμβάσεων. Στο πλαίσιο των ενεργειών που αναφέρει το άρθρο 2, τα μέλη των αποστολών επιτήρησης των εκλογών της ΕΕ που αμείβονται από τις πιστώσεις για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και τον εκδημοκρατισμό προσλαμβάνονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που θεσπίζει η Επιτροπή.».

5.

Στο άρθρο 11, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το δημοσιονομικό πλαίσιο για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού κατά την περίοδο 2005 έως 2006 ορίζεται σε 78 εκατομμύρια ευρώ.».

6.

Τα άρθρα 12 και 13 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 12

1.   Η Επιτροπή θεσπίζει το πλαίσιο προγραμματισμού και προσδιορισμού των κοινοτικών δραστηριοτήτων.

Το πλαίσιο συνίσταται κυρίως σε:

α)

πολυετή ενδεικτικά προγράμματα και ετήσιες ενημερώσεις των εν λόγω προγραμμάτων,

β)

ετήσια προγράμματα εργασίας.

Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, δύνανται να εγκριθούν ειδικά μέτρα που δεν καλύπτονται από ετήσιο πρόγραμμα εργασίας.

2.   Η Επιτροπή συντάσσει ετήσια έκθεση, στην οποία καθορίζει τον προγραμματισμό του επομένου έτους ανά περιοχή και τομέα, και κατόπιν ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του.

Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση και την προσαρμογή, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τηρώντας τις ανάγκες ευελιξίας, των ετησίων προγραμμάτων εργασίας που καθορίζονται με το γενικό πλαίσιο του πολυετούς σχεδιασμού. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται αντικατοπτρίζουν τις προτεραιότητες και τα μείζονα μελήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εδραίωση της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και καθορίζονται από τη μοναδική φύση των προγραμμάτων. Η Επιτροπή ενημερώνει πλήρως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τις διαδικασίες.

3.   Η Επιτροπή εκτελεί κοινοτικές ενέργειες δυνάμει του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με τις ισχύουσες δημοσιονομικές και άλλες διαδικασίες, και ιδίως αυτές που θεσπίζονται στον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002.

Άρθρο 13

1.   Οι αποφάσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 12 λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 παράγραφος 2.

Στις περιπτώσεις που οι τροπολογίες των ετησίων προγραμμάτων εργασίας που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο β) δεν υπερβαίνουν το 20 % του συνολικού ποσού που χορηγείται για αυτά ή δεν μεταβάλλουν σημαντικά τη φύση των έργων ή προγραμμάτων που περιέχονται σε αυτά, οι εν λόγω τροπολογίες εγκρίνονται από την Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 15 οι αποφάσεις χρηματοδότησης για τα έργα και προγράμματα που δεν καλύπτονται από ετήσια προγράμματα εργασίας και υπερβαίνουν το 1 εκατομμύριο ευρώ εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 14, παράγραφος 2.».

7.

Στο άρθρο 14, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 παράγραφοι 1, 2 και 4 της απόφασης 1999/468/ΕΚ (8) του Συμβουλίου, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

Η προθεσμία του άρθρου 4, παράγραφος 3, της απόφασης 1999/468/ΕΚ είναι 30 ημέρες.».

8.

Η δεύτερη πρόταση του άρθρου 16 διαγράφεται.

9.

Το άρθρο 18 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 18

Κάθε συμφωνία χρηματοδότησης ή σύμβαση που συνάπτεται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, προβλέπει ρητά την άσκηση ελέγχου εκ μέρους της Επιτροπής και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, βάσει παραστατικών και επιτόπου, σε όλους τους αντισυμβαλλόμενους και υπεργολάβους που έχουν λάβει χρηματοδότηση από κοινοτικά ταμεία. Εφαρμόζεται ο κανονισμός (Eυρατόμ, EΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου (9).».

10)

Στο άρθρο 21, στην παράγραφο 2, η ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2004» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2006».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 22 Δεκεμβρίου 2004.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

C. VEERMAN


(1)  Γνώμη της 16 Δεκεμβρίου 2004 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ L 120 της 8.5.1999, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(3)  ΕΕ L 120 της 8.5.1999, σ. 8· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 36).

(4)  EE C 172 της 18.6.1999, σ. 1. Διοργανική συμφωνία όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2003/429/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 147 της 14.6.2003, σ. 25).

(5)  EE L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

(6)  EE L 292 της 15.11.1996, σ. 2.

(7)  EE L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(8)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(9)  ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2.


31.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 390/24


ΟΔΗΓΊΑ 2004/108/EK ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Δεκεμβρίου 2004

για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα και για την κατάργηση της οδηγίας 89/336/ΕΟΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Η οδηγία 89/336/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 3ης Μαΐου 1989 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα (3) αναθεωρήθηκε στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας η οποία είναι γνωστή ως απλούστερη νομοθεσία για την εσωτερική αγορά (SLIM). Τόσο η διαδικασία SLIM όσο και η διεξοδική διαβούλευση που ακολούθησε αποκάλυψαν την ανάγκη συμπλήρωσης, ενίσχυσης και διασαφήνισης του πλαισίου που θεσπίζεται από την οδηγία 89/336/EOK.

(2)

Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα να διασφαλίζουν ότι οι ραδιοεπικοινωνίες, συμπεριλαμβανομένης της ραδιοφωνικής λήψης και της ραδιοερασιτεχνικής υπηρεσίας που λειτουργεί σύμφωνα με τους κανονισμούς της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ΔΕΤ), τα δίκτυα διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και τηλεπικοινωνιών, καθώς και ο εξοπλισμός που συνδέεται με αυτά, προστατεύονται από τις ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές.

(3)

Οι εθνικές διατάξεις που εξασφαλίζουν την προστασία από τις ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές θα πρέπει να είναι εναρμονισμένες για να εγγυώνται την ελεύθερη κυκλοφορία των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών, χωρίς τη μείωση των δικαιολογημένων επιπέδων προστασίας στα κράτη μέλη.

(4)

Η προστασία από τις ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές απαιτεί την επιβολή υποχρεώσεων στους διάφορους οικονομικούς παράγοντες. Οι εν λόγω υποχρεώσεις θα πρέπει να εφαρμόζονται με δίκαιο και αποτελεσματικό τρόπο για την επίτευξη αυτής της προστασίας.

(5)

Η ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα του εξοπλισμού θα πρέπει να ρυθμιστεί με στόχο την εξασφάλιση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, δηλαδή ενός χώρου δίχως εσωτερικά σύνορα όπου εμπορεύματα, άτομα, υπηρεσίες και κεφάλαια διακινούνται ελεύθερα.

(6)

Ο εξοπλισμός που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιλαμβάνει τόσο τις συσκευές όσο και τις σταθερές εγκαταστάσεις. Ωστόσο, θα πρέπει να προβλεφθούν χωριστές διατάξεις για κάθε κατηγορία. Ο λόγος είναι ότι, ενώ οι ίδιες οι συσκευές επιτρέπεται να κυκλοφορούν ελεύθερα εντός της Κοινότητας, οι σταθερές εγκαταστάσεις είναι τοποθετημένες για μόνιμη χρήση σε προκαθορισμένο χώρο, ως σύνολα διαφόρων τύπων συσκευών και, ενδεχομένως, άλλων διατάξεων. Η σύνθεση και η λειτουργία των εν λόγω εγκαταστάσεων ανταποκρίνονται, στις περισσότερες περιπτώσεις, στις ειδικές ανάγκες των χειριστών τους.

(7)

Ο ραδιοεξοπλισμός και ο τηλεπικοινωνιακός τερματικός εξοπλισμός δεν θα πρέπει να καλύπτονται από την παρούσα οδηγία δεδομένου ότι διέπονται ήδη από την οδηγία 1999/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1999, σχετικά με το ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας των εξοπλισμών αυτών (4). Οι απαιτήσεις ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας και στις δύο οδηγίες επιτυγχάνουν το ίδιο επίπεδο προστασίας.

(8)

Τα αεροσκάφη και ο εξοπλισμός που προορίζεται να τοποθετηθεί σε αεροσκάφη δεν θα πρέπει να καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, δεδομένου ότι υπόκεινται ήδη σε ειδικούς κοινοτικούς ή διεθνείς κανόνες που διέπουν την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα.

(9)

Η παρούσα οδηγία δεν χρειάζεται να θεσπίσει κανόνες για τον εξοπλισμό ο οποίος, λόγω των εγγενών χαρακτηριστικών του, είναι ακίνδυνος από την άποψη της ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας.

(10)

Η ασφάλεια του εξοπλισμού δεν θα πρέπει να καλύπτεται από την παρούσα οδηγία, δεδομένου ότι το θέμα ρυθμίζεται από χωριστή κοινοτική ή εθνική νομοθεσία.

(11)

Εφόσον η παρούσα οδηγία διέπει τις συσκευές, θα πρέπει να αναφέρεται στις έτοιμες συσκευές που διατίθενται για πρώτη φορά στην κοινοτική αγορά. Ορισμένα συστατικά μέρη ή υποσύνολα θα πρέπει, υπό ορισμένες συνθήκες, να θεωρούνται συσκευές εάν τίθενται στη διάθεση του τελικού χρήστη.

(12)

Οι αρχές στις οποίες βασίζεται η παρούσα οδηγία είναι αυτές που καθορίζονται στο ψήφισμα του Συμβουλίου της 7ης Μαΐου 1985 για νέα προσέγγιση στο θέμα της τεχνικής εναρμόνισης και τυποποίησης (5). Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτήν, ο σχεδιασμός και η κατασκευή εξοπλισμού υπόκεινται στις ουσιώδεις απαιτήσεις που αφορούν την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα. Οι εν λόγω απαιτήσεις αποκτούν τεχνική έκφραση με εναρμονισμένα ευρωπαϊκά πρότυπα τα οποία εγκρίνονται από τους διάφορους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης, CEN (Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης), CENELEC (Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ηλεκτροτεχνικής Τυποποίησης) και ETSI (Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τηλεπικοινωνιακών Προτύπων). Η CEN, η CENELEC και το ETSI αναγνωρίζονται ως αρμόδια όργανα στον τομέα της παρούσας οδηγίας για την έγκριση εναρμονισμένων προτύπων τα οποία καταρτίζουν σύμφωνα με τις γενικές κατευθύνσεις συνεργασίας μεταξύ αυτών και της Επιτροπής και με τη διαδικασία που καθορίζεται στην οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (6).

(13)

Τα εναρμονισμένα πρότυπα απηχούν την πλέον πρόσφατη γενικώς αναγνωρισμένη τεχνολογία στον τομέα της ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Προς το συμφέρον λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς πρέπει, επομένως, να υπάρχουν πρότυπα για την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα εναρμονισμένα σε κοινοτικό επίπεδο. Mετά τη δημοσίευση των στοιχείων του προτύπου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η τήρησή του αποτελεί τεκμήριο συμμόρφωσης προς τις σχετικές ουσιώδεις απαιτήσεις, αν και η συμμόρφωση μπορεί να αποδειχθεί και με άλλα μέσα. Η τήρηση των εναρμονισμένων προτύπων σημαίνει συμμόρφωση προς τις διατάξεις τους και απόδειξη με τις μεθόδους τις οποίες περιγράφουν τα εναρμονισμένα πρότυπα ή στις οποίες αναφέρονται.

(14)

Οι κατασκευαστές εξοπλισμού που προορίζεται να συνδεθεί σε δίκτυα θα πρέπει να κατασκευάζουν τον εν λόγω εξοπλισμό με τρόπο ώστε να αποφεύγεται η απαράδεκτη υποβάθμιση της λειτουργίας των δικτύων υπό κανονικές συνθήκες χρήσης. Οι χειριστές δικτύων θα πρέπει να κατασκευάζουν τα δίκτυά τους με τρόπο ώστε οι κατασκευαστές εξοπλισμού που μπορεί να συνδεθεί σε δίκτυα να μην επωμίζονται δυσανάλογο βάρος για την αποφυγή της απαράδεκτης υποβάθμισης της λειτουργίας των δικτύων. Οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί τυποποίησης θα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη το στόχο αυτόν (συμπεριλαμβανομένων των σωρευτικών επιπτώσεων των σχετικών ηλεκτρομαγνητικών φαινομένων) όταν εκπονούν εναρμονισμένα πρότυπα.

(15)

Η διάθεση συσκευών στην αγορά ή η θέση τους σε λειτουργία θα πρέπει να επιτρέπεται μόνον αν οι ενδιαφερόμενοι κατασκευαστές έχουν αποδείξει ότι οι συσκευές έχουν σχεδιαστεί και κατασκευαστεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Οι συσκευές που διατίθενται στην αγορά θα πρέπει να φέρουν τη σήμανση CE που πιστοποιεί τη συμμόρφωση προς την οδηγία. Αν και η ευθύνη για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ανήκει στον κατασκευαστή, χωρίς να χρειάζεται η ανάμιξη ανεξάρτητου φορέα αξιολόγησης της συμμόρφωσης, οι κατασκευαστές είναι ελεύθεροι να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες ενός τέτοιου φορέα.

(16)

Η υποχρέωση αξιολόγησης της συμμόρφωσης θα πρέπει να απαιτεί από τον κατασκευαστή να αξιολογεί την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα της συσκευής, βάσει των σχετικών φαινομένων, για να εξακριβώνει εάν πληροί ή όχι τις απαιτήσεις προστασίας που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία.

(17)

Σε περίπτωση που η συσκευή μπορεί να διαμορφωθεί με διαφορετικούς τρόπους, η αξιολόγηση της ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας θα πρέπει να επιβεβαιώνει ότι η συσκευή πληροί τις απαιτήσεις προστασίας στις διαμορφώσεις που προβλέπει ο κατασκευαστής ως αντιπροσωπευτικές της συνήθους χρήσης στις προβλεπόμενες εφαρμογές· στις περιπτώσεις αυτές, αρκεί η διενέργεια αξιολόγησης βάσει της διαμόρφωσης που είναι πιο πιθανό να προκαλέσει τη σημαντικότερη διαταραχή ή της διαμόρφωσης που είναι πιο ευαίσθητη στις διαταραχές.

(18)

Οι σταθερές εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων μηχανημάτων και δικτύων, ενδέχεται να προκαλέσουν ηλεκτρομαγνητική διαταραχή, ή να επηρεαστούν από αυτήν. Μπορεί να υπάρχει διασύνδεση μεταξύ σταθερών εγκαταστάσεων και συσκευών, οπότε οι ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές που προκαλούνται από τις σταθερές εγκαταστάσεις ενδέχεται να επηρεάζουν τις συσκευές και αντίστροφα. Όσον αφορά την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα, δεν έχει σημασία αν η ηλεκτρομαγνητική διαταραχή προκαλείται από συσκευή ή από σταθερή εγκατάσταση. Συνεπώς, οι σταθερές εγκαταστάσεις και οι συσκευές θα πρέπει να υπόκεινται σε συνεκτικό και γενικό καθεστώς ουσιωδών απαιτήσεων. Θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα χρήσης εναρμονισμένων προτύπων για σταθερές εγκαταστάσεις ώστε να αποδεικνύεται η συμμόρφωση προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καλύπτονται από τα πρότυπα αυτά.

(19)

Λόγω των ειδικών χαρακτηριστικών τους, για τις σταθερές εγκαταστάσεις δεν θα πρέπει να απαιτείται τοποθέτηση της σήμανσης CE ούτε να γίνεται δήλωση συμμόρφωσης.

(20)

Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης των συσκευών που διατίθενται στην αγορά για να ενσωματωθούν σε συγκεκριμένη σταθερή εγκατάσταση και δεν διατίθενται στο εμπόριο για άλλο σκοπό, δεν έχει νόημα αν πραγματοποιείται χωριστά από την σταθερή εγκατάσταση στην οποία πρόκειται να ενσωματωθεί. Συνεπώς, οι εν λόγω συσκευές θα πρέπει να εξαιρούνται από τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εφαρμόζονται συνήθως στις συσκευές. Ωστόσο, οι συσκευές αυτές δεν πρέπει να θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωση των σταθερών εγκαταστάσεων στις οποίες ενσωματώνονται. Αν μια συσκευή είναι ενσωματωμένη σε περισσότερες της μιας σταθερές εγκαταστάσεις, ο προσδιορισμός των χαρακτηριστικών ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητάς της θα πρέπει να επαρκεί για τη διασφάλιση της εξαίρεσής της από τη διαδικασία ελέγχου της συμμόρφωσης.

(21)

Θα πρέπει να προβλεφθεί μια μεταβατική περίοδος για να εξασφαλιστεί ότι οι κατασκευαστές και οι λοιποί ενδιαφερόμενοι θα μπορέσουν να προσαρμοστούν στο νέο ρυθμιστικό καθεστώς.

(22)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η εξασφάλιση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς με την απαίτηση της συμμόρφωσης του εξοπλισμού με ένα επαρκές επίπεδο ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας, είναι αδύνατον να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, και δύναται συνεπώς, λόγω των διαστάσεων ή των αποτελεσμάτων της να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα δύναται να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας κατά την έννοια του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως καθορίζεται στο προαναφερόμενο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του εν λόγω στόχου.

(23)

Συνεπώς, η οδηγία 89/336/EOK θα πρέπει να καταργηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία διέπει την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα εξοπλισμού. Στόχος της είναι να εξασφαλιστεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς απαιτώντας τη συμμόρφωση του εξοπλισμού με ένα επαρκές επίπεδο ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στον εξοπλισμό, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 2.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:

α)

στον εξοπλισμό που καλύπτεται από την οδηγία 1999/5/ΕΚ·

β)

στα αεροναυτικά προϊόντα, εξαρτήματα και εξοπλισμούς που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1592/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2002, για κοινούς κανόνες στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και για την ίδρυση ευρωπαϊκού οργανισμού ασφάλειας της αεροπορίας (7)·

γ)

στον ραδιοεξοπλισμό που χρησιμοποιείται από ραδιοερασιτέχνες, όπως ορίζεται στους κανονισμούς ραδιοεπικοινωνιών που εγκρίθηκαν στο πλαίσιο του Καταστατικού Χάρτη και της Σύμβασης της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (8), εκτός αν ο εξοπλισμός αυτός διατίθεται στο εμπόριο. Τα έτοιμα συστήματα (kits) κατασκευαστικών στοιχείων, προς συναρμολόγηση από ραδιοερασιτέχνες, καθώς και ο εμπορικός εξοπλισμός ο οποίος τροποποιείται και χρησιμοποιείται από τους ραδιοερασιτέχνες δεν θεωρούνται εξοπλισμός διαθέσιμος στο εμπόριο.

3.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στον εξοπλισμό του οποίου τα εγγενή φυσικά χαρακτηριστικά είναι τέτοια ώστε:

α)

να μην μπορεί να προκαλέσει ή να συμβάλει στην πρόκληση ηλεκτρομαγνητικών εκπομπών οι οποίες υπερβαίνουν ένα επίπεδο που επιτρέπει στο ραδιοεξοπλισμό, στον τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό και στον λοιπό εξοπλισμό να λειτουργούν όπως προβλέπεται, και

β)

να λειτουργεί χωρίς απαράδεκτη υποβάθμιση παρά την ύπαρξη ηλεκτρομαγνητικής διαταραχής που προκαλείται συνήθως κατά την προβλεπόμενη χρήση του.

4.   Όταν, για τον εξοπλισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1, οι ουσιώδεις απαιτήσεις που αναφέρονται στο παράρτημα Ι καθορίζονται πιο συγκεκριμένα, εν όλω ή εν μέρει, σε άλλες κοινοτικές οδηγίες, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται, ή παύει να εφαρμόζεται στον εξοπλισμό αυτόν όσον αφορά τις εν λόγω απαιτήσεις, από την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής των οδηγιών αυτών.

5.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εφαρμογή κοινοτικής ή εθνικής νομοθεσίας που διέπει την ασφάλεια του εξοπλισμού.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«εξοπλισμός»: κάθε συσκευή ή σταθερή εγκατάσταση·

β)

«συσκευή»: κάθε τελική διάταξη, ή συνδυασμός διατάξεων, που διατίθεται στο εμπόριο ως ενιαία λειτουργική μονάδα, προοριζόμενη για τον τελικό χρήστη, και ενδέχεται να προκαλέσει ηλεκτρομαγνητική διαταραχή, ή της οποίας η λειτουργία μπορεί να επηρεαστεί από τέτοιου είδους διαταραχή·

γ)

«σταθερή εγκατάσταση»: συγκεκριμένος συνδυασμός διαφόρων τύπων συσκευών και, ενδεχομένως, άλλων διατάξεων, που συναρμολογούνται, τοποθετούνται και προορίζονται να χρησιμοποιούνται μονίμως σε έναν προκαθορισμένο τόπο·

δ)

«ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα»: ικανότητα του εξοπλισμού να λειτουργεί ικανοποιητικά στο ηλεκτρομαγνητικό του περιβάλλον χωρίς να προκαλεί απαράδεκτες ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές σε άλλον εξοπλισμό που ευρίσκεται στο περιβάλλον αυτό·

ε)

«ηλεκτρομαγνητική διαταραχή»: ηλεκτρομαγνητικό φαινόμενο που μπορεί να υποβαθμίσει τη λειτουργία εξοπλισμού. Μια ηλεκτρομαγνητική διαταραχή μπορεί να είναι θόρυβος ηλεκτρομαγνητικής προέλευσης, ανεπιθύμητο σήμα ή μεταβολή του ιδίου του μέσου δια του οποίου γίνεται η διάδοση·

στ)

«ατρωσία»: ικανότητα του εξοπλισμού να λειτουργεί χωρίς να υποβαθμίζεται η ποιότητα της λειτουργίας του παρά την ύπαρξη ηλεκτρομαγνητικής διαταραχής·

ζ)

«λόγοι ασφαλείας»: η διασφάλιση της ανθρώπινης ζωής ή περιουσίας·

η)

«ηλεκτρομαγνητικό περιβάλλον»: το σύνολο όλων των ηλεκτρομαγνητικών φαινομένων τα οποία είναι δυνατόν να παρατηρηθούν σε μια δεδομένη τοποθεσία.

