Βρυξέλλες, 26.10.2022

COM(2022) 540 final

2022/0344(COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, της οδηγίας 2006/118/ΕΚ σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από τη ρύπανση και την υποβάθμιση και της οδηγίας 2008/105/ΕΚ σχετικά με πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος στον τομέα της πολιτικής των υδάτων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

{SEC(2022) 540 final} - {SWD(2022) 540 final} - {SWD(2022) 543 final}


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Η νομοθεσία της ΕΕ για τα ύδατα έχει ως πρωταρχικό στόχο την προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος από τις συνδυασμένες επιπτώσεις τοξικών και/ή έμμονων ρύπων. Η παρούσα πρωτοβουλία αφορά την οδηγία 2000/60/ΕΚ 1 (οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα ή ΟΠΥ) και τις δύο «θυγατρικές» οδηγίες της, την οδηγία 2006/118/ΕΚ 2 (οδηγία για τα υπόγεια ύδατα ή ΟΥΥ) και την οδηγία 2008/105/ΕΚ 3 (οδηγία για τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος ή ΟΠΠΠ), οι οποίες επικεντρώνονται από κοινού στην προστασία των υπόγειων και των επιφανειακών υδάτων 4 . Συμπληρώνουν άλλες σχετικές νομοθετικές πράξεις για τα ύδατα, δηλαδή την οδηγία (ΕΕ) 2020/2184 (οδηγία για το πόσιμο νερό ή ΟΠΝ) 5 , την οδηγία 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου 6 (οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων ή ΟΕΑΛ), την οδηγία 2008/56/ΕΚ 7 (οδηγία-πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική ή ΟΠΘΣ), την οδηγία 2006/7/ΕΚ 8 (οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης ή ΟΥΚ), την οδηγία 2007/60/ΕΚ 9 (οδηγία για τις πλημμύρες ή ΟΠ) και την οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου 10 (οδηγία για τη νιτρορρύπανση).

Η νομοθεσία περιλαμβάνει καταλόγους ρύπων και πρότυπα ποιότητας, καθώς και απαιτήσεις για την τακτική επανεξέτασή τους 11 . Το άρθρο 16 παράγραφος 4 της ΟΠΥ απαιτεί από την Επιτροπή να επανεξετάζει τακτικά, ανά τουλάχιστον 4 έτη, τον κατάλογο των ουσιών προτεραιότητας που συνιστούν κίνδυνο για το υδάτινο περιβάλλον, δηλαδή τόσο τα επιφανειακά όσο και τα υπόγεια ύδατα. Ειδικότερα, όσον αφορά τα επιφανειακά ύδατα, το άρθρο 8 της ΟΠΠΠ απαιτεί από την Επιτροπή να επανεξετάζει το παράρτημα X της ΟΠΥ (κατάλογος ουσιών προτεραιότητας), ενώ για τα υπόγεια ύδατα, το άρθρο 10 της ΟΥΥ απαιτεί από την Επιτροπή να επανεξετάζει ανά 6 έτη τα παραρτήματα I και II της ίδιας της ΟΥΥ. Η αναθεώρηση αυτή, καθώς και η εκτίμηση επιπτώσεων, χρησιμεύουν επίσης για την υποβολή έκθεσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 8 της ΟΠΠΠ.

Η ανάγκη επικαιροποίησης των καταλόγων επιβεβαιώθηκε με τον έλεγχο καταλληλότητας του 2019 12 , ο οποίος κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι άλλες βελτιώσεις της νομοθεσίας θα αυξήσουν την αποτελεσματικότητα, την αποδοτικότητα και τη συνοχή της. Λαμβανομένου υπόψη του πρωταρχικού στόχου της πολιτικής της ΕΕ για τα ύδατα, οι γενικοί στόχοι της παρούσας πρωτοβουλίας είναι οι εξής:

1)αύξηση της προστασίας των πολιτών και των φυσικών οικοσυστημάτων της ΕΕ σύμφωνα με τη στρατηγική για τη βιοποικιλότητα 13 και το σχέδιο δράσης για μηδενική ρύπανση 14 , τα οποία ενσωματώνονται αμφότερα στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία 15 ·

2)αύξηση της αποτελεσματικότητας και μείωση του διοικητικού φόρτου λόγω της νομοθεσίας, ώστε να μπορέσει η ΕΕ να αντιμετωπίσει ταχύτερα τους αναδυόμενους κινδύνους.

Η έκθεση σε χημικά προϊόντα μέσω του πόσιμου νερού μπορεί να έχει ποικίλες βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία. Τα χημικά προϊόντα απειλούν επίσης το υδάτινο περιβάλλον, οδηγώντας σε μεταβολές στα κυρίαρχα είδη και μείωση ή απώλεια βιοποικιλότητας. Ο καθορισμός και ο έλεγχος προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος (ΠΠΠ) για τα χημικά προϊόντα σε υδάτινες μάζες συμπληρώνει τη νομοθεσία σχετικά με τις πηγές και τις οδούς, ασκώντας πίεση για αυστηρότερα πρότυπα παραγωγής, εκπομπής ή χρήσης, όπου απαιτείται, και μειώνοντας το κόστος επεξεργασίας του πόσιμου νερού.

Οι ειδικοί στόχοι της παρούσας πρωτοβουλίας είναι οι ακόλουθοι:

1.επικαιροποίηση των καταλόγων ρύπων που επηρεάζουν τα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα, με την προσθήκη και την αφαίρεση ουσιών και την επικαιροποίηση των υφιστάμενων προτύπων ποιότητας·

2.βελτίωση της παρακολούθησης των μειγμάτων χημικών προϊόντων ώστε να αξιολογούνται καλύτερα οι συνδυασμένες επιδράσεις και να λαμβάνονται υπόψη οι εποχιακές διακυμάνσεις των συγκεντρώσεων των ρύπων·

3.εναρμόνιση, κατά περίπτωση, του τρόπου αντιμετώπισης των ρύπων στα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα σε ολόκληρη την ΕΕ·

4.διασφάλιση ότι το νομικό πλαίσιο μπορεί να ευθυγραμμιστεί ταχύτερα με τα επιστημονικά πορίσματα για την ταχύτερη αντιμετώπιση των ρύπων αναδυόμενης ανησυχίας·

5.βελτίωση της πρόσβασης σε δεδομένα, της διαφάνειας και της περαιτέρω χρήσης τους, ώστε να ενισχυθεί η συμμόρφωση, να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος και να βελτιωθεί η συνοχή με το ευρύτερο νομικό πλαίσιο της ΕΕ που αφορά τα χημικά προϊόντα.

Απώτερος στόχος της πρωτοβουλίας είναι να καθοριστούν νέα πρότυπα για σειρά χημικών προϊόντων που προκαλούν ανησυχία με σκοπό την αντιμετώπιση της χημικής ρύπανσης των υδάτων, να διευκολυνθεί η επιβολή της νομοθεσίας βάσει απλουστευμένου και συνεκτικότερου νομικού πλαισίου, να εξασφαλιστούν δυναμικές και επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση των υδάτων, με τη συνδρομή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (EEA), και να δημιουργηθεί ένα πιο ευέλικτο πλαίσιο για την αντιμετώπιση των ρύπων που αρχίζουν να προκαλούν ανησυχία. Η επίτευξη του εν λόγω στόχου θα βασιστεί στην ευρεία συμμετοχή των ενδιαφερόμενων μερών, καθώς και στην ορθή επιστημονική στήριξη από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA), ώστε να διασφαλιστούν οι μέγιστες συνέργειες και η μέγιστη συνοχή μεταξύ των νομοθετικών πράξεων της ΕΕ για τα χημικά προϊόντα.

Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής

Η πρόταση συνάδει πλήρως με άλλες νομοθετικές πράξεις για τα ύδατα. Όσον αφορά την οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (ΟΕΑΛ), για την οποία υποβάλλεται πρόταση αναθεώρησης ταυτόχρονα με την παρούσα πρόταση, οι μικρορύποι αποτελούν βασική πρόκληση. Η ανάγκη απομάκρυνσής τους από τους σταθμούς επεξεργασίας λυμάτων αυξάνει το κόστος της επεξεργασίας και η απομάκρυνσή τους δεν είναι πάντα δυνατή. Ως εκ τούτου, η παρούσα πρόταση έχει ως στόχο να προωθήσει την ανάληψη δράσεων σε προηγούμενο στάδιο, μέσω της μείωσης των εκπομπών στην πηγή. Η επεξεργασία των λυμάτων θα είναι ιδιαίτερα σημαντική για ορισμένες κατηγορίες ρύπων: φαρμακευτικά προϊόντα και ουσίες σε προϊόντα προσωπικής φροντίδας, καθώς αυτά απορρίπτονται κυρίως σε αστικό περιβάλλον.

Με την αποφυγή της ρύπανσης των υδάτων, η πρόταση θα ενισχύσει επίσης τις δυνατότητες επαναχρησιμοποίησης των υδάτων, μεταξύ άλλων για σκοπούς άρδευσης, σύμφωνα με τον νέο κανονισμό (ΕΕ) 2020/741 σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την επαναχρησιμοποίηση των υδάτων 16 .

Η παρούσα πρόταση συνάδει επίσης με την πρόσφατα αναθεωρημένη οδηγία για το πόσιμο νερό (ΟΠΝ), η οποία πρέπει να μεταφερθεί στις εθνικές νομοθεσίες όλων των κρατών μελών της ΕΕ έως τον Ιανουάριο του 2023. Με την αντιμετώπιση της ρύπανσης των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, η παρούσα πρόταση θα προστατεύσει πηγές πόσιμου νερού ζωτικής σημασίας και θα μειώσει το κόστος επεξεργασίας. Η οδηγία για το πόσιμο νερό και η παρούσα πρόταση αφορούν ευρύ φάσμα ρύπων, ιδίως τα φυτοφάρμακα, τα φαρμακευτικά προϊόντα και την ομάδα των υπερφθοριωμένων και πολυφθοριωμένων αλκυλιωμένων ουσιών (PFAS). Όσον αφορά τις PFAS, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η παρούσα πρόταση, σε αντίθεση με την αναθεωρημένη οδηγία για το πόσιμο νερό, αξιοποιεί την πλέον πρόσφατη γνωμοδότηση της Εθνικής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) σχετικά με τις PFAS, που εκδόθηκε στις 9 Ιουλίου 2020. Όπως και η οδηγία για το πόσιμο νερό, η παρούσα πρόταση αφορά επίσης τα μικροπλαστικά, όχι αμέσως αλλά μετά την ανάπτυξη μεθοδολογίας για την παρακολούθησή τους. Η παρούσα πρόταση θα ληφθεί υπόψη στη συνεχιζόμενη αξιολόγηση της οδηγίας για τα ύδατα κολύμβησης και, σε περίπτωση αναθεώρησης της οδηγίας για τα ύδατα κολύμβησης, θα αποτελέσει μέρος της βάσης αναφοράς που καταρτίστηκε για την εκτίμηση επιπτώσεων της οδηγίας για τα ύδατα κολύμβησης.

Η πρόταση συνάδει επίσης με τις πρόσφατες προτάσεις της Επιτροπής 17 για την αναθεώρηση των μέτρων της ΕΕ για την αντιμετώπιση της ρύπανσης από μεγάλες βιομηχανικές εγκαταστάσεις, οι οποίες, εκτός από τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας για τις βιομηχανικές εκπομπές (ΟΒΕ), επιδιώκουν επίσης να βελτιώσουν την αποδοτική χρήση πόρων και να διασφαλίσουν ότι οι απαιτήσεις αδειοδότησης ελέγχονται και ενοποιούνται καλύτερα, μεταξύ άλλων με την αποσαφήνιση των κανόνων που ισχύουν για την έμμεση απόρριψη ρυπογόνων ουσιών στα ύδατα μέσω σταθμών επεξεργασίας αστικών λυμάτων. Οι προτάσεις αποσκοπούν επίσης στην προώθηση της καινοτομίας για την αντιμετώπιση των ανθεκτικών χημικών ουσιών και των ουσιών που χαρακτηρίστηκαν πρόσφατα ως ουσίες που προκαλούν ανησυχία, συμπεριλαμβανομένων των PFAS, των μικροπλαστικών και των φαρμακευτικών προϊόντων. Η διαδικασία «ανταλλαγής πληροφοριών» στο πλαίσιο της αναθεωρημένης ΟΒΕ για την κατάρτιση και την επανεξέταση των εγγράφων αναφοράς βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών θα λαμβάνει υπόψη τον προσδιορισμό των ουσιών που προκαλούν ανησυχία βάσει της νομοθεσίας της ΕΕ για τα ύδατα, συμπεριλαμβανομένων των ουσιών που περιλαμβάνονται στους «καταλόγους επιτήρησης» για τα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα, καθώς και των ουσιών που ενέχουν σημαντικό κίνδυνο για το υδάτινο περιβάλλον ή μέσω αυτού σε επίπεδο ΕΕ.

Συνέπεια με άλλες πολιτικές της Ένωσης

Η παρούσα πρωτοβουλία εντάσσεται στο πρόγραμμα εργασιών της Επιτροπής για το 2022 και αποτελεί βασική δράση του σχεδίου δράσης για μηδενική ρύπανση. Όπως όλες οι πρωτοβουλίες στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, στόχος της είναι να διασφαλίσει ότι οι στόχοι επιτυγχάνονται με τον πλέον αποτελεσματικό και λιγότερο επαχθή τρόπο και συμμορφώνονται με την αρχή της «μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης». Βελτιώνει, επικαιροποιεί και προσαρμόζει την ισχύουσα νομοθεσία στο πλαίσιο της Πράσινης Συμφωνίας. Εστιάζει στον καθορισμό της φιλοδοξίας μηδενικής ρύπανσης για τους ρύπους των υδάτων και, ως εκ τούτου, στο επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας και των φυσικών οικοσυστημάτων. Πολλά μέτρα που είναι αναγκαία για την επίτευξη των στόχων καλύπτονται από άλλες, στενά συνδεδεμένες, πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Σε αυτές περιλαμβάνονται:

·η στρατηγική για τη βιοποικιλότητα και η στρατηγική «Από το αγρόκτημα στο πιάτο» 18 , οι οποίες αποσκοπούν στη μείωση της χρήσης φυτοφαρμάκων, της χρήσης λιπασμάτων, των απωλειών θρεπτικών ουσιών και των πωλήσεων αντιμικροβιακών ουσιών έως το 2030. Μεγάλο μέρος της μείωσης της χρήσης φυτοφαρμάκων πρόκειται να επιτευχθεί με την πρόταση της Επιτροπής 19 για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ορθολογική χρήση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2021/2115. Η μελλοντική επανεξέταση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 20 σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων (ΦΠΠ) στην αγορά μπορεί επίσης να διαδραματίσει κάποιο ρόλο·

·η στρατηγική της ΕΕ για τις πλαστικές ύλες 21 και η επικείμενη πρωτοβουλία της ΕΕ για τα μικροπλαστικά, οι οποίες αποσκοπούν στην επίτευξη των στόχων του σχεδίου δράσης για μηδενική ρύπανση ως προς τη μείωση των αποβλήτων, των πλαστικών απορριμμάτων στη θάλασσα και των μικροπλαστικών που απελευθερώνονται στο περιβάλλον έως το 2030·

·η οδηγία (ΕΕ) 2019/904 22 (οδηγία για τα πλαστικά μίας χρήσης ή ΟΠΜΧ), η οποία αποσκοπεί στον περιορισμό της χρήσης πλαστικών προϊόντων μίας χρήσης, για παράδειγμα με τη θέσπιση υποχρεώσεων διαχείρισης αποβλήτων και καθαρισμού για τους παραγωγούς (συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων διευρυμένης ευθύνης του παραγωγού)·

·το σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία 23 , το οποίο εξαγγέλλει ιδίως μέτρα για τη μείωση των μικροπλαστικών και αξιολόγηση της οδηγίας 86/278/ΕΟΚ του Συμβουλίου 24 (οδηγία για την ιλύ καθαρισμού λυμάτων), η οποία ρυθμίζει την ποιότητα της ιλύος που χρησιμοποιείται στη γεωργία·

·τη στρατηγική για τη βιωσιμότητα των χημικών προϊόντων 25 , η οποία αναγνωρίζει ότι τα χημικά προϊόντα είναι απαραίτητα για την ευημερία της σύγχρονης κοινωνίας, αλλά αποσκοπεί στην καλύτερη προστασία των πολιτών και του περιβάλλοντος από τις πιθανές επικίνδυνες ιδιότητές τους. Η στρατηγική θέτει επίσης ως στόχο τη μετάβαση προς την υιοθέτηση της προσέγγισης «μία ουσία, μία αξιολόγηση» με τη βελτίωση της αποδοτικότητας, της αποτελεσματικότητας, της συνοχής και της διαφάνειας των αξιολογήσεων ασφάλειας των χημικών προϊόντων σε όλη τη σχετική νομοθεσία. Για τον λόγο αυτόν, η παρούσα πρόταση αναθέτει κεντρικό ρόλο στον ECHA προκειμένου να αναλάβει τον ρόλο της επιστημονικής υποστήριξης για τον μελλοντικό προσδιορισμό των υδατικών ρύπων, καθώς και να προτείνει σχετικά πρότυπα ποιότητας· τη στρατηγική προσέγγιση του 2019 σχετικά με τα φάρμακα στο περιβάλλον 26 (που απορρέει άμεσα από την αναθεώρηση της ΟΠΠΠ το 2013) και τη φαρμακευτική στρατηγική για την Ευρώπη 27 , οι οποίες υπογραμμίζουν τις περιβαλλοντικές και δυνητικές επιπτώσεις της ρύπανσης από φαρμακευτικά κατάλοιπα στην υγεία και απαριθμούν σειρά δράσεων που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων. Η επικείμενη αναθεώρηση της νομοθεσίας για τα φάρμακα για ανθρώπινη χρήση αναμένεται να αποτελέσει την κατάλληλη συνέχεια. Ομοίως, με την απαρίθμηση πολλών αντιμικροβιακών φαρμάκων, καθώς και του μεταλλικού αργύρου, η παρούσα πρόταση συνάδει με τη στρατηγική της ΕΕ στον τομέα της μικροβιακής αντοχής·

·την ευρωπαϊκή στρατηγική για τα δεδομένα 28 , η οποία υπογραμμίζει ότι τα δεδομένα που παράγονται από τον δημόσιο τομέα θα πρέπει να είναι διαθέσιμα για το κοινό καλό, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατάλληλα, για παράδειγμα από ερευνητές, άλλους δημόσιους οργανισμούς και μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ).

·Η παρούσα πρόταση συνάδει επίσης με την τελική έκθεση της Διάσκεψης για το μέλλον της Ευρώπης και τις ρητές συστάσεις που περιέχει από τους πολίτες σχετικά με τη μηδενική ρύπανση εν γένει και ειδικότερα με τις προτάσεις για την αντιμετώπιση της ρύπανσης. Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερη σημασία έχουν οι ακόλουθες τελικές προτάσεις:

oπρόταση 1.4 για: «σημαντική μείωση της χρήσης χημικών φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων, σύμφωνα με τους υφιστάμενους στόχους, διασφαλίζοντας παράλληλα την επισιτιστική ασφάλεια, και στήριξη της έρευνας για την ανάπτυξη πιο βιώσιμων και φυσικών εναλλακτικών λύσεων»·

oπρόταση 2.7 για: «προστασία των υδάτινων πηγών και καταπολέμηση της ρύπανσης των ποταμών και των ωκεανών, μεταξύ άλλων μέσω της έρευνας και της καταπολέμησης της ρύπανσης από μικροπλαστικά».

2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

Νομική βάση

Νομική βάση της παρούσας πρότασης αποτελεί το άρθρο 192 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Σύμφωνα με το άρθρο 191 και το άρθρο 192 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, η ΕΕ πρέπει να συμβάλλει στην επιδίωξη της διατήρησης, της προστασίας και της βελτίωσης της ποιότητας του περιβάλλοντος· της προώθησης, σε διεθνές επίπεδο, μέτρων για την αντιμετώπιση των περιφερειακών ή παγκόσμιων περιβαλλοντικών προβλημάτων· και της καταπολέμησης της αλλαγής του κλίματος.

Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας)

Τα συστήματα επιφανειακών και υπόγειων υδάτων στην ΕΕ μολύνονται από διάφορους ρύπους. Η ρύπανση κινείται κατάντη και υπογείως και το 60 % των ευρωπαϊκών περιοχών λεκανών απορροής ποταμών είναι διεθνείς (κοινές είτε μεταξύ κρατών μελών είτε μεταξύ κράτους μέλους και χώρας εκτός ΕΕ). Για τον λόγο αυτόν, η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών είναι ουσιαστικής σημασίας και η ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση της ρύπανσης και άλλων διασυνοριακών επιπτώσεων με τον καθορισμό εναρμονισμένων προτύπων και τη θέσπιση εναρμονισμένων συστημάτων συλλογής και ανταλλαγής δεδομένων. Εάν δεν αναληφθεί δράση σε επίπεδο ΕΕ, η αντιμετώπιση της ρύπανσης θα καταστεί απαγορευτικά δαπανηρή, ιδίως για τα κατάντη κράτη μέλη.

Ο έλεγχος καταλληλότητας της νομοθεσίας της ΕΕ για τα ύδατα το 2019 επιβεβαίωσε ότι η ΟΠΥ και οι δύο θυγατρικές οδηγίες της έχουν παρωθήσει ή ενισχύσει την ανάληψη δράσης για την αντιμετώπιση των διασυνοριακών πιέσεων στους υδάτινους πόρους σε επίπεδο λεκανών απορροής ποταμών, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.

Ειδικά όσον αφορά τους ρύπους, η νομοθεσία κάνει διάκριση μεταξύ ουσιών που θεωρείται ότι παρουσιάζουν κίνδυνο σε επίπεδο ΕΕ και ουσιών περιφερειακού ή εθνικού ενδιαφέροντος και τις αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο. Η παρούσα πρωτοβουλία επιδιώκει να βελτιώσει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται από τα κράτη μέλη οι ουσίες περιφερειακού και εθνικού ενδιαφέροντος.

Όπου καθορίζονται πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος της ΕΕ, η ΕΕ θεσπίζει κοινούς στόχους για την επίτευξη της φιλοδοξίας μηδενικής ρύπανσης με βάση επιστημονικά στοιχεία, παρέχοντας ταυτόχρονα στα κράτη μέλη την ευελιξία να αποφασίζουν σχετικά με τον οικονομικά αποδοτικότερο τρόπο επίτευξης αυτών των στόχων, λαμβάνοντας υπόψη τη σχετική νομοθεσία της ΕΕ για τη μείωση των ρύπων στην πηγή. Με τον τρόπο αυτό (κοινοί στόχοι με ευελιξία για την επίτευξή τους), δημιουργεί σύνδεση με την ενωσιακή νομοθεσία για τη μείωση των ρύπων στην πηγή (όπως η ορθολογική χρήση των φυτοφαρμάκων) και συμβάλλει στη διασφάλιση της αποτελεσματικής επίτευξης των στόχων που ορίζονται στην εν λόγω νομοθεσία.

Αναλογικότητα

Η πρόταση αναθεωρεί τους υφιστάμενους καταλόγους ρύπων επιφανειακών και υπόγειων υδάτων και καθορίζει ή επικαιροποιεί τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος που πρέπει να πληρούν τα κράτη μέλη, ενώ παράλληλα βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε άλλες νομοθετικές πράξεις της ΕΕ για την αντιμετώπιση της πηγής της ρύπανσης ή τη ρύθμιση των εκπομπών τους κατά την παραγωγή και τη χρήση (όπως οι περιορισμοί στη χρήση ορισμένων ουσιών βάσει του κανονισμού REACH 29 ή οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στις άδειες βιομηχανικών εγκαταστάσεων βάσει της ΟΒΕ) και η επιλογή συγκεκριμένων μέτρων επαφίεται στα κράτη μέλη. Δεδομένου ότι κάθε υδατικό σύστημα στην ΕΕ έχει τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (κλίμα, ροή, γεωλογικές συνθήκες κ.λπ.) και δεν υπόκειται απαραιτήτως στις ίδιες πιέσεις με άλλα υδατικά συστήματα, η ανάθεση της επιλογής των μέτρων στις υπηρεσίες ύδρευσης των κρατών μελών είναι ορθή από την άποψη της αναλογικότητας.

Ο έλεγχος καταλληλότητας της νομοθεσίας της ΕΕ για τα ύδατα το 2019 επιβεβαίωσε την προστιθέμενη αξία της ΟΠΥ, της ΟΠΠΠ και της οδηγίας για τα ύδατα. Η εκτίμηση επιπτώσεων για την παρούσα πρόταση επιβεβαιώνει ότι οι ουσίες που εξετάζονται για προσθήκη στους καταλόγους ρύπων με πρότυπα ποιότητας σε επίπεδο ΕΕ παρουσιάζουν κίνδυνο σε επίπεδο ΕΕ. Εντοπίστηκε μικρός αριθμός ήδη καταχωρισμένων ουσιών που δεν θεωρούνται πλέον ουσίες που προκαλούν ανησυχία σε επίπεδο ΕΕ, αλλά οι οποίες ενδέχεται να πρέπει να αντιμετωπιστούν σε εθνικό επίπεδο. Η παρούσα πρόταση καθορίζει μια διαδικασία που επιτρέπει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αντιμετωπίζει τις ασυνέπειες στον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με τις ουσίες που θα ρυθμίσουν σε εθνικό επίπεδο και σχετικά με τα πρότυπα ποιότητας που πρέπει να καθοριστούν γι’ αυτές.

Επιλογή της νομικής πράξης

Η πρωτοβουλία λαμβάνει τη μορφή οδηγίας, διότι πρόκειται για το καταλληλότερο νομικό μέσο για την τροποποίηση των υφιστάμενων σχετικών οδηγιών.

Μια οδηγία απαιτεί από τα κράτη μέλη να μεταφέρουν τις διατάξεις στο εθνικό τους ουσιαστικό και διαδικαστικό νομικό σύστημα και να εφαρμόσουν μέτρα για την επίτευξη των στόχων. Η προσέγγιση αυτή παρέχει στα κράτη μέλη μεγαλύτερη ελευθερία απ’ ό,τι ένας κανονισμός, καθώς τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν τα καταλληλότερα μέτρα για την εκπλήρωση των συμφωνημένων υποχρεώσεων σχετικά με το αποτέλεσμα.

3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

Εκ των υστέρων αξιολογήσεις / έλεγχοι καταλληλότητας της ισχύουσας νομοθεσίας

Το 2019 ολοκληρώθηκε αξιολόγηση του ελέγχου καταλληλότητας της νομοθεσίας της ΕΕ για τα ύδατα, η οποία κάλυπτε την ΟΠΥ, την ΟΠΠΠ, την οδηγία για το πόσιμο νερό και την οδηγία για τα ύδατα. Ο έλεγχος καταλληλότητας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, μολονότι η νομοθεσία είναι σε μεγάλο βαθμό κατάλληλη για τον επιδιωκόμενο σκοπό, υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης όσον αφορά την αντιμετώπιση της χημικής ρύπανσης. Από τον έλεγχο καταλληλότητας διαπιστώθηκε ότι, συνολικά, υπάρχουν τρεις λόγοι για τους οποίους έχει σημειωθεί περιορισμένη μόνο πρόοδος προς την επίτευξη των γενικών στόχων της νομοθεσίας:

ανεπαρκής ενσωμάτωση των στόχων για τα ύδατα σε άλλες σχετικές πολιτικές,

ανεπαρκείς επενδύσεις σε έργα και προγράμματα που σχετίζονται με τα ύδατα στα κράτη μέλη,

ανεπαρκείς προσπάθειες εφαρμογής.

Όσον αφορά την εφαρμογή, επισημάνθηκαν αρκετές ανεπάρκειες σε σχέση με τη χημική ρύπανση: η μεγάλη ποικιλομορφία των προτύπων ποιότητας για τους εθνικούς ρύπους, ο διοικητικός φόρτος που συνδέεται με την υποβολή εκθέσεων, η έλλειψη εξειδίκευσης και έγκαιρης υποβολής των υποβαλλόμενων πληροφοριών και η υψηλής έντασης πόρων και χρονοβόρα διαδικασία για την επικαιροποίηση των καταλόγων ρύπων. Η παρούσα πρόταση αντιμετωπίζει αυτές τις ανεπάρκειες. Επιπλέον, λαμβάνει υπόψη τα σχετικά πορίσματα του ελέγχου καταλληλότητας του 2019 επί της πλέον συναφούς για τα χημικά προϊόντα νομοθεσίας 30 και τις δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν στο πλαίσιο της στρατηγικής για τη βιωσιμότητα των χημικών προϊόντων. Ειδικότερα, κάνει ένα βήμα προς μια πιο ολιστική παρακολούθηση (μείγμα), εισάγοντας τη χρήση μεθόδων βάσει επιπτώσεων, και περιλαμβάνει διατάξεις για τη βελτίωση της έγκαιρης διενέργειας, της αποδοτικότητας και της συνοχής της εκτίμησης επικινδυνότητας και κινδύνου (για παράδειγμα, διευκολύνοντας την ανταλλαγή δεδομένων και την εφαρμογή της προσέγγισης «μία ουσία, μία αξιολόγηση»).

Καταλληλότητα και απλούστευση του κανονιστικού πλαισίου (REFIT)

Στην εκτίμηση επιπτώσεων εξετάστηκαν επιλογές για την απλούστευση και τη μείωση του φόρτου. Η αφαίρεση ουσιών από τον κατάλογο των ρύπων επιφανειακών υδάτων προσφέρει περιορισμένη μείωση του φόρτου, όπως και η διενέργεια της επανεξέτασης του καταλόγου επιτήρησης ανά τρία αντί δύο έτη, καθώς και η αναθεώρηση των καταλόγων των ρύπων επιφανειακών και υπόγειων υδάτων μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων και όχι μέσω συναπόφασης. Η δημιουργία ενός μηχανισμού αυτόματης διαβίβασης δεδομένων στο πλαίσιο της ΟΠΥ και της ΟΠΠΠ θα μειώσει τον φόρτο υποβολής εκθέσεων για τα κράτη μέλη, όπως και η κατάργηση της ενδιάμεσης έκθεσης σχετικά με το πρόγραμμα μέτρων δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 3 της ΟΠΥ. Η βελτίωση των υφιστάμενων κατευθυντήριων γραμμών για μεθόδους βάσει επιπτώσεων και η ανάπτυξη εναρμονισμένης μεθοδολογίας για την παρακολούθηση των μικροπλαστικών θα απλουστεύσει το έργο των κρατών μελών σε αυτούς τους τομείς.

Κατά την εκπόνηση της εκτίμησης επιπτώσεων, εφαρμόστηκαν τα βασικά χαρακτηριστικά του τεστ για τις ΜΜΕ και τα αποτελέσματα καταγράφηκαν ιδίως στο τμήμα 6. Οι ΜΜΕ δραστηριοποιούνται στην παραγωγή και τη χρήση των σχετικών ρύπων. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ακριβής προσδιορισμός και η ποσοτικοποίηση των επιπτώσεων δεν είναι γενικά εφικτά λόγω του γεγονότος ότι οι επιπτώσεις θα εξαρτηθούν από τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη για την επίτευξη των στόχων της νομοθεσίας.

Γνώμη της επιτροπής ρυθμιστικού ελέγχου

Στις 24 Ιουνίου 2022 η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου εξέδωσε θετική γνώμη με επιφυλάξεις. Ζήτησε αλλαγές για να διορθωθούν ιδίως τρεις πτυχές: 1) ο σχεδιασμός των επιλογών, ο οποίος θεωρήθηκε υπερβολικά περίπλοκος και δεν αναδείκνυε με σαφήνεια τις βασικές επιλογές πολιτικής· 2) οι επιπτώσεις στις ΜΜΕ και στους πολίτες, οι οποίες θεωρήθηκε ότι δεν αναλύθηκαν επαρκώς, ενώ στην έκθεση δεν αξιολογήθηκε ο τρόπος με τον οποίο ενδέχεται να επηρεαστούν τα επιμέρους κράτη μέλη· 3) θεωρήθηκε ότι η έκθεση δεν αποτύπωνε σαφώς την τάξη μεγέθους των αναμενόμενων επιπτώσεων, δεν αξιολόγησε κριτικά την εγκυρότητα των ενδεικτικών εκτιμήσεων οφέλους και κόστους και τη συνάφειά τους με την πρωτοβουλία, ενώ η σύγκριση των επιλογών θεωρήθηκε ότι δεν βασίστηκε στην αποτελεσματικότητα, την αποδοτικότητα και τη συνοχή τους.

Για την αντιμετώπιση των ανωτέρω ανεπαρκειών, οι επιλογές πολιτικής απλουστεύθηκαν, με τη μείωση του αριθμού των επιλογών και τη συγχώνευσή τους. Οι επιπτώσεις στις ΜΜΕ αναπτύχθηκαν περαιτέρω σε ολόκληρο το κείμενο, όπως και οι πληροφορίες σχετικά με τις επιπτώσεις στους καταναλωτές και στα κράτη μέλη. Η ερμηνεία των στοιχείων κόστους και οφέλους έχει αποσαφηνιστεί προκειμένου να μη δοθεί η εντύπωση ότι τα στοιχεία αυτά συνδέονται αποκλειστικά με την παρούσα πρωτοβουλία. Το κείμενο σχετικά με την προσέγγιση «για κάθε θέσπιση, μία κατάργηση» ολοκληρώθηκε. Τέλος, στο κείμενο προστέθηκε η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας, της αποδοτικότητας και της συνοχής των επιλογών.

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Πραγματοποιήθηκε εκτενής διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη για την υποστήριξη της προετοιμασίας της παρούσας πρότασης. Με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας, το 2021 πραγματοποιήθηκε τόσο ανοικτή δημόσια διαβούλευση όσο και έρευνα μεταξύ των εμπειρογνωμόνων, ενώ τα αποτελέσματα αξιοποιήθηκαν στην εκτίμηση επιπτώσεων για την παρούσα πρόταση. Το μόνιμο δίκτυο των κρατών μελών και των ενδιαφερόμενων μερών που υποστηρίζουν την εφαρμογή της ΟΠΥ και των θυγατρικών της οδηγιών τηρήθηκε ενήμερο και ζητήθηκε εκτενώς η γνώμη ιδίως των ομάδων εργασίας για τις χημικές ουσίες και τα υπόγεια ύδατα.

Για τις επιμέρους ουσίες και ομάδες ουσιών που έχουν χαρακτηριστεί ρύποι επιφανειακών υδάτων, το Κοινό Κέντρο Ερευνών (JRC) της Επιτροπής κατάρτισε εκτενείς τεχνικούς φακέλους, υποστηριζόμενο από υποομάδες εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών και των ενδιαφερόμενων μερών. Τέλος, στο πλαίσιο της επανεξέτασης από την επιστημονική επιτροπή για τους υγειονομικούς, τους περιβαλλοντικούς και τους αναδυόμενους κινδύνους (SCHEER), δημοσιεύθηκαν προκαταρκτικές γνώμες (με παράλληλη υποβολή παρατηρήσεων επί τέσσερις εβδομάδες), ενώ τα αποτελέσματα χρησιμοποιήθηκαν για τη γνώμη της SCHEER. Για ορισμένες ουσίες, η επανεξέταση δεν έχει ολοκληρωθεί. Ως εκ τούτου, οι προτεινόμενες τιμές επισημαίνονται ως «με την επιφύλαξη επιβεβαίωσης βάσει της γνώμης που ζητήθηκε από τη SCHEER». Όλες οι τελικές προτεινόμενες τιμές θα συνάδουν πλήρως με τις επιστημονικές γνωμοδοτήσεις.

Συλλογή και χρήση εμπειρογνωσίας

Το JRC παρείχε εσωτερική εμπειρογνωσία, ιδίως όσον αφορά την επιλογή των ρύπων επιφανειακών υδάτων και την κατάρτιση προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος (ΠΠΠ). Εξωτερική τεχνική εμπειρογνωσία, μεταξύ άλλων όσον αφορά τους ρύπους υπόγειων υδάτων, παρασχέθηκε από εμπειρογνώμονες των ομάδων εργασίας για τα χημικά προϊόντα και τα υπόγεια ύδατα. Η εκτίμηση επιπτώσεων της Επιτροπής υποστηρίχθηκε από μελέτη που εκπονήθηκε από εξωτερικούς συμβούλους, η οποία εξέτασε τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις σειράς πιθανών επιλογών πολιτικής, λαμβάνοντας υπόψη τις αναμενόμενες επιπτώσεις των υφιστάμενων και προγραμματισμένων πολιτικών σε επίπεδο ΕΕ και τις εισηγήσεις των ενδιαφερόμενων μερών. Οι φάκελοι ουσιών του JRC, οι εκθέσεις της ομάδας εργασίας για τα υπόγεια ύδατα, η έκθεση μελέτης των συμβούλων και οι εκθέσεις του εργαστηρίου με τα ενδιαφερόμενα μέρη είναι διαθέσιμες στο CIRCABC 31 .

Εκτίμηση επιπτώσεων

Στην εκτίμηση επιπτώσεων εξετάστηκαν οι τρεις ομάδες επιλογών, δηλαδή οι επιλογές που σχετίζονται με τα επιφανειακά ύδατα, οι επιλογές που σχετίζονται με τα υπόγεια ύδατα και οι οριζόντιες επιλογές. Όσον αφορά τα επιφανειακά ύδατα, αξιολογήθηκαν οι επιπτώσεις της προσθήκης σειράς ουσιών (από τα εξετασθέντα φαρμακευτικά προϊόντα, φυτοφάρμακα, βιομηχανικά χημικά προϊόντα και μέταλλα) στον κατάλογο των ουσιών προτεραιότητας και, ως εκ τούτου, του καθορισμού ΠΠΠ σε επίπεδο ΕΕ για τις ουσίες αυτές. Για αρκετές υφιστάμενες ουσίες προτεραιότητας, επανεξετάστηκαν οι επιπτώσεις της αλλαγής των ΠΠΠ τους (βάσει νέων επιστημονικών στοιχείων). Για ορισμένες άλλες υφιστάμενες ουσίες προτεραιότητας, εξετάστηκαν οι επιπτώσεις της διαγραφής τους από τον κατάλογο. Όσον αφορά τα υπόγεια ύδατα, στην εκτίμηση επιπτώσεων εξετάστηκαν οι επιπτώσεις της προσθήκης συγκεκριμένων (ομάδων) ουσιών στον κατάλογο, και συγκεκριμένα των PFAS, των μη κρίσιμων μεταβολιτών φυτοφαρμάκων (nrM) και των φαρμακευτικών προϊόντων. Τέλος, στην εκτίμηση επιπτώσεων εξετάστηκε σειρά επιλογών για τη βελτίωση της ψηφιοποίησης, του διοικητικού εξορθολογισμού και της διαχείρισης κινδύνων στον τομέα της ρύπανσης των υδάτων.

Οι κύριες πηγές ρύπανσης για τις προσδιοριζόμενες ουσίες είναι οι χημικές διεργασίες παραγωγής (άμεσες εκπομπές που προκύπτουν από την παραγωγή ξύλου, χαρτοπολτού, χάλυβα, κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, πλαστικών, από την καύση κ.λπ.)· οι απορρίψεις λυμάτων, συμπεριλαμβανομένων φαρμακευτικών προϊόντων και χημικών προϊόντων ως απόπλυμα υφασμάτων, καταναλωτικών προϊόντων, προϊόντων καθαρισμού, προϊόντων προσωπικής φροντίδας· οι έμμεσες απορρίψεις από τη χρήση φυτοφαρμάκων, βιοκτόνων και φαρμακευτικών προϊόντων στη γεωργία· τα χημικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται στην οδοποιία· η εναπόθεση υδραργύρου από μονάδες καύσης ορυκτών καυσίμων και PFAS από αφρούς πυρόσβεσης. Όλες αυτές οι πηγές και οδοί υπόκεινται σε νομοθετικές ρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας 2010/75/ΕE περί βιομηχανικών εκπομπών (υπό αναθεώρηση), της οδηγίας 91/271/ΕΟΚ για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (υπό αναθεώρηση), της οδηγίας 2009/128/ΕΚ για την ορθολογική χρήση των γεωργικών φαρμάκων (υπό αναθεώρηση), της οδηγίας 2001/83/ΕΚ για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση, του κανονισμού (ΕΕ) 2019/6 για τα κτηνιατρικά φάρμακα, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 (κανονισμός REACH), του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 για τα βιοκτόνα και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1223/2009 για τα καλλυντικά προϊόντα. Με τον καθορισμό μέγιστων ορίων συγκέντρωσης για τις εν λόγω ουσίες, η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην ενίσχυση του αποτελέσματος και της εφαρμογής της νομοθεσίας της ΕΕ για τη μείωση των ρύπων στην πηγή και τις οδούς έκλυσης και, όπου απαιτείται για την προστασία της υγείας ή του περιβάλλοντος, στην προώθηση της θέσπισης αυστηρότερων μέτρων μείωσης των ρύπων στην πηγή/οδούς σε επίπεδο κρατών μελών.

Οι επιλογές εξετάστηκαν με βάση το περιβαλλοντικό, κοινωνικό και οικονομικό κόστος και τα οφέλη τους, με αποτέλεσμα την ακόλουθη δέσμη προτιμώμενων επιλογών:

Επιφανειακά ύδατα

Επιλογή 1: Προσθήκη στον κατάλογο ουσιών προτεραιότητας (ΟΠ) ως μεμονωμένων ουσιών με ΠΠΠ που καθορίζονται για κάθε ουσία χωριστά

23 μεμονωμένες ουσίες:

17β-οιστραδιόλη (E2)· Acetamiprid (ακεταμιπρίδη)· Αζιθρομυκίνη· Bifenthrin (διφαινθρίνη)· Δισφαινόλη A· Καρβαμαζεπίνη· Κλαριθρομυκίνη· Clothianidin (κλοθειανιδίνη)· Deltamethrin (δελταμεθρίνη)· Δικλοφενάκη· Ερυθρομυκίνη· Esfenvalerate (εσφενοβαλεριανικό)· Οιστρόνη (E1)· Αιθινυλοιστραδιόλη (EE2)· Γλυφοσάτη· Ιβουπροφαίνη· Imidacloprid (ιμιδακλοπρίδη)· Nicosulfuron (νικοσουλφουρόνη)· Permethrin (περμεθρίνη)· Τhiacloprid (θειακλοπρίδη)· Thiamethoxam (θειαμεθοξάμη)· Τρικλοσάνη, άργυρος.

Επιλογή 2: Προσθήκη στον κατάλογο ΟΠ ως ομάδων με ΠΠΠ που καθορίζονται για «άθροισμα ουσιών»

PFAS (άθροισμα 24 κατονομαζόμενων ουσιών)

Επιλογή 3: Τροποποίηση υφιστάμενων ΠΠΠ

14 ουσίες σε αυστηρότερο επίπεδο:

Chlorpyrifos (χλωρπυριφός)· Κυπερμεθρίνη· Dicofol (δικοφόλη)· Διοξίνες· Diuron (διουρόνη)· Φθορανθένιο· Εξαβρωμοκυκλοδωδεκάνιο (HBCDD)· Εξαχλωροβουταδιένιο· Υδράργυρος· Νικέλιο· Εννεϋλοφαινόλη· ΠΑΥ· PBDE· Τριβουτυλοκασσίτερος

2 ουσίες σε λιγότερο αυστηρό επίπεδο:

Heptachlor / εποξείδιο του heptachlor· Εξαχλωροβενζόλιο

Επιλογή 4: Αποεπιλογή

4 ουσίες: Alachlor (αλαχλώριο)· Τετραχλωράνθρακας· Chlorfenvinphos (χλωροφαινβινφός)· Simazine (σιμαζίνη)

Υπόγεια ύδατα

Επιλογή 1: Προσθήκη στο παράρτημα I με ΠΠ για τα υπόγεια ύδατα που καθορίζονται για κάθε μεμονωμένη ουσία

2 φαρμακευτικές ουσίες: Καρβαμαζεπίνη και σουλφαμεθοξαζόλη

Όλοι οι nrM με επιμέρους ΠΠ υπόγειων υδάτων 0,1 µg/l

Επιλογή 2: Προσθήκη στο παράρτημα I με ΠΠ για τα υπόγεια ύδατα που καθορίζονται για «άθροισμα ουσιών»

PFAS (άθροισμα 24 κατονομαζόμενων ουσιών)

Επιλογή 3: Προσθήκη στο παράρτημα II

1 ουσία: Πριμιδόνη

Ψηφιοποίηση, διοικητικός εξορθολογισμός και καλύτερη διαχείριση κινδύνου

Επιλογή 1: Παροχή καθοδήγησης και συμβουλών σχετικά με την παρακολούθηση

β

Βελτίωση των υφιστάμενων κατευθυντήριων γραμμών για την παρακολούθηση βάσει επιπτώσεων με σκοπό τη βελτίωση της παρακολούθησης ομάδων/μειγμάτων ρύπων με χρήση τέτοιων μεθόδων.

γ

Ανάπτυξη εναρμονισμένου προτύπου μέτρησης και καθοδήγησης για τα μικροπλαστικά στα ύδατα ως βάση για την υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη και μελλοντική καταχώριση στο πλαίσιο της ΟΠΠΠ και της ΟΥΥ.

Επιλογή 2: Θέσπιση/τροποποίηση υποχρεωτικών πρακτικών παρακολούθησης

α

Να συμπεριληφθεί στην ΟΠΠΠ η υποχρέωση χρήσης μεθόδων παρακολούθησης βάσει επιπτώσεων για την παρακολούθηση των οιστρογόνων.

β

Κατάρτιση υποχρεωτικού καταλόγου επιτήρησης υπόγειων υδάτων, ανάλογου με τον κατάλογο των επιφανειακών και των πόσιμων υδάτων, και παροχή καθοδήγησης για την παρακολούθηση των ουσιών που περιλαμβάνονται στον κατάλογο.

γ

Βελτίωση του κύκλου παρακολούθησης και επανεξέτασης του καταλόγου επιτήρησης επιφανειακών υδάτων, ώστε να υπάρχει περισσότερος χρόνος για την επεξεργασία των δεδομένων πριν από την επανεξέταση του καταλόγου.

Επιλογή 3: Εναρμόνιση της υποβολής εκθέσεων και της ταξινόμησης

α

Θέσπιση αυτοματοποιημένου μηχανισμού παροχής δεδομένων για την ΟΠΠΠ και την ΟΠΥ, ώστε να εξασφαλίζεται εύκολη πρόσβαση, σε σύντομα χρονικά διαστήματα, σε δεδομένα παρακολούθησης/κατάστασης, ώστε να εξορθολογιστούν και να μειωθούν οι προσπάθειες που απαιτεί σήμερα η υποβολή εκθέσεων, και να επιτραπεί η πρόσβαση σε ανεπεξέργαστα δεδομένα παρακολούθησης.

β

Εισαγωγή αποθετηρίου προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος για τους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών (RBSP) ως παράρτημα στην ΟΠΠΠ και ενσωμάτωση των ρύπων λεκανών απορροής ποταμών στην αξιολόγηση της χημικής κατάστασης των επιφανειακών υδάτων.

Επιλογή 4: Νομοθετικές και διοικητικές πτυχές

α

Χρήση της ΟΠΠΠ αντί της ΟΠΥ για τον καθορισμό του καταλόγου των ουσιών προτεραιότητας, και επικαιροποίηση των καταλόγων των ρύπων επιφανειακών υδάτων (ΕΥ) και υπόγειων υδάτων (ΥΥ) σύμφωνα με τη διαδικασία επιτροπολογίας ή με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις.

β

Αλλαγή του χαρακτηρισμού των Aldrin, Dieldrin, Endrin, Isodrin, DDT, τετραχλωροαιθυλενίου και τριχλωροαιθυλενίου από «λοιποί ρύποι» σε ουσίες προτεραιότητας.

