52005PC0285

Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου με την οποία επιτρέπεται στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών να εφαρμόσει μέτρο παρέκκλισης από το άρθρο 11 της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών /* COM/2005/0285 τελικό */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 29.6.2005

COM(2005) 285 τελικό

Πρόταση

ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

με την οποία επιτρέπεται στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών να εφαρμόσει μέτρο παρέκκλισης από το άρθρο 11 της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Πλαίσιο της πρότασης |

Λόγοι υποβολής και στόχοι της πρότασης Βάσει του άρθρου 27 παράγραφος 1 της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, δύναται να επιτρέπει σε κάθε κράτος μέλος την εφαρμογή ειδικών μέτρων παρέκκλισης από την εν λόγω οδηγία με σκοπό την απλούστευση της διαδικασίας είσπραξης του φόρου ή την αποτροπή ορισμένων περιπτώσεων φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής. Με επιστολή που καταχωρήθηκε στη Γενική Γραμματεία της Επιτροπής στις 4 Οκτωβρίου 2004, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών ζήτησε την άδεια να θεσπίσει ειδικό μέτρο παρέκκλισης από το άρθρο 11 της έκτης οδηγίας. Σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 2 της έκτης οδηγίας, η Επιτροπή ενημέρωσε τα άλλα κράτη μέλη, με επιστολή της 1ης Δεκεμβρίου 2004 σχετικά με το αίτημα του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και κοινοποίησε στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών, επιστολή της 2ας Δεκεμβρίου 2004, ότι είχε στη διάθεσή της όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την εκτίμηση του αιτήματος. |

Γενικό πλαίσιο Κατά γενικό κανόνα, το άρθρο 11 υπό Α παράγραφος 1 στοιχείο α) της έκτης οδηγίας ορίζει ότι η βάση επιβολής του φόρου είναι οτιδήποτε αποτελεί την αντιπαροχή, την οποία έλαβε ή πρόκειται να λάβει ο πάροχος από τον αγοραστή. Σε πολλούς τομείς οικονομικής δραστηριότητας, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών βρίσκεται ολοένα και περισσότερο αντιμέτωπο με μηχανισμούς φοροδιαφυγής όσον αφορά την παράδοση αγαθών επένδυσης και την παροχή υπηρεσιών που έχουν σχέση με αγαθά επένδυσης. Οι μηχανισμοί αυτοί μπορούν να λάβουν τη μορφή συμφωνίας ή μεταβίβασης δικαιωμάτων μέσω των οποίων τα αγαθά αυτά τίθενται στη διάθεση του λήπτη. Οι μηχανισμοί αυτοί φοροδιαφυγής βασίζονται σε πράξεις μεταξύ των συνδεόμενων προσώπων για τις οποίες η αντιπαροχή που απαιτείται δεν αντιστοιχεί στην κανονική αξία των πράξεων στις περιπτώσεις που ο λήπτης δεν έχει δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΠΑ ή έχει δικαίωμα προς μερική μόνο έκπτωση του ΦΠΑ. Για παράδειγμα, ο πάροχος, πρόσωπο υποκείμενο στον φόρο, ο οποίος έχει δικαίωμα προς πλήρη έκπτωση του προηγουμένως καταβληθέντος ΦΠΑ, συνιστά συχνά εταιρεία με μοναδικό σκοπό την απόκτηση αγαθών επένδυσης εξ επαχθούς αιτίας που τίθενται εν συνεχεία στη διάθεση του (συνδεόμενου) λήπτη μέσω μισθώσεων. Οι μισθώσεις αυτές μπορούν να καθοριστούν σε χαμηλό επίπεδο, επειδή τα πρόσωπα συνδέονται, και αργότερα, τα αγαθά επένδυσης πωλούνται συχνά στον λήπτη σε τιμή που έχει επίσης ελάχιστη σχέση με την αξία του περιουσιακού στοιχείου. Μερικές φορές, ο λήπτης λαμβάνει τα αγαθά μέσω συγχώνευσης ή μέσω ομίλου υποκείμενων στον ΦΠΑ εταιρειών. Παρόμοιοι μηχανισμοί φοροδιαφυγής χρησιμοποιούνται για υπηρεσίες σημαντικής αξίας, των οποίων η απόσβεση είναι συνήθως δυνατή για λόγους φορολογίας εισοδήματος ή φορολογίας εταιρειών. Οι μηχανισμοί αυτοί έχουν οδηγήσει σε σημαντικά διαφυγόντα κέρδη. Για το λόγο αυτό, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών ζήτησε την άδεια να θεωρεί, σε τέτοιες περιπτώσεις, ως βάση επιβολής του φόρου για τους σκοπούς του ΦΠΑ, την κανονική αξία των συναλλαγών και όχι την απαιτούμενη αντιπαροχή. Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι η εν λόγω παρέκκλιση εξουδετερώνει την καταχρηστική εφαρμογή των κανόνων του συστήματος ΦΠΑ. Στις 16 Μαρτίου 2005, η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση οδηγίας για την τροποποίηση της έκτης οδηγίας όσον αφορά ορισμένα μέτρα για την απλούστευση της είσπραξης του ΦΠΑ και για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, καθώς και για την κατάργηση ορισμένων αποφάσεων για τη χορήγηση παρεκκλίσεων (διαδικασία εξορθολογισμού των παρεκκλίσεων του άρθρου 27). Η παρούσα πρόταση εξετάζει, μεταξύ άλλων, το θέμα της αποτίμησης των παραδόσεων μεταξύ συνδεόμενων προσώπων. Επομένως, είναι σκόπιμο να δοθεί ευνοϊκή συνέχεια στο συγκεκριμένο αίτημα παρέκκλισης από το άρθρο 27 μέχρι να τεθεί σε ισχύ η προαναφερόμενη οδηγία, αλλά το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009. |

