ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

51ό έτος
2 Αυγούστου 2008


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Δικαστήριο

2008/C 197/01

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
EE C 183 της 19.7.2008

1

 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

 

Δικαστήριο

2008/C 197/02

Υπόθεση C-120/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesgerichtshof (Γερμανία) στις 20 Μαρτίου 2008 — Bayerischer Brauerbund e.V. κατά Bavaria N.V.

2

2008/C 197/03

Υπόθεση C-170/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το College van Beroep voor het bedrijfsleven (Κάτω Χώρες) στις 23 Απριλίου 2008 — H. J. Nijemeisland κατά Minister van Landbouw, Natuur en Voedselkwaliteit

2

2008/C 197/04

Υπόθεση C-175/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Γερμανία) στις 29 Απριλίου 2008 — Aydin Salahadin Abdulla κατά Bundesrepublik Deutschland

3

2008/C 197/05

Υπόθεση C-176/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Γερμανία) στις 29 Απριλίου 2008 — Kamil Hasan κατά Bundesrepublik Deutschland

3

2008/C 197/06

Υπόθεση C-177/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Γερμανία) στις 29 Απριλίου 2008 — Khoshnaw Abdullah κατά Bundesrepublik Deutschland

4

2008/C 197/07

Υπόθεση C-178/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Γερμανία) στις 29 Απριλίου 2008 — Ahmed Adem και Hamrin Mosa Rashi κατά Bundesrepublik Deutschland

5

2008/C 197/08

Υπόθεση C-179/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Γερμανία) στις 29 Απριλίου 2008 — Dler Jamal κατά Bundesrepublik Deutschland

5

2008/C 197/09

Υπόθεση C-182/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesfinanzhof (Γερμανία) στις 30 Απριλίου 2008 — Glaxo Wellcome GmbH & Co. κατά Finanzamt München II

6

2008/C 197/10

Υπόθεση C-185/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Rechtbank's-Gravenhage (Κάτω Χώρες) στις 29 Απριλίου 2008 — Latchways plc και Eurosafe Solutions BV κατά Kedge Safety Systems BV και Consolidated Nederland BV

6

2008/C 197/11

Υπόθεση C-188/08: Προσφυγή της 6ης Μαΐου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας

7

2008/C 197/12

Υπόθεση C-192/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Korkein hallinto-oikeus (Φινλανδία) στις 8 Μαΐου 2008 — TeliaSonera Finland Oyj

8

2008/C 197/13

Υπόθεση C-194/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Verwaltungsgerichtshof (Αυστρία) στις 9 Μαΐου 2008 — Dr. Susanne Gassmayr κατά Bundesministerin für Wissenschaft und Forschung

9

2008/C 197/14

Υπόθεση C-196/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunale Amministrativo Regionale della Sicilia (Ιταλία) στις 14 Μαΐου 2008 — Acoset SpA κατά Conferenza Sindaci e Presidenza Prov. Reg. ATO Idrico Ragusa κ.λπ.

9

2008/C 197/15

Υπόθεση C-198/08: Προσφυγή της 14ης Μαΐου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας

10

2008/C 197/16

Υπόθεση C-199/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε τι Oberster Gerichtshof (Αυστρία) στις 15 Μαΐου 2008 — Erhard Eschig κατά UNIQA Sachversicherung AG

10

2008/C 197/17

Υπόθεση C-203/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Raad van State (Κάτω Χώρες) στις 16 Μαΐου 2008 — The Sporting Exchange Ltd, η οποία δραστηριοποιείται υπό την ονομασία Betfair, κατά Minister van Justitie, Stichting de Nationale Sporttotalisator και Scientific Games Racing

11

2008/C 197/18

Υπόθεση C-204/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesgerichtshof στις 19 Μαΐου 2008 — Peter Rehder κατά Air Baltic Corporation

11

2008/C 197/19

Υπόθεση C-211/08: Προσφυγή της 20ής Μαΐου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας

12

2008/C 197/20

Υπόθεση C-212/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Conseil d'État (Γαλλία) στις 21 Μαΐου 2008 — Société Zeturf Ltd κατά Premier ministre, Ministre de l'Agriculture et de la Pêche, Ministre de l'Intérieur, de l'Outre-mer et des Collectivités territoriales, Ministre de l'Économie, de l'Industrie et de l'Emploi — Παρεμβαίνουσα: G.I.E. Pari Mutuel Urbain (PMU)

12

2008/C 197/21

Υπόθεση C-213/08: Προσφυγή της 21ης Μαΐου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας

13

2008/C 197/22

Υπόθεση C-217/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunale ordinario di Milano (Ιταλία) στις 22 Μαΐου 2008 — Rita Mariano κατά Istituto nazionale per l'assicurazione contro gli infortuni sul lavoro (INAIL)

13

2008/C 197/23

Υπόθεση C-218/08: Προσφυγή της 22ας Μαΐου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

13

2008/C 197/24

Υπόθεση C-230/08: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Østre Landsret (Δανία) στις 28 Μαΐου 2008 — Dansk Transport og Logistik κατά Skatteministeriet

14

2008/C 197/25

Υπόθεση C-241/08: Προσφυγή της 2ας Ιουνίου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας

15

2008/C 197/26

Υπόθεση C-252/08: Προσφυγή της 12ης Ιουνίου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Μάλτας

15

2008/C 197/27

Υπόθεση C-256/08: Προσφυγή της 16ης Ιουνίου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας

16

2008/C 197/28

Υπόθεση C-269/08: Προσφυγή της 20ής Ιουνίου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Μάλτας

16

 

Πρωτοδικείο

2008/C 197/29

Τοποθέτηση των δικαστών στα τμήματα

17

2008/C 197/30

Υπόθεση T-94/98: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 26ης Ιουνίου 2008 — Alferink κ.λπ. κατά Επιτροπής (Αγωγή αποζημιώσεως — Εξωσυμβατική ευθύνη — Γάλα — Συμπληρωματική εισφορά — Ποσότητα αναφοράς — Παραγωγός που έχει αναλάβει δέσμευση μη εμπορίας — Απαίτηση παραγωγής στην αρχική εκμετάλλευση SLOM — Άρθρο 3α του κανονισμού (ΕΟΚ) 1546/88, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) 1033/89 — Ισχυρισμός περί αμφισημίας της εφαρμοστέας διατάξεως — Αρχή της ασφάλειας δικαίου)

18

2008/C 197/31

Υπόθεση T-410/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 18ης Ιουνίου 2008 — Hoechst κατά Επιτροπής (Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Αγορά σορβικών αλάτων — Απόφαση διαπιστώνουσα παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ — Υπολογισμός των προστίμων — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Σοβαρότητα και διάρκεια της παραβάσεως — Επιβαρυντικές περιστάσεις — Αρχή non bis in idem — Συνεργασία κατά τη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας — Πρόσβαση στον φάκελο — Διάρκεια της διαδικασίας)

19

2008/C 197/32

Υπόθεση T-420/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 17ης Ιουνίου 2008 — El Corte Inglés κατά ΓΕΕΑ — Abril Sánchez και Ricote Saugar (BoomerangTV) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως του εικονιστικού σήματος BoomerangTV ως κοινοτικού σήματος — Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα, προγενέστερο κοινοτικό εικονιστικό σήμα και προγενέστερα εθνικά και κοινοτικά εικονιστικά σήματα BOOMERANG και Boomerang — Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου — Δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως — Σήμα που δεν είναι παγκοίνως γνωστό κατά την έννοια του άρθρου 6α της Συμβάσεως των Παρισίων — Δεν συντρέχει προσβολή της φήμης — Παράλειψη προσκομίσεως ενώπιον του τμήματος ανακοπών είτε των αποδεικτικών στοιχείων της υπάρξεως ορισμένων προγενέστερων σημάτων είτε των μεταφράσεων των οικείων εγγράφων — Προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων το πρώτον ενώπιον του τμήματος προσφυγών — Άρθρο 8, παράγραφοι 1, στοιχείο β', και 2, στοιχείο γ', άρθρο 8, παράγραφος 5, και παράγραφος 74, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 — Κανόνας 16, παράγραφοι 2 και 3, κανόνας 17, παράγραφος 2, και κανόνας 20, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95)

19

2008/C 197/33

Υπόθεση T-442/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 26ης Ιουνίου 2008 — SIC κατά Επιτροπής (Κρατικές ενισχύσεις — Μέτρα που έλαβε η Δημοκρατία της Πορτογαλίας υπέρ του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα RTP για τη χρηματοδότηση της δημόσιας υπηρεσίας που του έχει παραχωρηθεί — Απόφαση κρίνουσα ότι ορισμένα μέτρα δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις και ότι τα υπόλοιπα είναι συμβατά με την κοινή αγορά — Χαρακτηρισμός μέτρου ως κρατικής ενισχύσεως — Συμβατότητα με την κοινή αγορά — Υποχρέωση επιμελούς και αμερόληπτης εξέτασης)

20

2008/C 197/34

Υπόθεση T-93/06: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 19ης Ιουνίου 2008 — Mülhens κατά ΓΕΕΑ — Spa Monopole (MINERAL SPA) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού κοινοτικού σήματος MINERAL SPA — Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα SPA — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Φήμη — Άντληση παρανόμου ωφέλους από τη φήμη του προγενεστέρου σήματος — Άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

20

2008/C 197/35

Υπόθεση T-175/06: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 18ης Ιουνίου 2008 — Coca-Cola κατά ΓΕΕΑ — San Polo (MEZZOPANE) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού εικονιστικού σήματος MEZZOPANE — Προγενέστερα εθνικά λεκτικά σήματα MEZZO και MEZZOMIX — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 — Ανυπαρξία κινδύνου συγχύσεως)

21

2008/C 197/36

Υπόθεση T-224/06: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 25ης Ιουνίου 2008 — Otto κατά ΓΕΕΑ — L'Altra Moda (l'Altra Moda) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού κοινοτικού σήματος l'Altra Moda — Προγενέστερο εθνικό εικονιστικό σήμα Alba Moda — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Μη ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 — Άρθρο 73 και άρθρο 74, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 40/94)

21

2008/C 197/37

Υπόθεση T-268/06: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 25ης Ιουνίου 2008 — Ολυμπιακή Αεροπορία Υπηρεσίες ΑΕ κατά Επιτροπής (Κρατικές ενισχύσεις — Ενισχύσεις υπέρ των αεροπορικών εταιριών λόγω των ζημιών που προκλήθηκαν από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 — Απόφαση κηρύσσουσα το καθεστώς ενισχύσεων εν μέρει ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά και διατάσσουσα την ανάκτηση των χορηγηθεισών ενισχύσεων — Άρθρο 87, παράγραφος 2, στοιχείο β', ΕΚ — Ανακοίνωση της Επιτροπής της 10ης Οκτωβρίου 2001, σχετικά με τις συνέπειες των τρομοκρατικών επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου — Αιτιώδης συνάφεια μεταξύ εκτάκτου γεγονότος και ζημίας — Υποχρέωση αιτιολογήσεως)

22

2008/C 197/38

Υπόθεση T-36/07: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 25ης Ιουνίου 2008 — Zipcar κατά ΓΕΕΑ — Canary Islands Car (ZIPCAR) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού κοινοτικού σήματος ZIPCAR — Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα CICAR — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Κίνδυνος συγχύσεως — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

22

2008/C 197/39

Υπόθεση T-79/07: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 26ης Ιουνίου 2008 — SHS Polar Sistemas Informáticos κατά ΓΕΕΑ — Polaris Software Lab (POLARIS) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού κοινοτικού σήματος POLARIS — Προγενέστερο λεκτικό κοινοτικό σήμα POLAR — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Μη ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

23

2008/C 197/40

Υπόθεση T-164/07 P: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 18ης Ιουνίου 2008 — Sundholm κατά Επιτροπής (Αίτηση αναιρέσεως — Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Έκθεση εξελίξεως της σταδιοδρομίας — Περίοδος αξιολογήσεως 2003 — Δικαιώματα άμυνας — Αίτηση αναιρέσεως απαράδεκτη — Αίτηση αναιρέσεως αβάσιμη)

23

2008/C 197/41

Υπόθεση T-209/06: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουνίου 2008 — European Association of Im- and Exporters of Birds and live Animals κ.λπ. κατά Επιτροπής (Προσφυγή ακυρώσεως — Παραδεκτό — Άρθρο 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ — Φυσικά ή νομικά πρόσωπα — Ενώσεις — Απόφαση 2006/522/ΕΟΚ — Πράξη επηρεάζουσα ατομικά το πρόσωπο — Υγειονομική πολιτική — Μέτρα προστασίας σχετικά με τη γρίπη των πτηνών)

23

2008/C 197/42

Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-383/06 και T-71/07: Διάταξη του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 14ης Μαΐου 2008 — Icuna.Com κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Προσφυγή ακυρώσεως — Αγωγή αποζημιώσεως — Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών — Κοινοτική διαδικασία διαγωνισμού — Απόρριψη προσφοράς — Απόφαση περί ακυρώσεως της διαδικασίας διαγωνισμού — Προσφυγή προδήλως στερούμενη παντελώς νομικής βάσης — Κατάργηση της δίκης)

24

2008/C 197/43

Υπόθεση T-127/07 P: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 10ης Ιουνίου 2008 — Bligny κατά Επιτροπής (Αίτηση αναιρέσεως — Υπαλληλική υπόθεση — Γενικός διαγωνισμός — Προϋποθέσεις συμμετοχής — Αποκλεισμός από τη διόρθωση της γραπτής δοκιμασίας — Προκήρυξη διαγωνισμού — Ελλιπής αίτηση υποψηφιότητας — Απόδειξη της ιθαγένειας — Αίτηση αναιρέσεως προδήλως αβάσιμη)

24

2008/C 197/44

Υπόθεση T-41/08 R: Διάταξη του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 25ης Απριλίου 2008 — Vakakis κατά Επιτροπής (Κοινοτική διαδικασία πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών — Αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων — Απώλεια ευκαιρίας — Ενεργητική νομιμοποίηση — Παραδεκτό της κύριας προσφυγής — Επείγον — Διεξαγωγή αποδείξεων)

25

2008/C 197/45

Υπόθεση T-190/08: Προσφυγή της 14ης Μαΐου 2008 — CHEMK και Kuznetskie Ferrosplavy κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

25

2008/C 197/46

Υπόθεση T-192/08: Προσφυγή της 21ης Μαΐου 2008 — Transnational Company Kazchrome και ENRC Marketing κατά Συμβουλίου

26

2008/C 197/47

Υπόθεση T-193/08 P: Αναίρεση που άσκησε η Carina Skareby στις 21 Μαΐου 2008 κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 6 Μαρτίου 2008 στην υπόθεση F-46/06, Skareby κατά Επιτροπής

26

2008/C 197/48

Υπόθεση T-194/08: Προσφυγή-αγωγή της 21ης Μαΐου 2008 — Cattin και Cattin κατά Επιτροπής

27

2008/C 197/49

Υπόθεση T-201/08: Προσφυγή της 26ης Μαΐου 2008 — Market Watch κατά ΓΕΕΑ — Ares Trading (SEROSLIM)

27

2008/C 197/50

Υπόθεση T-204/08: Προσφυγή της 4ης Ιουνίου 2008 — Team Relocations NV κατά Επιτροπής

28

2008/C 197/51

Υπόθεση T-206/08: Προσφυγή της 9ης Ιουνίου 2008 — Ισπανία κατά Επιτροπής

29

2008/C 197/52

Υπόθεση T-209/08: Προσφυγή της 4ης Ιουνίου 2008 — Stichting Administratiekantoor Portielje κατά Επιτροπής

30

2008/C 197/53

Υπόθεση T-210/08: Προσφυγή της 4ης Ιουνίου 2008 — Verhuizingen Coppens κατά Επιτροπής

30

2008/C 197/54

Υπόθεση T-211/08: Προσφυγή της 4ης Ιουνίου 2008 — Putters International κατά Επιτροπής

31

2008/C 197/55

Υπόθεση T-212/08: Προσφυγή της 4ης Ιουνίου 2008 — Amertranseuro International Holdings κ.λπ. κατά Επιτροπής

32

2008/C 197/56

Υπόθεση T-214/08: Προσφυγή της 9ης Ιουνίου 2008 — Paul Alfons Rehbein κατά ΓΕΕΑ — Hervé Dias Martinho και Manuel Dias Martinho (Outburst)

32

2008/C 197/57

Υπόθεση T-218/08: Προσφυγή της 11ης Ιουνίου 2008 — Lemans κατά ΓΕΕΑ — Stephen Turner (ICON)

33

2008/C 197/58

Υπόθεση T-229/08: Προσφυγή της Impala κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 13 Ιουνίου 2008

33

2008/C 197/59

Υπόθεση T-246/08: Προσφυγή της 25ης Ιουνίου 2008 — Melli Bank κατά Συμβουλίου

34

2008/C 197/60

Υπόθεση T-9/94: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 26ης Μαΐου 2008 — Ypma κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

35

2008/C 197/61

Υπόθεση T-402/03: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιουνίου 2008 — Καταλαγαριανάκης κατά Επιτροπής

35

2008/C 197/62

Υπόθεση T-11/04: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιουνίου 2008 — Martins κατά Επιτροπής

35

2008/C 197/63

Υπόθεση T-101/04: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιουνίου 2008 — Martinez Mongay κατά Επιτροπής

35

2008/C 197/64

Υπόθεση T-128/04: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιουνίου 2008 — Piccinni-Leopardi κατά Επιτροπής

35

2008/C 197/65

Υπόθεση T-390/04: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουνίου 2008 — Piccinni-Leopardi κ.λπ. κατά Επιτροπής

36

2008/C 197/66

Υπόθεση T-31/05: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 17ης Ιουνίου 2008 — Rossi κατά ΓΕΕΑ — K & L Ruppert Stiftung (Rossi)

36

2008/C 197/67

Υπόθεση T-104/05: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιουνίου 2008 — Cegelec κατά Κοινοβουλίου

36

2008/C 197/68

Υπόθεση T-342/06: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 17ης Ιουνίου 2008 — Angiotech Pharmaceuticals κατά ΓΕΕΑ (VASCULAR WRAP)

36

2008/C 197/69

Υπόθεση T-331/07: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 6ης Ιουνίου 2008 — Chupa Chups κατά Επιτροπής

36

2008/C 197/70

Υπόθεση T-22/08: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 16ης Ιουνίου 2008 — Quest Diagnostics κατά ΓΕΕΑ — ALK — Abelló (DIAQUEST)

36

 

Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης

2008/C 197/71

Υπόθεση F-97/07: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 2008 — De Fays κατά Επιτροπής (Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Αναρρωτική άδεια — Αντικανονική απουσία — Διαδικασία διαιτησίας)

37

2008/C 197/72

Υπόθεση F-57/08: Προσφυγή της 9ης Ιουνίου 2008 — Palazzo κατά Επιτροπής

37

2008/C 197/73

Υπόθεση F-2/05: Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 18ης Ιουνίου 2008 — Kröppelin κατά Συμβουλίου

37

2008/C 197/74

Υπόθεση F-4/05: Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 18ης Ιουνίου 2008 — Huober κατά Συμβουλίου

38

2008/C 197/75

Υπόθεση F-6/05: Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 18ης Ιουνίου 2008 — Kröppelin κατά Συμβουλίου

38

EL

 


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Δικαστήριο

2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/1


(2008/C 197/01)

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

EE C 183 της 19.7.2008

Ιστορικό των προηγούμενων δημοσιεύσεων

EE C 171 της 5.7.2008

EE C 158 της 21.6.2008

EE C 142 της 7.6.2008

EE C 128 της 24.5.2008

EE C 116 της 9.5.2008

EE C 107 της 26.4.2008

Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα σε:

 

EUR-Lex: http://eur-lex.europa.eu


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Δικαστήριο

2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/2


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesgerichtshof (Γερμανία) στις 20 Μαρτίου 2008 — Bayerischer Brauerbund e.V. κατά Bavaria N.V.

(Υπόθεση C-120/08)

(2008/C 197/02)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesgerichtshof

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγων: Bayerischer Brauerbund e.V.

Εναγόμενη: Bavaria N.V.

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Είναι εφαρμοστέο το άρθρο 14, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 510/06 του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2006, για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων (1), στην περίπτωση που η προστατευόμενη ένδειξη έχει καταχωριστεί εγκύρως με την απλουστευμένη διαδικασία του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2081/92 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουλίου 1992, για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων (2);

2)

α)

Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο πρώτο ερώτημα: Ποια ημερομηνία πρέπει να ληφθεί υπόψη για την εκτίμηση της αρχαιότητας της προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης κατά την έννοια του άρθρου 14, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 510/06;

β)

Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο πρώτο ερώτημα: Βάσει ποιας διατάξεως ρυθμίζεται η σύγκρουση μεταξύ μιας γεωγραφικής ένδειξης που καταχωρίστηκε εγκύρως με την απλουστευμένη διαδικασία του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2081/92 και ενός σήματος και πώς ρυθμίζεται η αρχαιότητα της προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης;

3)

Μπορούν να εφαρμοστούν οι εθνικές διατάξεις για την προστασία των γεωγραφικών ονομασιών στην περίπτωση που η ένδειξη «Bayerisches Bier» πληροί τις προϋποθέσεις καταχωρίσεως βάσει του κανονισμού (ΕΟΚ) 2081/92 και του κανονισμού (ΕΚ) 510/06, πλην όμως ο κανονισμός (ΕΚ) 1347/01 του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 2001, για τη συμπλήρωση του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/96 της Επιτροπής σχετικά με την καταχώρηση των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92 του Συμβουλίου (3), είναι ανίσχυρος;


(1)  ΕΕ L 93, σ. 12.

(2)  ΕΕ L 208, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 182, σ. 3.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/2


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το College van Beroep voor het bedrijfsleven (Κάτω Χώρες) στις 23 Απριλίου 2008 — H. J. Nijemeisland κατά Minister van Landbouw, Natuur en Voedselkwaliteit

(Υπόθεση C-170/08)

(2008/C 197/03)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Αιτούν δικαστήριο

College van Beroep voor het bedrijfsleven

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγων: H. J. Nijemeisland

Καθού: Minister van Landbouw, Natuur en Voedselkwaliteit

Προδικαστικό ερώτημα

Πρέπει το άρθρο 3α του κανονισμού (ΕΚ) 795/2004 (1) σε συνδυασμό με το άρθρο 2, στοιχεία ιη' και ιθ', του κανονισμού (ΕΚ) 2419/2001 (2) να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι μοναδικό σκοπό έχει να αποτρέψει το να διαιωνιστεί μια μείωση ή ένας αποκλεισμός που επιβλήθηκε βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 2419/2001 ή η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή και όταν πρόκειται για μειώσεις ή αποκλεισμούς που επιβλήθηκαν βάσει άλλων κανονισμών;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 795/2004 της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του καθεστώτος ενιαίας ενισχύσεως που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) 1782/2003 του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στηρίξεως στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στηρίξεως για τους γεωργούς (ΕΕ L 41, σ. 1).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 2419/2001 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2001, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του ολοκληρωμένου συστήματος διαχειρίσεως και ελέγχου για ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 3508/92 (ΕΕ L 327, σ. 11).