γ

Αλλαγή του χαρακτηρισμού του 1,2 διχλωροαιθανίου, του φθορανθενίου, του μολύβδου, των αιθοξυλικών αλάτων οκτυλοφαινόλης και της πενταχλωροφαινόλης σε επικίνδυνες ουσίες προτεραιότητας.

Η προτεινόμενη δέσμη μέτρων πολιτικής διασφαλίζει ότι οι νομοθετικές αλλαγές παραμένουν αναλογικές, με οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά οφέλη μεγαλύτερα από το αντίστοιχο κόστος, και ότι επικεντρώνονται σε ζητήματα που αντιμετωπίζονται καλύτερα σε επίπεδο ΕΕ.

Ο ποσοτικός προσδιορισμός του κόστους και, ιδίως, των οφελών της παρούσας πρωτοβουλίας είναι δύσκολος, δεδομένης της αλληλεπίδρασης με άλλες πρωτοβουλίες πολιτικής (και της εξάρτησής του από αυτές) για ορισμένα μέτρα σε επίπεδο ΕΕ. Επιπλέον, τα κράτη μέλη μπορούν σε μεγάλο βαθμό να επιλέξουν ποια μέτρα εφαρμόζουν για την επίτευξη συμμόρφωσης: ως εκ τούτου, αυτά θα ποικίλλουν ανάλογα με τις εθνικές/τοπικές συνθήκες.

Για τα επιφανειακά ύδατα, αναμένονται σημαντικές άμεσες δαπάνες, για παράδειγμα, από την προσθήκη της ιβουπροφαίνης, της γλυφοσάτης, των PFAS και της δισφαινόλης Α στον κατάλογο ουσιών προτεραιότητας, καθώς και από την τροποποίηση των ΠΠΠ για τους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες (PAH), τον υδράργυρο και το νικέλιο. Αυτό πιθανόν να συνεπάγεται κόστος ανάπτυξης προϊόντων για τη βιομηχανία και κόστος υποκατάστασης για τους χρήστες των εν λόγω ουσιών, συμπεριλαμβανομένου του γεωργικού τομέα.

Όσον αφορά τα υπόγεια ύδατα, το σημαντικότερο κόστος πιθανότατα θα προκύψει από την προσθήκη προτύπων ποιότητας για τις PFAS. Το κόστος μπορεί να σχετίζεται με τον περιορισμό της χρήσης φυτοφαρμάκων ή βιομηχανικών χημικών ουσιών, για παράδειγμα, με τη διαχείριση μολυσμένων βιοστερεών και την ενίσχυση της επεξεργασίας των λυμάτων. Το κόστος της προτιμώμενης ψηφιοποίησης, του διοικητικού εξορθολογισμού και των καλύτερων επιλογών διαχείρισης κινδύνων είναι διοικητικού χαρακτήρα, θα αφορά αρχικά το επίπεδο της ΕΕ και θα είναι γενικά χαμηλό, με πιθανή εξαίρεση τον αυτοματοποιημένο μηχανισμό διαβίβασης δεδομένων. Το κόστος δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στην πρωτοβουλία αυτή, λόγω των αναπόφευκτων αλληλεπιδράσεων και συνεργειών με πολλές άλλες πολιτικές της ΕΕ για την αντιμετώπιση των ίδιων ουσιών. Το κόστος της ρύπανσης εσωτερικεύεται ως επί το πλείστον μέσω της ΟΒΕ και της ΟΕΑΛ, της μελλοντικής απαγόρευσης όλων των PFAS εκτός από την περίπτωση βασικών χρήσεων, της εφαρμογής της επικείμενης πρωτοβουλίας για τα μικροπλαστικά και άλλων. Για παράδειγμα, η αναθεώρηση της ΟΕΑΛ θα ενισχύσει την αναβάθμιση πολλών σταθμών επεξεργασίας αστικών λυμάτων (ΣΕΑΛ) και θα εισαγάγει τη διευρυμένη ευθύνη του παραγωγού για την κάλυψη του κόστους, γεγονός που θα μειώσει σημαντικά το φορτίο μικρορύπων που εισέρχονται στα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα.

Η προτεινόμενη πρωτοβουλία θα συμβάλει στη μείωση των συγκεντρώσεων χημικών προϊόντων ανθεκτικών και/ή με οξεία τοξικότητα στα ύδατα. Θα βελτιώσει επίσης την αξία των υδάτινων οικοσυστημάτων και των υπηρεσιών που παρέχουν. Ως εκ τούτου, τα οφέλη περιλαμβάνουν τη μείωση των επιπτώσεων στην ανθρώπινη υγεία, τη φύση, τους επικονιαστές και τη γεωργία, καθώς και την αποφυγή του κόστους επεξεργασίας των υδάτων. Το να καταστούν τα δεδομένα παρακολούθησης των χημικών προϊόντων εύκολα διαθέσιμα, προσβάσιμα και επαναχρησιμοποιήσιμα θα βελτιώσει σημαντικά τη συνοχή της αξιολόγησης της ασφάλειας και θα αποτελέσει σημαντικό βήμα για τη μετάβαση προς την προσέγγιση «μία ουσία, μία αξιολόγηση» για την οποία έχει διατυπωθεί δέσμευση στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (ΕΠΣ).

Στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης

Η πρόταση έχει θετικές επιπτώσεις στην επίτευξη των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης (ΣΒΑ) 6 (νερό), 12 (κατανάλωση και παραγωγή) και 14 (ωκεανοί). Όσον αφορά τον ΣΒΑ 6, αναμένονται χαμηλότερα επίπεδα ρύπανσης των πηγών πόσιμου νερού, βελτίωση της χημικής ποιότητας των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, ενώ αναμένεται να αυξηθεί, σε βάθος χρόνου, το ποσοστό υδατικών συστημάτων με καλή ποιότητα περιβάλλοντος, καθώς τα κράτη μέλη θα λάβουν και θα εφαρμόσουν μέτρα για τη μείωση των συγκεντρώσεων ρύπων. Όσον αφορά τον ΣΒΑ 12, αναμένεται ότι τα μέτρα που θα ληφθούν, τόσο σε επίπεδο ΕΕ (για παράδειγμα, μέσω της πρωτοβουλίας βιώσιμης παραγωγής ή της επικείμενης απαγόρευσης των μη βασικών χρήσεων των PFAS) όσο και σε επίπεδο κρατών μελών, θα οδηγήσουν στη χρήση διαφορετικών, λιγότερο τοξικών συστατικών στα προϊόντα. Τέλος, όσον αφορά τον ΣΒΑ 14, είναι σημαντικό να επισημανθεί η άμεση επίδραση στα μεταβατικά υδατικά συστήματα και στα θαλάσσια υδατικά συστήματα (1 ναυτικό μίλι από την ακτή) που καλύπτονται από την ΟΠΥ. Επιπλέον, τα γλυκά ύδατα που φθάνουν στις θάλασσες και τους ωκεανούς μέσω των ποταμών θα περιέχουν σταδιακά χαμηλότερες συγκεντρώσεις των ουσιών που ρυθμίζονται μέσω της παρούσας πρωτοβουλίας.

Έλεγχος κλιματικής συνέπειας και αρχή της προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση

Η πρόταση συνάδει με τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας που ορίζεται στο ευρωπαϊκό νομοθέτημα για το κλίμα και τους στόχους της Ένωσης για το 2030 και το 2050. Οι σημαντικότερες επιπτώσεις της πρότασης στις προσπάθειες μετριασμού της κλιματικής αλλαγής οφείλονται στην απομάκρυνση των ουσιών στους σταθμούς επεξεργασίας λυμάτων, η οποία είναι ενεργοβόρα διεργασία. Ανάλογα με τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη για τη μείωση ή τη σταδιακή εξάλειψη της παρουσίας των ουσιών στο νερό, οι επιπτώσεις αναμένεται να είναι θετικές (όταν οι ουσίες αντιμετωπίζονται στην πηγή και, ως εκ τούτου, δεν απαιτείται απομάκρυνση από τα λύματα), ουδέτερες (σε περίπτωση που οι ουσίες αντικαθίστανται από υποκατάστατα που απαιτούν την ίδια προσπάθεια απομάκρυνσης σε σταθμούς επεξεργασίας λυμάτων) ή αρνητικές εάν τα κράτη μέλη αποφασίσουν να βασίζονται κυρίως στην επεξεργασία λυμάτων. Ωστόσο, το τελευταίο σενάριο δεν είναι πιθανό, καθώς η παρέμβαση στην πηγή είναι γενικά φθηνότερη και αποτελεσματικότερη. Επιπλέον, η αναθεώρηση της οδηγίας για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων επιβάλλει την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας για τους σταθμούς επεξεργασίας λυμάτων έως το 2040, εξαιρουμένων των καθαρών αρνητικών επιπτώσεων της παρούσας πρότασης λόγω της αυξημένης επεξεργασίας.

Στην παρούσα πρόταση εξετάζεται η αρχή της προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση, όπως προτείνεται στην αναδιατύπωση της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση. Στο ίδιο πνεύμα με τον έλεγχο της κλιματικής συνέπειας, οι επιλογές πολιτικής, σε συνδυασμό με την αναθεώρηση της οδηγίας για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων, αναμένεται να είναι τουλάχιστον ουδέτερες όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση.

Στις 24 Ιουνίου 2022 η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου εξέδωσε θετική γνώμη με επιφυλάξεις 32 .

Θεμελιώδη δικαιώματα

Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Το συνημμένο δημοσιονομικό δελτίο αφορά τη δέσμη μέτρων μηδενικής ρύπανσης, συμπεριλαμβανομένης της παρούσας πρότασης, της πρότασης αναθεώρησης της οδηγίας για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων και της οδηγίας για την ποιότητα του αέρα. Περιγράφει τις δημοσιονομικές επιπτώσεις και τους απαιτούμενους ανθρώπινους και διοικητικούς πόρους. Η πρόταση θα έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις για την Επιτροπή, τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος (EEA) και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) όσον αφορά τους απαιτούμενους ανθρώπινους και διοικητικούς πόρους.

Ο φόρτος εργασίας της Επιτροπής όσον αφορά την εφαρμογή και την επιβολή της νομοθεσίας θα αυξηθεί ελαφρώς ως αποτέλεσμα της προσθήκης ουσιών στους καταλόγους και της προσπάθειας εναρμόνισης των προτύπων ποιότητας και των ανώτερων αποδεκτών τιμών για τις ουσίες εθνικού ενδιαφέροντος.

Επιπλέον, η Επιτροπή θα επωφεληθεί από την ανάθεση επιστημονικών καθηκόντων στον ECHA, ο οποίος θα επικουρεί σταθερά την Επιτροπή όσον αφορά την ιεράρχηση των ουσιών και των μειγμάτων, τον καθορισμό προτύπων ποιότητας και ανώτερων αποδεκτών τιμών, τον προσδιορισμό κατάλληλων αναλυτικών μεθόδων και την αξιολόγηση των σχετικών δεδομένων παρακολούθησης. Η επιστημονική υποστήριξη από τον ECHA θα απαιτήσει το ισοδύναμο δεκαμελούς προσωπικού πλήρους απασχόλησης.

Ο EEA θα έχει αυξημένο φόρτο εργασίας ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης και συχνότερης υποβολής εκθέσεων που επιβάλλεται στα κράτη μέλη, καθώς και της μικρής αύξησης του αριθμού των ουσιών που περιλαμβάνονται στους καταλόγους, με αποτέλεσμα να χρειαστεί συνολικά το ισοδύναμο τεσσάρων επιπλέον μελών προσωπικού πλήρους απασχόλησης, πέραν των υφιστάμενων τρεισήμισι ισοδυνάμων πλήρους απασχόλησης.

5.ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων

Τα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού που υποβάλλονται ανά εξαετία στην Επιτροπή και η οικειοθελής ηλεκτρονική υποβολή εκθέσεων στον EEA στο πλαίσιο της κοινής στρατηγικής για την εφαρμογή θα παραμείνουν η βασική πηγή πληροφοριών για την επαλήθευση της αποτελεσματικής εφαρμογής της πρότασης, ιδίως όσον αφορά τη συμμόρφωση με νέα ή αναθεωρημένα πρότυπα ποιότητας για τα επιφανειακά και τα υπόγεια ύδατα.

Οι βελτιωμένοι μηχανισμοί καταλόγου επιτήρησης, οι οποίοι υποχρεώνουν τα κράτη μέλη να παρακολουθούν τις ουσίες αναδυόμενης ανησυχίας, θα επιτρέψουν στην Επιτροπή, με τη συνδρομή του ECHA και των κρατών μελών, να προσδιορίσει την ανάγκη για περαιτέρω ή αυστηρότερα πρότυπα ποιότητας. Η τακτικότερη υποβολή επίσης πραγματικών δεδομένων παρακολούθησης και η ανάλυσή τους από τον EEA θα επιτρέψει στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, στα κράτη μέλη και στο ευρύ κοινό να σχηματίσουν ακριβέστερη και πιο επικαιροποιημένη εικόνα της κατάστασης των συστημάτων επιφανειακών και υπόγειων υδάτων στην ΕΕ.

Χάρη στις συνέργειες με το βελτιωμένο ευρωπαϊκό μητρώο έκλυσης και μεταφοράς ρύπων (Eυρωπαϊκό ΜΕΜΡ), που πρόκειται να αντικατασταθεί από τη νέα ηλεκτρονική βάση δεδομένων, δηλαδή τη «διαδικτυακή πύλη για τις βιομηχανικές εκπομπές», οι κατάλογοι εκπομπών, οι οποίοι επί του παρόντος υποβάλλονται μόνο ανά εξαετία, θα αντικατασταθούν από μια πολύ πιο τακτική και συνεκτική εικόνα των συνολικών εκλύσεων ρύπων ανά τομέα. Αυτό θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να εστιάσουν τις προσπάθειες εφαρμογής.

Τα παραρτήματα αμφότερων των οδηγιών για τα επιφανειακά ύδατα και τα υπόγεια ύδατα θα επανεξετάζονται τακτικά με βάση την επιστημονική και τεχνική πρόοδο. Οι πιο ευέλικτες διαδικασίες για τη θέσπιση προτύπων ποιότητας για τις ουσίες που προκαλούν ανησυχία, σε συνδυασμό με τους κεντρικούς ρόλους που ανατίθενται στον EEA, για την ανάλυση πιο τακτικών δεδομένων παρακολούθησης, και στον ECHA, για συνεχή επιστημονική υποστήριξη, θα επιτρέψουν την καλύτερη αξιολόγηση της ορθότητας των υφιστάμενων προτύπων και της ανάγκης για νέα πρότυπα, ώστε να αντιμετωπιστούν ταχέως οι ουσίες που αρχίζουν να προκαλούν ανησυχία. Η συμμετοχή και των δύο οργανισμών συνάδει με τον στόχο της στρατηγικής για τα χημικά προϊόντα, ο οποίος συνίσταται στη μετάβαση προς την προσέγγιση «μία ουσία, μία αξιολόγηση», η οποία οδηγεί σε αποδοτικότερες, αποτελεσματικότερες και συνεκτικότερες αξιολογήσεις της ασφάλειας των χημικών προϊόντων σε όλη τη σχετική νομοθεσία της ΕΕ, με αποτέλεσμα να ενεργοποιούνται επίσης πιο αποτελεσματικά και οριζόντια μέτρα εφαρμογής και προτάσεις για νέα πρότυπα.

Η ανάλυση πιο τακτικών δεδομένων παρακολούθησης και κατάστασης θα αξιοποιείται αποτελεσματικά στο ευρύτερο πλαίσιο παρακολούθησης και προοπτικών μηδενικής ρύπανσης, το οποίο θα δημοσιεύεται κάθε 2 έτη από το 2022. Αυτό θα συμβάλει στην αξιολόγηση των επιπτώσεων της μείωσης της ρύπανσης των υδατικών συστημάτων ως αποτέλεσμα μιας ευρύτερης δέσμης εναρμονισμένων προτύπων ποιότητας που εφαρμόζονται σε ολόκληρη την ΕΕ.

Επεξηγηματικά έγγραφα

Η πρόταση απαιτεί επεξηγηματικά έγγραφα, διότι αυτά είναι καίριας σημασίας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης και την επαλήθευση ότι τα κείμενα μεταφοράς αντικατοπτρίζουν το γράμμα και το πνεύμα της οδηγίας. Αυτό είναι σημαντικό και αναγκαίο, δεδομένου ότι η πρόταση καλύπτει τροποποιήσεις τριών οδηγιών, οι οποίες ενδέχεται να μεταφερθούν σε διαφορετικές εθνικές νομοθετικές πράξεις. Επίσης, δεδομένου ότι η πρόταση αποσκοπεί πρωτίστως στην τροποποίηση των υφιστάμενων ή στη θέσπιση νέων προτύπων ποιότητας, η προσεκτική επαλήθευση μπορεί να διευκολυνθεί μέσω επεξηγηματικών εγγράφων.

Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης

(1)Τροποποιήσεις της οδηγίας 2000/60/ΕΚ

Το άρθρο 1, το άρθρο 7 παράγραφος 2, το άρθρο 11 παράγραφος 3 στοιχείο ια), το άρθρο 4 παράγραφος 1 και τα παραρτήματα V (σημεία 1.4.3, 2.3.2 και 2.4.5) και VII (σημείο 7.7) τροποποιούνται ώστε να ληφθεί υπόψη η προτεινόμενη απαλοιφή των άρθρων 16 και 17 (βλ. κατωτέρω).

Το άρθρο 2 σχετικά με τους ορισμούς τροποποιείται προκειμένου να επικαιροποιηθούν οι ορισμοί «Καλή χημική κατάσταση επιφανειακών υδάτων», «Ουσίες προτεραιότητας» και «Πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος» και να εισαχθούν οι ορισμοί των εννοιών «Επικίνδυνες ουσίες προτεραιότητας» και «Συγκεκριμένοι ρύποι λεκανών απορροής ποταμών». Οι αλλαγές αυτές είναι αναγκαίες προκειμένου: 1) να ληφθεί υπόψη η πρόταση αντικατάστασης της υφιστάμενης διαδικασίας συναπόφασης για τη θέσπιση ΠΠΠ με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις· 2) να διευρυνθεί το αντικείμενο της έννοιας της «χημικής κατάστασης» ώστε να καλύπτει και τους «συγκεκριμένους ρύπους λεκάνης απορροής ποταμού», οι οποίοι μέχρι σήμερα περιλαμβάνονται στον ορισμό της «οικολογικής κατάστασης» του παραρτήματος V· 3) να ληφθούν υπόψη οι πιθανές μελλοντικές τιμές ενεργοποίησης βάσει επιπτώσεων στο πλαίσιο του ορισμού των «προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος».

Το άρθρο 3 σχετικά με τον διοικητικό συντονισμό εντός των περιοχών λεκανών απορροής ποταμών τροποποιείται ώστε να εισαχθεί η υποχρέωση, σε περίπτωση εξαιρετικών περιστάσεων φυσικής προέλευσης ή ανωτέρας βίας, ιδίως ακραίων πλημμυρών, παρατεταμένων ξηρασιών ή σημαντικών περιστατικών ρύπανσης, των αρμόδιων αρχών όλων των πιθανώς επηρεαζόμενων υδατικών συστημάτων, συμπεριλαμβανομένων των κατάντη κρατών μελών, να αλληλοενημερώνονται και να συνεργάζονται για την ελαχιστοποίηση των ζημιών και την αντιμετώπιση των συνεπειών.

Εκτός από την προαναφερθείσα προσαρμογή για να ληφθεί υπόψη η απαλοιφή του άρθρου 16, το άρθρο 4 σχετικά με τους στόχους τροποποιείται προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το στοιχείο α) σημείο iv) περιλαμβάνει ρητή υποχρέωση των κρατών μελών να μειώσουν σταδιακά και τη ρύπανση από συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών και όχι μόνο από ουσίες προτεραιότητας.

Το άρθρο 8 παράγραφος 3 σχετικά με τις μεθόδους ανάλυσης και παρακολούθησης της κατάστασης των υδάτων τροποποιείται ώστε να ευθυγραμμιστεί η διαδικασία επιτροπολογίας με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, διά της αντικατάστασης της πρώην «κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο» με τη «διαδικασία εξέτασης» που ορίζεται στο άρθρο 21. Επιπλέον, στην ίδια παράγραφο θεσπίζεται νέα εξουσιοδότηση, ώστε να καταστεί δυνατή η έκδοση εκτελεστικών πράξεων για τον καθορισμό περαιτέρω λεπτομερειών όσον αφορά τις νέες υποχρεώσεις διάθεσης δεδομένων παρακολούθησης στον EEA, καθώς και για τη διάθεση δεδομένων σχετικά με την κατάσταση σε πιο τακτική βάση, σύμφωνα με τις νέες παραγράφους 4 και 5. Οι τροποποιήσεις αυτές συνάδουν πλήρως με τις υφιστάμενες υποχρεώσεις βάσει της οδηγίας 2007/2/ΕΚ (Inspire), η οποία υποχρεώνει τα κράτη μέλη να δημοσιοποιούν σύνολα χωρικών δεδομένων, μεταξύ άλλων σχετικά με την τοποθεσία και τη λειτουργία των εγκαταστάσεων παρακολούθησης του περιβάλλοντος, τις σχετικές μετρήσεις εκπομπών και την κατάσταση των στοιχείων του περιβάλλοντος (αέρας, ύδατα, έδαφος). Για να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος, η διάδοση των δεδομένων θα πρέπει επίσης να εξορθολογιστεί περαιτέρω, σύμφωνα με την ψηφιακή στρατηγική της ΕΕ, την οδηγία (ΕΕ) 2019/1024 για τα ανοικτά δεδομένα και την προσέγγιση «μία ουσία, μία αξιολόγηση» στο πλαίσιο της στρατηγικής για τη βιωσιμότητα των χημικών προϊόντων.

Το άρθρο 10 σχετικά με τη συνδυασμένη προσέγγιση για σημειακές και διάχυτες πηγές τροποποιείται προκειμένου να επικαιροποιηθούν οι παραπομπές σε διάφορες οδηγίες για την αντιμετώπιση της σημειακής ρύπανσης και της διάχυτης ρύπανσης (μετά την κατάργηση και την αντικατάστασή τους).

Το άρθρο 12 σχετικά με τα ζητήματα που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν από ένα κράτος μέλος τροποποιείται προκειμένου να ενισχυθεί και να επισημοποιηθεί η διαδικασία συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών.

Το άρθρο 15 παράγραφος 3 σχετικά με την τριετή ενδιάμεση έκθεση προόδου σχετικά με τα προγράμματα μέτρων απαλείφεται, δεδομένου ότι ο διοικητικός φόρτος που προκύπτει θεωρείται δυσανάλογος σε σύγκριση με τα οφέλη όσον αφορά τη βελτίωση του ελέγχου και της καθοδήγησης της εφαρμογής.

Τα άρθρα 16 και 17 σχετικά με τη διαδικασία βάσει της οποίας η Επιτροπή όφειλε να καταρτίσει νομοθετικές προτάσεις για την καταχώριση και τον προσδιορισμό των ΠΠΠ για τα συστήματα επιφανειακών και υπόγειων υδάτων απαλείφονται, δεδομένου ότι έχουν καταστεί παρωχημένα.

Το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο ε) τροποποιείται ώστε να ληφθεί υπόψη η προτεινόμενη απαλοιφή του άρθρου 16, ενώ το άρθρο 18 παράγραφος 4 τροποποιείται ώστε να ληφθεί υπόψη η προτεινόμενη απαλοιφή του άρθρου 15 παράγραφος 3.

Το άρθρο 20 σχετικά με τις τεχνικές προσαρμογές τροποποιείται προκειμένου: 1) να αντικατασταθεί με τη διαδικασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων η ισχύουσα κανονιστική διαδικασία με έλεγχο για την τροποποίηση των παραρτημάτων Ι και ΙΙΙ· 2) να αντικατασταθεί με τη διαδικασία εξέτασης η ισχύουσα κανονιστική διαδικασία για τη θέσπιση κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με την εφαρμογή των παραρτημάτων ΙΙ και V και για τον καθορισμό μορφοτύπων για τη διαβίβαση και την επεξεργασία των δεδομένων.

Το νέο άρθρο 20α εισάγει τις διατάξεις που σχετίζονται με τη διαδικασία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λισαβόνας.

Η τροποποίηση στο άρθρο 21 σχετικά με τη διαδικασία επιτροπής αποσκοπεί στην αντικατάσταση της αναφοράς στην προηγούμενη «απόφαση επιτροπολογίας» με τον ισχύοντα επί του παρόντος «κανονισμό επιτροπολογίας».

Το άρθρο 22 σχετικά με τις καταργήσεις και τις μεταβατικές διατάξεις τροποποιείται για να επικαιροποιηθούν οι παραπομπές, λαμβανομένων υπόψη των προτεινόμενων αλλαγών στα σχετικά παραρτήματα των οδηγιών 2000/60/ΕΚ και 2008/105/ΕΚ.

Εκτός από τις προαναφερθείσες προσαρμογές για να ληφθεί υπόψη η απαλοιφή του άρθρου 16, το παράρτημα V τροποποιείται προκειμένου: 1) να αφαιρεθούν οι συγκεκριμένοι ρύποι λεκανών απορροής ποταμών από τους ορισμούς της οικολογικής κατάστασης και να συμπεριληφθούν στον ορισμό της χημικής κατάστασης, ώστε να διασφαλιστεί ότι η παρακολούθηση τόσο των ουσιών προτεραιότητας όσο και των συγκεκριμένων ρύπων λεκανών απορροής ποταμών πραγματοποιείται όχι μόνο όταν οι ρύποι αυτοί απορρίπτονται στο νερό, αλλά και όταν εναποτίθενται μέσω του αέρα· 2) να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εγκρίνει τα αποτελέσματα της εφαρμογής της διαβαθμονόμησης με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις· 3) να παρασχεθεί η δυνατότητα στα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν νέες τεχνικές παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένης της γεωσκόπησης και της τηλεπισκόπησης.

Το παράρτημα VIII σχετικά με ενδεικτικό κατάλογο των κυριότερων ρύπων τροποποιείται ώστε να συμπεριλάβει τα μικροπλαστικά και τα γονίδια μικροβιακής αντοχής.

Το παράρτημα X απαλείφεται, δεδομένου ότι ο κατάλογος που περιέχεται σε αυτό αντικαθίσταται από τον κατάλογο του μέρους Α του παραρτήματος I της οδηγίας 2008/105/ΕΚ.

(2)Τροποποιήσεις της οδηγίας 2006/118/ΕΚ για τα υπόγεια ύδατα (ΟΥΥ)

Ο τίτλος τροποποιείται για να διευκρινιστεί ότι η εν λόγω οδηγία αφορά μόνο τη ρύπανση και όχι την ποσοτική κατάσταση των υπόγειων υδάτων.

Το άρθρο 1 σχετικά με τον σκοπό της οδηγίας τροποποιείται ώστε να διαγραφεί η αναφορά στο άρθρο 17 της ΟΠΥ, δεδομένου ότι αποτέλεσε τη βάση για την έκδοση της ίδιας της ΟΥΥ και, ως εκ τούτου, είναι παρωχημένη.

Το άρθρο 2 σχετικά με τους ορισμούς τροποποιείται ώστε να συμπεριλάβει τον ορισμό των ανώτερων αποδεκτών τιμών που καθορίζονται σε επίπεδο ΕΕ, παράλληλα με εκείνες που καθορίζονται σε επίπεδο κρατών μελών.

Το άρθρο 3 σχετικά με τα κριτήρια αξιολόγησης της χημικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων τροποποιείται ώστε να ληφθεί υπόψη ο νέος ορισμός των «ανώτερων αποδεκτών τιμών που καθορίζονται σε επίπεδο ΕΕ».

Το άρθρο 4 σχετικά με τη διαδικασία αξιολόγησης της χημικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων τροποποιείται για τον ίδιο λόγο με το άρθρο 3.

Προστίθεται νέο άρθρο 6α για να καταστεί υποχρεωτικός ο «μηχανισμός καταλόγου επιτήρησης» για τα συστήματα υπόγειων υδάτων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 8β της ΟΠΠΠ. Ο μηχανισμός αυτός καθιερώνει τριετή διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας η Επιτροπή, με τη συμβολή του ECHA και σε στενή διαβούλευση με τα κράτη μέλη, ιεραρχεί κατά προτεραιότητα τις ουσίες που πρέπει να παρακολουθούνται στα υπόγεια ύδατα. Οι πληροφορίες που θα προκύψουν θα χρησιμοποιηθούν στην ανά εξαετία αναθεώρηση των προτύπων ποιότητας για συμπερίληψη στο παράρτημα I. Η διάταξη περιλαμβάνει επίσης την υποχρέωση του ECHA να δημοσιοποιεί τις επιστημονικές εκθέσεις που εκπονούνται σε σχέση με τον κατάλογο επιτήρησης.

Το άρθρο 8 σχετικά με τις τεχνικές προσαρμογές τροποποιείται προκειμένου: 1) να αντικατασταθεί η διαδικασία εκτελεστικών πράξεων με τη διαδικασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων για την προσαρμογή των μερών Α και Γ του παραρτήματος ΙΙ, καθώς και των παραρτημάτων III και IV, στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο· 2) να ανατεθούν στην Επιτροπή κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητες για την καταχώριση νέων ρύπων υπόγειων υδάτων στο παράρτημα Ι, για τη θέσπιση νέων προτύπων ποιότητας σε επίπεδο ΕΕ για τους εν λόγω ρύπους, και για την καταχώριση, στο μέρος Β του παραρτήματος ΙΙ, ρύπων για τους οποίους τα κράτη μέλη πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο καθορισμού εθνικών ανώτερων αποδεκτών τιμών· 3) να ανατεθούν στην Επιτροπή κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητες για τον καθορισμό, όπου είναι αναγκαίο και ακόμη και για ρύπους ή ομάδες ρύπων που δεν προκαλούν ανησυχία σε επίπεδο ΕΕ, ανώτερων αποδεκτών τιμών σε επίπεδο ΕΕ, με σκοπό την ενίσχυση του επιπέδου προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος και την επίτευξη πιο εναρμονισμένης εφαρμογής· 4) να αποσαφηνιστεί ο κεντρικός ρόλος του ECHA στο πλαίσιο αυτό, καθώς και η υποχρέωση του ECHA να δημοσιεύει επιστημονικές εκθέσεις σχετικά με πιθανές τροποποιήσεις.

Προστίθεται νέο άρθρο 8α για την εισαγωγή των διατάξεων που αφορούν τη διαδικασία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λισαβόνας.

Το άρθρο 9 σχετικά με τη διαδικασία επιτροπής τροποποιείται ώστε να αντικατασταθεί η προηγούμενη «απόφαση επιτροπολογίας» με τον πιο πρόσφατο «κανονισμό επιτροπολογίας».

Το άρθρο 10 σχετικά με την επανεξέταση των παραρτημάτων Ι και ΙΙ μέσω της διαδικασίας συναπόφασης απαλείφεται, ώστε να ληφθεί υπόψη η νέα διαδικασία για τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που προβλέπεται στα άρθρα 8 και 8α.

Το παράρτημα I σχετικά με τα πρότυπα ποιότητας σε επίπεδο ΕΕ για τους ρύπους των υπόγειων υδάτων τροποποιείται ώστε να προστεθούν νέοι ρύποι υπόγειων υδάτων και συναφή πρότυπα ποιότητας για ορισμένες υπερφθοριωμένες και πολυφθοριωμένες αλκυλικές ουσίες (PFAS), φαρμακευτικά προϊόντα και μη κρίσιμους μεταβολίτες φυτοφαρμάκων (nrM).

Το παράρτημα ΙΙ σχετικά με τις εθνικές ανώτερες αποδεκτές τιμές για τους ρύπους των υπόγειων υδάτων τροποποιείται προκειμένου: 1) να καταχωριστεί η φαρμακευτική ουσία πριμιδόνη στον κατάλογο των συνθετικών ουσιών για τις οποίες τα κράτη μέλη εξετάζουν το ενδεχόμενο καθορισμού εθνικών ανώτερων αποδεκτών τιμών· 2) να αποσαφηνιστεί ότι τα μέρη B και Γ του παραρτήματος αφορούν μόνο τον μηχανισμό καθορισμού ανώτερων αποδεκτών τιμών σε εθνικό επίπεδο· 3) να διασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη ενημερώνουν τον ECHA ώστε να έχει τη δυνατότητα να δημοσιοποιήσει τις πληροφορίες αυτές και 4) να προστεθεί ένα νέο μέρος Δ, το οποίο θα περιλαμβάνει εναρμονισμένες ανώτερες αποδεκτές τιμές για την ομάδα ουσιών «άθροισμα τριχλωροαιθυλενίου και τετραχλωροαιθυλενίου».

Το παράρτημα III σχετικά με την αξιολόγηση της χημικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων και το παράρτημα IV σχετικά με τον προσδιορισμό και την αναστροφή σημαντικών και διατηρούμενων ανοδικών τάσεων τροποποιούνται ώστε να ληφθεί υπόψη η νέα έννοια των «ανώτερων αποδεκτών τιμών που καθορίζονται σε επίπεδο ΕΕ».

(3)Τροποποιήσεις στην οδηγία 2008/105/ΕΚ για τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος (ΟΠΠΠ)

Ο τίτλος τροποποιείται για να διευκρινιστεί ότι η οδηγία αφορά τη ρύπανση των επιφανειακών υδάτων.

Το άρθρο 3 σχετικά με τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος τροποποιείται προκειμένου να αποσαφηνιστούν οι ημερομηνίες εφαρμογής για τα νέα και αναθεωρημένα ΠΠΠ. Οι υποχρεώσεις για την παρακολούθηση των ζώντων οργανισμών στην παράγραφο 2 και για τις αξιολογήσεις μακροπρόθεσμων τάσεων στην παράγραφο 6 απλουστεύονται επίσης, με την αποσαφήνιση του πεδίου εφαρμογής τους στο παράρτημα. Η παράγραφος 7 απαλείφεται προκειμένου να ληφθεί υπόψη η προτεινόμενη αντικατάσταση της διαδικασίας συναπόφασης με τη διαδικασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων για την τροποποίηση του καταλόγου ουσιών προτεραιότητας.

Το άρθρο 5 σχετικά με τους καταλόγους εκπομπών τροποποιείται ώστε να απλουστευθεί η υποχρέωση υποβολής εκθέσεων και να εναρμονιστεί, όπου είναι δυνατόν, με την υποχρέωση που προβλέπει η νομοθεσία της ΕΕ για την αντιμετώπιση των εκπομπών από μεγάλες βιομηχανικές εγκαταστάσεις (επί του παρόντος υπό αναθεώρηση) και να καταστεί δυνατή η απλουστευμένη υποβολή εκθέσεων στη διαδικτυακή πύλη για τις βιομηχανικές εκπομπές, με λεπτομέρειες που θα καθοριστούν μέσω μελλοντικής εκτελεστικής πράξης. Ως εκ τούτου, η υποβολή εκθέσεων στο πλαίσιο των σχεδίων διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού θα εξακολουθήσει να ισχύει μόνο για τις διάχυτες εκπομπές.

Το άρθρο 7α σχετικά με τον συντονισμό μεταξύ διαφόρων νομοθετικών πράξεων της ΕΕ για τα χημικά προϊόντα τροποποιείται ώστε να περιλαμβάνει αναφορά στη νομοθεσία της ΕΕ για τα φαρμακευτικά προϊόντα και να λαμβάνει υπόψη την προτεινόμενη αντικατάσταση της διαδικασίας συναπόφασης με τη διαδικασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων για την επικαιροποίηση ή τον καθορισμό νέων ΠΠΠ.

Το άρθρο 8 τροποποιείται προκειμένου: 1) να ανατεθούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητες για την επανεξέταση του παραρτήματος Ι ανά εξαετία, προκειμένου να εξετάζεται το ενδεχόμενο καταχώρισης νέων ουσιών προτεραιότητας και συναφών ΠΠΠ, βάσει στοιχείων του ECHA· 2) να ανατεθούν στην Επιτροπή κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητες για την τακτική επανεξέταση του καταλόγου των κατηγοριών συγκεκριμένων ρύπων λεκανών απορροής ποταμών που περιλαμβάνονται πλέον στο μέρος Β του νέου παραρτήματος ΙΙ (το νέο παράρτημα ΙΙ αντικαθιστά για τον σκοπό αυτόν το σημείο 1.2.6 και το παράρτημα VIII της ΟΠΥ, το οποίο θα τροποποιηθεί αναλόγως ώστε να αφαιρεθούν οι συγκεκριμένοι ρύποι λεκανών απορροής ποταμών από τον ορισμό της οικολογικής κατάστασης και να ενταχθούν στο καθεστώς που ισχύει για τη χημική κατάσταση)· 3) να ανατεθούν στην Επιτροπή κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητες για τη θέσπιση, όπου απαιτείται, ΠΠΠ σε επίπεδο ΕΕ για συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών και για την καταχώρισή τους στο μέρος Γ του παραρτήματος ΙΙ (σύμφωνα με την πρόταση, στο εν λόγω μέρος Γ απαριθμούνται τέσσερις ουσίες προτεραιότητας που περιλαμβάνονταν προηγουμένως στο παράρτημα Ι αλλά έχουν διαγραφεί από τον κατάλογο διότι δεν θεωρείται πλέον ότι προκαλούν ανησυχία σε επίπεδο ΕΕ)· 4) να αποσαφηνιστεί ο κεντρικός ρόλος που πρέπει να διαδραματίσει ο ECHA όσον αφορά τον σχεδιασμό των ΠΠΠ, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη, καθώς και η υποχρέωσή του να δημοσιοποιεί επιστημονικές εκθέσεις σχετικά με την τροποποίηση των παραρτημάτων.

Το άρθρο 8α τροποποιείται προκειμένου: 1) να απλουστευθεί ο τρόπος με τον οποίο τα κράτη μέλη μπορούν να παρουσιάζουν τη χημική κατάσταση για πανταχού παρούσες ΑΒΤ χωριστά από τη συνολική χημική κατάσταση· 2) να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να διενεργούν λιγότερο εντατική παρακολούθηση για ορισμένες ουσίες· 3) να απαιτείται από τα κράτη μέλη να διενεργούν παρακολούθηση βάσει επιπτώσεων για την αξιολόγηση της παρουσίας οιστρογόνων ορμονών στα υδατικά συστήματα, ενόψει του πιθανού μελλοντικού καθορισμού τιμών ενεργοποίησης βάσει επιπτώσεων.

Το άρθρο 8β τροποποιείται προκειμένου: 1) να βελτιωθεί ο κύκλος παρακολούθησης και επανεξέτασης του μηχανισμού καταλόγου επιτήρησης, μέσω του καθορισμού τριετούς αντί του ισχύοντος διετούς κύκλου. Με τον τρόπο αυτόν θα δοθεί περισσότερος χρόνος για την επεξεργασία των δεδομένων πριν από την αναθεώρηση του καταλόγου, από κοινού με την προτεινόμενη επέκταση του κύκλου παρακολούθησης από 12 σε 24 μήνες, ώστε να καταστεί δυνατή η καλύτερη συνεκτίμηση των διαφόρων συχνοτήτων για τους ρύπους με εποχικά πρότυπα εκπομπών (π.χ. φυτοφάρμακα/βιοκτόνα)· 2) να υπάρξει η δυνατότητα συμπερίληψης των μικροπλαστικών και επιλεγμένων γονιδίων μικροβιακής αντοχής στον επόμενο κατάλογο επιτήρησης, υπό την προϋπόθεση του προσδιορισμού κατάλληλων μεθόδων παρακολούθησης και ανάλυσης, με τη συμβολή του ECHA.

Το νέο άρθρο 8δ περιλαμβάνει την υποχρέωση των κρατών μελών να καθορίζουν ΠΠΠ για τους συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών που απαριθμούνται στο μέρος Α του νέου παραρτήματος ΙΙ. Η εν λόγω υποχρέωση αντικαθιστά την υποχρέωση που διατυπώνεται επί του παρόντος στο σημείο 1.2.6 του παραρτήματος V της ΟΠΥ, σε συνδυασμό με την πρόταση να διασφαλιστεί ότι οι συγκεκριμένοι ρύποι λεκανών απορροής ποταμών θα αποτελέσουν μέρος της αξιολόγησης της χημικής και όχι της οικολογικής κατάστασης των συστημάτων επιφανειακών υδάτων. Η διάταξη αποσκοπεί επίσης να διασφαλίσει ότι, σε περίπτωση που έχουν θεσπιστεί ΠΠΠ σε επίπεδο ΕΕ για ορισμένους συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών, αυτά υπερισχύουν των ΠΠΠ που έχουν θεσπιστεί σε εθνικό επίπεδο. Τέλος, η τροποποίηση υποχρεώνει τα κράτη μέλη να ενημερώνουν τον ECHA ώστε να είναι σε θέση να δημοσιοποιεί κάθε πρόθεση καταχώρισης ρύπων και/ή τον καθορισμού ΠΠΠ, με σκοπό την αύξηση της διαφάνειας και των συνεργειών.

Το άρθρο 10, το οποίο διευκρινίζει ότι το παράρτημα X της ΟΠΥ πρέπει να αντικατασταθεί από το κείμενο του παραρτήματος II της οδηγίας 2008/105/ΕΚ, απαλείφεται επειδή δεν υπήρχε το παράρτημα II της οδηγίας 2008/105/ΕΚ και επειδή το παράρτημα X απαλείφεται μετά την προσθήκη, στην οδηγία 2008/105/ΕΚ, διαδικασίας κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων για την προσαρμογή του καταλόγου των ουσιών προτεραιότητας και τον καθορισμό των αντίστοιχων ΠΠΠ.

Ο τίτλος του παραρτήματος Ι τροποποιείται ώστε να αφαιρεθεί η έννοια των «λοιπών ρύπων» που έχει καταστεί παρωχημένη, καθώς αναφέρεται σε ουσίες που καλύπτονταν από άλλη νομοθεσία πριν από την έκδοση της ΟΠΠΠ· δεν είναι πλέον αναγκαίο να γίνεται διάκριση μεταξύ των ουσιών προτεραιότητας και των εν λόγω «λοιπών ρύπων». Το μέρος Α, το οποίο απαριθμεί τις ουσίες και τα ΠΠΠ τους, αντικαθίσταται από νέο παράρτημα στο οποίο απαριθμούνται πλέον 23 επιπλέον ουσίες στον κατάλογο των ουσιών προτεραιότητας: φαρμακευτικά προϊόντα, βιομηχανικές ουσίες, φυτοφάρμακα και μέταλλα. Στο παράρτημα απαριθμούνται επίσης οι ουσίες που είναι επικίνδυνες, οι ουσίες που είναι πανταχού παρούσες ΑΒΤ, και εκείνες που απαιτούν αξιολόγηση των μακροπρόθεσμων τάσεων.

Προστίθεται νέο παράρτημα ΙΙ, το οποίο περιλαμβάνει στο μέρος Α ενδεικτικό κατάλογο συγκεκριμένων ρύπων λεκανών απορροής ποταμών για τους οποίους τα κράτη μέλη πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο καθορισμού ΠΠΠ και εφαρμογής τους όταν προκαλούν ανησυχία. Το μέρος Β περιλαμβάνει τις γενικές αρχές και αναφέρεται σε κατευθυντήριες γραμμές για τον σκοπό αυτόν, ενώ το μέρος Γ περιλαμβάνει αποθετήριο εναρμονισμένων ΠΠΠ για συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών. Το τελευταίο αυτό μέρος θα προσαρμοστεί μέσω μελλοντικών κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων διά των οποίων η Επιτροπή θα θεσπίσει εναρμονισμένα ΠΠΠ για ορισμένους λοιπούς συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών, όταν αυτό θα αποδειχθεί αναγκαίο για τη διασφάλιση επαρκούς και εναρμονισμένης προστασίας του περιβάλλοντος, ακόμη και για ρύπους που δεν προκαλούν ή δεν προκαλούν ακόμη ανησυχία σε επίπεδο ΕΕ.

2022/0344 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, της οδηγίας 2006/118/ΕΚ σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από τη ρύπανση και την υποβάθμιση και της οδηγίας 2008/105/ΕΚ σχετικά με πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος στον τομέα της πολιτικής των υδάτων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 192 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 33 ,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών 34 ,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)Η χημική ρύπανση των επιφανειακών και των υπόγειων υδάτων συνιστά απειλή για το υδάτινο περιβάλλον, με επιπτώσεις όπως η οξεία και η χρόνια τοξικότητα στους υδρόβιους οργανισμούς, η συσσώρευση ρυπογόνων ουσιών στο οικοσύστημα και οι απώλειες οικοτόπων και βιοποικιλότητας, και συνιστά επίσης απειλή για την ανθρώπινη υγεία. Ο καθορισμός προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος συμβάλλει στην υλοποίηση της φιλοδοξίας μηδενικής ρύπανσης για ένα περιβάλλον απαλλαγμένο από τοξικές ουσίες.

(2)Σύμφωνα με το άρθρο 191 παράγραφος 2 δεύτερη περίοδος της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η πολιτική της Ένωσης στον τομέα του περιβάλλοντος στηρίζεται στις αρχές της προφύλαξης και της προληπτικής δράσης, της επανόρθωσης των καταστροφών του περιβάλλοντος, κατά προτεραιότητα στην πηγή, καθώς και στην αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».

(3)Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία 35 αποτελεί τη στρατηγική της Ένωσης για τη διασφάλιση, έως το 2050, μιας κλιματικά ουδέτερης, καθαρής και κυκλικής οικονομίας, με βελτιστοποίηση της διαχείρισης των πόρων και, παράλληλα, ελαχιστοποίηση της ρύπανσης. Η στρατηγική της ΕΕ για τη βιωσιμότητα των χημικών προϊόντων 36 και το σχέδιο δράσης για μηδενική ρύπανση 37 εξετάζουν συγκεκριμένα τις πτυχές της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας που αφορούν τη ρύπανση. Άλλες ιδιαίτερα συναφείς και συμπληρωματικές πολιτικές περιλαμβάνουν τη στρατηγική της ΕΕ για τις πλαστικές ύλες του 2018 38 , τη φαρμακευτική στρατηγική του 2021 για την Ευρώπη 39 , τη στρατηγική για τη βιοποικιλότητα 40 , τη στρατηγική «Από το αγρόκτημα στο πιάτο» 41 , τη στρατηγική της ΕΕ για το έδαφος με ορίζοντα το 2030 42 , την ψηφιακή στρατηγική της ΕΕ 43 και τη στρατηγική της ΕΕ για τα δεδομένα 44 .

(4)Η οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 45 θέσπισε πλαίσιο για την προστασία των εσωτερικών επιφανειακών, μεταβατικών, παράκτιων και υπόγειων υδάτων. Στο εν λόγω πλαίσιο προσδιορίζονται οι ουσίες προτεραιότητας μεταξύ εκείνων που παρουσιάζουν σημαντικό κίνδυνο για το υδάτινο περιβάλλον ή μέσω αυτού, σε επίπεδο Ένωσης. Η οδηγία 2008/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 46 καθορίζει ενωσιακά πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος (ΠΠΠ) για τις 45 ουσίες προτεραιότητας που απαριθμούνται στο παράρτημα X της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και οκτώ άλλους ρύπους που ρυθμίζονταν ήδη σε επίπεδο Ένωσης πριν από την εισαγωγή του παραρτήματος X με την απόφαση αριθ. 2455/2001/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 47 . Η οδηγία 2006/118/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 48 καθορίζει πρότυπα ποιότητας των υπόγειων υδάτων σε επίπεδο Ένωσης για τη νιτρορύπανση και τις δραστικές ουσίες στα φυτοφάρμακα, καθώς και κριτήρια για τον καθορισμό εθνικών ανώτερων αποδεκτών τιμών για λοιπούς ρύπους των υπόγειων υδάτων. Καθορίζει επίσης έναν ελάχιστο κατάλογο 12 ρύπων και τους δείκτες τους για τους οποίους τα κράτη μέλη οφείλουν να εξετάσουν το ενδεχόμενο καθορισμού τέτοιων εθνικών ανώτερων αποδεκτών τιμών. Τα πρότυπα ποιότητας για τα υπόγεια ύδατα καθορίζονται στο παράρτημα I της οδηγίας 2006/118/ΕΚ.

