13.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 218/48


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 766/2008 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 9ης Ιουλίου 2008

για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97 του Συμβουλίου περί της αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και της συνεργασίας των αρχών αυτών με την Επιτροπή με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 135 και 280,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 515/97 του Συμβουλίου (3) βελτίωσε τον προηγούμενο νομοθετικό μηχανισμό κυρίως επιτρέποντας την αποθήκευση πληροφοριών στην κοινοτική βάση δεδομένων, τη λεγόμενη «Τελωνειακό Σύστημα Πληροφοριών» ή (ΤΣΠ).

(2)

Ωστόσο, η κτηθείσα πείρα από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97 δείχνει ότι η χρησιμοποίηση του ΤΣΠ με μόνο σκοπό την παρατήρηση και αναφορά, τη διακριτική παρακολούθηση και τους ειδικούς ελέγχους δεν επιτρέπει την πλήρη επίτευξη του στόχου του συστήματος, που είναι η συνδρομή στην πρόληψη, τη διερεύνηση και τη δίωξη ενεργειών που αντίκεινται στην τελωνειακή ή γεωργική νομοθεσία.

(3)

Οι αλλαγές από τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε να περιλαμβάνει 27 κράτη μέλη επιβάλλουν την αναθεώρηση της κοινοτικής τελωνειακής συνεργασίας σε ένα διευρυμένο πλαίσιο και με σύγχρονους μηχανισμούς.

(4)

Η απόφαση 1999/352/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 1999, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (4) και η σύμβαση για τη χρήση της πληροφορικής στον τελωνειακό τομέα (5), που θεσπίστηκε με πράξη του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 1995 (6), τροποποίησαν το γενικό πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής όσον αφορά την πρόληψη, τη διερεύνηση και τη δίωξη των παραβάσεων με βάση την κοινοτική νομοθεσία.

(5)

Τα αποτελέσματα της στρατηγικής ανάλυσης αναμένεται να βοηθούν τους αρμόδιους στο πιο υψηλό επίπεδο να καθορίζουν τα σχέδια, τους στόχους και τις πολιτικές για την καταπολέμηση της απάτης, να προγραμματίζουν τις δραστηριότητες και να διαθέτουν τους αναγκαίους πόρους για την επίτευξη των επιχειρησιακών στόχων.

(6)

Το αποτέλεσμα μιας επιχειρησιακής ανάλυσης όσον αφορά τις δραστηριότητες, τα μέσα και τις προθέσεις ορισμένων ατόμων ή επιχειρήσεων που δεν συμμορφώνονται ή φαίνεται να μη συμμορφώνονται με την τελωνειακή ή γεωργική νομοθεσία αναμένεται να βοηθά τις τελωνειακές αρχές και την Επιτροπή να λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα σε συγκεκριμένες περιπτώσεις ώστε να επιτυγχάνουν τους καθορισθέντες στόχους για την καταπολέμηση της απάτης.

(7)

Στο πλαίσιο του ισχύοντος μηχανισμού του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που καταχωρίζει ένα κράτος μέλος μπορούν να αντιγραφούν από το ΤΣΠ σε άλλα συστήματα επεξεργασίας δεδομένων μόνον με την προηγούμενη άδεια του εταίρου του ΤΣΠ που τα έχει καταχωρίσει στο σύστημα και υπό τους όρους που θέτει σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 1. Η τροποποίηση του κανονισμού έχει γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε να παρεκκλίνει της αρχής της προηγουμένης αδείας μόνο όταν τα δεδομένα προορίζονται για επεξεργασία από τις εθνικές αρχές και τις υπηρεσίες της Επιτροπής που είναι αρμόδιες για τη διαχείριση του κινδύνου με σκοπό τη στοχοθεσία των ελέγχων που αφορούν τις διακινήσεις των εμπορευμάτων.

(8)

Ο ισχύων μηχανισμός χρειάζεται να συμπληρωθεί με ένα νομοθετικό πλαίσιο για τη δημιουργία ενός αρχείου φακέλων τελωνειακών ερευνών που να καλύπτει παλαιότερους και τρέχοντες φακέλους. Η δημιουργία ενός τέτοιου αρχείου στηρίζεται στην πρωτοβουλία που είχε αναληφθεί στα πλαίσια της διακυβερνητικής τελωνειακής συνεργασίας η οποία οδήγησε στην έκδοση της πράξης του Συμβουλίου, της 8ης Μαΐου 2003, για τη θέσπιση του πρωτοκόλλου που τροποποιεί τη σύμβαση σχετικά με τη χρήση της πληροφορικής στον τελωνειακό τομέα, όσον αφορά τη δημιουργία αρχείου φακέλων τελωνειακών ερευνών (7).

(9)

Είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι, προκειμένου να ενισχυθεί η τελωνειακή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, και με την επιφύλαξη άλλων διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97, ορισμένα δεδομένα θα είναι δυνατόν να ανταλλάσσονται στο πλαίσιο της επιδίωξης των στόχων του εν λόγω κανονισμού.

(10)

Επιπρόσθετα, είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί μεγαλύτερη συμπληρωματικότητα μεταξύ των ενεργειών στα πλαίσια της διακυβερνητικής τελωνειακής συνεργασίας και της συνεργασίας με τις άλλες υπηρεσίες και οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και με άλλους διεθνείς ή περιφερειακούς οργανισμούς. Μια τέτοια ενέργεια απορρέει από το ψήφισμα του Συμβουλίου, της 2ας Οκτωβρίου 2003, σχετικά με μια στρατηγική για την τελωνειακή συνεργασία (8) και την απόφαση του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 2001, με την οποία διευρύνεται η εντολή της Ευρωπόλ στην καταπολέμηση των σοβαρών μορφών διεθνούς εγκλήματος που απαριθμούνται στο παράρτημα της σύμβασης της Ευρωπόλ (9).

(11)

Προκειμένου να προωθηθεί η συνοχή μεταξύ των ενεργειών της Επιτροπής, των άλλων οργάνων και υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των άλλων διεθνών και περιφερειακών οργανισμών, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να παρέχει εκπαίδευση και κάθε μορφή συνδρομής πλην της χρηματοδοτικής συνδρομής στους αξιωματικούς-συνδέσμους τρίτων χωρών και των Ευρωπαϊκών και διεθνών οργανισμών και υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών με τους οργανισμούς αυτούς και, για παράδειγμα, με την Ευρωπόλ και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Frontex).

(12)

Θα ήταν σκόπιμο να δημιουργηθούν, στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97, οι απαραίτητες προϋποθέσεις για τη διενέργεια των κοινών τελωνειακών επιχειρήσεων στο κοινοτικό πλαίσιο. Η επιτροπή η οποία προβλέπεται στο άρθρο 43 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97 θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί για να καθορίζει την εντολή των κοινοτικών κοινών κοινοτικών τελωνειακών ενεργειών.

(13)

Πρέπει να δημιουργηθεί στο πλαίσιο της Επιτροπής μια μόνιμη υποδομή, ούτως ώστε να είναι δυνατός ο συντονισμός κοινών τελωνειακών επιχειρήσεων καθ’ όλη τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους και αντιπρόσωποι των κρατών μελών και εάν είναι απαραίτητο, αξιωματικοί — σύνδεσμοι τρίτων χωρών ή ευρωπαϊκών ή διεθνών οργανισμών και υπηρεσιών, και ιδίως της Ευρωπόλ και του Παγκόσμιου Οργανισμού Τελωνείων (ΠΟΤ) και της Ιντερπόλ, να μπορούν να φιλοξενούνται για το χρόνο που απαιτείται για τη διενέργεια μιας ή περισσότερων ξεχωριστών επιχειρήσεων.