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/3


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Γερμανία) στις 29 Απριλίου 2008 — Aydin Salahadin Abdulla κατά Bundesrepublik Deutschland

(Υπόθεση C-175/08)

(2008/C 197/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesverwaltungsgericht

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείων: Aydin Salahadin Abdulla

Αναιρεσίβλητη: Bundesrepublik Deutschland

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο ε', της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004 (1), την έννοια ότι —ανεξάρτητα από το άρθρο 1, Γ, σημείο 5, δεύτερο εδάφιο, της Συμφωνίας για το Καθεστώς των Προσφύγων, της 28ης Ιουλίου 1951 (Σύμβασης της Γενεύης για τους πρόσφυγες)— η υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα παύει όταν αφενός έχει εξαλειφθεί ο κατά το άρθρο 2, στοιχείο γ', της οδηγίας βάσιμος φόβος του πρόσφυγα ότι θα υποστεί δίωξη, λόγω του οποίου υπήχθη στο καθεστώς του πρόσφυγα, και αφετέρου ο πρόσφυγας δεν πρέπει να φοβάται ούτε ότι θα υποστεί δίωξη για άλλους λόγους κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο γ', της οδηγίας;

2)

Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο ερώτημα 1: Προϋποθέτει επιπλέον η παύση της υπαγωγής στο καθεστώς του πρόσφυγα κατά το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο ε', της οδηγίας ότι στη χώρα της οποίας την ιθαγένεια έχει ο πρόσφυγας

α)

υπάρχει φορέας παροχής προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1 της οδηγίας, έστω και αν η παροχή της προστασίας είναι δυνατή μόνο χάρη στη βοήθεια πολυεθνικής στρατιωτικής δύναμης,

β)

ο πρόσφυγας δεν απειλείται να υποστεί σοβαρή βλάβη κατά την έννοια του άρθρου 15 της οδηγίας, για την οποία προβλέπεται η χορήγηση του καθεστώτος επικουρικής προστασίας κατά το άρθρο 18 της οδηγίας, και/ή

γ)

υπάρχει σταθερή κατάσταση ασφάλειας και παρέχεται, χάρη στο γενικό βιοτικό επίπεδο, η δυνατότητα εξασφάλισης ενός ελάχιστου επιπέδου διαβίωσης;

3)

Όταν οι περιστάσεις λόγω των οποίων ο ενδιαφερόμενος αναγνωρίστηκε ως πρόσφυγας έχουν εξαλειφθεί, πρέπει οι νέες και διαφορετικής φύσης περιστάσεις λόγω των οποίων ο ενδιαφερόμενος θα μπορούσε να υποστεί δίωξη

α)

να αξιολογούνται με βάση το κριτήριο της πιθανολόγησης, το οποίο ισχύει για την υπαγωγή στο καθεστώς πρόσφυγα, ή εφαρμόζεται υπέρ του ενδιαφερόμενου κάποιο άλλο κριτήριο;

β)

να αξιολογούνται με συνεκτίμηση της ελάφρυνσης του βάρους απόδειξης που προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 4 της οδηγίας;


(1)  ΕΕ L 304, σ. 12.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/3


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Γερμανία) στις 29 Απριλίου 2008 — Kamil Hasan κατά Bundesrepublik Deutschland

(Υπόθεση C-176/08)

(2008/C 197/05)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesverwaltungsgericht

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείων: Kamil Hasan

Αναιρεσίβλητη: Bundesrepublik Deutschland

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο ε', της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004 (1), την έννοια ότι —ανεξάρτητα από το άρθρο 1, Γ, σημείο 5, δεύτερο εδάφιο, της Συμφωνίας για το Καθεστώς των Προσφύγων, της 28ης Ιουλίου 1951 (Σύμβασης της Γενεύης για τους πρόσφυγες)— η υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα παύει όταν αφενός έχει εξαλειφθεί ο κατά το άρθρο 2, στοιχείο γ', της οδηγίας βάσιμος φόβος του πρόσφυγα ότι θα υποστεί δίωξη, λόγω του οποίου υπήχθη στο καθεστώς του πρόσφυγα, και αφετέρου ο πρόσφυγας δεν πρέπει να φοβάται ούτε ότι θα υποστεί δίωξη για άλλους λόγους κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο γ', της οδηγίας;

2)

Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο ερώτημα 1: Προϋποθέτει επιπλέον η παύση της υπαγωγής στο καθεστώς του πρόσφυγα κατά το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο ε', της οδηγίας ότι στη χώρα της οποίας την ιθαγένεια έχει ο πρόσφυγας

α)

υπάρχει φορέας παροχής προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1 της οδηγίας, έστω και αν η παροχή της προστασίας είναι δυνατή μόνο χάρη στη βοήθεια πολυεθνικής στρατιωτικής δύναμης,

β)

ο πρόσφυγας δεν απειλείται να υποστεί σοβαρή βλάβη κατά την έννοια του άρθρου 15 της οδηγίας, για την οποία προβλέπεται η χορήγηση του καθεστώτος επικουρικής προστασίας κατά το άρθρο 18 της οδηγίας, και/ή

γ)

υπάρχει σταθερή κατάσταση ασφάλειας και παρέχεται, χάρη στο γενικό βιοτικό επίπεδο, η δυνατότητα εξασφάλισης ενός ελάχιστου επιπέδου διαβίωσης;

3)

Όταν οι περιστάσεις λόγω των οποίων ο ενδιαφερόμενος αναγνωρίστηκε ως πρόσφυγας έχουν εξαλειφθεί, πρέπει οι νέες και διαφορετικής φύσης περιστάσεις λόγω των οποίων ο ενδιαφερόμενος θα μπορούσε να υποστεί δίωξη

α)

να αξιολογούνται με βάση το κριτήριο της πιθανολόγησης, το οποίο ισχύει για την υπαγωγή στο καθεστώς πρόσφυγα, ή εφαρμόζεται υπέρ του ενδιαφερόμενου κάποιο άλλο κριτήριο;

β)

να αξιολογούνται με συνεκτίμηση της ελάφρυνσης του βάρους απόδειξης που προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 4 της οδηγίας;


(1)  ΕΕ L 304, σ. 12.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/4


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Γερμανία) στις 29 Απριλίου 2008 — Khoshnaw Abdullah κατά Bundesrepublik Deutschland

(Υπόθεση C-177/08)

(2008/C 197/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesverwaltungsgericht

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείων: Khoshnaw Abdullah

Αναιρεσίβλητη: Bundesrepublik Deutschland

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο ε', της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004 (1), την έννοια ότι —ανεξάρτητα από το άρθρο 1, Γ, σημείο 5, δεύτερο εδάφιο, της Συμφωνίας για το Καθεστώς των Προσφύγων, της 28ης Ιουλίου 1951 (Σύμβασης της Γενεύης για τους πρόσφυγες)— η υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα παύει όταν αφενός έχει εξαλειφθεί ο κατά το άρθρο 2, στοιχείο γ', της οδηγίας βάσιμος φόβος του πρόσφυγα ότι θα υποστεί δίωξη, λόγω του οποίου υπήχθη στο καθεστώς του πρόσφυγα, και αφετέρου ο πρόσφυγας δεν πρέπει να φοβάται ούτε ότι θα υποστεί δίωξη για άλλους λόγους κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο γ', της οδηγίας;

2)

Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο ερώτημα 1: Προϋποθέτει επιπλέον η παύση της υπαγωγής στο καθεστώς του πρόσφυγα κατά το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο ε', της οδηγίας ότι στη χώρα της οποίας την ιθαγένεια έχει ο πρόσφυγας

α)

υπάρχει φορέας παροχής προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1 της οδηγίας, έστω και αν η παροχή της προστασίας είναι δυνατή μόνο χάρη στη βοήθεια πολυεθνικής στρατιωτικής δύναμης,

β)

ο πρόσφυγας δεν απειλείται να υποστεί σοβαρή βλάβη κατά την έννοια του άρθρου 15 της οδηγίας, για την οποία προβλέπεται η χορήγηση του καθεστώτος επικουρικής προστασίας κατά το άρθρο 18 της οδηγίας, και/ή

γ)

υπάρχει σταθερή κατάσταση ασφάλειας και παρέχεται, χάρη στο γενικό βιοτικό επίπεδο, η δυνατότητα εξασφάλισης ενός ελάχιστου επιπέδου διαβίωσης;

3)

Όταν οι περιστάσεις λόγω των οποίων ο ενδιαφερόμενος αναγνωρίστηκε ως πρόσφυγας έχουν εξαλειφθεί, πρέπει οι νέες και διαφορετικής φύσης περιστάσεις λόγω των οποίων ο ενδιαφερόμενος θα μπορούσε να υποστεί δίωξη

α)

να αξιολογούνται με βάση το κριτήριο της πιθανολόγησης, το οποίο ισχύει για την υπαγωγή στο καθεστώς πρόσφυγα, ή εφαρμόζεται υπέρ του ενδιαφερόμενου κάποιο άλλο κριτήριο;

β)

να αξιολογούνται με συνεκτίμηση της ελάφρυνσης του βάρους απόδειξης που προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 4 της οδηγίας;


(1)  ΕΕ L 304, σ. 12.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/5


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Γερμανία) στις 29 Απριλίου 2008 — Ahmed Adem και Hamrin Mosa Rashi κατά Bundesrepublik Deutschland

(Υπόθεση C-178/08)

(2008/C 197/07)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesverwaltungsgericht

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείοντες: Ahmed Adem και Hamrin Mosa Rashi

Αναιρεσίβλητη: Bundesrepublik Deutschland

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο ε', της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004 (1), την έννοια ότι —ανεξάρτητα από το άρθρο 1, Γ, σημείο 5, δεύτερο εδάφιο, της Συμφωνίας για το Καθεστώς των Προσφύγων, της 28ης Ιουλίου 1951 (Σύμβασης της Γενεύης για τους πρόσφυγες)— η υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα παύει όταν αφενός έχει εξαλειφθεί ο κατά το άρθρο 2, στοιχείο γ', της οδηγίας βάσιμος φόβος του πρόσφυγα ότι θα υποστεί δίωξη, λόγω του οποίου υπήχθη στο καθεστώς του πρόσφυγα, και αφετέρου ο πρόσφυγας δεν πρέπει να φοβάται ούτε ότι θα υποστεί δίωξη για άλλους λόγους κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο γ', της οδηγίας;

2)

Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο ερώτημα 1: Προϋποθέτει επιπλέον η παύση της υπαγωγής στο καθεστώς του πρόσφυγα κατά το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο ε', της οδηγίας ότι στη χώρα της οποίας την ιθαγένεια έχει ο πρόσφυγας

α)

υπάρχει φορέας παροχής προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1 της οδηγίας, έστω και αν η παροχή της προστασίας είναι δυνατή μόνο χάρη στη βοήθεια πολυεθνικής στρατιωτικής δύναμης,

β)

ο πρόσφυγας δεν απειλείται να υποστεί σοβαρή βλάβη κατά την έννοια του άρθρου 15 της οδηγίας, για την οποία προβλέπεται η χορήγηση του καθεστώτος επικουρικής προστασίας κατά το άρθρο 18 της οδηγίας, και/ή

γ)

υπάρχει σταθερή κατάσταση ασφάλειας και παρέχεται, χάρη στο γενικό βιοτικό επίπεδο, η δυνατότητα εξασφάλισης ενός ελάχιστου επιπέδου διαβίωσης;

3)

Όταν οι περιστάσεις λόγω των οποίων ο ενδιαφερόμενος αναγνωρίστηκε ως πρόσφυγας έχουν εξαλειφθεί, πρέπει οι νέες και διαφορετικής φύσης περιστάσεις λόγω των οποίων ο ενδιαφερόμενος θα μπορούσε να υποστεί δίωξη

α)

να αξιολογούνται με βάση το κριτήριο της πιθανολόγησης, το οποίο ισχύει για την υπαγωγή στο καθεστώς πρόσφυγα, ή εφαρμόζεται υπέρ του ενδιαφερόμενου κάποιο άλλο κριτήριο;

β)

να αξιολογούνται με συνεκτίμηση της ελάφρυνσης του βάρους απόδειξης που προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 4 της οδηγίας;


(1)  ΕΕ L 304, σ. 12.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/5


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Γερμανία) στις 29 Απριλίου 2008 — Dler Jamal κατά Bundesrepublik Deutschland

(Υπόθεση C-179/08)

(2008/C 197/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesverwaltungsgericht

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείων: Dler Jamal

Αναιρεσίβλητη: Bundesrepublik Deutschland

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο ε', της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004 (1), την έννοια ότι —ανεξάρτητα από το άρθρο 1, Γ, σημείο 5, δεύτερο εδάφιο, της Συμφωνίας για το Καθεστώς των Προσφύγων, της 28ης Ιουλίου 1951 (Σύμβασης της Γενεύης για τους πρόσφυγες)— η υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα παύει όταν αφενός έχει εξαλειφθεί ο κατά το άρθρο 2, στοιχείο γ', της οδηγίας βάσιμος φόβος του πρόσφυγα ότι θα υποστεί δίωξη, λόγω του οποίου υπήχθη στο καθεστώς του πρόσφυγα, και αφετέρου ο πρόσφυγας δεν πρέπει να φοβάται ούτε ότι θα υποστεί δίωξη για άλλους λόγους κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο γ', της οδηγίας;

2)

Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο ερώτημα 1: Προϋποθέτει επιπλέον η παύση της υπαγωγής στο καθεστώς του πρόσφυγα κατά το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο ε', της οδηγίας ότι στη χώρα της οποίας την ιθαγένεια έχει ο πρόσφυγας

α)

υπάρχει φορέας παροχής προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1 της οδηγίας, έστω και αν η παροχή της προστασίας είναι δυνατή μόνο χάρη στη βοήθεια πολυεθνικής στρατιωτικής δύναμης,

β)

ο πρόσφυγας δεν απειλείται να υποστεί σοβαρή βλάβη κατά την έννοια του άρθρου 15 της οδηγίας, για την οποία προβλέπεται η χορήγηση του καθεστώτος επικουρικής προστασίας κατά το άρθρο 18 της οδηγίας, και/ή

γ)

υπάρχει σταθερή κατάσταση ασφάλειας και παρέχεται, χάρη στο γενικό βιοτικό επίπεδο, η δυνατότητα εξασφάλισης ενός ελάχιστου επιπέδου διαβίωσης;

3)

Όταν οι περιστάσεις λόγω των οποίων ο ενδιαφερόμενος αναγνωρίστηκε ως πρόσφυγας έχουν εξαλειφθεί, πρέπει οι νέες και διαφορετικής φύσης περιστάσεις λόγω των οποίων ο ενδιαφερόμενος θα μπορούσε να υποστεί δίωξη

α)

να αξιολογούνται με βάση το κριτήριο της πιθανολόγησης, το οποίο ισχύει για την υπαγωγή στο καθεστώς πρόσφυγα, ή εφαρμόζεται υπέρ του ενδιαφερόμενου κάποιο άλλο κριτήριο;

β)

να αξιολογούνται με συνεκτίμηση της ελάφρυνσης του βάρους απόδειξης που προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 4 της οδηγίας;


(1)  ΕΕ L 304, σ. 12.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/6


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesfinanzhof (Γερμανία) στις 30 Απριλίου 2008 — Glaxo Wellcome GmbH & Co. κατά Finanzamt München II

(Υπόθεση C-182/08)

(2008/C 197/09)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesfinanzhof

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείουσα και αναιρεσίβλητη: Glaxo Wellcome GmbH & Co.

Αναιρεσείον και αναιρεσίβλητο: Finanzamt München II

Προδικαστικά ερώτημα

Αντιβαίνει στο άρθρο 52 EΟΚ (νυν άρθρο 43 EΚ) ή στο άρθρο 73Β EΟΚ (νυν άρθρο 56 EΚ) ρύθμιση κράτους μέλους κατά την οποία, στο πλαίσιο εθνικού συστήματος καταλογισμού του φόρου εισοδήματος εταιριών, η μείωση της αξίας των εταιρικών μεριδίων λόγω διανομής κερδών δεν επηρεάζει τη βάση υπολογισμού του φόρου, στην περίπτωση που υποκείμενος στον φόρο ο οποίος έχει δικαίωμα συμψηφισμού του φόρου εταιριών αγοράζει από μη έχοντα το ως άνω δικαίωμα συμψηφισμού μερίδια σε κεφαλαιουχική εταιρία υπέχουσα γενική φορολογική υποχρέωση, ενώ στην περίπτωση αγοράς μεριδίων από έχοντα το δικαίωμα συμψηφισμού μια τέτοια μείωση της αξίας των εταιρικών μεριδίων μειώνει τη βάση υπολογισμού του φόρου που οφείλει να καταβάλει ο αγοραστής;


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/6


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Rechtbank's-Gravenhage (Κάτω Χώρες) στις 29 Απριλίου 2008 — Latchways plc και Eurosafe Solutions BV κατά Kedge Safety Systems BV και Consolidated Nederland BV

(Υπόθεση C-185/08)

(2008/C 197/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Αιτούν δικαστήριο

Rechtbank's-Gravenhage

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγουσες: Latchways plc και Eurosafe Solutions BV

Εναγόμενες: Kedge Safety Systems BV και Consolidated Nederland BV

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Εμπίπτουν οι διατάξεις αγκυρώσεως της κατηγορίας Α 1, υπό την έννοια του προτύπου EN 795 (προοριζόμενες για μόνιμη εγκατάσταση), αποκλειστικώς στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 89/106/ΕΟΚ (1);

2)

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα: Εμπίπτουν αυτές οι διατάξεις αγκυρώσεως —ενδεχομένως ως τμήμα μέσου ατομικής προστασίας— στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 89/106/ΕΟΚ (2);

3)

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο και στο δεύτερο ερώτημα: Πρέπει να κρίνεται, με βάση το παράρτημα II της οδηγίας 89/686/ΕΟΚ, ειδικότερα δε με βάση το σημείο 3.1.2.2. αυτού, —όσον αφορά ένα μέσο ατομικής προστασίας το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής— αν το εν λόγω μέσο προστασίας ανταποκρίνεται από μόνο του στις θεμελιώδεις επιταγές της ως άνω οδηγίας ή πρέπει συγχρόνως να τίθεται το ζήτημα αν η διάταξη αγκυρώσεως —με την οποία είναι συνδεδεμένο το οικείο μέσο ατομικής προστασίας— είναι ασφαλής υπό τις προβλέψιμες συνθήκες χρήσεως, υπό την έννοια του παραρτήματος ΙΙ;

4)

Επιτρέπει το κοινοτικό δίκαιο και ειδικότερα η [απόφαση] 93/465/ΕΟΚ (3) την επί προαιρετικής βάσεως σήμανση ΕΚ της κατά το πρώτο ερώτημα διατάξεως αγκυρώσεως, ως απόδειξη της συμφωνίας της με την οδηγία 89/686/ΕΟΚ και/ή με την οδηγία 89/106/ΕΟΚ;

5)

Σε περίπτωση εν όλω ή εν μέρει καταφατικής απαντήσεως στο ερώτημα 4: Με βάση ποια/ποιες διαδικασία/διαδικασίες πρέπει να κρίνεται η συμφωνία προς την οδηγία 89/686/ΕΟΚ και/ή την οδηγία 89/106/ΕΟΚ;

6)

Πρέπει το πρότυπο EN 795 να θεωρείται, όσον αφορά τις κατά το πρώτο ερώτημα διατάξεις αγκυρώσεως, ως κοινοτικό δίκαιο, το οποίο πρέπει να ερμηνεύεται από το Δικαστήριο;

7)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο έκτο ερώτημα: Έχει το πρότυπο EN 795 την έννοια ότι η κατά το πρώτο ερώτημα διάταξη αγκυρώσεως πρέπει να υποβάλλεται σε δοκιμές (από ένα γνωστοποιηθέντα οργανισμό) υπό τις προβλέψιμες συνθήκες χρήσεως (όπως είναι οι εξωτερικές θερμοκρασίες, οι καιρικές συνθήκες, η φθορά της καθαυτό διατάξεως αγκυρώσεως και/ή των υλικών στερεώσεώς της καθώς και της στέγης);

8)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο έβδομο ερώτημα: Πρέπει οι δοκιμές να πραγματοποιούνται λαμβανομένων υπόψη των (περιεχομένων στις οδηγίες χρήσεως) περιορισμών χρήσεως;


(1)  Οδηγία 89/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών (EE 1989 L 40, σ. 12).

(2)  Οδηγία 89/686/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα μέσα ατομικής προστασίας (EE L 399, σ. 18).

(3)  Απόφαση 93/465/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 1993, για τις ενότητες που αφορούν τις διάφορες φάσεις των διαδικασιών αξιολόγησης της πιστότητας και τους κανόνες επίθεσης και χρήσης της σήμανσης πιστότητας «CE» που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στις οδηγίες τεχνικής εναρμόνισης (EE L 220, σ. 23).


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/7


Προσφυγή της 6ης Μαΐου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας

(Υπόθεση C-188/08)

(2008/C 197/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: S. Pardo Quintillán και D. Lawunmi)

Καθής: Ιρλανδία

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι, καθόσον τα οικιακά λύματα, των οποίων η διάθεση πραγματοποιείται μέσω σηπτικών δεξαμενών και άλλων ατομικών συστημάτων επεξεργασίας στην ύπαιθρο, δεν καλύπτονται από άλλη κοινοτική ή ιρλανδική νομοθεσία, για τους σκοπούς του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο β', της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1975, περί των στερεών αποβλήτων (1), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Μαρτίου 1991 (2), η Ιρλανδία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή και βάσει της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, παραλείποντας, αναφορικά με τα εν λόγω αστικά λύματα, να μεταφέρει πλήρως και ορθώς στην εθνική της νομοθεσία τις διατάξεις των άρθρων 4, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13 και 14 της εν λόγω οδηγίας·

να καταδικάσει την Ιρλανδία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι στην Ιρλανδία δεν υπάρχει εθνική ή κοινοτική νομοθεσία, η οποία να προβλέπει τη σύμφωνη με την οδηγία διαχείριση των οικιακών λυμάτων των οποίων η διάθεση πραγματοποιείται μέσω σηπτικών δεξαμενών και άλλων ατομικών συστημάτων επεξεργασίας εκτός μεγάλων οικισμών.

