31996D0432

96/432/ΕΚ: Απόφαση του Συμβουλίου της 8ης Ιουλίου 1996 επιτρέπουσα στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών να εφαρμόσει παρέκκλιση από το άρθρο 11 της έκτης οδηγίας ΦΠΑ (77/388/ΕΟΚ) για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τους φόρους κύκλου εργασιών

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 179 της 18/07/1996 σ. 0051 - 0052


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 8ης Ιουλίου 1996 επιτρέπουσα στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών να εφαρμόσει παρέκκλιση από το άρθρο 11 της έκτης οδηγίας ΦΠΑ (77/388/ΕΟΚ) περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τους φόρους κύκλου εργασιών (96/432/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την έκτη οδηγία 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεων των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (1), και ιδίως το άρθρο 27,

την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας:

ότι, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1 της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα μετά από πρόταση της Επιτροπής, δύναται να επιτρέψει σε κάθε κράτος μέλος τη λήψη ειδικών μέτρων κατά παρέκκλιση από την παρούσα οδηγία, με σκοπό την απλοποίηση της είσπραξης του φόρου ή την αποφυγή ορισμένων περιπτώσεων φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής 7

ότι, με συστημένη επιστολή προς την Επιτροπή, στις 13 Αυγούστου 1993, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών ζήτησε άδεια να λάβει μέτρο κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 11 και 20 της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ 7

ότι, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 3 της έκτης οδηγίας, τα υπόλοιπα κράτη μέλη ενημερώθηκαν στις 13 Σεπτεμβρίου 1993 για την αίτηση την οποία υπέβαλε το Βασίλειο των Κάτω Χωρών 7

ότι, με επιστολή της 11ης Νοεμβρίου 1993, η Επιτροπή, επειδή είχε σοβαρές αντιρρήσεις για την αίτηση της ολλανδικής κυβέρνησης, ζήτησε να επιληφθεί της υποθέσεως το Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 4 της ανωτέρω οδηγίας 7

ότι, εν συνεχεία, η ολλανδική κυβέρνηση τροποποίησε την αίτησή της, μειώνοντας σημαντικά την έκταση των ειδικών μέτρων παρέκκλισης από το κοινό σύστημα ΦΠΑ 7

ότι η αίτηση περιορίζεται στην καθιέρωση μιας κατώτατης βάσης επιβολής του φόρου για τη σύσταση εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων ή τμήματος ακινήτων και του συνεχόμενου εδάφους, εφόσον ο αποκτών τα δικαιώματα αυτά είναι μη υποκείμενο στο φόρο νομικό πρόσωπο ή πρόσωπο υποκείμενο μεν στο φόρο, το οποίο όμως πραγματοποιεί απαλλασσόμενες πράξεις που δεν του παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ 7

ότι, δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 3 της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ, οι Κάτω Χώρες θεωρούν τη σύσταση εμπράγματων δικαιωμάτων ως παράδοση αγαθών 7

ότι, κατ' εφαρμογή του δικαιώματος επιβολής που παρέχεται από το άρθρο 13 τίτλος Γ στοιχείο β) της εν λόγω οδηγίας, οι Κάτω Χώρες επιτρέπουν στους υποκείμενους στον φόρο να επιλέξουν για τη φορολόγηση της σύστασης εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων ή τμήματος ακινήτων και του συνεχόμενου εδάφους, άλλες δραστηριότητες από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 στοιχείο α) και ότι, κατά συνέπεια, το μέτρο παρέκκλισης αφορά επίσης τις πράξεις αυτές 7

ότι, λαμβάνοντας την κανονική αξία για τον προσδιορισμό της βάσης επιβολής του φόρου σε ορισμένες παραδόσεις, το προτεινόμενο μέτρο παρεκκλίνει από το άρθρο 11 τίτλος Α παράγραφος 1 στοιχείο α) της εν λόγω οδηγίας, η οποία αναφέρει ότι η βάση επιβολής του φόρου για τις παραδόσεις αγαθών αποτελείται από την αντιπαροχή την οποία έλαβε ή πρόκειται να λάβει ο προμηθευτής εκ μέρους του αγοραστή ή κάποιου τρίτου, συμπεριλαμβανομένων των επιδοτήσεων που συνδέονται άμεσα με την τιμή των πράξεων αυτών 7

