ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 11ης Νοεμβρίου 2021 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Κανονισμός (ΕΕ) 1169/2011 – Παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές – Άρθρο 9, παράγραφος 1, σημείο l – Διατροφική δήλωση – Άρθρο 31, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο – Υπολογισμός της ενεργειακής αξίας και της ποσότητας των θρεπτικών ουσιών – Δυνατότητα να σχετίζονται οι πληροφορίες με το τρόφιμο μετά την παρασκευή του – Προϋποθέσεις – Άρθρο 33, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο – Έκφραση ανά μερίδα ή ανά μονάδα κατανάλωσης»

Στην υπόθεση C‑388/20,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Bundesgerichtshof (Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, Γερμανία) με απόφαση της 23ης Ιουλίου 2020, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 14 Αυγούστου 2020, στο πλαίσιο της δίκης

Bundesverband der Verbraucherzentralen und Verbraucherverbände – Verbraucherzentrale Bundesverband eV

κατά

Dr. August Oetker Nahrungsmittel KG,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τους J. Passer (εισηγητή), πρόεδρο του εβδόμου τμήματος, προεδρεύοντα του ογδόου τμήματος, F. Biltgen και N. Wahl, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: Α. Ράντος

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Bundesverband der Verbraucherzentralen und Verbraucherverbände – Verbraucherzentrale Bundesverband eV, εκπροσωπούμενη από τον P. Wassermann, Rechtsanwalt,

η Dr. August Oetker Nahrungsmittel KG, εκπροσωπούμενη από την C. Konnertz-Häußler, Rechtsanwältin,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον C. Hödlmayr και την B. Rous Demiri,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 2ας Σεπτεμβρίου 2021,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 31, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, καθώς και του άρθρου 33, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΕ) 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές, την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1924/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1925/2006 και την κατάργηση της οδηγίας 87/250/ΕΟΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 90/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της οδηγίας 1999/10/ΕΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 2000/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών της Επιτροπής 2002/67/ΕΚ και 2008/5/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 608/2004 της Επιτροπής (ΕΕ 2011, L 304, σ. 18).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Bundesverband der Verbraucherzentralen und Verbraucherverbände – Verbraucherzentrale Bundesverband eV (Ομοσπονδίας των οργανώσεων και ενώσεων καταναλωτών, Γερμανία) (στο εξής: BVV) και της Dr. August Oetker Nahrungsmittel KG (στο εξής: Dr. Oetker), με αντικείμενο αγωγή με την οποία ζητείται να υποχρεωθεί η ανωτέρω εταιρία να εναρμονίσει τη διατροφική επισήμανση στο εμπρόσθιο μέρος συσκευασίας μούσλι με τις απαιτήσεις του κανονισμού 1169/2011.

Το νομικό πλαίσιο

3

Οι αιτιολογικές σκέψεις 35, 37 και 41 του κανονισμού 1169/2011 έχουν ως εξής:

«(35)

Για να διευκολυνθεί η σύγκριση προϊόντων σε διαφορετικά μεγέθη συσκευασιών, είναι σκόπιμο να διατηρηθεί η απαίτηση σύμφωνα με την οποία η υποχρεωτική διατροφική δήλωση θα πρέπει να αναφέρεται σε ποσότητες 100 g ή 100 ml και, αν χρειάζεται, να επιτρέπονται πρόσθετες δηλώσεις ανά μερίδα. Συνεπώς, στις περιπτώσεις όπου το τρόφιμο είναι προσυσκευασμένο και διατίθενται στην αγορά εξατομικευμένες μερίδες ή μονάδες κατανάλωσης, θα πρέπει να επιτρέπεται διατροφική δήλωση ανά μερίδα ή ανά μονάδα κατανάλωσης, επιπροσθέτως της αναφοράς σε ποσότητες 100 g ή 100 ml. Πέραν αυτών, για να παρέχονται συγκρίσιμες ενδείξεις σχετικά με μερίδες ή μονάδες κατανάλωσης, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κανόνες σχετικά με την έκφραση της διατροφικής δήλωσης ανά μερίδα ή μονάδα κατανάλωσης για συγκεκριμένες κατηγορίες τροφίμων.