(5)Οι ουσίες εξετάζονται για καταχώριση στο παράρτημα X της οδηγίας 2000/60/ΕΚ ή στο παράρτημα I ή II της οδηγίας 2006/118/ΕΚ βάσει εκτίμησης του κινδύνου που ενέχουν για τον άνθρωπο και το υδάτινο περιβάλλον. Τα βασικά στοιχεία της εν λόγω αξιολόγησης είναι η γνώση των περιβαλλοντικών συγκεντρώσεων των ουσιών, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που συλλέγονται από την παρακολούθηση του καταλόγου επιτήρησης, και της (οικο-)τοξικολογίας των ουσιών, καθώς και της ανθεκτικότητας, της βιοσυσσώρευσης, της ικανότητας καρκινογένεσης, της ικανότητας μεταλλαξιγένεσης, της τοξικότητας στην αναπαραγωγή και του δυναμικού ενδοκρινικής διαταραχής.

(6)Η Επιτροπή προέβη σε επανεξέταση του καταλόγου των ουσιών προτεραιότητας του παραρτήματος X της οδηγίας 2000/60/ΕΚ σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 4 της εν λόγω οδηγίας και το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/105/ΕΚ, καθώς και σε επανεξέταση των καταλόγων ουσιών των παραρτημάτων Ι και ΙΙ της οδηγίας 2006/118/ΕΚ σύμφωνα με το άρθρο 10 της εν λόγω οδηγίας και κατέληξε στο συμπέρασμα, με βάση τις νέες επιστημονικές γνώσεις, ότι είναι σκόπιμο να τροποποιηθούν οι εν λόγω κατάλογοι με την προσθήκη νέων ουσιών, τον καθορισμό ΠΠΠ ή προτύπων ποιότητας υπόγειων υδάτων για τις εν λόγω ουσίες που προστέθηκαν πρόσφατα, την επανεξέταση των ΠΠΠ για ορισμένες υφιστάμενες ουσίες σύμφωνα με την επιστημονική πρόοδο και τον καθορισμό ΠΠΠ για τους ζώντες οργανισμούς για ορισμένες υφιστάμενες και προσφάτως προστεθείσες ουσίες. Προσδιόρισε επίσης ποιες πρόσθετες ουσίες είναι πιθανό να συσσωρευθούν σε ιζήματα ή σε ζώντες οργανισμούς και διευκρίνισε ότι θα πρέπει να διενεργείται παρακολούθηση των τάσεων μεταβολής των εν λόγω ουσιών σε ιζήματα ή σε ζώντες οργανισμούς. Η επανεξέταση των καταλόγων των ουσιών προτεραιότητας πραγματοποιήθηκε κατόπιν εκτεταμένης διαβούλευσης με εμπειρογνώμονες των υπηρεσιών της Επιτροπής, των κρατών μελών, των ενδιαφερόμενων φορέων και της επιστημονικής επιτροπής για τους υγειονομικούς, τους περιβαλλοντικούς και τους αναδυόμενους κινδύνους.

(7)Απαιτείται συνδυασμός μέτρων ελέγχου στην πηγή και μέτρων τελικού σταδίου για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των περισσότερων ρύπων σε όλες τις φάσεις του κύκλου ζωής τους, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, του σχεδιασμού, της αδειοδότησης ή της έγκρισης, του ελέγχου των εκπομπών κατά την παραγωγή και χρήση ή άλλων διεργασιών, και του χειρισμού των αποβλήτων των χημικών προϊόντων. Ως εκ τούτου, ο καθορισμός νέων ή αυστηρότερων προτύπων ποιότητας στα υδατικά συστήματα συμπληρώνει και συνάδει με άλλες ενωσιακές νομοθετικές πράξεις που αντιμετωπίζουν ή μπορούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της ρύπανσης σε ένα ή περισσότερα από τα εν λόγω στάδια, συμπεριλαμβανομένου του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 49 , του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 50 , του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 51 , του κανονισμού (ΕΕ) 2019/6 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 52 , της οδηγίας 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 53 , της οδηγίας 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 54 , της οδηγίας 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 55 και της οδηγίας 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου 56 .

(8)Οι νέες επιστημονικές γνώσεις καταδεικνύουν σημαντικό κίνδυνο από διάφορους λοιπούς ρύπους που βρίσκονται στα υδατικά συστήματα, πέραν εκείνων που ρυθμίζονται ήδη. Στα υπόγεια ύδατα, έχει εντοπιστεί ιδιαίτερο πρόβλημα μέσω της οικειοθελούς παρακολούθησης των υπερφθοροαλκυλιωμένων και πολυφθοριωμένων αλκυλιωμένων ουσιών (PFAS) και των φαρμακευτικών προϊόντων. Ουσίες PFAS έχουν εντοπιστεί σε περισσότερα από το 70 % των σημείων μέτρησης υπόγειων υδάτων στην Ένωση και υπάρχει σαφής υπέρβαση των υφιστάμενων εθνικών ανώτερων απoδεκτών τιμών σε σημαντικό αριθμό τοποθεσιών, ενώ εκτεταμένη είναι, επίσης, η ανεύρεση φαρμακευτικών ουσιών. Στα επιφανειακά ύδατα, το υπερφθοροοκτανοσουλφονικό οξύ και τα παράγωγά του έχουν ήδη χαρακτηριστεί ουσίες προτεραιότητας, αλλά αναγνωρίζεται πλέον ότι και άλλες PFAS ενέχουν κίνδυνο. Η παρακολούθηση του καταλόγου επιτήρησης σύμφωνα με το άρθρο 8β της οδηγίας 2008/105/ΕΚ επιβεβαίωσε την ύπαρξη κινδύνου στα επιφανειακά ύδατα από ορισμένες φαρμακευτικές ουσίες, οι οποίες, ως εκ τούτου, θα πρέπει να προστεθούν στον κατάλογο ουσιών προτεραιότητας.

(9)Η οδηγία 2000/60/ΕΚ επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να προσδιορίσουν τα υδατικά συστήματα που χρησιμοποιούνται για τη λήψη νερού για ανθρώπινη κατανάλωση, να τα παρακολουθούν και να λαμβάνουν τα απαιτούμενα μέτρα ώστε να αποφεύγεται η υποβάθμιση της ποιότητάς τους, προκειμένου να μειωθεί το επίπεδο επεξεργασίας καθαρισμού που απαιτείται για την παραγωγή νερού κατάλληλου για ανθρώπινη κατανάλωση. Στο πλαίσιο αυτό, τα μικροπλαστικά έχουν προσδιοριστεί ως δυνητικός κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία, αλλά απαιτούνται περισσότερα δεδομένα παρακολούθησης για να επιβεβαιωθεί η ανάγκη καθορισμού προτύπου ποιότητας περιβάλλοντος για τα μικροπλαστικά στα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα. Ως εκ τούτου, τα μικροπλαστικά θα πρέπει να συμπεριληφθούν στους καταλόγους επιτήρησης επιφανειακών και υπόγειων υδάτων και θα πρέπει να αρχίσουν να παρακολουθούνται μόλις η Επιτροπή υποδείξει κατάλληλες μεθόδους παρακολούθησης. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι μεθοδολογίες για την παρακολούθηση και την εκτίμηση των κινδύνων από τα μικροπλαστικά στο πόσιμο νερό, οι οποίες αναπτύχθηκαν δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) 2020/2184 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 57 .

(10)Έχει εκφραστεί ανησυχία σχετικά με τον κίνδυνο ανάπτυξης μικροβιακής αντοχής από την παρουσία ανθεκτικών μικροοργανισμών και γονιδίων αντοχής στο υδάτινο περιβάλλον, αλλά έχει πραγματοποιηθεί ελάχιστη παρακολούθηση. Τα σχετικά γονίδια μικροβιακής αντοχής θα πρέπει επίσης να συμπεριληφθούν στους καταλόγους επιτήρησης επιφανειακών και υπόγειων υδάτων και να αρχίσουν να παρακολουθούνται μόλις αναπτυχθούν κατάλληλες μέθοδοι παρακολούθησης. Αυτό συνάδει με το ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης κατά της μικροβιακής αντοχής στο πλαίσιο της προσέγγισης «Μία υγεία», το οποίο εγκρίθηκε από την Επιτροπή τον Ιούνιο του 2017, και με τη φαρμακευτική στρατηγική για την Ευρώπη, η οποία ασχολείται και αυτή με το συγκεκριμένο πρόβλημα.

(11)Με δεδομένη την αυξανόμενη επίγνωση της σημασίας των μειγμάτων και, ως εκ τούτου, της παρακολούθησης βάσει επιπτώσεων για τον προσδιορισμό της χημικής κατάστασης, και δεδομένου ότι υπάρχουν ήδη επαρκώς αξιόπιστες μέθοδοι παρακολούθησης βάσει επιπτώσεων για τις οιστρογόνες ουσίες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν τέτοιες μεθόδους για την αξιολόγηση των σωρευτικών επιπτώσεων των οιστρογόνων ουσιών στα επιφανειακά ύδατα για περίοδο τουλάχιστον δύο ετών. Αυτό θα επιτρέψει τη σύγκριση των αποτελεσμάτων της παρακολούθησης βάσει επιπτώσεων με τα αποτελέσματα που προκύπτουν με τη χρήση των συμβατικών μεθόδων για την παρακολούθηση των τριών οιστρογόνων ουσιών που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2008/105/ΕΚ. Η σύγκριση αυτή θα χρησιμοποιηθεί για να διαπιστωθεί κατά πόσον οι μέθοδοι παρακολούθησης βάσει επιπτώσεων μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αξιόπιστες μέθοδοι διαλογής. Η χρήση τέτοιων μεθόδων διαλογής θα έχει το πλεονέκτημα ότι επιτρέπει την κάλυψη των επιπτώσεων όλων των οιστρογόνων ουσιών με παρόμοιες επιπτώσεις, και όχι μόνο εκείνων που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2008/105/ΕΚ. Ο ορισμός των ΠΠΠ στην οδηγία 2000/60/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να διασφαλιστεί ότι μπορεί, στο μέλλον, να καλύπτει και τιμές ενεργοποίησης που μπορούν να καθοριστούν για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της παρακολούθησης βάσει επιπτώσεων.

(12)Η αξιολόγηση της ενωσιακής νομοθεσίας για τα ύδατα 58 (στο εξής: αξιολόγηση) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα μπορούσε να επιταχυνθεί η διαδικασία προσδιορισμού και καταχώρισης των ρύπων που επηρεάζουν τα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα, καθώς και καθορισμού ή επανεξέτασης των προτύπων ποιότητας για τους εν λόγω ρύπους υπό το πρίσμα των νέων επιστημονικών γνώσεων. Εάν οι εργασίες αυτές εκτελούνταν από την Επιτροπή, και όχι στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, όπως προβλέπεται επί του παρόντος στα άρθρα 16 και 17 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και στο άρθρο 10 της οδηγίας 2006/118/ΕΚ, θα μπορούσε να βελτιωθεί η λειτουργία των μηχανισμών του καταλόγου επιτήρησης επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, ιδίως όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα και τη σειρά καταχώρισης, παρακολούθησης και αξιολόγησης των αποτελεσμάτων, να ενισχυθούν οι δεσμοί μεταξύ του μηχανισμού καταλόγου επιτήρησης και των επανεξετάσεων των καταλόγων ρύπων, ενώ οι αλλαγές στους καταλόγους ρύπων θα μπορούσαν να λαμβάνουν ταχύτερα υπόψη την επιστημονική πρόοδο. Ως εκ τούτου, και δεδομένης της ανάγκης ταχείας τροποποίησης των καταλόγων ρύπων και των ΠΠΠ τους με βάση τις νέες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, ώστε να τροποποιεί το παράρτημα Ι της οδηγίας 2008/105/ΕΚ όσον αφορά τον κατάλογο των ουσιών προτεραιότητας και των αντίστοιχων ΠΠΠ που παρατίθεται στο μέρος Α του εν λόγω παραρτήματος και να τροποποιεί το παράρτημα Ι της οδηγίας 2006/118/ΕΚ όσον αφορά τον κατάλογο των ρύπων υπόγειων υδάτων και τα πρότυπα ποιότητας που ορίζονται στο εν λόγω παράρτημα. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα της παρακολούθησης των ουσιών που περιλαμβάνονται στους καταλόγους επιτήρησης επιφανειακών και υπόγειων υδάτων. Κατά συνέπεια, τα άρθρα 16 και 17 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και το παράρτημα X της εν λόγω οδηγίας, καθώς και το άρθρο 10 της οδηγίας 2006/118/ΕΚ, θα πρέπει να απαλειφθούν.

(13)Η αξιολόγηση κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν υπερβολικές αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τα πρότυπα ποιότητας και τις ανώτερες αποδεκτές τιμές που καθορίζονται σε εθνικό επίπεδο για τους συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών και τους ρύπους υπόγειων υδάτων αντίστοιχα. Μέχρι σήμερα, οι συγκεκριμένοι ρύποι λεκανών απορροής ποταμών που δεν έχουν χαρακτηριστεί ουσίες προτεραιότητας βάσει της οδηγίας 2000/60/ΕΚ υπόκεινται σε εθνικά ΠΠΠ και λογίζονται ως φυσικοχημικά στοιχεία ποιότητας που υποστηρίζουν την αξιολόγηση της οικολογικής κατάστασης στα επιφανειακά ύδατα. Στα υπόγεια ύδατα, τα κράτη μέλη έχουν επίσης τη δυνατότητα να καθορίζουν τις δικές τους ανώτερες αποδεκτές τιμές, ακόμη και για τις τεχνητές συνθετικές ουσίες. Η ευελιξία αυτή οδήγησε σε μη βέλτιστα αποτελέσματα όσον αφορά τη συγκρισιμότητα της κατάστασης των υδατικών συστημάτων μεταξύ των κρατών μελών και την προστασία του περιβάλλοντος. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί διαδικασία που θα επιτρέπει την επίτευξη συμφωνίας σε επίπεδο Ένωσης σχετικά με τα ΠΠΠ και τις ανώτερες αποδεκτές τιμές που πρέπει να εφαρμόζονται για τις εν λόγω ουσίες, εφόσον προσδιορίζονται ως ουσίες εθνικού ενδιαφέροντος, και να δημιουργηθούν αποθετήρια των εφαρμοστέων ΠΠΠ και ανώτερων αποδεκτών τιμών.

(14)Επιπλέον, η ενσωμάτωση των συγκεκριμένων ρύπων λεκανών απορροής ποταμών στον ορισμό της χημικής κατάστασης των επιφανειακών υδάτων εξασφαλίζει μια πιο συντονισμένη, συνεκτική και διαφανή προσέγγιση όσον αφορά την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της χημικής κατάστασης των συστημάτων επιφανειακών υδάτων και των σχετικών πληροφοριών για το κοινό. Επίσης, διευκολύνει μια πιο στοχευμένη προσέγγιση όσον αφορά τον προσδιορισμό και την εφαρμογή μέτρων για την αντιμετώπιση όλων των ζητημάτων που σχετίζονται με τα χημικά προϊόντα με πιο ολιστικό, αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο. Κατά συνέπεια, οι ορισμοί της «οικολογικής κατάστασης» και της «χημικής κατάστασης» θα πρέπει να τροποποιηθούν και το αντικείμενο της «χημικής κατάστασης» θα πρέπει να διευρυνθεί ώστε να καλύπτει επίσης τους συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών, οι οποίοι επί του παρόντος περιλαμβάνονται στον ορισμό της «οικολογικής κατάστασης» στο παράρτημα V της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Ως εκ τούτου, η έννοια των ΠΠΠ για συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών και οι σχετικές διαδικασίες θα πρέπει να συμπεριληφθούν στην οδηγία 2008/105/ΕΚ.

(15)Προκειμένου να εξασφαλιστεί εναρμονισμένη προσέγγιση και ισότιμοι όροι ανταγωνισμού στην Ένωση, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, ώστε να τροποποιεί το μέρος Β του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 2006/118/ΕΚ προσαρμόζοντας τον κατάλογο των ρύπων για τους οποίους τα κράτη μέλη πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο καθορισμού εθνικών ανώτερων αποδεκτών τιμών.

(16)Δεδομένης της ανάγκης ταχείας προσαρμογής στις επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις και διασφάλισης εναρμονισμένης προσέγγισης και ισότιμων όρων ανταγωνισμού στην Ένωση όσον αφορά τους συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, ώστε να προσαρμόζει το παράρτημα II της οδηγίας 2008/105/ΕΚ όσον αφορά τον κατάλογο των κατηγοριών ρύπων που παρατίθεται στο μέρος Α του εν λόγω παραρτήματος και να προσαρμόζει το μέρος Γ του παραρτήματος ΙΙ όσον αφορά τα εναρμονισμένα ΠΠΠ για συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών ή ομάδες αυτών. Τα εν λόγω εναρμονισμένα ΠΠΠ θα πρέπει να εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη κατά την αξιολόγηση της κατάστασης των συστημάτων επιφανειακών υδάτων τους όταν έχει εντοπιστεί κίνδυνος από τους εν λόγω ρύπους.

(17)Η επανεξέταση του καταλόγου των ουσιών προτεραιότητας στο μέρος Α του παραρτήματος I της οδηγίας 2008/105/ΕΚ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αρκετές ουσίες προτεραιότητας δεν προκαλούν πλέον ανησυχία σε επίπεδο Ένωσης και, ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει πλέον να περιλαμβάνονται στο μέρος Α του παραρτήματος I της εν λόγω οδηγίας. Συνεπώς, οι εν λόγω ουσίες θα πρέπει να θεωρούνται συγκεκριμένοι ρύποι λεκανών απορροής ποταμών και να περιλαμβάνονται στο μέρος Γ του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 2008/105/ΕΚ μαζί με τα αντίστοιχα ΠΠΠ τους. Δεδομένου ότι οι εν λόγω ρύποι δεν θεωρείται πλέον ότι προκαλούν ανησυχία σε ολόκληρη την Ένωση, τα ΠΠΠ πρέπει να εφαρμόζονται μόνον όταν οι εν λόγω ρύποι ενδεχομένως εξακολουθούν να προκαλούν ανησυχία σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο.

(18)Προκειμένου να εξασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού και συγκρισιμότητα της κατάστασης των υδατικών συστημάτων μεταξύ των κρατών μελών, είναι αναγκαίο να εναρμονιστούν οι εθνικές ανώτερες αποδεκτές τιμές για ορισμένους ρύπους υπόγειων υδάτων. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να δημιουργηθεί αποθετήριο εναρμονισμένων ανώτερων αποδεκτών τιμών για τους ρύπους υπόγειων υδάτων εθνικού, περιφερειακού ή τοπικού ενδιαφέροντος ως νέο μέρος Δ στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 2006/118/ΕΚ. Οι εναρμονισμένες ανώτερες αποδεκτές τιμές που καθορίζονται στο εν λόγω αποθετήριο χρειάζεται να εφαρμόζονται μόνο στα κράτη μέλη στα οποία οι ρύποι που υπόκεινται στις εν λόγω ανώτερες αποδεκτές τιμές επηρεάζουν την κατάσταση των υπόγειων υδάτων. Για το άθροισμα των δύο συνθετικών ρύπων τριχλωροαιθυλένιο και τετραχλωροαιθυλένιο, είναι αναγκαίο να εναρμονιστούν οι εθνικές ανώτερες αποδεκτές τιμές, δεδομένου ότι δεν εφαρμόζουν όλα τα κράτη μέλη, στα οποία οι εν λόγω ρύποι αποτελούν αντικείμενο ενδιαφέροντος, ανώτερη αποδεκτή τιμή για το άθροισμα των εν λόγω ρύπων και οι καθορισμένες εθνικές ανώτερες αποδεκτές τιμές δεν είναι όλες οι ίδιες. Η εναρμονισμένη ανώτερη αποδεκτή τιμή θα πρέπει να συνάδει με την παραμετρική τιμή που ορίζεται για το άθροισμα των εν λόγω ρύπων στο πόσιμο νερό βάσει της οδηγίας (ΕΕ) 2020/2184.

(19)Προκειμένου να διασφαλιστεί εναρμονισμένη προσέγγιση και ισότιμοι όροι ανταγωνισμού στην Ένωση, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, ώστε να τροποποιεί το μέρος Δ του παραρτήματος II της οδηγίας 2006/118/ΕΚ προκειμένου να προσαρμόσει το αποθετήριο εναρμονισμένων ανώτερων αποδεκτών τιμών όσον αφορά τους ρύπους που περιλαμβάνονται και τις εναρμονισμένες ανώτερες αποδεκτές τιμές στην τεχνική και επιστημονική πρόοδο.

(20)Όλες οι διατάξεις της οδηγίας 2006/118/ΕΚ σχετικά με την αξιολόγηση της χημικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων θα πρέπει να προσαρμοστούν στην εισαγωγή της τρίτης κατηγορίας εναρμονισμένων ανώτερων αποδεκτών τιμών στο μέρος Δ του παραρτήματος ΙΙ της εν λόγω οδηγίας, επιπλέον των προτύπων ποιότητας που ορίζονται στο παράρτημα Ι της εν λόγω οδηγίας και των εθνικών ανώτερων αποδεκτών τιμών που καθορίζονται σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ορίζεται στο μέρος Α του παραρτήματος II της εν λόγω οδηγίας.

(21)Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και συνεκτική λήψη αποφάσεων και να αναπτυχθούν συνέργειες με το έργο που επιτελείται στο πλαίσιο άλλων ενωσιακών νομοθετικών πράξεων για τα χημικά προϊόντα, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων (ECHA) θα πρέπει να έχει μόνιμο και σαφώς καθορισμένο ρόλο στην ιεράρχηση των ουσιών που πρόκειται να συμπεριληφθούν στους καταλόγους επιτήρησης και στους καταλόγους ουσιών των παραρτημάτων I και II της οδηγίας 2008/105/ΕΚ και των παραρτημάτων I και II της οδηγίας 2006/118/ΕΚ, καθώς και στην κατάρτιση κατάλληλων επιστημονικών προτύπων ποιότητας. Η επιτροπή αξιολόγησης κινδύνων (RAC) και η επιτροπή κοινωνικοοικονομικής ανάλυσης (SEAC) του ECHA θα πρέπει να διευκολύνουν με γνωμοδοτήσεις την εκτέλεση ορισμένων καθηκόντων που ανατίθενται στον ECHA. Ο ECHA θα πρέπει επίσης να εξασφαλίσει καλύτερο συντονισμό μεταξύ των διαφόρων νομοθετικών πράξεων για το περιβάλλον μέσω αυξημένης διαφάνειας όσον αφορά τους ρύπους που περιλαμβάνονται σε κατάλογο επιτήρησης ή μέσω της ανάπτυξης ενωσιακών ή εθνικών ΠΠΠ ή ανώτερων αποδεκτών τιμών, μέσω της δημοσιοποίησης των σχετικών επιστημονικών εκθέσεων.

(22)Η αξιολόγηση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι απαιτείται συχνότερη και πιο εξορθολογισμένη ηλεκτρονική υποβολή εκθέσεων για την προώθηση της καλύτερης εφαρμογής και επιβολής της ενωσιακής νομοθεσίας για τα ύδατα. Δεδομένου του ρόλου του όσον αφορά την τακτικότερη παρακολούθηση της κατάστασης της ρύπανσης, όπως περιγράφεται στο σχέδιο δράσης για μηδενική ρύπανση, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (EEA) θα πρέπει να διευκολύνει την εν λόγω συχνότερη και πιο εξορθολογισμένη υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη. Είναι σημαντικό να τίθενται εγκαίρως στη διάθεση του κοινού και της Επιτροπής περιβαλλοντικές πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων της Ένωσης. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής και του EEA τα δεδομένα παρακολούθησης που συλλέγονται στο πλαίσιο της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, χρησιμοποιώντας αυτοματοποιημένους μηχανισμούς υποβολής εκθέσεων και διαβίβασης δεδομένων μέσω διεπαφής προγραμματισμού εφαρμογών (API) ή ανάλογων μηχανισμών. Ο διοικητικός φόρτος αναμένεται να είναι περιορισμένος, καθώς τα κράτη μέλη υποχρεούνται ήδη να δημοσιοποιούν θέματα χωρικών δεδομένων εντός του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 2007/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 59 , καθώς και βάσει της οδηγίας (ΕΕ) 2019/1024 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 60 . Τα εν λόγω θέματα χωρικών δεδομένων περιλαμβάνουν την τοποθεσία και τη λειτουργία των εγκαταστάσεων παρακολούθησης του περιβάλλοντος, τις σχετικές μετρήσεις των εκπομπών και την κατάσταση των περιβαλλοντικών μέσων.

(23)Η καλύτερη ενοποίηση των ροών δεδομένων που υποβάλλονται στον EEA στο πλαίσιο της ενωσιακής νομοθεσίας για τα ύδατα και, ιδίως, των καταλόγων εκπομπών που απαιτούνται από την οδηγία 2008/105/ΕΚ, με τις ροές δεδομένων που υποβάλλονται στη διαδικτυακή πύλη για τις βιομηχανικές εκπομπές δυνάμει της οδηγίας 2010/75/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 166/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 61 , θα καταστήσει απλούστερη και αποτελεσματικότερη την υποβολή δεδομένων καταλόγου σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2008/105/ΕΚ. Ταυτόχρονα, θα μειώσει τον διοικητικό φόρτο και τον φόρτο εργασίας αιχμής κατά την κατάρτιση των σχεδίων διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού. Σε συνδυασμό με την κατάργηση της ενδιάμεσης υποβολής εκθέσεων σχετικά με την πρόοδο των προγραμμάτων μέτρων, η οποία αποδείχθηκε αναποτελεσματική, η εν λόγω απλουστευμένη υποβολή εκθέσεων θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να καταβάλουν περισσότερες προσπάθειες για την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές που δεν καλύπτονται από τη νομοθεσία για τις βιομηχανικές εκπομπές αλλά καλύπτονται από την υποβολή εκθέσεων για τις εκπομπές δυνάμει του άρθρου 5 της οδηγίας 2008/105/ΕΚ.

(24)Η Συνθήκη της Λισαβόνας θέσπισε τη διάκριση μεταξύ των αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή για την έκδοση μη νομοθετικών πράξεων γενικής ισχύος που συμπληρώνουν ή τροποποιούν ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία μιας νομοθετικής πράξης (κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις) και των αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή για την έκδοση πράξεων με σκοπό την εξασφάλιση ενιαίων προϋποθέσεων για την εκτέλεση νομικά δεσμευτικών πράξεων της Ένωσης (εκτελεστικές πράξεις). Οι οδηγίες 2000/60/ΕΚ και 2006/118/ΕΚ θα πρέπει να εναρμονιστούν με το νομικό πλαίσιο που θεσπίστηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας.

(25)Οι εξουσιοδοτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και στο σημείο 1.4.1 ix) του παραρτήματος V της εν λόγω οδηγίας, οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο, πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 290 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι αφορούν προσαρμογές των παραρτημάτων της εν λόγω οδηγίας και τη θέσπιση συμπληρωματικών κανόνων. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να μετατραπούν σε εξουσιοδοτήσεις της Επιτροπής να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις.

(26)Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2006/118/ΕΚ, το οποίο προβλέπει τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο, πληροί τα κριτήρια του άρθρου 290 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι αφορά προσαρμογές των παραρτημάτων της εν λόγω οδηγίας. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να μετατραπεί σε εξουσιοδότηση της Επιτροπής να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις.

(27)Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις εργασίες προπαρασκευής κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι δε διαβουλεύσεις να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου. Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

(28)Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 3 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, το οποίο προβλέπει τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο, πληροί τα κριτήρια του άρθρου 290 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι αφορά την έγκριση τεχνικών προδιαγραφών και τυποποιημένων μεθόδων για την ανάλυση και την παρακολούθηση της κατάστασης των υδάτων και, ως εκ τούτου, αποσκοπεί στη θέσπιση ενιαίων προϋποθέσεων για την εναρμονισμένη εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να μετατραπεί σε εξουσιοδότηση της Επιτροπής να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συγκρισιμότητα των δεδομένων, η εξουσιοδότηση θα πρέπει επίσης να επεκταθεί ώστε να περιλαμβάνει τον καθορισμό μορφοτύπων για την υποβολή δεδομένων παρακολούθησης και κατάστασης σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4. Οι αρμοδιότητες που ανατίθενται στην Επιτροπή θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 62 .

(29)Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι για την εφαρμογή της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή για την έγκριση τεχνικών μορφοτύπων για την υποβολή δεδομένων παρακολούθησης και κατάστασης των υδάτων σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(30)Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι για την εφαρμογή της οδηγίας 2008/105/ΕΚ, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή για την έγκριση τυποποιημένων μορφοτύπων για την υποβολή εκθέσεων στον EEA σχετικά με τις εκπομπές από σημειακές πηγές που δεν καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΕ) .../... του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 63 +. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(31)Είναι αναγκαίο να ληφθεί υπόψη η επιστημονική και τεχνική πρόοδος στον τομέα της παρακολούθησης της κατάστασης των υδατικών συστημάτων σύμφωνα με τις απαιτήσεις παρακολούθησης που ορίζονται στο παράρτημα V της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν δεδομένα και υπηρεσίες από τεχνολογίες τηλεπισκόπησης, γεωσκόπηση (υπηρεσίες Copernicus), επιτόπιους αισθητήρες και συσκευές, ή επιστημονικά δεδομένα πολιτών, αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που προσφέρει η τεχνητή νοημοσύνη και η προηγμένη ανάλυση και επεξεργασία δεδομένων.

(32)Δεδομένης της αύξησης των απρόβλεπτων καιρικών φαινομένων, ιδίως των ακραίων πλημμυρών και των παρατεταμένων ξηρασιών, καθώς και των σημαντικών περιστατικών ρύπανσης που προκαλούν ή επιδεινώνουν τη διασυνοριακή τυχαία ρύπανση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να διασφαλίζουν ότι παρέχεται άμεση ενημέρωση σχετικά με τέτοια περιστατικά σε άλλα κράτη μέλη που ενδέχεται να επηρεαστούν και ότι συνεργάζονται αποτελεσματικά με τα κράτη μέλη που ενδέχεται να επηρεαστούν για τον μετριασμό των επιπτώσεων του συμβάντος ή του περιστατικού. Είναι επίσης αναγκαίο να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και να εξορθολογιστούν οι διαδικασίες διασυνοριακής συνεργασίας σε περίπτωση πιο διαρθρωτικών, δηλαδή μακροχρόνιων και μη τυχαίων, διασυνοριακών ζητημάτων, τα οποία δεν μπορούν να επιλυθούν σε επίπεδο κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 12 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Σε περίπτωση που απαιτείται ευρωπαϊκή συνδρομή, οι αρμόδιες εθνικές αρχές μπορούν να αποστέλλουν αιτήματα συνδρομής στο Κέντρο συντονισμού αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών της Επιτροπής, το οποίο θα συντονίζει πιθανές προσφορές βοήθειας και την υλοποίησή τους μέσω του μηχανισμού πολιτικής προστασίας της Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 15 της απόφασης αριθ. 1313/2013/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 64 .

(33)Συνεπώς, οι οδηγίες 2000/60/ΕΕ, 2006/118/ΕΚ και 2008/105/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως.

(34)Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η διασφάλιση υψηλού επιπέδου περιβαλλοντικής προστασίας και η βελτίωση της ποιότητας περιβάλλοντος των γλυκών υδάτων της Ένωσης, δεν δύνανται να επιτευχθούν επαρκώς μόνο από τα κράτη μέλη αλλά, λόγω της διασυνοριακής φύσης της ρύπανσης των υδάτων, μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίζει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη αυτών των στόχων,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2000/60/ΕΚ

Η οδηγία 2000/60/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)στο άρθρο 1, η τέταρτη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«— στην επίτευξη των στόχων των σχετικών διεθνών συμφωνιών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αποσκοπούν στην πρόληψη και την εξάλειψη της ρύπανσης του θαλάσσιου περιβάλλοντος, με ενωσιακή δράση για την παύση ή τη σταδιακή εξάλειψη των απορρίψεων, εκπομπών και διαρροών επικίνδυνων ουσιών προτεραιότητας, με απώτατο στόχο να επιτευχθούν συγκεντρώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον οι οποίες, για μεν τις φυσικώς απαντώμενες ουσίες να πλησιάζουν το φυσικό βασικό επίπεδο, για δε τις τεχνητές συνθετικές ουσίες να είναι σχεδόν μηδενικές.»·

2)το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)το σημείο 24 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«24. “Καλή χημική κατάσταση επιφανειακών υδάτων”: η χημική κατάσταση που απαιτείται για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων για τα επιφανειακά ύδατα, οι οποίοι καθορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η χημική κατάσταση που έχει επιτύχει ένα σύστημα επιφανειακών υδάτων, στο οποίο οι συγκεντρώσεις ρύπων δεν υπερβαίνουν τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος για τις ουσίες προτεραιότητας που απαριθμούνται στο μέρος Α του παραρτήματος I της οδηγίας 2008/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου* και τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος για τους συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και το άρθρο 8δ παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας.»·

β)το σημείο 30 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«30. “Ουσίες προτεραιότητας”: οι ουσίες που απαριθμούνται στο μέρος Α του παραρτήματος I της οδηγίας 2008/105/ΕΚ, δηλαδή ουσίες που παρουσιάζουν σημαντικό κίνδυνο για το υδάτινο περιβάλλον ή μέσω αυτού σε μεγάλο ποσοστό κρατών μελών.»·

γ)παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία 30α και 30β:

«30α. “Επικίνδυνες ουσίες προτεραιότητας”: ουσίες προτεραιότητας που χαρακτηρίζονται “επικίνδυνες” με βάση το γεγονός ότι αναγνωρίζονται σε επιστημονικές εκθέσεις, στη σχετική νομοθεσία της Ένωσης ή σε σχετικές διεθνείς συμφωνίες ως τοξικές, ανθεκτικές και βιοσυσσωρεύσιμες ή ως ουσίες που προκαλούν ισοδύναμο επίπεδο ανησυχίας, όταν η ανησυχία αυτή αφορά το υδάτινο περιβάλλον.

30β. “Συγκεκριμένοι ρύποι λεκανών απορροής ποταμών”: ρύποι που δεν προσδιορίζονται ή δεν προσδιορίζονται πλέον ως ουσίες προτεραιότητας, αλλά τους οποίους τα κράτη μέλη έχουν προσδιορίσει, βάσει της εκτίμησης των πιέσεων και των επιπτώσεων στα επιφανειακά υδατικά συστήματα που διενεργείται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ της παρούσας οδηγίας, ως ρύπους που ενέχουν σημαντικό κίνδυνο για το υδάτινο περιβάλλον ή μέσω αυτού εντός του εδάφους τους.»·

δ)το σημείο 35 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«35. “πρότυπο ποιότητας περιβάλλοντος”: η συγκέντρωση συγκεκριμένου ρύπου ή ομάδας ρύπων στα ύδατα, στα ιζήματα ή στους ζωντανούς οργανισμούς, η οποία δεν πρέπει να υπερβαίνεται προκειμένου να προστατεύεται η ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, ή η τιμή ενεργοποίησης για τις δυσμενείς επιπτώσεις ενός τέτοιου ρύπου ή ομάδας ρύπων στην ανθρώπινη υγεία ή στο περιβάλλον, μετρούμενη με κατάλληλη μέθοδο βάσει επιπτώσεων.»·

                       

* Οδηγία 2008/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης των επιφανειακών υδάτων και σχετικά με την τροποποίηση και τη συνακόλουθη κατάργηση των οδηγιών του Συμβουλίου 82/176/ΕΟΚ, 83/513/ΕΟΚ, 84/156/ΕΟΚ, 84/491/ΕΟΚ και 86/280/ΕΟΚ και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 84).»·

3)στο άρθρο 3 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4α:

«4α. Σε περίπτωση εξαιρετικών περιστάσεων φυσικής προέλευσης ή ανωτέρας βίας, ιδίως ακραίων πλημμυρών και παρατεταμένων ξηρασιών, ή σημαντικών περιστατικών ρύπανσης, οι οποίες / τα οποία θα μπορούσαν να επηρεάσουν κατάντη υδατικά συστήματα που βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές για τα κατάντη υδατικά συστήματα στα εν λόγω κράτη μέλη, καθώς και η Επιτροπή, ενημερώνονται αμέσως και ότι εξασφαλίζεται η αναγκαία συνεργασία για τη διερεύνηση των αιτίων και την αντιμετώπιση των συνεπειών των εξαιρετικών περιστάσεων ή περιστατικών.»·

4)το άρθρο 4 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)στο στοιχείο α), το σημείο iv) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«iv) τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα αναγκαία μέτρα για τη σταδιακή μείωση της ρύπανσης από ουσίες προτεραιότητας και συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών, καθώς και για την παύση ή τη σταδιακή εξάλειψη των εκπομπών, των απορρίψεων και των διαρροών επικίνδυνων ουσιών προτεραιότητας.»· 

β)στο στοιχείο β) σημείο iii), το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα μέτρα για την αναστροφή των τάσεων εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2006/118/ΕΚ και το παράρτημα IV της εν λόγω οδηγίας, υπό την προϋπόθεση της εφαρμογής των παραγράφων 6 και 7 του παρόντος άρθρου και με την επιφύλαξη της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου.»·

5)στο άρθρο 7, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Για κάθε υδατικό σύστημα που προσδιορίζεται κατά την παράγραφο 1, επιπλέον της τήρησης των στόχων του άρθρου 4 σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας για τα συστήματα επιφανειακών υδάτων, συμπεριλαμβανομένων των προτύπων ποιότητας που καθορίζονται σε επίπεδο Ένωσης, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, υπό το εφαρμοζόμενο καθεστώς επεξεργασίας του ύδατος και σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία, το ύδωρ που προκύπτει πληροί τις απαιτήσεις της οδηγίας (ΕΕ) 2020/2184 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*.

               

* Οδηγία (ΕΕ) 2020/2184 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2020, σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης (ΕΕ L 435 της 23.12.2020, σ. 1).»·

6)το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό τεχνικών προδιαγραφών και τυποποιημένων μεθόδων για την ανάλυση και την παρακολούθηση της κατάστασης των υδάτων σύμφωνα με το παράρτημα V και για τον καθορισμό μορφοτύπων για την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τα δεδομένα παρακολούθησης και κατάστασης σύμφωνα με την παράγραφο 4. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 2.»·

β)προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 4 και 5:

«4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα διαθέσιμα ατομικά δεδομένα παρακολούθησης που συλλέγονται σύμφωνα με το σημείο 1.3.4 του παραρτήματος V και η προκύπτουσα κατάσταση σύμφωνα με το παράρτημα V διατίθενται στο κοινό και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος (EEA) τουλάχιστον μία φορά ετησίως, σε ηλεκτρονική μορφή και σε μηχαναγνώσιμο μορφότυπο, σύμφωνα με την οδηγία 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*, την οδηγία 2007/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου** και την οδηγία (ΕΕ) 2019/1024 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου***. Για τους σκοπούς αυτούς, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τους μορφότυπους που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

5. Ο EEA διασφαλίζει ότι οι πληροφορίες που καθίστανται διαθέσιμες σύμφωνα με την παράγραφο 4 υποβάλλονται σε τακτική επεξεργασία και ανάλυση με σκοπό να καταστούν διαθέσιμες, μέσω σχετικών πυλών της Ένωσης, για περαιτέρω χρήση από την Επιτροπή και τους αρμόδιους οργανισμούς της Ένωσης και προκειμένου να παρέχονται στην Επιτροπή, στα κράτη μέλη και στο κοινό επικαιροποιημένες, αντικειμενικές, αξιόπιστες και συγκρίσιμες πληροφορίες, ιδίως σχετικά με την κατάσταση, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 401/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου****.

                       

* Οδηγία 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες και για την κατάργηση της οδηγίας 90/313/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 41 της 14.2.2003, σ. 26).

** Οδηγία 2007/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2007, για τη δημιουργία υποδομής χωρικών πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (INSPIRE) (ΕΕ L 108 της 25.4.2007, σ. 1).

*** Οδηγία (ΕΕ) 2019/1024 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για τα ανοικτά δεδομένα και την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα (ΕΕ L 172 της 26.6.2019, σ. 56).

**** Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 401/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, για τον ευρωπαϊκό οργανισμό περιβάλλοντος και το ευρωπαϊκό δίκτυο πληροφοριών και παρατηρήσεων σχετικά με το περιβάλλον (ΕΕ L 126 της 21.5.2009, σ. 13).»·

7)το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Για τους σκοπούς της συμμόρφωσης με τους στόχους, τα πρότυπα ποιότητας και τις ανώτερες αποδεκτές τιμές που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη θέσπιση και την εφαρμογή των ακόλουθων:

α) ελέγχων εκπομπών βάσει των καλύτερων διαθέσιμων τεχνικών·

β) σχετικών οριακών τιμών εκπομπής·

γ) στην περίπτωση διάχυτων επιπτώσεων, ελέγχων, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των βέλτιστων περιβαλλοντικών πρακτικών που ορίζονται:

στην οδηγία 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*,

στην οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου**,

στην οδηγία 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου***,

στην οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου****,

σε οποιαδήποτε άλλη νομοθετική πράξη της Ένωσης που αφορά την αντιμετώπιση της ρύπανσης από σημειακές ή διάχυτες πηγές.

               

               

* Οδηγία 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη ορθολογικής χρήσης των γεωργικών φαρμάκων (ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 71).

** Οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, περί βιομηχανικών εκπομπών (ΕΕ L 334 της 17.12.2010, σ. 17).

*** Οδηγία 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (ΕΕ L 135 της 30.5.1991, σ. 40).

**** Οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης (ΕΕ L 375 της 31.12.1991, σ. 1).»·

β)η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Όταν ένας στόχος ποιότητας, ένα πρότυπο ποιότητας ή μια ανώτερη αποδεκτή τιμή, είτε έχει καθοριστεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή τις οδηγίες 2006/118/ΕΚ ή 2008/105/ΕΚ είτε σύμφωνα με οποιοδήποτε άλλο ενωσιακό νομοθέτημα, απαιτεί αυστηρότερους όρους από εκείνους που θα προέκυπταν από την εφαρμογή της παραγράφου 2, καθορίζονται αναλόγως και αυστηρότεροι έλεγχοι εκπομπών.»·

8)στο άρθρο 11 παράγραφος 3, το στοιχείο ια) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ια) σε μέτρα για την εξάλειψη της ρύπανσης των επιφανειακών υδάτων από τις επικίνδυνες ουσίες προτεραιότητας και για την προοδευτική μείωση της ρύπανσης από άλλες ουσίες που σε αντίθετη περίπτωση δεν θα επέτρεπαν στα κράτη μέλη να επιτύχουν τους περιβαλλοντικούς στόχους για τα συστήματα επιφανειακών υδάτων που καθορίζονται στο άρθρο 4·»·

9)το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 12

 Ζητήματα που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν σε επίπεδο κράτους μέλους

1. Όταν ένα κράτος μέλος εντοπίσει ζήτημα που έχει επιπτώσεις στη διαχείριση των υδάτων του αλλά δεν είναι δυνατόν να επιλυθεί από το εν λόγω κράτος μέλος, αναφέρει το ζήτημα στην Επιτροπή και σε οποιοδήποτε άλλο εμπλεκόμενο κράτος μέλος και προβαίνει σε συστάσεις για την επίλυσή του.

2. Τα εμπλεκόμενα κράτη μέλη συνεργάζονται για τον προσδιορισμό των αιτιών των ζητημάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και των μέτρων που απαιτούνται για την αντιμετώπισή τους.

Τα κράτη μέλη απαντούν στα μεταξύ τους αιτήματα εγκαίρως και το αργότερο εντός 3 μηνών από την κοινοποίηση από άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με την παράγραφο 1.

3. Η Επιτροπή ενημερώνεται και καλείται να παραστεί σε κάθε συνεργασία που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Ανάλογα με την περίπτωση, η Επιτροπή εξετάζει, αφού λάβει υπόψη τις εκθέσεις που συντάσσονται βάσει του άρθρου 13, αν χρειάζεται περαιτέρω δράση σε ενωσιακό επίπεδο για να μειωθούν οι διασυνοριακές επιπτώσεις στα υδατικά συστήματα.»·

10)στο άρθρο 15, η παράγραφος 3 απαλείφεται·

11)τα άρθρα 16 και 17 απαλείφονται·

12)το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α)στην παράγραφο 2, το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε) περίληψη τυχόν προτάσεων, μέτρων ελέγχου και στρατηγικών για τον έλεγχο της χημικής ρύπανσης ή την παύση ή τη σταδιακή κατάργηση των επικίνδυνων ουσιών·»· 

β)η παράγραφος 4 απαλείφεται· 

13)το άρθρο 20 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 20

Τεχνικές προσαρμογές και εφαρμογή της παρούσας οδηγίας

«1. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 20α για την τροποποίηση των παραρτημάτων I και III και του σημείου 1.3.6 του παραρτήματος V με σκοπό την προσαρμογή των απαιτήσεων πληροφοριών σχετικά με τις αρμόδιες αρχές, του περιεχομένου της οικονομικής ανάλυσης και των επιλεγμένων προτύπων παρακολούθησης, αντίστοιχα, στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο.

2. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 20α για τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με τον προσδιορισμό των τιμών που καθορίζονται για τις ταξινομήσεις των συστημάτων παρακολούθησης των κρατών μελών σύμφωνα με τη διαδικασία διαβαθμονόμησης που ορίζεται στο σημείο 1.4.1 του παραρτήματος V.

3. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των τεχνικών μορφοτύπων για τη διαβίβαση των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 4. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 2. Κατά τον καθορισμό των εν λόγω μορφοτύπων, η Επιτροπή επικουρείται, εφόσον απαιτείται, από τον EEA.»·

14)παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 20α:

«Άρθρο 20α

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2. Η προβλεπόμενη στο άρθρο 20 παράγραφος 1 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από τις [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = η ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας].

3. Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4. Πριν εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, της 13ης Απριλίου 2016.

5. Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 20 παράγραφος 1 τίθεται σε ισχύ μόνο αν δεν διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα κοινοποίησης της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η προθεσμία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»·

15)το άρθρο 21 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 21

Διαδικασία επιτροπής

1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*.

2. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Εάν η εν λόγω επιτροπή δεν διατυπώσει γνώμη, η Επιτροπή δεν εκδίδει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης και εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

                       

* Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»·

16)στο άρθρο 22, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

 «4. Οι περιβαλλοντικοί στόχοι του άρθρου 4, τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος που ορίζονται στο μέρος Α του παραρτήματος I της οδηγίας 2008/105/ΕΚ και οι ανώτερες αποδεκτές τιμές για τους συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών που καθορίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 8δ της εν λόγω οδηγίας θεωρούνται πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος για τους σκοπούς της οδηγίας 2010/75/ΕΕ.»·

17)το παράρτημα V τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα I της παρούσας οδηγίας·

18)το μέρος Α του παραρτήματος VII σημείο 7.7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.7. Περίληψη των μέτρων που λαμβάνονται για τη μείωση των εκπομπών ουσιών προτεραιότητας και τη σταδιακή εξάλειψη των εκπομπών επικίνδυνων ουσιών προτεραιότητας.»·

19)το παράρτημα VIII τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα II της παρούσας οδηγίας·

20)το παράρτημα X απαλείφεται.