Ελλείψει άλλης νομοθεσίας, η Ιρλανδία υποχρεούται να μεταφέρει και να εφαρμόσει τις διατάξεις της οδηγίας στα εν λόγω λύματα. Ωστόσο, η Ιρλανδία δεν έχει μεταφέρει ούτε υποστηρίζει ότι μετέφερε τις διατάξεις αυτές. Περαιτέρω, δεν έχει συμμορφωθεί με τις διατάξεις αυτές στην πράξη. Ειδικότερα, η Ιρλανδία, όσον αφορά τα επίμαχα λύματα:

δεν έχει μεταφέρει τις διατάξεις του άρθρου 4 της οδηγίας. Η μεταφορά του άρθρου 4 είναι σημαντική διότι αυτό θέτει περιβαλλοντικούς σκοπούς, οι οποίοι πρέπει να επιτευχθούν και να τηρηθούν σε σχέση με άλλες υποχρεώσεις που προβλέπει η οδηγία. Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι δεν τηρήθηκε επίσης στην πράξη το άρθρο 4 στη λεκάνη απορροής Lough Leane, όπως προκύπτει από τα αποδεικτικά στοιχεία που επικαλέστηκε για περιβαλλοντική ζημία λόγω μη επαρκούς ελέγχου των σηπτικών δεξαμενών.

δεν έχει μεταφέρει τις διατάξεις του άρθρου 7 της οδηγίας. Το άρθρο 7 είναι σημαντικό διότι προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη σύνταξη σχεδίων διαχείρισης ευρείας κλίμακας για τη διάθεση αποβλήτων σε κατάλληλες τοποθεσίες προς αποφυγή περιβαλλοντικών ζημιών. Εκτός από τη μη μεταφορά του άρθρου 7 της οδηγίας, η Ιρλανδία παρέλειψε στην πράξη να εκπονήσει σχέδια που να πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 7 για σηπτικές δεξαμενές και άλλα ατομικά συστήματα επεξεργασίας.

δεν έχει μεταφέρει τις διατάξεις του άρθρου 8 της οδηγίας. Το άρθρο 8 είναι σημαντικό διότι προβλέπει τη σύμφωνη με την οδηγία διάθεση των αποβλήτων. Επίσης δεν τηρήθηκε στην πράξη το άρθρο 8 στην Ιρλανδία, καθόσον η Ιρλανδία δεν εξασφαλίζει τη σύμφωνη με την οδηγία διάθεση των οικιακών λυμάτων.

δεν έχει μεταφέρει τις διατάξεις του άρθρου 9 της οδηγίας. Το άρθρο 9 είναι σημαντικό διότι προβλέπει την προηγούμενη χορήγηση επίσημης άδειας με περιβαλλοντικές εγγυήσεις για τον τρόπο διάθεσης των αποβλήτων. Οι έλεγχοι που διενεργεί η Ιρλανδία στην πράξη σε σηπτικές δεξαμενές και άλλα ατομικά συστήματα επεξεργασίας δεν είναι ισοδύναμοι με αποτέλεσμα τη μη συμμόρφωσή της στην πράξη με το άρθρο 9.

δεν έχει μεταφέρει τις διατάξεις του άρθρου 10 της οδηγίας. Η Επιτροπή φρονεί ότι η διάθεση λυμάτων μέσω σηπτικών δεξαμενών ή άλλων ατομικών συστημάτων συνιστά σχεδόν πάντα στην πράξη διάθεση για τους σκοπούς της οδηγίας. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν αποκλείεται να μπορεί να θεωρηθεί ότι η μέθοδος επεξεργασίας είναι εργασία ανάκτησης. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί, για παράδειγμα, στην περίπτωση της ξηρής λιπασματοποίησης των οικιακών λυμάτων με σκοπό την περαιτέρω χρησιμοποίησή τους ως λίπασμα. Γι' αυτό, η Επιτροπή περιέλαβε το άρθρο 10 στην παρούσα προσφυγή.

δεν έχει μεταφέρει τις διατάξεις του άρθρου 11 της οδηγίας. Η Ιρλανδία δεν ισχυρίζεται, για τους σκοπούς του άρθρου 11, παράγραφος 3, ή άλλως, ότι έχει μεταφέρει τις διατάξεις του άρθρου 11 της οδηγίας, αλλά αν τυχόν ισχυριστεί κάτι τέτοιο, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι οι κανόνες που έχει θεσπίσει για σηπτικές δεξαμενές και άλλα ατομικά συστήματα επεξεργασίας δεν συνιστούν μεταφορά του άρθρου 11, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας. Ειδικότερα, οι κανόνες που ισχύουν στην Ιρλανδία δεν εξασφαλίζουν την τήρηση των προϋποθέσεων του άρθρου 4 της οδηγίας. Επιπλέον, δεν υπάρχει σύστημα καταχώρισης των σηπτικών δεξαμενών και των άλλων ατομικών συστημάτων επεξεργασίας.

δεν έχει μεταφέρει τις διατάξεις του άρθρου 12 της οδηγίας. Το άρθρο 12 είναι σημαντικό για τις σηπτικές δεξαμενές και τα άλλα ατομικά συστήματα επεξεργασίας καθόσον, για την αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων αυτών απαιτείται η περιοδική αφαίρεση και διάθεση της λάσπης. Όταν για την εν λόγω αφαίρεση και διάθεση παρέχονται επαγγελματικές υπηρεσίες, η περίπτωση αυτή δεν αντιμετωπίζεται από το ιρλανδικό δίκαιο και την ιρλανδική πρακτική σύμφωνα με την οδηγία.

δεν έχει μεταφέρει τις διατάξεις του άρθρου 13 της οδηγίας. Το άρθρο 13 είναι σημαντικό διότι, χωρίς τη δέουσα συντήρηση, ακόμη και σηπτικές δεξαμενές και άλλα ατομικά συστήματα επεξεργασίας που βρίσκονται στις κατάλληλες τοποθεσίες και έχουν εγκατασταθεί καταλλήλως μπορούν να εμφανίσουν δυσλειτουργίες και να προκαλέσουν περιβαλλοντική ζημία. Ως εκ τούτου, ένα σύστημα ελέγχων είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Τα στοιχεία της μελέτης Lough Leane αποδεικνύουν ότι, εκτός από τη μη μεταφορά των διατάξεων του άρθρου 13 της οδηγίας, η Ιρλανδία δεν τήρησε τις διατάξεις αυτές στην πράξη όσον αφορά τις σηπτικές δεξαμενές και τα άλλα ατομικά συστήματα επεξεργασίας.

δεν έχει μεταφέρει τις διατάξεις του άρθρου 14 της οδηγίας. Το άρθρο 14 της οδηγίας είναι σημαντικό όσον αφορά την τήρηση αρχείων που συμβάλουν στην εξασφάλιση της μη υπερφόρτωσης και της δέουσας συντήρησης των σηπτικών δεξαμενών και των άλλων ατομικών συστημάτων επεξεργασίας. Τα στοιχεία της μελέτης Lough Leane αποδεικνύουν ότι, εκτός από τη μη μεταφορά των διατάξεων του άρθρου 14 της οδηγίας, η Ιρλανδία δεν τήρησε τις διατάξεις αυτές στην πράξη όσον αφορά τις σηπτικές δεξαμενές και τα άλλα ατομικά συστήματα επεξεργασίας.


(1)  ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 86.

(2)  ΕΕ L 78, σ. 32.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/8


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Korkein hallinto-oikeus (Φινλανδία) στις 8 Μαΐου 2008 — TeliaSonera Finland Oyj

(Υπόθεση C-192/08)

(2008/C 197/12)

Γλώσσα διαδικασίας: η φινλανδική

Αιτούν δικαστήριο

Korkein hallinto-oikeus

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

TeliaSonera Finland Oyj

κατά

Viestintävirasto, iMEZ Ab

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει την έννοια το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία για την πρόσβαση), σε συνδυασμό, αφενός, με την πέμπτη, την έκτη και την όγδοη αιτιολογική σκέψη της και, αφετέρου, με τα άρθρα 8 και 5 της οδηγίας αυτής,

α)

ότι μια εθνική νομοθεσία μπορεί να ορίζει, όπως το άρθρο 39, παράγραφος 1, του νόμου περί της αγοράς τηλεπικοινωνιών, ότι κάθε επιχείρηση τηλεπικοινωνιών έχει την υποχρέωση να προβαίνει σε διαπραγματεύσεις με άλλες επιχειρήσεις του ιδίου τομέα σχετικά με τη διασύνδεσή τους, σε περίπτωση δε καταφατικής απαντήσεως,

β)

ότι η οικεία εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να θεωρεί ότι η υποχρέωση διεξαγωγής διαπραγματεύσεων δεν εκπληρώνεται όταν μια επιχείρηση τηλεπικοινωνιών χωρίς σημαντική θέση στην αγορά προτείνει σε κάποια άλλη τη διασύνδεση των δικτύων τους υπό όρους τους οποίους η εθνική ρυθμιστική αρχή θεωρεί απολύτως μονομερείς και ικανούς να παρεμποδίσουν την ανάπτυξη του ανταγωνισμού σε επίπεδο λιανικής, σε περίπτωση που οι όροι αυτοί όντως εμπόδισαν την άλλη επιχείρηση να παρέχει στους πελάτες της τη δυνατότητα αποστολής μηνυμάτων πολυμέσων σε τελικούς καταναλωτές που είναι συνδεδεμένοι με το δίκτυο της πρώτης επιχειρήσεως και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως και σ' αυτό το ερώτημα,

γ)

ότι με την απόφασή της η εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να υποχρεώσει την ως άνω επιχείρηση τηλεπικοινωνιών χωρίς σημαντική θέση στην αγορά να διεξαγάγει καλοπίστως διαπραγματεύσεις σχετικά με τη διασύνδεση των υπηρεσιών αποστολής μηνυμάτων SMS και MMS μεταξύ των δικτύων των επιχειρήσεων έτσι ώστε κατά τις διαπραγματεύσεις να λαμβάνεται υπόψη ο σκοπός που επιδιώκεται με τη διασύνδεση και οι διαπραγματεύσεις να διεξάγονται με βάση το ότι η ορθή λειτουργία του συστήματος αποστολής μηνυμάτων SMS και MMS μεταξύ των διαφόρων επιχειρήσεων τηλεπικοινωνιών θα πρέπει να πραγματοποιείται υπό εύλογες κατάλληλες προϋποθέσεις, κατά τρόπον ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να χρησιμοποιεί τη δυνατότητα αποστολής τέτοιων μηνυμάτων;

2)

Εξαρτάται η απάντηση στα ως άνω ερωτήματα από την ιδιαίτερη φύση του δικτύου της εταιρίας iMEZ Ab και από το αν η iMEZ Ab πρέπει να θεωρηθεί ως φορέας δημοσίου δικτύου ηλεκτρονικών τηλεπικοινωνιών;


(1)  EE L 108, σ. 7.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/9


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Verwaltungsgerichtshof (Αυστρία) στις 9 Μαΐου 2008 — Dr. Susanne Gassmayr κατά Bundesministerin für Wissenschaft und Forschung

(Υπόθεση C-194/08)

(2008/C 197/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Verwaltungsgerichtshof

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Dr. Susanne Gassmayr

Καθής: Bundesministerin für Wissenschaft und Forschung

Προδικαστικά ερωτήματα

1.

1.1.

Αναγνωρίζεται άμεσο αποτέλεσμα στο άρθρο 11, σημεία 1, 2 και 3, της οδηγίας 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων (1) και γαλουχουσών εργαζομένων (δημοσιεύθηκε στην EE L 348 της 28ης Νοεμβρίου 1992

1.2.

Σε περίπτωση που έχουν άμεσο αποτέλεσμα, πρέπει οι αναφερθείσες διατάξεις να ερμηνεύονται υπό την έννοια ότι, κατά τη διάρκεια των περιόδων απαγορεύσεως απασχολήσεως εγκύων και/ή της άδειας λοχείας, υφίσταται αξίωση για εξακολούθηση της πληρωμής επιδόματος για εφημερίες·

1.3.

Ισχύει αυτό, εν πάση περιπτώσει, αν το κράτος μέλος αποφασίζει περί ενός συστήματος εξακολουθήσεως των «απολαβών» υπό την έννοια ότι αυτό περιλαμβάνει, καταρχήν, το συνολικό εισόδημα, εξαιρουμένων εντούτοις των —απαριθμουμένων στο άρθρο 15 του [αυστριακού] νόμου περί μισθού του 1956— καλουμένων πρόσθετων αμοιβών που οφείλονται για σχετικώς εκτελούμενα καθήκοντα (που εξαρτώνται από τα σχετικώς εκτελούμενα καθήκοντα) (όπως το εν προκειμένω επίδικο υπηρεσιακό επίδομα εφημερίας)·

2.

Πρέπει άλλως —για την περίπτωση που οι αναφερθείσες διατάξεις δεν έχουν άμεσο αποτέλεσμα— να μεταφερθούν αυτές από τα κράτη μέλη στο εσωτερικό τους δίκαιο κατά τέτοιο τρόπο ώστε μια εργαζομένη, η οποία κατά τον χρόνο της απαγορεύσεως απασχολήσεως λόγω εγκυμοσύνης και/ή κατά τη διάρκεια της άδειας λοχείας δεν παρέχει πλέον υπηρεσίες εφημερίας, να έχει την αξίωση να εξακολουθεί να της καταβάλλεται το επίδομα για τέτοιες υπηρεσίες·


(1)  ΕΕ L 348, σ. 1.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/9


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunale Amministrativo Regionale della Sicilia (Ιταλία) στις 14 Μαΐου 2008 — Acoset SpA κατά Conferenza Sindaci e Presidenza Prov. Reg. ATO Idrico Ragusa κ.λπ.

(Υπόθεση C-196/08)

(2008/C 197/14)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunale Amministrativo Regionale della Sicilia

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Acoset SpA

Καθής: Conferenza Sindaci e Presidenza Prov. Reg. ATO Idrico Ragusa κ.λπ.

Προδικαστικό ερώτημα

Συνάδει με το κοινοτικό δίκαιο, και ιδίως με τις υποχρεώσεις διαφάνειας και ελεύθερου ανταγωνισμού που επιβάλλουν τα άρθρα 43, 49 και 86 της Συνθήκης, ένα μοντέλο μικτής εταιρείας δημόσιου και ιδιωτικού χαρακτήρα η οποία συνιστάται αποκλειστικώς και μόνο για την παροχή μιας συγκεκριμένης δημόσιας υπηρεσίας βιομηχανικής φύσεως αποτελούσας τον μοναδικό εταιρικό σκοπό της και στην οποία ανατίθεται απευθείας η εν λόγω υπηρεσία, ενώ ο ιδιώτης εταίρος που αναλαμβάνει «βιομηχανικό» και «επιχειρησιακό» ρόλο επιλέγεται κατόπιν διαδικασίας δημόσιου διαγωνισμού και αφού εξακριβωθεί ότι συγκεντρώνει τόσο τις οικονομικές και τεχνικές όσο και τις καθαρά επιχειρησιακές και διαχειριστικές προϋποθέσεις που απαιτεί η υπηρεσία και οι συγκεκριμένες παροχές τις οποίες πρόκειται να εκπληρώσει;


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/10


Προσφυγή της 14ης Μαΐου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας

(Υπόθεση C-198/08)

(2008/C 197/15)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: W. Mölls)

Καθής: Δημοκρατία της Αυστρίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας, θεσπίζοντας και διατηρώντας νομοθετικές διατάξεις δυνάμει των οποίων καθορίζονται από το κράτος ελάχιστες τιμές πωλήσεως για τα τσιγάρα και τον λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 9, παράγραφος 1, της οδηγίας 95/59/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1995 (1).

να καταδικάσει τη Δημοκρατία της Αυστρίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Τα επεξεργασμένα καπνά αποτελούν μία από τις τρεις ομάδες προϊόντων που υπόκεινται, σε κοινοτικό επίπεδο, σε εναρμονισμένη ρύθμιση του ειδικού φόρου κατανάλωσης. Η οδηγία 95/59/ΕΚ περιέχει μερικές γενικές διατάξεις που εφαρμόζονται σε όλα τα επεξεργασμένα καπνά και ρυθμίζει επιπλέον τη διάρθρωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης που εφαρμόζεται στα τσιγάρα. Το άρθρο 9, παράγραφος 1, διατυπώνει την αρχή ότι οι καπνοβιομήχανοι όπως και οι εισαγωγείς έχουν το δικαίωμα να καθορίζουν ελεύθερα τις ανώτερες τιμές των επεξεργασμένων καπνών. Η διάταξη αυτή δεν διασφαλίζει μόνον ότι η φορολογική βάση διέπεται από τις ίδιες αρχές εντός όλων των κρατών μελών αλλά, ταυτόχρονα, εμποδίζει επίσης τις κρατικές κανονιστικές ρυθμίσεις των τιμών, που βλάπτουν τον ανταγωνισμό και την εσωτερική αγορά, να ματαιώσουν την επίτευξη των στόχων της οδηγίας.

Η θεσπισθείσα στην Αυστρία το 2006 ρύθμιση, δυνάμει της οποίας οι κατώτερες τιμές των τσιγάρων και του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων καθορίζονται από τις κρατικές αρχές, αντιβαίνει προς την προπαρατεθείσα διάταξη της οδηγίας 95/59/ΕΚ. Ο καθορισμός κατωτέρων τιμών εξαφανίζει τις διαφορές τιμών μεταξύ των διαφορών προϊόντων οι οποίες θα μπορούσαν να υπάρχουν λόγω των διαφορετικών παραγόντων διαμορφώσεως των τιμών, ανεβάζοντας άμεσα τις τιμές λιανικής πωλήσεως της κατώτερης κλίμακας τιμών σε ένα ελάχιστο επίπεδο. Αυτός ο μηχανισμός οδηγεί ασφαλώς σε στρεβλώσεις των εμπορικών ρευμάτων μεταξύ των κρατών μελών, ακόμη και αν η κατωτάτη τιμή, όπως στην Αυστρία, συνάγεται από τις μέσες τιμές της αγοράς.

Μεταξύ των συμφερόντων που τα κράτη μέλη μπορούν να επιδιώκουν μέσω της εμπορικής και φορολογικής πολιτικής τους συγκαταλέγεται φυσικά και το συμφέρον για την προστασία της δημόσιας υγείας. Αυτό περικλείει επίσης τον στόχο διατηρήσεως σε υψηλό επίπεδο των τιμών για τα προϊόντα του καπνού. Επειδή όμως τα κράτη μέλη μπορούν πλήρως να ανταποκριθούν στον στόχο αυτό χάρις στα φορολογικά μέσα, δεν είναι δυνατόν να επικαλούνται τέτοια συμφέροντα για να αποκλίνουν από την επίδικη διάταξη της οδηγίας δεδομένου ότι θα έθιγαν με τον τρόπο αυτό τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

Κατά την Επιτροπή, η φορολογία αποτελεί αποτελεσματικό και επαρκές μέσο από απόψεως τιμής. Παραδείγματα άλλων κρατών μελών δείχνουν επίσης ότι τα επεξεργασμένα καπνά μπορούν να ακριβύνουν μόνο με τη φορολογική πίεση, δεδομένου ότι το φορολογικό επίπεδο μπορεί κατά βούληση να ποικίλει προς τα πάνω, για να ωθηθεί η τελική τιμή στα ύψη, ανεξαρτήτως του περιθωρίου κέρδους των οικείων επιχειρήσεων και/ή κατά πόσον αυτές είναι διατεθειμένες να πωλήσουν χωρίς κέρδος ή ακόμη και με ζημία. Η προσέγγιση αυτή, κατά την οποία η φορολογία λειτουργεί ως αντικειμενικός παράγοντας κόστους, δεν εμποδίζει μόνον τις αρνητικές επιπτώσεις των κατωτέρων τιμών επί του ανταγωνισμού της εσωτερικής αγοράς, αλλά εμποδίζει επίσης ένα άλλο μειονέκτημα που συνδέεται με τις κατώτερες τιμές, ήτοι τη διασφάλιση των περιθωρίων των παρασκευαστών προϊόντων καπνού. Το αποτέλεσμα αυτό ουδόλως συμβάλλει στην προστασία της υγείας και είναι μάλλον αντιπαραγωγικό. Η Επιτροπή είναι επομένως πεπεισμένη ότι η επιθυμητή προστασία της δημόσιας υγείας μπορεί να διασφαλίζεται από μια ενεργό και αποτελεσματική φορολογική πολιτική χωρίς να είναι αναγκαίο να προσφύγει κανείς σε κατώτερες τιμές ασύμβατες με το άρθρο 9 της οδηγίας 95/59/ΕΚ.


