ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)

της 19ης Απριλίου 2018 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Διεθνής δικαιοδοσία, αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας – Κανονισμός (EK) 2201/2003 – Δικαστήριο κράτους μέλους ενώπιον του οποίου έχει υποβληθεί αίτηση για τη χορήγηση δικαστικής άδειας αποποιήσεως κληρονομίας για λογαριασμό ανηλίκου – Διεθνής δικαιοδοσία επί ζητημάτων γονικής μέριμνας – Παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας – Άρθρο 12, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ – Αποδοχή της διεθνούς δικαιοδοσίας – Προϋποθέσεις»

Στην υπόθεση C‑565/16,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Ειρηνοδικείο Λέρου (Ελλάδα) με απόφαση της 25ης Οκτωβρίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 9 Νοεμβρίου 2016, στο πλαίσιο της ένδικης διαδικασίας που κίνησαν οι

Alessandro Saponaro,

Καλλιόπη‑Χλόη Ξυλινά,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους C. G. Fernlund (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, A. Arabadjiev και E. Regan, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: E. Tanchev

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις Τ. Παπαδοπούλου, Γ. Παπαδάκη και Ευστ. Τσαούση,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον M. Wilderspin και την Αθ. Κατσιμέρου,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 6ης Δεκεμβρίου 2017,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 12, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 2201/2003 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2003, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΚ) 1347/2000 (ΕΕ 2003, L 338, σ. 1).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαδικασίας κινηθείσας κατόπιν αιτήσεως που υπέβαλαν ο Alessandro Saponaro και η Καλλιόπη‑Χλόη Ξυλινά για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους, για τη χορήγηση δικαστικής άδειας αποποιήσεως της επαχθείσας στο τέκνο αυτό κληρονομίας.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

3

Η αιτιολογική σκέψη 12 του κανονισμού 2201/2003 έχει ως εξής:

«Οι κανόνες [διεθνούς δικαιοδοσίας] που θεσπίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού περί γονικής μέριμνας επιλέγονται υπό το πρίσμα του συμφέροντος του παιδιού, ειδικότερα δε του κριτηρίου της εγγύτητας. Αυτό σημαίνει ότι κατά πρώτο λόγο θα πρέπει να [έχουν διεθνή δικαιοδοσία] τα δικαστήρια του κράτους μέλους της συνήθους διαμονής του παιδιού, εκτός από ορισμένες περιπτώσεις μεταβολής της διαμονής του παιδιού ή ύστερα από συμφωνία μεταξύ των δικαιούχων της γονικής μέριμνας.»

4

Το άρθρο 1 του κανονισμού αυτού ορίζει τα ακόλουθα:

«1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται, ανεξάρτητα από το είδος του δικαστηρίου, σε αστικές υποθέσεις που αφορούν:

[...]

β)

την ανάθεση, την άσκηση, την ανάθεση σε τρίτο, την ολική ή μερική αφαίρεση της γονικής μέριμνας.

2.   Οι υποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1, στοιχείο βʹ, αφορούν ιδίως:

[...]

ε)

τα μέτρα προστασίας του παιδιού που συνδέονται με τη διοίκηση, τη συντήρηση ή τη διάθεση της περιουσίας του.

3.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται:

[...]

στ)

στο εμπίστευμα [τραστ] και [στις] κληρονομίες·

[...]».

5

Το άρθρο 8 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Γενική δικαιοδοσία», προβλέπει τα εξής:

«1.   Τα δικαστήρια κράτους μέλους έχουν [διεθνή] δικαιοδοσία επί θεμάτων που αφορούν τη γονική μέριμνα παιδιού το οποίο έχει συνήθη διαμονή σε αυτό το κράτος μέλος κατά τ[ον χρόνο] άσκησης [του ενδίκου βοηθήματος].

2.   Η παράγραφος 1 δεν θίγει τις διατάξεις των άρθρων 9, 10 και 12.»

6

Το άρθρο 12 του ιδίου κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Παρέκταση [διεθνούς δικαιοδοσίας]», ορίζει, στις παραγράφους 1 έως 3, τα εξής:

«1.   Τα δικαστήρια του κράτους μέλους [όπου η διεθνής δικαιοδοσία] ασκείται βάσει του άρθρου 3, για να αποφασίσουν για μια αίτηση διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού ή ακύρωσης του γάμου των συζύγων, [έχουν διεθνή δικαιοδοσία] για οιοδήποτε ζήτημα σχετικά με τη γονική μέριμνα το οποίο συνδέεται με την αίτηση αυτή, εφόσον

[...]