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2006/118/ΕΚ

Η οδηγία 2006/118/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οδηγία 2006/118/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης των υπόγειων υδάτων»·

2)στο άρθρο 1, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Η παρούσα οδηγία θεσπίζει ειδικά μέτρα για την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης των υπόγειων υδάτων με σκοπό την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται:

α) κριτήρια αξιολόγησης της καλής χημικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων·

β) κριτήρια για τον εντοπισμό και την αναστροφή σημαντικών και διατηρούμενων ανοδικών τάσεων μεταβολής και κριτήρια για τον καθορισμό σημείων εκκίνησης για την αναστροφή των τάσεων.»·

3)στο άρθρο 2, το σημείο 2) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2) “ανώτερη αποδεκτή τιμή”: πρότυπο ποιότητας υπόγειων υδάτων που θεσπίζεται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή σε επίπεδο Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3,»· 

4)το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο γ):

«γ) ανώτερες αποδεκτές τιμές που καθορίζονται σε επίπεδο Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 και απαριθμούνται στο μέρος Δ του παραρτήματος II της παρούσας οδηγίας.»·

β)η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Οι ανώτερες αποδεκτές τιμές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) μπορούν να ορίζονται σε εθνικό επίπεδο, στο επίπεδο της περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού ή του τμήματος της περιοχής λεκάνης απορροής διεθνούς ποταμού που βρίσκεται εντός του εδάφους ενός κράτους μέλους, ή στο επίπεδο ενός συστήματος ή ομάδας συστημάτων υπόγειων υδάτων.»·

γ)η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Όλες οι ανώτερες αποδεκτές τιμές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δημοσιεύονται στα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού, τα οποία καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, μαζί με σύνοψη των πληροφοριών που προβλέπονται στο μέρος Γ του παραρτήματος ΙΙ της παρούσας οδηγίας.

Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA), έως τις [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = η πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται 18 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], τις εθνικές ανώτερες αποδεκτές τιμές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β). Ο ECHA δημοσιοποιεί τις εν λόγω πληροφορίες.»·

δ)στην παράγραφο 6, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη τροποποιούν τον κατάλογο των ανώτερων αποδεκτών τιμών που εφαρμόζουν στο έδαφός τους οσάκις, σύμφωνα με νέες πληροφορίες σχετικά με ρύπους, ομάδες ρύπων ή δείκτες ρύπανσης, χρειάζεται να οριστεί ανώτερη αποδεκτή τιμή για πρόσθετη ουσία, να τροποποιηθεί υφιστάμενη ανώτερη αποδεκτή τιμή ή να προστεθεί εκ νέου ανώτερη αποδεκτή τιμή που είχε διαγραφεί από τον κατάλογο. Εάν καθορίζονται ή τροποποιούνται σχετικές ανώτερες αποδεκτές τιμές σε επίπεδο Ένωσης, τα κράτη μέλη προσαρμόζουν με βάση τις εν λόγω τιμές τον κατάλογο των ανώτερων αποδεκτών τιμών που εφαρμόζονται στο έδαφός τους. »·

5)στο άρθρο 4 παράγραφος 2, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β) δεν παρατηρείται, σε κανένα σημείο ελέγχου του εν λόγω συστήματος ή ομάδας συστημάτων υπογείων υδάτων, υπέρβαση των τιμών των προτύπων ποιότητας για τα υπόγεια ύδατα που παρατίθενται στο παράρτημα Ι και των ανώτερων αποδεκτών τιμών που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ), ή»·

6)παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 6α:

«Άρθρο 6α

Κατάλογος επιτήρησης

1. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει, λαμβάνοντας υπόψη τις επιστημονικές εκθέσεις που καταρτίζει ο ECHA, εκτελεστικές πράξεις για την κατάρτιση καταλόγου επιτήρησης των ουσιών για τις οποίες τα κράτη μέλη πρέπει να συλλέγουν δεδομένα παρακολούθησης σε επίπεδο Ένωσης και να καθορίζει τους μορφότυπους που πρέπει να χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη για την υποβολή των αποτελεσμάτων της εν λόγω παρακολούθησης και των σχετικών πληροφοριών στην Επιτροπή. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2.

Στον κατάλογο επιτήρησης περιλαμβάνονται έως πέντε ουσίες ή ομάδες ουσιών και αναφέρονται οι υλικοί φορείς παρακολούθησης και οι πιθανές μέθοδοι ανάλυσης για κάθε ουσία. Οι εν λόγω υλικοί φορείς και μέθοδοι παρακολούθησης δεν συνεπάγονται υπερβολικό κόστος για τις αρμόδιες αρχές. Οι ουσίες που πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο επιτήρησης επιλέγονται μεταξύ εκείνων για τις οποίες τα διαθέσιμα στοιχεία καταδεικνύουν ότι ενδέχεται να συνιστούν σημαντικό κίνδυνο σε επίπεδο Ένωσης για το υδάτινο περιβάλλον ή μέσω αυτού και για τις οποίες τα στοιχεία παρακολούθησης είναι ανεπαρκή. Ο εν λόγω κατάλογος επιτήρησης περιλαμβάνει ουσίες που αρχίζουν να προκαλούν ανησυχία.

Μόλις προσδιοριστούν κατάλληλες μέθοδοι παρακολούθησης για τα μικροπλαστικά και για επιλεγμένα γονίδια μικροβιακής αντοχής, οι ουσίες αυτές προστίθενται στον κατάλογο επιτήρησης.

Ο ECHA καταρτίζει επιστημονικές εκθέσεις για να βοηθήσει την Επιτροπή στην επιλογή των ουσιών για τον κατάλογο επιτήρησης, λαμβάνοντας υπόψη τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)το παράρτημα I της οδηγίας 2008/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου* και τα αποτελέσματα της πλέον πρόσφατης επανεξέτασης του εν λόγω παραρτήματος·

β)τους καταλόγους επιτήρησης που καταρτίζονται σύμφωνα με την οδηγία 2008/105/ΕΚ και την οδηγία (ΕΕ) 2020/2184 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου**·

γ)τις απαιτήσεις για την αντιμετώπιση της ρύπανσης του εδάφους, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών δεδομένων παρακολούθησης·

δ)τον χαρακτηρισμό των περιοχών λεκάνης απορροής ποταμού από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και τα αποτελέσματα των προγραμμάτων παρακολούθησης που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 8 της εν λόγω οδηγίας·

ε)πληροφορίες σχετικά με τους όγκους παραγωγής, τα πρότυπα χρήσης, τις εγγενείς ιδιότητες (συμπεριλαμβανομένης της κινητικότητας στο έδαφος και, κατά περίπτωση, του μεγέθους των σωματιδίων), τις συγκεντρώσεις στο περιβάλλον και τις δυσμενείς επιπτώσεις μιας συγκεκριμένης ουσίας ή ομάδας ουσιών στην ανθρώπινη υγεία και στο υδάτινο περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που συλλέγονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου***, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου****, τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*****, τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/6 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου******, την οδηγία 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου******* και την οδηγία 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου********·

στ)ερευνητικά έργα και επιστημονικές δημοσιεύσεις, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τάσεις μεταβολής και προβλέψεις βάσει μοντελοποίησης ή άλλων εκτιμήσεων πρόβλεψης και δεδομένων και πληροφοριών από τεχνολογίες τηλεπισκόπησης, γεωσκόπησης (υπηρεσίες Copernicus), επιτόπιων αισθητήρων και συσκευών, ή επιστημονικών δεδομένων πολιτών, αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που προσφέρει η τεχνητή νοημοσύνη και η προηγμένη ανάλυση και επεξεργασία δεδομένων·

ζ)συστάσεις από τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Ο ECHA εκπονεί ανά τριετία έκθεση στην οποία συνοψίζονται τα πορίσματα των επιστημονικών εκθέσεων που καταρτίζονται δυνάμει του τέταρτου εδαφίου και δημοσιοποιεί την εν λόγω έκθεση. Η πρώτη έκθεση καθίσταται διαθέσιμη έως τις X [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = η πρώτη ημέρα του εικοστού πρώτου μήνα μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας].

2. Ο πρώτος κατάλογος επιτήρησης καταρτίζεται έως τις ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = η πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται 24 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας]. Ο κατάλογος επιτήρησης επικαιροποιείται στη συνέχεια κάθε 36 μήνες.

Κατά την επικαιροποίηση του καταλόγου επιτήρησης, η Επιτροπή αφαιρεί από τον υφιστάμενο κατάλογο επιτήρησης κάθε ουσία ή ομάδα ουσιών για την οποία θεωρεί ότι είναι δυνατόν να εκτιμηθεί ο κίνδυνος για το υδάτινο περιβάλλον χωρίς πρόσθετα δεδομένα παρακολούθησης. Κατά την επικαιροποίηση του καταλόγου επιτήρησης, μια μεμονωμένη ουσία ή ομάδα ουσιών μπορεί να παραμείνει στον κατάλογο επιτήρησης για ακόμα μία τριετή περίοδο όταν απαιτούνται πρόσθετα δεδομένα παρακολούθησης για την αξιολόγηση του κινδύνου για το υδάτινο περιβάλλον. Ο επικαιροποιημένος κατάλογος επιτήρησης περιλαμβάνει επίσης μία ή περισσότερες πρόσθετες ουσίες για τις οποίες η Επιτροπή θεωρεί, λαμβάνοντας υπόψη τις επιστημονικές εκθέσεις του ECHA, ότι ενδέχεται να υπάρχει κίνδυνος για το υδάτινο περιβάλλον.

3. Τα κράτη μέλη παρακολουθούν κάθε ουσία ή ομάδα ουσιών που περιλαμβάνεται στον κατάλογο επιτήρησης σε επιλεγμένους αντιπροσωπευτικούς σταθμούς παρακολούθησης για περίοδο τουλάχιστον 24 μηνών. Η περίοδος παρακολούθησης αρχίζει εντός έξι μηνών από την κατάρτιση του καταλόγου επιτήρησης.

Κάθε κράτος μέλος επιλέγει τουλάχιστον έναν σταθμό παρακολούθησης, συν τον αριθμό των σταθμών που ισούται με το πηλίκο της συνολικής έκτασης, σε km², των συστημάτων υπόγειων υδάτων του διαιρούμενης διά του 60 000 (στρογγυλοποιημένο στον πλησιέστερο ακέραιο).

Κατά την επιλογή των αντιπροσωπευτικών σταθμών παρακολούθησης, της συχνότητας παρακολούθησης και του εποχιακού χρονοδιαγράμματος για κάθε ουσία ή ομάδα ουσιών, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τα πρότυπα χρήσης και την πιθανή εμφάνιση της ουσίας ή της ομάδας ουσιών. Η παρακολούθηση πρέπει να διενεργείται τουλάχιστον μία φορά ετησίως.

Όταν ένα κράτος μέλος είναι σε θέση να παράγει επαρκή, συγκρίσιμα, αντιπροσωπευτικά και πρόσφατα δεδομένα παρακολούθησης για μια συγκεκριμένη ουσία ή ομάδα ουσιών από υφιστάμενα προγράμματα ή μελέτες παρακολούθησης, μπορεί να αποφασίσει να μην προβεί σε πρόσθετη παρακολούθηση στο πλαίσιο του μηχανισμού καταλόγου επιτήρησης για την εν λόγω ουσία ή ομάδα ουσιών, υπό την προϋπόθεση ότι η ουσία ή η ομάδα ουσιών παρακολουθείται με τη χρήση μεθοδολογίας που συμμορφώνεται με τους υλικούς φορείς παρακολούθησης και τις μεθόδους ανάλυσης που αναφέρονται στην εκτελεστική πράξη για την κατάρτιση του καταλόγου επιτήρησης.

4. Τα κράτη μέλη καθιστούν διαθέσιμα τα αποτελέσματα της παρακολούθησης που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και με την εκτελεστική πράξη για την κατάρτιση του καταλόγου επιτήρησης, όπως εγκρίθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 1. Παρέχουν επίσης πληροφορίες σχετικά με την αντιπροσωπευτικότητα των σταθμών παρακολούθησης και τη στρατηγική παρακολούθησης.

5. Ο ECHA επανεξετάζει τα αποτελέσματα της παρακολούθησης στο τέλος της 24μηνης περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 3 και κρίνει ποιες ουσίες ή ομάδες ουσιών πρέπει να παρακολουθούνται για ακόμα μία περίοδο 24 μηνών και, ως εκ τούτου, πρέπει να παραμείνουν στον κατάλογο επιτήρησης, και ποιες ουσίες ή ομάδες ουσιών μπορούν να διαγραφούν από τον κατάλογο επιτήρησης.

Όταν η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη την κρίση του ECHA που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν απαιτείται περαιτέρω παρακολούθηση για την περαιτέρω εκτίμηση του κινδύνου για το υδάτινο περιβάλλον, το συμπέρασμα αυτό λαμβάνεται υπόψη κατά την επανεξέταση του παραρτήματος I ή II που αναφέρεται στο άρθρο 8.

                       

                   

* Οδηγία 2008/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης των επιφανειακών υδάτων καθώς και σχετικά με την τροποποίηση και τη συνακόλουθη κατάργηση των οδηγιών του Συμβουλίου 82/176/ΕΟΚ, 83/513/ΕΟΚ, 84/156/ΕΟΚ, 84/491/ΕΟΚ και 86/280/ΕΟΚ και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 84).

** Οδηγία (ΕΕ) 2020/2184 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2020, σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης (ΕΕ L 435 της 23.12.2020, σ. 1).

*** Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1).

**** Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά (ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 1).

***** Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1).

****** Κανονισμός (ΕΕ) 2019/6 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τα κτηνιατρικά φάρμακα (ΕΕ L 4 της 7.1.2019, σ. 43).

******* Οδηγία 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση (ΕΕ L 311 της 28.11.2001, σ. 67).

******** Οδηγία 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη ορθολογικής χρήσης των γεωργικών φαρμάκων (ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 71).»·

7)το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

Επανεξέταση των παραρτημάτων I έως IV

1. Η Επιτροπή επανεξετάζει, για πρώτη φορά έως τις... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = έξι έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας] και στη συνέχεια ανά εξαετία, τον κατάλογο ρύπων που παρατίθεται στο παράρτημα Ι και τα πρότυπα ποιότητας για τους εν λόγω ρύπους που ορίζονται στο εν λόγω παράρτημα, καθώς και τον κατάλογο ρύπων και δεικτών που παρατίθεται στο μέρος Β του παραρτήματος ΙΙ.

2. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 8α, για την τροποποίηση του παραρτήματος Ι με σκοπό την προσαρμογή του στην τεχνική και επιστημονική πρόοδο με την προσθήκη ή την αφαίρεση ρύπων υπόγειων υδάτων και προτύπων ποιότητας για τους ρύπους που ορίζονται στο εν λόγω παράρτημα και για την τροποποίηση του μέρους Β με σκοπό την προσαρμογή του στην τεχνική και επιστημονική πρόοδο με την προσθήκη ρύπων ή δεικτών για τους οποίους τα κράτη μέλη πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο θέσπισης εθνικών ανώτερων αποδεκτών τιμών.

3. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 8α, για την τροποποίηση του μέρους Δ του παραρτήματος ΙΙ με σκοπό την προσαρμογή του στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο με την προσθήκη ή την τροποποίηση εναρμονισμένων ανώτερων αποδεκτών τιμών για έναν ή περισσότερους ρύπους που απαριθμούνται στο μέρος Β του εν λόγω παραρτήματος.

4. Κατά την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις επιστημονικές εκθέσεις που εκπονεί ο ECHA σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου.

5. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 8α για την τροποποίηση των μερών Α και Γ του παραρτήματος ΙΙ και των παραρτημάτων III και IV, για την προσαρμογή τους στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο.

6. Για να συνδράμει την Επιτροπή στην επανεξέταση των παραρτημάτων Ι και ΙΙ, ο ECHA καταρτίζει επιστημονικές εκθέσεις. Οι εν λόγω εκθέσεις λαμβάνουν υπόψη τα ακόλουθα:

α) τη γνώμη της επιτροπής αξιολόγησης κινδύνων και της επιτροπής κοινωνικοοικονομικής ανάλυσης του ECHA·

β) τα αποτελέσματα των προγραμμάτων παρακολούθησης που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ·

γ) τα δεδομένα παρακολούθησης που συλλέγονται σύμφωνα με το άρθρο 6α παράγραφος 4 της παρούσας οδηγίας·

δ) το αποτέλεσμα των επανεξετάσεων των παραρτημάτων της οδηγίας 2008/105/ΕΚ και της οδηγίας (ΕΕ) 2020/2184·

ε) πληροφορίες και απαιτήσεις για την αντιμετώπιση της ρύπανσης του εδάφους·

στ) ερευνητικά προγράμματα και επιστημονικές δημοσιεύσεις της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών που προέρχονται από τεχνολογίες τηλεπισκόπησης, γεωσκόπηση (υπηρεσίες Copernicus), επιτόπιους αισθητήρες και συσκευές και/ή επιστημονικά δεδομένα πολιτών, αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που προσφέρει η τεχνητή νοημοσύνη, η προηγμένη ανάλυση και επεξεργασία δεδομένων·

ζ) παρατηρήσεις και πληροφορίες από τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη.

7. Ο ECHA εκπονεί και δημοσιοποιεί ανά εξαετία έκθεση στην οποία συνοψίζονται τα πορίσματα της επανεξέτασης που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3. Η πρώτη έκθεση υποβάλλεται στην Επιτροπή έως τις ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = πέντε έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας].»·

8)παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 8α:

«Άρθρο 8α

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2. Η προβλεπόμενη στο άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από τις [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = η ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας].

3. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν ανά πάσα στιγμή να ανακαλέσουν την εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4. Πριν εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5. Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 ή 2 τίθεται σε ισχύ μόνον εάν δεν έχουν εκφρασθεί αντιρρήσεις από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την κοινοποίησή της στα εν λόγω θεσμικά όργανα ή εάν, πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο ενημερώσουν την Επιτροπή ότι δεν θα εκφράσουν αντίρρηση. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»·

9)το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 9

Διαδικασία επιτροπής

1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*.

2. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Εάν η επιτροπή δεν διατυπώσει γνώμη, η Επιτροπή δεν εκδίδει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης, και εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. 

                               

* Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»· 

10)το άρθρο 10 απαλείφεται·

11)το παράρτημα I αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος III της παρούσας οδηγίας·

12)το παράρτημα II τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα IV της παρούσας οδηγίας·

13)στο παράρτημα III, το σημείο 2 στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ) οποιαδήποτε άλλη σχετική πληροφορία, καθώς και σύγκριση του ετήσιου αριθμητικού μέσου της συγκέντρωσης των σχετικών ρύπων σε ένα σημείο παρακολούθησης προς τα πρότυπα ποιότητας για τα υπόγεια ύδατα τα οποία ορίζονται στο παράρτημα Ι και προς τις ανώτερες αποδεκτές τιμές σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ).»·

14)στο παράρτημα IV μέρος Β σημείο 1, η εισαγωγική περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το σημείο εκκίνησης για την εφαρμογή μέτρων για την αναστροφή σημαντικών και διατηρούμενων ανοδικών τάσεων είναι εκείνο κατά το οποίο η συγκέντρωση του ρύπου φθάνει στο 75 % των παραμετρικών τιμών των προτύπων ποιότητας υπόγειων υδάτων που ορίζονται στο παράρτημα Ι και των ανώτερων αποδεκτών τιμών που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ), εκτός εάν:».

Άρθρο 3

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2008/105/ΕΚ

Η οδηγία 2008/105/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οδηγία 2008/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης των επιφανειακών υδάτων και σχετικά με την τροποποίηση και τη συνακόλουθη κατάργηση των οδηγιών 82/176/ΕΟΚ, 83/513/ΕΟΚ, 84/156/ΕΟΚ, 84/491/ΕΟΚ και 86/280/ΕΟΚ του Συμβουλίου και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου»·

2)το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)στη παράγραφο 1α πρώτο εδάφιο, προστίθεται το ακόλουθο σημείο iii):

«iii) τις ουσίες με αριθμό 5, 9, 13, 15, 17, 21, 23, 24, 28, 30, 34, 37, 41, 44 στο μέρος Α του παραρτήματος I, για τις οποίες καθορίζονται αναθεωρημένα ΠΠΠ, και οι πρόσφατα προσδιορισμένες ουσίες με αριθμούς 46 έως 70 στο μέρος Α του παραρτήματος Ι, με ισχύ από ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = η πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται 18 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], με σκοπό την πρόληψη της υποβάθμισης της χημικής κατάστασης των συστημάτων επιφανειακών υδάτων και την επίτευξη καλής χημικής κατάστασης των επιφανειακών υδάτων ως προς τις εν λόγω ουσίες.»·

β)η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Για ουσίες για τις οποίες καθορίζονται ΠΠΠ για τους ζώντες οργανισμούς ή τα ιζήματα στο μέρος Α του παραρτήματος Ι, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα εν λόγω ΠΠΠ για τους ζώντες οργανισμούς ή τα ΠΠΠ για τα ιζήματα.

Για ουσίες διαφορετικές από εκείνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα ΠΠΠ για τα ύδατα που καθορίζονται στο παράρτημα I μέρος Α.»· 

γ)στην παράγραφο 6 πρώτο εδάφιο, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Βάσει της παρακολούθησης των ιζημάτων ή των ζώντων οργανισμών στο πλαίσιο της παρακολούθησης της κατάστασης των επιφανειακών υδάτων η οποία διεξάγεται σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, τα κράτη μέλη φροντίζουν για την ανάλυση των μακροπρόθεσμων τάσεων μεταβολής των συγκεντρώσεων των ουσιών προτεραιότητας που προσδιορίζονται στο μέρος Α του παραρτήματος Ι ως ουσίες οι οποίες τείνουν να συσσωρεύονται σε ιζήματα και/ή ζώντες οργανισμούς.»· 

δ)η παράγραφος 7 απαλείφεται·

ε)η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 9α για την τροποποίηση του μέρους Β σημείο 3 του παραρτήματος I προκειμένου να το προσαρμόζει στην επιστημονική ή τεχνική πρόοδο.»·

3)το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Βάσει των πληροφοριών που συλλέγονται σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και άλλα διαθέσιμα δεδομένα, τα κράτη μέλη καταρτίζουν κατάλογο, συμπεριλαμβανομένων χαρτών εάν υπάρχουν, των εκπομπών, απορρίψεων και διαρροών για όλες τις ουσίες προτεραιότητας που απαριθμούνται στο μέρος Α του παραρτήματος I της παρούσας οδηγίας και όλους τους ρύπους που απαριθμούνται στο μέρος Α του παραρτήματος ΙI της παρούσας οδηγίας, για κάθε περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού ή μέρος τέτοιας περιοχής εντός του εδάφους τους, συμπεριλαμβανομένων των συγκεντρώσεών τους στα ιζήματα και τους ζώντες οργανισμούς, κατά περίπτωση.

Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στις εκπομπές, απορρίψεις και διαρροές που δηλώνονται ηλεκτρονικά στην Επιτροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) .../... του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 65+. »·

β)οι παράγραφοι 2 και 3 απαλείφονται·

γ)η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Τα κράτη μέλη επικαιροποιούν τους καταλόγους τους στο πλαίσιο των επανεξετάσεων των αναλύσεων που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και διασφαλίζουν ότι οι εκπομπές που δεν υποβάλλονται στη διαδικτυακή πύλη για τις βιομηχανικές εκπομπές, η οποία θεσπίστηκε δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) .../... ++, δημοσιεύονται στα οικεία σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού, όπως επικαιροποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 7 της εν λόγω οδηγίας.

Η περίοδος αναφοράς για τον καθορισμό τιμών στους επικαιροποιημένους καταλόγους είναι το έτος που προηγείται εκείνου κατά το οποίο πρέπει να ολοκληρωθούν οι αναλύσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

Για ουσίες προτεραιότητας ή ρύπους καλυπτόμενους από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, οι καταχωρίσεις είναι δυνατό να υπολογίζονται ως η μέση τιμή των τριών ετών που προηγούνται της ολοκλήρωσης της ανάλυσης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

Για εκπομπές από σημειακές πηγές που δεν υποβάλλονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) ../… +++, επειδή δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού ή επειδή υπολείπονται των ορίων ετήσιας υποβολής εκθέσεων που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, η υποχρέωση υποβολής εκθέσεων που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου εκπληρώνεται με την ηλεκτρονική υποβολή εκθέσεων στη διαδικτυακή πύλη για τις βιομηχανικές εκπομπές που θεσπίζεται δυνάμει του εν λόγω κανονισμού.

Η Επιτροπή, επικουρούμενη από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, εκδίδει εκτελεστική πράξη για τον καθορισμό του μορφότυπου, του επιπέδου λεπτομέρειας και της συχνότητας των εκθέσεων που αναφέρονται στο τέταρτο εδάφιο. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2.»·

δ)η παράγραφος 5 απαλείφεται·

4)στο άρθρο 7α παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Για τις ουσίες προτεραιότητας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 ή του κανονισμού (ΕΕ) 2019/6 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*, ή στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου**, της οδηγίας 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*** ή της οδηγίας 2010/75/ΕΕ, η Επιτροπή αξιολογεί, στο πλαίσιο της έκθεσης που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, αν τα μέτρα που εφαρμόζονται σε επίπεδο Ένωσης και κρατών μελών επαρκούν για την επίτευξη των ΠΠΠ για τις ουσίες προτεραιότητας και του στόχου της παύσης ή σταδιακής κατάργησης των απορρίψεων, εκπομπών και διαρροών επικίνδυνων ουσιών προτεραιότητας σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

               

                       

* Κανονισμός (ΕΕ) 2019/6 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τα κτηνιατρικά φάρμακα και για την κατάργηση της οδηγίας 2001/82/ΕΚ (ΕΕ L 4 της 7.1.2019, σ. 43).

** Οδηγία 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση (ΕΕ L 311 της 28.11.2001, σ. 67).

*** Οδηγία 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη ορθολογικής χρήσης των γεωργικών φαρμάκων (ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 71).»·

5)το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

Επανεξέταση των παραρτημάτων I και ΙΙ

«1. Η Επιτροπή επανεξετάζει, για πρώτη φορά έως τις ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = έξι έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας] και στη συνέχεια ανά εξαετία, τον κατάλογο των ουσιών προτεραιότητας και τα αντίστοιχα ΠΠΠ για τις εν λόγω ουσίες που παρατίθενται στο μέρος Α του παραρτήματος Ι και τον κατάλογο ρύπων που παρατίθεται στο μέρος Α του παραρτήματος ΙΙ.

2. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, έχοντας υπόψη τις επιστημονικές εκθέσεις που εκπονεί ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων (ECHA) δυνάμει της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με το άρθρο 9α, για την τροποποίηση του παραρτήματος I με σκοπό την προσαρμογή του στην επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο ως εξής:

α)    με την προσθήκη ή αφαίρεση ουσιών από τον κατάλογο ουσιών προτεραιότητας·

β)    με τον χαρακτηρισμό ή την άρση του χαρακτηρισμού επιλεγμένων ουσιών ως επικίνδυνων ουσιών προτεραιότητας και/ή ως πανταχού παρουσών ανθεκτικών, βιοσυσσωρεύσιμων και τοξικών ουσιών (πΑΒΤ) και/ή ως ουσιών που τείνουν να συσσωρεύονται σε ιζήματα και/ή ζώντες οργανισμούς στον εν λόγω κατάλογο·

γ)    με τον καθορισμό των αντίστοιχων ΠΠΠ για τα επιφανειακά ύδατα, τα ιζήματα ή τους ζώντες οργανισμούς, κατά περίπτωση.

3. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, έχοντας υπόψη τις επιστημονικές εκθέσεις που εκπονεί ο ECHA δυνάμει της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με το άρθρο 9α, για την τροποποίηση του παραρτήματος II με σκοπό την προσαρμογή του στην επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο ως εξής:

α)με την προσθήκη ή αφαίρεση ρύπων από τον κατάλογο κατηγοριών ρύπων που παρατίθεται στο μέρος Α του παραρτήματος ΙΙ·

β)με την επικαιροποίηση της μεθοδολογίας που ορίζεται στο μέρος Β του παραρτήματος II·

γ)με την απαρίθμηση, στο μέρος Γ του παραρτήματος ΙΙ της παρούσας οδηγίας, των συγκεκριμένων ρύπων λεκανών απορροής ποταμών για τους οποίους έχει ορίσει ότι πρέπει να εφαρμόζονται τα ΠΠΠ που καθορίζονται σε επίπεδο Ένωσης, κατά περίπτωση, ώστε να διασφαλίζεται εναρμονισμένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη εφαρμογή των στόχων που ορίζονται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και με την απαρίθμηση των αντίστοιχων ΠΠΠ για τους εν λόγω ρύπους στο μέρος Γ του παραρτήματος ΙΙ της παρούσας οδηγίας.

4. Κατά τον προσδιορισμό συγκεκριμένων ρύπων λεκανών απορροής ποταμών για τους οποίους θα ήταν ενδεχομένως αναγκαίο να καθοριστούν ΠΠΠ σε επίπεδο Ένωσης, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια:

α) τον κίνδυνο που εγκυμονούν οι ρύποι, συμπεριλαμβανομένης της επικινδυνότητάς τους, τις περιβαλλοντικές συγκεντρώσεις τους και τη συγκέντρωση πάνω από την οποία μπορεί να αναμένονται επιπτώσεις·

β) τη διαφορά μεταξύ των εθνικών ΠΠΠ που έχουν καθοριστεί για τους συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών από τα διάφορα κράτη μέλη και του βαθμού στον οποίο οι διαφορές αυτές δικαιολογούνται·

γ) τον αριθμό των κρατών μελών που εφαρμόζουν ήδη ΠΠΠ για τους συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών υπό εξέταση.

5. Οι ουσίες προτεραιότητας οι οποίες, ως αποτέλεσμα της επανεξέτασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, έχουν διαγραφεί από τον κατάλογο των ουσιών προτεραιότητας επειδή δεν παρουσιάζουν πλέον κίνδυνο σε επίπεδο Ένωσης, περιλαμβάνονται στο μέρος Γ του παραρτήματος ΙΙ, στο οποίο απαριθμούνται οι συγκεκριμένοι ρύποι λεκανών απορροής ποταμών και τα σχετικά εναρμονισμένα ΠΠΠ που πρέπει να εφαρμόζονται όταν οι ρύποι είναι εθνικού ή περιφερειακού ενδιαφέροντος, σύμφωνα με το άρθρο 8δ.

6. Για να συνδράμει την Επιτροπή στην επανεξέταση των παραρτημάτων Ι και ΙΙ, ο ECHA καταρτίζει επιστημονικές εκθέσεις. Οι εν λόγω επιστημονικές εκθέσεις λαμβάνουν υπόψη τα ακόλουθα:

α) τις γνώμες της επιτροπής αξιολόγησης κινδύνων και της επιτροπής κοινωνικοοικονομικής ανάλυσης του ECHA·

β) τα αποτελέσματα των προγραμμάτων παρακολούθησης που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ·

γ) τα δεδομένα παρακολούθησης που συλλέγονται σύμφωνα με το άρθρο 8β παράγραφος 4 της παρούσας οδηγίας·

δ) το αποτέλεσμα των επανεξετάσεων των παραρτημάτων της οδηγίας 2006/118/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου* και της οδηγίας (ΕΕ) 2020/2184 Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου**·

ε) τις απαιτήσεις για την αντιμετώπιση της ρύπανσης του εδάφους, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών δεδομένων παρακολούθησης·

στ) ερευνητικά προγράμματα και επιστημονικές δημοσιεύσεις της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών που προέρχονται από τεχνολογίες τηλεπισκόπησης, γεωσκόπηση (υπηρεσίες Copernicus), επιτόπιους αισθητήρες και συσκευές και/ή επιστημονικά δεδομένα πολιτών, αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που προσφέρει η τεχνητή νοημοσύνη, η προηγμένη ανάλυση και επεξεργασία δεδομένων·    

ζ) παρατηρήσεις και πληροφορίες από τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη.

7. Ο ECHA εκπονεί και δημοσιοποιεί ανά εξαετία έκθεση στην οποία συνοψίζονται τα πορίσματα των επιστημονικών εκθέσεων που εκπονούνται δυνάμει της παραγράφου 6. Η πρώτη έκθεση υποβάλλεται στην Επιτροπή έως τις ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = πέντε έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας].

                                       

* Οδηγία 2006/118/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης των υπόγειων υδάτων (ΕΕ L 372 της 27.12.2006, σ. 19).

** Οδηγία (ΕΕ) 2020/2184 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2020, σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης (ΕΕ L 435 της 23.12.2020, σ. 1).»·

6)το άρθρο 8α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8a

Ειδικές διατάξεις για ορισμένες ουσίες

1. Στα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού που καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων του σημείου 1.4.3 του παραρτήματος V της εν λόγω οδηγίας σχετικά με την παρουσίαση της συνολικής χημικής κατάστασης και των στόχων και των υποχρεώσεων που καθορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) της εν λόγω οδηγίας, τα κράτη μέλη μπορούν να καταρτίζουν συμπληρωματικούς χάρτες που παρουσιάζουν τα στοιχεία σχετικά με τη χημική κατάσταση μιας ή περισσοτέρων από τις ακόλουθες ουσίες χωριστά από τα στοιχεία που αφορούν τις υπόλοιπες ουσίες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I μέρος Α της παρούσας οδηγίας:

α)ουσίες που προσδιορίζονται στο μέρος Α του παραρτήματος Ι ως ουσίες που συμπεριφέρονται ως πανταχού παρούσες ΑΒΤ·

β)ουσίες που προσδιορίστηκαν πρόσφατα στην τελευταία επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 8·

γ)ουσίες για τις οποίες έχουν καθοριστεί αυστηρότερα ΠΠΠ κατά την τελευταία επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 8.

Τα κράτη μέλη μπορούν να παρουσιάζουν την έκταση τυχόν απόκλισης από την τιμή ΠΠΠ για τις ουσίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) στα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού που καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Τα κράτη μέλη που παρέχουν συμπληρωματικούς χάρτες, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, επιδιώκουν να διασφαλίσουν τη μεταξύ τους συγκρισιμότητα σε επίπεδο λεκάνης απορροής ποταμού και σε επίπεδο Ένωσης και διαθέτουν τα δεδομένα σύμφωνα με την οδηγία 2003/4/ΕΚ, την οδηγία 2007/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου* και την οδηγία (ΕΕ) 2019/1024 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου**.

2. Για τις ουσίες που προσδιορίζονται στο παράρτημα I μέρος A ως ουσίες που συμπεριφέρονται ως απανταχού παρούσες ουσίες ΑΒΤ, τα κράτη μέλη μπορούν να διενεργούν λιγότερο εντατική παρακολούθηση από εκείνη που απαιτείται για τις ουσίες προτεραιότητας σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 της παρούσας οδηγίας και το παράρτημα V της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, υπό τον όρο ότι η παρακολούθηση είναι αντιπροσωπευτική και ότι υπάρχει αξιόπιστη στατιστική βάση αναφοράς σχετικά με την παρουσία των ουσιών αυτών στο υδάτινο περιβάλλον. Ως κατευθυντήρια γραμμή, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο της παρούσας οδηγίας, η παρακολούθηση θα πρέπει να πραγματοποιείται ανά τριετία, εκτός εάν οι τεχνικές γνώσεις και η κρίση των εμπειρογνωμόνων δικαιολογούν διαφορετικό χρονικό διάστημα.

3. Τα κράτη μέλη παρακολουθούν, από ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = η πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται 18 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας] και για περίοδο δύο ετών, την παρουσία οιστρογόνων ουσιών στα υδατικά συστήματα, χρησιμοποιώντας μεθόδους παρακολούθησης βάσει επιπτώσεων. Διενεργούν την παρακολούθηση τουλάχιστον τέσσερις φορές κατά τη διάρκεια καθενός από τα δύο έτη σε σημεία όπου παρακολουθούνται οι τρεις οιστρογόνες ορμόνες 7β-οιστραδιόλη (E2), οιστρόνη (E1) και α-αιθινυλοιστραδιόλη (EE2) που απαριθμούνται στο μέρος Α του παραρτήματος I της παρούσας οδηγίας, με τη χρήση συμβατικών αναλυτικών μεθόδων σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και το παράρτημα V της εν λόγω οδηγίας. Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν το δίκτυο των τόπων παρακολούθησης που έχουν προσδιοριστεί για την εποπτική παρακολούθηση αντιπροσωπευτικών συστημάτων επιφανειακών υδάτων σύμφωνα με το σημείο 1.3.1 του παραρτήματος V της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

                

* Οδηγία 2007/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2007, για τη δημιουργία υποδομής χωρικών πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (INSPIRE) (ΕΕ L 108 της 25.4.2007, σ. 1).

** Οδηγία (ΕΕ) 2019/1024 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για τα ανοικτά δεδομένα και την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα (ΕΕ L 172 της 26.6.2019, σ. 56).»·

7)το άρθρο 8β αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8β

Κατάλογος επιτήρησης

«1. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει, λαμβάνοντας υπόψη τις επιστημονικές εκθέσεις που καταρτίζει ο ECHA, εκτελεστικές πράξεις για την κατάρτιση καταλόγου επιτήρησης των ουσιών για τις οποίες είναι αναγκαίο να συλλέγονται δεδομένα παρακολούθησης σε επίπεδο Ένωσης από τα κράτη μέλη, και για τον καθορισμό των μορφοτύπων που πρέπει να χρησιμοποιούνται από τα κράτη μέλη για την υποβολή των αποτελεσμάτων της εν λόγω παρακολούθησης και των σχετικών πληροφοριών στην Επιτροπή. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2.

Στον κατάλογο επιτήρησης περιλαμβάνονται έως 10 ουσίες ή ομάδες ουσιών ανά πάσα στιγμή και αναφέρονται οι υλικοί φορείς παρακολούθησης και οι πιθανές μέθοδοι ανάλυσης για κάθε ουσία. Οι εν λόγω υλικοί φορείς και μέθοδοι παρακολούθησης δεν συνεπάγονται υπερβολικό κόστος για τις αρμόδιες αρχές. Οι ουσίες που πρέπει να συμπεριληφθούν στον κατάλογο επιτήρησης επιλέγονται μεταξύ των ουσιών για τις οποίες τα διαθέσιμα στοιχεία καταδεικνύουν ότι ενδέχεται να συνιστούν σημαντικό κίνδυνο σε επίπεδο Ένωσης για το υδάτινο περιβάλλον ή μέσω αυτού και για τις οποίες τα στοιχεία παρακολούθησης είναι ανεπαρκή. Ο κατάλογος επιτήρησης περιλαμβάνει ουσίες που αρχίζουν να προκαλούν ανησυχία.

Μόλις προσδιοριστούν κατάλληλες μέθοδοι παρακολούθησης για τα μικροπλαστικά και για επιλεγμένα γονίδια μικροβιακής αντοχής, οι ουσίες αυτές προστίθενται στον κατάλογο επιτήρησης.

Ο ECHA καταρτίζει επιστημονικές εκθέσεις για να βοηθήσει την Επιτροπή στην επιλογή των ουσιών για τον κατάλογο επιτήρησης, λαμβάνοντας υπόψη τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)τα αποτελέσματα της πλέον πρόσφατης τακτικής επανεξέτασης του παραρτήματος Ι της παρούσας οδηγίας·

β)τις συστάσεις των ενδιαφερόμενων φορέων που αναφέρονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2008/105/ΕΚ·

γ)τον χαρακτηρισμό των περιοχών λεκάνης απορροής ποταμού από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και τα αποτελέσματα των προγραμμάτων παρακολούθησης που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 8 της εν λόγω οδηγίας·

δ)πληροφορίες σχετικά με τους όγκους παραγωγής, τα πρότυπα χρήσης, τις εγγενείς ιδιότητες (συμπεριλαμβανομένου, κατά περίπτωση, του μεγέθους των σωματιδίων), τις συγκεντρώσεις στο περιβάλλον και τις δυσμενείς επιπτώσεις μιας ουσίας στην ανθρώπινη υγεία και στο υδάτινο περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που συλλέγονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1907/2006, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012, τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/6, την οδηγία 2001/83/ΕΚ και την οδηγία 2009/128/ΕΚ·

ε)ερευνητικά έργα και επιστημονικές δημοσιεύσεις, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τάσεις και προβλέψεις βάσει μοντελοποίησης ή άλλων εκτιμήσεων πρόβλεψης και δεδομένων και πληροφοριών από τεχνολογίες τηλεπισκόπησης, γεωσκόπησης (υπηρεσίες Copernicus), επιτόπιων αισθητήρων και συσκευών, ή επιστημονικών δεδομένων πολιτών, αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που προσφέρει η τεχνητή νοημοσύνη και η προηγμένη ανάλυση και επεξεργασία δεδομένων.

Ο ECHA εκπονεί ανά τριετία έκθεση στην οποία συνοψίζονται τα πορίσματα των επιστημονικών εκθέσεων που καταρτίζονται δυνάμει του τέταρτου εδαφίου και δημοσιοποιεί την εν λόγω έκθεση. Η πρώτη έκθεση του ECHA καθίσταται διαθέσιμη έως τις ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = η πρώτη ημέρα του εικοστού πρώτου μήνα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας].

2. Ο κατάλογος επιτήρησης επικαιροποιείται έως τις X [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = η τελευταία ημέρα του εικοστού τρίτου μήνα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], και στη συνέχεια κάθε 36 μήνες. Κατά την επικαιροποίηση του καταλόγου επιτήρησης, η Επιτροπή αφαιρεί από τον υφιστάμενο κατάλογο επιτήρησης κάθε ουσία για την οποία θεωρεί ότι είναι δυνατόν να εκτιμηθεί ο κίνδυνος για το υδάτινο περιβάλλον χωρίς πρόσθετα δεδομένα παρακολούθησης. Κατά την επικαιροποίηση του καταλόγου επιτήρησης, μια μεμονωμένη ουσία ή ομάδα ουσιών μπορεί να παραμείνει στον κατάλογο επιτήρησης για ακόμα μία τριετή περίοδο κατ’ ανώτατο όριο, όταν απαιτούνται πρόσθετα δεδομένα παρακολούθησης για την εκτίμηση του κινδύνου για το υδάτινο περιβάλλον. Κάθε επικαιροποιημένος κατάλογος επιτήρησης περιλαμβάνει επίσης μία ή περισσότερες νέες ουσίες για τις οποίες η Επιτροπή θεωρεί, βάσει των επιστημονικών εκθέσεων του ECHA, ότι υπάρχει κίνδυνος για το υδάτινο περιβάλλον.

3. Τα κράτη μέλη παρακολουθούν κάθε ουσία ή ομάδα ουσιών που περιλαμβάνεται στον κατάλογο επιτήρησης σε επιλεγμένους αντιπροσωπευτικούς σταθμούς παρακολούθησης για περίοδο τουλάχιστον 24 μηνών. Η περίοδος παρακολούθησης αρχίζει εντός έξι μηνών από την καταχώριση της ουσίας στον κατάλογο.

Έκαστο κράτος μέλος επιλέγει τουλάχιστον έναν σταθμό παρακολούθησης και έναν επιπλέον σταθμό εφόσον ο πληθυσμός του υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο κατοίκους, συν τον αριθμό σταθμών που ισούται με το πηλίκο της γεωγραφικής του έκτασης, σε km², διαιρούμενης διά 60 000 (με στρογγυλοποίηση στον πλησιέστερο ακέραιο αριθμό), συν έναν αριθμό σταθμών που ισούται με το πηλίκο του πληθυσμού του διά πέντε εκατομμύρια (με στρογγυλοποίηση στον πλησιέστερο ακέραιο αριθμό).

Κατά την επιλογή των αντιπροσωπευτικών σταθμών παρακολούθησης, της συχνότητας παρακολούθησης και του εποχιακού χρονοδιαγράμματος για κάθε ουσία ή ομάδα ουσιών, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τα πρότυπα χρήσης και την πιθανή εμφάνιση της ουσίας ή της ομάδας ουσιών. Η συχνότητα της παρακολούθησης δεν είναι μικρότερη από δύο φορές ετησίως, με εξαίρεση τις ουσίες που είναι ευαίσθητες στις κλιματικές ή εποχιακές διακυμάνσεις, για τις οποίες η παρακολούθηση διενεργείται συχνότερα, όπως ορίζεται στην εκτελεστική πράξη για την κατάρτιση του καταλόγου επιτήρησης που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Όταν ένα κράτος μέλος είναι σε θέση να παράγει και να παρέχει στην Επιτροπή επαρκή, συγκρίσιμα, αντιπροσωπευτικά και πρόσφατα δεδομένα παρακολούθησης για μια συγκεκριμένη ουσία ή ομάδα ουσιών από υφιστάμενα προγράμματα ή μελέτες παρακολούθησης, μπορεί να αποφασίσει να μην προβεί σε πρόσθετη παρακολούθηση στο πλαίσιο του μηχανισμού καταλόγου επιτήρησης για την εν λόγω ουσία ή ομάδα ουσιών, υπό την προϋπόθεση ότι η ουσία ή η ομάδα ουσιών παρακολουθείται με τη χρήση μεθοδολογίας σύμφωνης με τους υλικούς φορείς παρακολούθησης και τις μεθόδους ανάλυσης που αναφέρονται στην εκτελεστική πράξη για την κατάρτιση του καταλόγου επιτήρησης, καθώς και στην οδηγία 2009/90/ΕΚ*.

4. Τα κράτη μέλη καθιστούν διαθέσιμα τα αποτελέσματα της παρακολούθησης που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και με την εκτελεστική πράξη για την κατάρτιση του καταλόγου επιτήρησης που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 1. Παρέχουν επίσης πληροφορίες σχετικά με την αντιπροσωπευτικότητα των σταθμών παρακολούθησης και τη στρατηγική παρακολούθησης.

5. Ο ECHA επανεξετάζει τα αποτελέσματα της παρακολούθησης στο τέλος της 24μηνης περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 3 και κρίνει ποιες ουσίες ή ομάδες ουσιών πρέπει να παρακολουθούνται για ακόμα μία περίοδο 24 μηνών και, ως εκ τούτου, πρέπει να παραμείνουν στον κατάλογο επιτήρησης, και ποιες ουσίες ή ομάδες ουσιών μπορούν να διαγραφούν από τον κατάλογο επιτήρησης.

Όταν η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη την κρίση του ECHA που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν απαιτείται περαιτέρω παρακολούθηση για την περαιτέρω εκτίμηση του κινδύνου για το υδάτινο περιβάλλον, το συμπέρασμα αυτό λαμβάνεται υπόψη κατά την επανεξέταση του παραρτήματος I ή II που αναφέρεται στο άρθρο 8.

               

* Οδηγία 2009/90/ΕΚ της Επιτροπής, της 31ης Ιουλίου 2009, για την θέσπιση τεχνικών προδιαγραφών για τη χημική ανάλυση και παρακολούθηση της κατάστασης των υδάτων, σύμφωνα με την οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 201 της 1.8.2009, σ. 36).»·

8)παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 8δ:

«Άρθρο 8δ

Συγκεκριμένοι ρύποι λεκανών απορροής ποταμών

«1. Τα κράτη μέλη καθορίζουν και εφαρμόζουν ΠΠΠ για τους συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών που καλύπτονται από τις κατηγορίες που απαριθμούνται στο μέρος Α του παραρτήματος ΙΙ της παρούσας οδηγίας, όταν οι εν λόγω ρύποι συνιστούν κίνδυνο για τα υδατικά συστήματα σε μία ή περισσότερες από τις περιοχές λεκάνης απορροής ποταμού τους με βάση τις αναλύσεις και τις επανεξετάσεις δυνάμει του άρθρου 5 της οδηγίας 2000/60/ΕΕ, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο μέρος Β του παραρτήματος ΙΙ της παρούσας οδηγίας.

Τα κράτη μέλη, έως τις [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = η πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται 18 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], ενημερώνουν τον ECHA σχετικά με τα ΠΠΠ που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο. Ο ECHA δημοσιοποιεί τις εν λόγω πληροφορίες.

