52006PC0397




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 17.7.2006

COM(2006) 397 τελικό

2006/0129 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος στον τομέα της υδατικής πολιτικής και σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ

(υποβληθείσα από την Επιτροπή) {COM(2006) 398 τελικό}(SEC(2006) 947}

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Πλαίσιο της πρότασησ |

110 | Λόγοι για την πρόταση και στόχοι της Η χημική ρύπανση επιφανειακών υδάτων μπορεί να προκαλέσει διαταραχές σε υδατικά οικοσυστήματα, προκαλώντας απώλεια ενδιαιτημάτων και βιοποικιλότητας. Οι ρύποι είναι δυνατόν να συσσωρεύονται στην τροφική αλυσίδα με επιβλαβείς επιπτώσεις σε θηρευτές που καταναλώνουν μολυσμένους ιχθύες. Ο άνθρωπος εκτίθεται σε ρύπους μέσω του υδατικού περιβάλλοντος με την κατανάλωση ιχθύων ή θαλασσινών, την πόση ύδατος και ενδεχομένως με ψυχαγωγικές δραστηριότητες. Ρύποι ενδέχεται να συναντώνται στο περιβάλλον πολλά έτη μετά την παύση της συσσώρευσής τους. Ενίοτε ορισμένοι μεταφέρονται σε μακρές αποστάσεις και να απαντούν σε απομακρυσμένες περιοχές. Ρύποι που ελευθερώνονται στο περιβάλλον προέρχονται από διάφορες πηγές (π.χ. γεωργία, βιομηχανία, αποτέφρωση), ως προϊόντα ή ανεπιθύμητα παραπροϊόντα, ενώ είναι δυνατό να έχουν ιστορικό χαρακτήρα ή να χρησιμοποιούνται καθημερινώς σε προϊόντα νοικοκυριού. Το άρθρο 16 της Οδηγίας Πλαίσιο για τα Ύδατα 2000/60/ΕΚ (ΟΠΥ) εκθέτει στρατηγική για την αντιμετώπιση της χημικής ρύπανσης του ύδατος. Ως πρώτο μέτρο της στρατηγικής αυτής εγκρίθηκε κατάλογος ουσιών προτεραιότητας (απόφαση αριθ. 2455/2001/ΕΚ) όπου προσδιορίζονται 33 ουσίες που ενδιαφέρουν κατά προτεραιότητα σε κοινοτικό επίπεδο. Σκοπός της παρούσας πρότασης είναι να διασφαλιστεί για το υδατικό περιβάλλον ή μέσω αυτού υψηλό επίπεδο προστασίας από κινδύνους οι οποίοι οφείλονται στις 33 αυτές ουσίες προτεραιότητας και σε ορισμένους άλλους ρύπους με τον καθορισμό Πρότυπων Ποιότητας Περιβάλλοντος (ΠΠΠ). Οι αναγκαίοι έλεγχοι εκπομπών έχουν θεσπιστεί σε διάφορες κοινοτικές πράξεις κατά τα προηγούμενα έτη. |

120 | Γενικό πλαίσιο Σε πρώτη φάση η Κοινότητα θέσπισε νομοθεσία σχετικά με τη χημική ρύπανση των υδάτων το έτος 1976 (οδηγία 76/464/ΕΟΚ περί ρυπάνσεως που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες που εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον της Κοινότητας). Στη συνέχεια, από το έτος 1982 μέχρι το 1990 εκδόθηκαν διάφορες «θυγατρικές οδηγίες» όπου καθορίζονται τιμές ορίων εκπομπής και στόχοι ποιότητας περιβάλλοντος για 18 συγκεκριμένους ρύπους (βλ. κατωτέρω). Για τη ρύπανση των επιφανειακών υδάτων με την ΟΠΥ εισήχθη μια στρατηγική επικαιροποιημένη, συνολική και αποτελεσματική. Με βάση την ΟΠΥ η οδηγία 76/464/ΕΟΚ πρέπει να καταργηθεί εντός κάποιας μεταβατικής περιόδου αλλά δεν έχει γίνει πρόβλεψη για την κατάργηση των σχετικών «θυγατρικών οδηγιών». Βάσει του άρθρου 16 από την Επιτροπή ζητείται να υποβάλει πρόταση με συγκεκριμένα μέτρα κατά της ρύπανσης του ύδατος από μεμονωμένους ρύπους ή ομάδες ρύπων που παρουσιάζουν σημαντικό κίνδυνο για το υδάτινο περιβάλλον ή μέσω αυτού. Ως πρώτο μέτρο, εκδόθηκε η απόφαση αριθ. 2455/2001/ΕΚ η οποία αντικαθιστά τους προηγούμενους καταλόγους που ανακοινώθηκαν από την Επιτροπή το έτος 1982. Ως επόμενο μέτρο, ζητήθηκε από την Επιτροπή να προχωρήσει το θέμα των ΠΠΠ (βλ. άρθρο 16 παράγραφος 7) και των ελέγχων εκπομπών (βλ. άρθρο 16 παράγραφος 6 και παράγραφος 8) για τις εν λόγω ουσίες προτεραιότητας. Η παρούσα πρόταση εφαρμόζει την υποχρέωση αυτή με την εξαίρεση της εισαγωγής επιπλέον ελέγχων εκπομπής (βλ. στη συνέχεια για περισσότερες λεπτομέρειες) Ταυτοχρόνως η παρούσα πρόταση προβλέπει την κατάργηση των υφιστάμενων “θυγατρικών” οδηγιών 82/176/ΕΟΚ, 83/513/ΕΟΚ, 84/156/ΕΟΚ, 84/491/ΕΟΚ και 86/280/ΕΟΚ όπως έχουν τροποποιηθεί με τις οδηγίες 88/347/ΕΟΚ και 90/415/ΕΟΚ. |

30 | Υφιστάμενες διατάξεις στον τομέα της πρότασης Η ΟΠΥ ορίζει το γενικό πλαίσιο στρατηγικής κατά της ρύπανσης των επιφανειακών υδάτων. Με βάση την προγενέστερη νομοθεσία στον τομέα αυτό η οδηγία 76/464/ΕΟΚ και οι σχετικές θυγατρικές οδηγίες (βλ. ανωτέρω) ρυθμίζουν παραμέτρους παρόμοιες προς εκείνες που εξειδικεύονται στην παρούσα πρόταση. Οι ρύποι όμως που καλύπτονται δεν είναι πανομοιότυποι και υπήρχε ανάγκη να ληφθεί υπόψη η επιστημονική και τεχνική πρόοδος. |

140 | Συνέπεια με άλλες πολιτικές και στόχους της Ένωσης Το 6ο Πρόγραμμα Δράσης για το Περιβάλλον προσδιορίζει ως δράση προτεραιότητας τα μέτρα για ουσίες προτεραιότητας (βλ. άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο ε της απόφασης αριθ. 1600/2002/ΕΚ). Ο στόχος της παρούσας πρότασης είναι η προστασία και η βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος σύμφωνα με την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης. Ταυτοχρόνως η πρόταση για ΠΠΠ εξασφαλίζει την εναρμόνιση των οικονομικών συνθηκών στην εσωτερική αγορά, δεδομένου ότι τα υφιστάμενα ΠΠΠ διαφέρουν σημαντικά. Επιπλέον, η πρόταση και η συνοδευτική ανακοίνωση λαμβάνουν πλήρως υπόψη τους στόχους και τις διατάξεις της υπόλοιπης κοινοτικής νομοθεσίας, και ειδικότερα της πολιτικής για τις χημικές ουσίες καθώς και του REACH και της οδηγίας για τα φυτοφάρμακα, της οδηγίας ΟΠΕΡ (IPPC) και των θεματικών στρατηγικών, δηλαδή των στρατηγικών με αντικείμενο την πολιτική για τη θάλασσα και για την αειφόρο χρήση φυτοφαρμάκων. Όλες αυτές και άλλες κοινοτικές πράξεις προβλέπουν τον έλεγχο εκπομπών υπό την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 6 και 16 παράγραφος 8 της ΟΠΥ. |

Διαβουλεύσεις με ενδιαφερομένα μερη και εκτιμηση επιπτώσεων |

Διαβουλεύσεις με ενδιαφερομένα μέρη |

211 | Μέθοδοι διαβούλευσης, κύριοι στοχευόμενοι τομείς και γενική κατατομή των αποκρινόμενων Κατά το έτος 2001 η Επιτροπή διοργάνωσε διαβούλευση σε αντιπροσωπευτικό φόρουμ ενδιαφερομένων - το Συμβουλευτικό Φόρουμ Ειδικών για Ουσίες Προτεραιότητας - όπου συμμετείχαν ειδικοί από κράτη μέλη, τη βιομηχανία και περιβαλλοντικές ΜΚΟ, όσον αφορά όλες τις παραμέτρους της πρότασης. Η διαβούλευση καλύπτει τις απαιτήσεις του άρθρου 16 παράγραφος 5 της οδηγίας πλαίσιο για τα ύδατα όπου αυτή η μορφή διαβούλευσης αναφέρεται ρητά. Περιλάμβανε σειρά 16 συναντήσεων και διαφόρων γύρων γραπτών διαβουλεύσεων. |

