12.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 159/6


Σχέδιο τελική έκθεση του συμβούλου ακροάσεων στην υπόθεση COMP/F/39.234 — Προσαύξηση κράματος — επανέκδοση

(σύμφωνα με το άρθρο 15 της απόφασης της Επιτροπής 2001/462/EΚ, ΕΚΑΧ της 23ης Μαΐου 2001 σχετικά με τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού — ΕΕ L 162 της 19.6.2001, σ. 21)

(2007/C 159/07)

Το σχέδιο απόφασης στην προαναφερόμενη υπόθεση οδηγεί στις ακόλουθες παρατηρήσεις:

Το ιστορικό της υπόθεσης

Tο σχέδιο απόφασης συνιστά επανέκδοση της απόφασης 98/247/ΕΚΑΧ της Επιτροπής της 21ης Ιανουαρίου 1998 (1) την οποία η Επιτροπή απηύθυνε μεταξύ άλλων στην ThyssenKrupp Stainless GmbH («TKS»). Στην απόφαση της 21ης Ιανουαρίου 1998 στοιχειοθετείται η συμμετοχή της επιχείρησης σε σύμπραξη καθορισμού τιμών στον τομέα του χάλυβα και επιβάλλεται πρόστιμο 4 536 000 EUR στην TKS για τη δική της συμμετοχή στη σύμπραξη καθώς και πρόστιμο 3 564 000 EUR στην TKS για τη συμμετοχή στη σύμπραξη της Thyssen Stahl AG («TS-AG»). Η TKS είχε αναλάβει την ευθύνη για τις ενέργειες της TS-AG κατά την περίοδο από τον Δεκέμβριο του 1993 έως την 1η Ιανουαρίου 1995 με επιστολή της 23ης Ιουλίου 1997.

Η απόφαση της Επιτροπής ακυρώθηκε για διαδικαστικούς λόγους όσον αφορά την ευθύνη της TKS για την εν λόγω παράβαση του άρθρου 65 της συνθήκης ΕΚΑΧ, με την απόφαση του Πρωτοδικείου των ΕΚ της 13ης Δεκεμβρίου 2001 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-45/98 και T-47/98. Η απόφαση αυτή επιβεβαιώθηκε, μετά την άσκηση έφεσης και αντέφεσης, με την απόφαση της 14ης Ιουλίου 2005 του Δικαστηρίου των ΕΚ στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-65/02 P και C-73/02.

Το διαδικαστικό σφάλμα που επεσήμαναν τα δικαστήρια της Κοινότητας, το οποίο οδήγησε στην ακύρωση, αφορά την άσκηση από την TKS του δικαιώματος υπεράσπισής της για το πρόστιμο που της επιβλήθηκε για τη συμπεριφορά της TS-AG. Η Επιτροπή έστειλε χωριστές δηλώσεις αιτιάσεων στα δύο μέρη. Ακολούθησε δήλωση της TKS σύμφωνα με την οποία ανέλαβε ρητά την ευθύνη για τις παράτυπες ενέργειες της TS-AG. Τα δικαστήρια αποφάνθηκαν ότι η Επιτροπή, αμελώντας να ερωτήσει την TKS εάν επιθυμεί να υποβάλει παρατηρήσεις σχετικά με τις αντιρρήσεις που είχαν απευθυνθεί ειδικότερα στην TS-AG (για τις οποίες επιβλήθηκε πρόστιμο στην TKS) παραβίασε τα δικαιώματα υπεράσπισης της TKS. Εφόσον η Επιτροπή έστειλε χωριστές ανακοινώσεις αιτιάσεων στην TKS και στην TS-AG, και αυτές απάντησαν χωριστά στις εν λόγω αιτιάσεις, «η Επιτροπή όφειλε να εξετάσει και να ακούσει την TKS αναφορικά με τις ενέργειες της [TS-AG] πριν την εκλάβει υπεύθυνη για αυτές και της επιβάλει πρόστιμο για παράβαση προσαπτόμενη στην [TS-AG].» (2)

Η αποστολή της δήλωσης αιτιάσεων και η προθεσμία απάντησης

Στις 5 Απριλίου 2006 εστάλη νέα δήλωση αιτιάσεων η οποία παραλήφθηκε από την TKS στις 6 Απριλίου 2006 και περιελάμβανε κυρίως τις αντιρρήσεις που είχαν διατυπωθεί στην αρχική δήλωση αιτιάσεων η οποία είχε σταλεί στην TKS τον Απρίλιο του 1997. Η εν λόγω δήλωση αιτιάσεων είχε ως στόχο να επανορθώσει το διαδικαστικό σφάλμα δίνοντας τη δυνατότητα στην TKS να υποβάλει τις παρατηρήσεις της για τις ενέργειες για τις οποίες είχε κατ' αρχήν δεχθεί την ευθύνη. Η αρχική προθεσμία που δόθηκε στην TKS για τη διατύπωση των παρατηρήσεων ήταν η 18η Μαΐου 2006. Οι παρατηρήσεις της TKS παραλήφθηκαν στις 17 Μαΐου 2006.

Πρόσβαση στον φάκελο και ακρόαση

Η δυνατότητα πρόσβασης στον φάκελο της Επιτροπής παρασχέθηκε για πρώτη φορά στις 24 Απριλίου 2006, επιτρέποντας στους εκπροσώπους της TKS να εξετάσουν το φάκελο στις εγκαταστάσεις της Επιτροπής. Στις 2 Μαΐου 2006, η αρμόδια υπηρεσία της Επιτροπής παρείχε συμπληρωματική πρόσβαση στο φάκελο στον οποίο είχε περιλάβει περαιτέρω έγγραφα που είχαν αρχικά θεωρηθεί εμπιστευτικά. Σε σχέση με τα θέματα που έθεσε η TKS στην απάντησή της στην δήλωση αιτιάσεων και μετά από ανταλλαγή επιστολών μεταξύ της αρμόδιας υπηρεσίας της Επιτροπής, της TKS και εμού, η Επιτροπή ενέκρινε την πρόσβαση σε ορισμένα επιπλέον έγγραφα τα οποία είχαν επίσης αρχικά χαρακτηρισθεί εμπιστευτικά.