β)

η [διεθνής δικαιοδοσία] των εν λόγω δικαστηρίων έχει γίνει ρητώς ή κατ’ άλλον ανεπιφύλακτο τρόπο αποδεκτή από τους συζύγους και από τους δικαιούχους της γονικής μέριμνας κατά την ημερομηνία που επελήφθη το δικαστήριο και είναι προς το ύψιστο συμφέρον του παιδιού.

2.   Η [διεθνής δικαιοδοσία] που ασκείται κατ’ εφαρμογήν της παραγράφου 1 παύει όταν

α)

είτε η απόφαση η οποία δέχεται την αίτηση διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού ή ακύρωσης του γάμου ή την απορρίπτει καθίσταται τελεσίδικη·

β)

είτε, σε περίπτωση κατά την οποία μια διαδικασία σχετικά με τη γονική μέριμνα εκκρεμεί ακόμη κατά την ημερομηνία η οποία προβλέπεται στο στοιχείο αʹ, όταν μια απόφαση σχετικά με τη γονική μέριμνα καθίσταται τελεσίδικη·

γ)

είτε, στις περιπτώσεις οι οποίες προβλέπονται στα στοιχεία αʹ και βʹ, όταν η διαδικασία έχει περατωθεί για άλλους λόγους.

3.   Τα δικαστήρια κράτους μέλους [έχουν] επίσης [διεθνή δικαιοδοσία] σε θέματα γονικής μέριμνας σε διαδικασίες εκτός από αυτές που προβλέπονται στην παράγραφο 1, εφόσον:

α)

το παιδί έχει στενή σχέση με αυτό το κράτος μέλος, λόγω, ιδίως, του ότι ένας εκ των δικαιούχων της γονικής μέριμνας έχει τη συνήθη διαμονή του σε αυτό το κράτος μέλος ή το παιδί έχει την ιθαγένεια αυτού του κράτους μέλους,

και

β)

η [διεθνής δικαιοδοσία] των εν λόγω δικαστηρίων έχει γίνει ρητώς ή κατ’ άλλον ανεπιφύλακτο τρόπο αποδεκτή από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη της διαδικασίας κατά την ημερομηνία που επελήφθη το δικαστήριο και η [διεθνής δικαιοδοσία] είναι προς το συμφέρον του παιδιού.»

Το ελληνικό δίκαιο

7

Βάσει του άρθρου 797 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, οσάκις ζητείται άδεια για λογαριασμό ανηλίκου από τον δικαιούχο της γονικής μέριμνας, αρμόδιο είναι το ειρηνοδικείο του τόπου συνήθους διαμονής του ανηλίκου, το οποίο αποφαίνεται σύμφωνα με τους κανόνες της διαδικασίας εκούσιας δικαιοδοσίας.

8

Από τον συνδυασμό των άρθρων 748, παράγραφος 2, και 750 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προκύπτει ότι αντίγραφο της αιτήσεως, με σημείωση για τον προσδιορισμό της δικασίμου, πρέπει να κοινοποιείται στον εισαγγελέα πρωτοδικών της περιφέρειας του δικαστηρίου (στο εξής: εισαγγελέας), ο οποίος δικαιούται να παρίσταται κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο ενώπιον του ειρηνοδικείου.

9

Ο εισαγγελέας έχει την ιδιότητα «διαδίκου» στις υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας και έχει το δικαίωμα να προβαίνει σε κάθε διαδικαστική πράξη, όπως να ασκεί ένδικα μέσα, ανεξαρτήτως αν κλητεύθηκε ή όχι στην επ’ ακροατηρίου συζήτηση και ανεξαρτήτως αν παραστάθηκε κατά τη συζήτηση αυτή.

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

10

Οι A. Saponaro και Κ.‑Χ. Ξυλινά, ενεργώντας για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους, το οποίο έχει την ελληνική ιθαγένεια, ζητούν από το Ειρηνοδικείο Λέρου άδεια αποποιήσεως της κληρονομίας του παππού του παιδιού αυτού από τη μητρική γραμμή (στο εξής: κληρονομούμενος).

