ISSN 1725-2415

doi:10.3000/17252415.C_2010.051.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

53ό έτος
27 Φεβρουαρίου 2010


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ, ΤΑ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Δικαστήριο

2010/C 051/01

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςEE C 37 της 13.2.2010

1

 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

 

Δικαστήριο

2010/C 051/02

Υπόθεση C-284/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Φινλανδίας (Παράβαση κράτους μέλους — Αδασμολόγητη εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού και υλικού προοριζόμενου για πολιτική και στρατιωτική χρήση)

2

2010/C 051/03

Υπόθεση C-294/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Σουηδίας (Παράβαση κράτους μέλους — Αδασμολόγητη εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού και υλικού προοριζόμενου για πολιτική και στρατιωτική χρήση)

3

2010/C 051/04

Υπόθεση C-372/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (Παράβαση κράτους μέλους — Αδασμολόγητη εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού)

3

2010/C 051/05

Υπόθεση C-387/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Αδασμολόγητη εισαγωγή υλικού προοριζόμενου για πολιτική και στρατιωτική χρήση)

4

2010/C 051/06

Υπόθεση C-409/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Αδασμολόγητη εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού)

5

2010/C 051/07

Υπόθεση C-461/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Δανίας (Παράβαση κράτους μέλους — Αδασμολόγητη εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού)

5

2010/C 051/08

Υπόθεση C-239/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Αδασμολόγητη εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού)

6

2010/C 051/09

Υπόθεση C-45/08: Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 23ης Δεκεμβρίου 2009 [αίτηση του Hof van beroep te Brussel (Βέλγιο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Spector Photo Group NV, Chris Van Raemdonck κατά Commissie voor het Bank-, Financie- en Assurantiewezen (CBFA) (Οδηγία 2003/6 — Πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες — Χρησιμοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών — Κυρώσεις — Προϋποθέσεις)

6

2010/C 051/10

Υπόθεση C-227/08: Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 2009 [αίτηση του Audiencia Provincial de Salamanca (Ισπανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Eva Martín Martín κατά EDP Editores SL (Οδηγία 85/577/ΕΟΚ — Άρθρο 4 — Προστασία των καταναλωτών — Συμβάσεις που συνάπτονται εκτός εμπορικού καταστήματος — Δικαίωμα καταγγελίας — Υποχρέωση ενημερώσεως από τον έμπορο — Ακυρότητα της συμβάσεως — Κατάλληλα μέτρα)

7

2010/C 051/11

Υπόθεση C-248/08: Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας [Παράβαση κράτους μέλους — Κανονισμός (ΕΚ) 1774/2002 — Άρθρα 4, παράγραφος 2, στοιχεία α' και γ', 5, παράγραφος 2, στοιχείο γ', 6, παράγραφος 2, στοιχείο β', 10 έως 15, 17, 18 και 26 — Ζωικά υποπροϊόντα — Απόβλητα — Ταφή χωρίς προηγούμενη επεξεργασία — Απουσία επίσημων ελέγχων — Εγκαταστάσεις για την ασφαλή διαχείριση των ζωικών υποπροϊόντων — Εκμετάλλευση — Έλλειψη εγκρίσεως — Αποτέφρωση του υλικού ειδικού κινδύνου — Έλλειψη προσήκουσας διαδικασίας]

8

2010/C 051/12

Υπόθεση C-305/08: Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 23ης Δεκεμβρίου 2009 [αίτηση του Consiglio di Stato (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Consorzio Nazionale Interuniversitario per le Scienze del Mare (CoNISMa) κατά Regione Marche [Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών — Οδηγία 2004/18 — Έννοιες των όρων εργολήπτης, προμηθευτής και πάροχος υπηρεσιών — Έννοια του όρου οικονομικός φορέας — Πανεπιστημιακά ιδρύματα και ερευνητικά ινστιτούτα — Κοινοπραξία (consorzio) που έχει συσταθεί από πανεπιστημιακά ιδρύματα και φορείς του Δημοσίου — Κύρια καταστατική δραστηριότητα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα — Συμμετοχή σε διαδικασία διαγωνισμού για τη σύναψη δημόσιας συμβάσεως]

8

2010/C 051/13

Υπόθεση C-376/08: Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 23ης Δεκεμβρίου 2009 [αίτηση του Tribunale Amministrativo Regionale per la Lombardia (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Serrantoni Srl, Consorzio stabile edili scrl κατά Comune di Milano [Συμβάσεις δημοσίων έργων — Οδηγία 2004/18/ΕΚ — Άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ — Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως — Κοινοπραξίες επιχειρήσεων — Απαγόρευση σε consorzio stabile (μόνιμη κοινοπραξία) και σε εταιρία ανήκουσα σ’ αυτή να μετάσχουν στον ίδιο διαγωνισμό, έστω και ως ανταγωνίστριες]

9

2010/C 051/14

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-410/08 έως C-412/08: Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 2009 [αίτηση του Finanzgericht Baden-Württemberg (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Swiss Caps AG κατά Hauptzollamt Singen (Κοινό Δασμολόγιο — Συνδυασμένη Ονοματολογία — Δασμολογική κατάταξη — Κλάσεις 1515, 1517, 2106 και 3004 — Κάψουλες ζελατίνης — Ιχθυέλαιο, έλαιο φύτρων σίτου, έλαιο μαυροσούσαμου — Έννοια της συσκευασίας)

9

2010/C 051/15

Υπόθεση C-455/08: Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 23ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ιρλανδίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγίες 89/665/ΕΟΚ και 92/13/ΕΟΚ — Συμβάσεις κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων — Διαδικασία προσφυγής κατά αποφάσεως περί αναθέσεως της συμβάσεως — Εξασφάλιση της δυνατότητας ασκήσεως αποτελεσματικής προσφυγής — Τήρηση ελάχιστης προθεσμίας μεταξύ της κοινοποιήσεως στους μη επιλεγέντες υποψηφίους της αποφάσεως περί αναθέσεως της συμβάσεως και της υπογραφής της σχετικής συμβάσεως)

10

2010/C 051/16

Υπόθεση C-505/08: Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2005/36/ΕΚ — Αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων — Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

11

2010/C 051/17

Υπόθεση C-586/08: Απόφαση του Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 2009 [αίτηση του Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Angelo Rubino κατά Ministero dell'Università e della Ricerca (Οδηγία 2005/36/ΕΚ — Αναγνώριση διπλωμάτων — Έννοια του όρου νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα — Επιλογή προκαθορισμένου αριθμού ατόμων βάσει συγκριτικής αξιολογήσεως και χορήγηση τίτλου περιορισμένης χρονικής ισχύος — Εθνικός τίτλος επιστημονικής επάρκειας — Καθηγητής πανεπιστημίου)

11

2010/C 051/18

Υπόθεση C-120/09: Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασιλείου του Βελγίου (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 1999/31/ΕΚ — Υγειονομική ταφή των αποβλήτω — Έννοιες της υπόγειας εναποθήκευσης, των αερίων χώρου ταφής και του εκλούσματος — Υποχρέωση καθορισμού επιπέδων συναγερμού πέραν των οποίων μπορεί να θεωρηθεί ότι ο χώρος υγειονομικής ταφής έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις όσον αφορά την ποιότητα των υπογείων υδάτων — Παράλειψη εμπρόθεσμης μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη όσον αφορά την Περιφέρεια της Βαλλονίας)

12

2010/C 051/19

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-450/07 και C-451/07: Διάταξη του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 9ης Νοεμβρίου 2009 [αιτήσεις του Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Roche SpA (C-450/07), Federazione nazionale unitaria dei Titolari di Farmacia italiani (Federfarma) (C-451/07) κατά Agenzia Italiana del Farmaco (AIFA) και Ministero della Salute (Άρθρο 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας — Οδηγία 89/105/ΕΟΚ — Διαφάνεια των μέτρων που διέπουν τον καθορισμό των τιμών των φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση — Άρθρο 4 — Καθήλωση των τιμών — Μείωση των τιμών)

12

2010/C 051/20

Υπόθεση C-281/08: Διάταξη του Δικαστηρίου της 24ης Νοεμβρίου 2009 — Landtag Schleswig-Holstein κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Αίτηση αναιρέσεως — Προσφυγή ακυρώσεως — Πρόσβαση στα έγγραφα — Ικανότητα περιφερειακού νομοθετικού σώματος να είναι διάδικος)

13

2010/C 051/21

Υπόθεση C-353/08: Διάταξη του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 9ης Νοεμβρίου 2009 [αίτηση του Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — A. Menarini — Industrie Farmaceutiche Riunite Srl, FIRMA Srl, Laboratori Guidotti SpA, Menarini International Operations Luxembourg SA, Istituto Lusofarmaco d'Italia SpA, Malesi Istituto Farmacobiologico SpA κατά Ministero della Salute, Agenzia Italiana del Farmaco (AIFA) (Άρθρο 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας — Οδηγία 89/105/ΕΟΚ — Διαφάνεια των μέτρων που ρυθμίζουν τον καθορισμό των τιμών των φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση — Άρθρο 4, παράγραφος 1 — Καθήλωση τιμών — Μείωση τιμών)

13

2010/C 051/22

Υπόθεση C-553/08: Διάταξη του Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 2ας Δεκεμβρίου 2009 — Powerserv Personalservice GmbH, πρώην Manpower Personalservice GmbH, κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) και Manpower Inc. [Αίτηση αναιρέσεως — Κοινοτικό σήμα — Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 — Άρθρα 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', και 51, παράγραφοι 1 και 2 — Αίτηση κηρύξεως ακυρότητας — Αντίθετη αίτηση αναιρέσεως — Λεκτικό κοινοτικό σήμα MANPOWER — Απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου — Περιγραφικός χαρακτήρας — Διακριτικός χαρακτήρας που αποκτήθηκε διά της χρήσεως]

14

2010/C 051/23

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-561/08 P και C-4/09 P: Διάταξη του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 23ης Οκτωβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γεράσιμου Ποταμιάνου (C-561/08 P), Γεράσιμος Ποταμιάνος κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (C-4/09) (Αίτηση αναιρέσεως — Υπαλληλική υπόθεση — Έκτακτος υπάλληλος — Μη ανανέωση συμβάσεως ορισμένου χρόνου — Βλαπτική πράξη)

15

2010/C 051/24

Υπόθεση C-85/09 P: Διάταξη του Δικαστηρίου της 29ης Οκτωβρίου 2009 — Portela — Comércio de artigos ortopédicos e hospitalares, Lda κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Αίτηση αναιρέσεως — Εξωσυμβατική ευθύνη — Αίτημα αποκαταστάσεως της ζημίας που προκλήθηκε από διάφορες παραλήψεις της Επιτροπής κατά την εφαρμογή της οδηγίας 93/42/ΕΟΚ — Απουσία αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ των προβαλλομένων παραλείψεων και της ζημίας την οποία υπέστη η αναιρεσείουσα κατά την εμπορία ελαττωματικών ψηφιακών θερμομέτρων — Προδήλως αβάσιμη αίτηση αναιρέσεως)

15

2010/C 051/25

Υπόθεση C-143/09: Διάταξη του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 17ης Σεπτεμβρίου 2009 [αίτηση του Fővárosi Bíróság (Ουγγαρία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Pannon GSM Távközlési Rt. κατά Nemzeti Hírközlési Hatóság Tanácsa (Άρθρο 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας — Προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση — Οδηγία 2002/22/ΕΚ — Διαχρονική εφαρμογή — Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου)

16

2010/C 051/26

Υπόθεση C-198/09: Διάταξη του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 9ης Νοεμβρίου 2009 [αίτηση του Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — IFB Stroder Srl κατά Agenzia Italiana del Farmaco (AIFA) (Άρθρο 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας — Οδηγία 89/105/ΕΟΚ — Διαφάνεια των μέτρων που ρυθμίζουν τον καθορισμό των τιμών των φαρμάκων για χρήση από τον άνθρωπο — Άρθρο 4 — Καθήλωση τιμών — Μείωση των τιμών)

16

2010/C 051/27

Υπόθεση C-333/09: Διάταξη του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 27ης Νοεμβρίου 2009 [αίτηση του Conseil de prud'hommes de Caen (Γαλλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Sophie Noël κατά SCP Brouard Daude, εκκαθαριστή της υπό δικαστική εκκαθάριση Pronuptia Boutiques Province SA, Centre de Gestion et d'Étude AGS IDF EST (Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών — Διεθνές σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα — Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως — Απόλυση για οικονομικούς λόγους — Ζήτημα που δεν άπτεται του κοινοτικού δικαίου — Πρόδηλη έλλειψη αρμοδιότητας του Δικαστηρίου)

17

2010/C 051/28

Υπόθεση C-443/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunale Ordinario di Cosenza (Ιταλία) στις 13 Νοεμβρίου 2009 — C.C.I.A.A. di Cosenza κατά Grillo Star srl Fallimento

18

2010/C 051/29

Υπόθεση C-504/09 P: Αναίρεση που άσκησε στις 4 Δεκεμβρίου 2009 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο στις 23 Σεπτεμβρίου 2009 στην υπόθεση T-183/07, Πολωνία κατά Επιτροπής

18

2010/C 051/30

Υπόθεση C-517/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Collège d’autorisation et de contrôle du Conseil supérieur de l’audiovisuel (Βέλγιο) στις 11 Δεκεμβρίου 2009 — RTL Belgium SA (πρώην TVI SA)

19

2010/C 051/31

Υπόθεση C-522/09: Προσφυγή της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ρουμανίας

20

2010/C 051/32

Υπόθεση C-525/09: Προσφυγή που ασκήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

21

2010/C 051/33

Υπόθεση C-526/09: Προσφυγή που ασκήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

21

2010/C 051/34

Υπόθεση C-529/09: Προσφυγή της 18ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασιλείου της Ισπανίας

21

2010/C 051/35

Υπόθεση C-531/09: Προσφυγή που ασκήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

22

2010/C 051/36

Υπόθεση C-532/09 P: Αναίρεση που άσκησε στις 18 Δεκεμβρίου 2009 ο Vladimir Ivanov κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (τρίτο τμήμα) στις 30 Σεπτεμβρίου 2009 στην υπόθεση T-166/08, Ivanov κατά Επιτροπής

22

2010/C 051/37

Υπόθεση C-533/09: Προσφυγή που ασκήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

23

2010/C 051/38

Υπόθεση C-538/09: Προσφυγή της 21ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασιλείου του Βελγίου

23

2010/C 051/39

Υπόθεση C-539/09: Προσφυγή της 21ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας

24

2010/C 051/40

Υπόθεση C-540/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Regeringsrätten (Σουηδία) στις 21 Δεκεμβρίου 2009 — Skandinaviska Enskilda Banken AB Momsgrupp κατά Skatteverket

24

2010/C 051/41

Υπόθεση C-544/09 P: Αναίρεση που άσκησε στις 22 Δεκεμβρίου 2009 η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (έβδομο τμήμα) στις 6 Οκτωβρίου 2009 στην υπόθεση T-21/06, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

25

2010/C 051/42

Υπόθεση C-553/09 P: Αναίρεση που άσκησε στις 23 Δεκεμβρίου 2009 η BCS SpA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (όγδοο τμήμα) στις 28 Οκτωβρίου 2009 στην υπόθεση T-137/08, BCS SpA κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

26

2010/C 051/43

Υπόθεση C-40/10: Προσφυγή που ασκήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2010 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

27

2010/C 051/44

Υπόθεση C-466/08: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 17ης Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Κυπριακής Δημοκρατίας

27

2010/C 051/45

Υπόθεση C-544/08: Διάταξη του προέδρου του ογδόου τμήματος του Δικαστηρίου της 4ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Τσεχικής Δημοκρατίας

27

2010/C 051/46

Υπόθεση C-548/08: Διάταξη του προέδρου του ογδόου τμήματος του Δικαστηρίου της 12ης Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Σουηδίας

28

2010/C 051/47

Υπόθεση C-15/09: Διάταξη του προέδρου του πέμπτου τμήματος του Δικαστηρίου της 26ης Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Τσεχικής Δημοκρατίας

28

2010/C 051/48

Υπόθεση C-42/09: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

28

2010/C 051/49

Υπόθεση C-171/09: Διάταξη του προέδρου του όγδοου τμήματος του Δικαστηρίου της 2ας Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Γαλλικής Δημοκρατίας

28

2010/C 051/50

Υπόθεση C-183/09: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 30ής Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

28

2010/C 051/51

Υπόθεση C-184/09: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 20ής Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας

28

2010/C 051/52

Υπόθεση C-192/09: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 11ης Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου των Κάτω Χωρών

28

2010/C 051/53

Υπόθεση C-206/09: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 18ης Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

29

2010/C 051/54

Υπόθεση C-207/09: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 7ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Σλοβακικής Δημοκρατίας

29

2010/C 051/55

Υπόθεση C-220/09: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 12ης Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Μάλτας

29

2010/C 051/56

Υπόθεση C-252/09: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 19ης Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

29

 

Γενικό Δικαστήριο

2010/C 051/57

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-355/04 και Τ-446/04: Απόφαση του Γενικού δικαστηρίου της 19ης Ιανουαρίου 2010 — Co-Frutta κατά Επιτροπής [Πρόσβαση στα έγγραφα — Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 — Έγγραφα σχετικά με την κοινοτική αγορά εισαγωγής μπανανών — Ρητή άρνηση χορηγήσεως προσβάσεως κατόπιν σιωπηρής αρνήσεως — Προσφυγή ακυρώσεως — Παραδεκτό — Εξαίρεση σχετική με την προστασία εμπορικών συμφερόντων τρίτων — Τήρηση προθεσμιών — Προηγούμενη συμφωνία κράτους μέλους — Υποχρέωση αιτιολογήσεως]

30

2010/C 051/58

Υποθέσεις T-252/07, T-271/07 και T-272/07: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 20ής Ιανουαρίου 2010 — Sungro κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Επιτροπής [Εξωσυμβατική ευθύνη — Κοινή γεωργική πολιτική — Τροποποίηση του κοινοτικού καθεστώτος στηρίξεως για το βαμβάκι — Τίτλος IV, κεφάλαιο 10 α, του κανονισμού (ΕΚ) 1782/2003, που προστέθηκε με το άρθρο 1, σκέψη 20, του κανονισμού (ΕΚ) 864/2004 — Ακύρωση των επίδικων διατάξεων με απόφαση του Δικαστηρίου — Αιτιώδης συνάφεια]

30

2010/C 051/59

Υπόθεση T-460/07: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 20ής Ιανουαρίου 2010 — Nokia κατά ΓΕΕΑ — Medion (LIFE BLOG) [Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού κοινοτικού σήματος LIFE BLOG — Προγενέστερο λεκτικό εθνικό σήμα LIFE — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Κίνδυνος συγχύσεως — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 [νυν άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009] — Μερική άρνηση καταχωρίσεως]

31

2010/C 051/60

Υπόθεση T-355/08 P: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 19ης Ιανουαρίου 2010 — De Fays κατά Επιτροπής (Αίτηση αναιρέσεως — Αίτηση ανταναιρέσεως — Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Άδειες — Αναρρωτική άδεια — Αδικαιολόγητη απουσία διαπιστωθείσα κατόπιν ιατρικού ελέγχου — Καταλογισμός στη διάρκεια της ετήσιας άδειας — Στέρηση του δικαιώματος επί των αποδοχών)

31

2010/C 051/61

Υπόθεση T-254/08: Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 22ας Δεκεμβρίου 2009 — Associazione Giùlemanidallajuve κατά Επιτροπής (Προβαλλόμενες παραβάσεις των άρθρων 81 ΕΚ και 82 ΕΚ — Καταγγελία — Προσφυγή κατά παραλείψεως — Λήψη θέσεως της Επιτροπής θέτουσα τέλος στην παράλειψη — Κατάργηση της δίκης)

32

2010/C 051/62

Υπόθεση T-71/09: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιανουαρίου 2010 — Química Atlântica κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Προσφυγή κατά παραλείψεως — Αναγνωριστικό αίτημα — Αγωγή αποζημιώσεως — Άρθρο 44, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου — Απαράδεκτον)

32

2010/C 051/63

Υπόθεση T-95/09 R II: Διάταξη του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Ιανουαρίου 2010 — United Phosphorus κατά Επιτροπής (Ασφαλιστικά μέτρα — Οδηγία 91/414/ΕΟΚ — Απόφαση σχετικά με τη μη καταχώριση της ουσίας napropamide στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414 — Παράταση μέτρου αναστολής εκτελέσεως)

32

2010/C 051/64

Υπόθεση T-446/09 R: Διάταξη του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου της 8ης Ιανουαρίου 2010 — Escola Superior Agrária de Coimbra κατά Επιτροπής (Ασφαλιστικά μέτρα — Πρόγραμμα Life — Επιστροφή μέρους των καταβληθέντων ποσών — Ένταλμα είσπραξης — Χρεωστικό σημείωμα — Αίτηση αναστολής εκτελέσεως — Χρηματική ζημία — Εξαιρετικές περιστάσεις — Δεν συντρέχει επείγον)

33

2010/C 051/65

Υπόθεση T-464/09: Αγωγή της 20ής Νοεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά New Acoustic Music και Anna Hildur Hildibrandsdottir

33

2010/C 051/66

Υπόθεση T-486/09: Προσφυγή της 4ης Δεκεμβρίου 2009 — Πολωνία κατά Επιτροπής

34

2010/C 051/67

Υπόθεση T-498/09 P: Αναίρεση που άσκησε στις 9 Δεκεμβρίου 2009 ο Petrus Kerstens κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 29 Σεπτεμβρίου 2009 στην υπόθεση F-102/07, Kerstens κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

35

2010/C 051/68

Υπόθεση T-502/09: Προσφυγή της 11ης Δεκεμβρίου 2009 — Inovis κατά ΓΕΕΑ — Sonaecom (INOVIS)

35

2010/C 051/69

Υπόθεση T-503/09: Προσφυγή της 16ης Δεκεμβρίου 2009 — Cybergun κατά ΓΕΕΑ — Umarex Sportwaffen (AK 47)

36

2010/C 051/70

Υπόθεση T-505/09: Προσφυγή της 16ης Δεκεμβρίου 2009 — Carlyle κατά ΓΕΕΑ — Mascha & Regner Consulting (CAFE CARLYLE)

36

2010/C 051/71

Υπόθεση T-506/09: Προσφυγή της 16ης Δεκεμβρίου 2009 — Carlyle κατά ΓΕΕΑ — Mascha & Regner Consulting (THE CARLYLE)

37

2010/C 051/72

Υπόθεση T-513/09: Προσφυγή της 22ας Δεκεμβρίου 2009 — Baena Grupo κατά ΓΕΕΑ — Neuman και Galdeano del Sel (σχέδια ή υποδείγματα)

37

2010/C 051/73

Υπόθεση T-514/09: Προσφυγή-αγωγή της 31ης Δεκεμβρίου 2009 — De Post κατά Επιτροπής

38

2010/C 051/74

Υπόθεση T-515/09 P: Αίτηση αναιρέσεως που ασκήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 2009 από τον Luigi Marcuccio κατά της διατάξεως που εξέδωσε στις 7 Οκτωβρίου 2009 το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στην υπόθεση F-3/08, Marcuccio κατά Επιτροπής

39

2010/C 051/75

Υπόθεση T-516/09 P: Αναίρεση που άσκησε στις 21 Δεκεμβρίου 2009 ο Luigi Marcuccio κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 7 Οκτωβρίου 2009 στην υπόθεση F-122/07, Marcuccio κατά Επιτροπής

40

2010/C 051/76

Υπόθεση T-517/09: Προσφυγή της 21ης Δεκεμβρίου 2009 — Alstom κατά Επιτροπής

40

2010/C 051/77

Υπόθεση T-519/09: Προσφυγή της 23ης Δεκεμβρίου 2009 — Toshiba κατά Επιτροπής

41

2010/C 051/78

Υπόθεση T-521/09: Προσφυγή της 21ης Δεκεμβρίου 2009 — Areva T&D κατά Επιτροπής

42

2010/C 051/79

Υπόθεση T-522/09: Προσφυγή της 21ης Δεκεμβρίου 2009 — Gemmi Furs κατά ΓΕΕΑ — Lemmi Fashion (GEMMI)

43

2010/C 051/80

Υπόθεση T-523/09: Προσφυγή της 23ης Δεκεμβρίου 2009 — Smart Technologies κατά ΓΕΕΑ (WIR MACHEN DAS BESONDERE EINFACH)

44

2010/C 051/81

Υπόθεση T-524/09: Προσφυγή της 24ης Δεκεμβρίου 2009 — Meredith κατά ΓΕΕΑ (BETTER HOMES AND GARDENS)

44

2010/C 051/82

Υπόθεση T-528/09: Προσφυγή της 30ής Δεκεμβρίου 2009 — Hubei Xinyegang Steel κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

45

2010/C 051/83

Υπόθεση T-2/10: Προσφυγή της 5ης Ιανουαρίου 2010 — De Lucia κατά ΓΕΕΑ — Galbani (De Lucia La natura pratica del gusto)

45

2010/C 051/84

Υπόθεση T-4/10: Προσφυγή της 7ης Ιανουαρίου 2010 — Al Saadi κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

46

2010/C 051/85

Υπόθεση T-6/10: Προσφυγή της 11ης Ιανουαρίου 2010 — Sviluppo Globale κατά Επιτροπής

47

2010/C 051/86

Υπόθεση T-219/09: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 18ης Δεκεμβρίου 2009 — Balfe κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου

48

2010/C 051/87

Υπόθεση T-245/09: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιανουαρίου 2010 — Shell Hellas κατά Επιτροπής

48

2010/C 051/88

Υπόθεση T-251/09: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιανουαρίου 2010 — Société des Pétroles Shell κατά Επιτροπής

48

2010/C 051/89

Υπόθεση T-438/09: Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Δεκεμβρίου 2009 — Serifo κατά Επιτροπής και Agence exécutive Éducation, audiovisuel et culture

48

EL

 


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ, ΤΑ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Δικαστήριο

27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/1


2010/C 51/01

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

EE C 37 της 13.2.2010

Ιστορικό των προηγούμενων δημοσιεύσεων

EE C 24 της 30.1.2010

EE C 11 της 16.1.2010

EE C 312 της 19.12.2009

EE C 297 της 5.12.2009

EE C 282 της 21.11.2009

EE C 267 της 7.11.2009

Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα σε:

EUR-Lex: http://eur-lex.europa.eu


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Δικαστήριο

27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/2


Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Φινλανδίας

(Υπόθεση C-284/05) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Αδασμολόγητη εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού και υλικού προοριζόμενου για πολιτική και στρατιωτική χρήση)

2010/C 51/02

Γλώσσα διαδικασίας: η φινλανδική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: G. Wilms και P. Aalto)

Καθής: Δημοκρατία της Φινλανδίας (εκπρόσωποι: T. Pynnä, E. Bygglin, J. Heliskoski και A. Guimaraes-Purokoski)

Παρεμβαίνοντες προς στήριξη των αιτημάτων της καθής: Βασίλειο της Δανίας (εκπρόσωπος: J. Molde), Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (εκπρόσωποι: M. Lumma και U. Forsthoff), Ελληνική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: E.-Μ. Μαμούνα και K. Μπόσκοβιτς), Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: I. M. Braguglia και G. De Bellis, avvocato dello Stato), Πορτογαλική Δημοκρατία (εκπρόσωπος: L. Inez Fernandes), Βασίλειο της Σουηδίας (εκπρόσωπος: A. Falk)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση των άρθρων 2, 9, 10 και 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ L 155, σ.1), και για την χρονική περίοδο μετά τις 31 Μαΐου 2000, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ L 130, σ.1) — Εισαγωγή με δασμολογική ατέλεια πολεμικού υλικού και εμπορευμάτων με διττή χρήση, για στρατιωτικούς και μη στρατιωτικούς σκοπούς

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Δημοκρατία της Φινλανδίας, απαλλάσσοντας τον στρατιωτικό εξοπλισμό από δασμούς εισαγωγής την περίοδο από το 1998 έως το 2002, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπείχε από το άρθρο 26 ΕΚ, από το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα και, συνεπακόλουθα, από το Κοινό Δασμολόγιο και, αρνούμενη να υπολογίσει, να βεβαιώσει και να θέσει στη διάθεση της Επιτροπής τους σχετικούς ιδίους πόρους, καθώς και τους τόκους υπερημερίας που όφειλε λόγω της μη έγκαιρης διαθέσεως στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων των εν λόγω ιδίων πόρων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπείχε από τα άρθρα 2 και 9 έως 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, όπως έχει τροποποιηθεί από τον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) 1355/96 του Συμβουλίου, της 8ης Ιουλίου 1996, καθώς και από τα ίδια άρθρα του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

2)

Καταδικάζει τη Δημοκρατία της Φινλανδίας στα δικαστικά έξοδα.