212 | Περίληψη αντιδράσεων και τρόπος με τον οποίο οι αντιδράσεις αυτές λήφθηκαν υπόψη Εκτός από τα πρακτικά των συναντήσεων, τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων αυτών είναι διαθέσιμα σε διάφορα σχετικά έγγραφα: Στη μεθοδολογία για την εκπόνηση ΠΠΠ και δελτίων δεδομένων για συγκεκριμένες ουσίες. Σε έγγραφα σχεδιασμού με αντικείμενο ελέγχους ρύπανσης, όπου περιλαμβάνονται δελτία εξέτασης πηγών και κατάλογοι υφιστάμενων κοινοτικών μέτρων για κάθε ουσία. Έκθεση της ομάδας ειδικών ανάλυσης και παρακολούθησης. Έκθεση σχετικά με τον καθορισμό επικίνδυνων ουσιών προτεραιότητας. Έκθεση μελέτης των δυνητικών οικονομικών επιπτώσεων των μέτρων ελέγχου ρύπανσης. Έκθεση μελέτης για τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος – βαθμός τήρησης και οφέλη από την εφαρμογή τους. Επιπλέον, τον Ιούνιο του 2004 η Επιτροπή διοργάνωσε διαβούλευση στο Συμβουλευτικό Φόρουμ Ειδικών για σχέδιο οδηγίας. Περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τα σχόλια και το βαθμό στον οποίο λήφθηκαν υπόψη συνοψίζονται στη συνοδευτική εκτίμηση επιπτώσεων (SΕC(2006) 947 της 17.7.2006). |

Συλλογή και χρησιμοποίηση ειδημοσύνης |

221 | Σχετικοί τομείς επιστημονική/ειδημοσύνης Επιστημονικοί ειδικοί των κρατών μελών και της βιομηχανίας αποφαίνονταν κανονικά μέσω του Συμβουλευτικού Φόρουμ Ειδικών. Επιπλέον ζητήθηκε η γνώμη της Επιστημονικής Επιτροπής για την Τοξικότητα, την Οικοτοξικότητα και το Περιβάλλον (ΕΕΤΟΠ - SCTEE) σχετικά με τον καθορισμό ΠΠΠ (η τελική γνώμη εγκρίθηκε από την ΕΕΤΟΠ κατά τη 43η ολομελή συνεδρίασή της στις 28 Μαΐου 2004). Η γνώμη αυτή λήφθηκε υπόψη για την οριστικοποίηση των τιμών ΠΠΠ ενώ αναλυτικές πληροφορίες είναι διαθέσιμες στην έκθεση σχετικά με τα ΠΠΠ και στα επιμέρους δελτία δεδομένων. |

222 | Μεθοδολογία που εφαρμόστηκε Κατά το χρονικό διάστημα 2001 έως 2004 έλαβαν χώρα τακτικές συνεδριάσεις του Συμβουλευτικού Φόρουμ Ειδικών. Επιπλέον, πραγματοποιήθηκε ευρύτερη γραπτή διαβούλευση. Στο τέλος ζητήθηκε η γνώμη της ΕΕΤΟΠ σύμφωνα με τις τυπικές διαδικασίες. |

223 | Κυριότεροι οργανισμοί/ειδικοί των οποίων ζητήθηκε η γνώμη Κατά τρόπο συστηματικό ζητήθηκε η γνώμη διάφορων επιστημονικών και τεχνικών ειδικών και από τα 25 κράτη μέλη, τις υποψήφιες χώρες και τη Νορβηγία για τη χημική ρύπανση εν γένει, για την ανάλυση και την παρακολούθηση, τους ελέγχους εκπομπών, τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος, τις υφιστάμενες χημικές ουσίες (με βάση τον κανονισμό αριθ. 793/93) και τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα (κατά 91/414/ΕΟΚ). Στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας ζητήθηκε επίσης η γνώμη επιστημόνων και ειδικών της βιομηχανίας καθώς και των ΕUREAU, CEFIC, Eurochlor, ΕCPA, Eurometaux, UNICE και ειδικών ΜΚΟ σχετικών με το περιβάλλον από τις WWF και EEB. Σε 43 σημαντικούς ευρωπαϊκούς οργανισμούς της βιομηχανίας κυκλοφόρησε ερωτηματολόγιο σχετικά με τις οικονομικές επιπτώσεις των δυνητικών προτάσεων. |

2243 | Περίληψη των απόψεων που διαβιβάστηκαν και των οποίων έγινε χρήση Ήταν ευρεία η συναίνεση σχετικά με την ύπαρξη δυνητικώς σοβαρών και με μη αναστρέψιμες συνέπειες κινδύνων από επικίνδυνες ουσίες. |

5 | Αναπτύχθηκε ΠΠΠ βασιζόμενο στη μέγιστη επιτρεπτή συγκέντρωση ώστε να αποφευχθούν σοβαρές μη αναστρέψιμες συνέπειες για οικοσυστήματα λόγω της οξείας έκθεσης βραχυπρόθεσμα καθώς και ο ετήσιος μέσος των ΠΠΠ ώστε να αποφεύγονται μη αναστρέψιμες συνέπειες μακροπρόθεσμα ενώ η ΕΕΤΟΠ υποδεικνύει ότι η οξεία έκθεση είναι δυνατό να έχει και μακροπρόθεσμες συνέπειες. Άλλες απόψεις της ΕΕΤΟΠ αφορούσαν τη μέριμνα για τη χρησιμοποίηση των πλέον πρόσφατων διαθέσιμων επιστημονικών δεδομένων, τη συνέπεια με άλλες μεθοδολογίες εκτίμησης επικινδυνότητας καθώς και ειδικές συμβουλές για μεμονωμένες ουσίες. Εξάλλου η εκτεταμένη δημόσια συζήτηση σχετικά με σχέδιο οδηγίας τον Ιούνιο του 2004 είχε ως αποτέλεσμα την αναθεώρηση προτάσεων για επιπλέον ελέγχους εκπομπών, κυρίως για λόγους κόστους. Η ανταλλαγή απόψεων έδειξε ότι ο οικονομικότερος τρόπος για την επίτευξη των στόχων που αφορούν τις ουσίες προτεραιότητας είναι να αφεθούν στα κράτη μέλη το επίπεδο και ο συνδυασμός των μέτρων για λήψη απόφασης, με βάση κυρίως την υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ. |

226 | Μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για τη δημοσιοποίηση των απόψεων των ειδικών Όλα τα προαναφερόμενα έγγραφα είναι διαθέσιμα στη διεύθυνση: europa.eu.int/comm/environment/water/water-dangersub/pri_substances.htm Η γνώμη της ΕΕΤΟΠ είναι διαθέσιμη στη διεύθυνση: http://europa.eu.int/comm/health/ph_risk/committees/sct/sct_en.htm |

230 | Εκτίμηση επιπτώσεων Γενικώς εξετάστηκαν τρεις βασικές εναλλακτικές λύσεις. Πρώτο, να μην κατατεθεί νέα πρόταση και οποιαδήποτε περαιτέρω ρύθμιση να επαφεθεί στα κράτη μέλη· δεύτερο, σε κοινοτικό επίπεδο να οριστούν μόνο τα ΠΠΠ· και, τέλος, η πρόταση να ασχοληθεί και με τα ΠΠΠ και με ειδικά επιπλέον μέτρα ελέγχου εκπομπών. Αποφασίστηκε εξ αρχής ότι τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος θα καθοριστούν σε κοινοτικό επίπεδο λόγω των ειδικών απαιτήσεων της ΟΠΥ για την εναρμόνιση και τη συνέπεια με την υπόλοιπη κοινοτική νομοθεσία. Στη συνέχεια, κατά την προπαρασκευαστική διαδικασία εξετάστηκαν διάφορες επιμέρους λύσεις (βλ. έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων). Για τα μέτρα ελέγχου ρύπανσης η λύση που επιλέχθηκε ως οικονομικότερη και αναλογικότερη είναι να επαφεθούν τα επιπλέον ειδικά μέτρα στα κράτη μέλη. Ακόμη, σχετικά με τον έλεγχο εκπομπών υφίσταται ήδη (ή εκκρεμεί) σημαντικός όγκος νομοθεσίας ΕΕ η οποία συμβάλλει σημαντικά στην επίτευξη των στόχων της ΟΠΥ για τις ουσίες προτεραιότητας. Η έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων παραθέτει λεπτομερέστερα τις διαπιστώσεις για τις σχετικές κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις και τα περιβαλλοντικά οφέλη κάθε μιας από τις ανωτέρω εναλλακτικές λύσεις. |

Νομικά στοιχεία της πρότασησ |

305 | Σύνοψη της προταθείσας δράσης Συνοπτικώς τα βασικά συστατικά μέρη της προταθείσας οδηγίας είναι: - καθορισμός προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος όπως απαιτείται κατά το άρθρο 16 παράγραφος 7 της ΟΠΥ καθώς και η εισαγωγή του μεταβατικού χώρου υπέρβασης, - καθιέρωση καταλόγου απορρίψεων, εκπομπών και διαρροών για να ελέγχεται κατά πόσον επιτυγχάνονται οι στόχοι μείωσης ή παύσης· - κατάργηση των μεταβατικών διατάξεων για τις υφιστάμενες «θυγατρικές οδηγίες» που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΧ της ΟΠΥ, όπως προτείνεται στο άρθρο 16 παράγραφος 10 της ΟΠΥ· - προσδιορισμός Επικίνδυνων Ουσιών Προτεραιότητας (ΕΟΠ - ΡΗS) μεταξύ των 14 υπό επανεξέταση ουσιών όπως απαιτεί η απόφαση αριθ. 2455/2001/ΕΚ. |

310 | Νομική βάση Οι βασικές διατάξεις της παρούσας οδηγίας αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος, οπότε ως νομική βάση επιλέγεται το άρθρο 175 παράγραφος 1 της συνθήκης, σύμφωνα με την ΟΠΥ. |

320 | Αρχή της επικουρικότητας Η αρχή της επικουρικότητας εφαρμόζεται στο βαθμό κατά τον οποίο η πρόταση δεν εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. |

Οι στόχοι της πρότασης είναι αδύνατο να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο εθνικών ενεργειών για το(τους) λόγο (ους) που εκτίθεται(νται) στη συνέχεια. |