2.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, τα ακόλουθα θεωρούνται συσκευές κατά την έννοια της παραγράφου 1 σημείο β):

α)

«συστατικά μέρη» ή «υποσύνολα» που προορίζονται να ενσωματωθούν σε μια συσκευή από τον τελικό χρήστη, τα οποία ενδέχεται να προκαλέσουν ηλεκτρομαγνητική διαταραχή ή των οποίων η λειτουργία μπορεί να επηρεαστεί από τέτοιου είδους διαταραχή·

β)

«κινητές εγκαταστάσεις» που ορίζονται ως συνδυασμός συσκευών, και κατά περίπτωση άλλων διατάξεων, που προορίζονται να μετακινούνται και να λειτουργούν σε διάφορες τοποθεσίες.

Άρθρο 3

Διάθεση στην αγορά ή/και έναρξη λειτουργίας

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα ώστε ο εξοπλισμός να μπορεί να διατίθεται στην αγορά ή/και να τίθεται σε λειτουργία μόνον αν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, εφόσον εγκαθίσταται και συντηρείται όπως πρέπει και χρησιμοποιείται κατά προορισμόν.

Άρθρο 4

Ελεύθερη κυκλοφορία εξοπλισμού

1.   Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν, για λόγους ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας, τη διάθεση στην αγορά ή/και τη θέση σε λειτουργία στο έδαφός τους του εξοπλισμού που είναι σύμφωνος με την παρούσα οδηγία.

2.   Οι απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας δεν εμποδίζουν την εφαρμογή στα κράτη μέλη των ακόλουθων ειδικών μέτρων σχετικά με τη θέση σε λειτουργία ή τη χρήση εξοπλισμού:

α)

μέτρων για την αντιμετώπιση υφισταμένου ή προβλεπόμενου προβλήματος ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας σε ένα συγκεκριμένο τόπο·

β)

μέτρων που λαμβάνονται για λόγους ασφαλείας προκειμένου να προστατεύονται τα δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ή οι σταθμοί εκπομπής ή λήψης όταν χρησιμοποιούνται για σκοπούς ασφαλείας σε σαφώς καθορισμένες καταστάσεις σε σχέση με το φάσμα.

Με την επιφύλαξη της οδηγίας 98/34/ΕΚ, τα κράτη μέλη κοινοποιούν τα ειδικά αυτά μέτρα στην Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη.

Τα ειδικά μέτρα που γίνονται αποδεκτά δημοσιεύονται από την Επιτροπή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.   Τα κράτη μέλη δεν παρεμποδίζουν, κατά τη διάρκεια εμποροπανηγύρεων, εκθέσεων, ή άλλων εκδηλώσεων, την παρουσίαση ή/και την επίδειξη εξοπλισμού ο οποίος δεν συμμορφώνεται προς την παρούσα οδηγία εφόσον αναφέρεται σαφώς σε ορατή πινακίδα ότι ο εξοπλισμός δεν διατίθεται στην αγορά ή/και τίθεται σε λειτουργία πριν συμμορφωθεί προς την παρούσα οδηγία. Η επίδειξη μπορεί να πραγματοποιείται μόνον εφόσον λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα για να αποφευχθούν οι ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές.

Άρθρο 5

Ουσιώδεις απαιτήσεις

Ο εξοπλισμός που αναφέρεται στο άρθρο 1 πρέπει να πληροί τις ουσιώδεις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα I.

Άρθρο 6

Εναρμονισμένα πρότυπα

1.   «Εναρμονισμένο πρότυπο»: είναι μια τεχνική προδιαγραφή που εγκρίνεται από αναγνωρισμένο ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης κατόπιν εντολής της Επιτροπής, σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στην οδηγία 98/34/ΕΚ για τους σκοπούς θέσπισης μιας ευρωπαϊκής απαίτησης. Η συμμόρφωση με τα «εναρμονισμένα πρότυπα» δεν είναι υποχρεωτική.

2.   Η συμμόρφωση του εξοπλισμού προς τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα τα στοιχεία αναφοράς των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί τεκμήριο, εκ μέρους των κρατών μελών, συμμόρφωσης προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις που αναφέρονται στο παράρτημα I τις οποίες αφορούν τα εν λόγω πρότυπα. Το τεκμήριο συμμόρφωσης περιορίζεται στο πεδίο εφαρμογής των εν λόγω εναρμονισμένων προτύπων και των σχετικών ουσιωδών απαιτήσεων που καλύπτονται από αυτά τα εναρμονισμένα πρότυπα.

3.   Όταν ένα κράτος μέλος ή η Επιτροπή θεωρεί ότι ένα εναρμονισμένο πρότυπο δεν ικανοποιεί πλήρως τις ουσιώδεις απαιτήσεις που αναφέρονται στο παράρτημα I, υποβάλλει το θέμα στη μόνιμη επιτροπή που συστάθηκε με την οδηγία 98/34/ΕΚ (η οποία στη συνέχεια ονομάζεται «επιτροπή»), αναφέροντας τους λόγους για την ενέργεια αυτή. Η επιτροπή γνωμοδοτεί χωρίς καθυστέρηση.

4.   Με βάση τη γνώμη της επιτροπής, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων λαμβάνει μία από τις ακόλουθες αποφάσεις σε σχέση με τα στοιχεία αναφοράς των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων:

α)

να μην τα δημοσιεύσει·

β)

να τα δημοσιεύσει με περιορισμούς·

γ)

να διατηρήσει τα στοιχεία αναφοράς στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

δ)

να αποσύρει τα στοιχεία αναφοράς από την Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η Επιτροπή ενημερώνει αμελλητί τα κράτη μέλη για την απόφασή της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΣΥΣΚΕΥΕΣ

Άρθρο 7

Διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης για συσκευές

Η συμμόρφωση μιας συσκευής προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις που αναφέρονται στο παράρτημα Ι αποδεικνύεται με τη διαδικασία που περιγράφεται στο παράρτημα ΙΙ (εσωτερικός έλεγχος παραγωγής). Ωστόσο, κατά την κρίση του κατασκευαστή ή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του στην Κοινότητα, επιτρέπεται να εφαρμόζεται και η διαδικασία που περιγράφεται στο παράρτημα ΙΙΙ.

Άρθρο 8

Σήμανση CE

1.   Οι συσκευές των οποίων η συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία έχει διαπιστωθεί με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 7 φέρουν τη σήμανση CE που πιστοποιεί το γεγονός αυτό. Την ευθύνη για την επίθεση της σήμανσης CE έχει ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του στην Κοινότητα. Η σήμανση CE τίθεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος V.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να απαγορεύουν την επίθεση, στη συσκευή ή στη συσκευασία της ή στις οδηγίες χρήσης της, σημάτων τα οποία ενδέχεται να παραπλανήσουν τρίτους ως προς τη σημασία ή/και τη γραφική απεικόνιση της σήμανσης CE.

3.   Τυχόν άλλο σήμα μπορεί να τοποθετείται στη συσκευή, στη συσκευασία της ή στις οδηγίες χρήσης της, εφόσον δεν καθιστά λιγότερο ευδιάκριτη και ευανάγνωστη τη σήμανση CE.

4.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 10, εάν η αρμόδια αρχή διαπιστώνει ότι η σήμανση CE έχει τοποθετηθεί αντικανονικά, ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του στην Κοινότητα υποχρεούται να μεριμνήσει για τη συμμόρφωση της συσκευής προς τις διατάξεις σχετικά με τη σήμανση CE υπό τους όρους που επιβάλλει το οικείο κράτος μέλος.

Άρθρο 9

Άλλα σήματα και πληροφορίες

1.   Κάθε συσκευή αναγνωρίζεται από τον αριθμό τύπου, παρτίδας, σειράς, ή οποιαδήποτε άλλη πληροφορία επιτρέπει την αναγνώρισή της.

2.   Κάθε συσκευή συνοδεύεται από το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν δεν είναι εγκατεστημένος στην Κοινότητα, από το όνομα και τη διεύθυνση του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του ή του προσώπου στην Κοινότητα που είναι υπεύθυνο για τη διάθεση της συσκευής στην κοινοτική αγορά.

3.   Ο κατασκευαστής παρέχει πληροφορίες για οποιεσδήποτε ειδικές προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται κατά τη συναρμολόγηση, την εγκατάσταση, τη συντήρηση ή τη χρήση της συσκευής ώστε να εξασφαλίζεται, όταν τεθεί σε λειτουργία, η συμμόρφωσή της προς τις απαιτήσεις προστασίας που προβλέπονται στο παράρτημα Ι, σημείο 1.

4.   Οι συσκευές, για τις οποίες η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις προστασίας δεν εξασφαλίζεται σε κατοικημένες περιοχές, συνοδεύονται από σαφή ένδειξη αυτού του περιορισμού χρήσης και, όπου απαιτείται, η ένδειξη αυτή εμφαίνεται στη συσκευασία.

5.   Οι πληροφορίες που απαιτούνται για να είναι δυνατή η χρήση της συσκευής σύμφωνα με τον προβλεπόμενο προορισμό της περιέχονται στις οδηγίες που συνοδεύουν τη συσκευή.

Άρθρο 10

Μέτρα διασφάλισης

1.   Όταν ένα κράτος μέλος διαπιστώνει ότι συσκευή που φέρει τη σήμανση CE δεν πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, λαμβάνει κάθε πρόσφορο μέτρο ώστε να αποσύρεται η συσκευή από την αγορά ή να απαγορεύεται η διάθεσή της στην αγορά ή η θέση σε λειτουργία, ή να περιορίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία της.

2.   Το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα υπόλοιπα κράτη μέλη σχετικά με το μέτρο αυτό και αναφέρει τους λόγους για τους οποίους έλαβε την απόφαση και, ειδικότερα, αν η μη συμμόρφωση οφείλεται σε:

α)

μη τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων του παραρτήματος I, εφόσον η συσκευή δεν πληροί τα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 6·

β)

πλημμελή εφαρμογή των εναρμονισμένων προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 6·

γ)

ελλείψεις των εναρμονισμένων προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 6.

3.   Η Επιτροπή διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη το συντομότερο δυνατόν και, στη συνέχεια, ενημερώνει τα κράτη μέλη για το κατά πόσον θεωρεί το μέτρο δικαιολογημένο.

4.   Αν το μέτρο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 οφείλεται σε ελλείψεις των εναρμονισμένων προτύπων, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ύστερα από διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους, εφόσον το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος σκοπεύει να το διατηρήσει, προσφεύγει στην επιτροπή και κινεί τη διαδικασία του άρθρου 6 παράγραφοι 3 και 4.

5.   Όταν η συσκευή, η οποία δεν συμμορφώνεται προς την οδηγία, έχει υποβληθεί στη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙΙ, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα έναντι αυτού που συνέταξε τη δήλωση που αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙΙ σημείο 3 και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

Άρθρο 11

Αποφάσεις σχετικά με την απόσυρση, την απαγόρευση ή τον περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των συσκευών

1.   Κάθε απόφαση που λαμβάνεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία για να αποσυρθεί μια συσκευή από την αγορά, να απαγορευθεί ή να περιοριστεί η διάθεσή της στην αγορά ή η θέση της σε λειτουργία, ή να εμποδιστεί η ελεύθερη κυκλοφορία της, πρέπει να αιτιολογείται. Οι αποφάσεις αυτές κοινοποιούνται στον ενδιαφερόμενο, το συντομότερο δυνατόν, με ταυτόχρονη μνεία των μέσων προσφυγής τα οποία προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία στο οικείο κράτος μέλος, καθώς και των προθεσμιών εντός των οποίων πρέπει να ασκηθούν οι προσφυγές αυτές.

2.   Σε περίπτωση απόφασης κατά την έννοια της παραγράφου 1, ο κατασκευαστής, ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του, ή άλλος ενδιαφερόμενος έχουν τη δυνατότητα να εκθέσουν την άποψή τους εκ των προτέρων, εκτός αν η διαβούλευση αυτή δεν είναι δυνατή λόγω του επείγοντα χαρακτήρα του μέτρου που πρέπει να ληφθεί, κυρίως όταν πρόκειται για απαιτήσεις σε σχέση με το δημόσιο συμφέρον.

Άρθρο 12

Κοινοποιημένοι οργανισμοί

1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα στοιχεία των φορέων τους οποίους ορίζουν για την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ. Όταν ορίζουν τους φορείς αυτούς, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα κριτήρια του παραρτήματος VΙ.

Στην κοινοποίηση προσδιορίζεται αν οι οργανισμοί αυτοί έχουν οριστεί για να εκτελούν τα καθήκοντα που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ για όλες τις συσκευές που καλύπτει η παρούσα οδηγία ή/και να διασφαλίζουν την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων που αναφέρονται στο παράρτημα Ι ή αν η εντολή τους περιορίζεται σε ορισμένες ειδικές πτυχές ή/και κατηγορίες συσκευών.

2.   Οι οργανισμοί που πληρούν τα κριτήρια αξιολόγησης τα οποία προβλέπονται στα εναρμονισμένα πρότυπα τεκμαίρεται ότι πληρούν τα κριτήρια του παραρτήματος VΙ τα οποία καλύπτονται από τα εν λόγω εναρμονισμένα πρότυπα. Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα στοιχεία αναφοράς των προτύπων αυτών.

3.   Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατάλογο των κοινοποιημένων οργανισμών. Η Επιτροπή εξασφαλίζει την ενημέρωση του καταλόγου.

4.   Αν ένα κράτος μέλος διαπιστώσει ότι ένας οργανισμός δεν πληροί πλέον τα κριτήρια που αναφέρονται στο παράρτημα VΙ, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και τα υπόλοιπα κράτη μέλη. Η Επιτροπή αποσύρει τα στοιχεία αναφοράς του εν λόγω οργανισμού από τον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΣΤΑΘΕΡΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

Άρθρο 13

Σταθερές εγκαταστάσεις

1.   Οι συσκευές που έχουν διατεθεί στην αγορά και μπορούν να ενσωματωθούν σε σταθερή εγκατάσταση διέπονται από όλες τις συναφείς διατάξεις για τις συσκευές, οι οποίες ορίζονται στην παρούσα οδηγία.

Ωστόσο, οι διατάξεις των άρθρων 5, 7, 8 και 9 δεν είναι υποχρεωτικές στην περίπτωση συσκευών που προορίζονται να ενσωματωθούν σε συγκεκριμένη σταθερή εγκατάσταση και δεν διατίθενται στο εμπόριο για άλλο σκοπό. Στις περιπτώσεις αυτές, η συνοδευτική τεκμηρίωση προσδιορίζει τη σταθερή εγκατάσταση και τα χαρακτηριστικά της ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας και τις προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται για την ενσωμάτωση της συσκευής στη σταθερή εγκατάσταση για να μην τίθεται σε κίνδυνο η συμμόρφωση της συγκεκριμένης εγκατάστασης. Επιπλέον, η τεκμηρίωση αυτή πρέπει να περιλαμβάνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 9.

2.   Εάν υπάρχουν ενδείξεις μη συμμόρφωσης της σταθερής εγκατάστασης, ιδίως δε εάν υπάρχουν καταγγελίες για διαταραχές που προκαλούνται από την εγκατάσταση, οι αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους μπορούν να ζητούν απόδειξη της συμμόρφωσης της σταθερής εγκατάστασης και, ενδεχομένως, να κινούν διαδικασία αξιολόγησης.

Όταν διαπιστώνεται μη συμμόρφωση, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιβάλλουν κατάλληλα μέτρα για τη συμμόρφωση της εγκατάστασης προς τις απαιτήσεις προστασίας του παραρτήματος Ι, σημείο 1.

3.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες διατάξεις για τον προσδιορισμό του ή των προσώπων που θα είναι υπεύθυνα για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης μιας σταθερής εγκατάστασης προς τις σχετικές ουσιώδεις απαιτήσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 14

Κατάργηση

Η οδηγία 89/336/EOK καταργείται από τις 20 Ιουλίου 2007.

Κάθε αναφορά στην οδηγία 89/336/ΕΟΚ θεωρείται ότι γίνεται στην παρούσα οδηγία και διαβάζεται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που περιέχεται στο παράρτημα VΙΙ.

Άρθρο 15

Μεταβατικές διατάξεις

Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά ή/και τη θέση σε λειτουργία του εξοπλισμού που πληροί τις διατάξεις της οδηγίας 89/336/EOK και ο οποίος είχε διατεθεί στην αγορά πριν από τις 20 Ιουλίου 2009.

Άρθρο 16

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, το αργότερο στις 20 Ιανουαρίου 2007, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή σχετικά. Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 20 Ιουλίου 2007. Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτήν κατά την επίσημη έκδοσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εσωτερικού δικαίου, τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 17

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 18

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 15 Δεκεμβρίου 2004.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BORRELL FONTELLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. NICOLAÏ


(1)  ΕΕ C 220 της 16.9.2003, σ. 13.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Μαρτίου 2004 (δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και Απόφαση του Συμβουλίου της 29ης Νοεμβρίου 2004.

(3)  ΕΕ L 139 της 23.5.1989, σ. 19· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 93/68/EOK (ΕΕ L 220 της 30.8.1993, σ. 1).

(4)  ΕΕ L 91, 7.4.1999, σ. 10· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(5)  ΕΕ C 136 της 4.6.1985, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 204 της 21.7.1998, σ. 37· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την Πράξη Προσχώρησης του 2003.

(7)  ΕΕ L 240 της 7.9.2002, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1701/2003 της Επιτροπής (ΕΕ L 243 της 27.9.2003, σ. 5).

(8)  Καταστατικός χάρτης και Σύμβαση της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών που εγκρίθηκε από την Συμπληρωματική Διάσκεψη Πληρεξουσίων (Γενεύη, 1992) όπως τροποποιήθηκε από τη Διάσκεψη Πληρεξουσίων (Κυότο, 1994).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 5

1.   Απαιτήσεις προστασίας

Ο εξοπλισμός σχεδιάζεται και κατασκευάζεται κατά τρόπον ώστε, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο της τεχνολογίας, να εξασφαλίζεται ότι:

α)

οι προκαλούμενες ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές περιορίζονται σε επίπεδο τέτοιο ώστε ο ραδιοεξοπλισμός και ο τηλεπικοινωνιακός εξοπλισμός ή άλλος εξοπλισμός να μπορεί να λειτουργεί όπως θα έπρεπε·

β)

έχει το αναμενόμενο επίπεδο ατρωσίας στις ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές για την προβλεπόμενη χρήση του, που του επιτρέπει να λειτουργεί χωρίς απαράδεκτη υποβάθμιση της προβλεπόμενης χρήσης του.

2.   Ειδικές απαιτήσεις για τις σταθερές εγκαταστάσεις

Εγκατάσταση και προβλεπόμενη χρήση των κατασκευαστικών στοιχείων

Μια σταθερή εγκατάσταση τοποθετείται σύμφωνα με ορθές μηχανολογικές πρακτικές και λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες για την προβλεπόμενη χρήση των κατασκευαστικών στοιχείων της, για την ικανοποίηση των απαιτήσεων προστασίας που προβλέπονται στο σημείο 1. Οι εν λόγω ορθές μηχανολογικές πρακτικές πρέπει να είναι τεκμηριωμένες, η δε τεκμηρίωσή τους να βρίσκεται στη διάθεση του υπεύθυνου ή των υπευθύνων των αρμόδιων εθνικών αρχών, για σκοπούς επιθεωρήσεων, καθ' όλη τη διάρκεια λειτουργίας της σταθερής εγκατάστασης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙI

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 7

(εσωτερικός έλεγχος παραγωγής)

1.

Ο κατασκευαστής αξιολογεί την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα της συσκευής, βάσει των σχετικών φαινομένων, για την τήρηση των απαιτήσεων προστασίας που προβλέπονται στο παράρτημα Ι, σημείο 1. H ορθή εφαρμογή όλων των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, των οποίων τα στοιχεία αναφοράς έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ισοδυναμεί με την πραγματοποίηση της αξιολόγησης της ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας.

2.

Κατά την αξιολόγηση της ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας, λαμβάνονται υπόψη όλες οι κανονικές συνθήκες της προβλεπόμενης λειτουργίας. Εάν η συσκευή μπορεί να διαμορφωθεί με διαφορετικούς τρόπους, η αξιολόγηση της ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας επιβεβαιώνει ότι η συσκευή πληροί τις απαιτήσεις προστασίας που προβλέπονται στο παράρτημα Ι, σημείο 1 σε όλες τις πιθανές διαμορφώσεις που ο κατασκευαστής θεωρεί αντιπροσωπευτικές της προβλεπόμενης χρήσης της.

3.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος ΙV, ο κατασκευαστής καταρτίζει τεχνικό φάκελο ο οποίος αποδεικνύει τη συμμόρφωση της συσκευής προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

4.

Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του τηρεί τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των αρμόδιων αρχών επί δέκα έτη τουλάχιστον από την ημερομηνία κατασκευής της τελευταίας συσκευής.

5.

Η συμμόρφωση της συσκευής προς όλες τις σχετικές ουσιώδεις απαιτήσεις βεβαιώνεται με δήλωση συμμόρφωσης ΕΚ η οποία εκδίδεται από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του στην Κοινότητα.

6.

Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του τηρεί τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΚ στη διάθεση των αρμόδιων αρχών επί δέκα έτη τουλάχιστον από την ημερομηνία κατασκευής της τελευταίας συσκευής.

7.

Σε περίπτωση που ούτε ο κατασκευαστής ούτε ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα, η υποχρέωση τήρησης της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΚ και του τεχνικού φακέλου στη διάθεση των αρμόδιων αρχών βαρύνει το πρόσωπο που διαθέτει τη συσκευή στην κοινοτική αγορά.

8.

Ο κατασκευαστής πρέπει να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε τα προϊόντα να κατασκευάζονται σύμφωνα με τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 3 και προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας οι οποίες ισχύουν για αυτά.

9.

Ο τεχνικός φάκελος και η δήλωση συμμόρφωσης ΕΚ καταρτίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις που ορίζονται στο παράρτημα ΙV.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙII

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 7

1.

Η διαδικασία συνίσταται στην εφαρμογή του παραρτήματος ΙI με τις εξής συμπληρώσεις:

2.

Ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του στην Κοινότητα υποβάλλει στον κοινοποιημένο οργανισμό που αναφέρεται στο άρθρο 12 τον τεχνικό φάκελο και ζητά από τον κοινοποιημένο οργανισμό τη διενέργεια αξιολόγησης. Ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του στην Κοινότητα επισημαίνουν στον κοινοποιημένο οργανισμό τις πτυχές των ουσιωδών απαιτήσεων που πρέπει να αξιολογήσει ο κοινοποιημένος οργανισμός.

3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει τον τεχνικό φάκελο και αξιολογεί εάν ο τεχνικός φάκελος αποδεικνύει ορθώς την τήρηση των απαιτήσεων της οδηγίας τις οποίες πρέπει να αξιολογήσει. Εάν επιβεβαιωθεί η συμμόρφωση της συσκευής, ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί, στον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του στην Κοινότητα, δήλωση με την οποία επιβεβαιώνεται η συμμόρφωση της συσκευής. Η δήλωση περιορίζεται στις πτυχές των ουσιωδών απαιτήσεων τις οποίες αξιολόγησε ο κοινοποιημένος οργανισμός.

4.

Ο κατασκευαστής προσθέτει τη δήλωση του κοινοποιημένου οργανισμού στον τεχνικό φάκελο.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΦΑΚΕΛΟΣ ΚΑΙ ΔΗΛΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΕΚ

1.   Τεχνικός φάκελος

Ο τεχνικός φάκελος πρέπει να επιτρέπει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης της συσκευής προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις. Πρέπει να καλύπτει το σχεδιασμό και την κατασκευή της συσκευής και να περιλαμβάνει ιδίως:

γενική περιγραφή της συσκευής,

αποδεικτικά στοιχεία όσον αφορά τη συμμόρφωση με τα τυχόν εναρμονισμένα πρότυπα που έχουν εφαρμοστεί εξ ολοκλήρου ή εν μέρει,

αν ο κατασκευαστής δεν έχει εφαρμόσει εναρμονισμένα πρότυπα ή τα έχει εφαρμόσει μόνο εν μέρει, περιγραφή και επεξήγηση των ληφθέντων μέτρων για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων της οδηγίας, συμπεριλαμβανομένης περιγραφής της αξιολόγησης της ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας που προβλέπεται στο παράρτημα IΙ σημείο 1, αποτελέσματα υπολογισμών σχεδιασμού, εξετάσεις που έχουν πραγματοποιηθεί, εκθέσεις δοκιμών, κ.λπ.

δήλωση του κοινοποιημένου οργανισμού, στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται η διαδικασία του παραρτήματος ΙΙΙ.

2.   Δήλωση συμμόρφωσης ΕΚ

Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΚ πρέπει να περιέχει, τουλάχιστον, τα εξής:

αναφορά στην παρούσα οδηγία,

στοιχεία αναγνώρισης της συγκεκριμένης συσκευής, όπως ορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1,

όνομα και διεύθυνση του κατασκευαστή και, ενδεχομένως, όνομα και διεύθυνση του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του στην Κοινότητα,

χρονολογημένη αναφορά των προδιαγραφών ως προς τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση της συσκευής προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας,

ημερομηνία της δήλωσης,

στοιχεία ταυτότητας και υπογραφή του προσώπου που έχει εξουσιοδοτηθεί να ενεργεί για λογαριασμό του κατασκευαστή ή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΣΗΜΑΝΣΗ «CE», ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 8

Η σήμανση «CE» αποτελείται από τα αρχικά «CE» με την ακόλουθη μορφή:

Image

Η σήμανση CE πρέπει να έχει ύψος τουλάχιστον 5 mm. Σε περίπτωση σμίκρυνσης ή μεγέθυνσης της σήμανσης CE, πρέπει να τηρούνται οι αναλογίες της παραπάνω γραφικής απεικόνισης.

Η σήμανση CE πρέπει να τοποθετείται στη συσκευή ή στην αναγνωριστική πινακίδα της. Εάν αυτό δεν είναι δυνατό ή δικαιολογημένο λόγω της φύσης της συσκευής, πρέπει να τοποθετείται στη συσκευασία, αν υπάρχει, και στα συνοδευτικά έγγραφα.

Εάν η συσκευή αποτελεί το αντικείμενο άλλων οδηγιών που καλύπτουν άλλες πτυχές και προβλέπουν επίσης τη σήμανση CE, η σήμανση υποδηλώνει συμμόρφωση της συσκευής και προς τις εν λόγω άλλες οδηγίες.

Ωστόσο, αν μία ή περισσότερες από τις οδηγίες αυτές επιτρέπουν στον κατασκευαστή, κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου, να επιλέγει τις ρυθμίσεις που επιθυμεί να εφαρμόσει, η σήμανση CE υποδηλώνει συμμόρφωση μόνο με τις οδηγίες που εφαρμόζει ο κατασκευαστής. Στην περίπτωση αυτήν, τα στοιχεία των οδηγιών που εφαρμόζονται, όπως δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να αναγράφονται στα απαιτούμενα έγγραφα, σημειώματα ή οδηγίες χρήσης που συνοδεύουν την εν λόγω συσκευή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΘΟΥΝ

1.

Οι οργανισμοί που κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη πρέπει να πληρούν τις ακόλουθες στοιχειώδεις προϋποθέσεις:

α)

πρέπει να διαθέτουν το αναγκαίο προσωπικό, μέσα και εξοπλισμό·

β)

το προσωπικό πρέπει να διαθέτει τεχνική επάρκεια και επαγγελματική ακεραιότητα·

γ)

ανεξαρτησία όσον αφορά τη σύνταξη των εκθέσεων και την διενέργεια των ελέγχων που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία·

δ)

τα στελέχη και το τεχνικό προσωπικό πρέπει να είναι ανεξάρτητα από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ομάδες ή πρόσωπα που έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με το συγκεκριμένο εξοπλισμό·

ε)

το προσωπικό πρέπει να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο·

στ)

πρέπει να είναι ασφαλισμένοι για αστική ευθύνη εκτός αν η ευθύνη αυτή καλύπτεται από το κράτος μέλος δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας.

2.

Η τήρηση των προϋποθέσεων που αναφέρονται στο σημείο 1 επαληθεύεται περιοδικά από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 89/336/EOK

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1, σημείο 1

Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 1, σημείο 2

Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο ε)

Άρθρο 1, σημείο 3

Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο στ)

Άρθρο 1, σημείο 4

Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο δ)

Άρθρο 1 σημεία 5 και 6

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 1, παράγραφος 1

Άρθρο 2, παράγραφος 2

Άρθρο 1, παράγραφος 4

Άρθρο 2, παράγραφος 3

Άρθρο 1, παράγραφος 2

Άρθρο 3

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 5 και παράρτημα I

Άρθρο 5

Άρθρο 4, παράγραφος 1

Άρθρο 6

Άρθρο 4, παράγραφος 2

Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο α)

Άρθρο 6, παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β)

Άρθρο 7, παράγραφος 2

Άρθρο 7, παράγραφος 3

Άρθρο 8, παράγραφος 1

Άρθρο 6, παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 8, παράγραφος 2

Άρθρο 9, παράγραφος 1

Άρθρο 10, παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 9, παράγραφος 2

Άρθρο 10, παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 9, παράγραφος 3

Άρθρο 10, παράγραφος 5

Άρθρο 9, παράγραφος 4

Άρθρο 10, παράγραφος 3

Άρθρο 10, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 7, παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ

Άρθρο 10, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 8

Άρθρο 10, παράγραφος 2

Άρθρο 7, παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ

Άρθρο 10, παράγραφος 3

Άρθρο 10, παράγραφος 4

Άρθρο 10, παράγραφος 5

Άρθρο 7, παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ

Άρθρο 10, παράγραφος 6

Άρθρο 12

Άρθρο 11

Άρθρο 14

Άρθρο 12

Άρθρο 16

Άρθρο 13

Άρθρο 18

Παράρτημα I, τμήμα 1

Παράρτημα IV, τμήμα 2

Παράρτημα I, τμήμα 2

Παράρτημα V

Παράρτημα II

Παράρτημα VΙ

Παράρτημα III, τελευταία παράγραφος

Άρθρο 9, παράγραφος 5


31.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 390/38


ΟΔΗΓΊΑ 2004/109/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Δεκεμβρίου 2004

για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/34/ΕK

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 44 και 95,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι αποτελεσματικές, διαφανείς και ενοποιημένες αγορές κινητών αξιών συμβάλλουν στη διαμόρφωση μιας γνήσιας ενιαίας αγοράς στην Κοινότητα ενώ παράλληλα προάγουν την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης μέσω της καλύτερης κατανομής του κεφαλαίου και της μείωσης του κόστους. Η κοινολόγηση ακριβών και περιεκτικών πληροφοριών εγκαίρως σχετικά με τους εκδότες κινητών αξιών εμπεδώνει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και τους παρέχει τη δυνατότητα να αξιολογούν έχοντας ενημέρωση τις επιχειρηματικές επιδόσεις και τα περιουσιακά στοιχεία των εν λόγω εκδοτών. Τούτο ενισχύει τόσο την προστασία των επενδυτών όσο και την αποτελεσματικότητα της αγοράς.

(2)

Για τον σκοπό αυτό, οι εκδότες κινητών αξιών θα πρέπει να διασφαλίζουν την κατάλληλη διαφάνεια έναντι των επενδυτών μέσω της τακτικής ροής στοιχείων πληροφόρησης. Για τον ίδιο σκοπό, οι μέτοχοι, ή τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν δικαίωμα ψήφου ή είναι κάτοχοι άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων που ενσωματώνουν δικαίωμα απόκτησης υφισταμένων μετοχών με δικαίωμα ψήφου, θα πρέπει επίσης να ενημερώνουν τους εκδότες σχετικά με την απόκτηση ή άλλες μεταβολές που επέρχονται σε σημαντικές συμμετοχές στο κεφάλαιο εταιρειών, έτσι ώστε οι εκδότες να είναι σε θέση να τηρούν ενήμερο το κοινό.

(3)

Η ανακοίνωση της Επιτροπής της 11ης Μαΐου 1999, με τίτλο «Εφαρμογή του πλαισίου για τις χρηματοπιστωτικές αγορές: Πρόγραμμα δράσης», καθορίζει ορισμένες δράσεις που είναι απαραίτητες για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας του Μαρτίου 2000 ζήτησε να υλοποιηθεί ως το 2005 αυτό το πρόγραμμα δράσης. Στο εν λόγω πρόγραμμα υπογραμμίζεται η ανάγκη κατάρτισης οδηγίας που θα αναβαθμίζει τις απαιτήσεις διαφάνειας. Η ανάγκη αυτή επιβεβαιώθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης του Μαρτίου 2002.

(4)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμβιβάζεται με τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη συνθήκη και το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για το ΕΣΚΤ και τις κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών· σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στις κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών οι μετοχές των οποίων έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, ώστε να παρέχονται εγγυήσεις για την επιδίωξη των στόχων του πρωτογενούς κοινοτικού δικαίου.

(5)

Η περαιτέρω εναρμόνιση των διατάξεων των εθνικών δικαίων σχετικά με τις υποχρεώσεις περιοδικής και διαρκούς πληροφόρησης εκ μέρους των εκδοτών κινητών αξιών θα πρέπει να οδηγήσει σε υψηλό επίπεδο προστασίας των επενδυτών σε ολόκληρη την Κοινότητα. Ωστόσο, η παρούσα οδηγία δεν επηρεάζει την υφιστάμενη κοινοτική νομοθεσία για τα μερίδια που εκδίδουν οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων πλην των οργανισμών κλειστού τύπου, ή τα μερίδια που αποκτώνται ή διατίθενται στο πλαίσιο οργανισμών αυτού του είδους.

(6)

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, θεωρείται ότι η εποπτεία εκδότη μετοχών ή χρεωστικών τίτλων, των οποίων η ανά μονάδα ονομαστική αξία είναι μικρότερη των 1 000 ευρώ, μπορεί να ασκείται αποτελεσματικότερα από το κράτος μέλος στο οποίο ο εκδότης έχει την καταστατική του έδρα. Σχετικά με το θέμα αυτό, είναι απαραίτητο να διασφαλισθεί η συνοχή με την οδηγία 2003/71/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, για το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση (4). Με βάση τα ίδια κριτήρια, θα πρέπει να υπάρχει ευελιξία που να επιτρέπει σε εκδότες τρίτων χωρών και σε εταιρείες της Κοινότητας που εκδίδουν μόνον κινητές αξίες άλλες από αυτές που αναφέρονται ανωτέρω, να επιλέγουν το κράτος μέλος προέλευσης.

(7)

Το υψηλό επίπεδο προστασίας των επενδυτών σε ολόκληρη την Κοινότητα θα επιτρέψει την άρση των εμποδίων για την εισαγωγή κινητών αξιών σε ρυθμιζόμενες αγορές ευρισκόμενες ή λειτουργούσες σε κράτος μέλος. Τα κράτη μέλη πλην του κράτους μέλους προέλευσης δεν θα πρέπει να έχουν πλέον τη δυνατότητα περιορισμού της εισαγωγής κινητών αξιών στις ρυθμιζόμενες αγορές τους επιβάλλοντας αυστηρότερες προϋποθέσεις ως προς την περιοδική και διαρκή πληροφόρηση στους εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά.

(8)

Η άρση των εμποδίων με βάση την αρχή του κράτους μέλους προέλευσης σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, δεν θα πρέπει να επηρεάσει τομείς που δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, όπως τα δικαιώματα των μετόχων να παρεμβαίνουν στη διοίκηση ενός εκδότη. Επίσης, δεν θα πρέπει να επηρεάσει το δικαίωμα του κράτους μέλους προέλευσης να ζητά από τον εκδότη να δημοσιεύει, επιπροσθέτως, μέσω του Τύπου, το σύνολο ή μέρος των ρυθμιζόμενων πληροφοριών.

(9)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή των διεθνών λογιστικών προτύπων (5), έχει ήδη προετοιμάσει το έδαφος για τη διακοινοτική σύγκλιση, — των προτύπων οικονομικής πληροφόρησης για εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και οι οποίοι υποχρεούνται να καταρτίζουν ενοποιημένους λογαριασμούς. Έχει, επομένως, ήδη θεσπισθεί ειδικό καθεστώς για τους εκδότες κινητών αξιών πέραν του γενικού συστήματος που ισχύει για όλες τις εταιρείες, κατά τα οριζόμενα στις οδηγίες εταιρικού δικαίου. Η παρούσα οδηγία αναπτύσσει περαιτέρω αυτή την προσέγγιση όσον αφορά την υποβολή ετήσιων και ενδιάμεσων οικονομικών εκθέσεων, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της ειλικρινούς και επακριβούς απεικόνισης των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού, της οικονομικής κατάστασης και των αποτελεσμάτων χρήσεως ενός εκδότη. Μία δέσμη συνοπτικών οικονομικών καταστάσεων, που θα αποτελούν τμήμα της εξαμηνιαίας οικονομικής έκθεσης, αποτελεί επίσης επαρκή βάση για την ειλικρινή και επακριβή απεικόνιση του πρώτου εξαμήνου της οικονομικής χρήσης ενός εκδότη.

(10)

Μία ετήσια οικονομική έκθεση θα πρέπει να παρέχει πληροφορίες για όλο το διάστημα κατά το οποίο οι κινητές αξίες ενός εκδότη έχουν εισαχθεί σε ρυθμιζόμενη αγορά. Οι επενδυτές σε κινητές αξίες θα μπορούν να επωφελούνται από τη μεγαλύτερη συγκρισιμότητα των ετήσιων οικονομικών εκθέσεων μόνον όταν μπορούν να είναι βέβαιοι ότι οι πληροφορίες αυτές θα δημοσιεύονται εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος μετά τη λήξη του οικονομικού έτους. Ως προς τους χρεωστικούς τίτλους που έχουν ήδη γίνει δεκτοί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005 και που έχουν εκδοθεί από εκδότες που έχουν συσταθεί σε τρίτη χώρα, το κράτος μέλος προέλευσης δύναται, υπό ορισμένους όρους, να επιτρέπει στους εκδότες να μην συντάσσουν ετήσιες οικονομικές εκθέσεις σύμφωνα με τα πρότυπα που ορίζει η παρούσα oδηγία.

(11)

Η παρούσα οδηγία επιβάλει πληρέστερες εξαμηνιαίες οικονομικές εκθέσεις για τους εκδότες μετοχών που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά. Αυτό θα πρέπει να δώσει τη δυνατότητα στους επενδυτές να αξιολογούν καλύτερα την κατάσταση του εκδότη έχοντας την κατάλληλη ενημέρωση.

(12)

Το κράτος μέλος προέλευσης μπορεί να προβλέπει την απαλλαγή εκδοτών χρεωστικών τίτλων από την ανά εξάμηνο υποβολή εκθέσεων στην περίπτωση:

πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν ως μικρού μεγέθους εκδότες χρεωστικών τίτλων, ή

εκδοτών που υπήρχαν ήδη κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, οι οποίοι εκδίδουν αποκλειστικά χρεωστικούς τίτλους που καλύπτονται από εγγύηση αμετάκλητη και χωρίς αιρέσεις του κράτους μέλους προέλευσης ή μιας περιφερειακής ή τοπικής αρχής του, ή

κατά τη διάρκεια δεκαετούς μεταβατικής περιόδου, μόνο ως προς ορισμένους χρεωστικούς τίτλους οι οποίοι έχουν ήδη γίνει δεκτοί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005 και απευθύνονται αποκλειστικά σε επαγγελματίες επενδυτές. Εάν η εξαίρεση αυτή έχει χορηγηθεί από το κράτος μέλος προέλευσης, τότε δεν μπορεί να επεκτείνεται σε κανέναν άλλο χρεωστικό τίτλο ο οποίος τυχόν γίνεται δεκτός μεταγενέστερα σε ρυθμιζόμενη αγορά.

(13)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο χαιρετίζουν τη δέσμευση της Επιτροπής να εξετάσει συντόμως την ενίσχυση της διαφάνειας στις πολιτικές αμοιβών, τις συνολικώς καταβαλλόμενες αμοιβές, συμπεριλαμβανομένων και των απρόοπτων ή των μελλοντικών αποζημιώσεων και των ωφελειών σε είδος που χορηγούνται σε κάθε μέλος των διοικητικών, διαχειριστικών ή εποπτικών οργάνων στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για τον «Εκσυγχρονισμό του Δικαίου των Εταιρειών και τη Βελτίωση της Εταιρικής Διακυβέρνησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση» της 21ης Μαΐου 2003 και την πρόθεση της Επιτροπής να υποβάλει σύσταση επί του θέματος αυτού στο εγγύς μέλλον.

(14)

Το κράτος μέλος προέλευσης θα πρέπει να ενθαρρύνει τους εκδότες των οποίων οι μετοχές έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και των οποίων οι κύριες δραστηριότητες αφορούν τον κλάδο της εξορυκτικής βιομηχανίας, να αποκαλύπτουν στις ετήσιες οικονομικές τους εκθέσεις τις πληρωμές που καταβάλλουν σε κυβερνήσεις. Το κράτος μέλος προέλευσης θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνει την αύξηση της διαφάνειας των εν λόγω πληρωμών σύμφωνα με το πλαίσιο που έχει καθιερωθεί σε διάφορα διεθνή οικονομικά φόρα.

(15)

Η παρούσα οδηγία καθιστά επίσης υποχρεωτική την ανά εξάμηνο υποβολή εκθέσεων για εκδότες μόνο χρεωστικών τίτλων σε ρυθμιζόμενες αγορές. Θα πρέπει να προβλέπονται εξαιρέσεις μόνο για αγορές χονδρικού εμπορίου, με βάση την ανά μονάδα ονομαστική αξία η οποία ξεκινά από 50 000 ευρώ, όπως προβλέπεται και στην οδηγία 2003/71/ΕΚ. Στην περίπτωση χρεωστικών τίτλων οι οποίοι εκδίδονται σε άλλο νόμισμα, οι εξαιρέσεις θα πρέπει να είναι δυνατές μόνο εφόσον η ανά μονάδα ονομαστική αξία σε αυτό το νόμισμα είναι, κατά την ημερομηνία της έκδοσης, τουλάχιστον αντίστοιχη προς 50 000 ευρώ.

(16)

Η συχνότερη γνωστοποίηση ενδιάμεσων πληροφοριών είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πιο έγκαιρη και πιο αξιόπιστη παροχή πληροφοριών σχετικά με τις επιδόσεις του εκδότη μετοχών. Θα πρέπει, συνεπώς, να εισαχθεί η υποχρέωση δημοσίευση μιας ενδιάμεσης κατάστασης διαχείρισης κατά το πρώτο εξάμηνο και μιας δεύτερης ενδιάμεσης κατάστασης διαχείρισης κατά το δεύτερο εξάμηνο της οικονομικής χρήσης. Οι εκδότες μετοχών, οι οποίοι εκδίδουν ήδη τριμηνιαίες οικονομικές εκθέσεις, δεν θα πρέπει να υποχρεώνονται στη δημοσίευση ενδιάμεσων καταστάσεων διαχείρισης.

(17)

Θα πρέπει να εφαρμόζονται ενδεδειγμένοι κανόνες ευθύνης για τον εκδότη, τα διοικητικά, διαχειριστικά ή εποπτικά όργανα, ή τα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για τον εκδότη σύμφωνα με τα οριζόμενα στο εθνικό, νομοθετικό ή κανονιστικό πλαίσιο εκάστου κράτους μέλους. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξακολουθούν να καθορίζουν ελεύθερα την έκταση της ευθύνης.

(18)

Το κοινό θα πρέπει να ενημερώνεται για τις μεταβολές που γίνονται σε σημαντικές συμμετοχές στο κεφάλαιο εκδοτών οι μετοχές των οποίων αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενη αγορά ευρισκόμενη ή λειτουργούσα εντός της Κοινότητας. Οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να επιτρέπουν στους επενδυτές να αποκτούν ή να διαθέτουν μετοχές έχοντας πλήρη γνώση των μεταβολών που επέρχονται στη διάρθρωση των δικαιωμάτων ψήφου· επίσης, θα πρέπει να καθιστούν αποτελεσματικότερο τον έλεγχο των εκδοτών μετοχών και να βελτιώνουν τη συνολική διαφάνεια της αγοράς όσον αφορά σημαντικές κινήσεις κεφαλαίων. Σε ορισμένες περιστάσεις, θα πρέπει να παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τις μετοχές ή τα χρηματοπιστωτικά μέσα, όπως ορίζονται στο άρθρο 13, που έχουν κατατεθεί ως ασφάλεια.