3)

Το Βασίλειο της Δανίας, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Ελληνική Δημοκρατία, η Ιταλική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Πορτογαλίας και το Βασίλειο της Σουηδίας φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 271 της 29.10.2005.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/3


Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Σουηδίας

(Υπόθεση C-294/05) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Αδασμολόγητη εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού και υλικού προοριζόμενου για πολιτική και στρατιωτική χρήση)

2010/C 51/03

Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: L. Ström van Lier, P. Dejmek και G. Wilms)

Καθού: Βασίλειο της Σουηδίας (εκπρόσωποι: A. Kruse και A. Falk)

Παρεμβαίνοντες προς στήριξη των αιτημάτων του καθού: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (εκπρόσωπος: M. Lumma), Δημοκρατία της Φινλανδίας (εκπρόσωπος: J. Heliskoski), Βασίλειο της Δανίας (εκπρόσωπος: J. Molde)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση των άρθρων 2, 9, 10 και 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ L 155, σ. 1), και, για το διάστημα μετά τις 31 Μαΐου 2000, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ L 130, σ. 1) — Απαλλασσόμενη από δασμούς εισαγωγή πολεμικού υλικού και εμπορευμάτων διττής χρήσεως, τόσο για στρατιωτικούς όσο και για μη στρατιωτικούς σκοπούς

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Το Βασίλειο της Σουηδίας, παραλείποντας να βεβαιώσει και να καταβάλει στην Επιτροπή, κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 1998 έως 31 Δεκεμβρίου 2002, τους μη εισπραχθέντες ιδίους πόρους από την εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού και υλικού προοριζόμενου για πολιτική και στρατιωτική χρήση, καθώς και τους τόκους υπερημερίας για τη μη απόδοση των εν λόγω ιδίων πόρων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπείχε από τα άρθρα 2 και 9 έως 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ L 155, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) 1355/96 του Συμβουλίου, της 8ης Ιουλίου 1996, μέχρι τις 31 Μαΐου 2000, καθώς και, από την ίδια αυτή ημερομηνία, τις υποχρεώσεις που υπείχε από τα ίδια ως άνω άρθρα του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

2)

Καταδικάζει το Βασίλειο της Σουηδίας στα δικαστικά έξοδα.

3)

Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Δημοκρατία της Φινλανδίας και το Βασίλειο της Δανίας φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 217 της 3.9.2005.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/3


Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας

(Υπόθεση C-372/05) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Αδασμολόγητη εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού)

2010/C 51/04

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: C. Cattabriga, G. Wilms, Δ. Τριανταφύλλου και H. Støvlbæk)

Καθής: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (εκπρόσωποι: M. Lumma, C. von Donat, Rechtsanwalt)

Παρεμβαίνοντες προς στήριξη των αιτημάτων της καθής: Βασίλειο της Δανίας (εκπρόσωπος: J. Bering Liisberg), Ελληνική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: E.-Μ. Μαμούνα, Α. Σαμώνη-Ράντου και K. Μπόσκοβιτς), Δημοκρατία της Φινλανδίας (εκπρόσωποι: E. Bygglin και A. Guimaraes-Purokoski)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση των άρθρων 2, 9, 10 και 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ L 155, σ. 1), και, για την περίοδο μετά την 31η Μαΐου 2000, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000, του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ L 130, σ. 1) — Ατελής εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, αρνούμενη να υπολογίσει, να βεβαιώσει και να θέσει στη διάθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ιδίους πόρους από την εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 1998 έως 31 Δεκεμβρίου 2002, καθώς και αρνούμενη να καταβάλει τόκους υπερημερίας για τη μη απόδοση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή των εν λόγω ιδίων πόρων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2 και 9 έως 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, όπως έχει τροποποιηθεί από τον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) 1355/96 του Συμβουλίου, της 8ης Ιουλίου 1996, και των ιδίων άρθρων του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

2)

Καταδικάζει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στα δικαστικά έξοδα.

3)

Το Βασίλειο της Δανίας, η Ελληνική Δημοκρατία και η Δημοκρατία της Φινλανδίας φέρουν τα έξοδά τους.


(1)  ΕΕ C 296 της 26.11.2005.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/4


Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-387/05) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Αδασμολόγητη εισαγωγή υλικού προοριζόμενου για πολιτική και στρατιωτική χρήση)

2010/C 51/05

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: G. Wilms, L. Visaggio και C. Cattabriga)

Καθής: Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: I. M. Braguglia και G. De Bellis, avvocato dello Stato)

Παρεμβαίνοντες προς στήριξη των αιτημάτων της καθής: Βασίλειο της Δανίας (εκπρόσωπος: J. Bering Liisberg), Ελληνική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: E.-Μ. Μαμούνα, Α. Σαμώνη-Ράντου και K. Μπόσκοβιτς), Πορτογαλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: C. Guerra Santos, L. Inez Fernandes και J. Gomes), Δημοκρατία της Φινλανδίας (εκπρόσωπος: A. Guimaraes-Purokoski)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση του άρθρου 26 ΕΚ και διαφόρων διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας, του άρθρου 20 του κανονισμού (ΕΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302, σ. 1), των άρθρων 2, 9, 10 και 17 (1) του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ L 155, σ. 1) και των αντίστοιχων διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000 (ΕΕ L 130, σ. 1) — Αδασμολόγητη εισαγωγή υλικού για στρατιωτική και μη στρατιωτική χρήση — Άρνηση υπολογισμού των ποσών που έπρεπε να εισπραχθούν και να τεθούν στη διάθεση των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Ιταλική Δημοκρατία, απαλλάσσοντας μονομερώς από εισαγωγικούς δασμούς υλικό προοριζόμενο τόσο για πολιτικούς όσο και για στρατιωτικούς σκοπούς για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 1999 έως 31 Δεκεμβρίου 2002 και αρνούμενη να υπολογίσει, να βεβαιώσει και να θέσει στη διάθεση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τους ιδίους πόρους που δεν εισπράχθηκαν λόγω της απαλλαγής αυτής, καθώς και τους τόκους υπερημερίας που οφείλονται λόγω της μη έγκαιρης διαθέσεως στην Επιτροπή των εν λόγω ιδίων πόρων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπείχε, αφενός, από το άρθρο 26 ΕΚ, από το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα και, συνεπακόλουθα, από το Κοινό Δασμολόγιο και, αφετέρου, από τα άρθρα 2, 9, 10 και 17, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, όπως έχει τροποποιηθεί από τον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) 1355/96 του Συμβουλίου, της 8ης Ιουλίου 1996, καθώς και των ιδίων άρθρων του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

2)

Καταδικάζει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

3)

Το Βασίλειο της Δανίας, η Ελληνική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Πορτογαλίας και η Δημοκρατία της Φινλανδίας φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 22 της 28.1.2006.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/5


Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-409/05) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Αδασμολόγητη εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού)

2010/C 51/06

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: C. Cattabriga, Δ. Τριανταφύλλου, H. Støvlbæk και G. Wilms)

Καθής: Ελληνική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: Α. Σαμώνη-Ράντου, E. Μ. Μαμούνα και K. Μπόσκοβιτς)

Παρεμβαίνοντες προς στήριξη των αιτημάτων της καθής: Βασίλειο της Δανίας (εκπρόσωπος: J. Bering Liisberg), Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: I. Braguglia και G. De Bellis, avvocato dello Stato), Πορτογαλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: C. Guerra Santos, L Inez Fernandes και J. Gomes) Δημοκρατία της Φινλανδίας (εκπρόσωποι: J. Heliskoski και A. Guimaraes-Purokoski)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση των άρθρων 2, 9, 10 και 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ L 155, σ. 1), και, για τη χρονική περίοδο μετά τις 31 Μαΐου 2000, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ L 130, σ. 1) — Εισαγωγή με δασμολογική ατέλεια πολεμικού υλικού

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Ελληνική Δημοκρατία, αρνούμενη να υπολογίσει και να καταβάλει στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 1998 έως 31 Δεκεμβρίου 2002, μη εισπραχθέντες ιδίους πόρους εκ της εισαγωγής στρατιωτικού εξοπλισμού με δασμολογική ατέλεια, καθώς και αρνούμενη να καταβάλει τόκους υπερημερίας για τη μη απόδοση των εν λόγω ιδίων πόρων στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπείχε, αντιστοίχως, από τα άρθρα 2 και 9 έως 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, όπως έχει τροποποιηθεί από τον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) 1355/96 του Συμβουλίου, της 8ης Ιουλίου 1996, μέχρι τις 31 Μαΐου 2000, καθώς και, από την ίδια αυτή ημερομηνία, τις υποχρεώσεις από τα ίδια ως άνω άρθρα του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

2)

Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

3)

Το Βασίλειο της Δανίας, η Ιταλική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Πορτογαλίας και η Δημοκρατία της Φινλανδίας φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 10 της 14.1.2006.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/5


Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Δανίας

(Υπόθεση C-461/05) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Αδασμολόγητη εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού)

2010/C 51/07

Γλώσσα διαδικασίας: η δανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: C. Cattabriga, G. Wilms, Δ. Τριανταφύλλου και H. Støvlbæk)

Καθού: Βασίλειο της Δανίας (εκπρόσωποι: J. Molde, J. Bering Liisberg και B. Weis Fogh)

Παρεμβαίνουσες προς στήριξη των αιτημάτων του καθού: Ελληνική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: E.-Μ. Μαμούνα, Α. Σαμώνη-Ράντου και K. Μπόσκοβιτς), Πορτογαλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: C. Guerra Santos, L. Inez Fernandes και J. Gomes), Δημοκρατία της Φινλανδίας (εκπρόσωποι: E. Bygglin και A. Guimaraes-Purokoski)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση των άρθρων 2, 9, 10 και 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ 1989, L 155, σ. 1) και, για το μετά τις 31 Μαΐου 2000, διάστημα, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ 2000, L 130, σ. 1) — Ατελής εισαγωγή πολεμικού υλικού

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Το Βασίλειο της Δανίας, αρνούμενο να υπολογίσει και να καταβάλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 1998 έως 31 Δεκεμβρίου 2002, μη εισπραχθέντες ιδίους πόρους από την εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού με δασμολογική ατέλεια, καθώς και αρνούμενο να καταβάλει τόκους υπερημερίας για τη μη απόδοση των εν λόγω ιδίων πόρων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπείχε, αντιστοίχως, από τα άρθρα 2 και 9 έως 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, όπως έχει τροποποιηθεί από τον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) 1355/96 του Συμβουλίου, της 8ης Ιουλίου 1996, μέχρι τις 31 Μαΐου 2000, καθώς και, από την ίδια αυτή ημερομηνία, τις υποχρεώσεις από τα ίδια ως άνω άρθρα του κανονισμού 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

2)

Καταδικάζει το Βασίλειο της Δανίας στα δικαστικά έξοδα.

3)

Η Ελληνική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Πορτογαλίας και η Δημοκρατία της Φινλανδίας φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 48 της 25.2.2006.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/6


Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-239/06) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Αδασμολόγητη εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού)

2010/C 51/08

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: G. Wilms, C. Cattabriga και L. Visaggio)

Καθής: Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: I. M. Braguglia και G. De Bellis, avvocato dello Stato)

Παρεμβαίνουσες προς στήριξη των αιτημάτων της καθής: Ελληνική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: E.-Μ. Μαμούνα, Α. Σαμώνη-Ράντου και K. Μπόσκοβιτς), Δημοκρατία της Φινλανδίας (εκπρόσωπος: A. Guimaraes-Purokoski)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση των άρθρων 2, 9, 10 και 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ 1989, L 155, σ. 1), καθώς και των αντίστοιχων διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ 2000, L 130, σ. 1) — Ατελής εισαγωγή στρατιωτικού υλικού — Άρνηση υπολογισμού των ποσών που θα έπρεπε να αποδοθούν και να πιστωθούν ως ίδιοι πόροι των Κοινοτήτων

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Ιταλική Δημοκρατία, απαλλάσσοντας μονομερώς από εισαγωγικούς δασμούς υλικό προοριζόμενο για στρατιωτικούς σκοπούς για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 1998 έως 31 Δεκεμβρίου 2002 και αρνούμενη να υπολογίσει, να βεβαιώσει και να θέσει στη διάθεση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τους ιδίους πόρους που δεν εισπράχθηκαν λόγω της απαλλαγής αυτής, καθώς και τους τόκους υπερημερίας που οφείλονται λόγω της μη έγκαιρης διαθέσεως στην Επιτροπή των εν λόγω ιδίων πόρων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2 και 9 έως 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, όπως έχει τροποποιηθεί από τον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) 1355/96 του Συμβουλίου, της 8ης Ιουλίου 1996, καθώς και των ιδίων άρθρων του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

2)

Καταδικάζει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

3)

Η Ελληνική Δημοκρατία και η Δημοκρατία της Φινλανδίας φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 178 της 29.7.2006.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/6


Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 23ης Δεκεμβρίου 2009 [αίτηση του Hof van beroep te Brussel (Βέλγιο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Spector Photo Group NV, Chris Van Raemdonck κατά Commissie voor het Bank-, Financie- en Assurantiewezen (CBFA)

(Υπόθεση C-45/08) (1)

(Οδηγία 2003/6 - Πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες - Χρησιμοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών - Κυρώσεις - Προϋποθέσεις)

2010/C 51/09

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Αιτούν δικαστήριο

Hof van beroep te Brussel

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Spector Photo Group NV, Chris Van Raemdonck

κατά

Commissie voor het Bank-, Financie- en Assurantiewezen (CBFA)

Αντικείμενο

Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως — Hof van beroep te Brussel — Ερμηνεία των άρθρων 2 και 14 της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση αγοράς) (ΕΕ L 96, σ. 16) και του άρθρου 1 της οδηγίας 2003/124/ΕΚ της Επιτροπής, της 22ας Δεκεμβρίου 2003, για την εφαρμογή της οδηγίας 2003/6/ΕΚ (ΕΕ L 339, σ. 70) — Χρήση εμπιστευτικών πληροφοριών — Μέγιστη εναρμόνιση που δεν αφήνει στα κράτη μέλη καμία ευχέρεια όσον αφορά τον ορισμό της πράξεως προσώπου που κατέχει εμπιστευτικές πληροφορίες — Δυνάμενες να επιβληθούν κυρώσεις — Προϋποθέσεις

Διατακτικό

1)

Το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση αγοράς) έχει την έννοια ότι το γεγονός ότι ένα από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της διατάξεως αυτής, το οποίο κατέχει εμπιστευτικές πληροφορίες, αποκτά ή διαθέτει, ή προσπαθεί να αποκτήσει ή να διαθέσει, για λογαριασμό του ή για λογαριασμό τρίτων, αμέσως ή εμμέσως, κινητές αξίες τις οποίες αφορούν οι πληροφορίες αυτές σημαίνει ότι το εν λόγω πρόσωπο «χρησιμοποίησε τις πληροφορίες αυτές» κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, υπό την επιφύλαξη του σεβασμού των δικαιωμάτων άμυνας και, ιδίως, του δικαιώματος ανατροπής του τεκμηρίου αυτού. Το ζήτημα αν το εν λόγω πρόσωπο παρέβη τον κανόνα της απαγορεύσεως των πράξεων προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες πρέπει να εξετάζεται υπό το φως και τον σκοπό της οδηγίας, που συνίσταται στην προστασία της ακεραιότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών και στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών, η οποία εξαρτάται, μεταξύ άλλων, από την εγγύηση που τους παρέχεται περί ίσης μεταχειρίσεως και περί προστασίας από την παράνομη χρήση εμπιστευτικών πληροφοριών.

2)

Το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/6 έχει την έννοια ότι το οικονομικό πλεονέκτημα που απορρέει από πράξη προσώπου που κατέχει εμπιστευτικές πληροφορίες συνιστά κατάλληλο στοιχείο για τη διαπίστωση του αποτελεσματικού, αναλογικού και αποτρεπτικού χαρακτήρα των κυρώσεων. Η μέθοδος υπολογισμού του οικονομικού αυτού πλεονεκτήματος και, ιδίως, της ημερομηνίας ή του χρονικού διαστήματος που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη εμπίπτουν στο εθνικό δίκαιο.

3)

Το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/6 έχει την έννοια ότι, αν κράτος μέλος έχει προβλέψει τη δυνατότητα επιβολής ποινικής χρηματοοικονομικής κυρώσεως, σωρευτικώς με τη διοικητική κύρωση, δεν απαιτείται κατά την εκτίμηση του αποτελεσματικού, ανάλογου και αποτρεπτικού χαρακτήρα της διοικητικής κυρώσεως να λαμβάνεται υπόψη η δυνατότητα και/ή το ύψος ενδεχόμενης μεταγενέστερης ποινικής κυρώσεως.


(1)  EE C 107 της 26.4.2008.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/7


Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 2009 [αίτηση του Audiencia Provincial de Salamanca (Ισπανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Eva Martín Martín κατά EDP Editores SL

(Υπόθεση C-227/08) (1)

(Οδηγία 85/577/ΕΟΚ - Άρθρο 4 - Προστασία των καταναλωτών - Συμβάσεις που συνάπτονται εκτός εμπορικού καταστήματος - Δικαίωμα καταγγελίας - Υποχρέωση ενημερώσεως από τον έμπορο - Ακυρότητα της συμβάσεως - Κατάλληλα μέτρα)

2010/C 51/10

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Αιτούν δικαστήριο

Audiencia Provincial de Salamanca

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Eva Martín Martín

κατά

EDP Editores SL

Αντικείμενο

Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως — Audiencia Provincial de Salamanca — Ερμηνεία του άρθρου 4 της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για την προστασία των καταναλωτών κατά τη σύναψη συμβάσεων εκτός εμπορικού καταστήματος (ΕΕ L 372, σ. 31) — Άρθρα 3 ΕΚ, 95 ΕΚ και 153 ΕΚ — Άρθρο 38 του Ευρωπαϊκού Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων — Δικαίωμα υπαναχωρήσεως — Υποχρέωση του εμπόρου να παρέχει ορισμένες πληροφορίες — Μέτρα προστασίας του καταναλωτή σε περίπτωση μη εκτελέσεως — Ακυρότητα της συμβάσεως και αρμοδιότητα του εθνικού δικαστηρίου

Διατακτικό

Δεν αντιβαίνει στο άρθρο 4 της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για την προστασία των καταναλωτών κατά τη σύναψη συμβάσεων εκτός εμπορικού καταστήματος, η αυτεπάγγελτη κήρυξη από εθνικό δικαστήριο της ακυρότητας συμβάσεως εμπίπτουσας στο πεδίο εφαρμογής της προπαρατεθείσας οδηγίας για τον λόγο ότι ο καταναλωτής δεν ενημερώθηκε σχετικά με το δικαίωμά του υπαναχωρήσεως από τη σύμβαση, ενώ η ακυρότητα αυτή ουδέποτε προβλήθηκε από τον καταναλωτή ενώπιον των αρμόδιων εθνικών δικαστηρίων.


(1)  ΕΕ C 223 της 30.8.2008.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/8


Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-248/08) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Κανονισμός (ΕΚ) 1774/2002 - Άρθρα 4, παράγραφος 2, στοιχεία α' και γ', 5, παράγραφος 2, στοιχείο γ', 6, παράγραφος 2, στοιχείο β', 10 έως 15, 17, 18 και 26 - Ζωικά υποπροϊόντα - Απόβλητα - Ταφή χωρίς προηγούμενη επεξεργασία - Απουσία επίσημων ελέγχων - Εγκαταστάσεις για την ασφαλή διαχείριση των ζωικών υποπροϊόντων - Εκμετάλλευση - Έλλειψη εγκρίσεως - Αποτέφρωση του υλικού ειδικού κινδύνου - Έλλειψη προσήκουσας διαδικασίας)

2010/C 51/11

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: Ε. Τσερέπα-Lacombe και Α. Μαρκουλλή)

Καθής: Ελληνική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: Β. Κοντόλαιμος, Σ. Χαριτάκη, Ε.-Μ. Μαμούνα και Ι. Χαλκιάς)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση των άρθρων 4, παράγραφος 2, 5, παράγραφος 2, 10 έως 15, 17, 18 και 26 του κανονισμού (ΕΚ) 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 2002, για τον καθορισμό υγειονομικών κανόνων σχετικά με τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση (ΕΕ L 273, σ. 1) — Ενταφιασμός ζωικών αποβλήτων χωρίς προηγούμενη έγκριση — Απουσία κρατικών ελέγχων

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Ελληνική Δημοκρατία, μη εφαρμόζοντας ορθώς τον κανονισμό (ΕΚ) 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 2002, για τον καθορισμό υγειονομικών κανόνων σχετικά με τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο, και μη επιβάλλοντας τις δέουσες κυρώσεις όσον αφορά την ταφή των αποβλήτων χωρίς προηγούμενη μεταποίηση, την απουσία επίσημων ελέγχων, καθώς και τις πλημμέλειες στη διαδικασία εγκρίσεως των εγκαταστάσεων διαχειρίσεως των ζωικών υποπροϊόντων και στη διαδικασία αποτεφρώσεως του υλικού ειδικού κινδύνου, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 4, παράγραφος 2, στοιχεία α' και γ', 5, παράγραφος 2, στοιχείο γ', 6, παράγραφος 2, στοιχείο β', 10 έως 15, 17, 18 και 26 του κανονισμού αυτού.

2)

Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 209 της 15.8.2008.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/8


Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 23ης Δεκεμβρίου 2009 [αίτηση του Consiglio di Stato (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Consorzio Nazionale Interuniversitario per le Scienze del Mare (CoNISMa) κατά Regione Marche

(Υπόθεση C-305/08) (1)

(Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών - Οδηγία 2004/18 - Έννοιες των όρων «εργολήπτης», «προμηθευτής» και «πάροχος υπηρεσιών» - Έννοια του όρου «οικονομικός φορέας» - Πανεπιστημιακά ιδρύματα και ερευνητικά ινστιτούτα - Κοινοπραξία («consorzio») που έχει συσταθεί από πανεπιστημιακά ιδρύματα και φορείς του Δημοσίου - Κύρια καταστατική δραστηριότητα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα - Συμμετοχή σε διαδικασία διαγωνισμού για τη σύναψη δημόσιας συμβάσεως)

2010/C 51/12

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Consiglio di Stato

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Consorzio Nazionale Interuniversitario per le Scienze del Mare (CoNISMa)

κατά

Regione Marche

Αντικείμενο

Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως — Consiglio di Stato — Ερμηνεία της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (ΕΕ L 134, σ. 114) — Αποκλεισμός φορέων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα αλλά ασκούντων ερευνητική δραστηριότητα, όπως τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, από συμμετοχή σε δημόσιο διαγωνισμό για την ανάθεση παροχής υπηρεσιών σχετικών με γεωφυσικά δεδομένα

Διατακτικό

1)

Οι διατάξεις της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, και ιδίως οι διατάξεις του άρθρου 1, παράγραφοι 2, στοιχείο α', και 8, πρώτο και δεύτερο εδάφιο, οι οποίες κάνουν χρήση του όρου «οικονομικός φορέας», έχουν την έννοια ότι επιτρέπουν τη συμμετοχή σε διαγωνισμό για τη σύναψη δημόσιας συμβάσεως υπηρεσιών φορέων οι οποίοι δεν ασκούν δραστηριότητα με κατά κύριο λόγο κερδοσκοπικό χαρακτήρα, δεν διαθέτουν την οργανωτική δομή επιχειρήσεως και δεν δραστηριοποιούνται στην αγορά επί τακτικής βάσεως, όπως τα πανεπιστημιακά ιδρύματα και τα ερευνητικά ινστιτούτα καθώς και οι συγκροτούμενες από πανεπιστημιακά ιδρύματα και φορείς του Δημοσίου κοινοπραξίες.

2)

Η οδηγία 2004/18 έχει την έννοια ότι αποκλείει ερμηνεία εθνικής ρυθμίσεως, όπως η εφαρμοζόμενη στην υπόθεση της κύριας δίκης, συνεπεία της οποίας απαγορεύεται σε φορείς, όπως τα πανεπιστημιακά ιδρύματα και τα ερευνητικά ινστιτούτα, οι οποίοι δεν ασκούν δραστηριότητα με κατά κύριο λόγο κερδοσκοπικό χαρακτήρα, να συμμετέχουν σε διαδικασία διαγωνισμού για τη σύναψη δημόσιας συμβάσεως, μολονότι το εθνικό δίκαιο παρέχει στους ως άνω φορείς το δικαίωμα να παρέχουν τις υπηρεσίες που αποτελούν αντικείμενο της εν λόγω συμβάσεως.


(1)  ΕΕ C 247 της 27.9.2008.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/9


Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 23ης Δεκεμβρίου 2009 [αίτηση του Tribunale Amministrativo Regionale per la Lombardia (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Serrantoni Srl, Consorzio stabile edili scrl κατά Comune di Milano

(Υπόθεση C-376/08) (1)

(Συμβάσεις δημοσίων έργων - Οδηγία 2004/18/ΕΚ - Άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ - Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως - Κοινοπραξίες επιχειρήσεων - Απαγόρευση σε «consorzio stabile» («μόνιμη κοινοπραξία») και σε εταιρία ανήκουσα σ’ αυτή να μετάσχουν στον ίδιο διαγωνισμό, έστω και ως ανταγωνίστριες)

2010/C 51/13

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunale Amministrativo Regionale per la Lombardia

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Serrantoni Srl, Consorzio stabile edili scrl

κατά

Comune di Milano

Παρισταμένων των: Bora Srl Construzioni edili, Unione consorzi stabili Italia (UCSI), Associazione nazionale imprese edili (ANIEM)

Αντικείμενο

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Tribunale Amministrativo Regionale per la Lombardia — Ερμηνεία των άρθρων 39, 43, 49 και 81 ΕΚ και του άρθρου 4 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (ΕΕ L 134, σ. 114) — Εθνική κανονιστική ρύθμιση προβλέπουσα τον αυτόματο αποκλεισμό των επιχειρήσεων που ανήκουν σε κοινοπραξία επιχειρηματιών, σε περίπτωση συμμετοχής της κοινοπραξίας αυτής στη διαδικασία

Διατακτικό

Το κοινοτικό δίκαιο έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει εθνική ρύθμιση όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία προβλέπει, στο πλαίσιο της διαδικασίας συνάψεως δημόσιας συμβάσεως, της οποίας το ποσό είναι χαμηλότερο από το όριο που προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, αλλά η οποία έχει κάποιο διασυνοριακό ενδιαφέρον, τον αυτόματο αποκλεισμό από τη διαδικασία αυτή και την επιβολή ποινικών κυρώσεων τόσο κατά μόνιμης κοινοπραξίας όσο και κατά των επιχειρήσεων που μετέχουν σ’ αυτήν, εφόσον οι επιχειρήσεις αυτές έχουν υποβάλει προσφορές ανταγωνιστικές προς αυτές της κοινοπραξίας στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας, μολονότι η προσφορά της εν λόγω κοινοπραξίας δεν έχει κατατεθεί για λογαριασμό και προς το συμφέρον των επιχειρήσεων αυτών.


