52010PC0368

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ …/…/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων [αναδιατύπωση] /* COM/2010/0368 τελικό - COD 2010/0207 */


[pic] | ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ |

Βρυξέλλες, 12.7.2010

COM(2010)368 τελικό

2010/0207 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑΣ …/…/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων [αναδιατύπωση]

COM(2010) 369SEC(2010)835 SEC(2010)834

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Πλαίσιο της πρότασης

Καμία τράπεζα, είτε βρίσκεται σε υγιή είτε σε δυσχερή κατάσταση, δεν διαθέτει αρκετά ρευστά κεφάλαια για να εξοφλήσει επιτόπου όλες ή σημαντικό μέρος των καταθέσεών της. Γι’ αυτόν τον λόγο, οι τράπεζες είναι επιρρεπείς στον κίνδυνο μαζικής απόσυρσης καταθέσεων, εάν οι καταθέτες πιστεύουν ότι οι καταθέσεις τους δεν είναι ασφαλείς και προσπαθήσουν όλοι να τις αποσύρουν ταυτοχρόνως. Αυτό μπορεί να επηρεάσει σοβαρά ολόκληρη την οικονομία. Εάν, παρά το υψηλό επίπεδο προληπτικής εποπτείας, μια τράπεζα χρειάζεται να κλείσει, το αρμόδιο σύστημα εγγύησης καταθέσεων (ΣΕΚ) αποζημιώνει τους καταθέτες μέχρις ενός ανωτάτου ορίου (το «επίπεδο κάλυψης»), εξυπηρετώντας έτσι τις ανάγκες των καταθετών. Τα ΣΕΚ απαλλάσσουν επίσης τους καταθέτες από την υποχρέωση να συμμετάσχουν σε μακροσκελείς διαδικασίες αφερεγγυότητας, οι οποίες συνήθως καταλήγουν σε μερίσματα που αντιπροσωπεύουν μόνον ένα τμήμα της αρχικής απαίτησης.

Κατόπιν της ανακοίνωσης της Επιτροπής, του 2006, σχετικά με την επανεξέταση της οδηγίας 94/19/EΚ περί των συστημάτων εγγυήσεως των καταθέσεων[1], από τα γεγονότα του 2007 και του 2008 φάνηκε ότι το υφιστάμενο, κατακερματισμένο σύστημα των ΣΕΚ δεν έχει αποδώσει ως προς τους στόχους που καθορίζονται στην οδηγία 94/19/EΚ περί των συστημάτων εγγυήσεως των καταθέσεων, από την άποψη της διατήρησης της εμπιστοσύνης των καταθετών και της οικονομικής σταθερότητας σε καιρούς ακραίων καταστάσεων. Τα σημερινά περίπου 40 ΣΕΚ στην ΕΕ, τα οποία καλύπτουν διαφορετικές ομάδες καταθετών και καταθέσεων, με διαφορετικά ανώτατα επίπεδα κάλυψης, επιβάλλουν διαφορετικές οικονομικές υποχρεώσεις στις τράπεζες και, επομένως, περιορίζουν τα οφέλη της εσωτερικής αγοράς για τις τράπεζες και τους καταθέτες. Επιπλέον, απεδείχθη ότι τα συστήματα υποχρηματοδοτούνται σε καιρούς ακραίων χρηματοπιστωτικών καταστάσεων.

Στις 7 Οκτωβρίου 2008, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμφώνησε ότι πρέπει να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στον χρηματοπιστωτικό τομέα και ενθάρρυνε την Επιτροπή να υποβάλει κατάλληλη πρόταση για την προώθηση της σύγκλισης των ΣΕΚ. Αυτό οδήγησε στην έκδοση της οδηγίας 2009/14/ΕΚ[2]. Ωστόσο, δεδομένου ότι η ανάγκη να ολοκληρωθούν ταχέως οι διαπραγματεύσεις δεν επέτρεψε να αντιμετωπιστούν όλα τα ανοικτά ζητήματα, η οδηγία αποτέλεσε απλώς και μόνον ένα μέτρο έκτακτης ανάγκης ώστε να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη των καταθετών, ιδίως με την αύξηση του επιπέδου κάλυψης από 20 000 ευρώ σε 100 000 ευρώ έως το τέλος του 2010. Ως εκ τούτου, η οδηγία 2009/14/ΕΚ περιλάμβανε ρήτρα που προέβλεπε ευρεία επανεξέταση όλων των πτυχών των ΣΕΚ. Η ανάγκη για ενίσχυση των ΣΕΚ, με την υποβολή ενδεδειγμένων νομοθετικών προτάσεων, αναφέρθηκε και πάλι στην ανακοίνωση της Επιτροπής, της 4ης Μαρτίου 2009, με τίτλο « Η υλοποίηση της ευρωπαϊκής ανάκαμψης [3]».

Τα κυριότερα στοιχεία αυτής της πρότασης είναι τα εξής:

- Απλούστευση και εναρμόνιση, ιδίως όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής της κάλυψης και τις ρυθμίσεις εκταμίευσης·

- Περαιτέρω μείωση της προθεσμίας για την πληρωμή των καταθετών και καλύτερη πρόσβαση των ΣΕΚ σε πληροφορίες που αφορούν τα μέλη τους (δηλαδή, τις τράπεζες)·

- Υγιή και αξιόπιστα ΣΕΚ, τα οποία χρηματοδοτούνται επαρκώς·

- Αμοιβαίος δανεισμός μεταξύ ΣΕΚ, δηλαδή δανειοληπτική διευκόλυνση σε συγκεκριμένες περιστάσεις.

Τα στοιχεία της επανεξέτασης τα οποία, κατά την άποψη της Επιτροπής, δεν θα πρέπει (όχι ακόμη τουλάχιστον) να αποτελέσουν αντικείμενο νομοθετικών ρυθμίσεων παρατίθενται στην έκθεση που συνοδεύει την παρούσα πρόταση. Η έκθεση και η πρόταση αποτελούν μέρος μιας δέσμης για τα συστήματα εγγυήσεων στον χρηματοπιστωτικό τομέα, η οποία περιλαμβάνει επίσης αναθεώρηση των συστημάτων αποζημίωσης των επενδυτών (οδηγία 97/9/ΕΚ) και Λευκή Βίβλο για τα συστήματα εγγυήσεων στον ασφαλιστικό τομέα.

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη και εκτιμήσεις εξωτερικών εμπειρογνωμόνων

Διενεργήθηκε δημόσια διαβούλευση από τις 29 Μαΐου έως τις 27 Ιουλίου 2009. Και οι 104 εισηγήσεις, καθώς και συνοπτική έκθεση, δημοσιεύθηκαν τον Αύγουστο του 2009[4] και λήφθηκαν εν γένει υπόψη οι παρατηρήσεις των ενδιαφερομένων. Τέσσερα ζητήματα τέθηκαν από πολλούς συμμετέχοντες (κυρίως από τις τράπεζες και τις ενώσεις τους, τους καταναλωτές και τις ενώσεις τους, τα κράτη μέλη και τα ΣΕΚ) και, επομένως, χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής:

- Σχεδόν όλοι οι συμμετέχοντες ήταν υπέρ της απλούστευσης και της εναρμόνισης των κριτηρίων επιλεξιμότητας των καταθετών. Αυτό έχει ληφθεί υπόψη.

- Η μεγάλη πλειονότητα των συμμετεχόντων ήταν κατά της περαιτέρω μείωσης της προθεσμίας εκταμίευσης· πολλοί υποστήριξαν ότι θα πρέπει πρώτα να αξιολογηθεί η πείρα από τη νέα προθεσμία των 4-6 εβδομάδων, που καθορίζεται στην οδηγία 2009/14/ΕΚ, πριν προβλεφθεί περαιτέρω μείωση. Η Επιτροπή εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι η σημερινή προθεσμία είναι πολύ μεγάλη και δεν επαρκεί για να αποφεύγονται κύματα μαζικής απόσυρσης καταθέσεων από τις τράπεζες, ούτε να εξυπηρετούνται οι οικονομικές ανάγκες των καταθετών. Σαφής πλειονότητα των συμμετεχόντων υποστήριξε τη συμμετοχή των ΣΕΚ σε αρχικό στάδιο της διαδικασίας, όταν φαίνεται πιθανό ότι θα ενεργοποιηθεί το ΣΕΚ. Αυτό θεωρήθηκε απαραίτητο για την ταχύτερη προθεσμία εκταμίευσης και αντικατοπτρίζεται στην πρόταση.

- Ευρεία πλειονότητα των συμμετεχόντων ήταν υπέρ της εκ των προτέρων χρηματοδότησης των συστημάτων, όπως και των βάσει του κινδύνου συνεισφορών στα ΣΕΚ. Και αυτό έχει ληφθεί υπόψη.

- Οι απόψεις ήταν διιστάμενες στο θέμα του κατά πόσον θα πρέπει να καλύπτονται από την οδηγία τα συστήματα αμοιβαίων εγγυήσεων. Αυτά είναι συστήματα τα οποία προστατεύουν το ίδιο το πιστωτικό ίδρυμα και, ιδίως, διασφαλίζουν τη ρευστότητα και τη φερεγγυότητά του. Τα εν λόγω συστήματα διασφαλίζουν διαφορετική προστασία των καταθετών, σε σύγκριση με την προστασία που παρέχεται από ένα σύστημα εγγύησης των καταθέσεων. Εάν, χάρη στη στήριξη ενός συστήματος αμοιβαίων εγγυήσεων, μια τράπεζα δεν πτωχεύσει και οι υπηρεσίες της παρέχονται χωρίς διακοπή, δεν είναι αναγκαίο να αποζημιωθούν οι καταθέτες. Σε αντίθεση με αυτό, ένα σύστημα εγγύησης των καταθέσεων ενεργοποιείται μόνον όταν χρεοκοπήσει μια τράπεζα. Ωστόσο, η παρούσα πρόταση διατηρεί αμετάβλητη τη σταθεροποιητική λειτουργία των συστημάτων αμοιβαίων εγγυήσεων, βελτιώνει όμως τη θέση των καταθετών, οι οποίοι θα μπορούν να προβάλλουν απαιτήσεις κατά των εν λόγω συστημάτων εάν αυτά δεν κατορθώσουν να εμποδίσουν τη χρεοκοπία ενός μέλους τους.

Για την κατάρτιση της παρούσας πρότασης χρησιμοποιήθηκε εξωτερική εμπειρογνωμοσύνη σχετικά με τις καταθέσεις. Τον Μάρτιο του 2009, πραγματοποιήθηκε άτυπη συνάντηση στρογγυλής τραπέζης με εμπειρογνώμονες[5]. Τα κράτη μέλη παρείχαν την εμπειρογνωμοσύνη τους σε τρεις συνεδριάσεις της Ομάδας Εργασίας για τα Συστήματα Εγγύησης των Καταθέσεων (Working Group on Deposit Guarantee Schemes - DGSWG), τον Ιούνιο και τον Νοέμβριο του 2009 και τον Φεβρουάριο του 2010. Το Κοινό Κέντρο Ερευνών (ΚΚΕρ) της Επιτροπής υπέβαλε εκθέσεις σχετικά με το επίπεδο της κάλυψης (2005), την ενδεχόμενη εναρμόνιση των μηχανισμών χρηματοδότησης (2006 και 2007), την αποδοτικότητα των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων (2008) και τα πιθανά μοντέλα για την καθιέρωση συνεισφορών βάσει του κινδύνου στην ΕΕ (2008 και 2009)[6]. Οι εργασίες αυτές υποστηρίχθηκαν από το Ευρωπαϊκό Φόρουμ Ασφαλιστών των Καταθέσεων (European Forum of Deposit Insurers - EFDI), το οποίο, το 2008, επίσης ολοκλήρωσε διάφορες εκθέσεις για ειδικά ζητήματα[7]. Κατά τη σύνταξη της παρούσας πρότασης, λήφθηκαν υπόψη αυτές οι εργασίες. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επίσης συμμετείχε εκ του σύνεγγυς στην εκπόνηση της παρούσας πρότασης.

Εκτίμηση επιπτώσεων

Το πλέον κατάλληλο μέσο είναι μια οδηγία που τροποποιεί τη ισχύουσα οδηγία. Η Επιτροπή έχει επίγνωση των σωρευτικών αποτελεσμάτων των παρόντων και μελλοντικών νομοθετικών μέτρων που αφορούν τον τραπεζικό τομέα.

Προκρινόμενες επιλογές

Συνολικά αξιολογήθηκαν περισσότερες από 70 διαφορετικές επιλογές πολιτικής. Οι κυριότερες επιλογές που αναγνωρίστηκαν ως προτιμότερες είναι οι εξής:

- Απλούστευση και εναρμόνιση του πεδίου εφαρμογής της κάλυψης·

- Μείωση της προθεσμίας εξόφλησης σε επτά ημέρες·

- Κατάργηση της πρακτικής συμψηφισμού των οφειλών των καταθετών με τις απαιτήσεις τους·

- Καθιέρωση υποδείγματος πληροφοριών που πρέπει να προσυπογράφεται από τον καταθέτη και υποχρεωτική μνεία των ΣΕΚ στα αντίγραφα κίνησης του λογαριασμού και στις διαφημίσεις·

- Εναρμόνιση της προσέγγισης όσον αφορά τη χρηματοδότηση των ΣΕΚ·

- Καθορισμός επιπέδου-στόχου για τα κεφάλαια των ΣΕΚ·

- Προσδιορισμός της αναλογίας των εκ των προτέρων και εκ των υστέρων συνεισφορών των τραπεζών στα ΣΕΚ·

- Καθιέρωση στοιχείων κινδύνου για τις συνεισφορές των τραπεζών στα ΣΕΚ·

- Περιορισμός της χρησιμοποίησης των κεφαλαίων των ΣΕΚ για ευρύτερους σκοπούς εξυγίανσης των τραπεζών, προς όφελος όλων των πιστωτών μιας τράπεζας·

- Λειτουργία του ΣΕΚ της χώρας υποδοχής ως ενιαίου σημείου επαφής για τους καταθέτες υποκαταστημάτων σε άλλα κράτη μέλη.

Κοινωνικές επιπτώσεις

Με την πρόταση θα διασφαλιστεί ότι, σε περίπτωση πτώχευσης μιας τράπεζας, οι καταθέτες θα αποζημιώνονται από ένα ΣΕΚ μέχρι ποσού 100 000 ευρώ, εντός επτά ημερολογιακών ημερών. Με τον τρόπο αυτόν, δεν θα χρειάζεται σχεδόν καθόλου η επέμβαση των συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας. Η μελέτη εκτίμησης επιπτώσεων είναι διαθέσιμη στη διεύθυνση: http://ΕΚ.europa.eu/internal_market/bank/guarantee/index_en.htm. Σύνοψή της είναι συνημμένη στην παρούσα πρόταση.

Διοικητική επιβάρυνση

Η πρόταση δεν θα συνεπάγεται καμία σημαντική διοικητική επιβάρυνση, απλουστεύει δε τα κριτήρια επιλεξιμότητας των καταθετών. Η μελέτη εκτίμησης επιπτώσεων περιέχει επιπρόσθετες πληροφορίες.

Παρακολούθηση και αξιολόγηση

Εφόσον οι πτωχεύσεις τραπεζών είναι απρόβλεπτες και αποφεύγονται αν είναι δυνατόν, η λειτουργία των ΣΕΚ δεν μπορεί να παρακολουθείται τακτικά με βάση το πώς αντιμετωπίζονται οι πραγματικές πτωχεύσεις τραπεζών. Ωστόσο, πρέπει να διενεργούνται τακτικές προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων των ΣΕΚ που θα δείχνουν αν είναι ικανά, τουλάχιστον σε σενάριο δοκιμής, να συμμορφώνονται με τις νομοθετικές απαιτήσεις. Αυτό μπορεί να πραγματοποιείται ως μέρος ομότιμης αξιολόγησης, που θα διενεργείται από το Ευρωπαϊκό Φόρουμ Ασφαλιστών των Καταθέσεων (European Forum of Deposit Insurers - EFDI)[8] και τη μελλοντική Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ).

Νομικά στοιχεία της πρότασης

Το πλέον κατάλληλο μέσο είναι μια οδηγία που τροποποιεί την ισχύουσα οδηγία. Αφού η οδηγία 2009/14/ΕΚ για την τροποποίηση της οδηγίας 94/19/ΕΚ δεν έχει τεθεί πλήρως σε εφαρμογή, οι δύο οδηγίες θα ενοποιηθούν και θα τροποποιηθούν μέσω αναδιατύπωσης.

Η οδηγία 94/19/ΕΚ αποτελεί ουσιώδες μέσο για την εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς, τόσο όσον αφορά την ελευθερία εγκατάστασης όσο και την ελεύθερη παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, στον τομέα των πιστωτικών ιδρυμάτων. Συνεπώς, η νομική της βάση είναι το άρθρο 57 παράγραφος 2 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το οποίο είναι προγενέστερο του άρθρου 53 παράγραφος 1 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Σε συνδυασμό με το άρθρο 54 παράγραφος 1, το άρθρο 53 ΣΛΕΕ προβλέπει την έκδοση οδηγιών που αφορούν την ανάληψη και την άσκηση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, όπως εκείνων των πιστωτικών ιδρυμάτων. Επομένως, η παρούσα πρόταση βασίζεται στο άρθρο 53 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Όλα τα στοιχεία της παρούσας πρότασης εξυπηρετούν αυτόν τον στόχο ή συνεπικουρούν στην επίτευξή του.

Σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας που διατυπώνονται στο άρθρο 5 της ΣΛΕΕ, οι στόχοι της προτεινόμενης δράσης είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύνανται συνεπώς να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο ΕΕ. Οι διατάξεις της δεν υπερβαίνουν τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών. Μόνον η δράση σε επίπεδο ΕΕ μπορεί να εξασφαλίσει την υπαγωγή πιστωτικών ιδρυμάτων που ασκούν δραστηριότητα σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη σε παρόμοιες απαιτήσεις ως προς τα συστήματα εγγύησης καταθέσεων και, με αυτόν τον τρόπο, να εξασφαλίσει ισότιμους όρους ανταγωνισμού, αποφυγή αδικαιολόγητων δαπανών συμμόρφωσης για διασυνοριακές δραστηριότητες και προώθηση περαιτέρω ολοκλήρωσης στην αγορά της ΕΕ. Η δράση της ΕΕ διασφαλίζει επίσης υψηλό επίπεδο οικονομικής σταθερότητας εντός της ΕΕ. Ειδικότερα, η εναρμόνιση της κάλυψης και των προθεσμιών εκταμίευσης δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, διότι συνεπάγεται την ευθυγράμμιση μιας πληθώρας διαφορετικών κανόνων που υπάρχουν σήμερα στα νομικά συστήματα των διαφόρων κρατών μελών, και μπορεί, κατά συνέπεια, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο ΕΕ. Αυτό έχει αναγνωριστεί στις υφιστάμενες οδηγίες περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων[9].

Δημοσιονομικές επιπτώσεις

Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της ΕΕ.

Λεπτομερής επεξήγηση της πρότασης

Με την αναδιατύπωση δόθηκε στην οδηγία καλύτερη και πιο σφαιρική δομή. Τροποποιήθηκαν πολλές παρωχημένες αναφορές. Με τους τίτλους των άρθρων διευκολύνεται η ανάγνωση. Τα άρθρα σχετικά με το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας και ορισμένοι νέοι ορισμοί διευκολύνουν την κατανόηση. Στην οδηγία περιγράφονται τα χαρακτηριστικά των ΣΕΚ, πριν καθοριστούν τα επίπεδα κάλυψης. Τα άρθρα που πραγματεύονται στην εκταμίευση ακολουθούνται από κανόνες σχετικά με τη χρηματοδότηση και τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στους καταθέτες.

Πεδίο εφαρμογής, ορισμοί και εποπτεία (άρθρα 1-3)

Η οδηγία καλύπτει τώρα όλα τα πιστωτικά ιδρύματα και όλα τα συστήματα, χωρίς διάκριση. Όλες οι τράπεζες πρέπει να συμμετέχουν σε ένα ΣΕΚ· δεν είναι δυνατόν να εξαιρούνται. Αυτό διασφαλίζει ότι οι καταθέτες μπορούν πάντοτε να προβάλουν απαίτηση έναντι ενός συστήματος και ότι όλα τα συστήματα πρέπει να χρηματοδοτούνται ορθά.

Τα συστήματα αμοιβαίων εγγυήσεων προστατεύουν τους καταθέτες με την προστασία του ίδιου του πιστωτικού ιδρύματος (βλ. κεφάλαιο 2). Εφόσον όλες οι τράπεζες πρέπει τώρα να συμμετέχουν σε ΣΕΚ, τα συστήματα αμοιβαίων εγγυήσεων μπορούν ενδεχομένως να αναγνωρίζονται ως ΣΕΚ και, στην περίπτωση αυτή, πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις που καθορίζονται στην οδηγία 2006/48/ΕΚ, προκειμένου να εξασφαλίζεται συνέπεια στο δίκαιο της ΕΕ. Εναλλακτικά, τα συστήματα αμοιβαίων εγγυήσεων και τα ΣΕΚ μπορούν να συγκροτούνται χωριστά. Στη δεύτερη περίπτωση, η διπλή συμμετοχή μιας τράπεζας και στα δύο συστήματα και ο επιπρόσθετος ρόλος διασφάλισης των συστημάτων αμοιβαίων εγγυήσεων μπορούν να λαμβάνονται υπόψη, όταν καθορίζονται οι συνεισφορές στα ΣΕΚ.