(14)

Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων (ΕΕΠΔ), προκειμένου να εξετάσει ζητήματα εποπτείας που έχουν σχέση με το Τελωνειακό Σύστημα Πληροφοριών (ΤΣΠ) θα πρέπει να συγκαλεί συνάντηση με τις εθνικές ελεγκτικές αρχές προστασίας δεδομένων τουλάχιστον μία φορά κατ’ έτος.

(15)

Τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επαναχρησιμοποιούν εκείνη την υποδομή για τις κοινές τελωνειακές επιχειρήσεις που διοργανώνονται με βάση την τελωνειακή συνεργασία όπως προβλέπεται από τα άρθρα 29 και 30 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, με την επιφύλαξη του ρόλου της Ευρωπόλ. Σε εκείνη την περίπτωση, οι κοινές τελωνειακές επιχειρήσεις πρέπει να διενεργούνται στο πλαίσιο της εντολής που καθορίζεται από την αρμόδια ομάδα εργασίας του Συμβουλίου όταν αφορά θέματα τελωνειακής συνεργασίας που υπάγονται στον τίτλο VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

(16)

Επιπλέον, η ανάπτυξη νέων αγορών, η προϊούσα διεθνοποίηση του εμπορίου, καθώς και η ταχεία ανάπτυξη που αυτό συνεπάγεται, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση των εμπορευματικών μεταφορών, απαιτούν από τις οι τελωνειακές διοικήσεις να προσαρμόζονται στις εξελίξεις αυτές για να μην βλάψουν την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας.

(17)

Οι τελικοί στόχοι είναι να μπορούν όλοι οι επιχειρηματίες να παράσχουν εκ των προτέρων όλη την αναγκαία τεκμηρίωση και να έχουν πλήρη ηλεκτρονική σύνδεση με τις τελωνειακές αρχές. Εν τω μεταξύ, η σημερινή κατάσταση, με τα διάφορα επίπεδα ανάπτυξης των εθνικών συστημάτων πληροφορικής, θα εξακολουθήσει να υπάρχει ενώ οι μηχανισμοί καταπολέμησης της απάτης θα πρέπει να βελτιωθούν, καθώς μπορεί να εξακολουθήσουν να υφίστανται εκτροπές εμπορίου.

(18)

Για το σκοπό της καταπολέμησης της απάτης είναι συνεπώς αναγκαίο, ταυτόχρονα με τη μεταρρύθμιση και τον εκσυγχρονισμό των τελωνειακών συστημάτων, να αναζητηθούν πληροφορίες σε όσο το δυνατόν προγενέστερο στάδιο. Επιπλέον, με σκοπό να ενισχυθούν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στην ανίχνευση διακινήσεων εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο ενεργειών που πιθανόν να είναι αντίθετες προς την τελωνειακή και γεωργική νομοθεσία και μέσων μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων και των εμπορευματοκιβωτίων που χρησιμοποιούνται για το σκοπό εκείνο, θα πρέπει να συγκεντρωθούν τα δεδομένα που προέρχονται από τους κύριους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς παροχής υπηρεσιών, ανά τον κόσμο, οι οποίοι δραστηριοποιούνται στη διεθνή αλυσίδα εφοδιασμού, σε ένα ευρωπαϊκό κεντρικό ευρετήριο δεδομένων.

(19)

Η προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα διέπεται από την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη διακίνηση των δεδομένων αυτών (10) και από την οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία προσωπικού βίου και ηλεκτρονικών επικοινωνιών) (11), οι οποίες εφαρμόζονται πλήρως στις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας. Οι οδηγίες αυτές ήδη καθορίζουν ένα κοινοτικό νομοθετικό πλαίσιο στον τομέα των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και, κατά συνέπεια, δεν χρειάζεται η εξέταση του θέματος στον παρόντα κανονισμό για να εξασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και ιδίως η ελεύθερη διακίνηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ των κρατών μελών. Η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να συνάδει προς τους κανόνες για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως όσον αφορά την ανταλλαγή και την αποθήκευση πληροφοριών που έχουν ως στόχο τη στήριξη ενεργειών πρόληψης και εντοπισμού της απάτης.

(20)

Η ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με τρίτες χώρες θα πρέπει να υπόκειται στην εκ των προτέρων επαλήθευση του γεγονότος ότι οι κανόνες προστασίας δεδομένων στη λήπτρια χώρα προσφέρουν βαθμό προστασίας ισοδύναμο με εκείνον που παρέχει η κοινοτική νομοθεσία.

(21)

Καθώς, μετά την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97, η οδηγία 95/46/ΕΚ μεταφέρθηκε στη νομοθεσία των κρατών μελών και η Επιτροπή θέσπισε μια ανεξάρτητη αρχή για να διασφαλίσει ότι οι ελευθερίες και τα θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα τυγχάνουν σεβασμού από μέρους των κοινοτικών οργανισμών και υπηρεσιών κατά την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και οργανισμούς και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (12), θα ήταν σκόπιμο να ευθυγραμμιστούν τα μέσα έλεγχου της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και να αντικατασταθεί η αναφορά στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή με μια αναφορά στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, με την επιφύλαξη των εξουσιών του Διαμεσολαβητή.

(22)

Τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97 θα πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (13).

(23)

Ειδικότερα η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την εξουσία να αποφασίζει σχετικά με το ποια στοιχεία θα περιληφθούν στο ΤΣΠ και να καθορίζει τις λειτουργίες, όσον αφορά την εφαρμογή των γεωργικών ρυθμίσεων, σχετικά με τις οποίες θα πρέπει να καταχωρίζονται πληροφορίες στο ΤΣΠ. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβελείας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97 μεταξύ άλλων διά συμπληρώσεώς του με νέα μη ουσιώδη στοιχεία θα πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(24)

Η έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97 θα πρέπει να ενσωματωθεί στην έκθεση που υποβάλλεται ετησίως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται για την εφαρμογή του άρθρου 280 της συνθήκης.

(25)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 515/97 θα πρέπει, κατά συνέπεια, να τροποποιηθεί ανάλογα.

(26)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή ο συντονισμός της καταπολέμησης της απάτης και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας που θίγει τα οικονομικά συμφέροντα της Κοινότητας, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί, κατά συνέπεια, λόγω της έκτασης και των συνεπειών του, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να υιοθετήσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει ό,τι είναι αναγκαίο για την επίτευξη αυτού του στόχου.

(27)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (14). Ειδικότερα, ο παρών κανονισμός έχει ως στόχο να διασφαλίσει τον πλήρη σεβασμό του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 8 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης).

(28)

Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων κλήθηκε να γνωμοδοτήσει σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και εξέδωσε τη γνωμοδότησή του στις 22 Φεβρουαρίου 2007 (15),

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 515/97 τροποποιείται ως ακολούθως:

1.

