31971R1408

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1971 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς και τις οικογένειές τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 149 της 05/07/1971 σ. 0002 - 0050
Δανική ειδική έκδοση: Σειρά I Κεφάλαιο 1971(II) σ. 0366
Αγγλική ειδική έκδοση: Σειρά I Κεφάλαιο 1971(II) σ. 0416
Ελληνική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 05 τόμος 1 σ. 0073
Ισπανική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 05 τόμος 1 σ. 0098
Πορτογαλική ειδική έκδοση : Κεφάλαιο 05 τόμος 1 σ. 0098
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 5 τόμος 1 σ. 0057
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 5 τόμος 1 σ. 0057


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 14ης Ιουνίου 1971 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς και τις οικογένειές τους που διακινούνται εντός της Κοινότητος

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

την συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, και ιδίως τα άρθρα 2,7 και 51,

τις προτάσεις της Επιτροπής που καταρτίσθηκαν κατόπιν διαβουλεύσεως με την Διοικητική Επιτροπή για την Κοινωνική Ασφάλιση των Διακινουμένων Εργαζομένων(1),

την γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου(2),

τις γνώμες της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),

Εκτιμώντας:

ότι η ανάγκη γενικής αναθεωρήσεως του κανονισμού αριθ. 3(4) του Συμβουλίου περί της κοινωνικής ασφαλίσεως των διακινουμένων εργαζομένων ανέκυψε προοδευτικά τόσο υπό το φως της εμπειρίας που απεκτήθη από την εφαρμογή του από το 1959, όσο και εξ αιτίας των τροποποιήσεων που επήλθαν εν τω μεταξύ στις εθνικές νομοθεσίες-

ότι οι υφιστάμενοι κανόνες συντονισμού δύνανται, στο σύνολό τους, να εξελιχθούν και βελτιωθούν και συγχρόνως να απλουστευθούν μέχρις ορισμένου βαθμού, αφού ληφθούν υπ' όψη οι σημαντικές διαφορές που υφίστανται μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών κοινωνικής ασφαλίσεως-

ότι είναι σκόπιμο, με αυτήν την ευκαιρία, να συγκεντρωθούν σε ενιαίο κείμενο όλοι οι κανόνες ουσίας που εθεσπίσθησαν για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 51 της Συνθήκης υπέρ των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των μεθοριακών εργαζομένων, των εποχιακά εργαζομένων και των ναυτικών-

ότι, εξαιτίας των σημαντικών διαφορών που υφίστανται μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών ως προς το προσωπικό πεδίο εφαρμογής τους, είναι προτιμότερο να τεθεί η αρχή, βάσει της οποίας ο κανονισμός ισχύει για όλους τους υπηκόους των Κρατών μελών που είναι ασφαλισμένοι στο πλαίσιο των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως που εδημιουργήθησαν υπέρ των μισθωτών-

ότι οι κανόνες συντονισμού των εθνικών νομοθεσιών περί κοινωνικής ασφαλίσεως εντάσσονται στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων υπηκόων των Κρατών μελών και οφείλουν, ως εκ τούτου, να συμβάλλουν στην βελτίωση του επιπέδου ζωής τους και των συνθηκών απασχολήσεώς τους, εγγυώμενοι στο εσωτερικό της Κοινότητος, αφ' ενός, ίση μεταχείριση σε όλους τους υπηκόους των Κρατών μελών έναντι των διαφόρων εθνικών νομοθεσιών και αφ' ετέρου την απόλαυση των παροχών κοινωνικής ασφαλίσεως από τους εργαζομένους και τα πρόσωπα που έλκουν απ' αυτούς δικαιώματα, ανεξάρτητα από τον τόπο απασχολήσεως ή κατοικίας τους-

ότι οι στόχοι αυτοί πρέπει να επιτευχθούν ιδίως με τον συνυπολογισμό όλων των περιόδων που λαμβάνονται υπόψη από τις διάφορες εθνικές νομοθεσίες για την γένεση και τη διατήρηση του δικαιώματος παροχών καθώς επίσης και για τον υπολογισμό του ύψους αυτών, αλλά και με την καταβολή των παροχών στις διάφορες κατηγορίες προσώπων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, ανεξάρτητα από τον τόπο κατοικίας τους εντός της Κοινότητος-

ότι οι κανόνες συντονισμού που εθεσπίσθησαν για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 51 της συνθήκης πρέπει να εξασφαλίζουν στους εργαζομένους, οι οποίοι διακινούνται στο εσωτερικό της Κοινότητος τα κεκτημένα δικαιώματα και πλεονεκτήματα, χωρίς να δύνανται να προκαλέσουν αδικαιολόγητες σωρεύσεις-

ότι προς το σκοπό αυτό οι δικαιούχοι παροχών αναπηρίας, γήρατος και θανάτου (συντάξεις), πρέπει να δύνανται να απολαύουν του συνόλου των παροχών που έχουν αποκτήσει στα διάφορα Κράτη μέλη- ότι, προς αποφυγή όμως αδικαιολογήτων σωρεύσεων που προκύπτουν ιδίως από την χρονική σύμπτωση περιόδων ασφαλίσεως και περιόδων εξομοιουμένων προς αυτές, είναι αναγκαίο να τεθεί ως ανώτατο όριο το υψηλότερο ποσό παροχής, που θα ώφειλε ένα από αυτά τα Κράτη στον εργαζόμενο, αν αυτός είχε ασκήσει εκεί ολόκληρη την επαγγελματική του δραστηριότητα-

ότι, για να καταστεί δυνατή η κινητικότης του εργατικού δυναμικού υπό καλύτερους όρους, είναι αναγκαίο να εξασφαλισθεί στο εξής πληρέστερος συντονισμός μεταξύ των συστημάτων ασφαλίσεως και προνοίας των ανέργων όλων των Κρατών μελών- ότι υπό το πνεύμα αυτό, προς διευκόλυνση της αναζητήσεως εργασίας στα διάφορα Κράτη μέλη, ενδείκνυται να χορηγούνται για περιορισμένο χρονικό διάστημα στον εργαζόμενο που έχει μείνει χωρίς εργασία οι παροχές ανεργίας που προβλέπονται από τη νομοθεσία του Κράτους μέλους, στην οποία υπαγόταν τελευταία-

ότι θεωρείται ευκταίο να βελτιωθεί το σύστημα περί οικογενειακών παροχών που ισχύει στο πλαίσιο του κανονισμού αριθ. 3 στις περιπτώσεις διασποράς της οικογενείας, τόσο ως προς τις κατηγορίες προσώπων που δικαιούνται τις παροχές αυτές όσο και ως προς τους μηχανισμούς χορηγήσεώς τους-

ότι, εν όψει των προβλημάτων που τίθενται, όσον αφορά την ανεργία, είναι σκόπιμο να γενικευθεί το πλεονέκτημα των οικογενειακών παροχών για τα μέλη της οικογενείας των ανέργων που κατοικούν σε Κράτος μέλος άλλο απ' εκείνο, το οποίο οφείλει τις παροχές ανεργίας-

ότι, εξ άλλου, υφίσταται θέμα καταργήσεως του περιορισμού που ισχύει για την χορήγηση οικογενειακών παροχών και ότι, για να εξασφαλισθεί η πληρωμή παροχών που προορίζονται για την συντήρηση των μελών των χωρισμένων οικογενειών, χωρίς ωστόσο να ληφθούν υπ' όψη οι παροχές που παρουσιάζουν προεχόντως χαρακτήρα δημογραφικού κινήτρου, είναι προτιμότερη η θέσπιση κοινών κανόνων για όλα τα Κράτη μέλη και πρέπει να συνεχισθεί η επιδίωξη θεσπίσεώς τους- ότι, εν όψει όμως των μεγάλων διαφορών μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών, πρέπει να επιλεγούν λύσεις που να λαμβάνουν υπ' όψη την κατάσταση αυτή: πληρωμή των οικογενειακών παροχών της χώρας απασχολήσεως ως προς πέντε χώρες, πληρωμή των οικογενειακών επιδομάτων της χώρας κατοικίας των μελών της οικογενείας, αν η χώρα απασχολήσεως είναι η Γαλλία-

ότι, κατ' αναλογία των λύσεων που εδόθησαν στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68(5) του Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 1968 περί της ελεύθερης κυκλοφορίας, των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητος, είναι ευκταίο να συγκροτηθεί Συμβουλευτική Επιτροπή στην οποία να συμμετέχουν εκπρόσωποι των εργαζομένων και των εργοδοτών, για να εξετάζουν τα προβλήματα με τα οποία ασχολείται η Διοικητική Επιτροπή-

ότι ο παρών κανονισμός δύναται να υποκαθιστά τις ρυθμίσεις που προβλέπονται από το άρθρο 69 παράγραφος 4 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητος Άνθρακος και Χάλυβος,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΤΙΤΛΟΣ I ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Ορισμοί:

Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού:

α) Ως "εργαζόμενος" νοείται κάθε πρόσωπο:

ι) το οποίο είναι ασφαλισμένο δυνάμει υποχρεωτικής ή προαιρετικής συνεχίσεως της ασφαλίσεως κατά ενός ή περισσοτέρων κινδύνων που αντιστοιχούν στους κλάδους συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως που εφαρμόζεται στους μισθωτούς, υπό την επιφύλαξη των περιορισμών που αναφέρονται στο παράρτημα V,

ιι) το οποίο είναι ασφαλισμένο υποχρεωτικά κατά ενός ή περισσοτέρων κινδύνων που αντιστοιχούν στους κλάδους, στους οποίους εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός, στο πλαίσιο συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως που καλύπτει όλους τους κατοίκους ή το σύνολο του ενεργού πληθυσμού:

- όταν οι τρόποι διαχειρίσεως ή χρηματοδοτήσεως του συστήματος αυτού επιτρέπουν τον χαρακτηρισμό του ως μισθωτού ή

- ελλείψει τέτοιων κριτηρίων, όταν το πρόσωπο είναι ασφαλισμένο δυνάμει υποχρεωτικής ή προαιρετικής συνεχίσεως ασφαλίσεως κατά άλλου κινδύνου καθοριζομένου στο παράρτημα V, στο πλαίσιο συστήματος δημιουργηθέντος προς όφελος των μισθωτών,

ιιι) το οποίο είναι ασφαλισμένο προαιρετικά κατά ενός ή περισσοτέρων κινδύνων που αντιστοιχούν στους κλάδους, στους οποίους εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός, στο πλαίσιο συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως Κράτους μέλους δημιουργηθέντος προς όφελος των μισθωτών ή όλων των κατοίκων ή ορισμένων κατηγοριών κατοίκων, αν τούτο είχε προηγουμένως ασφαλισθεί υποχρεωτικά κατά του ίδιου κινδύνου στο πλαίσιο συστήματος δημιουργηθέντος προς όφελος των μισθωτών του ίδιου Κράτους μέλους-

β) Ως "μεθοριακός εργαζόμενος" νοείται κάθε εργαζόμενος, ο οποίος εργάζεται στο έδαφος ενός Κράτους μέλους και κατοικεί στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, όπου επιστρέφει κατ' αρχήν κάθε ημέρα ή τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα- πάντως ο μεθοριακός εργαζόμενος, ο οποίος αποσπάται από την επιχείρηση, στην οποία κανονικώς υπάγεται, στο έδαφος του ίδιου Κράτους μέλους ή άλλου Κράτους μέλους, διατηρεί την ιδιότητα του μεθοριακού εργαζομένου επί χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τέσσερις μήνες, ακόμη και αν, κατά την διάρκεια της αποσπάσεως αυτής, δεν δύναται να επιστρέφει κάθε ημέρα ή τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα στον τόπο της κατοικίας του-

γ) Ως "εποχιακά εργαζόμενος" νοείται κάθε εργαζόμενος, ο οποίος μεταβαίνει στο έδαφος Κράτους μέλους, άλλου απ' εκείνο όπου κατοικεί, για να εκτελέσει, για λογαριασμό επιχειρήσεως ή εργοδότου του Κράτους αυτού, εργασία εποχιακού χαρακτήρα, η διάρκεια της οποίας δεν δύναται σε καμιά περίπτωση να υπερβαίνει τους οκτώ μήνες, εφ' όσον διαμένει προσωρινά στο έδαφος του Κράτους αυτού κατά την διάρκεια της εργασίας του- ως εργασία εποχιακού χαρακτήρα πρέπει να νοείται η εργασία που εξαρτάται από την διαδοχή των εποχών και επαναλαμβάνεται αυτόματα κάθε έτος-

δ) Ο όρος "πρόσφυγας" έχει την έννοια, η οποία του αποδίδεται στο άρθρο 1 της σύμβασης περί της νομικής καταστάσεως των απάτριδων που υπεγράφη στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951-

ε) Ο όρος "άπατρις" έχει την έννοια, η οποία του αποδίδεται στο άρθρο 1 της συμβάσεως περί της νομικής καταστάσεως των απάτριδων που υπεγράφη στην Νέα Υόρκη στις 28 Σεπτεμβρίου 1954-

στ) Ως "μέλος της οικογενείας" νοείται κάθε πρόσωπο που ορίζεται ή αναγνωρίζεται ως μέλος της οικογενείας ή που ορίζεται ως μέλος του νοικοκυριού από την νομοθεσία, δυνάμει της οποίας καταβάλλονται οι παροχές ή, στις περιπτώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 22 παράγραφος 1 περίπτωση α και το άρθρο 31 από την νομοθεσία του Κράτους μέλους, στο έδαφος του οποίου κατοικεί- πάντως, αν οι νομοθεσίες αυτές θεωρούν ως μέλος της οικογενείας ή του νοικοκυριού μόνον το πρόσωπο που ζει υπό την στέγη του εργαζομένου, ο όρος αυτός θεωρείται ότι εκπληρούται, όταν η συντήρηση του εν λόγω προσώπου βαρύνει κυρίως τον εργαζόμενο-

ζ) Ως "επιζών" νοείται κάθε πρόσωπο που ορίζεται ή αναγνωρίζεται ως επιζών από την νομοθεσία, δυνάμει της οποίας χορηγούνται οι παροχές- πάντως, αν η νομοθεσία αυτή θεωρεί ως επιζώντα μόνον το πρόσωπο, το οποίο ζούσε υπό την στέγη του αποθανόντος εργαζομένου, ο όρος αυτός θεωρείται ότι εκπληρούται, όταν η συντήρηση του εν λόγω προσώπου εβάρυνε κυρίως τον αποθανόντα εργαζόμενο-

η) Ως "κατοικία" νοείται η συνήθης διαμονή-

θ) Ως "διαμονή" νοείται η προσωρινή διαμονή-

ι) Ο όρος "νομοθεσία" προσδιορίζει, για κάθε Κράτος μέλος, τους υφισταμένους ή μελλοντικούς νόμους, τις κανονιστικές πράξεις, κανονισμούς και κάθε άλλο μέτρο εφαρμογής, που αφορούν τους κλάδους και τα συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2.

Ο όρος αυτός αποκλείει τις υφιστάμενες ή μελλοντικές συμβατικές διατάξεις ανεξαρτήτως του αν αυτές απετέλεσαν αντικείμενο αποφάσεων των δημοσίων αρχών που τις καθιστούν υποχρεωτικές ή που επεκτείνουν το πεδίο εφαρμογής τους. Όσον αφορά πάντως τις συμβατικές διατάξεις που χρησιμεύουν για την εκπλήρωση υποχρεώσεως ασφαλίσεως που απορρέει από τους νόμους ή τις κανονιστικές πράξεις που προβλέπονται στο προηγούμενο υπεδάφιο, ο περιορισμός αυτός δύναται να αρθεί οποτεδήποτε με δήλωση του ενδιαφερομένου Κράτους μέλους, που αναφέρει τα συστήματα αυτής της φύσεως επί των οποίων εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός. Η δήλωση αυτή κοινοποιείται και δημοσιεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 96.

Οι διατάξεις του προηγουμένου υπεδαφίου δεν δύνανται να έχουν ως συνέπεια την εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού συστημάτων, επί των οποίων είχε εφαρμογή ο κανονισμός αριθ. 3-

ια) Ως "σύμβαση κοινωνικής ασφαλίσεως" νοείται κάθε διμερής ή πολυμερής πράξη που δεσμεύει ή θα δεσμεύσει αποκλειστικά δύο ή περισσότερα Κράτη μέλη, ως και κάθε πολυμερής πράξη που δεσμεύει ή θα δεσμεύσει δύο τουλάχιστον Κράτη μέλη και ένα ή περισσότερα άλλα Κράτη στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως, για το σύνολο ή μέρος των κλάδων και συστημάτων που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2, καθώς και τις συμφωνίες, οποιασδήποτε φύσεως, που συνήφθησαν στο πλαίσιο των πράξεων αυτών-

ιβ) Ως "αρμόδια αρχή" νοείται, για κάθε Κράτος μέλος, ο υπουργός, οι υπουργοί ή άλλη αντίστοιχη αρχή, αρμόδια για τα συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως στο σύνολο ή σε οποιοδήποτε τμήμα της επικρατείας του Κράτους αυτού-

ιγ) Ως "Διοικητική Επιτροπή" νοείται η επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 80-

ιδ) Ως "φορέας" νοείται, για κάθε Κράτος μέλος, ο οργανισμός ή η αρχή που επιφορτίζεται με την εφαρμογή του συνόλου ή μέρους της νομοθεσίας-

ιε) Ως "αρμόδιος φορέας" νοείται:

ι) ο φορέας, στον οποίο ο ενδιαφερόμενος υπάγεται κατά τον χρόνο της αιτήσεως παροχών, ή

ιι) ο φορέας, από τον οποίον ο ενδιαφερόμενος δικαιούται παροχές ή θα εδικαιούτο παροχές, αν ο ίδιος ή αν το ή τα μέλη της οικογενείας του κατοικούσαν στο έδαφος του Κράτους μέλους, στο οποίο ευρίσκεται ο φορέας αυτός, ή

ιιι) ο φορέας που ορίζεται από την αρμόδια αρχή του ενδιαφερομένου Κράτους,μέλους ή

ιυ) αν πρόκειται περί συστήματος σχετικού με τις υποχρεώσεις του εργοδότου για τις παροχές που προβλέπονται από το άρθρο 4 παράγραφος 1, είτε ο εργοδότης είτε ο ασφαλιστής που τον υποκαθιστά, είτε, ελλείψει αυτών, ο οργανισμός ή η αρχή που ορίζεται από την αρμόδια αρχή του ενδιαφερομένου Κράτους μέλους-

ιστ) Ως "φορέας του τόπου κατοικίας" και "φορέας του τόπου διαμονής" νοείται αντίστοιχα ο φορέας που έχει επιφορτισθεί με την καταβολή των παροχών στον τόπο, όπου κατοικεί ο ενδιαφερόμενος και ο φορέας που έχει επιφορτισθεί με την καταβολή των παροχών στον τόπο όπου διαμένει ο ενδιαφερόμενος, σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός, ή, ελλείψει τέτοιου φορέα, ο φορέας που ορίζεται από την αρμόδια αρχή του ενδιαφερομένου Κράτους μέλους-

ιζ) Ως "αρμόδιο Κράτος" νοείται το Κράτος μέλος, στο έδαφος του οποίου ευρίσκεται ο αρμόδιος φορέας-

ιη) Ως "περίοδοι ασφαλίσεως" νοούνται οι περίοδοι εισφορών ή απασχολήσεως, που καθορίζονται ή αναγνωρίζονται ως περίοδοι ασφαλίσεως από την νομοθεσία, υπό την οποία επραγματοποιήθησαν ή θεωρούνται ότι επραγματοποιήθησαν, καθώς και κάθε εξομοιούμενη προς αυτές περίοδος, κατά το μέτρο που αναγνωρίζεται από την νομοθεσία αυτή ως ισοδύναμη προς περίοδο ασφαλίσεως-

ιθ) Ως "περίοδοι απασχολήσεως" νοούνται οι περίοδοι που καθορίζονται ή αναγνωρίζονται ως τέτοιες από την νομοθεσία, υπό την οποία επραγματοποιήθησαν, ως και κάθε εξομοιούμενη προς αυτές περίοδος, κατά το μέτρο που αναγνωρίζεται από την νομοθεσία αυτή ως ισοδύναμη προς την περίοδο απασχολήσεως-

κ) Ως "παροχή" και "σύνταξη" νοείται κάθε παροχή και σύνταξη, περιλαμβανομένων και όλων των τμημάτων τους που βαρύνουν το Δημόσιο Ταμείο, οι προσαυξήσεις αναπροσαρμογής ή τα συμπληρωματικά επιδόματα υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του τίτλου III, επίσης οι εφ' άπαξ παροχές, οι οποίες δύνανται να υποκαταστήσουν τις συντάξεις, καθώς και οι καταβολές που πραγματοποιούνται λόγω επιστροφής εισφορών-

κα) ι) Ως "οικογενειακή παροχή" νοείται κάθε παροχή εις είδος ή εις χρήμα, προορισμένη να αντισταθμίσει τα οικογενειακά βάρη, στο πλαίσιο των διατάξεων του άρθρου 4 παράγραφος 1 περίπτωση η), με εξαίρεση των ειδικών επιδομάτων τοκετού που αναφέρονται στο παράρτημα I-

ιι) Ως "οικογενειακό επίδομα" νοείται η περιοδική παροχή εις χρήμα που χορηγείται αποκλειστικά ανάλογα με τον αριθμό και, ενδεχομένως, την ηλικία των μελών της οικογενείας-

κβ) Ως "επίδομα θανάτου" νοείται κάθε ποσό που καταβάλλεται εφ'άπαξ σε περίπτωση θανάτου, με εξαίρεση των εφ' άπαξ παροχών που προβλέπονται στην περίπτωση κ).

Άρθρο 2

Προσωπικό πεδίο εφαρμογής

1. Ο παρών κανονισμός ισχύει για εργαζόμενους που υπάγονται ή υπήχθησαν στην νομοθεσία ενός ή περισσοτέρων από τα Κράτη μέλη και είναι υπήκοοι ενός από τα Κράτη μέλη ή απάτριδες ή πρόσφυγες που κατοικούν στο έδαφος ενός Κράτους μέλους, καθώς και για τα μέλη της οικογενείας τους και για τους επιζώντες τους.

2. Επιπλέον, ο παρών κανονισμός ισχύει για τους επιζώντες των εργαζομένων οι οποίοι είχαν υπαχθεί στην νομοθεσία ενός ή περισσοτέρων από τα Κράτη μέλη, ανεξαρτήτως της ιθαγενείας των εργαζομένων αυτών, όταν οι επιζώντες αυτοί είναι υπήκοοι ενός από τα Κράτη μέλη ή απάτριδες ή πρόσφυγες που κατοικούν στο έδαφος ενός Κράτους μέλους.

3. Ο παρών κανονισμός ισχύει για τους δημοσίους υπαλλήλους και για το εξομοιούμενο προς αυτούς, σύμφωνα με την εφαρμοζόμενη νομοθεσία, προσωπικό κατά το μέτρο που υπάγονται ή υπήχθησαν στην νομοθεσία Κράτους μέλους, επί της οποίας έχει εφαρμογή ο παρών κανονισμός.

Άρθρο 3

Ισότης μεταχειρίσεως

1. Τα πρόσωπα που κατοικούν στο έδαφος ενός από τα Κράτη μέλη και για τα οποία ισχύουν οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού, υπόκεινται στις υποχρεώσεις και απολαύουν των δικαιωμάτων που απορρέουν από την νομοθεσία κάθε Κράτους μέλους υπό τους ίδιους όρους με τους υπηκόους του, υπό την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

2.Οι διατάξεις της παραγράφου 1 ισχύουν ως προς το δικαίωμα εκλογής μελών των οργάνων των φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως ή συμμετοχής κατά την υπόδειξή τους, αλλά δεν θίγουν τις διατάξεις της νομοθεσίας των Κρατών μελών, όσον αφορά την εκλογιμότητα ή τους τρόπους υποδείξεως των ενδιαφερομένων στα όργανα αυτά.

3. Το πεδίο εφαρμογής των συμβάσεων κοινωνικής ασφαλίσεως, που εξακολουθούν να εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 περίπτωση γ) καθώς και των συμβάσεων που συνήφθησαν δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1, επεκτείνεται σε όλα τα πρόσωπα επί των οποίων ισχύει ο παρών κανονισμός, εκτός αν προβλέπεται άλλως στο παράρτημα II.

Άρθρο 4

Πεδίο εφαρμογής καθ' ύλη

1. Ο παρών κανονισμός ισχύει για όλες τις νομοθεσίες που αφορούν τους ακόλουθους κλάδους κοινωνικής ασφαλίσεως:

α) παροχές ασθενείας και μητρότητος-

β) παροχές αναπηρίας, περιλαμβανομένων εκείνων που προορίζονται για την διατήρηση ή βελτίωση της ικανότητος βιοπορισμού-

γ) παροχές γήρατος-

δ) παροχές επιζώντων-

ε) παροχές εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών-

στ) επιδόματα λόγω θανάτου-

ζ) παροχές ανεργίας-

η) οικογενειακές παροχές.

2. Ο παρών κανονισμός ισχύει για τα γενικά και ειδικά συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως, με ή χωρίς συνεισφορά, καθώς και για συστήματα σχετικά με τις υποχρεώσεις του εργοδότου ή του πλοιοκτήτου εν σχέσει προς τις παροχές που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

3. Οι διατάξεις του τίτλου III δεν θίγουν πάντως τις διατάξεις της νομοθεσίας των Κρατών μελών που αφορούν τις υποχρεώσεις του πλοιοκτήτου.

4. Ο παρών κανονισμός δεν ισχύει για την κοινωνική και ιατρική πρόνοια, ούτε για τα συστήματα παροχών υπέρ θυμάτων του πολέμου ή των συνεπειών του, ούτε για τα ειδικά συστήματα των δημοσίων υπαλλήλων ή των προς αυτούς εξομοιουμένων.

Άρθρο 5

Δηλώσεις των Κρατών μελών σχετικές με το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού

Τα Κράτη μέλη αναφέρουν, σε δηλώσεις που κοινοποιούνται και δημοσιεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 96, τις νομοθεσίες και συστήματα που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2, τις ελάχιστες παροχές που αναφέρονται στο άρθρο 50, καθώς και τις παροχές που προβλέπονται στα άρθρα 77 και 78.