11

Ο κληρονομούμενος απεβίωσε στις 10 Μαΐου 2015 χωρίς να αφήσει διαθήκη. Κατά τον χρόνο θανάτου του διέμενε στην Ελλάδα. Η κληρονομιαία περιουσία περιελάμβανε ένα αυτοκίνητο και μία βάρκα, τα οποία βρίσκονται στο εν λόγω κράτος μέλος και των οποίων η συνολική αξία ανέρχεται στα 900 ευρώ. Επιπλέον, ο κληρονομούμενος είχε καταδικασθεί από ποινικό δικαστήριο για απόπειρα απάτης, οπότε οι κληρονόμοι του διέτρεχαν τον κίνδυνο να ασκηθεί κατά αυτών από την παθούσα αγωγή αποζημιώσεως.

12

Για τον λόγο αυτό, η σύζυγος και οι κόρες του κληρονομουμένου, δηλαδή η γιαγιά, η μητέρα και η θεία, αντιστοίχως, της ανήλικης, έχουν ήδη αποποιηθεί την κληρονομία, ο δε πατέρας και η μητέρα του παιδιού αυτού ζήτησαν για λογαριασμό της θυγατέρας τους, η οποία καλείται πλέον στην κληρονομία, άδεια αποποιήσεως της κληρονομίας αυτής.

13

Οι A. Saponaro και Κ.‑Χ. Ξυλινά, καθώς και το ανήλικο τέκνο τους έχουν ως τόπο συνήθους διαμονής τη Ρώμη (Ιταλία).

14

Το Ειρηνοδικείο Λέρου διερωτάται ως προς τη διεθνή δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων να αποφανθούν επί της αιτήσεως των γονέων και, ειδικότερα, ως προς τη δυνατότητα παρεκτάσεως της διεθνούς δικαιοδοσίας βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 3, του κανονισμού 2201/2003.

15

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Ειρηνοδικείο Λέρου αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Σε περίπτωση που ζητείται άδεια για αποποίηση κληρονομίας, απευθυνόμενη ενώπιον ελληνικού δικαστηρίου, από τους γονείς ανήλικου τέκνου με συνήθη διαμονή στην Ιταλία, ερωτάται αν, για να υπάρξει έγκυρη παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας σύμφωνα με το άρθρο 12, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2201/2003:

α)

υπάρχει ανεπιφύλακτη συμφωνία παρέκτασης εκ μέρους των γονέων με μόνη την κατάθεση της αίτησης ενώπιον του ελληνικού δικαστηρίου,

β)

είναι ο [εισαγγελέας] ένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη που θα πρέπει να συμφωνούν με την παρέκταση κατά τον χρόνο κατάθεσης της αίτησης, δεδομένου ότι κατά το ελληνικό δίκαιο είναι εκ του νόμου διάδικος στη σχετική δίκη, και

γ)

είναι προς το συμφέρον του τέκνου η παρέκταση, δεδομένου ότι το ίδιο και οι αιτούντες γονείς του έχουν τη συνήθη διαμονή τους στην Ιταλία, ενώ η κατοικία του κληρονομουμένου κατά τον χρόνο του θανάτου και η κληρονομιά βρίσκονται στην Ελλάδα;»

Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

16

Πρέπει, καταρχάς, να εξετασθεί αν ο κανονισμός 2201/2003 τυγχάνει εφαρμογής προκειμένου να καθορισθεί η διεθνής δικαιοδοσία σε περίπτωση όπως αυτή της κύριας δίκης. Συγκεκριμένα, η δίκη αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο κληρονομικής διαδοχής. Όπως, όμως, διευκρινίζεται με το άρθρο 1, παράγραφος 3, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 2201/2003, το νομοθέτημα αυτό δεν έχει εφαρμογή επί κληρονομικών υποθέσεων.

17

Το Δικαστήριο έχει αποφανθεί συναφώς, στην απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 2015, Matoušková (C‑404/14, EU:C:2015:653, σκέψη 31), ότι το γεγονός ότι η λήψη μέτρου, όπως είναι η εκ μέρους του δικαστή επιτροπείας έγκριση συμφωνίας περί διανομής κληρονομίας συναφθείσας επ’ ονόματι ανηλίκων, ζητήθηκε στο πλαίσιο διαδικασίας κληρονομικής διαδοχής δεν μπορεί να θεωρείται κρίσιμο για την υπαγωγή του μέτρου αυτού στο κληρονομικό δίκαιο. Η ανάγκη να χορηγηθεί έγκριση εκ μέρους του δικαστή επιτροπείας συνιστά άμεση συνέπεια της καταστάσεως και της ικανότητας των ανήλικων τέκνων και αποτελεί μέτρο προστασίας του τέκνου συνδεόμενο με τη διοίκηση, τη συντήρηση ή τη διάθεση της περιουσίας του στο πλαίσιο της ασκήσεως της γονικής μέριμνας, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, και παράγραφος 2, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 2201/2003.