(19)

Τα άρθρα 9 και 10, στοιχείο γ), δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται στις μετοχές που χορηγούνται σε ή από τα μέλη του ΕΣΚΤ, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, ως αρχών νομισματικής πολιτικής, εφόσον τα δικαιώματα ψήφου που συνδέονται με τις μετοχές αυτές δεν ασκούνται· η αναφορά στο άρθρο 11 σε «βραχεία διάρκεια» θα πρέπει να εκλαμβάνεται ότι αφορά τις πιστοδοτικές και πιστοληπτικές πράξεις, οι οποίες διενεργούνται σύμφωνα με τη συνθήκη και τις νομικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), ιδίως με τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΚΤ για τα μέσα και τις διαδικασίες της νομισματικής πολιτικής και το σύστημα TARGET, καθώς και τις πιστοδοτικές και πιστοληπτικές πράξεις που αποσκοπούν στην εκτέλεση ισοδύναμων λειτουργιών, σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις.

(20)

Προκειμένου να αποφεύγονται περιττές επιβαρύνσεις για ορισμένους φορείς της αγοράς και να προσδιορίζεται ποιος πράγματι ασκεί επιρροή σε έναν εκδότη, δεν απαιτείται η κοινοποίηση της κατοχής σημαντικού αριθμού χαρτοφυλακίων μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, όπως ορίζονται στο άρθρο 13 που οδηγούν σε δικαίωμα απόκτησης μετοχών από ειδικούς διαπραγματευτές ή θεματοφύλακες, ή κοινοποίηση της κατοχής μετοχών ή χρηματοπιστωτικών μέσων αυτού του είδους που αποκτήθηκαν αποκλειστικά για τον σκοπό της εκκαθάρισης και του διακανονισμού συναλλαγών, εντός των ορίων και των εγγυήσεων που θα εφαρμόζονται σε ολόκληρη την Κοινότητα. Θα πρέπει να επιτρέπεται στο κράτος μέλος προέλευσης να παρέχει περιορισμένες εξαιρέσεις όσον αφορά την κατοχή μετοχών σε χαρτοφυλάκια συναλλαγών πιστωτικών ιδρυμάτων και εταιρειών επενδύσεων.

(21)

Προκειμένου να διευκρινίζεται ποιος είναι πράγματι σημαντικός κάτοχος μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων του ίδιου εκδότη σε ολόκληρη την Κοινότητα, δεν θα πρέπει να απαιτείται από τις μητρικές επιχειρήσεις να αθροίζουν στις δικές τους συμμετοχές και εκείνες τις οποίες διαχειρίζονται Οργανισμοί Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (ΟΣΕΚΑ) ή οι εταιρείες επενδύσεων, εφόσον οι εν λόγω ΟΣΕΚΑ ή οι εταιρείες επενδύσεων ασκούν δικαιώματα ψήφου ανεξάρτητα από τη μητρική επιχείρηση και πληρούν ορισμένες περαιτέρω προϋποθέσεις.

(22)

Η διαρκής ενημέρωση των κατόχων κινητών αξιών που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά θα πρέπει να εξακολουθεί να στηρίζεται στην αρχή της ίσης μεταχείρισης. Αυτή η ίση μεταχείριση αφορά μόνον μετόχους που βρίσκονται στην ίδια κατηγορία και, συνεπώς, δεν θίγει το θέμα του αριθμού των δικαιωμάτων ψήφου που μπορεί να συνδέονται με συγκεκριμένη μετοχή. Στο ίδιο πνεύμα, θα πρέπει να εξακολουθεί να επιφυλάσσεται ίση μεταχείριση στους κατόχους χρεωστικών τίτλων ίσης προτεραιότητας, ακόμη και στην περίπτωση κρατικών χρεωστικών τίτλων. Η ενημέρωση των κατόχων μετοχών ή/και χρεωστικών τίτλων στις γενικές συνελεύσεις, θα πρέπει να διευκολυνθεί. Ειδικότερα, οι κάτοχοι μετοχών ή/και χρεωστικών τίτλων που ευρίσκονται στο εξωτερικό, θα πρέπει να συμμετέχουν ενεργότερα και να τους δοθεί η δυνατότητα να ορίζουν πληρεξουσίους, οι οποίοι θα ενεργούν για λογαριασμό τους. Για τους ίδιους λόγους, θα πρέπει να αποφασίζεται σε γενική συνέλευση των κατόχων μετοχών ή/και χρεωστικών τίτλων κατά πόσο θα χρησιμοποιούνται οι σύγχρονες τεχνολογίες της πληροφορικής και επικοινωνίας. Σε αυτή την περίπτωση, οι εκδότες θα πρέπει να θεσπίσουν μηχανισμούς αποτελεσματικής ενημέρωσης των κατόχων των μετοχών ή/και των χρεωστικών τίτλων τους, στο βαθμό που τους είναι δυνατό να τους αναγνωρίσουν.

(23)

Η άρση των εμποδίων και η αποτελεσματική εφαρμογή των νέων κοινοτικών προϋποθέσεων πληροφόρησης απαιτούν επίσης τον κατάλληλο έλεγχο εκ μέρους της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους προέλευσης. Η παρούσα οδηγία θα πρέπει τουλάχιστον να παρέχει ελάχιστη εγγύηση για την έγκαιρη διάθεση αυτών των πληροφοριών. Για αυτόν τον λόγο, θα πρέπει να υπάρχει τουλάχιστον σύστημα αρχειοθέτησης και αποθήκευσης των πληροφοριών σε κάθε κράτος μέλος.

(24)

Η επιβολή στον εκδότη της υποχρέωσης να μεταφράζει το σύνολο της διαρκούς και περιοδικής πληροφόρησης στις οικείες γλώσσες όλων των κρατών μελών στα οποία οι κινητές αξίες του έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση, δεν προωθεί την ενοποίηση των αγορών κινητών αξιών, αλλά αποτρέπει τη διασυνοριακή εισαγωγή κινητών αξιών προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενες αγορές. Συνεπώς, ο εκδότης θα πρέπει, σε ορισμένες περιπτώσεις, να έχει το δικαίωμα να παρέχει πληροφορίες σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στο διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα. Δεδομένου ότι απαιτούνται ιδιαίτερες προσπάθειες για την προσέλκυση επενδυτών από άλλα κράτη μέλη και τρίτες χώρες, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει πλέον να εμποδίζουν τους μετόχους, τα πρόσωπα που ασκούν δικαιώματα ψήφου, ή τους κατόχους χρηματοπιστωτικών μέσων να διενεργούν τις αναγκαίες κοινοποιήσεις προς τον εκδότη σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στο διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα.

(25)

Η πρόσβαση των επενδυτών στις πληροφορίες σχετικά με εκδότες κινητών αξιών θα πρέπει να οργανωθεί περισσότερο σε κοινοτικό επίπεδο, προκειμένου να προαχθεί ενεργά η ολοκλήρωση των ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών. Οι επενδυτές που δεν βρίσκονται στο κράτος μέλος προέλευσης του εκδότη θα πρέπει να τυγχάνουν ισότιμης μεταχείρισης με τους επενδυτές που βρίσκονται στο κράτος μέλος προέλευσης του εκδότη, όταν αναζητούν πρόσβαση σε αυτή την πληροφόρηση. Αυτό μπορεί να επιτυγχάνεται εφόσον το κράτος μέλος προέλευσης διασφαλίζει τη συμμόρφωση προς τα ελάχιστα πρότυπα ποιότητας για τη διάχυση πληροφοριών που ισχύουν σε ολόκληρη την Κοινότητα, με ταχύτητα και χωρίς την εισαγωγή διακρίσεων και αναλόγως του είδους των ρυθμιζόμενων πληροφοριών. Επίσης, οι πληροφορίες που έχουν διαχυθεί, θα πρέπει να διατίθενται στο κράτος μέλος προέλευσης μέσω κεντρικού συστήματος που θα επιτρέψει τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δικτύου προσβάσιμου σε προσιτή τιμή για τους ιδιώτες επενδυτές, το οποίο παράλληλα δεν θα δημιουργεί περιττές αλληλεπικαλύψεις όσον αφορά τις απαιτήσεις υποβολής από τους εκδότες. Οι εκδότες, όταν επιλέγουν τα μέσα ή τους φορείς για τη διάχυση πληροφοριών δυνάμει της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να επωφελούνται από τον ελεύθερο ανταγωνισμό.

(26)

Προκειμένου να απλοποιηθεί περαιτέρω η πρόσβαση των επενδυτών στις πληροφορίες σχετικά με τις εταιρείες μεταξύ των κρατών μελών, θα πρέπει να επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια των εθνικών εποπτικών αρχών να διατυπώνουν κατευθυντήριες γραμμές για τη σύσταση ηλεκτρονικών δικτύων, σε στενή συνεργασία με τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, και ιδίως με τους εκδότες κινητών αξιών, τους επενδυτές, τους φορείς της αγοράς, τους διαχειριστές των ρυθμιζόμενων αγορών και τους φορείς παροχής χρηματοοικονομικών πληροφοριών.

(27)

Για να διασφαλίζεται η αποτελεσματική προστασία των επενδυτών και η εύρυθμη λειτουργία των ρυθμιζόμενων αγορών, οι κανόνες σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να δημοσιεύονται από τους εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, θα πρέπει επίσης να ισχύουν και για τους εκδότες οι οποίοι δεν έχουν καταστατική έδρα σε κράτος μέλος και οι οποίοι δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 48 της συνθήκης. Επίσης, θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι τίθενται στη διάθεση του κοινού στην Κοινότητα οποιεσδήποτε πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με εκδότες της Κοινότητας ή τρίτων χωρών, η κοινολόγηση των οποίων απαιτείται σε τρίτη χώρα αλλά όχι σε κράτος μέλος.

(28)

Σε κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να ορίζεται μία και μόνο αρμόδια αρχή που να αναλαμβάνει την τελική ευθύνη για την εποπτεία της συμμόρφωσης με τις διατάξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, καθώς και για τη διεθνή συνεργασία. Η αρχή αυτή θα πρέπει να έχει διοικητικό χαρακτήρα και να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία της από τους οικονομικούς φορείς έτσι ώστε να αποφεύγονται οι συγκρούσεις συμφερόντων. Τα κράτη μέλη μπορούν, ωστόσο, να ορίζουν και άλλη αρμόδια αρχή, η οποία θα εξετάζει κατά πόσον οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία συντάσσονται σύμφωνα με το σχετικό πλαίσιο υποβολής εκθέσεων και θα λαμβάνει ενδεδειγμένα μέτρα σε περίπτωση ανακάλυψης παραβάσεων· η αρχή αυτή δεν χρειάζεται να έχει διοικητικό χαρακτήρα.

(29)

Η ανάπτυξη των διασυνοριακών δραστηριοτήτων απαιτεί την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των αρμοδίων εθνικών αρχών, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού ενός συνόλου κανόνων για την ανταλλαγή πληροφοριών και για προληπτικά μέτρα. Η οργάνωση των κανονιστικών και εποπτικών αρμοδιοτήτων σε κάθε κράτος μέλος δεν θα πρέπει να παρεμποδίζει την αποτελεσματική συνεργασία των αρμοδίων εθνικών αρχών.

(30)

Κατά τη σύνοδο του της 17ης Ιουλίου 2000, το Συμβούλιο προέβη στη σύσταση της Επιτροπής Σοφών για τη ρύθμιση της ευρωπαϊκής αγοράς κινητών αξιών. Στην τελική της έκθεση, η εν λόγω επιτροπή πρότεινε την καθιέρωση νέων νομοθετικών μηχανισμών οι οποίοι θα βασίζονται σε προσέγγιση τεσσάρων επιπέδων, και συγκεκριμένα: βασικές αρχές, τεχνικά εκτελεστικά μέτρα, συνεργασία μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών για τις κινητές αξίες, και επιβολή της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου. Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιορισθεί σε γενικές αρχές «πλαίσια», ενώ τα εκτελεστικά μέτρα που θα θεσπισθούν από την Επιτροπή με τη συνδρομή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών που έχει συσταθεί με την απόφαση 2001/528/ΕΚ της Επιτροπής (6), θα πρέπει να ορίζουν τις τεχνικές λεπτομέρειες.

(31)

Με το ψήφισμα που υιοθέτησε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Στοκχόλμης τον Μαρτίου 2001, εγκρίθηκε η τελική έκθεση της Επιτροπής Σοφών και η προτεινόμενη προσέγγιση τεσσάρων επιπέδων, προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα και η διαφάνεια της ρυθμιστικής διαδικασίας της κοινοτικής νομοθεσίας περί κινητών αξιών.

(32)

Σύμφωνα με το εν λόγω ψήφισμα, τα εκτελεστικά μέτρα θα πρέπει να χρησιμοποιούνται συχνότερα έτσι ώστε να διασφαλίζεται η δυνατότητα προσαρμογής των τεχνικών διατάξεων στις εξελίξεις της αγοράς και στις εξελίξεις σε ζητήματα εποπτείας, ενώ θα πρέπει να καθορίζονται προθεσμίες για όλα τα στάδια των εκτελεστικών κανόνων.

(33)

Το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2002 για την εφαρμογή της νομοθεσίας στον τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, ενέκρινε επίσης την έκθεση της Επιτροπής Σοφών, με βάση την επίσημη δήλωση του Προέδρου της Επιτροπής ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την ίδια αυτή ημερομηνία και με βάση την επιστολή που απηύθυνε στις 2 Οκτωβρίου 2001 ο αρμόδιος για θέματα εσωτερικής αγοράς Επίτροπος στον Πρόεδρο της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Κοινοβουλίου σχετικά με τη διασφάλιση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη διαδικασία αυτή.

(34)

Θα πρέπει να παρασχεθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο περίοδος τριών μηνών από την πρώτη διαβίβαση του σχεδίου εκτελεστικών μέτρων για να εξετάσει το σχέδιο αυτό και να διατυπώσει τη γνώμη του. Ωστόσο, σε επείγουσες και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, η περίοδος αυτή μπορεί να είναι βραχύτερη. Εάν, εντός αυτής της περιόδου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκδώσει ψήφισμα, η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει το σχέδιο μέτρων.

(35)

Για να ληφθούν υπόψη οι νέες εξελίξεις στις αγορές κινητών αξιών, μπορεί να χρειασθούν εκτελεστικά μέτρα για τους κανόνες που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. Η Επιτροπή θα πρέπει, επομένως, να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα, εφόσον αυτά δεν τροποποιούν τα ουσιώδη στοιχεία της παρούσας οδηγίας και υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή ενεργεί σύμφωνα με τις αρχές που εκτίθενται στην παρούσα οδηγία, αφού ζητήσει τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών.

(36)

Κατά την άσκηση των εκτελεστικών εξουσιών της στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει να τηρεί τις ακόλουθες αρχές:

ανάγκη να διασφαλίζεται η εμπιστοσύνη στις χρηματοπιστωτικές αγορές μεταξύ των επενδυτών, με την προώθηση υψηλών κανόνων διαφάνειας στις χρηματοπιστωτικές αγορές,

ανάγκη να παρέχεται στους επενδυτές ευρύ φάσμα εναλλακτικών επενδύσεων και ένα προσαρμοσμένο στις ιδιαίτερες συνθήκες τους επίπεδο κοινολόγησης και προστασίας,

ανάγκη να διασφαλίζεται η συνεπής επιβολή των κανόνων από ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος,

ανάγκη για υψηλά επίπεδα διαφάνειας και διαβούλευσης με όλους τους παράγοντες της αγοράς, καθώς επίσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο,

ανάγκη ενθάρρυνσης της καινοτομίας στις χρηματοπιστωτικές αγορές, προκειμένου αυτές να είναι δυναμικές και αποτελεσματικές,

ανάγκη να διασφαλίζεται η ακεραιότητα της αγοράς με προσεκτική και διορθωτική παρακολούθηση της χρηματοπιστωτικής καινοτομίας,

σπουδαιότητα της μείωσης του κόστους του κεφαλαίου και της αύξησης της πρόσβασης σε αυτό,

εξισορρόπηση του κόστους και του οφέλους των φορέων της αγοράς σε μακροπρόθεσμη βάση, συμπεριλαμβανομένων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των μικροεπενδυτών, προκειμένου για οιοδήποτε εκτελεστικό μέτρο,

ανάγκη να προωθείται η διεθνής ανταγωνιστικότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών της Κοινότητας χωρίς να παραβλάπτεται η άκρως αναγκαία διεύρυνση της διεθνούς συνεργασίας,

ανάγκη να επιτευχθούν ίσοι όροι ανταγωνισμού για όλους τους φορείς της αγοράς, με τη θέσπιση κανόνων σε κοινοτικό επίπεδο, οσάκις τούτο ενδείκνυται,

ανάγκη να γίνονται σεβαστές οι διαφορές μεταξύ των εθνικών αγορών, όταν δεν βλάπτουν υπέρμετρα τη συνοχή της ενιαίας αγοράς,

ανάγκη να διασφαλίζεται η συνοχή με την υπόλοιπη κοινοτική νομοθεσία στον τομέα αυτό, δεδομένου ότι οι ανισορροπίες στην πληροφόρηση και η έλλειψη διαφάνειας μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο τη λειτουργία των αγορών και, πρωτίστως, να ζημιώσουν τους καταναλωτές και τους μικροεπενδυτές.

(37)

Για να διασφαλισθεί η τήρηση των προϋποθέσεων που προβλέπονται βάσει της παρούσας οδηγίας ή των εκτελεστικών μέτρων για την εφαρμογή της, θα πρέπει να εντοπίζονται αμέσως οι παραβάσεις των προϋποθέσεων αυτών και, εφόσον απαιτείται, να επιβάλλονται κυρώσεις. Για τον σκοπό αυτό, τα μέτρα και οι κυρώσεις θα πρέπει να έχουν αρκούντως αποτρεπτικό και αναλογικό χαρακτήρα και να εκτελούνται με συνέπεια. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές υπόκεινται σε δικαίωμα προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου.

(38)

Η παρούσα οδηγία στοχεύει να αναβαθμίσει τις ισχύουσες προϋποθέσεις διαφάνειας για τους εκδότες κινητών αξιών και τους επενδυτές που αποκτούν ή διαθέτουν σημαντικές συμμετοχές σε εκδότες οι μετοχές των οποίων είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά. Η παρούσα οδηγία αντικαθιστά ορισμένες από τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην οδηγία 2001/34/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2001, σχετικά με την εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο αξιών και τις πληροφορίες επί των αξιών αυτών που πρέπει να δημοσιεύονται (7). Για να συγκεντρωθούν οι προϋποθέσεις περί διαφάνειας σε μια ενιαία πράξη, είναι αναγκαίο να τροποποιηθεί αυτή αναλόγως. Ωστόσο, μια τέτοια τροποποίηση δεν θα πρέπει να επηρεάζει τη δυνατότητα των κρατών μελών να επιβάλλουν πρόσθετες προϋποθέσεις δυνάμει των άρθρων 42 έως 63 της οδηγίας 2001/34/ΕΚ, η οποία εξακολουθεί να ισχύει.

(39)

Η παρούσα οδηγία ευθυγραμμίζεται με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (8).

(40)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζει ιδίως ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(41)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η εξασφάλιση της εμπιστοσύνης του επενδυτή με την επίτευξη ισοδύναμου βαθμού διαφάνειας σε ολόκληρη την Κοινότητα και, μέσω αυτής, η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη βάσει της ισχύουσας κοινοτικής νομοθεσίας και μπορούν, κατά συνέπεια, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία καθορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία επίσης καθορίζεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτών των στόχων.