[…]

(37)

Δεδομένου ότι ένας από τους στόχους που επιδιώκεται με τον παρόντα κανονισμό είναι η παροχή μιας βάσης στον τελικό καταναλωτή προκειμένου να προβαίνει ενήμερος σε επιλογές, είναι σημαντικό να εξασφαλισθεί από αυτήν την άποψη ότι ο τελικός καταναλωτής κατανοεί εύκολα τις πληροφορίες που παρέχονται στην επισήμανση. […]

[…]

(41)

Για να ανταποκρίνονται στον μέσο καταναλωτή και να εξυπηρετούν τον ενημερωτικό σκοπό για τον οποίο προορίζονται, λαμβανομένου δε υπόψη του σημερινού επιπέδου γνώσεων για το θέμα της διατροφής, οι παρεχόμενες διατροφικές πληροφορίες θα πρέπει να είναι απλές και εύκολα κατανοητές. Η αναγραφή των πληροφοριών για τα τρόφιμα εν μέρει στο κύριο οπτικό πεδίο, κοινώς γνωστό ως “εμπρόσθιο μέρος της συσκευασίας”, και εν μέρει σε άλλη όψη της συσκευασίας, παραδείγματος χάριν στο “οπίσθιο μέρος της συσκευασίας”, θα μπορούσε να δημιουργήσει σύγχυση στους καταναλωτές. Συνεπώς, η διατροφική δήλωση θα πρέπει να αναγράφεται στο ίδιο οπτικό πεδίο. Επιπλέον, σε προαιρετική βάση, τα πιο σημαντικά στοιχεία των διατροφικών πληροφοριών μπορούν να επαναλαμβάνονται στο κύριο οπτικό πεδίο, με σκοπό να μπορούν οι καταναλωτές να βλέπουν εύκολα τις ουσιώδεις διατροφικές πληροφορίες όταν αγοράζουν τρόφιμα. Η ελεύθερη επιλογή ως προς τις πληροφορίες που θα μπορούσαν να επαναλαμβάνονται ενδέχεται να δημιουργεί σύγχυση στους καταναλωτές. Είναι επομένως αναγκαίο να διευκρινισθεί ποιες πληροφορίες μπορούν να επαναλαμβάνονται.»

4

Το άρθρο 9 του κανονισμού, το οποίο επιγράφεται «Κατάλογος υποχρεωτικών ενδείξεων», προβλέπει στην παράγραφο 1 τα ακόλουθα:

«Σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 35 και με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στο παρόν κεφάλαιο, είναι υποχρεωτική η αναγραφή των ακόλουθων ενδείξεων:

[…]

ιβ) διατροφική δήλωση.»

5

Το άρθρο 30 του ως άνω κανονισμού, το οποίο τιτλοφορείται «Περιεχόμενο», ορίζει τα εξής:

«1.   Η υποχρεωτική διατροφική δήλωση περιλαμβάνει τα ακόλουθα

α)

ενεργειακή αξία, και

β)

ποσότητες λιπαρών, κορεσμένων, υδατανθράκων, σακχάρων, πρωτεϊνών και αλατιού.

[…]

3.   Αν η επισήμανση ενός προσυσκευασμένου τροφίμου προβλέπει την υποχρεωτική διατροφική δήλωση της παραγράφου 1, οι κάτωθι πληροφορίες μπορούν να επαναλαμβάνονται σε αυτήν:

α)

η ενεργειακή αξία ή

β)

η ενεργειακή αξία μαζί με τις ποσότητες σε λιπαρά, κορεσμένα, σάκχαρα και αλάτι.