Οι καταθέσεις τώρα ορίζονται σαφέστερα. Μόνο τα εξ ολοκλήρου επιστρεπτέα μέσα μπορούν να θεωρηθούν καταθέσεις, όχι τα δομημένα προϊόντα, οι τίτλοι ή τα ομόλογα. Με αυτό, αποφεύγεται η ανάληψη απρόβλεπτων κινδύνων από τα ΣΕΚ όσον αφορά τα επενδυτικά προϊόντα.

Όλα τα ΣΕΚ πρέπει τώρα να εποπτεύονται επί συνεχούς βάσεως και πρέπει να διενεργούν τακτικές προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων στα συστήματά τους. Όλα τα ΣΕΚ έχουν τώρα τα δικαίωμα να λαμβάνουν πληροφορίες από τις τράπεζες σε αρχικό στάδιο, προκειμένου να μπορούν να προβαίνουν σε ταχεία εξόφληση. Επιτρέπεται πλέον ρητά στα κράτη μέλη να συγχωνεύουν τα ΣΕΚ τους. Στα πιστωτικά ιδρύματα πρέπει τώρα να δίδεται προειδοποίηση ενός μηνός, όχι δώδεκα μηνών, πριν αποκλειστούν από ένα ΣΕΚ.

Κριτήρια επιλεξιμότητας και προσδιορισμός του επιστρεπτέου ποσού (άρθρα 4-6)

Έχει απλουστευθεί και εναρμονιστεί η επιλεξιμότητα των καταθετών. Οι περισσότερες εξαιρέσεις βάσει διακριτικής ευχέρειας έχουν γίνει υποχρεωτικές, ιδίως η εξαίρεση των αρχών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων κάθε είδους. Από την άλλη πλευρά, καλύπτονται βάσει της νομοθεσίας οι καταθέσεις σε νομίσματα χωρών εκτός ΕΕ, όπως και οι καταθέσεις όλων των μη χρηματοπιστωτικών εταιριών.

Δεν έχει τροποποιηθεί το επίπεδο κάλυψης ύψους 100 000 (που πρόκειται να εφαρμοστεί μέχρι το τέλος του 2010, βάσει της οδηγίας 2009/14/ΕΚ). Ωστόσο, τα κράτη μέλη, μπορούν να αποφασίσουν να καλύπτουν καταθέσεις που προκύπτουν από συναλλαγές επί ακινήτων και καταθέσεις που συνδέονται με ιδιαίτερα γεγονότα της ζωής πάνω από το όριο των 100 000, υπό την προϋπόθεση ότι η κάλυψη περιορίζεται σε 12 μήνες.

Προβλέπεται τώρα ότι πρέπει να εξοφλούνται οι τόκοι που είναι δεδουλευμένοι αλλά δεν έχουν πιστωθεί κατά τη στιγμή της πτώχευσης, εφόσον δεν σημειώνεται υπέρβαση του επιπέδου κάλυψης. Οι καταθέτες πρέπει τώρα να αποζημιώνονται στο νόμισμα στο οποίο τηρείται ο λογαριασμός. Δεν επιτρέπεται πλέον ο συμψηφισμός των απαιτήσεων με τις οφειλές του καταθέτη, σε περίπτωση πτώχευσης ενός πιστωτικού ιδρύματος.

Εκταμίευση (άρθρα 7 και 8)

Τα ΣΕΚ πρέπει τώρα να προβαίνουν σε εξόφληση των καταθετών εντός μίας εβδομάδας. Οι καταθέτες δεν χρειάζεται να υποβάλλουν αίτηση. Κάθε πληροφορία πρέπει να παρέχεται στην επίσημη γλώσσα ή στις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται η κατάθεση. Η οδηγία τώρα ορίζει ότι οι απαιτήσεις των καταθετών έναντι των ΣΕΚ, οι οποίες δεν έχουν αναγνωριστεί ή καταβληθεί, μπορούν να περιορίζονται χρονικά μόνον στον βαθμό που περιορίζονται χρονικά και οι απαιτήσεις των ΣΕΚ στις διαδικασίες εκκαθάρισης ή αναδιάρθρωσης.

Προκειμένου να ανταποκριθούν σε τόσο σύντομη προθεσμία εξόφλησης οι αρμόδιες αρχές είναι υποχρεωμένες να ενημερώνουν αυτομάτως τα ΣΕΚ, εάν υπάρξει πιθανότητα πτώχευσης μιας τράπεζας. Επιπλέον, τα ΣΕΚ και οι τράπεζες πρέπει να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τους καταθέτες, στο εσωτερικό της χώρας και διασυνοριακά, χωρίς να δεσμεύονται από απαιτήσεις εμπιστευτικότητας. Τα πιστωτικά ιδρύματα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να παρέχουν, ανά πάσα στιγμή, τις ενοποιημένες καταθέσεις ενός συγκεκριμένου καταθέτη («ενιαία εικόνα του πελάτη»).

Χρηματοδότηση των ΣΕΚ και δανεισμός μεταξύ ΣΕΚ (άρθρα 9 και 10)

Με την οδηγία τώρα διασφαλίζεται ότι τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα των ΣΕΚ είναι ανάλογα με τις πιθανές υποχρεώσεις τους. Τα εν λόγω χρηματοδοτικά μέσα διασφαλίζονται έναντι πιθανών ζημιών μέσω περιορισμών των επενδύσεων παρόμοιων με εκείνους για τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος βάσει του άρθρου 7 της οδηγίας 2009/110/ΕΚ[10] και για τους ΟΣΕΚΑ, βάσει του άρθρου 52 της οδηγίας 2009/64/ΕΚ[11], λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη για χαμηλότερο κίνδυνο και μεγαλύτερη ρευστότητα. Η χρηματοδότηση των ΣΕΚ θα βασίζεται στα ακόλουθα διαδοχικά στάδια:

Πρώτον, προκειμένου να διασφαλίζεται επαρκής χρηματοδότηση, τα ΣΕΚ πρέπει να διαθέτουν το 1,5 % των επιλέξιμων καταθέσεων, στο τέλος μιας μεταβατικής περιόδου 10 ετών («επίπεδο-στόχος»). Εάν τα εν λόγω χρηματοδοτικά μέσα αποδειχθούν ανεπαρκή, σε περίπτωση πτώχευσης μιας τράπεζας, πρέπει να εφαρμοστεί το δεύτερο και το τρίτο στάδιο.

Δεύτερον, οι τράπεζες πρέπει να καταβάλλουν έκτακτες συνεισφορές (εκ των υστέρων) ύψους έως 0,5 % των επιλέξιμων καταθέσεων εάν υπάρχει ανάγκη. Εάν η καταβολή αυτής της πληρωμής θέτει σε κίνδυνο μια τράπεζα, η συγκεκριμένη τράπεζα μπορεί να εξαιρεθεί από τις αρμόδιες αρχές). Συνεπώς, τα κεφάλαια εκ των προτέρων θα αντιστοιχούν στο 75 % της χρηματοδότησης των ΣΕΚ, οι δε συνεισφορές εκ των υστέρων στο 25 %.

Τρίτον, ο μηχανισμός αμοιβαίου δανεισμού παρέχει τη δυνατότητα σε ένα ΣΕΚ που βρίσκεται σε ανάγκη να δανείζεται από όλα τα άλλα ΣΕΚ στην ΕΕ, τα οποία, όλα μαζί, πρέπει, εάν χρειαστεί, να δανείζουν στο ΣΕΚ κατ’ ανώτατο όριο 0,5 % των επιλέξιμων καταθέσεων τους, εν ανάγκη πολύ σύντομα, αναλογικά με το ποσό των επιλέξιμων καταθέσεων σε κάθε χώρα. Το δάνειο πρέπει να εξοφλείται εντός πενταετίας και να αντλούνται νέες συνεισφορές στο ΣΕΚ για την εξόφληση του δανείου. Για την κατοχύρωση της εξόφλησης, τα δανειοδοτικά ΣΕΚ διαθέτουν το δικαίωμα υποκατάστασης στις απαιτήσεις των καταθετών έναντι του πτωχεύσαντος πιστωτικού ιδρύματος και οι εν λόγω απαιτήσεις θα είναι πρώτης τάξεως στη διαδικασία εκκαθάρισης του πιστωτικού ιδρύματος, του οποίου η πτώχευση εξάντλησε το δανειοληπτικό ΣΕΚ.

Ως τέταρτη και τελευταία γραμμή αμύνης προκειμένου να αποφευχθεί η παρέμβαση των φορολογουμένων, τα ΣΕΚ πρέπει να διαθέτουν ρυθμίσεις εναλλακτικής χρηματοδότησης, με την υπόμνηση ότι οι εν λόγω ρυθμίσεις πρέπει να συμμορφώνονται με την απαγόρευση νομισματικής χρηματοδότησης, που ορίζεται στο άρθρο 123 της ΣΛΕΕ.

Μόνον μετά την πάροδο δεκαετίας θα έχει γίνει λειτουργικός αυτός ο μηχανισμός τεσσάρων σταδίων. Προκειμένου να προσαρμοστεί το επίπεδο-στόχος στις ενδεχόμενες υποχρεώσεις των συστημάτων, θα βαθμονομηθεί πάλι με βάση τις καλυπτόμενες καταθέσεις (δηλαδή λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο κάλυψης), αλλά χωρίς να μειωθεί το επίπεδο προστασίας.

Τα κεφάλαια των ΣΕΚ θα πρέπει, κατά κύριο λόγο, να χρησιμοποιούνται για την αποζημίωση των καταθετών. Αυτό, όμως, δεν εμποδίζει τη χρήση τους για σκοπούς εξυγίανσης τραπεζών, σύμφωνα με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων. Ωστόσο, για να αποφευχθεί η εξάντληση των κεφαλαίων προς όφελος των ανασφάλιστων πιστωτών μιας τράπεζας, η εν λόγω χρήση πρέπει να περιορίζεται στο ποσό που θα ήταν αναγκαίο για την εκταμίευση των καλυπτόμενων καταθέσεων. Δεδομένου ότι η εξυγίανση τραπεζών και η εκταμίευση έχουν διαφορετικούς σκοπούς, τα κεφάλαια των ΣΕΚ θα πρέπει να προστατεύονται ήδη όταν έχει επιτευχθεί το επίπεδο-στόχος, ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν εμποδίζεται η πρωταρχική λειτουργία των ΣΕΚ, ήτοι η εκταμίευση των καταθέσεων, και αυτό υπό την επιφύλαξη της μελλοντικής πολιτικής της Επιτροπής όσον αφορά τα κεφάλαια εξυγίανσης τραπεζών.

Συνεισφορές βάσει του κινδύνου στα ΣΕΚ (άρθρο 11 και παραρτήματα I και II)

Οι συνεισφορές των πιστωτικών ιδρυμάτων στα ΣΕΚ πρέπει να υπολογίζονται ανάλογα με το προφίλ κινδύνου τους, κατά εναρμονισμένο τρόπο. Κατ’ αρχήν, οι συνεισφορές αποτελούνται από στοιχεία που δεν βασίζονται στον κίνδυνο και από άλλα που βασίζονται στον κίνδυνο. Τα δεύτερα θα υπολογίζονται με βάση διάφορους δείκτες που αντικατοπτρίζουν το προφίλ κινδύνου εκάστου πιστωτικού ιδρύματος. Οι προτεινόμενοι δείκτες καλύπτουν τις βασικές κατηγορίες κινδύνου που χρησιμοποιούνται συνήθως για την αξιολόγηση της οικονομικής ευρωστίας των πιστωτικών ιδρυμάτων: κεφαλαιακή επάρκεια, ποιότητα στοιχείων ενεργητικού, κερδοφορία και ρευστότητα. Τα αναγκαία δεδομένα για τον υπολογισμό αυτών των δεικτών είναι διαθέσιμα βάσει των υφισταμένων υποχρεώσεων αναφοράς τους.

Λαμβανομένων υπόψη των διαφορών στον τραπεζικό τομέα μεταξύ των κρατών μελών, η οδηγία διασφαλίζει κάποια ευελιξία, με την πρόβλεψη μιας σειράς βασικών δεικτών (υποχρεωτικών για όλα τα κράτη μέλη) και μιας άλλης σειράς συμπληρωματικών δεικτών (προαιρετικών για τα κράτη μέλη). Οι βασικοί δείκτες αποτελούνται από τα συνήθως χρησιμοποιούμενα κριτήρια όπως η κεφαλαιακή επάρκεια, η ποιότητα στοιχείων ενεργητικού, η κερδοφορία και η ρευστότητα. Οι βασικοί δείκτες σταθμίζονται με 75 % και οι συμπληρωματικοί δείκτες με 25 %.

Η εν λόγω προσέγγιση για τον υπολογισμό των βάσει κινδύνου συνεισφορών βασίζεται στις εκθέσεις της Επιτροπής (Κοινό Κέντρο Ερευνών) του 2008 και του 2009, και αντικατοπτρίζει επίσης τις σημερινές προσεγγίσεις σε ορισμένα κράτη μέλη[12]. Εν γένει, η οδηγία προβλέπει ότι το συνολικό ποσό των συνεισφορών που πρόκειται να εισπράττονται από τα ΣΕΚ θα πρέπει πρώτα να προσδιορίζεται σύμφωνα με το επίπεδο-στόχο για τα κεφάλαια των ΣΕΚ· κατόπιν, το ποσό θα πρέπει να κατανέμεται μεταξύ των τραπεζών που είναι μέλη του ΣΕΚ, ανάλογα με το προφίλ κινδύνου τους. Συνεπώς, η οδηγία προβλέπει κίνητρα για υγιή διαχείριση του κινδύνου και αποθαρρύνει τη ριψοκίνδυνη συμπεριφορά, κάνοντας σαφή διάκριση μεταξύ των επιπέδων συνεισφοράς που καταβάλλονται από τις λιγότερο και τις περισσότερο ριψοκίνδυνες τράπεζες (από 75 % έως 200 % του κανονικού ποσού, αντιστοίχως).

Όσον αφορά τα στοιχεία που δεν βασίζονται στον κίνδυνο η βάση συνεισφοράς είναι το ποσό των επιλέξιμων καταθέσεων , όπως συμβαίνει σήμερα στα περισσότερα κράτη μέλη. Ωστόσο, με τον καιρό, οι καλυπτόμενες καταθέσεις (ήτοι οι επιλέξιμες καταθέσεις που δεν υπερβαίνουν το επίπεδο κάλυψης) θα γίνουν η βάση συνεισφοράς σε όλα τα κράτη μέλη, καθώς αντικατοπτρίζουν καλύτερα τον κίνδυνο στον οποίο είναι εκτεθειμένα τα ΣΕΚ.

Πλήρης εναρμόνιση του υπολογισμού των βάσει του κινδύνου συνεισφορών αναμένεται να επιτευχθεί σε μεταγενέστερο στάδιο.

Διασυνοριακή συνεργασία (άρθρο 12)

Προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία εκταμίευσης σε διασυνοριακές καταστάσεις, το ΣΕΚ της χώρας υποδοχής ενεργεί ως ενιαίο σημείο επαφής για τους καταθέτες υποκαταστημάτων σε άλλα κράτη μέλη. Αυτό συμπεριλαμβάνει όχι μόνο την επικοινωνία με τους καταθέτες αυτής της χώρας (ενεργώντας ως «ταχυδρομική θυρίδα»), αλλά και εκταμίευση για λογαριασμό του ΣΕΚ της χώρας καταγωγής (ενεργώντας ως «γραφείο πληρωμής»). Η λειτουργία αυτή θα διευκολυνθεί με συμφωνίες μεταξύ των ΣΕΚ.

Τα συστήματα οφείλουν να ανταλλάσσουν σχετικές πληροφορίες μεταξύ τους, πράγμα το οποίο θα διευκολυνθεί με αμοιβαίες συμφωνίες.

Στις τράπεζες που αναδιοργανώνονται κατά τρόπο ώστε να παύσει η συμμετοχή τους σε ένα ΣΕΚ και να προσχωρήσουν σε άλλο ΣΕΚ θα επιστρέφεται η τελευταία συνεισφορά τους, ούτως ώστε να μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα εν λόγω κεφάλαια για την πληρωμή της πρώτης συνεισφοράς του στο νέο ΣΕΚ.

Πληροφορίες για τους καταθέτες (άρθρο 14 και παράρτημα III)

Οι καταθέτες τώρα ενημερώνονται καλύτερα σχετικά με το κατά πόσον καλύπτονται οι καταθέσεις τους και σχετικά με τη λειτουργία των ΣΕΚ. Για το σκοπό αυτόν, πριν προβούν σε κατάθεση, οι καταθέτες πρέπει τώρα να προσυπογράψουν ένα ενημερωτικό δελτίο, που βασίζεται στο υπόδειγμα του παραρτήματος ΙΙΙ, το οποίο περιέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν την κάλυψη της κατάθεσης από το αρμόδιο ΣΕΚ. Οι σημερινοί καταθέτες πρέπει να ενημερώνονται δεόντως στο αντίγραφο κίνησης του λογαριασμού τους. Η διαφήμιση των καταθετικών προϊόντων πρέπει να περιορίζεται σε απλή μνεία της κάλυψης από το ΣΕΚ, ώστε να μην χρησιμοποιείται το ΣΕΚ ως επιχείρημα για την προώθηση του προϊόντος.

Η τακτική γνωστοποίηση συγκεκριμένων πληροφοριών από τα ΣΕΚ (κεφάλαια εκ των προτέρων, ικανότητα εκ των υστέρων, αποτελέσματα τακτικών προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων) διασφαλίζει διαφάνεια και αξιοπιστία, η οποία συντελεί σε μεγαλύτερη οικονομική σταθερότητα με ασήμαντο κόστος (για περισσότερες λεπτομέρειες βλ. έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων).

Νέα αρχιτεκτονική της εποπτείας

Στις 23 Σεπτεμβρίου 2009, η Επιτροπή ενέκρινε προτάσεις κανονισμών σχετικά με τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοοικονομικής Εποπτείας, οι οποίες περιλαμβάνουν τη δημιουργία των τριών Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου. Η νέα Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών θα πρέπει, στο πλαίσιο των εξουσιών που της ανατίθενται δυνάμει του κανονισμού, να συγκεντρώνει πληροφορίες όσον αφορά το ποσό των καταθέσεων, να διενεργεί αναλύσεις με ομότιμη αξιολόγηση, να επιβεβαιώνει αν ένα ΣΕΚ μπορεί να δανειστεί από άλλα ΣΕΚ, και να ρυθμίζει τις διαφορές μεταξύ των ΣΕΚ.

2010/0207 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑΣ …/…/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της […]

περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων [αναδιατύπωση]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ê 94/19/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο Ö 53 παράγραφος 1 Õ 57 παράγραφος 2 πρώτη και τρίτη πρόταση,

την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής[13],

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας[14],

τη γνώμη Ö του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων [15] Õ της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[16],

ÖΈπειτα από διαβίβαση της πρότασης στα εθνικά κοινοβούλια, Õ

Αποφασίζοντας Ö σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική Õ με τη διαδικασία του άρθρου 189 Β της συνθήκης[17],

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

∫ νέο

1. Η οδηγία 94/19/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 1994*, πρέπει να τροποποιηθεί ουσιωδώς. Για λόγους σαφήνειας, είναι σκόπιμη η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

_____________________

* ΕΕ L 135 της 31.5.1994, σ. 5.

ê 94/19/EK αιτιολογική σκέψη 1 (νέο)

2. Είναι αναγκαίο, προς διευκόλυνση της αναλήψεως της δραστηριότητος πιστωτικού ιδρύματος και της ασκήσεώς της, να απαλειφθούν οι διαφορές μεταξύ των νομοθεσιών των κρατών μελών ως προς το καθεστώς των συστημάτων εγγυήσεως των καταθέσεων, στο οποίο υπόκεινται τα εν λόγω ιδρύματα. ότι, σύμφωνα με τους στόχους της συνθήκης, πρέπει να προαχθεί η αρμονική ανάπτυξη των δραστηριοτήτων των πιστωτικών ιδρυμάτων σε ολόκληρη την Κοινότητα με την εξάλειψη όλων των περιορισμών του δικαιώματος εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και με την ταυτόχρονη ενίσχυση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος και της προστασίας των αποταμιευτών·

ê 94/19/EK αιτιολογική σκέψη 2 (νέο)

3. Η παρούσα οδηγία αποτελεί ουσιώδες μέσο για την εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς, τόσο όσον αφορά την ελευθερία εγκατάστασης όσο και την ελεύθερη παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, στον τομέα των πιστωτικών ιδρυμάτων, με την ταυτόχρονη ενίσχυση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος και της προστασίας των καταθετών. ότι, παράλληλα με την εξάλειψη των περιορισμών των δραστηριοτήτων των πιστωτικών ιδρυμάτων, πρέπει να ληφθεί μέριμνα για την αντιμετώπιση της κατάστασης που ενδέχεται να προκύψει σε περίπτωση κατά την οποία καταστούν μη διαθέσιμες οι καταθέσεις πιστωτικού ιδρύματος με υποκαταστήματα σε άλλα κράτη μέλη· ότι είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί, ανεξαρτήτως του τόπου όπου ευρίσκονται οι καταθέσεις εντός της Κοινότητας, ένα εναρμονισμένο ελάχιστο επίπεδο προστασίας των καταθέσεων· ότι η σημασία της προστασίας των καταθέσεων για την ολοκλήρωση της ενιαίας τραπεζικής αγοράς είναι εξίσου ουσιώδης με εκείνη των κανόνων προληπτικής εποπτείας·

ò νέο

4. Η οδηγία 2009/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, για την τροποποίηση της οδηγίας 94/19/ΕΚ περί των συστημάτων εγγυήσεως των καταθέσεων όσον αφορά το επίπεδο κάλυψης και την προθεσμία εκταμίευσης[18] επέβαλλε την υποχρέωση στην Επιτροπή, εφόσον απαιτείται, να υποβάλει τις κατάλληλες προτάσεις για την τροποποίηση της οδηγίας 94/19/ΕΚ. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή όφειλε να εξετάσει, μεταξύ άλλων, την εναρμόνιση των μηχανισμών χρηματοδότησης των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων· πιθανά υποδείγματα για την καθιέρωση συνεισφορών με βάση τους κινδύνους· τα οφέλη και το κόστος της πιθανής καθιέρωσης ενωσιακού συστήματος εγγύησης των καταθέσεων· τις επιπτώσεις των διαφορετικών νομοθεσιών, όσον αφορά τον συμψηφισμό και τις ανταπαιτήσεις, στην αποδοτικότητα του συστήματος· και την εναρμόνιση του εύρους των καλυπτόμενων προϊόντων και καταθετών.