(42)

Τα απαραίτητα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (9),

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία καθορίζει τις προϋποθέσεις για την κοινολόγηση περιοδικών και διαρκών πληροφοριών που αφορούν εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν ήδη εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ευρισκόμενη ή λειτουργούσα σε κράτος μέλος.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στα μερίδια που εκδίδουν οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων πλην των οργανισμών κλειστού τύπου, ούτε στα μερίδια που αποκτώνται ή διατίθενται σε αυτούς τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν την μη εφαρμογή των διατάξεων που προβλέπονται στο άρθρο 16, παράγραφος 3 και στο άρθρο 18, παράγραφοι 2 έως 4 για κινητές αξίες που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, τις οποίες έχουν εκδώσει τα ίδια ή οι περιφερειακές ή τοπικές αρχές τους.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν την μη εφαρμογή του άρθρου 17 στις εθνικές κεντρικές τους τράπεζες όταν ενεργούν ως εκδότες μετοχών που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, εφόσον η εισαγωγή αυτή είχε πραγματοποιηθεί πριν από τις 20 Ιανουαρίου 2005.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

α)

«κινητές αξίες»: οι μεταβιβάσιμες κινητές αξίες, όπως ορίζονται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 18, της οδηγίας 2004/39/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (10), πλην των μέσων χρηματαγοράς, όπως ορίζονται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 19, της εν λόγω οδηγίας, διάρκειας μικρότερης των 12 μηνών, για τις οποίες είναι δυνατόν να ισχύουν εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις·

β)

«χρεωστικοί τίτλοι»: ομολογίες ή άλλες μορφές μεταβιβάσιμων τιτλοποιημένων χρεών, πλην των κινητών αξιών οι οποίες ισοδυναμούν με μετοχές εταιρειών ή οι οποίες, εάν μετατραπούν ή εάν ασκηθούν τα δικαιώματα που αυτές οι κινητές αξίες ενσωματώνουν, δημιουργούν το δικαίωμα απόκτησης μετοχών ή κινητών αξιών ισοδύναμων με μετοχές·

γ)

«ρυθμιζόμενη αγορά»: η αγορά κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 1, σημείο 14, της οδηγίας 2004/39/ΕΚ·

δ)

«εκδότης»: νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του κράτους, του οποίου οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά· σε περίπτωση πιστοποιητικού κατάθεσης κινητών αξιών, εκδότης θεωρείται ο εκδώσας τις αντιπροσωπευόμενες στο πιστοποιητικό αυτό κινητές αξίες·

ε)

«μέτοχος»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, το οποίο κατέχει, άμεσα ή έμμεσα:

i)

μετοχές του εκδότη, στο όνομά του και για λογαριασμό του,

ii)

μετοχές του εκδότη στο όνομά του, αλλά για λογαριασμό άλλου φυσικού ή νομικού προσώπου,

iii)

πιστοποιητικά κατάθεσης, εφόσον ο κομιστής των πιστοποιητικών κατάθεσης θεωρείται ως ο κάτοχος των μετοχών που εκπροσωπούνται από το πιστοποιητικό κατάθεσης·

στ)

«ελεγχόμενη επιχείρηση»: κάθε επιχείρηση

i)

στην οποία φυσικό ή νομικό πρόσωπο διαθέτει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου, ή

ii)

στην οποία ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει το δικαίωμα διορισμού ή ανάκλησης της πλειοψηφίας των μελών του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου και είναι συγχρόνως μέτοχος ή εταίρος της εν λόγω επιχείρησης, ή

iii)

στην οποία ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο είναι μέτοχος ή εταίρος και μόνος του ελέγχει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων ή εταίρων αντίστοιχα, δυνάμει συμφωνίας που έχει συναφθεί με άλλους μετόχους ή εταίρους της εν λόγω επιχείρησης, ή

iv)

στην οποία ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει την εξουσία να ασκεί, ή πράγματι ασκεί, κυριαρχική επιρροή ή έλεγχο·

ζ)

«οργανισμός συλλογικών επενδύσεων πλην των οργανισμών κλειστού τύπου»: τα αμοιβαία κεφάλαια και οι εταιρείες επενδύσεων:

i)

των οποίων αντικείμενο είναι η συλλογική επένδυση κεφαλαίων που συγκεντρώνονται από το κοινό, και των οποίων η λειτουργία βασίζεται στην αρχή της διασποράς του κινδύνου, και

ii)

τα μερίδια των οποίων, κατ' αίτηση του κατόχου αυτών των μεριδίων, επαναγοράζονται ή εξαργυρώνονται, αμέσως ή εμμέσως, δυνάμει των περιουσιακών στοιχείων των οργανισμών αυτών·

η)

«μερίδια οργανισμού συλλογικών επενδύσεων»: οι κινητές αξίες που εκδίδει ο οργανισμός συλλογικών επενδύσεων ως παραστατικά των δικαιωμάτων των συμμετεχόντων επί των περιουσιακών στοιχείων του οργανισμού αυτού·

θ)

«κράτος μέλος προέλευσης»:

i)

Για εκδότες χρεωστικών τίτλων των οποίων η ονομαστική αξία είναι μικρότερη των 1 000 ευρώ ή για εκδότες μετοχών:

όταν ο εκδότης έχει συσταθεί στην Κοινότητα, το κράτος μέλος στο οποίο έχει την καταστατική του έδρα,

όταν ο εκδότης έχει συσταθεί σε τρίτη χώρα, το κράτος μέλος στην αρμόδια αρχή του οποίου ο εν λόγω εκδότης υποχρεούται να υποβάλλει τα ετήσια πληροφοριακά στοιχεία δυνάμει του άρθρου 10 της οδηγίας 2003/71/EΚ.

Ο ορισμός του «κράτους μέλους προέλευσης» εφαρμόζεται σε χρεωστικούς τίτλους σε άλλο, εκτός ευρώ, νόμισμα, υπό την προϋπόθεση ότι η αντίστοιχη ανά μονάδα ονομαστική αξία την ημερομηνία της έκδοσης είναι μικρότερη των 1 000 ευρώ, εκτός εάν είναι σχεδόν ισοδύναμη με 1 000 ευρώ.

ii)

Για κάθε εκδότη που δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του σημείου (i), το κράτος μέλος που έχει επιλέξει ο εκδότης μεταξύ των κρατών μελών, στο έδαφος του οποίου ο εκδότης έχει την καταστατική του έδρα και εκείνα τα κράτη μέλη που έχουν εισαγάγει τις κινητές του αξίες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά στο έδαφός τους. Ο εκδότης μπορεί να επιλέγει ένα μόνο κράτος μέλος ως κράτος μέλος προέλευσής του. Η επιλογή αυτή ισχύει για τρία τουλάχιστον έτη, εκτός εάν οι κινητές του αξίες δεν εισάγονται πλέον προς διαπραγμάτευση σε καμία ρυθμιζόμενη αγορά της Κοινότητας·

ι)

«κράτος μέλος υποδοχής»: το κράτος μέλος στο οποίο οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, εφόσον αυτό είναι διαφορετικό από το κράτος μέλος προέλευσης·

ια)

«ρυθμιζόμενες πληροφορίες»: όλες οι πληροφορίες τις οποίες ο εκδότης, ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που έχει ζητήσει την εισαγωγή κινητών αξιών προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά χωρίς τη συναίνεση του εκδότη, υποχρεούται να αποκαλύπτει δυνάμει της παρούσας οδηγίας, δυνάμει του άρθρου 6 της οδηγίας 2003/6/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση αγοράς) (11), ή δυνάμει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων ενός κράτους μέλους που έχουν θεσπισθεί σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας·

ιβ)

«ηλεκτρονικά μέσα»: ηλεκτρονικός εξοπλισμός για την επεξεργασία (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης), αποθήκευση και μετάδοση δεδομένων με καλωδιακή, ραδιοκυματική, οπτική τεχνολογία ή με οποιοδήποτε άλλο ηλεκτρομαγνητικό μέσο·

ιγ)

«εταιρεία διαχείρισης»: εταιρεία κατά την έννοια του άρθρου 1α, παράγραφος 2 της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (12)·

ιδ)

«ειδικός διαπραγματευτής»: πρόσωπο που δραστηριοποιείται σε διαρκή βάση στις χρηματοπιστωτικές αγορές και αναλαμβάνει να συναλλάσσεται για ίδιο λογαριασμό αγοράζοντας και πουλώντας χρηματοπιστωτικά μέσα έναντι δικών του κεφαλαίων σε τιμές καθοριζόμενες από τον ίδιο·

ιε)

«πιστωτικό ίδρυμα»: επιχείρηση όπως ορίζεται από το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο α) της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2000, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (13)·

ιστ)

«κινητές αξίες εκδιδόμενες συνεχώς ή κατ' επανάληψη»: χρεωστικοί τίτλοι του ίδιου εκδότη διαρκούς ροής ή τουλάχιστον δύο ξεχωριστές εκδόσεις κινητών αξιών παρόμοιου είδους ή/και κατηγορίας.

2.   Για τους σκοπούς του ορισμού της «ελεγχόμενης επιχείρησης» στην παράγραφο 1, στοιχείο στ), σημείο (ii), στα δικαιώματα ψήφου, διορισμού και ανάκλησης που διαθέτει ο κάτοχος, περιλαμβάνονται τα δικαιώματα κάθε άλλης επιχείρησης που ελέγχεται από τον μέτοχο, καθώς και τα δικαιώματα κάθε άλλου φυσικού προσώπου ή νομικής οντότητας που ενεργεί στο όνομά του αλλά για λογαριασμό του μετόχου ή κάθε άλλης επιχείρησης που ελέγχεται από τον μέτοχο.

3.   Για να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή της παραγράφου 1, η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27, παράγραφος 2, εκτελεστικά μέτρα για τους ορισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Ιδιαίτερα, η Επιτροπή:

α)

καθορίζει, για τους σκοπούς της παραγράφου 1, στοιχείο θ), σημείο (ii), τις διαδικαστικές ρυθμίσεις με τις οποίες ένας εκδότης μπορεί να πραγματοποιεί την επιλογή του κράτους μέλους προέλευσης·

β)

προσαρμόζει, οσάκις ενδείκνυται για τους σκοπούς της επιλογής του κράτους μέλους προέλευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, στοιχείο θ), σημείο (ii), την τριετή περίοδο παρουσίας του εκδότη στη ρυθμιζόμενη αγορά, υπό το πρίσμα οποιασδήποτε νέας υποχρέωσης που επιβάλλει το κοινοτικό δίκαιο όσον αφορά την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά·

γ)

καθορίζει, για τους σκοπούς της παραγράφου 1, στοιχείο ιβ), ενδεικτικό κατάλογο των μέσων που δεν πρέπει να θεωρούνται ηλεκτρονικά μέσα, λαμβάνοντας, επομένως, υπόψη το παράρτημα V της οδηγίας 98/34/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών (14).

Άρθρο 3

Ενοποίηση των αγορών κινητών αξιών

1.   Το κράτος μέλος προέλευσης δύναται να επιβάλει σε εκδότη προϋποθέσεις αυστηρότερες από εκείνες που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.

Το κράτος μέλος προέλευσης δύναται επίσης να επιβάλει σε κάτοχο μετοχών, ή σε φυσικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που αναφέρεται στα άρθρα 10 ή 13, προϋποθέσεις αυστηρότερες από εκείνες που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.

2.   Το κράτος μέλος υποδοχής δεν δύναται:

α)

όσον αφορά την εισαγωγή κινητών αξιών σε ρυθμιζόμενη αγορά στο έδαφός του, να επιβάλει προϋποθέσεις κοινολόγησης αυστηρότερες από εκείνες που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία ή στο άρθρο 6 της οδηγίας 2003/6/EΚ·

β)

όσον αφορά την κοινοποίηση των πληροφοριών, να επιβάλει σε κατόχους μετοχών, ή σε φυσικό πρόσωπα ή νομική οντότητα, τα οποία αναφέρονται στα άρθρα 10 ή 13, προϋποθέσεις αυστηρότερες από εκείνες που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.

KΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ

Άρθρο 4

Ετήσιες οικονομικές εκθέσεις

1.   Ο εκδότης δημοσιοποιεί την ετήσια οικονομική του έκθεση το αργότερο τέσσερις μήνες μετά τη λήξη κάθε οικονομικού έτους και διασφαλίζει ότι η έκθεση αυτή διατίθεται στο κοινό τουλάχιστον για πέντε έτη.

2.   Η ετήσια οικονομική έκθεση περιλαμβάνει:

α)

τις ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις·

β)

την έκθεση διαχείρισης, και

γ)

δηλώσεις των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τον εκδότη, των οποίων το ονοματεπώνυμο και η ιδιότητα δηλώνονται σαφώς, ότι, εξ όσων γνωρίζουν, οι οικονομικές καταστάσεις που καταρτίσθηκαν σύμφωνα με την ισχύουσα δέσμη λογιστικών προτύπων απεικονίζουν ειλικρινώς και επακριβώς τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού, την καθαρή θέση και τα αποτελέσματα χρήσεως του εκδότη καθώς και των επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση εκλαμβανομένων ως σύνολο, και ότι η έκθεση διαχείρισης απεικονίζει ορθά την εξέλιξη και τις επιδόσεις της επιχείρησης και τη θέση του εκδότη καθώς και των επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση εκλαμβανομένων ως σύνολο, μαζί με την περιγραφή των κυριότερων κινδύνων και αβεβαιοτήτων που αντιμετωπίζουν.

3.   Εφόσον απαιτείται από τον εκδότη να καταρτίζει ενοποιημένους λογαριασμούς σύμφωνα με την έβδομη οδηγία 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1983, σχετικά με τους ενοποιημένους λογαριασμούς (15), οι ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις περιλαμβάνουν τους εν λόγω ενοποιημένους λογαριασμούς που έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1606/2002, καθώς και τους ετήσιους λογαριασμούς της μητρικής εταιρείας που έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο η μητρική εταιρεία έχει συσταθεί.

Εφόσον δεν απαιτείται από τον εκδότη να καταρτίζει ενοποιημένους λογαριασμούς, οι ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις περιλαμβάνουν τους λογαριασμούς που έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο η εταιρεία έχει συσταθεί.

4.   Οι οικονομικές καταστάσεις ελέγχονται σύμφωνα με τα άρθρα 51 και 51α της τέταρτης οδηγίας 78/660/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1978, περί ετήσιων λογαριασμών εταιρειών ορισμένων μορφών (16) και, εφόσον απαιτείται από τον εκδότη να καταρτίζει ενοποιημένους λογαριασμούς, σύμφωνα με το άρθρο 37 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ.

Η έκθεση ελέγχου, υπογεγραμμένη από τον ή τους υπεύθυνους για τον έλεγχο των οικονομικών καταστάσεων, δημοσιοποιείται πλήρως, μαζί με την ετήσια οικονομική έκθεση.

5.   Η έκθεση διαχείρισης καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 46 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ και, εφόσον απαιτείται από τον εκδότη να καταρτίζει ενοποιημένους λογαριασμούς, σύμφωνα με το άρθρο 36 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ.

6.   Η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27, παράγραφος 2, εκτελεστικά μέτρα προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή της παραγράφου 1. Ειδικότερα, η Επιτροπή καθορίζει τις τεχνικές προϋποθέσεις υπό τις οποίες η δημοσιευμένη ετήσια οικονομική έκθεση, συμπεριλαμβανομένης της έκθεσης ελέγχου, πρέπει να παραμένει διαθέσιμη στο κοινό. Εφόσον συντρέχει λόγος, η Επιτροπή μπορεί επίσης να προσαρμόζει την πενταετή περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 5

Εξαμηνιαίες οικονομικές εκθέσεις

1.   Ο εκδότης μετοχών ή χρεωστικών τίτλων δημοσιοποιεί την εξαμηνιαία οικονομική έκθεση που αφορά το πρώτο εξάμηνο της οικονομικής χρήσεως το συντομότερο δυνατό μετά τη λήξη της αντίστοιχης περιόδου, και, το αργότερο, δύο μήνες μετά τη λήξη της περιόδου αυτής. Ο εκδότης διασφαλίζει ότι η εξαμηνιαία οικονομική έκθεση παραμένει διαθέσιμη στο κοινό επί πέντε τουλάχιστον έτη.

2.   Η εξαμηνιαία οικονομική έκθεση περιλαμβάνει:

α)

τις συνοπτικές οικονομικές καταστάσεις·

β)

ενδιάμεση έκθεση διαχείρισης, και

γ)

δηλώσεις των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τον εκδότη, των οποίων το ονοματεπώνυμο και η ιδιότητα δηλώνονται σαφώς, ότι, εξ όσων γνωρίζουν, οι συνοπτικές οικονομικές καταστάσεις που καταρτίσθηκαν σύμφωνα με την ισχύουσα δέσμη λογιστικών προτύπων απεικονίζουν ειλικρινώς και επακριβώς τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού, την καθαρή θέση και τα αποτελέσματα χρήσεως του εκδότη ή των επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση εκλαμβανομένων ως σύνολο, κατά τα απαιτούμενα από την παράγραφο 3, και ότι η ενδιάμεση έκθεση διαχείρισης περιλαμβάνει πραγματική εικόνα των πληροφοριών που απαιτούνται δυνάμει της παραγράφου 4.

3.   Εφόσον απαιτείται από τον εκδότη η κατάρτιση ενοποιημένων λογαριασμών, οι συνοπτικές οικονομικές καταστάσεις καταρτίζονται σύμφωνα με το διεθνές λογιστικό πρότυπο που εφαρμόζεται για την ενδιάμεση οικονομική έκθεση, όπως αυτό υιοθετήθηκε με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.

Εφόσον δεν απαιτείται από τον εκδότη η κατάρτιση ενοποιημένων λογαριασμών, οι συνοπτικές οικονομικές καταστάσεις πρέπει να περιλαμβάνουν τουλάχιστον τον συνοπτικό ισολογισμό, τον συνοπτικό λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως και σχετικές επεξηγηματικές σημειώσεις. Κατά την κατάρτιση του συνοπτικού ισολογισμού και του συνοπτικού λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως, ο εκδότης ακολουθεί για την καταχώρηση και την αποτίμηση τις αρχές που ακολουθεί και για την κατάρτιση των ετήσιων οικονομικών εκθέσεων.

4.   Η ενδιάμεση έκθεση διαχείρισης περιλαμβάνει τουλάχιστον απλή αναφορά στα σημαντικά γεγονότα που συνέβησαν κατά το πρώτο εξάμηνο της οικονομικής χρήσης και τον αντίκτυπό τους στις συνοπτικές οικονομικές καταστάσεις, καθώς και την περιγραφή των κυριότερων κινδύνων και αβεβαιοτήτων για το δεύτερο εξάμηνο της οικονομικής χρήσης. Για τους εκδότες μετοχών, η ενδιάμεση έκθεση διαχείρισης περιλαμβάνει επίσης τις σημαντικότερες συναλλαγές μεταξύ μερών.

5.   Εάν η εξαμηνιαία οικονομική έκθεση έχει υποβληθεί σε λογιστικό έλεγχο, η έκθεση ελέγχου αντιγράφεται εξ ολοκλήρου. Αυτό ισχύει και στην περίπτωση έκθεσης ελεγκτών. Εάν η εξαμηνιαία οικονομική έκθεση δεν έχει υποβληθεί σε λογιστικό έλεγχο ή ελλείψει έκθεσης ελεγκτών, ο εκδότης περιλαμβάνει σχετική δήλωση στην έκθεσή του.

6.   Η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27, παράγραφος 2, εκτελεστικά μέτρα προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 5 του παρόντος άρθρου.

Ειδικότερα, η Επιτροπή:

α)

καθορίζει τις τεχνικές προϋποθέσεις υπό τις οποίες η δημοσιευμένη εξαμηνιαία οικονομική έκθεση, συμπεριλαμβανομένης της έκθεσης των ελεγκτών, παραμένει διαθέσιμη στο κοινό·

β)

διευκρινίζει τη φύση της έκθεσης των ελεγκτών·

γ)

προσδιορίζει το ελάχιστο περιεχόμενο του συνοπτικού ισολογισμού και των λογαριασμών αποτελεσμάτων χρήσεως, καθώς και των επεξηγηματικών σημειώσεων σχετικά με αυτούς τους λογαριασμούς, εάν δεν έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, όπως αυτά υιοθετήθηκαν σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.

Εφόσον συντρέχει λόγος, η Επιτροπή μπορεί επίσης να προσαρμόζει την πενταετή περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 6

Ενδιάμεσες καταστάσεις διαχείρισης

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 6 της οδηγίας 2003/6/ΕΚ, ο εκδότης του οποίου οι μετοχές έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά δημοσιοποιεί κατάσταση της διοίκησής του κατά το πρώτο εξάμηνο της οικονομικής χρήσης και άλλη μία κατάσταση της διοίκησής του κατά το δεύτερο εξάμηνο της οικονομικής χρήσης. Η κατάσταση αυτή καταρτίζεται σε διάστημα δέκα εβδομάδων μετά την έναρξη του εξαμήνου και έξι εβδομάδων πριν από τη λήξη του σχετικού εξαμήνου. Οι πληροφορίες που περιέχονται σε αυτήν καλύπτουν το διάστημα μεταξύ της έναρξης της σχετικής εξαμηνιαίας περιόδου και της ημερομηνίας δημοσίευσης της κατάστασης. Η κατάσταση περιλαμβάνει:

εξήγηση των ουσιωδών γεγονότων και των συναλλαγών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου και τον αντίκτυπό τους στην οικονομική θέση του εκδότη και των ελεγχομένων επιχειρήσεών του, και

γενική περιγραφή της οικονομικής κατάστασης και των επιδόσεων του εκδότη και των ελεγχομένων επιχειρήσεών του κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής.

2.   Οι εκδότες οι οποίοι, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, τους κανόνες της ρυθμιζόμενης αγοράς ή με δική τους πρωτοβουλία, εκδίδουν τριμηνιαίες οικονομικές εκθέσεις, σύμφωνα με την εν λόγω νομοθεσία ή κανόνες, δεν υποχρεούνται να δημοσιοποιούν τις κατά την παράγραφο 1 καταστάσεις της διοίκησής τους.

3.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μέχρι τις 20 Ιανουαρίου 2010 σχετικά με τη διαφάνεια των τριμηνιαίων οικονομικών εκθέσεων και των καταστάσεων της διοίκησης των εκδοτών, προκειμένου να εξετάσει κατά πόσον οι παρεχόμενες πληροφορίες επιτυγχάνουν τον στόχο η ενημέρωση των επενδυτών να είναι τέτοια που να τους επιτρέπει να αξιολογούν την οικονομική κατάσταση του εκδότη. Η έκθεση πρέπει να περιλαμβάνει αναλύσεις κόστους/ωφέλειας για τους τομείς εκείνους που η Επιτροπή εξετάζει, προτείνοντας τροποποιήσεις στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 7

Αρμοδιότητα και αστική ευθύνη

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, για την κατάρτιση και τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών δυνάμει των άρθρων 4, 5, 6 και 16, ευθύνεται τουλάχιστον ο εκδότης ή τα διοικητικά, διαχειριστικά ή εποπτικά του όργανα· τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές τους διατάξεις περί ευθύνης εφαρμόζονται στους εκδότες, στα αναφερόμενα στο παρόν άρθρο όργανα ή στα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για τους εκδότες.

Άρθρο 8

Εξαιρέσεις

1.   Τα άρθρα 4, 5 και 6 δεν εφαρμόζονται στους ακόλουθους εκδότες:

α)

σε κράτος, σε περιφερειακή ή τοπική αρχή ενός κράτους, σε διεθνείς δημόσιους οργανισμούς στους οποίους συμμετέχει ένα τουλάχιστον κράτος μέλος, στην ΕΚΤ καθώς και στις εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών, ανεξάρτητα από το εάν εκδίδουν μετοχές ή άλλες κινητές αξίες, και

β)

σε εκδότες που εκδίδουν αποκλειστικά χρεωστικούς τίτλους που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, των οποίων η ανά μονάδα ονομαστική αξία είναι τουλάχιστον 50 000 ευρώ ή, στην περίπτωση χρεωστικών τίτλων σε άλλο, εκτός ευρώ, νόμισμα, εφόσον η αντίστοιχη ανά μονάδα ονομαστική αξία, την ημερομηνία της έκδοσης, είναι ισοδύναμη με 50 000 ευρώ τουλάχιστον.