Ισχύουσες διατάξεις στον τομέα που αφορά η πρόταση Παρόμοιες παρεκκλίσεις σε σχέση με το άρθρο 11 της έκτης οδηγίας έχουν χορηγηθεί σε άλλα κράτη μέλη. |

Συνοχή με τις λοιπές πολιτικές και στόχους της Ένωσης Άνευ αντικειμένου. |

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μερη και εκτιμηση των επιπτώσεων |

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη |

Δεν εφαρμόζεται |

Συγκέντρωση και χρήση εμπειρογνωσίας |

Δεν υπήρξε ανάγκη προσφυγής σε εξωτερικούς εμπειρογνώμονες. |

Εκτίμηση των επιπτώσεων Η πρόταση απόφασης αποβλέπει στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, όσον αφορά τον ΦΠΑ, στις Κάτω Χώρες και, επομένως, έχει δυνητικά θετικό οικονομικό αντίκτυπο. Εν πάση περιπτώσει, ο αντίκτυπος της απόφασης θα είναι περιορισμένος λόγω του περιορισμένου πεδίου εφαρμογής της παρέκκλισης. |

Νομικά στοιχεία της πρότασης |

Σύνοψη της προτεινόμενης δράσης Σκοπός της πρότασης είναι να επιτραπεί στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών να εφαρμόσει μέτρο παρέκκλισης από το άρθρο 11 της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη βάση επιβολής του φόρου όσον αφορά τα αγαθά επένδυσης και τις σχετικές υπηρεσίες. |

Νομική βάση Άρθρο 27 παράγραφος 1 της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση. |

Αρχή της επικουρικότητας Η πρόταση εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. Κατά συνέπεια, η αρχή της επικουρικότητας δεν ισχύει. |

Αρχή της αναλογικότητας Η πρόταση είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας για τον (τους) ακόλουθο(-ους) λόγο(-ους). |