(1)  ΕΕ C 327 της 20.12.2008.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/9


Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 2009 [αίτηση του Finanzgericht Baden-Württemberg (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Swiss Caps AG κατά Hauptzollamt Singen

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-410/08 έως C-412/08) (1)

(Κοινό Δασμολόγιο - Συνδυασμένη Ονοματολογία - Δασμολογική κατάταξη - Κλάσεις 1515, 1517, 2106 και 3004 - Κάψουλες ζελατίνης - Ιχθυέλαιο, έλαιο φύτρων σίτου, έλαιο μαυροσούσαμου - Έννοια της συσκευασίας)

2010/C 51/14

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Finanzgericht Baden-Württemberg

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Swiss Caps AG

κατά

Hauptzollamt Singen

Αντικείμενο

Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως — Finanzgericht Baden–Württemberg — Ερμηνεία του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΟΚ) 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 256, σ. 1) — Κλάσεις 1517 (Μαργαρίνη· μείγματα ή παρασκευάσματα βρώσιμα από λίπη ή λάδια ζωικά ή φυτικά ή από τα κλάσματα διαφόρων λιπών ή λαδιών του κεφαλαίου αυτού, άλλα από τα λίπη και λάδια διατροφής και τα κλάσματά τους της κλάσεως 1516) και 2106 (Παρασκευάσματα διατροφής που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού) — Σημείο A, παράγραφος 5, στοιχείο β', του πρώτου τίτλου του πρώτου μέρους του παραρτήματος I — Δασμολογική κατάταξη παρασκευάσματος από λάδι ιχθύος με προσθήκη βιταμίνης Ε, που περιέχεται σε κάψουλα αποτελούμενη από ζελατίνη, γλυκερίνη και νερό — Έννοια της συσκευασίας

Διατακτικό

Η Συνδυασμένη Ονοματολογία στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΟΚ) 2658/87 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το Κοινό Δασμολόγιο (ΕΕ L 256, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 2368/2000 της Επιτροπής, της 13ης Οκτωβρίου 2000, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι:

παρασκευάσματα διατροφής σε μορφή κάψουλας, περιέχουσας 600 mg συμπυκνωμένου ιχθυελαίου ψυχρής εκθλίψεως και 22,8 mg συμπυκνωμένης βιταμίνης Ε εντός περικαλύμματος αποτελούμενου από 212,8 mg ζελατίνης, 77,7 mg γλυκερίνης και 159,6 mg καθαρού νερού, τα οποία χρησιμεύουν ως συμπληρώματα διατροφής,

παρασκευάσματα διατροφής σε μορφή κάψουλας, περιέχουσας 580 mg έλαιο φύτρων σίτου, εντός περικαλύμματος αποτελούμενου από 250 mg κόκκους αμύλου, τα οποία χρησιμεύουν ως συμπληρώματα διατροφής,

παρασκευάσματα διατροφής σε μορφή κάψουλας, περιέχουσας 500 mg ελαίου μαυροσούσαμου ψυχρής εκθλίψεως, 38,7 mg σογιέλαιου, 18,8 mg βιταμίνης Ε, 16 mg λίπους ελαίου, 10 mg λεκιθίνης, 8,2 mg κεριού, 8 mg παντοθενικού ασβεστίου, 0,2 mg φολικού οξέος και 0,11 mg βιοτίνης, εντός περικαλύμματος αποτελούμενου από 313,97 mg φύραμα ζελατίνης (47,3 % ζελατίνη, 17,2 % γλυκερίνη, 35,5 % νερό), 4,3 mg πολτό αποτελούμενο κατά 50 % από οξείδιο του τιτανίου και 50 % γλυκερίνη, καθώς και από 1,73 mg πολτό αποτελούμενο κατά 25 % από κίτρινο κυνολίνης και κατά 75 % από γλυκερίνη, τα οποία χρησιμεύουν ως συμπληρώματα διατροφής,

υπάγονται στην κλάση 2106 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας.


(1)  ΕΕ C 313 της 6.12.2008.

ΕΕ C 327 της 20.12.2008.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/10


Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 23ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ιρλανδίας

(Υπόθεση C-455/08) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγίες 89/665/ΕΟΚ και 92/13/ΕΟΚ - Συμβάσεις κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων - Διαδικασία προσφυγής κατά αποφάσεως περί αναθέσεως της συμβάσεως - Εξασφάλιση της δυνατότητας ασκήσεως αποτελεσματικής προσφυγής - Τήρηση ελάχιστης προθεσμίας μεταξύ της κοινοποιήσεως στους μη επιλεγέντες υποψηφίους της αποφάσεως περί αναθέσεως της συμβάσεως και της υπογραφής της σχετικής συμβάσεως)

2010/C 51/15

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: Γ. Ζαββός, και Μ. Κωνσταντινίδης)

Καθής: Ιρλανδία (εκπρόσωπος: D. O’Hagan)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση των άρθρων 1, παράγραφος 1, και 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων (ΕΕ L 395, σ. 33) — Παράβαση των άρθρων 1, παράγραφος 1, και 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 92/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1992, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων στις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων φορέων οι οποίοι λειτουργούν στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών (ΕΕ L 76, σ.14) — Υποχρέωση θεσπίσεως, στο εσωτερικό δίκαιο, αποτελεσματικής και ταχείας διαδικασίας προσφυγής που παρέχει στον υποψήφιο του οποίου απορρίφθηκε η προσφορά τη δυνατότητα να επιτύχει την ακύρωση της αποφάσεως περί αναθέσεως της συμβάσεως — Προθεσμίες για την άσκηση προσφυγής

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Ιρλανδία, θεσπίζοντας τα άρθρα 49 του Statutory Instrument αριθ. 329 του 2006 και 51 του Statutory Instrument αριθ. 50 του 2007, καθόρισε τους κανόνες που διέπουν την κοινοποίηση στους υποψηφίους των αποφάσεων των αναθετουσών αρχών και των αναθετόντων φορέων, καθώς και της αιτιολογίας των αποφάσεων αυτών, κατά τέτοιο τρόπο ώστε, κατά το χρονικό σημείο κατά το οποίο οι υποψήφιοι λαμβάνουν πλήρως γνώση των λόγων για τους οποίους απορρίφθηκε η προσφορά τους, ενδέχεται να έχει ήδη λήξει η ανασταλτική προθεσμία της συνάψεως της σχετικής συμβάσεως και, πράττοντας αυτό, το εν λόγω κράτος μέλος παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 1, παράγραφος 1, και 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, και από τα άρθρα 1, παράγραφος 1, και 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 92/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1992, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων στις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων φορέων οι οποίοι λειτουργούν στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών.

2)

Καταδικάζει την Ιρλανδία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 32 της 7.2.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/11


Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας

(Υπόθεση C-505/08) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2005/36/ΕΚ - Αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων - Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

2010/C 51/16

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: H. Støvlbæk και M. Adam)

Καθής: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (εκπρόσωποι: M. Lumma και N. Graf Vitzthum)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Παράλειψη εμπρόθεσμης θεσπίσεως των αναγκαίων διατάξεων για τη συμμόρφωση προς την οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων (ΕΕ L 255, σ. 22)

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, παραλείποντας να θεσπίσει και να κοινοποιήσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, όλες τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να μεταφέρει στην εσωτερική έννομη τάξη την οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2)

Καταδικάζει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 19 της 24.1.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/11


Απόφαση του Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 2009 [αίτηση του Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Angelo Rubino κατά Ministero dell'Università e della Ricerca

(Υπόθεση C-586/08) (1)

(Οδηγία 2005/36/ΕΚ - Αναγνώριση διπλωμάτων - Έννοια του όρου «νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα» - Επιλογή προκαθορισμένου αριθμού ατόμων βάσει συγκριτικής αξιολογήσεως και χορήγηση τίτλου περιορισμένης χρονικής ισχύος - Εθνικός τίτλος επιστημονικής επάρκειας - Καθηγητής πανεπιστημίου)

2010/C 51/17

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Angelo Rubino

κατά

Ministero dell'Università e della Ricerca

Αντικείμενο

Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως — Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio — Ερμηνεία των άρθρων 3, παράγραφος 1, στοιχείο γ', και 47, παράγραφος 1, ΕΚ και της οδηγίας 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων — Εθνική ρύθμιση η οποία δεν καθιστά δυνατή την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων καθηγητή πανεπιστημίου, τα οποία αποκτήθηκαν εντός άλλου κράτους μέλους

Διατακτικό

Το γεγονός ότι δικαίωμα προσβάσεως σε ένα επάγγελμα έχουν μόνον οι επιτυχόντες σε διαδικασία που σκοπεί στην επιλογή προκαθορισμένου αριθμού ατόμων βάσει συγκριτικής αξιολογήσεως των υποψηφίων και όχι κατ’ εφαρμογή γενικών και αφηρημένων κριτηρίων και η οποία οδηγεί στην απόκτηση τίτλου σαφώς περιορισμένης χρονικής ισχύος δεν συνεπάγεται ότι το οικείο επάγγελμα αποτελεί νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο α', της οδηγίας 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων.

Πάντως, βάσει των άρθρων 39 ΕΚ και 43 ΕΚ απαιτείται στο πλαίσιο τέτοιας διαδικασίας να αναγνωρίζονται και να λαμβάνονται υπόψη δεόντως τα προσόντα που αποκτήθηκαν σε άλλα κράτη μέλη.


(1)  ΕΕ C 55 της 7.3.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/12


Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασιλείου του Βελγίου

(Υπόθεση C-120/09) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 1999/31/ΕΚ - Υγειονομική ταφή των αποβλήτω - Έννοιες της «υπόγειας εναποθήκευσης», των «αερίων χώρου ταφής» και του «εκλούσματος» - Υποχρέωση καθορισμού επιπέδων συναγερμού πέραν των οποίων μπορεί να θεωρηθεί ότι ο χώρος υγειονομικής ταφής έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις όσον αφορά την ποιότητα των υπογείων υδάτων - Παράλειψη εμπρόθεσμης μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη όσον αφορά την Περιφέρεια της Βαλλονίας)

2010/C 51/18

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: M. van Beek και J.-B. Laignelot)

Καθού: Βασίλειο του Βελγίου (εκπρόσωπος: T. Materne)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Ατελής μεταφορά στο δίκαιο της Βαλλονίας του άρθρου 2, στοιχεία στ', ι' και κ', και του παραρτήματος III, σημείο 4, Γ, της οδηγίας 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων (ΕΕ L 182, σ. 1) — Έννοιες των όρων «υπόγεια εναποθήκευση», «αέρια χώρου ταφής» και «έκλουσμα» — Υποχρέωση καθορισμού επιπέδων συναγερμού πέραν των οποίων μπορεί να θεωρηθεί ότι ο χώρος υγειονομικής ταφής έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις όσον αφορά την ποιότητα των υπογείων υδάτων

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Το Βασίλειο του Βελγίου, μη διασφαλίζοντας τη μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη, όσον αφορά την Περιφέρεια της Βαλλονίας, του άρθρου 2, στοιχεία στ', ι' και κ', και του παραρτήματος III, σημείο 4, Γ, της οδηγίας 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2)

Καταδικάζει το Βασίλειο του Βελγίου στα δικαστικά έξοδα


(1)  ΕΕ C 141 της 20.6.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/12


Διάταξη του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 9ης Νοεμβρίου 2009 [αιτήσεις του Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Roche SpA (C-450/07), Federazione nazionale unitaria dei Titolari di Farmacia italiani (Federfarma) (C-451/07) κατά Agenzia Italiana del Farmaco (AIFA) και Ministero della Salute

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-450/07 και C-451/07) (1)

(Άρθρο 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας - Οδηγία 89/105/ΕΟΚ - Διαφάνεια των μέτρων που διέπουν τον καθορισμό των τιμών των φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση - Άρθρο 4 - Καθήλωση των τιμών - Μείωση των τιμών)

2010/C 51/19

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Roche SpA

κατά

Agenzia Italiana del Farmaco (AIFA) και Ministero della Salute

Αντικείμενο

Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως — Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio — Ερμηνεία του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 89/105/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά με τη διαφάνεια των μέτρων που ρυθμίζουν τον καθορισμό των τιμών των φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση και την κάλυψη του κόστους των στα πλαίσια των εθνικών ασφαλιστικών συστημάτων υγείας (ΕΕ L 40, σ. 8) — Φάρμακα που υπόκεινται σε καθήλωση τιμών — Μέτρα σε περίπτωση μειώσεως των τιμών

Διατακτικό

1)

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/105/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά με τη διαφάνεια των μέτρων που ρυθμίζουν τον καθορισμό των τιμών των φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση και την κάλυψη του κόστους των στα πλαίσια των εθνικών ασφαλιστικών συστημάτων υγείας, έχει την έννοια ότι, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι επιταγές της διατάξεως αυτής, οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους δύνανται να θεσπίσουν μέτρα γενικής ισχύος που συνίστανται στη μείωση των τιμών όλων των φαρμάκων ή ορισμένων κατηγοριών φαρμάκων, ακόμη και αν των μέτρων αυτών δεν έχει προηγηθεί καθήλωση των εν λόγω τιμών.

2)

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/105 έχει την έννοια ότι, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι επιταγές της διατάξεως αυτής, μπορούν να θεσπιστούν πολλές φορές σε ένα έτος, και τούτο επί πολλά έτη, μέτρα μειώσεως των τιμών όλων των φαρμάκων ή ορισμένων κατηγοριών φαρμάκων.

3)

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/105 έχει την έννοια ότι δεν εμποδίζει να θεσπιστούν βάσει εκτιμώμενων δαπανών μέτρα ελέγχου των τιμών όλων των φαρμάκων ή ορισμένων κατηγοριών φαρμάκων, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι επιταγές της διατάξεως αυτής και οι εν λόγω εκτιμήσεις στηρίζονται σε αντικειμενικά και επαληθεύσιμα στοιχεία.

4)

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/105 έχει την έννοια ότι στα κράτη μέλη εναπόκειται να καθορίσουν, τηρώντας τον σκοπό διαφάνειας που επιδιώκει η οδηγία αυτή και τις επιταγές της εν λόγω διατάξεως, τα κριτήρια βάσει των οποίων πρέπει να γίνεται η εξακρίβωση των μακροοικονομικών συνθηκών την οποία προβλέπει η διάταξη αυτή και ότι τα κριτήρια αυτά μπορούν να συνίστανται μόνον στις φαρμακευτικές δαπάνες, στο σύνολο των υγειονομικών δαπανών ή ακόμη σε άλλα είδη δαπανών.

5)

Το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 89/105 έχει την έννοια:

ότι τα κράτη μέλη πρέπει να προβλέπουν, σε όλες τις περιπτώσεις, τη δυνατότητα της επιχειρήσεως, την οποία αφορά ένα μέτρο καθηλώσεως ή μειώσεως των τιμών όλων των φαρμάκων ή ορισμένων κατηγοριών φαρμάκων, να ζητήσει παρέκκλιση από την τιμή που επιβάλλεται βάσει των μέτρων αυτών·

ότι οφείλουν να μεριμνούν ώστε να λαμβάνεται αιτιολογημένη απόφαση επί κάθε αιτήσεως αυτού του είδους, και

ότι η συγκεκριμένη συμμετοχή της οικείας επιχειρήσεως συνίσταται, αφενός, στην επαρκή περιγραφή των ιδιαίτερων λόγων που δικαιολογούν την αίτηση παρεκκλίσεως και, αφετέρου, στην παροχή λεπτομερών πρόσθετων πληροφοριών όταν είναι ανεπαρκείς οι πληροφορίες που παρασχέθηκαν προς στήριξη της αιτήσεως αυτής.


(1)  ΕΕ C 297 της 8.12.2007.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/13


Διάταξη του Δικαστηρίου της 24ης Νοεμβρίου 2009 — Landtag Schleswig-Holstein κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση C-281/08) (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Προσφυγή ακυρώσεως - Πρόσβαση στα έγγραφα - Ικανότητα περιφερειακού νομοθετικού σώματος να είναι διάδικος)

2010/C 51/20

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Landtag Schleswig-Holstein (εκπρόσωποι: S. R. Laskowski, Privatdozentin και j. Caspar, Professor)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: P. Costa de Oliveira και B. Martenczuk)

Αντικείμενο

Αίτηση αναίρεσης κατά της διάταξης που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (δεύτερο τμήμα) στις 3 Απριλίου 2008 στην υπόθεση T-236/06, Landtag Schleswig-Holstein κατά Επιτροπής, με την οποία το Πρωτοδικείο απέρριψε ως απαράδεκτη την προσφυγή ακύρωσης που είχε ασκηθεί κατά των αποφάσεων της Επιτροπής της 10ης Μαρτίου και της 23ης Ιουνίου 2006, με τις οποίες δεν επιτράπηκε η πρόσβαση του αναιρεσείοντος στο έγγραφο SEC (2005) 420, της 22ας Μαρτίου 2005, που περιείχε νομική ανάλυση σχετικά με το υπό συζήτηση στο Συμβούλιο σχέδιο αποφάσεως-πλαισίου για την αποθήκευση επεξεργασμένων και συγκεντρωμένων δεδομένων, σε συνάρτηση με την παροχή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δεδομένων που μεταδίδονται μέσω δημόσιων δικτύων επικοινωνίας, για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, διαπίστωσης και δίωξης ποινικών εγκλημάτων και παραβάσεων, συμπεριλαμβανομένης της τρομοκρατίας — Ικανότητα των περιφερειακών νομοθετικών σωμάτων να είναι διάδικοι — Αρχή της εκατέρωθεν ακρόασης — Έννοια του «νομικού προσώπου», όπως χρησιμοποιείται στο άρθρο 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ

Διατακτικό

Το Δικαστήριο διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τον Landtag Schleswig-Holstein στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 260 της 11.10.2008.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/13


Διάταξη του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 9ης Νοεμβρίου 2009 [αίτηση του Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — A. Menarini — Industrie Farmaceutiche Riunite Srl, FIRMA Srl, Laboratori Guidotti SpA, Menarini International Operations Luxembourg SA, Istituto Lusofarmaco d'Italia SpA, Malesi Istituto Farmacobiologico SpA κατά Ministero della Salute, Agenzia Italiana del Farmaco (AIFA)

(Υπόθεση C-353/08) (1)

(Άρθρο 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας - Οδηγία 89/105/ΕΟΚ - Διαφάνεια των μέτρων που ρυθμίζουν τον καθορισμό των τιμών των φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση - Άρθρο 4, παράγραφος 1 - Καθήλωση τιμών - Μείωση τιμών)

2010/C 51/21

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio

Διάδικοι

A. Menarini — Industrie Farmaceutiche Riunite Srl, FIRMA Srl, Laboratori Guidotti SpA, Menarini International Operations Luxembourg SA, Istituto Lusofarmaco d'Italia SpA, Malesi Istituto Farmacobiologico SpA

κατά

Ministero della Salute, Agenzia Italiana del Farmaco (AIFA)

Παρουσία της: Bracco SpA

Αντικείμενο

Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως — Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio — Ερμηνεία του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 89/105/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά με τη διαφάνεια των μέτρων που ρυθμίζουν τον καθορισμό των τιμών των φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση και την κάλυψη του κόστους των στα πλαίσια των εθνικών ασφαλιστικών συστημάτων υγείας (ΕΕ L 40, σ. 8) — Φάρμακα που υπόκεινται σε καθήλωση τιμών — Μέτρα σε περίπτωση μειώσεως των τιμών

Διατακτικό

1)

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/105/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά με τη διαφάνεια των μέτρων που ρυθμίζουν τον καθορισμό των τιμών των φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση και την κάλυψη του κόστους των στα πλαίσια των εθνικών ασφαλιστικών συστημάτων υγείας, έχει την έννοια ότι, εφόσον οι τασσόμενες από τη διάταξη αυτή προϋποθέσεις πληρούνται, οι αρμόδιες αρχές κράτους μέλους μπορούν να λαμβάνουν μέτρα γενικής ισχύος για τη μείωση των τιμών όλων των φαρμάκων ή ορισμένων κατηγοριών φαρμάκων, ακόμη και στην περίπτωση που δεν έχει προηγηθεί καθήλωση των ως άνω τιμών.

2)

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/105 έχει την έννοια ότι, εφόσον οι τασσόμενες από τη διάταξη αυτή προϋποθέσεις πληρούνται, επιτρέπεται η λήψη μέτρων για τη μείωση των τιμών όλων των φαρμάκων ή ορισμένων κατηγοριών φαρμάκων κατ’ επανάληψη εντός του ίδιου έτους καθώς και επί σειρά ετών.

3)

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/105 έχει την έννοια ότι δεν αντίκειται, όσον αφορά τον έλεγχο των τιμών όλων των φαρμάκων ή ορισμένων κατηγοριών φαρμάκων, στη λήψη μέτρων στηριζόμενων σε σχετικές με τις δαπάνες εκτιμήσεις, υπό τον όρο ότι τηρούνται οι τασσόμενες από τη διάταξη αυτή προϋποθέσεις και ότι οι ως άνω εκτιμήσεις προκύπτουν από αντικειμενικά και επαληθεύσιμα στοιχεία.

4)

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/105 έχει την έννοια ότι εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίσουν, συμμορφούμενα προς τον σχετικό με τη διαφάνεια σκοπό της ως άνω οδηγίας και προς τις τασσόμενες από τη διάταξη αυτή προϋποθέσεις, τα κριτήρια βάσει των οποίων εξετάζονται οι μακροοικονομικές συνθήκες, στις οποίες αναφέρεται η ως άνω διάταξη, καθώς και αν τα κριτήρια αυτά συναρτώνται αποκλειστικώς προς τις φαρμακευτικές δαπάνες, προς το σύνολο των δαπανών υγειονομικής περιθάλψεως ή επίσης προς τυχόν άλλες δαπάνες.


(1)  ΕΕ C 313 της 6.12.2008.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/14


Διάταξη του Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 2ας Δεκεμβρίου 2009 — Powerserv Personalservice GmbH, πρώην Manpower Personalservice GmbH, κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) και Manpower Inc.

(Υπόθεση C-553/08) (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Κοινοτικό σήμα - Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 - Άρθρα 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', και 51, παράγραφοι 1 και 2 - Αίτηση κηρύξεως ακυρότητας - Αντίθετη αίτηση αναιρέσεως - Λεκτικό κοινοτικό σήμα MANPOWER - Απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου - Περιγραφικός χαρακτήρας - Διακριτικός χαρακτήρας που αποκτήθηκε διά της χρήσεως)

2010/C 51/22

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Powerserv Personalservice GmbH, πρώην Manpower Personalservice GmbH (εκπρόσωπος: B. Kuchar, Rechtsanwältin)

Λοιποί διάδικοι: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωπος: G. Schneider) και Manpower Inc. (εκπρόσωποι: A. Bryson, barrister, και V. Marsland, solicitor)

Αντικείμενο

Αίτηση αναιρέσεως της αποφάσεως του Πρωτοδικείου (πέμπτο τμήμα) της 15ης Οκτωβρίου 2008, T-405/05, Powerserv Personalservice κατά ΓΕΕΑ και Manpower, με την οποία το Πρωτοδικείο απέρριψε την προσφυγή ακυρώσεως που η αναιρεσείουσα άσκησε κατά της αποφάσεως του τετάρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (ΓΕΕΑ), της 22ας Ιουλίου 2005, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή κατά της αποφάσεως του τμήματος ακυρώσεων να μη δεχθεί την αίτηση κηρύξεως ακυρότητας σχετικά με το κοινοτικό λεκτικό σήμα «MANPOWER» για προϊόντα των κλάσεων 9, 16, 35, 41 και 42 — Εσφαλμένη εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος — Μη επανεκτίμηση, κατόπιν της διευρύνσεως του ενδιαφερόμενου κοινού σε σχέση με την προσβληθείσα απόφαση του τμήματος προσφυγών, των αποδείξεων σχετικά με την απόκτηση διακριτικού χαρακτήρα διά της χρήσεως

Διατακτικό

Το Δικαστήριο διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την κύρια αναίρεση που άσκησε η Powerserv Personalservice GmbH.

2)

Απορρίπτει την αντίθετη αναίρεση που άσκησε η Manpower Inc.

3)

Καταδικάζει την Powerserv Personalservice GmbH στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 69 της 21.3.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/15


Διάταξη του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 23ης Οκτωβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γεράσιμου Ποταμιάνου (C-561/08 P), Γεράσιμος Ποταμιάνος κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (C-4/09)

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-561/08 P και C-4/09 P) (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Υπαλληλική υπόθεση - Έκτακτος υπάλληλος - Μη ανανέωση συμβάσεως ορισμένου χρόνου - Βλαπτική πράξη)

2010/C 51/23

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείοντες: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. Curral και D. Martin) (C-561/08 P), Γεράσιμος Ποταμιάνος (εκπρόσωπος: J.-N. Louis, δικηγόρος) (C-4/09 P)

Αντίδικοι κατ’ αναίρεση: Γεράσιμος Ποταμιάνος (εκπρόσωπος: J.-N. Louis, δικηγόρος) (C-4/09 P), Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. Curral και D. Martin) (C-561/08 P)

Αντικείμενο

Αναίρεση ασκηθείσα κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου (έβδομο τμήμα) της 15ης Οκτωβρίου 2007, Τ-160/04, Ποταμιάνος κατά Επιτροπής, με την οποία το Πρωτοδικείο έκρινε παραδεκτή την προσφυγή του Γ. Ποταμιάνου κατά της κοινοποίησης, εκ μέρους του γενικού διευθυντή της ΓΔ «Έρευνα», της πληροφορίας ότι η σύμβασή του εκτάκτου υπαλλήλου δεν επρόκειτο να ανανεωθεί κατά τη λήξη της — Έννοια της βλαπτικής πράξης — Διαφορετική ερμηνεία, αφενός, από το Δικαστήριο και, αφετέρου, από το Πρωτοδικείο και το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης

Διατακτικό

Το Δικαστήριο διατάσσει:

1)

Απορρίπτει τις προσφυγές.

2)

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  ΕΕ C 44 της 21.2.2009.

EE C 82 της 04.04.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/15


Διάταξη του Δικαστηρίου της 29ης Οκτωβρίου 2009 — Portela — Comércio de artigos ortopédicos e hospitalares, Lda κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση C-85/09 P) (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Εξωσυμβατική ευθύνη - Αίτημα αποκαταστάσεως της ζημίας που προκλήθηκε από διάφορες παραλήψεις της Επιτροπής κατά την εφαρμογή της οδηγίας 93/42/ΕΟΚ - Απουσία αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ των προβαλλομένων παραλείψεων και της ζημίας την οποία υπέστη η αναιρεσείουσα κατά την εμπορία ελαττωματικών ψηφιακών θερμομέτρων - Προδήλως αβάσιμη αίτηση αναιρέσεως)

2010/C 51/24

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Portela — Comércio de artigos ortopédicos e hospitalares, Lda (εκπρόσωπος: C. Mourato, δικηγόρος)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: B. Schima και P. Guerra e Andrade)

Αντικείμενο

Αίτηση αναιρέσεως κατά της διατάξεως του Πρωτοδικείου (όγδοο τμήμα), της 17ης Δεκεμβρίου 2008, T-137/07, Portela κατά Επιτροπής, με την οποία το Πρωτοδικείο απέρριψε εν μέρει ως προδήλως απαράδεκτη και κατά τα λοιπά ως προδήλως νόμω αβάσιμη την αγωγή με κύριο αίτημα να υποχρεωθεί η Επιτροπή να ενεργήσει σύμφωνα με το άρθρο 14β της οδηγίας 93/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, περί των ιατροτεχνολογικών προϊόντων (ΕΕ 1993, L 169, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 98/79/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 1998, για τα ιατροτεχνολογικά βοηθήματα που χρησιμοποιούνται στη διάγνωση in vitro (ΕΕ 1998, L 331, σ. 1), υποχρεώνοντας την εταιρία πιστοποιήσεως TÜV Rheinland Product Safety GmbH, μέσω της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, να ενεργοποιήσει υπέρ της αναιρεσείουσας την υποχρεωτική ασφάλιση αστικής ευθύνης που προβλέπει το άρθρο 6 του παραρτήματος XI της οδηγίας 93/42, την οποία έχει συνάψει η εν λόγω εταιρία, εάν δε η προβαλλόμενη ζημία δεν μπορεί να αποκατασταθεί μέσω του κυρίου αιτήματος, με επικουρικό αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη η αναιρεσείουσα λόγω των διαφόρων παραλείψεων της Επιτροπής

Διατακτικό

Το Δικαστήριο διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2)

Καταδικάζει την Portela — Comércio de artigos ortopédicos e hospitalares Lda στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 102 της 1.5.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/16


Διάταξη του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 17ης Σεπτεμβρίου 2009 [αίτηση του Fővárosi Bíróság (Ουγγαρία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Pannon GSM Távközlési Rt. κατά Nemzeti Hírközlési Hatóság Tanácsa

(Υπόθεση C-143/09) (1)

(Άρθρο 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας - Προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση - Οδηγία 2002/22/ΕΚ - Διαχρονική εφαρμογή - Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου)

2010/C 51/25

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Αιτούν δικαστήριο renvoi

Fővárosi Bíróság

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Pannon GSM Távközlési Rt.

κατά

Nemzeti Hírközlési Hatóság Tanácsa

Αντικείμενο

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Fővárosi Bíróság — Ερμηνεία της Πράξης περί των όρων προσχωρήσεως της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των Συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ 2003, L 236, σ. 33), των άρθρων 10, 87, παράγραφος 1, και 249 ΕΚ, καθώς και της οδηγίας 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας) (ΕΕ 2002, L 108, σ. 51) — Επιμερισμός του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας μεταξύ των φορέων παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών — Εθνική ρύθμιση των μηχανισμών επιμερισμού του κόστους που προβλέπει την εφαρμογή κανόνων που δεν συμβιβάζονται με την οδηγία όσον αφορά τη χρηματοδότηση καθολικής υπηρεσίας που παρασχέθηκε κατά το έτος που προηγήθηκε της προσχωρήσεως του οικείου κράτους μέλους στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Διατακτικό

Το άρθρο 13, παράγραφος 2, της οδηγίας 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας), καθώς και το παράρτημα IV της οδηγίας αυτής δεν έχουν εφαρμογή στα πραγματικά περιστατικά διαφοράς όπως αυτής της κύριας δίκης, η οποία αφορά την καταβολή εισφοράς στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, την οποία απαιτούν οι αρχές της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας για το έτος 2003.