(1)  ΕΕ L 291, σ. 40.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/10


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε τι Oberster Gerichtshof (Αυστρία) στις 15 Μαΐου 2008 — Erhard Eschig κατά UNIQA Sachversicherung AG

(Υπόθεση C-199/08)

(2008/C 197/16)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Oberster Gerichtshof (Αυστρία)

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείων: M. Erhard Eschig

Αναιρεσίβλητη: UNIQA Sachversicherung AG

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 87/344/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1987 (1), για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την ασφάλιση νομικής προστασίας, την έννοια ότι δεν επιτρέπει να περιέχεται στους γενικούς όρους για τη σύναψη ασφαλιστηρίων συμβάσεων που εφαρμόζει ασφαλιστής νομικής προστασίας ρήτρα κατά την οποία, σε περίπτωση ζημίας μεγάλου αριθμού ασφαλισμένων οφειλόμενης στην ίδια αιτία (π.χ. στην αδυναμία πληρωμών στην οποία περιήλθε επιχείρηση παρέχουσα επενδυτικές υπηρεσίες), ο ασφαλιστής έχει τη δυνατότητα επιλογής του δικηγόρου περιορίζοντας, κατά συνέπεια, το δικαίωμα των ασφαλισμένων να επιλέξουν εκείνοι ελεύθερα δικηγόρο που θα τους εκπροσωπήσει (την καλούμενη ρήτρα «συλλογικών ζημιών»);

2)

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα:

Υπό ποιες προϋποθέσεις υφίσταται «συλλογική ζημία» παρέχουσα τη δυνατότητα, σύμφωνα (ή μάλλον συμπληρωματικώς προς) την προαναφερθείσα οδηγία στον ασφαλιστικό φορέα να επιλέξει δικηγόρο αντί του ασφαλισμένου;


(1)  EE L 185, σ. 77.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/11


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Raad van State (Κάτω Χώρες) στις 16 Μαΐου 2008 — The Sporting Exchange Ltd, η οποία δραστηριοποιείται υπό την ονομασία Betfair, κατά Minister van Justitie, Stichting de Nationale Sporttotalisator και Scientific Games Racing

(Υπόθεση C-203/08)

(2008/C 197/17)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Αιτούν δικαστήριο

Raad van State

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείουσα: The Sporting Exchange Ltd, η οποία δραστηριοποιείται υπό την ονομασία Betfair

Αναιρεσίβλητος και παρεμβάντες: Minister van Justitie, Stichting de Nationale Sporttotalisator και Scientific Games Racing

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Πρέπει το άρθρο 49 ΕΚ να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η εφαρμογή του άρθρου αυτού έχει ως συνέπεια ότι η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους δεν δύναται, βάσει του ισχύοντος σε αυτό το κράτος μέλος κλειστού συστήματος αδειοδοτήσεως για την προσφορά υπηρεσιών σχετικά με τυχερά παιχνίδια, να απαγορεύσει σε ένα πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες, στο οποίο έχει χορηγηθεί εντός άλλου κράτους μέλους άδεια παροχής των υπηρεσιών αυτών μέσω διαδικτύου, να προσφέρει τις υπηρεσίες αυτές μέσω διαδικτύου και εντός του πρώτου κράτους μέλους;

2)

Μήπως η ερμηνεία που σε ορισμένες υποθέσεις που αφορούσαν παραχωρήσεις το Δικαστήριο έδωσε στο άρθρο 49 ΕΚ, και ειδικότερα στην αρχή της ισότητας και στην απορρέουσα από την πιο πάνω αρχή υποχρέωση διαφάνειας, έχει εφαρμογή στη διαδικασία χορηγήσεως άδειας για την προσφορά υπηρεσιών σχετικά με τυχερά παιχνίδια στο πλαίσιο ενός θεσπισμένου με νόμο συστήματος μοναδικής άδειας;

3)

α)

Δύναται σε ένα θεσπισμένο με νόμο σύστημα μοναδικής άδειας η παράταση της άδειας του τωρινού κατόχου άδειας, χωρίς οι δυνητικοί ανταγωνιστές να έχουν δυνατότητα συναγωνισμού για την άδεια αυτή, να είναι κατάλληλο και αναλογικό μέσο για την ικανοποίηση των επιτακτικών αναγκών γενικού συμφέροντος τις οποίες το Δικαστήριο έχει αναγνωρίσει ως δικαιολογούσες τον περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας όσον αφορά την προσφορά υπηρεσιών σχετικά με τα τυχερά παιχνίδια; Αν ναι, υπό ποιες προϋποθέσεις;

β)

Έχει για την απάντηση στο ερώτημα 3α σημασία το αν στο ερώτημα 2 δόθηκε καταφατική ή αρνητική απάντηση;


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/11


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesgerichtshof στις 19 Μαΐου 2008 — Peter Rehder κατά Air Baltic Corporation

(Υπόθεση C-204/08)

(2008/C 197/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesgerichtshof

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγων: Peter Rehder

Εναγόμενη: Air Baltic Corporation

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Πρέπει το άρθρο 5, σημείο 1, στοιχείο β', δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 (1) για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, ακόμη και στην περίπτωση αεροπορικών ταξιδιών από ένα κράτος μέλος της Κοινότητας σε άλλο, πρέπει να γίνει δεκτός ως ενιαίος τόπος εκπληρώσεως όλων των συμβατικών υποχρεώσεων ο τόπος της κύριας παροχής, που πρέπει να καθορίζεται βάσει οικονομικών κριτηρίων;

2)

Σε περίπτωση που πρέπει να καθοριστεί ενιαίος τόπος εκπληρώσεως: βάσει ποιων κριτηρίων γίνεται ο καθορισμός του; Συγκεκριμένα, καθορίζεται ο ενιαίος τόπος εκπληρώσεως από τον τόπο της απογειώσεως ή από τον τόπο της αφίξεως;


(1)  ΕΕ L 12, σ. 1.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/12


Προσφυγή της 20ής Μαΐου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας

(Υπόθεση C-211/08)

(2008/C 197/19)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: E. Traversa και R. Vidal Puig)

Καθού: Βασίλειο της Ισπανίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι το Βασίλειο της Ισπανίας, αρνούμενο να αποδώσει στους δικαιούχους του εθνικού συστήματος υγείας της Ισπανίας τα ιατρικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν σε άλλο κράτος μέλος στις περιπτώσεις νοσοκομειακής περίθαλψης που τους παρασχέθηκε σύμφωνα με το άρθρο 22, παράγραφος 1, στοιχείο α', σημείο i, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 (1), της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (στο εξής: κανονισμός 1408/71), στο μέτρο που το επίπεδο κάλυψης των εξόδων που ισχύει στο κράτος μέλος όπου παρέχεται η εν λόγω περίθαλψη είναι χαμηλότερο από το προβλεπόμενο στην ισπανική νομοθεσία, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 49 ΕΚ

να καταδικάσει το Βασίλειο της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

1.

Η ισπανική νομοθεσία περί κοινωνικής ασφαλίσεως ορίζει ότι οι υπηρεσίες νοσοκομειακής περίθαλψης που καλύπτονται από το εθνικό σύστημα υγείας πρέπει να παρέχονται από το ίδιο το σύστημα, εκτός από εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις «επείγουσας, άμεσης και ζωτικού χαρακτήρα υγειονομικής περίθαλψης». Κατά συνέπεια, όταν ένας ασφαλισμένος του ισπανικού εθνικού συστήματος υγείας μετακινείται προσωρινά σε άλλο κράτος μέλος και, κατά τη διάρκεια της εκεί παραμονής του, του παρέχονται υπηρεσίες νοσοκομειακής περίθαλψης που είναι αναγκαίες από ιατρικής απόψεως, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 22, παράγραφος 1, στοιχείο α', σημείο i, του κανονισμού 1408/71, τα έξοδα στα οποία υποβάλλεται αποδίδονται από τις ισπανικές αρχές.

2.

Όταν το επίπεδο κάλυψης των εξόδων νοσηλείας το οποίο ισχύει σύμφωνα με τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους είναι λιγότερο ευνοϊκό από το προβλεπόμενο στην ισπανική νομοθεσία, η άρνηση των ισπανικών αρχών να αποδώσουν τη διαφορά μπορεί να αποθαρρύνει τους ασφαλισμένους του ισπανικού εθνικού συστήματος υγείας από το να μεταβούν στο εν λόγω κράτος μέλος προκειμένου να τύχουν μη ιατρικών υπηρεσιών (για παράδειγμα εκπαιδευτικών ή τουριστικών υπηρεσιών) ή, στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που ήδη έχουν μεταβεί στο κράτος αυτό, μπορεί να τους παροτρύνει να επισπεύσουν την επιστροφή τους προκειμένου να τους χορηγηθεί δωρεάν νοσοκομειακή περίθαλψη στην Ισπανία. Επομένως, η επίδικη ισπανική ρύθμιση μπορεί να περιορίσει τόσο την παροχή διαφορετικών από τις ιατρικές υπηρεσιών, που αποτελούν αρχικά το κίνητρο για την προσωρινή μετακίνηση ενός ασφαλισμένου σε άλλο κράτος μέλος, όσο και τη συνακόλουθη παροχή ιατρικών υπηρεσιών στο κράτος μέλος αυτό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22, παράγραφος 1, στοιχείο α', σημείο i, του κανονισμού 1408/71.

3.

Οι προαναφερθέντες περιορισμοί της ελεύθερης παροχής των υπηρεσιών δεν δικαιολογούνται από τη Συνθήκη ΕΚ. Ειδικότερα, οι ισπανικές αρχές δεν απέδειξαν ότι οι εν λόγω περιορισμοί είναι αναγκαίοι προκειμένου να αποτραπεί η πρόκληση σοβαρής ζημίας στην οικονομική ισορροπία του ισπανικού εθνικού συστήματος υγείας. Κατά συνέπεια, συνάγεται ότι η επίδικη ρύθμιση είναι αντίθετη προς το άρθρο 49 ΕΚ.


(1)  ΕΕ L 149, σ. 2; EE ειδ. έκδ. 05/01, σ. 73.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/12


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Conseil d'État (Γαλλία) στις 21 Μαΐου 2008 — Société Zeturf Ltd κατά Premier ministre, Ministre de l'Agriculture et de la Pêche, Ministre de l'Intérieur, de l'Outre-mer et des Collectivités territoriales, Ministre de l'Économie, de l'Industrie et de l'Emploi — Παρεμβαίνουσα: G.I.E. Pari Mutuel Urbain (PMU)

(Υπόθεση C-212/08)

(2008/C 197/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Αιτούν δικαστήριο

Conseil d'État (Γαλλία)

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Société Zeturf Ltd

Καθών: Premier ministre (Πρωθυπουργός), Ministre de l'Agriculture et de la Pêche (Υπουργός Γεωργίας και Αλιείας), Ministre de l'Intérieur, de l'Outre-mer et des Collectivités territoriales (Υπουργός Εσωτερικών, Υπερπόντιων Γαλλικών Νομών και Τοπικής Αυτοδιοίκησης), Ministre de l'Économie, de l'Industrie et de l'Emploi (Υπουργός Οικονομίας, Βιομηχανίας και Απασχόλησης)

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Πρέπει τα άρθρα 49 και 50 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι απαγορεύουν εθνική ρύθμιση η οποία καθιερώνει καθεστώς αποκλειστικότητας των ιπποδρομιακών στοιχημάτων εκτός ιπποδρομίου υπέρ ενός και μοναδικού επιχειρηματικού φορέα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και η οποία, μολονότι φαίνεται κατάλληλη για την επίτευξη του σκοπού της καταπολέμησης της εγκληματικότητας και, ως εκ τούτου, της προστασίας της δημοσίας τάξεως κατά τρόπο αποτελεσματικότερο απ' ό,τι διά της λήψεως λιγότερο περιοριστικών μέτρων, συνοδεύεται, για την εξουδετέρωση του κινδύνου εμφανίσεως κυκλωμάτων παράνομων παιγνίων και για την προσέλκυση των παικτών προς την εκ του νόμου προβλεπόμενη προσφορά, από δυναμική εμπορική πολιτική του επιχειρηματικού φορέα, η οποία, κατά συνέπεια, δεν επιτυγχάνει πλήρως τον σκοπό της μειώσεως των ευκαιριών συμμετοχής σε παίγνια;

2)

Πρέπει, προς εκτίμηση του αν εθνική ρύθμιση όπως η ισχύουσα στη Γαλλία, η οποία καθιερώνει καθεστώς αποκλειστικότητας της διαχειρίσεως του αμοιβαίου στοιχήματος εκτός ιπποδρομίου υπέρ ενός και μοναδικού επιχειρηματικού φορέα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, αντίκειται στα άρθρα 49 και 50 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να εκτιμώνται οι επιπτώσεις επί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών μόνον από την άποψη των περιορισμών που επιβάλλονται στην προσφορά ιπποδρομιακών στοιχημάτων μέσω Διαδικτύου ή πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το σύνολο του τομέα των ιπποδρομιακών στοιχημάτων, ανεξάρτητα από τη μορφή υπό την οποία αυτά προτείνονται στους παίκτες και υπό την οποία παρέχεται στους εν λόγω παίκτες πρόσβαση στα στοιχήματα αυτά;


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/13


Προσφυγή της 21ης Μαΐου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας

(Υπόθεση C-213/08)

(2008/C 197/21)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: H. Stovlbaek)

Καθού: Βασίλειο της Ισπανίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να διαπιστώσει ότι το Βασίλειο της Ισπανίας, παραλείποντας να λάβει τα αναγκαία νομοθετικά, κανονιστικά και διοικητικά μέτρα προκειμένου να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2006/100/ΕΚ (1) του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2006, για την προσαρμογή ορισμένων οδηγιών στον τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, λόγω της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, ή τουλάχιστον παραλείποντας να ανακοινώσει τα μέτρα αυτά στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την εν λόγω οδηγία·

να καταδικάσει το Βασίλειο της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας 2006/100/ΕΚ στο εθνικό δίκαιο έληξε την 1η Ιανουαρίου 2007.


(1)  ΕΕ L 363, σ. 141.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/13


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunale ordinario di Milano (Ιταλία) στις 22 Μαΐου 2008 — Rita Mariano κατά Istituto nazionale per l'assicurazione contro gli infortuni sul lavoro (INAIL)

(Υπόθεση C-217/08)

(2008/C 197/22)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunale ordinario di Milano

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Rita Mariano

Καθού: Istituto nazionale per l'assicurazione contro gli infortuni sul lavoro (INAIL)

Προδικαστικό ερώτημα

Προσκρούει στα άρθρα 12 και 13 της Συνθήκης ΕΚ η εφαρμογή του άρθρου 85 π.δ. 1124/1965, το οποίο ορίζει ότι, σε περίπτωση θανάτου οφειλόμενου σε εργατικό ατύχημα, το Istituto Nazionale Infortuni sul Lavoro καταβάλλει ασφαλιστική παροχή σε ποσοστό 50 % μόνο στο σύζυγο και στο ανήλικο τέκνο μόνο 20 %;


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/13


Προσφυγή της 22ας Μαΐου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-218/08)

(2008/C 197/23)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: B. Schima και D. Recchia)

Καθής: Ιταλική Δημοκρατία

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία, παραλείποντας να καταρτίσει εξωτερικά σχέδια έκτακτης ανάγκης για όλες τις μονάδες για τις οποίες απαιτούνται τα εν λόγω σχέδια, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της οδηγίας 96/82/ΕΚ (1) του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 1996, για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2003/105/ΕΚ (2)·

να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η οδηγία «Seveso II» αποσκοπεί στην πρόληψη μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες και στον περιορισμό των επιπτώσεών τους για τον άνθρωπο και το περιβάλλον. Είναι απολύτως προφανές ότι η κατάρτιση εξωτερικών σχεδίων έκτακτης ανάγκης αποτελεί θεμελιώδη διάταξη της οδηγίας αυτής καθόσον παρέχει τη δυνατότητα, σε περίπτωση ατυχήματος, να ληφθούν έκτακτα μέτρα προς τον σκοπό του περιορισμού των επιπτώσεων του εν λόγω ατυχήματος.

Το άρθρο 11 εφαρμόζεται, δυνάμει, αφενός, της παραπομπής στο άρθρο 9 και, αφετέρου, του άρθρου 2 της οδηγίας, σε όλες τις μονάδες όπου υπάρχουν επικίνδυνες ουσίες σε ποσότητες ίσες ή μεγαλύτερες από τις αναφερόμενες στο παράρτημα I, μέρη 1 και 2, στήλη 3.

Οι ιταλικές αρχές επιβεβαιώνουν, βάσει στοιχείων που προέρχονται από τις υπηρεσίες τους, ότι μόνον ορισμένες από τις μονάδες, οι οποίες οφείλουν να διαθέτουν εξωτερικά σχέδια έκτακτης ανάγκης, διαθέτουν όντως τέτοια σχέδια.


(1)  ΕΕ 1997 L 10, σ. 13.

(2)  EE L 345, σ. 97.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/14


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Østre Landsret (Δανία) στις 28 Μαΐου 2008 — Dansk Transport og Logistik κατά Skatteministeriet

(Υπόθεση C-230/08)

(2008/C 197/24)

Γλώσσα διαδικασίας: η δανική

Αιτούν δικαστήριο

Østre Landsret

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Dansk Transport og Logistik

Καθού: Skatteministeriet

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει η διατύπωση «κατασχεθούν […] και συγχρόνως ή στη συνέχεια δημευθούν» του άρθρου 233, στοιχείο δ', του τελωνειακού κώδικα (1) την έννοια ότι η διάταξη αυτή αφορά περιπτώσεις στις οποίες εμπορεύματα που δεσμεύονται κατ' εφαρμογήν του άρθρου 83, παράγραφος 1, πρώτη φράση, του τελωνειακού νόμου, στο πλαίσιο μη νομότυπης εισαγωγής, καταστρέφονται συγχρόνως ή στη συνέχεια από τις αρχές, χωρίς να έχουν παύσει να βρίσκονται στην κατοχή τους;

2)

Έχει η οδηγία περί κυκλοφορίας των εμπορευμάτων (2) την έννοια ότι μη νομοτύπως εισαγόμενα εμπορεύματα, τα οποία κατάσχονται κατά την εισαγωγή και συγχρόνως ή στη συνέχεια καταστρέφονται από τις αρχές, πρέπει να θεωρείται ότι τελούν «υπό καθεστώς αναστολής της επιβολής των ειδικών φόρων κατανάλωσης», με αποτέλεσμα να μη γεννάται ή να παύει να υφίσταται η υποχρέωση καταβολής ειδικού φόρου καταναλώσεως (βλ. το άρθρο 5, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, και το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της οδηγίας περί κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, σε συνδυασμό με το άρθρο 84, παράγραφος 1, στοιχείο α', και το άρθρο 98 του τελωνειακού κώδικα, και το άρθρο 867α του κανονισμού εφαρμογής του ΚΤΚ (3)); Έχει σημασία για την απάντηση το αν η τελωνειακή οφειλή που γεννάται κατά μια τέτοια μη νομότυπη εισαγωγή παύει να υφίσταται κατά το άρθρο 233, στοιχείο δ', του τελωνειακού κώδικα;

3)

Έχει η έκτη οδηγία την έννοια ότι μη νομότυπη εισαγωγή εμπορευμάτων, τα οποία κατάσχονται κατά την εισαγωγή και συγχρόνως ή στη συνέχεια καταστρέφονται από τις αρχές, πρέπει να θεωρείται ότι υπάγονται στο «καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης», με αποτέλεσμα να μη γεννάται ή να παύει να υφίσταται η υποχρέωση καταβολής ΦΠΑ (βλ. το άρθρο 7, παράγραφος 3, το άρθρο 10, παράγραφος 3, και το άρθρο 16, παράγραφος 1, σημείο Β, στοιχείο γ', καθώς και το άρθρο 867α του κανονισμού εφαρμογής του ΚΤΚ); Έχει σημασία για την απάντηση το αν η τελωνειακή οφειλή που γεννάται κατά μια τέτοια μη νομότυπη εισαγωγή παύει να υφίσταται κατά το άρθρο 233, στοιχείο δ', του τελωνειακού κώδικα;

4)

Έχουν ο τελωνειακός κώδικας, ο κανονισμός εφαρμογής του ΚΤΚ και η έκτη οδηγία ΦΠΑ (4) την έννοια ότι οι τελωνειακές αρχές κράτους μέλους, όπου διαπιστώνεται μη νομότυπη εισαγωγή εμπορευμάτων στο πλαίσιο μεταφοράς TIR, είναι αρμόδιες για την είσπραξη δασμού, ειδικού φόρου καταναλώσεως και ΦΠΑ αναφορικά με τη μεταφορά, όταν οι αρχές άλλου κράτους μέλους, όπου πραγματοποιήθηκε η μη νομότυπη εισαγωγή στην Κοινότητα, δεν διαπίστωσαν την παρατυπία και, κατά συνέπεια, δεν εισέπραξαν δασμό, ειδικό φόρο καταναλώσεως και ΦΠΑ (βλ. το άρθρο 215, σε συνδυασμό με το άρθρο 217, του τελωνειακού κώδικα, το άρθρο 454, παράγραφοι 2 και 3, του, όπως τότε ίσχυε, κανονισμού εφαρμογής του ΚΤΚ, καθώς και το άρθρο 7 της έκτης οδηγίας ΦΠΑ);


(1)  Κανονισμός (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1).

(2)  Οδηγία 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1992, σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης (ΕΕ L 76 της 23.3.1993, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΟΚ) 2454/93 της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1).

(4)  Έκτη οδηγία 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/1, σ. 49).


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/15


Προσφυγή της 2ας Ιουνίου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-241/08)

(2008/C 197/25)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: D. Recchia και J.-B. Laignelot)

Καθής: Γαλλική Δημοκρατία

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Γαλλική Δημοκρατία μη θεσπίζοντας όλες τις αναγκαίες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις για την ορθή μεταφορά στην εθνική έννομη τάξη του άρθρου 6, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (1), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την εν λόγω οδηγία,

να καταδικάσει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Επιτροπή προβάλλει δύο αιτιάσεις προς στήριξη της προσφυγής της, αντλούμενες, αντίστοιχα, από παράβαση του άρθρου 6, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ (οδηγία «για τους οικοτόπους»).

Με την πρώτη αιτίαση, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η διάταξη του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας «για τους οικοτόπους», η οποία απαγορεύει οποιαδήποτε υποβάθμιση των προστατευόμενων οικοτόπων, είναι ρητή και σαφής. Επομένως, η εισαγωγή, με την εθνική νομοθετική ρύθμιση, της έννοιας των «σημαντικών επιπτώσεων», προκειμένου να περιοριστεί η εφαρμογή της προαναφερθείσας διατάξεως σε ορισμένες μόνον ανθρώπινες δραστηριότητες, δεν δικαιολογείται. Ομοίως, ο εθνικός νομοθέτης δεν μπορεί να χαρακτηρίσει κατηγορηματικά ως «μη οχλούσες» ορισμένες δραστηριότητες, όπως το κυνήγι ή την αλιεία, στους τόπους του «Natura 2000», ακόμη κι αν οι δραστηριότητες αυτές ασκούνται προσωρινά ή βάσει της ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας.

Με τη δεύτερη αιτίαση, η Επιτροπή επισημαίνει, καταρχάς, ότι η διάταξη του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας «για τους οικοτόπους» ορίζει ότι κάθε σχέδιο, μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του επί του τόπου, πλην των περιπτώσεων όπου επιβάλλεται συσταλτική ερμηνεία. Η νομοθετική ρύθμιση της καθής παρουσιάζει πρόβλημα από απόψεως κοινοτικού δικαίου, στο μέτρο που απαλλάσσει συστηματικά από τη διαδικασία εκτιμήσεως των περιβαλλοντικών επιπτώσεων τις εργασίες, τα έργα και τις διευθετήσεις που προβλέπονται από τις συμβάσεις «Natura 2000».

Εν συνεχεία, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, στο γαλλικό δίκαιο, υφίστανται σχέδια τα οποία δεν προϋποθέτουν διοικητική άδεια ή έγκριση και τα οποία, κατά συνέπεια, δεν υπόκεινται στη διαδικασία εκτιμήσεως. Εντούτοις, ορισμένα από τα σχέδια αυτά έχουν σημαντικές επιπτώσεις επί των τόπων «Natura 2000», λαμβανομένων υπόψη των σκοπών της διατηρήσεως των ειδών.

Κατά την Επιτροπή, η εθνική νομοθετική ρύθμιση θα έπρεπε να επιβάλλει στους αιτούντες σαφή υποχρέωση προβλέψεως εναλλακτικών λύσεων για την περίπτωση κατά την οποία η εκτίμηση των επιπτώσεων του σχεδίου διαχειρίσεως ενός τέτοιου τόπου είναι αρνητική.