2. Όταν ΠΠΠ για συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών έχουν καθοριστεί σε επίπεδο Ένωσης και απαριθμούνται στο μέρος Γ του παραρτήματος ΙΙ, σύμφωνα με το άρθρο 8, τα εν λόγω ΠΠΠ υπερισχύουν των ΠΠΠ για τους συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών που καθορίζονται σε εθνικό επίπεδο σύμφωνα με την παράγραφο 1. Τα εν λόγω ΠΠΠ που καθορίζονται σε επίπεδο Ένωσης εφαρμόζονται επίσης από τα κράτη μέλη προκειμένου να διαπιστωθεί αν οι συγκεκριμένοι ρύποι λεκανών απορροής ποταμών που απαριθμούνται στο μέρος Γ του παραρτήματος ΙΙ ενέχουν κίνδυνο.

3. Απαιτείται συμμόρφωση με τα ισχύοντα εθνικά ΠΠΠ ή ΠΠΠ που καθορίζονται σε επίπεδο Ένωσης, κατά περίπτωση, προκειμένου ένα υδατικό σύστημα να βρίσκεται σε καλή χημική κατάσταση, σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 2 παράγραφος 24 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.»· 

9)το άρθρο 10 απαλείφεται·

10)το παράρτημα Ι τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα V της παρούσας οδηγίας·

11)προστίθεται το παράρτημα II, όπως ορίζεται στο παράρτημα VI της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 4

1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία έως τις [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται 18 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας].

2. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων. Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 5

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 6

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο    Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος    O Πρόεδρος

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ για τη
ΔΕΣΜΗ ΜΕΤΡΩΝ ΓΙΑ ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΡΥΠΑΝΣΗ

ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

Δέσμη μέτρων για μηδενική ρύπανση

Το παρόν δημοσιονομικό νομοθετικό δελτίο περιλαμβάνει τις ακόλουθες προτάσεις:

   Ολοκληρωμένη διαχείριση των υδάτων: πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, της οδηγίας 2006/118/ΕΚ σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από τη ρύπανση και την υποβάθμιση και της οδηγίας 2008/105/ΕΚ σχετικά με πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος στον τομέα της πολιτικής των υδάτων,

   Επανεξέταση της οδηγίας για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων: πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (αναδιατύπωση της οδηγίας 91/271/ΕΟΚ),

   Αναθεώρηση της νομοθεσίας της ΕΕ για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα: πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2004/107/ΕΚ σχετικά με το αρσενικό, το κάδμιο, τον υδράργυρο, το νικέλιο και τους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες στον ατμοσφαιρικό αέρα και της οδηγίας 2008/50/ΕΚ για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη.

Σχετικοί τομείς πολιτικής 

09 — Περιβάλλον και δράση για το κλίμα

Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά:

νέα δράση 

 νέα δράση έπειτα από δοκιμαστικό σχέδιο / προπαρασκευαστική ενέργεια 66  

 την παράταση υφιστάμενης δράσης 

 συγχώνευση ή αναπροσανατολισμό μίας ή περισσότερων δράσεων προς άλλη/νέα δράση 

Στόχοι

Γενικοί στόχοι

1) Αύξηση της προστασίας των πολιτών και των φυσικών οικοσυστημάτων της ΕΕ σύμφωνα με τη στρατηγική για τη βιοποικιλότητα και τη φιλοδοξία μηδενικής ρύπανσης, τα οποία ενσωματώνονται στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία.

2) Αύξηση της αποτελεσματικότητας και μείωση του διοικητικού φόρτου της νομοθεσίας, ώστε να διευκολυνθεί η ταχύτερη αντιμετώπιση των αναδυόμενων κινδύνων.

3) Προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας από τις δυσμενείς επιπτώσεις των επικίνδυνων χημικών ουσιών και της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Ειδικοί στόχοι

Ολοκληρωμένη διαχείριση των υδάτων:

1) επικαιροποίηση των καταλόγων ρύπων που επηρεάζουν τα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα, με την προσθήκη και την αφαίρεση ουσιών και την αναθεώρηση των προτύπων ποιότητας για ορισμένες ουσίες που περιλαμβάνονται ήδη σε κατάλογο,

2) βελτίωση της διαφάνειας, της πρόσβασης και της περαιτέρω χρήσης των δεδομένων, ώστε να διευκολυνθεί η εφαρμογή στα κράτη μέλη, καθώς και να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος και να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα και η συνοχή του ευρύτερου νομικού πλαισίου που αφορά τις χημικές ουσίες,

3) παροχή νομικού πλαισίου που να μπορεί να ευθυγραμμίζεται ταχύτερα και ευκολότερα με τα επιστημονικά πορίσματα και να ανταποκρίνεται ταχύτερα σε ρύπους που προκαλούν αναδυόμενη ανησυχία,

4) βελτίωση της παρακολούθησης των μειγμάτων χημικών ουσιών για την καλύτερη αξιολόγηση των συνδυαστικών επιδράσεων και της παρακολούθησης των εποχιακών διακυμάνσεων των συγκεντρώσεων ρύπων,

5) εναρμόνιση του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι ρύποι στα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα σε ολόκληρη την ΕΕ, όπου μέχρι σήμερα δεν έχουν θεσπιστεί πρότυπα ποιότητας ή ανώτερες αποδεκτές τιμές σε επίπεδο ΕΕ,

6) δημιουργία των συνθηκών για την αύξηση της επαναχρησιμοποίησης των υδάτων και την καλύτερη διαχείριση της ιλύος και των αποβλήτων, σε στενή συνέργεια με τον νέο κανονισμό για την επαναχρησιμοποίηση των υδάτων, την οδηγία για την ιλύ καθαρισμού λυμάτων και το κεκτημένο της ΕΕ σχετικά με τα απόβλητα.

Οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων:

1) συμβολή στον εντοπισμό και στη συνέχεια στην πρόληψη της εισόδου ρύπων σε σταθμούς επεξεργασίας λυμάτων,

2) περαιτέρω μείωση των θρεπτικών συστατικών (N και P) και της ρύπανσης από μικρορύπους και από μικροπλαστικά, καθώς και των «εναπομενουσών πηγών» ρύπανσης (υπερχειλίσεις ομβρίων υδάτων, αστικές απορροές, μικρότεροι οικισμοί και μεμονωμένα ή άλλα κατάλληλα συστήματα),

3) μετάβαση προς την ενεργειακή ουδετερότητα του τομέα των λυμάτων,

4) δημιουργία των συνθηκών για την αύξηση της επαναχρησιμοποίησης των υδάτων και την καλύτερη διαχείριση της ιλύος και των αποβλήτων, σε στενή συνέργεια με τον νέο κανονισμό για την επαναχρησιμοποίηση των υδάτων, την οδηγία για την ιλύ καθαρισμού λυμάτων και το κεκτημένο της ΕΕ σχετικά με τα απόβλητα,

5) βελτίωση της πρόσβασης σε αποχέτευση, ιδίως για τα ευάλωτα και περιθωριοποιημένα άτομα,

6) ενίσχυση, εκσυγχρονισμός, απλούστευση και προσαρμογή των υποχρεώσεων παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων.

 

Νομοθεσία για την ποιότητα του αέρα:

1) αναθεώρηση των προτύπων της ΕΕ για την ποιότητα του αέρα ώστε να εναρμονιστούν στενότερα με τις συστάσεις του ΠΟΥ, να λαμβάνουν υπόψη, στο μέτρο του δυνατού, τις πλέον πρόσφατες επιστημονικές συμβουλές, τη σκοπιμότητα, το κόστος και τα οφέλη και να διασφαλίζουν ότι η νομοθεσία μπορεί να ανταποκρίνεται με κατάλληλο και αποτελεσματικό τρόπο στις μελλοντικές αλλαγές της υποκείμενης βάσης τεκμηρίωσης,

2) διασφάλιση ότι τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα αποτελούν αποτελεσματικό μέσο για τον εντοπισμό, τον σχεδιασμό και τον μετριασμό μιας κατάστασης υπέρβασης –και περιλαμβάνουν σαφέστερες διατάξεις σχετικά με τη συμμετοχή των ενδιαφερόμενων μερών, την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, τις κυρώσεις και την αποζημίωση που συνδέεται με τον καθαρό αέρα στη νομοθεσία της ΕΕ,

3) περαιτέρω ενίσχυση των διατάξεων σχετικά με την παρακολούθηση της ποιότητας του αέρα, τη μοντελοποίηση της ποιότητας του αέρα και τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα, ώστε να βοηθήσουν τις τοπικές αρχές να επιτύχουν καθαρότερο αέρα,

4) παροχή πληροφοριών στους πολίτες σχετικά με τις επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην υγεία,

5) απλούστευση των υφιστάμενων διατάξεων, όπου είναι εφικτό, για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας της διαχείρισης της ποιότητας του αέρα.

Αναμενόμενα αποτελέσματα και επιπτώσεις

Ολοκληρωμένη διαχείριση των υδάτων:

Η προτεινόμενη οδηγία θα οδηγήσει ειδικά στην επικαιροποίηση των καταλόγων των ρυπογόνων ουσιών των υπόγειων υδάτων και των επιφανειακών υδάτων. Θα αντιμετωπίσει, επίσης, αρκετές από τις ελλείψεις που σχετίζονται με την παρουσία χημικών προϊόντων στα ύδατα, οι οποίες επισημάνθηκαν από τον έλεγχο καταλληλότητας της νομοθεσίας για τα ύδατα του 2019.

Θα οδηγήσει σε χαμηλότερα επίπεδα ρύπανσης στα γλυκά, παράκτια, μεταβατικά και υπόγεια ύδατα της Ευρώπης.

Θα παρέχει πιο επικαιροποιημένες και συναφείς πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση των υδάτων, πιο αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με τους αναδυόμενους ρύπους στα υπόγεια ύδατα, την ικανότητα εξασφάλισης τακτικών επικαιροποιήσεων των καταλόγων ουσιών βάσει εξορθολογισμένων πληροφοριών παρακολούθησης και ολοκληρωμένων επιστημονικών γνώσεων, και θα έχει ως αποτέλεσμα την παρακολούθηση της ρύπανσης που προκαλείται από μικροπλαστικά και γονίδια μικροβιακής αντοχής.

Θα δημιουργήσει, επίσης, τις προϋποθέσεις για την αύξηση της επαναχρησιμοποίησης των υδάτων και την καλύτερη διαχείριση της ιλύος και των αποβλήτων, σε στενή συνέργεια με τον νέο κανονισμό για την επαναχρησιμοποίηση των υδάτων, την οδηγία για την ιλύ καθαρισμού λυμάτων και το κεκτημένο της ΕΕ σχετικά με τα απόβλητα.

Οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων:

Η ποιότητα των ποταμών, των λιμνών και των θαλασσών της ΕΕ αναμένεται να διατηρηθεί και να βελτιωθεί. Οι εκπομπές ρύπων από εναπομένουσες αστικές πηγές (συμπεριλαμβανομένων μικρών οικισμών, μολυσμένων όμβριων υδάτων, μικρότερων μη συγκεντρωτικών εγκαταστάσεων), καθώς και οι εκπομπές αζώτου και φωσφόρου θα μειωθούν περαιτέρω, με αυστηρότερες οριακές τιμές όπου ο ευτροφισμός εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα.

Θα πραγματοποιηθούν επίσης νέες επενδύσεις για τη μείωση της ρύπανσης από μικρορύπους. Οι επενδύσεις αυτές αναμένεται να καλυφθούν από ένα νέο σύστημα διευρυμένης ευθύνης του παραγωγού, το οποίο θα καθιστά όσους διαθέτουν προϊόντα που παράγουν μικρορύπους οικονομικά υπεύθυνους για την πρόσθετη επεξεργασία που απαιτείται για τη διατήρηση της ποιότητας των υδάτων υποδοχής της ΕΕ.

Ο τομέας αναμένεται να καταστεί ενεργειακά ουδέτερος (πράγμα που σημαίνει ότι η ενέργεια από ορυκτά καύσιμα που χρησιμοποιείται θα αντισταθμίζεται από την ανανεώσιμη ενέργεια που παράγεται από τον τομέα).

Η αναθεώρηση θα αποτελέσει σημαντική κινητήρια δύναμη για την ανάπτυξη ενός παγκοσμίως ανταγωνιστικού κλάδου των υδάτων της ΕΕ. Ο περαιτέρω εκσυγχρονισμός των προτύπων της ΕΕ, για παράδειγμα με νέες απαιτήσεις για τους μικρορύπους ή τη χρήση ενέργειας, θα τονώσει περαιτέρω την καινοτομία και, εντέλει, τις οικονομίες κλίμακας.

Νομοθεσία για την ποιότητα του αέρα:

Η προτεινόμενη αναθεωρημένη οδηγία συμβάλλει στη φιλοδοξία μηδενικής ρύπανσης που ενσωματώνεται στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, στην καλύτερη ευθυγράμμιση των προτύπων της ΕΕ για την ποιότητα του αέρα με τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και στη διαρκή βελτίωση της ποιότητας του αέρα σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η προτεινόμενη αναθεωρημένη οδηγία θα ενισχύσει, επίσης, τις διατάξεις για την παρακολούθηση, τη μοντελοποίηση και την εκπόνηση σχεδίων για την ποιότητα του αέρα, ώστε να συνδράμει τις τοπικές αρχές στην επίτευξη καθαρότερου αέρα. Η αντιμετώπιση αυτών των ελλείψεων θα έχει ως αποτέλεσμα χαμηλότερα επίπεδα και έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση, βελτιωμένη διακυβέρνηση και επιβολή του σχεδίου για την ποιότητα του αέρα, καλύτερη παρακολούθηση και μοντελοποίηση μέσω της βελτίωσης της αξιοπιστίας και της συγκρισιμότητάς του και της επέκτασης των ρύπων που πρέπει να παρακολουθούνται, βελτιωμένη πρόσβαση σε δεδομένα και πληροφορίες για την ποιότητα του αέρα, με ιδιαίτερη έμφαση στην ενίσχυση της χρήσης ψηφιακών εργαλείων και τη δυνατότητα τακτικής επανεξέτασης των προτύπων της ΕΕ για την ποιότητα του αέρα.

Η βελτίωση της ποιότητας του αέρα θα ωφελήσει την υγεία των πολιτών. Οι επιχειρήσεις, οι οικονομικοί φορείς, μεταξύ άλλων στον τομέα της γεωργίας, και γενικότερα οι εργοδότες θα επωφεληθούν από τη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στην υγεία και των (έστω λιγότερο σημαντικών) επιπτώσεων που δεν σχετίζονται με την υγεία και συνδέονται με την κακή ποιότητα του αέρα.

Εντωμεταξύ, οι δημόσιες αρχές θα επηρεαστούν από τα αναθεωρημένα πρότυπα της ΕΕ για την ποιότητα του αέρα και τις ενισχυμένες διατάξεις για την παρακολούθηση της ποιότητας του αέρα, σε μεγάλο βαθμό ανάλογα με την υφιστάμενη κατάστασή τους όσον αφορά την ποιότητα του αέρα: οι αναθεωρημένοι κανόνες ενδέχεται να συνεπάγονται αύξηση του διοικητικού φόρτου των αρμόδιων αρχών για τη βελτίωση της παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα.

Δείκτες επιδόσεων

Ολοκληρωμένη διαχείριση των υδάτων:

Η αύξηση του αριθμού των ουσιών που παρακολουθούνται βάσει της οδηγίας, ως αποτέλεσμα της θέσπισης υποχρεωτικού καταλόγου επιτήρησης για τους σκοπούς της παρακολούθησης των ρύπων των υπόγειων υδάτων που προκαλούν ανησυχία, καθώς και η αυξημένη συχνότητα υποβολής εκθέσεων σχετικά με τα δεδομένα παρακολούθησης και κατάστασης, θα επιτρέψουν την πιο αναλυτική παρακολούθηση της προόδου και των επιτευγμάτων.

Οι βασικοί δείκτες επιτυχίας θα περιλαμβάνουν τον αριθμό των κρατών μελών για τα οποία υπάρχουν πλήρεις χρονολογικές σειρές παρακολούθησης για τις σχετικές ουσίες (ιδίως για τις ουσίες των υπόγειων υδάτων), τον αριθμό των ουσιών ή των ρύπων για τους οποίους επιτυγχάνεται καλή κατάσταση, καθώς και τον βαθμό εναρμόνισης των ανώτερων αποδεκτών τιμών που καθορίζουν τα κράτη μέλη για τους συγκεκριμένους ρύπους λεκανών απορροής ποταμών.

Η συμπερίληψη των μικροπλαστικών και των γονιδίων μικροβιακής αντοχής στους καταλόγους επιτήρησης, υπό την προϋπόθεση της υπόδειξης κατάλληλων κατευθυντήριων γραμμών για τις μεθοδολογίες παρακολούθησης και αξιολόγησης, θα επιτρέψει την παρακολούθηση της προόδου όσον αφορά την αντιμετώπιση αυτών των αναδυόμενων τύπων ρύπανσης και τον επακόλουθο προσδιορισμό των προτύπων ποιότητας, κατά περίπτωση. Επιπλέον, οι διαδικασίες απλοποιούνται για να εξασφαλιστεί ταχύτερη αντίδραση στην εμφάνιση νέων ζητημάτων ρύπανσης των υδάτων.

Οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων:

   το ποσοστό συμμόρφωσης και η απόσταση από τον στόχο ανά κράτος μέλος και ανά επίπεδο επεξεργασίας θα παράσχουν εξαιρετική επισκόπηση της εφαρμογής της οδηγίας·

   αριθμός εγκαταστάσεων που διαθέτουν πρόσθετη επεξεργασία για N/P και μικρορύπους, και η σχετική μείωση των εκλύσεων N/P και του τοξικού φορτίου σε επίπεδο κρατών μελών και ΕΕ·

   χρήση ενέργειας από τα κράτη μέλη και οι σχετικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου·

   αριθμός οικισμών που καλύπτονται από ολοκληρωμένα σχέδια διαχείρισης υπερχειλίσεων ομβρίων υδάτων και αστικών απορροών και συμμόρφωσή τους με τον στόχο της ΕΕ·

   μέτρα που έλαβαν τα κράτη μέλη για τη βελτίωση της πρόσβασης στην αποχέτευση και τον καλύτερο έλεγχο των μεμονωμένων ή άλλων κατάλληλων συστημάτων, καθώς και σύνοψη των κύριων δεικτών υγείας που εξετάστηκαν στα κράτη μέλη·

   άλλα δεδομένα, ιδίως σχετικά με την ποιότητα των υδάτων υποδοχής (ποταμοί, λίμνες και θάλασσες) που προέρχονται από την οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα και την οδηγία-πλαίσιο για τη θάλασσα, θα χρησιμοποιηθούν για τη συγκεκριμένη μέτρηση των επιπτώσεων της οδηγίας για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων. Περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τις πιθανές παραμέτρους που πρέπει να αναφέρονται για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης και τη μέτρηση της επιτυχίας της οδηγίας παρέχονται στο παράρτημα 10 της εκτίμησης επιπτώσεων·

   συμπερίληψη της επιτήρησης των λυμάτων μέσω παρακολούθησης που επιτρέπει τον καθορισμό νέων δεικτών για τα σχετικά επιστημονικά, αναλυτικά και επιδημιολογικά δεδομένα.

Νομοθεσία για την ποιότητα του αέρα:

Τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν δημιουργήσει ένα δίκτυο παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα με περίπου 16 000 σημεία δειγματοληψίας για συγκεκριμένους ρύπους (συχνά ομαδοποιούνται σε περισσότερες από 4 000 τοποθεσίες παρακολούθησης) βάσει κοινών κριτηρίων που καθορίζονται στις ισχύουσες οδηγίες για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα. Στην προτεινόμενη τροποποίηση των καθεστώτων αξιολόγησης, παρακολούθησης και μοντελοποίησης της ποιότητας του αέρα θα παρέχονται πρόσθετες συγκρίσιμες και αντικειμενικές πληροφορίες που θα επιτρέπουν την τακτική παρακολούθηση και αξιολόγηση της εξέλιξης της ποιότητας του αέρα σε ολόκληρη την ΕΕ, μεταξύ άλλων και σε χαμηλότερα επίπεδα ρύπανσης, τα οποία θεωρούνται όλο και περισσότερο ότι έχουν επιπτώσεις στην υγεία. Θα απαιτείται, επίσης, από τα κράτη μέλη να αυξήσουν την παρακολούθηση των ρύπων που προκαλούν αναδυόμενη ανησυχία και να διατηρήσουν υπό παρακολούθηση αρκετούς ατμοσφαιρικούς ρύπους για τους οποίους δεν υπάρχει μέχρι σήμερα εναρμονισμένη παρακολούθηση της ποιότητας του αέρα σε επίπεδο ΕΕ.

Τα δεδομένα για την ποιότητα του αέρα που υποβάλλουν τα κράτη μέλη διατίθενται στο κοινό ως ψηφιακή υπηρεσία από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, μεταξύ άλλων μέσω του ευρωπαϊκού δείκτη ποιότητας του αέρα βάσει δεδομένων σε σχεδόν πραγματικό χρόνο. Η διαθεσιμότητα των δεδομένων αυτών και οι ακριβέστερες απαιτήσεις για τις πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στα σχέδια για την ποιότητα του αέρα θα επιτρέψουν, επίσης, τη συνεχή επανεξέταση της αποτελεσματικότητας ειδικών (συχνά τοπικών) μέτρων για την ποιότητα του αέρα. Οι σαφέστερες ειδικές απαιτήσεις για την ενημέρωση του κοινού θα καταστήσουν ευκολότερη και ταχύτερη την πρόσβαση των πολιτών στα αποτελέσματα της παρακολούθησης και της αξιολόγησης των δεδομένων για την ποιότητα του αέρα και των σχετικών δράσεων πολιτικής. 

Αυτό θα επιτρέψει την πιο αναλυτική παρακολούθηση της προόδου και των επιτευγμάτων, βάσει της οποίας ο βασικός δείκτης επιτυχίας είναι η επίτευξη από όλα τα κράτη μέλη των θεσπισμένων προτύπων της ΕΕ για την ποιότητα του αέρα, συμπεριλαμβανομένης της προόδου προς την επίτευξή τους.

 

Αιτιολόγηση των προτάσεων/πρωτοβουλιών

Βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη κάλυψη αναγκών, συμπεριλαμβανομένου λεπτομερούς χρονοδιαγράμματος για τη σταδιακή υλοποίηση της πρωτοβουλίας

Ολοκληρωμένη διαχείριση των υδάτων:

Ο EEA θα είναι η «υπηρεσία μίας στάσης» για την επεξεργασία και τη διάθεση σε πιο τακτική βάση (σε σχέση με την υφιστάμενη κατάσταση) όλων των δεδομένων παρακολούθησης και κατάστασης των υδάτων που προέρχονται από τα κράτη μέλη και οι πληροφορίες αυτές θα αξιοποιούνται στο πλαίσιο της επιτέλεσης των καθηκόντων του ECHA, ο οποίος θα είναι η «υπηρεσία μίας στάσης» για την παροχή της επιστημονικής υποστήριξης που είναι απαραίτητη για την περαιτέρω ανάπτυξη προτύπων για την προστασία του υδάτινου περιβάλλοντος. Ορισμένα νέα καθήκοντα απορρέουν από την ανάγκη καλύτερης και συστηματικότερης αντιμετώπισης της ρύπανσης των υπόγειων υδάτων και εξασφάλισης πιο εναρμονισμένης και καλύτερης προστασίας όσον αφορά τους ρύπους που δεν προκαλούν ανησυχία σε επίπεδο ΕΕ.

Αναλυτικότερα, θα απαιτηθούν τα εξής:

— εφάπαξ εργασίες που συνδέονται με τη δημιουργία, από τον EEA, του συστήματος για την άμεση πρόσβαση σε δεδομένα που παράγονται στο πλαίσιο της παρούσας πρότασης από τα κράτη μέλη και με τον προσδιορισμό ή την ανάπτυξη, από τον ECHA, διαφόρων εγγράφων καθοδήγησης και μεθοδολογιών για την παρακολούθηση και την ανάλυση των μικροπλαστικών και των γονιδίων μικροβιακής αντοχής· καθώς και τη συμπερίληψη των εθνικών προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος για τους ρύπους σε επίπεδο περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού σε αποθετήριο οριακών τιμών με βάση την υγεία, το οποίο διαχειρίζεται ο ECHA·

— επαναλαμβανόμενες εργασίες, που συνδέονται με την αυξημένη συχνότητα και τον μηχανισμό ψηφιοποίησης/αυτοματοποιημένης παράδοσης δεδομένων παρακολούθησης και κατάστασης στον EEA, την τήρηση του αποθετηρίου προτύπων για τους ρύπους σε επίπεδο περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού από τον ECHA και τη συνεχή επιστημονική υποστήριξη από τον ECHA στο πλαίσιο της κατάρτισης/προσαρμογής, ανά τριετία, καταλόγων επιτήρησης επιφανειακών και υπόγειων υδάτων (με σκοπό την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των ρύπων που προκαλούν ανησυχία)· και της κατάρτισης/προσαρμογής, ανά εξαετία, καταλόγων ουσιών/ρύπων και αντίστοιχων ΠΠΠ σε επίπεδο ΕΕ, τόσο για τα επιφανειακά όσο και για τα υπόγεια ύδατα, καθώς και για τον προσδιορισμό, ανά εξαετία, προτύπων σε επίπεδο ΕΕ για τους ρύπους (επιφανειακών και υπόγειων υδάτων) που ρυθμίζονται επί του παρόντος σε επίπεδο περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού, όπου αυτό απαιτείται για την προστασία του περιβάλλοντος και την εναρμονισμένη εφαρμογή.

Χρονοδιάγραμμα

1ο τρίμηνο 2023 – 4ο τρίμηνο 2023: διοργανική διαπραγμάτευση της πρότασης

1ο/2ο τρίμηνο 2024: έναρξη ισχύος

2ο τρίμηνο 2024 – 4ο τρίμηνο 2025: ανάπτυξη του συστήματος για την άμεση πρόσβαση σε δεδομένα που παράγονται βάσει της παρούσας πρότασης από τα κράτη μέλη, υπό την καθοδήγηση του EEA και το οποίο θα καθοριστεί σε εκτελεστική πράξη

2ο τρίμηνο 2024 – 4ο τρίμηνο 2025: ανάπτυξη των τεχνικών προδιαγραφών (μορφότυπος, βαθμός λεπτομέρειας, συχνότητα) για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές (εκπομπές από σημειακές πηγές που δεν καλύπτονται από τον κανονισμό της διαδικτυακής πύλης για τις βιομηχανικές εκπομπές, καθώς και διάχυτες εκπομπές) στον EEA (διαδικτυακή πύλη για τις βιομηχανικές εκπομπές), υπό την καθοδήγηση του EEA και προς θέσπιση με εκτελεστική πράξη

1ο τρίμηνο 2024 – 4ο τρίμηνο 2025: προσδιορισμός και/ή κατάρτιση εγγράφων καθοδήγησης και μεθοδολογιών για τη μέτρηση και την ανάλυση των συγκεντρώσεων μικροπλαστικών και γονιδίων μικροβιακής αντοχής στα συστήματα επιφανειακών και υπόγειων υδάτων (θα προσδιοριστούν/περιληφθούν στην εκτελεστική πράξη για τη θέσπιση των καταλόγων επιτήρησης), υπό την καθοδήγηση του ECHA

2ο τρίμηνο 2024 – 3ο τρίμηνο 2027: κατάρτιση του 6ου καταλόγου επιτήρησης γλυκών υδάτων και του 1ου καταλόγου επιτήρησης υπόγειων υδάτων, και ανάλυση και υποβολή εκθέσεων σχετικά με τον 5ο κατάλογο επιτήρησης γλυκών υδάτων, υπό την καθοδήγηση του ECHA και προς θέσπιση με εκτελεστική πράξη

1ο τρίμηνο 2026 και μετά: ετήσια ανάκτηση δεδομένων για τη χημική ρύπανση από τον EEA και επιστημονική υποστήριξη από τον ECHA για τον μηχανισμό καταλόγου επιτήρησης και για την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων για τη θέσπιση νέων προτύπων περιβαλλοντικής ποιότητας σε επίπεδο ΕΕ για πρόσθετες ουσίες (τόσο για τα υπόγεια όσο και για τα επιφανειακά ύδατα)

1ο τρίμηνο 2024 και μετά: επιστημονική υποστήριξη από τον ECHA για την επανεξέταση και την επικαιροποίηση, ανά εξαετία, των καταλόγων ουσιών προτεραιότητας και των αντίστοιχων ΠΠΠ του παραρτήματος I της οδηγίας 2008/105/ΕΚ, των καταλόγων ρύπων και των αντίστοιχων προτύπων ποιότητας σε επίπεδο ΕΕ στο παράρτημα I της οδηγίας 2006/118/ΕΚ, των καταλόγων ρύπων του μέρους Α του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 2008/105/ΕΚ και πιθανή ανάπτυξη προτύπων σε επίπεδο ΕΕ για (ορισμένους) ρύπους του εν λόγω καταλόγου, καθώς και του καταλόγου ρύπων του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 2006/118/ΕΚ, και όλων των καταλόγων και των ΠΠΠ που θα καθοριστούν σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις.

Οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων:

Ο σχεδιασμός υλοποίησης για τις κύριες δράσεις που περιλαμβάνονται στην προτιμώμενη επιλογή συνοψίζεται στον ακόλουθο πίνακα:

Έως το 2025 θα έχουν τεθεί σε εφαρμογή πρόσθετες δραστηριότητες παρακολούθησης: αυτό αφορά μη εγχώριες εκλύσεις, παραμέτρους που σχετίζονται με την υγεία, βασικούς δείκτες επιδόσεων σε συνδυασμό με δράσεις για τη βελτίωση της διαφάνειας.

Θα δημιουργηθούν εθνικές και ενωσιακές βάσεις δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων όλων των στοιχείων που απαιτούνται για τον έλεγχο της συμμόρφωσης, και θα προσδιοριστούν τα «ευάλωτα και περιθωριοποιημένα άτομα» σε συνδυασμό με δράσεις για τη βελτίωση της πρόσβασης σε συστήματα αποχέτευσης.

Το παρόν δημοσιονομικό δελτίο θα διασφαλίσει χρηματοδότηση για τον EEA για την άσκηση ορισμένων νέων δραστηριοτήτων, οι οποίες προβλέπονται στην πρόταση ΟΕΑΛ.

Οι δραστηριότητες αυτές είναι διαφορετικής φύσης:

δημιουργία και προσαρμογή των βάσεων δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 20 σχετικά με την παρακολούθηση της νομοθετικής πρότασης,

ανάθεση σε εμπειρογνώμονα σχετικά με την οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων να παρακολουθεί τον φάκελο και να υποβάλλει εκθέσεις όταν χρειάζεται,

— έκτακτες δραστηριότητες που συνδέονται με την προετοιμασία και τη διαπραγμάτευση κατ’ εξουσιοδότηση/εκτελεστικών πράξεων,

— καθήκοντα σχετικά με την επεξεργασία και την ανάλυση δεδομένων.

Χρονοδιάγραμμα:

4ο τρίμηνο 2022 – 4ο τρίμηνο 2023: διαπραγμάτευση της πρότασης. Λόγω μιας εξαιρετικά φιλόδοξης πρότασης και της εισαγωγής ενός συστήματος διευρυμένης ευθύνης του παραγωγού, οι διαπραγματεύσεις ενδέχεται να απαιτήσουν περισσότερους πόρους και χρόνο από το σύνηθες.

2ο τρίμηνο 2024: έναρξη και επεξεργασία.

Νομοθεσία για την ποιότητα του αέρα:

Καθήκοντα σχετικά με την υποβολή εκθέσεων και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα δεδομένα για την ποιότητα του αέρα. Απαιτούνται πρόσθετες προσπάθειες για την επέκταση της υποδομής και τη στήριξη της συνεχούς υποβολής εκθέσεων, ώστε να συμπεριληφθούν επίσης οι ατμοσφαιρικοί ρύποι που προκαλούν αναδυόμενη ανησυχία, καθώς και οι υποχρεώσεις μείωσης της μέσης έκθεσης που αφορούν τους ρύπους PM2.5 και NO2, για την περαιτέρω επέκταση της υποδομής υποβολής εκθέσεων για επικαιροποιημένες πληροφορίες από πρόσθετα σημεία δειγματοληψίας και δεδομένα μοντελοποίησης, καθώς και για σχέδια για την ποιότητα του αέρα. (στήριξη από τον EEA).

Καθήκοντα σχετικά με την εκτίμηση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα: Καθώς αυξάνεται η επιστημονική κατανόηση των προκλήσεων όσον αφορά την ποιότητα του αέρα, συμπεριλαμβανομένων των δυσμενών επιπτώσεων για την υγεία από τα χαμηλά επίπεδα συγκέντρωσης και τους πρόσθετους ατμοσφαιρικούς ρύπους που προκαλούν αναδυόμενη ανησυχία, απαιτείται πρόσθετη στήριξη για να διασφαλιστεί ότι η δράση πολιτικής υποστηρίζεται από ορθές αξιολογήσεις των αναφερόμενων δεδομένων για την ποιότητα του αέρα (συμπεριλαμβανομένων των πρόσθετων δεδομένων που θα προέλθουν από την ενισχυμένη παρακολούθηση και μοντελοποίηση της ποιότητας του αέρα). Επιπλέον, θα πρέπει να ενισχυθεί η αξιολόγηση των συνδέσεων μεταξύ της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, της κλιματικής αλλαγής, της ανθρώπινης υγείας και της υγείας των οικοσυστημάτων. (στήριξη από τον EEA).

Καθήκοντα σχετικά με την επιστημονική και τεχνική υποστήριξη για την παρακολούθηση και τη μοντελοποίηση της ποιότητας του αέρα: Καθώς εφαρμόζεται η ενισχυμένη παρακολούθηση και μοντελοποίηση της ποιότητας του αέρα, θα απαιτηθεί συνεχής στήριξη. Η στήριξη αυτή, η οποία συμπληρώνει πλήρως τις εργασίες για την υποβολή εκθέσεων για την ποιότητα του αέρα και τις εκτιμήσεις της ποιότητας του αέρα, επικεντρώνεται στις τεχνικές πτυχές της παρακολούθησης και της μοντελοποίησης από τις αρμόδιες αρχές και περιλαμβάνει τη διαχείριση και την άσκηση της προεδρίας δύο βασικών δικτύων εμπειρογνωμόνων: το δίκτυο των εθνικών εργαστηρίων αναφοράς (AQUILA) και το φόρουμ μοντελοποίησης της ποιότητας του αέρα στην Ευρώπη (FAIRMODE). Κατά την τελευταία δεκαετία, το JRC υποστήριξε αυτές τις πτυχές της εφαρμογής της νομοθεσίας για τον καθαρό αέρα στην Ευρώπη —μεταξύ άλλων μέσω σειράς διοικητικών ρυθμίσεων. Επισημαίνεται ότι η συμβολή του JRC είναι επίσης απαραίτητη για την κατάρτιση εγγράφων καθοδήγησης που υποστηρίζουν την εφαρμογή των αναθεωρημένων οδηγιών, καθώς και για τη θέσπιση προτύπων σχετικά με την παρακολούθηση και τη μοντελοποίηση της ποιότητας του αέρα σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN).

Χρονοδιάγραμμα:

1ο τρίμηνο 2023 έως 2ο τρίμηνο 2024 (εκτίμηση): διοργανική διαπραγμάτευση της πρότασης

2ο τρίμηνο 2024 (εκτίμηση): έναρξη ισχύος

1ο τρίμηνο 2023 έως 4ο τρίμηνο 2025: κατάρτιση πρόσθετων εγγράφων καθοδήγησης στους τομείς της παρακολούθησης, της μοντελοποίησης και των σχεδίων για την ποιότητα του αέρα (ΓΔ ENV με το JRC)

1ο τρίμηνο 2023 έως 4ο τρίμηνο 2025: ανάπτυξη προτύπων σε στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης στους τομείς της παρακολούθησης, των ενδεικτικών μετρήσεων και της μοντελοποίησης των ποιοτικών στόχων (JRC με τη ΓΔ ENV)

Από το 3ο τρίμηνο του 2024 και μετά: τακτικές αξιολογήσεις από τον EEA σχετικά με την πρόοδο όσον αφορά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων μείωσης της μέσης έκθεσης που αφορούν τους ρύπους PM2.5 και NO2.

Από το 3ο τρίμηνο του 2024 και μετά: τακτική αξιολόγηση από τον EEA των ατμοσφαιρικών ρύπων που προκαλούν αναδυόμενη ανησυχία, καθώς και της σχέσης μεταξύ ατμοσφαιρικής ρύπανσης, κλιματικής αλλαγής και υγείας

3ο τρίμηνο 2024 έως 4ο τρίμηνο 2025: αναθεώρηση των κανόνων εφαρμογής της Επιτροπής όσον αφορά την αμοιβαία ανταλλαγή πληροφοριών και την υποβολή εκθέσεων για τον ατμοσφαιρικό αέρα (ΓΔ ENV)

1ο τρίμηνο 2026 (εκτίμηση): έναρξη των αναθεωρημένων υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων για τα κράτη μέλη (προς τον EEA) (δηλαδή εξαρτάται από τα χρονοδιαγράμματα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο —είναι σημαντικό να υπάρχει έτοιμη υποδομή)

3ο τρίμηνο 2024 έως 4ο τρίμηνο 2026: προσαρμογές στο αποθετήριο δεδομένων για την ποιότητα του αέρα το οποίο διαχειρίζεται ο EEA, ώστε να συμπεριληφθούν πρόσθετα δεδομένα που διατίθενται μέσω της υποβολής εθνικών δεδομένων

4ο τρίμηνο 2028 (εκτίμηση): πρώτος γύρος υποβολής εκθέσεων σχετικά με τα αναθεωρημένα σχέδια για την ποιότητα του αέρα για την αντιμετώπιση των κινδύνων υπέρβασης των αναθεωρημένων προτύπων ποιότητας του αέρα το 2030 (υποβολή εκθέσεων στον EEA).

Προστιθέμενη αξία της ενωσιακής παρέμβασης (που μπορεί να προκύπτει από διάφορους παράγοντες, π.χ. οφέλη από τον συντονισμό, ασφάλεια δικαίου, μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα ή συμπληρωματικότητα). Για τους σκοπούς του παρόντος σημείου «προστιθέμενη αξία της ενωσιακής παρέμβασης» είναι η αξία που απορρέει από την ενωσιακή παρέμβαση και η οποία προστίθεται στην αξία που θα είχε δημιουργηθεί αν τα κράτη μέλη ενεργούσαν μεμονωμένα.

Ολοκληρωμένη διαχείριση των υδάτων:

Τα επιφανειακά και υπόγεια συστήματα στην ΕΕ μολύνονται από διάφορους ρύπους. Καθώς η ρύπανση κινείται κατάντη και το 60 % των ευρωπαϊκών περιοχών λεκάνης απορροής ποταμού είναι διεθνείς, η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών είναι ουσιαστικής σημασίας και απαιτείται δράση σε επίπεδο ΕΕ για την αντιμετώπιση της ρύπανσης και άλλων διασυνοριακών επιπτώσεων μέσω της θέσπισης εναρμονισμένων προτύπων και εναρμονισμένων συστημάτων συλλογής και ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών. Είναι, επίσης, σημαντικό να αυξηθεί η διαφάνεια των δεδομένων σχετικά με τις χημικές ουσίες και να καταστεί δυνατή η χρήση και η περαιτέρω χρήση τους από την Επιτροπή και τους οργανισμούς της, ιδίως από τον EEA και τον ECHA, ώστε να αυξηθούν οι επιστημονικές γνώσεις που καθιστούν δυνατή την περαιτέρω στοχευμένη δράση και επιβολή.

Εάν δεν αναληφθεί δράση σε επίπεδο ΕΕ, η αντιμετώπιση της ρύπανσης θα καταστεί απαγορευτικά δαπανηρή, ιδίως για τα κατάντη κράτη μέλη.

Τα εναρμονισμένα πρότυπα θα έχουν ως αποτέλεσμα συνολικά καλύτερη προστασία του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας, οικονομικά αποδοτική και αναλογική δράση από τα κράτη μέλη και ισότιμους όρους ανταγωνισμού για τις δραστηριότητες που πρέπει να αντιμετωπίσουν τις πιθανές επιπτώσεις στα υδατικά συστήματα σε ολόκληρη την ΕΕ.

Η τακτικότερη ανταλλαγή δεδομένων παρακολούθησης και κατάστασης μέσω αυτοματοποιημένων μηχανισμών κοινοχρησίας δεδομένων θα επιτρέψει τη διενέργεια συχνότερων και πιο στοχευμένων ελέγχων και μεγαλύτερη ετοιμότητα για την αντιμετώπιση πιθανών ζητημάτων που αρχίζουν να προκαλούν ανησυχία. Η πρόσβαση σε εξορθολογισμένες βάσεις πληροφοριών δεδομένων θα βελτιώσει τη συνοχή των αξιολογήσεων και της εφαρμογής σε ολόκληρη τη νομοθεσία.

Ο EEA θα συγκεντρώνει τα δεδομένα, θα τα επεξεργάζεται και θα τα καθιστά διαθέσιμα για περαιτέρω χρήση με σκοπό τη χάραξη και την εφαρμογή της πολιτικής. Ο ECHA θα παρέχει επιστημονική στήριξη βάσει μιας ολοένα και πιο άρτιας επιστημονικής βάσης δεδομένων, χάρη στη συγκέντρωση οριζόντιων επιστημονικών πληροφοριών στον τομέα των χημικών προϊόντων και στη διάθεση από τον EEA πιο εξορθολογισμένων δεδομένων παρακολούθησης και κατάστασης. Και οι δύο οργανισμοί θα διαδραματίσουν καίριο ρόλο στην περαιτέρω εφαρμογή της νομοθεσίας για τα ύδατα, με συνέργειες και επικαιροποιημένα επιστημονικά δεδομένα που θα επιτρέπουν την ταχύτερη προσαρμογή σε νέους τομείς προβληματισμού, καθώς και τον καλύτερο προσδιορισμό και ιεράρχηση των πλέον αποδοτικών από άποψη κόστους μέτρων για την αντιμετώπιση της ρύπανσης.

Από την άλλη πλευρά, η πρόταση θα μειώσει τον συνολικό διοικητικό φόρτο αφαιρώντας τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων, οι οποίες δεν έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές, δηλαδή δεν έχουν επιτύχει την αναμενόμενη βελτίωση της εφαρμογής. Άλλες υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων απλουστεύονται και διασφαλίζεται καλύτερη συνοχή με την υποβολή εκθέσεων στο πλαίσιο άλλων μέσων.

Τέλος, η πρόταση αποσκοπεί στη θέσπιση αποτελεσματικότερων διαδικασιών για την προσαρμογή των καταλόγων ουσιών και των σχετικών προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος στην επιστημονική πρόοδο, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι διαδικασίες αυτές θα επωφεληθούν από αξιόπιστα επιστημονικά δεδομένα, με βάση την εξορθολογισμένη υποβολή εκθέσεων και τη στενή συνεργασία με τους οργανισμούς.

Οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων:    

Η δράση της ΕΕ εξακολουθεί να είναι ουσιαστικής σημασίας για να διασφαλιστεί ότι όλοι οι πολίτες της ΕΕ μπορούν να αποκομίσουν οφέλη από τη βελτίωση της ποιότητας των υδάτων των ποταμών, των λιμνών, των υπόγειων υδάτων και των θαλασσών. Δεδομένου ότι το 60 % των υδατικών συστημάτων της ΕΕ είναι διασυνοριακά, είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί το ίδιο επίπεδο προστασίας παντού και με τον ίδιο ρυθμό, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος οι προσπάθειες που καταβάλλουν ορισμένα κράτη μέλη να τεθούν σε κίνδυνο από την έλλειψη προόδου άλλων. Η αξιολόγηση REFIT κατέδειξε ότι στα περισσότερα κράτη μέλη η οδηγία ήταν η μοναδική κινητήρια δύναμη για επενδύσεις στις απαιτούμενες υποδομές.

Η οδηγία θα είναι πλήρως ευθυγραμμισμένη με όλους τους άλλους βασικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένου του γενικού στόχου για κλιματική ουδετερότητα, ενώ παράλληλα θα συνάδει πλήρως με διάφορες σε εξέλιξη/προγραμματισμένες νομοθετικές προτάσεις, όπως οι αναθεωρήσεις της οδηγίας για τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος, της οδηγίας για τα ύδατα κολύμβησης, της οδηγίας-πλαισίου για τη θαλάσσια στρατηγική και η αξιολόγηση της οδηγίας για την ιλύ καθαρισμού λυμάτων. Θα συμβάλει επίσης άμεσα στην καλύτερη υλοποίηση του ΣΒΑ 6 σχετικά με την επαρκή και ισότιμη πρόσβαση σε συστήματα αποχέτευσης.

Νομοθεσία για την ποιότητα του αέρα:

Οι στόχοι της πρωτοβουλίας δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν επαρκώς αποκλειστικά σε επίπεδο κράτους μέλους. Αυτό οφείλεται, πρώτον, στον διασυνοριακό χαρακτήρα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, καθώς οι εκπομπές από ένα κράτος μέλος μπορούν να συμβάλουν στη ρύπανση του ατμοσφαιρικού αέρα σε άλλα κράτη μέλη. Η ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ είναι απαραίτητη για να εξασφαλιστεί ότι όλα τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για τη μείωση των κινδύνων για τον πληθυσμό σε κάθε κράτος μέλος.

Δεύτερον, η Συνθήκη απαιτεί να επιδιώκεται υψηλό επίπεδο προστασίας, λαμβανομένης υπόψη της ποικιλομορφίας των καταστάσεων σε ολόκληρη την ΕΕ. Οι υφιστάμενες οδηγίες και η προτεινόμενη οδηγία θεσπίζουν κοινά πρότυπα για την ποιότητα του αέρα, αλλά αφήνουν στα κράτη μέλη την επιλογή των μέσων, ώστε αυτά να μπορούν να προσαρμόζονται στις τοπικές, περιφερειακές και εθνικές συνθήκες.

Τρίτον, πρέπει να διασφαλιστεί ίση μεταχείριση όσον αφορά τις οικονομικές επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε όλα τα κράτη μέλη και την εμπειρία των πολιτών από την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα σε ολόκληρη την Ένωση.

Τα αναθεωρημένα πρότυπα ποιότητας του αέρα και οι σαφέστεροι κανόνες για την παρακολούθηση της ποιότητας του αέρα θα εξασφαλίσουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας για τους πολίτες της ΕΕ και καλύτερο ατμοσφαιρικό αέρα για το περιβάλλον.

Αυτό θα βελτιώσει τις διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τις προκλήσεις όσον αφορά την ποιότητα του αέρα και θα βελτιώσει την υγεία (και, ως εκ τούτου, θα μειώσει τις δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης), θα μειώσει τις απώλειες απόδοσης των καλλιεργειών λόγω όζοντος, θα μειώσει τις απουσίες από την εργασία λόγω ασθένειας (συμπεριλαμβανομένων των εξαρτώμενων παιδιών). Ως εκ τούτου, η βελτίωση της ποιότητας του αέρα αναμένεται να αποφέρει οφέλη όσον αφορά την παραγωγικότητα και οικονομικά οφέλη.

Οι βελτιώσεις της παρακολούθησης και της μοντελοποίησης, του τρόπου κατάρτισης και εφαρμογής των σχεδίων για την ποιότητα του αέρα και της ανταλλαγής πληροφοριών που συλλέγονται από τα κράτη μέλη θα βελτιώσουν τη συνοχή των αξιολογήσεων και της εφαρμογής σε όλη τη νομοθεσία.