(1)  ΕΕ C 153 της 4.7.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/16


Διάταξη του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 9ης Νοεμβρίου 2009 [αίτηση του Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — IFB Stroder Srl κατά Agenzia Italiana del Farmaco (AIFA)

(Υπόθεση C-198/09) (1)

(Άρθρο 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας - Οδηγία 89/105/ΕΟΚ - Διαφάνεια των μέτρων που ρυθμίζουν τον καθορισμό των τιμών των φαρμάκων για χρήση από τον άνθρωπο - Άρθρο 4 - Καθήλωση τιμών - Μείωση των τιμών)

2010/C 51/26

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

IFB Stroder Srl

κατά

Agenzia Italiana del Farmaco (AIFA)

Αντικείμενο

Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως — Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio — Ερμηνεία του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 89/105/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά με τη διαφάνεια των μέτρων που ρυθμίζουν τον καθορισμό των τιμών των φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση και τη κάλυψη του κόστους των στα πλαίσια των εθνικών ασφαλιστικών συστημάτων υγείας (ΕΕ L 40, σ. 8) — Φάρμακα για τα οποία ισχύει καθήλωση των τιμών — Μέτρα σε περίπτωση μειώσεως των τιμών

Διατακτικό

1)

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/105/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά με τη διαφάνεια των μέτρων που ρυθμίζουν τον καθορισμό των τιμών των φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση και τη κάλυψη του κόστους των στα πλαίσια των εθνικών ασφαλιστικών συστημάτων υγείας, έχει την έννοια ότι, υπό την προϋπόθεση της τηρήσεως των επιταγών της διατάξεως αυτής, οι αρμόδιες αρχές κράτους μέλους μπορούν να λαμβάνουν μέτρα γενικής ισχύος, συνιστάμενα στη μείωση των τιμών όλων των φαρμάκων ή ορισμένων κατηγοριών φαρμάκων, ακόμη και αν δεν προηγείται της λήψεως των μέτρων αυτών καθήλωση των εν λόγω τιμών.

2)

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/105 έχει την έννοια ότι, υπό την προϋπόθεση της τηρήσεως των επιταγών της διατάξεως αυτής, η λήψη μέτρων μειώσεως των τιμών όλων των φαρμάκων ή ορισμένων κατηγοριών φαρμάκων είναι δυνατή πλείονες φορές ετησίως, τούτο δε επί πλείονα έτη.

3)

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/105 έχει την έννοια ότι δεν απαγορεύει τη λήψη των μέτρων που σκοπούν στον έλεγχο των τιμών όλων των φαρμάκων ή ορισμένων κατηγοριών φαρμάκων βάσει των εκτιμήσεων δαπανών, υπό την προϋπόθεση της τηρήσεως των επιταγών της διατάξεως αυτής και της στηρίξεως των εκτιμήσεων αυτών σε αντικειμενικά και επαληθεύσιμα στοιχεία.

4)

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/105 έχει την έννοια ότι εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίζουν, τηρώντας τον σκοπό της διαφάνειας που επιδιώκει η οδηγία αυτή καθώς και τις επιταγές της εν λόγω διατάξεως, τα κριτήρια βάσει των οποίων πρέπει να πραγματοποιείται ο έλεγχος των μακροοικονομικών συνθηκών τον οποίο αφορά η διάταξη αυτή και ότι τα ως άνω κριτήρια μπορούν να συνίστανται αποκλειστικώς και μόνο στις φαρμακευτικές δαπάνες, στο σύνολο των δαπανών υγείας ή ακόμη σε άλλα είδη δαπανών.

5)

Το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 89/105 έχει την έννοια ότι:

τα κράτη μέλη πρέπει να προβλέπουν, σε όλες τις περιπτώσεις, τη δυνατότητα μιας επιχειρήσεως την οποία αφορά μέτρο καθηλώσεως ή μειώσεως των τιμών όλων των φαρμάκων ή ορισμένων κατηγοριών φαρμάκων να ζητεί παρέκκλιση από την τιμή που έχει επιβληθεί βάσει των μέτρων αυτών,

υποχρεούνται να μεριμνούν προκειμένου να λαμβάνεται αιτιολογημένη απόφαση επί κάθε είδους αιτήσεως και

η συγκεκριμένη συμμετοχή της οικείας επιχειρήσεως συνίσταται, αφενός, στην επαρκή παράθεση των συγκεκριμένων λόγων που δικαιολογούν την αίτηση παρεκκλίσεως και, αφετέρου, στην παροχή λεπτομερών συμπληρωματικών στοιχείων, σε περίπτωση που τα στοιχεία τα οποία γνωστοποιήθηκαν προς στήριξη της αιτήσεως αυτής είναι ανεπαρκή.


(1)  ΕΕ C 233 της 26.9.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/17


Διάταξη του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 27ης Νοεμβρίου 2009 [αίτηση του Conseil de prud'hommes de Caen (Γαλλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Sophie Noël κατά SCP Brouard Daude, εκκαθαριστή της υπό δικαστική εκκαθάριση Pronuptia Boutiques Province SA, Centre de Gestion et d'Étude AGS IDF EST

(Υπόθεση C-333/09) (1)

(Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως - Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών - Διεθνές σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα - Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως - Απόλυση για οικονομικούς λόγους - Ζήτημα που δεν άπτεται του κοινοτικού δικαίου - Πρόδηλη έλλειψη αρμοδιότητας του Δικαστηρίου)

2010/C 51/27

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Αιτούν δικαστήριο

Conseil de prud’hommes de Caen

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Sophie Noël

κατά

SCP Brouard Daude, εκκαθαριστή της υπό δικαστική εκκαθάριση Pronuptia Boutiques Province SA, Centre de Gestion et d’Étude AGS IDF EST

Αντικείμενο

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Conseil de prud’hommes de Caen — Ερμηνεία του άρθρου 14 της Συμβάσεως για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών — Ερμηνεία του άρθρου 26 του Διεθνούς συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα — Απόλυση για οικονομικούς λόγους — Απόλυση για προσωπικούς λόγους — Εθνικές διατάξεις που τεκμαίρεται ότι αντιβαίνουν στους πιο πάνω κανόνες — Παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως

Διατακτικό

Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στερείται προδήλως αρμοδιότητας για να δώσει απάντηση στα ερωτήματα που υπέβαλε το conseil de prud’hommes de Caen με απόφαση της 11ης Ιουνίου 2009.


(1)  ΕΕ C 256 της 24.10.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/18


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunale Ordinario di Cosenza (Ιταλία) στις 13 Νοεμβρίου 2009 — C.C.I.A.A. di Cosenza κατά Grillo Star srl Fallimento

(Υπόθεση C-443/09)

2010/C 51/28

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunale Ordinario di Cosenza

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγουσα: C.C.I.A.A. di Cosenza

Εναγομένη: Grillo Star srl Fallimento

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Είναι τα κριτήρια καθορισμού του ετησίου τέλους που προβλέπεται στο άρθρο 18, στοιχείο b, του νόμου 580 της 29ης Δεκεμβρίου 1993, όπως καθορίζονται στις παραγράφους 3, 4, 5 και 6 του εν λόγω άρθρου, αντίθετα προς την οδηγία 2008/7/ΕΚ (1) του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2008, περί των έμμεσων φόρων των επιβαλλόμενων επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων, στον βαθμό που το εν λόγω τέλος δεν μπορεί να εμπίπτει στην εξαίρεση που προβλέπει το άρθρο 6, στοιχείο ε', της εν λόγω οδηγίας;

2)

Ειδικότερα:

έχει «ανταποδοτικό» χαρακτήρα το ετήσιο τέλος για τον καθορισμό του οποίου γίνεται αναφορά στα «αναγκαία χρηματικά ποσά» για την παροχή των υπηρεσιών που το σύστημα των Εμπορικών Επιμελητηρίων οφείλει να παρέχει σε ολόκληρο το εθνικό έδαφος;

αποκλείει η πρόβλεψη ενός «κεφαλαίου συμψηφισμού», που αποσκοπεί στο να καταστήσει ομοιογενή στο σύνολο του εθνικού εδάφους την επιτέλεση όλων των «διοικητικών λειτουργιών» που ο νόμος αναθέτει στα Εμπορικά Επιμελητήρια, τον ανταποδοτικό χαρακτήρα του ετησίου τέλους;

είναι συμβατή προς τον ανταποδοτικό χαρακτήρα του τέλους αυτού η ευχέρεια που παρέχεται σε έκαστο Εμπορικό Επιμελητήριο να αυξάνει μέχρι και 20 % το ύψος του ετησίου τέλους για τη χρηματοδότηση πρωτοβουλιών που αποσκοπούν στην αύξηση της παραγωγής και στη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών της εδαφικής περιφέρειας που εμπίπτει στην αρμοδιότητά του;

αποκλείει η έλλειψη διευκρινίσεως του τρόπου προσδιορισμού των χρηματικών ποσών που είναι αναγκαία για την τήρηση και την ενημέρωση των εγγραφών και των σημειώσεων στο μητρώο εταιριών εκ μέρους των Εμπορικών Επιμελητηρίων τον έλεγχο του ανταποδοτικού χαρακτήρα του ετησίου τέλους;

είναι ο κατ’ αποκοπήν καθορισμός του ετησίου τέλους συμβατός προς τον ανταποδοτικό χαρακτήρα του τέλους αυτού, καθόσον δεν υφίστανται καμία διάταξη που να προβλέπει τον έλεγχο σε «τακτά διαστήματα» του αν το εν λόγω τέλος αντιστοιχεί στο μέσο κόστος της υπηρεσίας;


(1)  ΕΕ L 46, σ. 11.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/18


Αναίρεση που άσκησε στις 4 Δεκεμβρίου 2009 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο στις 23 Σεπτεμβρίου 2009 στην υπόθεση T-183/07, Πολωνία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-504/09 P)

2010/C 51/29

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: E. Kružíková, E. White και K. Herrmann)

Αντίδικοι κατ’ αναίρεση: Ηνωμένο Βασίλειο Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας, Δημοκρατία της Πολωνίας, Δημοκρατία της Ουγγαρίας, Δημοκρατία της Λιθουανίας και Σλοβακική Δημοκρατία

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει στο σύνολό της την απόφαση του Πρωτοδικείου της 23ης Σεπτεμβρίου 2009 στην υπόθεση T-183/07·

να καταδικάσει τη Δημοκρατία της Πολωνίας στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους αναιρέσεως προς στήριξη της αιτήσεώς της. Πρώτον, το Πρωτοδικείο, νυν Γενικό Δικαστήριο, υπερέβη την ελεγκτική δικαιοδοσία του και παρέβη τους κανόνες διαδικασίας, με αποτέλεσμα να θιγούν τα συμφέροντα της Επιτροπής. Δεύτερον, παρέβη το άρθρο 9, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (1). Τρίτον, προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως των αποφάσεων περί των οποίων κάνει λόγο το άρθρο 296 ΣΛΕΕ. Τέταρτον, υπέπεσε σε νομική πλάνη κρίνοντας ότι το άρθρο 1, παράγραφος 1, το άρθρο 2, παράγραφος 1, και το άρθρο 3, παράγραφος 1, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη χωριστά από τις λοιπές διατάξεις της προσβαλλόμενης απόφασης και κηρύσσοντάς την ως εκ τούτου άκυρη στο σύνολό της.

Όσον αφορά τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι το Γενικό Δικαστήριο έκρινε παραδεκτή την αιτίαση καταγγελία σχετικά με την υπέρβαση εξουσίας της Επιτροπής μόλις στο στάδιο του υπομνήματος απαντήσεως, κατά παράβαση του άρθρου 48, παράγραφος 2 του Κανονισμού Διαδικασίας. Επιπλέον, προσδιορίζοντας τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου τις οποίες αφορούσε ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως, το Γενικό Δικαστήριο υπερέβη τα όρια του δικαιοδοτικού ελέγχου.

Όσον αφορά τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομική πλάνη κατά την ερμηνεία του περιεχομένου και του τρόπου ασκήσεως εκ μέρους της Επιτροπής των αρμοδιοτήτων που αυτή έχει σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Ο λόγος αυτός υποδιαιρείται σε δύο σκέλη.

Όσον αφορά το πρώτο σκέλος του λόγου αυτού, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο ερμήνευσε εσφαλμένα το άρθρο 9, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, κατά παράβαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, δεχόμενο ότι, κατά τον έλεγχο της συμφωνίας των κοινοποιημένων ΕΣΚ ΙΙ προς τα κριτήρια του παραρτήματος III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, η Επιτροπή δεν είχε το δικαίωμα ούτε να χρησιμοποιήσει τα σχετικά με το CO2 στοιχεία, τα οποία είχαν ελεγχθεί και προέρχονταν από την ίδια πηγή (το ανεξάρτητο σύστημα καταγραφής συναλλαγών της Κοινότητας — CITL), για όλα τα κράτη μέλη για την ίδια περίοδο (το έτος 2005), ούτε να στηρίξει την απόφασή της στην πρόβλεψη της εξελίξεως του ΑΕΠ για τα έτη 2005 έως 2010 η οποία δημοσιεύθηκε κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου για όλα τα κράτη μέλη.

Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος του λόγου αυτού, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι, στερώντας την Επιτροπή από το δικαίωμά της να μην χρησιμοποιήσει κατά την αξιολόγηση του ΕΣΚ ΙΙ στοιχεία που χρησιμοποιούνται από κάποιο κράτος μέλος και αναφέροντας στην απόφασή της περί απορρίψεως του ΕΣΚ την οποία έλαβε σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ το ανώτατο όριο για τη συνολική ποσότητα των δικαιωμάτων εκπομπών που μπορεί να κατανείμει κάθε κράτος μέλος, το Γενικό Δικαστήριο προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 9, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, αγνοώντας τον σκοπό και το αντικείμενό της.

Σύμφωνα με την αναιρεσείουσα, ο εκ των προτέρων έλεγχος του ΕΣΚ ΙΙ, σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, εξυπηρετεί την επίτευξη των σκοπών της οδηγίας αυτής, ήτοι αποσκοπεί στη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, βελτιώνοντας παράλληλα τη σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας, και στην εξασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργίας του κοινοτικού συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων. Καθόσον η εξουσία της Επιτροπής να εκδώσει απορριπτική απόφαση όσον αφορά κάποιο ΕΣΚ ΙΙ περιορίζεται χρονικά, θα πρέπει να εκτιμηθεί πώς η Επιτροπή ασκεί τις εξουσίες ελέγχου που έχει σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 3, πρώτη περίοδος, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, λαμβάνοντας υπόψη τον σκοπό κάθε διαδικασίας ελέγχου, που είναι να εξασφαλίζεται ότι μόνο ΕΣΚ ΙΙ σύμφωνα προς τα κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ, ιδίως εκείνα των σημείων 1 έως 3, θα καθίστανται οριστικά και θα αποτελούν τη βάση για τη λήψη αποφάσεων από τα κράτη μέλη σχετικών με τη συνολική ποσότητα των προς κατανομή δικαιωμάτων.

Όσον αφορά τον τρίτο λόγο, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι το Γενικό Δικαστήριο, δεχόμενο ότι, στο πλαίσιο της προσβαλλομένης αποφάσεως, η Επιτροπή ήταν υποχρεωμένη να εξηγήσει γιατί τα στοιχεία που χρησιμοποιούνταν στο ΕΣΚ ΙΙ της Δημοκρατίας της Πολωνίας ήταν «λιγότερο αξιόπιστα», δεν έλαβε υπόψη το σύνολο των εκτεθειμένων στην αιτιολογική σκέψη 5 της προσβαλλομένης αποφάσεως και, εν πάση περιπτώσει, υπερέβη τα όρια που θέτει η κατά το άρθρο 296 ΣΛΕΕ υποχρέωση αιτιολογήσεως.

Όσον αφορά τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κατά την εφαρμογή της προϋποθέσεως σχετικά με τη λειτουργική αυτονομία των διατάξεων της προσβαλλομένης αποφάσεως. Έκρινε ότι οι παράγραφοι 2 έως 5 των άρθρων 1 και 2, που αφορούν το ασυμβίβαστο του ΕΣΚ II προς τα άλλα κριτήρια του παραρτήματος III της οδηγίας, όπως και η παράγραφος 1 καθενός των ως άνω άρθρων, δεν μπορούν να λαμβάνονται υπόψη χωριστά από τις άλλες διατάξεις της προσβαλλομένης αποφάσεως. Η εσφαλμένη ανάλυση που ακολούθησε το Γενικό Δικαστήριο το οδήγησε να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της.


(1)  ΕΕ L 275, σ. 32.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/19


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Collège d’autorisation et de contrôle du Conseil supérieur de l’audiovisuel (Βέλγιο) στις 11 Δεκεμβρίου 2009 — RTL Belgium SA (πρώην TVI SA)

(Υπόθεση C-517/09)

2010/C 51/30

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Αιτούν δικαστήριο

Collège d’autorisation et de contrôle du Conseil supérieur de l’audiovisuel

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αφορά την: RTL Belgium SA (πρώην TVI SA)

Προδικαστικό ερώτημα

Έχει ο όρος «ουσιαστικός έλεγχος όσον αφορά την επιλογή των προγραμμάτων και την οργάνωσή τους» που περιλαμβάνεται στο άρθρο 1, στοιχείο γ', της οδηγίας της 3ης Οκτωβρίου 1989 για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων (1) [όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2007/65/ΕΚ] (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) την έννοια ότι μπορεί να θεωρηθεί ότι εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος, η οποία έχει την άδεια, κατόπιν παραχωρήσεως εκ μέρους της κυβερνήσεως του εν λόγω κράτους μέλους, να παρέχει υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων, ασκεί πράγματι ανάλογο έλεγχο, αφής στιγμής αναθέτει, με δυνατότητα περαιτέρω αναθέσεως, σε τρίτη εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος έναντι καταβολής απροσδιόριστου ποσού που αντιστοιχεί στον συνολικό κύκλο διαφημιστικών εργασιών που πραγματοποιούνται επ’ ευκαιρία της μεταδόσεως της εν λόγω υπηρεσίας, την πραγματοποίηση και την παραγωγή όλων των ίδιων προγραμμάτων της εν λόγω υπηρεσίας, την επικοινωνία προς τα έξω για θέματα προγραμματισμού και τις οικονομικές και νομικές υπηρεσίες, καθώς και τις υπηρεσίες ανθρώπινου δυναμικού, διαχειρίσεως υποδομών και άλλες υπηρεσίες σχετικές με το προσωπικό, ενώ προκύπτει ότι η κατάρτιση των προγραμμάτων, οι ενδεχόμενες αλλαγές και οι ανατροπές του προγράμματος λόγω της επικαιρότητας αποφασίζονται και υλοποιούνται στην έδρα της τρίτης αυτής εταιρίας;


(1)  Οδηγία 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 1989, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων (ΕΕ L 298 της 17.10.1989, σ. 23).


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/20


Προσφυγή της 15ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ρουμανίας

(Υπόθεση C-522/09)

2010/C 51/31

Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: D. Recchia και L. Bouyon)

Καθής: Ρουμανία

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι, μη έχοντας χαρακτηρίσει, επαρκώς κατ’ αριθμό και επιφάνεια, ως ζώνες ειδικής προστασίας τα πλέον κατάλληλα εδάφη για τη διατήρηση των απαριθμούμενων στο παράρτημα I της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ (1) ειδών πτηνών και των αποδημητικών πτηνών, η έλευση των οποίων είναι τακτική στο έδαφός της, η Ρουμανία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας·

να καταδικάσει τη Ρουμανία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών, όπως τροποποιήθηκε, διέπει τη διατήρηση του συνόλου των ειδών πτηνών τα οποία διαβιούν εκ φύσεως σε άγρια κατάσταση στο ευρωπαϊκό έδαφος των κρατών μελών. Οι απορρέουσες από τις διατάξεις της οδηγίας υποχρεώσεις εφαρμόζονται στη Ρουμανία από την ημερομηνία της προσχωρήσεώς της (ήτοι από 1ης Ιανουαρίου 2007) και, συνακόλουθα, η Ρουμανία υπέχει την υποχρέωση να προσδιορίσει τις ζώνες ειδικής προστασίας στο έδαφός της, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας.

Εν συνεχεία της εξετάσεως των ζωνών ειδικής προστασίας τις οποίες χαρακτήρισαν οι ρουμανικές αρχές, η Επιτροπή εκτιμά ότι ο προσδιορισμός των πλέον καταλλήλων ως ζωνών ειδικής προστασίας εδαφών είναι ανεπαρκής κατ’ αριθμό και κατ’ επιφάνεια.

Στην προκειμένη περίπτωση, οι χαρακτηρισθείσες από τη Ρουμανία ζώνες ως ζώνες ειδικής προστασίας εξετάστηκαν σε σχέση με την απογραφή των σημαντικών για την ορνιθοπανίδα περιοχών, απογραφή στην οποία προέβη η οργάνωση BirdLife International, καθώς και την παρεμφερή ανάλυση την οποία πραγματοποίησε η Societatea Ornitologică Română [Ρουμανική Ορνιθολογική Εταιρία]. Η διαδικασία χαρακτηρισμού των σημαντικών για την ορνιθοπανίδα περιοχών στη Ρουμανία ολοκληρώθηκε το 2007 με τον προσδιορισμό 130 σημαντικών για την ορνιθοπανίδα περιοχών.

Επί συνόλου 130 σημαντικών για την ορνιθοπανίδα περιοχών, καλυπτουσών επιφάνεια 4 157 500 εκταρίων, μόνον οι 108 περιοχές, καλύπτουσες επιφάνειες 2 998 700 εκταρίων, κατετάγησαν από τις ρουμανικές αρχές ως ζώνες ειδικής προστασίας. Μεταξύ των 108 αυτών περιοχών, μόνον οι 38 χαρακτηρίστηκαν εξ ολοκλήρου ζώνες ειδικής προστασίας.

Ομοίως, 21 σημαντικές για την ορνιθοπανίδα περιοχές, καλύπτουσες επιφάνεια 341 013 εκταρίων, δεν έχουν ακόμη χαρακτηριστεί ως ζώνες ειδικής προστασίας στη Ρουμανία, ενώ οι επιφάνειες 71 ζωνών ειδικής προστασίας διαφέρουν σημαντικά από εκείνες των σημαντικών για την ορνιθοπανίδα περιοχών.

Επιπλέον, πέραν των προεκτεθέντων, μολονότι 71 σημαντικές για την ορνιθοπανίδα περιοχές δεν έχουν ακόμη χαρακτηριστεί εξ ολοκλήρου ως ζώνες ειδικής προστασίας και 21 σημαντικές για την ορνιθοπανίδα περιοχές δεν έχουν περιληφθεί στη διαδικασία χαρακτηρισμού, οι ρουμανικές αρχές δεν υπέβαλαν καμία απογραφή και καμία επιστημονική μέθοδο δικαιολογούσα παρόμοια διαφορά μεταξύ των σημαντικών για την ορνιθοπανίδα περιοχών και των ζωνών ειδικής προστασίας τις οποίες αυτές χαρακτήρισαν.

Ο συγκεκριμένος μη προσδιορισμός ή ο μερικός προσδιορισμός των διαφόρων σημαντικών για την ορνιθοπανίδα περιοχών έχει ως αποτέλεσμα τη μη λήψη μέτρων προστασίας τόσον όσον αφορά ειδικότερα τα μνημονευόμενα στο παράρτημα I της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ είδη, όσο και τα αποδημητικά είδη, κατά παράβαση του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 79/409.

Κατόπιν αυτού, η Επιτροπή εκτιμά ότι, λόγω του ανεπαρκούς χαρακτηρισμού ζωνών ειδικής προστασίας, τόσο κατ’ αριθμόν όσο και κατ’ επιφάνεια, η Ρουμανία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 79/409.


(1)  Οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 202).


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/21


Προσφυγή που ασκήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-525/09)

2010/C 51/32

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: Α. Μαργέλης και G. Braga da Cruz)

Καθής: Πορτογαλική Δημοκρατία

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, μη θεσπίζοντας τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2006/21/EK (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, σχετικά με τη διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας και την τροποποίηση της οδηγίας 2004/35/ΕΚ, και πάντως μη ανακοινώνοντας τις διατάξεις αυτές στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 25 της εν λόγω οδηγίας·

να καταδικάσει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία συμμορφώσεως προς την οδηγία έληξε στις 30 Απριλίου 2008.


(1)  ΕΕ 2006, L 102, σ. 15


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/21


Προσφυγή που ασκήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-526/09)

2010/C 51/33

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: S. Pardo Quintillán και G. Braga da Cruz)

Καθής: Πορτογαλική Δημοκρατία

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, επιτρέποντας την απόρριψη βιομηχανικών λυμάτων της βιομηχανικής μονάδας, κείμενης στη ζώνη Matosinhos, «Estação de Serviço Sobritos», χωρίς κατάλληλη άδεια, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 11 της οδηγίας 91/271/ΕΟΚ (1) του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων·

να καταδικάσει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Μέχρι τούδε, η Πορτογαλική Δημοκρατία δεν έχει ενημερώσει την Επιτροπή περί χορηγήσεως αδείας στη βιομηχανική μονάδα «Estação de Serviço Sobritos».


(1)  JO L 135, p. 40


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/21


Προσφυγή της 18ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασιλείου της Ισπανίας

(Υπόθεση C-529/09)

2010/C 51/34

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: L. Flynn και C. Urraca Caviedes, agents)

Καθού: Βασίλειο της Ισπανίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι το Βασίλειο της Ισπανίας, παραλείποντας να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για τη θέση σε εφαρμογή της αποφάσεως 1999/509/ΕΚ, της Επιτροπής, της 14ης Οκτωβρίου 1998, σχετικά με τις ενισχύσεις που χορήγησε η Ισπανία στις επιχειρήσεις του ομίλου Magefesa και στις επιχειρήσεις που τον διαδέχθηκαν (ΕΕ 1999, L 198, σ. 15), όσον αφορά την Industrias Domésticas S.A. (Indosa), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 288, τέταρτη παράγραφος, της ΣΛΕΕ και από τα άρθρα 2 και 3 της προαναφερθείσας αποφάσεως·

να καταδικάσει το Βασίλειο της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Το Βασίλειο της Ισπανίας δεν έλαβε εμπροθέσμως τα αναγκαία μέτρα για τη θέση σε εφαρμογή της αποφάσεως 1999/509/ΕΚ όσον αφορά την Industrias Domésticas S.A. (Indosa).


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/22


Προσφυγή που ασκήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-531/09)

2010/C 51/35

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: N. Yerrell και M. Teles Romão)

Καθής: Πορτογαλική Δημοκρατία

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, μη θέτοντας σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2006/38/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2006, για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/62/ΕΚ περί επιβολής τελών στα βαρέα φορτηγά οχήματα που χρησιμοποιούν ορισμένα έργα υποδομής, και πάντως μη ανακοινώνοντάς τις στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή·

να καταδικάσει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία συμμορφώσεως προς την οδηγία έληξε στις 10 Ιουνίου 2008.


(1)  ΕΕ 2006, L 157, σ. 8.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/22


Αναίρεση που άσκησε στις 18 Δεκεμβρίου 2009 ο Vladimir Ivanov κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (τρίτο τμήμα) στις 30 Σεπτεμβρίου 2009 στην υπόθεση T-166/08, Ivanov κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-532/09 P)

2010/C 51/36

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Vladimir Ivanov (εκπρόσωπος: F. Rollinger, δικηγόρος)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα του αναιρεσείοντος

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:

να κρίνει την αίτηση αναιρέσεως παραδεκτή·

να κρίνει την αίτηση αναιρέσεως βάσιμη·

να αναιρέσει τη διάταξη που εξέδωσε το Πρωτοδικείο στις 30 Σεπτεμβρίου 2009·

να αποφανθεί επί τη βάσει του εισαγωγικού δικογράφου·

να καταδικάσει τη νυν κατ’ αναίρεση αντίδικο στα έξοδα και των δυο δικών.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αιτήσεώς του, ο αναιρεσείων προβάλλει τρεις λόγους αναιρέσεως.