(1)  EE L 206, σ. 7.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/15


Προσφυγή της 12ης Ιουνίου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Μάλτας

(Υπόθεση C-252/08)

(2008/C 197/26)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: L. Flynn και A. Alcover San Pedro)

Καθής: Δημοκρατία της Μάλτας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Δημοκρατία της Μάλτας, μη εφαρμόζοντας ορθώς την οδηγία 2001/80/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων (ΕΕ 2001 L 309, σ. 1) (στο εξής: οδηγία), όσον αφορά τη λειτουργία της υπαχθείσας στην πρώτη φάση ατμοηλεκτρικής μονάδας του σταθμού παραγωγής ενέργειας της Delimara και τη λειτουργία του σταθμού παραγωγής ενέργειας στη Marsa, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας σε συνδυασμό με τα παραρτήματά της IV, μέρος A, VI, μέρος A, και VII, μέρος A, και από το άρθρο 12 σε συνδυασμό με το παράρτημα VIII, μέρος A, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής

να καταδικάσει τη Δημοκρατία της Μάλτας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η υπαχθείσα στην πρώτη φάση ατμοηλεκτρική μονάδα του σταθμού παραγωγής ενέργειας της Delimara υπερβαίνει κατά τη λειτουργία της τα όρια εκπομπών που καθορίσθηκαν με την οδηγία όσον αφορά τις εκπομπές διοξειδίου του θείου, οξειδίων του αζώτου και κονιορτού.

Η Επιτροπή ισχυρίζεται επίσης ότι, όσον αφορά τόσο την υπαχθείσα στην πρώτη φάση ατμοηλεκτρική μονάδα του σταθμού παραγωγής ενέργειας της Delimara όσο και τον σταθμό παραγωγής ενέργειας στη Marsa, η Δημοκρατία της Μάλτας παρέβη την υποχρέωσή της για συνεχή μέτρηση των συγκεντρώσεων διοξειδίου του θείου, οξειδίων του αζώτου και κονιορτού, υποχρέωση την οποία υπέχει από το άρθρο 12 και το παράρτημα VIII, μέρος Α, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής.


(1)  ΕΕ L 309 της 27.11.2001, σ. 1.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/16


Προσφυγή της 16ης Ιουνίου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας

(Υπόθεση C-256/08)

(2008/C 197/27)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: C. O' Reilly και Μ. Κοντού-Durande)

Καθού: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, παραλείποντας να θεσπίσει εμπροθέσμως τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2004/83/ΕΚ (1) του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους, ή, εν πάση περιπτώσει, παραλείποντας να ενημερώσει την Επιτροπή για τις διατάξεις που τυχόν θέσπισε, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή και

να καταδικάσει το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη έληξε στις 10 Οκτωβρίου 2006.


(1)  ΕΕ L 304, σ. 12.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/16


Προσφυγή της 20ής Ιουνίου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Μάλτας

(Υπόθεση C-269/08)

(2008/C 197/28)

Γλώσσα διαδικασίας: η μαλτέζικη

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: Μ. Κοντού-Durande και K. Xuereb)

Καθής: Δημοκρατία της Μάλτας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Δημοκρατία της Μάλτας, παραλείποντας να θεσπίσει εμπροθέσμως τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2004/83/ΕΚ (1) του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους, ή, εν πάση περιπτώσει, παραλείποντας να ενημερώσει την Επιτροπή για τις διατάξεις που τυχόν θέσπισε, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή και

να καταδικάσει τη Δημοκρατία της Μάλτας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη έληξε στις 10 Οκτωβρίου 2006


(1)  ΕΕ L 304, σ. 12.


Πρωτοδικείο

2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/17


Τοποθέτηση των δικαστών στα τμήματα

(2008/C 197/29)

Στις 19 και 25 Σεπτεμβρίου 2007 το Πρωτοδικείο αποφάσισε να συστήσει οκτώ πενταμελή και οκτώ τριμελή τμήματα για την περίοδο από 25 Σεπτεμβρίου 2007 μέχρι 31 Αυγούστου 2010.

Στις 8 Ιουλίου 2008 το Πρωτοδικείο αποφάσισε να τροποποιήσει την τοποθέτηση των δικαστών για την περίοδο από 1ης Οκτωβρίου 2008 μέχρι 31 Αυγούστου 2010 ως ακολούθως:

Πρώτο πενταμελές τμήμα:

V. Tiili, πρόεδρος τμήματος, F. Dehousse, I. Wiszniewska-Białecka, K. Jürimäe και S. Soldevila Fragoso, δικαστές.

Πρώτο τριμελές τμήμα:

V. Tiili, πρόεδρος τμήματος·

F. Dehousse, δικαστής·

I. Wiszniewska-Białecka, δικαστής.

Δεύτερο πενταμελές τμήμα:

I. Pelikánová, πρόεδρος τμήματος, F. Dehousse, I. Wiszniewska-Białecka, K. Jürimäe και S. Soldevila Fragoso, δικαστές.

Δεύτερο τριμελές τμήμα:

I. Pelikánová, πρόεδρος τμήματος·

K. Jürimäe, δικαστής·

S. Soldevila Fragoso, δικαστής.

Τρίτο πενταμελές τμήμα:

J. Azizi, πρόεδρος τμήματος, J. D. Cooke, E. Cremona, I. Labucka και S. Frimodt Nielsen, δικαστές.

Τρίτο τριμελές τμήμα:

J. Azizi, πρόεδρος τμήματος·

E. Cremona, δικαστής·

S. Frimodt Nielsen, δικαστής.

Τέταρτο πενταμελές τμήμα:

O. Czúcz, πρόεδρος τμήματος, J. D. Cooke, E. Cremona, I. Labucka και S. Frimodt Nielsen, δικαστές.

Τέταρτο τριμελές τμήμα:

O. Czúcz, πρόεδρος τμήματος·

J. D. Cooke, δικαστής·

I. Labucka, δικαστής.

Πέμπτο πενταμελές τμήμα:

Μ. Βηλαράς, πρόεδρος τμήματος, D. Šváby, M. Prek, E. Moavero Milanesi και V. Ciucă, δικαστές.

Πέμπτο τριμελές τμήμα:

Μ. Βηλαράς, πρόεδρος τμήματος·

M. Prek, δικαστής·

V. Ciucă, δικαστής.

Έκτο πενταμελές τμήμα:

A. W. H. Meij, πρόεδρος τμήματος, V. Vadapalas, Σ. Παπασάββας, M. Wahl, T. Tchipev, A. Dittrich και L. Truchot, δικαστές.

Έκτο τριμελές τμήμα:

A. W. H. Meij, πρόεδρος τμήματος·

α)

V. Vadapalas και T. Tchipev, δικαστές.

β)

V. Vadapalas και L. Truchot, δικαστές.

γ)

T. Tchipev και L. Truchot, δικαστές.

Έβδομο πενταμελές τμήμα:

N. Forwood, πρόεδρος τμήματος, D. Šváby, E. Moavero Milanesi, M. Prek και V. Ciucă, δικαστές.

Έβδομο τριμελές τμήμα:

N. Forwood, πρόεδρος τμήματος·

D. Šváby, δικαστής·

E. Moavero Milanesi, δικαστής.

Όγδοο πενταμελές τμήμα:

M. E. Martins Ribeiro, πρόεδρος τμήματος, V. Vadapalas, Σ. Παπασάββας, M. Wahl, T. Tchipev, A. Dittrich και L. Truchot, δικαστές.

Όγδοο τριμελές τμήμα:

M. E. Martins Ribeiro, πρόεδρος τμήματος·

α)

Σ. Παπασάββας και M. Wahl, δικαστές.

β)

Σ. Παπασάββας και A. Dittrich, δικαστές.

γ)

M. Wahl και A. Dittrich, δικαστές.

Στο έκτο και το όγδοο πενταμελές τμήμα, οι δικαστές που θα μετέχουν σ' αυτό μαζί με τον πρόεδρο του τμήματος για να συμπληρώσουν την πενταμελή σύνθεση θα είναι οι τρεις δικαστές του αρχικώς επιληφθέντος δικαστικού σχηματισμού, ο τέταρτος δικαστής του τμήματος αυτού και ένας δικαστής του άλλου τμήματος που απαρτίζεται από τέσσερις δικαστές. Ο τελευταίος, που δεν θα είναι ο πρόεδρος τμήματος, θα ορίζεται για ένα έτος με τη σειρά που προβλέπει το άρθρο 6 του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου.

Στο έκτο και το όγδοο τριμελές τμήμα, ο πρόεδρος τμήματος θα μετέχει σ' αυτό διαδοχικά με τους δικαστές που απαριθμούνται ανωτέρω στο οικείο σημείο α), β) ή γ), ανάλογα με τη σύνθεση στην οποία ανήκει ο εισηγητής δικαστής. Για τις υποθέσεις στις οποίες ο πρόεδρος τμήματος είναι εισηγητής δικαστής, ο πρόεδρος τμήματος θα μετέχει στη σύνθεση εναλλάξ με τους δικαστές της μιας ή της άλλης συνθέσεως κατά τη σειρά πρωτοκολλήσεως των υποθέσεων, με την επιφύλαξη της συναφείας των υποθέσεων.

Τμήμα αναιρέσεων

Στις 8 Ιουλίου 2008 το Πρωτοδικείο αποφάσισε ότι το τμήμα αναιρέσεων θα απαρτίζεται, για την περίοδο από 1ης Οκτωβρίου 2008 μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2009, από τον Πρόεδρο του Πρωτοδικείου και, σύμφωνα με ένα σύστημα εναλλαγής, από δύο προέδρους τμήματος.

Οι δικαστές που θα μετέχουν στη σύνθεση του πενταμελούς τμήματος με τον πρόεδρο του τμήματος αναιρέσεων θα είναι οι τρεις δικαστές του αρχικώς επιληφθέντος δικαστικού σχηματισμού και, σύμφωνα με ένα σύστημα εναλλαγής, δύο πρόεδροι τμήματος.

Κριτήρια της αναθέσεως των υποθέσεων στα τμήματα

Στις 8 Ιουλίου 2008 το Πρωτοδικείο καθόρισε ως ακολούθως τα κριτήρια για την ανάθεση των υποθέσεων στα τμήματα για την περίοδο από 1ης Οκτωβρίου 2008 μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2007, σύμφωνα με το άρθρο 12 του Κανονισμού Διαδικασίας:

1.

Οι αιτήσεις αναιρέσεως κατά των αποφάσεων του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης ανατίθενται στο τμήμα αναιρέσεων ήδη από την κατάθεση του εισαγωγικού της δίκης εγγράφου και με την επιφύλαξη της μεταγενέστερης εφαρμογής των άρθρων 14 και 51 του Κανονισμού Διαδικασίας.

2.

Οι λοιπές υποθέσεις πέραν εκείνων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 ανατίθενται στα τριμελή τμήματα ήδη από την κατάθεση του εισαγωγικού της δίκης εγγράφου και με την επιφύλαξη της μεταγενέστερης εφαρμογής των άρθρων 14 και 51 του Κανονισμού Διαδικασίας.

Οι υποθέσεις περί των οποίων γίνεται λόγος στην παρούσα παράγραφο κατανέμονται μεταξύ των τμημάτων με βάση τρεις διαφορετικές σειρές σε συνάρτηση με τη σειρά πρωτοκολλήσεώς τους στη Γραμματεία:

για τις υποθέσεις που αφορούν την εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού οι οποίοι ισχύουν για τις επιχειρήσεις, των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων και των κανόνων περί μέτρων εμπορικής άμυνας·

για τις υποθέσεις που αφορούν δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και αναφέρονται στο άρθρο 130, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας·

για όλες τις άλλες υποθέσεις.

Στο πλαίσιο καθεμιάς από τις σειρές αυτές, τα δύο τμήματα που απαρτίζονται από τέσσερις δικαστές θα λαμβάνονται υπόψη δύο φορές κάθε τρίτη φορά που έρχεται η σειρά τους.

Ο Πρόεδρος του Πρωτοδικείου μπορεί να παρεκκλίνει από τις ως άνω σειρές προκειμένου να λάβει υπόψη τη συνάφεια ορισμένων υποθέσεων ή για να εξασφαλίσει την ισόρροπη κατανομή του όγκου εργασίας.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/18


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 26ης Ιουνίου 2008 — Alferink κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-94/98) (1)

(Αγωγή αποζημιώσεως - Εξωσυμβατική ευθύνη - Γάλα - Συμπληρωματική εισφορά - Ποσότητα αναφοράς - Παραγωγός που έχει αναλάβει δέσμευση μη εμπορίας - Απαίτηση παραγωγής στην αρχική εκμετάλλευση SLOM - Άρθρο 3α του κανονισμού (ΕΟΚ) 1546/88, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) 1033/89 - Ισχυρισμός περί αμφισημίας της εφαρμοστέας διατάξεως - Αρχή της ασφάλειας δικαίου)

(2008/C 197/30)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Διάδικοι

Ενάγοντες: Alfonsius Alferink (Heeten, Κάτω Χώρες) και οι 67 λοιποί ενάγοντες των οποίων τα ονόματα περιλαμβάνονται σε παράρτημα (εκπρόσωποι: H. Bronkhorst και E. Pijnacker Hordijk, στη συνέχεια H. Bronkhorst, E. Pijnacker Hordijk και J. Slusmans και τέλος E. Pijnacker Hordijk, δικηγόροι)

Εναγομένη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: T. van Rijn)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αγωγή αποζημιώσεως, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 178 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρου 235 ΕΚ) και του άρθρου 215, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρου 288, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ), προς αποκατάσταση των ζημιών που ισχυρίζονται ότι υπέστησαν οι ενάγοντες λόγω του ότι η Επιτροπή, εκδίδοντας τον κανονισμό (ΕΟΚ) 1033/89, της 20ής Απριλίου 1989, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 1546/88 για τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής της συμπληρωματικής εισφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 5γ του κανονισμού (ΕΟΚ) 804/68 του Συμβουλίου (ΕΕ L 110, σ. 27), ο οποίος δεν προέβλεπε με σαφήνεια και ακρίβεια ότι η παραγωγή γάλακτος έπρεπε να επαναληφθεί στην αρχική εκμετάλλευση SLOM, παραβίασε την αρχή της ασφάλειας δικαίου.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει στα δικαστικά έξοδα τον Alfonsius Alferink και τους 67 λοιπούς ενάγοντες των οποίων τα ονόματα περιλαμβάνονται στο παράρτημα.


(1)  ΕΕ C 358 της 21.11.1998.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/19


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 18ης Ιουνίου 2008 — Hoechst κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-410/03) (1)

(Ανταγωνισμός - Συμπράξεις - Αγορά σορβικών αλάτων - Απόφαση διαπιστώνουσα παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ - Υπολογισμός των προστίμων - Υποχρέωση αιτιολογήσεως - Σοβαρότητα και διάρκεια της παραβάσεως - Επιβαρυντικές περιστάσεις - Αρχή non bis in idem - Συνεργασία κατά τη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας - Πρόσβαση στον φάκελο - Διάρκεια της διαδικασίας)

(2008/C 197/31)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Hoechst GmbH, πρώην Hoechst AG (Φραγκφούρτη επί του Μάιν, Γερμανία) (εκπρόσωποι: αρχικώς M. Klusmann και V. Turner, στη συνέχεια M. Klusmann, V. Turner και M. Rüba, και τέλος M. Klusmann και V. Turner, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: αρχικώς W. Mölls, O. Beynet και K. Mojzesowicz, στη συνέχεια W. Mölls και K. Mojzesowicz, επικουρούμενοι από τον A. Böhlke, δικηγόρο)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Με αντικείμενο αίτημα ακυρώσεως, καθόσον αφορά την προσφεύγουσα, της αποφάσεως 2005/493/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με διαδικασία δυνάμει του άρθρου 81 ΕΚ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας για τον ΕΟΧ κατά των εταιρειών Chisso Corporation, Daicel Chemical Industries Ltd, Hoechst AG, The Nippon Synthetic Chemical Industry Co. Ltd και Ueno Fine Chemicals Industry Ltd (υπόθεση COMP/E-1/37.370 — Σορβικά άλατα) (περίληψη δημοσιευθείσα στην ΕΕ 2005, L 182, σ. 20), ή, επικουρικώς, μειώσεως του επιβληθέντος στην προσφεύγουσα προστίμου σε πρόσφορο επίπεδο.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Καθορίζει το ύψος του επιβαλλόμενου στη Hoechst GmbH προστίμου σε 74,25 εκατομμύρια ευρώ.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά του.


(1)  ΕΕ C 59 της 6.3.2004.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/19


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 17ης Ιουνίου 2008 — El Corte Inglés κατά ΓΕΕΑ — Abril Sánchez και Ricote Saugar (BoomerangTV)

(Υπόθεση T-420/03) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως του εικονιστικού σήματος BoomerangTV ως κοινοτικού σήματος - Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα, προγενέστερο κοινοτικό εικονιστικό σήμα και προγενέστερα εθνικά και κοινοτικά εικονιστικά σήματα BOOMERANG και Boomerang - Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου - Δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως - Σήμα που δεν είναι παγκοίνως γνωστό κατά την έννοια του άρθρου 6α της Συμβάσεως των Παρισίων - Δεν συντρέχει προσβολή της φήμης - Παράλειψη προσκομίσεως ενώπιον του τμήματος ανακοπών είτε των αποδεικτικών στοιχείων της υπάρξεως ορισμένων προγενέστερων σημάτων είτε των μεταφράσεων των οικείων εγγράφων - Προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων το πρώτον ενώπιον του τμήματος προσφυγών - Άρθρο 8, παράγραφοι 1, στοιχείο β', και 2, στοιχείο γ', άρθρο 8, παράγραφος 5, και παράγραφος 74, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 - Κανόνας 16, παράγραφοι 2 και 3, κανόνας 17, παράγραφος 2, και κανόνας 20, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95)

(2008/C 197/32)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: El Corte Inglés, SA (Μαδρίτη, Ισπανία) (εκπρόσωποι: J. Rivas Zurdo και E. López Leiva, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωπος: I. de Medrano Caballero)

Αντίδικοι κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ και παρεμβαίνοντες ενώπιον του Πρωτοδικείου: José Matías Abril Sánchez και Pedro Ricote Saugar (Μαδρίτη) (εκπρόσωπος: J. M. Iglesias Monravá, δικηγόρος)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δεύτερου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 1ης Οκτωβρίου 2003 (υπόθεση R 88/2003 2), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της El Corte Inglés, SA και των J. M. Abril Sánchez και P. Ricote Saugar.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την El Corte Inglés, SA στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 47 της 21.2.2004.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/20


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 26ης Ιουνίου 2008 — SIC κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-442/03) (1)

(Κρατικές ενισχύσεις - Μέτρα που έλαβε η Δημοκρατία της Πορτογαλίας υπέρ του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα RTP για τη χρηματοδότηση της δημόσιας υπηρεσίας που του έχει παραχωρηθεί - Απόφαση κρίνουσα ότι ορισμένα μέτρα δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις και ότι τα υπόλοιπα είναι συμβατά με την κοινή αγορά - Χαρακτηρισμός μέτρου ως κρατικής ενισχύσεως - Συμβατότητα με την κοινή αγορά - Υποχρέωση επιμελούς και αμερόληπτης εξέτασης)

(2008/C 197/33)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: SIC — Sociedade Independente de Comunicação, SA (Carnaxide, Πορτογαλία) (εκπρόσωποι: C. Botelho Moniz, E. Maia Cadete και M. Rosado da Fonseca, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: αρχικώς M. Balta και F. Florindo Gijón, στη συνέχεια M. Niejahr, J. Buendía Sierra και G. Braga da Cruz, και τέλος B. Martenczuk και G. Braga da Cruz)

Αντικείμενο

Αίτηση περί ακυρώσεως της αποφάσεως 2005/406/ΕΚ της Επιτροπής, της 15ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με μέτρα ad hoc που εφάρμοσε η Πορτογαλία υπέρ της RTP (ΕΕ 2005, L 142, σ. 1), κατά το μέρος που με την απόφαση αυτή κρίνεται ότι ορισμένα από τα μέτρα αυτά δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις και ότι τα υπόλοιπα είναι συμβατά με την κοινή αγορά.

Διατακτικό

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει το άρθρο 1 της αποφάσεως 2005/406/ΕΚ της Επιτροπής, της 15ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με μέτρα ad hoc που εφάρμοσε η Πορτογαλία υπέρ της RTP.

2)

Ακυρώνει το άρθρο 2 της αποφάσεως 2005/406 κατά το μέρος που κρίνεται ότι η απαλλαγή από τα έξοδα συμβολαιογράφου και καταχωρίσεως δεν συνιστά κρατική ενίσχυση.

3)

Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

4)

Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά της έξοδα και τα τέσσερα πέμπτα των εξόδων της SIC — Sociedade Independente de Comunicação, SA.

5)

Η SIC φέρει το ένα πέμπτο των δικαστικών εξόδων της.


(1)  ΕΕ C 71 της 20.3.2004.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/20


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 19ης Ιουνίου 2008 — Mülhens κατά ΓΕΕΑ — Spa Monopole (MINERAL SPA)

(Υπόθεση T-93/06) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού κοινοτικού σήματος MINERAL SPA - Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα SPA - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Φήμη - Άντληση παρανόμου ωφέλους από τη φήμη του προγενεστέρου σήματος - Άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

(2008/C 197/34)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Mülhens GmbH & Co. KG (Κολωνία, Γερμανία) (εκπρόσωποι: T. Schulte-Beckhausen και S. Maaßen, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωπος: A. Folliard-Monguiral)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου: Spa Monopole, compagnie fermière de Spa SA/NV (Spa, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: L. de Brouwer, É. Cornu, E. de Gryse και D. Moreau, δικηγόροι)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 11ης Ιανουαρίου 2006 (υπόθεση R 825/2004-2) σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Spa Monopole, compagnie fermière SA/NV και της Mülhens GmbH & Co. KG.

Διατακτικό

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την Mülhens GmbH & Co. KG στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 131 της 3.6.2006.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/21


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 18ης Ιουνίου 2008 — Coca-Cola κατά ΓΕΕΑ — San Polo (MEZZOPANE)

(Υπόθεση T-175/06) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού εικονιστικού σήματος MEZZOPANE - Προγενέστερα εθνικά λεκτικά σήματα MEZZO και MEZZOMIX - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 - Ανυπαρξία κινδύνου συγχύσεως)

(2008/C 197/35)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: The Coca-Cola Company (Ατλάντα, Georgia, Ηνωμένες Πολιτείες) (εκπρόσωποι: E. Armijo Chávarri και A. Castán Pérez-Gómez, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωποι: O. Montalto και L. Rampini)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου: San Polo Srl (Montalcino, Ιταλία) (εκπρόσωποι: G. Casucci και F. Luciani, δικηγόροι)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 5ης Απριλίου 2006 (υπόθεση R 99/2005-1), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Coca-Cola Company και της San Polo Srl.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την Coca-Cola Company στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 212 της 2.9.2006.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/21


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 25ης Ιουνίου 2008 — Otto κατά ΓΕΕΑ — L'Altra Moda (l'Altra Moda)

(Υπόθεση T-224/06) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού κοινοτικού σήματος l'Altra Moda - Προγενέστερο εθνικό εικονιστικό σήμα Alba Moda - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Μη ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 - Άρθρο 73 και άρθρο 74, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 40/94)

(2008/C 197/36)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Otto GmbH & Co. KG (Αμβούργο, Γερμανία) (εκπρόσωποι: C. Rohnke και M. Munz, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωποι: O. Montalto και P. Bullock)

Αντίδικος στη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου: L'Altra Moda Spa (Ρώμη, Ιταλία) (εκπρόσωποι: A. Masetti Zannini de Concina και M. Bucarelli, δικηγόροι)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 16ης Ιουνίου 2006 (υπόθεση R 793/2005-2) σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Otto GmbH & Co. KG και L'Altra Moda SpA.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Η Otto GmbH & Co. KG φέρει τα δικαστικά της έξοδα καθώς και τα δικαστικά έξοδα του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) και της L'Altra Moda SpA.