ότι το μέτρο παρέκκλισης επιδιώκει επίσης την αποφυγή της φοροδιαφυγής η οποία λαμβάνει χώρα στην περίπτωση που τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνήσουν, αφενός, μια αδικαιολόγητα χαμηλή τιμή για τη σύσταση των εμπράγματων δικαιωμάτων, που βαρύνεται με ΦΠΑ, και αφετέρου, μια αντιστάθμιση της τιμής αυτής μέσω μιας υψηλής τιμής για τη μεταβίβαση της πλήρους κυριότητας με απαλλαγή από το ΦΠΑ 7

ότι, ωστόσο, το συγκεκριμένο μέτρο ισχύει μόνον εφόσον η αρμόδια διοικητική αρχή είναι σε θέση να αποδείξει ότι η βάση επιβολής που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 11 τίτλος Α παράγραφος 1 στοιχείο α) της εν λόγω οδηγίας είναι αδικαιολόγητα χαμηλή, μη επαρκούντων των απλών υπονοιών, και αφού έχει δοθεί στα ενδιαφερόμενα μέρη η δυνατότητα να παράσχουν αποδείξεις περί του αντιθέτου σε περίπτωση αμφισβήτησης του ύψους της κανονικής αξίας την οποία έχει προσδιορίσει η διοικητική αρχή 7

ότι, λαμβανομένου υπόψη του περιορισμένου πεδίου εφαρμογής της παρέκκλισης, το συγκεκριμένο αυτό μέτρο είναι ανάλογο του επιδιωκόμενου στόχου 7

ότι η έγκριση παρέχεται προσωρινά, γεγονός που θα επιτρέψει την αξιολόγηση των επιπτώσεων του μέτρου μετά από μια ορισμένη περίοδο εφαρμογής του 7

ότι το εν λόγω μέτρο παρέκκλισης δεν έχει αρνητική επίπτωση στους ίδιους πόρους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που προέρχονται από τον φόρο προστιθέμενης αξίας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 11 τίτλος Α παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ, επιτρέπεται στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών να θεωρήσει την κανονική αξία, όπως αυτή ορίζεται από το άρθρο 11 τίτλος Α παράγραφος 1 στοιχείο δ) της προαναφερθείσας οδηγίας, ως βάση επιβολής του φόρου για τη σύσταση εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων ή τμήματος ακινήτων και του συνεχόμενου εδάφους, τα οποία θεωρούνται ως ενσώματα αγαθά σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 της ίδιας οδηγίας, εφόσον συντρέχουν οι δύο ακόλουθες προϋποθέσεις:

- η βάση επιβολής του φόρου που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 11 τίτλος Α παράγραφος 1 στοιχείο α) ανωτέρω, είναι αδικαιολόγητα χαμηλή σε σχέση με την τιμή η οποία θα μπορούσε να ληφθεί για το συγκεκριμένο αγαθό κάτω από συνθήκες πλήρους ανταγωνισμού μεταξύ ανεξάρτητων μερών,

- τα εμπράγματα δικαιώματα κτώνται από νομικό πρόσωπο μη υποκείμενο στον φόρο ή από πρόσωπο υποκείμενο στον φόρο το οποίο όμως πραγματοποιεί απαλλασσόμενες δραστηριότητες που δεν του παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ.

Άρθρο 2

Η παρούσα έγκριση χορηγείται έως τις 31 Δεκεμβρίου 1998.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών.

Βρυξέλλες, 8 Ιουλίου 1996.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

R. QUINN

(1) ΕΕ αριθ. L 145 της 13. 6. 1977, σ. 1 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 95/7/ΕΚ (ΕΕ αριθ. L 102 της 5. 5. 1995, σ. 18).