4.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 36 παράγραφος 1, εφόσον η επισήμανση των προϊόντων που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 4 προβλέπει διατροφική δήλωση, το περιεχόμενο της δήλωσης μπορεί να περιορίζεται μόνο στην ενεργειακή αξία.

5.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 44 και κατά παρέκκλιση από το άρθρο 36 παράγραφος 1, εφόσον η επισήμανση των προϊόντων που προβλέπονται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 προβλέπει διατροφική δήλωση, το περιεχόμενο αυτής της δήλωσης μπορεί να περιορίζεται μόνο:

α)

στην ενεργειακή αξία ή

β)

στην ενεργειακή αξία μαζί με τις ποσότητες σε λιπαρά, κορεσμένα, σάκχαρα και αλάτι.

[…]»

6

Το άρθρο 31 του ίδιου κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Υπολογισμός», προβλέπει στην παράγραφο 3 τα ακόλουθα:

«Η ενεργειακή αξία και οι ποσότητες των θρεπτικών ουσιών που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφοι 1 ως 5 είναι εκείνες του τροφίμου όπως πωλείται.

Κατά περίπτωση, οι πληροφορίες μπορεί να σχετίζονται με το τρόφιμο μετά την παρασκευή του, με την προϋπόθεση ότι παρέχονται επαρκώς λεπτομερείς οδηγίες παρασκευής και οι πληροφορίες σχετίζονται με το τρόφιμο όπως παρασκευάζεται για κατανάλωση.»

7

Το άρθρο 32 του κανονισμού 1169/2011, με τίτλο «Έκφραση ανά 100 g ή ανά 100 ml», ορίζει στην παράγραφο 2 τα εξής:

«Η ενεργειακή αξία και η ποσότητα θρεπτικών ουσιών που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφοι 1 ως 5 εκφράζεται ανά 100 g ή ανά 100 ml.»

8

Το άρθρο 33 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο επιγράφεται «Έκφραση σε βάση ανά μερίδα ή ανά μονάδα κατανάλωσης», προβλέπει στις παραγράφους 1 και 2 τα ακόλουθα:

«1.   Στις κάτωθι περιπτώσεις, η ενεργειακή αξία και οι ποσότητες θρεπτικών ουσιών που προβλέπονται από το άρθρο 30 παράγραφοι 1 έως 5 μπορούν να εκφράζονται ανά μερίδα και/ή ανά μονάδα κατανάλωσης, που αναγνωρίζονται εύκολα από τον καταναλωτή, υπό τον όρο ότι η χρησιμοποιούμενη μερίδα ή η μονάδα ορίζεται ποσοτικά στην ετικέτα και ότι δηλώνεται ο αριθμός των μερίδων ή μονάδων που περιέχονται στη συσκευασία:

α)

επιπλέον της μορφής έκφρασης ανά 100 g ή ανά 100 ml που προβλέπεται στο άρθρο 32 παράγραφος 2·

β)

επιπλέον της μορφής έκφρασης ανά 100 g ή ανά 100 ml που προβλέπεται στο άρθρο 32 παράγραφος 3 σχετικά με τις ποσότητες βιταμινών και ανόργανων συστατικών·

γ)

επιπλέον ή αντί της μορφής έκφρασης ανά 100 g ή ανά 100 ml που προβλέπεται στο άρθρο 32 παράγραφος 4.

2.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 32 παράγραφος 2, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 3 στοιχείο β), η ποσότητα θρεπτικών ουσιών και/ή το ποσοστό των προσλαμβανόμενων ποσοτήτων αναφοράς που καθορίζονται στο μέρος Β του παραρτήματος ΧΙΙΙ μπορούν να εκφράζονται σε βάση ανά μερίδα ή ανά μονάδα κατανάλωσης μόνο.