στο άρθρο 2 παράγραφος 1, προστίθενται τα ακόλουθα:

«—

“επιχειρησιακή ανάλυση” είναι η ανάλυση που αφορά τις πράξεις που συνιστούν ή φαίνεται να συνιστούν παραβιάσεις των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων και περιλαμβάνει τα εξής διαδοχικά στάδια:

α)

τη συγκέντρωση πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

β)

την αξιολόγηση της αξιοπιστίας της πηγής πληροφοριών και των ιδίων των πληροφοριών·

γ)

την έρευνα, τη μεθοδική παρουσίαση και την ερμηνεία των διασυνδέσεων μεταξύ των πληροφοριών αυτών ή των πληροφοριών αυτών και άλλων σημαντικών δεδομένων·

δ)

τη διατύπωση διαπιστώσεων, υποθέσεων ή συστάσεων που μπορούν να αξιοποιηθούν άμεσα, ως πληροφορίες σχετικά με την επικινδυνότητα, από τις αρμόδιες αρχές και την Επιτροπή για την πρόληψη και ανίχνευση άλλων πράξεων που αντίκεινται στην τελωνειακή και γεωργική νομοθεσία ή/και για τον επακριβή προσδιορισμό των προσώπων ή επιχειρήσεων που εμπλέκονται στις πράξεις αυτές,

“στρατηγική ανάλυση” είναι η έρευνα και η παρουσίαση των γενικών τάσεων των παραβιάσεων της τελωνειακής και γεωργικής νομοθεσίας μέσω της αξιολόγησης της απειλής, του εύρους και της επίδρασης ορισμένων μορφών ενεργειών αντιθέτων προς την τελωνειακή και γεωργική νομοθεσία, με σκοπό τον εν συνεχεία καθορισμό των προτεραιοτήτων, την καλύτερη κατανόηση του φαινομένου ή της απειλής, τον αναπροσανατολισμό των ενεργειών πρόληψης και ανίχνευσης των περιπτώσεων απάτης και την αναθεώρηση της οργάνωσης των υπηρεσιών. Για τη στρατηγική ανάλυση μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο δεδομένα από τα οποία έχουν αφαιρεθεί τα αναγνωριστικά στοιχεία,

“τακτική αυτόματη ανταλλαγή” είναι η συστηματική γνωστοποίηση προκαθορισμένων πληροφοριών, χωρίς προηγούμενη αίτηση, σε προκαθορισμένα τακτά διαστήματα,

“περιστασιακή αυτόματη ανταλλαγή” είναι η συστηματική γνωστοποίηση προκαθορισμένων πληροφοριών, χωρίς προηγούμενη αίτηση, όταν και στο βαθμό που οι πληροφορίες αυτές καθίστανται διαθέσιμες»·

2.

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 2α:

«Άρθρο 2α

Με την επιφύλαξη των άλλων διατάξεων του παρόντος κανονισμού, και με σκοπό την επίτευξη των στόχων του, ιδίως όταν δεν υποβάλλεται τελωνειακή διασάφηση ή απλοποιημένη διασάφηση ή όταν αυτή δεν είναι πλήρης ή υπάρχει λόγος να πιστεύεται ότι τα στοιχεία που περιλαμβάνονται σ’ αυτήν είναι ψευδή, η Επιτροπή και οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους μπορούν να ανταλλάσσουν με την αρμόδια αρχή οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους και την Επιτροπή τα ακόλουθα δεδομένα:

α)

την εταιρική επωνυμία·

β)

την εμπορική επωνυμία·

γ)

τη διεύθυνση της επιχείρησης·

δ)

τον αναγνωριστικό αριθμό ΦΠΑ της επιχείρησης·

ε)

τον αναγνωριστικό αριθμό ειδικών φόρων κατανάλωσης (16)·

στ)

την πληροφορία κατά πόσον βρίσκεται σε χρήση ο αναγνωριστικός αριθμός ΦΠΑ ή/και ο αναγνωριστικός αριθμός ειδικών φόρων κατανάλωσης·

ζ)

τα ονόματα των διευθυντών, των μελών του διοικητικού συμβουλίου και, αν είναι διαθέσιμα, των βασικών μετόχων της επιχείρησης·

η)

τον αριθμό και την ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου και

θ)

το ποσό του τιμολογίου.

Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε άλλες αποστολές εμπορευμάτων πλην εκείνων που περιγράφονται στο πρώτο στοιχείο του άρθρου 2 παράγραφος 1.

3.

το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

α)

η υπάρχουσα παράγραφος αριθμείται ως παράγραφος 1·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2.   Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους μπορούν επίσης, με τακτική αυτόματη ανταλλαγή ή με περιστασιακή αυτόματη ανταλλαγή, να κοινοποιούν στην αρμόδια αρχή οποιουδήποτε άλλου ενδιαφερόμενου κράτους μέλους πληροφορίες που έχουν ληφθεί αναφορικά με την είσοδο, έξοδο, διαμετακόμιση, αποθήκευση και τελική χρήση προϊόντων, συμπεριλαμβανομένης της διακίνησης μέσω ταχυδρομείου, η οποία γίνεται μεταξύ του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας και άλλων εδαφών, και της παρουσίας και διακίνησης μέσα στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας μη κοινοτικών προϊόντων και προϊόντων τελικής χρήσης, όταν αυτό είναι απαραίτητο για την πρόληψη ή ανίχνευση πράξεων που συνιστούν ή φαίνεται να συνιστούν παραβιάσεις της τελωνειακής ή γεωργικής νομοθεσίας»·

4.

το άρθρο 18 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως ακολούθως:

i)

το πρώτο στοιχείο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

όταν έχουν ή θα μπορούσαν να έχουν προεκτάσεις σε άλλα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες, ή»,

ii)

προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Εντός έξι μηνών από την παραλαβή πληροφοριών που διαβιβάζει η Επιτροπή, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών γνωστοποιούν στην Επιτροπή περίληψη των μέτρων καταπολέμησης της απάτης που έλαβαν με βάση τις πληροφορίες αυτές. Η Επιτροπή, βάσει των περιλήψεων αυτών, συντάσσει σε τακτά χρονικά διαστήματα και διαβιβάζει στα κράτη μέλη εκθέσεις σχετικά με τα αποτελέσματα των μέτρων που ελήφθησαν από τα κράτη μέλη»·

β)

προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«7.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα σχετικά με την εγκαθίδρυση ενός κοινού πλαισίου διαχείρισης των κινδύνων, τα δεδομένα που ανταλλάσσονται μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 17 και 18, μπορούν να αποθηκευθούν και να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς στρατηγικής και επιχειρησιακής ανάλυσης.

8.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή μπορούν να ανταλλάσσουν τα αποτελέσματα των επιχειρησιακών και στρατηγικών αναλύσεων που πραγματοποιούνται με βάση τον παρόντα κανονισμό»·

5.

στον τίτλο ΙΙΙ εισάγονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 18α

1.   Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών και για να βοηθήσει τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 να ανιχνεύουν τις διακινήσεις εμπορευμάτων που μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο πράξεων αντίθετων προς τις τελωνειακές και γεωργικές ρυθμίσεις καθώς και τα μεταφορικά μέσα περιλαμβανομένων και των εμπορευματοκιβωτίων που χρησιμοποιούνται για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή θα δημιουργήσει και θα διαχειρίζεται ένα ευρετήριο δεδομένων που προέρχονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς παροχής υπηρεσιών, οι οποίοι δραστηριοποιούνται στη διεθνή αλυσίδα εφοδιασμού. Στο ευρετήριο εκείνο θα έχουν άμεση πρόσβαση οι προαναφερθείσες αρχές.