321 | Επί του παρόντος οι περισσότερες ουσίες προτεραιότητας διέπονται από εθνικά πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος μεταξύ των οποίων υπάρχουν σημαντικές διαφορές. Για να εξασφαλιστούν το αυτό επίπεδο περιβαλλοντικής προστασίας σε όλα τα κράτη μέλη καθώς και ίσοι όροι άσκησης δραστηριότητας για τις επιχειρήσεις, τα ΠΠΠ πρέπει να καθοριστούν σε κοινοτικό επίπεδο. Χωρίς ΠΠΠ κοινοτικής εμβέλειας τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν εθνικά ΠΠΠ μέχρι το τέλος του έτους 2006. Η Επιτροπή τάσσεται υπέρ της κοινοτικής δράσης όσον αφορά το σημείο αυτό οπότε, πριν επιδιώξει την εφαρμογή της υποχρέωσης αυτής από τα κράτη μέλη, θα αναμείνει το αποτέλεσμα της διαδικασίας συναπόφασης για την παρούσα πρόταση. |

324 | Επιπλέον, ο καθορισμός ΠΠΠ σε κοινοτικό επίπεδο διασφαλίζει λιγότερο φόρτο διοικητικής εργασίας για τα κράτη μέλη. Επίσης η χημική ρύπανση διασυνοριακών επιφανειακών υδάτων είναι δυνατό να αντιμετωπιστεί μόνο με κοινή διασυνοριακή δράση. |

327 | Η παρούσα πρόταση περιορίζεται στον καθορισμό ΠΠΠ σε κοινοτικό επίπεδο. Τα ειδικά και επιπρόσθετα μέτρα ελέγχου ρύπανσης επαφίονται στα κράτη μέλη, εφόσον για την εκπλήρωση των απαιτήσεων του άρθρου 16 παράγραφος 6 και 16 παράγραφος 8 της ΠΠΠ πρέπει να εφαρμοστούν πολλές άλλες υφιστάμενες κοινοτικές πράξεις. |

Κατά τα ανωτέρω η πρόταση είναι σύμφωνη με την αρχή της επικουρικότητας. |

Αρχή της αναλογικότητας |

331 | Η προτεινόμενη πράξη είναι οδηγία όπου εκτίθενται στόχοι για την ποιότητα του περιβάλλοντος προς επίτευξη μέχρι το έτος 2015. Για να εξασφαλιστεί η αναλογικότητα των μέτρων μείωσης της ρύπανσης, αφήνεται στα κράτη μέλη σημαντικό περιθώριο σε ό,τι αφορά τον καθορισμό του πλέον ενδεδειγμένου συνδυασμού συγκεκριμένων μέτρων. Έτσι θα καταστεί δυνατό να ληφθούν υπόψη περιφερειακές και τοπικές καταστάσεις. |

332 | Λαμβανόμενων υπόψη του εκτενούς πλαίσιου εφαρμογής βάσει της ΟΠΥ και της ρήτρας διασφάλισης που περιέχει, και η οποία εφαρμόζεται εάν δεν εγκριθεί η παρούσα πρόταση (βλ. άρθρο 16 παράγραφος 8 της ΟΠΥ), θεωρείται ότι η επιπλέον επιβάρυνση με χρηματοδότηση ή διοικητική εργασία λόγω της πρότασης είναι ελάχιστη. |

Επιλογή μέσων |

341 | Προταθέντα μέσα: οδηγία |

342 | Η Επιτροπή προτείνει μία και μόνη νομική πράξη με την οποία να θεσπίζονται όλες οι διατάξεις σχετικά με το άρθρο 16 (ΟΠΥ) ώστε να προκύπτει ένα μέσο γενικής εφαρμογής. Ως νομικό μέσο επιλέγεται η οδηγία. Το «γονικό» της μέσον, 2000/60/ΕΚ, είναι οδηγία και τα μέτρα απαιτούν μεταφορά. |

Δημοσιονομικές επιπτωσεις |

401 | Δεν αναμένονται δημοσιονομικές επιπτώσεις. |

Συμπληρωματικές πληροφοριές |

Προσομοίωση, πιλοτική φάση και μεταβατική περίοδος |

507 | Για την πρόταση θα υπάρξει μεταβατική περίοδος. |

510 | Απλούστευση |

511 | Η πρόταση προβλέπει απλούστευση της νομοθεσίας. |

512 | Με την προτεινόμενη οδηγία καταργούνται οι πέντε ειδικές οδηγίες (82/176/ΕΟΚ, 83/513/ΕΟΚ, 84/156/ΕΟΚ, 84/491/ΕΟΚ και 86/280/ΕΟΚ, όπως έχει τροποποιηθεί με τις οδηγίες 88/347/ΕΟΚ και 90/415/ΕΟΚ). Η απλούστευση αυτή θα σημαίνει ότι σημαντικό μέρος των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων με βάση την απόφαση αριθ. 95/337/ΕΟΚ της Επιτροπής θα καταστούν περιττές. |

520 | Κατάργηση υφιστάμενης νομοθεσίας Η έγκριση της πρότασης θα έχει ως αποτέλεσμα την κατάργηση υφιστάμενης νομοθεσίας. |

Επανεξέταση/αναθεώρηση/ρήτρα λήξης ισχύος |

532 | Η πρόταση περιλαμβάνει ρήτρα επανεξέτασης για τον καθορισμό ΠΠΠ. Επιπλέον το άρθρο 19 παράγραφος 2 της ΟΠΥ προβλέπει γενική επανεξέταση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ η οποία περιλαμβάνει τις διατάξεις του άρθρου 16 και κατά συνέπεια της οδηγίας αυτής. |

50 | Πίνακας συσχετισμού Από τα κράτη μέλη ζητείται να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή το κείμενο των εθνικών διατάξεων με τις οποίες μεταφέρεται η οδηγία καθώς και πίνακα συσχετισμού μεταξύ των διατάξεων αυτών και εκείνων της παρούσας οδηγίας. |

560 | Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος Η προτεινόμενη πράξη αφορά θέμα του ΕΟΧ, οπότε πρέπει να επεκταθεί στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο. |

570 | Λεπτομερείς εξηγήσεις για την πρόταση Άρθρο 1 - Αντικείμενο: Η οδηγία εκθέτει πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος. Άρθρο 2 και Παράρτημα I - Πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος: Στο παράρτημα Ι ορίζονται και εξειδικεύονται πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος (ΠΠΠ) για ουσίες προτεραιότητας και άλλους επιλεγμένους ρύπους καθώς και σχετικές διατάξεις ελέγχου συμμόρφωσης. Τα ΠΠΠ διαφοροποιούνται για εσωτερικά επιφανειακά ύδατα (ποταμοί και λίμνες) και για άλλα επιφανειακά ύδατα (μεταβατικά, παράκτια και χωρικά ύδατα). Ορίζονται δύο τύποι ΠΠΠ, ετήσιες μέσες συγκεντρώσεις και μέγιστες επιτρεπόμενες συγκεντρώσεις, η μία για την προστασία κατά των μακροχρόνιων και χρόνιων επιπτώσεων και η άλλη για βραχυχρόνιες, άμεσες και οξείες οικοτοξικές επιπτώσεις αντίστοιχα. Για τα μέταλλα το καθεστώς συμμόρφωσης έχει προσαρμοστεί έτσι ώστε να παρέχεται στα κράτη μέλη η δυνατότητα να λαμβάνουν υπόψη διαμορφωμένα συνήθη επίπεδα και τη βιοδιαθεσιμότητα. Τα κράτη μέλη πρέπει να χρησιμοποιούν υποχρεωτικές μεθόδους υπολογισμού, εφόσον έχουν οριστεί τέτοιες μέθοδοι από την Επιτροπή. Επίσης καθορίζονται ΠΠΠ για κάποιες επιλεγμένες ουσίες σε ζώντες οργανισμούς. Ορισμένα ΠΠΠ είναι δυνατόν να απαιτείται να αναθεωρηθούν σύντομα υπό το πρίσμα των αποτελεσμάτων εκτιμήσεων επικινδυνότητας που βρίσκονται σε εξέλιξη ή με βάση την υπόλοιπη κοινοτική νομοθεσία. Ειδικότερα, είναι πιθανή η τροποποίηση των προσωρινών ΠΠΠ για το νικέλιο και το μόλυβδο, διότι τα σχετικά αποτελέσματα των σε εξέλιξη εκτιμήσεων επικινδυνότητας δεν είναι επί του παρόντος εφικτό να προβλεφθούν από την Επιτροπή. Άρθρο 3 - Μεταβατικός χώρος υπέρβασης: Καθορίζεται μεταβατικός χώρος υπέρβασης για την περιοχή την περικείμενη σε σημειακές πηγές απόρριψης για μέρη υδάτινων μαζών όπου δεν είναι δυνατή η τήρηση ΠΠΠ λόγω υψηλών επιπέδων ρύπων στα υγρά απόβλητα. Άρθρο 4 - Κατάλογος εκπομπών, απορρίψεων και απωλειών: Για λεκάνες απορροής ποταμών πρέπει να τηρείται κατάλογος ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος της συμμόρφωσης προς τους στόχους μείωσης απορρίψεων, εκπομπών και διαρροών για ουσίες προτεραιότητας και παύσης ή σταδιακής εξάλειψης απορρίψεων, εκπομπών και διαρροών για επικίνδυνες ουσίες προτεραιότητας. Το χρονοδιάγραμμα για τη συμμόρφωση προς το στόχο παύσης είναι το έτος 2025. Άρθρο 5 και Παράρτημα II - Προσδιορισμός Επικίνδυνων Ουσιών Προτεραιότητας (ΕΟΠ): Η ΟΠΥ (άρθρο 16 παράγραφος 3) απαιτεί τον καθορισμό μεταξύ των ουσιών προτεραιότητας ΕΟΠ. Στην απόφαση αριθ. 2455/2001/ΕΚ προτείνονται 14 ουσίες προτεραιότητας προς επανεξέταση από την άποψη του τελικού τους καθεστώτος ως ουσιών προτεραιότητας ή επικίνδυνων ουσιών προτεραιότητας. Τώρα, όσον αφορά την τελική κατάταξη, από τις 14 αυτές ουσίες δύο προτείνονται ως ΕΟΠ ενώ οι υπόλοιπες δώδεκα επιβεβαιώνονται ως ουσίες προτεραιότητας. Άρθρα 6, 7 και 8: Τροποποίηση και καταργήσεις υφιστάμενων «θυγατρικών» οδηγιών: Τα πρότυπα ποιότητας που καθορίζουν οι οδηγίες αυτές ενσωματώνονται στην παρούσα πρόταση οπότε με την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας αυτές καταργούνται. Άρθρα 9, 10 και 11: Διατάξεις σχετικά με τη μεταφορά, την έναρξη ισχύος και τους αποδέκτες. |

1. 2006/0129 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος στον τομέα της υδατικής πολιτικής και σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 175 παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής[1],

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινοτικής Επιτροπής[2],

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών[3],

ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 251 της συνθήκης[4],

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

2. Η χημική ρύπανση επιφανειακών υδάτων συνιστά απειλή για το υδάτινο περιβάλλον με επιπτώσεις όπως η οξεία και η χρόνια τοξικότητα για υδρόβιους οργανισμούς, η σώρευση στο οικοσύστημα και οι απώλειες ενδιαιτημάτων και βιοποικιλότητας, καθώς και απειλές για την ανθρώπινη υγεία.