Άρθρο 6

Συμβάσεις κοινωνικής ασφαλίσεως που αντικαθίστανται από τον παρόντα κανονισμό

Στο πλαίσιο του προσωπικού και του καθ' ύλη πεδίου εφαρμογής του ο παρών κανονισμός αντικαθιστά, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 7, 8 και 46 παράγραφος 4, οποιαδήποτε σύμβαση κοινωνικής ασφαλίσεως που συνδέει:

α) είτε αποκλειστικά δύο ή περισσότερα Κράτη μέλη-

β) είτε δύο τουλάχιστον Κράτη μέλη και ένα ή περισσότερα άλλα Κράτη, εφ' όσον πρόκειται για περιπτώσεις, στη ρύθμιση των οποίων δεν καλείται να παρέμβει φορέας ενός από τα τελευταία αυτά Κράτη-

Άρθρο 7

Διεθνείς διατάξεις που δεν θίγει ο παρών κανονισμός

1. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις υποχρεώσεις που απορρέουν:

α) από οποιαδήποτε σύμβαση, η οποία ενεκρίθη από την Διεθνή Συνδιάσκεψη Εργασίας και η οποία, μετά την επικύρωση από ένα ή περισσότερα Κράτη μέλη ετέθη σε ισχύ-

β) από τις Ευρωπαϊκές Προσωρινές Συμφωνίες περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 11ης Δεκεμβρίου 1953 που συνήφθησαν μεταξύ των Κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης.

2. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 6 εξακολουθούν να ισχύουν:

α) οι διατάξεις της συμφωνίας της 27ης Ιουλίου 1950 περί της κοινωνικής ασφαλίσεως των λεμβούχων του Ρήνου, που αναθεωρήθη στις 13 Φεβρουαρίου 1961-

β) οι διατάξεις της ευρωπαϊκής συμβάσεως της 9ης Ιουλίου 1956 περί της κοινωνικής ασφαλίσεως των εργαζομένων στις διεθνείς μεταφορές-

γ) οι διατάξεις των συμβάσεων κοινωνικής ασφαλίσεως που αναφέρονται στο παράρτημα II.

Άρθρο 8

Σύναψη συμβάσεων μεταξύ Κρατών μελών

1. Δύο ή περισσότερα Κράτη μέλη δύνανται, εφ' όσον παρίσταται ανάγκη, να συνάψουν μεταξύ τους συμβάσεις με βάση τις αρχές και το πνεύμα του παρόντος κανονισμού.

2. Κάθε Κράτος μέλος κοινοποιεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 96 παράγραφος 1, κάθε σύμβαση που σηνήψε με άλλο Κράτος μέλος δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 1.

Άρθρο 9

Υπαγωγή στην προαιρετική ασφάλιση ή προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως

1. Οι διατάξεις της νομοθεσίας ενός Κράτους μέλους, κατά τις οποίες η υπαγωγή στην προαιρετική ασφάλιση ή στην προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως εξαρτάται από την κατοικία του εργαζομένου στο έδαφος του Κράτους αυτού, δεν ισχύουν για τους εργαζομένους, για τους οποίους ισχύει ο παρών κανονισμός και οι οποίοι κατοικούν στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους εφ' όσον είχαν υπαχθεί στην νομοθεσία του πρώτου Κράτους σε οποιαδήποτε στιγμή της προηγούμενης επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας.

2. Αν η νομοθεσία ενός Κράτους μέλους εξαρτά την υπαγωγή στην προαιρετική ασφάλιση ή την προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως από την συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, λαμβάνονται υπ' όψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, οι περίοδοι ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν δυνάμει της νομοθεσίας οποιουδήποτε άλλου Κράτους μέλους σαν περίοδοι ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν δυνάμει της νομοθεσίας του πρώτου Κράτους.

Άρθρο 10

Άρση της ρήτρας κατοικίας. Επίπτωση της υποχρεωτικής ασφαλίσεως στην απόδοση των εισφορών

1. Εκτός αν ο παρών κανονισμός προβλέπει άλλως, οι εις χρήμα παροχές αναπηρίας, γήρατος ή επιζώντων, οι συντάξεις εργατικών ατυχημάτων ή επαγγελματικής ασθενείας και τα επιδόματα θανάτου που αποκτώνται δυνάμει της νομοθεσίας ενός ή περισσοτέρων Κρατών μελών δεν δύνανται να υποστούν καμία μείωση, τροποποίηση, αναστολή, κατάργηση, κατάσχεση επειδή ο δικαιούχος κατοικεί στο έδαφος Κράτους μέλους άλλου από εκείνο, όπου ευρίσκεται ο φορέας οφειλέτης.

Το προηγούμενο εδάφιο έχει επίσης εφαρμογή επί παροχών εφ' άπαξ που χορηγούνται σε περίπτωση νέου γάμου του επιζώντος συζύγου, ο οποίος είχε δικαίωμα συντάξεως επιζώντος.

2. Αν η νομοθεσία ενός Κράτους μέλους εξαρτά την απόδοση εισφορών από τον όρο, ότι ο ενδιαφερόμενος έπαυσε να υπάγεται στην υποχρεωτική ασφάλιση, ο όρος αυτός δεν θεωρείται ότι εκπληρούται, επί όσον χρόνο ο ενδιαφερόμενος υπάγεται υπό την ιδιότητα του εργαζομένου, στην υποχρεωτική ασφάλιση δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους.

Άρθρο 11

Αναπροσαρμογή των παροχών

Οι κανόνες αναπροσαρμογής που προβλέπονται από τη νομοθεσία ενός Κράτους μέλους ισχύουν για παροχές που οφείλονται, αφού ληφθούν υπ' όψη οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού, δυνάμει της νομοθεσίας αυτής.

Άρθρο 12

Απαράδεκτο σωρεύσεως των παροχών

1.Ο παρών κανονισμός δεν δύναται να παρέχει ή να διατηρεί δικαίωμα λήψεως περισσοτέρων παροχών της ίδιας φύσεως που αφορούν την ίδια περίοδο υποχρεωτικής ασφαλίσεως. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει επί παροχών αναπηρίας, γήρατος, θανάτου (συντάξεις) ή επαγγελματικής ασθενείας που καταβάλλονται από τους φορείς δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41, του άρθρου 43 παράγραφοι 2 και 3, των άρθρων 46, 50 και 51 ή του άρθρου 60 παράγραφος 1 περίπτωση β).

2. Οι διατάξεις περί μειώσεως, αναστολής ή καταργήσεως, που προβλέπονται από τη νομοθεσία Κράτους μέλους σε περίπτωση σωρεύσεως μίας παροχής με άλλες παροχές κοινωνικής ασφαλίσεως ή με άλλα εισοδήματα, εφαρμόζονται εις βάρος του δικαιούχου, ακόμη και αν πρόκειται περί παροχών που εκτήθησαν δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους ή περί εισοδημάτων που εκτήθησαν στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους. Ο κανών αυτός δεν ισχύει, όταν ο δικαιούχος λαμβάνει παροχές της ίδιας φύσεως για αναπηρίας, γήρας, θάνατο (συντάξεις) ή επαγγελματική ασθένεια που καταβάλλονται από τους φορείς δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 46, 50, 51 ή του άρθρου 60 παράγραφος 1 περίπτωση β).

3. Οι διατάξεις περί μειώσεως, αναστολής ή καταργήσεως που προβλέπονται από τη νομοθεσία Κράτους μέλους σε περίπτωση, κατά την οποία ο δικαιούχος παροχών αναπηρίας ή προώρων παροχών γήρατος ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα, εφαρμόζονται σε βάρος του δικαιούχου αυτού, ακόμη και αν ασκεί την δραστηριότητά του στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους.

4. Η σύνταξη αναπηρίας, που οφείλεται δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας σε περίπτωση κατά την οποία ο ολλανδικός φορέας οφείλει, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 3 περίπτωση γ) ή το άρθρο 60 παράγραφος 2 περίπτωση β), να αναλαμβάνει μέρος του βάρους παροχής επαγγελματικής ασθενείας που έχει χορηγηθεί δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους, μειούται κατά το ποσό που οφείλεται στον φορέα του άλλου Κράτους μέλους που είναι επιφορτισμένος με την καταβολή της παροχής επαγγελματικής ασθενείας.

ΤΙΤΛΟΣ II ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΑΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ

Άρθρο 13

Γενικοί κανόνες

1. Ο εργαζόμενος, για τον οποίον ισχύει ο παρών κανονισμός υπόκειται στη νομοθεσία ενός μόνον Κράτους μέλους. Η νομοθεσία αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος τίτλου.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 14 μέχρι 17:

α) ο εργαζόμενος που απασχολείται στο έδαφος Κράτους μέλους υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους αυτού, ακόμη και αν κατοικεί στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, ή αν η επιχείρηση ή ο εργοδότης που τον απασχολεί έχει την έδρα της ή την κατοικία του στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους-

β) ο εργαζόμενος που απασχολείται σε πλοίο υπό σημαία ενός Κράτους μέλους υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους αυτού-

γ) οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι προς αυτούς εξομοιούμενοι υπόκεινται στη νομοθεσία του Κράτους μέλους, στο οποίο υπάγεται η υπηρεσία που τους απασχολεί-

δ) ο εργαζόμενος που καλείται να υπηρετήσει την στρατιωτική του θητεία ή καλείται εκ νέου για την εκτέλεση στρατιωτικής υπηρεσίας σ' ένα Κράτος μέλος διατηρεί την ιδιότητα του εργαζομένου και υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους αυτού- αν η υπαγωγή στη νομοθεσία αυτή εξαρτάται από την πραγματοποίηση ασφαλιστικών περιόδων προ της κατατάξεώς του ή μετά την απόλυσή του από το στρατό, οι περίοδοι ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν δυνάμει της νομοθεσίας κάθε άλλου Κράτους μέλους θεωρούνται, κατά το αναγκαίο μέτρο, ως περίοδοι ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό τη νομοθεσία του πρώτου Κράτους.

Άρθρου 14 Ειδικοί κανόνες

1. Ο κανών του άρθρου 13 παράγραφος 2 περίπτωση α) ισχύει με την επιφύλαξη των εξής εξαιρέσεων και ειδικών περιπτώσεων:

α) ι) ο εργαζόμενος που απασχολείται στο έδαφος ενός Κράτους μέλους σε επιχείρηση, στην οποία κανονικώς υπάγεται και η οποία τον αποσπά στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους προς εκτέλεση εργασίας για λογαριασμό της, εξακολουθεί να υπόκειται στην νομοθεσία του πρώτου Κράτους, υπό τον όρο ότι η προβλεπόμενη διάρκεια της εργασίας αυτής δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες και ότι δεν αποστέλλεται σε αντικατάσταση άλλου εργαζομένου, του οποίου έληξε η περίοδος αποσπάσεως-

ιι) αν η διάρκεια της προς εκτέλεση εργασίας παρατείνεται λόγω απροβλέπτων συνθηκών πέραν της διαρκείας που προεβλέφθη αρχικώς και υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, εξακολουθεί να ισχύει η νομοθεσία του πρώτου Κράτους μέχρι τέλους της εργασίας αυτής, υπό τον όρο ότι η αρμόδια αρχή του Κράτους, στο έδαφος του οποίου είναι αποσπασμένος ο εργαζόμενος ή ο οργανισμός που ορίζεται από την αρχή αυτή θα έχει παράσχει την συναίνεσή του- η συναίνεση αυτή πρέπει να ζητηθεί πριν λήξει η αρχική περίοδος των δώδεκα μηνών. Η συναίνεση αυτή πάντως δεν δύναται να δοθεί για περίοδο υπερβαίνουσα τους δώδεκα μήνες-

β) ο εργαζόμενος στις διεθνείς μεταφορές, ο οποίος απασχολείται ως μέλος του προσωπικού που ταξιδεύει δια ξηράς, διά θαλάσσης ή αέρος στο έδαφος δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών και ευρίσκεται στην υπηρεσία επιχειρήσεως που διενεργεί, για λογαριασμό δικό της ή τρίτων, σιδηροδρομικές, οδικές, αεροπορικές ή πλωτές μεταφορές επιβατών ή εμπορευμάτων, έχει δε την έδρα της στο έδαφος Κράτους μέλους, υπόκειται στην νομοθεσία του τελευταίου αυτού Κράτους.

Πάντως:

ι) ο εργαζόμενος ο οποίος απασχολείται σε υποκατάστημα ή μόνιμη αντιπροσωπεία, που διατηρεί η επιχείρηση αυτή στο έδαφος Κράτους μέλους, άλλου απ' εκείνο στο οποίο έχει την έδρα της, υπόκειται στην νομοθεσία του Κράτους μέλους, στο έδαφος του οποίου ευρίσκεται το υποκατάστημα αυτό ή η μόνιμη αντιπροσωπεία-

ιι) ο εργαζόμενος, ο οποίος απασχολείται κυρίως στο έδαφος του Κράτους μέλους όπου κατοικεί, υπόκειται στην νομοθεσία του Κράτους αυτού, ακόμη και αν η επιχείρηση, η οποία τον απασχολεί, δεν έχει ούτε έδρα, ούτε υποκατάστημα, ούτε μόνιμη αντιπροσωπεία στο έδαφος αυτό-

γ) ο εργαζόμενος, πλην του εργαζομένου στις διεθνείς μεταφορές, ο οποίος ασκεί κατά κανόνα την δραστηριότητά του στο έδαφος δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών, υπόκειται:

ι) στην νομοθεσία του Κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί, αν ασκεί μέρος της δραστηριότητός του στο έδαφος αυτό ή αν απασχολείται για λογαριασμό περισσοτέρων επιχειρήσεων ή περισσοτέρων εργοδοτών που έχουν την έδρα ή κατοικία τους στο έδαφος διαφόρων Κρατών μελών-

ιι) στην νομοθεσία του Κράτους μέλους, στο έδαφος του οποίου η επιχείρηση ή ο εργοδότης που τον απασχολεί έχει την έδρα ή κατοικία του, αν δεν κατοικεί στο έδαφος ενός από τα Κράτη, στα οποία ασκεί την δραστηριότητά του-

δ) ο εργαζόμενος που απασχολείται στο έδαφος Κράτους μέλους από επιχείρηση, η οποία έχει την έδρα της στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους και η οποία διασχίζεται από τα κοινά σύνορα των Κρατών αυτών, υπόκειται στην νομοθεσία του Κράτους μέλους, στο έδαφος του οποίου η επιχείρηση αυτή έχει την έδρα της-

2. Ο κανών του άρθρου 13 παράγραφος 2 περίπτωση β) ισχύει με την επιφύλαξη των εξής εξαιρέσεων και ειδικών περιπτώσεων:

α) ο εργαζόμενος που απασχολείται σε επιχείρηση, από την οποία κανονικά εξαρτάται, είτε στο έδαφος Κράτους μέλους είτε σε πλοίο υπό σημαία Κράτους μέλους, και η οποία τον αποσπά, προς εκτέλεση εργασίας για λογαρισμό της, σε πλοίο υπό σημαία άλλου Κράτους μέλους, εξακολουθεί να υπόκειται στην νομοθεσία του πρώτου Κράτους υπό τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο 1 περίπτωση α)-

β) ο εργαζόμενος ο οποίος, ενώ δεν απασχολείται συνήθως στην θάλασσα, απασχολείται στα χωρικά ύδατα ή σε λιμένα Κράτους μέλους σε πλοίο υπό σημαία άλλου Κράτους μέλους, χωρίς να ανήκει στο πλήρωμα του πλοίου αυτού, υπόκειται στην νομοθεσία του πρώτου Κράτους-

γ) ο εργαζόμενος που απασχολείται σε πλοίο υπό σημαία Κράτους μέλους και αμείβεται για την απασχόληση αυτή από επιχείρηση ή πρόσωπο που εδρεύει ή κατοικεί στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, υπόκειται στη νομοθεσία του τελευταίου αυτού Κράτους, αν κατοικεί στο έδαφός του- η επιχείρηση ή το πρόσωπο που καταβάλλει την αμοιβή θεωρείται ως ο εργοδότης για την εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής.

3. Οι διατάξεις της νομοθεσίας Κράτους μέλους που προβλέπουν ότι ο δικαιούχος συντάξεως που ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα δεν υπάγεται σε υποχρεωτική ασφάλιση λόγω της δραστηριότητος αυτής, ισχύουν επίσης για τον δικαιούχο συντάξεως η οποία εκτήθη δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους.

Άρθρο 15

Κανόνες που αφορούν την προαιρετική ασφάλιση ή την προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως.

1. Οι διατάξεις των άρθρων 13 και 14 δεν ισχύουν για την προαιρετική ασφάλιση ή την προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως.

2. Σε περίπτωση κατά την οποία η εφαρμογή των νομοθεσιών δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών συνεπάγεται την σώρευση υπαγωγής:

- σε σύστημα υποχρεωτικής ασφαλίσεως και σε ένα ή περισσότερα συστήματα προαιρετικής ασφαλίσεως ή προαιρετικής συνεχίσεως της ασφαλίσεως, ο ενδιαφερόμενος υπάγεται αποκλειστικά στο σύστημα υποχρεωτικής ασφαλίσεως-

- σε δύο ή περισσότερα συστήματα προαιρετικής ασφαλίσεως ή προαιρετικής συνεχίσεως της ασφαλίσεως, ο ενδιαφερόμενος δύναται να υπαχθεί μόνο στο σύστημα προαιρετικής ασφαλίσεως ή προαιρετικής συνεχίσεως της ασφαλίσεως, το οποίο επέλεξε.

3. Πάντως, ως προς την αναπηρία, το γήρας και τον θάνατο (συντάξεις) ο ενδιαφερόμενος δύναται να γίνει δεκτός στην προαιρετική ασφάλιση ή προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως Κράτους μέλους, ακόμη και αν υπόκειται υποχρεωτικώς στην νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, κατά το μέτρο που η σώρευση αυτή επιτρέπεται ρητά ή σιωπηρά στο πρώτο Κράτος μέλος. Ο ενδιαφερόμενος που επιθυμεί να υπαχθεί στην προαιρετική ασφάλιση ή προαιρετική συνέχιση ασφαλίσεως Κράτους μέλους, του οποίου η νομοθεσία προβλέπει εκτός της προαναφερθείσης ασφαλίσεως και συμπληρωματική προαιρετική ασφάλιση, δύναται να υπαχθεί μόνο στην τελευταία αυτή ασφάλιση.

Άρθρο 16

Ειδικοί κανόνες για το προσωπικό που υπηρετεί στις διπλωματικές αποστολές και τις προξενικές υπηρεσίες καθώς και για το επικουρικό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

1. Οι διατάξεις του άρθρου 13 παράγραφος 2 περίπτωση α) ισχύουν για τα μέλη του προσωπικού που υπηρετεί στις διπλωματικές αποστολές ή τις προξενικές υπηρεσίες και για τους ιδιωτικούς οικιακούς βοηθούς που ευρίσκονται στην υπηρεσία των υπαλλήλων των αποστολών ή υπηρεσιών αυτών.

2. Πάντως, οι εργαζόμενοι που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι οποίοι είναι υπήκοοι του Κράτους μέλους που διαπιστεύει ή αποστέλλει δύνανται να επιλέξουν την εφαρμογή της νομοθεσίας του Κράτους αυτού. Το δικαίωμα αυτό επιλογής δύναται να ασκείται εκ νέου στο τέλος κάθε ημερολογιακού έτους και δεν έχει αναδρομική ισχύ.

3. Τα μέλη του επικουρικού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δύνανται να επιλέξουν την υπαγωγή στην νομοθεσία του Κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου απασχολούνται ή του Κράτους μέλους στην νομοθεσία του οποίου υπήχθησαν τελευταία ή του Κράτους μέλους του οποίου είναι υπήκοοι, αν πρόκειται περί διατάξεων που δεν αφορούν τα οικογενειακά επιδόματα, η χορήγηση των οποίων ρυθμίζεται από τους όρους εργασίας που ισχύουν για τα μέλη του προσωπικού αυτού. Το δικαίωμα αυτό επιλογής, το οποίο δύναται να ασκηθεί μόνο μία φορά, αποκτά ενέργεια από την ημερομηνία αναλήψεως υπηρεσίας.

Άρθρο 17

Εξαιρέσεις των διατάξεων των άρθρων 13 μέχρι 16

Δύο ή περισσότερα Κράτη μέλη ή οι αρμόδιες αρχές των Κρατών αυτών δύνανται να θεσπίσουν με κοινή συμφωνία, προς το συμφέρον ορισμένων εργαζομένων ή ορισμένων κατηγοριών εργαζομένων, εξαιρέσεις από τις διατάξεις των άρθρων 13 μέχρι 16.

ΤΙΤΛΟΣ III ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΠΑΡΟΧΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ I ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΤΗΣ Τ μ ή μ α 1 Κοινές διατάξεις

Άρθρο 18

Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως

1. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση, την διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος παροχών από την συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, λαμβάνει υπ' όψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία παντός άλλου Κράτους μέλους, ως να επρόκειτο για περιόδους που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 ισχύουν και για τον εποχιακά εργαζόμενο ακόμη και αν πρόκειται για περιόδους προγενέστερες από την διακοπή ασφαλίσεως η οποία υπερέβη την διάρκεια που επιτρέπει η νομοθεσία του αρμοδίου Κράτους υπό τον όρο, πάντως, ότι ο ενδιαφερόμενος εργαζόμενος δεν θα έχει παύσει να είναι ασφαλισμένος επί χρονικό διάστημα ανώτερο των τεσσάρων μηνών.

Τ μ ή μ α 2 Εργαζόμενοι και μέλη της οικογενείας τους

Άρθρο 19

Κατοικία σε Κράτος μέλος άλλο από το αρμόδιο Κράτος μέλος - Γενικοί κανόνες

1. Ο εργαζόμενος που κατοικεί στο έδαφος Κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο Κράτος μέλος και καλύπτει τους όρους που απαιτούνται από την νομοθεσία του αρμοδίου Κράτους για να έχει δικαίωμα παροχών, αφού ληφθούν υπ' όψη, εφ' όσον συντρέχει περίπτωση οι διατάξεις του άρθρου 18, λαμβάνει στο Κράτος της κατοικίας του:

α) παροχές εις είδος που χορηγούνται για λογαριασμό του αρμοδίου φορέα από τον φορέα του τόπου κατοικίας, σύμφωνα με την νομοθεσία που ισχύει για τον φορέα αυτόν, σαν να ήταν ασφαλισμένος σε αυτόν-

β) παροχές εις χρήμα που καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζει αυτός. Πάντως, οι παροχές αυτές δύνανται κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του αρμοδίου φορέα και του φορέα του τόπου κατοικίας, να καταβάλλονται από τον τελευταίο, για λογαριασμό του πρώτου, σύμφωνα με την νομοθεσία του αρμοδίου Κράτους.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 περίπτωση α) ισχύουν κατ' αναλογία για τα μέλη της οικογενείας που κατοικούν στο έδαφος Κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο Κράτος μέλος εφ' όσον, σύμφωνα με την νομοθεσία του Κράτους στο έδαφος του οποίου κατοικούν, δεν δικαιούνται παροχών εις είδος.

Άρθρο 20

Μεθοριακοί εργαζόμενοι και μέλη της οικογενείας τους - Ειδικοί κανόνες

Ο μεθοριακός εργαζόμενος δύναται επίσης να λάβει τις παροχές στο έδαφος του αρμοδίου Κράτους. Οι παροχές αυτές καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα σύμφωνα με την νομοθεσία του Κράτους αυτού, σαν να κατοικούσε εκεί ο εργαζόμενος. Τα μέλη της οικογενείας του δύνανται να λάβουν παροχές εις είδος υπό τους ίδιους όρους- η χορήγηση πάντως των παροχών αυτών εξαρτάται, εκτός από περιπτώσεις επειγούσης ανάγκης από συμφωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων Κρατών ή μεταξύ των αρμοδίων αρχών των Κρατών αυτών ή, ελλείψει αυτής, από προηγούμενη έγκριση του αρμοδίου φορέα.

Άρθρο 21

Διαμονή ή μεταφορά κατοικίας στο αρμόδιο Κράτος

1. Ο εργαζόμενος και τα μέλη της οικογενείας του οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 19 που διαμένουν στο έδαφος του αρμοδίου Κράτους, δικαιούνται παροχών σύμφωνα με την νομοθεσία του Κράτους αυτού, σαν να κατοικούσαν εκεί, ακόμη και αν είχαν ήδη λάβει παροχές για την ίδια περίπτωση ασθενείας ή μητρότητος, πριν από την διαμονή τους. Πάντως, η διάταξη αυτή δεν ισχύει για μεθοριακούς εργαζομένους και τα μέλη της οικογενείας τους.

2. Ο εργαζόμενος και τα μέλη της οικογενείας του που αναφέρονται στο άρθρο 19 που μεταφέρουν την κατοικία τους στο έδαφος του αρμοδίου Κράτους δικαιούνται παροχών σύμφωνα με την νομοθεσία του Κράτους αυτού, ακόμη και αν είχαν ήδη λάβει παροχές για την ίδια περίπτωση ασθενείας ή μητρότητος, πριν από την μεταφορά της κατοικίας τους.

Άρθρο 22

Διαμονή εκτός του αρμοδίου Κράτους - Επιστροφή ή μεταφορά κατοικίας σε άλλο Κράτος μέλος κατά την διάρκεια ασθενείας ή μητρότητος - Ανάγκη μεταβάσεως σε άλλο Κράτος μέλος για υποβολή σε κατάλληλη θεραπεία

1. Ο εργαζόμενος, ο οποίος πληροί τις απαιτούμενες από την νομοθεσία του αρμοδίου Κράτους προϋποθέσεις για να έχει δικαίωμα παροχών, αφού ληφθούν υπ' όψη ενδεχομένως οι διατάξεις του άρθρου 18, και

α) του οποίου η κατάσταση απαιτεί άμεση χορήγηση παροχών κατά την διάρκεια διαμονής στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, ή

β) ο οποίος, αφού απέκτησε το δικαίωμα παροχών εις βάρος του αρμοδίου φορέα έλαβε την έγκριση του φορέα αυτού να επιστρέψει στο έδαφος του Κράτους μέλους στο οποίο κατοικεί ή να μεταφέρει την κατοικία του στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, ή

γ) ο οποίος έλαβε την έγκριση του αρμοδίου φορέα να μεταβεί στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, για να υποβληθεί στην κατάλληλη για την κατάστασή του θεραπεία, έχει δικαίωμα:

ι) παροχών εις είδος που χορηγούνται, για λογαριασμό του αρμοδίου φορέα από τον φορέα του τόπου διαμονής ή κατοικίας, σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον φορέα αυτόν, σαν να ήταν ασφαλισμένος σε αυτόν- η διάρκεια χορηγήσεως των παροχών αυτών διέπεται πάντως από την νομοθεσία του αρμοδίου Κράτους-

ιι) παροχών εις χρήμα που καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον φορέα αυτόν. Πάντως, οι παροχές αυτές δύνανται κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του αρμοδίου φορέα και του φορέα του τόπου διαμονής ή κατοικίας, να καταβάλλονται από τον τελευταίο αυτό φορέα, για λογαριασμό των πρώτου, σύμφωνα με την νομοθεσία του αρμοδίου Κράτους.