18

Πρέπει να γίνει ομοίως δεκτό ότι αίτηση για τη χορήγηση αδείας υποβληθείσα από τους γονείς επ’ ονόματι του ανηλίκου τέκνου τους με σκοπό την αποποίηση κληρονομίας άπτεται της καταστάσεως και της ικανότητας του προσώπου και δεν εμπίπτει στο κληρονομικό δίκαιο.

19

Ως εκ τούτου, τέτοια αίτηση δεν εμπίπτει στο κληρονομικό δίκαιο, αλλά συνιστά ζήτημα γονικής μέριμνας και, συνεπώς, το υποβληθέν ερώτημα πρέπει να εξετασθεί με γνώμονα τον κανονισμό 2201/2003.

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

20

Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινισθεί κατ’ ουσίαν αν, σε περίπτωση όπως αυτή της κύριας δίκης, κατά την οποία οι γονείς ανηλίκου, που έχουν τον τόπο συνήθους διαμονής τους, μαζί με το τέκνο τους, εντός κράτους μέλους, κατέθεσαν αίτηση για τη χορήγηση αδείας αποποιήσεως κληρονομίας ενώπιον δικαστηρίου ετέρου κράτους μέλους, το άρθρο 12, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2201/2003 έχει την έννοια ότι η παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας δικαστηρίου του άλλου αυτού κράτους μέλους είναι σύμφωνη με το γράμμα της διατάξεως αυτής, ιδίως δε με το υπέρτερο συμφέρον του παιδιού, εφόσον οι γονείς του παιδιού αυτού κατέθεσαν από κοινού την αίτηση ενώπιον του εν λόγω δικαστηρίου, ο εισαγγελέας, ο οποίος καθίσταται αυτοδικαίως διάδικος στην επίμαχη διαδικασία κατά το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, δεν έχει αντιταχθεί στην παρέκταση αυτή διεθνούς δικαιοδοσίας και εφόσον ο τόπος διαμονής του κληρονομουμένου κατά τον χρόνο θανάτου του, καθώς και η περιουσία του, η οποία αποτελεί το αντικείμενο της κληρονομικής διαδοχής, ευρίσκονται σε αυτό το άλλο κράτος μέλος.

21

Το ερώτημα αυτό αφορά, επομένως, πρώτον, την έννοια της «ρητής ή κατ’ άλλον ανεπιφύλακτο τρόπο αποδοχής της παρεκτάσεως της διεθνούς δικαιοδοσίας», δεύτερον, τη φράση «από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη της διαδικασίας κατά την ημερομηνία που επελήφθη το δικαστήριο» και, τρίτον, την έννοια του «υπέρτερου συμφέροντος του παιδιού», που διαλαμβάνονται στο άρθρο 12, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2201/2003.

Επί της εννοίας της «ρητής ή κατ’ άλλον ανεπιφύλακτο τρόπο αποδοχής»

22

Κατά το άρθρο 12, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2201/2003, η βασιζόμενη στη διάταξη αυτή διεθνής δικαιοδοσία δικαστηρίου πρέπει να γίνει αποδεκτή ρητώς ή καθ’ οιονδήποτε άλλον ανεπιφύλακτο τρόπο.

23

Όπως έχει κρίνει το Δικαστήριο με την απόφαση της 12ης Νοεμβρίου 2014, L (C‑656/13, EU:C:2014:2364, σκέψη 56), η εν λόγω διάταξη επιτάσσει την ύπαρξη ρητής ή τουλάχιστον ανεπιφύλακτης συμφωνίας μεταξύ όλων των διαδίκων ως προς την παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας.

24

Τέτοια συμφωνία δεν υφίσταται σε περίπτωση κατά την οποία δικαστήριο επιλαμβάνεται της υποθέσεως με πρωτοβουλία αποκλειστικώς ενός των διαδίκων και έτερος διάδικος προσφεύγει μεταγενέστερα ενώπιον του ιδίου δικαστηρίου, πλην όμως με σκοπό να αμφισβητήσει τη διεθνή δικαιοδοσία του δικαστηρίου αυτού (βλ., σχετικώς, απόφαση της 12ης Νοεμβρίου 2014, L,C‑656/13, EU:C:2014:2364, σκέψη 57).