Όταν οι ποσότητες των θρεπτικών συστατικών εκφράζονται σε βάση ανά μερίδα ή ανά μονάδα κατανάλωσης μόνο, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, η ενεργειακή αξία εκφράζεται ανά 100 g ή ανά 100 ml και σε βάση ανά μερίδα ή ανά μονάδα κατανάλωσης […].»

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

9

Η Dr. Oetker είναι γερμανική εταιρία τροφίμων η οποία παράγει και εμπορεύεται μούσλι υπό την ονομασία «Dr. Oetker Vitalis Knuspermüsli Schoko+Κeks» (τραγανό μούσλι με σοκολάτα και μπισκότα). Η συσκευασία του προϊόντος αυτού είναι ένα κουτί από χαρτόνι ορθογώνιου σχήματος.

10

Η ως άνω συσκευασία περιλαμβάνει τις ακόλουθες διατροφικές δηλώσεις:

στην πλαϊνή όψη της συσκευασίας (τη στενή πλευρά του κουτιού), υπό τον τίτλο «Διατροφικές πληροφορίες», αναγράφονται οι ενδείξεις για την ενεργειακή αξία και τις ποσότητες λιπαρών, κορεσμένων, υδατανθράκων, σακχάρων, πρωτεϊνών και αλατιού, αφενός, ανά 100 γραμμάρια του προϊόντος όπως πωλείται και, αφετέρου, ανά μερίδα 40 γραμμαρίων μούσλι κατόπιν παρασκευής με την προσθήκη 60 χιλιοστόλιτρων γάλακτος με περιεκτικότητα σε λιπαρά 1,5 %·

στην εμφανή όψη της συσκευασίας (το κύριο οπτικό πεδίο του κουτιού) επαναλαμβάνονται οι ενδείξεις για την ενεργειακή αξία και τις ποσότητες λιπαρών, κορεσμένων, σακχάρων και αλατιού, μόνο σε σχέση με τη μερίδα του προϊόντος κατόπιν παρασκευής.

11

Η BVV απέστειλε εξώδικη όχληση στην Dr. Oetker ζητώντας της να συμμορφωθεί, όσον αφορά τη διαφήμιση του προϊόντος που μνημονεύεται στις σκέψεις 9 και 10 της παρούσας αποφάσεως, προς τις ρυθμίσεις του κανονισμού 1169/2011 οι οποίες διέπουν τη διατροφική δήλωση. Συγκεκριμένα, κατά την BVV, η Dr. Oetker παρέβη το άρθρο 33, σε συνδυασμό με τα άρθρα 30 και 32 του κανονισμού, διότι στην εμφανή όψη της συσκευασίας του επίμαχου προϊόντος η ενεργειακή αξία αναγράφεται όχι ανά μερίδα του προϊόντος όπως πωλείται, αλλά μόνον ανά μερίδα του προϊόντος κατόπιν παρασκευής.

12

Δεδομένου ότι η όχληση δεν τελεσφόρησε, η BVV άσκησε αγωγή ενώπιον του Landgericht Bielefeld (πρωτοδικείου του Bielefeld, Γερμανία), το οποίο, με απόφαση της 8ης Αυγούστου 2018, την έκανε δεκτή. Κατόπιν εφέσεως που άσκησε η Dr. Oetker, το Oberlandesgericht Hamm (εφετείο του Hamm, Γερμανία), με απόφαση της 13ης Ιουνίου 2019, εξαφάνισε την απόφαση αυτή και απέρριψε την αγωγή της BVV.

13

Η BVV άσκησε κατά της αποφάσεως του Oberlandesgericht Hamm (εφετείου του Hamm) αναίρεση ενώπιον του Bundesgerichtshof (Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου, Γερμανία), που είναι το αιτούν δικαστήριο.