Οι αλλαγές όσον αφορά την πρόσβαση στη δικαιοσύνη και τις κυρώσεις θα βελτιώσουν τη δημόσια επιβολή της νομοθεσίας και, ως εκ τούτου, την επίτευξη αποτελεσμάτων σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Τέλος, η πρόταση αποσκοπεί στη θέσπιση αποτελεσματικότερων διαδικασιών για την επανεξέταση των προτύπων ποιότητας του αέρα με βάση την επιστημονική πρόοδο, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι διαδικασίες αυτές θα επωφεληθούν από αξιόπιστα επιστημονικά δεδομένα, με βάση την εξορθολογισμένη υποβολή εκθέσεων και τη στενή συνεργασία με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, ώστε να καταστούν, επίσης, διαθέσιμες στους φορείς λήψης αποφάσεων και στο ευρύτερο κοινό πληροφορίες για την ποιότητα του αέρα (συμπεριλαμβανομένων επικαιροποιημένων δεδομένων).

Διδάγματα από ανάλογες εμπειρίες του παρελθόντος

Ολοκληρωμένη διαχείριση των υδάτων:

Ο έλεγχος καταλληλότητας της νομοθεσίας της ΕΕ για τα ύδατα του 2019 επιβεβαίωσε ότι η οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα και οι δύο «θυγατρικές» οδηγίες της έχουν ενεργοποιήσει ή ενισχύσει τη δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αντιμετώπιση των διασυνοριακών πιέσεων στους υδάτινους πόρους σε επίπεδο λεκάνης απορροής ποταμού, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Ως εκ τούτου, ο καθορισμός προτύπων σε επίπεδο ΕΕ για τους ρύπους μπορεί να θεωρηθεί αποτελεσματικός.

Ωστόσο, η αξιολόγηση κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι είναι αναγκαίο να διευρυνθεί το πεδίο εφαρμογής για την αντιμετώπιση των ρύπων που προκαλούν αναδυόμενη ανησυχία και για την καλύτερη προστασία της ανθρώπινης υγείας και των οικοσυστημάτων, συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης διαφόρων διοικητικών ζητημάτων και ζητημάτων εφαρμογής.

Οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων:    

Η αξιολόγηση REFIT της αποτελεσματικότητας της οδηγίας κατέδειξε ότι η οδηγία έχει επιτύχει τη μείωση των φορτίων των στοχευόμενων ρύπων από αστικές σημειακές πηγές (οικιακά/αστικά λύματα και παρόμοια βιομηχανική ρύπανση). Εξακολουθούν να υπάρχουν ελλείψεις όσον αφορά την αντιμετώπιση του εναπομένοντος φορτίου μη επεξεργασμένων αστικών λυμάτων. Υπάρχει, επίσης, ανάγκη εναρμόνισης της οδηγίας με τις νέες πολιτικές προτεραιότητες και τις νέες κοινωνικές ανησυχίες.

Επιπλέον, οι απαιτήσεις παρακολούθησης που ορίζονται στο άρθρο 15 της οδηγίας έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές για την προώθηση της συμμόρφωσης. Ωστόσο, η τεχνολογική πρόοδος επιτρέπει σήμερα την αποτελεσματικότερη και ακριβέστερη παρακολούθηση τόσο των υφιστάμενων όσο και των αναδυόμενων ρύπων. Οι πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της εκτίμησης επιπτώσεων καταδεικνύουν ότι υπάρχουν μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά την παρακολούθηση. Τα περισσότερα κράτη μέλη συλλέγουν ήδη συχνότερες και ευρύτερες πληροφορίες σχετικά με περισσότερους ρύπους από ό,τι απαιτείται από την οδηγία. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις, οι γνώσεις σχετικά με την ποιότητα και την ποσότητα των λυμάτων είναι ανεπαρκείς. Αρκετές περιπτώσεις υπερβολικού μεγέθους των εγκαταστάσεων αλλά και υπερβολικών δυνατοτήτων αποθήκευσης, που οδηγούν σε υπερβολικό κόστος και αναποτελεσματική συλλογή και επεξεργασία των υδάτων, θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί εάν είχε κατανοηθεί καλύτερα το πραγματικό φορτίο που πρέπει να υποβληθεί σε επεξεργασία.

Οι απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων που ορίζονται στην οδηγία μπορούν να βελτιωθούν και να εκσυγχρονιστούν ώστε να διασφαλιστεί η καλύτερη εφαρμογή της οδηγίας.

Νομοθεσία για την ποιότητα του αέρα:

Διδάγματα που αντλήθηκαν από τον έλεγχο καταλληλότητας της νομοθεσίας για την ποιότητα του αέρα που δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 2019 [SWD(2019) 427 final].

Ο εν λόγω έλεγχος καταλληλότητας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι οδηγίες για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα υπήρξαν εν μέρει αποτελεσματικές όσον αφορά τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα και την επίτευξη των προτύπων ποιότητας του αέρα, αλλά ότι δεν έχουν επιτευχθεί όλοι οι στόχοι τους μέχρι σήμερα: οι οδηγίες είχαν καθοδηγήσει τη θέσπιση αντιπροσωπευτικής υψηλής ποιότητας παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα, είχαν καθορίσει σαφή πρότυπα ποιότητας του αέρα και είχαν διευκολύνει την ανταλλαγή αξιόπιστων, αντικειμενικών και συγκρίσιμων πληροφοριών σχετικά με την ποιότητα του αέρα, μεταξύ άλλων και σε ένα ευρύτερο κοινό. Ωστόσο, ήταν λιγότερο επιτυχείς όσον αφορά τη διασφάλιση της λήψης επαρκών μέτρων για την τήρηση των προτύπων ποιότητας του αέρα και τον, κατά το δυνατόν, περιορισμό των υπερβάσεων, μολονότι από την άλλη πλευρά σημειώθηκε πτωτική τάση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και μείωση του αριθμού και του μεγέθους των υπερβάσεων.

Ελήφθησαν, επίσης, υπόψη τα διδάγματα από τον έλεγχο καταλληλότητας σχετικά με την παρακολούθηση και την ηλεκτρονική υποβολή εκθέσεων στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής πολιτικής [SWD(2017) 230 final] σε σχέση με τη νομοθεσία για την ποιότητα του αέρα. Ειδικότερα, ο εν λόγω έλεγχος καταλληλότητας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, όσον αφορά την ποιότητα του αέρα, γίνεται χρήση μιας σύγχρονης προσέγγισης ηλεκτρονικής υποβολής εκθέσεων μέσω της οποίας διατίθενται πληροφορίες για την ποιότητα του αέρα σε τυποποιημένη, μηχαναγνώσιμη και σύμφωνη με την INSPIRE μορφή. Η προσέγγιση είναι σαφώς προσανατολισμένη προς τον εξορθολογισμό του όγκου των πληροφοριών που διατίθενται από τα κράτη μέλη, τη μεγιστοποίηση της χρησιμότητας των εν λόγω πληροφοριών και τη μείωση του διοικητικού φόρτου αλλά αφήνει, επίσης, περιθώρια για περαιτέρω εξορθολογισμό σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο (ιδίως όσον αφορά τις νέες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων).

 

Συμβατότητα με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και ενδεχόμενες συνέργειες με άλλα κατάλληλα μέσα

Η παρούσα δράση συνάδει με άλλες πολιτικές της ΕΕ και με πρωτοβουλίες που βρίσκονται σε εξέλιξη και απορρέουν από την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία.

Η πρωτοβουλία εμπίπτει στον τομέα 3 (Φυσικοί πόροι και περιβάλλον) τίτλος 9 (Περιβάλλον και δράση για το κλίμα) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου. Όπως περιγράφεται λεπτομερώς κατωτέρω, η εφαρμογή του νομοθετήματος αυτού θα απαιτήσει πρόσθετους ανθρώπινους πόρους, καθώς επίσης και ορισμένες υποστηρικτικές δαπάνες από τον EEA και τον ECHA. Η αντίστοιχη αύξηση της επιδότησης προς τους οργανισμούς θα αντισταθμιστεί από το πρόγραμμα της ΕΕ για το περιβάλλον και τη δράση για το κλίμα (LIFE) 2021-2027.

Αξιολόγηση των διαφόρων διαθέσιμων επιλογών χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων των δυνατοτήτων ανακατανομής

Ολοκληρωμένη διαχείριση των υδάτων:

Επιστημονική υποστήριξη από τον ECHA, η οποία παρεχόταν κατά το παρελθόν από το JRC, την επιτροπή SCHEER, αναδόχους 

Η επιστημονική υποστήριξη παρέχεται επί του παρόντος με μάλλον μη συστηματικό τρόπο, αλλά με βάση σειρά διοικητικών ρυθμίσεων με το JRC που υπόκεινται σε συχνές επανεξετάσεις και παρατάσεις, ανανεώσιμων συμβάσεων με ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα για τα υπόγεια ύδατα, αναδόχων που συμμετέχουν στην εκτίμηση επιπτώσεων, ίδιων πόρων (τόσο του JRC όσο και της ΓΔ ENV)· επίσης, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις συνεισφορές των κρατών μελών, ιδίως στον τομέα της οδηγίας για τα υπόγεια ύδατα. Η SCHEER, την οποία διαχειρίζεται η ΓΔ SANTE, έχει εκδώσει πολυάριθμες επιστημονικές γνώμες (π.χ. στο πλαίσιο της ΟΠΠΠ, η SCHEER εξέδωσε περισσότερες από 50 γνώμες κατά την περίοδο 2011-2022). Η κατάσταση αυτή δεν επιτρέπει την υποβολή επαρκώς συντονισμένων, συστηματικών, συνεκτικών και έγκαιρων προτάσεων. Όσον αφορά τον ECHA, επί του παρόντος δεν έχει νομική εντολή να εκτελεί καθήκοντα που σχετίζονται με την ΟΠΥ.

Στόχος της πρότασης είναι ο εξορθολογισμός και η βελτίωση της επιστημονικής διαδικασίας με την αντικατάσταση αυτών των μη συστηματικών μορφών υποστήριξης από μια υπηρεσία «μίας στάσης» για κάθε είδους επιστημονική υποστήριξη, δηλαδή τον ECHA. Στο πλαίσιο της στρατηγικής για τη βιωσιμότητα των χημικών προϊόντων και της αξιολόγησης «μία ουσία, μία αξιολόγηση», ο ECHA θα καταστεί επίσης υπεύθυνος για όλες τις επιστημονικές πτυχές όλων των άλλων νομοθετικών πράξεων για τα χημικά προϊόντα. Με τον τρόπο αυτό θα διασφαλιστεί η επιστημονική αξιοπιστία και θα καταστούν δυνατές οι συνέργειες μεταξύ των πηγών πληροφοριών σε ολόκληρη τη νομοθεσία.

Η συνεισφορά στον ECHA θα αντισταθμιστεί πλήρως με μείωση του προϋπολογισμού του LIFE. Οι πόροι αυτοί δαπανώνται επί του παρόντος στο πιο ανομοιογενές πλαίσιο για την παροχή επιστημονικής υποστήριξης (ανάδοχοι, διοικητικές ρυθμίσεις του JRC, γνώμη της SCHEER).

Στήριξη για τη συγκέντρωση και την επεξεργασία δεδομένων παρακολούθησης και κατάστασης – πρόσθετοι πόροι για τον EEA ώστε να διασφαλίζεται η τακτικότερη ενημέρωση σχετικά με την κατάσταση των υδάτων – καλύτερη εφαρμογή – προσδιορισμός νέων αναγκών

Ο EEA (3,5 ΙΠΑ) φιλοξενεί και διαχειρίζεται επί του παρόντος εκτεταμένη βάση δεδομένων με πληροφορίες σχετικά με τα ύδατα που υποβάλλουν τα κράτη μέλη ηλεκτρονικά ανά εξαετία· η εν λόγω βάση δεδομένων φιλοξενεί τα επίσημα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού τα οποία πρέπει να υποβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 15 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, καθώς και πρόσθετες πληροφορίες που υποβάλλονται ηλεκτρονικά σε εθελοντική βάση, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που έχει καταρτίσει η Επιτροπή σε συνεργασία με τα κράτη μέλη.

Ωστόσο, η βάση δεδομένων δεν περιλαμβάνει ούτε συνδέεται με πραγματικά δεδομένα παρακολούθησης και η κατάσταση εκφράζεται μόνο ως «επιτυχία/αποτυχία» καλής κατάστασης, με αποτέλεσμα να μην παρέχονται πολλές πληροφορίες σχετικά με το μέγεθος των υπερβάσεων και, ως εκ τούτου, να παρεμποδίζεται η εστίαση των πολιτικών απαντήσεων στα κομβικά σημεία ρύπανσης. Επιπλέον, δεδομένου ότι οι πληροφορίες υποβάλλονται μόνο ανά εξαετία, καθίστανται γρήγορα παρωχημένες και δεν είναι πραγματικά χρήσιμες για την ιεράρχηση μέτρων ή την αντιμετώπιση ζητημάτων εφαρμογής (π.χ. οι ισχυρισμοί σε γραπτές ερωτήσεις, αναφορές και καταγγελίες δεν μπορούν να επαληθευτούν αποτελεσματικά με βάση παρωχημένες πληροφορίες).

Ως εκ τούτου, η πρόταση επιδιώκει να θεσπιστεί υποχρέωση ετήσιας υποβολής εκθέσεων προς τον EEA σχετικά με τα δεδομένα παρακολούθησης και κατάστασης. Με αυτόν τον τρόπο θα αντλούνται πολύτιμες πληροφορίες για τη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ της καλύτερης ποιότητας των υδάτων και της βελτίωσης της ανθρώπινης υγείας με τη χρήση δεδομένων από την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της ποιότητας των υδάτων. Οι αναμενόμενες αρχικές πρόσθετες προσπάθειες που απαιτούνται για τον εξορθολογισμό της υποβολής εκθέσεων θα αντισταθμιστούν, μακροπρόθεσμα, από τη μείωση του διοικητικού φόρτου, λόγω της αυξημένης «ψηφιοποίησης» και του υποχρεωτικού «συστήματος υποβολής εκθέσεων» (αυτοματοποιημένος μηχανισμός διαβίβασης δεδομένων).

Οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων:    

Η εφαρμογή της οδηγίας θα απαιτήσει εκτεταμένη επεξεργασία και ανάλυση δεδομένων. Η αξιοποίηση της εμπειρογνωσίας του EEA έχει πολλά πλεονεκτήματα: συστήματα εναρμονισμένα με άλλες εκθέσεις προς τον EEA (ΟΠΥ, Ευρωπαϊκό ΜΕΜΡ)· αποτελεσματικότητα των διαδικασιών· μείωση του κινδύνου εισαγωγής σφαλμάτων μέσω της χρήσης διαφορετικών συστημάτων· ανάπτυξη εμπειρογνωσίας και αξιολογήσεων περιεχομένου βάσει λεπτομερούς κατανόησης των δεδομένων, δεδομένου ότι γνωρίζουμε τον τρόπο με τον οποίο εξάγονται τα δεδομένα.

Ελλείψει δαπανών προσωπικού και δαπανών λειτουργίας, αυτού του είδους η ανάπτυξη θα πρέπει να χρηματοδοτηθεί μέσω συμβουλευτικών υπηρεσιών στη ΓΔ ENV.

Νομοθεσία για την ποιότητα του αέρα:

Καθήκοντα σχετικά με την υποβολή εκθέσεων και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα δεδομένα για την ποιότητα του αέρα. Για την επέκταση της υποδομής και η υποστήριξη της συνεχούς υποβολής εκθέσεων ώστε να συμπεριληφθούν πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα του αέρα μπορεί να χρησιμοποιηθεί η υφιστάμενη διαδικτυακή πύλη για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και το αποθετήριο δεδομένων που διαχειρίζεται ο EEA, ώστε να εξασφαλιστεί η βελτίωση της αποδοτικότητας μέσω της συνοχής με άλλες ροές υποβολής περιβαλλοντικών εκθέσεων. Η δημιουργία και η συντήρηση μιας εντελώς νέας υποδομής υποβολής εκθέσεων για τις πρόσθετες απαιτήσεις που θεσπίζει η αναθεωρημένη οδηγία (π.χ. στο JRC ή φιλοξενούμενης από εξωτερικούς συμβούλους) θα απαιτήσει δαπανηρή νέα ανάπτυξη και θα συνεπάγεται τον κίνδυνο ασυνεπειών με την υφιστάμενη υποδομή υποβολής εκθέσεων. Ως εκ τούτου, η αποτελεσματικότερη προσέγγιση θα είναι η ενίσχυση των πόρων του EEA για την επέκταση και την επακόλουθη συντήρηση της υφιστάμενης διαδικτυακής πύλης για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και του αποθετηρίου δεδομένων —είτε μέσω πρόσθετου προσωπικού είτε μέσω εσωτερικής ανακατανομής. Με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλιστεί η βέλτιστη σχέση μεταξύ των χρησιμοποιούμενων πόρων και της επίτευξης των στόχων και των σχετικών καθηκόντων.

Καθήκοντα σχετικά με την εκτίμηση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα. Οι εκτιμήσεις της ποιότητας του αέρα παρέχονται επί του παρόντος από τον EEA σε ετήσια βάση, με χρήση των δεδομένων για την ποιότητα του αέρα που υποβάλλονται μέσω της διαδικτυακής πύλης για την ποιότητα του αέρα και του αποθετηρίου δεδομένων, καθώς και πρόσθετων επιστημονικών γνώσεων σχετικά με τις επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην υγεία και το περιβάλλον. Με τις ενισχυμένες διατάξεις σχετικά με την παρακολούθηση και τη μοντελοποίηση της ποιότητας του αέρα, θα καταστούν διαθέσιμες πρόσθετες πληροφορίες, μεταξύ άλλων σχετικά με τους ρύπους που προκαλούν αναδυόμενη ανησυχία και σχετικά με τη σχέση μεταξύ ατμοσφαιρικής ρύπανσης, κλιματικής αλλαγής, υγείας του ανθρώπου και των οικοσυστημάτων. Η αξιολόγηση των εν λόγω δεδομένων και πληροφοριών θα πρέπει να βασίζεται σε τακτικά και επιστημονικά αξιόπιστα στοιχεία και θα πρέπει να είναι σε αντιστοιχία με τις υφιστάμενες εκτιμήσεις της ποιότητας του αέρα που έχουν ήδη παρασχεθεί από τον EEA. Ως εκ τούτου, είναι προτιμότερο, επίσης για να εξασφαλιστεί η συνοχή της ανάλυσης, να ενσωματωθούν τα καθήκοντα αυτά στον EEA και όχι να ανατεθούν σε εξωτερικούς συμβούλους. Αυτό θα απαιτήσει πρόσθετες ειδικές ικανότητες και ενδέχεται να απαιτήσει πρόσθετο προσωπικό. Με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλιστεί η βέλτιστη σχέση μεταξύ των χρησιμοποιούμενων πόρων και της επίτευξης των στόχων και των σχετικών καθηκόντων.

Καθήκοντα σχετικά με την επιστημονική και τεχνική υποστήριξη για την παρακολούθηση και τη μοντελοποίηση της ποιότητας του αέρα. Κατά την τελευταία δεκαετία, το JRC υποστήριξε όλα τα καθήκοντα επιστημονικής και τεχνικής υποστήριξης για την παρακολούθηση και τη μοντελοποίηση της ποιότητας του αέρα, τα οποία απαιτούν οικονομική ανεξαρτησία από τους παρόχους του εξοπλισμού για την παρακολούθηση της ποιότητας και τη μοντελοποίηση. Στα ειδικά απαιτούμενα καθήκοντα περιλαμβάνονται τα εξής:

Υποστήριξη και καθοδήγηση της ανάπτυξης ενισχυμένων προσεγγίσεων σχετικά με την παρακολούθηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και τη χρήση μοντελοποίησης για την ποιότητα του αέρα,

υποστήριξη μεθοδολογικών βελτιώσεων που σχετίζονται με τη χωρική αντιπροσωπευτικότητα της παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα, τις εναρμονισμένες εκτιμήσεις της ποιότητας του αέρα και την κατανομή των πόρων,

υποστήριξη της εκπόνησης πρακτικών κατευθυντήριων γραμμών για την εφαρμογή της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα όσον αφορά την παρακολούθηση και τη μοντελοποίηση της ποιότητας του αέρα,

οργάνωση και άσκηση προεδρίας σε βασικά δίκτυα υποστήριξης για την περαιτέρω εφαρμογή της πολιτικής για τον αέρα σε εθνικό, περιφερειακό και αστικό επίπεδο (π.χ. AQUILA και FAIRMODE),

υποστήριξη της ανάπτυξης προτύπων σχετικών με την παρακολούθηση και τη μοντελοποίηση της ποιότητας του αέρα σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN).

Η στήριξη του JRC θα εξασφαλιστεί με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο εφόσον περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα εργασίας του JRC και παρέχεται πρόσθετη χρηματοδοτική στήριξη ύψους 100 000 EUR ετησίως. Η συνεχής στήριξη του JRC θα εξασφαλίσει τη βέλτιστη σχέση μεταξύ των χρησιμοποιούμενων πόρων και της επίτευξης των στόχων και των σχετικών καθηκόντων.



Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις της πρότασης/πρωτοβουλίας

 περιορισμένη διάρκεια

   με ισχύ από [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ έως [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ

   Δημοσιονομικές επιπτώσεις από το ΕΕΕΕ έως το ΕΕΕΕ για πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων και από το ΕΕΕΕ έως το ΕΕΕΕ για πιστώσεις πληρωμών.

 απεριόριστη διάρκεια

Περίοδος σταδιακής εφαρμογής από το 2024 (για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων), από το 2024 έως το 2025 (ολοκληρωμένη διαχείριση των υδάτων) και από το 2024 έως το 2027 (για τη νομοθεσία για την ποιότητα του αέρα),

και στη συνέχεια πλήρης εφαρμογή.

Προβλεπόμενοι τρόποι διαχείρισης 67  

 Άμεση διαχείριση από την Επιτροπή

 από τις υπηρεσίες της, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού της στις αντιπροσωπείες της Ένωσης

   από τους εκτελεστικούς οργανισμούς

 Επιμερισμένη διαχείριση με τα κράτη μέλη

 Έμμεση διαχείριση με ανάθεση καθηκόντων εκτέλεσης του προϋπολογισμού:

 σε τρίτες χώρες ή οργανισμούς που αυτές έχουν ορίσει

 σε διεθνείς οργανισμούς και στις οργανώσεις τους (να προσδιοριστούν)

 στην ΕΤΕπ και στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων

 στους οργανισμούς που αναφέρονται στα άρθρα 70 και 71 του δημοσιονομικού κανονισμού

 σε οργανισμούς δημοσίου δικαίου

 σε οργανισμούς που διέπονται από ιδιωτικό δίκαιο και έχουν αποστολή δημόσιας υπηρεσίας, στον βαθμό που παρέχουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις

 σε οργανισμούς που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο κράτους μέλους, στους οποίους έχει ανατεθεί η εκτέλεση σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και οι οποίοι παρέχουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις

 σε πρόσωπα επιφορτισμένα με την εφαρμογή συγκεκριμένων δράσεων στην ΚΕΠΠΑ βάσει του τίτλου V της ΣΕΕ και τα οποία προσδιορίζονται στην αντίστοιχη βασική πράξη

ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

Κανόνες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων

Να προσδιοριστούν η συχνότητα και οι όροι.

Οι πρωτοβουλίες περιλαμβάνουν δημόσιες συμβάσεις, διοικητικές ρυθμίσεις με το JRC, αύξηση της συνεισφοράς στον ECHA και στον EEA και επιπτώσεις στο ανθρώπινο δυναμικό της Επιτροπής. Εφαρμόζονται τυποποιημένοι κανόνες για το συγκεκριμένο είδος δαπανών.

Συστήματα διαχείρισης και ελέγχου

Αιτιολόγηση των τρόπων διαχείρισης, των μηχανισμών εκτέλεσης της χρηματοδότησης, των όρων πληρωμής και της προτεινόμενης στρατηγικής ελέγχου

Ά.Α. — βλ. ανωτέρω.

Πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους που έχουν εντοπιστεί και τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου που έχουν δημιουργηθεί για τον μετριασμό τους

Ά.Α. — βλ. ανωτέρω.

Εκτίμηση και αιτιολόγηση της οικονομικής αποδοτικότητας των ελέγχων (λόγος του κόστους του ελέγχου προς την αξία των σχετικών κονδυλίων που αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης) και αξιολόγηση του εκτιμώμενου επιπέδου κινδύνου σφάλματος (κατά την πληρωμή και κατά το κλείσιμο)

Ά.Α. — βλ. ανωτέρω.

Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

Να προσδιοριστούν τα ισχύοντα ή τα προβλεπόμενα μέτρα πρόληψης και προστασίας, π.χ. στη στρατηγική για την καταπολέμηση της απάτης.

Ά.Α. — βλ. ανωτέρω.

ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

Τομείς του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

Υφιστάμενες γραμμές του προϋπολογισμού

Κατά σειρά τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμών του προϋπολογισμού 

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Γραμμή του προϋπολογισμού

Είδος δαπάνης

Συμμετοχή

Αριθμός

ΔΠ/ΜΔΠ 68

χωρών ΕΖΕΣ 69

υποψηφίων για ένταξη χωρών 70

τρίτων χωρών

κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 2 στοιχείο β) του δημοσιονομικού κανονισμού

3

09 02 02 Κυκλική οικονομία και ποιότητα ζωής

ΔΠ

ΝΑΙ

ΟΧΙ

/ΟΧΙ

ΟΧΙ

3

09 10 01 Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων – Οδηγίες και διεθνείς συμβάσεις στον τομέα του περιβάλλοντος

ΔΠ

ΝΑΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

3

09 10 02 Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος

ΔΠ

ΝΑΙ

ΝΑΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

7

20 01 02 01 – Αποδοχές και επιδόματα

ΜΔΠ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

Νέες γραμμές του προϋπολογισμού των οποίων έχει ζητηθεί η δημιουργία

Ά.Α.

Εκτιμώμενες δημοσιονομικές επιπτώσεις της πρότασης στις πιστώσεις

Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις επιχειρησιακές πιστώσεις

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Τομέας του πολυετούς
δημοσιονομικού πλαισίου
 

3

Φυσικοί πόροι και περιβάλλον

ΓΔ: ENV

2023

2024

2025

2026

2027 και μετά

ΣΥΝΟΛΟ

□ Επιχειρησιακές πιστώσεις

09 02 02 Κυκλική οικονομία και ποιότητα ζωής

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1)

0,100

0,100

0,100

0,100

0,100

0,500

Πληρωμές

(2)

0,100

0,100

0,100

0,100

0,100

0,500

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
για τη ΓΔ ENV

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=(1)

0,100

0,100

0,100

0,100

0,100

0,500

Πληρωμές

=(2)

0,100

0,100

0,100

0,100

0,100

0,500

Το ποσό που αναφέρεται ανωτέρω στη γραμμή του προϋπολογισμού 09.02.02 θα χρειαστεί για τη χρηματοδότηση διοικητικής ρύθμισης με το JRC και πρόσθετης χρηματοδοτικής στήριξης ύψους 100 000 EUR ετησίως για τα ακόλουθα καθήκοντα:

υποστήριξη και καθοδήγηση της ανάπτυξης ενισχυμένων προσεγγίσεων σχετικά με την παρακολούθηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και τη χρήση μοντελοποίησης για την ποιότητα του αέρα,

υποστήριξη μεθοδολογικών βελτιώσεων που σχετίζονται με τη χωρική αντιπροσωπευτικότητα της παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα, τις εναρμονισμένες εκτιμήσεις της ποιότητας του αέρα και την κατανομή των πόρων,

υποστήριξη της εκπόνησης πρακτικών κατευθυντήριων γραμμών για την εφαρμογή της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα όσον αφορά την παρακολούθηση και τη μοντελοποίηση της ποιότητας του αέρα,

οργάνωση και άσκηση προεδρίας σε βασικά δίκτυα υποστήριξης για την περαιτέρω εφαρμογή της πολιτικής για τον αέρα σε εθνικό, περιφερειακό και αστικό επίπεδο (π.χ. AQUILA και FAIRMODE),

υποστήριξη της ανάπτυξης προτύπων σχετικών με την παρακολούθηση και τη μοντελοποίηση της ποιότητας του αέρα σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN).

Οργανισμός: ECHA — Περιβαλλοντικές οδηγίες

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Τίτλος 1: Δαπάνες προσωπικού

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

0,734

1,498

1,528

1,559

5,319

Πληρωμές

(2α)

0,734

1,498

1,528

1,559

5,319

Τίτλος 2: Υποδομές

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1β)

0,189

0,193

0,201

0,201

0,779

Πληρωμές

(2β)

0,189

0.193

0.201

0,201

0,779

Τίτλος 3: Επιχειρησιακές δαπάνες

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1γ)

0,673

0,686

0,702

0,718

2,779

Πληρωμές

(2γ)

0,673

0,686

0,702

0,718

2,779

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
για τον οργανισμό ECHA

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=1α+1β +1γ

1,596

2,377

2,427

2,477

8,878

Πληρωμές

=2α+2β+2γ

1,596

2,377

2,427

2,477

8,878

Οι δαπάνες του ECHA περιλαμβάνουν το κόστος για επιπλέον 11 ΙΠΑ, κατανεμημένων μεταξύ 7 TA και 4 CA, με σκοπό:

 την επιστημονική υποστήριξη που παρέχεται επί του παρόντος από τους αναδόχους του JRC και της ΓΔ ENV και την επιτροπή SANTE SCHEER (επί του παρόντος 6,35 ΙΠΑ ετησίως· σύμφωνα με την πρόταση του ECHA, αυτό θα ανερχόταν σε περίπου 5,15 ΙΠΑ· αυτό συνεπάγεται αποτελεσματική ανακατανομή των πόρων)

 την επιστημονική υποστήριξη που απορρέει από τις νέες υποχρεώσεις βάσει της πρότασης:

   για τον καθορισμό προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος σε επίπεδο ΕΕ για τους ρύπους που προκαλούν «εθνική/περιφερειακή» ανησυχία (1 ΙΠΑ ετησίως για ΥΠ, 1 ΙΠΑ για ΕΠ)

   για την επικαιροποίηση του παραρτήματος I για τους ΥΠ (1 ΙΠΑ ετησίως)

   για τη στήριξη του καταλόγου επιτήρησης υπόγειων υδάτων (0,6 ΙΠΑ ετησίως)

   για τον προσδιορισμό/ανάπτυξη μεθοδολογιών για την παρακολούθηση και την ανάλυση μικροπλαστικών, γονιδίων μικροβιακής αντοχής (περίπου 0,5 ΙΠΑ συν περίπου 1 για υποστήριξη ΤΠ συν 1,5 ΙΠΑ για τη διακυβέρνηση)



Οργανισμός: EEA

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Τίτλος 1: Δαπάνες προσωπικού

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

0,697

1,423

1,451

1,480

5,052

Πληρωμές

(2α)

0,697

1,423

1,451

1,480

5,052

Τίτλος 2: Υποδομές

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1β)

Πληρωμές

(2β)

Τίτλος 3: Επιχειρησιακές δαπάνες

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1γ)

0,490

0,620

0,420

0,420

1,950

Πληρωμές

(2γ)

0,490

0,620

0,420

0,420

1,950

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
για τον οργανισμό EEA

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=1α+1β +1γ

1,187

2,043

1,871

1,900

7,002

Πληρωμές

=2α+2β+2γ

1,187

2,043

1,871

1,900

7,002

Οι δαπάνες του EEA περιλαμβάνουν δαπάνες για 8 επιπλέον ΙΠΑ (5 ΕΥ και 3 ΣΥ), καθώς και δαπάνες λειτουργίας, με σκοπό:

Αντιμετώπιση της πρόσθετης υποχρέωσης για την ετήσια υποβολή εκθέσεων στον EEA όσον αφορά τα δεδομένα παρακολούθησης και κατάστασης μέσω της «υποβολής εκθέσεων μεταξύ συστημάτων» (αυτοματοποιημένος μηχανισμός διαβίβασης δεδομένων): 4 ΙΠΑ (εκ των οποίων 3 θα είναι πρόσθετοι/νέοι ΕΥ και 1 ΕΥ από την ανακατανομή του EEA) συν 130K υποστήριξης του συμβούλου για το έτος 1, στη συνέχεια 80Κ το έτος 2 και μετά. Ανάπτυξη τυποποιημένης βάσης δεδομένων για την επαναχρησιμοποίηση των υδάτων [στο πλαίσιο της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2020/741 για την επαναχρησιμοποίηση των υδάτων] και διαχείριση των σχετικών ροών δεδομένων και προετοιμασία επισκοπήσεων σε επίπεδο ΕΕ. Ο EEA θα πρέπει να διασφαλίζει την ποιότητα του ελέγχου ώστε να διασφαλίζεται ότι τα κράτη μέλη υποβάλλουν τακτικά εκθέσεις με εναρμονισμένο και συγκρίσιμο τρόπο (2 επιπλέον ΣΥ). Συνολικά, οι πρόσθετοι πόροι που θα διατεθούν στον EEA για την ολοκληρωμένη υποβολή εκθέσεων για τα ύδατα και τις εργασίες για την επαναχρησιμοποίηση του νερού θα είναι 5 επιπλέον ΙΠΑ, κατανεμημένα σε 3 ΕΥ και 2 ΣΥ.

Εμπειρογνώμονας της οδηγίας για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (1 επιπλέον ΣΥ) και υποστήριξη ΤΠ για τη δημιουργία και την προσαρμογή βάσεων δεδομένων σε σχέση με το άρθρο 20 της προτεινόμενης αναδιατύπωσης της οδηγίας για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων. Θα στηρίξει επίσης την ανάπτυξη νέων δεικτών συμμόρφωσης, π.χ. για την ενέργεια και τους μικρορύπους, όπως αναφέρεται επί του παρόντος στη νέα νομοθετική πρόταση της οδηγίας. Θα χρησιμοποιηθεί, επίσης, για την επανεξέταση και την επικαιροποίηση των προφίλ χωρών της οδηγίας για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων, τα οποία πλέον αντικαθιστούν τις εθνικές εκθέσεις https://water.europa.eu/freshwater/countries/uwwtIt, καθώς και για την επανεξέταση των υφιστάμενων ροών δεδομένων, ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων. Θα πραγματοποιηθεί περαιτέρω εξορθολογισμός με τις σχετικές ροές δεδομένων (π.χ. Ευρωπαϊκό ΜΕΜΡ και WISE). Οι ανάγκες για υποστήριξη ΤΠ ανέρχονται συνολικά σε 760K, εκ των οποίων 240K για το έτος 1, 260K για το έτος 2 και, στη συνέχεια, 130K.

Τα καθήκοντα που σχετίζονται με την υποβολή εκθέσεων και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα δεδομένα για την ποιότητα του αέρα θα απαιτήσουν πόρους για την επέκταση και την επακόλουθη συντήρηση της υφιστάμενης διαδικτυακής πύλης και του αποθετηρίου δεδομένων για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα. Τα καθήκοντα που σχετίζονται με την εκτίμηση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα θα απαιτήσουν πόρους για την επέκταση των αξιολογήσεων της ποιότητας του αέρα που παρέχονται επί του παρόντος σε ετήσια βάση, ιδίως όσον αφορά τους ρύπους που προκαλούν αναδυόμενη ανησυχία και τη σχέση μεταξύ ατμοσφαιρικής ρύπανσης, κλιματικής αλλαγής, υγείας του ανθρώπου και των οικοσυστημάτων. Αυτό θα απαιτήσει πρόσθετες ειδικές ικανότητες και, ως εκ τούτου, πρόσθετο προσωπικό εμπειρογνωμόνων σε μακροπρόθεσμη βάση (2 ΙΠΑ, αμφότερα ΣΥ).



ΣΥΝΟΛΟ επιχειρησιακών πιστώσεων

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(4)

Πληρωμές

(5)

□ ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενων από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων

(6)

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
του ΤΟΜΕΑ 3 
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=4+6

0,100

2,774

4,297

4,170

4,245

15,587

Πληρωμές

=5+6

0,100

2,774

4,297

4,170

4,245

15,587




Τομέας του πολυετούς 
δημοσιονομικού πλαισίου

7

«Διοικητικές δαπάνες»

Αυτό το τμήμα πρέπει να συμπληρωθεί με «στοιχεία διοικητικού χαρακτήρα του προϋπολογισμού» τα οποία θα εισαχθούν, καταρχάς, στο παράρτημα του νομοθετικού δημοσιονομικού δελτίου (παράρτημα V του εσωτερικού κανονισμού), που τηλεφορτώνεται στο DECIDE για διυπηρεσιακή διαβούλευση.

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

2024

2025

2026

2027 και μετά

ΣΥΝΟΛΟ

ΓΔ: ENV

□ Ανθρώπινοι πόροι

0,314

0,314

0,314

0,314

1,256

□ Άλλες διοικητικές δαπάνες

ΣΥΝΟΛΟ ΓΔ ENV

Πιστώσεις

0,314

0,314

0,314

0,314

1,256

Το πρόσθετο προσωπικό της ΓΔ ENV (1 AD για την ολοκληρωμένη διαχείριση των υδάτων και 1 AD για την ποιότητα του αέρα) θα αναλάβει τα ακόλουθα καθήκοντα:

Προετοιμασία και καθοδήγηση της έκδοσης νέων εκτελεστικών πράξεων της Επιτροπής, με την κατάρτιση καταλόγων επιτήρησης ρύπων επιφανειακών και υπόγειων υδάτων αναδυόμενης ανησυχίας, για την παρακολούθησή τους με σκοπό την αξιολόγηση της ανάγκης καθορισμού προτύπων της ΕΕ.

Προετοιμασία και καθοδήγηση της έκδοσης νέων κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων της Επιτροπής, ανά εξαετία, για την επανεξέταση και την επικαιροποίηση του καταλόγου ρύπων και των αντίστοιχων προτύπων σε επίπεδο ΕΕ που πρέπει να αντιμετωπιστούν με σκοπό την προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος.

Διατήρηση διαλόγου σχετικά με τη διαχείριση των υδάτων με τα κράτη μέλη, τον EEA και τον ECHA, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο σχετικών ομάδων εμπειρογνωμόνων και επιτροπών.

Προετοιμασία και καθοδήγηση της έκδοσης νέων εκτελεστικών πράξεων και κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων της Επιτροπής που συνδέονται με την εφαρμογή της νέας οδηγίας για την ποιότητα του αέρα.

Στήριξη της ομάδας όσον αφορά την εφαρμογή της αναθεωρημένης οδηγίας για την ποιότητα του αέρα, ιδίως όσον αφορά νέες διατάξεις που απαιτούν ενισχυμένη συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές.

Προετοιμασία και καθοδήγηση της ανάπτυξης τεχνικών οδηγιών που απορρέουν από την επανεξέταση, στον τομέα της παρακολούθησης, της μοντελοποίησης και των σχεδίων για την ποιότητα του αέρα.

Οι ανάγκες σε πιστώσεις για ανθρώπινο δυναμικό θα καλυφθούν από τις πιστώσεις της ΓΔ που έχουν ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης και/ή που έχουν ανακατανεμηθεί εντός της ΓΔ, και θα συμπληρωθούν, ενδεχομένως, από όλα τα συμπληρωματικά κονδύλια που μπορεί να διατεθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών.

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
του ΤΟΜΕΑ 7 
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 

(Σύνολο αναλήψεων υποχρεώσεων = Σύνολο πληρωμών)

0,314

0,314

0,314

0,314

1,256

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

2023

2024

2025

2026

2027 και μετά

ΣΥΝΟΛΟ

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
των ΤΟΜΕΩΝ 1 έως 7 
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 

Αναλήψεις υποχρεώσεων

0,100

3,197

4,834

4,712

4,791

17,653

Πληρωμές

0,100

3,197

4,834

4,712

4,791

17,653

Εκτιμώμενο αποτέλεσμα που χρηματοδοτείται με επιχειρησιακές πιστώσεις

Πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Να προσδιοριστούν οι στόχοι και τα αποτελέσματα

Έτος 
N

Έτος 
N+1

Έτος 
N+2

Έτος 
N+3

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Είδος 71

Μέσο κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Συνολικός αριθ.

Συνολικό κόστος

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 1 72

— Αποτέλεσμα

— Αποτέλεσμα

— Αποτέλεσμα

Μερικό σύνολο για τον ειδικό στόχο αριθ. 1

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 2 ...

— Αποτέλεσμα

Μερικό σύνολο για τον ειδικό στόχο αριθ. 2

ΣΥΝΟΛΑ

Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις διοικητικές πιστώσεις του ECHA, του EEA και της Επιτροπής

Εκτιμώμενες επιπτώσεις στο ανθρώπινο δυναμικό του ECHA

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα, όπως εξηγείται κατωτέρω:

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AD) Περιβ. οδηγίες

0,535

1,091

1,112

1,135

3,872

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AST)

Συμβασιούχοι υπάλληλοι

0,200

0,407

0,416

0,424

1,447

Αποσπασμένοι εθνικοί εμπειρογνώμονες

ΣΥΝΟΛΟ

0,734

1,498

1,528

1,559

5,319

Απαιτήσεις προσωπικού (ΙΠΑ):

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AD) Περιβ. οδηγίες

7

7

7

7

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AST)

Συμβασιούχοι υπάλληλοι REACH/CLP

4

4

4

4

Αποσπασμένοι εθνικοί εμπειρογνώμονες

ΣΥΝΟΛΟ

11

11

11

11

Εκτιμώμενες επιπτώσεις στο ανθρώπινο δυναμικό του EEA

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα, όπως εξηγείται κατωτέρω:

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AD)

0,526

1,074

1,095

1,117

3,813

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AST)

Συμβασιούχοι υπάλληλοι

0,171

0,349

0,356

0,363

1,239

Αποσπασμένοι εθνικοί εμπειρογνώμονες

ΣΥΝΟΛΟ

0,697

1,423

1,451

1,480

5,052

Απαιτήσεις προσωπικού (ΙΠΑ):

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AD)

5

5

5

5

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AST)

Συμβασιούχοι υπάλληλοι

3

3

3

3

Αποσπασμένοι εθνικοί εμπειρογνώμονες

ΣΥΝΟΛΟ

8

8

8

8

Εκτιμώμενες ανάγκες σε διοικητικές πιστώσεις στην Επιτροπή

Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις διοικητικές πιστώσεις

     Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα, όπως εξηγείται κατωτέρω:

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

2023

2024

2025

2026

2027 και μετά

ΣΥΝΟΛΟ

ΤΟΜΕΑΣ 7 
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Ανθρώπινοι πόροι

0,314

0,314

0,314

0,314

1,256

Άλλες διοικητικές δαπάνες

Μερικό σύνολο του ΤΟΜΕΑ 7 
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

0,314

0,314

0,314

0,314

1,256

Εκτός του ΤΟΜΕΑ 7 73  
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Ά.Α.

Ά.Α.

Ά.Α.

Ά.Α.

Ά.Α.

Ά.Α.

Ανθρώπινοι πόροι

Άλλες δαπάνες 
διοικητικού χαρακτήρα

Μερικό σύνολο εκτός του ΤΟΜΕΑ 7 
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Ά.Α.

Ά.Α.

Ά.Α.

Ά.Α.

Ά.Α.

Ά.Α.

ΣΥΝΟΛΟ

0,314

0,314

0,314

0,314

1,256

Οι απαιτούμενες πιστώσεις για ανθρώπινους πόρους και άλλες δαπάνες διοικητικού χαρακτήρα θα καλυφθούν από τις πιστώσεις της ΓΔ που έχουν ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης και/ή έχουν ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ και οι οποίες θα συμπληρωθούν, κατά περίπτωση, με πρόσθετα κονδύλια που ενδέχεται να χορηγηθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών.

Εκτιμώμενες ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Εκτίμηση η οποία πρέπει να εκφράζεται σε μονάδες ισοδυνάμων πλήρους απασχόλησης

2023

2024

2025

2026

2027 και μετά

20 01 02 01 (στην έδρα και στις αντιπροσωπείες της Επιτροπής)

2

2

2

2

2

20 01 02 03 (αντιπροσωπείες της ΕΕ)

01 01 01 01 (έμμεση έρευνα)

01 01 01 11 (άμεση έρευνα)

Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν)

20 02 01 (AC, END, INT από το συνολικό κονδύλιο)

20 02 03 (AC, AL, END, INT και JPD στις αντιπροσωπείες της ΕΕ)

XX 01 xx yy zz 74

— στην έδρα

— στις αντιπροσωπείες της ΕΕ

01 01 01 02 (AC, END, INT — έμμεση έρευνα)

01 01 01 12 (AC, END, INT — άμεση έρευνα)

Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν)

ΣΥΝΟΛΟ

2

2

2

2

2

XX είναι ο σχετικός τομέας πολιτικής ή ο σχετικός τίτλος του προϋπολογισμού.

Οι ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους θα καλυφθούν από το προσωπικό της ΓΔ που έχει ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης και/ή έχει ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ, το οποίο θα συμπληρωθεί, αν χρειαστεί, με τυχόν πρόσθετους πόρους που μπορεί να διατεθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών.

Περιγραφή των προς εκτέλεση καθηκόντων:

Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι

Προετοιμασία και καθοδήγηση της έκδοσης νέων εκτελεστικών πράξεων της Επιτροπής, με την κατάρτιση καταλόγων επιτήρησης ρύπων επιφανειακών και υπόγειων υδάτων αναδυόμενης ανησυχίας, για την παρακολούθησή τους με σκοπό την αξιολόγηση της ανάγκης καθορισμού προτύπων της ΕΕ.

Προετοιμασία και καθοδήγηση της έκδοσης νέων κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων της Επιτροπής, ανά εξαετία, για την επανεξέταση και την επικαιροποίηση του καταλόγου ρύπων και των αντίστοιχων προτύπων σε επίπεδο ΕΕ που πρέπει να αντιμετωπιστούν με σκοπό την προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος.

Διατήρηση διαλόγου σχετικά με τη διαχείριση των υδάτων με τα κράτη μέλη, τον EEA και τον ECHA, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο σχετικών ομάδων εμπειρογνωμόνων και επιτροπών.

Προετοιμασία και καθοδήγηση της έκδοσης νέων εκτελεστικών πράξεων και κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων της Επιτροπής που συνδέονται με την εφαρμογή της νέας οδηγίας για την ποιότητα του αέρα.

Στήριξη της ομάδας όσον αφορά την εφαρμογή της αναθεωρημένης οδηγίας για την ποιότητα του αέρα, ιδίως όσον αφορά νέες διατάξεις που απαιτούν ενισχυμένη συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές.

Προετοιμασία και καθοδήγηση της ανάπτυξης τεχνικών οδηγιών που απορρέουν από την επανεξέταση, στον τομέα της παρακολούθησης, της μοντελοποίησης και των σχεδίων για την ποιότητα του αέρα.

Εξωτερικό προσωπικό

Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

Η πρόταση/πρωτοβουλία:

   μπορεί να χρηματοδοτηθεί εξ ολοκλήρου με ανακατανομή εντός του οικείου τομέα του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου (ΠΔΠ).

Το κονδύλιο LIFE (γραμμή του προϋπολογισμού 09.02.02) θα χρησιμοποιηθεί για την αντιστάθμιση της αύξησης της επιδότησης του ECHA και του EEA.

   συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση του αδιάθετου περιθωρίου στο πλαίσιο του αντίστοιχου τομέα του ΠΔΠ και/ή τη χρήση ειδικών μηχανισμών, όπως ορίζεται στον κανονισμό για το ΠΔΠ.

   συνεπάγεται την αναθεώρηση του ΠΔΠ.