Με τον πρώτο λόγο, που περιλαμβάνει δύο σκέλη, ο αναιρεσείων προβάλλει ότι το Πρωτοδικείο κακώς διαπίστωσε καταστρατήγηση διαδικασίας προκειμένου να απορρίψει την αγωγή λόγω εξωσυμβατικής ευθύνης ως απαράδεκτη, δεδομένου ότι ο ως άνω λόγος απαραδέκτου καλύπτει μόνον τις εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες ο ενάγων επιχειρεί με την αγωγή αποζημιώσεως την υπέρ αυτού καταβολή του ποσού που θα είχε λάβει εάν τελεσφορούσε η εκ μέρους του ασκηθείσα προσφυγή ακυρώσεως. Πάντως, εν προκειμένω, η αγωγή αποζημιώσεως που άσκησε ο ενάγων είναι καθ’ ολοκληρίαν αυτοτελής, καθόσον αποσκοπεί στη αναγνώριση της εξωσυμβατικής ευθύνης της Επιτροπής λόγω των πράξεών της έναντι του ενάγοντος και όχι στη διάπλαση οικονομικής καταστάσεως ταυτόσημης με αυτήν που θα προέκυπτε από τυχόν ακύρωση των πράξεων της Επιτροπής.

Στο πλαίσιο αυτό, ο αναιρεσείων προβάλλει ότι το Πρωτοδικείο δεν μπορούσε να εγείρει αυτεπαγγέλτως ζήτημα καταστρατηγήσεως της διαδικασίας, δεδομένου ότι το βάρος αποδείξεως φέρει σχετικά ο καθού.

Με τον δεύτερο λόγο, ο αναιρεσείων προβάλλει ότι το Πρωτοδικείο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον έκρινε ότι η διαπίστωση της διαπράξεως από την Επιτροπή παράνομης πράξεως αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη στοιχειοθέτηση της εξωσυμβατικής της ευθύνης, μολονότι, κατά την πιο πρόσφατη νομολογία του Πρωτοδικείου, ο παράνομος χαρακτήρας των πράξεων των κοινοτικών οργάνων έπαψε να αποτελεί προϋπόθεση για τη στοιχειοθέτηση της ευθύνης των οργάνων αυτών.

Με τον τρίτο λόγο, ο αναιρεσείων προβάλλει εν τέλει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη, κατά το μέρος που δέχεται ότι η προσφυγή ακυρώσεως θα συνιστούσε προσφορότερο ένδικο βοήθημα σε σχέση με την αγωγή αποζημιώσεως, προσβάλλει το δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία που κατοχυρώνεται με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/23


Προσφυγή που ασκήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-533/09)

2010/C 51/37

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: H. Støvlbæk και P. Guerra e Andrade)

Καθής: Πορτογαλική Δημοκρατία

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, επιβάλλοντας, κατ’ εφαρμογή της αποφάσεως του Υπουργού Δικαιοσύνης της 12ης Δεκεμβρίου 1991, που επικυρώνει τη γνωμοδότηση του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου της Γενικής Εισαγγελίας της Δημοκρατίας επί του άρθρου 15 του Συντάγματος, την πορτογαλική ιθαγένεια ως προϋπόθεση προσβάσεως στο επάγγελμα του συμβολαιογράφου, παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 49 ΣΛΕΕ, εφόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 51 ΣΛΕΕ·

να καταδικάσει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Στην Πορτογαλία, τα προστατευόμενα από τον συμβολαιογράφο συμφέροντα δεν είναι κρατικής φύσεως. Ο συμβολαιογράφος δεν συμμετέχει άμεσα και συγκεκριμένα στην άσκηση δημόσιας εξουσίας ούτε ανήκει στη Δημόσια Διοίκηση. Η εξαίρεση του άρθρου 51 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν εφαρμόζεται στο πορτογαλικό σώμα των συμβολαιογράφων. Η γνωμοδότηση της Γενικής Εισαγγελίας της Δημοκρατίας, που επικυρώθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 1991, δεν λέει ότι το συμβολαιογραφικό επάγγελμα εμπίπτει στη διάταξη του άρθρου 15, παράγραφος 2, του Συντάγματος. Το λειτούργημα του συμβολαιογράφου, στην Πορτογαλία, έχει αποκλειστικά τεχνικό χαρακτήρα. Εδράζεται στην επαγγελματική ικανότητα και όχι στην πολιτική εμπιστοσύνη.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/23


Προσφυγή της 21ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασιλείου του Βελγίου

(Υπόθεση C-538/09)

2010/C 51/38

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: D. Recchia και A. Marghelis)

Καθού: Βασίλειο του Βελγίου

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι, επειδή η βελγική νομοθεσία δεν επιβάλλει για ορισμένες δραστηριότητες κατάλληλη μελέτη των περιβαλλοντικών επιπτώσεων όταν οι δραστηριότητες αυτές είναι ικανές να επηρεάσουν ένα τόπο του δικτύου Natura 2000 και υποβάλλει ορισμένες δραστηριότητες σε δηλωτικό καθεστώς, το Βασίλειο του Βελγίου παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (1)·

να καταδικάσει το Βασίλειο του Βελγίου στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Επιτροπή προβάλλει, προς στήριξη της προσφυγής της, μία μοναδική αιτίαση αντλούμενη από μη ορθή μεταφορά του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ (οδηγία περί οικοτόπων) στην εσωτερική έννομη τάξη.

Συναφώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η διάταξη αυτή επιβάλλει όλα τα προγράμματα ή σχέδια που δεν συνδέονται άμεσα ή δεν είναι αναγκαία για τη διαχείριση εντός τόπου του δικτύου Natura 2000 να υποβάλλονται σε κατάλληλη μελέτη όσον αφορά τις περιβαλλοντικές τους επιπτώσεις. Κατά την προσφεύγουσα, η βελγική νομοθεσία δεν είναι σύμφωνη προς το κοινοτικό δίκαιο, καθόσον δεν επιβάλλει τέτοια μελέτη των επιπτώσεων κατά τρόπο συστηματικό και προβλέπει απλώς δηλωτικό καθεστώς για ορισμένες δραστηριότητες ικανές να επηρεάσουν έναν τόπο του δικτύου Natura 2000.

Αυτό συμβαίνει, μεταξύ άλλων, με όλα τα προγράμματα ή σχέδια για τα οποία δεν απαιτείται περιβαλλοντική άδεια στην Περιφέρεια της Βαλλονίας.


(1)  ΕΕ L 206, σ. 7.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/24


Προσφυγή της 21ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας

(Υπόθεση C-539/09)

2010/C 51/39

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: Α. Caeiros και B. Conte)

Καθής: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να διαπιστώσει ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, αρνηθείσα να επιτρέψει στο Ελεγκτικό Συνέδριο να διενεργήσει ελέγχους στη Γερμανία αναφορικά με τη διοικητική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα του ΦΠΑ, η οποία ρυθμίζεται στον Κανονισμό 1798/2003 και στις σχετικές διατάξεις εφαρμογής, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του άρθρου 248, §§ 1, 2 και 3, EK, των άρθρων 140, § 2, και 142, § 1, του Κανονισμού 1605/2002, καθώς επίσης του άρθρου 10 ΕΚ,

να καταδικάσει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αντικείμενο της παρούσας προσφυγής είναι η άρνηση των γερμανικών αρχών να επιτρέψουν Ελεγκτικό Συνέδριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να διενεργήσει ελέγχους στη Γερμανία αναφορικά με τη διοικητική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα του ΦΠΑ, η οποία ρυθμίζεται στον κανονισμό 1798/2003 και στις σχετικές διατάξεις εφαρμογής.

Κατά την άποψη της Επιτροπής, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας παρέβη εξαιτίας της ως άνω άρνησης τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του άρθρου 248 ΕΚ και του κανονισμού 1605/2002, καθώς επίσης το καθήκον πίστεως που υπέχει δυνάμει του άρθρου 10 ΕΚ.

Οι ελεγκτικές αρμοδιότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου πρέπει να ερμηνεύονται ευρέως: το Ελεγκτικό Συνέδριο ελέγχει τα οικονομικά της ΕΕ και προτείνει βελτιώσεις. Για τον σκοπό αυτό πρέπει να έχει το δικαίωμα να διενεργεί ενδελεχείς λογιστικούς ελέγχους και επαληθεύσεις σε όλους τομείς και τους φορείς που άπτονται των εσόδων και των εξόδων της ΕΕ. Τέτοιοι έλεγχοι μπορούν να διενεργούνται επίσης και στα κράτη μέλη, τα οποία οφείλουν, δυνάμει του άρθρου 248, § 3, EK, των άρθρων 140, § 2, και 142, § 1, του Κανονισμού 1605/2002, καθώς και του καθήκοντος πίστεως του άρθρου 10 ΕΚ, να παρέχουν πλήρη στήριξη στο Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τις εργασίες του. Στο πλαίσιο αυτό, υποχρεούνται επίσης να επιτρέπουν κάθε έλεγχο εκ μέρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος αποσκοπεί στη διαπίστωση της είσπραξης και χρήσης κεφαλαίων της ΕΕ.

Τούτο ακριβώς αρνήθηκαν στην παρούσα υπόθεση οι γερμανικές αρχές στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

Ο κανονισμός 1798/2003 αφορά την νομιμότητα και την κανονικότητα των κοινοτικών εσόδων. Ο κανονισμός αυτός αποτελεί το επιστέγασμα ενός πλέγματος διαφόρων μέτρων, που αποβλέπουν, μέσω της καταπολέμησης και της προληπτικής αποφυγής δόλιων πρακτικών, στο να εισπράττουν τα κράτη μέλη κανονικά τους πόρους από τον ΦΠΑ και να διατίθενται επομένως στην Κοινότητα οι ίδιοι πόροι που της αναλογούν υπό τις καλύτερες δυνατές συνθήκες. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή κρίνει αναγκαίο, να μπορεί το Ελεγκτικό συνέδριο να ελέγχει τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο και την εφαρμογή του κανονισμού 1798/2003, προκειμένου να εξετάζει την νομιμότητα και την κανονικότητα των εσόδων από ΦΠΑ. Αυτό συνεπάγεται, ότι το Ελεγκτικό συνέδριο μπορεί να ελέγχει κατά πόσον τα κράτη μέλη έχουν καταρτίσει ένα αποτελεσματικό σύστημα συνεργασίας και συνδρομής και κατά πόσον το σύστημα αυτό εφαρμόζεται ικανοποιητικά στην πράξη ή απαιτούνται βελτιώσεις.

Η πρακτική εφαρμογή της προβλεπόμενης στον κανονισμό 1798/2003 διοικητικής συνεργασίας έχει επίπτωση στους προερχόμενους από τον ΦΠΑ ίδιους πόρους που τα κράτη μέλη οφείλουν να καταβάλλουν. Η εύρυθμη συνεργασία στον τομέα αυτό εμποδίζει την φοροδιαφυγή και την φοροαποφυγή στον τομέα του ΦΠΑ και συνεπάγεται επομένως αυτομάτως αύξηση των εσόδων από ΦΠΑ και, κατά συνέπεια, των ιδίων πόρων της Κοινότητας που προέρχονται από τον ΦΠΑ. Όταν, αντιθέτως, κράτος μέλος δεν συνεργάζεται προσηκόντως, τότε παραβαίνει όχι μόνον τις εκ του κανονισμού 1798/2003 απορρέουσες υποχρεώσεις του, αλλά και την υποχρέωση που υπέχει από την οδηγία περί ΦΠΑ, να λαμβάνει όλα τα νομοθετικά και διοικητικά μέτρα που είναι κατάλληλα να εξασφαλίσουν την είσπραξη ολοκλήρου του ΦΠΑ που οφείλεται στο έδαφός του.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/24


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Regeringsrätten (Σουηδία) στις 21 Δεκεμβρίου 2009 — Skandinaviska Enskilda Banken AB Momsgrupp κατά Skatteverket

(Υπόθεση C-540/09)

2010/C 51/40

Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική

Αιτούν δικαστήριο

Regeringsrätten

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Skandinaviska Enskilda Banken AB Momsgrupp

Καθής: Skatteverket

Προδικαστικό ερώτημα

Έχει το άρθρο 13B της έκτης οδηγίας περί ΦΠΑ (άρθρο 135, παράγραφος 1, της οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας) την έννοια ότι οι απαλλαγές από τον φόρο που προβλέπει το άρθρο αυτό περιλαμβάνουν και τις υπηρεσίες (underwriting) οι οποίες συνίστανται στην εκ μέρους πιστωτικού ιδρύματος παροχή, έναντι ανταλλάγματος, εγγυήσεως σε εταιρία η οποία σχεδιάζει να εκδώσει μετοχές, όταν η εγγύηση συνεπάγεται ότι το πιστωτικό ίδρυμα αναλαμβάνει να αγοράσει τις μετοχές που ενδεχομένως δεν θα αναληφθούν εντός της περιόδου αναλήψεως των εκδοθησομένων μετοχών;


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/25


Αναίρεση που άσκησε στις 22 Δεκεμβρίου 2009 η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (έβδομο τμήμα) στις 6 Οκτωβρίου 2009 στην υπόθεση T-21/06, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-544/09 P)

2010/C 51/41

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (εκπρόσωποι: M. Lumma, J. Möller και B. Klein)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση που εξέδωσε το Πρωτοδικείο στις 6 Οκτωβρίου 2009 στην υπόθεση T-21/06, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής·

να ακυρώσει την υπ’ αρ. C(2005)3903 τελ. και από 9 Νοεμβρίου 2005 απόφαση της Επιτροπής ως προς την κρατική ενίσχυση που χορήγησε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας για την εισαγωγή της ψηφιακής επίγειας τηλεοράσεως («DVB-T») στο Βερολίνο-Βρανδεμβούργο, και

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η αίτηση αναιρέσεως βάλλει κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου με την οποία απορρίφθηκε ως αβάσιμη η προσφυγή ακυρώσεως της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας κατά της αποφάσεως της Επιτροπής στη διαδικασία κρατικών ενισχύσεων C25/2004 σχετικά με την εισαγωγή της ψηφιακής επίγειας τηλεόρασης (DVB-T) στο Βερολίνο-Βραδεμβούργο. Με την απόφασή της, η Επιτροπή έκρινε ότι εν λόγω κρατική ενίσχυση δεν συμβιβάζεται με τους κανόνες της κοινής αγοράς (άρθρο 107, παράγραφος 3, στοιχείο γ', ΣΛΕΕ).

Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας προβάλλει συνολικώς πέντε λόγους αναιρέσεως προκειμένου να καταδείξει ότι το Πρωτοδικείο εσφαλμένως δεν διαπίστωσε κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους της Επιτροπής και κακώς απέρριψε την προσφυγή.

Πρώτον, το Πρωτοδικείο εσφαλμένως δεν προσέδωσε στην εν λόγω ενίσχυση τον χαρακτήρα κινήτρου αρκούμενο μόνον στην εξέταση του πολύ περιορισμένου χρόνου της μεταβάσεως από την αναλογική στην ψηφιακή επίγεια τηλεόραση και όχι των δαπανών στις οποίες υπεβλήθησαν οι επιδοτούμενοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς σε σχέση με το σύνολο της ενισχύσεως. Στο σύνολό του, το μέτρο αυτό ενισχύσεως προέβλεπε, πέραν της μεταβάσεως στην ψηφιακή επίγεια τηλεόραση, και την υποχρέωση διατηρήσεως επί πενταετία της προσφοράς προγραμμάτων μέσω του δικτύου DVB-T, ανεξαρτήτως των προοπτικών διεισδύσεως στην αγορά, οι οποίες δεν μπορούσαν να προβλεφθούν εκ των προτέρων. Ως εκ τούτου, οι επιπλέον δαπάνες που συνεπάγεται η υποχρεωτική τήρηση της μεταβατικής αυτής περιόδου έπρεπε να ληφθούν επίσης υπόψη.

Δεύτερον, το Πρωτοδικείο εσφαλμένως προέβη σε ευρύτατη διασταλτική ερμηνεία των προβλεπόμενων από το άρθρο 107, παράγραφος 3, στοιχείο γ', ΣΛΕΕ κριτηρίων βάσει των οποίων η Επιτροπή ασκεί τον έλεγχό της, καθόσον έκρινε ότι η Επιτροπή δύναται να απορρίψει το μέτρο ενισχύσεως ως ακατάλληλο με μοναδική αιτιολογία ότι το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα μπορεί να επιτευχθεί με εναλλακτικά ρυθμιστικά μέτρα. Όπως προκύπτει από τον σκοπό των περί κρατικών ενισχύσεων διατάξεων της ΣΛΕΕ, η σύγκριση με τυχόν εναλλακτικά μέτρα δεν εμπίπτει στις προβλεπόμενες ελεγκτικές αρμοδιότητες της Επιτροπής. Στο πλαίσιο αυτό, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση προσάπτει στο Πρωτοδικείο ότι επέρριψε στο κράτος μέλος το βάρος αποδείξεως σχετικά με τον εξ υπαρχής αλυσιτελή χαρακτήρα των εναλλακτικών μέτρων που πρότεινε η Επιτροπή. Η αντιστροφή αυτή αντίκειται στην αρχή της ασφάλειας του δικαίου, στις γενικές αρχές της κατανομής του βάρους αποδείξεως και στον σκοπό των κανόνων περί ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων.

Τρίτον, το Πρωτοδικείο, κατά την εξέταση της υποθέσεως επί τη βάσει του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο γ', ΣΛΕΕ, παρέβλεψε τη σημασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ένωσης, τα οποία, ως αναπόσπαστο τμήμα του πρωτογενούς δικαίου, δεσμεύουν όλα τα εκδίδοντα ορισμένη πράξη κοινοτικά όργανα. Εάν γίνει δεκτό ότι επαρκής αιτιολογία για την άρνηση εγκρίσεως της ενισχύσεως είναι μια απλή αναφορά σε πιθανά εναλλακτικά ρυθμιστικά μέτρα, παραβλέπεται το γεγονός ότι ενδεχόμενα ρυθμιστικά μέτρα θίγουν το δικαίωμα ελεύθερης ασκήσεως της οικονομικής δραστηριότητας των επιχειρήσεων. Η πτυχή αυτή θα έπρεπε να αποτελέσει τουλάχιστον αντικείμενο ελέγχου, ο οποίος πάντως δεν έλαβε χώρα.

Τέταρτον, το Πρωτοδικείο, διά της αναφοράς σε εναλλακτικά ρυθμιστικά μέτρα, προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία της έννοιας της εσωτερικής αγοράς και της έννοιας του επηρεασμού των συναλλαγών κατά το άρθρο 107, παράγραφος 3, στοιχείο γ', ΣΛΕΕ, παραβλέποντας ότι τα ως άνω ρυθμιστικά μέτρα ενδέχεται να νοθεύουν τον ανταγωνισμό. Η γενική παραδοχή ότι τα ως άνω έννομα αγαθά θίγονται από ένα ρυθμιστικό μέτρο κατά τρόπο λιγότερο επιζήμιο σε σύγκριση με μια ενίσχυση συνιστά μη επιτρεπόμενο περιορισμό των κριτηρίων ελέγχου.

Πέμπτον, κατά την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, το Πρωτοδικείο εφάρμοσε την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας, η οποία επινοήθηκε από την Επιτροπή, χωρίς ωστόσο να διαπιστώσει ότι, με τον τρόπο αυτό, το σκοπούμενο από τις γερμανικές αρχές αποτέλεσμα του επίμαχου μέτρου απορρίφθηκε εν τοις πράγμασι. Η αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας τότε μόνον μπορεί να αποτελέσει ασφαλές κριτήριο για τον έλεγχο της συμβατότητας, όταν σκοπός της επιδοτήσεως είναι αυτή καθεαυτή η μετάβαση προς την ψηφιακή τηλεόραση. Στην περίπτωση της επιδοτήσεως για τη μετάβαση στην ψηφιακή τηλεόραση στο Βερολίνο-Βραδεμβούργο, έπρεπε, παρά ταύτα, για διάφορους λόγους να ενισχυθεί ακριβώς αυτός ο τρόπος μεταδόσεως, ενώ δεν χρειαζόταν επιδότηση για τη μετάδοση μέσω καλωδιακής τηλεοράσεως ή δορυφόρου. Για τον προσδιορισμό του θεμιτού σκοπού του μέτρου ενισχύσεως, το κράτος μέλος διαθέτει διακριτική ευχέρεια.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/26


Αναίρεση που άσκησε στις 23 Δεκεμβρίου 2009 η BCS SpA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (όγδοο τμήμα) στις 28 Οκτωβρίου 2009 στην υπόθεση T-137/08, BCS SpA κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

(Υπόθεση C-553/09 P)

2010/C 51/42

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: BCS SpA (εκπρόσωποι: M. Franzosi, V. Jandoli, F. Santonocito, avvocati)

Αντίδικοι κατ’ αναίρεση: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), Deere & Company

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να ακυρώσει τις προσβαλλόμενες αποφάσεις·

να κηρύξει την ακυρότητα του κοινοτικού σήματος υπ’ αριθ. 63 289·

να καταδικάσει τον αντίδικο στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση πάσχει τα εξής νομικά σφάλματα:

I.

Το Πρωτοδικείο ερμήνευσε εσφαλμένως το άρθρο 7, παράγραφοι 1, στοιχείο β', και 3, του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα (1), υποστηρίζοντας ότι η κτήση διακριτικού χαρακτήρα από ένα σημείο δεν εξαρτάται από την παρελθούσα και την νυν αποκλειστική χρήση του (επιπλέον, η εν λόγω χρήση δεν έχει αποδειχθεί· μάλιστα, στην ίδια απόφαση διαπιστώνεται ότι σε ορισμένες χώρες δεν γίνεται δεκτή η ύπαρξη τέτοιας χρήσης)·

II.

Το Πρωτοδικείο εφάρμοσε εσφαλμένως τα κριτήρια της κοινοτικής νομολογίας για τη διαπίστωση της κτήσεως διακριτικού χαρακτήρα, κατά παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα.

Ως προς το σημείο Ι., η έλλειψη αποκλειστικής χρήσεως σε άλλα τμήματα της Κοινότητας αποδεικνύεται από δηλώσεις τρίτων στη Δανία και στην Ιρλανδία. Ειδικότερα, ελλείψει σαφούς συσχετισμού μεταξύ του συνδυασμού πράσινου και κίτρινου χρώματος και της Deere δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι το εν λόγω σημείο έχει αποκτήσει στις χώρες αυτές διακριτικό χαρακτήρα.

Ως προς το σημείο ΙΙ., η BCS αμφισβητεί την ορθότητα των νομικών κριτηρίων που εφάρμοσε το Πρωτοδικείο σχετικά με τις αποδείξεις περί της δευτερογενούς εννοίας, διότι έρχονται σε σύγκρουση με τις αρχές που έχουν διατυπωθεί στην από μακρού υφιστάμενη νομολογία του Δικαστηρίου. Ειδικότερα, η διάρκεια της χρήσεως του σήματος της Deere, τα μερίδια αγοράς και ο όγκος πωλήσεων δεν μπορούν να θεωρηθούν ως στοιχεία που επαρκούν, θεωρούμενα μεμονωμένα, προς απόδειξη της κτήσεως δευτερογενούς εννοίας. Ιδίως δε, δεν μπορούν να αντισταθμίσουν την έλλειψη δημοσκοπήσεως (ή το αντιφατικό συμπέρασμα από τις δηλώσεις τρίτων), καθόσον αποτελούν αποδείξεις διαφορετικής φύσεως.

Εν προκειμένω, το Πρωτοδικείο εσφαλμένως αγνόησε τις άμεσες αποδείξεις περί ελλείψεως διακριτικού χαρακτήρα του κοινοτικού σήματος υπ’ αριθ. 63 289 στην Ιρλανδία και στη Δανία.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 11, σ. 1), που αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (κωδικοποιημένη έκδοση)

ΕΕ L 78, σ. 1


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/27


Προσφυγή που ασκήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2010 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Υπόθεση C-40/10)

2010/C 51/43

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: J. Currall, G. Berscheid και J.-P. Keppenne)

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να ακυρώσει τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) 1296/2009 του Συμβουλίου, της 23ης Δεκεμβρίου 2009, για την αναπροσαρμογή, με ισχύ από 1ης Ιουλίου 2009, των αποδοχών και των συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των διορθωτικών συντελεστών που εφαρμόζονται στις εν λόγω αποδοχές και συντάξεις (1), πλην των άρθρων 1 και 3 αυτού, διατηρώντας τον πάντως σε ισχύ μέχρι να εκδώσει το Συμβούλιο νέο κανονισμό κατά την ορθή εφαρμογή των άρθρων 64 και 65 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως (στο εξής: ΚΥΚ) και του παραρτήματος XI αυτού·

να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η Επιτροπή ζητεί τη μερική ακύρωση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 1296/2009 καθ’ όσον το Συμβούλιο, για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, αντικατέστησε στον κανονισμό αυτόν τα ποσά, τα οποία είχε προτείνει η Επιτροπή βάσει ποσοστού αναπροσαρμογής 3,70 % — που προέκυψε από μηχανική εφαρμογή του άρθρου 65 του ΚΥΚ και του παραρτήματός του XI — με ποσά που αντιστοιχούν στο μη ορθό ποσοστό 1,85 %. Κατά την άποψη του Συμβουλίου, η αντικατάσταση αυτή δικαιολογείται από την δημοσιονομική και οικονομική κρίση και την οικονομική και κοινωνική πολιτική της Ένωσης.

Όσον αφορά τα άρθρα 2 και 4 έως 17 του προσβαλλόμενου κανονισμού, η Επιτροπή προβάλλει έναν και μοναδικό λόγο ακυρώσεως, περί παραβάσεως του άρθρου 65 του ΚΥΚ και των άρθρων 1 και 3 του παραρτήματος XI του ΚΥΚ. Πράγματι, υπό την τωρινή μορφή του ΚΥΚ — το παράρτημα ΧΙ του οποίου εκθέτει λεπτομερώς τον υπολογισμό της μεθόδου αναπροσαρμογής των αποδοχών και των συντάξεων —, το Συμβούλιο διαθέτει δεσμία αρμοδιότητα, πολύ στενότερη απ’ ό,τι στο παρελθόν, όταν το Δικαστήριο, βάσει και μόνον του άρθρου 65 του ΚΥΚ, είχε διαπιστώσει ότι το Συμβούλιο διέθετε περιορισμένα περιθώρια εκτιμήσεως. Η Επιτροπή επικαλείται επίσης προσβολή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της αρχής «patere legem quam ipse fecisti».

Εξ άλλου, το άρθρο 18 του προσβαλλόμενου κανονισμού παραβαίνει τα άρθρα 3 έως 7 του παραρτήματος XI του ΚΥΚ, δημιουργώντας άλλη μία δυνατότητα ενδιάμεσης αναπροσαρμογής των αποδοχών, πέραν από την ετήσια προθεσμία που προβλέπει το άρθρο 65 του ΚΥΚ και έξω από τις προϋποθέσεις που ορίζουν τα άρθρα 4 έως 7 του παραρτήματος XI του ΚΥΚ.