14

Κατά το αιτούν δικαστήριο, η έκβαση της αιτήσεως αναιρέσεως εξαρτάται, ειδικότερα, από το αν το άρθρο 31, παράγραφος 3, και το άρθρο 33, παράγραφος 2, του κανονισμού 1169/2011 έχουν την έννοια ότι απαγορεύουν, σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, να αναγράφονται για διαφημιστικούς σκοπούς στην εμφανή όψη συσκευασίας διατροφικές πληροφορίες ανά μερίδα του τροφίμου κατόπιν παρασκευής, χωρίς να αναφέρεται παράλληλα η ενεργειακή αξία ανά 100 γραμμάρια του ίδιου τροφίμου όπως πωλείται.

15

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Bundesgerichtshof (Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Έχει το άρθρο 31, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1169/2011 την έννοια ότι η διάταξη αυτή εφαρμόζεται μόνο σε τρόφιμα για τα οποία απαιτείται παρασκευή και για τα οποία ο τρόπος παρασκευής είναι προκαθορισμένος;

2)

Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα: εννοεί η ακολουθία λέξεων “ανά 100 g”, η οποία χρησιμοποιείται στο άρθρο 33, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1169/2011, μόνον 100 γραμμάρια του προϊόντος όπως πωλείται ή –τουλάχιστον και– 100 γραμμάρια του τροφίμου μετά την παρασκευή του;»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

16

Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 31, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1169/2011 έχει την έννοια ότι η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αποκλειστικώς στα τρόφιμα για τα οποία απαιτείται παρασκευή πριν από την κατανάλωσή τους και των οποίων ο τρόπος παρασκευής είναι προκαθορισμένος.

17

Εν προκειμένω, το επίμαχο στην κύρια δίκη προϊόν είναι δυνατόν να παρασκευαστεί με διάφορους τρόπους, ήτοι, μεταξύ άλλων, με την προσθήκη γάλακτος, γιαουρτιού, λευκού τυριού, χυμού φρούτων, φρούτων, μαρμελάδας ή μελιού. Είναι, επίσης, δυνατόν να καταναλωθεί χωρίς καμία παρασκευή.

18

Συνεπώς, το Δικαστήριο καλείται να αποφανθεί αν, όταν υπάρχουν διάφορες μέθοδοι παρασκευής ενός τροφίμου, οι διατροφικές δηλώσεις οι οποίες επαναλαμβάνονται σε προαιρετική βάση στο εμπρόσθιο μέρος της συσκευασίας του τροφίμου μπορούν να περιορίζονται σε έναν μόνον από τους τρόπους παρασκευής.

19

Κατά το άρθρο 31, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1169/2011, οι διατροφικές πληροφορίες μπορεί, «[κ]ατά περίπτωση», να σχετίζονται «με το τρόφιμο μετά την παρασκευή του», αντί να σχετίζονται με το τρόφιμο «όπως πωλείται», «με την προϋπόθεση ότι παρέχονται επαρκώς λεπτομερείς οδηγίες παρασκευής και οι πληροφορίες σχετίζονται με το τρόφιμο όπως παρασκευάζεται για κατανάλωση».

20

Η διάταξη αυτή, η οποία δεν περιέχει καμία ρητή παραπομπή στο δίκαιο των κρατών μελών για τον προσδιορισμό της έννοιας και του πεδίου εφαρμογής της, πρέπει να ερμηνεύεται με γνώμονα όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και τον σκοπό που επιδιώκει η οικεία κανονιστική ρύθμιση (πρβλ. απόφαση της 16ης Ιουλίου 2020, AFMB κ.λπ., C-610/18, EU:C:2020:565, σκέψη 50).