ê 94/19/EK αιτιολογική σκέψη 8 (νέο)

5. Η οδηγία 94/19/ΕΚ βασιζόταν στην αρχή της ελάχιστης εναρμόνισης. Κατά συνέπεια, δημιουργήθηκε στην Ένωση μια ποικιλία συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων, με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά, πράγμα το οποίο προκάλεσε στρεβλώσεις της αγοράς για τα πιστωτικά ιδρύματα και περιόρισε τα οφέλη που προσέφερε η εσωτερική αγορά στους καταθέτες. ότι η εναρμόνιση πρέπει να περιοριστεί στα κύρια στοιχεία των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων και να διασφαλίζει, σε συντομότατο χρονικό διάστημα, πληρωμή σύμφωνα με την εγγύηση η οποία έχει υπολογιστεί βάσει ενός ελάχιστου εναρμονισμένου ύψους·

ò νέο

6. Η οδηγία θα πρέπει να διασφαλίζει ισότιμους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων, να επιτρέπει στους καταθέτες να κατανοούν εύκολα τα χαρακτηριστικά των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων και να διευκολύνει την ταχεία επιστροφή χρημάτων στους καταθέτες, μέσω υγιών και αξιόπιστων συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων, προς όφελος της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να εναρμονιστεί και να απλουστευθεί, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, η προστασία των καταθέσεων.

ê 94/19/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 3

7. Μότι, με την παύση των εργασιών ενός αφερέγγυου πιστωτικού ιδρύματος, οι καταθέτες υποκαταστημάτων εγκατεστημένων σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο της έδρας του πιστωτικού ιδρύματος πρέπει να προστατεύονται από το ίδιο σύστημα εγγύησης όπως οι υπόλοιποι καταθέτες του ιδρύματος.·

ê 94/19/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 15 (προσαρμοσμένο)

8. Ηότι η παρούσα οδηγία απαιτεί κατ’ αρχήν από όλα τα πιστωτικά ιδρύματα να συμμετέχουν σε ένα σύστημα εγγύησης των καταθέσεων· ότι οι οδηγίες που διέπουν την ανάληψη και άσκηση δραστηριότητας από τα πιστωτικά ιδρύματα η έδρα των οποίων ευρίσκεται σε τρίτη χώρα και, ιδίως, η πρώτη οδηγία 77/780/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 1977 περί του συντονισμού των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη και την άσκηση της δραστηριότητας πιστωτικού ιδρύματος (1) επιτρέπουν στα κράτη μέλη να αποφασίζουν εάν και υπό ποιους όρους θα επιτρέπουν στα υποκαταστήματα των εν λόγω πιστωτικών ιδρυμάτων να ασκούν δραστηριότητα στο έδαφός τους· ότι υπέρ των υποκαταστημάτων αυτών δεν θα ισχύει η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 2 της συνθήκης, ούτε το δικαίωμα εγκαταστάσεως σε κράτος μέλος εκτός εκείνων στα οποία είναι εγκατεστημένα· ότι, κατά συνέπεια, το Ö δε Õ κράτος μέλος που επιτρέπει τέτοια υποκαταστήματα Ö ενός πιστωτικού ιδρύματος που έχει την έδρα του σε τρίτη χώρα Õ πρέπει να αποφασίζει πώς θα εφαρμόζει τις αρχές της παρούσας οδηγίας την παρούσα οδηγία στα εν λόγω υποκαταστήματα Ö και να λαμβάνει υπόψη την ανάγκη Õ σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 77/780/ΕΟΚ και λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να προστατεύονται οι καταθέτες και να διατηρηθεί η ακεραιότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.· Εότι είναι ουσιαστικό οι καταθέτες αυτών των υποκαταστημάτων να έχουν πλήρη γνώση των εγγυήσεων που τους αφορούν.·

∫ νέο

9. Μολονότι, κατ’ αρχήν, όλα τα πιστωτικά ιδρύματα πρέπει να είναι μέλη ενός συστήματος εγγύησης των καταθέσεων, θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι υπάρχουν συστήματα τα οποία προστατεύουν το ίδιο το πιστωτικό ίδρυμα (θεσμικά συστήματα προστασίας) και, ιδίως, διασφαλίζουν τη ρευστότητα και τη φερεγγυότητά του. Τα εν λόγω συστήματα εξασφαλίζουν προστασία των καταθετών πέραν της παρεχόμενης από σύστημα εγγύησης των καταθέσεων. Εάν τα συστήματα αυτά είναι χωριστά από τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο επιπρόσθετος ρόλος τους στη διασφάλιση των συστημάτων, κατά τον προσδιορισμό των συνεισφορών των μελών στα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων. Το εναρμονισμένο επίπεδο κάλυψης δεν θα πρέπει να επηρεάζει τα συστήματα που προστατεύουν το ίδιο το πιστωτικό ίδρυμα, εκτός εάν εξοφλούν τους καταθέτες. Οι καταθέτες θα πρέπει να μπορούν να προβάλλουν απαιτήσεις έναντι όλων των συστημάτων, ιδίως εάν δεν μπορεί να διασφαλιστεί προστασία από σύστημα αμοιβαίων εγγυήσεων. Επομένως, δεν θα πρέπει να εξαιρείται από την οδηγία κανένα σύστημα.

10. Τα θεσμικά συστήματα προστασίας ορίζονται στο άρθρο 80 παράγραφος 8 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση)[19] και μπορούν να αναγνωρίζονται από τις αρμόδιες αρχές ως συστήματα εγγύησης των καταθέσεων, εφόσον πληρούν όλα τα κριτήρια του εν λόγω άρθρου και της παρούσας οδηγίας.

11. Κατά την πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση, οι ασυντόνιστες αυξήσεις στα επίπεδα κάλυψης στα διάφορα κράτη μέλη της ΕΕ ώθησαν τους καταθέτες να μεταφέρουν χρήματα στις τράπεζες σε χώρες όπου οι εγγυήσεις των καταθέσεων ήταν υψηλότερες, πράγμα το οποίο στέρησε ρευστότητα από τις τράπεζες σε καιρούς ακραίων καταστάσεων. Σε καιρούς σταθερότητας, τα διαφορετικά επίπεδα κάλυψης μπορεί να οδηγήσουν τους καταθέτες να επιλέξουν την υψηλότερη προστασία των καταθέσεων παρά το πιο κατάλληλο καταθετικό προϊόν, πράγμα το οποίο ενδέχεται να οδηγήσει σε στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά. Επομένως, είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί, ανεξαρτήτως του τόπου όπου ευρίσκονται οι καταθέσεις εντός της Ένωσης, εναρμονισμένο επίπεδο προστασίας των καταθέσεων. Ωστόσο, ορισμένες καταθέσεις, λόγω της ιδιαίτερης προσωπικής κατάστασης των καταθετών, μπορούν να καλύπτονται σε υψηλότερο επίπεδο, αλλά για περιορισμένο χρονικό διάστημα.

ê 2009/14/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 4

ð νέο

12. Το ίδιο επίπεδο κάλυψης θα πρέπει να ισχύει για όλους τους καταθέτες, ανεξαρτήτως του αν το νόμισμα του κράτους μέλους είναι το ευρώ ð και ανεξαρτήτως του αν η τράπεζα είναι μέλος ενός συστήματος που προστατεύει το ίδιο το πιστωτικό ίδρυμα ï. Ωστόσο, τα κράτη μέλη εκτός της ζώνης του ευρώ ευρωζώνης θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να στρογγυλοποιούν τα ποσά που προκύπτουν από τη μετατροπή, χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο την ισοδύναμη προστασία των καταθετών.

ê 94/19/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 16 (προσαρμοσμένο)

13. Αότι, αφενός, το ελάχιστο ύψος εγγύησης της παρούσας οδηγίας δεν πρέπει να αφήνει απροστάτευτο μεγάλο μέρος των καταθέσεων, προς όφελος τόσο της προστασίας των καταναλωτών όσο και της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος· ότι, αφετέρου, δεν θα ήταν σκόπιμο να επιβάλλεται σε όλη την Κοινότητα επίπεδο προστασίας, το οποίο ενδέχεται, σε ορισμένες περιπτώσεις, να έχει ως αποτέλεσμα να ενθαρρύνει την επισφαλή διοίκηση των πιστωτικών ιδρυμάτων· ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη το κόστος της χρηματοδότησης των συστημάτων. Συνεπώς, ότι φαίνεται εύλογο να καθοριστεί το εναρμονισμένο ελάχιστο ύψος της εγγύησης σε √ 100 000 ευρώ. ∏ 20 000 Εcu· ότι θα είναι ενδεχομένως αναγκαίες περιορισμένες μεταβατικές ρυθμίσεις προκειμένου τα συστήματα να συμμορφωθούν προς το ποσό αυτό·

ê 94/19/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 20 (προσαρμοσμένο)

14. Έότι μάλλον έχει ακολουθηθεί η αρχή του εναρμονισμένου ελάχιστου ύψους ανά καταθέτη και όχι ανά κατάθεση.· Εότι είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμο να ληφθούν υπόψη οι καταθέσεις καταθετών που είτε δεν αναφέρονται ως δικαιούχοι του λογαριασμού είτε δεν είναι οι μόνοι δικαιούχοι· ότι το ύψος αυτό πρέπει, επομένως, να εφαρμόζεται για κάθε καταθέτη του οποίου διαπιστώνεται η ταυτότητα.· Αότι αυτό, ωστόσο, δεν ισχύει στην περίπτωση των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες, οι οποίοι υπόκεινται σε ειδικούς κανόνες προστασίας που δεν υπάρχουν για τις προαναφερθείσες καταθέσεις.·

ò νέο

15. Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να εμποδίζονται να καθιερώνουν συστήματα προστασίας των συντάξεων εν γένει, τα οποία θα πρέπει να λειτουργούν χωριστά από τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων. Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να εμποδίζονται να προστατεύουν ορισμένες καταθέσεις που αφορούν κοινωνικούς λόγους ή συναλλαγές επί ακινήτων για σκοπούς ιδιωτικής κατοικίας. Σε όλες τις περιπτώσεις, πρέπει να τηρούνται οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων.

ê 94/19/EK αιτιολογική σκέψη 23 (νέο)

ð νέο

16. ότι, στα πλαίσια της παρούσας οδηγίας, δεν Εείναι απαραίτητο να εναρμονιστούν οι μέθοδοι χρηματοδότησης των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων ή των ίδιων των πιστωτικών ιδρυμάτων., δεδομένου ότι, Ααφενός, το κόστος της χρηματοδότησης των συστημάτων αυτών πρέπει να βαρύνει, ð κυρίως ï κατ’ αρχήν, τα ίδια τα πιστωτικά ιδρύματα· και, αφετέρου, η χρηματοδοτική ικανότητα των συστημάτων αυτών πρέπει να ανάλογη των υποχρεώσεών τους. ð Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι καταθέτες σε όλα τα κράτη μέλη απολαύουν ομοίως υψηλού επιπέδου προστασίας και ότι τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων δανείζονται αμοιβαία μόνον εφόσον έχουν καταβληθεί σημαντικές χρηματοδοτικές προσπάθειες από το ενδιαφερόμενο σύστημα εγγύησης των καταθέσεων, θα πρέπει να εναρμονιστεί σε υψηλό επίπεδο η χρηματοδότηση των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων. ï Αυτό·ότι, ωστόσο, αυτό δεν πρέπει να θέτει σε κίνδυνο τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος του συγκεκριμένου κράτους μέλους.·

ò νέο

17. Προκειμένου να περιοριστεί η προστασία των καταθέσεων στον βαθμό που είναι αναγκαίος για να κατοχυρωθεί ασφάλεια δικαίου και διαφάνεια για τους καταθέτες και να αποφευχθεί η μεταφορά των επενδυτικών κινδύνων στα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων, ορισμένα χρηματοπιστωτικά προϊόντα επενδυτικού χαρακτήρα θα πρέπει να εξαιρούνται από το πεδίο κάλυψης, ιδίως εκείνα που δεν είναι επιστρεπτέα στο άρτιο και εκείνα των οποίων η ύπαρξη μπορεί να αποδειχθεί μόνον με πιστοποιητικό.

18. Ορισμένοι καταθέτες δεν θα πρέπει να είναι επιλέξιμοι για προστασία των καταθέσεων, ιδίως οι δημόσιες αρχές ή άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Ο περιορισμένος αριθμός τους, σε σύγκριση με όλους τους άλλους καταθέτες, ελαχιστοποιεί τις επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, σε περίπτωση πτώχευσης τραπεζών. Εξ άλλου, οι αρχές διαθέτουν πολύ ευκολότερη πρόσβαση σε πιστώσεις από ό,τι οι πολίτες. Οι μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις θα πρέπει, κατ’ αρχήν, να καλύπτονται, ανεξαρτήτως του μεγέθους τους.

19. Στο άρθρο 1 της οδηγίας 91/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 1991, για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες[20] δίδεται ορισμός της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Βάσει του εν λόγω ορισμού, θα πρέπει να αποκλείεται η καταβολή πληρωμών από τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων σε ορισμένους καταθέτες.

ê 94/19/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 4

20. Τότι το κόστος, για τα πιστωτικά ιδρύματα, της συμμετοχής σε ένα σύστημα εγγύησης είναι ασυγκρίτως χαμηλότερο από το κόστος μιας γενικευμένης απόσυρσης τραπεζικών καταθέσεων, όχι μόνο από ένα πιστωτικό ίδρυμα που θα αντιμετώπιζε δυσχέρειες, αλλά επίσης και από υγιή πιστωτικά ιδρύματα, κατόπιν απώλειας της εμπιστοσύνης των καταθετών στη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος.·

ò νέο

21. Είναι απαραίτητο τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων να ανέρχονται σε ένα ορισμένο επίπεδο-στόχο και να μπορούν να εισπράττονται έκτακτες συνεισφορές. Όπου χρειάζεται, τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων θα πρέπει να έχουν προβλέψει κατάλληλες ρυθμίσεις εναλλακτικής χρηματοδότησης, ώστε να είναι σε θέση να εξασφαλίσουν βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση, προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις έναντι αυτών.

22. Τα χρηματοδοτικά μέσα των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων θα πρέπει να χρησιμοποιούνται, κατά κύριο λόγο, για την εξόφληση των καταθετών. Θα μπορούν, ωστόσο, να χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση της μεταφοράς καταθέσεων σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα, υπό την προϋπόθεση ότι τα έξοδα τα οποία βαρύνουν το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων δεν υπερβαίνουν το ποσό των καλυπτόμενων καταθέσεων στο σχετικό πιστωτικό ίδρυμα. Θα μπορούν επίσης, μέχρις ενός σημείου, όπως ορίζεται στην οδηγία, να χρησιμοποιούνται για να χρηματοδοτείται η πρόληψη της πτώχευσης τραπεζών. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να είναι σύμφωνα με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων και να λαμβάνονται υπό την επιφύλαξη της μελλοντικής πολιτικής της Επιτροπής όσον αφορά την δημιουργία εθνικών ταμείων εξυγίανσης τραπεζών.

23. Στον πίνακα 1, που περιλαμβάνεται στο παράρτημα I σημείο 14, της οδηγίας 2006/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση)[21] αποδίδονται κίνδυνοι σε ορισμένα στοιχεία του ενεργητικού. Το εν λόγω παράρτημα θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων επενδύουν μόνον σε χαμηλού κινδύνου στοιχεία του ενεργητικού.

24. Για τις συνεισφορές στα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο βαθμός κινδύνου στον οποίο υπόκεινται τα μέλη τους. Με τον τρόπο αυτόν, θα μπορεί να αντικατοπτρίζεται το προφίλ κινδύνου των επιμέρους τραπεζών και να υπολογίζονται δίκαια οι συνεισφορές, όπως και να παρέχονται κίνητρα λειτουργίας με λιγότερο ριψοκίνδυνο επιχειρηματικό μοντέλο. Με την ανάπτυξη μιας σειράς βασικών δεικτών, υποχρεωτικών για όλα τα κράτη μέλη, και μιας άλλης σειράς προαιρετικών συμπληρωματικών δεικτών, θα επιτευχθεί βαθμιαία η εναρμόνιση.

ê 94/19/EK αιτιολογική σκέψη 25 (νέο)

ð νέο

25. Ηότι η προστασία των καταθέσεων αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς και απαραίτητο συμπλήρωμα του συστήματος εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων, λόγω της αλληλεγγύης που επιβάλλει μεταξύ όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων μιας δεδομένης χρηματοπιστωτικής αγοράς σε περίπτωση που ένα ίδρυμα αδυνατεί να τηρήσει τις υποχρεώσεις του., ð Ως εκ τούτου, τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα αμοιβαίου δανεισμού σε περίπτωση ανάγκης. ï

ê 2009/14/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 10 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

26. Η τρίμηνη Ö μέγιστη Õ προθεσμία εκταμίευσης Ö των έξι εβδομάδων από τις 31 Δεκεμβρίου 2010 Õ που προβλέπεται σήμερα, η οποία μπορεί να παραταθεί κατά εννέα μήνες, αντίκειται στην ανάγκη να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη των καταθετών και δεν ικανοποιεί τις ανάγκες τους. Επομένως, ο χρόνος εκταμίευσης θα πρέπει να μειωθεί ώστε να καλύπτει χρονικό διάστημα ð μίας εβδομάδας. ï είκοσι εργάσιμων ημερών. Η εν λόγω προθεσμία θα πρέπει να παρατείνεται μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις και κατόπιν έγκρισης των αρμόδιων αρχών. Δύο έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την αποτελεσματικότητα και τις καθυστερήσεις των διαδικασιών εκταμίευσης, με την οποία θα αξιολογεί εάν ενδείκνυται περαιτέρω μείωση της προθεσμίας σε δέκα εργάσιμες ημέρες.

ò νέο

27. Τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων στα κράτη μέλη όπου ένα πιστωτικό ίδρυμα έχει ιδρύσει υποκαταστήματα ή όπου παρέχει άμεσα υπηρεσίες θα πρέπει να ενημερώνουν και να εξοφλούν τους καταθέτες για λογαριασμό του συστήματος του κράτους μέλους όπου έχει λάβει άδεια λειτουργίας το πιστωτικό ίδρυμα. Τα σχετικά συστήματα εγγύησης των καταθέσεων θα πρέπει να συνάπτουν συμφωνίες εκ των προτέρων, προκειμένου να διευκολυνθούν οι εργασίες αυτές.

ê 94/19/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 21

ð νέο

28. Ηότι η πληροφόρηση των καταθετών αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο για την προστασία τους και πρέπει συνεπώς να θεσπιστεί γι’ αυτή ένας ελάχιστος αριθμός διατάξεων αναγκαστικού δικαίου· ð . Επομένως, οι σημερινοί καταθέτες θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με την κάλυψή τους και το αρμόδιο σύστημα στο αντίγραφο κίνησης του λογαριασμού τους, οι δε μελλοντικοί καταθέτες προσυπογράφοντας ένα τυποποιημένο ενημερωτικό δελτίο. Το περιεχόμενο των πληροφοριών αυτών θα πρέπει να είναι ταυτόσημο για όλους τους καταθέτες. ïΗότι, ωστόσο, η ανεξέλεγκτη, στα πλαίσια διαφημίσεων, χρήση πληροφοριών για το ποσό και το πεδίο ενός συστήματος εγγύησης των καταθέσεων θα μπορούσε να υπονομεύσει τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος ή να κλονίσει την εμπιστοσύνη των καταθετών· ότι τα κράτη μέλη πρέπει, ως εκ τούτου, να εφαρμόζουν κανόνες προς περιορισμό παρομοίων πληροφοριών· ð . Επομένως, η μνεία των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων στις διαφημίσεις θα πρέπει να περιορίζεται σε σύντομη απλή μνεία. Τα συστήματα τα οποία προστατεύουν το ίδιο το πιστωτικό ίδρυμα θα πρέπει να ενημερώνουν σαφώς τους καταθέτες σχετικά με τη λειτουργία τους, χωρίς να υπόσχονται απεριόριστη προστασία των καταθέσεων. ï

ò νέο

29. Η οδηγία 95/46/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[22] εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

ê 94/19/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 24

30. Ηότι η παρούσα οδηγία δεν μπορεί να προβλέπει ευθύνη των κρατών μελών ή των αρμόδιων αρχών τους έναντι των καταθετών, εφόσον έχουν μεριμνήσει για τη θέσπιση ή την επίσημη αναγνώριση ενός ή περισσοτέρων συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων ή των ίδιων των πιστωτικών ιδρυμάτων, ώστε να εξασφαλίζεται η αποζημίωση ή η προστασία των καταθετών υπό τους όρους που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.·

ò νέο

31. Η Επιτροπή, στην πρότασή της για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, της 23ης Σεπτεμβρίου 2009[23], υπέβαλε νομοθετική πρόταση για τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας και ανέφερε λεπτομέρειες σχετικά με την αρχιτεκτονική αυτού του νέου εποπτικού πλαισίου, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται η δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών.