2. Η έγκριση που απαιτείται δυνάμει της παραγράφου 1 περίπτωση β) δύναται να μη δοθεί, μόνον αν διαπιστούται ότι η μετακίνηση του ενδιαφερομένου θα ηδύνατο να θέσει σε κίνδυνο την κατάσταση της υγείας του ή την εφαρμογή ιατρικής θεραπείας.

Η έγκριση που απαιτείται δυνάμει της παραγράφου 1 περίπτωση γ) δεν δύναται να μη δοθεί, όταν η σχετική θεραπεία δεν δύναται να παρασχεθεί στον ενδιαφερόμενο στο έδαφος του Κράτους όπου κατοικεί.

3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 εφαρμόζονται επί των μελών της οικογενείας του εργαζομένου, όσον αφορά τις παροχές εις είδος.

4. Το γεγονός ότι ο εργαζόμενος δικαιούται παροχών σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 δεν θίγει το δικαίωμα παροχών των μελών της οικογενείας του.

Άρθρο 23

Υπολογισμός των εις χρήμα παροχών

1. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των εις χρήμα παροχών βασίζεται επί μέσου μισθού, καθορίζει τον μέσο αυτόν μισθό αποκλειστικά βάσει των διαπιστωθέντων μισθών κατά την διάρκεια των περιόδων που συνεπληρώθησαν υπό την νομοθεσία αυτή.

2. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των εις χρήμα παροχών βασίζεται επί κατ' αποκοπήν μισθού, λαμβάνει υπ' όψη αποκλειστικά τον κατ' αποκοπήν ή, κατά περίπτωση, τον μέσο όρο των κατ' αποκοπήν μισθών που αντιστοιχούν στις περιόδους που συνεπληρώθησαν υπό την νομοθεσία αυτή.

3. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι το ποσό των εις χρήμα παροχών ποικίλλει ανάλογα με τον αριθμό των μελών της οικογενείας, λαμβάνει υπ' όψη και τα μέλη της οικογενείας του ενδιαφερομένου που κατοικούν στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, σαν να κατοικούσαν στο έδαφος του αρμοδίου Κράτους.

Άρθρο 24

Παροχές εις είδος εξαιρετικής σημασίας

1. Ο εργαζόμενος, για τον οποίο ο φορέας Κράτους μέλους έχει αναγνωρίσει, για τον ίδιο ή για μέλος της οικογενείας του, δικαίωμα για τεχνητά μέλη, μεγάλα βοηθητικά μηχανήματα ή άλλες παροχές εις είδος εξαιρετικής σημασίας, πριν να υπαχθεί στον φορέα άλλου Κράτους μέλους, λαμβάνει τις παροχές αυτές εις βάρος του πρώτου φορέα, ακόμη και αν, κατά τον χρόνο της χορηγήσεώς τους, ο εργαζόμενος αυτός υπάγεται ήδη στον δεύτερο φορέα.

2. Η Διοικητική Επιτροπή συντάσσει τον κατάλογο των παροχών, για τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1.

Τ μ ή μ α 3 Άνεργοι και μέλη της οικογενείας τους

Άρθρο 25

1. Ο ευρισκόμενος σε ανεργία εργαζόμενος, για τον οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 69 παράγραφος 1 και του άρθρου 71 παράγραφος 1 περίπτωση β) ιι) δεύτερη περίοδος, και ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από την νομοθεσία του αρμοδίου Κράτους, για να έχει δικαίωμα παροχών εις είδος και εις χρήμα, αφού ληφθούν υπ' όψη, εφ' όσον είναι αναγκαίο, οι διατάξεις του άρθρου 18, λαμβάνει κατά την διάρκεια που προβλέπεται στο άρθρο 69 παράγραφος 1 περίπτωση γ) τις εξής παροχές:

α) παροχές εις είδος που χορηγούνται, για λογαριασμό του αρμοδίου φορέα, από τον φορέα του Κράτους μέλους στο οποίο αναζητεί απασχόληση, σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον τελευταίο αυτόν φορέα, σαν να ήταν ασφαλισμένος σε αυτόν-

β) παροχές εις χρήμα που καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζεται απ' αυτόν. Κατόπιν συμφωνίας όμως μεταξύ του αρμοδίου φορέα και του φορέα του Κράτους μέλους, στο οποίο ο άνεργος αναζητεί απασχόληση, οι παροχές δύνανται να καταβάλλονται από τον φορέα αυτόν, για λογαριασμό του πρώτου, σύμφωνα με την νομοθεσία του αρμοδίου Κράτους. Οι παροχές ανεργίας που προβλέπονται από το άρθρο 69 παράγραφος 1 δεν χορηγούνται κατά την διάρκεια εισπράξεως παροχών εις χρήμα.

2. Ο ευρισκόμενος σε πλήρη ανεργία εργαζόμενος, για τον οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 71 παράγραφος 1 περίπτωση α) ιι) ή περίπτωση β) ιι) πρώτη φράση, λαμβάνει παροχές εις είδος και εις χρήμα σύμφωνα με την νομοθεσία του Κράτους μέλους, στο έδαφος του οποίου κατοικεί, σαν να υπαγόταν στην νομοθεσία αυτή κατά την διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς του, αφού ληφθούν υπ' όψη, εφ' όσον είναι αναγκαίο, οι διατάξεις του άρθρου 18- οι παροχές αυτές χορηγούνται εις βάρος του φορέα της χώρας κατοικίας.

3. Αν άνεργος πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από την νομοθεσία του Κράτους μέλους, το οποίο βαρύνουν οι παροχές ανεργίας, για την γένεση δικαιώματος παροχών εις είδος, αφού ληφθούν υπ' όψη - εφ' όσον είναι αναγκαίο - οι διατάξεις του άρθρου 18, τα μέλη της οικογενείας του δικαιούνται των παροχών αυτών, οποιοδήποτε και αν είναι το Κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου κατοικούν ή διαμένουν. Οι παροχές αυτές καταβάλλονται από τον φορέα του τόπου κατοικίας ή διαμονής σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζεται απ' αυτόν, για λογαριασμό του αρμοδίου φορέα του Κράτους μέλους, το οποίο βαρύνουν οι παροχές ανεργίας.

4. Με την επιφύλαξη νομοθετικών διατάξεων Κράτους μέλους που επιτρέπουν την χορήγηση παροχών ασθενείας για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, η διάρκεια που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δύναται, σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας, να παραταθεί από τον αρμόδιο φορέα μέχρι το ανώτατο όριο που προβλέπεται στην νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον φορέα αυτόν.

Τ μ ή μ α 4 Αιτούντες συντάξεις και μέλη της οικογενείας τους

Άρθρο 26

Δικαίωμα παροχών εις είδος σε περίπτωση παύσεως του δικαιώματος λήψεως παροχών από τον φορέα, ο οποίος ήταν αρμόδιος τελευταία.

1. Ο εργαζόμενος, τα μέλη της οικογενείας του ή οι επιζώντες του, οι οποίοι, κατά την διάρκεια της εξετάσεως μιας αιτήσεως για σύνταξη, παύουν να έχουν δικαίωμα παροχών εις είδος δυνάμει της νομοθεσίας του Κράτους μέλους που ήταν αρμόδιο τελευταία, λαμβάνουν παρά ταύτα τις παροχές αυτές υπό τους ακόλουθους όρους: οι παροχές εις είδος χορηγούνται κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας του Κράτους μέλους, στο έδαφος του οποίου ο ενδιαφερόμενος ή οι ενδιαφερόμενοι κατοικούν, εφ' όσον έχουν δικαίωμα δυνάμει της νομοθεσίας αυτής ή θα είχαν δικαίωμα δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους, αν κατοικούσαν στο έδαφος του Κράτους αυτού, αφού ληφθούν υπ' όψη - εφ' όσον είναι αναγκαίο - οι διατάξεις του άρθρου 18.

2. Ο αιτών σύνταξη ο οποίος δικαιούται παροχών εις είδος δυνάμει της νομοθεσίας Κράτους μέλους, η οποία υποχρεώνει τον ενδιαφερόμενο να καταβάλλει ο ίδιος τις εισφορές για ασφάλιση ασθενείας κατά την εξέταση της αιτήσεώς του για σύνταξη, παύει να έχει δικαίωμα παροχών εις είδος κατά την λήξη του δευτέρου μηνός, για τον οποίο δεν έχει εξοφλήσει τις οφειλόμενες εισφορές.

3. Οι εις είδος παροχές που χορηγούνται δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 1 βαρύνουν τον φορέα, ο οποίος κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 εισέπραξε τις εισφορές- σε περίπτωση που δεν πρέπει να καταβληθούν εισφορές σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2, ο αρμόδιος φορέας για την πραγματοποίηση των εις είδος παροχών, μετά την εκκαθάριση της συντάξεως κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 28, αποδίδει στον φορέα του τόπου κατοικίας το ποσό των παροχών που έχουν χορηγηθεί.

Τ μ ή μ α 5 Δικαιούχοι συντάξεων και μέλη της οικογενείας τους

Άρθρο 27

Συντάξεις που οφείλονται δυνάμει της νομοθεσίας περισσοτέρων Κρατών εφ' όσον υπάρχει δικαίωμα παροχών εις είδος στην χώρα κατοικίας

Ο δικαιούχος συντάξεων οφειλομένων κατά τη νομοθεσία δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών, ο οποίος δικαιούται παροχών εις είδος κατά τη νομοθεσία του Κράτους μέλους, στο έδαφος του οποίου κατοικεί - λαμβανομένων υπ' όψη, ενδεχομένως, των διατάξεων του άρθρου 18 και του παραρτήματος V - καθώς και τα μέλη της οικογενείας του, λαμβάνουν τις παροχές αυτές από τον φορέα του τόπου κατοικίας και εις βάρος αυτού, σαν να εδικαιούτο συντάξεως ο ενδιαφερόμενος αποκλειστικά δυνάμει της νομοθεσίας του τελευταίου αυτού Κράτους.

Άρθρο 28

Συντάξεις που οφείλονται δυνάμει της νομοθεσίας ενός ή περισσοτέρων Κρατών, εφ' όσον δεν υπάρχει δικαίωμα παροχών εις είδος στην χώρα κατοικίας

1. Ο δικαιούχος συντάξεως οφειλομένης κατά τη νομοθεσία ενός Κράτους μέλους ή συντάξεων οφειλομένων κατά τη νομοθεσία δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών, ο οποίος δεν δικαιούται παροχών εις είδος κατά τη νομοθεσία του Κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί, λαμβάνει παρά ταύτα τις παροχές αυτές, για τον ίδιο και για τα μέλη της οικογενείας του, κατά το μέτρο που - λαμβανομένων υπ' όψη κατά περίπτωση των διατάξεων του άρθρου 18 και του παραρτήματος V - θα εδικαιούτο των παροχών αυτών, κατά τη νομοθεσία του Κράτους μέλους ή τουλάχιστον ενός από τα Κράτη μέλη που είναι αρμόδια στο θέμα της συντάξεως, αν κατοικούσε στο έδαφος του εν λόγω Κράτους. Οι παροχές αυτές καταβάλλονται για λογαριασμό του αναφερομένου στην παράγραφο 2 φορέα από τον φορέα του τόπου κατοικίας, σαν να εδικαιούτο ο ενδιαφερόμενος δυνάμει της νομοθεσίας του Κράτους, στο έδαφος του οποίου κατοικεί, συντάξεως και παροχών εις είδος.

2. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ο φορέας που φέρει το βάρος των παροχών εις είδος, καθορίζεται βάσει των εξής κανόνων:

α) αν ο δικαιούχος συντάξεως δικαιούται των παροχών αυτών δυνάμει της νομοθεσίας ενός μόνον Κράτους μέλους, βαρύνεται ο αρμόδιος φορέας του Κράτους αυτού-

β) αν ο δικαιούχος συντάξεως δικαιούται των παροχών αυτών δυνάμει της νομοθεσίας δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών, βαρύνεται ο αρμόδιος φορέας του Κράτους μέλους, υπό τη νομοθεσία του οποίου ο δικαιούχος επραγματοποίησε τη μεγαλύτερη περίοδο ασφαλίσεως- αν η εφαρμογή του κανόνος αυτού έχει ως συνέπεια την επιβάρυνση περισσοτέρων φορέων με τις παροχές αυτές, τότε από τους φορείς αυτούς βαρύνεται εκείνος, στον οποίον ο δικαιούχος ήταν ασφαλισμένος τελευταία.

Άρθρο 29

Κατοικία των μελών της οικογενείας σε Κράτος άλλο από εκείνο, όπου κατοικεί ο δικαιούχος - Μεταφορά κατοικίας στο Κράτος όπου κατοικεί ο δικαιούχος

1. Τα μέλη της οικογενείας του δικαιούχου συντάξεως οφειλομένης κατά τη νομοθεσία ενός Κράτους μέλους ή συντάξεων οφειλομένων κατά τη νομοθεσία δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών, τα οποία κατοικούν στο έδαφος Κράτους μέλους άλλου, από εκείνο όπου κατοικεί ο δικαιούχος, δικαιούνται παροχών εις είδος, σαν να κατοικούσε ο δικαιούχος, στο έδαφος του ίδιου Κράτους με τα μέλη της οικογενείας του, εφ' όσον αυτός έχει δικαίωμα επί των παροχών αυτών κατά τη νομοθεσία ενός Κράτους μέλους. Οι παροχές αυτές καταβάλλονται από τον φορέα του τόπου κατοικίας των μελών της οικογενείας, κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας που εφαρμόζεται από τον φορέα αυτόν, εις βάρος του φορέα του τόπου κατοικίας του δικαιούχου.

2. Τα μέλη της οικογενείας που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα οποία μεταφέρουν την κατοικία τους στο έδαφος του Κράτους μέλους όπου κατοικεί ο δικαιούχος, λαμβάνουν παροχές εις είδος κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας του Κράτους αυτού, έστω και αν έχουν ήδη λάβει παροχές για την ίδια περίπτωση ασθενείας ή μητρότητος, πριν από την μεταφορά της κατοικίας τους.

Άρθρο 30

Παροχές εις είδος εξαιρετικής σημασίας

Οι διατάξεις του άρθρου 24 ισχύουν κατ' αναλογία για τους δικαιούχους συντάξεων.

Άρθρο 31

Διαμονή του δικαιούχου και/ή των μελών της οικογενείας του σε Κράτος άλλο από εκείνο της κατοικίας τους

Ο δικαιούχος συντάξεως οφειλομένης κατά τη νομοθεσία ενός Κράτους μέλους ή συντάξεων οφειλομένων κατά τη νομοθεσία δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών, ο οποίος δικαιούται παροχών εις είδος κατά τη νομοθεσία ενός από αυτά τα Κράτη μέλη, καθώς και τα μέλη της οικογενείας του, δικαιούνται των παροχών αυτών ακόμη και κατά την διάρκεια της διαμονής τους στο έδαφος Κράτους μέλους άλλου, από εκείνο όπου κατοικούν. Οι παροχές αυτές καταβάλλονται από τον φορέα του τόπου διαμονής, κατά την νομοθεσία που ισχύει γι' αυτόν, εις βάρος του φορέα του τόπου κατοικίας του δικαιούχου.

Άρθρο 32

Ειδικές διατάξεις περί αναλήψεως του βάρους παροχών που χορηγούνται σε παλαιούς μεθοριακούς εργαζομένους, στα μέλη της οικογενείας τους ή στους επιζώντας τους

Το βάρος παροχών εις είδος που κατεβλήθησαν στον δικαιούχο που αναφέρεται στο άρθρο 27, παλαιό μεθοριακό εργαζόμενο, ή στον επιζώντα μεθοριακού εργαζομένου, καθώς και στα μέλη της οικογενείας του, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 27 ή του άρθρου 31, κατανέμεται εξίσου μεταξύ του φορέα του τόπου κατοικίας του δικαιούχου και του φορέα στον οποίον ήταν ασφαλισμένος τελευταία, εφ' όσον ο δικαιούχος αυτός είχε την ιδιότητα του μεθοριακού εργαζομένου κατά τους τρείς μήνες, τους αμέσως προηγουμένους της ημερομηνίας ενάρξεως της συντάξεως ή της ημερομηνίας του θανάτου του.

Άρθρο 33

Εισφορές εις βάρος των δικαιούχων συντάξεων

Ο φορέας Κράτους μέλους που οφείλει την καταβολή συντάξεως, αν η ισχύουσα γι' αυτόν νομοθεσία προβλέπει κρατήσεις εισφορών εις βάρος του δικαιούχου συντάξεως για την κάλυψη των παροχών εις είδος, εξουσιοδοτείται να προβαίνει στις κρατήσεις αυτές, υπολογιζόμενες σύμφωνα με την εν λόγω νομοθεσία επί του ποσού της οφειλομένης παρ' αυτού συντάξεως, κατά το μέτρο που οι καταβαλλόμενες δυνάμει των άρθρων 27, 28, 29, 31 και 32 παροχές βαρύνουν φορέα του προαναφερθέντος Κράτους μέλους.

Άρθρο 34

Γενική διάταξη

Οι διατάξεις των άρθρων 27 μέχρι 33 δεν ισχύουν για τον δικαιούχο συντάξεως ή για τα μέλη της οικογενείας του που δικαιούνται παροχών εις είδος δυνάμει της νομοθεσίας ενός Κράτους μέλους εκ του λόγου ότι ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα. Στην περίπτωση αυτή και για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, ο ενδιαφερόμενος θεωρείται εργαζόμενος ή μέλος της οικογενείας εργαζομένου

Τ μ ή μ α 6 Διάφορες διατάξεις

Άρθρο 35

Ρύθμιση όταν υπάρχουν περισσότερα συστήματα στην χώρα κατοικίας ή διαμονής - Προϋπάρχουσα ασθένεια - Ανώτατη διάρκεια χορηγήσεως των παροχών

1. Όταν η νομοθεσία της χώρας κατοικίας ή διαμονής προβλέπει περισσότερα συστήματα ασφαλίσεως ασθενείας ή μητρότητος, οι διατάξεις που εφαρμόζονται, δυνάμει των άρθρων 19, 21 παράγραφοι 1, 22, 25, 26, 28 παράγραφοι 1, 29 παράγραφος 1 ή 31, είναι οι διατάξεις του συστήματος εκείνου στο οποίο υπάγονται οι χειρώνακτες εργαζόμενοι της βιομηχανίας χάλυβος. Αν όμως η νομοθεσία του προαναφερθέντος τόπου προβλέπει ειδικό σύστημα για τους εργαζομένους των ορυχείων και των παρεμφερών επιχειρήσεων, οι διατάξεις του συστήματος αυτού εφαρμόζονται στην κατηγορία αυτή των εργαζομένων και στα μέλη της οικογενείας τους, εφ' όσον ο φορέας του τόπου διαμονής ή κατοικίας προς τον οποίο απευθύνονται, είναι αρμόδιος για την εφαρμογή του συστήματος αυτού.

2. Αν η νομοθεσία Κράτους μέλους εξαρτά την χορήγηση παροχών από προϋποθέσεις σχετικές με την προέλευση της ασθενείας, οι προϋποθέσεις αυτές δεν ισχύουν για τους εργαζομένους και τα μέλη της οικογενείας τους που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, ανεξάρτητα από το Κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου κατοικούν.

3. Αν η νομοθεσία Κράτους μέλους ορίζει ανώτατη χρονική διάρκεια χορηγήσεως των παροχών, ο φορέας που εφαρμόζει τη νομοθεσία αυτή, δύναται να λάβει υπ' όψη ενδεχομένως την περίοδο, κατά την διάρκεια της οποίας οι παροχές έχουν ήδη καταβληθεί από τον φορέα άλλου Κράτους μέλους για την ίδια περίπτωση ασθενείας ή μητρότητος.

Τ μ ή μ α 7 Απόδοση μεταξύ φορέων

Άρθρο 36

1. Οι παροχές εις είδος που καταβάλλονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου από τον φορέα Κράτους μέλους για λογαριασμό του φορέα άλλου Κράτους μέλους, αποδίδονται πλήρως, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 32.

2. Οι αποδόσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζονται και πραγματοποιούνται κατά την διαδικασία που προβλέπεται στον κανονισμό εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 97, είτε βάσει δικαιολογητικών των πραγματικών δαπανών είτε κατ' αποκοπήν.

Στην τελευταία αυτή περίπτωση τα κατ' αποκοπήν ποσά πρέπει να εξασφαλίζουν απόδοση όσο το δυνατόν πλησιέστερη προς τις πραγματικές δαπάνες.

3. Δύο ή περισσότερα Κράτη μέλη ή οι αρμόδιες αρχές των Κρατών αυτών δύνανται να προβλέψουν άλλους τρόπους αποδόσεως ή να παραιτηθούν κάθε αποδόσεως μεταξύ των φορέων που υπάγονται στην αρμοδιότητά τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΑΝΑΠΗΡΙΑ Τ μ ή μ α 1 Εργαζόμενοι που έχουν υπαχθεί αποκλειστικά σε νομοθεσίες, κατά τις οποίες το ποσό των παροχών αναπηρίας είναι ανεξάρτητο της διαρκείας των περιόδων ασφαλίσεως

Άρθρο 37

Γενικές διατάξεις

1. Ο εργαζόμενος, ο οποίος διαδοχικά ή κατά περιόδους έχει υπαχθεί στις νομοθεσίες δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών και έχει πραγματοποιήσει περιόδους ασφαλίσεως αποκλειστικά υπό νομοθεσίες, κατά τις οποίες το ποσό των παροχών αναπηρίας είναι ανεξάρτητο της διαρκείας των περιόδων ασφαλίσεως, δικαιούται παροχών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39. Το άρθρο αυτό δεν αφορά συνταξιοδοτικές προσαυξήσεις ή συνταξιοδοτικά επιδόματα λόγω τέκνων που χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 8.

2. Το παράρτημα III αναφέρει, για κάθε ενδιαφερόμενο Κράτος μέλος, τις νομοθεσίες εν ισχύι του τύπου που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 38

Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως

1. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση, την διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος παροχών από την συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, λαμβάνει υπ' όψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, ως να επρόκειτο για περιόδους που επραγματοποιήθησαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον φορέα αυτόν.

2. Αν η νομοθεσία Κράτους μέλους εξαρτά την χορήγηση ορισμένων παροχών από τον όρο, ότι οι περίοδοι ασφαλίσεως έχουν πραγματοποιηθεί σε επάγγελμα, για το οποίο ισχύει ειδικό σύστημα ασφαλίσεως, ή ενδεχομένως σε καθορισμένη απασχόληση, οι περίοδοι που επραγματοποιήθησαν υπό τις νομοθεσίες άλλων Κρατών μελών, λαμβάνονται υπ' όψη για την χορήγηση των παροχών αυτών, μόνον αν έχουν πραγματοποιηθεί υπό αντίστοιχο σύστημα ασφαλίσεως ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, στο ίδιο επάγγελμα ή ενδεχομένως στην ίδια απασχόληση. Αν, αφού ληφθούν υπ' όψη αυτές οι περίοδοι, ο ενδιαφερόμενος πάλι δεν πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να λάβει τις παροχές, οι περίοδοι αυτές λαμβάνονται υπ' όψη για την χορήγηση παροχών του γενικού συστήματος ασφαλίσεως ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, του συστήματος που εφαρμόζεται κατά περίπτωση για τους εργάτες ή τους υπαλλήλους.

Άρθρο 39

Εκκαθάριση των παροχών

1. Ο φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εφηρμόζετο κατά την στιγμή επελεύσεως της ανικανότητος προς εργασία που είχε ως επακόλουθο την αναπηρία, καθορίζει, κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας αυτής, αν ο ενδιαφερόμενος πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται, για να έχει δικαίωμα παροχών, αφού ληφθούν υπ' όψη - εφ' όσον είναι αναγκαίο - οι διατάξεις του άρθρου 38.

2. Ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, λαμβάνει τις παροχές αποκλειστικά από τον εν λόγω φορέα σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός.

3. Ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος δεν πληροί τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, λαμβάνει τις παροχές, τις οποίες δικαιούται ακόμη δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους, αφού ληφθούν υπ' όψη - εφ' όσον είναι αναγκαίο - οι διατάξεις του άρθρου 38.

4. Αν η νομοθεσία που εφαρμόζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 ή της παραγράφου 3 προβλέπει ότι το ποσό των παροχών καθορίζεται, αφού ληφθεί υπ' όψη η ύπαρξη και άλλων μελών της οικογενείας εκτός των τέκνων, ο αρμόδιος φορέας λαμβάνει υπ' όψη και τα μέλη της οικογενείας του ενδιαφερομένου που κατοικούν στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, σαν να κατοικούσαν στο έδαφος του αρμοδίου Κράτους.

Τ μ ή μ α 2 Εργαζόμενοι που έχουν υπαχθεί είτε αποκλειστικά σε νομοθεσίες, κατά τις οποίες το ποσό της παροχής αναπηρίας εξαρτάται από την διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως, είτε σε νομοθεσίες του τύπου αυτού και του τύπου που αναφέρεται στο τμήμα 1

Άρθρο 40

Γενικές διατάξεις

1. Ο εργαζόμενος, ο οποίος διαδοχικά ή κατά περιόδους έχει υπαχθεί στις νομοθεσίες δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών, εκ των οποίων τουλάχιστον μία δεν είναι του τύπου που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 1, δικαιούται παροχών σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 3, οι οποίες εφαρμόζονται κατ' αναλογία, αφού ληφθούν υπ' όψη οι διατάξεις της παραγράφου 3.

2. Εν τούτοις, ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος προσβάλλεται από ανικανότητα εργασίας η οποία έχει ως επακόλουθο την αναπηρία, ενώ υπόκειται σε νομοθεσία που αναφέρεται στο παράρτημα III, λαμβάνει τις παροχές σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37 παράγραφος 1 υπό τους εξής δύο όρους:

- ότι πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από τη νομοθεσία αυτή ή από άλλη νομοθεσία του ίδιου τύπου, αφού ληφθούν υπ' όψη - εφ' όσον είναι αναγκαίο - οι διατάξεις του άρθρου 38, χωρίς όμως να χρειάζεται προσφυγή σε περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό νομοθεσίες που δεν αναφέρονται στο παράρτημα III και

- ότι δεν πληροί τις προϋποθέσεις, που απαιτούνται για την γένεση του δικαιώματος παροχών βάσει νομοθεσίας που δεν αναφέρεται στο παράρτημα III.