3. Η απόφαση αριθ. 1600/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2002, για τη θέσπιση του έκτου κοινοτικού προγράμματος δράσης για το περιβάλλον[5], αναφέρει ότι το περιβάλλον και η υγεία καθώς και η ποιότητα ζωής αποτελούν πρωταρχικής σημασίας περιβαλλοντικές προτεραιότητες του έκτου ΠΠΔ, τονίζοντας στο άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο ε την ανάγκη θέσπισης ειδικότερης νομοθεσίας στον τομέα της υδατικής πολιτικής.

4. Η οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων[6], καθορίζει στρατηγική κατά της ρύπανσης των υδάτων ενώ το άρθρο 16 απαιτεί περαιτέρω ειδικά μέτρα για τον έλεγχο της ρύπανσης και πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος (ΠΠΠ).

5. Από το έτος 2000 και μετά έχουν εγκριθεί πολυάριθμες κοινοτικές πράξεις οι οποίες αποτελούν μέτρα ελέγχου της ρύπανσης κατά τις διατάξεις του άρθρου 16 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ για επιμέρους ουσίες προτεραιότητας. Επιπλέον, πολυάριθμα μέτρα περιβαλλοντικής προστασίας εμπίπτουν στα πεδία εφαρμογής άλλων υφιστάμενων κοινοτικών νομοθετημάτων. Συνεπώς πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην εφαρμογή και την αναθεώρηση των υφιστάμενων μέσων μάλλον παρά στον καθορισμό νέων ελέγχων οι οποίοι είναι δυνατόν να αποτελέσουν άσκοπη επανάληψη υφιστάμενων.

6. Όσον αφορά τους ελέγχους εκπομπών ουσιών προτεραιότητας από σημειακές και διάχυτες πηγές όπως αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 6 και παράγραφος 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, φαίνεται για τα κράτη μέλη οικονομικότερο και αναλογικότερο να περιληφθούν, στις περιπτώσεις που αυτό είναι αναγκαίο, επιπροσθέτως προς την εφαρμογή της υπόλοιπης υφιστάμενης κοινοτικής νομοθεσίας, τα ενδεδειγμένα μέτρα ελέγχου στο πρόγραμμα μέτρων που πρόκειται να αναπτυχθούν για κάθε λεκάνη απορροής ποταμού σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

7. Η απόφαση αριθ. 2455/2001/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20 Νοεμβρίου 2001, για τη θέσπιση του καταλόγου ουσιών προτεραιότητας στον τομέα της πολιτικής των υδάτων και τροποποίησης της οδηγίας 2000/60/ΕΚ[7], ορίζει τον πρώτο κατάλογο 33 ουσιών ή ομάδων ουσιών στις οποίες έχει δοθεί προτεραιότητα για δράση σε κοινοτικό επίπεδο. Μεταξύ αυτών των ουσιών προτεραιότητας ορισμένες έχουν χαρακτηριστεί ως επικίνδυνες ουσίες προτεραιότητας οι οποίες υπόκεινται σε σταδιακή εξάλειψη ή παύση εκπομπών, απορρίψεων και διαρροών. Ορισμένες ουσίες επανεξετάζονταν και θα έπρεπε να ταξινομηθούν.

8. Από την άποψη κοινοτικού ενδιαφέροντος και για αποτελεσματικότερη ρύθμιση της προστασίας επιφανειακών υδάτων, είναι σκόπιμο να καθοριστούν ΠΠΠ για ρύπους που έχουν καταταχθεί στις ουσίες προτεραιότητας σε κοινοτικό επίπεδο και να αφεθεί στα κράτη μέλη ο καθορισμός, στις περιπτώσεις που αυτό είναι αναγκαίο, κανόνων για τους υπόλοιπους ρύπους σε εθνικό επίπεδο, με την επιφύλαξη της εφαρμογής των σχετικών κοινοτικών κανόνων. Πάντως, οκτώ ρύποι οι οποίοι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 86/280/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1986, σχετικά με τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς στόχους για τις απορρίψεις ορισμένων επικίνδυνων ουσιών που υπάγονται στον κατάλογο Ι του παραρτήματος της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ[8], και αποτελούν μέρος της ομάδας ουσιών για τις οποίες θα πρέπει μέχρι το έτος 2015 να διαμορφωθεί καλή χημική κατάσταση δεν περιλαμβάνονταν στον κατάλογο ουσιών προτεραιότητας. Αλλά τα κοινά πρότυπα που έχουν καθοριστεί για τους ρύπους αυτούς αποδείχθηκαν χρήσιμα και είναι σκόπιμη η διατήρηση της ρύθμισής τους σε κοινοτικό επίπεδο.

9. Κατά συνέπεια, οι διατάξεις που αφορούν τους τρέχοντες στόχους ποιότητας περιβάλλοντος, οι οποίοι ορίζονται στην οδηγία 82/176/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1982, περί των οριακών τιμών και των ποιοτικών στόχων για τις απώλειες γύρω από το βιομηχανικό τομέα της ηλεκτρόλυσης των χλωριούχων αλάτων αλκαλίων[9], στην οδηγία 83/513/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Σεπτεμβρίου 1983, για τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς στόχους για τις απώλειες καδμίου[10], στην οδηγία 84/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 8ης Μαρτίου 1984, για τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς στόχους όσον αφορά τις απορρίψεις υδραργύρου σε τομείς άλλους εκτός του τομέα της ηλεκτρόλυσης των χλωριούχων αλάτων, των αλκαλίων[11], στην οδηγία 84/491/ΕΟΚ ου Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 1984, σχετικά με τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς στόχους για τις απορρίψεις εξαχλωροκυκλοεξανίου[12], και στην οδηγία 86/280/ΕΟΚ, θα καταστούν περιττές και θα πρέπει να καταργηθούν.

10. Το υδάτινο περιβάλλον είναι δυνατό να επιβαρύνεται από χημική ρύπανση τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, οπότε ως βάση για τον καθορισμό των ΠΠΠ θα πρέπει να χρησιμοποιούνται δεδομένα τόσο για οξείες όσο και για χρόνιες επιπτώσεις. Για να διασφαλιστεί η επαρκής προστασία του υδάτινου περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας, πρέπει να καθοριστούν ετήσια μέσα πρότυπα ποιότητας σε επίπεδο που να παρέχει προστασία κατά της μακροπρόθεσμης έκθεσης καθώς και μέγιστες επιτρεπόμενες συγκεντρώσεις για την προστασία έναντι βραχυπρόθεσμης έκθεσης.

11. Σε περίπτωση απουσίας εκτεταμένων και αξιόπιστων πληροφοριών σχετικά με συγκεντρώσεις για ουσίες προτεραιότητας σε ζώντες οργανισμούς και ιζήματα σε κοινοτικό επίπεδο και επειδή οι πληροφορίες σχετικά με τα επιφανειακά ύδατα φαίνεται ότι παρέχουν επαρκή βάση για τη διασφάλιση συνολικής προστασίας και αποτελεσματικού ελέγχου της ρύπανσης, ο καθορισμός τιμών για τα ΠΠΠ θα πρέπει, κατά την παρούσα φάση, να περιορίζεται μόνο στα επιφανειακά ύδατα. Όσον αφορά όμως το εξαχλωλοβενζόλιο, το εξαχλωροβουταδιένιο και τον υδράργυρο, δεν είναι δυνατή η εξασφάλιση της προστασίας έναντι έμμεσων επιδράσεων και δευτερογενούς δηλητηρίασης απλώς με ΠΠΠ για τα επιφανειακά ύδατα σε κοινοτικό επίπεδο. Έτσι, στις εν λόγω περιπτώσεις επιβάλλεται να καθοριστούν ΠΠΠ για ζώντες οργανισμούς. Για να παρέχεται στα κράτη μέλη κάποια ευελιξία ανάλογα με τη στρατηγική τους για την παρακολούθηση, θα πρέπει να τους δοθεί η δυνατότητα είτε να παρακολουθούν τα ΠΠΠ αυτά και να ελέγχουν τη συμμόρφωση προς αυτά όσον αφορά τους ζώντες οργανισμούς ή να τα μετατρέπουν προς ΠΠΠ για τα επιφανειακά ύδατα. Επιπλέον, εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίζουν ΠΠΠ για ιζήματα ή για ζώντες οργανισμούς στις περιπτώσεις που αυτό είναι αναγκαίο και ενδεδειγμένο προς συμπλήρωση των ΠΠΠ που έχουν καθοριστεί σε κοινοτικό επίπεδο. Ακόμη, καθώς τα ιζήματα και οι ζώντες οργανισμοί παραμένουν σημαντικά υποστρώματα για την παρακολούθηση ορισμένων ουσιών εκ μέρους των κρατών μελών και την εκτίμηση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων ανθρωπογενών δραστηριοτήτων και τάσεων, τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίσουν ότι δεν θα αυξηθούν τα υφιστάμενα επίπεδα μόλυνσης σε ζώντες οργανισμούς και ιζήματα.