(1)  ΕΕ 2009, L 348, σ. 10.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/27


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 17ης Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Κυπριακής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-466/08) (1)

2010/C 51/44

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 327 της 20.12.2008.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/27


Διάταξη του προέδρου του ογδόου τμήματος του Δικαστηρίου της 4ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Τσεχικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-544/08) (1)

2010/C 51/45

Γλώσσα διαδικασίας: η τσεχική

Ο πρόεδρος του ογδόου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 44 της 21.2.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/28


Διάταξη του προέδρου του ογδόου τμήματος του Δικαστηρίου της 12ης Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Σουηδίας

(Υπόθεση C-548/08) (1)

2010/C 51/46

Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική

Ο πρόεδρος του ογδόου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 32 της 7.2.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/28


Διάταξη του προέδρου του πέμπτου τμήματος του Δικαστηρίου της 26ης Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Τσεχικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-15/09) (1)

2010/C 51/47

Γλώσσα διαδικασίας: η τσεχική

Ο πρόεδρος του πέμπτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 69 της 21.3.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/28


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-42/09) (1)

2010/C 51/48

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 69 της 21.3.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/28


Διάταξη του προέδρου του όγδοου τμήματος του Δικαστηρίου της 2ας Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Γαλλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-171/09) (1)

2010/C 51/49

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του όγδοου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 153 της 4.7.2009


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/28


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 30ής Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-183/09) (1)

2010/C 51/50

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 167 της 18.7.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/28


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 20ής Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας

(Υπόθεση C-184/09) (1)

2010/C 51/51

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 167 της 18.7.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/28


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 11ης Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου των Κάτω Χωρών

(Υπόθεση C-192/09) (1)

2010/C 51/52

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 180 της 1.8.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/29


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 18ης Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-206/09) (1)

2010/C 51/53

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 180 της 1.8.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/29


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 7ης Δεκεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Σλοβακικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-207/09) (1)

2010/C 51/54

Γλώσσα διαδικασίας: η σλοβακική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 205 της 29.8.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/29


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 12ης Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Μάλτας

(Υπόθεση C-220/09) (1)

2010/C 51/55

Γλώσσα διαδικασίας: η μαλτέζικη

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 193 της 15.8.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/29


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 19ης Νοεμβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-252/09) (1)

2010/C 51/56

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 205 της 29.8.2009


Γενικό Δικαστήριο

27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/30


Απόφαση του Γενικού δικαστηρίου της 19ης Ιανουαρίου 2010 — Co-Frutta κατά Επιτροπής

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-355/04 και Τ-446/04) (1)

(Πρόσβαση στα έγγραφα - Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 - Έγγραφα σχετικά με την κοινοτική αγορά εισαγωγής μπανανών - Ρητή άρνηση χορηγήσεως προσβάσεως κατόπιν σιωπηρής αρνήσεως - Προσφυγή ακυρώσεως - Παραδεκτό - Εξαίρεση σχετική με την προστασία εμπορικών συμφερόντων τρίτων - Τήρηση προθεσμιών - Προηγούμενη συμφωνία κράτους μέλους - Υποχρέωση αιτιολογήσεως)

2010/C 51/57

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Co-Frutta Co-Frutta Soc. coop. (Padova, Ιταλία) (εκπρόσωποι: W. Viscardini και G. Donà, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: αρχικώς L. Visaggio και P. Aalto, εν συνεχεία, P. Aalto και L. Prete)

Αντικείμενο

Στη μεν υπόθεση T-355/04, αίτηση ακυρώσεως, αφενός της αποφάσεως της Επιτροπής της 28ης Απριλίου 2004, με την οποία απορρίφθηκε η αρχική αίτηση για χορήγηση προσβάσεως σε δεδομένα, που αφορούν τους καταχωρισμένους στην Κοινότητα εμπορικούς φορείς για την εισαγωγή μπανάνας και, αφετέρου, της σιωπηρής αποφάσεως της Επιτροπής περί απορρίψεως της επιβεβαιωτικής αιτήσεως προσβάσεως, στη δε υπόθεση T-446/04, αίτηση ακυρώσεως της ρητής αποφάσεως της Επιτροπής της 10ης Αυγούστου 2004 περί αρνήσεως προσβάσεως στα εν λόγω δεδομένα.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Παρέλκει η έκδοση αποφάσεως επί της προσφυγής στην υπόθεση T-355/04.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή στην υπόθεση T-446/04.

3)

Καταδικάζει την Co-Frutta Soc. coop. στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 262 της 23.10.2004.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/30


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 20ής Ιανουαρίου 2010 — Sungro κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

(Υποθέσεις T-252/07, T-271/07 και T-272/07) (1)

(Εξωσυμβατική ευθύνη - Κοινή γεωργική πολιτική - Τροποποίηση του κοινοτικού καθεστώτος στηρίξεως για το βαμβάκι - Τίτλος IV, κεφάλαιο 10 α, του κανονισμού (ΕΚ) 1782/2003, που προστέθηκε με το άρθρο 1, σκέψη 20, του κανονισμού (ΕΚ) 864/2004 - Ακύρωση των επίδικων διατάξεων με απόφαση του Δικαστηρίου - Αιτιώδης συνάφεια)

2010/C 51/58

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Ενάγουσες: Sungro, SA (Cordoue, Ισπανία) (T-252/07); Eurosemillas, SA (Cordoue, Ισπανία) (T-271/07)· και Surcotton, SA (Cordoue, Ισπανία) (T-272/07) (εκπρόσωπος: L. Ortiz Blanco, δικηγόρος)

Εναγόμενοι: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (εκπρόσωποι: M. Moore, A. De Gregorio Merino και A. Westerhof Löfflerova)· και Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: L. Parpala και F. Jimeno Fernández, επικουρούμενοι από τους E. Díaz-Bastien Lopez, L. Divar Bilbao και J. Magdalena Anda, δικηγόρους)

Αντικείμενο

Αγωγές αποζημιώσεως, βάσει του άρθρου 235 ΕΚ και του άρθρου 288, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ, με σκοπό την αποκατάσταση της ζημίας που φέρονται ότι υπέστησαν οι ενάγουσες λόγω της θεσπίσεως και της εφαρμογής, κατά την περίοδο 2006/2007, του κεφαλαίου 10α του τίτλου IV του κανονισμού (ΕΚ) 1782/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στηρίξεως στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στηρίξεως για τους γεωργούς και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) 2019/93, (ΕΚ) 1452/2001, (ΕΚ) 1453/2001, (ΕΚ) 1454/2001, (ΕΚ) 1868/94, (ΕΚ) 1251/1999, (ΕΚ) 1254/1999, (ΕΚ) 1673/2000, (ΕΟΚ) 2358/71 και (ΕΚ) 2529/2001 (EE L 270, σ. 1), το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 1, σημείο 20, του κανονισμού (ΕΚ) 864/2004 του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση του κανονισμού 1782/2003 και για την προσαρμογή του λόγω της προσχωρήσεως της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Εσθονίας, της Κύπρου, της Λεττονίας, της Λιθουανίας, της Ουγγαρίας, της Μάλτας, της Πολωνίας, της Σλοβενίας και της Σλοβακίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (EE L 161, σ. 48), και ακυρώθηκε με την απόφαση του Δικαστηρίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2006, C-310/04, Ισπανία κατά Συμβουλίου (Συλλογή 2006, σ. I-7285).

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Οι υποθέσεις T-252/01, T-271/01 και T-272/01 ενώνονται προς έκδοση κοινής αποφάσεως.

2)

Απορρίπτει τις αγωγές.

3)

Οι Sungro, SA, Eurosemillas, SA, και Surcotton, SA, φέρουν εκάστη τα δικαστικά τους έξοδα καθώς και, εις ολόκληρον, τα δικαστικά έξοδα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.


(1)  ΕΕ C 211 της 8.9.2007.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/31


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 20ής Ιανουαρίου 2010 — Nokia κατά ΓΕΕΑ — Medion (LIFE BLOG)

(Υπόθεση T-460/07) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού κοινοτικού σήματος LIFE BLOG - Προγενέστερο λεκτικό εθνικό σήμα LIFE - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Κίνδυνος συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 [νυν άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009] - Μερική άρνηση καταχωρίσεως)

2010/C 51/59

Γλώσσα διαδικασίας: η φινλανδική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Nokia Oyj (Ελσίνκι, Φινλανδία) (εκπρόσωπος: J. Tanhuanpää, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωπος: A. Folliard-Monguiral)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου: Medion AG (Essen, Γερμανία) (εκπρόσωπος: P.-M. Weisse, δικηγόρος)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 2ας Οκτωβρίου 2007 (υπόθεση R 141/2007-2), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Medion AG και της Nokia Oyj.

Διατακτικό

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τη Nokia Oyj στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 51 της 23.2.2008.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/31


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 19ης Ιανουαρίου 2010 — De Fays κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-355/08 P) (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Αίτηση ανταναιρέσεως - Υπαλληλική υπόθεση - Υπάλληλοι - Άδειες - Αναρρωτική άδεια - Αδικαιολόγητη απουσία διαπιστωθείσα κατόπιν ιατρικού ελέγχου - Καταλογισμός στη διάρκεια της ετήσιας άδειας - Στέρηση του δικαιώματος επί των αποδοχών)

2010/C 51/60

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Chantal De Fays (Bereldange, Λουξεμβούργο) (εκπρόσωπος: F. Moyse και A. Salerno, δικηγόροι)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: D. Martin και Κ. Herrmann)

Αντικείμενο

Αίτηση αναιρέσεως υποβληθείσα κατά της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρώτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 2008, F-97/07, De Fays κατά Επιτροπής (που δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή), με αίτημα την αναίρεση της αποφάσεως αυτής.

Διατακτικό

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την κύρια αίτηση αναιρέσεως και την αίτηση ανταναιρέσεως.

2)

Η Chantal De Fays φέρει τα δικαστικά έξοδα της κύριας αιτήσεως αναιρέσεως.

3)

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φέρει τα δικαστικά έξοδα της αιτήσεως ανταναιρέσεως.


(1)  EE C 285 της 8.11.2008.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/32


Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 22ας Δεκεμβρίου 2009 — Associazione Giùlemanidallajuve κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-254/08) (1)

(Προβαλλόμενες παραβάσεις των άρθρων 81 ΕΚ και 82 ΕΚ - Καταγγελία - Προσφυγή κατά παραλείψεως - Λήψη θέσεως της Επιτροπής θέτουσα τέλος στην παράλειψη - Κατάργηση της δίκης)

2010/C 51/61

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Associazione Giùlemanidallajuve (Cerignola, Ιταλία) (εκπρόσωποι: L. Misson, A. Kettels, G. Ernes και A. Pel, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωπος: A Bouquet)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά παραλείψεως με αίτημα να αναγνωριστεί ότι η Επιτροπή παρέλειψε παρανόμως να λάβει θέση επί της καταγγελίας που υπέβαλε η προσφεύγουσα για την παράβαση των άρθρων 81 ΕΚ και 82 ΕΚ που φέρεται να διέπραξαν η Federazione Italiana Giuoco Calcio (FIGC), το Comitato Olimpico Nazionale Italiano (CONI), η Ένωση Ευρωπαϊκών Ομοσπονδιών Ποδοσφαίρου (UEFA) και η Διεθνής Ομοσπονδία Ποδοσφαιρικών Ενώσεων (FIFA).

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Καταργείται η δίκη.

2)

Η Associazione Giùlemanidallajuve και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 223, της 30.8.2008.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/32


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιανουαρίου 2010 — Química Atlântica κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση T-71/09) (1)

(Προσφυγή κατά παραλείψεως - Αναγνωριστικό αίτημα - Αγωγή αποζημιώσεως - Άρθρο 44, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου - Απαράδεκτον)

2010/C 51/62

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Química Atlântica Lda (Λισσαβώνα, Πορτογαλία) (εκπρόσωπος: J. Teixeira Alves, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: M. Afonso και L. Bouyon)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά παραλείψεως για να αναγνωριστεί ότι η Επιτροπή παρανόμως παρέλειψε να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την εναρμόνιση των κριτηρίων δασμολογικής κατατάξεως του φωσφορικού διασβεστίου, και αγωγή αναζητήσεως της διαφοράς μεταξύ των δασμών που υποχρεώθηκε να καταβάλει η προσφεύγουσα από το 1995 και εντεύθεν και των δασμών που θα προέκυπταν αν στο φωσφορικό διασβέστιο Τυνησίας εφαρμοζόταν ο συντελεστής του κωδικού 28 35 52 90 του Δασμολογίου ή αγωγή αποζημιώσεως ισοδυνάμου ποσού.

Διατακτικό

Το Πρωτοδικείο διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Η απόφαση επί της αιτήσεως παρεμβάσεως της Timab Ibérica SL παρέλκει.

3)

Η Químíca Atlântica Lda φέρει τα δικαστικά της έξοδα καθώς και τα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.


(1)  EE C 113 της 16.5.2009, σ. 36.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/32


Διάταξη του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Ιανουαρίου 2010 — United Phosphorus κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-95/09 R II)

(Ασφαλιστικά μέτρα - Οδηγία 91/414/ΕΟΚ - Απόφαση σχετικά με τη μη καταχώριση της ουσίας napropamide στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414 - Παράταση μέτρου αναστολής εκτελέσεως)

2010/C 51/63

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αιτούσα: United Phosphorus Ltd (Warrington, Cheshire, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωποι: C. Mereu και K. Van Maldegem, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: L. Parpala και N. Rasmussen)

Αντικείμενο

Αίτηση παρατάσεως του μέτρου αναστολής εκτελέσεως της αποφάσεως 2008/902/ΕΚ της Επιτροπής, της 7ης Νοεμβρίου 2008, σχετικά με τη μη καταχώριση της ουσίας napropamide στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου και την ανάκληση των εγκρίσεων για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν την εν λόγω ουσία (ΕΕ L 326, σ. 35).

Διατακτικό

Ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου διατάσσει:

1)

Το μέτρο αναστολής εκτελέσεως που διατάχθηκε με το σημείο 1 της διατάξεως του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 28ης Απριλίου 2009, T-95/09 R, United Phosphorus κατά Επιτροπής (μη δημοσιευθείσας στη Συλλογή) παρατείνεται μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2010, χωρίς όμως να μπορεί να παραταθεί πέραν της ημερομηνίας εκδόσεως της αποφάσεως στην κύρια δίκη ή πέραν της τυπικής περατώσεως της ταχείας διαδικασίας που κινήθηκε, όσον αφορά την napropamide, δυνάμει του άρθρου 13 του κανονισμού (ΕΚ) 33/2008 της Επιτροπής, της 17ης Ιανουαρίου 2008, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όσον αφορά την καθιέρωση συνήθους και ταχείας διαδικασίας εκτίμησης των δραστικών ουσιών που συμπεριλαμβάνονταν στο πρόγραμμα εργασίας το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 8, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας, αλλά δεν έχουν περιληφθεί στο παράρτημα I (ΕΕ L 15, σ. 5).

2)

Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/33


Διάταξη του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου της 8ης Ιανουαρίου 2010 — Escola Superior Agrária de Coimbra κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-446/09 R)

(Ασφαλιστικά μέτρα - Πρόγραμμα Life - Επιστροφή μέρους των καταβληθέντων ποσών - Ένταλμα είσπραξης - Χρεωστικό σημείωμα - Αίτηση αναστολής εκτελέσεως - Χρηματική ζημία - Εξαιρετικές περιστάσεις - Δεν συντρέχει επείγον)

2010/C 51/64

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Αιτούσα: Escola Superior Agrária de Coimbra (Coimbra, Πορτογαλία) (εκπρόσωπος: J. Pais do Amaral, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: G. Braga da Cruz και J.-B. Laignelot)

Αντικείμενο

Αίτηση αναστολής εκτελέσεως των αποφάσεων που περιέχονται, αντιστοίχως, στην επιστολή D(2009) 224268 της Επιτροπής, της 9ης Σεπτεμβρίου 2009, με αντικείμενο ένταλμα είσπραξης, και στο χρεωστικό σημείωμα αριθ. 3230909105 της Επιτροπής, της 11ης Σεπτεμβρίου 2009, για ποσό 327 500,35 ευρώ.

Διατακτικό

Ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.

2)

Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/33


Αγωγή της 20ής Νοεμβρίου 2009 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά New Acoustic Music και Anna Hildur Hildibrandsdottir

(Υπόθεση T-464/09)

2010/C 51/65

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: A-M Rouchaud-Joët, N. Bambara, επικουρούμενοι από τον C. Erkelens, δικηγόρο)

Εναγόμενες: New Acoustic Music Association (Orpington, Ηνωμένο Βασίλειο) και Anna Hildur Hildibrandsdottir (Orpington, Ηνωμένο Βασίλειο)

Αιτήματα της ενάγουσας

Η ενάγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να υποχρεώσει τις εναγόμενες να επιστρέψουν στην Επιτροπή κυρίως ποσό ύψους 31 136,23 ευρώ, πλέον τόκων υπολογιζομένων με ετήσιο επιτόκιο 7, 70 % από της 14ης Ιανουαρίου 2008 μέχρι της ημερομηνίας εξοφλήσεως.

να καταδικάσει τις εναγόμενες στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων των εξόδων στα οποία υποβλήθηκε η Επιτροπή.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η υπό κρίση αγωγή αφορά την αριθ. 2003-1895/001-001 σύμβαση επιδοτήσεως, η οποία συνάφθηκε μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (στο εξής: Επιτροπή) και της New Acoustic Music Association (στο εξής: NAMA), εκπροσωπούμενης από την Anna Hildur Hildibrandsdottir, με σκοπό την υλοποίηση της δράσεως CLT2003/A1/GB-317 — European Music Roadwork, στο πλαίσιο του προγράμματος «Πολιτισμός 2000» (1).

Με την αγωγή αυτή, η Επιτροπή ζητεί την έκδοση αποφάσεως με την οποία θα υποχρεώνονται οι εναγόμενες, εκάστη των οποίων είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπέυθυνη για το ποσό, να επιστρέψουν στην Επιτροπή ποσό ύψους 31 136,23 ευρώ πλέον τόκων υπερημερίας, το οποίο προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ του ποσού που καταβλήθηκε στη NAMA ως προκαταβολή για τις δράσεις που προέβλεπε η σύμβαση επιδοτήσεως και του ποσού που δικαιούται να λάβει η NAMA.

Η ενάγουσα προβάλλει έναν ισχυρισμό προς στήριξη της αγωγής της. Υποστηρίζει ότι η NAMA παρέβη τις συμβατικές υποχρεώσεις της, καθόσον δεν επέστρεψε μέρος της προκαταβολής που της χορήγησε η Επιτροπή, δεδομένου ότι οι πραγματικές επιλέξιμες δαπάνες ήταν χαμηλότερες από το σύνολο των υπολογισθέντων εξόδων.

Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η NAMA και η Anna Hildur Hildibrandsdottir, ως εταίρος και εξουσιοδοτημένη νόμιμη εκπρόσωπος της NAMA, είναι αλληλεγγύως υπόχρεοι για το οφειλόμενο ποσό.


(1)  Απόφαση 508/2000/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Φεβρουαρίου 2000, για τη θέσπιση του προγράμματος «Πολιτισμός 2000» (ΕΕ 2000 L 63, σ. 1).


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/34


Προσφυγή της 4ης Δεκεμβρίου 2009 — Πολωνία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-486/09)

2010/C 51/66

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Δημοκρατία της Πολωνίας (εκπρόσωπος M. Szpunar)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση 2009/721/ΕΚ (1) της Επιτροπής, της 24ης Σεπτεμβρίου 2009, περί εξαίρεσης από την κοινοτική χρηματοδότηση ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), Τμήμα Εγγυήσεων, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 7044], καθόσον εξαιρεί μια δαπάνη ύψους 47 152 775 PLN στην οποία προέβη η επιφορτισμένη προς τούτο από τη Δημοκρατία της Πολωνίας αρχή·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την προσβαλλόμενη απόφαση προβλέπεται μια οικονομική διόρθωση κατά 5 % το 2005 στο πλαίσιο του σχεδίου αγροτικής ανάπτυξης για τα κονδύλια που δαπανώνται για τη στήριξη της γεωργίας σε μειονεκτικές περιοχές και την υποστήριξη περιβαλλοντικών σχεδίων γεωργικού χαρακτήρα. Ο λόγος για τη διόρθωση είναι παρατυπίες αφορώσες τους διασταυρωμένους ελέγχους όσον αφορά την τήρηση των αρχών της ορθής γεωργικής πρακτικής, το καθεστώς των κυρώσεων, τους επιτόπιους ελέγχους και τον συντονισμό των ελέγχων όσον αφορά όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα γεωργικού χαρακτήρα περιβαλλοντικά σχέδια.

Η προσφεύγουσα αμφισβητεί την ύπαρξη των εν λόγω παρατυπιών και προβάλλει, σε σχέση με την προσβαλλόμενη απόφαση, τους ακόλουθους λόγους ακυρώσεως.

Πρώτον, ισχυρίζεται ότι διαπράχθηκε παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1258/1999 (2) και του άρθρου 31, παράγραφος 1, του κανονισμού 1290/2005 (3), αλλά και παράβαση των περιλαμβανόμενων στο έγγραφο VI/5330/97 κατευθυντήριων γραμμών, λόγω της πραγματοποιήσεως οικονομικής διορθώσεως βασιζόμενης σε εσφαλμένη πραγματική διαπίστωση και σε πεπλανημένη νομική ερμηνεία. Κατά την προσφεύγουσα, δεν υπήρξε καμία από τις φερόμενες παρατυπίες στις οποίες βασίζεται η επελθούσα οικονομική διόρθωση, οι δε δαπάνες που εξαιρέθηκαν από την κοινοτική χρηματοδότηση, δυνάμει της προσβαλλομένης αποφάσεως, πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία.

Στο πλαίσιο του πρώτου λόγου, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι από τις εκθέσεις της σχετικά με τους επιτόπιους ελέγχους προκύπτει ότι τηρήθηκαν όλες οι αρχές της συνήθους ορθής γεωργικής πρακτικής, περιλαμβανομένης της τηρήσεως του ετήσιου ορίου για τη διασπορά των οργανικών λιπασμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 28 του κανονισμού 796/2004 (4). Η προσφεύγουσα υποστηρίζει επίσης ότι ο μόνος λόγος για τον οποίο δεν πραγματοποιήθηκαν διασταυρωμένοι έλεγχοι στο πλαίσιο του συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των ζώων είναι ότι το σύστημα αυτό ήταν άχρηστο ως βάση αναφοράς για τη διενέργεια τέτοιων ελέγχων, οπότε αυτοί δεν ήταν επιβεβλημένοι, δυνάμει του άρθρου 68 του κανονισμού 817/2004 (5). Κατά την προσφεύγουσα, το σύστημα των κυρώσεων για παραβιάσεις των αρχών της ορθής γεωργικής πρακτικής είναι πλήρως αποτελεσματικό, προσαρμοσμένο στην κατάσταση που υφίστατο το πρώτο έτος εφαρμογής του σχεδίου αγροτικής ανάπτυξης και ακόμη πιο αυστηρό από το ισχύον καθεστώς κυρώσεων της Κοινότητας, οπότε ήταν απολύτως σύμφωνο προς το άρθρο 73 του κανονισμού 817/2004. Επιπλέον, στο πλαίσιο του πρώτου λόγου, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η έκταση των επιτόπιων ελέγχων ήταν ακόμα και ευρύτερη από εκείνη που επιβάλλει το άρθρο 69, τρίτο εδάφιο, του κανονισμού 817/2004.

Δεύτερον, η προσφεύγουσα προβάλλει παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 4, του κανονισμού 1258/1999 και του άρθρου 31, παράγραφος 2, του κανονισμού 1290/2005, παραβίαση των κατευθυντήριων γραμμών του εγγράφου VI/5330/97 και παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, λόγω της χρησιμοποιήσεως ενός εξαιρετικά υψηλού κατ’ αποκοπήν ποσοστού διορθώσεως σε σχέση με τον ενδεχόμενο κίνδυνο επελεύσεως οικονομικής ζημίας σε βάρος του κοινοτικού προϋπολογισμού. Κατά την προσφεύγουσα, καμία από τις φερόμενες παρατυπίες στις οποίες στηρίζεται η σχετική διόρθωση δεν θα μπορούσε να προκαλέσει οικονομική ζημία της Κοινότητας και, εν πάση περιπτώσει, ο κίνδυνος προκλήσεως τέτοιας ζημίας ήταν εντελώς αμελητέος και αφορούσε ποσό κατά πολύ μικρότερο από αυτό το οποίο εξαιρέθηκε από την κοινοτική χρηματοδότηση, σύμφωνα με την προσβαλλόμενη απόφαση.

Τρίτον, η προσφεύγουσα προβάλλει παράβαση του άρθρου 296, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, λόγω ανεπαρκούς αιτιολογίας της προσβαλλόμενης αποφάσεως. Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή δεν εξήγησε τους λόγους για την ουσιαστική αλλοίωση του περιεχομένου των προβαλλόμενων παρατυπιών και δεν παρέσχε στις πολωνικές τη δυνατότητα να λάβουν γνώση των λόγων αυτών.


(1)  ΕΕ L 257, σ. 28.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 1258/1999 του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1999 περί χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΕΕ L 160, σ. 10).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) 1290/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΕΕ L 209, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ.796/2004 της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή της πολλαπλής συμμόρφωσης, της διαφοροποίησης και του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) 1782/2003 του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς (ΕΕ L 141, σ. 18).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) 817/2004 της Επιτροπής, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με τους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 1257/1999 του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) (ΕΕ L 153, σ. 30, διορθωτικό σε ΕΕ 2004, L 231, σ. 24).


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/35


Αναίρεση που άσκησε στις 9 Δεκεμβρίου 2009 ο Petrus Kerstens κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 29 Σεπτεμβρίου 2009 στην υπόθεση F-102/07, Kerstens κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση T-498/09 P)

2010/C 51/67

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Petrus Kerstens (Overijse, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: C. Mourato, avocat)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα του αναιρεσείοντος

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

να αναπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την παρούσα αίτηση αναιρέσεως, ο προσφεύγων ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (ΔΔΔ) της 29ης Σεπτεμβρίου 2009, στην υπόθεση Kerstens κατά Επιτροπής, F-102/07, με την οποία το ΔΔΔ απέρριψε ως αβάσιμη προσφυγή με αντικείμενο την ακύρωση πλειόνων αποφάσεων της Επιτροπής σχετικά με την απονομή στον αναιρεσείοντα μορίων προτεραιότητας της γενικής διευθύνσεως (ΜΠΓΔ) και μορίων προτεραιότητας ως αναγνώριση της ασκήσεως πρόσθετων καθηκόντων προς το συμφέρον του οργάνου (ΜΠΠΚ) για τις περιόδους προαγωγών 2004, 2005 και 2006.

Προς στήριξη της αναιρέσεώς του, ο αναιρεσείων προβάλλει δύο λόγους αναιρέσεως, οι οποίοι αντλούνται από:

πλάνη περί το δίκαιο στην οποία υπέπεσε το ΔΔΔ κατά την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, του άρθρου 5 των γενικών εκτελεστικών διατάξεων του άρθρου 45 του ΚΥΚ και των κριτηρίων που έθεσε ο διευθυντής του Γραφείου Διαχειρίσεως και Εκκαθαρίσεως των Ατομικών Δικαιωμάτων για την απονομή μορίων προτεραιότητας για την περίοδο προαγωγών 2005, κατ’ εφαρμογή της προαναφερθείσας διατάξεως, όπως επίσης και παραμόρφωση του περιεχομένου των αποδεικτικών στοιχείων·

μη σεβασμό των δικαιωμάτων άμυνας κατά το μέτρο που το ΔΔΔ στηρίχθηκε σε φερόμενο απόσπασμα εκθέσεως αξιολογήσεως της σταδιοδρομίας του 2004, η οποία δεν είχε συνταχθεί ούτε θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο κατ' αντιπαράθεση συζητήσεως από τους διαδίκους.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/35


Προσφυγή της 11ης Δεκεμβρίου 2009 — Inovis κατά ΓΕΕΑ — Sonaecom (INOVIS)

(Υπόθεση T-502/09)

2010/C 51/68

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Inovis, Inc. (Alpharetta, Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής) (εκπρόσωποι: R. Black και B. Ladas)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Sonaecom — Serviços de Communicações, S.A. (Maia, Πορτογαλία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 14ης Σεπτεμβρίου 2009 στην υπόθεση R 1691/2008-1·

να διατάξει το τμήμα προσφυγών του καθού να δεχθεί την αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος, και

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώριση του κοινοτικού σήματος: Η προσφεύγουσα

Σήμα προς καταχώριση: Το λεκτικό σήμα «INOVIS» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 9, 35, 38 και 42

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Η αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών

Αντιταχθέν σήμα ή σημείο: Το καταχωρισμένο στην Πορτογαλία λεκτικό σήμα «NOVIS» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 9, 35, 37, 38, 41 και 42

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Δέχθηκε την ανακοπή

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 207/2009, καθόσον το τμήμα προσφυγών εσφαλμένως: (i) δεν έλαβε υπόψη τις σαφείς διαφορές μεταξύ των προϊόντων και των υπηρεσιών που καλύπτει, αντιστοίχως, καθένα από τα οικεία σήματα, πέραν δε τούτου, κακώς έκρινε ότι το προγενέστερο σήμα αφορά τις κλάσεις 9 και 42, ενώ το πορτογαλικό γραφείο εμπορικών σημάτων είχε απορρίψει την αίτηση καταχωρίσεως για τις ως άνω κλάσεις και, εν πάση περιπτώσει, δεν αποδείχθηκε κατά τη διαδικασία η ύπαρξη τέτοιας καταχωρίσεως, (ii) αγνόησε τις πρόδηλες εννοιολογικές διαφορές των οικείων σημάτων και (iii) εκτίμησε ότι συντρέχει κίνδυνος συγχύσεώς τους.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/36


Προσφυγή της 16ης Δεκεμβρίου 2009 — Cybergun κατά ΓΕΕΑ — Umarex Sportwaffen (AK 47)

(Υπόθεση T-503/09)

2010/C 51/69

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Cybergun (Bondoufle, Γαλλία) (εκπρόσωπος: S. Guyot, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Umarex Sportwaffen GmbH & Co. KG (Arnsberg, Γερμανία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 8ης Οκτωβρίου 2009, στο μέτρο που κηρύχθηκε άκυρο το σήμα ΑΚ 47·

σύμφωνα με τα όσα προβλέπουν τα άρθρα 87, δεύτερο εδάφιο, και 91 του Κανονισμού Διαδικασίας, να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων εκείνων στα οποία υποβλήθηκε η προσφεύγουσα στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ιδίως σε σχέση με τη μετάφραση εγγράφων, την αμοιβή του δικηγόρου της και, ενδεχομένως, τη διαμονή και τη μετακίνηση· ζητεί δε από το Πρωτοδικείο να.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Καταχωρισμένο κοινοτικό σήμα του οποίου ζητείται να κηρυχθεί η ακυρότητα: το λεκτικό σήμα «ΑΚ 47» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 9, 28 και 38 (κοινοτικό σήμα υπ' αριθ. 3 249 381)

Δικαιούχος του κοινοτικού σήματος: η προσφεύγουσα

Αιτούσα την κήρυξη της ακυρότητας του κοινοτικού σήματος: Umarex Sportwaffen GmbH & Co. KG

Απόφαση του τμήματος ακυρώσεως: απόρριψη της αιτήσεως κηρύξεως της ακυρότητας του επίμαχου σήματος

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: ακύρωση της αποφάσεως του τμήματος ακυρώσεως και κήρυξη της ακυρότητας του κοινοτικού σήματος

Λόγοι ακυρώσεως: παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 [νυν άρθρο 8, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009] και του άρθρου 51, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94 [νυν άρθρο 52, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 207/2009].