3. Η απόφαση που λαμβάνεται από τον φορέα Κράτους μέλους ως προς τον βαθμό αναπηρίας του αιτούντος, δεσμεύει τον φορέα οποιουδήποτε άλλου ενδιαφερομένου Κράτους μέλους, υπό τον όρο, ότι υπάρχει συμφωνία των όρων των σχετικών προς τον βαθμό αναπηρίας μεταξύ των νομοθεσιών των Κρατών αυτών και η συμφωνία αυτή έχει αναγνωρισθεί στο παράρτημα IV.

Τ μ ή μ α 3 Επιδείνωση αναπηρίας

Άρθρο 41

1. Σε περίπτωση επιδεινώσεως αναπηρίας, για την οποία ο εργαζόμενος λαμβάνει παροχές δυνάμει της νομοθεσίας ενός μόνον Κράτους μέλους, ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:

α) αν ο ενδιαφερόμενος, από τότε που λαμβάνει παροχές, δεν έχει υπαχθεί στη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, ο αρμόδιος φορέας του πρώτου Κράτους οφείλει να χορηγήσει τις παροχές, αφού λάβει υπ' όψη την επιδείνωση, σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζεται απ' αυτόν-

β) αν ο ενδιαφερόμενος, από τότε που λαμβάνει παροχές, έχει υπαχθεί στη νομοθεσία ενός ή περισσοτέρων άλλων Κρατών μελών, οι παροχές χορηγούνται προς αυτόν, αφού ληφθεί υπ' όψη η επιδείνωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37 παράγραφος 1 ή του άρθρου 40 παράγραφος 1 ή 2, ανάλογα με την περίπτωση-

γ) αν το συνολικό ποσό της ή των παροχών που οφείλονται σύμφωνα με τις διατάξεις της περιπτώσεως β) είναι κατώτερο του ποσού της παροχής, την οποία ελάμβανε ο ενδιαφερόμενος εις βάρος του προηγουμένου οφειλέτου φορέα, ο φορέας αυτός οφείλει να του καταβάλει συμπλήρωμα ίσο προς την διαφορά μεταξύ των ποσών αυτών-

δ) αν, στην περίπτωση που αναφέρεται στην περίπτωση β), ο αρμόδιος φορέας για την αρχική ανικανότητα είναι ολλανδικός και αν:

ι) η πάθηση που προεκάλεσε την επιδείνωση είναι ίδια με εκείνη, η οποία έγινε αιτία της χορηγήσεως των παροχών δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας,

ιι) η πάθηση αυτή είναι επαγγελματική ασθένεια υπό την έννοια της νομοθεσίας του Κράτους μέλους, στην οποία ο ενδιαφερόμενος υπαγόταν τελευταία και γεννά δικαίωμα πληρωμής του συμπληρώματος που προβλέπεται στο άρθρο 60 παράγραφος 1 περίπτωση β) και

ιιι) η νομοθεσία ή οι νομοθεσίες, οι οποίες ίσχυσαν για τον ενδιαφερόμενο, από τότε που λαμβάνει παροχές, είναι νομοθεσίες που προβλέπονται στο παράρτημα III,

ο ολλανδικός φορέας συνεχίζει να καταβάλλει την αρχική παροχή και μετά την επιδείνωση, και η παροχή που οφείλεται δυνάμει της νομοθεσίας του τελευταίου Κράτους μέλους, στην οποία υπήχθη ο ενδιαφερόμενος, μειούται κατά το ποσό της ολλανδικής παροχής-

ε) αν, στην περίπτωση που αναφέρεται στην περίπτωση β), ο ενδιαφερόμενος δεν έχει δικαίωμα παροχών εις βάρος φορέα άλλου Κράτους μέλους, ο αρμόδιος φορέας του πρώτου Κράτους οφείλει να χορηγήσει τις παροχές σύμφωνα με την νομοθεσία του Κράτους αυτού, αφού λάβει υπ' όψη την επιδείνωση και ενδεχομένως τις διατάξεις του άρθρου 38.

2. Σε περίπτωση επιδεινώσεως αναπηρίας, για την οποία ο εργαζόμενος λαμβάνει παροχές δυνάμει της νομοθεσίας δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών, οι παροχές χορηγούνται προς αυτόν, αφού ληφθεί υπ' όψη η επιδείνωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 40 παράγραφος 1.

Τ μ ή μ α 4 Επανάληψη της καταβολής των παροχών μετά από αναστολή ή κατάργηση - Μετατροπή των παροχών αναπηρίας σε παροχές γήρατος

Άρθρο 42

Προσδιορισμός του οφειλέτου φορέα σε περίπτωση επαναλήψεως της καταβολής των παροχών αναπηρίας

1. Αν μετά την αναστολή των παροχών πρέπει να επαναληφθεί η καταβολή τους, αυτή εξασφαλίζεται από τον φορέα ή τους φορείς, οι οποίοι ήταν οφειλέτες των παροχών κατά την στιγμή της αναστολής τους, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 43.

2. Αν μετά την κατάργηση των παροχών η κατάσταση του ενδιαφερομένου δικαιολογεί την χορήγηση νέων παροχών, αυτές χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37 παράγραφος 1 ή του άρθρου 40 παράγραφοι 1 ή 2, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 43

Μετατροπή των παροχών αναπηρίας σε παροχές γήρατος

1. Οι παροχές αναπηρίας μετατρέπονται ενδεχομένως σε παροχές γήρατος κατά τους όρους που προβλέπονται στη νομοθεσία ή στις νομοθεσίες, δυνάμει των οποίων εχορηγήθησαν και σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 3.

2. Κάθε φορέας Κράτους μέλους που οφείλει παροχές αναπηρίας, συνεχίζει να καταβάλλει στον δικαιούχο παροχών αναπηρίας, ο οποίος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 49, δύναται να αξιώσει παροχές γήρατος δυνάμει της νομοθεσίας άλλων Κρατών μελών, τις παροχές αναπηρίας που δικαιούται κατά την νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός μέχρι την στιγμή, κατά την οποία οι διατάξεις της παραγράφου 1 δύνανται να εφαρμοσθούν για τον φορέα αυτόν.

3. Πάντως, αν στην περίπτωση που προβλέπεται στην παράγραφο 2, οι παροχές αναπηρίας εχορηγήθησαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39, ο φορέας που παραμένει οφειλέτης των παροχών αυτών δύναται να εφαρμόσει τις διατάξεις του άρθρου 49 παράγραφος 1 περίπτωση α), σαν να πληρούσε ο δικαιούχος των παροχών αυτών τους όρους που απαιτούνται από τη νομοθεσία του ενδιαφερομένου Κράτους μέλους για να έχει δικαίωμα παροχών γήρατος, αντικαθιστώντας το θεωρητικό ποσό που προβλέπεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 περίπτωση α) από το ποσό των παροχών αναπηρίας που οφείλεται από τον φορέα αυτόν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΓΗΡΑΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ (ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ)

Άρθρο 44

Γενικές διατάξεις περί της εκκαθαρίσεως των παροχών, όταν ο εργαζόμενος έχει υπαχθεί στη νομοθεσία δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών

1. Τα δικαιώματα παροχών εργαζομένου, ο οποίος έχει υπαχθεί στη νομοθεσία δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών, ή των επιζώντων αυτού καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 49, όταν ο εργαζόμενος υποβάλει αίτηση εκκαθαρίσεως παροχών, λαμβάνονται υπ' όψη για την διαδικασία εκκαθαρίσεως των παροχών αυτών όλες οι νομοθεσίες που ίσχυσαν για τον εν λόγω εργαζόμενο.

Γίνεται εξαίρεση από τον παρόντα κανόνα, αν ο ενδιαφερόμενος ζητήσει ρητά την αναβολή της εκκαθαρίσεως των παροχών γήρατος, τις οποίες θα εδικαιούτο δυνάμει της νομοθεσίας ενός ή περισσοτέρων Κρατών μελών και υπό τον όρο, ότι οι περίοδοι οι πραγματοποιούμενες υπό τη νομοθεσία ή τις νομοθεσίες αυτές δεν θα ληφθούν υπ' όψη για την γένεση του δικαιώματος παροχών σε άλλο Κράτος μέλος.

3. Το παρόν κεφάλαιο δεν αφορά τις συνταξιοδοτικές προσαυξήσεις ή τα συνταξιοδοτικά επιδόματα λόγω τέκνων, ούτε τις συντάξεις ορφανών που χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 8.

Άρθρο 45

Λήψη υπ' όψη των περιόδων ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό τις νομοθεσίες, στις οποίες έχει υπαχθεί ο εργαζόμενος για την απόκτηση, την διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος παροχών

1. Ο φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση, την διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος παροχών από την συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, λαμβάνει υπ' όψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, ως να επρόκειτο για περιόδους που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία που εφαρμόζεται για τον φορέα αυτόν.

2. Αν η νομοθεσία Κράτους μέλους εξαρτά την χορήγηση ορισμένων παροχών από τον όρο, ότι οι περίοδοι ασφαλίσεως έχουν πραγματοποιηθεί σε επάγγελμα υπαγόμενο σε ειδικό σύστημα ασφαλίσεως ή, ενδεχομένως, σε καθορισμένη απασχόληση, οι περίοδοι που επραγματοποιήθησαν υπό τις νομοθεσίες άλλων Κρατών μελών λαμβάνονται υπ' όψη για την χορήγηση των παροχών αυτών, μόνον αν έχουν πραγματοποιηθεί υπό αντίστοιχο σύστημα ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, στο ίδιο επάγγελμα ή ενδεχομένως στην ίδια απασχόληση. Αν, αφού ληφθούν υπ' όψη οι περίοδοι ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν κατ' αυτόν τον τρόπο, ο ενδιαφερόμενος πάλι δεν πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις, για να λάβει τις παροχές αυτές, οι περίοδοι αυτές λαμβάνονται υπ' όψη για την χορήγηση των παροχών, του γενικού συστήματος ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, του συστήματος που εφαρμόζεται ανάλογα με την περίπτωση, για τους εργάτες ή τους υπαλλήλους.

3. Αν η νομοθεσία Κράτους μέλους, η οποία εξαρτά την χορήγηση παροχών από τον όρο ότι ο εργαζόμενος υπάγεται στη νομοθεσία αυτή κατά την στιγμή επελεύσεως του κινδύνου, δεν απαιτεί καμμία διάρκεια ασφαλίσεως ούτε για την απόκτηση του δικαιώματος ούτε για τον υπολογισμό των παροχών, κάθε εργαζόμενος, ο οποίος έπαυσε να υπάγεται στη νομοθεσία αυτή, θεωρείται,για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, ότι υπάγεται ακόμη σε αυτήν, την στιγμή της επελεύσεως του κινδύνου, αν υπάγεται στη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους την στιγμή αυτήν ή, ελλείψει τέτοιας περιπτώσεως, αν δύναται να διεκδικήσει παροχές δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους. Ο τελευταίος αυτός όρος θεωρείται ότι πληρούται στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 1.

Άρθρο 46

Εκκαθάριση παροχών

1. Ο αρμόδιος φορέας καθενός από τα Κράτη μέλη, στη νομοθεσία των οποίων έχει υπαχθεί ο εργαζόμενος και της οποίας πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την γένεση του δικαιώματος παροχών, χωρίς να χρειάζεται να εφαρμοσθούν οι διατάξεις του άρθρου 45, προσδιορίζει, κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας που εφαρμόζεται απ' αυτόν, το ποσό της παροχής που αντιστοιχεί στην συνολική διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως που πρέπει να ληφθούν υπ' όψη δυνάμει της νομοθεσίας αυτής.

Ο φορέας αυτός προβαίνει επίσης στον υπολογισμό του ποσού της παροχής που θα εχορηγείτο κατ' εφαρμογή των κανόνων της παραγράφου 2 περιπτώσεις α) και β). Μόνο το μεγαλύτερο από τα δύο αυτά ποσά λαμβάνεται υπ' όψη.

2. Ο αρμόδιος φορέας καθενός από τα Κράτη μέλη, στη νομοθεσία των οποίων έχει υπαχθεί ο εργαζόμενος, εφαρμόζει τους ακόλουθους κανόνες, εφ' όσον οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για την γένεση του δικαιώματος παροχών δεν πληρούνται, παρά μόνον αν ληφθούν υπ' όψη οι διατάξεις του άρθρου 45:

α) ο φορέας υπολογίζει το θεωρητικό ποσό της παροχής, την οποία θα ηδύνατο να διεκδικήσει ο ενδιαφερόμενος, αν όλες οι περίοδοι ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό τις νομοθεσίες των Κρατών μελών στις οποίες είχε υπαχθεί, είχαν πραγματοποιηθεί στο εν λόγω Κράτος και υπό την νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον φορέα αυτόν κατά την ημερομηνία εκκαθαρίσεως της παροχής.

Αν, κατά τη νομοθεσία αυτήν, το ποσό της παροχής είναι ανεξάρτητο της διάρκειας των περιόδων ασφαλίσεως, το ποσό αυτό λαμβάνεται ως το θεωρητικό ποσό που αναφέρεται στην παρούσα περίπτωση-

β) ο φορέας προσδιορίζει κατόπιν το πραγματικό ποσό της παροχής βάσει του θεωρητικού ποσού που αναφέρεται στην προηγούμενη περίπτωση, κατ' αναλογία προς την διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν προ της επελεύσεως του κινδύνου υπό την νομοθεσία που εφαρμόζει, εν σχέσει προς την συνολική διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν προ της επελεύσεως του κινδύνου υπό τις νομοθεσίες όλων των σχετικών Κρατών μελών-

γ) αν η συνολική διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν προς της επελεύσεως του κινδύνου υπό τις νομοθεσίες όλων των εν λόγω Κρατών μελών, είναι μεγαλύτερη από την μεγίστη διάρκεια που απαιτεί η νομοθεσία ενός από αυτά τα Κράτη για την λήψη πλήρους παροχής, ο αρμόδιος φορέας του Κράτους αυτού λαμβάνει υπ' όψη την μεγίστη αυτή διάρκεια αντί της συνολικής διαρκείας των εν λόγω περιόδων, για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσης παραγράφου- η μέθοδος αυτή υπολογισμού δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή εις βάρος του εν λόγω φορέα παροχής ποσού ανώτερου από εκείνο της πλήρους παροχής που προβλέπεται από την υπ' αυτού εφαρμοζόμενη νομοθεσία-

δ) για την εφαρμογή των κανόνων υπολογισμού που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, ο τρόπος που λαμβάνονται υπ' όψη οι περίοδοι που συμπίπτουν καθορίζεται στον κανονισμό εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 97.

3. Ο ενδιαφερόμενος δικαιούται το συνολικό ποσό των παροχών που υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2, με ανώτατο όριο το μεγαλύτερο από τα θεωρητικά ποσά παροχών που υπολογίζονται κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 περίπτωση α).

Εφ' όσον το ποσό που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο υπερβαίνει το όριο, κάθε φορέας ο οποίος εφαρμόζει την παράγραφο 1 προσαρμόζει την παροχή του στο ποσό που αντιστοιχεί στη σχέση μεταξύ του ποσού της εν λόγω παροχής και του συνολικού ποσού των παροχών που προσδιορίζονται κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1.

4. Όταν, προκειμένου περί συντάξεων αναπηρίας, γήρατος ή επιζώντων, το συνολικό ποσό των παροχών που οφείλονται από δύο ή περισσότερα Κράτη μέλη, βάσει πολυμερούς συμβάσεως κοινωνικής ασφαλίσεως που αναφέρεται στο άρθρο 6 περίπτωση β), είναι κατώτερο από το συνολικό ποσό που θα όφειλαν τα Κράτη μέλη αυτά κατ' εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1 μέχρι 3, ισχύουν για τον δικαιούχο οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου.

Άρθρο 47

Συμπληρωματικές διατάξεις για τον υπολογισμό των παροχών

1. Για τον υπολογισμό του θεωρητικού ποσού που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 περίπτωση α) ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες:

α) ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται επί μέσου μισθού, μέσης εισφοράς, μέσης προσαυξήσεως ή επί της σχέσεως η οποία υπήρχε, κατά τις περιόδους ασφαλίσεως, μεταξύ του μικτού μισθού του ενδιαφερομένου και του μέσου όρου των μικτών μισθών όλων των ασφαλισμένων, εξαιρέσει των μαθητευομένων, προσδιορίζει τα μέσα ή αναλογικά αυτά ποσά αποκλειστικά βάσει των ασφαλιστικών περιόδων που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία του Κράτους αυτού, ή του μικτού μισθού που εισέπραξε ο ενδιαφερόμενος κατά την διάρκεια μόνον των περιόδων αυτών-

β) ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται επί του ποσού των μισθών, των εισφορών ή των προσαυξήσεων, προσδιορίζει τους μισθούς, τις εισφορές ή τις προσαυξήσεις που πρέπει να ληφθούν υπ' όψη σχετικά με τις περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό τις νομοθεσίες άλλων Κρατών μελών βάσει του μέσου όρου των μισθών, των εισφορών ή των προσαυξήσεων, ο οποίος διαπιστούται για τις περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός-

γ) ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται σε κατ' αποκοπήν μισθό ή σε κατ' αποκοπήν ποσό, θεωρεί ότι ο μισθός ή το ποσό που πρέπει να ληφθεί υπ' όψη σχετικά με τις περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό τις νομοθεσίες άλλων Κρατών μελών είναι ίσος με τον κατ' αποκοπήν μισθό ή το κατ' αποκοπήν ποσό ή, ανάλογα με την περίπτωση, με τον μέσο όρο των κατ' αποκοπήν μισθών ή ποσών που αντιστοιχούν στις περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός-

δ) ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται, για ορισμένες περιόδους στο ποσό των μισθών και για άλλες περιόδους σε κατ' αποκοπήν μισθό ή σε κατ' αποκοπήν ποσό, λαμβάνει υπ' όψη, σχετικά με τις περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό τις νομοθεσίες άλλων Κρατών μελών, τους μισθούς ή τα ποσά που προσδιορίσθησαν σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων β) ή γ), ή τον μέσο όρο αυτών των μισθών ή ποσών ανάλογα με την περίπτωση- αν, για όλες τις περιόδους που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός, ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται σε κατ' αποκοπήν μισθό ή ποσό, ο φορέας θεωρεί ότι ο μισθός που πρέπει να ληφθεί υπ' όψη, σχετικά με τις περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό τις νομοθεσίες άλλων Κρατών μελών, είναι ίσος με τον πλασματικό μισθό που αντιστοιχεί σ' αυτόν τον κατ' αποκοπήν μισθό ή στο κατ' αποκοπήν ποσό.

2. Οι κανόνες της νομοθεσίας Κράτους μέλους περί της επανεκτιμήσεως των στοιχείων που ελήφθησαν υπ' όψη για τον υπολογισμό των παροχών ισχύουν, εφ' όσον είναι ανάγκη, για τα στοιχεία που ελήφθησαν υπ' όψη υπό τον αρμόδιο φορέα του Κράτους αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, σχετικά με τις περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό τις νομοθεσίες άλλων Κρατών μελών.

3. Αν δυνάμει της νομοθεσίας Κράτους μέλους το ποσό των παροχών καθορίζεται, αφού ληφθεί υπ' όψη η ύπαρξη και άλλων μελών της οικογενείας εκτός των τέκνων, ο αρμόδιος φορέας του Κράτους αυτού λαμβάνει υπ' όψη και τα μέλη της οικογενείας του ενδιαφερομένου που κατοικούν στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, σαν να κατοικούσαν στο έδαφος του αρμοδίου Κράτους.

Άρθρο 48

Περίοδοι ασφαλίσεως κατώτερες του έτους

1. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 46 παράγραφος 2, αν η συνολική διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία Κράτους μέλους δεν φθάνει το έτος και αν, αφού ληφθούν υπ' όψη μόνον οι περίοδοι αυτές, δεν αποκτάται δικαίωμα παροχών δυνάμει των διατάξεων της νομοθεσίας αυτής, ο φορέας του Κράτους αυτού δεν υποχρεούται να χορηγήσει παροχές σχετικά με τις εν λόγω περιόδους.

2. Ο αρμόδιος φορέας καθενός από τα άλλα ενδιαφερόμενα Κράτη μέλη λαμβάνει υπ' όψη τις περιόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 παράγραφος 2, με εξαίρεση των διατάξεων της περιπτώσεως β).

3. Στην περίπτωση που η εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 θα είχε ως αποτέλεσμα να απαλλαγούν από τις υποχρεώσεις τους όλοι οι φορείς των ενδιαφερομένων Κρατών, οι παροχές χορηγούνται αποκλειστικά κατά την νομοθεσία του τελευταίου από τα Κράτη αυτά, οι προϋποθέσεις της οποίας συμβαίνει να πληρούνται, σαν να είχαν συμπληρωθεί όλες οι περίοδοι ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν και ελήφθησαν υπ' όψη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 45 παράγραφοι 1 και 2, υπό την νομοθεσία του Κράτους αυτού.

Άρθρο 49

Υπολογισμός των παροχών όταν ο ενδιαφερόμενος δεν συγκεντρώνει ταυτόχρονα τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από όλες τις νομοθεσίες, υπό τις οποίες επραγματοποιήθησαν περίοδοι ασφαλίσεως

1. Αν ο ενδιαφερόμενος δεν συγκεντρώνει σε δεδομένη στιγμή τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την πληρωμή των παροχών από όλες τις νομοθεσίες των Κρατών μελών, στις οποίες είχε υπαχθεί, αφού ληφθούν υπ' όψη - εφ' όσον είναι αναγκαίο - οι διατάξεις του άρθρου 45, αλλά πληροί μόνον τις προϋποθέσεις μιας ή περισσοτέρων από αυτές, έχουν εφαρμογή οι ακόλουθες διατάξεις:

α) καθένας από τους αρμόδιους φορείς, κατά την νομοθεσία του οποίου πληρούνται οι προϋποθέσεις, υπολογίζει το ποσό της οφειλομένης παροχής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46-

β) ωστόσο:

ι) αν ο ενδιαφερόμενος πληροί τις προϋποθέσεις δύο τουλάχιστον νομοθεσιών, χωρίς να παρίσταται ανάγκη προσφυγής σε περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό νομοθεσίες, οι προϋποθέσεις των οποίων δεν πληρούνται, οι περίοδοι αυτές δεν λαμβάνονται υπ' όψη για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 παράγραφος 2-

ιι) αν ο ενδιαφερόμενος πληροί τις προϋποθέσεις μιας μόνης νομοθεσίας, χωρίς να παρίσταται ανάγκη προσφυγής σε περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό νομοθεσίες, οι προϋποθέσεις των οποίων δεν πληρούνται, το ποσό της οφειλομένης παροχής υπολογίζεται μόνο σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας της οποίας πληρούνται οι προϋποθέσεις και αφού ληφθούν υπ' όψη μόνον οι περίοδοι που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία αυτήν.

2. Η παροχή ή οι παροχές που έχουν χορηγηθεί, στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, βάσει μιας ή περισσοτέρων από τις ενδιαφερόμενες νομοθεσίες, υπόκεινται αυτεπαγγέλτως σε νέο υπολογισμό σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46, αφ' ης στιγμής πληρωθούν οι προϋποθέσεις που απαιτούνται από μία ή περισσότερες από τις υπόλοιπες νομοθεσίες, στις οποίες είχε υπαχθεί ο ενδιαφερόμενος, αφού ληφθούν υπ' όψη ενδεχομένως οι διατάξεις του άρθρου 45.

3. Νέος υπολογισμός πραγματοποιείται αυτεπαγγέλτως σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 40 παράγραφος 2, όταν οι προϋποθέσεις που απαιτούνται από μία ή περισσότερες ενδιαφερόμενες νομοθεσίες παύουν να πληρούνται.

Άρθρο 50

Χορήγηση συμπληρώματος όταν το ποσό των παροχών που οφείλονται κατά τις νομοθεσίες των διαφόρων Κρατών μελών δεν φθάνει το κατώτατο όριο που προβλέπει η νομοθεσία του Κράτους στο έδαφος του οποίου κατοικεί ο δικαιούχος

Ο δικαιούχος παροχών, επί του οποίου εφαρμόζεται το παρόν κεφάλαιο, δεν δύναται, να εισπράξει στο Κράτος στο οποίο κατοικεί και κατά την νομοθεσία του οποίου του οφείλεται παροχή, ποσό παροχών μικρότερο από την ελάχιστη παροχή που ορίζεται από την εν λόγω νομοθεσία για περίοδο ασφαλίσεως ίση με το σύνολο των περιόδων που ελήφθησαν υπ' όψη για την εκκαθάριση σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγουμένων άρθρων. Ο αρμόδιος φορέας του Κράτους αυτού του καταβάλλει, ενδεχομένως, καθ' όλη την διάρκεια κατοικίας στο έδαφος του Κράτους αυτού, συμπλήρωμα ίσο με την διαφορά μεταξύ του ποσού των παροχών που οφείλονται δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου και του ποσού της ελαχίστης παροχής.

Άρθρο 51

Επανεκτίμηση και νέος υπολογισμός των παροχών

1. Αν, λόγω της αυξήσεως του κόστους ζωής, της διακυμάνσεως του ύψους των μισθών ή άλλων λόγων προσαρμογής, τροποποιηθούν οι παροχές των ενδιαφερομένων Κρατών κατά ένα καθορισμένο ποσοστό ή ποσό, το ποσοστό ή ποσό αυτό πρέπει να εφαρμοσθεί απ' ευθείας στις παροχές που καθορίσθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46, χωρίς να χρειάζεται νέος υπολογισμός κατά τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

2. Αντιθέτως, σε περίπτωση τροποποιήσεως του τρόπου καθορισμού ή των κανόνων υπολογισμού των παροχών, πραγματοποιείται νέος υπολογισμός σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ Τ μ ή μ α 1 Δικαίωμα παροχών

Άρθρο 52

Κατοικία σε Κράτος μέλος άλλο από το αρμόδιο Κράτος μέλος - Γενικοί κανόνες

Ο εργαζόμενος που κατοικεί στο έδαφος Κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο Κράτος και ο οποίος γίνεται θύμα εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθενείας, λαμβάνει στο Κράτος της κατοικίας του:

α) παροχές εις είδος που χορηγούνται, για λογαριασμό του αρμοδίου φορέα, από τον φορέα του τόπου κατοικίας σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον φορέα αυτόν, σαν να ήταν ασφαλισμένος σε αυτόν-

β) παροχές εις χρήμα που καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζεται απ' αυτόν. Με συμφωνία μεταξύ του αρμοδίου φορέα και του φορέα του τόπου κατοικίας οι παροχές αυτές δύνανται να καταβάλλονται από τον τελευταίο αυτόν φορέα, για λογαριασμό του πρώτου, κατά την νομοθεσία του αρμοδίου Κράτους.