25

Διαπιστώνεται, αντιθέτως, ότι, σε περίπτωση κατά την οποία οι δύο γονείς ανηλίκου τέκνου υποβάλλουν από κοινού αίτηση ενώπιον του ιδίου δικαστηρίου, καταδεικνύουν την κοινή βούληση να κινήσουν διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου αυτού και, επομένως, τη συμφωνία τους ως προς την επιλογή του έχοντος διεθνή δικαιοδοσία δικαστηρίου. Ελλείψει άλλων στοιχείων που να αντικρούουν τη διαπίστωση αυτή, πρέπει να γίνει δεκτό ότι πρόκειται για «ανεπιφύλακτ[η]» αποδοχή, κατά την έννοια του άρθρου 12, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2201/2003.

Επί της φράσεως «όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη της διαδικασίας κατά την ημερομηνία που επελήφθη το δικαστήριο»

26

Όσον αφορά τη φράση «όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη της διαδικασίας κατά την ημερομηνία που επελήφθη το δικαστήριο», πρέπει να εξετασθεί εάν ο εισαγγελέας, ο οποίος καθίσταται αυτοδικαίως διάδικος στην επίμαχη διαδικασία κατά το εθνικό δίκαιο, αποτελεί επίσης «ενδιαφερόμενο μέρος», κατά την έννοια του άρθρου 12, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2201/2003. Το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει ότι ο εισαγγελέας ενεργεί ως εκπρόσωπος της Πολιτείας και με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον, καθώς και ότι, στην περίπτωση της αιτήσεως για τη χορήγηση αδείας αποποιήσεως κληρονομίας για λογαριασμό ανηλίκου, το δημόσιο συμφέρον συμπίπτει με εκείνο του τέκνου.

27

Υπενθυμίζεται συναφώς, λαμβανομένης υπόψη της αιτιολογικής σκέψεως 12 του κανονισμού 2201/2003, ότι η βάση διεθνούς δικαιοδοσίας την οποία προβλέπει η παράγραφος 3 του άρθρου 12 του κανονισμού αυτού αποτελεί εξαίρεση από το κριτήριο της εγγύτητας, βάσει του οποίου διεθνή δικαιοδοσία να επιλαμβάνονται αγωγών που αφορούν ζητήματα γονικής μέριμνας έχουν πρωτίστως τα δικαστήρια του κράτους μέλους της συνήθους διαμονής του ενδιαφερομένου παιδιού και του οποίου έκφραση συνιστά το άρθρο 8, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού. Η εξαίρεση αυτή έχει ως σκοπό να παρέχει ορισμένη αυτονομία στα ενδιαφερόμενα μέρη όσον αφορά ζητήματα γονικής μέριμνας, επισημαινομένου ότι η προϋπόθεση περί ανεπιφύλακτης αποδοχής της διεθνούς δικαιοδοσίας των δικαστηρίων που έχουν επιληφθεί της υποθέσεως από το σύνολο των μερών πρέπει να ερμηνεύεται αυστηρά (απόφαση της 21ης Οκτωβρίου 2015, Gogova,C‑215/15, EU:C:2015:710, σκέψη 41).

28

Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 46 των προτάσεών του, πρέπει να τονισθεί η χρήση του όρου «όλα» στη φράση «όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη της διαδικασίας», ο οποίος πρέπει να αντιπαραβληθεί προς τους ακριβέστερους όρους «σύζυγοι» ή «δικαιούχοι της γονικής μέριμνας» που μνημονεύονται στο άρθρο 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 2201/2003. Επομένως, ο νομοθέτης της Ένωσης μερίμνησε να κάνει χρήση όρου ο οποίος περιλαμβάνει το σύνολο των μετεχόντων στη διαδικασία, κατά το εθνικό δίκαιο.

29

Πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτό ότι εισαγγελέας ο οποίος, κατά το εθνικό δίκαιο, καθίσταται διάδικος στην περίπτωση ασκήσεως ενδίκου βοηθήματος όπως αυτό στην υπόθεση της κύριας δίκης και ο οποίος ενεργεί με γνώμονα το συμφέρον του παιδιού αποτελεί ενδιαφερόμενο μέρος της διαδικασίας, κατά την έννοια του άρθρου 12, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2201/2003. Κατά συνέπεια, το ενδεχόμενο αυτός να αντιταχθεί στην παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας δεν είναι δυνατό να αγνοηθεί.