(1)  ΕΕ C 281 της 18.11.2006.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/22


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 25ης Ιουνίου 2008 — Ολυμπιακή Αεροπορία Υπηρεσίες ΑΕ κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-268/06) (1)

(Κρατικές ενισχύσεις - Ενισχύσεις υπέρ των αεροπορικών εταιριών λόγω των ζημιών που προκλήθηκαν από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 - Απόφαση κηρύσσουσα το καθεστώς ενισχύσεων εν μέρει ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά και διατάσσουσα την ανάκτηση των χορηγηθεισών ενισχύσεων - Άρθρο 87, παράγραφος 2, στοιχείο β', ΕΚ - Ανακοίνωση της Επιτροπής της 10ης Οκτωβρίου 2001, σχετικά με τις συνέπειες των τρομοκρατικών επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου - Αιτιώδης συνάφεια μεταξύ εκτάκτου γεγονότος και ζημίας - Υποχρέωση αιτιολογήσεως)

(2008/C 197/37)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ολυμπιακή Αεροπορία Υπηρεσίες ΑΕ (Αθήνα, Ελλάδα) (εκπρόσωποι: Π. Ανέστης, δικηγόρος, T. Soames και G. Goeteyn, solicitors, S. Mavrogenis και M. Pinto de Lemos Fermiano Rato, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: E. Righini και Ι. Χατζηγιάννης)

Αντικείμενο

Αίτημα προσφυγής περί ακυρώσεως της αποφάσεως E(2006) 1580 τελικό της Επιτροπής, της 26ης Απριλίου 2006, σχετικά με το καθεστώς κρατικής ενίσχυσης C 39/2003 (πρώην NN 119/2002) το οποίο έθεσε σε εφαρμογή η Ελληνική Δημοκρατία υπέρ των αερομεταφορέων λόγω των ζημιών που υπέστησαν από τις 11 έως τις 14 Σεπτεμβρίου 2001.

Διατακτικό

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει τα άρθρα 1 και 2 της αποφάσεως Ε(2006) 1580 τελικό της Επιτροπής, της 26ης Απριλίου 2006, σχετικά με το καθεστώς κρατικής ενίσχυσης C 39/2003 (πρώην NN 119/2002) το οποίο έθεσε σε εφαρμογή η Ελληνική Δημοκρατία υπέρ των αερομεταφορέων λόγω των ζημιών που υπέστησαν από τις 11 έως τις 14 Σεπτεμβρίου 2001, κατά το μέτρο που κηρύσσουν ασυμβίβαστες προς την κοινή αγορά τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στην Ολυμπιακή Αεροπορία Υπηρεσίες ΑΕ, πρώτον, για τις ζημίες που οφείλονται στη ματαίωση της πτήσεως της 15ης Σεπτεμβρίου 2001 με προορισμό τον Καναδά, δεύτερον, για τις ζημίες που αφορούν το εκτός Βορείου Ατλαντικού και Ισραήλ δίκτυό της και, τρίτον, για απώλεια εσόδων από τη μεταφορά φορτίου, για δαπάνες λόγω της καταστροφής ευπαθών εμπορευμάτων, για πρόσθετες δαπάνες ελέγχων ασφαλείας των εμπορευμάτων, για δαπάνες λόγω υπερωριών των εργαζομένων και για περαιτέρω δαπάνες λήψεως έκτακτων μέτρων ασφαλείας.

2)

Ακυρώνει το άρθρο 4 της αποφάσεως Ε(2006) 1580 τελικό, κατά το μέτρο που διατάσσει την ανάκτηση των ενισχύσεων των οποίων γίνεται μνεία στο προηγούμενο σημείο του διατακτικού.

3)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

4)

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  ΕΕ C 294 της 2.12.2006.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/22


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 25ης Ιουνίου 2008 — Zipcar κατά ΓΕΕΑ — Canary Islands Car (ZIPCAR)

(Υπόθεση T-36/07) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού κοινοτικού σήματος ZIPCAR - Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα CICAR - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Κίνδυνος συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

(2008/C 197/38)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Zipcar, Inc. (Cambridge, Μασαχουσέτη, ΗΠΑ) (εκπρόσωποι: M. Elmslie, solicitor, και N. Saunders, barrister)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωπος: D. Botis)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ: Canary Islands Car, SL (San Bartolome, Ισπανία)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 30ής Νοεμβρίου 2006 (υπόθεση R 122/2006-2) σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Canary Islands Car, SL και Zipcar, Inc.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τη Zipcar, Inc. στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 82 της 14.4.2007.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/23


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 26ης Ιουνίου 2008 — SHS Polar Sistemas Informáticos κατά ΓΕΕΑ — Polaris Software Lab (POLARIS)

(Υπόθεση T-79/07) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού κοινοτικού σήματος POLARIS - Προγενέστερο λεκτικό κοινοτικό σήμα POLAR - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Μη ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

(2008/C 197/39)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: SHS Polar Sistemas Informáticos, SL (Μαδρίτη, Ισπανία) (εκπρόσωπος: C. Hernández Hernández, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωπος: A. Folliard-Monguiral)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ: Polaris Software Lab Ltd (Chennai, Ινδία)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 8ης Ιανουαρίου 2007 (υπόθεση R 658/2006-2) σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ SHS Polar Sistemas Informáticos, SL και Polaris Software Lab Ltd.

Διατακτικό

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την SHS Polar Sistemas Informáticos, SL στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 95 της 28.4.2007.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/23


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 18ης Ιουνίου 2008 — Sundholm κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-164/07 P) (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Υπαλληλική υπόθεση - Υπάλληλοι - Έκθεση εξελίξεως της σταδιοδρομίας - Περίοδος αξιολογήσεως 2003 - Δικαιώματα άμυνας - Αίτηση αναιρέσεως απαράδεκτη - Αίτηση αναιρέσεως αβάσιμη)

(2008/C 197/40)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείoυσα: Asa Sundholm (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: S. Orlandi, A. Coolen, J.-N. Louis και E. Marchal, δικηγόροι)

Αντίδικος κατ' αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: C. Berardis-Kayser και M. D. Martin, επικουρούμενοι από τον B. Wägenbaur, δικηγόρο)

Αντικείμενο

Αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα) της 1ης Μαρτίου 2007 στην υπόθεση F-30/05, Sundholm κατά Επιτροπής (η οποία δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στη Συλλογή)

Διατακτικό

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2)

Η Asa Sundholm φέρει τα δικαστικά έξοδά της καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Επιτροπή στο πλαίσιο της παρούσας δίκης.


(1)  ΕΕ C 155 της 7.7.2007.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/23


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουνίου 2008 — European Association of Im- and Exporters of Birds and live Animals κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-209/06) (1)

(Προσφυγή ακυρώσεως - Παραδεκτό - Άρθρο 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ - Φυσικά ή νομικά πρόσωπα - Ενώσεις - Απόφαση 2006/522/ΕΟΚ - Πράξη επηρεάζουσα ατομικά το πρόσωπο - Υγειονομική πολιτική - Μέτρα προστασίας σχετικά με τη γρίπη των πτηνών)

(2008/C 197/41)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: European Association of Im- and Exporters of Birds and live Animals (West Maas en Waal, Κάτω Χώρες)· Vereniging van Im- en Exporteurs van Vogels en Hobbydieren (West Maas en Waal, Κάτω Χώρες)· Willem Plomp, ενεργών υπό την επωνυμία Plomps Vogelhandel (Woerden, Κάτω Χώρες)· και Marinus Borgstein, ενεργών υπό την επωνυμία Borgstein Birds & Zoofood Trading (West Maas en Waal, Κάτω Χώρες) (εκπρόσωπος: J. Wouters, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: F. Erlbacher και M. van Heezik)

Αντικείμενο

Ακύρωση της αποφάσεως 2006/522/ΕΚ της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 2006, για την τροποποίηση των αποφάσεων 2005/759/ΕΚ και 2005/760/ΕΚ για τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας σχετικά με την υψηλής παθογονικότητας γρίπη των πτηνών και τις μετακινήσεις ορισμένων ζώντων πτηνών στο εσωτερικό της Κοινότητας (ΕΕ L 205, σ. 28).

Διατακτικό

Το Πρωτοδικείο διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τους προσφεύγοντες στα δικαστικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων.


(1)  ΕΕ C 249 της 14.10.2006.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/24


Διάταξη του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 14ης Μαΐου 2008 — Icuna.Com κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

(Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-383/06 και T-71/07) (1)

(«Προσφυγή ακυρώσεως - Αγωγή αποζημιώσεως - Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών - Κοινοτική διαδικασία διαγωνισμού - Απόρριψη προσφοράς - Απόφαση περί ακυρώσεως της διαδικασίας διαγωνισμού - Προσφυγή προδήλως στερούμενη παντελώς νομικής βάσης - Κατάργηση της δίκης»)

(2008/C 197/42)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα-ενάγουσα: Icuna.Com SCRL (Braine-le-Château, Bέλγιο) (εκπρόσωποι: J. Windey και P. De Bandt, δικηγόροι)

Καθού-εναγομένου: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: O Caisou-Rousseau και M. Ecker)

Αντικείμενο

Στην υπόθεση T-383/06, αφενός, αίτηση περί ακυρώσεως της αποφάσεως της 1ης Δεκεμβρίου 2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περί απορρίψεως της προσφοράς που υπέβαλε η προσφεύγουσα-ενάγουσα (στο εξής: προσφεύγουσα) στο πλαίσιο της ενότητας 2 (περιεχόμενο των μεταδόσεων) της διαδικασίας του διαγωνισμού EP/DGINFO/WEBTV/2006/0003, ενόψει της δημιουργίας του δικτυακού τηλεοπτικού καναλιού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, καθώς και, αφετέρου, αγωγή αποζημιώσεως για την αποκατάσταση της ζημίας που φέρεται ότι υπέστη η προσφεύγουσα λόγω εκδόσεως της αποφάσεως της 1ης Δεκεμβρίου 2006 και, στην υπόθεση T-71/07, αφενός, αίτηση περί ακυρώσεως της αποφάσεως της 31ης Ιανουαρίου 2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περί ακυρώσεως του διαγωνισμού EP/DGINFO/WEBTV/2006/0003, ενόψει της δημιουργίας του δικτυακού τηλεοπτικού καναλιού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά την ενότητα 2 (περιεχόμενο των μεταδόσεων), και, αφετέρου, αγωγή αποζημιώσεως για την αποκατάσταση της ζημίας που φέρεται ότι υπέστη η προσφεύγουσα λόγω εκδόσεως της από 31 Ιανουαρίου 2007 αποφάσεως.

Διατακτικό

Το Πρωτοδικείο διατάσσει:

1)

Οι υποθέσεις T 383/06 και T 71/07 συνεκδικάζονται προς διευκόλυνση της εκδόσεως διατάξεως.

2)

Στην υπόθεση T 71/07, η ένσταση απαραδέκτου θα εξεταστεί με την ουσία της υποθέσεως.

3)

Απορρίπτει την προσφυγή στην υπόθεση T 71/07 ως προδήλως στερούμενη παντελώς νομικής βάσης.

4)

Καταργείται η δίκη επί της αιτήσεως ακυρώσεως στην υπόθεση T 383/06.

5)

Απορρίπτει την αγωγή αποζημιώσεως στην υπόθεση T 383/06 ως προδήλως στερούμενη παντελώς νομικής βάσης.

6)

Στην υπόθεση T 383/06, το Κοινοβούλιο φέρει τα δικαστικά του έξοδα καθώς και το ήμισυ των δικαστικών εξόδων της Icuna.Com SCRL, περιλαμβανομένων των δικαστικών εξόδων της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων. Η Icuna.Com φέρει το ήμισυ των δικαστικών της εξόδων.

7)

Στην υπόθεση T 71/07, η Icuna.Com φέρει τα δικαστικά της έξοδα, καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Κοινοβούλιο, περιλαμβανομένων των σχετικών με τη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων και την ένσταση απαραδέκτου δικαστικών εξόδων.


(1)  ΕΕ C 20 της 27.1.2007.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/24


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 10ης Ιουνίου 2008 — Bligny κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-127/07 P) (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Υπαλληλική υπόθεση - Γενικός διαγωνισμός - Προϋποθέσεις συμμετοχής - Αποκλεισμός από τη διόρθωση της γραπτής δοκιμασίας - Προκήρυξη διαγωνισμού - Ελλιπής αίτηση υποψηφιότητας - Απόδειξη της ιθαγένειας - Αίτηση αναιρέσεως προδήλως αβάσιμη)

(2008/C 197/43)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Francesco Bligny (Tassin-la-Demi-Lune, Γαλλία) (εκπρόσωπος: P. Lebel-Nourissat, δικηγόρος)

Αντίδικος κατ' αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. Currall και K. Herrmann)

Αντικείμενο

Αίτηση αναιρέσεως κατά της διατάξεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (δεύτερο τμήμα) της 15ης Φεβρουαρίου 2007, F-142/06 και F-142/06 AJ, Bligny κατά Επιτροπής (που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή).

Διατακτικό

Το Πρωτοδικείο διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2)

O Francesco Bligny φέρει τα δικαστικά έξοδά του καθώς και τα δικαστικά έξοδα της Επιτροπής.


(1)  ΕΕ C 140 της 23.6.2007.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/25


Διάταξη του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 25ης Απριλίου 2008 — Vakakis κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-41/08 R)

(Κοινοτική διαδικασία πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών - Αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων - Απώλεια ευκαιρίας - Ενεργητική νομιμοποίηση - Παραδεκτό της κύριας προσφυγής - Επείγον - Διεξαγωγή αποδείξεων)

(2008/C 197/44)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αιτούσα: Vakakis International — Σύμβουλοι για Αγροτική Ανάπτυξη ΑΕ (Αθήνα, Ελλάδα) (εκπρόσωπος: B. O'Connor, solicitor)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: M. Wilderspin και G. Boudot)

Αντικείμενο

Αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων στο πλαίσιο της διαδικασίας προσκλήσεως για την υποβολή προσφορών EuropeAid/125241/C/SER/CY σχετικά με την παροχή «τεχνικής υποστηρίξεως για τη χάραξη πολιτικής αγροτικής αναπτύξεως» για το βόρειο τμήμα της Κύπρου.

Διατακτικό

Ο Πρόεδρος του Πρωτοδικείου διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων.

2)

Απορρίπτει την αίτηση διεξαγωγής αποδείξεων ή λήψεως μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας

3)

Παρέλκει να αποφανθεί επί της αιτήσεως παρεμβάσεως.

4)

Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα, πλην των εξόδων της Agriconsulting Europe SA. Η τελευταία φέρει τα δικαστικά έξοδα στο πλαίσιο της αιτήσεως παρεμβάσεως.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/25


Προσφυγή της 14ης Μαΐου 2008 — CHEMK και Kuznetskie Ferrosplavy κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

(Υπόθεση T-190/08)

(2008/C 197/45)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Chelyabinsk elektrometallurgical integrated plant OAO (CHEMK) (Chelyabinsk, Ρωσία) και Kuznetskie Ferrosplavy OAO (Novokuznetsk, Ρωσία) (εκπρόσωπος: P. Vander Schueren, δικηγόρος)

Καθών: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει τον προσβαλλόμενο κανονισμό στο μέτρο που αφορά τις προσφεύγουσες·

να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας ή

επικουρικώς, να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγουσες προβάλλουν πέντε λόγους ακυρώσεως προς στήριξη της προσφυγής τους για την ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) 172/2008 (1) του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 2008, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές σιδηροπυριτίου καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Αιγύπτου, Καζακστάν, Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας και Ρωσίας (στο εξής: ο προσβαλλόμενος κανονισμός) στο μέτρο που αφορά τις προσφεύγουσες. Επικουρικώς, οι προσφεύγουσες ζητούν την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής, της 28ης Φεβρουαρίου 2008, που τους κοινοποιήθηκε στις 3 Μαρτίου 2008, με την οποία η Επιτροπή απέρριψε την αίτησή τους αναστολής των μέτρων αντιντάμπινγκ που θεσπίστηκαν με τον προσβαλλόμενο κανονισμό (στο εξής: η προσβαλλόμενη απόφαση).

Πρώτον, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι το Συμβούλιο παρέβη το άρθρο 2, παράγραφος 9, του βασικού κανονισμού (2) (στο εξής: ο βασικός κανονισμός) και δεν εκπλήρωσε την υποχρέωση παροχής επαρκούς αιτιολογίας διότι αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει το πραγματικό περιθώριο κέρδους του σχετικού εισαγωγέα των προσφευγουσών κατά τον υπολογισμό της τιμής τους εξαγωγής.

Δεύτερον, οι προσφεύγουσες επικαλούνται ότι το Συμβούλιο προσέβαλε την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων και παρέβη τα άρθρα 6, παράγραφος 7, 8, παράγραφος 4, και 20, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού, παρέχοντας εκτενή πληροφόρηση στην παραγωγό SILMAK από τη Μακεδονία.

Τρίτον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι το Συμβούλιο παρέβη το άρθρο 3, παράγραφος 6, του βασικού κανονισμού και υπέπεσε σε νομικό σφάλμα και πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως, καταλήγοντας ότι η βιομηχανία της Κοινότητας υπέστη σημαντική ζημία.

Τέταρτον, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός αντίκειται προς το άρθρο 3, παράγραφοι 6 και 7, του βασικού κανονισμού και πάσχει από νομικό σφάλμα, πολλαπλά πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως, έλλειψη της δέουσας επιμέλειας και ανεπαρκή αιτιολογία, καθόσον το Συμβούλιο, όπως ισχυρίζονται, δεν έλαβε υπόψη την επίδραση άλλων παραγόντων στην κατάσταση της βιομηχανίας στην Κοινότητα, οι οποίοι διασπούν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των επίμαχων εισαγωγών και της προβαλλόμενης σημαντικής ζημίας στη βιομηχανία της Κοινότητας.

Πέμπτον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι το Συμβούλιο προσέβαλε τα δικαιώματά τους άμυνας, αρνούμενο να τους παράσχει τα σχετικά με την καταγγελία στοιχεία που δικαιολογούσαν την έναρξη της έρευνας αντιντάμπινγκ.

Επικουρικώς, οι προσφεύγουσες επικαλούνται έναν λόγο ακυρώσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, ήτοι ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε νομικό σφάλμα και πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως και προσέβαλε την αρχή της ίσης μεταχείρισης και της χρηστής διοίκησης απορρίπτοντας την αίτηση των προσφευγουσών για την αναστολή των μέτρων.


(1)  ΕΕ 2008, L 55, σ. 6.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 1996, L 56, σ. 1).


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/26


Προσφυγή της 21ης Μαΐου 2008 — Transnational Company Kazchrome και ENRC Marketing κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση T-192/08)

(2008/C 197/46)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Transnational Company Kazchrome (ΤΝΚ Kazchrome) (Aktobe, Καζακστάν) και ENRC Marketing AG (Kloten, Ελβετία) (εκπρόσωποι: L. Ruessmann και A. Willems, δικηγόροι)

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να κηρύξει την προσφυγή απαράδεκτη·

να ακυρώσει τον κανονισμό (ΕΚ) 172/2008 του Συμβουλίου, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές σιδηροπυριτίου καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Αιγύπτου, Καζακστάν, Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας και Ρωσίας στο μέτρο που αφορά τις προσφεύγουσες·

να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγουσες, οι οποίες παράγουν και πωλούν σιδηροπυρίτιο στην αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ζητούν τη μερική ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) 172/2008 (1) του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 2008, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές σιδηροπυριτίου καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Αιγύπτου, Καζακστάν, Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας και Ρωσίας.

Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι θίγονται άμεσα και ατομικά από τον προσβαλλόμενο κανονισμό και ότι ο δασμός αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκε με τον εν λόγω κανονισμό είναι αποτέλεσμα πολλών προδήλων σφαλμάτων εκτιμήσεως, προδήλων σφαλμάτων σχετικών με τα πραγματικά περιστατικά και παραβάσεων του βασικού κανονισμού (2) (στο εξής: ο βασικός κανονισμός) καθώς και της Συμφωνίας Αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ. Οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται περαιτέρω ότι το καθού παρέλειψε την αιτιολόγηση που απαιτεί το άρθρο 253 ΕΚ.

Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι το Συμβούλιο δεν διέκρινε καταλλήλως μεταξύ των αποτελεσμάτων που επήλθαν από άλλους γνωστούς παράγοντες και της ζημίας που προκλήθηκε από τις επίμαχες εισαγωγές και, ως εκ τούτου, τα ευρήματα του Συμβουλίου αντίκεινται προς το άρθρο 3, παράγραφοι 2, 6 και 7, του βασικού κανονισμού.

Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως, οι προσφεύγουσες επικαλούνται ότι ο δασμός αντιντάμπινγκ επιβλήθηκε βάσει εσφαλμένης εκτιμήσεως του κοινοτικού συμφέροντος και κατά παράβαση του άρθρου 9, παράγραφος 4 και του άρθρου 21 του βασικού κανονισμού.

Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως, υποστηρίζεται ότι, μολονότι οι προσφεύγουσες παρείχαν στα κοινοτικά όργανα επαληθεύσιμα στοιχεία, αντιμετωπίστηκαν ως μη συνεργάσιμες, το Συμβούλιο δεν έλεγξε τα πραγματικά περιστατικά που χρησιμοποιήθηκαν σε βάρος των διαθέσιμων πληροφοριών που περιήλθαν σε γνώση τους και δεν παρείχε τη δέουσα μεταχείριση οικονομίας της αγοράς εντός των προθεσμιών που τάσσει ο βασικός κανονισμός.

Με τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι κατά τη διάρκεια της έρευνας προσβλήθηκαν τα δικαιώματά τους άμυνας.


(1)  ΕΕ 2008, L 55, σ. 6.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 1996, L 56, σ. 1).