32. Σεβόμενη την εποπτεία των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων από τα κράτη μέλη, η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή θα πρέπει να συντελέσει στην επίτευξη του στόχου ο οποίος συνίσταται στη διευκόλυνση των πιστωτικών ιδρυμάτων να αναλαμβάνουν και να ασκούν τις δραστηριότητές τους, διασφαλίζοντας ταυτοχρόνως αποτελεσματική προστασία των καταθετών. Για τον σκοπό αυτόν, η Αρχή θα πρέπει να επιβεβαιώνει ότι πληρούνται οι όροι δανεισμού μεταξύ των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων, οι οποίοι καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, και να δηλώνει, εντός των αυστηρών ορίων που τίθενται στην παρούσα οδηγία, τα ποσά που πρόκειται να χορηγήσει ως δάνειο κάθε σύστημα, το αρχικό επιτόκιο, καθώς και τη διάρκεια του δανείου. Εν προκειμένω, η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή θα πρέπει ακόμη να συγκεντρώνει πληροφορίες σχετικά με τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων, ιδίως όσον αφορά το ποσό καταθέσεων που καλύπτουν, με επιβεβαίωση από τις αρμόδιες αρχές. Θα πρέπει να ενημερώνει τα άλλα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων σχετικά με την υποχρέωσή τους να χορηγούν δάνεια.

33. Είναι αναγκαία η καθιέρωση ενός αποτελεσματικού μέσου για τη θέσπιση εναρμονισμένων τεχνικών κανόνων στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, ώστε να διασφαλίζονται ισότιμοι όροι ανταγωνισμού και επαρκής προστασία των καταθετών σε ολόκληρη την Ευρώπη. Τα εν λόγω πρότυπα θα πρέπει να καταρτιστούν προκειμένου να τυποποιηθεί ο υπολογισμός των συνεισφορών βάσει του κινδύνου.

34. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποδοτική και αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων και η ισόρροπη εξέταση της θέσης τους στα διάφορα κράτη μέλη, η Αρχή θα πρέπει να μπορεί να ρυθμίζει διαφορές μεταξύ αυτών, με δεσμευτικό αποτέλεσμα.

35. Θα πρέπει να δοθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση, σύμφωνα με το άρθρο 290 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά το άρθρο 5 παράγραφος 5.

36. Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης, συγκεκριμένα η εναρμόνιση των κανόνων που αφορούν τη λειτουργία των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων, μπορούν να επιτευχθούν μόνον στο επίπεδο της Ένωσης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

37. Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν τροποποιήσεις ουσίας των προϋπαρχουσών οδηγιών. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται κατ’ ουσία απορρέει από τις προϋπάρχουσες οδηγίες.

38. Η παρούσα οδηγία δεν πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα IV,

ê 94/19/ΕΚ

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ò νέο

Άρθρο 1Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

39. Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κανόνες που αφορούν τη λειτουργία των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων.

40. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε όλα τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων που βασίζονται σε νομοθετικές ή συμβατικές διατάξεις, καθώς και σε θεσμικά συστήματα προστασίας αναγνωρισμένα ως συστήματα εγγύησης των καταθέσεων.

41. Τα θεσμικά συστήματα προστασίας, κατά την έννοια του άρθρου 80 παράγραφος 8 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ, δύνανται να αναγνωριστούν από τις αρμόδιες αρχές ως συστήματα εγγύησης των καταθέσεων, εφόσον πληρούν όλα τα κριτήρια του εν λόγω άρθρου και της παρούσας οδηγίας.

42. Τα θεσμικά συστήματα προστασίας, τα οποία δεν είναι αναγνωρισμένα βάσει της παραγράφου 3 και δεν εγγυώνται καταθέσεις, δεν υπόκεινται στην παρούσα οδηγία, πλην ως προς το άρθρο 14 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο και το παράρτημα III τελευταίο εδάφιο.

ê 94/19/EK άρθρο 1 σημ. 1 (νέο)

Άρθρο 2Ορισμοί

1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας νοούνται ως:

α) 1. «κατάθεση»: το πιστωτικό υπόλοιπο, που προκύπτει από κεφάλαια κατατεθειμένα σε λογαριασμό ή από μεταβατικές καταστάσεις απορρέουσες από συνήθεις τραπεζικές συναλλαγές και το οποίο το πιστωτικό ίδρυμα πρέπει να επιστρέψει βάσει των ισχυόντων νόμιμων και συμβατικών όρων, καθώς και χρέη για τα οποία το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα έχει εκδώσει παραστατικούς τίτλους.

Τα μερίδια οικοδομικών συνεταιρισμών του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, εκτός από εκείνα που έχουν χαρακτήρα κεφαλαίου και καλύπτονται από το άρθρο 2, αντιμετωπίζονται ως καταθέσεις.

Οι ομολογίες που πληρούν τους όρους του άρθρου 22 παράγραφος 4 της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 10ης Δεκεμβρίου 1985 για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ)[24] δεν θεωρούνται ως καταθέσεις.

Για τον υπολογισμό του πιστωτικού υπολοίπου, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τους κανόνες και τις διατάξεις περί συμψηφισμού και ανταπαιτήσεων, σύμφωνα με τους νομικούς και συμβατικούς όρους που ισχύουν για την κατάθεση·

ò νέο

Ένα μέσο δεν αποτελεί κατάθεση σε οιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

η ύπαρξή του μπορεί να αποδειχθεί μόνον με άλλο πιστοποιητικό εκτός από αντίγραφο κίνησης λογαριασμού·

το κεφάλαιό του δεν είναι επιστρεπτέο στο άρτιο·

το κεφάλαιό του είναι επιστρεπτέο στο άρτιο μόνον δυνάμει ειδικής εγγύησης ή συμφωνίας που παρέχεται από το πιστωτικό ίδρυμα ή τρίτο μέρος· ⎪

β) «επιλέξιμες καταθέσεις»: καταθέσεις που δεν εξαιρούνται από την προστασία σύμφωνα με το άρθρο 4·

γ) «καλυπτόμενες καταθέσεις»: επιλέξιμες καταθέσεις που δεν υπερβαίνουν το επίπεδο κάλυψης που αναφέρεται στο άρθρο 5·

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 1 σημ. 2

δ)2. «κοινός λογαριασμός»: λογαριασμός που ανοίγεται στο όνομα δύο ή περισσοτέρων προσώπων ή επί του οποίου δύο ή περισσότερα πρόσωπα έχουν δικαιώματα, και ο οποίος μπορεί να κινηθεί με την υπογραφή ενός ή περισσοτέρων από τα πρόσωπα αυτά·

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 1 σημ. 3

ε)3. «μη διαθέσιμη κατάθεση»: μια κατάθεση που οφείλεται, είναι ληξιπρόθεσμη και δεν έχει καταβληθεί από πιστωτικό ίδρυμα βάσει των ισχυόντων νόμιμων και συμβατικών όρων και

i) είτε οι αρμόδιες αρχές έχουν διαπιστώσει ότι, κατά τη γνώμη τους, το οικείο πιστωτικό ίδρυμα δεν φαίνεται προς το παρόν ικανό να επιστρέψει την κατάθεση, για λόγους που έχουν άμεση σχέση με την οικονομική του κατάσταση, και δεν προβλέπεται ότι θα καταστεί ικανό στο προσεχές μέλλον.

ê 2009/14/ΕΚ άρθρο 1 σημ. 1

Οι αρμόδιες αρχές προβαίνουν στη διαπίστωση αυτή το συντομότερο δυνατό και οπωσδήποτε εντός πέντε εργάσιμων ημερών από τη στιγμή κατά την οποία απεδείχθη για πρώτη φορά ότι το πιστωτικό ίδρυμα δεν έχει επιστρέψει τις ληξιπρόθεσμες και απαιτητές καταθέσεις, ή

ê 94/19/EK άρθρο 1 σημ. 1 (νέο)

ii) είτε δικαστική αρχή, βασιζόμενη σε λόγους που έχουν άμεση σχέση με την οικονομική κατάσταση του πιστωτικού ιδρύματος, έλαβε απόφαση, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την αναστολή της ικανότητας των καταθετών να εγείρουν αξιώσεις έναντι του ιδρύματος, εάν αυτό συμβεί πριν από την προαναφερόμενη διαπίστωση·

στ)4. «πιστωτικό ίδρυμα»: η επιχείρηση, η δραστηριότητα της οποίας συνίσταται στο να δέχεται καταθέσεις ή άλλα επιστρεπτέα κεφάλαια από το κοινό και να χορηγεί πιστώσεις για λογαριασμό της ? κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ ⎪·

ζ)5. «υποκατάστημα»: έδρα εκμεταλλεύσεως, που αποτελεί ένα, άνευ νομικής προσωπικότητας, τμήμα πιστωτικού ιδρύματος και πραγματοποιεί αμέσως, εν όλω ή εν μέρει, τις συμφυείς προς τη δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων πράξεις·

ò νέο

η) «επίπεδο-στόχος»: 1,5% των επιλέξιμων καταθέσεων για την κάλυψη των οποίων είναι υπεύθυνο ένα σύστημα εγγύησης των καταθέσεων·

θ) «διαθέσιμα χρηματοπιστωτικά μέσα»: μετρητά, καταθέσεις και χαμηλού κινδύνου στοιχεία ενεργητικού με εναπομένουσα διάρκεια μέχρι την οριστική ληκτότητα έως 24 μήνες, τα οποία μπορούν να ρευστοποιηθούν εντός προθεσμίας που δεν υπερβαίνει την προθεσμία που καθορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1·

ι) «χαμηλού κινδύνου στοιχεία ενεργητικού»: στοιχεία ενεργητικού που εμπίπτουν στην πρώτη και στη δεύτερη κατηγορία του παραρτήματος I σημείο 14 πίνακας 1 της οδηγίας 2006/49/ΕΚ, αλλά εξαιρουμένων άλλων αποδεκτών στοιχείων κατά την έννοια του σημείου 15 του εν λόγω παραρτήματος·

ια) «κράτος μέλος καταγωγής»: το κράτος μέλος όπου έχει την έδρα του ένα πιστωτικό ίδρυμα·

ιβ) «κράτος μέλος υποδοχής»: το κράτος μέλος όπου ένα πιστωτικό ίδρυμα έχει υποκατάστημα ή παρέχει υπηρεσίες·

ιγ) «αρμόδιες αρχές»: οι αρμόδιες αρχές κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 4 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ·

2. Οσάκις η παρούσα οδηγία αναφέρεται στον [κανονισμό για την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ)], οι φορείς που διαχειρίζονται συστήματα εγγύησης των καταθέσεων, για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, θεωρούνται αρμόδιες αρχές κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 2 του εν λόγω κανονισμού.

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 3

è1 2005/1/EΚ άρθρο 2

ð νέο

Άρθρο 3

Συμμετοχή και εποπτεία

43. Κάθε κράτος μέλος φροντίζει να συσταθούν και να αναγνωριστούν επίσημα στο έδαφός του ένα ή περισσότερα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων.

? Αυτό δεν εμποδίζει τη συγχώνευση συστημάτων διαφορετικών κρατών μελών. ⎪

Εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο και στην παράγραφο 4, πΠιστωτικό ίδρυμα με άδεια λειτουργίας στο εν λόγω κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας 77/780/ΕΟΚ δεν δικαιούται να δέχεται καταθέσεις, αν δεν είναι μέλος συστήματος εγγύησης των καταθέσεων.

Ένα κράτος μέλος μπορεί, ωστόσο, να απαλλάσσει ένα πιστωτικό ίδρυμα από την υποχρέωση συμμετοχής σε σύστημα εγγύησης των καταθέσεων, εάν το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα είναι εντεταγμένο σε ένα σύστημα που το προστατεύει ως πιστωτικό ίδρυμα και εγγυάται ιδίως τη ρευστότητα και τη φερεγγυότητά του, εξασφαλίζοντας έτσι στους καταθέτες προστασία τουλάχιστον ισοδύναμη με εκείνη που προσφέρει ένα σύστημα εγγυήσεως των καταθέσεων, και που, σύμφωνα με τη γνώμη των αρμοδίων αρχών, πληροί τις εξής προϋποθέσεις:

– το σύστημα υπάρχει και έχει αναγνωρισθεί επίσημα κατά την έκδοση της παρούσας οδηγίας,

– το σύστημα έχει ως αντικείμενο να προλαμβάνει ώστε οι καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα που υπάγονται στο σύστημα να μην καθίστανται μη διαθέσιμες, και να διαθέτει τα απαιτούμενα προς τούτο μέσα,

– το σύστημα δεν συνίσταται σε εγγύηση παρεχόμενη από το ίδιο το κράτος μέλος ή τις τοπικές ή περιφερειακές αρχές του σε πιστωτικό ίδρυμα,

– το σύστημα εξασφαλίζει την πληροφόρηση των καταθετών σύμφωνα με τους τρόπους και τους όρους που προβλέπει το άρθρο 9.

Όσα κράτη μέλη κάνουν χρήση της δυνατότητας αυτής ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή, κοινοποιώντας ιδίως τα χαρακτηριστικά αυτών των συστημάτων προστασίας και τα πιστωτικά ιδρύματα που καλύπτονται από αυτά, καθώς και τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις των πληροφοριών που έχουν διαβιβάσει. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά την è1 Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τραπεζών ç.

2. Εάν ένα πιστωτικό ίδρυμα δεν τηρεί τις υποχρεώσεις που υπέχει ως μέλος συστήματος εγγύησης των καταθέσεων, απευθύνεται κοινοποίηση στις αρμόδιες αρχές που χορήγησαν την άδεια λειτουργίας, οι οποίες, σε συνεργασία με το σύστημα εγγύησης, λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα, περιλαμβανομένης της επιβολής κυρώσεων, για να εξασφαλίσουν ότι το πιστωτικό ίδρυμα τηρεί τις υποχρεώσεις του.

3. Εάν, παρά τα μέτρα αυτά, το πιστωτικό ίδρυμα δεν τηρεί τις υποχρεώσεις, του, το σύστημα μπορεί, εφόσον η εθνική νομοθεσία επιτρέπει τον αποκλεισμό μέλους, και με τη ρητή συναίνεση των αρμόδιων αρχών, να ειδοποιεί εντός προθεσμίας ð ενός μηνός ï δώδεκα μηνών τουλάχιστον ότι προτίθεται να αποκλείσει το πιστωτικό ίδρυμα από τη συμμετοχή του στο σύστημα. Οι καταθέσεις που έγιναν πριν από τη λήξη της προθεσμίας εξακολουθούν να καλύπτονται πλήρως από το σύστημα. Εάν, μετά την πάροδο της προθεσμίας, το πιστωτικό ίδρυμα δεν έχει τηρήσει τις υποχρεώσεις του, το σύστημα εγγύησης ð προβαίνει ï μπορεί, πάντα με τη ρητή συναίνεση των αρμόδιων αρχών, να προβεί σε αποκλεισμό του.

4. Εφόσον το επιτρέπει η εθνική νομοθεσία, και με τη ρητή συγκατάθεση των αρμόδιων αρχών που χορήγησαν την άδεια λειτουργίας, ένα πιστωτικό ίδρυμα που αποκλείσθηκε από σύστημα εγγύησης των καταθέσεων μπορεί να συνεχίσει να δέχεται καταθέσεις εάν, πριν από τον αποκλεισμό του, έχει συστήσει εναλλακτική εγγύηση που εξασφαλίζει στους καταθέτες ύψος και πεδίο προστασίας τουλάχιστον ίσο με εκείνο που προσφέρει το επίσημα αναγνωρισμένο σύστημα.

5. Εάν ένα πιστωτικό ίδρυμα για το οποίο υπάρχει πρόθεση αποκλεισμού δυνάμει της παραγράφου 3 αδυνατεί να συστήσει εναλλακτική εγγύηση σύμφωνα με τους όρους που εκτίθενται στην παράγραφο 4, οι αρμόδιες αρχές που χορήγησαν την άδεια λειτουργίας του την ανακαλούν αμέσως.

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 5 (προσαρμοσμένο)

4. Οι καταθέσεις που υφίστανται κατά τον χρόνο της ανάκλησης της άδειας ενός πιστωτικού ιδρύματος το οποίο έλαβε αυτή την άδεια σύμφωνα με το άρθρο √ 6 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ ∏ 3 της οδηγίας 77/780/ΕΟΚ εξακολουθούν να καλύπτονται από το σύστημα εγγύησης.

∫ νέο

5. Όλα τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 εποπτεύονται από τις αρμόδιες αρχές, επί συνεχούς βάσεως, ως προς τη συμμόρφωσή τους με την παρούσα οδηγία.

ê 2009/14/ΕΚ άρθρο 1 σημ. 6 στοιχ. α) (νέο)

6. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων να διενεργούν ελέγχους των συστημάτων τους και, εφόσον απαιτείται, να ενημερώνονται σε περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές διαπιστώνουν προβλήματα σε κάποιο πιστωτικό ίδρυμα, τα οποία ενδέχεται να ενεργοποιήσουν την παρέμβαση των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων.

ò νέο

Οι εν λόγω έλεγχοι πραγματοποιούνται τουλάχιστον ανά τριετία ή όποτε απαιτείται από τις περιστάσεις. Ο πρώτος έλεγχος πραγματοποιείται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013.

Εν προκειμένω, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών πραγματοποιεί περιοδικά ομότιμες αξιολογήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 15 του [κανονισμού για την ΕΑΤ]. Τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων δεσμεύονται από το επαγγελματικό απόρρητο που αναφέρεται στο άρθρο 56 του εν λόγω κανονισμού, όταν ανταλλάσσουν πληροφορίες με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών.

7. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων, ανά πάσα στιγμή εφόσον το ζητήσουν, λαμβάνουν από τα μέλη τους κάθε αναγκαία πληροφορία προκειμένου να προετοιμάσουν εξόφληση των καταθετών, συμπεριλαμβανομένων των επισημάνσεων σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2. Οι αναγκαίες πληροφορίες για τη διενέργεια προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων υποβάλλονται στα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων επί συνεχούς βάσεως. Οι πληροφορίες αυτές καθίστανται ανώνυμες. Οι ληφθείσες πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνον για τη διενέργεια προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων ή για την προετοιμασία των εξοφλήσεων και δεν διατηρούνται για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από το απαιτούμενο για τους σκοπούς αυτούς.

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 2 (προσαρμοσμένο)

Άρθρο 4Επιλεξιμότητα των καταθέσεων

1. Εξαιρούνται από οποιαδήποτε επιστροφή από τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων τα ακόλουθα:

α) με την επιφύλαξη του άρθρου 6 παράγραφος της παραγράφου 3 του άρθρου 8, οι καταθέσεις που γίνονται από άλλα πιστωτικά ιδρύματα στο όνομά τους και για δικό τους λογαριασμό,

β) όλοι οι τίτλοι οι οποίοι εμπίπτουν στον ορισμό των «ιδίων κεφαλαίων», του άρθρου Ö 57 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ Õ 2 της οδηγίας 89/299/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Απριλίου 1989 σχετικά με τα ίδια κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων[25],

γ) οι καταθέσεις οι απορρέουσες από συναλλαγές σε σχέση με τις οποίες εξεδόθη καταδικαστική ποινική απόφαση για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όπως ορίζεται από στο άρθρο 1 Ö στοιχείο Γ Õ της οδηγίας 91/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου,

∫ νέο

δ) οι καταθέσεις των χρηματοδοτικών ιδρυμάτων κατά την έννοια του άρθρου 4 σημείο 5 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ,

ε) οι καταθέσεις των επιχειρήσεων επενδύσεων κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 1 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ,

στ) οι καταθέσεις των οποίων η ταυτότητα του κατόχου δεν έχει διαπιστωθεί ποτέ, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 91/308/ΕΟΚ, όταν έχουν καταστεί μη διαθέσιμες,

ζ) οι καταθέσεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων,

η) οι καταθέσεις των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων,

θ) οι καταθέσεις των συνταξιοδοτικών ταμείων,

ι) οι καταθέσεις των αρχών,

ια) πιστωτικοί τίτλοι εκδοθέντες από πιστωτικό ίδρυμα και οφειλές που προέκυψαν από αποδοχές ιδίων συναλλαγματικών και γραμματίων,

2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα επισημαίνουν τις καταθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 κατά τρόπο που να επιτρέπει τον άμεσο εντοπισμό των εν λόγω καταθέσεων.