2.   Στο πλαίσιο της διαχείρισης του ευρετηρίου αυτού, η Επιτροπή είναι εξουσιοδοτημένη:

α)

να έχει πρόσβαση ή να ανακτά το περιεχόμενο των δεδομένων, με οποιοδήποτε μέσο και υπό οιανδήποτε μορφή, και να επαναχρησιμοποιεί τα δεδομένα σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται όσον αφορά τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας· οι όροι και οι λεπτομέρειες πρόσβασης στα δεδομένα ή ανάκτησης δεδομένων διέπονται από τεχνική διευθέτηση μεταξύ της Επιτροπής, η οποία ενεργεί για λογαριασμό της Κοινότητας, και του παρόχου της υπηρεσίας·

β)

να συγκρίνει και να αντιπαραβάλει τα δεδομένα στα οποία υπάρχει πρόσβαση στο ευρετήριο ή έχουν ανακτηθεί από αυτό, να τα καταλογοποιεί και να τα εμπλουτίζει μέσω άλλων πηγών δεδομένων και να τα αναλύει τηρουμένων των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (17)·

γ)

να θέτει τα δεδομένα του ευρετηρίου αυτού, με τη χρησιμοποίηση τεχνικών μεθόδων ηλεκτρονικής επεξεργασίας δεδομένων, στη διάθεση των αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1.

3.   Τα δεδομένα που αναφέρονται στο παρόν άρθρο αφορούν ειδικότερα διακινήσεις εμπορευματοκιβωτίων ή/και μεταφορικών μέσων, και εμπορευμάτων και προσώπων που έχουν σχέση με τις διακινήσεις αυτές. Στα δεδομένα αυτά περιλαμβάνονται τα ακόλουθα στοιχεία, εφόσον είναι διαθέσιμα:

α)

για τις διακινήσεις των εμπορευματοκιβωτίων:

ο αριθμός εμπορευματοκιβωτίου,

η κατάσταση φόρτωσης του εμπορευματοκιβωτίου,

η ημερομηνία διακίνησης,

ο τύπος διακίνησης (φόρτωση, εκφόρτωση, μεταφόρτωση, είσοδος, έξοδος κ.λπ.),

το όνομα του πλοίου ή ο αριθμός κυκλοφορίας του μεταφορικού μέσου,

ο αριθμός δρομολογίου,

ο τόπος,

η φορτωτική ή άλλο έγγραφο μεταφοράς·

β)

για τις κινήσεις των μεταφορικών μέσων:

το όνομα του πλοίου ή ο αριθμός κυκλοφορίας του μεταφορικού μέσου,

η φορτωτική ή άλλο έγγραφο μεταφοράς,

ο αριθμός εμπορευματοκιβωτίων,

το βάρος του φορτίου,

η περιγραφή ή/και η κωδικοποίηση των εμπορευμάτων,

ο αριθμός κράτησης,

οι αριθμοί σφραγίδων,

ο τόπος της πρώτης φόρτωσης,

ο τόπος της τελικής εκφόρτωσης,

οι τόποι μεταφόρτωσης,

η αναμενόμενη ημερομηνία άφιξης στον τόπο τελικής εκφόρτωσης·

γ)

για τα πρόσωπα που εμπλέκονται στις διακινήσεις στις οποίες εφαρμόζονται τα στοιχεία α) και β) ανωτέρω: το επώνυμο, το γένος, το όνομα, τα προηγούμενα επώνυμα, τα ψευδώνυμα, η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης, η ιθαγένεια, το φύλο και η διεύθυνση·

δ)

για τις επιχειρήσεις που εμπλέκονται στις διακινήσεις στις οποίες εφαρμόζονται τα στοιχεία α) και β) ανωτέρω: η εταιρική επωνυμία, η εμπορική επωνυμία, η διεύθυνση της επιχείρησης, ο αναγνωριστικός αριθμός ΦΠΑ και ο αναγνωριστικός αριθμός ειδικών φόρων κατανάλωσης, και η διεύθυνση των ιδιοκτητών, των αποστολέων, των παραληπτών, των φορτωτών, των μεταφορέων και άλλων μεσαζόντων ή ατόμων που εμπλέκονται στη διεθνή αλυσίδα εφοδιασμού.

4.   Εντός της Επιτροπής, μόνο καθορισμένοι αναλυτές θα είναι εξουσιοδοτημένοι να επεξεργάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία β) και γ).

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν είναι αναγκαία για την επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου θα διαγράφονται αμέσως ή θα τους αφαιρούνται οποιαδήποτε αναγνωριστικά στοιχεία. Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορούν να αποθηκευτούν για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών ετών.

Άρθρο 18β

1.   Η Επιτροπή θα είναι εξουσιοδοτημένη να παρέχει εκπαίδευση και κάθε μορφή συνδρομής πλην της χρηματοδοτικής στους αξιωματικούς — συνδέσμους τρίτων χωρών και των Ευρωπαϊκών και διεθνών οργανισμών και υπηρεσιών.

2.   Η Επιτροπή μπορεί να θέσει στη διάθεση των κρατών μελών εμπειρογνωμοσύνη, τεχνική ή υλικοτεχνική συνδρομή, κατάρτιση ή επικοινωνία ή ακόμα κάθε άλλη επιχειρησιακή στήριξη με σκοπό τόσο την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού όσο και την επιτέλεση των καθηκόντων των κρατών μελών στα πλαίσια της τελωνειακής συνεργασίας που προβλέπεται στα άρθρα 29 και 30 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

6.

το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 19

Με την επιφύλαξη ότι η τρίτη ενδιαφερόμενη χώρα έχει νόμιμα δεσμευτεί να παράσχει την απαιτούμενη συνδρομή για τη συλλογή όλων των αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με την παράτυπη φύση των πράξεων που φαίνεται να αντίκεινται προς τις τελωνειακές και γεωργικές ρυθμίσεις ή για την εξακρίβωση του εύρους των πράξεων που έχει διαπιστωθεί ότι αντίκεινται προς τις ρυθμίσεις αυτές, οι πληροφορίες που έχουν ληφθεί κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού μπορούν να διαβιβαστούν στη χώρα αυτή:

από την Επιτροπή ή το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος με την επιφύλαξη, όπου απαιτείται, της προηγούμενης συμφωνίας των αρμοδίων αρχών του κράτους μέλους που τις έχει παράσχει, ή

από την Επιτροπή ή τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη στο πλαίσιο συντονισμένης δράσης, αν οι πληροφορίες παρέχονται από περισσότερα από ένα κράτη μέλη με την επιφύλαξη της προηγούμενης συμφωνίας των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών που τις έχουν παράσχει.

Τέτοιες διαβιβάσεις πληροφοριών εκ μέρους ενός κράτους μέλους πραγματοποιούνται τηρουμένων των εσωτερικών διατάξεών του που εφαρμόζονται αναφορικά με τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες.

Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι οι κανόνες που ισχύουν στην τρίτη ενδιαφερόμενη χώρα παρέχουν προστασία αντίστοιχη με εκείνη που προβλέπεται στο άρθρο 45 παράγραφοι 1 και 2»·

7.

στο άρθρο 20 παράγραφος 2, το στοιχείο δ) καταργείται.

8.

το άρθρο 23 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Στόχος του ΤΣΠ, σύμφωνα με τις διατάξεις που παρόντος κανονισμού, είναι να επικουρεί την πρόληψη, την έρευνα και τη δίωξη πράξεων που αντίκεινται στις τελωνειακές και γεωργικές ρυθμίσεις, με την ταχύτερη διάθεση των πληροφοριών και ενισχύοντας έτσι την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών συνεργασίας και ελέγχου των αρμοδίων αρχών που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό»·

β)

στην παράγραφο 3, η φράση «το άρθρο Κ.1 σημείο 8» αντικαθίσταται από τη φράση «τα άρθρα 29 και 30»·

γ)

στην παράγραφο 4, η φράση «με τη διαδικασία του άρθρου 43 παράγραφος 2» αντικαθίσταται από τη φράση «με την κανονιστική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 43 παράγραφος 2».