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/26


Αναίρεση που άσκησε η Carina Skareby στις 21 Μαΐου 2008 κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 6 Μαρτίου 2008 στην υπόθεση F-46/06, Skareby κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-193/08 P)

(2008/C 197/47)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Carina Skareby (Leuven, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: S. Rodrigues και C. Bernard-Glanz, avocats)

Έτερος διάδικος στη διαδικασία: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 6 Μαρτίου 2008, στην υπόθεση F-46/06·

να δεχθεί τα αιτήματα περί ακυρώσεως και περί αποζημιώσεως που υπέβαλε ο αναιρεσείων ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την αίτησή της αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα ζητεί να αναιρεθεί η απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (ΔΔΔ) της 6ης Μαρτίου 2008, που εκδόθηκε στην υπόθεση Skareby κατά Επιτροπής, F-46/06, η οποία απέρριψε την προσφυγή-αγωγή με την οποία η αναιρεσείουσα ζήτησε, αφενός, την ακύρωση της εκθέσεως σταδιοδρομίας της για το έτος 2004 και, αφετέρου, αποζημίωση.

Προς στήριξη της αιτήσεώς της αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει δύο λόγους αναιρέσεως που αντλούνται από πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως (σκέψεις 66, 98 et 113 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως) και από παραμόρφωση του περιεχομένου ενός αποδεικτικού στοιχείου (σκέψη 68).


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/27


Προσφυγή-αγωγή της 21ης Μαΐου 2008 — Cattin και Cattin κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-194/08)

(2008/C 197/48)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες-ενάγοντες (στο εξής: προσφεύγοντες): R. Cattin & Cie (Bimbo, Κεντροαφρικανική Δημοκρατία) και Yves Cattin (Cadiz, Ισπανία) (εκπρόσωπος: B. Wägenbaur, δικηγόρος)

Καθής-εναγόμενη (στο εξής: καθής): Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγόντων

Οι προσφεύγοντες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να υποχρεώσει την καθής να καταβάλει στην προσφεύγουσα ποσό συνολικού ύψους 18 946 139 ευρώ για την υλική ζημία που υπέστη

να υποχρεώσει την καθής να καταβάλει στην προσφεύγουσα ποσό ύψους 100 000 ευρώ ως ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη

να υποχρεώσει την καθής να καταβάλει στον προσφεύγοντα ποσό ύψους 150 000 ευρώ ως ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη

να επιδικάσει τόκους υπερημερίας επί των ποσών αυτών από της ημερομηνίας εκδόσεως της αποφάσεως επί της παρούσας προσφυγής-αγωγής και μέχρις εξοφλήσεώς τους, υπολογιζόμενους με ετήσιο επιτόκιο ίσο με αυτό που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τις κύριες πράξεις αναχρηματοδοτήσεως, αυξημένο κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες αλλά μη υπερβαίνον το 6 %

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα τόσο της προσφεύγουσας όσο και του προσφεύγοντος

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Στην προσφεύγουσα εταιρία, ειδικευμένη στην παραγωγή, κατεργασία και εξαγωγή καφέ στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, δεν επιτράπηκε να χορηγηθούν πόροι του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης (ΕΤΑ), έναντι απαιτήσεων που είχε η εταιρία αυτή κατά του κρατικού οργανισμού «Soutien Café» που δημιουργήθηκε για την υποστήριξη της τιμής του καφέ κατά την περίοδο των σημαντικών πτώσεων των τιμών στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Η αιτιολογία που προβλήθηκε για τη μη χορήγηση αυτή ήταν ότι, σύμφωνα με έκθεση ελέγχου που καταρτίστηκε κατόπιν αιτήσεως των εθνικών αρχών, η εταιρία αυτή ήταν ύποπτη υπεξαιρέσεως ορισμένων ποσών προς όφελος των εταίρων της. Η προσφεύγουσα εταιρία αναγκάστηκε, κατόπιν του αποκλεισμού αυτού, να αναστείλει τη λειτουργία της και να απολύσει τους οκτακόσιους μονίμους υπαλλήλους της που εργάζονταν στις φυτείες της.

Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής τους, οι προσφεύγοντες προβάλλουν καταρχάς i) προσβολή των δικαιωμάτων τους άμυνας, στο μέτρο που η προσφεύγουσα εταιρία δεν έγινε δεκτή σε ακρόαση κατά την κατάρτιση της εκθέσεως ελέγχου από την οποία προκύπτει η υπεξαίρεση και ii) παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας, καθόσον ουδεμία απόδειξη προσκομίσθηκε προς στήριξη του συμπεράσματος αυτού.

Εν συνεχεία, οι προσφεύγοντες επικαλούνται ένα λόγο αντλούμενο από παραβίαση των αρχών της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, της ασφάλειας δικαίου και από παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως, καθόσον η προσφεύγουσα εταιρία αποκλείστηκε από τη χορήγηση των ποσών χωρίς η Επιτροπή να της απευθύνει οποιαδήποτε πράξη ενέχουσα απόφαση και χωρίς η προσφεύγουσα να πληροφορηθεί επισήμως τις συστάσεις της εκθέσεως ελέγχου στην οποία βασίζεται ο αποκλεισμός αυτός.

Τέλος, οι προσφεύγοντες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή παραβίασε τις αρχές της επιμέλειας και της χρηστής διοικήσεως, καθόσον δεν δόθηκε απάντηση στα αιτήματα που υποβλήθηκαν από τις εθνικές αρχές στην Επιτροπή σχετικά με την υπόθεση της προσφεύγουσας εταιρίας και καθόσον καθίσταται αναγκαία η διεξαγωγή νέας έρευνας, εφόσον η έκθεση ελέγχου στηρίζεται σε εσφαλμένα αριθμητικά στοιχεία, πράγμα που η Επιτροπή αναγνώρισε χωρίς ωστόσο να προβεί στις απαιτούμενες ενέργειες.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/27


Προσφυγή της 26ης Μαΐου 2008 — Market Watch κατά ΓΕΕΑ — Ares Trading (SEROSLIM)

(Υπόθεση T-201/08)

(2008/C 197/49)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Market Watch Franchise & Consulting, Inc. (Freeport, Μπαχάμες) (εκπρόσωπος: J. E. Korab, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Ares Trading, SA (Aubonne, Ελβετία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να κάνει δεκτή την προσφυγή που άσκησε η προσφεύγουσα·

να ακυρώσει την απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), της 6ης Μαρτίου 2008, στην υπόθεση R 0805/2007-2 και να απορρίψει το αίτημα που υπέβαλε η αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών να αναγνωριστεί η ακυρότητα του σχετικού κοινοτικού σήματος και

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώριση κοινοτικού σήματος: Η προσφεύγουσα

Σήμα προς καταχώριση: Το λεκτικό σήμα «SEROSLIM» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 3, 5 και 35 — αίτηση αριθ. 4 113 321

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Η αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών

Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου: Το λεκτικό σήμα «SEROSTIM» για προϊόντα της κλάσεως 5 — κοινοτικό σήμα αριθ. 2 405 694

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Δεκτή η ανακοπή για όλα τα προϊόντα της κλάσης 5 και για «σαπούνια, λοσιόν για τα μαλλιά και οδοντοσκευάσματα» της κλάσης 3

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 8 του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου καθόσον το πιο σημαντικό στοιχείο κατά την εκτίμηση της ύπαρξης κινδύνου σύγχυσης είναι η συνολική εντύπωση που δίνουν τα δύο επίμαχα σήματα στο οικείο κοινό. Περαιτέρω, η ύπαρξη κινδύνου σύγχυσης που έχει σημασία από πλευράς δικαίου των σημάτων, εξαρτάται, συναφώς, από πολλές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά, της αναγνωρισιμότητας του επίμαχου σήματος, των συσχετισμών που το χρησιμοποιηθέν ή καταχωρισθέν σημείο φαίνεται να δημιουργεί καθώς και του βαθμού ομοιότητας μεταξύ του σήματος και του σημείου ή μεταξύ των προϊόντων και υπηρεσιών που αυτά προσδιορίζουν.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/28


Προσφυγή της 4ης Ιουνίου 2008 — Team Relocations NV κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-204/08)

(2008/C 197/50)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Team Relocations NV (Zaventem, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: H. Gilliams, J. Bocken, lawyers)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει το άρθρο 1 της αποφάσεως της Επιτροπής της 11ης Μαρτίου 2008 στην υπόθεση COMP/38.543 — Υπηρεσίες διασυνοριακών μεταφορών οικοσκευών, στο μέτρο που αποφαίνεται ότι η προσφεύγουσα παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53, παράγραφος 1, ΕΟΧ την περίοδο Ιανουαρίου 1997-Σεπτεμβρίου 2003 προβαίνοντας σε άμεσο και έμμεσο καθορισμό των τιμών των υπηρεσιών διασυνοριακών μεταφορών στη βελγική αγορά, κατανέμοντας μέρος της αγοράς και κατευθύνοντας τη διαδικασία υποβολής προσφορών,

να ακυρώσει το άρθρο 2 της αποφάσεως της Επιτροπής της 11ης Μαρτίου 2008 στην υπόθεση COMP/38.543 — Υπηρεσίες διασυνοριακών μεταφορών οικοσκευών, στο μέτρο που επιβάλλει στην προσφεύγουσα πρόστιμο 3,49 εκατομμυρίων ευρώ,

επικουρικώς, να μειώσει ουσιαστικώς το επιβληθέν με την ανωτέρω απόφαση πρόστιμο,

εν πάση περιπτώσει, να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της διαδικασίας.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Με την παρούσα προσφυγή ζητείται η βάσει του άρθρου 230 ΕΚ ακύρωση των άρθρων 1 και 2 της αποφάσεως της Επιτροπής C(2008) 926 τελικό, της 11ης Μαρτίου 2008 (υπόθεση COMP/38.543 — Υπηρεσίες διασυνοριακών μεταφορών οικοσκευών), σχετικά με μια διαδικασία βάσει του άρθρου 81, παράγραφος 1, ΕΚ και του άρθρου 53, παράγραφος 1, ΕΟΧ, κατά το μέρος που επιβάλλει πρόστιμο στην προσφεύγουσα.

Προς στήριξη των αιτημάτων της η προσφεύγουσα προβάλλει οκτώ λόγους ακυρώσεως:

Πρώτον, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 ΕΟΧ καθώς και την υποχρέωσή της αιτιολογήσεως, διότι με το άρθρο 1 της αποφάσεώς της αποφάνθηκε ότι η προσφεύγουσα συμμετέσχε από τον Ιανουάριο 1997 έως τον Σεπτέμβριο 2003 σε ενιαία και συνεχή παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ.

Δεύτερον, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της ίσης μεταχείρισης καθώς και τις κατευθυντήριες γραμμές του 2006 για την επιβολή προστίμων (1) λαμβάνοντας υπόψη, για τον υπολογισμό του βασικού ποσού του προστίμου, τις συνολικές πωλήσεις της προσφεύγουσας στη βελγική αγορά διασυνοριακών μεταφορών, περιλαμβανομένων των εσόδων που προέρχονται από τη μεταφορά οικοσκευών ιδιωτών.

Τρίτον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το ποσοστό του 17 % επί της αξίας των πωλήσεων που εφάρμοσε η Επιτροπή για τον υπολογισμό του βασικού ποσού του προστίμου της προσφεύγουσας είναι υπερβολικά υψηλό. Η Επιτροπή, πράττοντας τούτο, παραβίασε τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της αναλογικότητας, τις κατευθυντήριες γραμμές του 2006 και την υποχρέωση αιτιολογήσεως.

Τέταρτον, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι είναι αβάσιμος ο πολλαπλασιασμός του ποσού των πωλήσεων της προσφεύγουσας με τον αριθμό των ετών κατά τη διάρκεια των οποίων εφάρμοζε τις πρακτικές. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι ο αυτόματος πολλαπλασιασμός του ποσού που καθορίζεται βάσει της αξίας των πωλήσεων με τον αριθμό των ετών που διήρκεσε η συμμετοχή της επιχείρησης στην παράβαση προσδίδει στη φερόμενη διάρκεια της παράβασης δυσανάλογη σημασία σε σχέση με άλλους παράγοντες και ιδίως με τη βαρύτητα της παράβασης.

Πέμπτον, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι είναι αβάσιμη η επιβολή πρόσθετου ποσού ύψους 436 850,53 ευρώ, ίσου με το 17 % της αξίας των πωλήσεων.

Έκτον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή έπρεπε να λάβει υπόψη της ορισμένες ελαφρυντικές περιστάσεις που δικαιολογούν μείωση του προστίμου.

Έβδομον, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι είναι αβάσιμη η επιβολή προστίμου που υπερβαίνει το 10 % του κύκλου εργασιών της. Πράττοντας τούτο, η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (2) και την αρχή της αναλογικότητας.

Όγδοον, επικουρικώς, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι το πρόστιμο πρέπει να μειωθεί ουσιαστικώς λαμβανομένης υπόψη της αδυναμίας της να το πληρώσει.


(1)  Κατευθυντήριες γραμμές για τη μέθοδο υπολογισμού των προστίμων που επιβάλλονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 23, παράγραφος 2, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (ΕΕ 2006 C 210, σ. 2).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης (ΕΕ 2003 L 1, σ. 1).


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/29


Προσφυγή της 9ης Ιουνίου 2008 — Ισπανία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-206/08)

(2008/C 197/51)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγον: Βασίλειο της Ισπανίας (εκπρόσωπος: F. Díez Moreno)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Το προσφεύγον ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 8ης Απριλίου 2008 (2008/321/ΕΚ), σχετικά με την εξαίρεση από την κοινοτική χρηματοδότηση ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του ΕΓΤΠΕ και του ΕΓΤΕ, καθόσον περιλαμβάνει διορθώσεις που θίγουν το Βασίλειο της Ισπανίας, κατόπιν δύο ερευνών σχετικά με το δυναμικό της αμπελοοινικής παραγωγής (VT/VI/2002/14 και VT/VI/2006/09), για συνολικό ποσό 54 949 195,80 ευρώ, λόγω επιβολής διόρθωσης με συντελεστή 10 % επί του συνόλου των δαπανών που δηλώθηκαν στο πλαίσιο των σχετικών ενισχύσεων·

να καταδικάσει το καθού όργανο στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι εξαιρέσεις από την κοινοτική χρηματοδότηση που θίγουν την Ισπανία στην παρούσα διαφορά προέρχονται από δύο έρευνες σχετικά με το δυναμικό της αμπελοοινικής παραγωγής (VT/VI/2002/14 και VT/VI/2006/09), λαμβάνουν δε ως βάση υπολογισμού της δημοσιονομικής διόρθωσης τις δαπάνες που δήλωσε η Ισπανία στο πλαίσιο όλων των μέτρων ενίσχυσης που μπορούσαν να εφαρμοστούν στα προϊόντα παρανόμων αμπελοτεμαχίων κατά τα δημοσιονομικά έτη 2003 και 2004, για συνολικό ποσό 54 949 195,80 ευρώ (διορθωση 10 % επί όλων των δαπανών που δηλώθηκαν στο πλαίσιο αυτών των ενισχύσεων, λόγω αδυναμιών στον έλεγχο της απαγόρευσης κάθε φύτευσης αμπέλων).

Το Βασίλειο της Ισπανίας δεν δέχεται την προτεινόμενη δημοσιονομική διόρθωση, θεωρώντας τη αδικαιολόγητη και δυσανάλογη, για τους ακόλουθους λόγους:

μη αιτιολόγηση της προτεινόμενης διόρθωσης·

ορθή εφαρμογή, εκ μέρους των ισπανικών οργανισμών, των ελέγχων για τον εντοπισμό των παρανόμων φυτεύσεων κατά τα οικονομικά έτη 2003 και 2004·

μη τήρηση, εκ μέρους των υπηρεσιών της Επιτροπής, των προβλεπομένων διαδικασιών για την εκκαθάριση των λογαριασμών·

μη προσήκουσα χρήση των αποτελεσμάτων της έρευνας που πραγματοποίηθηκε το 2002·

απόρριψη της κατ' αναλογία εφαρμογής της προτεινόμενης διόρθωσης στις Αυτόνομες Περιφέρειες που δεν ελέγχθηκαν·

απουσία τεχνικών επιχειρημάτων προς στήριξη του προτεινόμενου ποσοστού διόρθωσης: τα διάφορα ρυθμιστικά μέτρα εισάγουν δυσμενείς διακρίσεις.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/30


Προσφυγή της 4ης Ιουνίου 2008 — Stichting Administratiekantoor Portielje κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-209/08)

(2008/C 197/52)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Stichting Administratiekantoor Portielje (Ρότερνταμ, Κάτω Χώρες) (εκπρόσωπος: D. Van hove, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση C(2008) 926 τελικό της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2008, η οποία κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα στις 25 Μαρτίου 2008, περί διαδικασίας βάσει του άρθρου 81 ΕΚ (υπόθεση COMP/38.543 — Υπηρεσίες διεθνών μετακομίσεων), κατά το μέτρο που αφορά την προσφεύγουσα,

επικουρικώς, να ακυρώσει το άρθρο 2, στοιχείο ε', της αποφάσεως, κατά το μέτρο που αφορά την προσφεύγουσα, για τους λόγους που προβάλλονται με τον τέταρτο και/ή τον πέμπτο λόγο ακυρώσεως, και να μειώσει αντιστοίχως το επιβληθέν με το άρθρο 2 πρόστιμο, καθόσον αυτό βαρύνει την προσφεύγουσα,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα έξοδα της παρούσας δίκης.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Ο πρώτος λόγος ακυρώσεως τον οποίο προβάλλει η προσφεύγουσα συνίσταται στο ότι η απόφαση αντιβαίνει στο άρθρο 81 ΕΚ και στο άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 (1), δεδομένου ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε κατά νόμο ότι η προσφεύγουσα αποτελεί επιχείρηση υπό την έννοια των ως άνω άρθρων.

Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η απόφαση αντιβαίνει στο άρθρο 81 ΕΚ και στο άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003, διότι η Επιτροπή, υπό το πρίσμα των πραγματικών στοιχείων, καταλόγισε εσφαλμένως τη συμπεριφορά της Gosselin στην προσφεύγουσα.

Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η απόφαση αντιβαίνει στο άρθρο 81 ΕΚ. Με το πρώτο σκέλος, προβάλλεται ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε κατά νόμο ότι οι πράξεις που μπορούν να προσαφθούν στην Gosselin πρέπει να χαρακτηρισθούν ως σημαντικός περιορισμός του ανταγωνισμού, υπό την έννοια του άρθρου 81 ΕΚ. Με το δεύτερο σκέλος, προβάλλεται ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε κατά νόμον ότι η συμφωνία στην οποία μετέσχε η Gosselin μπορεί να επηρεάσει σημαντικά το μεταξύ κρατών μελών εμπόριο.

Με τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως, προβάλλεται ότι η απόφαση αντιβαίνει στο άρθρο 23 του κανονισμού 1/2003 (2), στο άρθρο 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 17/62 (3) και στις κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων (4). Οι διατάξεις αυτές παραβιάστηκαν στο πλαίσιο του καθορισμού της βαρύτητας της παραβάσεως και της αξίας των πωλήσεων προκειμένου να υπολογισθεί το βασικό ποσό του επιβληθέντος στην Gosselin χρηματικού προστίμου, καθώς και, τέλος, λόγω της απορρίψεως των ελαφρυντικών περιστάσεων που αφορούσαν την Gosselin κατά τον υπολογισμό του προστίμου.

Τέλος, με τον πέμπτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι παραβιάστηκε η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, ιδίως στο πλαίσιο της διαπιστώσεως του καθορισμού της παραβάσεως και της αξίας των πωλήσεων που ελήφθησαν υπόψη για τον υπολογισμό του προστίμου.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ L 1, σ. 1).

(2)  Προπαρατεθείς στην υποσημείωση 1.

(3)  ΕΟΚ Συμβούλιο: Κανονισμός αριθ. 17: Πρώτος κανονισμός εφαρμογής των άρθρων 85 και 86 της Συνθήκης (ΕΕ ειδ. έκδ. 08/001, σ. 25).

(4)  Κατευθυντήριες γραμμές για τη μέθοδο υπολογισμού των προστίμων που επιβάλλονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 23, παράγραφος 2, [στοιχείο] α', του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ C 210, σ. 2).


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/30


Προσφυγή της 4ης Ιουνίου 2008 — Verhuizingen Coppens κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-210/08)

(2008/C 197/53)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Verhuizingen Coppens NV (Bierbeek, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: J. Stuyck και I. Buelens, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει το άρθρο 1 της αποφάσεως της Επιτροπής της 11ης Μαρτίου 2008 στην υπόθεση COMP/38.543, κατά το μέτρο που αφορά την προσφεύγουσα,

να ακυρώσει το άρθρο 2 της αποφάσεως της Επιτροπής της 11ης Μαρτίου 2008 στην υπόθεση COMP/38.543, κατά το μέτρο που αφορά την προσφεύγουσα,

επικουρικώς, να μειώσει σημαντικά το πρόστιμο και να το καθορίσει σε ποσό ανερχόμενο στο 10 % κατ' ανώτατο όριο του κύκλου εργασιών της προσφεύγουσας στη σχετική αγορά των υπηρεσιών διεθνών μετακομίσεων,

σε κάθε περίπτωση, να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με τους δύο πρώτους λόγους ακυρώσεως, η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως C(2008) 926 τελικό της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου, περί διαδικασίας βάσει του άρθρου 81 ΕΚ (υπόθεση COMP/38.543 — Υπηρεσίες διεθνών μετακομίσεων).

Η προσφεύγουσα προβάλλει, πρώτον, παράβαση του άρθρου 81, παράγραφος 1, ΕΚ. Η προσφεύγουσα καταδικάσθηκε λόγω συμμετοχής σε μια σύνθετη σύμπραξη, παρά το ότι, κατά τον φάκελο της Επιτροπής, η προσφεύγουσα διέφερε από τους λοιπούς μετέχοντες διότι η συμμετοχή της αποδείχθηκε μόνον ως προς μικρό μέρος της προβαλλομένης συμπράξεως. Περαιτέρω, η συμμετοχή της προσφεύγουσας στην παράβαση που συνίσταται στη σύμπραξη ήταν συντομότερη απ' ό,τι ισχυρίζεται η Επιτροπή και η Επιτροπή παρέλειψε να εκτιμήσει τη σχετική βαρύτητα της συμμετοχής της προσφεύγουσας στη σύμπραξη.

Δεύτερον, η προσφεύγουσα προβάλλει παράβαση του άρθρου 23, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 1/2003 (1), δεδομένου ότι η Επιτροπή καθόρισε εσφαλμένως τόσο τη διάρκεια όσο και τον διαρκή χαρακτήρα της παραβάσεως.

Επικουρικώς, η προσφεύγουσα ζητεί την απαλλαγή της από το πρόστιμο ή, τουλάχιστον, τη δραστική μείωσή του, με την αιτιολογία ότι το βασικό ποσό του προστίμου καθορίστηκε και υπολογίστηκε εσφαλμένως και ότι κατά τον καθορισμό του προστίμου παραβιάστηκε προδήλως η αρχή της αναλογικότητας.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ L 1, σ. 1).