12. Στην περίπτωση του μολύβδου, του νικελίου και των ενώσεών τους δεν έχουν ακόμα ολοκληρωθεί οι συζητήσεις σχετικά με τις εκτιμήσεις επικινδυνότητας στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γραφείου Χημικών Ουσιών/Κοινό Κέντρο Ερευνών, οπότε δεν είναι δυνατός ο καθορισμός οριστικών προτύπων ποιότητας για τα στοιχεία αυτά. Κατόπιν τούτου είναι ενδεδειγμένο να αναφέρεται σαφώς ο προσωρινός χαρακτήρας των προτύπων.

13. Τα κράτη μέλη πρέπει να τηρούν την οδηγία 98/83/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης[13] και να διαχειρίζονται τις επιφανειακές υδάτινες μάζες που χρησιμοποιούνται για την απόληψη πόσιμου ύδατος σύμφωνα με της διατάξεις του άρθρου 7 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Κατόπιν τούτου η παρούσα οδηγία πρέπει να εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των εν λόγω απαιτήσεων, λόγω των οποίων ενδέχεται να απαιτούνται αυστηρότερα πρότυπα.

14. Ενδέχεται να μην είναι δυνατή η τήρηση των ΠΠΠ στην περικείμενη περιοχή απορρίψεων από σημειακές πηγές, διότι οι συγκεντρώσεις ρύπων σε απορρίψεις είναι γενικώς υψηλότερες σε σχέση με τις συγκεντρώσεις περιβάλλοντος σε ύδατα. Συνεπώς τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν υπόψη τους το γεγονός αυτό κατά τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς τα ΠΠΠ, με τον προσδιορισμό μεταβατικού χώρου υπέρβασης για κάθε σχετική απόρριψη. Για να διασφαλίζεται ότι οι περιοχές αυτές είναι οροθετημένες, κατά τον προσδιορισμό τους επιβάλλεται να εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 10 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και άλλες σχετικές διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας. Επειδή οι εξελίξεις στις τεχνικές επεξεργασίας και στις τεχνολογικές καινοτομίες, όπως οι βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, μπορεί να καταστήσουν δυνατή τη μείωση της συγκέντρωσης ρύπων στην περικείμενη περιοχή σημείων απόρριψης μελλοντικώς, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν αντιστοίχως τη μείωση της υπέρβασης στους μεταβατικούς χώρους.

15. Είναι αναγκαίος ο έλεγχος της συμμόρφωσης προς τους στόχους για την παύση ή τη σταδιακή εξάλειψη και τη μείωση, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α σημείο iv της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και να πραγματοποιείται η εκτίμηση συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις αυτές κατά τρόπο διαφανή, ιδίως όσον αφορά την εξέταση σημαντικών και μη εκπομπών, απορρίψεων και διαρροών λόγω ανθρωπίνων δραστηριοτήτων. Επιπλέον, το χρονοδιάγραμμα για την παύση ή τη σταδιακή εξάλειψη και τη μείωση επιβάλλεται να συναρτάται προς συγκεκριμένα απογραφικά δεδομένα. Ακόμη, θα πρέπει να είναι δυνατή η εκτίμηση της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 4 παράγραφοι 4 έως 7 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Κατάλληλο εργαλείο απαιτείται επίσης για την ποσοτικοποίηση διαρροών ουσιών οι οποίες συμβαίνουν κατά τρόπο φυσικό, ή προκύπτουν μέσω φυσικών διεργασιών, περίπτωση κατά την οποία είναι αδύνατη η πλήρης παύση ή σταδιακή εξάλειψη απ’ όλες τις δυνητικές πηγές. Για την αντιμετώπιση των ως άνω αναγκών, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να καθιερώσει κατάλογο απογραφής των εκπομπών, των απορρίψεων και των διαρροών για κάθε λεκάνη απορροής ποταμού στο έδαφός του.

16. Για την αποφυγή της άσκοπης επανάληψης εργασιών κατά την κατάρτιση αυτών των καταλόγων και τη διασφάλιση της συνέπειάς τους προς άλλα υφιστάμενα εργαλεία στον τομέα της προστασίας των επιφανειακών υδάτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες που συλλέγονται με βάση την οδηγία 2000/60/ΕΚ και με βάση τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 166/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιανουαρίου 2006, για τη σύσταση ευρωπαϊκού μητρώου έκλυσης και μεταφοράς ρύπων και για την τροποποίηση των οδηγιών 91/689/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου[14].

17. Για να αντικατοπτρίζονται καλύτερα οι ανάγκες τους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να επιλέγουν κατάλληλη περίοδο αναφοράς ενός έτους για τη μέτρηση των βασικών καταχωρίσεων στον κατάλογο. Πάντως, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι οι διαρροές λόγω της χρησιμοποίησης φυτοφαρμάκων είναι δυνατό να διαφέρουν σημαντικά από έτος σε έτος λόγω των διαφορετικών ρυθμών χρησιμοποίησης, π.χ. εξ αιτίας διαφορετικών κλιματικών συνθηκών. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση ορισμένων ουσιών καλυπτόμενων από την οδηγία 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων[15], τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν τριετή περίοδο αναφοράς σχετικά με τις ουσίες αυτές.

18. Για τη βελτιστοποίηση της χρήσης του καταλόγου, είναι ενδεδειγμένο να ορίζεται προθεσμία ώστε να ελέγχει η Επιτροπή κατά πόσο τα κράτη μέλη έλαβαν ί όλα τα απαραίτητα μέτρα για την επίτευξη των στόχων που εκτίθενται στο άρθρο 4 παράγραφος 1, στοιχείο α σημείο iv της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

19. Τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των ουσιών που είναι έμμονες, βιοσυσσωρεύσιμες και τοξικές, καθώς και ουσιών ισοδυνάμως προβληματικών, ιδίως πολύ έμμονων και πολύ βιοσυσωρεύσιμων, όπως αναφέρεται στην οδηγία 2000/60/ΕΚ, καθορίζονται στο Έγγραφο Τεχνικών Οδηγιών για την Εκτίμηση Επικινδυνότητας με σκοπό τη στήριξη της οδηγίας 93/67/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 20ης Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό των αρχών εκτίμησης των κινδύνων που διατρέχει ο άνθρωπος και το περιβάλλον από τις ουσίες που γνωστοποιούνται σύμφωνα με την οδηγία 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου[16], του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 1994, για τον καθορισμό των αρχών αξιολόγησης των κινδύνων για τον άνθρωπο και το περιβάλλον από τις υπάρχουσες ουσίες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου[17], και της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά[18]. Για να εξασφαλιστεί η συνέπεια μεταξύ των διάφορων κοινοτικών νομοθετημάτων, τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο για τις υπό επανεξέταση ουσίες σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 2455/2001, ενώ το Παράρτημα X της οδηγίας 2000/60/ΕΚ επιβάλλεται να τροποποιηθεί και να αντικατασταθεί δεόντως.

20. Οι υποχρεώσεις που ορίζονται στις οδηγίες που αναφέρονται στο Παράρτημα IX της οδηγίας 2000/60/ΕΚ έχουν ήδη ενσωματωθεί στην οδηγία 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 1996, σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης[19], και στα άρθρα 8, 10, στο άρθρο 11 παράγραφος 3 στοιχεία ζ και η και σε άλλες διατάξεις της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και, τουλάχιστον, το αυτό επίπεδο προστασίας εξασφαλίζεται εφόσον τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος διατηρούνται ή αναθεωρούνται. Για να εξασφαλιστεί συνεκτική προσέγγιση όσον αφορά τη χημική ρύπανση των επιφανειακών υδάτων καθώς και την απλούστευση και τη διευκρίνιση της υφιστάμενης κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα αυτό, είναι σκόπιμη η κατάργηση, κατά τις διατάξεις του άρθρου 16 παράγραφος 10 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, με ισχύ από το έτος 2012, της οδηγίας 82/176/ΕΟΚ, της οδηγίας 83/513/ΕΟΚ, της οδηγίας 84/156/ΕΟΚ, της οδηγίας 84/491/ΕΟΚ και της οδηγίας 86/280/ΕΟΚ.

21. Λήφθηκαν υπόψη οι συστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 5 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και ειδικότερα οι συστάσεις της Επιστημονικής Επιτροπής για την Τοξικότητα, την Οικοτοξικότητα και το Περιβάλλον.

22. Η Κοινότητα δύναται να λαμβάνει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, που αναφέρει το άρθρο 5 της Συνθήκης, δεδομένου ότι μεμονωμένα τα κράτη μέλη δεν θα μπορούσαν να ανταποκριθούν πλήρως στους στόχους της παρούσας οδηγίας, δηλαδή την έκδοση για τα ύδατα προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος, οι οποίοι είναι ευχερέστερο να επιδιωχθούν στο επίπεδο της Κοινότητας ώστε να επιτευχθεί ενιαίο επίπεδο προστασίας των επιφανειακών υδάτων στο εσωτερικό της. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως εκτίθεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει το αναγκαίο προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί.

23. Τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28 Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[20],

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία καθορίζει πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος για ουσίες προτεραιότητας και ορισμένους άλλους ρύπους.

Άρθρο 2

Πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η σύνθεση των επιφανειακών υδάτων τους ανταποκρίνεται στα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος για τις ουσίες προτεραιότητας, εκφραζόμενα ως ετήσιος μέσος όρος ή ως μέγιστη επιτρεπόμενη συγκέντρωση, όπως ορίζεται στο Μέρος Α του Παραρτήματος Ι, και στα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος για ρύπους που παρατίθενται στο Μέρος Β του Παραρτήματος Ι.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη συμμόρφωση προς τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο μέρος Γ του Παραρτήματος I.