Άρθρο 53

Μεθοριακοί εργαζόμενοι - Ειδικός κανών

Ο μεθοριακός εργαζόμενος δύναται επίσης να λαμβάνει τις παροχές στο έδαφος του αρμοδίου Κράτους. Οι παροχές αυτές καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα σύμφωνα με την νομοθεσία του Κράτους αυτού, σαν να κατοικούσε εκεί ο εργαζόμενος.

Άρθρο 54

Διαμονή ή μεταφορά κατοικίας στο αρμόδιο Κράτος

1. Ο εργαζόμενος που αναφέρεται στο άρθρο 52, ο οποίος διαμένει στο έδαφος του αρμοδίου Κράτους, λαμβάνει παροχές σύμφωνα με την νομοθεσία του Κράτους αυτού, ακόμη και αν έχει ήδη λάβει παροχές προ της διαμονής του. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει πάντως για τον μεθοριακό εργαζόμενο.

2. Ο εργαζόμενος που αναφέρεται στο άρθρο 52, ο οποίος μεταφέρει την κατοικία του στο έδαφος του αρμοδίου Κράτους, λαμβάνει παροχές σύμφωνα με την νομοθεσία του Κράτους αυτού, ακόμη και αν έχει ήδη λάβει παροχές προ της μεταφοράς της κατοικίας του.

Άρθρο 55

Διαμονή εκτός του αρμοδίου Κράτους - Επιστροφή ή μεταφορά κατοικίας σε άλλο Κράτος μέλος μετά την επέλευση του ατυχήματος ή της επαγγελματικής ασθενείας - Ανάγκη μεταβάσεως σε άλλο Κράτος μέλος για την υποβολή σε κατάλληλη θεραπεία

1. Ο εργαζόμενος θύμα εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθενείας:

α) ο οποίος διαμένει στο έδαφος Κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο Κράτος, ή

β) ο οποίος, αφού απέκτησε το δικαίωμα παροχών εις βάρος του αρμοδίου φορέα, έλαβε την έγκριση από τον φορέα αυτόν να επιστρέψει στο έδαφος του Κράτους μέλους όπου κατοικεί ή να μεταφέρει την κατοικία του στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, ή

γ) ο οποίος έλαβε την έγκριση από τον αρμόδιο φορέα να μεταβεί στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, για να υποβληθεί στην κατάλληλη για την κατάστασή του θεραπεία,

έχει δικαίωμα:

ι) παροχών εις είδος που χορηγούνται, για λογαριασμό του αρμοδίου φορέα, από τον φορέα του τόπου διαμονής ή κατοικίας σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον φορέα αυτόν, σαν να ήταν ασφαλισμένος σε αυτόν- η διάρκεια χορηγήσεως των παροχών διέπεται πάντως από τη νομοθεσία του αρμοδίου Κράτους-

ιι) παροχών εις χρήμα που καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα κατά την νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον φορέα αυτόν. Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του αρμοδίου φορέα και του φορέα του τόπου κατοικίας ή διαμονής, οι παροχές αυτές δύνανται να καταβάλλονται από τον τελευταίο αυτόν φορέα, για λογαριασμό του πρώτου, κατά την νομοθεσία του αρμοδίου Κράτους.

2. Η έγκριση που απαιτεί η παράγραφος 1 περίπτωση β), είναι δυνατόν να μην χορηγηθεί μόνον αν διαπιστούται, ότι η μετακίνηση του ενδιαφερομένου θα ηδύνατο να θέσει σε κίνδυνο την κατάσταση της υγείας του ή την εφαρμογή της ιατρικής θεραπείας.

Η έγκριση που απαιτεί η παράγραφος 1 περίπτωση γ), δεν είναι δυνατόν να μην χορηγηθεί, όταν η εν λόγω θεραπεία δεν δύναται να παρασχεθεί στον ενδιαφερόμενο στο έδαφος του Κράτους μέλους που κατοικεί.

Άρθρο 56

Ατυχήματα διαδρομής

Το ατύχημα που συνέβη κατά την διαδρομή σε έδαφος Κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο Κράτος, θεωρείται ότι συνέβη στο έδαφος του αρμοδίου Κράτους.

Άρθρο 57

Παροχές επαγγελματικής ασθενείας αν ο ενδιαφερόμενος έχει εκτεθεί στον ίδιο κίνδυνο σε περισσότερα Κράτη μέλη

1. Όταν το θύμα επαγγελματικής ασθενείας ήσκησε δραστηριότητα δυναμένη να προκαλέσει την ασθένεια αυτήν υπό την νομοθεσία δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών, οι παροχές, τις οποίες το θύμα ή οι επιζώντες του δύνανται να διεκδικήσουν, χορηγούνται αποκλειστικά δυνάμει της νομοθεσίας του τελευταίου από αυτά τα Κράτη, οι προϋποθέσεις της οποίας συμβαίνει να πληρούνται, αφού ληφθούν υπ' όψη ενδεχομένως οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3.

2. Αν η χορήγηση παροχών επαγγελματικής ασθενείας δυνάμει της νομοθεσίας Κράτους μέλους εξαρτάται από τον όρο, ότι η εν λόγω ασθένεια έχει διαπιστωθεί ιατρικά για πρώτη φορά στο έδαφός του, ο όρος αυτός θεωρείται ότι πληρούται, όταν η ασθένεια διεγνώσθη για πρώτη φορά στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους.

3. Σε περίπτωση σκληρογόνου πνευμονοκονιώσεως εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις:

α) αν η χορήγηση παροχών επαγγελματικής ασθενείας δυνάμει της νομοθεσίας Κράτους μέλους εξαρτάται από τον όρο, ότι η ασθένεια αυτή έχει διαπιστωθεί εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος μετά την λήξη της τελευταίας δραστηριότητος που ηδύνατο να προκαλέσει τέτοια ασθένεια, ο αρμόδιος φορέας του Κράτους αυτού, όταν εξετάζει το χρονικό διάστημα της τελευταίας αυτής δραστηριότητος, λαμβάνει υπ' όψη, κατά το αναγκαίο μέτρο, δραστηριότητες της ιδίας φύσεως που ησκήθησαν υπό την νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, σαν να είχαν ασκηθεί υπό την νομοθεσία του πρώτου Κράτους-

β) αν η χορήγηση παροχών επαγγελματικής ασθενείας δυνάμει της νομοθεσίας Κράτους μέλους εξαρτάται από τον όρο, ότι δραστηριότης που ηδύνατο να προκαλέσει την εν λόγω ασθένεια είχε ασκηθεί επί ορισμένο χρονικό διάστημα, ο αρμόδιος φορέας του Κράτους αυτού λαμβάνει υπ' όψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους, κατά την διάρκεια των οποίων ησκήθη τέτοια δραστηριότης υπό την νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, σαν να είχε ασκηθεί υπό την νομοθεσία του πρώτου Κράτους-

γ) το βάρος των εις χρήμα παροχών συμπεριλαμβανομένων και των συντάξεων κατανέμεται μεταξύ των αρμοδίων φορέων των Κρατών μελών, στο έδαφος των οποίων το θύμα ήσκησε δραστηριότητα δυναμένη να προκαλέσει την ασθένεια αυτήν. Η κατανομή αυτή πραγματοποιείται κατ' αναλογία της διαρκείας των περιόδων ασφαλίσεως γήρατος που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία καθενός από τα Κράτη αυτά, εν σχέσει με την συνολική διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως γήρατος που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία όλων αυτών των Κρατών κατά την ημερομηνία ενάρξεως των παροχών.

4. Το Συμβούλιο προσδιορίζει ομόφωνα, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, τις επαγγελματικές ασθένειες, στις οποίες επεκτείνονται οι διατάξεις της παραγράφου 3.

Άρθρο 58

Υπολογισμός των εις χρήμα παροχών

1. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των εις χρήμα παροχών βασίζεται επί μέσου μισθού, καθορίζει τον μέσο αυτόν μισθό αποκλειστικά βάσει των μισθών που διεπιστώθησαν κατά την διάρκεια των περιόδων που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία αυτήν.

2. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των εις χρήμα παροχών βασίζεται επί κατ' αποκοπήν μισθού, λαμβάνει υπ' όψη αποκλειστικά τον κατ' αποκοπήν μισθό ή ενδεχομένως, τον μέσο όρο των κατ' αποκοπήν μισθών που αντιστοιχούν στις περιόδους που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία αυτήν.

3. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι το ποσό των εις χρήμα παροχών ποικίλλει ανάλογα με τον αριθμό των μελών της οικογενείας, λαμβάνει υπ' όψη και τα μέλη της οικογενείας του ενδιαφερομένου που κατοικούν στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, σαν να κατοικούσαν στο έδαφος του αρμοδίου Κράτους.

Άρθρο 59

Έξοδα μεταφοράς του θύματος

1. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει την κάλυψη των εξόδων μεταφοράς του θύματος, είτε μέχρι την κατοικία του, είτε μέχρι το νοσοκομειακό ίδρυμα, αναλαμβάνει τα έξοδα αυτά μέχρι τον αντίστοιχο τόπο στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους όπου κατοικεί το θύμα, υπό τον όρο ότι έχει επιτρέψει προηγουμένως την μεταφορά αυτήν, αφού ληφθούν δεόντως υπ' όψη οι λόγοι που την δικαιολογούν. Η έγκριση αυτή δεν απαιτείται, όταν πρόκειται περί μεθοριακού εργαζομένου.

2. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει την κάλυψη των εξόδων μεταφοράς της σορού του θύματος μέχρι τον τόπο του ενταφιασμού του, αναλαμβάνει τα έξοδα αυτά σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζεται απ' αυτόν, μέχρι τον αντίστοιχο τόπο στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, όπου κατοικούσε το θύμα κατά την στιγμή του ατυχήματος.

Τ μ ή μ α 2 Επιδείνωση επαγγελματικής ασθενείας, για την οποία έχουν χορηγηθεί παροχές

Άρθρο 60

1. Σε περίπτωση επιδεινώσεως επαγγελματικής ασθενείας, για την οποία ο εργαζόμενος έλαβε ή λαμβάνει παροχές δυνάμει της νομοθεσίας Κράτους μέλους, ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:

α) αν ο εργαζόμενος, αφ' ότου λαμβάνει τις παροχές, δεν έχει ασκήσει υπό την νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους απασχόληση που δύναται να προκαλέσει ή επιδεινώσει την εν λόγω ασθένεια, ο αρμόδιος φορέας του πρώτου Κράτους οφείλει να αναλάβει το βάρος των παροχών, σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζεται απ' αυτόν, αφού λάβει υπ' όψη την επιδείνωση-

β) αν ο εργαζόμενος, αφ' ότου λαμβάνει τις παροχές, έχει ασκήσει τέτοια απασχόληση υπό την νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, ο αρμόδιος φορέας του πρώτου Κράτους οφείλει να αναλάβει το βάρος των παροχών, σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζεται απ' αυτόν, χωρίς να λάβει υπ' όψη την επιδείνωση. Ο αρμόδιος φορέας του δευτέρου Κράτους καταβάλλει στον εργαζόμενο ένα συμπλήρωμα το ποσό του οποίου είναι ίσο με την διαφορά μεταξύ του ποσού των παροχών που οφείλεται μετά την επιδείνωση και του ποσού που θα ωφείλετο πριν την επιδείνωση, κατά την νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον φορέα αυτόν, αν η εν λόγω ασθένεια είχε επέλθει υπό την νομοθεσία του δευτέρου Κράτους-

γ) αν, στην περίπτωση που αναφέρεται υπό β, εργαζόμενος που προσεβλήθη από σκληρογόνο πνευμονοκονίωση ή από ασθένεια που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 4, δεν δικαιούται παροχών δυνάμει της νομοθεσίας του δευτέρου Κράτους, ο αρμόδιος φορέας του πρώτου Κράτους οφείλει να καταβάλει τις παροχές, σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζεται απ' αυτόν, αφού λάβει υπ' όψη την επιδείνωση. Ο φορέας του δευτέρου Κράτους αναλαμβάνει πάντως το βάρος της διαφοράς μεταξύ του ποσού των εις χρήμα παροχών, συμπεριλαμβανομένων και των συντάξεων, που οφείλει ο αρμόδιος φορέας του πρώτου Κράτους, αφού λάβει υπ' όψη την επιδείνωση και του ποσού των αντιστοίχων παροχών, οι οποίες ωφείλοντο προ της επιδεινώσεως.

2. Σε περίπτωση επιδεινώσεως επαγγελματικής ασθενείας, η οποία προεκάλεσε την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 57 παράγραφος 3 περίπτωση γ), ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:

α) ο αρμόδιος φορέας, ο οποίος έχει χορηγήσει τις παροχές σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 57 παράγραφος 1, οφείλει να καταβάλει τις παροχές, σύμφωνα με την νομοθεσία που εφαρμόζεται απ' αυτόν, αφού λάβει υπ' όψη την επιδείνωση-

β) το βάρος των εις χρήμα παροχών, συμπεριλαμβανομένων και των συντάξεων, φέρουν κατ' αναλογίαν οι φορείς, οι οποίοι συμμετείχαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 57 παράγραφος 3 περίπτωση γ) στο βάρος των προηγουμένων παροχών. Αν το θύμα ήσκησε όμως εκ νέου δραστηριότητα που δύναται να προκαλέσει ή να επιδεινώσει την επαγγελματική αυτήν ασθένεια, είτε υπό την νομοθεσία ενός από τα Κράτη μέλη, στο οποίο είχε ήδη ασκήσει δραστηριότητα παρομοίας φύσεως, είτε υπό την νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, ο φορέας του Κράτους αυτού φέρει το βάρος της διαφοράς μεταξύ του ποσού των παροχών που οφείλονται, αφού ληφθεί υπ' όψη η επιδείνωση και του ποσού των παροχών που ωφείλοντο προ της επιδεινώσεως.

Τμήμα 3 Διάφορες διατάξεις

Άρθρο 61

Κανόνες για την λήψη υπόψη των ιδιομορφιών ορισμένων νομοθεσιών

1. Αν δεν υφίσταται ασφάλιση κατά των εργατικών ατυχημάτων ή των επαγγελματικών ασθενειών στο έδαφος του Κράτους μέλους όπου ευρίσκεται ο εργαζόμενος, ή αν υφίσταται τέτοια ασφάλιση, αλλά δεν προβλέπει αρμόδιο φορέα για την καταβολή παροχών εις είδος, οι παροχές αυτές καταβάλλονται από τον φορέα του τόπου διαμονής ή κατοικίας, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την καταβολή των παροχών εις είδος σε περίπτωση ασθενείας.

2. Αν η νομοθεσία του αρμοδίου Κράτους εξαρτά την εντελώς δωρεάν χορήγηση των παροχών εις είδος από την χρησιμοποίηση της οργανωμένης από τον εργοδότη ιατρικής υπηρεσίας, οι εις είδος παροχές που χορηγούνται στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 52 και το άρθρο 55 παράγραφος 1, θεωρείται ότι έχουν χορηγηθεί από μια τέτοια ιατρική υπηρεσία.

3. Αν η νομοθεσία του αρμοδίου Κράτους περιλαμβάνει σύστημα σχετικό με τις υποχρεώσεις του εργοδότου, οι παροχές εις είδος που χορηγούνται στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 52 και το άρθρο 55 παράγραφος 1, θεωρείται ότι έχουν χορηγηθεί κατόπιν αιτήσεως του αρμοδίου φορέα.

4. Όταν το σύστημα του αρμοδίου Κράτους που αφορά την αποκατάσταση των ατυχημάτων εργασίας δεν έχει χαρακτήρα υποχρεωτικής ασφαλίσεως, οι παροχές εις είδος χορηγούνται απ' ευθείας από τον εργοδότη ή τον ασφαλιστή που τον υποκαθιστά.

5. Αν η νομοθεσία Κράτους μέλους προβλέπει ρητά ή σιωπηρά ότι τα εργατικά ατυχήματα ή οι επαγγελματικές ασθένειες που επήλθαν ή διεπιστώθησαν προηγουμένως, λαμβάνονται υπ'όψη για την εκτίμηση του βαθμού ανικανότητος, ο αρμόδιος φορέας του Κράτους αυτού λαμβάνει επίσης υπ'όψη τα εργατικά ατυχήματα ή τις επαγγελματικές ασθένειες που επήλθαν ή διεπιστώθησαν προηγουμένως υπό την νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, σαν να είχαν επέλθει ή διαπιστωθεί υπό την νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον φορέα αυτόν.

Άρθρο 62

Ρύθμιση στη περίπτωση υπάρξεως περισσοτέρων συστημάτων στην χώρα κατοικίας ή διαμονής - Ανώτατη διάρκεια χορηγήσεως των παροχών αυτών

1. Αν η νομοθεσία του τόπου διαμονής ή κατοικίας περιλαμβάνει περισσότερα συστήματα ασφαλίσεως, οι διατάξεις που εφαρμόζονται στους εργαζομένους που προβλέπονται στο άρθρο 52 ή το άρθρο 55 παράγραφος 1, είναι εκείνες του συστήματος, στο οποίο υπάγονται οι χειρώνακτες εργαζόμενοι της βιομηχανίας χάλυβος. Αν όμως η νομοθεσία αυτή περιλαμβάνει ειδικό σύστημα για τους εργαζομένους των ορυχείων και των παρεμφερών επιχειρήσεων, οι διατάξεις του συστήματος αυτού εφαρμόζονται σε αυτήν την κατηγορία των εργαζομένων, όταν ο φορέας του τόπου διαμονής ή κατοικίας, στο οποίον απευθύνονται, είναι αρμόδιος για την εφαρμογή του συστήματος αυτού.

2. Αν η νομοθεσία Κράτους μέλους ορίζει ανώτατη διάρκεια για την χορήγηση των παροχών, ο φορέας που εφαρμόζει την νομοθεσία αυτήν δύναται να λάβει υπ'όψη την περίοδο, κατά την οποία οι παροχές έχουν ήδη χορηγηθεί από τον φορέα άλλου Κράτους μέλους.

Τμήμα 4 Αποδόσεις μεταξύ φορέων

Άρθρο 63

1. Ο αρμόδιος φορέας οφείλει να αποδώσει το ποσό των εις είδος παροχών που έχουν χορηγηθεί για λογαριασμό του δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 52 και του άρθρου 55 παράγραφος 1.

2. Οι αποδόσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζονται και πραγματοποιούνται κατά την διαδικασία που προβλέπεται στον κανονισμό εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 97 βάσει δικαιολογητικών των πραγματικών δαπανών.

3. Δύο ή περισσότερα Κράτη μέλη ή οι αρμόδιες αρχές των Κρατών αυτών δύνανται να προβλέπουν άλλους τρόπους αποδόσεως ή να παραιτούνται από οποιαδήποτε απόδοση μεταξύ των φορέων που υπάγονται στην αρμοδιότητά τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΘΑΝΑΤΟΥ

Άρθρο 64

Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως

Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση, την διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος επιδομάτων θανάτου από την συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, λαμβάνει υπ'όψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, ως να επρόκειτο για περιόδους που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον φορέα αυτόν.

Άρθρο 65

Δικαίωμα επιδομάτων όταν ο θάνατος επέρχεται ή ο δικαιούχος κατοικεί σε Κράτος μέλος άλλο από το αρμόδιο Κράτος

1. Αν ο εργαζόμενος, ο δικαιούχος ή ο αιτούμενος σύνταξη ή μέλος της οικογενείας του αποθάνει στο έδαφος Κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο Κράτος, ο θάνατος θεωρείται ότι επήλθε στο έδαφος του αρμοδίου Κράτους.

2. Ο αρμόδιος φορέας οφείλει να χορηγήσει επιδόματα θανάτου δυνάμει της νομοθεσίας που εφαρμόζεται απ'αυτόν, ακόμη και αν ο δικαιούχος κατοικεί στο έδαφος Κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο Κράτος.

3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 έχουν επίσης εφαρμογή, αν ο θάνατος επήλθε λόγω εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθενείας.

Άρθρο 66

Καταβολή των παροχών σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου συντάξεως που κατοικούσε σε άλλο Κράτος μέλος από εκείνο στο οποίο ευρίσκεται ο φορέας που εβαρύνετο με τις παροχές εις είδος

Σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου συντάξεως που οφείλεται δυνάμει της νομοθεσίας ενός Κράτους μέλους ή συντάξεων που οφείλονται δυνάμει των νομοθεσιών περισσοτέρων Κρατών μελών, αν ο δικαιούχος αυτός κατοικούσε στο έδαφος Κράτους μέλους άλλου από εκείνο στο οποίο ευρίσκεται ο φορέας που εβαρύνετο με τις εις είδος παροχές τις καταβαλλόμενες στον εν λόγω δικαιούχο δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 28, τα επιδόματα θανάτου που οφείλονται κατά την νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον εν λόγω φορέα, καταβάλλονται από τον φορέα αυτόν και εις βάρος του, σαν να κατοικούσε ο δικαιούχος κατά τον χρόνο του θανάτου του στο έδαφος του Κράτους μέλους, όπου ευρίσκεται ο φορέας αυτός.

Οι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου ισχύουν κατ'αναλογία για τα μέλη της οικογενείας του δικαιούχου συντάξεως.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΑΝΕΡΓΙΑ Τμήμα I Κοινές διατάξεις

Άρθρο 67

Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως

1. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση, την διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος παροχών από την συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, λαμβάνει υπόψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως ή απασχολήσεως που επραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, ως να επρόκειτο για περιόδους ασφαλίσεως που επραγματοποιήθησαν υπό την νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός, υπό τον όρο πάντως ότι οι περίοδοι απασχολήσεως θα είχαν θεωρηθεί ως περίοδοι ασφαλίσεως, αν είχαν πραγματοποιηθεί υπό την νομοθεσία αυτήν.

1. Κατά το μέτρο που οι διατάξεις, οι οποίες αναφέρονται στο παρόν παράρτημα περιέχουν αναφορές σε άλλες συμβατικές διατάξεις, αντικαθίστανται οι αναφορές αυτές με αναφορές στις αντίστοιχες διατάξεις του παρόντος κανονισμού, εκτός αν οι εν λόγω συμβατικές διατάξεις καθ' εαυτές αναφέρονται στο παρόν παράρτημα.

2. Η ρήτρα καταγγελίας που προβλέπεται σε σύμβαση περί κοινωνικής ασφαλίσεως, ορισμένες διατάξεις της οποίας αναφέρονται στο παρόν παράρτημα, διατηρείται όσον αφορά τις διατάξεις αυτές.

Α Διατάξεις συμβάσεων περί κοινωνικής ασφαλίσεως που εξακολουθούν να ισχύουν κατά παρέκκλιση του άρθρου 6 του κανονισμού (Άρθρο 7 παράγραφος 2 περίπτωση γ) του κανονισμού) 1. ΒΕΛΓΙΟ - ΓΕΡΜΑΝΙΑ

α) Τα άρθρα 3 και 4 του υπό ημερομηνία 7 Δεκεμβρίου 1957 τελικού πρωτοκόλλου της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένα στο συμπληρωματικό πρωτόκολλο της 10ης Νοεμβρίου 1960.

β) Η υπ' αριθ. 3 και υπό ημερομηνία 7 Δεκεμβρίου 1957 συμπληρωματική συμφωνία της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένη στο συμπληρωματικό πρωτόκολλο της 10ης Νοεμβρίου 1960 (καταβολή συντάξεων για τον χρόνο προ της ενάρξεως ισχύος της γενικής συμβάσεως).

2. ΒΕΛΓΙΟ - ΓΑΛΛΙΑ

α) Τα άρθρα 13, 16 και 23 της υπό ημερομηνία 17 Ιανουαρίου 1948 συμπληρωματικής συμφωνίας της γενικής συμβάσεως της αυτής ημερομηνίας (εργάτες ορυχείων και παρεμφερών επιχειρήσεων).

β) Η ανταλλαγή επιστολών της 27ης Φεβρουαρίου 1953 (εφαρμογή του άρθρου 4 παράγραφος 2 της γενικής συμβάσεως της 17ης Ιανουαρίου 1948).

γ) Η ανταλλαγή επιστολών της 29ης Ιουλίου 1953 περί επιδομάτων σε υπερήλικες μισθωτούς.

3. ΒΕΛΓΙΟ - ΙΤΑΛΙΑ

Το άρθρο 29 της συμβάσεως της 30ής Απριλίου 1948.

4. ΒΕΛΓΙΟ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τα άρθρα 3, 4, 5, 6 και 7 της συμβάσεως της 16ης Νοεμβρίου 1959, όπως είναι διατυπωμένα στην σύμβαση της 12ης Φεβρουαρίου 1964 (μεθοριακοί εργαζόμενοι).

5. ΒΕΛΓΙΟ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Καμμία

6. ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΓΑΛΛΙΑ

α) Το άρθρο 11 παράγραφος 1, το άρθρο 16 παράγραφος δεύτερη, και το άρθρο 19 της γενικής συμβάσεως της 10ης Ιουλίου 1950.

β) Το άρθρο 9 της υπ' αριθ. 1 και υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1950 συμπληρωματικής συμφωνίας της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας (εργάτες ορυχείων και παρεμφερών επιχειρήσεων).

γ) Η υπ' αριθ. 4 και υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1950 συμπληρωματική συμφωνία της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένη στην τροποποιητική πράξη υπ' αριθ. 2 της 18ης Ιουνίου 1955.

δ) Οι τίτλοι I και III της τροποποιητικής πράξεως υπ' αριθμ. 2 της 18ης Ιουνίου 1955.

ε) Τα σημεία 6, 7 και 8 του υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1950 γενικού πρωτοκόλλου της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας.

στ) Οι τίτλοι II, III και IV της συμφωνίας της 20ής Δεκεμβρίου 1963 (κοινωνική ασφάλιση στο ομόσπονδο κράτος του Σάαρ).

7. ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΙΤΑΛΙΑ

α) Το άρθρο 3 παράγραφος 2, το άρθρο 23 παράγραφος 2, το άρθρο 26 και το άρθρο 36 παράγραφος 3 της συμβάσεως της 5ης Μαΐου 1953 (κοινωνικές ασφαλίσεις).

β) Η υπό ημερομηνία 12 Μαΐου 1953 συμπληρωματική συμφωνία της συμβάσεως της 5ης Μαΐου 1953 (καταβολή συντάξεων για τον χρόνο προ της ενάρξεως της ισχύος της συμβάσεως).

8. ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τα άρθρα 4, 5, 6 και 7 της συνθήκης της 11ης Ιουλίου 1959 (διευθέτηση της διαφοράς μεταξύ Γερμανίας και Λουξεμβούργου) και το άρθρο 11 παράγραφος 2 περίπτωση β) της συμβάσεως της 14ης Ιουλίου 1960 (παροχές ασθενείας και μητρότητος για τα πρόσωπα που έχουν επιλέξει την εφαρμογή της νομοθεσίας της χώρας καταγωγής τους).

9. ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

α) Το άρθρο 3 παράγραφος 2 της συμβάσεως της 29ης Μαρτίου 1951.

β) Τα άρθρα 2 και 3 της υπ' αριθ. 4 και υπό ημερομηνία 21 Δεκεμβρίου 1956 συμπληρωματικής συμφωνίας της συμβάσεως της 29ης Μαρτίου 1951 (διακανονισμός δικαιωμάτων ολλανδών εργαζομένων που απεκτήθησαν μεταξύ 13ης Μαΐου 1940 και 1ης Σεπτεμβρίου 1945, σύμφωνα με το γερμανικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως.

10. ΓΑΛΛΙΑ - ΙΤΑΛΙΑ

α) Τα άρθρα 20 και 24 της γενικής συμβάσεως της 31ης Μαρτίου 1948.

β) Η ανταλλαγή επιστολών της 3ης Μαρτίου 1956 (παροχές λόγω ασθενείας σε εποχιακά εργαζομένους στα γεωργικά επαγγέλματα).

11. ΓΑΛΛΙΑ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τα άρθρα 11 και 14 της υπό ημερομηνία 12 Νοεμβρίου 1949 συμπληρωματικής συμφωνίας της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας (εργάτες ορυχείων και παρεμφερών επιχειρήσεων).

12. ΓΑΛΛΙΑ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Το άρθρο 11 της υπό ημερομηνία 1 Ιουνίου 1954 συμπληρωματικής συμφωνίας της γενικής συμβάσεως της 7ης Ιανουαρίου 1950 (εργάτες ορυχείων και παρεμφερών επιχειρήσεων).

13. ΙΤΑΛΙΑ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Το άρθρο 18 παράγραφος 2 και το άρθρο 24 της γενικής συμβάσεως της 29ης Μαΐου 1951.

14. ΙΤΑΛΙΑ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Το άρθρο 21 παράγραφος 2 της γενικής συμβάσεως της 28ης Οκτωβρίου 1952.

15. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Καμμία

Β Διατάξεις συμβάσεων, το πεδίο εφαρμογής των οποίων δεν εκτείνεται επί όλων των προσώπων, επί των οποίων εφαρμόζεται ο κανονισμός (Άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού) 1. ΒΕΛΓΙΟ - ΓΕΡΜΑΝΙΑ

α) Τα άρθρα 3 και 4 του υπό ημερομηνία 7 Δεκεμβρίου 1957 τελικού πρωτοκόλλου της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένα στο συμπληρωματικό πρωτόκολλο της 10ης Νοεμβρίου 1960.

β) Η υπ' αριθ. 3 και υπό ημερομηνία 7 Δεκεμβρίου 1957 συμπληρωματική συμφωνία της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένη στο συμπληρωματικό πρωτόκολλο της 10ης Νοεμβρίου 1960 (καταβολή συντάξεων για τον χρόνο προ της ενάρξεως της ισχύος της γενικής συμβάσεως).

2. ΒΕΛΓΙΟ - ΓΑΛΛΙΑ

α) Η ανταλλαγή επιστολών της 29ης Ιουλίου 1953 περί επιδομάτων σε υπερήλικες μισθωτούς.

β) Το άρθρο 23 της υπό ημερομηνία 17 Ιανουαρίου 1948 συμπληρωματικής συμφωνίας της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας (εργάτες ορυχείων και παρεμφερών επιχειρήσεων).

γ) Η ανταλλαγή επιστολών της 27ης Φεβρουαρίου 1953 (εφαρμογή του άρθρου 4 παράγραφος 2 της γενικής συμβάσεως της 17ης Ιανουαρίου 1948).

3. ΒΕΛΓΙΟ - ΙΤΑΛΙΑ

Καμμία

4. ΒΕΛΓΙΟ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Καμμία

5. ΒΕΛΓΙΟ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Καμμία

6. ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΓΑΛΛΙΑ

α) Το άρθρο 16 δεύτερη παράγραφος και το άρθρο 19 της γενικής συμβάσεως της 10ης Ιουλίου 1950.

β) Η υπ'αριθμ. 4 και υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1950 συμπληρωματική συμφωνία της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένη στην τροποποιητική πράξη υπ'αριθ. 2 της 18ης Ιουνίου 1955.

γ) Οι τίτλοι I και III της τροποποιητικής πράξεως υπ' αριθ. 2 της 18ης Ιουνίου 1955.

δ) Τα σημεία 6, 7 και 8 του υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1950 γενικού πρωτοκόλλου της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας.

ε) Οι τίτλοι II, III και IV της συμφωνίας της 20ής Δεκεμβρίου 1963 (κοινωνική ασφάλιση στο ομόσπονδο κράτος του Σάαρ).

7. ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΙΤΑΛΙΑ

α) Το άρθρο 3 παράγραφος 2 και το άρθρο 26 της συμβάσεως της 5ης Μαΐου 1953 (κοινωνικές ασφαλίσεις).

β) Η υπό ημερομηνία 12 Μαΐου 1953 συμπληρωματική συμφωνία της συμβάσεως της 5ης Μαΐου 1953 (καταβολή συντάξεων για τον χρόνο προ της ενάρξεως της ισχύος της συμβάσεως).

8. ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τα άρθρα 4, 5, 6 και 7 της συνθήκης της 11ης Ιουλίου 1959 (διευθέτηση της διαφοράς μεταξύ Γερμανίας και Λουξεμβούργου).

9. ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

α) Το άρθρο 3 παράγραφος 2 της συμβάσεως της 29ης Μαρτίου 1951.

β) Τα άρθρα 2 και 3 της υπ' αριθ. 4 και υπό ημερομηνία 21 Δεκεμβρίου 1956 συμπληρωματικής συμφωνίας της συμβάσεως της 29ης Μαρτίου 1951 (διακανονισμός δικαιωμάτων ολλανδών εργαζομένων που απεκτήθησαν μεταξύ της 13ης Μαΐου 1940 και 1ης Σεπτεμβρίου 1945, σύμφωνα με το γερμανικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως).

10. ΓΑΛΛΙΑ - ΙΤΑΛΙΑ

α) Τα άρθρα 20 και 24 της γενικής συμβάσεως της 31ης Μαρτίου 1948.

β) Η ανταλλαγή επιστολών της 3ης Μαρτίου 1956 (παροχές ασθενείας σε εποχιακά εργαζομένους στα γεωργικά επαγγέλματα).

11. ΓΑΛΛΙΑ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Καμμία

12. ΓΑΛΛΙΑ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Καμμία

13. ΙΤΑΛΙΑ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Καμμία

14. ΙΤΑΛΙΑ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Καμμία

15. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Καμμία

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III (Άρθρο 37 παράγραφος 2 του κανονισμού)

Νομοθεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 37 παράγραφος 1 του κανονισμού, σύμφωνα με τις οποίες το ύψος των παροχών αναπηρίας είναι ανεξάρτητο από την διάρκεια της ασφαλίσεως Α. ΒΕΛΓΙΟ

Οι νομοθεσίες που αφορούν το γενικό σύστημα αναπηρίας, το ειδικό σύστημα αναπηρίας των εργατών ορυχείων και το ειδικό σύστημα των ναυτικών του εμπορικού ναυτικού.

Β. ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Καμμία

Γ. ΓΑΛΛΙΑ

Το σύνολο των νομοθεσιών περί της ασφαλίσεως αναπηρίας, με εξαίρεση την νομοθεσία περί της ασφαλίσεως αναπηρίας στο σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως των εργατών ορυχείων.

Δ. ΙΤΑΛΙΑ

Καμμία

Ε. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Καμμία

ΣΤ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Ο νόμος της 18ης Φεβρουαρίου 1966 περί της ασφαλίσεως κατά της ανικανότητος προς εργασία.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV (Άρθρο 40 παράγραφος 3 του κανονισμού)

Συμφωνία μεταξύ των νομοθεσιών των Κρατών μελών περί των όρων των σχετικών με τον βαθμό αναπηρίας

ΒΕΛΓΙΟ "" ID="1" ASSV="16">ΓΑΛΛΙΑ> ID="2">1. Γενικό σύστημα:"> ID="2">- Ομάδα III (συνεχής φροντίδα)> ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="3" ACCV="3.2.5">Συμφωνία> ID="6" ASSV="3" ACCV="3.2.6">Συμφωνία"> ID="2">- Ομάδα II"> ID="2">- Ομάδα I"> ID="2">2. Γεωργικό σύστημα:"> ID="2">- Γενική ολική αναπηρία > ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="3" ACCV="3.2.5">Συμφωνία> ID="6" ASSV="3" ACCV="3.2.6">Συμφωνία"> ID="2">- Γενική αναπηρία δύο τρίτων"> ID="2">- Συνεχής φροντίδα"> ID="2">3. Σύστημα εργατών ορυχείων:"> ID="2">- Γενική μερική αναπηρία > ID="3" ASSV="2" ACCV="2.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="2" ACCV="2.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="2" ACCV="2.2.5">Συμφωνία> ID="6" ASSV="2" ACCV="2.2.6">Συμφωνία"> ID="2">- Συνεχής φροντίδα"> ID="2">- Επαγγελματική αναπηρία> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία> ID="5">Συμφωνία> ID="6">Ασυμφωνία"> ID="2">4. Σύστημα ναυτικών:"> ID="2">- Γενική αναπηρία> ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Συμφωνία

Ασυμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Συμφωνία

Ασυμφωνία> ID="5" ASSV="3" ACCV="3.2.5">Συμφωνία

Ασυμφωνία> ID="6" ASSV="3" ACCV="3.2.6">Συμφωνία

Ασυμφωνία"> ID="2">- Συνεχής φροντίδα"> ID="2">- Επαγγελματική αναπηρία"> ID="1" ASSV="6">ΙΤΑΛΙΑ> ID="2">1. Γενικό σύστημα:"> ID="2">- Αναπηρία εργατών> ID="3" ASSV="2" ACCV="2.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="2" ACCV="2.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="2" ACCV="2.2.5">Συμφωνία> ID="6" ASSV="2" ACCV="2.2.6">Συμφωνία"> ID="2">- Αναπηρία υπαλλήλων"> ID="2">2. Σύστημα ναυτικών:"> ID="2">- Ανικανότης προς ναυσιπλοΐα> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία> ID="5">Ασυμφωνία> ID="6">Ασυμφωνία"> ID="1" ASSV="2">ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ"> ID="2">Αναπηρία εργατών> ID="3" ASSV="2" ACCV="2.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="2" ACCV="2.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="2" ACCV="2.2.5">Συμφωνία> ID="6" ASSV="2" ACCV="2.2.6">Συμφωνία"> ID="2">Αναπηρία υπαλλήλων">

ΓΑΛΛΙΑ "" ID="1" ASSV="4">ΒΕΛΓΙΟ> ID="2">1. Γενικό σύστημα> ID="3">Σ> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Σ> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Σ> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α"> ID="2">2. Σύστημα εργάτων ορυχείων:"> ID="2">- γενική μερική αναπηρία> ID="3">Σ> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Σ> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Σ> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α"> ID="2">- επαγγελματική αναπηρία> ID="3">Α> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Α> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Α> ID="10">Α> ID="11">Α(2)"> ID="2">3. Σύστημα ναυτικών> ID="3">Σ(1)> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Σ(1)> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Σ(1)> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α "> ID="1" ASSV="4">ΙΤΑΛΙΑ> ID="3">1. Γενικό σύστημα:"> ID="2">- αναπηρία εργατών> ID="3">Σ> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Σ> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Σ> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α"> ID="2">- αναπηρία υπαλλήλων> ID="3">Α> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Α> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Α> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α"> ID="2">2.Σύστημα ναυτικών:"> ID="2">- ανικανότης προς ναυσιπλοΐα> ID="3">Α> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Α> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Α> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α"> ID="1" ASSV="2">ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ> ID="2">Αναπηρία εργατών> ID="3">Σ> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Σ> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Σ> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α"> ID="2">Αναπηρία υπαλλήλων> ID="3">Α> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Α> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Α> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α""

Σ=συμφωνία

Α=ασυμφωνία>

ΙΤΑΛΙΑ "" ID="1" ASSV="5">ΒΕΛΓΙΟ> ID="2">1. Γενικό σύστημα:> ID="3">Συμφωνία> ID="4">Συμφωνία> ID="5">Ασυμφωνία"> ID="2">2. Σύστημα εργατών ορυχείων:"> ID="2">- γενική μερική αναπηρία> ID="3">Συμφωνία> ID="4">Συμφωνία> ID="5">Ασυμφωνία"> ID="2">- επαγγελματική αναπηρία> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία> ID="5">Ασυμφωνία"> ID="2">3. Σύστημα ναυτικών> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία> ID="5">Ασυμφωνία"> ID="1" ASSV="16">ΓΑΛΛΙΑ> ID="2">1. Γενικό σύστημα:"> ID="2">- Ομάδα III (συνεχής φροντίδα)> ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="3">Ασυμφωνία"> ID="2">- Ομάδα II"> ID="2">- Ομάδα I"> ID="2">2. Γεωργικό σύστημα:"> ID="2">- γενική ολική αναπηρία> ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="3" ACCV="3.2.5">Ασυμφωνία"> ID="2">- γενική μερική αναπηρία"> ID="2">- συνεχής φροντίδα"> ID="2">3. Σύστημα εργατών ορυχείων"> ID="2"> γενική μερική αναπηρία> ID="3" ASSV="2" ACCV="2.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="2" ACCV="2.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="2" ACCV="2.2.5">Ασυμφωνία"> ID="2">- συνεχής φροντίδα"> ID="2"> επαγγελματική αναπηρία> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία> ID="5">Ασυμφωνία"> ID="2">4. Σύστημα ναυτικών:"> ID="2">- γενική μερική αναπηρία> ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Ασυμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Ασυμφωνία> ID="5" ASSV="3" ACCV="3.2.5">Ασυμφωνία"> ID="2">- συνεχής φροντίδα"> ID="1">- επαγγελματική αναπηρία"> ID="1" ASSV="2">ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ> ID="2">Αναπηρία εργατών> ID="3">Συμφωνία> ID="4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="2" ACCV="2.4.5">Ασυμφωνία"> ID="2">Αναπηρία υπαλλήλων> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία">

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ "" ID="1" ASSV="5">ΒΕΛΓΙΟ> ID="2">1. Γενικό σύστημα> ID="3">Συμφωνία> ID="4">Συμφωνία"> ID="2">2. Σύστημα εργατών ορυχείων:"> ID="2">- γενική μερική αναπηρία> ID="3">Συμφωνία> ID="4">Συμφωνία"> ID="2">- επαγγελματική αναπηρία> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία"> ID="2">3. Σύστημα ναυτικών> ID="3">Συμφωνία(3)> ID="4">Συμφωνία(3)"> ID="1" ASSV="16">ΓΑΛΛΙΑ> ID="2">1. Γενικό σύστημα:"> ID="2">Ομάδα III (συνεχής φροντίδα)> ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Συμφωνία"> ID="2">- Ομάδα II"> ID="2">- Ομάδα I"> ID="2">2. Γεωργικό σύστημα:"> ID="2">- γενική ολική αναπηρία> ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Συμφωνία"> ID="2">- γενική αναπηρία 2/3"> ID="2">-συνεχής φροντίδα"> ID="2">3. Σύστημα εργατών ορυχείων:"> ID="2">- γενική αναπηρία 2/3> ID="3" ASSV="2" ACCV="2.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="2" ACCV="2.2.4">Συμφωνία"> ID="2">- συνεχής φροντίδα"> ID="2">- επαγγελματική αναπηρία> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία"> ID="2">4. Σύστημα ναυτικών:"> ID="2">- γενική μερική αναπηρία> ID="3" ASSV="2" ACCV="2.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="2" ACCV="2.2.4">Συμφωνία"> ID="2">- συνεχής φροντίδα"> ID="2">- επαγγελματική αναπηρία> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία"> ID="2" ASSV="5">ΙΤΑΛΙΑ"> ID="2">1. Γενικό σύστημα:"> ID="2">- αναπηρία εργατών> ID="3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="2" ACCV="2.3.4">Συμφωνία"> ID="2">- αναπηρία υπαλλήλων> ID="3">Ασυμφωνία"> ID="2">2. Σύστημα ναυτικών:"> ID="2">- ανικανότης προς ναυσιπλοΐα"">

(1)Εφ' όσον η αναγνωρισθείσα από τον βελγικό φορέα αναπηρία είναι γενική.

(2)Μόνον αν ο βελγικός φορέας έχει αναγνωρίσει την ανικανότητα προς εργασία υπεδάφους και επιφανείας.(3) Εφ' όσον η αναγνωρισθείσα από τον Βελγικό φορέα αναπηρία είναι γενική.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V (Άρθρο 89 του κανονισμού)

Ειδικές περιπτώσεις εφαρμογής των νομοθεσιών ορισμένων Κρατών μελών Α. ΒΕΛΓΙΟ

1. Οι διατάξεις του άρθρου 1 περίπτωση α) εδάφιο ι) του κανονισμού δεν ισχύουν για τους μη μισθωτούς εργαζομένους ή για άλλα πρόσωπα, τα οποία δικαιούνται υγειονομικής περιθάλψεως δυνάμει του νόμου της 9ης Αυγούστου 1963 περί δημιουργίας και οργανώσεως συστήματος υποχρεωτικής ασφαλίσεως κατά της ασθενείας και αναπηρίας, εφ' όσον δεν απολαύουν ως προς την υγειονομική περίθαλψη της ίδιας προστασίας με τους μισθωτούς.

2. Για την εφαρμογή των διατάξεων των κεφαλαίων 7 και 8 του τίτλου III του κανονισμού υπό του αρμοδίου βελγικού φορέα, το τέκνο θεωρείται ότι ανετράφη στο Κράτος μέλος, στο έδαφος του οποίου κατοικεί.

3. Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού θεωρούνται επίσης ως περίοδοι ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν υπό την βελγική νομοθεσία περί του γενικού συστήματος αναπηρίας και του συστήματος των ναυτικών οι περίοδοι ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν υπό την βελγική νομοθεσία προ της 1ης Ιανουαρίου 1945.

Β. ΓΕΡΜΑΝΙΑ

1. α) Εφ' όσον η γερμανική νομοθεσία περί της ασφαλίσεως κατά των ατυχημάτων δεν το προβλέπει ήδη, οι γερμανικοί φορείς αποζημιώνουν επίσης, σύμφωνα με την νομοθεσία αυτή, τα εργατικά ατυχήματα (και τις επαγγελματικές ασθένειες) που συνέβησαν στην Αλσατία - Λωραίνη προ της 1ης Ιανουαρίου 1919, το βάρος των οποίων δεν ανελήφθη από τους γαλλικούς φορείς κατ' εφαρμογή της υπό ημερομηνία 21 Ιουνίου 1921 αποφάσεως του Συμβουλίου της Κοινωνίας των Εθνών (Reichsgesetzblatt σ. 1289), υπό τον όρον ότι το θύμα ή οι επιζώντες του κατοικούν στο έδαφος Κράτους μέλους.

β) Το άρθρο 10 του κανονισμού δεν θίγει τις διατάξεις, κατά τις οποίες δεν καταβάλλονται παροχές ή καταβάλλονται μόνον υπό ορισμένους όρους για ατυχήματα (και επαγγελματικές ασθένειες) που συνέβησαν εκτός του εδάφους της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, καθώς και για περιόδους που συνεπληρώθησαν εκτός του εδάφους αυτού, εφ' όσον οι δικαιούχοι των παροχών αυτών κατοικούν εκτός του εδάφους της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.

2. α) Για να καθορισθεί αν οι περίοδοι που θεωρούνται κατά την γερμανική νομοθεσία ως περίοδοι διακοπής (Ausfallzeiten) ή ως συμπληρωματικές περίοδοι (Zurechnungszeiten), πρέπει να λαμβάνονται υπ' όψη σαν τέτοιες, οι υποχρεωτικές εισφορές που καταβάλλονται κατά την νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους και η υπαγωγή στην ασφάλιση συντάξεων άλλου Κράτους μέλους εξομοιώνονται με τις υποχρεωτικές εισφορές που καταβάλλονται βάσει της γερμανικής νομοθεσίας και με την υπαγωγή στην γερμανική ασφάλιση συντάξεων.

Κατά τον υπολογισμό του αριθμού των ημερολογιακών μηνών από την υπαγωγή στην ασφάλιση μέχρι την επέλευση του κινδύνου, δεν λαμβάνονται υπ' όψη ούτε οι εξομοιούμενες περίοδοι δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους που περιλαμβάνονται μεταξύ των δύο αυτών ημερομηνιών, ούτε οι περίοδοι λήψεως συντάξεως δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους.

β) Οι διατάξεις της περιπτώσεως α) δεν εφαρμόζονται επί της κατ' αποκοπήν περιόδου διακοπής (pauschale Ausfallzeit). Αυτή καθορίζεται αποκλειστικά βάσει των περιόδων ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν στην Γερμανία.

γ) Η λήψη υπ' όψη συμπληρωματικής περιόδου (Zurechnungszeit), βάσει της γερμανικής νομοθεσίας επί της ασφαλίσεως συντάξεως των εργατών ορυχείων, εξαρτάται επιπλέον από τον όρο, ότι η τελευταία εισφορά που κατεβλήθη δυνάμει της γερμανικής νομοθεσίας έχει καταβληθεί προς την ασφάλιση συντάξεως των εργατών ορυχείων.

δ) Για την λήψη υπ' όψη των γερμανικών περιόδων αντικαταστάσεως (Ersatzzeiten) ισχύει αποκλειστικά η γερμανική εθνική νομοθεσία.

ε) Κατά παρέκκλιση της διατάξεως της περιπτώσεως δ) ισχύει για τους υπαγομένους στην γερμανική ασφάλιση συντάξεων, οι οποίοι κατοικούν κατά την διάρκεια της περιόδου από 1 Ιανουαρίου 1948 μέχρι 31 Ιουλίου 1963 στα γερμανικά εδάφη υπό ολλανδική διοίκηση, η εξής διάταξη: για την λήψη υπ' όψη των γερμανικών περιόδων αντικαταστάσεως (Ersatzzeiten) κατά την έννοια του άρθρου 1251 παράγραφος 2 του γερμανικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως (RVO) ή αντιστοίχων διατάξεων, εξομοιώνεται η καταβολή εισφοράς στην ολλανδική ασφάλιση, κατά την διάρκεια της περιόδου αυτής, με την άσκηση επαγγέλματος ή δραστηριότητος που υπάγεται στην υποχρεωτική ασφάλιση κατά την έννοια της γερμανικής νομοθεσίας.

3. Όσον αφορά τις προς διενέργεια πληρωμές προς τα γερμανικά ταμεία ασφαλίσεως ασθενείας, αναστέλλεται η υποχρέωση πληρωμής των εισφορών που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 2 του κανονισμού, μέχρι της εκδόσεως της αποφάσεως επί της αιτήσεως συνταξιοδοτήσεως.

4. Για να προσδιορισθεί, αν υπάρχει τέκνο που δικαιούται συντάξεως ορφανού, εξομοιούται η λήψη μιας από τις παροχές που αναφέρονται στο άρθρο 78, ή άλλης οικογενειακής παροχής που χορηγείται, δυνάμει της γαλλικής νομοθεσίας, για ανήλικο τέκνο που κατοικεί στην Γαλλία, με την λήψη συντάξεως ορφανού δυνάμει της γερμανικής νομοθεσίας.

5. Αν η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή μεταγενεστέρων κανονισμών περί κοινωνικής ασφαλίσεως συνεπάγεται εξαιρετικές επιβαρύνσεις για ορισμένους φορείς ασφαλίσεως ασθενείας, δύνανται να αποδοθούν οι επιβαρύνσεις αυτές ολικώς ή μερικώς. Η Ομοσπονδιακή Ένωση των Περιφερειακών Ταμείων Ασθενείας, με την ιδιότητά της σαν οργανισμός συνδέσεως (ασφάλιση ασθενείας), αποφασίζει, από κοινού με τις άλλες κεντρικές ενώσεις ταμείων ασθενείας, περί της εν λόγω αποδόσεως. Οι αναγκαίοι πόροι για την πραγματοποίηση της αποδόσεως προέρχονται από φόρους που επιβάλλονται σε όλους τους φορείς ασφαλίσεως ασθενείας, κατ' αναλογίαν του μέσου αριθμού των μελών τους, περιλαμβανομένων και των συνταξιούχων, κατά την διάρκεια του προηγουμένου έτους.

6. Αν ο γερμανικός φορέας είναι ο αρμόδιος φορέας για την χορήγηση οικογενειακών παροχών σύμφωνα με τον τίτλο III κεφάλαιο 7 του κανονισμού, θεωρείται ως εργαζόμενος (άρθρο 1 περίπτωση α) του κανονισμού) πρόσωπο, ασφαλισμένο υποχρεωτικά κατά του κινδύνου της ανεργίας ή πρόσωπο, το οποίο λαμβάνει, σε συνάρτηση με την ασφάλιση αυτή, παροχές εις χρήμα λόγω ασθενείας ή ανάλογες παροχές.

Γ. ΓΑΛΛΙΑ

1. α) Το επίδομα προς υπερήλικες μισθωτούς εργαζομένους χορηγείται, υπό τους όρους που προβλέπει η γαλλική νομοθεσία για τους γάλλους εργαζομένους, προς όλους τους εργαζομένους, οι οποίοι είναι υπήκοοι των υπολοίπων Κρατών μελών και κατοικούν, κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεώς τους, στο γαλλικό έδαφος.

β) Το ίδιο ισχύει για τους πρόσφυγες και τους απάτριδες.