δ)

η παράγραφος 5 διαγράφεται.

9.

Στο άρθρο 24 προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ε)

κατακρατηθέντα, κατασχεθέντα ή δημευθέντα εμπορεύματα·

στ)

κατακρατηθέντα, κατασχεθέντα ή δημευθέντα μετρητά, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1889/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την Κοινότητα (18).

10.

το άρθρο 25 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 25

1.   Τα στοιχεία που πρέπει να περιληφθούν στο ΤΣΠ σχετικά με κάθε μια από τις κατηγορίες που αναφέρονται στο άρθρο 24 στοιχεία α) έως η) θα καθορίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 43 παράγραφος 2 στο μέτρο που αυτό είναι αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου του Συστήματος. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εμφανίζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στην κατηγορία που αναφέρεται στο άρθρο 24 στοιχείο ε).

2.   Όσον αφορά τις κατηγορίες που αναφέρονται στο άρθρο 24 στοιχεία α) έως δ), οι πληροφορίες που θα περιλαμβάνονται, σε σχέση με δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, θα πρέπει να περιορίζονται στα ακόλουθα:

α)

επώνυμο, γένος, ονόματα, προηγούμενα επώνυμα και ψευδώνυμα·

β)

ημερομηνία και τόπος γέννησης·

γ)

ιθαγένεια·

δ)

φύλο·

ε)

αριθμός και τόπος και ημερομηνία έκδοσης των εγγράφων ταυτότητας (διαβατήρια, δελτία ταυτότητας, άδειες οδήγησης)·

στ)

διεύθυνση·

ζ)

ιδιαίτερα αντικειμενικά και μόνιμα φυσικά χαρακτηριστικά·

η)

προειδοποιητικός κωδικός που δεικνύει ότι το άτομο έχει ιστορικό οπλοφορίας ή βιαιότητας ή απόδρασης·

θ)

λόγος για τον οποίο έχουν συμπεριληφθεί τα δεδομένα·

ι)

προτεινόμενη δράση·

ια)

αριθμός κυκλοφορίας του μεταφορικού μέσου.

3.   Όσον αφορά την κατηγορία που αναφέρεται στο άρθρο 24 στοιχείο στ), οι πληροφορίες που καταχωρίζονται αναφορικά με δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα περιλαμβάνουν μόνο τα επώνυμα και τα ονόματα των εμπειρογνωμόνων.

4.   Όσον αφορά τις κατηγορίες που αναφέρεται στο άρθρο 24 στοιχεία στ) και η), οι πληροφορίες που καταχωρίζονται αναφορικά με δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα περιλαμβάνουν μόνον τα ακόλουθα:

α)

επώνυμο, γένος, ονόματα, προηγούμενα επώνυμα και ψευδώνυμα·

β)

ημερομηνία και τόπος γέννησης·

γ)

ιθαγένεια·

δ)

φύλο·

ε)

διεύθυνση.

5.   Σε κάθε περίπτωση, κανένα δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα που αποκαλύπτει φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, πολιτικές απόψεις ή θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, ιδιότητα μέλους συνδικαλιστικής οργάνωσης, καθώς και τα δεδομένα που αφορούν την υγεία ή τον σεξουαλικό βίο ενός ατόμου, περιλαμβάνεται»·

11.

το άρθρο 27 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο

«Άρθρο 27

1.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που εμπίπτουν στις κατηγορίες που αναφέρονται στο άρθρο 24 θα καταχωρίζονται στο ΤΣΠ μόνο για τους σκοπούς των ακόλουθων προτεινόμενων ενεργειών:

α)

παρατήρηση και αναφορά·

β)

διακριτική παρακολούθηση·

γ)

ειδικοί έλεγχοι και

δ)

επιχειρησιακή ανάλυση.

2.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που εμπίπτουν στις κατηγορίες που αναφέρονται στο άρθρο 24 μπορούν να καταχωριστούν στο ΤΣΠ μόνο εφόσον υπάρχουν πραγματικές ενδείξεις ότι το συγκεκριμένο άτομο έχει πραγματοποιήσει, πραγματοποιεί ή θα πραγματοποιήσει πράξεις που αντίκεινται στις τελωνειακές και γεωργικές ρυθμίσεις και οι οποίες παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε κοινοτικό επίπεδο, ιδίως με βάση προηγούμενες παράνομες δραστηριότητες ή πληροφορίες που έχουν παρασχεθεί στα πλαίσια της συνδρομής»·

12.

το άρθρο 34 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Για να εξασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή των διατάξεων περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θεωρούν το ΤΣΠ ως σύστημα επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υπόκειται:

στις εθνικές διατάξεις με τις οποίες τίθεται σε εφαρμογή η οδηγία (ΕΚ) αριθ. 95/46/ΕΚ,

στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και

σε οποιεσδήποτε άλλες αυστηρότερες διατάξεις που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό»·

13.

το άρθρο 35 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 35

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 30 παράγραφος 1, θα απαγορεύεται στους εταίρους του ΤΣΠ η χρήση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που προέρχονται από το ΤΣΠ για οποιοδήποτε άλλο σκοπό πέραν αυτού που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2.

2.   Τα δεδομένα μπορούν να αντιγραφούν μόνο για τεχνικούς λόγους, υπό την προϋπόθεση, ότι ένα τέτοιο αντίγραφο απαιτείται για σκοπούς ερευνών που διενεργούν οι αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 29.

3.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που καταχωρίζονται στο ΤΣΠ από τα κράτη μέλη ή από την Επιτροπή δεν μπορούν να αντιγραφούν στα συστήματα επεξεργασίας δεδομένων για τα οποία είναι υπεύθυνα τα κράτη μέλη και η Επιτροπή, με εξαίρεση τα συστήματα διαχείρισης κινδύνου που χρησιμοποιούνται για να κατευθύνουν τους τελωνειακούς ελέγχους σε εθνικό επίπεδο ή το σύστημα επιχειρησιακής ανάλυσης που χρησιμοποιείται για το συντονισμό των ενεργειών σε κοινοτικό επίπεδο.

Στην περίπτωση εκείνη, μόνο οι αναλυτές που έχουν ορισθεί από τις εθνικές αρχές κάθε κράτους μέλους, καθώς και εκείνοι που έχουν ορισθεί από τις υπηρεσίες της Επιτροπής θα είναι εξουσιοδοτημένοι να επεξεργάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που εξασφαλίζονται από το ΤΣΠ αντιστοίχως στο πλαίσιο ενός συστήματος διαχείρισης κινδύνου που χρησιμοποιείται για να κατευθύνει τους τελωνειακούς ελέγχους από τις εθνικές αρχές ή στο πλαίσιο ενός συστήματος επιχειρησιακής ανάλυσης που παρέχει τη δυνατότητα συντονισμού ενεργειών σε κοινοτικό επίπεδο.

Τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή κατάσταση των τμημάτων που ασχολούνται με τη διαχείριση κινδύνου των οποίων οι αναλυτές είναι εξουσιοδοτημένοι να αντιγράφουν και να επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία έχουν καταχωριστεί στο ΤΣΠ. Η Επιτροπή θα ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη ανάλογα. Θα παρέχει επίσης σε όλα τα κράτη μέλη τις αντίστοιχες πληροφορίες αναφορικά με τις δικές της υπηρεσίες οι οποίες είναι υπεύθυνες για την επιχειρησιακή ανάλυση.

Η κατάσταση των ορισμένων για το σκοπό αυτό εθνικών αρχών και υπηρεσιών της Επιτροπής θα δημοσιευτεί από την Επιτροπή προς ενημέρωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αντιγράφονται από το ΤΣΠ θα αποθηκεύονται μόνο για όσο διάστημα είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων για τους οποίους αντιγράφηκαν. Η ανάγκη αποθήκευσής τους επανεξετάζεται τουλάχιστον μία φορά το χρόνο από τον εταίρο του ΤΣΠ που προβαίνει στην αντιγραφή. Η περίοδος αποθήκευσης δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη. Τα στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα που δεν είναι αναγκαία για τη συνέχιση της ανάλυσης θα διαγράφονται άμεσα ή θα τους αφαιρούνται τα αναγνωριστικά στοιχεία»·

14.

στο άρθρο 36 παράγραφος 2, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Σε κάθε περίπτωση, είναι δυνατή η άρνηση πρόσβασης σε οποιοδήποτε πρόσωπο, τα δεδομένα του οποίου αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας, κατά τη διάρκεια της περιόδου που γίνονται ενέργειες με σκοπό την παρατήρηση και αναφορά ή τη διακριτική παρακολούθηση, καθώς και κατά την περίοδο κατά την οποία βρίσκεται σε εξέλιξη επιχειρησιακή ανάλυση των δεδομένων ή διοικητική ή ποινική διερεύνηση»·

15.

το άρθρο 37 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οποιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να ζητήσει από κάθε εθνική εποπτική αρχή όπως προβλέπεται από το άρθρο 28 της οδηγίας 95/46/ΕΚ ή από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων όπως προβλέπεται από το άρθρο 41 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν για να ελέγξει ότι είναι ακριβή, καθώς και για το πώς αυτά έχουν χρησιμοποιηθεί ή χρησιμοποιούνται. Το δικαίωμα αυτό ρυθμίζεται αντίστοιχα από τους νόμους, τους κανονισμούς και τις διαδικασίες του κράτους μέλους στο οποίο έχει υποβληθεί η αίτηση και από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Εάν τα δεδομένα αυτά έχουν καταχωριστεί από άλλο κράτος μέλος ή από την Επιτροπή, ο έλεγχος πραγματοποιείται σε στενή συνεργασία με την εθνική εποπτική αρχή του εν λόγω κράτους μέλους ή με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων»·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3α.   Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων επιβλέπει τη συμμόρφωση του ΤΣΠ προς τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001»·

γ)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων συγκαλεί τουλάχιστον μία φορά το χρόνο συνάντηση με όλες τις εθνικές εποπτικές αρχές προστασίας δεδομένων που είναι αρμόδιες για θέματα εποπτείας του ΤΣΠ»·

16.

στον τίτλο V, ο τίτλος του κεφαλαίου 7, αντικαθίσταται από τα ακόλουθα: «Ασφάλεια Δεδομένων».

17.

στο άρθρο 38 παράγραφος 1 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«γ)

την Επιτροπή για τα κοινοτικά στοιχεία του κοινού δικτύου επικοινωνίας»·

18.

εισάγεται ο ακόλουθος τίτλος:

«ΤΙΤΛΟΣ Vα

ΑΡΧΕΙΟ ΦΑΚΕΛΩΝ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Δημιουργία αρχείου φακέλων τελωνειακών ερευνών

Άρθρο 41α

1.   Το ΤΣΠ θα περιλαμβάνει επίσης μια ειδική βάση δεδομένων που ονομάζεται “Αρχείο Φακέλων Τελωνειακών Ερευνών” που στο εξής θα καλείται “FIDE” (“ΑΦΤΕ”). “Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος τίτλου, όλες οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού σχετικά με το ΤΣΠ εφαρμόζονται και στο FIDE (ΑΦΤΕ), κάθε δε αναφορά στο ΤΣΠ θα περιλαμβάνει και αυτή τη βάση δεδομένων”.

2.   Στόχοι του FIDE (ΑΦΤΕ) είναι να βοηθήσει στην πρόληψη πράξεων που αντίκεινται στις τελωνειακές και στις γεωργικές ρυθμίσεις για τα προϊόντα που εισέρχονται ή εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας και να διευκολύνει και να επισπεύσει τον εντοπισμό και τη δίωξή τους.

3.   Σκοπός του FIDE (ΑΦΤΕ) είναι να παράσχει τη δυνατότητα στην Επιτροπή, η οποία ανοίγει φάκελο συντονισμού βάσει του άρθρου 18 ή ετοιμάζει κοινοτική αποστολή σε τρίτη χώρα βάσει του άρθρου 20 και στις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους που έχουν οριστεί όσον αφορά τις διοικητικές έρευνες σύμφωνα με το άρθρο 29, οι οποίες αρχές ανοίγουν φάκελο έρευνας ή διεξάγουν έρευνα για ένα ή περισσότερα άτομα ή επιχειρήσεις, να μάθουν ποιες αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών ή των υπηρεσιών της Επιτροπής διερευνούν ή διερευνούσαν τα εν λόγω άτομα ή επιχειρήσεις, ώστε να επιτύχουν μέσω των πληροφοριών περί ύπαρξης φακέλων έρευνας τους στόχους που προβλέπονται στην παράγραφο 2.

4.   Εάν το κράτος μέλος ή η Επιτροπή που πραγματοποιούν έρευνα στο FIDE (ΑΦΤΕ) χρειάζονται περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τους καταχωρισμένους φακέλους ερευνών που αφορούν άτομα ή επιχειρήσεις, ζητούν τη συνδρομή του κράτους μέλους προμηθευτή.

5.   Οι τελωνειακές αρχές των κρατών μελών μπορούν να χρησιμοποιήσουν το FIDE (ΑΦΤΕ) στα πλαίσια της τελωνειακής συνεργασίας που προβλέπεται στα άρθρα 29 και 30 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή διασφαλίζει την τεχνική διαχείριση του εν λόγω αρχείου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Λειτουργία και χρησιμοποίηση του FIDE (ΑΦΤΕ)

Άρθρο 41β

1.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να καταχωρίζουν στο FIDE (ΑΦΤΕ) δεδομένα που προέρχονται από τους φακέλους έρευνας για τους σκοπούς που καθορίζονται στο άρθρο 41α παράγραφος 3, όσον αφορά περιπτώσεις παραβίασης της τελωνειακής ή γεωργικής νομοθεσίας για τα αγαθά που εισέρχονται ή εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας και που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε κοινοτικό επίπεδο. Τα δεδομένα αυτά θα καλύπτουν μόνον τις ακόλουθες κατηγορίες:

α)

τα άτομα και τις επιχειρήσεις που αποτελούν αντικείμενο ή έχουν αποτελέσει αντικείμενο διοικητικής ή ποινικής έρευνας από αρμόδια υπηρεσία ενός κράτους μέλους και:

υπάρχουν υπόνοιες ότι διαπράττουν ή έχουν διαπράξει παραβίαση της τελωνειακής ή γεωργικής νομοθεσίας, ή συμμετέχουν ή έχουν συμμετάσχει σε ενέργειες που αντίκεινται σε τέτοιες νομοθεσίες,

έχουν αποτελέσει αντικείμενο πορίσματος έρευνας σχετικά με μια τέτοια πράξη, ή

έχουν αποτελέσει αντικείμενο διοικητικής απόφασης ή διοικητικής ή δικαστικής ποινής για την τέλεση τέτοιας πράξης·

β)

το πεδίο που αφορά ο φάκελος έρευνας·

γ)

την ονομασία, την ιθαγένεια και τα στοιχεία της σχετικής υπηρεσίας του κράτους μέλους και τον αριθμό φακέλου.