21

Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 45, 49 και 50 των προτάσεών του, ούτε η γραμματική ούτε η συστηματική ερμηνεία είναι αποφασιστικής σημασίας ως προς το κατά πόσον το άρθρο 31, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1169/2011 καταλαμβάνει μόνον τα τρόφιμα για τα οποία υπάρχει μόνον ένας προκαθορισμένος τρόπος παρασκευής ή και τα τρόφιμα που μπορούν να καταναλωθούν κατόπιν παρασκευής με διαφορετικούς τρόπους, όπως με την προσθήκη σε αυτά διαφόρων συστατικών. Πράγματι, πέραν του γεγονότος ότι το γράμμα της διατάξεως δεν παρέχει κανένα στοιχείο από το οποίο να απορρέει σαφής και κατηγορηματική απάντηση στο ερώτημα αυτό, ο κανονισμός 1169/2011 δεν περιέχει καμία διάταξη σχετικά με τον υπολογισμό και την παρουσίαση των διατροφικών δηλώσεων που πρέπει να αναγράφονται στο εμπρόσθιο μέρος της συσκευασίας.

22

Κατά συνέπεια, μόνο με τελολογική ερμηνεία μπορούν να συναχθούν στοιχεία απάντησης όσον αφορά, ιδίως, τη σημασία της φράσης «κατά περίπτωση» που περιέχεται στο άρθρο 31, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1169/2011.

23

Όσον αφορά τον σκοπό που επιδιώκεται με το άρθρο 31, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1169/2011, αυτός πρέπει να εκτιμηθεί υπό το πρίσμα τόσο του σκοπού της ίδιας της διατάξεως όσο και των σκοπών της επίμαχης κανονιστικής ρυθμίσεως, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται, όπως έχει επισημάνει το Δικαστήριο, ο σκοπός της διασφαλίσεως υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά τις πληροφορίες για τα τρόφιμα, λαμβανομένων υπόψη των διαφορών στην αντίληψη των καταναλωτών (πρβλ. απόφαση της 1ης Οκτωβρίου 2020, Groupe Lactalis, C‑485/18, EU:C:2020:763, σκέψη 43 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

24

Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 52 των προτάσεών του, από τις αιτιολογικές σκέψεις 35 και 41 του κανονισμού 1169/2011 προκύπτει ότι το άρθρο 31 του κανονισμού σκοπεί στη διευκόλυνση της συγκρίσεως των τροφίμων και στην ενημέρωση των καταναλωτών.

25

Συγκεκριμένα, σύμφωνα την αιτιολογική σκέψη 35, οι διατάξεις που αφορούν την αναφορά της διατροφικής δήλωσης σε ποσότητες 100 g ή 100 ml έχουν ως σκοπό να «διευκολυνθεί η σύγκριση προϊόντων σε διαφορετικά μεγέθη συσκευασιών». Η εν λόγω αιτιολογική σκέψη διευκρινίζει επίσης ότι επιτρέπονται «πρόσθετες δηλώσεις ανά μερίδα», «επιπροσθέτως της αναφοράς σε ποσότητες 100 g ή 100 ml», «αν χρειάζεται», «στις περιπτώσεις όπου το τρόφιμο είναι προσυσκευασμένο και διατίθενται στην αγορά εξατομικευμένες μερίδες ή μονάδες κατανάλωσης».

26

Όσον αφορά την αιτιολογική σκέψη 41, αυτή προβλέπει ότι «[γ]ια να ανταποκρίνονται στον μέσο καταναλωτή και να εξυπηρετούν τον ενημερωτικό σκοπό για τον οποίο προορίζονται» οι παρεχόμενες διατροφικές πληροφορίες θα πρέπει «να είναι απλές και εύκολα κατανοητές». Από την ίδια αιτιολογική σκέψη προκύπτει επίσης ότι, «σε προαιρετική βάση, τα πιο σημαντικά στοιχεία των διατροφικών πληροφοριών μπορούν να επαναλαμβάνονται στο κύριο οπτικό πεδίο, με σκοπό να μπορούν οι καταναλωτές να βλέπουν εύκολα τις ουσιώδεις διατροφικές πληροφορίες όταν αγοράζουν τρόφιμα».

27

Από τα ανωτέρω στοιχεία συνάγεται ότι, στην περίπτωση κατά την οποία, όπως εν προκειμένω, ένα τρόφιμο μπορεί να παρασκευαστεί με διάφορους τρόπους, οι πληροφορίες οι οποίες αφορούν την ενεργειακή αξία και την ποσότητα των θρεπτικών ουσιών του τροφίμου κατόπιν της παρασκευής του με τον τρόπο που προτείνεται από τον κατασκευαστή δεν επιτρέπουν τη σύγκριση με τα αντίστοιχα τρόφιμα άλλων κατασκευαστών, δεδομένου ότι ο υπολογισμός της ενεργειακής αξίας και της ποσότητας των θρεπτικών ουσιών ενός προϊόντος που μπορεί να παρασκευαστεί με διάφορους τρόπους είναι, εξ ορισμού, αβέβαιος, καθόσον κατ’ ανάγκην ποικίλλει αναλόγως του τρόπου παρασκευής.

28

Η έλλειψη συγκρισιμότητας δεν μπορεί να θεραπευθεί ούτε από το γεγονός ότι οι τιμές μιας μερίδας αναγράφονται σε άλλο σημείο της συσκευασίας μαζί με τις τιμές ανά 100 g του προϊόντος όπως πωλείται. Όπως επισήμανε το Δικαστήριο στην απόφαση της 4ης Ιουνίου 2015, Bundesverband der Verbraucherzentralen und Verbraucherverbände (C-195/14, EU:C:2015:361, σκέψεις 38 έως 40), το γεγονός ότι ο κατάλογος των συστατικών αναγράφεται επί της συσκευασίας του οικείου προϊόντος δεν αρκεί για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να οδηγούν η επισήμανσή του και ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιείται η επισήμανση αυτή τον αγοραστή σε πλάνη. Κατ’ αναλογίαν, οι μεμονωμένες πληροφορίες οι οποίες αναγράφονται στο εμπρόσθιο μέρος της συσκευασίας δεν καθιστούν δυνατή τη σύγκριση των προϊόντων και οι πρόσθετες δηλώσεις που αναγράφονται σε άλλο σημείο της συσκευασίας με διαφορετικές ποσότητες αναφοράς είναι απλώς ικανές να δημιουργήσουν ακόμη περισσότερη σύγχυση στον καταναλωτή ως προς τη συγκρισιμότητα προς άλλα προϊόντα.

29

Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται εξάλλου από την αιτιολογική σκέψη 37 του κανονισμού 1169/2011, σύμφωνα με την οποία είναι σημαντικό να εξασφαλισθεί ότι ο τελικός καταναλωτής κατανοεί εύκολα τις πληροφορίες που αναγράφονται στην επισήμανση, ώστε να του παρέχονται οι βάσεις προκειμένου να προβαίνει ενήμερος σε επιλογές.

30

Ως εκ τούτου, τα τρόφιμα τα οποία είναι δυνατόν να παρασκευαστούν με διάφορους τρόπους πρέπει να αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 33, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1169/2011.

31

Κατά συνέπεια, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 31, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1169/2011 έχει την έννοια ότι η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αποκλειστικώς στα τρόφιμα για τα οποία απαιτείται παρασκευή και για τα οποία ο τρόπος παρασκευής είναι προκαθορισμένος.

Επί του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος

32

Δεδομένης της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα.

Επί των δικαστικών εξόδων

33

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 31, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΕ) 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές, την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1924/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1925/2006 και την κατάργηση της οδηγίας 87/250/ΕΟΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 90/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της οδηγίας 1999/10/ΕΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 2000/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών της Επιτροπής 2002/67/ΕΚ και 2008/5/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 608/2004 της Επιτροπής, έχει την έννοια ότι η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αποκλειστικώς στα τρόφιμα για τα οποία απαιτείται παρασκευή και για τα οποία ο τρόπος παρασκευής είναι προκαθορισμένος.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.