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/36


Προσφυγή της 16ης Δεκεμβρίου 2009 — Carlyle κατά ΓΕΕΑ — Mascha & Regner Consulting (CAFE CARLYLE)

(Υπόθεση T-505/09)

2010/C 51/70

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: The Carlyle, LLC (St. Louis, Ηνωμένες Πολιτείες) (εκπρόσωποι: E. Cornu, E. De Gryse και D. Moreau, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Mascha & Regner Consulting KEG (Βιέννη, Αυστρία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση του τετάρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 8ης Οκτωβρίου 2009 στην υπόθεση R 239/2009-4, και

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Καταχωρισμένο κοινοτικό σήμα ως προς το οποίο ζητείται η έκπτωση του δικαιούχου εκ των δικαιωμάτων του: Το λεκτικό σήμα «CAFE CARLYLE», για υπηρεσίες της κλάσεως 42

Δικαιούχος του κοινοτικού σήματος: Η προσφεύγουσα

Αιτούσα την έκπτωση του δικαιούχου του κοινοτικού σήματος: Η αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών

Απόφαση του τμήματος ακυρώσεως: Απόρριψη του αιτήματος εκπτώσεως

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Έκπτωση του δικαιούχου του οικείου κοινοτικού σήματος εκ των δικαιωμάτων του

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 51, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού 207/2009 του Συμβουλίου, καθόσον το τμήμα προσφυγών προέβη εσφαλμένα σε συσταλτική ερμηνεία της έννοιας της ουσιαστικής χρήσεως. Επιπροσθέτως, το τμήμα προσφυγών: (i) δεν έλαβε καταλλήλως υπόψη τα αποδεικτικά στοιχεία της χρήσεως που προσκόμισε η προσφεύγουσα ενώπιον του τμήματος ακυρώσεως, (ii) δεν αξιολόγησε ορθώς την ισχύ των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων της χρήσεως και (iii) δεν προέβη σε συνολική αξιολόγησή τους.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/37


Προσφυγή της 16ης Δεκεμβρίου 2009 — Carlyle κατά ΓΕΕΑ — Mascha & Regner Consulting (THE CARLYLE)

(Υπόθεση T-506/09)

2010/C 51/71

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: The Carlyle, LLC (St. Louis, Ηνωμένες Πολιτείες) (εκπρόσωποι: E. Cornu, E. De Gryse και D. Moreau, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Mascha & Regner Consulting KEG (Βιέννη, Αυστρία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση του τετάρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 8ης Οκτωβρίου 2009 στην υπόθεση R 240/2009-4 και

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Καταχωρισμένο κοινοτικό σήμα ως προς το οποίο ζητείται η έκπτωση του δικαιούχου εκ των δικαιωμάτων του: Το λεκτικό σήμα «THE CARLYLE», για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 3, 25 και 42

Δικαιούχος του κοινοτικού σήματος: Η προσφεύγουσα

Αιτούσα την έκπτωση του δικαιούχου του κοινοτικού σήματος: Η αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών

Απόφαση του τμήματος ακυρώσεως: Μερική απόρριψη του αιτήματος εκπτώσεως

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Έκπτωση του δικαιούχου του οικείου κοινοτικού σήματος εκ των δικαιωμάτων του

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 51, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού 207/2009 του Συμβουλίου, καθόσον το τμήμα προσφυγών προέβη εσφαλμένα σε συσταλτική ερμηνεία της έννοιας της ουσιαστικής χρήσεως. Επιπροσθέτως, το τμήμα προσφυγών: (i) δεν έλαβε καταλλήλως υπόψη τα αποδεικτικά στοιχεία της χρήσεως που προσκόμισε η προσφεύγουσα ενώπιον του τμήματος ακυρώσεως, (ii) δεν αξιολόγησε ορθώς την ισχύ των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων της χρήσεως και (iii) δεν προέβη σε συνολική αξιολόγησή τους.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/37


Προσφυγή της 22ας Δεκεμβρίου 2009 — Baena Grupo κατά ΓΕΕΑ — Neuman και Galdeano del Sel (σχέδια ή υποδείγματα)

(Υπόθεση T-513/09)

2010/C 51/72

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: José Manuel Baena Grupo, SA (Santa Perpètua de Mogoda, Ισπανία) (εκπρόσωπος: A. Canela Giménez, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικοι ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Herbert Neuman και Andoni Galdeano del Sel (Tarifa, Ισπανία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να δεχτεί την προσφυγή κατά της απόφασης του τρίτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), της 14ης Οκτωβρίου 2009, στην υπόθεση R 1323/2008-3,

να ακυρώσει την απόφαση του ΓΕΕΑ,

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα του οποίου ζητείται να κηρυχθεί η ακυρότητα: Το καταχωρισμένο υπ’ αριθ. 000 426 895-0002 κοινοτικό υπόδειγμα για «διακόσμηση για κοντομάνικες βαμβακερές μπλούζες (τι-σερτ), διακόσμηση για κασκέτα, διακόσμηση για αυτοκόλλητα, διακόσμηση για έντυπο υλικό, συμπεριλαμβανομένου διαφημιστικού υλικού».

Δικαιούχος του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος: Η προσφεύγουσα.

Αιτούντες την κήρυξη της ακυρότητας του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος: Herbert Neuman και Andoni Galdeano Del Sel.

Σήμα, σχέδιο ή υπόδειγμα του οποίου δικαιούχοι είναι οι αιτούντες: Το κοινοτικό εικονιστικό σήμα υπ’ αριθ. 1 312 651, για προϊόντα των κλάσεων 25, 28 και 32 του Διακανονισμού της Νίκαιας.

Απόφαση του ακυρωτικού τμήματος της Υπηρεσίας «Σχεδίων και υποδειγμάτων»: Αποδοχή της προσφυγής και κήρυξη της ακυρότητας του σχεδίου ή υποδείγματος.

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης και επίλυση της υπόθεσης επί της ουσίας, με βάση την ευχέρεια που προβλέπεται στο άρθρο 60, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα, και κήρυξη της ακυρότητας του κοινοτικού υποδείγματος.

Λόγοι ακυρώσεως: Εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/38


Προσφυγή-αγωγή της 31ης Δεκεμβρίου 2009 — De Post κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-514/09)

2010/C 51/73

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα/ενάγουσα: De Post NV van publiek recht (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: R. Martens και B. Schutyser, lawyers)

Καθής/Εναγόμενη: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας-ενάγουσας

Η προσφεύγουσα/ενάγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Υπηρεσίας Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την οποία ανατέθηκε η σύμβαση που αναφέρεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού αριθ. 10234 «Καθημερινή μεταφορά και διανομή της Επίσημης Εφημερίδας, βιβλίων, περιοδικών και άλλων εκδόσεων» (ΕΕ 2009/S 176–253034) στην «Entreprises des Postes et Télécommunications Luxembourg» και όχι στην προσφεύγουσα/ενάγουσα, όπως η απόφαση αυτή της κοινοποιήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2009,

σε περίπτωση που η Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων έχει ήδη υπογράψει, κατά τον χρόνο εκδόσεως της εν λόγω αποφάσεως, τη σύμβαση με την Entreprises des Postes et Télécommunications Luxembourg σύμφωνα με την πρόσκληση υποβολής προσφορών αριθ. 10234, να κηρύξει τη σύμβαση αυτή άκυρη,

να επιδικάσει αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη η προσφεύγουσα/ενάγουσα λόγω της προσβαλλόμενης απόφασης, το ύψος της οποίας εκτιμάται προσωρινά σε 2 386 444,94 ευρώ, πλέον τόκων υπερημερίας από την ημερομηνία κατάθεσης της υπό κρίση προσφυγής,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων στα οποία υπεβλήθη η προσφεύγουσα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί με την προσφυγή της, αφενός, την ακύρωση της αποφάσεως της Υπηρεσίας Επισήμων Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων) της 17ης Δεκεμβρίου 2009, με την οποία ανατέθηκε η σύμβαση που αναφέρεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού υπ’ αριθ. 10234 «Καθημερινή μεταφορά και διανομή της Επίσημης Εφημερίδας, βιβλίων, περιοδικών και άλλων εκδόσεων» (ΕΕ 2009/S 176–253034) στην «Entreprises des Postes et Télécommunications» (στο εξής: Post Luxembourg) και, κατά συνέπεια, δεν ανατέθηκε στην προσφεύγουσα και, αφετέρου, αποζημίωση εκτιμώμενη σε 2 386 444,94 ευρώ για τις ζημίες που φέρεται να υπέστη η προσφεύγουσα από την απόρριψη της προσφοράς της.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει έναν και μοναδικό λόγο ακυρώσεως, που αποτελείται από τέσσερα σκέλη.

Ο πρώτος και μοναδικός λόγος ακυρώσεως που προβάλλει η προσφεύγουσα στηρίζεται στη φερόμενη παραβίαση από την Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζόμενων που περιλαμβάνονται στο άρθρο 15 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το άρθρο 89 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1605/2002, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής: δημοσιονομικός κανονισμός), στην παράβαση της υποχρέωσης αναθέσεως της σύμβασης βάσει των κριτηρίων επιλογής του άρθρου 100, παράγραφος 1, του δημοσιονομικού κανονισμού (1), στην ανεπαρκή αιτιολογία της απόφασής της (παράβαση του άρθρου 296 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης) και στα διάφορα πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως στα οποία φέρεται να υπέπεσε, τα ανωτέρω δε καθιστούν άκυρη την απόφασή της κατά την οποία η προσφορά του Post Luxembourg, και όχι της προσφεύγουσας, είναι η πλέον συμφέρουσα από οικονομικής απόψεως προσφορά.

Με το πρώτο σκέλος του λόγου ακυρώσεως, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων παρέλειψε να στηρίξει την απόφασή της σχετικά με την αξιολόγηση των κριτηρίων επιλογής και ανάθεσης, κατά παράβαση του άρθρου 100, παράγραφος 1, του δημοσιονομικού κανονισμού.

Με το δεύτερο σκέλος του λόγου ακυρώσεως, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων εφάρμοσε διάφορα επιμέρους κριτήρια στην αξιολόγηση των προσφορών που δεν περιλαμβάνονταν στις προδιαγραφές του διαγωνισμού και παραβίασε έτσι την αρχή της διαφάνειας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 15 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο άρθρο 89 του δημοσιονομικού κανονισμού.

Με το τρίτο σκέλος του λόγου ακυρώσεως, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων εφάρμοσε τα ανοικτά τεχνικά κριτήρια ανάθεσης ασυνεπώς, αφαιρώντας αποτελεσματικά κάθε διαφάνεια από τη διαδικασία αξιολόγησης.

Με το τέταρτο σκέλος του λόγου ακυρώσεως, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων, κατά παράβαση των άρθρων 15 και 296 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του άρθρου 89 του δημοσιονομικού κανονισμού, καθώς και των γενικών διαδικαστικών απαιτήσεων περί υποχρέωσης αιτιολογήσεως και διαφάνειας, δεν έχει παράσχει σαφή και επαρκή αιτιολογία για την αξιολόγηση των προσφορών, δεδομένου ότι η αιτιολογία της αποφάσεως φέρεται ως αντιφατική και πάσχουσα από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως.

Περαιτέρω, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, η Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων υπέπεσε σε σφάλμα και φέρει επομένως ευθύνη σύμφωνα με το άρθρο 340 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συγκεκριμένα, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι λόγω της απόφασης για την ανάθεση της σύμβασης στην Post Luxembourg, αντί σ’ αυτήν, υπέστη σοβαρή ζημία, που συνίσταται στην πιθανότητα να της ανατεθεί η σύμβαση και στο σύνολο των δαπανών στις οποίες προέβη για την προετοιμασία και τη σύνταξη της προσφοράς, καθώς και για την υπεράσπιση της θέσεώς της.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) 1605/2002, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ 2002, L 248, σ. 1)


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/39


Αίτηση αναιρέσεως που ασκήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 2009 από τον Luigi Marcuccio κατά της διατάξεως που εξέδωσε στις 7 Οκτωβρίου 2009 το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στην υπόθεση F-3/08, Marcuccio κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-515/09 P)

2010/C 51/74

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Luigi Marcuccio (Tricase, Ιταλία) (εκπρόσωπος: Giuseppe Cipressa, δικηγόρος)

Αντίδικος στην αναιρετική διαδικασία: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα του αναιρεσείοντος

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

εν πάση περιπτώσει: να αναιρέσει εξ ολοκλήρου και ανεξαιρέτως την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη·

να αναγνωρίσει ότι η προσφυγή επί της οποίας εκδόθηκε η αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη ήταν εξ ολοκλήρου και ανεξαιρέτως παραδεκτή·

κυρίως: να δεχθεί εξ ολοκλήρου και ανεξαιρέτως το αίτημα που ο αναιρεσείων είχε προβάλει πρωτοδίκως·

να υποχρεώσει την Επιτροπή να επιστρέψει στον αναιρεσείοντα όλα τα δικαστικά έξοδα στα οποία υπέστη στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως·

επικουρικώς: να αναπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, με άλλη σύνθεση, προκειμένου αυτό να αποφανθεί εκ νέου επί της ουσίας.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως βάλλει κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 7 Οκτωβρίου 2009 στην υπόθεση F-3/08. Με τη διάταξη αυτή απορρίφθηκε ως προδήλως αβάσιμη προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως με την οποία η Επιτροπή αρνήθηκε να αποστείλει στον αναιρεσείοντα την ιταλική μετάφραση προγενέστερης αποφάσεως και η οποία περιελάμβανε επίσης αίτημα αποκαταστάσεως της ζημίας που υπέστη ο αναιρεσείων λόγω της αρνήσεως αυτής. Με την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη, ο αναιρεσείων υποχρεώθηκε επίσης, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 94, στοιχείο α', του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, να καταβάλει στο Γενικό Δικαστήριο ποσό 1 000 ευρώ.

Προς στήριξη των ισχυρισμών του, ο αναιρεσείων προβάλλει τους ακόλουθους λόγους αναιρέσεως:

πλήρη έλλειψη αιτιολογίας, ιδίως λόγω παραμορφώσεως του περιεχομένου των πραγματικών περιστατικών, όσον αφορά τις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης περί της δυνατότητας του αναιρεσείοντος να αντιληφθεί το περιεχόμενο του επίμαχου εγγράφου στη γλώσσα στην οποία του κοινοποιήθηκε·

παράβαση των κανόνων δικαίου όσον αφορά το δικαίωμα κάθε ατόμου να απευθυνθεί σε κοινοτικό όργανο χρησιμοποιώντας οποιαδήποτε από τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπϊκής Ένωσης και το δικαίωμά του να λάβει απάντηση στην ίδια αυτή γλώσσα·

εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 94 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/40


Αναίρεση που άσκησε στις 21 Δεκεμβρίου 2009 ο Luigi Marcuccio κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 7 Οκτωβρίου 2009 στην υπόθεση F-122/07, Marcuccio κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-516/09 P)

2010/C 51/75

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Luigi Marcuccio (Tricase, Ιταλία) (εκπρόσωπος: G. Cipressa, δικηγόρος)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα του αναιρεσείοντος

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

σε κάθε περίπτωση, να αναιρέσει στο σύνολό της την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη·

να αναγνωρίσει ότι η πρωτοδίκως ασκηθείσα προσφυγή-αγωγή, η οποία έδωσε λαβή για την έκδοση της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως, ήταν καθ’ όλα παραδεκτή·

κυρίως, να δεχθεί στο σύνολό τους τα αιτήματα του νυν αναιρεσείοντος, τα οποία περιλαμβάνονται στην πρωτοδίκως ασκηθείσα προσφυγή-αγωγή·

να καταδικάσει την αναιρεσίβλητη να καταβάλει στον αναιρεσείοντα το σύνολο των δικαστικών εξόδων τόσο της πρωτοβάθμιας όσο και της κατ’ αναίρεση διαδικασίας·

επικουρικώς, να αναπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης, υπό διαφορετική σύνθεση, προκειμένου να αποφανθεί εκ νέου επί της ουσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως στρέφεται κατά της διατάξεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (ΔΔΔ) της 7ης Οκτωβρίου 2009, στην υπόθεση F-122/07. Με τη διάταξη εκείνη απορρίφθηκε, εν μέρει ως προδήλως απαράδεκτη και εν μέρει ως προδήλως αβάσιμη, προσφυγή-αγωγή με αντικείμενο, κυρίως, να ακυρωθεί η απόφαση με την οποία η αναιρεσίβλητη απέρριψε το αίτημα του αναιρεσείοντος περί διεξαγωγής έρευνας σχετικά με ορισμένα περιστατικά που έλαβαν χώρα κατά τα έτη 2001 και 2003, καθώς και να υποχρεωθεί η Επιτροπή να αποκαταστήσει τη ζημία που υπέστη, ως εκ τούτου, ο αναιρεσείων.

Προς στήριξη των αιτημάτων του, ο αναιρεσείων επικαλείται την εκ μέρους της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως παραμόρφωση του περιεχομένου των πραγματικών περιστατικών, καθώς και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως των πράξεων που εκδίδονται από κοινοτικά θεσμικά όργανα.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/40


Προσφυγή της 21ης Δεκεμβρίου 2009 — Alstom κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-517/09)

2010/C 51/76

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Alstom (Levallois Perret, Γαλλία) (εκπρόσωποι: J. Derenne και A. Müller-Rappard, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της 7ης Οκτωβρίου 2009 της Επιτροπής στην υπόθεση COMP/F/39.129 — Μετασχηματιστές ισχύος· και

να ακυρώσει την απόφαση της 10ης Δεκεμβρίου 2009 του Υπολόγου της Επιτροπής·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την παρούσα προσφυγή, η Alstom ζητεί, αφενός, την ακύρωση της αποφάσεως C(2009) 7601 τελικό, που εξέδωσε η Επιτροπή στις 7 Οκτωβρίου 2009 — Μετασχηματιστές ισχύος σχετικά με διαδικασία εφαρμογής βάσει του άρθρου 81 της Συνθήκης ΕΚ (στο εξής: άρθρου 101 ΣΛΕΕ) και του άρθρου 53 ΕΟΧ, που αφορά συμφωνία καλύπτουσα την ευρωπαϊκή αγορά των μετασχηματιστών ισχύος και, αφετέρου, την ακύρωση της αποφάσεως του Υπολόγου της Επιτροπής, της 10ης Δεκεμβρίου 2009, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση της Alstom για παροχή οικονομικής εγγυήσεως κατά τη διάρκεια της διαδικασίας που κινήθηκε με την παρούσα προσφυγή.

Προς στήριξη του αιτήματός της να ακυρωθεί η απόφαση της Επιτροπής της 7ης Οκτωβρίου 2009, η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους, τους οποίους αντλεί:

από παράβαση των νομοθετικών διατάξεων που ισχύουν για την (εις ολόκληρον οφειλήν) καθόσον η Επιτροπή κατέστησε αλληλεγγύως υπεύθυνους για μία και την αυτή παράβαση δύο επιχειρήσεις τις οποίες η Επιτροπή δεν θα είχε μπορέσει, ατομικώς και ανεξαρτήτως της μιας από την άλλη, να τις καταστήσει άμεσα και τυπικά υπεύθυνες της παραβάσεως·

από παράβαση του άρθρου 296 ΣΛΕΕ, καθόσον η προσβαλλομένη απόφαση πάσχει:

από ανεπαρκή αιτιολογία όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών επηρεάστηκε αρνητικά·

από ελλιπή αιτιολογία όσον αφορά τον ισχυρισμό της Επιτροπής ότι η Alstom δεν ανέτρεψε το τεκμήριο ευθύνης της μητρικής εταιρίας για τη συμπεριφορά της θυγατρικής εταιρίας και δεν απέδειξε την αυτονομία της θυγατρικής εταιρίας·

από αντιφατική αιτιολογία όσον αφορά τη σωρευτική ευθύνη της Alstom και της Alstom T&D SΑ·

από παράβαση του άρθρου 101 ΣΛΕΕ σε συνδυασμό με τους κανόνες περί του καταλογιστέου των παραβάσεων των θυγατρικών εταιριών στις μητρικές τους εταιρίες, διότι η Επιτροπή στηρίχθηκε σε νομολογία η οποία παραβιάζει το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πρέπει, επομένως, να απορριφθεί επειδή δημιούργησε μέσω νομολογίας αρχή του αμάχητου τεκμηρίου, η οποία δεν στηρίζεται στην ανεξαρτησία ή τη συμπεριφορά στην αγορά αλλά σε οικονομικούς, νομικούς και οργανωτικούς δεσμούς, σε γενικά χαρακτηριστικά, τα οποία είναι συμφυή με κάθε όμιλο επιχειρήσεων.

Προς στήριξη του αιτήματος να κηρυχθεί άκυρη η απόφαση του Υπολόγου, της 10ης Δεκεμβρίου 2009, η προσφεύγουσα προβάλλει τους ακόλουθους λόγους:

έλλειψη νομικού ερείσματος δεδομένου ότι η απόφαση απορρίψεως της αιτήσεως παροχής οικονομικής εγγυήσεως κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ακυρώσεως της αποφάσεως της Επιτροπής, της 7ης Οκτωβρίου 2009, δεν ήταν νομικά θεμελιωμένη ούτε βάσει του δημοσιονομικού κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1605/2002 του Συμβουλίου (1) ούτε βάσει του κανονισμού εκτελέσεως (ΕΚ, Ευρατόμ) 2342/2002 της Επιτροπής, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) 1248/2006 (2)·

παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης καθόσον η απόφαση του Υπολόγου δεν λαμβάνει υπόψη τις προσδοκίες που δημιουργήθηκαν με την προηγούμενη πρακτική της Επιτροπής·

παραβίαση της αρχής της ισότητας καθόσον η νέα προσέγγιση του Υπολόγου της Επιτροπής, χωρίς προηγούμενη δημοσίευση ή μεταβατικά μέτρα, περιάγει την Alstom σε άνιση κατάσταση σε σχέση με τους οφειλέτες προστίμων οι οποίοι μπορούσαν να έχουν παράσχει οικονομική εγγύηση πριν από την εν λόγω αλλαγή προσεγγίσεως·

παράβαση της υποχρεώσεως για διόρθωση ερμηνευτικού σφάλματος δημοσίως, σε περίπτωση που το Γενικό Δικαστήριο αποφασίσει ότι η προγενέστερη πρακτική της Επιτροπής δεν ανταποκρινόταν στην ισχύουσα δημοσιονομική ρύθμιση.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 248, σ. 1).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) 1248/2006 της Επιτροπής, της 7ης Αυγούστου 2006, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2342/2002, για τη θέσπιση των κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (EK, Ευρατόμ) 1605/2002 του Συμβουλίου, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 227, σ. 3).


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/41


Προσφυγή της 23ης Δεκεμβρίου 2009 — Toshiba κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-519/09)

2010/C 51/77

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Toshiba Corp. (εκπρόσωποι: J. MacLennan, Solicitor, A. Schulz, J. Jourdan και P. Berghe, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ (άρθρου 101 ΣΛΕΕ) και του άρθρου 53 της Συμφωνίας για τον ΕΟΧ στην υπόθεση COMP/39.129 — μετασχηματιστές ισχύος, καθόσον αφορά την προσφεύγουσα·

να ακυρώσει το επιβληθέν στην προσφεύγουσα πρόστιμο·

επικουρικώς, στην περίπτωση που η προσβαλλόμενη απόφαση διατηρηθεί σε ισχύ εν όλω ή εν μέρει, να μειώσει το επιβληθέν στην προσφεύγουσα πρόστιμο·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας·

να απευθύνει οποιαδήποτε άλλη διαταγή κρίνει αναγκαία προκειμένου να εκτελεσθεί η απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την υπό κρίση προσφυγή, η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής της 7ης Οκτωβρίου 2009 (υπόθεση COMP/39.129 — μετασχηματιστές ισχύος), καθόσον η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η προσφεύγουσα υπέχει ευθύνη λόγω παραβάσεως του άρθρου 81 ΕΚ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας για τον ΕΟΧ ως εκ του ότι η προσφεύγουσα συμμετείχε στην κατανομή αγορών μέσω μιας προφορικής συμφωνίας (που αποκαλείται «Gentlemen’s Agreement») μεταξύ των Ευρωπαίων και των Ιαπώνων παραγωγών μετασχηματιστών ισχύος σχετικά με τον σεβασμό των εκατέρωθεν εγχώριων αγορών και την αποχή από την πώληση προϊόντων στις αγορές αυτές. Επικουρικώς, η προσφεύγουσα ζητεί τη μείωση του επιβληθέντος σ’ αυτήν προστίμου.

Προς στήριξη των αιτημάτων της, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις ισχυρισμούς.

Πρώτον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε επαρκώς κατά νόμον την ύπαρξη μιας συμφωνίας «Gentlemen’s Agreement» και τη συμμετοχή της προσφεύγουσας σε μια τέτοια συμφωνία ή έστω σε οποιαδήποτε συμφωνία ή εναρμονισμένη πρακτική μεταξύ των Ευρωπαίων και των Ιαπώνων παραγωγών μετασχηματιστών ισχύος.

Δεύτερον, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η Επιτροπή δεν κατόρθωσε να θεμελιώσει δικαιοδοσία έναντι της φερόμενης ως συμφωνίας «Gentlemen’s Agreement», έστω και αν η ύπαρξη μιας τέτοιας συμφωνίας θεωρηθεί αποδεδειγμένη, πράγμα το οποίο δεν ισχύει εν προκειμένω. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι, εξαιτίας των πολύ υψηλών φραγμών εισόδου στην αγορά, μια τέτοια συμφωνία δεν ήταν ικανή να έχει άμεσες και ουσιώδεις συνέπειες επί του ανταγωνισμού εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή να ασκήσει επιρροή στη διάρθρωση του μεταξύ κρατών μελών εμπορίου.

Με τον τρίτο ισχυρισμό της, ο οποίος προβλήθηκε επικουρικώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη όταν έλαβε απόφαση σχετικά με τη διάρκεια της παραβάσεως και της συμμετοχής της προσφεύγουσας στην εν λόγω παράβαση. Η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι ορισμένες συσκέψεις είχαν οποιοδήποτε αντικείμενο αντίθετο προς τους κανόνες του ανταγωνισμού ή οποιαδήποτε συνέπεια θίγουσα τον ανταγωνισμό και ότι η προσφεύγουσα, μετέχοντας στις συσκέψεις αυτές, παρέβη το ευρωπαϊκό δίκαιο του ανταγωνισμού.