Τα στοιχεία που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) καταχωρίζονται χωριστά για κάθε άτομο ή επιχείρηση. Η δημιουργία διασυνδέσεων μεταξύ των δεδομένων αυτών απαγορεύεται.

2.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), θα περιλαμβάνουν μόνον τα ακόλουθα:

α)

για τα άτομα: το επώνυμο, το γένος, το όνομα, τα προηγούμενα επώνυμα, το ψευδώνυμο, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης, την ιθαγένεια και το φύλο·

β)

για τις επιχειρήσεις: την εταιρική επωνυμία, την εμπορική επωνυμία, τη διεύθυνση της επιχείρησης, τον αναγνωριστικό αριθμό ΦΠΑ και τον αναγνωριστικό αριθμό ειδικών φόρων κατανάλωσης.

3.   Τα στοιχεία καταχωρίζονται για ορισμένη περίοδο σύμφωνα με το άρθρο 41δ.

Άρθρο 41γ

1.   Η εισαγωγή και αναζήτηση δεδομένων στο FIDE (ΑΦΤΕ) θα πραγματοποιείται αποκλειστικά από τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 41α.

2.   Κάθε αναζήτηση δεδομένων στο FIDE (ΑΦΤΕ) πρέπει να καθορίζει τα ακόλουθα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα:

α)

για τα άτομα: το όνομα ή/και το επώνυμο, ή/και το γένος, ή/και τα προηγούμενα επώνυμα, ή/και το ψευδώνυμο, ή/και την ημερομηνία γέννησης·

β)

για τις επιχειρήσεις: την εταιρική επωνυμία ή/και την εμπορική επωνυμία ή/και τον αναγνωριστικό αριθμό ΦΠΑ ή/και τον αναγνωριστικό αριθμό ειδικών φόρων κατανάλωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Αποθήκευση των δεδομένων

Άρθρο 41δ

1.   Η περίοδος για την οποία τα δεδομένα μπορούν να αποθηκεύονται θα εξαρτάται από τους νόμους και τις διαδικασίες του κράτους μέλους που τα παρέχει. Οι ακόλουθες είναι οι μέγιστες χρονικές περίοδοι, οι οποίες υπολογίζονται από την ημερομηνία καταχώρισης των δεδομένων στον φάκελο έρευνας και οι οποίες δεν μπορούν να ξεπεραστούν:

α)

δεδομένα που σχετίζονται με φακέλους ερευνών σε εξέλιξη δεν μπορούν να αποθηκευτούν πέραν των τριών ετών εάν δεν έχει διαπιστωθεί καμία πράξη που συνιστά παραβίαση των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων. Τα δεδομένα πρέπει να διαγραφούν πριν από την προθεσμία αυτή εάν έχει παρέλθει ένα έτος από την τελευταία παρατήρηση·

β)

δεδομένα που σχετίζονται με διοικητικές ή ποινικές έρευνες κατά τις οποίες έχει διαπιστωθεί τέλεση πράξης που συνιστά παραβίαση την τελωνειακής και γεωργικής νομοθεσίας αλλά οι οποίες δεν έχουν ακόμη καταλήξει στην έκδοση διοικητικής απόφασης, ποινικής καταδίκης, ή επιβολής προστίμου για ποινικό αδίκημα ή επιβολής διοικητικής κύρωσης, δεν μπορούν να αποθηκευτούν πέραν των έξι ετών·

γ)

δεδομένα που σχετίζονται με διοικητικές ή ποινικές έρευνες οι οποίες έχουν καταλήξει στην έκδοση διοικητικής απόφασης, ποινικής καταδίκης ή απόφασης επιβολής προστίμου για ποινικό αδίκημα ή επιβολής διοικητικής κύρωσης, δεν μπορούν να αποθηκευτούν πέραν των 10 ετών.

Οι ανωτέρω χρονικές περίοδοι δεν είναι σωρευτικές.

2.   Σε όλα τα στάδια ενός φακέλου έρευνας όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α), β) και γ), μόλις βάσει των νόμων, κανονισμών και διαδικασιών του κράτους μέλους που παρείχε την πληροφορία, ένα άτομο ή μια επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 41β) έπαψε να είναι ύποπτο, τα δεδομένα σχετικά με το άτομο αυτό ή την επιχείρηση αυτή πρέπει να διαγραφούν πάραυτα.

3.   Το FIDE (ΑΦΤΕ) διαγράφει αυτομάτως τα δεδομένα μόλις παρέλθει η προθεσμία μέγιστης αποθήκευσης βάσει της παραγράφου 1»·

19.

ο τίτλος VI αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«ΤΙΤΛΟΣ VI

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ

Άρθρο 42α

1.   Ο παρών κανονισμός αποτελεί τη βασική πράξη στην οποία στηρίζεται η χρηματοδότηση όλων των κοινοτικών δράσεων οι οποίες προβλέπονται σε αυτόν, συμπεριλαμβανομένων:

α)

του συνόλου των δαπανών εγκατάστασης και συντήρησης της μόνιμης τεχνικής υποδομής που θέτει στη διάθεση των κρατών μελών τα υλικοτεχνικά μέσα, τα μέσα οργάνωσης γραφείου και πληροφορικής για τον συντονισμό των κοινών τελωνειακών επιχειρήσεων, ιδίως των ειδικών επιχειρήσεων παρακολούθησης που προβλέπονται στο άρθρο 7·

β)

της επιστροφής των εξόδων μετάβασης, διαμονής και ημερήσιου επιδόματος των εκπροσώπων των κρατών μελών που συμμετέχουν στις κοινοτικές αποστολές που προβλέπονται στο άρθρο 20, στις κοινές τελωνειακές επιχειρήσεις που διοργανώνονται από την Επιτροπή ή από κοινού με αυτή, καθώς και στα προγράμματα κατάρτισης, στις ειδικές και τις προπαρασκευαστικές συναντήσεις διοικητικών ερευνών ή επιχειρησιακών ενεργειών που διεξάγουν τα κράτη μέλη όταν αυτές διοργανώνονται από ή σε συνεργασία με την Επιτροπή.