γ) Οι διατάξεις του κανονισμού δεν θίγουν τις διατάξεις της γαλλικής νομοθεσίας, δυνάμει των οποίων λαμβάνονται υπ' όψη αποκλειστικά οι περίοδοι μισθωτής ή εξομοιουμένης προς αυτήν εργασίας που επραγματοποιήθησαν στα εδάφη των ευρωπαϊκών διαμερισμάτων και των υπερποντίων διαμερισμάτων (Γουαδελούπης, Γουϊάνας, Μαρτινίκας και Ρεϋνιόν) της Γαλλικής Δημοκρατίας, για να αποκτήσουν οι υπερήλικες μισθωτοί το δικαίωμα επιδόματος.

2. Το ειδικό επίδομα και η σωρεύσιμη αποζημίωση που προβλέπονται από την ειδική νομοθεσία περί κοινωνικής ασφαλίσεως για τα ορυχεία, καταβάλλοντα μόνον στους εργαζομένους που απασχολούνται στα ορυχεία της Γαλλίας.

3. Ο υπ' αριθ. 65-655 και υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1965 νόμος, ο οποίος παρέχει στους Γάλλους που ασκούν ή ήσκησαν στο εξωτερικό επαγγελματική δραστηριότητα, το δικαίωμα προσχωρήσεως στο σύστημα προαιρετικής ασφαλίσεως γήρατος, εφαρμόζεται επί των υπηκόων των υπολοίπων Κρατών μελών υπό τους ακόλουθους όρους:

- η επαγγελματική δραστηριότης που παρέχει την δυνατότητα προαιρετικής ασφαλίσεως κατά το γαλλικό σύστημα, δεν πρέπει να ασκείται ή να έχει ασκηθεί ούτε στο γαλλικό έδαφος ούτε στο έδαφος του Κράτους μέλους, του οποίου είναι υπήκοος ο εργαζόμενος-

- ο εργαζόμενος οφείλει, κατά την υποβολή της αιτήσεως προσχωρήσεως στα δικαιώματα του εν λόγω νόμου, να αποδείξει είτε ότι έχει κατοικήσει στην Γαλλία επί δέκα τουλάχιστον έτη, συνεχόμενα ή μη, είτε ότι έχει υπαχθεί κατά την ίδια διάρκεια στην γαλλική νομοθεσία, υπό μορφή υποχρεωτικής ασφαλίσεως ή προαιρετικής συνεχίσεως ασφαλίσεως.

4. Κατά την έννοια του άρθρου 73 παράγραφος 3 του κανονισμού, ο όρος "οικογενειακές παροχές" περιλαμβάνει:

α) τα επιδόματα προ του τοκετού που προβλέπει το άρθρο L 516 του κώδικος κοινωνικής ασφαλίσεως (code de la securite sociale).

β) τα οικογενειακά επιδόματα που προβλέπουν τα άρθρα L 524 και L 531 του κώδικος κοινωνικής ασφαλίσεως (code de la securite sociale).

γ) την αντισταθμιστική αποζημίωση του αναλογικού φόρου (impot cedulaire) που προβλέπει το άρθρο L 532 του κώδικος κοινωνικής ασφαλίσεως (code de la securite sociale).

Η παροχή αυτή πάντως δύναται να καταβληθεί μόνον, αν ο μισθός που λαμβάνεται με την ευκαιρία της αποσπάσεως, υπόκειται στον φόρο εισοδήματος στην Γαλλία.

δ) το επίδομα υπέρ της οικοκυράς συζύγου που προβλέπει το άρθρο L 533 του κώδικος κοινωνικής ασφαλίσεως (code de la securite sociale).

Δ. ΙΤΑΛΙΑ

Καμμία

Ε. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 94 παράγραφος 2 του κανονισμού, οι περίοδοι ασφαλίσεως και οι εξομοιούμενες προς αυτές περίοδοι που συνεπληρώθησαν προ της 1ης Ιανουαρίου 1946 σύμφωνα με την νομοθεσία του Λουξεμβούργου για την ασφάλιση συντάξεως λόγω αναπηρίας, γήρατος ή θανάτου λαμβάνονται υπ' όψη για την εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής μόνον, κατά το μέτρο που οι ασφαλιστικές προσδοκίες έχουν διατηρηθεί μέχρι την 1η Ιανουαρίου 1959, ή έχουν ανακτηθεί μεταγενέστερα σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτήν μόνον ή με τις ισχύουσες ή υπό σύναψη διμερείς συμβάσεις. Εφ' όσον υφίστανται περισσότερες διμερείς συμβάσεις, λαμβάνονται υπ'όψη οι περίοδοι ασφαλίσεως ή οι εξομοιούμενες προς αυτές περίοδοι από την παλαιότερη ημερομηνία.

ΣΤ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

1. Ασφάλιση ασθενείας των συνταξιούχων γήρατος

α) Πρόσωπο που λαμβάνει σύνταξη γήρατος δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας και συγχρόνως σύνταξη δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους θεωρείται, για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 27 και / ή 28, ότι δικαιούται παροχών εις είδος, αν πληροί - αφού ληφθούν υπ' όψη ενδεχομένως οι διατάξεις του άρθρου 9 - τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την υπαγωγή στην προαιρετική ασφάλιση ασθενείας των ηλικιωμένων.

β) Η εισφορά για την προαιρετική ασφάλιση ασθενείας των ηλικιωμένων ανέρχεται, για τους ενδιαφερομένους που κατοικούν σε άλλο Κράτος μέλος, στο ήμισυ των μέσων εξόδων που απαιτούνται στις Κάτω Χώρες για την ιατρική περίθαλψη των ηλικιωμένων και των μελών της οικογενείας τους.

2. Εφαρμογή της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως γήρατος

α) Ως περίοδοι ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως γήρατος, θεωρούνται επίσης οι περίοδοι προ της 1ης Ιανουαρίου 1957, κατά την διάρκεια των οποίων δικαιούχος μη πληρών τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες δύνανται να εξομοιωθούν οι εν λόγω περίοδοι με περιόδους ασφαλίσεως, κατοικούσε στο έδαφος των Κάτω Χωρών μετά την συμπλήρωση του 15ου έτους της ηλικίας του, ή κατά την διάρκεια των οποίων ο εν λόγω δικαιούχος, ενώ κατοικούσε στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, ασκούσε μισθωτή δραστηριότητα στις Κάτω Χώρες για λογαριασμό εργοδότου εγκατεστημένου στην χώρα αυτήν.

β) Οι περίοδοι που πρέπει να ληφθούν υπ' όψη σύμφωνα με την περίπτωση α) δεν υπολογίζονται, αν συμπίπτουν με περιόδους που ελήφθησαν υπ' όψη για τον υπολογισμό της οφειλομένης συντάξεως δυνάμει της νομοθεσίας περί της ασφαλίσεως γήρατος άλλου Κράτους μέλους.

γ) Όσον αφορά την ύπανδρο γυναίκα, ο σύζυγος της οποίας δικαιούται συντάξεως δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως γήρατος, λαμβάνονται επίσης υπ' όψη ως περίοδοι ασφαλίσεως οι περίοδοι αυτού του γάμου, οι οποίες προηγούνται της ημερομηνίας, κατά την οποία η ενδιαφερόμενη συνεπλήρωσε το 65ο έτος της ηλικίας της και κατά την διάρκεια των οποίων κατοικούσε στο έδαφος ενός ή περισσοτέρων Κρατών μελών, εφ' όσον οι περίοδοι αυτές συμπίπτουν με τις περιόδους ασφαλίσεως που συνεπλήρωσε ο σύζυγός της υπό την νομοθεσία αυτήν και με τις περιόδους ασφαλίσεως που πρέπει να ληφθούν υπ' όψη σύμφωνα με την περίπτωση α).

δ) Οι περίοδοι που πρέπει να ληφθούν υπ' όψη σύμφωνα με τις διατάξεις της περιπτώσεως γ) δεν υπολογίζονται, αν συμπίπτουν με περιόδους, οι οποίες ελήφθησαν υπ'όψη για τον υπολογισμό της συντάξεως που οφείλεται στην ύπανδρο γυναίκα δυνάμει της νομοθεσίας περί της ασφαλίσεως γήρατος άλλου Κράτους μέλους ή με περιόδους, κατά την διάρκεια των οποίων έλαβε σύνταξη γήρατος δυνάμει τέτοιας νομοθεσίας.

ε) Όσον αφορά τη γυναίκα, η οποία είχε υπανδρευθεί και της οποίας ο σύζυγος είχε υπαχθεί στην ολλανδική νομοθεσία περί της ασφαλίσεως γήρατος ή θεωρείται ότι έχει συμπληρώσει περιόδους ασφαλίσεως δυνάμει των διατάξεων της περιπτώσεως α), εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των δύο προηγουμένων περιπτώσεων.

στ) Οι περίοδοι που αναφέρονται στις περιπτώσεις α) και γ) λαμβάνονται υπ'όψη για τον υπολογισμό της συντάξεως γήρατος μόνον, αν ο ενδιαφερόμενος κατοίκησε επί έξη έτη στο έδαφος ενός ή περισσοτέρων Κρατών μελών μετά την συμπλήρωση τoυ 59ου έτους της ηλικίας του και εφ'όσον κατοικεί στο έδαφος ενός από αυτά τα Κράτη μέλη.

3. Εφαρμογή της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως χηρών και ορφανών

α) Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού θεωρούνται επίσης ως περίοδοι ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως χηρών και ορφανών οι περίοδοι προ της 1ης Οκτωβρίου 1959, κατά την διάρκεια των οποίων κατοικούσε ο εργαζόμενος στο έδαφος των Κάτω Χωρών μετά την συμπλήρωση του 15ου έτoυς της ηλικίας του ή κατά την διάρκεια των οποίων, ενώ κατοικούσε στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, ασκούσε μισθωτή δραστηριότητα στις Κάτω Χώρες για λογαριασμό εργοδότου εγκατεστημένου στην χώρα αυτήν.

β) Οι περίοδοι που πρέπει να ληφθούν υπ' όψη σύμφωνα με την περίπτωση α) δεν υπολογίζονται, αν συμπίπτουν με περιόδους ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν υπό την νομοθεσία περί συντάξεων επιζώντων άλλου Κράτους μέλους.

4. Εφαρμογή της ολλανδικής νομοθεσίας περί της ασφαλίσεως κατά της ανικανότητος προς εργασία

α) Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού θεωρούνται, επίσης ως περίοδοι ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας περί της ασφαλίσεως κατά της ανικανότητος προς εργασία, οι περίοδοι μισθωτής εργασίας και οι εξομοιούμενες περίοδοι που συνεπληρώθησαν στις Κάτω Χώρες προ της 1ης Ιουλίου 1967.

β) Οι περίοδοι που πρέπει να ληφθούν υπ' όψη σύμφωνα με την περίπτωση α) θεωρούνται ως περίοδοι ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν υπό νομοθεσία του τύπου που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 1 του κανονισμού.

Διατάξεις συμβάσεων περί κοινωνικής ασφαλίσεως που εξακολουθούν να εφαρμόζονται κατά παρέκκλιση του άρθρου 6 του κανονισμού - Διατάξεις συμβάσεων περί κοινωνικής ασφαλίσεως, το πεδίο εφαρμογής των οποίων δεν εκτείνεται επί όλων των προσώπων, επί των οποίων εφαρμόζεται ο κανονισμός ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

1. Κατά το μέτρο που οι διατάξεις, οι οποίες αναφέρονται στο παρόν παράρτημα περιέχουν αναφορές σε άλλες συμβατικές διατάξεις, αντικαθίστανται οι αναφορές αυτές με αναφορές στις αντίστοιχες διατάξεις του παρόντος κανονισμού, εκτός αν οι εν λόγω συμβατικές διατάξεις καθ' εαυτές αναφέρονται στο παρόν παράρτημα.

2. Η ρήτρα καταγγελίας που προβλέπεται σε σύμβαση περί κοινωνικής ασφαλίσεως, ορισμένες διατάξεις της οποίας αναφέρονται στο παρόν παράρτημα, διατηρείται όσον αφορά τις διατάξεις αυτές.

Α Διατάξεις συμβάσεων περί κοινωνικής ασφαλίσεως που εξακολουθούν να ισχύουν κατά παρέκκλιση του άρθρου 6 του κανονισμού (Άρθρο 7 παράγραφος 2 περίπτωση γ) του κανονισμού) 1. ΒΕΛΓΙΟ - ΓΕΡΜΑΝΙΑ

α) Τα άρθρα 3 και 4 του υπό ημερομηνία 7 Δεκεμβρίου 1957 τελικού πρωτοκόλλου της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένα στο συμπληρωματικό πρωτόκολλο της 10ης Νοεμβρίου 1960.

β) Η υπ' αριθ. 3 και υπό ημερομηνία 7 Δεκεμβρίου 1957 συμπληρωματική συμφωνία της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένη στο συμπληρωματικό πρωτόκολλο της 10ης Νοεμβρίου 1960 (καταβολή συντάξεων για τον χρόνο προ της ενάρξεως ισχύος της γενικής συμβάσεως).

2. ΒΕΛΓΙΟ - ΓΑΛΛΙΑ

α) Τα άρθρα 13, 16 και 23 της υπό ημερομηνία 17 Ιανουαρίου 1948 συμπληρωματικής συμφωνίας της γενικής συμβάσεως της αυτής ημερομηνίας (εργάτες ορυχείων και παρεμφερών επιχειρήσεων).

β) Η ανταλλαγή επιστολών της 27ης Φεβρουαρίου 1953 (εφαρμογή του άρθρου 4 παράγραφος 2 της γενικής συμβάσεως της 17ης Ιανουαρίου 1948).

γ) Η ανταλλαγή επιστολών της 29ης Ιουλίου 1953 περί επιδομάτων σε υπερήλικες μισθωτούς.

3. ΒΕΛΓΙΟ - ΙΤΑΛΙΑ

Το άρθρο 29 της συμβάσεως της 30ής Απριλίου 1948.

4. ΒΕΛΓΙΟ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τα άρθρα 3, 4, 5, 6 και 7 της συμβάσεως της 16ης Νοεμβρίου 1959, όπως είναι διατυπωμένα στην σύμβαση της 12ης Φεβρουαρίου 1964 (μεθοριακοί εργαζόμενοι).

5. ΒΕΛΓΙΟ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Καμμία

6. ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΓΑΛΛΙΑ

α) Το άρθρο 11 παράγραφος 1, το άρθρο 16 παράγραφος δεύτερη, και το άρθρο 19 της γενικής συμβάσεως της 10ης Ιουλίου 1950.

β) Το άρθρο 9 της υπ' αριθ. 1 και υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1950 συμπληρωματικής συμφωνίας της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας (εργάτες ορυχείων και παρεμφερών επιχειρήσεων).

γ) Η υπ' αριθ. 4 και υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1950 συμπληρωματική συμφωνία της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένη στην τροποποιητική πράξη υπ' αριθ. 2 της 18ης Ιουνίου 1955.

δ) Οι τίτλοι I και III της τροποποιητικής πράξεως υπ' αριθμ. 2 της 18ης Ιουνίου 1955.

ε) Τα σημεία 6, 7 και 8 του υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1950 γενικού πρωτοκόλλου της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας.

στ) Οι τίτλοι II, III και IV της συμφωνίας της 20ής Δεκεμβρίου 1963 (κοινωνική ασφάλιση στο ομόσπονδο κράτος του Σάαρ).

7. ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΙΤΑΛΙΑ

α) Το άρθρο 3 παράγραφος 2, το άρθρο 23 παράγραφος 2, το άρθρο 26 και το άρθρο 36 παράγραφος 3 της συμβάσεως της 5ης Μαΐου 1953 (κοινωνικές ασφαλίσεις).

β) Η υπό ημερομηνία 12 Μαΐου 1953 συμπληρωματική συμφωνία της συμβάσεως της 5ης Μαΐου 1953 (καταβολή συντάξεων για τον χρόνο προ της ενάρξεως της ισχύος της συμβάσεως).

8. ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τα άρθρα 4, 5, 6 και 7 της συνθήκης της 11ης Ιουλίου 1959 (διευθέτηση της διαφοράς μεταξύ Γερμανίας και Λουξεμβούργου) και το άρθρο 11 παράγραφος 2 περίπτωση β) της συμβάσεως της 14ης Ιουλίου 1960 (παροχές ασθενείας και μητρότητος για τα πρόσωπα που έχουν επιλέξει την εφαρμογή της νομοθεσίας της χώρας καταγωγής τους).

9. ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

α) Το άρθρο 3 παράγραφος 2 της συμβάσεως της 29ης Μαρτίου 1951.

β) Τα άρθρα 2 και 3 της υπ' αριθ. 4 και υπό ημερομηνία 21 Δεκεμβρίου 1956 συμπληρωματικής συμφωνίας της συμβάσεως της 29ης Μαρτίου 1951 (διακανονισμός δικαιωμάτων ολλανδών εργαζομένων που απεκτήθησαν μεταξύ 13ης Μαΐου 1940 και 1ης Σεπτεμβρίου 1945, σύμφωνα με το γερμανικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως.

10. ΓΑΛΛΙΑ - ΙΤΑΛΙΑ

α) Τα άρθρα 20 και 24 της γενικής συμβάσεως της 31ης Μαρτίου 1948.

β) Η ανταλλαγή επιστολών της 3ης Μαρτίου 1956 (παροχές λόγω ασθενείας σε εποχιακά εργαζομένους στα γεωργικά επαγγέλματα).

11. ΓΑΛΛΙΑ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τα άρθρα 11 και 14 της υπό ημερομηνία 12 Νοεμβρίου 1949 συμπληρωματικής συμφωνίας της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας (εργάτες ορυχείων και παρεμφερών επιχειρήσεων).

12. ΓΑΛΛΙΑ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Το άρθρο 11 της υπό ημερομηνία 1 Ιουνίου 1954 συμπληρωματικής συμφωνίας της γενικής συμβάσεως της 7ης Ιανουαρίου 1950 (εργάτες ορυχείων και παρεμφερών επιχειρήσεων).

13. ΙΤΑΛΙΑ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Το άρθρο 18 παράγραφος 2 και το άρθρο 24 της γενικής συμβάσεως της 29ης Μαΐου 1951.

14. ΙΤΑΛΙΑ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Το άρθρο 21 παράγραφος 2 της γενικής συμβάσεως της 28ης Οκτωβρίου 1952.

15. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Καμμία

Β Διατάξεις συμβάσεων, το πεδίο εφαρμογής των οποίων δεν εκτείνεται επί όλων των προσώπων, επί των οποίων εφαρμόζεται ο κανονισμός (Άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού) 1. ΒΕΛΓΙΟ - ΓΕΡΜΑΝΙΑ

α) Τα άρθρα 3 και 4 του υπό ημερομηνία 7 Δεκεμβρίου 1957 τελικού πρωτοκόλλου της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένα στο συμπληρωματικό πρωτόκολλο της 10ης Νοεμβρίου 1960.

β) Η υπ' αριθ. 3 και υπό ημερομηνία 7 Δεκεμβρίου 1957 συμπληρωματική συμφωνία της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένη στο συμπληρωματικό πρωτόκολλο της 10ης Νοεμβρίου 1960 (καταβολή συντάξεων για τον χρόνο προ της ενάρξεως της ισχύος της γενικής συμβάσεως).

2. ΒΕΛΓΙΟ - ΓΑΛΛΙΑ

α) Η ανταλλαγή επιστολών της 29ης Ιουλίου 1953 περί επιδομάτων σε υπερήλικες μισθωτούς.

β) Το άρθρο 23 της υπό ημερομηνία 17 Ιανουαρίου 1948 συμπληρωματικής συμφωνίας της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας (εργάτες ορυχείων και παρεμφερών επιχειρήσεων).

γ) Η ανταλλαγή επιστολών της 27ης Φεβρουαρίου 1953 (εφαρμογή του άρθρου 4 παράγραφος 2 της γενικής συμβάσεως της 17ης Ιανουαρίου 1948).

3. ΒΕΛΓΙΟ - ΙΤΑΛΙΑ

Καμμία

4. ΒΕΛΓΙΟ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Καμμία

5. ΒΕΛΓΙΟ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Καμμία

6. ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΓΑΛΛΙΑ

α) Το άρθρο 16 δεύτερη παράγραφος και το άρθρο 19 της γενικής συμβάσεως της 10ης Ιουλίου 1950.

β) Η υπ'αριθμ. 4 και υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1950 συμπληρωματική συμφωνία της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένη στην τροποποιητική πράξη υπ'αριθ. 2 της 18ης Ιουνίου 1955.

γ) Οι τίτλοι I και III της τροποποιητικής πράξεως υπ' αριθ. 2 της 18ης Ιουνίου 1955.

δ) Τα σημεία 6, 7 και 8 του υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1950 γενικού πρωτοκόλλου της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας.

ε) Οι τίτλοι II, III και IV της συμφωνίας της 20ής Δεκεμβρίου 1963 (κοινωνική ασφάλιση στο ομόσπονδο κράτος του Σάαρ).

7. ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΙΤΑΛΙΑ

α) Το άρθρο 3 παράγραφος 2 και το άρθρο 26 της συμβάσεως της 5ης Μαΐου 1953 (κοινωνικές ασφαλίσεις).

β) Η υπό ημερομηνία 12 Μαΐου 1953 συμπληρωματική συμφωνία της συμβάσεως της 5ης Μαΐου 1953 (καταβολή συντάξεων για τον χρόνο προ της ενάρξεως της ισχύος της συμβάσεως).

8. ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τα άρθρα 4, 5, 6 και 7 της συνθήκης της 11ης Ιουλίου 1959 (διευθέτηση της διαφοράς μεταξύ Γερμανίας και Λουξεμβούργου).

9. ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

α) Το άρθρο 3 παράγραφος 2 της συμβάσεως της 29ης Μαρτίου 1951.

β) Τα άρθρα 2 και 3 της υπ' αριθ. 4 και υπό ημερομηνία 21 Δεκεμβρίου 1956 συμπληρωματικής συμφωνίας της συμβάσεως της 29ης Μαρτίου 1951 (διακανονισμός δικαιωμάτων ολλανδών εργαζομένων που απεκτήθησαν μεταξύ της 13ης Μαΐου 1940 και 1ης Σεπτεμβρίου 1945, σύμφωνα με το γερμανικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως).

10. ΓΑΛΛΙΑ - ΙΤΑΛΙΑ

α) Τα άρθρα 20 και 24 της γενικής συμβάσεως της 31ης Μαρτίου 1948.

β) Η ανταλλαγή επιστολών της 3ης Μαρτίου 1956 (παροχές ασθενείας σε εποχιακά εργαζομένους στα γεωργικά επαγγέλματα).

11. ΓΑΛΛΙΑ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Καμμία

12. ΓΑΛΛΙΑ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Καμμία

13. ΙΤΑΛΙΑ - ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Καμμία

14. ΙΤΑΛΙΑ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Καμμία

15. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ - ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Καμμία

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III (Άρθρο 37 παράγραφος 2 του κανονισμού)

Νομοθεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 37 παράγραφος 1 του κανονισμού, σύμφωνα με τις οποίες το ύψος των παροχών αναπηρίας είναι ανεξάρτητο από την διάρκεια της ασφαλίσεως Α. ΒΕΛΓΙΟ

Οι νομοθεσίες που αφορούν το γενικό σύστημα αναπηρίας, το ειδικό σύστημα αναπηρίας των εργατών ορυχείων και το ειδικό σύστημα των ναυτικών του εμπορικού ναυτικού.

Β. ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Καμμία

Γ. ΓΑΛΛΙΑ

Το σύνολο των νομοθεσιών περί της ασφαλίσεως αναπηρίας, με εξαίρεση την νομοθεσία περί της ασφαλίσεως αναπηρίας στο σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως των εργατών ορυχείων.