Όλως επικουρικώς, με τον τέταρτο ισχυρισμό της, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και περί τα πράγματα, καθορίζοντας το βασικό ποσό του προστίμου. Πρώτον, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη όσον αφορά την επιλογή του έτους αναφοράς για τον υπολογισμό της αξίας των πωλήσεων της προσφεύγουσας και ότι, ως εκ τούτου, παρεξέκλινε από τη μεθοδολογία που καθορίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές για την επιβολή προστίμων. Περαιτέρω, κατά τη γνώμη της προσφεύγουσας, η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως ως εκ του ότι αγνόησε τους πολύ υψηλούς φραγμούς εισόδου στην ευρωπαϊκή αγορά και ως εκ του ότι θεώρησε ότι η Toshiba θα μπορούσε να επιτύχει, εντός της αγοράς του ΕΟΧ, μερίδιο αγοράς ίσο προς το μερίδιο αγοράς που κατείχε παγκοσμίως. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, επίσης, ότι η Επιτροπή εφάρμοσε εσφαλμένως την παράγραφο 18 των κατευθυντηρίων γραμμών για την επιβολή προστίμων προκειμένου να δικαιολογήσει το γεγονός ότι η εκτίμηση της αξίας των πωλήσεων της προσφεύγουσας εντός του ΕΟΧ έγινε με βάση τις πωλήσεις της σε παγκόσμιο επίπεδο παρά με βάση την εξέταση μόνον των αγορών που επηρεάσθηκαν από την προβαλλόμενη παράβαση. Κατά συνέπεια, η προσφεύγουσα φρονεί ότι το επιβληθέν σ’ αυτήν πρόστιμο είναι δυσανάλογο.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/42


Προσφυγή της 21ης Δεκεμβρίου 2009 — Areva T&D κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-521/09)

2010/C 51/78

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Areva T&D SAS (Παρίσι, Γαλλία) (εκπρόσωποι: A. Schild και C. Simphal, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση καθόσον αφορά την Areva T&D SA, και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η παρούσα προσφυγή, ασκηθείσα από την Areva T&D SAS, έχει ως αίτημα την ακύρωση της αποφάσεως C (2009) 7601 τελικό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 7ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ (νυν άρθρου 101 ΣΛΕΕ) και του άρθρου 53 ΕΟΧ — Υπόθεση COMP/39.129 — Μετασχηματιστές ισχύος.

Η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους ακυρώσεως.

Ο πρώτος λόγος αφορά την παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 296 ΣΛΕΕ. Η προσφεύγουσα θεωρεί ότι η Επιτροπή δεν αιτιολόγησε την μεταβίβαση της εξουσίας επιβολής κυρώσεων κατόπιν της από κοινού και εις ολόκληρον καταδίκη της Areva T&D SA καθώς και την προσθήκη συμπληρωματικού όρου στους όρους που τέθηκαν με την Ανακοίνωση της 19ης Φεβρουαρίου 2002 ώστε να τύχει απαλλαγής από το πρόστιμο.

Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως, η προσφεύγουσα προσάπτει στην Επιτροπή ότι παρέβη το άρθρο 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και, ειδικότερα, τους νομικούς κανόνες περί καταλογισμού των παραβάσεων του δικαίου του ανταγωνισμού. Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή δεν μπορούσε να καταλογίσει στην Areva T&D SA την ευθύνη των θιγουσών τον ανταγωνισμό πρακτικών που προηγήθηκαν της πωλήσεως, εκ μέρους της Alstom, της Alstom T&D SA. Κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών, η Alstom T&D SA δεν ήταν στην πραγματικότητα αυτόνομη εταιρία, αλλά εταιρία ελεγχόμενη από τη μητρική της εταιρία, την Alstom. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έπρεπε να θεωρήσει, κατ’ εφαρμογήν των αρχών του καταλογισμού των παραβάσεων σε περίπτωση εκχωρήσεως επιχειρήσεως, ότι μόνον η μητρική εταιρία κατά τον χρόνο των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών, ήτοι η Alstom, μπορούσε να θεωρηθεί υπεύθυνη για τις προ της πωλήσεως θίγουσες τον ανταγωνισμό πρακτικές. Η προσφεύγουσα θεωρεί, εξάλλου, ότι η Επιτροπή, δεχόμενη την ευθύνη της Areva T&D SA, παραβίασε τις γενικές αρχές της ασφάλειας δικαίου και του ατομικού και προσωποπαγούς χαρακτήρα των ποινών.

Με τον τρίτο λόγο, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και, ειδικότερα, τους νομικούς κανόνες όσον αφορά το αλληλέγγυο της ευθύνης. Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή δεν μπορούσε να καταδικάσει εις ολόκληρον την Areva T&D SA και την Alstom στην καταβολή του προστίμου, στο μέτρο που οι εταιρίες αυτές δεν αποτελούσαν πλέον, κατά την ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως, ενιαία οικονομική οντότητα. Τέλος, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι, καταδικάζοντας εις ολόκληρον την Alstom και την Areva T&D SA, η απόφαση της Επιτροπής παραβιάζει δύο γενικές αρχές του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήτοι την αρχή της ίσης μεταχείρισης και την αρχή της ασφάλειας δικαίου.

Με τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως, η προσφεύγουσα προσάπτει στην Επιτροπή ότι παρέβη το άρθρο 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και, ειδικότερα, τους κανόνες της Ανακοινώσεως της Επιτροπής της 19ης Φεβρουαρίου 2002 σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων (1). Η προσφεύγουσα υποστηρίζει επίσης ότι, αρνούμενη να απαλλάξει την Areva T&D SA από το πρόστιμο, η Επιτροπή παραβίασε τις γενικές αρχές της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου.


(1)  ΕΕ C 45, σ. 3.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/43


Προσφυγή της 21ης Δεκεμβρίου 2009 — Gemmi Furs κατά ΓΕΕΑ — Lemmi Fashion (GEMMI)

(Υπόθεση T-522/09)

2010/C 51/79

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Gemmi Furs Oy (Loviisa, Φινλανδία) (εκπρόσωπος: J. Tanhuanpää, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Lemmi-Fashion Vertriebsgesellschaft mbH & Co. Bekleidungs KG (Fritzlar, Γερμανία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση του τετάρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 21ης Οκτωβρίου 2009, στην υπόθεση R 1372/2008-4,

να απορρίψει την ανακοπή της αντιδίκου ενώπιον του τμήματος προσφυγών,

να δεχθεί την καταχώριση του κοινοτικού σήματος «GEMMI», για όλα τα προϊόντα της κλάσεως 25, σύμφωνα με την αίτηση της προσφεύγουσας για την καταχώριση κοινοτικού σήματος,

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας, περιλαμβανομένων των εξόδων στα οποία αυτή υποβλήθηκε ενώπιον του τμήματος προσφυγών, και

να καταδικάσει την αντίδικο ενώπιον του τμήματος προσφυγών στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας, περιλαμβανομένων των εξόδων στα οποία αυτή υποβλήθηκε ενώπιον του τμήματος προσφυγών, εφόσον η αντίδικος αυτή καταστεί διάδικος της υπό κρίση υποθέσεως.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώριση του κοινοτικού σήματος: Η προσφεύγουσα

Σήμα προς καταχώριση: Το σήμα «GEMMI», για προϊόντα των κλάσεων 18, 24 και 25

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Η αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών

Αντιταχθέν σήμα ή σημείο: Το γερμανικό καταχωρισθέν σήμα «LEMMI», για προϊόντα της κλάσεως 25, το διεθνές καταχωρισθέν σήμα «LEMMI fashion», για προϊόντα της κλάσεως 25, το προγενέστερο μη καταχωρισθέν σήμα «LEMMI», το οποίο χρησιμοποιείται στο εμπόριο στη Γερμανία για ενδύματα

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Απορρίπτει την ανακοπή στο σύνολό της

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Ακυρώνει την προσβαλλομένη απόφαση και απορρίπτει την αίτηση καταχωρίσεως του οικείου κοινοτικού σήματος, για προϊόντα της κλάσεως 25

Λόγοι ακυρώσεως:

Παράβαση του κανόνα 19, παράγραφος 2, στοιχείο α', σημεία i και ii του κανονισμού 2868/95 της Επιτροπής (1), δεδομένου ότι το τμήμα προσφυγών δεν εξέτασε ορθώς και/ή επαρκώς την τεκμηρίωση των προγενεστέρων δικαιωμάτων· παράβαση του κανόνα 22, παράγραφος 3, του κανονισμού 2868/95 της Επιτροπής, δεδομένου ότι το τμήμα προσφυγών δεν εκτίμησε ορθώς και/ή επαρκώς τα υποβληθέντα αποδεικτικά στοιχεία περί της χρήσεως· παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 207/2009 του Συμβουλίου, δεδομένου ότι το τμήμα προσφυγών: i) δεν εκτίμησε ορθώς την ομοιότητα των οικείων σημάτων και ii) δεν εκτίμησε ορθώς τον βαθμό προσοχής του οικείου κοινού· παράβαση του άρθρου 75 του κανονισμού 207/2009 του Συμβουλίου, δεδομένου ότι το τμήμα προσφυγών δεν παρέσχε στην προσφεύγουσα τη δυνατότητα να υποβάλει σχόλια επί των αποδεικτικών στοιχείων που σκοπούσαν στην τεκμηρίωση των προγενεστέρων δικαιωμάτων· παραβίαση των αρχών της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, της ίσης μεταχειρίσεως και της νομιμότητας.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής της 13ης Δεκεμβρίου 1995 περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1995 L 303, σ. 1)


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/44


Προσφυγή της 23ης Δεκεμβρίου 2009 — Smart Technologies κατά ΓΕΕΑ (WIR MACHEN DAS BESONDERE EINFACH)

(Υπόθεση T-523/09)

2010/C 51/80

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Smart Technologies ULC (Calgary, Καναδάς) (εκπρόσωπος: M. Edenborough, Barrister)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 29ης Σεπτεμβρίου 2009, στην υπόθεση R 554/2009-2,

επικουρικώς, να τροποποιήσει την απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 29ης Σεπτεμβρίου 2009, στην υπόθεση R 554/2009-2, ώστε να διαπιστώνεται με αυτήν ότι το οικείο κοινοτικό σήμα έχει επαρκή διακριτικό χαρακτήρα, προκειμένου να μη μπορεί να αντιταχθεί στην καταχώριση το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού 207/2009 του Συμβουλίου, και

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η προσφεύγουσα λόγω της υπό κρίση προσφυγής.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Σήμα προς καταχώριση: Το λεκτικό σήμα «WIR MACHEN DAS BESONDERE EINFACH», για προϊόντα της κλάσεως 9

Απόφαση του εξεταστή: Απορρίπτει την αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απορρίπτει την προσφυγή

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 207/2009 του Συμβουλίου, δεδομένου ότι το τμήμα προσφυγών έκρινε εσφαλμένως ότι το οικείο κοινοτικό σήμα δεν μπορούσε να καταχωρισθεί διότι, κατά το τμήμα προσφυγών, στερείται διακριτικού χαρακτήρα.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/44


Προσφυγή της 24ης Δεκεμβρίου 2009 — Meredith κατά ΓΕΕΑ (BETTER HOMES AND GARDENS)

(Υπόθεση T-524/09)

2010/C 51/81

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Meredith Corporation (Des Moines, Ηνωμένες Πολιτείες) (εκπρόσωποι: R. N. Furneaux και E. A. Hardcastle, Solicitors)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 23ης Σεπτεμβρίου 2009 στην υπόθεση R 517/2009-2, καθόσον με την απόφαση αυτή απορρίφθηκε η αίτηση για την καταχώριση του οικείου κοινοτικού σήματος για υπηρεσίες της κλάσεως 36 και, κατά συνέπεια, να γίνει δεκτή η αίτηση για τις υπηρεσίες αυτές·

να δεχθεί τα αιτήματα της προσφεύγουσας· και

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Σήμα προς καταχώριση: Το λεκτικό σήμα «BETTER HOMES AND GARDENS» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 16, 35 και 36

Απόφαση του εξεταστή: Μερική απόρριψη της αιτήσεως για καταχώριση κοινοτικού σήματος

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β' και 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 του Συμβουλίου, εφόσον το τμήμα προσφυγών εσφαλμένως δεν εφάρμοσε το ορθό κριτήριο για την εκτίμηση του αν ένα εμπορικό σήμα στερείται διακριτικού χαρακτήρα για να διαφοροποιήσει τα προϊόντα και τις υπηρεσίες για τα οποία ζητείται η καταχώριση.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/45


Προσφυγή της 30ής Δεκεμβρίου 2009 — Hubei Xinyegang Steel κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Υπόθεση T-528/09)

2010/C 51/82

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Hubei Xinyegang Steel Co. Ltd (εκπρόσωποι: F. Carlin, barrister, N. Niejahr, Q. Azau και A. MacGregor, δικηγόροι).

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει τον κανονισμό (ΕΚ) 926/2009 του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2009, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων σωλήνων κάθε είδους χωρίς συγκόλληση από σίδηρο ή χάλυβα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (1), καθόσον με τον κανονισμό αυτό επιβάλλονται δασμοί αντιντάμπινγκ επί των εξαγωγών της προσφεύγουσας και εισπράττονται οι επιβληθέντες επί των εξαγωγών αυτών προσωρινοί δασμοί ή, επικουρικώς, να ακυρώσει τον κανονισμό αυτόν καθόσον αφορά την είσπραξη των προσωρινών δασμών που επιβλήθηκαν στην προσφεύγουσα.

να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά του έξοδα και στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η προσφεύγουσα στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Με την υπό κρίση προσφυγή, η προσφεύγουσα σκοπεί την ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) 926/2009 του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2009, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων σωλήνων κάθε είδους χωρίς συγκόλληση από σίδηρο ή χάλυβα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, καθόσον την αφορά.

Η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους προς στήριξη της προσφυγής της.

Πρώτον, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι το Συμβούλιο υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών όταν προσδιόρισε «τα οικεία προϊόντα» καθορίζοντας υπεραπλουστευμένες κατηγορίες τους. Επιπλέον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή προέβη σε μη προσήκουσα σύγκριση με τα παραγόμενα στις Ηνωμένες Πολιτείες προϊόντα.

Δεύτερον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το Συμβούλιο παρέβη το άρθρο 9, παράγραφος 5, του βασικού κανονισμού (2) καταργώντας την ατομική μεταχείριση της προσφεύγουσας με τον προσβαλλόμενο κανονισμό, ενώ η μεταχείριση αυτή της είχε αρχικώς χορηγηθεί από την Επιτροπή κατά τη διοικητική διαδικασία που προηγήθηκε της δημοσιεύσεως του προσωρινού κανονισμού (3).

Τρίτον, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι το Συμβούλιο παρέβη τα άρθρα 9, παράγραφος 4, και 10, παράγραφος 2, του βασικού κανονισμού θεσπίζοντας οριστικό δασμό και αποφασίζοντας την οριστική είσπραξη του προσωρινώς θεσπισθέντος δασμού επί των εξαγωγών των «οικείων προϊόντων» της προσφεύγουσας προς την ΕΕ, διότι οι αποφάσεις αυτές βασίζονται σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως όσον αφορά την ύπαρξη απειλής σημαντικής ζημίας.


(1)  ΕΕ L 262, σ. 19.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 56, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) 289/2009 της Επιτροπής, της 7ης Απριλίου 2009, για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές ορισμένων σωλήνων κάθε είδους χωρίς συγκόλληση, από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 94, σ. 48).


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/45


Προσφυγή της 5ης Ιανουαρίου 2010 — De Lucia κατά ΓΕΕΑ — Galbani (De Lucia La natura pratica del gusto)

(Υπόθεση T-2/10)

2010/C 51/83

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Domenico De Lucia SpA (San Felice a Cancello, Ιταλία) (εκπρόσωπος: S. Cutolo, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Egidio Galbani SpA (Melzo, Ιταλία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της 15ης Οκτωβρίου 2009 του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ στην υπόθεση R 37/2009-1·

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώριση του κοινοτικού σήματος: Η προσφεύγουσα

Σήμα προς καταχώριση: Εικονιστικό σήμα που περιέχει το λεκτικό στοιχείο «De Lucia/La natura pratica del gusto» (αίτηση καταχωρίσεως αριθ. 4 962 346), για προϊόντα των κλάσεων 29, 30 και 31

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Egidio Galbani S.p.A.

Αντιταχθέν σήμα ή σημείο: Κοινοτικό λεκτικό σήμα «LUCIA» (αριθ. 620 716), για προϊόντα των κλάσεων 29 και 30· κοινοτικό εικονιστικό σήμα που περιέχει το λεκτικό στοιχέιο «Galbani-Santa Lucia» (αριθ. 2 302 677), για προϊόντα της κλάσεως 29· εθνικό εικονιστικό σήμα (ιταλική καταχώριση αριθ. 67 470) και διεθνές εικονιστικό σήμα (αριθ. 256 299) «LUCIA», για προϊόντα της κλάσεως 29· εθνικό εικονιστικό σήμα (ιταλική καταχώριση αριθ. 597 377), διεθνές (αριθ. 601 651) και κοινοτικό (αριθ. 70 185) «Santa Lucia», για προϊόντα των κλάσεων 29 και 30· εθνικό λεκτικό σήμα (ιταλική καταχώριση αριθ. 131 028) και διεθνές (αριθ. 256 299) «Santa Lucia», για προϊόντα της κλάσεως 29· και κοινοτικό λεκτικό σήμα «Santa Lucia» (αριθ. 70 128), για προϊόντα των κλάσεων 29 και 30

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: το τμήμα ανακοπών δέχθηκε εν μέρει την ανακοπή, όσον αφορά ορισμένα προϊόντα της κλάσεως 31.

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Το τμήμα προσφυγών δέχθηκε εν μέρει την προσφυγή, μόνον όσον αφορά τον «καπνό» (κλάση 31), και επέτρεψε την καταχώριση για το προϊόν αυτό.

Λόγοι ακυρώσεως: Εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 207/2009· πλημμελής και/ή ανεπαρκής αιτιολογία όσον αφορά το αίτημα εφαρμογής του άρθρου 12, στοιχείο α', του ίδιου αυτού κανονισμού.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/46


Προσφυγή της 7ης Ιανουαρίου 2010 — Al Saadi κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση T-4/10)

2010/C 51/84

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Faraj Faraj Hassan Al Saadi (Leicester, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωποι: J. Jones, Barrister, Mudassar Arani, Solicitor)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 954/2009 της Επιτροπής, της 13ης Οκτωβρίου 2009, καθόσον αφορά τον προσφεύγοντα,

να καταδικάσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά του έξοδα

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την προσφυγή του, ο προσφεύγων ζητεί, σύμφωνα με το άρθρο 263 ΣΛΕΕ, την ακύρωση του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 954/2009 της Επιτροπής, της 13ης Οκτωβρίου 2009 (1), για την 114η τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2002 (2) του Συμβουλίου, της 27ης Μαΐου 2002, για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν, δυνάμει του οποίου ο προσφεύγων συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο προσώπων και οντοτήτων, των οποίων δεσμεύθηκαν τα κεφάλαια και οι οικονομικοί πόροι.

Το όνομα του προσφεύγοντος προσετέθη αρχικώς στο Παράρτημα I του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2002 του Συμβουλίου μέσω του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2049/2003 της Επιτροπής, της 20ης Νοεμβρίου 2003 (3), ο οποίος αντικαταστάθηκε αργότερα από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 46/2008 της Επιτροπής, της 18ης Ιανουαρίου 2008 (4). Με την απόφασή του της 3ης Δεκεμβρίου 2009 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις Hassan κατά Συμβουλίου και Επιτροπής (C-399/06 P) και Ayadi κατά Συμβουλίου (C-403/06 P) (5), το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ακύρωσε τον Κανονισμό (ΕΚ) 881/2002 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε από τον Κανονισμό (ΕΚ) 46/2008, καθόσον αφορά τον προσφεύγοντα.

Προς στήριξη της αιτήσεως ακυρώσεως, ο προσφεύγων προβάλλει τους εξής λόγους:

 

Πρώτον, ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός παραβιάζει τα δικαιώματα άμυνάς του, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ακροάσεως και αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας και αδυνατεί να άρει τις προσβολές των δικαιωμάτων αυτών. Επιπλέον, υποστηρίζει ότι η Επιτροπή δεν παρέσχε αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία να δικαιολογούν τη δέσμευση των περιουσιακών του στοιχείων και, ως εκ τούτου, του στέρησε τη δυνατότητα να αμυνθεί έναντι των αποδεικτικών αυτών στοιχείων.

 

Δεύτερον, ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή δεν παρέθεσε πειστική αιτιολογία για τη διατήρηση της δέσμευσης των περιουσιακών του στοιχείων, κατά παράβαση των υποχρεώσεών της βάσει του άρθρου 296 ΣΛΕΕ.

 

Τρίτον, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η Επιτροπή παρέλειψε να προβεί σε εκτίμηση όλων των σχετικών γεγονότων και αποδείξεων, κατά την απόφασή της για την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού και, επομένως, έσφαλε προδήλως στις εκτιμήσεις της. Ο προσφεύγων υποστηρίζει, επίσης, ότι ουδέποτε συμμετείχε σε οποιαδήποτε μορφή τρομοκρατικής δραστηριότητας και ότι δεν απαιτείται οποιοδήποτε είδος χρηματοπιστωτικών κυρώσεων ή προληπτικών μέτρων εις βάρος του.

 

Τέταρτον, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι οι δυνάμει του προσβαλλόμενου κανονισμού επιβληθέντες επ’ αόριστον περιορισμοί επί του δικαιώματος ιδιοκτησίας του συνιστούν υπέρμετρη και ανεπίτρεπτη παρέμβαση στο εν λόγω δικαίωμα, η οποία δεν δικαιολογείται από αδιάσειστα στοιχεία.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 954/2009 της Επιτροπής, της 13ης Οκτωβρίου 2009, για την 114η τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2002 του Συμβουλίου, της 27ης Μαΐου 2002, για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν (ΕΕ 2009 L 269, σ. 20)

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 881/2002 του Συμβουλίου, της 27ης Μαΐου 2002, για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 467/2001 του Συμβουλίου για την απαγόρευση της εξαγωγής ορισμένων αγαθών και υπηρεσιών στο Αφγανιστάν, την ενίσχυση της απαγόρευσης πτήσεων και την παράταση της δέσμευσης κεφαλαίων και άλλων οικονομικών πόρων όσον αφορά τους Ταλιμπάν του Αφγανιστάν (ΕΕ 2002 L 139, σ. 9)

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2049/2003 της Επιτροπής, της 20ης Νοεμβρίου 2003, που τροποποιεί για εικοστή πέμπτη φορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 881/2002 του Συμβουλίου για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 467/2001 του Συμβουλίου (ΕΕ 2003 L 303, σ. 20)

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 46/2008 της Επιτροπής, της 18ης Ιανουαρίου 2008, που τροποποιεί για ενενηκοστή φορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 881/2002 του Συμβουλίου για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν (ΕΕ 2008 L 16, σ. 11)

(5)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 3ης Δεκεμβρίου 2009, Hassan κατά Συμβουλίου και Επιτροπής (C-399/06 P) και Ayadi κατά Συμβουλίου (C-403/06 P), με δημοσιευθείσα ακόμα στη Συλλογή


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/47


Προσφυγή της 11ης Ιανουαρίου 2010 — Sviluppo Globale κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-6/10)

2010/C 51/85

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Sviluppo Globale GEIE (Ρώμη, Ιταλία) (εκπρόσωποι: F. Sciaudone, avvocato, R. Sciaudone, avvocato, και A. Neri, avvocato)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει τις αποφάσεις της 10ης και 26ης Νοεμβρίου 2009·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η παρούσα προσφυγή στρέφεται, αφενός, κατά της αποφάσεως της Επιτροπής της 10ης Νοεμβρίου 2009, με την οποία η Επιτροπή απέρριψε την προσφορά της κοινοπραξίας ITAK (μέλος της οποίας ήταν η προσφεύγουσα, στην οποία είχαν ανατεθεί όλες οι δραστηριότητες διαχειρίσεως και διοικήσεως της κοινοπραξίας) στο πλαίσιο του διαγωνισμού EUROPEAID/127843/D/SER/KOS με αντικείμενο την παροχή στηρίξεως στις τελωνειακές και φορολογικές υπηρεσίες εντός του Κοσσυφοπεδίου και, αφετέρου, κατά της αποφάσεως της Επιτροπής της 26ης Νοεμβρίου 2009 σχετικά με αίτηση της κοινοπραξίας ITAK να της επιτραπεί πρόσβαση στα έγγραφα του σχετικού διαγωνισμού.

Προς στήριξη του αιτήματος ακυρώσεως της αποφάσεως της 10ης Νοεμβρίου 2009, η προσφεύγουσα προβάλλει:

παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως, στο μέτρο που η Επιτροπή ουδέποτε παρέσχε πληροφορίες σχετικά με τα χαρακτηριστικά και τα πλεονεκτήματα της προσφοράς που προεπελέγη·

παράβαση τόσο των υποχρεώσεων που η Επιτροπή έχει βάσει της παραγράφου 2.4.15 του «Πρακτικού Οδηγού των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων στο πλαίσιο των εξωτερικών δράσεων» της Ευρωπαϊκής Κοινότητας όσο και της υποχρεώσεως της Επιτροπής να επιδεικνύει επιμέλεια κατά τη διοικητική δράση της. Εν προκειμένω, προβάλλεται ότι η καθής δεν απάντησε στις αιτιάσεις που διατυπώθηκαν κατά τον τρόπο που προβλέπει η παράγραφος 2.4.15 του Πρακτικού Οδηγού·

πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως όσον αφορά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της τεχνικής προσφοράς της κοινοπραξίας ITAK, επειδή η επιτροπή αξιολογήσεως έκρινε ανεπαρκή και τεχνικώς ακατάλληλη προσφορά που υποβλήθηκε από τρεις διοικητικές (φορολογικές και τελωνειακές) υπηρεσίες τριών κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως·

πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως όσον αφορά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της τεχνικής προσφοράς που έγινε δεκτή. Εν προκειμένω, προβάλλεται ότι η επιτροπή αξιολογήσεως έδωσε υπερβολικά υψηλή βαθμολογία στην προσφορά μιας κοινοπραξίας ειδικών στην πληροφορική με επικεφαλής κάποιον ο οποίος, κατά το παρελθόν, είχε κριθεί μέτριος από την ίδια την Επιτροπή.

Προς στήριξη του αιτήματος ακυρώσεως της αποφάσεως της 26ης Νοεμβρίου 2009, η προσφεύγουσα προβάλλει:

παράβαση του άρθρου 7 του κανονισμού 1049/2001 (1), επειδή η Επιτροπή δεν εξέτασε αμέσως την αίτηση προσβάσεως, δεν απέστειλε βεβαίωση παραλαβής και θεώρησε ότι απλούστατα δύναται να αγνοήσει το ζήτημα·

παράβαση του άρθρου 8 του κανονισμού 1049/2001, επειδή η Επιτροπή δεν εξέτασε αμέσως την επιβεβαιωτική αίτηση της κοινοπραξίας ITAK, δεν απέστειλε, ούτε και στην περίπτωση αυτή, βεβαίωση παραλαβής και, τέλος, θεώρησε ότι δύναται να απαντήσει μετά την παρέλευση της προθεσμίας που προβλέπεται για την απάντηση·

παραβίαση των γενικών αρχών σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα, όπως οι αρχές αυτές διατυπώνονται στον κανονισμό 1049/2001 και στη νομολογία. Ειδικότερα, η Επιτροπή έφθασε στο σημείο να μη παράσχει ούτε πληροφορίες που προηγουμένως είχαν διαβιβαστεί στην προσφεύγουσα·

τέλος, παράβαση του άρθρου 4, παράγραφοι 2, 3 και 8, του κανονισμού 1049/2001.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145, σ. 43).


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/48


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 18ης Δεκεμβρίου 2009 — Balfe κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-219/09) (1)

2010/C 51/86

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του δεύτερου τμήματος αποφάσισε τη μερική διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 205 της 29.8.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/48


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιανουαρίου 2010 — Shell Hellas κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-245/09) (1)

2010/C 51/87

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του ογδόου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  EE C 193 της 15.8.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/48


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιανουαρίου 2010 — Société des Pétroles Shell κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-251/09) (1)

2010/C 51/88

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του όγδοου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  EE C 193 της 15.8.2009.


27.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/48


Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Δεκεμβρίου 2009 — Serifo κατά Επιτροπής και Agence exécutive «Éducation, audiovisuel et culture»

(Υπόθεση T-438/09) (1)

2010/C 51/89

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Ο πρόεδρος του πέμπτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 312 της 19.12.2009.