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/31


Προσφυγή της 4ης Ιουνίου 2008 — Putters International κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-211/08)

(2008/C 197/54)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Putters International NV (Cargovil, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: K. Platteau, advocaat)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει το άρθρο 1 της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατά το μέρος που η διάταξη αυτή ορίζει ότι η προσφεύγουσα παρέβη το άρθρο 81, παράγραφος 1, ΕΚ καθόσον η ίδια και άλλες επιχειρήσεις καθόρισαν, άμεσα και έμμεσα, τις τιμές των υπηρεσιών διεθνών μετακομίσεων στο Βέλγιο, μοίρασαν μεταξύ τους ένα μέρος της αγοράς αυτής και χειραγώγησαν τη διαδικασία υποβολής προσφορών·

να ακυρώσει το άρθρο 2 της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατά το μέρος που επιβάλλει στην προσφεύγουσα πρόστιμο 395 000 ευρώ·

αν το Πρωτοδικείο κρίνει ότι ήταν ενδεδειγμένη η επιβολή προστίμου στην προσφεύγουσα, στο πλαίσιο της εξουσίας πλήρους δικαιοδοσίας που απορρέει από το άρθρο 229 ΕΚ και από το άρθρο 31 του κανονισμού 1/2003 να καθορίσει πρόστιμο σημαντικά μικρότερου ποσού από το ποσό του προστίμου που επέβαλε η Επιτροπή·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί να ακυρωθεί η απόφαση της Επιτροπής C(2008) 926 τελικό της 11ης Μαρτίου 2008 σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ (υπόθεση COMP/38.543 — Υπηρεσίες διεθνών μετακομίσεων).

Πρώτον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως ορίζοντας ότι η προσφεύγουσα έλαβε μέρος σε μια πολύπλοκη και συμπαγή σύμπραξη, η οποία είχε ως σκοπό να καθοριστούν, άμεσα και έμμεσα, οι τιμές των υπηρεσιών διεθνών μετακομίσεων στο Βέλγιο, να μοιραστεί στα μέλη της συμπράξεως ένα μέρος της αγοράς αυτής και να χειραγωγηθεί η διαδικασία υποβολής προσφορών, ενώ η προσφεύγουσα έλαβε μέρος μόνο σε πρακτικές σχετικά με προμήθειες και με εικονικούς προϋπολογισμούς, και τούτο εντελώς σποραδικά.

Δεύτερον, η προσφεύγουσα προβάλλει παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, καθόσον η Επιτροπή κατά τον υπολογισμό του βασικού ποσού του προστίμου, ανεξάρτητα από τον αριθμό και από τη φύση των παραβάσεων της προσφεύγουσας και ανεξάρτητα από τον αντίκτυπό τους στη σχετική αγορά, έλαβε υπόψη τον συνολικό κύκλο εργασιών σχετικά με τις υπηρεσίες διεθνών μετακομίσεων.

Τρίτον, η προσφεύγουσα προβάλλει παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, καθόσον η Επιτροπή κατά τον υπολογισμό του προστίμου, ανεξάρτητα από τον ρόλο των μελών της συμπράξεως και από τη φύση των πρακτικών στις οποίες έλαβαν μέρος, δεν διέκρινε μεταξύ των μελών της συμπράξεως, αλλά εφάρμοσε σε όλα τα μέλη της συμπράξεως το ίδιο ποσοστό όσον αφορά τη σοβαρότητα της παραβάσεως και την ανάγκη αποτροπής.

Τέταρτον, η προσφεύγουσα προβάλλει παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, καθόσον η Επιτροπή επέβαλε το ανώτατο επιτρεπόμενο πρόστιμο σε ένα μέλος μιας συμπράξεως το οποίο είχε περιορισμένο ρόλο όπως η προσφεύγουσα.

Πέμπτον και τελευταίον, η προσφεύγουσα προβάλλει παραβίαση των αρχών της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ίσης μεταχειρίσεως και εσφαλμένη κρίση της Επιτροπής, καθόσον η τελευταία δεν διαπίστωσε ελαφρυντικές περιστάσεις υπέρ της προσφεύγουσας.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/32


Προσφυγή της 4ης Ιουνίου 2008 — Amertranseuro International Holdings κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-212/08)

(2008/C 197/55)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Amertranseuro International Holdings Ltd (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο), Trans Euro Ltd (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο) και Team Relocations Ltd (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωπος: L. Gyselen, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει το άρθρο 2, σημείο i, της απόφασης της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2008, στην υπόθεση COM/38.543 — Υπηρεσίες διασυνοριακών μετακομίσεων, καθόσον με αυτήν έγινε δεκτό ότι οι προσφεύγουσες ευθύνονται εις ολόκληρον για την εκ μέρους της Team Relocations NV φερόμενη παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ και του άρθρου 53 ΕΟΧ κατά την περίοδο από Ιανουάριο του 1997 έως Σεπτέμβριο του 2003,

επικουρικά, να ακυρώσει το άρθρο 2, σημείο i, αυτής της απόφασης της Επιτροπής, καθόσον δεν περιορίζει πραγματικά την εις ολόκληρον ευθύνη της Amertranseuro Ltd στο ποσό του 1,3 εκατομμυρίου ευρώ,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγουσες ζητούν τη μερική ακύρωση, σύμφωνα με το άρθρο 230 ΕΚ, της απόφασης της Επιτροπής C(2008) 926 τελικό, της 11ης Μαρτίου 2008 (Υπόθεση COM/38.543 — Υπηρεσίες διασυνοριακών μετακομίσεων) (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), σχετικά με διαδικασία δυνάμει του άρθρου 81, παράγραφος 1, ΕΚ και του άρθρου 53, παράγραφος 1, ΕΟΧ. Ειδικότερα, οι προσφεύγουσες ζητούν την ακύρωση του άρθρου 2, σημείο i, της προσβαλλόμενης απόφασης στο μέτρο που με αυτήν γίνεται δεκτό ότι οι προσφεύγουσες ευθύνονται εις ολόκληρον για τη φερόμενη συμμετοχή της Team Relocations NV (στο εξής: ΤRNV) στην παράβαση που περιγράφεται στο άρθρο 1 της προσβαλλόμενης απόφασης.

Προς στήριξη των αιτημάτων τους οι προσφεύγουσες προβάλλουν δύο λόγους.

Πρώτον, υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη κρίνοντας ότι ευθύνονται και οι τρεις εταιρίες, μολονότι ούτε γνώριζαν ούτε μπορούσαν να γνωρίζουν ότι η TRNV συμμετείχε στην εν λόγω παράβαση. Δεύτερον, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η επιβολή προστίμου το οποίο οι εταιρίες αυτές αδυνατούν να καταβάλουν συνιστά κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους της Επιτροπής.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/32


Προσφυγή της 9ης Ιουνίου 2008 — Paul Alfons Rehbein κατά ΓΕΕΑ — Hervé Dias Martinho και Manuel Dias Martinho (Outburst)

(Υπόθεση T-214/08)

(2008/C 197/56)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Paul Alfons Rehbein (GmbH & Co.) KG (Glinde, Γερμανία) (εκπρόσωπος: T. E. Lampel, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικοι ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Hervé Dias Martinho και Manuel Carlos Dias Martinho (Le Plessis Trévise, Γαλλία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), της 13ης Μαρτίου 2008, στην υπόθεση R 1261/2007-2 και

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτούντες την καταχώριση κοινοτικού σήματος: Οι αντίδικοι ενώπιον του τμήματος προσφυγών

Σήμα προς καταχώριση: Το εικονιστικό σήμα «Outburst» για προϊόντα των κλάσεων 16, 18 και 25 — αίτηση αριθ. 4 318 333

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Η προσφεύγουσα

Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου: Το εθνικό λεκτικό σήμα «Outburst» για προϊόντα της κλάσεως 25 — καταχώριση γερμανικού σήματος αριθ. 399 40 713

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Απόρριψη της ανακοπής στο σύνολό της

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 43, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου, καθόσον υπήρξε ουσιαστική χρήση του προγενέστερου εθνικού σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία καταχωρίστηκε· παράβαση του άρθρου 76, παράγραφος 1, στοιχείο στ', του εν λόγω κανονισμού, καθόσον το τμήμα προσφυγών έσφαλε διότι δεν έλαβε υπόψη την ένορκη βεβαίωση του διευθύνοντος συμβούλου της προσφεύγουσας· παράβαση του άρθρου 74, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού και του κανόνα 22, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 2868/95 (1), καθόσον τα περαιτέρω αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζονται κατά το στάδιο της προσφυγής κατά της διαδικασίας ανακοπής είναι παραδεκτά και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εκτίμηση της ουσιαστικής χρήσης του αντιταχθέντος σήματος· προσβολή του δικαιώματος ακροάσεως της προσφεύγουσας, καθόσον το τμήμα προσφυγών έπρεπε να λάβει υπόψη τα αποδεικτικά στοιχεία για τη χρήση του σήματος που προσκομίστηκαν μετά την παρέλευση της προθεσμίας.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1995, L 303, σ. 1).


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/33


Προσφυγή της 11ης Ιουνίου 2008 — Lemans κατά ΓΕΕΑ — Stephen Turner (ICON)

(Υπόθεση T-218/08)

(2008/C 197/57)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Lemans Corporation (Janesville, Ηνωμένες Πολιτείες) (εκπρόσωπος: M. Cover, Solicitor)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Stephen Turner (Luddington, Ηνωμένο Βασίλειο)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), της 28ης Μαρτίου 2008, στην υπόθεση R 589/2007-2·

να αναγνωρίσει ότι η ανακοπή πρέπει να απορριφθεί και ότι το σχετικό κοινοτικό σήμα μπορεί να καταχωριστεί και

να καταδικάσει τον αντίδικο ενώπιον του τμήματος προσφυγών στα δικαστικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων των προσφυγών ενώπιον του τμήματος προσφυγών και του Πρωτοδικείου.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώριση κοινοτικού σήματος: Η προσφεύγουσα.

Σήμα προς καταχώριση: Το εικονιστικό σήμα «ICON» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 9, 18 και 25 — αίτηση αριθ. 2 197 366.

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Ο αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών.

Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου: Το εθνικό λεκτικό σήμα «IKON» για προϊόντα της κλάσεως 9 — καταχώριση σήματος στο Ηνωμένο Βασίλειο αριθ. 2 243 676.

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Απόρριψη της αιτήσεως στο σύνολό της.

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής.

Λόγοι ακυρώσεως: Το τμήμα προσφυγών έσφαλε κατά την εκτίμησή του ότι ο αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιόν του νομιμοποιούνταν ενεργητικά να ασκήσει ανακοπή.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/33


Προσφυγή της Impala κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 13 Ιουνίου 2008

(Υπόθεση T-229/08)

(2008/C 197/58)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Independent Music Publishers and Labels Association (Impala, διεθνής ένωση) (Bρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: S. Crosby, J. Golding, Solicitors, και I. Wekstein, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

Να ακυρώσει την από 3 Οκτωβρίου 2007 απόφαση της Επιτροπής, στην υπόθεση COMP/M.3333 — Sony/BMG, με την οποία πράξη συγκεντρώσεως κηρύσσεται συμβατή με την κοινή αγορά και τη λειτουργία της Συμφωνίας για τον ΕΟΧ, σύμφωνα με το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 4064/89 του Συμβουλίου (1)·

Να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Με την από 19 Ιουλίου 2004 απόφαση C(2004) 2815, η Επιτροπή κήρυξε συμβατή με την κοινή αγορά τη συγκέντρωση με την οποία η Bertelsmann AG και η Sony Corporation of America απέκτησαν από κοινού τον έλεγχο της κοινής επιχειρήσεως Sony BMG, ενοποιώντας τις δραστηριότητές τους στον τομέα της ηχογραφημένης μουσικής (Υπόθεση COMP/M.3333 — Sony/BMG). Με την απόφαση της 13ης Ιουλίου 2006, το Πρωτοδικείο ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής (2). Κατόπιν της ακυρώσεως αυτής, η υπόθεση αναπέμφθηκε στην Επιτροπή, η οποία επανεκτίμησε τη συγκέντρωση σύμφωνα με τις τρέχουσες συνθήκες της αγοράς και με την προσβαλλομένη απόφαση C(2007) 4507, της 3ης Οκτωβρίου 2007 έκρινε τη συγκέντρωση συμβατή με την κοινή αγορά και τη λειτουργία της Συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

Η προσφεύγουσα, η οποία είναι διεθνής ένωση βελγικού δικαίου εκπροσωπούσα ανεξάρτητες εταιρίες παραγωγής μουσικής που είναι ανταγωνιστές των μερών της συγκεντρώσεως, ζητεί την ακύρωση της εν λόγω αποφάσεως. Ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή, κηρύσσοντας συμβατή τη συγκέντρωση, υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, και/ή εφάρμοσε εσφαλμένως τη νομοθεσία περί συλλογικής δεσπόζουσας θέσεως, και/ή παρέβη το άρθρο 253 EΚ, παραλείποντας:

να εφαρμόσει το ορθό κριτήριο και να εκτιμήσει προσηκόντως την ύπαρξη, ενίσχυση ή δημιουργία συλλογικής δεσπόζουσας θέσεως στην αγορά της μαγνητικής ή οπτικής μουσικής ηχογραφήσεως και της μουσικής ηχογραφήσεως σε ψηφιακά μορφότυπα·

να διεξαγάγει ανάλυση προοπτικών όσον αφορά το ότι η συγκέντρωση μπορεί να ενισχύσει ή να δημιουργήσει συλλογική δεσπόζουσα θέση στην αγορά της μαγνητικής ή οπτικής μουσικής ηχογραφήσεως και της μουσικής ηχογραφήσεως σε ψηφιακά μορφότυπα, και να αιτιολογήσει ή να αιτιολογήσει αρκούντως τη μη διεξαγωγή αναλύσεως προοπτικών·

να διεξαγάγει προσήκουσα ανάλυση όσον αφορά τα δυνητικά αποτελέσματα της συγκεντρώσεως στην επιλογή των καταναλωτών ή στην πολιτιστική πολυφωνία, ή να διεξαγάγει συναφή ανάλυση· και

τέλος, να διαπιστώσει ότι η συγχώνευση ενίσχυσε ή δημιούργησε συλλογική δεσπόζουσα θέση στην αγορά της μαγνητικής ή οπτικής μουσικής ηχογραφήσεως και της μουσικής ηχογραφήσεως σε ψηφιακά μορφότυπα.


(1)  Κανονισμός (ΕΟΚ) 4064/89 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (ΕΕ L 395, σ. 1, διορθωτικό ΕΕ 1990 L 257, σ. 13).

(2)  Υπόθεση T-464/04, Impala κατά Επιτροπής (Συλλογή 2006, σ. II-2289), αναιρετική απόφαση, υπόθεση C-413/06 P, Bertelsmann and Sony Corporation of America κατά Impala.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/34


Προσφυγή της 25ης Ιουνίου 2008 — Melli Bank κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση T-246/08)

(2008/C 197/59)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Melli Bank plc (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωποι: R. Gordon, QC, J. Stratford, Barrister, R. Gwynne και T. Din, Solicitors)

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την παράγραφο 4 του τμήματος B του παραρτήματος της αποφάσεως 2008/475/ΕΚ του Συμβουλίου, σχετικά ορισμένα περιοριστικά μέτρα κατά του Ιράν, καθόσον εφαρμόζεται στη Melli Bank plc·

να λάβει κάθε περαιτέρω ή άλλο μέτρο που φαίνεται δίκαιο και κατάλληλο υπό τις περιστάσεις αυτές·

να καταδικάσει το Συμβούλιο στην καταβολή των εξόδων της τράπεζας όσον αφορά την παρούσα προσφυγή.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Στην υπό κρίση υπόθεση, η προσφεύγουσα ζητεί τη μερική ακύρωση της αποφάσεως 2008/475/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008 (1), περί εφαρμογής του άρθρου 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 423/2007 σχετικά με ορισμένα περιοριστικά μέτρα κατά του Ιράν (2), στον βαθμό που η προσφεύγουσα περιλαμβάνεται στον κατάλογο των φυσικών και νομικών προσώπων, των οντοτήτων και των οργανισμών, των οποίων δεσμεύονται τα κεφάλαια και οι οικονομικοί πόροι κατ' εφαρμογήν της διατάξεως αυτής.

Η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της παραγράφου 4 του τμήματος B του παραρτήματος, καθόσον την αφορά, θεωρώντας ότι είναι διττώς παράνομη.

Πρώτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δυσανάλογη λόγω του ότι η δέσμευση των κεφαλαίων και των οικονομικών περιουσιακών της στοιχείων i) δεν έχει λογική σχέση με τον σκοπό της παρεμποδίσεως της διαδόσεως πυρηνικών όπλων ή της χρηματοδοτήσεώς της και ii) δεν αποτελεί το λιγότερο περιοριστικό μέτρο για να ασκηθεί ο έλεγχος της προσφεύγουσας ή για να επιτευχθεί ο σκοπός της παρεμποδίσεως της χρηματοδοτήσεως της διαδόσεως πυρηνικών όπλων.

Δεύτερον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά παραβίαση της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω του ότι, αφενός, η προσφεύγουσα είναι στην ίδια κατάσταση με άλλες θυγατρικές ιρανικών τραπεζών στο Ηνωμένο Βασίλειο και τελεί σε ουσιωδώς παρεμφερή κατάσταση με αυτή άλλων τραπεζών του Ηνωμένου Βασιλείου, συμπεριλαμβανομένων αυτών που έχουν συναλλαγές με το Ιράν, αλλά αντιμετωπίστηκε κατά διαφορετικό τρόπο, και, αφετέρου, τελεί σε σημαντικά διαφορετική κατάσταση σε σχέση με μια άλλη τράπεζα που προσδιορίστηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών αλλά η οποία αντιμετωπίστηκε κατά τον ίδιο τρόπο.


(1)  ΕΕ 2008, L 163, σ. 29.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 423/2007 του Συμβουλίου, της 19 Απριλίου 2007, σχετικά με ορισμένα περιοριστικά μέτρα κατά του Ιράν (ΕΕ 2007, L 103, σ. 1).


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/35


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 26ης Μαΐου 2008 — Ypma κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

(Υπόθεση T-9/94) (1)

(2008/C 197/60)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Ο πρόεδρος του ογδόου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 59 της 26.2.1994.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/35


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιουνίου 2008 — Καταλαγαριανάκης κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-402/03) (1)

(2008/C 197/61)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του εβδόμου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 35 της 7.2.2004.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/35


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιουνίου 2008 — Martins κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-11/04) (1)

(2008/C 197/62)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του εβδόμου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 59 της 6.3.2004.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/35


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιουνίου 2008 — Martinez Mongay κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-101/04) (1)

(2008/C 197/63)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του εβδόμου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 106 της 30.4.2004.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/35


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιουνίου 2008 — Piccinni-Leopardi κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-128/04) (1)

(2008/C 197/64)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του εβδόμου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 118 της 30.4.2004.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/36


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουνίου 2008 — Piccinni-Leopardi κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-390/04) (1)

(2008/C 197/65)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του έκτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 300 της 4.12.2004.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/36


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 17ης Ιουνίου 2008 — Rossi κατά ΓΕΕΑ — K & L Ruppert Stiftung (Rossi)

(Υπόθεση T-31/05) (1)

(2008/C 197/66)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Ο πρόεδρος του ογδόου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 93 της 16.4.2005.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/36


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 5ης Ιουνίου 2008 — Cegelec κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-104/05) (1)

(2008/C 197/67)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του πέμπτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 106 της 30.4.2005.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/36


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 17ης Ιουνίου 2008 — Angiotech Pharmaceuticals κατά ΓΕΕΑ (VASCULAR WRAP)

(Υπόθεση T-342/06) (1)

(2008/C 197/68)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Ο πρόεδρος του ογδόου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 326 της 30.12.2006.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/36


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 6ης Ιουνίου 2008 — Chupa Chups κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-331/07) (1)

(2008/C 197/69)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Ο πρόεδρος του δεύτερου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 247 της 20.10.2007.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/36


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 16ης Ιουνίου 2008 — Quest Diagnostics κατά ΓΕΕΑ — ALK — Abelló (DIAQUEST)

(Υπόθεση T-22/08) (1)

(2008/C 197/70)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Ο πρόεδρος του δεύτερου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 92 της 12.4.2008.


Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης

2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/37


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 2008 — De Fays κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-97/07) (1)

(Υπαλληλική υπόθεση - Υπάλληλοι - Αναρρωτική άδεια - Αντικανονική απουσία - Διαδικασία διαιτησίας)

(2008/C 197/71)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Chantal De Fays (Bereldange, Λουξεμβούργο) (εκπρόσωποι: P.-P. Van Gehuchten και P. Reyniers, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: D. Martin και K. Herrmann)

Αντικείμενο

Αφενός, ακύρωση των αποφάσεων της Επιτροπής περί εφαρμογής έναντι της προσφεύγουσας του άρθρου 60 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και, αφετέρου, αίτημα αποζημίωσης.

Διατακτικό

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά του.


(1)  ΕΕ C 283 της 24.11.2007, σ. 45.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/37


Προσφυγή της 9ης Ιουνίου 2008 — Palazzo κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-57/08)

(2008/C 197/72)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Armida Palazzo (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: S. Orlandi, A. Coolen, J.-N. Louis, E. Marchal, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αντικείμενο και περιγραφή της διαφοράς

Αφενός, κήρυξη του παρανόμου του άρθρου 4 του παραρτήματος VIII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και, αφετέρου, ακύρωση της αποφάσεως της ΑΔΑ περί υπολογισμού της αναγνωρίσεως συνταξίμων ετών που απέκτησε η προσφεύγουσα ως τοπική υπάλληλος

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να κηρύξει παράνομο το άρθρο 4 του παραρτήματος VIII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

να ακυρώσει την απόφαση της ΑΔΑ της 24ης Οκτωβρίου 2007, περί υπολογισμού της αναγνωρίσεως συνταξίμων ετών που απέκτησε η προσφεύγουσα ως τοπική υπάλληλος

να καταδικάσει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στα δικαστικά έξοδα.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/37


Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 18ης Ιουνίου 2008 — Kröppelin κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση F-2/05)

(2008/C 197/73)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του πρώτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως κατόπιν φιλικού διακανονισμού.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/38


Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 18ης Ιουνίου 2008 — Huober κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση F-4/05)

(2008/C 197/74)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του πρώτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως κατόπιν φιλικού διακανονισμού.


2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 197/38


Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 18ης Ιουνίου 2008 — Kröppelin κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση F-6/05)

(2008/C 197/75)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του πρώτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως κατόπιν φιλικού διακανονισμού.