ê 2009/14/ΕΚ άρθρο 1 σημ. 3 στοιχ. α) (προσαρμοσμένο)

Άρθρο 5Επίπεδο κάλυψης

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το ποσό για την κάλυψη του συνόλου των καταθέσεων κάθε καταθέτη ορίζεται τουλάχιστον σε Ö 100 000 ευρώ, Õ 50000 EUR εφόσον οι καταθέσεις καθίστανται μη διαθέσιμες.

1α. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το ποσό για την κάλυψη του συνόλου των καταθέσεων κάθε καταθέτη ορίζεται σε 100000 EUR εφόσον οι καταθέσεις καθίστανται μη διαθέσιμες.

Εάν στην έκθεσή της κατά το άρθρο 12 η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η εν λόγω αύξηση και εναρμόνιση δεν είναι κατάλληλες και οικονομικά βιώσιμες για όλα τα κράτη μέλη ούτως ώστε να διασφαλισθεί η προστασία των καταναλωτών, η σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών στην Κοινότητα και να αποφευχθούν τυχόν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού διασυνοριακά, μεταξύ των κρατών μελών, θα υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πρόταση για την τροποποίηση του πρώτου εδαφίου.

∫ νέο

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων να μην αποκλίνουν από το επίπεδο κάλυψης που καθορίζεται στην παράγραφο 1. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι οι ακόλουθες καταθέσεις καλύπτονται, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω εξοφλήσεις δεν υπόκεινται στις διατάξεις των άρθρων 9, 10 και 11:

α) οι καταθέσεις από συναλλαγές επί ακινήτων για σκοπούς ιδιωτικής κατοικίας, επί 12μηνο από την πίστωση του ποσού·

β) οι καταθέσεις για κοινωνικούς λόγους, που καθορίζονται στο εθνικό δίκαιο, οι οποίες συνδέονται με ιδιαίτερα γεγονότα της ζωής, όπως ο γάμος, το διαζύγιο, η αναπηρία ή ο θάνατος του καταθέτη. Η κάλυψη δεν υπερβαίνει το 12μηνο από τη στιγμή που έλαβε χώρα το γεγονός.

3. Η παράγραφος 2 δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να διατηρούν ή να καθιερώνουν συστήματα που προστατεύουν προϊόντα ασφάλισης γήρατος και συντάξεις, υπό την προϋπόθεση ότι τα συστήματα αυτά δεν καλύπτουν μόνον τις καταθέσεις, αλλά προσφέρουν συνολική κάλυψη για όλα τα σχετικά προϊόντα και καταστάσεις.

ê 2009/14/EK άρθρο 1 σημ. 3 στοιχ. α) (νέο)

ð νέο

41β. ð Οι καταθέσεις επιστρέφονται στο νόμισμα στο οποίο τηρείται ο λογαριασμός. Εάν ï Τα κράτη μέλη που δεν ανήκουν στην ευρωζώνη, όταν μετατρέπουν στο εθνικό τους νόμισμα τα εκφραζόμενα σε ευρώ ποσά κατά την παράγραφο τις παραγράφους 1 και 1α, ð μετατρέπονται σε άλλα ï θα διασφαλίζουν ότι τα ποσά στα εθνικά νομίσματα, ð τα ποσά ï που καταβάλλονται πράγματι στους καταθέτες ισοδυναμούν με τα ποσά που ορίζει η παρούσα οδηγία.

ò νέο

5. Τα κράτη μέλη τα οποία μετατρέπουν τα εκφραζόμενα σε ευρώ ποσά στο εθνικό τους νόμισμα, για τη μετατροπή χρησιμοποιούν αρχικά τη συναλλαγματική ισοτιμία η οποία ισχύει κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

Τα κράτη μέλη μπορούν να στρογγυλοποιούν τα ποσά τα οποία προκύπτουν από τη μετατροπή, υπό την προϋπόθεση ότι η στρογγυλοποίηση αυτή δεν υπερβαίνει τα 2 500 ευρώ.

Υπό την επιφύλαξη του προηγούμενου εδαφίου, τα κράτη μέλη προσαρμόζουν, ανά πενταετία, τα επίπεδα κάλυψης που έχουν μετατραπεί σε άλλο νόμισμα στο ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Τα κράτη μέλη δύνανται να προβούν νωρίτερα στην προσαρμογή των επιπέδων κάλυψης, αφού συμβουλευθούν την Επιτροπή, σε περίπτωση απρόβλεπτων γεγονότων, όπως συναλλαγματικών διακυμάνσεων.

ê 94/19/EK άρθρο 7 παρ. 2 (νέο)

2 . Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι ορισμένοι καταθέτες ή ορισμένες καταθέσεις εξαιρούνται από την εγγύηση ή ότι η παρεχόμενη εγγύηση είναι χαμηλότερη. Ο κατάλογος αυτών των εξαιρέσεων περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι.

ê 2009/14/EK άρθρο 1 σημ. 3 στοιχ. β) (νέο)

3. Η παράγραφος 1α δεν αποκλείει τη δυνατότητα να διατηρούνται διατάξεις οι οποίες προσέφεραν, πριν από την 1η Ιανουαρίου 2008, πλήρη κάλυψη για ορισμένα είδη καταθέσεων, κυρίως για κοινωνικούς λόγους.

ê 2009/14/ΕΚ άρθρο 1 σημ. 3 στοιχ. γ)

---

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 7 παρ. 5 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

6. Το ποσό που αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο 1 επανεξετάζεται περιοδικά, και τουλάχιστον κάθε πέντε χρόνια, από την Επιτροπή. Η Επιτροπή υποβάλλει, ενδεχομένως, πρόταση οδηγίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την αναπροσαρμογή του ποσού που αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο 1, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως την εξέλιξη του τραπεζικού τομέα και την οικονομική και νομισματική κατάσταση στην Ö Ένωση Õ Κοινότητα. Η πρώτη επανεξέταση θα γίνει το νωρίτερο πέντε έτη μετά Ö τις 31 Δεκεμβρίου 2015 Õ το τέλος της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο ð εκτός εάν χρειαστεί επανεξέταση νωρίτερα, λόγω απρόβλεπτων γεγονότων ï.

ê 2009/14/EK άρθρο 1 σημ. 3 στοιχ. δ) (νέο)

7. Η Επιτροπή μπορεί να αναπροσαρμόζει τα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο στις παραγράφους 1 και 1α, ανάλογα με τον πληθωρισμό στην Ευρωπαϊκή Ένωση βάσει των μεταβολών του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή που δημοσιεύει η Επιτροπή.

Το μέτρο αυτό, που αποσκοπεί σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζεται σύμφωνα με Ö το άρθρο 16 Õ την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 7α παράγραφος 2.

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 8 (προσαρμοσμένο)

Άρθρο 6Προσδιορισμός του επιστρεπτέου ποσού

44. Τα όρια του άρθρου 57 παράγραφοςι 1, 3 και 4 ισχύουν για το σύνολο των καταθέσεων που διατηρούνται στο ίδιο πιστωτικό ίδρυμα, ανεξάρτητα από τον αριθμό των καταθέσεων, το νόμισμα και τον τόπο κατάθεσης εντός της Ö Ένωσης Õ Κοινότητας.

45. Το μερίδιο που αναλογεί σε κάθε καταθέτη κοινού λογαριασμού υπεισέρχεται στον υπολογισμό του ορίου των ορίων που προβλέπεται προβλέπονται από στο άρθρο 57 παράγραφοςι 1, 3 και 4.

Εάν δεν υπάρχει ειδική πρόβλεψη, ο λογαριασμός κατανέμεται ισόποσα μεταξύ των καταθετών.

Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίσουν ότι οι καταθέσεις σε λογαριασμό του οποίου δύο ή περισσότερα πρόσωπα είναι δικαιούχοι υπό την ιδιότητά τους ως εταίρων προσωπικής εταιρείας, ένωσης, ή οντότητας παρόμοιου χαρακτήρα, χωρίς νομική προσωπικότητα, είναι δυνατόν να ενοποιούνται και να θεωρούνται ως κατάθεση ενός καταθέτη, για τον υπολογισμό του ορίου των ορίων του άρθρου 57 παράγραφοςι 1, 3 και 4.

46. Όταν ο καταθέτης δεν είναι ο απόλυτος δικαιούχος των ποσών που έχουν κατατεθεί στον λογαριασμό, από την εγγύηση καλύπτεται ο απόλυτος δικαιούχος, εφόσον η ταυτότητά του διαπιστώνεται ή μπορεί να διαπιστωθεί πριν από την ημερομηνία κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές προβαίνουν στη διαπίστωση που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) 1 εδάφιο 3 σημείο i) ή η δικαστική αρχή λάβει την απόφαση που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) 1 εδάφιο 3 σημείο ii). Εάν υπάρχουν πολλοί απόλυτοι δικαιούχοι, κατά τον υπολογισμό του ορίου των ορίων που προβλέπεται προβλέπονται στο άρθρο 57 παράγραφοςι 1, 3 και 4, λαμβάνεται υπόψη το μερίδιο που αναλογεί στον καθένα δυνάμει των ρυθμίσεων που διέπουν τη διαχείριση των ποσών.

∫ νέο

47. Η ημερομηνία αναφοράς για τον υπολογισμό του επιστρεπτέου ποσού είναι η ημερομηνία κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές προβαίνουν στη διαπίστωση που περιγράφεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) σημείο i), ή μια δικαστική αρχή λαμβάνει την απόφαση που περιγράφεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) σημείο ii). Κατά τον υπολογισμό του επιστρεπτέου ποσού, δεν λαμβάνονται υπόψη οι υποχρεώσεις του καταθέτη έναντι του πιστωτικού ιδρύματος.

48. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων δύνανται, ανά πάσα στιγμή, να ζητήσουν από τα πιστωτικά ιδρύματα να τα ενημερώσουν σχετικά με το συνολικό ποσό των καταθέσεων κάθε καταθέτη.

49. Οι τόκοι των καταθέσεων, οι οποίοι είναι δεδουλευμένοι, αλλά δεν έχουν ακόμη πιστωθεί κατά την ημερομηνία κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές προβαίνουν στη διαπίστωση που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) σημείο i) ή η δικαστική αρχή λαμβάνει την απόφαση που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) σημείο ii) επιστρέφονται από το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων, χωρίς υπέρβαση του ορίου που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1.

Εάν οι τόκοι εξαρτώνται από την αξία άλλου χρηματοπιστωτικού μέσου και, επομένως, δεν μπορούν να προσδιοριστούν χωρίς να υπάρχει κίνδυνος καθυστέρησης της εκταμίευσης πέραν της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1, η επιστροφή των εν λόγω τόκων περιορίζεται στο ισχύον επιτόκιο υπερημερίας που προβλέπεται στο εθνικό δίκαιο.

7. Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν ότι ορισμένες κατηγορίες καταθέσεων οι οποίες εξυπηρετούν κοινωνικό σκοπό που καθορίζεται στο εθνικό δίκαιο, για τις οποίες έχει παρασχεθεί από τρίτο μέρος εγγύηση σύμφωνη με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων, δεν λαμβάνονται υπόψη, όταν ενοποιούνται οι καταθέσεις τις οποίες διατηρεί ο ίδιος καταθέτης στο ίδιο πιστωτικό ίδρυμα, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1. Στις περιπτώσεις αυτές, η εγγύηση του τρίτου μέρους περιορίζεται στην κάλυψη που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1.

4. Η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται στους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων.

ê 2009/14/EK άρθρο 1 σημ. 6 στοιχ. α) (νέο)

ð νέο

Άρθρο 7 Εξόφληση

1. Τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων πρέπει να είναι σε θέση να καταβάλλουν τις δεόντως αποδεδειγμένες απαιτήσεις καταθετών που αφορούν μη διαθέσιμες καταθέσεις εντός ð 7 ï είκοσι εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές προβαίνουν στη διαπίστωση που περιγράφεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) σημείο i), ή μια δικαστική αρχή λαμβάνει την απόφαση που περιγράφεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) σημείο ii).

Η προθεσμία αυτή περιλαμβάνει τη συλλογή και διαβίβαση των στοιχείων σχετικά με τους καταθέτες και τις καταθέσεις, που είναι αναγκαία για την επαλήθευση των απαιτήσεων.

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων μπορεί να υποβάλει στην αρμόδια αρχή αίτηση για παράταση της προθεσμίας. Η παράταση αυτή δεν υπερβαίνει τις δέκα εργάσιμες ημέρες.

Έως τις 16 Μαρτίου 2011, η Επιτροπή θα υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την αποτελεσματικότητα και τις καθυστερήσεις των διαδικασιών εκταμίευσης, με την οποία αξιολογεί εάν μπορεί να εφαρμοσθεί μείωση του χρόνου εκταμίευσης κατά το πρώτο εδάφιο σε δέκα εργάσιμες ημέρες.

ê 2009/14/EK άρθρο 1 σημ. 6 στοιχ. β)

2. —

ò νέο

Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν να προβλέπεται μεγαλύτερη περίοδος εξόφλησης για τις καταθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3. Πάντως, η περίοδος αυτή δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες από την ημερομηνία κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές προβαίνουν στη διαπίστωση που περιγράφεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) σημείο i), ή μια δικαστική αρχή λαμβάνει την απόφαση που περιγράφεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) σημείο ii).

Ο καταθέτης ο οποίος δεν είναι ο απόλυτος δικαιούχος των ποσών που έχουν κατατεθεί στους λογαριασμούς που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 εξοφλείται εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο. Η καταβολή της πληρωμής αυτής λαμβάνεται υπόψη, όταν εξοφλούνται τα πρόσωπα που είναι απόλυτοι δικαιούχοι.

2. Οι καταθέτες εξοφλούνται, χωρίς να χρειάζεται να υποβληθεί αίτηση στα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων. Για τον σκοπό αυτόν, το πιστωτικό ίδρυμα διαβιβάζει τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τις καταθέσεις και τους καταθέτες, μόλις ζητηθούν από το σύστημα.

ê 94/19/EK άρθρο 10 (νέο)

3. Το σύστημα εγγύησης δεν μπορεί να επικαλεσθεί την προθεσμία των παραγράφων 1 και 2 για να αρνηθεί το ευεργέτημα της εγγύησης σε καταθέτη ο οποίος δεν ήταν σε θέση να απαιτήσει εγκαίρως την πληρωμή του δυνάμει της εγγύησης.

34. ? Κάθε αλληλογραφία μεταξύ του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων και του καταθέτη ⎪ Τα έγγραφα τα σχετικά με τους όρους και τις διατυπώσεις που πρέπει να τηρηθούν για να καταβληθεί η πληρωμή δυνάμει της εγγύησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 συντάσσεται συντάσσονται κατά τρόπο λεπτομερή, στην επίσημη γλώσσα ή στις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται η καλυπτόμενη από την εγγύηση κατάθεση και όπως ορίζει το εθνικό δίκαιο. ? Εάν η τράπεζα δραστηριοποιείται άμεσα σε άλλο κράτος μέλος, χωρίς να έχει ιδρύσει υποκαταστήματα, οι πληροφορίες παρέχονται στη γλώσσα που επελέγη από τον καταθέτη, όταν ανοίχτηκε ο λογαριασμός. ⎪

45. Παρά την προθεσμία της των παραγράφουων 1 και 2, σε περίπτωση καταθέτη ή άλλου δικαιούχου ή έχοντος συμφέρον σε ποσά κατατεθειμένα σε λογαριασμό, ο οποίος βαρύνεται με κατηγορία σχετική με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όπως ορίζεται από στο άρθρο 1 της οδηγίας 91/308/ΕΟΚ, το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων μπορεί να αναστέλλει οιαδήποτε καταβολή, εν αναμονή της απόφασης του δικαστηρίου.

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 7 παρ. 6

Άρθρο 8Απαιτήσεις έναντι των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο έχων δικαίωμα αποζημίωσης καταθέτης να δικαιούται να στραφεί κατά του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων.

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 11

ð νέο

2. Υπό την επιφύλαξη άλλων δικαιωμάτων που ενδεχομένως έχουν δυνάμει του εθνικού δικαίου ð και υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 3 ï, τα συστήματα που προβαίνουν σε πληρωμές σύμφωνα με την εγγύηση έχουν το δικαίωμα υποκατάστασης στα δικαιώματα των καταθετών κατά την εκκαθάριση και για ποσό ίσο προς τις πληρωμές τους.

ò νέο

3. Σε περίπτωση που τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων δανείζουν σε άλλο σύστημα, στο πλαίσιο της διαδικασίας που αναφέρεται στο άρθρο 10, τα δανειοδοτικά συστήματα εγγύησης των καταθέσεων έχουν, σε αναλογία με το ποσό του δανείου, το δικαίωμα υποκατάστασης στα δικαιώματα των καταθετών κατά την εκκαθάριση και για ποσό ίσο προς τις πληρωμές τους.

Το δικαίωμα υποκατάστασης δεν ασκείται πριν καταστεί ληξιπρόθεσμο το δάνειο, βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 2 στοιχείο β). Εάν η διαδικασία εκκαθάρισης λήξει πριν από την ημερομηνία αυτή, το δικαίωμα υποκατάστασης επεκτείνεται στα προϊόντα της εκκαθάρισης που καταβάλλονται στο δανειοληπτικό σύστημα.

Τα δικαιώματα τα οποία υπόκεινται στο δικαίωμα υποκατάστασης που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο είναι πρώτης τάξεως, αμέσως μετά το δικαίωμα των καταθετών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και πριν από όλα τα άλλα δικαιώματα που μπορούν να προβληθούν στον εκκαθαριστή.

4. Τα κράτη μέλη δύνανται να περιορίσουν το χρονικό διάστημα εντός του οποίου οι καταθέτες, των οποίων οι καταθέσεις δεν εξοφλήθηκαν, ούτε λήφθηκαν υπόψη από το σύστημα εντός της προθεσμίας του άρθρου 7 παράγραφος 1, μπορούν να απαιτήσουν την εξόφληση των καταθέσεών τους. Το εν λόγω χρονικό διάστημα καθορίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία πρέπει να εγγραφούν τα δικαιώματα στα οποία υποκαθίσταται το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 2, σε διαδικασία εκκαθάρισης βάσει της εθνικής νομοθεσίας.

Για τον καθορισμό του χρονικού διαστήματος, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τον χρόνο που χρειάζεται το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων προκειμένου να συγκεντρώσει τις εν λόγω απαιτήσεις πριν από την εγγραφή.

ò νέο

Άρθρο 9Χρηματοδότηση των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων

50. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων να διαθέτουν επαρκείς μηχανισμούς για τον προσδιορισμό των πιθανών υποχρεώσεών τους. Τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων είναι ανάλογα των υποχρεώσεων αυτών.

Τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων αντλούν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα από τακτικές συνεισφορές των μελών τους στις 30 Ιουνίου και στις 30 Δεκεμβρίου εκάστου έτους. Αυτό δεν αποκλείει επιπρόσθετη χρηματοδότηση από άλλες πηγές. Δεν μπορούν να ζητηθούν εφάπαξ έξοδα εγγραφής.

Τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα φθάνουν τουλάχιστον στο επίπεδο-στόχο. Σε περίπτωση που η ικανότητα χρηματοδότησης υστερεί έναντι του επιπέδου-στόχου, η καταβολή των συνεισφορών επαναλαμβάνεται τουλάχιστον μέχρις ότου επιτευχθεί πάλι το επίπεδο-στόχος. Εάν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα ανέρχονται σε λιγότερο από τα δύο τρίτα του επιπέδου-στόχου, η τακτική συνεισφορά δεν είναι χαμηλότερη από το 0,25% των επιλέξιμων καταθέσεων.

51. Το σωρευτικό ποσό των καταθέσεων και των επενδύσεων ενός συστήματος που συνδέεται με ενιαίο φορέα δεν υπερβαίνει το 5% των διαθέσιμων χρηματοδοτικών του μέσων. Οι εταιρείες που συμπεριλαμβάνονται στον ίδιο όμιλο για τους σκοπούς των ενοποιημένων λογαριασμών, όπως ορίζονται στην οδηγία 83/349/ΕΟΚ ή σύμφωνα με τους διεθνώς αναγνωρισμένους λογιστικούς κανόνες, θεωρούνται ενιαίος φορέας για τον υπολογισμό του εν λόγω ορίου.

52. Εάν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα ενός συστήματος εγγύησης των καταθέσεων είναι ανεπαρκή για την εξόφληση των καταθετών, όταν οι καταθέσεις καθίστανται μη διαθέσιμες, τα μέλη του καταβάλλουν έκτακτες συνεισφορές, οι οποίες δεν υπερβαίνουν το 0,5% των επιλέξιμων καταθέσεών τους ανά ημερολογιακό έτος. Η πληρωμή αυτή εκτελείται μία ημέρα πριν από την προθεσμία που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1.

53. Το σωρευτικό ποσό των συνεισφορών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1% των επιλέξιμων καταθέσεων ανά ημερολογιακό έτος.

Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να απαλλάσσουν, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, ένα πιστωτικό ίδρυμα από την υποχρέωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, εάν το άθροισμα των πληρωμών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 θα έθετε σε κίνδυνο τον διακανονισμό των απαιτήσεων άλλων πιστωτών από το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα. Η απαλλαγή αυτή δεν παραχωρείται για περίοδο μεγαλύτερη των 6 μηνών, αλλά δύναται να ανανεωθεί, κατόπιν αιτήματος του πιστωτικού ιδρύματος.

5. Τα χρηματοδοτικά μέσα που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου χρησιμοποιούνται, κατά κύριο λόγο, για να εξοφληθούν οι καταθέτες σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Μπορούν, ωστόσο, να χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση της μεταφοράς καταθέσεων σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα, υπό την προϋπόθεση ότι τα έξοδα τα οποία βαρύνουν το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων δεν υπερβαίνουν το ποσό των καλυπτόμενων καταθέσεων στο σχετικό πιστωτικό ίδρυμα. Στην περίπτωση αυτή, το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων, εντός ενός μηνός από τη μεταφορά των καταθέσεων, υποβάλλει έκθεση στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, στην οποία αποδεικνύεται ότι δεν σημειώθηκε υπέρβαση του προαναφερόμενου ορίου.

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων να χρησιμοποιούν τα χρηματοδοτικά τους μέσα για να προληφθεί η πτώχευση μιας τράπεζας, χωρίς να περιορίζονται στη χρηματοδότηση της μεταφοράς των καταθέσεων σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) τα χρηματοδοτικά μέσα του εν λόγω συστήματος υπερβαίνουν το 1% των επιλέξιμων καταθέσεων, μετά τη λήψη του ανωτέρω μέτρου·

β) το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων, εντός ενός μηνός από την απόφασή του για τη λήψη του ανωτέρω μέτρου, υποβάλλει έκθεση στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, στην οποία αποδεικνύεται ότι δεν σημειώθηκε υπέρβαση του προαναφερόμενου ορίου.

Κατά περίπτωση και υπό την επιφύλαξη άδειας χορηγούμενης από τις αρμόδιες αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος από το ενδιαφερόμενο σύστημα εγγύησης των καταθέσεων, το ποσοστό που αναφέρεται στο στοιχείο α) δύναται να καθοριστεί σε επίπεδο μεταξύ 0,75 και 1%.

6. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων έχουν προβλέψει κατάλληλες ρυθμίσεις εναλλακτικής χρηματοδότησης, ώστε να είναι σε θέση να εξασφαλίσουν βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση, εάν χρειάζεται, προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις έναντι αυτών.

7. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν μηνιαία την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών σχετικά με το ποσό στο οποίο ανέρχονται οι επιλέξιμες καταθέσεις και οι καλυπτόμενες καταθέσεις στη χώρα, καθώς και σχετικά με το ποσό των χρηματοδοτικών μέσων που διαθέτουν τα συστήματά τους εγγύησης των καταθέσεων. Οι πληροφορίες αυτές επιβεβαιώνονται από τις αρμόδιες αρχές και διαβιβάζονται, συνοδευόμενες από την εν λόγω επιβεβαίωση, στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, εντός 10 ημερών από το τέλος εκάστου μηνός.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο να δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων τουλάχιστον ετησίως.

ò νέο

Άρθρο 10Δανεισμός μεταξύ συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων

54. Ένα σύστημα έχει το δικαίωμα να δανείζεται από όλα τα άλλα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2, εντός της Ένωσης, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) το δανειοληπτικό σύστημα δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 1, λόγω προηγούμενων πληρωμών στο πλαίσιο του άρθρου 9 παράγραφος 5 πρώτο και δεύτερο εδάφιο.

β) η κατάσταση που αναφέρεται στο στοιχείο α) του παρόντος εδαφίου οφείλεται σε έλλειψη διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων, όπως αναφέρονται στο άρθρο 9.

γ) το δανειοληπτικό σύστημα έχει προσφύγει σε έκτακτες συνεισφορές, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 3.

δ) το δανειοληπτικό σύστημα αναλαμβάνει την έννομη υποχρέωση ότι τα δανειακά κεφάλαια θα χρησιμοποιηθούν για την πληρωμή απαιτήσεων βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 1.

ε) το δανειοληπτικό σύστημα δεν οφείλει ήδη να εξοφλήσει δάνειο σε άλλα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων βάσει του παρόντος άρθρου.

στ) το δανειοληπτικό σύστημα αναφέρει το ζητούμενο ποσό χρημάτων.

ζ) το συνολικό ποσό του δανείου δεν μπορεί να υπερβαίνει το 0,5% των επιλέξιμων καταθέσεων του δανειοληπτικού συστήματος.

η) το δανειοληπτικό σύστημα ενημερώνει αμελλητί την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και αναφέρει τους λόγους για τους οποίους πληρούνται οι ανωτέρω προϋποθέσεις, καθώς και το ζητούμενο ποσό χρημάτων.

Το ποσό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο στ) προσδιορίζεται ως εξής:

[ποσό των καλυπτόμενων καταθέσεων προς εξόφληση βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 1] – [διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα + μέγιστο ποσό των έκτακτων συνεισφορών, που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 3]

Τα άλλα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων ενεργούν ως δανειοδοτικά συστήματα. Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη στα οποία είναι εγκατεστημένα περισσότερα του ενός συστήματα ορίζουν ένα σύστημα το οποίο ενεργεί ως δανειοδοτικό σύστημα αυτού του κράτους μέλους και ενημερώνουν σχετικά την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν αν και πώς επιστρέφονται οι καταβολές του δανειοδοτικού συστήματος από τα άλλα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων που είναι εγκατεστημένα στο ίδιο κράτος μέλος.

Τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων που οφείλουν να εξοφλήσουν δάνειο σε άλλα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων, βάσει του παρόντος άρθρου, δεν δανείζουν άλλα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων.

55. Το δάνειο υπόκειται στην τήρηση των ακόλουθων όρων:

α) κάθε σύστημα δανείζει ποσό ανάλογο με το ποσό των επιλέξιμων καταθέσεων σε κάθε σύστημα, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το δανειοληπτικό σύστημα και τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων που αναφέρονται στο στοιχείο α). Τα ποσά υπολογίζονται σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες επιβεβαιωμένες μηνιαίες πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 7.

β) το δανειοληπτικό σύστημα εξοφλεί το δάνειο το αργότερο εντός 5 ετών. Δύναται να εξοφλεί το δάνειο με ετήσιες δόσεις. Οι τόκοι είναι πληρωτέοι μόνον κατά την ημερομηνία εξόφλησης.

γ) το επιτόκιο είναι ισοδύναμο με το οριακό επιτόκιο της δανειοδοτικής διευκόλυνσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά τη διάρκεια της περιόδου δανεισμού.

56. Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών επιβεβαιώνει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, δηλώνει τα ποσά που πρόκειται να δανείσει κάθε σύστημα, όπως προέκυψαν από τον υπολογισμό σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο α), και το αρχικό επιτόκιο σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο γ), καθώς και τη διάρκεια του δανείου.

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών διαβιβάζει την επιβεβαίωσή της, συνοδευόμενη από τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο η), στα δανειοδοτικά συστήματα εγγύησης των καταθέσεων. Τα εν λόγω συστήματα λαμβάνουν την επιβεβαίωση και τις πληροφορίες αυτές εντός 2 εργασίμων ημερών. Τα δανειοδοτικά συστήματα εγγύησης των καταθέσεων προβαίνουν, αμελλητί και το αργότερο εντός 2 περαιτέρω εργασίμων ημερών από την παραλαβή, στην καταβολή του δανείου στο δανειοληπτικό σύστημα.

57. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι συνεισφορές που επιβάλλονται από το δανειοληπτικό σύστημα είναι επαρκείς για την επιστροφή του ποσού του δανείου και για την επάνοδο, το συντομότερο δυνατόν, στο επίπεδο-στόχο.

ò νέο

Άρθρο 11Υπολογισμός των συνεισφορών στα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων

1. Οι συνεισφορές στα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 9, προσδιορίζονται για κάθε μέλος με βάση τον βαθμό κινδύνου στον οποίο υπόκειται το μέλος. Τα πιστωτικά ιδρύματα δεν καταβάλλουν λιγότερο από 75% ή περισσότερο από 200% του ποσού που θα όφειλε να συνεισφέρει μια τράπεζα μέτριου κινδύνου. Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν ότι τα μέλη των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 3 και 4 καταβάλλουν χαμηλότερες συνεισφορές στα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων, αλλά όχι λιγότερο από το 37,5% του ποσού που θα όφειλε να συνεισφέρει μια τράπεζα μέτριου κινδύνου.

2. Ο προσδιορισμός του βαθμού κινδύνου στον οποίο υπόκεινται τα μέλη και ο υπολογισμός των συνεισφορών βασίζονται στα στοιχεία που αναφέρονται στα παραρτήματα I και II.

3. Η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται στα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2.

4. Προκειμένου να διευκρινιστούν τα στοιχεία των ορισμών και των μεθόδων που αναφέρονται στο παράρτημα II μέρος Α, ανατίθεται στην Επιτροπή εξουσία κατ’ εξουσιοδότηση, ώστε να. Τα εν λόγω σχέδια κανονιστικών προτύπων εγκρίνονται σύμφωνα με τα άρθρα 7 έως 7δ του [κανονισμού για την ΕΑΤ]. Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών μπορεί να καταρτίσει σχέδια κανονιστικών προτύπων προς υποβολή στην Επιτροπή.

5. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εφαρμογή του παραρτήματος II μέρος Β, σύμφωνα με το [άρθρο 8 του κανονισμού για την ΕΑΤ].

ê 94/19/EK άρθρο 4 (νέο)

Άρθρο 12Συνεργασία εντός της Ένωσης

1. Τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων που έχουν συσταθεί και αναγνωρισθεί επίσημα σε κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 καλύπτουν τους καταθέτες υποκαταστημάτων τα οποία έχουν δημιουργήσει τα πιστωτικά ιδρύματα σε άλλα κράτη μέλη.

Έως τις 31 Δεκεμβρίου 1999, ούτε το ύψος ούτε το πεδίο, συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού, της παρεχόμενης κάλυψης δεν υπερβαίνουν το ανώτατο ύψος ή πεδίο κάλυψης που παρέχει το αντίστοιχο σύστημα εγγυήσεως στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής.

Πριν την ημερομηνία αυτή, η Επιτροπή συντάσσει έκθεση βάσει της κτηθείσας πείρας κατά την εφαρμογή του δεύτερου εδαφίου και εξετάζει αν πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν οι σχετικές ρυθμίσεις. Εάν ενδείκνυται, η Επιτροπή υποβάλλει πρόταση οδηγίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, με αντικείμενο την παράταση της ισχύος τους.

2. Όταν το ύψος ή/και το πεδίο, περιλαμβανομένου του ποσοστού, της κάλυψης που προσφέρουν τα συστήματα εγγύησης στο κράτος μέλος υποδοχής, υπερβαίνουν το ύψος ή/και το πεδίο της κάλυψης που παρέχεται στο κράτος μέλος όπου το πιστωτικό ίδρυμα έχει λάβει άδεια λειτουργίας, το κράτος μέλος υποδοχής εξασφαλίζει ότι υπάρχει ένα επίσημα αναγνωρισμένο σύστημα εγγύησης των καταθέσεων στο έδαφός του στο οποίο ένα υποκατάστημα μπορεί να συμμετάσχει εθελουσίως προκειμένου να συμπληρώσει την εγγύηση η οποία ήδη ισχύει υπέρ των καταθετών του δυνάμει της συμμετοχής του στο σύστημα του κράτους μέλους καταγωγής του.

Το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων, στο οποίο μπορεί να συμμετάσχει το υποκατάστημα, πρέπει να καλύπτει την κατηγορία ιδρυμάτων στην οποία αυτό ανήκει ή στην οποία με την μεγαλύτερη προσέγγιση αντιστοιχεί, στο κράτος μέλος υποδοχής.

3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, για την κατά την παράγραφο 2 συμμετοχή των υποκαταστημάτων στο σύστημα εγγύησης των καταθέσεων ενός κράτους μέλους υποδοχής, θεσπίζονται όροι αντικειμενικοί και γενικής εφαρμογής. Η αποδοχή εξαρτάται από το αν πληρούνται οι σχετικές υποχρεώσεις συμμετοχής, συμπεριλαμβανομένης, ιδίως, της καταβολής των ενδεχομένων εισφορών και άλλων δαπανών. Τα κράτη μέλη, κατά την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, ακολουθούν τις κατευθυντήριες αρχές που εκτίθενται στο παράρτημα II.

4. Εάν ένα υποκατάστημα στο οποίο επετράπη η προαιρετική συμμετοχή βάσει της παραγράφου 2 δεν τηρεί τις υποχρεώσεις που υπέχει ως μέλος του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων, απευθύνεται κοινοποίηση στις αρμόδιες αρχές που χορήγησαν την άδεια λειτουργίας, οι οποίες, σε συνεργασία με το σύστημα εγγύησης, λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλισθεί η τήρηση των προαναφερομένων υποχρεώσεων.

Εάν, παρά τα μέτρα αυτά, το υποκατάστημα δεν πληροί τις προαναφερόμενες υποχρεώσεις και μετά πάροδο τουλάχιστον δωδεκάμηνης προθεσμίας, το σύστημα εγγύησης μπορεί, εφόσον συγκατατίθενται οι αρμόδιες αρχές που χορήγησαν την άδεια λειτουργίας, να αποκλείσει το υποκατάστημα. Οι καταθέσεις που έγιναν πριν από την ημερομηνία του αποκλεισμού εξακολουθούν να καλύπτονται από το προαιρετικό σύστημα μέχρι τις ημερομηνίες κατά τις οποίες καθίστανται απαιτητές. Οι καταθέτες ενημερώνονται για την αφαίρεση της συμπληρωματικής κάλυψης.

ê 2009/14/ΕΚ άρθρο 1 σημ. 7 (προσαρμοσμένο)

Άρθρο 12

1. Η Επιτροπή θα υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, έως την 31η Δεκεμβρίου 2009 το αργότερο, έκθεση σχετικά με:

α) την εναρμόνιση των μηχανισμών χρηματοδότησης των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων, εξετάζοντας ιδιαιτέρως τις επιπτώσεις της μη εναρμόνισης στην περίπτωση διασυνοριακής κρίσης, όσον αφορά τη διαθεσιμότητα των αποζημιώσεων για τις καταθέσεις και όσον αφορά τον θεμιτό ανταγωνισμό, καθώς και τα οφέλη και το κόστος μιας τέτοιας εναρμόνισης·

β) την καταλληλόλητα και τις λεπτομέρειες της παροχής πλήρους κάλυψης για ορισμένα προσωρινά αυξημένα υπόλοιπα λογαριασμών·

γ) πιθανά υποδείγματα για την καθιέρωση συνεισφορών με βάση τους κινδύνους·

δ) τα οφέλη και το κόστος της πιθανής καθιέρωσης κοινοτικού συστήματος εγγύησης των καταθέσεων·

ε) τις επιπτώσεις των διαφορετικών νομοθεσιών όσον αφορά του συμψηφισμού, όταν η πίστωση του καταθέτη αντισταθμίζεται με τα χρέη του, την αποδοτικότητα του συστήματος και πιθανές στρεβλώσεις, λαμβάνοντας υπόψη διασυνοριακές διαδικασίες εκκαθάρισης·

στ) την εναρμόνιση του εύρους των καλυπτόμενων προϊόντων και καταθετών, περιλαμβανομένων των ειδικών αναγκών των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και των τοπικών αρχών·

ζ) τη σχέση μεταξύ συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων και εναλλακτικών μέσων για την επιστροφή της αποζημίωσης στους καταθέτες, όπως οι μηχανισμοί επείγουσας εκταμίευσης.

Εφόσον απαιτείται, η Επιτροπή υποβάλλει τις κατάλληλες προτάσεις για την τροποποίηση της παρούσας οδηγίας.

2. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τραπεζών εάν σκοπεύουν να τροποποιήσουν το πεδίο ή το επίπεδο κάλυψης για τις καταθέσεις και για οποιαδήποτε δυσκολία ανέκυψε κατά τη συνεργασία με άλλα κράτη μέλη.

ê 2009/14/EK άρθρο 1 σημ. 2 στοιχ. α) (νέο)

5. Στις περιπτώσεις των παραγράφων 1 έως 4, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων συνεργάζονται μεταξύ τους.

ê 2009/14/EK άρθρο 1 σημ. 2 στοιχ. β) (νέο)

6. Η Επιτροπή επανεξετάζει τη λειτουργία του παρόντος άρθρου τουλάχιστον ανά διετία και, εφόσον ενδείκνυται, προτείνει σχετικές τροποποιήσεις.

ò νέο

2. Οι καταθέτες υποκαταστημάτων τα οποία έχουν δημιουργήσει τα πιστωτικά ιδρύματα σε άλλα κράτη μέλη ή σε κράτη μέλη όπου λειτουργεί πιστωτικό ίδρυμα που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος εξοφλούνται από το σύστημα του κράτους μέλους υποδοχής για λογαριασμό του συστήματος του κράτους μέλους καταγωγής. Το σύστημα του κράτους μέλους καταγωγής επιστρέφει την αποζημίωση στο κράτος μέλος υποδοχής.

Το σύστημα του κράτους μέλους υποδοχής ενημερώνει επίσης τους ενδιαφερόμενους καταθέτες για λογαριασμό του συστήματος του κράτους μέλους καταγωγής και είναι αρμόδιο να λαμβάνει αλληλογραφία από τους εν λόγω καταθέτες για λογαριασμό του συστήματος του κράτους μέλους καταγωγής.

3. Εάν ένα πιστωτικό ίδρυμα παύσει να είναι μέλος ενός συστήματος και προσχωρήσει σε άλλο σύστημα, οι συνεισφορές τις οποίες κατέβαλε κατά το εξάμηνο προ της αποχώρησής του από το σύστημα επιστρέφονται ή μεταφέρονται στο άλλο σύστημα. Η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται, εάν το πιστωτικό ίδρυμα έχει αποκλειστεί από το σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3.

4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων του κράτους μέλους καταγωγής ανταλλάσσουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 7 με τα συστήματα των κρατών μελών υποδοχής. Εφαρμόζονται οι περιορισμοί που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο.

5. Προκειμένου να διευκολυνθεί η αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων, ιδίως όσον αφορά το παρόν άρθρο και το άρθρο 10, τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων ή, ενδεχομένως, οι αρμόδιες αρχές συνάπτουν γραπτές συμφωνίες συνεργασίας. Στις συμφωνίες αυτές λαμβάνονται υπόψη οι απαιτήσεις που προβλέπονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ.

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών λαμβάνει κοινοποίηση για την ύπαρξη και το περιεχόμενο των εν λόγω συμφωνιών. Δύναται να διατυπώσει γνώμη για τις συμφωνίες αυτές, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχείο στ) και το άρθρο 19 του [κανονισμού για την ΕΑΤ]. Εάν οι αρμόδιες αρχές ή τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων δεν μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία ή εάν προκύψει διαφορά ως προς την ερμηνεία τέτοιας συμφωνίας, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών ρυθμίζει τις διαφορές, σύμφωνα με το [άρθρο 11 του κανονισμού για την ΕΑΤ].

Η έλλειψη τέτοιων συμφωνιών δεν επηρεάζει τις απαιτήσεις των καταθετών βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 2 ή των πιστωτικών ιδρυμάτων βάσει της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 6 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 13 Υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων με έδρα σε τρίτες χώρες

58. Τα κράτη μέλη ελέγχουν κατά πόσον τα υποκαταστήματα που ιδρύονται από πιστωτικά ιδρύματα με έδρα εκτός της Ö Ένωσης Õ Κοινότητας διαθέτουν έχουν ð προστασία ï κάλυψη ισοδύναμη με εκείνη της παρούσας οδηγίας.

Εφόσον δεν συμβαίνει αυτό, τα κράτη μέλη δύνανται να ορίζουν, με την επιφύλαξη του άρθρου Ö 38 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ Õ 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 77/780/ΕΟΚ, ότι τα υποκαταστήματα που ιδρύονται από πιστωτικά ιδρύματα με έδρα εκτός της Ö Ένωσης Õ Κοινότητας πρέπει να συμμετέχουν σε σύστημα εγγύησης των καταθέσεων που λειτουργεί στην επικράτειά τους.

59. Στους καταθέτες και υποψήφιους καταθέτες των υποκαταστημάτων πιστωτικού ιδρύματος η έδρα του οποίου ευρίσκεται εκτός Ö της Ένωσης Õ Κοινότητας ð και το οποίο δεν είναι μέλος συστήματος που λειτουργεί σε κράτος μέλος ï, πρέπει να δίδονται από το πιστωτικό ίδρυμα όλες οι σχετικές πληροφορίες σχετικά με τις ρυθμίσεις εγγύησης που καλύπτουν τις καταθέσεις τους.

3. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην αναφέρει η παράγραφος 2 διατίθενται στην επίσημη γλώσσα ή στις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα, όπως προβλέπει η εθνική νομοθεσία, διατυπώνονται δε κατά τρόπο σαφή και κατανοητό.

