32001L0004

Οδηγία 2001/4/ΕΚ του Συμβουλίου, της 19ης Ιανουαρίου 2001, για την τροποποίηση της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, όσον αφορά τη διάρκεια εφαρμογής του ελάχιστου ύψους του κανονικού συντελεστή (Βλ. διορθωτικό ΕΕ L 26 της 27/01/2001, σ.40)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 022 της 24/01/2001 σ. 0017 - 0017


Οδηγία 2001/41/ΕΚ του Συμβουλίου

της 19ης Ιανουαρίου 2001

για την τροποποίηση της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, όσον αφορά τη διάρκεια εφαρμογής του ελάχιστου ύψους του κανονικού συντελεστή

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου(1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Το άρθρο 12 παράγραφος 3 στοιχείο α), της έκτης οδηγίας (77/388/ΕΟΚ) του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση(3), εφεξής καλούμενη "έκτη οδηγία ΦΠΑ", προβλέπει ότι το Συμβούλιο αποφασίζει σχετικά με το ύψος του κανονικού συντελεστή που θα εφαρμόζεται μετά την 31η Δεκεμβρίου 2000.

(2) Παρά το γεγονός ότι ο κανονικός συντελεστής φόρου προστιθέμενης αξίας που ισχύει επί του παρόντος στα κράτη μέλη, σε συνδυασμό με τους μηχανισμούς του μεταβατικού καθεστώτος, διασφαλίζει μία αποδεκτή λειτουργία αυτού του καθεστώτος, είναι σκόπιμο να αποφευχθεί, τουλάχιστον για την περίοδο εφαρμογής μιας νέας στρατηγικής απλοποίησης και εκσυγχρονισμού της ισχύουσας κοινοτικής νομοθεσίας σε θέματα ΦΠΑ, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 7ης Ιουνίου 2000, μια ιδιαίτερα μεγάλη απόκλιση μεταξύ των κανονικών συντελεστών ΦΠΑ που εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη, η οποία ενδέχεται να οδηγήσει σε διαρθρωτικές ανισορροπίες στο εσωτερικό της Κοινότητας και σε στρεβλώσεις του ανταγωνισμού σε ορισμένους τομείς δραστηριοτήτων.

(3) Ως εκ τούτου, φαίνεται σκόπιμο να διατηρηθεί το σημερινό ελάχιστο ύψος του 15 % του κανονικού συντελεστή όσο διάστημα θεωρείται απαραίτητο για την εφαρμογή της προαναφερόμενης στρατηγικής απλοποίησης και εκσυγχρονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 12 παράγραφος 3 σημείο α) της έκτης οδηγίας ΦΠΑ αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

"3. α) Ο κανονικός συντελεστής του φόρου προστιθέμενης αξίας ορίζεται από τα κράτη μέλη ως ποσοστό της βάσης επιβολής φόρου που είναι το ίδιο για τις παραδόσεις αγαθών και για την παροχή υπηρεσιών. Από την 1η Ιανουαρίου 2001 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2005, το ποσοστό αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 15 %.

Κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, και μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, το Συμβούλιο αποφασίζει, ομόφωνα, σχετικά με το ύψος του κανονικού συντελεστή που εφαρμόζεται μετά την 31η Δεκεμβρίου 2005."

Άρθρο 2

1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία με έναρξη ισχύος την 1η Ιανουαρίου 2001. Πληροφορούν αμέσως σχετικά την Επιτροπή.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη έκδοσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2001.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 19 Ιανουαρίου 2001.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

B. Ringholm

(1) Γνώμη που διατυπώθηκε στις 14 Δεκεμβρίου 2000 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2) Γνώμη που διατυπώθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2000 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3) ΕΕ L 145 της 13.6.1977, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2000/65/ΕΚ (ΕΕ L 269, 21.10.2000, σ. 44).