2.   Το κράτος μέλος προέλευσης μπορεί να επιλέξει να μην εφαρμόσει το άρθρο 5 σε πιστωτικά ιδρύματα των οποίων οι μετοχές δεν έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και τα οποία εκδίδουν, συνεχώς ή κατ' επανάληψη, μόνο χρεωστικούς τίτλους, υπό την προϋπόθεση ότι το συνολικό ονομαστικό ύψος όλων αυτών των χρεωστικών τίτλων παραμένει κάτω των 100 000 000 ευρώ και ότι δεν έχουν δημοσιεύσει ενημερωτικό δελτίο δυνάμει της οδηγίας 2003/71/ΕΚ.

3.   Το κράτος μέλος προέλευσης μπορεί να επιλέξει να μην εφαρμόσει το άρθρο 5 σε εκδότες που υπήρχαν ήδη την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας 2003/71/ΕΚ, οι οποίοι εκδίδουν αποκλειστικά χρεωστικούς τίτλους που καλύπτονται από αμετάκλητη και χωρίς αιρέσεις εγγύηση του κράτους μέλους προέλευσης ή μιας περιφερειακής ή τοπικής αρχής του, σε ρυθμιζόμενη αγορά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΔΙΑΡΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ

ΤΜΗΜΑ Ι

Πληροφόρηση για τις σημαντικές συμμετοχές

Άρθρο 9

Κοινοποίηση της απόκτησης ή της διάθεσης σημαντικών συμμετοχών

1.   Όταν ένας μέτοχος αποκτά ή διαθέτει μετοχές εκδότη του οποίου οι μετοχές έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και οι οποίες ενσωματώνουν δικαίωμα ψήφου, το κράτος μέλος προέλευσης διασφαλίζει ότι ο μέτοχος κοινοποιεί στον εκδότη το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχει ο μέτοχος ως αποτέλεσμα αυτής της απόκτησης ή διάθεσης, εφόσον το ποσοστό αυτό φθάνει, υπερβαίνει ή υπολείπεται των εξής ορίων: 5 %, 10 %, 15 %, 20 %, 25 %, 30 %, 50 % και 75 %.

Τα δικαιώματα ψήφου υπολογίζονται με βάση το σύνολο των μετοχών οι οποίες ενσωματώνουν δικαιώματα ψήφου, έστω και αν η άσκησή τους έχει ανασταλεί. Επίσης, οι πληροφορίες αυτές πρέπει να παρέχονται για το σύνολο των μετοχών που ανήκουν στην αυτή κατηγορία και οι οποίες ενσωματώνουν δικαιώματα ψήφου.

2.   Τα κράτη μέλη προέλευσης διασφαλίζουν ότι οι μέτοχοι κοινοποιούν στον εκδότη το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου, εφόσον το ποσοστό αυτό φθάνει, υπερβαίνει ή υπολείπεται των ορίων που ορίζονται στην παράγραφο 1, ως αποτέλεσμα γεγονότων που μεταβάλλουν την κατανομή των δικαιωμάτων ψήφου, βάσει των πληροφοριών που κοινολογούνται δυνάμει του άρθρου 15. Όταν ο εκδότης έχει συσταθεί σε τρίτη χώρα, η κοινοποίηση παρέχεται για ισοδύναμα γεγονότα.

3.   Το κράτος μέλος προέλευσης δεν χρειάζεται να εφαρμόζει:

α)

το όριο του 30 %, όταν το κράτος μέλος προέλευσης εφαρμόζει όριο ενός τρίτου·

β)

το όριο του 75 %, όταν το κράτος μέλος προέλευσης εφαρμόζει όριο δύο τρίτων.

4.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε μετοχές που αποκτήθηκαν με αποκλειστικό σκοπό την εκκαθάριση και τον διακανονισμό στο πλαίσιο του συνήθους σύντομου κύκλου διακανονισμού, ούτε σε θεματοφύλακες που κατέχουν μετοχές υπό αυτή τους την ιδιότητα, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω θεματοφύλακες μπορούν να ασκούν τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται στις μετοχές αυτές, μόνο με γραπτές οδηγίες ή με ηλεκτρονικά μέσα.

5.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται επίσης στην απόκτηση ή διάθεση σημαντικής συμμετοχής, η οποία φθάνει ή υπερβαίνει το όριο του 5 %, από ειδικό διαπραγματευτή ο οποίος ενεργεί υπό αυτή του την ιδιότητα, εφόσον:

α)

επιτρέπεται από το κράτος μέλος προέλευσης του δυνάμει της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, και

β)

δεν παρεμβαίνει στη διαχείριση του εν λόγω εκδότη, ούτε ασκεί καμία επιρροή στον εκδότη να αγοράζει μετοχές αυτού του είδους, ή να στηρίζει την τιμή των μετοχών.

6.   Τα δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο θ) κράτη μέλη προέλευσης μπορούν να ορίζουν ότι τα δικαιώματα ψήφου που υπάγονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών πιστωτικού ιδρύματος ή εταιρείας επενδύσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2, παράγραφος 6 της οδηγίας 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 1993, για την επάρκεια των ίδιων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων (17), δεν υπολογίζονται για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, εφόσον:

α)

τα δικαιώματα ψήφου που υπάγονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών δεν υπερβαίνουν το 5 %, και

β)

το πιστωτικό ίδρυμα ή η εταιρεία επενδύσεων διασφαλίζει ότι τα δικαιώματα ψήφου από μετοχές που υπάγονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών δεν ασκούνται και δεν χρησιμοποιούνται με σκοπό την παρέμβαση στη διαχείριση του εκδότη.

7.   Η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27, παράγραφος 2, εκτελεστικά μέτρα προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των παραγράφων 2, 4 και 5 του παρόντος άρθρου.

Ειδικότερα, η Επιτροπή καθορίζει τη μέγιστη διάρκεια του «σύντομου κύκλου διακανονισμού» που αναφέρεται στην παράγραφο 4, καθώς και τους ενδεδειγμένους μηχανισμούς ελέγχου από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης. Επιπλέον, η Επιτροπή μπορεί να καταχωρεί τα γεγονότα που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Άρθρο 10

Απόκτηση ή διάθεση σημαντικών ποσοστών δικαιωμάτων ψήφου

Οι προϋποθέσεις κοινοποίησης που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 9, εφαρμόζονται επίσης σε φυσικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, εφόσον δικαιούνται να αποκτούν, να διαθέτουν, ή να ασκούν δικαιώματα ψήφου σε οιαδήποτε εκ των ακόλουθων περιπτώσεων ή του συνδυασμού τους:

α)

δικαιώματα ψήφου που κατέχει τρίτος με τον οποίο το προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα έχει συνάψει συμφωνία που το υποχρεώνει να υιοθετεί, μέσω συντονισμένης άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου που διαθέτει, διαρκή κοινή πολιτική ως προς τη διαχείριση του εν λόγω εκδότη·

β)

δικαιώματα ψήφου που κατέχει τρίτος δυνάμει συμφωνίας που έχει συναφθεί με το προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα, και η οποία προβλέπει την προσωρινή επ' ανταλλάγματι μεταβίβαση αυτών των δικαιωμάτων ψήφου·

γ)

δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές που έχουν κατατεθεί ως ασφάλεια στο προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό το πρόσωπο ή οντότητα ελέγχει τα δικαιώματα ψήφου και δηλώνει την πρόθεσή του να τα ασκήσει·

δ)

δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές των οποίων ισόβιος επικαρπωτής είναι το προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα·

ε)

δικαιώματα ψήφου που κατέχονται, ή τα οποία μπορούν να ασκηθούν κατά την έννοια των στοιχείων α) έως δ), από επιχείρηση την οποία ελέγχει το προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα·

στ)

δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές που έχουν κατατεθεί στο προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα, τα οποία το εν λόγω πρόσωπο ή οντότητα μπορεί να ασκήσει κατά την κρίση του, εφόσον δεν υπάρχουν ειδικές οδηγίες των μετόχων·

ζ)

δικαιώματα ψήφου που κατέχει τρίτο μέρος στο όνομά του για λογαριασμό του προαναφερόμενου προσώπου ή οντότητας·

η)

δικαιώματα ψήφου τα οποία το προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα μπορεί να ασκήσει ως πληρεξούσιος, εφόσον μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματα ψήφου κατά την κρίση του, εφόσον δεν υπάρχουν συγκεκριμένες οδηγίες των μετόχων.

Άρθρο 11

1.   Τα άρθρα 9 και 10, (στοιχείο γ) δεν εφαρμόζονται στις μετοχές που χορηγούνται σε ή από τα μέλη του ΕΣΚΤ κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ως νομισματικών αρχών, συμπεριλαμβανομένων των μετοχών που χορηγούνται σε ή από μέλη του ΕΣΚΤ στο πλαίσιο ενεχυρίασης ή εξαγοράς ή παρεμφερούς συμφωνίας για ρευστό που χορηγείται για σκοπούς νομισματικής πολιτικής ή στο πλαίσιο συστήματος πληρωμών.

2.   Η εξαίρεση εφαρμόζεται στις προαναφερθείσες συναλλαγές με βραχεία διάρκεια και υπό την προϋπόθεση ότι δεν ασκούνται τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται στις μετοχές αυτές.

Άρθρο 12

Διαδικασίες για την κοινοποίηση και την κοινολόγηση σημαντικών συμμετοχών

1.   Η απαιτούμενη βάσει των άρθρων 9 και 10 κοινοποίηση περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

την προκύπτουσα κατάσταση όσον αφορά τα δικαιώματα ψήφου,

β)

την αλυσίδα των ελεγχόμενων επιχειρήσεων μέσω των οποίων εγείρονται ουσιαστικά τα δικαιώματα ψήφου, εφόσον συντρέχει περίπτωση,

γ)

την ημερομηνία κατά την οποία σημειώθηκε η προσέγγιση ή η υπέρβαση του ορίου, και

δ)

την ταυτότητα του μετόχου, έστω και αν αυτός δεν δικαιούται να ασκήσει δικαιώματα ψήφου υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 10, καθώς και του φυσικού προσώπου ή νομικής οντότητας που δικαιούται να ασκήσει δικαιώματα ψήφου για λογαριασμό του μετόχου.

2.   Η κοινοποίηση στον εκδότη πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατό και, εν πάση περιπτώσει, το αργότερο εντός τεσσάρων ημερών διαπραγμάτευσης, η πρώτη των οποίων είναι η επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία ο μέτοχος, ή το φυσικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 10,

α)

πληροφορείται την απόκτηση ή τη διάθεση ή τη δυνατότητα να ασκήσει δικαιώματα ψήφου, ή κατά την οποία, δεδομένων των συνθηκών, θα έπρεπε να έχει λάβει τη σχετική πληροφόρηση, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας ισχύος της απόκτησης, της διάθεσης ή της δυνατότητας άσκησης δικαιωμάτων ψήφου, ή

β)

ενημερώνεται σχετικά με το γεγονός που αναφέρεται στο άρθρο 9, παράγραφος 2.

3.   Μια επιχείρηση απαλλάσσεται από την απαιτούμενη κοινοποίηση σύμφωνα με την παράγραφο 1, εφόσον η κοινοποίηση υποβάλλεται από τη μητρική επιχείρηση ή, εάν η μητρική επιχείρηση είναι με τη σειρά της ελεγχόμενη επιχείρηση, από τη δική της μητρική επιχείρηση.

4.   Δεν απαιτείται από τη μητρική επιχείρηση εταιρείας διαχείρισης να αθροίζει τις συμμετοχές της δυνάμει των άρθρων 9 και 10 με τις συμμετοχές που διαχειρίζεται η εταιρεία διαχείρισης βάσει των όρων που καθορίζονται στην οδηγία 85/611/ΕΟΚ, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω εταιρεία διαχείρισης ασκεί τα δικαιώματα ψήφου που διαθέτει ανεξάρτητα από τη μητρική επιχείρηση.

Ωστόσο, τα άρθρα 9 και 10 εφαρμόζονται εφόσον η μητρική επιχείρηση, ή άλλη ελεγχόμενη επιχείρηση της μητρικής, έχει επενδύσει σε συμμετοχές που τελούν υπό τη διαχείριση της εν λόγω εταιρείας διαχείρισης και η εταιρεία διαχείρισης δεν έχει τη διακριτική ευχέρεια να ασκεί τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε αυτές τις συμμετοχές αλλά μπορεί να ασκεί μόνο αυτά τα δικαιώματα ψήφου βάσει οδηγιών που λαμβάνει απευθείας ή εμμέσως από τη μητρική επιχείρηση ή από άλλη ελεγχόμενη επιχείρηση της μητρικής επιχείρησης.

5.   Δεν απαιτείται από τη μητρική επιχείρηση εταιρείας επενδύσεων που έχει λάβει άδεια βάσει της οδηγίας 2004/39/ΕΚ να αθροίζει τις συμμετοχές της δυνάμει των άρθρων 9 και 10 με τις συμμετοχές που διαχειρίζεται η εταιρεία επενδύσεων σε ανά πελάτη βάση κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 1, σημείο 9 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, υπό την προϋπόθεση ότι:

η εταιρεία επενδύσεων έχει την άδεια να πραγματοποιεί διαχείριση χαρτοφυλακίου αυτού του είδους δυνάμει του σημείου 4, τμήμα Α, παράρτημα Ι της οδηγίας 2004/39/ΕΚ,

μπορεί να ασκεί μόνο τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σ'αυτές τις μετοχές βάσει οδηγιών που λαμβάνει γραπτώς ή με ηλεκτρονικά μέσα, ή διασφαλίζει ότι οι μεμονωμένες υπηρεσίες διαχείρισης χαρτοφυλακίου διεξάγονται ανεξάρτητα από οιεσδήποτε άλλες υπηρεσίες, υπό συνθήκες ισοδύναμες εκείνων που προβλέπονται στην οδηγία 85/611/ΕΟΚ, με τη σύσταση κατάλληλων μηχανισμών, και

η εταιρεία επενδύσεων ασκεί τα δικαιώματα ψήφου που διαθέτει ανεξάρτητα από τη μητρική επιχείρηση.

Ωστόσο, τα άρθρα 9 και 10 εφαρμόζονται εφόσον η μητρική επιχείρηση, ή άλλη ελεγχόμενη επιχείρηση της μητρικής, έχει επενδύσει σε συμμετοχές που τελούν υπό τη διαχείριση της εν λόγω εταιρείας επενδύσεων και η εταιρεία επενδύσεων δεν έχει τη διακριτική ευχέρεια να ασκεί τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε αυτές τις συμμετοχές αλλά μπορεί να ασκεί μόνο αυτά τα δικαιώματα ψήφου βάσει οδηγιών που λαμβάνει απευθείας ή εμμέσως από τη μητρική επιχείρηση ή από άλλη ελεγχόμενη επιχείρηση της μητρικής επιχείρησης.

6.   Μετά την παραλαβή της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 κοινοποίησης, το αργότερο όμως εντός τριών ημερών διαπραγμάτευσης, ο εκδότης δημοσιεύει όλες τις πληροφορίες που περιέχει η κοινοποίηση.

7.   Το κράτος μέλος προέλευσης μπορεί να απαλλάσσει τους εκδότες από την υποχρέωση της παραγράφου 6, εάν οι πληροφορίες που περιέχονται στην κοινοποίηση δημοσιοποιούνται από την αρμόδια αρχή του, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 21, με την παραλαβή της κοινοποίησης, το αργότερο όμως εντός τριών ημερών διαπραγμάτευσης.

8.   Για να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των παραγράφων 1, 2, 4, 5 και 6 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή, σύμφωνα με την διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 27, παράγραφος 2, θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα:

α)

για την καθιέρωση τυποποιημένου εντύπου που θα χρησιμοποιείται σε ολόκληρη την Κοινότητα κατά την κοινοποίηση, δυνάμει της παραγράφου 1, των απαιτούμενων πληροφοριών στον εκδότη, ή κατά την υποβολή πληροφοριών δυνάμει του άρθρου 19, παράγραφος 3·

β)

για τον καθορισμό χρονοδιαγράμματος των «ημερών διαπραγμάτευσης» για όλα τα κράτη μέλη·

γ)

για τον ορισμό των περιπτώσεων στις οποίες ο μέτοχος ή το φυσικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 10 ή αμφότεροι προβαίνουν στην απαραίτητη κοινοποίηση προς τον εκδότη·

δ)

για τη διευκρίνιση των συνθηκών υπό τις οποίες ο μέτοχος ή το φυσικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 10 θα πρέπει να έχει ενημερωθεί για την απόκτηση ή τη διάθεση·

ε)

για τη διευκρίνιση των προϋποθέσεων ανεξαρτησίας που πρέπει να πληρούν οι εταιρείες διαχείρισης και οι μητρικές τους επιχειρήσεις ή οι εταιρείες επενδύσεων και οι μητρικές τους επιχειρήσεις προκειμένου να επωφελούνται των εξαιρέσεων των παραγράφων 4 και 5.

Άρθρο 13

1.   Οι προϋποθέσεις κοινοποίησης που ορίζονται στο άρθρο 9 εφαρμόζονται επίσης σε φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα, χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία ενσωματώνουν το δικαίωμα απόκτησης, με αποκλειστική πρωτοβουλία του κατόχου αυτού και βάσει επίσημης συμφωνίας, μετοχών οι οποίες ενσωματώνουν δικαιώματα ψήφου και έχουν ήδη εκδοθεί από εκδότη του οποίου οι μετοχές έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά.

2.   Η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27, παράγραφος 2, εκτελεστικά μέτρα προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή της παραγράφου 1. Ειδικότερα, καθορίζει:

α)

τα είδη των χρηματοπιστωτικών μέσων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και την ομαδοποίησή τους·

β)

τη φύση της επίσημης συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1·

γ)

το περιεχόμενο της κοινοποίησης που πρέπει να υποβληθεί, καθιερώνοντας τυποποιημένο έντυπο που θα χρησιμοποιείται σε ολόκληρη την Κοινότητα για τον σκοπό αυτόν·

δ)

το διάστημα κοινοποίησης·

ε)

τον αποδέκτη της κοινοποίησης.

Άρθρο 14

1.   Εφόσον ο εκδότης μετοχών που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά αποκτά ή διαθέτει δικές του μετοχές, είτε απευθείας είτε μέσω προσώπου που ενεργεί εξ ονόματός του αλλά για λογαριασμό του εκδότη, το κράτος μέλος προέλευσης διασφαλίζει ότι ο εκδότης δημοσιοποιεί, το συντομότερο δυνατό, το ποσοστό των δικών του μετοχών, το αργότερο δε εντός τεσσάρων ημερών διαπραγμάτευσης μετά την εν λόγω απόκτηση ή διάθεση, εφόσον το ποσοστό αυτό φθάνει, υπερβαίνει ή υπολείπεται των ορίων του 5 % ή 10 % των δικαιωμάτων ψήφου. Το ποσοστό υπολογίζεται με βάση τον συνολικό αριθμό μετοχών οι οποίες ενσωματώνουν δικαιώματα ψήφου.

2.   Η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27, παράγραφος 2, εκτελεστικά μέτρα προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή της παραγράφου 1.

Άρθρο 15

Για τον σκοπό υπολογισμού των ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 9, το κράτος μέλος προέλευσης απαιτεί τουλάχιστον από τον εκδότη να αποκαλύπτει στο κοινό τον συνολικό αριθμό των δικαιωμάτων ψήφου και το κεφάλαιο στο τέλος κάθε ημερολογιακού μηνός κατά τη διάρκεια του οποίου έχει σημειωθεί αύξηση ή μείωση αυτού του συνολικού αριθμού.

Άρθρο 16

Συμπληρωματικές πληροφορίες

1.   Ο εκδότης μετοχών οι οποίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά δημοσιοποιεί αμελλητί κάθε μεταβολή στα δικαιώματα που ενσωματώνονται στις διάφορες κατηγορίες μετοχών, συμπεριλαμβανομένων των μεταβολών στα δικαιώματα που ενσωματώνονται σε παράγωγα μέσα κινητών αξιών που έχει εκδώσει ο ίδιος ο εκδότης και τα οποία παρέχουν πρόσβαση στις μετοχές αυτού του εκδότη.

2.   Ο εκδότης κινητών αξιών άλλων από μετοχές, οι οποίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, δημοσιοποιεί αμελλητί κάθε μεταβολή στα δικαιώματα των κατόχων κινητών αξιών άλλων από μετοχές, συμπεριλαμβανομένων των μεταβολών στους όρους και προϋποθέσεις που διέπουν αυτές τις κινητές αξίες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν έμμεσα αυτά τα δικαιώματα, ως αποτέλεσμα ιδίως που προκύπτει από τη μεταβολή των όρων δανείου ή επιτοκίων.

3.   Ο εκδότης κινητών αξιών οι οποίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά δημοσιοποιεί αμελλητί τις νέες εκδόσεις δανείων, και ιδίως τις εγγυήσεις ή τις διασφαλίσεις που το συνοδεύουν. Υπό την επιφύλαξη της οδηγίας 2003/6/EΚ, η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται σε διεθνή δημόσιο οργανισμό στον οποίο συμμετέχει τουλάχιστον ένα κράτος μέλος.

ΤΜΗΜΑ II

Ενημέρωση κατόχων των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά

Άρθρο 17

Υποχρεώσεις ενημέρωσης εκδοτών των οποίων οι μετοχές έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά

1.   Ο εκδότης μετοχών που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά διασφαλίζει την ίση μεταχείριση όλων των κατόχων μετοχών που βρίσκονται στην ίδια θέση.