Όταν η μόνιμη τεχνική υποδομή που αναφέρεται στο στοιχείο α) χρησιμοποιείται στο πλαίσιο της τελωνειακής συνεργασίας που προβλέπεται στα άρθρα 29 και 30 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα έξοδα μετάβασης, διαμονής, καθώς και του ημερήσιου επιδόματος των εκπροσώπων των κρατών μελών αναλαμβάνουν τα κράτη μέλη·

γ)

των δαπανών σχετικά με την απόκτηση, μελέτη, ανάπτυξη και συντήρηση ηλεκτρονικής υποδομής (υλισμικό – hardware), λογισμικών, ειδικών δικτυακών συνδέσεων, καθώς και τις σχετικές υπηρεσίες παραγωγής και στήριξης και κατάρτισης, για την υλοποίηση των δράσεων που προβλέπει ο παρών κανονισμός, και ιδίως για την πρόληψη και καταπολέμηση της απάτης·

δ)

των δαπανών που έχουν σχέση με την παροχή πληροφοριών και των δαπανών για σχετικές δράσεις που επιτρέπουν την πρόσβαση στην πληροφορία, στα δεδομένα και στις πηγές δεδομένων, για την υλοποίηση των δράσεων που προβλέπει ο παρών κανονισμός, και ιδίως για την πρόληψη και καταπολέμηση της απάτης·

ε)

των δαπανών που έχουν σχέση με τη χρήση του προβλεπομένου ΤΣΠ από πράξεις που έχουν εκδοθεί βάσει των άρθρων 29 και 30 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως από τη σύμβαση για τη χρησιμοποίηση της πληροφορικής στον τελωνειακό τομέα που θεσπίστηκε με πράξη του Συμβουλίου της 26ης Ιουλίου 1995 (19), στο μέτρο που οι πράξεις αυτές προβλέπουν την ανάληψη των εν λόγω δαπανών από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Οι δαπάνες που συνδέονται με την απόκτηση, μελέτη, ανάπτυξη και συντήρηση του κοινοτικού εξοπλισμού του κοινού δικτύου επικοινωνιών που χρησιμοποιείται για τους σκοπούς της παραγράφου 1 γ) 1 γ) επίσης βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Επιτροπή συνάπτει τις απαιτούμενες συμβάσεις για λογαριασμό της Κοινότητας για να εξασφαλίσει τον επιχειρησιακό χαρακτήρα του εξοπλισμού αυτού.

3.   Με την επιφύλαξη των δαπανών που έχουν σχέση με τη λειτουργία του ΤΣΠ, καθώς και των ποσών που προβλέπονται στο άρθρο 40 ως αποζημίωση, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή παραιτούνται από κάθε απαίτηση επιστροφής εξόδων που έχουν σχέση με την προμήθεια πληροφοριών ή εγγράφων ή με την εκτέλεση διοικητικής έρευνας ή κάθε άλλης επιχειρησιακής δράσης που προκύπτει από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού οι οποίες διενεργούνται κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους ή της Επιτροπής, εκτός εάν αφορούν, κατά περίπτωση, αποζημιώσεις που καταβάλλονται σε εμπειρογνώμονες.

20.

το άρθρο 43 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«2.   Όταν γίνεται αναφορά στην παράγραφο αυτή, θα ισχύει το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4, και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«3.   Τα ακόλουθα μέτρα που έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων διά συμπληρώσεώς του με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στην παράγραφο 2:

α)

αποφάσεις σχετικά με αντικείμενα τα οποία θα περιληφθούν στο ΤΣΠ όπως προβλέπεται στο άρθρο 25·

β)

καθορισμός των λειτουργιών όσον αφορά την εφαρμογή των γεωργικών ρυθμίσεων σχετικά με το ποιες πληροφορίες πρέπει να εισάγονται στο ΤΣΠ, όπως προβλέπεται στο άρθρο 23, παράγραφος 4»·

γ)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η επιτροπή εξετάζει κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού που μπορεί να θέσει ο πρόεδρός της είτε ιδία πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήσεως του εκπροσώπου ενός κράτους μέλους, και ιδίως εκείνα που αφορούν:

στη γενική λειτουργία των διευθετήσεων της αμοιβαίας συνδρομής που προβλέπει ο παρών κανονισμός,

στην υιοθέτηση των πρακτικών διευθετήσεων για τη διαβίβαση των πληροφοριών που αναφέρονται στα άρθρα 15 έως 17,

στις πληροφορίες που ανακοινώνονται στην Επιτροπή κατ’ εφαρμογή των άρθρων 17 έως 18 με σκοπό την αποκόμιση κάποιας γνώσης, τον καθορισμό των απαιτούμενων μέτρων για να τεθεί τέρμα στις διαπιστωθείσες πράξεις που αντίκεινται στην τελωνειακή και γεωργική νομοθεσία και, κατά περίπτωση, να προτείνει την τροποποίηση των ισχυουσών κοινοτικών διατάξεων ή τη σύνταξη συμπληρωματικών διατάξεων,

στη διοργάνωση των κοινών τελωνειακών επιχειρήσεων, ιδίως των ειδικών επιχειρήσεων παρακολούθησης που αναφέρεται στο άρθρο 7,

στην προπαρασκευή ερευνών που διεξάγουν τα κράτη μέλη και συντονίζει η Επιτροπή, καθώς και κοινοτικών αποστολών που προβλέπει το άρθρο 20,

στα μέτρα που λαμβάνονται για τη διαφύλαξη του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών, και ιδίως των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που ανταλλάσσονται βάσει του παρόντος κανονισμού, εξαιρουμένων εκείνων που προβλέπονται στον τίτλο V,

στην εφαρμογή και στην ορθή λειτουργία του ΤΣΠ και σε όλα τα τεχνικά και επιχειρησιακά μέτρα που έχουν ως στόχο τη διασφάλιση της ασφάλειας του συστήματος,

στην ανάγκη αποθήκευσης των δεδομένων στο ΤΣΠ,

στα μέτρα που λαμβάνονται για τη διαφύλαξη του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που καταχωρίζονται στο ΤΣΠ βάσει του παρόντος κανονισμού και ιδίως των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης των υπεύθυνων επεξεργασίας προς τις υποχρεώσεις τους,

τα μέτρα που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 38 παράγραφος 2»·

δ)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η επιτροπή θα εξετάζει όλα τα προβλήματα σχετικά με τη λειτουργία του ΤΣΠ που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν οι εθνικές εποπτικές αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 37. Η επιτροπή υπό την ad hoc σύνθεσή της θα συνέρχεται τουλάχιστον μία φορά το χρόνο».

21.

στο άρθρο 44 και στο άρθρο 45 παράγραφος 2 οι λέξεις «του τίτλου V που αφορά το ΤΣΠ» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των τίτλων V και Vα».

22.

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 51α

Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, υποβάλλει κάθε χρόνο έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τα μέτρα που ελήφθησαν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού».

23.

το άρθρο 53 τροποποιείται ως εξής:

α)

η αρίθμηση της παραγράφου 1 διαγράφεται·

β)

η παράγραφος 2 διαγράφεται.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 9 Ιουλίου 2008.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J.-P. JOUYENT


(1)  ΕΕ C 101 της 4.5.2007, σ. 4.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 19ης Φεβρουαρίου 2008 (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην ΕΕ) και απόφαση του Συμβουλίου της 23ης Ιουνίου 2008.

(3)  ΕΕ L 82 της 22.3.1997, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 36).

(4)  ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 20.

(5)  ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 34.

(6)  ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 33.

(7)  ΕΕ C 139 της 13.6.2003, σ. 1.

(8)  ΕΕ C 247 της 15.10.2003, σ. 1.

(9)  ΕΕ C 362 της 18.12.2001, σ. 1.

(10)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(11)  ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2006/24/ΕΚ (ΕΕ L 105 της 13.4.2006, σ. 54).

(12)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(13)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).

(14)  ΕΕ C 364 της 18.12.2000, σ. 1.

(15)  ΕΕ C 94 της 28.4.2007, σ. 3.

(16)  Όπως προβλέπεται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2004 του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2004, για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης (ΕΕ L 359 της 4.12.2004, σ. 1)»·

(17)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1»·

(18)  ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 9»·

(19)  ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 33»·