Η παρούσα απόφαση αφορά άδεια που χορηγείται σε κράτος μέλος κατόπιν αιτήσεώς του και δεν αποτελεί, επομένως, υποχρέωση. |

Δεδομένου του περιορισμένου πεδίου εφαρμογής της παρέκκλισης, το ειδικό μέτρο είναι ανάλογο προς τον επιδιωκόμενο στόχο. |

Επιλογή των νομικών πράξεων |

Προτεινόμενες νομικές πράξεις: άλλες |

Η χρησιμοποίηση άλλων μέσων δεν θα ήταν σκόπιμη για τον(τους) ακόλουθο(-ους) λόγο(-ους). Σύμφωνα με το άρθρο 27 της έκτης οδηγίας του Συμβουλίου περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών (77/388/EΟΚ), μόνο απόφαση του Συμβουλίου είναι δυνατή. |

Δημοσιονομικές επιπτώσεις |

Η παρέκκλιση δεν έχει αρνητικές επιπτώσεις στους ίδιους πόρους της Κοινότητας που προέρχονται από τον ΦΠΑ. |

Συμπληρωματικές πληροφοριεσ |

Ρήτρα επανεξέτασης/αναθεώρησης/λήξεως ισχύος |

Η πρόταση περιλαμβάνει ρήτρα λήξεως ισχύος. |

1. Πρόταση

ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

με την οποία επιτρέπεται στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών να εφαρμόσει μέτρο παρέκκλισης από το άρθρο 11 της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση[1], και ιδίως το άρθρο 27,

την πρόταση της Επιτροπής[2],

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Με επιστολή που καταχωρήθηκε στη Γενική Γραμματεία της Επιτροπής στις 4 Οκτωβρίου 2004, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών ζήτησε να του επιτραπεί να θεσπίσει ειδικό μέτρο παρέκκλισης από το άρθρο 11 υπό Α παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 77/388/EΟΚ.

(2) Σύμφωνα με το άρθρο 27, παράγραφος 2 της οδηγίας 77/388/EΟΚ, η Επιτροπή ενημέρωσε τα άλλα κράτη μέλη, με επιστολή της 1ης Δεκεμβρίου 2004, σχετικά με το αίτημα που υπέβαλε το Βασίλειο των Κάτω Χωρών. Με επιστολή της 2ας Δεκεμβρίου 2004, η Επιτροπή κοινοποίησε στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών ότι διέθετε όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την εκτίμηση του αιτήματος.

(3) Στόχος της εν λόγω παρέκκλισης είναι να αποτραπεί η φοροδιαφυγή, όσον αφορά τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), η οποία προκύπτει από την υποτίμηση ορισμένων παραδόσεων μεταξύ συνδεόμενων προσώπων, όταν ο λήπτης δεν έχει δικαίωμα προς έκπτωση από τον ΦΠΑ ή απαλλάσσεται εν μέρει μόνο από τον ΦΠΑ. Το μέτρο αυτό αποβλέπει στην καταπολέμηση των καταχρήσεων ως προς τις παραδόσεις αγαθών επένδυσης ή τις παροχές υπηρεσιών σε σχέση με τα εν λόγω αγαθά επένδυσης, όπως οι μισθώσεις ή οποιοσδήποτε άλλος διακανονισμός μέσω του οποίου τα προϊόντα τίθενται στη διάθεση του λήπτη. Λόγω της σχέσεως μεταξύ των προσώπων, η απαιτούμενη αντιπαροχή καθορίζεται συχνά σε μη κανονική αξία, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα αισθητά χαμηλότερα έσοδα από τον ΦΠΑ.

(4) Το ειδικό μέτρο εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις όπου η διοίκηση είναι σε θέση να διαπιστώσει ότι η σχέση μεταξύ των προσώπων έχει επηρεάσει τη βάση επιβολής του φόρου κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 11 υπό Α παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 77/388/EΟΚ. Εν πάση περιπτώσει, η διαπίστωση αυτή πρέπει να βασίζεται σε αποδεδειγμένα γεγονότα και όχι σε εικασίες.