2.   Ο εκδότης διασφαλίζει ότι όλες οι διευκολύνσεις και οι πληροφορίες που είναι απαραίτητες για να μπορούν οι μέτοχοι να ασκούν τα δικαιώματά τους διατίθενται στο κράτος μέλος προέλευσης και ότι διαφυλάσσεται η ακεραιότητα των στοιχείων. Δεν παρεμποδίζεται η άσκηση των δικαιωμάτων των μετόχων μέσω πληρεξουσίου, υπό την επιφύλαξη του δικαίου της χώρας στην οποία ο εκδότης έχει συσταθεί. Ο εκδότης μεριμνά ιδίως για τα εξής:

α)

παρέχει πληροφορίες για τον τόπο, την ημερομηνία και την ημερήσια διάταξη των συνελεύσεων, για τον συνολικό αριθμό των μετοχών και των δικαιωμάτων ψήφου καθώς και για τα δικαιώματα συμμετοχής των μετόχων στις συνελεύσεις·

β)

διανέμει έντυπο πληρεξουσίου, εντύπως ή, οσάκις ενδείκνυται, με ηλεκτρονικά μέσα, σε κάθε πρόσωπο που έχει δικαίωμα ψήφου σε συνέλευση των μετόχων, μαζί με την ανακοίνωση σχετικά με τη συνέλευση ή κατόπιν υποβολής αιτήματος, μετά τη σύγκληση της συνέλευσης·

γ)

ορίζει ως εντολοδόχο ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα μέσω του οποίου οι μέτοχοι μπορούν να ασκήσουν τα οικονομικά τους δικαιώματα, και

δ)

δημοσιεύει ανακοινώσεις ή κυκλοφορεί εγκυκλίους, σχετικά με τη διανομή και την πληρωμή μερισμάτων και την έκδοση νέων μετοχών, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών για τους τρόπους διανομής, εγγραφής, ακύρωσης ή μετατροπής.

3.   Για τον σκοπό της διαβίβασης πληροφοριών στους μετόχους, το κράτος μέλος προέλευσης επιτρέπει στους εκδότες τη χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών μέσων, υπό την προϋπόθεση ότι η σχετική απόφαση λαμβάνεται σε γενική συνέλευση και πληροί τουλάχιστον τους ακόλουθους όρους:

α)

η χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών μέσων δεν εξαρτάται κατά κανένα τρόπο από τον τόπο της έδρας ή της κατοικίας του μετόχου ή, στις περιπτώσεις του άρθρου 10, στοιχεία α) έως η), του φυσικού προσώπου ή της νομικής οντότητας·

β)

θεσπίζεται σύστημα αναγνώρισης ώστε οι μέτοχοι ή τα φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δικαιούνται να ασκούν ή να κατευθύνουν την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου, να ενημερώνονται ουσιαστικά·

γ)

ζητείται γραπτώς από τους μετόχους ή, στις περιπτώσεις του άρθρου 10, στοιχεία α) έως ε), από τα φυσικά πρόσωπα ή τις νομικές οντότητες που δικαιούνται να αποκτούν, να διαθέτουν ή να ασκούν δικαιώματα ψήφου, να συναινέσουν για τη χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών μέσων για τη διαβίβαση πληροφοριών και, αν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος δεν εκφράσουν αντίρρηση, θεωρείται ότι συναινούν. Μπορούν να ζητήσουν, ανά πάσα στιγμή στο μέλλον, τη γραπτή διαβίβαση των πληροφοριών, και

δ)

η τυχόν κατανομή των εξόδων που συνεπάγεται η διαβίβαση των πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα καθορίζεται από τον εκδότη σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχείρισης που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

4.   Η Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 27, παράγραφος 2, θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές, για να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις των τεχνολογιών της πληροφορικής και επικοινωνίας και για να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των παραγράφων 1, 2 και 3. Ειδικότερα, προσδιορίζει τους τύπους των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων μέσω των οποίων οι μέτοχοι μπορούν να ασκήσουν τα οικονομικά δικαιώματα που προβλέπονται στην παράγραφο 2, στοιχείο γ).

Άρθρο 18

Υποχρεώσεις ενημέρωσης εκδοτών των οποίων οι χρεωστικοί τίτλοι έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά

1.   Ο εκδότης χρεωστικών τίτλων που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά διασφαλίζει την ίση μεταχείριση όλων των κατόχων χρεωστικών τίτλων ίσης προτεραιότητας ως προς όλα τα δικαιώματα που ενσωματώνονται σε αυτούς τους χρεωστικούς τίτλους.

2.   Ο εκδότης διασφαλίζει ότι όλες οι διευκολύνσεις και οι πληροφορίες που είναι απαραίτητες για να μπορούν οι κάτοχοι χρεωστικών τίτλων να ασκούν τα δικαιώματά τους διατίθενται στο κοινό στο κράτος μέλος προέλευσης και ότι διαφυλάσσεται η ακεραιότητα των στοιχείων. Δεν παρεμποδίζεται η άσκηση των δικαιωμάτων των κατόχων χρεωστικών τίτλων μέσω πληρεξουσίου, υπό την επιφύλαξη του δικαίου της χώρας στην οποία ο εκδότης έχει συσταθεί. Ο εκδότης μεριμνά ιδίως για τα εξής:

α)

δημοσιεύει ανακοινώσεις ή κυκλοφορεί εγκυκλίους, σχετικά με τον τόπο, την ημερομηνία και την ημερήσια διάταξη των συνελεύσεων των κατόχων χρεωστικών τίτλων, την πληρωμή τόκων, την άσκηση ενδεχόμενων δικαιωμάτων μετατροπής, ανταλλαγής, εγγραφής ή ακύρωσης, και την εξόφληση, καθώς και σχετικά με το δικαίωμα αυτών των κατόχων χρεωστικών τίτλων να συμμετέχουν σε αυτές·

β)

διανέμει έντυπο πληρεξουσίου, εντύπως ή, οσάκις ενδείκνυται, με ηλεκτρονικά μέσα, σε κάθε πρόσωπο που έχει δικαίωμα ψήφου σε συνέλευση των κατόχων χρεωστικών τίτλων, μαζί με την ανακοίνωση σχετικά με τη συνέλευση ή κατόπιν υποβολής αιτήματος, μετά τη σύγκληση της συνέλευσης, και

γ)

ορίζει ως εντολοδόχο ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα μέσω του οποίου οι κάτοχοι χρεωστικών τίτλων μπορούν να ασκήσουν τα οικονομικά τους δικαιώματα.

3.   Εάν πρόκειται να προσκληθούν σε συνέλευση μόνο κάτοχοι χρεωστικών τίτλων των οποίων η ονομαστική αξία ανά μονάδα είναι τουλάχιστον 50 000 ευρώ ή, στην περίπτωση χρεωστικών τίτλων σε άλλο, εκτός ευρώ, νόμισμα, του οποίου η αντίστοιχη ανά μονάδα ονομαστική αξία την ημερομηνία της έκδοσης είναι ισοδύναμη με 50 000 ευρώ τουλάχιστον, ο εκδότης μπορεί να επιλέγει ως τόπο της συνέλευσης οποιοδήποτε κράτος μέλος, υπό την προϋπόθεση ότι είναι διαθέσιμες στο εν λόγω κράτος μέλος όλες οι διευκολύνσεις και οι πληροφορίες που είναι αναγκαίες για να καταστεί δυνατή η άσκηση των δικαιωμάτων των κατόχων.

4.   Για τον σκοπό της διαβίβασης πληροφοριών στους κατόχους χρεωστικών τίτλων, το κράτος μέλος προέλευσης, ή το κράτος μέλος που έχει επιλεγεί από τον εκδότη σύμφωνα με την παράγραφο 3, επιτρέπει στους εκδότες τη χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών μέσων, υπό την προϋπόθεση ότι η σχετική απόφαση λαμβάνεται σε γενική συνέλευση και πληροί τουλάχιστον τους ακόλουθους όρους:

α)

η χρησιμοποίηση των ηλεκτρονικών μέσων δεν εξαρτάται κατά κανένα τρόπο από τον τόπο της έδρας ή της κατοικίας του κατόχου χρεωστικών τίτλων ή πληρεξουσίου που εκπροσωπεί αυτόν τον κάτοχο χρεωστικών τίτλων·

β)

θεσπίζεται σύστημα αναγνώρισης ώστε οι κάτοχοι χρεωστικών τίτλων να ενημερώνονται ουσιαστικά·

γ)

ζητείται γραπτώς από τους κατόχους χρεωστικών τίτλων να συναινέσουν για τη χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών μέσων για τη διαβίβαση πληροφοριών και, αν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, δεν εκφράσουν αντίρρηση, θεωρείται ότι συναινούν. Μπορούν να ζητήσουν, ανά πάσα στιγμή στο μέλλον, τη γραπτή διαβίβαση των πληροφοριών, και

δ)

η τυχόν κατανομή των εξόδων που συνεπάγεται η μεταβίβαση των πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα καθορίζεται από τον εκδότη σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχείρισης που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

5.   Η Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 27, παράγραφος 2, θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές, για να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνίας και για να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 4. Ειδικότερα, προσδιορίζει τους τύπους των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων μέσω των οποίων οι κάτοχοι χρεωστικών τίτλων μπορούν να ασκήσουν τα οικονομικά δικαιώματα που προβλέπονται στην παράγραφο 2, στοιχείο (γ).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

ΓΕΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ

Άρθρο 19

Έλεγχος από το κράτος μέλος προέλευσης

1.   Όταν ο εκδότης, ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που έχει ζητήσει, χωρίς τη συναίνεση του εκδότη, την εισαγωγή των κινητών αξιών του προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, κοινολογεί ρυθμιζόμενες πληροφορίες, υποβάλλει ταυτόχρονα τις πληροφορίες αυτές στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσής του. Αυτή η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίζει να δημοσιεύσει τις πληροφορίες αυτές στην ιστοσελίδα της.

Όταν ένας εκδότης προτίθεται να τροποποιήσει τη συστατική πράξη ή το καταστατικό του, ανακοινώνει το σχέδιο τροποποίησης στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης και στη ρυθμιζόμενη αγορά στην οποία έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση οι κινητές του αξίες. Η ανακοίνωση αυτή πραγματοποιείται αμελλητί, αλλά το αργότερο κατά την ημερομηνία σύγκλησης της γενικής συνέλευσης που συνέρχεται για να ψηφίσει, ή να ενημερωθεί, σχετικά με την προτεινόμενη τροποποίηση.

2.   Το κράτος μέλος προέλευσης δύναται να απαλλάσσει έναν εκδότη από την υποχρέωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 όσον αφορά τις πληροφορίες που κοινολογούνται σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας 2003/6/EΚ ή με το άρθρο 12, παράγραφος 6 της παρούσας οδηγίας.

3.   Οι πληροφορίες που πρέπει να κοινοποιούνται στον εκδότη σύμφωνα με τα άρθρα 9, 10, 12 και 13 υποβάλλονται συγχρόνως στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης.

4.   Για να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των παραγράφων 1, 2 και 3, η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27, παράγραφος 2.

Ειδικότερα, η Επιτροπή προσδιορίζει τη διαδικασία σύμφωνα με την οποία ο εκδότης, ο κάτοχος μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, ή πρόσωπο ή οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 10, υποβάλλει πληροφορίες στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης σύμφωνα με της παραγράφους 1 ή 3, αντίστοιχα, έτσι ώστε:

α)

να καθίσταται δυνατή η υποβολή πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα στο κράτος μέλος προέλευσης·

β)

να συντονίζεται η υποβολή της ετήσιας οικονομικής έκθεσης που αναφέρεται στο άρθρο 4 της παρούσας οδηγίας με την υποβολή των ετήσιων πληροφοριακών στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 10 της οδηγίας 2003/71/EΚ.

Άρθρο 20

Γλώσσες

1.   Όταν κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά μόνο στο κράτος μέλος προέλευσης, οι ρυθμιζόμενες πληροφορίες κοινολογούνται σε γλώσσα αποδεκτή από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης.

2.   Όταν κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά τόσο στο κράτος μέλος προέλευσης όσο και σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη υποδοχής, οι ρυθμιζόμενες πληροφορίες κοινολογούνται:

α)

σε γλώσσα αποδεκτή από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης, και

β)

ανάλογα με την επιλογή του εκδότη, είτε σε γλώσσα αποδεκτή από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής είτε σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στον διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα.

3.   Όταν κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη υποδοχής, αλλά όχι στο κράτος μέλος προέλευσης, οι ρυθμιζόμενες πληροφορίες κοινολογούνται, ανάλογα με την επιλογή του εκδότη, είτε σε γλώσσα αποδεκτή από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής είτε σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στο διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα.

Επίσης, το κράτος μέλος προέλευσης μπορεί να ορίσει στις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του ότι οι ρυθμιζόμενες πληροφορίες κοινολογούνται, ανάλογα με την επιλογή του εκδότη, είτε σε γλώσσα αποδεκτή από τις αρμόδιες αρχές του είτε σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στο διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα.

4.   Όταν κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά χωρίς τη συναίνεση του εκδότη, οι υποχρεώσεις των παραγράφων 1, 2 και 3 δεν εμπίπτουν στον εκδότη αλλά στο πρόσωπο το οποίο, χωρίς τη συναίνεση του εκδότη, ζήτησε την εισαγωγή αυτή.

5.   Τα κράτη μέλη επιτρέπουν στους μετόχους και στο φυσικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που αναφέρεται στα άρθρα 9, 10 και 13, να κοινοποιούν πληροφορίες σε εκδότη δυνάμει της παρούσας οδηγίας μόνο σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στο διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα. Εφόσον ο εκδότης λάβει τέτοια κοινοποίηση, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επιβάλλουν στον εκδότη να μεριμνήσει για μετάφραση σε γλώσσα αποδεκτή από τις αρμόδιες αρχές.

6.   Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 έως 4, όταν έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά κινητές αξίες των οποίων η ονομαστική αξία ανά μονάδα ανέρχεται σε τουλάχιστον 50 000 ευρώ ή, στην περίπτωση χρεωστικών τίτλων σε άλλο, εκτός ευρώ, νόμισμα, του οποίου η αντίστοιχη ονομαστική αξία την ημερομηνία της έκδοσης είναι ισοδύναμη με 50 000 ευρώ τουλάχιστον, οι ρυθμιζόμενες πληροφορίες αποκαλύπτονται στο κοινό είτε σε γλώσσα αποδεκτή από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης και του κράτους μέλους υποδοχής, είτε σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στο διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα, ανάλογα με την επιλογή του εκδότη ή του προσώπου το οποίο ζήτησε αυτή την εισαγωγή χωρίς τη συγκατάθεση του εκδότη.

7.   Αν ασκηθεί προσφυγή σχετικά με το περιεχόμενο των ρυθμιζόμενων πληροφοριών ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους, η υποχρέωση πληρωμής της δαπάνης μετάφρασης των πληροφοριών αυτών για τους σκοπούς της διαδικασίας, αποφασίζεται σύμφωνα με το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.

Άρθρο 21

Πρόσβαση σε ρυθμιζόμενες πληροφορίες

1.   Το κράτος μέλος προέλευσης διασφαλίζει ότι ο εκδότης ή το πρόσωπο το οποίο ζήτησε την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά χωρίς τη συγκατάθεση του εκδότη, κοινολογεί τις ρυθμιζόμενες πληροφορίες κατά τρόπο που διασφαλίζει την ταχεία και χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές και τις διαθέτει στον επίσημα καθορισμένο μηχανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Ο εκδότης ή το πρόσωπο το οποίο ζήτησε την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά χωρίς τη συγκατάθεση του εκδότη, δεν μπορεί να επιβαρύνει τους επενδυτές με τη δαπάνη για την παροχή των πληροφοριών. Το κράτος μέλος προέλευσης απαιτεί από τον εκδότη να χρησιμοποιεί μέσα που ευλόγως θεωρούνται αξιόπιστα για την αποτελεσματική διάχυση των πληροφοριών στο κοινό σε ολόκληρη την Κοινότητα. Το κράτος μέλος προέλευσης δεν δύναται να επιβάλει την υποχρέωση να χρησιμοποιούνται μόνο μέσα των οποίων οι φορείς εκμετάλλευσης είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός του.

2.   Το κράτος μέλος προέλευσης διασφαλίζει ότι υπάρχει τουλάχιστον ένας επίσημα καθορισμένος μηχανισμός κεντρικής αποθήκευσης των ρυθμιζόμενων πληροφοριών. Οι εν λόγω μηχανισμοί θα πρέπει να πληρούν τα ελάχιστα πρότυπα ποιότητας όσον αφορά την ασφάλεια, τη βεβαιότητα για την πηγή των πληροφοριών, τη χρονική καταγραφή και την εύκολη πρόσβαση από τους τελικούς χρήστες και ευθυγραμμίζονται προς τη διαδικασία υποβολής που προβλέπεται στο άρθρο 19, παράγραφος 1.

3.   Όταν έχουν εισαχθεί κινητές αξίες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά σε ένα μόνο κράτος μέλος υποδοχής και όχι στο κράτος μέλος προέλευσης, το κράτος μέλος υποδοχής διασφαλίζει την κοινολόγηση των ρυθμιζόμενων πληροφοριών σύμφωνα με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4.   Για να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές καθώς και οι εξελίξεις στις τεχνολογίες της πληροφορικής και επικοινωνίας και για να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των παραγράφων 1, 2 και 3, η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 27, παράγραφος 2.

Ειδικότερα, η Επιτροπή προσδιορίζει:

α)

τα ελάχιστα πρότυπα για τη διάχυση των ρυθμιζόμενων πληροφοριών, κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1·

β)

τα ελάχιστα πρότυπα για τον μηχανισμό κεντρικής αποθήκευσης, κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 2.

Η Επιτροπή δύναται επίσης να καταρτίσει και να επικαιροποιεί κατάλογο των μέσων διάχυσης των πληροφοριών στο κοινό.

Άρθρο 22

Κατευθυντήριες γραμμές

1.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών εκπονούν κατάλληλες κατευθυντήριες γραμμές με σκοπό την περαιτέρω διευκόλυνση της πρόσβασης του κοινού στις πληροφορίες που κοινολογούνται βάσει της οδηγίας 2003/6/EΚ, της οδηγίας 2003/71/EΚ και της παρούσας οδηγίας.

Στόχος αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών είναι η δημιουργία:

α)

ενός ηλεκτρονικού δικτύου που θα συσταθεί σε εθνικό επίπεδο μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών των αγορών κινητών αξιών, των διαχειριστών των ρυθμιζόμενων αγορών και των εθνικών μητρώων εταιρειών που καλύπτονται από την πρώτη οδηγία του 68/151/EΟΚ του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1968, περί συντονισμού των εγγυήσεων που απαιτούνται στα κράτη μέλη εκ μέρους των εταιρειών, κατά την έννοια του άρθρου 48, δεύτερη παράγραφος της συνθήκης για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων (18), με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες (19), και

β)

ενός ενιαίου ηλεκτρονικού δικτύου, ή μιας κοινής βάσης ηλεκτρονικών δικτύων, μεταξύ των κρατών μελών.

2.   Η Επιτροπή επανεξετάζει τα αποτελέσματα που επιτυγχάνονται όσον αφορά την παράγραφο 1, έως την 31η Δεκεμβρίου 2006, και δύναται, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 27, παράγραφος 2, να θεσπίσει εκτελεστικά μέτρα για τη διευκόλυνση της συμμόρφωσης με τα άρθρα 19 και 21.

Άρθρο 23

Τρίτες χώρες

1.   Όταν η καταστατική έδρα ενός εκδότη βρίσκεται σε τρίτη χώρα, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης δύναται να απαλλάσσει τον εκδότη αυτόν από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 4 έως 7, στο άρθρο 12, παράγραφος 6 και στα άρθρα 14, 15 και 16 έως 18, υπό την προϋπόθεση ότι το δίκαιο της εν λόγω τρίτης χώρας προβλέπει τουλάχιστον ισοδύναμες απαιτήσεις ή ότι ο εν λόγω εκδότης πληροί τις απαιτήσεις του δικαίου της τρίτης χώρας την οποία θεωρεί ισοδύναμη η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης.

Ωστόσο, οι πληροφορίες που καλύπτονται από τις προϋποθέσεις που προβλέπει η τρίτη χώρα υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 19 και κοινολογούνται σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21.

2.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, ένας εκδότης με καταστατική έδρα σε τρίτη χώρα, απαλλάσσεται από την υποχρέωση υποβολής οικονομικών καταστάσεων σύμφωνα με το άρθρο 4 ή το άρθρο 5, πριν από την οικονομική χρήση που αρχίζει την ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2007, υπό την προϋπόθεση ότι ο εν λόγω εκδότης καταρτίζει τις οικονομικές καταστάσεις του σύμφωνα με τις διεθνώς αποδεκτές προδιαγραφές που αναφέρονται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.

3.   Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης διασφαλίζει ότι οι πληροφορίες που κοινολογούνται σε τρίτη χώρα και οι οποίες θα μπορούσαν να είναι σημαντικές για το κοινό στην Κοινότητα, αποκαλύπτονται σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21, ακόμα και αν οι πληροφορίες αυτές δεν είναι ρυθμιζόμενες κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο ια).

4.   Για να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή της παραγράφου 1, η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 27, παράγραφος 2, τα οποία:

i)

καθιερώνοντας ένα μηχανισμό που διασφαλίζει την ισοδυναμία των πληροφοριών που απαιτούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών καταστάσεων, με τις πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών καταστάσεων, που απαιτούνται βάσει των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων μιας τρίτης χώρας,

ii)

προσδιορίζοντας ότι, μέσω των νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών της διατάξεων, ή μέσω των πρακτικών ή διαδικασιών βάσει των διεθνών προτύπων που θεσπίζονται από διεθνείς οργανισμούς, η τρίτη χώρα στην οποία είναι εγγεγραμμένος ο εκδότης διασφαλίζει την ισοδυναμία των απαιτήσεων πληροφόρησης που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

Η Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27, παράγραφος 2, λαμβάνει τις αναγκαίες αποφάσεις περί της ισοδυναμίας των λογιστικών προτύπων που χρησιμοποιούν οι εκδότες από τρίτες χώρες, υπό τους όρους του άρθρου 30, παράγραφος 3, το αργότερο πέντε έτη από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 31. Εάν η Επιτροπή αποφασίσει ότι τα λογιστικά πρότυπα μιας τρίτης χώρας δεν είναι ισοδύναμα, μπορεί να επιτρέψει στους ενδιαφερόμενους εκδότες να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν αυτά τα λογιστικά πρότυπα κατά τη διάρκεια μια κατάλληλης μεταβατικής περιόδου.