ê 2009/14/EK άρθρο 1 σημ. 5 (νέο)

Άρθρο 14Πληροφορίες για τους καταθέτες

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα παρέχουν στους σημερινούς και μελλοντικούς καταθέτες τις αναγκαίες πληροφορίες για τον προσδιορισμό του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων του οποίου το ίδρυμα και τα υποκαταστήματά του είναι μέλη εντός της Ö Ένωσης Õ Κοινότητας ή οιεσδήποτε εναλλακτικές ρυθμίσεις προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο ή το άρθρο 3 παράγραφος 4. Οι καταθέτες θα πρέπει να ενημερώνονται για τις διατάξεις του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων ή οποιεσδήποτε εναλλακτικές ρυθμίσεις ισχύουν, συμπεριλαμβανομένων του ποσού και του πεδίου κάλυψης που παρέχονται από το σύστημα εγγύησης καταθέσεων. Εφόσον κατάθεση δεν είναι εγγυημένη από σύστημα εγγύησης των καταθέσεων σύμφωνα με το άρθρο Ö 4 Õ 7, παράγραφος 2, το πιστωτικό ίδρυμα ενημερώνει αναλόγως τον καταθέτη.

2. ΟΌλες οι πληροφορίες ? για τους μελλοντικούς καταθέτες ⎪ διατίθενται με εύκολα κατανοητό τρόπο. ? πριν από τη σύναψη σύμβασης καταθέσεων και προσυπογράφονται από τους μελλοντικούς καταθέτες. Χρησιμοποιείται το υπόδειγμα του παρατήματος III. ⎪

3. Οι πληροφορίες για τους σημερινούς καταθέτες παρέχονται στο αντίγραφο κίνησης του λογαριασμού τους. Συνίστανται σε επιβεβαίωση ότι οι καταθέσεις είναι επιλέξιμες σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 και το άρθρο 4. Επιπλέον, στις πληροφορίες πρέπει να γίνεται μνεία του ενημερωτικού δελτίου του παραρτήματος III και να αναφέρεται από πού παρέχεται. Μπορεί επίσης να αναφέρεται ο δικτυακός τόπος του αρμόδιου συστήματος εγγύησης των καταθέσεων.

Πληροφορίες σχετικά με τις προϋποθέσεις και τις διατυπώσεις αποζημίωσης παρέχονται κατόπιν αιτήσεως.

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 9 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

4. Οι πληροφορίες της παραγράφου 1 διατίθενται στην επίσημη γλώσσα ή στις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα, όπως προβλέπει η εθνική νομοθεσία.

5. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες που περιορίζουν τη χρησιμοποίηση των πληροφοριών της παραγράφου 1 στις σε διαφημίσεις, ώστε να μη θίγεται εξαιτίας της η σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος ή να μην κλονίζεται η εμπιστοσύνη των καταθετών. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν τη διαφήμιση σε απλή μνεία του συστήματος εγγύησης στο οποίο ανήκει το πιστωτικό ίδρυμα ð το οποίο εγγυάται το προϊόν που αναφέρεται στη διαφήμιση ï .

ò νέο

Τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι μέλη συστήματος που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφοι 3 και 4 παρέχουν επαρκείς πληροφορίες στους καταθέτες σχετικά με τη λειτουργία του συστήματος. Οι εν λόγω πληροφορίες δεν μπορούν να περιέχουν μνεία απεριόριστης κάλυψης των καταθέσεων.

6. Εάν γίνει συγχώνευση πιστωτικών ιδρυμάτων, οι καταθέτες τους ενημερώνονται για τη συγχώνευση τουλάχιστον έναν μήνα πριν η συγχώνευση παραγάγει έννομα αποτελέσματα. Οι καταθέτες τους ενημερώνονται ότι, όταν πραγματοποιηθεί η συγχώνευση, όλες οι καταθέσεις τους, τις οποίες διατηρούν σε έκαστη από τις τράπεζες που συγχωνεύονται, θα ενοποιηθούν μετά τη συγχώνευση, προκειμένου να προσδιοριστεί η κάλυψή τους από το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων.

7. Εάν ο καταθέτης πραγματοποιεί τις τραπεζικές του συναλλαγές μέσω του Διαδικτύου, οι πληροφορίες που απαιτείται να παρασχεθούν βάσει της παρούσας οδηγίας, γνωστοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα κατά τρόπο ώστε να εφιστάται η προσοχή του καταθέτη.

ê 2009/14/ΕΚ άρθρο 1 σημ. 7 (προσαρμοσμένο)

Άρθρο 12

1. Η Επιτροπή θα υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, έως την 31η Δεκεμβρίου 2009 το αργότερο, έκθεση σχετικά με:

α) την εναρμόνιση των μηχανισμών χρηματοδότησης των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων, εξετάζοντας ιδιαιτέρως τις επιπτώσεις της μη εναρμόνισης στην περίπτωση διασυνοριακής κρίσης, όσον αφορά τη διαθεσιμότητα των αποζημιώσεων για τις καταθέσεις και όσον αφορά τον θεμιτό ανταγωνισμό, καθώς και τα οφέλη και το κόστος μιας τέτοιας εναρμόνισης·

β) την καταλληλόλητα και τις λεπτομέρειες της παροχής πλήρους κάλυψης για ορισμένα προσωρινά αυξημένα υπόλοιπα λογαριασμών·

γ) πιθανά υποδείγματα για την καθιέρωση συνεισφορών με βάση τους κινδύνους·

δ) τα οφέλη και το κόστος της πιθανής καθιέρωσης κοινοτικού συστήματος εγγύησης των καταθέσεων·

ε) τις επιπτώσεις των διαφορετικών νομοθεσιών όσον αφορά του συμψηφισμού, όταν η πίστωση του καταθέτη αντισταθμίζεται με τα χρέη του, την αποδοτικότητα του συστήματος και πιθανές στρεβλώσεις, λαμβάνοντας υπόψη διασυνοριακές διαδικασίες εκκαθάρισης·

στ) στ) την εναρμόνιση του εύρους των καλυπτόμενων προϊόντων και καταθετών, περιλαμβανομένων των ειδικών αναγκών των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και των τοπικών αρχών·

ζ) τη σχέση μεταξύ συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων και εναλλακτικών μέσων για την επιστροφή της αποζημίωσης στους καταθέτες, όπως οι μηχανισμοί επείγουσας εκταμίευσης.

Εφόσον απαιτείται, η Επιτροπή υποβάλλει τις κατάλληλες προτάσεις για την τροποποίηση της παρούσας οδηγίας.

2. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τραπεζών εάν σκοπεύουν να τροποποιήσουν το πεδίο ή το επίπεδο κάλυψης για τις καταθέσεις και για οποιαδήποτε δυσκολία ανέκυψε κατά τη συνεργασία με άλλα κράτη μέλη.

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 13 (προσαρμοσμένο)

Άρθρο 15Κατάλογος εγκεκριμένων πιστωτικών ιδρυμάτων

Η Επιτροπή αναφέρει στον κατάλογο των εγκεκριμένων πιστωτικών ιδρυμάτων, τον οποίο υποχρεούται να καταρτίσει σύμφωνα με το άρθρο Ö 14 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ Õ 3 παράγραφος 7 της οδηγίας 77/780/ΕΟΚ, το καθεστώς κάθε πιστωτικού ιδρύματος όσον αφορά την παρούσα οδηγία.

∫ νέο

Άρθρο 16

Άσκηση της εξουσιοδότησης

60. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 7 για αόριστη διάρκεια.

61. Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί συγχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

62. Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ανατίθενται στην Επιτροπή υπόκειται στις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα άρθρα 17 και 18.

Άρθρο 17

Ανάκληση της εξουσιοδότησης

1. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 16 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο.

2. Το όργανο που κίνησε εσωτερική διαδικασία για να αποφασίσει αν πρόκειται να ανακαλέσει την εξουσιοδότηση ενημερώνει τον άλλο νομοθέτη και την Επιτροπή, σε εύλογο χρονικό διάστημα πριν από τη λήψη της τελικής απόφασης, αναφέροντας τις εξουσιοδοτήσεις που ενδέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο ανάκλησης, καθώς και τους λόγους της εν λόγω ανάκλησης.

3. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την ανάθεση εξουσιών που προσδιορίζονται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει αμέσως ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία την οποία διευκρινίζει. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη. Δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Άρθρο 18

Διατύπωση αντιρρήσεων έναντι των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων

1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δύνανται να διατυπώσουν αντιρρήσεις έναντι της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης. Κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου, η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί κατά ένα μήνα.

2. Εάν, κατά τη λήξη αυτής της προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν διατύπωσαν αντιρρήσεις έναντι της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η κατ' εξουσιοδότηση πράξη δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία που προβλέπεται στις διατάξεις της.

Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη μπορεί να δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να τεθεί σε ισχύ πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν αμφότερα ενημερώσει την Επιτροπή ότι δεν προτίθενται να διατυπώσουν αντιρρήσεις.

3. Εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο διατυπώσουν αντιρρήσεις έναντι της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η πράξη αυτή δεν τίθεται σε ισχύ. Το όργανο που διατυπώνει αντιρρήσεις έναντι της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης εκθέτει τους σχετικούς λόγους.

Άρθρο 19 Μεταβατικές διατάξεις

63. Οι συνεισφορές στα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων, που αναφέρονται στο άρθρο 9, κατανέμονται όσο το δυνατόν δικαιότερα μέχρις ότου επιτευχθεί το επίπεδο-στόχος που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο.

64. Οι καταθέτες οι οποίοι κατέχουν χρεωστικούς τίτλους εκδοθέντες από το ίδιο πιστωτικό ίδρυμα και οφειλές που προέκυψαν από αποδοχές ιδίων συναλλαγματικών ή γραμματίων, καταθέσεις των οποίων η ύπαρξη μπορεί να αποδειχθεί μόνον με άλλο πιστοποιητικό εκτός από αντίγραφο κίνησης λογαριασμού, καταθέσεις των οποίων το κεφάλαιο δεν είναι επιστρεπτέο στο άρτιο ή των οποίων το κεφάλαιο είναι επιστρεπτέο στο άρτιο μόνον δυνάμει ειδικής εγγύησης ή συμφωνίας που παρέχεται από το πιστωτικό ίδρυμα ή τρίτο μέρος, ενημερώνονται ότι οι καταθέσεις τους δεν θα καλύπτονται πλέον από σύστημα εγγύησης των καταθέσεων.

65. Σε περίπτωση που ορισμένες καταθέσεις παύσουν να καλύπτονται, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, από συστήματα εγγύησης των καταθέσεων, μετά τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας ή της οδηγίας 2009/14/ΕΚ στο εθνικό δίκαιο, τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέψουν να καλύπτονται αυτές οι καταθέσεις μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2014, εάν οι εν λόγω καταθέσεις είχαν καταβληθεί πριν από την 30ή Ιουνίου 2010. Μετά την 31η Δεκεμβρίου 2014, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κανένα σύστημα να μην παρέχει υψηλότερες ή ευρύτερες εγγυήσεις από τις προβλεπόμενες στην παρούσα οδηγία, ανεξαρτήτως του πότε καταβλήθηκαν οι καταθέσεις.

66. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2015, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση και, ενδεχομένως, νομοθετική πρόταση, προκειμένου να εκτιμηθεί αν τα υφιστάμενα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων θα πρέπει να αντικατασταθούν από ενιαίο σύστημα για ολόκληρη την Ένωση.

67. Έως τις 15 Δεκεμβρίου 2015, η Επιτροπή, επικουρούμενη από την [Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών] υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση προόδου της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Η εν λόγω έκθεση θα πρέπει να καλύπτει κυρίως τη δυνατότητα προσδιορισμού του επιπέδου-στόχου με βάση τις καλυπτόμενες καταθέσεις, χωρίς μείωση της προστασίας των καταθετών.

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 14

ð νέο

Άρθρο 20 Μεταφορά

68. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία ? με το άρθρο 1, το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α), γ), δ), στ), η) έως ιγ), το άρθρο 2 παράγραφος 2, το άρθρο 3 παράγραφοι 1, 3 και 5 έως 7, το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία δ) έως ια), το άρθρο 5 παράγραφοι 2 έως 5, το άρθρο 6 παράγραφοι 4 έως 7, το άρθρο 7 παράγραφοι 1 έως 3, το άρθρο 8 παράγραφοι 2 έως 4, τα άρθρα 9 έως 11, το άρθρο 12, το άρθρο 13 παράγραφοι 1 και 2, το άρθρο 14 παράγραφοι 1 έως 3, το άρθρο 14 παράγραφοι 5 έως 7, το άρθρο 19, καθώς και με τα παραρτήματα I έως III το αργότερο την 31η Δεκεμβρίου 2012. ⎪ Πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή σχετικά. ? Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων, καθώς και τον πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών των διατάξεων και της παρούσας οδηγίας. ⎪

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με το άρθρο 9 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο, το άρθρο 9 παράγραφος 3 και το άρθρο 10 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με το άρθρο 7 παράγραφος 1 και το άρθρο 9 παράγραφος 5 έως την 31η Δεκεμβρίου 2013. Ωστόσο, το ποσοστό των επιλέξιμων καταθέσεων που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 5 στοιχείο α) δεν εφαρμόζεται πριν από την 1η Ιανουαρίου 2014. Μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2017, εφαρμόζεται ποσοστό 0,5%. Μετά την ημερομηνία αυτή και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2020, εφαρμόζεται ποσοστό 0,75%.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες αυτές περιέχουν αναφορά Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομέρειες της αναφοράς αυτής θεσπίζονται από τα κράτη μέλη. Οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι αναφορές στις οδηγίες που καταργούνται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της αναφοράς και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

69. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

ò νέο

Άρθρο 21Κατάργηση

Η οδηγία 94/19/ΕΚ, καθώς και οι διαδοχικές τροποποιήσεις της, καταργείται από την 31η Δεκεμβρίου 2012, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα IV.

Οι αναφορές στις καταργούμενες οδηγίες νοούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος V.

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 15 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 22 Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει τίθεται σε ισχύ την ð εικοστή ï ημέρα ð από τη δημοσίευσή ï δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα Ö της Ευρωπαϊκής Ένωσης Õ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

ð Τα άρθρα 2 παράγραφος 1 στοιχεία β), ε), στ), το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ), το άρθρο 5 παράγραφος 1, το άρθρο 6 παράγραφοι 1 έως 3, το άρθρο 7 παράγραφος 4, το άρθρο 8 παράγραφος 1, το άρθρο 12 παράγραφος 1, το άρθρο 13 παράγραφος 3, το άρθρο 14 παράγραφος 4 και τα άρθρα 15 έως 18 εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2013. ï

ê 94/19/ΕΚ άρθρο 16

Άρθρο 23

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, […]

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος […] […]

∫ νέο

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Προσδιορισμός των βάσει του κινδύνου συνεισφορών στα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων

70. Χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι τύποι:

α) το ποσό των βάσει του κινδύνου συνεισφορών ενός μέλους

C i = TC * RS i

β) το μερίδιο κινδύνου ενός μέλους

[pic]

γ) το σταθμισμένο ως προς τον κίνδυνο ποσό συνεισφοράς ενός μέλους

RA i = CB *[pic]

όπου:

C i το ποσό συνεισφοράς του i -οστού μέλους του ΣΕΚ

TC το συνολικό ποσό συνεισφορών που πρέπει να εισπραχθούν από το σύστημα

RS i το μερίδιο κινδύνου για το i -οστό μέλος

RA i το σταθμισμένο ως προς τον κίνδυνο ποσό συνεισφοράς του i -οστού μέλους

RA k τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο ποσά συνεισφορών εκάστου από τα n μέλη

CB η βάση συνεισφοράς (ήτοι οι επιλέξιμες καταθέσεις)

β i ο συντελεστής κινδύνου που αποδίδεται στο i -οστό μέλος, σύμφωνα με το παράρτημα II.

71. Χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι τύποι:

α) η συνολική σύνθετη βαθμολογία ενός μέλους

[pic]= ¾[pic]+ ¼[pic]

β) η σύνθετη επιμέρους βαθμολογία ενός μέλους ως προς τους βασικούς δείκτες

[pic]= ¼ [[pic]+[pic]+[pic]+[pic]]

γ) η σύνθετη επιμέρους βαθμολογία ενός μέλους ως προς τους συμπληρωματικούς δείκτες

[pic]=[pic][[pic]+[pic]+ … +[pic]]

όπου:

[pic] η συνολική σύνθετη βαθμολογία του i -οστού μέλους

[pic] η συνολική σύνθετη επιμέρους βαθμολογία του i -οστού μέλους ως προς τους βασικούς δείκτες

[pic] η συνολική σύνθετη επιμέρους βαθμολογία του i -οστού μέλους ως προς τους συμπληρωματικούς δείκτες

[pic] μεταβλητή με την οποία εκτιμάται ο κίνδυνος του i -οστού μέλους ως προς έναν μεμονωμένο βασικό ή συμπληρωματικό δείκτη που παρουσιάζεται στο παράρτημα II

x το σύμβολο ενός δεδομένου βασικού ή συμπληρωματικού δείκτη.

∫ νέο

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Δείκτες, βαθμολογίες και σταθμίσεις για τον υπολογισμό των βάσει του κινδύνου συνεισφορών

ΜΕΡΟΣ A

Βασικοί δείκτες

1. Για τον υπολογισμό των βάσει του κινδύνου συνεισφορών χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι βασικοί δείκτες:

Κατηγορία κινδύνου | Δείκτης | Λόγος |

Κεφαλαιακή επάρκεια | Ίδια κεφάλαια που αναφέρονται στο άρθρο 57 στοιχεία α) έως γα) της οδηγίας 2006/48/ΕΚ και σταθμισμένα στοιχεία ενεργητικού που αναφέρονται στο άρθρο 76 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ | Ίδια κεφάλαια |

Σταθμισμένα στοιχεία ενεργητικού |

Ποιότητα στοιχείων ενεργητικού | Μη εξυπηρετούμενα δάνεια | Μη εξυπηρετούμενα δάνεια |

Ακαθάριστα δάνεια |

Κερδοφορία | Απόδοση των στοιχείων ενεργητικού | Καθαρά έσοδα |

Μέσος όρος του συνόλου ενεργητικού |

Ρευστότητα | Θα προσδιοριστεί από τα κράτη μέλη υπό την επιφύλαξη του άρθρου 11 παράγραφος 4 |

2. Οι ακόλουθες βαθμολογίες χρησιμοποιούνται για να παρουσιάζεται το προφίλ κινδύνου ως προς τους βασικούς δείκτες:

Επίπεδο κινδύνου | Κεφαλαιακή επάρκεια | Ποιότητα στοιχείων ενεργητικού | Κερδοφορία | Ρευστότητα |

Πολύ χαμηλός κίνδυνος | 1 | 1 | 1 | 1 |

Χαμηλός κίνδυνος | 2 | 2 | 2 | 2 |

Μέτριος κίνδυνος | 3 | 3 | 3 | 3 |

Υψηλός κίνδυνος | 4 | 4 | 4 | 4 |

Πολύ υψηλός κίνδυνος, | 5 | 5 | 5 | 5 |

3. Οι ακόλουθες βαθμολογίες αποδίδονται σε ένα μέλος με βάση τις πραγματικές τιμές των δεικτών σε μια δεδομένη κατηγορία κινδύνου:

Στοιχείο | Σύμβολο (x) | [pic]= 1 | [pic]= 2 | [pic]= 3 | [pic]= 4 | [pic]= 5 |

Κεφαλαιακή επάρκεια | CA | x > 12,3% | 12,3% ≥ x > 9,6% | 9,6% ≥ x > 8,2% | 8,2% ≥ x > 7% | x ≤ 7% |

Ποιότητα στοιχείων ενεργητικού | AQ | x ≤ 1% | 1% < x ≤ 2,1% | 2,1% < x ≤ 3,7% | 3,7% < x ≤ 6% | x > 6% |

Κερδοφορία | P | x > 1,2% | 1,2% ≥ x > 0,9% | 0,9% ≥ x > 0,7% | 0,7% ≥ x > 0,5% | x ≤ 0,5% |

Ρευστότητα | L | Τα κράτη μέλη μπορούν να προσδιορίσουν τα κατώφλια για κάθε [pic]υπό την επιφύλαξη του άρθρου 11 παράγραφος 4 |

4. Οι ακόλουθες σταθμίσεις (συντελεστές) κινδύνου αποδίδονται σε ένα μέλος ανάλογα με τη σύνθετη βαθμολογία του:

Σύνθετη βαθμολογία (ρ) | 1 < ρ ≤ 1,5 | 1,5 < ρ ≤ 2,5 | 2,5 < ρ ≤ 3,5 | 3,5 < ρ ≤ 4,5 | 4,5 < ρ ≤ 5 |

Συντελεστής κινδύνου (β) | 75% | 100% | 125% | 150% | 200% |

ΜΕΡΟΣ B

Συμπληρωματικοί δείκτες

1. Τα κράτη μέλη προσδιορίζουν συμπληρωματικούς δείκτες για τον υπολογισμό των βάσει κινδύνου συνεισφορών. Για τον σκοπό αυτόν, μπορούν να χρησιμοποιούνται ορισμένοι ή όλοι από τους ακόλουθους δείκτες:

Κατηγορία κινδύνου | Δείκτης / λόγος | Ορισμός |

Κεφαλαιακή επάρκεια | Συνολικά κεφάλαια | Συνολικά κεφάλαια |

Σταθμισμένα στοιχεία ενεργητικού |

Πλεονάζον κεφάλαιο * | Πλεονάζον κεφάλαιο | ή | Πλεονάζον κεφάλαιο |

Σύνολο ενεργητικού | Σταθμισμένα στοιχεία ενεργητικού |

Ποιότητα στοιχείων ενεργητικού | Προβλέψεις ζημιών από δάνεια | Προβλέψεις ζημιών από δάνεια | ή | Προβλέψεις ζημιών από δάνεια |

Καθαρά έσοδα από τόκους | Έσοδα εκμετάλλευσης |

Σταθμισμένα στοιχεία ενεργητικού | Σταθμισμένα στοιχεία ενεργητικού |

Σύνολο ενεργητικού |

Κερδοφορία | Δαπάνες προς έσοδα | Λειτουργικές δαπάνες |

Έσοδα εκμετάλλευσης |

Καθαρό περιθώριο κέρδους | Καθαρό περιθώριο |

Συνολικά κεφάλαια |

Ρευστότητα | Θα προσδιοριστεί από τα κράτη μέλη υπό την επιφύλαξη του άρθρου 11 παράγραφος 5 |

* Πλεονάζον κεφάλαιο = Κεφάλαιο – ίδια κεφάλαια, όπως αναφέρονται στο άρθρο 57 στοιχεία α) έως η) της οδηγίας 2006/48/ΕΚ.