2. Παρακολουθώντας την κατάσταση του ύδατος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι συγκεντρώσεις ουσιών που αναφέρονται στα μέρη Α και Β του παραρτήματος Ι δεν αυξάνουν σε ιζήματα και σε ζώντες οργανισμούς.

3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι δεν σημειώνεται υπέρβαση των ακόλουθων συγκεντρώσεων εξαχλωλοβενζολίου, εξαχλωροβουταδιενίου και υδραργύρου στους ιστούς (υγρό βάρος) θηρευόμενων ιχθύων, μαλακίων, οστρακόδερμων και άλλων ζώντων οργανισμών:

α) 10 µg/kg για το εξαχλωλοβενζόλιο,

β) 55 µg/kg για το εξαχλωροβουταδιένιο,

β) 20 µg/kg για το μεθυλικό υδράργυρο.

Για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης προς τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος όσον αφορά τις ουσίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη είτε καθορίζουν για τα ύδατα αυστηρότερο πρότυπο με το οποίο αντικαθίσταται το αναφερόμενο στο Μέρος Α του Παραρτήματος Ι είτε ορίζουν συμπληρωματικά πρότυπα για τους ζώντες οργανισμούς.

4. Η Επιτροπή εξετάζει την τεχνική και επιστημονική πρόοδο, καθώς και τα συμπεράσματα εκτιμήσεων επικινδυνότητας όπως αναφέρεται στα στοιχεία α και β του άρθρου 16 παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και, εφόσον είναι αναγκαίο, προτείνει την αναθεώρηση των προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος που περιέχονται στα Μέρη Α και Β του Παραρτήματος Ι της παρούσας οδηγίας.

5. Η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα, με βάση τη διαδικασία του άρθρου 21 παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, να ορίζει τις υποχρεωτικές μεθόδους υπολογισμού που αναφέρονται στο 2ο εδάφιο του σημείου 3 του μέρους Γ του παραρτήματος Ι της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 3

Μεταβατικός χώρος υπέρβασης

1. Τα κράτη μέλη καθορίζουν μεταβατικούς χώρους υπέρβασης, όπου οι συγκεντρώσεις ενός ή περισσότερων ρύπων είναι δυνατό να υπερβαίνουν τα σχετικά πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος, στο βαθμό που δεν επηρεάζεται η συμμόρφωση της υπόλοιπης επιφάνειας της υδάτινης μάζας προς τα υπόψη πρότυπα.

2. Σε καθεμία περίπτωση τα κράτη μέλη οριοθετούν την έκταση των μερών των επιφανειακών υδάτινων μαζών των περικείμενων σε σημεία απόρριψης, τα οποία πρόκειται να καταταχθούν στους μεταβατικούς χώρους υπέρβασης, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών διατάξεων της κοινοτικής νομοθεσίας.

Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν περιγραφή κάθε οριοθέτησης στα σχέδιά τους για τη διαχείριση λεκάνης απορροής ποταμού τα αναφερόμενα στο άρθρο 13 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

3. Τα κράτη μέλη εκτελούν την επανεξέταση των αδειών που αναφέρονται στην οδηγία 96/61/ΕΚ ή στις προγενέστερες ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 3 στοιχείο ζ της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, με σκοπό τη σταδιακή μείωση της έκτασης κάθε μεταβατικού χώρου υπέρβασης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο οποίος προσδιορίζεται σε ύδατα όπου απορρίπτονται ουσίες προτεραιότητας.

4. Η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 21 παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, να καθορίζει τη μέθοδο που πρέπει να χρησιμοποιείται από τα κράτη μέλη για τον προσδιορισμό του μεταβατικού χώρου υπέρβασης.

Άρθρο 4

Κατάλογος εκπομπών, απορρίψεων και διαρροών

1. Με βάση της πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και τον κανονισμό (ΕΚ ) αριθ. 166/2006, τα κράτη μέλη καταρτίζουν κατάλογο εκπομπών, απορρίψεων και διαρροών για όλες τις ουσίες προτεραιότητας και όλους τους ρύπους που αναφέρονται στα Μέρη Α και Β του Παραρτήματος Ι όσον αφορά κάθε λεκάνη απορροής ποταμού ή μέρος της εντός του εδάφους τους.

2. Η περίοδος αναφοράς για τη μέτρηση τιμών ρύπων προς καταχώριση στους καταλόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι ένα έτος μεταξύ των ετών 2007 και 2009.

Όμως, για ουσίες προτεραιότητας ή ρύπους που καλύπτονται από την οδηγία 91/414/ΕΟΚ, οι καταχωρήσεις είναι δυνατό να υπολογίζονται ως η μέση τιμή των ετών 2007, 2008 και 2009.

3. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους καταλόγους που έχουν εκπονηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, τις αντίστοιχες περιόδους αναφοράς, και τα σχέδια διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμού μαζί με έκθεση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 παράγραφος 1 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

4. Τα κράτη μέλη επικαιροποιούν τους καταλόγους τους κατά την επανεξέταση των αναλύσεων σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

Η περίοδος αναφοράς για τον καθορισμό τιμών στους επικαιροποιημένους καταλόγους είναι το έτος που προηγείται εκείνου κατά το οποίο πρέπει να ολοκληρωθεί η εν λόγω ανάλυση. Για ουσίες προτεραιότητας ή ρύπους καλυπτόμενους από την οδηγία 91/414/ΕΟΚ, οι καταχωρίσεις είναι δυνατό να υπολογίζονται ως η μέση τιμή των τριών ετών που προηγούνται της ολοκλήρωσης της εν λόγω ανάλυσης.

Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν τους επικαιροποιημένους καταλόγους στα επικαιροποιημένα σχέδια διαχείρισής τους για κάθε λεκάνη απορροής ποταμού όπως ορίζεται στο άρθρο 13 παράγραφος 7 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

5. Η Επιτροπή επαληθεύει ότι, με ορίζονται το έτος 2025, οι εν λόγω εκπομπές, απορρίψεις και διαρροές, όπως αντικατοπτρίζονται στον κατάλογο, ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις σχετικά με τη μείωση ή την παύση που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α σημείο (iv) της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

6. Η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, να καθορίζει τη μέθοδο που πρέπει να χρησιμοποιείται από τα κράτη μέλη για την εκπόνηση των καταλόγων.

Άρθρο 5

Τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ

Το παράρτημα X της οδηγίας 2000/60/ΕΚ αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος II της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 6

Τροποποίηση των οδηγιών 82/176/ΕΟΚ, 83/513/ΕΟΚ, 84/156/ΕΟΚ και 84/491/ΕΟΚ

Τα Παραρτήματα II στις οδηγίες 82/176/ΕΟΚ, 83/513/ΕΟΚ, 84/156/ΕΟΚ και 84/491/ΕΟΚ διαγράφονται αντιστοίχως.

Άρθρο 7

Τροποποίηση της οδηγίας 86/280/ΕΟΚ

Οι επικεφαλίδες Β στα τμήματα I έως XI της οδηγίας 86/280/ΕΟΚ διαγράφονται.

Άρθρο 8

Καταργήσεις

1. Οι οδηγίες 82/176/ΕΟΚ, 83/513/ΕΟΚ, 84/156/ΕΟΚ, 84/491/ΕΟΚ και 86/280/ΕΟΚ καταργούνται από τις 22 Δεκεμβρίου έτους 2012.

2. Πριν τις 22 Δεκεμβρίου 2012, τα κράτη μέλη μπορούν να ασκούν παρακολούθηση και να συντάσσουν εκθέσεις σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5, 8 και 15 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, αντί να ενεργούν κατά την εκτέλεση των δραστηριοτήτων αυτών σύμφωνα με τις οδηγίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 9

Μεταφορά

1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις τις αναγκαίες για τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία το αργότερο μέχρι [18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας] το βραδύτερο. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και πίνακα συσχετισμού μεταξύ των διατάξεων αυτών και της παρούσας οδηγίας.

Όταν οι εν λόγω διατάξεις εκδίδονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παραπομπή του είδους αυτού κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Τα κράτη μέλη προσδιορίζουν τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η παραπομπή αυτή.

2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των βασικών διατάξεων εθνικής νομοθεσίας που εκδίδουν στον τομέα τον καλυπτόμενο από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 10

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Άρθρο 11

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I : ΠΡΟΤΥΠΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΓΙΑ ΟΥΣΙΕΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΡΥΠΟΥΣ

ΜΕΡΟΣ A : Πρότυπα Ποιόητας Περιβάλλοντος (ΠΠΠ) για ουσίες προτεραιότητας σε επιφανειακά ύδατα

ΕΜΤ: Ετήσια Μέση τιμή·

MΕΣ: Μέγιστη Επιτρεπόμενη Συγκέντρωση

Μονάδα: [µg/l].