(5) Επομένως, κρίνεται σκόπιμο και ανάλογο προς τον επιδιωκόμενο στόχο να επιτραπεί στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών να θεωρεί την κανονική αξία αυτών των παραδόσεων ως βάση επιβολής του φόρου.

(6) Οι παρεκκλίσεις σύμφωνα με το άρθρο 27 της οδηγίας 77/388/EΟΚ που εξουδετερώνουν την αποφυγή του ΦΠΑ που συνδέεται με τη βάση επιβολής του φόρου των παραδόσεων μεταξύ συνδεόμενων προσώπων συμπεριλαμβάνονται σε πρόταση οδηγίας σχετικά με τον εξορθολογισμό ορισμένων παρεκκλίσεων που χορηγούνται σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο. Για το λόγο αυτό, είναι απαραίτητο να περιοριστεί η περίοδος εφαρμογής της παρέκκλισης αυτής μέχρι την έναρξη ισχύος της εν λόγω οδηγίας.

(7) Η παρέκκλιση δεν έχει αρνητικές επιπτώσεις στους ίδιους πόρους της Κοινότητας που προέρχονται από τον ΦΠΑ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Κατά παρέκκλιση του άρθρου 11 υπό Α παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 77/388/EΟΚ, επιτρέπεται στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών να θεωρεί την κανονική αξία, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 11 υπό Α παράγραφος 1, στοιχείο δ) της οδηγίας 77/388/EΟΚ, ως βάση επιβολής του φόρου για τις παραδόσεις κεφαλαιουχικών αγαθών ή για οποιεσδήποτε άλλες παροχές υπηρεσιών μέσω των οποίων το κεφαλαιουχικό αγαθό τίθεται στη διάθεση του λήπτη, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

2. ο λήπτης της παροχής είναι μη υποκείμενο σε φόρο νομικό πρόσωπο ή υποκείμενο σε φόρο πρόσωπο που αναπτύσσει εν μέρει ή πλήρως απαλλασσόμενες δραστηριότητες που δεν συνεπάγονται δικαίωμα προς έκπτωση

3. ο πάροχος και ο λήπτης είναι άμεσα ή έμμεσα συνδεδεμένα πρόσωπα σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία

4. σειρά στοιχείων επιτρέπουν να συναχθεί από τις περιστάσεις της υπό εξέταση υπόθεσης ότι η ύπαρξη της σχέσης μεταξύ των συνδεόμενων αυτών προσώπων έχει επηρεάσει τη βάση επιβολής του φόρου κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 11 υπό Α παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 77/388/EΟΚ.

Για την εφαρμογή του εν λόγω άρθρου, ως κεφαλαιουχικά αγαθά νοούνται τα αγαθά επένδυσης όπως ορίζονται από το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 4 της οδηγίας 77/388/EΟΚ και, εφόσον αυτά δεν καλύπτονται από τον εν λόγω ορισμό, οι υπηρεσίες σημαντικής αξίας που μπορούν να αποσβεστούν.

Άρθρο 2

Η άδεια που χορηγείται δυνάμει του άρθρου 1 λήγει την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας για τον εξορθολογισμό των παρεκκλίσεων σύμφωνα με το άρθρο 27 της οδηγίας 77/388/EΟΚ, οι οποίες αφορούν την αποφυγή από το φόρο προστιθεμένης αξίας που συνδέεται με τη βάση επιβολής του φόρου, ή την 31η Δεκεμβρίου 2009, εάν η τελευταία αυτή ημερομηνία προηγείται.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών.

Βρυξέλλες,

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

[1] ΕΕ L 145 της 13.6.1977, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/66/ΕΚ (ΕΕ L 168 της 1.5.2004, σ. 35).

[2] ΕΕ C , , σ. .