Συμμετοχή τρίτων στη χρηματοδότηση

Η πρόταση/πρωτοβουλία:

   δεν προβλέπει συγχρηματοδότηση από τρίτους

   προβλέπει τη συγχρηματοδότηση από τρίτους που εκτιμάται παρακάτω:

Πιστώσεις σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Έτος 
N 75

Έτος 
N+1

Έτος 
N+2

Έτος 
N+3

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

Σύνολο

Προσδιορισμός του φορέα συγχρηματοδότησης 

ΣΥΝΟΛΟ συγχρηματοδοτούμενων πιστώσεων

 



Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα 

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις στα έσοδα.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία έχει τις δημοσιονομικές επιπτώσεις που περιγράφονται κατωτέρω:

   στους ιδίους πόρους

   στα λοιπά έσοδα

Να αναφερθεί αν τα έσοδα προορίζονται για γραμμές δαπανών    

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Γραμμή εσόδων του προϋπολογισμού:

Διαθέσιμες πιστώσεις για το τρέχον οικονομικό έτος

Επιπτώσεις της πρότασης/πρωτοβουλίας 76

Έτος 
N

Έτος 
N+1

Έτος 
N+2

Έτος 
N+3

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

Άρθρο ………….

Ως προς τα έσοδα «για ειδικό προορισμό», να προσδιοριστούν οι γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται.

[…]

Άλλες παρατηρήσεις (π.χ. μέθοδος/τύπος για τον υπολογισμό των επιπτώσεων στα έσοδα ή τυχόν άλλες πληροφορίες).

[…]

(1)    Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1).
(2)    Οδηγία 2006/118/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από τη ρύπανση και την υποβάθμιση (ΕΕ L 372 της 27.12.2006, σ. 19).
(3)    Οδηγία 2008/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος στον τομέα της πολιτικής των υδάτων καθώς και σχετικά με την τροποποίηση και τη συνακόλουθη κατάργηση των οδηγιών του Συμβουλίου 82/176/ΕΟΚ, 83/513/ΕΟΚ, 84/156/ΕΟΚ, 84/491/ΕΟΚ και 86/280/ΕΟΚ και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 84).
(4)    Οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης (ΕΕ L 375 της 31.12.1991, σ. 1).
(5)    Οδηγία (ΕΕ) 2020/2184 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2020, σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης (ΕΕ L 435 της 23.12.2020, σ. 1).
(6)    Οδηγία 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (ΕΕ L 135 της 30.5.1991, σ. 40).
(7)    Οδηγία 2008/56/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, περί πλαισίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον (ΕΕ L 164 της 25.6.2008, σ. 19).
(8)    Οδηγία 2006/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2006, σχετικά με τη διαχείριση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης και την κατάργηση της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ (ΕΕ L 64 της 4.3.2006, σ. 37).
(9)    Οδηγία 2007/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για την αξιολόγηση και τη διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας (ΕΕ L 288 της 6.11.2007, σ. 27).
(10)    Οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης (ΕΕ L 375 της 31.12.1991, σ. 1).
(11)    Άρθρο 16 παράγραφος 4 και άρθρο 16 παράγραφος 7 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ (ΟΠΥ)· άρθρο 7 της οδηγίας 2008/105/ΕΚ (ΟΠΠΠ) και άρθρο 10 της οδηγίας 2006/118/ΕΚ (ΟΥΥ).
(12)    Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής «Fitness check of the Water Framework Directive, Groundwater Directive, Environmental Quality Standards Directive and Floods Directive» (Έλεγχος καταλληλότητας της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα, της οδηγίας για τα υπόγεια ύδατα, της οδηγίας για τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος και της οδηγίας για τις πλημμύρες) [SWD(2019) 439 final].
(13)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030 — Επαναφορά της φύσης στη ζωή μας» [COM(2020) 380 final].
(14)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Πορεία προς έναν υγιή πλανήτη για όλους — Σχέδιο δράσης της ΕΕ για μηδενική ρύπανση των υδάτων, του αέρα, και του εδάφους» [COM(2021) 400 final].
(15)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία» [COM(2019) 640 final].
(16)    Κανονισμός (ΕΕ) 2020/741 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2020, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την επαναχρησιμοποίηση των υδάτων (ΕΕ L 177 της 5.6.2020, σ. 32).
(17)        COM(2022) 156 final/3 και COM(2022) 157 final.
(18)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Από το αγρόκτημα στο πιάτο — Μια στρατηγική για ένα δίκαιο, υγιές και φιλικό προς το περιβάλλον σύστημα τροφίμων» [COM(2020) 381 final].
(19)    COM(2022) 305 final.
(20)    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 1).
(21)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών – Ευρωπαϊκή στρατηγική για τις πλαστικές ύλες σε μια κυκλική οικονομία [COM(2018) 28 final].
(22)    Οδηγία (ΕΕ) 2019/904 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2019, σχετικά με τη μείωση των επιπτώσεων ορισμένων πλαστικών προϊόντων στο περιβάλλον (ΕΕ L 155 της 12.6.2019, σ. 1).
(23)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Ένα νέο σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία — Για μια πιο καθαρή και πιο ανταγωνιστική Ευρώπη» [COM(2020) 98 final].
(24)    Οδηγία 86/278/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1986, σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος και ιδίως του εδάφους κατά τη χρησιμοποίηση της ιλύος καθαρισμού λυμάτων στη γεωργία (ΕΕ L 181 της 4.7.1986, σ. 6).
(25)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Στρατηγική για τη βιωσιμότητα των χημικών προϊόντων — Για ένα περιβάλλον χωρίς τοξικές ουσίες» [COM(2020) 667 final].
(26)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή «Στρατηγική προσέγγιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τα φάρμακα στο περιβάλλον» [COM(2019) 128 final].
(27)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Φαρμακευτική στρατηγική για την Ευρώπη» [COM(2020) 761 final].
(28)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Ευρωπαϊκή στρατηγική για τα δεδομένα» [COM(2020) 66 final].
(29)    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1).
(30)    Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής «Fitness Check of the most relevant chemicals legislation (excluding REACH), as well as related aspects of legislation applied to downstream industries» [Έλεγχος καταλληλότητας της πλέον συναφούς για τα χημικά προϊόντα νομοθεσίας (εξαιρουμένου του κανονισμού REACH), καθώς και των συναφών πτυχών της νομοθεσίας που εφαρμόζεται στις κατάντη βιομηχανίες] [SWD(2019) 199 final].
(31)     wfd - Βιβλιοθήκη (europa.eu) .
(32)    Ares(2022)4634431 της 24ης Ιουνίου 2022.
(33)    ΕΕ C  της , σ. .
(34)    ΕΕ C  της , σ. .
(35)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία» [COM(2019) 640 final].
(36)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Στρατηγική για τη βιωσιμότητα των χημικών προϊόντων — Για ένα περιβάλλον χωρίς τοξικές ουσίες» [COM(2020) 667 final].
(37)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Πορεία προς έναν υγιή πλανήτη για όλους — Σχέδιο δράσης της ΕΕ για μηδενική ρύπανση των υδάτων, του αέρα, και του εδάφους» [COM(2021) 400 final].
(38)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών – Ευρωπαϊκή στρατηγική για τις πλαστικές ύλες σε μια κυκλική οικονομία [COM(2018) 28 final].
(39)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Φαρμακευτική στρατηγική για την Ευρώπη» [COM(2020) 761 final].
(40)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030 — Επαναφορά της φύσης στη ζωή μας» [COM(2020) 380 final].
(41)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Από το αγρόκτημα στο πιάτο — Μια στρατηγική για ένα δίκαιο, υγιές και φιλικό προς το περιβάλλον σύστημα τροφίμων» [COM(2020) 381 final].
(42)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Στρατηγική της ΕΕ για το έδαφος με ορίζοντα το 2030 — Αποκομίζοντας τα οφέλη του υγιούς εδάφους για τους ανθρώπους, τα τρόφιμα, τη φύση και το κλίμα» [COM(2021) 699 final].
(43)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Διαμόρφωση του ψηφιακού μέλλοντος της Ευρώπης»     [COM(2020) 67 final].
(44)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Ευρωπαϊκή στρατηγική για τα δεδομένα» [COM(2020) 66 final].
(45)    Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1).
(46)    Οδηγία 2008/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος στον τομέα της πολιτικής των υδάτων καθώς και σχετικά με την τροποποίηση και τη συνακόλουθη κατάργηση των οδηγιών του Συμβουλίου 82/176/ΕΟΚ, 83/513/ΕΟΚ, 84/156/ΕΟΚ, 84/491/ΕΟΚ και 86/280/ΕΟΚ και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 84).
(47)    Απόφαση αριθ. 2455/2001/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2001, για τη θέσπιση του καταλόγου ουσιών προτεραιότητος στον τομέα της πολιτικής των υδάτων και τροποποίησης της οδηγίας 2000/60/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2001, σ. 1).
(48)    Οδηγία 2006/118/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από τη ρύπανση και την υποβάθμιση (ΕΕ L 372 της 27.12.2006, σ. 19).
(49)    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1).
(50)    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 1).
(51)    Κανονισμός (EE) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1).
(52)    Κανονισμός (ΕΕ) 2019/6 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τα κτηνιατρικά φάρμακα και για την κατάργηση της οδηγίας 2001/82/ΕΚ (ΕΕ L 4 της 7.1.2019, σ. 43).
(53)    Οδηγία 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση (ΕΕ L 311 της 28.11.2001, σ. 67).
(54)    Οδηγία 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη ορθολογικής χρήσης των γεωργικών φαρμάκων (ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 71).
(55)    Οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης) (ΕΕ L 334 της 17.12.2010, σ. 17).
(56)    Οδηγία 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (ΕΕ L 135 της 30.5.1991, σ. 40).
(57)    Οδηγία (ΕΕ) 2020/2184 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2020, σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 435 της 23.12.2020, σ. 1).
(58)    Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής «Fitness check of the Water Framework Directive, Groundwater Directive, Environmental Quality Standards Directive and Floods Directive» (Έλεγχος καταλληλότητας της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα, της οδηγίας για τα υπόγεια ύδατα, της οδηγίας για τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος και της οδηγίας για τις πλημμύρες) [SWD(2019) 439 final].
(59)    Οδηγία 2007/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2007, για τη δημιουργία υποδομής χωρικών πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (Inspire) (ΕΕ L 108 της 25.4.2007, σ. 1).
(60)    Οδηγία (ΕΕ) 2019/1024 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για τα ανοικτά δεδομένα και την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα (ΕΕ L 172 της 26.6.2019, σ. 56).
(61)    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 166/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιανουαρίου 2006, για τη σύσταση ευρωπαϊκού μητρώου έκλυσης και μεταφοράς ρύπων και για την τροποποίηση των οδηγιών 91/689/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 33 της 4.2.2006, σ. 1).
(62)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
(63) +    Υπηρεσία Εκδόσεων: Να προστεθεί στο κείμενο ο αριθμός του κανονισμού που περιέχεται στο έγγραφο COM(2022) 157 και να συμπληρωθούν στην υποσημείωση ο αριθμός, η ημερομηνία, ο τίτλος και παραπομπή στην Επίσημη Εφημερίδα για την εν λόγω οδηγία.
(64)    Απόφαση αριθ. 1313/2013/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί μηχανισμού πολιτικής προστασίας της Ένωσης (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 924).
(65) +    Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί στο κείμενο ο αριθμός του κανονισμού που περιλαμβάνεται στο έγγραφο COM(2022) 157.++    Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί στο κείμενο ο αριθμός του κανονισμού που περιλαμβάνεται στο έγγραφο COM(2022) 157.+++    Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί στο κείμενο ο αριθμός του κανονισμού που περιλαμβάνεται στο έγγραφο COM(2022) 157.
(66)    Όπως αναφέρεται στο άρθρο 58 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή β) του δημοσιονομικού κανονισμού.
(67)    Οι λεπτομέρειες σχετικά με τους τρόπους διαχείρισης και οι παραπομπές στον δημοσιονομικό κανονισμό είναι διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο BudgWeb: https://myintracomm.ec.europa.eu/budgweb/EN/man/budgmanag/Pages/budgmanag.aspx  
(68)    ΔΠ = Διαχωριζόμενες πιστώσεις / ΜΔΠ = Μη διαχωριζόμενες πιστώσεις.
(69)    ΕΖΕΣ: Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών.
(70)    Υποψήφιες χώρες και, κατά περίπτωση, δυνάμει υποψήφια μέλη των Δυτικών Βαλκανίων.
(71)    Τα αποτελέσματα είναι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που θα παρασχεθούν (π.χ.: αριθμός ανταλλαγών φοιτητών που θα χρηματοδοτηθούν, αριθμός χλμ. οδών που θα κατασκευαστούν κ.λπ.).
(72)    Όπως περιγράφεται στο σημείο 1.4.2. «Ειδικοί στόχοι …»
(73)    Τεχνική και/ή διοικητική βοήθεια και δαπάνες στήριξης της εφαρμογής προγραμμάτων και/ή δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «BA»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.
(74)    Επιμέρους ανώτατο όριο εξωτερικού προσωπικού που καλύπτεται από επιχειρησιακές πιστώσεις (πρώην γραμμές «BA»).
(75)    Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας. Να αντικατασταθεί το «N» με το αναμενόμενο πρώτο έτος εφαρμογής (για παράδειγμα: 2021). Το ίδιο και για τα επόμενα έτη.
(76)    Όσον αφορά τους παραδοσιακούς ιδίους πόρους (δασμούς, εισφορές ζάχαρης), τα αναγραφόμενα ποσά πρέπει να είναι καθαρά ποσά, δηλ. τα ακαθάριστα ποσά μετά την αφαίρεση του 20 % για έξοδα είσπραξης.

Βρυξέλλες, 26.10.2022

COM(2022) 540 final

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

της

πρότασης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

για την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, της οδηγίας 2006/118/ΕΚ σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από τη ρύπανση και την υποβάθμιση και της οδηγίας 2008/105/ΕΚ σχετικά με πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος στον τομέα της πολιτικής των υδάτων

{SEC(2022) 540 final} - {SWD(2022) 540 final} - {SWD(2022) 543 final}


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Το παράρτημα V της οδηγίας 2000/60/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)τα σημεία 1.1.1 έως 1.1.4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.1.1.   Ποταμοί

Βιολογικά στοιχεία

Σύνθεση και αφθονία της υδατικής χλωρίδας

Σύνθεση και αφθονία της πανίδας βενθικών ασπονδύλων

Σύνθεση, αφθονία και κατανομή κατά ηλικίες της ιχθυοπανίδας

Υδρομορφολογικά στοιχεία που υποστηρίζουν τα βιολογικά στοιχεία

Υδρολογικό καθεστώς

ποσότητα και δυναμική των υδάτινων ροών

σύνδεση με συστήματα υπόγειων υδάτων

Συνέχεια του ποταμού

Μορφολογικές συνθήκες

διακύμανση του βάθους και του πλάτους του ποταμού

δομή και υπόστρωμα του πυθμένα του ποταμού

δομή της παρόχθιας ζώνης

Γενικά φυσικοχημικά στοιχεία που υποστηρίζουν τα βιολογικά στοιχεία

Θερμικές συνθήκες

Συνθήκες οξυγόνωσης

Αλατότητα

Κατάσταση οξίνισης

Συνθήκες θρεπτικών ουσιών

1.1.2. Λίμνες

Βιολογικά στοιχεία

Σύνθεση, αφθονία και βιομάζα του φυτοπλαγκτού

Σύνθεση και αφθονία της λοιπής υδατικής χλωρίδας

Σύνθεση και αφθονία της πανίδας βενθικών ασπονδύλων

Σύνθεση, αφθονία και κατανομή κατά ηλικίες της ιχθυοπανίδας

Υδρομορφολογικά στοιχεία που υποστηρίζουν τα βιολογικά στοιχεία

Υδρολογικό καθεστώς

ποσότητα και δυναμική των υδάτινων ροών

χρόνος παραμονής

σύνδεση με το σύστημα υπόγειων υδάτων

Μορφολογικές συνθήκες

διακύμανση του βάθους της λίμνης

ποσότητα, δομή και υπόστρωμα του πυθμένα της λίμνης

δομή της όχθης της λίμνης

Γενικά φυσικοχημικά στοιχεία που υποστηρίζουν τα βιολογικά στοιχεία

Διαφάνεια

Θερμικές συνθήκες

Συνθήκες οξυγόνωσης

Αλατότητα

Κατάσταση οξίνισης

Συνθήκες θρεπτικών ουσιών

1.1.3.   Μεταβατικά ύδατα

Βιολογικά στοιχεία

Σύνθεση, αφθονία και βιομάζα του φυτοπλαγκτού

Σύνθεση και αφθονία της λοιπής υδατικής χλωρίδας

Σύνθεση και αφθονία της πανίδας βενθικών ασπονδύλων

Σύνθεση και αφθονία της ιχθυοπανίδας

Υδρομορφολογικά στοιχεία που υποστηρίζουν τα βιολογικά στοιχεία

Μορφολογικές συνθήκες

διακύμανση του βάθους

ποσότητα, δομή και υπόστρωμα του πυθμένα

δομή της διαπαλιρροιακής ζώνης

Παλιρροιακό καθεστώς

ροή γλυκού νερού

έκθεση στα κύματα

Γενικά φυσικοχημικά στοιχεία που υποστηρίζουν τα βιολογικά στοιχεία

Διαφάνεια

Θερμικές συνθήκες

Συνθήκες οξυγόνωσης

Αλατότητα

Συνθήκες θρεπτικών ουσιών

1.1.4. Παράκτια ύδατα

Βιολογικά στοιχεία

Σύνθεση, αφθονία και βιομάζα του φυτοπλαγκτού

Σύνθεση και αφθονία της λοιπής υδατικής χλωρίδας

Σύνθεση και αφθονία της πανίδας βενθικών ασπονδύλων

Υδρομορφολογικά στοιχεία που υποστηρίζουν τα βιολογικά στοιχεία

Μορφολογικές συνθήκες

διακύμανση του βάθους

δομή και υπόστρωμα της ακτής

δομή της διαπαλιρροιακής ζώνης

Παλιρροιακό καθεστώς

κατεύθυνση δεσποζόντων ρευμάτων

έκθεση στα κύματα

Γενικά φυσικοχημικά στοιχεία που υποστηρίζουν τα βιολογικά στοιχεία

Διαφάνεια

Θερμικές συνθήκες

Συνθήκες οξυγόνωσης

Αλατότητα

Συνθήκες θρεπτικών ουσιών»·

2)στο σημείο 1.2.1, ο πίνακας «Φυσικοχημικά ποιοτικά στοιχεία» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Γενικά στοιχεία φυσικοχημικής ποιότητας 

Στοιχείο

Υψηλή κατάσταση

Καλή κατάσταση

Μέτρια κατάσταση

Γενικές συνθήκες

Οι τιμές των γενικών φυσικοχημικών στοιχείων αντιστοιχούν πλήρως ή σχεδόν πλήρως προς τις μη διαταραγμένες συνθήκες.

Οι συγκεντρώσεις θρεπτικών ουσιών παραμένουν εντός των ορίων που συνήθως χαρακτηρίζουν τις μη διαταραγμένες συνθήκες.

Τα επίπεδα αλατότητας, pH, ισοζυγίου οξυγόνου, ικανότητας εξουδετέρωσης οξέων, διαφάνειας και θερμοκρασίας δεν παρουσιάζουν ενδείξεις ανθρωπογενούς διατάραξης και παραμένουν εντός των ορίων που συνήθως χαρακτηρίζουν τις μη διαταραγμένες συνθήκες.

Η θερμοκρασία, το ισοζύγιο οξυγόνου, το pH, η ικανότητα εξουδετέρωσης οξέων, η διαφάνεια και η αλατότητα δεν φθάνουν τα όρια που καθορίζονται για να εξασφαλίζεται η λειτουργία του οικοσυστήματος και η επίτευξη των τιμών που ορίζονται ανωτέρω για τα βιολογικά ποιοτικά στοιχεία.

Οι συγκεντρώσεις θρεπτικών ουσιών δεν υπερβαίνουν τα επίπεδα που καθορίζονται για να εξασφαλίζεται η λειτουργία του οικοσυστήματος και η επίτευξη των τιμών που ορίζονται ανωτέρω για τα βιολογικά ποιοτικά στοιχεία.

Συνθήκες που αντιστοιχούν στην επίτευξη των παραπάνω οριζόμενων τιμών για τα βιολογικά ποιοτικά στοιχεία.»·

3)στο σημείο 1.2.2, ο πίνακας «Φυσικοχημικά ποιοτικά στοιχεία» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Γενικά στοιχεία φυσικοχημικής ποιότητας

Στοιχείο

Υψηλή κατάσταση

Καλή κατάσταση

Μέτρια κατάσταση

Γενικές συνθήκες

Οι τιμές των γενικών φυσικοχημικών στοιχείων αντιστοιχούν πλήρως ή σχεδόν πλήρως προς τις μη διαταραγμένες συνθήκες.

Οι συγκεντρώσεις θρεπτικών ουσιών παραμένουν εντός των ορίων που συνήθως χαρακτηρίζουν τις μη διαταραγμένες συνθήκες.

Τα επίπεδα αλατότητας, pH, ισοζυγίου οξυγόνου, ικανότητας εξουδετέρωσης οξέων, διαφάνειας και θερμοκρασίας δεν παρουσιάζουν ενδείξεις ανθρωπογενούς διατάραξης και παραμένουν εντός των ορίων που συνήθως χαρακτηρίζουν τις μη διαταραγμένες συνθήκες.

Η θερμοκρασία, το ισοζύγιο οξυγόνου, το pH, η ικανότητα εξουδετέρωσης οξέων, η διαφάνεια και η αλατότητα δεν φθάνουν τα όρια που καθορίζονται για να εξασφαλίζεται η λειτουργία του οικοσυστήματος και η επίτευξη των τιμών που ορίζονται ανωτέρω για τα βιολογικά ποιοτικά στοιχεία.

Οι συγκεντρώσεις θρεπτικών ουσιών δεν υπερβαίνουν τα επίπεδα που καθορίζονται για να εξασφαλίζεται η λειτουργία του οικοσυστήματος και η επίτευξη των τιμών που ορίζονται ανωτέρω για τα βιολογικά ποιοτικά στοιχεία.

Συνθήκες που αντιστοιχούν στην επίτευξη των παραπάνω οριζόμενων τιμών για τα βιολογικά ποιοτικά στοιχεία.»·

4)στο σημείο 1.2.3, ο πίνακας «Φυσικοχημικά ποιοτικά στοιχεία» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Γενικά στοιχεία φυσικοχημικής ποιότητας

Στοιχείο

Υψηλή κατάσταση

Καλή κατάσταση

Μέτρια κατάσταση

Γενικές συνθήκες

Τα γενικά φυσικοχημικά στοιχεία αντιστοιχούν πλήρως ή σχεδόν πλήρως προς τις μη διαταραγμένες συνθήκες.

Οι συγκεντρώσεις θρεπτικών ουσιών παραμένουν εντός των ορίων που συνήθως χαρακτηρίζουν τις μη διαταραγμένες συνθήκες.

Η θερμοκρασία, το ισοζύγιο οξυγόνου και η διαφάνεια δεν παρουσιάζουν ενδείξεις ανθρωπογενούς διατάραξης και παραμένουν εντός των ορίων που συνήθως χαρακτηρίζουν τις μη διαταραγμένες συνθήκες.

Η θερμοκρασία, οι συνθήκες οξυγόνωσης και η διαφάνεια δεν φθάνουν επίπεδα εκτός των ορίων που καθορίζονται για να εξασφαλίζεται η λειτουργία του οικοσυστήματος και η επίτευξη των τιμών που ορίζονται ανωτέρω για τα βιολογικά ποιοτικά στοιχεία.

Οι συγκεντρώσεις θρεπτικών ουσιών δεν υπερβαίνουν τα επίπεδα που καθορίζονται για να εξασφαλίζεται η λειτουργία του οικοσυστήματος και η επίτευξη των τιμών που ορίζονται ανωτέρω για τα βιολογικά ποιοτικά στοιχεία.

Συνθήκες που αντιστοιχούν στην επίτευξη των παραπάνω οριζόμενων τιμών για τα βιολογικά ποιοτικά στοιχεία.»·

5)στο σημείο 1.2.4, ο πίνακας «Φυσικοχημικά ποιοτικά στοιχεία» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

   «Γενικά στοιχεία φυσικοχημικής ποιότητας

Στοιχείο

Υψηλή κατάσταση

Καλή κατάσταση

Μέτρια κατάσταση

Γενικές συνθήκες

Τα γενικά φυσικοχημικά στοιχεία αντιστοιχούν πλήρως ή σχεδόν πλήρως προς τις μη διαταραγμένες συνθήκες.

Οι συγκεντρώσεις θρεπτικών ουσιών παραμένουν εντός των ορίων που συνήθως χαρακτηρίζουν τις μη διαταραγμένες συνθήκες.

Η θερμοκρασία, το ισοζύγιο οξυγόνου και η διαφάνεια δεν παρουσιάζουν ενδείξεις ανθρωπογενούς διατάραξης και παραμένουν εντός των ορίων που συνήθως χαρακτηρίζουν τις μη διαταραγμένες συνθήκες.

Η θερμοκρασία, οι συνθήκες οξυγόνωσης και η διαφάνεια δεν φθάνουν επίπεδα εκτός των ορίων που καθορίζονται για να εξασφαλίζεται η λειτουργία του οικοσυστήματος και η επίτευξη των τιμών που ορίζονται ανωτέρω για τα βιολογικά ποιοτικά στοιχεία.

Οι συγκεντρώσεις θρεπτικών ουσιών δεν υπερβαίνουν τα επίπεδα που καθορίζονται για να εξασφαλίζεται η λειτουργία του οικοσυστήματος και η επίτευξη των τιμών που ορίζονται ανωτέρω για τα βιολογικά ποιοτικά στοιχεία.

Συνθήκες που αντιστοιχούν στην επίτευξη των παραπάνω οριζόμενων τιμών για τα βιολογικά ποιοτικά στοιχεία.»·

6) στο σημείο 1.2.5, ο πίνακας τροποποιείται ως εξής:

α)η πέμπτη σειρά για την εγγραφή «Συγκεκριμένοι συνθετικοί ρύποι» απαλείφεται·

β)η έκτη σειρά για την εγγραφή «Συγκεκριμένοι μη συνθετικοί ρύποι» απαλείφεται·

γ)η έβδομη σειρά για τη σημείωση 1 του πίνακα απαλείφεται·

7)το σημείο 1.2.6 απαλείφεται·

8)στο σημείο 1.3, προστίθεται η ακόλουθη τέταρτη και πέμπτη παράγραφος:

«Όταν το δίκτυο παρακολούθησης περιλαμβάνει γεωσκόπηση και τηλεπισκόπηση και όχι τοπικά σημεία δειγματοληψίας, ή άλλες καινοτόμες τεχνικές, ο χάρτης του δικτύου παρακολούθησης περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία ποιότητας και τα υδατικά συστήματα ή τις ομάδες υδατικών συστημάτων που παρακολουθούνται με τη χρήση των εν λόγω μεθόδων παρακολούθησης. Γίνεται αναφορά στα πρότυπα CEN, ISO ή άλλα διεθνή ή εθνικά πρότυπα που εφαρμόζονται για να εξασφαλιστεί ότι τα λαμβανόμενα χρονικά και χωρικά δεδομένα είναι εξίσου αξιόπιστα με εκείνα που λαμβάνονται με τη χρήση συμβατικών μεθόδων παρακολούθησης στα τοπικά σημεία δειγματοληψίας.

Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν μεθόδους παθητικής δειγματοληψίας για την παρακολούθηση των χημικών ρύπων, κατά περίπτωση, ιδίως για σκοπούς διαλογής, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω μέθοδοι δειγματοληψίας δεν υποτιμούν τις συγκεντρώσεις ρύπων για τους οποίους ισχύουν πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος και, ως εκ τούτου, εντοπίζουν με αξιόπιστο τρόπο τυχόν “μη επίτευξη καλής κατάστασης”, και ότι διενεργείται χημική ανάλυση δειγμάτων των υδάτων, ζώντων οργανισμών ή ιζημάτων, σύμφωνα με τα εφαρμοζόμενα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος, οπουδήποτε παρατηρείται μη επίτευξη καλής κατάστασης. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εφαρμόζουν μεθόδους δειγματοληψίας βάσει επιπτώσεων υπό τους ίδιους όρους.»·

9)στο σημείο 1.3.1, το τελευταίο εδάφιο, «Επιλογή των ποιοτικών στοιχείων», αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Επιλογή των ποιοτικών στοιχείων

Η εποπτική παρακολούθηση διενεργείται σε κάθε τόπο παρακολούθησης για μια περίοδο ενός έτους στη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από ένα σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού. Η εποπτική παρακολούθηση καλύπτει τα ακόλουθα:

α) παραμέτρους ενδεικτικές για όλα τα βιολογικά ποιοτικά στοιχεία,

β) παραμέτρους ενδεικτικές για όλα τα υδρομορφολογικά ποιοτικά στοιχεία,

γ) παραμέτρους ενδεικτικές για όλα τα γενικά στοιχεία φυσικοχημικής ποιότητας,

δ) ρύπους του καταλόγου προτεραιότητας που απορρίπτονται ή εναποτίθενται με άλλο τρόπο στη λεκάνη ή την υπολεκάνη απορροής ποταμού,

ε) άλλους ρύπους που απορρίπτονται ή εναποτίθενται με άλλο τρόπο σε σημαντικές ποσότητες στη λεκάνη ή την υπολεκάνη απορροής ποταμού.

Ωστόσο, όταν η προηγούμενη εποπτική διαδικασία παρακολούθησης έχει καταδείξει ότι το εν λόγω σύστημα βρισκόταν σε καλή κατάσταση και δεν υπάρχουν στοιχεία από την εξέταση των επιπτώσεων της ανθρώπινης δραστηριότητας που αναφέρεται στο παράρτημα II που να αποδεικνύουν ότι οι επιπτώσεις στο σύστημα έχουν αλλάξει, η εποπτική παρακολούθηση διενεργείται μία φορά κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από τρία διαδοχικά σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού.»·

10)το σημείο 1.3.2 τροποποιείται ως εξής:

α) στο τρίτο εδάφιο, «Επιλογή των τόπων παρακολούθησης», η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Επιχειρησιακή παρακολούθηση διενεργείται σε όλα τα υδατικά συστήματα τα οποία, με βάση είτε την εκτίμηση των επιπτώσεων που πραγματοποιείται σύμφωνα με το παράρτημα II είτε την εποπτική παρακολούθηση, θεωρείται ότι κινδυνεύουν να μην επιτύχουν τους περιβαλλοντικούς τους στόχους σύμφωνα με το άρθρο 4, και σε εκείνα τα υδατικά συστήματα στα οποία απορρίπτονται ή εναποτίθενται με άλλο τρόπο ουσίες του καταλόγου προτεραιότητας ή στα οποία απορρίπτονται ή εναποτίθενται με άλλο τρόπο σε σημαντικές ποσότητες συγκεκριμένοι ρύποι λεκάνης απορροής ποταμού.»·

β) στο τέταρτο εδάφιο, «Επιλογή των ποιοτικών στοιχείων», η δεύτερη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«— όλες τις ουσίες προτεραιότητας που απορρίπτονται ή εναποτίθενται με άλλο τρόπο σε υδατικά συστήματα και όλους τους συγκεκριμένους ρύπους λεκάνης απορροής ποταμού που απορρίπτονται ή εναποτίθενται με άλλον τρόπο σε σημαντικές ποσότητες σε υδατικά συστήματα.»·

11)στο σημείο 1.3.4, στον πίνακα, στην έκτη σειρά κάτω από τον τίτλο «Φυσικοχημικό», οι λέξεις «Λοιποί ρύποι» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Συγκεκριμένοι ρύποι λεκάνης απορροής ποταμού»·

12)το σημείο 1.4.1 τροποποιείται ως εξής:

α)στο σημείο vii), η δεύτερη περίοδος απαλείφεται·

β)το σημείο viii) απαλείφεται·

γ)το σημείο ix) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ix) Τα αποτελέσματα της διαβαθμονόμησης και οι τιμές που καθορίζονται για τις ταξινομήσεις των συστημάτων παρακολούθησης των κρατών μελών σύμφωνα με τα σημεία i) έως viii) δημοσιεύονται εντός έξι μηνών από την έκδοση της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης σύμφωνα με το άρθρο 20.»·

13)στο σημείο 1.4.2, το σημείο iii) απαλείφεται·

14)στο σημείο 1.4.3, στο πρώτο εδάφιο, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ένα υδατικό σύστημα καταγράφεται ως σύστημα που επιτυγχάνει καλή χημική κατάσταση όταν συμμορφώνεται με όλα τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος που ορίζονται στο μέρος Α του παραρτήματος I της οδηγίας 2008/105/ΕΚ και τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος που θεσπίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 8δ της εν λόγω οδηγίας.»·

15)στο σημείο 2.2.1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Όταν το δίκτυο παρακολούθησης περιλαμβάνει μεθόδους γεωσκόπησης ή τηλεπισκόπηση και όχι τοπικά σημεία δειγματοληψίας, ή άλλες καινοτόμες τεχνικές, γίνεται αναφορά στα πρότυπα CEN, ISO ή άλλα διεθνή ή εθνικά πρότυπα που εφαρμόζονται για να εξασφαλιστεί ότι τα λαμβανόμενα χρονικά και χωρικά δεδομένα είναι εξίσου αξιόπιστα με εκείνα που λαμβάνονται με τη χρήση συμβατικών μεθόδων παρακολούθησης στα τοπικά σημεία δειγματοληψίας.»·

16)το σημείο 2.3.2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.3.2.   Ορισμός της καλής χημικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων

Στοιχεία

Καλή κατάσταση

Γενικά

Η χημική σύνθεση του συστήματος υπόγειων υδάτων είναι τέτοια ώστε οι συγκεντρώσεις των ρύπων:

— όπως καθορίζεται παρακάτω, δεν εμφανίζουν επιπτώσεις εισροής αλμυρού νερού ή άλλων υλών

— δεν υπερβαίνουν τα πρότυπα ποιότητας υπόγειων υδάτων που αναφέρονται στο παράρτημα I της οδηγίας 2006/118/ΕΚ, τις ανώτερες αποδεκτές τιμές για τους ρύπους των υπόγειων υδάτων και τους δείκτες ρύπανσης που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) της εν λόγω οδηγίας και τις ανώτερες αποδεκτές τιμές σε επίπεδο Ένωσης που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας

— δεν είναι τέτοιες ώστε να οδηγήσουν σε μη επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων του άρθρου 4 για τα συνδεδεμένα επιφανειακά ύδατα, ούτε σε σημαντική επιδείνωση της οικολογικής ή χημικής ποιότητας των συστημάτων αυτών, ούτε σε σημαντική βλάβη των χερσαίων οικοσυστημάτων που εξαρτώνται άμεσα από το σύστημα υπογείων υδάτων

Αγωγιμότητα

Οι μεταβολές της αγωγιμότητας δεν υποδηλώνουν εισροή αλμυρού νερού ή άλλων υλών στο υπόγειο υδατικό σύστημα»·

17)στο σημείο 2.4.1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Όταν το δίκτυο παρακολούθησης περιλαμβάνει γεωσκόπηση ή τηλεπισκόπηση και όχι τοπικά σημεία δειγματοληψίας, ή άλλες καινοτόμες τεχνικές, γίνεται αναφορά στα πρότυπα CEN, ISO ή άλλα διεθνή ή εθνικά πρότυπα που εφαρμόζονται για να εξασφαλιστεί ότι τα λαμβανόμενα χρονικά και χωρικά δεδομένα είναι εξίσου αξιόπιστα με εκείνα που λαμβάνονται με τη χρήση συμβατικών μεθόδων παρακολούθησης στα τοπικά σημεία δειγματοληψίας.»·

18)το σημείο 2.4.5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.4.5. Ερμηνεία και παρουσίαση της χημικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων

Κατά την εκτίμηση της χημικής κατάστασης υπόγειων υδάτων, τα αποτελέσματα των μεμονωμένων σημείων παρακολούθησης ενός συστήματος υπογείων υδάτων ενσωματώνονται στα αποτελέσματα για το όλο υδατικό σύστημα. Υπολογίζεται η μέση τιμή των αποτελεσμάτων της παρακολούθησης σε κάθε σημείο του συστήματος ή της ομάδας συστημάτων υπόγειων υδάτων ως προς τις ακόλουθες παραμέτρους:

α) χημικές παραμέτρους για τις οποίες έχουν καθοριστεί πρότυπα ποιότητας στο παράρτημα I της οδηγίας 2006/118/ΕΚ,

β) χημικές παραμέτρους για τις οποίες έχουν καθοριστεί εθνικές ανώτερες αποδεκτές τιμές σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2006/118/ΕΚ,

γ) χημικές παραμέτρους για τις οποίες έχουν καθοριστεί ανώτερες αποδεκτές τιμές σε επίπεδο Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 της οδηγίας 2006/118/ΕΚ.

Οι μέσες τιμές που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο χρησιμοποιούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση με την καλή χημική κατάσταση των υπόγειων υδάτων, η οποία καθορίζεται με αναφορά στα πρότυπα ποιότητας και τις ανώτερες αποδεκτές τιμές που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

Με την επιφύλαξη του σημείου 2.5, τα κράτη μέλη καταρτίζουν χάρτη της χημικής κατάστασης των υπογείων υδάτων, χρησιμοποιώντας χρωματικούς κώδικες ως εξής:

Καλή: πράσινο

Κακή: κόκκινο

Τα κράτη μέλη σημειώνουν επίσης στον χάρτη με μαύρη κουκκίδα τα συστήματα υπόγειων υδάτων που υπόκεινται σε μόνιμη και σημαντική ανοδική τάση των συγκεντρώσεων οποιουδήποτε ρύπου οφειλόμενη στις επιπτώσεις ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Η αναστροφή μιας τάσης σημειώνεται στον χάρτη με γαλάζια κουκκίδα.

Οι χάρτες αυτοί συμπεριλαμβάνονται στα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού.».

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Το παράρτημα VIII της οδηγίας 2000/60/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1) το σημείο 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«10. Υλικά σε εναιώρημα, συμπεριλαμβανομένων των μικροπλαστικών/νανοπλαστικών.»·

2) προστίθεται το σημείο 13:

«13. Μικροοργανισμοί, γονίδια ή γενετικό υλικό που υποδηλώνουν την παρουσία μικροοργανισμών ανθεκτικών σε αντιμικροβιακούς παράγοντες, ιδίως μικροοργανισμών παθογόνων για τον άνθρωπο ή τα εκτρεφόμενα ζώα.».

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΠΡΟΤΥΠΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ (ΠΠ) ΓΙΑ ΤΑ ΥΠΟΓΕΙΑ ΥΔΑΤΑ

Σημείωση 1: Τα ΠΠ για τους ρύπους που απαριθμούνται στις καταχωρίσεις 3 έως 7 εφαρμόζεται από ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = η πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται 18 μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας τροποποιητικής οδηγίας], με στόχο την επίτευξη καλής χημικής κατάστασης των υδάτων το αργότερο έως τις 22 Δεκεμβρίου 2033.

(1)

(2)

(3)

(4)

(5)

(6)

[Εγγραφή] αριθ.

Ονομασία της ουσίας

Κατηγορία ουσιών

Αριθμός CAS (1)

Αριθμός ΕΕ (2)  

Πρότυπο ποιότητας (3)

[µg/l, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά]

1

Νιτρικές ενώσεις

Θρεπτικές ουσίες

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

50 mg/1

2

Δραστικές ουσίες φυτοφαρμάκων, συμπεριλαμβανομένων των αντίστοιχων μεταβολιτών, προϊόντων αποικοδόμησης και αντιδράσεων (4) 

Φυτοφάρμακα

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

0,1 (επιμέρους)

0,5 (ολικό) (5)

3

 Υπερφθοριωμένες και πολυφθοριωμένες αλκυλιωμένες ουσίες (PFAS) - άθροισμα 24 (6)  

Βιομηχανικές ουσίες

Βλέπε σημείωση 6 του πίνακα

Βλέπε σημείωση 6 του πίνακα

0,0044 (7) 

4

Καρβαμαζεπίνη

Φαρμακευτικά προϊόντα

298-46-4

άνευ αντικειμένου

0,25

5

Σουλφαμεθοξαζόλη

Φαρμακευτικά προϊόντα

723-46-6

άνευ αντικειμένου

0,01

6

Φαρμακευτικές δραστικές ουσίες – σύνολο (8)

Φαρμακευτικά προϊόντα

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

0,25

7

Μη κρίσιμοι μεταβολίτες φυτοφαρμάκων (nrM)

Φυτοφάρμακα

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

0,1 (9) ή 1 (10) ή 2,5 ή 5 (11) (επιμέρους)

0,5 (9) ή 5 (10) ή 12,5 (11) (ολικό) (12)  

(1)CAS: Chemical Abstracts Service.

(2)Αριθμός ΕΕ: Ευρωπαϊκός κατάλογος των χημικών ουσιών που κυκλοφορούν στο εμπόριο (EINECS) ή Ευρωπαϊκός κατάλογος κοινοποιημένων χημικών ουσιών (ELINCS).

(3)Η παράμετρος αυτή είναι το ΠΠ εκφραζόμενο ως ετήσια μέση τιμή. Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, ισχύει για την ολική συγκέντρωση όλων των ουσιών και ισομερών.

(4)Ως “φυτοφάρμακα” νοούνται τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα και τα βιοκτόνα που αναφέρονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων, αντίστοιχα.

(5)Ως “ολικό” νοείται το άθροισμα όλων των επιμέρους φυτοφαρμάκων που ανιχνεύονται και προσδιορίζονται ποσοτικά κατά τη διαδικασία παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών μεταβολιτών και των προϊόντων αποδόμησης και αντίδρασης.

(6)Πρόκειται για τις ακόλουθες ενώσεις, οι οποίες παρατίθενται με τον αριθμό CAS, τον αριθμό ΕΕ και τον συντελεστή σχετικής δραστικότητας (RPF): Υπερφθοροοκτανοϊκό οξύ (PFOA) (CAS 335-67-1, ΕΕ 206-397-9) (RPF 1), Υπερφθοροοκτανοσουλφονικό οξύ (PFOS) (CAS 1763-23-1, ΕΕ 217-179-8) (RPF 2), Υπερφθοροεξανοσουλφονικό οξύ (PFHxS) (CAS 355-46-4, ΕΕ 206-587-1) (RPF 0,6), Υπερφθοροεννεανοϊκό οξύ (PFNA) (CAS 375-95-1, ΕΕ 206-801-3) (RPF 10), Υπερφθοροβουτανοσουλφονικό οξύ (PFBS) (CAS 375-73-5, ΕΕ 206-793-1) (RPF 0,001), Υπερφθοροεξανικό οξύ (PFHxA) (CAS 307-24-4, ΕΕ 206-196-6) (RPF 0,01), Υπερφθοροβουτανοϊκό οξύ (PFBA) (CAS 375-22-4, ΕΕ 206-786-3) (RPF 0,05), Υπερφθοροπεντανικό οξύ (PFPeA) (CAS 2706-90-3, ΕΕ 220-300-7) (RPF 0,03), Υπερφθοροπεντανοσουλφονικό οξύ (PFPeS) (CAS 2706-91-4, ΕΕ 220-301-2) (RPF 0,3005), Υπερφθοροδεκανικό οξύ (PFDA) (CAS 335-76-2, ΕΕ 206-400-3) (RPF 7), Υπερφθοροδωδεκανικό οξύ (PFDoDA ή PFDoA) (CAS 307-55-1, ΕΕ 206-203-2) (RPF 3), Υπερφθοροενδεκανικό οξύ (PFUnDA ή PFUnA) (CAS 2058-94-8, ΕΕ 218-165-4) (RPF 4), Υπερφθοροεπτανικό οξύ (PFHpA) (CAS 375-85-9, ΕΕ 206-798-9) (RPF 0,505), Υπερφθοροδεκατριανικό οξύ (PFTrDA) (CAS 72629-94-8, ΕΕ 276-745-2) (RPF 1,65), Υπερφθοροεπτανοσουλφονικό οξύ (PFHpS) (CAS 375-92-8, ΕΕ 206-800-8) (RPF 1,3), Υπερφθοροδεκανοσουλφονικό οξύ (PFDS) (CAS 335-77-3, ΕΕ 206-401-9) (RPF 2), Υπερφθοροδεκατετρανικό οξύ (PFTeDA) (CAS 376-06-7, ΕΕ 206-803-4) (RPF 0,3), Υπερφθοροδεκαεξανικό οξύ (PFHxDA) (CAS 67905-19-5, ΕΕ 267-638-1) (RPF 0,02), Υπερφθοροδεκαοκτανικό οξύ (PFODA) (CAS 16517-11-6, ΕΕ 240-582-5) (RPF 0,02), Υπερφθορο-(2-μεθυλο-3-οξαεξανοϊκό) αμμώνιο (HFPO-DA ή Gen X) (CAS 62037-80-3) (RPF 0,06), Προπανοϊκό οξύ/2,2,3-τριφθορο-3-(1,1,2,2,3,3-εξαφθορο-3-(τριφθορομεθοξυ)προποξυ)προπανικό αμμώνιο (ADONA) (CAS 958445-44-8) (RPF 0,03), 2-(Υπερφθοροεξυλ)αιθυλική αλκοόλη (6:2 FTOH) (CAS 647-42-7, ΕΕ 211-477-1) (RPF 0,02), 2-(Υπερφθοροοκτυλική) αιθανόλη (8:2 FTOH) (CAS 678-39-7, ΕΕ 211-648-0) (RPF 0,04) και Οξικό οξύ/2,2-διφθορο-2-(2,2,4,5-τετραφθορο-5-(τριφθορομεθοξυ)-1,3-διοξολαν-4-υλ)οξυ)-(C6O4) (CAS 1190931-41-9) (RPF 0,06).

(7)Το ΠΠ αναφέρεται στο άθροισμα των 24 PFAS που απαριθμούνται στην υποσημείωση 6 και εκφράζονται ως ισοδύναμα PFOA με βάση τη δραστικότητα των ουσιών σε σχέση με το PFOA, δηλαδή τα RPF στην υποσημείωση 6.

(8)Ως “ολικό” νοείται το άθροισμα όλων των επιμέρους φαρμακευτικών ουσιών που ανιχνεύονται και προσδιορίζονται ποσοτικά κατά τη διαδικασία παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένων των αντίστοιχων μεταβολιτών και προϊόντων αποδόμησης.

(9)Εφαρμόζεται σε nrM με “ελλιπή δεδομένα”, δηλαδή σε nrM για τους οποίους δεν υπάρχουν αξιόπιστα πειραματικά δεδομένα σχετικά με τις χρόνιες ή οξείες επιπτώσεις του nrM στην ταξινομική ομάδα για την οποία προβλέπεται με βεβαιότητα ότι είναι η πλέον ευαίσθητη.

(10)Εφαρμόζεται σε nrM με “επαρκή δεδομένα”, δηλαδή nrM για τα οποία υπάρχουν αξιόπιστα πειραματικά δεδομένα σχετικά με τις χρόνιες ή οξείες επιπτώσεις του nrM στην ταξινομική ομάδα που προβλέπεται με βεβαιότητα ότι είναι η πλέον ευαίσθητη, αλλά όπου τα δεδομένα δεν επαρκούν για να χαρακτηριστούν ουσίες με “πλούσια δεδομένα”.