(1) | (2) | (3) | (4) | (5) | (6) | (7) |

N° | Ονομασία ουσίας | Αριθμός CAS | ΕΜΤ-ΠΠΠ[21] Επιφανειακά ύδατα ενδοχώρας | ΕΜΤ-ΠΠΠ21 Λοιπά επιφανειακά ύδατα | ΜΕΣ-ΠΠΠ[22] Επιφανειακά ύδατα ενδοχώρας | ΜΕΣ-ΠΠΠ 22 Λοιπά επιφανειακά ύδατα |

(1) | Alachlor | 15972-60-8 | 0.3 | 0.3 | 0.7 | 0.7 |

(2) | Ανθρακένιο | 120-12-7 | 0.1 | 0.1 | 0.4 | 0.4 |

(3) | Ατραζίνη | 1912-24-9 | 0.6 | 0.6 | 2.0 | 2.0 |

(4) | Βενζόλιο | 71-43-2 | 10 | 8 | 50 | 50 |

(5) | Πενταβρωμοδιφαινυλαιθέρας[23] | 32534-81-9 | 0.0005 | 0.0002 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(6) | Κάδμιο και ενώσεις του (Ανάλογα με τις κατηγορίες σκληρότητας ύδατος[24]) | 7440-43-9 | ≤ 0.08 (Κατηγορία 1) 0.08 (Κατηγορία 2) 0.09 (Κατηγορία 3) 0.15 (Κατηγορία 4) 0.25 (Κατηγορία 5) | 0.2 | ≤ 0.45 (Κατηγορία 1) 0.45 (Κατηγορία 2) 0.6 (Κατηγορία 3) 0.9 (Κατηγορία 4) 1.5 (Κατηγορία 5) |

(7) | Χλωροαλκάνια C10-13 | 85535-84-8 | 0.4 | 0.4 | 1.4 | 1.4 |

(8) | Chlorfenvinphos | 470-90-6 | 0.1 | 0.1 | 0.3 | 0.3 |

(1) | (2) | (3) | (4) | (5) | (6) | (7) |

N° | Ονομασία ουσίας | Αριθμός CAS | ΕΜΤ-ΠΠΠ21 Επιφανειακά ύδατα ενδοχώρας | ΕΜΤ-ΠΠΠ21 Λοιπά επιφανειακά ύδατα | ΜΕΣ-ΠΠΠ22 Επιφανειακά ύδατα ενδοχώρας | ΜΕΣ-ΠΠΠ22 Λοιπά επιφανειακά ύδατα |

(9) | Chlorpyrifos | 2921-88-2 | 0.03 | 0.03 | 0.1 | 0.1 |

(10) | 1,2-Διχλωροαιθάνιο | 107-06-2 | 10 | 10 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(11) | Διχλωρομεθάνιο | 75-09-2 | 20 | 20 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(12) | Φθαλικό δι(2-αιθυλεξίλιο) (ΦΔEΕ - DEHP) | 117-81-7 | 1.3 | 1.3 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(13) | Diuron | 330-54-1 | 0.2 | 0.2 | 1.8 | 1.8 |

(14) | Ενδοσουλφάνιο | 115-29-7 | 0.005 | 0.0005 | 0.01 | 0.004 |

(15) | Φθορανθένιο | 206-44-0 | 0.1 | 0.1 | 1 | 1 |

(16) | Εξαχλωροβενζόλιο | 118-74-1 | 0.01 | 0.01 | 0.05 | 0.05 |

(17) | Εξαχλωροβουταδιένιο | 87-68-3 | 0.1 | 0.1 | 0.6 | 0.6 |

(18) | Εξαχλωροκυκλοεξάνιο | 608-73-1 | 0.02 | 0.002 | 0.04 | 0.02 |

(19) | Isoproturon | 34123-59-6 | 0.3 | 0.3 | 1.0 | 1.0 |

(20) | Μόλυβος και ενώσεις του | 7439-92-1 | 7.2 | 7.2 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(21) | Υδράργυρος και ενώσεις του | 7439-97-6 | 0.05 | 0.05 | 0.07 | 0.07 |

(22) | Ναφθαλίνιο | 91-20-3 | 2.4 | 1.2 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(23) | Νικέλιο και ενώσεις του | 7440-02-0 | 20 | 20 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(24) | Εννεϋλοφαινόλη | 25154-52-3 | 0.3 | 0.3 | 2.0 | 2.0 |

(25) | Οκτυλοφαινόλη | 1806-26-4 | 0.1 | 0.01 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(1) | (2) | (3) | (4) | (5) | (6) | (7) |

N° | Ονομασία ουσίας | Αριθμός CAS | ΕΜΤ-ΠΠΠ21 Επιφανειακά ύδατα ενδοχώρας | ΕΜΤ-ΠΠΠ21 Λοιπά επιφανειακά ύδατα | ΜΕΣ-ΠΠΠ22 Επιφανειακά ύδατα ενδοχώρας | ΜΕΣ-ΠΠΠ22 Λοιπά επιφανειακά ύδατα |

(26) | Πενταχλωροβενζόλιο | 608-93-5 | 0.007 | 0.0007 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(27) | Πενταχλωροφαινόλη | 87-86-5 | 0.4 | 0.4 | 1 | 1 |

(28) | Πολυαρωματικοί υδρογονάνθρακες (ΠΑΥ -PAH)[25] | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

Βενζο(α)πυρένιο | 50-32-8 | 0.05 | 0.05 | 0.1 | 0.1 |

Βενζο(β)φθορανθένιο | 205-99-2 | Σ=0.03 | Σ=0.03 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

Βενζο(κ)φθορανθένιο | 207-08-9 |

Βενζο(ζ,η,θ)περυλένιο | 191-24-2 | Σ=0.002 | Σ=0.002 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

Ινδενο(1,2,3-γδ)πυρένιο | 193-39-5 |

(29) | Σιμαζίνη | 122-34-9 | 1 | 1 | 4 | 4 |

(30) | Ενώσεις τριβουτυλτίνης | 688-73-3 | 0.0002 | 0.0002 | 0.0015 | 0.0015 |

(31) | Τριχλωροβενζόλια (όλα τα ισομερή) | 12002-48-1 | 0.4 | 0.4 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(32) | Τριχλωρομεθάνιο | 67-66-3 | 2.5 | 2.5 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(33) | Τριφθοραλίνη | 1582-09-8 | 0.03 | 0.03 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

ΜΕΡΟΣ Β: Πρότυπα Ποιότητασ Περιβαλλοντος (ΠΠΠ) για άλλουσ Ρύπουσ

ΕΜΤ: Ετήσια Μέση τιμή·

MΕΣ: Μέγιστη Επιτρεπόμενη Συγκέντρωση

Μονάδα: [µg/l].

(1) | (2) | (3) | (4) | (5) | (6) | (7) |

N° | Ονομασία ουσίας | Αριθμός CAS | ΕΜΤ-ΠΠΠ21 Επιφανειακά ύδατα ενδοχώρας | ΕΜΤ-ΠΠΠ21 Λοιπά επιφανειακά ύδατα | ΜΕΣ-ΠΠΠ22 Επιφανειακά ύδατα ενδοχώρας | ΜΕΣ-ΠΠΠ22 Λοιπά επιφανειακά ύδατα |

(1) | DDT ολικό[26] | Δεν εφαρμόζεται | 0.025 | 0.025 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

Παρα-παρα-DDT | 50-29-3 | 0.01 | 0.01 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(2) | Aldrin | 309-00-2 | Σ=0.010 | Σ=0.005 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(3) | Dieldrin | 60-57-1 |

(4) | Endrin | 72-20-8 |

(5) | Isodrin | 465-73-6 |

(6) | Ανθρακοτετραχλωρίδιο | 56-23-5 | 12 | 12 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(7) | Τετραχλωροαιθυλένιο | 127-18-4 | 10 | 10 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

(8) | Τριχλωροαιθυλένιο | 79-01-6 | 10 | 10 | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται |

ΜΕΡΟΣ Γ: Συμμορφωση Προς τα Πρότυπα Ποιοτητασ Περιβαλλοντοσ

1. Στήλες 4 και 5: Για κάθε δεδομένη επιφάνεια υδάτινης μάζας, η συμμόρφωση προς το ΠΠΠ-ΕΜΤ απαιτεί ότι, για οποιοδήποτε αντιπροσωπευτικό σημείο παρακολούθησης εντός της υδάτινης μάζας, ο αριθμητικός μέσος των μετρούμενων συγκεντρώσεων σε διάφορους χρόνους κατά τη διάρκεια του έτους είναι μικρότερος απ’ ό,τι στο πρότυπο.

2. Στήλες 6 και 7: Για κάθε δεδομένη επιφάνεια υδάτινης μάζας, η συμμόρφωση προς το ΠΠΠ-ΜΕΣ σημαίνει ότι η μετρηθείσα συγκέντρωση σε οποιοδήποτε αντιπροσωπευτικό σημείο παρακολούθησης εντός της υδάτινης μάζας δεν πρέπει να είναι υψηλότερη απ’ ό,τι στο πρότυπο.

3. Με εξαίρεση το κάδμιο, το μόλυβδο, τον υδράργυρο και το νικέλιο (αποκαλούμενα εφ’ εξής «μέταλλα») τα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος (ΠΠΠ) που ορίζονται στο παρόν παράρτημα εκφράζονται ως ολικές συγκεντρώσεις στο συνολικό δείγμα ύδατος. Στην περίπτωση μετάλλων, το ΠΠΠ αναφέρεται στην εν διαλύσει συγκέντρωση, δηλαδή την εν διαλύσει φάση δείγματος ύδατος που λαμβάνεται με διήθηση μέσω ηθμού 0,45μm ή κάθε ισοδύναμη προεπεξεργασία.