Δ. ΙΤΑΛΙΑ

Καμμία

Ε. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Καμμία

ΣΤ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Ο νόμος της 18ης Φεβρουαρίου 1966 περί της ασφαλίσεως κατά της ανικανότητος προς εργασία.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV (Άρθρο 40 παράγραφος 3 του κανονισμού)

Συμφωνία μεταξύ των νομοθεσιών των Κρατών μελών περί των όρων των σχετικών με τον βαθμό αναπηρίας

ΒΕΛΓΙΟ "" ID="1" ASSV="16">ΓΑΛΛΙΑ> ID="2">1. Γενικό σύστημα:"> ID="2">- Ομάδα III (συνεχής φροντίδα)> ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="3" ACCV="3.2.5">Συμφωνία> ID="6" ASSV="3" ACCV="3.2.6">Συμφωνία"> ID="2">- Ομάδα II"> ID="2">- Ομάδα I"> ID="2">2. Γεωργικό σύστημα:"> ID="2">- Γενική ολική αναπηρία > ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="3" ACCV="3.2.5">Συμφωνία> ID="6" ASSV="3" ACCV="3.2.6">Συμφωνία"> ID="2">- Γενική αναπηρία δύο τρίτων"> ID="2">- Συνεχής φροντίδα"> ID="2">3. Σύστημα εργατών ορυχείων:"> ID="2">- Γενική μερική αναπηρία > ID="3" ASSV="2" ACCV="2.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="2" ACCV="2.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="2" ACCV="2.2.5">Συμφωνία> ID="6" ASSV="2" ACCV="2.2.6">Συμφωνία"> ID="2">- Συνεχής φροντίδα"> ID="2">- Επαγγελματική αναπηρία> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία> ID="5">Συμφωνία> ID="6">Ασυμφωνία"> ID="2">4. Σύστημα ναυτικών:"> ID="2">- Γενική αναπηρία> ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Συμφωνία

Ασυμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Συμφωνία

Ασυμφωνία> ID="5" ASSV="3" ACCV="3.2.5">Συμφωνία

Ασυμφωνία> ID="6" ASSV="3" ACCV="3.2.6">Συμφωνία

Ασυμφωνία"> ID="2">- Συνεχής φροντίδα"> ID="2">- Επαγγελματική αναπηρία"> ID="1" ASSV="6">ΙΤΑΛΙΑ> ID="2">1. Γενικό σύστημα:"> ID="2">- Αναπηρία εργατών> ID="3" ASSV="2" ACCV="2.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="2" ACCV="2.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="2" ACCV="2.2.5">Συμφωνία> ID="6" ASSV="2" ACCV="2.2.6">Συμφωνία"> ID="2">- Αναπηρία υπαλλήλων"> ID="2">2. Σύστημα ναυτικών:"> ID="2">- Ανικανότης προς ναυσιπλοΐα> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία> ID="5">Ασυμφωνία> ID="6">Ασυμφωνία"> ID="1" ASSV="2">ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ"> ID="2">Αναπηρία εργατών> ID="3" ASSV="2" ACCV="2.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="2" ACCV="2.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="2" ACCV="2.2.5">Συμφωνία> ID="6" ASSV="2" ACCV="2.2.6">Συμφωνία"> ID="2">Αναπηρία υπαλλήλων">

ΓΑΛΛΙΑ "" ID="1" ASSV="4">ΒΕΛΓΙΟ> ID="2">1. Γενικό σύστημα> ID="3">Σ> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Σ> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Σ> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α"> ID="2">2. Σύστημα εργάτων ορυχείων:"> ID="2">- γενική μερική αναπηρία> ID="3">Σ> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Σ> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Σ> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α"> ID="2">- επαγγελματική αναπηρία> ID="3">Α> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Α> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Α> ID="10">Α> ID="11">Α(2)"> ID="2">3. Σύστημα ναυτικών> ID="3">Σ(1)> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Σ(1)> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Σ(1)> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α "> ID="1" ASSV="4">ΙΤΑΛΙΑ> ID="3">1. Γενικό σύστημα:"> ID="2">- αναπηρία εργατών> ID="3">Σ> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Σ> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Σ> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α"> ID="2">- αναπηρία υπαλλήλων> ID="3">Α> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Α> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Α> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α"> ID="2">2.Σύστημα ναυτικών:"> ID="2">- ανικανότης προς ναυσιπλοΐα> ID="3">Α> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Α> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Α> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α"> ID="1" ASSV="2">ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ> ID="2">Αναπηρία εργατών> ID="3">Σ> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Σ> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Σ> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α"> ID="2">Αναπηρία υπαλλήλων> ID="3">Α> ID="4">Α> ID="5">Α> ID="6">Α> ID="7">Α> ID="8">Α> ID="9">Α> ID="10">Α> ID="11">Α> ID="12">Α> ID="13">Α> ID="14">Α""

Σ=συμφωνία

Α=ασυμφωνία>

ΙΤΑΛΙΑ "" ID="1" ASSV="5">ΒΕΛΓΙΟ> ID="2">1. Γενικό σύστημα:> ID="3">Συμφωνία> ID="4">Συμφωνία> ID="5">Ασυμφωνία"> ID="2">2. Σύστημα εργατών ορυχείων:"> ID="2">- γενική μερική αναπηρία> ID="3">Συμφωνία> ID="4">Συμφωνία> ID="5">Ασυμφωνία"> ID="2">- επαγγελματική αναπηρία> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία> ID="5">Ασυμφωνία"> ID="2">3. Σύστημα ναυτικών> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία> ID="5">Ασυμφωνία"> ID="1" ASSV="16">ΓΑΛΛΙΑ> ID="2">1. Γενικό σύστημα:"> ID="2">- Ομάδα III (συνεχής φροντίδα)> ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="3">Ασυμφωνία"> ID="2">- Ομάδα II"> ID="2">- Ομάδα I"> ID="2">2. Γεωργικό σύστημα:"> ID="2">- γενική ολική αναπηρία> ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="3" ACCV="3.2.5">Ασυμφωνία"> ID="2">- γενική μερική αναπηρία"> ID="2">- συνεχής φροντίδα"> ID="2">3. Σύστημα εργατών ορυχείων"> ID="2"> γενική μερική αναπηρία> ID="3" ASSV="2" ACCV="2.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="2" ACCV="2.2.4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="2" ACCV="2.2.5">Ασυμφωνία"> ID="2">- συνεχής φροντίδα"> ID="2"> επαγγελματική αναπηρία> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία> ID="5">Ασυμφωνία"> ID="2">4. Σύστημα ναυτικών:"> ID="2">- γενική μερική αναπηρία> ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Ασυμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Ασυμφωνία> ID="5" ASSV="3" ACCV="3.2.5">Ασυμφωνία"> ID="2">- συνεχής φροντίδα"> ID="1">- επαγγελματική αναπηρία"> ID="1" ASSV="2">ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ> ID="2">Αναπηρία εργατών> ID="3">Συμφωνία> ID="4">Συμφωνία> ID="5" ASSV="2" ACCV="2.4.5">Ασυμφωνία"> ID="2">Αναπηρία υπαλλήλων> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία">

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ "" ID="1" ASSV="5">ΒΕΛΓΙΟ> ID="2">1. Γενικό σύστημα> ID="3">Συμφωνία> ID="4">Συμφωνία"> ID="2">2. Σύστημα εργατών ορυχείων:"> ID="2">- γενική μερική αναπηρία> ID="3">Συμφωνία> ID="4">Συμφωνία"> ID="2">- επαγγελματική αναπηρία> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία"> ID="2">3. Σύστημα ναυτικών> ID="3">Συμφωνία(3)> ID="4">Συμφωνία(3)"> ID="1" ASSV="16">ΓΑΛΛΙΑ> ID="2">1. Γενικό σύστημα:"> ID="2">Ομάδα III (συνεχής φροντίδα)> ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Συμφωνία"> ID="2">- Ομάδα II"> ID="2">- Ομάδα I"> ID="2">2. Γεωργικό σύστημα:"> ID="2">- γενική ολική αναπηρία> ID="3" ASSV="3" ACCV="3.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="3" ACCV="3.2.4">Συμφωνία"> ID="2">- γενική αναπηρία 2/3"> ID="2">-συνεχής φροντίδα"> ID="2">3. Σύστημα εργατών ορυχείων:"> ID="2">- γενική αναπηρία 2/3> ID="3" ASSV="2" ACCV="2.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="2" ACCV="2.2.4">Συμφωνία"> ID="2">- συνεχής φροντίδα"> ID="2">- επαγγελματική αναπηρία> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία"> ID="2">4. Σύστημα ναυτικών:"> ID="2">- γενική μερική αναπηρία> ID="3" ASSV="2" ACCV="2.2.3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="2" ACCV="2.2.4">Συμφωνία"> ID="2">- συνεχής φροντίδα"> ID="2">- επαγγελματική αναπηρία> ID="3">Ασυμφωνία> ID="4">Ασυμφωνία"> ID="2" ASSV="5">ΙΤΑΛΙΑ"> ID="2">1. Γενικό σύστημα:"> ID="2">- αναπηρία εργατών> ID="3">Συμφωνία> ID="4" ASSV="2" ACCV="2.3.4">Συμφωνία"> ID="2">- αναπηρία υπαλλήλων> ID="3">Ασυμφωνία"> ID="2">2. Σύστημα ναυτικών:"> ID="2">- ανικανότης προς ναυσιπλοΐα"">

(1)Εφ' όσον η αναγνωρισθείσα από τον βελγικό φορέα αναπηρία είναι γενική.

(2)Μόνον αν ο βελγικός φορέας έχει αναγνωρίσει την ανικανότητα προς εργασία υπεδάφους και επιφανείας.(3) Εφ' όσον η αναγνωρισθείσα από τον Βελγικό φορέα αναπηρία είναι γενική.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V (Άρθρο 89 του κανονισμού)

Ειδικές περιπτώσεις εφαρμογής των νομοθεσιών ορισμένων Κρατών μελών Α. ΒΕΛΓΙΟ

1. Οι διατάξεις του άρθρου 1 περίπτωση α) εδάφιο ι) του κανονισμού δεν ισχύουν για τους μη μισθωτούς εργαζομένους ή για άλλα πρόσωπα, τα οποία δικαιούνται υγειονομικής περιθάλψεως δυνάμει του νόμου της 9ης Αυγούστου 1963 περί δημιουργίας και οργανώσεως συστήματος υποχρεωτικής ασφαλίσεως κατά της ασθενείας και αναπηρίας, εφ' όσον δεν απολαύουν ως προς την υγειονομική περίθαλψη της ίδιας προστασίας με τους μισθωτούς.

2. Για την εφαρμογή των διατάξεων των κεφαλαίων 7 και 8 του τίτλου III του κανονισμού υπό του αρμοδίου βελγικού φορέα, το τέκνο θεωρείται ότι ανετράφη στο Κράτος μέλος, στο έδαφος του οποίου κατοικεί.

3. Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού θεωρούνται επίσης ως περίοδοι ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν υπό την βελγική νομοθεσία περί του γενικού συστήματος αναπηρίας και του συστήματος των ναυτικών οι περίοδοι ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν υπό την βελγική νομοθεσία προ της 1ης Ιανουαρίου 1945.

Β. ΓΕΡΜΑΝΙΑ

1. α) Εφ' όσον η γερμανική νομοθεσία περί της ασφαλίσεως κατά των ατυχημάτων δεν το προβλέπει ήδη, οι γερμανικοί φορείς αποζημιώνουν επίσης, σύμφωνα με την νομοθεσία αυτή, τα εργατικά ατυχήματα (και τις επαγγελματικές ασθένειες) που συνέβησαν στην Αλσατία - Λωραίνη προ της 1ης Ιανουαρίου 1919, το βάρος των οποίων δεν ανελήφθη από τους γαλλικούς φορείς κατ' εφαρμογή της υπό ημερομηνία 21 Ιουνίου 1921 αποφάσεως του Συμβουλίου της Κοινωνίας των Εθνών (Reichsgesetzblatt σ. 1289), υπό τον όρον ότι το θύμα ή οι επιζώντες του κατοικούν στο έδαφος Κράτους μέλους.

β) Το άρθρο 10 του κανονισμού δεν θίγει τις διατάξεις, κατά τις οποίες δεν καταβάλλονται παροχές ή καταβάλλονται μόνον υπό ορισμένους όρους για ατυχήματα (και επαγγελματικές ασθένειες) που συνέβησαν εκτός του εδάφους της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, καθώς και για περιόδους που συνεπληρώθησαν εκτός του εδάφους αυτού, εφ' όσον οι δικαιούχοι των παροχών αυτών κατοικούν εκτός του εδάφους της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.

2. α) Για να καθορισθεί αν οι περίοδοι που θεωρούνται κατά την γερμανική νομοθεσία ως περίοδοι διακοπής (Ausfallzeiten) ή ως συμπληρωματικές περίοδοι (Zurechnungszeiten), πρέπει να λαμβάνονται υπ' όψη σαν τέτοιες, οι υποχρεωτικές εισφορές που καταβάλλονται κατά την νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους και η υπαγωγή στην ασφάλιση συντάξεων άλλου Κράτους μέλους εξομοιώνονται με τις υποχρεωτικές εισφορές που καταβάλλονται βάσει της γερμανικής νομοθεσίας και με την υπαγωγή στην γερμανική ασφάλιση συντάξεων.

Κατά τον υπολογισμό του αριθμού των ημερολογιακών μηνών από την υπαγωγή στην ασφάλιση μέχρι την επέλευση του κινδύνου, δεν λαμβάνονται υπ' όψη ούτε οι εξομοιούμενες περίοδοι δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους που περιλαμβάνονται μεταξύ των δύο αυτών ημερομηνιών, ούτε οι περίοδοι λήψεως συντάξεως δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους.

β) Οι διατάξεις της περιπτώσεως α) δεν εφαρμόζονται επί της κατ' αποκοπήν περιόδου διακοπής (pauschale Ausfallzeit). Αυτή καθορίζεται αποκλειστικά βάσει των περιόδων ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν στην Γερμανία.

γ) Η λήψη υπ' όψη συμπληρωματικής περιόδου (Zurechnungszeit), βάσει της γερμανικής νομοθεσίας επί της ασφαλίσεως συντάξεως των εργατών ορυχείων, εξαρτάται επιπλέον από τον όρο, ότι η τελευταία εισφορά που κατεβλήθη δυνάμει της γερμανικής νομοθεσίας έχει καταβληθεί προς την ασφάλιση συντάξεως των εργατών ορυχείων.

δ) Για την λήψη υπ' όψη των γερμανικών περιόδων αντικαταστάσεως (Ersatzzeiten) ισχύει αποκλειστικά η γερμανική εθνική νομοθεσία.

ε) Κατά παρέκκλιση της διατάξεως της περιπτώσεως δ) ισχύει για τους υπαγομένους στην γερμανική ασφάλιση συντάξεων, οι οποίοι κατοικούν κατά την διάρκεια της περιόδου από 1 Ιανουαρίου 1948 μέχρι 31 Ιουλίου 1963 στα γερμανικά εδάφη υπό ολλανδική διοίκηση, η εξής διάταξη: για την λήψη υπ' όψη των γερμανικών περιόδων αντικαταστάσεως (Ersatzzeiten) κατά την έννοια του άρθρου 1251 παράγραφος 2 του γερμανικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως (RVO) ή αντιστοίχων διατάξεων, εξομοιώνεται η καταβολή εισφοράς στην ολλανδική ασφάλιση, κατά την διάρκεια της περιόδου αυτής, με την άσκηση επαγγέλματος ή δραστηριότητος που υπάγεται στην υποχρεωτική ασφάλιση κατά την έννοια της γερμανικής νομοθεσίας.

3. Όσον αφορά τις προς διενέργεια πληρωμές προς τα γερμανικά ταμεία ασφαλίσεως ασθενείας, αναστέλλεται η υποχρέωση πληρωμής των εισφορών που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 2 του κανονισμού, μέχρι της εκδόσεως της αποφάσεως επί της αιτήσεως συνταξιοδοτήσεως.

4. Για να προσδιορισθεί, αν υπάρχει τέκνο που δικαιούται συντάξεως ορφανού, εξομοιούται η λήψη μιας από τις παροχές που αναφέρονται στο άρθρο 78, ή άλλης οικογενειακής παροχής που χορηγείται, δυνάμει της γαλλικής νομοθεσίας, για ανήλικο τέκνο που κατοικεί στην Γαλλία, με την λήψη συντάξεως ορφανού δυνάμει της γερμανικής νομοθεσίας.

5. Αν η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή μεταγενεστέρων κανονισμών περί κοινωνικής ασφαλίσεως συνεπάγεται εξαιρετικές επιβαρύνσεις για ορισμένους φορείς ασφαλίσεως ασθενείας, δύνανται να αποδοθούν οι επιβαρύνσεις αυτές ολικώς ή μερικώς. Η Ομοσπονδιακή Ένωση των Περιφερειακών Ταμείων Ασθενείας, με την ιδιότητά της σαν οργανισμός συνδέσεως (ασφάλιση ασθενείας), αποφασίζει, από κοινού με τις άλλες κεντρικές ενώσεις ταμείων ασθενείας, περί της εν λόγω αποδόσεως. Οι αναγκαίοι πόροι για την πραγματοποίηση της αποδόσεως προέρχονται από φόρους που επιβάλλονται σε όλους τους φορείς ασφαλίσεως ασθενείας, κατ' αναλογίαν του μέσου αριθμού των μελών τους, περιλαμβανομένων και των συνταξιούχων, κατά την διάρκεια του προηγουμένου έτους.

6. Αν ο γερμανικός φορέας είναι ο αρμόδιος φορέας για την χορήγηση οικογενειακών παροχών σύμφωνα με τον τίτλο III κεφάλαιο 7 του κανονισμού, θεωρείται ως εργαζόμενος (άρθρο 1 περίπτωση α) του κανονισμού) πρόσωπο, ασφαλισμένο υποχρεωτικά κατά του κινδύνου της ανεργίας ή πρόσωπο, το οποίο λαμβάνει, σε συνάρτηση με την ασφάλιση αυτή, παροχές εις χρήμα λόγω ασθενείας ή ανάλογες παροχές.

Γ. ΓΑΛΛΙΑ

1. α) Το επίδομα προς υπερήλικες μισθωτούς εργαζομένους χορηγείται, υπό τους όρους που προβλέπει η γαλλική νομοθεσία για τους γάλλους εργαζομένους, προς όλους τους εργαζομένους, οι οποίοι είναι υπήκοοι των υπολοίπων Κρατών μελών και κατοικούν, κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεώς τους, στο γαλλικό έδαφος.

β) Το ίδιο ισχύει για τους πρόσφυγες και τους απάτριδες.

γ) Οι διατάξεις του κανονισμού δεν θίγουν τις διατάξεις της γαλλικής νομοθεσίας, δυνάμει των οποίων λαμβάνονται υπ' όψη αποκλειστικά οι περίοδοι μισθωτής ή εξομοιουμένης προς αυτήν εργασίας που επραγματοποιήθησαν στα εδάφη των ευρωπαϊκών διαμερισμάτων και των υπερποντίων διαμερισμάτων (Γουαδελούπης, Γουϊάνας, Μαρτινίκας και Ρεϋνιόν) της Γαλλικής Δημοκρατίας, για να αποκτήσουν οι υπερήλικες μισθωτοί το δικαίωμα επιδόματος.

2. Το ειδικό επίδομα και η σωρεύσιμη αποζημίωση που προβλέπονται από την ειδική νομοθεσία περί κοινωνικής ασφαλίσεως για τα ορυχεία, καταβάλλοντα μόνον στους εργαζομένους που απασχολούνται στα ορυχεία της Γαλλίας.

3. Ο υπ' αριθ. 65-655 και υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1965 νόμος, ο οποίος παρέχει στους Γάλλους που ασκούν ή ήσκησαν στο εξωτερικό επαγγελματική δραστηριότητα, το δικαίωμα προσχωρήσεως στο σύστημα προαιρετικής ασφαλίσεως γήρατος, εφαρμόζεται επί των υπηκόων των υπολοίπων Κρατών μελών υπό τους ακόλουθους όρους:

- η επαγγελματική δραστηριότης που παρέχει την δυνατότητα προαιρετικής ασφαλίσεως κατά το γαλλικό σύστημα, δεν πρέπει να ασκείται ή να έχει ασκηθεί ούτε στο γαλλικό έδαφος ούτε στο έδαφος του Κράτους μέλους, του οποίου είναι υπήκοος ο εργαζόμενος-

- ο εργαζόμενος οφείλει, κατά την υποβολή της αιτήσεως προσχωρήσεως στα δικαιώματα του εν λόγω νόμου, να αποδείξει είτε ότι έχει κατοικήσει στην Γαλλία επί δέκα τουλάχιστον έτη, συνεχόμενα ή μη, είτε ότι έχει υπαχθεί κατά την ίδια διάρκεια στην γαλλική νομοθεσία, υπό μορφή υποχρεωτικής ασφαλίσεως ή προαιρετικής συνεχίσεως ασφαλίσεως.

4. Κατά την έννοια του άρθρου 73 παράγραφος 3 του κανονισμού, ο όρος "οικογενειακές παροχές" περιλαμβάνει:

α) τα επιδόματα προ του τοκετού που προβλέπει το άρθρο L 516 του κώδικος κοινωνικής ασφαλίσεως (code de la securite sociale).

β) τα οικογενειακά επιδόματα που προβλέπουν τα άρθρα L 524 και L 531 του κώδικος κοινωνικής ασφαλίσεως (code de la securite sociale).

γ) την αντισταθμιστική αποζημίωση του αναλογικού φόρου (impot cedulaire) που προβλέπει το άρθρο L 532 του κώδικος κοινωνικής ασφαλίσεως (code de la securite sociale).

Η παροχή αυτή πάντως δύναται να καταβληθεί μόνον, αν ο μισθός που λαμβάνεται με την ευκαιρία της αποσπάσεως, υπόκειται στον φόρο εισοδήματος στην Γαλλία.

δ) το επίδομα υπέρ της οικοκυράς συζύγου που προβλέπει το άρθρο L 533 του κώδικος κοινωνικής ασφαλίσεως (code de la securite sociale).

Δ. ΙΤΑΛΙΑ

Καμμία

Ε. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 94 παράγραφος 2 του κανονισμού, οι περίοδοι ασφαλίσεως και οι εξομοιούμενες προς αυτές περίοδοι που συνεπληρώθησαν προ της 1ης Ιανουαρίου 1946 σύμφωνα με την νομοθεσία του Λουξεμβούργου για την ασφάλιση συντάξεως λόγω αναπηρίας, γήρατος ή θανάτου λαμβάνονται υπ' όψη για την εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής μόνον, κατά το μέτρο που οι ασφαλιστικές προσδοκίες έχουν διατηρηθεί μέχρι την 1η Ιανουαρίου 1959, ή έχουν ανακτηθεί μεταγενέστερα σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτήν μόνον ή με τις ισχύουσες ή υπό σύναψη διμερείς συμβάσεις. Εφ' όσον υφίστανται περισσότερες διμερείς συμβάσεις, λαμβάνονται υπ'όψη οι περίοδοι ασφαλίσεως ή οι εξομοιούμενες προς αυτές περίοδοι από την παλαιότερη ημερομηνία.

ΣΤ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

1. Ασφάλιση ασθενείας των συνταξιούχων γήρατος

α) Πρόσωπο που λαμβάνει σύνταξη γήρατος δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας και συγχρόνως σύνταξη δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους θεωρείται, για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 27 και / ή 28, ότι δικαιούται παροχών εις είδος, αν πληροί - αφού ληφθούν υπ' όψη ενδεχομένως οι διατάξεις του άρθρου 9 - τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την υπαγωγή στην προαιρετική ασφάλιση ασθενείας των ηλικιωμένων.

β) Η εισφορά για την προαιρετική ασφάλιση ασθενείας των ηλικιωμένων ανέρχεται, για τους ενδιαφερομένους που κατοικούν σε άλλο Κράτος μέλος, στο ήμισυ των μέσων εξόδων που απαιτούνται στις Κάτω Χώρες για την ιατρική περίθαλψη των ηλικιωμένων και των μελών της οικογενείας τους.

2. Εφαρμογή της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως γήρατος

α) Ως περίοδοι ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως γήρατος, θεωρούνται επίσης οι περίοδοι προ της 1ης Ιανουαρίου 1957, κατά την διάρκεια των οποίων δικαιούχος μη πληρών τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες δύνανται να εξομοιωθούν οι εν λόγω περίοδοι με περιόδους ασφαλίσεως, κατοικούσε στο έδαφος των Κάτω Χωρών μετά την συμπλήρωση του 15ου έτους της ηλικίας του, ή κατά την διάρκεια των οποίων ο εν λόγω δικαιούχος, ενώ κατοικούσε στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, ασκούσε μισθωτή δραστηριότητα στις Κάτω Χώρες για λογαριασμό εργοδότου εγκατεστημένου στην χώρα αυτήν.

β) Οι περίοδοι που πρέπει να ληφθούν υπ' όψη σύμφωνα με την περίπτωση α) δεν υπολογίζονται, αν συμπίπτουν με περιόδους που ελήφθησαν υπ' όψη για τον υπολογισμό της οφειλομένης συντάξεως δυνάμει της νομοθεσίας περί της ασφαλίσεως γήρατος άλλου Κράτους μέλους.

γ) Όσον αφορά την ύπανδρο γυναίκα, ο σύζυγος της οποίας δικαιούται συντάξεως δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως γήρατος, λαμβάνονται επίσης υπ' όψη ως περίοδοι ασφαλίσεως οι περίοδοι αυτού του γάμου, οι οποίες προηγούνται της ημερομηνίας, κατά την οποία η ενδιαφερόμενη συνεπλήρωσε το 65ο έτος της ηλικίας της και κατά την διάρκεια των οποίων κατοικούσε στο έδαφος ενός ή περισσοτέρων Κρατών μελών, εφ' όσον οι περίοδοι αυτές συμπίπτουν με τις περιόδους ασφαλίσεως που συνεπλήρωσε ο σύζυγός της υπό την νομοθεσία αυτήν και με τις περιόδους ασφαλίσεως που πρέπει να ληφθούν υπ' όψη σύμφωνα με την περίπτωση α).

δ) Οι περίοδοι που πρέπει να ληφθούν υπ' όψη σύμφωνα με τις διατάξεις της περιπτώσεως γ) δεν υπολογίζονται, αν συμπίπτουν με περιόδους, οι οποίες ελήφθησαν υπ'όψη για τον υπολογισμό της συντάξεως που οφείλεται στην ύπανδρο γυναίκα δυνάμει της νομοθεσίας περί της ασφαλίσεως γήρατος άλλου Κράτους μέλους ή με περιόδους, κατά την διάρκεια των οποίων έλαβε σύνταξη γήρατος δυνάμει τέτοιας νομοθεσίας.

ε) Όσον αφορά τη γυναίκα, η οποία είχε υπανδρευθεί και της οποίας ο σύζυγος είχε υπαχθεί στην ολλανδική νομοθεσία περί της ασφαλίσεως γήρατος ή θεωρείται ότι έχει συμπληρώσει περιόδους ασφαλίσεως δυνάμει των διατάξεων της περιπτώσεως α), εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των δύο προηγουμένων περιπτώσεων.

στ) Οι περίοδοι που αναφέρονται στις περιπτώσεις α) και γ) λαμβάνονται υπ'όψη για τον υπολογισμό της συντάξεως γήρατος μόνον, αν ο ενδιαφερόμενος κατοίκησε επί έξη έτη στο έδαφος ενός ή περισσοτέρων Κρατών μελών μετά την συμπλήρωση τoυ 59ου έτους της ηλικίας του και εφ'όσον κατοικεί στο έδαφος ενός από αυτά τα Κράτη μέλη.

3. Εφαρμογή της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως χηρών και ορφανών

α) Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού θεωρούνται επίσης ως περίοδοι ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως χηρών και ορφανών οι περίοδοι προ της 1ης Οκτωβρίου 1959, κατά την διάρκεια των οποίων κατοικούσε ο εργαζόμενος στο έδαφος των Κάτω Χωρών μετά την συμπλήρωση του 15ου έτoυς της ηλικίας του ή κατά την διάρκεια των οποίων, ενώ κατοικούσε στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, ασκούσε μισθωτή δραστηριότητα στις Κάτω Χώρες για λογαριασμό εργοδότου εγκατεστημένου στην χώρα αυτήν.

β) Οι περίοδοι που πρέπει να ληφθούν υπ' όψη σύμφωνα με την περίπτωση α) δεν υπολογίζονται, αν συμπίπτουν με περιόδους ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν υπό την νομοθεσία περί συντάξεων επιζώντων άλλου Κράτους μέλους.

4. Εφαρμογή της ολλανδικής νομοθεσίας περί της ασφαλίσεως κατά της ανικανότητος προς εργασία

α) Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού θεωρούνται, επίσης ως περίοδοι ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας περί της ασφαλίσεως κατά της ανικανότητος προς εργασία, οι περίοδοι μισθωτής εργασίας και οι εξομοιούμενες περίοδοι που συνεπληρώθησαν στις Κάτω Χώρες προ της 1ης Ιουλίου 1967.

β) Οι περίοδοι που πρέπει να ληφθούν υπ' όψη σύμφωνα με την περίπτωση α) θεωρούνται ως περίοδοι ασφαλίσεως που συνεπληρώθησαν υπό νομοθεσία του τύπου που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 1 του κανονισμού.