Δεδομένου ότι η TKS επέμεινε στο αίτημά της, αποφάσισα να επαληθεύσω τα υπόλοιπα αιτήματα εμπιστευτικότητας. Κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ένα από τα αιτήματα εμπιστευτικότητας του παρέχοντος τις πληροφορίες δεν φαινόταν αρκούντως αιτιολογημένο. Μετά την πραγματοποίηση επαφής με τους εκπροσώπους της εταιρίας η τελευταία παρείχε μια πιο ουσιαστική μη εμπιστευτική εκδοχή ορισμένων σελίδων του φακέλου της Επιτροπής που δεν είχαν κοινοποιηθεί στην TKS μέχρι το στάδιο αυτό. Έστειλα τις πρόσθετες αυτές πληροφορίες στην TKS στις 20 Σεπτεμβρίου 2006.

Σε αντίθεση με την άποψη του νόμιμου εκπροσώπου της TKS, υποστήριξα την άποψη ότι ένα αίτημα για πρόσβαση σε μη γνωστοποιηθέντα αρχικά έγγραφα λόγω των εκ πρώτης όψεως εμπιστευτικών περιεχομένων τους πρέπει να τεκμηριώνεται από τους λόγους για τους οποίους οι εν λόγω πληροφορίες είναι χρήσιμες για την υπεράσπιση της εταιρίας. Η τεκμηρίωση αυτή καθίσταται εύλογη εάν ληφθεί υπόψη ότι μόνο μετά από ένα τέτοιο αιτιολογημένο αίτημα η Επιτροπή προβαίνει σε στάθμιση του συμφέροντος της απόκτησης πληροφοριών για τους σκοπούς της υπεράσπισης της εταιρίας και του έννομου συμφέροντος τρίτου μέρους για εμπιστευτικότητα. Για να υποχρεώσω την TKS να υποβάλει ένα τέτοιο αιτιολογημένο αίτημα, επαλήθευσα ότι της είχαν παρασχεθεί οι κατάλληλες μη εμπιστευτικές εκδοχές των ταξινομημένων ως εμπιστευτικών εγγράφων. Ωστόσο, καθώς η TKS δεν προέβαλε κανέναν ουσιαστικό λόγο για να στηρίξει την ανάγκη πρόσβασης στα εκ πρώτης όψεως εμπιστευτικά έγγραφα για την υπεράσπισή της, αποφάσισα να μην της τα γνωστοποιήσω.

Η ακρόαση έλαβε χώρα στις 15 Σεπτεμβρίου 2006.

Tο σχέδιο απόφασης

Το σχέδιο απόφασης βασίζεται στην τελική απόφαση της 21ης Ιανουαρίου 1998. Επιπλέον, καλύπτει νομικά θέματα που έχουν προκύψει με την πάροδο του χρόνου και λαμβανει υπόψη τις αποφάσεις του Δικαστηρίου και του Πρωτοδικείου των ΕΚ που ελήφθησαν μεταξύ της 21ης Ιανουαρίου 1998 και της προβλεπόμενης ημερομηνίας επανέκδοσης της απόφασης.

Ειδικότερα, το σχέδιο απόφασης περιλαμβάνει περαιτέρω διευκρινίσεις για τα ακόλουθα σημεία:

Η εξουσία που διαθέτει η Επιτροπή να επιβάλει πρόστιμα περιορίζεται σε χρονική περίοδο πέντε ετών η οποία υπολογίζεται από την ημερομηνία λήξης της παράβασης. Κατά την άποψη της Επιτροπής, ενδεχόμενη παραγραφή έναντι της TS-AG δεν αποκλείει την επιβολή προστίμου στην TKS για τη συμπεριφορά της TS-AG, καθώς η ευθύνη της TKS για της συμπεριφορά της TS-AG δεν είναι απαραίτητα παράγωγου, παρεπόμενου ή επικουρικού χαρακτήρα όπως έχει ισχυριστεί η TKS.

Η συνθήκη ΕΚΑΧ έληξε στις 23 Ιουλίου 2002. Ωστόσο, εκτιμάται ότι δυνάμει της αρχής της διαδοχής των κανόνων στο πλαίσιο μιας ενιαίας έννομης τάξης, η Επιτροπή εξακολουθεί να είναι αρμόδια για την επιβολή κυρώσεων σε παραβάσεις που διεπράχθησαν πριν την ημερομηνία λήξης.

Tο σχέδιο απόφασης που υποβλήθηκε στην Επιτροπή περιλαμβάνει μόνο αντιρρήσεις για τις οποίες δόθηκε η δυνατότητα στα μέρη να καταστήσουν γνωστές τις απόψεις τους.

Καταλήγω λοιπόν στο συμπέρασμα ότι στην παρούσα υπόθεση τηρήθηκε το δικαίωμα ακρόασης των μερών.

Bρυξέλλες, 12 Δεκεμβρίου 2006.

Karen WILLIAMS


(1)  ΕΕ L 100 της 1.4.1998, σ. 55.

(2)  Απόφαση του Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-65/02 P και C-73/02 P, ThyssenKrupp Stainless GmbH και ThyssenKrupp Acciai speciali Terni SpA κατά Επιτροπής, 14 Ιουλίου 2005, παράγραφος 86.