Σε περίπτωση που οι φυσικές διαμορφωμένες συνήθεις συγκεντρώσεις για μέταλλα υπερβαίνουν την τιμή του ΠΠΠ, ή εφόσον η σκληρότητα, η pH ή άλλες παράμετροι ποιότητας ύδατος επηρεάζουν τη βιοδιαθεσιμότητα μετάλλων, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν το γεγονός αυτό υπόψη κατά την εκτίμηση των αποτελεσμάτων της παρακολούθησης σε σχέση με ΠΠΠ. Εφόσον επιλέξουν την προσέγγιση αυτή, είναι υποχρεωτική η χρησιμοποίηση των μεθόδων υπολογισμού που ορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 5.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II : ΤΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Χ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2000/60/ΕΚ

Το παράρτημα X της οδηγίας 2000/60/ΕΚ αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΟΥΣΙΩΝ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΥΔΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ (*)

Αριθμός | Αριθμός CAS1 | Αριθμός ΕΕ2 | Ονομασία ουσίας προτεραιότητας | Χαρακτηρισμός ως επικίνδυνης ουσίας προτεραιότητας |

(1) | 15972-60-8 | 240-110-8 | Alachlor |

(2) | 120-12-7 | 204-371-1 | Ανθρακένιο | X |

(3) | 1912-24-9 | 217-617-8 | Ατραζίνη |

(4) | 71-43-2 | 200-753-7 | Βενζόλιο |

(5) | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται | Βρωμιούχος διφαινυλαιθέρας(**) | X (***) |

(6) | 7440-43-9 | 231-152-8 | Κάδμιο και ενώσεις του | X |

(7) | 85535-84-8 | 287-476-5 | Χλωροαλκάνια, C10-13 (**) | X |

(8) | 470-90-6 | 207-432-0 | Chlorfenvinphos |

(9) | 2921-88-2 | 220-864-4 | Chlorpyrifos |

(10) | 107-06-2 | 203-458-1 | 1,2-Διχλωροαιθάνιοe |

(11) | 75-09-2 | 200-838-9 | Διχλωρομεθάνιο |

(12) | 117-81-7 | 204-211-0 | Φθαλικό δι(2-αιθυλεξυλιο) (ΦΔΑΕ - DEHP) |

(13) | 330-54-1 | 206-354-4 | Diuron |

(14) | 115-29-7 | 204-079-4 | Ενδοσουλφάνιο | X |

959-98-8 | Δεν εφαρμόζεται | (Άλφα-ενδοσουλφάνιο) |

(15) | 206-44-0 | 205-912-4 | Φθορανθένιο (****) |

(16) | 118-74-1 | 204-273-9 | Εξαχλωροβενζόλιο | X |

(17) | 87-68-3 | 201-765-5 | Εξαχλωροβουταδιένιο | X |

(18) | 608-73-1 | 210-158-9 | Εξαχλωροκυκλοεξάνιο | X |

58-89-9 | 200-401-2 | (Λινδάνιο, γ-ισομερές) |

(19) | 34123-59-6 | 251-835-4 | Isoproturon |

(20) | 7439-92-1 | 231-100-4 | Μόλυβδος και ενώσεις του |

(21) | 7439-97-6 | 231-106-7 | Υδράργυρος και ενώσεις του | X |

(22) | 91-20-3 | 202-049-5 | Ναφθαλίνιο |

(23) | 7440-02-0 | 231-111-14 | Νικέλιο και ενώσεις του |

(24) | 25154-52-3 | 246-672-0 | Εννεϋλοφαινόλη | X |

104-40-5 | 203-199-4 | (4-(παρα)εννεϋλοφαινόλη |

(25) | 1806-26-4 | 217-302-5 | Οκτυλοφαινόλη |

140-66-9 | Δεν εφαρμόζεται | (Παρατετραοκτυλοφαινόλη) |

(26) | 608-93-5 | 210-172-5 | Πενταχλωροβενζόλιο | X |

(27) | 87-86-5 | 231-152-8 | Πενταχλωροφαινόλη |

(28) | Δεν εφαρμόζεται | Δεν εφαρμόζεται | Πολυαρωματικοί υδρογονάνθρακες | X |

50-32-8 | 200-028-5 | (Βενζο(α)πυρένιο) |

205-99-2 | 205-911-9 | (Βενζο(β)φθορανθένιο) |

191-24-2 | 205-883-8 | (Βενζο(ζ,η,θ)περυλένιο |

207-08-9 | 205-916-6 | (Βενζο(κ)φθορανθένιο) |

193-39-5 | 205-893-2 | (Iνδενο(1,2,3-γδ)πυρένιο |

(29) | 122-34-9 | 204-535-2 | Σιμαζίνη |

(30) | 688-73-3 | 211-704-4 | Ενώσεις τριβουτυλτίνης | X |

36643-28-4 | δεν εφαρμόζεται | Κατιόν τριβουτυλτίνης |

(31) | 12002-48-1 | 234-413-4 | Tριχλωροβενζόλια |

120-82-1 | 204-428-0 | (1,2,4-τριχλωροβενζόλιο) |

(32) | 67-66-3 | 200-663-8 | Τριχλωρομεθάνιο (Χλωροφόρμιο) |

(33) | 1582-09-8 | 216-428-8 | Τριφθοραλίνη |

1 CAS: Παροχή Υπηρεσιών για Χημικές Ουσίες.

2 Αριθμός ΕΕ: Ευρωπαϊκό Ευρετήριο Υφιστάμενων Εμπορικών Χημικών Ουσιών (EINΕCS) ή Ευρωπαϊκός Κατάλογος Γνωστοποιημένων Χημικών Ουσιών (ELNICS).

(*) Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες έχουν επιλεγεί ομάδες ουσιών, ως ενδεικτικές παράμετροι παρατίθενται τυπικές μεμονωμένες αντιπροσωπευτικές τιμές (σε αγκύλες και χωρίς αριθμό).

(**) Αυτές οι ομάδες ουσιών κανονικά περιλαμβάνουν σημαντικό πλήθος μεμονωμένων ενώσεων. Επί του παρόντος δεν είναι δυνατό να δοθούν οι κατάλληλες ενδεικτικές παράμετροι.

(***) Μόνο ο πενταβρωμοδιφαινυλαιθέρας (αριθμός CAS 32534-81-9).

(****) Το φθορανθένιο αναφέρεται στον κατάλογο ως δείκτης άλλων, περισσότερο επικίνδυνων πολυαρωματικών υδρογονανθράκων.

.

.

[1] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[2] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[3] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[4] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[5] ΕΕ L 242 της 10.9.2003, σ. 81.

[6] ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1. Οδηγία όπως έχει τροποποιηθεί με την απόφασn 2455/2001/EΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2001, σ. 1).

[7] ΕΕ L 331 της 15.12.2001, σ. 1.

[8] ΕΕ L 181 της 4.7.1986, σ. 16. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε την τελευταία φορά με την οδηγία 91/692/ΕΟΚ (ΕΕ L 377 της 31.12.1991, σ. 48).

[9] ΕΕ L 81 της 27.3.1982, σ. 29. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/692/ΕΟΚ.

[10] ΕΕ L 291 της 21.10.1983, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/692/ΕΟΚ.

[11] ΕΕ L 74 της 17.3.1984, σ. 49. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/692/ΕΟΚ.

[12] ΕΕ L 274 της 17.10.1984, σ. 11. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/692/ΕΟΚ.

[13] ΕΕ L 330 της 5.12.1998, σ. 32.

[14] ΕΕ L 33 της 4.2.2006, σ. 1.

[15] ΕΕ L 230 της 19.8.1991, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε την τελευταία φορά με την οδηγία 2006/19/EΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 44 της 15.2.2006, σ. 15).

[16] ΕΕ L 227 της 8.9.1993, σ. 9-18.

[17] ΕΕ L 161 της 29.6.1994, σ. 3.

[18] ΕΕ L 123 της 24.4.1998, σ. 1.

[19] ΕΕ L 257 της 10.10.1996, σ. 26.

[20] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

[21] Η παράμετρος αυτή είναι το Πρότυπο Ποιότητας Περιβάλλοντος εκφραζόμενο ως Ετήσια Μέση Τιμή (ΠΠΠ-ΕΜΤ).

[22] Η παράμετρος αυτή είναι το Πρότυπο Ποιότητας Περιβάλλοντος εκφραζόμενο ως Μέγιστη Επιτρεπόμενη Συγκέντρωση (ΠΠΠ-ΜΕΣ). Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες για το ΠΠΠ-ΜΕΣ σημειώνεται «δεν εφαρμόζεται», οι τιμές ΕΜΤ-ΠΠΠ προστατεύουν και έναντι των βραχυπρόθεσμων αιχμών ρύπανσης εφόσον είναι σημαντικά χαμηλότερες σε σχέση με τις τιμές που προκύπτουν με βάση την οξεία τοξικότητα.

[23] Για την ομάδα ουσιών προτεραιότητας την καλυπόμενη από βρωμιούχοι διφαινυλαιθέρες (αριθ. 5) που αναφέρεται στην απόφαση αριθ. 2455/2001/EΚ καθορίζεται ΠΠΠ μόνο για τον πενταβρωμοδιφαινυλαιθέρα.

[24] Για το κάδμιο και τις ενώσεις του (αριθ. 6) οι τιμές ΠΠΠ κυμαίνονται ανάλογα με τη σκληρότητα του ύδατος όπως ορίζεται στις 5 κατηγορίες κατάταξης (Κατηγορία 1: <40 mg CaCO3/l, Κατηγορία 2: 40 έως <50 mg CaCO3/l, Κατηγορία 3: 50 έως <100 mg CaCO3/l, Κατηγορία 4: 100 έως <200 mg CaCO3/l και Κατηγορία 5: ≥200 mg CaCO3/l).

[25] Για την ομάδα ουσιών προτεραιότητας πολυαρωματικών υδρογονανθράκων (ΠΑΥ - PAH) (αριθ. 28), κάθε μεμονωμένο ΠΠΠ συμφωνεί με, π.χ. το ΠΠΠ για το βενζο(α)πυρένιο και το ΠΠΠ για το άθροισμα βενζο(β)φθορανθένιο και βενζο(κ)φθορανθένιο και το ΠΠΠ για το άθροισμα βενζο(ζ,η,θ)περυλένιο και ινδενο(1,2,3-γδ)πυρένιο.

[26] Το ολικό DDT περιλαμβάνει το άθροισμα των ισομερών 1,1,1-τριχλωρο-2,2 δις ( p -χλωροφαινυλο) αιθάνιο (αριθμός CAS 50-29-3); 1,1,1-τριχλωρο-2 ( o - χλωροφαινυλο)-2-( p - χλωροφαινυλο) αιθάνιο (αριθμός CAS 789-02-6); 1,1-διχλωρο-2,2 δις ( p - χλωροφαινυλο) αιθυλένιο (αριθμός CAS 72-55-9); και 1,1-διχλωρο-2,2 δις ( p - χλωροφαινυλο) αιθάνιο (αριθμός CAS 72-54-8).