(11)Εφαρμόζεται σε nrM με “πλούσια δεδομένα”, δηλαδή σε nrM για τα οποία υπάρχουν αξιόπιστα πειραματικά δεδομένα ή εξίσου αξιόπιστα δεδομένα που λαμβάνονται με εναλλακτικές επιστημονικά επικυρωμένες μεθόδους σχετικά με τις χρόνιες ή οξείες επιπτώσεις του nrM σε τουλάχιστον ένα είδος φυκών, ασπόνδυλων και ιχθύων, ώστε να επιβεβαιώνεται με βεβαιότητα η πλέον ευαίσθητη ταξινομική ομάδα, και για τα οποία μπορεί να υπολογιστεί ΠΠ με τη χρήση αιτιοκρατικής προσέγγισης που βασίζεται σε αξιόπιστα πειραματικά δεδομένα χρόνιας τοξικότητας για την εν λόγω ταξινομική ομάδα, Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν για τον σκοπό αυτό τις τελευταίες κατευθυντήριες γραμμές που θεσπίστηκαν στο πλαίσιο της κοινής στρατηγικής για την εφαρμογή της οδηγίας 2000/60/ΕΚ (έγγραφο καθοδήγησης αριθ. 27, όπως επικαιροποιήθηκε). Εφαρμόζεται το ΠΠ 2,5 για επιμέρους nrM, εκτός εάν το ΠΠ που υπολογίζεται με την αιτιοκρατική προσέγγιση είναι υψηλότερο, οπότε εφαρμόζεται ΠΠ 5.

(12)Ως “ολικό” νοείται το άθροισμα όλων των επιμέρους nrM σε κάθε κατηγορία δεδομένων που ανιχνεύονται και προσδιορίζονται ποσοτικώς κατά τη διαδικασία παρακολούθησης.».

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Το παράρτημα ΙI της οδηγίας 2006/118/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)στο μέρος Α, η ακόλουθη παράγραφος παρεμβάλλεται μετά την πρώτη παράγραφο:

«Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) σχετικά με τις ανώτερες αποδεκτές τιμές για τους ρύπους και τους δείκτες ρύπανσης. Ο ECHA δημοσιεύει τις πληροφορίες αυτές χωρίς καθυστέρηση.»·   

2)στο μέρος B, το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.    Τεχνητές συνθετικές ουσίες

Πριμιδόνη

Τριχλωροαιθυλένιο

Τετραχλωροαιθυλένιο»·

3)στο μέρος Γ, ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Πληροφορίες τις οποίες πρέπει να παρέχουν τα κράτη μέλη όσον αφορά τους ρύπους και τους δείκτες τους για τους οποίους έχουν οριστεί ανώτερες αποδεκτές τιμές από τα κράτη μέλη»·

4)προστίθεται το ακόλουθο μέρος Δ:

«Μέρος Δ

Αποθετήριο εναρμονισμένων ανώτερων αποδεκτών τιμών για ρύπους υπόγειων υδάτων εθνικού, περιφερειακού ή τοπικού ενδιαφέροντος

(1)

(2)

(3)

(4)

(5)

(6)

[Εγγραφή] αριθ.

Ονομασία της ουσίας

Κατηγορία ουσιών

Αριθμός CAS(1)

Αριθμός ΕΕ(2)

Ανώτερη αποδεκτή τιμή

[μg/l, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά]

1

Τριχλωροαιθυλένιο και τετραχλωροαιθυλένιο (άθροισμα των δύο)

Βιομηχανικές ουσίες

79-01-6 και 127-18-4

201-167-4 και 204-825-9

10 (ολικό)(3)

(1)CAS: Chemical Abstracts Service.

(2) Αριθμός ΕΕ: Ευρωπαϊκός κατάλογος των χημικών ουσιών που κυκλοφορούν στο εμπόριο (EINECS) ή Ευρωπαϊκός κατάλογος κοινοποιημένων χημικών ουσιών (ELINCS).

(3) Ως “ολικό” νοείται το άθροισμα των συγκεντρώσεων τριχλωροαιθυλενίου και τετραχλωροαιθυλενίου».

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Το παράρτημα I της οδηγίας 2008/105/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΡΟΤΥΠΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ (ΠΠΠ) ΓΙΑ ΟΥΣΙΕΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΕ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ ΥΔΑΤΑ»·

2)το μέρος Α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΜΕΡΟΣ Α: ΠΡΟΤΥΠΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Σημείωση 1: Όταν ένα ΠΠΠ δίνεται εντός [], η τιμή αυτή υπόκειται σε επιβεβαίωση βάσει της γνώμης που έχει ζητηθεί από την επιστημονική επιτροπή για τους υγειονομικούς, περιβαλλοντικούς και αναδυόμενους κινδύνους.

(1)

(2)

(3)

(4)

(5)

(6)

(7)

(8)

(9)

(10)

(11)

(12)

(13)

[Εγγραφή] αριθ.

Ονομασία της ουσίας

Κατηγορία ουσιών

Αριθμός CAS (1)

Αριθμός ΕΕ (2)

ΜΕΤ-ΠΠΠ (3) Εσωτερικά επιφανειακά ύδατα (4)

[µg/l]

ΜΕΤ-ΠΠΠ (3)

Λοιπά επιφανειακά ύδατα

[µg/l]

ΜΕΣ-ΠΠΠ (5)

Εσωτερικά επιφανειακά ύδατα (4)

[µg/l]

ΜΕΣ-ΠΠΠ (5)

Λοιπά επιφανειακά ύδατα

[µg/l]

ΠΠΠ

Ζώντες οργανισμοί (6)

[µg/kg καθαρού βάρους]

ή ΠΠΠ για ίζημα [µg/kg ξηρού βάρους], όπου αναφέρεται

Προσδιορίζεται ως επικίνδυνη ουσία προτεραιότητας

Προσδιορίζεται ως πανταχού παρούσα ανθεκτική, βιοσυσσωρεύσιμη και τοξική ουσία (πΑΒΤ)

Προσδιορίζεται ως ουσία που τείνει να συσσωρεύεται σε ιζήματα και/ή ζώντες οργανισμούς

1)

Η ουσία Alachlor μεταφέρθηκε στο μέρος Γ του παραρτήματος ΙΙ

2)

Ανθρακένιο

Βιομηχανικές ουσίες

120-12-7

204-371-1

0,1

0,1

0,1

0,1

X

X

3)

Atrazine (ατραζίνη)

Ζιζανιοκτόνα

1912-24-9

217-617-8

0,6

0,6

2,0

2,0

4)

Βενζόλιο

Βιομηχανικές ουσίες

71-43-2

200-753-7

10

8

50

50

5)

Βρωμιούχοι διφαινυλαιθέρες

Βιομηχανικές ουσίες

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

0,14 (7)

0,014 (7)

[0,00028] (7)

X (8)

X

X

6)

Κάδμιο και οι ενώσεις του

(ανάλογα με τις κατηγορίες σκληρότητας νερού) (9)

Μέταλλα

7440-43-9

231-152-8

≤ 0,08 (Κατηγορία 1)

0,08 (Κατηγορία 2)

0,09 (Κατηγορία 3)

0,15 (Κατηγορία 4)

0,25 (Κατηγορία 5)

0,2

≤ 0,45 (Κατηγορία 1)

0,45 (Κατηγορία 2)

0,6 (Κατηγορία 3)

0,9 (Κατηγορία 4)

1,5 (Κατηγορία 5)

≤ 0,45 (Κατηγορία 1)

0,45 (Κατηγορία 2)

0,6 (Κατηγορία 3)

0,9 (Κατηγορία 4)

1,5 (Κατηγορία 5)

X

X

6α)

Η ουσία τετραχλωράνθρακας μεταφέρθηκε στο μέρος Γ του παραρτήματος II

7)

Χλωροαλκάνια C10-13 (10)

Βιομηχανικές ουσίες

85535-84-8

287-476-5

0,4

0,4

1,4

1,4

X

X

8)

Η ουσία Chlorfenvinphos (χλωροφαινβινφός) μεταφέρθηκε στο μέρος Γ του παραρτήματος II

9)

Chlorpyrifos (Chlorpyrifos-ethyl) (χλωροπυριφός, αιθυλικό χλωροπυριφός)

Οργανοφωσφορικά φυτοφάρμακα

2921-88-2

220-864-4

4,6 × 10– 4

4,6 × 10– 5

0,0026

5,2 × 10– 4

X

X

X


9α)

Φυτοφάρμακα κυκλοδιενίου:

Aldrin (αλδρίνη)

Dieldrin (διελδρίνη)

Endrin (ενδρίνη)

Isodrin (ισοδρίνη)

Οργανοχλωριούχα φυτοφάρμακα

309-00-2

60-57-1

72-20-8

465-73-6

206-215-8

200-484-5

200-775-7

207-366-2

Σ = 0,01

Σ = 0,005

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

X

9β)

Ολικό DDT (11)

Οργανοχλωριούχα φυτοφάρμακα

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

0,025

0,025

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

X

para-para-DDT

50-29-3

200-024-3

0,01

0,01

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

X

10)

1,2-Διχλωροαιθάνιο

Βιομηχανικές ουσίες

107-06-2

203-458-1

10

10

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

X

11)

Διχλωρομεθάνιο

Βιομηχανικές ουσίες

75-09-2

200-838-9

20

20

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

12)

Φθαλικό δι(2-αιθυλεξύλιο) (DEHP)

Βιομηχανικές ουσίες

117-81-7

204-211-0

1,3

1,3

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

X

X

13)

Diuron (διουρόνη)

Ζιζανιοκτόνα

330-54-1

206-354-4

0,049

0,0049

0,27

0,054

14)

Endosulfan (ενδοσουλφάνη)

Οργανοχλωριούχα φυτοφάρμακα

115-29-7

204-079-4

0,005

0,0005

0,01

0,004

X

15)

Φθορανθένιο

Βιομηχανικές ουσίες

206-44-0

205-912-4

7,62 × 10–4

7,62 × 10–4

0,12

0,012

6,1

X

X

X

16)

Εξαχλωροβενζόλιο

Οργανοχλωριούχα φυτοφάρμακα

118-74-1

204-273-9

0,5

0,05

20

X

X

17)

Εξαχλωροβουταδιένιο

Βιομηχανικές ουσίες (διαλύτες)

87-68-3

201-765-5

9 × 10–4

0,6

0,6

21

X

X

18)

Εξαχλωροκυκλοεξάνιο

Εντομοκτόνα

608-73-1

210-168-9

0,02

0,002

0,04

0,02

X

X

19)

Isoproturon (ισοπροτουρόνη)

Ζιζανιοκτόνα

34123-59-6

251-835-4

0,3

0,3

1,0

1,0

20)

Μόλυβδος και οι ενώσεις του

Μέταλλα

7439-92-1

231-100-4

1,2 (12)

1,3

14

14

X

X

21)

Υδράργυρος και οι ενώσεις του

Μέταλλα

7439-97-6

231-106-7

0,07

0,07

[10] (13)

X

X

X

22)

Ναφθαλίνιο

Βιομηχανικές ουσίες

91-20-3

202-049-5

2

2

130

130

23)

Νικέλιο και οι ενώσεις του

Μέταλλα

7440-02-0

231-111-4

2 (12)

3,1

8,2

8,2

24)

Εννεϋλοφαινόλες (14) 
(4-εννεϋλοφαινόλη)

Βιομηχανικές ουσίες

84852-15-3

284-325-5

0,037

0,0018

2,1

0,17

X

25)

Οκτυλοφαινόλες (15)  
((4-(1,1',3,3'-τετραμεθυλοβουτυλο)φαινόλη))

Βιομηχανικές ουσίες

140-66-9

205-426-2

0,1

0,01

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

X

26)

Πενταχλωροβενζόλιο

Βιομηχανικές ουσίες

608-93-5

210-172-0

0,007

0,0007

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

X

X

27)

Πενταχλωροφαινόλη

Οργανοχλωριούχα φυτοφάρμακα

87-86-5

201-778-6

0,4

0,4

1

1

X

28)

Πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες (ΠΑΥ) (16)

Προϊόντα καύσης

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

Άθροισμα ισοδυνάμων βενζο[a]πυρενίου [0,6] (17)

X

X

X

Βενζο[α]πυρένιο

50-32-8

200-028-5

0,27

0,027

[0,6]

Βενζο[b]φλουορανθένιο

205-99-2

205-911-9

0,017

0,017

βλέπε υποσημείωση 17

Βενζο[k]φλουορανθένιο

207-08-9

205-916-6

0,017

0,017

βλέπε υποσημείωση 17

Βενζο[g,h,i]περυλένιο

191-24-2

205-883-8

8,2 × 10– 3

8,2 × 10– 4

βλέπε υποσημείωση 17

Ινδενο[1,2,3-cd]πυρένιο

193-39-5

205-893-2

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

βλέπε υποσημείωση 17

Χρυσένιο

218-01-9

205-923-4

0,07

0,007

βλέπε υποσημείωση 17

Βενζο[a]ανθρακένιο

56-55-3

200-280-6

0,1

0,01

βλέπε υποσημείωση 17

Διβενζο[a,h]ανθρακένιο

53-70-3

200-181-8

0,014

0,0014

βλέπε υποσημείωση 17

29)

Η ουσία Simazine (σιμαζίνη) μεταφέρθηκε στο μέρος Γ του παραρτήματος II

29α)

Τετραχλωροαιθυλένιο

Βιομηχανικές ουσίες

127-18-4

204-825-9

10

10

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

29β)

Τριχλωροαιθυλένιο

Βιομηχανικές ουσίες

79-01-6

201-167-4

10

10

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

X

30)

Ενώσεις τριβουτυλοκασσιτέρου (18) (κατιόν τριβουτυλοκασσιτέρου)

Βιοκτόνα

36643-28-4

άνευ αντικειμένου

0,0002

0,0002

0,0015

0,0015

[1,3] (19)

X

X

X

31)

Τριχλωροβενζόλια

Βιομηχανικές ουσίες (διαλύτες)

12002-48-1

234-413-4

0,4

0,4

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

32)

Τριχλωρομεθάνιο

Βιομηχανικές ουσίες

67-66-3

200-663-8

2,5

2,5

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

33)

Trifluralin (τριφλουραλίνη)

Ζιζανιοκτόνα

1582-09-8

216-428-8

0,03

0,03

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

X

34)

Dicofol (δικοφόλη)

Οργανοχλωριούχα φυτοφάρμακα

115-32-2

204-082-0

[4,45 × 10–3]

[0,185 × 10–3]

άνευ αντικειμένου (20)

άνευ αντικειμένου (20)

[5,45]

X

X

35)

Υπερφθοροοκτανοσουλφονικό οξύ και τα παράγωγά του (PFOS)

Βιομηχανικές ουσίες

1763-23-1

217-179-8

Καλύπτεται από την ομάδα ουσιών 65 [Υπερφθοριωμένες και πολυφθοριωμένες αλκυλιωμένες ουσίες (PFAS) – άθροισμα 24]

36)

Quinoxyfen (κινοξυφαίνη)

Φυτοπροστατευτικά προϊόντα

124495-18-7

άνευ αντικειμένου

0,15

0,015

2,7

0,54

X

X

37)

Διοξίνες και παρόμοιες με τις διοξίνες ενώσεις (21)

Βιομηχανικά υποπροϊόντα

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

Άθροισμα PCDD + PCDF + PCB-DL

ισοδύναμα [3,5 10-5] (22)

X

X

X

38)

Aclonifen (ακλονιφένη)

Ζιζανιοκτόνα

74070-46-5

277-704-1

0,12

0,012

0,12

0,012

39)

Bifenox (διφενόξη)

Ζιζανιοκτόνα

42576-02-3

255-894-7

0,012

0,0012

0,04

0,004

40)

Cybutryne (κυβουτρύνη)

Βιοκτόνα

28159-98-0

248-872-3

0,0025

0,0025

0,016

0,016

41)

Cypermethrin (κυπερμεθρίνη) (23)

Πυρεθροειδή φυτοφάρμακα

52315-07-8

257-842-9

3 × 10–5

3 × 10–6

6 × 10–4

6 × 10–5

X

42)

Dichlorvos (διχλωρβός)

Οργανοφωσφορικά φυτοφάρμακα

62-73-7

200-547-7

6 × 10–4

6 × 10–5

7 × 10–4

7 × 10–5

43)

Εξαβρωμοκυκλοδωδεκάνιο (HBCDD) (24) 

Βιομηχανικές ουσίες

Βλ. υποσημείωση 24

Βλ. υποσημείωση 24

[4,6 × 10–4]

[2 × 10–5]

0,5

0,05

[3,5]

X

X

X

44)

Heptachlor (επταχλώριο) και εποξείδιο του heptachlor

Οργανοχλωριούχα φυτοφάρμακα

76-44-8 / 1024-57-3

200-962-3 / 213-831-0

[1,7 × 10–7]

[1,7 × 10–7]

3 × 10–4

3 × 10–5

 [0,013]

X

X

X

45)

Terbutryn (τερβουτρίνη)

Ζιζανιοκτόνα

886-50-0

212-950-5

0,065

0,0065

0,34

0,034

46)

17α-Αιθινυλοιστραδιόλη (EE2)

Φαρμακευτικά προϊόντα (οιστρογόνες ορμόνες)

57-63-6

200-342-2

1,7 × 10–5

1,6 × 10–6

δεν προκύπτει

δεν προκύπτει

47)

17β-Οιστραδιόλη (E2)

Φαρμακευτικά προϊόντα (οιστρογόνες ορμόνες)

50-28-2

200-023-8

0,00018

9 × 10–6

δεν προκύπτει

δεν προκύπτει

48)

Acetamiprid (ακεταμιπρίδη)

Νεονικοτινοειδή φυτοφάρμακα

135410-20-7 / 160430-64-8

603-921-1

0,037

0,0037

0,16

0,016

49)

Αζιθρομυκίνη

Φαρμακευτικά προϊόντα (μακρολιδικά αντιβιοτικά)

83905-01-5

617-500-5

0,019

0,0019

0,18

0,018

X

50)

Bifenthrin (διφαινθρίνη)

Πυρεθροειδή φυτοφάρμακα

82657-04-3

617-373-6

9,5 × 10–5

9,5 × 10–6

0,011

0,001

X

51)

Δισφαινόλη A (BPA)

Βιομηχανικές ουσίες

80-05-7

201-245-8

3,4 × 10–5 

3,4 × 10–5 

130

51

0,005

X

52)

Καρβαμαζεπίνη

Φαρμακευτικά προϊόντα

298-46-4

206-062-7

2,5

0,25

1,6 × 103

160

53)

Κλαριθρομυκίνη

Φαρμακευτικά προϊόντα (μακρολιδικά αντιβιοτικά)

81103-11-9

658-034-2

0,13

0,013

0,13

0,013

X

54)

Clothianidin (κλοθειανιδίνη)

Νεονικοτινοειδή φυτοφάρμακα

210880-92-5

433-460-1

0,01

0,001

0,34

0,034

55)

Deltamethrin (δελταμεθρίνη)

Πυρεθροειδή φυτοφάρμακα

52918-63-5

258-256-6

1,7 × 10–6

1,7 × 10–7

1,7 × 10–5

3,4 × 10–6

X

56)

Δικλοφενάκη

Φαρμακευτικά προϊόντα

15307-86-5 / 15307-79-6

239-348-5 / 239-346-4

0,04

0,004

250

25

X

57)

Ερυθρομυκίνη

Φαρμακευτικά προϊόντα (μακρολιδικά αντιβιοτικά)

114-07-8

204-040-1

0,5

0,05

1

0,1

X

58)

Esfenvalerate (εσφενοβαλεριανικό)

Πυρεθροειδή φυτοφάρμακα

66230-04-4

613-911-9

1,7 × 10–5

1,7 × 10–6

0,0085

0,00085

X

59)

Οιστρόνη (E1)

Φαρμακευτικά προϊόντα (οιστρογόνες ορμόνες)

53-16-7

200-164-5

3,6 × 10–4

1,8 × 10–5

δεν προκύπτει

δεν προκύπτει

60)

Glyphosate (γλυφοσάτη)

Ζιζανιοκτόνα

1071-83-6

213-997-4

0,1 (25)

86,7 (26)

8,67

398,6

39,86

61)

Ιβουπροφαίνη

Φαρμακευτικά προϊόντα

15687-27-1

239-784-6

0,22

0,022

X

62)

Imidacloprid (ιμιδακλοπρίδη)

Νεονικοτινοειδή φυτοφάρμακα

138261-41-3 / 105827-78-9

428-040-8

0,0068

6,8 × 10–4

0,057

0,0057

63)

Nicosulfuron (νικοσουλφουρόνη)

Ζιζανιοκτόνα

111991-09-4

601-148-4

0,0087

8,7 × 10– 4

0,23

0,023

64)

Permethrin (περμεθρίνη)

Πυρεθροειδή φυτοφάρμακα

52645-53-1

258-067-9

2,7 × 10–4

2,7 × 10–5

0,0025

2,5 × 10–4

X

65)

Υπερφθοριωμένες και πολυφθοριωμένες αλκυλιωμένες ουσίες (PFAS) – άθροισμα 24 (27)

Βιομηχανικές ουσίες

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

Άθροισμα ισοδυνάμων PFOA 0,0044 (28)

Άθροισμα ισοδυνάμων PFOA 0,0044 (28)

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

Άθροισμα ισοδυνάμων PFOA 0,077 (28)

X

X

X

66)

Άργυρος

Μέταλλα

7440-22-4

231-131-3

0,01

0,006 (αλατότητα 10 %) 
0,17 (αλατότητα 30 %)

0,022

δεν προκύπτει

67)

Τhiacloprid (θειακλοπρίδη)

Νεονικοτινοειδή φυτοφάρμακα

111988-49-9

601-147-9

0,01

0,001

0,05

0,005

68)

Thiamethoxam (θειαμεθοξάμη)

Νεονικοτινοειδή φυτοφάρμακα

153719-23-4

428-650-4

0,04

0,004

0,77

0,077

69)

Triclosan (τρικλοζάνη)

Βιοκτόνα

3380-34-5

222-182-2

0,02

0,002

0,02

0,002

70)

Σύνολο δραστικών ουσιών στα φυτοφάρμακα, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών μεταβολιτών τους και των προϊόντων αποδόμησης και αντίδρασης (29)

Φυτοπροστατευτικά προϊόντα και βιοκτόνα

0,5 (30)

0,5 (30)

(1)CAS: Chemical Abstracts Service.

(2)Αριθμός ΕΕ: Ευρωπαϊκός κατάλογος των χημικών ουσιών που κυκλοφορούν στο εμπόριο (EINECS) ή Ευρωπαϊκός κατάλογος κοινοποιημένων χημικών ουσιών (ELINCS).

(3)Η παράμετρος αυτή είναι το ΠΠΠ εκφραζόμενο ως ετήσια μέση τιμή (ΕΜΤ-ΠΠΠ). Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, ισχύει για την ολική συγκέντρωση όλων των ουσιών και ισομερών.

(4)Τα εσωτερικά επιφανειακά ύδατα περιλαμβάνουν τους ποταμούς και τις λίμνες, καθώς και τα συναφή τεχνητά ή ιδιαιτέρως τροποποιημένα υδατικά συστήματα.

(5)Η παράμετρος αυτή είναι το ΠΠΠ εκφραζόμενο ως μέγιστη επιτρεπόμενη συγκέντρωση (ΜΕΣ-ΠΠΠ). Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες για το ΜΕΣ-ΠΠΠ σημειώνεται “άνευ αντικειμένου”, οι τιμές ΕΜΤ-ΠΠΠ θεωρείται ότι προστατεύουν έναντι βραχυπρόθεσμων αιχμών ρύπανσης σε συνεχείς απορρίψεις, καθώς είναι σημαντικά χαμηλότερες σε σχέση με τις τιμές που προκύπτουν με βάση την οξεία τοξικότητα.

(6)Εάν παρέχεται ΠΠΠ για ζώντες οργανισμούς, αυτό εφαρμόζεται, αντί του ΠΠΠ για τα ύδατα, με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 3 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας που επιτρέπει αντ’ αυτού την παρακολούθηση εναλλακτικής ταξινομικής ομάδας ζώντων οργανισμών ή άλλου υλικού φορέα, εφόσον το ΠΠΠ που εφαρμόζεται παρέχει ισοδύναμο επίπεδο προστασίας. Το ΠΠΠ στους ζώντες οργανισμούς αναφέρεται στους ιχθύες, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά. Για τις ουσίες με αριθμό 15 (φλουορανθένιο), 28 (ΠΑΥ) και 51 (δισφαινόλη Α), το ΠΠΠ για τους ζώντες οργανισμούς αναφέρεται σε μαλακόστρακα και μαλάκια. Για τους σκοπούς της αξιολόγησης της χημικής κατάστασης, δεν ενδείκνυται η παρακολούθηση του φλουροανθενίου και των ΠΑΥ και της δισφαινόλης Α στους ιχθύες. Για τις ουσίες με αριθμό 37 (διοξίνες και παρόμοιες με τις διοξίνες ενώσεις), το ΠΠΠ για τους ζώντες οργανισμούς αφορά ιχθύες, μαλακόστρακα και μαλάκια, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1259/2011* σημείο 5.3 του παραρτήματος.

(7)Για την ομάδα ουσιών προτεραιότητας που καλύπτεται από τους βρωμιούχους διφαινυλαιθέρες (με αριθμό 5), τα ΠΠΠ συγκρίνονται με το άθροισμα των συγκεντρώσεων των συγγενών ουσιών 28, 47, 99, 100, 153 και 154.

(8)Τετρα-, πεντα-, εξα-, επτα-, οκτα- και δεκαβρωμοδιφαινυλαιθέρας (αριθμοί CAS 40088-47-9, 32534-81-9, 36483-60-0, 68928-80-3, 32536-52-0, 1163-19-5 αντίστοιχα).

(9)Για το κάδμιο και τις ενώσεις του (με αριθμό 6), οι τιμές των ΠΠΠ διαφέρουν ανάλογα με τη σκληρότητα του νερού, που κατατάσσεται σε 5 κατηγορίες (κατηγορία 1: <40 mg CaCO3/l, κατηγορία 2: 40 έως <50 mg CaCO3/l, κατηγορία 3: 50 έως <100 mg CaCO3/l, κατηγορία 4: 100 έως <200 mg CaCO3/l και κατηγορία 5: ≥200 mg CaCO3/l).

(10)Δεν παρέχεται ενδεικτική παράμετρος γι’ αυτή την ομάδα ουσιών. Η ενδεικτική παράμετρος/-οι πρέπει να καθορίζεται μέσω της αναλυτικής μεθόδου.

(11)Το ολικό DDT περιλαμβάνει το άθροισμα των ισομερών 1,1,1-τριχλωρο-2,2 δις(p-χλωροφαινυλ)αιθάνιο (CAS 50-29-3, ΕΕ 200-024-3)· 1,1,1-τριχλωρο-2-(ο-χλωροφαινυλο)-2-(p-χλωροφαινυλ)-αιθάνιο (CAS 789 02 6, ΕΕ 212 332 5)· 1,1-διχλωρο-2,2-δις(p-χλωροφαινυλ)-αιθυλένιο (CAS 72 55 9, ΕΕ 200 784 6)· και 1,1-διχλωρο-2,2-δις(p-χλωροφαινυλ)-αιθάνιο (CAS 72 54 8, ΕΕ 200 783 0).

(12)Αυτά τα ΠΠΠ αναφέρονται στις βιοδιαθέσιμες συγκεντρώσεις των ουσιών.

(13)Τα ΠΠΠ για τους ζώντες οργανισμούς συγκρίνονται με τον μεθυλυδράργυρο.

(14) Εννεϋλοφαινόλη (CAS 25154-52-3, ΕΕ 246-672-0) συμπεριλαμβανομένων των ισομερών 4-εννεϋλοφαινόλη (CAS 104-40-5, ΕΕ 203-199-4) και 4-εννεϋλοφαινόλη (διακλαδισμένης αλυσίδας) (CAS 84852-15-3, ΕΕ 284-325-5).

(15) Οκτυλοφαινόλη (CAS 1806-26-4, ΕΕ 217-302-5) συμπεριλαμβανομένου του ισομερούς 4-(1,1',3,3'-τετραμεθυλοβουτυλο)-φαινόλη (CAS 140-66-9, ΕΕ 205-426-2).

(16) Βενζο[a]πυρένιο (CAS 50-32-8) (RPF 1), βενζο[b]φλουορανθένιο (CAS 205-99-2) (RPF 0,1), βενζο[k]φλουορανθένιο (CAS 207-08-9) (RPF 0,1), βενζο[g,h,i]περυλένιο (CAS 191-24-2) (RPF 0), ινδενο[1,2,3-cd]πυρένιο (CAS 193-39-5) (RPF 0,1), χρυσένιο (CAS 218-01-9) (RPF 0,01), βενζο[a]ανθρακένιο (CAS 56-55-3) (RPF 0,1), και διβενζο[a,h]ανθρακένιο (CAS 53-70-3) (RPF 1). Οι ΠΑΥ ανθρακένιο, φλουορανθένιο και ναφθαλίνιο παρατίθενται χωριστά.

(17) Για την ομάδα πολυαρωματικών υδρογονανθράκων (ΠΑΥ) (αριθ. 28), το ΠΠΠ για τους ζώντες οργανισμούς συγκρίνεται με το άθροισμα των συγκεντρώσεων επτά από τους οκτώ ΠΑΥ που απαριθμούνται στην υποσημείωση 17 εκφραζόμενων ως ισοδύναμα βενζο[a]πυρενίου με βάση την καρκινογόνο δραστικότητα των ουσιών σε σχέση με εκείνη του βενζο[a]πυρενίου, δηλαδή τα RPF στην υποσημείωση 16. Το βενζο[g,h,i]περυλένιο δεν χρειάζεται να μετράται σε ζώντες οργανισμούς για τους σκοπούς του προσδιορισμού της συμμόρφωσης με το συνολικό ΠΠΠ για τους ζώντες οργανισμούς.

(18) Ενώσεις τριβουτυλοκασσιτέρου, συμπεριλαμβανομένου του κατιόντος τριβουτυλοκασσιτέρου (CAS 36643-28-4).

(19) ΠΠΠ ιζημάτων

(20) Δεν υπάρχουν αρκετά δεδομένα για να καθοριστεί ΜΕΣ-ΠΠΠ για τις ουσίες αυτές.

(21) Αναφέρεται στις εξής ενώσεις:

7 πολυχλωριωμένες διβενζο-p-διοξίνες (PCDD): 2,3,7,8-T4CDD (CAS 1746-01-6, ΕΕ 217-122-7), 1,2,3,7,8-P5CDD (CAS 40321-76-4), 1,2,3,4,7,8-H6CDD (CAS 39227-28-6), 1,2,3,6,7,8-H6CDD (CAS 57653-85-7), 1,2,3,7,8,9-H6CDD (CAS 19408-74-3), 1,2,3,4,6,7,8-H7CDD (CAS 35822-46-9), 1,2,3,4,6,7,8,9-O8CDD (CAS 3268-87-9)

10 πολυχλωριωμένα διβενζοφουράνια (PCDF): 2,3,7,8-T4CDF (CAS 51207-31-9), 1,2,3,7,8-P5CDF (CAS 57117-41-6), 2,3,4,7,8-P5CDF (CAS 57117-31-4), 1,2,3,4,7,8-H6CDF (CAS 70648-26-9), 1,2,3,6,7,8-H6CDF (CAS 57117-44-9), 1,2,3,7,8,9-H6CDF (CAS 72918-21-9), 2,3,4,6,7,8-H6CDF (CAS 60851-34-5), 1,2,3,4,6,7,8-H7CDF (CAS 67562-39-4), 1,2,3,4,7,8,9-H7CDF (CAS 55673-89-7), 1,2,3,4,6,7,8,9-O8CDF (CAS 39001-02-0)

12 παρόμοια με τις διοξίνες πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCB-DL): 3,3',4,4'-T4CB (PCB 77, CAS 32598-13-3), 3,3',4',5-T4CB (PCB 81, CAS 70362-50-4), 2,3,3',4,4'-P5CB (PCB 105, CAS 32598-14-4), 2,3,4,4',5-P5CB (PCB 114, CAS 74472-37-0), 2,3',4,4',5-P5CB (PCB 118, CAS 31508-00-6), 2,3',4,4',5'-P5CB (PCB 123, CAS 65510-44-3), 3,3',4,4',5-P5CB (PCB 126, CAS 57465-28-8), 2,3,3',4,4',5-H6CB (PCB 156, CAS 38380-08-4), 2,3,3',4,4',5'-H6CB (PCB 157, CAS 69782-90-7), 2,3',4,4',5,5'-H6CB (PCB 167, CAS 52663-72-6), 3,3',4,4',5,5'-H6CB (PCB 169, CAS 32774-16-6), 2,3,3',4,4',5,5'-H7CB (PCB 189, CAS 39635-31-9).

(22) Για την ομάδα των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες ενώσεων (αριθ. 37), το ΠΠΠ για τους ζώντες οργανισμούς συγκρίνεται με το άθροισμα των συγκεντρώσεων των ουσιών που αναφέρονται στην υποσημείωση 20, εκφραζόμενο ως τοξικά ισοδύναμα με βάση τους συντελεστές τοξικής ισοδυναμίας 2005 του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.

(23) Το CAS 52315-07-8 αναφέρεται σε μείγμα ισομερών κυπερμεθρίνης, α-κυπερμεθρίνης (CAS 67375-30-8, ΕΕ 257-842-9), β-κυπερμεθρίνης (CAS 65731-84-2, ΕΕ 265-898-0), θ-κυπερμεθρίνης (CAS 71691-59-1) και ζ-κυπερμεθρίνης (CAS 52315-07-8, ΕΕ 257-842-9).

(24) Συμπεριλαμβάνονται το 1,3,5,7,9,11-εξαβρωμοκυκλοδωδεκάνιο (CAS 25637-99-4, ΕΕ 247-148-4), το 1,2,5,6,9,10-εξαβρωμοκυκλοδωδεκάνιο (CAS 3194-55-6, ΕΕ 221-695-9), το α-εξαβρωμοκυκλοδωδεκάνιο (CAS 134237-50-6), το β-εξαβρωμοκυκλοδωδεκάνιο (CAS 134237-51-7) και το γ-εξαβρωμοκυκλοδωδεκάνιο (CAS 134237-52-8).

(25) Για γλυκά ύδατα που χρησιμοποιούνται για την άντληση και την παρασκευή πόσιμου νερού.

(26) Για γλυκά ύδατα που δεν χρησιμοποιούνται για την άντληση και την παρασκευή πόσιμου νερού.

(27) Πρόκειται για τις ακόλουθες ενώσεις, οι οποίες παρατίθενται με τον αριθμό CAS, τον αριθμό ΕΕ και τον συντελεστή σχετικής δραστικότητας (RPF):

Υπερφθοροοκτανοϊκό οξύ (PFOA) (CAS 335-67-1, ΕΕ 206-397-9) (RPF 1), Υπερφθοροοκτανοσουλφονικό οξύ (PFOS) (CAS 1763-23-1, ΕΕ 217-179-8) (RPF 2), Υπερφθοροεξανοσουλφονικό οξύ (PFHxS) (CAS 355-46-4, ΕΕ 206-587-1) (RPF 0,6), Υπερφθοροεννεανοϊκό οξύ (PFNA) (CAS 375-95-1, ΕΕ 206-801-3) (RPF 10), Υπερφθοροβουτανοσουλφονικό οξύ (PFBS) (CAS 375-73-5, ΕΕ 206-793-1) (RPF 0,001), Υπερφθοροεξανικό οξύ (PFHxA) (CAS 307-24-4, ΕΕ 206-196-6) (RPF 0,01), Υπερφθοροβουτανοϊκό οξύ (PFBA) (CAS 375-22-4, ΕΕ 206-786-3) (RPF 0,05), Υπερφθοροπεντανικό οξύ (PFPeA) (CAS 2706-90-3, ΕΕ 220-300-7) (RPF 0,03), Υπερφθοροπεντανοσουλφονικό οξύ (PFPeS) (CAS 2706-91-4, ΕΕ 220-301-2) (RPF 0,3005), Υπερφθοροδεκανικό οξύ (PFDA) (CAS 335-76-2, ΕΕ 206-400-3) (RPF 7), Υπερφθοροδωδεκανικό οξύ (PFDoDA ή PFDoA) (CAS 307-55-1, ΕΕ 206-203-2) (RPF 3), Υπερφθοροενδεκανικό οξύ (PFUnDA ή PFUnA) (CAS 2058-94-8, ΕΕ 218-165-4) (RPF 4), Υπερφθοροεπτανικό οξύ (PFHpA) (CAS 375-85-9, ΕΕ 206-798-9) (RPF 0,505), Υπερφθοροδεκατριανικό οξύ (PFTrDA) (CAS 72629-94-8, ΕΕ 276-745-2) (RPF 1,65), Υπερφθοροεπτανοσουλφονικό οξύ (PFHpS) (CAS 375-92-8, ΕΕ 206-800-8) (RPF 1,3), Υπερφθοροδεκανοσουλφονικό οξύ (PFDS) (CAS 335-77-3, ΕΕ 206-401-9) (RPF 2), Υπερφθοροδεκατετρανικό οξύ (PFTeDA) (CAS 376-06-7, ΕΕ 206-803-4) (RPF 0,3), Υπερφθοροδεκαεξανικό οξύ (PFHxDA) (CAS 67905-19-5, ΕΕ 267-638-1) (RPF 0,02), Υπερφθοροδεκαοκτανικό οξύ (PFODA) (CAS 16517-11-6, ΕΕ 240-582-5) (RPF 0,02) και Υπερφθορο-(2-μεθυλο-3-οξαεξανοϊκό) αμμώνιο (HFPO-DA ή Gen X) (CAS 62037-80-3) (RPF 0,06), Προπανοϊκό οξύ/2,2,3-τριφθορο-3-(1,1,2,2,3,3-εξαφθορο-3-(τριφθορομεθοξυ)προποξυ)προπανικό αμμώνιο (ADONA) (CAS 958445-44-8) (RPF 0,03), 2-(Υπερφθοροεξυλ)αιθυλική αλκοόλη (6:2 FTOH) (CAS 647-42-7, ΕΕ 211-477-1) (RPF 0,02), 2-(Υπερφθοροοκτυλική) αιθανόλη (8:2 FTOH) (CAS 678-39-7, ΕΕ 211-648-0) (RPF 0,04) και Οξικό οξύ/2,2-διφθορο-2-(2,2,4,5-τετραφθορο-5-(τριφθορομεθοξυ)-1,3-διοξολαν-4-υλ)οξυ)-(C6O4) (CAS 1190931-41-9) (RPF 0,06).

(28) Για την ομάδα των PFAS (αριθ. 65), τα ΠΠΠ αναφέρονται στο άθροισμα των συγκεντρώσεων των 24 PFAS που αναφέρονται στην υποσημείωση 27 και εκφράζονται ως ισοδύναμα PFOA με βάση τις δραστικότητες των ουσιών σε σχέση με το PFOA, δηλαδή τα RPF στην υποσημείωση 27.

(29) Ως “φυτοφάρμακα” νοούνται τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 και τα βιοκτόνα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

(30) Ως “ολικό”, νοείται το άθροισμα όλων των επιμέρους φυτοφαρμάκων που ανιχνεύονται και προσδιορίζονται ποσοτικά κατά τη διαδικασία παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών μεταβολιτών και των προϊόντων αποδόμησης και αντίδρασης.»·

3)το μέρος B τροποποιείται ως εξής:

α)στο σημείο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για κάθε δεδομένο σύστημα επιφανειακών υδάτων, η εφαρμογή του ΕΜΤ-ΠΠΠ σημαίνει ότι, για οποιοδήποτε αντιπροσωπευτικό σημείο παρακολούθησης εντός του υδατικού συστήματος, ο αριθμητικός μέσος όρος των μετρούμενων συγκεντρώσεων σε διάφορους χρόνους κατά τη διάρκεια του έτους δεν υπερβαίνει το πρότυπο.»·

β)στο σημείο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

««Για κάθε δεδομένο σύστημα επιφανειακών υδάτων, η εφαρμογή του ΜΕΣ-ΠΠΠ σημαίνει ότι η μετρούμενη συγκέντρωση σε οποιοδήποτε αντιπροσωπευτικό σημείο παρακολούθησης εντός του υδατικού συστήματος δεν υπερβαίνει το πρότυπο.».

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΡΟΤΥΠΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΓΙΑ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΥΣ ΡΥΠΟΥΣ ΛΕΚΑΝΩΝ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΠΟΤΑΜΩΝ

Μέρος A: ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΩΝ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ ΡΥΠΩΝ ΛΕΚΑΝΩΝ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΠΟΤΑΜΩΝ

1. Οργανοαλογονούχες ενώσεις και ουσίες που μπορεί να σχηματίζουν τέτοιες ενώσεις στο υδάτινο περιβάλλον.

2. Οργανοφωσφορικές ενώσεις.

3. Οργανοκασσιτερικές ενώσεις.

4. Ουσίες και παρασκευάσματα ή προϊόντα αποδόμησής τους, που αποδεδειγμένα έχουν καρκινογόνες ή μεταλλαξιογόνες ιδιότητες ή ιδιότητες που μπορεί να επηρεάσουν τη στεροειδογένεση, τη λειτουργία του θυρεοειδούς, την αναπαραγωγή ή άλλες λειτουργίες που σχετίζονται με το ενδοκρινικό σύστημα μέσα στο υδάτινο περιβάλλον ή μέσω αυτού.

5. Έμμονοι υδρογονάνθρακες και έμμονες και βιοσυσσωρεύσιμες οργανικές τοξικές ουσίες.

6. Κυανιούχες ενώσεις.

7. Μέταλλα και ενώσεις τους.

8. Αρσενικό και ενώσεις του.

9. Βιοκτόνα και φυτοπροστατευτικά προϊόντα.

10. Υλικά σε εναιώρημα, συμπεριλαμβανομένων των μικροπλαστικών/νανοπλαστικών

11. Ουσίες που συμβάλλουν στον ευτροφισμό (ιδίως νιτρικές και φωσφορικές ενώσεις).

12. Ουσίες που επηρεάζουν δυσμενώς το ισοζύγιο οξυγόνου και μπορούν να μετρηθούν χρησιμοποιώντας παραμέτρους, όπως BOD, COD κ.λπ.

13. Μικροοργανισμοί, γονίδια ή γενετικό υλικό που υποδηλώνουν την παρουσία μικροοργανισμών ανθεκτικών σε αντιμικροβιακούς παράγοντες, ιδίως μικροοργανισμών παθογόνων για τον άνθρωπο ή τα εκτρεφόμενα ζώα.

ΜΕΡΟΣ Β: ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΠΡΟΤΥΠΩΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΓΙΑ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΥΣ ΡΥΠΟΥΣ ΛΕΚΑΝΩΝ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΠΟΤΑΜΩΝ

Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό των ΠΠΠ για συγκεκριμένους ρύπους λεκάνης απορροής ποταμού περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στάδια:

α)προσδιορισμός των αποδεκτών και των διαμερισμάτων του περιβάλλοντος ή των υλικών φορέων που διατρέχουν κίνδυνο από την ουσία που προκαλεί ανησυχία,

β)συγκέντρωση και αξιολόγηση της ποιότητας των δεδομένων σχετικά με τις ιδιότητες της ουσίας που προκαλεί ανησυχία, συμπεριλαμβανομένης της (οικο-)τοξικότητάς της, ιδίως από εκθέσεις εργαστηριακών μελετών, μελετών «μεσόκοσμου» και μελετών πεδίου που καλύπτουν τόσο τις χρόνιες όσο και τις οξείες επιπτώσεις σε περιβάλλοντα τόσο γλυκών υδάτων όσο και αλμυρών υδάτων,

γ)παρέκταση των δεδομένων (οικο-)τοξικότητας σε συγκεντρώσεις χωρίς επιπτώσεις ή παρόμοιες συγκεντρώσεις με τη χρήση αιτιοκρατικών ή πιθανοθεωρητικών μεθόδων, και επιλογή και εφαρμογή κατάλληλων συντελεστών εκτίμησης για τη συνεκτίμηση των αβεβαιοτήτων και τον καθορισμό ΠΠΠ,

δ)σύγκριση των ΠΠΠ για διαφορετικούς αποδέκτες και διαμερίσματα του περιβάλλοντος και επιλογή κρίσιμων ΠΠΠ, δηλαδή των ΠΠΠ που παρέχουν προστασία στον πιο ευαίσθητο αποδέκτη στο καταλληλότερο διαμέρισμα του περιβάλλοντος ή υλικό φορέα.

ΜΕΡΟΣ Γ: ΑΠΟΘΕΤΗΡΙΟ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΜΕΝΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΓΙΑ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΥΣ ΡΥΠΟΥΣ ΛΕΚΑΝΩΝ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΠΟΤΑΜΩΝ

[Εγγραφή] αριθ.

Ονομασία της ουσίας

Κατηγορία ουσιών

Αριθμός CAS (1)

Αριθμός ΕΕ (2)

ΜΕΤ-ΠΠΠ (3)

Εσωτερικά επιφανειακά ύδατα (4)

[µg/l]

ΜΕΤ-ΠΠΠ (3)

Λοιπά επιφανειακά ύδατα

[µg/l]

ΜΕΣ-ΠΠΠ (5)

Εσωτερικά επιφανειακά ύδατα (4)

 

[µg/l]

ΜΕΣ-ΠΠΠ (5)

Λοιπά επιφανειακά ύδατα

[µg/l]

ΠΠΠ

Ζώντες οργανισμοί (6

[µg/kg καθαρού βάρους] ή ΠΠΠ σε ίζημα όπου αναφέρεται [µg/kg ξηρού βάρους]

1

Alachlor (αλαχλώριο) (7)

Φυτοφάρμακα

15972-60-8

240-110-8

0,3

0,3

0,7

0,7

2

Τετραχλωράνθρακας (7)

Βιομηχανικές ουσίες

56-23-5

200-262-8

12

12

άνευ αντικειμένου

άνευ αντικειμένου

3

Chlorfenvinphos (χλωροφαινβινφός) (7)

Φυτοφάρμακο

470-90-6

207-432-0

0,1

0,1

0,3

0,3

4

Simazine (σιμαζίνη) (7)

Φυτοφάρμακο

122-34-9

204-535-2

1

1

4

4

(1)CAS: Chemical Abstracts Service.

(2)Αριθμός ΕΕ: Ευρωπαϊκός κατάλογος των χημικών ουσιών που κυκλοφορούν στο εμπόριο (EINECS) ή Ευρωπαϊκός κατάλογος κοινοποιημένων χημικών ουσιών (ELINCS).

(3)Η παράμετρος αυτή είναι το ΠΠΠ εκφραζόμενο ως ετήσια μέση τιμή (ΕΜΤ-ΠΠΠ). Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, ισχύει για την ολική συγκέντρωση όλων των ουσιών και ισομερών.

(4)Τα εσωτερικά επιφανειακά ύδατα περιλαμβάνουν τους ποταμούς και τις λίμνες, καθώς και τα συναφή τεχνητά ή ιδιαιτέρως τροποποιημένα υδατικά συστήματα.

(5)Η παράμετρος αυτή είναι το ΠΠΠ εκφραζόμενο ως μέγιστη επιτρεπόμενη συγκέντρωση (ΜΕΣ-ΠΠΠ). Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες για το ΜΕΣ-ΠΠΠ σημειώνεται “άνευ αντικειμένου”, οι τιμές ΕΜΤ-ΠΠΠ θεωρείται ότι προστατεύουν έναντι βραχυπρόθεσμων αιχμών ρύπανσης σε συνεχείς απορρίψεις, καθώς είναι σημαντικά χαμηλότερες σε σχέση με τις τιμές που προκύπτουν με βάση την οξεία τοξικότητα.

(6)Εάν παρέχεται ΠΠΠ για ζώντες οργανισμούς, αυτό εφαρμόζεται, αντί του ΠΠΠ για τα ύδατα, με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 3 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας που επιτρέπει αντ’ αυτού την παρακολούθηση εναλλακτικής ταξινομικής ομάδας ζώντων οργανισμών ή άλλου υλικού φορέα, εφόσον το ΠΠΠ που εφαρμόζεται παρέχει ισοδύναμο επίπεδο προστασίας. Το ΠΠΠ στους ζώντες οργανισμούς αναφέρεται στους ιχθύες, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά.

(7)Ουσία που είχε προηγουμένως καταχωριστεί ως ουσία προτεραιότητας στο παράρτημα X της οδηγίας 2000/60/ΕΚ ή στο παράρτημα I της οδηγίας 2008/105/ΕΚ.».