5.   Για να διασφαλισθεί η ομοιόμορφη εφαρμογή της παραγράφου 2, η Επιτροπή δύναται, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 27, παράγραφος 2, να θεσπίσει εκτελεστικά μέτρα τα οποία ορίζουν το είδος των πληροφοριών που κοινολογούνται σε τρίτη χώρα και οι οποίες είναι σημαντικές για το κοινό στην Κοινότητα.

6.   Επιχείρηση που έχει την καταστατική της έδρα σε τρίτη χώρα η οποία, θα απαιτούσε άδεια σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 1 της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ, ή όσον αφορά τη διαχείριση χαρτοφυλακίου βάσει του σημείου 4 του τμήματος Α του παραρτήματος Ι της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, αν είχε την καταστατική της έδρα, ή μόνο σε περίπτωση εταιρείας επενδύσεων, το κεντρικό της γραφείο εντός της Κοινότητας, απαλλάσσεται επίσης από την άθροιση των συμμετοχών της με τις συμμετοχές τής μητρικής της επιχείρησης βάσει των απαιτήσεων του άρθρου 12, παράγραφοι 4 και 5, υπό την προϋπόθεση ότι πληροί ισοδύναμες προϋποθέσεις ανεξαρτησίας με εκείνες των εταιρειών διαχείρισης η των εταιρειών επενδύσεων.

7.   Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή της παραγράφου 6, η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 27, παράγραφος 2, εκτελεστικά μέτρα τα οποία θα ορίζουν ότι, μέσω των νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών της διατάξεων, η τρίτη χώρα διασφαλίζει την ισοδυναμία των απαιτήσεων ανεξαρτησίας που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία και στα εκτελεστικά της μέτρα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 24

Οι αρμόδιες αρχές και οι εξουσίες τους

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει την κεντρική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 21, παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/71/EΚ ως την αρμόδια κεντρική διοικητική αρχή η οποία είναι υπεύθυνη για την τήρηση των υποχρεώσεων που προβλέπει η παρούσα οδηγία καθώς και για την εξασφάλιση της εφαρμογής των διατάξεων που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή αναλόγως.

Εντούτοις, για τους σκοπούς της παραγράφου 4, στοιχείο η), τα κράτη μέλη μπορούν να υποδεικνύουν άλλη αρμόδια αρχή, διαφορετική από την αρμόδια κεντρική αρχή που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

2.   Τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν στην αρμόδια κεντρική αρχή τους την ανάθεση καθηκόντων. Εκτός από τα καθήκοντα που αναφέρονται στην παράγραφο 4, στοιχείο η), οιαδήποτε ανάθεση καθηκόντων σχετικών με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία και στα εκτελεστικά της μέτρα, επανεξετάζεται πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας και περατώνεται οκτώ έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας. Κάθε ανάθεση καθηκόντων γίνεται μέσω συγκεκριμένου ορισμού των καθηκόντων που πρόκειται να αναληφθούν και των προϋποθέσεων υπό τις οποίες πρέπει να εκτελεσθούν.

Στους προαναφερθέντες όρους συμπεριλαμβάνεται ρήτρα που υποχρεώνει την εν λόγω οντότητα να οργανωθεί κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται η σύγκρουση συμφερόντων και οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται στο πλαίσιο της εκτέλεσης των προαναφερθέντων καθηκόντων να μην χρησιμοποιούνται κατά τρόπο αθέμιτο ή για να κωλύεται ο ανταγωνισμός. Σε κάθε περίπτωση, την τελική ευθύνη για την εποπτεία της συμμόρφωσης με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και τα θεσπισθέντα εκτελεστικά μέτρα υπέχει η αρμόδια αρχή που έχει ορισθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1.

3.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή και τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών για κάθε ρύθμιση που αφορά ανάθεση καθηκόντων, καθώς και τους ακριβείς όρους που διέπουν την ανάθεση αυτή.

4.   Κάθε αρμόδια αρχή διαθέτει όλες τις απαραίτητες εξουσίες για την εκτέλεση των καθηκόντων της. Έχει τουλάχιστον την εξουσία:

α)

να απαιτεί από τους ελεγκτές, τους εκδότες, τους κατόχους μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, ή από τα πρόσωπα ή οντότητες που αναφέρονται στα άρθρα 10 ή 13, καθώς και από τα πρόσωπα που τα ελέγχουν ή ελέγχονται από αυτά, να υποβάλλουν πληροφορίες και έγγραφα·

β)

να απαιτεί από τον εκδότη να αποκαλύπτει στο κοινό τις πληροφορίες που απαιτούνται στο στοιχείο α) με τα μέσα και εντός των προθεσμιών που κρίνει αναγκαία η αρμόδια αρχή. Δύναται να δημοσιεύσει τις πληροφορίες αυτές με δική της πρωτοβουλία στην περίπτωση που ο εκδότης, ή τα πρόσωπα που τον ελέγχουν ή ελέγχονται από αυτόν, δεν το πράττει και αφού έχει διαβουλευθεί με τον εκδότη·

γ)

να απαιτεί από τα διευθυντικά στελέχη των εκδοτών και από τους κατόχους μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, ή από τα πρόσωπα ή οντότητες που αναφέρονται στα άρθρα 10 ή 13, να κοινοποιούν τις πληροφορίες που απαιτούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας ή δυνάμει του εθνικού δικαίου που έχει θεσπισθεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και, εάν είναι αναγκαίο, να προσκομίζουν περαιτέρω πληροφορίες και έγγραφα·

δ)

να αναστείλει, ή να ζητήσει από τη σχετική ρυθμιζόμενη αγορά να αναστείλει, τη διαπραγμάτευση των κινητών αξιών για μέγιστο διάστημα 10 ημερών κάθε φορά που έχει βάσιμους λόγους να υποψιάζεται ότι παραβιάσθηκαν από τον εκδότη οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας, ή οι διατάξεις εθνικού δικαίου που έχουν θεσπισθεί βάσει της παρούσας οδηγίας·

ε)

να απαγορεύσει τη διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά εάν διαπιστώσει ότι οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας ή οι διατάξεις εθνικού δικαίου που έχουν θεσπισθεί βάσει της παρούσας οδηγίας, παραβιάσθηκαν, ή εάν έχει βάσιμους λόγους να υποψιάζεται ότι οι διατάξεις της εν λόγω οδηγίας παραβιάσθηκαν·

στ)

να παρακολουθεί κατά πόσο ο εκδότης κοινολογεί έγκαιρα πληροφορίες, με σκοπό να εξασφαλίσει την αποτελεσματική και ισότιμη πρόσβαση του κοινού σε όλα τα κράτη μέλη στα οποία οι κινητές αξίες αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης και να λαμβάνει ενδεδειγμένα μέτρα στις περιπτώσεις που αυτό δεν συμβαίνει·

ζ)

να δημοσιοποιεί το γεγονός ότι ένας εκδότης, ή κάτοχος μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, ή πρόσωπο ή οντότητα που αναφέρεται στα άρθρα 10 ή 13, παραλείπει να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του·

η)

να εξετάζει κατά πόσο η πληροφόρηση που αναφέρεται στην παρούσα οδηγία συντάσσεται σύμφωνα με το σχετικό πλαίσιο πληροφόρησης και να λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα σε περίπτωση που ανακαλύπτει παραβάσεις, και

θ)

να πραγματοποιεί επιτόπου επιθεωρήσεις στην επικράτειά της, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, προκειμένου να επιβεβαιώνει τη συμμόρφωση με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και με τα εκτελεστικά μέτρα της. Όπου απαιτείται, δυνάμει του εθνικού δικαίου, η αρμόδια αρχή ή αρχές μπορούν να κάνουν χρήση αυτής της εξουσίας μέσω αίτησης στην αρμόδια δικαστική αρχή ή/και σε συνεργασία με άλλες αρχές.

5.   Οι παράγραφοι 1 έως 4 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη της δυνατότητας ενός κράτους μέλους να προβλέπει ξεχωριστές νομοθετικές και διοικητικές ρυθμίσεις για υπερπόντια ευρωπαϊκά εδάφη, για τις εξωτερικές σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνο το εν λόγω κράτος μέλος.

6.   Η κοινολόγηση από τους ελεγκτές στις αρμόδιες αρχές οιουδήποτε γεγονότος ή αποφάσεως σχετικά με αιτήματα που έχει υποβάλει η αρμόδια αρχή δυνάμει της παραγράφου 4, στοιχείο α), δεν συνιστά παραβίαση τυχόν περιορισμών όσον αφορά την κοινολόγηση πληροφοριών που επιβάλλονται από συμβάσεις ή από νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις και δεν συνεπάγεται κανενός είδους ευθύνη για τους ελεγκτές.

Άρθρο 25

Επαγγελματικό απόρρητο και συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών

1.   Η υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου ισχύει για όλα τα πρόσωπα που εργάζονται ή έχουν εργασθεί στις αρμόδιες αρχές και στις οντότητες στις οποίες οι αρμόδιες αρχές έχουν, ενδεχομένως, αναθέσει ορισμένα καθήκοντα. Πληροφορίες που καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο δεν μπορούν να κοινολογούνται σε κανένα άλλο πρόσωπο ή αρχή, πλην των περιπτώσεων που προβλέπουν οι νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις ενός κράτους μέλους.

2.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται μεταξύ τους, οσάκις απαιτείται, για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους και την άσκηση των εξουσιών τους, κατά τα οριζόμενα είτε στην παρούσα οδηγία είτε στο εθνικό δίκαιο που έχει θεσπισθεί δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Οι αρμόδιες αρχές παρέχουν συνδρομή στις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών.

3.   Η παράγραφος 1 δεν παρεμποδίζει τις αρμόδιες αρχές να ανταλλάσσουν εμπιστευτικές πληροφορίες. Οι ανταλλασσόμενες με τον τρόπο αυτό πληροφορίες καλύπτονται από την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απόρρητου, το οποίο οφείλουν να τηρούν τα πρόσωπα που εργάζονται ή έχουν εργασθεί στις αρμόδιες αρχές που λαμβάνουν αυτές τις πληροφορίες.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να συνάπτουν συμφωνίες συνεργασίας που να προβλέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών με τις αρμόδιες αρχές ή με φορείς τρίτων χωρών οι οικείες νομοθεσίες των οποίων επιτρέπουν την εκτέλεση οιουδήποτε από τα καθήκοντα που ανατίθενται βάσει της παρούσας οδηγίας στις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 24. Η ανταλλαγή πληροφοριών υπόκειται σε εγγυήσεις τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου, τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο. Η ανταλλαγή πληροφοριών πρέπει να αποσκοπεί στην εκτέλεση των εποπτικών αρμοδιοτήτων των προαναφερθεισών αρχών ή φορέων. Εφόσον οι πληροφορίες προέρχονται από άλλο κράτος μέλος, δεν είναι δυνατό να κοινολογούνται χωρίς τη ρητή συμφωνία των αρμόδιων αρχών που τις κοινολόγησαν και, οσάκις ενδείκνυται, μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους οι εν λόγω αρχές έδωσαν τη συναίνεσή τους.

Άρθρο 26

Προληπτικά μέτρα

1.   Όταν η αρμόδια αρχή κράτους μέλους υποδοχής διαπιστώνει ότι ο εκδότης ή ο κάτοχος μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, ή το πρόσωπο ή η οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 10, έχει διαπράξει παρατυπίες ή έχει παραβεί τις υποχρεώσεις του, αναφέρει τα ευρήματά της στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης.

2.   Εάν, παρά τα ληφθέντα μέτρα εκ μέρους της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους προέλευσης ή λόγω ακαταλληλότητας των μέτρων αυτών, ο εκδότης ή ο κάτοχος των κινητών αξιών εξακολουθεί να παραβιάζει τις σχετικές νομικές ή κανονιστικές διατάξεις, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, αφού ενημερώσει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης, λαμβάνει, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 2, όλα τα δέοντα μέτρα για την προστασία των επενδυτών. Η Επιτροπή ενημερώνεται, το συντομότερο δυνατό, για τα μέτρα αυτά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

Άρθρο 27

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κινητών Αξιών, η οποία συστάθηκε με το άρθρο 1 της απόφασης 2001/528/ΕΚ.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΟΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής, υπό την προϋπόθεση ότι τα εκτελεστικά μέτρα που θεσπίζονται σύμφωνα με την εν λόγω διαδικασία δεν τροποποιούν τις ουσιώδεις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/EΚ ορίζεται τρίμηνη.

3.   Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

4.   Με την επιφύλαξη των ήδη θεσπισθέντων εκτελεστικών μέτρων, μέχρι τις 20 Ιανουαρίου 2009, αναστέλλεται η εφαρμογή των διατάξεών της παρούσας οδηγίας για τη θέσπιση τεχνικών κανόνων και αποφάσεων σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Βάσει προτάσεως της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δύνανται να ανανεώνουν την ισχύ των εν λόγω διατάξεων σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης και, για τον σκοπό αυτό, επανεξετάζουν τις διατάξεις αυτές πριν από τη λήξη της τετραετούς περιόδου.

Άρθρο 28

Κυρώσεις

1.   Με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών να επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, να μπορούν να λαμβάνονται τουλάχιστον τα κατάλληλα διοικητικά μέτρα ή να επιβάλλονται αστικές ή/και διοικητικές κυρώσεις κατά των υπευθύνων προσώπων, σε περίπτωση που οι θεσπισθείσες διατάξεις κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας δεν είναι σύμφωνες με αυτή. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα μέτρα αυτά είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά.

2.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην αρμόδια αρχή τη δυνατότητα να αποκαλύπτει στο κοινό κάθε μέτρο που λαμβάνει ή κύρωση που επιβάλλει για παράβαση των διατάξεων που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, εκτός εάν η κοινολόγηση αυτή μπορεί να διακυβεύσει σοβαρά τις χρηματοπιστωτικές αγορές ή να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στα ενδιαφερόμενα μέρη.

Άρθρο 29

Δικαίωμα προσφυγής

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι λαμβανόμενες βάσει νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων αποφάσεις που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία να μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο άσκησης ένδικων μέσων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 30

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 5, παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας, το κράτος μέλος προέλευσης μπορεί να απαλλάσσει από την υποχρέωση της δημοσιοποίησης των οικονομικών καταστάσεων δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 τους εκδότες που αναφέρονται στο άρθρο 9 του εν λόγω κανονισμού για την οικονομική χρήση που αρχίζει την ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2006.

2.   Παρά το άρθρο 12, παράγραφος 2, ο μέτοχος κοινοποιεί στον εκδότη το αργότερο δύο μήνες μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 31, παράγραφος 1, το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου και του κεφαλαίου που κατέχει, σύμφωνα με τα άρθρα 9, 10 και 13, με τους εκδότες κατά την ημερομηνία αυτή, εκτός εάν έχει ήδη απευθύνει κοινοποίηση που περιέχει ισοδύναμες πληροφορίες πριν από αυτή την ημερομηνία.

Παρά το άρθρο 12, παράγραφος 6, ο εκδότης κοινολογεί με τη σειρά του τις πληροφορίες που έχει λάβει μέσω των κοινοποιήσεων αυτών το αργότερο εντός τριών μηνών μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 31, παράγραφος 1.

3.   Εάν ο εκδότης έχει συσταθεί σε τρίτη χώρα, το κράτος μέλος προέλευσης δύναται να τον εξαιρεί μόνον ως προς τους χρεωστικούς τίτλους που ήδη έχουν γίνει δεκτοί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά της Κοινότητας πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005 5 από την υποχρέωση κατάρτισης των οικονομικών του καταστάσεων βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 3 και της διαχειριστικής του έκθεσης βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 5, για όσο καιρό:

α)

η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης δέχεται ότι οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις των εκδοτών που προέρχονται από συγκεκριμένη τρίτη χώρα παρέχουν ειλικρινή και επακριβή εικόνα τoυ ενεργητικού και του παθητικού, της οικονομικής κατάστασης και των αποτελεσμάτων του εκδότη·

β)

η τρίτη χώρα στην οποία ο εκδότης έχει συσταθεί δεν έχει καταστήσει υποχρεωτική την εφαρμογή των μνημονευόμενων στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 διεθνών λογιστικών προτύπων, και

γ)

η Επιτροπή δεν έχει λάβει καμία απόφαση δυνάμει του άρθρου 23, παράγραφος 4, στοιχείο ii) ως προς το αν υπάρχει ή όχι ισοδυναμία μεταξύ των προαναφερθέντων λογιστικών προτύπων και:

των λογιστικών προτύπων που ορίζουν οι νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις της τρίτης χώρας στην οποία ο εκδότης έχει συσταθεί, ή

των λογιστικών προτύπων μιας τρίτης χώρας που ο εκδότης επέλεξε να εφαρμόζει.

4.   Το κράτος μέλος προέλευσης δύναται να εξαιρεί τους εκδότες μόνο ως προς τους χρεωστικούς τίτλους που έχουν ήδη γίνει δεκτοί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά της Κοινότητας πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005 από την υποχρέωση δημοσιοποίησης εξαμηνιαίας οικονομικής έκθεσης δυνάμει του άρθρου 5, για διάστημα 10 ετών από την 1η Ιανουαρίου 2005, υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος μέλος προέλευσης αποφάσισε να χορηγήσει στους εκδότες αυτούς το ευεργέτημα των διατάξεων του άρθρου 27 της οδηγίας 2001/34/ΕΚ τη στιγμή της εισαγωγής των εν λόγω χρεωστικών τίτλων.

Άρθρο 31

Μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία μέχρι τις 20 Ιανουαρίου 2007. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν μέτρα σύμφωνα με τα άρθρα 3, παράγραφος 1, 8, παράγραφος 2, 8, παράγραφος 3, 9, παράγραφος 6 ή 30, γνωστοποιούν αμέσως τα μέτρα αυτά στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη.

Άρθρο 32

Τροποποιήσεις

Από την ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 31, παράγραφος 1, η οδηγία 2001/34/EΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο άρθρο 1, τα σημεία ζ) και η) διαγράφονται·

2.

το άρθρο 4 διαγράφεται·

3.

στο άρθρο 6, η παράγραφος 2 διαγράφεται·

4.

Στο άρθρο 8, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«2.   Τα κράτη μέλη δύνανται να υποβάλλουν τους εκδότες κινητών αξιών εισηγμένων στο χρηματιστήριο αξιών σε συμπληρωματικές υποχρεώσεις, εφόσον αυτές οι συμπληρωματικές υποχρεώσεις ισχύουν γενικά για όλους τους εκδότες ή κατά κατηγορία εκδοτών»·

5.

τα άρθρα 65 έως 97 διαγράφονται·

6.

τα άρθρα 102 και 103 διαγράφονται·

7.

στο άρθρο 107, παράγραφος 3, διαγράφεται το δεύτερο εδάφιο·

8.

στο άρθρο 108, η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

στο στοιχείο α), η φράση «της περιοδικής πληροφόρησης που πρέπει να δημοσιεύουν οι εταιρείες των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες σε χρηματιστήριο αξιών» διαγράφεται·

β)

το στοιχείο β), διαγράφεται·

γ)

στο στοιχείο γ), το σημείο (iii) διαγράφεται·

δ)

το στοιχείο δ) διαγράφεται.

Οι παραπομπές στις καταργηθείσες διατάξεις θεωρούνται παραπομπές στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 33

Αναθεώρηση

Μέχρι τις 30 Ιουνίου 2009, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση για τη λειτουργία της παρούσας οδηγίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον ενδείκνυται ή όχι ο τερματισμός της εξαίρεσης για υπάρχοντες χρεωστικούς τίτλους μετά τη δεκαετή περίοδο που προβλέπει το άρθρο 30, παράγραφος 4 καθώς και των πιθανών επιπτώσεων στις ευρωπαϊκές χρηματοπιστωτικές αγορές.

Άρθρο 34

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 35

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Έγινε στο Στρασβούργο, στις 15 Δεκεμβρίου 2004.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BORRELL FONTELLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. NICOLAÏ


(1)  (ΕΕ C 80 της 30.3.2004, σ. 128.

(2)  ΕΕ C 242 της 9.10.2003, σ. 6.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 30ής Μαρτίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 2ας Δεκεμβρίου 2004.

(4)  ΕΕ L 345 της 31.12.2003, σ. 64.

(5)  ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 191 της 13.7.2001, σ. 45· απόφαση η οποία τροποποιήθηκε με την απόφαση 2004/8/ΕΚ (ΕΕ L 3 της 7.1.2004, σ. 33).

(7)  ΕΕ L 184 της 6.7.2001, σ. 1· οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2003/71/ΕΚ.

(8)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31· οδηγία η οποία τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284, 31.10.2003, σ. 1).

(9)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(10)  ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1.

(11)  ΕΕ L 96 της 12.4.2003, σ. 16.

(12)  ΕΕ L 375, 31.12.1985, σ. 3· οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/39/ΕΚ.

(13)  ΕΕ L 126 της 26.5.2000, σ. 1· οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/69/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 125 της 28.4.2004, σ. 44).

(14)  ΕΕ L 204 της 21.7.1998, σ. 37· οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την Πράξη Προσχώρησης του 2003.

(15)  ΕΕ L 193 της 18.7.1983, σ. 1· οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2003/51/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 178 της 17.7.2003, σ. 16).

(16)  ΕΕ L 222, 14.8.1978, σ. 11· οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2003/51/ΕΚ.

(17)  ΕΕ L 141 της 11.6.1993, σ. 1· οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/39/ΕΚ.

(18)  Σημείωση του εκδότη: Ο τίτλος προσαρμόσθηκε για να ληφθεί υπόψη η αναρίθμηση των άρθρων της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύμφωνα με το άρθρο 12 της συνθήκης του Άμστερνταμ· η αρχική αναφορά ήταν στο άρθρο 58 της συνθήκης.

(19)  ΕΕ L 65 της 14.3.1968, σ. 8· οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2003/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 221 της 4.9.2003, σ. 13).