30

Όσον αφορά τον χρόνο κατά τον οποίο απαιτείται να υφίσταται αποδοχή εκ μέρους των μετεχόντων στη διαδικασία μερών, δηλαδή τον χρόνο κατά τον οποίο το δικαστήριο επιλαμβάνεται της υποθέσεως, από το άρθρο 16 του κανονισμού 2201/2003 προκύπτει ότι το χρονικό σημείο αυτό αντιστοιχεί, καταρχήν, σε εκείνο της καταθέσεως στο δικαστήριο του εισαγωγικού εγγράφου της δίκης ή άλλου ισοδύναμου εγγράφου (αποφάσεις της 1ης Οκτωβρίου 2014, E.,C‑436/13, EU:C:2014:2246, σκέψη 38, και της 12ης Νοεμβρίου 2014, L,C‑656/13, EU:C:2014:2364, σκέψη 55).

31

Η επέλευση ορισμένων πραγματικών περιστατικών μεταγενέστερων του χρόνου κατά τον οποίο το δικαστήριο επελήφθη της υποθέσεως δύναται, ωστόσο, να καταδείξει ότι η, κατά το άρθρο 12, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2201/2003, αποδοχή δεν υφίστατο κατά το χρονικό σημείο εκείνο. Ως εκ τούτου, στην απόφαση της 12ης Νοεμβρίου 2014, L (C‑656/13, EU:C:2014:2364, σκέψεις 56 και 57), το Δικαστήριο έκρινε ότι η ύπαρξη ρητής ή τουλάχιστον ανεπιφύλακτης αποδοχής κατά την έννοια της διατάξεως αυτής προδήλως δεν αποδεικνύεται σε περίπτωση κατά την οποία το οικείο δικαστήριο επιλαμβάνεται της υποθέσεως αποκλειστικώς με πρωτοβουλία ενός εκ των διαδίκων και, εν συνεχεία, έτερος διάδικος αμφισβητεί, από την πρώτη πράξη που οφείλει να τελέσει στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, τη διεθνή δικαιοδοσία του επιληφθέντος της υποθέσεως δικαστηρίου.

32

Κατά ανάλογο τρόπο, σε περίπτωση που εισαγγελέας, βάσει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου, καθίσταται αυτοδικαίως διάδικος σε δίκη απτόμενη ζητημάτων γονικής μέριμνας, το ενδεχόμενο να αντιταχθεί ο διάδικος αυτός στην εκ μέρους των γονέων του παιδιού επιλογή δικαστηρίου σε χρόνο μεταγενέστερο από εκείνον κατά τον οποίο το δικαστήριο επελήφθη της υποθέσεως δεν επιτρέπει να γίνει δεκτό ότι υφίσταται αποδοχή της παρεκτάσεως διεθνούς δικαιοδοσίας από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη της διαδικασίας κατά το ως άνω χρονικό σημείο. Αντιθέτως, ελλείψει τέτοιας αντιρρήσεως, μπορεί να γίνει δεκτό ότι υφίσταται σιωπηρή αποδοχή του διαδίκου αυτού και ότι πληρούται η προϋπόθεση περί του ότι η παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας πρέπει να έχει γίνει ανεπιφύλακτα αποδεκτή από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη της διαδικασίας κατά τον χρόνο κατά τον οποίο το εν λόγω δικαστήριο επιλαμβάνεται της υποθέσεως.

Επί της εννοίας του υπέρτερου συμφέροντος του παιδιού

33

Από το άρθρο 12, παράγραφος 3, του κανονισμού 2201/2003 προκύπτει ότι η χρήση της δυνατότητας παρεκτάσεως διεθνούς δικαιοδοσίας δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αντιβαίνει στο υπέρτερο συμφέρον του παιδιού και ότι η τήρηση της προϋποθέσεως αυτής πρέπει να διακριβώνεται σε κάθε περίπτωση ειδικώς (βλ,, σχετικώς, απόφαση της 12ης Νοεμβρίου 2014, L,C‑656/13, EU:C:2014:2364, σκέψεις 49 και 58).

34

Με την απόφαση της 27ης Οκτωβρίου 2016, D. (C‑428/15, EU:C:2016:819, σκέψη 58), σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 15 του κανονισμού 2201/2003, το οποίο αφορά την παραπομπή σε δικαστήριο το οποίο ευρίσκεται σε θέση να κρίνει καλύτερα την υπόθεση, το Δικαστήριο έκρινε ότι η απαίτηση να εξυπηρετεί η παραπομπή το υπέρτερο συμφέρον του παιδιού συνεπάγεται ότι το δικαστήριο που έχει διεθνή δικαιοδοσία πρέπει να βεβαιωθεί, λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες περιστάσεις της υποθέσεως, ότι δεν συντρέχει κίνδυνος να έχει η σχεδιαζόμενη παραπομπή της σε δικαστήριο άλλου κράτους μέλους επιζήμιες συνέπειες για την κατάσταση του παιδιού.