2. Οι ακόλουθες βαθμολογίες χρησιμοποιούνται για να παρουσιάζεται το προφίλ κινδύνου ως προς τους συμπληρωματικούς δείκτες:

Επίπεδο κινδύνου | Κεφαλαιακή επάρκεια | Ποιότητα στοιχείων ενεργητικού | Κερδοφορία | Ρευστότητα |

Πολύ χαμηλός κίνδυνος | 1 | 1 | 1 | 1 |

Χαμηλός κίνδυνος | 2 | 2 | 2 | 2 |

Μέτριος κίνδυνος | 3 | 3 | 3 | 3 |

Υψηλός κίνδυνος | 4 | 4 | 4 | 4 |

Πολύ υψηλός κίνδυνος, | 5 | 5 | 5 | 5 |

3. Οι ακόλουθες σταθμίσεις (συντελεστές) κινδύνου αποδίδονται σε ένα μέλος ανάλογα με τη σύνθετη βαθμολογία του:

Σύνθετη βαθμολογία (ρ) | 1 < ρ ≤ 1,5 | 1,5 < ρ ≤ 2,5 | 2,5 < ρ ≤ 3,5 | 3,5 < ρ ≤ 4,5 | 4,5 < ρ ≤ 5 |

Συντελεστής κινδύνου (β) | 75% | 100% | 125% | 150% | 200% |

∫ νέο

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Υπόδειγμα πληροφοριών για τους καταθέτες

Εάν μια κατάθεση η οποία είναι ληξιπρόθεσμη και απαιτητή δεν έχει καταβληθεί από πιστωτικό ίδρυμα για λόγους που έχουν άμεση σχέση με την οικονομική του κατάσταση, οι καταθέτες εξοφλούνται από σύστημα εγγύησης των καταθέσεων. Ο/η/το [αναφέρεται το προϊόν] του/της [συμπληρώνεται η επωνυμία του πιστωτικού ιδρύματος όπου τηρείται ο λογαριασμός] καλύπτεται εν γένει από το αρμόδιο σύστημα εγγύησης των καταθέσεων.

Η εξόφληση καλύπτει μέγιστο ποσό 100 000 ευρώ ανά τράπεζα. Αυτό σημαίνει ότι ενοποιούνται όλες οι καταθέσεις στην ίδια τράπεζα, προκειμένου να προσδιοριστεί το επίπεδο κάλυψης. Εάν, για παράδειγμα, ένας καταθέτης διατηρεί λογαριασμό ταμιευτηρίου με 90 000 ευρώ και τρέχοντα λογαριασμό με 20 000ευρώ, θα του επιστραφούν μόνον 100 000 ευρώ.

[Μόνον όπου ισχύει]: Η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται επίσης και στην περίπτωση που η τράπεζα λειτουργεί με διάφορες εμπορικές επωνυμίες. Ο/η/το [συμπληρώνεται η επωνυμία του πιστωτικού ιδρύματος όπου τηρείται ο λογαριασμός] λειτουργεί επίσης υπό την επωνυμία [συμπληρώνονται όλες οι άλλες εμπορικές επωνυμίες του ιδίου πιστωτικού ιδρύματος]. Αυτό σημαίνει ότι όλες οι καταθέσεις σε μία ή περισσότερες από αυτές τις επωνυμίες καλύπτονται συνολικά μέχρι ύψους 100 000 ευρώ.

Σε περίπτωση κοινών λογαριασμών, το όριο των 100 000 ευρώ ισχύει για έκαστο καταθέτη.

[Μόνον όπου ισχύει:] Ωστόσο, οι καταθέσεις σε λογαριασμό του οποίου είναι δικαιούχοι δύο ή περισσότερα πρόσωπα υπό την ιδιότητά τους ως εταίρων προσωπικής εταιρείας, ένωσης, ή οντότητας παρόμοιου χαρακτήρα, χωρίς νομική προσωπικότητα, ενοποιούνται και θεωρούνται ως κατάθεση ενός καταθέτη, για τον υπολογισμό του ορίου των 100 000 ευρώ.

Όλες οι καταθέσεις του κοινού και των επιχειρήσεων καλύπτονται εν γένει από συστήματα εγγύησης των καταθέσεων. Οι εξαιρέσεις ορισμένων καταθέσεων αναφέρονται στον δικτυακό τόπο του αρμόδιου συστήματος εγγύησης των καταθέσεων. Η τράπεζά σας θα σας ενημερώσει επίσης, εφόσον το ζητήσετε, αν καλύπτονται ή όχι ορισμένα προϊόντα. Εάν καλύπτονται οι καταθέσεις, η τράπεζα το επιβεβαιώνει επίσης στο αντίγραφο κίνησης λογαριασμού.

Το αρμόδιο σύστημα εγγύησης των καταθέσεων είναι [ συμπληρώνονται ονομασία και διεύθυνση, αρ. τηλεφώνου, διεύθυνση ηλ. ταχυδρομείου και δικτυακού τόπου ]. Θα εξοφλήσει τις καταθέσεις σας (μέχρι 100 000 ευρώ) το αργότερο εντός έξι εβδομάδων, από τις 31 Δεκεμβρίου 2013 εντός μίας εβδομάδας.

Εάν δεν έχετε εξοφληθεί μέσα σε αυτές τις προθεσμίες, θα πρέπει να έρθετε σε επαφή με το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων, διότι μπορεί να λήξει η προθεσμία εντός της οποίας μπορεί να απαιτηθεί επιστροφή. Για περισσότερες πληροφορίες: [συμπληρώνεται ο δικτυακός τόπος του αρμόδιου ΣΕΚ].

[ Μόνον όπου ισχύει: ] Η κατάθεσή σας είναι εγγυημένη από θεσμικό σύστημα εγγυήσεων [αναγνωρισμένο/μη αναγνωρισμένο] ως σύστημα εγγύησης των καταθέσεων. Αυτό σημαίνει ότι όλες οι τράπεζες που είναι μέλη αυτού του συστήματος υποστηρίζονται αμοιβαία για την αποφυγή πτώχευσης. Εάν, παρόλα ταύτα, πτωχεύσει μια τράπεζα, οι καταθέσεις σας θα επιστραφούν μέχρι ποσού 100 000 ευρώ.

∫ νέο

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΜΕΡΟΣ A

Καταργούμενες οδηγίες μαζί με τις διαδοχικές τροποποιήσεις τους (που αναφέρονται στο άρθρο 21)

Οδηγία 94/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 1994 περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων

Οδηγία 2009/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, για την τροποποίηση της οδηγίας 94/19/ΕΚ περί των συστημάτων εγγυήσεως των καταθέσεων όσον αφορά το επίπεδο κάλυψης και την προθεσμία εκταμίευσης

ΜΕΡΟΣ B

Προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο (που αναφέρονται στο άρθρο 21)

Οδηγία | Προθεσμία μεταφοράς |

94/19/EOK | 1.7.1995 |

2009/14/ΕΚ | 30.6.2009 |

2009/14/ΕΚ (άρθρο 1 σημείο 3 i) δεύτερο εδάφιο, άρθρο 7 παράγραφοι 1α και 3 και άρθρο 10 παράγραφος 1 της οδηγίας 94/19/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2009/14/ΕΚ) | 31.12.2010 |

ò νέο

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Πίνακας αντιστοιχίας

Παρούσα οδηγία | Οδηγία 2009/14/ΕΚ | Οδηγία 94/19/ΕΟΚ |

Άρθρο 1 | - | - |

Άρθρο 2 παρ. 1 στοιχείο α) | Άρθρο 1 σημείο 1 |

Άρθρο 2 παρ. 1 στοιχείο δ) | Άρθρο 1 σημείο 2 |

Άρθρο 2 παρ. 1 στοιχείο ε) | Άρθρο 1 σημείο 1 | Άρθρο 1 σημείο 3 |

Άρθρο 2 παρ. 1 στοιχείο στ) | Άρθρο 1 σημείο 4 |

Άρθρο 2 παρ. 1 στοιχείο ζ) | Άρθρο 1 σημείο 5 |

Άρθρο 3 παράγραφος 1 | Άρθρο 3 παράγραφος 1 |

Άρθρο 3 παράγραφος 2 | Άρθρο 3 παράγραφος 2 |

Άρθρο 3 παράγραφος 3 | Άρθρο 3 παράγραφος 3 |

Άρθρο 3 παράγραφος 4 | Άρθρο 5 |

Άρθρο 3 παράγραφος 6 | Άρθρο 1 σημείο 6 στοιχείο α) |

Άρθρο 4 παρ. 1 στοιχεία α) έως γ) | Άρθρο 2 |

Άρθρο 4 παρ. 1 στοιχείο δ) | Άρθρο 7 παρ. 2, Παράρτημα I σημείο 1 |

Άρθρο 4 παρ. 1 στοιχείο στ) | Άρθρο 7 παρ. 2, Παράρτημα I σημείο 10 |

Άρθρο 4 παρ. 1 στοιχείο ζ) | Άρθρο 7 παρ. 2, Παράρτημα I σημείο 2 |

Άρθρο 4 παρ. 1 στοιχείο η) | Άρθρο 7 παρ. 2, Παράρτημα I σημείο 5 |

Άρθρο 4 παρ. 1 στοιχείο θ) | Άρθρο 7 παρ. 2, Παράρτημα I σημείο 6 |

Άρθρο 4 παρ. 1 στοιχείο ι) | Άρθρο 7 παρ. 2, Παράρτημα I σημεία 3, 4 |

Άρθρο 4 παρ. 1 στοιχείο ια) | Άρθρο 7 παρ. 2, Παράρτημα I σημείο 12 |

Άρθρο 5 παράγραφος 1 | Άρθρο 1 σημείο 3 στοιχείο α) | Άρθρο 7 παράγραφος 1 |

Άρθρο 5 παράγραφος 4 | Άρθρο 1 σημείο 3 στοιχείο α) |

Παρούσα οδηγία | Οδηγία 2009/14/ΕΚ | Οδηγία 94/19/ΕΟΚ |

Άρθρο 5 παράγραφος 6 | Άρθρο 7 παράγραφοι 4 και 5 |

Άρθρο 5 παράγραφος 7 | Άρθρο 1 σημείο 3 στοιχείο δ) |

Άρθρο 6 παράγραφοι 1 έως 3 | Άρθρο 8 |

Άρθρο 7 παράγραφος 1 | Άρθρο 1 σημείο 6 στοιχείο α) | Άρθρο 10 παράγραφος 1 |

Άρθρο 7 παράγραφος 3 | Άρθρο 10 παράγραφος 4 |

Άρθρο 7 παράγραφος 4 | Άρθρο 10 παράγραφος 5 |

Άρθρο 8 παράγραφος 1 | Άρθρο 7 παράγραφος 6 |

Άρθρο 8 παράγραφος 2 | Άρθρο 11 |

Άρθρο 12 παράγραφος 1 | Άρθρο 4 παράγραφος 1 |

Άρθρο 13 | Άρθρο 6 |

Άρθρο 14 παρ. 1 έως 3 | Άρθρο 1 σημείο 5 | Άρθρο 9 παράγραφος 1 |

Άρθρο 14 παράγραφος 4 | Άρθρο 9 παράγραφος 2 |

Άρθρο 14 παράγραφος 5 | Άρθρο 9 παράγραφος 3 |

Άρθρο 15 | Άρθρο 13 |

Άρθρα 16 έως 18 | Άρθρο 1 σημείο 4 |

ê 94/19/ΕΚ παράρτημα I (νέο)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Κατάλογος των εξαιρέσεων που αναφέρει το άρθρο 7 παράγραφος 2

72. Καταθέσεις των χρηματοδοτικών ιδρυμάτων που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 της οδηγίας 89/646/ΕΟΚ.

73. Καταθέσεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων.

74. Καταθέσεις του Δημοσίου και των κεντρικών διοικήσεων.

75. Καταθέσεις των περιφερειακών, επαρχιακών, δημοτικών ή κοινοτικών αρχών.

76. Καταθέσεις των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων.

77. Καταθέσεις των συνταξιοδοτικών ταμείων.

78. Καταθέσεις των διοικητικών στελεχών, των διευθυνόντων, των εταίρων που ευθύνονται προσωπικά, των εταίρων που κατέχουν τουλάχιστον το 5 % του κεφαλαίου του πιστωτικού ιδρύματος, των προσώπων που είναι επιφορτισμένα με το νομικό έλεγχο των λογαριασμών του πιστωτικού ιδρύματος καθώς και των καταθετών που έχουν τις ίδιες ιδιότητες σε άλλες εταιρείες του ιδίου ομίλου.

79. Καταθέσεις στενών συγγενών και τρίτων που ενεργούν για λογαριασμό των καταθετών τους οποίους αναφέρει το σημείο 7.

80. Καταθέσεις άλλων εταιρειών του ιδίου ομίλου.

81. Μη ονομαστικές καταθέσεις.

82. Καταθέσεις για τις οποίες ο καταθέτης έχει ατομικώς συμφωνήσει με το πιστωτικό ίδρυμα επιτόκια και οικονομικά πλεονεκτήματα που συνέβαλαν στην επιδείνωση της χρηματοοικονομικής κατάστασης αυτού του πιστωτικού ιδρύματος.

83. Πιστωτικοί τίτλοι εκδοθέντες από το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα και οφειλές που προέκυψαν από αποδοχές ιδίων συναλλαγματικών και γραμματίων.

84. Καταθέσεις σε νομίσματα εκτός:

– των κοινοτικών,

– του Εcu.

85. Καταθέσεις εταιρειών οι οποίες λόγω του μεγέθους τους δεν επιτρέπεται να συντάσσουν συνοπτικό ισολογισμό σύμφωνα με το άρθρο 11 της τέταρτης οδηγίας 78/660/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25ης Ιουλίου 1978, που βασίζεται στο άρθρο 54 παράγραφος 3 στοιχείο ζ) της συνθήκης περί των ετησίων λογαριασμών εταιριών ορισμένων μορφών[26].

ê 94/19/ΕΚ παράρτημα II (νέο)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Κατευθυντήριες αρχές

Εάν ένα υποκατάστημα ζητήσει να συμμετάσχει στο σύστημα του κράτους μέλους υποδοχής για συμπληρωματική κάλυψη, το σύστημα κράτους μέλους υποδοχής θεσπίζει διμερώς με το σύστημα του κράτους μέλους καταγωγής τους κατάλληλους κανόνες και διαδικασίες για την καταβολή αποζημιώσεως στους καταθέτες του υποκαταστήματος αυτού. Κατά τη θέσπιση των διαδικασιών, καθώς και κατά τον προσδιορισμό των όρων συμμετοχής του υποκαταστήματος (όπως αναφέρει το άρθρο 4 παράγραφος 2), ισχύουν οι ακόλουθες αρχές:

α) το σύστημα του κράτους μέλους υποδοχής διατηρεί πλήρως το δικαίωμα να επιβάλλει τους δικούς του αντικειμενικούς και γενικής εφαρμογής κανόνες στη συμμετοχή πιστωτικών ιδρυμάτων· να απαιτεί την παροχή σχετικών πληροφοριών και να επαληθεύει τις πληροφορίες αυτές με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής·

β) το σύστημα του κράτους μέλους υποδοχής ικανοποιεί τις αξιώσεις για συμπληρωματική αποζημίωση εφόσον λάβει δήλωση των αρμοδίων αρχών του κράτους μέλους καταγωγής ότι οι καταθέσεις δεν είναι διαθέσιμες. Το σύστημα του κράτους μέλους υποδοχής διατηρεί πλήρως το δικαίωμα να εξακριβώνει κατά πόσον ο καταθέτης νομιμοποιείται σύμφωνα με τους δικούς του βασικούς κανόνες και διαδικασίες, προτού καταβάλλει συμπληρωματική αποζημίωση·

γ) τα συστήματα του κράτους μέλους καταγωγής και του κράτους μέλους υποδοχής συνεργάζονται πλήρως μεταξύ τους προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι οι καταθέτες αποζημιώνονται αμέσως και κατά το ενδεδειγμένο ποσόν. Ιδιαίτερα δε συμφωνούν όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίον η ύπαρξη ανταπαιτήσεως, η οποία μπορεί να προταθεί για συμψηφισμό στα πλαίσια ενός από τα δύο συστήματα, επηρεάζει την αποζημίωση που καταβάλλεται από κάθε σύστημα στον καταθέτη·

δ) τα συστήματα του κράτους μέλους υποδοχής δικαιούνται να χρεώνουν τα υποκαταστήματα για τη συμπληρωματική κάλυψη κατά τον ενδεδειγμένο τρόπο που λαμβάνει υπόψη την εγγύηση τη χρηματοδοτούμενη από το σύστημα του κράτους μέλους καταγωγής. Προκειμένου να διευκολυνθεί η χρέωση, το σύστημα του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί να θεωρήσει ότι η ευθύνη του περιορίζεται πάντοτε στη διαφορά μεταξύ της εγγύησης που προσφέρει και της εγγύησης που παρέχει το κράτος μέλος καταγωγής, ανεξαρτήτως του κατά πόσον το κράτος μέλος καταγωγής καταβάλλει όντως αποζημίωση για τις καταθέσεις που υφίστανται στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής.

ê 2009/14/ΕΚ άρθρο 1 σημ. 8

---[pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic]

[1] COM (2006) 729 τελικό.

[2] Οδηγία 2009/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, για την τροποποίηση της οδηγίας 94/19/ΕΚ περί των συστημάτων εγγυήσεως των καταθέσεων όσον αφορά το επίπεδο κάλυψης και την προθεσμία εκταμίευσης (ΕΕ L 68 της 13.3.2009, σ. 3).

[3] COM(2009) 114, σ. 4.

[4] Βλ.: http://ΕΚ.europa.eu/internal_market/consultations/2009/deposit_guarantee_schemes_en.htm.

[5] Βλ.: http://ΕΚ.europa.eu/internal_market/bank/guarantee/index_en.htm#roundtable.

[6] Όλες οι εκθέσεις μπορούν να μεταφορτωθούν από τη διεύθυνση: http://ΕΚ.europa.eu/internal_market/bank/guarantee/index_en.htm.

[7] Οι σχετικές εκθέσεις, που εκδόθηκαν από το EFDI, τον Μάιο του 2008 είναι διαθέσιμες στη διεύθυνση: www.efdi.eu.

[8] Βλ. www.efdi.eu.

[9] Αιτιολογική σκέψη 17 της οδηγίας 2009/14/ΕΚ και αιτιολογικές σκέψεις (χωρίς αρίθμηση) της οδηγίας 94/19/ΕΚ.

[10] Οδηγία 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για την ανάληψη, άσκηση και προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, την τροποποίηση των οδηγιών 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2000/46/ΕΚ (ΕΕ L 267 της 10.10.2009, σ. 7).

[11] Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32).

[12] Βλ. εκθέσεις του ΚΚΕρ στη διεύθυνση: http://ΕΚ.europa.eu/internal_market/bank/docs/guarantee/risk-based-report_en.pdf και http://ΕΚ.europa.eu/internal_market/bank/docs/guarantee/2009_06_risk-based-report_en.pdf.

[13] ΕΕ αριθ. C 163 της 30.6.1992, σ. 6, και ΕΕ αριθ. C 178 της 30.6.1993, σ. 14.

[14] ΕΕ C […].

[15] ΕΕ C […].

[16] ΕΕ C […], σ.[…], ΕΕ αριθ. C 332 της 16.12.1992, σ. 13.

[17] ΕΕ αριθ. C 115 της 26.4.1993, σ. 96, και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Μαρτίου 1994 (ΕΕ αριθ. C 91 της 28.3.1994).

[18] ΕΕ L 68 της 13.3.2009, σ. 3.

[19] ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 1.

[20] ΕΕ L 166 της 28.6.1991, σ. 77.

[21] ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 201.

[22] ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

[23] Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών – COM (2009) 501.

[24] ΕΕ αριθ. C 163 της 30.6.1992, σ. 6, και ΕΕ αριθ. C 178 της 30.6.1993, σ. 14.

[25] ΕΕ L 124 της 5.5.1989, σ. 16.

[26] ΕΕ αριθ. L 222 της 14.8.1978, σ. 11. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 90/605/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 317 της 16.11.1990, σ. 60).