35

Επισημαίνεται συναφώς ότι η αιτιολογική σκέψη 12 του κανονισμού 2201/2003, κατά την οποία οι κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας που θεσπίζονται με τον κανονισμό αυτό καθορίσθηκαν με γνώμονα το υπέρτερο συμφέρον του παιδιού, μνημονεύει ρητώς το ενδεχόμενο να έχουν διεθνή δικαιοδοσία τα δικαστήρια κράτους μέλους διαφορετικού από εκείνο της συνήθους διαμονής του παιδιού εφόσον οι δικαιούχοι της γονικής μέριμνας έχουν συνάψει συμφωνία σχετικώς.

36

Εν προκειμένω, οι γονείς του παιδιού έχουν συνάψει τέτοια συμφωνία. Επιπλέον, εκτός από την ιθαγένεια του παιδιού, η οποία είναι αυτή του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται το επιλεγέν δικαστήριο, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι ο τόπος συνήθους διαμονής του κληρονομουμένου κατά τον χρόνο θανάτου του και η κληρονομιαία περιουσία ευρίσκονταν στο κράτος μέλος αυτό. Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει επίσης ότι το αυτό συνέβαινε και όσον αφορά το παθητικό της κληρονομίας.

37

Τα στοιχεία αυτά ενισχύουν τη σχέση μεταξύ του παιδιού και του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται το επιλεγέν δικαστήριο και, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 72 των προτάσεών του, περιάγουν το δικαστήριο αυτό σε προσήκουσα θέση για να εκτιμήσει το πλαίσιο της αποποιήσεως της κληρονομίας για λογαριασμό του παιδιού.

38

Εξάλλου, το αιτούν δικαστήριο δεν παρέσχε καμία ένδειξη από την οποία θα συναγόταν ότι η εκ μέρους των γονέων επιλογή του συγκεκριμένου δικαστηρίου θίγει καθ’ οιονδήποτε τρόπο το συμφέρον του παιδιού. Ειδικότερα, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι ο ίδιος ο εισαγγελέας, ο οποίος οφείλει να προασπίσει το συμφέρον του παιδιού, δεν αντιτάχθηκε στην επιλογή αυτή.

39

Στο πλαίσιο αυτό, βάσει των στοιχείων που επισήμανε το αιτούν δικαστήριο και τα οποία τονίζουν τη σχέση μεταξύ του παιδιού και του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται το συγκεκριμένο δικαστήριο μπορεί να γίνει δεκτό ότι πληρούται η προϋπόθεση που επιτάσσει να λαμβάνεται υπόψη το υπέρτερο συμφέρον του παιδιού.

40

Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, σε περίπτωση όπως αυτή της κύριας δίκης, κατά την οποία οι γονείς ανηλίκου, που έχουν τον τόπο συνήθους διαμονής τους, μαζί με το τέκνο τους, εντός κράτους μέλους, κατέθεσαν αίτηση για τη χορήγηση αδείας αποποιήσεως κληρονομίας ενώπιον δικαστηρίου ετέρου κράτους μέλους, το άρθρο 12, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2201/2003 έχει την έννοια ότι:

η εκ μέρους των γονέων του παιδιού από κοινού κατάθεση της αιτήσεως ενώπιον του δικαστηρίου της επιλογής τους συνιστά ανεπιφύλακτη εκ μέρους τους αποδοχή της διεθνούς δικαιοδοσίας του δικαστηρίου αυτού·

εισαγγελέας ο οποίος, κατά το εθνικό δίκαιο, καθίσταται αυτοδικαίως διάδικος στη δίκη που κίνησαν οι γονείς αποτελεί ενδιαφερόμενο μέρος της διαδικασίας, κατά την έννοια του άρθρου 12, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2201/2003. Το ενδεχόμενο να αντιταχθεί ο διάδικος αυτός στην εκ μέρους των γονέων του παιδιού επιλογή δικαστηρίου σε χρόνο μεταγενέστερο από εκείνον κατά τον οποίο το δικαστήριο επελήφθη της υποθέσεως δεν επιτρέπει να γίνει δεκτό ότι υφίσταται αποδοχή της παρεκτάσεως διεθνούς δικαιοδοσίας από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη της διαδικασίας κατά το ως άνω χρονικό σημείο. Ελλείψει τέτοιας αντιρρήσεως, μπορεί να γίνει δεκτό ότι υφίσταται σιωπηρή αποδοχή του διαδίκου αυτού και ότι πληρούται η προϋπόθεση περί του ότι η παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας πρέπει να έχει γίνει ανεπιφύλακτα αποδεκτή από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη της διαδικασίας κατά τον χρόνο κατά τον οποίο το εν λόγω δικαστήριο επιλαμβάνεται της υποθέσεως· και

το γεγονός ότι ο τόπος συνήθους διαμονής του κληρονομουμένου κατά τον χρόνο θανάτου του, η κληρονομιαία περιουσία και το παθητικό της κληρονομίας ευρίσκονταν στο κράτος μέλος στο οποίο υπάγεται το επιλεγέν δικαστήριο καθιστά δυνατό, ελλείψει στοιχείων καταδεικνυόντων ότι συντρέχει κίνδυνος να έχει η παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας επιζήμιες συνέπειες για την κατάσταση του παιδιού, να γίνει δεκτό ότι η ως άνω παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας συνάδει με το υπέρτερο συμφέρον του παιδιού.

Επί των δικαστικών εξόδων

41

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Σε περίπτωση όπως αυτή της κύριας δίκης, κατά την οποία οι γονείς ανηλίκου, που έχουν τον τόπο συνήθους διαμονής τους, μαζί με το τέκνο τους, εντός κράτους μέλους, κατέθεσαν αίτηση για τη χορήγηση αδείας αποποιήσεως κληρονομίας ενώπιον δικαστηρίου ετέρου κράτους μέλους, το άρθρο 12, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 2201/2003 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2003, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΚ) 1347/2000, έχει την έννοια ότι:

 

η εκ μέρους των γονέων του παιδιού από κοινού κατάθεση της αιτήσεως ενώπιον του δικαστηρίου της επιλογής τους συνιστά ανεπιφύλακτη εκ μέρους τους αποδοχή της διεθνούς δικαιοδοσίας του δικαστηρίου αυτού·

εισαγγελέας ο οποίος, κατά το εθνικό δίκαιο, καθίσταται αυτοδικαίως διάδικος στη δίκη που κίνησαν οι γονείς αποτελεί ενδιαφερόμενο μέρος της διαδικασίας, κατά την έννοια του άρθρου 12, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2201/2003. Το ενδεχόμενο να αντιταχθεί ο διάδικος αυτός στην εκ μέρους των γονέων του παιδιού επιλογή δικαστηρίου σε χρόνο μεταγενέστερο από εκείνον κατά τον οποίο το δικαστήριο επελήφθη της υποθέσεως δεν επιτρέπει να γίνει δεκτό ότι υφίσταται αποδοχή της παρεκτάσεως διεθνούς δικαιοδοσίας από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη της διαδικασίας κατά το ως άνω χρονικό σημείο. Ελλείψει τέτοιας αντιρρήσεως, μπορεί να γίνει δεκτό ότι υφίσταται σιωπηρή αποδοχή του διαδίκου αυτού και ότι πληρούται η προϋπόθεση περί του ότι η παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας πρέπει να έχει γίνει ανεπιφύλακτα αποδεκτή από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη της διαδικασίας κατά τον χρόνο κατά τον οποίο το εν λόγω δικαστήριο επιλαμβάνεται της υποθέσεως· και

το γεγονός ότι ο τόπος συνήθους διαμονής του κληρονομουμένου κατά τον χρόνο θανάτου του, η κληρονομιαία περιουσία και το παθητικό της κληρονομίας ευρίσκονταν στο κράτος μέλος στο οποίο υπάγεται το επιλεγέν δικαστήριο καθιστά δυνατό, ελλείψει στοιχείων καταδεικνυόντων ότι συντρέχει κίνδυνος να έχει η παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας επιζήμιες συνέπειες για την κατάσταση του παιδιού, να γίνει δεκτό ότι η ως άνω παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας συνάδει με το υπέρτερο συμφέρον του παιδιού.

 

Fernlund

Arabadjiev

Regan

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 19 Απριλίου 2018.

Ο Γραμματέας

A. Calot Escobar

Ο Πρόεδρος του έκτου τμήματος

C. G. Fernlund


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική.